Πέμπτη, 18 Σεπ, 2025

Κενυάτης πολιτικός προειδοποιεί για την «οικονομική εισβολή» της Κίνας

Ο πρώην αντιπρόεδρος της Κένυας, Ριγκάθι Γκατσάγκουα, υποστήριξε ότι η κινεζική Πρωτοβουλία «Μία ζώνη, ένας δρόμος» έχει παγιώσει τη διαφθορά στη χώρα του και τροφοδοτεί σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων απαγωγών ακτιβιστών που επέκριναν την κακοδιαχείριση κινεζικών δανείων.

Σε συνέντευξή του, που παραχώρησε στις 9 Αυγούστου στην Καλιφόρνια, ο Γκατσάγκουα ανέφερε ότι η συνεργασία Κένυας-Κίνας έχει μετατραπεί «από ανάπτυξη σε εκμετάλλευση». Υποστήριξε ότι δισεκατομμύρια δολάρια που δανείστηκε η χώρα από το Πεκίνο δεν αξιοποιούνται προς όφελος των πολιτών, αλλά διοχετεύονται μέσω συμφωνιών ανάμεσα σε Κινέζους εργολάβους και κυβερνητικούς αξιωματούχους.

Ο Γκατσάγκουα χαρακτήρισε την πρωτοβουλία ως «οικονομική εισβολή», λέγοντας ότι η κινεζική παρουσία πλήττει τις τοπικές επιχειρήσεις. Κατά τους ισχυρισμούς του, κινεζικές εταιρείες έχουν εισχωρήσει ακόμη και σε μικρές δραστηριότητες – από καταστήματα εργαλείων έως μικρές κατασκευαστικές – με αποτέλεσμα να εκτοπίζονται Κενυάτες επιχειρηματίες.

Όπως ανέφερε, τα έργα «ναυαρχίδες» της πρωτοβουλίας εξυπηρετούν κυρίως κινεζικές εταιρείες, με συμβάσεις που χαρακτηρίζονται «σκόπιμα αδιαφανείς», χωρίς συμμετοχή τοπικής εργασίας και με δισεκατομμύρια δολάρια να χάνονται.

Παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων

Τα τελευταία δύο χρόνια, διεθνή μέσα ενημέρωσης και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων παρακολουθούν στενά και έχουν αναδείξει το φαινόμενο των συνεχών εξαφανίσεων διαφωνούντων στην Κένυα. Η Διεθνής Αμνηστία και η Εθνική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Κένυας έχουν επανειλημμένα καταδικάσει αυτές τις «εξαναγκαστικές εξαφανίσεις» ως σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καλώντας την κυβέρνηση να αναλάβει ευθύνες.

Ο Ριγκάθι Γκατσάγκουα δήλωσε ότι αυτή η ευρέως καταγεγραμμένη πολιτική καταστολή συνδέεται με κατηγορίες για διαφθορά που αφορούν την κινεζική εμπλοκή στην τοπική οικονομία.

Όπως σημείωσε, οι νέοι – οι οποίοι είναι συχνά στόχος κυβερνητικής κακομεταχείρισης – εκφράζουν παράπονα για τα τεράστια δάνεια που έχει λάβει η χώρα από την Κίνα και τα οποία δεν αξιοποιούνται προς όφελος του κοινού, ενώ οι Κενυάτες θα κληθούν να τα αποπληρώσουν. Έχουν επίσης εκφράσει ανησυχίες για το ότι οι Κινέζοι έχουν κυριαρχήσει στην οικονομία της Κένυας.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα, διαφωνούντες που τοποθετήθηκαν δημόσια έχουν υποστεί βασανιστήρια και άλλες μορφές κακομεταχείρισης.

Ο Γκατσάγκουα επεσήμανε ότι οι ενέργειες αυτές της κυβέρνησης παραβιάζουν το Σύνταγμα της Κένυας του 2010, ιδιαίτερα όσον αφορά την ελευθερία της έκφρασης, το δικαίωμα συνάθροισης και διαδήλωσης, καθώς και τα δικαιώματα των συλληφθέντων. «Οι εξαφανίσεις αυτές δεν στρέφονται μόνο κατά ατόμων· είναι επιθέσεις κατά της ίδιας της δημοκρατίας μας», τόνισε.

Ζήτημα κυριαρχίας

Με το χρέος της Κένυας προς την Κίνα να ανέρχεται σε δισεκατομμύρια δολάρια, ο Ριγκάθι Γκατσάγκουα προειδοποίησε για πιθανή απώλεια εθνικής κυριαρχίας. Επεσήμανε ότι το ζήτημα δεν αφορά μόνο τα οικονομικά, αλλά και την ικανότητα της χώρας να προστατεύσει τα δικαιώματα των πολιτών της, την οικονομία και την ανεξαρτησία της.

Κάλεσε την πολιτική ηγεσία να σεβαστεί τα συνταγματικά δικαιώματα και να αντισταθεί σε κάθε μορφή ξένης παρέμβασης. Όπως είπε, το Σύνταγμα της Κένυας είναι σαφές ως προς τα δικαιώματα των πολιτών, και καθήκον των ηγετών είναι να τα υπερασπίζονται απέναντι σε κάθε εξωτερική ή εσωτερική απειλή, είτε αυτή προέρχεται από οικονομική εκμετάλλευση είτε από πολιτική καταστολή είτε από ξένη επιρροή.

Ο Γκατσάγκουα καθαιρέθηκε από το αξίωμα του αντιπροέδρου τον Οκτώβριο του 2024, ύστερα από πέντε καταδικαστικές ψήφους σε σύνολο έντεκα κατηγοριών, τις οποίες αρνήθηκε στο σύνολό τους. Οι κατηγορίες περιελάμβαναν ξέπλυμα χρήματος και διαφθορά. Τη θέση του ανέλαβε ο Κιθούρε Κιντίκι.

Ο Γκατσάγκουα δήλωσε ότι σκοπεύει να θέσει υποψηφιότητα στις προεδρικές εκλογές του Αυγούστου 2027, σηματοδοτώντας την πρόθεσή του να συνεχίσει την πολιτική του πορεία. Τόνισε ότι το μήνυμά του προς τους πολίτες είναι σαφές και ότι «το ραντεβού με την κάλπη είναι τον Αύγουστο του 2027».

Σχέσεις με τις ΗΠΑ

Ο Ριγκάθι Γκατσάγκουα δήλωσε ότι, σε περίπτωση εκλογής του, οραματίζεται μια «στρατηγική επανατοποθέτηση» των σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες, δίνοντας έμφαση στις δημοκρατικές αξίες, τη διαφάνεια στο εμπόριο και τον αμοιβαίο σεβασμό.

Υπογράμμισε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες υπήρξαν παραδοσιακός εταίρος της Κένυας, με κοινές αξίες όπως η δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου. Πρόσθεσε ότι, εφόσον εκλεγεί, η κυβέρνησή του θα δώσει προτεραιότητα στην ενίσχυση των διμερών δεσμών, διασφαλίζοντας πως οι συνεργασίες θα βασίζονται στη διαφάνεια και το αμοιβαίο όφελος, και όχι στην εκμετάλλευση.

Εξέφρασε την ελπίδα οι μελλοντικές σχέσεις Κένυας-Ηνωμένων Πολιτειών να επικεντρωθούν στην ενίσχυση ικανοτήτων, στη συνεργασία κατά της διαφθοράς και στην ανάπτυξη βιώσιμων υποδομών, αντί σε έργα που επιβαρύνουν με χρέος τη χώρα. Τόνισε ότι η Κένυα θέλει να συνεργαστεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες για επενδύσεις «καθαρές, διαφανείς και πραγματικά επωφελείς» για τον λαό, χωρίς να υποθηκεύεται το μέλλον της χώρας.

Κατά τον Γκατσάγκουα, η Αμερική μπορεί να αποτελέσει σημαντικό σύμμαχο για την αποκατάσταση της εθνικής κυριαρχίας και την προστασία του συντάγματος.

Έκκληση στη διεθνή κοινότητα

Ο Ριγκάθι Γκατσάγκουα απηύθυνε έκκληση στις δημοκρατίες όλου του κόσμου να ζητήσουν λογοδοσία από την κινεζική Πρωτοβουλία «Μία ζώνη, ένας δρόμος».

Υπογράμμισε ότι το ζήτημα δεν αφορά μόνο την Κένυα, αλλά ολόκληρη την αφρικανική ήπειρο, σημειώνοντας ότι το κινεζικό μοντέλο διασπείρει χρέος, διαφθορά και καταστολή. Προειδοποίησε ότι αν οι αφρικανικές δημοκρατίες υποκύψουν σε αυτή την πίεση, η γεωπολιτική ισορροπία θα μετατοπιστεί υπέρ αυταρχικών καθεστώτων.

Παρά τις πολιτικές προκλήσεις, τόνισε ότι «η σιωπή ισοδυναμεί με συνενοχή» και επεσήμανε ότι οι Κενυάτες και οι μελλοντικές γενιές αξίζουν να γνωρίζουν την αλήθεια για την «οικονομική εισβολή» της Κίνας και τη διαφθορά που αυτή γεννά.

Του Nathan Su

Με τη συμβολή της Nancy Githoitho

Ο «Αεροπορικός Δρόμος του Μεταξιού» της Κίνας: Εμπορική ανάπτυξη χτισμένη πάνω στην καταναγκαστική εργασία

Η Κίνα επεκτείνει ραγδαία τις αεροπορικές εμπορευματικές συνδέσεις της με την Ευρώπη, χρησιμοποιώντας το Ουρούμτσι της πρωτεύουσας του Σιντζιάνγκ ως κομβικό αεροδρόμιο στη στρατηγική της πρωτοβουλίας «Μία ζώνη, ένας δρόμος». Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης της οργάνωσης Uyghur Human Rights Project (UHRP), πάνω από 40 νέες διαδρομές δημιουργήθηκαν μέσα σε μόλις δώδεκα μήνες, μεταφέροντας χιλιάδες τόνους αγαθών, από ανταλλακτικά αυτοκινήτων, υφάσματα και ηλεκτρονικά είδη μέχρι αγροτικά προϊόντα, τομείς που είναι κατεξοχήν εκτεθειμένοι σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Επτά νέα αεροδρόμια αναμένεται να ανοίξουν στο Σιντζιάνγκ πριν το τέλος του έτους, προστιθέμενα στα 26 πολιτικά αεροδρόμια που λειτουργούν ήδη στην περιοχή.

Περισσότερες από εννέα εταιρείες μεταφορών έχουν καθιερώσει δρομολόγια από το Σιντζιάνγκ προς το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γερμανία, την Ουγγαρία, την Ελλάδα, την Ελβετία, το Βέλγιο, την Ιρλανδία, την Ισπανία και άλλους ευρωπαϊκούς προορισμούς, σύμφωνα με την νέα ανάλυση δεδομένων αερομεταφορών από την ομάδα UHRP της Ουάσιγκτον όπως κοινοποιήθηκε από το Politico.

Πριν από τον Ιούνιο του 2024, μόνο δύο διαδρομές μεταφοράς φορτίου από το Ουρούμτσι προς την Ευρώπη είχαν εντοπιστεί από την ανάλυση δεδομένων δημόσιων πτήσεων του Uyghur Human Rights Project.

Δεκάδες φτάνουν πλέον στη Ευρώπη, είτε απευθείας είτε με ενδιάμεσες στάσεις. Να αναφερθεί χαρακτηριστικά ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο έφτασαν 313 πτήσεις που μετέφεραν ηλεκτρονικό εμπόριο κ.ά., και 162 αφίξεις εμπορευμάτων μέσω Ουγγαρίας.

Πίσω από αυτήν την «οικονομική πρόοδο» κρύβεται μια σκοτεινή πραγματικότητα: η εκτεταμένη χρήση καταναγκαστικής εργασίας εις βάρος των Ουιγούρων και άλλων μειονοτήτων.

«Η ραγδαία αύξηση αυτών των πτήσεων αποτελεί απειλή για την ακεραιότητα των ευρωπαϊκών και βρετανικών αλυσίδων εφοδιασμού», τονίζει η παραπάνω έκθεση.

Η Κίνα παρουσιάζει την εξέλιξη αυτή ως τμήμα της στρατηγικής «Μια ζώνη, ένας δρόμος», που αποσκοπεί στην ενσωμάτωση απομακρυσμένων περιοχών στις παγκόσμιες αγορές.

«Ο ισχυρισμός περί καταναγκαστικής εργασίας είναι το ‘ψέμα του αιώνα’ που επινοήθηκε από αντικινεζικά στοιχεία για να δυσφημήσουν την Κίνα», δήλωσε εκπρόσωπος της πρεσβείας της Κίνας στο Λονδίνο, επιμένοντας ότι «δεν υπάρχει καταναγκαστική εργασία στο Σιντζιάνγκ» και ότι η έκθεση του UHRP είναι «εντελώς ψευδής».

Ωστόσο, πίσω από τον οικονομικό δυναμισμό, σοβαρές καταγγελίες για καταναγκαστική εργασία σκιάζουν την εικόνα «προόδου».

Η διάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων

Η περιοχή του Σιντζιάνγκ βρίσκεται στο επίκεντρο διεθνούς προβληματισμού για τις πρακτικές της κινεζικής κυβέρνησης απέναντι σε διάφορες μειονοτικές ομάδες.

Οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ανεξάρτητοι ερευνητές επισημαίνουν ότι η κρατικά επιβαλλόμενη καταναγκαστική εργασία είναι διαδεδομένη και συστηματική.

Αν και οι Ουιγούροι αναφέρονται συχνά ως η πιο πληγείσα ομάδα λόγω τού ότι το Σιντζιάνγκ είναι η περιοχή στην οποία τους έχει παραχωρηθεί και διαμένουν, ωστόσο δεν είναι οι μόνοι.

Θιβετιανοί, Μογγόλοι, Χριστιανοί καθώς και ασκούμενοι του Φάλουν Γκονγκ, μιας ιδιαίτερα δημοφιλούς, παγκόσμιας και πολυπληθούς ομάδας αφού αποτελεί τα 2/3 των κρατουμένων συνείδησης στην Κίνα, έχουν επίσης εξαναγκαστεί σε βαριά εργασία υπό καθεστώς ιδιαίτερα αυστηρής επιτήρησης. Επίσης έχουν αναφερθεί και καταγγελίες βασανιστηρίων ή προγραμμάτων «αναμόρφωσης», με στόχο την αφομοίωση και την καταστολή της πολιτιστικής ταυτότητας. Το πιο ακραίο, όμως, που εφαρμόζεται κατά κόρον εδώ και 26 χρόνια είναι οι εξαναγκαστικές αφαιρέσεις οργάνων όλων αυτών των κρατουμένων συνείδησης με στόχο όχι μόνο το κέρδος αλλά και την πλήρη εξαφάνισή τους.

Η κοινή συνισταμένη είναι η ίδια: το κινεζικό κράτος αξιοποιεί τον καταναγκασμό ως εργαλείο πολιτικού ελέγχου, μετατρέποντας ολόκληρες ομάδες πολιτών σε φθηνό εργατικό δυναμικό για την παγκόσμια αγορά.

Η εικόνα αυτή δημιουργεί έντονο δίλημμα για τις διεθνείς αγορές, αφού κάθε εμπορική συναλλαγή με την περιοχή ενδέχεται να ενέχει τον κίνδυνο συνενοχής σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Μαρτυρίες επιζώντων από τα στρατόπεδα του Σιντζιάνγκ και άλλες φυλακές στην Κίνα σκιαγραφούν μια εφιαλτική πραγματικότητα. Γυναίκες όπως η Μιχριγκούλ Τουρσούν κατήγγειλε ενώπιον του Κογκρέσου των ΗΠΑ ξυλοδαρμούς, ηλεκτροσόκ και «εναλλαγές ύπνου», όπου δεκάδες άνθρωποι αναγκάζονται να κοιμούνται με βάρδιες δύο ωρών σε ασφυκτικά κελιά. Άλλες όπως η Σαϊραγκούλ Σάουιτμπάι, κατήγγειλαν όπως καταγράφηκε από το BBC, σεξουαλικές κακοποιήσεις και βιασμούς μπροστά σε συγκρατούμενες. Επιζώντες του Φάλουν Γκονγκ, μεταξύ των οποίων ο Τζον Μενγκ, μιλούν για «σκληρή αναμόρφωση μέσω ύπνου», διαδικασία κατά την οποία οι κρατούμενοι μένουν ξύπνιοι επί πολλές ώρες ή εβδομάδες· αν κλείσουν τα μάτια τους τους χτυπούν, τους ρίχνουν νερό ή τους εξαναγκάζουν να στέκονται όρθιοι ή ακίνητοι. Ανέφερε επίσης συνεχείς ιατρικές εξετάσεις , που συνδέονται με την πρακτική της εξαναγκαστικής αφαίρεσης οργάνων. Ιδιαίτερα συγκλονιστική είναι η περίπτωση του Τσενγκ Πεϊμίνγκ, ο οποίος κατήγγειλε ότι του αφαιρέθηκαν βιαίως τμήματα από το ήπαρ και τον πνεύμονα, χωρίς τη συγκατάθεσή του. Παρόμοιες αφηγήσεις, όπως της Τζάο Λιτζούν, αναδεικνύουν τον εξαναγκασμό σε 17ωρη εργασία υπό την απειλή βασανιστηρίων.

Οι φωνές αυτές συγκλίνουν σε ένα ανατριχιαστικό συμπέρασμα: πίσω από τα προϊόντα που κυκλοφορούν ελεύθερα στις διεθνείς αγορές, συχνά κρύβεται ανθρώπινος πόνος και κρατική καταπίεση.

Η αντίδραση της Δύσης

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, αναγνωρίζοντας τη σοβαρότητα του ζητήματος, υιοθέτησε το 2024 τον Κανονισμό για την Καταναγκαστική Εργασία, που απαγορεύει την εισαγωγή προϊόντων που παράγονται υπό τέτοιες συνθήκες. Οι Ηνωμένες πολιτείες είχαν ήδη προχωρήσει σε παρόμοιο βήμα από το 2021, επεκτείνοντας την εφαρμογή του μέτρου στις αρχές του 2025.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο Νόμος περί Σύγχρονης Δουλείας του 2015 παραμένει το βασικό εργαλείο, απαιτώντας από τις εταιρείες να δημοσιεύουν ετήσιες δηλώσεις σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνουν κατά της εκμετάλλευσης. Ωστόσο, η εφαρμογή του θεωρείται περιορισμένη. Επίσης, ο νόμος αυτός παραμένει ελλιπής, καθώς βασίζεται σε δηλώσεις των ίδιων των εταιρειών και σπανίως συνοδεύεται από στοχευμένους ελέγχους. ‘Όπως σημειώνουν ανεξάρτητες επιτροπές του Κοινοβουλίου, το Ηνωμένο Βασίλειο κινδυνεύει να καταστεί «χώρος διέλευσης» προϊόντων που παράγονται με καταναγκαστική εργασία, εάν δεν υιοθετηθούν πιο αυστηρά μέτρα, όπως προειδοποίησε η Μικτή Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Βρετανικού Κοινοβουλίου.

«Είμαι βαθιά ανήσυχος για αυτά τα ευρήματα», δήλωσε ο Ντέηβιντ Άλτον, πρόεδρος της Μικτής Επιτροπής Ανθρωπίνων του Βρετανικού Κοινοβουλίου. Τον Ιούλιο, η επιτροπή του Άλτον διαπίστωσε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο κινδυνεύει επίσης να γίνει «χωματερή» αγαθών που κατασκευάζονται με τη σύγχρονη δουλεία και κάλεσε τους υπουργούς να εφαρμόσουν στοχευμένες απαγορεύσεις εισαγωγών για να αντισταθμίσουν τις ελλείψεις του βρετανικού νόμου περί σύγχρονης δουλείας του 2015.

Οι ευθύνες των εταιρειών

Αερομεταφορείς που δραστηριοποιούνται στη διακίνηση προϊόντων από το Ουρούμτσι προς την Ευρώπη δηλώνουν ότι δεν γνωρίζουν το περιεχόμενο και την ακριβή προέλευση των φορτίων που μεταφέρουν. Κάποιοι επισημαίνουν ότι η ευθύνη ανήκει αποκλειστικά στους προμηθευτές και τους πελάτες τους. Ωστόσο, οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων θεωρούν αυτή τη στάση ανεπαρκή, υπογραμμίζοντας ότι «η άγνοια δεν μπορεί να αποτελεί άλλοθι», και επισημαίνουν ότι η διαφάνεια είναι αδύνατη σε ένα περιβάλλον όπου το κινεζικό κράτος αποκλείει την ανεξάρτητη διερεύνηση.

Οι αεροπορικές εταιρείες που εκτελούν δρομολόγια μεταξύ του Ουρούμτσι και της Ευρώπης την περίοδο αυτή είναι οι European Cargo, CAMEX Airlines, Geo-Sky, My Freighter, MNG Airlines, SF Airlines, ROMCargo, Titan Airways και Uzbekistan Airways, σύμφωνα με την ανάλυση της UHRP.

Το παράδειγμα της Volkswagen, η οποία αποχώρησε από το Σιντζιάνγκ αναγνωρίζοντας την αδυναμία να διασφαλίσει διαφάνεια στην εφοδιαστική της αλυσίδα, φανερώνει το μέγεθος του προβλήματος.

Ένα ζήτημα διεθνούς αξιοπιστίας και ένα ηθικό καθήκον

Η συζήτηση γύρω από το Σιντζιάνγκ δεν αφορά μόνο τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά και τη συνολική αξιοπιστία της διεθνούς κοινότητας. Εάν χώρες και εταιρείες συνεχίσουν να αποδέχονται σιωπηρά προϊόντα που ενδέχεται να έχουν παραχθεί με καταναγκαστική εργασία, τίθεται υπό αμφισβήτηση η δέσμευση της Δύσης στις αξίες που επικαλείται.

Όπως σημειώνει ο Henryk Szadziewski, διευθυντής ερευνών του UHRP: «Κάθε ανεξέλεγκτη αποστολή από το Ουρούμτσι δεν είναι απλώς εμπορική δραστηριότητα, είναι μια πιθανή παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων που η διεθνής κοινότητα επέλεξε να αγνοήσει».

Η έκθεση του UHRP και οι μαρτυρίες επιζώντων φέρνουν στο φως μια σκληρή αλήθεια: κάθε ανεξέλεγκτο φορτίο που φτάνει από το Ουρούμτσι στην Ευρώπη μπορεί να αποτελεί προϊόν καταναγκασμού.

«Οι κυβερνήσεις πρέπει να στείλουν σαφές μήνυμα ότι δεν θα στηρίξουν ποτέ την κρατικά επιβαλλόμενη καταναγκαστική εργασία», δήλωσε η Σιαν Λέα, επικεφαλής της βρετανικής και ευρωπαϊκής υπεράσπισης στην Anti-Slavery International. Η καταναγκαστική εργασία από το κινεζικό κράτος «είναι εκτεταμένη και συστηματική», είπε.

Το πρόβλημα ξεπερνά τους Ουιγούρους, αφορά όλες τις ομάδες που διώκονται και καταπιέζονται από το κινεζικό καθεστώς.

Η διεθνής κοινότητα βρίσκεται μπροστά σε ένα κρίσιμο δίλημμα: θα κλείσει τα μάτια στην εκμετάλλευση για χάρη της εμπορικής ευημερίας ή θα υπερασπιστεί στην πράξη τα ανθρώπινα δικαιώματα;

Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα καθορίσει όχι μόνο το μέλλον των Ουιγούρων και των άλλων μειονοτήτων στην Κίνα, αλλά και την ευθύνη της Δύσης απέναντι στις αξίες που πρεσβεύει.

Ο Σι διαβεβαιώνει τον Τραμπ ότι δεν θα εισβάλει στην Ταϊβάν όσο εκείνος είναι πρόεδρος

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, αναφέρθηκε στη διαβεβαίωση που είχε λάβει από τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ σχετικά με την Ταϊβάν, κατά τη διάρκεια συνέντευξής του στο Fox News. Συγκεκριμένα, ο Τραμπ δήλωσε:

«Ποτέ δεν θα το κάνω όσο είσαι πρόεδρος. Ο πρόεδρος Σι μου το είπε αυτό, κι εγώ του απάντησα: “Το εκτιμώ.”»

Ωστόσο, επισήμανε πως αυτή η εγγύηση δεν δεσμεύει τις μελλοντικές αμερικανικές κυβερνήσεις και πρόσθεσε: «Αλλά εγώ είμαι πολύ υπομονετικός και η Κίνα είναι πολύ υπομονετική». Περιέγραψε την προσέγγισή του λέγοντας: «Αυτό εξαρτάται από εσάς, αλλά καλό θα ήταν να μη συμβεί τώρα».

Παραμένει ασαφές πότε έγιναν οι σχετικές δηλώσεις του Σι, ενώ ο Λευκός Οίκος δεν είχε απαντήσει στα σχετικά ερωτήματα έως τη δημοσίευση του άρθρου.

Η Ταϊβάν αποτελεί αυτοδιοικούμενο, δημοκρατικό νησιωτικό έδαφος, το οποίο το Πεκίνο θεωρεί αποσχισθείσα επαρχία. Το ζήτημα συντηρεί τις εντάσεις ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα, καθώς η Ουάσιγκτον εξακολουθεί να προμηθεύει αμυντικά όπλα στην Ταϊβάν βάσει του Νόμου Σχέσεων με την Ταϊβάν.

Ο πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, έχει δεσμευθεί να επιτύχει την «επανένωση» με την Ταϊβάν, ενώ έχει εντείνει τις στρατιωτικές ασκήσεις στη θαλάσσια περιοχή γύρω από το νησί.

Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσον, εξέφρασε αισιοδοξία σε συνέντευξή του τον Μάρτιο στο CNBC, δηλώνοντας:

«Ακολουθώ τη γραμμή του προέδρου Τραμπ και εκείνος είναι βέβαιος πως ο πρόεδρος Σι δεν θα προχωρήσει σε αυτή την κίνηση κατά τη διάρκεια της προεδρίας του.»

Παράλληλα, ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Πιτ Χέγκσεθ, προχώρησε σε σημαντικές δηλώσεις στο φόρουμ Shangri-La Dialogue τον Μάιο, εκτιμώντας ότι η Κίνα ενδέχεται να επιχειρήσει να επιτεθεί στην Ταϊβάν έως το 2027, και τόνισε:

«Το βλέπουμε καθημερινά. Ο κινεζικός στρατός παρενοχλεί την Ταϊβάν. Θα πρέπει να είναι σαφές σε όλους ότι το Πεκίνο προετοιμάζεται μεθοδικά, ενδεχομένως για να χρησιμοποιήσει στρατιωτική ισχύ, με στόχο να αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή Ινδο-Ειρηνικού.»

Ο ίδιος εξέφρασε την εκτίμηση πως το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας ίσως αναμένει την αποχώρηση της παρούσας αμερικανικής κυβέρνησης πριν προχωρήσει, υπογράμμισε ωστόσο τον κίνδυνο που εγκυμονεί το Πεκίνο:

«Ξανά, για να είμαι σαφής: οποιαδήποτε προσπάθεια της κομμουνιστικής Κίνας να κατακτήσει δια της βίας την Ταϊβάν θα είχε καταστροφικές συνέπειες για τον Ινδο-Ειρηνικό και τον κόσμο. Δεν υπάρχει λόγος ωραιοποίησης. Η απειλή που συνιστά η Κίνα είναι υπαρκτή.»

Κοινό μέτωπο Καναδά και G7 κατά της διακρατικής καταστολής του Χονγκ Κονγκ

Ο Καναδάς και άλλες χώρες της Ομάδας των Επτά (G7) εξέδωσαν κοινή ανακοίνωση, καταδικάζοντας τις αρχές του Χονγκ Κονγκ για την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης και χρηματικών επάθλων εις βάρος δημοκρατικών ακτιβιστών που ζουν στο εξωτερικό.

Στις 25 Ιουλίου, η αστυνομία του Χονγκ Κονγκ προχώρησε σε εντάλματα και επικήρυξε 19 άτομα που διαμένουν σε άλλες χώρες, μεταξύ των οποίων και στον Καναδά, κατηγορώντας τους για απόπειρα υπονόμευσης των αρχών του Χονγκ Κονγκ και της Κίνας.

Τα μέλη του Μηχανισμού Ταχείας Ανταπόκρισης της G7 (G7 RM)—δηλαδή ο Καναδάς, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία, η Ιαπωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ευρωπαϊκή Ένωση—καθώς και συνδεδεμένα κράτη όπως η Αυστραλία, η Ολλανδία, η Νέα Ζηλανδία και η Σουηδία, εξέδωσαν στις 8 Αυγούστου κοινή ανακοίνωση, στην οποία σημειώνεται: «Αυτή η ενέργεια στοχεύει ανθρώπους που ασκούν το δικαίωμά τους στην ελεύθερη έκφραση».

Ο G7 RM ιδρύθηκε το 2018 για την αναγνώριση και την αντιμετώπιση ξένων απειλών κατά της δημοκρατίας, όπως εχθρικές ενέργειες κρατών που στοχεύουν σε δημοκρατικά θεσμικά όργανα ή διαδικασίες, σύμφωνα με το Υπουργείο Εξωτερικών του Καναδά.

Οι ενέργειες της αστυνομίας του Χονγκ Κονγκ στρέφονται κυρίως κατά φιλοδημοκρατικών ακτιβιστών που ζουν στις χώρες του G7 RM, και στη σχετική ανακοίνωση υπογραμμίζεται: «Αυτή η μορφή διακρατικής καταστολής υπονομεύει την εθνική ασφάλεια, την κρατική κυριαρχία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ασφάλεια των κοινοτήτων».

Παράλληλα, οι χώρες του G7 RM δεσμεύονται: «Να ενισχύσουν τις προσπάθειές τους για την υπεράσπιση της κυριαρχίας, τη διατήρηση της ασφάλειας των κοινοτήτων και την προστασία των ατόμων από κυβερνητικές παρεμβάσεις που αποσκοπούν στη φίμωση, τον εκφοβισμό, την παρενόχληση, τη βλάβη ή τον εξαναγκασμό εντός των συνόρων μας».

Η G7 κάλεσε τους πολίτες να αναφέρουν κάθε ύποπτη δραστηριότητα και περιστατικά εκφοβισμού ή παρενόχλησης στις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, επισημαίνοντας πως οι χώρες του G7 RM, μαζί με άλλους διεθνείς εταίρους, παραμένουν ενωμένες απέναντι σε τέτοιες επιθετικές ενέργειες.

Επιπλέον, τον Ιούνιο, στη διάρκεια της συνόδου κορυφής στον Καναδά, οι χώρες της G7 εξέδωσαν κοινή ανακοίνωση, εκφράζοντας ανησυχία για τις διακρατικές καταστολές, τονίζοντας: «Εμείς, οι ηγέτες της G7, είμαστε βαθιά ανήσυχοι από τη ραγδαία αύξηση αναφορών για διακρατική καταστολή. Η διακρατική καταστολή αποτελεί μία επιθετική μορφή ξένης παρέμβασης, κατά την οποία κράτη ή οι εκτελεστικοί τους πράκτορες επιχειρούν να εκφοβίσουν, να παρενοχλήσουν, να βλάψουν ή να εξαναγκάσουν άτομα ή κοινότητες εκτός της επικράτειάς τους».

 Υπουργοί καταδικάζουν την ανακοίνωση της αστυνομίας του Χονγκ Κονγκ

Η κοινή ανακοίνωση της 8ης Αυγούστου ακολούθησε προηγούμενη δήλωση της υπουργού Εξωτερικών Ανίτα Ανάντ και του υπουργού Δημόσιας Ασφάλειας Γκάρι Αντανασανγκίρι, οι οποίοι καταδίκασαν την απόφαση της αστυνομίας του Χονγκ Κονγκ ως προσπάθεια εφαρμογής διακρατικής καταστολής στο εξωτερικό.

Αναφερόμενοι στην επικήρυξη και τα εντάλματα για 19 φιλοδημοκρατικούς ακτιβιστές—ανάμεσα στους οποίους και άτομα που διαμένουν στον Καναδά—τόνισαν: «Ο Καναδάς στέκεται αλληλέγγυος προς τους διεθνείς εταίρους των οποίων πολίτες ή κάτοικοι στοχεύθηκαν από την απόφαση των αρχών του Χονγκ Κονγκ».

Οι υπουργοί επανέλαβαν το αίτημα για: «Την κατάργηση του συγκεκριμένου νόμου, ο οποίος παραβιάζει τις διεθνείς υποχρεώσεις του Χονγκ Κονγκ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, και την απόσυρση όλων των σχετικών ενταλμάτων και επάθλων».

Μεταξύ των στοχοποιημένων είναι ο Καναδός Βίκτορ Χο, για τη σύλληψη του οποίου εκκρεμεί επικήρυξη 1 εκατ. δολαρίων Χονγκ Κονγκ, βάσει εντάλματος που εκδόθηκε τον Δεκέμβριο του 2024.

Άλλα τρία άτομα, ανάμεσά τους ο ακτιβιστής Κουνγκ Κόι από το Βανκούβερ, περιλαμβάνονται επίσης στη λίστα.

Με την συμβολή του The Canadian Press

Βαθαίνει η κρίση στην κινεζική αγορά ακινήτων: Πτώση σε πωλήσεις, κέρδη και τιμές

Η κρίση που πλήττει την αγορά ακινήτων στην Κίνα επιδεινώνεται, καθώς καταγράφονται σημαντικές μειώσεις σε πωλήσεις, επενδύσεις και κερδοφορία. Τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν στις 31 Ιουλίου από την China Index Academy δείχνουν ότι οι συνολικές πωλήσεις των 100 κορυφαίων κατασκευαστών της χώρας ανήλθαν σε 2,07 τρισ. γουάν (περίπου 285 δισ. δολάρια) στο επτάμηνο του 2025, σημειώνοντας πτώση 13,3% σε ετήσια βάση. Ο ρυθμός πτώσης μάλιστα έχει επιταχυνθεί σε σύγκριση με το πρώτο εξάμηνο, διευρυνόμενος κατά 1,5 ποσοστιαία μονάδα. Μόνο τον Ιούλιο, οι πωλήσεις υποχώρησαν κατά 18,2% σε σχέση με τον ίδιο μήνα του 2024.

Σύμφωνα με το ερευνητικό ινστιτούτο E-house China, 41 από τις 65 εισηγμένες κατασκευαστικές εταιρείες στην εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά (A-shares) αναμένουν ζημίες για το πρώτο εξάμηνο του έτους.

Ενδεικτική είναι η περίπτωση της Vanke, που θεωρούνταν στο παρελθόν βαρόμετρο για τον κλάδο. Η εταιρεία προβλέπει ζημιές μεταξύ 10 και 12 δισ. γουάν (1,39–1,67 δισ. δολάρια), μεγαλύτερες ακόμη και από τις απώλειες των 9,85 δισ. γουάν (1,37 δισ. δολάρια) που κατέγραψε την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι. Κατά κρατικά μέσα ενημέρωσης, πρόκειται για τη μεγαλύτερη ζημία στον κλάδο.

Πίεση δέχονται και άλλες μεγάλες εταιρείες, όπως η China Fortune Land Development και η Gemdale Group, οι οποίες εκτιμούν ζημίες 5,5–7,5 δισ. γουάν (765 εκατ. – 1 δισ. δολάρια) και 3,4–4,2 δισ. γουάν (474–585 εκατ. δολάρια) αντίστοιχα.

Η κατάσταση της Vanke θεωρείται ιδιαιτέρως κρίσιμη, παρά τις ανακατατάξεις στη διοίκησή της μετά το κινεζικό νέο έτος και τη μετατόπιση του μοντέλου διοίκησης από επαγγελματικά στελέχη σε άμεσο έλεγχο από κρατικές επιχειρήσεις. Παρότι η εταιρεία έλαβε χρηματοδοτική στήριξη άνω των 21 δισ. γουάν (2,93 δισ. δολάρια) από τη Shenzhen Metro και άλλους κρατικούς επενδυτές, οι συμβασιοποιημένες πωλήσεις της κατέρρευσαν σχεδόν κατά 50% στο πρώτο εξάμηνο του 2025 – από 127,3 δισ. γουάν (17,75 δισ. δολάρια) σε 69,1 δισ. γουάν (9,63 δισ. δολάρια). Η ρευστότητά της παραμένει εξαιρετικά περιορισμένη.

Την ίδια στιγμή, αυξάνονται οι αμφιβολίες στην κινεζική κοινωνία για την αξιοπιστία των επίσημων στοιχείων. Πολλοί χρήστες του διαδικτύου και άτομα από τον χώρο των κτηματομεσιτικών εκφράζουν ανοιχτά δυσπιστία, υποστηρίζοντας ότι τα κρατικά στατιστικά εξυπηρετούν πολιτικές σκοπιμότητες και δεν αντανακλούν την πραγματική κατάσταση στην αγορά.

Ενδεικτικά, σύμφωνα με την China Index Academy, η μέση τιμή πώλησης νεόδμητων κατοικιών από τους κορυφαίους 100 κατασκευαστές αυξήθηκε κατά 2,6% τον Ιούλιο σε ετήσια βάση. Ωστόσο, οι τιμές στις μεταχειρισμένες κατοικίες μειώθηκαν κατά 7,3%. Σε κινεζικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σχολιαστές επεσήμαναν ότι η αυξανόμενη απόκλιση μεταξύ των δύο κατηγοριών υποδηλώνει στρεβλώσεις στα στοιχεία. Υποστηρίζουν ότι οι πραγματικές τιμές συναλλαγών στη δευτερογενή αγορά είναι σημαντικά χαμηλότερες από τις επίσημες και παρέχουν πιο ακριβή εικόνα για τη ζήτηση και τη δυνατότητα αγοράς κατοικίας από τα νοικοκυριά.

Αν ευσταθούν οι αναφορές για μεγαλύτερες από τις επίσημες μειώσεις τιμών, η πτώση των πωλήσεων κατά 13,3% δείχνει ότι ακόμη και η μείωση του κόστους δεν αρκεί για να τονώσει το αγοραστικό ενδιαφέρον.

Καθίζηση καταγράφεται και στις επενδύσεις. Η Στατιστική Υπηρεσία της Κίνας ανακοίνωσε ότι το πρώτο εξάμηνο του 2025 οι επενδύσεις στην αγορά ακινήτων ανήλθαν σε 4,66 τρισ. γουάν (περίπου 649 δισ. δολάρια), μειωμένες κατά 11,2% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024. Οι επενδύσεις σε οικιστικά ακίνητα – το μεγαλύτερο ποσοστό του συνόλου – έπεσαν κατά 10,4%, φτάνοντας τα 3,57 τρισ. γουάν (497 δισ. δολάρια). Για σύγκριση, το 2023 οι συνολικές επενδύσεις στον κλάδο είχαν ανέλθει στα 11 τρισ. γουάν (1,53 τρισ. δολάρια).

Σε όλους τους βασικούς δείκτες – κερδοφορία εταιρειών, τιμές κατοικιών (νέων και παλαιών), πωλήσεις και επενδύσεις – ο κλάδος φαίνεται να βιώνει γενικευμένη ύφεση, σε πλήρη αντίθεση με την εικόνα σταθεροποίησης που προβάλλουν τα κρατικά μέσα.

Πτώση τιμών και απώλεια εμπιστοσύνης

Σε ηχητικό απόσπασμα πρόσφατης συνέντευξής του που κυκλοφόρησε ευρέως, ο οικονομολόγος Σιανγκ Σονγκζούο (Xiang Songzuo) ανέφερε ότι η προηγούμενη «άνθηση» της αγοράς ακινήτων τροφοδοτήθηκε κυρίως από τη ζήτηση τελικών χρηστών και τις επενδυτικές προσδοκίες. Ωστόσο, καθώς οι επενδυτές έχουν πλέον υποστεί μεγάλες ζημίες – με πολλά ακίνητα να αξίζουν λιγότερο από την τιμή αγοράς τους – η επενδυτική δραστηριότητα έχει σχεδόν εκλείψει. Η ζήτηση των τελικών χρηστών, όπως είπε, δεν επαρκεί για να στηρίξει τις τιμές.

Εκτίμησε επίσης ότι η υποχώρηση των τιμών κατοικιών είναι αναπόφευκτη και ότι «όλοι θα κληθούν να πληρώσουν το τίμημα». Σημείωσε ότι όταν ένα σπίτι χάνει την αξία του, όταν οι αποδόσεις των μετοχών είναι αναιμικές και οι μισθοί δεν αυξάνονται, η καταναλωτική διάθεση επηρεάζεται αρνητικά.

Αντίστοιχη άποψη διατύπωσε και ο Τζανγκ Σιαοτζίνγκ (Zhang Xiaojing), διευθυντής του Institute of Finance at the Chinese Academy of Social Sciences (Ινστιτούτου Χρηματοοικονομικών του Κινεζικού Κέντρου Κοινωνικών Επιστημών), σε πρόσφατη συνέντευξή του σε κινεζικά μέσα ενημέρωσης. Επισήμανε ότι τα νοικοκυριά της εργατικής τάξης, για τα οποία η κατοικία συχνά αντιπροσωπεύει το 60% έως 70% της συνολικής περιουσίας τους, πλήττονται ιδιαίτερα από την πτώση της αξίας των ακινήτων, σε αντίθεση με τα πιο εύπορα στρώματα που παραμένουν λιγότερο εκτεθειμένα. Για τα χαμηλότερα εισοδήματα, υπογράμμισε, η πτώση των τιμών συνιστά άμεση και απτή μείωση του οικογενειακού πλούτου.

Της Olivia Li

Με τη συμβολή του Fang Xiao

Μαζικά τεστ για τον ιό ‘τσικουνγκούνια’ στην Κίνα προκαλούν φόβους για νέα απαγόρευση κυκλοφορίας

Η εξάπλωση του ιού τσικουνγκούνια (chikungunya) στην επαρχία Γκουανγκντόνγκ της Κίνας έχει προκαλέσει ανησυχία τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και διεθνώς, καθώς οι αρχές εφαρμόζουν μέτρα που θυμίζουν εκείνα της πανδημίας COVID-19.

Σύμφωνα με τα κρατικά μέσα ενημέρωσης της Κίνας, έως τις 31 Ιουλίου είχαν επιβεβαιωθεί επίσημα πάνω από 6.000 κρούσματα στην πόλη Φοσάν, με το πρώτο να εντοπίζεται στις 8 Ιουλίου. Μόνο την 1η Αυγούστου, οι τοπικές αρχές ανέφεραν 333 νέα κρούσματα.

Ο ιός τσικουνγκούνια μεταδίδεται κυρίως μέσω των κουνουπιών και τα συμπτώματά του μοιάζουν με εκείνα του δάγκειου πυρετού, περιλαμβάνοντας πυρετό, έντονους πόνους στις αρθρώσεις, μυαλγίες, πονοκέφαλο, κόπωση και εξανθήματα. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη αντιική θεραπεία, και ενώ ο θάνατος είναι σπάνιος, δεν αποκλείεται κιόλας, κυρίως σε ευάλωτες ομάδες.

Το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων της επαρχίας Γκουανγκντόνγκ ανακοίνωσε ότι επιβεβαιωμένα περιστατικά έχουν καταγραφεί σε περισσότερες από δέκα πόλεις της επαρχίας. Στις 31 Ιουλίου, η Εθνική Επιτροπή Υγείας της Κίνας εξέδωσε επείγουσα οδηγία για τη διάγνωση και θεραπεία της νόσου, τονίζοντας ότι δεν υπάρχει διαθέσιμο εμβόλιο και ότι απαιτούνται μέτρα καραντίνας για ύποπτα και επιβεβαιωμένα κρούσματα.

Στη Φοσάν, όπου καταγράφεται η μεγαλύτερη έξαρση, τέθηκε σε εφαρμογή Επίπεδο III κατάστασης έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία από τις 29 Ιουλίου. Στην κινεζική κλίμακα, το Επίπεδο Ι αντιστοιχεί σε «εξαιρετικά σοβαρή» κατάσταση και το Επίπεδο IV σε «γενική».

Κάτοικοι της περιοχής δήλωσαν σε τοπικά μέσα ότι έλαβαν επίσημη ειδοποίηση για μαζικά τεστ PCR διάρκειας τριών ημερών (29–31 Ιουλίου), ενώ αντίστοιχη ανακοίνωση έγινε και από την επιτροπή κατοίκων στο χωριό Σαμπιάν, στην κωμόπολη Λετσόνγκ της Φοσάν.

Σε βίντεο που κυκλοφόρησαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, φαίνονται πολίτες να σχηματίζουν ουρές για τεστ, ενώ συνεργεία απολύμανσης ψεκάζουν περιοχές για την καταπολέμηση των κουνουπιών.

Επέκταση πέρα από την επαρχία Γκουανγκντόνγκ

Οι τοπικές υγειονομικές αρχές ανέφεραν ότι ο ιός είχε ήδη εξαπλωθεί στο Μακάο και στο Πεκίνο. Στην πόλη Φουζού της επαρχίας Φουτζιάν, στις 29 Ιουλίου, αναρτήθηκε ανακοίνωση που ζητούσε από όσους επέστρεφαν από τη Φοσάν να παρακολουθούν την υγεία τους για 14 ημέρες.

Το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC) εξέδωσε ταξιδιωτική οδηγία επιπέδου 2 την 1η Αυγούστου, καλώντας όσους σχεδιάζουν να ταξιδέψουν στην Κίνα να «λάβουν αυξημένες προφυλάξεις» λόγω της έξαρσης του ιού στη Φοσάν.

Υπάλληλος του Εθνικού Ιδρύματος Υγείας της Βραζιλίας πραγματοποιεί απολύμανση κατά του κουνουπιού Aedes aegypti, φορέα του δάγκειου πυρετού, του πυρετού τσικουνγκούνια και του ιού ζίκα. Γκάμα, Βραζιλία, 17 Φεβρουαρίου 2016. (Evaristo Sa/AFP/Getty Images)

 

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) εξέφρασε επίσης ανησυχίες, επισημαίνοντας ότι παρατηρούνται πρώιμα σημάδια που θυμίζουν την επιδημία του τσικουνγκούνια πριν από δύο δεκαετίες, όταν ο ιός ξεκίνησε από την Κένυα και εξαπλώθηκε στον Ινδικό Ωκεανό, τη Νότια και Νοτιοανατολική Ασία, καθώς και σε τροπικές περιοχές της Ευρώπης και της Αμερικής, προσβάλλοντας πάνω από 5 εκατομμύρια ανθρώπους.

Η γιατρός Ντιάνα Ρόχας Άλβαρεζ από τον ΠΟΥ δήλωσε ότι απαιτούνται άμεσα μέτρα πρόληψης ώστε να αποφευχθεί επανάληψη του φαινομένου, επισημαίνοντας πως δεν υπάρχει ειδική θεραπεία και πως είναι κρίσιμο οι πολίτες να προστατεύονται από τα κουνούπια.

Εκτιμήσεις ειδικών

Ο λοιμωξιολόγος Τσενγκ Γιουάν-γιου από την Ταϊβάν ανέφερε στην εφημερίδα The Epoch Times ότι σε περιοχές με υψηλό πληθυσμό του κουνουπιού Aedes aegypti, ένας και μόνο φορέας του ιού μπορεί να οδηγήσει σε μόλυνση άνω των 2.400 ατόμων μέσα σε έναν μήνα. Τόνισε επίσης πως, εάν η επιδημία επιδεινωθεί, είναι πιθανό να εκδοθούν περαιτέρω ταξιδιωτικές προειδοποιήσεις, αλλά όχι απαγορεύσεις, καθώς η νόσος έχει χαμηλή θνησιμότητα και σπάνιες σοβαρές επιπλοκές.

Ο Σον Λιν, καθηγητής βιοϊατρικών επιστημών στο Feitian College και πρώην μικροβιολόγος του αμερικανικού στρατού, εξέφρασε παρόμοια άποψη, λέγοντας ότι δεν κρίνεται απαραίτητη η επιβολή καραντίνας, καθώς ο ιός δεν μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο, αλλά μέσω κουνουπιών. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο αποτελεσματικότερος τρόπος ελέγχου είναι η εξάλειψη των κουνουπιών και η διατήρηση καλών συνθηκών υγιεινής.

Όπως επεσήμανε, η πρόσφατη έξαρση πιθανώς συνδέεται με μεταβολές στον πληθυσμό των κουνουπιών και την ικανότητά τους να μεταφέρουν τον ιό, ενώ προσέθεσε ότι οι κινεζικές Αρχές δεν έχουν ακόμα εκδώσει έγκαιρη ερευνητική ανάλυση για την κατάσταση.

Αναφερόμενος στα μαζικά τεστ, ο Λιν υποστήριξε πως δεν είναι στην πραγματικότητα δωρεάν, καθώς σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος, η καραντίνα συνοδεύεται από επιπλέον έξοδα. Όπως είπε, το βάρος αυτό το επωμίζονται εμμέσως οι πολίτες, ενώ οι φαρμακευτικές εταιρείες επωφελούνται. Εξέφρασε επίσης αμφιβολίες για την αξία των μαζικών τεστ, σημειώνοντας ότι, ελλείψει αποτελεσματικής θεραπείας, δεν υπάρχει πρακτικό όφελος από τη διάγνωση.

Ανησυχία για πιθανή απαγόρευση κυκλοφορίας

Πολλοί πολίτες στην Κίνα δημοσίευσαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εμπειρίες που τους θυμίζουν τα μέτρα κατά της επιδημίας Covid-19. Κάτοικος της Φοσάν υποστήριξε σε βίντεο ότι του απαγορεύτηκε η έξοδος από νοσοκομείο μετά από αιμοληψία. Άλλος δήλωσε ότι τέθηκε σε υποχρεωτική καραντίνα υπό 24ωρη επιτήρηση επί τέσσερις ημέρες, ενώ σε βίντεο διακρίνονται φρουροί ασφαλείας στο κέντρο καραντίνας.

Άνθρωποι κάνουν ουρά για να υποβληθούν σε τεστ Covid-19 σε ένα κέντρο PCR. Σαγκάη, 21 Σεπτεμβρίου 2022. (Aly Song/Reuters)

 

Σχόλια για «ουρές στα τεστ» θύμισαν σε πολλούς την περίοδο της πανδημίας, ενώ πολίτες αναρωτήθηκαν αν επίκειται γενική απαγόρευση κυκλοφορίας και γιατί ζητείται ξανά η χρήση μάσκας σε καθημερινή βάση.

Στις 29 Ιουλίου, οι κινεζικές Αρχές πραγματοποίησαν τηλεδιάσκεψη για τον συντονισμό των μέτρων κατά της εξάπλωσης του τσικουνγκούνια. Στο πλαίσιο αυτό περιλαμβάνεται εκστρατεία εξολόθρευσης των κουνουπιών. Βίντεο που κυκλοφόρησε έδειξε παρουσία ένοπλων αστυνομικών στους ψεκασμούς, γεγονός που προκάλεσε σχόλια πολιτών περί «υπερβολικής σοβαρότητας» της κατάστασης.

Με τη συμβολή των Tang Bing και Luo Ya και πληροφορίες από το Reuters

Κύμα λουκέτων στη μεταποιητική βάση της Κίνας καθώς υποχωρεί περαιτέρω ο δείκτης PMI

Σε τροχιά συρρίκνωσης παρέμεινε και τον Ιούλιο ο μεταποιητικός τομέας στην Κίνα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το Γραφείο Στατιστικής της χώρας στις 31 Ιουλίου, ενώ παράλληλα καταγράφεται αυξανόμενος αριθμός εργοστασίων που αναστέλλουν τη λειτουργία τους ή κλείνουν οριστικά, ιδίως στην ευρύτερη περιοχή του Δέλτα του Ποταμού των Μαργαριταριών.

Ο δείκτης PMI (Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών) για τη μεταποίηση υποχώρησε στις 49,3 μονάδες τον Ιούλιο, από 49,7 τον Ιούνιο — επίδοση χαμηλότερη και από τις προβλέψεις, που τον τοποθετούσαν στο 49,7. Τιμές κάτω του 50 υποδηλώνουν συρρίκνωση του τομέα. Ταυτόχρονα, οι νέες παραγγελίες έπεσαν στις 49,4 από 50,2, ενώ ο υποδείκτης νέων παραγγελιών εξαγωγών διαμορφώθηκε στις 47,1 από 47,7.

Πτωτική ήταν η τάση και στον μη μεταποιητικό τομέα (κατασκευές και υπηρεσίες), με τον αντίστοιχο δείκτη να υποχωρεί στο 50,1 από 50,5.

Ανεξάρτητος οικονομολόγος με έδρα τις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Ντέιβυ Τζ. Γουόνγκ, δήλωσε στην εφημερίδα The  Epoch Times ότι τα δεδομένα αποτυπώνουν μια συστημική εξασθένιση της κινεζικής μεταποίησης, επισημαίνοντας ότι η πτώση σε δείκτες όπως οι νέες παραγγελίες εξαγωγών μαρτυρά επιφυλακτικότητα και απαισιοδοξία στον επιχειρηματικό κόσμο. Ο ίδιος εκτίμησε ότι δεν πρόκειται για ένα απλό κυκλικό φαινόμενο, αλλά για πρόβλημα που αγγίζει το ευρύτερο αναπτυξιακό μοντέλο της κινεζικής οικονομίας.

Παρά τη συμφωνία ΗΠΑ–Κίνας για τη μείωση των δασμών στα κινεζικά προϊόντα (από 150% σε 40–50%), οι εμπορικές εντάσεις και η εσωτερική αβεβαιότητα στην Κίνα συνεχίζουν να αποθαρρύνουν τις ξένες παραγγελίες, δυσχεραίνοντας περαιτέρω τη θέση των βιομηχανικών επιχειρήσεων.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Yee Fung Sports Technology, παλιάς εταιρείας με επενδύσεις από το Χονγκ Κονγκ και έδρα στην πόλη Τανγκσιά του Ντονγκουάν. Εργαζόμενος της εταιρείας ανέφερε στην Epoch Times ότι η παραγωγή σταμάτησε πλήρως μετά από εσωτερική ανακοίνωση στις 14 Ιουλίου, και όλοι οι εργαζόμενοι, πλην λίγων που διαχειρίζονται τις διαδικασίες παύσης, απολύθηκαν. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, τα μηχανήματα είχαν ήδη μεταφερθεί και τα κλιματιστικά είχαν αφαιρεθεί.

Η Yee Fung Group, με έτος ίδρυσης το 1977, κατασκεύαζε αθλητικά κράνη και σόλες παπουτσιών. Πηγή με γνώση των εσωτερικών της εταιρείας απέδωσε το λουκέτο στην κατακόρυφη πτώση των παραγγελιών.

Σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας, σειρά επιχειρήσεων με ξένα κεφάλαια ή ιδιωτών έχουν κλείσει από την αρχή του Ιουλίου, μεταξύ των οποίων η καναδικών συμφερόντων Tianhong Technology, που ανακοίνωσε διάλυση την 1η Ιουλίου.

Στις 22 Ιουλίου, η Wuzhu Electronic Technology Co., κορυφαία εταιρεία ημιαγωγών με ετήσιο κύκλο εργασιών 1,5 δισ. γουάν (περίπου 180 εκατ. ευρώ) και περίπου 6.000 εργαζόμενους, κατέθεσε αίτηση για πτώχευση και εκκαθάριση.

Εργάτες κατασκευάζουν πλαστικά καλούπια για παιχνίδια σε ένα εργοστάσιο στο Ντονγκουάν της επαρχίας Γκουανγκντόνγκ. Κίνα, στις 4 Σεπτεμβρίου 2007. (Feng Li/Getty Images)

 

Η οικονομική διευθύντρια επιχείρησης με το επώνυμο Τσεν φέρεται να δήλωσε στην Epoch Times ότι ακόμη και εργοστάσια στις επαρχίες Τζιανγκσού και Τζετζιάνγκ βρίσκονται σε δεινή θέση. Όπως είπε, «δεν είναι ότι δεν θέλουν να συνεχίσουν, αλλά δεν μπορούν· δεν υπάρχει ρευστότητα, τα προϊόντα δεν πουλάνε και οι πελάτες του εξωτερικού δεν σπεύδουν πλέον να κάνουν παραγγελίες».

Η τάση δεν περιορίζεται στο Ντονγκουάν. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, στο διάστημα Ιανουαρίου–Μαΐου 2025, μόνο στην Γκουανγκζού (πρωτεύουσα της επαρχίας Γκουανγκντόνγκ), διαγράφηκαν 72.769 επιχειρήσεις, δηλαδή 482 ημερησίως κατά μέσο όρο.

Η έξαρση των λουκέτων εντείνει την ανεργία σε μία από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές περιοχές της Κίνας.

Ο Σουν Κούο-σιάνγκ, καθηγητής διεθνών σχέσεων και επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο Nanhua της Ταϊβάν, υποστήριξε ότι οι μειωμένοι δασμοί δεν έχουν αποφέρει τη σταθεροποίηση που αναμενόταν, καθώς το πλήγμα στις εξαγωγές και στη μεταποίηση παραμένει θεμελιώδες.

Ο Γουόνγκ, από την πλευρά του, εκτίμησε ότι η εκεχειρία στον εμπορικό πόλεμο μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου συνιστά περισσότερο μια «τεχνική ανάπαυλα» στο πλαίσιο πολιτικών παζαριών, παρά ουσιαστική βελτίωση. Κατά τον ίδιο, τα τρέχοντα λουκέτα δεν οφείλονται σε νέα συναλλαγματικά σοκ, αλλά σε συνδυασμό της εσωτερικής ανισορροπίας της Κίνας με τις απαιτήσεις της διεθνούς αγοράς και στη συνεχιζόμενη μείωση ξένων παραγγελιών.

Με τη συμβολή των Luo Ya και Shen Yue

Ο Καναδάς ανανεώνει πρόγραμμα υποτροφιών με την Κίνα που απαιτεί πίστη στο Κομμουνιστικό Κόμμα

Η κυβέρνηση του Καναδά ανανέωσε τη χρηματοδότηση διμερούς προγράμματος υποτροφιών ανταλλαγής με την Κίνα, το οποίο προϋποθέτει από τους Κινέζους υποψηφίους να δηλώνουν αφοσίωση στο Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) και προσήλωση στο «σοσιαλιστικό σύστημα» της χώρας.

Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών του Καναδά, Ντέηβιντ Μόρρισον, υπέγραψε στις 30 Ιουλίου συμφωνία με τον Κινέζο ομόλογό του, Μα Τζαοσού, για την ανανέωση του Προγράμματος Ανταλλαγής Υποτρόφων Καναδά-Κίνας. Μέσω του προγράμματος, η Οττάβα χρηματοδοτεί Κινέζους επισκέπτες ερευνητές για παραμονή σε καναδικά πανεπιστήμια διάρκειας 4 έως 12 μηνών.

Τις υποτροφίες διαχειρίζονται από κοινού το Συμβούλιο Υποτροφιών της Κίνας και η καναδική πρεσβεία στο Πεκίνο. Όπως είχε αποκαλύψει η εφημερίδα The Epoch Times το προηγούμενο έτος, στην επίσημη ιστοσελίδα του κινεζικού Εθνικού Ταμείου Σπουδών στο Εξωτερικό, ως πρώτη προϋπόθεση για συμμετοχή αναφέρεται η υποστήριξη στην ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Οι υποψήφιοι, κατά την περιγραφή της σχετικής προϋπόθεσης, καλούνται να «υποστηρίζουν την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας και το σοσιαλιστικό σύστημα με κινεζικά χαρακτηριστικά, να αγαπούν την πατρίδα, να διαθέτουν καλή ηθική, να συμμορφώνονται με τον νόμο και να έχουν αίσθημα ευθύνης απέναντι στη χώρα, την κοινωνία και τον λαό, καθώς και ορθή κοσμοθεωρία, αντίληψη ζωής και αξίες».

Άλλες προϋποθέσεις περιλαμβάνουν την κινεζική υπηκοότητα, τη σωματική και ψυχική υγεία, τη γνώση ξένων γλωσσών και ηλικία κάτω των 50 ετών.

Το διμερές πρόγραμμα προβλέπει επίσης υποτροφίες που χρηματοδοτεί η Κίνα για Καναδούς υποψηφίους, ώστε να σπουδάσουν ή να διεξάγουν έρευνα σε κινεζικά πανεπιστήμια. Η προϋπόθεση πίστης στο Κόμμα αναφέρεται και στην προκήρυξη του προγράμματος για το ακαδημαϊκό έτος 2024-2025.

Μετά τα σχετικά δημοσιεύματα, ο βουλευτής του Συντηρητικού Κόμματος και εκπρόσωπος για θέματα εξωτερικής πολιτικής Μάικλ Τσονγκ χαρακτήρισε την απαίτηση «απαράδεκτη», κατηγορώντας την καναδική κυβέρνηση ότι χρηματοδοτεί με χρήματα των φορολογουμένων πρόγραμμα που απαιτεί υποστήριξη της ιδεολογίας του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Παρόμοιες επιφυλάξεις εξέφρασε και ο συντηρητικός βουλευτής Μάικλ Κούπερ, ο οποίος έκανε λόγο για «σκανδαλώδη» προϋπόθεση και υποστήριξε πως η καναδική κυβέρνηση οφείλει να σταματήσει τη χρηματοδότηση του προγράμματος.

H Epoch Times απευθύνθηκε στο υπουργείο Εξωτερικών για σχόλιο, αλλά δεν έλαβε απάντηση μέχρι τη δημοσίευση του άρθρου.

Το πρόγραμμα περιγράφεται ως το μακροβιότερο διμερές εκπαιδευτικό πρόγραμμα του Καναδά. Ιδρύθηκε το 1973 στο πλαίσιο συμφωνίας μεταξύ του τότε πρωθυπουργού Πιερ Έλλιοτ Τρυντώ και του Κινέζου ομολόγου του, Τζόου Ενλάι, με στόχο την προώθηση της «αμοιβαίας κατανόησης, της ακαδημαϊκής συνεργασίας και της πολιτισμικής ανταλλαγής», σύμφωνα με την επίσημη περιγραφή του.

Για τους Κινέζους υποψηφίους, το πρόγραμμα απευθύνεται σε ακαδημαϊκό προσωπικό, μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς απόφοιτους, αλλά και επαγγελματίες σε ανώτερες θέσεις στον δημόσιο τομέα – όπως δικαστές, δημοσιογράφους και οικονομολόγους – με έμφαση στις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες και στις Καναδικές Σπουδές.

Η καναδική πλευρά καλύπτει τα έξοδα διαβίωσης και ασφάλισης των Κινέζων συμμετεχόντων, ενώ το κινεζικό Εθνικό Ταμείο καταβάλλει τα έξοδα μετακίνησης.

Αντίστοιχα, για τους Καναδούς υποψηφίους, το πρόγραμμα αφορά φοιτητές, ερευνητικό και διδακτικό προσωπικό, καθώς και μεσαίας βαθμίδας επαγγελματίες, για σπουδές, έρευνα ή εκμάθηση της κινεζικής γλώσσας. Το Πεκίνο καλύπτει τα έξοδα διαμονής και ασφάλισης, ενώ το καναδικό υπουργείο αναλαμβάνει τα έξοδα μετακίνησης.

Κατά την ανακοίνωση της ανανέωσης του προγράμματος, ο Ντέηβιντ Μόρρισον ανήρτησε στο Χ στις 31 Ιουλίου ότι χάρηκε που υποδέχθηκε τον Κινέζο ομόλογό του στην Οττάβα, υπογραμμίζοντας πως «ο τακτικός και ανοιχτός διάλογος σε όλα τα επίπεδα είναι θεμελιώδης για τις διπλωματικές σχέσεις». Το υπουργείο Εξωτερικών σημείωσε ότι η επίσκεψη αποτέλεσε ευκαιρία για να συζητηθούν προκλήσεις και να προωθηθεί εποικοδομητικός διάλογος γύρω από τα συμφέροντα του Καναδά.

Προβληματισμοί

Η πρώην πρόεδρος της καναδικής οργάνωσης Canada-Hong Kong Link και υπέρμαχος της δημοκρατίας, Γκλόρια Φανγκ, εξέφρασε την άποψη ότι το πρόγραμμα ανταλλαγής έρχεται σε αντίθεση με τις δημοκρατικές αξίες του Καναδά και ενισχύει την επιρροή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας.

Όπως υποστήριξε, το πρόγραμμα δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα του Καναδά, αλλά διευκολύνει το ΚΚΚ να στέλνει πράκτορές του στον ακαδημαϊκό και επιχειρηματικό κόσμο του Καναδά, ενώ παράλληλα προσφέρει ευκαιρίες προπαγάνδας προς Καναδούς φοιτητές που μεταβαίνουν στην Κίνα. Συμπλήρωσε ότι οι Καναδοί φορολογούμενοι δεν θα έπρεπε να επιδοτούν φοιτητές από απολυταρχικά καθεστώτα, τονίζοντας ότι τέτοια προγράμματα ανταλλαγών θα έπρεπε να περιορίζονται μεταξύ «δημοκρατιών που έχουν παρόμοια ιδεολογία».

Υπενθυμίζεται ότι ο Καναδάς έχει στο παρελθόν εκφράσει ανησυχίες για τους κινδύνους εθνικής ασφάλειας που απορρέουν από επιστημονικές συνεργασίες με κινεζικούς φορείς που συνδέονται με τις στρατιωτικές και κρατικές υπηρεσίες ασφαλείας του Πεκίνου. Το 2023, η Οττάβα διέκοψε τη χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων στα οποία εμπλέκονταν ερευνητές συνδεδεμένοι με πανεπιστήμια ή ιδρύματα κρατικής ασφαλείας κρατών που θεωρούνται απειλή για την εθνική ασφάλεια.

Η απόφαση αυτή ακολούθησε αναφορές για συνεργασίες Καναδών επιστημόνων από περίπου 50 πανεπιστήμια με κορυφαία στρατιωτικά ιδρύματα της Κίνας σε τομείς όπως η κβαντική κρυπτογραφία, η φωτονική και η διαστημική τεχνολογία.

Ο δικηγόρος ανθρωπίνων δικαιωμάτων Ντέηβιντ Μάτας είχε δηλώσει σε παλαιότερη συνέντευξή του στην Epoch Times ότι η απαίτηση υποστήριξης της ηγεσίας του Κόμματος συνεπάγεται έμμεση υποστήριξη της εξωτερικής του δραστηριότητας. Όπως επεσήμανε, όποιος δηλώνει υποστήριξη στην κομμουνιστική ηγεσία σημαίνει ότι είναι πρόθυμος να συμμορφωθεί με τις εντολές της. Σε περίπτωση που του ζητηθεί να κατασκοπεύσει και αρνηθεί, δεν θεωρείται πλέον υποστηρικτής, σημείωσε.

Υπενθύμισε, τέλος, ότι η Κίνα διαθέτει νομοθεσία περί εθνικής κατασκοπείας, η οποία υποχρεώνει όλους τους πολίτες και οργανισμούς να συνεργάζονται με το κράτος για λόγους συλλογής πληροφοριών, εφόσον τους ζητηθεί.

Της Carolina Avendano

Το FBI εγκαινιάζει νέο γραφείο στη Νέα Ζηλανδία: Εστίαση στις απειλές της Κίνας

Το Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών (FBI) άνοιξε νέο γραφείο στο Ουέλινγκτον της Νέας Ζηλανδίας, ενισχύοντας την παρουσία του στον Ειρηνικό για την αντιμετώπιση αυξανόμενων απειλών για την ασφάλεια, όπως το κυβερνοέγκλημα, η κατασκοπεία και η επιρροή του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ).

Ο διευθυντής του FBI, Κας Πατέλ, ο οποίος πραγματοποίησε διακριτική επίσκεψη στο Ουέλινγκτον, δήλωσε σε βίντεο που δόθηκε στη δημοσιότητα από την Πρεσβεία των ΗΠΑ: «Η αντιμετώπιση του ΚΚΚ στην περιοχή του Ειρηνικού αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα παγκόσμια ζητήματα για τις δύο χώρες».

Η επίσκεψή του δεν είχε ανακοινωθεί εκ των προτέρων, ενώ οι υπουργοί της Νέας Ζηλανδίας κράτησαν μυστικές τις συναντήσεις τους με τον επικεφαλής του FBI μέχρι την αναχώρησή του.

Δημοσιογράφοι εντόπισαν το αεροπλάνο του στο αεροδρόμιο και στη συνέχεια παρατήρησαν πράκτορες του FBI στον έβδομο όροφο του κυβερνητικού κτιρίου Beehive.

Ο Πατέλ δεν εμφανίστηκε δημόσια ούτε έκανε δηλώσεις στα ΜΜΕ, ωστόσο η Πρεσβεία των ΗΠΑ έδωσε στη δημοσιότητα βίντεο με δηλώσεις του, όπου υπογράμμισε: «Η διεύρυνση του γραφείου του Ουέλινγκτον αποτελεί ένδειξη της ισχύος και της εξέλιξης της συνεργασίας μας, καθώς συνεχίζουμε να εργαζόμαστε από κοινού για την προώθηση των κοινών στόχων ασφαλείας στην περιοχή».

Αν και από το 2017 υπηρετούν πράκτορες του FBI στο Ουέλινγκτον υπό την εποπτεία του γραφείου της Καμπέρας, το νέο γραφείο αναλαμβάνει πλέον περιφερειακή ευθύνη για την Ανταρκτική, τη Σαμόα, το Νιούε, τα Νησιά Κουκ και την Τόνγκα.

Επίσημη ανακοίνωση της Πρεσβείας των ΗΠΑ επιβεβαίωσε τη σύσταση ειδικού γραφείου συνδέσμου δίωξης στη Νέα Ζηλανδία, αναφέροντας: «…το αναβαθμισμένο γραφείο θα συνεργάζεται με την τοπική αστυνομία μέσω κοινών ερευνών, ανταλλαγής πληροφοριών και δράσεων ενίσχυσης δυνατοτήτων, εστιάζοντας σε απειλές όπως η τρομοκρατία, το κυβερνοέγκλημα, η απάτη, το οργανωμένο έγκλημα, το ξέπλυμα χρήματος, η εκμετάλλευση ανηλίκων και απειλές ξένων υπηρεσιών πληροφοριών».

Πέρα από την αυξανόμενη επιρροή του ΚΚΚ στην περιοχή, στην ομιλία του ο Πατέλ ανέδειξε ιδιαίτερα ως προβλήματα τα ναρκωτικά και το κυβερνοέγκλημα. Τόνισε ακόμη τη σημασία της συμμαχίας «Five Eyes», που περιλαμβάνει τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τον Καναδά, τη Νέα Ζηλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο, χαρακτηρίζοντας τα μέλη της:

«Οι σημαντικότεροι εταίροι μας. Τους χρειαζόμαστε όλους, εδώ στη Νέα Ζηλανδία και στην ευρύτερη περιοχή, να μπουν στη μάχη και να θέσουν την αποστολή πάνω από όλα».

Το FBI επιβεβαίωσε αργότερα ότι ο Πατέλ συναντήθηκε με ανώτατους Νεοζηλανδούς αξιωματούχους, όπως την υπουργό Εσωτερικής Ασφάλειας και υπεύθυνη των υπηρεσιών πληροφοριών, Τζούντιθ Κόλινς, τον υπουργό Δημόσιας Τάξης Μαρκ Μίτσελ, τον υπουργό Εξωτερικών Ουίνστον Πίτερς, τον αρχηγό της αστυνομίας Ρίτσαρντ Τσέιμπερς, τον γενικό διευθυντή της Υπηρεσίας Ασφαλείας Άντριου Χάμπτον και τον γενικό διευθυντή του GCSB (Κυβερνητική Υπηρεσία Επικοινωνιών) Άντριου Κλαρκ.

Ο Τσέιμπερς δήλωσε: «Είμαστε ιδιαίτερα τυχεροί που έχουμε τον διευθυντή στη Νέα Ζηλανδία τόσο νωρίς στη θητεία του, σ’ ένα τόσο προβεβλημένο και επιδραστικό αξίωμα. Μέλη του προσωπικού μου που έχουν συμμετάσχει σε εκπαιδευτικά προγράμματα του FBI όλα αυτά τα χρόνια θα συναντηθούν μαζί του και μαζί μου για να αναγνωρίσουμε τη συμβολή τους στην αστυνόμευση της Νέας Ζηλανδίας».

Η Κόλινς ανέφερε πως με τον Πατέλ αντάλλαξαν απόψεις για το διεθνές οργανωμένο έγκλημα, την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, την κυβερνοασφάλεια και την κατασκοπεία. Μιλώντας αργότερα στη Βουλή, η Κόλινς τόνισε ότι δεν ανέμενε αντίδραση από την Κίνα: «Αυτή είναι η χώρα μας, το κυριαρχικό μας δικαίωμα να πράξουμε όπως θεωρούμε σωστό. Το ζήτημα είναι απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης και εμείς είμαστε ευχαριστημένοι να τη στηρίξουμε. Εξυπηρετεί τα συμφέροντά μας».

Ωστόσο, η κινεζική πρεσβεία στο Ουέλινγκτον καταδίκασε τις δηλώσεις του Πατέλ, χαρακτηρίζοντάς τες ατεκμηρίωτες και απόδειξη ψυχροπολεμικής νοοτροπίας.

Η Νέα Ζηλανδία, η οποία στηρίζει μεγάλο μέρος των εξαγωγών της στην Κίνα, επιχείρησε αμέσως μετά να αποστασιοποιηθεί από τη ρητορική του Πατέλ για το σκοπό του νέου γραφείου.

Ο Πίτερς σημείωσε πως το θέμα της Κίνας δεν συζητήθηκε στη δική του συνάντηση με τον Πατέλ, ενώ η Κόλινς συμπλήρωσε: «Είναι στην κρίση του Πατέλ να τοποθετείται όπως εκείνος επιθυμεί. Εμείς γνωρίζουμε ότι έχουμε διεθνείς εγκληματίες. Δεν πρόκειται να στοχοποιήσουμε κάποια συγκεκριμένη χώρα».

Τουλάχιστον 31 νεκροί σε οίκο ευγηρίας στο Πεκίνο – Δεκάδες τα θύματα από πλημμύρες στη βόρεια Κίνα

Τουλάχιστον 60 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους τις τελευταίες ημέρες εξαιτίας των καταστροφικών πλημμυρών που πλήττουν τη βόρεια Κίνα, σύμφωνα με όσα ανακοίνωσαν οι αρχές την Πέμπτη. Πάνω από τους μισούς νεκρούς καταγράφηκαν σε οίκο ευγηρίας στο Πεκίνο.

Η φυσική καταστροφή εντάσσεται στο πλαίσιο ενός ευρύτερου κύματος έντονων βροχοπτώσεων που έχουν προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στην πρωτεύουσα και σε γειτονικές επαρχίες. Η έκταση της καταστροφής οδήγησε ακόμη και σε μια σπάνια δημόσια ανάληψη ευθύνης από Κινέζους αξιωματούχους.

Σύμφωνα με τις δημοτικές αρχές του Πεκίνου, συνολικά 44 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από τις πλημμύρες στην πόλη, εκ των οποίων οι 31 στον Οίκο Ευγηρίας της πόλης Τάισιτουν, στην περιφέρεια Μιγιούν.

Παραμένει ασαφές αν ο αριθμός των θυμάτων αποδίδει πλήρως την πραγματική έκταση της τραγωδίας, καθώς το κινεζικό καθεστώς είναι γνωστό για την απόκρυψη ή αλλοίωση πληροφοριών σε παρόμοιες περιπτώσεις.

Μια γυναίκα περπατάει σε μια περιοχή που έχει πληγεί από τις πλημμύρες στα περίχωρα του Πεκίνου, στις 30 Ιουλίου 2025. (Pedro Pardo/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο επικεφαλής του Κομμουνιστικού Κόμματος στην περιφέρεια Μιγιούν, Γιου Γουεϊγουό, δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου στις 31 Ιουλίου ότι στο συγκεκριμένο γηροκομείο βρίσκονταν 77 άτομα συνολικά –ανάμεσά τους οκτώ εργαζόμενοι και 69 ηλικιωμένοι τρόφιμοι– και ότι οι 55 από αυτούς έπασχαν από κάποια μορφή αναπηρίας.

Ο ίδιος ανέφερε ότι η μονάδα είχε παραμείνει χωρίς επαρκή προστασία παρά τις σχετικές προειδοποιήσεις, ενώ χαρακτήρισε λανθασμένη την απόφαση να μην διαταχθεί εγκαίρως η εκκένωση. Σύμφωνα με τον ίδιο, η περιοχή του κέντρου της πόλης, όπου βρίσκεται ο οίκος ευγηρίας, είχε χαρακτηριστεί ως «ασφαλής» και δεν είχε συμπεριληφθεί στο σχέδιο έκτακτης ανάγκης.

Ο αντιδήμαρχος Πεκίνου, Σια Λινμάο, παραδέχθηκε επίσης ελλείψεις στην επίσημη αντίδραση, δηλώνοντας ότι το περιστατικό ανέδειξε «κενά στο σχέδιο αντιμετώπισης εκτάκτων καταστάσεων» και ανεπαρκή κατανόηση των ακραίων καιρικών φαινομένων από τις αρχές.

Διεθνή μέσα ενημέρωσης επεσήμαναν ότι τέτοιου είδους δημόσιες αναφορές σε κυβερνητικές ευθύνες είναι εξαιρετικά σπάνιες στην Κίνα, γεγονός που καθιστά τη συγκεκριμένη συνέντευξη Τύπου αξιοσημείωτη.

Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της 31ης Ιουλίου, οι πλημμύρες επηρέασαν περισσότερους από 300.000 ανθρώπους στο Πεκίνο, κατέστρεψαν 24.000 κατοικίες και προκάλεσαν σοβαρές ζημιές σε υποδομές σε 312 χωριά στις βόρειες ορεινές περιοχές της πρωτεύουσας.

Σημαντικές απώλειες καταγράφηκαν και εκτός Πεκίνου, με την πόλη Τσενγκντέ της επαρχίας Χεμπέι –στα βορειοανατολικά σύνορα της πρωτεύουσας– να μετρά τουλάχιστον οκτώ νεκρούς και 18 αγνοούμενους, όπως γνωστοποίησαν οι τοπικές αρχές.

Του James Xu

Με πληροφορίες από το Reuters