Τρίτη, 01 Ιούλ, 2025

Η συζήτηση για ρωσική βάση στην Ινδονησία αποπροσανατολίζει από τη μεγάλη γεωπολιτική στροφή στην περιοχή

Ανάλυση ειδήσεων

Ανησυχίες για ρωσική στρατιωτική παρουσία στην περιοχή του Ειρηνικού διατυπώνουν αναλυτές άμυνας στην Αυστραλία, τονίζοντας ότι οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι δεν θα πρέπει να υποτιμούν σχετικές αναφορές.

Στα μέσα Απριλίου, το εξειδικευμένο περιοδικό άμυνας και πληροφοριών Janes δημοσίευσε ότι η Ρωσία φέρεται να ζήτησε από την Ινδονησία την άδεια να σταθμεύσει αεροσκάφη μεγάλης εμβέλειας στη βάση της Πολεμικής Αεροπορίας Manuhua, περίπου 1.300 χιλιόμετρα βόρεια του Ντάργουιν της Αυστραλίας.

Η σχετική είδηση οδήγησε την κυβέρνηση των Εργατικών να ζητήσει διευκρινίσεις από την Τζακάρτα, εξαιτίας της γεωγραφικής εγγύτητας της βάσης στην αυστραλιανή επικράτεια.

Στις 15 Απριλίου, ο αντιπρόεδρος και υπουργός Άμυνας της Αυστραλίας, Ρίτσαρντ Μαρλς, δήλωσε ότι επικοινώνησε με τον Ινδονήσιο ομόλογό του, Σιαφρί Σιαμσοεντίν, ο οποίος αρνήθηκε την ύπαρξη της ρωσικής στρατιωτικής παρουσίας στην περιοχή. Σύμφωνα με τον Αυστραλό υπουργό, ο Σιαμσοεντίν φέρεται να του ξεκαθάρισε ότι τα δημοσιεύματα περί ρωσικών αεροσκαφών στην Ινδονησία δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

Ωστόσο, ο Μαρλς δεν σχολίασε αν η Μόσχα είχε πράγματι απευθύνει σχετικό αίτημα.

Την αντίθεσή του σε οποιαδήποτε ρωσική στρατιωτική παρουσία στην περιοχή διατύπωσε και ο πρωθυπουργός Άντονυ Αλμπανέζε, ο οποίος υπενθύμισε ότι η Αυστραλία στηρίζει την Ουκρανία και θεωρεί τον Βλαντίμιρ Πούτιν αυταρχικό ηγέτη που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και την κυριαρχία μιας ανεξάρτητης χώρας. Ο ίδιος επεσήμανε ότι οι σχέσεις με την Ινδονησία βρίσκονται «στο καλύτερο δυνατό σημείο».

Από την πλευρά του, ο αρχηγός της αντιπολίτευσης Πήτερ Ντάττον — ο οποίος ανέδειξε το θέμα δημοσίως — δήλωσε επίσης ότι η ρωσική παρουσία δεν είναι επιθυμητή στην περιοχή, καλώντας την κυβέρνηση να δώσει περισσότερες εξηγήσεις.

Εστιάζουν σε λάθος μέρος

Ο Μάικλ Σούμπριτζ, ιδρυτής και διευθυντής του ανεξάρτητου κέντρου Strategic Analysis Australia, σχολίασε ότι η δημόσια συζήτηση γύρω από το ενδεχόμενο δημιουργίας ρωσικής βάσης στην Ινδονησία αποσπά την προσοχή από το ουσιαστικότερο ζήτημα — την ενίσχυση των δεσμών μεταξύ Τζακάρτας και Μόσχας.

Όπως ανέφερε, οι κατηγορηματικές διαβεβαιώσεις του υπουργού Άμυνας δεν απαντούν στις ευρύτερες εξελίξεις, επισημαίνοντας ότι η επικοινωνία με την Ινδονησία πραγματοποιήθηκε βιαστικά, αφού πρώτα είχε γίνει γνωστό το θέμα μέσω των μέσων ενημέρωσης.

Ο Σούμπριτζ υποστήριξε επίσης ότι οι πληροφορίες του Janes είναι αξιόπιστες και ότι, αν και είναι απίθανο η Ινδονησία να επιτρέψει την εγκατάσταση ρωσικής βάσης, είναι πολύ πιθανό να παραχωρήσει διευκολύνσεις σε ρωσικά αεροσκάφη, ιδίως εφόσον προκύπτει όφελος για την ίδια μέσα από κοινές ασκήσεις.

Ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας Άντονυ Αλμπανέζε απευθύνεται σε δημοσιογράφους, στην Αδελαΐδα. Αυστραλία, 1η Απριλίου 2025. (AAP Image/Lukas Coch)

 

Ο ίδιος υπενθύμισε ότι ο ινδονησιακός στρατός διαθέτει ήδη ρωσικά μαχητικά αεροσκάφη τύπου Sukhoi και εκτίμησε ότι ο νέος πρόεδρος της χώρας, Πραμπόβο Σουμπιάντο, προσεγγίζει θετικά τέτοιου είδους συνεργασίες, λόγω και της στρατιωτικής του καριέρας.

Ο Σούμπριτζ υπογράμμισε πως δεν θα πρέπει να δίνεται τόση έμφαση στον όρο «βάση», φέρνοντας ως παράδειγμα την περιστροφική παρουσία 2.500 Αμερικανών πεζοναυτών στο Ντάργουιν, η οποία πραγματοποιείται χωρίς τη δημιουργία μόνιμης βάσης — όπως και η χρήση αυστραλιανών αεροπορικών υποδομών από αμερικανικά μαχητικά και βομβαρδιστικά.

Η συνεργασία Ινδονησίας–Ρωσίας ενισχύεται

Μετά την εκλογή του το 2024, ο πρόεδρος Πραμπόβο έχει κινηθεί ταχέως για την ενίσχυση της συνεργασίας της χώρας του με τη Ρωσία. Τον Ιούλιο του 2024, ως εκλεγμένος πρόεδρος ακόμη, επισκέφθηκε τη Μόσχα και συναντήθηκε με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, τον οποίο χαρακτήρισε «μεγάλο φίλο» της Ινδονησίας. Δήλωσε μάλιστα ότι επιδιώκει διεύρυνση της συνεργασίας στους τομείς της άμυνας, της ενέργειας και της εκπαίδευσης.

Λίγους μήνες νωρίτερα είχε πραγματοποιήσει αντίστοιχη επίσκεψη στην Κίνα, προκειμένου να επιβεβαιώσει τις «φιλικές σχέσεις» μεταξύ των δύο χωρών.

Ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν ανταλλάσσει χειραψία με τον πρόεδρο της Ινδονησίας Πραμπόβο Σουμπιάντο στη Μόσχα. Ρωσία, 31 Ιουλίου 2024. (Maxim Shemetov/POOL/AFP μέσω Getty Images)

 

Μετά την ανάληψη των καθηκόντων, τον Οκτώβριο του 2024, η Ινδονησία προχώρησε στην πρώτη κοινή ναυτική άσκηση με τη Ρωσία στη Θάλασσα της Ιάβας, ενώ τον Φεβρουάριο του 2025 ο επικεφαλής του ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας, στρατηγός Σεργκέι Σοϊγκού, επισκέφθηκε την Ινδονησία για συνομιλίες ασφαλείας με τον Πραμπόβο και τον Ινδονήσιο υπουργό Άμυνας.

Σύμφωνα με τον Σούμπριτζ, το μοτίβο είναι σαφές: ο νέος Ινδονήσιος πρόεδρος εργάζεται εντατικά για την εμβάθυνση της στρατιωτικής συνεργασίας με τη Ρωσία, ενώ ο Πούτιν φαίνεται να ανταποκρίνεται θετικά, παρά το βάρος του πολέμου στην Ουκρανία.

Ο αναλυτής σημείωσε ακόμη ότι, παρότι ο Μαρλς είχε χαρακτηρίσει ιστορική τη συμφωνία ασφαλείας που υπέγραψε με τον Πραμπόβο τον Αύγουστο του 2024, στην πράξη η Ρωσία και η Ινδονησία έρχονται ολοένα και πιο κοντά — χωρίς η Τζακάρτα να θεωρεί ότι οφείλει να ενημερώσει ή να διαβουλευτεί με την Καμπέρα.

Κατά τον Σούμπριτζ, αυτή η πραγματικότητα δημιουργεί εύλογη ανησυχία για την Αυστραλία, καθώς — όπως υποστηρίζουν κυβέρνηση και αντιπολίτευση — «η Ρωσία δεν είναι ευπρόσδεκτη στη δική μας περιοχή, όμως φαίνεται πως είναι κάτι παραπάνω από ευπρόσδεκτη στην Ινδονησία».

Τέλος, υπενθύμισε ότι η Μόσχα και το Πεκίνο διατηρούν μια «χωρίς όρια» στρατηγική συνεργασία, που στηρίζει τις στρατιωτικές φιλοδοξίες και των δύο πλευρών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η απόφαση της Ουκρανίας να επιβάλει κυρώσεις σε τρεις κινεζικές εταιρείες για παροχή όπλων στη Ρωσία — γεγονός που, όπως σημείωσε, εντάσσεται στο πλαίσιο της σκιώδους στήριξης που παρέχει το Πεκίνο στη Μόσχα μέσω εμπορίου και ανεφοδιασμού.

Η αντίδραση της Ρωσίας

Στη δημόσια συζήτηση παρενέβη και ο πρέσβης της Ρωσίας στην Ινδονησία, Σεργκέι Τολτσένοφ, μέσω επιστολής του προς τον αρχισυντάκτη της εφημερίδας Jakarta Post. Αν και απέφυγε να επιβεβαιώσει αν η Μόσχα έχει ζητήσει τη φιλοξενία ρωσικών αεροσκαφών στην ινδονησιακή επικράτεια, υποστήριξε ότι όσα συμβαίνουν στη βάση της Πολεμικής Αεροπορίας Manuhua «δεν έχουν καμία σχέση με την Αυστραλία».

Ο Τολτσένοφ φέρεται να διερωτήθηκε γιατί να ανησυχούν οι απλοί Αυστραλοί πολίτες για ζητήματα που λαμβάνουν χώρα 1.300 χιλιόμετρα μακριά, τονίζοντας ότι πρόκειται για διμερείς σχέσεις κυρίαρχων κρατών που δεν άπτονται της Αυστραλίας.

Στρατιώτης φυλάει σκοπιά κοντά σε μαχητικό αεροσκάφος σε αεροπορική βάση στο Blang Bintang της Ινδονησίας, στις 19 Μαΐου 2019. (Chaideer Mahyuddin/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο πρέσβης άσκησε κριτική και στη στρατιωτική συνεργασία Αυστραλίας–ΗΠΑ, αφήνοντας αιχμές για την παρουσία «μεγάλων εξωπεριφερειακών δυνάμεων» στο αυστραλιανό έδαφος, οι οποίες —όπως ισχυρίστηκε— ενδέχεται να προκαλούν μεγαλύτερη αστάθεια στην περιοχή του Ειρηνικού. Ιδιαίτερα ανησυχητικά χαρακτήρισε τα σχέδια εγκατάστασης αμερικανικών πυραύλων μέσου βεληνεκούς στην Αυστραλία, καθώς και την απόκτηση πυρηνοκίνητων υποβρυχίων από το Πολεμικό Ναυτικό της χώρας στο πλαίσιο της τριμερούς συμμαχίας AUKUS.

Ο Τολτσένοφ πρόσθεσε ότι η στρατιωτική συνεργασία Ρωσίας–Ινδονησίας αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της διμερούς σχέσης, επισημαίνοντας ότι αποσκοπεί στην ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας και των δύο χωρών, δεν στρέφεται κατά τρίτων και δεν συνιστά απειλή για την ασφάλεια της περιοχής Ασίας–Ειρηνικού. Σύμφωνα με τον ίδιο, τα εθνικά συμφέροντα της Καμπέρα δεν μπορούν να επεκτείνονται στο έδαφος γειτονικών κυρίαρχων κρατών που ακολουθούν αυτόνομες και ενεργητικές πολιτικές.

Ομοιότητες με τη συμφωνία Κίνας–Νήσων Σολομώντα

Ωστόσο, ο Μάικλ Σούμπριτζ επανήλθε, εκφράζοντας έντονη ανησυχία και παραλληλίζοντας την υπόθεση Ρωσίας–Ινδονησίας με τη συμφωνία ασφαλείας μεταξύ Κίνας και Νήσων Σολομώντα, η οποία είχε αιφνιδιάσει την Αυστραλία το 2022.

Υπενθύμισε ότι και τότε η ύπαρξη της συμφωνίας είχε αποκαλυφθεί πρώτα από τα μέσα ενημέρωσης και όχι μέσω διπλωματικών διαύλων. Αρχικά, είχε επικρατήσει η συζήτηση για το αν η συμφωνία περιελάμβανε κινεζική στρατιωτική βάση — όμως, όπως είπε, αυτό αποδείχθηκε δευτερεύον.

Το ουσιώδες, σύμφωνα με τον Σούμπριτζ, ήταν πως η συμφωνία υπεγράφη τελικά, και η εμβάθυνση της συνεργασίας μεταξύ Κίνας και Νήσων Σολομώντα συνεχίζεται, ανοίγοντας το δρόμο για μελλοντικές στρατιωτικές επισκέψεις και κοινές επιχειρήσεις.

Με αυτή τη σύγκριση, ο Αυστραλός αναλυτής άφησε να εννοηθεί ότι και στην περίπτωση της Ινδονησίας, το ζήτημα δεν είναι αν θα υπάρξει άμεσα ρωσική βάση, αλλά το ότι έχει ήδη ξεκινήσει μια διαδικασία στενότερης συνεργασίας που μπορεί να οδηγήσει σε σταθερή ρωσική παρουσία στην περιοχή.

Του Alfred Bui

Συνάντηση Γουίτκοφ–Αραγτσί στη Ρώμη για τον δεύτερο γύρο συνομιλιών για τα πυρηνικά

Ο ειδικός απεσταλμένος του Αμερικανού προέδρου για τη Μέση Ανατολή, Στιβ Γουίτκοφ, έφθασε στη Ρώμη για τον δεύτερο γύρο συνομιλιών με τον Ιρανό Υπουργό Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί, καθώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, επιδιώκει μια νέα συμφωνία για τον περιορισμό των πυρηνικών φιλοδοξιών του Ιράν.

Κατά την πρώτη του θητεία, ο Τραμπ απέσυρε τις Ηνωμένες Πολιτείες από τη συμφωνία του 2015 για τον περιορισμό της πυρηνικής δραστηριότητας της Τεχεράνης, επανέφερε τις κυρώσεις και ζήτησε ένα νέο πλαίσιο ώστε να αποτραπεί η απόκτηση πυρηνικού όπλου από το Ιράν. Σε απάντηση, η Τεχεράνη απομακρύνθηκε από τις δεσμεύσεις της βάσει της συμφωνίας, η οποία προέβλεπε περιορισμό των αποθεμάτων ουρανίου και εμπλουτισμό έως 3,67%.

Σε έκθεσή του τον Φεβρουάριο, ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας (International Atomic Energy Agency-IAEA) των Ηνωμένων Εθνών διαπίστωσε ότι το Ιράν διαθέτει περίπου 274 κιλά ουρανίου εμπλουτισμένου κατά 60%. Για την παραγωγή πυρηνικού όπλου, απαιτείται εμπλουτισμός σε ποσοστό 90%.

Αφότου επέστρεψε στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ επανεκκίνησε τις προσπάθειες για νέα συμφωνία, προειδοποιώντας πρόσφατα ότι θα καταφύγει σε στρατιωτική δράση εάν η Τεχεράνη δεν αποδεχτεί νέους όρους.

Ο Γουίτκοφ είχε πραγματοποιήσει έμμεσες συνομιλίες με τον Αραγτσί στις 12 Απριλίου στο Ομάν. Κατά την πρώτη εκείνη συνάντηση στη Μουσκάτ, ο Ομανός διπλωμάτης Μπάντρ αλ-Μπουσαΐντι μετέφερε μηνύματα ανάμεσα στις δύο πλευρές.

Ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι το Ιράν δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αποκτήσει πυρηνικό όπλο. Ωστόσο, Ουάσιγκτον και Τεχεράνη φαίνεται να διαφωνούν ως προς το ποιες άλλες πυρηνικές δραστηριότητες μπορεί να συνεχίσει το Ιράν.

Σε δήλωσή του στις 15 Απριλίου, ο Γουίτκοφ ανέφερε: «Το Ιράν πρέπει να σταματήσει και να εξαλείψει πλήρως το πρόγραμμα εμπλουτισμού και εξοπλισμού του με πυρηνικά».

Ο Αραγτσί, απαντώντας την επόμενη ημέρα, στις 16 Απριλίου, υποστήριξε ότι η Ουάσιγκτον δίνει αντιφατικά μηνύματα σχετικά με τους όρους των διαπραγματεύσεων. Δήλωσε χαρακτηριστικά ότι δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν το πρόγραμμα εμπλουτισμού ουρανίου. «Είμαστε έτοιμοι να χτίσουμε εμπιστοσύνη σε σχέση με τις πιθανές ανησυχίες, αλλά το ζήτημα του εμπλουτισμού δεν είναι διαπραγματεύσιμο.» Ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών ανέφερε επίσης ότι αναμένει από τον Γουίτκοφ να αποσαφηνίσει τους όρους της Ουάσιγκτον κατά τη συνάντηση της 19ης Απριλίου στη Ρώμη.

Σε άλλη τοποθέτησή του, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στη Μόσχα την Παρασκευή, ο Αραγτσί τόνισε ότι μια νέα συμφωνία με την κυβέρνηση Τραμπ είναι δυνατή «εφόσον δείξουν σοβαρότητα και δεν προβάλλουν μη ρεαλιστικές απαιτήσεις».

Ο Ιρανός ΥΠΕΞ επισκέφθηκε τη Ρωσία μετά τις συνομιλίες στο Ομάν. Το ιρανικό Υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε ότι η Τεχεράνη σκοπεύει να διαβουλευτεί με όλα τα εναπομείναντα μέρη της συμφωνίας του 2015 — Κίνα, Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία και Ηνωμένο Βασίλειο — στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ.

Ο Ρώσος Υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, δήλωσε ότι η Μόσχα είναι έτοιμη να διευκολύνει τις συνομιλίες μεταξύ Ουάσινγκτον και Τεχεράνης. «Είμαστε πρόθυμοι να βοηθήσουμε, να μεσολαβήσουμε, να παίξουμε οποιονδήποτε ρόλο θεωρήσει χρήσιμο το Ιράν και αποδεκτό η Ουάσιγκτον», ανέφερε ο Λαβρόφ την Παρασκευή, σύμφωνα με το ρωσικό πρακτορείο TASS.

Στεκόμενος δίπλα στον Αραγτσί, στη συνέντευξη Τύπου, ο Λαβρόφ προσέθεσε ότι και η Ρωσία αναμένει περισσότερες λεπτομέρειες από την κυβέρνηση Τραμπ για τις απαιτήσεις που θα τεθούν στις συνομιλίες της Ρώμης.
«Αν δεν διατυπωθούν μη ρεαλιστικές και αδύνατες απαιτήσεις, είναι πιθανό να επιτευχθεί συμφωνία», δήλωσε ο Ρώσος ΥΠΕΞ.

Ο Τραμπ προσπαθεί ταυτόχρονα να διαπραγματευτεί νέα συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα και να μεσολαβήσει σε μια ειρηνευτική διευθέτηση για τον πόλεμο Ρωσίας–Ουκρανίας. Η επίτευξη λύσης για την Ουκρανία παραμένει άπιαστος στόχος, με τον Αμερικανό πρόεδρο να προειδοποιεί την Παρασκευή ότι ενδέχεται να αποσυρθεί από την προσπάθεια, εάν δεν διαπιστώσει πρόοδο στις συνομιλίες μεταξύ Μόσχας και Κιέβου.

Η Μόσχα έχει ενισχύσει τις διπλωματικές της σχέσεις με την Τεχεράνη από το 2022, καθώς αντιμετωπίζει διεθνείς κυρώσεις και διπλωματική απομόνωση λόγω της εισβολής στην Ουκρανία.

Εκπρόσωπος της γαλλικής κυβέρνησης: Η ΕΕ είναι «έτοιμη για εμπορικό πόλεμο»-Θα απαντήσει «σε δύο φάσεις» στους δασμούς των ΗΠΑ

Η ΕΕ, «έτοιμη για εμπορικό πόλεμο» με τις ΗΠΑ, προβλέπει να «να πλήξει τις ψηφιακές υπηρεσίες» όταν απαντήσει στους δασμούς που ανακοίνωσε ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, επεσήμανε σήμερα η Σοφί Πριμά, εκπρόσωπος της κυβέρνησης της Γαλλίας.

«Είμαστε σχεδόν σίγουροι ότι θα παρατηρηθεί πράγματι ύφεση στην παραγωγή», πρόσθεσε η Πριμά μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό RTL, ενώ εξέφρασε την ανησυχία της για τις επιπτώσεις που θα έχουν οι αμερικανικοί δασμοί κυρίως στα γαλλικά κρασιά και οινοπνευματώδη.

Ο Τραμπ υπέγραψε χθες Τετάρτη διάταγμα για την επιβολή δασμών 20% στα ευρωπαϊκά προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ.

Μετά την αμερικανική απόφαση η ΕΕ προετοιμάζει την απάντησή της, η οποία θα έρθει σε δύο φάσεις: «η πρώτη απάντηση θα έρθει περίπου στα μέσα Απριλίου και θα αφορά την πρώτη επίθεση (του Αμερικανού προέδρου) στο αλουμίνιο και τον χάλυβα», επεσήμανε η εκπρόσωπος της γαλλικής κυβέρνησης.

«Και στη συνέχεια θα υπάρξει μια δεύτερη απάντηση, η οποία θα είναι πιθανόν έτοιμη στα τέλη του Απριλίου και θα αφορά το σύνολο των προϊόντων και των υπηρεσιών», πρόσθεσε η Πριμά.

Προς το παρόν «οι χώρες μέλη της ΕΕ διαπραγματεύονται» για αυτή τη δεύτερη φάση της αντίδρασής τους, εξήγησε.

«Αλλά θα πλήξουμε και τις υπηρεσίες, για παράδειγμα τις ψηφιακές υπηρεσίες οι οποίες σήμερα δεν φορολογούνται και θα μπορούσαν να φορολογηθούν», πρόσθεσε.

«Αυτή τη στιγμή διαθέτουμε ένα εύρος εργαλείων και είμαστε έτοιμοι για αυτόν τον εμπορικό πόλεμο», υπογράμμισε η Πριμά.

Στο μεταξύ ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν θα συναντηθεί σήμερα το απόγευμα με εκπροσώπους των επιχειρηματικών κλάδων που πλήττονται από τους αμερικανικούς δασμούς.

«Το πρώτο μέλημα είναι να κάνουμε έναν απολογισμό και προβλέψεις για το ποιες θα είναι οι επιθέσεις και οι επιπτώσεις τους στο σύνολο των κλάδων. Στη συνέχεια θα δούμε πώς μπορούμε να στηρίξουμε τις βιομηχανίες παραγωγής», δήλωσε η Πριμά.

«Βλέπουμε ξεκάθαρα ότι οι εξαγωγικές αγορές, κυρίως για τα κρασιά και τα οινοπνευματώδη, κλείνουν. Θα πρέπει κατά συνέπεια να υποστηρίξουμε την ευρωπαϊκή παραγωγή μας», εκτίμησε.

US Aid: Περικοπή 13 δισ. δολαρίων αλλάζει τα δεδομένα για την Αφρική

Γιοχάνεσμπουργκ — Πολλές χώρες της Αφρικής αντέδρασαν με έκπληξη και άγχος στην πρόσφατη απόφαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ να κόψει 13 δισεκατομμύρια δολάρια ανθρωπιστικής και αναπτυξιακής βοήθειας.

Ωστόσο, αναλυτές εκτιμούν ότι αυτή η απόφαση μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία για αυτές τις χώρες να ενισχύσουν την χρηστή διακυβέρνηση, ενώ ακόμη και κάποιοι επικριτές τονίζουν ότι η κίνηση αυτή αναδεικνύει την εκτεταμένη και συστηματική διαφθορά που επικρατεί στην περιοχή.

Κατά το οικονομικό έτος 2024, η κυβέρνηση των ΗΠΑ πρόσφερε σχεδόν 13 δισεκατομμύρια δολάρια προς αφρικανικές χώρες, στην περιοχή που σύμφωνα με την Transparency International θεωρείται η πιο διεφθαρμένη στον κόσμο.

Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των πόρων διαχειριζόταν η Υπηρεσία των ΗΠΑ για τη Διεθνή Ανάπτυξη (USAID), τα προγράμματα της οποίας έχουν πλέον ανασταλεί ως επί το πλείστον και περνάει στον άμεσο έλεγχο του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών.

Τα κονδύλια κατευθύνονταν κυρίως στην αντιμετώπιση επισιτιστικών κρίσεων, καθώς και στην πρόληψη και θεραπεία σοβαρών ασθενειών όπως το AIDS, η ελονοσία και η φυματίωση.

Ο ΟΗΕ προειδοποιεί ότι εκατομμύρια ζωές κινδυνεύουν από την απόσυρση της αμερικανικής βοήθειας. Μόνο στην Αιθιοπία, περίπου 16 εκατομμύρια άνθρωποι βασίζονταν το 2024 στα σιτηρά που προμήθευαν οι ΗΠΑ, σε μία περίοδο παρατεταμένης ξηρασίας και εμφύλιων συγκρούσεων.

Στη Νότια Αφρική, η χρηματοδότηση της USAID πλήρωνε το προσωπικό εκατοντάδων μη κυβερνητικών οργανώσεων που υποστήριζαν το μεγαλύτερο πρόγραμμα διάθεσης αντιρετροϊικών φαρμάκων παγκοσμίως, για σχεδόν 6 εκατομμύρια ανθρώπους με HIV. Όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας της χώρας, Φόστερ Μοχάλε, στο The Epoch Times, σήμερα το πρόγραμμα λειτουργεί με λιγότερο από τη μισή δυναμικότητά του.

Παρόμοιες ιστορίες επαναλαμβάνονται σε όλη την αφρικανική ήπειρο.

Από την άλλη πλευρά, ο Κρις Μαρολένγκ, υψηλόβαθμο στέλεχος του Good Governance Africa, βλέπει στην απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ μια ευκαιρία: «Ρίχνει άπλετο φως στη διαφθορά και τον εγωισμό πολλών αφρικανικών καθεστώτων», αναφέρει.

«Είναι η ώρα οι πολίτες να πιέσουμε τις κυβερνήσεις μας να ασκήσουν καθαρή διακυβέρνση και να παρέχουν βασικές υπηρεσίες στον κόσμο, όχι απλά να μοιράζουν ευκαιριακά χρήματα», τονίζει.

Ωστόσο, σημειώνει επίσης ότι πολλοί επιχειρηματικοί, πολιτικοί και κοινωνικοί φορείς είναι δυσαρεστημένοι με την ταχύτητα που έλαβε χώρα αυτή η σημαντική μείωση, καθώς δεν τους δίνεται χρόνος να προσαρμοστούν και να αναζητήσουν εναλλακτική στήριξη αλλού.

Ο Τζάκι Σίλιερς, από το Institute for Security Studies της Νότιας Αφρικής, προειδοποιεί ότι μια τέτοια απότομη διακοπή μπορεί να επιστρέψει σχεδόν 6 εκατομμύρια Αφρικανούς σε ακραία φτώχεια εντός μόλις ενός έτους.

Από την άλλη, ο Νιγηριανός οικονομολόγος Νένγκακ Γκοντί τονίζει ότι «έφτασε η ώρα η Αφρική να τακτοποιήσει μόνη της τα του οίκου της» αναφέροντας μεταξύ άλλων την ανάγκη για καλύτερη είσπραξη φόρων, πάταξη της διαφθοράς και αποτελεσματικότερη διαχείριση δημόσιων πόρων.

Το 2024, η Transparency International χαρακτήρισε σχεδόν το 90% των αφρικανικών κρατών «ιδιαίτερα διεφθαρμένα», με το Νότια Σουδάν και τη Σομαλία να κατέχουν τις δύο πρώτες θέσεις παγκοσμίως.

Ο οικονομικός αναλυτής Ντέιβιντ Ανσάρα εξηγεί: «Δεν έχει νόημα οι ΗΠΑ να δίνουν δισεκατομμύρια σε κυβερνήσεις που διαχειρίζονται τεράστια αποθέματα φυσικών πόρων, αλλά προτιμούν να τα σπαταλούν σε ιδιωτικές τσέπες. Χώρες όπως η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και η Νιγηρία αποκομίζουν τεράστια έσοδα, όμως τα οφέλη δεν φτάνουν ποτέ στις μάζες».

Παράλληλα, περιπτώσεις όπως της Ζιμπάμπουε και της Μοζαμβίκης, δείχνουν την επιτακτική ανάγκη για τον έλεγχο των χρηματοροών που ευνοούν μόνο την άρχουσα τάξη έναντι των πολιτών.

Ο Γκοντί προσθέτει ότι η Αφρική πρέπει πλέον να ενισχύσει την εσωτερική φιλανθρωπία, αποκτώντας ανεξαρτησία, ενώ ο Σίλιερς προτρέπει την ιδιωτική πρωτοβουλία και εναλλακτικούς εταίρους, όπως την Κίνα, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία, να λάβουν ενεργό ρόλο στην κάλυψη των ελλειμμάτων.

Σε κάθε περίπτωση, συμπεραίνει ο Μαρολένγκ, αυτή η επώδυνη απόφαση μπορεί να αποτελέσει αφύπνιση και κίνητρο για μία ανεξάρτητη και αυτάρκη Αφρική.

Γερμανία: Αποστολή στρατευμάτων στη Λιθουανία – Η πρώτη μόνιμη αποστολή από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο

Η Γερμανία αναπτύσσει στρατεύματα στη Λιθουανία, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης προσπάθειας για την ενίσχυση της ετοιμότητας του ΝΑΤΟ και για την ανάληψη αυξημένου ηγετικού ρόλου εντός της συμμαχίας. Η αποστολή αυτή αποτελεί την πρώτη μόνιμη ξένη στρατιωτική παρουσία της Γερμανίας από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αν και στο παρελθόν έχει συμμετάσχει σε μη μόνιμες εξωτερικές αποστολές, όπως στον πόλεμο στο Αφγανιστάν υπό την ηγεσία των ΗΠΑ.

Ο υπουργός Άμυνας της Γερμανίας, Μπόρις Πιστόριους, τόνισε σε δήλωσή του ότι η αποστολή αυτή σηματοδοτεί μια ιστορική καμπή για τη συμμαχία του ΝΑΤΟ και τον ρόλο της Γερμανίας σε αυτήν. «Με αυτή τη μάχιμη ταξιαρχία, αναλαμβάνουμε ηγετική ευθύνη στη συμμαχία εδώ, στη ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ» ανέφερε.

Η νέα ταξιαρχία, που περιλαμβάνει περίπου 5.000 άτομα και 2.000 οχήματα, βρίσκεται σε φάση προγραμματισμού από το 2023. Στόχος της είναι η αποτροπή περαιτέρω ρωσικής επιθετικότητας στην περιοχή, ενώ παράλληλα μεταφέρει ορισμένες αμυντικές ευθύνες από τις Ηνωμένες Πολιτείες στην Ευρώπη. Οι τρεις μονάδες που συμμετέχουν περιλαμβάνουν ένα μηχανοκίνητο τάγμα, ένα τάγμα αρμάτων μάχης και επιπρόσθετα μάχιμα και υποστηρικτικά στοιχεία που θα συνεργάζονται με μια πολυεθνική μάχιμη ομάδα.

Η χρήση της πολυεθνικής μάχιμης ομάδας έγκειται στις Δυνάμεις Ενισχυμένης Παρουσίας του ΝΑΤΟ, οι οποίες έχουν αναπτυχθεί σε Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία και Πολωνία από το 2017, ως απάντηση στις ρωσικές υποστηριζόμενες επιχειρήσεις κατά της Ουκρανίας. Το νέο τμήμα θα υποστηρίζεται επίσης από μια γερμανική τεθωρακισμένη ταξιαρχία πεζικού, η οποία θα υπηρετεί σε εφεδρική ιδιότητα, έτοιμη να αναπτυχθεί στη Λιθουανία σε περιόδους κρίσης. Η γερμανική μονάδα αναμένεται να φτάσει στην πλήρη επιχειρησιακή της ικανότητα μέχρι το 2027.

Η Λιθουανία, μαζί με άλλα έθνη στην ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, έχει αυξήσει σημαντικά τις αμυντικές της δαπάνες ως απάντηση στις αντιληπτές απειλές από τη Ρωσία, από λιγότερο από 1% του ΑΕΠ της σε σχεδόν 3% από την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014. Η χώρα σχεδιάζει να επεκτείνει περαιτέρω τις δαπάνες αυτές στο 5-6% του ΑΕΠ έως το 2030.

Γεωπολιτικά, η Λιθουανία βρίσκεται σε εύθραυστη θέση, καθώς συνορεύει με τον ρωσικό θύλακα του Καλίνινγκραντ και τη Λευκορωσία, η οποία φιλοξενεί μερικά από τα πυρηνικά όπλα της Μόσχας. Ως εκ τούτου, η λιθουανική ηγεσία επιδιώκει ενεργά να ενισχύσει την παρουσία του ΝΑΤΟ στο έδαφός της, ενώ αυξάνει τις δικές της αμυντικές ικανότητες, περιλαμβάνοντας τη χρηματοδότηση νέων γερμανικών στρατιωτικών εκπαιδευτικών υποδομών.

Επιπλέον, η Γερμανία προσπαθεί να καθησυχάσει την Ουάσιγκτον ότι οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις του ΝΑΤΟ μπορούν να αναλάβουν μεγαλύτερο ρόλο στην ηγεσία και την ασφάλεια της συμμαχίας. Πέρυσι, η ηγεσία του ΝΑΤΟ ανακοίνωσε τη δημιουργία μιας νέας στρατιωτικής διοίκησης στη Γερμανία, υπό την ηγεσία ενός τριών αστέρων αξιωματικού του ΝΑΤΟ από ευρωπαϊκό έθνος, με ευθύνη την εκπαίδευση και τον εξοπλισμό ορισμένων ουκρανικών στρατευμάτων και προετοιμασία τους για πιθανή ένταξη στο ΝΑΤΟ.

Ως τώρα, η Ουκρανία δεν θεωρείται επίσημα υποψήφια για ένταξη στο ΝΑΤΟ λόγω της έλλειψης εδαφικής ακεραιότητας και της ανάγκης για ομόφωνη στήριξη από όλα τα 32 μέλη του ΝΑΤΟ.

Αυτή η εξέλιξη μαρτυρεί μια σημαντική στροφή στη στρατηγική και τη συνεργασία του ΝΑΤΟ, με στόχο την ενίσχυση της αμυντικής ετοιμότητας απέναντι σε αυξανόμενες εντάσεις με τη Ρωσία.

Παρατάθηκε η ανακωχή Ισραήλ- Χαμάς – Νέες απελευθερώσεις σήμερα Ισραηλινών ομήρων και Παλαιστίνιων φυλακισμένων

Η ανακωχή ανάμεσα στο Ισραήλ και στη Χαμάς παρατάθηκε και σήμερα αναμένεται να αφεθούν ελεύθεροι περισσότεροι ισραηλινοί όμηροι και παλαιστίνιοι φυλακισμένοι, καθώς και να φθάσει κι άλλη ανθρωπιστική βοήθεια στη Λωρίδα της Γάζας, όπου η κατάσταση παραμένει τραγική.

Η συμφωνία που κλείστηκε με βασικό μεσολαβητή το Κατάρ, με υποστήριξη της Αιγύπτου και των ΗΠΑ, και τέθηκε σε ισχύ την Παρασκευή έχει επιτρέψει μέχρι τώρα την απελευθέρωση πενήντα ομήρων της Χαμάς που κρατούνταν στη Λωρίδα της Γάζας και 150 Παλαιστινίων που κρατούνταν σε ισραηλινές φυλακές. Άλλοι 19 όμηροι, στην πλειονότητά τους ξένοι εργάτες, αφέθηκαν ελεύθεροι από τη Χαμάς εκτός του πλαισίου της συμφωνίας.

Μερικές ώρες προτού εκπνεύσει η ισχύς της ανακωχής, οι ΗΠΑ και το Κατάρ ανακοίνωσαν την παράτασή της για δύο ημέρες, από σήμερα στις 07:00 ως μεθαύριο Πέμπτη στις 07:00 (τοπικές ώρες και ώρες Ελλάδας), κάτι που θα επιτρέψει την απελευθέρωση άλλων τουλάχιστον 20 ομήρων και 60 παλαιστινίων φυλακισμένων.

«Τα μέρη (…) κατέληξαν σε συμφωνία για την παράταση της ανθρωπιστικής παύσης στη Γάζα για άλλες δύο μέρες, με τους ίδιους όρους», δηλαδή τον λόγο 1:3 ως προς την απελευθέρωση ομήρων και φυλακισμένων, ανέφερε ο εκπρόσωπος της διπλωματίας του Κατάρ, ο Ματζίντ Μπιν Μοχάμεντ αλ Ανσάρι.

Τις πρώτες πρωινές ώρες η κυβέρνηση του Ισραήλ έλαβε κατάλογο με τα ονόματα δέκα ομήρων που θα αφεθούν ελεύθεροι εντός της ημέρας, χωρίς πάντως να τον δημοσιοποιήσει, σύμφωνα με ισραηλινά ΜΜΕ.

Χθες αφέθηκαν ελεύθεροι ακόμη 11 όμηροι, ανάμεσά τους 3 με διπλή, ισραηλινή και γαλλική υπηκοότητα.

Ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε «εξαιρετικά ευτυχής» για την απελευθέρωσή τους. «Τεράστια χαρά» αλλά ανολοκλήρωτη, καθώς ο πατέρας των δυο παιδιών παραμένει στα χέρια της Χαμάς, εξέφρασε μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο δικηγόρος της οικογένειας.

Κατόπιν το Ισραήλ ανακοίνωσε πως αποφυλακίστηκαν 33 Παλαιστίνιοι. Ανάμεσά τους ήταν ο Μοχάμεντ Αμπού αλ Χούμους.

«Δεν μπορώ να περιγράψω πώς αισθάνομαι. Είναι απερίγραπτη η χαρά», είπε μπαίνοντας στο σπίτι του στην ανατολική Ιερουσαλήμ, όπου η μητέρα του τον πήρε στην αγκαλιά της. «Είναι το πιο όμορφο συναίσθημα στον κόσμο να έχεις τα παιδιά σου γύρω σου, στο πλευρό σου», είπε η γυναίκα.

Όμως στην Μπεϊτούνια, στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, όπου έφθασαν οι αποφυλακισθέντες με λευκό λεωφορείο, οι γιορτασμοί δεν κράτησαν πολύ. Νεαρός Παλαιστίνιος, τα στοιχεία του οποίου δεν έχουν επιβεβαιωθεί, σκοτώθηκε «από σφαίρα» σε συγκρούσεις με ισραηλινές δυνάμεις σε μικρή απόσταση, ανέφερε το υπουργείο Υγείας της Παλαιστινιακής Αρχής.

Προσπάθειες για περαιτέρω παράταση

Λίγο προτού γίνει γνωστό πως η ανακωχή θα παρατεινόταν, το γραφείο του ισραηλινού πρωθυπουργού ενέκρινε τη συμπερίληψη «50 φυλακισμένων», συμπεριλαμβανομένης της Αχέντ Ταμίμι, της νεαρής που έχει γίνει σύμβολο του αγώνα των Παλαιστινίων -συνελήφθη ξανά στις αρχές Νοεμβρίου-, στον κατάλογο των προς απελευθέρωση.

Οι μεσολαβητές και οι ΗΠΑ συνεχίζουν τις προσπάθειες στους διαδρόμους για να παραταθεί κι άλλο η ανακωχή, πέραν της Πέμπτης, προκειμένου να μπορέσουν να γίνουν περισσότερες απελευθερώσεις ομήρων και να φθάσει περισσότερη ανθρωπιστική βοήθεια στους άμαχους στη Λωρίδα της Γάζας.

Ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν θα επισκεφθεί για ακόμη μια φορά το Ισραήλ και την κατεχόμενη Δυτική Όχθη εντός της εβδομάδας, όπου προγραμματίζεται να έχει συνομιλίες με τον ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου και τον πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής Μαχμούντ Αμπάς.

«Κατά τη διάρκεια των συναντήσεών του στη Μέση Ανατολή, θα επιμείνει στην ανάγκη να συνεχίσει να παραδίδεται ανθρωπιστική βοήθεια στη Γάζα, να εξασφαλιστεί η απελευθέρωση όλων των ομήρων και να βελτιωθεί η προστασία των αμάχων στη Γάζα», ανέφερε αμερικανός αξιωματούχος.

Στην ισραηλινή πλευρά, ο στρατός και η κυβέρνηση, που δέχονται μεγάλη πίεση από την κοινωνία να εγγυηθούν την απελευθέρωση περισσότερων ομήρων, επιμένουν τις τελευταίες ημέρες πως πρόθεσή τους είναι όταν τερματιστεί η ανακωχή να ξαναρχίσουν επιχειρήσεις για να «καταστρέψουν» τη Χαμάς, να εξαλείψουν οποιαδήποτε «απειλή» στη Λωρίδα της Γάζας και να επιβάλουν ευνοϊκό συσχετισμό δύναμης, καθώς και να απελευθερώσουν τους υπόλοιπους ομήρους – ανάμεσα στους οποίους είναι και στρατιωτικοί.

Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου ενέκρινε εξάλλου κατά τη διάρκεια της νύχτας συμπληρωματικό προϋπολογισμού «πολέμου» 30,3 δισεκατομμυρίων σέκελ (7,5 δισεκ. ευρώ).

«Καταστροφική» κατάσταση

Η παράταση της ανακωχής θα επιτρέψει την είσοδο κι άλλων φορτηγών με ανθρωπιστική βοήθεια στη Λωρίδα της Γάζας, που παραμένει υπό πολιορκία κι υπέστη ήδη τεράστια καταστροφή από τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς.

«Η ανθρωπιστική κατάσταση στη Γάζα παραμένει καταστροφική και είναι ανάγκη να εισέλθει κατεπειγόντως επιπλέον βοήθεια κατά τρόπο που θα έχει ροή, θα είναι προβλέψιμος και συνεχής, για να να αμβλυνθούν τα ανυπόφορα δεινά των Παλαιστινίων» στον θύλακο, τόνισε ο ειδικός επιτετραμμένος των Ηνωμένων Εθνών για την Εγγύς Ανατολή Τορ Βένεσλαντ.

Οι μισές και πλέον κατοικίες στη Λωρίδα της Γάζας έχουν υποστεί ζημιές ή καταστραφεί εντελώς, σύμφωνα με τον ΟΗΕ κι η πλειονότητα των κατοίκων της, 1,7 εκατ. από τα 2,4 εκατ., έχουν υποστεί εξαναγκαστικό εκτοπισμό.

Ως την Παρασκευή, το Ισραήλ βομβάρδιζε χωρίς σταματημό τη Λωρίδα της Γάζας σε αντίποινα για την έφοδο μαχητών της Χαμάς σε νότιους τομείς της ισραηλινής επικράτειας την 7η Οκτωβρίου με 1.200 νεκρούς, σύμφωνα με τις ισραηλινές αρχές. Κατά τη διάρκεια της πιο πολύνεκρης επίθεσης που υπέστη ποτέ το Ισραήλ από καταβολής κράτους το 1948 εξάλλου απήχθησαν 240 άνθρωποι που οδηγήθηκαν στον παλαιστινιακό θύλακο.

Η ισραηλινή ηγεσία ορκίστηκε να «εξαλείψει» το παλαιστινιακό τρομοκρατικό κίνημα που πήρε την εξουσία το 2007 στη Λωρίδα της Γάζας και, την 27η Οκτωβρίου, διέταξε να αρχίσει χερσαία επιχείρηση.

Με βάση τον πιο πρόσφατο απολογισμό του υπουργείου Υγείας της Χαμάς, 14.854 άνθρωποι, ανάμεσά τους 6.150 παιδιά, σκοτώθηκαν στους ισραηλινούς βομβαρδισμούς στη Λωρίδα της Γάζας. Η πολιτική προστασία στη Γάζα κάνει λόγο για άλλους 7.000 αγνοούμενους, μεγάλο μέρος των οποίων θάφτηκε στα συντρίμμια. Ακόμη 36.000 Παλαιστίνιοι έχουν τραυματιστεί.

Αν και η ανακωχή προσέφερε μια ανάπαυλα στους Γαζαίους, η ανθρωπιστική κατάσταση παραμένει «επικίνδυνη» και οι ανάγκες «χωρίς προηγούμενο», σύμφωνα με το Γραφείο Αρωγής και Έργων των Ηνωμένων Εθνών για τους Παλαιστίνιους Πρόσφυγες στην Εγγύς Ανατολή (UNRWA).

«Υποφέρουμε» καθώς «δεν έχουμε τροφή, δεν έχουμε νερό, δεν μας έχει προσφέρει κανένας καμιά βοήθεια. Και δεν έχουμε πού να κοιμίσουμε τα πέντε παιδιά μας», είπε ο Φουάντ Χάρα, κάτοικος της πόλης της Γάζας, που εκτοπίστηκε εξαιτίας του πολέμου στο νότιο τμήμα του θυλάκου, μιας από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές στον κόσμο.

Το γαλλικό ελικοπτεροφόρο Dixmude, στο οποίο έγινε ειδική διαμόρφωση για να λειτουργήσει ως πλωτό νοσοκομείο για τραυματίες στη Λωρίδα της Γάζας, έφθασε εξάλλου χθες Δευτέρα στο λιμάνι Αλ Αρίς της Αιγύπτου, επιβεβαίωσε λιμενική πηγή του Γαλλικού Πρακτορείου.

Ο ισραηλινός στρατός περικυκλώνει την πόλη της Γάζας καθώς η Χαμάς προσπαθεί να εμποδίσει την εκκένωση των κατοίκων, λέει το IDF

Οι Ισραηλινές Δυνάμεις Άμυνας (IDF) ανακοίνωσαν την Κυριακή ότι τα στρατεύματά τους έχουν περικυκλώσει την πόλη της Γάζας σε μια χερσαία επίθεση με στόχο τους τρομοκράτες της Χαμάς, χωρίζοντας τη Λωρίδα της Γάζας στα δύο, καθώς η Χαμάς προσπαθούσε να εμποδίσει την εκκένωση των κατοίκων.

«Έφτασαν στην ακτή και στη νότια πλευρά της πόλης της Γάζας και περικύκλωσαν την πόλη της Γάζας. Ουσιαστικά σήμερα υπάρχει μια βόρεια και μια νότια Γάζα», δήλωσε ο εκπρόσωπος των IDF αντιπτέραρχος Ντάνιελ Χαγκάρι στις 5 Νοεμβρίου.

Ο εκπρόσωπος δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου ότι οι ισραηλινές δυνάμεις θα συνεχίσουν να ανοίγουν έναν «διάδρομο μονής κατεύθυνσης» για τους κατοίκους της Γάζας για να διαφύγουν προς τα νότια.

Νωρίτερα την ίδια ημέρα, ο υποναύαρχος Χαγκάρι δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι η Χαμάς είχε στήσει οδοφράγματα για να εμποδίσει τους κατοίκους να φύγουν και εκτόξευσε αντιαρματικούς πυραύλους εναντίον ισραηλινών στρατιωτών που επιχειρούσαν στη διαδρομή εκκένωσης.

«Η Χαμάς εμποδίζει ενεργά τους κατοίκους της Γάζας να μετακινηθούν σε ασφαλέστερες περιοχές», δήλωσε. «Ο IDF προσάρμοσε τις χερσαίες επιχειρήσεις μας για να κρατήσει ανοιχτούς τους διαδρόμους από το βορρά προς το νότο, αλλά η Χαμάς επιτίθεται στις δυνάμεις μας».

Υπήρξαν αναφορές ότι ενδέχεται η Χαμάς να πυροβόλησε πολίτες που προσπαθούσαν να διαφύγουν από τη Γάζα, σε μια προσπάθεια να μην χάσουν την προστασία των ανθρώπινων ασπίδων, με πλάνα που αναρτήθηκαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και δείχνουν ένα οδόστρωμα γεμάτο από σφαίρες.

«Συστηματική εκμετάλλευση» των νοσοκομείων από τη Χαμάς

Οι IDF αποκάλυψαν επίσης τη συστηματική εκμετάλλευση των ιατρικών εγκαταστάσεων από τη Χαμάς. Ο υποναύαρχος Χαγκάρι παρουσίασε βίντεο, δορυφορικές εικόνες και ηχογραφήσεις ως περαιτέρω στοιχεία για το πώς η Χαμάς χρησιμοποιεί τα νοσοκομεία στη Γάζα ως «πολεμική μηχανή» της.

Δορυφορική εικόνα που δείχνει το νοσοκομείο Αλ Σίφα στη Γάζα, το οποίο, σύμφωνα με το Ισραήλ, χρησιμοποιείται για να κρύψει ένα τεράστιο υπόγειο κέντρο διοίκησης της Χαμάς, στις 27 Οκτωβρίου 2023. (IDF)

 

Οι IDF εντόπισαν μια σήραγγα κάτω από το χρηματοδοτούμενο από το Κατάρ νοσοκομείο Sheikh Hamad bin Khalifa al-Thani, βόρεια της πόλης της Γάζας, το οποίο η Χαμάς χρησιμοποιεί ως τρομοκρατική υποδομή. Οι τρομοκράτες της Χαμάς πυροβολούν επίσης στρατιώτες των IDF μέσα από το νοσοκομείο, πρόσθεσε ο υποναύαρχος Χαγκάρι.

Ο υποναύαρχος Χαγκάρι επικαλέστηκε επίσης δορυφορικές εικόνες ενός νοσοκομείου στη Γάζα που χτίστηκε στην Ινδονησία, το οποίο οι IDF πιστεύουν ότι χρησιμοποιείται από τη Χαμάς για την απόκρυψη υπόγειων κέντρων διοίκησης και ελέγχου. Η φωτογραφία τραβήχτηκε μία ημέρα μετά την τρομοκρατική επίθεση που εξαπέλυσε η Χαμάς κατά του Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου.

«Θα κάνω ζουμ στην περιοχή εδώ. Απέναντι από το δρόμο. Μόνο 75 μέτρα, 80 μέτρα μέχρι το νοσοκομείο. Εδώ οι IDF εντόπισαν ένα σημείο εκτόξευσης – που σημαίνει ότι εκτοξεύουν ρουκέτες από εδώ», δήλωσε ο εκπρόσωπος.

«Θέλω να επαναλάβω – εκτοξεύουν ρουκέτες στο Ισραήλ 75 μέτρα από ένα νοσοκομείο. Γιατί; Ξέρουν ακριβώς ότι αν το Ισραήλ επιτεθεί αεροπορικώς σε μια τέτοια θέση εκτόξευσης, το νοσοκομείο θα υποστεί ζημιές», πρόσθεσε.

Οι IDF έχουν αποκαλύψει στο παρελθόν ότι η Χαμάς διαθέτει ένα τεράστιο υπόγειο κέντρο διοίκησης κάτω από το νοσοκομείο Αλ Σίφα στη Γάζα. Πιστεύεται ότι το νοσοκομείο χρησιμοποιούνταν ως κρησφύγετο για τρομοκράτες και διοικητές της Χαμάς.

Ο διεθνής εκπρόσωπος των IDF αντισυνταγματάρχης Ρίτσαρντ Χεχτ δήλωσε ότι η Χαμάς εξαπέλυσε επιθέσεις κάτω από νοσοκομεία και τζαμιά για να «μεγιστοποιήσει τις απώλειες αμάχων» και να ρίξει την ευθύνη στο Ισραήλ για αυτές τις απώλειες.

«Ο στόχος είναι να μεγιστοποιήσουν τις απώλειες αμάχων της Γάζας, να δείξουν με το δάχτυλο το Ισραήλ ανεξάρτητα από το ποιος τους πλήττει (βλέπε το νοσοκομείο al-Ahli της Γάζας ως παράδειγμα) και να κάνουν τον κόσμο να καταδικάσει το Ισραήλ», έγραψε στον λογαριασμό Substack των IDF.

«Κάθε φορά που η τακτική της Χαμάς πετυχαίνει και το Ισραήλ κατηγορείται, στέλνει ένα σαφές μήνυμα στη Χαμάς ότι η στρατηγική της αποδίδει.

«Τους λέει να συνεχίσουν να εκτοξεύουν ρουκέτες που εκτοξεύονται λανθασμένα και σκοτώνουν Παλαιστίνιους. Τους λέει ότι το να πολεμούν από τα νοσοκομεία τους προσφέρει το ελεύθερο», πρόσθεσε.

Ο IDF δήλωσε ότι έπληξε περισσότερους από 2.500 τρομοκρατικούς στόχους, συμπεριλαμβανομένων εγκαταστάσεων, σηράγγων και ηγεσίας, κατά τη διάρκεια των χερσαίων επιχειρήσεων που εξαπέλυσε ως απάντηση στην επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου.

Την περασμένη εβδομάδα, ένας διοικητής της Χαμάς -ο οποίος, σύμφωνα με το Ισραήλ, ενορχήστρωσε την τρομοκρατική επίθεση- σκοτώθηκε σε αεροπορική επιδρομή στον προσφυγικό καταυλισμό Τζαμπάλια της Γάζας. Μια υπόγεια εγκατάσταση της Χαμάς κάτω από τα κτίρια κατέρρευσε επίσης, δήλωσε ο IDF.

Περισσότεροι από 1.400 άνθρωποι στο Ισραήλ σκοτώθηκαν στην τρομοκρατική επίθεση της 7ης Οκτωβρίου. Η Χαμάς πήρε επίσης περισσότερους από 200 ομήρους κατά τη διάρκεια της επίθεσης, τους οποίους χρησιμοποιεί τώρα ως διαπραγματευτικό χαρτί.

Το υπουργείο Υγείας της Χαμάς στη Γάζα δήλωσε ότι ο αριθμός των νεκρών στη Γάζα έχει ξεπεράσει τους 9.500 από την έναρξη της κλιμάκωσης. Σύμφωνα με τις υπηρεσίες των Ηνωμένων Εθνών, οι γυναίκες και τα παιδιά αντιπροσωπεύουν το 67% των νεκρών.

Οι οργανισμοί του ΟΗΕ στις 3 Νοεμβρίου κάλεσαν όλα τα μέρη να τηρήσουν το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και ζήτησαν «άμεση ανθρωπιστική παύση» για να αποτραπεί το ενδεχόμενο η κατάσταση να γίνει «καταστροφική».

Το Ισραήλ απορρίπτει την έκκληση των ΗΠΑ για προσωρινή κατάπαυση του πυρός

Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν και ο υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν ζήτησαν προσωρινή παύση του πολέμου Ισραήλ-Χαμάς για να διευκολυνθεί η ροή βοήθειας στη Γάζα, αλλά η ισραηλινή ηγεσία απέρριψε τις εκκλήσεις αυτές.

Ο κ. Μπλίνκεν, ο οποίος την Παρασκευή βρισκόταν στο Ισραήλ, επανέλαβε την υποστήριξη των ΗΠΑ στην εκστρατεία του Ισραήλ για τη συντριβή της Χαμάς, αλλά προειδοποίησε ότι το Ισραήλ κινδυνεύει να υπονομεύσει τις προοπτικές για ειρήνη αν δεν ενεργήσει γρήγορα για τη βελτίωση των ανθρωπιστικών συνθηκών στη Γάζα.

«Καθώς το Ισραήλ διεξάγει την εκστρατεία του για να νικήσει τη Χαμάς, ο τρόπος που το κάνει έχει σημασία», δήλωσε ο κ. Μπλίνκεν.

«Έχει σημασία γιατί είναι το σωστό και νόμιμο πράγμα που πρέπει να γίνει. Έχει σημασία γιατί η αποτυχία να το κάνει παίζει στα χέρια της Χαμάς και άλλων τρομοκρατικών ομάδων», πρόσθεσε.

Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου δήλωσε ότι είπε στον κ. Μπλίνκεν ότι «συνεχίζουμε με πλήρη ισχύ και ότι το Ισραήλ αρνείται μια προσωρινή κατάπαυση του πυρός που δεν περιλαμβάνει την επιστροφή των ομήρων».

Ο Ισραηλινός πρόεδρος Ισαάκ Χέρτζογκ, ο οποίος επίσης συμμετείχε σε συναντήσεις με τον κ. Μπλίνκεν στο Τελ Αβίβ, επίσης δεν φάνηκε δεκτικός στις αμερικανικές εκκλήσεις για παύση.

Ο κ. Χέρτζογκ δήλωσε ότι το Ισραήλ έχει το δικαίωμα στην αυτοάμυνα και ανέφερε ότι οι ισραηλινές αρχές έχουν επανειλημμένα καλέσει τους άμαχους να εγκαταλείψουν τη βόρεια Γάζα.

Ογκώδης διαδήλωση στο Τελ Αβίβ κατά της δικαστικής μεταρρύθμισης που προωθεί η ισραηλινή κυβέρνηση – Ο Νετανιάχου στις ΗΠΑ

Περισσότεροι από 100.000 Ισραηλινοί διαδήλωσαν χθες Σάββατο στο Τελ Αβίβ κατά της κυβέρνησης Νετανιάχου. Ανάλογες κινητοποιήσεις πραγματοποιήθηκαν επίσης σε αρκετές πόλεις του Ισραήλ.

Οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που πυροδότησε η αμφιλεγόμενη μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος συνεχίζονται για 38η εβδομάδα.

Ένα τεράστιο πανό με κόκκινο φόντο έγραφε «Δικτάτορας κυνηγημένος» δίπλα σε μια φωτογραφία του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος βρίσκεται στις ΗΠΑ, ενώ πλήθος κόσμου εκφράζει σε κάθε ευκαιρία την αποδοκιμασία του για τη μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος που προωθεί.

Στα τέλη Ιουλίου, αψηφώντας τις ογκώδεις διαδηλώσεις, το ισραηλινό κοινοβούλιο (Κνεσέτ) ενέκρινε τροπολογία που περιορίζει τη δυνατότητα του Ανωτάτου Δικαστηρίου να ακυρώνει κυβερνητικές αποφάσεις που κρίνει «ανάρμοστες».

Οι επικριτές της μεταρρύθμισης θεωρούν πως συνιστά απειλή για τη δημοκρατία στο Ισραήλ. Στον αντίποδα, η κυβέρνηση Νετανιάχου υποστηρίζει ότι η μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος είναι επιβεβλημένη προκειμένου να περιοριστούν «υπερβολικές» παρεμβάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου στο κυβερνητικό έργο. Μέχρι στιγμής, οι διαπραγματεύσεις με την αντιπολίτευση για την επίτευξη συμβιβασμού δεν έχουν αποδώσει καρπούς.

Το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ εξετάζει οκτώ προσφυγές κατά της επίμαχης τροπολογίας.

Σε συνέντευξη που παραχώρησε την Παρασκευή στο τηλεοπτικό δίκτυο CNN, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου απέφυγε να δώσει σαφή απάντηση όταν ρωτήθηκε εάν θα σεβόταν απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά της τροπολογίας. «Θεωρώ πως πρέπει να σεβόμαστε τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου και ότι το Ανώτατο Δικαστήριο πρέπει να σέβεται τα νομοσχέδια που ψηφίζει η Κνεσέτ», είπε ο πρωθυπουργός του Ισραήλ.

Δ.Π.

Σε ψυχρό κλίμα η συνάντηση Μπάιντεν-Νετανιάχου

Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου συνάντησε τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν την Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου στη Νέα Υόρκη, για πρώτη φορά από τότε που ο Ισραηλινός ηγέτης επέστρεψε στην εξουσία στα τέλη του περασμένου έτους. Συζήτησαν μια σειρά διμερών και περιφερειακών θεμάτων, συμπεριλαμβανομένης της εξομάλυνσης των σχέσεων με το Ριάντ, κατά τη διάρκεια της συνάντησης που πραγματοποιήθηκε στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών.

Biden Meets Israel’s Prime Minister Netanyahu Amid Frosty Relations
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν συναντά τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου στο περιθώριο της 78ης Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη, στις 20 Σεπτεμβρίου 2023. (Jim Watson/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο κος Μπάιντεν άνοιξε τη διμερή συνάντηση υπενθυμίζοντας πόσο καιρό γνωρίζει τον κο Νετανιάχου.

Στη συνέχεια δήλωσε ότι οι δύο τους θα συζητήσουν «δύσκολα ζητήματα», συμπεριλαμβανομένης της υπεράσπισης των «δημοκρατικών αξιών» και της διατήρησης της πορείας προς τη λύση των δύο κρατών με διαπραγματεύσεις, ένα προτεινόμενο πλαίσιο για τη διευθέτηση της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης. Η αποτροπή του Ιράν από το να αποκτήσει πυρηνικά όπλα αποτέλεσε επίσης προτεραιότητα της συνάντησης.

Τον Μάρτιο, ο πρόεδρος Μπάιντεν είχε δηλώσει ότι δεν θα προσκαλέσει τον κο Νετανιάχου στον Λευκό Οίκο στο εγγύς μέλλον, λόγω της προσπάθειάς του να αλλάξει το δικαστικό σύστημα του Ισραήλ.

Επίσης, σε συνέντευξή του στο CNN τον Ιούλιο, περιέγραψε το υπουργικό συμβούλιο του κου Νετανιάχου ως ακραίο. «Πρόκειται για ένα από τα πιο εξτρεμιστικά μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου», δήλωσε στον Φαρίντ Ζακάρια του CNN.

Ο Λευκός Οίκος εξέφρασε ανησυχίες για την προσπάθεια του κου Νετανιάχου να αναμορφώσει το δικαστικό σύστημα της χώρας στις αρχές του έτους. Η Κνεσέτ, το κοινοβούλιο του Ισραήλ, ενέκρινε νομοθεσία που καταργούσε το «δόγμα της δικαιοσύνης και της λογικής», το οποίο χρησιμοποιούσε το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ για να κρίνει τις κυβερνητικές πολιτικές. Οι επικριτές υποστήριξαν ότι οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις του κου Νετανιάχου θα έβλαπταν την ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των κυβερνητικών οργάνων και θα αποσταθεροποιούσαν τη δημοκρατία της χώρας.

«Ακόμα και όταν έχουμε κάποιες διαφορές, η δέσμευσή μου στο Ισραήλ, ξέρετε, είναι ακλόνητη», δήλωσε ο πρόεδρος Μπάιντεν κατά τη διάρκεια της διμερούς συνάντησης. «Νομίζω ότι χωρίς το Ισραήλ, δεν υπάρχει Εβραίος στον κόσμο που να είναι ασφαλής. Το Ισραήλ είναι απαραίτητο.»

«Ελπίζω ότι θα συναντηθούμε στην Ουάσιγκτον μέχρι το τέλος του έτους», είπε ο κος Νετανιάχου στον Πρόεδρο Μπάιντεν στις εναρκτήριες παρατηρήσεις του.

Και οι δύο ηγέτες τόνισαν τον κοινό στόχο μιας «πιο σταθερής και ευημερούσας Μέσης Ανατολής» και τον νέο οικονομικό διάδρομο που συμφωνήθηκε στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής της G20 στο Νέο Δελχί.

Στη σύνοδο κορυφής της G20 στις αρχές του μήνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ινδία, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) ανακοίνωσαν μνημόνιο συμφωνίας για ένα έργο υποδομής που θα συνδέει την Ινδία, τη Μέση Ανατολή και την Ευρώπη. Το έργο θα δημιουργήσει έναν οικονομικό διάδρομο που θα συνδέεται με μια σιδηροδρομική γραμμή και υφιστάμενα λιμάνια που διέρχονται από τα ΗΑΕ, τη Σαουδική Αραβία, την Ιορδανία και το Ισραήλ.

Ισραήλ και Σαουδική Αραβία

Κατά τη διάρκεια της διμερούς συνάντησης, ο πρόεδρος Μπάιντεν εξέφρασε την ελπίδα του για την επιτυχία των προσπαθειών εξομάλυνσης των σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας, σημειώνοντας ότι μια τέτοια ιδέα θα ήταν αδύνατη πριν από μια δεκαετία.

«Νομίζω ότι υπό την ηγεσία σας, κε Πρόεδρε, μπορούμε να σφυρηλατήσουμε μια ιστορική ειρήνη μεταξύ του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας», δήλωσε ο κος Νετανιάχου. «Και νομίζω ότι μια τέτοια ειρήνη θα μας βοηθήσει πολύ να προωθήσουμε το τέλος της αραβοϊσραηλινής σύγκρουσης, να επιτύχουμε τη συμφιλίωση μεταξύ του ισλαμικού κόσμου και του εβραϊκού κράτους και να προωθήσουμε μια πραγματική ειρήνη μεταξύ του Ισραήλ και των Παλαιστινίων.»

Πριν από τρία χρόνια, το Ισραήλ εξομάλυνε τους δεσμούς του με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Μπαχρέιν, το Μαρόκο και το Σουδάν, στο πλαίσιο των λεγόμενων Συμφωνιών του Αβραάμ.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν πιέζει τώρα για μια συμφωνία μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ισραήλ. Αν και οι Συμφωνίες του Αβραάμ επέφεραν σημαντικές αλλαγές, η Ουάσιγκτον πιστεύει ότι μια σαουδαραβο-ισραηλινή συμφωνία θα αποτελούσε καμπή στις περιφερειακές σχέσεις του Ισραήλ, τερματίζοντας ουσιαστικά την απομόνωσή του και ανοίγοντας το δρόμο για μια πιο ειρηνική και ευημερούσα περιοχή.

Ωστόσο,δεν είναι όλοι αισιόδοξοι για το χρονοδιάγραμμα επίτευξης μιας τέτοιας συμφωνίας. «Η προσπάθεια της κυβέρνησης Μπάιντεν να μεσολαβήσει για μια σαουδαραβο-ισραηλινή συμφωνία είναι μόνο η πιο πρόσφατη σε μια μακρά σειρά διπλωματικών προσπαθειών των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή», έγραψε σε πρόσφατη έκθεσή του ο Τζον Άλτερμαν, ανώτερος αντιπρόεδρος και διευθυντής του Προγράμματος Μέσης Ανατολής στο Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών.

«Ενώ οι ελπίδες πολλαπλασιάζονται, είναι πιθανό να περάσουν χρόνια προτού επιτευχθεί μια ουσιαστική συμφωνία.»

Της  Emel Akan, με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Η Σύνοδος Κορυφής των G20 αποκάλυψε τις αυξημένες εντάσεις ΗΠΑ-Κίνας

Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ολοκλήρωσε τις συναντήσεις του στις 10 Σεπτεμβρίου στη σύνοδο κορυφής της Ομάδας των 20 (G20), η οποία πραγματοποιήθηκε στην πρωτεύουσα της Ινδίας, το Νέο Δελχί, αφού απέτισε φόρο τιμής στον πατέρα του έθνους, Μαχάτμα Γκάντι, μαζί με άλλους παγκόσμιους ηγέτες.

Την ίδια ημέρα, ο Αμερικανός πρόεδρος αναχώρησε από την Ινδία για να ταξιδέψει στο Βιετνάμ, όπου επρόκειτο να ανακοινώσει ενισχυμένη εταιρική σχέση με το κομμουνιστικό έθνος στις 10 Σεπτεμβρίου.

Ο κος Μπάιντεν ταξίδεψε στην Ασία σε μια περίοδο εντεινόμενου ανταγωνισμού μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας. Η φετινή σύνοδος κορυφής αποκάλυψε αυξημένες εντάσεις μεταξύ των δύο ισχυρών χωρών, όπως αποδεικνύεται από την απουσία του Κινέζου ηγέτη Σι Τζινπίνγκ από τη σύνοδο κορυφής και τις αντιρρήσεις του Πεκίνου για τη φιλοξενία της συνόδου κορυφής της G20 από τις Ηνωμένες Πολιτείες το 2026.

Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η απουσία του κου Σι σημαίνει ότι το καθεστώς εγκαταλείπει τους G20 και εγκαθιδρύει μια εναλλακτική παγκόσμια τάξη. Για να αντικρούσει αυτή την άποψη, ο πρόεδρος Μπάιντεν προσπάθησε να καλύψει το κενό που άφησε ο κος Σι στη φετινή σύνοδο κορυφής παρουσιάζοντας τις Ηνωμένες Πολιτείες ως έναν πιο αξιόπιστο εταίρο από την Κίνα, ικανό να ενώσει τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου γύρω από κοινούς στόχους, συμπεριλαμβανομένης της παροχής «μη καταναγκαστικών» επιλογών χρηματοδότησης της ανάπτυξης στις αναπτυσσόμενες χώρες.

«Θα ήταν ωραία να τον είχαμε εδώ», δήλωσε ο πρόεδρος Μπάιντεν στους δημοσιογράφους στην Ινδία, όταν ρωτήθηκε για το αν η απουσία του κου Σι επηρέασε τη σύνοδο κορυφής.

«Αλλά, όχι. Η σύνοδος κορυφής πηγαίνει καλά»

India's Prime Minister Narendra Modi (R), U.S. President Joe Biden (C), German Chancellor Olaf Scholz (3R) and Australia's Prime Minister Anthony Albanese (3L) along with world leaders arrive to pay respect at the Mahatma Gandhi memorial at Raj Ghat on the sidelines of the G20 summit in New Delhi on Sept. 10, 2023. (Ludovic Marin/POOL/AFP via Getty Images)
Ο πρωθυπουργός της Ινδίας Ναρέντρα Μόντι, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, ο καγκελάριος της Γερμανίας Όλαφ Σολτς και ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας Άντονι Αλμπανέζε και άλλοι παγκόσμιοι ηγέτες καταφθάνουν για να αποτίσουν φόρο τιμής στο μνημείο του Μαχάτμα Γκάντι στο Ραζ Γκατ, στο πλαίσιο της συνόδου κορυφής των G20 στο Νέο Δελχί, στις 10 Σεπτεμβρίου 2023. (Ludovic Marin/POOL/AFP μέσω Getty Images)

 

Στη σύνοδο κορυφής του Νέου Δελχί, τα μέλη των G20 διχάστηκαν για πολλά θέματα, περιλαμβανομένου του πολέμου στην Ουκρανία, ωστόσο οι ηγέτες έλαβαν αρκετές σημαντικές αποφάσεις κατά τη διάρκεια της διήμερης συνόδου κορυφής στην πρωτεύουσα της Ινδίας.

Βασικά συμπεράσματα από τη διήμερη σύνοδο κορυφής

Μια ήπια, συναινετική κοινή διακήρυξη για τον πόλεμο στην Ουκρανία

Το πιο αμφιλεγόμενο ζήτημα στη φετινή σύνοδο κορυφής ήταν το πώς θα αντιμετωπιστεί ο πόλεμος στην Ουκρανία στο κοινό ανακοινωθέν. Υπήρχε σκεπτικισμός ως προς την έκδοση ενός ανακοινωθέντος της συνόδου κορυφής λόγω των σημαντικών διαιρέσεων μεταξύ των μελών.

Ενώ ορισμένες χώρες απαιτούσαν σκληρή γλώσσα κατά της Ρωσίας, χαρακτηρίζοντας το μέλος των G20 ως επιτιθέμενο, η Ινδία, που προέδρευε των G20, προσπάθησε να επιτύχει μια ισορροπία στο ανακοινωθέν της συνόδου κορυφής. Η στενή σχέση της Ινδίας με τη Μόσχα και η απροθυμία της να εκδώσει ισχυρές δηλώσεις περιέπλεξαν περαιτέρω την προσπάθεια.

Τα μέλη των G20 συμφώνησαν τελικά στις 9 Σεπτεμβρίου να υιοθετήσουν μια συναινετική δήλωση που απέφευγε να καταγγείλει συγκεκριμένα τη Ρωσία για τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά παρότρυνε γενικά όλες τις χώρες να απέχουν από τη χρήση βίας για την προσάρτηση εδαφών.

«Σύμφωνα με τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, όλα τα κράτη πρέπει να απέχουν από την απειλή ή τη χρήση βίας για την επιδίωξη εδαφικής απόκτησης κατά της εδαφικής ακεραιότητας και κυριαρχίας ή της πολιτικής ανεξαρτησίας οποιουδήποτε κράτους. Η χρήση ή η απειλή χρήσης πυρηνικών όπλων είναι απαράδεκτη», αναφέρεται στη δήλωση.

Παρά τις αντιρρήσεις της Ρωσίας και της Κίνας, οι ηγέτες κατέληξαν επίσης σε συμβιβασμό σχετικά με τη γλώσσα σε αρκετές παραγράφους για την περιγραφή του πολέμου στην Ουκρανία.

«Τονίσαμε τον ανθρώπινο πόνο και τις αρνητικές πρόσθετες επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία όσον αφορά την παγκόσμια ασφάλεια τροφίμων και ενέργειας, τις αλυσίδες εφοδιασμού, τη μακροοικονομική χρηματοπιστωτική σταθερότητα, τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη, γεγονός που έχει περιπλέξει το περιβάλλον πολιτικής για τις χώρες», αναφέρεται στο ανακοινωθέν. «Υπήρχαν διαφορετικές απόψεις και εκτιμήσεις για την κατάσταση.»

Η δήλωση της περσινής συνόδου κορυφής στο Μπαλί αναφέρει ότι «τα περισσότερα μέλη καταδίκασαν έντονα τον πόλεμο στην Ουκρανία», κάτι που δεν περιλαμβάνεται στη φετινή δήλωση. Η δήλωση του Μπαλί είχε επίσης παραθέσει ένα ψήφισμα του ΟΗΕ που καταδικάζει «με τον πιο έντονο τρόπο την επίθεση της Ρωσικής Ομοσπονδίας κατά της Ουκρανίας και απαιτεί την πλήρη και άνευ όρων αποχώρησή της από το έδαφος της Ουκρανίας».

Ως εκ τούτου, η φετινή δήλωση θεωρείται ότι έχει πιο ήπια διατύπωση όσον αφορά τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας σε σχέση με την περσινή δήλωση.

Το ουκρανικό υπουργείο Εξωτερικών απαξίωσε την κοινή δήλωση, καθώς δεν χαρακτηρίζει τη Ρωσία ως επιτιθέμενη στον πόλεμο.

Ο Λευκός Οίκος, από την πλευρά του, υπερασπίστηκε τη δήλωση, χαρακτηρίζοντάς την «πρωτοφανή».

«Η συντριπτική πλειοψηφία των G20 έχει υποστηρίξει πολλαπλά ψηφίσματα του ΟΗΕ που καταγγέλλουν την παράνομη επιθετικότητα της Ρωσίας», δήλωσε ο αναπληρωτής σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Τζον Φάινερ στους δημοσιογράφους στις 10 Σεπτεμβρίου.

«Η κοινή δήλωση που εκδόθηκε χθες βασίζεται σε αυτό για να στείλει μια πρωτοφανή, ενιαία δήλωση σχετικά με την επιτακτική ανάγκη να απέχει η Ρωσία από τη χρήση βίας για την απόκτηση εδαφών.»

Αντισταθμίζοντας την κινεζική πρωτοβουλία «Μία ζώνη, ένας δρόμος»

Στη σύνοδο κορυφής, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ινδία, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ανακοίνωσαν Μνημόνιο Συνεννόησης (MΣ) (pdf) για ένα έργο υποδομής που θα συνδέει την Ινδία, τη Μέση Ανατολή και την Ευρώπη μέσω θαλάσσιων και σιδηροδρομικών μεταφορών.

Το έργο θα δημιουργήσει έναν οικονομικό διάδρομο που θα συνδέεται με σιδηροδρομική γραμμή και υφιστάμενα λιμάνια μέσω των ΗΑΕ, της Σαουδικής Αραβίας, της Ιορδανίας και του Ισραήλ. Ωστόσο, δεν είναι μια ολοκληρωμένη συμφωνία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα διαδραματίσουν κρίσιμο ρόλο στη διευκόλυνση των διαπραγματεύσεων σχετικά με τους όρους της συμφωνίας για το έργο υποδομής, σύμφωνα με αξιωματούχους του Λευκού Οίκου.

Saudi Arabian Crown Prince and Prime Minister Mohammed bin Salman (L), India's Prime Minister Narendra Modi (C), and U.S. President Joe Biden attend a session as part of the G20 Leaders' Summit at the Bharat Mandapam in New Delhi on Sept. 9, 2023. (Evelyn Hockstein/POOL/AFP via Getty Images)
Ο πρίγκιπας διάδοχος του θρόνου και πρωθυπουργός της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν (α), ο πρωθυπουργός της Ινδίας Ναρέντρα Μόντι (κ) και ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν (δ) παρακολουθούν συνεδρίαση στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής των ηγετών της G20 στο Μπαράτ Μανταπάμ στο Νέο Δελχί, στις 9 Σεπτεμβρίου 2023. (Evelyn Hockstein/POOL/AFP μέσω Getty Images)

 

«Αυτό είναι μεγάλη υπόθεση. Πρόκειται για μια πραγματικά μεγάλη υπόθεση», δήλωσε ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, χαιρετίζοντας το Μνημόνιο Συνεννόησης σε ομιλία του κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής.

Το έργο θεωρείται μία από τις βασικές πρωτοβουλίες του Λευκού Οίκου στη Μέση Ανατολή για την αντιμετώπιση της αυξανόμενης επιρροής της Κίνας στην περιοχή μέσω του αμφιλεγόμενου προγράμματος υποδομών της, της πρωτοβουλίας «Μια ζώνη, ένας δρόμος».

Από την έναρξή της το 2013, η κινεζική πρωτοβουλία έχει διοχετεύσει δισεκατομμύρια δολάρια σε έργα υποδομής σε ολόκληρη την Αφρική, τη Λατινική Αμερική, την Ανατολική Ευρώπη και την Ασία. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, το Πεκίνο έχει κατηγορηθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι χρησιμοποιεί «διπλωματία-παγίδα χρέους» για να προσελκύσει πολλά έθνη στην τροχιά του.

Το εν λόγω Μνημόνιο αποτελεί μέρος της πρωτοβουλίας «Συνεργασία για παγκόσμιες υποδομές και επενδύσεις» (Partnership for Global Infrastructure and Investment – PGII), της οποίας ηγείται η Ομάδα των Επτά (G7) χωρών για τη χρηματοδότηση έργων υποδομής στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, τα έργα PGII επικεντρώνονται σε «επενδύσεις υψηλής ποιότητας για την οικοδόμηση βιώσιμων υποδομών σε όλο τον κόσμο».

Λόγω του εύρους και των φιλοδοξιών του, το σιδηροδρομικό έργο είναι «πρωτοποριακό», δήλωσε ο κος Φάινερ στους δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια ενημέρωσης του Τύπου στις 9 Σεπτεμβρίου.

«Βλέπουμε ότι έχει μεγάλη απήχηση στις εμπλεκόμενες χώρες αλλά και παγκοσμίως, επειδή είναι διαφανές, επειδή είναι υψηλών προδιαγραφών, επειδή δεν είναι εκβιαστικό», είπε.

Για να μην εξοργίσει το καθεστώς στο Πεκίνο, ωστόσο, ο κος Φάινερ δήλωσε ότι η πρωτοβουλία αυτή δεν αποσκοπεί να ανταγωνιστεί την Κίνα και την αυξανόμενη επιρροή της στη Μέση Ανατολή.

«Δεν το βλέπουμε ως μηδενικό άθροισμα με άλλες προσεγγίσεις στις υποδομές», είπε. «Δεν ζητάμε από τις χώρες να κάνουν αυτή την επιλογή μηδενικού αθροίσματος, αλλά πιστεύουμε ότι η αξία αυτού που προσφέρουμε είναι υψηλή.»

Στις ΗΠΑ οι G20 το 2026, παρά τις αντιρρήσεις Πεκίνου-Μόσχας

Σύμφωνα με διάφορες αναφορές στα μέσα ενημέρωσης, η Κίνα εξέφρασε την αντίθεσή της στο να φιλοξενήσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες τους G20 το 2026, όπως είχε ανακοινώσει η κυβέρνηση Μπάιντεν.

Η αντίρρηση της Κίνας, η οποία υποστηρίχθηκε από τη Ρωσία, ήταν σε μεγάλο βαθμό συμβολική και αντανακλά τη διαφωνία του Πεκίνου με τις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα τα οποία επικαλούνται πηγές με γνώση των συνομιλιών.

Ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Τζέικ Σάλιβαν δεν διέψευσε τις αναφορές μιλώντας σε δημοσιογράφους στο Νέο Δελχί στις 9 Σεπτεμβρίου, αλλά σημείωσε ότι το ανακοινωθέν είχε ήδη υιοθετήσει την απόφαση.

«Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι το ανακοινωθέν έχει γίνει», είπε. «Η αναφορά στις Ηνωμένες Πολιτείες ως οικοδεσπότες το 2026 είναι μέρος του. Η Κίνα έχει συμφωνήσει με αυτό, όλα τα μέλη της G20 έχουν συμφωνήσει με αυτό και είμαστε ικανοποιημένοι από αυτό.»

Στη φετινή σύνοδο κορυφής, στη θέση του κου Σι, την Κίνα εκπροσώπησε ο πρωθυπουργός της χώρας Λι Τσιανγκ .

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν παρέλειψε επίσης τη φετινή σύνοδο κορυφής. Η απουσία του κου Πούτιν ήταν αναμενόμενη, καθώς ούτε πέρυσι συμμετείχε στη σύνοδο κορυφής. Η Ρωσία εκπροσωπήθηκε από τον Ρώσο υπουργό Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ.

Ο κος Φάινερ δήλωσε ότι, εξ όσων γνωρίζει, ο πρόεδρος δεν μίλησε με κανέναν από τους δύο κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής.

Της Emel Akan

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Την πώληση στην Ταϊβάν οπλικών συστημάτων αξίας 500 εκατ. δολ. ενέκριναν οι ΗΠΑ

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ ενέκρινε χθες Τετάρτη την πώληση οπλικών συστημάτων αξίας 500 εκατομμυρίων δολαρίων στην Ταϊβάν, προκειμένου τα μαχητικά αεροσκάφη F-16 της νήσου να είναι σε θέση να εντοπίζουν αντίπαλα αεροσκάφη χάρη στο υπέρυθρο ίχνος τους.

Η αρμόδια υπηρεσία του Πενταγώνου (DSCA) διευκρίνισε στο δελτίο Τύπου που έδωσε στη δημοσιότητα πως το πακέτο περιλαμβάνει ηλεκτροοπτικά συστήματα αναγνώρισης και παρακολούθησης (IRST) και συναφή εξοπλισμό, που κατασκευάζει η Lockheed Martin, για τα F-16 της Ταϊβάν.

«Η προτεινόμενη πώληση θα βελτιώσει τις δυνατότητες» της Πολεμικής Αεροπορίας της νήσου να «αντιμετωπίζει σημερινές και μελλοντικές απειλές», να υπερασπίζεται τον εναέριο χώρο της, να παρέχει ασφάλεια στην περιοχή, ενώ «θα αυξήσει τη διαλειτουργικότητα» με τις ΗΠΑ, εξηγείται στην ανακοίνωση.

Στο κείμενο της DSCA τονίζεται ακόμη πως η προτεινόμενη πώληση «δεν μεταβάλλει» τη βασική στρατιωτική ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή.

Στην Ταϊπέι, το υπουργείο Εθνικής Άμυνας εξέφρασε ευγνωμοσύνη για την έγκριση της συμφωνίας πώλησης, διευκρινίζοντας πως η πώληση αναμένεται να προχωρήσει περίπου έναν μήνα αφού έχει ειδοποιηθεί το Κογκρέσο των ΗΠΑ.

Τα συστήματα αυτά θα αξιοποιηθούν για τη «διατήρηση της περιφερειακής σταθερότητας», πρόσθεσε το υπουργείο μέσω X (του πρώην Twitter).

Οι υπηρεσίες της προέδρου της Ταϊβάν, της Τσάι Ινγκ-γουέν, επισήμαναν σε δελτίο Τύπου που δημοσιοποίησαν πως πρόκειται για το 11ο πακέτο όπλων η πώληση του οποίου εγκρίνεται αφότου ανέλαβε την εξουσία ο Δημοκρατικός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν το 2021. Κατά την ανακοίνωση, η κυρία Τσάι ευχαρίστησε την Ουάσιγκτον για τη «δέσμευσή τους» στην «ασφάλεια της Ταϊβάν».

Η συμφωνία αναμένεται να προκαλέσει την οργή του Πεκίνου.

Η Κίνα θεωρεί τη νήσο επαρχία της, προορισμένη να επανενωθεί μια μέρα με την ηπειρωτική χώρα, χωρίς να αποκλείει τη χρήση βίας. Η σημερινή κυβέρνηση της Ταϊβάν απορρίπτει την κινεζική θέση και αντιτίθεται σθεναρά στους ισχυρισμούς του ΚΚΚ, λέγοντας ότι η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας δεν κυβέρνησε ποτέ το νησί και δεν έχει το δικαίωμα να μιλά εκ μέρους του σε παγκόσμιο επίπεδο ή να αποφασίζει για το μέλλον του.

Η Ουάσιγκτον είναι ο κυριότερος προμηθευτής όπλων της Ταϊπέι και η βασική προστάτιδα δύναμη της νήσου, παρότι επισήμως δεν έχει διπλωματικές σχέσεις με αυτήν, αλλά με το Πεκίνο, όπως οι περισσότερες χώρες του κόσμου. Μολαταύτα, είναι νομικά υποχρεωμένη να ενισχύει τις αμυντικές δυνατότητες της Ταϊβάν δυνάμει νόμου του 1979.