Απόφαση για πιο αυστηρή διαχείριση των συνόρων πήρε η νέα γερμανική κυβέρνηση, προχωρώντας σε εντολή ενίσχυσης των επαναπροωθήσεων παράτυπων μεταναστών στα γερμανικά σύνορα. Την πρώτη κιόλας μέρα της θητείας της, στις 7 Μαΐου, ο υπουργός Εσωτερικών, Αλεξάντερ Ντόμπριντ, ανακοίνωσε το μέτρο, στοχεύοντας σε σταδιακή αύξηση του αριθμού των απορρίψεων και ενίσχυση των ελέγχων.
«Το ζητούμενο είναι η σαφήνεια, η συνέπεια και ο έλεγχος. Δεν κλείνουμε τα σύνορά μας, αλλά χωρίς αμφιβολία θα τα ελέγχουμε πολύ πιο αυστηρά. Αυτός ο αυστηρότερος έλεγχος θα φέρει και περισσότερες απορρίψεις αιτήσεων ασύλου», τόνισε ο Ντόμπριντ. Υπογράμμισε παράλληλα πως οι ευάλωτες ομάδες, όπως παιδιά και εγκυμονούσες, δεν θα εμποδίζονται να περάσουν τα σύνορα.
«Δεν πρόκειται από τη μια μέρα στην άλλη να απορρίπτουμε τους πάντες, αλλά είναι σημαντικό να μειώσουμε σταδιακά την υπερφόρτωση του συστήματος, να περιορίσουμε τον αριθμό των αιτήσεων και να στείλουμε ξεκάθαρο μήνυμα σε όλο τον κόσμο και στην Ευρώπη ότι η πολιτική της Γερμανίας έχει αλλάξει», συμπλήρωσε ο ίδιος.
Με την απόφαση αυτή, ανατρέπεται το άτυπο καθεστώς που ίσχυσε από το 2015 επί Άνγκελα Μέρκελ, όταν και επετράπη η είσοδος σε περίπου ένα εκατομμύριο αιτούντες άσυλο, κυρίως μέσω μιας ανάρτησης της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Μετανάστευσης που ανακοίνωνε την αναστολή του Πρωτοκόλλου του Δουβλίνου. Το σχετικό πρωτόκολλο προέβλεπε ότι οι πρόσφυγες έπρεπε να ζητούν άσυλο στην πρώτη χώρα της ΕΕ που εισέρχονταν.
Η απόφαση αυτή μετέτρεψε τη Γερμανία σε κύριο προορισμό για χιλιάδες πρόσφυγες – ιδιαίτερα από τη Συρία – ενώ αμέσως μετά, η είδηση διαδόθηκε διεθνώς μεταξύ των μεταναστών, αρκετοί από τους οποίους κατέστρεψαν έγγραφα ταυτότητας για να διευκολύνουν την είσοδό τους.
Ο νέος καγκελάριος, Φρίντριχ Μερτς, που ανέλαβε και επίσημα καθήκοντα στις 6 Μαΐου, είχε προαναγγείλει την επιβολή συστηματικών ελέγχων στα σύνορα μετά τη φονική επίθεση με μαχαίρι στη Βαυαρία και τη σύλληψη ενός Αφγανού παράτυπου μετανάστη. Η κυβέρνησή του, σε συμμαχία με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD), αντιμετωπίζει ισχυρό ανταγωνισμό από την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), που έχει δεσμευτεί για ακόμη πιο αυστηρή μεταναστευτική πολιτική και ακολουθεί σταθερά ως δεύτερο κόμμα στις δημοσκοπήσεις.
Ο Μερτς, πάντως, έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να συγκυβερνήσει με την AfD, παρά το ισχυρό εκλογικό της ποσοστό και τη δυνατότητα που θα προσέφερε για πλειοψηφία. Μάλιστα, στις 2 Μαΐου, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος χαρακτήρισε επίσημα το AfD ως «εξτρεμιστική» οργάνωση.
Σύμφωνα με έρευνα της Ipsos τον Μάρτιο, η AfD βρέθηκε για πρώτη φορά στην κορυφή των προτιμήσεων του εκλογικού σώματος. Οι ηγέτες του κόμματος αντέδρασαν άμεσα, προσφεύγοντας στη δικαιοσύνη κατά της Υπηρεσίας Πληροφοριών για τον χαρακτηρισμό τους ως ακροδεξιάς εξτρεμιστικής οργάνωσης.
Η στροφή της γερμανικής πολιτικής ευθυγραμμίζεται με τις εξελίξεις στην υπόλοιπη Ευρώπη, όπου παρατηρείται συνολικά αυστηροποίηση της στάσης έναντι της μετανάστευσης. Σύμφωνα με το νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κράτη μέλη μπορούν πλέον να συνάπτουν συμφωνίες με χώρες εκτός ΕΕ για την εξέταση αιτημάτων ασύλου σε τρίτες χώρες, όπως π.χ. στη Βόρεια Αφρική.
Η Frontex, η Υπηρεσία Συνόρων της ΕΕ, αναφέρει πως οι περισσότεροι παράτυποι μετανάστες εισέρχονται στην Ένωση είτε μέσω διαβάσεων της Μεσογείου από χώρες της Βόρειας Αφρικής, είτε από τα ανατολικά μέσω Πολωνίας και Βαλκανίων.
Οι πιέσεις από κόμματα που υποστηρίζουν σκληρότερη αντιμετώπιση της μετανάστευσης έχουν οδηγήσει τα παραδοσιακά κόμματα να εγκαταλείπουν τις παλιότερες «ανοικτές» πολιτικές και να συναινούν στην επαναφορά ελέγχων ακόμη και εντός της συνθήκης Σένγκεν για ελεύθερη διακίνηση.
Το 2024, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρότεινε να συνομολογηθούν συμφωνίες με χώρες εκτός ΕΕ – είτε ως χώρες προέλευσης είτε ως χώρες διέλευσης μεταναστών – ώστε να σταματά η μεταναστευτική ροή εκεί. Επιπλέον, υποστήριξε την ίδρυση «κέντρων επιστροφής» σε τρίτες χώρες όπως η Αίγυπτος, το Μαρόκο, η Αλγερία, η Μαυριτανία, η Σενεγάλη και το Μάλι, αν και μέχρι στιγμής τέτοια κέντρα δεν έχουν λειτουργήσει.