Τρίτη, 14 Οκτ, 2025

Αποτρέποντας τον επόμενο Παγκόσμιο Πόλεμο: Κίνα–Ρωσία–Βόρεια Κορέα εναντίον ΗΠΑ

Σχολιασμός

Ρωσικά αεροπλάνα πέταξαν πρόσφατα στον εναέριο χώρο της Πολωνίας και της Ρουμανίας για να δοκιμάσουν την αποφασιστικότητα του ΝΑΤΟ, ενώ ο κόσμος κινείται προς μια σύγκρουση στην Ασία, μια σύγκρουση που θα μπορούσε να αποδειχθεί πολύ χειρότερη από την κατάσταση στην Ουκρανία, όπου η πραγματική αποτροπή και η σταθερή αποφασιστικότητα παραμένουν σε μεγάλο βαθμό απούσες.

Ας γυρίσουμε λίγο πίσω. Στις 3 Σεπτεμβρίου, το Πεκίνο διοργάνωσε μια «στρατιωτική υπερπαραγωγή» για να επιδείξει το σύνολο του βαρέος οπλισμού του. Πολλοί δημοσιογράφοι εντυπωσιάστηκαν, ενώ ορισμένοι ηττοπαθείς αναλυτές πρότειναν μια πολιτική κατευνασμού τύπου Τσάμπερλεν. Άλλοι, κυρίως παρατηρητές της Κίνας, επιχείρησαν να αποκωδικοποιήσουν το διάγραμμα των θέσεων των ανώτερων στελεχών του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας στην κορυφή της πλατείας Τιεν Αν Μεν, αναζητώντας ενδείξεις για τις εσωτερικές ισορροπίες εξουσίας στο Τζονγκνανχάι.

Ωστόσο, αυτό που συχνά παραβλέπεται στις συζητήσεις για το γεγονός είναι ότι αντιπροσωπεύει τους μηχανισμούς χρηματοδότησης και υποστήριξης πίσω από έναν νέο τύπο πολέμου. Ο πόλεμος Ρωσίας–Ουκρανίας αποτελεί ένα παράδειγμα, και η πιθανή εισβολή της Κίνας στην Ταϊβάν ένα άλλο.

Οι φωτογραφίες του πρακτορείου Xinhua από την εκδήλωση της 3ης Σεπτεμβρίου, που απεικονίζουν τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ, τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν και τον ηγέτη της Βόρειας Κορέας Κιμ Γιονγκ Ουν να στέκονται μαζί επιδεικνύοντας ενότητα, πρέπει να ερμηνευτούν ως μια υπολογισμένη απάντηση στο νέο τριμερές μοντέλο που έχει αναπτύξει η Δύση για τη στρατιωτική υποστήριξη της Ουκρανίας. Το δυτικό μοντέλο προβλέπει ότι το Κίεβο εντοπίζει τις στρατιωτικές του ανάγκες, οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι παρέχουν τη χρηματοδότηση και οι Ηνωμένες Πολιτείες παράγουν και παραδίδουν τον εξοπλισμό.

Η εκδήλωση του Πεκίνου παρουσίασε ένα παράλληλο μοντέλο: η Μόσχα ζητά πολεμικό υλικό, περιλαμβανομένων στρατευμάτων, και η Κίνα και η Βόρεια Κορέα το προμηθεύουν σε αντάλλαγμα για φθηνή ρωσική ενέργεια, ενώ η Ινδία και μερικές άλλες χώρες συμμετέχουν επίσης. Έτσι, αν και οι πραγματικές μάχες περιορίζονται στην Ουκρανία και τη Ρωσία, η χρηματοδότηση του πολέμου εμπλέκει ένα πολύ ευρύτερο σύνολο αντιμαχόμενων κρατών. Η συμμετρική αυτή δομή χρηματοδότησης μπορεί να παρατείνει επ’ αόριστον τη σύγκρουση – κάτι που Ρωσία και Ουκρανία, αν ενεργούσαν μόνες τους, δεν θα μπορούσαν να επιτύχουν.

Ένας τρόπος να σταματήσει ο πόλεμος είναι να σπάσει αυτή η συμμετρία, στόχος που φαίνεται να επιδιώκει ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, με τους λεγόμενους «δευτερεύοντες δασμούς». Στις 6 Αυγούστου, διπλασίασε τον βασικό δασμό στην Ινδία στο 50% ως αντίμετρο για τις αγορές φθηνού ρωσικού πετρελαίου στις οποίες προβαίνει η χώρα. Το μέτρο έχει ήδη δείξει αποτελέσματα, καθώς η Ινδία φέρεται να αγόρασε πολύ λιγότερο ρωσικό πετρέλαιο τον Αύγουστο. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι, ο οποίος παρευρέθηκε στη συνεδρίαση του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης στο Τιαντζίν της Κίνας από τις 31 Αυγούστου έως την 1η Σεπτεμβρίου, παρέλειψε διακριτικά να συμμετάσχει στη στρατιωτική παρέλαση της 3ης Σεπτεμβρίου.

Ο Τραμπ ασκεί τώρα πίεση στην Ευρώπη να τερματίσει άμεσα την εναπομείνασα εξάρτησή της από τη ρωσική ενέργεια και να συμμετάσχει σε παρόμοια προσπάθεια εναντίον του Πεκίνου. Έχει ζητήσει την επιβολή έως και 100% πρόσθετων δασμών στην Κίνα για τις αγορές ρωσικού αργού πετρελαίου. Η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έχει ακόμη συμφωνήσει πλήρως, αλλά έχει προτείνει να επισπεύσει τον στόχο για τον τερματισμό όλων των εισαγωγών ενέργειας από τη Ρωσία από το 2027 στο 2026 ή και νωρίτερα.

Όμως, ό,τι κι αν συμβεί σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο κόσμος δεν θα είναι ασφαλής ακόμη κι αν ο Πούτιν αποφασίσει να σταματήσει, καθώς ο Σι σκοπεύει να δημιουργήσει τη συνέχειά του. Το κύριο ενδιαφέρον του Σι στην υποστήριξη της Ρωσίας έγκειται στην αναμενόμενη ανταπόδοση από τη Μόσχα σε περίπτωση που η Κίνα εισβάλει στην Ταϊβάν. Πώς θα έμοιαζε ένας πόλεμος Κίνας–Ταϊβάν;

Ο πόλεμος Ρωσίας–Ουκρανίας είναι ήδη ένας πόλεμος που εμπλέκει ένα πλήθος κρατών. Παρά το γεγονός ότι το πεδίο της μάχης είναι γεωγραφικά περιορισμένο, εμπλέκει περίπου 50 χώρες σε τέσσερις ηπείρους με διάφορους τρόπους.

Ένας πόλεμος Κίνας–Ταϊβάν θα περιοριζόταν πιθανότατα στα στενά της Ταϊβάν και στις γύρω περιοχές. Ωστόσο, η ικανότητα της Ταϊβάν στην παραγωγή μικροηλεκτρονικών – που περιλαμβάνει σχεδόν μονοπωλιακό έλεγχο στους εξυπηρετητές τεχνητής νοημοσύνης για κέντρα δεδομένων, πέρα από το 90% του παγκόσμιου μεριδίου της σε υψηλής τεχνολογίας μικροτσίπ –καθιστά τη σταθερότητά της και την επιβίωσή της ως ανεξάρτητο κράτος πολύ πιο κρίσιμες για τον κόσμο από εκείνες της Ουκρανίας, που εξάγει σιτηρά. Μια κινεζική εισβολή θα προκαλούσε μια πολύ εντονότερη σύγκρουση, που θα επηρέαζε άμεσα και θα παρέσυρε όλες τις ανεπτυγμένες βιομηχανικές χώρες που εξαρτώνται από τις εξαγωγές υψηλής τεχνολογίας της Ταϊβάν.

Η συνολική οικονομική ζημία του πολέμου Ρωσίας–Ουκρανίας, που διαρκεί πλέον τρία χρόνια, εκτιμάται σε περίπου 3,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ, δηλαδή γύρω στα 3,5 τρισεκατομμύρια δολάρια. Αντίθετα, το παγκόσμιο κόστος ενός πολέμου Κίνας–Ταϊβάν θα μπορούσε εύκολα να ξεπεράσει τα τριπλάσια, φτάνοντας το ασύλληπτο ποσό των 10 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με εκτίμηση του Bloomberg Economics.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, σε αντίθεση με τον σημερινό τους ρόλο διαμεσολαβητή και έμμεσης εμπλοκής στον πόλεμο της Ουκρανίας, δεν θα είχαν άλλη επιλογή παρά να βρεθούν στο κέντρο της σύγκρουσης. Η Ιαπωνία θα αναγκαζόταν επίσης να αναλάβει σημαντικό ρόλο λόγω γεωγραφικής εγγύτητας και συνθηκών συμμαχίας. Η σύγκρουση θα πλησίαζε τα χαρακτηριστικά ενός πραγματικού παγκόσμιου πολέμου.

Αντιμέτωπες με αυτή την τρομακτική πιθανότητα, οι Ηνωμένες Πολιτείες φαίνεται ότι έχουν ήδη αρχίσει να ενισχύουν τη θέση τους. Ο προϋπολογισμός Άμυνας της Γερουσίας για το οικονομικό έτος 2026 προβλέπει 1,5 δισεκατομμύριο δολάρια για την Πρωτοβουλία Ασφάλειας Ινδο-Ειρηνικού, ενώ η αντίστοιχη πρόταση της Βουλής προβλέπει 500 εκατομμύρια δολάρια για την Ταϊβάν μέσω της Πρωτοβουλίας Συνεργασίας Ασφάλειας Ταϊβάν. Μόλις οι δύο εκδοχές συμφωνηθούν, το νομοσχέδιο θα σταλεί στον πρόεδρο για υπογραφή.

Επιπλέον, την εβδομάδα πριν από την παρέλαση του Πεκίνου, ανώτεροι αξιωματούχοι άμυνας από την Ταϊβάν και τις Ηνωμένες Πολιτείες συναντήθηκαν στην Αλάσκα. Το φαινομενικά διακριτικό αυτό γεγονός διέρρευσε στα μέσα ενημέρωσης στις 4 Σεπτεμβρίου και επιβεβαιώθηκε την ίδια μέρα από Αμερικανό αξιωματούχο. Προφανώς, ο χρονισμός της αλληλουχίας συνάντησης–διαρροής–επιβεβαίωσης αποτελούσε μια υπολογισμένη, προμελετημένη απάντηση των Ηνωμένων Πολιτειών στην παρέλαση του Πεκίνου.

Το ερώτημα, ωστόσο, είναι αν ο Τραμπ μπορεί πραγματικά να αποτρέψει την Κίνα. Μπορεί, εφόσον καταφέρει να ενώσει τρία κομβικά στοιχεία της στρατηγικής του. Πρέπει να ενισχύσει την Ευρώπη, ενθαρρύνοντάς τη να περιορίσει το εκτεταμένο κράτος πρόνοιας και να διαθέσει περισσότερους πόρους για την άμυνα. Το ίδιο ισχύει για την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, την Ταϊβάν και την Αυστραλία, οι οποίες πρέπει να ευθυγραμμιστούν σταθερά κατά μήκος της πρώτης νησιωτικής αλυσίδας.

Πίσω, όμως, από αυτά τα δύο γεωπολιτικά σκέλη πρέπει να υπάρχει μια πλήρως αναζωογονημένη Αμερική, η οποία, δυστυχώς, έχει δει τη δύναμή της να εξαντλείται από δεκαετίες κοινωνικοοικονομικής παρακμής. Ο Τραμπ επιδιώκει να το πετύχει αυτό μέσω μιας εκτεταμένης αναδιάρθρωσης των θεσμών και των πολιτικών των ΗΠΑ σε ζητήματα πολιτισμού, εκπαίδευσης, βιομηχανίας, εμπορίου και άμυνας – την ουσία του κινήματος «Make America Great Again».

Όπως ένα βαριά τραυματισμένο ζώο που συγκεντρώνει το αίμα του στον πυρήνα του σώματος για να διατηρήσει την εναπομείνασα ζωτική του ενέργεια, έτσι και οι Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς επανακτούν τη δύναμή τους, μπορεί να φαίνονται απομονωτικές σε χώρες που έχουν συνηθίσει να απολαμβάνουν την οικονομική ανοιχτότητα και την αμυντική ομπρέλα της Pax Americana. Πρόκειται για μια επικίνδυνη εσφαλμένη ανάγνωση του Τραμπ από πολλές χώρες – φίλους και αντιπάλους εξίσου.

Του Joseph Yizheng Lian

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν κατ’ ανάγκην τις θέσεις της Epoch Times.

Νέο κύμα πολιτικού διχασμού στην Ευρώπη μετά τη δολοφονία του Τσάρλι Κερκ

Σχολιασμός

Η δολοφονία του 31χρονου Τσάρλι Κερκ, μιας από τις πιο αναγνωρίσιμες μορφές του αμερικανικού συντηρητισμού, προκάλεσε κύμα αντιδράσεων πολύ πέρα από τα σύνορα των Ηνωμένων Πολιτειών. Ενώ στις ΗΠΑ οι αντιδράσεις κινήθηκαν στα αναμενόμενα πλαίσια —με τους συντηρητικούς να αποτίουν φόρο τιμής και τους φιλελεύθερους να αντιδρούν συγκρατημένα— στην Ευρώπη οι αποκρίσεις παρουσίασαν έντονες περιφερειακές διαφοροποιήσεις.

Η συζήτηση μεταφέρθηκε γρήγορα και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όπου η πρόταση του ευρωβουλευτή Τσάρλι Βάιμερς για ενός λεπτού σιγή απορρίφθηκε, λόγω μιας απλής διαδικαστικής λεπτομέρειας που είχε αγνοηθεί σε προηγούμενες περιπτώσεις —όπως το 2020, μετά τον θάνατο του Τζορτζ Φλόιντ. Το γεγονός αυτό ανέδειξε τις πολιτικές, πολιτισμικές και επικοινωνιακές διαφορές μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών.

Στις βόρειες χώρες —Δανία, Φινλανδία, Ισλανδία, Νορβηγία και Σουηδία— η αντιμετώπιση της δολοφονίας υπήρξε μάλλον συγκρατημένη. Οι δημόσιες τοποθετήσεις επικεντρώθηκαν περισσότερο στην τραγωδία της βίας παρά στην πολιτική κληρονομιά του Κερκ, παρουσιάζοντας το γεγονός ως ένα μακρινό αμερικανικό πρόβλημα. Δημόσια πρόσωπα ζήτησαν ψυχραιμία αντί για οργή.

Τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης, όπως η Aftonbladet στη Σουηδία και η VG στη Νορβηγία, έδωσαν έμφαση στις συνέπειες για τη δημοκρατική συζήτηση, αποφεύγοντας τον συναισθηματικό τόνο που κυριάρχησε αλλού. Ένας πρώην πρωθυπουργός της Δανίας δήλωσε ότι αισθάνεται «βαθιά θλίψη», χωρίς όμως να προβεί σε περαιτέρω πολιτικά σχόλια.

Στη Νορβηγία, όπου το τραύμα από την επίθεση του νεοναζί Άντερς Μπρέιβικ το 2011 —που στοίχισε τη ζωή σε 77 ανθρώπους— παραμένει ζωντανό, οι σχολιαστές έδωσαν προτεραιότητα στην αποκλιμάκωση των εντάσεων. Στη Σουηδία υπήρξε εντονότερη διαδικτυακή αντιπαράθεση, αλλά δεν σημειώθηκαν μαζικές διαδηλώσεις ή κοινοβουλευτικές κινήσεις. Παρόμοια, η Φινλανδία παρουσίασε μεικτές αντιδράσεις, ενώ στην Ισλανδία το γεγονός πέρασε σχεδόν απαρατήρητο.

Σε άλλες περιοχές της Ευρώπης, οι αντιδράσεις υπήρξαν πιο έντονες και φορτισμένες συναισθηματικά. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, που αποτελεί προπύργιο του νέου κύματος συντηρητισμού της Δυτικής Ευρώπης υπό τον Νάιτζελ Φάρατζ και το κόμμα του Reform UK, οι πρώην πρωθυπουργοί Μπόρις Τζόνσον και Λιζ Τρας καταδίκασαν τη δολοφονία του Τσάρλι Κερκ.

Στη Γαλλία, οι ηγέτες του συντηρητικού κόμματος National Rally (RN) εξήραν τον Κερκ, αποκαλώντας τον «μάρτυρα της ελευθερίας του λόγου» και συνέκριναν τη δολοφονία του με τις τρομοκρατικές επιθέσεις εναντίον του γαλλικού περιοδικού Charlie Hebdo το 2015. Περίπου 250 άτομα συγκεντρώθηκαν στο Παρίσι για επιμνημόσυνη τελετή, όπου εκπρόσωπος του κόμματος υποστήριξε ότι «τους σκότωσε η ίδια σφαίρα», θέλοντας να τονίσει την κοινή απειλή που, κατά την άποψή τους, αντιμετωπίζει η ελευθερία της έκφρασης.

Στη Νότια Ευρώπη, τα συντηρητικά κόμματα αξιοποίησαν επίσης την ευκαιρία για να εκφράσουν τη στάση τους. Η πρωθυπουργός της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι, επέκρινε τους αριστερούς αντιπάλους της ότι «υποβαθμίζουν» τη σημασία της δολοφονίας, χαρακτηρίζοντάς την «βαθύ τραύμα για τη δημοκρατία».

Στην Ισπανία, το κόμμα Vox οργάνωσε εκδήλωση στη Μαδρίτη με βίντεο και τραγούδια αφιερωμένα στη μνήμη του Κερκ, κατηγορώντας την αριστερή κυβέρνηση ότι «δημιουργεί κλίμα μίσους».

Τέλος, στην Πορτογαλία, ο ηγέτης του ανερχόμενου δεξιού κόμματος Chega, Αντρέ Βεντούρα, προειδοποίησε ότι η πολιτική αντιπαράθεση κινδυνεύει να μετατραπεί «από διαφωνία ιδεών σε μίσος και δολοφονία».

Οι ισχυρότερες αντιδράσεις, ωστόσο, προήλθαν από την Κεντρική Ευρώπη —μια από τις πιο συντηρητικές περιοχές της ηπείρου. Στην Πολωνία, η Βουλή (Sejm) τήρησε ενός λεπτού σιγή, ενώ βουλευτές σχεδιάζουν έκθεση αφιερωμένη στη ζωή του Κερκ. Η αντιπολίτευση ζήτησε να χαρακτηριστεί η οργάνωση Αντίφα ως τρομοκρατική.

Στην Ουγγαρία, ο πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν —ένας από τους λίγους Ευρωπαίους πολιτικούς που στηρίζουν ανοιχτά τον Ντόναλντ Τραμπ— απέδωσε τη δολοφονία σε μια «διεθνή εκστρατεία μίσους» εναντίον της πολιτικής δεξιάς.

Η αντίθεση μεταξύ της σκανδιναβικής ψυχραιμίας και της ηπειρωτικής έντασης αποτυπώνεται και σε αριθμούς. Στις βόρειες χώρες δημοσιεύθηκαν λιγότερα από δέκα κύρια άρθρα ανά χώρα την πρώτη εβδομάδα, ενώ στην Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο οι σχετικές αναφορές ανήλθαν σε εκατοντάδες. Ανάλυση των τάσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δείχνει επίσης ότι τα hashtags των βόρειων χωρών, όπως το #CharlieKirk, είχαν περιορισμένη διάδοση και ουδέτερο τόνο, ενώ το #KirkMartyr σημείωσε εκρηκτική αύξηση σε χώρες της Νότιας και Κεντρικής Ευρώπης.

Πολλοί παράγοντες συμβάλλουν στη διεύρυνση αυτού του ευρωπαϊκού διχασμού.

Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα κυριαρχούν επί δεκαετίες στη σκανδιναβική πολιτική σκηνή, ενώ οι δεξιές δυνάμεις παραμένουν στο περιθώριο —ιδίως μέσα στους κύκλους της ελίτ που καθορίζουν τον δημόσιο λόγο. Ως αποτέλεσμα, ο Τσάρλι Κερκ αντιμετωπίστηκε περισσότερο ως αμφιλεγόμενη προσωπικότητα παρά ως υπερασπιστής της ελευθερίας του λόγου.

Τα μέσα ενημέρωσης στις σκανδιναβικές χώρες ελέγχονται σε μεγάλο βαθμό από δημόσιους οργανισμούς με αριστερή ιδεολογική κατεύθυνση, οι οποίοι συχνά ασκούν κριτική στα συντηρητικά λαϊκιστικά κινήματα —συμπεριλαμβανομένου του Ντόναλντ Τραμπ και του κινήματος MAGA ειδικότερα.

Στη Δυτική, Νότια και Κεντρική Ευρώπη, η ιδεολογική βάση της δεξιάς βρίσκεται πιο κοντά στις πολιτικές θέσεις του Κερκ, ενώ στις σκανδιναβικές χώρες τα δεξιά κόμματα παραμένουν σχετικά μετριοπαθή, ακόμη και σε ζητήματα όπως η μαζική μετανάστευση και οι κοινωνικοοικονομικές της συνέπειες.

Έτσι, η κοινή γνώμη στη βόρεια Ευρώπη δυσκολεύτηκε να ταυτιστεί με το μήνυμα και τη ρητορική του Κερκ, σε αντίθεση με άλλες περιοχές της ηπείρου, όπου το γεγονός όξυνε περαιτέρω τις πολιτικές αντιπαραθέσεις. Το πώς αυτή η διαφοροποίηση θα επηρεάσει τη μακροπρόθεσμη πορεία της ευρωπαϊκής πολιτικής παραμένει αβέβαιο —όμως ενδέχεται να οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερη πόλωση σε ολόκληρη την ήπειρο.

Του Anders W. Edwardsson

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις απόψεις της εφημερίδας The Epoch Times.

Ανοιχτή επιστολή προς τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τζ. Τραμπ

Από έναν Έλληνα πολίτη

Αξιότιμε κ. Πρόεδρε,

Με βαθύ σεβασμό και θαυμασμό για το έργο σας και την επιτυχία σας στην αναγέννηση της Αμερικής, σας απευθύνω αυτή την επιστολή ως πολίτης μιας χώρας που αντιμετωπίζει παρόμοιες προκλήσεις με αυτές που εσείς αντιμετωπίσατε και νικήσατε.

Η κοινή μας αντίληψη για τη μετανάστευση

Οι πρόσφατες δηλώσεις σας στα Ηνωμένα Έθνη για τις παράνομες μεταναστεύσεις που οδηγούν τις χώρες «στην κόλαση» αντηχούν βαθιά στην καρδιά κάθε Έλληνα που βλέπει την πατρίδα του να παλεύει με ανάλογα προβλήματα. Η Ελλάδα, ως πρώτη γραμμή υποδοχής μεταναστών στην Ευρώπη, καταλαβαίνει καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη χώρα τη σοφία των λόγων σας.

Με το 97% των Ελλήνων πολιτών να πιστεύουν ότι η διαφθορά είναι δεδομένη στη χώρα μας – το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρωπαϊκή Ένωση – καταλαβαίνουμε ότι χρειαζόμαστε ριζικές αλλαγές που μόνο με εξωτερική στήριξη και πίεση μπορούν να επιτευχθούν.

Τα θεσμικά μας προβλήματα

Η Ελλάδα αντιμετωπίζει σοβαρά θεσμικά προβλήματα:

  • Διαφθορά σε όλα τα επίπεδα: Από τοπικούς αξιωματούχους που κρύβουν χιλιάδες ευρώ σε κατσαρόλες, μέχρι σκάνδαλα στις σιδηροδρομικές υποδομές.
  • Αναποτελεσματικό δικαστικό σύστημα: Που επηρεάζεται πολιτικά και δεν διεκπεραιώνει υποθέσεις σε εύλογο χρόνο.
  • Κατακερματισμένο πολιτικό σύστημα: Που από σύστημα δύο κομμάτων έχει μετατραπεί σε ένα σύστημα συνασπισμών.
  • Έλλειψη οράματος: Για την πορεία της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την παγκόσμια σκηνή.

Η ανάγκη για εθνική ατζέντα

Όπως εσείς δημιουργήσατε το «Make America Great Again», η Ελλάδα χρειάζεται μια ενιαία εθνική ατζέντα που θα:

  • Αντιμετωπίσει τη διαφθορά με αποτελεσματικότητα
  • Μεταρρυθμίσει το δημόσιο σύστημα
  • Αναδιοργανώσει την οικονομία με βάση την αξιοκρατία
  • Προστατεύσει τα σύνορα και την εθνική ταυτότητα

Η δική σας στήριξη – Ένας καταλύτης αλλαγής

Κύριε Πρόεδρε, η στήριξή σας στην Ελλάδα θα μπορούσε να αποτελέσει τον καταλύτη που χρειάζεται η χώρα μας για να ξεφύγει από τον φαύλο κύκλο της διαφθοράς και της παρακμής. Η εμπειρία σας στην αντιμετώπιση του «deep state» και την ανατροπή καθεστωτικών πρακτικών μπορεί να αποτελέσει πολύτιμο οδηγό.

Συγκεκριμένες προτάσεις για συνεργασία:

  1. Τεχνική βοήθεια: Στην αναδιοργάνωση θεσμών και διαδικασιών κατά το αμερικανικό πρότυπο
  2. Πίεση για μεταρρυθμίσεις: Μέσω διεθνών οργανισμών για την εφαρμογή μέτρων κατά της διαφθοράς
  3. Οικονομική στήριξη: Σε επενδύσεις που θα δημιουργήσουν παραγωγικές θέσεις εργασίας
  4. Στρατηγική συνεργασία: Στην αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης στη Μεσόγειο

Οι άνθρωποι που θα υλοποιήσουν την αλλαγή

Υπάρχουν στην Ελλάδα αξιόλογοι άνθρωποι – επιχειρηματίες, ακαδημαϊκοί, στελέχη της κοινωνίας των πολιτών – που μπορούν να αποτελέσουν τον πυρήνα μιας εθνικής μεταρρυθμιστικής προσπάθειας. Αυτό που λείπει είναι η εξωτερική πίεση και στήριξη που θα τους επιτρέψει να ξεπεράσουν τις αντιστάσεις του παλαιού κατεστημένου.

Το παράδειγμά σας ως έμπνευση

Η επιτυχία σας στην αμερικανική προεδρία αποδεικνύει ότι είναι δυνατό να νικηθούν οι καθεστωτικές δυνάμεις όταν υπάρχει αποφασιστικότητα, σαφές όραμα και λαϊκή στήριξη. Το «America First» μπορεί να γίνει έμπνευση για ένα «Greece First» που θα στηρίζεται στην αξιοκρατία, την εργατικότητα και την εθνική υπερηφάνεια.

Ένα κάλεσμα για συνεργασία

Κύριε Πρόεδρε, η Ελλάδα χρειάζεται έναν ηγέτη σαν εσάς που θα τη στηρίξει στην προσπάθεια μεταμόρφωσής της. Η στρατηγική θέση στην Ανατολική Μεσόγειο, η ναυτική παράδοση και οι ισχυροί δεσμοί με την ελληνοαμερικανική κοινότητα κάνουν την Ελλάδα έναν φυσικό σύμμαχο στην προσπάθεια ανασυγκρότησης του δυτικού πολιτισμού.

Με την υποστήριξή σας, η Ελλάδα μπορεί να γίνει ένα μοντέλο επιτυχημένης μεταρρύθμισης για όλη την Ευρώπη, αποδεικνύοντας ότι η αλλαγή είναι δυνατή όταν υπάρχει βούληση και καθοδήγηση.

Ευελπιστώντας σε μια νέα εποχή ελληνοαμερικανικής συνεργασίας που θα φέρει την αναγέννηση και στις δύο μας χώρες,

Με τιμή και σεβασμό,

Ένας Έλληνας Πολίτης

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις απόψεις της εφημερίδας The Epoch Times.

Το καλύτερο δώρο του πατέρα μου: Η αγάπη του για τη μαμά μου

Ο μεγαλύτερος θησαυρός που μου χάρισε ο πατέρας μου δεν ήταν κάτι χειροπιαστό· ήταν η αφοσίωση και η αγάπη του προς τη μητέρα μου. Βλέποντας τον ήρωά μου να τη φροντίζει, να τη στηρίζει και να την ενθαρρύνει, έμαθα τον πραγματικό νόημα της αγάπης.

Από μικρός, τον παρακολουθούσα να της χαμογελά· τίποτα δεν τον έκανε πιο ευτυχισμένο. Κάθε βλέμμα τους ήταν γεμάτο σεβασμό και τρυφερότητα. Όταν συζητούσαν, εγώ έβλεπα το πώς άκουγε πραγματικά όσα του είπε, με υπομονή και κατανόηση. Όταν τσακώνονταν – και αυτό συνέβαινε, γιατί η αγάπη δεν είναι μόνο ανεμελιά – έβλεπα αμέσως τη μεταμέλεια και τη διάθεση συμφιλίωσης. Έτσι κατάλαβα πως δεν υπάρχουν ιδανικές σχέσεις, και πως η Αγάπη δεν είναι τέλεια, αλλά έχει ένα κεφάλαιο που πρέπει να έχεις όρεξη να το διαβάσεις και το οποίο λέγεται «διαδικασία επίλυσης προβλημάτων».

Η αγάπη θέλει πίστη και η πίστη δοκιμάζεται

Η αδιάκοπη φροντίδα του πατέρα μου της έδινε δύναμη να ανθίζει κάθε στιγμή της ζωής της. Τη στήριζε στα όνειρά της, στα πρώτα της ταξίδια, επικροτούσε τις επιλογές της και τη γέμιζε με μικρές εκπλήξεις – από ένα αγαπημένο βιβλίο μέχρι ένα απρόσμενο φιλί στο μάγουλο. Μέσα από αυτά, έμαθα ότι η αγάπη δεν είναι μόνο συναίσθημα, αλλά πρωτίστως στάση ζωής.

Ο Πατέρας μου δεν ήταν τέλειος, έκανε λάθη· ήταν σαν ένας μαθητευόμενος μουσικός που προσπαθεί να μάθει το κομμάτι που σ’ αρέσει για να σε ευχαριστήσει.

Αυτό το δώρο – ο σεβασμός και η στοργή που έδειχνε σε κάποιον άλλο – μου προσέφερε το πιο πολύτιμο μάθημα: πως η αγάπη μεγαλώνει όταν ακούς, όταν συγχωρείς, όταν στέκεσαι δίπλα στον άλλον, χωρίς να περιμένεις αντάλλαγμα. Πάνω απ’ όλα, έμαθα ότι η αγάπη μεγαλώνει όταν αντιμετωπίζουμε μαζί τις δυσκολίες.

Όταν σήμερα στέκομαι μπροστά σε μια πρόκληση στις δικές μου σχέσεις, θυμάμαι το παράδειγμα τους. Θυμάμαι τα μάτια τους να λάμπουν όταν αγκαλιάζονταν, και ξέρω ότι ο πατέρας μου μου άφησε την πιο σπουδαία κληρονομιά: την πεποίθηση ότι η αγάπη ανθίζει μέσα από τη φροντίδα, την επιμονή και την έγνοια για τον άλλον.

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις απόψεις της εφημερίδας The Epoch Times.

Προετοιμασία για την κατάρρευση της κομμουνιστικής Κίνας

Σχολιασμός

Η πολιτική, κυβερνητική και κοινωνική κατάρρευση στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας φαίνεται να έχει αρχίσει.

Το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι μια Κίνα που κυβερνάται από ένα τροποποιημένο Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ), μια Κίνα χωρίς το ΚΚΚ ή «πολλές Κίνες», καθώς η χώρα διαλύεται σε φατρίες πολεμάρχων και ανεξάρτητες πολιτείες.

Αυτό συμβαίνει στη σκιά μιας άλλης πραγματικότητας: ότι τμήματα της κοινωνίας της κομμουνιστικής Κίνας εξακολουθούν να σημειώνουν μεγάλη τεχνολογική πρόοδο.

Όταν κατέρρευσε η τσαρική Ρωσία το 1917, η κοινωνία αφ΄ενός υπέφερε και ένιωθε απογοήτευση και αφ’ ετέρου ηγούνταν του κόσμου σε ορισμένους τομείς οικονομικής και βιομηχανικής ανάπτυξης. Μάλλον ο Μεγάλος Πόλεμος (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, 1914-1918) υπήρξε ο καταλύτης για την τελική πτώση της τσαρικής κυβέρνησης, παρά η «επανάσταση» που αργότερα παρουσιάστηκε.

Η κατάρρευση συχνά ενσωματώνει και στοιχεία ανάπτυξης και ελπίδας, μαζί με την απογοήτευση ορισμένων κοινωνικών στρωμάτων και την παραλυτική ακινησία των κυβερνητικών δομών. Συχνά συμβαίνει όταν οι ελπίδες έχουν ανθίσει αλλά μένουν ανεκπλήρωτες ή ικανοποιούνται πολύ αργά.

Οι τελικοί καταλύτες μπορεί να ποικίλουν, από σοβαροί έως φαινομενικά ασήμαντοι.

Μια κρίσιμη, διακριτικά βίαιη φάση μιας εσωτερικής μάχης εξουσίας εκτυλισσόταν προς τα τέλη Σεπτεμβρίου πίσω από το μονότονο και αινιγματικό προσωπείο του Τζονγκνανχάι – της έδρας του ΚΚΚ, δίπλα στην αρχαία Απαγορευμένη Πόλη του Πεκίνου – και πίσω από την αδιαφάνεια των υψηλόβαθμων αξιωματούχων. Η λεπτότητα των προκλήσεων απέναντι στον ηγέτη του ΚΚΚ, Σι Τζινπίνγκ, αποτελεί μαρτυρία για τους φόβους όλων των εμπλεκομένων στην πάλη εξουσίας, καθένας εκ των οποίων γνωρίζει ότι πρόκειται για μια ισορροπία ανάμεσα στην προσωπική επιβίωση, την επιβίωση ολόκληρου του κομμουνιστικού συστήματος αλλά και του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΛΑΣ).

Άνθρωποι πεθαίνουν ή εξαφανίζονται μέσα από την ελίτ του κομμουνιστικού συστήματος και τις οικογένειες αξιωματούχων του Κόμματος. Η πιο πρόσφατη αφορμή ήταν η φερόμενη δολοφονία ενός νεαρού ηθοποιού, του Γιου Μενγκλόνγκ, στις 11 Σεπτεμβρίου, στο Πεκίνο. Η πρωτοφανής συγκάλυψη του γεγονότος, η οποία φέρεται να οργανώθηκε από έναν ανώτατο αξιωματούχο του Κόμματος, τον Τσάι Τσι (πρώτο στη σειρά μέλος της Γραμματείας του ΚΚΚ, πέμπτο μέλος της Μόνιμης Επιτροπής του Πολιτικού Γραφείου και διευθυντή του Γενικού Γραφείου του ΚΚΚ, που τον καθιστά ουσιαστικά προσωπάρχη του Σι Τζινπίνγκ), έχει οξύνει περαιτέρω τη σύγκρουση εξουσίας, ενώ αποτέλεσε και έναυσμα για τη λαϊκή αγανάκτηση στους δρόμους.

Πολλές αφορμές έχουν προκύψει καθώς εξελίσσεται η εσωτερική διαμάχη, αλλά θα μπορούσε αυτή να είναι η τελική – ή σχεδόν τελική – εξαιτίας της σύνδεσής της με τον δρόμο και το κόμμα;

Στους δρόμους εξελίσσεται παράλληλα ένας άλλος αγώνας ζωής και θανάτου, καθώς η ανεργία, ο λιμός, η απογοήτευση και ο θυμός προκαλούν διαδηλώσεις και λεηλασίες που συμβαίνουν ασταμάτητα κάθε μέρα σε ολόκληρη την ηπειρωτική Κίνα. Δεν υπάρχει πλέον η δυνατότητα να κρυφτούν από το κοινό οι εκτεταμένες απώλειες ανθρώπινων ζωών: οι «εξαφανίσεις» έχουν φτάσει σε στατιστικά σημαντικό επίπεδο.

Στρατιωτικές μονάδες έχουν αρχίσει να προβαίνουν σε τολμηρές κινήσεις για να ευθυγραμμιστούν υπέρ ή κατά βασικών φατριών μέσα στο Κόμμα, πραγματοποιώντας επιδείξεις δύναμης σε πόλεις γύρω από το Πεκίνο. Το ερώτημα, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, δεν είναι αν ο στρατός μπορεί να καταστείλει τον πληθυσμό (μπορεί), αλλά αν διάφορες στρατιωτικές δυνάμεις και δυνάμεις ασφαλείας ή φατρίες ενδέχεται να στραφούν η μία εναντίον της άλλης.

Βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σημείο στη μάχη για την ηγεσία του Κόμματος και, κατ’ επέκταση, της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας – και συνεπώς του πληθυσμού και της επικράτειας της ηπειρωτικής Κίνας. Η σύγκρουση αυτή σχεδόν σίγουρα θα καταλήξει στην πλήρη απομάκρυνση του Σι Τζινπίνγκ από την εξουσία. Τον τελευταίο χρόνο, ο Σι απομονώνεται ολοένα και περισσότερο και έχει αποκλειστεί σε μεγάλο βαθμό από τη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Αυτό αναγνωρίζεται πλέον από τους παρατηρητές της Κίνας σε ολόκληρο τον κόσμο. Ωστόσο, η διαδικασία δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Η πτώση ή η ταπείνωση του Σι αναμένεται να γίνει γνωστή τον Οκτώβριο, αλλά το ερώτημα που παραμένει είναι αν το ίδιο το Κόμμα θα μπορέσει να επιβιώσει για πολύ ακόμη. Πρόκειται για μια διαδικασία που ήδη από το 2007 έδειχνε σαφή σημάδια ότι η κατάρρευση ήταν πιθανή έως το 2025.

Μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου, λίγο πριν από την προγραμματισμένη σύγκληση της Δ΄ Ολομέλειας του 20ού Συνεδρίου του Κόμματος, που επρόκειτο να πραγματοποιηθεί τον Οκτώβριο, ο Σι και οι εναπομείναντες πιστοί του προσπαθούσαν να σωθούν. Αν εξασφαλίσουν κάποια στήριξη από τον στρατό, τότε το αποτέλεσμα μπορεί να είναι αιματηρό και να θέσει σε κίνδυνο το ΚΚΚ.

Η εθνική κατάρρευση δεν είναι ποτέ τακτοποιημένη ούτε απολύτως λογική, και έχει πάντοτε μια μακρά ιστορία επώδυνης, σταδιακής αποσύνθεσης μέχρι την τελευταία στιγμή που τα γεγονότα προκύπτουν σχεδόν σαν να αναδύονται από το σκοτάδι. Τελικά, έρχεται με αιφνίδιο τρόπο – είτε μέσω μιας επανάστασης είτε με κατάρρευση της ηγεσίας είτε μέσω μιας εσωτερικής ή εξωτερικής στρατιωτικής ενέργειας.

Η κατάρρευση της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ) το 1990-91, όπως φάνηκε εκ των υστέρων, παρουσίαζε όλα τα σημάδια της συστημικής διάλυσης που πλέον παρατηρούμε στην Κίνα τις τελευταίες δεκαετίες. Όπως και η Ρωσική «Επανάσταση» που προηγήθηκε το 1917, η σοβιετική κατάρρευση σημειώθηκε σε μια περίοδο κατά την οποία η αυστηρή κουλτούρα των εκκαθαρίσεων είχε χαλαρώσει, ενώ η περεστρόικα και η γκλάσνοστ γέμιζαν τους Σοβιετικούς πολίτες με αισιοδοξία.

Ομοίως, η Γαλλική Επανάσταση του τέλους του 18ου αιώνα (1789–99), περιλαμβάνοντας και το πραξικόπημα του Βοναπάρτη στις 9 Νοεμβρίου 1799, οδήγησε στη δημιουργία της Πρώτης Γαλλικής Αυτοκρατορίας στις 18 Μαΐου 1804 και χαρακτηρίστηκε από μεγάλες αντιφάσεις που προκάλεσαν εσωτερικές συγκρούσεις και λαϊκές αντιδράσεις στους δρόμους.

Θα γίνει άραγε ο στρατηγός Τζανγκ Γιουξιά – ο σημερινός ρυθμιστής της εξουσίας στο Πεκίνο – ένας νέος Ναπολέων Βοναπάρτης;

Τίποτα δεν υποδηλώνει ότι το τέλος της κομμουνιστικής διακυβέρνησης στην Κίνα θα είναι λιγότερο χαοτικό από τις μεγάλες καταρρεύσεις κυβερνήσεων των τελευταίων εκατοντάδων ετών, συμπεριλαμβανομένης και της Ιρανικής «Επανάστασης». Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι τέτοια γεγονότα σπάνια υπήρξαν «επανάστασεις» με την κλασική, κινηματική έννοια του όρου. Τις περισσότερες φορές ήταν το αποτέλεσμα της παράλυσης και της κατάρρευσης κυβερνήσεων που απέτυχαν να προσαρμοστούν στις μεταβαλλόμενες συνθήκες.

Στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (ΛΔΚ), η κατάρρευση της διακυβέρνησης του Σι Τζινπίνγκ θα μπορούσε – όπως ελπίζει το Κόμμα – να αποτελέσει μέρος μιας ομαλής μετάβασης σε έναν νέο κομμουνιστή (στην πραγματικότητα, μάλλον ψευδοκομμουνιστή) ηγέτη, επιτρέποντας μια μεταβίβαση εξουσίας ακόμη πιο ειρηνική κι από τη μετάβαση από τη Σοβιετική Ένωση στη Ρωσία το 1990-91. Ωστόσο, αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο. Σε αντίθεση με την ΕΣΣΔ, η ύστερη διακυβέρνηση του Σι στη ΛΔΚ χαρακτηρίζεται από μαζική πείνα, έλλειψη στέγης και ανεργία, καταστάσεις που ενδέχεται να μην είναι πλέον ελέγξιμες.

Έχουν ασκηθεί σημαντικές πιέσεις σε κυβερνήσεις και εμπορικούς παράγοντες ανά τον κόσμο για να αγνοήσουν ή να δικαιολογήσουν την εξέλιξη της διαδικασίας αλλαγής μέσα στη διακυβέρνηση της Κίνας ή στο Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας. Για τον λόγο αυτό, η έλλειψη διεθνούς προετοιμασίας για την κατάρρευση της διακυβέρνησης και της οικονομίας στη ΛΔΚ έχει επιτραπεί να συμβεί. Αυτό σημαίνει ότι ο οικονομικός σχεδιασμός και οι αξιολογήσεις των απειλών για την εθνική ασφάλεια – στο μέτρο που περιλαμβάνουν τη ΛΔΚ – είναι πλέον παρωχημένες και αδυνατούν να λάβουν πλήρως υπόψη μακροπρόθεσμα σενάρια. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν το χάος που θα προκύψει από την Κίνα, τις απρόβλεπτες ενέργειες του Πεκίνου μέσα στη δίνη των γεγονότων, καθώς και τις συνέπειες για την «μετά-Κίνα» εποχή.

Όπως διαμορφώνονταν τα πράγματα στα τέλη Σεπτεμβρίου, όλα έδειχναν ότι ο αντιπρόεδρος της Κεντρικής Στρατιωτικής Επιτροπής, στρατηγός Τζανγκ Γιουξιά, προετοιμαζόταν να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διασφάλιση και σταθεροποίηση της μεταβίβασης εξουσίας. Υπάρχουν ωστόσο ενδείξεις ότι πιθανοί θύλακες διαφωνίας εντός του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού θα μπορούσαν να διαταράξουν μια ομαλή μετάβαση.

Σε εκείνο το σημείο, αν τεθεί στο τραπέζι, υπάρχει σημαντική πιθανότητα για μια απόπειρα στρατιωτικής επίθεσης εναντίον της Δημοκρατίας της Κίνας (η επίσημη ονομασία της Ταϊβάν). Ωστόσο, μια τέτοια επίθεση θα αποτελούσε εξαιρετικά προβληματική επιχείρηση για τη ΛΔΚ, ακόμη και με όλους τους πόρους του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού. Φυσικά, θα είχε επίσης τεράστιες συνέπειες τόσο για τη Δημοκρατία της Κίνας όσο και για τη δυτική πρόσβαση στη βιομηχανία ημιαγωγών της Ταϊβάν.

Οι προσπάθειες των αντικαθεστωτικών φατριών να αποκαταστήσουν την οικονομική σταθερότητα στην Κίνα σημαίνουν ότι σχεδόν όλες υιοθετούν τον «πραγματισμό» του πρώην ηγέτη του ΚΚΚ, Ντενγκ Σιαοπίνγκ. Ωστόσο, αυτό ενδέχεται να μην επαρκεί για τη γρήγορη ανασυγκρότηση της κινεζικής κοινωνίας, εφόσον δεν αναγνωριστεί ότι μια οικονομία της αγοράς πρέπει να καθοδηγείται από την ίδια την αγορά και όχι από την παραγωγική της απόδοση.

Ο Ντενγκ και οι διάδοχοί του πίστευαν ότι η οικονομική επιτυχία καθορίζεται από τη βιομηχανική ικανότητα και την παραγωγή, γεγονός που οδήγησε σε μαζική υπερπαραγωγή. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την κατάρρευση εμπορικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων, καθώς και την πρόκληση αντιδράσεων στις διεθνείς αγορές, οι οποίες επωμίστηκαν το βάρος του κινεζικού «ντάμπινγκ» προϊόντων σε τιμές χαμηλότερες από τα εμπορικά βιώσιμα επίπεδα.

Το προφανές γεγονός ότι στο Πεκίνο δεν συζητούνται σχέδια για τη δημιουργία μιας σταθερής οικονομίας της αγοράς στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας υποδηλώνει ότι η ανάκαμψη της χώρας, αν όντως επέλθει μεσοπρόθεσμα (δηλαδή μέσα στην επόμενη δεκαετία), θα είναι ασταθής και αποσπασματική. Αν συμβεί αυτό, τότε η εσωτερική αναταραχή θα μπορούσε (σχεδόν σίγουρα) να κλιμακωθεί, συνοδευόμενη από μια μαζική έξοδο Κινέζων πολιτών.

Η περίφημη φράση του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΕ΄ της Γαλλίας, λίγο πριν από τη Γαλλική Επανάσταση – «Après moi, le déluge» («Μετά από εμένα, ο κατακλυσμός») – έχει ερμηνευθεί ως η μηδενιστική δήλωση ενός αδιάφορου μονάρχη που δεν νοιαζόταν για το τι θα συμβεί στο κράτος του μετά τον θάνατό του. Αντίθετα, η ίδια φράση θα μπορούσε κάλλιστα να ειπωθεί από τον Σι Τζινπίνγκ: «Μετά από εμένα, ο κατακλυσμός· μετά από εμένα, θα επικρατήσει χάος». Ο Λουδοβίκος ΙΕ΄ και ο Σι ήταν σε μεγάλο βαθμό αρχιτέκτονες της ίδιας τους της πτώσης, ωστόσο θα ήταν λάθος να υποθέσει κανείς ότι δεν ενδιαφέρονταν για το μέλλον των χωρών τους.

Ήταν, ο καθένας με τον τρόπο του, βαθιά πεπεισμένοι για το δίκαιο των πεποιθήσεών τους. Το βλέπουμε σήμερα στην πραγματικότητα της μάχης για εξουσία ανάμεσα στις φατρίες που προσπαθούν να διατηρήσουν ή να κατακτήσουν την ηγεσία στην Κίνα.

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις απόψεις της εφημερίδας The Epoch Times.

Κρατώντας τη σύνδεση με την Καλοσύνη

Σχολιασμός

Στους διαδρόμους της σύγχρονης ιστορίας υπάρχει μια αντίφαση που μας κυνηγά: Ενώ η ανθρωπότητα έχει επιτύχει πρωτοφανή επίπεδα υλικής ευημερίας, ταυτόχρονα αντιμετωπίζει μια επιδημία μοναξιάς και αποξένωσης που αδειάζει τις ψυχές μας από αυτό που κάποτε ονομάζαμε ανθρωπιά. Αυτή η διαπίστωση δεν αποτελεί απλώς κοινωνιολογική παρατήρηση, είναι μια επείγουσα προειδοποίηση για το μέλλον μας.

Η καλοσύνη, αυτή η θεμελιώδης ικανότητα για συμπόνια και φροντίδα, δεν είναι πολιτιστικό κατασκεύασμα αλλά εγγενές χαρακτηριστικό του είδους μας. Εξελικτικοί ανθρωπολόγοι επιβεβαιώνουν ότι η συμπόνια υπήρξε καταλυτική για την επιβίωσή μας, με τα πρώτα ίχνη φροντίδας προς τραυματισμένους και αδύναμους να χρονολογούνται τουλάχιστον 1,5 εκατομμύριο χρόνια πίσω. Όπως σημειώνει παλαιοανθρωπολόγος, «η ικανότητα για φροντίδα—για καλοσύνη, συμπόνια και περίθαλψη—είναι πολύ πιο μοναδική στο ανθρώπινο είδος από την τάση μας να επιτιθέμεθα».

Ωστόσο, οι δυτικού τύπου κοινωνίες έχουν δημιουργήσει παραδόξως συνθήκες που υπονομεύουν αυτήν την εγγενή καλοσύνη. Η υλική αφθονία, αντί να ελευθερώσει το ανθρώπινο πνεύμα, το έχει εγκλωβίσει σε έναν φαύλο κύκλο καταναλωτισμού και κοινωνικής αποσύνδεσης. Έρευνες δείχνουν ότι ο υλισμός συσχετίζεται άμεσα με χαμηλότερα επίπεδα ευημερίας, αυξημένα ποσοστά άγχους και κατάθλιψης, και επιφανειακές κοινωνικές σχέσεις.

Αυτό το φαινόμενο θυμίζει ανατριχιαστικά το πείραμα “Σύμπαν 25” του Τζον Κάλχουν. Σε έναν κόσμο χωρίς στερήσεις -απεριόριστη τροφή, νερό, καταφύγιο και απουσία εξωτερικών απειλών- μια κοινότητα ποντικιών κατέρρευσε πλήρως. Η αφθονία, αντί να φέρει ευτυχία, οδήγησε στην κοινωνική διάλυση. Τα ποντίκια εγκατέλειψαν τη φροντίδα των απογόνων τους, έχασαν την ικανότητα για κοινωνικές σχέσεις, και τελικά εξαφανίστηκαν ως κοινότητα.

Τα “όμορφα ποντίκια”, όπως τα ονόμασε ο Κάλχουν—εκείνα που περνούσαν τη ζωή τους μόνο περιποιούμενα τον εαυτό τους, αρνούμενα να δημιουργήσουν σχέσεις ή να αναλάβουν κοινωνικές ευθύνες, παρουσιάζουν ανατριχιαστικές ομοιότητες με σύγχρονες τάσεις: την εμμονή με την εικόνα, τον ατομικισμό, και την αποφυγή δεσμεύσεων. Η αφθονία, χωρίς σκοπό και κοινωνική συνοχή, αποδείχθηκε καταστροφική.

Αλλά η ανθρώπινη ιστορία διδάσκει κάτι διαφορετικό. Εκτός από την εγγενή καλοσύνη, διαθέτουμε κάτι που τα ποντίκια του Κάλχουν στερήθηκαν: την ελπίδα. Και αυτή η ελπίδα, όπως αποδεικνύει το εξίσου διάσημο πείραμα του Κερτ Ρίχτερ, μπορεί να μεταμορφώσει ριζικά την ανθρώπινη αντοχή και δυναμική.

Στο πείραμα του Ρίχτερ, ποντίκια που κολυμπούσαν μέχρι εξάντλησης για μόλις 15 λεπτά, όταν “διασώθηκαν” και επανατοποθετήθηκαν στο νερό, κατάφεραν να κολυμπήσουν για 60-80 ώρες. Η διαφορά δεν ήταν φυσική—ήταν ψυχολογική. Τα ποντίκια είχαν μάθει ότι η διάσωση ήταν δυνατή. Η ελπίδα τούς έδωσε τη δύναμη να ξεπεράσουν τα φυσιολογικά τους όρια κατά 240 φορές.

Ιστορικά, η ελπίδα υπήρξε η δύναμη που ανέδειξε το δίκαιο σε περιόδους σκοταδιού. Το Κίνημα Πολιτικών Δικαιωμάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες αποτελεί αρχετυπικό παράδειγμα. Όταν ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ τόνισε στην ομιλία του «Έχω ένα όνειρο» ότι «με την ελπίδα μας… θα μπορέσουμε να μεταμορφώσουμε τις ασυμφωνίες του έθνους μας σε μια όμορφη συμφωνία αδελφοσύνης», δεν έκανε απλώς ρητορική. Κατονόμαζε την ελπίδα ως το θεμέλιο της επιτυχίας του κινήματος. Το έπος του 1821… ολιγάριθμοι ήρωες συνέτριψαν μια αχανή δουλοκτητική αυτοκρατορία τριών ηπείρων.

Η ελπίδα δεν είναι παθητική αισιοδοξία. Είναι ενεργητική δύναμη που μετατρέπει την απελπισία σε αντίσταση. Όπως παρατηρούν ερευνητές κοινωνικών κινημάτων, «η ελπίδα δρα ως αντίβαρο στην καθημερινή αγωνία» και «επιτρέπει στα κινήματα να αντέξουν παρά τη φοβερή φύση των προκλήσεων», ενώ «όχι μόνο παρακινεί τη συμμετοχή αλλά παρέχει και συναισθηματική ανθεκτικότητα».

Η σημαντικότητα της ελπίδας αποκτά ιδιαίτερη σημασία σήμερα, όταν η μοναξιά πλήττει το 16% του παγκόσμιου πληθυσμού, και η έλλειψη κοινωνικής σύνδεσης αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου κατά 29%. Στις ΗΠΑ, ο μέσος χρόνος που περνούν οι άνθρωποι μόνοι τους αυξήθηκε από 285 λεπτά ημερησίως το 2003 σε 333 λεπτά το 2020, ενώ ο χρόνος κοινωνικής επαφής με φίλους μειώθηκε από 60 σε 20 λεπτά ημερησίως.

Αυτή η αναγνώριση του ελλείμματος αποτελεί την αρχή της θεραπείας. Όπως τα ποντίκια του Ρίχτερ που βρήκαν απροσδόκητες δυνάμεις μέσω της ελπίδας, έτσι και εμείς μπορούμε να βρούμε τον δρόμο προς την επανασύνδεση με την καλοσύνη μας.

Η λύση δεν είναι η απόρριψη της τεχνολογικής προόδου ή της υλικής άνεσης, αλλά η συνειδητή καλλιέργεια της κοινωνικής σύνδεσης και της συλλογικής ελπίδας. Ερευνητές προτείνουν συγκεκριμένες στρατηγικές: προτεραιότητα στις εμπειρίες έναντι των υλικών αγαθών, καλλιέργεια της ευγνωμοσύνης, επένδυση στις προσωπικές σχέσεις, και δημιουργία χώρων για συλλογική δράση.

Η επανασύνδεση με την καλοσύνη απαιτεί ατομική και συλλογική προσπάθεια. Σε προσωπικό επίπεδο, μπορούμε να εξασκήσουμε τη συμπόνια ως πνευματική πρακτική, να αναπτύξουμε ουσιαστικές σχέσεις, και να αντισταθούμε στις καταναλωτικές παγίδες που υπονομεύουν την ψυχική μας υγεία. Σε συλλογικό επίπεδο, χρειαζόμαστε κοινωνικές δομές που προάγουν τη σύνδεση, την αλληλεγγύη και την κοινή ευθύνη. Και δεν εννοώ το “Μαζί τα φάγαμε” ως κοινή ευθύνη, γιατί όχι, δεν τα φάγαμε μαζί. Το έλλειμμα 900.000 παραγωγικών νέων σε μια δεκαετία, οι αυτοκτονίες και τόσα άλλα δεν συνέβησαν επειδή “τα φάγαμε μαζί”, όπως λέγεται στους κρατικοδίαιτους οπαδούς.

Τα διδάγματα από τα πειράματα με τα ποντίκια είναι ξεκάθαρα: η αφθονία χωρίς σκοπό οδηγεί σε κοινωνική κατάρρευση, αλλά η ελπίδα μπορεί να μεταμορφώσει ακόμη και τις πιο απελπιστικές καταστάσεις. Είμαστε σε μια κρίσιμη καμπή: μπορούμε να ακολουθήσουμε το μονοπάτι του “Σύμπαν 25” προς την κοινωνική αποσύνθεση, ή να επιλέξουμε την ελπίδα που μας συνδέει με την εγγενή μας καλοσύνη.

Η επιλογή είναι δική μας. Και από αυτήν την επιλογή—να κρατήσουμε τη σύνδεση με την καλοσύνη μας μέσω της ελπίδας—εξαρτάται όχι μόνο η ατομική μας ευημερία, αλλά το συλλογικό μέλλον μας. Όπως έδειξε το πείραμα του Ρίχτερ, η ελπίδα δεν είναι απλώς συναίσθημα—είναι δύναμη μεταμόρφωσης που μπορεί να κάνει θαύματα, αρκεί να τη διατηρήσουμε ζωντανή.

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις απόψεις της εφημερίδας The Epoch Times.

Η παράνομη μετανάστευση, η φτώχεια και τα διλήμματα της ελληνικής κοινωνίας

Η Ελλάδα, διαχρονικά πέρασμα πολιτισμών και λαών, βρίσκεται σήμερα στο επίκεντρο ενός φαινομένου που θέτει σε δοκιμασία τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές της αξίες: την παράνομη μετανάστευση. Οι καταγραφές των τελευταίων ετών, αλλά και οι μαρτυρίες από το πεδίο – όπως αποτυπώνονται σε συνεντεύξεις κατοίκων στα νότια σύνορα – αναδεικνύουν ένα τοπίο γεμάτο αντιθέσεις, προκλήσεις και αλληγορικές διαδρομές που θυμίζουν το πέρασμα ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη. Οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί, όμως πίσω από αυτούς κρύβονται παθογένειες, φτώχεια, κρίση αξιών, ακρότητες που απειλούν την κοινωνική συνοχή. Στο κέντρο του διλήμματος, η μάχη ανάμεσα στον ανθρωπισμό και την κοινωνική ασφάλεια, ανάμεσα στη διατήρηση του παραδοσιακού ήθους και της αποσταθεροποίησης.

Η κάθε μεταναστευτική ροή έχει ως αφετηρία της μια συγκλονιστική δέσμη ιστοριών φτώχειας, συγκρούσεων, υποσιτισμού. Ένας στους πέντε ανθρώπους στις αναπτυσσόμενες περιοχές ζει με λιγότερο από 1,25 δολάριο την ημέρα, ενώ η φτώχεια δεν περιορίζεται μόνο στην έλλειψη εισοδήματος και τροφής, αλλά εκτείνεται και στην έλλειψη πρόσβασης σε εκπαίδευση, ιατρική φροντίδα και βασικές υποδομές. Δυσχέρειες και κίνδυνοι ωθούν εκατομμύρια να πάρουν επισφαλείς δρόμους που θα  οδηγήσουν δυνητικά σε μια καλύτερη ζωή. Τα παιδιά είναι τα πιο ευάλωτα. Παρόλα αυτά, παρατηρείται σταθερά ότι η συντριπτική πλειοψηφία που εισέρχεται στην Ελλάδα είναι νέοι άντρες.

Επιπτώσεις της παράνομης μετανάστευσης στην Ελλάδα

Η παράνομη μετανάστευση έχει για την Ελλάδα πολύπλευρες επιπτώσεις. Από την οικονομία έως ζητήματα εθνικής συνοχής, το φαινόμενο επηρεάζει κάθε συνιστώσα της κοινωνίας. Οι αρμόδιοι συχνά επισημαίνουν ότι ο μεγάλος αριθμός αφίξεων δοκιμάζει τα όρια των υποδομών, της υγείας, της εκπαίδευσης και της ασφάλειας. Η ανεργία και η εγκληματικότητα αυξάνονται, οι μισθοί πιέζονται , ενώ παράλληλα η ‘γκετοποίηση’ και η δημιουργία καταυλισμών προκαλούν ποικίλα ζητήματα. Οι κοινωνικές συνέπειες είναι εξίσου σημαντικές: από την εκμετάλλευση των μεταναστών και τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης, έως τη χρήση του μεταναστευτικού από πολιτικά και μιντιακά συμφέροντα π.χ. για αποπροσανατολισμό ή ενίσχυση πολιτικών ρητορικών. Η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί αυτές τις προκλήσεις διαθέτοντας περιορισμένους πόρους και γηρασμένο πληθυσμό.

Τα τελευταία χρόνια, τα νούμερα των αφίξεων καταγράφουν αυξομειώσεις. Ενδεικτικά, μόνο το 2019 καταγράφηκαν περισσότερες από 55.000 αφίξεις. Το μεγάλο αυτό κύμα, από την Ανατολή και την Αφρική κυρίως, δημιουργεί νέες προκλήσεις για τη χώρα και θέτει ολοένα και ψηλότερα τα όρια ανοχής της κοινωνίας, μιας κοινωνίας με βαρύ δημογραφικό πρόβλημα. Κάθε χρόνο, μια μεσαία πόλη εξαφανίζεται δημογραφικά, ενώ μια νέα ‘γεννιέται’ ως προϊόν της παράνομης μετανάστευσης. Από τα νησιά έως την ενδοχώρα, εμφανίζονται κέντρα φιλοξενίας το ένα μετά το άλλο, ενώ την ίδια στιγμή αντίστοιχου πληθυσμού χωριά ερημώνουν. Αυτού του είδους η αντικατάσταση, για την οποία δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις, προκαλεί αρκετή ανησυχία σε μια μερίδα της κοινωνίας.

Κάθε πολιτική ή κοινωνική προσέγγιση απέναντι στη μεταναστευτική κρίση μοιάζει με πέρασμα ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, τα δύο μυθικά τέρατα που λειτουργούν ως αλληγορία των δύο άκρων. Από τη μια, η αδιαλλαξία και ο ακραίος αποκλεισμός που θέτουν τη χώρα στη δίνη της απομόνωσης· από την άλλη, η άκριτη επιείκεια που διαβρώνει την κοινωνική συνοχή, οδηγώντας στον εσωτερικό εκφυλισμό και την αισθητή απώλεια ταυτότητας. Η πραγματικότητα είναι ότι οι ακραίες φωνές – είτε μιλούν για «πλήρη απώθηση» είτε για «ολοκληρωτική αποδοχή» – συχνά καταλήγουν σε διχασμούς και επικίνδυνες γενικεύσεις . Κάθε επιλογή ενέχει ρίσκο, και κάθε κίνηση απαιτεί λεπτούς χειρισμούς, με την κοινωνία να βρίσκεται σε οριακή ισορροπία.

Οι πολιτικές ηγεσίες και τα μέσα ενημέρωσης φέρουν μεγάλη ευθύνη, συχνά χρησιμοποιώντας το ζήτημα ως μοχλό πίεσης για εξυπηρέτηση πολιτικών στόχων. Το τίμημα είναι η διάβρωση του δημοκρατικού διαλόγου και η πόλωση της κοινωνίας.

Μέσα σε αυτή τη δίνη, το ελληνικό υπόστρωμα ανθρωπιάς και οι παραδοσιακές αξίες – φιλοξενία, αλληλεγγύη, σεβασμός της αξιοπρέπειας – αναδεικνύονται ως τα πραγματικά αναχώματα απέναντι στις ακρότητες. Η ιστορία διδάσκει ότι ο ακραίος αποκλεισμός διαβρώνει το υπόβαθρο της κοινωνίας, ενώ η απώλεια μέτρου οδηγεί στην αποδυνάμωση των ίδιων των αξιών. Η ουσιαστική πρόκληση είναι να σταθούμε ανάμεσα στα δύο άκρα, να θωρακίσουμε την κοινωνική συνοχή χωρίς να απαρνηθούμε την ανθρωπιά, και να παλέψουμε για ένα αύριο που συνδυάζει πρόοδο, ασφάλεια, και δικαιοσύνη. Παρά τις δυσκολίες και τις διαφωνίες, η τελική ευθύνη του πολίτη είναι να κρατήσει ζωντανή τη φλόγα των παραδοσιακών καλών αξιών ώστε να μη χαθεί το ανθρώπινο πρόσωπο της κοινωνίας, ακόμη κι όταν οι αμείλικτοι αριθμοί επιμένουν να δίνουν την εικόνα μιας παγκόσμιας κρίσης.

Το πέρασμα της Ελλάδας ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη της σύγχρονης μεταναστευτικής πραγματικότητας αποτελεί μια διαρκή δοκιμασία συλλογικής ωριμότητας. Οι κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές προκλήσεις είναι ανυπέρβλητες όταν λείπουν το μέτρο και η ανθρωπιά. Η μονόπλευρη εστίαση στα άκρα μόνο νέους διχασμούς μπορεί να γεννήσει· η πραγματική διέξοδος βρίσκεται στη διατήρηση του μέτρου και στην ανανέωση της πίστης στην κουλτούρα που διαμόρφωσε τη συλλογική ταυτότητα αυτής της χώρας.

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις απόψεις της εφημερίδας The Epoch Times.

Οι κομμουνιστικές ρίζες της Αντίφα

Σχολιασμός

Η οργάνωση Αντίφα βρίσκεται στα πρωτοσέλιδα, καθώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ την χαρακτήρισε τρομοκρατική οργάνωση.

Η οργάνωση υπήρξε αρχικά μέρος των επιχειρήσεων της Σοβιετικής Ένωσης για την εγκαθίδρυση κομμουνιστικής δικτατορίας στη Γερμανία και εργάστηκε για να χαρακτηρίσει όλα τα αντίπαλα κόμματα ως «φασιστικά».

Η ίδρυση της μπορεί να ανιχνευθεί στο «ενιαίο μέτωπο» της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Κομιντέρν) της Σοβιετικής Ένωσης κατά το Τρίτο Παγκόσμιο Συνέδριο στη Μόσχα τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 1921, σύμφωνα με το γερμανικό φυλλάδιο «80 Χρόνια Αντιφασιστικής Δράσης» του Μπερντ Λάνγκερ (Bernd Langer), που εκδόθηκε από την Ένωση για την Προώθηση της Αντιφασιστικής Κουλτούρας. Ο Λάνγκερ υπήρξε πρώην μέλος της Αυτόνομης Αντίφα (Autonome Antifa), που κάποτε ήταν μία από τις μεγαλύτερες οργανώσεις Αντίφα στη Γερμανία και διαλύθηκε το 2004.

Η Σοβιετική Ένωση συγκαταλεγόταν ανάμεσα στις πιο βίαιες δικτατορίες του κόσμου, έχοντας σκοτώσει περίπου 20 εκατομμύρια ανθρώπους, σύμφωνα με το «Μαύρο Βιβλίο του Κομμουνισμού» («The Black Book of Communism») που εκδόθηκε από το Harvard University Press. Όσον αφορά τη βία, το σοβιετικό καθεστώς υστερούσε μόνο σε σχέση με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας υπό τον Μάο Τσετούνγκ, το οποίο ευθύνεται για τον θάνατο περίπου 65 εκατομμυρίων ανθρώπων.

Η ιδέα της στρατηγικής του ενιαίου μετώπου ήταν να συγκεντρώσει αριστερές οργανώσεις με σκοπό την υποκίνηση κομμουνιστικής επανάστασης. Οι Σοβιετικοί πίστευαν ότι, μετά την επανάσταση στη Ρωσία το 1917, ο κομμουνισμός θα εξαπλωνόταν στη Γερμανία, καθώς η χώρα είχε το δεύτερο μεγαλύτερο κομμουνιστικό κόμμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας (KPD).

Ήταν στο Τέταρτο Παγκόσμιο Συνέδριο της Κομιντέρν το 1922 που το σχέδιο πήρε σάρκα και οστά. Η Μόσχα διαμόρφωσε το σύνθημα «Προς τις Μάζες» για τη στρατηγική του ενιαίου μετώπου και επιδίωξε να ενώσει τα διάφορα κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα της Γερμανίας κάτω από μία ενιαία ιδεολογική σημαία που ήλεγχε.

«Το ‘ενιαίο μέτωπο’ επομένως δεν σήμαινε ισότιμη συνεργασία μεταξύ διαφορετικών οργανώσεων, αλλά την κυριαρχία του εργατικού κινήματος από τους κομμουνιστές», έγραψε ο Λάνγκερ.

Ο Μπενίτο Μουσσολίνι, μαρξιστής και σοσιαλιστής που είχε αποπεμφθεί από το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ιταλίας το 1914 λόγω της υποστήριξής του στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ίδρυσε αργότερα το φασιστικό κίνημα ως δικό του πολιτικό κόμμα. Ανέλαβε την εξουσία με την «Πορεία προς τη Ρώμη» τον Οκτώβριο του 1922.

Στη Γερμανία, ο Αδόλφος Χίτλερ ανέλαβε την ηγεσία του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος, γνωστού ως Ναζιστικό Κόμμα, το 1921. Το 1923 επιχείρησε πραξικόπημα.

Το KPD αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το λάβαρο του αντιφασισμού για να δημιουργήσει ένα κίνημα. Ωστόσο, ο Λάνγκερ σημείωσε ότι για το KPD οι έννοιες «φασισμός» και «αντιφασισμός» ήταν «αδιαχώριστες» και ότι ο όρος «φασισμός» λειτουργούσε απλώς ως ρητορικό όπλο για να στηρίξει την επιθετική του αντιπολίτευση.

Τόσο τα κομμουνιστικά όσο και τα φασιστικά συστήματα βασίζονταν στον κολεκτιβισμό και στις κεντρικά σχεδιασμένες οικονομίες. Και τα δύο πρότειναν συστήματα στα οποία το άτομο ελεγχόταν αυστηρά από ένα ισχυρό κράτος και τα δύο ευθύνονταν για μαζικές θηριωδίες και γενοκτονίες.

Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του 2016 της εγχώριας υπηρεσίας πληροφοριών της Γερμανίας, της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας για την Προστασία του Συντάγματος, από την οπτική των «αριστερών εξτρεμιστών» η ετικέτα «φασισμός» που προωθεί η Αντίφα δεν αναφέρεται συχνά στον πραγματικό φασισμό, αλλά αποτελεί απλώς μια ταμπέλα που αποδίδεται στον «καπιταλισμό».

Ενώ οι αριστεροί εξτρεμιστές ισχυρίζονται ότι πολεμούν τον «φασισμό» όταν εξαπολύουν τις επιθέσεις τους σε άλλες ομάδες, η έκθεση αναφέρει ότι ο όρος «φασισμός» έχει διπλή σημασία στην ιδεολογία της άκρας αριστεράς, δηλώνοντας την «πάλη κατά του καπιταλιστικού συστήματος».

Αυτό ίσχυε από την αρχή, σύμφωνα με τον Λάνγκερ. Για τους κομμουνιστές στη Γερμανία, «αντιφασισμός» σήμαινε απλώς «αντικαπιταλισμός». Σημείωσε ότι οι όροι λειτουργούσαν απλώς ως «πολεμική ρητορική» στο πλαίσιο ενός «πολιτικού λεξιλογίου».

Μία περιγραφή της Αντίφα στην ιστοσελίδα της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας για την Προστασία του Συντάγματος αναφέρει ότι η οργάνωση εξακολουθεί να διατηρεί αυτόν τον ίδιο βασικό ορισμό του καπιταλισμού ως «φασισμού».

«Υποστηρίζουν ότι το καπιταλιστικό κράτος παράγει τον φασισμό ή τουλάχιστον τον ανέχεται», αναφέρει η ιστοσελίδα. «Επομένως, ο αντιφασισμός στρέφεται όχι μόνο κατά πραγματικών ή υποτιθέμενων δεξιών εξτρεμιστών, αλλά και πάντα κατά του κράτους και των εκπροσώπων του, ιδίως μελών των αρχών ασφαλείας».

Ο Λάνγκερ έγραψε ότι, ιστορικά, χαρακτηρίζοντας τα αντικαπιταλιστικά συμφέροντα του κομμουνιστικού κινήματος ως «αντιφασισμό», το KPD μπόρεσε να χρησιμοποιήσει αυτή τη ρητορική για να χαρακτηρίσει όλα τα άλλα πολιτικά κόμματα ως φασιστικά.

«Σύμφωνα με αυτό, τα άλλα κόμματα που αντιτίθεντο στο KPD ήταν φασιστικά, ιδιαίτερα το [Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας]», έγραψε.

Έτσι, με έναν τρόπο που σήμερα θα θεωρούνταν ειρωνικός, η ομάδα που οι κομμουνιστές «αντιφασίστες» στόχευσαν περισσότερο με την καινούρια τους ετικέτα του «φασισμού» ήταν οι σοσιαλδημοκράτες.

Στις 23 Αυγούστου 1923, το Πολίτμπιρο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ρωσίας πραγματοποίησε μυστική συνεδρίαση και, σύμφωνα με τον Λάνγκερ, «όλοι οι σημαντικοί αξιωματούχοι τάχθηκαν υπέρ μιας ένοπλης εξέγερσης στη Γερμανία».

Το KPD ήταν στην πρώτη γραμμή αυτής της κίνησης, ξεκινώντας ένα κίνημα υπό το λάβαρο της Δράσης Ενιαίου Μετώπου και δίνοντας στην ένοπλη «αντιφασιστική» του πτέρυγα το όνομα Antifaschistische Aktion («Αντιφασιστική Δράση»), ένα όνομα που εξακολουθεί να φέρει η Αντίφα στη Γερμανία. Οι οργανώσεις Αντίφα σε άλλες χώρες έχουν τις ρίζες τους σε αυτό το κίνημα.

Το Συνέδριο Ενότητας των Αντιφασιστών, που διεξήχθη στην Όπερα της Φιλαρμονικής του Βερολίνου στις 10 Ιουλίου 1932. (Public Domain)

 

Εκείνη την εποχή, ο Χίτλερ και το Ναζιστικό Κόμμα είχαν αρχίσει να αναδύονται στη διεθνή σκηνή και το Ναζιστικό Κόμμα χρησιμοποιούσε μια ομάδα παρόμοια με την Antifaschistische Aktion στην εφαρμογή πολιτικής βίας και εκφοβισμού, γνωστή ως «ταγμάτα εφόδου» (SA – Sturmabteilung).

Η Antifaschistische Aktion, στο μεταξύ, άρχισε να προσελκύει κάποια μέλη που αντιτίθεντο στην άνοδο του πραγματικού φασισμού στη Γερμανία και που δεν συμμερίζονταν ή ενδεχομένως δεν γνώριζαν τις σχέσεις της οργάνωσης με τη Σοβιετική Ένωση.

Ωστόσο, η βία που υποκινούσε η Antifaschistische Aktion είχε σε μεγάλο βαθμό το αντίθετο αποτέλεσμα. Οι συνεχιζόμενες τακτικές βίας και εκφοβισμού όλων των αντίπαλων συστημάτων από το κίνημα της Αντίφα, μαζί με τη βίαιη ιδεολογία του, οδήγησαν πολλούς ανθρώπους προς τον φασισμό.

«Η βίαιη επαναστατική ρητορική των κομμουνιστών, που υποσχόταν την καταστροφή του καπιταλισμού και τη δημιουργία μιας Σοβιετικής Γερμανίας, τρόμαξε τη μεσαία τάξη της χώρας, η οποία γνώριζε πολύ καλά τι είχε συμβεί στους ομολόγους της στη Ρωσία μετά το 1918», έγραψε ο Ρίτσαρντ Τζ. Έβανς (Richard J. Evans) στο «Το Τρίτο Ράιχ στην Εξουσία» («The Third Reich in Power»).

«Απογοητευμένοι από την αποτυχία της κυβέρνησης να λύσει την κρίση και τρομοκρατημένοι από την άνοδο των κομμουνιστών, άρχισαν να εγκαταλείπουν τις μικρές φατρίες της παραδοσιακής πολιτικής δεξιάς και να στρέφονται προς τους Ναζί».

Ο Λάνγκερ σημείωσε ότι από την αρχή το KPD ήταν μέλος της Κομιντέρν και «μέσα σε λίγα χρόνια έγινε ένα σταλινικό κόμμα», τόσο ιδεολογικά όσο και οργανωτικά. Έγραψε ότι έφτασε ακόμη και να «εξαρτάται οικονομικά από την έδρα της Μόσχας».

Οι ηγέτες του KPD, με την Αντίφα ως το κίνημα επί του πεδίου για τη βία και τον εκφοβισμό των αντίπαλων πολιτικών κομμάτων, πέρασαν υπό τον έλεγχο του σοβιετικού μηχανισμού. Πολλοί ηγέτες του KPD θα γίνονταν αργότερα ηγέτες στη κομμουνιστική Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, γνωστή και ως Ανατολική Γερμανία, και στο διαβόητο υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας, τη Στάζι.

Όπως έγραψε ο Λάνγκερ, «ο αντιφασισμός είναι στρατηγική και όχι ιδεολογία». Εφαρμόστηκε στη Γερμανία τη δεκαετία του 1920, όχι ως γνήσιο κίνημα ενάντια στον φασισμό που θα εμφανιζόταν αργότερα στη χώρα, αλλά αντ’ αυτού «ως αντικαπιταλιστική έννοια της πάλης».

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις απόψεις της εφημερίδας The Epoch Times.

Γιατί να είμαστε μέτριοι ενώ μπορούμε να είμαστε σπουδαίοι;

Στη σύγχρονη κοινωνία, θεμελιώδεις έννοιες που καθόριζαν την ελληνική παιδεία έχουν αλλοιωθεί. Η μετριοφροσύνη – που σημαίνει τη σωστή κρίση για τον εαυτό μας και την απουσία αλαζονείας – έχει παρεξηγηθεί και νοείται ως συστηματική υποτίμηση των δυνατοτήτων μας. Αυτή η σύγχυση μας οδηγεί σε μια παγιδευμένη ύπαρξη που αποφεύγει τη σπουδαιότητα από φόβο ότι θα θεωρηθεί υπερβάλλουσα φιλοδοξία.

Η αριστοτελική αντίληψη της μεσότητας

Ο Αριστοτέλης διδάσκει ότι η αρετή είναι μεσότητα μεταξύ δύο ακροτήτων. Η μετριοφροσύνη βρίσκεται μεταξύ της αλαζονείας (υπερβολή) και της μικροπρέπειας (έλλειψη). Όμως η μεσότητα δεν σημαίνει αδράνεια ή μετριότητα. Αντίθετα, είναι η ενεργή επιλογή του άριστου μέτρου σε κάθε περίσταση.

Όπως εξηγεί ο Αριστοτέλης, η μεσότητα «προς ημάς» δεν είναι μαθηματική. Δεν είναι το μέσο ανάμεσα στο 2 και το 10, αλλά η άριστη δράση που λαμβάνει υπ’ όψιν τις συγκεκριμένες συνθήκες. Ένας αθλητής που τρώει ένα κιλό φαγητού δεν επιδεικνύει μετριότητα ή υπερβολή, αλλά σοφία στην προσαρμογή στις ανάγκες του.

Μετριοφροσύνη και ταπεινότητα: Η κρίσιμη διαφορά

Η μετριοφροσύνη είναι «μέτρια φρόνηση» – η σωστή αξιολόγηση των ικανοτήτων μας. Η ταπεινότητα είναι εκτίμηση για τον άνθρωπο και πίστη στο απεριόριστο εύρος του πνεύματός του. Ένας μετριόφρων δεν υποτιμά τις ικανότητές του, αλλά τις αναγνωρίζει χωρίς υπερηφάνεια.

Το αντίθετο της μετριοφροσύνης είναι η αλαζονεία και η ματαιοδοξία, όχι η αριστεία ή η σπουδαιότητα. Αυτός που έχει πραγματικές ικανότητες και τις αναγνωρίζει δεν είναι αλαζόνας – είναι ρεαλιστής.

Σπουδαιότητα έναντι φιλοδοξίας

Η σπουδαιότητα στην αρχαία ελληνική σκέψη αναφέρεται στην επιδίωξη της αριστείας. Είναι η προσπάθεια να φτάσει κανείς στο καλύτερο δυνατό επίπεδο των ικανοτήτων του. Η φιλοδοξία, αντίθετα, είναι η επιθυμία για δόξα και αναγνώριση.

Μπορεί κανείς να είναι σπουδαίος χωρίς να είναι φιλόδοξος. Η σπουδαιότητα απορρέει από την εσωτερική ανάγκη για αυτοπραγμάτωση, ενώ η φιλοδοξία αφορά την εξωτερική αναγνώριση. Ο σπουδαίος άνθρωπος εργάζεται για την αρετή , ο φιλόδοξος για το φαίνεσθαι.

Η παγίδα της κακώς εννοούμενης μετριότητας

Η σύγχρονη κουλτούρα έχει δημιουργήσει μια ιδεοληψία της κακώς εννοούμενης μετριοφροσύνης. Φοβούμενοι μην φανούμε αλαζόνες, περιορίζουμε τον εαυτό μας και δεν επιδιώκουμε την πλήρη ανάπτυξη των δυνατοτήτων μας. Αυτό δεν είναι αρετή – είναι σαμποτάζ στον ίδιο μας τον εαυτό.

Για τον Αριστοτέλη, η αρετή δεν είναι πάθος ούτε δύναμη, αλλά συνήθεια που αναπτύσσεται με την πράξη. Η αριστεία δεν επιτυγχάνεται με την αποφυγή του κινδύνου, αλλά με τη σταθερή άσκηση της σωστής δράσης.

«Εκ του συνεχώς καλώς πράττειν γίνεται ο σπουδαίος»: πράττοντας κανείς συνεχώς καλά γίνεται αξιόλογος. Η σπουδαιότητα δεν είναι ταλέντο αλλά συνήθεια.

Το σύγχρονο δίλημμα

Σήμερα πολλοί συγχέουν:

• Τη μετριοφροσύνη με τη μετριότητα

• Τη σπουδαιότητα με την αλαζονεία

• Τη ταπεινότητα με την υποτίμηση του εαυτού

Αυτή η σύγχυση δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο. Φοβούμενοι τη φιλοδοξία, αποφεύγουμε τη σπουδαιότητα. Φοβούμενοι την αλαζονεία, καταφεύγουμε στη μετριότητα. Φοβούμενοι την υπερηφάνεια, υποβαθμίζουμε τον εαυτό μας.

Η αληθινή επιλογή δεν είναι ανάμεσα στη μετριότητα και την αλαζονεία. Είναι ανάμεσα στην παθητική αποδοχή του ελάχιστου και την ενεργή επιδίωξη του βέλτιστου. Μπορούμε να είμαστε σπουδαίοι παραμένοντας μετριόφρονες. Μπορούμε να επιδιώκουμε την αριστεία χωρίς να γινόμαστε αλαζόνες.

Η αληθινή μετριοφροσύνη είναι η αναγνώριση και η πλήρης ανάπτυξη των δυνατοτήτων μας χωρίς υπεροψία προς τους άλλους. Η αληθινή σπουδαιότητα είναι η συστηματική προσπάθεια για αυτοβελτίωση χωρίς εγωιστικά κίνητρα.

Με απλά λόγια, προσπαθούμε για το καλύτερο σε κάθε πτυχή της ζωής μας; Ή κάνουμε τα πράγματα με μιζέρια, στην εργασία μας, στο σπίτι μας, στις σχέσεις μας, στα οικονομικά μας, στον δρόμο κ.ο.κ.; Από το ταπεινό έως το κρίσιμο είμαστε συνειδητοί; Βάζουμε μεγαλείο στα μικρά;

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις απόψεις της εφημερίδας The Epoch Times.

Τα δεινά των εργαζομένων της Γενιάς Ζ

Σχολιασμός

Καθώς οι σχολικές αίθουσες παρέμεναν κλειστές από το 2020 έως το 2022, και στη συνέχεια επιβλήθηκαν μάσκες και υποχρεωτικοί εμβολιασμοί, οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας κατέληξαν σε ένα επιχείρημα που υποτίθεται πως θα δικαιολογούσε την πρακτική: «Τα παιδιά είναι ανθεκτικά». Το έλεγαν ξανά και ξανά, μήνα με τον μήνα. Γιατί πίστευαν ότι αυτό θα λειτουργούσε ως κάλυψη για τη βαρβαρότητα που εκτυλισσόταν; Πιθανότατα επειδή κανείς δεν θέλει να πει «Το παιδί μου δεν είναι ανθεκτικό».

Στην πραγματικότητα, αυτή η φράση αποκάλυψε όλο το παιχνίδι. Ο ρόλος των ενηλίκων δεν είναι να δημιουργούν κακοποιητικά περιβάλλοντα που τα παιδιά θα πρέπει να ξεπεράσουν αργότερα. Με αυτό τον τρόπο, η κοινωνία αποτύγχανε στο πιο θεμελιώδες καθήκον της: τη φροντίδα των νέων. Ήταν μια ψυχρή περίοδος κατά την οποία οι υπεύθυνοι ενήλικοι αποφάσισαν ότι η επόμενη γενιά απλώς δεν είχε τόση σημασία. Αν υπήρξε ποτέ σαφής ένδειξη ενός διαλυμένου πολιτισμού, αυτή ήταν.

Σε όλη αυτή την περίοδο, τα παιδιά παραμελούνταν, αγνοούνταν και απορρίπτονταν. Καταδικάστηκαν στη βαρεμάρα, τρέφονταν με ψηφιακό περιεχόμενο και στερήθηκαν τη φιλία. Το καλύτερο που μπόρεσαν να σκεφτούν οι ενήλικες ήταν ότι «η ζωή είναι σκληρή» και «θα τα καταφέρουν». Στην πραγματικότητα, δεν τα κατάφεραν. Μια γενιά έχασε δύο χρόνια εκπαίδευσης και δεν έχει καλύψει το χαμένο έδαφος. Επιπλέον, τραυματίστηκαν από την παραμέληση, τους είπαν ότι τα ψηφιακά εργαλεία είναι επαρκής υποκατάστατο της ανθρώπινης επαφής.

Ήταν η πρώτη γενιά που βίωσε αυτόν τον «γενναίο νέο κόσμο». Τον μίσησαν. Έχουν σημαδευτεί, ίσως μόνιμα. Τα ψυχοφάρμακα είναι διαδεδομένα ως δήθεν λύση στην κατάθλιψη. Τα ποσοστά αυτοκτονίας είναι υψηλά. Ο αναλφαβητισμός δεν υπήρξε ποτέ τόσο εκτεταμένος. Σπασμένα συναισθήματα, σπασμένες οικογένειες, σπασμένη εμπιστοσύνη — αυτά είναι τα χαρακτηριστικά της Γενιάς Ζ, της γενιάς της COVID-19, που τώρα πασχίζει να εισέλθει στην ενηλικίωση.

Ήταν και παραμένουν πειράματα. Ήταν τα ποντίκια σε ένα παιχνίδι σχεδιασμένο από επιστήμονες και σχεδιαστές της ελίτ. Κανείς δεν γνωρίζει καλύτερα από αυτούς τους νέους ότι αυτό δεν λειτούργησε. Κοιτούν το μέλλον τους και συνειδητοποιούν βαθιά ότι τους περιμένει μια ζωή λιγότερο ελπιδοφόρα από εκείνη των γονιών τους.

Οι οικονομικές τους προοπτικές είναι ζοφερές, περισσότερο από κάθε άλλη φορά στη ζωντανή μνήμη. Μέσα σε μία γενιά, η απόκτηση κατοικίας πέρασε από το είναι δύσκολη στο να είναι αδύνατη. Ξεκινούν τις καριέρες τους με περισσότερα χρέη από κάθε άλλη γενιά στην ιστορία, ήδη επιβαρυμένοι και δεμένοι στις οικονομικές τους επιλογές. Οι επιλογές τους στην αγορά εργασίας είναι ολοένα και πιο περιορισμένες, σε ένα τοπίο γεμάτο ψεύτικες αγγελίες και πνιγμένο από τη γραφειοκρατία.

Έχουν ελάχιστα μέσα στη διάθεσή τους πέρα από τα υποβαθμισμένα πτυχία τους: καμία επαγγελματική εμπειρία, λίγες δεξιότητες και μικρή επίγνωση του πραγματικού κόσμου των ενηλίκων. Και το χειρότερο, τα πτυχία τους δεν σημαίνουν καν μόρφωση, εκτός αν σχετίζονται με συγκεκριμένο κλάδο, όπως η μηχανική ή η λογιστική. Οι κάτοχοί τους δεν είναι στην πραγματικότητα μορφωμένοι αλλά άτομα που έχουν υποστεί πλύση εγκεφάλου.

Ο κόσμος της εργασίας στον οποίο εισέρχονται, αν σταθούν αρκετά τυχεροί ώστε να μπουν, μοιάζει με φυλακή στις απαιτήσεις και τις εντολές του, έχοντας λιγότερη σχέση με την ικανότητα και περισσότερη με την απλή συμμόρφωση. Είναι αποχαυνωνιτκός για τη δημιουργικότητα, κυρίως λόγω του φόβου νομικών κινδύνων, των τμημάτων ανθρώπινου δυναμικού, των προτεραιοτήτων «διαφορετικότητας, ισότητας και ένταξης» και των ατελείωτων επιπέδων διοίκησης. Η γκρίζα μουντάδα του τοπίου δεν είναι συναρπαστική ούτε εμπνευστική, αλλά καταθλιπτική και βαρετή.

Οι μικρές επιχειρήσεις θα μπορούσε να είναι μια θαυμάσια επιλογή, αλλά η πορεία των βιομηχανικών δομών δίνει προτεραιότητα στις εξαγορές και όχι στη δημιουργία. Ο στόχος είναι να σε απορροφήσει κάτι μεγαλύτερο. Η μικρή επιχείρηση που χτίζεται οργανικά και με ακεραιότητα είναι είδος υπό εξαφάνιση. Οι εργαζόμενοι πρέπει να ακολουθήσουν, καθώς οι θέσεις τους αλλάζουν χέρια από τον έναν ιδιοκτήτη στον άλλο, όπου η εμπορική ταυτότητα και η εταιρική πίστη είναι εύπλαστες, ανάλογα με το ποιο ιδιωτικό επενδυτικό κεφάλαιο είναι διατεθειμένο να απορροφήσει τα βουνά του εταιρικού χρέους.

Αυτός είναι ένας νέος κόσμος, που γεννήθηκε κυρίως τις δύο τελευταίες δεκαετίες μηδενικών επιτοκίων και ανεξέλεγκτης πιστωτικής επέκτασης, που έκανε τον φυσιολογικό ανταγωνισμό στην τιμή και την ποιότητα αδύνατο. Αυτή η φτιαχτή μηχανή χρησιμοποιεί τους εργαζομένους ως αναλώσιμο υλικό.

Βεβαίως, τα παιδιά έχουν άφθονα ψηφιακά παιχνίδια. Έχουν κινητά που εμφανίζουν περιεχόμενο που παράγει ντοπαμίνη. Είναι ελεύθερα να παρακολουθούνται, να εντοπίζονται, να ελέγχονται και να κατεβάζουν χιλιάδες εφαρμογές για δανεισμό χρημάτων και πληρωμές σε εταιρείες. Μπορούν να κάνουν τραπεζικές συναλλαγές διαδικτυακά. Μπορούν να παρακολουθούν τα βήματά τους. Μπορούν να πατούν «μου αρέσει» και να κάνουν βιντεοκλήσεις. Μπορούν να παρακολουθούν ταινίες και να ακούν μουσική μέσω διαδικτύου. Είναι περικυκλωμένα από ήχους, ειδοποιήσεις και καμπανάκια.

Με άλλα λόγια, αυτή η γενιά έχει απεριόριστες ευκαιρίες για ψυχαγωγία. Ήδη έχουν σιχαθεί όλα αυτά. Είναι εξαντλημένοι από το καμάρι και την προσποίηση στα κοινωνικά δίκτυα, τις επιταγές μόδας από άτομα επιρροής, το τοξικό περιεχόμενο της πολιτικής αντιπαράθεσης και την υπερφόρτωση πληροφοριών που στερείται σοφίας και νοήματος.

Αυτό που τους λείπει είναι ουσιαστικές ευκαιρίες να ζήσουν ζωές με σημασία και επιτεύγματα μέσω της δικής τους βούλησης. Τα εμπόδια φαίνονται σχεδόν αδύνατο να ξεπεραστούν. Τα χρέη τους αφαιρούν επιλογές αλλά ταυτόχρονα τους πιέζουν σε υπηρεσία — και για ποιο λόγο; Αυτό δεν είναι σαφές. Πού είναι η κατεύθυνση, το νόημα, η ανταμοιβή;

Η ζωή για τους γονείς τους ήταν καλύτερη. Η ζωή για τους παππούδες τους ακόμη καλύτερη. Οι προπαππούδες τους είχαν το ιδανικό. Οι ευκαιρίες απασχόλησης ήταν παντού. Τα σχολεία ήταν καλά και ελεγχόμενα από την κοινότητα. Το μεσοαστικό σπίτι στηριζόταν σε ένα μέτριο εισόδημα — του εργαζόμενου πατέρα — που αρκούσε για ιδιοκτησία, εκπαίδευση και καλή ζωή για αρκετά παιδιά.

Αυτό μοιάζει τώρα αδιανόητο. Είναι αλήθεια ότι εκείνη η γενιά δεν είχε TikTok, αλλά είχε αυτό που θέλουν οι άνθρωποι: μια καλή ζωή, καλές οικογένειες, ασφαλείς κοινότητες, συνεκτικές κουλτούρες και ελευθερία. Συγκρίνουμε αυτό με τις αποτυχημένες πόλεις, την κατεστραμμένη υποδομή, την απειλή του εγκλήματος και τη ριζική οικονομική αβεβαιότητα.

Το πιο πικρό στοιχείο αυτής της συμφωνίας είναι ότι η Γενιά Ζ έκανε ό,τι τους είπαν πως έπρεπε να κάνουν. Πήγαν στην τάξη. Πήραν καλούς βαθμούς. Ήταν ευγενικοί και έπαιξαν το πολιτικό παιχνίδι. Αποστήθισαν όλα τα κλισέ. Έμειναν στον μεταφορικό ιμάντα που έχτισαν οι ενήλικες, ο οποίος υποσχόταν κάποιο σπουδαίο αποτέλεσμα στο τέλος.

Το τέλος έφτασε, και δεν υπάρχει τίποτα για αυτούς. Και πολλοί από αυτή τη γενιά δεν βλέπουν πραγματική διέξοδο. Διψούν να ζήσουν μια καλή ζωή, αλλά δεν μπορούν να την αντέξουν οικονομικά και βλέπουν ελάχιστες ευκαιρίες για να αλλάξουν την προοπτική τους.

Ας προτείνουμε ορισμένους πιθανούς δρόμους διαφυγής. Χρειάζεται να τους δοθεί κάποιο προβάδισμα στην αγορά εργασίας. Θα μπορούσε να προταθεί η πλήρης κατάργηση του φόρου εισοδήματος και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης για όλους κάτω των 30 ετών. Επιπλέον, χρειάζονται νέες ρυθμίσεις έξω από τους νόμους περί κατώτατου μισθού και περιορισμών στην ασφάλιση υγείας. Η προσφορά κατοικίας μπορεί να αυξηθεί δραματικά μέσω εκτεταμένης απορρύθμισης και χαλάρωσης των περιορισμών στη χωροταξία.

Οι επιχειρήσεις εκτός του εξοντωτικού εταιρικού ανταγωνισμού πρέπει να απορρυθμιστούν πλήρως, και αυτό περιλαμβάνει τομείς όπως η γεωργία, η εκπαίδευση και οι υπηρεσίες κάθε είδους. Η οικονομία παραμένει στάσιμη λόγω κανονισμών, φόρων και εργατικής νομοθεσίας. Είναι μια καταστροφή.

Ο πληθωρισμός πρέπει να σταματήσει, κάτι που σημαίνει αποσύνδεση της «μηχανής χρήματος».

Αυτό που έχει γίνει στη Γενιά Ζ ισοδυναμεί πραγματικά με ηθική εγκατάλειψη σε σημείο που αγγίζει την εγκληματικότητα. Η κοινωνία οφείλει σε αυτά τα παιδιά μια καλύτερη ζωή και ένα πιο ευτυχισμένο μέλλον, και πρέπει να ξεκινήσει τώρα. Ο κόσμος που προσπαθούμε να βελτιώσουμε σήμερα είναι αυτός που θα κληρονομήσουν και θα μεταδώσουν στα παιδιά τους, τα οποία, ελπίζουμε, θα τα πάνε καλύτερα.

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις απόψεις της εφημερίδας The Epoch Times.