Είναι καλό να πιέζετε τον εαυτό σας να κάνει πράγματα που δεν έχει κάνει ποτέ πριν – όπως να μείνετε χωρίς φαγητό για μερικές ημέρες.
Ο λόγος; Κάνει καλό στον εγκέφαλό σας και βελτιώνει τις ικανότητές σας για επιβίωση, σύμφωνα με έναν Νεοζηλανδό ειδικό σε θέματα επιβίωσης.
Η πείνα σε κάνει πολύ πιο οξυδερκή, λέει ο Θρυλικός Κλέι (Clay Tall Stories), ο οποίος δεν πήγε ποτέ σχολείο αλλά μεγάλωσε στο Εθνικό Πάρκο Έιμπελ Τάσμαν (Abel Tasman National Park), όπου ο πατέρας του ήταν δασοφύλακας. «Έμαθα μόνος μου να πιάνω ψάρια, να φτιάχνω σχεδίες, να χτίζω μια καλύβα, χρησιμοποιώντας απλώς ό,τι υπήρχε γύρω μου τότε», δήλωσε ο 59χρονος Κλέι στην Epoch Times, αναφερόμενος στις δεξιότητες που απέκτησε και τελειοποίησε.
Η πείνα, σύμφωνα με τον Κλέι, προκαλεί μια συγκεκριμένη βιολογική αντίδραση στον άνθρωπο. «Ένα από τα πράγματα που συμβαίνει σε εμάς τους ανθρώπους όταν πεινάμε είναι ότι μπαίνουμε σε κατάσταση αυτοφαγίας», είπε. «Ο εγκέφαλός μας αναπτύσσει νέες νευρικές συνδέσεις όταν πεινάμε.»
Η νηστεία καθαρίζει τον εγκέφαλο και μας αναγκάζει να σκεφτόμαστε διαφορετικά για να λύσουμε προβλήματα, οπότε όταν ο Κλέι δοκίμασε να επιβιώσει μόνος του σε ένα μικρό νησί για πέντε ημέρες τον περασμένο Αύγουστο – που είναι χειμώνας στο νότιο ημισφαίριο – το φαγητό δεν ήταν το πιο σημαντικό για αυτόν. Πήρε μαζί του μόνο τα ρούχα που χωρούσαν στην τσάντα του, μερικές συσκευές βιντεοσκόπησης, μια οδοντόβουρτσα και ένα ζευγάρι γυαλιά.
Ο Κλέι είναι ένας παθιασμένος δάσκαλος και δημιουργός περιεχομένου στο YouTube. Οι εξορμήσεις του δεν είναι απλώς προσωπικές προκλήσεις, αλλά μαθήματα στο σύστημα επιβίωσής του. Ποτέ δεν ξέρεις πότε θα χρειαστείς αυτή τη σοφία, υποστηρίζει.
«Όλοι ταξιδεύουν», είπε ο Κλέι. «Οι άνθρωποι επιβιώνουν από αεροπορικά δυστυχήματα και μπορεί κάποιος να βρεθεί χωρίς να το περιμένει στη μέση του δάσους. Τι θα κάνει;»
Το φαγητό, λοιπόν, δεν είναι προτεραιότητα. Ποια πράγματα είναι πιο σημαντικά; Το νερό είναι το πρώτο, λέει ο Κλέι. Το δεύτερο είναι το καταφύγιο. Το τρίτο είναι η φωτιά. Η τροφή έρχεται τέταρτη.
«Μπορείς να ζήσεις μόνο τρεις ημέρες χωρίς νερό», είπε ο Κλέι, προσθέτοντας ότι θα μπορούσε να αντέξει τρεις έως τέσσερις εβδομάδες νηστικός, αν χρειαζόταν. Πεθαίνουμε επίσης σύντομα χωρίς επαρκή ύπνο ή ζεστασιά.
Η κάλυψη αυτών των στοιχειωδών αναγκών στο νησί είχε μεγάλο κόστος. Μέχρι το τέλος της διαμονής του έχασε 5,5 κιλά. Αλλά το εργαλείο που καθορίζει την επιτυχία της επιβίωσης είναι ένα: «Το σπουδαιότερο εργαλείο επιβίωσης είναι το μυαλό μας», είπε.
Αυτό το μικρό σημείο άμμου και θάμνων, το οποίο ο ίδιος αποκαλεί «Crazy Horse Island» (Νήσος του τρελού αλόγου), βρίσκεται σε ένα κανάλι κατά μήκος της ακτής του Κόλπου της Τασμανίας, στο βόρειο τμήμα του Νότιου Νησιού της Νέας Ζηλανδίας, μόλις λίγα χιλιόμετρα δυτικά του Εθνικού Πάρκου Έιμπελ Τάσμαν.
Κατά τη διάρκεια του χειμώνα, η θερμοκρασία πέφτει κάτω από το μηδέν τη νύχτα, ενώ την ημέρα κυμαίνεται γύρω στους 20 βαθμούς Κελσίου.
Κατά την άφιξή του στην ξηρά, την πρώτη ημέρα της πενθήμερης διαμονής του, αρχίζει την αναζήτηση πόσιμου νερού. Χρησιμοποιεί σπασμένες κοφτερές πέτρες για να σκαλίσει ένα μπολ από ένα κομμάτι ξύλο. Εκεί θα μπορεί να βάζει νερό για να πίνει. Εντοπίζει βρύα σφάγγου που απορροφούν την υγρασία σαν σφουγγάρι και, χάρη στην εποχή των βροχών, θα παρέχουν άφθονο πόσιμο νερό. Το θαλασσινό νερό δεν πίνεται.
«Έστιψα τα βρύα για να πάρω το νερό», είπε. «Είναι αρκετά επικίνδυνο αυτό, ιδίως το καλοκαίρι.»
Γιατί είναι επικίνδυνο; Τα μικρόβια που επιπλέουν στα βρύα μπορεί να προξενήσουν ασθένεια, είπε ο Κλέι, αν και το χειμώνα είναι πολύ λιγότερα. Το καλοκαίρι βράζει το νερό του.
Περνά τις επόμενες έξι ώρες φτιάχνοντας ένα καταφύγιο από πεσμένα δέντρα για να προφυλαχθεί από τον καιρό. Με τον φλοιό τους καλύπτει τη στέγη, ενώ γεμίζει τα κενά μεταξύ των κορμών με βρύα, τα οποία απορροφούν το νερό κι έτσι δεν στάζει.
Με τις δύο πρώτες ανάγκες – το νερό και το καταφύγιο – τακτοποιημένες, ο Κλέι επικεντρώνεται στην τρίτη: τη φωτιά. Το άναμμα φωτιάς παρουσιάζει πολλαπλές προκλήσεις. Πρώτον, χρειάζονται ξερά ξύλα – αν σπάνε εύκολα, ξέρεις ότι είναι ξερά. Χρειάζονται επίσης διαβαθμισμένα μεγέθη καύσιμης ύλης – από το πιο λεπτό προσάναμμα και τα αγριόχορτα μέχρι τα μεγαλύτερα ξύλα, τα κούτσουρα και τα κουκουνάρια.
Για να ανάψει κανείς μια φωτιά χωρίς σύγχρονα εργαλεία χρειάζεται επιδεξιότητα – ευτυχώς, ο Κλέι, που κοντεύει τα 60, φοράει γυαλιά. Χρησιμοποιεί τους φακούς για να εστιάσει το φως του ήλιου στο πιο εύφλεκτο προσάναμμα: αποξηραμένο λιναρόχορτο, δηλαδή μεμονωμένες ίνες λίιναριού, λεπτές σαν κλωστές, που ξεφλουδίζονται μία προς μία και πλάθονται σε μικρές χνουδωτές μπάλες. Έφτιαξε αρκετές μπάλες για καλό και για κακό. «Αν θέλεις να πετύχεις κάτι, καλό είναι να υπάρχει περίσσευμα», συμβουλεύει.
Σύντομα η μπάλα του λιναριού αρχίζει να καίγεται και τοποθετείται μέσα σε ένα στρώμα από ξερά χόρτα και κλαδιά, το οποίο αρχίζει να καπνίζει. Να θυμάστε, λέει, ότι η χρήση πρωτόγονων μέσων είναι πάντα πιο δύσκολη απ’ ό,τι φαίνεται.
Ένα μεγάλο, σαπωνώδες κουκουνάρι πεύκου τοποθετείται πάνω στη φωτιά για να την παρατείνει, γιατί η ρητίνη του πεύκου καίγεται αργά. Μεταφέρει τον κώνο που σιγοκαίει στην κατασκήνωση μέσα σε ένα όστρακο αβαλονιού που είχε την τύχη να βρει και το οποίο θα του χρησιμεύσει με πολλούς τρόπους: για να βράζει νερό, να πίνει και να μαγειρεύει.
Η φωτιά θα είχε κάψει το χέρι του αν δεν είχε το χοντρό σουηδικό μάλλινο μπουφάν του, το οποίο είναι πυρίμαχο. Σαν ένας φορετός υπνόσακος, θα τυλίξει το σώμα του για να τον κρατήσει ζεστό τη νύχτα, καθώς θα ξεκουράζεται σε ένα στρώμα από βούρλα.
Ο Κλέι βρήκε ελάχιστα τρόφιμα την πρώτη ημέρα. Μόνο μερικά άγρια μανιτάρια που μαγείρεψε. «Πρέπει να διαλέγεις πολύ προσεκτικά τα μανιτάρια που βρίσκεις, γιατί μερικά μπορεί να σε σκοτώσουν», είπε, προσθέτοντας ότι το εργαλείο με το οποίο το σούβλιζες μπορεί να είναι εξίσου θανατηφόρο: «Και κάποιο ξύλο μπορεί να σε σκοτώσει».
Η δεύτερη ημέρα ξεκινάει μετά από έναν ύπνο κάτω του μετρίου με κρύα πόδια. Η αναζήτηση φαγητού συνεχίζεται – τα μαγειρεμένα μανιτάρια είχαν υπέροχη γεύση, αλλά ο Κλέι ξέρει ότι υπάρχουν και θαλασσινά , που είναι πιο χορταστική τροφή. Γρήγορα, βρίσκει δέσμες σπασμένων μυδιών κολλημένων σε βράχους στα ρηχά και μερικά ολόκληρα, τα οποία ανοίγει και καταβροχθίζει επί τόπου.
Εδώ κολυμπούν τα πλατύψαρα, γνωστά ως καλκάνια. Είδε τρία χθες το βράδυ. Το κυνήγι αυτού του κυρίως νυκτόβιου ψαριού με καμάκι είναι η στρατηγική του απόψε, καθώς η πείνα έχει αρχίσει να τον πιάνει. Τα λίθινα εργαλεία του θα ακονίσουν ένα γερό διπλό καμάκι από σκληρό ξύλο.
Πώς μπορεί κανείς να εντοπίσει το νυκτόβιο καλκάνι μέσα στο μαύρο σκοτάδι; Μα, με έναν πυρσό! Ο Κλέι συλλέγει και αλέθει τον σκληρυμένο χυμό από τον φλοιό των μεγάλων πεύκων του νησιού. Χρησιμοποιώντας το όστρακό του ως δοχείο, μαγειρεύει ένα μείγμα από λιωμένο χυμό και κάρβουνο – ένα συνδετικό μέσο – για να φτιάξει μια κολλώδη, βραδύκαυστη πάστα.
Αυτή η καύσιμη ύλη απλώνεται σε οκτώ ή εννέα μεγάλα κουκουνάρια για να φτιάξει τις κεφαλές των πυρσών. Χρησιμοποιώντας τέσσερα ραβδιά δεμένα με λωρίδες λιναριού, ο Κλέι φτιάχνει ένα στήριγμα. Κάθε πυρσός «θα δώσει 8 έως 12 λεπτά φωτός”, είπε.
Όταν σκοτεινιάζει, ο Κλέι εφαρμόζει το σχέδιό του. Οι πυρσοί με τα κουκουνάρια λειτουργούν τέλεια, αλλά… Εκείνο το βράδυ, δεν έπιασε κανένα καλκάνι. Ούτε είναι ευχάριστο να περπατάει μέσα στα παγωμένα νερά του ωκεανού το χειμώνα. Παραδόξως, όμως, παρατηρεί, κάτι τέτοιο κάνει το υπόλοιπο σώμα να αισθάνεται ζεστό.
Παγωμένος και πεινασμένος, ο Κλέι ξαπλώνει να κοιμηθεί στο τέλος της δεύτερης ημέρας.
Μέχρι την 3η ημέρα, ο Κλέι έχει αποκτήσει έναν φίλο στην κατασκήνωσή του και, παρόλο που ξυπνάει πεινασμένος, αποφασίζει να μην τον φάει. «Έγινα φίλος με ένα άγριο πουλί -ένα γουέκα ή κότα των Μαορί – ένα είδος άγριου κοτόπουλου», είπε. «Περιφέρεται γύρω από την κατασκήνωσή μου». Τα γουέκα είναι προστατευόμενο είδος και ο Κλέι το σέβεται αυτό.
Ο Κλέι ονόμασε το πουλί Ουίλσον -από την ταινία «Castaway»- και το έκανε πρωταγωνιστή στο βίντεο που τράβηξε.
Σήμερα, πάλι πρέπει να κυνηγήσει. Έχοντας ήδη δαπανήσει πολλή σωματική ενέργεια για να φτιάξει πράγματα -όπως την καλύβα και τους πυρσούς- η πείνα αρχίζει να τον κάνει να σκέφτεται εντελώς καθαρά.
Αψηφώντας τα παγωμένα νερά, υπό το φως του πυρσού καταφέρνει να εντοπίσει και να ψαρέψει εν τέλει ένα αρκετά μεγάλο καλκάνι. Αμέσως χρησιμοποιεί τα δόντια του για να δαγκώσει το κεφάλι του, χαρίζοντας στο καμακωμένο ζώο τη λύτρωση.
Επιστρέφοντας στον καταυλισμό, αποφάσισε να περιμένει μέχρι το πρωί για να μαγειρέψει τα ψάρια και πήγε πάλι για ύπνο πεινασμένος, αλλά εξαιρετικά ικανοποιημένος από τη σημερινή του συγκομιδή.
Δεν ξέρει ότι η τέταρτη ημέρα θα είναι ακόμη πιο πλούσια.
«Το επόμενο πρωί μαγείρεψα το καλκάνι και αυτό ήταν το πρώτο μου καλό γεύμα», αφηγείται ο Κλέι. Για να το φτιάξει, το κάπνισε, τοποθετώντας τις φέτες του ψαριού πάνω σε αναμμένα κάρβουνα και τοποθετώντας από πάνω δύο πέτρες για να μην φεύγει ο καπνός. Ο Γουίλσον τσιμπολογάει κάτι εκεί κοντά.
Ο Κλέι στρέφει τώρα την ενέργειά του και πάλι στο κυνήγι, έχοντας εντοπίσει ένα τεράστιο σαλάχι κατά μήκος της ακτής, εκτιμώντας το βάρος του περίπου στα 35 με 40 κιλά.
Είδε ένα την πρώτη μέρα, επίσης, είπε, έτσι φρόντισε να φτιάξει το καμάκι του αρκετά μεγάλο. Τέτοια προνοητικότητα έρχεται μόνο με την εμπειρία.
Το καμάκι του Κλέι ήταν κατάλληλο, αν και τα σαλάχια έχουν επικίνδυνα αγκάθια που μπορούν να προκαλέσουν σοβαρό τραυματισμό ή ακόμα και θάνατο. Μια τέτοια ακίδα τρύπησε κάποτε θανάσιμα την καρδιά του θρυλικού κυνηγού κροκοδείλων Στηβ Ίργουιν, επεσήμανε ο Κλέι, προσθέτοντας ότι η φροντίδα μιας πληγής έξω στη φύση είναι πολύ δύσκολη.
Με το φως της ημέρας, ο Κλέι εντοπίζει το σαλάχι να κολυμπάει, αρπάζει το καμάκι και την GoPro του και κατευθύνεται προς το νερό. Αφού το τρυπήσει επιτυχώς και το έσυρε στην ακτή, η πενθήμερη στοίχημα του Κλέι μοιάζει σχεδόν κερδισμένο.
«Θα μπορούσα να ζήσω χωρίς τροφή για άλλες δύο εβδομάδες εκεί, χωρίς να χρειαστεί να κάνω καμία δουλειά”, λέει ο Κλέι, προσθέτοντας ότι το καπνιστό σαλάχι έχει «γεύση καβουριού – πραγματικά ωραία».
Το γεύμα είναι τόσο πλούσιο που αναγκάζεται να καλέσει το πλοίο που περιμένει, για να παραδώσει το υπόλοιπο κρέας στο χωριό του, που βρίσκεται μόλις 10 μίλια μακριά.
«Αν πρόκειται να σκοτώσουμε ένα ζώο για να επιβιώσουμε, τότε μην το σπαταλάμε», μας είπε. «Τιμήστε το μοιράζοντάς το στους ανθρώπους». Ποτέ μη σπαταλάτε φαγητό – αυτή είναι η φιλοσοφία του Κλέι. Είναι πολύτιμο.
Βγάζει το δέρμα από το σαλάχι, ώστε τίποτα να μην πάει χαμένο, και το τεντώνει πάνω από ένα στρογγυλό πλαίσιο που έφτιαξε με ραβδιά ώστε να μοιάζει με τύμπανο. Τοποθετεί από πάνω μια πέτρα, προκαλώντας μια κοιλότητα που, όταν στεγνώσει, θα σχηματίσει μια λεκάνη με την οποία θα μπορεί να συλλέγει το νερό της βροχής.
Μέχρι την πέμπτη ημέρα, ο Κλέι έχει ήδη αποκτήσει τα απολύτως απαραίτητα για την επιβίωση. Έχοντας τώρα ελεύθερο χρόνο στρέφει την ενέργειά του σε μια άλλη ανάγκη. «Πρέπει να φροντίζουμε και για την ψυχαγωγία μας», λέει.
Όταν ήταν παιδί, εκτός από τις πετονιές, τα αγκίστρια και τα καλάθια που έμαθε μόνος του να κατασκευάζει, έμαθε να φτιάχνει και χαρταετούς από θάμνους.
Επιπλέον, πάντα έχει μαζί του μια φυσαρμόνικα, με την οποία μας παίζει μια μελωδία που έγραψε κάποτε. Ο Κλέι παλιότερα ήταν μουσικός στην Ευρώπη για πολλά χρόνια. Η μουσική, λέει, είναι καλή για την ψυχή και για την καρδιά.
Το μήνυμά του είναι απλό. Πιέστε τον εαυτό σας να αντιμετωπίσει δύσκολες καταστάσεις και θα ανταμειφθείτε. «Μετά τον πόνο, έρχεται πάντα η ευχαρίστηση», υποστηρίζει. «Πρέπει να θέτουμε στον εαυτό μας ολοένα καινούριες προκλήσεις, να του ζητάμε να κάνει πράγματα που δεν έχει ξανακάνει.»
Θα ανακαλύψετε ότι είστε πολύ πιο δυνατοί, γενναίοι και εφευρετικοί από ό,τι νομίζετε, προσθέτει.
Του Michael Wing
Επιμέλεια: Αλία Ζάε