Σάββατο, 10 Μαΐ, 2025

Νέα συμφωνία ΗΠΑ-Ουκρανίας για στρατηγικά ορυκτά αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ πρότεινε στην Ουκρανία μία νέα ολοκληρωμένη συμφωνία για τα σπάνια και στρατηγικά ορυκτά, σύμφωνα με δηλώσεις του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι στις 25 Μαρτίου 2025, στο κρατικό πρακτορείο ειδήσεων της Ουκρανίας «Ukrinform». Η πρόταση έρχεται καθώς ΗΠΑ, Ουκρανία και Ρωσία βρίσκονται σε διπλωματικές διαβουλεύσεις στη Σαουδική Αραβία για τον τερματισμό της πολύχρονης πολεμικής σύγκρουσης.

Η προτεινόμενη νέα συμφωνία χαρακτηρίστηκε από τον πρόεδρο Ζελένσκι ως «πλήρους κλίμακας», ξεπερνώντας τα όρια της προηγούμενης προκαταρκτικής συμφωνίας-πλαισίου. «Η ομάδα μου με ενημέρωσε χθες για τα νέα δεδομένα», δήλωσε ο Ουκρανός πρόεδρος, προσθέτοντας: «Πρόκειται για μία μεγάλη, στρατηγική συμφωνία όπως την έχουν ήδη οραματιστεί οι Ηνωμένες Πολιτείες. Έχουν ξεπεράσει πια προηγούμενα στάδια, όπως η αρχική συμφωνία πλαισίου, και τώρα προτείνουν μία ολοκληρωμένη συμφωνία.»

Η αρχική συμφωνία είχε τεθεί στο περιθώριο τον περασμένο Φεβρουάριο, μετά την έντονη διαφωνία που προέκυψε στον Λευκό Οίκο κατά τη συνάντηση των προέδρων Τραμπ, Ζελένσκι και του Αμερικανού αντιπροέδρου Τζέι Ντι Βανς.

Από αμερικανικής πλευράς, ο πρόεδρος Τραμπ δήλωσε πρόσφατα πως αναμένει σύντομα την υπογραφή συμφωνίας για τα στρατηγικά ορυκτά, ενώ εξετάζεται ταυτόχρονα και η δυνατότητα ανάληψης από αμερικανικές εταιρείες της ιδιοκτησίας ή της διαχείρισης ουκρανικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής. «Μιλάμε αυτή τη στιγμή και για εδάφη και για γραμμές οριοθέτησης και για μονάδες ηλεκτρικού ρεύματος ή την ιδιοκτησία τους», είπε χαρακτηριστικά, σημειώνοντας ότι «ορισμένοι πιστεύουν ότι οι ΗΠΑ πρέπει να κατέχουν και να διαχειρίζονται αυτές τις μονάδες, λόγω της τεχνογνωσίας που διαθέτουν».

Η σημασία των σπανίων γαιών εξηγείται και από την πρόσφατη αναφορά του Τραμπ πως η Ουκρανία «ουσιαστικά συμφώνησε» να παραχωρήσει πρόσβαση στις ΗΠΑ σε κοιτάσματα με εκτιμώμενη αξία που αγγίζει τα 500 δισ. δολάρια. Τα συγκεκριμένα ορυκτά είναι ζωτικής σημασίας για σύγχρονες τεχνολογίες που κυμαίνονται από ηλεκτρικά οχήματα μέχρι συστήματα καθοδήγησης πυραύλων.

Ωστόσο, σύμφωνα με έκθεση της υπηρεσίας αξιολόγησης S&P του Φεβρουαρίου 2025, η εκμετάλλευση αυτών των κοιτασμάτων δεν αναμένεται εύκολη, καθώς βασίζεται σε αξιολογήσεις της σοβιετικής εποχής. Μερικά από τα κοιτάσματα βρίσκονται σε περιοχές πίσω από γραμμές μάχης, ενώ άλλα απαιτούν προηγμένη τεχνολογία εξόρυξης και σταθερή ενεργειακή υποδομή.

Ο Ζελένσκι, από την πλευρά του, ζήτησε λεπτομερή ανάλυση και περαιτέρω διαπραγματεύσεις πριν τη λήψη αποφάσεων, σχολιάζοντας: «Θέλω να δω πρώτα πλήρες κείμενο, πλήρη διευκρίνιση όλων των επιμέρους όρων, και μόνο τότε θα προχωρήσουμε σε συζητήσεις, έχοντας επίγνωση ότι πρόκειται για ένα πολύ σοβαρό έγγραφο.»

Ανάλυση και επιπτώσεις

Η υπογραφή μίας τέτοιας συμφωνίας θα μπορούσε να αποτελέσει καίριο οικονομικό και γεωπολιτικό επίτευγμα για την Ουκρανία, προσελκύοντας μεγάλες ιδιωτικές επενδύσεις και λειτουργώντας σε βάθος χρόνου ως μέσο ενίσχυσης της εθνικής της οικονομίας και ασφάλειας. Από την άλλη πλευρά, η άμεση εμπλοκή των ΗΠΑ στην εκμετάλλευση ουκρανικών πόρων, ιδιαίτερα σε έναν τόσο σημαντικό στρατηγικό τομέα, αναμένεται να έχει περιφερειακές και διεθνείς επιπτώσεις, ιδίως σε σχέση με τη Ρωσία και τις υπόλοιπες χώρες της περιοχής.

Καθώς Ουκρανία και ΗΠΑ βρίσκονται σε τελική φάση συζητήσεων για τη συμφωνία, οι αποφάσεις αναμένονται σύντομα, διαμορφώνοντας τις βάσεις για ένα νέο πλαίσιο συνεργασίας στον τομέα των κρίσιμων πρώτων υλών, το οποίο ενδεχομένως να επηρεάσει δραστικά την οικονομική και γεωπολιτική σταθερότητα τόσο εντός όσο και εκτός Ευρώπης. Οι προσεχείς εβδομάδες θα είναι κρίσιμες, καθώς αναμένουμε τις οριστικές αποφάσεις των δύο ηγετών.

Ετοιμάζει απολύσεις μεγάλης κλίμακας το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ

Σε σχέδιο ευρείας κλίμακας απολύσεων προχωρά το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, στο πλαίσιο εφαρμογής του προεδρικού διατάγματος που υπογράφηκε από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στις 11 Φεβρουαρίου, με σκοπό τη «βελτιστοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού στον δημόσιο τομέα».

Το σχέδιο αυτό επιβεβαίωσε με επίσημη δήλωσή του στις 25 Μαρτίου ο Τρέβορ Νόρρις, υψηλόβαθμος αξιωματούχος του τμήματος Ανθρωπίνου Δυναμικού του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε στην κατάθεσή του ενώπιον ομοσπονδιακού δικαστηρίου του Μέριλαντ, «οι μειώσεις προσωπικού που σχεδιάζονται θα αφορούν σημαντικό αριθμό εργαζομένων και θα υλοποιηθούν μέσω της επίσημης διαδικασίας μείωσης προσωπικού (reductions in force – RIFs)».

Η κίνηση έρχεται σε συνέχεια της αρχικής απόλυσης 25.000 εργαζομένων που βρίσκονταν ακόμα σε δοκιμαστική περίοδο, οι 7.600 από τους οποίους ανήκαν στο υπουργείο Οικονομικών. Δικαστική απόφαση που εκδόθηκε πρόσφατα, ωστόσο, έκρινε παράνομες τις αρχικές αυτές απολύσεις, αιτιολογώντας ότι δεν δόθηκε η απαραίτητη προειδοποίηση στα πολιτειακά όργανα και δεν πραγματοποιήθηκε ατομική αξιολόγηση για κάθε εργαζόμενο ξεχωριστά.

Στο πλαίσιο αυτής της απόφασης, ο δικαστής Τζέημς Μπρένταρ, από το ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μέριλαντ, υποχρέωσε πρόσφατα τις κυβερνητικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένου του υπουργείου Οικονομικών, να επαναπροσλάβουν τους απολυθέντες υπαλλήλους και να απέχουν από επιπλέον μαζικές απολύσεις έως ότου τηρήσουν όλες τις προβλεπόμενες από το νόμο διαδικασίες, μεταξύ των οποίων και η έγκαιρη προειδοποίηση στους ενδιαφερομένους.

Ο αξιωματούχος Νόρρις ξεκαθάρισε ότι οι νέες μειώσεις προσωπικού θα βασιστούν στο κριτήριο της αρχαιότητας. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα απολυθούν και πάλι, κυρίως οι εργαζόμενοι που μόλις επαναπροσλήφθηκαν λόγω της δικαστικής εντολής, σημειώνοντας ότι σε κάποιες περιπτώσεις η επιστροφή αυτών των εργαζομένων στα καθήκοντά τους μπορεί να αποδειχθεί «ιδιαίτερα προβληματική, τόσο για τους ίδιους όσο και για τον αντίστοιχο οργανισμό».

Παράλληλα, εκπρόσωποι άλλων υπηρεσιών δήλωσαν ότι πολλοί εργαζόμενοι που προσκλήθηκαν για επαναπρόσληψη είτε αρνήθηκαν είτε δεν απάντησαν στην πρόσκληση, ενώ άλλοι ενδέχεται να απολυθούν εκ νέου λόγω χαμηλών επιδόσεων.

Η νομική διαμάχη αναμένεται να συνεχιστεί, καθώς οι γενικοί εισαγγελείς διαφόρων Πολιτειών ζητούν από το δικαστήριο τη λήψη προληπτικών μέτρων, προκειμένου να εμποδιστεί η κυβερνητική στρατηγική, την οποία χαρακτήρισαν ως «παραβίαση των νόμιμων διαδικασιών που πρέπει να τηρούνται στις μαζικές απολύσεις εργαζομένων».

Από την πλευρά τους, οι δικηγόροι της ομοσπονδιακής κυβέρνησης αντέκρουσαν αυτούς τους ισχυρισμούς, αναφέροντας πως οι Πολιτείες δεν έχουν επαρκή νομική βάση για τα αιτήματα αυτά και υποστηρίζοντας ότι οι διαδικασίες μείωσης προσωπικού της κυβέρνησης έγιναν σύμφωνα με τις προβλεπόμενες νομοθετικές διατάξεις.

Η υπόθεση αυτή έχει φέρει στο προσκήνιο ένα θέμα κρίσιμης σημασίας για τη δημόσια διοίκηση στις ΗΠΑ, προμηνύοντας περαιτέρω πολιτικές και νομικές αντιπαραθέσεις.

Αναλυτές εκτιμούν πως η υλοποίηση των μειώσεων προσωπικού θα δημιουργήσει έντονες αντιδράσεις, τόσο ανάμεσα στους εργαζόμενους όσο και στα συνδικάτα, καθώς και σε πολιτικό επίπεδο, με την αντιπολίτευση να θεωρεί αυτά τα μέτρα νομικά και ηθικά αμφισβητήσιμα.

Όπως αναμένεται, η διαμάχη στα δικαστήρια αναμένεται να συνεχιστεί με ένταση το επόμενο διάστημα, καθώς εκκρεμούν περισσότερες αποφάσεις που θα κρίνουν οριστικά την τύχη χιλιάδων ομοσπονδιακών εργαζομένων.

Νέες αποκαλύψεις για συνομιλίες αξιωματούχων στο Signal προκαλούν πολιτικές αντιδράσεις

Καταιγιστικές είναι οι εξελίξεις στην Ουάσιγκτον μετά την αποκάλυψη από το περιοδικό «The Atlantic» επιπλέον μηνυμάτων από ομαδική συνομιλία κορυφαίων αξιωματούχων των ΗΠΑ στην εφαρμογή Signal. Σύμφωνα με το δημοσίευμα της 26ης Μαρτίου, στο chat συμμετείχαν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι, μεταξύ των οποίων ο αντιπρόεδρος Τζ. Ντ. Βανς, ο υπουργός Άμυνας Πητ Χέγκσεθ, η διευθύντρια των Εθνικών Υπηρεσιών Πληροφοριών Τάλσι Γκάμπαρντ, καθώς και ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ.

Αρχικά, ο Λευκός Οίκος είχε χαρακτηρίσει ψευδείς τους ισχυρισμούς για κοινοποίηση απόρρητων πληροφοριών ή πολεμικών σχεδίων στην εν λόγω συνομιλία. Στην πρόσφατη όμως δημοσίευση, το Atlantic φέρεται να επιβεβαιώνει πως συγκεκριμένα μηνύματα ανέφεραν λεπτομέρειες, όπως ακριβείς χρόνους πραγματοποίησης επιθέσεων με μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones) και μαχητικά F-18 εναντίον των Χούθι της Μέσης Ανατολής.

«Οι δηλώσεις που έγιναν από Χέγκσεθ, Γκάμπαρντ, Ράτκλιφ και Τραμπ, σε συνδυασμό με τις κατηγορίες ότι λέμε ψέματα, μας ώθησαν στην απόφαση να δημοσιεύσουμε αυτά τα μηνύματα για να βγάλει ο καθένας τα συμπεράσματά του», δήλωσε ο αρχισυντάκτης του Atlantic, Τζέφρι Γκόλντμπεργκ, ο οποίος μάλιστα είχε προστεθεί στη συνομιλία προκαλώντας σάλο.

Ο Λευκός Οίκος αντέδρασε έντονα, με την εκπρόσωπο Τύπου Κάρολαϊν Λέβιτ να επισημαίνει μέσω του X (πρώην Twitter) ότι «το Atlantic παραδέχθηκε πως τελικά αυτά δεν ήταν ‘πολεμικά σχέδια’». Αντίστοιχα, το Πεντάγωνο σε δικό του μήνυμα επέκρινε το περιοδικό για τη χρήση και στη συνέχεια απόσυρση της φράσης «πολεμικά σχέδια», υποστηρίζοντας ότι «αναδιπλώθηκαν πολύ γρήγορα».

Πολιτική θύελλα και κριτική από τους Δημοκρατικούς

Οι αποκαλύψεις έχουν εντείνει την πολιτική αντιπαράθεση στο Καπιτώλιο, με τον ηγέτη της Δημοκρατικής μειοψηφίας στη Γερουσία, Τσακ Σούμερ, να ζητά άμεσα έρευνα για την υπόθεση. «Πρόκειται για ζήτημα υψίστης σοβαρότητας. Η χρήση ανοικτών εφαρμογών για την κοινοποίηση ευαίσθητων πληροφοριών θέτει σε κίνδυνο την εθνική μας ασφάλεια, τις ένοπλες δυνάμεις και κάθε Αμερικανό πολίτη», δήλωσε χαρακτηριστικά στη Γερουσία.

Παράλληλα, μέλη του Δημοκρατικού Κόμματος απαίτησαν η Γενική Επιθεώρηση του υπουργείου Άμυνας (Department of Defense Office of Inspector General) να πραγματοποιήσει ανεξάρτητη έρευνα προκειμένου «να διαπιστωθεί πώς ακριβώς συνέβη αυτή η διαρροή, ποιες διαδικασίες δεν τηρήθηκαν και ποιοι ευθύνονται».

Κριτική για τη χρήση της εφαρμογής Signal

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος είχε αρχικά υποστηρίξει πως δεν υπήρξε διαμοιρασμός απορρήτων δεδομένων, παραδέχθηκε εμμέσως πως η χρήση της εφαρμογής αυτής δεν ήταν πλήρως κατάλληλη. Μιλώντας στους δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο, επεσήμανε πως κατά πάσα πιθανότητα «δεν θα χρησιμοποιήσουμε πολύ στο μέλλον την εφαρμογή Signal, εκτός αν είμαστε υποχρεωμένοι λόγω ειδικών περιστάσεων να το πράξουμε».

Το βάρος της ευθύνης για τη διαρροή ανέλαβε πάντως ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας, Μάικλ Γουόλτς, αναγνωρίζοντας πως ήταν εκείνος που πρόσθεσε τον δημοσιογράφο Γκόλντμπεργκ στο γκρουπ, και αποτρέποντας έτσι την αναζήτηση ευθυνών σε υφιστάμενους υπηρεσιακούς παράγοντες.

Ανησυχίες και προοπτική

Η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί όχι μόνο πλήττει το κύρος της κυβέρνησης Τραμπ σε επίπεδο χειρισμού απόρρητων δεδομένων αλλά θέτει και σοβαρά ερωτήματα για τη συνεχιζόμενη χρήση κοινών εφαρμογών για επικοινωνίες υψηλής σημασίας. Δείχνει επίσης πως η ενίσχυση των πρωτοκόλλων ασφαλείας καθώς και η σαφής καθοδήγηση των αξιωματούχων της κυβέρνησης ως προς τη διαχείριση ευαίσθητων πληροφοριών αποτελεί πλέον μία κορυφαία προτεραιότητα.

Η υπόθεση θα συνεχίσει να απασχολεί έντονα τόσο τις αρχές ασφαλείας των ΗΠΑ όσο και την πολιτική σκηνή της χώρας, καθώς αναμένεται η έναρξη ανεξάρτητων ερευνών που ήδη αποφασίστηκαν, σε μία περίοδο ιδιαίτερα κρίσιμη για τις διεθνείς και εσωτερικές εξελίξεις των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο Τραμπ υπογράφει διάταγμα για παρεμπόδιση της ψήφου μη πολιτών στις ομοσπονδιακές εκλογές

Την υπογραφή προεδρικού διατάγματος ανακοίνωσε ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, στις 25 Μαρτίου 2025 στον Λευκό Οίκο, με στόχο την αυστηροποίηση των διαδικασιών διασφάλισης της συμμετοχής μόνο Αμερικανών πολιτών στις ομοσπονδιακές εκλογές. Το διάταγμα εστιάζει στον αποκλεισμό της ψήφου από μετανάστες χωρίς έγγραφα νομιμοποίησης ή άλλους μη πολίτες, ενισχύοντας τους ελέγχους εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους των πολιτειών.

«Εκλογική νοθεία. Έχετε ακούσει τον όρο; Με αυτό το μέτρο θα βάλουμε τέλος στο φαινόμενο, ελπίζω», δήλωσε ο Τραμπ την ώρα που υπέγραφε το προεδρικό διάταγμα.

Παράλληλα, η απόφαση του Αμερικανού προέδρου προβλέπει την ενεργή εμπλοκή ομοσπονδιακών υπηρεσιών όπως του υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας και της Υπηρεσίας Κοινωνικής Ασφάλισης για τη διασταύρωση στοιχείων μεταξύ εκλογικών καταλόγων των πολιτειών και των ομοσπονδιακών βάσεων δεδομένων, με στόχο την επαλήθευσης του καθεστώτος υπηκοότητας των εγγεγραμμένων εκλογέων.

Ειδικότερα, ο πρόεδρος Τραμπ αναθέτει στο υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας και στην υπουργό Κρίστι Νόεμ να συνεργαστεί με την υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, προκειμένου να παρασχεθούν στους κρατικούς και τοπικούς εκλογικούς αξιωματούχους όλα τα αναγκαία εργαλεία για την πιστοποίηση της υπηκοότητας και των στοιχείων κοινωνικής ασφάλισης των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων.

Επιπλέον, η γενική εισαγγελέας Παμ Μπόντι καλείται από τον πρόεδρο να προχωρήσει στην άμεση δίωξη περιπτώσεων ατόμων που παρανόμως συμμετείχαν στις εκλογές είτε ως μη πολίτες είτε ψηφίζοντας επανειλημμένα στην ίδια εκλογική διαδικασία.

Το διάταγμα επεκτείνει τη λειτουργία της Ομοσπονδιακής Εκλογικής Επιτροπής (Election Assistance Commission), προσδιορίζοντας ότι στις αιτήσεις εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους μέσω αλληλογραφίας θα απαιτείται υποχρεωτική προσκόμιση τεκμηρίων Αμερικανικής υπηκοότητας, όπως το διαβατήριο των ΗΠΑ.

Ταυτόχρονα, η εντολή του προέδρου Τραμπ επισημαίνει την ανάγκη συμμόρφωσης των πολιτειών ως προς την τήρηση των ημερομηνιών καταμέτρησης των ψήφων, απαιτώντας να μην προσμετρώνται ψηφοδέλτια που φθάνουν μετά την ημέρα διεξαγωγής των εκλογών. Σε περιπτώσεις παραβάσεων της νομοθεσίας σχετικά με την ημερομηνία λήψης ψήφων, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα δύναται να διακόπτει τη χρηματοδότηση προς τις εν λόγω πολιτείες.

Αντιδράσεις από τις πολιτείες και νομικές προσφυγές

Έντονος προβληματισμός επικρατεί ήδη μεταξύ αρκετών πολιτειών στις ΗΠΑ, οι οποίες αντιμετωπίζουν τις νέες απαιτήσεις ως παρέμβαση στην αρμοδιότητά τους να διεξάγουν τις εκλογικές διαδικασίες. Στο παρελθόν, ανάλογες αποφάσεις του προέδρου Τραμπ είχαν προκαλέσει σειρά δικαστικών προσφυγών με αποφάσεις που συχνά μπλοκάριζαν τις οδηγίες του.

Ο ίδιος ο Τραμπ, αναγνωρίζοντας την πιθανότητα προσφυγής, πρόσθεσε στο διάταγμα ότι εάν οποιοδήποτε άρθρο της απόφασης κριθεί παράνομο από τα δικαστήρια, τα υπόλοιπα σημεία του διατάγματος δεν θα επηρεαστούν.

Ανάλυση και συνέπειες της απόφασης Τραμπ

Η υπογραφή του προεδρικού διατάγματος σηματοδοτεί μία ακόμη πολιτικά φορτισμένη πρωτοβουλία της κυβέρνησης Τραμπ σε σχέση με το εκλογικό σύστημα των ΗΠΑ και τη μετανάστευση, θέματα που έχουν προκαλέσει πολωμένες αντιδράσεις στο παρελθόν. Ενώ οι υποστηρικτές υπογραμμίζουν πως επιβάλλεται κάθαρση στην εκλογική διαδικασία και προστασία από την παρανομία, οι επικριτές κάνουν λόγο για ένα μέτρο που κινδυνεύει να οδηγήσει σε περιορισμό της πρόσβασης στις κάλπες ακόμα και για νόμιμους ψηφοφόρους, κυρίως όσων προέρχονται από μεταναστευτικές κοινότητες.

Με το βλέμμα στραμμένο στις επόμενες εκλογικές περιόδους, το προεδρικό διάταγμα αναμένεται να προκαλέσει κοινωνικές αντιπαραθέσεις καθώς και αναρίθμητες δικαστικές διαμάχες, μετατρέποντας ξανά το θέμα της εκλογικής διαδικασίας στις ΗΠΑ σε κρίσιμο πολιτικό και νομικό ζήτημα.

Σε κάθε περίπτωση, ο δρόμος προς την πλήρη εφαρμογή του προεδρικού διατάγματος φαίνεται μακρύς και περίπλοκος, με κάθε πλευρά να ετοιμάζεται ήδη για τον επόμενο γύρο νομικών και πολιτικών αντιπαραθέσεων.

Ο Τραμπ στηρίζει τον σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας μετά από διαρροή συνομιλίας στο Signal

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, εξέφρασε την Τρίτη την πλήρη στήριξή του στον σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας Μάικ Γουόλτζ, μετά από περιστατικό κατά το οποίο ο αρχισυντάκτης του περιοδικού The Atlantic, Τζέφρι Γκόλντμπεργκ, προστέθηκε κατά λάθος σε συνομιλία υψηλόβαθμων στελεχών μέσω της εφαρμογής Signal.

Το περιστατικό, το οποίο ήρθε στη δημοσιότητα τη Δευτέρα 24 Μαρτίου, έχει προκαλέσει έντονες πολιτικές αντιδράσεις σε Ουάσινγκτον και Κογκρέσο. Δημοκρατικά μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων απαιτούν διενέργεια ενδελεχούς έρευνας, κάνοντας λόγο για «σοβαρό ζήτημα εθνικής ασφαλείας» και ζητούν παραιτήσεις.

Ωστόσο, ο πρόεδρος Τραμπ δήλωσε την Τρίτη στο NBC News ότι εξακολουθεί να εμπιστεύεται τον Γουόλτζ: «Ο Μάικλ Γουόλτζ πήρε το μάθημά του και είναι καλός άνθρωπος. Το συμβάν δεν προκάλεσε καμία απολύτως συνέπεια».

Σύμφωνα με τον κ. Τραμπ, η προσθήκη του Τζέφρι Γκόλντμπεργκ στη συνομιλία έγινε από λάθος συνεργάτη του κ. Γουόλτζ. «Ήταν ένα λάθος που προέκυψε από το κινητό κάποιου συνεργάτη, ο οποίος είχε αποθηκευμένο το τηλέφωνο του κ. Γκόλντμπεργκ», εξήγησε.

Η υπόθεση πήρε διαστάσεις όταν ο Γκόλντμπεργκ δήλωσε σε εμφάνισή του στο κανάλι MSNBC ότι εντός αυτής της συνομιλίας συζητούνταν «λεπτομερείς πληροφορίες» και «ακριβείς κινήσεις» σχετικά με σχεδιαζόμενη αμερικανική στρατιωτική δράση κατά των Χούθι, της φιλοϊρανικής ένοπλης οργάνωσης στην Υεμένη. Στη συνομιλία αυτή συμμετείχαν μεταξύ άλλων ο υπουργός Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ, η επικεφαλής των υπηρεσιών πληροφοριών Τούλσι Γκάμπαρντ, ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς και ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο.

Ωστόσο, ο υπουργός Άμυνας Χέγκσεθ απέρριψε κατηγορηματικά τους ισχυρισμούς Γκόλντμπεργκ, τονίζοντας πως «κανείς δεν αντάλλασε γραπτά μηνύματα για πολεμικά σχέδια». Ο ίδιος χαρακτήρισε την αναφορά ως ανακριβή και υπερβολική.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Καρολάιν Λίβιτ, τονίζοντας πως «καμία απόρρητη πληροφορία δεν διέρρευσε» και πως πρόκειται για ένα ήσσονος σημασίας τεχνικό περιστατικό.

Παρ’ όλες αυτές τις διαβεβαιώσεις, οι αντιδράσεις Δημοκρατικών βουλευτών είναι έντονες. Η βουλευτής Σάρα Τζέικομπς από την Καλιφόρνια δήλωσε στο Axios ότι «δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτό το γεγονός ως ένα απλό λάθος. Υπάρχουν ευθύνες και πρέπει να αποδοθούν».

Παράλληλα, ο βουλευτής Κρις Ντελούζιο από την Πενσιλβάνια απαίτησε μέσω ανάρτησης στο κοινωνικό δίκτυο Χ τη διεξαγωγή άμεσης ακρόασης στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, τονίζοντας ότι «κεφάλια πρέπει να πέσουν».

Η υπόθεση αυτή αναμένεται να δημιουργήσει πρόσθετη πολιτική αναταραχή στο Κογκρέσο, εν μέσω μιας ήδη ταραχώδους περιόδου στις σχέσεις Λευκού Οίκου και αντιπολίτευσης. Όπως αναφέρουν πολιτικοί αναλυτές, το συμβάν αυτό εγείρει νέες ανησυχίες σχετικά με τη χρήση κρυπτογραφημένων εφαρμογών επικοινωνίας από αξιωματούχους της κυβέρνησης, παρά τις πρόσφατες συστάσεις του FBI για αποκλειστική χρήση τέτοιων εφαρμογών προς αποφυγήν διαρροών πληροφοριών.

Η συγκεκριμένη υπόθεση αναμφίβολα θα παραμείνει στο προσκήνιο και θα απασχολήσει ιδιαίτερα τις υπηρεσίες ασφαλείας και τη δημόσια συζήτηση στις ΗΠΑ. Παρά την επικοινωνιακού τύπου διαχείριση της υπόθεσης από τον Λευκό Οίκο, θεωρείται σίγουρο ότι τα ερωτήματα και οι αντιδράσεις για τα μέτρα ασφαλείας σε επικοινωνίες τόσο υψηλής σημασίας δεν θα κοπάσουν εύκολα.

Οι πράσινοι και οι εκκλησιαζόμενοι

Σχολιασμός

Έχω δύο παρατηρήσεις σχετικά με την αποστράγγιση του βάλτου που συμβαίνει στην Ουάσιγκτον αυτή τη στιγμή.

Πρώτον, περιμένω κάποιον από τα αριστερά να υπερασπιστεί τα στοιχεία που έρχονται στο φως. Γιατί κανένας αριστερίζων δεν υπερασπίζεται την πληρωμή 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε SNAP (Συμπληρωματικό Πρόγραμμα Βοήθειας Διατροφής – τα πρώην κουπόνια φαγητού) σε εταιρείες αναψυκτικών; Γιατί κανείς δεν θα υπερασπιστεί τη δαπάνη του ενός τρίτου των επιδομάτων του Medicare [κρατική ασφάλιση υγείας] σε αρτιμελείς ανθρώπους που τους είναι πολύ αδιάφορο να βρουν δουλειά; Ποιος θα μου πει γιατί τα 50 εκατομμύρια δολάρια για προφυλακτικά στη Χαμάς ήταν καλή εξωτερική πολιτική;

Οι αποκαλύψεις είναι συγκλονιστικές, αλλά κανείς στην αντιπολίτευση δεν τολμά να τις υπερασπιστεί. Αυτοί οι άνθρωποι ψήφιζαν αυτά τα πράγματα για δεκαετίες και τώρα το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να επιτεθούν στον Τραμπ. Η υπεράσπιση του ανυπεράσπιστου είναι πολιτική αυτοκτονία και το ξέρουν. Έτσι, αντί να υπερασπιστούν το σχέδιο παιχνιδιού τους, επιτίθενται στον διαιτητή.

Όταν ξοδεύω χρήματα σε κάτι, είμαι περήφανος που το κατέχω. Είμαι στην ευχάριστη θέση να εξηγήσω γιατί αγόρασα ένα αντικείμενο, γιατί το έδωσα σε έναν οργανισμό, ή γιατί επένδυσα σε κάτι. Γιατί αυτοί οι αριστερίζοντες δεν υπερασπίζονται αυτές τις δαπάνες; Όλοι δειλοί, δεν θα υπερασπιστούν τίποτα συγκεκριμένο. Απλώς δολοφονούν τον χαρακτήρα ενός διαιτητή που τολμά να αποκαλύψει παραβιάσεις της δημόσιας εμπιστοσύνης.

Δεύτερον, είμαι τρομοκρατημένος από τους συντηρητικούς που αρνούνται να παραδεχτούν τη δική τους ευθύνη στην καταστροφή των δαπανών. Όλοι τους εξεπλάγησαν από αυτές τις αποκαλύψεις, σαν να είναι όλα αυτά νέες πληροφορίες και σαν να ήταν εντελώς ανίδεοι. Πού είναι ο συντηρητικός που λέει, «Συγγνώμη, παιδιά. Μετανιώνω πραγματικά, ρίχνοντας στάχτες στο κεφάλι, που κοιμάμαι στο τιμόνι. Ψήφισα για αυτό το θέμα επειδή ήταν ευκολότερο και επειδή αυτές οι διεφθαρμένες οντότητες χρηματοδότησαν την προεκλογική εκστρατεία μου. Συγχωρέστε με. Θα βρω την αποχέτευση [της δεξαμενής], θα τραβήξω την τάπα, και θα αδειάσω τον βάλτο.»

Οι συντηρητικοί κρύβονται πίσω από τη δικαιολογία: «Δεν είχαμε χρόνο να το διαβάσουμε». Αυτό είναι αμέλεια. Η Ουάσιγκτον είναι γεμάτη από κρίσεις όπου έγγραφα 1.200 σελίδων, βραδινής ώρας, απαιτούν ψηφοφορία. Εάν κανείς δεν ψήφιζε κάτι που δεν έχει διαβάσει, αυτό θα μπορούσε να συντομεύσει το Ομοσπονδιακό Μητρώο κατά 50 τοις εκατό. Και αν τα κυρίαρχα μέσα μαζικής ενημέρωσης χειροκροτούσαν και τιμούσαν έναν πολιτικό που αρνήθηκε να ψηφίσει μέχρι να διαβάσει το νομοσχέδιο αντί να ουρλιάζουν «ταραχοποιός» και «συνήγορος παραπληροφόρησης», ίσως οι άνθρωποι να ένιωθαν περισσότερη ελευθερία να διαβάσουν τα νομοσχέδια.

Συγγνώμη, συντηρητικοί, δεν είναι εντάξει που είστε σε ύπνο και οκνηρία.

Όλη αυτή η κατάσταση μου θυμίζει την ένταση μεταξύ των πρασίνων και των εκκλησιαζόμενων. Η έλλειψη ελέγχου σε νερό και βιομάζα στην Καλιφόρνια, που διευκόλυνε τις καταστροφικές πυρκαγιές, είναι άμεσο αποτέλεσμα των ανόητων πολιτικών των οικολογικών περιβαλλοντιστών. Το να μην δέχεστε ως δικές σας τώρα αυτές τις πολιτικές υποδηλώνει μια αλαζονεία πέρα ​​από κατανόηση. Αλλά οι εκκλησιαζόμενοι που δεν νοιάζονται για χαρούμενα γουρούνια ή ζουμερές τομάτες, που δικαιώνουν την πολιτιστική και οικολογική καταστροφή στο όνομα της κυριαρχίας [επί της γης], είναι εξίσου ένοχοι.

Ακριβώς επειδή οι πράσινοι λατρεύουν τη δημιουργία και όχι τον Δημιουργό, αυτό δεν δίνει άδεια στην κοινότητα της πίστης να καταχραστεί τα πράγματα (δημιουργία) του Θεού. Πού είναι λοιπόν οι πράσινοι που μετανοούν για τις ανόητες πολιτικές γης και νερού που διευκόλυναν τις καταστροφικές πυρκαγιές; Και πού είναι οι συντηρητικοί εκκλησιαζόμενοι που μετανοούν για όλες τις φρικαλεότητες που έγιναν «στο όνομα του Θεού;» Σταυροφορίες και Κονκισταδόρ. Χμμμ;

Οι παρατηρήσεις μου υποδεικνύουν ότι όλοι μπορούμε να μοιραζόμαστε κάποιες ευθύνες για τα προβλήματα που έχουμε. Είμαι ένοχος, είσαι ένοχος. Αλλά το πρώτο βήμα για την αποκατάσταση είναι η μετάνοια. Να παραδεχτούμε και να αναλάβουμε ευθύνη για τα ελαττώματά μας και τη δυσλειτουργική μας σκέψη. Μετά μπορούμε να σηκώσουμε τα μανίκια και να φτιάξουμε πράγματα.

Χθες, ρώτησα σε τι ξοδεύουν άσκοπα χρήματα οι άνθρωποι. Σήμερα, θα ρωτήσω σε τι ξοδεύει η κυβέρνηση άσκοπα χρήματα;

του Joel Salatin

Αναδημοσιευμένο από το Ινστιτούτο Brownstone

Δημοσιευμένο υπό την Creative Commons Attribution 4.0 International License

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι η άποψη του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα την άποψη της Epoch Times.

Η δεύτερη κυρία των ΗΠΑ επισκέπτεται τη Γροιλανδία

Η δεύτερη κυρία των ΗΠΑ, Ούσα Βανς, θα ταξιδέψει στη Γροιλανδία με τον γιο της και μια αντιπροσωπεία των ΗΠΑ αυτή την εβδομάδα, στο πλαίσιο του ενδιαφέροντος που έχει εκδηλώσει ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ για την προσάρτηση της χώρας στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η άφιξή τους αναμένεται την Πέμπτη. Κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στη Γροιλανδία, που θα διαρκέσει μέχρι το Σάββατο, θα επισκεφθούν «ιστορικές τοποθεσίες, θα μάθουν για την κληρονομιά της Γροιλανδίας και θα παρακολουθήσουν τον Avannaata Qimussersu, τον εθνικό αγώνα σκυλιών της Γροιλανδίας», ανέφερε το γραφείο της, προσθέτοντας ότι είναι ενθουσιασμένοι με την προοπτική «αυτού του μνημειώδους αγώνα, με τον οποίο γιορτάζεται ο πολιτισμός και η ενότητα της Γροιλανδίας».

Στο βίντεο με το οποίο ανακοινώνει το ταξίδι της, η Βανς δηλώνει ότι η επίσκεψή της γίνεται προς τιμήν «της μακράς ιστορίας αμοιβαίου σεβασμού και συνεργασίας» μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Γροιλανδίας, και εκφράζει την ελπίδα ότι οι δεσμοί των δύο χωρών «θα ενισχυθούν τα επόμενα χρόνια».

Πρόσθεσε δε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι υπερήφανος χορηγός του εθνικού αγώνα σκυλιών της Γροιλανδίας, μία ετήσια εκδήλωση όπου 37 οδηγοί ελκήθρων, ο καθένας με μία ομάδα 12 σκύλων, διαγωνίζονται σε μία κούρσα που διασχίζει τη βόρεια Γροιλανδία.

Ο πρωθυπουργός της Γροιλανδίας, Μούτε Έγκεντε, αμφισβήτησε το κίνητρο πίσω από την επίσκεψη της Βανς.

«Είμαστε τώρα σε ένα επίπεδο που σε καμία περίπτωση [αυτή η επίσκεψη] δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως μία ανώδυνη επίσκεψη από τη σύζυγο ενός πολιτικού, κάτι που είναι μια προοπτική», δήλωσε ο Έγκεντε στη γροιλανδική εφημερίδα Sermitsiaq την Κυριακή.

Ο Έγκεντε εξέφρασε συγκεκριμένα ανησυχίες σχετικά με τον σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, Μάικ Γουόλτς, που πιθανώς θα συμμετάσχει στην αντιπροσωπεία στη Γροιλανδία, λέγοντας ότι η παρουσία του θα μπορούσε να εδραιώσει την ιδέα εξαγοράς του Τραμπ.

«Τι κάνει ο σύμβουλος ασφαλείας στη Γροιλανδία; Ο μόνος σκοπός μπορεί να είναι μία επίδειξη δύναμης και το μήνυμα είναι σαφές», είπε ο ηγέτης της Γροιλανδίας, περιμένοντας ότι η παρουσία του θα συμβάλει στην αύξηση της πίεσης εκ μέρους των ΗΠΑ μετά την επίσκεψη.

Ο Λευκός Οίκος δεν έχει ακόμη επιβεβαιώσει την επίσκεψη του Γουόλτς στη Γροιλανδία και δεν απάντησε σε αίτημα για σχολιασμό μέχρι την ώρα της δημοσίευσης.

Η Γροιλανδία έχει τη δική της κυβέρνηση και κοινοβούλιο. Η στρατηγική της θέση κοντά στην Αρκτική καθιστά το νησί ζωτικής σημασίας όσον αφορά την παρακολούθηση της ασφάλειας στην περιοχή του Βόρειου Πόλου. Είναι επίσης η έδρα μιας μεγάλης βάσης της διαστημικής δύναμης των ΗΠΑ.

Η κυβέρνηση της Δανίας, η οποία ελέγχει τις εξωτερικές υποθέσεις και την άμυνα της Γροιλανδίας, απέρριψε την προσφορά του Τραμπ για εξαγορά του αυτοδιοικούμενου νησού.

Ωστόσο, κατά τη διάρκεια συνάντησης στον Λευκό Οίκο με τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε, στις 15 Μαρτίου, ο Τραμπ επανέλαβε τη θέση του σχετικά με την απόκτηση της Γροιλανδίας από τις ΗΠΑ.

«Νομίζω ότι θα συμβεί», είπε ο Τραμπ στους δημοσιογράφους. «Χρειάζεται για τη διεθνή ασφάλεια».

Η Αρκτική είναι ο συντομότερος δρόμος για διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας, της Βόρειας Κορέας και της Κίνας, γεγονός που καθιστά τη Γροιλανδία ένα κρίσιμο φυλάκιο εν μέσω του κλιμακούμενου διεθνούς ανταγωνισμού ισχύος.

Η Δανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεσμεύονται από την Αμυντική Συμφωνία του 1951, η οποία παρέχει στην Ουάσιγκτον αποκλειστικό έλεγχο σε ορισμένες από τις αμυντικές ζώνες της Γροιλανδίας και τη δυνατότητα να ενισχύσουν την επιτήρηση των υδάτων της Αρκτικής, ζήτημα κεντρικής σημασίας για την αρκτική στρατηγική του ΝΑΤΟ.

Κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Τραμπ, η κυβέρνησή του προσπάθησε να ενισχύσει τους δεσμούς με τη Γροιλανδία σε μία προσπάθεια να αντιμετωπίσει την κομμουνιστική κινεζική και ρωσική δραστηριότητα στην Αρκτική.

Το φιλοεπιχειρηματικό, κεντροδεξιό κόμμα της αντιπολίτευσης Demokraatit της Γροιλανδίας κέρδισε τις γενικές εκλογές της 11ης Μαρτίου, εξασφαλίζοντας σχεδόν το 30% των ψήφων. Το κυβερνών δημοκρατικό σοσιαλιστικό κόμμα Inuit Ataqatigiit και ο εταίρος του στο συνασπισμό, Siumut, κέρδισαν συνολικά το 36% των ψήφων, ενώ το κεντρώο-λαϊκιστικό κόμμα Naleraq έλαβε το 24,5% των ψήφων.

Όλα τα πολιτικά κόμματα στη Γροιλανδία θέλουν ανεξαρτησία από τη Δανία, αλλά έχουν διαφορετικές προτάσεις για το πώς να την επιτύχουν.

Το νησί υπολογίζεται ότι έχει περισσότερους από 41.000 ψηφοφόρους, με συνολικό πληθυσμό λίγο κάτω από 56.000.

ΗΠΑ και Ουκρανία σε συνομιλίες στη Σαουδική Αραβία για τον τερματισμό του πολέμου με τη Ρωσία

Αξιωματούχοι των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ουκρανίας ξεκίνησαν συνομιλίες στη Σαουδική Αραβία στις 23 Μαρτίου, εστιάζοντας σε σχέδια προστασίας ενεργειακών εγκαταστάσεων και κρίσιμων υποδομών, σύμφωνα με τον Ουκρανό υπουργό Άμυνας. Οι συνομιλίες αυτές εντάσσονται σε ευρύτερες διαπραγματεύσεις για μια πιθανή μερική εκεχειρία, με στόχο τον τερματισμό του πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.

Η συνάντηση πραγματοποιείται μία ημέρα πριν από τις προγραμματισμένες συνομιλίες μεταξύ αντιπροσωπειών των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Το αντικείμενο της συζήτησης θα είναι μια 30ήμερη εκεχειρία, που θα περιλαμβάνει τη δέσμευση και των δύο πλευρών να σταματήσουν να στοχεύουν η μία τις ενεργειακές υποδομές της άλλης. Η Ρωσία δήλωσε ότι η συνάντησή της με Αμερικανούς αξιωματούχους θα επικεντρωθεί επίσης στη διασφάλιση της ναυσιπλοΐας στη Μαύρη Θάλασσα.

Οι δύο αυτές συναντήσεις πραγματοποιούνται έπειτα από σειρά συνομιλιών στη Σαουδική Αραβία, αρχικά μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ και στη συνέχεια μεταξύ Ουκρανίας και ΗΠΑ, οι οποίες οδήγησαν το Κίεβο να αποδεχθεί την πρόταση για 30ήμερη εκεχειρία.

Ο Αμερικανός ειδικός απεσταλμένος, Στιβ Γουίτκοφ, εξέφρασε αισιοδοξία στις 23 Μαρτίου σε δηλώσεις του στο Fox News για την πιθανότητα τερματισμού της σύγκρουσης, η οποία αποτελεί τη φονικότερη στρατιωτική σύρραξη στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντίμιρ Πούτιν, φέρεται να επιθυμεί την ειρήνη και εκτίμησε ότι στη συνάντηση της 25ης Μαρτίου στη Σαουδική Αραβία θα υπάρξει ουσιαστική πρόοδος, ιδίως όσον αφορά μια εκεχειρία στη Μαύρη Θάλασσα. Υποστήριξε επίσης ότι μια τέτοια συμφωνία θα μπορούσε να οδηγήσει σταδιακά σε μια γενικότερη κατάπαυση του πυρός.

Ο Ουκρανός υπουργός Άμυνας, Ρουστέμ Ουμέροφ, ηγήθηκε της ουκρανικής αντιπροσωπείας στη συνάντηση της 23ης Μαρτίου, γεγονός που, σύμφωνα με τον Ουκρανό πρόεδρο, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, επιτρέπει στην Ουκρανία να ενεργήσει με ταχύτητα και ουσιαστικότητα. Ωστόσο, Ουκρανοί αξιωματούχοι χαρακτήρισαν τη συνάντηση στο Ριάντ ως τεχνικής φύσεως.

Στις 21 Μαρτίου, ο εκπρόσωπος του ουκρανικού υπουργείου Εξωτερικών Χεόρχι Τίχι ανέφερε ότι οι αντιπροσωπείες των ΗΠΑ και της Ουκρανίας επρόκειτο να διευκρινίσουν τις λεπτομέρειες πιθανών διαφορετικών καθεστώτων εκεχειρίας, καθώς και τις διαδικασίες επιτήρησης και ελέγχου τους.

Ο Πούτιν είχε συμφωνήσει στις 18 Μαρτίου με το σχέδιο του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ για εκεχειρία 30 ημερών όσον αφορά τις επιθέσεις στις ενεργειακές υποδομές. Ωστόσο, παρά την επίσημη δέσμευση, και οι δύο πλευρές συνεχίζουν να αναφέρουν επιθέσεις, ενώ η Ρωσία εξακολουθεί να προελαύνει αργά προς την ανατολική Ουκρανία.

Στις 22 Μαρτίου, ο Τραμπ δήλωσε ότι τα σχέδια για τον τερματισμό του πολέμου βρίσκονται «κάπως υπό έλεγχο».

Την ίδια ώρα, στις 23 Μαρτίου, τουλάχιστον τρεις άνθρωποι, μεταξύ αυτών και ένα πεντάχρονο παιδί, έχασαν τη ζωή τους στο Κίεβο έπειτα από ρωσική επίθεση με drone, η οποία προκάλεσε πυρκαγιές σε πολυκατοικίες και ζημιές στην ουκρανική πρωτεύουσα. Παράλληλα, οι ρωσικές αρχές ανακοίνωσαν ότι κατέρριψαν 59 ουκρανικά drone που στόχευαν νοτιοδυτικές περιοχές της χώρας, ενώ ένας άνθρωπος σκοτώθηκε στο Ροστόφ.

Ο πόλεμος κλιμακώθηκε στις 24 Φεβρουαρίου 2022, όταν η Ρωσία εξαπέλυσε γενικευμένη εισβολή στην Ουκρανία, εντείνοντας τη σύγκρουση που είχε ξεκινήσει το 2014 με την προσάρτηση της Κριμαίας. Σύμφωνα με το βρετανικό υπουργείο Άμυνας, από τις αρχές του 2022 εκτιμάται ότι έχουν σκοτωθεί μεταξύ 200.000 και 250.000 Ρώσοι στρατιώτες, ενώ ο Ζελένσκι είχε δηλώσει τον Δεκέμβριο του 2024 ότι οι ουκρανικές απώλειες ανέρχονται σε περίπου 43.000 στρατιώτες.

Του Jacob Burg

Με πληροφορίες από το Reuters

Ιαπωνία: Ο αντι-κατασκοπευτικός νόμος της Κίνας αποτρέπει τα ταξίδια – Αίτημα για απελευθέρωση Ιαπώνων κρατουμένων

Ο υπουργός Εξωτερικών της Ιαπωνίας Ιουάγια Τακέσι δήλωσε στις 22 Μαρτίου ότι ο αντι-κατασκοπευτικός νόμος του Πεκίνου στερείται διαφάνειας και κάλεσε την Κίνα να απελευθερώσει τους Ιάπωνες πολίτες που κρατούνται βάσει αυτού.

Κατά τη διάρκεια του 6ου Σινοϊαπωνικού Οικονομικού Διαλόγου Υψηλού Επιπέδου, που πραγματοποιήθηκε στο Τόκιο την ίδια ημέρα με τη συμμετοχή οκτώ αξιωματούχων από κάθε χώρα, συμπεριλαμβανομένου του Κινέζου υπουργού Εξωτερικών Γουάνγκ Γι, ο Τακέσι επεσήμανε ότι ο εν λόγω νόμος, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ το 2014, αποτρέπει τους Ιάπωνες πολίτες από το να επισκέπτονται και να δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά στην Κίνα.

Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, 17 Ιάπωνες υπήκοοι έχουν συλληφθεί και φυλακιστεί στην Κίνα με βάση τον νόμο αυτό. Ανάμεσά τους βρίσκεται ένας διακεκριμένος επιχειρηματίας και πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος του Ιαπωνικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, ο οποίος εργαζόταν ως ανώτερος υπάλληλος στην Astellas Pharma Inc. στην Κίνα. Ο επιχειρηματίας συνελήφθη με την κατηγορία της κατασκοπείας λίγο πριν την προγραμματισμένη επιστροφή του στην Ιαπωνία, όπως ανέφερε η τοπική ειδησεογραφική πηγή Kyodo News στις 28 Νοεμβρίου 2023.

Το ιαπωνικό υπουργείο Εξωτερικών, σε ανακοίνωσή του για τις συνομιλίες της 22ας Μαρτίου, τόνισε ότι η Ιαπωνία επανέλαβε το αίτημά της προς την Κίνα να απελευθερώσει τους κρατούμενους πολίτες της, διασφαλίζοντας την ασφάλεια και την προστασία τους. Παράλληλα, η ιαπωνική πλευρά ζήτησε τη δημιουργία ενός δίκαιου, προβλέψιμου και διαφανούς επιχειρηματικού περιβάλλοντος.

Η Epoch Times επικοινώνησαν με το ιαπωνικό Υπουργείο Εξωτερικών για περαιτέρω σχόλια.

Προσπάθειες της Ιαπωνίας για την απελευθέρωση των πολιτών της

Σύμφωνα με κυβερνητική σύνοψη, ο τότε υπουργός Εξωτερικών Γιοσιμάσα Χαγιάσι είχε θέσει το ζήτημα της κράτησης του εν λόγω επιχειρηματία κατά τη συνάντησή του με τον Κινέζο ομόλογό του στο Πεκίνο στις 2 Απριλίου 2023, διαμαρτυρόμενος για την κράτησή του και ζητώντας την απελευθέρωσή του. Στις 16 Νοεμβρίου του ίδιου έτους, το ιαπωνικό υπουργείο Εξωτερικών ανέφερε ότι ο τότε πρωθυπουργός Φουμίο Κισίντα είχε θέσει το θέμα στον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ κατά τη διάρκεια της συνόδου του Οικονομικού Φόρουμ Ασίας-Ειρηνικού (Asia-Pacific Economic Cooperation-APEC), χωρίς όμως αποτέλεσμα.

Η Κίνα όχι μόνο επιβεβαίωσε την πρόθεσή της να επιβάλει τους νόμους της περί κατασκοπείας, αλλά προχώρησε και στην αναθεώρησή τους την 1η Ιουλίου 2023, διευρύνοντας τη σχετική ορολογία. Σύμφωνα με το άρθρο της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου των ΗΠΑ στις 22 Σεπτεμβρίου 2023, η τροποποίηση αυτή εισήγαγε μια «διευρυμένη έννοια της κατασκοπείας».

Ανάλυση του Japan Forward αποδίδει την αδυναμία της Ιαπωνίας να εξασφαλίσει την επιστροφή των πολιτών της στην έλλειψη δικής της νομοθεσίας περί κατασκοπείας, ένα ζήτημα που είχε επισημανθεί ήδη από το 2006 σε άρθρο του Κοτάνι Κεν, ερευνητή στρατιωτικής ιστορίας στο Ιαπωνικό Εθνικό Ινστιτούτο Μελετών Άμυνας, καθώς και σε αξιολόγηση της CIA μια δεκαετία αργότερα.

Κρατήσεις Αμερικανών πολιτών στην Κίνα

Το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ επιβεβαίωσε στην Epoch Times ότι μετά την απελευθέρωση των Μαρκ Σουίνταν, Κάι Λι και Τζον Λουνγκ τον Νοέμβριο του 2024, όλοι οι Αμερικανοί που είχαν χαρακτηριστεί ως αδίκως κρατούμενοι στην Κίνα επέστρεψαν στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Σουίνταν είχε φυλακιστεί στην Κίνα με κατηγορίες που σχετίζονταν με ναρκωτικά και καταδικάστηκε σε θάνατο το 2019, ενώ ο Λι είχε κατηγορηθεί για κατασκοπεία, δικάστηκε κεκλεισμένων των θυρών και καταδικάστηκε σε δεκαετή κάθειρξη. Ο Λουνγκ, γνωστός για τη διάδοση φιλοκινεζικής ρητορικής στις ΗΠΑ, είχε τύχει αναγνώρισης στην Κίνα μέχρι τη σύλληψή του για κατασκοπεία, με αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη τον Μάιο του 2023. Παρότι ο Λευκός Οίκος απέφυγε να σχολιάσει, μέσα ενημέρωσης όπως οι Financial Times, οι New York Times και το Politico ανέφεραν, επικαλούμενα ανώνυμες κυβερνητικές πηγές, ότι η απελευθέρωση των τριών ατόμων ενδέχεται να αποτέλεσε μέρος ανταλλαγής κρατουμένων.

Νωρίτερα, τον Σεπτέμβριο του 2024, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχε διασφαλίσει την απελευθέρωση του πάστορα Ντέιβιντ Λιν, ο οποίος είχε συλληφθεί το 2006 και καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη το 2009, ενώ βρισκόταν σε ιεραποστολικό ταξίδι στην Κίνα βοηθώντας ομάδα χριστιανών που συγκεντρωνόταν σε ιδιωτικές κατοικίες. Η κινεζική νομοθεσία απαιτεί από τις χριστιανικές ομάδες να καταγράφονται και να λατρεύουν σε κρατικά ελεγχόμενες εκκλησίες, με όσους δεν ακολουθούν τα δόγματα του Κομμουνιστικού Κόμματος να υφίστανται διώξεις.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επικρίνει επίσης την κινεζική νομοθεσία περί κατασκοπείας. Σε αξιολόγηση της 25ης Αυγούστου 2023, το Εθνικό Κέντρο Αντικατασκοπείας και Ασφάλειας των ΗΠΑ προειδοποίησε ότι οι τροποποιήσεις του Ιουλίου 2023 δημιουργούν «νομικούς κινδύνους ή αβεβαιότητα για ξένες επιχειρήσεις, δημοσιογράφους, ακαδημαϊκούς και ερευνητές». Συνεχίζει λέγοντας ότι «οποιαδήποτε έγγραφα, δεδομένα, υλικά ή αντικείμενα θα μπορούσαν να θεωρηθούν σχετικά με την εθνική ασφάλεια της ΛΔΚ λόγω ασαφειών στο νόμο».

Του Dave Malyon

Με τη συμβολή της Catherine Yang

Η έξαρση της εγκληματικότητας στη Σουηδία είναι αποτέλεσμα δεκαετιών, λένε οι ειδικοί

Στις 12 Μαρτίου, το Γραφείο Ελέγχου Ξένων Περιουσιακών Στοιχείων (Office of Foreign Assets Control-OFAC) του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ επέβαλε κυρώσεις στον Ράβα Ματζίντ, έναν διαβόητο Σουηδό εγκληματία γνωστό ως «Κουρδική Αλεπού». Ο 38χρονος Ματζίντ, γεννημένος στο Ιράν, ηγείται του εγκληματικού δικτύου Foxtrot, μιας από τις ισχυρότερες οργανωμένες συμμορίες στη Σουηδία. Σύμφωνα με το OFAC, το δίκτυο αυτό εμπλέκεται στη διακίνηση ναρκωτικών και σε επιθέσεις εναντίον Ισραηλινών και Εβραίων στην Ευρώπη, δρώντας προς όφελος της ιρανικής κυβέρνησης.

Μία ημέρα νωρίτερα, στις 11 Μαρτίου, η σουηδική υπηρεσία ασφαλείας Sapo δημοσίευσε έκθεση στην οποία προειδοποιούσε ότι η χώρα αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα ασφαλείας, με σημαντικό κίνδυνο επιδείνωσης της κατάστασης.

Ο Μάγκνους Λίντγκρεν, πρώην αρχηγός της αστυνομίας στην κομητεία της Ουψάλα και γενικός γραμματέας του οργανισμού Safer Sweden Foundation, ανέφερε στην Epoch Times ότι στη Σουηδία υπάρχουν περίπου 15.000 «εξαιρετικά επικίνδυνοι εγκληματίες». Αυτοί κατανέμονται σε συμμορίες μοτοσικλετιστών, χούλιγκαν ποδοσφαίρου και εγκληματικές ομάδες από περίπου 60 περιοχές υψηλής εγκληματικότητας.

Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Ιδρύματος Safer Sweden («Ασφαλέστερη Σουηδία»), η σημερινή κατάσταση είναι αποτέλεσμα αποφάσεων που ελήφθησαν τις τελευταίες πέντε δεκαετίες. Η έκθεση επισημαίνει ότι η σουηδική νομοθεσία δεν έχει προσαρμοστεί στις κοινωνικές εξελίξεις και ότι η ποινική πολιτική της χώρας εξακολουθεί να βασίζεται σε ανθρωπιστικά ιδεώδη της δεκαετίας του 1970, σύμφωνα με τα οποία η ευθύνη για το έγκλημα αποδίδεται περισσότερο στην κοινωνία παρά στο άτομο. Ως αποτέλεσμα, προτιμάται η επανένταξη αντί της τιμωρίας και οι εναλλακτικές κυρώσεις αντί της φυλάκισης.

Ο σατιρικός συγγραφέας Άρον Φλαμ σημείωσε ότι τον Ιανουάριο του 2024 καταγράφηκαν στη Σουηδία 32 βομβιστικές επιθέσεις και 16 δολοφονίες με πυροβόλα όπλα, σχολιάζοντας πως αυτό σημαίνει ένα σοβαρό περιστατικό σχεδόν κάθε δύο ημέρες. Σε δήλωσή του στην Epoch Times, ανέφερε ότι η κυβέρνηση δεν έχει τον έλεγχο της κατάστασης.

Τον Ιανουάριο του 2025, η Aftonbladet ανέφερε ότι ο Σουηδός πρωθυπουργός Ουλφ Κρίστερσον δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου: «Η Σουηδία βρίσκεται εν μέσω ενός νέου κύματος βίας. Είναι απολύτως σαφές ότι δεν έχουμε τον έλεγχο αυτού του κύματος βίας, διαφορετικά, δεν θα βρισκόμασταν εδώ».

Ο Φλαμ χρησιμοποίησε την αναλογία του βατράχου που βράζει για να απεικονίσει την κατάσταση. «Το νερό εδώ βράζει και οι βάτραχοι λένε ότι είναι ωραία, είναι ζεστά, γίνεται όλο και πιο ζεστά. Αλλά, ξέρετε, ακόμα δεν είναι ζεματιστό. Αυτό θα συνεχιστεί μέχρι να καταλάβετε ότι το νερό βράζει», είπε. Είπε επίσης, ότι οι άνθρωποι που είχαν φύγει από τη Σουηδία πριν από 10 ή 15 χρόνια και επέστρεψαν πρόσφατα «δεν την αναγνωρίζουν».

Έφηβοι εκτελεστές και οι «υπερβολικά ελαστικοί» νόμοι

Ο ερευνητής Χούγκο Κάαμαν, ο οποίος παρακολουθεί τη βία των συμμοριών στη Σουηδία, δήλωσε στην Epoch Times ότι το οργανωμένο έγκλημα στη χώρα βρίσκεται «εκτός ελέγχου». Σύμφωνα με τον ίδιο, έφηβοι προσλαμβάνονται ανώνυμα για να διαπράξουν δολοφονίες και άλλα εγκλήματα.

Ο Κάαμαν ανέφερε ότι τα περισσότερα άτομα που παραγγέλνουν εκτελέσεις κρύβονται στο εξωτερικό και διαφημίζουν ανοιχτά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης την ευκαιρία να σκοτώσει κάποιος έναν άνθρωπο για ποσά που κυμαίνονται από 5.000 έως 20.000 δολάρια. Επισήμανε επίσης ότι υπάρχουν ακόμη και νεαρά παιδιά που είναι πρόθυμα να το κάνουν δωρεάν, μόνο και μόνο για τη φήμη.

Ο ίδιος υποστήριξε ότι οι αρχηγοί της αστυνομίας συχνά διατυμπανίζουν πως «κατάφεραν να περιορίσουν τη βία» μόλις οι περίοδοι εντατικών επιθέσεων υποχωρήσουν, όμως αυτό δεν διαρκεί. Σύμφωνα με τον Κάαμαν, το δικαστικό σύστημα δεν επιβάλλει αρκετές καταδίκες, ενώ οι κατευθυντήριες γραμμές για τις ποινές είναι υπερβολικά ελαστικές. Επιπλέον, υποστήριξε ότι ο αριθμός των αστυνομικών είναι ανεπαρκής και ότι οι συμμορίες «διεισδύουν ενεργά» στις αστυνομικές δυνάμεις.

Το έγκλημα αποτέλεσε μείζον ζήτημα στις εκλογές του 2022 στη Σουηδία, γεγονός που οδήγησε στην αποχώρηση της Σοσιαλδημοκράτισσας πρωθυπουργού Μαγδαλένα Άντερσον από την εξουσία. Τον Μάιο του 2022, τρεις νεαροί άνδρες δολοφονήθηκαν μέσα σε οκτώ ημέρες σε μια μικρή συνοικία της πόλης Έρεμπρο. Η περιοχή αυτή συγκαταλεγόταν στις 60 γειτονιές της Σουηδίας με μεγάλες κοινότητες μεταναστών, οι οποίες, σύμφωνα με την αστυνομία, θεωρούνται ζώνες υψηλού κινδύνου για έξαρση της βίας από συμμορίες.

Τον Ιούνιο του 2022, το ακροδεξιό, αντιμεταναστευτικό κόμμα Δημοκράτες της Σουηδίας κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας κατά του τότε υπουργού Δικαιοσύνης Μόργκαν Γιόχανσον. Σύμφωνα με τον Φλαμ, η στάση του Γιόχανσον συνοψιζόταν στην άποψη ότι οι πυροβολισμοί είναι «αποδεκτοί, αφού δεν πλήττουν κανέναν που δεν είναι γκάνγκστερ». Ο Φλαμ ανέφερε ότι αυτή ήταν ουσιαστικά η επιχειρηματολογία του υπουργού για να μην αναλάβει δράση, αλλά λίγα χρόνια αργότερα μια μητέρα και ο πεντάχρονος γιος της τραυματίστηκαν από σφαίρες σε παιδική χαρά.

Μέχρι και το 1986, η Σουηδία θεωρούνταν τόσο ασφαλής από το έγκλημα και την τρομοκρατία, ώστε ο τότε πρωθυπουργός Ούλοφ Πάλμε κυκλοφορούσε στο κέντρο της Στοκχόλμης χωρίς συνοδεία ασφαλείας. Ωστόσο, εκείνη τη χρονιά δολοφονήθηκε, σε μια υπόθεση που παραμένει ανεξιχνίαστη. Το ερώτημα που τίθεται είναι πώς η Σουηδία έφτασε σε αυτή την κατάσταση.

Μεταναστευτικό

Πολλοί από τον χώρο της Αριστεράς υποστήριξαν ότι η φτώχεια και άλλα ζητήματα στις κοινότητες μεταναστών οδήγησαν σε εγκλήματα. Ο Λίντγκρεν χαρακτήρισε αυτή την ερμηνεία προσβλητική για τους κατοίκους, τονίζοντας ότι είναι μεγάλο σφάλμα να αποδίδεται το ζήτημα αποκλειστικά στη φτώχεια. Σύμφωνα με τον ίδιο, το 90% των ανθρώπων που ζουν σε αυτές τις περιοχές είναι φιλήσυχοι πολίτες που επιθυμούν τα ίδια πράγματα με τους υπόλοιπους.

Ο Φλαμ, ο οποίος είναι εβραϊκής καταγωγής, ανέφερε ότι μεγάλωσε σε ένα ήσυχο προάστιο της Στοκχόλμης, όπου διέμεναν πολλοί Σέρβοι και Βόσνιοι μετανάστες. Όπως σημείωσε, η κατάσταση άρχισε να αλλάζει στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν αυξήθηκε η άφιξη μεταναστών από τη Βόρεια Αφρική και τις αραβικές χώρες. Σύμφωνα με τον ίδιο, πολλοί από αυτούς είχαν αρνητική στάση απέναντι στους Εβραίους και ήταν εμφανές ότι αυτό το μεταναστευτικό κύμα ήταν διαφορετικό από τα προηγούμενα.

Τη δεκαετία του 1980, περίπου 600.000 μετανάστες ετησίως έφταναν στη Σουηδία. Ο αριθμός αυτός αυξήθηκε σημαντικά και, μέχρι το 2015, περίπου 1,6 εκατομμύρια μετανάστες ετησίως έφταναν στη χώρα, κυρίως από τη Συρία, τη Σομαλία και την Ερυθραία. Ωστόσο, τον περασμένο Ιούλιο, η σουηδική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι η χώρα είχε αρνητικό καθαρό μεταναστευτικό ισοζύγιο για πρώτη φορά εδώ και μισό αιώνα, με τις εκτιμήσεις να δείχνουν ότι ο αριθμός των αιτούντων άσυλο θα είναι ο χαμηλότερος από το 1997.

Πολλοί από τους μετανάστες που έφτασαν στη Σουηδία τη δεκαετία του 1990, του 2000 και του 2010 δυσκολεύτηκαν να ενταχθούν ή βρέθηκαν να εμπλέκονται στο οργανωμένο έγκλημα. Ο Ματζίντ, ο οποίος είναι κουρδικής ιρακινής καταγωγής, γεννήθηκε στο Ιράν και μεγάλωσε στην Ουψάλα της κεντρικής Σουηδίας. Ο ίδιος και η οικογένειά του ανήκαν σε αυτά τα μεταναστευτικά κύματα. Μετά τη δημιουργία του δικτύου Foxtrot, ο Ματζίντ εγκατέλειψε τη Σουηδία το 2018 και μετακόμισε στην Τουρκία, διατηρώντας στενές σχέσεις με την ιρανική κυβέρνηση.

Κόκκινη ειδοποίηση της Ιντερπόλ για τον Ράβα Ματζίντ, γνωστός και ως «Κουρδική Αλεπού», έναν Σουηδό γκάνγκστερ στον οποίο επιβλήθηκαν κυρώσεις από τις ΗΠΑ τον Μάρτιο του 2025. (Interpol)

Το Γραφείο Ελέγχου Ξένων Περιουσιακών Στοιχείων (OFAC) ανέφερε στις 12 Μαρτίου ότι τον Ιανουάριο του 2024 το δίκτυο Foxtrot οργάνωσε επίθεση εναντίον της πρεσβείας του Ισραήλ στη Στοκχόλμη, ενεργώντας για λογαριασμό της ιρανικής κυβέρνησης.

Ο Φλαμ δήλωσε ότι το Ιράν έχει χρησιμοποιήσει εγκληματίες για να επιχειρήσει τη δολοφονία αρκετών επιφανών Εβραίων της Σουηδίας, μεταξύ των οποίων η ακτιβίστρια Σάσκια Παντέλ, η οποία πλέον έχει μεταναστεύσει στο Ισραήλ, και ο Άρον Φερστέντιγκ, πρόεδρος του Κεντρικού Συμβουλίου των Εβραϊκών Κοινοτήτων της Σουηδίας (Judiska Centralrådet).

Στις 29 Ιανουαρίου φέτος, ο Σαλουάν Μομίκα, επικριτής του Ισλάμ που είχε δημοσίως κάψει το Κοράνι, δολοφονήθηκε στο Σέντερτελιε, προάστιο της Στοκχόλμης, ενώ μετέδιδε ζωντανά στο TikTok. Το Ιράν και το δίκτυο Foxtrot του Ματζίντ θεωρούνται ήδη ύποπτοι για τη δολοφονία. Ο Σουηδός πρωθυπουργός, Ουλφ Κρίστερσον, είχε δηλώσει τότε ότι υπήρχε προφανής κίνδυνος η υπόθεση να συνδέεται με ξένη δύναμη.

Ο Κάαμαν περιέγραψε το δίκτυο Foxtrot ως ένα χονδρεμπορικό κύκλωμα λαθρεμπορίου και διανομής, το οποίο έχει άμεσες διασυνδέσεις και συμμαχίες με μικρότερες συμμορίες στις σουηδικές πόλεις όπου δραστηριοποιείται. Σύμφωνα με τον ίδιο, η οργάνωση προσφέρει προστασία στις μικρότερες συμμορίες και τις βοηθά να κερδίσουν χρήματα, ενώ σε αντάλλαγμα αυτές υπερασπίζονται την «επικράτεια» της Foxtrot και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για επιθέσεις σε αντίπαλες ομάδες. Στην περίπτωση της ισραηλινής πρεσβείας στη Στοκχόλμη, εκτίμησε ότι το δίκτυο χρησιμοποιήθηκε ως ενδιάμεσος φορέας από το Ιράν.

Foxtrot εναντίον Rumba

Ένας από τους αντιπάλους του Ματζίντ στον σουηδικό υπόκοσμο είναι ο Ισμαήλ Άμπντο, γνωστός ως «Φράουλα» λόγω της προτίμησής του να ξεπλένει χρήματα μέσω πάγκων που πωλούν φρέσκα φρούτα στην άκρη του δρόμου. Το δίκτυο διακίνησης ναρκωτικών που διαχειρίζεται ο Άμπντο είναι γνωστό ως Rumba. Ο Ματζίντ φέρεται να προσέλαβε πληρωμένο εκτελεστή για να δολοφονήσει τη μητέρα του Άμπντο στην Ουψάλα, τον Σεπτέμβριο του 2023.

Σύμφωνα με τουρκικά μέσα ενημέρωσης, ο Άμπντο συνελήφθη πέρυσι στην πόλη Άδανα βάσει ερυθράς αγγελίας της Interpol, προτού αφεθεί ελεύθερος με εγγύηση.

Αρκετές δολοφονίες γνωστών ράπερ στη Σουηδία αντικατοπτρίζουν μια ακμάζουσα μουσική σκηνή που συχνά συνδέεται με την εγκληματικότητα. Τον Οκτώβριο του 2021, ο 19χρονος Νιλς Κουρτ Έρικ Έιναρ Γκρόνμπεργκ, γνωστός ως Έιναρ, πυροβολήθηκε θανάσιμα σε προάστιο της Στοκχόλμης. Οι στίχοι των τραγουδιών του συχνά αναφέρονταν σε εγκλήματα, ναρκωτικά και όπλα. Τον Ιούνιο του 2024, ο Καράρ Αλί Σαλέμ Ραμαντάν, ράπερ με το καλλιτεχνικό όνομα Σι Γκαμπίνο, έπεσε νεκρός από πυροβολισμούς σε χώρο στάθμευσης στο Γκέτεμποργκ. Η πιο δραματική υπόθεση σημειώθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 2024, όταν ο 23χρονος ράπερ Γκαμπόρο, με πραγματικό όνομα Νίνος Χούρι, δολοφονήθηκε στη Νόρσεπινγκ. Ο δράστης φέρεται να μετέδωσε ζωντανά τη δολοφονία.

Ένας άντρας αφήνει λουλούδια στον τόπο ενός εγκλήματος στο Γκέτεμποργκ της Σουηδίας, στις 19 Μαρτίου 2015. (Adam Ihse/TT news agency/AFP μέσω Getty Images)

Η ιδιωτική υπηρεσία ασφάλειας και πληροφοριών Dragonfly, σε εκτίμηση που εξέδωσε στις 24 Φεβρουαρίου, ανέφερε ότι μια «σοβαρή κλιμάκωση της βίας των συμμοριών ή μια στρατιωτική επέμβαση είναι απίθανη για φέτος». Ωστόσο, δήλωσε πως οι αρχές πιθανώς θα δυσκολευτούν να περιορίσουν ουσιαστικά τις συμμορίες το 2025.

Στην ανάλυση επισημάνθηκε ότι η κυβέρνηση είχε θέσει ως «προτεραιότητα» το ζήτημα κατά το περασμένο έτος, προχωρώντας σε απελάσεις εγκληματιών με διπλή υπηκοότητα και προτείνοντας τη νομιμοποίηση των υποκλοπών τηλεφωνικών συνομιλιών ανηλίκων που σχετίζονται με συμμορίες. Τέτοιες ενέργειες, σε συνδυασμό με αυξημένες επιχειρήσεις ασφαλείας, αναμένονται να επιφέρουν κάποια βελτίωση φέτος. Παράλληλα, επισημάνθηκε η δυσκολία των αρχών να προχωρήσουν σε διώξεις και συλλήψεις, καθώς αρκετοί αρχηγοί συμμοριών διαμένουν στο εξωτερικό, με την Τουρκία να φέρεται να αρνείται την έκδοσή τους.

Οι Σουηδοί Δημοκράτες, το κόμμα που είχε υψώσει περισσότερο τους τόνους για το ζήτημα της εγκληματικότητας και της μετανάστευσης πριν από τις εκλογές του 2022, στηρίζει την κυβέρνηση του Ουλφ Κρίστερσον μέσω συμφωνίας εμπιστοσύνης και στήριξης. Ο Φλαμ υποστήριξε ότι αρχικά το κόμμα είχε ως στρατηγική την αλλαγή του συστήματος εκ των έσω, ωστόσο στη συνέχεια φάνηκε να έχει χάσει τον προσανατολισμό του. Σύμφωνα με τον ίδιο, όπως συμβαίνει συχνά με παρόμοιες πολιτικές δυνάμεις, το κόμμα άλλαξε τελικά από το ίδιο το σύστημα, με αποτέλεσμα να χάνει την εμπιστοσύνη των πολιτών, τη στιγμή που όλο και περισσότεροι Σουηδοί αντιλαμβάνονται τα προβλήματα.

Οι δημοσκοπήσεις, σύμφωνα με τον Φλαμ, δείχνουν πως οι Σοσιαλδημοκράτες αναμένεται να κερδίσουν τις εκλογές του επόμενου έτους, εν μέρει λόγω ενός «μεγάλου σκανδάλου» που σχετίζεται με την εταιρεία κατασκευής μπαταριών ηλεκτρικών οχημάτων Northvolt. Το σκάνδαλο φέρεται να έχει κοστίσει στους φορολογούμενους μεταξύ 100 και 200 δισεκατομμυρίων σουηδικών κορωνών (περίπου 10-20 δισεκατομμύρια δολάρια), ενώ η εταιρεία ανακοίνωσε τον Μάρτιο ότι κατέθεσε αίτηση πτώχευσης στη Σουηδία.

Ο Κάαμαν τόνισε ότι η μεταρρύθμιση του συστήματος είναι πλέον πολύ καθυστερημένη, υποστηρίζοντας ότι αν υπήρχε πραγματική πρόθεση να αντιμετωπιστούν τα σημερινά προβλήματα, θα έπρεπε να είχαν εφαρμοστεί ριζικές αλλαγές πριν από 10-20 χρόνια και όχι μικρές τροποποιήσεις τώρα. Ωστόσο, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν υπάρχει πολιτική βούληση για τις απαραίτητες αλλαγές.

Του Chris Summers

Με τη συμβολή των Aron Lamm και Reuters