Πέμπτη, 17 Ιούλ, 2025

Σε κοινό μέτωπο Ουκρανία και σύμμαχοι: Καλούν τη Ρωσία να αποδεχθεί την αμερικανική πρόταση για κατάπαυση του πυρός

Η Ουκρανία, μαζί με τους διεθνείς συμμάχους της, απηύθυνε έκκληση προς τη Ρωσία να αποδεχθεί την αμερικανική πρόταση για μια «πλήρη και άνευ όρων κατάπαυση του πυρός», σύμφωνα με δηλώσεις του Ουκρανού υπουργού Εξωτερικών, Αντρίι Συμπίχα, στις 10 Μαΐου.

Το σχετικό μήνυμα εστάλη κατά τη διάρκεια στρατηγικής συνάντησης στο Κίεβο, όπου η ουκρανική ηγεσία υποδέχτηκε τις αντιπροσωπείες των βασικών συμμάχων, με στόχο την ενίσχυση της πίεσης προς τη Μόσχα ώστε να εισέλθει σε διαπραγματεύσεις και να δοθεί τέλος στον πόλεμο.

Ηγέτες από τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Πολωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο μετέβησαν το Σάββατο ομαδικά στο Κίεβο, όπου συναντήθηκαν με τον Πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι και επαναβεβαίωσαν τη στήριξή τους σε μια άμεση συμφωνία για κατάπαυση του πυρός.

«Ενώνουμε τη φωνή μας με αυτή του προέδρου Τραμπ υπέρ μιας ειρηνευτικής συμφωνίας, και καλούμε τη Ρωσία να σταματήσει να εμποδίζει τις προσπάθειες για μια διαρκή ειρήνη», ανέφεραν σε κοινή δήλωσή τους οι τέσσερις ηγέτες. «Σε συνεργασία με τις ΗΠΑ, καλούμε τη Ρωσία να συμφωνήσει σε μια πλήρη και άνευ όρων κατάπαυση του πυρός διάρκειας 30 ημερών, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για ουσιαστικές διαπραγματεύσεις επί μιας δίκαιης και βιώσιμης ειρήνης».

Η συγκεκριμένη επίσκεψη είχε και συμβολικό χαρακτήρα, καθώς ήταν η πρώτη φορά που οι ηγέτες των τεσσάρων χωρών επισκέπτονται από κοινού την Ουκρανία, ενώ για τον Φρίντριχ Μερτς, ήταν η πρώτη του παρουσία στη χώρα ως Καγκελάριος της Γερμανίας.

Οι δηλώσεις έρχονται λίγο μετά από τηλεφωνική επικοινωνία του προέδρου Τραμπ με τον Ουκρανό πρόεδρο Ζελένσκι, συνομιλία που ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας χαρακτήρισε «εποικοδομητική».

Την ίδια ώρα, ο Αμερικανός Αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς δήλωσε ότι η ρωσική πλευρά επιμένει σε ακραίες απαιτήσεις, ζητώντας, μεταξύ άλλων, από την Ουκρανία να παραχωρήσει εδάφη που η Ρωσία δεν έχει καταφέρει να κατακτήσει ή να διατηρήσει στην κατοχή της.

«Όταν είδαμε την πρώτη πρόταση των Ρώσων, η αντίδρασή μας ήταν “Ζητάτε υπερβολικά πολλά”. Όμως έτσι εξελίσσονται οι διαπραγματεύσεις», σχολίασε ο Βανς από τη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου.

Ο ίδιος εκτίμησε ότι η Μόσχα αποφεύγει τη διαπραγμάτευση αυτή τη στιγμή επειδή αισθάνεται ισχυρή στη συγκεκριμένη φάση των συγκρούσεων. Παρ’ όλα αυτά, σημείωσε ότι ο Πούτιν φαίνεται να προτάσσει μαξιμαλιστικές αξιώσεις ενόψει των συνομιλιών, γνωρίζοντας πως το τελικό αποτέλεσμα θα είναι υποδεέστερο των απαιτήσεων.

Ο επόμενος στόχος των ΗΠΑ είναι να πειστούν Κίεβο και Μόσχα να προσέλθουν σε απευθείας διάλογο, πέρα από διαμεσολαβητές. Σε περίπτωση που αυτό αποδειχθεί ανέφικτο, οι ΗΠΑ δήλωσαν έτοιμες να αποσυρθούν από το ρόλο του διαμεσολαβητή.

Ο Τραμπ επανέλαβε στις 8 Μαΐου το αίτημά του για κατάπαυση του πυρός 30 ημερών, πρόταση που έχει τύχει της επίσημης στήριξης και από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Πάντως, η διαδικασία των διαπραγματεύσεων κάθε άλλο παρά εύκολη είναι, με την Ουάσινγκτον να αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, οι ευρωπαϊκοί σύμμαχοι της Ουκρανίας προσπαθούν να διαμορφώσουν εναλλακτικής μορφής στήριξη, σε περίπτωση που καταρρεύσουν οι ειρηνευτικές προσπάθειες.

Ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, μιλώντας σε δημοσιογράφους στο Κίεβο, υπογράμμισε πως η Ευρώπη αρχίζει να ανακτά το ρόλο της στο παγκόσμιο γίγνεσθαι και προσανατολίζεται στη θωράκιση της δικής της ασφάλειας, όχι μόνο για την Ουκρανία, αλλά και για το σύνολο της Ηπείρου.

«Αυτό που διαμορφώνεται με τη συνεργασία Πολωνίας, Γερμανίας και Μ. Βρετανίας αποτελεί ιστορική στιγμή για την ευρωπαϊκή άμυνα και την ανάκτηση της αυτονομίας μας στην ασφάλεια. Αυτό αφορά, προφανώς, την Ουκρανία, αλλά επίσης όλους μας», τόνισε ο Μακρόν. «Είναι μια νέα εποχή, μια Ευρώπη που βλέπει πλέον τον εαυτό της ως δύναμη».

Στο ίδιο πνεύμα, ο πρόεδρος Ζελένσκι και οι ευρωπαίοι ηγέτες ξεκίνησαν μια εικονική διάσκεψη με ηγεσίες άλλων χωρών, με στόχο τη δημιουργία μιας νέας «συμμαχίας προθύμων». Η «συμμαχία προθύμων» θα στηρίξει στρατιωτικά την Ουκρανία μετά την επίτευξη συμφωνίας και θα μπορούσε ακόμη και να αποστείλει δυνάμεις στη χώρα για την επιτήρηση της εφαρμογής των όρων οποιασδήποτε συμφωνίας με τη Ρωσία.

Μερτς: H μπάλα βρίσκεται στο γήπεδο της Μόσχας – Η ΕΕ στηρίζει την πρόταση του Ντ. Τραμπ για κατάπαυση πυρός 30 ημερών

«H μπάλα βρίσκεται στο γήπεδο της Μόσχας», δήλωσε ο νέος καγκελάριος της Γερμανίας Φρήντριχ Μερτς σήμερα από τις Βρυξέλλες, επισημαίνοντας ότι η ΕΕ στηρίζει την πρόταση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για κατάπαυση του πυρός 30 ημερών στον πόλεμο Ρωσίας και Ουκρανίας.

Σε δύο συνεντεύξεις Τύπου, που παραχώρησε σήμερα στις Βρυξέλλες μετά τις συναντήσεις που είχε με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα και έπειτα με την πρόεδρο της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ο Φρήντριχ Μερτς αναφέρθηκε στον πόλεμο της Ουκρανίας. «Είμαι ευγνώμων που η πλειοψηφία των κρατών και των κυβερνήσεων στην ΕΕ συμφωνεί ότι πρέπει να σταθούμε στο πλευρό της Ουκρανίας και θα συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε την Ουκρανία και τον αγώνα της κατά του ρωσικού επιθετικού πολέμου», δήλωσε.

Ο Μερτς είπε ότι είχε μια μακρά τηλεφωνική επικοινωνία το βράδυ της Πέμπτη με τον πρόεδρο Τραμπ, κατά την οποία συζήτησαν για την Ουκρανία και τις εμπορικές σχέσεις και ότι ο Αμερικανός πρόεδρος τον προσκάλεσε στην Ουάσιγκτον, στον Λευκό Οίκο.

Σε ό,τι αφορά την Ουκρανία, ο Μερτς ανέφερε ότι η ΕΕ υποστηρίζει την πρωτοβουλία του προέδρου Τραμπ για 30ήμερη κατάπαυση του πυρός. «Αυτό θα είναι μια δοκιμασία για το πόσο σοβαρά παίρνει ο Πούτιν μια τέτοια συμφωνία», είπε, προσθέτοντας ότι το επόμενο διάστημα «θα δούμε εάν είναι εφικτό να μετατρέψουμε μια πιθανή κατάπαυση του πυρός σε πραγματικές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις». Συνέχισε λέγοντας ότι η ΕΕ και οι ΗΠΑ υποστηρίζουν την Ουκρανία και «τώρα η μπάλα είναι στο γήπεδο της Μόσχας» και πως «η Ρωσία είναι εκείνη που θα πρέπει να δείξει ότι παίρνει στα σοβαρά την ειρήνη στην Ουκρανία».

Ο Μερτς ανέφερε επίσης ότι τόσο η ΕΕ όσο και οι ΗΠΑ είναι έτοιμες να αυξήσουν την πίεση για κυρώσεις στη Μόσχα, εάν δεν λάβει σοβαρά υπ’ όψιν τις ειρηνευτικές συνομιλίες. «Καλούμε τη Ρωσία επιτέλους να ξεκινήσει την πορεία για πραγματικές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις», δήλωσε. «Εάν αυτό δεν συμβεί, δεν θα διστάσουμε, μαζί με τους Ευρωπαίους εταίρους μας και τις ΗΠΑ, να αυξήσουμε την πίεση για κυρώσεις», είπε.

Η Γερμανία σκληραίνει τη στάση της, περισσότερες επαναπροωθήσεις αιτούντων άσυλο στα σύνορα

Απόφαση για πιο αυστηρή διαχείριση των συνόρων πήρε η νέα γερμανική κυβέρνηση, προχωρώντας σε εντολή ενίσχυσης των επαναπροωθήσεων παράτυπων μεταναστών στα γερμανικά σύνορα. Την πρώτη κιόλας μέρα της θητείας της, στις 7 Μαΐου, ο υπουργός Εσωτερικών, Αλεξάντερ Ντόμπριντ, ανακοίνωσε το μέτρο, στοχεύοντας σε σταδιακή αύξηση του αριθμού των απορρίψεων και ενίσχυση των ελέγχων.

«Το ζητούμενο είναι η σαφήνεια, η συνέπεια και ο έλεγχος. Δεν κλείνουμε τα σύνορά μας, αλλά χωρίς αμφιβολία θα τα ελέγχουμε πολύ πιο αυστηρά. Αυτός ο αυστηρότερος έλεγχος θα φέρει και περισσότερες απορρίψεις αιτήσεων ασύλου», τόνισε ο Ντόμπριντ. Υπογράμμισε παράλληλα πως οι ευάλωτες ομάδες, όπως παιδιά και εγκυμονούσες, δεν θα εμποδίζονται να περάσουν τα σύνορα.

«Δεν πρόκειται από τη μια μέρα στην άλλη να απορρίπτουμε τους πάντες, αλλά είναι σημαντικό να μειώσουμε σταδιακά την υπερφόρτωση του συστήματος, να περιορίσουμε τον αριθμό των αιτήσεων και να στείλουμε ξεκάθαρο μήνυμα σε όλο τον κόσμο και στην Ευρώπη ότι η πολιτική της Γερμανίας έχει αλλάξει», συμπλήρωσε ο ίδιος.

Με την απόφαση αυτή, ανατρέπεται το άτυπο καθεστώς που ίσχυσε από το 2015 επί Άνγκελα Μέρκελ, όταν και επετράπη η είσοδος σε περίπου ένα εκατομμύριο αιτούντες άσυλο, κυρίως μέσω μιας ανάρτησης της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Μετανάστευσης που ανακοίνωνε την αναστολή του Πρωτοκόλλου του Δουβλίνου. Το σχετικό πρωτόκολλο προέβλεπε ότι οι πρόσφυγες έπρεπε να ζητούν άσυλο στην πρώτη χώρα της ΕΕ που εισέρχονταν.

Η απόφαση αυτή μετέτρεψε τη Γερμανία σε κύριο προορισμό για χιλιάδες πρόσφυγες – ιδιαίτερα από τη Συρία – ενώ αμέσως μετά, η είδηση διαδόθηκε διεθνώς μεταξύ των μεταναστών, αρκετοί από τους οποίους κατέστρεψαν έγγραφα ταυτότητας για να διευκολύνουν την είσοδό τους.

Ο νέος καγκελάριος, Φρίντριχ Μερτς, που ανέλαβε και επίσημα καθήκοντα στις 6 Μαΐου, είχε προαναγγείλει την επιβολή συστηματικών ελέγχων στα σύνορα μετά τη φονική επίθεση με μαχαίρι στη Βαυαρία και τη σύλληψη ενός Αφγανού παράτυπου μετανάστη. Η κυβέρνησή του, σε συμμαχία με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD), αντιμετωπίζει ισχυρό ανταγωνισμό από την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), που έχει δεσμευτεί για ακόμη πιο αυστηρή μεταναστευτική πολιτική και ακολουθεί σταθερά ως δεύτερο κόμμα στις δημοσκοπήσεις.

Ο Μερτς, πάντως, έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να συγκυβερνήσει με την AfD, παρά το ισχυρό εκλογικό της ποσοστό και τη δυνατότητα που θα προσέφερε για πλειοψηφία. Μάλιστα, στις 2 Μαΐου, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος χαρακτήρισε επίσημα το AfD ως «εξτρεμιστική» οργάνωση.

Σύμφωνα με έρευνα της Ipsos τον Μάρτιο, η AfD βρέθηκε για πρώτη φορά στην κορυφή των προτιμήσεων του εκλογικού σώματος. Οι ηγέτες του κόμματος αντέδρασαν άμεσα, προσφεύγοντας στη δικαιοσύνη κατά της Υπηρεσίας Πληροφοριών για τον χαρακτηρισμό τους ως ακροδεξιάς εξτρεμιστικής οργάνωσης.

Η στροφή της γερμανικής πολιτικής ευθυγραμμίζεται με τις εξελίξεις στην υπόλοιπη Ευρώπη, όπου παρατηρείται συνολικά αυστηροποίηση της στάσης έναντι της μετανάστευσης. Σύμφωνα με το νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κράτη μέλη μπορούν πλέον να συνάπτουν συμφωνίες με χώρες εκτός ΕΕ για την εξέταση αιτημάτων ασύλου σε τρίτες χώρες, όπως π.χ. στη Βόρεια Αφρική.

Η Frontex, η Υπηρεσία Συνόρων της ΕΕ, αναφέρει πως οι περισσότεροι παράτυποι μετανάστες εισέρχονται στην Ένωση είτε μέσω διαβάσεων της Μεσογείου από χώρες της Βόρειας Αφρικής, είτε από τα ανατολικά μέσω Πολωνίας και Βαλκανίων.

Οι πιέσεις από κόμματα που υποστηρίζουν σκληρότερη αντιμετώπιση της μετανάστευσης έχουν οδηγήσει τα παραδοσιακά κόμματα να εγκαταλείπουν τις παλιότερες «ανοικτές» πολιτικές και να συναινούν στην επαναφορά ελέγχων ακόμη και εντός της συνθήκης Σένγκεν για ελεύθερη διακίνηση.

Το 2024, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρότεινε να συνομολογηθούν συμφωνίες με χώρες εκτός ΕΕ – είτε ως χώρες προέλευσης είτε ως χώρες διέλευσης μεταναστών – ώστε να σταματά η μεταναστευτική ροή εκεί. Επιπλέον, υποστήριξε την ίδρυση «κέντρων επιστροφής» σε τρίτες χώρες όπως η Αίγυπτος, το Μαρόκο, η Αλγερία, η Μαυριτανία, η Σενεγάλη και το Μάλι, αν και μέχρι στιγμής τέτοια κέντρα δεν έχουν λειτουργήσει.

Γ. Γεραπετρίτης από Βαρσοβία: «Στηρίζουμε την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων»

Τη στήριξη της Ελλάδας στη διαδικασία ενσωμάτωσης των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ, τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης από τη Βαρσοβία όπου μετέχει στην Άτυπη Συνάντηση των Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράλληλα όμως ξεκαθάρισε ότι προϋπόθεση γι’ αυτό είναι «η προσήλωση στο διεθνές δίκαιο, η προσήλωση στο κράτος δικαίου, ο σεβασμός των αρχών της δημοκρατίας».

Ο κ. Γεραπετρίτης είπε ότι αυτή η συνάντηση γίνεται σε μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή για τη στρατηγική αυτονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία όπως είπε, πρέπει να αναπτύξει τις αμυντικές της δυνατότητες, να ενισχύσει το διεθνές της αποτύπωμα, έτσι ώστε να μπορεί, στον κόσμο, να έχει μια πολύ ισχυρή θέση σε δύσκολους καιρούς.

«Συζητούμε σήμερα για το θέμα των Δυτικών Βαλκανίων, της προενταξιακής διαδικασίας. Η Ελλάδα αποτέλεσε πάντοτε μια ενεργό δύναμη, μια επισπεύδουσα δύναμη στην ενσωμάτωση των Δυτικών Βαλκανίων στην ευρωπαϊκή οικογένεια» είπε και προσέθεσε:

«Θα συνεχίσουμε να είμαστε αρωγοί της προσπάθειας αυτής. Είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε ότι ορισμένες από τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της ευρωπαϊκής οικογένειας, παραμένουν αδιαπραγμάτευτες, όπως είναι η προσήλωση στο διεθνές δίκαιο, η προσήλωση στο κράτος δικαίου, ο σεβασμός των αρχών της δημοκρατίας».

Ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε ότι σήμερα, 80 χρόνια μετά από τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, βρισκόμαστε, δυστυχώς, ίσως στην χειρότερη στιγμή παγκοσμίως αφού «για περισσότερο από τρία χρόνια, έχουμε τον πόλεμο στην Ουκρανία, μετά τη ρωσική επίθεση. Εξακολουθούν να υφίστανται οι εχθροπραξίες στη Γάζα. Και κάθε μέρα έχουμε καινούριες εστίες συρράξεων στην οικουμένη, όπως συμβαίνει μεταξύ της Ινδίας και του Πακιστάν. Αλλά και συνθήκες, οι οποίες είναι απαξιωτικές για τους ανθρώπους, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στην Υποσαχάρια Αφρική και ιδίως στο Σουδάν, με εκτοπισμένους και στα όρια της ανέχειας».

Και ο Έλληνας ΥπΕξ κατέληξε: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο κόσμος ολόκληρος θα πρέπει να δώσουν έμφαση, ώστε τα διδάγματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου να παραμείνουν ενεργά. Η ανθρώπινη αξία, η ελευθερία, θα πρέπει να είναι το πρώτο και το μεγάλο ζητούμενο στον κόσμο».

Ο Ζελένσκι ελπίζει σε «ηθική και πνευματική υποστήριξη» από το Βατικανό – Ο Πούτιν προσβλέπει σε εποικοδομητικό διάλογο με τον νέο Πάπα

Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι συνεχάρη σήμερα τον Πάπα Λέοντα ΙΔ΄ για την εκλογή του και εξέφρασε την ελπίδα πως το Βατικανό θα εξακολουθήσει να υποστηρίζει το Κίεβο στις προσπάθειές του για δικαιοσύνη και διαρκή ειρήνη, ύστερα από τρία χρόνια πολέμου με τη Ρωσία.

«Σε αυτήν την καθοριστική για τη χώρα μας στιγμή, ελπίζουμε σε περαιτέρω ηθική και πνευματική υποστήριξη από το Βατικανό στις προσπάθειες της Ουκρανίας με στόχο την απόδοση δικαιοσύνης και την επίτευξη διαρκούς ειρήνης», έγραψε ο Ζελένσκι σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Telegram.

Τον αμερικανικής καταγωγής Ποντίφικα συνεχάρη επίσης ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι θα συνεχιστεί ο εποικοδομητικός διάλογος μεταξύ της Μόσχας και του Βατικανού.

«Είμαι βέβαιος ότι ο εποικοδομητικός διάλογος και οι επαφές μεταξύ Ρωσίας και Βατικανού θα αναπτυχθούν περαιτέρω στη βάση των χριστιανικών αξιών που μας ενώνουν», αναφέρει ο Πούτιν στο συγχαρητήριο μήνυμα προς τον νέο προκαθήμενο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.

Ευρώπη–ΗΠΑ: Απειλή εμπορικού πολέμου με «αντίποινα» δισεκατομμυρίων από την ΕΕ

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει ένα πακέτο μέτρων-αντίποινα που μπορεί να φτάσει τα 95 δισ. ευρώ (107,2 δισ. δολάρια) σε αμερικανικές εισαγωγές, αν αποβούν άκαρπες οι διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ για την άρση των δασμών που επέβαλε η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ.

Το σχέδιο αυτό, εφόσον υιοθετηθεί, αποτελεί την ευρωπαϊκή απάντηση στους δασμούς επί ευρωπαϊκών αυτοκινήτων αλλά και στα αμερικανικά μέτρα αντιποίνων. Στο στόχαστρο της ΕΕ βρίσκονται προϊόντα όπως το αμερικανικό κρασί, θαλασσινά, αεροσκάφη, αυτοκίνητα και ανταλλακτικά, χημικά, ηλεκτρολογικός εξοπλισμός, φαρμακευτικά και βιομηχανικά είδη.

Η Κομισιόν, ως εκτελεστικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 27, ανακοίνωσε πως από τις 10 Ιουνίου θα θέσει το πακέτο υπό δημόσια διαβούλευση. Μέλη της ΕΕ αλλά και οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις καλούνται να εκφράσουν τις απόψεις τους πριν ληφθούν οι οριστικές αποφάσεις για την ενεργοποίηση των μέτρων.

«Οι δασμοί ήδη πλήττουν τις διεθνείς οικονομίες», τόνισε χαρακτηριστικά η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Εξέφρασε δε την προσήλωση της Ένωσης στην ανάγκη επίτευξης αμοιβαίας συμφωνίας με τις ΗΠΑ: «Πιστεύουμε ότι υπάρχουν καλές συμφωνίες που θα ωφελήσουν καταναλωτές και επιχειρήσεις και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού», σημείωσε.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πάντως, ξεκαθαρίζει ότι η Ευρώπη προετοιμάζεται για όλα τα ενδεχόμενα, υπογραμμίζοντας τη σημασία της διαβούλευσης που εγκαινιάζεται ώστε να καθοδηγηθούν οι σχεδιασμοί για τα πιθανά αντίμετρα.

Η σύγκρουση εντείνεται καθώς οι ευρωπαϊκές εξαγωγές αντιμετωπίζουν δασμούς της τάξεως του 25% σε χάλυβα, αλουμίνιο και αυτοκίνητα, όπως και 10% σχεδόν σε όλα τα υπόλοιπα εμπορεύματα – με τον κίνδυνο η επιβάρυνση να αυξηθεί στο 20% αν λήξει, στις 8 Ιουλίου, η 90ήμερη αναστολή που αποφάσισε ο Τραμπ για τα αντίποινα.

Η Κομισιόν επιμένει πως προτιμά λύση μέσα από διαπραγμάτευση και όχι κλιμάκωση με αλλεπάλληλα αντίποινα. Τον Απρίλιο, μάλιστα, η ΕΕ είχε εγκρίνει δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα αξίας 21 δισ. ευρώ (κυρίως 25% σε καλαμπόκι, σιτάρι, μοτοσικλέτες και ρούχα), αλλά τους ανέστειλε όταν η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε «πάγωμα» για 90 μέρες.

Σύμφωνα με την Κομισιόν, οι αμερικανικοί δασμοί αφορούν πλέον ευρωπαϊκά προϊόντα 380 δισ. ευρώ – το 70% των συνολικών ευρωπαϊκών εξαγωγών – με το ενδεχόμενο να αυξηθούν ως και το 97% αν η Ουάσιγκτον προχωρήσει σε νέες ενέργειες για φάρμακα, ημιαγωγούς, κρίσιμα μέταλλα και φορτηγά. Η λίστα της ΕΕ ενδέχεται να συμπεριλάβει φαρμακευτικά είδη και ημιαγωγούς.

Η Κομισιόν ζητά τώρα τη συμβολή των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων που πλήττονται, όπως είχε κάνει και στη διαβούλευση του Μαρτίου για τα μέταλλα, από όπου συγκεντρώθηκαν 660 απαντήσεις.

Τα ευρωπαϊκά αντίμετρα δεν θα φτάσουν σε όγκο τα αμερικανικά δασμολογικά μέτρα, καθώς οι εισαγωγές της ΕΕ από τις ΗΠΑ ήταν το 2024 335 δισ. ευρώ, αισθητά λιγότερες από τις εξαγωγές της προς αυτή (532 δισ. ευρώ).

Ευρωπαίοι αξιωματούχοι επισημαίνουν ότι η απάντηση της ΕΕ θα είναι «αναλογική» και στόχος δεν είναι η περαιτέρω όξυνση της αντιπαράθεσης.

Σημειώνεται πως η Ουάσιγκτον έχει πλεόνασμα στο ισοζύγιο υπηρεσιών με την Ευρώπη – ένα σημείο που δεν παραβλέπουν οι Βρυξέλλες, ενώ εξετάζουν και περιορισμούς εξαγωγής για παλιοσίδερα και χημικά προϊόντα αξίας 4,4 δισ. ευρώ σε αμερικανικές εταιρείες. Το σκραπ, βασική πρώτη ύλη της χαλυβουργίας, δεν καλύπτεται από τους αμερικανικούς δασμούς στα μέταλλα, με ανησυχίες να πωληθεί εκτός ΕΕ.

Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ετοιμάζεται να καταθέσει προσφυγή στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) για τους αμερικανικούς δασμούς, ξεκινώντας με διαβουλεύσεις. Όπως ανέφερε ο αρμόδιος επίτροπος, Μαρός Σέφτσοβιτς, «βάζουμε ζήτημα στον ΠΟΕ για να αμφισβητήσουμε δασμούς που θεωρούμε αδικαιολόγητους και αντίθετους στους κανόνες του διεθνούς εμπορίου».

Από την αμερικανική πλευρά, ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς δήλωσε στις 7 Μαΐου ότι οι συζητήσεις συνεχίζονται και πως οι ΗΠΑ πιέζουν τους Ευρωπαίους να μειώσουν δασμούς και ρυθμιστικά εμπόδια για να βελτιωθούν οι εμπορικές σχέσεις.

Η κίνηση των Βρυξελλών έρχεται μόλις λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση του Ντόναλντ Τραμπ περί εμπορικής συμφωνίας με το Ηνωμένο Βασίλειο – χώρα που, υπενθυμίζεται, έχει αποχωρήσει από την ΕΕ μετά το δημοψήφισμα του 2016 για το Brexit.

Τέλος στο ρωσικό φυσικό αέριο έως το 2027 βάζει η ΕΕ

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ετοιμάζεται να δρομολογήσει νομικά μέτρα που θα οδηγήσουν στη διακοπή όλων των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου και υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι το τέλος του 2027, μια πρωτοβουλία που ανακοινώθηκε στις 6 Μαΐου. Πρόκειται για μια ιστορική στροφή, καθώς η ΕΕ επιχειρεί να βάλει οριστικό τέλος στη μακροχρόνια ενεργειακή εξάρτησή της από τη Μόσχα, στον απόηχο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία το 2022.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες, τον Ιούνιο η Κομισιόν αναμένεται να παρουσιάσει νομοθετική πρόταση που θα απαγορεύει την εισαγωγή ρωσικού αερίου και LNG βάσει υπαρχόντων συμβολαίων μέχρι το τέλος του 2027. Παράλληλα, προβλέπεται απαγόρευση των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου από νέα συμβόλαια και υπάρχοντα συμβόλαια τύπου spot μέχρι το τέλος του 2025.

Ο Ευρωπαίος Επίτροπος Ενέργειας, Νταν Γιόργκενσεν, τόνισε: «Από τον Φεβρουάριο του 2022, έχουμε ξοδέψει περισσότερα χρήματα αγοράζοντας ρωσικά ορυκτά καύσιμα απ’ όσα έχουμε προσφέρει σε βοήθεια στην Ουκρανία. Αυτό, προφανώς, δεν μπορεί να συνεχιστεί».

Για να καλύψει το ενεργειακό κενό που θα προκύψει, η ΕΕ δηλώνει έτοιμη να αυξήσει τις εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ, ενώ η συγκεκριμένη κίνηση απαιτεί την έγκριση τόσο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσο και ενισχυμένης πλειοψηφίας των κρατών-μελών.

Σε ομιλία του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ο Γιόργκενσεν υπογράμμισε: «Ζητάμε από τα κράτη-μέλη να εκπονήσουν υποχρεωτικά εθνικά σχέδια απεξάρτησης από το ρωσικό αέριο, τα πυρηνικά καύσιμα και το πετρέλαιο, τα οποία πρέπει να είναι έτοιμα μέχρι το τέλος του έτους. Από την αρχή της επόμενης χρονιάς, απαγορεύουμε όλες τις εισαγωγές ρωσικού αερίου από νέα συμβόλαια και από τα ήδη υφιστάμενα συμβόλαια spot. Με ορίζοντα το 2027, βάζουμε τέλος και στις τελευταίες εισαγωγές ρωσικού αερίου μέσω αγωγών και LNG από μακροπρόθεσμα συμβόλαια.»

Η ΕΕ έχει ήδη επιβάλει κυρώσεις στον ρωσικό άνθρακα και στις περισσότερες εισαγωγές πετρελαίου, όμως η πλήρης διακοπή του φυσικού αερίου παραμένει δύσκολη, κυρίως λόγω της σθεναρής αντίδρασης χωρών όπως η Σλοβακία και η Ουγγαρία, που καλύπτουν σημαντικό μέρος των αναγκών τους με ρωσικό αέριο και εκτιμούν πως η μετάβαση σε άλλες πηγές θα αυξήσει το κόστος ενέργειας.

Παρά τις επιπλοκές που προκαλεί η αποχώρηση από τα υφιστάμενα συμβόλαια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φαίνεται αποφασισμένη να μειώσει τον βαθμό εξάρτησης από τη Ρωσία. Από την πλευρά του, το Κρεμλίνο αντιτείνει πως ο αποκλεισμός του ρωσικού ενεργειακού εφοδιασμού τελικά ζημιώνει τα ίδια τα συμφέροντα της ΕΕ, οδηγώντας σε δυσμενέστερες συνθήκες ως προς την προμήθεια ενέργειας.

Το ζήτημα της ενεργειακής επάρκειας και ασφάλειας παραμένει στην κορυφή της ευρωπαϊκής ατζέντας, καθώς οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των κρατών-μελών για την κατεύθυνση της ενεργειακής πολιτικής εισέρχονται σε μια ιδιαιτέρως κρίσιμη φάση.

Μερτς: Μήνυμα ενότητας της Ευρώπης στο πρώτο του ταξίδι ως καγκελάριος

Την πρώτη του ημέρα στο τιμόνι της Γερμανίας, ο νέος καγκελάριος Φρήντριχ Μερτς επέλεξε να κάνει σαφείς τις ευρωπαϊκές του προτεραιότητες πραγματοποιώντας ταξίδι-αστραπή στο Παρίσι, όπου συναντήθηκε με τον πρόεδρο της Γαλλίας, Εμμανουέλ Μακρόν.

Στο πρώτο τους τετ-α-τετ, λίγες μόλις ώρες μετά την ορκωμοσία του Μερτς, οι δύο ηγέτες επιδίωξαν να στείλουν μήνυμα σύμπνοιας απέναντι στις σύγχρονες προκλήσεις: τους δασμούς των ΗΠΑ, τις εξελίξεις στην Ουκρανία και τις ευρύτερες ανησυχίες για την ευρωπαϊκή ασφάλεια.

Κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου, Γαλλία και Γερμανία δεσμεύτηκαν να ενισχύσουν την ασφάλεια της Ευρώπης και να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες.

«Μόνο αν η Γερμανία και η Γαλλία σταθούν πιο κοντά από ποτέ θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε αυτές τις προκλήσεις», τόνισε ο Φρήντριχ Μερτς, προσθέτοντας πως από κοινού με τον Μακρόν δρομολογούν νέα δυναμική στη γαλλογερμανική συνεργασία για την Ευρώπη.

Ο νέος καγκελάριος προανήγγειλε περαιτέρω ενίσχυση του Συμβουλίου Άμυνας και Ασφάλειας Γαλλίας-Γερμανίας.

«Στόχος μας να συντονίσουμε καλύτερα τη στήριξή μας προς την Ουκρανία, να ευθυγραμμίσουμε ακόμη περισσότερο τον αμυντικό σχεδιασμό και τις εξοπλιστικές μας αγορές και να αναζητήσουμε νέες λύσεις στις στρατηγικές προκλήσεις της ασφάλειας», επεσήμανε.

Παρά τις φιλόδοξες εξαγγελίες, ο Μερτς αναγνώρισε ότι η Ευρώπη παραμένει εξαρτημένη από τις ΗΠΑ για τη διασφάλιση της ειρήνης στην Ουκρανία.

«Είναι ακλόνητη πεποίθησή μας ότι χωρίς περαιτέρω πολιτική και στρατιωτική υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν μπορεί να λήξει. Η Ευρώπη, αυτή τη στιγμή, δεν μπορεί να τις αντικαταστήσει σε αυτόν τον ρόλο», παραδέχτηκε.

Σε ερώτηση για την πρόταση 30ήμερης κατάπαυσης πυρός στην Ουκρανία, η Γερμανία και η Γαλλία ξεκαθάρισαν ότι βρίσκονται σε στενή συνεννόηση, με στόχο την επίτευξη όχι μόνο μίας προσωρινής, αλλά ει δυνατόν μίας σταθερότερης παύσης των εχθροπραξιών.

«Η κρίσιμη ερώτηση είναι: είναι έτοιμη η Ρωσία για μια 30ήμερη εκεχειρία, ώστε να προετοιμαστεί το έδαφος για σταθερή ειρήνη;», διερωτήθηκε ο Μακρόν. «Ο πρόεδρος Πούτιν θα τηρήσει τις υποσχέσεις του, ιδίως όσες έχει δώσει στις συνομιλίες με τις ΗΠΑ; Η Γαλλία και η Γερμανία θα συνοδεύσουν αυτήν την προσπάθεια και παραμένουν σε στενή επαφή».

Από την πλευρά του, ο Μερτζ εξέφρασε την ελπίδα να υπάρξει σύντομα μόνιμη εκεχειρία στην Ουκρανία, απέφυγε όμως να δεσμευτεί για συγκεκριμένες εγγυήσεις ασφάλειας προς το Κίεβο.

Εκτός από τα ζητήματα ασφάλειας, οι ηγέτες ένωσαν τις φωνές τους και για την ανάγκη εισόδου ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα, με τον Μερτς να μιλά για «υποχρέωση» του Ισραήλ να επιδείξει «μεγαλύτερη υπευθυνότητα». Ο Μακρόν συμφώνησε, επισημαίνοντας ότι δεν μπορεί η ΕΕ να υπερασπίζεται την κυριαρχία της Ουκρανίας αγνοώντας το δράμα των Παλαιστινίων.

«Δεν μπορούμε να έχουμε δύο μέτρα και δύο σταθμά», ξεκαθάρισε ο Γάλλος πρόεδρος. «Να πολεμάμε τη Χαμάς, ναι. Αλλά να αγνοούμε τους κανόνες του ανθρωπιστικού δικαίου και να διατηρούμε την κατάσταση στη Γάζα, όχι. Η αναγκαστική μετακίνηση πληθυσμών είναι εξίσου απαράδεκτη.»

Οι συνομιλίες περιέλαβαν και τις εξελίξεις στη Νότια Ασία, με Μερτζ και Μακρόν να εκφράζουν ζωηρή ανησυχία για την ανάφλεξη μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν.

«Περισσότερο από ποτέ χρειάζεται ψυχραιμία, σύνεση και λογική», υπογράμμισε ο Μερτζ. «Καμία χώρα της περιοχής δεν έχει συμφέρον για περαιτέρω κλιμάκωση.»

Ο πρόεδρος της Γαλλίας χαρακτήρισε τη συνάντηση ως «νέα σελίδα» στη γαλλογερμανική συνεργασία, τονίζοντας πως τώρα το Παρίσι προσβλέπει στη στήριξη του Βερολίνου για περαιτέρω αύξηση των αμυντικών δαπανών της ΕΕ, αφ’ ενός λόγω της ρωσικής απειλής και αφ’ ετέρου εξαιτίας της πιθανότητας να υπαναχωρήσουν οι ΗΠΑ από τη μεταπολεμική τους δέσμευση στην ασφάλεια της ηπείρου.

Ο Μακρόν συμπλήρωσε ότι Γαλλία και Γερμανία προτίθενται να διαπραγματευτούν «ενωμένη ευρωπαϊκή απάντηση» στις αμερικανικές εμπορικές κυρώσεις, επιζητώντας δίκαιη λύση που θα προστατεύει τα συμφέροντα της Ένωσης.

Στο πλαίσιο της γερμανικής διπλωματικής παράδοσης, ο Μερτς θα συνεχίσει το πρώτο του ταξίδι μεταβαίνοντας σήμερα και στην Πολωνία, όπου θα έχει συνάντηση με τον Πολωνό πρωθυπουργό, Ντόναλντ Τουσκ, επιβεβαιώνοντας τη σημασία της ευρωπαϊκής ενότητας έναντι των παγκόσμιων προκλήσεων.

Βανς: Κάλεσμα για ευρωπαϊκή αυτάρκεια και επανεκκίνηση της βιομηχανίας

Με σαφές μήνυμα υπέρ μιας ανανεωμένης προσέγγισης στις σχέσεις ΗΠΑ–Ευρώπης, ο αντιπρόεδρος Τζ. Ντ. Βανς απευθύνθηκε στους παγκόσμιους ηγέτες κατά τη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου που πραγματοποιήθηκε φέτος στην Ουάσιγκτον, στις 7 Μαΐου.

«Θεμελιωδώς, βρισκόμαστε και πρέπει να βρισκόμαστε στην ίδια πολιτισμική πλευρά», δήλωσε ο Βανς, αφήνοντας να εννοηθεί πως το ερώτημα παραμένει ανοιχτό σχετικά με το τι σημαίνει αυτή η σύμπλευση στην εποχή μας.

Η συνάντηση συγκέντρωσε διπλωμάτες, διεθνείς ηγέτες και ειδικούς στην ασφάλεια, με στόχο τη συζήτηση γύρω από τις αμυντικές ανάγκες και τη βιομηχανική δυναμική της Ευρώπης.

Ο Βανς υπογράμμισε ότι πλέον είναι ζωτικής σημασίας η Ευρώπη να αποκτήσει μεγαλύτερο βαθμό αυτάρκειας, στοιχείο που συνάδει με τη γενικότερη εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ, η οποία δίνει προτεραιότητα στα αμερικανικά συμφέροντα και καλεί τους συμμάχους να αναλάβουν πιο ενεργό ρόλο στη συλλογική ασφάλεια.

Συγκεκριμένα, πρότεινε στις ευρωπαϊκές χώρες να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες, προτείνοντας ως στόχο το 5% του ΑΕΠ, επικρίνοντας τη σιγουριά ορισμένων εταίρων όσον αφορά το υφιστάμενο πλαίσιο ασφάλειας.

Οι τοποθετήσεις του ευθυγραμμίζονται με την πρόσφατη πίεση των ΗΠΑ προς τα μέλη του ΝΑΤΟ για υπέρβαση του ορίου 2% του ΑΕΠ στις αμυντικές δαπάνες, ενώ και ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, πρότεινε στόχους άνω του 3% για τα ευρωπαϊκά μέλη της συμμαχίας.

Ο αντιπρόεδρος επανέλαβε πως μια ειλικρινής εταιρική σχέση είναι προς όφελος και των δύο πλευρών.

«Εξακολουθώ να πιστεύω έντονα ότι ΗΠΑ και Ευρώπη βρίσκονται στην ίδια ομάδα», ανέφερε. «Αμερικανική και ευρωπαϊκή κουλτούρα είναι άρρηκτα συνδεδεμένες και αυτό θα συνεχίσει να ισχύει».

Ο Βανς εστίασε ιδιαίτερα στην ανάγκη η Ευρώπη να ανακτήσει τη βιομηχανική της ισχύ, τονίζοντας ότι πολλές χώρες του ευρωπαϊκού χώρου «αποβιομηχανοποιούνται ακριβώς τη στιγμή που η ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας γίνεται πιο αναγκαία από ποτέ».

Εξέφρασε ανησυχία για τη δυσκολία εξασφάλισης επαρκών πυρομαχικών και εξοπλισμού εν μέσω παγκόσμιων κρίσεων, επισημαίνοντας ότι η εξάρτηση της Ευρώπης από τις βιομηχανικές δυνατότητες των ΗΠΑ είναι μια πρακτική που δεν μπορεί να συνεχιστεί στο διηνεκές.

Οι δηλώσεις του Βανς ήρθαν σε μια περίοδο αυξημένης γεωπολιτικής έντασης, καθώς οι ειρηνευτικές συνομιλίες Ρωσίας–Ουκρανίας βρίσκονται σε εξέλιξη.

Ο ίδιος τόνισε τη δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών για τον τερματισμό της σύγκρουσης. «Πιστεύω ότι ήταν μια ορθή επιλογή η έναρξη των διαπραγματεύσεων», είπε, σχολιάζοντας τη μακρόχρονη διάρκεια του πολέμου και την απουσία ουσιαστικού διαλόγου για την παύση των εχθροπραξιών.

Ο αντιπρόεδρος υπενθύμισε πως η επιτυχής διαπραγμάτευση απαιτεί να ληφθούν υπόψη όλες οι οπτικές. «Δεν χρειάζεται να συμφωνούμε με τη ρωσική δικαιολόγηση του πολέμου, αλλά είναι απαραίτητο να κατανοούμε τις θέσεις και των δύο πλευρών ώστε να βρεθεί λύση», εξήγησε.

«Ένα σημείο τριβής που μας προβληματίζει, ειλικρινά, και από τις δύο πλευρές, είναι ότι η μεταξύ τους αντιπαλότητα είναι τέτοια που στη διάρκεια μιας ώρας συνομιλίας, τα πρώτα τριάντα λεπτά τα περνούν εξαντλώντας παράπονα περί ιστορικών συμφωνιών», συμπλήρωσε.

Ο Βανς χαρακτήρισε συνεχιζόμενη τη διένεξη εις βάρος ολόκληρου του κόσμου, ενώ τόνισε πως ο πρόεδρος Τραμπ επικεντρώνεται στη διάσωση ανθρώπινων ζωών.

«Εάν επικρατήσει η λογική, μπορούμε να οδηγηθούμε σε μια διαρκή ειρήνη που θα ωφελήσει οικονομικά τόσο την Ουκρανία όσο και τη Ρωσία, και, κυρίως, θα θέσει τέλος στην απώλεια ανθρώπινων ζωών», υπογράμμισε.

Σε αντίθεση με την ομιλία του τον περασμένο Φεβρουάριο στο Μόναχο, όπου ο Βανς επέκρινε τις ευρωπαϊκές δημοκρατίες για περιορισμούς στην ελευθερία του λόγου και τη στάση τους στο μεταναστευτικό, στη χθεσινή του παρέμβαση επικράτησε ο ρεαλισμός γύρω από την οικονομική και αμυντική αυτάρκεια, με πρακτικό πνεύμα για τη διευθέτηση εμπορικών και τελωνειακών διαφορών.

Οι αντιδράσεις στα όσα είπε ο Βανς ήταν μικτές: κάποιοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, όπως ο ΥΠΕΞ της Λιθουανίας Γκαμπριέλιους Λανσμπέργκις, χαιρέτισαν τη στροφή προς μεγαλύτερη ευρωπαϊκή αυτονομία, ενώ άλλοι εξέφρασαν ανησυχίες για πιθανή αποστασιοποίηση των ΗΠΑ από τον ρόλο τους ως ηγετικής δύναμης και οικονομικού στυλοβάτη του ΝΑΤΟ.

Ο Βανς παρέπεμψε σε μια κομβική καμπή στη διατλαντική σχέση. «Πιστεύω ότι διανύουμε μια περίοδο κατά την οποία καλούμαστε να επαναδιατυπώσουμε καίρια ερωτήματα», σχολίασε.

Με φόντο τις επερχόμενες διαπραγματεύσεις με την Κίνα, ο Βανς τόνισε ότι το Πεκίνο οφείλει να ενισχύσει την κατανάλωσή του, ώστε να περισταλεί το τεράστιο έλλειμμα στο εμπόριο με τις ΗΠΑ.

«Δεν είναι δυνατό οι Ηνωμένες Πολιτείες να απορροφούν το πλεόνασμα παραγωγής ολόκληρου του κόσμου», δήλωσε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας πως η αμερικανική οικονομία βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι.

Παράλληλα εξέφρασε αισιοδοξία για την έκβαση των συνομιλιών με την Κίνα, παρόλο που αναγνώρισε πως η διαδικασία θα απαιτήσει χρόνο.

«Στόχος μας είναι να επαναφέρουμε τις εμπορικές σχέσεις σε ισορροπία, προς όφελος των Αμερικανών εργαζομένων και της βιομηχανίας», τόνισε, προσθέτοντας πως «βρισκόμαστε στην αρχή μιας ιδιαίτερα σημαντικής αλλαγής».

Ο Μερτς νέος καγκελάριος της Γερμανίας, μετά από ανατροπή στη δεύτερη ψηφοφορία

Σε εξέλιξη-θρίλερ εξελίχθηκε η διαδικασία ανάδειξης του νέου καγκελαρίου στη Γερμανία, καθώς ο Φρήντριχ Μερτς, επικεφαλής του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), απέτυχε αρχικά να συγκεντρώσει την απαιτούμενη πλειοψηφία στην πρώτη ψηφοφορία της Μπούντεσταγκ, κάτι που είχε να συμβεί από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ωστόσο, λίγες ώρες αργότερα, στη δεύτερη ψηφοφορία, η παράταξή του απέσπασε 325 ψήφους και ο Μερτς ανέλαβε επίσημα την καγκελαρία.

Η διαδικασία, που αναμενόταν τυπική και χωρίς ανατροπές, μετατράπηκε σε δοκιμασία για τον Μερτς, καθώς έγινε ο πρώτος υποψήφιος στην πρόσφατη γερμανική ιστορία που δεν εξασφάλισε την απόλυτη πλειοψηφία από τον πρώτο γύρο.

Στις εθνικές εκλογές του Φεβρουαρίου, το CDU αναδείχθηκε πρώτο με 22,5%, απέχοντας όμως από την αυτοδυναμία. Μετά από μακρές διαπραγματεύσεις, συμφώνησε σε σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD). Η εκλογή του Μερτς στη θέση του καγκελαρίου θεωρείτο δεδομένη, ωστόσο στον πρώτο γύρο συγκέντρωσε μόλις 310 ψήφους έναντι των 316 που απαιτούνταν, σύμφωνα με την πρόεδρο της Μπούντεσταγκ Γιούλια Κλόκνερ. Η δεύτερη ψηφοφορία τού άνοιξε τον δρόμο για τη νίκη.

Ενδεικτική της ρευστότητας που επικρατεί είναι η άρνηση του Μερτς να συνομιλήσει με το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), αν και η σύμπραξη με αυτό θα του εξασφάλιζε άνετη πλειοψηφία. Η αρχηγός του AfD, Άλις Βάιντελ, έκανε λόγο για ένδειξη αστάθειας εντός του συνασπισμού CDU-SPD: «Ο Φρήντριχ Μερτς δεν μπορεί να συσπειρώσει ούτε καν τους δικούς του. Αυτό είναι το ακριβώς αντίθετο απ’ ό,τι χρειάζεται η Γερμανία: σταθερότητα», δήλωσε στην Epoch Times, ζητώντας την προκήρυξη νέων εκλογών ώστε η χώρα, όπως είπε, να αποκτήσει στιβαρή διακυβέρνηση.

Ενδιαφέρον προκάλεσε η παρουσία της πρώην καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ στη Βουλή για να παρακολουθήσει τη διαδικασία. Ο Μερτς, παρουσιάζοντας το υπουργικό του συμβούλιο, δεσμεύτηκε: «Από αύριο οδεύουμε μπροστά με μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις, για να πάμε τη Γερμανία μπροστά».

Ο συγγραφέας της πρόσφατης βιογραφίας του Φρήντριχ Μερτς, Φόλκερ Ρέζινγκ, χαρακτήρισε πρωτοφανές το αποτέλεσμα της πρώτης ψηφοφορίας, επισημαίνοντας πόσο εύθραυστη είναι η νέα πλειοψηφία και τα σημάδια αβεβαιότητας ακόμη και από μέλη του συνασπισμού.

Στις προεκλογικές του δεσμεύσεις, ο Μερτς είχε ως σημαία την τήρηση του αυστηρού συνταγματικού «φρένου χρέους» (Schuldenbremse), επισημαίνοντας μέσω του προγράμματος του CDU ότι «τα σημερινά χρέη είναι οι αυριανοί φόροι». Τον Ιανουάριο, είχε εξαγγείλει αυστηρότερους ελέγχους στα σύνορα μετά από αιματηρό περιστατικό στη Βαυαρία, ωστόσο αμέσως μετά τη νίκη του, φρόντισε να καθησυχάσει: «Κανείς μας δεν μιλά για κλειστά σύνορα».

Παράλληλα, τον Μάρτιο, ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός CDU-SPD προώθησε ένα μεγαλόπνοο επενδυτικό πρόγραμμα: Τα δύο κόμματα ψήφισαν τη δημιουργία ταμείου ύψους 500 δισεκατομμυρίων ευρώ, με δανεισμό, για τη στήριξη των υποδομών και της οικονομίας στα επόμενα δώδεκα χρόνια.

Υπό το βάρος των αντιδράσεων, το AfD βρέθηκε στο στόχαστρο των αρχών: την περασμένη εβδομάδα, η γερμανική υπηρεσία εσωτερικής ασφαλείας χαρακτήρισε το κόμμα ως «εξτρεμιστικό», ενώ βάσει πρόσφατων δημοσκοπήσεων (Ipsos) το AfD εμφανίζεται να ενισχύει τα ποσοστά του. Ως απάντηση, οι επικεφαλής του, Τίνο Κρουπάλα και Άλις Βάιντελ, ανακοίνωσαν προσφυγή κατά του χαρακτηρισμού ζητώντας προστασία από «κατάχρηση εξουσίας» και αναφέροντας ότι πρόκειται για προσπάθεια περιθωριοποίησης της αντιπολίτευσης. Η αγωγή κατατέθηκε στο διοικητικό δικαστήριο της Κολωνίας.

Με τη συμβολή του Guy Birchall και πληροφορίες από το Reuters και το Associated Press