Πέμπτη, 03 Ιούλ, 2025

Τι σημαίνει ο χαρακτηρισμός «εξτρεμιστικό» για το AfD

Το δεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) — το οποίο ήρθε δεύτερο με μικρή διαφορά στις πρόσφατες ομοσπονδιακές εκλογές — βρίσκεται τώρα σε νομική διαμάχη με το κράτος για να αποφύγει να χαρακτηριστεί ως «εξτρεμιστικό» δεξιό κίνημα.

Ο επίμαχος χαρακτηρισμός επιβλήθηκε από την υπηρεσία πληροφοριών της Γερμανίας στις 2 Μαΐου, για να ανασταλεί αμέσως μετά, λόγω νομικής αμφισβήτησης.

Η συγκεκριμένη πτυχή του γερμανικού δικαίου τέθηκε σε ισχύ μετά τον πόλεμο, για να προστατευτεί η χώρα από την επιστροφή στον φασισμό. Ποιες είναι όμως οι επιπτώσεις του στην κοινωνία και την πολιτική;

Η νομική μάχη

Στη Γερμανία, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, υιοθετήθηκε ο Βασικός Νόμος του 1949 προκειμένου να αποτραπεί οποιαδήποτε επιστροφή του εθνικού σοσιαλισμού και ιδρύθηκε η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος (BfV) για να διαφυλάξει τη δημοκρατική τάξη της χώρας από εσωτερικές απειλές.

Έχοντας ήδη χαρακτηρίσει το AfD ως ύποπτο για εξτρεμισμό κίνημα το 2021, η BfV επικύρωσε τον χαρακτηρισμό στις 2 Μαΐου.

Σύμφωνα με την υπηρεσία, το κόμμα αποτελεί απειλή για τη δημοκρατική τάξη της χώρας, καθώς «αγνοεί την ανθρώπινη αξιοπρέπεια» προκαλώντας «συνεχείς αναταραχές» κατά των παράνομων μεταναστών και υποστηρίζοντας ότι η μαζική τους προσέλευση απειλεί τη γερμανική κοινωνική ειρήνη, την εθνική ταυτότητα και ασφάλεια.

Η κυβερνητική υπηρεσία συνέταξε μια έκθεση 1.100 σελίδων, που παραμένει απόρρητη για το κοινό.

Η BfV λέει ότι η προσέγγιση του AfD στην εθνικότητα «δεν είναι συμβατή με την ελεύθερη δημοκρατική βασική τάξη», σημειώνοντας ότι το κόμμα δεν θεωρεί τους Γερμανούς υπηκόους με μεταναστευτικό υπόβαθρο, από μουσουλμανικές κυρίως χώρες, ως ισότιμα ​​μέλη του γερμανικού λαού.

Στις 8 Μαΐου, έξι ημέρες μετά τον χαρακτηρισμό του κόμματος ως «εξτρεμιστικού», δικαστήριο εξέδωσε εντολή που ανάγκασε την BfV να αναστείλει προσωρινά τη χρήση της ονομασίας, ενώ η δίκη προχωρά.

Εάν το AfD χάσει την αγωγή του, ο χαρακτηρισμός μπορεί να επιβληθεί εκ νέου.

Τι σημαίνει ο χαρακτηρισμός «εξτρεμιστής»;

Ο χαρακτηρισμός σημαίνει ότι το AfD υπόκειται στο υψηλότερο επίπεδο παρακολούθησης πληροφοριών της BfV.

«Καθίσταται δυνατό να παρακολουθούνται σε όλην τη Γερμανία· ολόκληρος ο οργανισμός. Αυτό είναι το πιο κοφτερό σπαθί που έχει αυτή η εγχώρια υπηρεσία πληροφοριών εναντίον του AfD», δήλωσε στην Epoch Times ο πολιτικός αναλυτής στη συντηρητική δεξαμενή σκέψης MCC Brussels, Ρίτσαρντ Σενκ.

Ωστόσο, η παρακολούθηση δεν προκαλεί αυτόματα ποινικές διώξεις, καθώς αυτό παραμένει αρμοδιότητα της αστυνομίας, ούτε συνεπάγεται παρενόχληση, είπε.

Αλλά έχει συνέπειες. Πολλές τράπεζες είναι «πραγματικά δύσπιστες απέναντι σε οργανισμούς που βρίσκονται υπό παρακολούθηση», είπε, και οι χώροι ή οι εργοδότες μπορεί να τους αποφεύγουν.

Υπάρχει επίσης κίνδυνος για τη σταδιοδρομία όσων πρόσκεινται στο κόμμα, καθώς οι υποψήφιοι για δημόσιες υπηρεσίες, οι εκπαιδευτικοί, η αστυνομία και οι στρατιώτες πρέπει να αποκαλύπτουν τους δεσμούς τους με το AfD.

«Φοβάστε μήπως χάσετε τη δουλειά σας ή δεν λάβετε τη δουλειά που θέλετε επειδή είστε μέλος του AfD. Έτσι, ασκείται μεγάλη πίεση σε αυτούς. Έχει ήδη συνέπειες», πρόσθεσε.

Πώς λειτουργεί η επιτήρηση;

Η BfV χειρίζεται διάφορες απειλές όπως η αντικατασκοπεία, ο εξτρεμισμός, ο ισλαμισμός και ο αριστερός και δεξιός εξτρεμισμός.

Νομικά, μόλις η BfV επισημάνει μια ομάδα, υπάρχουν τρία στάδια: προκαταρκτική παρακολούθηση, αυξημένη παρατήρηση και στη συνέχεια πλήρης επιτήρηση, που είναι το στάδιο παρακολούθησης που αντιμετωπίζει το AfD.

«Κάθε φορά που εντοπίζουν μια πολιτική ομάδα που αποτελεί εν δυνάμει απειλή, είναι νομικά υποχρεωμένοι να αποκαλύψουν σε κάποιο βαθμό […] ότι έχουν θέσει αυτόν τον οργανισμό ή το άτομο υπό επιτήρηση», είπε ο Σενκ.

Πώς συνδέεται αυτό με τη νέα κυβέρνηση;

Από τον Φεβρουάριο, το AfD έχει αποκλειστεί από την εξουσία λόγω ενός «cordon sanitaire», μιας διακομματικής συμφωνίας μεταξύ του κυβερνώντος κεντροδεξιού Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος και των εταίρων του συνασπισμού τους στο κεντροαριστερό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD).

Στις 6 Μαΐου, ο Φρήντριχ Μερτς των Χριστιανοδημοκρατών έγινε καγκελάριος και ο Αλεξάντερ Ντόμπριντ του κόμματος ανέλαβε υπουργός Εσωτερικών, επιβλέποντας την BfV.

Ο Ντόμπριντ δήλωσε σε δημοσιογράφους, στις 4 Μαΐου: «Είμαι επιφυλακτικός, επειδή η επιθετική, μαχητική φύση του κόμματος ενάντια στη δημοκρατία μας πρέπει να είναι ένα καθοριστικό χαρακτηριστικό. Το Συνταγματικό Δικαστήριο είχε δίκιο που έθεσε υψηλά εμπόδια για την απαγόρευση ενός κόμματος. [Είμαι] πεπεισμένος ότι το AfD δεν χρειάζεται να απαγορευτεί. Πρέπει να νικηθεί από την εξουσία και πρέπει να μιλήσουμε για τα ζητήματα που έχουν κάνει το AfD τόσο μεγάλο».

Ωστόσο, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα έχει ζητήσει την πλήρη απαγόρευση του AfD. Ο Σενκ είπε ότι ενώ οι Χριστιανοδημοκράτες υιοθετούν μια πιο ρεαλιστική άποψη, με την ελπίδα να επαναφέρουν τις ψήφους του AfD πίσω στην ομάδα τους, είπε ότι η κυρίαρχη πολιτική αριστερά της Γερμανίας, μαζί με τους Σοσιαλδημοκράτες, βλέπει οποιοδήποτε είδος συμβιβασμού στις πολιτικές με το AfD και τους ψηφοφόρους του ως ένα είδος «αίρεσης».

Ο αραιός συνασπισμός του Μερτς είναι εύθραυστος και ο Σενκ είπε ότι υπάρχει η πιθανότητα, χρησιμοποιώντας το σύστημα της απλής πλειοψηφίας, να παρακαμφθεί ο καγκελάριος και να εφαρμοστεί ούτως ή άλλως η απαγόρευση του AfD.

«Έτσι, θα μπορούσαν να περάσουν από τις κυβερνήσεις των κρατιδίων, οι οποίες έχουν τις ψήφους στην Άνω Βουλή, και να χρησιμοποιήσουν αυτές τις ψήφους για να ξεκινήσουν μια απαγόρευση κομμάτων με αυτόν τον τρόπο, για να παρακάμψουν την ευθύνη της ομοσπονδιακής κυβέρνησης μέσω αυτού», πρόσθεσε.

Τι είναι το AfD;

Αρχικά ένα κίνημα διαμαρτυρίας, το AfD κυριάρχησε τον περασμένο Σεπτέμβριο στη Θουριγγία και τη Σαξονία, κερδίζοντας το ένα τρίτο των ψήφων και στα δύο κρατίδια και γινόμενο η κυρίαρχη πολιτική δύναμη στην ανατολική Γερμανία, η οποία βρισκόταν πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα της Σοβιετικής Ένωσης μέχρι το 1989.

Επίσης, ήρθε δεύτερο στις εθνικές εκλογές του Φεβρουαρίου με σταθερές συντηρητικές θέσεις, τις οποίες υποστήριξε και ο ιδιοκτήτης της πλατφόρμας κοινωνικής δικτύωσης X και πρώην Δημοκρατικός Έλον Μασκ.

Η πολιτική του AfD περιλαμβάνει ισχυρή υποστήριξη του παραδοσιακού γάμου μεταξύ άνδρα και γυναίκας και της οικογενειακής ζωής, τη διατήρηση της εθνικής ανεξαρτησίας απέναντι στην αυξανόμενη δύναμη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον γερμανικό πολιτισμό απέναντι στην «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση» και τον εξισλαμισμό, και την ασφάλεια των συνόρων, συμπεριλαμβανομένης της απέλασης των παράνομων μεταναστών.

Η Νεανική Εναλλακτική Θουριγγία χαρακτηρίστηκε επίσης ως «δεξιά εξτρεμιστική» τον Μάρτιο του 2024. Γερμανικό δικαστήριο αποφάσισε τον Ιανουάριο ότι το AfD Σαξονίας μπορεί επίσης να χαρακτηριστεί ως δεξιά εξτρεμιστική ομάδα από τις αρχές.

Οι δύο πρόεδροι του AfD, Τίνο Κρουπάλλα και Άλις Βάιντελ, έχουν επανειλημμένα αρνηθεί ότι το κόμμα είναι εξτρεμιστικό.

Θα ​​μπορούσε το AfD να απαγορευτεί;

Σύμφωνα με το Άρθρο 21(2) του Βασικού Νόμου, το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο έχει μέχρι σήμερα θέσει εκτός νόμου μόνο δύο κόμματα: το Sozialistische Reichspartei (Σοσιαλιστικό Κόμμα του Ράιχ, SRP), ένα νεοναζιστικού τύπου κόμμα που απαγορεύτηκε το 1952, και το Kommunistische Partei Deutschlands (Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας, KPD), που απαγορεύτηκε το 1956.

Υπήρξαν δύο σημαντικές προσπάθειες να τεθεί εκτός νόμου το ακραίο, υπερεθνικιστικό κόμμα, το Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα (NDP) της Γερμανίας. Ωστόσο, αυτή η προσπάθεια απορρίφθηκε από το Συνταγματικό Δικαστήριο το 2017.

«Το NPD επιδιώκει αντισυνταγματικούς στόχους, αλλά προς το παρόν δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία που να δείχνουν ότι μπορεί να επιτύχει αυτούς τους στόχους», δήλωσε ο ανώτατος δικαστής του δικαστηρίου εκείνη την εποχή.

Ο πολιτικός επιστήμονας Βέρνερ Τζ. Πάτζελτ, επισκέπτης καθηγητής έρευνας στο MCC Brussels, δήλωσε στην εφημερίδα The Epoch Times ότι ο πήχης για την απαγόρευση ενός κόμματος είναι υψηλός. Είπε ότι ούτε όσα αντιτίθενται σε ορισμένες συνταγματικές αρχές, όπως η απαίτηση για μοναρχία, δεν χαρακτηρίζονται ως εξτρεμιστικά κόμματα.

Και αν ένα κόμμα είναι απλώς «πολύ ασήμαντο για να αποτελέσει συγκεκριμένο κίνδυνο για την ύπαρξη της ίδιας της φιλελεύθερης τάξης του κράτους», τότε οι αρχές της αναλογικότητας αποτρέπουν την απαγόρευση.

Όταν όντως επιβληθεί απαγόρευση, τέτοια κόμματα απαγορεύονται και διαλύονται, με την περιουσία τους να απαλλοτριώνεται. «Είναι παράνομο να φιλοξενεί κανείς μια οργάνωση που δημιουργείται ως συνέχεια ενός τέτοιου πολιτικού κόμματος», είπε ο Πάτζελτ.

Ο Πάτζελτ προειδοποίησε ότι η απαγόρευση του AfD δεν θα εξαλείψει τα υποκείμενα παράπονα που συχνά συνδέονται, αλλά όχι άρρηκτα, με τους ψηφοφόρους της εργατικής τάξης.

«Ακόμα κι αν η απαγόρευση του AfD ήταν επιτυχής, τα προβλήματα, οι νοοτροπίες, οι πεποιθήσεις, τα συναισθήματα αυτών των Γερμανών δεν θα εξαφανίζονταν», είπε.

Mε αυστηροποίηση των κυρώσεων απείλησαν Μακρόν-Μερτς την Ρωσία αν δεν δεχθεί την πρόταση για εκεχειρία 30 ημερών

Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς και ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ έφτασαν σήμερα το πρωί στο Κίεβο προκειμένου να εκφράσουν από κοινού με τον Πολωνό πρωθυπουργό Ντόναλντ Τουσκ τη στήριξή τους προς την Ουκρανία και να ζητήσουν από τη Ρωσία να δεχθεί «πλήρη και άνευ όρων» εκεχειρία 30 ημερών.

Οι τρεις ηγέτες βγήκαν μαζί από το τρένο που τους μετέφερε στο Κίεβο από την Πολωνία και πρόκειται να συναντηθούν αργότερα σήμερα με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι και τον Τουσκ.

Η επίσκεψη των ηγετών της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Βρετανίας και της Πολωνίας απαντά, συμβολικά, στους εορτασμούς που πραγματοποιήθηκαν χθες Παρασκευή στη Μόσχα για την επέτειο των 80 ετών από τη νίκη επί της ναζιστικής Γερμανίας παρουσία του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν και περίπου 20 ξένων ηγετών, ανάμεσά τους ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ.

«Συνεχίζουμε να αυξάνουμε τη στήριξή μας στην Ουκρανία. Εντείνουμε την πίεσή μας στη ρωσική πολεμική μηχανή μέχρις ότου η Ρωσία να δεχθεί μια εκεχειρία που θα διαρκέσει», τόνισαν σε χθεσινή, κοινή τους ανακοίνωση οι τέσσερις ηγέτες.

Μακρόν, Στάρμερ, Μερτς και Τουσκ θα συμμετάσχουν μαζί με τον Ζελένσκι σε διαδικτυακή διάσκεψη με άλλους ηγέτες της «συμμαχίας των προθύμων», των δυτικών χωρών –κυρίως ευρωπαϊκών– που είναι έτοιμες να προσφέρουν «εγγυήσεις ασφαλείας» στην Ουκρανία.

Οι Ευρωπαίοι ηγέτες μεταβαίνουν στο Κίεβο ενισχυμένοι από την έκκληση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος πίεσε την Πέμπτη τη Ρωσία να δεχθεί «άνευ όρων εκεχειρία διάρκειας 30 ημερών», ενώ απείλησε τη Μόσχα με νέες κυρώσεις σε περίπτωση που αρνηθεί.

Η Ρωσία, που αυτή τη στιγμή ελέγχει το 20% του ουκρανικού εδάφους, «υπεκφεύγει, θέτει όρους, κερδίζει χρόνο και συνεχίζει τον πόλεμο εισβολής της», κατήγγειλε ο Μακρόν σε ανάρτησή του στο Χ σήμερα, λίγο πριν φτάσει στο Κίεβο.

Ο Γάλλος πρόεδρος επανέλαβε την απειλή του για νέες κυρώσεις «πολύ πιο σκληρές» εις βάρος της Ρωσίας, αν αυτή αρνηθεί να αποδεχθεί μια εκεχειρία, σύμφωνα με συνέντευξή του στα γαλλικά τηλεοπτικά δίκτυα TF1 και LCI που πραγματοποιήθηκε στο τρένο το οποίο τον μετέφερε στο Κίεβο.

Παράλληλα ο Μακρόν ζήτησε τη διεξαγωγή «άμεσων διαπραγματεύσεων» μεταξύ της Ουκρανίας και της Ρωσίας. Στην περίπτωση που ισχύσει εκεχειρία 30 ημερών «ξεκινάμε άμεσες συνομιλίες Ουκρανίας- Ρωσίας. Εμείς είμαστε έτοιμοι να βοηθήσουμε», διαβεβαίωσε.

Αντίστοιχη ήταν η αντίδραση και του Γερμανού καγκελαρίου ο οποίος επίσης απείλησε τη Μόσχα ότι «θα σκληρύνουν πολύ οι κυρώσεις» εις βάρος της, αν αρνηθεί την εκεχειρία, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Bild.

Αν το Κρεμλίνο αρνηθεί, «τότε θα σκληρύνουν πολύ οι κυρώσεις και θα συνεχιστεί η μαζική βοήθεια προς την Ουκρανία. Στο πολιτικό σκέλος, φυσικά, αλλά και στο οικονομικό και πολιτικό», τόνισε ο Μερτς.

Στην κοινή ανακοίνωση που εξέδωσαν χθες οι τέσσερις Ευρωπαίοι ηγέτες επεσήμαναν ότι «επαναλαμβάνουμε τη στήριξή μας στις εκκλήσεις του προέδρου Τραμπ υπέρ μιας ειρηνευτικής συμφωνίας και ζητάμε από τη Ρωσία να πάψει να εγείρει εμπόδια».

«Στο πλευρό των ΗΠΑ, καλούμε τη Ρωσία να δεχθεί μια πλήρη και άνευ όρων εκεχειρία 30 ημερών προκειμένου να μπορέσουν να διεξαχθούν συνομιλίες με στόχο μια δίκαιη ειρήνη με διάρκεια», πρόσθεσαν.

Μιλώντας στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο ABC ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ εκτίμησε ότι πριν κηρυχθεί εκεχειρία θα πρέπει να σταματήσουν οι παραδόσεις δυτικών όπλων στο Κίεβο, καθώς σε διαφορετική περίπτωση «η Ουκρανία θα βρεθεί σε πλεονεκτική θέση».

«Η Ουκρανία θα συνεχίσει την πλήρη επιστράτευση, φέρνοντας νέα στρατεύματα στο μέτωπο», πρόσθεσε. «Η Ουκρανία θα εκμεταλλευθεί αυτή την περίοδο για να εκπαιδεύσει νέο στρατιωτικό προσωπικό και για να προσφέρει μια ανάπαυλα στο ήδη υπάρχον. Οπότε για ποιο λόγο να δώσουμε αυτό το πλεονέκτημα στην Ουκρανία;», διερωτήθηκε.

Ο Πεσκόφ δήλωσε επίσης ότι το Κίεβο δεν είναι έτοιμο για διαπραγματεύσεις.

«Ο πρόεδρος Πούτιν κάνει ό,τι είναι δυνατό για να λύσει το πρόβλημα, να πετύχει μια διευθέτηση μέσω ειρηνικών και διπλωματικών μέσων. Όμως καθώς δεν υπάρχουν διαθέσιμα ειρηνικά και διπλωματικά μέσα, πρέπει να συνεχίσουμε τη στρατιωτική επιχείρηση», εκτίμησε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου.

Η Ρωσία, πρόσθεσε ο ίδιος, ήλπιζε ότι η μεσολάβηση του Τραμπ θα βοηθούσε να υπάρξει «λίγη περισσότερη ευελιξία, λίγη περισσότερη πολιτική βούληση και σοφία από το καθεστώς του Κιέβου».

Στο μεταξύ η αμερικανική πρεσβεία στην Ουκρανία προειδοποίησε χθες για τον κίνδυνο μεγάλης «αεροπορικής επίθεσης» από τη Ρωσία τις επόμενες ημέρες.

Ουκρανικά μέσα ενημέρωσης μετέδωσαν σήμερα ότι η Ρωσία ενημέρωσε για το κλείσιμο του εναέριου χώρου της πάνω από τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις που χρησιμοποιήθηκαν το 2024 για την εκτόξευση του τελευταίας γενιάς ρωσικού πυραύλου Orechnik, κάτι που ενδεχομένως σημαίνει ότι η Μόσχα προετοιμάζεται για ένα νέο βαλλιστικό πλήγμα.

Μερτς: «Μικρή, αλλά υπαρκτή» η πιθανότητα να τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία

Ως «μικρή, αλλά υπαρκτή» περιέγραψε ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς την πιθανότητα να τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία και έκανε λόγο για την «μεγαλύτερη πρωτοβουλία των τελευταίων μηνών, αν όχι ετών», ενώ προειδοποίησε τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν για το νέο πακέτο κυρώσεων που ετοιμάζει η Δύση. Τόνισε τη συνοχή των συμμάχων της Ουκρανίας και διαβεβαίωσε το Κίεβο ότι «μπορεί να υπολογίζει στη Γερμανία».

«Αυτός ο πόλεμος πρέπει να τελειώσει και πιστεύω ότι υπάρχει τώρα μια μικρή πιθανότητα. Είναι μικρή η πιθανότητα, αλλά υπάρχει (…) και ο ίδιος ο Πούτιν πρέπει να παραδεχθεί ότι η συνέχιση του πολέμου θα ήταν απελπιστική», δήλωσε ο κ. Μερτς σε συνέντευξη που παραχώρησε στο πρώτο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD.

Σε συνέντευξή του στο δεύτερο κανάλι της γερμανικής τηλεόρασης ZDF, ο καγκελάριος διαβεβαίωσε για την συνοχή των συμμάχων της Ουκρανίας. «Είμαστε πολύ ενωμένοι εδώ. Και οι ΗΠΑ εμπλέκονται πλήρως», δήλωσε και πρόσθεσε ότι ο πρόεδρος Τραμπ ενημερώθηκε αμέσως μετά τη συνάντηση των ηγετών Γερμανίας, Γαλλίας, Πολωνίας, Βρετανίας και Ουκρανίας σήμερα στο Κίεβο. «Ο Πούτιν θα πρέπει να γνωρίζει ότι δεν μπορεί να διχάσει την Δύση. Αυτή είναι η μεγαλύτερη πρωτοβουλία που έχει αναληφθεί τους τελευταίους μήνες, αν όχι χρόνια, για τον τερματισμό του πολέμου», τόνισε.

Στο ίδιο πνεύμα, μιλώντας στο ιδιωτικό δίκτυο n-tv, ο κ. Μερτς μίλησε για μια «σημαντική πρωτοβουλία από πέντε ευρωπαίους ηγέτες – μαζί με τους Αμερικανούς» και εξέφρασε την πεποίθηση ότι «θα προκαλέσει αίσθηση».

Νωρίτερα στο Κίεβο ο Φρίντριχ Μερτς κατηγόρησε την Ρωσία για το γεγονός ότι δεν υπάρχει ακόμη εκεχειρία και δήλωσε ότι η Ουκρανία τήρησε ιδιαίτερα εποικοδομητική στάση. «Αλλά η Ρωσία δεν θέλει να κάνει πίσω, επομένως θα πρέπει να αυξηθεί η πίεση προς τον ηγέτη του Κρεμλίνου», πρόσθεσε και, απευθυνόμενος στον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι, διαβεβαίωσε ότι η Ουκρανία «μπορεί να βασίζεται στην Γερμανία, η οποία θα συνεχίσει να παρέχει οικονομική υποστήριξη και θα τηρήσει όλα όσα έχει συμφωνήσει».

Σε κοινό μέτωπο Ουκρανία και σύμμαχοι: Καλούν τη Ρωσία να αποδεχθεί την αμερικανική πρόταση για κατάπαυση του πυρός

Η Ουκρανία, μαζί με τους διεθνείς συμμάχους της, απηύθυνε έκκληση προς τη Ρωσία να αποδεχθεί την αμερικανική πρόταση για μια «πλήρη και άνευ όρων κατάπαυση του πυρός», σύμφωνα με δηλώσεις του Ουκρανού υπουργού Εξωτερικών, Αντρίι Συμπίχα, στις 10 Μαΐου.

Το σχετικό μήνυμα εστάλη κατά τη διάρκεια στρατηγικής συνάντησης στο Κίεβο, όπου η ουκρανική ηγεσία υποδέχτηκε τις αντιπροσωπείες των βασικών συμμάχων, με στόχο την ενίσχυση της πίεσης προς τη Μόσχα ώστε να εισέλθει σε διαπραγματεύσεις και να δοθεί τέλος στον πόλεμο.

Ηγέτες από τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Πολωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο μετέβησαν το Σάββατο ομαδικά στο Κίεβο, όπου συναντήθηκαν με τον Πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι και επαναβεβαίωσαν τη στήριξή τους σε μια άμεση συμφωνία για κατάπαυση του πυρός.

«Ενώνουμε τη φωνή μας με αυτή του προέδρου Τραμπ υπέρ μιας ειρηνευτικής συμφωνίας, και καλούμε τη Ρωσία να σταματήσει να εμποδίζει τις προσπάθειες για μια διαρκή ειρήνη», ανέφεραν σε κοινή δήλωσή τους οι τέσσερις ηγέτες. «Σε συνεργασία με τις ΗΠΑ, καλούμε τη Ρωσία να συμφωνήσει σε μια πλήρη και άνευ όρων κατάπαυση του πυρός διάρκειας 30 ημερών, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για ουσιαστικές διαπραγματεύσεις επί μιας δίκαιης και βιώσιμης ειρήνης».

Η συγκεκριμένη επίσκεψη είχε και συμβολικό χαρακτήρα, καθώς ήταν η πρώτη φορά που οι ηγέτες των τεσσάρων χωρών επισκέπτονται από κοινού την Ουκρανία, ενώ για τον Φρίντριχ Μερτς, ήταν η πρώτη του παρουσία στη χώρα ως Καγκελάριος της Γερμανίας.

Οι δηλώσεις έρχονται λίγο μετά από τηλεφωνική επικοινωνία του προέδρου Τραμπ με τον Ουκρανό πρόεδρο Ζελένσκι, συνομιλία που ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας χαρακτήρισε «εποικοδομητική».

Την ίδια ώρα, ο Αμερικανός Αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς δήλωσε ότι η ρωσική πλευρά επιμένει σε ακραίες απαιτήσεις, ζητώντας, μεταξύ άλλων, από την Ουκρανία να παραχωρήσει εδάφη που η Ρωσία δεν έχει καταφέρει να κατακτήσει ή να διατηρήσει στην κατοχή της.

«Όταν είδαμε την πρώτη πρόταση των Ρώσων, η αντίδρασή μας ήταν “Ζητάτε υπερβολικά πολλά”. Όμως έτσι εξελίσσονται οι διαπραγματεύσεις», σχολίασε ο Βανς από τη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου.

Ο ίδιος εκτίμησε ότι η Μόσχα αποφεύγει τη διαπραγμάτευση αυτή τη στιγμή επειδή αισθάνεται ισχυρή στη συγκεκριμένη φάση των συγκρούσεων. Παρ’ όλα αυτά, σημείωσε ότι ο Πούτιν φαίνεται να προτάσσει μαξιμαλιστικές αξιώσεις ενόψει των συνομιλιών, γνωρίζοντας πως το τελικό αποτέλεσμα θα είναι υποδεέστερο των απαιτήσεων.

Ο επόμενος στόχος των ΗΠΑ είναι να πειστούν Κίεβο και Μόσχα να προσέλθουν σε απευθείας διάλογο, πέρα από διαμεσολαβητές. Σε περίπτωση που αυτό αποδειχθεί ανέφικτο, οι ΗΠΑ δήλωσαν έτοιμες να αποσυρθούν από το ρόλο του διαμεσολαβητή.

Ο Τραμπ επανέλαβε στις 8 Μαΐου το αίτημά του για κατάπαυση του πυρός 30 ημερών, πρόταση που έχει τύχει της επίσημης στήριξης και από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Πάντως, η διαδικασία των διαπραγματεύσεων κάθε άλλο παρά εύκολη είναι, με την Ουάσινγκτον να αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, οι ευρωπαϊκοί σύμμαχοι της Ουκρανίας προσπαθούν να διαμορφώσουν εναλλακτικής μορφής στήριξη, σε περίπτωση που καταρρεύσουν οι ειρηνευτικές προσπάθειες.

Ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, μιλώντας σε δημοσιογράφους στο Κίεβο, υπογράμμισε πως η Ευρώπη αρχίζει να ανακτά το ρόλο της στο παγκόσμιο γίγνεσθαι και προσανατολίζεται στη θωράκιση της δικής της ασφάλειας, όχι μόνο για την Ουκρανία, αλλά και για το σύνολο της Ηπείρου.

«Αυτό που διαμορφώνεται με τη συνεργασία Πολωνίας, Γερμανίας και Μ. Βρετανίας αποτελεί ιστορική στιγμή για την ευρωπαϊκή άμυνα και την ανάκτηση της αυτονομίας μας στην ασφάλεια. Αυτό αφορά, προφανώς, την Ουκρανία, αλλά επίσης όλους μας», τόνισε ο Μακρόν. «Είναι μια νέα εποχή, μια Ευρώπη που βλέπει πλέον τον εαυτό της ως δύναμη».

Στο ίδιο πνεύμα, ο πρόεδρος Ζελένσκι και οι ευρωπαίοι ηγέτες ξεκίνησαν μια εικονική διάσκεψη με ηγεσίες άλλων χωρών, με στόχο τη δημιουργία μιας νέας «συμμαχίας προθύμων». Η «συμμαχία προθύμων» θα στηρίξει στρατιωτικά την Ουκρανία μετά την επίτευξη συμφωνίας και θα μπορούσε ακόμη και να αποστείλει δυνάμεις στη χώρα για την επιτήρηση της εφαρμογής των όρων οποιασδήποτε συμφωνίας με τη Ρωσία.

Μερτς: H μπάλα βρίσκεται στο γήπεδο της Μόσχας – Η ΕΕ στηρίζει την πρόταση του Ντ. Τραμπ για κατάπαυση πυρός 30 ημερών

«H μπάλα βρίσκεται στο γήπεδο της Μόσχας», δήλωσε ο νέος καγκελάριος της Γερμανίας Φρήντριχ Μερτς σήμερα από τις Βρυξέλλες, επισημαίνοντας ότι η ΕΕ στηρίζει την πρόταση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για κατάπαυση του πυρός 30 ημερών στον πόλεμο Ρωσίας και Ουκρανίας.

Σε δύο συνεντεύξεις Τύπου, που παραχώρησε σήμερα στις Βρυξέλλες μετά τις συναντήσεις που είχε με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα και έπειτα με την πρόεδρο της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ο Φρήντριχ Μερτς αναφέρθηκε στον πόλεμο της Ουκρανίας. «Είμαι ευγνώμων που η πλειοψηφία των κρατών και των κυβερνήσεων στην ΕΕ συμφωνεί ότι πρέπει να σταθούμε στο πλευρό της Ουκρανίας και θα συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε την Ουκρανία και τον αγώνα της κατά του ρωσικού επιθετικού πολέμου», δήλωσε.

Ο Μερτς είπε ότι είχε μια μακρά τηλεφωνική επικοινωνία το βράδυ της Πέμπτη με τον πρόεδρο Τραμπ, κατά την οποία συζήτησαν για την Ουκρανία και τις εμπορικές σχέσεις και ότι ο Αμερικανός πρόεδρος τον προσκάλεσε στην Ουάσιγκτον, στον Λευκό Οίκο.

Σε ό,τι αφορά την Ουκρανία, ο Μερτς ανέφερε ότι η ΕΕ υποστηρίζει την πρωτοβουλία του προέδρου Τραμπ για 30ήμερη κατάπαυση του πυρός. «Αυτό θα είναι μια δοκιμασία για το πόσο σοβαρά παίρνει ο Πούτιν μια τέτοια συμφωνία», είπε, προσθέτοντας ότι το επόμενο διάστημα «θα δούμε εάν είναι εφικτό να μετατρέψουμε μια πιθανή κατάπαυση του πυρός σε πραγματικές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις». Συνέχισε λέγοντας ότι η ΕΕ και οι ΗΠΑ υποστηρίζουν την Ουκρανία και «τώρα η μπάλα είναι στο γήπεδο της Μόσχας» και πως «η Ρωσία είναι εκείνη που θα πρέπει να δείξει ότι παίρνει στα σοβαρά την ειρήνη στην Ουκρανία».

Ο Μερτς ανέφερε επίσης ότι τόσο η ΕΕ όσο και οι ΗΠΑ είναι έτοιμες να αυξήσουν την πίεση για κυρώσεις στη Μόσχα, εάν δεν λάβει σοβαρά υπ’ όψιν τις ειρηνευτικές συνομιλίες. «Καλούμε τη Ρωσία επιτέλους να ξεκινήσει την πορεία για πραγματικές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις», δήλωσε. «Εάν αυτό δεν συμβεί, δεν θα διστάσουμε, μαζί με τους Ευρωπαίους εταίρους μας και τις ΗΠΑ, να αυξήσουμε την πίεση για κυρώσεις», είπε.

Η Γερμανία σκληραίνει τη στάση της, περισσότερες επαναπροωθήσεις αιτούντων άσυλο στα σύνορα

Απόφαση για πιο αυστηρή διαχείριση των συνόρων πήρε η νέα γερμανική κυβέρνηση, προχωρώντας σε εντολή ενίσχυσης των επαναπροωθήσεων παράτυπων μεταναστών στα γερμανικά σύνορα. Την πρώτη κιόλας μέρα της θητείας της, στις 7 Μαΐου, ο υπουργός Εσωτερικών, Αλεξάντερ Ντόμπριντ, ανακοίνωσε το μέτρο, στοχεύοντας σε σταδιακή αύξηση του αριθμού των απορρίψεων και ενίσχυση των ελέγχων.

«Το ζητούμενο είναι η σαφήνεια, η συνέπεια και ο έλεγχος. Δεν κλείνουμε τα σύνορά μας, αλλά χωρίς αμφιβολία θα τα ελέγχουμε πολύ πιο αυστηρά. Αυτός ο αυστηρότερος έλεγχος θα φέρει και περισσότερες απορρίψεις αιτήσεων ασύλου», τόνισε ο Ντόμπριντ. Υπογράμμισε παράλληλα πως οι ευάλωτες ομάδες, όπως παιδιά και εγκυμονούσες, δεν θα εμποδίζονται να περάσουν τα σύνορα.

«Δεν πρόκειται από τη μια μέρα στην άλλη να απορρίπτουμε τους πάντες, αλλά είναι σημαντικό να μειώσουμε σταδιακά την υπερφόρτωση του συστήματος, να περιορίσουμε τον αριθμό των αιτήσεων και να στείλουμε ξεκάθαρο μήνυμα σε όλο τον κόσμο και στην Ευρώπη ότι η πολιτική της Γερμανίας έχει αλλάξει», συμπλήρωσε ο ίδιος.

Με την απόφαση αυτή, ανατρέπεται το άτυπο καθεστώς που ίσχυσε από το 2015 επί Άνγκελα Μέρκελ, όταν και επετράπη η είσοδος σε περίπου ένα εκατομμύριο αιτούντες άσυλο, κυρίως μέσω μιας ανάρτησης της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Μετανάστευσης που ανακοίνωνε την αναστολή του Πρωτοκόλλου του Δουβλίνου. Το σχετικό πρωτόκολλο προέβλεπε ότι οι πρόσφυγες έπρεπε να ζητούν άσυλο στην πρώτη χώρα της ΕΕ που εισέρχονταν.

Η απόφαση αυτή μετέτρεψε τη Γερμανία σε κύριο προορισμό για χιλιάδες πρόσφυγες – ιδιαίτερα από τη Συρία – ενώ αμέσως μετά, η είδηση διαδόθηκε διεθνώς μεταξύ των μεταναστών, αρκετοί από τους οποίους κατέστρεψαν έγγραφα ταυτότητας για να διευκολύνουν την είσοδό τους.

Ο νέος καγκελάριος, Φρίντριχ Μερτς, που ανέλαβε και επίσημα καθήκοντα στις 6 Μαΐου, είχε προαναγγείλει την επιβολή συστηματικών ελέγχων στα σύνορα μετά τη φονική επίθεση με μαχαίρι στη Βαυαρία και τη σύλληψη ενός Αφγανού παράτυπου μετανάστη. Η κυβέρνησή του, σε συμμαχία με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD), αντιμετωπίζει ισχυρό ανταγωνισμό από την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), που έχει δεσμευτεί για ακόμη πιο αυστηρή μεταναστευτική πολιτική και ακολουθεί σταθερά ως δεύτερο κόμμα στις δημοσκοπήσεις.

Ο Μερτς, πάντως, έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να συγκυβερνήσει με την AfD, παρά το ισχυρό εκλογικό της ποσοστό και τη δυνατότητα που θα προσέφερε για πλειοψηφία. Μάλιστα, στις 2 Μαΐου, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος χαρακτήρισε επίσημα το AfD ως «εξτρεμιστική» οργάνωση.

Σύμφωνα με έρευνα της Ipsos τον Μάρτιο, η AfD βρέθηκε για πρώτη φορά στην κορυφή των προτιμήσεων του εκλογικού σώματος. Οι ηγέτες του κόμματος αντέδρασαν άμεσα, προσφεύγοντας στη δικαιοσύνη κατά της Υπηρεσίας Πληροφοριών για τον χαρακτηρισμό τους ως ακροδεξιάς εξτρεμιστικής οργάνωσης.

Η στροφή της γερμανικής πολιτικής ευθυγραμμίζεται με τις εξελίξεις στην υπόλοιπη Ευρώπη, όπου παρατηρείται συνολικά αυστηροποίηση της στάσης έναντι της μετανάστευσης. Σύμφωνα με το νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κράτη μέλη μπορούν πλέον να συνάπτουν συμφωνίες με χώρες εκτός ΕΕ για την εξέταση αιτημάτων ασύλου σε τρίτες χώρες, όπως π.χ. στη Βόρεια Αφρική.

Η Frontex, η Υπηρεσία Συνόρων της ΕΕ, αναφέρει πως οι περισσότεροι παράτυποι μετανάστες εισέρχονται στην Ένωση είτε μέσω διαβάσεων της Μεσογείου από χώρες της Βόρειας Αφρικής, είτε από τα ανατολικά μέσω Πολωνίας και Βαλκανίων.

Οι πιέσεις από κόμματα που υποστηρίζουν σκληρότερη αντιμετώπιση της μετανάστευσης έχουν οδηγήσει τα παραδοσιακά κόμματα να εγκαταλείπουν τις παλιότερες «ανοικτές» πολιτικές και να συναινούν στην επαναφορά ελέγχων ακόμη και εντός της συνθήκης Σένγκεν για ελεύθερη διακίνηση.

Το 2024, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρότεινε να συνομολογηθούν συμφωνίες με χώρες εκτός ΕΕ – είτε ως χώρες προέλευσης είτε ως χώρες διέλευσης μεταναστών – ώστε να σταματά η μεταναστευτική ροή εκεί. Επιπλέον, υποστήριξε την ίδρυση «κέντρων επιστροφής» σε τρίτες χώρες όπως η Αίγυπτος, το Μαρόκο, η Αλγερία, η Μαυριτανία, η Σενεγάλη και το Μάλι, αν και μέχρι στιγμής τέτοια κέντρα δεν έχουν λειτουργήσει.

Γ. Γεραπετρίτης από Βαρσοβία: «Στηρίζουμε την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων»

Τη στήριξη της Ελλάδας στη διαδικασία ενσωμάτωσης των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ, τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης από τη Βαρσοβία όπου μετέχει στην Άτυπη Συνάντηση των Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράλληλα όμως ξεκαθάρισε ότι προϋπόθεση γι’ αυτό είναι «η προσήλωση στο διεθνές δίκαιο, η προσήλωση στο κράτος δικαίου, ο σεβασμός των αρχών της δημοκρατίας».

Ο κ. Γεραπετρίτης είπε ότι αυτή η συνάντηση γίνεται σε μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή για τη στρατηγική αυτονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία όπως είπε, πρέπει να αναπτύξει τις αμυντικές της δυνατότητες, να ενισχύσει το διεθνές της αποτύπωμα, έτσι ώστε να μπορεί, στον κόσμο, να έχει μια πολύ ισχυρή θέση σε δύσκολους καιρούς.

«Συζητούμε σήμερα για το θέμα των Δυτικών Βαλκανίων, της προενταξιακής διαδικασίας. Η Ελλάδα αποτέλεσε πάντοτε μια ενεργό δύναμη, μια επισπεύδουσα δύναμη στην ενσωμάτωση των Δυτικών Βαλκανίων στην ευρωπαϊκή οικογένεια» είπε και προσέθεσε:

«Θα συνεχίσουμε να είμαστε αρωγοί της προσπάθειας αυτής. Είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε ότι ορισμένες από τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της ευρωπαϊκής οικογένειας, παραμένουν αδιαπραγμάτευτες, όπως είναι η προσήλωση στο διεθνές δίκαιο, η προσήλωση στο κράτος δικαίου, ο σεβασμός των αρχών της δημοκρατίας».

Ο κ. Γεραπετρίτης σημείωσε ότι σήμερα, 80 χρόνια μετά από τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, βρισκόμαστε, δυστυχώς, ίσως στην χειρότερη στιγμή παγκοσμίως αφού «για περισσότερο από τρία χρόνια, έχουμε τον πόλεμο στην Ουκρανία, μετά τη ρωσική επίθεση. Εξακολουθούν να υφίστανται οι εχθροπραξίες στη Γάζα. Και κάθε μέρα έχουμε καινούριες εστίες συρράξεων στην οικουμένη, όπως συμβαίνει μεταξύ της Ινδίας και του Πακιστάν. Αλλά και συνθήκες, οι οποίες είναι απαξιωτικές για τους ανθρώπους, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στην Υποσαχάρια Αφρική και ιδίως στο Σουδάν, με εκτοπισμένους και στα όρια της ανέχειας».

Και ο Έλληνας ΥπΕξ κατέληξε: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο κόσμος ολόκληρος θα πρέπει να δώσουν έμφαση, ώστε τα διδάγματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου να παραμείνουν ενεργά. Η ανθρώπινη αξία, η ελευθερία, θα πρέπει να είναι το πρώτο και το μεγάλο ζητούμενο στον κόσμο».

Ο Ζελένσκι ελπίζει σε «ηθική και πνευματική υποστήριξη» από το Βατικανό – Ο Πούτιν προσβλέπει σε εποικοδομητικό διάλογο με τον νέο Πάπα

Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι συνεχάρη σήμερα τον Πάπα Λέοντα ΙΔ΄ για την εκλογή του και εξέφρασε την ελπίδα πως το Βατικανό θα εξακολουθήσει να υποστηρίζει το Κίεβο στις προσπάθειές του για δικαιοσύνη και διαρκή ειρήνη, ύστερα από τρία χρόνια πολέμου με τη Ρωσία.

«Σε αυτήν την καθοριστική για τη χώρα μας στιγμή, ελπίζουμε σε περαιτέρω ηθική και πνευματική υποστήριξη από το Βατικανό στις προσπάθειες της Ουκρανίας με στόχο την απόδοση δικαιοσύνης και την επίτευξη διαρκούς ειρήνης», έγραψε ο Ζελένσκι σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Telegram.

Τον αμερικανικής καταγωγής Ποντίφικα συνεχάρη επίσης ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι θα συνεχιστεί ο εποικοδομητικός διάλογος μεταξύ της Μόσχας και του Βατικανού.

«Είμαι βέβαιος ότι ο εποικοδομητικός διάλογος και οι επαφές μεταξύ Ρωσίας και Βατικανού θα αναπτυχθούν περαιτέρω στη βάση των χριστιανικών αξιών που μας ενώνουν», αναφέρει ο Πούτιν στο συγχαρητήριο μήνυμα προς τον νέο προκαθήμενο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.

Ευρώπη–ΗΠΑ: Απειλή εμπορικού πολέμου με «αντίποινα» δισεκατομμυρίων από την ΕΕ

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει ένα πακέτο μέτρων-αντίποινα που μπορεί να φτάσει τα 95 δισ. ευρώ (107,2 δισ. δολάρια) σε αμερικανικές εισαγωγές, αν αποβούν άκαρπες οι διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ για την άρση των δασμών που επέβαλε η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ.

Το σχέδιο αυτό, εφόσον υιοθετηθεί, αποτελεί την ευρωπαϊκή απάντηση στους δασμούς επί ευρωπαϊκών αυτοκινήτων αλλά και στα αμερικανικά μέτρα αντιποίνων. Στο στόχαστρο της ΕΕ βρίσκονται προϊόντα όπως το αμερικανικό κρασί, θαλασσινά, αεροσκάφη, αυτοκίνητα και ανταλλακτικά, χημικά, ηλεκτρολογικός εξοπλισμός, φαρμακευτικά και βιομηχανικά είδη.

Η Κομισιόν, ως εκτελεστικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 27, ανακοίνωσε πως από τις 10 Ιουνίου θα θέσει το πακέτο υπό δημόσια διαβούλευση. Μέλη της ΕΕ αλλά και οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις καλούνται να εκφράσουν τις απόψεις τους πριν ληφθούν οι οριστικές αποφάσεις για την ενεργοποίηση των μέτρων.

«Οι δασμοί ήδη πλήττουν τις διεθνείς οικονομίες», τόνισε χαρακτηριστικά η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Εξέφρασε δε την προσήλωση της Ένωσης στην ανάγκη επίτευξης αμοιβαίας συμφωνίας με τις ΗΠΑ: «Πιστεύουμε ότι υπάρχουν καλές συμφωνίες που θα ωφελήσουν καταναλωτές και επιχειρήσεις και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού», σημείωσε.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πάντως, ξεκαθαρίζει ότι η Ευρώπη προετοιμάζεται για όλα τα ενδεχόμενα, υπογραμμίζοντας τη σημασία της διαβούλευσης που εγκαινιάζεται ώστε να καθοδηγηθούν οι σχεδιασμοί για τα πιθανά αντίμετρα.

Η σύγκρουση εντείνεται καθώς οι ευρωπαϊκές εξαγωγές αντιμετωπίζουν δασμούς της τάξεως του 25% σε χάλυβα, αλουμίνιο και αυτοκίνητα, όπως και 10% σχεδόν σε όλα τα υπόλοιπα εμπορεύματα – με τον κίνδυνο η επιβάρυνση να αυξηθεί στο 20% αν λήξει, στις 8 Ιουλίου, η 90ήμερη αναστολή που αποφάσισε ο Τραμπ για τα αντίποινα.

Η Κομισιόν επιμένει πως προτιμά λύση μέσα από διαπραγμάτευση και όχι κλιμάκωση με αλλεπάλληλα αντίποινα. Τον Απρίλιο, μάλιστα, η ΕΕ είχε εγκρίνει δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα αξίας 21 δισ. ευρώ (κυρίως 25% σε καλαμπόκι, σιτάρι, μοτοσικλέτες και ρούχα), αλλά τους ανέστειλε όταν η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε «πάγωμα» για 90 μέρες.

Σύμφωνα με την Κομισιόν, οι αμερικανικοί δασμοί αφορούν πλέον ευρωπαϊκά προϊόντα 380 δισ. ευρώ – το 70% των συνολικών ευρωπαϊκών εξαγωγών – με το ενδεχόμενο να αυξηθούν ως και το 97% αν η Ουάσιγκτον προχωρήσει σε νέες ενέργειες για φάρμακα, ημιαγωγούς, κρίσιμα μέταλλα και φορτηγά. Η λίστα της ΕΕ ενδέχεται να συμπεριλάβει φαρμακευτικά είδη και ημιαγωγούς.

Η Κομισιόν ζητά τώρα τη συμβολή των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων που πλήττονται, όπως είχε κάνει και στη διαβούλευση του Μαρτίου για τα μέταλλα, από όπου συγκεντρώθηκαν 660 απαντήσεις.

Τα ευρωπαϊκά αντίμετρα δεν θα φτάσουν σε όγκο τα αμερικανικά δασμολογικά μέτρα, καθώς οι εισαγωγές της ΕΕ από τις ΗΠΑ ήταν το 2024 335 δισ. ευρώ, αισθητά λιγότερες από τις εξαγωγές της προς αυτή (532 δισ. ευρώ).

Ευρωπαίοι αξιωματούχοι επισημαίνουν ότι η απάντηση της ΕΕ θα είναι «αναλογική» και στόχος δεν είναι η περαιτέρω όξυνση της αντιπαράθεσης.

Σημειώνεται πως η Ουάσιγκτον έχει πλεόνασμα στο ισοζύγιο υπηρεσιών με την Ευρώπη – ένα σημείο που δεν παραβλέπουν οι Βρυξέλλες, ενώ εξετάζουν και περιορισμούς εξαγωγής για παλιοσίδερα και χημικά προϊόντα αξίας 4,4 δισ. ευρώ σε αμερικανικές εταιρείες. Το σκραπ, βασική πρώτη ύλη της χαλυβουργίας, δεν καλύπτεται από τους αμερικανικούς δασμούς στα μέταλλα, με ανησυχίες να πωληθεί εκτός ΕΕ.

Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ετοιμάζεται να καταθέσει προσφυγή στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) για τους αμερικανικούς δασμούς, ξεκινώντας με διαβουλεύσεις. Όπως ανέφερε ο αρμόδιος επίτροπος, Μαρός Σέφτσοβιτς, «βάζουμε ζήτημα στον ΠΟΕ για να αμφισβητήσουμε δασμούς που θεωρούμε αδικαιολόγητους και αντίθετους στους κανόνες του διεθνούς εμπορίου».

Από την αμερικανική πλευρά, ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς δήλωσε στις 7 Μαΐου ότι οι συζητήσεις συνεχίζονται και πως οι ΗΠΑ πιέζουν τους Ευρωπαίους να μειώσουν δασμούς και ρυθμιστικά εμπόδια για να βελτιωθούν οι εμπορικές σχέσεις.

Η κίνηση των Βρυξελλών έρχεται μόλις λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση του Ντόναλντ Τραμπ περί εμπορικής συμφωνίας με το Ηνωμένο Βασίλειο – χώρα που, υπενθυμίζεται, έχει αποχωρήσει από την ΕΕ μετά το δημοψήφισμα του 2016 για το Brexit.

Τέλος στο ρωσικό φυσικό αέριο έως το 2027 βάζει η ΕΕ

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ετοιμάζεται να δρομολογήσει νομικά μέτρα που θα οδηγήσουν στη διακοπή όλων των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου και υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι το τέλος του 2027, μια πρωτοβουλία που ανακοινώθηκε στις 6 Μαΐου. Πρόκειται για μια ιστορική στροφή, καθώς η ΕΕ επιχειρεί να βάλει οριστικό τέλος στη μακροχρόνια ενεργειακή εξάρτησή της από τη Μόσχα, στον απόηχο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία το 2022.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες, τον Ιούνιο η Κομισιόν αναμένεται να παρουσιάσει νομοθετική πρόταση που θα απαγορεύει την εισαγωγή ρωσικού αερίου και LNG βάσει υπαρχόντων συμβολαίων μέχρι το τέλος του 2027. Παράλληλα, προβλέπεται απαγόρευση των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου από νέα συμβόλαια και υπάρχοντα συμβόλαια τύπου spot μέχρι το τέλος του 2025.

Ο Ευρωπαίος Επίτροπος Ενέργειας, Νταν Γιόργκενσεν, τόνισε: «Από τον Φεβρουάριο του 2022, έχουμε ξοδέψει περισσότερα χρήματα αγοράζοντας ρωσικά ορυκτά καύσιμα απ’ όσα έχουμε προσφέρει σε βοήθεια στην Ουκρανία. Αυτό, προφανώς, δεν μπορεί να συνεχιστεί».

Για να καλύψει το ενεργειακό κενό που θα προκύψει, η ΕΕ δηλώνει έτοιμη να αυξήσει τις εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ, ενώ η συγκεκριμένη κίνηση απαιτεί την έγκριση τόσο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσο και ενισχυμένης πλειοψηφίας των κρατών-μελών.

Σε ομιλία του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ο Γιόργκενσεν υπογράμμισε: «Ζητάμε από τα κράτη-μέλη να εκπονήσουν υποχρεωτικά εθνικά σχέδια απεξάρτησης από το ρωσικό αέριο, τα πυρηνικά καύσιμα και το πετρέλαιο, τα οποία πρέπει να είναι έτοιμα μέχρι το τέλος του έτους. Από την αρχή της επόμενης χρονιάς, απαγορεύουμε όλες τις εισαγωγές ρωσικού αερίου από νέα συμβόλαια και από τα ήδη υφιστάμενα συμβόλαια spot. Με ορίζοντα το 2027, βάζουμε τέλος και στις τελευταίες εισαγωγές ρωσικού αερίου μέσω αγωγών και LNG από μακροπρόθεσμα συμβόλαια.»

Η ΕΕ έχει ήδη επιβάλει κυρώσεις στον ρωσικό άνθρακα και στις περισσότερες εισαγωγές πετρελαίου, όμως η πλήρης διακοπή του φυσικού αερίου παραμένει δύσκολη, κυρίως λόγω της σθεναρής αντίδρασης χωρών όπως η Σλοβακία και η Ουγγαρία, που καλύπτουν σημαντικό μέρος των αναγκών τους με ρωσικό αέριο και εκτιμούν πως η μετάβαση σε άλλες πηγές θα αυξήσει το κόστος ενέργειας.

Παρά τις επιπλοκές που προκαλεί η αποχώρηση από τα υφιστάμενα συμβόλαια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φαίνεται αποφασισμένη να μειώσει τον βαθμό εξάρτησης από τη Ρωσία. Από την πλευρά του, το Κρεμλίνο αντιτείνει πως ο αποκλεισμός του ρωσικού ενεργειακού εφοδιασμού τελικά ζημιώνει τα ίδια τα συμφέροντα της ΕΕ, οδηγώντας σε δυσμενέστερες συνθήκες ως προς την προμήθεια ενέργειας.

Το ζήτημα της ενεργειακής επάρκειας και ασφάλειας παραμένει στην κορυφή της ευρωπαϊκής ατζέντας, καθώς οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των κρατών-μελών για την κατεύθυνση της ενεργειακής πολιτικής εισέρχονται σε μια ιδιαιτέρως κρίσιμη φάση.