Τετάρτη, 17 Σεπ, 2025

Το CDC προειδοποιεί για κρούσματα ιού που μεταδίδεται από κουνούπια στην Κίνα

Τα Αμερικανικά Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) καλούν τους ταξιδιώτες προς την Κίνα να λάβουν αυξημένα μέτρα προφύλαξης, λόγω επιδημίας του ιού τσικουνγκούνυα στην επαρχία Γκουανγκντόνγκ. Σύμφωνα με ανακοίνωση της 1ης Αυγούστου, τα περισσότερα καταγεγραμμένα κρούσματα εντοπίζονται στην πόλη Φοσάν.

Οι αρχές συνιστούν τη χρήση ενδυμάτων που καλύπτουν πλήρως το σώμα, όπως μακρυμάνικα πουκάμισα και παντελόνια, καθώς και διαμονή σε χώρους με κλιματισμό ή με σήτες στα ανοίγματα, ώστε να περιορίζεται η έκθεση σε κουνούπια.

Το CDC προτείνει τον εμβολιασμό κατά του τσικουνγκούνυα σε όσους ταξιδεύουν σε περιοχές με επιδημιολογική έξαρση. Στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι διαθέσιμα δύο εμβόλια: ένα εμβόλιο εξασθενημένου ιού, εγκεκριμένο για άτομα 18 ετών και άνω, και ένα βασισμένο σε σωματίδια όμοια με αυτά του ιού, για ηλικίες από 12 ετών και άνω.

Ωστόσο, οι υγειονομικές αρχές των ΗΠΑ έχουν αναστείλει προσωρινά τη χορήγηση του πρώτου τύπου σε άτομα ηλικίας 62 έως 89 ετών, καθώς βρίσκονται σε εξέλιξη έρευνες για ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρθηκαν σε αυτή την ηλικιακή ομάδα.

Το CDC επισημαίνει ότι οι επαγγελματίες υγείας θα πρέπει να συζητούν με κάθε ταξιδιώτη ξεχωριστά τα πιθανά οφέλη και κινδύνους του εμβολιασμού, λαμβάνοντας υπ’ όψιν την ηλικία, τις υποκείμενες παθήσεις, τον προορισμό, τη διάρκεια του ταξιδιού και τις προγραμματισμένες δραστηριότητες. Η ταξιδιωτική οδηγία έχει χαρακτηριστεί επιπέδου 2, σε σύστημα τεσσάρων επιπέδων επικινδυνότητας.

Ο ιός τσικουνγκούνια μεταδίδεται στον άνθρωπο μέσω τσιμπήματος μολυσμένου κουνουπιού και δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορεί να μεταδοθεί από άνθρωπο σε άνθρωπο. Πρόκειται για ιογενή νόσο που προκαλεί πόνο και οίδημα στις αρθρώσεις, καθώς και πονοκέφαλο. Τα συμπτώματα εμφανίζονται συνήθως τέσσερις έως οκτώ ημέρες μετά το τσίμπημα, και συχνά συγχέονται με αυτά του δάγκειου πυρετού ή του ιού Ζίκα, γεγονός που καθιστά δυσχερή την ακριβή καταγραφή των κρουσμάτων, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ).

Στην Κίνα, χιλιάδες περιστατικά έχουν επισήμως καταγραφεί στην επαρχία Γκουανγκντόνγκ. Ωστόσο, σύμφωνα με πηγές της εφημερίδας The Epoch Times, κάτοικοι της περιοχής δήλωσαν ότι οι τοπικές αρχές επέβαλαν υποχρεωτικές καραντίνες, ενώ υπήρξαν αναφορές ότι το Πεκίνο έχει υποτιμήσει κατ’ επανάληψη την έκταση επιδημιών, μεταξύ των οποίων και η COVID-19.

Πέραν της Κίνας, το CDC έχει εκδώσει σχετικές ταξιδιωτικές οδηγίες και για άλλες χώρες όπου καταγράφεται έξαρση του τσικουνγκούνυα, όπως η Βολιβία, η Κένυα και η Σομαλία. Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC), περισσότερα από 240.000 κρούσματα και 90 θάνατοι έχουν αναφερθεί σε δεκαέξι χώρες ή εδάφη κατά το τρέχον έτος.

Οι γυναίκες σε ενδιαφέρουσα καλούνται να επανεξετάσουν το ενδεχόμενο ταξιδιού σε περιοχές με έξαρση, καθώς – όπως τονίζουν τα CDC – η μετάδοση του ιού από τη μητέρα στο έμβρυο μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή νόσηση του νεογνού.

Η Δρ Ντιάνα Ρόχας Άλβαρεζ, αξιωματούχος του ΠΟΥ, ανέφερε σε ενημέρωση Τύπου τον Ιούλιο ότι ο Οργανισμός υποστηρίζει τις πληγείσες χώρες μέσω ανάπτυξης διαγνωστικών τεστ, κατάρτισης ιατρικού προσωπικού και ενίσχυσης των δράσεων για τον έλεγχο των πληθυσμών των κουνουπιών. Η ίδια τόνισε ότι δεν υπάρχει ειδική θεραπεία για τον τσικουνγκούνυα, και ως εκ τούτου η πρόληψη με αποφυγή τσιμπημάτων είναι κρίσιμη.

ΗΠΑ: Νέο νομοσχέδιο αίρει την νομική ασυλία των φαρμακευτικών εταιρειών για τα εμβόλια

Νομοθετική πρωτοβουλία που κατατέθηκε πρόσφατα στο Κογκρέσο των ΗΠΑ προβλέπει την κατάργηση της νομικής προστασίας που απολαμβάνουν σήμερα οι κατασκευαστές εμβολίων έναντι αγωγών.

Το νομοσχέδιο με αριθμό H.R. 4668, γνωστό ως End the Vaccine Carve-Out Act, επιδιώκει να τροποποιήσει την ομοσπονδιακή νομοθεσία, δίνοντας τη δυνατότητα για περισσότερες προσφυγές εναντίον των φαρμακευτικών εταιρειών από ό,τι επιτρέπεται σήμερα.

Σύμφωνα με τον νόμο National Childhood Vaccine Injury Act του 1986, όσοι ισχυρίζονται ότι υπέστησαν σοβαρές παρενέργειες ή θανάτους μετά από εμβολιασμό μπορούν να στραφούν νομικά κατά των κατασκευαστών μόνο εφόσον πρώτα υποβάλουν αίτηση σε ειδικό κρατικό πρόγραμμα αποζημίωσης.

Η διαδικασία αυτή απαιτεί δικαστική εξέταση, ωστόσο το πρόγραμμα αντιμετωπίζει σοβαρή καθυστέρηση στην εκδίκαση των υποθέσεων και μια τελική απόφαση μπορεί να αργήσει χρόνια.

Το νέο νομοσχέδιο, το οποίο κατατέθηκε στις 23 Ιουλίου, προβλέπει ότι οι πολίτες θα μπορούν να προσφεύγουν απευθείας στα πολιτικά δικαστήρια κατά των κατασκευαστών.

Επιπλέον, ο νόμος του 1986 απαλλάσσει τις εταιρείες από ευθύνη για βλάβες ή θανάτους, εάν αυτές οφείλονται σε αναπόφευκτες παρενέργειες, παρά τη σωστή παρασκευή και τις ορθές οδηγίες.

Εξαίρεση αποτελούν περιπτώσεις όπου υπήρξε απάτη, απόκρυψη στοιχείων από την κυβέρνηση πριν ή μετά την έγκριση του εμβολίου ή άλλες παράνομες πράξεις σε θέματα ασφάλειας και αποτελεσματικότητας. Το νέο νομοσχέδιο επιδιώκει να καταργήσει αυτές τις προστατευτικές διατάξεις.

Ο Ρεπουμπλικανός βουλευτής Πολ Γκόσαρ, που εισηγήθηκε το σχέδιο νόμου, δήλωσε στις 24 Ιουλίου: «Το υφιστάμενο καθεστώς νομικής ασυλίας, που αδίκως προστατεύει τις μεγάλες φαρμακευτικές από τις συνέπειες των προϊόντων τους, εμποδίζει όσους έχουν υποστεί βλάβες από εμβόλια να διεκδικήσουν αποζημίωση σε πολιτικό δικαστήριο, σε κρατικό ή ομοσπονδιακό επίπεδο.

Αυτή η εξαίρεση έχει προσφέρει τεράστια κέρδη, αξίας εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων, στις φαρμακευτικές, αφήνοντας ταυτόχρονα δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους χωρίς τη δυνατότητα να προσφύγουν στη δικαιοσύνη για βλάβες που υπέστησαν».

Συνεχίζοντας τόνισε: «Το νομοσχέδιο προτάσσει τους ασθενείς έναντι των κερδών, καταργώντας τα σημερινά προνόμια ασυλίας και τον περιορισμό παραγραφής, που αδίκως προστατεύει τις εταιρείες, δίνοντας στους παθόντες το δικαίωμα να διεκδικήσουν αποζημίωση σε πολιτικό δικαστήριο».

Ο Γκόσαρ είχε καταθέσει ανάλογη πρόταση και το 2024, ωστόσο δεν κατάφερε να προχωρήσει λόγω των πολιτικών συσχετισμών στο Κογκρέσο. Πλέον, οι Ρεπουμπλικανοί ελέγχουν και τα δύο νομοθετικά σώματα, με το νέο σχέδιο να συγκεντρώνει 29 συνυπογράφοντες, αριθμός αντίστοιχος με τον περσινό.

Υπέρ της πρωτοβουλίας τάχθηκε και η Μέρι Χόλαντ, πρόεδρος του μη κερδοσκοπικού οργανισμού Children’s Health Defense, η οποία δήλωσε: «Το νομοσχέδιο αυτό είναι ακριβώς ό,τι χρειάζεται προκειμένου τα εμβόλια να πληρούν τα υψηλότερα δυνατά πρότυπα ασφάλειας και αποτελεσματικότητας, όπως συμβαίνει σχεδόν για κάθε άλλο προϊόν».

Ο οργανισμός PHRMA, που εκπροσωπεί τις φαρμακευτικές εταιρείες παραγωγής εμβολίων, δεν ανταποκρίθηκε σε αίτημα σχολιασμού μέχρι τη στιγμή της δημοσίευσης.

Κέννεντυ: Απομάκρυνση του υδραργύρου από τα εμβόλια γρίπης

Ο υπουργός Υγείας των Ηνωμένων Πολιτειών Ρόμπερτ Φ. Κέννεντυ Τζ. υπέγραψε σύσταση για την απομάκρυνση ενός συντηρητικού με βάση τον υδράργυρο από τα εμβόλια γρίπης, ανακοίνωσε το αμερικανικό υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών στις 23 Ιουλίου.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση, ο Κέννεντυ υιοθέτησε τη σχετική εισήγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για τις Πρακτικές Εμβολιασμού την Τρίτη. Ο ίδιος φέρεται να δήλωσε ότι η απόφαση αυτή ικανοποιεί μια καθυστερημένη υπόσχεση για την προστασία των πιο ευάλωτων πληθυσμών από περιττή έκθεση σε υδράργυρο, επισημαίνοντας πως η έγχυση οποιασδήποτε ποσότητας υδραργύρου σε παιδιά, όταν υπάρχουν ασφαλείς εναλλακτικές χωρίς το συγκεκριμένο στοιχείο, αντιβαίνει τόσο στη λογική όσο και στην υπεύθυνη δημόσια υγεία. Κατά τον Κέννεντυ, πρόκειται για μια επιλογή που βάζει την ασφάλεια σε προτεραιότητα.

Η θιμεροσάλη, το οποίο περιέχει περίπου 50% υδράργυρο κατά βάρος, απομακρύνθηκε από πολλά εμβόλια από το 1999, όταν ορισμένες μελέτες έδειξαν ότι η πρόωρη έκθεση στον υδράργυρο μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στα παιδιά. Το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) αναφέρει στον ιστότοπό του ότι «δεν υπάρχουν ενδείξεις βλάβης που να προκαλείται από τις χαμηλές δόσεις θιμεροσάλης στα εμβόλια, εκτός από ήπιες αντιδράσεις όπως ερυθρότητα και πρήξιμο στο σημείο της ένεσης».

Τα εμβόλια γρίπης πολλαπλών δόσεων εξακολουθούν μέχρι σήμερα να περιέχουν θιμεροσάλη, με περίπου το 5% των εμβολίων που χορηγήθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες στα τέλη του 2024 και στις αρχές του 2025 να περιέχουν το συντηρητικό, σύμφωνα με την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA).

Η Συμβουλευτική Επιτροπή για τις Πρακτικές Εμβολιασμού συμβουλεύει το CDC, και ο διευθυντής του CDC συνήθως αποφασίζει αν θα υιοθετήσει ή θα απορρίψει τις συστάσεις της. Ο υποψήφιος του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για την ηγεσία του CDC αναμένει την ψηφοφορία της ολομέλειας της Γερουσίας, και το CDC δεν έχει επί του παρόντος διευθυντή, σύμφωνα με τον ιστότοπό του.

Τον Ιούνιο, η συμβουλευτική επιτροπή του CDC, με σειρά ψηφοφοριών 5-1 και μία αποχή, συνέστησε στους κυβερνητικούς αξιωματούχους να σταματήσουν να συνιστούν εμβόλια που περιέχουν θιμεροσάλη. Οι σύμβουλοι, οι οποίοι διορίστηκαν από τον Κέννεντυ μετά την απομάκρυνση των προηγούμενων μελών, δήλωσαν ότι ανησυχούσαν για την έκθεση των παιδιών στον υδράργυρο και ήθελαν να εξαλείψουν την πηγή αυτής της έκθεσης.

«Υπάρχει κίνδυνος επαναλαμβανόμενης έκθεσης σε αυτό. Δεν πρόκειται λοιπόν για μία μόνο χορήγηση, αλλά για πιθανή χρόνια έκθεση σε ετήσια βάση», δήλωσε τότε ο Δρ Ρόμπερτ Μαλόουν, ένας από τους συμβούλους.

Ο Δρ Κόντι Μέισνερ, ο μόνος που ψήφισε κατά, δήλωσε ότι δεν θεωρούσε ότι υπήρχαν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι το θιμεροσάλη έχει προκαλέσει προβλήματα.

Το Αμερικανικό Κολέγιο Ιατρών και ορισμένες άλλες ομάδες έχουν δηλώσει ότι η απαγόρευση δεν είναι δικαιολογημένη. Η Children’s Health Defense, μια μη κερδοσκοπική οργάνωση που διευθυνόταν από τον Κέννεντυ, είναι μεταξύ των οργανώσεων που έχουν προσφέρει υποστήριξη για την απαγόρευση.

Σύμφωνα με την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων, φαίνεται να υπάρχει επαρκής προμήθεια εμβολίων που δεν περιέχουν θιμεροσάλη για να εμβολιαστούν όλοι όσοι το επιθυμούν.

«Οι κατασκευαστές εμβολίων έχουν επιβεβαιώσει ότι έχουν τη δυνατότητα να αντικαταστήσουν τα φιαλίδια πολλαπλών δόσεων που περιέχουν υδράργυρο, διασφαλίζοντας ότι το πρόγραμμα Εμβολίων για Παιδιά (Vaccines for Children – VFC) και οι προμήθειες εμβολίων για ενήλικες θα παραμείνουν αδιάκοπες», δήλωσε το υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών.

Οι εκπρόσωποι της Sanofi και της CSL Seqirus, που παράγουν τα εμβόλια, δεν απάντησαν στις ερωτήσεις μέχρι τη στιγμή της δημοσίευσης. Ένας εκπρόσωπος της Sanofi δήλωσε στην εφημερίδα The Epoch Times σε ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τον Ιούνιο ότι η εταιρεία θα «έχει επαρκή προμήθεια εμβολίων της Sanofi κατά της γρίπης για να καλύψει τις προτιμήσεις των πελατών» για την εποχή της γρίπης, που αρχίζει το φθινόπωρο.

Η ακριβής διατύπωση της εντολής του Κέννεντυ δεν είναι σαφής. Η υπηρεσία δεν απάντησε σε αίτημα για σχόλιο.

Ο Κέννεντυ συμβούλεψε τις άλλες χώρες να ακολουθήσουν το παράδειγμα των Ηνωμένων Πολιτειών και να αφαιρέσουν τη θιμεροσάλη από τα εμβόλια. «Καλούμε τις παγκόσμιες υγειονομικές αρχές να ακολουθήσουν αυτό το συνετό παράδειγμα για την προστασία των παιδιών σε όλο τον κόσμο», δήλωσε.

Ο Ομπάμα απαντά σε νέα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα των υπηρεσιών πληροφοριών

Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, υποστήριξε εκ νέου ότι η Ρωσία επιχείρησε να παρέμβει στις προεδρικές εκλογές του 2016, στον απόηχο της δημοσιοποίησης αποχαρακτηρισμένων εγγράφων που ρίχνουν φως σε ενέργειες υψηλόβαθμων αξιωματούχων της κυβέρνησής του εκείνη την περίοδο.

Εκπρόσωπός του δήλωσε στις 22 Ιουλίου ότι τα έγγραφα που δημοσιεύθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα δεν αναιρούν το ευρέως αποδεκτό συμπέρασμα πως η Ρωσία επιχείρησε να επηρεάσει το εκλογικό αποτέλεσμα, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να αλλοιώσει ψήφους.

Τα έγγραφα αποχαρακτηρίστηκαν στις 18 Ιουλίου από τη διευθύντρια της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, Τάλσι Γκάμπαρντ, η οποία ανέφερε ότι αποδεικνύουν πως ο τότε πρόεδρος Ομπάμα και τα μέλη του συμβουλίου εθνικής ασφάλειας κατασκεύασαν και πολιτικοποίησαν πληροφορίες, με στόχο να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για αυτό που χαρακτήρισε πολυετή προσπάθεια υπονόμευσης της προεδρίας Τραμπ.

Ο εκπρόσωπος του Ομπάμα παρέπεμψε επίσης σε έκθεση της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας από το 2020, στην οποία αναφέρεται ότι η Ρωσία επιδόθηκε σε μια επιθετική, πολυδιάστατη εκστρατεία για να επηρεάσει ή να αποπειραθεί να επηρεάσει την έκβαση των εκλογών.

Σε συνέντευξή της στο Fox News, η Γκάμπαρντ αντέδρασε δηλώνοντας ότι ο Ομπάμα αποφεύγει την ουσία του ζητήματος, υποστηρίζοντας πως η τοποθέτησή του δεν αγγίζει όσα περιλαμβάνονται στα πάνω από 100 έγγραφα που δόθηκαν στη δημοσιότητα, ούτε εκείνα που, όπως ανέφερε, πρόκειται να δημοσιοποιηθούν τις επόμενες ημέρες.

Από την πλευρά του, ο Ντόναλντ Τραμπ, ερωτηθείς στον Λευκό Οίκο για τις ποινικές παραπομπές που προωθεί η Γκάμπαρντ προς το υπουργείο Δικαιοσύνης, δήλωσε ότι ο Ομπάμα είναι ένοχος για εσχάτη προδοσία. Σύμφωνα με τον πρόεδρο Τραμπ, οι σχετικές εντολές φέρουν την υπογραφή του Ομπάμα και προέρχονται απευθείας από το γραφείο του, επικαλούμενος σχετικό έγγραφο της Διεύθυνσης Εθνικών Πληροφοριών που δείχνει ότι ο Ομπάμα ζήτησε νέα αξιολόγηση για τη ρωσική παρέμβαση, παρότι οι τότε υπηρεσίες είχαν ήδη καταλήξει ότι η Ρωσία δεν επιχείρησε να στοχεύσει το εκλογικό σύστημα μέσω κυβερνοεπιθέσεων.

Ο Τραμπ υποστήριξε ακόμη ότι υπήρξε απόπειρα νόθευσης των εκλογών, η οποία, όπως είπε, αποκαλύφθηκε και θα πρέπει να επιφέρει σοβαρές συνέπειες.

Το περιεχόμενο των εγγράφων

Σύμφωνα με τα έγγραφα που αποχαρακτηρίστηκαν από την Γκάμπαρντ, σε εκτίμηση της κοινότητας πληροφοριών πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου 2016 αναφέρεται ότι η Ρωσία πιθανόν δεν προσπαθούσε να επηρεάσει το αποτέλεσμα μέσω ψηφιακών μέσων. Σε άλλο έγγραφο, που αποτελεί σύνολο οδηγιών προς τον τότε διευθυντή των υπηρεσιών πληροφοριών τον Δεκέμβριο του 2016, επισημαίνεται ότι ξένοι αντίπαλοι δεν χρησιμοποίησαν κυβερνοεπιθέσεις στις υποδομές των εκλογών με στόχο να αλλοιώσουν το αποτέλεσμα.

Δύο ημέρες μετά, ο Ομπάμα συναντήθηκε με κορυφαίους αξιωματούχους για να συζητήσουν το ζήτημα της Ρωσίας και, σύμφωνα με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που περιλαμβάνεται στα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα, ζήτησε τη σύνταξη νέας έκθεσης που θα περιλάμβανε τα εργαλεία και τις ενέργειες που χρησιμοποίησε η Μόσχα για να επηρεάσει τις εκλογές του 2016.

Η νέα έκθεση εκδόθηκε τον Ιανουάριο του 2017 και ανέφερε ότι η Ρωσία αξιοποίησε μέσα κυβερνοεπιρροής και άλλες τακτικές προκειμένου να ενισχύσει τον τότε εκλεγμένο πρόεδρο Τραμπ και να υπονομεύσει την υποψήφια των Δημοκρατικών, Χίλαρι Κλίντον.

Το γραφείο της Γκάμπαρντ δήλωσε στις 18 Ιουλίου ότι η αξιολόγηση αυτή βασίστηκε σε πληροφορίες που, όπως υποστηρίζει, ήταν είτε κατασκευασμένες –όπως ο λεγόμενος «Φάκελος Στιλ» που χρηματοδοτήθηκε από την καμπάνια Κλίντον– είτε κρίθηκαν μη αξιόπιστες.

Η ίδια ανέφερε ότι η έκθεση αυτή οδήγησε στην πολυετή έρευνα του ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μιούλερ για τη σχέση Τραμπ–Ρωσίας, σε διώξεις και φυλακίσεις υψηλόβαθμων αξιωματούχων, σε όξυνση των σχέσεων ΗΠΑ–Ρωσίας και σε ευρύτερες επιπτώσεις.

Η Γκάμπαρντ χαρακτήρισε τις ενέργειες αυτές «προδοτική συνωμοσία του 2016», με συμμετοχή αξιωματούχων στα ανώτατα κλιμάκια της αμερικανικής κυβέρνησης, τονίζοντας ότι στόχος ήταν η ανατροπή της βούλησης του αμερικανικού λαού και η παρεμπόδιση του εκλεγμένου προέδρου από το να ασκήσει την εντολή που του είχε δοθεί μέσω της κάλπης.

Κέννεντυ: Οι ΗΠΑ θα σταματήσουν να παρέχουν χρηματοδότηση στην Παγκόσμια Συμμαχία για τα εμβόλια Gavi

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα συνεχίσουν να χρηματοδοτούν την παγκόσμια συμμαχία για τα εμβόλια Gavi, εάν ο οργανισμός δεν αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τα ζητήματα ασφάλειας των εμβολίων, δήλωσε ο υπουργός Υγείας Ρόμπερτ Φ. Κέννεντυ Τζ. κατά τη διάρκεια εκδήλωσης συγκέντρωσης πόρων για την Gavi στις 25 Ιουνίου.

Σύμφωνα με ηχογραφημένη δήλωσή του που μεταδόθηκε στη σύνοδο, ο Κέννεντυ ανέφερε ότι εκτιμά ιδιαίτερα τη δέσμευση της Gavi να καταστήσει την ιατρική προσιτή σε όλους τους λαούς, επισημαίνοντας πως ο οργανισμός έχει εκπληρώσει με επιτυχία αυτή την αποστολή. Ωστόσο, υποστήριξε ότι, στην προσπάθειά της να προωθήσει τον καθολικό εμβολιασμό, η Gavi έχει παραμελήσει ένα βασικό ζήτημα: την ασφάλεια των εμβολίων.

Όπως είπε, οι ΗΠΑ έχουν διαθέσει περίπου 8 δισεκατομμύρια δολάρια στη Gavi από το 2001 και αποτελούν έναν από τους βασικότερους χρηματοδότες της. Υπογράμμισε, ωστόσο, ότι η επένδυση αυτή πρέπει να δικαιολογείται.

Ο Κέννεντυ σημείωσε ότι η σοβαρή αντιμετώπιση της ασφάλειας των εμβολίων ξεκινά από τη συνεκτίμηση της καλύτερης διαθέσιμης επιστημονικής γνώσης, ακόμη και όταν αυτή έρχεται σε αντίθεση με κατεστημένα πρότυπα. Μέχρι να συμβεί αυτό, ανέφερε, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα προβούν σε περαιτέρω χρηματοδότηση της Gavi.

Απαντώντας, η Gavi δήλωσε ότι συμφωνεί πλήρως με την ανάγκη συνεκτίμησης όλων των επιστημονικών δεδομένων και ότι παραμένει προσηλωμένη σε μία προσέγγιση βασισμένη σε τεκμηριωμένα στοιχεία και επιστήμη, όπως ισχυρίζεται ότι κάνει σταθερά. Σύμφωνα με τον οργανισμό, η Gavi συμβάλλει στον εμβολιασμό άνω του 50% των παιδιών παγκοσμίως κατά διαφόρων ασθενειών.

Σε ξεχωριστή ανακοίνωση, ο οργανισμός ανέφερε ότι υλοποιεί μεταρρυθμίσεις, μεταξύ άλλων και οργανωτικές αλλαγές για τη μείωση του κόστους λειτουργίας.

Η σύνοδος για τις δεσμεύσεις χρηματοδότησης της Gavi πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη στις Βρυξέλλες, με συνδιοργανωτές την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ίδρυμα Μπιλ και Μελίντα Γκέιτς.

Το Ίδρυμα Γκέιτς ανακοίνωσε ότι θα διαθέσει 1,6 δισεκατομμύρια δολάρια στην Gavi τα επόμενα πέντε χρόνια, χαρακτηρίζοντας τη συμμαχία ως έναν από τους πιο αποτελεσματικούς μηχανισμούς για τη χορήγηση σωτήριων εμβολίων σε παιδιά και την πρόληψη ασθενειών σε ευάλωτες κοινότητες.

Για το οικονομικό έτος 2025, το Κογκρέσο έχει εγκρίνει χρηματοδότηση ύψους 300 εκατ. δολαρίων προς την Gavi. Ωστόσο, στον προϋπολογισμό της κυβέρνησης Τραμπ για το οικονομικό έτος 2026 δεν περιλαμβάνεται σχετική πρόβλεψη.

Ο γερουσιαστής Μπέρνι Σάντερς (I-Vt.), κορυφαίο στέλεχος της μειοψηφίας στην Επιτροπή Υγείας της Γερουσίας, εξέφρασε τη λύπη του για την ανακοίνωση του Κέννεντυ κατά τη διάρκεια ακρόασης στην Ουάσιγκτον, την Τετάρτη και ρώτησε τη Σούζαν Μονάρεζ, υποψήφια του προέδρου Τραμπ για την ηγεσία των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC), σχετικά με την εξέλιξη αυτή.

Η Μονάρεζ δήλωσε ότι θεωρεί την προετοιμασία για την παγκόσμια υγειονομική ασφάλεια κρίσιμη για τις ΗΠΑ. Τόνισε ότι τα εμβόλια σώζουν ζωές και ότι η στήριξη της προώθησης και χρήσης τους πρέπει να συνεχιστεί, διαβεβαιώνοντας πως, εάν επιβεβαιωθεί στον ρόλο της, θα εξετάσει το ζήτημα.

Την ίδια ημέρα συνεδρίαζε και μια συμβουλευτική επιτροπή για τα εμβόλια, τα μέλη της οποίας έχουν οριστεί από τον Κέννεντυ. Η επιτροπή ανακοίνωσε ότι θα εξετάσει τις επιπτώσεις του προγράμματος εμβολιασμού για παιδιά που εφαρμόζει το CDC, καθώς και εμβόλια που δεν έχουν επανεξεταστεί εδώ και επτά χρόνια, προκειμένου να αξιολογηθεί το ενδεχόμενο αναθεώρησης των σχετικών συστάσεων για το εμβόλιο της ηπατίτιδας Β.

Υπενθυμίζεται ότι ο πρόεδρος Τραμπ είχε διατάξει την αποχώρηση των ΗΠΑ και από άλλους διεθνείς οργανισμούς, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), επικαλούμενος ανησυχίες για τους στόχους τους.

Ο Κέννεντυ, μετά από συνάντηση με αξιωματούχους της Αργεντινής τον Μάιο, δήλωσε ότι οι ΗΠΑ και η Αργεντινή — που έχουν αμφότερες αποχωρήσει από τον ΠΟΥ — επικεντρώνονται στη δημιουργία ενός εναλλακτικού διεθνούς συστήματος υγείας, βασισμένου στην αυστηρή επιστημονική τεκμηρίωση και απαλλαγμένου, όπως ανέφερε, από ολοκληρωτικές τάσεις, διαφθορά και πολιτικό έλεγχο.

Ο Ρόμπερτ Κέννεντυ συστήνει νέα συμβουλευτική ομάδα για θέματα εμβολίων

Τα νέα μέλη της επιτροπής που συμβουλεύει τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων περιλαμβάνουν έναν εφευρέτη, μια Καθολική νοσοκόμα και ένα πρώην μέλος της επιτροπής.

Ο υπουργός Υγείας των ΗΠΑ Ρόμπερτ Κέννεντυ ανακοίνωσε τα οκτώ νέα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής για τις Πρακτικές Εμβολιασμού (ACIP) στις 11 Ιουνίου, λίγες ημέρες μετά την απόλυση των προηγούμενων δεκαεπτά μελών της. Ο Κέννεντυ δήλωσε ότι τα μέλη «είναι αφοσιωμένα στην ιατρική που βασίζεται σε στοιχεία, την επιστήμη του χρυσού προτύπου και την κοινή λογική». Δεν είναι σαφές εάν ο Κέννεντυ σχεδιάζει να διορίσει επιπλέον άτομα στην επιτροπή και από τι είδους έλεγχο πέρασαν τα νέα μέλη. Ένας είπε ότι ολοκλήρωσε τρεις μήνες ελέγχου δεοντολογίας. Αρκετοί οργανισμοί έχουν εκφράσει την ανησυχία τους για την κατάσταση.

«Η ταχύτητα με την οποία επιλέχθηκαν αυτά τα μέλη και η έλλειψη διαφάνειας στη διαδικασία δεν βοηθά στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης του κοινού και συμβάλλει στη σύγχυση και την αβεβαιότητα», δήλωσε σε ανακοίνωσή του ο Τζέησον Γκόλντμαν, πρόεδρος του Αμερικανικού Κολλεγίου Ιατρών.

Το υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών δεν απάντησε σε αίτημα για πρόσθετες πληροφορίες.

Μάρτιν Κούλντορφ

Επιδημιολόγος που απολύθηκε από την Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ λόγω της άρνησής του να κάνει εμβόλιο κατά της COVID-19, ο Κούλντορφ έχει υπηρετήσει στο παρελθόν σε διάφορες ομοσπονδιακές επιτροπές, συμπεριλαμβανομένης της υποομάδας ασφάλειας εμβολίων του ACIP. Ήταν γνωστός πριν από την πανδημία COVID-19 για τη δημιουργία λογισμικού για την παρακολούθηση της ασφάλειας των εμβολίων, συμπεριλαμβανομένου του Vaccine Safety Datalink του CDC.

Ο Κούλντορφ, ο οποίος δεν απάντησε σε ερωτήσεις, απομακρύνθηκε από το ACIP (Συμβουλευτική Επιτροπή για Πρακτικές Εμβολιασμού) αφού δήλωσε ότι διαφωνούσε με την αναστολή της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για το εμβόλιο COVID-19 της Johnson & Johnson. Η αναστολή, η οποία εφαρμόστηκε λόγω φαινομενικού κινδύνου πήξης του αίματος, αργότερα άρθηκε, αν και το εμβόλιο αποσύρθηκε από την αγορά το 2023.

Ο Κούλντορφ έχει αντιταχθεί στον εμβολιασμό των παιδιών για την COVID-19, επισημαίνοντας ότι κινδυνεύουν πολύ λιγότερο από την ασθένεια σε σχέση με τους ηλικιωμένους. «Είμαι μεγάλος υποστηρικτής του εμβολιασμού των παιδιών για ιλαρά, παρωτίτιδα, πολιομυελίτιδα, ροταϊό και πολλές άλλες ασθένειες, αυτό είναι κρίσιμο. Αλλά η COVID δεν αποτελεί μεγάλη απειλή για τα παιδιά», είχε δηλώσει στην εφημερίδα The Epoch Times το 2021.

Ο Κούλντορφ, μαζί με τον νυν διευθυντή των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας, Τζέυ Μπατατσαρία, το 2020 συνυπέγραψαν ένα έγγραφο με τίτλο «Η Διακήρυξη του Μεγάλου Μπάριγκτον», το οποίο ανέφερε ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να στραφεί σε πολιτικές που αναγνώριζαν ότι η COVID-19 ενέχει διαφορετικούς κινδύνους για διαφορετικούς ανθρώπους.

«Η πιο συμπονετική προσέγγιση που εξισορροπεί τους κινδύνους και τα οφέλη της επίτευξης ανοσίας ομάδας είναι να επιτραπεί σε όσους διατρέχουν ελάχιστο κίνδυνο θανάτου να ζήσουν κανονικά τη ζωή τους για να οικοδομήσουν ανοσία στον ιό μέσω φυσικής μόλυνσης, προστατεύοντας παράλληλα όσους διατρέχουν τον υψηλότερο κίνδυνο», έγραψαν τότε.

Ο Κούλντορφ συναντήθηκε με τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο περίπου την ίδια εποχή για να συζητήσουν την COVID-19, μαζί με ένα άλλο νέο μέλος της επιτροπής, τον Κόντυ Μάισνερ.

Ο Μάρτιν Κούλντορφ, επιδημιολόγος και στατιστικολόγος, στο σπίτι του στο Κοννέκτικατ, στις 11 Φεβρουαρίου 2022. Πριν από την πανδημία, είχε αναπτύξει λογισμικό που χρησιμοποιείται για την παρακολούθηση της ασφάλειας των εμβολίων, συμπεριλαμβανομένου του Vaccine Safety Datalink του CDC. Ο Κούλντορφ, ο οποίος προηγουμένως υπηρέτησε σε διάφορες ομοσπονδιακές επιτροπές, συμπεριλαμβανομένου του ACIP, απολύθηκε από την Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ επειδή δεν εμβολιάστηκε κατά της COVID-19. (Samira Bouaou/The Epoch Times)

 

Ρόμπερτ Μαλόουν

Ο Μαλόουν, ερευνητής και ειδικός σε κλινικές δοκιμές, ο οποίος παλιότερα συν-παρουσίαζε την εκπομπή «Fallout» του EpochTV, βοήθησε στην εφεύρεση της τεχνολογίας χορήγησης ριβονουκλεϊκού οξέος (mRNA) που χρησιμοποιείται στα εμβόλια της Pfizer-BioNTech και της Moderna για την COVID-19. Έχει ασκήσει κριτική στη στάση της κυβέρνησης των ΗΠΑ σχετικά με τα εμβόλια, συμπεριλαμβανομένων των εντολών εμβολιασμού.

«Με βάση δεδομένα από όλο τον κόσμο, πριν από περίπου τρία χρόνια, είχα την εντύπωση ότι η αναλογία κινδύνου/οφέλους αυτών των προϊόντων δεν δικαιολογούσε τη συνεχή χρήση σε καμία ομάδα», έγραψε ο Μαλόουν στο ιστολόγιό του τον Μάιο, μετά την αφαίρεση των εμβολίων από τα προγράμματα εμβολιασμού για έγκυες γυναίκες και υγιή παιδιά.

Ο Μαλόουν αναφέρει στο ιστολόγιό του ότι ανησυχεί για «τις πολλές συντομεύσεις, τα προβλήματα με τις βάσεις δεδομένων, τη συσκότιση και τα ψέματα που λέγονται στην ανάπτυξη των γενετικών εμβολίων με βάση την πρωτεΐνη ακίδα» και ότι αυτές οι συντομεύσεις «ήταν επιζήμιες και αντίθετες με τα παγκοσμίως αποδεκτά πρότυπα για την ανάπτυξη και τη ρύθμιση ασφαλών και αποτελεσματικών αδειοδοτημένων προϊόντων».

Ο Μαλόουν έχει δηλώσει τους τελευταίους μήνες ότι βρίσκεται σε τακτική επαφή με τον Κέννεντυ, με τον οποίο παρευρέθηκε στον εορτασμό της βραδιάς των εκλογών του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στη Φλόριντα. Σε μια ανάρτηση στις 9 Ιουνίου, δήλωσε ότι ο Κέννεντυ και η ομάδα του τα πάνε καλά στην επίτευξη των στόχων που έχουν προσδιοριστεί ως μέρος της ατζέντας Make America Healthy Again, συμπεριλαμβανομένης της ανάληψης δράσης για την προσαρμογή των προγραμμάτων ανοσοποίησης.

Ο Μαλόουν δήλωσε στην Epoch Times μετά τον διορισμό του ότι «θα κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για να υπηρετήσει με αμερόληπτη αντικειμενικότητα και αυστηρότητα». Ο Μαλόουν πρόσθεσε στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X ότι θα ως μέλος της επιτροπής θα λειτουργεί με γνώμονα «τα νεαρά ζευγάρια που έχουν μικρά παιδιά, που αντιμετωπίζουν δύσκολα διλήμματα σχετικά με τους εμβολιασμούς», αλλά και «όσους έχουν πληγεί από τα εμβόλια».

Ο Ρόμπερτ Μαλόουν, συγγραφέας του *Lies My Gov’t Told Me,* στην Ουάσινγκτον στις 19 Δεκεμβρίου 2022. Ερευνητής και ειδικός σε κλινικές δοκιμές, ο Μαλόουν βοήθησε στην εφεύρεση της τεχνολογίας χορήγησης mRNA που χρησιμοποιείται στα εμβόλια της Pfizer-BioNTech και της Moderna για την COVID-19. Έχει επικρίνει τις εντολές εμβολιασμού στις ΗΠΑ και έχει εκφράσει ανησυχίες για συντομεύσεις, προβλήματα βάσεων δεδομένων και άλλα ζητήματα κατά την ανάπτυξη εμβολίων. Jack Wang/The Epoch Times

 

Ρέτσεφ Λεβί

Ο Λεβί, καθηγητής διαχείρισης επιχειρήσεων στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης, εξέφρασε την αντίθεσή του στα εμβόλια mRNA, συμμετέχοντας στις εκκλήσεις στις αρχές του 2023 για την απόσυρσή τους από την αγορά.

«Θα πρέπει να σταματήσουν επειδή απέτυχαν εντελώς να εκπληρώσουν οποιαδήποτε από τις διαφημιζόμενες [υποσχέσεις] τους σχετικά με την αποτελεσματικότητα. Και το πιο σημαντικό, θα πρέπει να σταματήσουν λόγω των αυξανόμενων και αδιαμφισβήτητων στοιχείων ότι προκαλούν πρωτοφανές επίπεδο βλάβης, συμπεριλαμβανομένου του θανάτου νέων και παιδιών», είχε δηλώσει τότε.

Τα πιστοποιητικά θανάτου για ορισμένους νέους αναφέρουν τον εμβολιασμό κατά της COVID-19 ως αιτία θανάτου, ενώ ομοσπονδιακοί αξιωματούχοι βρήκαν στοιχεία ότι τα εμβόλια προκάλεσαν άλλους θανάτους, σύμφωνα με αρχεία που έλαβε η Epoch Times. Το CDC αναφέρει στον ιστότοπό του ότι «τα δεδομένα δείχνουν ότι τα άτομα που λαμβάνουν εμβόλια κατά της COVID-19 είναι λιγότερο πιθανό να πεθάνουν από COVID-19 ή επιπλοκές που σχετίζονται με την COVID-19 σε σχέση με εκείνους που δεν έχουν εμβολιαστεί».

Ο Λεβί εργάστηκε σε αρκετές εργασίες κατά τη διάρκεια ή σε σχέση με την πανδημία COVID-19. Σε μια εργασία του 2021, ο Λεβί και οι συν-συγγραφείς διαπίστωσαν ότι τα άτομα που υπέστησαν καρδιακή ανακοπή είχαν χειρότερα αποτελέσματα στις αρχές της πανδημίας, τα οποία απέδωσαν στην απροθυμία να αναζητήσουν φροντίδα. Σε μια εργασία του 2022, τρεις ερευνητές, συμπεριλαμβανομένου του Λεβί, διαπίστωσαν αύξηση στις κλήσεις έκτακτης ανάγκης στο Ισραήλ για καρδιακή ανακοπή από τον Ιανουάριο έως τον Μάιο του 2021.

Και σε μια εργασία που δημοσιεύθηκε φέτος, ο Λεβί και άλλοι διαπίστωσαν ότι οι ενήλικες στη Φλόριντα ήταν πιο πιθανό να πεθάνουν μετά τη λήψη του εμβολίου της Pfizer από εκείνους που έλαβαν το εμβόλιο της Moderna. Η Pfizer και η Moderna δεν έχουν απαντήσει σε αιτήματα για σχολιασμό. Ο Λέβι δήλωσε στην εφημερίδα Epoch Times την Τετάρτη ότι πιστεύει ότι τα μέλη της συμβουλευτικής επιτροπής εμβολίων θα πρέπει να παρέχουν συμβουλές στην κυβέρνηση με βάση την καλύτερη κρίση τους. Ο Λέβι είπε ότι ελπίζει να φέρει την εμπειρία του με πλαίσια που βασίζονται σε δεδομένα για την εξισορρόπηση «διαφορετικών τύπων κινδύνων και διαφορετικών τύπων οφελών».

Ο Ρέτσεφ Λέβι, ειδικός στη διαχείριση κινδύνων και συστημάτων υγείας και καθηγητής στη Σχολή Διοίκησης Sloan του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης, στη Νέα Υόρκη στις 26 Οκτωβρίου 2022. Από τις αρχές του 2023, αντιτίθεται στα εμβόλια mRNA. The Epoch Times

 

Κόντι Μάισνερ

Ο Μάισνερ, καθηγητής παιδιατρικής στο Κολλέγιο Ντάρτμουθ, έχει προηγουμένως υπηρετήσει σε συμβουλευτικές επιτροπές εμβολίων για το CDC και τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) το 2020. Όταν η επιτροπή του FDA το 2020 ψήφισε να συστήσει την επείγουσα έγκριση για το εμβόλιο της Pfizer για άτομα ηλικίας 16 ετών και άνω, ο Μάισνερ απείχε, λέγοντας ότι τα δεδομένα εκείνη την εποχή δεν υποστήριζαν την έγκριση του εμβολίου για άτομα 16 και 17 ετών. Ψήφισε μαζί με άλλα μέλη υπέρ της συμβουλής του FDA να εγκρίνει το εμβόλιο της Moderna για άτομα ηλικίας 18 ετών και άνω.

Ο Μάισνερ εξέφρασε ανησυχίες για τη μυοκαρδίτιδα, ή αλλιώς καρδιακή φλεγμονή, όταν άρχισε να εμφανίζεται μετά τον εμβολιασμό κατά της COVID-19. «Πριν ξεκινήσουμε τον εμβολιασμό εκατομμυρίων εφήβων και παιδιών, είναι πολύ σημαντικό να μάθουμε ποιες είναι οι συνέπειες, επειδή η νόσος COVID-19 εξαφανίζεται στους εφήβους και τα παιδιά», είπε το 2021.

Ο Μάισνερ αργότερα ψήφισε μαζί με άλλα μέλη υπέρ της σύστασης του FDA να εγκρίνει τα εμβόλια για τα παιδιά, παρόλο που είπε ότι οι παρενέργειες του εμβολιασμού δεν ήταν γνωστές. Δήλωσε στην εφημερίδα Epoch Times το 2022 ότι νέες μελέτες έδειξαν ότι τα οφέλη των εμβολίων «ισούνται περίπου με τον κίνδυνο βλάβης» για πολλά παιδιά.

Ο Μάισνερ δεν απάντησε σε αίτημα για σχολιασμό την Πέμπτη.

Ο Κόντυ Μάισνερ, καθηγητής παιδιατρικής στο Dartmouth College, έχει υπηρετήσει στο παρελθόν σε συμβουλευτικές επιτροπές εμβολίων για το CDC και τον FDA. Αυτός και άλλοι σύμβουλοι του FDA συμμετέχουν στη διαδικασία έγκρισης εμβολίου κατά της COVID-19 από το 2020. Ιδιοκτησία του Κόντυ Μάισνερ

 

Τζόσεφ Χίμπελν

Ο Χίμπελν ήταν λοχαγός του Εντεταλμένου Σώματος της Υπηρεσίας Δημόσιας Υγείας των ΗΠΑ και μακροχρόνιος κυβερνητικός υπάλληλος. Συνταξιοδοτήθηκε τον Ιούνιο του 2020 από το Εθνικό Ινστιτούτο Κατάχρησης Αλκοόλ και Αλκοολισμού, μετά από μια καριέρα που περιελάμβανε μια θητεία ως αναπληρωτής επικεφαλής του Τμήματος Διατροφικής Νευροεπιστήμης.

Ο Χίμπελν έχει γράψει περισσότερες από 175 δημοσιεύσεις σε περιοδικά μετά από αξιολόγηση από ομοτίμους, συμπεριλαμβανομένης μιας αξιολόγησης που διαπίστωσε ότι δεν υπήρχαν ενδείξεις ότι οι έγκυες γυναίκες που κατανάλωναν ψάρια θα οδηγούσαν τα παιδιά τους σε αυτισμό.
Άλλες εργασίες κάλυψαν τη διατροφή, συμπεριλαμβανομένης της επίδρασης της πρόσληψης ωμέγα-3 λιπαρών οξέων.

Ο Χίμπελν συνέβαλε επίσης στο βιβλίο «Συμβουλές για την κατανάλωση ψαριού για γυναίκες που είναι ή ενδέχεται να γίνουν έγκυες, θηλάζουσες μητέρες και μικρά παιδιά», το οποίο αποτελεί μέρος των Οδηγιών Διατροφής των ΗΠΑ.

Τζέιμς Παγκάνο

Ο Παγκάνο είναι γιατρός επειγόντων περιστατικών που εργάζεται για περισσότερα από 40 χρόνια στον ιατρικό τομέα.

«Έχει εργαστεί σε ποικίλα περιβάλλοντα έκτακτης ανάγκης, από κέντρα τραυμάτων Επιπέδου 1 έως μικρά κοινοτικά νοσοκομεία, φροντίζοντας ασθενείς όλων των ηλικιακών ομάδων, συμπεριλαμβανομένων βρεφών, εγκύων γυναικών και ηλικιωμένων», έγραψε ο Κέννεντυ.

Το Ιατρικό Συμβούλιο της Καλιφόρνια αναφέρει τον Παγκάνο ως έχοντα ενεργή άδεια ασκήσεως επαγγέλματος. Αναφέρει επίσης ότι ο γιατρός είναι συνταξιούχος. Ο Παγκάνο έχει επίσης άδεια στη Φλόριντα. Αυτή η σελίδα δεν τον αναφέρει ως συνταξιούχο. Ο Παγκάνο δεν απάντησε σε αίτημα για σχολιασμό.

Ο Παγκάνο έχει επίσης γράψει πολλά βιβλία μυθοπλασίας, συμπεριλαμβανομένου του «The Drain».

Η υπουργός Γεωργίας των ΗΠΑ Μπρουκ Ρόλινς (Α) και ο υπουργός Υγείας Ρόμπερτ Κέννεντυ χαιρετούν καθώς αποχωρούν από μια εκδήλωση στην Ουάσινγκτον στις 10 Ιουνίου 2025. Jacquelyn Martin/AP Photo

 

Βίκυ Πέμπσγουορθ

Η Πέμπσγουορθ, εγγεγραμμένη νοσοκόμα, είναι περιφερειακή διευθύντρια της Εθνικής Ένωσης Καθολικών Νοσηλευτών και πρώην μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής εμβολίων του FDA.

Η Πέμπσγουορθ είναι η μητέρα ενός αγοριού που «αντιμετώπισε σοβαρά, μακροχρόνια προβλήματα υγείας μετά τη λήψη επτά εμβολίων με ζωντανούς ιούς και νεκρά βακτήρια που χορηγήθηκαν κατά τη διάρκεια της 15μηνης περιόδου βρεφικού εμβολιασμού, κάτι που πυροδότησε το ενδιαφέρον της για την έρευνα και τη χάραξη πολιτικής για την ασφάλεια των εμβολίων και τις χρόνιες ασθένειες και αναπηρίες στα παιδιά», σύμφωνα με μια βιογραφία.

Κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης του FDA το 2020, η Πέμπσγουορθ αφηγήθηκε την εμπειρία της και τάχθηκε κατά του επιταχυνόμενου χρονοδιαγράμματος για το εμβόλιο COVID-19 της Pfizer, σημειώνοντας ότι τα εμβόλια συνήθως χρειάζονται χρόνια για να αναπτυχθούν.

Ως μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Εθνικού Κέντρου Πληροφοριών για τα Εμβόλια, δήλωσε στη συνάντηση ότι το κέντρο είναι αντίθετο με «τη χρήση εξαναγκασμού και κυρώσεων για να πειστούν οι ενήλικες να κάνουν ένα πειραματικό εμβόλιο ή να το χορηγήσουν στα παιδιά τους».

Η Μπάρμπαρα Λόου Φίσερ, πρόεδρος και συνιδρύτρια του κέντρου, σε ένα email προς την Epoch Times αποκάλεσε την Πέμπσγουορθ «γυναίκα πίστης και πνευματικής ειλικρίνειας» που «είναι ακριβώς το είδος του ατόμου που χρειάζεται το ACIP για να βοηθήσει στην εξασφάλιση ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων στη χάραξη πολιτικής για τη δημόσια υγεία».

Μάικλ Ρος

Ο Ρος είναι κλινικός καθηγητής μαιευτικής και γυναικολογίας στο Πανεπιστήμιο George Washington και στο Πανεπιστήμιο Virginia Commonwealth, σύμφωνα με τον Κέννεντυ. Ο Ρος δεν μπορεί να βρεθεί στους ιστότοπους των πανεπιστημίων.

Ένας εκπρόσωπος του Πανεπιστημίου George Washington δήλωσε στην Epoch Times σε ένα email ότι ο Ρος δεν έχει διοριστεί ως μέλος ΔΕΠ στο πανεπιστήμιο από το 2017.

Ένας εκπρόσωπος του Πανεπιστημίου Virginia Commonwealth δήλωσε στην Epoch Times σε ένα email ότι ο Ρος δεν είναι μέλος του διδακτικού προσωπικού της σχολής από το 2021.

Ο Ρος είχε προηγουμένως υπηρετήσει σε μια συμβουλευτική επιτροπή του CDC για την πρόληψη του καρκίνου του μαστού και του τραχήλου της μήτρας.

Ο Ρόμπερτ Κέννεντυ ανακοίνωσε τα νέα μέλη της Επιτροπής Εμβολιασμών

Ο υπουργός Υγείας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Φ. Κέννεντυ Τζ., όρισε οκτώ νέα μέλη στη Συμβουλευτική Επιτροπή για τις Πρακτικές Εμβολιασμού (Advisory Committee for Immunization Practices – ACIP), η οποία παρέχει συμβουλές στα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (Centers for Disease Control and Prevention – CDC) σχετικά με τα εμβόλια.

Μεταξύ των νέων μελών περιλαμβάνονται ο ψυχίατρος και νευροεπιστήμονας Δρ Τζόζεφ Χίμπελν, που υπηρετεί ως προσωρινός επικεφαλής του Τμήματος Διατροφικών Νευροεπιστημών στο Εθνικό Ινστιτούτο Κατάχρησης Αλκοόλ, ο Δρ Ρόμπερτ Μαλόουν, ένας από τους επιστήμονες που συμμετείχαν στην ανάπτυξη της τεχνολογίας mRNA, και ο Δρ Κόντυ Μέισνερ, καθηγητής παιδιατρικής στο Κολέγιο Ντάρτμουθ και πρώην μέλος της ίδιας επιτροπής, σύμφωνα με ανακοίνωση του Κέννεντυ στις 11 Ιουνίου.

Ο υπουργός επεσήμανε ότι τα πρόσωπα που επελέγησαν δεσμεύονται στην τεκμηριωμένη ιατρική, την επιστημονική αυστηρότητα και την κοινή λογική, και ότι προτίθενται να απαιτούν σαφή δεδομένα ασφάλειας και αποτελεσματικότητας πριν από οποιαδήποτε νέα σύσταση για εμβόλια.

Ο Μαλόουν δήλωσε μέσω της πλατφόρμας X ότι θεωρεί τιμή τη συμμετοχή του στην επιτροπή, προσθέτοντας πως θα καταβάλει κάθε προσπάθεια να υπηρετήσει με αντικειμενικότητα και επιστημονική αυστηρότητα.

Τα υπόλοιπα νέα μέλη της επιτροπής είναι:

  • Ο Δρ Μάρτιν Κάλντορφ, επιδημιολόγος και βιοστατιστικολόγος, ένας από τους ιδρυτές της Ακαδημίας Επιστήμης και Ελευθερίας του Hillsdale College.

  • Ο Ρέτσεφ Λέβι, καθηγητής διοίκησης επιχειρησιακών λειτουργιών στο MIT, με διδακτορικό στην επιχειρησιακή έρευνα.

  • Ο Δρ Τζέημς Παγκάνο, γιατρός επειγόντων περιστατικών.

  • Η Βίκυ Πέμπσγουορθ, με διδακτορικό στη δημόσια υγεία και τη νοσηλευτική, περιφερειακή διευθύντρια της Εθνικής Ένωσης Καθολικών Νοσηλευτών.

  • Ο Δρ Μάικλ Ρος, κλινικός καθηγητής μαιευτικής και γυναικολογίας στα Πανεπιστήμια George Washington και Virginia Commonwealth.

Ο Λέβι δήλωσε στην εφημερίδα The Epoch Times ότι μολονότι πιστεύει πως τα απερχόμενα μέλη της επιτροπής έλαβαν τις αποφάσεις τους με τις καλύτερες προθέσεις και στηριζόμενοι στην εξειδίκευσή τους, οι αλλαγές που προωθεί το υπουργείο αντανακλούν μια ευρύτερη ανάγκη για βελτίωση και ενίσχυση της διαφάνειας και αξιοπιστίας της διαδικασίας αξιολόγησης της ασφάλειας και ωφέλειας των φαρμάκων — και ειδικότερα των εμβολίων.

Πρόσθεσε ότι θεωρεί τον ρόλο των μελών της επιτροπής συμβουλευτικό, στη βάση της κρίσης τους, και επεσήμανε ότι η επιστημονική συμβουλή μπορεί να είναι σύνθετη ή να διαφέρει. Όπως σημείωσε, οι τελικές αποφάσεις βαραίνουν τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, οι οποίοι καλούνται να σταθμίσουν τις γνώμες και τα διαθέσιμα δεδομένα.

Ο Λέβι εξέφρασε την άποψη ότι οι επιστήμονες πρέπει να παραμένουν στον ρόλο της ερμηνείας των επιστημονικών δεδομένων και όχι να εμπλέκονται στη λήψη αποφάσεων.

Αναφερόμενος στην επαγγελματική του εμπειρία στο σύστημα υγείας με πανεπιστημιακούς, γιατρούς και ασθενείς, τόνισε ότι σκοπεύει να συνεισφέρει με μια προσέγγιση που βασίζεται σε δεδομένα και λαμβάνει υπ’ όψιν διαφορετικούς τύπους κινδύνων και οφελών. Εκτίμησε επίσης ότι οι σύγχρονες δυνατότητες επιτρέπουν την εξατομίκευση της ιατρικής φροντίδας.

Όπως ανέφερε, είναι σημαντικό οι κίνδυνοι και τα οφέλη να αξιολογούνται στο πλαίσιο των χαρακτηριστικών, των επιθυμιών, των πολιτισμικών στοιχείων και των αναγκών κάθε ασθενή ή ομάδας ασθενών, ώστε να μπορούν να λαμβάνουν τις καλύτερες αποφάσεις για την υγεία τους σε συνεργασία με τους γιατρούς τους.

Το υπουργείο Υγείας, στο οποίο υπάγονται τα CDC, είχε γνωστοποιήσει στις 9 Ιουνίου την απομάκρυνση των 17 προηγούμενων μελών της επιτροπής. Ο Κέννεντυ είχε δηλώσει τότε ότι η ACIP δεν θα λειτουργεί πλέον ως «τυπική επικύρωση» πολιτικών που εξυπηρετούν τα συμφέροντα της φαρμακοβιομηχανίας.

Η ACIP είναι επιτροπή που συγκροτείται από τα CDC για την παροχή συστάσεων σχετικά με τα εμβόλια, περιλαμβανομένων των προγραμμάτων παιδικού και ενήλικου εμβολιασμού. Σύμφωνα με το καταστατικό της, τα μέλη της διαθέτουν τεχνογνωσία στους τομείς της δημόσιας υγείας, της πρόληψης και της κλινικής χρήσης εμβολίων, καθώς και εμπειρία στην έρευνα και αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και ασφάλειας των εμβολίων.

Ο Κέννεντυ δήλωσε σε δημοσιογράφους στην Ουάσιγκτον ότι τα νέα μέλη είναι επιστήμονες και γιατροί με τα κατάλληλα προσόντα, οι οποίοι θα ακολουθούν τεκμηριωμένη ιατρική, θα διατηρούν αντικειμενικότητα και θα λαμβάνουν αποφάσεις δημόσιας υγείας για τα παιδιά με βάση τα καλύτερα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα.

Οικονομική σχέση με φαρμακευτικές εταιρείες

Σύμφωνα με ανάλυση της Epoch Times δηλώσεων συμφερόντων και στοιχεία πληρωμών, οκτώ από τα μέλη της επιτροπής που απομακρύνθηκαν από τον Ρόμπερτ Κέννεντυ είχαν λάβει στο παρελθόν πληρωμή από φαρμακευτικές εταιρείες.

Ενδεικτικά αναφέρεται η περίπτωση της Δρος Υβόν Μαλντονάωτο (Dr. Yvonne Maldonado), της οποίας η θητεία ξεκίνησε το 2024. Όπως διαπιστώθηκε, είχε λάβει 4,6 εκατομμύρια δολάρια για ερευνητική χρηματοδότηση από τη Pfizer, καθώς και 39.547 δολάρια ως πληρωμή από τις εταιρείες Pfizer και Merck, τα τελευταία χρόνια. Στις δηλώσεις σύγκρουσης συμφερόντων αναφερόταν ότι συμμετείχε σε κλινικές δοκιμές για τα εμβόλια της Pfizer κατά του μηνιγγιτιδόκοκκου, της COVID-19 και του RSV, και ότι απείχε από σχετικές ψηφοφορίες.

Άλλα πρώην μέλη της επιτροπής είχαν λάβει ποσά από τις εταιρείες Sanofi, GlaxoSmithKline, Pfizer, Valneva, Merck, Janssen Pharmaceuticals και Boehringer Ingelheim. Τα περισσότερα, αν και όχι όλα, από αυτά τα ποσά είχαν δοθεί πριν τα μέλη ενταχθούν στην επιτροπή.

Ενδεικτικά, η Δρ Έλεν Κηπ Τάλμποτ, η οποία ξεκίνησε τη θητεία της το 2018, είχε δηλώσει ότι το 2019 έλαβε 7.500 δολάρια για ερευνητικούς σκοπούς και 4.662 δολάρια σε αμοιβές από τη Sanofi. Σε σχετικό αίτημα της Epoch Times για σχόλιο, η απάντηση που εστάλη αυτόματα παρέπεμπε στον εκπρόσωπο του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Vanderbilt, όπου εργάζεται η Τάλμποτ. Ο εκπρόσωπος, ωστόσο, δεν ανταποκρίθηκε.

Ο Κέννεντυ έχει επικρίνει δημοσίως τα μέλη της επιτροπής για τις σχέσεις τους με τη φαρμακοβιομηχανία. Σε άρθρο γνώμης υποστήριξε ότι η επιτροπή πάσχει από χρόνια σύγκρουση συμφερόντων και λειτουργεί σχεδόν αποκλειστικά ως επικυρωτικός μηχανισμός για κάθε νέο εμβόλιο, χωρίς να έχει απορρίψει ποτέ κάποιο — ακόμα κι αν αποσύρθηκε αργότερα για λόγους ασφάλειας.

Το υπουργείο Υγείας υπενθύμισε ότι και τα 17 μέλη που απομακρύνθηκαν είχαν διοριστεί ή επιβεβαιωθεί κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Μπάιντεν, με αρκετούς να έχουν θητεία έως το 2027 ή το 2028. Όπως σημειώθηκε σε σχετική ανακοίνωση, η παραμονή τους θα περιόριζε τη δυνατότητα της κυβέρνησης Τραμπ να διορίσει νέα μέλη, γεγονός που, σύμφωνα με το υπουργείο, θα δυσχέραινε την «ανάκτηση της εμπιστοσύνης του κοινού στα εμβόλια».

Σε ό,τι αφορά τα νέα μέλη, αναφέρεται ότι ο Δρ Παγκάνο δήλωσε πληρωμές περίπου 4.600 δολαρίων από φαρμακευτικές εταιρείες τα τελευταία χρόνια· ο Χίμπλεν περίπου 338 δολάρια, περιλαμβανομένων αμοιβών από την AbbVie· και ο Μέισνερ λιγότερα από 150 δολάρια από τη Sanofi και άλλη μία εταιρεία.

Κριτική και επιδοκιμασία

Ορισμένοι γιατροί και οργανώσεις του κλάδου υγείας εξέφρασαν αντιρρήσεις για τις απομακρύνσεις.

Ο Δρ Τζέησον Γκόλντμαν, πρόεδρος του Αμερικανικού Κολεγίου Παθολόγων και σύνδεσμος του Κολεγίου με τη συμβουλευτική επιτροπή, υποστήριξε σε δήλωσή του ότι η ενέργεια αυτή, μαζί με τον πρόσφατο περιορισμό των συστάσεων για τα εμβόλια κατά της COVID-19, παρεμβαίνει στην πρακτική της τεκμηριωμένης ιατρικής και αποσταθεροποιεί μια έγκυρη και τεκμηριωμένη διαδικασία που συμβάλλει στη λήψη αποφάσεων για την προστασία της δημόσιας υγείας.

Ο Τζέησον Πρέβελιτζ, πρόεδρος και επικεφαλής του Διοικητικού Συμβουλίου της Αμερικανικής Ακαδημίας Βοηθών Ιατρών, χαρακτήρισε την αιφνίδια απομάκρυνση και των 17 μελών της ανεξάρτητης συμβουλευτικής επιτροπής των CDC ως ιδιαίτερα επιζήμια για την εμπιστοσύνη στα εμβόλια, τα οποία, όπως σημείωσε, είναι αποδεδειγμένα ασφαλή επί δεκαετίες, καθώς και στους επαγγελματίες υγείας που ενημερώνουν καθημερινά ασθενείς και οικογένειες για θέματα ανοσοποίησης.

Ανησυχία για την απόφαση εξέφρασαν και μέλη της Γερουσίας, μεταξύ αυτών ο Μπιλ Κάσσιντυ (R-La.), πρόεδρος της Επιτροπής Υγείας, και ο Μπέρνι Σάντερς (I-Vt.), κορυφαίο στέλεχος της μειοψηφίας στην ίδια επιτροπή.

Άλλοι, πάντως, χαιρέτισαν τις απομακρύνσεις. Η Μαίρη Χόλλαντ (Mary Holland), διευθύνουσα σύμβουλος του οργανισμού Children’s Health Defense (Προστασία της υγείας των παιδιών), στον οποίο προήδρευε ο Κέννεντυ προτού αναλάβει το χαρτοφυλάκιο της Υγείας, υποστήριξε ότι η επιτροπή είχε σοβαρά οικονομικά αντικρουόμενα συμφέροντα, μέσω ερευνητικών επιχορηγήσεων, επενδυτικών χαρτοφυλακίων και συμμετοχών σε διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Όπως ανέφερε σε δήλωσή της, η αλλαγή αυτή ήταν απαραίτητη ώστε η επιτροπή να μπορεί στο μέλλον να διατυπώνει συστάσεις για τα εμβόλια χωρίς προκαταλήψεις.

Με τη συμβολή του Jan Jekielek

Ο Ρόμπερτ Κέννεντυ αντικαθιστά όλα τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Εμβολιασμών του CDC

Όλα τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Εμβολιασμών (Advisory Committee for Immunization Practices – ACIP), που παρέχει κατευθυντήριες οδηγίες στα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (Centers for Disease Control and Prevention – CDC) των Ηνωμένων Πολιτειών, απομακρύνθηκαν από τις θέσεις τους, σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών (Health and Human Services – HHS), στις 9 Ιουνίου.

Η απόφαση ελήφθη κατόπιν εντολής του υπουργού Υγείας Ρόμπερτ Φ. Κέννεντυ Τζούνιορ. Όπως διευκρίνισε το υπουργείο, και τα 17 μέλη της επιτροπής είχαν διοριστεί κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Μπάιντεν, ενώ οι 11 εξ αυτών είχαν θητεία που εκτεινόταν έως το 2027 ή και το 2028. Το HHS υποστήριξε ότι οι εν λόγω διορισμοί έγιναν με στόχο την παγίωση μιας συγκεκριμένης δημόσιας υγειονομικής ιδεολογίας και τον περιορισμό της δυνατότητας της νέας κυβέρνησης να λάβει μέτρα για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στα εμβόλια.

Ο Κέννεντυ φέρεται να δήλωσε ότι μια πλήρης ανανέωση της επιτροπής είναι απαραίτητη για να αποκατασταθεί η δημόσια εμπιστοσύνη στην επιστήμη των εμβολίων.

Σύμφωνα με αντίγραφο της επιστολής τερματισμού που επικαλείται η εφημερίδα The Epoch Times, κάθε μέλος ενημερώθηκε ότι η απόλυσή του ισχύει άμεσα, σε εκτέλεση της εντολής της 9ης Ιουνίου, και εκφράστηκε εκτίμηση για την έως τότε προσφορά του.

Ο Κέννεντυ σημείωσε επίσης ότι τα νέα μέλη της επιτροπής, τα οποία δεν έχουν ακόμη ανακοινωθεί, θα δώσουν έμφαση στη δημόσια υγεία και στην ιατρική που βασίζεται σε τεκμηριωμένα δεδομένα. Συμπλήρωσε ότι η επιτροπή δεν πρόκειται πλέον να λειτουργεί ως «σφραγίδα επικύρωσης για κερδοσκοπικά συμφέροντα της βιομηχανίας».

Η Δρ Υβόν Μαλντονάντο, που αναφερόταν ως μέλος της επιτροπής στην επίσημη ιστοσελίδα του CDC και υπηρετεί ως προσωρινή πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής του Στάνφορντ, δήλωσε σε μήνυμα προς την Epoch Times το πρωί της ίδιας ημέρας ότι εξακολουθούσε να θεωρεί εαυτόν μέλος της επιτροπής. Δεν απάντησε σε μεταγενέστερα αιτήματα σχολιασμού της ανακοίνωσης του HHS.

Άλλα μέλη της επιτροπής των οποίων τα στοιχεία επικοινωνίας ήταν διαθέσιμα  είτε δεν απάντησαν είτε αρνήθηκαν να σχολιάσουν τη σχετική απόφαση.

Μεταξύ των μελών που απομακρύνθηκαν είναι ο Δρ Έντγουιν Χοσέ Αστούριας, καθηγητής παιδιατρικής και επιδημιολογίας λοιμωδών νοσημάτων στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Κολοράντο, ο Όλιβερ Μπρουκς, διευθύνων σύμβουλος του Watts HealthCare Corporation στο Λος Άντζελες, και ο Δρ Τζέημι Λόερ, ιδιοκτήτης του Cayuga Family Medicine στη Νέα Υόρκη.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή Εμβολιασμών συστάθηκε το 1964 από τον Αμερικανό Γενικό Χειρουργό με αποστολή την παροχή συμβουλών προς τα CDC σχετικά με τη χρήση εμβολίων, συμπεριλαμβανομένης της αποτελεσματικής αντιμετώπισης ασθενειών που μπορούν να προληφθούν μέσω εμβολιασμών στον αμερικανικό πληθυσμό. Οι αποφάσεις της επιτροπής είναι συμβουλευτικές, ωστόσο ο επικεφαλής των CDC συνήθως υιοθετεί τις σχετικές συστάσεις.

Σε άρθρο του στη Wall Street Journal, ο Κέννεντυ ισχυρίστηκε ότι η επιτροπή έχει «διαχρονικά προβλήματα σύγκρουσης συμφερόντων» και ότι έχει μετατραπεί σε μια «μηχανική έγκρισης οποιουδήποτε εμβολίου», προσθέτοντας ότι «ποτέ δεν έχει απορρίψει εμβόλιο, ακόμη κι όταν αυτά αποσύρθηκαν αργότερα για λόγους ασφαλείας».

Η απόφαση προκάλεσε επικρίσεις. Ο Δρ Μπρους Σκοτ, πρόεδρος της Αμερικανικής Ιατρικής Ένωσης, δήλωσε ότι η επιτροπή αποτελεί επί δεκαετίες έμπιστη πηγή καθοδήγησης για γιατρούς, γονείς και υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, και εκτίμησε ότι η αποπομπή των 17 μελών υπονομεύει την εμπιστοσύνη και διαταράσσει μια διαφανή διαδικασία που έχει σώσει αμέτρητες ζωές.

Η επόμενη συνεδρίαση της επιτροπής, σύμφωνα με κυβερνητική ανακοίνωση, έχει προγραμματιστεί για το διάστημα 25-27 Ιουνίου και θα περιλαμβάνει θέματα όπως τα εμβόλια για την COVID-19.

Στη συνεδρίαση του Απριλίου, υποομάδα της επιτροπής είχε εισηγηθεί να αλλάξει η ισχύουσα σύσταση του CDC περί καθολικού εμβολιασμού, προτείνοντας να στοχεύει πλέον σε συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες, με βάση τα πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα.

Με βάση προηγούμενη εντολή του Κέννεντυ, το CDC είχε ήδη τροποποιήσει τον Μάιο τα χρονοδιαγράμματα εμβολιασμών, αφαιρώντας τη σύσταση προς τις εγκύους υπέρ του εμβολίου για την COVID-19. Το αναθεωρημένο πρόγραμμα για τα παιδιά αναφέρει ότι τα ανήλικα άτομα ηλικίας 6 μηνών έως 17 ετών, χωρίς μέτρια ή σοβαρή ανοσοκαταστολή, θα πρέπει να συμβουλεύονται γονείς και γιατρούς πριν αποφασίσουν αν θα εμβολιαστούν.

Ρόμπερτ Κέννεντυ: Αναλυτής εργάζεται για την ανάκτηση χαμένων δεδομένων για την ασφάλεια των εμβολίων

Ερευνητής που προσλήφθηκε φέτος από το υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών των Ηνωμένων Πολιτειών (Health and Human Services – HHS) εργάζεται μαζί με άλλους επιστήμονες για την ανάκτηση δεδομένων που λείπουν από σύστημα παρακολούθησης της ασφάλειας των εμβολίων, δήλωσε ο υπουργός Υγείας Ρόμπερτ Φ. Κέννεντυ Τζ., στις 7 Ιουνίου.

Πρόκειται για τον Ντέηβιντ Γκάιερ, ο οποίος, σύμφωνα με τον Κέννεντυ, ασχολείται με την ανάκτηση δεδομένων από το Σύστημα Καταγραφής Ασφάλειας Εμβολίων (Vaccine Safety Datalink – VSD), ένα σύστημα για το οποίο τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) έχουν αναγνωρίσει ότι λείπουν στοιχεία.

Ο Κέννεντυ ανέφερε σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Χ ότι το HHS έχει αναθέσει στον Γκάιερ να συμβουλεύει άλλους επιστήμονες σχετικά με τον τρόπο εντοπισμού των «χαμένων» δεδομένων και την ανασύνθεση των βάσεων του VSD, ώστε να γίνει αποπροσωποποίηση των πληροφοριών για την προστασία της ιδιωτικότητας των ασθενών και να καταστούν τα δεδομένα διαθέσιμα μέσω δημόσιου ιστότοπου σε κάθε ενδιαφερόμενο ερευνητή.

Ούτε τα CDC ούτε ο ίδιος ο Γκάιερ απάντησαν σε αιτήματα για σχολιασμό.

Το σύστημα VSD αποτελεί συνεργασία μεταξύ των CDC και 13 φορέων υγείας, περιλαμβανομένων έξι οργανισμών Kaiser Permanente, και διενεργεί έρευνες για την ασφάλεια των εμβολίων. Τα CDC και οι συνεργαζόμενοι φορείς δημοσιεύουν τακτικά μελέτες που βασίζονται στα δεδομένα αυτά, όπως πρόσφατο άρθρο του Μαΐου στο οποίο αναφέρεται ότι δεν εντοπίστηκε σύνδεση μεταξύ των εμβολίων κατά της COVID-19 και των αποβολών.

Η πρόσληψη του Γκάιερ από το HHS έχει προκαλέσει επικρίσεις. Η γερουσιαστής Μάγκι Χάσσαν (D-N.H.), σε επιστολή της προς τον Κέννεντυ, υποστήριξε ότι ο Γκάιερ «δεν διαθέτει επιστημονικά προσόντα» και υπενθύμισε ότι έχει κριθεί ένοχος για άσκηση ιατρικής χωρίς άδεια.

Ο Γκάιερ, ο οποίος δεν διαθέτει ιατρικό πτυχίο, κρίθηκε το 2012 ότι ασκούσε ιατρική παράνομα στο Μέρυλαντ, συνεχίζοντας την πρακτική πατέρα του, ο οποίος ήταν γιατρός. Η Ιατρική Επιτροπή της Πολιτείας τού επέβαλλε πρόστιμο 10.000 δολαρίων και απέρριψε την εισήγηση διοικητικού δικαστή για απαλλαγή.

Αργότερα, δικαστής της πολιτείας έκρινε ότι η Επιτροπή ενήργησε παρανόμως και επιδίκασε εκατομμύρια δολάρια ως αποζημίωση υπέρ της οικογένειας Γκάιερ. Ωστόσο, εφετείο ανέτρεψε την απόφαση ως προς την αγωγή αδικοπραξίας, κρίνοντας ότι τα μέλη της Επιτροπής απολάμβαναν πλήρη ασυλία· δεν αποφάνθηκε όμως επί της εκτίμησης ότι ενήργησαν με δόλο.

Ο Γκάιερ ασχολείται εδώ και χρόνια με την έρευνα για τα εμβόλια μαζί με τον πατέρα του, καθώς και με μελέτες βασισμένες σε δεδομένα του VSD, τις οποίες έχουν καταθέσει επανειλημμένως στο Ινστιτούτο Ιατρικής, το οποίο σήμερα ονομάζεται Εθνική Ακαδημία Ιατρικής. Σε έκθεση του 2005, το Ινστιτούτο είχε συστήσει την ευρύτερη πρόσβαση στα δεδομένα του VSD – σύσταση που, σύμφωνα με τον Κέννεντυ, τα CDC δεν υιοθέτησαν, αλλά επιχείρησαν να εμποδίσουν την πρόσβαση ανεξάρτητων ερευνητών στα δεδομένα του συστήματος.

Ως αποτέλεσμα των προσπαθειών των CDC, ο Ντέηβιντ Γκάιερ είναι ο μοναδικός εν ζωή ανεξάρτητος ερευνητής που έχει αποκτήσει πρόσβαση στο VSD, δήλωσε ο Κέννεντυ, πριν περιγράψει το έργο που επιτελεί ο Γκάιερ.

Ο Κέννεντυ ανέφερε ότι όλες οι μελλοντικές μελέτες του HHS για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων θα μπορούν να αναπαραχθούν. Τόνισε πως όπου είναι δυνατόν, θα αποπροσωποποιούν τα δεδομένα για την προστασία της ιδιωτικότητας των ασθενών και θα τα καθιστούν δημόσια διαθέσιμα.

Ο Κέννεντυ υπερασπίστηκε την πρόσληψη του Γκάιερ κατά τη διάρκεια κοινοβουλευτικής ακρόασης τον Μάιο, όπου η Χάσσαν του ζήτησε να τον απολύσει. Ο Κέννεντυ δήλωσε τότε ότι ο Γκάιερ προσελήφθη ως εργολάβος επειδή «υπάρχει πολλή αταξία με το VSD, συμπεριλαμβανομένων κατηγοριών για απάτη».

Ο Γκάιερ αναφέρεται ως ανώτερος αναλυτής δεδομένων του HHS στον κατάλογο υπαλλήλων του υπουργείου. Το HHS δεν έχει ακόμη παραδώσει τα στοιχεία απασχόλησης του Γκάιερ που ζήτησε η εφημερίδα The Epoch Times μέσω του Νόμου Ελευθερίας Πληροφοριών.

Εκπρόσωπος του HHS αρνήθηκε να παράσχει αποδεικτικά στοιχεία για τους ισχυρισμούς του Κέννεντυ σχετικά με το VSD. Αντίθετα, ο εκπρόσωπος δήλωσε στην Epoch Times σε πρόσφατο μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ότι το VSD «είναι ουσιαστικά άχρηστο για σοβαρή έρευνα» και ότι το υπουργείο κατασκευάζει νέα συστήματα επιτήρησης.

Ο Ρόμπερτ Φ. Κέννεντυ Τζ. προαναγγέλλει την έκδοση νέων ιατρικών περιοδικών

Ο Κέννεντυ ανέφερε σε συνέντευξή του στο podcast Ultimate Human ότι, σε περίπτωση που τεθεί σε εφαρμογή αυτό το μέτρο, τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας (National Institutes of Health – NIH) θα προχωρήσουν στη δημιουργία δικών τους επιστημονικών περιοδικών, ώστε να φιλοξενούν τη δημοσίευση της έρευνας των επιστημόνων τους.

Σύμφωνα με τον ίδιο, τα υπάρχοντα περιοδικά παρουσιάζουν σοβαρά προβλήματα, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται η απουσία δημοσιοποίησης των πρωτογενών δεδομένων, γεγονός που καθιστά δύσκολη την αναπαραγωγή των μελετών και ευνοεί τη νοθεία. Όπως είπε, σκοπεύει να αφιερώσει περίπου το 20% του προϋπολογισμού των NIH σε μελέτες αναπαραγωγής, τονίζοντας ότι κάθε έρευνα θα πρέπει να επαναλαμβάνεται.

Πρόσθεσε επίσης ότι για πρώτη φορά θα δημοσιεύεται και η διαδικασία της αξιολόγησης από ομοτίμους, ενώ εξέφρασε την πρόθεση της κυβέρνησης να σταματήσει τη δημοσίευση σε περιοδικά όπως τα Lancet, NEJM και JAMA, κάνοντας λόγο για εκτεταμένη διαφθορά σε αυτά.

Ο υπουργός επικαλέστηκε τον εκδότη του Lancet, Ρίτσαρντ Χόρτον, ο οποίος έχει γράψει ότι «μεγάλο μέρος της επιστημονικής βιβλιογραφίας, ίσως και το ήμισυ, ενδέχεται να είναι απλώς αναληθές», εξαιτίας προβλημάτων όπως οι συγκρούσεις συμφερόντων και τα μικρά δείγματα στις μελέτες. Ανέφερε επίσης την πρώην εκδότρια του New England Journal of Medicine, Μάρσια Άνγκελ, η οποία είχε γράψει το 2009 ότι «δεν είναι πλέον δυνατό να πιστεύει κανείς μεγάλο μέρος της κλινικής έρευνας που δημοσιεύεται ή να βασίζεται στην κρίση έγκριτων ιατρών και επίσημων ιατρικών οδηγιών».

Ο Κέννεντυ επεσήμανε ακόμη ότι το σημερινό σύστημα δημοσιεύσεων απαιτεί από τους ερευνητές να πληρώνουν για να δημοσιεύσουν τα ευρήματά τους, ενώ πολλές φορές η χρηματοδότηση των μελετών προέρχεται από φαρμακευτικές εταιρείες που έχουν συμφέρον από τα αποτελέσματα.

Όπως είπε, εκτός αν τα περιοδικά αλλάξουν ριζικά, η κυβέρνηση σχεδιάζει να απαγορεύσει στους επιστήμονες των NIH να δημοσιεύουν εκεί και να δημιουργήσει αντίστοιχα περιοδικά εντός των δημόσιων φορέων. Εκτίμησε δε ότι τα νέα αυτά περιοδικά θα εξελιχθούν σε κορυφαία στο είδος τους.

Εκπρόσωπος του New England Journal of Medicine δήλωσε με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στην εφημερίδα The Epoch Times ότι το περιοδικό διατηρεί «ένα αψεγάδιαστο ιστορικό επιστημονικής αυστηρότητας και ανεξαρτησίας», προσθέτοντας ότι εφαρμόζονται αυστηρές διαδικασίες αξιολόγησης και επιμέλειας ώστε να διασφαλίζεται η αντικειμενικότητα και αξιοπιστία των δημοσιεύσεων, ανεξαρτήτως αν προέρχονται από πανεπιστήμια ή από τη βιομηχανία. Τόνισε επίσης ότι το περιοδικό θα συνεχίσει να επικεντρώνεται στη δημοσίευση επιστημονικών ανακαλύψεων που στοχεύουν στη βελτίωση της υγείας των Αμερικανών και του παγκόσμιου πληθυσμού.

Μέχρι τη στιγμή δημοσίευσης του άρθρου, το Lancet, το JAMA και τα NIH δεν είχαν απαντήσει σε σχετικά αιτήματα σχολιασμού.

Ο επικεφαλής των NIH, Δρ Τζέι Μπαττατσάρυα, και ο επικεφαλής του FDA, Δρ Μάρτυ Μακάρυ, συμμετέχουν στο συντακτικό συμβούλιο του Journal of the Academy of Public Health, ενός νέου περιοδικού που ιδρύθηκε φέτος και δίνει έμφαση στην ελεύθερη πρόσβαση, την ανοικτή αξιολόγηση, την αμοιβή και αναγνώριση των κριτών, καθώς και τη δυνατότητα των μελών της Ακαδημίας να δημοσιεύουν τις εργασίες τους χωρίς περιορισμούς από επιτροπές. Ο Μάρτιν Κούλντορφ, ένας από τους ιδρυτές του περιοδικού, είχε δηλώσει στο πρώτο του τεύχος ότι στόχος είναι να εξαλειφθούν τα φαινόμενα «φιλτραρίσματος» άρθρων.

Σημειώνεται πάντως ότι τόσο ο Μπαττατσάρυα όσο και ο Μακάρυ φέρονται να έχουν τεθεί σε προσωρινή άδεια από τα καθήκοντά τους στο συμβούλιο.

Η Επιτροπή «Make America Healthy Again», με πρόεδρο τον Κέννεντυ, αναφέρει στην πρώτη της έκθεση ότι η υγεία των παιδιών στις ΗΠΑ επιδεινώνεται εν μέρει λόγω της «υπερβολικής φαρμακευτικής αγωγής», η οποία αποδίδεται σε φαινόμενα «εταιρικής κυριαρχίας», όπου τα συμφέροντα της βιομηχανίας επηρεάζουν και παραμορφώνουν την επιστημονική βιβλιογραφία, τη νομοθεσία, τα πανεπιστήμια, τους ρυθμιστικούς φορείς, τα ιατρικά περιοδικά, τις ιατρικές ενώσεις, τις κατευθυντήριες οδηγίες και τα μέσα ενημέρωσης.

Η Επιτροπή επεσήμανε ότι είναι λανθασμένη η υπόθεση πως τα επιστημονικά άρθρα ελέγχονται και επιβεβαιώνονται από τα περιοδικά, σημειώνοντας ότι συχνά τα περιοδικά δεν έχουν πρόσβαση στα πρωτογενή δεδομένα των μελετών, κάτι που καθιστά αδύνατη την ανεξάρτητη επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων.

Μία από τις δέκα συστάσεις της Επιτροπής είναι τα NIH να αναλάβουν πρωτοβουλία για την αντιμετώπιση της «κρίσης αναπαραγωγής», επενδύοντας σε μελέτες επαναληψιμότητας με στόχο την ενίσχυση της εμπιστοσύνης και της αξιοπιστίας της βασικής επιστήμης και των παρεμβάσεων για τις χρόνιες παιδικές ασθένειες.