Τετάρτη, 10 Σεπ, 2025

ΗΠΑ: Στην Boeing ανατίθεται η κατασκευή του νέου μαχητικού αεροσκάφους F-47

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ ανέθεσε στην Boeing σύμβαση για την ανάπτυξη του μυστικού μαχητικού αεροσκάφους επόμενης γενιάς της αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας.

Ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι το νέο αυτό μαχητικό αεροσκάφος θα ονομαστεί F-47. «Είναι ένας ωραίος αριθμός», δήλωσε ο 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ.

«Μετά από έναν αυστηρό και διεξοδικό διαγωνισμό μεταξύ των κορυφαίων αμερικανικών αεροδιαστημικών εταιρειών, η Πολεμική Αεροπορία πρόκειται να αναθέσει τη σύμβαση για την πλατφόρμα αεροπορικής κυριαρχίας επόμενης γενιάς στην Boeing», δήλωσε ο Τραμπ σε ανακοίνωσή του από τον Λευκό Οίκο σήμερα.

Ο πρόεδρος δήλωσε ότι μια πειραματική έκδοση του αεροσκάφους F-47 της Boeing πετούσε μυστικά για σχεδόν πέντε χρόνια.

«Και είμαστε βέβαιοι ότι υπερέχει κατά πολύ των δυνατοτήτων οποιουδήποτε άλλου έθνους», είπε.

Οι λεπτομέρειες σχετικά με τον σχεδιασμό του αεροσκάφους παραμένουν μυστικές και ο Τραμπ δήλωσε ότι δεν θα καθορίσει την τιμή για το πρόγραμμα, επειδή κάτι τέτοιο θα έδινε ενδείξεις για το μέγεθος του αεροσκάφους και για μέρος της τεχνολογίας που θα περιλαμβάνει.

Η προσπάθεια της Πολεμικής Αεροπορίας να κατασκευάσει ένα νέο μαχητικό αεροσκάφος, γνωστό ως πρόγραμμα Next Generation Air Dominance (NGAD), απαιτεί ένα αεροσκάφος που θα έχει νέες προηγμένες δυνατότητες προώθησης και μυστικότητας. Η Πολεμική Αεροπορία έχει οραματιστεί ένα προηγμένο επανδρωμένο αεροσκάφος που θα μπορούσε να συνδυαστεί με ‘αόρατα’ μαχητικά αεροσκάφη που αναπτύσσονται σε μια παράλληλη προσπάθεια γνωστή ως πρόγραμμα Collaborative Combat Aircraft.

Το NGAD βρίσκεται σε εξέλιξη τουλάχιστον από το 2014, αλλά βρίσκεται σε αναμονή από το καλοκαίρι του 2024 εν μέσω ανησυχιών σχετικά με τον προϋπολογισμό της υπηρεσίας για νέα οπλικά προγράμματα.

Σε ένδειξη ότι το NGAD σημειώνει νέα πρόοδο, η Πολεμική Αεροπορία ανακοίνωσε νωρίτερα αυτόν τον μήνα ότι έχει αποδώσει τον χαρακτηρισμό του μαχητικού αεροσκάφους σε δύο ξεχωριστά πρωτότυπα μη επανδρωμένα αεροσκάφη που αναπτύσσονται για το πρόγραμμα Collaborative Combat Aircraft. Τα πρωτότυπα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, που αναπτύχθηκαν από την General Atomics και την Anduril Industries, είναι τα πρώτα αμερικανικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη που φέρουν ποτέ χαρακτηρισμούς μαχητικού αεροσκάφους και επί του παρόντος προβλέπεται να αρχίσουν δοκιμές πτήσης αυτό το καλοκαίρι.

Ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας στρατηγός Ντέηβιντ Όλβιν δήλωσε ότι το F-47 θα αποτελέσει ένα σημαντικό άλμα στην τεχνολογία των μαχητικών αεροσκαφών.

«Με το F-47, δεν κατασκευάζουμε απλώς άλλο ένα μαχητικό – διαμορφώνουμε το μέλλον του πολέμου και προειδοποιούμε τους εχθρούς μας», δήλωσε ο Όλβιν σε δήλωση Τύπου την Παρασκευή. «Αυτή η πλατφόρμα θα είναι το πιο προηγμένο, θανατηφόρο και προσαρμόσιμο μαχητικό που έχει αναπτυχθεί ποτέ – σχεδιασμένο να ξεπερνά και να ξεγελά κάθε αντίπαλο που θα τολμήσει να προκαλέσει τους γενναίους αεροπόρους μας.»

«Πρόκειται για μια ιστορική επένδυση του αμερικανικού στρατού, της αμερικανικής βιομηχανικής βάσης, της αμερικανικής βιομηχανίας, η οποία θα συμβάλει στην αναβίωση του ήθους του πολεμιστή στον στρατό μας», δήλωσε ο υπουργός Άμυνας Πητ Χέγκσεθ, ο οποίος ήταν παρών στο Οβάλ Γραφείο όταν έγινε ανακοίνωση της σύμβασης.

Η ανακοίνωση της σύμβασης της Παρασκευής αποτελεί ευλογία για την Boeing, η οποία αντιμετώπισε πρόσφατα απεργίες εργαζομένων και επιχειρησιακές προκλήσεις. Η εταιρεία αεροδιαστημικής και άμυνας αντιμετώπισε πρόσφατα αγωγές για ελαττώματα και ατυχήματα με τα εμπορικά αεροσκάφη της, καθυστερήσεις σε μία σύμβαση για την παράδοση της επόμενης σειράς προεδρικών μεταγωγικών αεροσκαφών και προβλήματα στη λειτουργία του διαστημικού σκάφους Boeing Starliner κατά τη διάρκεια μίας πρόσφατης διαστημικής αποστολής.

Αυτή η ιστορία βρίσκεται σε εξέλιξη και θα ενημερωθεί με πρόσθετες λεπτομέρειες.

 

Οι ΗΠΑ αναζητούν πληροφορίες για να διακόψουν τις μεταφορές τεχνολογίας από την Κίνα στο Ιράν, προσφέρουν 15 εκ. δολάρια

Το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ δημοσίευσε στις 19 Μαρτίου χρηματοδότηση 15 εκατομμυρίων δολαρίων μέσω του προγράμματος Rewards for Justice, ζητώντας πληροφορίες που θα βοηθούσαν στη διακοπή των γραμμών εφοδιασμού τεχνολογίας διπλής χρήσης από την Κίνα στο Ιράν.

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ διευκρίνισε ότι οι επιθυμητές πληροφορίες θα πρέπει να συμβάλουν στον εκτροχιασμό των «οικονομικών μηχανισμών» του Ιρανικού Σώματος Φρουρών της Επανάστασης (IRGC) που επιτρέπουν τρομοκρατικές επιθέσεις μέσω απαγορευμένων ενόπλων ομάδων, όπως η Χαμάς και η Χεζμπολάχ.

Η εξέλιξη αυτή ακολουθεί την πολυεθνική άσκηση «Maritime Security Belt-2025» στις 9 Μαρτίου, κατά την οποία το Ιράν φιλοξένησε τη Ρωσία και την Κίνα στον Κόλπο του Ομάν. Έπεται επίσης της ανακοίνωσης του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στις 7 Μαρτίου σχετικής με επιστολή του στον ανώτατο ηγέτη του Ιράν, Αλί Χαμενεΐ, σχετικά με τις πυρηνικές συνομιλίες, καθώς και της απόφασης του Ιράν να συμμετάσχει σε συζητήσεις για τα πυρηνικά με τη Ρωσία και την Κίνα στις 14 Μαρτίου, όπως αναφέρει το Reuters.

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ σημείωσε ότι το IRGC, το οποίο ισχυρίζεται ότι ελέγχει «τεράστια τμήματα» της ιρανικής οικονομίας και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην πολιτική της χώρας, έλαβε υποστήριξη από τέσσερεις Κινέζους υπηκόους.

Η Λιου Μπαοσιά, γνωστή και ως Έμιλυ Λιου, Λι Γιονγκσίν ή Έμμα Λι, μαζί με τον Γιουνγκ Γίου Γουά, ο οποίος ονομάζεται επίσης Στήβεν Γιουνγκ, και ο Τζονγκ Γιανλάι, γνωστός και ως Σίντνεϊ Τσονγκ, υποστήριξαν το IRGC αγοράζοντας τεχνολογία διπλής χρήσης ελεγχόμενης εξαγωγής από τις Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποιώντας επιχειρηματικές βιτρίνες με έδρα την Κίνα, προτού την μεταφέρουν στο Ιράν, σύμφωνα με το δελτίο Τύπου.

Η Λιου ασχολείται με αυτή την πρακτική από το 2007.

«Η Λιου και οι συνεργάτες της φέρεται να χρησιμοποίησαν μια σειρά από εταιρείες-βιτρίνες στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας για να στείλουν ηλεκτρονικά εξαρτήματα διπλής χρήσης αμερικανικής προέλευσης σε εταιρείες που συνδέονται με το IRGC που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στην παραγωγή UAV, συστημάτων βαλλιστικών πυραύλων και άλλες στρατιωτικές τελικές χρήσεις», ανέφερε η δήλωση. «Ως αποτέλεσμα, μια τεράστια ποσότητα προϊόντων διπλής χρήσης αμερικανικής προέλευσης με στρατιωτικές δυνατότητες έχει εξαχθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες σε εταιρείες που συνδέονται με το IRGC Shiraz Electronics Industries (SEI), Rayan Roshd Afzar και τις θυγατρικές τους.»

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ σημείωσε ότι χρησιμοποιώντας αυτήν τη μέθοδο, το Ιράν μπορεί να ξοδέψει εκατομμύρια δολάρια σε όλο τον κόσμο παρά τις κυρώσεις των ΗΠΑ, ενώ οι τεχνολογίες που προμηθεύεται εφαρμόζονται σε όπλα, UAV και άλλα οπλικά συστήματα που χρησιμοποιούνται από ομάδες στη Ρωσία, το Σουδάν και την Υεμένη.

Στις 30 Ιανουαρίου 2024, οι εισαγγελείς των ΗΠΑ απήγγειλαν κατηγορίες εναντίον των τεσσάρων Κινέζων υπηκόων για «μία χρόνια» επιχείρηση για την υπονόμευση των κυρώσεων των ΗΠΑ στο Ιράν μεταξύ 2007 και 2020.

Η δήλωση του Αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης εκείνη την εποχή ανέφερε ότι οι τέσσερεις κατηγορήθηκαν για συνωμοσία για την υπονόμευση του Διεθνούς Νόμου Έκτακτης Οικονομικής Εξουσίας (IEEPA), παραβίαση του IEEPA, διακίνηση αγαθών από τις Ηνωμένες Πολιτείες και χρήση ψευδών πληροφοριών εξαγωγών.

«Εάν καταδικαστούν, οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν μέγιστη ποινή φυλάκισης 20 ετών για παραβίαση του IEEPA, έως και 10 χρόνια φυλάκισης για λαθρεμπόριο αγαθών από τις Ηνωμένες Πολιτείες, και έως και πέντε χρόνια φυλάκισης για κάθε κατηγορία συνωμοσίας και υποβολής ψευδών ή παραπλανητικών πληροφοριών εξαγωγής», ανέφερε η δήλωση.

Ένα φυλλάδιο Rewards for Justice με τις φωτογραφίες των Μπαοσιά και Γιανλάι αναγράφει: «Αυτά τα άτομα μεταφέρουν ηλεκτρονικά εξαρτήματα στο Ιράν για να υποστηρίξουν την παραγωγή εξελιγμένων όπλων, συμπεριλαμβανομένων drone, τα οποία η Επαναστατική Φρουρά του Ιράν (IRGC) πωλεί σε διάφορες κρατικές και μη κρατικές ομάδες».

Η Κίνα βρίσκεται στην ίδια θέση με το Ιράν.

Τον Αύγουστο του 2022, ο αμερικανικός τεχνολογικός γίγαντας NVIDIA ανακοίνωσε ότι έλαβε εντολή από την κυβέρνηση των ΗΠΑ να σταματήσει την πώληση στην Κίνα των μονάδων επεξεργασίας γραφικών A100, A100X και H100 — τσιπ με 20 φορές μεγαλύτερη ισχύ επεξεργασίας από την προηγούμενη γενιά της ίδιας τεχνολογίας, επιθυμητά στοιχεία για βαθιά μάθηση και ανάπτυξη AI.

Πιο πρόσφατα, στις 2 Δεκεμβρίου 2024, το Γραφείο Βιομηχανίας και Ασφάλειας του Υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ επέκτεινε τους ελέγχους εξαγωγών σε 24 τύπους ημιαγωγών μαζί με τρεις ομάδες εργαλείων που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή των εξαρτημάτων.

Η Κίνα απάντησε μια μέρα αργότερα, ανακοινώνοντας απαγορεύσεις στις εξαγωγές κρίσιμων ορυκτών στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε αυτό που αποκάλεσε είδη «διπλής χρήσης» με στρατιωτικές εφαρμογές στις ΗΠΑ.

Επίσης ανακοίνωσε μια έρευνα στην NVIDIA Corp, ισχυριζόμενη πως υπονόμευε τον αντιμονοπωλιακό νόμο της κομμουνιστικής χώρας.

Σε συνομιλία με την Epoch Times στις 9 Δεκ. 2024, η NVIDIA είπε πως ευχαρίστως θα συνεργαζόταν στη διερεύνηση.

Του Ντέηβ Μέυλον

Το Πεκίνο παρεμβαίνει στη συμφωνία για τη Διώρυγα του Παναμά

Το Πεκίνο παρεμβαίνει σε μία επικείμενη πώληση λιμενικών δικαιωμάτων από εταιρεία με έδρα το Χονγκ Κονγκ σε αμερικανικό επιχειρηματικό κοινοπρακτικό σχήμα υπό την ηγεσία της BlackRock, σύμφωνα με ειδικό για την Κίνα.

Η συμφωνία που ανακοινώθηκε στις 4 Μαρτίου αφορά 43 λιμάνια σε 23 χώρες. Ωστόσο, δύο λιμάνια – το Μπαλμπόα και το Κριστόμπαλ – λαμβάνουν δυσανάλογη προσοχή επειδή βρίσκονται στη Διώρυγα του Παναμά.

Ο πωλητής, η CK Hutchinson, ανήκει στον Λι Κα-σινγκ, έναν εμβληματικό δισεκατομμυριούχο από το Χονγκ Κονγκ. Για δεκαετίες, οι κάτοικοι του Χονγκ Κονγκ θαύμαζαν την επιτυχία του και τον αποκαλούσαν «Σούπερμαν». Ως μετανάστης από την ηπειρωτική Κίνα, ο Λι έχτισε την αυτοκρατορία του πουλώντας πλαστικά λουλούδια και στη συνέχεια μεταπήδησε στην αγορά ακινήτων, τις τηλεπικοινωνίες και τη ναυτιλία.

Επίθεση από τα φιλοκινεζικά μέσα

Τώρα, εξαιτίας της συμφωνίας, ο 96χρονος μεγιστάνας χαρακτηρίζεται προδότης που «πούλησε τη χώρα και ολόκληρο τον κινεζικό πληθυσμό» και «γονάτισε δειλά» μπροστά στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Μεταξύ 13 και 19 Μαρτίου, η φιλοκινεζική εφημερίδα του Χονγκ Κονγκ Ta Kung Pao δημοσίευσε περισσότερα από 10 κύρια άρθρα και σχόλια, επιπλήττοντάς τον. Τα άρθρα συμβούλευαν επιπλέον όλους τους επιχειρηματίες να σταθούν στο πλευρό του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ) σε κρίσιμα ζητήματα. Άρθρο της 13ης Μαρτίου ανέφερε ότι η συμφωνία θα μπορούσε να επηρεάσει το εξωτερικό εμπόριο της Κίνας και την Πρωτοβουλία «Ο Νέος Δρόμος του Μεταξιού», τη γεωπολιτική επένδυση υποδομών της Κίνας ύψους 1 τρισ. δολαρίων παγκοσμίως.

Το Γραφείο Εργασίας για το Χονγκ Κονγκ και το Μακάο, ο αντιπρόσωπος του ΚΚΚ στο Χονγκ Κονγκ, αναδημοσίευσε τρία από τα άρθρα της Ta Kung Pao στην επίσημη ιστοσελίδα του.

Όταν ρωτήθηκε για την κριτική σε συνέντευξη Τύπου στις 18 Μαρτίου, ο διευθύνων σύμβουλος του Χονγκ Κονγκ, Τζον Λι, επανέλαβε τις δηλώσεις του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών ότι η κυβέρνησή του ήθελε οι ξένες κυβερνήσεις να «παρέχουν ένα δίκαιο και σωστό περιβάλλον» για τις επιχειρήσεις του Χονγκ Κονγκ και ότι ήταν «κατά οποιασδήποτε χρήσης εξαναγκασμού ή πίεσης στο διεθνές εμπόριο». Πρόσθεσε ότι οποιεσδήποτε συναλλαγές πρέπει να ακολουθούν τους κινεζικούς νόμους και κανονισμούς.

Το Πεκίνο κινήθηκε με αποστολή στο Χονγκ Κονγκ

Ο Αλεξάντερ Λιάο, ειδικός για την Κίνα και συνεργάτης της Epoch Times, δήλωσε ότι οι εσωτερικές πηγές του από το ΚΚΚ στο Πεκίνο τού είπαν ότι ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ είναι θυμωμένος με τη συμφωνία που εξήρε ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ στην ομιλία του για την Κατάσταση της Ένωσης στις 3 Μαρτίου. Ως αποτέλεσμα, ο Λιάο είπε ότι ο Ντινγκ Σουεξιάνγκ, μέλος της Μόνιμης Επιτροπής του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΚ και αντιπρωθυπουργός της Κίνας, έστειλε ειδική ομάδα εργασίας στο Χονγκ Κονγκ στις 15 Μαρτίου για να εξετάσει προσεκτικά τη συμφωνία για τη Διώρυγα του Παναμά.

Ο Λιάο μεγάλωσε στο στρατιωτικό σύστημα της Κίνας και είχε προηγουμένως τοποθετηθεί στο Χονγκ Κονγκ ως έμπειρος δημοσιογράφος για περισσότερο από μια δεκαετία. Έχει μάθει ότι αξιωματούχοι της κυβέρνησης του Χονγκ Κονγκ δεν αισθάνονται άνετα να ασκούν πίεση σε μια επιχειρηματική συμφωνία, κάτι που το Χονγκ Κονγκ δεν συνήθιζε να κάνει. Επομένως, η ομάδα του Πεκίνου ηγείται της προσπάθειας, είπε.

Είπε στην Epoch Times ότι η εκστρατεία δυσφήμησης της Ta Kung Pao εναντίον του Λι και οι ενέργειες του Γραφείου του ΚΚΚ στο Χονγκ Κονγκ έγιναν με οδηγίες της αποστολής του Πεκίνου.

Ωστόσο, το ΚΚΚ έχει περιορισμένη επιρροή στον Λι, είπε.

Αν και η CK Hutchinson, η ναυαρχίδα επιχείρηση του Λι, είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ, είναι εγγεγραμμένη στα νησιά Κέιμαν. Την τελευταία δεκαετία, το μερίδιο της επιχείρησής της στην ηπειρωτική χώρα και το Χονγκ Κονγκ έχει συρρικνωθεί σε λίγο περισσότερο από 10%. Ο Λι θα βάλει στην τσέπη περίπου 19 δισ. δολάρια από τη συμφωνία, η οποία τιμολογεί τη συναλλαγή σε περίπου 14 φορές τα κέρδη του 2024, υψηλότερα από το μέσο βιομηχανικό εύρος των 8 ή 11 φορών.

Ο νόμος για την εθνική ασφάλεια ως πιθανό εργαλείο πίεσης

Ο Λιάο είπε ότι ένα εργαλείο που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει η τοπική κυβέρνηση είναι ο νόμος για την εθνική ασφάλεια του Χονγκ Κονγκ. Λόγω του ασαφούς ορισμού της εθνικής ασφάλειας και της διάταξης ότι ο νόμος ισχύει για άτομα τόσο εντός όσο και εκτός του Χονγκ Κονγκ, χιλιάδες ακτιβιστές υπέρ της δημοκρατίας διαμαρτυρήθηκαν εναντίον του το 2020. Παρ’ όλα αυτά, το Πεκίνο επέβαλε τον νόμο στην πρώην βρετανική αποικία το ίδιο έτος.

Το Πεκίνο θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει αυτόν τον νόμο για να ασκήσει αντίποινα κατά του Λι. Ωστόσο, κατά την άποψη του Λιάο, οι συνέπειες των αντιποίνων θα μπορούσε να αποτελέσουν ανεπανόρθωτο πλήγμα για την κινεζική οικονομία, διότι ένα τέτοιο προηγούμενο θα είχε αποτρεπτικό αποτέλεσμα στους επιχειρηματίες του Χονγκ Κονγκ και τους ξένους επενδυτές.

Η στρατηγική σημασία της Διώρυγας του Παναμά

Η Διώρυγα του Παναμά είναι ένα στρατηγικό σημείο με κρίσιμο ρόλο στα στρατιωτικά και οικονομικά συμφέροντα των ΗΠΑ, αφού χρησιμεύει ως ζωτικό πέρασμα για πολεμικά πλοία και φορτία μεταξύ του Ατλαντικού και του Ειρηνικού Ωκεανού.

Κάθε χρόνο, η Διώρυγα του Παναμά διαχειρίζεται φορτία αξίας 270 δισ. δολαρίων, που αντιπροσωπεύουν το 5% του παγκόσμιου θαλάσσιου εμπορίου, με περισσότερο από το 70% αυτού του εμπορίου να συνδέεται με λιμάνια των ΗΠΑ. Το κανάλι ήταν υπό τον έλεγχο των ΗΠΑ μέχρι το 1999, όταν η κυριαρχία του μεταφέρθηκε στον Παναμά σύμφωνα με συνθήκη του 1977 που υπέγραψε ο πρόεδρος Τζίμι Κάρτερ.

Η Συνθήκη Κάρτερ-Τορίχος του 1977 απαιτεί «μόνιμη ουδετερότητα» της Διώρυγας, διασφαλίζοντας ότι καμία χώρα δεν υφίσταται διακρίσεις και ότι κανένα πλοίο δεν ενεργεί εχθρικά. Σύμφωνα με τη συμφωνία, εάν η ουδετερότητα κινδυνεύσει, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να χρησιμοποιήσουν στρατιωτική δύναμη για να την υπερασπιστούν.

Η παρέμβαση Τραμπ και η αμερικανική στάση

Μετά την ανάληψη των καθηκόντων του τον Ιανουάριο, ο Τραμπ αμφισβήτησε την ουδετερότητα. Ισχυρίστηκε ότι η Διώρυγα λειτουργούσε υπό το κινεζικό καθεστώς και ορκίστηκε να παρέμβει, προκαλώντας διαψεύσεις από το Πεκίνο και τον Παναμά.

«Η Κίνα λειτουργεί τη Διώρυγα του Παναμά», είπε ο Τραμπ κατά τη διάρκεια της εναρκτήριας ομιλίας του. «Και δεν τη δώσαμε στην Κίνα. Τη δώσαμε στον Παναμά, και την παίρνουμε πίσω».

Το 1997, η CK Hutchinson απέκτησε τα δικαιώματα διαχείρισης των δύο λιμανιών στα δύο άκρα τη Διώρυγας του Παναμά για 25 χρόνια. Το 2021, η συμφωνία ανανεώθηκε έως το 2047.

Κατά την ανακοίνωση της πιο πρόσφατης συμφωνίας, η εταιρεία δήλωσε ότι επρόκειτο για καθαρά επιχειρηματική συναλλαγή, άσχετη με τα πρόσφατα πολιτικά νέα γύρω από την πλωτή οδό.

Γεωπολιτική αντιπαράθεση ΗΠΑ-Κίνας

Ο Λιάο είπε ότι οι πιθανότητες να γίνει αγοραστής μία κινεζική εταιρεία είναι μικρές και ότι ο Τραμπ θα μπορούσε να πιέσει τον Παναμά να καταστήσει τα λιμενικά δικαιώματα μη διαθέσιμα σε ιδιωτικές επιχειρήσεις. Εάν συμβεί αυτό, ο Λι δεν θα μπορεί πλέον να πουλήσει τα δικαιώματα. Εάν τα δικαιώματα ανακληθούν μετά τη συμφωνία, ο Κινέζος αγοραστής θα καταλήξει με τίποτα.

Κατά την άποψη του Λιάο, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά το ΚΚΚ να κερδίσει την πάλη εξουσίας για τη Διώρυγα του Παναμά, επειδή αν συνέβαινε αυτό, η Ουάσιγκτον θα έχανε την εξουσία της στον κόσμο — κάτι που αντιβαίνει στην ατζέντα του Τραμπ .

Επομένως, το περισσότερο που θα μπορούσε να επιτύχει το ΚΚΚ θα ήταν να αποτρέψει άλλους Κινέζους επιχειρηματίες από το να ακολουθήσουν το παράδειγμα του Λι, σύμφωνα με τον Λιάο.

«Η συμφωνία για τη Διώρυγα του Παναμά είναι απλώς ένα προοίμιο στην αντιπαράθεση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και του ΚΚΚ», πρόσθεσε. «Στο μέλλον, πολλά σημαντικά στρατηγικά περιουσιακά στοιχεία παγκοσμίως θα υπόκεινται σε παρόμοιες διαμάχες. Τότε θα ξεκινήσει επίσημα μία εποχή συγκρούσεων.»

Η Tesla ανακαλεί σχεδόν όλα τα Cybertruck λόγω κινδύνου αποκόλλησης εξωτερικών πάνελ

Η Tesla προχωρά σε ανάκληση της συντριπτικής πλειονότητας των Cybertruck που έχει κατασκευάσει, λόγω προβλημάτων με ένα εξωτερικό διακοσμητικό πάνελ που μπορεί να αποκολληθεί κατά την οδήγηση, θέτοντας σε κίνδυνο την ασφάλεια των οδηγών.

Εκτεταμένη ανάκληση λόγω σοβαρού κατασκευαστικού ελαττώματος

Η ανάκληση αφορά περισσότερα από 46.000 οχήματα που κατασκευάστηκαν από τον Νοέμβριο του 2023 έως τις 27 Φεβρουαρίου του 2025. Σύμφωνα με την Εθνική Διοίκηση Ασφάλειας Αυτοκινητοδρόμων των ΗΠΑ (NHTSA), ένα αποκολλημένο πάνελ μπορεί να μετατραπεί σε επικίνδυνο εμπόδιο στο δρόμο, αυξάνοντας τον κίνδυνο πρόκλησης ατυχήματος.

«Το ‘cant rail’, ένα εξωτερικό διακοσμητικό πάνελ από ανοξείδωτο ατσάλι, μπορεί να αποκολληθεί και να αποσπαστεί από το όχημα», αναφέρει χαρακτηριστικά η NHTSA στην επίσημη αναφορά της. Το συγκεκριμένο πάνελ είναι στερεωμένο στο Cybertruck με συνδετήρες, αλλά στα επηρεαζόμενα οχήματα μπορεί να «αποκολληθεί στο σημείο συγκόλλησης», προκαλώντας την πλήρη αποκόλλησή του από το όχημα.

Η Tesla ενημερώνει τους οδηγούς ότι ένα χαλαρό πάνελ μπορεί να δημιουργήσει ανιχνεύσιμο θόρυβο εντός της καμπίνας, προειδοποιώντας για πιθανό πρόβλημα. Η εταιρεία δεσμεύεται να αντικαταστήσει το ελαττωματικό εξάρτημα χωρίς κόστος για τους ιδιοκτήτες και απέστειλε επιστολές ειδοποίησης ανάκλησης στις 20 Μαρτίου.

Οι συνεχείς ανακλήσεις πλήττουν τη φήμη του Cybertruck

Αυτή είναι η όγδοη ανάκληση για το Cybertruck από την κυκλοφορία του τον Νοέμβριο του 2023, ενισχύοντας τις ανησυχίες για την αξιοπιστία του φουτουριστικού οχήματος. Η προηγούμενη ανάκληση τον Δεκέμβριο του 2024 αφορούσε αστοχία στο σύστημα προειδοποίησης χαμηλής πίεσης ελαστικών, ενώ τον Νοέμβριο του 2024 είχε εντοπιστεί βλάβη στον μετατροπέα κίνησης που μπορούσε να προκαλέσει απώλεια ισχύος στους τροχούς.

Σύμφωνα με την εταιρεία διαχείρισης ανακλήσεων BizzyCar, η Tesla αντιπροσωπεύει σημαντικό μέρος των ανακαλούμενων οχημάτων στις ΗΠΑ. Μάλιστα, η Tesla και τρεις άλλοι μεγάλοι κατασκευαστές αυτοκινήτων (Honda, Chrysler/Stellantis και General Motors) ευθύνονταν για το 85% των ανακλήσεων στο τέταρτο τρίμηνο του 2024.

Πολλαπλές προκλήσεις για την Tesla

Παρά τις αρνητικές ειδήσεις σχετικά με την ανάκληση, η μετοχή της Tesla σημείωσε άνοδο στις πρώτες συναλλαγές της Πέμπτης, αφού είχε υποχωρήσει περισσότερο από 40% από την αρχή του έτους. Η εταιρεία αντιμετωπίζει πολλαπλές προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένων των μειωμένων πωλήσεων και της αντίδρασης αναφορικά με την εμπλοκή του ‘Ελον Μασκ στην κυβέρνηση Τραμπ ως συμβούλου στο Τμήμα Κυβερνητικής Αποδοτικότητας.

Επιπλέον, η Tesla έχει γίνει στόχος μίας σειράς βανδαλισμών και εμπρηστικών επιθέσεων σε διάφορες αντιπροσωπείες σε όλη τη χώρα, γεγονός που προκάλεσε την αντίδραση του προέδρου Τραμπ, ο οποίος αγόρασε ο ίδιος ένα Tesla σε ένδειξη υποστήριξης προς την εταιρεία και χαρακτήρισε τις επιθέσεις σε οχήματα Tesla ως πράξεις εγχώριας τρομοκρατίας. Η γενική εισαγγελέας Παμ Μπόντι ανακοίνωσε πρόσφατα κατηγορίες εναντίον τριών ατόμων που ευθύνονται για βίαιες καταστροφές σε εγκαταστάσεις της Tesla.

Παρά τις προκλήσεις, ο υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λούτνικ σε πρόσφατη συνέντευξή του ενθάρρυνε το επενδυτικό κοινό να αγοράσει μετοχές της Tesla, χαρακτηρίζοντας τον Έλον Μασκ ως «πιθανώς τον καλύτερο επιχειρηματία, τεχνολόγο και ηγέτη οποιασδήποτε εταιρείας στην Αμερική».

Η θυγατρική της Toyota Hino Motors παραδέχεται απάτη εκπομπών ρύπων, δέχεται πρόστιμο 1,6 δισ. δολαρίων

Η Hino Motors, θυγατρική της ιαπωνικής αυτοκινητοβιομηχανίας Toyota, ομολόγησε την ενοχή της στις 19 Μαρτίου για συμμετοχή σε ένα πολυετές σχέδιο απάτης σχετικά με εκπομπές ρύπων στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου εξαπάτησε τόσο την κυβέρνηση των ΗΠΑ όσο και τους καταναλωτές, δήλωσε το αμερικανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης (DOJ).

Ως αποτέλεσμα της απάτης, η Hino Motors εισήγαγε και πούλησε περισσότερους από 105.000 κινητήρες ντίζελ βαρέως τύπου στις Ηνωμένες Πολιτείες μεταξύ 2010 και 2022 που δεν πληρούσαν τα πρότυπα εκπομπών. Οι κινητήρες εγκαταστάθηκαν κυρίως σε φορτηγά βαρέως τύπου που κατασκευάζονται από την εταιρεία, είπε το DOJ.

Ο δικαστής του Περιφερειακού Δικαστηρίου των ΗΠΑ, Μαρκ Γκόλντσμιθ στο Ντιτρόιτ, αποδέχτηκε την ενοχή του κατασκευαστή φορτηγών και κινητήρων, ανέφερε σε ανακοίνωσή του το DOJ.

Η Hino πρέπει να πληρώσει ποινικό πρόστιμο 521,76 εκατομμυρίων δολαρίων και να βρεθεί υπό πενταετή περίοδο ελέγχου, κατά τη διάρκεια της οποίας απαγορεύεται να εισάγει κινητήρες ντίζελ που έχει κατασκευάσει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η εταιρεία πρέπει επίσης να εφαρμόσει ένα «ολοκληρωμένο πρόγραμμα συμμόρφωσης και δεοντολογίας και δομή αναφοράς», ανέφερε το υπουργείο.

Το δικαστήριο εξέδωσε επίσης απόφαση κατάσχεσης 1,087 δισεκατομμυρίων δολαρίων κατά της εταιρείας.

Μεταξύ 2010 και 2019, μηχανικοί που εργάζονταν στην Hino Motors υπέβαλαν ψευδείς αιτήσεις για εγκρίσεις πιστοποίησης κινητήρων, κατά παράβαση του ομοσπονδιακού νόμου για τον καθαρό αέρα, ο οποίος ρυθμίζει την ατμοσφαιρική ρύπανση από σταθερές και κινητές πηγές σε όλη τη χώρα, σύμφωνα με δικαστικά αρχεία.

Οι μηχανικοί άλλαζαν τακτικά τα δεδομένα των δοκιμών εκπομπών, διεξήγαγαν δοκιμές ακατάλληλα, και κατασκεύαζαν δεδομένα χωρίς να πραγματοποιούν δοκιμές, αναφέρουν τα αρχεία του δικαστηρίου.

Οι εργαζόμενοι υπέβαλαν επίσης ψευδή δεδομένα δοκιμών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, που οδήγησαν σε ανακριβείς τιμές κατανάλωσης καυσίμου για τους κινητήρες. Επίσης, απέτυχαν να αποκαλύψουν λειτουργίες λογισμικού που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τα συστήματα ελέγχου εκπομπών.

«Η Hino εισήγαγε παράνομα πάνω από 105.000 κινητήρες που δεν συμμορφώνονταν με τα πρότυπα εκπομπών των ΗΠΑ και είπε ψέματα για το τι έκανε», δήλωσε ο αναπληρωτής γενικός εισαγγελέας, Άνταμ Γκούσταφσον, του Τμήματος Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων του DOJ.

«Η εγκληματική συμπεριφορά της Hino της έδωσε ένα αθέμιτο επιχειρηματικό πλεονέκτημα έναντι άλλων νομοταγών εταιρειών, συμπεριλαμβανομένων των αμερικανικών εταιρειών, και απέφερε περισσότερα από 1 δισεκατομμύριο δολάρια σε ακαθάριστα έσοδα.»

Η Hino συμφώνησε τον Ιανουάριο να δηλώσει ένοχη για το πολυετές παράνομο σχέδιο.

Σε δήλωση τότε, η εταιρεία είπε ότι είχε οικειοθελώς αποκαλύψει τα ζητήματα εκπομπών του κινητήρα στις αρχές των ΗΠΑ το 2019 και είχε παράσχει «υποδειγματική» συνεργασία με την έρευνα του υπουργείου Δικαιοσύνης.

Ο διευθύνων σύμβουλος και πρόεδρος της Hino Motors, Σατόσι Ογκίσο, δήλωσε ότι η εταιρεία είχε εφαρμόσει διάφορες μεταρρυθμίσεις στην εσωτερική της κουλτούρα, στην επίβλεψη και σε πρακτικές συμμόρφωσης για να αποτρέψει την εμφάνιση παρόμοιου ζητήματος στο μέλλον.

«Αυτό το ψήφισμα είναι ένα σημαντικό ορόσημο για την επίλυση παλαιών ζητημάτων για τα οποία έχουμε εργαστεί σκληρά για να διασφαλίσουμε ότι δεν αποτελούν πλέον μέρος των λειτουργιών ή της κουλτούρας της Hino», είπε ο Ογκίσο. «Ζητούμε βαθιά συγγνώμη για την ταλαιπωρία που προκλήθηκε στους πελάτες και τα ενδιαφερόμενα μέρη μας.»

Ως μέρος του διακανονισμού του με τις υπηρεσίες των ΗΠΑ—συμπεριλαμβανομένης της Υπηρεσίας Προστασίας του Περιβάλλοντος, του DOJ, και του Συμβουλίου Αεροπορικών Πόρων της Καλιφόρνια— ο κατασκευαστής οχημάτων πρέπει να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα μετριασμού, αξίας 155 εκατομμυρίων δολαρίων, για να αντισταθμίσει τις υπερβολικές εκπομπές αέρα από τις παραβιάσεις.

Σύμφωνα με αυτό το πρόγραμμα, η Hino πρέπει να αντικαταστήσει κινητήρες πλοίων και τρένων, να εγκαταστήσει συστήματα τεχνολογίας μείωσης αδράνειας κινητήρων τρένων σε 49 πολιτείες και να μειώσει περισσότερους από 41.000 τόνους εκπομπών οξειδίου του αζώτου, που σχετίζονται με σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία, συμπεριλαμβανομένων κρίσεων άσθματος και αναπνευστικών ασθενειών, σύμφωνα με το DOJ.

Η εταιρεία πρέπει επίσης να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα ανάκλησης οχημάτων, αξίας 144,2 εκατομμυρίων δολαρίων, για να τροποποιήσει τους κινητήρες έτους μοντέλου 2017-2019, ώστε να συμμορφώνονται με τους νόμους εκπομπών των ΗΠΑ και της Καλιφόρνια και να πληρώσει 123,6 εκατομμύρια δολάρια για τη χρηματοδότηση έργων μετριασμού και επιβολής δαπανών στην Καλιφόρνια.

Η Hino πρέπει επίσης να πληρώσει 30,3 εκατομμύρια δολάρια για παραβίαση του νόμου περί ψευδών αξιώσεων της Καλιφόρνια.

Η Epoch Times επικοινώνησε με την Toyota και την Hino για σχόλια, αλλά δεν έλαβε απάντηση μέχρι την ώρα της δημοσίευσης.

Με πληροφορίες από το Reuters 

Ο Τραμπ θα υπογράψει διαταγή για την κατάργηση του υπουργείου Παιδείας

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ — Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, αναμένεται να υπογράψει εκτελεστικό διάταγμα στις 20 Μαρτίου που θα διευκολύνει τη διάλυση του υπουργείου Παιδείας των ΗΠΑ, κάνοντας ένα βήμα προς την εκπλήρωση μίας προεκλογικής υπόσχεσης.

Το διάταγμα, το οποίο προετοιμάζεται εδώ και εβδομάδες, θα υπογραφεί σε εκδήλωση του Λευκού Οίκου με παρόντες πολλούς Ρεπουμπλικανούς κυβερνήτες και επιτρόπους εκπαίδευσης των πολιτειών, όπως επιβεβαίωσε ο Λευκός Οίκος.

Ο Τραμπ θα ζητήσει από την πρόσφατα επιβεβαιωμένη υπουργό Παιδείας του, Λίντα ΜακΜάχον, να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να προετοιμαστεί για το κλείσιμο του υπουργείου Παιδείας και να μεταβιβάσει την εξουσία του στις πολιτείες, σύμφωνα με ενημερωτικό δελτίο του Λευκού Οίκου που έλαβε το NTD TV, αδελφό ΜΜΕ της Epoch Times.

Σύμφωνα με το ενημερωτικό δελτίο, η εντολή στοχεύει επίσης να διασφαλίσει ότι, καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, δεν θα υπάρξει διακοπή στην παροχή υπηρεσιών, προγραμμάτων και παροχών στα οποία βασίζονται οι Αμερικανοί.

Υπάρχει ακόμη οδηγία για προγράμματα ή δραστηριότητες που λαμβάνουν εναπομείναντα κονδύλια του υπουργείου Παιδείας να απέχουν από την προώθηση του αποκαλούμενου DEI – «διαφορετικότητα, ισότητα, ένταξη» – και της ιδεολογίας φύλου.

Το υπουργείο Παιδείας δεν απάντησε αμέσως σε αίτημα για σχολιασμό.

Η ΜακΜάχον, που επιβεβαιώθηκε από τη Γερουσία στις 3 Μαρτίου, είπε στο πρώτο της μήνυμα προς τους υπαλλήλους, που είχε τον τίτλο «Η τελική αποστολή του υπουργείου μας», ότι «το όραμά της είναι ευθυγραμμισμένο με το όραμα του προέδρου: να στείλει την εκπαίδευση πίσω στις πολιτείες».

«Η δουλειά μας είναι να σεβαστούμε τη βούληση του αμερικανικού λαού και του προέδρου που εξέλεξαν, ο οποίος μας ανέθεσε να επιτύχουμε την εξάλειψη της γραφειοκρατικής πληγής εδώ στο υπουργείο Παιδείας – μία κρίσιμη αποστολή – γρήγορα και υπεύθυνα», δήλωσε.

Το υπουργείο Παιδείας απασχολούσε περίπου 4.200 εργαζομένους πριν από την πρόσφατη απόλυση περίπου 1.300, και την εξαγορά άλλων 600.

Η τρέχουσα μορφή του οργανισμού προέρχεται από έναν νόμο του 1979 που τον έκανε ανεξάρτητο χωρίζοντάς τον από το υπουργείο Υγείας, Παιδείας και Πρόνοιας.

Ο ρόλος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης στην εκπαίδευση, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, έχει αποτύχει για μαθητές, γονείς και δασκάλους.

Οι βαθμολογίες της Εθνικής Αξιολόγησης της Εκπαιδευτικής Προόδου (NAEP) δείχνουν ότι η επίδοση των μαθητών δεν έχει βελτιωθεί, παρά τα περισσότερα από 3 τρισεκατομμύρια δολάρια που επενδύθηκαν από την ίδρυση του υπουργείου Παιδείας το 1979, σύμφωνα με το ενημερωτικό δελτίο.

Ο Τραμπ υποσχέθηκε κατά την εκστρατεία να καταργήσει το υπουργείο Παιδείας, ισχυριζόμενος ότι είναι υπεύθυνο για την κατήχηση της νεολαίας της Αμερικής.

Στις 4 Φεβρουαρίου, ο Τραμπ ανέφερε παγκόσμιες κατατάξεις που έχουν τις Ηνωμένες Πολιτείες πίσω από πολλές άλλες χώρες, παρά το ότι ξοδεύουν τα περισσότερα ανά μαθητή. Τότε πρότεινε ότι θα μπορούσε να συνεργαστεί με το Κογκρέσο και τα συνδικάτα καθηγητών για την κατάργηση της υπηρεσίας, αλλά δεν απέκλεισε επίσης το ενδεχόμενο έκδοσης εκτελεστικού διατάγματος.

Η Greenpeace υποχρεούται να καταβάλει πάνω από 660 εκατ. δολάρια για δυσφήμηση πετρελαϊκής εταιρείας

Ένορκοι στη Βόρεια Ντακότα αποφάσισαν ότι η Greenpeace πρέπει να καταβάλει αποζημιώσεις άνω των 660 εκατομμυρίων δολαρίων στην πετρελαϊκή και ενεργειακή εταιρεία Energy Transfer, κρίνοντάς την υπεύθυνη για δυσφήμηση και άλλες κατηγορίες που σχετίζονται με τις διαμαρτυρίες κατά του αγωγού Dakota Access.

Η απόφαση, που εκδόθηκε στις 19 Μαρτίου, αφορά αγωγή της Energy Transfer Partners, η οποία διεκδικούσε εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια σε αποζημιώσεις από τη Greenpeace. Η υπόθεση συνδέεται με τις διαδηλώσεις του 2016–2017 για τη διέλευση του αγωγού από τον ποταμό Μιζούρι, σε περιοχή πάνω από τον καταυλισμό της φυλής των Σιου ‘Πέτρα που Στέκεται’ (Standing Rock), η οποία αντιτίθεται εδώ και χρόνια στο έργο επικαλούμενη κινδύνους για την υδροδότηση και τους ιερούς τόπους ταφής.

Η αγωγή βασίστηκε σε ισχυρισμούς της Greenpeace ότι η Energy Transfer κατέστρεψε ταφικά μνημεία και πολιτιστικά σημαντικές τοποθεσίες κατά την κατασκευή του αγωγού, καθώς και σε δηλώσεις ότι το έργο θα είχε καταστροφικές επιπτώσεις στο κλίμα. Ο δικηγόρος της εταιρείας, Τρέυ Κοξ, υποστήριξε ότι είχαν γίνει 140 τροποποιήσεις στη διαδρομή του αγωγού ώστε να προστατευθούν ιεροί χώροι, ενώ τόνισε ότι η Energy Transfer επιδιώκει να λειτουργεί ως «υπεύθυνος εταιρικός πολίτης» στη Βόρεια Ντακότα.

Η εταιρεία κατηγόρησε τη Greenpeace International και τη Greenpeace USA για δυσφήμhση, καταπάτηση, όχληση και πολιτική συνωμοσία. Κατά τη διάρκεια της δίκης, που ξεκίνησε στα τέλη Φεβρουαρίου 2025, η υπεράσπιση της Energy Transfer υποστήριξε ότι η Greenpeace χρηματοδότησε και οργάνωσε διαδηλωτές, προμήθευσε υλικά για κλείσιμο δρόμων, πραγματοποίησε εκπαιδευτικές συνεδρίες και διέδωσε ψευδείς πληροφορίες για να εμποδίσει την κατασκευή του αγωγού.

Οι δικηγόροι της Greenpeace αρνήθηκαν τις κατηγορίες, δηλώνοντας ότι δεν υπήρχαν αποδείξεις που να συνδέουν την οργάνωση με τις διαταραχές που προκάλεσαν οι διαδηλωτές. Υποστήριξαν, επίσης, ότι η αγωγή αποτελεί προσπάθεια φίμωσης της ακτιβιστικής δράσης μέσω οικονομικής και νομικής πίεσης. Η νομική σύμβουλος της Greenpeace USA Ντήπα Παντμανάμπα ανέφερε σε δήλωσή της στις 24 Φεβρουαρίου ότι η υπόθεση θα μπορούσε να δημιουργήσει επικίνδυνα νομικά προηγούμενα, καθώς κάθε συμμετέχων σε διαμαρτυρίες θα μπορούσε να θεωρηθεί υπεύθυνος για τις πράξεις άλλων διαδηλωτών. Εξέφρασε την ανησυχία ότι αυτό θα μπορούσε να αποτρέψει τη συμμετοχή των πολιτών σε διαδηλώσεις.

Το δικαστήριο έκρινε τη Greenpeace USA ένοχη για όλες τις κατηγορίες, ενώ οι άλλες οντότητες του οργανισμού κρίθηκαν υπεύθυνες για ορισμένες από αυτές. Η συνολική αποζημίωση ανέρχεται σε περίπου 667 εκατομμύρια δολάρια, εκ των οποίων η Greenpeace USA καλείται να καταβάλει το μεγαλύτερο ποσό, σχεδόν 404 εκατομμύρια δολάρια. Οι Greenpeace Fund Inc. και Greenpeace International θα πρέπει να καταβάλουν περίπου 131 εκατομμύρια δολάρια έκαστη.

Η Energy Transfer χαρακτήρισε την ετυμηγορία νίκη για τους κατοίκους της Βόρειας Ντακότα που επηρεάστηκαν από τις διαμαρτυρίες. Εκπρόσωπος της εταιρείας δήλωσε σε ηλεκτρονικό μήνυμα προς την Epoch Times ότι, πέρα από τη δικαίωση της εταιρείας, η απόφαση αφορά κυρίως τους πολίτες του Μάνταν και της Βόρειας Ντακότα, οι οποίοι υπέφεραν από τις καθημερινές παρενοχλήσεις και διαταραχές που, σύμφωνα με την εταιρεία, προκάλεσαν διαδηλωτές χρηματοδοτημένοι και εκπαιδευμένοι από τη Greenpeace. Ο ίδιος εκπρόσωπος πρόσθεσε ότι η απόφαση αποτελεί νίκη για όλους τους Αμερικανούς που αναγνωρίζουν τη διαφορά μεταξύ ελευθερίας του λόγου και παραβίασης του νόμου, καθώς η απόδοση ευθυνών στους υπαίτιους αυτών των γεγονότων είναι προς όφελος όλης της κοινωνίας.

Η Greenpeace δεν έχει σχολιάσει δημόσια την απόφαση και δεν απάντησε σε σχετικό αίτημα της Epoch Times. Ωστόσο, η περιβαλλοντική οργάνωση EarthRights International ανέφερε σε ανακοίνωσή της στις 19 Μαρτίου ότι η Greenpeace σκοπεύει να ασκήσει έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο της Βόρειας Ντακότα. Η EarthRights εξέφρασε, επίσης, ανησυχίες για διαδικαστικές ανωμαλίες στη δίκη, επισημαίνοντας πιθανές διασυνδέσεις ενόρκων με τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων, καθώς και το γεγονός ότι η Energy Transfer είχε δωρίσει 3 εκατομμύρια δολάρια στην πόλη όπου διεξήχθη η δίκη. Τόνισε, επίσης, ότι απορρίφθηκαν αιτήματα της Greenpeace για αλλαγή τόπου εκδίκασης.

Η οργάνωση υποστήριξε ότι οι συγκεκριμένες παρατυπίες ενδέχεται να συνιστούν παραβίαση του δικαιώματος της Greenpeace σε δίκαιη δίκη και πιθανώς επηρέασαν την ετυμηγορία, αποτελώντας πιθανό λόγο έφεσης. Τέλος, διαμήνυσε ότι στέκεται στο πλευρό της Greenpeace USA ενάντια στις «κατάφωρες νομικές επιθέσεις» και ότι το περιβαλλοντικό κίνημα θα συνεχίσει να ενισχύεται, παρά το αποτέλεσμα στη Βόρεια Ντακότα.

Με πληροφορίες από το Associated Press

Κυβέρνηση Τραμπ: Προσωρινή αναβολή στη δικαστική μάχη για τις απελάσεις μελών συμμοριών

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ χαρακτήρισε πρόσφατα τα μέλη της συμμορίας Τρεν ντε Αραγκουά ως «εχθρούς αλλοδαπούς» που συμμετέχουν σε «εισβολή» στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στις 19 Μαρτίου, ο πρόεδρος του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου της Περιφέρειας της Κολούμπια, Τζέημς Μπόσμπεργκ, έδωσε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης επιπλέον μία ημέρα για να αποφασίσει αν θα επικαλεστεί το προνόμιο των κρατικών μυστικών σχετικά με συγκεκριμένες λεπτομέρειες των απελάσεων.

Παρά την παραχώρηση της παράτασης, ο δικαστής Μπόσμπεργκ άσκησε κριτική στα επιχειρήματα του υπουργείου Δικαιοσύνης, απορρίπτοντας τον ισχυρισμό ότι το αίτημά του αποτελούσε «μικροδιαχείριση και περιττή δικαστική αλιεία». Αντίθετα, υποστήριξε ότι η έρευνα του δικαστηρίου είναι απαραίτητη για να αξιολογηθεί εάν η κυβέρνηση παραβίασε δικαστικές εντολές και, αν ναι, ποιες θα πρέπει να είναι οι συνέπειες.

Οι αντικρουόμενες θέσεις

Μία από τις εντολές που εκδόθηκαν από το δικαστήριο στις 15 Μαρτίου ανέστειλε προσωρινά τη δυνατότητα της κυβέρνησης Τραμπ να απελάσει άτομα που υπόκεινται σε προεδρική διακήρυξη, η οποία τους χαρακτήρισε ως «εχθρούς αλλοδαπούς» και διέταξε την άμεση σύλληψη και απομάκρυνσή τους. Μια άλλη εντολή, που εκδόθηκε στις 18 Μαρτίου, κατηύθυνε την κυβέρνηση να υποβάλει λεπτομερείς πληροφορίες υπό εχεμύθεια, συμπεριλαμβανομένων των ακριβών χρόνων μεταφοράς των κρατουμένων, των χρόνων απογείωσης των πτήσεων απέλασης από το έδαφος των ΗΠΑ και των τελικών προορισμών τους.

Σε απάντηση, το υπουργείο Δικαιοσύνης κατέθεσε επείγουσα αίτηση στις 19 Μαρτίου, υποστηρίζοντας ότι η εξουσία του προέδρου σε θέματα εθνικής ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής του επιτρέπει να απομακρύνει άτομα που θεωρούνται απειλή, και ότι το αίτημα του δικαστηρίου υπερβαίνει τα δικαστικά όρια.

«Αυτό που ξεκίνησε ως διαφωνία σχετικά με την εξουσία του προέδρου να προστατεύει την εθνική ασφάλεια και να διαχειρίζεται τις εξωτερικές σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών σύμφωνα με μακροχρόνια νομοθετική εξουσιοδότηση και τις βασικές συνταγματικές εξουσίες του προέδρου, έχει εξελιχθεί σε μια μικροπρεπή διαμάχη σχετικά με τη μικροδιαχείριση άσχετων στοιχείων», έγραψε το υπουργείο Δικαιοσύνης.

Οι ενστάσεις του υπουργείου Δικαιοσύνης

Το υπουργείο Δικαιοσύνης έθεσε τέσσερεις κύριες ενστάσεις στην απαίτηση του δικαστηρίου για λεπτομέρειες των πτήσεων απέλασης:

1. Ανάγκη για περισσότερο χρόνο ώστε να αξιολογηθεί η επίκληση του προνομίου των κρατικών μυστικών, υποστηρίζοντας ότι η βιαστική λήψη αυτής της απόφασης θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια.
2. Έλλειψη επείγουσας ανάγκης για αποκάλυψη παρελθόντων γεγονότων, δεδομένου ότι μία απόφαση του Εφετείου της Περιφέρειας της Κολούμπια σχετικά με το ευρύτερο αίτημα αναστολής είναι επικείμενη.
3. Η δημοσιοποίηση των πληροφοριών θα μπορούσε να βλάψει τις εξωτερικές σχέσεις των ΗΠΑ αποκαλύπτοντας αντιτρομοκρατικές προσπάθειες και διπλωματικές συμφωνίες.
4. Το υπουργείο Δικαιοσύνης φοβάται ότι το δικαστήριο ενδέχεται αργότερα να αποκαλύψει δημοσίως τις πληροφορίες πριν από μια έφεση, θέτοντας την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ σε μη αναστρέψιμο κίνδυνο.

Η απάντηση του δικαστή

Ενώ ο δικαστής έδωσε στο υπουργείο Δικαιοσύνης μία επιπλέον ημέρα, απέρριψε πολλές από τις ανησυχίες του. Αναρωτήθηκε γιατί η κυβέρνηση ξαφνικά εγείρει κινδύνους εθνικής ασφάλειας όταν αξιωματούχοι – συμπεριλαμβανομένου του υπουργού Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο – είχαν ήδη αποκαλύψει δημοσίως σημαντικές λεπτομέρειες σχετικά με τις απελάσεις, συμπεριλαμβανομένων των ταυτοτήτων των επιβατών, των τοποθεσιών και των επιχειρησιακών χρονοδιαγραμμάτων.

«Το Δικαστήριο δεν είναι βέβαιο αυτή τη στιγμή για το πώς η συμμόρφωση με την εντολή του θα έθετε σε κίνδυνο τα κρατικά μυστικά», έγραψε ο Μπόσμπεργκ.

Ο δικαστής διαβεβαίωσε το υπουργείο Δικαιοσύνης ότι τυχόν αποκαλύψεις θα αντιμετωπίζονταν προσεκτικά και δεν θα κοινοποιούνταν στους ενάγοντες ή στο κοινό πριν από την εφετειακή αναθεώρηση.

Οι επόμενες κινήσεις

Το υπουργείο Δικαιοσύνης έχει πλέον προθεσμία μέχρι το μεσημέρι της 20ης Μαρτίου για να συμμορφωθεί με την εντολή του δικαστηρίου ή να επικαλεστεί επίσημα το προνόμιο των κρατικών μυστικών.

Εν τω μεταξύ, η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Κάρολαϊν Λέβιτ, δήλωσε στη συνέντευξη Τύπου στις 19 Μαρτίου ότι η κυβέρνηση Τραμπ θα συνεχίσει τις μαζικές απελάσεις αλλοδαπών βάσει του Νόμου περί Εχθρών Αλλοδαπών, του νόμου του 18ου αιώνα που επικαλέστηκε ο Τραμπ στη διακήρυξή του που χαρακτηρίζει τα μέλη της συμμορίας Τρεν ντε Αραγκουά ως «εχθρούς αλλοδαπούς».

Η Λέβιτ ανέφερε ότι δεν έχουν προγραμματιστεί ακόμη νέες πτήσεις, αλλά ο Τραμπ θα συνεχίσει τις μαζικές απελάσεις.

«Οι Αμερικανοί μπορούν να περιμένουν ότι η εκστρατεία των μαζικών απελάσεων θα συνεχιστεί», δήλωσε.

«Έχουμε δικαστές που ενεργούν ως κομματικοί ακτιβιστές από την έδρα… θα συνεχίσουμε να συμμορφωνόμαστε με αυτές τις δικαστικές εντολές [και] θα συνεχίσουμε να δίνουμε αυτές τις μάχες στο δικαστήριο.»

3 πράγματα που μπορούν να κάνουν την εκπαίδευση παγκόσμιας κλάσης, σύμφωνα με ειδικούς

Η κατακόρυφη πτώση των βαθμολογιών στην ανάγνωση και στα μαθηματικά συχνά αποδίδεται στον COVID-19, αλλά οι αρνητικές τάσεις στις επιδόσεις των δημόσιων σχολείων των ΗΠΑ σε σύγκριση με αυτές άλλων ανεπτυγμένων χωρών προϋπήρχαν της πανδημίας.

Η Εθνική Αξιολόγηση Εκπαιδευτικής Προόδου (NAEP) των ΗΠΑ, ανέφερε τουλάχιστον έξι χρόνια σταθερής πτώσης στις βαθμολογίες ανάγνωσης [γλώσσας] και μαθηματικών σε εγχώρια τυποποιημένα διαγωνίσματα που οδήγησαν στα αποτελέσματα του 2024.

Το 69% των μαθητών της τετάρτης τάξης σημείωσαν βαθμολογία κάτω από το επίπεδο της βάσης στην ανάγνωση πέρυσι και το ποσοστό ήταν 70% για μαθητές της όγδοης τάξης (δευτέρας Γυμνασίου).

Τα αποτελέσματα του NAEP για τα μαθηματικά για το 2024 ήταν εξίσου απογοητευτικά: το 60% των μαθητών της τετάρτης τάξης και το 72 τοις εκατό των μαθητών της όγδοης τάξης σημείωσαν βαθμολογία κάτω από τα επίπεδα που αναμένονταν για την τάξη τους.

Ο Μάρτιν Γουέστ, αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου Εθνικής Αξιολόγησης, το οποίο επιβλέπει το NAEP, είπε ότι οι δεξιότητες των μαθητών έχουν διαβρωθεί για περισσότερο από μια δεκαετία.

Απέδωσε την καθοδική πορεία σε δύο σημαντικά γεγονότα: τη μείωση της λογοδοσίας του δημόσιου σχολείου και τη νέα εποχή της «παιδικής ηλικίας δίπλα σε οθόνη», στην οποία οι μαθητές περνούν πολύ περισσότερο χρόνο στα smartphone και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης παρά στην μελέτη.

«Το ‘μας κάνει να το πάρουμε στα σοβαρά’ θα ήταν μια καλή φράση για αυτό», είπε ο Γουέστ κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης ειδικών τον Φεβρουάριο με την Εθνική Διάσκεψη των Πολιτειακών Νομοθετικών Σωμάτων.

Οι ειδικοί στην εκπαιδευτική πολιτική εντοπίζουν τρία σημαντικά εμπόδια για να φτάσουν οι πολιτείες να έχουν υψηλότερες επιδόσεις στην σχολική τάξη: έλλειψη λογοδοσίας, χαλαρά πρότυπα, και έλλειψη δέσμευσης.

Σε παγκόσμια σκηνή, η αξιολόγηση του 2023 Τάσεις στα Διεθνή Μαθηματικά και Επιστήμη κατέταξε τις Ηνωμένες Πολιτείες στην 22η θέση από 44 έθνη.

Κατά μέσο όρο, οι Αμερικανοί μαθητές της όγδοης τάξης (δευτέρας Γυμνασίου) συγκέντρωσαν περισσότερους από 120 βαθμούς λιγότερους από τους συνομηλίκους τους στη Σιγκαπούρη και την Ταϊβάν.

Μέσες βαθμολογίες μαθηματικών δευτέρας Γυμνασίου σε διάφορες χώρες το 2023.

 

Το Πρόγραμμα Διεθνούς Αξιολόγησης Μαθητών του 2022 (PISA), το οποίο δοκιμάζει 15χρονους στα μαθηματικά, τις φυσικές επιστήμες και την ικανότητα χρήσης γλώσσας, κατέταξε τις Ηνωμένες Πολιτείες στη 18η θέση από 80 έθνη.

Η Αμερική τερμάτισε 9η στην γλώσσα, 16η σε φυσική/χημεία, και 34η στα μαθηματικά. Οι επόμενες εξετάσεις PISA πραγματοποιούνται αυτή την άνοιξη.

Ο Ντέιβιντ Στάινερ, διευθυντής του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς, είπε ότι τα αποτελέσματα των ΗΠΑ στις παγκόσμιες αξιολογήσεις PISA ήταν αξιοσέβαστα αλλά όχι ιδανικά.

Τα τυποποιημένα τεστ στις ΗΠΑ είναι πιο δύσκολα για παιδιά που μεγαλώνουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, επειδή είναι λιγότερο οπτικά από τις ερωτήσεις PISA και απαιτούν μεγαλύτερα τμήματα ανάγνωσης.

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει ήδη ξεκινήσει μεταρρυθμίσεις που, όπως λέει, θα βελτιώσουν τις επιδόσεις στην τάξη και τις παγκόσμιες κατατάξεις για 50 εκατομμύρια μαθητές δημοσίων σχολείων K-12 των Ηνωμένων Πολιτειών.

Περιλαμβάνουν τη συρρίκνωση του Υπουργείου Παιδείας στην Ουάσινγκτον και τον εξορθολογισμό της χρηματοδότησής του με κρατικές επιχορηγήσεις, την απαγόρευση των προγραμμάτων σπουδών που βασίζονται σε προοδευτικές ιδεολογίες και την προώθηση της καθολικής σχολικής επιλογής.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες ηγούνται παγκοσμίως στις δαπάνες για την εκπαίδευση παρά τα κακά αποτελέσματα των διαγωνισμάτων.

Το Εθνικό Κέντρο Στατιστικών Εκπαίδευσης εκτιμά ότι οι δαπάνες των ΗΠΑ ανά μαθητή υπερβαίνουν τα $15.500 (τοπικό, πολιτειακό και ομοσπονδιακό σύνολο), το οποίο είναι 38 τοις εκατό υψηλότερο από τον μέσο όρο 79 άλλων ανεπτυγμένων χωρών.

Το Υπουργείο Παιδείας των ΗΠΑ στην Ουάσιγκτον στις 10 Ιουνίου 2024. Madalina Vasiliu/The Epoch Times

 

Έλλειψη λογοδοσίας

Τα δημόσια σχολεία υποχρεούνται να συμμετέχουν σε ομοιογενείς εξετάσεις ως προϋπόθεση ομοσπονδιακής χρηματοδότησης, αλλά οποιαδήποτε αποτελέσματα, καλά ή κακά, ικανοποιούν αυτήν την απαίτηση.

Οι Αμερικανοί πρόεδροι Τζορτζ Μπους και Μπαράκ Ομπάμα προσπάθησαν να δώσουν κίνητρο για βελτιωμένες βαθμολογίες στα τεστ μέσω των προγραμμάτων No Child Left Behind και Race to the Top, αλλά οι σχολικές κοινότητες αντιστάθηκαν και παραπονέθηκαν για αυξημένη πίεση.

Υπό τη διακυβέρνηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν, 190 δισεκατομμύρια δολάρια σε χρηματοδότηση έκτακτης ανάγκης μετά τον COVID-19 διατέθηκαν γρήγορα και άνευ όρων για να βοηθηθούν τα σχολεία να ανοίξουν ξανά με ασφάλεια μετά την πανδημία και να επιταχυνθεί η μαθησιακή ανάκαμψη.

Πολλές περιφέρειες χρησιμοποίησαν τις επιχορηγήσεις τους για αθλητικές εγκαταστάσεις, έργα που χρειάζονταν κεφάλαιο, και προσλήψεις προσωπικού που δεν σχετίζεται με διδασκαλία, καθώς οι βαθμολογίες συνέχισαν να πέφτουν, σύμφωνα με το Εργαστήριο Edunomics στο Πανεπιστήμιο Georgetown.

Σήμερα, οι περισσότερες πολιτείες έχουν αποσυνδέσει ή βρίσκονται σε διαδικασία που αποσυνδέουν τις αποφάσεις αξιολόγησης εκπαιδευτικών και τις προαγωγές από τις βαθμολογίες των μαθητών σε τυποποιημένα τεστ, σύμφωνα με το Εθνικό Συμβούλιο για την Ποιότητα Διδασκόντων.

Αντίθετα, τα συνδικάτα εκπαιδευτικών και οι ηγέτες των περιφερειών διαπραγματεύονται εναλλακτικές μετρήσεις, όπως οι βαθμοί μαθητών και οι παρατηρήσεις δασκάλων.

Στο Τέξας, αρκετές περιφέρειες κατέθεσαν αγωγές κατά της κρατικής εκπαιδευτικής υπηρεσίας το 2023 και το 2024 για να την εμποδίσουν να δημοσιοποιήσει τα αποτελέσματα του συστήματος σχολικής λογοδοσίας που βαθμολογεί τις περιφέρειες με βάση τυποποιημένες βαθμολογίες τεστ και άλλες μετρήσεις. Το Δικαστήριο της Κομητείας Τράβις δεν έχει εκδώσει ακόμη τελική απόφαση για την δημοσιοποίηση και τη συνέχιση της αναφοράς λογοδοσίας.

Η Κατρίν Γουίγκφολ, πρώην δασκάλα σε τσάρτερ σχολείο στην Αριζόνα και τώρα συνεργάτιδα εκπαιδευτικής πολιτικής στην δεξαμενή σκέψης American Experiment που εδρεύει στη Μινεσότα, είπε στην Epoch Times ότι αυτή η αρνητική στάση προς τα τυποποιημένα τεστ ως εργαλεία αξιολόγησης των σχολείων και των εκπαιδευτικών δείχνει ότι τα σωματεία εκπαιδευτικών, όχι τα σχολικά συμβούλια ή οι ηγέτες της κρατικής εκπαίδευσης, ελέγχουν ένα «σύστημα από πάνω προς τα κάτω».

Οι μειώσεις ικανότητας στα μαθηματικά και στην γλώσσα είναι μεγάλες από το 2013, αφού το Διοικητικό Συμβούλιο της Εθνικής Αξιολόγησης ανέφερε μεγάλες βελτιώσεις και στα δύο μαθήματα σε όλα τα επίπεδα τάξεων από το 1994 έως το 2010.

«Οδηγήθηκε από την προσπάθεια για κέρδη για τους μαθητές με χαμηλές επιδόσεις, αλλά δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες του No Child Left Behind», είπε ο Γουέστ.

«Υπήρξε δικομματική [υποστήριξη] για μεταρρυθμίσεις που βασίζονται σε πρότυπα και μέτρα λογοδοσίας, νομίζω ότι έχουμε δει μια άμβλυνση της λογοδοσίας».

Χαλαρά πρότυπα

Το δελτίο αναφοράς της Golden State [Καλιφόρνια] σημειώνει ότι λιγότεροι από τους μισούς μαθητές δημοσίων σχολείων της Καλιφόρνια στις τάξεις τρίτη έως όγδοη πληρούσαν ή ξεπέρασαν τα πρότυπα επιπέδου τάξης για την αγγλική γλώσσα, και μόνο ένας στους τρεις μαθητές πληρούσε ή ξεπέρασε την βάση στα μαθηματικά.

Ωστόσο, το ποσοστό αποφοίτησής τους από το γυμνάσιο ήταν 87%, το υψηλότερο των τελευταίων έξι ετών, και το ποσοστό των χρόνιων απουσιών τους έχει μειωθεί από το 2021.

Οι περισσότερες πολιτείες, στην πραγματικότητα, δεν απαιτούν από τους υποψηφίους αποφοίτους να περάσουν μια τελική αξιολόγηση στο Λύκειο, κάτι που είναι πιο συνηθισμένο σε άλλες χώρες, είπε ο Στάινερ κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης στις 7 Φεβρουαρίου.

«Αν σταματήσουμε να βαθμολογούμε, η ιδέα φαίνεται να είναι ότι τα παιδιά θα σταματήσουν να τα πηγαίνουν άσχημα», είπε. «Δεν ξέρω από πού προέρχεται αυτή η μανία για άρνηση στην χρήση θερμομέτρου.»

Χωρίς αυτό το θερμόμετρο, είπε ο Στάινερ, οι μαθητές μπορούν να ξεγλιστρήσουν και να πάρουν το απολυτήριο.

Πέρυσι, μια μαθήτρια που δεν ήξερε να διαβάζει ούτε να γράφει αποφοίτησε από το λύκειο στο Χάρτφορντ του Κονέκτικατ και έγινε δεκτή στο Πανεπιστήμιο του Κονέκτικατ-Χάρτφορντ.

Η μαθήτρια, Αλέυσα Ορτίς, μήνυσε τώρα τη σχολική περιφέρεια.

Η αγωγή της σημειώνει ότι εξυπηρετήθηκε από ομάδα υπευθύνων και δασκάλων ειδικής αγωγής καθ’ όλη τη διάρκεια της ακαδημαϊκής της σταδιοδρομίας ως μαθήτρια ειδικής αγωγής.

Ολοκλήρωσε εργασίες χρησιμοποιώντας μια λειτουργία «ομιλίας σε κείμενο» στο smartphone της επειδή δεν καταλάβαινε τις λέξεις που είχε μπροστά της.

Η Κάρολ Γκέιλ, πρόεδρος της ένωσης δασκάλων του Χάρτφορντ, είχε δηλώσει στο παρελθόν στην Epoch Times ότι η περιφέρεια δεν ελέγχει την πολιτική της για τις χρόνιες απουσίες και έχει μειώσει τις βάσεις για τους μαθητές, ώστε να βελτιώσει το ποσοστό αποφοίτησης από το λύκειο, το οποίο ήταν κάτω από 70% το έτος πριν την απονομή του απολυτηρίου της Ορτίς.

Σε μια απάντηση μέσω email στις 7 Μαρτίου στην Epoch Times, τα δημόσια σχολεία του Χάρτφορντ αρνήθηκαν να σχολιάσουν την υπόθεση Ορτίς.

Μαθητές περιμένουν για την τελετή αποφοίτησης του λυκείου Ουβάλντε στην Ουβάλντε του Τέξας, στις 24 Ιουνίου 2022. Jordan Vonderhaar/Getty Images

 

«Ενώ τα δημόσια σχολεία του Χάρτφορντ δεν μπορούν να σχολιάσουν τις εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις, παραμένουμε βαθιά αφοσιωμένοι στην κάλυψη του πλήρους φάσματος των αναγκών των μαθητών μας όταν εισέρχονται στα σχολεία μας – και στο να τους βοηθήσουμε να αξιοποιήσουν πλήρως τις δυνατότητές τους», αναφέρεται.

Το 2024, υπήρχαν 41 πολιτείες που δεν απαιτούσαν πλέον από τους τελειόφοιτους λυκείου να περάσουν απολυτήριες εξετάσεις προτού λάβουν το απολυτήριο. Το 2002, οι περισσότερες πολιτείες απαιτούσαν αυτή την εξέταση, σύμφωνα με την Αμερικανική Ένωση Ακαδημαϊκών Γραμματέων και Υπεύθυνων Υποδοχής.

Η Γουίγκφολ του Κέντρου για το Αμερικανικό Πείραμα είπε ότι το ποσοστό αποφοίτησης από το δημόσιο σχολείο στην Πολιτεία των Μεγάλων Λιμνών ήταν 80% το 2013. Η Μινεσότα κατάργησε τις απολυτήριες εξετάσεις το 2013 και μια δεκαετία αργότερα, το ποσοστό αποφοίτησης αυξήθηκε στο 83,3%.

Το Όρεγκον ανέστειλε τις απαιτήσεις αξιολόγησης επάρκειας ανάγνωσης και γραφής για τους τελειόφοιτους λυκείου μέχρι την άνοιξη του 2028 για να αντιμετωπίσει τα κενά επιδόσεων ανά φυλή και εισόδημα, σύμφωνα με την έκθεση της Γερουσίας του 2022 που πρότεινε την αναστολή αξιολόγησης.

Τα πρότυπα για τους εκπαιδευτικούς στην τάξη έχουν επίσης διαβρωθεί.

Οι απαιτήσεις για την άδεια διδασκαλίας Επιπέδου 4 της Μινεσότα χαλαρώθηκαν πριν από το ακαδημαϊκό έτος 2023-2024 για να αντιμετωπιστούν οι ελλείψεις και η ποικιλομορφία εκπαιδευτικών. Οι υποψήφιοι δεν χρειάζεται πλέον να περάσουν εξετάσεις βασικών δεξιοτήτων για να αποδείξουν την ικανότητα στην ανάγνωση, τη γραφή και τα μαθηματικά, σύμφωνα με τον ιστότοπο της Minnesota Professional Educator Licensing and Standards Board.

Στο Τέξας, ένα ρεκόρ 34% των νέων διδασκόντων εισήλθαν στην τάξη χωρίς πιστοποίηση πέρυσι, και η αποχώρηση από την εργασία εκπαίδευσης συνεχίζει να είναι πρόβλημα μαζί με κακά μαθησιακά αποτελέσματα, σύμφωνα με το Εθνικό Συμβούλιο για την Ποιότητα Διδασκόντων (NCTQ).

Ο Επίτροπος της Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας του Τέξας, Μάικ Μοράθ, δήλωσε ότι οι περισσότεροι διδάσκοντες που προσλήφθηκαν τα τελευταία τρία χρόνια δεν είναι πιστοποιημένοι και περίπου 30.000 από αυτούς που προσλαμβάνονται ετησίως είναι νέοι στο επάγγελμα.

Πολλά από αυτούς δεν μένουν ούτε έναν χρόνο, και οι πιο έμπειροι δάσκαλοι απογοητεύονται και εγκαταλείπουν επίσης, βλάπτοντας τους μαθητές.

«Και η πιστοποίηση δεν είναι το ίδιο πράγμα με την προετοιμασία», είπε ο Μοράθ σε μια επιτροπή πολιτειακών βουλευτών τον Φεβρουάριο. «Βάζουμε αυτούς τους ανθρώπους σε μια πολύ δύσκολη διαδρομή».

Το American Enterprise Institute, το οποίο ξεκίνησε μια πρωτοβουλία για τη μείωση της χρόνιας απουσίας μαθητών σε εθνικό επίπεδο, αποδίδει τα χαμηλά ποσοστά φοίτησης τα τελευταία τέσσερα χρόνια στη χαλάρωση των σχολικών προτύπων και κανόνων όταν τα σχολεία άνοιξαν ξανά μετά την πανδημία.

Η Εθνική Διάσκεψη των Πολιτειακών Νομοθετικών Σωμάτων ανέφερε ότι οι τετραήμερες σχολικές εβδομάδες επιτρέπονται σε 24 πολιτείες, με τον αριθμό των σχολείων αυτής της κατηγορίας να αυξάνεται από 650 το 2020 σε 850 το 2023.

Το Τέξας ανέφερε πρόσφατα την κακή απόδοση των περιφερειών του που έχουν τετραήμερες εβδομάδες.

Η καθηγήτρια Μπλάνκα Κλαούντιο διδάσκει ένα μάθημα ιστορίας στα Ισπανικά σε ένα δίγλωσσο μάθημα στο Λύκειο Φράνκλιν στο Λος Άντζελες, στις 25 Μαΐου 2017. Robyn Beck/AFP μέσω Getty Images

 

«Είναι κακό», είπε ο Μοράθ. «Τα δεδομένα είναι αρκετά αδιαμφισβήτητα».

Τα προγράμματα κατάρτισης εκπαιδευτικών δεν συμβαδίζουν με τις βελτιώσεις του προγράμματος σπουδών.

Το Εθνικό Συμβούλιο για την Ποιότητα των Εκπαιδευτικών (NCTQ) καθόρισε ότι το 75% των κολεγίων και πανεπιστημίων των ΗΠΑ δεν καλύπτουν όλες τις πτυχές της Επιστήμης Ανάγνωσης στα τμήματα εκπαίδευσής τους, σύμφωνα με την Χέδερ Πέσκε, πρόεδρο του NCTQ. Η Επιστήμη Ανάγνωσης είναι ένα σύνολο ερευνών που υποδεικνύει την καλύτερη μέθοδο εκμάθησης ανάγνωσης, η οποία περιλαμβάνει την απαγγελία γραμμάτων.

Οι πολιτείες και οι σχολικές περιφέρειες επιβάλλουν το πρόγραμμα σπουδών πιο γρήγορα από ό,τι οι νέοι και οι μελλοντικοί δάσκαλοι μπορούν να μάθουν πώς να το εφαρμόζουν και μπορεί να είναι ακριβό για τις περιφέρειες να διατηρήσουν βετεράνους δασκάλους.

Η Πέσκε είπε ότι τα μαθηματικά είναι ένα ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα, επειδή οι διδάσκοντες λαμβάνουν πιστοποίηση για να διδάξουν δεξιότητες που δεν έχουν κατακτήσει οι ίδιοι.

Η Πέσκε πρόσθεσε ότι η αμερικανική κοινωνία παίρνει στα σοβαρά τον αναλφαβητισμό, αλλά οι μορφωμένοι ενήλικες Αμερικανοί, σε αντίθεση με συνομηλίκους τους σε άλλα έθνη, επιτρέπεται να δυσκολεύονται με αριθμούς και εξισώσεις.

«Απορρίπτεται ως, ‘Δεν είμαι μαθηματικός άνθρωπος’», είπε. «Είναι ένα πολιτισμικό πρόβλημα».

του Άαρον Γκίφορντ

Η κυβέρνηση Τραμπ δημοσιοποιεί περισσότερα από 2.000 αρχεία για τη δολοφονία του Κέννεντυ

Η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ δημοσιοποίησε χιλιάδες σελίδες εγγράφων που σχετίζονται με τη δολοφονία του προέδρου Τζ. Φ. Κέννεντυ στις 18 Μαρτίου, σχεδόν δύο μήνες μετά την εντολή προς τον υπουργό Δικαιοσύνης και τον διευθυντή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών να καταρτίσουν ένα σχέδιο για τη διάθεσή τους.

Περισσότερα από 1.100 αρχεία, αρκετά εκ των οποίων περιλαμβάνουν πλήθος σελίδων, δημοσιεύθηκαν στον ιστότοπο των Εθνικών Αρχείων, ενώ περισσότερα από 1.000 ακόμη αναρτήθηκαν. Η Epoch Times εξετάζει τα έγγραφα, τα οποία περιλαμβάνουν σαρωμένα αντίγραφα διαβαθμισμένων αρχείων.

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είχε δηλώσει στους δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια ξενάγησης στο Κέντρο Τζ. Φ. Κέννεντυ στην Ουάσιγκτον ότι η κυβέρνησή του επρόκειτο σύντομα να δημοσιοποιήσει περίπου 80.000 σελίδες αρχείων σχετικά με τη δολοφονία του Κέννεντυ. Είχε τονίσει ότι οι πολίτες περίμεναν αυτή την αποκάλυψη εδώ και δεκαετίες, ενώ είχε αναφέρει χαρακτηριστικά πως υπήρχε «τεράστιος όγκος εγγράφων».

Δεν είναι σαφές πόσα από τα αρχεία βρίσκονται μεταξύ των σελίδων που έχουν ήδη δημοσιοποιηθεί, ενώ ο Τραμπ δεν παρείχε επιπλέον λεπτομέρειες, πέραν της επισήμανσης ότι δεν θα υπήρχαν περικοπές στο περιεχόμενό τους. Σύμφωνα με τον ίδιο, έχει δώσει οδηγίες να μην υπάρξει απόκρυψη πληροφοριών.

Στις 23 Ιανουαρίου, ο Τραμπ υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα, δίνοντας στην υπουργό Δικαιοσύνης, Παμ Μπόντι, και στη διευθύντρια της υπηρεσίας πληροφοριών, Τούλσι Γκάμπαρντ, προθεσμία 15 ημερών για να ετοιμάσουν σχέδιο για την πλήρη και ολοκληρωμένη δημοσιοποίηση των υπολειπόμενων αρχείων της δολοφονίας του Τζ. Φ. Κέννεντυ. Το διάταγμα προέβλεπε επίσης προθεσμία 45 ημερών για τον σχεδιασμό της διάθεσης των αρχείων σχετικά με τις δολοφονίες του γενικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Φ. Κέννεντυ και του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ Τζούνιορ το 1968, στο πλαίσιο υποσχέσεων που είχε δώσει ο Τραμπ κατά την προεκλογική εκστρατεία του.

Η δημοσιοποίηση εγγράφων για τη δολοφονία του Κέννεντυ δεν αποτελεί έκπληξη. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είχε θεσπίσει από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 ότι όλα τα σχετικά έγγραφα θα έπρεπε να συγκεντρωθούν στα Εθνικά Αρχεία και να είναι διαθέσιμα έως το 2017, με δυνατότητα εξαιρέσεων που θα αποφάσιζε ο εκάστοτε πρόεδρος. Όταν ανέλαβε την προεδρία το 2017, ο Τραμπ επέτρεψε την αποκάλυψη των εγγράφων, ωστόσο ανέστειλε τη δημοσιοποίηση κάποιων εξ αυτών για λόγους εθνικής ασφάλειας.

Στη συνέχεια, η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν δημοσιοποίησε περισσότερα αρχεία, αλλά διατήρησε περιορισμούς σε ορισμένα από αυτά, επικαλούμενη την ανάγκη προστασίας πληροφοριών που αφορούσαν τη στρατιωτική άμυνα, τις επιχειρήσεις των υπηρεσιών πληροφοριών, την επιβολή του νόμου και τις διεθνείς σχέσεις. Τα Εθνικά Αρχεία ανέφεραν ότι μέχρι το 2023 είχε δημοσιοποιηθεί περίπου το 99% των περισσότερων από 6 εκατομμυρίων σελίδων αρχείων, φωτογραφιών, ταινιών, ηχογραφήσεων και αντικειμένων που σχετίζονταν με τη δολοφονία του Κέννεντυ.

Οι ερευνητές εκτιμούν ότι περίπου 3.000 αρχεία παραμένουν αδημοσίευτα, ενώ το FBI ανακοίνωσε στις 11 Φεβρουαρίου ότι είχε εντοπίσει επιπλέον έγγραφα σχετικά με την υπόθεση, κατόπιν νέας έρευνας που προέκυψε από το εκτελεστικό διάταγμα του Τραμπ. Σύμφωνα με το ομοσπονδιακό γραφείο, η έρευνα οδήγησε στην ψηφιοποίηση και καταγραφή περίπου 2.400 νέων εγγράφων που προηγουμένως δεν είχαν αναγνωριστεί ως σχετικά με τη δολοφονία. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι υπάρχουν ακόμη περίπου 500 έγγραφα, συμπεριλαμβανομένων φορολογικών δηλώσεων, που ο εκάστοτε πρόεδρος δεν μπορεί να αποδεσμεύσει, καθώς εξαιρούνται από την εντολή δημοσιοποίησης του 2017.

Στις 22 Νοεμβρίου 1963, ο Λη Χάρβεϋ Όσβαλντ συνελήφθη στο Ντάλας και κατηγορήθηκε για τη δολοφονία του Τζον Κέννεντυ, αφού εθεωρείτο ότι είχε πυροβολήσει από τον έκτο όροφο της αποθήκης σχολικών βιβλίων του Τέξας, από όπου είχαν ακουστεί οι πυροβολισμοί. Δύο ημέρες αργότερα, ο Τζακ Ρούμπυ, ιδιοκτήτης νυχτερινού κέντρου, δολοφόνησε τον Όσβαλντ κατά τη μεταφορά του από τις αστυνομικές αρχές.

Ορισμένα από τα ήδη δημοσιοποιημένα αρχεία αποκαλύπτουν τις διασυνδέσεις του Όσβαλντ με τη Σοβιετική Ένωση, συμπεριλαμβανομένων εγγράφων της CIA που καταγράφουν τις επισκέψεις του στις σοβιετικές και κουβανικές πρεσβείες στο Μεξικό λίγες εβδομάδες πριν από τη δολοφονία. Σε ένα από τα έγγραφα, ο Όσβαλντ εμφανίζεται να επικοινωνεί με τη σοβιετική πρεσβεία, ζητώντας βίζα για να ταξιδέψει πέρα από το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Είχε επίσης επισκεφθεί την κουβανική πρεσβεία, πιθανώς ελπίζοντας να αποκτήσει βίζα για την Κούβα, προκειμένου να περιμένει εκεί τη σοβιετική άδεια εισόδου. Έναν μήνα περίπου πριν τη δολοφονία, επέστρεψε οδικώς στο Τέξας μέσω συνοριακού σταθμού.

Ένα άλλο έγγραφο περιγράφει μία τηλεφωνική επικοινωνία του Όσβαλντ στο Μεξικό με αξιωματούχο της KGB στη σοβιετική πρεσβεία, τον Σεπτέμβριο του 1963.

Του Jacob Burg

Με τη συμβολή του Travis Gillmore και πληροφορίες από το Associated Press