Την Τετάρτη κάλεσε η Ουκρανία τον επιτετραμμένο των ΗΠΑ στο υπουργείο Εξωτερικών, μετά την απόφαση της Ουάσιγκτον να αναστείλει μέρος της αποστολής πυρομαχικών και πυραύλων προς την εμπόλεμη χώρα.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της ουκρανικής κυβέρνησης, η αναπληρώτρια υπουργός Εξωτερικών Μαριάνα Μπέτσα συναντήθηκε με τον Τζον Τζίνκιελ, αναπληρωτή επικεφαλής της αμερικανικής πρεσβείας στο Κίεβο. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, η Μπέτσα εξέφρασε την ευγνωμοσύνη της για τη στήριξη των ΗΠΑ, δηλώνοντας: «Σας ευχαριστούμε για τη συνεχή στήριξη προς την Ουκρανία» και επισημαίνοντας πως ενδεχόμενη διακοπή της βοήθειας, ειδικά ως προς τα συστήματα αεράμυνας, θα ενθάρρυνε τη Ρωσία να κλιμακώσει τις επιθέσεις της.
Στην ανακοίνωση σημειώνεται ακόμη: «Η συνέχιση της παράδοσης των ήδη εγκεκριμένων πακέτων αμυντικής βοήθειας, με έμφαση στην ενίσχυση της ουκρανικής αντιαεροπορικής άμυνας, είναι ζωτικής σημασίας».
Η Μπέτσα τόνισε ακόμη ότι «οποιαδήποτε καθυστέρηση ή επιβράδυνση στην ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων του Κιέβου θα αποθάρρυνε τη Ρωσία από την αναζήτηση ειρηνευτικής συμφωνίας και θα ενίσχυε τη συνέχιση των εχθροπραξιών». Υπογράμμισε δε ότι η Ρωσία δεν τηρεί την κατάπαυση πυρός που συμφωνήθηκε από την Ουκρανία στις 11 Μαρτίου, ενώ παράλληλα εντείνει τις αεροπορικές επιδρομές κατά ουκρανικών πόλεων με θύματα άμαχους.
Μετά τη συνάντηση, ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι ενημέρωσε μέσω X ότι «οι υπουργοί Άμυνας και Εξωτερικών μου ανέλυσαν τις σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σε τεχνικό επίπεδο, διευκρινίζουμε όλες τις λεπτομέρειες σχετικά με τη στρατιωτική στήριξη, συμπεριλαμβανομένης της αντιαεροπορικής άμυνας. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να διασφαλίσουμε την προστασία του λαού μας.»
Ο Τζίνκιελ δήλωσε μετά την ανακοίνωση του Πενταγώνου, στις 2 Ιουλίου, πως ορισμένες αποστολές όπλων προς την Ουκρανία αναστέλλονται προσωρινά.
Σε ενημέρωση Τύπου, ο επικεφαλής εκπρόσωπος του Πενταγώνου Σον Πέρνελ ανέφερε: «Το υπουργείο Άμυνας προχωρά σε επανεξέταση των δυνατοτήτων ώστε να εξασφαλίσει ότι η αμερικανική στρατιωτική βοήθεια εναρμονίζεται με τις αμυντικές μας προτεραιότητες. Δεν θα παρέχουμε ενημέρωση για τις συγκεκριμένες ποσότητες ή τύπους οπλισμού που αποστέλλονται στην Ουκρανία ούτε και για τα χρονοδιαγράμματα αυτών των μεταφορών, αλλά θα συνεχίσουμε να διατυπώνουμε εισηγήσεις στον πρόεδρο για τις αποφάσεις του σχετικά με τη στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία.»
Ο Πέρνελ χαρακτήρισε αυτή την παύση ως «ρεαλιστικό και ορθολογικό βήμα για την καθιέρωση ενός πλαισίου αξιολόγησης των αποστολών οπλισμού και του προορισμού τους», τονίζοντας: «Να καταστεί σαφές πως οι ένοπλες δυνάμεις μας διαθέτουν ό,τι χρειάζεται για οποιαδήποτε αποστολή, οπουδήποτε και οποτεδήποτε, σε όλον τον κόσμο».
Στο μεταξύ, δύο άμαχοι σκοτώθηκαν και ένα κέντρο στρατολόγησης υπέστη ζημιές μετά από ρωσική επίθεση στην πόλη Πόλταβα της κεντρικής Ουκρανίας. Ο περιφερειάρχης Βολοντίμιρ Κοχούντ ανέφερε πως άλλοι έντεκα τραυματίστηκαν και ξέσπασαν πυρκαγιές τόσο στο στρατολογικό κέντρο όσο και σε γειτονικό οικιστικό κτήριο.
Από τη ρωσική πλευρά, ο υποναύαρχος Μιχαήλ Γκούντκοφ, αναπληρωτής αρχηγός του ρωσικού πολεμικού ναυτικού, σκοτώθηκε στην περιφέρεια Κουρσκ μαζί με άλλον έναν στρατιώτη, τον Ναριμάν Σιχαλίεφ. Ο Ολέγκ Κατσουμιάκο, επικεφαλής της περιφέρειας Πριμόριε της Ρωσίας, εξέφρασε τα συλλυπητήρια του, δηλώνοντας: «Εκφράζω τη βαθύτατη θλίψη μου προς τις οικογένειες, τους φίλους και τους συναδέλφους των Μιχαήλ Γκούντκοφ, Ναριμάν Σιχαλίεφ και όλων των άλλων μαχητών που σκοτώθηκαν στην περιφέρεια Κουρσκ».
Το ρωσικό υπουργείο Άμυνας επιβεβαίωσε τον θάνατο του Γκούντκοφ κατά τη διάρκεια μάχιμης επιχείρησης στο Κουρσκ, στις 2 Ιουλίου.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση απευθύνεται επειγόντως στην Κίνα σχετικά με τη στήριξή της στον συνεχιζόμενο πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία και τους περιορισμούς που έχει επιβάλει στις εξαγωγές σπανίων γαιών.
Η επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Κάγια Κάλλας, δήλωσε στον Κινέζο ομόλογό της, Ουάνγκ Γι, κατά τη συνάντησή τους στις Βρυξέλλες, ότι «το Πεκίνο θα πρέπει να άρει τους περιορισμούς στις εξαγωγές σπανίων γαιών και να σταματήσει να ευνοεί τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία».
Οι συνομιλίες αυτές πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του 13ου γύρου στρατηγικού διαλόγου στις 2 Ιουλίου, με στόχο τη διαμόρφωση του εδάφους για τη σύνοδο κορυφής ανάμεσα στους ηγέτες της ΕΕ και της Κίνας, που προγραμματίζεται αργότερα μέσα στον μήνα.
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Αντόνιο Κόστα, και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αναμένεται να συναντηθούν με τον πρόεδρο της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, και τον πρωθυπουργό, Λι Τσανγκ, στις 24 και 25 Ιουλίου.
Κατά τη συνάντησή της με τον Ουάνγκ, η Κάλλας τόνισε: «Η Κίνα θα πρέπει να δώσει τέλος στις στρεβλωτικές πρακτικές της, συμπεριλαμβανομένων των περιορισμών στις εξαγωγές σπανίων γαιών, που προκαλούν σοβαρούς κινδύνους για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και υπονομεύουν την αξιοπιστία των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού».
Παράλληλα, κάλεσε το Πεκίνο να προχωρήσει σε συγκεκριμένες λύσεις, προκειμένου «να εξισορροπηθούν οι οικονομικές σχέσεις, να διασφαλιστούν ίσοι όροι ανταγωνισμού και να βελτιωθεί η αμοιβαιότητα στην πρόσβαση στις αγορές».
Επιπλέον, η Κάλλας επισήμανε πως η στήριξη που παρέχουν κινεζικές εταιρείες στην παράνομη πολεμική δραστηριότητα της Ρωσίας συνιστά κρίσιμο κίνδυνο για την ευρωπαϊκή ασφάλεια: «Το Πεκίνο πρέπει να σταματήσει αμέσως κάθε υλική στήριξη προς το ρωσικό στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα και να υποστηρίξει μια πλήρη και άνευ όρων κατάπαυση του πυρός, καθώς και δίκαιη και διαρκή ειρήνη στην Ουκρανία, στη βάση του πλήρους σεβασμού του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών».
Η Κάλλας, πρώην πρωθυπουργός της Εσθονίας, ανέλαβε την τωρινή της θέση τον Δεκέμβριο, διαδεχόμενη τον Ζοζέπ Μπορέλ. Η πρώτη της επαφή με τον Ουάνγκ έγινε τον Φεβρουάριο, κατά τη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια.
Τότε, η Κάλλας χαρακτήρισε την Κίνα ως τον «βασικό υποστηρικτή του πολέμου της Ρωσίας», υπογραμμίζοντας τον ρόλο του Πεκίνου ως του μεγαλύτερου προμηθευτή διπλής χρήσης αγαθών και ευαίσθητων τεχνολογιών που ενισχύουν τις στρατιωτικές δυνατότητες της Ρωσίας στην Ουκρανία. «Χωρίς τη στήριξη της Κίνας, η Ρωσία δεν θα μπορούσε να συνεχίσει την στρατιωτική της επιθετικότητα με την ίδια ένταση», σημείωσε.
Απαντώντας στις ανησυχίες για τους ελέγχους εξαγωγών, η Κάλλας αποκάλυψε ότι η ΕΕ έχει θέσει 33 εταιρείες με έδρα την Κίνα και το Χονγκ Κονγκ υπό ειδικούς περιορισμούς εξαγωγών και παρέπεμψε στις κυρώσεις που επιβλήθηκαν τον περασμένο Δεκέμβριο σε έξι κινεζικές εταιρείες και έναν ιδιώτη, για παροχή κρίσιμων εξαρτημάτων στην πολεμική προσπάθεια της Ρωσίας.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης της Τετάρτης, η Κάλλας αναφέρθηκε και σε άλλα ευρύτερα ζητήματα, όπως η Ταϊβάν, η Μέση Ανατολή και τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κίνα. Σε ό,τι αφορά την Ταϊβάν, επαναβεβαίωσε τη δέσμευση της ΕΕ στην πολιτική της «μίας Κίνας» και την αντίθεσή της σε κάθε μονομερή προσπάθεια αλλαγής του status quo.
Από κινεζικής πλευράς, σε ανακοίνωσή του, το υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας μετέφερε δήλωση του Ουάνγκ Γι, σύμφωνα με την οποία η ΕΕ πρέπει να τηρεί την αρχή της ενιαίας Κίνας.
Μετά το πέρας των συνομιλιών, το υπουργείο Εξωτερικών της Ταϊβάν εξέφρασε την εκτίμησή του για τις δηλώσεις Κάλλας και δεσμεύτηκε να ενισχύσει τις σχέσεις με ομοϊδεάτες εταίρους, όπως η ΕΕ.
Παράλληλα, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι τόνισαν τη σημασία της αξιοποίησης του ρόλου της Κίνας ως κύριου αγοραστή πετρελαίου από το Ιράν, ώστε να ενθαρρυνθεί η Τεχεράνη να διαπραγματευτεί για τα πυρηνικά της προγράμματα και να μετριαστεί η ένταση στη Μέση Ανατολή.
Αν και η ανακοίνωση της ΕΕ δεν περιλάμβανε συγκεκριμένα αποτελέσματα των προσπαθειών αυτών, επισημάνθηκε ότι η Κάλλας και ο Ουάνγκ αναγνώρισαν τη σημασία της συνθήκης για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων ως θεμέλιο του παγκόσμιου καθεστώτος μη διάδοσης.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, μαζί με τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία, συμμετέχει στη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν του 2015, από την οποία οι ΗΠΑ αποχώρησαν το 2018.
Επιπλέον, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, δήλωσε στις 30 Ιουνίου ότι δεν θα προσφέρει καμία παραχώρηση στο Ιράν, ούτε υπάρχουν σχέδια για νέες διαπραγματεύσεις, την ίδια στιγμή που οι αμερικανικές δυνάμεις έπληξαν τρεις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε νέο κλιματικό στόχο για το 2040, ανοίγοντας το ενδεχόμενο χρήσης διεθνών πιστωτικών δικαιωμάτων άνθρακα από τα κράτη-μέλη.
Συγκεκριμένα, στις 2 Ιουλίου, η Επιτροπή εισηγήθηκε τροποποίηση της ευρωπαϊκής κλιματικής νομοθεσίας, θέτοντας ως ορόσημο για το 2040 τη μείωση των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 90% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990. Όπως σημείωσε, η κίνηση αυτή επιχειρεί να διευρύνει τον ισχύοντα, δεσμευτικό στόχο μείωσης των εκπομπών κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030.
Σε ενημερωτικό δελτίο που δόθηκε στη δημοσιότητα, η ΕΕ προτείνει να επιτραπεί, με αυστηρούς όρους, η περιορισμένη χρήση διεθνών ποιοτικών πιστωτικών δικαιωμάτων άνθρακα από το 2036, η οποία δεν θα υπερβαίνει το 3% των καθαρών εκπομπών του 1990.
Σύμφνα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, τα πιστωτικά δικαιώματα άνθρακα μετρούνται σε μετρικούς τόνους ισοδύναμου CO2 και μπορούν να αγοραστούν από ιδιώτες, επιχειρήσεις ή οργανισμούς με σκοπό την αντιστάθμιση εκπομπών ή τη χρηματοδότηση περιβαλλοντικών δράσεων.
Τέτοιες δράσεις περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, προγράμματα αναδάσωσης ή απόκτηση δικαιωμάτων από υδροηλεκτρικά έργα στην Κίνα. Η ΕΕ έχει επανειλημμένα υπογραμμίσει πως οι διεθνείς αγορές άνθρακα μπορούν να διαδραματίσουν καίριο ρόλο στη μείωση των παγκόσμιων εκπομπών με χαμηλότερο κόστος.
Ο Βάπ Κόκστρα, Επίτροπος της ΕΕ για το Κλίμα, τις Καθαρές Μηδενικές Εκπομπές και τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, υπερασπίστηκε τη χρήση πιστωτικών δικαιωμάτων άνθρακα σε ομιλία του στις 2 Ιουλίου:
«Αυτά τα πιστωτικά δικαιώματα θα πρέπει να είναι επαληθεύσιμα, να μπορούν να πιστοποιηθούν και να προσφέρουν πραγματική πρόσθετη αξία. Μόνο τότε θα συμβάλλουν ουσιαστικά στο χτίσιμο γεφυρών με τους εταίρους μας σε όλο τον κόσμο.» Όπως τόνισε, «Αυτό θα δώσει ανάσα σε τομείς όπου η μείωση των εκπομπών είναι εξαιρετικά δύσκολη.»
Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, επανέλαβε στην ίδια εκδήλωση πως η πορεία της ΕΕ προς τις καθαρές μηδενικές εκπομπές είναι «ρεαλιστική και πραγματιστική».
Παράλληλα, η ΕΕ προτείνει να ενταχθούν εγχώριοι, μόνιμοι μηχανισμοί δέσμευσης και απομάκρυνσης άνθρακα στο ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας εκπομπών, τον βασικό μηχανισμό περιορισμού και ανταλλαγής εκπομπών για τομείς όπως η ενέργεια, η βαριά βιομηχανία και η αεροπορία.
Σε αυτούς τους μηχανισμούς περιλαμβάνονται λύσεις όπως η άμεση δέσμευση αέρα με αποθήκευση άνθρακα ή η δέσμευση βιογενών εκπομπών με σκοπό τη μόνιμη αποθήκευση CO2.
Στο πλαίσιο του συστήματος, οι υπόχρεοι φορείς πρέπει να αποδώσουν δικαιώματα για τις εκπομπές τους, αγοράζοντας εμπορεύσιμα δικαιώματα εκπομπής («EU allowances») ώστε να καλύψουν τις ανάγκες τους. Εάν δεν το πράξουν, προβλέπεται πρόστιμο 100 ευρώ ανά επιπλέον τόνο εκπομπών.
Όλες οι προτάσεις της Επιτροπής θα τεθούν πλέον υπό διαπραγμάτευση και επικύρωση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.
Υπενθυμίζεται ότι στη Διάσκεψη του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή (COP29) που διεξήχθη πέρυσι στο Αζερμπαϊτζάν, οι συμμετέχουσες χώρες συμφώνησαν στη δημιουργία ενός συστήματος διαπραγμάτευσης πιστωτικών δικαιωμάτων άνθρακα με τη στήριξη του ΟΗΕ.
Όπως είχε τονίσει τότε ο εκτελεστικός γραμματέας του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή, Σάιμον Στιλ, «Όταν τεθεί σε πλήρη επιχειρησιακή λειτουργία, οι αγορές αυτές θα βοηθήσουν τα κράτη να υλοποιήσουν τα κλιματικά τους σχέδια πιο γρήγορα και με μειωμένο κόστος, οδηγώντας σε περαιτέρω μείωση των εκπομπών.»
Η χρήση των πιστωτικών δικαιωμάτων άνθρακα συγκεντρώνει έντονη κριτική από διαφορετικές πλευρές, από περιβαλλοντικές οργανώσεις μέχρι σκεπτικιστές των πολιτικών μηδενικών εκπομπών.
Ο Χάρι Γουίλκινσον, επικεφαλής χάραξης πολιτικής στο Ίδρυμα Πολιτικής για την Παγκόσμια Θέρμανση, δήλωσε στην Epoch Times: «Η διεθνής τιμολόγηση του άνθρακα, η οποία θα αφορά κάθε τομέα της οικονομίας, είναι θεωρητικά ο αποδοτικότερος τρόπος αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής… Ωστόσο, θα έπρεπε να συνδυάζεται με την κατάργηση όλων των επιδοτήσεων στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και κάθε άλλης στρέβλωσης της αγοράς που σχετίζεται με το κλίμα. Πρέπει επίσης να εξετάσουμε τις επιπτώσεις στις αναπτυσσόμενες χώρες. Δυστυχώς, είναι απίθανο να υλοποιηθούν αυτές οι συνοδευτικές ενέργειες. Άρα, τελικά, θα βρεθούμε απλώς με ένα ακόμη κόστος για τον καταναλωτή, επιπλέον όλων των υπολοίπων.»
Σε έκθεσή της το 2023, η οργάνωση Friends of the Earth ανέφερε πως τα πιστωτικά δικαιώματα και τα προγράμματα αντιστάθμισης δεν οδηγούν σε πραγματική μείωση εκπομπών:
«Αναπαράγουν παγιωμένα μοτίβα εξαγωγής και νεοαποικιοκρατίας, όπου πρωτίστως κοινότητες του Παγκόσμιου Νότου θυσιάζονται για να συνεχιστεί η κερδοφορία των μεγάλων ρυπαντών.»
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ανακοίνωσε στις 3 Ιουλίου ότι σύντομα θα είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν.
«Θα μιλήσω με τον Πρόεδρο Πούτιν της Ρωσίας στις 10 π.μ. Ευχαριστώ», έγραψε ο Τραμπ στη δική του πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης στις 9:39 π.μ. τοπική ώρα.
Εδώ και μήνες, ο Τραμπ πιέζει τόσο τη Μόσχα, όσο και το Κίεβο να βάλουν τέλος στον πολύχρονο πόλεμο και να διαπραγματευθούν μια μόνιμη ειρήνη.
Κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ, ο Αμερικανός πρόεδρος εξέφρασε την πρόθεσή του να μιλήσει με τον Πούτιν, αναζητώντας τρόπους για εκεχειρία. Δεν σχολίασε αν εξακολουθεί να εξετάζει το ενδεχόμενο πρόσθετων κυρώσεων εις βάρος της Ρωσίας.
Κατά τη συνάντησή του με τον Γερμανό καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς στον Λευκό Οίκο, στις 5 Ιουνίου, ο Τραμπ προειδοποίησε:
«Αν Ρωσία και Ουκρανία δεν καταλήξουν σε ειρηνευτική συμφωνία, θα ακολουθήσω πολύ σκληρή στάση. Και μπορεί να αφορά και τις δύο χώρες, για να είμαι ειλικρινής», ανέφερε.
Παράλληλα, εκτίμησε πως Ρωσία και Ουκρανία ίσως να μην είναι ακόμη έτοιμες για ειρήνη.
«Βλέπεις δύο μικρά παιδιά να τσακώνονται άγρια», είπε ο Τραμπ. «Μισιούνται, μαλώνουν στο πάρκο, προσπαθείς να τα χωρίσεις και εκείνα δεν θέλουν. Μερικές φορές είναι καλύτερο να τα αφήσεις να μαλώσουν για λίγο και μετά να τα χωρίσεις».
Στις 27 Μαΐου, ο Τραμπ είχε προειδοποιήσει τον Πούτιν ότι «παίζει με τη φωτιά», καθώς οι προσπάθειές του για ειρηνευτική συμφωνία στην Ουκρανία παρέμεναν στάσιμες.
Είχε επίσης προειδοποιήσει πως η Μόσχα ενδέχεται να αντιμετωπίσει νέες κυρώσεις μετά από μια μεγάλης κλίμακας αεροπορική επιδρομή στο Κίεβο
Ο γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκρέιαμ, το περασμένο Σαββατοκύριακο, δήλωσε πως ο Τραμπ έχει στηρίξει την προώθηση του νομοσχεδίου για νέες κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Ο νόμος «Sanctioning Russia Act of 2025» προβλέπει πρωτογενείς και δευτερογενείς κυρώσεις εις βάρος της Ρωσίας, καθώς και δασμό 500% στα εισαγόμενα αγαθά από χώρες που αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Το τελευταίο διάστημα, ο Τραμπ είχε δώσει σήματα για πιο σκληρή στάση απέναντι στο Κρεμλίνο. Ωστόσο, στη σύνοδο της G7 στον Καναδά, στις 16 Ιουνίου, εμφανίστηκε να μετριάζει τη ρητορική του, δηλώνοντας:
«Οι κυρώσεις κοστίζουν πολλά χρήματα».
Παράλληλα, είχε επικρίνει τους ηγέτες της G7 για τον αποκλεισμό της Ρωσίας από την ομάδα – που αρχικά ονομαζόταν G8 – το 2014.
«Αυτό ήταν μεγάλο λάθος», ανέφερε στον Καναδό πρωθυπουργό Μαρκ Κάρνεϊ κατά τη διάρκεια της συνόδου. «Δεν θα είχατε αυτόν τον πόλεμο. Ο εχθρός είναι καλύτερα να κάθεται στο τραπέζι».
Με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι συναντήθηκε ο Τραμπ στις 25 Ιουνίου, στο πλαίσιο της συνόδου του ΝΑΤΟ στην Ολλανδία. Ερωτηθείς αν συζήτησαν ενδεχόμενη εκεχειρία, ο Τραμπ απάντησε:
«Όχι, απλώς ήθελα να δω πώς τα πάει. Ήταν ωραία, πραγματικά. Είχαμε κάποιες δύσκολες στιγμές», ανέφερε. «Δεν θα μπορούσε να είναι πιο ευγενικός».
Το ανακοινωθέν της φετινής συνόδου του ΝΑΤΟ αποτύπωσε αλλαγή στη γλώσσα που αφορά την Ουκρανία και τη Ρωσία. Ενώ στη διακήρυξη του 2024 αναφερόταν πως «το μέλλον της Ουκρανίας βρίσκεται στο ΝΑΤΟ», πλέον σημειώνεται:
«Οι σύμμαχοι επαναβεβαιώνουν τις διαρκείς κυρίαρχες δεσμεύσεις τους για στήριξη της Ουκρανίας, της οποίας η ασφάλεια ενισχύει και τη δική μας».
Η υφυπουργός Εσωτερικών, Βιβή Χαραλαμπογιάννη, συναντήθηκε, σήμερα, στη Ρώμη, με τον Ιταλό υπουργό Δημόσιας Διοίκησης, Πάολο Τζανγκρίλο, με τον οποίο συζήτησε την προώθηση και ανάπτυξη κοινών πρωτοβουλιών, με αλλαγή τεχνογνωσίας και μεθόδων εργασίας, αλλά και παροχή τεχνογνωσίας σε τρίτες χώρες.
Μετά την ολοκλήρωση της συνάντησης, η κ. Χαραλαμπογιάννη, σε δήλωσή της προς το ΑΠΕ-ΜΠΕ, υπογράμμισε:
«Είχα την ευκαιρία να συναντηθώ, σήμερα, στη Ρώμη, με τον υπουργό Δημόσιας Διοίκησης της Ιταλικής Δημοκρατίας, Πάολο Τζανγκρίλο, προκειμένου να διερευνήσουμε περαιτέρω πεδία και προοπτικές της διμερούς μας συνεργασίας, σε συνέχεια του Μνημονίου Συνεργασίας, το οποίο υπογράφηκε στο πλαίσιο της επίσημης επίσκεψης του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και της ελληνικής κυβερνητικής αντιπροσωπείας στην Ιταλία, αλλά και της συνάντησης εργασίας, που είχε ο Έλληνας πρωθυπουργός με την Ιταλίδα ομόλογό του, Τζόρτζια Μελόνι, τον περασμένο Μάιο.
Στη σημερινή μας συνάντηση με τον κ. Τζανγκρίλο διαπιστώθηκε αφενός συναντίληψη ως προς την ανάδειξη της δημόσιας διοίκησης σε στρατηγικό αναπτυξιακό πυλώνα τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ιταλία. Υπό αυτό το πρίσμα, εξετάσαμε το ενδεχόμενο ανάπτυξης κοινών πρωτοβουλιών, οι οποίες θα αποβλέπουν στην ανταλλαγή τεχνογνωσίας, μεθόδων εργασίας και διοικητικής κουλτούρας μεταξύ στελεχών της δημόσιας διοίκησης της Ελλάδας και της Ιταλίας. Ακόμη, συζητήθηκε το ενδεχόμενο ανάληψης κοινών δράσεων, στην κατεύθυνση της παροχής τεχνογνωσίας σε τρίτες χώρες, ιδίως σε περιφερειακό επίπεδο.
Γνωρίζετε ότι η ελληνική Δημόσια Διοίκηση διέπεται από το 2019 από μια νέα φιλοσοφία, η οποία αποβλέπει σε μια ολιστική μεταρρύθμιση, τόσο σε επίπεδο παροχής νέων δεξιοτήτων και καινοτόμων τεχνολογικών εργαλείων στο προσωπικό, όσο βέβαια και στη σημαντική απλούστευση των διοικητικών διαδικασιών, ώστε αυτές να μπορούν να ανταποκρίνονται στις ταχύτητες και τις ανάγκες του 21ου αιώνα.
Υπό αυτήν την έννοια, υπάρχουν πολλά δυνητικά πεδία διμερούς συνεργασίας με τη γειτονική μας Ιταλία, με δεδομένη και την εγγύτητά μας σε πολιτισμικό επίπεδο, αλλά και το υψηλό επίπεδο των διμερών μας σχέσεων, το οποίο μας επιτρέπει να κινηθούμε συνεργατικά, υπογραμμίζοντας την ευρωπαϊκή και μεσογειακή μας ταυτότητα».
Σύμφωνα με πληροφορίες του ΑΠΕ-ΜΠΕ, η ιταλική κυβέρνηση έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την απλούστευση των διαδικασιών στο εσωτερικό της ελληνικής δημόσιας διοίκησης, όσο και για το ανθρώπινο δυναμικό, με ιδιαίτερη αναφορά στο ΑΣΕΠ και στον καινούριο ηλεκτρονικό διαγωνισμό. Αναμένεται συνδυασμός δράσεων, με στόχο τη μείωση της γραφειοκρατίας, κάτι που στη χώρα μας εξυπηρετείται, μεταξύ των άλλων, από την πλατφόρμα «Μίτος», η οποία καταγράφει το σύνολο των διαδικασιών του δημοσίου.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι «έτοιμη να συνάψει μία συμφωνία» με τις ΗΠΑ για τους δασμούς, δήλωσε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πριν από μία κρίσιμη συνάντηση για διαπραγματεύσεις σήμερα.
Ο Ευρωπαίος Επίτροπος για το Εμπόριο Μάρος Σέφκοβιτς μεταβαίνει στην Ουάσιγκτον, όπου αναμένεται να συναντηθεί με τους Αμερικανούς ομολόγους του, με στόχο την επίτευξη μιας εμπορικής συμφωνίας πριν από την καταληκτική ημερομηνία της 9ης Ιουλίου που έχει ορίσει ο Ντόναλντ Τραμπ.
Ελλείψει συμφωνίας σε αυτήν την ημερομηνία, ο ένοικος του Λευκού Οίκου θα μπορούσε να διπλασιάσει σε 20% το ποσοστό των τελωνειακών δασμών στις εισαγωγές από την ΕΕ, ήτοι να το αυξήσει σε 50% όπως είχε δηλώσει τον Μάιο.
«Επιθυμούμε μια λύση έπειτα από διαπραγμάτευση, όμως γνωρίζετε όλοι πως την ίδια ώρα, προετοιμαζόμαστε για το ενδεχόμενο καμία ικανοποιητική συμφωνία να μην βρεθεί», δήλωσε η πρόεδρος της Κομισιόν, κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης Τύπου στο Όρχους, στη Δανία.
«Εμείς θα υπερασπιστούμε το ευρωπαϊκό συμφέρον εφόσον καταστεί αναγκαίο (…), όλα τα εργαλεία βρίσκονται στο τραπέζι», υπογράμμισε η ίδια.
Η ΕΕ απείλησε στις αρχές Μαΐου να φορολογήσει έναντι 95 δισεκατομμυρίων ευρώ αμερικανικές εισαγωγές, μεταξύ αυτών αυτοκίνητα και αεροσκάφη, στην περίπτωση που δεν καρποφορήσουν οι εμπορικές διαπραγματεύσεις με τον Τραμπ.
Η Επιτροπή ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα πως παρέλαβε μια αμερικανική πρόταση, την οποία αξιολογεί.
«Στοχεύουμε την 9η Ιουλίου», δήλωσε σήμερα η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν από το Όρχους. «Πρόκειται για μια τεράστια αποστολή, διότι έχουμε τον μεγαλύτερο όγκο εμπορικών συναλλαγών στον κόσμο μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ», ύψους 1,5 τρισεκατομμυρίων ευρώ, σημείωσε η ίδια.
Ο Έρικ Τραμπ, αντιπρόεδρος του Οργανισμού Τραμπ και γιος του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, δήλωσε ότι μια πρόσφατη επίσκεψή του στο εργοστάσιο της Ford Motor Company ενίσχυσε την πίστη του στην ιδιαίτερη δύναμη της Αμερικής.
«Περπατώ δίπλα στα F-150 που παράγονται. Κάθε 57 δευτερόλεπτα, ένα ακόμα F-150 έρχεται από την γραμμή παραγωγής του εργοστασίου», είπε ο Έρικ Τραμπ σε συνέντευξή του στην εκπομπή American Thought Leaders του Γιαν Γεκίλεκ, της 28ης Ιουνίου.
«Δεν μπορώ παρά να σκεφτώ ότι η Αμερική μπορεί να ξεπεράσει την Κίνα. Η Αμερική μπορεί να ξεπεράσει την Ασία. Η Αμερική μπορεί να ξεπεράσει όλα αυτά τα μέρη», συμπλήρωσε, σημειώνοντας ότι αν και η Κίνα καυχιέται για τη μεγάλη της οικονομία και για πολύ μεγαλύτερο πληθυσμό, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι πολύ πιο παραγωγικές.
«Η παραγωγικότητά μας δεν είναι απλώς μεγαλύτερη, αλλά είναι μεγαλύτερη ως παραγωγικότητα ανά άτομο», παρατήρησε. «Είναι πέντε φορές περισσότερο στην Αμερική. Το κάνουμε καλύτερα από οποιονδήποτε στον κόσμο», σκεπτόμενος, όπως είπε, το εξαιρετικό δυναμικό των Αμερικανών εργατών αν είναι εξοπλισμένοι με τα κατάλληλα εργαλεία, εκπαίδευση, και ευκαιρίες.
Οικοδομή στο Λος Άντζελες, στις 25 Ιανουαρίου 2024. (Mario Tama/Getty Images)
«Έχουμε το καλύτερο σύστημα», είπε. «Έχουμε την καλύτερη χώρα. Είμαστε οι πιο καινοτόμοι. Στέλνουμε πυραύλους στο διάστημα. Τους πιάνουμε με ξυλάκια τώρα.»
Ωστόσο, αναγνώρισε ότι δεκαετίες επιχειρηματικής μετανάστευσης είχαν το κόστος τους. Καθώς η παραγωγή μεταφερόταν στο εξωτερικό, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχασαν όχι μόνο εργοστάσια, αλλά και πολλές από τις ικανότητες και τις γνώσεις που την είχαν κάνει κάποτε παγκόσμια κατασκευαστική δύναμη.
Πρακτικά μαθήματα
Η πίστη του Έρικ Τραμπ στην αναζωογόνηση της αμερικανικής παραγωγής διαμορφώνεται από τις αρχικές, πρακτικές εμπειρίες του.
«Ήμουν σε κατασκευαστικές δουλειές από την ηλικία των 11, με τον κατώτατο μισθό, δουλεύοντας σε οικοδομή, δουλεύοντας με ηλεκτρολόγους», είπε.
«Πέρασα ένα ολόκληρο καλοκαίρι κόβοντας χαλύβδινες ράβδους με φλογοβόλο ασετυλίνης. Μπορώ να λειτουργήσω κάθε είδους εκσκαφέα. Πέρασα κάθε καλοκαίρι της ζωής μου κάνοντας τέτοια πράγματα. Έχω κάλους στα χέρια μου που το αποδεικνύουν.»
Αν και αυτό μπορεί να ακούγεται ασυνήθιστο για κάποιον από πλούσια οικογένεια, ο Έρικ Τραμπ εξήγησε ότι αυτά τα νεανικά χρόνια διαμόρφωσαν τις αξίες του και την άποψή του για το εργατικό δυναμικό των ΗΠΑ.
«Ο πατέρας μου πίστευε στο να αρχίσουμε να δουλεύουμε από μικροί, ώστε να καταλάβουμε τι είναι το real estate», είπε.
Ακόμα και σήμερα, αστειεύεται, η γυναίκα του ανησυχεί γι΄ αυτόν όταν επισκευάζει πρίζες στο σπίτι.
«Αυτό έκανα κάθε καλοκαίρι της ζωής μου. […] Είναι σημαντικό να γειώσεις τα παιδιά με αυτόν τον τρόπο», είπε ο Έρικ Τραμπ.
Η ανατροφή του είναι αντίθετη από το ρεύμα που επικρατεί, με τις νέες γενιές να έχουν χάσει κάθε επαφή με τις πρακτικές δεξιότητες, όπως παρατηρεί:
«Δεν μπορούν να κρεμάσουν έναν πίνακα σε έναν τοίχο. Είναι ντροπή.»
Ο Έρικ Τραμπ (κ) με την γυναίκα του Λάρα Τραμπ (α) και τον γερουσιαστή Τζον Μπαράσσο (Ρ-Γουάιο.) πριν από το εναρκτήριο γεύμα στην Ουάσιγκτον, στις 20 Ιαν. 2025. (Kevin Dietsch/Getty Images)
Το κόστος της εξόδου επιχειρήσεων
Αυτή η άποψή του συνδέεται με την ευρύτερη κριτική του για τις αμερικανικές πολιτικές που στέλνουν στο εξωτερικό την παραγωγή.
Από τότε που η Κίνα εισήλθε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου σχεδόν 25 χρόνια πριν, ο αμερικανικός κατασκευαστικός τομέας έχει υποστεί δραστικές αλλαγές, με πολλές κωμοπόλεις οι οποίες στηρίζονταν στα τοπικά εργοστάσια για να υποστηρίξουν το σπίτι τους, την εκπαίδευση των παιδιών τους, και το καθημερινό κόστος ζωής, να χάνονται κυριολεκτικά.
Ολόκληρες πόλεις στα Μεσοδυτικά και στη Ζώνη Σκουριάς καταστράφηκαν. Ο Έρικ Τραμπ θυμάται προεκλογικές ομιλίες σε «κλειστά, χαλασμένα εργοστάσια, εργοστάσια με φράχτες αλυσίδων γύρω τους, εργοστάσια χωρίς φώτα».
«Ήταν η βάση του βιομηχανικού συμπλέγματος για την Αμερική και για τις κατασκευές, τα καλύτερα χαλυβουργεία, τα καλύτερα χυτήρια, αυτές οι απίστευτες κατασκευές με τούβλα που έμειναν χωρίς ζωή», είπε. «Αυτό δεν είναι σωστό.»
Οι υπερβολικοί νόμοι της κυβέρνησης και η επιβολή βαριάς φορολογίας έχουν θέσει τις αμερικανικές εταιρείες σε μειονεκτική θέση όλα αυτά τα χρόνια, σημείωσε.
«Μπορούμε να κατασκευάσουμε τα καλύτερα προϊόντα στον κόσμο, εδώ στην Αμερική. Μπορούμε να το κάνουμε καλύτερα. Μπορούμε να καινοτομήσουμε. Είμαστε καλύτεροι επιχειρηματίες. […] Πρέπει να τα φέρουμε πίσω στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό αποτελεί σε μεγάλο βαθμό θέση και του πατέρα μου.»
Για την αντιστροφή της κατάστασης, ο Λευκός Οίκος εστίασε στη μείωση φόρων και κανονισμών, στην επιβολή δασμών και στην προσέλκυση τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε ιδιωτικές επενδύσεις από εγχώριες και ξένες εταιρείες, με στόχο την επιστροφή της κατασκευής στην μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου.
Εργαζόμενοι στο εργοστάσιο Τεχνολογίας Φακών στην Λιουγιάνγκ, επαρχία Χουνάν, στην Κίνα, στις 12 Μαρτίου 2015. Η εταιρεία δίνει γυαλί για οθόνες επαφής στην Apple, τη Samsung και άλλους τεχνολογικούς γίγαντες. Σύμφωνα με τον Έρικ Τραμπ, η υπερβολική νομοθεσία των ΗΠΑ και οι υψηλοί φόροι έχουν ωθήσει την παραγωγή στο εξωτερικό. (STR/AFP μέσω Getty Images)
Γεφυρώνοντας το χάσμα ικανοτήτων
Ωστόσο, μια κρίσιμη πρόκληση είναι η εύρεση προσωπικού με ικανότητες για πλήρωση αυτών των θέσεων. Ο Έρικ Τραμπ είπε πως πιστεύει ότι χρειάζεται αλλαγή νοοτροπίας στις ΗΠΑ, ειδικά η αντίληψη που έχουν οι νέοι για τις κατασκευαστικές δουλειές και τα πανεπιστήμια.
«Πολλοί νέοι επιδιώκουν να αποκτήσουν ένα πτυχίο από ένα δημοφιλές πανεπιστήμιο, ενώ υπάρχουν τόσες δουλειές εκεί έξω», είπε.
«Κάποιες από αυτές αποδίδουν εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια ανά έτος. Εννοώ, καταπληκτικές καριέρες. Παρόλα αυτά, ο κόσμος τις αγνοεί σε αυτήν τη χώρα.»
Το 2024, μια έρευνα της Deloitte εκτίμησε ότι 3,8 εκατομμύρια νέες θέσεις στην παραγωγή θα άνοιγαν από το 2023 αλλά μόνο οι μισές θα πληρούνταν. Οι εταιρείες δεν μπορούν να βρουν τα κατάλληλα άτομα για την κάλυψη αυτών των θέσεων.
Οι δουλειές που αναμένεται να ξεχωρίζουν στον σύγχρονο κατασκευαστικό τομέα περιλαμβάνουν υψηλά τεχνικούς και εξειδικευμένους ρόλους, όπως στη ρομποτική, στην τεχνητή νοημοσύνη και στην τρισδιάστατη εκτύπωση. Σύμφωνα με ειδικούς, η νέα γενιά εργαζομένων δεν έχει επαρκείς ικανότητες για αυτούς τους ρόλους.
Διάφορες εταιρικές έρευνες τονίζουν τις ίδιες ανησυχίες και για το μέλλον: την εύρεση εργατών με τις ικανότητες για την διεκπεραίωση της δουλειάς.
Ο Έρικ Τραμπ επιδοκίμασε τον Μάικ Ρόου (τηλεοπτική προσωπικότητα) για την προώθηση τεχνικών σχολών και εποχιακής εκπαίδευσης.
«Αυτό που κάνει ο Μάικ Ρόου είναι αξιόλογο», είπε.
Την περασμένη άνοιξη, ο πρόεδρος υπέγραψε εκτελεστική εντολή για αλλαγή και εκσυγχρονισμό των αμερικανικών προγραμμάτων εργατικού δυναμικού.
Φοιτητές μηχανικής δοκιμάζουν λογισμικό σε ένα ρομπότ σε εργαστήριο του Virginia Tech, στο Μπλάκσμπουργκ. ΗΠΑ, 9 Απριλίου 2015. (Chip Somodevilla/Getty Images)
«Δεκαετίες αποτυχημένης πολιτικής ηγεσίας έχουν αφήσει την Αμερική με μια προσέγγιση αδιαφορίας για την προετοιμασία εργατικού δυναμικού, την οποία παλαιότερες διοικήσεις προώθησαν ως ‘πανεπιστήμιο για όλους’», δήλωσε ο Λευκός Οίκος.
«Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση επενδύει πάνω από $700 δισεκατομμύρια το έτος στην αμερικανική ανώτερη εκπαίδευση, αλλά μόνο το μισό των νέων αποφοίτων πανεπιστημίων βρίσκουν εργασία που απαιτεί πτυχίο πανεπιστημίου.»
Επιπλέον της επαναφοράς των κατασκευών στις Ηνωμένες Πολιτείες, εταιρείες που υποσχέθηκαν μεγάλες επενδύσεις κεφαλαίου στην οικονομία επίσης αναζητούν προγράμματα ανάπτυξης και εκπαίδευσης εργατικού δυναμικού. Αυτό είναι πιο έντονο στις ειδικές κατασκευές και στους τομείς υψηλής τεχνολογίας.
«Πρέπει να είμαστε ικανοί να χτίζουμε», είπε ο Έρικ Τραμπ. «Πρέπει να είμαστε ικανοί να κατασκευάζουμε. Πρέπει να είμαστε ικανοί να δημιουργούμε.»
Τελικά, είπε, αν η κυβέρνηση επιτρέψει στον καπιταλισμό να ανθήσει και αφήσει τους επιχειρηματίες να χτίσουν μεγάλες εταιρείες, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ακμάσουν.
«Η Αμερική πάντα θα κερδίζει», είπε. «Θα κερδίζουμε πάντα, αν τους επιτρέψουμε να το κάνουν αυτό.»
Ο πνευματικός ηγέτης του Θιβετιανού Βουδισμού, Δαλάι Λάμα, επιβεβαίωσε ότι σκοπεύει να μετενσαρκωθεί και ότι την αποκλειστική αρμοδιότητα για την αναγνώριση της μετενσάρκωσής του έχει το ίδρυμά του, το οποίο εδρεύει στη Ζυρίχη — εξέλιξη που αψηφά ανοιχτά τη θέση του Πεκίνου, το οποίο θεωρεί τον Δαλάι Λάμα αποσχιστική μορφή.
Η ανακοίνωση έγινε μέσω βιντεοσκοπημένου μηνύματος, λίγες ημέρες πριν από τα 90ά του γενέθλια, από το Νταραμσάλα στη βόρεια Ινδία, όπου διαμένει εξόριστος εδώ και 65 χρόνια, αφότου η κομμουνιστική Κίνα κατέλαβε το Θιβέτ.
Η δήλωση του Δαλάι Λάμα έδωσε τέλος στις εικασίες για το τέλος της διαδοχής μετενσαρκώσεών του, που αριθμεί πάνω από πέντε αιώνες.
Τόνισε ότι το Ίδρυμα Gaden Phodrang «διατηρεί την αποκλειστική αρμοδιότητα για την αναγνώριση της μελλοντικής μετενσάρκωσης» και υπογράμμισε ότι «κανείς άλλος δεν έχει την εξουσία να παρέμβει σε αυτό το ζήτημα».
Ως απάντηση, η εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών Μάο Νινγκ δήλωσε ότι το Πεκίνο διατηρεί το δικαίωμα έγκρισης του διαδόχου του Δαλάι Λάμα.
Σύμφωνα με την παράδοση του Θιβετιανού Βουδισμού, οι μετενσαρκωμένοι πνευματικοί ηγέτες αποκαλούνται με σεβασμό «Τούλκου». Σε αντίθεση με τους κοινούς ανθρώπους, θεωρείται ότι οι Τούλκου έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν πότε, πού και σε ποιον θα ξαναγεννηθούν.
Ένας τέτοιος Τούλκου είναι και ο νυν Δαλάι Λάμα, ο οποίος γεννήθηκε ως Λάμο Θόντουπ στις 6 Ιουλίου 1935 και αποτελεί τη 14η μετενσάρκωση.
Σύμφωνα με διαδικασία που ο ίδιος έχει περιγράψει στο παρελθόν, ένας Τούλκου ενδέχεται, πριν τον θάνατό του, να αφήσει επιστολές ή άλλες ενδείξεις για τον τόπο και τις συνθήκες εύρεσης της επόμενης μετενσάρκωσης. Ο εντοπισμός του διαδόχου γίνεται με έναν συνδυασμό μεθόδων, όπως η μαντεία ή η αναγνώριση προσώπων και αντικειμένων της προηγούμενης ζωής.
Ωστόσο, το κινεζικό καθεστώς έχει παρέμβει στο παρελθόν σε διαδικασία αναγνώρισης Τούλκου, συγκεκριμένα στην περίπτωση του 11ου Πάντσεν Λάμα. Το 1995, λίγες ημέρες αφότου ο Δαλάι Λάμα είχε αναγνωρίσει τον τότε εξάχρονο Γκεντούν Τσόεκι Νίμα ως μετενσάρκωση του Πάντσεν Λάμα, οι κινεζικές Αρχές απήγαγαν το παιδί και την οικογένειά του, οι οποίοι έκτοτε δεν έχουν εμφανιστεί ξανά, σύμφωνα με το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ. Το Πεκίνο διόρισε στη συνέχεια ως Πάντσεν Λάμα τον τότε πεντάχρονο Γκιαντσέν Νόρμπου, επιλογή που η εξόριστη θιβετιανή κοινότητα δεν αναγνωρίζει.
Το 2011, ο Δαλάι Λάμα είχε ανακοινώσει ότι ενδέχεται να τερματίσει τον θεσμό της διαδοχής του. Είχε δηλώσει ότι θα συμβουλευτεί ανώτερους Θιβετιανούς μοναχούς, τον λαό και άλλους ακολούθους του Θιβετιανού Βουδισμού, προκειμένου να λάβει την τελική του απόφαση στα 90 του χρόνια.
Είχε επισημάνει δε ότι είναι «ιδιαίτερα ακατάλληλο οι Κινέζοι κομμουνιστές να αποφασίζουν για θέματα μετενσάρκωσης», καθώς, όπως είπε, «οι ίδιοι απορρίπτουν ανοιχτά ακόμη και την ιδέα προηγούμενων και μελλοντικών ζωών, πόσο μάλλον την έννοια των μετενσαρκωμένων Τούλκου».
Προέτρεψε τους ακολούθους του να μην αναγνωρίσουν ή αποδεχθούν κανέναν υποψήφιο που θα επιλεγεί για πολιτικούς σκοπούς από οποιονδήποτε, περιλαμβανομένων των Αρχών της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.
Σχολιάζοντας το 2015 την πιθανότητα κατάργησης του θεσμού του Δαλάι Λάμα, ο Τζου Ουεϊτσούν, τότε αναπληρωτής υπουργός του Τμήματος Εργασίας Ενωμένου Μετώπου του Πεκίνου και στέλεχος της Πολιτικής Συμβουλευτικής Διάσκεψης του κινεζικού λαού, είχε δηλώσει —σύμφωνα με το πρακτορείο Xinhua— ότι οποιαδήποτε διαδικασία μετενσάρκωσης ή αναγνώρισης Δαλάι Λάμα είναι «παράνομη» χωρίς την έγκριση της κινεζικής κυβέρνησης.
Ο ίδιος είχε υποστηρίξει ότι η απόφαση για το αν θα υπάρξει νέα μετενσάρκωση ή αν θα καταργηθεί ο θεσμός ανήκει αποκλειστικά στην κινεζική κεντρική κυβέρνηση και όχι στον ίδιο τον Δαλάι Λάμα ή σε οποιονδήποτε άλλο.
Ο Τζου είχε διατελέσει και πρόεδρος της Επιτροπής Εθνοτικών και Θρησκευτικών Υποθέσεων, η οποία υπάγεται στην Εθνική Επιτροπή της Πολιτικής Συμβουλευτικής Διάσκεψης του κινεζικού λαού.
Σε πρόσφατο κείμενό του με τίτλο «Φωνή για τους Άφωνους», που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο, ο Δαλάι Λάμα δήλωσε ότι η επόμενη μετενσάρκωσή του «θα γεννηθεί στον ελεύθερο κόσμο».
Το Πεντάγωνο ανακοίνωσε στις 2 Ιουλίου ότι διακόπτει προσωρινά ορισμένες αποστολές όπλων προς την Ουκρανία, έπειτα από περισσότερα από τρία χρόνια διαρκών παραδόσεων στο πλαίσιο της ρωσοουκρανικής σύγκρουσης.
Κατά τη διάρκεια ενημέρωσης Τύπου την Τετάρτη, ο βασικός εκπρόσωπος του υπουργείου Άμυνας, Σον Πάρνελ, ανέφερε ότι βρίσκεται σε εξέλιξη μια «ανασκόπηση δυνατοτήτων», με στόχο να διασφαλιστεί ότι η αμερικανική στρατιωτική βοήθεια εναρμονίζεται με τις προτεραιότητες της εθνικής άμυνας.
Ο Πάρνελ δήλωσε ότι δεν θα υπάρξει ενημέρωση για τις ακριβείς ποσότητες ή τους τύπους των πυρομαχικών που παρέχονται στην Ουκρανία ούτε για τα χρονοδιαγράμματα μεταφοράς τους, σημειώνοντας ότι ο υπουργός Άμυνας, Πητ Χέγκσεθ, θα συνεχίσει να διατυπώνει σχετικές εισηγήσεις προς τον πρόεδρο.
Χαρακτήρισε την απόφαση «πραγματιστικό βήμα κοινής λογικής» για τη θέσπιση ενός πλαισίου αξιολόγησης των αποστολών οπλικών συστημάτων, υπογραμμίζοντας ότι οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις διαθέτουν πλήρως τα μέσα για να φέρουν εις πέρας κάθε αποστολή, οπουδήποτε στον κόσμο.
Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούττε, σημείωσε από την πλευρά του ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες οφείλουν να διατηρήσουν τα στρατιωτικά τους αποθέματα, προσθέτοντας, ωστόσο, σε δηλώσεις του στο Fox News, ότι «βραχυπρόθεσμα, η Ουκρανία δεν μπορεί να τα καταφέρει χωρίς τη μέγιστη δυνατή υποστήριξη», ιδιαίτερα σε αντιαεροπορικά συστήματα και πυρομαχικά.
Ο Πάρνελ υποστήριξε ότι κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Μπάιντεν, οι ΗΠΑ παραχωρούσαν οπλισμό και πυρομαχικά χωρίς να υπάρχει σαφής εικόνα για τα διαθέσιμα αποθέματα. Προσέθεσε δε ότι ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εξελέγη με βασικό πολιτικό άξονα την εσωτερική ανάπτυξη των ΗΠΑ και ότι, εν όψει της στροφής της αμερικανικής στρατηγικής άμυνας προς την περιφέρεια Ινδο-Ειρηνικού, στόχος του Πενταγώνου είναι να παρέχει στον Λευκό Οίκο ένα εργαλείο αξιολόγησης των αποθεμάτων και των εξαγωγών στρατιωτικού υλικού.
Σημείωσε επίσης ότι η εν λόγω διαδικασία αξιολόγησης βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη και θα συνεχιστεί.
Σε γραπτή δήλωσή της προς την εφημερίδα The Epoch Times, η αναπληρώτρια εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Άννα Κέλλυ, ανέφερε ότι η απόφαση ελήφθη με γνώμονα την υπεράσπιση των αμερικανικών συμφερόντων, κατόπιν επανεξέτασης της στρατιωτικής στήριξης των Ηνωμένων Πολιτειών προς τρίτες χώρες. Τόνισε, τέλος, ότι η στρατιωτική ισχύς των ΗΠΑ παραμένει αδιαμφισβήτητη, προσθέτοντας χαρακτηριστικά: «Ρωτήστε το Ιράν».
Από την πλευρά της, η Ουκρανία προειδοποίησε ότι η απόφαση ενδέχεται να υπονομεύσει την ικανότητά της να αποκρούσει τις ρωσικές αεροπορικές και χερσαίες επιθέσεις, οι οποίες έχουν ενταθεί. Το ουκρανικό υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε ότι θα καλέσει τον εντεταλμένο Αμερικανό επιτετραμμένο στο Κίεβο, προκειμένου να τονίσει τη σημασία της διατήρησης της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας.
Το ουκρανικό υπουργείο Εξωτερικών επεσήμανε ότι κάθε καθυστέρηση ή αναβολή στην ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων της Ουκρανίας δεν θα οδηγήσει τον επιτιθέμενο στην αναζήτηση ειρηνικής λύσης, αλλά αντιθέτως θα τον ενθαρρύνει να συνεχίσει τον πόλεμο και την τρομοκρατία.
Υπενθυμίζεται ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν διακόψει ξανά για μικρό χρονικό διάστημα τις αποστολές οπλισμού τον Φεβρουάριο, ενώ ακολούθησε μεγαλύτερη καθυστέρηση τον Μάρτιο. Έκτοτε, παραδόθηκε το τελευταίο τμήμα της στρατιωτικής βοήθειας που είχε εγκριθεί επί κυβέρνησης Μπάιντεν, χωρίς να έχει ανακοινωθεί νέο πακέτο στήριξης προς το Κίεβο.
Τεκμηριωμένες εκτιμήσεις προβλέπουν αύξηση της ζήτησης ορισμένων ορυκτών στο εγγύς μέλλον. Ωστόσο, ο κλάδος εκφράζει αμφιβολίες για την προοπτική δεκαπλασιασμού της παραγωγής συγκεκριμένων ορυκτών σε σύντομο χρονικό διάστημα. Τιμές ορυκτών την τελευταία πενταετία παρουσίασαν διακυμάνσεις από -50% έως +100%, γεγονός που καθιστά τις μακροπρόθεσμες προβλέψεις για την οικονομική βιωσιμότητα επενδύσεων επισφαλείς.
Κατά τη διάρκεια συνεδρίου του Εθνικού Αρχείου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Πόρων (ΕΑΓΜΕ) στην Αθήνα, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων (ΣΜΕ) κος Κώστας Γιαζιτζόγλου ανέφερε πως οι στόχοι της μεταλλευτικής έρευνας καθορίζονται από την ανάγκη κατανόησης των υπόγειων γεωλογικών δομών. Επεσήμανε τη διαφοροποίηση μεταξύ ορυκτών με μικρή και μεγάλη παγκόσμια κατανάλωση, καθώς και τη σημαντική οικονομική διαφορά στην αξία τους, που κυμαίνεται από δεκάδες εκατομμύρια έως εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Ορισμένα ορυκτά μικρής αξίας, ωστόσο, παίζουν κρίσιμο ρόλο σε εξειδικευμένες τεχνολογίες με ευρύτερες οικονομικές επιπτώσεις.
Η αύξηση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη, παράγοντας σημαντικός στο κόστος παραγωγής, δημιουργεί νέες προκλήσεις για τον κλάδο. Οι αυξημένες παράμετροι αβεβαιότητας αναδεικνύουν την ανάγκη για κρατική υποστήριξη και δημόσιες επενδύσεις, ειδικά σε τομείς που απαιτούν εκτεταμένη και δαπανηρή συλλογή δεδομένων.
Σε αυτό το πλαίσιο, η πρωτοβουλία για τις κρίσιμες και στρατηγικές πρώτες ύλες της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπογραμμίζει ότι τα κριτήρια ανάπτυξης εξορυκτικών δραστηριοτήτων δεν μπορούν να είναι αποκλειστικά οικονομικά. Η γεωπολιτική διάσταση της διαχείρισης αυτών των πόρων καθιστά την εξορυκτική δραστηριότητα κομβικό στοιχείο στρατηγικής σημασίας.
Για να αντιμετωπίσει την εξάρτηση από ορυκτές πρώτες ύλες, η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να υιοθετήσει μακροπρόθεσμη στρατηγική, να διαθέσει επαρκείς πόρους για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της εξορυκτικής βιομηχανίας εντός των συνόρων της και να αναπτύξει μηχανισμούς κεντρικού ελέγχου για τις αποφάσεις που αφορούν κρίσιμους ορυκτούς πόρους.
Η πραγματικότητα αυτή λαμβάνει χώρα σε ένα περιβάλλον όπου η κοινή γνώμη παρουσιάζει επιφυλάξεις για την εξορυκτική δραστηριότητα, γεγονός που εγείρει ερωτήματα σχετικά με τη δέσμευση κυβερνητικών πόρων για έρευνα ορυκτών.