Πέμπτη, 04 Δεκ, 2025

Τατζικιστάν: Η χώρα θα φυλάσσει μόνη της τα σύνορά της με το Αφγανιστάν, χωρίς Ρώσους στρατιώτες

Το Τατζικιστάν δήλωσε σήμερα ότι θα φυλάσσει μόνο του τα σύνορά του με το Αφγανιστάν και απέκλεισε την ανάπτυξη Ρώσων στρατιωτών, λίγες μέρες μετά τα δύο αιματηρά διασυνοριακά περιστατικά όπου πέντε Κινέζοι εργάτες σκοτώθηκαν σε αυτή την ορεινή χώρα της κεντρικής Ασίας.

Η διπλωματία του Τατζικιστάν «διαψεύδει» τις πληροφορίες μέσων ενημέρωσης «που αφορούν υποτιθέμενες συζητήσεις μεταξύ του Τατζικιστάν και του Οργανισμού της Συνθήκης Συλλογικής Ασφαλείας (ΟΣΣΑ) για το θέμα της συμμετοχής Ρώσων στρατιωτών σε κοινές περιπολίες στα σύνορα μεταξύ Τατζικιστάν και Αφγανιστάν».

«Το Τατζικιστάν εφαρμόζει όλα τα απαραίτητα μέτρα για την ενίσχυση των συνόρων. Η κατάσταση εκεί παραμένει σταθερή και ελέγχεται πλήρως από τις αρμόδιες αρχές», δήλωσε το υπουργείο Εξωτερικών σε ανακοίνωση.

Ο ΟΣΣΑ συγκροτήθηκε το 1992 για να καλύψει το κενό ασφαλείας που άφησε η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης.

Ο οργανισμός αυτός, τον οποίο μποϊκοτάρει η Αρμενία από το 2023, έχει ακόμη πέντε ενεργά μέλη που οργανώνουν τακτικά στρατιωτικές ασκήσεις (Ρωσία, Λευκορωσία, Καζακστάν, Κιργιστάν, Τατζικιστάν).

Ρώσοι στρατιώτες φύλασσαν τα σύνορα μεταξύ Τατζικιστάν και Αφγανιστάν έως το 2005. Ο έλεγχος των συνόρων ανήκει στο εξής στον στρατό του Τατζικιστάν.

Ωστόσο η Ρωσία διατηρεί ισχυρή στρατιωτική παρουσία στο Τατζικιστάν, με τη μεγαλύτερη στρατιωτική της βάση στο εξωτερικό.

Στα τέλη Νοεμβρίου, ο Βλαντίμιρ Πούτιν είχε προτείνει κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του ΟΣΣΑ «να αρχίσει ένα μεγάλο πρόγραμμα για τον εξοπλισμό των δυνάμεων (του ΟΣΣΑ) με σύγχρονους ρωσικούς εξοπλισμούς και όπλα που έχουν αποδείξει την αποτελεσματικότητά τους σε πραγματικές στρατιωτικές επιχειρήσεις», χωρίς να δώσει περισσότερες διευκρινίσεις.

Τη Δευτέρα, οι αρχές του Τατζικιστάν ανακοίνωσαν τον θάνατο πέντε Κινέζων και τον τραυματισμό αρκετών άλλων σε δύο χωριστές επιθέσεις κατά μήκος του ορεινού συνόρου των σχεδόν 1.350 χλμ. με το Αφγανιστάν.

Ο επικεφαλής της διπλωματίας των Ταλιμπάν καταδίκασε τις επιθέσεις αυτές και υπενθύμισε ότι «το ισλαμικό Εμιράτο είναι απόλυτα διατεθειμένο να εγγυηθεί την ασφάλεια των συνόρων, να διενεργήσει κοινές έρευνες και να συντονίσει τις ενέργειες του» με το Τατζικιστάν στα σύνορα.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Η Airbus εντόπισε πρόβλημα ποιότητας σε μεταλλικά πάνελ του A320

Η Airbus επιβεβαίωσε ότι στις 1 Δεκεμβρίου διαπίστωσε πρόβλημα ποιότητας που αφορά περιορισμένο αριθμό μεταλλικών πάνελ τα οποία χρησιμοποιούνται σε αεροσκάφη της οικογένειας A320. Εκπρόσωπος της ολλανδικής εταιρείας αεροναυπηγικής ανέφερε σε γραπτή δήλωση στους Τάιμς της Εποχής πως η εταιρεία αντέδρασε άμεσα για να αντιμετωπίσει το ζήτημα και έχει ήδη δρομολογήσει εκτεταμένα προληπτικά μέτρα.

«Όπως πάντοτε σε παρόμοιες περιπτώσεις, η Airbus υιοθετεί συντηρητική προσέγγιση και ελέγχει όλα τα αεροσκάφη που ενδέχεται να έχουν επηρεαστεί, γνωρίζοντας ότι τελικά μόνο ένα μέρος εξ αυτών θα χρειαστεί περαιτέρω ενέργειες», ανέφερε ο ίδιος εκπρόσωπος.

Η εταιρεία πρόσθεσε πως «η πηγή του προβλήματος έχει εντοπιστεί και περιοριστεί, ενώ όλα τα πάνελ νέας παραγωγής συμμορφώνονται πλήρως με τις προδιαγραφές». Η Airbus στηρίζεται τόσο σε εσωτερικούς όσο και σε εξωτερικούς προμηθευτές για την παραγωγή των αεροκατασκευών της.

Το μπροστινό τμήμα της ατράκτου του A320 κατασκευάζεται κυρίως στη Γαλλία, ενώ το πίσω μέρος στη Γερμανία. Τα επάνω πάνελ παράγονται συνήθως εσωτερικά, ενώ για τα υπόλοιπα συνεργάζονται αρκετοί προμηθευτές.

Η Airbus δεν αποκάλυψε το όνομα του υπεύθυνου προμηθευτή για τα συγκεκριμένα εξαρτήματα. Η οικογένεια A320 παραμένει η πιο επιτυχημένη εμπορικά σειρά αεροσκαφών της Airbus, με περισσότερες από 10.000 παραγγελίες.

Η εταιρεία περιγράφει το αεροπλάνο ως εκείνο με «την ευρύτερη καμπίνα μονής διαδρομής στον ουρανό» και ως «την πρώτη επιλογή των αεροπορικών εταιρειών παγκοσμίως».

Η μετοχή της Airbus έκλεισε την 1 Δεκεμβρίου στα €192,58, σημειώνοντας πτώση €11,87 ή 5,81% σε σύγκριση με το κλείσιμο της 28ης Νοεμβρίου, σύμφωνα με στοιχεία της Hargreaves Lansdowne.

Λήγει η αναβάθμιση λογισμικού

Το ζήτημα ποιότητας προέκυψε καθώς η Airbus ανακοίνωνε πρόοδο σε μια ξεχωριστή, υποχρεωτική παγκόσμια αναβάθμιση λογισμικού για περίπου 6.000 αεροσκάφη της οικογένειας A320. Την 1η Δεκεμβρίου, η εταιρεία δήλωσε ότι «η συντριπτική πλειονότητα των αεροσκαφών είχε ήδη λάβει τη νεότερη αναβάθμιση, ενώ λιγότερα από 100 αεροσκάφη απέμενε να ενημερωθούν».

«Σε συνεργασία με τους αεροπορικούς μας πελάτες, προχωρούμε στην αναβάθμιση των λιγότερων από 100 εναπομεινάντων αεροσκαφών, ώστε να επιστρέψουν με ασφάλεια σε επιχειρησιακή λειτουργία», ανέφερε η Airbus.

Ένα μοντέλο αεροπλάνου σε κλίμακα προετοιμάζεται για δοκιμές στην αεροδυναμική σήραγγα χαμηλής ταχύτητας της Airbus Filton, στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή αεροσκαφών Airbus στο Filton του Μπρίστολ, Αγγλία, στις 19 Νοεμβρίου 2015. Matt Cardy/Getty Images

 

Η αναγκαία αυτή διόρθωση λογισμικού αποφασίστηκε μετά από συμβάν της 30ης Οκτωβρίου, όταν αεροπλάνο της JetBlue Airways τύπου A320 που πραγματοποιούσε πτήση από το Κανκούν του Μεξικού στο Νιούαρκ του Νιου Τζέρσεϊ, υπέστη ξαφνική μη ελεγχόμενη απώλεια ύψους. Οι ανακριτές εντόπισαν τον μηχανισμό σε αλλοίωση δεδομένων του συστήματος πτήσης, πιθανόν λόγω έντονης ηλιακής ακτινοβολίας.

Η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας των ΗΠΑ και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας της Αεροπορίας κάλεσαν την περασμένη εβδομάδα όλες τις αεροπορικές να ολοκληρώσουν την αναβάθμιση. Ισχυρή ηλιακή ακτινοβολία μπορεί να επηρεάσει τα συστήματα δορυφορικής πλοήγησης, τις ραδιοσυχνότητες και άλλα ηλεκτρονικά όργανα που χρησιμοποιούνται σε μεγάλα ύψη, ιδιαίτερα κατά περιόδους έντονης ηλιακής δραστηριότητας.

Η Airbus προέβλεψε πως ενδέχεται να υπάρξουν ορισμένες επιχειρησιακές διαταραχές κατά τη διάρκεια της αναβάθμισης, αλλά τόνισε πως πρώτη της προτεραιότητα παραμένει η ασφάλεια.

Ο Γουίτκοφ και ο Κούσνερ συναντούν τον Πούτιν στη Μόσχα

Ο Στιβ Γουίτκοφ και ο Τζάρεντ Κούσνερ, γαμπρός του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ξεκίνησαν τη συνάντησή τους με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν στις 2 Δεκεμβρίου, σύμφωνα με το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων TASS.

Νωρίτερα, ο Γουίτκοφ και ο Κούσνερ απαθανατίστηκαν να διασχίζουν την Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας μαζί με τον Κιρίλ Ντμιτρίεφ, διευθύνοντα σύμβουλο του Ρωσικού Ταμείου Άμεσων Επενδύσεων και στενό συνεργάτη του Πούτιν, πριν φτάσουν στο Κρεμλίνο. Η συνάντηση είχε προγραμματιστεί να ξεκινήσει μετά τις 5 μ.μ. τοπική ώρα.

Ο Πούτιν θα συναντηθεί με τον κ. Γουίτκοφ, επικεφαλής Αμερικανό διαπραγματευτή για το ουκρανικό ζήτημα, ο οποίος καταφθάνει στο Κρεμλίνο συνοδευόμενος από τον Κούσνερ. Όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος του Πούτιν, Ντμίτρι Πεσκόφ, στο TASS, στη συζήτηση θα συμμετέχουν μόνο οι δύο Αμερικανοί εκπρόσωποι.

Η συνάντηση διεξάγεται στο φόντο των συνεχών πιέσεων του Τραμπ για τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, ο οποίος διαρκεί σχεδόν τέσσερα χρόνια. Ο Γουίτκοφ και ο Πούτιν είχαν προηγουμένως συναντηθεί τον Αύγουστο.

Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Καρολάιν Λέβιτ εξέφρασε στις 1 Δεκεμβρίου τη «μεγάλη αισιοδοξία» της αμερικανικής κυβέρνησης για τις συνομιλίες, σημειώνοντας πως «υπήρξαν πολύ καλές συζητήσεις με τους Ουκρανούς στη Φλόριντα. Και τώρα, βεβαίως, ο ειδικός απεσταλμένος Γουίτκοφ βρίσκεται καθ’ οδόν προς τη Ρωσία».

Ο Λευκός Οίκος είχε επιβεβαιώσει τον προηγούμενο μήνα πως προετοιμάζει ένα ειρηνευτικό σχέδιο 28 σημείων για τον τερματισμό της σύγκρουσης. Το προσχέδιο που διέρρευσε προβλέπει σημαντικές εδαφικές παραχωρήσεις εκ μέρους της Ουκρανίας, περιορισμούς στις ένοπλες δυνάμεις της και εγκατάλειψη της προσπάθειάς της για ένταξη στο ΝΑΤΟ.

Το ίδιο σχέδιο περιλαμβάνει άρση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, αξιοποίηση παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας και ρωσικές δεσμεύσεις για μη επιθετική στάση απέναντι στην Ουκρανία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Έκτοτε, ευρωπαϊκά κράτη πρότειναν εναλλακτικό σχέδιο, ενώ διαπραγματεύσεις Κιέβου και Ουάσιγκτον πραγματοποιήθηκαν τόσο στη Γενεύη όσο και στη Φλόριντα. Μετά τη σύνοδο της Φλόριντα στις 30 Νοεμβρίου, ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο δήλωσε στους δημοσιογράφους πως «σημειώθηκε πρόοδος» προς τον τερματισμό του πολέμου.

«Δεν αρκεί να συμφωνήσουμε στους όρους που θα βάλουν τέλος στις μάχες», σημείωσε. «Πρέπει επίσης να διασφαλίσουμε όρους που θα επιτρέψουν μακροπρόθεσμη ευημερία της Ουκρανίας. Νομίζω πως σήμερα κάναμε ένα βήμα μπροστά, αλλά απομένει ακόμη δουλειά».

Πριν ολοκληρωθούν οι συνομιλίες, ο Ρούμπιο δήλωσε πως αναμένει περαιτέρω βήματα από τη διοίκηση Τραμπ. Σύμφωνα με τον ίδιο: «Στόχος δεν είναι μόνο το τέλος του πολέμου, αλλά και η εξασφάλιση μιας ειρήνης που θα αφήσει την Ουκρανία κυρίαρχη, ανεξάρτητη και με προοπτική πραγματικής ευημερίας».

Στη διαδικασία των διαβουλεύσεων συμμετείχαν επίσης ο Γουίτκοφ και ο Κούσνερ. Ο Πούτιν από την πλευρά του είχε ήδη δηλώσει ότι το ειρηνευτικό σχέδιο που στηρίζουν οι ΗΠΑ θα μπορούσε να αποτελέσει βάση για τον τερματισμό της σύγκρουσης.

Σε συνέντευξη Τύπου στο Κιργιστάν, στις 27 Νοεμβρίου, δήλωσε πως είναι διατεθειμένος για μια «σοβαρή συζήτηση» επί του σχεδίου, προσθέτοντας: «Σε γενικές γραμμές, συμφωνούμε ότι αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για μελλοντικές συμφωνίες», μετά από σύνοδο του Οργανισμού Συλλογικής Ασφάλειας με ηγέτες από Λευκορωσία, Καζακστάν και Τατζικιστάν. Επισήμανε, επίσης, ότι νέο προσχέδιο της συμφωνίας έχει ήδη σταλεί στη Μόσχα.

Κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στο Παρίσι την 1η Δεκεμβρίου, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε πως το ειρηνευτικό σχέδιο «φαίνεται βελτιωμένο» μετά τις πρόσφατες συνομιλίες με Αμερικανούς αξιωματούχους, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι «το δυσκολότερο θέμα» παραμένει ο έλεγχος από την Ουκρανία των περιοχών που αναγνωρίζονται ήδη ως ουκρανικά εδάφη.

Αργότερα την ίδια μέρα, ο Ζελένσκι έφτασε στην Ιρλανδία για την πρώτη του επίσημη επίσκεψη, όπου είχε προγραμματισμένη συνάντηση με τον πρωθυπουργό Μάικλ Μάρτιν και τη νεοεκλεγείσα πρόεδρο Κάθριν Κόννολι. Αν και μέλος της Ε.Ε., η Ιρλανδία παραμένει εκτός ΝΑΤΟ λόγω της διαχρονικής πολιτικής στρατιωτικής ουδετερότητας.

Στο πεδίο των επιχειρήσεων, ο Πούτιν συνεχάρη τους στρατιωτικούς διοικητές του για αυτό που χαρακτηρίστηκε ως πλήρης ρωσική κατάληψη της πόλης Ποκρόφσκ στην ανατολική Ουκρανία, όπως μετέδωσε η TASS στις 2 Δεκεμβρίου. «Θέλω να σας ευχαριστήσω για τα αποτελέσματα της δράσης μας στο Κρασνοαρμίσκ. Θέλω να ευχαριστήσω εσάς και όλη τη διοίκηση και το προσωπικό της ομάδας. Φυσικά, θέλω να ευχαριστήσω τους στρατιώτες, τα παιδιά μας, που εκτελούν αυτές τις αποστολές», δήλωσε ο Πούτιν.

Πρόσθεσε επίσης: «Πρόκειται για μια σημαντική περιοχή. Όλοι αντιλαμβανόμαστε τη σπουδαιότητά της. Και αυτό θα διασφαλίσει ότι προοδευτικά θα επιτύχουμε όλους τους βασικούς στόχους που είχαμε θέσει στην αρχή της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης. Σας ευχαριστώ».

Το Κίεβο, ωστόσο, διέψευσε τους ρωσικούς ισχυρισμούς για την κατάληψη του Ποκρόφσκ. Το γενικό επιτελείο των ενόπλων δυνάμεων της Ουκρανίας χαρακτήρισε τα σχετικά βίντεο ως «ακόμη μία προσπάθεια του Κρεμλίνου να χρησιμοποιήσει σκηνοθετημένη ανάρτηση σημαίας για προπαγανδιστικούς σκοπούς και να επηρεάσει τους συμμετέχοντες σε διεθνείς διαπραγματεύσεις», σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Telegram.

Αγωγή της Google αποκαλύπτει κύκλωμα διαδικτυακής απάτης με SMS με έδρα την Κίνα

Στις 12 Νοεμβρίου, η Google κατέθεσε αγωγή σε ομοσπονδιακό δικαστήριο της Νέας Υόρκης, ζητώντας να διακοπεί η δράση κυκλώματος απατεώνων που, όπως ισχυρίζεται η εταιρεία, λειτουργεί διεθνές κύκλωμα smishing με βάση την Κίνα, έχοντας αποσπάσει εκατομμύρια δολάρια από πελάτες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η αγωγή κατονομάζει τους δράστες ως διαδοχικούς John Doe, αριθμημένους από 1 έως 25.

Η απάτη ξεκινά με ένα γραπτό μήνυμα, όπως αναφέρει το σχετικό έγγραφο: «Ενδέχεται να σας ειδοποιεί για κάποιο πρόβλημα με την παράδοση ενός δέματος και να σας καλεί να κάνετε κλικ σε έναν σύνδεσμο για να διορθώσετε τη διεύθυνσή σας και να πληρώσετε ένα μικρό ποσό ως έξοδα αποστολής. Ή μπορεί να σας προειδοποιεί για κάποιο ανεξόφλητο διόδιο ή κλήση, παραπέμποντάς σας σε μια ηλεκτρονική πύλη είσπραξης που φαίνεται νόμιμη, ώστε να πληρώσετε το οφειλόμενο ποσό», αναγράφεται.

«Καμιά φορά οι απατεώνες λένε ότι ο παραλήπτης πρέπει να πραγματοποιήσει μια μικρή συναλλαγή, ακόμα και ενός δολαρίου, για να επαληθεύσει τον λογαριασμό του», εξηγεί στην Epoch Times η Τζόρτζια Ντελαπιανάιτε, αρχισυντάκτρια του CyberNews.

«Προσοχή στα μηνύματα με κωδικούς μιας χρήσης. Στέλνουν έναν τέτοιον κωδικό για να επιβεβαιώσουν τη συναλλαγή», προσθέτει. «Στην πραγματικότητα, με τον κωδικό αυτόν “δένουν” τους αριθμούς των καρτών που εισάγετε με τα δικά τους τηλέφωνα».

Οι επιθέσεις phishing, που ξεκίνησαν τη δεκαετία του 1990 κυρίως μέσω email, εξελίχθηκαν σε smishing, δηλαδή απάτες μέσω SMS, ενώ πλέον συναντώνται και φωνητικές απάτες (vishing), όπου χρησιμοποιείται κλωνοποίηση φωνών για την παραπλάνηση θυμάτων ως δήθεν φίλοι, συγγενείς ή συνάδελφοι, με στόχο τη δόλια μεταφορά χρημάτων.

Η αγωγή της Google αναφέρει ότι η κινεζική ομάδα χρησιμοποίησε λογισμικό phishing-as-a-service με την ονομασία Lighthouse και δημιούργησε περίπου 200.000 παραπλανητικές ιστοσελίδες μέσα σε 20 ημέρες για να εξαπατήσει πολίτες των ΗΠΑ.

«Οι δράστες του Lighthouse εμφανίζονταν ως εκπρόσωποι της Google, των Ταχυδρομείων των ΗΠΑ ή του συστήματος συλλογής διοδίων EasyPass, φορείς γνωστούς για την αποστολή νόμιμων SMS υπό ορισμένες συνθήκες».

Η Google ζητεί αδιευκρίνιστο ποσό ως αποζημίωση από τους Κινέζους απατεώνες, αλλά στην πραγματικότητα, όπως σημειώνει η Ντελαπιανάιτε, «γνωρίζει ότι δεν θα ανακτήσει τίποτα». Η μητρική εταιρεία Alphabet ανακοίνωσε έσοδα 102 δισ. δολαρίων το τελευταίο τρίμηνο.  

«Η Google επιχειρεί να στρέψει τα φώτα στη συγκεκριμένη υπόθεση για να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη», προσθέτει η Ντελαπιανάιτε. «Παράλληλα, στηρίζει διακομματικά νομοσχέδια που αποσκοπούν σε καλύτερη προστασία των πολιτών από τέτοιες απάτες, όπου η ανάκτηση των χρημάτων είναι σχεδόν αδύνατη».

Τρία νομοσχέδια εξετάζονται αυτή τη στιγμή στο Κογκρέσο, με στόχο την αντιμετώπιση των απάτης phishing και smishing: το Guarding Unprotected Aging Retirees from Deception Act, το Foreign Robocall Elimination Act και το Scam Compound Accountability and Mobilization Act.  

«Ενθαρρύνουμε το Κογκρέσο να εγκρίνει αυτά τα κρίσιμα νομοσχέδια και να συμβάλει αποφασιστικά στον τερματισμό της οικονομικής ζημίας που προκαλούν οι ξένοι κυβερνοεγκληματίες», δήλωσε η γενική σύμβουλος της Google, Χαλίμα Ντελέιν Πράντο, σε ανάρτηση στο εταιρικό ιστολόγιο.

Ωστόσο, υπάρχουν και αμφισβητίες για τα κίνητρα της Google.  

«Νομικός παλληκαρισμός» αποκάλεσε την αγωγή ο Άντι Τζένκινσον, συνεργάτης του Cyber Theory Institute και συγγραφέας του βιβλίου *Stuxnet to Sunburst, 20 Years of Digital Exploitation and Cyber Warfare*, χαρακτηρίζοντας την πρωτοβουλία «επικοινωνιακό τρυκ που στόχο έχει να επιδείξει ισχύ, όχι να αποφέρει ουσιαστικό αποτέλεσμα».  

«Πρόκειται για προπαγάνδα χωρίς πρακτικό αποτέλεσμα», δήλωσε ο Τζένκινσον.  

«Οι απατεώνες του Lighthouse θα ανασυνταχθούν και θα ξαναεμφανιστούν αλλού», προειδοποιεί η Ντελαπιανάιτε. «Αναφέρεις π.χ. μία ιστοσελίδα και ξεπηδά μια άλλη με ελαφρώς διαφορετικό domain. Αυτό δυσκολεύει απίστευτα το έργο των διωκτικών αρχών», υπογραμμίζει.

Ο Τζένκινσον επισημαίνει ότι τα περισσότερα παράνομα sites φιλοξενούνται σε υποδομές του κανονικού διαδικτύου.  

«Η φιλοξενία, τα πιστοποιητικά και οι υπηρεσίες backend παρέχονται ως επί το πλείστον από μεγάλες εταιρείες, συχνά αμερικανικές. Η μεγάλη τεχνολογία διευκολύνει το ηλεκτρονικό έγκλημα, είτε το γνωρίζει είτε όχι», καταλήγει.

«Η αγωγή υψηλού προφίλ της Google αναδεικνύει μια βαθύτερη αλήθεια: οι κυβερνοεγκληματίες προσαρμόζονται ταχύτερα απ’ όσο μπορεί να αντιδράσει η τεχνολογία, και οι θεαματικές νομικές κινήσεις ελάχιστα επηρεάζουν την πραγματικότητα», προσθέτει.

Η Ντελαπιανάιτε αναφέρει ότι το Lighthouse είναι μια από τις ομάδες της επονομαζόμενης Smishing Triad. Η εταιρεία κυβερνοασφάλειας Silent Push ανέφερε πως στις 18 Μαρτίου ο δημιουργός του Lighthouse εγκαινίασε κανάλι στο Telegram για να το διαφημίσει και να το προσφέρει σε απατεώνες.  

Σύμφωνα με έκθεση της Silent Push που δημοσιεύθηκε τον Μάιο, αναλυτές εντόπισαν δεδομένα από server logs του Smishing Triad και διαπίστωσαν πως τμήμα της υποδομής τους δέχτηκε μέσα σε 20 ημέρες περισσότερες από 1.000.000 επισκέψεις, δηλαδή κατά μέσο όρο 50.000 την ημέρα.  

«Με βάση αυτά τα δεδομένα, θεωρούμε ότι ο πραγματικός αριθμός των αποσταλμένων μηνυμάτων ίσως υπερβαίνει κατά πολύ τις τρέχουσες δημόσιες εκτιμήσεις των 100.000 SMS ημερησίως», σημειώνει η Silent Push.

Η Χαλίμα Ντελέιν Πράντο, γενική σύμβουλος της Google, τονίζει ότι η ομάδα Lighthouse είχε στοχεύσει 120 χώρες και είχε υποκλέψει έως και 115 εκατομμύρια πιστωτικές κάρτες μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες.  

Επίσης, υπογράμμισε ότι οι επιθέσεις smishing έχουν πενταπλασιαστεί από το 2020. Η Google ζήτησε δικαστική απαγόρευση για να πλήξει το κύκλωμα πίσω από το Lighthouse.  

«Εκατομμύρια Αμερικανοί έλαβαν αυτά τα μηνύματα, είδαν αυτές τις διαφημίσεις, πάτησαν σε συνδέσμους παραπλανητικών ιστοσελίδων, συμπλήρωσαν στοιχεία πληρωμής και άλλες προσωπικές πληροφορίες, και έτσι έπεσαν θύματα του εγκληματικού σχεδίου που περιγράφει η αγωγή», ανέφερε η Google.

Η στρατηγική της Google είναι έξυπνη, σχολιάζει η Ντελαπιανάιτε, εκτιμώντας ότι ενδέχεται να στοχεύει τελικά τις Alibaba και Tencent, τις κινεζικές εταιρείες που, όπως λέει, φιλοξενούν τα περισσότερα ψεύτικα sites των απατεώνων.  

«Αν ένας ομοσπονδιακός δικαστής της Νότιας Περιφέρειας της Νέας Υόρκης κρίνει ότι επιχειρήσεις και πολίτες στις ΗΠΑ υπέστησαν ζημία, τότε η Google θα μπορεί να κινηθεί νομικά εναντίον των Alibaba, Tencent και άλλων κινεζικών παρόχων φιλοξενίας, ώστε να τους καταλογίσει ευθύνες για συνέργεια στην κυβερνοεγκληματική δράση», σημειώνει.

Ο Τζένκινσον διαφωνεί: «Πρόκειται για κλασική περίπτωση ψυχολογικής προβολής, ρίχνοντας ευθύνες στους άλλους για να καλύψουν δικά τους ελαττώματα», σχολιάζει.  

«Η Google αναμφισβήτητα διευκολύνει το phishing», δηλώνει, επισημαίνοντας τεχνικές αδυναμίες και αποτυχία τήρησης βασικών πιστοποιήσεων, όπως το cybersecurity maturity model certification.

Η Epoch Times επικοινώνησε με τη Google, την Alibaba και την Tencent, χωρίς να λάβει απάντηση.

Ο Τραμπ αποκλείει τη Νότια Αφρική από τη Σύνοδο της G20 του 2026 στο Μαϊάμι

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ανακοίνωσε πως η Νότια Αφρική δεν θα προσκληθεί στη σύνοδο των G20 του 2026 στη Φλόριντα, μετά τη φετινή αμερικανική αποχή από την αντίστοιχη συνάντηση στο Γιοχάνεσμπουργκ.

Σε ανάρτηση του στις 26 Νοεμβρίου στην πλατφόρμα Truth Social, ο Τραμπ έγραψε:

«Μετά τη λήξη της συνόδου των G20, η Νότια Αφρική αρνήθηκε να παραδώσει την προεδρία των G20 σε ανώτερο εκπρόσωπο της πρεσβείας μας, ο οποίος παρέστη στην τελετή λήξης. Ως εκ τούτου, κατόπιν δικής μου εντολής, η Νότια Αφρική δεν θα λάβει πρόσκληση για τη σύνοδο των G20 του 2026, που θα φιλοξενηθεί στη σπουδαία πόλη του Μαϊάμι της Φλόριντα την επόμενη χρονιά».

Παράλληλα, κατηγόρησε τη νοτιοαφρικανική κυβέρνηση ότι βλάπτει τους λευκούς πολίτες και καταπατά τις περιουσίες τους, συνδέοντας τις ενέργειες αυτές με την απόφαση των ΗΠΑ να μποϊκοτάρουν τη φετινή σύνοδο: «Η Νότια Αφρική απέδειξε στον κόσμο πως δεν αξίζει να συμμετέχει πουθενά και θα διακόψουμε αμέσως κάθε παροχή χρημάτων και επιδοτήσεων προς αυτούς».

Η προεδρία των G20 αλλάζει κάθε χρόνο· η Νότια Αφρική ανέλαβε τον Δεκέμβριο του 2024 μέχρι τον Νοέμβριο του 2025, οπότε τη σκυτάλη παίρνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες.

Το γραφείο του προέδρου της Νότιας Αφρικής, Σίριλ Ραμαφόσα, σχολίασε τις δηλώσεις Τραμπ ως λυπηρές, χαρακτηρίζοντας τον αποκλεισμό από τη σύνοδο της επόμενης χρονιάς τιμωρητικό, και κατηγόρησε τον Αμερικανό πρόεδρο για παραπληροφόρηση: «Καθώς οι ΗΠΑ δεν παρέστησαν στη σύνοδο, το αξίωμα της προεδρίας των G20 παραδόθηκε κανονικά σε αξιωματούχο της αμερικανικής πρεσβείας στις εγκαταστάσεις του υπουργείου Διεθνών Σχέσεων και Συνεργασίας της Νότιας Αφρικής».

Τονίσθηκε δε ως η Νότια Αφρική μετέχει στους G20 αυτοδικαίως και ζήτησε τον σεβασμό των υπόλοιπων χωρών:

«Η Νότια Αφρική είναι κυρίαρχη συνταγματική δημοκρατία και δεν αποδέχεται προσβολές από άλλη χώρα σχετικά με το δικαίωμά της να συμμετέχει σε παγκόσμια φόρουμ. Δεν πρόκειται ποτέ να προσβάλουμε κάποια άλλη χώρα».

(Πρώτη σειρά, από αριστερά προς τα δεξιά) Ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας Άντονυ Αλμπανέζε, ο πρόεδρος της Βραζιλίας Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, ο πρόεδρος της Νότιας Αφρικής Σίριλ Ραμαφόσα, ο πρόεδρος της Αγκόλας και πρόεδρος της Αφρικανικής Ένωσης Ζοάο Λουρένσο και ο πρωθυπουργός του Καναδά Μαρκ Κάρνεϋ ποζάρουν για μια ομαδική φωτογραφία, την πρώτη ημέρα της συνόδου κορυφής των ηγετών της G20. Γιοχάνεσμπουργκ, 22 Νοεμβρίου 2025. (Gianluigi Guercia/AP)

 

Στη σύνοδο του Γιοχάνεσμπουργκ, οι ηγέτες ενέκριναν ομόφωνα διακήρυξη για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και άλλων παγκόσμιων ζητημάτων, παρά τις ενστάσεις των ΗΠΑ. Ο εκπρόσωπος του Ραμαφόσα, Βίνσεντ Μαγκουένυα, δήλωσε ότι «η διακήρυξη, που συντάχθηκε χωρίς τη συνεισφορά των ΗΠΑ, δεν μπορεί να επαναδιαπραγματευθεί».

Σε αυτό ο Λευκός Οίκος απάντησε ότι η Νότια Αφρική εργαλειοποιεί την προεδρία της ομάδας. Αμερικανοί αξιωματούχοι είχαν προσφερθεί να εκπροσωπήσουν τη χώρα τους στην τελετή παράδοσης, κάτι που η Νότια Αφρική απέρριψε, όπως εξήγησε ο Μαγκουένυα: «Ο πρόεδρος της Νότιας Αφρικής δεν θα παραδώσει την προεδρία των G20 σε ελάσσονα αξιωματούχο της πρεσβείας. Αυτό θα αποτελούσε παραβίαση του πρωτοκόλλου που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή».

Πριν από τη σύνοδο, στις 7 Νοεμβρίου, ο Τραμπ είχε ανακοινώσει ότι δεν θα συμμετάσχει, επικαλούμενος καταγγελίες για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Νότια Αφρική: «Είναι ντροπή που η σύνοδος των G20 θα πραγματοποιηθεί στη Νότια Αφρική. Οι Αφρικάνερ σκοτώνονται και σφαγιάζονται και η γη και τα αγροκτήματά τους κατάσχονται παράνομα. Κανένας Αμερικανός αξιωματούχος δεν θα παραστεί όσο συνεχίζονται αυτές οι καταπατήσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων».

Νοτιοαφρικανοί αξιωματούχοι απέρριψαν τα σχόλια Τραμπ ως αβάσιμα και αρνήθηκαν τις κατηγορίες διωγμών: «Η θεώρηση των Αφρικάνερ ως αμιγώς λευκή κοινότητα είναι ανιστόρητη. Επιπλέον, ο ισχυρισμός ότι η κοινότητα αυτή διώκεται, δεν τεκμηριώνεται».

Από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του, ο Τραμπ ασκεί κριτική στις πολιτικές της Νότιας Αφρικής, συμπεριλαμβανομένης της αναδιανομής γης και των καταγγελιών κατά του Ισραήλ για τη Γάζα – ισχυρισμούς που το Τελ Αβίβ απορρίπτει. Η νοτιοαφρικανική κυβέρνηση εφαρμόζει πολιτικές θετικής δράσης και οικονομικής ενδυνάμωσης μαύρων από την πτώση του απαρτχάιντ, υποστηρίζοντας ότι δεν απαλλοτριώνει την περιουσία λευκών πολιτών.

Η επόμενη σύνοδος των G20 έχει προγραμματιστεί να διεξαχθεί στο Trump National Doral Golf Club, στο Μαϊάμι της Φλόριντα, τον Δεκέμβριο του 2026.

Με τη συμβολή της Victoria Friedman

Η Μόσχα αισιόδοξη για μελλοντική συνάντηση Τραμπ-Πούτιν

Την αισιοδοξία της Μόσχας για την πορεία των συνομιλιών μεταξύ του Ντόναλντ Τραμπ και του Βλαντίμιρ Πούτιν μετέφερε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, σε δήλωσή του στις 17 Νοεμβρίου, εκφράζοντας την ελπίδα για την ταχεία πραγματοποίηση μίας δεύτερης συνάντησης μεταξύ των δύο ηγετών.

«Δύσκολα μπορούμε να προβλέψουμε πότε θα προκύψουν αυτές οι συνθήκες, αν και φυσικά όλοι ενδιαφερόμαστε να υπάρξουν το συντομότερο δυνατό». Τόνισε δε την ανάγκη κατάλληλης προετοιμασίας για την επόμενη συνάντηση, υπογραμμίζοντας πως «μόλις ολοκληρωθούν οι προετοιμασίες και υπάρξουν οι απαιτούμενες συνθήκες για τη διεξαγωγή της συνόδου κορυφής, ελπίζουμε ότι θα πραγματοποιηθεί».

Η πρώτη συνάντηση μεταξύ Τραμπ και Πούτιν με θέμα τη διαπραγμάτευση μίας ειρηνευτικής συμφωνίας πραγματοποιήθηκε στην Αλάσκα τον Αύγουστο, ωστόσο δεν έδωσε ουσιαστικό αποτέλεσμα. Αργότερα, προγραμματίστηκε συνάντηση στη Βουδαπέστη, την οποία ανακοίνωσε ο Τραμπ στις 13 Οκτωβρίου, αλλά ματαιώθηκε τελικά στις 21 Οκτωβρίου.

Σε δήλωσή της, στις 23 Οκτωβρίου, η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Κάρολαϊν Λέβιτ, διαβεβαίωσε πως εξακολουθεί να υπάρχει ενδεχόμενο συνάντησης των δύο ηγετών: «Οι γραμμές επικοινωνίας ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Μόσχα παραμένουν ανοιχτές».

Στις 9 Νοεμβρίου, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, επιβεβαίωσε πως διατηρεί τηλεφωνική επαφή με τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, εκφράζοντας τη βούληση υπέρ ενδεχόμενης δια ζώσης συνάντησης εφόσον χρειαστεί.

Ο Ρούμπιο υπογράμμισε την ανάγκη απτών αποτελεσμάτων στις μελλοντικές συνομιλίες, δηλώνοντας: «[Θα έλεγα] ότι και οι δύο πλευρές συμφώνησαν ότι η επόμενη συνάντηση των προέδρων πρέπει να δώσει συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Πρέπει να γνωρίζουμε από πριν ότι υπάρχει προοπτική για κάτι θετικό […] Θα θέλαμε πολύ να τελειώσει αυτός ο πόλεμος, αλλά δεν γίνεται να κάνουμε συναντήσεις απλώς και μόνο για τη διαδικασία».

Με συγκρατημένη αισιοδοξία, ο Ρούμπιο σημείωσε ακόμη: «Οι συνομιλίες μου με τον Λαβρόφ είναι πάντα επαγγελματικές και παραγωγικές, αλλά προφανώς επιδιώκουμε αποτελέσματα».

Ο Τραμπ αιτιολόγησε την ακύρωση της συνόδου στη Βουδαπέστη υποστηρίζοντας ότι οι διπλωματικές διαπραγματεύσεις είχαν βαλτώσει: «Απλώς δεν μου φάνηκε σωστό. Δεν ένιωσα ότι θα φτάναμε εκεί που έπρεπε. Γι’ αυτό και την ακύρωσα, αλλά στο μέλλον θα το κάνουμε. […] Το μόνο που μπορώ να πω με ειλικρίνεια είναι ότι ενώ κάθε φορά η συνομιλία μου με τον Βλαντίμιρ είναι καλή, μετά δεν πάει πουθενά. Απλώς δεν καταλήγει πουθενά».

Το Κρεμλίνο αναγνώρισε ότι οι επαφές ανάμεσα στις δύο πρωτεύουσες συνεχίζονται, με τον σύμβουλο Γιούρι Ουσάκοφ να δηλώνει: «Βρισκόμαστε σε ενεργό διάλογο για την επίλυση του ουκρανικού. Μου φαίνεται πως αν υπάρξει καταρχήν συμφωνία μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας για τη συνάντηση των ηγετών σε συγκεκριμένο τόπο, τότε πολλές τεχνικές και πολιτικές δυσκολίες θα περάσουν σε δεύτερη μοίρα».

Ο Τραμπ επιβεβαίωσε τη στήριξή του σε πρωτοβουλίες για την επιβολή κυρώσεων σε χώρες που συναλλάσσονται με τη Ρωσία, απαντώντας καταφατικά σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφων: «Άκουσα ότι το κάνουν κι αυτό με βρίσκει σύμφωνο. Οι Ρεπουμπλικανοί προωθούν σχετική νομοθεσία. Πολύ σκληρή. Επιβάλλει κυρώσεις».

Απαντώντας, ο Πεσκόφ δήλωσε στις 17 Νοεμβρίου ότι τέτοιες κυρώσεις θα έχουν αρνητικό αντίκτυπο στη Μόσχα: «Θα παρακολουθήσουμε πώς θα εξελιχθεί αυτή η πρόταση και ποιες είναι οι λεπτομέρειες. Προφανώς, θα έχουμε πολύ αρνητική στάση».

Με τη συμβολή του Jacob Burg και πληροφορίες από το Reuters

Η πρώην πρωθυπουργός του Μπανγκλαντές καταδικάζεται σε θάνατο για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας

Δικαστήριο του Μπανγκλαντές καταδίκασε σήμερα τη Σέιχ Χασίνα σε θάνατο, κρίνοντας ότι είχε διατάξει την αιματηρή καταστολή της φοιτητικής εξέγερσης το 2024. Η 78χρονη πρώην πρωθυπουργός, η οποία απομακρύνθηκε από την εξουσία τον Αύγουστο του 2024 και στη συνέχεια κατέφυγε στην Ινδία, δικάστηκε ερήμην για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

Το Δικαστήριο για Διεθνή Εγκλήματα στην Ντάκα αναμένεται να εκδώσει επίσης την ετυμηγορία για δύο στενούς συνεργάτες της Χασίνα — τον πρώην υπουργό Εσωτερικών Ασαντουζαμάν Χαν και τον πρώην αρχηγό της αστυνομίας Αμπντουλάχ αλ Μαμούν — οι οποίοι αντιμετωπίζουν τις ίδιες κατηγορίες.

Η πρωτεύουσα έχει καταγράψει σημαντική αύξηση επιθέσεων τις τελευταίες ημέρες εν όψει της ανακοίνωσης της απόφασης. Μόνο στις 12 Νοεμβρίου οι αρχές ανέφεραν δεκάδες εκρήξεις και εμπρησμούς σε λεωφορεία, σε διάφορα σημεία της Ντάκα και άλλων περιοχών.

Κατά τη διάρκεια της αγόρευσής του τον περασμένο μήνα, ο εισαγγελέας είχε ζητήσει την επιβολή της θανατικής ποινής για τη Χασίνα. Το κόμμα της, ο Σύνδεσμος Αουάμι του Μπανγκλαντές, που έχει τεθεί εκτός νόμου από τη μεταβατική κυβέρνηση, έκανε έκκληση για διήμερη απαγόρευση κυκλοφορίας σε ολόκληρη τη χώρα, καταγγέλλοντας τη διαδικασία ως πολιτικά υποκινούμενη.

Η ήδη τεταμένη κατάσταση εντάθηκε περαιτέρω ύστερα από πληροφορίες για εκρήξεις βομβών, εμπρησμούς οχημάτων και επεισόδια σε διάφορες περιοχές, συμπεριλαμβανομένης της πρωτεύουσας. Η αστυνομία έχει ενισχύσει την ασφάλεια με πάνω από 400 στρατιώτες της παραστρατιωτικής Συνοριακής Φρουράς, αυστηρότερους ελέγχους και περιορισμό των δημόσιων συναθροίσεων.

Για τον έλεγχο των επεισοδίων, ο επικεφαλής της αστυνομίας της Ντάκα έδωσε χθες εντολή να πυροβολούνται άμεσα όσοι εντοπίζονται να συμμετέχουν σε εμπρησμούς ή βομβιστικές επιθέσεις.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Κατάρρευση γέφυρας σε ορυχείο στο Κονγκό – Τουλάχιστον 32 νεκροί

Μια γέφυρα σε ορυχείο χαλκού και κοβάλτιου στο νοτιοανατολικό Κονγκό κατέρρευσε λόγω υπερσυνωστισμού, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους τουλάχιστον 32 άνθρωποι, όπως δήλωσε την Κυριακή περιφερειακός κυβερνητικός αξιωματούχος.

Ο Ρόι Καούμπα Μαϊόντε, υπουργός Εσωτερικών της επαρχίας Λουαλάμπα, ανέφερε σε συνέντευξη Τύπου ότι η γέφυρα στο ορυχείο Καλάντο, στην περιοχή Μουλόντο, κατέρρευσε το Σάββατο.

Ο Μαϊόντε εξήγησε ότι, «παρά την αυστηρή απαγόρευση πρόσβασης στον χώρο λόγω των ισχυρών βροχοπτώσεων και του κινδύνου κατολισθήσεων, παράνομοι μεταλλωρύχοι εισέβαλαν στο λατομείο».

Έκθεση της κυβερνητικής υπηρεσίας Υποστήριξης και Καθοδήγησης Χειρονακτικής και Μικρής Κλίμακας Μεταλλευτικών Δραστηριοτήτων του Κονγκό (SAEMAPE), η οποία δημοσιοποιήθηκε την Κυριακή, ανέφερε ότι τα πυρά στρατιωτών στο σημείο προκάλεσαν πανικό στους εργάτες. Σύμφωνα με την έκθεση, οι μεταλλωρύχοι έτρεξαν προς τη γέφυρα, γεγονός που οδήγησε στην κατάρρευσή της και είχε ως αποτέλεσμα «να σωριαστούν ο ένας πάνω στον άλλο, προκαλώντας θανάτους και τραυματισμούς». Ενώ ο Μαϊόντε έκανε λόγο για τουλάχιστον 32 νεκρούς, η έκθεση ανέβαζε τον αριθμό των θυμάτων σε τουλάχιστον 40.

Η έκθεση πρόσθετε ότι η παρουσία στρατιωτών στο ορυχείο βρισκόταν εδώ και καιρό στο επίκεντρο μιας διαμάχης μεταξύ παράνομων μεταλλωρύχων, ενός συνεταιρισμού που υποτίθεται ότι θα οργάνωνε τη δραστηριότητα, και των νόμιμων φορέων εκμετάλλευσης του χώρου.

Το Κονγκό είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός κοβάλτιου στον κόσμο, ενός ορυκτού που χρησιμοποιείται για την κατασκευή μπαταριών ιόντων λιθίου για ηλεκτρικά οχήματα και άλλα προϊόντα, με κινεζικές εταιρείες να ελέγχουν το 80% της παραγωγής στη χώρα της κεντρικής Αφρικής.

Κατηγορίες για παιδική εργασία, επικίνδυνες συνθήκες και διαφθορά ταλανίζουν εδώ και χρόνια τη μεταλλευτική βιομηχανία κοβάλτιου της χώρας.

Η ανατολική, πλούσια σε ορυκτά περιοχή του Κονγκό έχει για δεκαετίες κατακερματιστεί από τη βία κυβερνητικών δυνάμεων και διαφορετικών ένοπλων ομάδων, συμπεριλαμβανομένης της υποστηριζόμενης από τη Ρουάντα οργάνωσης M23, της οποίας η πρόσφατη αναζωπύρωση έχει κλιμακώσει τη σύγκρουση, επιδεινώνοντας μια ήδη οξεία ανθρωπιστική κρίση.

Των Janvier Barhahiga και Mark Banchereau

Πηγή: The Associated Press

Το Ιράν επιβεβαιώνει την κατάσχεση δεξαμενόπλοιου στα Στενά του Ορμούζ

Το Ιράν επιβεβαίωσε το Σάββατο ότι κατέσχεσε δεξαμενόπλοιο με σημαία των Νήσων Μάρσαλ, το οποίο διέσχιζε τα στενά του Ορμούζ, επικαλούμενο παραβιάσεις που περιλαμβάνουν τη μεταφορά «παράνομου φορτίου», όπως μετέδωσαν κρατικά μέσα ενημέρωσης.

Σύμφωνα με το επίσημο πρακτορείο Irna, η ανακοίνωση των Φρουρών της Επανάστασης ανέφερε ότι το δεξαμενόπλοιο οδηγήθηκε σε ιρανικά χωρικά ύδατα. Η ανακοίνωση δεν διευκρίνιζε σε τι συνίστατο το «παράνομο φορτίο» ούτε παρείχε πληροφορίες για το πλήρωμα ή τον τρέχοντα προορισμό του πλοίου.

Οι ιρανικές αρχές υποστήριξαν ότι η κατάσχεση πραγματοποιήθηκε κατόπιν δικαστικής εντολής και ότι η επιχείρηση στόχευε στην «προστασία των εθνικών συμφερόντων και πόρων» της χώρας. Το δεξαμενόπλοιο ταυτοποιήθηκε ως το Talara, το οποίο, σύμφωνα με την ίδια πηγή, μετέφερε 30.000 τόνους πετροχημικών προϊόντων.

Η κατάσχεση έγινε προχθές, Παρασκευή 14  Νοεμβρίου, ενώ η Τεχεράνη έχει εντείνει τις προειδοποιήσεις τελευταία για την πιθανότητα χρήσης στρατιωτικών μέσων.

Οι ιρανικές δυνάμεις ανέφεραν ότι το πλοίο κατευθυνόταν προς τη Σιγκαπούρη όταν αναχαιτίστηκε. Ιδιωτική εταιρεία ασφαλείας, η Ambrey, περιέγραψε την επίθεση ως ενέργεια που πραγματοποιήθηκε από τρία μικρά σκάφη.

Σύμφωνα με δεδομένα πτήσης που αναλύθηκαν από το Associated Press, μη επανδρωμένο αεροσκάφος τύπου MQ-4C Triton του Αμερικανικού Ναυτικού πετούσε επί ώρες πάνω από την περιοχή όπου βρισκόταν το Talara, παρακολουθώντας την κατάσχεση.

Το Ηνωμένο Βασίλειο, μέσω του κέντρου United Kingdom Maritime Trade Operations, επιβεβαίωσε επίσης το περιστατικό, αναφέροντας ότι ενδεχόμενη «κρατική ενέργεια» ανάγκασε το Talara να εισέλθει στα ιρανικά χωρικά ύδατα.

Η εταιρεία Columbia Ship Management, με έδρα την Κύπρο, ανέφερε αργότερα ότι «έχασε την επαφή» με το δεξαμενόπλοιο, το οποίο μετέφερε αέριο πετρελαίου υψηλής περιεκτικότητας σε θείο. Η εταιρεία δεν είχε άμεση νεότερη ενημέρωση το Σάββατο.

Το Ιράν είχε κατηγορηθεί και για σειρά επιθέσεων με μαγνητικές νάρκες το 2019, που προκάλεσαν ζημιές σε δεξαμενόπλοια, καθώς και για επίθεση με μη επανδρωμένο αεροσκάφος σε δεξαμενόπλοιο με σχέσεις με το Ισραήλ το 2021, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο δύο Ευρωπαίων μελών του πληρώματος. Οι επιθέσεις ξεκίνησαν μετά την απόφαση του τότε προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ να αποσύρει μονομερώς τη χώρα του από την πυρηνική συμφωνία του 2015.

Το 2022, το Ιράν κατέσχεσε δύο ελληνικά δεξαμενόπλοια και τα κράτησε έως τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς. Τον Απρίλιο του 2024, κατέσχεσε επίσης το φορτηγό πλοίο MSC Aries, με πορτογαλική σημαία.

Οι πολυετείς εντάσεις ανάμεσα στο Ιράν και τη Δύση, επιβεβαρυμένες από τις εξελίξεις στη Λωρίδα της Γάζας, κορυφώθηκαν τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους, με τον δωδεκαήμερο πόλεμο με το Ισραήλ, ο οποίος έληξε με την παρέμβαση των ΗΠΑ, που έπληξαν ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις.

Η Τεχεράνη έχει επανειλημμένα απειλήσει ότι θα κλείσει τα Στενά του Ορμούζ — το στενό πέρασμα του Περσικού Κόλπου από όπου διέρχεται το 20% του παγκόσμιου εμπορίου πετρελαίου. Το αμερικανικό ναυτικό, μέσω του 5ου Στόλου που εδρεύει στο Μπαχρέιν, περιπολεί εδώ και χρόνια στην περιοχή για να διατηρεί ανοιχτές τις θαλάσσιες οδούς.

Οι ΗΠΑ εγκρίνουν πώληση όπλων στην Ταϊβάν: Έντονες αντιδράσεις από Κίνα

Οι Ηνωμένες Πολιτείες υπέγραψαν συμφωνία ύψους 330 εκατομμυρίων δολαρίων για την πώληση μαχητικών αεροσκαφών και ανταλλακτικών στην Ταϊβάν στις 13 Νοεμβρίου 2017, στην πρώτη τέτοια συμφωνία από τότε που ο Ντόναλντ Τραμπ επέστρεψε στον Λευκό Οίκο – γεγονός που προκάλεσε την έντονη αντίδραση της Κίνας.

Η ανακοίνωση της προτεινόμενης συμφωνίας ακολούθησε τη συνάντηση του Τραμπ με τον Σι Τζινπίνγκ στη Νότια Κορέα τον προηγούμενο μήνα, στο πλαίσιο της διπλωματικής προσπάθειας να επιτευχθεί εμπορική συμφωνία εν μέσω του εμπορικού πολέμου ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου.

Οι αξιώσεις του Πεκίνου

Ο εκπρόσωπος του κινεζικού Υπουργείου Εξωτερικών, Λιν Τζιάν, δήλωσε: «Η διεκδίκηση της Ταϊβάν από το κινεζικό καθεστώς βρίσκεται στον πυρήνα των εθνικών μας συμφερόντων και αποτελεί “κόκκινη γραμμή” για την Κίνα. Η πώληση όπλων υπονομεύει την κυριαρχία και τα συμφέροντα ασφαλείας του Πεκίνου, στέλνοντας – όπως είπε – “λανθασμένο μήνυμα” στην ηγεσία της Ταϊβάν».

Παρότι η Ουάσιγκτον διατηρεί επίσημες διπλωματικές σχέσεις με το Πεκίνο, οι σχέσεις της με την Ταϊβάν παραμένουν ανεπίσημες. Το νησί διαθέτει τη δική του δημοκρατική διακυβέρνηση, στρατό και διακριτό τρόπο ζωής. Οι ΗΠΑ αποτελούν τον βασικό προμηθευτή οπλικών συστημάτων της Ταϊβάν και, βάσει νόμου, οφείλουν να παρέχουν τα απαραίτητα μέσα για την άμυνά της.

Ο πρόεδρος της Ταϊβάν Λάι Τσινγκ-τε εκφωνεί την ομιλία του κατά τη διάρκεια των εορτασμών της Εθνικής Εορτής μπροστά από το Προεδρικό Μέγαρο στην Ταϊπέι στις 10 Οκτωβρίου 2025. Σουνγκ Πι-λούνγκ/The Epoch Times

 

Ανακοίνωση του Πενταγώνου

Σε ανακοίνωσή του, το Πεντάγωνο επισήμανε ότι η προτεινόμενη πώληση θα ενισχύσει την ικανότητα της Ταϊβάν να αντιμετωπίζει τρέχουσες και μελλοντικές απειλές, διασφαλίζοντας την επιχειρησιακή ετοιμότητα του στόλου των F-16, C-130 και άλλων αεροσκαφών.

Η εκπρόσωπος της προεδρίας της Ταϊβάν, Κάρεν Κουό, δήλωσε: «Η εμβάθυνση της εταιρικής σχέσης Ταϊβάν–ΗΠΑ στον τομέα της ασφάλειας αποτελεί βασικό πυλώνα για την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή Ινδικού–Ειρηνικού».

Η Κουό υπογράμμισε ότι αυτή είναι η πρώτη πώληση οπλικών συστημάτων που ανακοινώνεται από τη νυν αμερικανική κυβέρνηση, ευχαριστώντας την Ουάσιγκτον για τη συνέχιση της πολιτικής τακτικών πωλήσεων και τη στήριξη της αποτρεπτικής ικανότητας της Ταϊβάν.

Η συμφωνία, που αναμένεται να τεθεί σε ισχύ εντός του επόμενου μήνα, έχει στόχο τη διατήρηση της επιχειρησιακής ετοιμότητας της πολεμικής αεροπορίας, την ενίσχυση της αντιαεροπορικής άμυνας, την ανθεκτικότητα και την ικανότητα της Ταϊβάν να ανταποκρίνεται στις «γκρίζες ζώνες» παρεμβάσεων της Κίνας, σύμφωνα με το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν.

Ένα μαχητικό αεροσκάφος F-16V αμερικανικής κατασκευής τροχοδρομεί στον διάδρομο προσγείωσης μιας αεροπορικής βάσης κατά τη διάρκεια των ετήσιων στρατιωτικών ασκήσεων Han Kuang της Ταϊβάν στο Hualien στις 23 Ιουλίου 2024. Sam Yeh / AFP μέσω Getty Images

 

Απειλές από την Κίνα

Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας δεν αποκλείει τη χρήση βίας για την επανένωση με την Ταϊβάν. Η κυβέρνηση της Ταϊβάν απορρίπτει κατηγορηματικά τις αξιώσεις κυριαρχίας του Πεκίνου. Ο Τραμπ είχε δηλώσει τον Αύγουστο: «Δεν πιστεύω ότι υπάρχει περίπτωση να συμβεί κάτι τέτοιο όσο βρίσκομαι εγώ εδώ».

Υπενθύμισε, επίσης, ότι ο Σι τού είχε πει: «Δεν πρόκειται να το κάνω ποτέ, όσο είσαι εσύ πρόεδρος».

Ωστόσο, ο Τραμπ συμπλήρωσε: «Είμαι πολύ υπομονετικός και η Κίνα το ίδιο».

Όπως είπε στον Σι: «Αυτό εξαρτάται από εσάς, αλλά καλύτερα να μην συμβεί τώρα».

Τον Μάρτιο, ο πρωθυπουργός της Κίνας, Λι Τσενγκ, δήλωσε ότι το Πεκίνο σχεδιάζει να προωθήσει την επανένωση με την Ταϊβάν και θα αντιταχθεί σε κάθε εξωτερική παρεμβολή.

Στρατιωτικές ασκήσεις

Το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα πραγματοποιεί τακτικά στρατιωτικές ασκήσεις στη θαλάσσια και εναέρια περιοχή γύρω από την Ταϊβάν, τις οποίες η κυβέρνηση της Ταϊπέι αντιλαμβάνεται ως μέσο άσκησης πίεσης – χωρίς να φτάνει σε πραγματική σύρραξη.

Ο πρόεδρος της Ταϊβάν, Λάι Τσινγκ-τι, έχει κατ’ επανάληψη προσκαλέσει το Πεκίνο σε διάλογο, αλλά έχει συναντήσει την πλήρη άρνηση των Κινέζων, που τον χαρακτηρίζουν «διασπαστή».

Το ιστορικό υπόβαθρο μεταξύ Κίνας και Ταϊβάν παραμένει ιδιαίτερα σύνθετο. Η Ταϊβάν, επισήμως ως Δημοκρατία της Κίνας, αριθμεί περίπου 23,9 εκατομμύρια κατοίκους έναντι των 1,4 δισεκατομμυρίων της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

Ύστερα από τον εμφύλιο πόλεμο, η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Κίνας κατέφυγε στην Ταϊβάν το 1949, αφού ηττήθηκε από τους κομμουνιστές, οι οποίοι ίδρυσαν τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας στην ηπειρωτική χώρα.

Δημοσκοπήσεις στην Ταϊβάν δείχνουν σταθερά πως η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών επιθυμεί τη διατήρηση του σημερινού status quo, ενώ οι νεότερες γενιές γέρνουν προς την πλήρη ανεξαρτητοποίηση από την Κίνα. Σε πρόσφατη έρευνα, το 82,5% των ερωτηθέντων απέρριψε κατηγορηματικά τον ισχυρισμό του Πεκίνου ότι η Ταϊβάν αποτελεί τμήμα της κινεζικής επικράτειας.