Σάββατο, 10 Μαΐ, 2025

Ο «Απολεσθείς Παράδεισος» μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ, μέρος ι΄

Σε έναν κόσμο που επιβραβεύει το να έχεις δίκιο, είναι πολύ δύσκολο να μην κυνηγάμε και να μην παπαγαλίζουμε έτοιμες απαντήσεις. Συνήθως, νιώθουμε και υπερήφανοι όταν έχουμε δίκιο, όταν έχουμε τη «σωστή» απάντηση. Κάποιοι από εμάς μάλιστα χρησιμοποιούν αυτό που πιστεύουν ότι είναι σωστό για να εκφοβίζουν και να χτυπούν αυτούς που πιστεύουν ότι κάνουν λάθος: Εξάλλου, γιατί να υιοθετήσουμε ιδέες και πεποιθήσεις που δεν είναι σωστές; Και αφού έχουμε δίκιο, πώς θα μπορούσε κάποιος να είναι τόσο ανόητος ώστε να σκέφτεται διαφορετικά από ό,τι εμείς; Μας αρέσει να λιθοβολούμε τους άλλους.

Το να πιστεύουμε ότι έχουμε τη μία και μοναδική απάντηση συχνά εξελίσσεται στο χειρότερο είδος φανατισμού, το είδος του φανατισμού που οδηγεί στην καταδίκη, στην Ιερά Εξέταση, ακόμη και στη γενοκτονία. Αν δίναμε την ανάλογη έμφαση στη διατύπωση καλών ερωτήσεων, ο κόσμος μας θα ήταν πολύ διαφορετικός.

Σε αυτή τη σειρά, συνεχίζουμε την αναζήτηση των ερωτήσεων εκείνων που μπορούν να συμβάλλουν καθοριστικά στη διαμόρφωση της ζωής μας.

Ο Σατανάς παρεισφρύει στο όνειρο της Εύας

Στο έργο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», αφότου ο Γαβριήλ αντιμετωπίζει τον Σατανά στον Κήπο της Εδέμ, οι δύο τους χωρίζουν. Την προηγούμενη νύχτα, ο Σατανάς, με τη μορφή βατράχου αρχικά, είχε φέρει στην Εύα ένα ενοχλητικό όνειρο: την έκανε να δει «κάποιον με σχήμα και φτερά σαν αυτά που βλέπουμε συχνά από τον ουρανό» (Βιβλίο Ε΄, σσ. 195-197*).

Ο Σατανάς, μεταμφιεσμένος σε άγγελο, οδηγεί την Εύα στο Δέντρο της Γνώσης του Καλού και του Κακού και της λέει να φάει από αυτό για να γίνει σαν τα όντα του ουρανού. Ο Σατανάς την πλησιάζει, την αρπάζει και πετάει στον ουρανό, απ’ όπου μπορεί να δει τη γη από ψηλά. Στη συνέχεια εξαφανίζεται και εκείνη πέφτει πίσω στη γη. Ξυπνά φοβισμένη και είναι ευτυχισμένη που ήταν μόνο ένα όνειρο.

Ο Αδάμ καθησυχάζει τους φόβους που προκάλεσε στην Εύα το όνειρό της. Της λέει ότι οι ψυχές μας είναι πολύπλοκες και ότι επειδή ονειρεύτηκε κάτι σκοτεινό ή κακό δεν σημαίνει ότι είναι η ίδια σκοτεινή ή κακιά. Η Εύα δακρύζει, αλλά ικανοποιείται από τα λόγια του συντρόφου της. Παρακολουθώντας την ανατολή του ήλιου, τραγουδούν μαζί ύμνους προς τον Δημιουργό τους, ζητώντας Του να διαλύσει το κακό και να προσφέρει το καλό:

«Χαίρε του κόσμου Κύριε, με γενναιοδωρία δίνε μας
Το αγαθό μονάχα – κι αν τύχει η νύχτα
Το κακό να κρύψει ή να μαζέψει
Διώξε το, όπως το φως διαλύει το σκοτάδι.
Έτσι οι αθώοι δεήθηκαν και μες στους λογισμούς τους
Ειρήνη και γαλήνη σύντομα επανήλθαν.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Πέμπτο)

«ανάμεσα στα δέντρα, έρχεται εξ ανατολών/και κατά ’δώ κινείται μια ενδοξώτατη μορφή»* (Βιβλίο Ε’, σελ. 206).  Χαρακτικό του Γκυστάβ Ντορέ, από την εικονογράφησή του για το βιβλίο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», 1866. (Public Domain)

 

Το μεγαλείο του αγγελικού Ραφαήλ

Εν τω μεταξύ, ο Θεός παρακολουθεί την όλη σκηνή να εκτυλίσσεται και καλεί τον Αρχάγγελό του Ραφαήλ να βοηθήσει τον Αδάμ και την Εύα με ουράνιες συμβουλές.

Ο Ραφαήλ πετάει στην Εδέμ. Σε ένα υπέροχο απόσπασμα, ο Μίλτον περιγράφει το ταξίδι του Ραφαήλ. Ο Ραφαήλ πετάει μέσα από τους ύμνους που ψάλλονται στον Ουρανό και εκατέρωθέν του, η ουράνια χορωδία τραγουδά τους ύμνους του θελήματος του Θεού. Καταφέρνει να φτάσει στις πύλες του Ουρανού και αυτές ανοίγουν μόνες τους για να μην εμποδίσουν την πτήση του.

Ο Ραφαήλ πετάει στον ουρανό χωρίς τίποτα να τον εμποδίζει, και τα χρώματα των φτερών του και το φως που εκπέμπει τον κάνουν να φαίνεται σαν να είναι ένας φοίνικας σε πτήση. Τελικά, προσγειώνεται στην Εδέμ, μοιάζοντας με εξαπτέρυγο σεραφείμ – άγγελο της υψηλότερης τάξης των εννέα επιπέδων του ουρανού. Κουνάει τα φτερά του, απελευθερώνοντας ένα άρωμα που γνωστοποιεί σε όλους τον βαθμό του και ότι έφτασε.

Ο Αδάμ βλέπει τον Ραφαήλ να έρχεται από μακριά και λέει στην Εύα να έρθει να κοιτάξει:

«Βιάσου, Εύα, τρέξε να δουν τα μάτια σου μεγαλειώδες θάμα,
Στα ανατολικά, από τα δέντρα μέσα, κοίταξε τη μορφή
Την ένδοξη που πλησιάζει – σαν ένα δεύτερο πρωινό
Μέσα στο μεσημέρι ν’ ανατέλλει . Κάποιος σπουδαίος θά ‘ναι αυτός
Πού ‘ρχετ΄απ’ τον Παράδεισο κι ίσως με μας τη μέρα
Του να θέλει να περάσει. Τρέξε, λοιπόν, και φέρε μπρος
Ό,τι καλούδια έχεις, πλήθια τον ξένο να τιμήσουμε
Που ‘ρχεται απ’ τα Ουράνια…»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Πέμπτο)

Ο Αδάμ συγκρίνει τη φωτεινότητα του Ραφαήλ με ένα δεύτερο πρωινό κατά τη διάρκεια του μεσημεριού. Στην εικόνα του Γκυστάβ Ντορέ για τη φράση «ανάμεσα στα δέντρα, έρχεται εξ ανατολών/και κατά ’δώ κινείται μια ενδοξώτατη μορφή», ο Αδάμ απεικονίζεται να σκύβει προς την Εύα στην κάτω αριστερή περιοχή της σύνθεσης. Δείχνει προς τα πάνω τον Ραφαήλ, ο οποίος αναπαρίσταται σαν μια λευκή σιλουέτα. Κρατήστε στο μυαλό σας το γεγονός ότι ο Αδάμ δείχνει εδώ, διότι θα έχει σημασία όταν θα δούμε την επόμενη εικόνα.

Η εικόνα κατά τα άλλα είναι σκοτεινή. Αυτό το σκοτάδι δεν υποδηλώνει ότι ο Κήπος της Εδέμ είναι σκοτεινός, αλλά ότι το φως του ήλιου είναι αδύναμο σε σύγκριση με τη λαμπρότητα ενός ουράνιου όντος. Ο μόνος τρόπος με τον οποίο ο Ντορέ μπορεί να το εκφράσει αυτό είναι να σκοτεινιάσει το περιβάλλον, ώστε να ξεχωρίζει η φωτεινότητα του Ραφαήλ.

Είναι επίσης ενδιαφέρον ότι ο Αδάμ και η Εύα βγάζουν τον καλύτερό τους εαυτό προκειμένου να τιμήσουν τον Αρχάγγελο. Θέλουν να δείξουν τη φιλοξενία τους στον αγγελιοφόρο που έρχεται, γι’ αυτό και κάνουν προετοιμασίες ώστε να μοιραστούν την αφθονία του κήπου μαζί με τον Ραφαήλ.

Ο Ραφαήλ συνομιλεί με τον Αδάμ και την Εύα

«Κι ο πτερωτός πρωθιερεύς/τού απαντά και λέει: Αδάμ, εις Παντοδύναμος/έστι κι όλα τα όντα αρχή λαμβάνουν απ’ Αυτόν»* (Βιβλίο Ε’, σελ. 213).  Χαρακτικό του Γκυστάβ Ντορέ, από την εικονογράφησή του για το βιβλίο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», 1866. (Public Domain)

 

Ο Αδάμ και η Εύα ξεκινούν έναν γόνιμο διάλογο με τον Ραφαήλ. Ο Αδάμ, ως πατριάρχης της ανθρωπότητας, αγνός ακόμα στο πνεύμα, δεν υποθέτει ότι έχει απαντήσεις, αλλά θέτει ερωτήματα:

«Στον Αδάμ, την ευκαιρία να μην αφήσει να χαθεί…
Η μέγιστη συνάντηση που πρόσφερε να μάθει
Για πράγματα πάνω απ’ τον κόσμο του και πάνω από τους ίδιους,
Για όντα τον Ουρανό που κατοικούν .»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Πέμπτο)

Ο Αδάμ ρωτά για τα πράγματα στον Ουρανό σε σύγκριση με τα πράγματα στη γη κι ο Ραφαήλ τού απαντά:

«Ω, Αδάμ, είν’ ένας Παντοδύναμος, από τον Οποίον
Όλα τα πράγματα αρχινούν, πίσω σ’ Αυτόν γυρίζουν,
Αν δεν χαλάσουν και τ’ αγαθό κρατήσουν,
τα πάντα δημιούργησε τέτοια και στην εντέλεια…
Ίσως τα σώματά σας μετατραπούν σε Πνεύμα, στην πάροδο του χρόνου, και βελτιωμένα, φτερωτά, ν’ ανέβουν,
αιθέρια, όπως εμείς ή αλλοιώς μπορεί να επιλέξετε
εδώ ή σε ουράνιους παραδείσους να κατοικήσετε,
Υπάκουοι αν φανείτε και διατηρήσετε
ακέρια και ακλόνητη Εκείνου την αγάπη
απ’ τον Οποίον προήλθατε.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Πέμπτο)

Ο Ραφαήλ λέει στον Αδάμ ότι ο Θεός δημιούργησε όλα τα πράγματα τέλεια. Πρέπει μόνο να διατηρήσουν την τελειότητά τους, παραμένοντας υπάκουοι στον Θεό και απόλυτα αφοσιωμένοι στην αγάπη Του. Με τον τρόπο αυτό, μπορούν να έρθουν κοντά στον Θεό όπως οι αρχάγγελοι και να μετακινούνται μεταξύ των Ουράνιων Παραδείσων και της γης όπως επιθυμούν.

Στην προηγούμενη εικόνα, ο Αδάμ δείχνει τον Ραφαήλ. Ο Μίλτον βάζει τον Αδάμ να στραφεί προς την Εύα και να τη ρωτήσει τι βλέπει να έρχεται προς το μέρος τους. Ωστόσο, ας φανταστούμε ότι ο Αδάμ δεν ρώτησε, αλλά υπέθεσε ότι η Εύα γνωρίζει και ότι η κίνησή του ήταν ενδεικτική μιας οριοθετημένης διδασκαλίας αντί μιας απεριόριστης μάθησης: Πόσο διαφορετικό θα ήταν το υπόλοιπο αυτού του κεφαλαίου;

Στην εικονογράφηση του Ντορέ «Κι ο πτερωτός πρωθιερεύς/τού απαντά και λέει: Αδάμ, εις Παντοδύναμος/έστι κι όλα τα όντα αρχή λαμβάνουν απ’ Αυτόν», ο Ραφαήλ παρουσιάζεται να δείχνει προς τα πάνω απαντώντας στην ερώτηση του Αδάμ. Εφόσον ο Αδάμ αναγνωρίζει την άγνοιά του και κάνει ειλικρινείς ερωτήσεις, ο Ραφαήλ βοηθά στην εμβάθυνση της κατανόησής του για τον Θεό, για τον οποίο όλες οι γνώσεις μας είναι περιορισμένες. Εδώ, η επικοινωνία μεταξύ ουράνιων όντων και γήινων αρχίζει με μια ειλικρινή ερώτηση.

Με αυτό το δεδομένο, αυτό το κεφάλαιο μου ενέπνευσε αυτές τις ερωτήσεις: Πρέπει να αμφισβητούμε όχι για να επιτεθούμε, αλλά για να εμβαθύνουμε στην κατανόηση του Θεού και της δημιουργίας του Θεού; Πρέπει να προετοιμάσουμε το πνεύμα μας για να δεχτούμε τα θεία μηνύματα; Πρέπει να κάνουμε τις καρδιές και το μυαλό μας φιλόξενα στον Θεό και σε όλη τη δημιουργία;

Ο Γκυστάβ Ντορέ [Gustav Doré, 1832-1883] ήταν ένας ιδιαίτερα παραγωγικός καλλιτέχνης του 19ου αιώνα. Εικονογράφησε με τα χαρακτικά του μερικά από τα σπουδαιότερα έργα της κλασικής Δυτικής λογοτεχνίας, περιλαμβανομένων της Βίβλου, του «Απολεσθέντα Παραδείσου» και της «Θείας Κωμωδίας». H σειρά «Ο ‘Απολεσθείς Παράδεισος’ μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ» του Έρικ Μπες εμβαθύνει στις ιδέες του ποιήματος του Τζον  Μίλτον που ενέπνευσαν τον Ντορέ και στις εικόνες που φιλοτέχνησε.

Μέχρι τώρα στην Epoch Times έχουν δημοσιευθεί τα πρώτα 9 άρθρα του Έρικ Μπες για την εικονογράφηση του Γκυστάβ Ντορέ στο έργο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος»:

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Η απόδοση των στίχων του Μίλτον στις λεζάντες των εικόνων είναι από τη μετάφραση του Αθανασίου Δ. Οικονόμου, εκδ. Οδός Πανός, τρίτη έκδοση, Αθήνα 2015.

 

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Ο «Απολεσθείς Παράδεισος» μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ, μέρος ια΄

Τι είναι η ελευθερία; Είναι ελευθερία η δυνατότητα να κάνουμε ό,τι θέλουμε όποτε θέλουμε; Ή μήπως η ελευθερία συνδέεται άμεσα με την ικανότητά μας να ελέγχουμε τον εαυτό μας; Υπάρχει ελευθερία όταν μπορούμε να εγγυηθούμε ίσα αποτελέσματα για όλους; Ή μήπως η ελευθερία έχει περισσότερο να κάνει με την αναγνώριση της υπεροχής της δικαιοσύνης του Θεού;

Καθώς συνεχίζουμε τη σειρά μας για τον «Απολεσθέντα Παράδεισο” του Τζον Μίλτον, θα εξερευνήσουμε την ιδέα της ελευθερίας.

Ο Εωσφόρος προτείνει Ισότητα και Ελευθερία

Καθώς συνομιλεί με τον αρχάγγελο Ραφαήλ, ο Αδάμ αρχίζει να ενδιαφέρεται για τον πόλεμο του Ουρανού. Ο Ραφαήλ το χρησιμοποιεί αυτό ως ευκαιρία για να προειδοποιήσει τον Αδάμ για τις συνέπειες της ελεύθερης βούλησης.

Ο Ραφαήλ ξεκινά την ιστορία του από τη στιγμή που ο Θεός ενημερώνει τους αγγέλους ότι ο Υιος του, ο Ιησούς, θα είναι ο άρχοντάς τους. Οι περισσότεροι άγγελοι στον Ουρανό ενθουσιάστηκαν με αυτά τα υπέροχα νέα: γιόρτασαν, τραγούδησαν και χόρεψαν και ο Θεός απόλαυσε τη χαρά τους.

Κάποιοι από τους αγγέλους, ωστόσο, δεν ήταν ευχαριστημένοι. Ένας άγγελος συγκεκριμένα, ο Εωσφόρος, δεν είδε με καλό μάτι το γεγονός ότι έπρεπε να υποκλιθεί σε ένα ον που θεωρούσε ίσο με αυτόν. Ο Εωσφόρος συγκέντρωσε τους οπαδούς του για να πάνε μαζί του κρυφά στο βορειότερο μέρος του Ουρανού. Εδώ, αρχίζει να αψηφά τον Θεό ανοικτά.

Πάνω σε έναν λόφο που περιβαλλόταν από χρυσούς πύργους και πυραμίδες από διαμάντια, κάθισε σε έναν θρόνο και άρχισε να παραπονιέται με αχαριστία ότι αυτός και οι ακόλουθοί του, παρόλο που ήταν μερικά από τα πιο ισχυρά όντα στον Ουρανό, έπρεπε να υποκλίνονται δύο φορές τώρα – μία φορά στον Θεό και άλλη μία στον Ιησού.

«Μόνο ας συζητήσουμε, τον τρόπο για να βρούμε

Τι είν’ καλύτερο για να υποδεχτούμε Εκείνον,

Τι μέσα τι τιμές και τι γονυκλισίες, αχρεία υποτέλεια-

Για έναν παραείναι, αλλά για δυο πώς να τ’ αντέξουμε,

Μια για τον Έναν και μια για την εικόνα Του, όπως λέει.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Πέμπτο)

Η υπερηφάνεια του Εωσφόρου τον κάνει απρόθυμο να υποταχθεί σε οποιονδήποτε, ακόμη και στον Θεό. Ο Μίλτον δείχνει ότι η αντίδραση του Εωσφόρου έχει διάφορες αποχρώσεις. Εδώ, ο Εωσφόρος εναντιώνεται στον Θεό προτάσσοντας ένα συγκεκριμένο είδος ισότητας και ελευθερίας:

«Τι, θα σκύψει το κεφάλι σας , το γόνυ σας

Θα κλίνει; Όχι εσάς, αν σας ξέρω καλά

Ή αν εσείς γνωρίζετε τους ίδιους τους εαυτούς σας.

Οι γιοι του Ουρανού οι αυτόχθονες κτήμα

Ποτέ δεν ήταν κανενός, κι αν όχι ίσοι

Ολότελα, τουλάχιστον ελεύθεροι

Και στην ελευθερία ίσοι, ισότιμα ελεύθεροι…

Με ποιο δικαίωμα λοιπόν, μπορεί τη μοναρχία

Κάποιος σε μας τους ίσους του να θέλει

Να επιβάλλει, ίσους αν όχι σε μεγαλείο

Και ισχύ, ίσους σ’ ελευθερία;»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Πέμπτο)

Ο Εωσφόρος λέει ότι μπορεί να μην είναι όλοι ίσοι από κάθε άποψη, αλλά όλοι είναι εξίσου ελεύθεροι, και όποιος προσπαθεί να παραβιάσει αυτή την ισότητα είναι τύραννος και πρέπει να του αντισταθούμε.

Ο Εωσφόρος και ο Αβδιήλ συζητούν για την ισότητα και την ελευθερία

Σε αυτό το σημείο ένας άγγελος στο ακροατήριο, ο Αβδιήλ, διαμαρτύρεται για τις βλάσφημες παρατηρήσεις του Εωσφόρου. Ο Αβδιήλ προσπαθεί να υπενθυμίσει στους αγγέλους ότι η υποταγή τους στον Θεό δεν θέτει σε κίνδυνο την ελευθερία τους:

«Όλα τα πράγματα, κι εσύ ακόμα, κι όλα τα ουράνια πνεύματα

Αυτός τα δημιούργησε σε όλες τις βαθμίδες,

Με δόξα τα στεφάνωσε και για δική τους δόξα…

Κι η βασιλεία Του δεν τα μείωσε

Μονάχα τα λαμπρύνει…

Οι νόμοι Του είν’ και δικοί μας νόμοι

Και όλες οι τιμές που Του αποδίδουμε

Σ’ εμάς πάλι επιστρέφουν.»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Πέμπτο)

Ο Αβδιήλ θυμίζει ότι όλοι οι παρόντες άγγελοι, ακόμη και ο ίδιος ο Εωσφόρος, δημιουργήθηκαν από τον Θεό με όλη τους τη δόξα και ότι η υπέρτατη δύναμη του Θεού δεν κάλυψε ποτέ τη δόξα τους, αφού η δόξα τους είναι έκφραση του Θεού. Το να τους καταπιέσει κάποιος θα ήταν, στην ουσία, σαν να καταπιέζει τον εαυτό του.

Με άλλα λόγια, όλοι τους είναι εκφράσεις της δύναμης του Θεού και όσο πιο ισχυρός είναι ο Θεός τόσο πιο ισχυροί είναι και αυτοί. Τη δύναμη, την ισότητα και την ελευθερία που θέλει ο Εωσφόρος την κατέχει ήδη μέσω της εγγύτητας με τον Θεό. Θα μπορούσε να αποκτήσει την ανύψωση που επιδιώκει όχι αψηφώντας τον Θεό, αλλά υμνώντας τον Θεό.

Φυσικά, ο Εωσφόρος δεν συμφωνεί με αυτά και απαντά:

«Δεν ξέρουμε πότε δεν ήμαστε όπως είμαστε τώρα.

Δεν ξέρουμε καμμιά αρχή, αυτοφυείς κι αυθύπαρκτοι,

Με τις δικές μας τις δυνάμεις αναπτυχθήκαμε…»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Πέμπτο)

Η απάντηση του Εωσφόρου είναι ότι κανένας από αυτούς δεν θυμάται ότι ο Θεός τους δημιούργησε. Αντίθετα, όντας οι πρώτοι που εμφανίζονται σαν να είναι από τη δική τους δύναμη, η δόξα τους φαίνεται να προέρχεται από κάτι έμφυτο μέσα τους. Έτσι, δεν χρειάζεται να αποτίσουν φόρο τιμής σε τίποτα και κανέναν έξω από τον εαυτό τους.

Βλέποντας ότι κανένας από τους άλλους αγγέλους δεν παίρνει το μέρος του Αβδιήλ, η αυτοπεποίθηση του Εωσφόρου μεγαλώνει και λέει με θράσος στον Αβδιήλ να τρέξει πίσω στον νέο του βασιλιά για να συνεχίσει να είναι σκλάβος. Οι άγγελοι που ακολουθούν τον Εωσφόρο ξεσπούν σε χειροκροτήματα και αποδοκιμάζουν τον Αβδιήλ καθώς εκείνος τους αφήνει για να επιστρέψει στον Θεό.

Ο Θεός γνωρίζει ήδη όλα τα σχέδια του Εωσφόρου και βλέπει την αντίδραση να εκτυλίσσεται, οπότε όλοι οι άγγελοι του Θεού ετοιμάζονται για μάχη. Ο Θεός και οι άγγελοί του βλέπουν τον Αβδιήλ να αντιστέκεται στον Εωσφόρο και τον επευφημούν όταν επιστρέφει. Ο Θεός του λέει:

«Καλά πολέμησες

Τη μάχη την καλή, μονάχος σου ενάντια

Στα εξεγερμένα πλήθη για την αλήθεια μίλησες,

Τα λόγια σου πιο δυνατά απ’ τα δικά τους όπλα

Και άντεξες την καταφρόνια τους για χάρη της αλήθειας,

Κάτι πιο δύσκολο και πιο βαρύ απ’ την ωμή τη βία:

Γιατί μονάχα νοιάστηκες γι’ αυτό

που είναι σωστό στα μάτια του Θεού

Κι ας έσυρες ενάντιά σου τη γνώμη πόσων κόσμων…»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Έκτο)

Ο Θεός λέει στον Αβδιήλ ότι αυτή η δοκιμασία ήταν δύσκολη. Είναι πολύ δύσκολο να επιδιώκεις την αλήθεια και να νοιάζεσαι μονάχα για την έγκριση του Θεού. Αυτοί οι άγγελοι που τον αποδοκίμαζαν ήταν κάποτε φίλοι του και έπρεπε να κάνει μια μοναχική πορεία ντροπής μέσα από τα βλέμματα αποδοκιμασίας τους καθώς επέστρεφε πίσω στον Θεό.

Ο Θεός λέει ότι μερικές φορές είναι πιο δύσκολο να υπομείνει κανείς αυτού του είδους την απόρριψη παρά τη βία. Αλλά ο Αβδιήλ πέρασε τη δοκιμασία και η επόμενη δοκιμασία θα είναι πολύ πιο εύκολη, επειδή ο Αβδιήλ θα έχει μαζί του ολόκληρο τον στρατό του Θεού.

Το πρώτο χτύπημα

Ο στρατός του Θεού με επικεφαλής τους αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ ξεκινά να βρει τον στρατό του Εωσφόρου και να ματαιώσει την εξέγερσή του. Βρίσκουν τον Εωσφόρο να σχεδιάζει μια αιφνιδιαστική επίθεση. Στέκεται ψηλά πάνω σε ένα άρμα στη μέση χρυσών αγγέλων με χρυσές ασπίδες. Οι δύο στρατοί παρατάσσονται ο ένας απέναντι στον άλλο και περιμένουν εντολές.

Ο Αβδιήλ νιώθει αποστροφή βλέποντας τον Εωσφόρο να παρουσιάζεται τόσο μεγαλοπρεπής παρά το πόσο κακός έχει γίνει. Ο Εωσφόρος κατεβαίνει από το άρμα του και περπατάει προς το μπροστινό μέρος της γραμμής, όπου τον συναντάει ο Αβδιήλ. Ανταλλάσσουν έντονα λόγια και ο Εωσφόρος λέει:

«Νόμιζα κάποτε ότι λευτεριά και Ουρανός είν’ ένα

Για τις ουράνιες ψυχές. Τώρα όμως βλέπω πως μάλλον

Η τεμπελιά ορίζει τα πνεύματα τα πιο πολλά, που στο τραγούδι

Και τις γιορτές έχουνε μάθει. Κι έτσι οπλιστήκατε,

Μπουλούκι ουράνιο, να υπερασπιστείτε τη δουλεία σας

Παρά τη λευτεριά…»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Έκτο)

Ο Εωσφόρος προσβάλλει όλους τους αγγέλους του Θεού. Τους λέει ότι μπερδεύουν την ελευθερία με το να μπορούν να τραγουδούν και να χορεύουν για να υμνούν τον Θεό, αλλά αυτό, λέει, είναι δουλειά γελωτοποιού, μια παράσταση που δεν πρέπει να συγχέεται με την αληθινή ελευθερία.

Ο Αβδιήλ απαντά ότι το να υπηρετείς τον Θεό δεν είναι το ίδιο με την έλλειψη ελευθερίας. Η αληθινή υποδούλωση προέρχεται από τη λήψη απερίσκεπτων αποφάσεων, ακολουθώντας εκείνους που επαναστατούν ενάντια στον Θεό επειδή γοητεύονται από τον εαυτό τους. Η υποδούλωση εξισώνεται με τον ναρκισσισμό:

«Δουλεία είναι να υπηρετείς τους άφρονες

Ή αυτούς που ξεσηκώνονται ενάντια σ’ αξιότερούς τους

Όπως εσύ τώρα κι αυτοί που σε ακολουθούν,

Κι εσύ δεν είσαι λεύτερος, μα απ’ τον εαυτό σου μαγεμένος …»

(Τζον Μίλτον, «Ο απολεσθείς Παράδεισος», Βιβλίο Έκτο)

Εκείνη τη στιγμή, ο Αβδιήλ ρίχνει το πρώτο χτύπημα, το οποίο προσγειώνεται στην ασπίδα του Εωσφόρου και τον σπρώχνει 10 βήματα πίσω. Τότε, ο Μιχαήλ σαλπίζει και η μάχη αρχίζει.

Στην εικονογράφησή του «παράλαβε/στ’ ανευλαβές λοφίο σου χαιρετισμό από μένα!», ο Γκυστάβ Ντορέ απεικονίζει τη στιγμή που ο Αβδιήλ σηκώνει το σπαθί του για να επιτεθεί στον Εωσφόρο. Ο Εωσφόρος μοιάζει σαν να πρόκειται να τραβήξει το δόρυ του. Οι άγγελοι του Θεού βρίσκονται γύρω από τον Αβδιήλ και διακρίνονται και στο βάθος ως σιλουέτες. Οι άγγελοι του Εωσφόρου, ωστόσο, είναι ελαφρώς πιο σκούροι σε αξία και δύο στην κάτω δεξιά γωνία θωρακίζονται ή γυρίζουν την πλάτη τους στην επερχόμενη επίθεση. Μήπως η έλλειψη θάρρους τους αποτελεί έκφραση της ελευθερίας τους;

Το ζήτημα της ελευθερίας

Όλα αυτά φέρνουν στο προσκήνιο το ζήτημα της πραγματικής ελευθερίας.

Μεταξύ των γραμμών, ο Μίλτον φαίνεται να υποδηλώνει μια διαφορά μεταξύ της ελευθερίας της βούλησης και της πραγματικής ελευθερίας. Ο Ραφαήλ ξεκινά την ιστορία ως προειδοποίηση προς τον Αδάμ για τις πιθανές συνέπειες της ελεύθερης βούλησης: Θερίζουμε ό,τι σπέρνουμε, αλλά σπέρνουμε ό,τι θέλουμε. Εδώ, η ελευθερία φαίνεται να συνδέεται με αυτό που θερίζουμε- είναι συνέπεια του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποιούμε την ελεύθερη βούλησή μας – η ελευθερία είναι η ανταμοιβή μας για τη δίκαιη σπορά.

Ο Αβδιήλ χρησιμοποιεί την ελεύθερη βούλησή του για να αψηφήσει τον Εωσφόρο και να δοξάσει τον Θεό και λαμβάνει το είδος του επαίνου που ο Εωσφόρος επιθυμεί απεγνωσμένα.

Ο Εωσφόρος, ωστόσο, χρησιμοποιεί την ελεύθερη βούλησή του για να διεκδικήσει και να αγωνιστεί για την απόλυτη ισότητα με τον Θεό, ανεξάρτητα από τη θέση του στη θεία ιεραρχία. Η θεϊκή του βαθμίδα είναι χαμηλότερη από του Θεού και του Ιησού, αλλά παρ’ όλα αυτά θεωρεί ότι πρέπει να του συμπεριφέρονται όπως σε εκείνους: Θέλει η εξουσία και ο έπαινος να είναι ισομερώς κατανεμημένα. Η ελεύθερη βούληση μπορεί να παρομοιαστεί με την ισότητα των ευκαιριών. Ο Εωσφόρος θέλει την ισότητα των αποτελεσμάτων και σχεδιάζει να καταστρέψει ό,τι βρεθεί στο δρόμο του για να το επιτύχει.

Σε όλο τον ναρκισσισμό του, ο Εωσφόρος δεν βλέπει ότι είναι υποδουλωμένος από την ίδια του την υπερηφάνεια, μια υπερηφάνεια που τον ακολουθεί παντού ως κόλαση από την οποία δεν μπορεί να ξεφύγει.

«παράλαβε/στ’ ανευλαβές λοφίο σου χαιρετισμό από μένα!»* (Βιβλίο ΣΤ΄, σελ. 243). Λεπτομέρεια του χαρακτικού του Γκυστάβ Ντορέ, από την εικονογράφησή του για το βιβλίο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος», 1866. (Public Domain)

 

Ο Γκυστάβ Ντορέ [Gustav Doré, 1832-1883] ήταν ένας ιδιαίτερα παραγωγικός καλλιτέχνης του 19ου αιώνα. Εικονογράφησε με τα χαρακτικά του μερικά από τα σπουδαιότερα έργα της κλασικής Δυτικής λογοτεχνίας, περιλαμβανομένων της Βίβλου, του «Απολεσθέντα Παραδείσου» και της «Θείας Κωμωδίας». H σειρά «Ο ‘Απολεσθείς Παράδεισος’ μέσα από τα μάτια και τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ» του Έρικ Μπες εμβαθύνει στις ιδέες του ποιήματος του Τζον  Μίλτον που ενέπνευσαν τον Ντορέ και στις εικόνες που φιλοτέχνησε.

Μέχρι τώρα στην Epoch Times έχουν ήδη δημοσιευθεί τα πρώτα 10 άρθρα του Έρικ Μπες για την εικονογράφηση του Γκυστάβ Ντορέ στο έργο του Τζον Μίλτον «Ο απολεσθείς Παράδεισος»:

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Η απόδοση των στίχων του Μίλτον στις λεζάντες των εικόνων είναι από τη μετάφραση του Αθανασίου Δ. Οικονόμου, εκδ. Οδός Πανός, τρίτη έκδοση, Αθήνα 2015.

Του Eric Bess

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Υφαίνοντας μία αλληγορία: Οι ταπισερί «Η δέσποινα και ο μονόκερως»

Ο μονόκερως είναι ένα από τα πιο αγαπημένα μυθικά ζώα του μεσαιωνικού κόσμου. Αποτελούσε δημοφιλές θέμα πολλών έργων τέχνης, αλλά όσον αφορά τις ταπισερί, μόνο δύο γνωστές σειρές με μονόκερους έχουν επιβιώσει. Οι «ταπισερί με μονόκερους» στο Met Cloisters στη Νέα Υόρκη είναι από τα εξέχοντα κομμάτια των συλλογών του μουσείου. Η δεύτερη σειρά, της ίδιας περίπου εποχής, είναι επίσης αριστουργηματική. Έχει τον τίτλο «Η δέσποινα και ο μονόκερως» και βρίσκεται στην Ευρώπη, στο Μουσείο Κλυνύ, το Εθνικό Μεσαιωνικό Μουσείο του Παρισιού – το μοναδικό εθνικό μουσείο της Γαλλίας αφιερωμένο στη μεσαιωνική τέχνη, με περισσότερα από 24.000 έργα τέχνης.

Οι έξι ταπισερί της σειράς «Η δέσποινα και ο μονόκερως» εκτίθενται σε ειδική αίθουσα. Την ομορφιά τους τη συναγωνίζεται μόνο το μυστήριο τους, αφού η προέλευση και η ιστορία που αφηγούνται διχάζουν ακόμα τους μελετητές.

Ο ασύλληπτος μονόκερως

Ντομενιτσίνο, «Παρθένος με μονόκερω», περ. 1602. Τοιχογραφία, Παλάτι Φαρνέζε, Ρώμη. (Public Domain)

 

Στη δυτική κουλτούρα, η πρώτη αναφορά σε ένα ζώο με ένα μόνο κέρατο μπορεί να εντοπιστεί στην αφήγηση ενός Έλληνα ταξιδιώτη στην Ινδία το 400 π.Χ. Οι μεσαιωνικοί λαοί πίστευαν ότι οι μονόκεροι ήταν πραγματικά, αν και ασύλληπτα, πλάσματα και ότι τα κέρατα τους είχαν μαγικές, προστατευτικές ιδιότητες. Στον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση, οι μονόκεροι εμφανίζονταν εν αφθονία στις τέχνες: σε πίνακες ζωγραφικής, τοιχογραφίες, εκτυπώσεις, ταπισερί, κοσμήματα και εικονογραφημένα χειρόγραφα.

Η ύπαρξη αυτών των ζώων αποδεικνυόταν από κέρατα που βρίσκονταν, τα οποία αποτελούσαν αντικείμενο έντονης εμπορίας. Τα «κέρατα μονόκερω» ήταν πολύτιμα και φυλάσσονταν σε εκκλησίες, καθώς και σε πριγκιπικές και αριστοκρατικές συλλογές. Στην πραγματικότητα, επρόκειτο για χαυλιόδοντες από φάλαινα μονόκερω (μονόδων μονόκερως ή ναρβάλ) και όχι κέρατα μονόκερω. Τα ναρβάλ είναι θαλάσσια θηλαστικά που ζουν στα παράκτια ύδατα της Αρκτικής. Το ένα από τα δύο δόντια τους αναπτύσσεται μέσα από το άνω χείλος τους ως ένας τεράστιος σπειροειδής χαυλιόδοντας. Είναι ενδιαφέρον ότι κατά την αρχαιότητα και τον πρώιμο Μεσαίωνα, οι μονόκεροι απεικονίζονταν στις τέχνες με ένα ίσιο, λείο κέρατο. Η στυλιζαρισμένη εικόνα ενός σπειροειδούς κέρατου, όπως φαίνεται στη σειρά «Η δέσποινα και ο μονόκερως», προέκυψε όταν οι Σκανδιναβοί ναυτικοί άρχισαν να εμπορεύονται χαυλιόδοντες από ναρβάλ.

Για αιώνες, ο χαυλιόδοντας του αρσενικού ναρβάλ θεωρούνταν κέρατο μονόκερω. (Wellcome Images/CC BY 4.0)

 

Η Μόνα Λίζα του Μεσαίωνα

Οι ταπισερί της σειράς «Η δέσποινα και ο μονόκερος» υφάνθηκαν γύρω στο 1500. Μπορεί να κατασκευάστηκαν στη Φλάνδρα, μια περιοχή που παρήγαγε μερικές από τις καλύτερες ταπισερί της εποχής, αλλά αυτό είναι μόνο ένα από τα πολλά στοιχεία που συνεχίζουν να συζητώνται και να ερευνώνται. Η πρώτη τεκμηρίωση των ταπισερί μπορεί να εντοπιστεί σε μια περιγραφή του 1814 του Σατώ ντε Μπουσάκ (Château de Boussac) στην Κεντρική Γαλλία. Είκοσι επτά χρόνια αργότερα, ο Γάλλος συγγραφέας, ιστορικός, αρχαιολόγος και συγγραφέας της νουβέλας «Κάρμεν», Προσπέρ Μεριμέ, ανακάλυψε αυτά τα έργα τέχνης εκεί. Ήταν ενθουσιασμένος από το μεγαλείο τους, αλλά ανησυχούσε πολύ για την τοποθεσία όπου βρίσκονταν, εκτεθειμένα στην υγρασία και τους αρουραίους. Αυτή η παραμέληση έβλαπτε τα έργα και, επιπλέον, οι άνθρωποι από ό,τι φαίνεται τα βανδάλιζαν για να φτιάξουν χαλιά και καλύμματα καροτσιών. Ο Μεριμέ έγραψε σε έναν Γάλλο πολιτικό, ζητώντας την απομάκρυνση τους. Το 1882, το Μουσείο Κλυνύ απέκτησε τα έργα τέχνης για 25.500 φράγκα (περίπου 3.000 ευρώ).

Αυτές οι ταπισερί έχουν χαρακτηριστεί ως η «Μόνα Λίζα του Μεσαίωνα» και ο «εθνικός θησαυρός της Γαλλίας». Η φήμη τους οφείλεται εν μέρει σε λογοτεχνικές αναφορές σημαντικών ιστορικών συγγραφέων, όπως στην «Ιωάννα» της Γεωργίας Σάνδης και στις «Σημειώσεις του Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε» του Ράινερ Μαρία Ρίλκε. Ακόμη και σήμερα, οι ταπισερί αυτές αναφέρονται ή εμφανίζονται σε μυθιστορήματα και ταινίες.

Μια γενική συμφωνία σχετικά με το αφηγηματικό τους νόημα επετεύχθη μόλις το 1921. Οι ιστορικοί τέχνης πιστεύουν ότι τα έξι έργα της σειράς αποτελούν μεμονωμένες αναπαραστάσεις των αισθήσεων, εικονογραφημένες αλληγορίες για την αφή, τη γεύση, την όσφρηση, την ακοή και την όραση (τα μεσαιωνικά κείμενα κωδικοποιούσαν τις αισθήσεις με αυτή τη σειρά). Η τελευταία ταπισερί αντιπροσωπεύει μια «έκτη αίσθηση», όρος που χρονολογείται από τον Μεσαίωνα.

Το εραλδικό έμβλημα της οικογένειας Λε Βιστ, από τη Λυών, φοριέται από το λιοντάρι στην ταπισερί «Αφή» και από τον μονόκερω στη ταπισερί «Γεύση». (Public Domain)

 

Σε κάθε ταπισερί απεικονίζεται μια ξανθιά κοπέλα με ένα λιοντάρι στα δεξιά της και έναν μονόκερω στα αριστερά της. Τέσσερεις από τις έξι ταπισερί περιλαμβάνουν επίσης μια κυρία επί των τιμών. Τα ζώα φορούν ή φέρουν ένα κόκκινο οικόσημο με τρία ασημένια μισοφέγγαρα σε μια μπλε ταινία, εραλδικό έμβλημα που έχει συνδεθεί από ιστορικούς με την αριστοκρατική οικογένεια Λε Βίστ [Le Viste] της Λυών. Οι επιμελητές πιστεύουν ότι ένα μέλος της οικογένειας παρήγγειλε τις ταπισερί, αλλά η ταυτότητά του παραμένει άγνωστη.

Οι κύριες μορφές τοποθετούνται κεντρικά στη σύνθεση, σε μια νησίδα μπλε χρώματος σε κόκκινο φόντο. Και στις δύο αυτές περιοχές, χρησιμοποιείται το διακοσμητικό στυλ «millefleurs» («χιλιάδες λουλούδια»), με εκθαμβωτικά αποτελέσματα. Δεκάδες λουλούδια και δέντρα διακρίνονται: μπλε καμπανούλες, γαρίφαλα, νάρκισσοι, μαργαρίτες, κρίνοι, κατιφέδες, πανσέδες, βιολέτες, πουρνάρια, βελανιδιές, πορτοκαλιές και πεύκα. Επιπλέον, υπάρχει μία πληθώρα μικρότερων ζώων: πουλιά, όπως γεράκια, ερωδιοί, κίσσες, παπαγάλοι και πέρδικες, συνυπάρχουν με τσιτάχ, σκύλους, αρνιά, λεοπαρδάλεις, πίθηκους, αλεπούδες και κουνέλια.

Λεπτομέρειες από τη σειρά των ταπισερί «Η δέσποινα και ο μονόκερως» («Γεύση»), όπου απεικονίζονται ένα γεράκι, μία καρακάξα, μία μαϊμού και κουνέλια. (Public Domain)

 

Μένει να διευκρινιστεί πού υφάνθηκαν οι ταπισερί – είναι αρκετά πιθανό τα σχέδια να δημιουργήθηκαν στο Παρίσι. Με βάση τις εικόνες τους, οι επιμελητές τα έχουν συνδέσει με το έργο ενός καλλιτέχνη γνωστού ως Δασκάλου της Άννας της Βρετάνης, μιας Γαλλίδας βασίλισσας, ο οποίος ίσως ήταν ο Ζαν ντ’ Υπρ [Jean d’ Ypres], γνωστό για το εκπληκτικό του βιβλίο «Πολύ μικρές ώρες» [Très Petites Heures], που γράφτηκε για την Άννα της Βρετάνης.

Μια εικονογραφημένη σελίδα από το «Très Petites Heures» (περίπου στα τέλη του 15ου αιώνα), από τον Δάσκαλο της Άννας της Βρετάνης. (Public Domain)

 

Αντιπροσωπεύοντας τις αισθήσεις

Στην ταπισερί «Αφή», η νεαρή γυναίκα φορά στέμμα και έχει μακριά κυματιστά μαλλιά. Το σκούρο μπλε βελούδινο φόρεμά της είναι επενδεδυμένο με ερμίνα, μια γούνα που συνδέεται με τη βασιλική οικογένεια, και διακοσμητικά κεντήματα στολισμένα με χρυσό και πολύτιμους λίθους. Το θέμα της αφής γίνεται φανερό από τα δύο πράγματα που αγγίζει: με το δεξί της χέρι κρατά ένα ψηλό λάβαρο, ενώ με το αριστερό της πιάνει απαλά το κέρατο του μονόκερου. Οι μονόκεροι ήταν συχνά αλληγορικές φιγούρες σε ιστορίες αυλικών ερώτων, οπότε αυτή η σκηνή στην οποία η κοπέλα ακουμπά το ζώο θα μπορούσε να σημαίνει πόθο για έναν εραστή. Τα αιχμάλωτα ζωάκια με το περιλαίμιο που διακρίνονται γύρω από το λάβαρο ενισχύουν αυτή την ιδέα.

«Αφή», μεταξύ 1484 και 1500. Μαλλί και μετάξι, 3 x 3,5 μ. Μουσείο Κλυνύ, Παρίσι. (Public Domain)

 

Στη ταπισερί «Γεύση», η κοπέλα παίρνει ένα γλυκό από ένα πιάτο που κρατά η συνοδός της, για να ταΐσει όπως φαίνεται τον παπαγάλο που κάθεται στο χέρι της. Αντικατοπτρίζοντας αυτήν την κίνηση, η μαϊμού στη βάση της μπλε νησίδας τρώει ένα κομμάτι φρούτο. Πίσω από την κοπέλα, οριοθετώντας τη νησίδα, υπάρχει μια πέργκολα με τριαντάφυλλα. Αυτό αναφέρεται στην έννοια του «hortus conclusus», που μεταφράζεται ως κλειστός κήπος, ένα δημοφιλές μοτίβο στις απεικονίσεις αυλικής αγάπης. Ένα άλλο σύμβολο που συνδέεται με αυτήν την ιδέα και το κυνήγι του μονόκερω είναι το ρόδι, το οποίο κρέμεται από τη ζώνη της γυναίκας.

«Γεύση», μεταξύ 1484 και 1500. Μαλλί και μετάξι, 3,7 x 4,5 μ. Μουσείο Κλυνύ, Παρίσι. (Public Domain)

 

Λεπτομέρεια στην οποία διακρίνονται τα ρόδια που κρέμονται από τη ζώνη της γυναίκας – ένα σύμβολο δημοφιλές στις αυλικές απεικονίσεις αγάπης. (Public Domain)

 

Τα λουλούδια, και το άρωμά τους που συνυποδηλώνεται, κυριαρχούν στην ταπισερί «Όσφρηση». Σε αυτήν την εικόνα, η κοπέλα φτιάχνει ένα στεφάνι από γαρίφαλα, παίρνοντας λουλούδια από ένα δίσκο που κρατά η κυρία επί των τιμών. Αυτό το λουλούδι θεωρούνταν σύμβολο αγάπης και γιρλάντες λουλουδιών απεικονίζονταν συχνά σε σκηνές αυλικού έρωτα. Και πάλι, η δράση του πιθήκου υπογραμμίζει την αλληγορική σημασία της ταπισερί: μυρίζει ένα τριαντάφυλλο. Τα μαλλιά της κοπέλας είναι καλυμμένα με κοσμήματα, ενώ φορά τα βραχιόλια της με μοντέρνο τρόπο: στους καρπούς της, όχι ψηλά στο μπράτσο.

«Όσφρηση», μεταξύ 1484 και 1500. Μαλλί και μετάξι. 3,6 x 3 μ. Μουσείο Κλυνύ, Παρίσι. (Public Domain)

 

Η μουσική είναι το θέμα της ταπισερί για την «Ακοή». Η κοπέλα παίζει ένα πολύτιμο μεσαιωνικό φορητό όργανο (δεν έχουν διασωθεί φυσικά δείγματα από την εποχή), στολισμένο με κοσμήματα. Ο σύντροφός της χειρίζεται τους φυσητήρες του οργάνου. Τα υφάσματα είναι ιδιαιτέρως πλούσια και βαρύτιμα σε αυτήν τη σκηνή: το όργανο βρίσκεται πάνω σε ένα ανατολίτικο χαλί – η γυναίκα φορά ένα φόρεμα με μοτίβα ροδιού, που ήταν το απόγειο της ιταλικής μόδας στις αρχές του 16ου αιώνα. Όλα της τα ρούχα και τα κοσμήματα δείχνουν την αριστοκρατική πολυτέλεια της εποχής. Στην «Ακοή», η κοπέλα φορά πάλι ένα κάλυμμα κεφαλής, γνωστό ως «αιγκρέτ» (aigrette).

«Ακοή», μεταξύ 1484 και 1500. Μαλλί και μετάξι 3,6 x 2,7 μ. Μουσείο Κλυνύ, Παρίσι. (Public Domain)

 

Στην ταπισερί «Όραση», η κυρία κάθεται έχοντας έναν μονόκερω στην αγκαλιά της, συμβολίζοντας έτσι τις πτυχές της αυλικής αγάπης. Ενώ χαϊδεύει τον μονόκερω με το αριστερό της χέρι, με το άλλο χέρι κρατά μπροστά του έναν καθρέφτη από χρυσό και πολύτιμες πέτρες – ένα αντικείμενο πολυτελείας εκείνη την εποχή. Τα ζώα στο βάθος – ένας σκύλος, ένα λιοντάρι και ένα κουνέλι – παίζουν το δικό τους παιχνίδι με τα βλέμματά τους, ενώ η γυναίκα και ο μονόκερως φαίνονται απορροφημένοι ο ένας από τον άλλον και από την αντανάκλαση του καθρέπτη, σχηματίζοντας ένα κλειστό κύκλωμα.

«Όραση», μεταξύ 1484 και 1500. Μαλλί και μετάξι. 3 x 3 μ. Μουσείο Κλυνύ, Παρίσι. (Public Domain)

 

Η αινιγματική έκτη ταπισερί είναι γνωστή ως «A mon seul désir» («Στη μόνη μου επιθυμία»). Ο τίτλος της προέρχεται από αυτήν τη φράση, η οποία είναι γραμμένη στην κορυφή της πολυτελούς μπλε σκηνής στο κέντρο της εικόνας. Η κυρία επί των τιμών δείχνει στη δέσποινα ένα κουτί κοσμημάτων με μεταλλικά εξαρτήματα. Εκείνη παίρνει – ή αφήνει; – ένα κολιέ παρόμοιο με αυτό που φοράει στη ταπισερί «Γεύση». Οι μελετητές δεν έχουν καταλήξει εάν παίρνει το κόσμημα για να το φορέσει ή αν το επιστρέφει στο κουτί. Αν το συμβαίνει το δεύτερο, σημαίνει ότι αποκηρύσσει τις εγκόσμιες απολαύσεις και τα αισθησιακά αντικείμενα των προηγούμενων ταπισερί; Υπάρχουν πολλές θεωρίες ως προς την έννοια της έκτης αίσθησης, συμπεριλαμβανομένης της ελεύθερης βούλησης. Η επικρατούσα εκτίμηση είναι ότι αναφέρεται σε μια εσωτερική αισθητηριακή εμπειρία, ένα ζήτημα της ψυχής και της καρδιάς.

«A mon seul désir» (Στη μόνη μου επιθυμία), μεταξύ 1484 και 1500. Μαλλί και μετάξι. 3,6 x 4,6 μ. Μουσείο Κλυνύ, Παρίσι. (Public Domain)

 

Η σειρά «Η δέσποινα και ο μονόκερως» είναι ένα από τα σπουδαιότερα έργα τέχνης που παράχθηκαν στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Οι προικισμένοι υφαντές που τα κατασκεύασαν πιθανότατα ξόδεψαν αρκετά χρόνια στο έργο και το κόστος θα ήταν τεράστιο. Αυτά τα έργα τέχνης συνεχίζουν να εκτιμώνται για το μυστήριο και το αισθητικό τους επίτευγμα. Εκπέμπουν μια αύρα γαλήνης με τη συνθετική τους ισορροπία και τα αρμονικά τους χρώματα,  προκαλώντας τον θαυμασμό του θεατή.

 

Η τέχνη του ψηφιδωτού – Μια προσέγγιση σε μια πανάρχαια μνημειακή τέχνη

Τι είναι το ψηφιδωτό; Από πού πηγάζει η ονομασία του;* Ποια είναι η τεχνική αλλά και η ιστορική του διαδρομή στη διαρκή πορεία του; Ερωτήματα των οποίων την απάντηση ελπίζουμε ότι θα βρει ο αναγνώστης ακολουθώντας τη σειρά άρθρων του ψηφιδογράφου και συγγραφέα Γιάννη Λουκιανού.

Στο πρώτο μέρος, παρουσιάζονται ψηφιδωτά της ελληνιστικής περιόδου. Στο δεύτερο της ρωμαϊκής, στο τρίτο της βυζαντινής και στο τέταρτο σύγχρονα ψηφιδωτά στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Σε ξεχωριστά άρθρα, θα παρουσιαστούν τεχνικές της ψηφιδογραφίας.

Η Ρωμαϊκή περίοδος

Στους μεγάλους πολιτισμούς είναι δύσκολο να καθορίσει κανείς με ακρίβεια πότε τελειώνει η περίοδος του προηγούμενου και πότε αρχίζει αυτή του καινούργιου. Πόσο μάλλον όταν το προϊόν της τέχνης και του πνεύματος έχει το κύρος δύο πολιτισμών όπως του Ελληνικού και του Ρωμαϊκού.

Έτσι καθίσταται αυτονόητο ότι η ρωμαϊκή περίοδος δεν ξεκινάει το 87 π.Χ. με την κατάληψη των Αθηνών από τον Σύλλα ούτε όταν ο Οκτάβιος Αύγουστος κατέλαβε την Αλεξάνδρεια το 30 π.Χ. Πώς και πόσο επηρέασε η μια περίοδος την άλλη είναι ένα πρωτεϊκό μέγεθος, όπου το εύρος και η ανάλυσή του είναι εκτός των πλαισίων του παρόντος. Η τέχνη του ψηφιδωτού είχε ήδη κάνει ένα υψηλό άλμα στα χρόνια πριν από τους Ρωμαίους. Σημαντικές τομές είχαν αφήσει τη σφραγίδα τους στην ελληνιστική εποχή. Έμενε η νέα περίοδος, που ξεκίνησε με την εξάπλωση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, να δείξει τις προθέσεις της. Κάτι που δεν άργησε να φανεί, αφού το ύφος και ο χαρακτήρας αυτής της τέχνης ήταν ό,τι καλύτερο για να εκφράσει με τη λαμπρότητά της το μεγαλείο που τόσο επιθυμούσαν οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες.

«Νηρηίδα και Ιππόκαμπος», Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου, Ρόδος.

 

Έτσι, από τις ανατολικές επαρχίες στην Ασία έως τις στήλες του Ηρακλέους στη Δύση, και από τα μεσογειακά παράλια της Αφρικής μέχρι τη Βόρεια Ευρώπη και τη Βρετανία, ο τάπητας που είχε ξεκινήσει να υφαίνεται στην ύστερη ελληνιστική περίοδο βρήκε νέους ζηλωτές. Στημόνι του οι μικρές χρωματιστές ψηφίδες και υφάδι του ο ατελείωτος χρόνος, πλήρης  πάθους και γνώσης γι’ αυτή την τέχνη.

Κέντρο στη νέα εποχή είναι η Ρώμη. Εκεί, στο παλάτι του Νέρωνα, τα θέματα των ψηφιδωτών που έγιναν στον τοίχο ήταν εμπνευσμένα κυρίως από την ελληνική μυθολογία, με θεότητες του Ολύμπου αλλά και θαλάσσιες, από τα μεγάλα έπη, όπως η Ιλιάδα και η Οδύσσεια του Ομήρου και η Αινειάδα του Βιργιλίου. Έμπνευση αποτελούσαν επίσης οι σκηνές της καθημερινότητας, με βουκολικά θέματα και τοπία της φύσης, θαλάσσια όντα, άγρια μα και κατοικίδια ζώα, καθώς και οι σκηνές κυνηγιού. Όλα διανθισμένα με κάθε λογής μπορντούρες, γεωμετρικές και φυτικές.

Η ιδέα που κληρονόμησαν οι Ρωμαίοι από τα ελληνιστικά ψηφιδωτά με τα άσπρα και μαύρα βότσαλα ήταν μια πρακτική λύση γι’ αυτό που σχεδίαζαν. Τώρα πλέον κόβονταν άσπρες και μαύρες ψηφίδες από μάρμαρα, και λιγότερο ειδικευμένοι τεχνίτες (σε σχέση με αυτούς που έκαναν τονική ανάλυση του χρώματος) μπορούσαν να διακοσμήσουν τοίχους και δάπεδα των δημόσιων κτιρίων, των λουτρών και των εμπορικών κέντρων. Είναι η περίοδος κατά την οποία το ψηφιδωτό γίνεται αρχιτεκτονική – η συμβολή των Ρωμαίων είναι καθοριστική σε αυτό.

Από τα απλά εμβλήματα στα κατώφλια των μαγαζιών της Πομπηίας η διακόσμηση μεταφέρεται στα μεγάλα κτίρια, όπως, για παράδειγμα, τα λουτρά του Καρακάλα, ή σε παλάτια, όπως αυτό του Καίσαρα στη Ρώμη, δίνοντας μια νέα αίσθηση στις σκληρές επιφάνειες των κτιρίων.

Σχέδιο του Γ. Λουκιανού από εντοίχιο ψηφιδωτό των «Λουτρών του Καρακάλα», Ρώμη. Η συμβολή των Ρωμαίων στη σύζευξη αρχιτεκτονικής και ψηφιδωτού ήταν ουσιαστική.

 

Οι συνθέσεις αυτές, στις οποίες τα σώματα γίνονται με μαύρες ψηφίδες σε λευκό φόντο, υπάρχουν σε συλλογές και μουσεία σε όλο τον κόσμο.

Μία από τις τεχνικές που αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα στην Αντιόχεια ήταν η χρήση έντονων χρωμάτων και περίτεχνων σκηνών, που απεικόνιζαν μυθολογικά θέματα, καθημερινές στιγμές και φυσικά τοπία. Τα ψηφιδωτά της Αντιόχειας ξεχώριζαν για την εκλεπτυσμένη τεχνική τους, την ποικιλία των θεμάτων και τη ζωντάνια στις παραστάσεις τους.

Ένα άλλο σημαντικό κέντρο ψηφιδωτής τέχνης στη ρωμαϊκή Συρία ήταν η Απάμεια. Εκεί, έχουν βρεθεί εκτεταμένα δάπεδα με γεωμετρικά μοτίβα, περίτεχνες συνθέσεις και επιγραφές που αποκαλύπτουν στοιχεία για την κοινωνική ζωή και τις πολιτιστικές επιρροές της περιοχής.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της πολιτιστικής αλληλεπίδρασης είναι τα μνημειακά ψηφιδωτά των ρωμαϊκών επαύλεων και δημόσιων κτιρίων, όπου η ελληνιστική παράδοση συνδυάστηκε με τη ρωμαϊκή πολυτέλεια και την τοπική εικαστική γλώσσα. Αυτή η σύνθεση στοιχείων μαρτυρά την κοσμοπολίτικη φύση των ρωμαϊκών επαρχιών και τον πλούτο των πολιτιστικών τους ρευμάτων.

Γιάννης Λουκιανός, «Διόνυσος». Αντίγραφο ψηφιδωτού του 2υ αι. μ.Χ., με έμμεση ψηφοθέτηση. Δημαρχείο Ίου.

 

«Ευρώπη και Ταύρος», Αρχαιολογικό Μουσείο Σπάρτης.

 

Η διαχρονικότητα της τέχνης του ψηφιδωτού στη ρωμαϊκή εποχή αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι πολλά από τα θέματα και τις τεχνικές της επιβίωσαν και στην ύστερη αρχαιότητα, επηρεάζοντας τη βυζαντινή τέχνη και τη μεσαιωνική διακόσμηση. Τα ρωμαϊκά ψηφιδωτά αποτέλεσαν τη βάση για τη διαμόρφωση νέων αισθητικών αντιλήψεων και στυλιστικών τάσεων, οι οποίες διατηρήθηκαν ζωντανές μέσα στους αιώνες σε κατοικίες και δημόσια κτήρια. Σε αυτά μπορούμε να πούμε πως δεν διαφαίνεται ένα τοπικό ύφος, ενώ χαρακτηριστική είναι η αγάπη προς την πολυχρωμία. Οι γεωμετρικές μπορντούρες δείχνουν μια δυτική ρωμαϊκή επιρροή, ενώ τα θέματα είναι εμπνευσμένα από την ελληνική μυθολογία, από τις τραγωδίες και τα ομηρικά έπη. Πολύ σημαντικές είναι οι παραστάσεις από την «Οικία του αίθριου» και την «Οικία του πλοίου των ψυχών».

Λεπτομέρεια από τη σύνθεση «Ο Ορφέας και τα Θηρία».

 

Στην Ευρώπη βρίσκουμε πολύ πρώιμα ρωμαϊκά ψηφιδωτά. Στη Γαλατία υπάρχουν δάπεδα του 50 μ.Χ., ενώ στη ρωμαϊκή Βρετανία σώζονται αρκετά έργα της περιόδου του 4ου μ.Χ. αιώνα. Τα πρωιμότερα σε αυτή την περιοχή είναι του 1ου μ.Χ. αιώνα, και διακοσμούσαν τα λουτρά του Φρουρίου των Λεγεωνάριων του Έξετερ.

Στην Ιβηρική χερσόνησο συναντάμε έργα πολύ πριν από τη ρωμαϊκή περίοδο. Είναι αυτά που ανακαλύφθηκαν στους τάφους του Κάστρου της Μουέλα [Muela de Castillo] με ψηφίδες από βότσαλα, τα οποία χρονολογούνται τον 7ο π.Χ. αιώνα. Παρουσιάζουν ομοιότητες με τα αντίστοιχα του 8ου και 6ου π.Χ. αιώνα που ανακαλύφθηκαν στο Γόρδιο της Φρυγίας. Όμως, ανάμεσα σε αυτή την πολύ παλαιά περίοδο και αυτή των Ρωμαίων δεν υπάρχει κάτι που να γεφυρώνει αυτό το χάσμα. Ένα μεγάλο ψηφιδωτό από το triclinium του Οίκου του Μουτρέους στη Μερίντα δείχνει τη φιλόδοξη τάση που διαπότιζε τους καλλιτέχνες του ψηφιδωτού στη λεκάνη της Μεσογείου.

«Η Λήδα και ο Κύκνος». Παλαίπαφος Κύπρου.

 

Αξίζει να επαναληφθεί τούτο: Το πάθος των Ρωμαίων για την τέχνη του ψηφιδωτού που ξεκίνησε στην ελληνιστική περίοδο ήταν ο λόγος της δημιουργίας ενός τάπητα που στόλισε όλη την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Στημόνι του οι μικρές χρωματιστές ψηφίδες και υφάδι του ο ατελείωτος χρόνος, πλήρης  πάθους και γνώσης γι’ αυτή την τέχνη.

Του Γιάννη Λουκιανού

Το κείμενο είναι από το βιβλίο του Γιάννη Λουκιανού «Η τέχνη του ψηφιδωτού και η τεχνική του», Αθήνα 2011, εκδόσεις βότσαλο, β΄ έκδοση.  Από το ίδιο βιβλίο προέρχονται και οι εικόνες, εκτός από εκείνες των οποίων αναφέρεται η πηγή τους.

© Γιάννης Λουκιανός

Ο Γιάννης Λουκιανός γεννήθηκε στην Ίο των Κυκλάδων, πήρε μαθήματα σχεδίου και χρώματος και επιδόθηκε στην τέχνη του ψηφιδωτού και του βοτσαλωτού, κοσμώντας κτίρια και αυλές, μεταξύ των οποίων κατοικία στη Βέρνη της Ελβετίας και η αποκατάσταση του βοτσαλωτού διάκοσμου της ιστορικής αυλής της Μητρόπολης της Σύρου και άλλων εκκλησιών.

Για την τέχνη του ψηφιδωτού και του βοτσαλωτού έχει μιλήσει σε πολλά σχολεία, σε Διεθνή Συνέδρια (Αθήνα 2010-Κύπρος 2012) καθώς και στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, και έχει γράψει σε περιοδικά και σε τοπικές εφημερίδες. Έχει γράψει ακόμη αρκετά δικά του βιβλία, με σημαντικότερα τα:

«Οι βοτσαλωτές αυλές των Κυκλάδων», Αθήνα 1998, αυτοέκδοση (3 εκδόσεις)
«Οι βοτσαλωτές Αυλές του Αιγαίου», Αθήνα 1999, αυτοέκδοση (εξαντλημένο)
«Η τέχνη του ψηφιδωτού και η τεχνική του», Αθήνα 2002 και 20011
Έχει διδάξει την τέχνη του ψηφιδωτού σε επιδοτούμενα σεμινάρια (Σύρος, Ίος κ.ά.), καθώς και στα παιδιά του ΚΔΑΠ στην Ίο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Ο όρος ‘ψηφιδωτό’ προέρχεται από το ψηφίο, τη μικρή πέτρα. Ο όρος ‘μωσαϊκό’ προέρχεται από τις Μούσες.

 

 

Ψηφιακή Φωτογραφία: Οι καλύτερες λήψεις του Γαλαξία μας για το 2023

Αστέρια, αστέρια και ακόμα περισσότερα αστέρια!

Η ψηφιακή τεχνολογία έχει αλλάξει τα δεδομένα για τους επίδοξους αστροφωτογράφους ανά τον κόσμο, που στρέφουν τους φακούς τους προς τον ουρανό τη νύχτα για να απαθανατίσουν το μεγαλείο του γαλαξία μας.

Στην πρότερη περίοδο της φωτογραφίας, η έλλειψη ευαισθησίας του φιλμ στο σκοτάδι περιόριζε τους φωτογράφους που ήθελαν να απαθανατίσουν αυτό το αμυδρά φωτισμένο θέαμα. Η ψηφιακή τεχνολογία που αναπτύχθηκε κατόπιν ξεπέρασε αυτό το εμπόδιο, αναδεικνύοντας τον Γαλαξία μας με μια ευαισθησία στο χρώμα που κάποτε διέθεταν μόνο τα τηλεσκόπια υψηλών προδιαγραφών και οι παραγωγές της NASA.

«Το τοπίο που ήθελα να δω» του Μιτσουχίρο Οκάμπε. (ευγενική παραχώρηση του Mitsuhiro Okabe)

 

Νέες τεχνικές και καινοτομίες στο λογισμικό επέτρεψαν επίσης στους φωτογράφους να συνδυάζουν ξεχωριστά φόντα και στοιχεία πρώτου πλάνου για να δημιουργήσουν καλλιτεχνικές συνθέσεις, άγνωστα μέχρι σήμερα έξω από τα σύνορα των στούντιο ειδικών εφέ του Χόλιγουντ. Η μαγεία μπήκε και στους οικιακούς υπολογιστές.

Καθώς οι επαγγελματικές φωτογραφικές μηχανές πολλαπλασιάζονταν όλο και περισσότερο και δινόταν η ευκαιρία σε περισσότερους ανθρώπους να τις αποκτήσουν, οι αστροφωτογράφοι αυξήθηκαν εκθετικά σε όλο τον κόσμο. Το μεγαλείο του Γαλαξία μας δεν ήταν ποτέ άλλοτε τόσο εύκολα διαθέσιμο. Κυριολεκτικά, αρκεί το κλικ ενός ποντικιού.

«Η πύλη των μπουκαλόδεντρων» του Μπέντζαμιν Μπαρακάτ. (ευγενική παραχώρηση του Benjamin Barakat)

 

Χάρη στο διαδίκτυο και τους διαγωνισμούς φωτογραφίας που διοργανώνονταν με θέμα την αποκάλυψη της ομορφιάς του γαλαξία μας, οι καλλιτέχνες που ειδικεύονταν στη φωτογράφιση των αστεριών προβλήθηκαν σε δημόσιους κόμβους και παρουσίασαν στο ευρύ κοινό την αφρόκρεμα της δουλειάς τους.

Ο διαγωνισμός «Capture the Atlas» (Συλλαμβάνοντας τον Άτλαντα) είναι ένας διαδικτυακός ετήσιος διαγωνισμός αστροφωτογραφίας. Φέτος, είχε περισσότερες από 3.000 συμμετοχές, από τις οποίες μόλις 25 από 16 διαφορετικές χώρες επιλέχθηκαν ως νικητές. Οι φωτογράφοι προέρχονταν από πολύ διαφορετικά μέρη: από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία, τη Μαδαγασκάρη, τη Χιλή, την Αργεντινή, τη Ναμίμπια, την Ελβετία, τη Βουλγαρία, την Ισπανία, τη Σλοβενία, την Ιαπωνία, το Ιράν, το Περού, την Υεμένη και την Ινδονησία.

Τα λόγια υπολείπονται των εικόνων – πρέπει να τις δείτε με τα ίδια σας τα μάτια. Οι μεγαλειώδεις αστρικές αψίδες που αποτύπωσαν, μας δίνουν την ευκαιρία να αναλογιστούμε τη δική μας μικροσκοπική ύπαρξη μέσα σε αυτό το απέραντο σύμπαν.

«Νότια της πατρίδας» του Λορέντζο Ρανιέρι Τέντι. (ευγενική παραχώρηση του Lorenzo Ranieri Tenti)

 

«Ουράνια ασπίδα» του Ιβάν Φερέρο. (ευγενική παραχώρηση του Iván Ferrero)

 

«Τα μάτια του σύμπαντος» του Μιχαήλ Μίνκοφ. (ευγενική παραχώρηση του Mihail Minkov)

 

Η ουράνια αψίδα που στέκεται πάνω από το Καστίγιο δε Αουνκεοσπέσε στην Ισπανία κάνει το κάστρο του 12ου αιώνα να φαίνεται σχεδόν καινούριο συγκριτικά.

Ο νυχτερινός ουρανός με τα διαμάντια πάνω από το μυστηριακό νησί Σόκοτρα στην Υεμένη θυμίζει ένα εξωγήινο τοπίο με τα παράξενα δέντρα με το αίμα του δράκου που φτάνουν προς τον ουρανό σαν κεραίες κάποιας παράξενης μορφής ζωής.

Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί και για τα αστέρια που τρεμοπαίζουν πάνω από τους κοκκινωπούς βραχώδεις σχηματισμούς του Καφαγιάτε Σάλτα στη βορειοδυτική Αργεντινή, οι σουρεαλιστικοί πύργοι και οι πύλες του οποίου ονομάστηκαν εύστοχα «εργοστάσιο αστεριών» από τον φωτογράφο.

Αυτά είναι μερικά μόνο από τα τοπία που θα δείτε στον φετινό διαγωνισμό. Υπάρχουν πολύ περισσότερα. Ας αφήσουμε όμως τα μάτια μας να απολαύσουν τη μεγαλοπρέπεια των έναστρων τοπίων.

Συγκεντρώνοντας τόσα καλλιτεχνικά ταλέντα και έργα μαζί, το «Συλλαμβάνοντας τον Άτλαντα» επιτυγχάνει τον στόχο του: να προσφέρει αφενός στους νέους αστροφωτογράφους μια στέρεη βάση από την οποία μπορούν να ξεκινήσουν το δικό τους φωτογραφικό ταξίδι και παράλληλα να φέρει «τον γαλαξία μας πιο κοντά, ώστε να μπορέσουμε όλοι να τον δούμε και να τον γνωρίσουμε καλύτερα».

«Ο γαλαξίας ανατέλλει πάνω από τον Πετροπόταμο και το όρος Ταρανάκι» του Μπρένταν Λάρσεν. (ευγενική παραχώρηση του Brendan Larsen)

 

«Εξωγήινο δάσος» του Μαρσίν Ζάζατς. (ευγενική παραχώρηση του Marcin Zając)

 

«Φυσικοί σχηματισμοί» του Ούρος Φινκ. (ευγενική παραχώρηση του Uroš Fink)

 

«Νύχτες του ποταμού του ανέμου» του Μπραντ Ράιντερ. (ευγενική παραχώρηση του Brandt Ryder)

 

«Χειμερινή λάμψη» του Λάριν Ρέι. (ευγενική παραχώρηση του Larryn Rae)

 

«Νύχτα κάτω από τα μπαομπάμπ» της Στέφι Λίμπερμαν. (ευγενική παραχώρηση της Steffi Lieberman)

 

«Η αστροεμπειρία της La Palma» του Γιάκομπ Ζάχνερ. (ευγενική παραχώρηση του Jakob Sahner)

 

«Τα φώτα του Καθεδρικού» της Ροξολιάνα Χίλεβιτς. (ευγενική παραχώρηση της Roksolyana Hilevych)

 

«Η Τζίτζι Χίου λάμπει στο σκοτάδι» του Γκάρι Μπαζτάρα. (ευγενική παραχώρηση του Gary Bhaztara)

 

«Το νυχτερινό τρένο» του Αλεξάντερ Φορστ. (ευγενική παραχώρηση του Alexander Forst)

 

«Διαστρικός» του Χοσέ Λουίς Κανταμπράνα Γκαρθία. (ευγενική παραχώρηση του Jose Luis Cantabrana Garcia)

 

«Η κοιλάδα των κάκτων» του Πάμπλο Ρουίθ Γκαρθία. (ευγενική παραχώρηση του Pablo Ruiz García)

 

«O γαλαξίας πάνω από τα βράχια της Κουένκα» του Λουίς Καχέτε. (ευγενική παραχώρηση του Luis Cajete)

 

«Το εργοστάσιο αστεριών του Καφαγιάτε» του Γκονζάλο Σαντίλε. (ευγενική παραχώρηση του Gonzalo Santile)

 

«Η λάμψη της ερήμου Λουτ» της Ιζαμπέλα Ταμπάκι. (ευγενική παραχώρηση της Isabella Tabacchi)

 

Με τη συμβολή της ομάδας Epoch Inspired

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Γου Νταοζί: Ο σοφός της ζωγραφικής με τη ρέουσα καλλιγραφική γραμμή

Για τον αρχαίο Κινέζο ζωγράφο Γου Νταοζί (Wu Daozi, περ. 685-758 μ.Χ.), η ομορφιά της ρέουσας γραμμής ήταν ίσως το πιο ισχυρό εκφραστικό του μέσο.

Γεννημένος κατά τη διάρκεια της ακμής της δυναστείας Τανγκ (618-907 μ.Χ.), ο καλλιτέχνης ξεκίνησε την καριέρα του ως ταπεινός τεχνίτης, αλλά σταδιακά έφτασε να θεωρείται ο «σοφός της ζωγραφικής». Όταν η φήμη για το ταλέντο του έφτασε στην αυτοκρατορική Αυλή, ο Γου κλήθηκε στο παλάτι για να εργαστεί για τον αυτοκράτορα. Επίσης, φιλοτέχνησε εκατοντάδες τοιχογραφίες για βουδιστικά και ταοϊστικά μοναστήρια.

Σχεδόν κανένα από αυτά δεν γλίτωσε από τη φθορά του χρόνου, αλλά ζωγραφικά αντίγραφα και λογοτεχνικές περιγραφές μάς δίνουν μια ιδέα του αριστοτεχνικού του στυλ που προκαλούσε δέος στους σύγχρονούς του, όπως και σε πολλές μετέπειτα γενιές.

Πλήρες χειρόγραφο, που αποδίδεται στον Γου Νταοζί. (Public Domain)

 

Ο Γου φημιζόταν περισσότερο για τις ανθρώπινες μορφές του, ενώ πολλά από τα έργα του απεικονίζουν βουδιστικές θεότητες που κατείχαν κεντρική θέση στην πνευματική ζωή των Τανγκ. Ένας πίνακας, που βρίσκεται στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Οσάκα, ο οποίος αποδίδεται στον Γου, αν και κατ’ άλλους είναι κατοπινό αντίγραφο από την εποχή της Δυναστείας Σονγκ (960-1279), έχει ακριβώς αυτό το θέμα.

Ο τίτλος του «Η Γέννηση του Σακιαμούνι» αναφέρεται στην τελευταία σκηνή, στα αριστερά της εικόνας, η οποία δείχνει τον νεογέννητο Βούδα να παρουσιάζεται από τους βασιλικούς γονείς του – τον Ινδό βασιλιά Σουντοντάνα και τη βασίλισσά του Μάγια – σε μια δευτερεύουσα θεότητα, η οποία με τη σειρά της λατρεύει το θεϊκό παιδί.

Σύμφωνα με τις βουδιστικές γραφές, ο Σακιαμούνι γεννήθηκε σε ένα εξαιρετικά πλούσιο περιβάλλον, γεμάτο λεπτές απολαύσεις, αλλά ένιωσε ότι όλα τα εγκόσμια πράγματα ήταν κενά μπροστά στο θάνατο και τον πόνο. Έτσι, εγκατέλειψε το σπίτι του αναζητώντας τη φώτιση, μέχρι που τελικά ένιωσε την επιθυμία να σώσει όλα τα αισθανόμενα όντα από την ανθρώπινη δυστυχία.

Ο Βουδισμός ιδρύθηκε πέντε αιώνες πριν από τη γέννηση του Χριστού στη σημερινή Ινδία και το Νεπάλ και διαδόθηκε στην Κίνα κατά τη διάρκεια της Βόρειας και της Νότιας δυναστείας (386-581 μ.Χ.), φτάνοντας στο απόγειό του κατά τη διάρκεια της Δυναστείας Τανγκ. Πολλά από τα θρησκευτικά έργα του Γου Νταοζί δημιουργήθηκαν στην ευημερούσα και κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας, την Τσανγκ’αν.

Το τελευταίο τμήμα του έργου «Η απελευθέρωση του Βούδα Σακιαμούνι», μεταξύ 680-740 μ.Χ., που αποδίδεται στον Γου Νταοζί. ( Public Domain)

 

Σε αυτό το συγκεκριμένο τμήμα του πίνακα, δεσπόζει μια έντονη αντίθεση μεταξύ της γονατιστής θεότητας και της μικρής ομάδας ανθρώπων.

Στο δεξί μέρος, ο καλλιτέχνης αποδίδει προσεκτικά την ηρεμία της βασιλικής συνοδείας. Αποδίδει σχολαστικά τα χαρακτηριστικά των προσώπων και τα καλύμματα των κεφαλιών με λεπτές γραμμές και ανοιχτό μελάνι, ενώ οι μακριές, απαλές και συγκρατημένες πινελιές στα πτυχωτά ενδύματά τους υποδηλώνουν τον χαριτωμένο βηματισμό τους προς τα εμπρός.

Απέναντι τους βλέπουμε τη μορφή της ελάσσονος θεότητας, η οποία χαρακτηρίζεται από πολύ πιο έντονες και εκφραστικές πινελιές. Οι σύντομες, σπαστές και κυματιστές καμπύλες του προσώπου και των μυών του αναδεικνύουν τη μεγάλη συναισθηματική ένταση που νιώθει αναγνωρίζοντας τον μεγάλο Βούδα, ενώ οι δυνατές και δραματικά φορτισμένες συστροφές του υφάσματος αποδίδουν την ταραχή που του προκαλεί η μεγαλειώδης παρουσία του θείου.

Αυτού του είδους οι γραμμές ήταν που καθιέρωσαν τον Γου Νταοζί και έγιναν κατά κάποιον τρόπο η υπογραφή του.

«Τα υφάσματα του Γου πετάνε στον αέρα», έλεγαν οι σύγχρονοί του.

Στον συγκεκριμένο πίνακα, ο καλλιτέχνης χρησιμοποιεί πιο σκούρο μελάνι για να τονίσει τη ρευστή κίνηση του υφάσματος και μεταβάλλει το πάχος της πινελιάς του σαν να δημιουργεί έργο καλλιγραφίας. Πράγματι, η ζωγραφική πινελιά του Γου ήταν στενά συνδεδεμένη με την κίνηση της κινεζικής γραφής και θύμιζε ιδιαίτερα ένα στυλ «άγριας, ρέουσας καλλιγραφίας» που είχε μελετήσει.

Ωστόσο, χρησιμοποιούσε με φειδώ αυτά τα στιλιστικά στοιχεία, τονίζοντας τη συναισθηματική έκφραση μόνο όταν ήταν απαραίτητο.

Αιώνες αργότερα, ο μεγάλος λογοτέχνης Σου Σι (Su Shi, 1037-1101) θαύμασε το πώς ο Γου «καινοτομούσε μέσα στις υπάρχουσες νόρμες» και πώς το «τολμηρό και ασυγκράτητο πνεύμα του ανέπτυσσε πρωτότυπες ιδέες».

Δείγμα γραφής από τον καλλιγράφο της Δυναστείας Τανγκ, Τζανγκ Σου (8ος αιώνας). Διαδικτυακό Μουσείο της Κίνας. (Public Domain)

 

Από τη Δυναστεία Τανγκ μέχρι σήμερα, η εκφραστική χρήση της καλλιγραφικής γραμμής από τον Γου Νταοζί θεωρείται ως η τέλεια ενσάρκωση του ιδανικού του «τσίγιουν σένγκντονγκ», μιας έννοιας της κινεζικής θεωρίας της τέχνης που μπορεί να μεταφραστεί κατά προσέγγιση ως «η κίνηση του πνεύματος μέσα από το ρυθμό των πραγμάτων».

Η τέχνη των διανοούμενων, χρησιμοποιώντας ορατές μορφές για να μεταφέρει το εσωτερικό πνεύμα των ζωντανών όντων, την ανάσα των ομιχλωδών τοπίων και την αύρα των συνηθισμένων πραγμάτων, θεωρεί αυτό ως το απόλυτο ιδανικό της.

Θα θέλατε να δείτε άλλα είδη άρθρων για τις τέχνες και τον πολιτισμό; Στείλτε μας με email τις ιδέες ή τα σχόλιά σας.

Του Da Yan

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Ημερίδα: “Διαδρομές έργων τέχνης: με αφορμή το ταξίδι του «Προμηθέα Λυόμενου» του Carl Bloch”

Ένας άγνωστος πίνακας του φημισμένου Δανού ζωγράφου Καρλ Μπλοχ [Carl Bloch, 1834 – 1890] ανακαλύφθηκε στην πρώην βασιλική Έπαυλη του Τατοΐου, συντηρήθηκε στα εργαστήρια της Διεύθυνσης Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού στην Αθήνα, ταξίδεψε για μία έκθεση αφιερωμένη στον ζωγράφο στο Κρατικό Μουσείο Τέχνης της Δανίας και θα τοποθετηθεί οριστικά προς έκθεση στην πρώην βασιλική Έπαυλη του Κτήματος Τατοΐου, το 2025.

Στην ημερίδα θα παρουσιαστεί το οδοιπορικό του πίνακα από τη λήθη των αποθηκών του Τατοΐου στα φώτα των εγκαινίων της έκθεσης στην Κοπεγχάγη, με σταθμούς στη συντήρησή του και στις προϋποθέσεις προετοιμασίας και μεταφοράς του. Επίσης, θα παρουσιαστούν τα μέχρι σήμερα γνωστά στοιχεία για τη δημιουργία του πίνακα και τους συμβολισμούς του έργου.

Η ημερίδα θα πραγματοποιηθεί τη Δευτέρα 7 Οκτωβρίου, στο Μουσείο Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου, στην Πλάκα.

Πρόγραμμα

10.00   Καλωσόρισμα

Ευγενία Μπεντερμάχερ-Γερούση, Πρόεδρος Διοικητικού Συμβουλίου του Μουσείου Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου

10.05   Χαιρετισμός – εισαγωγή

Νίκος Παπαδημητρίου, Διευθυντής του Μουσείου Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου

10.10   Πώς ταξιδεύουν τα έργα τέχνης;

Μαρία Μερτζάνη, Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων

11.30   Η συντήρηση του «Προμηθέα Λυόμενου» του Carl Bloch

Μελίνα Φωτοπούλου Υπεύθυνη Εργαστηρίου Συντήρησης Ζωγραφικών Έργων

11.50   Το ταξίδι του «Προμηθέα Λυόμενου» στην Εθνική Πινακοθήκη της Δανίας

Παναγιώτης Κωσταλούπης, Προϊστάμενος του Τμήματος Εκτέλεσης Έργων Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων

12.10  Τελευταίος σταθμός: Έκθεση στην Έπαυλη Τατοΐου

Σταυρούλα-Βίλλυ Φωτοπούλου, Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς

* * * * *

Για τη διοργάνωση της ημερίδας συνεργάστηκαν οι:

Υπουργείο Πολιτισμού, Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς

Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων

Διεύθυνση Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς

Μουσείο Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου

* * * * *

Μουσείο Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου

Διεύθυνση: Θεωρίας 12, Πλάκα, Αθήνα

Tηλ.: 210 331 9300

Email: info@camu.gr

Ομηρικοί πίνακες: Ο άνθρωπος, ο μύθος και ο θρύλος

Για χιλιετίες, τα αρχαία ελληνικά επικά ποιήματα «Ιλιάδα» και «Οδύσσεια» έχουν επηρεάσει βαθιά αναγνώστες, μελετητές, συγγραφείς και καλλιτέχνες και θεωρούνται παγκοσμίως ως δύο από τα θεμελιώδη λογοτεχνικά κείμενα του δυτικού πολιτισμού. Η βάση και των δύο ιστοριών είναι ο Τρωικός Πόλεμος, για τον οποίο στάθηκε αφορμή η Ελένη, βασίλισσα της ελληνικής πόλης-κράτους της Σπάρτης, που εγκατέλειψε τον σύζυγό της και κατέφυγε στην Τροία με τον Πάρη, έναν πρίγκιπα της πόλης αυτής.

Η «Ιλιάδα» διαδραματίζεται στο δέκατο έτος του πολέμου που προέκυψε μεταξύ της Τροίας και των ελληνικών πόλεων-κρατών. Ο πόλεμος τελειώνει με την άλωση της Τροίας από τους Έλληνες. Η «Οδύσσεια» παρακολουθεί το πολυτάραχο ταξίδι ενός από τους Έλληνες ήρωες του πολέμου, του Οδυσσέα, βασιλιά της Ιθάκης, στο ταξίδι της επιστροφής του στην πατρίδα. Ο Οδυσσέας χρειάζεται άλλα δέκα χρόνια για να επιστρέψει στην Ιθάκη, καθώς αντιμετωπίζει με τρόπο πολυμήχανο διάφορα εμπόδια. Εν τω μεταξύ, η βασίλισσά του, η Πηνελόπη, χρησιμοποιεί τη δική της πονηριά για να αποφύγει έναν δίχως τη θέληση νέο γάμο, ελπίζοντας ότι ο σύζυγός της θα επιστρέψει μια μέρα. Και στα δύο αυτά ποιήματα, οι χαρακτήρες, οι σχέσεις και οι σκηνές τιμής, κινδύνου και πειρασμού ζωντανεύουν αριστοτεχνικά από τον ποιητή τους, τον θρυλικό Όμηρο.

«Μια ανάγνωση από τον Όμηρο» του Λώρενς Άλμα-Τάντεμα, 1885. Λάδι σε καμβά, 92 x 183 εκ. Μουσείο Τέχνης της Φιλαδέλφειας. (Public Domain)

 

Ο πίνακας «Μια ανάγνωση από τον Όμηρο», του Σερ Λώρενς Άλμα Τάντεμα (1836-1912), κορυφαίου καλλιτέχνη του 19ου αιώνα στη Βρετανία που ειδικεύτηκε σε κλασικές σκηνές σε ακαδημαϊκό στυλ, δείχνει μια ημι-ιστορικά ακριβή σκηνή που διαδραματίζεται προς το τέλος του έβδομου αιώνα π.Χ. Μέχρι τότε, τα λόγια του Ομήρου θα είχαν αποτυπωθεί σε πάπυρο, και στον πίνακα ένας νεαρός ποιητής στεφανωμένος με δάφνινο στεφάνι διαβάζει δυνατά τους στίχους του Ομήρου σε ένα ακροατήριο ντυμένο για μια γιορτή.

Στην αρχαία Ελλάδα, η ποίηση του Ομήρου θα τραγουδιόταν από βάρδους με τη συνοδεία λύρας. Ο Άλμα Τάντεμα περιλαμβάνει ένα αρχαίο έγχορδο όργανο παρόμοιο με λύρα, που ονομάζεται κιθάρα, στην αριστερή πλευρά του πίνακα. Τα ελληνικά γράμματα που είναι χαραγμένα σε έναν μαρμάρινο τοίχο στη δεξιά πλευρά γράφουν το όνομα του Ομήρου και δηλώνουν ότι το φανταστικό αρχιτεκτονικό σκηνικό του Άλμα Τάντεμα με θέα τη Μεσόγειο είναι αφιερωμένο στον ποιητή.

«Ο Όμηρος και ο οδηγός του» του Ουιλιάμ Αντόλφ Μπουγκερώ, 1874. Λάδι σε καμβά, 209 x 143 εκ. Δωρεά του Φρέντερικ Λέιτον, Μουσείο Τέχνης του Μιλγουόκι. (Τζων Ρ. Γκλέμπιν /Μουσείο τέχνης Μιλγουόκι)

 

Το κύριο χαρακτηριστικό που συνδέεται με τον Όμηρο είναι η τύφλωσή του. Η ιστορικός και συγγραφέας Ντέιζι Νταν γράφει, σε ένα δοκίμιο για το Βρετανικό Μουσείο: «Οι αρχαίοι συγγραφείς είχαν διάφορες ιδέες για το πώς έμοιαζε ο Όμηρος. Η λέξη «Όμηρος» θα μπορούσε να σημαίνει «όμηρος» στα ελληνικά, οπότε κάποιοι φαντάζονταν ότι ήταν αιχμάλωτος. Όμως «όμηρος» μπορούσε επίσης να σημαίνει «τυφλός»* και η εικόνα ενός τυφλού βάρδου αποδείχθηκε ιδιαίτερα συναρπαστική».

Ο διακεκριμένος Γάλλος ακαδημαϊκός ζωγράφος Ουίλιαμ Αντόλφ Μπουγκερώ (1825-1905) δημιούργησε τον πίνακα «ο Όμηρος και ο οδηγός του» το 1874 σε μια εποχή που η κλασική ζωγραφική ερχόταν σε σύγκρουση με ένα νέο στυλ τέχνης, το κίνημα αυτό έγινε γνωστό ως ιμπρεσιονισμός. Ορισμένοι μελετητές πιστεύουν ότι ο Μπουγκερώ ζωγράφισε αυτό το έργο ειδικά για να δείξει τα πλεονεκτήματα της παραδοσιακής ζωγραφικής και ως αντίλογο στο νέο κίνημα.

«Ελένη» του Σερ Έντουαρντ Τζων Πόιντερ, 1881. Λάδι σε καμβά, 92 x 71 εκ. Πινακοθήκη της Νέας Νότιας Ουαλίας, Σίδνεϊ. (Έντουαρντ Πόιντερ/CC BY-SA 4.0)

 

Σκηνές από τα ίδια τα ποιήματα έχουν απεικονιστεί σε πληθώρα πινάκων και γλυπτών, από αρχαία ελληνικά αγγεία μέχρι ρωμαϊκές τοιχογραφίες και πίνακες του 19ου αιώνα. Η Ελένη της Τροίας, το θέμα του πίνακα «Ελένη» του Σερ Έντουαρντ Τζων Πόιντερ, είναι ευρέως γνωστή ως «το πρόσωπο που προκάλεσε τον απόπλου χιλίων πλοίων», μια φράση από ένα θεατρικό έργο του Κρίστοφερ Μάρλοου. Ήταν η μεγάλη ομορφιά του αρχαίου κόσμου. Ο Πόιντερ (1836-1919) χρησιμοποίησε την ηθοποιό Λίλι Λάνγκτρι, μια από τις μεγάλες καλλονές της εποχής του, ως μοντέλο για την «Ελένη».

Ο Πόιντερ ήταν ακαδημαϊκός ζωγράφος, γνωστός για τα κλασικά θεματικά έργα του. Δημιούργησε μια σειρά ελαιογραφιών και ακουαρέλας με θέμα ηρωίδες της αρχαιότητας σε πόζες μισού μήκους. Αυτός ο τύπος σύνθεσης μπορεί να παρατηρηθεί στην «Ελένη».

Η Ελένη της Τροίας ήταν κόρη του Δία, βασιλιά των θεών, και της Λήδας, βασίλισσας της Σπάρτης, με τη Σπάρτη να είναι μια πόλη στη νότια Ελλάδα. Πολλοί μνηστήρες ήταν πρόθυμοι να την παντρευτούν, αλλά προτού παντρευτεί τον Μενέλαο, ο οποίος έγινε βασιλιάς της Σπάρτης, όλοι όσοι την διεκδικούσαν έδωσαν όρκο να παράσχουν στρατιωτική βοήθεια στον Μενέλαο, αν ποτέ του έπαιρναν την Ελένη. Ως εκ τούτου, όταν διέφυγε με τον Πάρη στην Τροία, σχεδόν 1.200 ελληνικά πλοία απέπλευσαν προς την Τροία για να διεξαγάγουν πόλεμο, όπως περιγράφεται λεπτομερώς στην «Ιλιάδα».

«Ο Οδυσσέας περιγελά τον Πολύφημο» του Τζόζεφ Μάλλορντ Ουίλιαμ Τέρνερ, 1829. Λάδι σε καμβά, 132 x 203 εκ. Εθνική Πινακοθήκη, Λονδίνο. (Public Domain)

 

Μια από τις πιο διάσημες αποδράσεις της «Οδύσσειας» βρίσκεται στο βιβλίο ΙΧ (9)**, όταν ο Οδυσσέας, η λατινοποιημένη εκδοχή του Οδυσσέα, ξεγελά και δραπετεύει από τον Κύκλωπα Πολύφημο, ο οποίος κρατούσε αυτόν και τους άνδρες του αιχμάλωτους σε μια σπηλιά. Ο πίνακας «Ο Οδυσσέας περιγελά τον Πολύφημο – Ομήρου Οδύσσεια» του Άγγλου ρομαντικού καλλιτέχνη Τζέι. Εμ. Ντάμπλγιου. Τέρνερ (1775-1851) θεωρείται ένας από τους σπουδαιότερους πίνακες του.

Ο Τέρνερ βασίστηκε στον πίνακα του στη μετάφραση του Ομήρου από τον Αλεξάντερ Πόουπ. Εμπνεύστηκε ιδιαίτερα από την περιγραφή του Πόουπ για τον Πολύφημο, του οποίου η τυφλή μονόφθαλμη όψη μόλις διακρίνεται στον ορίζοντα ανάμεσα στα σύννεφα στα αριστερά, ως κάτι που μοιάζει με τερατώδη ανάπτυξη σε βουνό. Στον πίνακα, ο Οδυσσέας υψώνει νικηφόρα τα χέρια του καθώς κρατά τον φλεγόμενο πυρσό με τον οποίο τύφλωσε τον Κύκλωπα. Στέκεται πάνω στο πλοίο του ντυμένος στα κόκκινα κάτω από ένα πανό παρόμοιου χρώματος.

«Η Πηνελόπη και οι μνηστήρες» του Τζων Ουίλιαμ Γουοτερχάους, 1911-1912. Λάδι σε καμβά, 130 x 188 εκ. Πινακοθήκη του Αμπερντίν, Σκωτία. (Public Domain)

 

Η «Οδύσσεια» αφηγείται ότι ενώ ο Οδυσσέας παλεύει με κύκλωπες σε ένα νησί και με μάγια σε ένα άλλο, η σύζυγός του Πηνελόπη, ξαδέλφη της Ελένης, πολιορκείται η ίδια, όχι από μυθικά τέρατα αλλά από πρόθυμους άνδρες μνηστήρες. Υποθέτουν ότι ο Οδυσσέας είναι νεκρός, καθώς όλοι οι άλλοι επιζώντες του Τρωικού Πολέμου έχουν επιστρέψει στις οικογένειές τους. Η πιστή Πηνελόπη πιστεύει ότι ο Οδυσσέας είναι ακόμα ζωντανός. Για να καθυστερήσει τους μνηστήρες, δηλώνει ότι θα πάρει νέο σύζυγο μόνο όταν ολοκληρώσει την ύφανση ενός σάβανου για τον πεθερό της. Μυστικά, ξηλώνει το έργο της κάθε βράδυ.

Στον πίνακα «Η Πηνελόπη και οι μνηστήρες» του Τζων Ουίλιαμ Γουοτερχάους (1849-1917), η Πηνελόπη βρίσκεται στο επίκεντρο της σκηνής, δουλεύοντας την ημέρα κάτω από άγρυπνα μάτια. Ο Γουοτερχάους ξεκίνησε την καριέρα του ως ακαδημαϊκός ζωγράφος πριν μεταβεί στο προραφαηλιτικό στυλ και ακολουθήσει λογοτεχνικά θέματα με νατουραλιστικές λεπτομέρειες, πλούσια τονική παλέτα και όμορφα γυναικεία θέματα, τα οποία μπορείτε να δείτε σε αυτόν τον μεγάλο πίνακα. Η γκαλερί Πινακοθήκη του Αμπερντίν ανέθεσε το έργο αυτό στον καλλιτέχνη στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν η ακμή του προραφαηλιτισμού είχε προ πολλού παρέλθει. Ο κόσμος της τέχνης έβλεπε προς πιο μοντέρνες τεχνοτροπίες, όπως ο κυβισμός, αντανακλώντας μια παρόμοια ένταση με εκείνη μεταξύ του Μπουγκερώ και του ιμπρεσιονισμού.

Το έργο «η Πηνελόπη και οι μνηστήρες» είναι ένας σημαντικός πίνακας από την ύστερη καριέρα του Γουοτερχάους. Η σύνθετη σύνθεσή του αποδίδεται με ρεαλιστικές και πολύχρωμες λεπτομέρειες στην απεικόνιση μοτίβων, υλικών και υφασμάτων. Η Πηνελόπη απεικονίζεται σε προφίλ και σε δράση. Μια κλωστή στο στόμα της και μια σαΐτα στο υψωμένο αριστερό της χέρι δημιουργούν ένα φαινομενικά εργατικό ταμπλό. Στα αριστερά, δύο υπηρέτριες με τα ρέοντα φορέματά τους βοηθούν στην ύφανση του σάβανου. Στα δεξιά, τέσσερις μνηστήρες στον εξωτερικό χώρο του δωματίου της Πηνελόπης διεκδικούν την προσοχή της, αν και η ίδια τους έχει γυρισμένη την πλάτη.

Τα κοσμήματα και η λύρα, όπως είναι εμφανή σε άλλους πίνακες που συζητούνται εδώ, χρησιμοποιούνται σε αυτό το πλαίσιο για να αποσπάσουν μια απάντηση από αυτήν. Ένα τμήμα του τοίχου κάτω από τους μνηστήρες έχει ένα διακοσμητικό διάζωμα που απεικονίζει μια σκηνή μάχης, ίσως μια πρόγευση του τρόπου με τον οποίο ο Οδυσσέας θα επιστρέψει και θα νικήσει τους επίδοξους αντικαταστάτες του.

Ο Όμηρος και τα ποιήματά του μιλούν μέσα από ένα χάσμα σχεδόν 3.000 ετών για να φτάσουν σε ένα ακόμα δεκτικό αναγνωστικό κοινό. Αυτά τα υποδειγματικά έργα τέχνης από τον 18ο έως τον 20ό αιώνα, επίσης διατηρημένα κομμάτια της ιστορίας, ζωντανεύουν με τρόπο ζωντανό και απτό τον Όμηρο και τις αρχαίες ιστορίες του.

*διάλεκτος των Κυμαίων

**ραψωδία Ι, 240-630

επιμέλεια: Κώστας Γιαννίκος

Ένας Nέος Kόσμος ουράνιας τέχνης

Ω, ουρανοί! Σε έναν κυκλικό πίνακα του Μεξικανού καλλιτέχνη Αντόνιο ντε Τόρες (Antonio de Torres) του 18ου αιώνα, μια ένδοξη Παναγία αιωρείται στον ουρανό μέσα σε μια δίνη από παστέλ σύννεφα. Το κεφάλι της περιβάλλεται από ένα φωτοστέφανο από 12 αστέρια και στέκεται πάνω σε μια ημισέληνο, με έναν χαρούμενο ήλιο να ξεπροβάλλει πίσω της – όλα στοιχεία που παραπέμπουν στην Αποκάλυψη 12:1 της Βίβλου. Την περιβάλλουν άγιοι, μερικοί από τους οποίους την ατενίζουν με λατρεία, ενώ άλλοι κοιτάζουν εμάς, έξω από τον πίνακα, για να ενθαρρύνουν την πίστη μας.

Κονκάρδα  καλόγριας με την Άμωμη Σύλληψη και αγίους, Μεξικό, περ. 1720, που αποδίδεται στον ζωγράφο Αντόνιο ντε Τόρες. Λάδι σε χαλκό με διάμετρο 18 εκ. Αγοράστηκε με κεφάλαια που διατέθηκαν από το Bernard and Edith Lewin Collection of Mexican Art Deaccession Fund, Μουσείο Τέχνης της Κομητείας του Λος Άντζελες. (Public Domain)

 

Ο πανηγυρικός πίνακας του Ντε Τόρες είναι γεμάτος ευλαβικό νόημα, εξαίσιες λεπτομέρειες και μια μεγάλη έκπληξη: έχει διάμετρο μόλις 18 εκατοστά και είναι κονκάρδα Μεξικανής καλόγριας, από αυτές που οι καλόγριες του τάγματος της Σϋλληψης και οι Ιερωνυμίτισσες καρφίτσωναν στα ράσα τους, κάτω από τον λαιμό τους. (Οι μοναχοί καρφίτσωναν παρόμοια σήματα στις κάπες τους).

Οι κονκάρδες των μοναχών και των καλογριών είναι μια μοναδική μεξικανική παράδοση που ξεκίνησε τον 17ο αιώνα. Ωστόσο, οι ζωγραφιές των εμβλημάτων αυτών συνδέονται με πανάρχαιες ευρωπαϊκές παραδόσεις. Η κυκλική ζωγραφική του Ντε Τόρες παραπέμπει στη δημοφιλή φλωρεντινή αναγεννησιακή παράδοση της tondo (κυκλικής) ζωγραφικής, η οποία με τη σειρά της ανάγεται στα αρχαία μετάλλια. Ένας καλλιτέχνης έπρεπε να είναι ιδιαίτερα ικανός για να κατακτήσει την κυκλική σύνθεση.

Κονκάρδα μοναχού με τη Γέννηση του Χριστού, Μεξικό, περ. 1768, του Χοσέ ντε Πάες. Λάδι σε χαλκό, 11 x 9 εκ. Αγοράστηκε με κεφάλαια που διέθεσε το Ίδρυμα Joseph B. Gould, Μουσείο Τέχνης της Κομητείας του Λος Άντζελες. (Public Domain)

 

Οι επιφανείς καλλιτέχνες του Μεξικού δημιούργησαν κονκάρδες που απηχούσαν το μεγαλείο της τέχνης τους. Σε κάθε κονκάρδα, ο καλλιτέχνης ζωγράφιζε μια κεντρική βιβλική σκηνή, με δημοφιλείς επιλογές τον Ευαγγελισμό (όπου ο άγγελος Γαβριήλ ανακοίνωσε στη Μαρία ότι θα αποκτήσει γιο, τον Ιησού) ή την Άμωμη Σύλληψη (η καθολική πίστη ότι η μητέρα του Ιησού γεννήθηκε χωρίς αμαρτία). Στη συνέχεια, οι καλλιτέχνες γέμιζαν τις άκρες με λουλούδια, χερουβείμ, αγγέλους και αγίους, ανάλογα με την προτίμηση και τη θρησκευτική τάξη του κατόχου της κονκάρδας. Για παράδειγμα, ο Μεξικανός ζωγράφος Χοσέ ντε Πάες (José de Páez) δημιούργησε μια θαυμάσια ορθογώνια κονκάρδα μοναχού με θέμα τη Γέννηση του Χριστού, με τον Θεό να παρακολουθεί την Αγία Οικογένεια.

Αυτές οι κονκάρδες ήταν μία από τις νέες τέχνες που γεννήθηκαν από τον ισπανικό αποικισμό του Νέου Κόσμου.

Η τέχνη της Νέας Ισπανικής Αμερικής

Στα τέλη του 15ου αιώνα, η Ισπανία άρχισε να αποικίζει τον Νέο Κόσμο, επηρεάζοντας την τέχνη της Αμερικής. Οι ντόπιοι καλλιτέχνες, παραμένοντας πιστοί στις παραδόσεις τους, δέχτηκαν την επίδραση των ευρωπαϊκών, ασιατικών και αφρικανικών στοιχείων και τεχνοτροπιών, δημιουργώντας έτσι νέες μορφές και τύπους τέχνης.

Όταν οι Ισπανοί ήρθαν στον Νέο Κόσμο, οι θρησκευτικοί πίνακες και τα γλυπτά ήταν σημαντικά για τη μεταστροφή του ιθαγενούς πληθυσμού στον καθολικισμό. Όπου ήταν δυνατόν, οι Ισπανοί καλλιτέχνες μετέδωσαν τις δυτικές τεχνικές τους στους ντόπιους καλλιτέχνες, με αποτέλεσμα τα λατινοαμερικάνικα λατρευτικά έργα να αποκτήσουν ισπανικό ύφος.

«Η παρουσίαση της Παρθένου στον Ναό» (Τα Εισόδια της Θεοτόκου),  Μεξικό, 1720, του Χουάν Φρανσίσκο ντε Αγκιλέρα. Λάδι σε καμβά, 141 x 101 εκ. Αγοράστηκε με κεφάλαια που δόθηκαν από το Ταμείο Αποδιάθεσης της Συλλογής Μεξικανικής Τέχνης Bernard και Edith Lewin, Μουσείο Τέχνης της Κομητείας του Λος Άντζελες. (Public Domain)

 

Οι ευρωπαϊκές τεχνοτροπίες που μεταβιβάστηκαν ήταν αρκετές. Για παράδειγμα, στη δεκαετία του 1530, αφού οι Ισπανοί αποίκισαν το Κούσκο, ψηλά στα βουνά των Άνδεων του Περού, οι Ευρωπαίοι καλλιτέχνες μοιράστηκαν τις δεξιότητές τους με τους ντόπιους. Οι αυτόχθονες και οι Ευρωπαίοι καλλιτέχνες που εργάστηκαν στην πόλη από τον 16ο έως τον 18ο αιώνα έγιναν γνωστοί ως Σχολή του Κούσκο, η οποία εξαπλώθηκε σε όλες τις Άνδεις, στη Βολιβία και τον Ισημερινό.

Συχνά στους πρώιμους πίνακες της Ισπανικής Αμερικής, υπάρχει μια αφέλεια στις τεχνικές των καλλιτεχνών. Ωστόσο, το θεϊκό μήνυμα που μεταφέρεται σε αυτούς τους πίνακες είναι τόσο ισχυρό όσο και στα πιο άρτια τεχνικά θρησκευτικά έργα της ακμής της Αναγέννησης. Είναι μια σημαντική υπενθύμιση ότι η πρόθεση του καλλιτέχνη πίσω από έναν πίνακα είναι ισχυρή.

«Η Αγία Οικογένεια», Μεξικό, τέλη 17ου με αρχές 18ου αιώνα, του Νικολάς Ροντρίγκες Χουάρες. Λάδι σε πάνελ, 33 x 43 εκ. Αγοράστηκε με πόρους που δόθηκαν από το Bernard and Edith Lewin Collection of Mexican Art Deaccession Fund, Μουσείο Τέχνης της Κομητείας του Λος Άντζελες. (Public Domain)

 

Μια μικρή εικόνα με τίτλο «Η Αγία Οικογένεια» του Μεξικανού καλλιτέχνη Νικολάς Ροντρίγκες Χουάρες (Nicolás Rodríguez Juárez) είναι χαρακτηριστική όσον αφορά αυτό το σημείο. Ο Χουάρες απεικονίζει τη Μαρία και το θείο Βρέφος να μας κοιτάζουν απευθείας, ενώ ο Ιωσήφ κοιτάζει τον μικρό Χριστό, ο οποίος σηκώνει το χέρι Του και μας ευλογεί. Και οι τρεις μορφές εκπέμπουν θεϊκό φως και η πρόσκληση να συνδεθούμε με την πίστη μας λάμπει έντονα. Ξεχνάμε ότι αυτές οι μορφές δεν είναι απόλυτα σωστές ανατομικά, με τα μεγάλα μάτια, τα παχουλά μάγουλα και τα παχουλά χέρια τους.

Οι ισπανόφωνοι καλλιτέχνες εμπνεύστηκαν από τις ευρωπαϊκές συνθέσεις παραμένοντας πιστοί στις δικές τους καλλιτεχνικές παραδόσεις. Για παράδειγμα, ένα μέλος της νεοσύστατης (1722) Ακαδημίας ζωγράφων του Μεξικού, ο καλλιτέχνης Νικολάς Ενρίκες (Nicolás Enríquez), αναζήτησε έμπνευση στο βιβλίο χαρακτικών των Ιησουιτών με τίτλο «Evangelicae Historiae Imagines» («Εικόνες της Ευαγγελικής Ιστορίας») του Ιερώνυμου Ναδάλ για να ζωγραφίσει τη «Λατρεία των Βασιλέων, με τον Αντιβασιλέα Πέδρο δε Κάστρο υ Φιγκερόα, Δούκα της Λα Κονκίστα». Στον ίδιο πίνακα, ο Ενρίκες κάνει αναφορά και σε ένα έργο στον καθεδρικό ναό της Πόλης του Μεξικού του Μεξικανού ζωγράφου Χουάν Ροντρίγκες Χουάρες.

«Η λατρεία των Βασιλέων, με τον Αντιβασιλέα Πέδρο δε Κάστρο υ Φιγκερόα, Δούκα της Λα Κονκίστα», Μεξικό, 1741, από τον Νικολάς Ενρίκες. Λάδι σε χαλκό, 105 x 83 εκ. Αγοράστηκε με κεφάλαια που διέθεσαν οι Κέλβιν Ντέιβις, Λίντα και Στιούαρτ Ρέσνικ, Κάθι και Φρανκ Μπάξτερ, Μπεθ και Τζος Φρίντμαν και Τζέιν και Τέρι Σέμελ μέσω της Επιτροπής Συλλεκτών 2012. Μουσείο Τέχνης της Κομητείας του Λος Άντζελες. (Public Domain)

 

Ένα εξαιρετικό παράδειγμα της σύγκλισης του ισπανικού στυλ με τις τοπικές ευαισθησίες είναι ο πίνακας του Ντε Τόρες «Ιερή συνομιλία με την Άμωμη Σύλληψη και τον Θεϊκό Ποιμένα». Στον πίνακα, μια μοναχή του τάγματος της Σύλληψης συνομιλεί με τον Ισπανό μυστικιστή Άγιο Ιωάννη του Σταυρού. Φοράει μια ιερή κονκάρδα στο ράσο της και υποκλίνεται καθώς προσφέρει τη θεϊκά αφυπνισμένη καρδιά της στον άγιο.

«Ιερή συνομιλία με την Άμωμη Σύλληψη και τον Θεϊκό Ποιμένα», Μεξικό, 1719, του Αντόνιο Ντε Τόρες. Λάδι σε καμβά, 58 x 84 εκ. Αγοράστηκε με πόρους που δόθηκαν από το Bernard and Edith Lewin Collection of Mexican Art Deaccession Fund, Μουσείο Τέχνης της Κομητείας του Λος Άντζελες. (Public Domain)

 

Στην αριστερή πλευρά του πίνακα, η Παναγία στέκεται πάνω σε έναν λευκό κρίνο, σύμβολο αγνότητας. Ο Χριστός, ως καλός ποιμένας, στέκεται στη μέση της γέφυρας, στο κέντρο του πίνακα. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του Μουσείου Τέχνης της Κομητείας του Λος Άντζελες (LACMA), η γέφυρα συνδέει και τις τέσσερις μορφές του πίνακα και συμβολίζει ότι η ιερή κοινωνία της μοναχής με τον άγιο πραγματοποιήθηκε μόνο χάρη στη θεία παρέμβαση της Παναγίας και του Χριστού.

Ο Ντε Τόρες ζωγράφισε τη γέφυρα από την οπτική γωνία του πουλιού, μια άποψη δημοφιλής στους φλαμανδικούς πίνακες του Πέτερ Μπρύγκελ του Πρεσβύτερου.

Θαυματουργές ζωγραφιές

Το γνωστό μοτίβο της «Παναγίας της Γουαδελούπης» που περιβάλλεται από τέσσερις βινιέτες έχει αναπαραχθεί πολλές φορές. Πολλοί από αυτούς τους πίνακες φαίνονται παρόμοιοι, αλλά οι τεχνοτροπίες τους διαφέρουν. Αυτό οφείλεται στο ότι οι καλλιτέχνες αντέγραφαν πίνακες διάσημων καλλιτεχνών. Για παράδειγμα, ο Μεξικανός καλλιτέχνης Χουάν Κορρέα (Juan Correa) είχε κατασκευάσει ένα κέρινο μοντέλο για να αντιγράφουν οι ζωγράφοι τα έργα του.

«Η Παναγία της Γουαδελούπης» , Μεξικό, 1691, των Μανουέλ ντε Αρεγιάνο και Αντόνιο ντε Αρεγιάνο. Λάδι σε καμβά, 182 x 123 εκ. Αγοράστηκε με κεφάλαια που διατέθηκαν από το Bernard and Edith Lewin Collection of Mexican Art Deaccession Fund, Μουσείο Τέχνης της Κομητείας του Λος Άντζελες. (Public Domain)

 

Σε παλιότερη έκθεση του LACMA, ο πίνακας «Η Παναγία της Γουαδελούπης» των Μανουέλ ντε Αρεγιάνο και Αντόνιο ντε Αρεγιάνο (Manuel de Arellano, Antonio de Arellano), του 1691, φέρει την υπογραφή «απευθείας από το πρωτότυπο» για να αναγνωριστεί το αρχικό αντίγραφο. Στον πίνακα, τέσσερις βινιέτες δείχνουν πώς η Παναγία εμφανίστηκε στον Ινδιάνο Χουάν Ντιέγκο το 1531 λέγοντάς του να ζητήσει από τον επίσκοπο να χτίσει μια εκκλησία στον λόφο προς τιμήν της. Ο θρύλος λέει ότι ο επίσκοπος δεν πίστεψε τον Ινδιάνο. Η Παναγία εμφανίστηκε στον Ντιέγκο τρεις φορές με το ίδιο αίτημα, αλλά ο επίσκοπος δεν πειθόταν. Στην τέταρτη επίσκεψή της, η Παναγία είπε στον Ντιέγκο να πάει στο λόφο, να μαζέψει τριαντάφυλλα Καστίλλης και να τα δώσει στον επίσκοπο. Ο Ντιέγκο μάζεψε τα τριαντάφυλλα στον μανδύα του και στη συνέχεια τα πήγε στον σοκαρισμένο επίσκοπο – τα τριαντάφυλλα Καστίλλης δεν φυτρώνουν στην περιοχή. Όταν ο Ντιέγκο άδειασε όλα τα τριαντάφυλλα από τον μανδύα του, ως εκ θαύματος αποτυπώθηκε στον μανδύα η εικόνα της Παναγίας. Η τελευταία βινιέτα του πίνακα δείχνει το θαύμα.

Ο Μιγκέλ Γκονζάλες απεικόνισε επίσης τον θρύλο, χρησιμοποιώντας το «enconchado», μια νέα τεχνική που έφτασε στο ζενίθ της γύρω στα 1680 με 1700, στην οποία ενθέσεις από φίλντισι εμπλούτιζαν τον πίνακα. Η ιριδίζουσα φύση του σιντεφιού προσθέτει μια επιπλέον πινελιά υπερβατικότητας στον πίνακα «Παρθένος της Γουαδελούπης».

LACMA
«Η Παναγία της Γουαδελούπης», Μεξικό, περ. 1698, του Μιγκέλ Γκονζάλες. Λάδι σε καμβά πάνω σε ξύλο επενδεδυμένο με φίλντισι (πίνακας enconchado), 99 x 70 εκ. Αγοράστηκε με κεφάλαια που διατέθηκαν από το Bernard and Edith Lewin Collection of Mexican Art Deaccession Fund, Μουσείο Τέχνης της Κομητείας του Λος Άντζελες. (Public Domain)

 

Λατρευτικά γλυπτά

Στον ισπανόφωνο κόσμο, τα ιερά γλυπτά είναι πολυχρωματικά, δηλαδή, ζωγραφισμένα με πολλά χρώματα.

Συχνά, έργα του ίδιου γλύπτη μπορεί να φαίνονται πολύ διαφορετικά λόγω της συμμετοχής διαφορετικών τεχνιτών. Οι αναθέτες συχνά έπαιρναν τα αγάλματα που είχαν παραγγείλει άβαφα. Ήταν στο χέρι τους να κανονίσουν να βρουν έναν ζωγράφο για να διακοσμήσει τα έργα και να τα κάνει όσο το δυνατόν πιο αληθοφανή. Για να τους προσδώσουν φυσικότητα, οι καλλιτέχνες συχνά προσέθεταν στα γλυπτά γυάλινα μάτια, δόντια από ελεφαντόδοντο και αληθινές βλεφαρίδες. Σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα, τα έργα ήταν ντυμένα με κοστούμια.

Ένα μικρό, από τα τέλη του 18ου αιώνα, ιδιωτικό λατρευτικό γλυπτό της «Παναγίας του Ροζαρίου» από τη Γουατεμάλα, ζωγραφισμένο από τον Φελίπε ντε Εστράδα (Felipe de Estrada), φέρει την υπογραφή του ζωγράφου, κάτι ασυνήθιστο για την εποχή. Επιπλέον, ο Εστράδα διακόσμησε τα ενδύματα της Παναγίας με λεπτό ύφασμα – τέτοια έργα τέχνης ονομάζονταν «estofados».

«Η Παναγία του Ροζαρίου», Γουατεμάλα, περ. 1750-1800, από άγνωστο γλύπτη. Χρωματισμένο από τον Φελίπε ντε Εστράδα. Επιχρωματισμένο και επιχρυσωμένο γλυπτό από ξύλο και γυαλί, 29 x 14 εκ. Αγοράστηκε με κεφάλαια που δόθηκαν από το Bernard and Edith Lewin Collection of Mexican Art Deaccession Fund, Μουσείο Τέχνης της Κομητείας του Λος Άντζελες. (Public Domain)

 

Οι ισπανόφωνοι καλλιτέχνες προσάρμοσαν κάποιες ισπανικές διακοσμητικές τεχνικές και τα γλυπτά απέκτησαν ένα χαρακτηριστικό τοπικό ύφος. Για παράδειγμα, στην Ισπανία ο χρυσός χρησιμοποιούνταν συνήθως ως υπόστρωμα, ένα βασικό στρώμα στα γλυπτά πάνω στο οποίο εφαρμόζονταν τα χρώματα. Στη συνέχεια, οι καλλιτέχνες χάραζαν σχέδια πάνω στη βαμμένη επιφάνεια, αποκαλύπτοντας τον χρυσό από κάτω. Μέρος του χρυσού παρέμενε κρυμμένο κάτω από το χρώμα, ενισχύοντας περαιτέρω τις χρωστικές ουσίες του χρώματος. Οι καλλιτέχνες στο Κίτο του Εκουαδόρ χρησιμοποιούσαν χρυσές και ασημένιες βάσεις στα αγάλματά τους. Η πρακτική αυτή υπήρχε στην Ισπανία, αλλά οι γλύπτες του Εκουαδόρ τη χρησιμοποιούσαν με πιο δραματικό τρόπο, συχνά αντιπαραβάλλοντας τη με χρυσό.

Οι ιεροί πίνακες και τα γλυπτά της ισπανικής Αμερικής λειτουργούσαν ως όργανα πίστης: προορίζονταν να εμπνεύσουν τη λατρεία. Οι πιστοί ανέπτυσσαν στενές σχέσεις με αυτά τα μεγαλειώδη έργα. Το να τα ξαναζωγραφίζουν οι καλλιτέχνες για να ευθυγραμμιστούν με τις λαϊκές ευαισθησίες ήταν κάτι συνηθισμένο και στη γλυπτική και στη ζωγραφική. Οι ισπανόφωνοι καλλιτέχνες εμφυσούσαν σε κάθε έργο τους έντονα συναισθήματα, χειρονομίες και ζωτικότητα – ήταν όλα σαφώς σχεδιασμένα για να διδάξουν τις Γραφές και να εμπνεύσουν τον στοχασμό και τη λατρεία του Θεού.

Της Lorraine Ferrier

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Το πάθος του Ντελακρουά για τα μεγάλα αιλουροειδή

Ο Ευγένιος Ντελακρουά ήταν ένας από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες της Γαλλίας του 19ου αιώνα, ηγέτης του ρομαντικού κινήματος της χώρας και δεξιοτέχνης κολορίστας. Γνωστός για μνημειώδη έργα, όπως το «Η Ελευθερία οδηγεί το λαό», θεωρείται ο τελευταίος μεγάλος ζωγράφος της ιστορίας. Η ιδιοφυΐα του εκδηλώθηκε σε τοιχογραφίες για κυβερνητικά κτίρια, πορτραίτα, τοπία και ρωπογραφίες [1].

Ο Ντελακρουά ελκόταν από την απεικόνιση εξωτικών τόπων και σκηνών με έντονο συναίσθημα και σωματικότητα, που αναδείκνυαν τις εντάσεις μεταξύ πολιτισμού και αγριότητας. Αυτά τα στοιχεία υλοποιήθηκαν στις απεικονίσεις των μεγάλων αιλουροειδών – συγκεκριμένα λιονταριών και τίγρεων. Ταυτίστηκε με αυτά τα αιλουροειδή, παρατηρώντας τα προσεκτικά και αποτυπώνοντας τη μεγαλοπρέπειά τους με διάφορα μέσα και τεχνικές καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας του. Πολλοί από τους πίνακες που προέκυψαν συγκαταλέγονται στα αριστουργήματά του.

Μαέστρος του εξωτισμού

A self-portrait with Green Vest, circa 1837, by Eugène Delacroix. Oil on canvas; 25 1/2 inches by 21 2/5 inches. Louvre Museum, Paris. (Public Domain)
Ευγένιος Ντελακρουά, αυτοπροσωπογραφία με πράσινο γιλέκο, περ. 1837. Λάδι σε καμβά, 65 x 54 εκ. Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι. (Public Domain)

 

Ο Ντελακρουά (Eugène Delacroix, 1798-1863) καταγόταν από επιφανή γαλλική οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν πολιτικός και η μητέρα του προερχόταν από οικογένεια τεχνιτών. Αν και σπούδασε κοντά σε έναν επαγγελματία καλλιτέχνη και φοίτησε για ένα διάστημα στη Σχολή Καλών Τεχνών, ήταν ουσιαστικά αυτοδίδακτος. Το μεγαλύτερο μέρος της εκπαίδευσής του προήλθε από τις επισκέψεις του στο Λούβρο και την αντιγραφή των παλαιών δασκάλων, ιδίως του Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς και των Βενετών καλλιτεχνών της Αναγέννησης. Το πρώιμο έργο του χαρακτηρίζεται από την υπερβολική και εκφραστική χρήση του χρώματος και τη θεματολογία που αντλούσε από τους μεγάλους λογοτέχνες, όπως ο Δάντης, ο Σαίξπηρ και ο Λόρδος Βύρων.

Ο Ντελακρουά χρησιμοποίησε τα άγρια ζώα ως θέματα για να εκφράσει το ενδιαφέρον του για την απεικόνιση της ανατομίας, της ζωτικότητας και των μακρινών χωρών. Σπάνια ταξίδευε εκτός Γαλλίας, οπότε για να τα σκιτσάρει εκ του φυσικού έκανε πολυάριθμες επισκέψεις στον ζωολογικό κήπο στο Jardin des Plantes στο Παρίσι. Άρχισε να μελετά τα αιλουροειδή γύρω στα τέλη της δεκαετίας του 1820. Ο Ντελακρουά έβρισκε τις επισκέψεις στο θηριοτροφείο αναζωογονητικές και χρήσιμες, καθώς όξυναν τις παρατηρήσεις του για τη φύση. Το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης διαθέτει ένα απολαυστικό σκίτσο με τίτλο «Ένα λιοντάρι, μπροστινή όψη, 30 Αυγούστου 1841», που φιλοτεχνήθηκε σε μια τέτοια επίσκεψη.

Το σχέδιο από γραφίτη περιλαμβάνει χρωματικές σημειώσεις για τη χαίτη και τη μύτη.

"A Lion, Full Face, August 30, 1841" by Eugène Delacroix. Graphite; 4 5/8 inches by 7 3/16 inches. The Metropolitan Museum of Art, New York City. (Public Domain)
Ευγένιος Ντελακρουά, «Ένα λιοντάρι, μπροστινή όψη, 30 Αυγούστου 1841». Γραφίτης σε χαρτί, 12 x 18 εκ. Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη. (Public Domain)

 

Ένα σημαντικό πρώιμο έργο του με θέμα τα αιλουροειδή είναι μια λιθογραφική σειρά του 1829 με τίτλο «Βασιλική τίγρη», που θεωρείται από τις καλύτερες λιθογραφίες του 19ου αιώνα. Τοποθετημένη στην άκρη ενός γκρεμού πάνω από μια πεδιάδα, η κουλουριασμένη τίγρη φαίνεται ξεκάθαρα ότι έχει βγει για κυνήγι  – το καμπύλο σώμα της δείχνει έτοιμο να ορμήσει ανά πάσα στιγμή. Ο Ντελακρουά επιτυγχάνει μια νατουραλιστική εικόνα της τίγρης και χειρίζεται το μέσο του κατά τέτοιο τρόπο ώστε να προσδώσει στο έργο μια ζωγραφική ποιότητα.

"Royal Tiger," 1829, by Eugène Delacroix. Lithograph; 12 13/16 inches by 18 5/16 inches. The Cleveland Museum of Art. (Public Domain)
Ευγένιος Ντελακρουά, «Βασιλική τίγρη», 1829. Λιθογραφία, 32 x 47 εκ. Μουσείο Τέχνης του Κλήβελαντ, ΗΠΑ. (Public Domain)

 

Η λιθογραφική εκτύπωση είχε εφευρεθεί μόλις 33 χρόνια νωρίτερα. Η διαδικασία περιλαμβάνει τη σχεδίαση με ένα λιπαρό μολύβι πάνω σε μια επίπεδη πέτρινη επιφάνεια. Μετά από επεξεργασία με αραβικό κόμμι και ένα οξύ, το λίπος προσέλκυε το μελάνι. Οι τυπογράφοι πίεζαν το χαρτί πάνω στο μελάνι και παρήγαγαν μια εικόνα. Οι εκτυπώσεις του Ντελακρουά απεικονίζουν μια άγρυπνη τίγρη ξαπλωμένη στο έδαφος.

Μυστηριώδη αιλουροειδή

“Young Tiger Playing With Its Mother,” 1830, by Eugène Delacroix. Oil on canvas; 51 inches by 77 inches. Louvre Museum, Paris. (Public Domain)
Ευγένιος Ντελακρουά, «Νεαρή τίγρη που παίζει με τη μητέρα της», 1830. Λάδι σε καμβά, 130 x 195 εκ. Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι. (Public Domain)

 

Το 1832, ο Ντελακρουά πραγματοποίησε ένα ταξίδι στο Μαρόκο, την Ισπανία και την Αλγερία, που του άλλαξε τη ζωή. Αν και οι μελετητές δεν πιστεύουν ότι είδε αιλουροειδή στο φυσικό τους περιβάλλον κατά τη διάρκειά του, το ταξίδι τροφοδότησε περαιτέρω το ενδιαφέρον του για την Ανατολή. Το καλλιτεχνικό κίνημα του 19ου αιώνα, ο Οριενταλισμός, αναφέρεται στις απεικονίσεις από δυτικούς καλλιτέχνες της ζωής, αναμεμειγμένης με αρκετή φαντασία, στις ανατολικές περιοχές της Ελλάδας, της Τουρκίας, της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Όσον αφορά τον Ντελακρουά, ο πιο διάσημος πίνακας του αυτού του είδους είναι ο πίνακας «Γυναίκες του Αλγερίου στο διαμέρισμά τους». Το ταξίδι του εκείνο ανακλάται, ωστόσο, και σε μεταγενέστερα έργα του με αιλουροειδή.

Το 1830, ο Ντελακρουά ζωγράφισε ένα από τα πιο αγαπημένα του έργα στο είδος των ‘μεγάλων αίλουρων’, τη «Νεαρή τίγρη που παίζει με τη μητέρα της (Σπουδή δύο τίγρεων)», το οποίο αποτελεί μέρος της συλλογής του Λούβρου. Όταν ο πίνακας εκτέθηκε για πρώτη φορά, ένας κριτικός έγραψε: «Αυτός ο μοναδικός καλλιτέχνης δεν έχει ζωγραφίσει ποτέ έναν άνθρωπο που να μοιάζει με άνθρωπο τόσο όσο η τίγρη του μοιάζει με τίγρη. […] Είναι εκπληκτικό να βλέπεις ζώα ζωγραφισμένα με μεγαλύτερη δύναμη, ακρίβεια και ομοιότητα από ό,τι οι άνθρωποι». Αυτή η γοητευτική σκηνή, που αποδίδεται με πλούσια χρώματα και υφές, παρουσιάζει δύο ευγενείς τίγρεις με προσωπικότητα, αυτοπεποίθηση και παιχνιδιάρικη διάθεση.

"Lying Lion in a landscape," 19th century, by Eugène Delacroix. Watercolor on paper; 7 5/8 inches by 10 5/8 inches. Private collection. (Public Domain)
Ευγένιος Ντελακρουά, «Ξαπλωμένο λιοντάρι σε τοπίο», 19ος αιώνας. Υδατογραφία σε χαρτί, 19 x27 εκ. Ιδιωτική συλλογή. (Public Domain)

 

Τις επόμενες δεκαετίες, ο Ντελακρουά μελέτησε τα λιοντάρια και τις τίγρεις σε καμβά και σε χαρτί. Η εξαίσια υδατογραφία «Ξαπλωμένο λιοντάρι σε τοπίο» δείχνει ένα σίγουρο και άγριο καστανοκόκκινο λιοντάρι λουσμένο στο φως να είναι ξαπλωμένο μπροστά από μια σκοτεινή σπηλιά.

“Tiger Stopped,” 1854, by Eugène Delacroix. Cliché-verre on wove paper; 6 9/16 inches by 7 13/16 inches. National Gallery of Art, Washington, D.C. (Public Domain)
Ευγένιος Ντελακρουά, «Τίγρη σε στάση», 1854. Cliché-verre σε υφαντό χαρτί, 17 x 19 εκ. Εθνική Πινακοθήκη, Ουάσιγκτον. (Public Domain)

 

Ο Ντελακρουά πειραματίστηκε αρκετά με νέες τεχνικές. Το έργο του 1854 «Τίγρη σε στάση», μέρος της συλλογής της Εθνικής Πινακοθήκης, είναι ένα cliché-verre σε υφαντό χαρτί. Η πρακτική του κλισέ-βερ είχε μόλις αναπτυχθεί. Συνδύαζε τα μέσα του σχεδίου και της χαρακτικής με τη φωτογραφία. Ένας καλλιτέχνης χάραζε ένα σχέδιο ή ζωγράφιζε μια εικόνα σε μια διάφανη γυάλινη πλάκα, η οποία στη συνέχεια επικολλούταν σε φωτοευαίσθητο χαρτί και εκτίθετο στο φως του ήλιου. Ο πάντα καινοτόμος και ευφάνταστος Ντελακρουά έβαλε τη χαρακτηριστική του ζωηρή σφραγίδα σε αυτή την απεικόνιση μιας άγριας τίγρης.

Κυνήγι λιονταριού

"Lion Hunt," 1860/61, by Eugène Delacroix. Oil on canvas' 30 inches by 38 1/2 inches. Art Institute of Chicago. (Public Domain)
Ευγένιος Ντελακρουά, «Κυνήγι λιονταριού», 1860-61. Λάδι σε καμβά, 76 x 98 εκ. Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγο. (Public Domain)

 

Ο Ντελακρουά ζωγράφισε μια σειρά πολύ δυνατών εικόνων με κυνήγια λιονταριών. Παρόλο που δεν παρέστη ποτέ σε ένα από αυτά ο ίδιος, αξιοποίησε τις μελέτες του για τη Βόρεια Αφρική, τα ζώα ζωολογικών κήπων και την ιστορία της τέχνης για να δημιουργήσει αυτά τα έργα, που χαρακτηρίζονται από έντονη θεατρικότητα. Τα προπαρασκευαστικά σχέδια του Λεονάρντο ντα Βίντσι για τον θρυλικό, ανεκτέλεστο πίνακα «Η μάχη του Ανγκιάρι» – που αργότερα αντέγραψε ο Ρούμπενς – και η σειρά κυνηγετικών εικόνων του ίδιου του Ρούμπενς ενέπνευσαν αυτόν τον κύκλο ζωγραφικής του Ντελακρουά.

Ο πρώτος πίνακας ήταν μνημειώδης. Μόλις τον είδε, ο ποιητής Σαρλ Μπωντλαίρ έγραψε: «Ποτέ δεν έχουν διοχετευτεί πιο όμορφα, πιο έντονα χρώματα μέσα από τα μάτια στην ψυχή». Δυστυχώς, καταστράφηκε εν μέρει από πυρκαγιά το 1870, και επιβιώνει σήμερα μερικώς.

Ο καλλιτέχνης ζωγράφισε επιπλέον εκδοχές αυτού του θέματος τη δεκαετία του 1850 και στις αρχές της δεκαετίας του 1860. Ένα από τα πιο θαυμάσια δείγματα είναι το «Κυνήγι λιονταριού» του 1860-61, που βρίσκεται τώρα στο Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγο. Το έργο ολοκληρώθηκε μόλις δύο χρόνια πριν από τον θάνατο του Ντελακρουά και αποτέλεσε το αποκορύφωμα των συνεχιζόμενων διερευνήσεών του για την πολύπλοκη σχέση μεταξύ ανθρώπου, ζώου και φύσης.

Στη σύνθεση, άνδρες με ενδυμασίες της βορείου Αφρικής βρίσκονται σε μια φρενήρη, βίαιη μάχη με δύο λιοντάρια. Τα δύο είδη παρουσιάζουν ομοιότητες και παραλληλισμούς.

Στο πρώτο πλάνο, το χέρι του άνδρα που πιάνει τη χαίτη του λιονταριού μοιάζει με το ίδιο το πόδι του αιλουροειδούς. Τα γόνατά τους αντιστοιχούν επίσης, ενώ ο λυγισμένος δεξιός καρπός του λιονταριού έχει μία ανθρώπινη ποιότητα. Οι συνοπτικές, γρήγορες πινελιές του Ντελακρουά ενισχύουν τον αισθησιασμό της σκηνής.

Η βία του «Κυνηγιού του λιονταριού» και των άλλων παρεμφερών εικόνων του Ντελακρουά αντισταθμίζεται από έναν στοχαστικό και συγκρατημένο αλλά ισχυρό πίνακα του 1862. Το έργο «Τίγρη που παίζει με μια χελώνα» ανήκει σε ιδιωτική συλλογή από το 2018, όταν πωλήθηκε σε δημοπρασία του οίκου Christie’s έναντι 9,87 εκατομμυρίων δολαρίων στην πώληση «Η συλλογή της Πέγκυ και του Ντέιβιντ Ροκφέλερ». Ο κατάλογος της δημοπρασίας εξηγεί ότι το έργο δείχνει «μια εκπληκτική συνάντηση μεταξύ ενός κυρίαρχου, ισχυρού θηρευτή και ενός πολύ μικρότερου και πιο αδύναμου είδους. Έχοντας παγιδεύσει τη χελώνα κάτω από το πόδι της, το δολοφονικό ένστικτο της τίγρης δίνει τη θέση του στη σύγχυση και την περιέργεια».

“Tiger Playing With a Tortoise,” 1862, by Eugène Delacroix. Oil on canvas; 17 3/4 inches by 24 1/2 inches. Private collection. (Public Domain)
Ευγένιος Ντελακρουά, «Τίγρη που παίζει με μια χελώνα», 1862. Λάδι σε καμβά, 45 x 62 εκ. Ιδιωτική συλλογή. (Public Domain)

 

Την τελευταία δεκαετία της ζωής του ο Ντελακρουά φιλοτέχνησε μια σειρά πινάκων που συσχέτιζαν άνισους αντιπάλους με ενδιαφέροντες τρόπους, ένα άλλο μέσο συμβολισμού της πολύπλοκης σχέσης του ανθρώπου με τις δυνάμεις της φύσης. Η εμβάθυνση στις διάφορες συναισθηματικές και φυσικές καταστάσεις των τίγρεων και των λιονταριών τού έγινε, όπως είπε ένας σύγχρονος του, «πραγματική εμμονή». Αυτός ο πολύπλευρος καλλιτέχνης μπορούσε να δίνει βάθος και ποικιλία σε ένα επαναλαμβανόμενο θέμα μέσω των εκφράσεων, της κίνησης και του χρώματος.

Της Michelle Plastrik

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Με τον όρο ρωπογραφία περιγράφεται στις τέχνες η αναπαράσταση σκηνών της καθημερινότητας με ρεαλιστικό τρόπο. Στη διεθνή ορολογία έχει επικρατήσει με τον γαλλικό όρο genre τον οποίο πρώτος χρησιμοποίησε ο Ντιντερό τον 18ο αιώνα. (Βικιπαιδεία)