Πέμπτη, 18 Σεπ, 2025

Τα μέλη του ΝΑΤΟ ενέκριναν στόχο για αμυντικές δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ έως το 2035

Την τελευταία ημέρα της συνόδου στη Χάγη, τα μέλη του ΝΑΤΟ συμφώνησαν να θέσουν ως νέο στόχο την αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 5% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος τους έως το 2035.

Στο πλαίσιο της συμφωνίας, προβλέπεται ότι το 3,5% του ΑΕΠ κάθε μέλους θα διατίθεται για την «καρδιά» της άμυνας—δηλαδή ένοπλες δυνάμεις, οπλικά συστήματα και εξοπλισμό—ενώ επιπλέον 1,5% θα διατίθεται σε υποδομές σχετικές με την άμυνα και την ασφάλεια.

Αυτό περιλαμβάνει την αναβάθμιση δρόμων, γεφυρών και λιμανιών για στρατιωτική χρήση, την προστασία κυβερνοχώρου, καθώς και την θωράκιση ενεργειακών αγωγών και υποθαλάσσιων καλωδίων.

«Ο νέος στόχος θα πυροδοτήσει άλμα στην συλλογική μας άμυνα», δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε. «Συμφωνήσαμε να ενισχύσουμε τη αμυντική βιομηχανία μας, κάτι που θα αυξήσει και την ασφάλειά μας και θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας. Παράλληλα, επαναβεβαιώσαμε την αταλάντευτη στήριξή μας προς την Ουκρανία. Όλα αυτά είναι ζωτικής σημασίας».

Η συμφωνία της αύξησης των αμυντικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ έρχεται ως αποκορύφωμα πεντάμηνης εκστρατείας του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για να πείσει τις ευρωπαϊκές χώρες και τον Καναδά να αναλάβουν μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για την ασφάλεια της Ευρώπης.

Σε συνεδρίαση του Βορειοατλαντικού Συμβουλίου, ο Ρούτε αναγνώρισε τον ρόλο του Τραμπ, λέγοντας: «Η ηγεσία σας έκανε δυνατή αυτή τη συμφωνία».

Σε συνέντευξη Τύπου, ο Τραμπ χαρακτήρισε τη σύνοδο «εξαιρετικά παραγωγική» και μίλησε για ένα «μνημειώδες επίτευγμα για τις Ηνωμένες Πολιτείες».

Έκανε έκκληση το επιπλέον κονδύλι να διατεθεί αποκλειστικά για στρατιωτικό εξοπλισμό και όχι για διόγκωση γραφειοκρατίας, προσθέτοντας: «Ελπίζω αυτός ο εξοπλισμός να παραγγελθεί από την Αμερική γιατί διαθέτουμε τα καλύτερα οπλικά συστήματα».

Νωρίτερα, ο Ρούτε σημείωσε: «Για πολύ καιρό, ένας μόνο σύμμαχος, οι Ηνωμένες Πολιτείες, επωμίστηκαν δυσανάλογο βάρος. Αυτό αλλάζει σήμερα».

Ο καγκελάριος της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς, τόνισε ότι οι αποφάσεις δεν ελήφθησαν για να ικανοποιήσουν άλλους, αλλά ως αναγνώριση πως «η απειλή έχει μεταβληθεί και προέρχεται πρωτίστως από τη Ρωσία».

Στη διακήρυξη της συνόδου της Χάγης, που υπεγράφη από τους 32 συμμάχους του ΝΑΤΟ, τονίζεται το ενιαίο μέτωπο απέναντι σε σημαντικές απειλές κατά της ασφάλειας, με ιδιαίτερη μνεία στη Ρωσία και στη διαρκή απειλή της τρομοκρατίας.

«Οι σύμμαχοι δεσμεύονται να επενδύουν ετησίως το 5% του ΑΕΠ σε βασικές αμυντικές απαιτήσεις, καθώς και σε δαπάνες που άπτονται της άμυνας και ασφάλειας, έως το 2035», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Ο Ρούτε και άλλοι ηγέτες χαρακτήρισαν τη συμφωνία ιστορική. Το ανακοινωθέν υπογραμμίζει τη δέσμευση να διατίθεται 1,5% του ΑΕΠ κατ’ έτος για «την προστασία των κρίσιμων υποδομών μας, την άμυνα των δικτύων μας, την ενίσχυση της πολιτικής ετοιμότητας και ανθεκτικότητας, την ενίσχυση της καινοτομίας, καθώς και τη στήριξη της αμυντικής μας βιομηχανίας».

Παρά τους ισχυρισμούς της Ισπανίας περί εξαίρεσης, ο Ρούτε κατέστησε σαφές πως δεν θα υπάρξουν εξαιρέσεις. Απαντώντας σε ερώτηση Φινλανδού δημοσιογράφου, σχολίασε: «Δείτε τι κατάφερε ο Πούτιν. Ήθελε να διχάσει τη Δύση, κι όμως η Φινλανδία και η Σουηδία εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ. Ήθελε να αψηφήσει τη Δύση, κι εμείς δεσμευτήκαμε σε στόχο δαπανών 5%. Δύσκολα μπορεί να είναι ευτυχής, ούτε θα έπρεπε να είναι».

Τον Ιούνιο, ο Τραμπ είχε επισημάνει προβλήματα με τη στάση της Ισπανίας λέγοντας: «Υπάρχει πρόβλημα με την Ισπανία. Η Ισπανία δεν συμφωνεί, κάτι που είναι άδικο για τους υπόλοιπους».

Ο υπουργός Οικονομίας της Ισπανίας, Κάρλος Κουέρπο, σχολίασε: «Δεν πρέπει να υπάρξουν επιπτώσεις, εφόσον τηρούμε τις δεσμεύσεις μας ως αξιόπιστος σύμμαχος του ΝΑΤΟ, συμβάλλοντας στις ικανότητες για τις οποίες έχουμε δεσμευτεί και που είναι απαραίτητες για την άμυνα της Συμμαχίας απέναντι στις απειλές που έχουν ταυτοποιηθεί από τους ειδικούς».

Κεντρικό ζήτημα στη σύνοδο αποτέλεσε η Ουκρανία. Στην προηγούμενη σύνοδο του ΝΑΤΟ, στην Ουάσιγκτον (Ιούλιος 2024), οι ηγέτες είχαν επαναλάβει ότι «το μέλλον της Ουκρανίας είναι στο ΝΑΤΟ».

Ωστόσο, η φετινή τελική διακήρυξη παρέλειψε την εν λόγω υπόσχεση, αναφέροντας: «Οι σύμμαχοι επαναβεβαιώνουν τις μακροχρόνιες κυρίαρχες δεσμεύσεις τους για στήριξη της Ουκρανίας, η ασφάλεια της οποίας συμβάλλει και στη δική μας». Ο Τραμπ δήλωσε ότι στο περιθώριο της συνόδου θα συναντηθεί με τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, για να συζητήσουν «τα προφανή, τις δυσκολίες του».

Ο Ζελένσκι σχολίασε: «Χωρίς αμφιβολία, πρέπει να σταματήσουμε τον Πούτιν τώρα στην Ουκρανία, αλλά πρέπει να κατανοήσουμε ότι οι φιλοδοξίες του ξεπερνούν τα όρια της χώρας μας».

Την Τρίτη, ο Ρούτε αναφέρθηκε και στις απειλές από τη Ρωσία: «Υπάρχουν άμεσες και μακροπρόθεσμες απειλές. Ταυτόχρονα, βλέπουμε την Κίνα να ανασυγκροτείται. Παρατηρούμε επίσης τι πράττουν Κίνα, Βόρεια Κορέα και Ιράν στην ενίσχυση της πολεμικής προσπάθειας της Ρωσίας, στον απρόκλητο πόλεμο κατά της Ουκρανίας».

Αντίθετη άποψη διατύπωσε ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν, λέγοντας: «Η Ρωσία δεν είναι αρκετά ισχυρή ώστε να αποτελεί πραγματική απειλή για εμάς. Είμαστε κατά πολύ ισχυρότεροι».

Το ΝΑΤΟ δημιουργήθηκε το 1949 ως απάντηση στον σοβιετικό αποκλεισμό του Βερολίνου, με 12 ιδρυτικά μέλη ανάμεσά τους τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Βρετανία και την Ολλανδία.

Μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, 14 χώρες της Ανατολικής Ευρώπης εντάχθηκαν στη Συμμαχία, ενώ η Φινλανδία και η Σουηδία αποτέλεσαν τα δύο νεότερα μέλη (2023 και 2024), υπό το βάρος των ανησυχιών για ρωσική επιθετικότητα μετά την εισβολή στην Ουκρανία, τον Φεβρουάριο του 2022.

Την Τρίτη, μιλώντας σε φόρουμ της αμυντικής βιομηχανίας, ο Ρούτε επικαλέστηκε αρχαία ρωμαϊκή ρήση: «Αν θέλεις ειρήνη, προετοιμάσου για πόλεμο». Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, απάντησε: «Είναι μια συμμαχία που δημιουργήθηκε για την αντιπαράθεση. Δεν είναι εργαλείο ειρήνης και σταθερότητας—κινείται σταθερά προς την ανεξέλεγκτη στρατιωτικοποίηση». Προσέθεσε ότι για να δικαιολογήσει τις επιπλέον δαπάνες του, το ΝΑΤΟ παρουσιάζει τη Ρωσία ως «το τέρας».

Με την συμβολή των Associated Press και το Reuters

Η Τεχεράνη αποκλείει συνομιλίες για τα πυρηνικά όσο συνεχίζονται τα πλήγματα του Ισραήλ

Δεν πρόκειται να υπάρξουν διαπραγματεύσεις για το πυρηνικό της πρόγραμμα όσο το Ισραήλ συνεχίζει τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς, προειδοποίησε την Παρασκευή ανώτατος Ιρανός αξιωματούχος, σε μια περίοδο που η στρατιωτική ένταση με το Ισραήλ παραμένει στα ύψη.

Ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών, Αμπάς Αραγτσί, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Δεν αναζητούμε διαπραγματεύσεις με κανέναν, και ειδικά με τις Ηνωμένες Πολιτείες, για αυτό το ζήτημα, όσο διαρκούν οι αεροπορικές επιθέσεις. Οι Αμερικανοί είναι εκείνοι που επιδιώκουν συνομιλίες. Μας έχουν στείλει πολλά μηνύματα, κάποια ιδιαιτέρως σοβαρά. Όμως τους έχουμε ξεκαθαρίσει ότι, όσο συνεχίζεται η επιθετικότητα και οι επιθέσεις, δεν υπάρχει το παραμικρό περιθώριο για διάλογο ή διπλωματία».

Ο Αραγτσί πρόκειται να συναντηθεί στη Γενεύη με Ευρωπαίους ομολόγους του, σε συνομιλίες που αποσκοπούν στον καθορισμό μιας διπλωματικής οδού για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Τόσο το Ισραήλ όσο και ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, έχουν εκφράσει την ανησυχία τους πως το Ιράν βρίσκεται κοντά στην απόκτηση πυρηνικού οπλοστασίου μέσα από τις συνεχιζόμενες δραστηριότητές του.

Ο πρόεδρος του Ιράν, Μασούντ Παζεσκιάν, υπογράμμισε μέσω του κρατικού ειδησεογραφικού πρακτορείου Tasnim: «Ο μόνος τρόπος να τερματιστεί ο επιβεβλημένος πόλεμος στις τρέχουσες συνθήκες είναι η άνευ όρων παύση της επιθετικότητας του εχθρού».

Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων, το Ισραήλ ανακοίνωσε ότι έπληξε πλήθος στόχων, μεταξύ αυτών εγκαταστάσεις παραγωγής πυραύλων και στρατιωτικές υποδομές στην Τεχεράνη, ως τμήμα των στρατιωτικών του επιχειρήσεων. Το Τελ Αβίβ τόνισε πως τα νυχτερινά χτυπήματα περιελάμβαναν ερευνητικό κέντρο και εργοστάσια παραγωγής πυραύλων. Σε αντίποινα, το Ιράν εξαπέλυσε επιθέσεις σε διάφορους ισραηλινούς στόχους, με αποτέλεσμα να τραυματιστούν δεκάδες άνθρωποι—πάνω από 70 φέρεται να νοσηλεύονται σε νοσοκομείο που χτυπήθηκε από πύραυλο.

Ο ισραηλινός στρατός γνωστοποίησε την ενεργοποίηση σειρήνων αεροπορικής επιδρομής, έπειτα από νέο μπαράζ πυραύλων από το Ιράν την Παρασκευή.

Ο πρόεδρος Τραμπ κινείται μεταξύ διακριτικών προειδοποιήσεων προς το Ιράν και παροτρύνσεων για επανέναρξη του διαλόγου για τα πυρηνικά. «Κανείς δεν γνωρίζει τι θα κάνω», τόνισε σε δημοσιογράφους αναφερόμενος σε ενδεχόμενη αμερικανική εμπλοκή στις εναέριες συγκρούσεις. Προηγουμένως είχε εκφράσει την εκτίμηση ότι, εάν το Ιράν αποκτήσει πυρηνικό όπλο, θα το χρησιμοποιήσει.

Η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Καρολάιν Λέβιτ, ανέφερε σε συνέντευξη Τύπου ότι ο Τραμπ έχει δώσει στον εαυτό του προθεσμία δύο εβδομάδων για να λάβει απόφαση σχετικά με το Ιράν. «Η χώρα πρέπει να συμφωνήσει να τερματίσει το πυρηνικό της πρόγραμμα και η Τεχεράνη δεν μπορεί να έχει στην κατοχή της πυρηνικό όπλο», επισήμανε.

Ο Τραμπ πρόσθεσε: «Δεδομένου ότι υπάρχει σημαντική πιθανότητα να διεξαχθούν ή και να μη διεξαχθούν διαπραγματεύσεις με το Ιράν στο άμεσο μέλλον, θα αποφασίσω αν θα προχωρήσω ή όχι μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες».

Ορισμένοι πολιτικοί σύμμαχοι του Τραμπ στο Κογκρέσο, όπως η βουλευτής Ματζόρι Τέιλορ Γκριν, συνέστησαν αυτοσυγκράτηση έναντι μιας ενδεχόμενης σύγκρουσης με το Ιράν. Άλλοι, όπως ο γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκρέιαμ, έχουν ταχθεί υπέρ πιο επιθετικών επιλογών, τονίζοντας ότι το Ιράν συνιστά σοβαρή απειλή για τα συμφέροντα των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Η Λέβιτ κατέληξε ότι «ο πρόεδρος ακούει όλες τις φωνές της χώρας και αποφασίζει σύμφωνα με το ένστικτό του. Πάντα είχε ως πρώτη του επιλογή τη διπλωματία».

Με πληροφορίες από το Reuters

Νέα συγκέντρωση ρωσικών στρατευμάτων στα βόρεια σύνορα της Ουκρανίας

Ανησυχία προκαλεί η νέα μεγάλη συγκέντρωση ρωσικών στρατευμάτων κοντά στα βόρεια σύνορα της χώρας, με το Κίεβο να ερμηνεύει τη στρατιωτική κινητικότητα ως προετοιμασία για νέα επίθεση το καλοκαίρι.

Όπως ανακοίνωσε την Τρίτη ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, περίπου 50.000 Ρώσοι στρατιώτες έχουν συγκεντρωθεί στην περιοχή του Σούμι, στα σύνορα με τη Ρωσία. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι δυνάμεις της Μόσχας έχουν οργανωθεί τις τελευταίες ημέρες στην περιοχή, εντείνοντας τους φόβους για ένα νέο μέτωπο στο βορρά, την ώρα που οι εχθροπραξίες παραμένουν αυξημένες στα ανατολικά.

Παρά τη σαφή ανησυχία για πιθανή μεγάλη επίθεση από τον ρωσικό στρατό, ο Ζελένσκι επισήμανε πως οι ουκρανικές αρχές έχουν ήδη λάβει προληπτικά μέτρα ώστε να ενισχύσουν την άμυνα της περιοχής. Όπως τόνισε, βρίσκονται σε επιφυλακή για κάθε ενδεχόμενο, προκειμένου να αποτρέψουν μια αιφνιδιαστική προέλαση ρωσικών δυνάμεων.

Η κλιμάκωση στα βόρεια σύνορα εκτιμάται ότι αποτελεί μέρος της ευρύτερης στρατηγικής της Μόσχας να πιέσει την Ουκρανία σε διάφορα μέτωπα, αναζητώντας τα ευάλωτα σημεία των ουκρανικών δυνάμεων, εν όψει του καλοκαιριού.

Οι εξελίξεις παρακολουθούνται στενά τόσο εντός της Ουκρανίας όσο και από τους ξένους παρατηρητές, ενώ το Κίεβο καλεί τη διεθνή κοινότητα να συνεχίσει να προσφέρει την υποστήριξή της στην ουκρανική άμυνα απέναντι σε κάθε νέα επιθετική κίνηση από τη Ρωσία.

Κομισιόν: Κατηγορίες κατά της Shein για παραπλανητικές εμπορικές πρακτικές

Σε παραβίαση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών φέρεται να προχώρησε η δημοφιλής πλατφόρμα ηλεκτρονικού εμπορίου Shein, σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των εθνικών αρχών καταναλωτή. Η Κομισιόν σε ανακοινώσή της κάνει λόγο για «σειρά πρακτικών που αντίκεινται στη νομοθεσία της ΕΕ» από πλευράς της εταιρείας.

Όπως διαπιστώθηκε, η Shein προσέφερε παραπλανητικές εκπτώσεις προωθώντας μειωμένες τιμές που δεν βασίζονταν στην πραγματική προ έκπτωσης τιμή των προϊόντων. Επιπλέον, χρησιμοποιούσε πιεστικές τακτικές, όπως τεχνητά χρονικά όρια για αγορές, με στόχο να ωθήσει τους καταναλωτές να ολοκληρώσουν άμεσα τις παραγγελίες τους.

Η Κομισιόν επισημαίνει ακόμη ότι η Shein παρείχε ελλιπή και ανακριβή πληροφόρηση όσον αφορά τα δικαιώματα επιστροφής προϊόντων και επιστροφής χρημάτων, ενώ σε πολλές περιπτώσεις δεν επεξεργαζόταν δεόντως τις σχετικές αιτήσεις των καταναλωτών, κατά παράβαση των ισχυουσών διατάξεων.

Παράλληλα, η εταιρεία φέρεται να διαφήμιζε ψευδώς ή παραπλανητικά τα υποτιθέμενα οφέλη βιωσιμότητας των προϊόντων της, ενώ όσον αφορά την εξυπηρέτηση πελατών, φρόντιζε να δυσχεραίνει την επαφή με τους καταναλωτές αποκρύπτοντας τα στοιχεία επικοινωνίας της.

Η έρευνα έγινε σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Συνεργασίας για την Προστασία των Καταναλωτών (CPC), με πρωτοβουλία των αρχών της Ολλανδίας, της Γαλλίας, του Βελγίου και της Ιρλανδίας.

«Η Shein έχει πλέον διορία ενός μήνα να απαντήσει στα ευρήματα του Δικτύου CPC και να προτείνει συγκεκριμένες δεσμεύσεις για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που εντοπίστηκαν. Εφόσον κριθεί σκόπιμο, ενδέχεται να ξεκινήσει διάλογος μεταξύ των δύο πλευρών», επισημαίνει η Κομισιόν.

Αν η εταιρεία δεν συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις και δεν δώσει τις αναγκαίες εγγυήσεις, οι εθνικές αρχές μπορούν να λάβουν μέτρα επιβολής, μεταξύ των οποίων και την επιβολή προστίμων που υπολογίζονται βάσει του τζίρου της Shein στα κράτη μέλη της ΕΕ.

Η Shein, με έδρα τη Σιγκαπούρη και ιδρυτή τον Κινέζο δισεκατομμυριούχο Σκάι Χου, δραστηριοποιείται παγκοσμίως διαθέτοντας φθηνά προϊόντα μόδας απευθείας από την Κίνα στους καταναλωτές. Η εταιρεία δεν απάντησε σε σχετικό αίτημα για σχόλιο.

Τον περασμένο Φεβρουάριο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε ζητήσει επιπλέον στοιχεία και εσωτερικά έγγραφα από τη Shein σχετικά με την παρουσία παράνομου περιεχομένου ή προϊόντων στην πλατφόρμα, καθώς και πληροφορίες για την προστασία των προσωπικών δεδομένων των χρηστών.

Ανάλογη περίπτωση σημειώθηκε πέρυσι με την Temu, μια ακόμη ηλεκτρονική αγορά φθηνών κινεζικών προϊόντων, η οποία βρέθηκε να παραβιάζει την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τις εκπτώσεις, τις κριτικές προϊόντων και τις επιθετικές μεθόδους πώλησης.

Αντιδράσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις εφοδιαστικές αλυσίδες

Σε άρθρο γνώμης στις 29 Απριλίου, ο αναλυτής Άντερς Κορ της Epoch Times και της Corr Analytics Inc., πρότεινε τη μεταφορά της εφοδιαστικής αλυσίδας της Shein εκτός Κίνας ώστε να διασφαλισθούν τα συμφέροντα των δημοκρατιών. Ο Κορ τόνισε ότι η Shein έχει κατηγορηθεί για χρήση καταναγκαστικής εργασίας στην Κίνα, εκβιαστικές πρακτικές κατά προμηθευτών και για ξέπλυμα χρήματος, ενώ η προσπάθειά της να εισαχθεί στο χρηματιστήριο των ΗΠΑ απορρίφθηκε το προηγούμενο έτος.

«Οι αλυσίδες παραγωγής της Shein πρέπει να αποσυνδεθούν πλήρως από την Κίνα, πριν προχωρήσει σε διεθνή χρηματιστηριακή εισαγωγή. Η παραγωγή οφείλει να μεταφερθεί όχι μόνο εκτός Κίνας, αλλά και από οποιαδήποτε αυταρχική χώρα όπως το Βιετνάμ», τόνισε χαρακτηριστικά. «Διαφορετικά, οι διεθνείς επενδυτές θα εξακολουθούν να επενδύουν σε αυταρχικά καθεστώτα. Ήρθε η ώρα οι δημοκρατίες να χρησιμοποιήσουν τη δύναμη του καταναλωτικού τους κοινού υπέρ του καλού και όχι μόνο για το πιο φθηνό fast fashion».

Στις 22 Αυγούστου 2024, η Shein δημοσίευσε την ετήσια έκθεση βιωσιμότητας για το 2023, επιβεβαιώνοντας δύο περιπτώσεις παιδικής εργασίας στην αλυσίδα προμηθευτών της. Παιδική εργασία νοείται η απασχόληση ατόμων κάτω των 15 ετών ή κάτω από το νομικό όριο εργασίας κάθε χώρας. Η εταιρεία ανέφερε ότι διέκοψε προσωρινά τη συνεργασία με τους συγκεκριμένους υπεργολάβους και την επανέλαβε μόνο αφότου ελήφθησαν μέτρα διόρθωσης.

«Οι ασυνεπείς προμηθευτές έλαβαν διορία 30 ημερών να επιλύσουν τα ζητήματα», τονίζεται στην έκθεση. «Και στις δύο περιπτώσεις η επίλυση ήταν ταχεία, με μέτρα όπως η διακοπή συμβάσεων με ανήλικους, εξόφληση οφειλόμενων μισθών, ιατρικές εξετάσεις και επιστροφή των παιδιών στους γονείς ή κηδεμόνες τους».

Η Shein έχει δεχθεί πλήγμα και από την εμπορική πολιτική των ΗΠΑ κι ειδικά από τους τελωνειακούς δασμούς κατά των κινεζικών προϊόντων. Τον Απρίλιο, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε διάταγμα κατάργησης της φοροαπαλλαγής («de minimis») για πακέτα αξίας έως 800 δολάρια που απευθύνονται σε ΗΠΑ, επιβάλλοντας από 2 Μαΐου δασμό 120% ακόμη και στα φθηνότερα δέματα.

Λίγο πριν τεθεί σε ισχύ ο νέος δασμός, η Shein ενημέρωσε τους Αμερικανούς καταναλωτές για επερχόμενες αυξήσεις τιμών από τις 25 Απριλίου.

Στις 12 Μαΐου, ΗΠΑ και Κίνα συμφώνησαν σε προσωρινή μείωση των αμοιβαίων δασμών, με την κυβέρνηση Τραμπ να μειώνει τον σχετικό συντελεστή για τα φθηνότερα πακέτα στο 54%. Δύο ημέρες μετά, η Shein προχώρησε σε νέα μείωση τιμών για τους Αμερικανούς πελάτες της, ανακοινώνοντας σχετική ειδοποίηση.

Η υπόθεση της Shein αναδεικνύει τις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η διεθνής αγορά ηλεκτρονικού εμπορίου τόσο σε ζητήματα κατανάλωσης όσο και σε καίρια θέματα κοινωνικής ευθύνης

Στο Κίεβο οι ηγέτες Γαλλίας, Γερμανίας, Βρετανίας και Πολωνίας

Ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν, ο Γερμανός καγκελάριος Φρήντριχ Μερτς, ο Βρετανός πρωθυπουργός Κηρ Στάρμερ και ο Πολωνός πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ επισκέπτονται σήμερα το Κίεβο για να επιβεβαιώσουν την «ακλόνητη» υποστήριξή τους στην Ουκρανία και να αξιώσουν από τη Ρωσία – όπως έχουν κάνει ήδη οι ΗΠΑ – να αποδεχθεί μια «πλήρη και άνευ όρων 30ήμερη εκεχειρία», σύμφωνα με κοινή δήλωση των τεσσάρων ηγετών.

Την επομένη μιας επίδειξης ισχύος από τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος φιλοξένησε περίπου 20 ξένους ηγέτες – συμπεριλαμβανομένου του Κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ – στην Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας, οι ηγέτες της Γαλλίας, της Γερμανίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Πολωνίας θα βρεθούν για πρώτη φορά μαζί στην ουκρανική πρωτεύουσα.

«Θα εξακολουθήσουμε να αυξάνουμε την υποστήριξή μας προς την Ουκρανία. Θα εντείνουμε την πίεση που ασκούμε στη ρωσική πολεμική μηχανή έως ότου η Ρωσία συμφωνήσει σε κατάπαυση του πυρός διαρκείας», υπογραμμίζουν σε κοινή δήλωσή τους.

«Βάλτε τέλος σε αυτόν τον πόλεμο»

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έστειλε χθες Παρασκευή νέο μήνυμα προς τους ηγέτες της Ρωσίας και της Ουκρανίας, παροτρύνοντάς τους να βάλουν τέλος σε αυτόν τον πόλεμο, καθώς πιέζει για την επίτευξη 30ήμερης εκεχειρίας.

Εν όψει της περιοδείας που ξεκινά τη Δευτέρα σε Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Κατάρ, ο Τραμπ ρωτήθηκε ποιο είναι το μήνυμα που θέλει να στείλει στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν με αφορμή την προειδοποίηση της αμερικανικής πρεσβείας στο Κίεβο για «ενδεχομένως σημαντικά» αεροπορικά πλήγματα τις επόμενες ημέρες.

«Έχω ένα μήνυμα και για τις δύο πλευρές: Βάλτε τέλος σε αυτόν τον πόλεμο», ανέφερε ο Τραμπ απευθυνόμενος σε Πούτιν και Ζελένσκι. «Σταματήστε αυτόν τον ηλίθιο πόλεμο! Αυτό είναι το μήνυμά μου και στους δύο», είπε ο πρόεδρος των ΗΠΑ σε δημοσιογράφους στο Οβάλ Γραφείο του Λευκού Οίκου.

Η αμερικανική πρεσβεία στο Κίεβο προειδοποίησε μέσω ανάρτησης στην ιστοσελίδα της ότι έλαβε πληροφορίες για ενδεχόμενα αεροπορικά πλήγματα που μπορεί να συμβούν ανά πάσα στιγμή τις επόμενες ημέρες. «Η πρεσβεία, όπως πάντα, συνιστά στους Αμερικανούς πολίτες να είναι έτοιμοι να αναζητήσουν αμέσως ασφαλές καταφύγιο σε περίπτωση που σημάνει συναγερμός» για αεροπορικά πλήγματα, αναφέρει το προειδοποιητικό μήνυμα.

Τι γνωρίζουμε για τη σύγκρουση Ινδίας–Πακιστάν

Το Πακιστάν ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι κατέρριψε 12 ινδικά drone κατά τη διάρκεια της νύχτας, καθώς η ένταση γύρω από τη διαφιλονικούμενη περιοχή του Κασμίρ κλιμακώνεται επικίνδυνα. Ο εκπρόσωπος του πακιστανικού στρατού, αντιστράτηγος Άχμαντ Σαρίφ, δήλωσε στις 8 Μαΐου ότι τα drone εντοπίστηκαν και καταρρίφθηκαν από τα συστήματα αεράμυνας.

Σύμφωνα με τον ίδιο, ένα από τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη τραυμάτισε τέσσερις στρατιώτες και προκάλεσε ζημιές σε στρατιωτικό στόχο κοντά στη Λαχόρη, ενώ ένας πολίτης σκοτώθηκε όταν συντρίμμια από drone έπεσαν σε κατοικημένη περιοχή στην επαρχία Σιντ, στο νότιο Πακιστάν.

Η Ινδία δεν είχε σχολιάσει μέχρι τη στιγμή της δημοσίευσης και οι πληροφορίες δεν είχαν επαληθευτεί ανεξάρτητα από την Epoch Times. Η κρίση μεταξύ των δύο πυρηνικών δυνάμεων έχει ενταθεί τις τελευταίες δύο εβδομάδες.

Η κρίση ξεκίνησε με τρομοκρατική επίθεση σε τουρίστες

Έπειτα από μία αρκετά μακρά περίοδο σχετικής ηρεμίας, μια τρομοκρατική επίθεση στις 22 Απριλίου στο τμήμα του Κασμίρ που βρίσκεται υπό ινδική διοίκηση αναζωπύρωσε την ένταση. Τρεις ένοπλοι επιτέθηκαν σε τουρίστες στην περιοχή Μπαϊσαράν, περίπου πέντε χιλιόμετρα από το τουριστικό θέρετρο Παχαλγκάμ, σκοτώνοντας 26 άτομα – κυρίως άνδρες, ινδουιστές.

Την ευθύνη ανέλαβε μια μέχρι πρότινος άγνωστη ομάδα, η «Αντίσταση του Κασμίρ» (γνωστή και ως «Μέτωπο Αντίστασης»), η οποία σύμφωνα με τις ινδικές αρχές συνδέεται με τη γνωστή τρομοκρατική οργάνωση «Λάσκαρ-ε-Τάιμπα», υπεύθυνη για προηγούμενες επιθέσεις εναντίον ινδικών δυνάμεων στο Κασμίρ. Το Πακιστάν αρνήθηκε κάθε εμπλοκή. Την 1η Μαΐου, ο Πακιστανός υπουργός Άμυνας, Χουάτζα Ασίφ, ανέφερε στο Sky News ότι το περιστατικό μπορεί να ήταν στημένο.

Η απάντηση της Ινδίας με αεροπορικές επιθέσεις

Η Ινδία απάντησε την επομένη της επίθεσης, στις 23 Απριλίου, ανακοινώνοντας την αναστολή της Συνθήκης για τα Ύδατα του Ινδού, την ακύρωση των θεωρήσεων διαβατηρίων για Πακιστανούς πολίτες και την απέλαση διπλωματών του Πακιστάν.

Στις 7 Μαΐου, ινδικά αεροσκάφη εξαπέλυσαν αεροπορικά πλήγματα σε εννέα στόχους στο υπό πακιστανική διοίκηση τμήμα του Κασμίρ και εντός του Πακιστάν. Το υπουργείο Άμυνας της Ινδίας ανέφερε σε ανακοίνωσή του ότι έπληξε «υποδομές τρομοκρατών […] από όπου σχεδιάζονταν και κατευθύνονταν επιθέσεις εναντίον της Ινδίας».

Ο αντιστράτηγος Σαρίφ δήλωσε ότι από τις ινδικές πυραυλικές επιθέσεις σκοτώθηκαν 26 πολίτες, ενώ ακόμη πέντε σκοτώθηκαν από ινδικά πυρά πυροβολικού που διαπέρασαν τη «γραμμή ελέγχου» (LoC), η οποία χωρίζει τα εδάφη που ελέγχονται από τις δύο χώρες στο Κασμίρ.

Από την πλευρά της, η Ινδία υποστήριξε ότι επτά πολίτες σκοτώθηκαν στην επαρχία Πουντς από πακιστανικά πυρά πυροβολικού. Οι πληροφορίες αυτές δεν κατέστη δυνατό να επιβεβαιωθούν ανεξάρτητα από την Epoch Times.

Το Πακιστάν ανακοινώνει κατάρριψη μαχητικών αεροσκαφών

Εκπρόσωπος του πακιστανικού στρατού δήλωσε ότι πέντε ινδικά στρατιωτικά αεροσκάφη καταρρίφθηκαν στις 7 Μαΐου. Νωρίτερα, ο ομοσπονδιακός υπουργός Πληροφοριών και Ραδιοτηλεόρασης του Πακιστάν, Αταουλάχ Ταράρ, έγραψε σε ανάρτηση στην πλατφόρμα Χ: «Τρία ινδικά μαχητικά και ένα ινδικό drone καταρρίφθηκαν από το Πακιστάν. Το Πακιστάν απάντησε επάξια στην ινδική επιθετικότητα. Ζήτω το Πακιστάν.»

Η Ινδία μέχρι στιγμής δεν έχει επιβεβαιώσει την απώλεια κάποιου αεροσκάφους.

Η Epoch Times δεν ήταν σε θέση να επαληθεύσει τους ισχυρισμούς του Πακιστάν.

Φωτογραφίες και αναφορές από την περιοχή του υπό ινδική διοίκηση Κασμίρ κάνουν λόγο για συντρίμμια αεροσκαφών κοντά σε τρία χωριά.

Στις 8 Μαΐου, η κυβερνητική υπηρεσία πληροφόρησης της Ινδίας δήλωσε μέσω της πλατφόρμας Χ ότι «λογαριασμοί κοινωνικής δικτύωσης στο Πακιστάν ανακυκλώνουν ένα παλιό βίντεο, παρουσιάζοντάς το ως σημερινό». Το εν λόγω βίντεο φέρεται να απεικονίζει συντριβή ινδικού ελικοπτέρου στο Κασμίρ, το 2019.

Διεθνής αντίδραση

Μετά τις επιθέσεις της 22ας Απριλίου, ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, έγραψε στο Truth Social: «Βαθιά ανησυχητικά νέα από το Κασμίρ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες στέκονται σταθερά στο πλευρό της Ινδίας απέναντι στην τρομοκρατία.»

Ερωτώμενος για τις ινδικές αεροπορικές επιδρομές στις 7 Μαΐου, ο Τραμπ σχολίασε: «Είναι ντροπή. Το έμαθα μόλις τώρα. Υποθέτω ότι κάποιοι περίμεναν ότι κάτι θα συμβεί, με βάση το παρελθόν. Πολεμούν εδώ και πολύ καιρό, για δεκαετίες. Ελπίζω να τελειώσει σύντομα.»

Ο Στεφάν Ντουζαρίκ, εκπρόσωπος του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, δήλωσε ότι ο γ.γ. καλεί και τις δύο πλευρές σε αυτοσυγκράτηση: «Ο κόσμος δεν αντέχει μία στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν».

Οι ρίζες της σύγκρουσης στο Κασμίρ

Το 1947, με την αποχώρηση της Βρετανίας από την ινδική χερσόνησο, αποφασίστηκε ο διαχωρισμός της επικράτειας σε δύο κράτη: την Ινδία, όπου θα πλειοψηφούσαν οι ινδουιστές, και το Πακιστάν, όπου θα πλειοψηφούσαν οι μουσουλμάνοι. Σύμφωνα με έκθεση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του Βρετανικού Κοινοβουλίου, οι ηγεμόνες των αυτόνομων περιοχών είχαν την ελευθερία να επιλέξουν σε ποια χώρα θα ενταχθούν. Ο μαχαραγιάς του Τζαμού και Κασμίρ, Χάρι Σινγκ, επέλεξε την Ινδία, γεγονός που οδήγησε σε πόλεμο.

Χάρτης της Google δείχνει την τοποθεσία της περιοχής του ινδοδιοικούμενου Κασμίρ στις 15 Νοεμβρίου 2023. (Google Maps/Στιγμιότυπο οθόνης μέσω The Epoch Times)

 

Ακολούθησε άλλος ένας μεγάλος πόλεμος το 1965, και μία μικρότερη σύγκρουση το 1999, στην περιοχή Κάργκιλ.

Σύμφωνα με την απογραφή του 2011, το 68% του πληθυσμού της περιοχής Τζαμού και Κασμίρ είναι μουσουλμάνοι, ενώ το 28% χριστιανοί. Η Ινδία ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής, ενώ το Πακιστάν διοικεί το βόρειο και δυτικό τμήμα, και η Κίνα ελέγχει το ανατολικό, μέρος του οποίου τής έχει παραχωρηθεί από το Πακιστάν.

Με πληροφορίες από Associated Press και Reuters

Ανταλλαγή πυρών μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν για πέμπτη συναπτή νύχτα

Μέλη των ενόπλων δυνάμεων της Ινδίας και του Πακιστάν αντάλλαξαν πυρά στο Κασμίρ, για πέμπτη συνεχόμενη νύχτα, ανακοίνωσε σήμερα ο ινδικός στρατός, μια εβδομάδα μετά την πολυαίμακτη επίθεση εναντίον τουριστών η οποία ανέβασε κατακόρυφα την ένταση ανάμεσα στις δυο γειτονικές χώρες, οι οποίες διαθέτουν πυρηνικά οπλοστάσια.

Όπως και τις προηγούμενες νύχτες, ο ινδικός στρατός ανέφερε πως πακιστανικά στρατεύματα άνοιξαν πυρ με ελαφρά όπλα εναντίον θέσεών του κατά μήκος της λεγόμενης γραμμής ελέγχου (των de facto συνόρων) στο Κασμίρ.

Προσέθεσε ότι άνδρες του «ανταπέδωσαν με μετρημένο και αποτελεσματικό τρόπο την πρόκληση».

Το Νέο Δελχί δεν έκανε λόγο για θύματα.

Δεν έχει υπάρξει, ως αυτό το στάδιο τουλάχιστον, επιβεβαίωση από πλευράς του Ισλαμαμπάντ.

Η ένταση ανάμεσα στην Ινδία και στο Πακιστάν έφτασε σε νέα κορύφωση μετά την επίθεση ενόπλων την 22α Απριλίου εναντίον τουριστών στην Παχαλγκάμ, στο ινδικό Κασμίρ, όπου έχασαν τη ζωή τους 26 άνθρωποι.

Χωρίς να περιμένει να υπάρξει ανάληψη ευθύνης, το Νέο Δελχί χαρακτήρισε το Ισλαμαμπάντ υπεύθυνο για την επίθεση, τη φονικότερη εναντίον αμάχων στην περιοχή με κατά πλειονότητα μουσουλμανικό πληθυσμό εδώ και δεκαετίες.

Το Πακιστάν διέψευσε οποιαδήποτε εμπλοκή και ζήτησε να διενεργηθεί «ουδέτερη έρευνα» για το μακελειό.

Οι δυο χώρες ανακοίνωσαν αντίποινα η μια εναντίον της άλλης· διατάχτηκε να κλείσουν τα σύνορα.

Η Ινδία έδωσε προθεσμία ως σήμερα στους Πακιστανούς υπηκόους να φύγουν από την επικράτειά της.

Αναλυτές ανησυχούν πως η ολοένα πιο πολεμοχαρής συμπεριφορά της κυβέρνησης του ινδουιστή εθνικιστή πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω κλιμάκωση.

Το Κασμίρ είναι μοιρασμένο μεταξύ των δυο χωρών αφότου απέκτησαν την ανεξαρτησία τους, το 1947. Και οι δυο διεκδικούν κυριαρχικά δικαιώματα στο σύνολο της περιοχής. Από το 1989, μάχες ανάμεσα σε αυτονομιστές αντάρτες και τον ινδικό στρατό έχουν στοιχίσει τη ζωή σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους και πυροδότησαν αλλεπάλληλα κύματα σκληρών κατασταλτικών μέτρων.

Σε λαϊκό προσκύνημα η σορός του πάπα Φραγκίσκου από σήμερα – Το Σάββατο η κηδεία

Η σορός του πάπα Φραγκίσκου μεταφέρθηκε σήμερα στη βασιλική εκκλησία του Αγίου Πέτρου.

Το λαϊκό προσκύνημα θα διαρκέσει μέχρι και την Παρασκευή. Όπως ανακοίνωσε το Βατικανό, η κηδεία του ποντίφικα θα τελεσθεί το Σάββατο, στις 10 το πρωί ώρα Ιταλίας.

Πενθήμερο πένθος στην Ιταλία

Η ιταλική κυβέρνηση αποφάσισε την κήρυξη πενθήμερου πένθους για τον θάνατο του πάπα Φραγκίσκου. Οι εκδηλώσεις, παράλληλα, για την επέτειο της απελευθέρωσης της χώρας από τον φασισμό και τον ναζισμό θα πραγματοποιηθούν φέτος στις 25 Απριλίου, πολύ περιορισμένες σε σχέση με το παρελθόν.

Η κυβέρνηση Μελόνι διέθεσε 5 εκατομμύρια ευρώ για την υποδοχή των προσκυνητών και τα έκτακτα μέτρα ασφαλείας, εν όψει της κηδείας του εκλιπόντα ποντίφικα, η οποία θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο, στις 10 το πρωί, τοπική ώρα.

Εκείνη την ημέρα, δεν πρόκειται να διεξαχθούν οι αγώνες ποδοσφαίρου του ιταλικού πρωταθλήματος.

Για την παροχή βοήθειας στους προσκυνητές και την εγγύηση της ασφάλειας των πιστών και των επισήμων που θα συρρεύσουν στην Αιώνια Πόλη, εκτός από την αστυνομία και τους καραμπινιέρους, έχουν κινητοποιηθεί ο στρατός και η Πολιτική Προστασία. Ειδικά εκπαιδευμένοι δύτες άρχισαν ήδη να ελέγχουν την περιοχή του Τίβερη, η οποία βρίσκεται κοντά στο Βατικανό.

200.000 πιστοί

Για την κηδεία του Πάπα Φραγκίσκου, το Σάββατο στο Βατικανό, αναμένονται περίπου 200.000 πιστοί. Σύμφωνα με τον Ιταλό υπουργό Εσωτερικών, Ματέο Πιαντεντόζι, η πρόβλεψη της ιταλικής κυβέρνησης είναι ότι πρόκειται να φτάσουν στην Αιώνια Πόλη περίπου 170 ξένες αντιπροσωπείες, συμπεριλαμβανομένων πολλών αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων.

Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αναμένεται να αφιχθεί στην ιταλική πρωτεύουσα την Παρασκευή, ενώ οι περισσότεροι ξένοι ηγέτες θα ταξιδέψουν στη Ρώμη αυθημερόν.

Μεταξύ άλλων, έχει ανακοινωθεί η παρουσία του βασιλικού ζεύγους της Ισπανίας, του Βρετανού πρίγκιπα Ουίλλιαμ, του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι, του προέδρου της Βραζιλίας Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα και του Γερμανού προέδρου Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάιερ, όπως και του απερχόμενου καγκελάριου Όλαφ Σολτς. Ξεχωριστή θέση μεταξύ των θρησκευτικών ταγών θα έχει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.

Αναφερόμενος στην υποδοχή θρησκευτικών και πολιτικών ηγετών, ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών Αντόνιο Ταγιάνι έγραψε στο διαδίκτυο ότι για τη χώρα του «θα αποτελέσει τεράστια ευθύνη, στα πλαίσια ενός διεθνούς γεγονότος.»

Η συζήτηση για ρωσική βάση στην Ινδονησία αποπροσανατολίζει από τη μεγάλη γεωπολιτική στροφή στην περιοχή

Ανάλυση ειδήσεων

Ανησυχίες για ρωσική στρατιωτική παρουσία στην περιοχή του Ειρηνικού διατυπώνουν αναλυτές άμυνας στην Αυστραλία, τονίζοντας ότι οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι δεν θα πρέπει να υποτιμούν σχετικές αναφορές.

Στα μέσα Απριλίου, το εξειδικευμένο περιοδικό άμυνας και πληροφοριών Janes δημοσίευσε ότι η Ρωσία φέρεται να ζήτησε από την Ινδονησία την άδεια να σταθμεύσει αεροσκάφη μεγάλης εμβέλειας στη βάση της Πολεμικής Αεροπορίας Manuhua, περίπου 1.300 χιλιόμετρα βόρεια του Ντάργουιν της Αυστραλίας.

Η σχετική είδηση οδήγησε την κυβέρνηση των Εργατικών να ζητήσει διευκρινίσεις από την Τζακάρτα, εξαιτίας της γεωγραφικής εγγύτητας της βάσης στην αυστραλιανή επικράτεια.

Στις 15 Απριλίου, ο αντιπρόεδρος και υπουργός Άμυνας της Αυστραλίας, Ρίτσαρντ Μαρλς, δήλωσε ότι επικοινώνησε με τον Ινδονήσιο ομόλογό του, Σιαφρί Σιαμσοεντίν, ο οποίος αρνήθηκε την ύπαρξη της ρωσικής στρατιωτικής παρουσίας στην περιοχή. Σύμφωνα με τον Αυστραλό υπουργό, ο Σιαμσοεντίν φέρεται να του ξεκαθάρισε ότι τα δημοσιεύματα περί ρωσικών αεροσκαφών στην Ινδονησία δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

Ωστόσο, ο Μαρλς δεν σχολίασε αν η Μόσχα είχε πράγματι απευθύνει σχετικό αίτημα.

Την αντίθεσή του σε οποιαδήποτε ρωσική στρατιωτική παρουσία στην περιοχή διατύπωσε και ο πρωθυπουργός Άντονυ Αλμπανέζε, ο οποίος υπενθύμισε ότι η Αυστραλία στηρίζει την Ουκρανία και θεωρεί τον Βλαντίμιρ Πούτιν αυταρχικό ηγέτη που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο και την κυριαρχία μιας ανεξάρτητης χώρας. Ο ίδιος επεσήμανε ότι οι σχέσεις με την Ινδονησία βρίσκονται «στο καλύτερο δυνατό σημείο».

Από την πλευρά του, ο αρχηγός της αντιπολίτευσης Πήτερ Ντάττον — ο οποίος ανέδειξε το θέμα δημοσίως — δήλωσε επίσης ότι η ρωσική παρουσία δεν είναι επιθυμητή στην περιοχή, καλώντας την κυβέρνηση να δώσει περισσότερες εξηγήσεις.

Εστιάζουν σε λάθος μέρος

Ο Μάικλ Σούμπριτζ, ιδρυτής και διευθυντής του ανεξάρτητου κέντρου Strategic Analysis Australia, σχολίασε ότι η δημόσια συζήτηση γύρω από το ενδεχόμενο δημιουργίας ρωσικής βάσης στην Ινδονησία αποσπά την προσοχή από το ουσιαστικότερο ζήτημα — την ενίσχυση των δεσμών μεταξύ Τζακάρτας και Μόσχας.

Όπως ανέφερε, οι κατηγορηματικές διαβεβαιώσεις του υπουργού Άμυνας δεν απαντούν στις ευρύτερες εξελίξεις, επισημαίνοντας ότι η επικοινωνία με την Ινδονησία πραγματοποιήθηκε βιαστικά, αφού πρώτα είχε γίνει γνωστό το θέμα μέσω των μέσων ενημέρωσης.

Ο Σούμπριτζ υποστήριξε επίσης ότι οι πληροφορίες του Janes είναι αξιόπιστες και ότι, αν και είναι απίθανο η Ινδονησία να επιτρέψει την εγκατάσταση ρωσικής βάσης, είναι πολύ πιθανό να παραχωρήσει διευκολύνσεις σε ρωσικά αεροσκάφη, ιδίως εφόσον προκύπτει όφελος για την ίδια μέσα από κοινές ασκήσεις.

Ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας Άντονυ Αλμπανέζε απευθύνεται σε δημοσιογράφους, στην Αδελαΐδα. Αυστραλία, 1η Απριλίου 2025. (AAP Image/Lukas Coch)

 

Ο ίδιος υπενθύμισε ότι ο ινδονησιακός στρατός διαθέτει ήδη ρωσικά μαχητικά αεροσκάφη τύπου Sukhoi και εκτίμησε ότι ο νέος πρόεδρος της χώρας, Πραμπόβο Σουμπιάντο, προσεγγίζει θετικά τέτοιου είδους συνεργασίες, λόγω και της στρατιωτικής του καριέρας.

Ο Σούμπριτζ υπογράμμισε πως δεν θα πρέπει να δίνεται τόση έμφαση στον όρο «βάση», φέρνοντας ως παράδειγμα την περιστροφική παρουσία 2.500 Αμερικανών πεζοναυτών στο Ντάργουιν, η οποία πραγματοποιείται χωρίς τη δημιουργία μόνιμης βάσης — όπως και η χρήση αυστραλιανών αεροπορικών υποδομών από αμερικανικά μαχητικά και βομβαρδιστικά.

Η συνεργασία Ινδονησίας–Ρωσίας ενισχύεται

Μετά την εκλογή του το 2024, ο πρόεδρος Πραμπόβο έχει κινηθεί ταχέως για την ενίσχυση της συνεργασίας της χώρας του με τη Ρωσία. Τον Ιούλιο του 2024, ως εκλεγμένος πρόεδρος ακόμη, επισκέφθηκε τη Μόσχα και συναντήθηκε με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, τον οποίο χαρακτήρισε «μεγάλο φίλο» της Ινδονησίας. Δήλωσε μάλιστα ότι επιδιώκει διεύρυνση της συνεργασίας στους τομείς της άμυνας, της ενέργειας και της εκπαίδευσης.

Λίγους μήνες νωρίτερα είχε πραγματοποιήσει αντίστοιχη επίσκεψη στην Κίνα, προκειμένου να επιβεβαιώσει τις «φιλικές σχέσεις» μεταξύ των δύο χωρών.

Ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν ανταλλάσσει χειραψία με τον πρόεδρο της Ινδονησίας Πραμπόβο Σουμπιάντο στη Μόσχα. Ρωσία, 31 Ιουλίου 2024. (Maxim Shemetov/POOL/AFP μέσω Getty Images)

 

Μετά την ανάληψη των καθηκόντων, τον Οκτώβριο του 2024, η Ινδονησία προχώρησε στην πρώτη κοινή ναυτική άσκηση με τη Ρωσία στη Θάλασσα της Ιάβας, ενώ τον Φεβρουάριο του 2025 ο επικεφαλής του ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας, στρατηγός Σεργκέι Σοϊγκού, επισκέφθηκε την Ινδονησία για συνομιλίες ασφαλείας με τον Πραμπόβο και τον Ινδονήσιο υπουργό Άμυνας.

Σύμφωνα με τον Σούμπριτζ, το μοτίβο είναι σαφές: ο νέος Ινδονήσιος πρόεδρος εργάζεται εντατικά για την εμβάθυνση της στρατιωτικής συνεργασίας με τη Ρωσία, ενώ ο Πούτιν φαίνεται να ανταποκρίνεται θετικά, παρά το βάρος του πολέμου στην Ουκρανία.

Ο αναλυτής σημείωσε ακόμη ότι, παρότι ο Μαρλς είχε χαρακτηρίσει ιστορική τη συμφωνία ασφαλείας που υπέγραψε με τον Πραμπόβο τον Αύγουστο του 2024, στην πράξη η Ρωσία και η Ινδονησία έρχονται ολοένα και πιο κοντά — χωρίς η Τζακάρτα να θεωρεί ότι οφείλει να ενημερώσει ή να διαβουλευτεί με την Καμπέρα.

Κατά τον Σούμπριτζ, αυτή η πραγματικότητα δημιουργεί εύλογη ανησυχία για την Αυστραλία, καθώς — όπως υποστηρίζουν κυβέρνηση και αντιπολίτευση — «η Ρωσία δεν είναι ευπρόσδεκτη στη δική μας περιοχή, όμως φαίνεται πως είναι κάτι παραπάνω από ευπρόσδεκτη στην Ινδονησία».

Τέλος, υπενθύμισε ότι η Μόσχα και το Πεκίνο διατηρούν μια «χωρίς όρια» στρατηγική συνεργασία, που στηρίζει τις στρατιωτικές φιλοδοξίες και των δύο πλευρών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η απόφαση της Ουκρανίας να επιβάλει κυρώσεις σε τρεις κινεζικές εταιρείες για παροχή όπλων στη Ρωσία — γεγονός που, όπως σημείωσε, εντάσσεται στο πλαίσιο της σκιώδους στήριξης που παρέχει το Πεκίνο στη Μόσχα μέσω εμπορίου και ανεφοδιασμού.

Η αντίδραση της Ρωσίας

Στη δημόσια συζήτηση παρενέβη και ο πρέσβης της Ρωσίας στην Ινδονησία, Σεργκέι Τολτσένοφ, μέσω επιστολής του προς τον αρχισυντάκτη της εφημερίδας Jakarta Post. Αν και απέφυγε να επιβεβαιώσει αν η Μόσχα έχει ζητήσει τη φιλοξενία ρωσικών αεροσκαφών στην ινδονησιακή επικράτεια, υποστήριξε ότι όσα συμβαίνουν στη βάση της Πολεμικής Αεροπορίας Manuhua «δεν έχουν καμία σχέση με την Αυστραλία».

Ο Τολτσένοφ φέρεται να διερωτήθηκε γιατί να ανησυχούν οι απλοί Αυστραλοί πολίτες για ζητήματα που λαμβάνουν χώρα 1.300 χιλιόμετρα μακριά, τονίζοντας ότι πρόκειται για διμερείς σχέσεις κυρίαρχων κρατών που δεν άπτονται της Αυστραλίας.

Στρατιώτης φυλάει σκοπιά κοντά σε μαχητικό αεροσκάφος σε αεροπορική βάση στο Blang Bintang της Ινδονησίας, στις 19 Μαΐου 2019. (Chaideer Mahyuddin/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο πρέσβης άσκησε κριτική και στη στρατιωτική συνεργασία Αυστραλίας–ΗΠΑ, αφήνοντας αιχμές για την παρουσία «μεγάλων εξωπεριφερειακών δυνάμεων» στο αυστραλιανό έδαφος, οι οποίες —όπως ισχυρίστηκε— ενδέχεται να προκαλούν μεγαλύτερη αστάθεια στην περιοχή του Ειρηνικού. Ιδιαίτερα ανησυχητικά χαρακτήρισε τα σχέδια εγκατάστασης αμερικανικών πυραύλων μέσου βεληνεκούς στην Αυστραλία, καθώς και την απόκτηση πυρηνοκίνητων υποβρυχίων από το Πολεμικό Ναυτικό της χώρας στο πλαίσιο της τριμερούς συμμαχίας AUKUS.

Ο Τολτσένοφ πρόσθεσε ότι η στρατιωτική συνεργασία Ρωσίας–Ινδονησίας αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της διμερούς σχέσης, επισημαίνοντας ότι αποσκοπεί στην ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας και των δύο χωρών, δεν στρέφεται κατά τρίτων και δεν συνιστά απειλή για την ασφάλεια της περιοχής Ασίας–Ειρηνικού. Σύμφωνα με τον ίδιο, τα εθνικά συμφέροντα της Καμπέρα δεν μπορούν να επεκτείνονται στο έδαφος γειτονικών κυρίαρχων κρατών που ακολουθούν αυτόνομες και ενεργητικές πολιτικές.

Ομοιότητες με τη συμφωνία Κίνας–Νήσων Σολομώντα

Ωστόσο, ο Μάικλ Σούμπριτζ επανήλθε, εκφράζοντας έντονη ανησυχία και παραλληλίζοντας την υπόθεση Ρωσίας–Ινδονησίας με τη συμφωνία ασφαλείας μεταξύ Κίνας και Νήσων Σολομώντα, η οποία είχε αιφνιδιάσει την Αυστραλία το 2022.

Υπενθύμισε ότι και τότε η ύπαρξη της συμφωνίας είχε αποκαλυφθεί πρώτα από τα μέσα ενημέρωσης και όχι μέσω διπλωματικών διαύλων. Αρχικά, είχε επικρατήσει η συζήτηση για το αν η συμφωνία περιελάμβανε κινεζική στρατιωτική βάση — όμως, όπως είπε, αυτό αποδείχθηκε δευτερεύον.

Το ουσιώδες, σύμφωνα με τον Σούμπριτζ, ήταν πως η συμφωνία υπεγράφη τελικά, και η εμβάθυνση της συνεργασίας μεταξύ Κίνας και Νήσων Σολομώντα συνεχίζεται, ανοίγοντας το δρόμο για μελλοντικές στρατιωτικές επισκέψεις και κοινές επιχειρήσεις.

Με αυτή τη σύγκριση, ο Αυστραλός αναλυτής άφησε να εννοηθεί ότι και στην περίπτωση της Ινδονησίας, το ζήτημα δεν είναι αν θα υπάρξει άμεσα ρωσική βάση, αλλά το ότι έχει ήδη ξεκινήσει μια διαδικασία στενότερης συνεργασίας που μπορεί να οδηγήσει σε σταθερή ρωσική παρουσία στην περιοχή.

Του Alfred Bui

Συνάντηση Γουίτκοφ–Αραγτσί στη Ρώμη για τον δεύτερο γύρο συνομιλιών για τα πυρηνικά

Ο ειδικός απεσταλμένος του Αμερικανού προέδρου για τη Μέση Ανατολή, Στιβ Γουίτκοφ, έφθασε στη Ρώμη για τον δεύτερο γύρο συνομιλιών με τον Ιρανό Υπουργό Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί, καθώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, επιδιώκει μια νέα συμφωνία για τον περιορισμό των πυρηνικών φιλοδοξιών του Ιράν.

Κατά την πρώτη του θητεία, ο Τραμπ απέσυρε τις Ηνωμένες Πολιτείες από τη συμφωνία του 2015 για τον περιορισμό της πυρηνικής δραστηριότητας της Τεχεράνης, επανέφερε τις κυρώσεις και ζήτησε ένα νέο πλαίσιο ώστε να αποτραπεί η απόκτηση πυρηνικού όπλου από το Ιράν. Σε απάντηση, η Τεχεράνη απομακρύνθηκε από τις δεσμεύσεις της βάσει της συμφωνίας, η οποία προέβλεπε περιορισμό των αποθεμάτων ουρανίου και εμπλουτισμό έως 3,67%.

Σε έκθεσή του τον Φεβρουάριο, ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας (International Atomic Energy Agency-IAEA) των Ηνωμένων Εθνών διαπίστωσε ότι το Ιράν διαθέτει περίπου 274 κιλά ουρανίου εμπλουτισμένου κατά 60%. Για την παραγωγή πυρηνικού όπλου, απαιτείται εμπλουτισμός σε ποσοστό 90%.

Αφότου επέστρεψε στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ επανεκκίνησε τις προσπάθειες για νέα συμφωνία, προειδοποιώντας πρόσφατα ότι θα καταφύγει σε στρατιωτική δράση εάν η Τεχεράνη δεν αποδεχτεί νέους όρους.

Ο Γουίτκοφ είχε πραγματοποιήσει έμμεσες συνομιλίες με τον Αραγτσί στις 12 Απριλίου στο Ομάν. Κατά την πρώτη εκείνη συνάντηση στη Μουσκάτ, ο Ομανός διπλωμάτης Μπάντρ αλ-Μπουσαΐντι μετέφερε μηνύματα ανάμεσα στις δύο πλευρές.

Ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι το Ιράν δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αποκτήσει πυρηνικό όπλο. Ωστόσο, Ουάσιγκτον και Τεχεράνη φαίνεται να διαφωνούν ως προς το ποιες άλλες πυρηνικές δραστηριότητες μπορεί να συνεχίσει το Ιράν.

Σε δήλωσή του στις 15 Απριλίου, ο Γουίτκοφ ανέφερε: «Το Ιράν πρέπει να σταματήσει και να εξαλείψει πλήρως το πρόγραμμα εμπλουτισμού και εξοπλισμού του με πυρηνικά».

Ο Αραγτσί, απαντώντας την επόμενη ημέρα, στις 16 Απριλίου, υποστήριξε ότι η Ουάσιγκτον δίνει αντιφατικά μηνύματα σχετικά με τους όρους των διαπραγματεύσεων. Δήλωσε χαρακτηριστικά ότι δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν το πρόγραμμα εμπλουτισμού ουρανίου. «Είμαστε έτοιμοι να χτίσουμε εμπιστοσύνη σε σχέση με τις πιθανές ανησυχίες, αλλά το ζήτημα του εμπλουτισμού δεν είναι διαπραγματεύσιμο.» Ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών ανέφερε επίσης ότι αναμένει από τον Γουίτκοφ να αποσαφηνίσει τους όρους της Ουάσιγκτον κατά τη συνάντηση της 19ης Απριλίου στη Ρώμη.

Σε άλλη τοποθέτησή του, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στη Μόσχα την Παρασκευή, ο Αραγτσί τόνισε ότι μια νέα συμφωνία με την κυβέρνηση Τραμπ είναι δυνατή «εφόσον δείξουν σοβαρότητα και δεν προβάλλουν μη ρεαλιστικές απαιτήσεις».

Ο Ιρανός ΥΠΕΞ επισκέφθηκε τη Ρωσία μετά τις συνομιλίες στο Ομάν. Το ιρανικό Υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε ότι η Τεχεράνη σκοπεύει να διαβουλευτεί με όλα τα εναπομείναντα μέρη της συμφωνίας του 2015 — Κίνα, Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία και Ηνωμένο Βασίλειο — στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ.

Ο Ρώσος Υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, δήλωσε ότι η Μόσχα είναι έτοιμη να διευκολύνει τις συνομιλίες μεταξύ Ουάσινγκτον και Τεχεράνης. «Είμαστε πρόθυμοι να βοηθήσουμε, να μεσολαβήσουμε, να παίξουμε οποιονδήποτε ρόλο θεωρήσει χρήσιμο το Ιράν και αποδεκτό η Ουάσιγκτον», ανέφερε ο Λαβρόφ την Παρασκευή, σύμφωνα με το ρωσικό πρακτορείο TASS.

Στεκόμενος δίπλα στον Αραγτσί, στη συνέντευξη Τύπου, ο Λαβρόφ προσέθεσε ότι και η Ρωσία αναμένει περισσότερες λεπτομέρειες από την κυβέρνηση Τραμπ για τις απαιτήσεις που θα τεθούν στις συνομιλίες της Ρώμης.
«Αν δεν διατυπωθούν μη ρεαλιστικές και αδύνατες απαιτήσεις, είναι πιθανό να επιτευχθεί συμφωνία», δήλωσε ο Ρώσος ΥΠΕΞ.

Ο Τραμπ προσπαθεί ταυτόχρονα να διαπραγματευτεί νέα συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα και να μεσολαβήσει σε μια ειρηνευτική διευθέτηση για τον πόλεμο Ρωσίας–Ουκρανίας. Η επίτευξη λύσης για την Ουκρανία παραμένει άπιαστος στόχος, με τον Αμερικανό πρόεδρο να προειδοποιεί την Παρασκευή ότι ενδέχεται να αποσυρθεί από την προσπάθεια, εάν δεν διαπιστώσει πρόοδο στις συνομιλίες μεταξύ Μόσχας και Κιέβου.

Η Μόσχα έχει ενισχύσει τις διπλωματικές της σχέσεις με την Τεχεράνη από το 2022, καθώς αντιμετωπίζει διεθνείς κυρώσεις και διπλωματική απομόνωση λόγω της εισβολής στην Ουκρανία.