Σάββατο, 26 Ιούλ, 2025

Νεκρός 25χρονος καταδρομέας του Ελληνικού Στρατού – Κατέρρευσε στον Μαραθώνιο

Ένας μόλις 25 χρονών καταδρομέας του Ελληνικού Στρατού, προδόθηκε από την υγεία του, κατά τη διάρκεια εκπαίδευσης, χωρίς όπλα.

Το τραγικό συμβάν σημειώθηκε στο 30 χιλιόμετρο της Λεωφόρου Μαραθώνος, καθώς ο αξιωματικός της Μονάδας Υποβρύχιων Καταστροφών συμμετείχε σε μαραθώνιο αγώνα, ωστόσο για άγνωστο μέχρι στιγμής λόγο, κατέρρευσε στον δρόμο και παρά τις προσπάθειες των γιατρών να τον επαναφέρουν, απεβίωσε.

Ο καταδρομέας ανθυπολοχαγός μετείχε συγκεκριμένα στην εκπαίδευση που γίνεται στη Μονάδα Υποβρυχίων Καταστροφών του Πολεμικού Ναυτικού προκειμένου οι καταδρομείς να λάβουν τη σχετική πιστοποίηση από την ομάδα των επίλεκτων βατραχανθρώπων.

Η ανακοίνωση του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού αναφέρει:

Την Tρίτη 29 Απριλίου 2025, περί ώρας 12:30, κατά την διάρκεια εκπαίδευσης στην Διοίκηση Υποβρυχίων Καταστροφών, απώλεσε τις αισθήσεις του ο Ανθυπολοχαγός (ΠΖ) Σ.Μ.

Στον Αξιωματικό παρασχέθηκαν άμεσα οι πρώτες βοήθειες και εκτελέστηκαν ενέργειες καρδιοαναπνευστικής ανάνηψης από κατάλληλο υγειονομικό προσωπικό. Ακολούθως διακομίσθηκε στο Αττικό Νοσοκομείο όπου παρά τις επίμονες προσπάθειες του υγειονομικού προσωπικού του νοσοκομείου, διαπιστώθηκε ο θάνατος του.

Για το συμβάν έχουν ενημερωθεί οι οικείοι του και έχουν αναληφθεί οι προβλεπόμενες ενέργειες για τη διερεύνηση των συνθηκών και αιτιών.

Το Πολεμικό Ναυτικό εκφράζει τα ειλικρινή του συλλυπητήρια στους οικείους του συναδέλφου μας.

Φον ντερ Λάιεν: Η απειλή της Ρωσίας δεν θα εκλείψει – Πρέπει να κάνουμε περισσότερα για την άμυνά μας

«Η απειλή της Ρωσίας δε θα εκλείψει» και «πρέπει να κάνουμε περισσότερα για την άμυνά μας», δήλωσε η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν από το Συνέδριο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) στη Βαλένθια της Ισπανίας.

Παράλληλα, η φον ντερ Λάιεν τόνισε ότι οι ΗΠΑ μετατοπίζουν το ενδιαφέρον τους όλο και περισσότερο προς άλλες περιοχές. «Επομένως, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, η ειρήνη στην Ευρώπη απαιτεί να αναλάβουμε πολύ μεγαλύτερη ευθύνη για την άμυνά μας», δήλωσε η φον ντερ Λάιεν.

Η ίδια υπογράμμισε ότι μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα ενός έτους – από το περυσινό συνέδριο του ΕΛΚ στο Βουκουρέστι – η ΕΕ έχει πετύχει πολλά στο θέμα της άμυνας: «Έως και 800 δισεκατομμύρια ευρώ σε επενδύσεις», με τη συμμετοχή των 27 κρατών-μελών και με «νέες αμυντικές συνεργασίες με τη Νορβηγία και σύντομα με το Ηνωμένο Βασίλειο».

«Έχουμε κάνει περισσότερα για την ευρωπαϊκή άμυνα σε ένα μόνο χρόνο από ό,τι σε αρκετές δεκαετίες», παραδέχτηκε η φον ντερ Λάιεν, επισημαίνοντας ότι το ΕΛΚ ήταν πάντα το κόμμα της Ευρωπαϊκής Άμυνας και σήμερα είναι το κόμμα που υλοποιεί την Ευρωπαϊκή Αμυντική Ένωση.

«Αυτό ήταν το όνειρο των Ντε Γκάσπερι, Σουμάν και Αντενάουερ. Και τώρα το όνειρό τους γίνεται πραγματικότητα. Και οι λαοί της Ευρώπης είναι μαζικά υπέρ», δήλωσε η Φον ντερ Λάιεν. Σημείωσε, ωστόσο, ότι η άκρα αριστερά και η άκρα δεξιά ήταν πάντα αντίθετες με αυτήν την ιδέα και «κάποιοι προσπαθούν να μποϊκοτάρουν αυτή την ευρωπαϊκή αφύπνιση». «Λένε ότι η Ρωσία δεν αποτελεί απειλή και η Ευρώπη δεν είναι η απάντηση. Ας είμαι λοιπόν σαφής. Μόνο μια ισχυρή Ευρώπη μπορεί να προστατεύσει την ειρήνη στην ήπειρό μας. Η άκρα αριστερά και η άκρα δεξιά δεν είναι υπέρ της ειρήνης. Είναι απλώς υπέρ του Πούτιν», δήλωσε η Πρόεδρος της Επιτροπής.

Συνέχισε λέγοντας: «Όλοι έχουμε δει πώς διαπραγματεύεται ο Πούτιν. Μόλις πριν από δύο εβδομάδες, την Κυριακή των Βαΐων, ο Πούτιν εκτόξευσε βαλλιστικούς πυραύλους σε ανθρώπους που πήγαιναν στην εκκλησία. Έχει αποδείξει επανειλημμένα ότι δεν μπορεί να τον εμπιστευτεί κανείς». Πρόσθεσε, επίσης, ότι «πρέπει να συνεχίσουμε να στεκόμαστε στο πλευρό της Ουκρανίας, με περισσότερη στρατιωτική και οικονομική υποστήριξη, με μεγαλύτερη πίεση στη Ρωσία και με μια σαφή πορεία για την Ουκρανία να ενταχθεί στην ΕΕ». Σημείωσε, τέλος, ότι «το μήνυμά μας προς την Ουκρανία είναι σαφές: η ελευθερία σας είναι δική μας ελευθερία, η ασφάλειά σας είναι δική μας ασφάλεια και το μέλλον σας είναι στην Ένωσή μας».

Ενισχυμένη η θέση της Νότιας Αφρικής εν μέσω πολέμου στην Ουκρανία και αμερικανικών δασμών

Σειρά συνομιλιών με τους ηγέτες των ΗΠΑ, της Ρωσίας και της Ουκρανίας πραγματοποίησε τις τελευταίες ημέρες ο πρόεδρος της Νότιας Αφρικής, Σίριλ Ραμαφόσα, ενισχύοντας, σύμφωνα με αναλυτές, τις διπλωματικές θέσεις της μεγαλύτερης οικονομίας της Αφρικής και θέτοντας τα θεμέλια για πιθανή αλλαγή πλεύσης στον πόλεμο της Ουκρανίας.

Την ίδια στιγμή, ορισμένες δηλώσεις του κ. Ραμαφόσα εκτιμάται πως δεν θα τύχουν θετικής υποδοχής από τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, ενδεχομένως αποδυναμώνοντας το μέχρι πρότινος «ακατάλυτο δεσμό» μεταξύ Πρετόριας και Μόσχας, όπως τον είχε χαρακτηρίσει κορυφαίος υπουργός της χώρας.

Μετά τη συνάντηση του Ραμαφόσα με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι στην Πρετόρια, κυβερνητικές πηγές αποκάλυψαν στην Epoch Times πως αμφότερες οι πλευρές συμφώνησαν στην ενίσχυση των εμπορικών σχέσεων. Η συμφωνία αυτή αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα μετά την επιβολή δασμού 31% στα νοτιοαφρικανικά προϊόντα από την κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ.

Σύμφωνα με τη Σανούσα Ναϊντού, αναλύτρια διεθνών σχέσεων στο Ινστιτούτο Global Dialogue στο Γιοχάνεσμπουργκ, κρίσιμο σημείο της συνάντησης Ραμαφόσα-Ζελένσκι ήταν η συμφωνία του Νοτιοαφρικανού προέδρου πως ενδεχόμενη κατάπαυση πυρός μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας πρέπει να πραγματοποιηθεί χωρίς προϋποθέσεις.

«Η θέση αυτή αποτελεί κομβική εξέλιξη, καθώς φέρνει τη Νότια Αφρική σε θέση διαμεσολαβητή μεταξύ Πούτιν και Τραμπ, ενισχύοντας το κύρος της στο διεθνές πεδίο και δίνοντάς της αξιοπιστία ως πιθανού διαμεσολαβητή στην ουκρανική σύρραξη», επεσήμανε η Ναϊντού.

Δεν περνά απαρατήρητο, άλλωστε, πως η εμπειρία της Νότιας Αφρικής στη διαχείριση της μετάβασης από το απαρτχάιντ αναγνωρίζεται τόσο από τις ουκρανικές αρχές όσο και από τον ίδιο τον Πούτιν, λόγω και του προηγούμενου διαμεσολαβητικού ρόλου του Ραμαφόσα εκείνη την κρίσιμη εποχή.

Την ώρα που η κυβέρνηση Τραμπ πιέζει Κίεβο και Μόσχα για ειρηνική συμφωνία – με τον Τραμπ να διατυπώνει προτάσεις που ο Ζελένσκι έχει απορρίψει ως απαράδεκτες – η Πρετόρια μοιάζει να κερδίζει πόντους αξιοπιστίας στα μάτια της Ουκρανίας, παρά τη μακροχρόνια φιλορωσική στάση του κυβερνώντος Αφρικανικού Εθνικού Κογκρέσου (ANC).

Το ANC, υπό τον Ραμαφόσα, διατηρεί τον πρώτο λόγο στη νοτιοαφρικανική εξωτερική πολιτική. Υπενθυμίζεται ότι το κόμμα αυτό τήρησε αποχή σε σχετική ψηφοφορία των Ηνωμένων Εθνών για την καταδίκη της ρωσικής εισβολής, ενώ ιστορικοί δεσμοί με τη Μόσχα αναπτύχθηκαν μέσω στρατιωτικής εκπαίδευσης ηγετικών στελεχών του ANC κατά την περίοδο του απαρτχάιντ.

Την ίδια στιγμή, ο Τραμπ έχει κατακρίνει επανειλημμένα τη Νότια Αφρική για τις φιλικές σχέσεις που διατηρεί με Ρωσία και Κίνα, φθάνοντας μάλιστα στο σημείο να παγώσει την αμερικανική βοήθεια, επικαλούμενος διακρίσεις σε βάρος της λευκής μειονότητας.

Ο πρόεδρος της Νότιας Αφρικής Σίριλ Ραμαφόσα συναντά τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν πριν από τη συνάντηση με τους Αφρικανούς ηγέτες στο παλάτι του Κωνσταντίνου (Konstantinovsky) στη Στρέλνα, έξω από την Αγία Πετρούπολη, στις 19 Ιουνίου 2023. (Ramil Sitdikov/RIA Novosti/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο κ. Ραμαφόσα αποκάλυψε πρόσφατα τηλεφωνική επικοινωνία με τον Τραμπ για το Ουκρανικό, κατά την οποία συμφώνησαν να συναντηθούν εκ νέου, με στόχο τη βελτίωση των τεταμένων διμερών σχέσεων.

Στο μεταξύ, ο εκπρόσωπος του Ραμαφόσα, Βίνσεντ Μαγκουένια, ανέφερε πως η Πρετόρια πρόκειται να συμβάλλει στις έρευνες για τα 400 παιδιά που υποστηρίζει ο κ. Ζελένσκι ότι απήχθησαν από τις ρωσικές δυνάμεις, με τη Μόσχα να απορρίπτει τις κατηγορίες.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο Τζον Στίνχαϊζεν, επικεφαλής του δεύτερου μεγαλύτερου κόμματος στη Νότια Αφρική, υπογράμμισε ότι πρόκειται για μια πολύπλοκη διαδικασία, που προϋποθέτει στενή συνεργασία με τους Ρώσους αξιωματούχους.

Επιπλέον, ο Μαγκουένια αποκάλυψε ότι η χώρα εξετάζει το ενδεχόμενο προμήθειας ουκρανικών drones για την επιτήρηση συνόρων και την προστασία άγριας πανίδας, ενώ ο κ. Ραμαφόσα μίλησε και για ευκαιρίες συμπράξεων στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας, αλλά και για συνεργασία στη λιπασματοβιομηχανία, στοχεύοντας στην πολυμορφία του εμπορίου υπό συνθήκες αμερικανικών περιορισμών.

Ο Στίνχαϊζεν πρόσθεσε πως η Ουκρανία ενδιαφέρεται για εισαγωγές νοτιοαφρικανικών εσπεριδοειδών, ενώ αναμένεται να συνεχιστούν οι εισαγωγές ουκρανικών σιτηρών – ιδίως σιταριού – από την Πρετόρια.

Η ενίσχυση των εμπορικών δεσμών με το Κίεβο εντάσσεται στη στρατηγική της Νοτίου Αφρικής για διεύρυνση των οικονομικών της εταίρων, με φόντο τους εμπορικούς δασμούς από την Ουάσιγκτον.

Η Ελλάδα ζητά από την Κομισιόν μεγαλύτερη ευελιξία στις αμυντικές δαπάνες

Σε βήματα για την ενίσχυση της άμυνας της χώρας προχωρά η ελληνική κυβέρνηση, αξιοποιώντας τις νέες ευρωπαϊκές δημοσιονομικές διευκολύνσεις. Ο υπουργός Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, ανακοίνωσε πως θα καταθέσει επίσημο αίτημα προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προκειμένου να ενεργοποιηθεί η λεγόμενη «ρήτρα διαφυγής» που θα επιτρέψει στην Ελλάδα να ξεπεράσει προσωρινά τους αυστηρούς δημοσιονομικούς περιορισμούς για χάρη των αμυντικών δαπανών στον προϋπολογισμό του 2026.

Μιλώντας στην ΕΡΤ την Τρίτη, ο κος Πιερρακάκης διευκρίνισε πως η σχετική αίτηση θα κατατεθεί το επόμενο διάστημα και αφορά επιπλέον κονδύλι ύψους 500 εκατ. ευρώ για το 2026. Με δεδομένο ότι το ποσό αντιπροσωπεύει λιγότερο από 0,3% του ΑΕΠ, ο υπουργός εκτίμησε πως το αίτημα θα αξιολογηθεί θετικά από την Επιτροπή.

Η Ελλάδα, μέλος του ΝΑΤΟ, ήδη δαπανά σε ετήσια βάση περίπου το 3% του ΑΕΠ της για την άμυνα — ποσοστό που συγκαταλέγεται στα υψηλότερα της Συμμαχίας. Η ένταση με την Τουρκία, που έχει ρίζες τόσο στον πόλεμο του 1919-1922 όσο και στον πόλεμο του 1974, παραμένει ιδιαίτερα έντονη, κυρίως αναφορικά με το Κυπριακό, αν και οι δύο χώρες ανήκουν στο ΝΑΤΟ.

Ο κος Πιερρακάκης, ο οποίος ανέλαβε πρόσφατα το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Οικονομικών, ύστερα από ανασχηματισμό του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, καλείται να διαχειριστεί το φιλόδοξο σχέδιο της κυβέρνησης για συνολικές αμυντικές δαπάνες ύψους 25 δισ. ευρώ έως το 2036, στο πλαίσιο της επανεξοπλιστικής προσπάθειας του ελληνικού στρατού ώστε να παραμείνει ανταγωνιστικός έναντι της τουρκικής απειλής.

Προοπτικές για τη σχέση Ελλάδας-ΗΠΑ

Στην ίδια συνέντευξη, ο κος Πιερρακάκης αναφέρθηκε και στις πρόσφατες επαφές του με τον Αμερικανό υπουργό Οικονομικών, Σκοτ Μπέσσεντ, υπογραμμίζοντας τη στρατηγική σημασία της ελληνοαμερικανικής σχέσης. «Η ελληνοαμερικανική σχέση έχει μια μεγάλη ιστορία, αλλά κυρίως ένα πολύ λαμπρό μέλλον», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Υπενθυμίζεται ότι τον περασμένο μήνα η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ανακοίνωσε το πενταετές σχέδιο δράσης «ReArm Europe», με στόχο την αύξηση των αμυντικών δαπανών των κρατών-μελών απέναντι σε απειλές κυρίως από τη Ρωσία, αλλά και από άλλες εχθρικές χώρες. Στο πλαίσιο αυτό, ενεργοποιείται η εθνική ρήτρα διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, επιτρέποντας στις χώρες να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες έως και 1,5% του ΑΕΠ, ώστε να συγκεντρωθεί συνολικό κεφάλαιο 650 δισ. ευρώ εντός τετραετίας.

Η φον ντερ Λάιεν τόνισε πως τα κράτη-μέλη της ΕΕ δαπανούν κατά μέσο όρο περίπου το 2% του ΑΕΠ σε αμυντικές δαπάνες, με στόχο να ξεπεράσουν το 3%. Ωστόσο, το ποσοστό υπολείπεται ακόμη του 5% που έχει ζητήσει ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, για τα μέλη του ΝΑΤΟ.

Χωρίς την ενεργοποίηση της ρήτρας, οι ευρωπαϊκές χώρες θα κινδυνεύουν με κυρώσεις σε περίπτωση που το έλλειμμα ξεπεράσει το 3% του ΑΕΠ. Ήδη από τις 23 Απριλίου, η Πορτογαλία έγινε η πρώτη χώρα της ΕΕ που υπέβαλε αίτημα ενεργοποίησης της ρήτρας για αύξηση των αμυντικών δαπανών της.

Το παράδειγμα της Γερμανίας

Ανάλογη κίνηση αναμένεται να πραγματοποιήσει και το Βερολίνο. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Γιεργκ Κούκις, άφησε να εννοηθεί πως η Γερμανία σκοπεύει να ζητήσει από την Κομισιόν εξαίρεση από τους περιορισμούς στον δανεισμό, ώστε να μπορέσει να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες τα επόμενα χρόνια. «Πιθανότατα θα το πράξουμε, αν και η τελική απόφαση δεν έχει ακόμη ληφθεί», ανέφερε ο Κούκις σε παρέμβασή του στο περιθώριο των εαρινών συναντήσεων του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στην Ουάσιγκτον.

Ήδη η γερμανική Βουλή έχει εγκρίνει σημαντική αύξηση των αμυντικών κονδυλίων, ενώ στις 28 Απριλίου ο πρόεδρος της Γερμανίας, Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ, επεσήμανε την ανάγκη η Γερμανία να εντείνει τη συνεισφορά της στην ευρωπαϊκή άμυνα, κυρίως λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.

Με πληροφορίες από το Reuters

Ο Ντέιβιντ Πέρντιου νέος πρέσβης των ΗΠΑ στην Κίνα

Με ισχυρή πλειοψηφία, η Γερουσία επικύρωσε τον διορισμό του πρώην γερουσιαστή της Τζόρτζια, Ντέιβιντ Πέρντιου, ως νέο πρέσβη των Ηνωμένων Πολιτειών στην Κίνα, σε μία περίοδο που οι διμερείς εμπορικές εντάσεις συνεχώς κλιμακώνονται.

Η τελική ψηφοφορία στις 29 Απριλίου ολοκληρώθηκε με 67 ψήφους υπέρ και 29 κατά, επικυρώνοντας την επιλογή του Ντόναλντ Τραμπ. Ο Πέρντιου χαρακτηρίζεται έμπειρος επιχειρηματίας – πρώην διευθύνων σύμβουλος μεγάλης αμερικανικής εταιρείας – και γνωστός επικριτής της κινεζικής πολιτικής, με στενούς δεσμούς με την περιοχή καθώς έχει ζήσει στο Χονγκ Κονγκ στη διάρκεια της 40χρονης καριέρας του.

Λίγο πριν την ψηφοφορία, o επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας, Τζέιμς Ρις (Ρεπουμπλικανός, Αϊντάχο), κάλεσε τους συναδέλφους του να στηρίξουν ανεπιφύλακτα τη συγκεκριμένη επιλογή. «Πρόκειται ασφαλώς για έναν από τους πλέον κρίσιμους διορισμούς που θα περάσουν ποτέ από αυτή την αίθουσα», υπογράμμισε στην ομιλία του, εκφράζοντας την εκτίμησή του για την απόφαση του προέδρου Τραμπ.

Ο Ρις τόνισε πως ο Πέρντιου έχει να φέρει εις πέρας ένα εξαιρετικά απαιτητικό έργο, υλοποιώντας το όραμα της κυβέρνησης Τραμπ για την Κίνα. Ιδιαίτερα ανέδειξε τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ουάσιγκτον, καταγγέλλοντας πως το Πεκίνο «έχει κάνει τα πάντα για να παρεισφρήσει στις Ηνωμένες Πολιτείες».

«Έχουν κλέψει κάθε καλή ιδέα που είχαμε, τις αξιοποίησαν προς όφελός τους κι αυτή η τακτική τούς έφερε στη σημερινή, πολύ δύσκολη για εμάς θέση», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Η Κίνα σήμερα βρίσκεται αντιμέτωπη με δασμούς-ρεκόρ που φθάνουν το 145% σε ορισμένα προϊόντα της, προκαλώντας έντονες αναταράξεις και στην ηλεκτρονική της αγορά. Μεγάλες κινεζικές πλατφόρμες όπως η Temu αναγκάζονται πλέον να επιβάλλουν υψηλά τέλη στις εξαγωγές προς τη Δύση, αποθαρρύνοντας τους Αμερικανούς και Ευρωπαίους αγοραστές. Την ίδια στιγμή, το Πεκίνο, αντιμετωπίζοντας σοβαρές οικονομικές δυσκολίες, αποφεύγει συστηματικά τις διαπραγματεύσεις με την Ουάσιγκτον, παρά τους αντίθετους ισχυρισμούς της κυβέρνησης Τραμπ – κάτι που πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι γίνεται για λόγους κύρους.

Κατά την ακρόαση επιβεβαίωσης στις αρχές Απριλίου, ο Πέρντιου είχε ήδη εκφράσει την πεποίθησή του ότι οι αμερικανοί καταναλωτές έχουν τη δύναμη να πλήξουν καίρια την κινεζική οικονομία, τονίζοντας πως η εποχή της ανοχής στις αθέμιτες κινεζικές επιχειρηματικές πρακτικές έχει περάσει ανεπιστρεπτί. «Η πρόοδος προϋποθέτει οι ΗΠΑ να ενημερωθούν πλήρως και να σταθούν με αποφασιστικότητα απέναντι σε αυτές τις τακτικές», δήλωσε.

Η Μόσχα αναμένει απάντηση από το Κίεβο για την τριήμερη κατάπαυση πυρός

Το Κρεμλίνο ανακοίνωσε την Τρίτη πως η Ουκρανία δεν έχει απαντήσει στη νέα πρόταση του Βλαντιμίρ Πούτιν για άμεσες ειρηνευτικές συνομιλίες, ούτε έχει καταστήσει σαφές αν θα συμμετάσχει στην τριήμερη κατάπαυση πυρός που εξήγγειλε ο Ρώσος πρόεδρος για τον επόμενο μήνα. «Ήταν ο Βλαντιμίρ Πούτιν που επανειλημμένα δήλωσε ότι η Ρωσία είναι έτοιμη, χωρίς προϋποθέσεις, να ξεκινήσει τη διαδικασία διαπραγματεύσεων», ανέφερε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, επικαλούμενος το ρωσικό πρακτορείο ΤΑΣΣ. «Μέχρι στιγμής δεν έχουμε ακούσει καμία απάντηση από το καθεστώς του Κιέβου».

Ο Πεσκόφ πρόσθεσε πως παραμένει «πολύ δύσκολο να καταλάβουμε» αν το Κίεβο προτίθεται να συμμετάσχει στη σχεδιαζόμενη εκεχειρία. Το βράδυ της Δευτέρας, ο Πούτιν ανακοίνωσε μονομερώς τριήμερη παύση των εχθροπραξιών από τις 8 έως τις 10 Μαΐου, με αφορμή τον εορτασμό των 80 χρόνων από τη νίκη της Σοβιετικής Ένωσης επί της ναζιστικής Γερμανίας – γεγονός που στη Ρωσία είναι γνωστό ως ο «Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος».

Σε ανάρτησή του στο Telegram, το Κρεμλίνο τόνισε: «Κατά διαταγή του ανώτατου διοικητή των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, Βλαντιμίρ Πούτιν, και με γνώμονα ανθρωπιστικά κίνητρα, η ρωσική πλευρά ανακοινώνει κατάπαυση του πυρός με αφορμή τα 80 χρόνια από τη νίκη στον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο».

Σύμφωνα με τη ρωσική ανακοίνωση, η εκεχειρία θα διαρκέσει από τα μεσάνυχτα της 8ης Μαΐου έως τα μεσάνυχτα της 11ης Μαΐου (ώρα Μόσχας), με τη ρωσική ηγεσία να διαμηνύει ότι «κάθε στρατιωτική επιχείρηση θα διακοπεί για το διάστημα αυτό». Το Κρεμλίνο κάλεσε και την ουκρανική πλευρά να κάνει το ίδιο, προειδοποιώντας ότι κάθε παραβίαση θα λάβει «άμεση και αναλογική απάντηση» από τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις.

Από την πλευρά του, το Κίεβο αντέδρασε εκφράζοντας τη δυσφορία του για την άρνηση της Μόσχας να δεχτεί το ουκρανικό αίτημα για πλήρη άμεση κατάπαυση του πυρός διάρκειας ενός μηνός. Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι απευθύνθηκε στον ουκρανικό λαό κατηγορώντας τη Ρωσία για τακτικές παραπλάνησης: «Η Ρωσία σταθερά απορρίπτει κάθε ειρηνευτική πρόταση και συνεχίζει να παραπλανά τη διεθνή κοινότητα, επιχειρώντας να εξαπατήσει ακόμη και τις ΗΠΑ. Τώρα, για μία ακόμη φορά, επιχείρηση χειραγώγησης: όλοι πρέπει να περιμένουν μέχρι τις 8 Μαΐου για κατάπαυση πυρός, απλώς για να εξασφαλιστεί ηρεμία στην παρέλαση του Πούτιν. Εμείς νοιαζόμαστε για τις ανθρώπινες ζωές, όχι για παρελάσεις».

Ο Ουκρανός πρόεδρος επανέλαβε ότι η κατάπαυση πυρός δεν μπορεί να περιορίζεται σε μερικές ημέρες, αλλά πρέπει να είναι «άμεση, πλήρης και χωρίς όρους – τουλάχιστον για 30 ημέρες ώστε να διασφαλιστεί η ασφάλεια και η αξιοπιστία της εκεχειρίας».

Το παρασκήνιο των επαφών μεταξύ Κιέβου και Μόσχας τροφοδοτείται και από την αυξανόμενη δυσφορία της αμερικανικής κυβέρνησης. Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Καρολάιν Λέβιτ, δήλωσε στις 28 Απριλίου ότι ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είναι ολοένα και πιο δυσαρεστημένος τόσο με τον Πούτιν όσο και με τον Ζελένσκι, επιθυμώντας μια μόνιμη κατάπαυση του πυρός. «Ο πρόεδρος έχει ξεκαθαρίσει πως θέλει να δει μια μόνιμη ειρηνευτική συμφωνία που θα σταματήσει τον θάνατο και την αιματοχυσία. Είναι αισιόδοξος για επίτευξη λύσης, αλλά ρεαλιστής και ζητά να καθίσουν και οι δύο ηγέτες στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Η νέα ρωσική πρωτοβουλία έρχεται λίγες ημέρες μετά το κάλεσμα του Πούτιν για «πασχαλινή εκεχειρία» στις 19 Απριλίου – μια παύση πυρός που, σύμφωνα με τα δύο στρατόπεδα, παραβιάστηκε αμέσως εκατέρωθεν.

Ο πόλεμος ανάμεσα σε Ρωσία και Ουκρανία διαρκεί πάνω από τρία χρόνια, με βαρύτατο ανθρώπινο και υλικό κόστος – χιλιάδες νεκρούς και εκτεταμένες καταστροφές σε όλη την ουκρανική επικράτεια.

Με την συμβολή του Χρις Σάμερς

Νίκη των Φιλελευθέρων του Κάρνεϋ στις εκλογές του Καναδά

Οι Φιλελεύθεροι επικράτησαν στις εκλογές της 28ης Απριλίου στον Καναδά, εξασφαλίζοντας τέταρτη διαδοχική κυβερνητική θητεία, με τον Μαρκ Κάρνεϊ να παραμένει πρωθυπουργός.

Μέχρι τις 3:30 π.μ. (τοπική ώρα Ανατολικής Ακτής) της 29ης Απριλίου, με καταμετρημένο το 98% των εκλογικών τμημάτων, οι Φιλελεύθεροι είχαν εκλεγεί ή προηγούνταν σε 167 εκλογικές περιφέρειες, οι Συντηρητικοί σε 145, το Bloc Québécois σε 23, το NDP σε 7 και οι Πράσινοι σε μία, ενώ η καταμέτρηση συνεχιζόταν. Για την επίτευξη αυτοδυναμίας απαιτούνται 172 έδρες στις συνολικά 343 της Βουλής των Κοινοτήτων.

Η εκλογική νίκη θεωρείται ιδιαίτερης σημασίας για τον Μαρκ Κάρνεϋ, πρώην τραπεζίτη και διοικητή κεντρικών τραπεζών, ο οποίος ανέλαβε την ηγεσία των Φιλελευθέρων στις 9 Μαρτίου, διαδεχόμενος τον Τζάστιν Τρυντώ, και ορκίστηκε πρωθυπουργός στις 14 Μαρτίου.

Στην ομιλία του μετά τη νίκη, ο Κάρνεϋ έδωσε έμφαση στην ανάγκη εθνικής ενότητας, στην ενίσχυση της καναδικής οικονομίας και στην αντιμετώπιση των αμερικανικών δασμών, όπως και των δηλώσεων του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος εξέφρασε την επιθυμία να ενταχθεί ο Καναδάς στις Ηνωμένες Πολιτείες — θέμα που αποτέλεσε κεντρικό σημείο της προεκλογικής καμπάνιας του.

Ο Κάρνεϋ ανέφερε πως η κυβέρνησή του θα εργαστεί «για όλους και με όλους», τονίζοντας την ανάγκη να αφήσει πίσω η χώρα «το όραμα και τον θυμό του παρελθόντος». Δήλωσε επίσης ότι η χώρα θα μπει σε πορεία «μαζικής ανάπτυξης», με τη δημιουργία εκατοντάδων χιλιάδων «καλών θέσεων εργασίας» και στόχο να αναδειχθεί ως «ενεργειακή υπερδύναμη» τόσο στις καθαρές όσο και στις συμβατικές μορφές ενέργειας. Επιπλέον, τάχθηκε υπέρ της δημιουργίας μιας «βιομηχανικής στρατηγικής» που θα καταστήσει τον Καναδά πιο ανταγωνιστικό, συμβάλλοντας παράλληλα στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Ο Κάρνεϋ επανέλαβε την άποψή του ότι η προεδρία Τραμπ έχει αλλάξει ριζικά τη φύση της σχέσης μεταξύ ΗΠΑ και Καναδά, η οποία βασιζόταν σε ένα σύστημα «ανοικτού παγκόσμιου εμπορίου», χαρακτηρίζοντας αυτή την αλλαγή «προδοσία». Δήλωσε ότι όταν συναντηθεί με τον Τραμπ, η συζήτηση θα αφορά το μέλλον της οικονομικής και αμυντικής σχέσης μεταξύ «δύο κυρίαρχων εθνών», προσθέτοντας ότι ο Καναδάς διαθέτει «πολλές εναλλακτικές πέραν των Ηνωμένων Πολιτειών για την οικοδόμηση της ευημερίας του».

Η νίκη των Φιλελευθέρων αποτελεί συνέχεια της εκλογικής επικράτησης του Τρυντώ το 2015 επί των Συντηρητικών του Στήβεν Χάρπερ, με πλειοψηφία, ενώ ακολούθησαν δύο διαδοχικές μειοψηφικές κυβερνήσεις, το 2019 και το 2021.

Ο Κάρνεϋ, κάτοχος μεταπτυχιακού και διδακτορικού στην οικονομία από το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, υπηρέτησε ως διοικητής της Τράπεζας του Καναδά την περίοδο 2007–2013 και της Τράπεζας της Αγγλίας από το 2013 έως το 2020. Μετά την αποχώρησή του από τη δημόσια υπηρεσία, δραστηριοποιήθηκε στον ιδιωτικό τομέα και ανέλαβε επίσης καθήκοντα Ειδικού Απεσταλμένου του ΟΗΕ για την Κλιματική Δράση και τη Χρηματοδότηση, θέση από την οποία παραιτήθηκε νωρίτερα φέτος για να θέσει υποψηφιότητα για την ηγεσία των Φιλελευθέρων.

Ο ίδιος εξελέγη για πρώτη φορά σε δημόσιο αξίωμα, εξασφαλίζοντας ποσοστό 64% στην εκλογική περιφέρεια Νιπήαν στην Οττάβα. Η αντίπαλός του από τους Συντηρητικούς, Μπάρμπαρα Μπαλ, ήρθε δεύτερη με 33%.

Τα πρώτα αποτελέσματα έδειχναν ενίσχυση της δύναμης των Φιλελευθέρων κατά περισσότερες από 10 έδρες σε σύγκριση με το 2021, ενώ οι Συντηρητικοί κέρδιζαν πάνω από 20 επιπλέον έδρες. Αντιθέτως, το Bloc Québécois φαινόταν να χάνει περίπου 10 έδρες, το NDP 15 και οι Πράσινοι μία.

Παράλληλα, οι Φιλελεύθεροι αύξησαν το ποσοστό τους σε εθνικό επίπεδο στο 43%, έναντι 33% το 2021, ενώ οι Συντηρητικοί ανέβηκαν στο 42%, από 34% στην προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση.

Ανατροπή στις δημοσκοπήσεις και πολιτικές εξελίξεις μετά τις εκλογές

Καθ’ όλη τη διάρκεια του 2024, οι Συντηρητικοί του Πιερ Πουαλιέβρ προηγούνταν στις δημοσκοπήσεις με διψήφια διαφορά έναντι των Φιλελευθέρων, καθώς η στήριξη προς την κυβέρνηση του Τρυντώ υποχωρούσε ραγδαία. Η εικόνα αυτή μεταβλήθηκε σημαντικά μετά την επιβολή δασμών από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, και τις δηλώσεις του υπέρ της ένταξης του Καναδά στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς και μετά την ανάληψη της ηγεσίας των Φιλελευθέρων από τον Μαρκ Κάρνεϋ.

Στην ομιλία του μετά τις εκλογές, ο Πουαλιέβρ ανακοίνωσε ότι θα παραμείνει στην ηγεσία του κόμματος και δεσμεύτηκε να συνεχίσει να ασκεί αυστηρό κοινοβουλευτικό έλεγχο στη νέα κυβέρνηση. Παραδέχθηκε ότι πολλοί υποστηρικτές ενδέχεται να απογοητεύτηκαν επειδή η «αλλαγή δεν κατάφερε να φτάσει στη γραμμή του τερματισμού», επισημαίνοντας όμως πως η αλλαγή απαιτεί χρόνο και επιμονή, καθώς, όπως είπε, «ο λαός και η πατρίδα αξίζουν τον αγώνα».

Ο επικεφαλής των Συντηρητικών, Πιερ Πουαλιέβρ, χαιρετά το πλήθος αφού μίλησε κατά τη διάρκεια προεκλογικής συγκέντρωσης στο Όκβιλ, Οντ, στις 27 Απριλίου 2025. (Peter Power/AFP μέσω Getty Images)

 

Παρά την ήττα, χαιρέτισε την αύξηση των εδρών και του ποσοστού ψήφων για το Συντηρητικό Κόμμα σε σχέση με τις εκλογές του 2021.

Μέχρι τις 3:30 τα ξημερώματα, δεν είχε ακόμη ξεκαθαριστεί αν ο ίδιος θα επανεκλεγόταν στην εκλογική του περιφέρεια, το Κάρλτον, την οποία εκπροσωπεί από το 2004. Ο υποψήφιος των Φιλελευθέρων, Μπρους Φάντζοϋ, προηγείτο με 50% έναντι 46%.

Η άνοδος των Φιλελευθέρων στις εκλογές της 28ης Απριλίου αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στην κατάρρευση της ψήφου προς το προοδευτικό NDP. Η μετατόπιση αυτή ωφέλησε το κόμμα του Κάρνεϋ, το οποίο φαίνεται να απορρόφησε σημαντικό ποσοστό των προοδευτικών ψηφοφόρων. Ο επικεφαλής του NDP, Τζαγκμίτ Σινγκ, ο οποίος δεν κατάφερε να επανεκλεγεί, ανακοίνωσε ότι θα παραιτηθεί από την ηγεσία του κόμματος μόλις εκλεγεί προσωρινός διάδοχος.

Ο ηγέτης του NDP Τζαγκμίτ Σινγκ απευθύνεται στους υποστηρικτές του τη νύχτα των εκλογών, στο Μπέρναμπι της Βρετανικής Κολομβίας, μετά τις εκλογές της 28ης Απριλίου 2025. (The Canadian Press/Ethan Cairns)

 

Σε δηλώσεις του προς τους υποστηρικτές, ο Σινγκ παραδέχθηκε την απογοήτευσή του για το εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά τόνισε ότι δεν είναι απογοητευμένος από το πολιτικό κίνημα που εκπροσωπεί, εκφράζοντας ελπίδα για την πορεία του κόμματος στο μέλλον.

Ο αρχηγός του Bloc Québécois, Υβ-Φρανσουά Μπλανσέ, επανεξελέγη άνετα στην περιφέρειά του, Μπελέι-Σαμπλύ, στο Κεμπέκ, την οποία εκπροσωπεί από το 2019. Στο επίκεντρο της προεκλογικής συζήτησης βρέθηκαν δηλώσεις του τις τελευταίες ημέρες της καμπάνιας, κατά τις οποίες χαρακτήρισε τον Καναδά «τεχνητή χώρα με ελάχιστο νόημα» και δήλωσε ότι αισθάνεται «βουλευτής σε ξένο κοινοβούλιο».

Η συμπρόεδρος των Πρασίνων, Ελίζαμπεθ Μέι, επανεξελέγη στην περιφέρεια Σάνιτς–Νήσοι Γκαλφ της Βρετανικής Κολομβίας, την οποία εκπροσωπεί από το 2011. Αντιθέτως, ο συμπρόεδρος Τζόναθαν Πεντνό, που ήταν υποψήφιος στην περιφέρεια Ουτρεμόν του Μοντρεάλ, δεν εξελέγη.

Ο αρχηγός του Λαϊκού Κόμματος του Καναδά, Μαξίμ Μπερνιέ, δεν κατάφερε να εκλεγεί στην περιφέρεια Μπος του Κεμπέκ, την οποία είχε εκπροσωπήσει παλαιότερα ως Συντηρητικός από το 2006 έως το 2015. Πρόκειται για την τρίτη φορά που έθεσε υποψηφιότητα στην ίδια περιφέρεια ως επικεφαλής του κόμματός του.

Διπολική αναμέτρηση

Η εκλογική αναμέτρηση της 28ης Απριλίου εξελίχθηκε σε ξεκάθαρη μονομαχία μεταξύ των Φιλελευθέρων του Μαρκ Κάρνεϋ και των Συντηρητικών του Πιερ Πουαλιέβρ, έπειτα από μία καμπάνια διάρκειας ενός μήνα.

Σύμφωνα με την Εκλογική Επιτροπή του Καναδά, καταγράφηκε ιστορικό ρεκόρ πρόωρης ψήφου, καθώς 7,3 εκατομμύρια πολίτες άσκησαν το εκλογικό τους δικαίωμα κατά τη διάρκεια του Πάσχα — αριθμός που ξεπερνά κατά πολύ το προηγούμενο ρεκόρ των 5,8 εκατομμυρίων στις εκλογές του 2021.

Πριν από τη διάλυση του Κοινοβουλίου, οι Φιλελεύθεροι κατείχαν 153 έδρες, οι Συντηρητικοί 120, το Bloc Québécois 33, το NDP 24 και οι Πράσινοι δύο. Υπήρχαν επίσης τρεις ανεξάρτητοι βουλευτές, ενώ ορισμένες έδρες παρέμεναν κενές. Ο αριθμός των εδρών στη Βουλή των Κοινοτήτων αυξήθηκε από 338 το 2021 σε 343 μετά την εφαρμογή νέων εκλογικών ορίων το 2022.

Εκλογές μέσω εμπορικής έντασης

Η εκλογική διαδικασία διεξήχθη υπό τη σκιά της εμπορικής έντασης με τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς οι δασμοί και η στάση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ επηρέασαν σημαντικά το προεκλογικό κλίμα και τη στάση των ψηφοφόρων.

Τους τελευταίους μήνες, ο Αμερικανός πρόεδρος προχώρησε επανειλημμένα στην ανακοίνωση δασμών σε καναδικά προϊόντα — τους ανέστειλε, αλλά και τους επανέφερε. Αυτή τη στιγμή, οι ΗΠΑ επιβάλλουν δασμούς 25% σε προϊόντα που δεν περιλαμβάνονται στη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου της Βόρειας Αμερικής, 10% σε ενέργεια και ποτάσα, 25% σε χάλυβα και αλουμίνιο, και 25% σε ανταλλακτικά αυτοκινήτων. Ο Καναδάς έχει απαντήσει με αντίστοιχες εμπορικές κυρώσεις σε αμερικανικά προϊόντα.

Ο ηγέτης των Συντηρητικών Πιερ Πουαλιέβρ (α) και ο ηγέτης των Φιλελευθέρων Μαρκ Κάρνεϋ (δ) συνομιλούν μετά τη γαλλόφωνη συζήτηση των ομοσπονδιακών ηγετών στο Maison de Radio-Canada στο Μοντρεάλ, στις 16 Απριλίου 2025. (Christopher Katsarov/Pool/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο Τραμπ, ανήμερα των εκλογών, επανέλαβε μέσω της πλατφόρμας Truth Social ότι ο Καναδάς θα ήταν καλύτερα ως «51η Πολιτεία των Ηνωμένων Πολιτειών». Συγκεκριμένα, ευχήθηκε καλή τύχη στους πολίτες του Καναδά, καλώντας τους να εκλέξουν «έναν ηγέτη ικανό να μειώσει τους φόρους στο μισό, να αυξήσει τη στρατιωτική ισχύ δωρεάν, να τετραπλασιάσει το μέγεθος της καναδικής βιομηχανίας χωρίς δασμούς ή φόρους, αν ο Καναδάς γίνει η αγαπημένη 51η Πολιτεία των ΗΠΑ».

Ο Μαρκ Κάρνεϋ στήριξε την προεκλογική του καμπάνια κυρίως στην ανάγκη για μια ισχυρή απάντηση απέναντι στην προεδρία Τραμπ, κάνοντας λόγο για τη «μεγαλύτερη κρίση της ζωής μας». Επιβεβαίωσε πρόσφατα ότι ο Τραμπ είχε αποκαλέσει τον Καναδά «51η Πολιτεία» κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνομιλίας μεταξύ τους τον Μάρτιο. Παρότι αρχικά είχε δηλώσει πως ο Αμερικανός πρόεδρος «σεβάστηκε την κυριαρχία του Καναδά», στη συνέχεια αποκάλυψε πως οι δύο πλευρές συμφώνησαν να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για τις εμπορικές και αμυντικές σχέσεις των δύο χωρών μετά την ολοκλήρωση των εκλογών.

Από την πλευρά του, ο Πουαλιέβρ είχε δηλώσει κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου ότι η καναδική κυριαρχία δεν αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης, επικεντρώνοντας ωστόσο την καμπάνια του στο αίτημα για πολιτική αλλαγή μετά από σχεδόν μία δεκαετία διακυβέρνησης των Φιλελευθέρων.

Η εκλογική αναμέτρηση έλαβε χώρα λίγες ημέρες μετά από τραγωδία στο Βανκούβερ, όπου 11 άνθρωποι σκοτώθηκαν από όχημα που έπεσε πάνω στο πλήθος που ήταν συγκεντρωμένο σε φεστιβάλ της φιλιππινέζικης κοινότητας. Το τραγικό συμβάν στιγμάτισε τις τελευταίες ημέρες της προεκλογικής περιόδου, με όλους τους πολιτικούς αρχηγούς να εκφράζουν τα συλλυπητήριά τους προς τις οικογένειες των θυμάτων.

Των Matthew Horwood, Omid Ghoreishi και Jennifer Cowan

Στο εδώλιο του Διεθνούς Δικαστηρίου το Ισραήλ για τον αποκλεισμό της βοήθειας προς τη Γάζα

Το Ισραήλ αντιμετωπίζει κατηγορίες για παραβίαση του διεθνούς δικαίου αρνούμενο να επιτρέψει την εισαγωγή βοήθειας στη Λωρίδα της Γάζας στο Διεθνές Δικαστήριο (ICJ) κατά τη διάρκεια μιας εβδομάδας ακροάσεων που ξεκινούν στη Χάγη, στις 28 Απριλίου, με δεκάδες έθνη να προετοιμάζονται να τοποθετηθούν.

Σύμφωνα με τις κατηγορίες, το Ισραήλ διέκοψε τον εφοδιασμό των 2,3 εκατομμυρίων κατοίκων του παλαιστινιακού θύλακα στις 2 Μαρτίου και τα τρόφιμα που είχαν αποθηκευτεί κατά τη διάρκεια της κατάπαυσης του πυρός στις αρχές του έτους λέγεται ότι έχουν σχεδόν εξαντληθεί.

Σε ψήφισμα του Δεκεμβρίου 2024 που υποστηρίχθηκε από τη Νορβηγία, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ζήτησε μια συμβουλευτική γνώμη — μια μη δεσμευτική αλλά νομικά σημαντική απόφαση από το δικαστήριο — σχετικά με τις υποχρεώσεις του Ισραήλ στα κατεχόμενα εδάφη να «διασφαλίσει και να διευκολύνει την απρόσκοπτη παροχή επειγόντως απαραίτητων προμηθειών που είναι απαραίτητες για την επιβίωση του παλαιστινιακού άμαχου πληθυσμού».

Μετά τις ακροάσεις, το δικαστήριο πιθανότατα θα χρειαστεί αρκετούς μήνες για να διαμορφώσει τη γνώμη του.

Οι συμβουλευτικές γνώμες του ΔΔΧ έχουν νομικό και πολιτικό βάρος, αν και δεν είναι δεσμευτικές και το δικαστήριο δεν έχει εξουσία να τις επιβάλει.

Το Ισραήλ έχει δηλώσει ότι δεν θα επιτρέψει την είσοδο αγαθών και προμηθειών στη Λωρίδα της Γάζας μέχρι η τρομοκρατική ομάδα Χαμάς να απελευθερώσει όλους τους εναπομείναντες ομήρους.

Η Γερμανία, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο κάλεσαν την περασμένη εβδομάδα το Ισραήλ να τηρήσει το διεθνές δίκαιο επιτρέποντας την απρόσκοπτη διέλευση ανθρωπιστικής βοήθειας στη Λωρίδα της Γάζας, αφού το Ισραήλ επανέλαβε ότι δεν θα επιτρεπόταν καμία βοήθεια, προκειμένου να ασκηθεί πίεση στη Χαμάς.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε στις 25 Απριλίου ότι πίεσε τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου να επιτρέψει την είσοδο τροφίμων και φαρμάκων στη Λωρίδα της Γάζας.

Το Ισραήλ έχει επανειλημμένα κατηγορήσει τη Χαμάς ότι κατασχέθηκε ανθρωπιστική βοήθεια που επιτράπηκε στη Λωρίδα της Γάζας.

Η Χαμάς έχει αρνηθεί τους ισχυρισμούς και έχει κατηγορήσει το Ισραήλ για τις ελλείψεις.

Το ψήφισμα που υιοθετήθηκε τον Δεκέμβριο από 137 από τα 193 έθνη στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ κάλεσε το Ισραήλ να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του απέναντι στον παλαιστινιακό πληθυσμό και εξέφρασε «σοβαρή ανησυχία» για την τρομερή ανθρωπιστική κατάσταση.

Το Ισραήλ, οι Ηνωμένες Πολιτείες και 10 άλλες χώρες ψήφισαν κατά του ψηφίσματος, ενώ 22 έθνη απείχαν.

Τα Ηνωμένα Έθνη (ΟΗΕ) θα είναι τα πρώτα που θα απευθυνθούν στο δικαστήριο στις 28 Απριλίου, ακολουθούμενα από Παλαιστίνιους εκπροσώπους.

Συνολικά, έχει προγραμματιστεί να συμμετάσχουν 40 κράτη και τέσσερις διεθνείς οργανισμοί, μεταξύ των οποίων δεν είναι το Ισραήλ.

Ο Αμμάρ Χιτζάζι, Παλαιστίνιος πρέσβης στην Ολλανδία, κατηγόρησε το Ισραήλ ότι παραβιάζει το διεθνές δίκαιο στα κατεχόμενα εδάφη.

«Το Ισραήλ δημιουργεί λιμό, σκοτώνει και εκτοπίζει Παλαιστινίους, ενώ παράλληλα στοχοποιεί και εμποδίζει ανθρωπιστικές οργανώσεις που προσπαθούν να σώσουν τις ζωές τους», δήλωσε στο δικαστήριο.

Οι πενθήμερες ακροάσεις έχουν προγραμματιστεί να διαρκέσουν έως τις 2 Μαΐου, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να έχουν προγραμματίσει να δώσουν τη γνώμη τους στις 30 Απριλίου.

Ο υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ δήλωσε στις 28 Απριλίου ότι η ακροαματική διαδικασία στο Διεθνές Δικαστήριο ήταν μέρος μιας «συστηματικής δίωξης και απονομιμοποίησης» της χώρας του.

Σε ζωντανή ενημέρωση, ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών Γκίντεον Σάαρ δήλωσε ότι το δικαστήριο «γίνεται εντελώς πολιτικοποιημένο» και χαρακτήρισε τη διαδικασία «επαίσχυντη».

«Κατηγορώ [την Υπηρεσία Αρωγής και Έργων των Ηνωμένων Εθνών για τους Παλαιστίνιους Πρόσφυγες στην Εγγύς Ανατολή], κατηγορώ τον ΟΗΕ, κατηγορώ τον γενικό γραμματέα και κατηγορώ όλους εκείνους που χρησιμοποίησαν το διεθνές δίκαιο και τους θεσμούς του ως όπλα για να στερήσουν από την πιο βαλλόμενη από επιθέσεις χώρα στον κόσμο, το Ισραήλ, το πιο βασικό της δικαίωμα να αμύνεται», δήλωσε ο Σάαρ σε συνέντευξη Τύπου στην Ιερουσαλήμ.

Ο ΟΗΕ θεωρεί τη Λωρίδα της Γάζας και τη Δυτική Όχθη ως εδάφη που κατέχονται από το Ισραήλ και το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο απαιτεί από μια κατοχική δύναμη να διευκολύνει τα προγράμματα ανακούφισης και να διασφαλίζει τα πρότυπα τροφίμων, ιατρικής περίθαλψης, υγιεινής και δημόσιας υγείας.

Στις 7 Οκτωβρίου 2023, περισσότεροι από 3.000 τρομοκράτες της Χαμάς επιτέθηκαν σε δεκάδες ισραηλινές κοινότητες και στρατιωτικά φυλάκια κοντά στα σύνορα με τη Γάζα.

Σκότωσαν 1.200 ανθρώπους — κυρίως Ισραηλινούς πολίτες — τραυμάτισαν χιλιάδες και πήραν μαζί τους 251 ομήρους πίσω στη Λωρίδα της Γάζας.

Η αντεπίθεση του Ισραήλ στη Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας μετατράπηκε σε πόλεμο που διαρκεί μέχρι σήμερα.

Οι υγειονομικές αρχές της Γάζας έχουν δηλώσει ότι περισσότεροι από 50.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί στις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Σύμφωνα με το Ισραήλ, σχεδόν οι μισοί από τους νεκρούς ήταν μέλη της Χαμάς.

Η δίμηνη εκεχειρία έληξε στις 18 Μαρτίου, με την κατάρρευση των διαπραγματεύσεων για την παράτασή της και την ανταλλαγή περισσότερων ομήρων με Παλαιστίνιους κρατούμενους που κρατούνται από το Ισραήλ.

Οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες ξεπέρασαν τα 2,7 τρισ. δολάρια

Η παγκόσμια στρατιωτική δαπάνη ανήλθε το 2024 στα 2,178 τρισ. δολάρια, συνεχίζοντας την ανοδική της πορεία για δέκατη συνεχή χρονιά, σύμφωνα με ανακοίνωση του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (Stockholm International Peace Research Institute-SIPRI) στις 28 Απριλίου.

Όπως επισημαίνεται στην έκθεση, η δαπάνη αυξήθηκε κατά 9,4% σε πραγματικούς όρους σε σχέση με το 2023, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη ετήσια άνοδο από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.

Οι 15 χώρες με τις υψηλότερες στρατιωτικές δαπάνες αύξησαν τις αμυντικές τους προϋπολογισμούς, ενώ το ποσοστό του παγκόσμιου ΑΕΠ που διατίθεται για στρατιωτικές δαπάνες ανήλθε σε 2,5%.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δαπάνησαν 997 δισ. δολάρια, σημειώνοντας αύξηση 5,7% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Σύμφωνα με το SIPRI, σημαντικό μέρος του αμερικανικού προϋπολογισμού για το 2024 αφορούσε στον εκσυγχρονισμό των στρατιωτικών δυνατοτήτων και του πυρηνικού οπλοστασίου, με στόχο τη διατήρηση στρατηγικού πλεονεκτήματος έναντι της Ρωσίας και της Κίνας.

Οι ΗΠΑ αντιπροσώπευαν το 66% των συνολικών δαπανών του ΝΑΤΟ, ενώ τα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη δαπάνησαν 454 δισ. δολάρια, ποσοστό 30% του συνόλου της Συμμαχίας. Από τις 32 χώρες του ΝΑΤΟ, μόνο οι 18 κάλυψαν τον στόχο του 2% του ΑΕΠ για άμυνα, στόχο που έχει τεθεί από το 2014.

Η παρούσα κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει ζητήσει από τους συμμάχους να αυξήσουν ακόμη περισσότερο τις δαπάνες τους. Κατά την ομιλία του στις 23 Ιανουαρίου στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ζήτησε από όλα τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ. Είπε πως αυτό θα έπρεπε να είχε γίνει εδώ και χρόνια, καθώς το όριο ήταν μόλις στο 2%, το οποίο οι περισσότερες χώρες δεν τηρούσαν μέχρι που, όπως ανέφερε, ανέλαβε ο ίδιος και απαίτησε την εφαρμογή του.

Την ίδια ημέρα, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, δήλωσε πως ο Τραμπ είχε δίκιο να ζητά την αύξηση του στόχου στο 5%.

Όσον αφορά την Ευρώπη, το SIPRI αναφέρει ότι οι δαπάνες αυξήθηκαν κατά 17% το 2024, φθάνοντας τα 693 δισ. δολάρια. Το Ινστιτούτο προσδιόρισε την Ευρώπη ως τον κύριο συντελεστή της παγκόσμιας αύξησης.

Σύμφωνα με τον Λορέντσο Σκαρατσάτο, ερευνητή του SIPRI, για πρώτη φορά από την ενοποίηση της Γερμανίας, η χώρα αναδείχθηκε ως ο μεγαλύτερος στρατιωτικός δαπανητής στη Δυτική Ευρώπη, γεγονός που αποδίδεται στο ειδικό ταμείο άμυνας ύψους 100 δισ. ευρώ που ανακοινώθηκε το 2022. Ο ίδιος εκτίμησε ότι οι πρόσφατες πολιτικές στη Γερμανία και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη υποδεικνύουν την έναρξη μιας περιόδου αυξημένων και διαρκώς ενισχυόμενων στρατιωτικών δαπανών.

Οι στρατιωτικές δαπάνες της Κίνας

Η Κίνα, σύμφωνα με το SIPRI, αύξησε τις στρατιωτικές της δαπάνες κατά 7%, φθάνοντας κατ’ εκτίμηση τα 314 δισ. δολάρια, παραμένοντας στη δεύτερη θέση στρατιωτικών δαπανών παγκοσμίως.

Η χώρα αντιπροσωπεύει το 50% των στρατιωτικών δαπανών στην Ασία και την Ωκεανία, επενδύοντας στον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεών της, καθώς και στην ενίσχυση του κυβερνοπολέμου και του πυρηνικού οπλοστασίου της.

Αύξηση παρουσίασαν και οι στρατιωτικές δαπάνες άλλων χωρών της περιοχής. Η Ιαπωνία κατέγραψε αύξηση 21%, τη μεγαλύτερη από το 1952. Η Ταϊβάν ενίσχυσε τον προϋπολογισμό της κατά 1,8% και η Ινδία κατά 1,6%.

Ο διευθυντής του προγράμματος στρατιωτικών δαπανών του SIPRI, Ναν Τιάν, σχολίασε ότι οι μεγάλες δυνάμεις της Ασίας-Ειρηνικού επενδύουν ολοένα και περισσότερους πόρους σε προηγμένα στρατιωτικά μέσα. Όπως ανέφερε, ταυτόχρονα με τις άλυτες διαφορές και την αυξανόμενη ένταση στην περιοχή, αυτές οι επενδύσεις ενδέχεται να οδηγήσουν σε μια επικίνδυνη κούρσα εξοπλισμών.

Η Κίνα συνεχίζει να αυξάνει σημαντικά τις στρατιωτικές της δαπάνες και το 2025. Σχέδιο προϋπολογισμού που παρουσιάστηκε στο Εθνικό Λαϊκό Κογκρέσο στις 5 Μαρτίου προβλέπει αύξηση 7,2% στις αμυντικές δαπάνες, ποσοστό μεγαλύτερο από τον στόχο 5% για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας.

Σε άρθρο του στην Epoch Times στις 18 Μαρτίου, ο οικονομολόγος Αντόνιο Γκρατσέφο υποστήριξε ότι, αν και οι στρατιωτικές δαπάνες της Κίνας εμφανίζονται μικρότερες από αυτές των ΗΠΑ, η εικόνα αλλάζει όταν συνυπολογιστεί η αγοραστική δύναμη των δύο οικονομιών. Επικαλέστηκε τη μεγάλη διαφορά στους μισθούς, εξηγώντας πως για κάθε έναν εργαζόμενο που μπορεί να προσλάβει ο αμερικανικός στρατός, ο κινεζικός μπορεί να προσλάβει επτά, καθιστώντας τις κινεζικές δαπάνες πιο αποδοτικές.

Παρ’ όλα αυτά, επεσήμανε ότι το Πεκίνο αντιμετωπίζει σημαντικά κόστη, κυρίως για την εισαγωγή τεχνολογίας, εξαρτημάτων και πρώτων υλών που πρέπει να πληρωθούν σε δολάρια, γεγονός που καθιστά αυτά τα αγαθά ακριβότερα για την Κίνα απ’ ό,τι για τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η Βόρεια Κορέα επιβεβαιώνει ότι έστειλε στρατιώτες για να υποστηρίξει τις ρωσικές δυνάμεις στην Ουκρανία

Η Βόρεια Κορέα αποκάλυψε για πρώτη φορά στις 28 Απριλίου ότι είχε αναπτύξει στρατεύματα στη Ρωσία για να βοηθήσει τη Μόσχα να ανακτήσει τον έλεγχο της περιοχής Κουρσκ, η οποία προηγουμένως είχε καταληφθεί από ουκρανικά στρατεύματα.

Το κυβερνών κόμμα της Βόρειας Κορέας δήλωσε ότι η ανάπτυξη στρατευμάτων διατάχθηκε από τον ηγέτη Κιμ Γιονγκ Ουν στο πλαίσιο της «ολοκληρωμένης στρατηγικής συνεργασίας» που υπέγραψε με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν πέρυσι, σύμφωνα με δήλωση που μεταδόθηκε από το κρατικό Κεντρικό Πρακτορείο Ειδήσεων της Κορέας.

Στη δήλωση, ο Κιμ αναφέρθηκε στους στρατιώτες ως «ήρωες», λέγοντας ότι η ανάπτυξή τους κατέδειξε τη «σταθερή συμμαχία» μεταξύ των δύο χωρών.

Ο ηγέτης της Βόρειας Κορέας δήλωσε ότι σύντομα θα ανεγερθεί ένα μνημείο στην Πιονγιάνγκ, την πρωτεύουσα της Βόρειας Κορέας, προς τιμήν αυτών των στρατιωτών, σύμφωνα με το δημοσίευμα.

Η Ρωσία επιβεβαίωσε ότι οι Βορειοκορεάτες στρατιώτες πολεμούσαν στο πλευρό των δυνάμεών της ενάντια στην ουκρανική εισβολή στην περιοχή Κουρσκ — η πρώτη τέτοια παραδοχή από το Κρεμλίνο σχετικά με την εμπλοκή της Βόρειας Κορέας στον πόλεμο.

Ο Βαλέρι Γκερασίμοφ, αρχηγός του γενικού επιτελείου των Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων, δήλωσε στις 26 Απριλίου ότι οι Βορειοκορεάτες στρατιώτες παρείχαν «σημαντική βοήθεια» στη Ρωσία στην ανακατάληψη του τελευταίου οικισμού στην περιοχή Κουρσκ από την ουκρανική κατοχή.

Ενώ η Ρωσία ισχυρίστηκε ότι εκδίωξε όλες τις ουκρανικές δυνάμεις από το Κουρσκ, ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε ότι τα στρατεύματά του εξακολουθούν να διατηρούν την παρουσία τους στην περιοχή.

Σε απάντηση, το υπουργείο Εξωτερικών της Νότιας Κορέας καταδίκασε την ανάπτυξη στρατευμάτων της Βόρειας Κορέας στη Ρωσία, λέγοντας ότι αποτελεί «σοβαρή παραβίαση» των διεθνών κανόνων.

«Με τη δημόσια παραδοχή της ανάπτυξης, ενώ ισχυρίζονται ότι είναι πλήρως σύμφωνοι με το διεθνές δίκαιο, χλευάζουν για άλλη μια φορά τη διεθνή κοινότητα», ανέφερε το υπουργείο σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων Yonhap.

Το υπουργείο προειδοποίησε ότι η στρατιωτική συνεργασία Ρωσίας-Βόρειας Κορέας «υπονομεύει σοβαρά την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή Ινδο-Ειρηνικού και πέραν αυτής» και δήλωσε ότι θα συνεργαστεί με τη διεθνή κοινότητα για την πρόληψη τυχόν πιθανών απειλών για την ασφάλεια.

Το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ προέτρεψε τη Βόρεια Κορέα να τερματίσει την ανάπτυξη στρατευμάτων στη Ρωσία, σημειώνοντας ότι η Ρωσία είχε παραβιάσει τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ εκπαιδεύοντας Βορειοκορεάτες στρατιώτες.

Τον Νοέμβριο του 2024, το Πεντάγωνο εκτίμησε ότι περίπου 10.000 Βορειοκορεάτες στρατιώτες είχαν αναπτυχθεί στην περιοχή Κουρσκ για να πολεμήσουν τους Ουκρανούς. Ούτε η Βόρεια Κορέα ούτε η Ρωσία επιβεβαίωσαν την ανάπτυξη στρατευμάτων εκείνη την εποχή.

Η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών της Νότιας Κορέας (NIS) δήλωσε τον Ιανουάριο ότι τουλάχιστον 300 Βορειοκορεάτες στρατιώτες που στάλθηκαν για να υποστηρίξουν τη Ρωσία πιστεύεται ότι σκοτώθηκαν και 2.700 άλλοι τραυματίστηκαν, ανέφερε το πρακτορείο ειδήσεων Yonhap.

Η NIS ανέφερε ότι φαινόταν να μην κατανοούν οι Βορειοκορεάτες στρατιώτες τον σύγχρονο πόλεμο και λέγεται ότι διατάχθηκαν να αυτοκτονήσουν για να αποφύγουν τη σύλληψή τους από τις ουκρανικές δυνάμεις.

Ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας της Νότιας Κορέας δήλωσε πέρυσι ότι η Ρωσία είχε παράσχει στη Βόρεια Κορέα οικονομική και στρατιωτική τεχνολογική υποστήριξη σε αντάλλαγμα για στρατεύματα που θα τη βοηθούσαν στον πόλεμο με την Ουκρανία.

Με τη συμβολή του Owen Evans και πληροφορίες από το Reuters