Μια ομάδα υγειονομικής περίθαλψης της Αλαμπάμα ανέστειλε το σχέδιό της για επιβολή υποχρεωτικού εμβολιασμού για το προσωπικό της, λέγοντας ότι πρέπει να ακολουθήσει το νόμο και να περιμένει λεπτομερείς ομοσπονδιακές οδηγίες.
Αντιμετωπίζοντας την απειλή μιας αγωγής, το Πανεπιστήμιο της Αλαμπάμα στο Σύστημα Υγείας του Μπέρμιγχαμ (UAB) ανακοίνωσε ότι σταμάτησε να απαιτεί από τους υγειονομικούς να εμβολιαστούν κατά της COVID-19, μιας ασθένειας που προκαλείται από τον ιό του ΚΚΚ (Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα).
«Ο Πρόεδρος [Τζο] Μπάιντεν εξέδωσε εκτελεστικό διάταγμα στις 9 Σεπτεμβρίου, αναφέροντας ότι οι ομοσπονδιακοί κανόνες και κανονισμοί θα εκδοθούν τις προσεχείς εβδομάδες, οι οποίες θα απαιτούν εμβόλια COVID για τους υγειονομικούς που λαμβάνουν χρηματοδότηση Medicare ή Medicaid. Επειδή το σύστημα υγείας UAB πρέπει να ακολουθήσει τον ομοσπονδιακό νόμο, το σύστημα υγείας UAB θα αφαιρέσει την πολιτική εμβολίων του αυτή τη στιγμή», δήλωσε η Σάρα Ναφζίγκερ, MD, ανώτερη αντιπρόεδρος της UAB Medicine, σε δήλωση που εκδόθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου.
«Το σύστημα υγείας UAB θα περιμένει τις λεπτομερείς ομοσπονδιακές οδηγίες για την ανάπτυξη μιας πολιτικής αντικατάστασης εμβολίων, προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης συμμόρφωση με τον ομοσπονδιακό νόμο», πρόσθεσε η Ναφζίγκερ.
Τον Αύγουστο, η Ναφζίγκερ ανακοίνωσε ότι οι υπάλληλοι του συστήματος υγείας UAB και τα άτομα που εργάζονται στο νοσοκομείο και τις κλινικές της θα πρέπει να εμβολιαστούν πλήρως μέχρι τις 12 Νοέμβρη.
Ως ένας από τους μεγαλύτερους εργοδότες της Αλαμπάμα, το σύστημα υγείας UAB απασχολεί άμεσα πάνω από 20.000 άτομα πλήρους και μερικής απασχόλησης.
Μια συντηρητική εταιρεία δημοσίου συμφέροντος, το Alabama Center for Law and Liberty (ACLL), απαίτησε από την ομάδα υγειονομικής περίθαλψης να σταματήσει τον υποχρεωτικό εμβολιασμό για την COVID-19 και απείλησε να ασκήσει αγωγή εάν δεν το έκανε.
«Όπως έχει αναγνωρίσει το Ανώτατο Δικαστήριο της Αλαμπάμα, το νοσοκομείο UAB είναι κρατικό νοσοκομείο. Κατά συνέπεια, το νοσοκομείο UAB ενδέχεται να μην απαιτήσει από τους υπαλλήλους του να αποκαλύψουν εάν έχουν εμβολιαστεί ή όχι», ανέφερε ο πρόεδρος της ACLL Μάθιου Κλαρκ σε επιστολή (pdf) που εστάλη στο Σύστημα Υγείας UAB στις 10 Σεπτεμβρίου, αναφέροντας ότι ο νέος νόμος της Αλαμπάμα απαγορεύει στις κρατικές οντότητες να επιβάλλουν το εμβόλιο.
Τον Μάιο, η Κυβερνήτης της Αλαμπάμα Κέι Ίβεϊ, Ρεπουμπλικανή, υπέγραψε το νομοσχέδιο 267 της Γερουσίας (pdf), απαγορεύοντας στους κρατικούς φορείς να απαιτούν εμβολιασμό ή απόδειξη εμβολιασμού ως προϋπόθεση για τη λήψη οποιασδήποτε κυβερνητικής υπηρεσίας ή για την είσοδο σε κυβερνητικό κτίριο.
«Εάν το νοσοκομείο UAB συνεχίσει αυτή την πορεία δράσης, τότε η ACLL θα καταθέσει αγωγή ασφαλιστικών μέτρων πριν την προθεσμία της 21ης Σεπτεμβρίου», συνέχισε ο Κλαρκ.
Στις αρχές αυτού του μήνα, ο Γενικός Εισαγγελέας της Αλαμπάμα Στηβ ΜάρσαλSteve προειδοποίησε τους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης στην πολιτεία να σταματήσουν «αμέσως» να χρησιμοποιούν το κρατικό μητρώο ανοσοποίησης, γνωστό ως ImmPRINT, για να καθορίσουν το καθεστώς εμβολιασμού των εργαζομένων.
«Σε αντίθετη περίπτωση, ενδέχεται να οδηγήσει σε ποινική δίωξη», ανέφερε ο Μάρσαλ σε δήλωσή του.
Στις 16 Σεπτεμβρίου, ο Μάρσαλ ένωσε τις δυνάμεις του με άλλους 23 γενικούς εισαγγελείς, απαιτώντας επίσημα από τον Μπάιντεν να αποσύρει την προτεινόμενη υποχρεωτικότητα εμβολιασμού ή αλλιώς θα αντιμετωπίσει αγωγή.
Ο Μπάιντεν ανακοίνωσε στις 9 Σεπτεμβρίου ότι σκοπεύει να κατευθύνει το Υπουργείο Εργασίας να αναπτύξει έναν κανόνα, αναγκάζοντας τις εταιρείες με περισσότερους από 100 υπαλλήλους να απαιτούν εμβολιασμούς ή εργαστηριακές δοκιμές μία φορά την εβδομάδα για τους εργαζομένους τους.
Ο Κλαρκ επαίνεσε το Σύστημα Υγείας UAB μετά την ανάκληση της εντολής.
«Αναγνωρίζουμε ότι η COVID-19 είναι επικίνδυνη και δεν θέλουμε να αποθαρρύνουμε την UAB και τις θυγατρικές της από το να λάβουν εύλογα μέτρα για να κρατήσουν τους ανθρώπους ασφαλείς», δήλωσε ο Κλαρκ σε δήλωσή του. «Ωστόσο, καθώς οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις των εμβολίων εξακολουθούν να είναι άγνωστες, η πολιτεία της Αλαμπάμα αποφάσισε ότι η χρήση της εξουσίας της κυβέρνησης για να αναγκάσει τους ανθρώπους να κάνουν εμβόλια παρά τη θέλησή τους δεν αποτελεί νόμιμη επιλογή».
Μια πρόσφατη μελέτη δείχνει ότι οι αριθμοί νοσηλείας λόγω COVID-19 στις Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να είναι υπερβολικά διογκωμένοι. Σχεδόν οι μισοί από τους νοσηλευόμενους ασθενείς εμφανίζουν μόνο “ήπια” συμπτώματα, πράγμα που σημαίνει ότι μπορεί να έχουν εισαχθεί στο νοσοκομείο για λόγους που δεν σχετίζονται με την COVID-19.
Η μελέτη (pdf), που διεξήχθη από την Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ, το Ιατρικό Κέντρο Tufts και το Σύστημα Διαχείρισης της Υγείας των Βετεράνων, είναι μια προδημοσίευση που περιμένει αξιολόγηση από ομοτίμους.
«Με τους ευρείας κλίμακας εμβολιασμούς να αυξάνονται, οι λόγοι νοσηλείας COVID-19 περιλαμβάνουν σταδιακά πιο ήπιες ή τυχαίες διαγνώσεις, για παράδειγμα, περιπτώσεις που εντοπίστηκαν πριν από τη χειρουργική επέμβαση ή πριν από το εξιτήριο, και όχι νοσηλείες λόγω σοβαρής λοίμωξης COVID-19», αναφέρει η μελέτη.
Στη μελέτη επισημαίνεται ότι με τις συνήθεις και συχνά υποχρεωτικές διαγνωστικές εξετάσεις για COVID-19 για όλες τις εισαγωγές, ο αριθμός των νοσηλειών που προκαλούνται από τον ιό του ΚΚΚ μπορεί να “υπερεκτιμηθεί σημαντικά”.
«Σε παιδιατρικό πληθυσμό, το 41% των αναφερόμενων εισαγωγών που σχετίζονται με λοίμωξη SARS-CoV-2 έγινε για διαφορετικό λόγο που δεν αφορούσε την COVID-19, ποσοστά παρόμοια με εκείνα που βρέθηκαν όταν ο απλός ορισμός της ‘μέτριας έως σοβαρής νόσου’ άρχισε να εφαρμόζεται στην ηλικιακή ομάδα», η μελέτη του ηλικιωμένου πληθυσμού συνεχίζεται, επικαλούμενη δύο προηγούμενες μελέτες.
Και οι δύο παιδιατρικές μελέτες, οι οποίες έχουν ήδη αξιολογηθεί και δημοσιευθεί από τον Μάιο, καταλήγουν σε παρόμοια συμπεράσματα. Η πρώτη ισχυρίζεται ότι τα περισσότερα νοσηλευόμενα παιδιά που βρέθηκαν θετικά στην COVID-19 ήταν ασυμπτωματικά ή είχαν άλλο λόγο νοσηλείας. Η άλλη μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «το 45% [των] εισαγωγών κατηγοριοποιήθηκαν ως ‘απίθανες να προκλήθηκαν από τον SARS-CoV-2’».
Το δίκτυο παρακολούθησης του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC), COVID-NET, ορίζει τη νοσηλεία COVID-19 ως: κάθε ασθενής που εισάγεται στο νοσοκομείο με εργαστηριακά διαγνωσθείσα λοίμωξη από τον ιό του ΚΚΚ εντός 14 ημερών, ανεξαρτήτως του λόγου εισαγωγής.
Οι συγγραφείς της νέας μελέτης ανέλυσαν ηλεκτρονικά αρχεία για περισσότερες από 47.000 νοσηλείες COVID-19 σε νοσοκομεία του Τμήματος Βετεράνων σε όλη τη χώρα. Νοσηλευόμενοι ασθενείς που απαιτούσαν συμπλήρωση οξυγόνου ή είχαν επίπεδα οξυγόνου στο αίμα κάτω από 94% θα ταξινομούνταν ως ασθενείς με μέτρια έως σοβαρή νόσο. Άλλοι θεωρήθηκαν με ‘ήπια συμπτώματα’ ή ασυμπτωματικοί.
Αυτά τα κριτήρια υιοθετήθηκαν με βάση τη βαθμολογία σοβαρότητας COVID-19 του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας (NIH) και επιλέχθηκαν με βάση την ικανότητα λήψης από τα ηλεκτρονικά αρχεία υγείας, αναφέρει η μελέτη. Η μέση ηλικία των ασθενών που αναλύθηκε στην έκθεση ήταν 71,1, σημειώνει η μελέτη.
Η μελέτη προτείνει την ανάγκη από το CDC να εξετάσει την επικαιροποίηση του ορισμού των νοσηλειών COVID-19, ώστε να διαφοροποιήσει τις νοσηλείες που προκαλούνται από την COVID-19 από τις νοσηλείες που σχετίζονται με την COVID-19.
Η μελέτη αναφέρει επίσης ότι η διαθεσιμότητα των εμβολίων COVID-19 συνέβαλε στη μείωση του ποσοστού ‘μέσων έως σοβαρών’ νοσηλειών COVID-19. Εν τω μεταξύ, το ποσοστό των λοιμώξεων από την COVID-19 συνεχώς αλλάζει με τη μετάλλαξη Δέλτα να κυριαρχεί.
Σύμφωνα με το CDC, ο τελευταίος μέσος όρος 7 ημερών για νοσηλείες COVID-19 για τις 11 έως 17 Σεπτεμβρίου είναι 83.829. Ο υψηλότερος μέσος όρος 7 ημερών ήταν 123.845, που καταγράφηκε τον Ιανουάριο.
Οι αξιωματούχοι του CDC δεν έχουν ακόμη απαντήσει στο αίτημα της The Epoch Times για κάποιο σχόλιο.
Δικαστής της κομητείας Μπάτλερ στο Οχάιο διέταξε ένα νοσοκομείο να χορηγήσει ιβερμεκτίνη σε έναν διασωληνωμένο ασθενή με COVID-19, παρέχοντας βοήθεια έκτακτης ανάγκης που ζητήθηκε από τη σύζυγο του ασθενούς.
Ο δικαστής Γκρέγκορι Χάουαρντ αποφάσισε την περασμένη εβδομάδα ότι το νοσοκομείο West Chester, μέρος του δικτύου υγείας UC Health του Πανεπιστημίου του Σινσινάτι, πρέπει να «χορηγήσει άμεσα Ιβερμεκτίνη» στον ασθενή Τζέφρεϊ Σμιθ ύστερα από τη συνταγή του γιατρού του για 30mg ιβερμεκτίνης για 21 ημέρες, ανέφερε το Ohio Capital Journal.
Ο Σμιθ, 51 ετών, είναι μηχανικός της Verizon Wireless στην κομητεία Μπάτλερ. Σύμφωνα με τη μήνυση (pdf) που κατέθεσε η σύζυγός του Τζούλι Σμιθ, ο Σμιθ βρέθηκε θετικός στον COVID-19 στις 9 Ιουλίου και εισήχθη στο νοσοκομείο West Chester στις 15 Ιουλίου. Την ίδια μέρα, μεταφέρθηκε σε μονάδα εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ).
Η κατάσταση του Smith συνέχισε να επιδεινώνεται και διασωληνώθηκε την 1η Αυγούστου. Μέχρι τις 19 Αυγούστου, ο αναπνευστήρας λειτουργούσε στο 80 %, με τις πιθανότητες επιβίωσης του Smith να μειώνονται σε λιγότερο από 30%, γράφουν τα δικαστικά έγγραφα. Εκείνη την εποχή, το νοσοκομείο ισχυρίστηκε ότι είχε εξαντλήσει όλες τις επιλογές στο πρωτόκολλο θεραπείας COVID-19.
«Σε αυτό το σημείο, δεν υπάρχει τίποτα περισσότερο που μπορεί ή πρόκειται να κάνει ο κατηγορούμενος για τον σύζυγό μου», έγραψε η Τζούλι σε μια ένορκη κατάθεση που περιλαμβανόταν στην καταγγελία της.
«Ωστόσο, δεν μπορώ να τον εγκαταλείψω, ακόμα κι αν ο κατηγορούμενος το έχει κάνει», συνέχισε η Τζούλι. «Δεν υπάρχει κανένας λόγος για τον οποίο ο κατηγορούμενος δεν μπορεί να εγκρίνει άλλες μορφές θεραπείας, εφόσον τα οφέλη υπερτερούν των κινδύνων».
Η Τζούλι είχε διαβάσει για κάποιες αγωγές που ανέφεραν οι Chicago Tribune και The Buffalo News, όπου ασθενείς σε σοβαρή κατάσταση από τον COVID-19 ανάρρωσαν αργότερα αφού τους χορηγήθηκε ιβερμεκτίνη.
Αυτοί οι ασθενείς είχαν κερδίσει αγωγές αναγκάζοντας τα νοσοκομεία τους να τους θεραπεύσουν με ιβερμεκτίνη. Οι ενάγοντες σε αυτές τις περιπτώσεις εκπροσωπήθηκαν όλοι από τον δικηγόρο Ralph Lorigo, πρόεδρο του Συντηρητικού Κόμματος της κομητείας Erie της Νέας Υόρκης, ο οποίος αργότερα έγινε ένας από τους δικηγόρους της Julie.
Σύμφωνα με τα δικαστικά έγγραφα, η Τζούλι ζήτησε από το νοσοκομείο να νοσηλεύσει τον σύζυγό της με Ιβερμεκτίνη, αλλά το νοσοκομείο αρνήθηκε, παρόλο που η ίδια πρότεινε να τους απαλλάξει από «κάθε ευθύνη».
Στη συνέχεια, η Τζούλι ζήτησε ιατρική συμβουλή από τον γιατρό Φρεντ Βάγκσουλ, ο οποίος αργότερα συνταγογράφησε ιβερμεκτίνη στον σύζυγό της. Αλλά το νοσοκομείο συνέχισε να αρνείται να το κάνει, με αποτέλεσμα να καταθέσει μήνυση κατά του νοσοκομείου.
«Χωρίς απολύτως τίποτα να χάσει, με ελάχιστο έως μηδενικό κίνδυνο και με τον κατηγορούμενο έτοιμο να παράσχει παρηγορητική φροντίδα, δεν υπάρχει καμία βάση για να αρνηθεί τη διαταγή και τη συνταγογράφηση του Δρ. Βάγκσουλ για χορήγηση Ιβερμεκτίνης», είπε η Τζούλι στη δήλωση.
Ο Βάγκσουλ είναι ιδρυτικό μέλος της Frontline COVID-19 Critical Care Alliance (FLCCC), ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού που εργάζεται κατά τη διάρκεια της πανδημίας για την ανάπτυξη αποτελεσματικών πρωτοκόλλων θεραπείας για την πρόληψη της μόλυνσης από τον COVID-19 καθώς και τη θεραπεία ασθενών με COVID-19.
Τον Οκτώβριο του 2020, η FLCCC υιοθέτησε την Ιβερμεκτίνη ως βασικό φάρμακο στα πρωτόκολλά της για την πρόληψη και θεραπεία του COVID-19. Ο ιστότοπός της παραπέμπει σε πολλές πρόσφατες μελέτες που αναφέρουν ότι η ιβερμεκτίνη είναι ένα ασφαλές, αποτελεσματικό και φθηνό φάρμακο κατά του COVID-19, της νόσου που προκαλείται από τον ιό του ΚΚΚ (Κινέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα).
«Η ιβερμεκτίνη είναι τόσο ασφαλής», δήλωσε ο Βάγκσουλ στο Dayton247Now. «Ουσιαστικά δεν έχει αλληλεπιδράσεις με φάρμακα και δεν έχει παρενέργειες».
Η UC Health δεν έχει απαντήσει σε αίτημα των The Epoch Times για σχόλιο. Σύμφωνα με το Ohio Capital Journal, δεν αμφισβήτησε την απόφαση του δικαστή.
Οι ομοσπονδιακές υπηρεσίες αντιτίθενται στην ιβερμεκτίνη για τον COVID-19
Η ιβερμεκτίνη είναι ένα φάρμακο που έχει εγκριθεί από την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) για τη θεραπεία ορισμένων λοιμώξεων που προκαλούνται από εσωτερικά και εξωτερικά παράσιτα. Ένας Ιάπωνας επιστήμονας και ένας Ιρλανδο-Αμερικανός επιστήμονας έλαβαν το βραβείο Νόμπελ το 2015 για την ανακάλυψη της Ιβερμεκτίνης, δεδομένης της επιτυχίας του φαρμάκου στη βελτίωση της υγείας και της ευημερίας εκατομμυρίων ατόμων που έχουν προσβληθεί από παράσιτα ποταμών στις φτωχότερες περιοχές του κόσμου.
Ο κορυφαίος ιατρικός σύμβουλος του προέδρου Τζο Μπάιντεν, δρ Άντονι Φάουτσι, συμβούλεψε τους ανθρώπους να μην χρησιμοποιούν ιβερμεκτίνη για τη θεραπεία του COVID-19.
«Μην το κάνετε. Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι λειτουργεί και μπορεί να έχει τοξικότητα», δήλωσε ο Φάουτσι στο CNN την Κυριακή. «Δεν υπάρχουν κλινικά στοιχεία που να δείχνουν ότι αυτό λειτουργεί».
Την περασμένη Πέμπτη, το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) εξέδωσε μια επίσημη συμβουλή για την υγεία (pdf), επαναλαμβάνοντας την αντίθεσή του στη χρήση της ιβερμεκτίνης για τη θεραπεία του COVID-19.
«Η ιβερμεκτίνη δεν είναι εγκεκριμένη από τον FDA για την πρόληψη ή τη θεραπεία του COVID-19», αναφέρεται στη συμβουλή. «Το Συμβουλευτικό Πάνελ του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας (NIH) για τον COVID-19, καθορίζει επίσης ότι δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα επί του παρόντος για τη σύσταση της Ιβερμεκτίνης για τη θεραπεία του COVID-19».
«Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονται με την κατάχρηση και την υπερδοσολογία της Ιβερμεκτίνης αυξάνονται, όπως φαίνεται από την αύξηση των κλήσεων σε κέντρα ελέγχου δηλητηριάσεων που αναφέρουν υπερδοσολογία και περισσότερους ανθρώπους που αντιμετωπίζουν δυσμενείς επιπτώσεις», συνεχίζει η συμβουλευτική.
Ο FDA προειδοποιεί στον ιστότοπό του ότι η λήψη μεγάλων δόσεων ιβερμεκτίνης είναι «επικίνδυνη και μπορεί να προκαλέσει σοβαρή βλάβη». Ο οργανισμός τόνισε επίσης ότι τα προϊόντα ιβερμεκτίνης για ζώα διαφέρουν από τα προϊόντα για ανθρώπους, επειδή τα ζωικά φάρμακα είναι συχνά πολύ συμπυκνωμένα.
«Τέτοιες υψηλές δόσεις μπορεί να είναι εξαιρετικά τοξικές για τον άνθρωπο», δήλωσε ο FDA.
Καθώς οι Ταλιμπάν κατέλαβαν σε σύντομο χρονικό διάστημα αρκετές πόλεις στο Αφγανιστάν- συμπεριλαμβανομένης της δεύτερης και της τρίτης μεγαλύτερης πόλης του, την Πέμπτη- στην Διεθνή Συνάντηση για το Αφγανιστάν ζητήθηκε άμεση κατάπαυση του πυρός και προειδοποίησε ότι δεν θα αναγνωρίσει καμία κυβέρνηση που επιβάλλεται με τη χρήση στρατιωτικής δύναμης.
Η συνάντηση κλήθηκε από το Κατάρ και πραγματοποιήθηκε στην πρωτεύουσά του, Ντόχα, από τις 10-12 Αυγούστου. Οι συμμετέχοντες περιλαμβάνουν τους ειδικούς απεσταλμένους και εκπροσώπους από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Κίνα, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Ουζμπεκιστάν, το Πακιστάν, το Κατάρ, τα Ηνωμένα Έθνη, την Ευρωπαϊκή Ένωση, τη Γερμανία, την Ινδία, τη Νορβηγία, το Τατζικιστάν, την Τουρκία και το Τουρκμενιστάν.
«Οι συμμετέχοντες προέτρεψαν και τις δύο πλευρές να λάβουν μέτρα για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης και να επιταχύνουν τις προσπάθειες για επίτευξη πολιτικής διευθέτησης και συνολικής κατάπαυσης του πυρός όσο το δυνατόν γρηγορότερα», αναφέρεται στην ανακοίνωση του προέδρου που εκδόθηκε την Πέμπτη. Επικεφαλής της συνάντησης ήταν το Κατάρ.
Οι συμμετέχοντες επιβεβαίωσαν ότι δεν θα αναγνωρίσουν καμία κυβέρνηση στο Αφγανιστάν που επιβάλλεται με τη χρήση στρατιωτικής δύναμης.
Εάν άλλες χώρες δεν αναγνωρίσουν μια κυβέρνηση, δεν θα λάβουν οικονομική υποστήριξη από αυτές τις χώρες. Το καθεστώς μη αναγνώρισης θα έχει επίσης άλλες οικονομικές επιπτώσεις για τις επιχειρήσεις, όπως δυσκολίες στα ταξίδια, την ανταλλαγή αγαθών και υπηρεσιών. Ωστόσο, η ανθρωπιστική υποστήριξη δεν περιορίζεται από αυτό το καθεστώς.
Στη δήλωση σημειώθηκαν επίσης οι κατευθυντήριες αρχές μιας πολιτικής διευθέτησης: διακυβέρνηση χωρίς αποκλεισμούς. Σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των γυναικών και των μειονοτήτων · μηχανισμός παροχής αντιπροσωπευτικής κυβέρνησης · δέσμευση να μην επιτρέπεται σε κανέναν στο Αφγανιστάν να απειλεί την ασφάλεια άλλων χωρών · και τέλος, σεβασμός στο διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου.
«Απαιτούμε άμεσο τερματισμό των επιθέσεων εναντίον πόλεων, προτρέπουμε έναν πολιτικό διακανονισμό και προειδοποιούμε ότι μια κυβέρνηση που επιβάλλεται με τη βία θα είναι ένα κράτος παρίας», δήλωσε ο Ζαλμάι Χαλιλζάντ, απεσταλμένος των ΗΠΑ στις συνομιλίες.
Τον περασμένο μήνα, αναφέρθηκε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα συνεργαστεί με τους Ταλιμπάν σε περίπτωση που μπουν στην κυβέρνηση στο Αφγανιστάν.
«Όποια και αν είναι η κυβέρνηση της ημέρας, υπό την προϋπόθεση ότι τηρεί ορισμένους διεθνείς κανόνες, η βρετανική κυβέρνηση θα ασχοληθεί με αυτήν», δήλωσε ο Βρετανός υπουργός Άμυνας Μπεν Γουάλας στη Daily Telegraph.
Αναφέρεται επίσης ότι η Κίνα προετοιμάζεται να αναγνωρίσει μια κυβέρνηση των Ταλιμπάν, παρά τις δημόσιες παρατηρήσεις της.
Οι γρήγορη πρόοδος των Ταλιμπάν επιτεύχθηκε σε μεγάλο βαθμό λόγω της μικρής αντίστασης από τις αφγανικές κυβερνητικές δυνάμεις. Ο αφγανικός στρατός έχει σαπίσει από μέσα εξαιτίας της διαφθοράς και της κακής διαχείρισης, αφήνοντας τα στρατεύματα ανεπαρκώς εξοπλισμένα και με ελάχιστα κίνητρα να πολεμήσουν, δήλωσε ο Μπιλ Ρότζιο, ανώτερος συνεργάτης στο ίδρυμα για την Άμυνα των Δημοκρατιών.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι περίπου 3.000 Αμερικανοί στρατιώτες θα παραταχθούν για να βοηθήσουν στην απομάκρυνση ορισμένων υπαλλήλων της πρεσβείας των ΗΠΑ.
Οι America’s Frontline Doctors, ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός, υπέβαλε αγωγή στις 19 Ιουλίου ζητώντας το άμεσο προσωρινό «πάγωμα» της άδειας έκτακτης ανάγκης (EUA) των εμβολίων COVID-19 για τρεις ομάδες Αμερικανών: οποιοσδήποτε κάτω των 18 ετών, όποιος έχει αναρρώσει από την COVID -19, και εκείνοι που δεν έχουν δώσει συγκατάθεση μετά από ενημέρωση, όπως ορίζεται από τον ομοσπονδιακό νόμο.
Η αγωγή κατατέθηκε εναντίον του Χαβιέρ Μπεσέρα, υπουργό Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών (HHS), και άλλων κατηγορουμένων σε ομοσπονδιακό περιφερειακό δικαστήριο στη Βόρεια Περιφέρεια της Αλαμπάμα.
«Η άδεια έκτακτης ανάγκης και οι πολλαπλές ανανεώσεις της είναι παράνομες», ισχυρίζεται η αγωγή (pdf).
Σύμφωνα με τον ομοσπονδιακό νόμο περί τροφίμων, φαρμάκων και καλλυντικών, όταν ο υπουργός Υγείας δηλώνει ότι η χρήση έκτακτης ανάγκης είναι κατάλληλη, η FDA (Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων) μπορεί στη συνέχεια να χορηγήσει Άδεια Χρήσης Έκτακτης Ανάγκης (EUA) για ένα εμβόλιο.
Στις 4 Φεβρουαρίου 2020, ο τότε υπουργός Υγείας Άλεξ Αζάρ κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία, λέγοντας ότι οι υπάρχουσες συνθήκες δικαιολογούν την άδεια EUA.
Η καταγγελία ισχυρίζεται ότι δεν πληρούνται οι νομικές απαιτήσεις για την έκδοση και τη συντήρηση της άδειας EUA εμβολίων COVID-19.
Πρώτον, δεν υπάρχει υποκείμενη έκτακτη ανάγκη και καμία «σοβαρή ή απειλητική για τη ζωή ασθένεια ή κατάσταση», αναφέρει η αγωγή.
Σύμφωνα με τα στοιχεία των κατηγορουμένων, ο ιός του ΚΚΚ έχει συνολικό ποσοστό επιβίωσης 99,8% παγκοσμίως, «ισοδύναμο με αυτό της εποχικής γρίπης».
Ωστόσο, τα δεδομένα των κατηγορουμένων διογκώνονται σκόπιμα, ισχυρίζεται η καταγγελία. Ισχυρίζεται ότι το Υπουργείο Υγείας έχει αλλάξει τους κανόνες που ισχύουν για τα άτομα που είναι υπεύθυνα για τη σύνταξη πιστοποιητικών θανάτου και απαιτεί από αυτούς να κάνουν προσδιορισμούς αιτίας θανάτου που οφείλονται κυρίως στην COVID-19. Από τον περασμένο Μάρτιο, τα πιστοποιητικά θανάτου έδειξαν ότι η «COVID-19 είναι συχνότερα η υποκείμενη αιτία».
Ο τρόπος με τον οποίο γίνεται διάγνωση της COVID-19, χρησιμοποιώντας μεγεθυμένες τιμές από τα PCR τεστ που είχαν επίσης εγκριθεί για επείγουσα χρήση, εγγυάται «έναν απαράδεκτα υψηλό αριθμό ψευδώς θετικών αποτελεσμάτων», αναφέρει η καταγγελία.
Δεύτερον, τα εμβόλια COVID-19 δεν είναι αποτελεσματικά στη διάγνωση, τη θεραπεία ή την πρόληψη μιας ασθένειας ή κατάστασης, το οποίο δεν πληροί άλλη μία προϋπόθεση για την έκδοση και τη διατήρηση της άδειας EUA.
Η καταγγελία περιλαμβάνει δεδομένα από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) που αναφέρουν ότι συνολικά 10.262 μολύνσεις από τον ιό του ΚΚΚ (ανίχνευση SARS-COV-2 εντός 14 ή περισσότερων ημερών μετά τη λήψη απαιτούμενων δόσεων εμβολίου COVID-19) καταγράφηκαν μεταξύ 1 Ιανουαρίου και 30 Απριλίου.
«Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τα εμβόλια αποδείχθηκε ότι μειώνουν μόνο τα συμπτώματα – δεν εμποδίζουν τη μετάδοση», αναφέρει η αγωγή.
Τρίτον, τα οφέλη δεν υπερτερούν των γνωστών και πιθανών κινδύνων κάθε εμβολίου. Αυτοί οι κίνδυνοι είναι ιδιαίτερα αυξημένοι στην αναπαραγωγική υγεία, πιθανό θάνατο, νευρολογικές βλάβες, πιο μολυσματικά στελέχη και άλλα.
Και τέλος, υπάρχουν επαρκείς, εγκεκριμένες και διαθέσιμες εναλλακτικές λύσεις από τα εμβόλια, όπως η Ιβερμεκτίνη, το Βουδεσονίδη, η Υδροξυχλωροκίνη και άλλα.
Δεν υπάρχει επαρκής ενημέρωση
Οι ενάγοντες ισχυρίζονται επίσης ότι οι υγειονομικοί και οι υποψήφιοι να κάνουν το εμβόλιο δεν ενημερώνονται επαρκώς για τα εμβόλια, όπως απαιτεί ο ομοσπονδιακός νόμος.
«Κανείς δεν μου έδωσε ποτέ πληροφορίες σχετικά με πιθανές ανεπιθύμητες παρενέργειες, ούτε μου έδωσε πληροφορίες σχετικά με εναλλακτικές θεραπείες. Δεν κατάλαβα ότι ήταν γονιδιακή θεραπεία παρά ένα παραδοσιακό εμβόλιο. Και πάλι, δεν κατάλαβα ότι τα εμβόλια δεν έχουν ‘εγκριθεί’ από τον FDA», δήλωσε η ενάγουσα Angelia Deselle σε δήλωση που περιλαμβάνεται στην αγωγή.
Το σύστημα αναφοράς ανεπιθύμητων παρενεργειών εμβολίων (VAERS) δημιουργήθηκε για να παρέχει πληροφορίες σχετικά με ανεπιθύμητες παρενέργειες που ενδεχομένως προκαλούνται από εμβόλια. Η καταγγελία αναφέρει ότι το VAERS δεν είναι ακριβές και ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν παρέχει δεδομένα από άλλες πηγές, όπως το στρατό, το Medicare και το Medicaid.
Σύμφωνα με την αγωγή, ένας ασθενής δεν μπορεί να δώσει συγκατάθεση χωρίς να κατανοήσει τους κινδύνους.
Ομάδα ηλικίας κάτω των 18 ετών και άτομα που ανάρρωσαν από την COVID-19
«Τα δεδομένα του CDC δείχνουν ότι τα παιδιά κάτω των 18 ετών έχουν 99,998% ποσοστό ανάρρωσης COVID-19 χωρίς θεραπεία», αναφέρει η αγωγή. «Ο εμβολιασμός αυτού του τμήματος του πληθυσμού κάτω των 18 ετών τους απειλεί με άμεση, δυνητικά απειλητική για τη ζωή βλάβη».
«Δεν υπάρχει δημόσιο ενδιαφέρον για την υποβολή των παιδιών σε πειραματικά προγράμματα εμβολιασμού, για την προστασία τους από μια ασθένεια που δεν τους απειλεί», ανέφερε σε δήλωσή της η Δρ. Angelina Farella, παιδίατρος που ασκεί ενεργά για πάνω από 25 χρόνια. Η Farella είναι ειδική των America’s Frontline Doctors.
Η καταγγελία υποστηρίζει επίσης ότι οι Αμερικανοί που έχουν αναρρώσει από την COVID-19 δεν πρέπει να εμβολιαστούν.
Αναφέρει μια πρόσφατη μελέτη της Κλινικής του Κλίβελαντ που αποδεικνύει ότι η φυσική ανοσία μέσω προηγούμενης μόλυνσης είναι ισχυρότερη από οποιοδήποτε όφελος που παρέχει ένα εμβόλιο COVID-19. Μια άλλη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο New England Journal of Medicine, δείχνει ότι από αυτούς με προϋπάρχουσα ανοσία COVID-19, το 89% ανέφερε ανεπιθύμητες ενέργειες μετά τη λήψη της πρώτης δόσης του εμβολίου.
«Οι ασθενείς που έχουν αναρρώσει από την COVID διατρέχουν εξαιρετικά υψηλό κίνδυνο από ένα εμβόλιο», δήλωσε ο εμπειρογνώμονας των εναγόντων, Dr. Richard Urso, σε δήλωση. «Έχουν όλα τα απαραίτητα συστατικά της ανοσοποιητικής μνήμης. Ο εμβολιασμός μπορεί να ενεργοποιήσει μια υπερανοσοαπόκριση που οδηγεί σε σημαντικό τραυματισμό ιστού και πιθανώς θάνατο».
Καταγγελία Πληροφοριοδότη: 45.000 θάνατοι μετά από εμβολιασμούς
Η Jane Doe, προγραμματιστής υπολογιστών με πείρα στον τομέα της ανάλυσης δεδομένων για την υγειονομική περίθαλψη, υπέβαλε μια ένορκη κατάθεση που υποδεικνύει ότι ο πραγματικός αριθμός των θανάτων μετά τον εμβολιασμό COVID-19 είναι περίπου 45.000.
«Είναι η επαγγελματική εκτίμησή μου ότι η βάση δεδομένων VAERS, αν και εξαιρετικά χρήσιμη, είναι ελλιπής με συντηρητικό συντελεστή τουλάχιστον 5. Στις 9 Ιουλίου 2021, αναφέρθηκαν 9.048 θάνατοι στο VAERS», δήλωσε η Jane Doe στη δήλωσή της (pdf).
«Εξέτασα δεδομένα ιατρικών ισχυρισμών σε Συστήματα Διαχείρισης Περιεχομένου σχετικά με τα εμβόλια και τους θανάτους ασθενών και έχω αξιολογήσει ότι οι θάνατοι που συμβαίνουν εντός 3 ημερών από τον εμβολιασμό είναι υψηλότεροι από αυτούς που αναφέρθηκαν στο VAERS με συντελεστή τουλάχιστον 5. Αυτό θα έδειχνε ότι ο πραγματικός αριθμός των θανάτων που σχετίζονται με εμβόλια είναι τουλάχιστον 45.000».
Η Jane Doe σημείωσε ότι το εμβόλιο της γρίπης των χοίρων αποσύρθηκε από την αγορά λόγω 53 θανάτων που αναφέρθηκαν μετά τον εμβολιασμό.
«Τα στοιχεία το καθιστούν αναμφισβήτητο ότι οι ενάγοντες και άλλοι στο κοινό θα υποστούν ανεπανόρθωτη ζημία… εάν απορριφθεί αυτή η καταγγελία», ισχυρίζονται οι ενάγοντες. «Τέλος, τα στοιχεία γέρνουν την ισορροπία των δυσκολιών και του δημοσίου συμφέροντος… αποφασιστικά υπέρ των εναγόντων».
Σε ένα email στην The Epoch Times, το Υπουργείο Υγείας αρνήθηκε να σχολιάσει την αγωγή, λέγοντας: «Ως θέμα πολιτικής, δεν σχολιάζουμε εκκρεμείς δικαστικές διαφορές».
Ο Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν επαίνεσε τα εμβόλια ως ασφαλή και αποτελεσματικά.
«Ξέρετε, ορισμένοι έχουν ερωτήσεις σχετικά με το πόσο γρήγορα αναπτύχθηκαν τα εμβόλια. Λένε ότι έχουν αναπτυχθεί τόσο γρήγορα, δεν μπορούν να είναι τόσο καλά. Λοιπόν, εδώ πρέπει να γνωρίζετε: Τα εμβόλια αναπτύχθηκαν μετά από μια δεκαετία έρευνας σε παρόμοιους ιούς και έχουν περάσει από αυστηρές κλινικές δοκιμές του FDA», δήλωσε ο Μπάιντεν τον περασμένο μήνα.
«Η ουσία είναι αυτή – σας υπόσχομαι: Είναι ασφαλείς. Είναι ασφαλείς. Και ακόμη πιο σημαντικό, είναι εξαιρετικά αποτελεσματικά».
Η διοίκηση Μπάιντεν ανακοίνωσε νωρίτερα αυτό το μήνα ότι θα ξεκινήσει μια εκστρατεία προσέγγισης από πόρτα σε πόρτα σε στοχευμένες κοινότητες για να αυξήσει τα ποσοστά εμβολιασμού COVID-19.
Η βουλή της πολιτείας Πενσυλβάνια των ΗΠΑ υπερψήφισε ένα νομοσχέδιο στις 23 Ιουνίου που θα μπορεί να αποτρέπει κυβερνητικές υπηρεσίες και κρατικά πανεπιστήμια και κολλέγια από το να απαιτούν διαβατήρια εμβολιασμού για την COVID-19. Το νομοσχέδιο θα περιορίζει επίσης την εξουσία των υγειονομικών αρχών σε διάρκεια πανδημίας.
Το μέτρο, SB 618 (pdf), πέρασε βάσει κομματικής ψήφου με 112 έναντι 89 ψήφων, και τώρα αναμένει την συναίνεση της Γερουσίας για τροπολογίες της Βουλής. Η Επιτροπή Κανονισμών και Εκτελεστικών Προτάσεων της Γερουσίας ενέκρινε το τροποποιημένο νομοσχέδιο στις 24 Ιουνίου.
Το νομοσχέδιο θα μπορεί να απαγορεύει σε κολλέγια ή πανεπιστήμια που λαμβάνουν κρατική χρηματοδότηση να απαιτούν απόδειξη εμβολιασμού για COVID-19 για την χρήση οποιασδήποτε υπηρεσίας, για παρακολούθηση μαθημάτων στις αίθουσες διδασκαλίας, ή για συμμετοχή σε άλλες δραστηριότητες. Κυβερνητικές οντότητες υπόκεινται σε παρόμοιες απαιτήσεις και δεν τους επιτρέπεται να περιλαμβάνουν πληροφορίες εμβολιασμού σε ταυτότητες ή να αναπτύσσουν ηλεκτρονικό σύστημα καταγραφής τέτοιων πληροφοριών.
Το νομοσχέδιο θα αποτρέπει επίσης τον υπουργό Υγείας της πολιτείας από το να δίνει εντολή για κλείσιμο ή να απαιτεί από ένα άτομο που δεν έχει εκτεθεί σε μια μεταδοτική ασθένεια να τηρεί κοινωνική απόσταση, να φορά κάλυμμα στόματος, να τηρεί καραντίνα, ή να περιορίσει τα ταξίδια του.
Ο Δημοκρατικός κυβερνήτης Τομ Γουλφ έχει αναφέρει πως θα έθετε βέτο στο νομοσχέδιο αν φτάσει στο γραφείο του. Οι Ρεπουμπλικανοί δεν έχουν την πλειοψηφία που απαιτείται για να αναιρέσουν το βέτο.
«Εκτιμώ την στήριξη της Βουλής για ένα σχέδιο που, στον πυρήνα του, έχει να κάνει με την τοποθέτηση ελέγχων και ισορροπιών σε ανεξέλεγκτη εξουσία που επιβλήθηκε στον κόσμο της Πενσυλβάνια για περισσότερο από 15 μήνες», είπε η Ρεπουμπλικανή γερ. Τζούντυ Γουόρντ, μία από τους δημιουργούς του νομοσχεδίου, σε δήλωση μετά την έγκριση της νομοθεσίας από την Βουλή.
«Είτε είναι η επιβολή εμβολίου, μάσκας, κοινωνικής απομόνωσης, ή κλεισίματος επιχειρήσεων, σήμερα η Ολομέλεια είπε ως εδώ στην κατάχρηση εξουσίας της κυβέρνησης και στην άνευ προηγουμένου παρείσφρηση εκ μέρους των ανθρώπων που εκπροσωπούμε. Είναι ελπίδα μου ότι ο Κυβερνήτης θα πάρει χρόνο για να εξετάσει αυτές τις παραγράφους με ένα ανοιχτό μυαλό.»
Η Ρεπουμπλικανή γερ. Κρίστιν Φίλλιπς-Χιλ, μια άλλη συντάκτρια του νομοσχεδίου, τόνισε την απαγόρευση διαβατηρίων εμβολιασμού όταν μίλησε για το μέτρο.
«Ένα διαβατήριο εμβολιασμού εκδιδόμενο από την κυβέρνηση πηγαίνει πολύ μακριά, ειδικά υπό το φως του πως το πρόγραμμα καταγραφής επαφών της πολιτείας απογοήτευσε περισσότερους από 72.000 πολίτες της Πενσυλβάνια και κακομεταχειρίστηκε τα πολύ προσωπικά τους ιατρικά δεδομένα», είπε.
Τον Απρίλιο, μια εταιρεία που συνεργαζόταν με το υπουργείο Υγείας της Πενσυλβάνια δεν ασφάλισε τα δεδομένα της, και λεπτομερείς ιατρικές πληροφορίες περισσοτέρων από 72.000 ανθρώπων διέρρευσαν στο διαδίκτυο.
Ο Δημοκρατικός γερ. Τζέυ Κόστα κατά την σύνοδο της Γερουσίας στις 24 Ιουνίου είπε πως το νομοσχέδιο «δεν είναι αναγκαίο», σημειώνοντας πως ο κυβερνήτης είχε πει πως δεν έχει καμία πρόθεση να εισαγάγει διαβατήρια εμβολιασμού, και ότι θα έθετε βέτο στο μέτρο. Ο Κόστα αποκάλεσε επίσης τους περιορισμούς εξουσίας στην δύναμη του υπουργείου Υγείας ως «επίπονες παραγράφους», λέγοντας πως η υπουργός Υγείας δεν «θα ήταν ικανή να διαχειριστεί τον ρόλο της σε αυτήν την συγκεκριμένη υπόθεση.»
Περισσότεροι από 2 εκατομμύρια κάτοικοι της Πενσυλβάνια ψήφισαν σε προκριματικές εκλογές τον Μάιο, και ενέκριναν δύο συνταγματικές τροποποιήσεις σε θέματα ψηφοδελτίων που περιορίζουν τις δυνάμεις διακήρυξης έκτακτης ανάγκης του κυβερνήτη και δίνουν κάποια δύναμη πάλι στην βουλή.
Ωστόσο, πολλές από τις προσπάθειες περιορισμού της πανδημίας της διοίκησης Γουλφ υπό την εξουσία της υπουργού Υγείας παραμένουν εν ενεργεία.
Το κίνημα για την απομάκρυνση του Δημοκρατικού κυβερνήτη της Καλιφόρνιας Γκάβιν Νιούσομ έχει βοηθήσει ανθρώπους να καταλάβουν τι μπορούν να κάνουν για να τιμωρήσουν εκλεγμένους αξιωματούχους, λέει ο Ράντυ Εκόνομυ, ανώτερος σύμβουλος και επίσημος εκπρόσωπος τύπου για την εκστρατεία RecallGavin2020.
Ο Πατριωτικός Συνασπισμός Καλιφόρνιας/RecallGavin2020 είναι η επίσημη επιτροπή υπεύθυνη για την εκστρατεία ανάκλησης.
«Είναι παροχή δύναμης. Πιστεύω πως ο κόσμος τώρα αντιλαμβάνεται ότι μπορεί να επανακτήσει την διακυβέρνησή του, και ότι μπορούν να τιμωρήσουν τους εκλεγμένους αξιωματούχους», είπε ο Εκόνομυ στο πρόγραμμα Crossroads της Epoch Times. «Πιστεύω πως αυτή είναι η δύναμη της δημοκρατίας.»
Τα συνεχή μέτρα περιοσιμού, το μεγαλύτερο ποσοστό φτώχειας στο έθνος, το ποσοστό αστέγων, και το ποσοστό φόρου εισοδήματος, η εκτενής χρήση από τον Νιούσομ εκτελεστικών εντολών, και η παρουσία του σε ένα πάρτυ εσωτερικού χώρου χωρίς μάσκες, 22 ατόμων, τον περασμένο Νοέμβριο ενώ έλεγε στους κατοίκους να μείνουν σπίτι, είναι κάποιοι από τους λόγους που οι κάτοικοι ψηφίζουν να ανακαλέσουν τον κυβερνήτη.
Η προσπάθεια ανάκλησης του Νιούσομ εκκινήθηκε στις 10 Ιουνίου πέρυσι. Υποστηρικτές χρειαζόταν να συλλέξουν 1.495.709 υπογραφές έως τις 17 Μαρτίου για να προκαλέσουν εκλογές ανάκλησης.
Παλιότερες προσπάθειες συλλογής των απαιτούμενων υπογραφών είχαν αποτύχει. Αλλά την Κυριακή, η εκστρατεία είπε πως είχε φτάσει τις 1,95 εκατομμύρια υπογραφές.
«Και πρόκειται να προσθέσουμε περισσότερες και περισσότερες από σήμερα έως την απολύτως τελευταία μέρα», είπε ο Εκόνομυ.
«Αγωνιζόμαστε ενάντια σε θηρία», είπε στην Epoch Times. «Αντιστεκόμαστε σε κάποιους πραγματικά ισχυρούς πολυδισεκατομμυριούχους και στον πολιτικό βάλτο εδώ στην Καλιφόρνια που ελέγχεται από ένα κόμμα για σχεδόν δύο γενιές πλέον.»
Ο Εκόνομυ σημείωσε ότι ο πολιτικός στίβος στην Καλιφόρνια είναι μια βιομηχανία πολλών δισεκατομμυρίων. Είναι εύκολο να δαπανηθούν $10, $12, ή $20 εκατομμύρια για να είναι κάποιος υποψήφιος στο πολιτειακό συμβούλιο ή για μια θέση της πολιτειακής συγκλήτου.
«Συγκεντρώσαμε μόνο $950.000. Και στην μεγάλη εικόνα των πραγμάτων, είναι απλώς ψίχουλα στο πολιτικό τοπίο της Καλιφόρνια», είπε.
Ο Εκόνομυ αποκάλεσε την εκστρατεία ανάκλησης ένα «κίνημα βάσης». Η εκστρατεία έχει 250.000 εθελοντές και μόνο δύο εργαζομένους επί πληρωμή. Ο Εκόνομυ είναι ο ένας εκ των δύο.
Ο Εκόνομυ είπε επίσης ότι η προσπάθεια ανάκλησης δεν είναι κομματική. «Δεν είναι κάτι των Δημοκρατικών. Δεν είναι κάτι των Ρεπουμπλικανών. Είναι επειδή ο κόσμος απλώς νιώθει αβοήθητος αυτήν την στιγμή. Θέλουν ελπίδα. Θέλουν να έχουν έμπνευση.»
Μεταξύ αυτών που υπέγραψαν την έκκληση ανάκλησης, 31 τοις εκατό είναι Δημοκρατικοί ή Ανεξάρτητοι, και οι υπόλοιποι Ρεπουμπλικανοί ή Libertarians.
«Είμαστε απλώς καλή συμπαγής Καλιφόρνια, ξέρετε, άτομα βάσης που πραγματικά κάνουν την βαρειά δουλειά και ευελπιστούν να δουν θαύματα πηγαίνοντας σε εκλογές για αυτό το πράγμα», είπε στην Epoch Times.
«Αυτό δεν είναι πραξικόπημα. Αυτό δεν είναι λήψη εξουσίας της κυβέρνησης. Συμμετέχουμε σε μια δημοκρατική διαδικασία που επιτρέπεται από τον νόμο, και αποκαλείται ανάκληση. Και πολλές πολιτείες δεν επιτρέπουν ανακλήσεις», πρόσθεσε ο Εκόνομυ.
Σύμφωνα με την Ballotpedia, έντεκα πολιτείες δεν επιτρέπουν ανακλήσεις δημοσίων αξιωματούχων, ενώ τρεις πολιτείες επιτρέπουν ανακλήσεις για όλους τους δημόσιους αξιωματούχους. Άλλες πολιτείες επιτρέπουν ανακλήσεις συγκεκριμένων δημοσίων αξιωματούχων. Το Αμερικανικό Σύνταγμα δεν παρέχει καθοδήγηση για την ανάκληση οποιουδήποτε ομοσπονδιακά εκλεγμένου αξιωματούχου.
Ο Εκόνομυ είπε ότι η προσπάθεια ανάκλησης έχει γίνει εθνικό και παγκόσμιο σημείο εστίασης. Έχει δώσει σχεδόν 1.300 συνεντεύξεις τους τελευταίους τέσσερις μήνες σε δημοσιογράφους πανεθνικά και παγκοσμίως.
Ο Εκόνομυ είπε ότι άνθρωποι που ακούν για την ιστορία της ανάκλησης αρχίζουν να αισθάνονται ενεργητικοί και δυνατοί πολιτικά. «Θα αρχίσουν να σκέφτονται: “Μπορούμε να το κάνουμε αυτό εδώ; Μπορώ να τιμωρήσω τον κυβερνήτη μου;”»
«Άρχισε ως κάτι σε σχέση με τον κυβερνήτη, αλλά νομίζω ότι πλέον είναι πολύ μεγαλύτερο από αυτό», πρόσθεσε ο Εκόνομυ. «Είναι ένα αναζωογονητικό, ισχυρό κίνημα.»
Ο Νιούσομ επέκρινε την προσπάθεια ανάκλησης ως «κομματική αρπαγή δύναμης» στην τρίτη γενική ομιλία του την Τρίτη.
«Η κατάσταση της πολιτείας μας παραμένει αποφασισμένη. Παραμένω αποφασισμένος! Δεν θα αλλάξουμε πορεία απλώς λόγω λίγων που λένε όχι και φέρνουν το τέλος του κόσμου», είπε ο Νιούσομ στην ομιλία του.
«Έτσι στους επικριτές της Καλιφόρνια που προωθούν κομματική αρπαγή εξουσίας και παλιομοδίτικες προκαταλήψεις και απορρίψεις όλων όσων κάνουν την Καλιφόρνια σπουδαία, λέμε αυτό: δεν θα σταματήσουμε να δεχόμαστε ενέσεις στα χέρια και να κάνουμε την οικονομία μας ακμάζουσα ξανά.»
Μια εκλογική διαδικασία ανάκλησης πρέπει να διεξαχθεί μεταξύ 60 και 80 ημερών από την ημέρα της επικύρωσης των υπογραφών. Αν το κάθε απαιτούμενο στάδιο προ της εκλογικής διαδικασίας πάρει τον μέγιστο προβλεπόμενο χρόνο βάσει του πολιτειακού νόμου, οι εκλογές ανάκλησης θα λάβουν χώρα τον Οκτώβριο, σύμφωνα με την Ballotpedia.
Οι Τζόσουα Φίλιπ και Τζανίτα Καν συνέβαλαν σε αυτό το άρθρο.
Τουλάχιστον $150.000 Αμερικανών φορολογουμένων πήγαν σε σε ισλαμιστική οργάνωση με δεσμούς με την τρομοκρατία, μέσω μιας ανθρωπιστικής οργάνωσης από το 2014 έως το 2015, και ένα μεγάλο ποσό αυτών είχε επικυρωθεί από την τότε διοίκηση Ομπάμα, παρά το ότι είχαν ενημερωθεί πως η ισλαμιστική οργάνωση ήταν μια οντότητα που είχε υποστεί κυρώσεις, δείχνει μια έκθεση της Αμερικανικής Γερουσίας.
Στις 23 Δεκεμβρίου 2020, ο πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών της Γερουσίας, Τσακ Γκράσλυ (Ρ – Άιογουα) δημοσίευσε μια έκθεση περίληψης της έρευνας που διενεργήθηκε από το προσωπικό του, επί της σχέσης μεταξύ της World Vision, μιας μη κερδοσκοπικής ανθρωπιστικής οργάνωσης, και της Ισλαμικής Υπηρεσίας Υποστήριξης (ΙΣΥΥ), μιας οργάνωσης που έχει χρηματοδοτήσει τρομοκρατικές δραστηριότητες.
Η World Vision είναι μη κερδοσκοπική οργάνωση που ιδρύθηκε το 1950 για να δίνει ανθρωπιστική βοήθεια σε φτωχούς πληθυσμούς σε ευάλωτες περιοχές ανά τον κόσμο.
Η ΙΣΣΥ έχει έδρα το Σουδάν και έχει υποστεί κυρώσεις των ΗΠΑ από το 2004 «αφότου είχαν μεταφέρει περίπου $5 εκατομμύρια στην Μακτάμπ Αλ-Κινταμάτ, πρόγονο της Αλ-Κάιντα που ελεγχόταν από τον Οσάμα Μπιν Λάντεν», αναφέρει η έκθεση.
Σύμφωνα με μια χρονολογική σειρά γεγονότων από την έκθεση:
Στις 21 Ιανουαρίου 2014, η World Vision κατέθεσε μια μεγάλη αίτηση στην Αμερικανική Υπηρεσία για Διεθνή Ανάπτυξη (USAID) για να παρέχει ανθρωπιστικές υπηρεσίες σε κάποιες περιοχές του Σουδάν που υπέφεραν από διαμάχες. Στην World Vision δόθηκε στην συνέχεια μια υποτροφία των $723.405 για να φέρει εις πέρας το πρόγραμμα.
Στις 1 Φεβρουαρίου 2014, η World Vision υπέγραψε συμφωνία με την Ισλαμική Υπηρεσία Υποστήριξης (ΙΣΥΥ) όπου η ΙΣΣΥ θα παρείχε ανθρωπιστικές υπηρεσίες σε ορισμένα μέρη της Περιοχής Γαλάζιου Νείλου στο Σουδάν, εκ μέρους της World Vision. Πριν από αυτό, η World Vision είχε συνεργαστεί με την ΙΣΣΥ σε πολλά πρότζεκτ από το 2013 έως και το 2014.
Στα τέλη Σεπτεμβρίου 2014, το νομικό τμήμα της World Vision ειδοποιήθηκε για το εν δυνάμει στάτους της ΙΣΣΥ ως οντότητα που έχει υποστεί ποινικές κυρώσεις. Η World Vision τότε σταμάτησε όλες τις πληρωμές στην ΙΣΣΥ και άρχισε να ερευνά εάν η ΙΣΣΥ ήταν πραγματικά μια οντότητα που είχε υποστεί ποινικές κυρώσεις.
Στις 23 Ιανουαρίου 2015, η Υπηρεσία Ελέγχου Αλλοδαπής Περιουσίας (ΥΕΑΠ) απάντησε σε αίτημα της World Vision ότι η ΙΣΣΥ είναι πραγματικά μια οντότητα που έχει υποστεί ποινικές κυρώσεις. Η ΥΕΑΠ δεν δέχθηκε να δώσει άδεια στην World Vision για να συναλλάσσεται με την ΙΣΣΥ στην ίδια επιστολή.
Στις 19 Φεβρουαρίου 2015, η World Vision και πάλι αιτήθηκε άδεια συναλλαγής με την ΙΣΣΥ ώστε να δώσει στην τελευταία $125.000 για υπηρεσίες που παραδόθηκαν. Στην αίτησή της, η World Vision υπογράμμισε ότι θα μπορούσε να αντιμετωπίσει δριμείες νομικές επιπτώσεις, ακόμα και απέλαση από το Σουδάν αν δεν πλήρωνε στην ΙΣΣΥ τα χρωστούμενα χρήματα.
Στις 4 Μαΐου 2015, το υπουργείο Εξωτερικών της κυβέρνησης Ομπάμα πρότεινε στην ΥΕΑΠ να δεχτεί το αίτημα της World Vision για μια άδεια πληρωμής $125.000 στην ΙΣΣΥ σε χρωστούμενα χρήματα. Την επόμενη μέρα, η ΥΕΑΠ χορήγησε συγκεκριμένη άδεια στην World Vision για να πληρώσει στην ΙΣΣΥ $125.000 μόνο για υπηρεσίες που έλαβε.
Η έκθεση δείχνει ότι $125.000 πληρώθηκαν στις 7 Μαΐου 2015, από τα οποία $111.982 ήταν από μια χορηγία της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών και $9.062 ήταν από βοήθεια της Ιρλανδικής κυβέρνησης.
Πριν από αυτό, $39.758 από χορηγεία της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών πληρώθηκαν στην ΙΣΣΥ στις 31 Αυγούστου 2014.
Η έκθεση δείχνει επίσης ότι σχεδόν $200.000 συνολικά από το Πρόγραμμα Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών (UNDP) πληρώθηκαν στην ΙΣΣΥ επίσης. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ είναι ένας από τους κορυφαίους χορηγούς στο Πρόγραμμα Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών, σύμφωνα με τον επίσημο ιστότοπό του.
Η έκθεση του Γκράσλυ καταλήγει λέγοντας πως «δεν βρήκαμε στοιχεία ότι η World Vision θέλησε εσκεμμένα να αποφύγει τις αμερικανικές κυρώσεις, συνεργαζόμενη με την ΙΣΣΥ.» Δεν βρήκαν επίσης ότι «υπάρχουν στοιχεία ότι η World Vision γνώριζε ότι η ΙΣΣΥ ήταν οντότητα που είχε υποστεί κυρώσεις πριν λάβει την ειδοποίηση από την ΥΕΑΠ.»
Παρ΄ όλα αυτά, η έκθεση υπογραμμίζει ότι αυτή η αποτυχία έγινε επειδή η αξιολόγηση της World Vision «αγνόησε ερευνητικές διαδικασίες βασικού επιπέδου, όπως την αποτυχία υλοποίησης βασικής έρευνας δεύτερων πηγών» μέσω δωρεάν μηχανών διαδικτυακής αναζήτησης ή μέσω κλήσης στις γραμμές της ΥΕΑΠ για να πάρει ένα ακριβές αποτέλεσμα.
«Επίσης, αν και δεν βρίσκουμε λόγο να αμφισβητούμε τον ισχυρισμό της World Vision ότι τα χρήματα χρησιμοποιήθηκαν από την ΙΣΣΥ για ανθρωπιστικούς σκοπούς, αυτά τα χρήματα αναπόφευκτα βοηθούν τις τρομοκρατικές δραστηριότητές τους», δήλωσε η έκθεση.
Ο Τόνι Σάφερ, πρόεδρος του Κέντρου Πολιτικής Έρευνας του Λονδίνου και πρώην ανώτερος αξιωματούχος των υπηρεσιών πληροφοριών, δήλωσε στην Epoch Times ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα για την αντιμετώπιση των εκλογικών ανωμαλιών και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των ανθρώπων στο εκλογικό σύστημα.
«Πιστεύουμε ότι οι ανωμαλίες εδώ είναι υπερβολικά μεγάλες και πολύ λεπτομερείς για να τις αγνοήσουμε», δήλωσε ο Σάφερ στον Γιαν Τζεκίλεκ, παρουσιαστή του προγράμματος «American Though Leaders» της Epoch Times.
«Δεν υποστηρίζουμε τον πρόεδρο», τόνισε ο Σάφερ. «Δεν υποστηρίζουμε κανένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Πιο συγκεκριμένα ζητάμε έρευνες ή άλλες μεθόδους για την επίλυση των ερωτήσεων που θέτουμε».
Ο Σάφερ είπε ότι υπάρχουν τρεις κατηγορίες «αυτονόητων» αποδεικτικών στοιχείων που δείχνουν τουλάχιστον τον «ορισμό της απάτης» και το να αρνηθείς τη διερεύνηση και των τριών είναι «εντελώς παράλογο».
Πρώτον είναι οι προφανείς στατιστικές ανωμαλίες. Ο Σάφερ εξήγησε ότι η ομάδα του της υπηρεσίας πληροφοριών του στο Κέντρο του Λονδίνου έλεγξε τα δεδομένα από την Edison Research – έναν πάροχο δεδομένων δημοσκοπήσεων για μεγάλα τηλεοπτικά δίκτυα – και βρήκε ανώμαλες κατακόρυφες αυξήσεις διαγραμμάτων σε πολλές τοποθεσίες.
Αυτές οι ψήφοι «στατιστικά δεν μπορούν να υποστηριχθούν χωρίς κάποιο επίπεδο εξωτερικής παρέμβασης», δήλωσε ο Σάφερ, προσθέτοντας ότι σε όλες τις Πολιτείες στις οποίες το αποτέλεσμα άλλαξε, υπήρξαν επίσης ανωμαλίες που αναφέρθηκαν από περίπου τα μεσάνυχτα έως τις 5 π.μ. Επισήμανε επίσης τη στατιστικά απίθανη αναντιστοιχία των αποτελεσμάτων σε τόσες πολλές κομητείες.
Δεύτερον, ο Σάφερ είπε ότι υπήρξαν πολλές πιθανές πράξεις φυσικής νοθείας, αναφερόμενος στην έρευνά του για την υπόθεση του οδηγού φορτηγού Τζέσι Μόργκαν.
Ο Σάφερ είπε ότι ήταν ο πρώτος που επικοινώνησε με τον Μόργκαν λόγο του ότι, εκείνη τη στιγμή, βοηθούσε το Thomas More Society’s Amistad Project, μια πρωτοβουλία που εργάζεται για τη διατήρηση των πολιτικών ελευθεριών, να εξετάσει τους πληροφοριοδότες.
Ο Μόργκαν, ο οποίος εργαζόταν για υπεργολάβο της USPS, ισχυρίστηκε ότι του δόθηκε εντολή να ενεργήσει εκτός των κανονικών λειτουργιών ενώ οδηγούσε ένα φορτηγό γεμάτο με περίπου 288.000 ψηφοδέλτια στις 21 Οκτωβρίου από το Μπεθπέιτζ της Νέας Υόρκης, στο Χάρισμπουργκ της Πενσυλβάνιας. Το φορτηγό – και τα ψηφοδέλτια – στη συνέχεια εξαφανίστηκαν από μια αποθήκη της USPS στο Λάνκαστερ, όπου είχε παραδόσει ο Μόργκαν ενώ στην συνέχεια του δόθηκε εντολή να φύγει,
«Δεν αφήνεις ποτέ ένα φορτωμένο φορτηγό σε μια αποθήκη. Είναι παράνομο, δεν μπορείς να φύγεις», είπε ο Σάφερ.
Ο Σάφερ είπε ότι αυτός και η ομάδα του χρειάστηκαν 30 ημέρες για να επαληθεύσουν τα λεγόμενα του Μόργκαν με την συνεργασία των διευθυντών των ταχυδρομείων και ερευνητών, οι οποίοι επιβεβαίωσαν πολλές ιδιαιτερότητες, όπως το ότι ψηφοδέλτια βρίσκονταν άσκοπα στην αυλή ενός ταχυδρομείου για έξι ώρες, με όσους εμπλέκονταν να αρνούνται να ανοίξουν το πίσω μέρος του οχήματος, και το φορτηγό δεν μετρήθηκε, πράγμα που παραβιάζει τους κανονισμούς της ταχυδρομικής υπηρεσίας και τον νόμο.
«Αν πρόκειται να υποστηρίξω κάτι με το όνομά μου, θα γίνει με επαγγελματικό τρόπο, και διεξοδικά», συνέχισε ο Σάφερ. «Ήμουν έτοιμος να υποστηρίξω τον Τζέσι Μόργκαν. Και το έκανα».
Ο Σάφερ είπε ότι η τρίτη κατηγορία αποδεικτικών στοιχείων είναι η ηλεκτρονική ή ψηφιακή νοθεία.
«Αυτό είναι το πιο δύσκολο να αποδειχθεί επειδή πρέπει να έχουμε πρόσβαση στον πηγαίο κώδικα και στα μηχανικά στοιχεία αυτών των συστημάτων», συνέχισε ο Σάφερ. «Δεν υπάρχει απολύτως κανένας λόγος για κάποιον να αρνηθεί σε ένα αρμόδιο ανεξάρτητο οργανισμό να εξετάσει τα μηχανήματα σε εγκληματολογικό επίπεδο ώστε να δει αν υπήρχαν παρατυπίες ή όχι».
Την περασμένη εβδομάδα ένας δικαστής στην κομητεία Αντρίμ του Μίσιγκαν, εξουσιοδότησε εγκληματολογικό έλεγχο 22 μηχανημάτων της Dominion Voting Systems. Η δικηγόρος της εκστρατείας του Τραμπ, Τζένα Έλις, επιβεβαίωσε τη Δευτέρα ότι μια ανεξάρτητη ομάδα συμμετέχει στον έλεγχο και τα αποτελέσματα θα δημοσιοποιηθούν σύντομα.
«Άρα αυτές είναι οι τρεις κατηγορίες νοθείας και πιστεύω ότι όποιος τις αρνείται είναι αρνητής της επιστήμης, επειδή υπάρχουν άφθονες αποδείξεις», δήλωσε ο Σάφερ στη συνέντευξή του. «Το μόνο ερώτημα είναι, ήταν τόσο μεγάλη νοθεία ώστε να αλλάξει ή με κάποιο τρόπο να επηρεάσει τα αποτελέσματα των εκλογών; Αυτό είναι το βασικό ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί επι του παρόντος».
«Έχω εντυπωσιαστεί από την έλλειψη ενδιαφέροντος από την μεριά του Μπάιντεν για την επίλυση οποιουδήποτε από όλα αυτά, εκτός από το να πούμε ότι είναι πολύ αργά πια ή ότι έχει περάσει ο χρόνος «ασφαλείας», επεσήμανε ο Σάφερ.
«Θα υποστήριζα, πάλι, ότι όσον αναφορά την νοθεία δεν είναι ποτέ πολύ αργά για να ασχοληθείς, ειδικά όταν μιλάς για τις πολιτικές κατευθύνσεις της πιο σημαντικής υπερδύναμης που έχει απομείνει στον πλανήτη και με πολλές προκλήσεις να έρχονται.
«Θα ήθελα πραγματικά να καλέσω τους ανθρώπους του Μπάιντεν να βγουν και να προσπαθήσουν να βοηθήσουν να επιλυθεί όλο αυτό το συντομότερο δυνατό. Είναι προς το συμφέρον τους να το κάνουν», είπε ο Σάφερ. «73 εκατομμύρια άνθρωποι δεν είναι πεπεισμένοι ότι κέρδισε ο Τζο Μπάιντεν. Αυτό είναι το κοινό που ο Τζο Μπάιντεν πρέπει να προσπαθήσει να πείσει αυτή τη στιγμή και δεν τον βλέπω να το κάνει».