Η παραγωγική σκέψη, η φιλοσοφία, εμφανίζεται από την αρχαιότητα και έρχεται να ερμηνεύσει τόσο τον εξωτερικό όσο και τον εσωτερικό κόσμο.
Ανά την ιστορία, ο τίτλος του φιλοσόφου (φίλος της σοφίας) έχει δοθεί σε διάφορα πρόσωπα, με πρώτον τον Πυθαγόρα, ο οποίος και εισήγαγε τον όρο. Ο Πυθαγόρας πέρα από φιλόσοφος ήταν επίσης, μαθηματικός, γεωμέτρης, θεωρητικός της μουσικής και ιδρυτής της πυθαγόρειας σχολής.
Παρόλο που δεν γνωρίζουμε ακριβώς πόσοι ήταν οι Πυθαγόρειοι φιλόσοφοι, ο Ιάμβλιχος αναφέρει πως οι γυναίκες πλειοψηφούσαν των αντρών. Παρακάτω, θα δούμε κάποιες από αυτές.
Θεανώ
Η Θεανώ από τον Κρότωνα, ήταν αρχαία Ελληνίδα μαθηματικός, αστρονόμος και σύζυγος του Πυθαγόρα. Δίδαξε στις πυθαγόρειες σχολές της Σάμου και του Κρότωνα. Θεωρείται η ψυχή της θεωρίας των αριθμών, που έπαιξαν κυρίαρχο ρόλο στην πυθαγόρεια διδασκαλεία. Επίσης, λέγεται ότι εκείνη διατύπωσε τη θεωρία της «χρυσής τομής» και τη θεωρία της «αρμονίας των σφαιρών», καθώς και άλλες κοσμογονικές θεωρίες.
Μετά τον θάνατο του Πυθαγόρα, η Θεανώ ανέλαβε ως επικεφαλής στην Πυθαγόρεια κοινότητα και με τη βοήθεια των παιδιών της επιμελήθηκε τη διάδοση του έργου του συζύγου της στην Ελλάδα και στην Αίγυπτο.
Αριγνώτη, Μυία, Δαμώ
Η Αριγνώτη, η Μυία και η Δαμώ ήταν κόρες του Πυθαγόρα και της Θεανούς.
Η Δαμώ δίδαξε τα Πυθαγόρεια δόγματα στη σχολή του Κρότωνα. Ο πατέρας της της είχε εμπιστευτεί τα γραπτά του με την προϋπόθεση να μην τα ανακοινώσει σε αμύητους. Για ένα χρονικό διάστημα κράτησε την υπόσχεση της, ώσπου δημοσίευσε τη γεωμετρική διδασκαλία. Επίσης, βρίσκονται αναφορές ότι η κατασκευή του κανονικού τετραέδρου και του κύβου οφείλονται στη Δαμώ.
Η Αριγνώτη, φιλόσοφος, συγγραφέας και μαθηματικός, έγραψε πολλά φιλοσοφικά έργα, καθώς και το βιβλίο «Περί αριθμών», το οποίο δυστυχώς χάθηκε.
Η Μυία δίδαξε στη σχολή του Κρότωνα. Ήταν γνώστρια γεωμετρίας και της αποδίδεται η επινόησης της τρίτης (ή εστηκυίας) μεσότητος, δηλαδή αναλογίας.
Φίντυς
Η Φίντυς, η οποία αναφέρεται και ως Φίλτυς, δίδαξε στην Σχολή του Κρότωνα. Ο Ρωμαίος συγγραφέας Βοήθιος την αναφέρει ως εμπνεύστρια της ισότητος που συνδέει τις Πυθαγόρειες τριάδες.
Τιμύχα
Η Τιμύχα, γυναίκα του Κροτωνιάτη Μυλλίου, Σπαρτιάτισσα γεννημένη στον Κρότωνα, από πολύ νωρίς έγινε μέλος της Πυθαγόρειας κοινότητας και αργότερα σύμβολο θάρρους μπροστά στις αντιξοότητες.
Η φιλοσοφία του Πυθαγόρα κήρυττε την αθανασία της ψυχής και την ιερότητα της ζωής και έτσι οι Πυθαγόρειοι ήταν αυστηρά χορτοφάγοι – επιπλέον, απαγορευόταν να τρώνε κουκιά. Ο ακριβής λόγος γι’ αυτό δεν είναι γνωστός, αλλά θεωρείται ότι πίστευαν πως το σχήμα των κουκιών, όπως και της φάβας, λειτουργούσε ως μέσο για την επιστροφή των ψυχών στη γη. Η μετενσάρκωση (που την αποκαλούσαν μετανάστευση των ψυχών) ήταν θεμελιώδης πεποίθηση των Πυθαγορείων, που πίστευαν ότι οι ψυχές επέστρεφαν από τον κάτω κόσμο μέσω της γης και ιδιαίτερα μέσω των κουκιών. Αυτή η γνώση, όπως και το μεγαλύτερο μέρος της πυθαγόρειας διδασκαλίας, προοριζόταν για τους μυημένους στα μυστήρια και δεν έπρεπε να αποκαλύπτεται στον καθένα.
Μετά την πτώση της σχολής του Πυθαγόρα, η Τιμύχα κατέφυγε στις Συρακούσες.
Ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος απαίτησε από την Τυμίχα να του αποκαλύψει τα μυστικά της Πυθαγόρειας διδασκαλίας έναντι μεγάλης αμοιβής. Αυτή αρνήθηκε κατηγορηματικά και μάλιστα έκοψε με τα δόντια τη γλώσσα της και την έφτυσε στο πρόσωπο του Διονυσίου.
Αισάρα
Η Αισάρα της Λουκανίας ήταν Πυθαγόρεια φιλόσοφος, η οποία έζησε περίπου τον 4ο ή 3ο αιώνα π.Χ. Δεν γνωρίζουμε τίποτα για τη ζωή της. Είναι γνωστή μόνο για ένα απόσπασμα των γραπτών της, του φιλοσοφικού της έργου, με τίτλο «Περί Ανθρώπινης Φύσης» που διασώθηκε από τον Ιωάννη Στοβαίο (συγγραφέας που έζησε τον 5ο αιώνα μ.Χ).
Το μόνο που πραγματικά γνωρίζουμε για την Αισάρα είναι ότι καταγόταν από τη Λουκανία, μία αρχαία περιοχή της νότιας Ιταλίας και μέρος της Μεγάλης Ελλάδας, όπου υπήρχαν πολλές πυθαγόρειες κοινότητες. Το έργο της ήταν γραμμένο στη δωρική διάλεκτο που χρησιμοποιούταν περίπου μέχρι τον 3ο αιώνα π.Χ., δεν αποκλείεται όμως το ενδεχόμενο να γράφτηκε αργότερα.
Η Αισάρα υποστηρίζει ότι μελετώντας την ανθρώπινη φύση (και, συγκεκριμένα, την ανθρώπινη ψυχή) μπορούμε να κατανοήσουμε τη φιλοσοφική βάση για τον φυσικό νόμο και την ηθική. Συγκεκριμένα, χωρίζει την ψυχή σε τρία μέρη: το μυαλό που ασκεί κρίση και σκέψη, το πνεύμα που περιέχει θάρρος και δύναμη, και την επιθυμία που παρέχει αγάπη και φιλικότητα. Σύμφωνα με την Αισάρα, αυτά τα πράγματα, όντας θεϊκά, είναι οι λογικές, μαθηματικές και λειτουργικές αρχές που λειτουργούν στην ψυχή. Η θεωρία της του φυσικού δικαίου, αφορά τρεις εφαρμογές της ηθικής, οι οποίες αφορούν το άτομο, την οικογένεια και τους κοινωνικούς θεσμούς.
Ο Πυθαγόρας όχι μόνο επηρέασε, αλλά και επηρεάστηκε. Η Θεμιστόκλεια, γνωστή και ως Αριστόκλεια ή Θεόκλεια, φημιζόταν για τις μαθηματικές της γνώσεις και δίδασκε στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς όποιον είχε την διάθεση να μάθει. Πέρα από μαθηματικά, δίδασκε επίσης, γεωμετρία και ήθος. Ο Πυθαγόρας την μνημόνευε σαν δασκάλα του και λέγεται ότι έλαβε από αυτή γνώσεις σχετικά με την ηθική, τη γεωμετρία και την αριθμοσοφία.
Πέρα από τις γυναίκες που αναφέραμε παραπάνω, υπάρχουν και άλλες Πυθαγόρειες φιλόσοφοι, όπως η Δεινώ, η Ελορίς, η Μελίσσα, η Πτολεμαΐς κ.ά.
Τέλος, υπάρχουν πολλές ακόμα γυναίκες που κέρδισαν τον τίτλο της Φιλοσόφου στην ιστορία, και οι οποίες αποτελούν έμπνευση και για τις γυναίκες του σήμερα.
Πηγές
Αρχαία Ελλάδα: Οι γυναίκες μαθηματικοί της αρχαιότητας, AlfaVita, 2022
terpsykeraunos, An Impressive List of Female Authors from Antiquity, sententiae antiquae ΕΥΔΟΞΑ ΑΓΝΩΣΤΑ ΚΑΤΑΓΕΛΑΣΤΑ, 2016
A woman to know: Aesara of Lucania, BARING THE AEGIS, 2016
Αθανασίου. Αθ., Οι μεγάλοι Πυθαγόρειοι φιλόσοφοι και μαθηματικοί ήταν κυρίως… γυναίκες, 2014
admin, Θεανώ η Θουρία , η σύζυγος του Πυθαγόρα, Ο κόσμος των μαθηματικών, 2021
Joshua J, Mark μεταφρασμένο από Christina Garila, Δέκα ευγενείς και διαβόητες γυναίκες της αρχαίας Ελλάδας, World History Encyclopedia, 2014
Δημήτρης Συμεωνίδης, Θεμιστόκλεια, η Δασκάλα του Πυθαγόρα, greekradiofl.com, 2024
Κυριακές και Τετάρτες, αρχαιολόγοι του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου εισάγουν τους επισκέπτες στις τεχνικές επιχρύσωσης και επαργύρωσης των Μυκηναίων τεχνιτών, σε μία δράση του Αθέατου Μουσείου.
Επρόκειτο για διαδικασίες λεπτές, με υψηλό βαθμό δυσκολίας, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της εκδήλωσης, λόγω των οποίων τους αποδόθηκε η ονομασία «μυκηναϊκή αλχημεία». Στόχος της επιχρύσωσης ήταν να ‘αναβαθμιστούν’ τα απλά κεραμικά σκεύη καθημερινής χρήσης, προσλαμβάνοντας την επίφαση της αντοχής και της αθανασίας των ευγενών μετάλλων, σε αντικείμενα κατάλληλα για προσφορά στους νεκρούς.
Η ανάγκη για μία τέτοια μεταμόρφωση είναι πιθανόν να συνδέεται με τις μυκηναϊκές πεποιθήσεις για τον θάνατο, όπως την αντίληψη ότι οι νεκροί συνέχιζαν τη ζωή τους μετά θάνατον και συνεπώς χρειάζονταν ό,τι και οι ζωντανοί: τροφή, ενδύματα και αντικείμενα, για να τους συντροφεύουν στην αιωνιότητα. Κατά συνέπεια, όπλα, εργαλεία, κοσμήματα, αγγεία ποτού και φαγητού και άλλα είδη καθημερινής χρήσης τοποθετούνταν στους τάφους, στη διάθεση των αποθανόντων.
Στις αποθήκες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, από όπου αντλεί το Αθέατο Μουσείο για τις δράσεις του, υπήρχαν επί 90 χρόνια έξι κεραμικά μυκηναϊκά αγγεία, που χρονολογούνται από τον 14ο έως τον 12 αιώνα π.Χ. Η ζωγραφισμένη τους επιφάνεια φέρει μαύρα ίχνη από την επικάλυψή τους με λεπτά φύλλα κασσίτερου – όπως αποδείχθηκε, ίχνη της διαδικασίας επιχρύσωσης ή επαργύρωσης.
Τα επικασσιτερωμένα αγγεία που εκτίθενται στην Αίθουσα του Βωμού. Είναι ορατά τα μαύρα ίχνη του μετάλλου. (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο)
Σύμφωνα με την αφίσα του Μουσείου, η επαργύρωση γινόταν με απλή κάλυψη. Αντίθετα, για την επιχρύσωση απαιτούνταν θερμική επεξεργασία στους 232° C. Επειδή η αλλαγή αυτή δεν ήταν σταθερή, αλλά ευαίσθητη και μεταβλητή αναλόγως της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος (ο κασσίτερος στις χαμηλές θερμοκρασίες αλλάζει κρυσταλλική δομή), τα σκεύη που υπόκειντο στη διαδικασία επικασσιτέρωσης δεν ήταν κατάλληλα για χρήση, παρά μόνο ως κτερίσματα.
* * * * *
Οι «Μυκηναίοι αλχημιστές» παρουσιάζονται στην Αίθουσα του Βωμού (αιθ. 34) του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείο από την Πέμπτη 27 Μαρτίου 2025 ως τη Δευτέρα 26 Μαΐου 2025.
Οι παρουσιάσεις των αρχαιολόγων λαμβάνουν χώρα Κυριακές (στις 13 και 27 Απριλίου και στις 25 Μαΐου) και Τετάρτες (στις 9 και 30 Απριλίου και στις 7 Μαΐου), ώρα 13:00, Οι επισκέπτες θα μυηθούν στη σημασία του χρυσού και του αργύρου στον μυκηναϊκό κόσμο, την αινιγματική μυκηναϊκή θεολογία του θανάτου και τις προσπάθειες των αρχαίων αλχημιστών να ανακαλύψουν τις μαγικές συνταγές της αθανασίας της ύλης και του σώματος.
Οι παρουσιάσεις πραγματοποιούνται στα ελληνικά.
Για την παρακολούθηση της παρουσίασης είναι απαραίτητη η προμήθεια εισιτηρίου και η δήλωση συμμετοχής ηλεκτρονικά ή με την έγκαιρη προσέλευση. Θα τηρηθεί σειρά προτεραιότητας.
Το υπουργείο Πολιτισμού προχωρεί στην ολοκληρωμένη προστασία και ανάδειξη του προϊστορικού οικισμού του Σέσκλου Α και Β στην Αισωνία Μαγνησίας. Όπως αναφέρει σχετική ανακοίνωση του ΥΠΠΟ, ο σχεδιασμός περιλαμβάνει προτάσεις για τη συνολική ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου, μέσω επεμβάσεων στερέωσης των αρχαίων καταλοίπων, βελτίωσης της προσβασιμότητας και διαχείρισης των επισκεπτών, αλλά και έργων αντιπλημμυρικής θωράκισης του ιδιαίτερα σημαντικού αρχαιολογικού χώρου.
Ο οικισμός του Σέσκλου έχει υποστεί ζημιές τόσο από την πυρκαγιά του 2023 όσο και από τον Daniel. Τα έργα προστασίας και θωράκισης από τα φαινόμενα της κλιματικής αλλαγής στον αρχαιολογικό χώρο χρηματοδοτούνται από τη χορηγία της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών προς το υπουργείο Πολιτισμού για την αποκατάσταση των μνημείων που επλήγησαν από τον Daniel, συνολικού προϋπολογισμού 10.000.000 ευρώ.
Η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη δήλωσε: «Ο αρχαιολογικός χώρος του Σέσκλου, στη Θεσσαλία, είναι ένας από τους σημαντικότερους και αρχαιότερους νεολιθικούς οικισμούς στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Αναπτύχθηκε στο λόφο Καστράκι και στη γύρω περιοχή, κοντά στο σημερινό χωριό Σέσκλο και χρονολογείται από την αρχή της Νεολιθικής Εποχής (7η χιλιετία π.Χ.) έως τη Μέση Εποχή του Χαλκού (2η χιλιετία π.Χ.), με ακμή στην 5η χιλιετία π.Χ., κατά τη Μέση Νεολιθική περίοδο. Η περίοδος αυτή ταυτίζεται με το λεγόμενο «πολιτισμό του Σέσκλου» κατά την οποία αναπτύχθηκε και βελτιώθηκε σημαντικά η τεχνική όπτησης των πήλινων σκευών και η γραπτή διακόσμησή τους. Καθώς αποτελεί το παλαιότερο δείγμα στον ελληνικό χώρο, όπου αναγνωρίζεται η αρχιτεκτονική των κτισμάτων και η οργάνωση ενός οικισμού, κατέχει σημαντική θέση στην εξέλιξη της αρχιτεκτονικής.»
Σύμφωνα με την κα Μενδώνη, «η διατήρηση του εντυπωσιακού Μεγάρου και τμημάτων των περιβόλων, τα οποία αποτελούν τον πυρήνα των οικοδομικών καταλοίπων της Νεότερης Νεολιθικής περιόδου, προσφέρει ένα μοναδικό δείγμα της εξέλιξης των οικισμών και της αρχιτεκτονικής της εποχής. Η προστασία του αρχαιολογικού χώρου, και συγκεκριμένα των τοίχων και των θεμελίων του Σέσκλου Α και Β, αποτελεί ένα δύσκολο και πολύπλευρο αντικείμενο εξαιτίας της σπουδαιότητας των ευρημάτων, της ευπάθειας των οικοδομικών καταλοίπων και της παθογένειας του γηλόφου που καλύπτει τα αρχαία λείψανα. Στο παρελθόν έχουν γίνει εργασίες προστασίας, αλλά μετά την παρέλευση είκοσι και πλέον χρόνων από τις τελευταίες επεμβάσεις, την πυρκαγιά και τις πλημμύρες του 2023, από τις οποίες επλήγη ο αρχαιολογικός χώρος, εντοπίζονται σημαντικά προβλήματα που αφορούν στη διατήρηση των οικοδομικών καταλοίπων, αλλά και στην αναγνωσιμότητα του χώρου. Στόχος μας είναι η όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη διαχείριση των προβλημάτων αυτών, τη βελτίωση της προσβασιμότητας και της αναγνωσιμότητας του προϊστορικού οικισμού καθώς παρουσιάζει σταθερά αυξανόμενη επισκεψιμότητα, τα τελευταία χρόνια. Τα κυριότερα προβλήματα που εντοπίζονται στον αρχαιολογικό χώρο σχετίζονται με την αναλημματική λειτουργία κάποιων τοίχων, την υποσκαφή των θεμελιώσεων, τη μη αντίληψη των χώρων και των οικοδομικών φάσεων, τις νεότερες κατασκευές από σχιστόπλακες που συγχέονται με τις αρχαίες κατασκευές, τη διάβρωση της μαγούλας και τη διαχείριση των ομβρίων. Ευχαριστώ την Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών, την πρόεδρο Μελίνα Τραυλού και τα μέλη του ΔΣ, για την υποστήριξή τους προς το υπουργείο Πολιτισμού για την αποκατάσταση των πληγέντων μνημείων από τις καταστροφικές πλημμύρες του 2023».
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΥΠΠΟ, η αρχιτεκτονική μελέτη στερέωσης, αποκατάστασης και ανάδειξης των οικοδομικών καταλοίπων του προϊστορικού οικισμού Σέσκλου Α και Β είχε συντονιστικό ρόλο στο σύνολο των μελετών, με στόχο τη διαμόρφωση λύσεων για την προστασία και την αποκατάσταση των οικοδομών καταλοίπων, καθώς και την ανάδειξη του χώρου με ήπιες παρεμβάσεις, συμβατές με τον χαρακτήρα του χώρου, ώστε να βελτιωθεί η αναγνωσιμότητα και επισκεψιμότητά του.
Η πρόταση οργάνωσης του χώρου στο Σέσκλο Α αφορά στη διατήρηση της υφιστάμενης πορείας επίσκεψης, η οποία επιβλήθηκε από τη γεωμορφολογία της μαγούλας και τα κατάλοιπά της. Με στόχο να είναι περισσότερο ευανάγνωστος ο χώρος από τους επισκέπτες, διαμορφώνονται δύο διακριτές περιοχές, του μεγάρου και της ομάδας των οικιών, όπου ο επισκέπτης μπορεί να προσλάβει μια χαρακτηριστική εικόνα του μοναδικού οικισμού που αποτελεί την περίοδο του «πολιτισμού του Σέσκλου».
Στην Ακρόπολη προτείνεται η απομάκρυνση των κατασκευών των δεκαετιών του 1970 και 1980 από σχιστόλιθους, οι οποίες συχνά συγχέονται με τις αυθεντικές κατασκευές και η διαμόρφωση νέας διαδρομής περιήγησης που να επιτρέπει και την πρόσβαση αμαξιδίων. Η διαδρομή κατασκευάζεται στην ίδια θέση με την υφισταμένη. Κατά μήκος της νότιας παρειάς κατασκευάζεται τάφρος απομάκρυνσης των ομβρίων υδάτων. Η διαδρομή ανόδου προς τα νοτιοδυτικά της Ακρόπολης καταργείται. Παράλληλα, δρομολογούνται εργασίες συντήρησης των υφιστάμενων κτηρίων (εισόδου, γραφείων και αποθηκών). Εξωτερικά της κεντρικής εισόδου εξελίσσονται οι διαδικασίες που αφορούν στην αλλαγή της κλίσης του δρόμου, αλλά και στη διευθέτηση των υδάτων στην απόληξη του δρόμου.
Με βάση τα συμπεράσματα της στατικής μελέτης στερέωσης, αποκατάστασης και ανάδειξης των οικοδομικών καταλοίπων επεκτείνεται ο υπάρχων τοίχος αντιστήριξης, αποκαθίσταται ο λόφος στη θέση της νότιας κατολίσθησης και η ενισχύεται η υποθεμελίωση κατασκευών. Η μελέτη αποστράγγισης για τη διαχείριση των επιφανειακών υδάτων των οικοδομικών καταλοίπων περιλαμβάνει την προστασία του αρχαιολογικού χώρου από τις πλημμυρικές απορροές, τη διαχείριση των επιφανειακών απορροών στα οικοδομικά κατάλοιπα των προϊστορικών οικισμών καθώς και στους υπόλοιπους χώρους.
Παράλληλα, δρομολογείται η εκπόνηση ειδικής φυτοτεχνικής μελέτης, η οποία περιλαμβάνει σχέδιο διαχείρισης της αυτοφυούς βλάστησης στην περιοχή των οικοδομικών καταλοίπων, με στόχο την αξιοποίηση ειδών που προστατεύουν από την επιφανειακή διάβρωση και αναδεικνύουν τα κατάλοιπα, καθώς και την προσθήκη κατάλληλης καλλωπιστικής βλάστησης που να εξυπηρετεί λειτουργικούς σκοπούς όπως η σκίαση σε κατάλληλα σημεία, η ανάδειξη οδεύσεων και ορίων.
Με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας Ποίησης, σήμερα Παρασκευή 21 Μαρτίου 2025, το Μουσείο Ακρόπολης προσκαλεί τους επισκέπτες στον προαύλιο χώρο του να παρακολουθήσουν μία μαραθώνια συνακρόαση του ομηρικού έπους της Ιλιάδας, την οποία διοργανώνει το Τρίτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ.
Η εκδήλωση θα μεταδοθεί σε απευθείας σύνδεση από το Τρίτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ και η είσοδος θα είναι ελεύθερη για το κοινό. Από τις 9 το πρωί ως τις 9 το βράδυ, φοιτήτριες και φοιτητές της Κλασικής Φιλολογίας του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, σε φιλολογική επιμέλεια του αν. καθηγητή Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας Βασίλη Π. Βερτουδάκη, θα απαγγείλουν την Ιλιάδα του Ομήρου – κατ’ επιλογήν δώδεκα ραψωδίες από την Α ως την Ω, σε νεοελληνική μετάφραση. Μέρος της πρώτης ραψωδίας θα απαγγείλει ο γενικός διευθυντής του Μουσείου Ακρόπολης, καθηγητής Νικόλαος Χρ. Σταμπολίδης.
Το ομηρικό έπος, το αρχαιότερο όχι μόνο της ελληνικής, αλλά και της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, τοποθετείται γύρω στο 750 π.Χ. και διασώζει τους μύθους, τις αξίες και τα ιδανικά του αρχαίου κόσμου. Από τον ηρωισμό του Αχιλλέα έως τη μοίρα της Τροίας, η Ιλιάδα εξακολουθεί να εμπνέει, να συγκινεί και να θέτει ερωτήματα για τον πόλεμο, τη δόξα και την ανθρώπινη φύση. Λίγα έργα συνδυάζουν με τόσο μοναδικό τρόπο την αγριότητα του πολέμου με το ανθρώπινο συναίσθημα, τους φόβους, τις ελπίδες και τα πάθη των πρωταγωνιστών του.
Η Ιλιάδα εντάσσεται στον κορμό της παραδοσιακής προφορικής ποίησης κι είναι βαθύτατα ακροαματική, μιας και λειτουργούσε ως ακροαματικός λόγος στη μεγάλη γιορτή της Περίκλειας, Αθηναϊκής Δημοκρατίας προς τιμήν της θεάς Αθηνάς, τα Παναθήναια, αλλά και σε άλλες γιορτές, σε διάφορες περιοχές του ελληνικού κόσμου, όπως αναφέρουν οι διοργανωτές.
Η φηγός ή δρυς, η βελανιδιά, υπήρξε το ιερό δέντρο της αρχαίας Δωδώνης, που συμβόλιζε την ένωση γης και ουρανού, τη γαμήλια στέγη της Διώνης και του Δία. Το μαντείο της Δωδώνης αναφέρεται από τον Ηρόδοτο ως το αρχαιότερο των Ελλήνων. Η Δωδώνη της Ηπείρου, με τα ακίνητα και κινητά αρχαία ευρήματα, προκαλεί σήμερα εικόνες από τη ζωή και τη δράση ανθρώπων του παρελθόντος, εντυπώσεις, ερμηνείες, αναζητήσεις σχετικά με τις ανησυχίες και τις σκέψεις αυτών που υπήρξαν στους ίδιους τόπους.
Ο Κώστας Σουέρεφ, αρχαιολόγος και διδάκτορας Φιλοσοφίας, θα μεταφέρει μέσα από τρεις διαλέξεις – στις 5, 12 και 20 Μαρτίου – τις υπάρχουσες γνώσεις για τον χώρο της Δωδώνης, το μαντείο και τη σχέση του με τον αρχαίο κόσμο.
Αρχαίοι χρόνοι της Δωδώνης και τρόποι χρησμοδότησης
Τετάρτη 5 Μαρτίου, ώρα 18:00
Η Δωδώνη υπήρξε θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο, όπως οι Δελφοί και η Ολυμπία. Ο συνδυασμός θρησκευτικών και πολιτικών παραμέτρων με επίκεντρο τη Δωδώνη οδήγησε στην ακτινοβολία της και στη συσπείρωση γύρω από αυτήν όλων των Ηπειρωτών. Θεσπρωτοί, Μολοσσοί, η Ολυμπιάδα, ο Πύρρος, το Κοινό των Ηπειρωτών σφράγισαν με την παρουσία τους την ιστορική διαδρομή της Δωδώνης. Μεταξύ του τέλους του 3ου και των αρχών του 2ου αι. π.Χ. τα Νάια, αγώνες για τον Δία Νάιο, αναβαθμίστηκαν στο επίπεδο των πανελλήνιων αγώνων, με βραβείο το στεφάνι από κλαδί της δρυός. Τα Νάια γίνονταν κάθε τέσσερα χρόνια, τον επόμενο χρόνο από τους Ολυμπιακούς, τον ίδιο χρόνο με τα Ίσθμια και τα Νέμεα, όπως μας πληροφορεί ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων (μέσα 2ου αι. π.Χ.). Όσα σχετίζονταν με το δέντρο της Δωδώνης, όπως οι μεταλλικοί ήχοι χάλκινων λεβήτων και τριπόδων γύρω από τη δρυ, κουδουνιών και άλλων δώρων κρεμασμένων στα κλαδιά, που προκαλούνταν με το φύσημα του ανέμου, θεωρούνταν ότι εξέπεμπαν συμβουλευτικά μηνύματα των θεών. Το μαντείο της Δωδώνης έδινε χρησμό σε άτομα, ομάδες και εκπροσώπους από διάφορες προελεύσεις, όπως γνωρίζουμε από τα αναθήματα και τα γραπτά ερωτήματα στα μολύβδινα ελάσματα. Το μαντείο λειτούργησε για 2.000 χρόνια (μεταξύ της 2ης χιλιετίας π.Χ. και του 4ου αιώνα μ.Χ.).
Περιήγηση στην αρχαία Δωδώνη και ευρήματα σχετικά με το μαντείο
Τετάρτη 12 Μαρτίου, ώρα 18:00
Το τοπίο της Δωδώνης, μεταξύ του όρους Τόμαρος, της κοιλάδας και των γύρω λόφων, περικλείει την αρχαία θέση με ορατά κατάλοιπα αρχιτεκτονικής: το ιερό του Δία και της Διώνης, το πρυτανείο, το βουλευτήριο, το θέατρο, το στάδιο και την ακρόπολη. Εξάλλου, η απόκεντρη Δωδώνη υπήρξε συχνά σημείο αναφοράς του αρχαίου κόσμου. Η φήμη του μαντείου και ο ιδιότυπος λατρευτικός συμβολισμός του Δία Ναΐου και της Διώνης, πέρα από τα όρια της Ηπείρου, όπως στην Αθήνα, τη Ρόδο και τις Συρακούσες, επιβεβαιώνεται από τα αρχαία κείμενα, τα αφιερώματα και τα ενεπίγραφα χρησμοδοτικά μολύβδινα ελάσματα των επισκεπτών, που σώθηκαν στη Δωδώνη.
Τα ενεπίγραφα μολύβδινα ελάσματα των χρησμών
Πέμπτη 20 Μαρτίου, ώρα 18:00
Ιδιαίτερο επιστημονικό ενδιαφέρον προκαλεί διεθνώς η μοναδικότητα των χρησμοδοτικών μολύβδινων ενεπίγραφων ελασμάτων, άνω των 3.000, από τη Δωδώνη, τα οποία, καθώς μελετώνται από ειδικούς διαφόρων ειδικοτήτων, διαφωτίζουν σχετικά με λειτουργίες του μαντείου, του πολιτικού οργανισμού που το ήλεγχε, αλλά κυρίως σχετικά με αγωνίες και διλήμματα των αρχαίων επισκεπτών.
Οι ερωτήσεις, απλές και ευθείς, έθιγαν διάφορα θέματα, υγείας, οικογενειακά, οικονομικά, δικαίου, επαγγελματικά, συναισθηματικά. Παράλληλα, μαρτυρούνται επαφές με άλλες κοινωνικές ομάδες: Κορινθίων, Αμβρακιωτών, Κερκυραίων, Ταραντίνων. Μερικές απαντήσεις αναγράφονταν στο πίσω μέρος του ελάσματος, αλλά οι περισσότερες δίδονταν προφορικά. Σύμφωνα με τον Κικέρωνα, λειτουργούσε στη Δωδώνη η κληρομαντεία. Τα μοναδικά στην υφήλιο μολύβδινα ελάσματα των χρησμών της Δωδώνης, μαρτυρίες ύπαρξης χιλιάδων ανθρώπων, ενεγράφησαν το 2023 στη «Μνήμη του Κόσμου» της UNESCO.
* * * * * *
Ο ομιλητής, Κώστας Σουέρεφ, γεννήθηκε στην Κέρκυρα. Σπούδασε Αρχαιολογία και Ιστορία στην Ελλάδα και την Ιταλία. Απέκτησε μεταπτυχιακό δίπλωμα στη Scuola Normale Superiore της Πίζας και διδακτορικό στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ. Εργάστηκε ως αρχαιολόγος στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης και ως Προϊστάμενος Διεύθυνσης στις Εφορείες Αρχαιοτήτων Φλώρινας, Καστοριάς και Ιωαννίνων.
Διεξήγαγε ανασκαφές στην Τούμπα και τη Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Επιμελήθηκε περιοδικές εκθέσεις, αξιοποιώντας νέες τάσεις της Μουσειολογίας. Δίδαξε ως Ειδικός Επιστήμονας στα Πανεπιστήμια Ιωαννίνων, Δυτικής Μακεδονίας και Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Συμμετείχε σε συνέδρια στην Ελλάδα, την Ιταλία, τη Γαλλία, την Ισπανία και τη Γερμανία.
Τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα εστιάζονται στην Ιστορία και την Αρχαιολογία του Βορειοελλαδικού χώρου και την Αρχαιολογία της Τέχνης. Εξέδωσε μονογραφίες και συμμετείχε σε συλλογικούς τόμους. Επίτιμος Έφορος Αρχαιοτήτων από το 2020. Εξάλλου, συνεργάτης του περιοδικού Πόρφυρας από την ίδρυσή του (1980) με σχόλια θεωρίας για τον κινηματογράφο, μεταφράσεις, ποιήματα και δοκίμια. Είναι μέλος της Εταιρείας Κερκυραϊκών Σπουδών–Μουσείου Σολωμού, της Αναγνωστικής Εταιρείας Κέρκυρας, της Εταιρείας Συγγραφέων. Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στα λογοτεχνικά περιοδικά Περίπλους, Η λέξη, Φηγός, Εντευκτήριο, Φιλόλογος, Γραφή, Ακτή κ.ά.
* * * * * *
Η παρακολούθηση όλων των διαλέξεων είναι δωρεάν. Απαιτείται η κράτηση θέσεων. Για δηλώσεις συμμετοχής θα πρέπει να επικοινωνείτε με τη συντονίστρια των διαλέξεων κα Αγγελική Στρατηγοπούλου στην ηλεκτρονική διεύθυνση a.stratigopoulou@yahoo.gr. Σε περίπτωση συμπλήρωσης των θέσεων, θα λάβετε αρνητική απάντηση μέσω email. Διαφορετικά η συμμετοχή σας γίνεται δεκτή.
Το Λούβρο προσελκύει εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως. Ανάμεσα στα πέντε κορυφαία έργα τέχνης του είναι η «Φτερωτή Νίκη της Σαμοθράκης». Υπόδειγμα κλασικής ομορφιάς, κίνησης και χάρης, το άγαλμα είναι τοποθετημένο στην πλώρη ενός πλοίου που βρίσκεται στην κορυφή της σκάλας Νταρύ του μουσείου. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Λούβρο το 1884. Από τότε, μετά από εκτεταμένη αποκατάσταση, αιχμαλωτίζει τη φαντασία του κοινού, παραμένοντας άπιαστη για τους μελετητές.
Το διάσημο άγαλμα απεικονίζει τη θεά Νίκης, προσωποποίηση της νίκης σε στρατιωτικές μάχες και αγώνες, περιλαμβανομένων των αθλητικών και καλλιτεχνικών αγώνων. Πρόκειται για θεά ευρέως σεβαστή στην αρχαιότητα, γνωστή ως Βικτώρια στους Ρωμαίους. Η θεϊκή ενσάρκωση της νίκης υπάρχει σε όλο τον κλασικό κόσμο σε διάφορα μέσα, όπως γλυπτική, ζωγραφική, κοσμήματα και νομίσματα.
(α) Ασημένιο νόμισμα με τη Νίκη να στέκεται στην πλώρη του σκάφους, κρατώντας ένα ραβδί και μια τρομπέτα. (δ) Αρχαία ρωμαϊκή τοιχογραφία με τη φτερωτής Νίκη, στην Πομπηία. (cgb.fr/CC BY-SA 3.0) Stefano Bolognini)
Το συνολικό ύψος του γλυπτού υπερβαίνει τα 5,5 μέτρα, ενώ η ίδια η θεά έχει ύψος 2,7 μέτρα. Η Νίκη είναι φτιαγμένη από παριανό μάρμαρο, ένα από τα υψηλότερης ποιότητας ελληνικά μάρμαρα, καθαρό λευκό, λεπτόκοκκο, ημιδιαφανές και άψογο.
Μια κατακερματισμένη Νίκη
Η «Φτερωτή Νίκη» βρέθηκε στη Σαμοθράκη, στην πλαγιά ενός λόφου που έβλεπε το Ιερό των Μεγάλων Θεών, ένα αρχαίο συγκρότημα δώδεκα ναών που προσέλκυε προσκυνητές από όλη την περιοχή. Το άγαλμα ήταν αρχικά τοποθετημένο σε σημαντικό ύψος, έτσι ώστε να είναι εύκολα ορατό από τους επισκέπτες από μακριά, πιθανότατα και από τη θάλασσα. Το Λούβρο εγκατέστησε το έργο στην κορυφή της σκάλας Νταρύ για να αναπαράγει – όσο είναι εφικτό – τις αρχικές συνθήκες θέασης.
Το άγαλμα της θεάς, με ύψος 2,7 μέτρα, είναι φτιαγμένο από παριανό μάρμαρο, ενώ το πλοίο από γκρίζο της Ρόδου. Συνολικά, το γλυπτό υπερβαίνει τα 5,5 μέτρα. Λούβρο, Γαλλία. (Public Domain)
Ενώ ο γλύπτης παραμένει άγνωστος, το γεγονός ότι η ακριβής αρχική τοποθεσία του έργου είναι γνωστή είναι κάτι ασυνήθιστο για τα αρχαιοελληνικά αγάλματα. Οι μελετητές πιστεύουν ότι η «Νίκη της Σαμοθράκης» δημιουργήθηκε μεταξύ 200 και 175 π.Χ., για να τιμήσει μια ναυτική νίκη, άγνωστη ποια. Αιώνες μετά τη δημιουργία του, έπεσε από το βάθρο της και έσπασε σε αρκετά σημεία. Παρέμεινε χαμένη, μέχρι που το 1863, από έναν Γάλλο ερασιτέχνη αρχαιολόγο και διπλωμάτη, τον Σαρλ Σαμπουαζώ (Charles Champoiseau, 1830–1909).
Ο Σαμπουαζώ ανακάλυψε τη «Φτερωτή Νίκη» σε 110 θραύσματα. Το άγαλμα μεταφέρθηκε στο Παρίσι, όπου επανασυναρμολογήθηκε σύμφωνα με κριτήρια αποκατάστασης του 19ου αιώνα. Πράγματι, ολόκληρη η δεξιά πλευρά, της οποίας η αρχική κατάσταση μπορεί να σταχυολογηθεί μόνο από κομμάτια που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα, είναι κατασκευασμένη από γύψο και δημιουργήθηκε συμμετρικά προς την ακάλυπτη αριστερή πτέρυγα. Οι συντηρητές και οι επιμελητές δεν θα επέλεγαν αυτήν τη μέθοδο σήμερα, αλλά το Μουσείο αποφάσισε να διατηρήσει την αρχική λύση.
Επακόλουθη ανασκαφή, τη δεκαετία του 1870, έδωσε τη βάση του αγάλματος, που αποτελείται από μια πλίνθο και την απόδοση μιας πλώρης ενός πολεμικού πλοίου σε γκρίζο μάρμαρο της Ρόδου. Ωστόσο, το κεφάλι και τα χέρια της Νίκης δεν βρέθηκαν ποτέ.
Είκοσι χρόνια πριν ξεκινήσει η Επανάσταση του 1821, ένας άλλος «πόλεμος» είχε ήδη ξεσπάσει: Ο πόλεμος για τα αρχαία! Κάπως έτσι αρχίζει ο πρόλογος του βιβλίου της αρχαιολόγου Εύης Πίνη «Η Κυρά της Ελευσίνας και άλλες ιστορίες» (εκδόσεις Πατάκη), με θέμα τρεις γνωστές και λιγότερο γνωστές λεηλασίες αρχαιοτήτων, που διέπραξαν ξένοι περιηγητές στη χώρα μας στα τέλη του 18ου με αρχές του 19ου αιώνα, το οποίο πήρε πρόσφατα το βραβείο παιδικής λογοτεχνίας από την Ακαδημία Αθηνών.
«Η Κυρά της Ελευσίνας…», όμως, δεν απευθύνεται μόνο σε παιδιά και νέους, αλλά σε αναγνώστες κάθε ηλικίας. Κι αυτό επειδή οι ιστορίες που έχει επιλέξει να παρουσιάσει η συγγραφέας του όχι μόνο στηρίζονται σε πραγματικά γεγονότα, που αποτυπώνουν τις καταστροφές και τις λεηλασίες των μνημείων της Ελλάδας λίγα χρόνια πριν από την Επανάσταση του 1821, αλλά έχουν προκύψει μέσα από έρευνα που η αρχαιολόγος και υπεύθυνη των εκπαιδευτικών προγραμμάτων της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων διεξήγαγε σε βάθος.
Τι την παρακίνησε, όμως, να γράψει εξαρχής αυτό το βιβλίο; «Το 2021, όταν γιορτάζαμε τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση, μου προτάθηκε από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος να συμμετάσχω σε μια συλλογική έκδοση με τίτλο ’21 + 1 συγγραφείς γράφουν για το 1821′. Μάλιστα, μου ζητήθηκε στο διήγημά μου να αποτυπώνεται η ‘αρχαιολογική ματιά’ για το 1821. Αυτό με καθοδήγησε να σκεφτώ τις λεηλασίες των αρχαιοτήτων που διαπράχθηκαν από Ευρωπαίους περιηγητές λίγα χρόνια πριν ξεσπάσει η Επανάσταση και έγραψα ένα διήγημα με τίτλο ‘Ονειρεύομαι την πατρίδα’ και πρωταγωνιστή ένα γλυπτό από το ναό της Αφαίας που σήμερα βρίσκεται στο Μόναχο. Έτσι άρχισα να ασχολούμαι με το θέμα και να μελετώ τη βιβλιογραφία, όπου βρήκα πολλές ενδιαφέρουσες ιστορίες για τη δράση των περιηγητών και έτσι κάπως άρχισε να σχηματίζεται στο μυαλό μου η ιδέα για την ‘Κυρά της Ελευσίνας’», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Εύη Πίνη, που επικεντρώθηκε σε τρεις ιστορίες λεηλασιών αρχαιοτήτων στην Ελλάδα: την Καρυάτιδα της Ελευσίνας, την Αφροδίτη της Μήλου και τα γλυπτά της Αφαίας στην Αίγινα.
Ήταν δύσκολη η επιλογή και η δημιουργία της μυθοπλασίας με τους διαλόγους που χρησιμοποίησε; «Ομολογώ ότι η επιλογή δεν ήταν εύκολη. Είχα γράψει πολύ περισσότερες ιστορίες, αλλά κατέληξα, κουβεντιάζοντας και με τον υπεύθυνο της έκδοσης, να συμπεριλάβω στο βιβλίο δυο υποθέσεις σχετικά άγνωστες, την Καρυάτιδα του Κέιμπριτζ και τους Αιγινήτες, και μία πολύ γνωστή, την Αφροδίτη της Μήλου. Η μυθοπλασία προέκυψε εύκολα, γιατί οι πρωταγωνιστές αυτών των ιστοριών μάς άφησαν τα ημερολόγιά τους και τη μεταξύ τους αλληλογραφία. Οπότε, υπήρχε πολύ υλικό για να εμπνευστώ», απαντά η συνομιλήτρια του ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Την ίδια περίοδο, αρχές του 19ου αιώνα, λεηλατήθηκαν και τα γλυπτά του Παρθενώνα από τον Έλγιν και τους συνεργάτες του – μάλιστα ο επικεφαλής του συνεργείου του, ο Ιταλός ζωγράφος Λουζιέρι, εμφανίζεται ως … δευτεραγωνιστής σε μια από τις ιστορίες. Για ποιο λόγο η ίδια δεν έγραψε γι’ αυτήν την αρπαγή; «Στην πρώτη εκδοχή του κειμένου υπήρχε και μια ιστορία για τα γλυπτά του Παρθενώνα, αλλά αναγκαστικά, εφόσον έπρεπε να επιλέξω, η ιστορία αυτή έμεινε εκτός. Άλλωστε έχουν γραφτεί τόσα για τις λεηλασίες και τις καταστροφές που διέπραξε ο Έλγιν που μια ακόμη ιστορία ίσως δεν θα είχε να προσφέρει κάτι», επισημαίνει η Εύη Πίνη, που αισθάνθηκε «μεγάλη χαρά, όπως είναι φυσικό» για τη βράβευσή της από την Ακαδημία Αθηνών (Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη). Θυμάται δε «με συγκίνηση την τελετή βράβευσης. Και επειδή αυτό συνέβη μέσα στην περίοδο των Χριστουγέννων ήταν σαν να μου έφερε ένα μεγάλο και απρόσμενο δώρο ο Άγιος Βασίλης!», σημειώνει χαρακτηριστικά η συγγραφέας, που ετοιμάζει ένα ακόμα βιβλίο, το οποίο αφορά πάλι μια υπόθεση αρχαιοκαπηλίας.
«Είναι ένα θέμα που μας ‘καίει’ εμάς τους αρχαιολόγους και γι’ αυτό το επιλέγω, θέλοντας να μιλήσω στο νεανικό κοινό για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Αυτή τη φορά όμως δεν θα είναι ιστορικό μυθιστόρημα, αλλά μια υπόθεση μυστηρίου και θα εκτυλίσσεται στο σήμερα», καταλήγει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Ας αναφέρουμε κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία από το βιβλίο για τις αρχαιότητες που λεηλατήθηκαν:
Η «κυρά της Ελευσίνας»
«Η Καρυάτιδα του Κέιμπριτζ, όπως ονομάζεται πλέον το άγαλμα, χρονολογείται στον 1ο αι. π.Χ. Ήταν τοποθετημένη στα μικρά προπύλαια του ιερού της Δήμητρας στην Ελευσίνα, μαζί με μία ακόμη Καρυάτιδα, για να στηρίζουν σαν κίονες την οροφή του κτιρίου. Τα δυο γλυπτά καταστράφηκαν όταν λεηλατήθηκε το ιερό της Δήμητρας από τους Γότθους το 395 π.Χ. Η Καρυάτιδα του Κέμπριτζ βρέθηκε το 1676 από χωρικούς της περιοχής. Το άγαλμα έμεινε στη θέση του και συνδέθηκε με λαϊκές δοξασίες, καθώς οι αγρότες τη θεωρούσαν προστάτιδα των καλλιεργειών τους…»
Οι «Αιγινήτες», τα γλυπτά του ναού της Αφαίας
«Ο ναός της Αφαίας είναι κτισμένος στην κορυφή ενός πευκόφυτου λόφου, στο βορειοανατολικό τμήμα της Αίγινας, και χρονολογείται γύρω στο 500/549 π.Χ. Τα γλυπτά που διακοσμούσαν τα αετώματα του ναού της Αφαίας έχουν και τα δύο ως θέμα τους τις μυθικές εκστρατείες στην Τροία, όπου διακρίθηκαν Αιγινήτες ήρωες […] Οι ‘Αιγινήτες’, όταν εκτέθηκαν στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου το 1830, εντυπωσίασαν και εξέπληξαν τους φιλότεχνους της Ευρώπης για τις τολμηρές στάσεις των σωμάτων τους, αλλά και για το χρώμα που σωζόταν σε πολλά σημεία τους …»
Η Αφροδίτη της Μήλου
«Το άγαλμα είναι κατασκευασμένο από παριανό μάρμαρο και χρονολογείται γύρω στα 150-125 π.Χ […] Σύμφωνα με τις αναφορές της εποχής, μαζί βρέθηκαν τρία θραύσματα από χέρια, ίσως της Αφροδίτης. Ένα από τα θραύσματα ήταν το άκρο αριστερού χεριού που κρατούσε μήλο […] Η ιστορία της ανεύρεσης του αγάλματος είναι αρκετά μπλεγμένη, γι’ αυτό και οι αφηγήσεις που μας άφησαν κάποιοι από τους βασικούς πρωταγωνιστές δεν συμφωνούν μεταξύ τους. Γι’ αυτό, ακόμα και σήμερα δεν είμαστε τελείως βέβαιοι πώς ακριβώς βρέθηκε η Αφροδίτη, πώς κατέληξε στα αμπάρια του Εσταφέτ, τι συνέβη στην παραλία και το πιο σημαντικό: βρέθηκαν τα χέρια μαζί με τον κορμό του αγάλματος και, αν βρέθηκαν, τι απέγιναν; … ».
Η εικονογράφηση έγινε από τη Λέλα Στρούτση. Φωτογραφία εξωφύλλου: Εκδόσεις Πατάκη.
Τι είναι το ψηφιδωτό; Από πού πηγάζει η ονομασία του;* Ποια είναι η τεχνική αλλά και η ιστορική του διαδρομή στη διαρκή πορεία του; Ερωτήματα των οποίων την απάντηση ελπίζουμε ότι θα βρει ο αναγνώστης ακολουθώντας τη σειρά άρθρων του ψηφιδογράφου και συγγραφέα Γιάννη Λουκιανού.
Στο πρώτο μέρος, παρουσιάζονται ψηφιδωτά της ελληνιστικής περιόδου, στο δεύτερο της ρωμαϊκής, στο τρίτο της βυζαντινής και στο τέταρτο σύγχρονα ψηφιδωτά στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Σε ξεχωριστά άρθρα, θα παρουσιαστούν τεχνικές της ψηφιδογραφίας.
Η τάση που χαρακτηρίζει τους φίλους αυτής της τέχνης για μια ευρύτερη γνώση των ψηφιδωτών του κόσμου είναι το ίδιο αδιάπτωτη με τη δική μας ανάγκη. Επιθυμία μας, που πιστεύουμε πως είναι και του κάθε αναγνώστη, η δυνατότητα για δημοσίευση όσο το δυνατόν περισσότερων έργων.
Έτσι, εκτός από μερικά μνημειακά έργα, όπως, για παράδειγμα, το κυνήγι του ελαφιού από την Πέλλα, ή κάποιο εξαίρετο έργο της βυζαντινής τέχνης από τη Μονή Δαφνίου, παρουσιάζονται και ψηφιδωτά που δεν έχουν τύχει μεγάλης δημοσιότητας, αλλά και έργα που έχουμε τη χαρά να βλέπουμε να δημοσιεύονται για πρώτη φορά, όπως αυτά του «Κεραμεικού».
Ελληνιστική περίοδος
Καθοριστική περίοδος και απαρχή για το αντικείμενο αυτού του άρθρου/πονήματος υπήρξε η κλασική αρχαιότητα, και περισσότερο η ελληνιστική. Αυτή η τέχνη της διακόσμησης ξεκινάει δειλά σε προηγούμενες περιόδους, που μπορεί να φτάσουν μέχρι το 3000 π.Χ., σε τόπους και λαούς όπως της Αιγύπτου και της Μεσοποταμίας. Χαρακτηρίζεται όμως από έναν πρωτογονισμό σε σχέση με ό,τι θαυμαστό επακολούθησε στην πορεία του ψηφιδωτού.
Ψηφιδωτός διάκοσμος με κωνικά ψηφία στο ναό Εάνα στην πόλη Ουρούκ (περ 3500 π.Χ.).
Διακόσμηση δαπέδου με μικρά βότσαλα. Μάλια Κρήτης ΚρητοΜυκηναϊκή περίοδος 1400 -1200 π.Χ.
Ένα δάπεδο στο Γόρδιο της Φρυγίας, του 8ου π.Χ. αιώνα είναι από τα αρχαιότερα σωζόμενα έργα, ενώ δύο αιώνες αργότερα προπομπός σε ότι ενθουσιώδες θα ακολουθήσει είναι ένα ψηφιδωτό του 6ου π.Χ αιώνα φτιαγμένο από μικρά βότσαλα με θέμα από την ελληνική μυθολογία.
Έτσι, τα πρώτα ουσιαστικά βήματα λαμβάνουν χώρα σχεδόν δυόμιση χιλιάδες χρόνια πριν από σήμερα. Στα τέλη του 5ου προς τον 4ο π.Χ. αιώνα, διακοσμούνται τα δάπεδα κατοικιών της αρχαίας Κορίνθου και της Σικυώνας, ενώ ο Ιππόδαμος, αρχιτέκτονας από τη Μίλητο, διαπραγματεύεται μια καινούργια οικιστική άποψη στην Όλυνθο της Χαλκιδικής. Δημιουργεί μια μεσημβρινή πόλη, λουσμένη στο φως, και στολίζει τα δάπεδα των κατοικιών, κυρίως των ανδρώνων, με ψηφιδωτά.
Λίγο αργότερα, σε μια άλλη πόλη της Μακεδονίας, την Πέλλα, τη γενέτειρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τα δάπεδα πολυτελών κατοικιών στολίζονται με συνθέσεις από βότσαλα, με αποτέλεσμα ο θαυμασμός γι’ αυτά να μην τελειώνει!
Κεντρικό διάχωρο αίθουσας της «Οικίας με τα μωσαϊκά». Το κεντρικό φυτικό θέμα περιστοιχίζεται από παραστάσεις θηρίων, Αριμασπών και Γρυπών. (370 π.Χ περίπου, αρχαιολογικός χώρος Ερέτριας). Στο κάτω μέρος του έργου, η Νηρηίδα Θέτις μεταφέρει τα όπλα του Αχιλλέα.
Ένα από τα παλαιότερα σωζόμενα έγγραφα για το ψηφιδωτό είναι ένα θραύσμα παπύρου από το 256-246 π.Χ., που δίνει οδηγίες για την τοποθέτηση ψηφιδωτού στο δάπεδο ενός λουτρού. Μωσαϊκά* είναι ακόμη γνωστό ότι χρησιμοποιήθηκαν σε πλοία. Επίσης στα μέσα του τρίτου αιώνα π.Χ. (246-238), γνωρίζουμε ότι ο Ιέρων Β’ των Συρακουσών έστειλε το δικό του πλοίο, τη «Συρακουσία», στην Αλεξάνδρεια για σιτηρά, αφού η ξηρασία είχε οδηγήσει σε κακή σοδειά. Το σκάφος προκάλεσε μεγάλο θαυμασμό, γιατί ορισμένες από τις καμπίνες του ήταν στολισμένες με ψηφιδωτά με θέματα από την Ιλιάδα. Ο Σουητώνιος μας λέει ότι ο Καίσαρας έπαιρνε ακόμη και πλάκες από μωσαϊκό στις εκστρατείες του, πιθανώς για να εξασφαλίσει ότι το πάτωμα της σκηνής του δεν ήταν μόνο κομψό και εντυπωσιακό, αλλά και πιο υγιεινό από τα συνηθισμένα χαλιά ή δέρματα ζώων.
Είναι βέβαιο πως όταν ο Γνώσις, ο αρχαίος Έλληνας καλλιτέχνης, τελείωνε το έργο του με θέμα το κυνήγι του ελαφιού, θα αισθανόταν ιδιαίτερα υπερήφανος. Πριν από το τέλος του 4ου π.Χ. αιώνα (325-300 π.Χ.) είχε τελειώσει ένα ψηφιδωτό από μικρά βότσαλα ποταμών, το οποίο μαζί με τα υπόλοιπα έργα θα στόλιζαν τα δάπεδα πολυτελών κατοικιών στην Πέλλα. Στο δάπεδο ενός δωματίου κοντινού με αυτό της αρπαγής της Ελένης σώζεται ένα περίτεχνο ψηφιδωτό. Οι ζωγράφοι της εποχής προτιμούσαν τα θέματα κυνηγιού. Φαίνεται ότι αποτελούσαν την κύρια διασκέδαση των Μακεδόνων βασιλέων και των ευγενών. Το θέμα περιβάλλεται από μαιάνδρους και πλούσιο φυτικό διάκοσμο. Δύο κυνηγοί νέοι στην ηλικία, σηκώνουν με μεγάλη ορμή τα όπλα τους για να πλήξουν ένα ελάφι, ενώ το σκυλί που τους συνοδεύει έχει βυθίσει τα δόντια του στο θήραμα. Πάνω δεξιά της σύνθεσης υπογράφει ο ψηφοθέτης του έργου: «ΓΝΩΣΙΣ ΕΠΟΗΣΕΝ». Ο προικισμένος αυτός καλλιτέχνης, μέσα από μια σύνθεση κίνησης, ιδιαίτερης πλαστικότητας και μιας νόησης, θα λέγαμε, ιδιότυπης, έκανε τομή στα μέχρι τότε δεδομένα και άνοιξε νέους δρόμους έκφρασης στην τέχνη της ζωγραφικής, χρήσιμους αιώνες μετά στη μετέπειτα πορεία της στον κόσμο της Δύσης.
«Το κυνήγι του ελαφιού». Δάπεδο από το «σπίτι της αρπαγής της Ελένης», στην αρχαία Πέλλα. 325 – 300 π.Χ. Αρχαιολογικό μουσείο Πέλλας. Ρεαλισμός και έντονες φωτοσκιάσεις σ’ αυτό το μοναδικό έργο, δείγμα της υψηλής αισθητικής της Ελληνιστικής περιόδου του τέλους του 4ου π.Χ. αιώνα. Θεωρείται ότι απετέλεσε την απαρχή της ευρωπαϊκής ζωγραφικής.
Έναν άλλο ομότεχνό του, τον Σώσο από την Πέργαμο, τον γνωρίζουμε από περιγραφές των έργων του από τον Πλίνιο τον πρεσβύτερο, που είναι και θαυμαστής του. Με φυσικές χρωματιστές πέτρες πλέον, κομμένες σε μικρούς κύβους, ο Σώσος γοητεύει τον κόσμο του 2ου π.Χ. αιώνα. Τα έργα του έχουν χαθεί, αλλά χάρις στον Πλίνιο τα αναγνωρίζουμε μέσα από τα αντίγραφα που φρόντισαν να αναπαράγουν με μεγάλη επιμέλεια Ρωμαίοι καλλιτέχνες.
Πριν από τα ψηφιδωτά του Γνώσιδος και των άλλων ψηφοθετών είναι αυτά που κοσμούσαν τους ανδρώνες των σπιτιών της αρχαίας Ολύνθου. Μερικές δεκάδες χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Πέλλας, στη χερσόνησο της Χαλκιδικής, μια άλλη πόλη ήκμασε στα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα. Ο μυθικός ήρωας Βελλεροφόντης, έφιππος στο φτερωτό άλογό του, σκοτώνει τη Χίμαιρα. Ένα μυθολογικό θέμα που επίσης κοσμούσε δάπεδα της ελληνιστικής Ρόδου. Αυτό το θέμα, παράλληλα με Νηρηίδες, γρύπες και μαιάνδρους, στόλιζε τις πολυτελείς κατοικίες της αρχαίας αυτής πόλης.
Κατασκευασμένα με λευκά και μαύρα βότσαλα, είναι από τα αρχαιότερα έργα στον ελλαδικό χώρο. Προηγούνται, βέβαια, τα δάπεδα των ανακτόρων της μυκηναϊκής Τίρυνθας (1600-1200 π.Χ.). Της ίδιας δε περιόδου με αυτά της Ολύνθου είναι και της αρχαίας Κορίνθου, της Σικυώνας και των Μεγάρων. Κανείς δεν φανταζόταν – και οπωσδήποτε ούτε ο Ιππόδαμος, που σχεδίασε την αρχαία Όλυνθο – πως η τέχνη των βοτσαλωτών θα επιζούσε όμοια δύο χιλιάδες και πλέον χρόνια μετά, αφού θα στόλιζε τα σπίτια των νησιών του Αιγαίου, αλλά και αυτά στις ακτές της Λιγουρίας, γύρω από την Τζένοβα, στην Ιταλία. Είναι γνωστές οι σχέσεις των Γενουατών με τα νησιά του Αιγαίου και οι κτήσεις τους στην περιοχή. Και είναι πολύ πιθανόν αυτή η τέχνη να επανήλθε μέσω αυτών στον τόπο που γεννήθηκε, αφού στην υπόδουλη από τους Οθωμανούς Ελλάδα ήταν αδύνατον να επιζήσει μια περίπλοκη και αρκετά ακριβή τέχνη όπως αυτή.
Η επιλογή γι’ αυτά τα πολύ μικρά βότσαλα ήταν πολύ αυστηρή και επιτυγχανόταν όσον αφορά το μέγεθος με τη μέθοδο του κοσκινίσματος. Η συλλογή τους γινόταν στα ποτάμια, δίχως να αποκλείεται και αρκετά από αυτά να είναι από τις ακτές, ακόμη και αρκετά μακριά από την περιοχή. Ο Παυσανίας μάς πληροφορεί ότι υπήρχαν ωραιότατα βότσαλα σε μια ακτή στην Πελοπόννησο, κοντά στην Επίδαυρο.
Η συνήθεια του αρχαίου κόσμου να ψηφοθετεί με βότσαλα διατηρείται για μερικούς αιώνες και εξαπλώνεται σχεδόν σε όλη την επικράτεια των απογόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, κυρίως σε πόλεις που είναι κοντά στη θάλασσα.
Εκτός από τις προαναφερθείσες πόλεις, η Αθήνα, η Δήλος, η Ερέτρια, η Ρόδος, η Πέργαμος είναι τόποι με έντονη παρουσία σε αυτό το παιχνίδι της διακοσμητικής τέχνης. Από τα θαυμάσια έργα της Πέλλας, κάποια έχουν υποστεί φθορές και άλλα έχουν συντηρηθεί και αποκολληθεί από το έδαφος, εκτίθενται δε στο αρχαιολογικό μουσείο της ομώνυμης πόλης. Στα πρώτα ανήκει μια εξαίρετη σύνθεση με θέμα την αρπαγή της Ελένης από τον Θησέα. Είναι μια αρκετά μεγάλη παράσταση (περίπου 8,50 × 2,80 μ.), στην οποία φαντάζουν περίτεχνα τα τμήματα που σώζονται.
Η Αλεξάνδρεια, η μεγάλη αυτή πόλη της ελληνιστικής εποχής, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ιστορία του ψηφιδωτού του αρχαίου κόσμου. Εκεί, κατά πάσα πιθανότητα, γεννιέται η κυβική ψηφίδα, ανοίγοντας καινούριους ορίζοντες και δημιουργώντας νέες προοπτικές, αφού η χρωματική γκάμα μεγαλώνει και η ψηφίδα κόβεται πλέον στο εργαστήριο, ικανή να ανταποκριθεί στις οποιεσδήποτε ανάγκες του σχεδίου. Οι πέτρες, αλλά κυρίως τα μάρμαρα, προσφέρουν το εξαιρετικό υλικό τους και την ποικιλία των χρωμάτων τους.
Στο μουσείο της Πέλλας εκτίθενται εκτός από το περίφημο κυνήγι του λιονταριού και άλλα έργα, όπως ο Διόνυσος που φέρεται καθήμενος πάνω σε έναν πάνθηρα, λιτά και αρμονικά σχεδιασμένος, καθώς επίσης και ένα ζεύγος Κενταύρων.
Ο Διόνυσος καθισμένος σε πάνθηρα.
Ένα άλλο έργο παρουσιάζει ένα γρύπα που επιτίθεται σε ελάφι. Σε μια κατοικία του 370 π.Χ. μιας άλλης ελληνιστικής πόλης, της Ερέτριας, ήρθαν στο φως, μετά από ανασκαφές Ελβετών αρχαιολόγων, περίτεχνα μωσαϊκά. Τα θέματα τους είναι εμπνευσμένα από την ελληνική μυθολογία και διανθίζονται με φυτικά σχέδια, ενώ στις μπορντούρες φέρουν το μαίανδρο, τον πλοχμό και βλαστούς με κισσόφυλλα.
Ξεχωρίζει το μωσαϊκό με τη Νηρηίδα Θέτιδα καθισμένη πάνω σε έναν Ιππόκαμπο, να μεταφέρει την πανοπλία για τον Αχιλλέα. Πρόκειται για μια σκηνή εμπνευσμένη από την Ιλιάδα.
Η Θέτις μεταφέρει τα όπλα του Αχιλλέα – σκηνή από την Ιλιάδα. 370 π.Χ περίπου, αρχαιολογικός χώρος Ερέτριας.
Εκτός από αυτό το ιδιαίτερο θέμα, υπάρχουν συνθέσεις που έχουν αποδοθεί με περίσσεια χάρη, όπως η σύγκρουση μεταξύ Σφιγγών και Πανθήρων, οι μυθικές μάχες μεταξύ Γρυπών και Αριμασπών, με τους τελευταίους να αναπαρίστανται ως γυναίκες πολεμίστριες. Εξαιρετική χάρη έχει επίσης η σκηνή όπου ένα λιοντάρι επιτίθεται σε ένα άλογο.
Σταθήκαμε στην περιγραφή έργων που αναφέρονται στη γενέτειρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, την Πέλλα, καθώς επίσης και σε άλλες δύο αρχαίες πόλεις, την Όλυνθο και την Ερέτρια. Στην πρώτη γιατί πιστεύουμε πως η ποιότητα των έργων που την κοσμούσαν αποτελεί σταθμό για την ιστορία του ψηφιδωτού, ενώ η Όλυνθος, αρχαιότερη της Πέλλας, προσφέρει αρκετά στοιχεία για τη μελέτη αυτού του είδους της τέχνης. Η Ερέτρια, μια μικρή πόλη του 4ου π.Χ. αιώνα, μας προσφέρει περίτεχνα μωσαϊκά, από τα αρχαιότερα αυτού του τύπου.
Γιάννης Λουκιανός, «Το κυνήγι του λιονταριού». Απόδοση με κυβικές ψηφίδες του γνωστού βοτσαλωτού της αρχαίας Πέλλας του 4ου π.Χ αιώνα.
Είναι γεγονός ότι, καθώς οι καλλιτέχνες αυτής της περιόδου ανακαλύπτουν την κυβική ψηφίδα, γίνονται ασυγκράτητοι. Ό,τι δημιουργούν είναι αποτέλεσμα μιας υψηλής γνώσης, αισθητικής, και αγάπης για το αντικείμενο. Τα ψηφιδωτά της Πομπηίας, της Αλεξάνδρειας, της Αντιόχειας, της Περγάμου – είτε έγιναν στο τελευταίο τρίτο της πρώτης προ Χριστού χιλιετίας είτε ανήκουν στην ύστερη αρχαιότητα είτε όχι – φέρουν ανεξίτηλη τη σφραγίδα μιας ιδιαίτερης ποιότητας που οι ψηφοθέτες αυτής της περιόδου κατάφεραν να της προσδώσουν.
Του Γιάννη Λουκιανού
Το ποίημα και τα κείμενα είναι από το βιβλίο του Γιάννη Λουκιανού«Η τέχνη του ψηφιδωτού και η τεχνική του», Αθήνα 2011, εκδόσεις βότσαλο, β΄ έκδοση. Από το ίδιο βιβλίο προέρχονται και οι εικόνες, εκτός από εκείνες των οποίων αναφέρεται η πηγή τους.
Ο Γιάννης Λουκιανός γεννήθηκε στην Ίο των Κυκλάδων, πήρε μαθήματα σχεδίου και χρώματος και επιδόθηκε στην τέχνη του ψηφιδωτού και του βοτσαλωτού, κοσμώντας κτίρια και αυλές, μεταξύ των οποίων κατοικία στη Βέρνη της Ελβετίας και η αποκατάσταση του βοτσαλωτού διάκοσμου της ιστορικής αυλής της Μητρόπολης της Σύρου και άλλων εκκλησιών.
Για την τέχνη του ψηφιδωτού και του βοτσαλωτού έχει μιλήσει σε πολλά σχολεία, σε Διεθνή Συνέδρια (Αθήνα 2010-Κύπρος 2012) καθώς και στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, και έχει γράψει σε περιοδικά και σε τοπικές εφημερίδες. Έχει γράψει ακόμη αρκετά δικά του βιβλία, με σημαντικότερα τα:
«Οι βοτσαλωτές αυλές των Κυκλάδων», Αθήνα 1998, αυτοέκδοση (3 εκδόσεις)
«Οι βοτσαλωτές Αυλές του Αιγαίου», Αθήνα 1999, αυτοέκδοση (εξαντλημένο)
«Η τέχνη του ψηφιδωτού και η τεχνική του», Αθήνα 2002 και 20011
Έχει διδάξει την τέχνη του ψηφιδωτού σε επιδοτούμενα σεμινάρια (Σύρος, Ίος κ.ά.), καθώς και στα παιδιά του ΚΔΑΠ στην Ίο.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
* Ο όρος ‘ψηφιδωτό’ προέρχεται από το ψηφίο, τη μικρή πέτρα. Ο όρος ‘μωσαϊκό’ προέρχεται από τις Μούσες.