Τετάρτη, 03 Δεκ, 2025

Ο Γουίτκοφ και ο Κούσνερ συναντήθηκαν με τον Πούτιν στη Μόσχα

Ο Στιβ Γουίτκοφ και ο Τζάρεντ Κούσνερ, γαμπρός του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ξεκίνησαν τη συνάντησή τους με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν στις 2 Δεκεμβρίου, σύμφωνα με το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων TASS.

Νωρίτερα, ο Γουίτκοφ και ο Κούσνερ απαθανατίστηκαν να διασχίζουν την Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας μαζί με τον Κιρίλ Ντμιτρίεφ, διευθύνοντα σύμβουλο του Ρωσικού Ταμείου Άμεσων Επενδύσεων και στενό συνεργάτη του Πούτιν, πριν φτάσουν στο Κρεμλίνο. Η συνάντηση είχε προγραμματιστεί να ξεκινήσει μετά τις 5 μ.μ. τοπική ώρα.

Ο Πούτιν θα συναντηθεί με τον κ. Γουίτκοφ, επικεφαλής Αμερικανό διαπραγματευτή για το ουκρανικό ζήτημα, ο οποίος καταφθάνει στο Κρεμλίνο συνοδευόμενος από τον Κούσνερ. Όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος του Πούτιν, Ντμίτρι Πεσκόφ, στο TASS, στη συζήτηση θα συμμετέχουν μόνο οι δύο Αμερικανοί εκπρόσωποι.

Η συνάντηση διεξάγεται στο φόντο των συνεχών πιέσεων του Τραμπ για τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, ο οποίος διαρκεί σχεδόν τέσσερα χρόνια. Ο Γουίτκοφ και ο Πούτιν είχαν προηγουμένως συναντηθεί τον Αύγουστο.

Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Καρολάιν Λέβιτ εξέφρασε στις 1 Δεκεμβρίου τη «μεγάλη αισιοδοξία» της αμερικανικής κυβέρνησης για τις συνομιλίες, σημειώνοντας πως «υπήρξαν πολύ καλές συζητήσεις με τους Ουκρανούς στη Φλόριντα. Και τώρα, βεβαίως, ο ειδικός απεσταλμένος Γουίτκοφ βρίσκεται καθ’ οδόν προς τη Ρωσία».

Ο Λευκός Οίκος είχε επιβεβαιώσει τον προηγούμενο μήνα πως προετοιμάζει ένα ειρηνευτικό σχέδιο 28 σημείων για τον τερματισμό της σύγκρουσης. Το προσχέδιο που διέρρευσε προβλέπει σημαντικές εδαφικές παραχωρήσεις εκ μέρους της Ουκρανίας, περιορισμούς στις ένοπλες δυνάμεις της και εγκατάλειψη της προσπάθειάς της για ένταξη στο ΝΑΤΟ.

Το ίδιο σχέδιο περιλαμβάνει άρση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, αξιοποίηση παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας και ρωσικές δεσμεύσεις για μη επιθετική στάση απέναντι στην Ουκρανία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Έκτοτε, ευρωπαϊκά κράτη πρότειναν εναλλακτικό σχέδιο, ενώ διαπραγματεύσεις Κιέβου και Ουάσιγκτον πραγματοποιήθηκαν τόσο στη Γενεύη όσο και στη Φλόριντα. Μετά τη σύνοδο της Φλόριντα στις 30 Νοεμβρίου, ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο δήλωσε στους δημοσιογράφους πως «σημειώθηκε πρόοδος» προς τον τερματισμό του πολέμου.

«Δεν αρκεί να συμφωνήσουμε στους όρους που θα βάλουν τέλος στις μάχες», σημείωσε. «Πρέπει επίσης να διασφαλίσουμε όρους που θα επιτρέψουν μακροπρόθεσμη ευημερία της Ουκρανίας. Νομίζω πως σήμερα κάναμε ένα βήμα μπροστά, αλλά απομένει ακόμη δουλειά».

Πριν ολοκληρωθούν οι συνομιλίες, ο Ρούμπιο δήλωσε πως αναμένει περαιτέρω βήματα από τη διοίκηση Τραμπ. Σύμφωνα με τον ίδιο: «Στόχος δεν είναι μόνο το τέλος του πολέμου, αλλά και η εξασφάλιση μιας ειρήνης που θα αφήσει την Ουκρανία κυρίαρχη, ανεξάρτητη και με προοπτική πραγματικής ευημερίας».

Στη διαδικασία των διαβουλεύσεων συμμετείχαν επίσης ο Γουίτκοφ και ο Κούσνερ. Ο Πούτιν από την πλευρά του είχε ήδη δηλώσει ότι το ειρηνευτικό σχέδιο που στηρίζουν οι ΗΠΑ θα μπορούσε να αποτελέσει βάση για τον τερματισμό της σύγκρουσης.

Σε συνέντευξη Τύπου στο Κιργιστάν, στις 27 Νοεμβρίου, δήλωσε πως είναι διατεθειμένος για μια «σοβαρή συζήτηση» επί του σχεδίου, προσθέτοντας: «Σε γενικές γραμμές, συμφωνούμε ότι αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για μελλοντικές συμφωνίες», μετά από σύνοδο του Οργανισμού Συλλογικής Ασφάλειας με ηγέτες από Λευκορωσία, Καζακστάν και Τατζικιστάν. Επισήμανε, επίσης, ότι νέο προσχέδιο της συμφωνίας έχει ήδη σταλεί στη Μόσχα.

Κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στο Παρίσι την 1η Δεκεμβρίου, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε πως το ειρηνευτικό σχέδιο «φαίνεται βελτιωμένο» μετά τις πρόσφατες συνομιλίες με Αμερικανούς αξιωματούχους, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι «το δυσκολότερο θέμα» παραμένει ο έλεγχος από την Ουκρανία των περιοχών που αναγνωρίζονται ήδη ως ουκρανικά εδάφη.

Αργότερα την ίδια μέρα, ο Ζελένσκι έφτασε στην Ιρλανδία για την πρώτη του επίσημη επίσκεψη, όπου είχε προγραμματισμένη συνάντηση με τον πρωθυπουργό Μάικλ Μάρτιν και τη νεοεκλεγείσα πρόεδρο Κάθριν Κόννολι. Αν και μέλος της Ε.Ε., η Ιρλανδία παραμένει εκτός ΝΑΤΟ λόγω της διαχρονικής πολιτικής στρατιωτικής ουδετερότητας.

Στο πεδίο των επιχειρήσεων, ο Πούτιν συνεχάρη τους στρατιωτικούς διοικητές του για αυτό που χαρακτηρίστηκε ως πλήρης ρωσική κατάληψη της πόλης Ποκρόφσκ στην ανατολική Ουκρανία, όπως μετέδωσε η TASS στις 2 Δεκεμβρίου. «Θέλω να σας ευχαριστήσω για τα αποτελέσματα της δράσης μας στο Κρασνοαρμίσκ. Θέλω να ευχαριστήσω εσάς και όλη τη διοίκηση και το προσωπικό της ομάδας. Φυσικά, θέλω να ευχαριστήσω τους στρατιώτες, τα παιδιά μας, που εκτελούν αυτές τις αποστολές», δήλωσε ο Πούτιν.

Πρόσθεσε επίσης: «Πρόκειται για μια σημαντική περιοχή. Όλοι αντιλαμβανόμαστε τη σπουδαιότητά της. Και αυτό θα διασφαλίσει ότι προοδευτικά θα επιτύχουμε όλους τους βασικούς στόχους που είχαμε θέσει στην αρχή της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης. Σας ευχαριστώ».

Το Κίεβο, ωστόσο, διέψευσε τους ρωσικούς ισχυρισμούς για την κατάληψη του Ποκρόφσκ. Το γενικό επιτελείο των ενόπλων δυνάμεων της Ουκρανίας χαρακτήρισε τα σχετικά βίντεο ως «ακόμη μία προσπάθεια του Κρεμλίνου να χρησιμοποιήσει σκηνοθετημένη ανάρτηση σημαίας για προπαγανδιστικούς σκοπούς και να επηρεάσει τους συμμετέχοντες σε διεθνείς διαπραγματεύσεις», σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Telegram.

Ένοπλοι απαγάγουν 215 παιδιά και 12 δασκάλους από Καθολικό σχολείο της Νιγηρίας

Ένοπλοι εισέβαλαν σε Καθολικό οικοτροφείο στη δυτική Νιγηρία και απήγαγαν περισσότερα από 200 παιδιά, σύμφωνα με τη Χριστιανική Ένωση της Νιγηρίας (Christian Association of Nigeria – CAN), προσθέτοντας ένα ακόμα συμβάν στο κύμα απαγωγών που πλήττει τη μεγαλύτερη χώρα της Αφρικής.

Η επίθεση σημειώθηκε στο Καθολικό σχολείο St. Mary’s, στην κοινότητα Παπίρι της τοπικής αυτοδιοίκησης Αγουάρα. Όπως ανέφερε ο Ντάνιελ Ατόρι, εκπρόσωπος του παραρτήματος της CAN στην πολιτεία Νίγηρα, οι δράστες αιχμαλώτισαν 215 μαθητές και μαθήτριες καθώς και 12 εκπαιδευτικούς.

Σε ανακοίνωσή του, ο Ατόρι μετέφερε δήλωση του προέδρου της CAN στην πολιτεία Νίγηρα, μητροπολίτη Μπούλους Ντάουα, ο οποίος τόνισε ότι είχε μόλις επιστρέψει στο χωριό αφού προηγουμένως επισκέφθηκε το σχολείο και συναντήθηκε με γονείς· ο εκκλησιαστικός αξιωματούχος υπογράμμισε ότι η Ένωση εργάζεται «για την ασφαλή επιστροφή των παιδιών».

Η αστυνομική διοίκηση της πολιτείας Νίγηρα ανέφερε ότι η απαγωγή έγινε νωρίς το πρωί και ότι στρατιωτικές και άλλες δυνάμεις ασφαλείας έχουν ήδη αναπτυχθεί στην κοινότητα. Η Αστυνομία περιέγραψε το St. Mary’s ως σχολείο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, το οποίο στη Νιγηρία φιλοξενεί συνήθως παιδιά ηλικίας 12 έως 17 ετών.

Δορυφορικές εικόνες δείχνουν πως το συγκρότημα του σχολείου γειτνιάζει και συνδέεται με δημοτικό σχολείο και διαθέτει περισσότερα από 50 κτίρια με αίθουσες και κοιτώνες. Βρίσκεται κοντά σε κεντρικό δρόμο που ενώνει τις πόλεις Γέλβα και Μόκβα.

Ο 62χρονος Νταουντά Τσέκουλα ανέφερε ότι τέσσερα από τα εγγόνια του, ηλικίας 7 έως 10 ετών, είναι μεταξύ των παιδιών που απήχθησαν. Τόνισε ότι η οικογένεια δεν έχει καμία ενημέρωση από το πρωί, ενώ τα λίγα παιδιά που κατάφεραν να διαφύγουν έχουν σκορπίσει (κάποια γύρισαν στα σπίτια τους) και οι μόνοι ψίθυροι που φτάνουν στην κοινότητα είναι πως οι δράστες κινούνται ακόμη μέσα στη ζούγκλα με τους υπόλοιπους ανήλικους.

Σε ανακοίνωσή του, ο γραμματέας της πολιτειακής κυβέρνησης της Νίγηρα επεσήμανε ότι η απαγωγή συνέβη παρά το γεγονός ότι υπήρχαν προηγούμενες πληροφορίες για αυξημένη απειλή. Η ανακοίνωση υπογράμμισε ότι το σχολείο «επέλεξε να επαναλειτουργήσει και να ξεκινήσει μαθήματα χωρίς να ενημερώσει ή να ζητήσει άδεια από την πολιτειακή κυβέρνηση, εκθέτοντας έτσι τους μαθητές και το προσωπικό σε περιττό κίνδυνο».

Κάτοικος της Παπίρι, ο Ούμαρ Γιούνους, υποστήριξε ότι την ώρα της επίθεσης υπήρχαν μόνο τοπικές ομάδες ασφαλείας και όχι επίσημες δυνάμεις της Αστυνομίας ή της κυβέρνησης.

Η Καθολική Επισκοπή του Κονταγκόρα ανέφερε ότι ένας φύλακας τραυματίστηκε σοβαρά από πυροβολισμούς.

Παράλληλα, οι Αρχές διέταξαν το κλείσιμο 47 ομοσπονδιακών «σχολείων ενότητας» στη χώρα, τα οποία βρίσκονται κυρίως στις βόρειες πολιτείες που έχουν πληγεί από συγκρούσεις. Τα σχολεία αυτά, που λειτουργούν ως πρότυπα ιδρύματα με μαθητές από όλη τη Νιγηρία, θα κλείσουν άμεσα, σύμφωνα με εγκύκλιο του ομοσπονδιακού υπουργείου Παιδείας.

Οι απαγωγές σημειώθηκαν λίγες ημέρες μετά από ένοπλη επίθεση σε σχολείο στη γειτονική πολιτεία Κέμπι, στην περιοχή Μάγκα, περίπου 170 χιλιόμετρα από την Παπίρι, απαγάγοντας 25 μαθήτριες. Μία από αυτές κατάφερε αργότερα να δραπετεύσει και βρίσκεται ασφαλής, όπως ανέφερε η διευθύντρια του σχολείου.

Σε ξεχωριστή επίθεση τη Δευτέρα στην πολιτεία Κουάρα, στα σύνορα με την πολιτεία Νίγηρα, ένοπλοι επιτέθηκαν σε εκκλησία, σκοτώνοντας δύο άτομα και απαγάγοντας 38 πιστούς. Ο Φέμι Αγκμπαμπιάκα, γραμματέας της Εκκλησίας Christ Apostolic, δήλωσε ότι οι απαγωγείς ζητούν λύτρα 100 εκατ. ναΐρα (60.000 ευρώ) για κάθε όμηρο.

Ο πρόεδρος της Νιγηρίας, Μπόλα Τινούμπου, ακύρωσε το ταξίδι του στη σύνοδο της Ομάδας των 20 στη Νότια Αφρική λόγω των γεγονότων. Όπως ανακοίνωσε η προεδρία στην πλατφόρμα X, τον πρόεδρο θα εκπροσωπήσει ο αντιπρόεδρος Κασίμ Σετίμα.

Κατά την επίσκεψή του στην πολιτεία Κέμπι την Τετάρτη, ο Σετίμα διαβεβαίωσε ότι η κυβέρνηση θα χρησιμοποιήσει «κάθε διαθέσιμο μέσο του κράτους» ώστε να επιστρέψουν τα κορίτσια και να οδηγηθούν οι δράστες ενώπιον της δικαιοσύνης.

Κανένας οργανισμός δεν έχει αναλάβει την ευθύνη για τις επιθέσεις στις πολιτείες Νίγηρα και Κέμπι, ωστόσο αναλυτές και κάτοικοι επισημαίνουν ότι συμμορίες στοχεύουν συχνά σχολεία, ταξιδιώτες και απομονωμένα χωριά με σκοπό την απαγωγή και τα λύτρα. Οι Αρχές αναφέρουν ότι οι ένοπλοι είναι κυρίως πρώην κτηνοτρόφοι που έχουν στραφεί στη βία μετά από συγκρούσεις με αγροτικές κοινότητες για πόρους.

Οι απαγωγές έχουν εξελιχθεί σε πηγή έντονης ανασφάλειας στη Νιγηρία. Τουλάχιστον 1.500 μαθητές έχουν απαχθεί από την περιοχή αφότου οι τζιχαντιστές της Μπόκο Χαράμ άρπαξαν 276 μαθήτριες από το Τσιμπόκ περισσότερο από μία δεκαετία πριν. Εκτός από τους εξτρεμιστές, απαγωγές διαπράττουν και συμμορίες ληστών, οι οποίες συχνά στοχεύουν σχολεία για να προσελκύσουν μεγαλύτερη προσοχή.

Πρόσφατα η Νιγηρία βρέθηκε ξανά στο προσκήνιο, όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ανέφερε ότι οι χριστιανοί στη χώρα διώκονται — ισχυρισμός που η κυβέρνηση της Νιγηρίας απέρριψε. Παρότι χριστιανοί περιλαμβάνονται στα θύματα, αναλυτές σημειώνουν ότι η πλειονότητα των ανθρώπων που πλήττονται από τις ένοπλες ομάδες είναι μουσουλμάνοι, καθώς η βόρεια Νιγηρία — όπου συμβαίνουν οι περισσότερες επιθέσεις — έχει κατά πλειοψηφία μουσουλμανικό πληθυσμό.

Αναλυτές και κάτοικοι αποδίδουν την κατάσταση στην ατιμωρησία (παρόλο που πολλές φορές οι δράστες είναι γνωστοί) και στη διαφθορά, εξαιτίας της οποίας αντί να εξοπλίζονται οι δυνάμεις ασφαλείας, εφοδιάζονται οι συμμορίες.

Η 27χρονη Εζέ Γκλόρια Τσιντίνμα, άτομο επιρροής στα κοινωνικά δίκτυα με έδρα το Λάγος και γνωστή ως «Riaz Kitchen», ανέφερε ότι η αδελφή της κατάφερε να δραπετεύσει από το σχολείο πηδώντας έναν φράχτη. Υπογράμμισε ότι δεν είναι η πρώτη φορά που η οικογένειά της πέφτει θύμα της εγκληματικότητας, καθώς πέρυσι είχαν απαχθεί η μητέρα και ο μεγαλύτερος αδελφός της.

Σύμφωνα με τη μαρτυρία της, οι Αρχές είχαν δηλώσει τότε πως δεν μπορούσαν να βοηθήσουν, με αποτέλεσμα η οικογένεια να πληρώσει ένα «τεράστιο ποσό» για την απελευθέρωσή τους. Η Τσιντίνμα απηύθυνε έκκληση προς τις Αρχές να «σκεφτούν τον λαό», τονίζοντας ότι καθήκον τους είναι η προστασία της ζωής και των περιουσιών των ανθρώπων.

Ο πάστορας Γιοχάννα Μπούρου, επικεφαλής του οργανισμού Peace Revival and Reconciliation Foundation, ο οποίος επικεντρώνεται στον διαθρησκειακό διάλογο, κάλεσε τις Αρχές να ενισχύσουν την ασφάλεια γύρω από τα σχολεία σε περιοχές που πλήττονται από την κρίση. Σημείωσε ότι αν η κυβέρνηση ήταν πιο δραστήρια, θα περιορίζονταν οι απαγωγές, και παρατήρησε ότι φαίνεται σαν οι Αρχές «να μην ενδιαφέρονται για το μέλλον των παιδιών».

Η Κίνα κλιμακώνει την ένταση με την Ιαπωνία για το ζήτημα της Ταϊβάν

Το κινεζικό καθεστώς προειδοποίησε τους πολίτες του να αποφεύγουν να ταξιδεύουν — για σπουδές ή τουρισμό — στην Ιαπωνία, ενώ έχει αποστείλει πλοία της ακτοφυλακής στα ύδατα γύρω από τα νησιά Σενκάκου, τα οποία διοικεί η Ιαπωνία, καθώς η αντιπαράθεση των δύο ασιατικών χωρών για το ζήτημα της Ταϊβάν κλιμακώνεται.

Η κινεζική Ακτοφυλακή δήλωσε στις 15 Νοεμβρίου ότι η περιπολία γύρω από τα «Ντιαογιού» — όπως αποκαλεί το Πεκίνο τα ακατοίκητα νησιά και βραχονησίδες στην Ανατολική Σινική Θάλασσα — αποσκοπεί στη διασφάλιση των «δικαιωμάτων και συμφερόντων» της Κίνας.

Παρότι η Ιαπωνία διοικεί τα νησιά Σενκάκου, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) ισχυρίζεται ότι έχει κυριαρχικά δικαιώματα σε αυτά και πραγματοποιεί συχνά αυτό που αποκαλεί «περιπολίες επιβολής δικαιωμάτων» στα γύρω ύδατα.

Η τελευταία περιπολία συνέπεσε με αυξανόμενη ένταση ανάμεσα στο Πεκίνο και το Τόκυο. Το ΚΚΚ αύξησε την πίεση προς την πρωθυπουργό Σανάε Τακαΐτσι, απαιτώντας να ανακαλέσει τη δήλωσή της σύμφωνα με την οποία ενδεχόμενη κινεζική στρατιωτική ενέργεια κατά της Ταϊβάν θα μπορούσε να εκληφθεί ως υπαρξιακή απειλή από το Τόκυο. Η εν λόγω δήλωση προκάλεσε βίαιες απειλές εις βάρος της εκ μέρους ανώτερου Κινέζου απεσταλμένου, γεγονός που οδήγησε την ιαπωνική κυβέρνηση να ζητήσει επίσημα από το Πεκίνο να λάβει μέτρα.

Το υπουργείο Παιδείας του κινεζικού καθεστώτος, σε ανακοίνωσή του στις 16 Νοεμβρίου, κάλεσε τους Κινέζους πολίτες να «σχεδιάσουν με προσοχή τις σπουδές τους στην Ιαπωνία», επικαλούμενο κίνδυνο για την ασφάλεια Κινέζων πολιτών. Το υπουργείο προέτρεψε τους φοιτητές που βρίσκονται ήδη στην Ιαπωνία, καθώς και όσους επιθυμούν να μεταβούν εκεί, να παρακολουθούν στενά την κατάσταση και να παραμένουν σε επιφυλακή.

Αλλά και στις 14 Νοεμβρίου το κινεζικό ΥΠΕΞ είχε προειδοποιήσει τους πολίτες του να επανεξετάσουν σχέδια ταξιδιών στην Ιαπωνία, σύμφωνα με ανακοίνωση του κινεζικού ΥΠΕΞ στις 14 Νοεμβρίου. Μετά την προειδοποίηση, τουλάχιστον δέκα κινεζικές αεροπορικές εταιρείες προσέφεραν πλήρη επιστροφή χρημάτων για πτήσεις προς Ιαπωνία μέχρι το τέλος του έτους, όπως μετέδωσαν κρατικά μέσα ενημέρωσης.

Ο κορυφαίος εκπρόσωπος της ιαπωνικής κυβέρνησης κάλεσε το Πεκίνο να επιδείξει ψυχραιμία. Ο γενικός γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου, Μινόρου Κιχάρα, δήλωσε στους δημοσιογράφους στις 15 Νοεμβρίου ότι η Ιαπωνία υπέβαλε έντονη διαμαρτυρία στο Πεκίνο για την ταξιδιωτική προειδοποίηση και «ζήτησε με έμφαση να λάβει τα κατάλληλα μέτρα», σύμφωνα με το πρακτορείο Kyodo. Πρόσθεσε ότι η κινεζική άποψη διαφέρει από την ιαπωνική και ότι είναι ζωτικής σημασίας οι δύο χώρες να διατηρούν ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας.

Καμία ανάγκη ανάκλησης των δηλώσεων της πρωθυπουργού της Ιαπωνίας

Η Τακαΐτσι είχε αναφέρει σε κοινοβουλευτική επιτροπή, στις 8 Νοεμβρίου, ότι εάν οι κινεζικές ένοπλες δυνάμεις χρησιμοποιούσαν βία κατά της Ταϊβάν, αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί «κατάσταση απειλής για την επιβίωση» της Ιαπωνίας. Βάσει νομοθεσίας που θεσπίστηκε το 2015, η Ιαπωνία μπορεί να ασκήσει δικαίωμα αυτοάμυνας εάν επίθεση σε φιλικό κράτος απειλεί τη δική της επιβίωση. Το ΚΚΚ θεωρεί την Ταϊβάν κινεζική επαρχία που έχει αποσχιστεί και δεν έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο χρήσης βίας για να την προσαρτήσει, ενώ ασκεί διαρκή στρατιωτική πίεση στο νησί.

Σύμφωνα με το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν, τριάντα αεροσκάφη του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού και επτά κινεζικά πολεμικά πλοία εντοπίστηκαν γύρω από την Ταϊβάν μέσα σε 24 ώρες έως τις 16 Νοεμβρίου. Από αυτά, δεκαεπτά πέρασαν τη μέση γραμμή του Στενού της Ταϊβάν — μια άτυπη γραμμή που χάραξαν οι ΗΠΑ για να διαχωρίζει τις δύο πλευρές. Σε ξεχωριστή ανακοίνωση στις 16 Νοεμβρίου, το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν ανέφερε ότι ο κινεζικός στρατός διεξήγαγε «κοινή περιπολία ετοιμότητας μάχης» με σκοπό να παρενοχλήσει την Ταϊβάν. Η Ταϊβάν, σε απάντηση, ανέπτυξε αεροσκάφη και πλοία, ενεργοποίησε χερσαία συστήματα πυραύλων και παρακολούθησε στενά την κατάσταση.

Αν και η Τακαΐτσι δεν είπε ρητά τι θα έκανε η Ιαπωνία σε περίπτωση κινεζικής εισβολής, η τοποθέτησή της σηματοδοτεί απομάκρυνση από τη στρατηγική «δημιουργικής ασάφειας» που ακολουθούσαν παραδοσιακά οι Ιάπωνες ηγέτες σχετικά με ενδεχόμενη κρίση στην Ταϊβάν.

Αργότερα, η πρωθυπουργός σημείωσε ότι οι δηλώσεις της «δεν αποκλίνουν» από την παραδοσιακή θέση της χώρας. Η ιαπωνική κυβέρνηση επανέλαβε αρκετές φορές την προηγούμενη εβδομάδα ότι δεν έχει υπάρξει αλλαγή στην πολιτική του Τόκυο έναντι της Ταϊβάν.

Το κινεζικό καθεστώς κάλεσε τον Ιάπωνα πρέσβη στις 13 Νοεμβρίου για να υποβάλει επίσημη διαμαρτυρία και απαίτησε ανάκληση της δήλωσης της Τακαΐτσι. Το υπουργείο Άμυνας του καθεστώτος προειδοποίησε στις 14 Νοεμβρίου ότι εάν το Τόκυο προσπαθούσε να παρέμβει στρατιωτικά στα ζητήματα της Ταϊβάν, θα αντιμετώπιζε «συντριπτική ήττα» και «βαρύ τίμημα».

Η Ιαπωνία, της οποίας το δυτικότερο νησί Γιοναγκούνι απέχει μόλις 68 μίλια από την Ταϊβάν, ανησυχεί ότι οποιαδήποτε σύγκρουση στο Στενό της Ταϊβάν θα μπορούσε να επεκταθεί και στο δικό της έδαφος. Η χώρα φιλοξενεί περισσότερους από 50.000 Αμερικανούς στρατιώτες, καθώς και προηγμένα αμερικανικά μαχητικά αεροσκάφη.

Ο υπουργός Εξωτερικών της Ιαπωνίας, Τοσιμίτσου Μοτέγκι, δήλωσε στις 14 Νοεμβρίου ότι η ειρήνη και η σταθερότητα στο Στενό της Ταϊβάν είναι κρίσιμες όχι μόνο για την ασφάλεια της Ιαπωνίας, αλλά και για τη σταθερότητα της διεθνούς κοινότητας. Σε συνέντευξη Τύπου στο Τόκυο, σημείωσε ότι «η Ιαπωνία ελπίζει πραγματικά πως τα ζητήματα σχετικά με την Ταϊβάν θα επιλυθούν ειρηνικά μέσω διαλόγου» και ότι αυτή είναι «η σταθερή και αμετάβλητη θέση της ιαπωνικής κυβέρνησης».

Σε ερώτηση δημοσιογράφου για το αν η πρωθυπουργός θα ανακαλέσει τις δηλώσεις της για την Ταϊβάν, ο Μοτέγκι απάντησε ότι η κυβέρνηση έχει ήδη αποσαφηνίσει τη θέση της βάσει της νομοθεσίας του 2015 και της έννοιας της «κατάστασης απειλής για την επιβίωση». Τόνισε ότι η θέση της Ιαπωνίας «δεν αντιβαίνει στο Διεθνές Δίκαιο» και, κατά συνέπεια, «δεν υπάρχει καμία ανάγκη ανάκλησης» της δήλωσης της πρωθυπουργού.

Της Dorothy Li

Ο Τραμπ εξαιρεί την Ουγγαρία από τις κυρώσεις για τη ρωσική ενέργεια

Σε πλήρη εξαίρεση από τις αμερικανικές κυρώσεις που επιβάλλονται στη ρωσική ενέργεια προχώρησε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, για την Ουγγαρία, κατά τη συνάντησή του στις 7 Νοεμβρίου στον Λευκό Οίκο με τον πρωθυπουργό της Ουγγαρίας, Βίκτορ Ορμπάν.

Όπως δήλωσε στα ουγγρικά μέσα ενημέρωσης ο Ορμπάν, μετά το πέρας των συνομιλιών, η εξαίρεση καλύπτει πλήρως το ρωσικό φυσικό αέριο που διοχετεύεται μέσω του αγωγού TurkStream και το πετρέλαιο που προέρχεται από τον αγωγό Drasba.

«Ζητήσαμε από τον πρόεδρο να αρθούν οι κυρώσεις», ανέφερε ο Ορμπάν. «Συμφωνήσαμε και ο πρόεδρος έλαβε τη σχετική απόφαση λέγοντας ότι οι κυρώσεις δεν θα εφαρμοστούν στους δύο αυτούς αγωγούς».

Στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων, η Ουγγαρία συμφώνησε να προμηθευτεί αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο, όπως ανακοίνωσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, υπογραμμίζοντας με ενημερωτικό σημείωμα ότι αναμένεται να υπογραφούν συμβόλαια ύψους περίπου 600 εκατ. δολαρίων.

Οι δύο χώρες αποφάσισαν επίσης να ενισχύσουν τη συνεργασία τους στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των μικρών αρθρωτών αντιδραστήρων, ενώ η Ουγγαρία θα προμηθευτεί πυρηνικά καύσιμα από την αμερικανική εταιρεία Westinghouse Electric Company, όπως αποκάλυψε ο Ορμπάν.

Ανώτατος αξιωματούχος του Λευκού Οίκου επιβεβαίωσε στο πρακτορείο Reuters ότι στην Ουγγαρία χορηγήθηκε απαλλαγή ενός έτους από τις αμερικανικές κυρώσεις, ώστε να συνεχίσει να χρησιμοποιεί ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο.

Ως ένας από τους μεγαλύτερους αγοραστές ρωσικού πετρελαίου στην Ευρώπη, η Ουγγαρία έχει αποτελέσει σημαντική πρόκληση για τις προσπάθειες της κυβέρνησης Τραμπ να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Πριν από τις δηλώσεις του Ορμπάν, ο Τραμπ είχε ανοίξει το ενδεχόμενο απαλλαγής της Ουγγαρίας από τις κυρώσεις. «Το εξετάζουμε», είχε πει στους δημοσιογράφους. «Είναι πολύ δύσκολο για τον ίδιο να βρει πετρέλαιο και φυσικό αέριο από άλλες περιοχές. Δεν έχουν το πλεονέκτημα της θάλασσας», εξήγησε.

Ήταν η πρώτη διμερής συνάντηση στην Ουάσιγκτον μεταξύ των δύο συμμάχων από την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο. «Είναι σπουδαίος ηγέτης», δήλωσε ο Τραμπ για τον Ορμπάν, προσθέτοντας ότι ορισμένοι Ευρωπαίοι ηγέτες τον ζηλεύουν: «Αυτοί οι ηγέτες αποδείχτηκαν ότι έχουν άδικο», είπε ο Τραμπ, υπογραμμίζοντας την αυστηρή προσέγγιση της Ουγγαρίας στο μεταναστευτικό. «Στην Ευρώπη έχουν κάνει τεράστια λάθη με τη μετανάστευση», σχολίασε ο Αμερικανός πρόεδρος.

Ο Ορμπάν εξήγησε ότι η εξαίρεση από τις αμερικανικές κυρώσεις είναι αναγκαία, καθώς η Ουγγαρία – μια περίκλειστη χώρα – εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το ρωσικό πετρέλαιο.

Τόνισε ότι η διακοπή της τροφοδοσίας με ρωσική ενέργεια θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στον ουγγρικό λαό και στην οικονομία: «Τροφοδοτούμαστε μέσω αγωγών. Ο αγωγός δεν είναι ιδεολογικό ή πολιτικό ζήτημα, αλλά φυσική αναγκαιότητα. Είναι ζωτικής σημασίας για εμάς», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Στις 22 Οκτωβρίου, η κυβέρνηση Τραμπ είχε ανακοινώσει αυστηρότερες κυρώσεις κατά της Μόσχας, μεταξύ άλλων στους δύο μεγαλύτερους ρωσικούς πετρελαϊκούς κολοσσούς, Lukoil και Rosneft, με στόχο να περιοριστεί η χρηματοδότηση του πολέμου στην Ουκρανία.

Η κίνηση αυτή ενδεχομένως να εκθέσει και άλλες χώρες-αγοραστές, όπως η Κίνα, η Ινδία και ευρωπαϊκά κράτη, σε δευτερογενείς κυρώσεις. Ο Ορμπάν είχε δηλώσει νωρίτερα πως αναζητά τρόπους παράκαμψης των αμερικανικών κυρώσεων.

Ο Τραμπ σημείωσε πως, πέραν των θεμάτων ενέργειας και εμπορίου, οι ηγέτες θα συζητήσουν και την κατάσταση στην Ουκρανία.

Ο Ορμπάν δήλωσε ότι θα παρουσιάσει προτάσεις για τη λήξη του πολέμου. Παράλληλα, επέκρινε κακή εκτίμηση των υπολοίπων μελών της ΕΕ, υποστηρίζοντας πως πολλοί πιστεύουν λανθασμένα ότι η Ουκρανία μπορεί να κερδίσει στο πεδίο της μάχης. «Είναι ένα περίπλοκο θέμα», σημείωσε. Όταν ο Τραμπ τον ρώτησε αν θεωρεί πως η Ουκρανία δεν μπορεί να κερδίσει τον πόλεμο, ο Ορμπάν απάντησε: «Ένα θαύμα μπορεί να συμβεί».

Στηλίτευσε ακόμη τους Ευρωπαίους ηγέτες επειδή επέβαλαν οικονομικές κυρώσεις στην Ουγγαρία, λόγω της άρνησής της να δεχθεί μετανάστες. «Στην Ουγγαρία, ο αριθμός των παράνομων μεταναστών είναι μηδενικός, επειδή έχουμε απολύτως σαφές σύστημα», δήλωσε ο Ορμπάν. Πέρυσι, το ανώτατο δικαστήριο της ΕΕ αποφάσισε να επιβάλει στην Ουγγαρία πρόστιμο 1 εκατ. ευρώ ημερησίως, μέχρι να συμμορφωθεί με τους κανόνες της Ένωσης για τους πρόσφυγες.

«Τους είπα ότι πρέπει να σέβονται αυτόν τον άνθρωπο», είπε ο Τραμπ αναφερόμενος στον Ορμπάν. Η κυβέρνηση Μπάιντεν διατήρησε ψυχρές σχέσεις με την κυβέρνηση Ορμπάν, επικαλούμενη ζητήματα διαφθοράς, υπονόμευσης της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, πιέσεις σε ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, αλλά και οπισθοδρόμησης της δημοκρατίας, ενώ επέκρινε και τις στενές σχέσεις της Βουδαπέστης με τη Μόσχα και το Πεκίνο.

Με την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο το 2025, οι διμερείς σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ουγγαρίας άρχισαν να βελτιώνονται σημαντικά. Ο Ορμπάν χαρακτήρισε αυτή τη νέα περίοδο ως την αρχή μιας «χρυσής εποχής» των διμερών σχέσεων και είπε στον Τραμπ πως επί κυβέρνησης Μπάιντεν «όλα ήταν ουσιαστικά μπλοκαρισμένα, κατεστραμμένα και ακυρωμένα» μεταξύ των δύο χωρών.

ΕΕ: Νέα στρατηγική για μείωση της ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία

Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα ξεκινήσει τις επόμενες εβδομάδες τη συγκέντρωση της ζήτησης για φυσικό αέριο από ευρωπαϊκές εταιρείες, στο πλαίσιο των προσπαθειών της να απεξαρτήσει την ήπειρο από τη ρωσική ενέργεια.

Την ανακοίνωση αυτή έκανε ο επίτροπος Ενέργειας της Ε.Ε., Νταν Γιόργκενσεν, στις 28 Οκτωβρίου. «Θα εκκινήσουμε μια στοχευμένη άσκηση συγκέντρωσης ζήτησης φυσικού αερίου για τις εταιρείες της περιοχής», δήλωσε ο Γιόργκενσεν μετά τη μινι-υπουργική σύνοδο για τη διασύνδεση της ενέργειας στην Κεντρική και Νοτιοανατολική Ευρώπη, στη Ρουμανία.

Η Ε.Ε. διαπραγματεύεται αυτή τη στιγμή την απαγόρευση εισαγωγών πετρελαίου και αερίου από τη Μόσχα μέχρι τον Ιανουάριο του 2028.

Πριν από την έναρξη του πολέμου μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, η Ρωσία κάλυπτε περίπου το 40% των εισαγωγών φυσικού αερίου της Ένωσης, προσφέροντας ακόμη σημαντικές ποσότητες αργού πετρελαίου και άνθρακα.

Ο Γιόργκενσεν εξήγησε ότι η επαναλειτουργία του μηχανισμού συγκέντρωσης ζήτησης στοχεύει στη διασφάλιση προμηθειών φυσικού αερίου σε ανταγωνιστικές τιμές και με ευρύτερη γεωγραφική διασπορά.

Η πρωτοβουλία για συγκέντρωση της ζήτησης φυσικού αερίου ξεκίνησε από την Ένωση το 2022, ως απάντηση στον πόλεμο στην Ουκρανία και την ανάγκη απεξάρτησης από το ρωσικό καύσιμο.

Ωστόσο, δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για τον πραγματικό όγκο των υπογεγραμμένων συμβολαίων ή προμηθειών μέσω της πλατφόρμας.

Το σύστημα συγκεντρώνει τη ζήτηση και φέρνει σε επαφή αγοραστές και προμηθευτές αερίου, με τις μεταξύ τους διαπραγματεύσεις να παραμένουν ανεξάρτητες – πράγμα που σημαίνει ότι οι εταιρείες δεν είναι ακόμη υποχρεωμένες να δηλώνουν τις συμφωνίες τους.

Η Ε.Ε. έχει δεσμευτεί να αυξήσει σημαντικά τις ενεργειακές εισαγωγές από τις Ηνωμένες Πολιτείες, προχωρώντας σε αγορές ύψους 250 δισ. δολαρίων ετησίως ως το 2028, βάσει εμπορικής συμφωνίας με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ.

Ο Τραμπ έχει εκφράσει έντονη δυσαρέσκεια για τα ευρωπαϊκά κράτη-συμμάχους της Αμερικής που συνεχίζουν να αγοράζουν ρωσική ενέργεια ενόσω διαρκεί ο πόλεμος στην Ουκρανία.

Μιλώντας στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, επέκρινε τους συμμάχους του ΝΑΤΟ λέγοντας: «Ανεξήγητα, ακόμη και χώρες του ΝΑΤΟ δεν έχουν διακόψει σε μεγάλο βαθμό την αγορά ρωσικής ενέργειας και ρωσικών ενεργειακών προϊόντων. Σκεφτείτε το – χρηματοδοτούν τον πόλεμο εναντίον των ίδιων τους των εαυτών».

Στις 23 Οκτωβρίου, η Ε.Ε. συμφώνησε σε νέο πακέτο κυρώσεων κατά της Ρωσίας, που στοχεύει στον «σκιώδη στόλο» της Μόσχας, τράπεζες, εταιρείες τρίτων χωρών και παρόχους κρυπτονομισμάτων.

Το Συμβούλιο της Ε.Ε. ανακοίνωσε ότι αυτό το δέκατο ένατο πακέτο κυρώσεων αποτελεί απάντηση στην κλιμάκωση της ρωσικής επιθετικότητας, κυρίως μέσω επιθέσεων σε υποδομές πολιτών.

Στα μέτρα περιλαμβάνεται η επιβολή κυρώσεων σε 117 επιπλέον πλοία του ρωσικού σκιώδους στόλου – με το σύνολο να φθάνει τα 557 – καθώς και η επιβεβαίωση απαγόρευσης εισαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), με ισχύ από τον Ιανουάριο 2027 για τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια και εντός εξαμήνου για τα βραχυπρόθεσμα.

Η απαγόρευση αυτή θα απαιτήσει από τα κράτη-μέλη που συνεχίζουν να αγοράζουν ρωσικό αέριο να διακόψουν τα συμβόλαιά τους και να αναζητήσουν εναλλακτικές πηγές.

Ορισμένες χώρες της Ε.Ε., όπως η Γαλλία και το Βέλγιο, συνεχίζουν να εισάγουν ρωσικό LNG, ενώ η Σλοβακία και η Ουγγαρία λαμβάνουν παραδόσεις αερίου μέσω αγωγών.

Ειδικά η Ουγγαρία έχει εκφράσει ανοικτά την αντίθεσή της σε οποιοδήποτε σχέδιο αποκλεισμού της ρωσικής ενέργειας.

Ο υπουργός Εξωτερικών της Ουγγαρίας, Πέτερ Σιγιάρτο, δήλωσε στις 15 Οκτωβρίου: «Οι Ευρωπαίοι φίλοι μου συμπεριφέρονται σαν παράφρονες σε ό,τι αφορά την ενέργεια. Τώρα οι Βρυξέλλες μας αναγκάζουν να αντικαταστήσουμε φθηνές και αξιόπιστες πηγές φυσικού αερίου με ακριβότερες και λιγότερο αξιόπιστες. Η Ουγγαρία δεν βρίσκει κανένα όφελος σε αυτό».

Αντίστοιχη στάση κρατά και η Σλοβακία, ένα ακόμη μέλος της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ με μεγάλη εξάρτηση από τη ρωσική ενέργεια.

Ο υπουργός Εξωτερικών της Σλοβακίας, Γιούραϊ Μπλινάρ, ανέφερε στο πρακτορείο Reuters, στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης του Ο.Η.Ε. στις 24 Σεπτεμβρίου: «Δεν έχουμε άλλες επιλογές που να μπορούν να διατηρηθούν και να προσφέρουν λογικές τιμές. Η διαφοροποίηση απαιτεί χρόνο. Γι’ αυτό καλούμε σε κάποια μορφή κατανόησης».

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει ελάφρυνση του νόμου για την αποψίλωση για τις μικρές επιχειρήσεις

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΕ) πρότεινε στις 21 Οκτωβρίου περιορισμένες αλλαγές στον νόμο της για την αποψίλωση των δασών, προκειμένου να ελαφρύνει τις υποχρεώσεις αναφοράς για τους μικρούς παραγωγούς και επιχειρήσεις, χωρίς όμως να προχωρήσει σε νέα αναβολή της εφαρμογής του μέτρου.

Ο κανονισμός της ΕΕ για την αποψίλωση των δασών (EUDR) απαγορεύει τις εισαγωγές φοινικελαίου, καφέ, κακάο, βοδινού κρέατος, ξυλείας και καουτσούκ, εκτός εάν οι εταιρείες αποδείξουν ότι τα προϊόντα αυτά παράχθηκαν χωρίς αποψίλωση.

Αρχικά, η εφαρμογή του είχε αναβληθεί, από το 2024 για τον Δεκέμβριο του 2025, και αναμενόταν νέα καθυστέρηση τον Σεπτέμβριο, έπειτα από δήλωση της επιτρόπου Περιβάλλοντος της ΕΕ, Γέσικα Ρόσβαλ, η οποία είχε αναφέρει ότι χρειαζόταν περισσότερος χρόνος για τη διόρθωση του πληροφοριακού συστήματος που θα παρακολουθεί τα προϊόντα στο πλαίσιο του νόμου.

Μιλώντας στους δημοσιογράφους στο Λουξεμβούργο, η Ρόσβαλ ανέφερε ότι ο κανονισμός θα τεθεί σε ισχύ στις 30 Δεκεμβρίου 2025 για τις μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις, ενώ οι πολύ μικρές και οι μικρές επιχειρήσεις θα έχουν προθεσμία έως τις 30 Ιουνίου 2026. Προβλέπονται ελαφρύτερες απαιτήσεις αναφοράς για τους μικρούς φορείς, καθώς και περίοδος χάριτος έξι μηνών για τις μεγάλες εταιρείες πριν αρχίσουν να επιβάλλονται πλήρεις κυρώσεις.

Η Ρόσβαλ εξήγησε ότι οι πολύ μικροί παραγωγοί θα εξαιρεθούν από την υποχρέωση σύνταξης πλήρους δήλωσης δέουσας επιμέλειας και θα χρειάζεται μόνο να υποβάλλουν απλή δήλωση, γεγονός που θα μειώσει την επιβάρυνση του πληροφοριακού συστήματος.

Προσέθεσε ότι οι απλουστεύσεις αυτές θα επιτρέψουν στον νόμο να τεθεί σε ισχύ όπως είχε προγραμματιστεί, προβλέποντας μια μεταβατική περίοδο έξι μηνών για τις μεγάλες εταιρείες, κατά την οποία δεν θα επιβάλλονται κυρώσεις.

«Προσαρμογή χωρίς νέα καθυστέρηση»

Η Τερέσα Ριβέρα, αντιπρόεδρος της Επιτροπής για την «Καθαρή, Δίκαιη και Ανταγωνιστική Μετάβαση», δήλωσε ότι η πρόταση επιτρέπει στους μεγάλους φορείς να προσαρμοστούν σταδιακά, δίνοντας παράλληλα περισσότερο χρόνο στους μικρούς παραγωγούς να προετοιμαστούν.

Ωστόσο, η πρόταση δέχθηκε κριτική από εκπροσώπους του ευρωπαϊκού επιχειρηματικού κόσμου.

Ο Χόλγκερ Σβάνεκε, γενικός γραμματέας της Γερμανικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματικών Τεχνών, σχολίασε ότι οι τροποποιήσεις της Επιτροπής «απέχουν πολύ από το αναγκαίο». Επεσήμανε ότι, αντί να αντιμετωπιστούν τα βασικά προβλήματα, η Επιτροπή επιμένει σε χρονοδιάγραμμα και στόχους που είναι ανεφάρμοστοι ή εξαιρετικά δύσκολοι για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, επιβάλλοντας επιπλέον σημαντικό βάρος.

Ο Σβάνεκε τόνισε ότι η ΕΕ θα έπρεπε να είχε παγώσει την εφαρμογή του νόμου για να επιτρέψει πλήρη αναθεώρησή του. Όπως ανέφερε, δεδομένων των τεράστιων διοικητικών βαρών που επιφέρει ο κανονισμός στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μια προσωρινή «αναστολή του ρολογιού» θα ήταν η μόνη κατάλληλη λύση. Συμπλήρωσε ότι μια διετής αναστολή και ένα άνοιγμα για θεμελιώδεις διορθώσεις θα μπορούσαν να αποτελέσουν πραγματική θεραπεία.

Συμμόρφωση και σύγχυση

Σύμφωνα με την επικαιροποιημένη πρόταση, οι μικροί παραγωγοί σε χώρες χαμηλού κινδύνου, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, ο Καναδάς, η Ινδία, η Κίνα και η Αυστραλία, θα χρειάζεται να υποβάλουν μόνο μία αρχική δήλωση για να καταγραφούν ως φορείς.

Το μέτρο δεν ισχύει για χώρες «τυπικού κινδύνου», όπως η Βραζιλία, η Ινδονησία και η Μαλαισία, οι οποίες εξακολουθούν να υποχρεούνται να προσκομίζουν πλήρη τεκμηρίωση δέουσας επιμέλειας. Η Βραζιλία, ο μεγαλύτερος εξαγωγέας γεωργικών προϊόντων προς την ΕΕ, μαζί με την Αυστραλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, έχει ήδη ζητήσει από την ΕΕ να αναβάλει την εφαρμογή του κανονισμού.

Το προηγούμενο έτος, Αμερικανοί αξιωματούχοι είχαν δηλώσει ότι οι παραγωγοί αντιμετώπιζαν δυσκολίες συμμόρφωσης με τους νέους κανόνες.

Η Ρόσβαλ ανέφερε ότι ο κανονισμός παραμένει σύμφωνος με τους διεθνείς εμπορικούς κανόνες, υπογραμμίζοντας ότι όλες οι εταιρείες που διαθέτουν προϊόντα στην ευρωπαϊκή αγορά, ανεξαρτήτως μεγέθους, θα δεσμεύονται από τις βασικές απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας.

Η πρόταση θα υποβληθεί τώρα στις κυβερνήσεις των κρατών-μελών της ΕΕ και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για έγκριση, όπου ενδέχεται να υπάρξουν περαιτέρω τροποποιήσεις.

Η Ρόσβαλ εξέφρασε την ελπίδα ότι η πρόταση θα εγκριθεί το συντομότερο δυνατό, επισημαίνοντας ότι απομένει ελάχιστος χρόνος για να διασφαλιστεί η ομαλή εφαρμογή του νόμου. Προειδοποίησε ότι μια εκ νέου πλήρης νομοθετική διαδικασία, όπως η προσθήκη νέων κατηγοριών κινδύνου για χώρες, θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω καθυστερήσεις. Μια νέα κατηγορία κινδύνου θα αποτελούσε χρονοβόρο και προβληματική διαδικασία, δήλωσε, απορρίπτοντας τις εισηγήσεις για νέα αναβολή ενός έτους.

Η Ινδία αποκαλύπτει σχέδιο υδροηλεκτρικής ανάπτυξης 66 δισ. ευρώ εν μέσω γεωπολιτικού ανταγωνισμού με την Κίνα

Η Κεντρική Αρχή Ηλεκτρισμού (ΚΑΗ) της Ινδίας ανακοίνωσε ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο ύψους 66 δισ. ευρώ για την ανάπτυξη υδροηλεκτρικών έργων στη λεκάνη του ποταμού Βραχμαπούτρα, με στόχο να αντιμετωπίσει το κινεζικό έργο υπερφράγματος στα ανάντη τμήματα του ίδιου ποταμού.*

Πρόκειται για την πιο πρόσφατη κίνηση σε έναν μακροχρόνιο αγώνα ισχύος ανάμεσα στις δύο χώρες για τον έλεγχο των υδάτων που πηγάζουν από το Θιβέτ — έναν ανταγωνισμό που, σύμφωνα με ειδικούς, υπερβαίνει τα ζητήματα υδροηλεκτρικής ενέργειας και αγγίζει βαθύτερες οικονομικές και γεωπολιτικές εντάσεις, καθώς και μακροχρόνιες συνοριακές διαφορές.

Η Ινδία σχεδιάζει να αναπτύξει υδροηλεκτρική δυναμικότητα 76 γιγαβάτ (GW) έως το 2047, με συνολικό κόστος 6,4 τρισεκατομμύρια ρουπίες (62 δισ. ευρώ). Η πρώτη φάση, έως το 2035, θα κοστίσει 1,91 τρισ. ρουπίες (18 δισ. ευρώ), ενώ η δεύτερη θα απαιτήσει 4,52 τρισ. ρουπίες (44 δισ. ευρώ).

Ο ποταμός Βραχμαπούτρα, που ξεκινά από το Θιβέτ και διαρρέει την Ινδία και το Μπανγκλαντές, διαθέτει τεράστιες ενεργειακές δυνατότητες, ιδιαίτερα στην πολιτεία Αρουνάτσαλ Πραντές, κοντά στα ινδοκινεζικά σύνορα. Το ανάντη τμήμα του είναι γνωστό ως ποταμός Γιαρλούνγκ Τσανγκμπό.

Στόχος της Ινδίας η μείωση της εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, φτάνοντας τα 500 GW παραγωγής μη ορυκτής ενέργειας έως το 2030 και επιτυγχάνοντας μηδενικό άνθρακα έως το 2070.

Οι τεράστιες δυνατότητες της λεκάνης του Βραχμαπούτρα

Η λεκάνη του ποταμού περιέχει πάνω από το 80% του ανεκμετάλλευτου υδροδυναμικού της Ινδίας. Μόνο η Αρουνάτσαλ Πραντές μπορεί να παράγει 52,2 GW — περισσότερο από το διπλάσιο της ισχύος του φράγματος των Τριών Φαραγγιών στην Κίνα (22,5 GW).

Σύμφωνα με την ΚΑΗ, το σχέδιο περιλαμβάνει 208 μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα σε 12 υπολεκάνες των βορειοανατολικών πολιτειών. Οι σημαντικότερες είναι οι υπολεκάνες Ντιμπάνγκ (8.801 MW), Σιάνγκ (18.666 MW), Λόχιτ (6.841,5 MW), Σουμπανσίρι (12.290 MW), Καμένγκ (3.258 MW), Τίστα (6.804 MW) και Μπαράκ (4.627,2 MW).

Ο Κινέζος υδρολόγος Γουάνγκ Γουεϊλούο, που ζει στη Γερμανία, εξήγησε στην εφημερίδα The Epoch Times στις 17 Οκτωβρίου ότι το ινδικό σχέδιο αφορά πρωτίστως τις επενδύσεις στο δίκτυο μεταφοράς υδροηλεκτρικής ενέργειας. Επεσήμανε ότι η συνολική επένδυση για τα πάνω από 200 έργα είναι πιθανότατα πολλαπλάσια, ίσως πέντε έως δέκα φορές μεγαλύτερη.

Το κινεζικό φράγμα και οι περιβαλλοντικές ανησυχίες

Το σχέδιο της Ινδίας παρουσιάστηκε λίγο μετά την έναρξη κατασκευής του κινεζικού υπερφράγματος ύψους 144 δισ. ευρώ στον ποταμό Γιαρλούνγκ Τσανγκμπό, κοντά στα σύνορα με την Ινδία, τον Ιούλιο. Το έργο αυτό προκαλεί ανησυχία τόσο στην Ινδία όσο και στο Μπανγκλαντές, καθώς πιθανές συνέπειες είναι οι διακοπές στη ροή των υδάτων, πλημμύρες και περιβαλλοντικές επιπτώσεις.

Ο ποταμός Γιαρλούνγκ Τσανγκμπό στην πόλη Λιντζί. Θιβέτ, 4 Ιουνίου 2021. (Kevin Frayer/Getty Images)

 

Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι τα κινεζικά φράγματα μπορεί να μειώσουν τη ροή του ποταμού κατά την ξηρή περίοδο έως και 85%, πλήττοντας την Ινδία και το Μπανγκλαντές. Η Ινδία έχει καλέσει την Κίνα να διασφαλίσει πως τα συμφέροντα των χωρών που βρίσκονται κατάντη* δεν θα θιγούν.

Ο Γουάνγκ τόνισε ότι η Κίνα έχει πλεόνασμα ηλεκτρικής ενέργειας και πως ο πραγματικός σκοπός του έργου είναι η τόνωση μιας οικονομίας που παραμένει υποτονική μετά την πανδημία. Ωστόσο, διεθνείς παρατηρητές σημειώνουν ότι, παρά την έναρξη του έργου, η κινεζική οικονομία δεν δείχνει σημάδια ανάκαμψης, με τη χαμηλή εμπιστοσύνη των επενδυτών και τη μείωση της εγχώριας ζήτησης να επιμένουν.

Η γεωπολιτική διάσταση 

Σύμφωνα με αναλυτές, η αντιπαράθεση Ινδίας-Κίνας για τους πόρους του ποταμού Γιαρλούνγκ Τσανγκμπό/Βραχμαπούτρα είναι πρωτίστως γεωπολιτική.

Ο Χανγκ Μινγκ-τε, ερευνητής στο Ινστιτούτο Εθνικής Άμυνας και Ασφάλειας της Ταϊβάν, δήλωσε στην Epoch Times στις 15 Οκτωβρίου ότι η Ινδία ανακοίνωσε σκόπιμα το σχέδιό της αυτή τη χρονική στιγμή, για να ενισχύσει την επιρροή της στην περιοχή. Προσέθεσε ότι, εκτός από τις συνοριακές διαφορές με την Κίνα, οι σχέσεις Ινδίας-Μπαγκλαντές έχουν επιδεινωθεί, καθώς το Μπαγκλαντές φαίνεται να πλησιάζει το Πακιστάν.

Ο ίδιος προειδοποίησε ότι τα σχέδια και των δύο χωρών για ανάπτυξη φραγμάτων στον ίδιο ποταμό θα οξύνουν τον ανταγωνισμό για το νερό, περιορίζοντας τα αποθέματα των χωρών που βρίσκονται κατάντη. Η Ινδία φοβάται ότι θα χάσει τον έλεγχο των υδάτων της από την Κίνα, ενώ το Μπανγκλαντές ανησυχεί για πιθανή εξάρτηση από την Ινδία.

Στρατηγικής σημασίας τοποθεσία και κινεζικές αντιδράσεις

Η περιοχή Μεντόγκ του Θιβέτ απέχει λιγότερο από 20 χιλιόμετρα από την Αρουνάτσαλ Πραντές της Ινδίας.

Ο Γουάνγκ επισήμανε ότι ανάμεσα στα 208 ινδικά έργα περιλαμβάνεται και το φράγμα του ποταμού Σιάνγκ, το οποίο βρίσκεται κατάντη του Γιαρλούνγκ Τσανγκμπό, μετά την έξοδό του από τη Μεντόγκ. Το έργο αυτό, όπως εξήγησε, έχει τεχνικές επιπτώσεις στα κινεζικά φράγματα στα κατώτερα τμήματα του ποταμού, λόγω του φαινομένου της παλινδρόμησης των υδάτων, που μπορεί να επηρεάσει ακόμη και την επιλογή τοποθεσίας του κινεζικού φράγματος.

Ο Γουάνγκ υπενθύμισε ότι για περισσότερο από μία δεκαετία το Πεκίνο έχει εκφράσει επανειλημμένα την αντίθεσή του στην κατασκευή φράγματος από την Ινδία σε αυτό το σημείο, προσθέτοντας ότι η κυβέρνηση της Ινδίας φαίνεται αυτή τη φορά αποφασισμένη να προχωρήσει.

Χάρτης των επτά κύριων ποταμών της Ασίας (κάθε ένας σημειώνεται με μπλε κουκκίδα) που πηγάζουν από το οροπέδιο του Θιβέτ. Η πορτοκαλί κουκκίδα δείχνει την περιοχή όπου ο ποταμός Γιαρλούνγκ Τσανγκμπό εισέρχεται στην Ινδία, στην Αρουνάτσαλ Πραντές, και μετονομάζεται σε ποταμό Βραχμαπούτρα. Ο χάρτης δεν είναι υπό κλίμακα. (Προσαρμογή: Venus Upadhayaya/The Epoch Times)

 

Ένα κινεζικό κρατικό μέσο, το 163.com, δημοσίευσε στις 7 Οκτωβρίου άρθρο με τίτλο Why Must the Yarlung Tsangbo River Dam Be Built Now? It’s Now or It will Be Too Late! («Γιατί πρέπει να κατασκευαστεί τώρα το φράγμα του ποταμού Γιαρλούνγκ Τσανγκμπό; Τώρα πρέπει, αλλιώς θα είναι πολύ αργά!»).

Το άρθρο υποστήριζε ότι, στο σημερινό πλαίσιο της κλιματικής αλλαγής και των ελλείψεων νερού, «όποιος κατασκευάζει φράγματα και ελέγχει τη ροή κοντά στην πηγή, αποκτά τον έλεγχο». Παραδεχόταν ακόμη ότι η ανησυχία της Ινδίας για πιθανό έλεγχο της ροής από την Κίνα δεν αποτελεί θεωρία συνωμοσίας, αλλά γεωπολιτική πραγματικότητα.

Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, η κατασκευή του κινεζικού φράγματος θεωρείται «στρατηγικό σημείο ελέγχου», καθώς δεν αποτελεί απλώς ενεργειακό έργο, αλλά «σύμβολο εθνικής παρουσίας» που υποχρεώνει τις γειτονικές χώρες «να το σκεφτούν διπλά πριν κινηθούν στην περιοχή».

Οι αμφισβητούμενες συνοριακές γραμμές

Ο Γουάνγκ εξήγησε ότι υπάρχουν τρεις διαφορετικές οριοθετήσεις των συνόρων μεταξύ Κίνας και Ινδίας.

Η πρώτη είναι η γραμμή που χαράσσεται στους κινεζικούς χάρτες, σύμφωνα με την οποία η νότια περιοχή του Θιβέτ —γνωστή ως Αρουνάτσαλ Πραντές στην Ινδία— θεωρείται κινεζικό έδαφος. Τα κινεζικά υδροηλεκτρικά έργα στα κατώτερα τμήματα του ποταμού βασίζονται σε αυτή τη γραμμή.

Η δεύτερη είναι η Γραμμή ΜακΜάχον, η οποία αναγνωρίζεται διεθνώς ως το νόμιμο σύνορο, αλλά δεν αναγνωρίζεται από το Πεκίνο. Βάσει αυτής, η Αρουνάτσαλ Πραντές αποτελεί ινδικό έδαφος — γεγονός που μειώνει σημαντικά το μήκος του ποταμού στην Κίνα.

Η τρίτη γραμμή βρίσκεται περίπου 20 χιλιόμετρα βόρεια της Γραμμής ΜακΜάχον και αντιπροσωπεύει την πραγματική γραμμή ελέγχου, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά τον συνοριακό πόλεμο της δεκαετίας του 1960, όταν ο Μάο Τσετούνγκ διέταξε τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό να αποσυρθεί βόρεια.

Ο Γουάνγκ υποστήριξε ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) σκοπεύει να χρησιμοποιήσει την κατασκευή του μεγαλύτερου υδροηλεκτρικού έργου στον κόσμο ως μέσο για την αναζωπύρωση της συνοριακής διαμάχης και μία εκ νέου διείσδυση στη νότια περιοχή του Θιβέτ.

Με τη συμβολή του Luo Ya και πληροφορίες από το Reuters

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

ανάντη: τα τμήματα που βρίσκονται πιο κοντά στις πηγές (αντώνυμο: κατάντη, τα τμήματα προς τις εκβολές)

Η Ουγγαρία εγγυάται ανεμπόδιστη είσοδο Πούτιν για σύνοδο με Τραμπ στη Βουδαπέστη

Η Βουδαπέστη διαμηνύει ότι εξασφαλίζει την ανεμπόδιστη είσοδο και έξοδο του Βλαντίμιρ Πούτιν για τη συνάντησή του με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, παρά το σε ισχύ διεθνές ένταλμα σύλληψης του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου (ΔΠΔ), δήλωσε την Παρασκευή ο υπουργός Εξωτερικών της Ουγγαρίας, Πέτερ Σιγιάρτο.

«Θα εξασφαλίσουμε να εισέλθει στην Ουγγαρία, να έχει επιτυχείς συνομιλίες εδώ και κατόπιν να επιστρέψει στην πατρίδα του», σημείωσε ο Σιγιάρτο. «Δεν χρειάζεται να υπάρξει οποιαδήποτε διαβούλευση με κανέναν. Είμαστε κυρίαρχο κράτος. Θα τον υποδεχθούμε με σεβασμό, θα τον φιλοξενήσουμε και θα του παρέχουμε τις συνθήκες ώστε να διαπραγματευθεί με τον Αμερικανό πρόεδρο».

Η Ουγγαρία παραμένει, επί του παρόντος, μέλος του ΔΠΔ, αλλά βρίσκεται σε εξέλιξη διαδικασία αποχώρησης διάρκειας ενός έτους, έπειτα από σχετική απόφαση του ουγγρικού κοινοβουλίου στις 20 Μαΐου, με την αιτιολογία ότι το Δικαστήριο έχει πολιτικοποιηθεί.

Νωρίτερα φέτος, ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπάν φιλοξένησε τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, για τον οποίο επίσης εκκρεμεί ένταλμα σύλληψης από το ΔΠΔ. Ούτε οι Ηνωμένες Πολιτείες ούτε η Ρωσία αναγνωρίζουν τη δικαιοδοσία του ΔΠΔ.

Ο Τραμπ έχει συμφωνήσει στη διεξαγωγή δεύτερης συνόδου με τον Πούτιν για τον πόλεμο στην Ουκρανία στη Βουδαπέστη, δηλώνοντας ότι θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί εντός των επόμενων δύο εβδομάδων. Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social, την Πέμπτη, ανέφερε ότι είχε μόλις ολοκληρώσει μια «πολύ παραγωγική τηλεφωνική συνομιλία με τον Πούτιν».

«Κατόπιν της συνομιλίας, συμφωνήσαμε ότι την επόμενη εβδομάδα θα πραγματοποιηθεί σύσκεψη των ανώτατων συμβούλων μας», σημείωσε ο Τραμπ, διευκρινίζοντας ότι των αρχικών διαβουλεύσεων θα ηγηθούν ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο και άλλα στελέχη που θα ονομαστούν. Ο τόπος διεξαγωγής της συνάντησης δεν έχει ακόμη καθοριστεί.

«Στη συνέχεια, ο πρόεδρος Πούτιν κι εγώ θα συναντηθούμε σε συμφωνημένη τοποθεσία, στη Βουδαπέστη της Ουγγαρίας, για να δούμε αν μπορούμε να τερματίσουμε αυτό τον άδοξο πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας», έγραψε ο Τραμπ.

Στη Μόσχα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Ντμίτρι Πεσκόφ δήλωσε σε δημοσιογράφους ότι ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ και ο Μάρκο Ρούμπιο θα πρέπει να έρθουν σε τηλεφωνική επικοινωνία και να οργανώσουν συνάντηση για την προετοιμασία της συνόδου.

«Πρώτα θα έχουν μια τηλεφωνική συνομιλία, έπειτα θα συναντηθούν και θα ξεκινήσουν τις συζητήσεις για όλα τα θέματα», ανέφερε στο ρωσικό πρακτορείο TASS. «Υπάρχουν πολλά ζητήματα, πρέπει να οριστούν οι διαπραγματευτικές ομάδες. Όλα θα γίνουν σταδιακά».

Η νέα αυτή συνάντηση ακολουθεί την πρώτη δια ζώσης επαφή μεταξύ ενός Αμερικανού προέδρου και του Πούτιν μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, συνάντηση η οποία πραγματοποιήθηκε φέτος τον Αύγουστο στο Άνκορατζ, στην Αλάσκα.

Ο Ορμπάν είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Τραμπ την Πέμπτη και με τον Πούτιν την Παρασκευή, δηλώνοντας ότι οι προετοιμασίες για τη σύνοδο προχωρούν με ταχύτατους ρυθμούς.

Ο έμπειρος Ούγγρος ηγέτης διατηρεί χρόνια στενές σχέσεις με τον Τραμπ και παραμένει ένας από τους ελάχιστους Ευρωπαίους ηγέτες που διατηρούν ανοιχτούς διαύλους με τη Μόσχα.

Η στάση του απέναντι στη Ρωσία, όπως και η άρνησή του να βάλει φρένο στις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου και πετρελαίου, έχει οδηγήσει σε εντάσεις τόσο με άλλους Ευρωπαίους ηγέτες όσο και, σε μικρότερο βαθμό, με τον ίδιο τον Τραμπ.

Μιλώντας την Παρασκευή σε κρατικό ραδιόφωνο, ο Ορμπάν δήλωσε: «Η Ουγγαρία είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη που μπορεί να φιλοξενήσει μια τέτοια συνάντηση. Αν δούμε τον ευρωπαϊκό πολιτικό χάρτη, υπάρχει μόνο μία χώρα που διαχρονικά υπερασπίζεται τις θέσεις της υπέρ της ειρήνης».

«Φυσικά, υπάρχει ενθουσιασμός στην Ουγγαρία αυτή την ώρα. Γιατί, ένας Θεός ξέρει πότε ήταν η τελευταία φορά που έλαβε χώρα μια τόσο σημαντική διπλωματική συνάντηση στη χώρα μας, και μάλιστα όχι απλώς ως οικοδεσπότες, αλλά ως διαμορφωτές μιας κατάστασης που αναδεικνύει τη Βουδαπέστη ως κατάλληλο τόπο για ειρηνευτική σύνοδο – κάτι που θεωρείται πολιτικό επίτευγμα», πρόσθεσε.

Επεσήμανε ακόμη ότι, παρόλο που αντιλαμβάνεται τον ενθουσιασμό και την περιέργεια των Ούγγρων, ζητά απ’ όλους αυτοσυγκράτηση, καθώς «αυτή η διαπραγμάτευση δεν έχει να κάνει με εμάς, αλλά με την ειρήνη».

Με πληροφορίες από το Reuters

Ο Τραμπ κηρύσσει το τέλος του πολέμου στη Γάζα

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, παρέστη σε διάσκεψη ειρήνης στην Αίγυπτο στις 13 Οκτωβρίου, όπου υπέγραψε συμφωνία που στοχεύει στον τερματισμό του πολέμου στη Γάζα, σηματοδοτώντας ένα κομβικό σημείο στις προσπάθειες ειρήνευσης της περιοχής και εγκαινιάζοντας, όπως τόνισε, «μια νέα εποχή για τη Μέση Ανατολή».

Ο Αμερικανός πρόεδρος πλαισιώθηκε από ηγέτες χωρών που διαδραμάτισαν μεσολαβητικό ρόλο στις αρχικές φάσεις της συμφωνίας. «Ύστερα από χρόνια οδύνης και αιματοχυσίας, ο πόλεμος στη Γάζα έλαβε τέλος», δήλωσε ο Τραμπ στη διάρκεια της συνόδου.

Τριάντα πέντε αρχηγοί κρατών βρέθηκαν δίπλα του στο θέρετρο Σαρμ ελ Σέιχ· μεταξύ αυτών οι ηγέτες της Βρετανίας, της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Τουρκίας, της Ιορδανίας και του Κατάρ, καθώς και ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρρες και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Στη σύνοδο συμμετείχε και ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής Μαχμούντ Αμπάς, ωστόσο εκπρόσωποι της Χαμάς δεν παρέστησαν. Απών ήταν και ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου, λόγω θρησκευτικών υποχρεώσεων, όπως ανακοίνωσε το γραφείο του, παρόλο που η συμμετοχή του είχε ανακοινωθεί από την αιγυπτιακή κυβέρνηση.

Κατά την υπογραφή της συμφωνίας, ο Τραμπ ανακοίνωσε πως ξεκίνησε η δεύτερη φάση της συμφωνίας μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς.

Το σχέδιο των είκοσι σημείων που πρότεινε ο ίδιος για τον τερματισμό της σύρραξης, και το οποίο δημοσιοποιήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου, προβλέπει τον αφοπλισμό της Χαμάς και τη προσωρινή διακυβέρνηση της Γάζας από ένα «Συμβούλιο Ειρήνης» – μέτρα που αναμένεται να εφαρμοστούν στο επόμενο στάδιο του σχεδίου.

Ως ένας εκ των προέδρων της συνόδου, ο Τραμπ υποδέχθηκε προσωπικά τους ηγέτες των 35 χωρών.

Προτού μεταβεί στην Αίγυπτο, ο Τραμπ επισκέφθηκε πρώτα το Ισραήλ, όπου απηύθυνε ιστορική ομιλία στην Κνεσέτ, την ισραηλινή βουλή και συνάντησε Ισραηλινούς ομήρους και τις οικογένειές τους. 

Το κλίμα κατά την προσγείωση του αεροπλάνου του στο Τελ Αβίβ ήταν πανηγυρικό, καθώς είχε προηγηθεί η απελευθέρωση και επιστροφή των τελευταίων είκοσι Ισραηλινών ομήρων, οι οποίοι είχαν απαχθεί από τη Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023, όταν η τρομοκρατική οργάνωση πραγματοποίησε μεγάλης κλίμακας επιθέσεις εντός του Ισραήλ, σκοτώνοντας ~1.200 αμάχους και παίρνοντας συνολικά 251 ομήρους, τους οποίους και μετέφεραν στη Γάζα. Η κίνηση αυτή πυροδότησε την επακόλουθη σύγκρουση, που εξελίχθηκε σε διετή πόλεμο, με στόχο την εξάρθρωση της οργάνωσης. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Χαμάς απελευθέρωνε σταδιακά ορισμένο αριθμό ομήρων, ενώ είκοσι περίπου εξ αυτών έχουν κηρυχθεί νεκροί από τον ισραηλινό στρατό. Από την πλευρά του, το Ισραήλ απελευθέρωσε περισσότερους από 250 φυλακισμένους Παλαιστινίους και πάνω από 1.700 κρατούμενους από τη Γάζα, ως μέρος των όρων της  εκεχειρίας που συμφωνήθηκε τώρα.

Στη Σαρμ ελ Σέιχ, ο Τραμπ είχε κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Αιγύπτιο πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, εγκωμιάζοντας τον ρόλο του στην επίτευξη της συμφωνίας που οδήγησε τη Χαμάς στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. «Η Χαμάς σέβεται τη χώρα αυτή και την ηγεσία της Αιγύπτου», υπογράμμισε ο Αμερικανός πρόεδρος.

Το γραφείο του προέδρου αλ Σίσι ανακοίνωσε ότι η Αίγυπτος θα απονείμει στον Τραμπ την ανώτατη πολιτική της διάκριση, το Τάγμα του Νείλου, για τη συμβολή του στον τερματισμό του πολέμου μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς. «Είναι μεγάλη τιμή να λαμβάνω από εσάς την ανώτατη τιμητική διάκριση της Αιγύπτου», δήλωσε ο Τραμπ στη σχετική τελετή.

Σύμφωνα με το δεύτερο στάδιο της ειρηνευτικής συμφωνίας, προτεραιότητα δίνεται στην ανοικοδόμηση της Γάζας. Ο Τραμπ σημείωσε πως πολλές χώρες έχουν εκφράσει τη διάθεση να συνδράμουν στην αποκατάσταση της περιοχής.

Τον Φεβρουάριο, η Παγκόσμια Τράπεζα εκτίμησε το κόστος ανασυγκρότησης και αναζωογόνησης της οικονομίας της Λωρίδας στα 53 δισ. δολάρια (~46 δισ. ευρώ).

Ιστορική ομιλία στην Κνεσέτ

Ο Τραμπ είναι ο τέταρτος Αμερικανός πρόεδρος που απευθύνεται στην Κνεσέτ, μετά τους Κάρτερ, Κλίντον και Μπους τον νεότερο, η οποία τού επεφύλαξε θερμή υποδοχή. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, κατά την ομιλία του, στάθηκε κυρίως στα δεινά που υπέστησαν και οι δύο πλευρές και χαρακτήρισε την περίσταση «ιστορική αυγή για τη Μέση Ανατολή».

«Αυτή θα καταγραφεί ως η στιγμή που τα πάντα άρχισαν να αλλάζουν, και μάλιστα προς το πολύ καλύτερο. Όπως στις ΗΠΑ, έτσι κι εδώ ανοίγει μια χρυσή εποχή, όχι μόνο για το Ισραήλ, αλλά και για ολόκληρη τη περιοχή».

Προηγήθηκαν οι ομιλίες του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου και του επικεφαλής της αντιπολίτευσης Γιαΐρ Λαπίντ· ο πρώτος, από το βήμα της Κνεσέτ, χαρακτήρισε τον Τραμπ «τον σημαντικότερο φίλο που είχε ποτέ το Ισραήλ στον Λευκό Οίκο» και μίλησε για μια «ιστορική ημέρα». «Υπό την ηγεσία σας, μπορούμε να συνάψουμε νέες ειρηνευτικές συμφωνίες με αραβικές και μουσουλμανικές χώρες εντός και εκτός της περιοχής», ανέφερε ο Νετανιάχου, ελπίδα την οποία συμμερίστηκε και ο Τραμπ (βλ. Συμφωνίες του Αβραάμ).

Ο Τραμπ επιχείρησε και άνοιγμα προς το Ιράν, λέγοντας: «Είμαστε έτοιμοι όποτε είστε κι εσείς – θα είναι η καλύτερη απόφαση που πήρε ποτέ το Ιράν», αναφερόμενος στο ενδεχόμενο συμφωνίας, και επαίνεσε τον ειδικό απεσταλμένο Στηβ Γουίτκοφ για τις επίπονές προσπάθειες μεσολάβησης, παρομοιάζοντάς τον με τον Χένρυ Κίσσινγκερ.

Νέος γύρος αντιπαράθεσης Ουάσιγκτον–Πεκίνου: Οι σπάνιες γαίες στο επίκεντρο του εμπορικού πολέμου

Ανάλυση ειδήσεων

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, ανακοίνωσε την επιβολή πρόσθετου δασμού 100% στα κινεζικά προϊόντα και περιορισμούς στις εξαγωγές κρίσιμου λογισμικού, με ισχύ από την 1η Νοεμβρίου, ως άμεση απάντηση σε αυτό που αποκάλεσε «εχθρική κίνηση» του Πεκίνου μέσω της εργαλειοποίησης των εξαγωγών σπανίων γαιών.

Παρατηρητές της Κίνας εκτιμούν ότι η κίνηση αυτή είχε σκοπό να αυξήσει τη διαπραγματευτική δύναμη του Πεκίνου και να πιέσει τον Τραμπ να προβεί σε παραχωρήσεις. Ωστόσο, ορισμένοι αναλυτές πιστεύουν ότι η Κίνα υπερεκτίμησε τη θέση της, υποτιμώντας την ένταση της αμερικανικής αντίδρασης.

Η κίνηση του Πεκίνου

Στις 9 Οκτωβρίου 2025, το κινεζικό Υπουργείο Εμπορίου ανακοίνωσε νέους εκτεταμένους κανονισμούς που διευρύνουν σημαντικά τους ελέγχους εξαγωγών — όχι μόνο για τις ακατέργαστες σπάνιες γαίες, αλλά και για μαγνήτες, κράματα, μπαταρίες, υλικά ημιαγωγών, συναφή μηχανήματα και οποιοδήποτε προϊόν περιέχει έστω και 0,1% σπάνιες γαίες κινεζικής προέλευσης.

Οι νέοι κανόνες ισχύουν και για ξένα προϊόντα που ενσωματώνουν κινεζικές σπάνιες γαίες ή τεχνολογίες. Οι εξαγωγείς πρέπει να λάβουν ειδικές άδειες, να δηλώνουν την προέλευση των υλικών και να αποδεικνύουν πλήρη ιχνηλασιμότητα στην παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού.

Άδειες εξαγωγής θα απορρίπτονται αυτόματα για προϊόντα ή εξαρτήματα με στρατιωτική χρήση ή για υψηλού κινδύνου τελικούς χρήστες.

Ο Τραμπ απάντησε στις 10 Οκτωβρίου με δύο αναρτήσεις στο Truth Social, καταδικάζοντας τις κινήσεις της Κίνας ως απόπειρα να κρατήσει «τον κόσμο αιχμάλωτο».

«Είναι αδύνατον να πιστέψει κανείς ότι η Κίνα θα έκανε κάτι τέτοιο, κι όμως το έκανε — και τα υπόλοιπα είναι Ιστορία», έγραψε.

Ο Αμερικανός πρόεδρος υπαινίχθηκε επίσης ότι μπορεί να ακυρώσει την επικείμενη συνάντησή του με τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ, που είχε προγραμματιστεί στο περιθώριο της συνόδου APEC στη Νότια Κορέα αργότερα αυτόν τον μήνα.

Η Κίνα ελέγχει περίπου το 70% της εξόρυξης σπανίων γαιών, πάνω από το 90% της ικανότητας επεξεργασίας και το 90% της παγκόσμιας παραγωγής μαγνητών σπανίων γαιών.

Παραβίαση εμπιστοσύνης

«Η σχέση μας με την Κίνα τους τελευταίους έξι μήνες ήταν πολύ καλή, πράγμα που κάνει αυτή την κίνηση ακόμα πιο απροσδόκητη», έγραψε ο Τραμπ.

Ειδικοί όπως ο Σεν Μινγκ-Σι και ο Γιε Γιαο-Γιουάν δήλωσαν στην Epoch Times ότι ο Τραμπ αισθάνθηκε προδομένος από την αιφνίδια μεταστροφή της Κίνας μετά τις θετικές ενδείξεις αποκλιμάκωσης.

«Η τρέχουσα αντίδραση της Κίνας θυμίζει την αρχική φάση του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ–Κίνας», είπε ο Σεν.

«Τότε η προσέγγιση ήταν ανταποδοτική: αν οι ΗΠΑ επέβαλλαν δασμούς, η Κίνα απαντούσε με τον ίδιο τρόπο».

Στις συνομιλίες του Λονδίνου (9–10 Ιουνίου 2025), οι δύο πλευρές είχαν δείξει διάθεση συμβιβασμού. Η απόφαση του Πεκίνου, λίγους μήνες μετά, θεωρείται από την Ουάσιγκτον «υπονόμευση της προόδου» και «σκόπιμη πρόκληση».

«Φυσικά ο Τραμπ εξοργίστηκε», είπε ο Σεν. «Διαχειρίζεται ήδη κρίσιμα ζητήματα – όπως την εκεχειρία μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς – και τώρα η Κίνα προσθέτει νέα ένταση».

Ο Τραμπ χαρακτήρισε την κίνηση «επιθετική» και «εξαιρετικά εχθρική», προσθέτοντας:

«Είναι κάτι άνευ προηγουμένου στο διεθνές εμπόριο και ηθικά απαράδεκτο».

Αλαζονεία ή υπερεκτίμηση του Πεκίνου

Κατά τον καθηγητή Γιε, η κίνηση της Κίνας είναι «περίπτωση υπερβολικής αυτοπεποίθησης» — ή, όπως είπε πιο ωμά, «αλαζονείας».

«Η Κίνα έχει μια διογκωμένη αυτοεικόνα που την τυφλώνει ως προς το πώς αντιδρούν οι άλλες χώρες», είπε.

Ο Σεν πρόσθεσε ότι το Πεκίνο θεωρεί πλέον πως οι αμερικανικοί δασμοί ήρθαν για να μείνουν και ότι οι ΗΠΑ εφαρμόζουν μια μακροπρόθεσμη στρατηγική περιορισμού της Κίνας.

Εσωτερικοί παράγοντες του ΚΚΚ

Ο Σεν υπέδειξε ότι η κίνηση ίσως σχετίζεται και με εσωτερικές εντάσεις στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας.

«Μπορεί να πρόκειται για εσωκομματικό αγώνα εξουσίας ή για μια πιο επιθετική στάση του ίδιου του Σι Τζινπίνγκ,» είπε.

Λίγο πριν την 4η Ολομέλεια του κόμματος, οι ΗΠΑ δημοσίευσαν έκθεση για διαφθορά ανώτερων Κινέζων αξιωματούχων, πιθανώς για να επηρεάσουν το εσωτερικό πολιτικό κλίμα.

«Η έκθεση αυτή μπορεί να προσφέρει “πολεμοφόδια” σε εσωτερικούς αντιπάλους του Σι ή να δημιουργήσει πίεση στο στρατόπεδό του», εξήγησε.

«Γι’ αυτό ο Τραμπ πιθανότατα θα περιμένει μέχρι το επόμενο έτος πριν επισκεφθεί επίσημα την Κίνα».

Προβλέπεται παρατεταμένη αντιπαράθεση

Ο Ντέιβι Τζουν Χουάνγκ, οικονομολόγος και πρώην σχολιαστής της κρατικής CNTV, εκτίμησε ότι το πιθανότερο σενάριο είναι οι δύο χώρες να διατηρήσουν σκληρές στάσεις, επιτρέποντας παράλληλα εξαιρέσεις για ορισμένες εταιρείες.

«Οι διαπραγματεύσεις θα συνεχιστούν υπό πίεση», είπε.

Ο Χουάνγκ προειδοποίησε για αύξηση του κόστους σε τομείς όπως τα ηλεκτρικά οχήματα, ο στρατιωτικός εξοπλισμός και οι ημιαγωγοί, καθώς οι πολυεθνικές θα πρέπει να λειτουργούν με διπλά συστήματα παραγωγής για να συμμορφώνονται με διαφορετικούς κανονισμούς.

Εάν οι χρηματαγορές υποστούν αστάθεια ή αυξηθεί ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ, ενδέχεται να υπάρξει προσωρινή χαλάρωση των περιορισμών.

Ο Σεν καταλήγει ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να αναζητήσουν νέες πηγές σπανίων γαιών:

«Αυτός είναι ο λόγος που το Πεκίνο διατηρεί αυστηρούς ελέγχους στις τεχνολογίες επεξεργασίας σπανίων γαιών — για να κρατήσει το στρατηγικό του πλεονέκτημα», είπε.

«Θα χρειαστεί χρόνος για να δημιουργηθούν νέες αλυσίδες εφοδιασμού».