Κυριακή, 16 Νοέ, 2025

Οι ΗΠΑ εγκρίνουν πώληση όπλων στην Ταϊβάν: Έντονες αντιδράσεις από Κίνα

Οι Ηνωμένες Πολιτείες υπέγραψαν συμφωνία ύψους 330 εκατομμυρίων δολαρίων για την πώληση μαχητικών αεροσκαφών και ανταλλακτικών στην Ταϊβάν στις 13 Νοεμβρίου 2017, στην πρώτη τέτοια συμφωνία από τότε που ο Ντόναλντ Τραμπ επέστρεψε στον Λευκό Οίκο – γεγονός που προκάλεσε την έντονη αντίδραση της Κίνας.

Η ανακοίνωση της προτεινόμενης συμφωνίας ακολούθησε τη συνάντηση του Τραμπ με τον Σι Τζινπίνγκ στη Νότια Κορέα τον προηγούμενο μήνα, στο πλαίσιο της διπλωματικής προσπάθειας να επιτευχθεί εμπορική συμφωνία εν μέσω του εμπορικού πολέμου ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου.

Οι αξιώσεις του Πεκίνου

Ο εκπρόσωπος του κινεζικού Υπουργείου Εξωτερικών, Λιν Τζιάν, δήλωσε: «Η διεκδίκηση της Ταϊβάν από το κινεζικό καθεστώς βρίσκεται στον πυρήνα των εθνικών μας συμφερόντων και αποτελεί “κόκκινη γραμμή” για την Κίνα. Η πώληση όπλων υπονομεύει την κυριαρχία και τα συμφέροντα ασφαλείας του Πεκίνου, στέλνοντας – όπως είπε – “λανθασμένο μήνυμα” στην ηγεσία της Ταϊβάν».

Παρότι η Ουάσιγκτον διατηρεί επίσημες διπλωματικές σχέσεις με το Πεκίνο, οι σχέσεις της με την Ταϊβάν παραμένουν ανεπίσημες. Το νησί διαθέτει τη δική του δημοκρατική διακυβέρνηση, στρατό και διακριτό τρόπο ζωής. Οι ΗΠΑ αποτελούν τον βασικό προμηθευτή οπλικών συστημάτων της Ταϊβάν και, βάσει νόμου, οφείλουν να παρέχουν τα απαραίτητα μέσα για την άμυνά της.

Ο πρόεδρος της Ταϊβάν Λάι Τσινγκ-τε εκφωνεί την ομιλία του κατά τη διάρκεια των εορτασμών της Εθνικής Εορτής μπροστά από το Προεδρικό Μέγαρο στην Ταϊπέι στις 10 Οκτωβρίου 2025. Σουνγκ Πι-λούνγκ/The Epoch Times

 

Ανακοίνωση του Πενταγώνου

Σε ανακοίνωσή του, το Πεντάγωνο επισήμανε ότι η προτεινόμενη πώληση θα ενισχύσει την ικανότητα της Ταϊβάν να αντιμετωπίζει τρέχουσες και μελλοντικές απειλές, διασφαλίζοντας την επιχειρησιακή ετοιμότητα του στόλου των F-16, C-130 και άλλων αεροσκαφών.

Η εκπρόσωπος της προεδρίας της Ταϊβάν, Κάρεν Κουό, δήλωσε: «Η εμβάθυνση της εταιρικής σχέσης Ταϊβάν–ΗΠΑ στον τομέα της ασφάλειας αποτελεί βασικό πυλώνα για την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή Ινδικού–Ειρηνικού».

Η Κουό υπογράμμισε ότι αυτή είναι η πρώτη πώληση οπλικών συστημάτων που ανακοινώνεται από τη νυν αμερικανική κυβέρνηση, ευχαριστώντας την Ουάσιγκτον για τη συνέχιση της πολιτικής τακτικών πωλήσεων και τη στήριξη της αποτρεπτικής ικανότητας της Ταϊβάν.

Η συμφωνία, που αναμένεται να τεθεί σε ισχύ εντός του επόμενου μήνα, έχει στόχο τη διατήρηση της επιχειρησιακής ετοιμότητας της πολεμικής αεροπορίας, την ενίσχυση της αντιαεροπορικής άμυνας, την ανθεκτικότητα και την ικανότητα της Ταϊβάν να ανταποκρίνεται στις «γκρίζες ζώνες» παρεμβάσεων της Κίνας, σύμφωνα με το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν.

Ένα μαχητικό αεροσκάφος F-16V αμερικανικής κατασκευής τροχοδρομεί στον διάδρομο προσγείωσης μιας αεροπορικής βάσης κατά τη διάρκεια των ετήσιων στρατιωτικών ασκήσεων Han Kuang της Ταϊβάν στο Hualien στις 23 Ιουλίου 2024. Sam Yeh / AFP μέσω Getty Images

 

Απειλές από την Κίνα

Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας δεν αποκλείει τη χρήση βίας για την επανένωση με την Ταϊβάν. Η κυβέρνηση της Ταϊβάν απορρίπτει κατηγορηματικά τις αξιώσεις κυριαρχίας του Πεκίνου. Ο Τραμπ είχε δηλώσει τον Αύγουστο: «Δεν πιστεύω ότι υπάρχει περίπτωση να συμβεί κάτι τέτοιο όσο βρίσκομαι εγώ εδώ».

Υπενθύμισε, επίσης, ότι ο Σι τού είχε πει: «Δεν πρόκειται να το κάνω ποτέ, όσο είσαι εσύ πρόεδρος».

Ωστόσο, ο Τραμπ συμπλήρωσε: «Είμαι πολύ υπομονετικός και η Κίνα το ίδιο».

Όπως είπε στον Σι: «Αυτό εξαρτάται από εσάς, αλλά καλύτερα να μην συμβεί τώρα».

Τον Μάρτιο, ο πρωθυπουργός της Κίνας, Λι Τσενγκ, δήλωσε ότι το Πεκίνο σχεδιάζει να προωθήσει την επανένωση με την Ταϊβάν και θα αντιταχθεί σε κάθε εξωτερική παρεμβολή.

Στρατιωτικές ασκήσεις

Το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα πραγματοποιεί τακτικά στρατιωτικές ασκήσεις στη θαλάσσια και εναέρια περιοχή γύρω από την Ταϊβάν, τις οποίες η κυβέρνηση της Ταϊπέι αντιλαμβάνεται ως μέσο άσκησης πίεσης – χωρίς να φτάνει σε πραγματική σύρραξη.

Ο πρόεδρος της Ταϊβάν, Λάι Τσινγκ-τι, έχει κατ’ επανάληψη προσκαλέσει το Πεκίνο σε διάλογο, αλλά έχει συναντήσει την πλήρη άρνηση των Κινέζων, που τον χαρακτηρίζουν «διασπαστή».

Το ιστορικό υπόβαθρο μεταξύ Κίνας και Ταϊβάν παραμένει ιδιαίτερα σύνθετο. Η Ταϊβάν, επισήμως ως Δημοκρατία της Κίνας, αριθμεί περίπου 23,9 εκατομμύρια κατοίκους έναντι των 1,4 δισεκατομμυρίων της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

Ύστερα από τον εμφύλιο πόλεμο, η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Κίνας κατέφυγε στην Ταϊβάν το 1949, αφού ηττήθηκε από τους κομμουνιστές, οι οποίοι ίδρυσαν τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας στην ηπειρωτική χώρα.

Δημοσκοπήσεις στην Ταϊβάν δείχνουν σταθερά πως η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών επιθυμεί τη διατήρηση του σημερινού status quo, ενώ οι νεότερες γενιές γέρνουν προς την πλήρη ανεξαρτητοποίηση από την Κίνα. Σε πρόσφατη έρευνα, το 82,5% των ερωτηθέντων απέρριψε κατηγορηματικά τον ισχυρισμό του Πεκίνου ότι η Ταϊβάν αποτελεί τμήμα της κινεζικής επικράτειας.

Ιστορική συμφωνία ΗΠΑ–Ελβετίας: Μειώνονται οι δασμοί στα ελβετικά προϊόντα στο 15%

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ελβετία κατέληξαν σε εμπορική συμφωνία βάσει της οποίας οι ελβετικές εισαγωγές προς την αμερικανική αγορά θα υπόκεινται πλέον σε μειωμένο δασμό 15%, όπως ανακοίνωσαν αρμόδιοι αξιωματούχοι.

Ο Αμερικανός εκπρόσωπος Εμπορίου, Τζέιμσον Γκριρ, δήλωσε στο CNBC στις 14 Νοεμβρίου ότι η κυβέρνηση κατέληξε ουσιαστικά σε συμφωνία με τη Βέρνη, έπειτα από πολύμηνες διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο της επαναχάραξης των αμερικανικών εμπορικών σχέσεων που προωθεί ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ.

Σύμφωνα με την έως τώρα πολιτική του Τραμπ, τα ελβετικά προϊόντα επιβαρύνονταν με δασμό 39% — έναν από τους υψηλότερους παγκοσμίως και αισθητά μεγαλύτερο από το 15% που ίσχυε για τα κράτη–μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η νέα συμφωνία, που μειώνει το ελβετικό δασμολόγιο στο επίπεδο της ΕΕ, ενσωματώνει μέτρα που στηρίζουν την επιδίωξη του Τραμπ για ταχεία επαναβιομηχάνιση των ΗΠΑ μετά από δεκαετίες μεταφοράς της παραγωγής στο εξωτερικό.

«Θα μεταφέρουν σημαντικό μέρος της παραγωγής εδώ, στις Ηνωμένες Πολιτείες — φαρμακευτικά προϊόντα, χύτευση χρυσού, εξοπλισμό σιδηροδρόμων. Είμαστε πραγματικά ενθουσιασμένοι για αυτή τη συμφωνία και τι σημαίνει για την αμερικανική βιομηχανία», τόνισε ο Γκριρ, προσθέτοντας πως ο Λευκός Οίκος θα ανακοινώσει αναλυτικά την τελική συμφωνία εντός της ημέρας.

Η ελβετική κυβέρνηση επιβεβαίωσε τη συμφωνία με ανάρτησή της σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, ευχαριστώντας τον Τραμπ για την εποικοδομητική προσέγγιση και κάνοντας λόγο για μια παραγωγική συνάντηση με τον Γκριρ.

«Η Ελβετία και οι ΗΠΑ βρήκαν επιτυχώς λύση. Οι αμερικανικοί δασμοί περιορίζονται στο 15%», αναφέρει σχετική ανακοίνωση.

Σε λεπτομερέστερη ενημέρωση, η ελβετική γραμματεία οικονομικών υποθέσεων ανέφερε ότι το Βέρνη θα μειώσει τα δικά της δασμολόγια σε σειρά αμερικανικών προϊόντων, καλύπτοντας όλα τα βιομηχανικά αγαθά, τα ψάρια, τα θαλασσινά, καθώς και αμερικανικά γεωργικά προϊόντα που δεν θεωρούνται «ευαίσθητα».

Για ορισμένες κατηγορίες αμερικανικών αγροτικών προϊόντων — λόγω πιθανών αρνητικών επιπτώσεων στην ελβετική αγορά— η Ελβετία θα παρέχει αδασμολόγητες ποσοστώσεις, περιλαμβάνοντας 500 τόνους βοείου και 1.500 τόνους πουλερικών προέλευσης ΗΠΑ.

Σύμφωνα με τη συμφωνία, ελβετικές επιχειρήσεις θα επενδύσουν επιπλέον 200 δισ. δολάρια στις ΗΠΑ έως τα τέλη του 2028, μέρος των οποίων θα κατευθυνθεί στην ενίσχυση της επαγγελματικής κατάρτισης. Η ανακοίνωση της μείωσης των πρόσθετων αμερικανικών δασμών στις ελβετικές εισαγωγές εκτιμάται ότι θα σταθεροποιήσει τις διμερείς εμπορικές σχέσεις, τονίζει η ελβετική κυβέρνηση.

Αν και τα συνολικά δασμολόγια παραμένουν υψηλότερα σε σχέση με την περίοδο πριν τις τελευταίες αυξήσεις του περασμένου Απριλίου, η συμφωνηθείσα μείωση εκτιμάται πως θα ωφελήσει σημαντικά την ελβετική οικονομία.

Η συμφωνία ανακοινώθηκε μία ημέρα μετά τη συνάντηση του Γκριρ με τον Ελβετό υπουργό Οικονομίας, Γκι Παρμελέν, στην Ουάσιγκτον, στην οποία επιτεύχθηκε διευθέτηση των ανοιχτών θεμάτων και οριστικοποίηση της συμφωνίας.

Η συμφωνία σταθεροποιεί το διμερές εμπόριο συνολικής αξίας περίπου 188 δισ. δολαρίων μεταξύ ΗΠΑ και Ελβετίας, οικονομίας η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αμερικανική ζήτηση για φαρμακευτικά προϊόντα, ακριβείας μηχανήματα και τα περίφημα ελβετικά ρολόγια της.

Πάνω από το ένα πέμπτο των ελβετικών άμεσων ξένων επενδύσεων απορροφάται από τις ΗΠΑ, καθιστώντας την Αμερική τον σημαντικότερο επενδυτικό προορισμό της Ελβετίας.

Η συμφωνία βάζει τέλος σε μήνες αβεβαιότητας για τους Ελβετούς εξαγωγείς, οι οποίοι προειδοποιούσαν ότι ο δασμός του 39% διατάρασσε τις αποστολές και ανάγκαζε τις επιχειρήσεις να επαναξιολογήσουν τα παραγωγικά τους πλάνα.

Νέος γύρος τεχνικών διαβουλεύσεων θα ακολουθήσει τις επόμενες εβδομάδες για τον καθορισμό των ποσοστώσεων, των δασμολόγιων και των νέων επενδυτικών δεσμεύσεων.

Σχεδόν 1.200 αμερικανικές επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην Ελβετία, απασχολώντας περίπου 95.000 εργαζομένους, ενώ οι ελβετικές εταιρείες συγκαταλέγονται στους καλύτερους εργοδότες ξένων επενδύσεων στις ΗΠΑ, με μέσους μισθούς άνω των 130.000 δολαρίων, κατά τα στοιχεία του ελβετικού υπουργείου Εξωτερικών.

Ανησυχίες των G7 για τη ραγδαία ενίσχυση της στρατιωτικής και πυρηνικής ισχύος της Κίνας

Κοινή ανακοίνωση με την οποία εκφράζουν ανησυχία για τη ραγδαία ενίσχυση του πυρηνικού οπλοστασίου και των στρατιωτικών δυνατοτήτων του Πεκίνου εξέδωσαν στις 12 Νοεμβρίου οι επτά ισχυρότερες βιομηχανικές χώρες του κόσμου, καλώντας το κινεζικό καθεστώς να αποδείξει τη δέσμευσή του υπέρ της σταθερότητας με μεγαλύτερη διαφάνεια.

Η ανακοίνωση για την παγκόσμια ασφάλεια δόθηκε στη δημοσιότητα στο πλαίσιο της συνόδου των G7 στον Νιαγάρα του Καναδά και φέρει την υπογραφή των Ηνωμένων Πολιτειών, του Καναδά, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Ιαπωνίας, της Μεγάλης Βρετανίας και του Ύπατου Εκπροσώπου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η ατζέντα της συνόδου, που διεξήχθη το διήμερο 11-12 Νοεμβρίου, περιλάμβανε ζητήματα ειρήνης και σταθερότητας στη Μέση Ανατολή, την Ουκρανία, την Ινδο-Ειρηνική, την Αϊτή, το Σουδάν και το Κονγκό, καθώς και θέματα ασφάλειας στη ναυσιπλοΐα και τις εφοδιαστικές αλυσίδες, με την Κίνα να βρίσκεται συχνά στο επίκεντρο των συζητήσεων.

«Παραμένουμε ανήσυχοι για την ενίσχυση των κινεζικών ενόπλων δυνάμεων και τον ταχύτατο πολλαπλασιασμό του πυρηνικού οπλοστασίου της Κίνας και καλούμε το Πεκίνο να αποδείξει έμπρακτα τη δέσμευσή του για σταθερότητα, διασφαλίζοντας μεγαλύτερη διαφάνεια», αναφέρει χαρακτηριστικά η ανακοίνωση.

Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών της Στοκχόλμης για την Ειρήνη, η Κίνα αυξάνει τον αριθμό των πυρηνικών της κεφαλών με ρυθμό που ξεπερνά κάθε άλλη χώρα, αγγίζοντας το 20% ετησίως.

Τον Ιανουάριο, η χώρα υπολογιζόταν πως διαθέτει τουλάχιστον 600 πυρηνικές κεφαλές, διπλάσιες σε σχέση με το 2020. Αν και παραμένει μακρινή τρίτη πίσω από τη Ρωσία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ινστιτούτο εκτιμά ότι αν αυτή η τάση συνεχιστεί, η Κίνα θα μπορούσε να φτάσει στο ίδιο επίπεδο με τις ΗΠΑ έως το 2030.

Τον Αύγουστο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, πρότεινε τη διεξαγωγή συνομιλιών για τον πυρηνικό αφοπλισμό με τη Μόσχα και το Πεκίνο, ωστόσο το κινεζικό καθεστώς απέρριψε το αίτημα. Τον Οκτώβριο, ο Τραμπ έδωσε εντολή στο Πεντάγωνο να ξεκινήσει δοκιμές πυρηνικών όπλων ως απάντηση στην εντατικοποίηση τέτοιων δοκιμών από Ρωσία και Κίνα.

«Λόγω των προγραμμάτων δοκιμών άλλων χωρών, ζήτησα από το Υπουργείο Πολέμου να ξεκινήσει δοκιμές των δικών μας πυρηνικών όπλων σε ισότιμη βάση», ανέφερε ο Τραμπ σε ανάρτησή του στο Truth Social, προσθέτοντας ότι η διαδικασία θα ξεκινήσει άμεσα.

Η χορήγηση κινεζικών όπλων στη Ρωσία για τον πόλεμο στην Ουκρανία αποτέλεσε άλλο ένα σημείο ανησυχίας για τους ηγέτες των G7. «Καταδικάζουμε την παροχή στρατιωτικής βοήθειας προς τη Ρωσία από τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν, καθώς και την παροχή όπλων και διπλής χρήσης εξαρτημάτων από την Κίνα, η οποία αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τον πόλεμο της Ρωσίας», τονίζεται στην κοινή ανακοίνωση.

Οι ηγέτες επαναβεβαίωσαν τη δέσμευσή τους υπέρ της ειρήνης στην Ινδο-Ειρηνική, καταγγέλλοντας αποσταθεροποιητικές ενέργειες της Κίνας και της Βόρειας Κορέας, όπως τις επανειλημμένες συγκρούσεις μεταξύ κινεζικών και φιλιππινέζικων σκαφών στην αμφισβητούμενη περιοχή, κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου.

Παράλληλα, εξέφρασαν την υποστήριξή τους για τη διατήρηση της ειρήνης στα Στενά της Ταϊβάν και την ουσιαστική συμμετοχή της Ταϊβάν σε διεθνείς οργανισμούς όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο.

Στην ανακοίνωση γίνεται επίσης μνεία στον πρόσφατα δημοσιευθέντα Οδικό Χάρτη για την Ανθεκτικότητα στην Εφοδιαστική Αλυσίδα Κρίσιμων Ορυκτών, με αναφορά στις προσπάθειες του Πεκίνου να επιβάλει εκτεταμένους περιορισμούς στην παγκόσμια πρόσβαση σε σπάνιες γαίες, σχεδόν όλες οι οποίες επεξεργάζονται στην Κίνα.

«Εκφράσαμε ιδιαίτερη ανησυχία για τη χρήση αθέμιτων μέτρων και τακτικών που διαταράσσουν τις εφοδιαστικές αλυσίδες κρίσιμων ορυκτών, όπως και άλλες στρεβλώσεις της αγοράς συμπεριλαμβανομένης της υπερπαραγωγής», επισημαίνεται.

Τέλος, οι ηγέτες καλωσόρισαν τη συνάντηση των Ντόναλντ Τραμπ και Σι Τζινπίνγκ, μετά την οποία η Κίνα συμφώνησε να αναστείλει για τουλάχιστον έναν χρόνο τους περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών και μαγνητών, και τόνισαν πως αποθαρρύνουν οποιαδήποτε μελλοντική πολιτική που θα αποτελεί εμπόδιο στις προβλέψιμες εμπορικές συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένων των κρίσιμων ορυκτών.

Τουρκία: Η αντιπολίτευση απορρίπτει το κατηγορητήριο εις βάρος του Ιμάμογλου ως προπαγάνδα

Το κόμμα του φυλακισμένου αντιπολιτευόμενου πολιτικού Εκρέμ Ιμάμογλου απέρριψε ως «πολιτική προπαγάνδα» το αίτημα της εισαγγελίας να επιβληθεί στον πρώην δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης ποινή κάθειρξης άνω των 2.000 ετών.

«Με το κατηγορητήριο αυτό, η κυβέρνηση αποκάλυψε ότι θέλει να σπρώξει αυτή τη χώρα μακριά από τη δημοκρατία», δήλωσε σήμερα στην Άγκυρα ο Ντενίζ Γιουτζέλ, εκπρόσωπος του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), προσθέτοντας ότι δεν πρόκειται για ένα νομικό, αλλά για ένα πολιτικό κείμενο που στοχοθετεί ολόκληρο το κόμμα.

Ο Ιμάμογλου, ο οποίος θεωρείται ισχυρός αντίπαλος του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, συνελήφθη το Μάρτιο κατηγορούμενος για τρομοκρατία και διαφθορά, και παύθηκε από τη θέση του ως δημάρχου της Κωνσταντινούπολης.

Την Τρίτη, 11 Νοεμβρίου, η Εισαγγελία της Κωνσταντινούπολης κατάθεσε το κατηγορητήριο, ζητώντας να επιβληθεί στον Ιμάμογλου συνολική ποινή κάθειρξης 2.430 ετών για 142 αδικήματα.

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο αντιπολιτευόμενος πολιτικός κατηγορείται για την ίδρυση και καθοδήγηση εγκληματικής οργάνωσης, καθώς και για δωροδοκία και ξέπλυμα χρημάτων, μεταξύ άλλων κατηγοριών.

Η εισαγγελία επιδιώκει επίσης να καταδικασθούν περισσότεροι από 400 άλλοι ύποπτοι, μεταξύ των οποίων ο πατέρας και ο γιος του Ιμάμογλου, οι οποίοι κατηγορούνται για ξέπλυμα χρημάτων, μια κατηγορία που επισύρει μακροχρόνιες ποινές φυλάκισης, όπως μετέδωσε το τουρκικό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu. Στον κατάλογο των υπόπτων περιλαμβάνονται και δημοσιογράφοι, σύμφωνα με την ίδια πηγή.

Ένας από αυτούς είναι ο Ρουσέν Τσακίρ, μια από τις πιο εξέχουσες φιλελεύθερες φωνές της χώρας. Σύμφωνα με το Anadolu, κατηγορείται για υποστήριξη εγκληματικής οργάνωσης, κατηγορία που επισύρει ποινή φυλάκισης έως τεσσάρων ετών.

Το κατηγορητήριο πρέπει τώρα να γίνει δεκτό από το δικαστήριο, διαδικασία που θεωρείται τυπική.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Συνάντηση G7 στον Καναδά: Στο προσκήνιο Ουκρανία και Μέση Ανατολή

Κορυφαίοι διπλωμάτες της Ομάδας των Επτά θα συναντηθούν στον Καναδά στις 12 Νοεμβρίου, με βασικά θέματα στην ατζέντα τον πόλεμο στην Ουκρανία και τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στη Γάζα.

Η υπουργός Εξωτερικών του Καναδά, Ανίτα Ανάντ, θα φιλοξενήσει τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, καθώς και τους ομολόγους τους από τις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία και την Ιαπωνία, στο Νιαγκάρα-ον-δε-Λέικ του Οντάριο.

Σύμφωνα με το καναδικό υπουργείο Εξωτερικών, στη συνάντηση προσκλήθηκαν ακόμη οι υπουργοί Εξωτερικών της Αυστραλίας, της Βραζιλίας, της Ινδίας, της Σαουδικής Αραβίας, του Μεξικού, της Νότιας Κορέας, της Νοτίου Αφρικής και της Ουκρανίας.

Η κ. Ανάντ δήλωσε ότι αναμένει εστιασμένες συζητήσεις για τη μακρά πορεία προς την ειρήνη σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή. «Πρέπει να είμαστε φιλόδοξοι για τον στόχο μιας διαρκούς ειρήνης», ανέφερε, προσθέτοντας πως το ειρηνευτικό σχέδιο για τη Γάζα οφείλει να τηρηθεί.

Ο Μάρκο Ρούμπιο ανακοίνωσε την άφιξή του στον Καναδά με ανάρτηση στην πλατφόρμα X, σημειώνοντας ότι «θα συνεχίσει να προωθεί το όραμα του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για την ειρήνη μέσω ισχύος». Όπως έγραψε: «Αντιμετωπίζουμε ένα ευρύ φάσμα κρίσιμων ζητημάτων με μία βασική προτεραιότητα: να θέσουμε την ασφάλεια των Αμερικανών πάνω απ’ όλα».

Οι σχέσεις Οττάβας–Ουάσιγκτον έχουν τεθεί υπό δοκιμασία τους τελευταίους μήνες, μετά την επιβολή δασμών από τον Τραμπ και τις δηλώσεις του σχετικά με το ενδεχόμενο ο Καναδάς να γίνει η 51η πολιτεία των ΗΠΑ. Η κ. Ανάντ σημείωσε: «Κάθε σύνθετη σχέση έχει πολλαπλά πεδία επαφής.

Σε ζητήματα εμπορίου, υπάρχουν ακόμη ανοιχτά μέτωπα που πρέπει να αντιμετωπιστούν και το ίδιο ισχύει και για άλλα ζητήματα πέραν του εμπορίου, όπου η συμβολή του υπουργού Ρούμπιο και η δική μου είναι καθοριστική, καθώς η σχέση πρέπει να συνεχιστεί σε πολλαπλά επίπεδα».

Οι υπουργοί της G7 θα έχουν επίσης συνάντηση με τον Ουκρανό υπουργό Εξωτερικών, Αντρίι Σιμπίχα, τις πρωινές ώρες της 12ης Νοεμβρίου.

Ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας Αντρέι Σιμπίχα παρευρίσκεται σε εκδήλωση στο Νέο Δελχί της Ινδίας, στις 18 Μαρτίου 2025. Adnan Abidi/Reuters

 

Ενόψει της συνόδου, το Ηνωμένο Βασίλειο ανακοίνωσε αποστολή 13 εκατ. λιρών για την αποκατάσταση των ενεργειακών υποδομών της Ουκρανίας ενόψει του χειμώνα.

Τα χρήματα θα διατεθούν για την επισκευή των δικτύων ηλεκτρικού ρεύματος, θέρμανσης και υδροδότησης, αλλά και για ανθρωπιστική βοήθεια προς τους Ουκρανούς.

«Ο Πούτιν επιχειρεί να βυθίσει την Ουκρανία στο σκοτάδι και το κρύο καθώς πλησιάζει ο χειμώνας. Αυτές οι δειλές επιθέσεις δεν αποτελούν μόνο πλήγμα για την ασφάλεια της Ουκρανίας, αλλά και απειλή για την οικονομική ασφάλεια, τη σταθερότητα και την ανάπτυξη του Ηνωμένου Βασιλείου», δήλωσε η Βρετανίδα υπουργός Εξωτερικών, Ιβέτ Κούπερ.

Η κ. Ανάντ είχε ανακοινώσει από τις 31 Οκτωβρίου ότι ο Καναδάς διαθέτει 10 εκατ. δολάρια Καναδά για τον ίδιο σκοπό. Η συνάντηση στο Νιαγκάρα-ον-δε-Λέικ αποτελεί συνέχεια της συνόδου κορυφής των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της G7 που είχε πραγματοποιηθεί τον Ιούνιο στην Κάνανσκις της Αλμπέρτα.

Σημειώνεται πως σε εκείνη τη σύνοδο ο Τραμπ επέστρεψε εσπευσμένα στην Ουάσιγκτον μία ημέρα νωρίτερα από το προγραμματισμένο, λόγω των τότε προσπαθειών του να τερματίσει τον εν εξελίξει πόλεμο μεταξύ Ισραήλ και Ιράν.

Η Μέση Ανατολή κυριάρχησε επίσης στην ατζέντα εκείνης της συνόδου, με τους ηγέτες να καταδικάζουν το Ιράν χαρακτηρίζοντάς το ως βασική πηγή αστάθειας και τρομοκρατίας στην περιοχή. Ο εκπρόσωπος του ιρανικού Υπουργείου Εξωτερικών, Ισμαήλ Μπακίγιεχ, επέκρινε τότε τη δήλωση της G7, κάνοντας λόγο για «μονόπλευρη ρητορική» και παραγνώριση των επιθέσεων του Ισραήλ εναντίον του Ιράν.

Ο Μπακίγιεχ επισήμανε σε δήλωσή του τον Ιούνιο στην πλατφόρμα X: «Οι ηγέτες της G7 πρέπει να πουν τα πράγματα με το όνομά τους» και κατηγόρησε το Ισραήλ για παράνομες επιθέσεις στις μη στρατιωτικές πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν. «Η πορεία προς τη σταθερότητα της περιοχής απαιτεί άμεσο τερματισμό της ισραηλινής επιθετικότητας και λογοδοσία για τις παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου».

Πληροφορίες από Associated Press και Reuters

Ο Τραμπ ζητά απονομής χάριτος για τον Νετανιάχου με επιστολή προς τον Ερτζογκ

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απέστειλε επιστολή προς τον Ισραηλινό πρόεδρο Ισαάκ Ερτζογκ, με την οποία τον καλεί να προχωρήσει στην πλήρη απονομή χάριτος προς τον πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος παραμένει υπό δικαστική δίωξη για κατηγορίες διαφθοράς, γνωστοποίησε το γραφείο του Ερτζογκ στις 12 Νοεμβρίου.

Στην επιστολή του, ο Τραμπ επισημαίνει πως «το Ισραήλ πέρασε τρομερά δύσκολες στιγμές τα τελευταία τρία χρόνια», αναφερόμενος στη σύρραξη στη Γάζα, και καλεί τον Ερτζογκ να απονείμει πλήρη χάρη στον Νετανιάχου.

Εξήρε τον Ισραηλινό πρωθυπουργό ως «ισχυρή και αποφασιστική ηγετική φυσιογνωμία εν καιρώ πολέμου, που πλέον οδηγεί το Ισραήλ σε μια εποχή ειρήνης», τονίζοντας πως έχει έρθει η ώρα να επικεντρωθεί στην ειρήνη και όχι σε δικαστικές περιπέτειες.

Ο Τραμπ πρόσθεσε πως «η προσοχή του Νετανιάχου δεν μπορεί να αποσπάται άσκοπα από τη συνεχιζόμενη δίκη για διαφθορά, η οποία ξεκίνησε το 2020 και περιλαμβάνει κατηγορίες για δωροδοκία, απάτη και κατάχρηση εμπιστοσύνης».

Παρότι δήλωσε σεβασμό στην ανεξαρτησία της ισραηλινής Δικαιοσύνης, χαρακτήρισε τις κατηγορίες πολιτικά υποκινούμενες, εκτιμώντας πως η δίωξη κατά του Νετανιάχου –“ο οποίος έχει πολεμήσει στο πλευρό μου επί μακρόν, μεταξύ άλλων κατά του ιδιαίτερα σκληρού εχθρού του Ισραήλ, του Ιράν”– είναι «πολιτική, αδικαιολόγητη δίωξη».

Η επιστολή ακολουθεί την επίσκεψη του Τραμπ στο Ισραήλ τον Οκτώβριο, μετά την ανακοίνωση της εκεχειρίας στη Γάζα, όταν απηύθυνε δημόσια έκκληση από το βήμα της Κνεσέτ προς τον Ερτζογκ να απονείμει χάρη στον Νετανιάχου. Τότε, ο Τραμπ είχε χαρακτηρίσει τον Ισραηλινό πρωθυπουργό «καλό άνθρωπο που ξέρει να νικά».

Στην τελευταία του επιστολή ο Τραμπ υπενθυμίζει πως με τον Ερτζογκ είχαν συμφωνήσει νωρίς στην προεδρία του να επικεντρωθούν στην επιστροφή των ομήρων και στην επίτευξη ειρηνευτικής συμφωνίας. Τώρα που, όπως υποστηρίζει ο ίδιος, οι στόχοι αυτοί έχουν εκπληρωθεί, προσθέτει πως «είναι η ώρα να ενώσει ο Νετανιάχου το Ισραήλ, παρέχοντάς του χάρη και βάζοντας τέλος οριστικά σε αυτή τη δικαστική διαμάχη».

Η απάντηση του γραφείου Ερτζογκ

Το γραφείο του Ισαάκ Ερτζογκ επιβεβαίωσε την παραλαβή της επιστολής και ευχαρίστησε τις Ηνωμένες Πολιτείες για τη στήριξη που παρείχαν στην απελευθέρωση των Ισραηλινών ομήρων που κρατούσε η τρομοκρατική οργάνωση Χαμάς στη Γάζα, καθώς και για τη διασφάλιση της ασφάλειας του Ισραήλ.

Σε δήλωση που επικαλείται η εφημερίδα Jerusalem Post, το γραφείο του προέδρου διευκρίνισε ότι «η διαδικασία απονομής χάριτος στο Ισραήλ πρέπει να ακολουθείται αυστηρά».

Κάθε ενδιαφερόμενος πρέπει να υποβάλει τυπικό αίτημα σύμφωνα με τις προβλεπόμενες διαδικασίες. Βάσει του ισραηλινού δικαίου, ο πρόεδρος μπορεί να χορηγεί χάρη σε όσους έχουν καταδικαστεί σε δικαστήριο και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ακόμη και πριν την ολοκλήρωση της δίκης, εφόσον αυτό κρίνεται πως εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον.

Το αίτημα πρέπει να υποβληθεί από τον ίδιο τον ενδιαφερόμενο ή μέλος της άμεσης οικογένειάς του. Μέχρι σήμερα, ούτε ο Νετανιάχου ούτε οι συγγενείς του έχουν προχωρήσει σε σχετική αίτηση.

 Τα δικαστικά προβλήματα του Νετανιάχου

Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου κατηγορήθηκε επισήμως τον Νοέμβριο του 2019 σε τρεις ξεχωριστές υποθέσεις –γνωστές ως 1000, 2000 και 4000– για δωροδοκία, απάτη και κατάχρηση εμπιστοσύνης.

Στην υπόθεση 4000, οι εισαγγελείς υποστηρίζουν ότι προσέφερε ρυθμιστικά οφέλη αξίας εκατομμυρίων σεκέλ στον επιχειρηματία Σαούλ Ελοβιτς, ιδιοκτήτη της Bezek και της ιστοσελίδας Wallah News, με αντάλλαγμα ευνοϊκή δημοσιογραφική κάλυψη για τον ίδιο και την οικογένειά του.

Η υπόθεση 2000 αφορά συζητήσεις του Νετανιάχου με τον εκδότη της Yedioth Ahronoth, Αρνόν Μόζες, με αντικείμενο νομοθεσία που θα περιόριζε ανταγωνιστική εφημερίδα (Israel Hayom), έναντι θετικής προβολής από τα μέσα του Μόζες.

Στην υπόθεση 1000, ο Νετανιάχου και η σύζυγός του κατηγορούνται ότι έλαβαν πολυτελή δώρα, μεταξύ αυτών πούρα και σαμπάνιες, αξίας περίπου 700.000 σεκέλ (περ. 170.000 ευρώ) από τους επιχειρηματίες Αρνόν Μιλτσάν και Τζέιμς Πάκερ, ενώ ο Νετανιάχου φέρεται να έλαβε αποφάσεις υπέρ των συμφερόντων τους.

Ο Νετανιάχου έχει αρνηθεί το σύνολο των κατηγοριών και κατά την περσινή κατάθεσή του στο δικαστήριο αυτοχαρακτηρίστηκε ως «υπερασπιστής της ασφάλειας του Ισραήλ, που έχει σταθεί όρθιος απέναντι στις πιέσεις ξένων δυνάμεων αλλά και απέναντι σε ένα εχθρικό εσωτερικό μιντιακό τοπίο».

Σε παλαιότερη ομιλία του, στις 24 Μαΐου 2020, λίγο πριν αρχίσει η δίκη του, είχε τονίσει πως «οι διώξεις αυτές αποτελούν απόπειρα υπονόμευσης της βούλησης του λαού, μια προσπάθεια να ανατραπεί τόσο ο ίδιος όσο και η δεξιά παράταξη».

Το Καζακστάν εγκρίνει νόμο κατά της ΛΟΑΤΚΙ «προπαγάνδας» στα μέσα και το διαδίκτυο

Το σώμα του κοινοβουλίου του Καζακστάν ενέκρινε ομόφωνα, στις 12 Νοεμβρίου, νομοσχέδιο που απαγορεύει την «προπαγάνδα ΛΟΑΤΚΙ» στο διαδίκτυο και τα μέσα ενημέρωσης, επιβάλλοντας πρόστιμα στους παραβάτες και ποινές φυλάκισης έως και δέκα ημερών σε περίπτωση υποτροπής. Το νομοσχέδιο υπερψηφίστηκε στη Μετζίλις, το κατώτερο σώμα της πρώην σοβιετικής δημοκρατίας.

Ο βουλευτής Γέλνερ Μπαϊζενμπάγεφ, στα τέλη Οκτωβρίου, προσδιόρισε την έννοια της «προπαγάνδας» για τις ανάγκες του νομοσχεδίου ως «τη διάδοση πληροφοριών σχετικά με μη παραδοσιακό σεξουαλικό προσανατολισμό και προσκόλληση σε αυτόν, είτε δημόσια είτε μέσω των μέσων μαζικής ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένων σκόπιμα διαστρεβλωμένων πληροφοριών, με σκοπό τη διαμόρφωση θετικής δημόσιας γνώμης σε αόριστο αριθμό ανθρώπων», σύμφωνα με ρεπορτάζ του Tengri News.

Ο υπουργός Παιδείας Γκανί Μπαϊζενμπάγεφ, υποστηρίζοντας το νομοσχέδιο, δήλωσε στους βουλευτές: «Τα παιδιά και οι έφηβοι εκτίθενται καθημερινά σε πληροφορίες στο διαδίκτυο που μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τις αντιλήψεις τους για την οικογένεια, την ηθική και το μέλλον τους».

Το νομοσχέδιο θα τεθεί προς ψήφιση στη Γερουσία του Καζακστάν και, εφόσον εγκριθεί, θα μεταβιβαστεί στον πρόεδρο Κασίμ-Τζομάρτ Τοκάγεφ για τελική υπογραφή, προτού καταστεί νόμος. Εκτιμάται πως η διαδικασία θα ολοκληρωθεί, καθώς και τα δύο σώματα ελέγχονται από κόμματα που στηρίζουν τον πρόεδρο, ο οποίος έχει ήδη εκφράσει τη στήριξή του.

Το τελευταίο διάστημα, ο Τοκάγεφ, επικεφαλής του Καζακστάν από το 2019, έχει επανειλημμένα τονίσει την ανάγκη διαφύλαξης των παραδοσιακών αξιών.

Τον Μάρτιο, σε συνεδρίαση του Εθνικού Κουρουλτάι, είχε δηλώσει: «Εδώ και δεκαετίες, οι λεγόμενες δημοκρατικές ηθικές αξίες, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αφορούν τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα, έχουν επιβληθεί σε πολλές χώρες, και με αφορμή αυτό, διεθνή μη κυβερνητικά ιδρύματα και οργανώσεις έχουν παρέμβει κατάφωρα στις εσωτερικές τους υποθέσεις».

Κατηγόρησε τις ΜΚΟ ότι «κατά τη διάρκεια της φιλελεύθερης προπαγάνδας τους, έχουν υπεξαιρέσει δισεκατομμύρια δολάρια», ενώ επαίνεσε τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ για τις προσπάθειες της κυβέρνησής του να εντοπίσει ευρείας κλίμακας καταχρήσεις και να «αποκαλύψει την πολιτική υποκρισία του ‘βαθέος κράτους’ και να αποκαταστήσει τις παραδοσιακές ηθικές αξίες».

Το πρακτορείο Kazinform, σε σχετικό ρεπορτάζ, σημειώνει ότι το Καζακστάν, αν και κατά πλειονότητα μουσουλμανικό, είναι κατά βάση κοσμικό κράτος και είχε νομιμοποιήσει την ομοφυλοφιλία από τη δεκαετία του 1990. Ωστόσο, οι κοινωνικές αντιλήψεις παραμένουν βαθιά συντηρητικές. Οργανώσεις πίεσης προειδοποιούν ότι το νέο νομοσχέδιο αποτελεί μορφή λογοκρισίας και παραβιάζει τις διεθνείς δεσμεύσεις της Αστάνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Η Μαρί Στρούδερς, διευθύντρια για την Ανατολική Ευρώπη και Κεντρική Ασία στη Διεθνή Αμνηστία, δήλωσε: «Μαζί με την κοινωνία των πολιτών του Καζακστάν, απευθύνουμε έκκληση στους βουλευτές να απορρίψουν τις τροποποιήσεις αυτές πριν γίνουν νόμος. Η απαγόρευση της λεγόμενης προπαγάνδας ΛΟΑΤΚΙ δεν στοχεύει στην προστασία των παιδιών. Πρόκειται για θεσμοθέτηση του στίγματος, του φόβου και της λογοκρισίας».

Το νομοσχέδιο του Καζακστάν παρουσιάζει ομοιότητες με αντίστοιχους νόμους που εγκρίθηκαν φέτος στην Ουγγαρία και τη Σλοβακία.

Η Σλοβακία, τον Σεπτέμβριο, ψήφισε συνταγματική τροποποίηση που αναγνωρίζει μόνο δύο φύλα και δηλώνει πως η Μπρατισλάβα διατηρεί την εθνική της κυριαρχία σε ζητήματα εθνικής ταυτότητας και θεμελιωδών ηθικών αρχών, ενώ απαγορεύει την παρένθετη μητρότητα και περιορίζει το δικαίωμα υιοθεσίας, δίνοντας σαφή προτεραιότητα στα έγγαμα ζευγάρια. Αντίστοιχη συνταγματική τροποποίηση υιοθέτησε και η Ουγγαρία νωρίτερα φέτος, ενώ η Ρωσία, το 2023, με ανάλογη νομοθεσία, χαρακτήρισε το διεθνές κίνημα ΛΟΑΤΚΙ «εξτρεμιστική οργάνωση».

Με πληροφορίες από το Reuters

Η Ελλάδα υποστηρίζει το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες

Κατά την 80ή Σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, η Τρίτη Επιτροπή εξέτασε την Έκθεση του Ύπατου Αρμοστή του Οργανισμού για τους Πρόσφυγες, καθώς και ζητήματα που αφορούν επαναπατρισθέντες και εκτοπισμένα άτομα.

Το σχέδιο ψηφίσματος υπέβαλαν από κοινού 33 κράτη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, συγκεκριμένα οι Αρμενία, Αυστρία, Βοσνία και Ερζεγοβίνη, Βραζιλία, Βουλγαρία, Καναδάς, Κολομβία, Κροατία, Κύπρος, Δανία, Ελ Σαλβαδόρ, Εσθονία, Φινλανδία, Γαλλία, Γεωργία, Γερμανία, Ονδούρα, Ισλανδία, Ιρλανδία, Λιχτενστάιν, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Μάλτα, Μεξικό, Ολλανδία, Νιγηρία, Νορβηγία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σλοβενία, Ισπανία, Σουηδία, Ελβετία, Ουκρανία και Ηνωμένο Βασίλειο.

Το σχέδιο αποτελεί τη συνέχιση της ετήσιας διαδικασίας ανανέωσης της εντολής του Ύπατου Αρμοστή, επιβεβαιώνοντας την υποστήριξη των κρατών-μελών στις δράσεις του Γραφείου για την προστασία και αρωγή των προσφύγων και των εκτοπισμένων παγκοσμίως.

Το ψήφισμα επιβεβαιώνει τη σημασία της Σύμβασης του 1951 για το καθεστώς των προσφύγων και του Πρωτοκόλλου του 1967 ως βάση του διεθνούς συστήματος προστασίας, αναγνωρίζοντας τη σημασία της πλήρους και αποτελεσματικής εφαρμογής τους από τα συμβαλλόμενα κράτη και των αξιών που αυτές ενσωματώνουν. Υπογραμμίζει, ιδίως, τη σημασία του πλήρους σεβασμού της αρχής της μη προώθησης.

Παράλληλα, καλεί τη διεθνή κοινότητα στο σύνολό της να εφαρμόσει το Παγκόσμιο Σύμφωνο για τους Πρόσφυγες, προκειμένου να επιτευχθούν οι τέσσερις στόχοι του, στη βάση της αρχής της δίκαιης κατανομής βαρών και ευθυνών.

Σε ό,τι αφορά τις μεταναστευτικές οδούς της Ανατολικής Μεσογείου, το ψήφισμα ενθαρρύνει τη διεθνή συνεργασία για την ενίσχυση της προσπάθειας πρόληψης και καταπολέμησης της εμπορίας και διακίνησης ανθρώπων, καθώς και για τη διασφάλιση κατάλληλων μηχανισμών ανταπόκρισης, περιλαμβανομένων, όπου ενδείκνυται, σωστικών ενεργειών, υποδοχής, καταγραφής και παροχής βοήθειας.

Εκφράζει βαθιά ανησυχία για τον μεγάλο αριθμό αιτούντων άσυλο που έχασαν τη ζωή τους ή αγνοούνται, στη θάλασσα και στη στεριά, προσπαθώντας να φτάσουν σε ασφαλές μέρος, και ενθαρρύνει τη διεθνή συνεργασία για την ενίσχυση των μηχανισμών πρόληψης, έρευνας και διάσωσης, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο.

Σε σχέση με τις υποχρεώσεις προστασίας, καλεί τα κράτη να εξετάζουν τις αιτήσεις ασύλου αναγνωρίζοντας πλήρως όσους χρήζουν διεθνούς προστασίας, σύμφωνα με τις διεθνείς και περιφερειακές τους δεσμεύσεις. Καταδικάζει τον αυξανόμενο αριθμό περιστατικών προώθησης και παράνομης απέλασης προσφύγων και αιτούντων άσυλο, καθώς και πρακτικές άρνησης πρόσβασης στο άσυλο.

Στα ζητήματα φύλου και ένταξης, το ψήφισμα καταδικάζει απερίφραστα τις επιθέσεις και κάθε μορφή βίας, συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικής και έμφυλης βίας. Ενθαρρύνει τα κράτη και το Γραφείο του Ύπατου Αρμοστή να διασφαλίσουν ότι οι απόψεις των εκτοπισμένων γυναικών και των κοριτσιών λαμβάνονται υπ’ όψιν, προωθώντας την ουσιαστική συμμετοχή τους σε ζητήματα που τις αφορούν, καθώς και την πλήρη και ισότιμη συμμετοχή των γυναικών στον σχεδιασμό, την εφαρμογή και την αξιολόγηση πολιτικών και ανθρωπιστικών προγραμμάτων.

Στο ψήφισμα εκφράζεται και η ανησυχία για τις αυξανόμενες αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, των φυσικών καταστροφών, της περιβαλλοντικής υποβάθμισης και της απώλειας βιοποικιλότητας, που συμβάλλουν στην αναγκαστική μετακίνηση πληθυσμών. Καλεί τα κράτη-μέλη να λάβουν κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση των φαινομένων αυτών, ενισχύοντας την ανθεκτικότητα και τις δυνατότητες πρόληψης και ανταπόκρισης σε περιπτώσεις εκτοπισμού.

Επιπλέον, σημειώνει ανησυχία για τη μείωση της χρηματοδότησης του Γραφείου του Ύπατου Αρμοστή το 2025 και καλεί τη διεθνή κοινότητα, συμπεριλαμβανομένων των μη παραδοσιακών δωρητών, να αυξήσουν επειγόντως τη χρηματοδότηση, ιδίως την ευέλικτη χρηματοδότηση, ώστε να αντιμετωπιστεί η πρωτοφανής κρίση πόρων.

Το ψήφισμα ζητάεπίσης πιο δίκαιη κατανομή βαρών και ευθυνών για τη φιλοξενία και στήριξη των προσφύγων παγκοσμίως, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις υπάρχουσες συνεισφορές και τις διαφορές σε δυνατότητες και πόρους μεταξύ των κρατών.

Υπενθυμίζει ότι το έργο του Ύπατου Αρμοστή είναι απολύτως μη πολιτικού, αλλά ανθρωπιστικού και κοινωνικού χαρακτήρα, και επαναβεβαιώνει τον καθαρά ανθρωπιστικό προσανατολισμό της αποστολής του Γραφείου για την παροχή διεθνούς προστασίας στους πρόσφυγες και την αναζήτηση βιώσιμων λύσεων για αυτούς.

Τέλος, υπογραμμίζει ότι ο εθελούσιος επαναπατρισμός παραμένει η προτιμώμενη λύση, ενώ αναγνωρίζει τη σημασία του επανεποικισμού ως στρατηγικού εργαλείου προστασίας και βιώσιμης λύσης για τους πρόσφυγες. Καλεί τα κράτη να δημιουργήσουν, να επεκτείνουν ή να διευκολύνουν την πρόσβαση σε συμπληρωματικές και βιώσιμες οδούς προστασίας, όπως η ανθρωπιστική υποδοχή, η οικογενειακή επανένωση, η κινητικότητα εργασίας και τα εκπαιδευτικά προγράμματα.

Της Γεωργίας Γαραντζιώτη

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ο Αμαζόνιος υποδέχεται τη διάσκεψη του ΟΗΕ για το κλίμα

Μετά το Μπακού, η COP30 ανοίγει στο Μπελέμ, όπου 50.000 σύνεδροι συζητούν για το μέλλον της παγκόσμιας συνεργασίας για το κλίμα. Παρά τις δυσκολίες και την έλλειψη ξενοδοχειακών υποδομών, ο πρόεδρος της Βραζιλίας Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα παρέμεινε αμετακίνητος στην απόφασή του η διάσκεψη να διεξαχθεί στην πόλη αυτή του Αμαζονίου.

Φιλοδοξία του είναι ο Αμαζόνιος να ανοίξει τα μάτια διαπραγματευτών, παρατηρητών, επιχειρήσεων και δημοσιογράφων. «Θα ήταν πιο εύκολο να οργανωθεί η COP σε μια πλούσια χώρα», σχολίασε λίγο πριν από την έναρξη της διάσκεψης. «Θέλουμε οι άνθρωποι να δουν την πραγματική κατάσταση των δασών, των ποταμών μας και των ανθρώπων που ζουν εκεί», εξήγησε.

Το τροπικό δάσος του Αμαζονίου, το οποίο διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής  υποφέρει από πληθώρα προβλημάτων: αποψίλωση, παράνομη εξόρυξη χρυσού, ρύπανση και ωμότητες εις βάρος κυρίως των αυτοχθόνων πληθυσμών.

Παρότι οι βραζιλιάνικες αρχές προετοιμάζονται διπλωματικά εδώ και έναν χρόνο, από επιμελητειακής άποψης έχουν μείνει πίσω. Πολλά περίπτερα χωρών δεν ήταν ακόμη έτοιμα χθες, την Κυριακή. «Υπάρχει μεγάλη ανησυχία για το αν θα είναι όλα έτοιμα εγκαίρως», σχολίασε πηγή που πρόσκειται στον ΟΗΕ. «Συνδέσεις, μικρόφωνα· ανησυχούμε ακόμη και για την έλλειψη τροφίμων», πρόσθεσε.

Ανησυχία υπάρχει επίσης για το αν η διεθνής κοινότητα θα καταφέρει να καταλήξει σε ενιαία απάντηση απέναντι στις πιο πρόσφατες καταστροφικές προβλέψεις για την κλιματική αλλαγή. Πώς θα αποφευχθεί η σύγκρουση μεταξύ πλούσιων και αναπτυσσόμενων χωρών; Πού θα βρεθούν τα χρήματα για να λάβουν βοήθεια τα κράτη που πλήττονται από κυκλώνες και ξηρασίες, όπως η Τζαμάικα που καταστράφηκε τον Οκτώβριο από τον ισχυρότερο κυκλώνα του τελευταίου αιώνα ή οι Φιλιππίνες που επλήγησαν από δύο σφοδρούς τυφώνες μέσα σε δύο εβδομάδες;

Ερωτήματα προκαλεί και ο «οδικός χάρτης» για τα ορυκτά καύσιμα που παρουσίασε ο Λούλα την Πέμπτη, στη διάρκεια της συνόδου κορυφής των ηγετών κρατών. Η βιομηχανία και οι πετρελαιοπαραγωγές χώρες έχουν ανακτήσει τις δυνάμεις τους από το 2023 και την υπογραφή στο Ντουμπάι της συμφωνίας για τη «μετάβαση» προς τη σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων. «Πώς θα το κάνουμε; Θα υπάρξει συναίνεση για το πώς θα προχωρήσουμε; Αυτό είναι ένα από τα μεγάλα μυστήρια της COP30», σχολίασε χθες ο πρόεδρος της διάσκεψης, Βραζιλιάνος διπλωμάτης Αντρέ Κορέα ντο Λάγκο.

Χωρίς τον Τραμπ

Εδώ και τρεις δεκαετίες, οι χώρες μέλη της Σύμβασης του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή, που υιοθετήθηκε στο Ρίο ντε Ζανέιρο, διαπραγματεύονται κάθε χρόνο για την ενίσχυση του παγκόσμιου κλιματικού πλαισίου. Οι προσπάθειές τους κορυφώθηκαν με τη Συμφωνία του Παρισιού το 2015, όταν η διεθνής κοινότητα δεσμεύθηκε να περιορίσει την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη στους 2 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή και να συνεχίσει τις προσπάθειες για τον περιορισμό της στον 1,5 βαθμό Κελσίου.

Ωστόσο, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, παραδέχθηκε πριν από μερικές εβδομάδες ότι είναι «αναπόφευκτο» να ξεπεραστεί σύντομα το όριο αυτό και ζητεί πλέον η υπέρβαση να είναι η μικρότερη δυνατή. Για να επιτευχθεί αυτό, πρέπει να μειωθούν οι παγκόσμιες εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου, που οφείλονται κυρίως στη χρήση πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα.

Μια ομάδα μικρών νησιωτικών κρατών ζητεί να περιληφθεί στην ημερήσια διάταξη της COP30 η ανάγκη διατύπωσης απάντησης σε αυτή την αποτυχία. «Ο 1,5 βαθμός Κελσίου δεν είναι ένας αριθμός ή ένας στόχος· είναι ζήτημα επιβίωσης», τόνισε ο Μανζίτ Ντακάλ, σύμβουλος της ομάδας των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών. «Δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε καμία απόφαση που δεν θα περιλαμβάνει συζήτηση για την αποτυχία μας να αποφύγουμε την αύξηση του 1,5 βαθμού Κελσίου», πρόσθεσε.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η μεγαλύτερη οικονομία παγκοσμίως και ο δεύτερος μεγαλύτερος ρυπαντής, απέχουν για πρώτη φορά από αυτή τη σύνοδο του ΟΗΕ για το Κλίμα. Ο Τραμπ ωστόσο δεν αγνοεί εντελώς την COP30 ή την αποψίλωση των δασών· χθες κατήγγειλε στο Truth Social το «σκάνδαλο» της υλοτόμησης δέντρων στην περιοχή του Μπελέμ για την κατασκευή ενός δρόμου, αντιδρώντας σε ρεπορτάζ του Fox News.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Εκρήξεις συγκλονίζουν τζαμί σε σχολείο της Ινδονησίας — Τουλάχιστον 54 τραυματίες

Η Ινδονησία συγκλονίστηκε από εκρήξεις που σημειώθηκαν σε τζαμί ενός λυκείου στην πρωτεύουσα Τζακάρτα, τραυματίζοντας τουλάχιστον 54 άτομα, κυρίως μαθητές. Όπως ανακοίνωσαν οι αρχές την Παρασκευή, ο βασικός ύποπτος είναι ένας 17χρονος μαθητής, ο οποίος νοσηλεύεται μετά από επέμβαση.

Μάρτυρες δήλωσαν σε τοπικά τηλεοπτικά δίκτυα ότι άκουσαν τουλάχιστον δύο ισχυρές εκρήξεις γύρω στο μεσημέρι, την ώρα που ξεκινούσε το κήρυγμα της προσευχής της Παρασκευής, τόσο μέσα όσο και έξω από το τζαμί του κρατικού σχολείου SMA 72, που βρίσκεται σε ναυτική εγκατάσταση στη βόρεια συνοικία Κελάπα Γκάντινγκ της Τζακάρτα.

Η αστυνομία ανέφερε ότι εντόπισε ένα ομοίωμα πολυβόλου που ανήκε στον ύποπτο, στο οποίο ήταν χαραγμένα συνθήματα με σαφείς αναφορές σε υπεροχή της λευκής φυλής. Ωστόσο, οι αρχές απέκλεισαν προσωρινά το ενδεχόμενο τρομοκρατικής ενέργειας.

Ο αντιπρόεδρος της Βουλής, Σούφμι Ντάσκο Άχμαντ, δήλωσε σε δημοσιογράφους ότι ο ύποπτος είναι ένας 17χρονος μαθητής που βρισκόταν στο χειρουργείο, χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες.

Ο διοικητής της αστυνομίας της Ινδονησίας, Λίστιο Σίγκιτ, ανέφερε ότι ο ύποπτος ήταν ένας από τους δύο μαθητές που χειρουργούνταν για τραύματα από τις εκρήξεις.

Σύμφωνα με τον Σίγκιτ, οι δυνάμεις ασφαλείας πραγματοποιούν εις βάθος έρευνα για να εξακριβώσουν την ταυτότητα του υπόπτου και το περιβάλλον του, ερευνώντας το σπίτι του και άλλα σχετικά στοιχεία. Επεσήμανε επίσης ότι οι αρχές συγκεντρώνουν πληροφορίες για το πιθανό κίνητρο και για το πώς ο νεαρός κατάφερε να συναρμολογήσει το ομοίωμα όπλου, στο οποίο ήταν γραμμένες φράσεις όπως «14 λέξεις. Για την Αγκάρθα» και «Μπρέντον Τάραντ: Καλωσήρθες στην κόλαση».

Η φράση «14 λέξεις» αποτελεί γνωστό σύνθημα που χρησιμοποιείται από οπαδούς της λευκής υπεροχής, ενώ ο Μπρέντον Τάραντ ήταν ο δράστης της πολύνεκρης επίθεσης του 2019 σε τζαμί και ισλαμικό κέντρο στο Κράιστσερτς της Νέας Ζηλανδίας, όπου σκοτώθηκαν 51 άνθρωποι και τραυματίστηκαν δεκάδες άλλοι.

Ο Σίγκιτ ανέφερε ότι οι αρχές εξετάζουν τα σύμβολα και τις επιγραφές στο ομοίωμα όπλου, προκειμένου να κατανοήσουν αν υπήρξε ιδεολογικό κίνητρο πίσω από την πράξη.

Οι περισσότεροι τραυματίες υπέστησαν εγκαύματα και τραύματα από θραύσματα γυαλιού. Ο αρχηγός της αστυνομίας Τζακάρτας, Άσεπ Έντι Σουχέρι, δήλωσε ότι δεν έχει προσδιοριστεί ακόμα ο τύπος των εκρηκτικών, αλλά οι εκρήξεις φαίνεται πως προήλθαν από το σημείο κοντά στα μεγάφωνα του τζαμιού. Παράλληλα, προειδοποίησε το κοινό να αποφεύγει πρόωρα συμπεράσματα περί τρομοκρατικής ενέργειας, πριν ολοκληρωθεί η έρευνα.

Η αστυνομία επιβεβαίωσε ότι εξετάζει δημοσιεύματα που αναφέρουν πως ο ύποπτος ήταν μαθητής της τρίτης λυκείου, ο οποίος είχε πέσει θύμα εκφοβισμού και ενδέχεται να επιχείρησε επίθεση αυτοκτονίας για εκδίκηση.

Ο εκπρόσωπος της αστυνομίας Μπουντί Ερμάντο δήλωσε ότι διερευνάται το ενδεχόμενο ο σχολικός εκφοβισμός να αποτέλεσε παράγοντα κινήτρου. Πρόσθεσε ότι η συλλογή μαρτυριών είναι δύσκολη, καθώς πολλοί μάρτυρες είναι επίσης τραυματίες που χρειάζονται θεραπεία. Οι αρχές παρέχουν ψυχολογική υποστήριξη σε μαθητές και εκπαιδευτικούς.

Ο Ερμάντο διόρθωσε τον αριθμό των τραυματιών από 55 σε 54, εξηγώντας ότι οι περισσότεροι βρίσκονταν κοντά στα μεγάφωνα και υπέστησαν απώλεια ακοής. Περίπου 33 μαθητές παραμένουν νοσηλευόμενοι σε δύο νοσοκομεία με εγκαύματα και τραύματα από θραύσματα. Διαβεβαίωσε, τέλος, ότι η πρωτεύουσα παραμένει ασφαλής και ότι η κατάσταση τελεί υπό έλεγχο, καλώντας τους πολίτες να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους.

Βίντεο που αναρτήθηκαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δείχνουν δεκάδες μαθητές με σχολική στολή να τρέχουν πανικόβλητοι στο προαύλιο του σχολείου, ορισμένοι με τα χέρια στα αυτιά τους για να προστατευτούν από τις εκρήξεις.

Κάποιοι τραυματίες μεταφέρθηκαν με φορεία σε αυτοκίνητα, ενώ συγγενείς συγκεντρώθηκαν στα νοσοκομεία Yarsi και Cempaka Putih για να μάθουν νέα των παιδιών τους. Γονείς που μίλησαν σε τηλεοπτικά δίκτυα είπαν ότι τα παιδιά τους είχαν τραυματιστεί από καρφιά και κομμάτια μεταλλικών αντικειμένων.

Η Ινδονησία, η πολυπληθέστερη μουσουλμανική χώρα του κόσμου, έχει γνωρίσει στο παρελθόν μεγάλες τρομοκρατικές επιθέσεις. Το 2002, μέλη της Αλ Κάιντα είχαν πραγματοποιήσει βομβιστική επίθεση στο νησί Μπαλί, σκοτώνοντας 202 ανθρώπους, κυρίως ξένους τουρίστες. Έκτοτε, η χώρα έχει δεχθεί μικρότερες, λιγότερο θανατηφόρες επιθέσεις, που στόχευαν κυβερνητικούς και αστυνομικούς φορείς ή άτομα που θεωρούνταν «άπιστοι» από εξτρεμιστικές ομάδες.

Η επίθεση της Παρασκευής δεν ήταν η πρώτη σε τζαμί. Το 2011, μουσουλμάνος εξτρεμιστής ανατινάχθηκε μέσα σε τζαμί σε αστυνομικό συγκρότημα στην πόλη Τσιρέμπον, τραυματίζοντας 30 άτομα.

Τον Δεκέμβριο του 2022, άλλος ισλαμιστής μαχητής και κατασκευαστής βομβών, που είχε πρόσφατα αποφυλακιστεί, αυτοανατινάχθηκε σε αστυνομικό τμήμα στη Δυτική Ιάβα, σκοτώνοντας έναν αξιωματικό και τραυματίζοντας 11 άτομα.

Από το 2023, η χώρα της Νοτιοανατολικής Ασίας βιώνει αυτό που οι αρχές αποκαλούν «φαινόμενο μηδενικών επιθέσεων», με ειδικούς να αποδίδουν τη σταθερότητα στα μέτρα ασφαλείας της κυβέρνησης.