Τρίτη, 22 Ιούλ, 2025

Η εμπιστοσύνη των ευρωπαϊκών εταιρειών προς την Κίνα πέφτει σε ιστορικό χαμηλό

Η εμπιστοσύνη των ευρωπαϊκών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Κίνα έχει μειωθεί σε ιστορικό χαμηλό, σύμφωνα με ετήσια έρευνα, με τους ερωτηθέντες να επικαλούνται την οικονομική ύφεση της Κίνας και τις αυξανόμενες γεωπολιτικές εντάσεις.

Στην Έρευνα Επιχειρηματικής Εμπιστοσύνης του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Κίνα για το 2025, που δημοσιεύθηκε στις 28 Μαΐου, το 73% των 503 ερωτηθέντων μελών του Επιμελητηρίου δήλωσε ότι είναι πιο δύσκολο να κάνει κανείς επιχειρήσεις στην Κίνα. Η έρευνα διεξήχθη τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο, δηλαδή πριν από την κλιμάκωση του δασμολογικού πολέμου, που έγινε τον Απρίλιο.

Μόνο το 5% των εταιρειών της ΕΕ πίστευε ότι η κατάσταση είχε βελτιωθεί, ποσοστό που είναι το χαμηλότερο από την πρώτη διεξαγωγή της έρευνας το 2011.

29% των ερωτηθέντων ήταν αισιόδοξοι για τις προοπτικές ανάπτυξής τους στην Κίνα τα επόμενα δύο χρόνια, ενώ μόνο το 12% των ερωτηθέντων είναι αισιόδοξοι για μελλοντική κερδοφορία στην Κίνα τα επόμενα δύο χρόνια, μειωμένο κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες από πέρυσι. Και οι δύο αριθμοί είναι ιστορικά χαμηλά.

Εν τω μεταξύ, το 49% των ερωτηθέντων εξέφρασε απαισιοδοξία για τη μελλοντική κερδοφορία στην Κίνα τα επόμενα δύο χρόνια.

Επιπλέον, το 60% των εταιρειών που συμμετείχαν στην έρευνα εξέφρασε απαισιοδοξία για τη μελλοντική ανταγωνιστική πίεση, υποδεικνύοντας ότι η κινεζική αγορά δεν είναι πια τόσο ελκυστική για τις επιχειρήσεις που χρηματοδοτούνται από το εξωτερικό.

«Η αβεβαιότητα που προκύπτει από την κλιμάκωση των εμπορικών και γεωπολιτικών εντάσεων, οι ανησυχίες για την εγχώρια οικονομία της Κίνας και ο επίμονος αποπληθωρισμός των τιμών παραγωγού βαραίνουν τόσο τις ευρωπαϊκές όσο και τις κινεζικές εταιρείες», δήλωσε ο Γενς Έσκελουντ, πρόεδρος του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Κίνα, σχετικά με τα αποτελέσματα της έρευνας.

Το 63% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι έχασαν επιχειρηματικές ευκαιρίες στην Κίνα πέρυσι λόγω περιορισμών πρόσβασης στην αγορά και κανονιστικών φραγμών.

Μεταξύ των εταιρειών που συμμετείχαν στην έρευνα, το 44% πίστευε ότι ήταν δύσκολο να επιτευχθεί δίκαιος ανταγωνισμός μεταξύ ξένων και ντόπιων εταιρειών, γεγονός που υποδηλώνει ότι η θεσμική ανισότητα εξακολουθεί να είναι σοβαρή στην Κίνα.

Η έκθεση περιγράφει την κινεζική αγορά ως «μία οικονομία, δύο συστήματα». Συγκεκριμένα, σε τομείς όπως η τεχνολογία πληροφοριών, τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα και η νομική, οι ξένες εταιρείες περιορίζονται εδώ και καιρό από τις απαιτήσεις τοπικής προσαρμογής και τις αβεβαιότητες συμμόρφωσης. Επιπλέον, τα μέλη του Εμπορικού Επιμελητηρίου της ΕΕ εκφράζουν γενικά ανησυχίες ότι οι πολιτικές δημοσίων συμβάσεων της Κίνας έχουν προσανατολισμό στην αγορά εγχώριων προϊόντων, συμπιέζοντας περαιτέρω τον λειτουργικό χώρο των ξένων εταιρειών, σύμφωνα με την έκθεση της έρευνας.

«Το βασικό μας μήνυμα προς τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής είναι ότι η απόκλιση μεταξύ της αύξησης της προσφοράς και της ζήτησης διαβρώνει τόσο τα κέρδη όσο και την επιχειρηματική εμπιστοσύνη. Η επίτευξη καλύτερης ισορροπίας όχι μόνο θα ωφελήσει τις εταιρείες και θα ξανακάνει την Κίνα ελκυστικό επενδυτικό προορισμό, αλλά μπορεί επίσης να οδηγήσει σε μείωση των εμπορικών εντάσεων», δήλωσε ο Έσκελουντ.

Ο οικονομολόγος με έδρα τις ΗΠΑ, Ντέηβυ Τ. Γουόνγκ, δήλωσε στην εφημερίδα The Epoch Times ότι η έρευνα του Εμπορικού Επιμελητηρίου της ΕΕ αποκαλύπτει «μια βαθιά μείωση της επιχειρηματικής εμπιστοσύνης των ευρωπαϊκών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Κίνα, η οποία πρόκειται ουσιαστικά για μια κατάρρευση της συστημικής εμπιστοσύνης», η οποία οφείλεται κυρίως στην «αυξανόμενη έλλειψη προβλεψιμότητας του κανονιστικού και πολιτικού περιβάλλοντος της Κίνας», καθώς οι ευρωπαϊκές εταιρείες δεν γνωρίζουν «αν οι σημερινοί κανόνες θα εξακολουθούν να ισχύουν αύριο».

Εκτός από την αυξανόμενη κανονιστική αδιαφάνεια του κινεζικού καθεστώτος, ο Γουόνγκ είπε ότι «η αυξανόμενη πολιτική ευθυγράμμιση με αυταρχικά καθεστώτα όπως η Ρωσία, το Ιράν και η Βόρεια Κορέα» και οι «απειλές για την πνευματική ιδιοκτησία και την ηγεσία στην ενεργειακή μετάβαση» έχουν επίσης συμβάλει στη μείωση της εμπιστοσύνης των εταιρειών της ΕΕ στην ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας στην Κίνα.

Ο Φρανκ Σιε, καθηγητής επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας Aiken, δήλωσε στην Epoch Times, στις 28 Μαΐου, ότι «οι ξένες εταιρείες χάνουν την εμπιστοσύνη τους επειδή η κινεζική οικονομία χειροτερεύει».

Σημείωσε ότι, σε αντίθεση με τις αμερικανικές εταιρείες που παράγουν αγαθά στην Κίνα, τα οποία στέλνουν στις Ηνωμένες Πολιτείες, «πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες έρχονται να παράγουν και να πωλούν αγαθά στην Κίνα».

«Έτσι, η Ευρώπη εξαρτάται κάπως από την Κίνα ως χώρα παραγωγής αλλά και ως αγορά εξαγωγών», είπε ο Σιε.

Εργαζόμενοι σε γραμμή συναρμολόγησης, για την ολοκλήρωση της κατασκευής ηλεκτρικών οχημάτων, στο εργοστάσιο SAIC Volkswagen MEB, στη Σαγκάη. Κίνα, 8 Νοεμβρίου 2019. (Aly Song/Reuters)

 

Είπε ότι «η ζήτηση στην κινεζική αγορά μειώνεται και η κινεζική οικονομία παρακμάζει, και δεν είναι πλέον τόσο εύκολο για τις ευρωπαϊκές εταιρείες να βγάλουν χρήματα στην Κίνα, επομένως έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους.»

«Σιωπηλή αποσύνδεση»

Υπήρξαν περισσότερες εταιρείες της ΕΕ που έχουν ήδη αποσύρει τις υπάρχουσες επενδύσεις ή έχουν αποφασίσει να αποσυρθούν, φτάνοντας το 17% και 16% αντίστοιχα, που είναι 4 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερες από πέρυσι, σύμφωνα με την έρευνα.

Ωστόσο, η έρευνα διαπίστωσε επίσης ότι το 26% των ερωτηθέντων ανέφεραν περαιτέρω μεταφορά των αλυσίδων εφοδιασμού τους στην Κίνα, η οποία αντιπροσωπεύει αύξηση 5% σε ετήσια βάση.

Ο Γουόνγκ είπε ότι αυτή η κίνηση του 26% των ερωτηθέντων εταιρειών «δεν πρέπει να ερμηνεύεται λανθασμένα ως ψήφος ανανεωμένης εμπιστοσύνης».

«Μάλλον αντικατοπτρίζει μια τακτική αναπροσαρμογής», ​​είπε.

Είπε ότι «η επανατοποθέτηση στην Κίνα προσφέρει βραχυπρόθεσμα πλεονεκτήματα κόστους και αποδοτικότητας, τα οποία λειτουργούν ως σύστημα προστασίας για την παγκόσμια αστάθεια». Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, πρόσθεσε, «σηματοδοτεί μια ενοποίηση πριν από την έξοδο — μια επανατοποθέτηση, όχι επανεπένδυση».

Όπως επισημαίνει, η έρευνα δείχνει ότι «ο πραγματικός μετασχηματισμός που βρίσκεται σε εξέλιξη είναι μια σιωπηλή αποσύνδεση».

«Οι εταιρείες δεν ‘φεύγουν εντελώς από την Κίνα’, αλλά υιοθετούν μια πολυεπίπεδη αρχιτεκτονική: την Κίνα για τα έσοδα, τη Νοτιοανατολική Ασία για τη μεταποίηση και την Ευρώπη για την πνευματική ιδιοκτησία και τη γεωπολιτική απομόνωση.»

Ιράν: Έχουμε στα χέρια μας κάποια στοιχεία της πρότασης των ΗΠΑ για τη νέα πυρηνική συμφωνία

Ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν, Αμπάς Αραγτσί, γνωστοποίησε ότι έχει λάβει κάποια από τα πρώτα στοιχεία της πρότασης των Ηνωμένων Πολιτειών για μια νέα συμφωνία με στόχο τον περιορισμό των πυρηνικών φιλοδοξιών της χώρας του.

Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα X, στις 31 Μαΐου, ο Αραγτσί ανέφερε ότι ο υπουργός Εξωτερικών του Ομάν, Μπαντρ αλ-Μπουσαΐντί, ο οποίος έχει διαδραματίσει ρόλο μεσολαβητή στις πρόσφατες συνομιλίες ΗΠΑ-Ιράν, πραγματοποίησε σύντομη επίσκεψη στην Τεχεράνη, κατά την οποία μετέφερε τα διαθέσιμα στοιχεία της αμερικανικής πρότασης.

Ο Ιρανός αξιωματούχος δεν αποκάλυψε συγκεκριμένες λεπτομέρειες του σχεδίου, επισημαίνοντας ωστόσο ότι η Τεχεράνη θα απαντήσει «κατάλληλα, με βάση τις αρχές, τα εθνικά συμφέροντα και τα δικαιώματα του ιρανικού λαού».

Το Σάββατο, η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Κάρολαϊν Λέβιτ, επιβεβαίωσε ότι ο ειδικός απεσταλμένος του προέδρου των ΗΠΑ, Στηβ Γουίτκοφ, είχε μεταφέρει «μια λεπτομερή και αποδεκτή πρόταση στο ιρανικό καθεστώς», τονίζοντας πως η αποδοχή της «είναι προς το συμφέρον τους».

Η ιρανική ηγεσία επαναλαμβάνει ότι δεν επιδιώκει την κατασκευή πυρηνικών όπλων, αν και εξακολουθεί να εμπλουτίζει ουράνιο σε υψηλά επίπεδα καθαρότητας.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, υποστηρίζει ότι το Ιράν δεν μπορεί να αποκτήσει πυρηνικά όπλα και ζητά σίγουρες εγγυήσεις για την αποτροπή ενός τέτοιου ενδεχομένου. Ωστόσο, φέρεται να υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ των δύο πλευρών ως προς το κατά πόσο το Ιράν μπορεί να συνεχίσει τον εμπλουτισμό ουρανίου.

Η πυρηνική συμφωνία του 2015, από την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες αποχώρησαν το 2018, επί της πρώτης προεδρίας Τραμπ, περιόριζε τον εμπλουτισμό ουρανίου στο 3,67%, επαρκές επίπεδο για την παραγωγή ενέργειας. Ένα από τα βασικά σημεία της κριτικής του Τραμπ ήταν ότι η εν λόγω συμφωνία καθυστερούσε μεν δεν απέτρεπε δε την πιθανότητα το Ιράν να φτάσει στον εμπλουτισμό της τάξης του 90%, που απαιτείται για στρατιωτική χρήση.

Έκτοτε, το Ιράν έχει αυξήσει σταδιακά τα επίπεδα εμπλουτισμού. Τον Φεβρουάριο, η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας (International Atomic Energy Agency – ΙΑΕΑ) εκτίμησε ότι η χώρα είχε συγκεντρώσει περίπου 274,8 κιλά ουρανίου εμπλουτισμένου στο 60%.

Στη δήλωσή της, η Λέβιτ επανέλαβε τη θέση Τραμπ ότι το Ιράν δεν πρέπει να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, χωρίς όμως να δώσει περαιτέρω πληροφορίες για την τελευταία πρόταση που έχει αποσταλεί στην Τεχεράνη.

Ο Αραγτσί ηγείται της ιρανικής αντιπροσωπείας στις συνομιλίες με τις ΗΠΑ, οι οποίες ξεκίνησαν στις 12 Απριλίου. Αντίστοιχα, ο Γουίτκοφ ηγείται της αμερικανικής αποστολής. Τρεις από τους πέντε μέχρι στιγμής γύρους διαπραγματεύσεων έχουν πραγματοποιηθεί στο Ομάν και δύο στην Ιταλία.

Η αμερικανική πρόταση διατυπώθηκε πριν από την αναμενόμενη ανακοίνωση ενός έκτου γύρου συνομιλιών, για τον οποίο δεν έχει ακόμη οριστεί ημερομηνία ή τοποθεσία.

Μετά τον τελευταίο γύρο συνομιλιών, που διεξήχθη στη Ρώμη στις 23 Μαΐου, ο Αραγτσί είχε δηλώσει ότι οι δύο πλευρές είχαν καταλήξει σε «καλύτερη και σαφέστερη κατανόηση των εκατέρωθεν θέσεων» και ότι «οι προτάσεις και οι ιδέες που κατατέθηκαν έχουν μεταφερθεί στις αντίστοιχες πρωτεύουσες για περαιτέρω εξέταση».

Με πληροφορίες από το Reuters

Η Ουκρανία εξαπολύει επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη σε αεροπορικές βάσεις στο εσωτερικό της Ρωσίας

Η Ουκρανία εξαπέλυσε μαζική επίθεση με μη επανδρωμένα αεροσκάφη την 1η Ιουνίου, χτυπώντας πολλές ρωσικές αεροπορικές βάσεις, σύμφωνα με το ρωσικό υπουργείο Άμυνας. Ήταν η πρώτη επίθεση της Ουκρανίας σε απόσταση μεγαλύτερη των 4.000 χιλιομέτρων από τις πρώτες γραμμές.

Την 1η Ιουνίου, η Ρωσία εξαπέλυσε επίσης τη μεγαλύτερη, από την εισβολή του Φεβρουαρίου του 2022, επίθεση με μη επανδρωμένα αεροσκάφη στην Ουκρανία, στέλνοντας 472 drone σε ουκρανικό έδαφος, σύμφωνα με την ουκρανική πολεμική αεροπορία. Ο Γιούρι Ιγκνάτ, επικεφαλής επικοινωνιών της πολεμικής αεροπορίας, δήλωσε ότι οι ρωσικές δυνάμεις έστειλαν επίσης επτά πυραύλους μαζί με το σμήνος μη επανδρωμένων αεροσκαφών.

Οι επιθέσεις σκότωσαν τουλάχιστον 12 Ουκρανούς στρατιώτες, σύμφωνα με επιστολή παραίτησης του Μιχαήλ Ντραπάτι, πρώην διοικητή των επίγειων δυνάμεων των Ενόπλων Δυνάμεων της Ουκρανίας.

Τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη της Ουκρανίας έπληξαν αεροδρόμια στις περιοχές Μούρμανσκ, Ιρκούτσκ, Ιβάνοβο, Ριαζάν και Αμούρ, επιβεβαίωσε το ρωσικό υπουργείο Άμυνας στο Telegram.

«Στις περιοχές Μούρμανσκ και Ιρκούτσκ, ως αποτέλεσμα της εκτόξευσης μη επανδρωμένων αεροσκαφών FPV από την περιοχή που βρίσκεται σε άμεση γειτνίαση με τα αεροδρόμια, αρκετές μονάδες αεροσκαφών έπιασαν φωτιά», ανέφερε το υπουργείο σε ανακοίνωσή του.

Η Ουκρανική Υπηρεσία Ασφαλείας, SBU, επιβεβαίωσε ότι είχε χτυπήσει τα ρωσικά αεροδρόμια.

«7 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ. Αυτό είναι το εκτιμώμενο κόστος της στρατηγικής αεροπορίας του εχθρού, η οποία χτυπήθηκε σήμερα ως αποτέλεσμα της ειδικής επιχείρησης της SBU», έγραψε η SBU σε μια ανάρτηση στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X. «Το 34 [τοις εκατό] των στρατηγικών αεροπλανοφόρων κρουζ στα κύρια αεροδρόμια της Ρωσικής Ομοσπονδίας χτυπήθηκαν.»

Νωρίτερα την ίδια μέρα, δύο γέφυρες σε διαφορετικές ρωσικές περιοχές που συνορεύουν με την Ουκρανία ανατινάχθηκαν, σκοτώνοντας τουλάχιστον επτά άτομα και τραυματίζοντας 69, δήλωσαν Ρώσοι αξιωματούχοι.

Η σειρά επιθέσεων έλαβε χώρα μόλις μία ημέρα πριν η κυβέρνηση των ΗΠΑ μεσολαβήσει ώστε και οι δύο πλευρές να συναντηθούν για διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου, ο οποίος έχει σκοτώσει και τραυματίσει τουλάχιστον 1,2 εκατομμύρια ανθρώπους.

Το βράδυ της 31ης Μαΐου, περίπου στις 22:50 τοπική ώρα, μια γέφυρα αυτοκινητοδρόμου στην περιοχή Μπριάνσκ χτυπήθηκε την ώρα που ένα τρένο με 388 επιβάτες και προορισμό τη Μόσχα περνούσε από κάτω, σύμφωνα με Ρώσους ερευνητές.

Ειδικοί των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης συγκεντρώνονται κοντά σε ένα από τα κατεστραμμένα βαγόνια του επιβατηγού τρένου που εκτροχιάστηκε, μετά την κατάρρευση οδικής γέφυρας πάνω από τις σιδηροδρομικές γραμμές, στην περιοχή Μπριάνσκ. Ρωσία, 1η Ιουνίου 2025. (Stringer/Reuters)

 

Οι ερευνητές δήλωσαν ότι μόλις τέσσερις ώρες αργότερα, μια σιδηροδρομική γέφυρα πάνω από έναν αυτοκινητόδρομο χτυπήθηκε στην περιοχή Κουρσκ. Η έκρηξη προκάλεσε κομμάτια ενός εμπορικού τρένου να κατακλύσουν τον δρόμο από κάτω.

Τα περιστατικά συνδέθηκαν και επιβεβαιώθηκαν ως δύο εκρήξεις γεφυρών, σύμφωνα με την Ερευνητική Επιτροπή της Ρωσίας, η οποία διερευνά σοβαρά εγκλήματα.

Εικόνες και βίντεο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δείχνουν επιβάτες να προσπαθούν να βγουν από κατεστραμμένα βαγόνια στο σκοτάδι στην περιοχή Μπριάνσκ. Τμήματα του συντετριμμένου επιβατηγού τρένου ήταν ορατά κάτω από μια κατεστραμμένη οδική γέφυρα με κατεστραμμένα βαγόνια σκορπισμένα γύρω από τις σιδηροδρομικές γραμμές.

Ο Αλεξάντερ Μπογκομάζ, κυβερνήτης της περιοχής, δήλωσε στη ρωσική τηλεόραση: «Η γέφυρα ανατινάχθηκε ενώ το τρένο Κλίμοβο-Μόσχα περνούσε με 388 επιβάτες».

Από την εισβολή της Ρωσίας το 2022, οι περιοχές της που συνορεύουν με την Ουκρανία έχουν δεχθεί συχνά επιθέσεις από την Ουκρανία, με κάθε πλευρά να κατηγορεί την άλλη ότι στοχεύει αμάχους. Και οι δύο πλευρές αρνούνται αυτούς τους ισχυρισμούς.

Η Ουκρανία δεν σχολίασε άμεσα τα περιστατικά.

Η στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών της Ουκρανίας επιβεβαίωσε, την 1η Ιουνίου, ότι μια έκρηξη εκτροχίασε ένα ρωσικό στρατιωτικό τρένο που μετέφερε βυτιοφόρα καυσίμων και φορτίο κοντά στον οικισμό Γιακιμίβκα, σε ρωσικό ελεγχόμενο τμήμα της περιοχής Ζαπορίζια της Ουκρανίας. Ωστόσο, η υπηρεσία δεν ανέλαβε την ευθύνη για την έκρηξη ούτε κατηγόρησε κανέναν.

Στο παρελθόν, η Ουκρανία είχε αναλάβει την ευθύνη για επιθέσεις σε εσωτερικά ρωσικά εδάφη.

Οι Ρώσοι πολιτικοί κατηγόρησαν αμέσως την Ουκρανία για τις επιθέσεις, υπονοώντας ότι είχαν ως στόχο να εμποδίσουν τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις.

«Αυτό είναι σίγουρα έργο των ουκρανικών ειδικών υπηρεσιών», δήλωσε ο Αντρέι Καρταπόλοφ, πρόεδρος της Επιτροπής Άμυνας της Κάτω Βουλής του Ρωσικού Κοινοβουλίου, στο κανάλι SHOT Telegram.

«Όλα αυτά στοχεύουν στη σκλήρυνση της θέσης της Ρωσικής Ομοσπονδίας και στην υποκίνηση της επιθετικότητας πριν από τις διαπραγματεύσεις. Και επίσης στον εκφοβισμό του λαού. Αλλά δεν θα πετύχουν.»

Το Κρεμλίνο δήλωσε ότι η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφαλείας και το υπουργείο Εκτάκτων Αναγκών ενημέρωσαν τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν για τις εκρήξεις στη γέφυρα κατά τη διάρκεια της νύχτας. Ο Πούτιν επικοινώνησε επίσης με τον Μπογκομάζ.

Οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας ενθαρρύνθηκαν από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος απείλησε να αποχωρήσει εάν δεν πραγματοποιηθούν.

Στις 28 Μαΐου, ο Τραμπ προειδοποίησε τον Πούτιν ότι είχε δύο εβδομάδες για να επιδείξει μια γνήσια δέσμευση για τον τερματισμό του πολέμου και απείλησε να επιβάλει πρόσθετες κυρώσεις στη Μόσχα. «Είμαι πολύ απογοητευμένος», είχε δηλώσει ο Τραμπ στις 28 Μαΐου.

Παρά τις εκκλήσεις για κατάπαυση του πυρός μεταξύ των δύο εθνών, ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας έχει κλιμακωθεί πρόσφατα, με τις δύο πλευρές να εξαπολύουν σμήνη drone και ρωσικά στρατεύματα να βαδίζουν σε κρίσιμα σημεία κοντά στο μέτωπο της ανατολικής Ουκρανίας.

Η Ουκρανία δεν είχε επιβεβαιώσει προηγουμένως εάν θα συμμετάσχει σε ειρηνευτικές συνομιλίες στην Τουρκία, υπονοώντας ότι θα πρέπει πρώτα να δει τις προτάσεις της Ρωσίας.

Ωστόσο, την 1η Ιουνίου, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι επιβεβαίωσε ότι ο υπουργός Άμυνας Ρουστέμ Ούμεροφ θα μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη για τον δεύτερο γύρο ειρηνευτικών συνομιλιών με Ρώσους αξιωματούχους στις 2 Ιουνίου.

Αμερικανοί νομοθέτες έχουν προειδοποιήσει τη Ρωσία ότι θα μπορούσε να αντιμετωπίσει νέες κυρώσεις από τις ΗΠΑ εάν δεν προχωρήσει καλή τη πίστει.

Η γεωπολιτική αξία του 3+1 και το επόμενο βήμα

Το σχήμα συνεργασίας 3+1 μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ και Ηνωμένων Πολιτειών αποτελεί μια στρατηγική συμμαχία με στόχο την ενίσχυση της ασφάλειας, της ενεργειακής συνεργασίας και της περιφερειακής σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο. Πρόσφατα, εξετάζεται η ενδεχόμενη συμμετοχή της Ινδίας, γεγονός που θα μπορούσε να διευρύνει περαιτέρω το γεωπολιτικό αποτύπωμα της συμμαχίας.

Ιστορικό και εξέλιξη του σχήματος «3+1»

Η συνεργασία ξεκίνησε το 2016 ως τριμερής σύμπραξη μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ, με επίκεντρο την ενέργεια, τον τουρισμό και την ασφάλεια. Το 2019, οι Ηνωμένες Πολιτείες προστέθηκαν ως τέταρτος εταίρος δημιουργώντας το σχήμα 3+1, με στόχο την ενίσχυση της περιφερειακής συνεργασίας και την προώθηση της σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο. Η εταιρική αυτή σχέση 3+1 είχε υποστηριχθεί από την κυβέρνηση Μπάιντεν και τον υπουργό Εξωτερικών Μπλίνκεν.

Η μορφή 3+1 είχε αδρανήσει σε μεγάλο βαθμό τα τελευταία χρόνια, η δε αναβίωσή της θεωρείται μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας παράκαμψης της Τουρκίας στις περιφερειακές υποδομές και τις διπλωματικές ρυθμίσεις.

Οι υπουργοί Εξωτερικών της Ελλάδας, του Ισραήλ και της Κύπρου, Γιώργος Γεραπετρίτης, Γεδεών Σάαρ και Κωνσταντίνος Κόμπος τονίζουν την ετοιμότητά τους να συνεργαστούν στενότερα με την Ουάσιγκτον σε κρίσιμους τομείς όπως η ενεργειακή ασφάλεια, η καταπολέμηση της τρομοκρατίας, η καινοτομία, η ψηφιακή τεχνολογία, η πολιτική προστασία και η κυβερνοασφάλεια. Σε επιστολή τους που απηύθυναν στον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, ο οποίος έχει διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της στρατηγικής εμπλοκής των ΗΠΑ στην περιοχή, περιγράφουν την μορφή 3+1 ως πλατφόρμα για την προώθηση ενός «μοντέλου συνεργατικής ασφάλειας» και περιφερειακής συνδεσιμότητας, καθώς και την προσδοκία ότι αυτός ο μηχανισμός θα είναι καταλυτικός για τη σταθερότητα σε ολόκληρη την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Ασία.

Τι είπαν οι Αμερικανοί βουλευτές

Οι Αμερικανοί βουλευτές Νικόλ Μαλλιωτάκη και Μάικ Λόλερ μοιράστηκαν τις σκέψεις τους για τις σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ και τη σταθερότητα και ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο σε άρθρο γνώμης τους: « Η εταιρική σχέση ΗΠΑ-Ελλάδας παραμένει ακρογωνιαίος λίθος της σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο», «βασιζόμενοι στην ιστορική μας συμμαχία και τη συνεχιζόμενη στρατηγική μας συνεργασία, πρόσφατα εισαγάγαμε τον HR 2510 – τον αμερικανο-ελληνο-ισραηλινό νόμο του 2025 για την Αντιτρομοκρατία και τη Ναυτική Ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο – για να ενισχύσουμε το κρίσιμο πλαίσιο 3+1 μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ελλάδας, του Ισραήλ και της Κύπρου. Αυτό το νομοσχέδιο θεσπίζει εξειδικευμένα προγράμματα εκπαίδευσης, συμπεριλαμβανομένου του CERBERUS στο κέντρο CYCLOPS της Κύπρου και του TRIREME στον κόλπο της Σούδας , που έχουν σχεδιαστεί για να βελτιώσουν τη διαλειτουργικότητα και την ετοιμότητα μεταξύ των στρατιωτικών δυνάμεων των εθνών μας… Σε ένα ολοένα και πιο ασταθές γεωπολιτικό τοπίο, η στρατηγική συνεργασία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ελλάδας, ενισχυμένη από το ισχυρό πλαίσιο 3+1, είναι κρίσιμη για την αντιμετώπιση των σημερινών πιεστικών απειλών και την οικοδόμηση ενός σταθερού μέλλοντος. Η ψήφιση του HR 2510 καταδεικνύει την ακλόνητη δέσμευση της Αμερικής στη δημοκρατία, ενισχύει τις συλλογικές άμυνες έναντι της επιθετικότητας και διασφαλίζει διαρκή ασφάλεια και ευημερία στην Ανατολική Μεσόγειο. Προτρέπουμε τους συναδέλφους μας να υποστηρίξουν αυτήν τη ζωτικής σημασίας νομοθεσία όχι μόνο για να τιμήσουν μια ιστορική συμμαχία, αλλά και για να διαφυλάξουν τα αμοιβαία συμφέροντα και τις αξίες μας για τις επόμενες γενιές.»

Στρατηγικοί στόχοι και τομείς συνεργασίας

Η συνεργασία επικεντρώνεται σε:

Ενεργειακή συνεργασία, το μεγάλο ενεργειακό διασυνδετικό δίκτυο

Ένα από τα σημαντικότερα έργα της συνεργασίας είναι ο Great Sea Intercooler (πρώην EuroAsia Interconnector), ένα υποθαλάσσιο καλώδιο υψηλής τάσης που θα συνδέει τα ηλεκτρικά δίκτυα του Ισραήλ, της Κύπρου και της Ελλάδας μέσω της Κρήτης. Το έργο αυτό, με μήκος 1.208 χλμ και δυναμικότητα 2.000 MW, έχει ως στόχο την ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας με ανανεώσιμες πηγές ενάργειας και τη μείωση της εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, δήλωσαν κυβερνητικοί αξιωματούχοι.

Η Ελλάδα ολοκλήρωσε πρόσφατα ένα σημαντικό έργο υποθαλάσσιας καλωδιακής σύνδεσης, μεταξύ της ηπειρωτικής χώρας και της Κρήτης, ενισχύοντας την ενεργειακή της υποδομή και προετοιμάζοντας το έδαφος για περαιτέρω διασυνδέσεις με την Κύπρο και το Ισραήλ.

Η σύνδεση, αξίας 1 δισεκατομμυρίου ευρώ (1,14 δισεκατομμύρια δολάρια) και μήκους 330 χιλιομέτρων, τέθηκε σε λειτουργία το Σάββατο και αναμένεται να τεθεί σε πλήρη λειτουργία αυτό το καλοκαίρι, δήλωσε ο διαχειριστής του ελληνικού δικτύου.

«Η Κρήτη αναδεικνύεται σε κεντρικό πυλώνα για την ενεργειακή μετάβαση της χώρας», δήλωσε ο υπουργός ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου.

«Προχωράμε με την ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου δικτύου ηλεκτρικών διασυνδέσεων, ενισχύοντας τη χώρα μας ως στρατηγικό ενεργειακό κόμβο στην Ανατολική Μεσόγειο.»

Ασφάλεια και αντιτρομοκρατική συνεργασία

Το σχήμα 3+1 ενισχύει τη συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας, με έμφαση στην αντιτρομοκρατία και την ασφάλεια στη θάλασσα. Φέτος, οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπως προαναφέρθηκε, ενέκριναν το νομοσχέδιο HR 2510 για την Αντιτρομοκρατία και τη Συνεργασία για τη Ναυτική Ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο, που ενισχύει τη συνεργασία με την Ελλάδα, την Κύπρο και το Ισραήλ σε θέματα ασφάλειας και εκπαίδευσης.

Ενδεχόμενη συμμετοχή της Ινδίας

Η Ινδία έχει εκφράσει ενδιαφέρον για συμμετοχή στο σχήμα 3+1, με στόχο την ενίσχυση της ενεργειακής συνεργασίας και τη σύνδεση με την πρωτοβουλία IMEC (India-Middle East-Europe Economic Corridor ). Η συμμετοχή της Ινδίας θα μπορούσε να διευρύνει τη γεωπολιτική επιρροή της συμμαχίας και να ενισχύσει τις εμπορικές και ενεργειακές διασυνδέσεις μεταξύ Ασίας, Μέσης Ανατολής και Ευρώπης.

Πλεονεκτήματα για την Ελλάδα

Η συμμετοχή της Ελλάδας στο σχήμα 3+1 προσφέρει πολλαπλά οφέλη:

Ενεργειακή πύλη: Η Ελλάδα καθίσταται βασικός κόμβος για τη μεταφορά ενέργειας από την Ανατολική Μεσόγειο προς την Ευρώπη, ενισχύοντας την ενεργειακή ασφάλεια της περιοχής.

Αμυντική συνεργασία: H ενίσχυση της στρατιωτικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ συμβάλλει στην αναβάθμιση των αμυντικών δυνατοτήτων της Ελλάδας και στην ενίσχυση της αποτρεπτικής της ισχύος (αποτροπή αντιπάλου από το να επιχειρήσει εχθρική ενέργεια, επειδή το κόστος θα είναι μεγάλο όπως π.χ. παραβίαση κυριαρχικών δικαιωμάτων, επιθετική ενέργεια στο Αιγαίο ή στην Ανατολική Μεσόγειο).

Διπλωματική ενίσχυση: H ενεργή συμμετοχή σε ένα τέτοιο σχήμα ενισχύει τη διεθνή θέση της Ελλάδας και της επιτρέπει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις της Ανατολικής Μεσογείου.

 

Το Ιράν δηλώνει ότι έλαβε από το Ομάν στοιχεία αμερικανικής πρότασης για συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα

Ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί δήλωσε απόψε ότι ο ομόλογός του από το Ομάν παρουσίασε «στοιχεία» αμερικανικής πρότασης για συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα μεταξύ Τεχεράνης και Ουάσιγκτον κατά τη διάρκεια σύντομης επίσκεψής του σήμερα στην Τεχεράνη.

Ο υπουργός Εξωτερικών του Ομάν, Μπαντρ αλ Μπουσάιντι, «μετέβη σήμερα στην Τεχεράνη για να παρουσιάσει στοιχεία από αμερικανική πρόταση στην οποία (το Ιράν) θα απαντήσει με κατάλληλο τρόπο», δήλωσε ο Αραγτσί σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα X.

Ο Αραγτσί γράφει ότι η Τεχεράνη «θα απαντήσει στην πρόταση των ΗΠΑ σύμφωνα με τις αρχές, τα εθνικά συμφέροντα και τα δικαιώματα του λαού του Ιράν».

Η δήλωση του επικεφαλής της ιρανικής διπλωματίας έγινε πριν τον αναμενόμενο έκτο κύκλο συνομιλιών μεταξύ Ουάσιγκτον και Τεχεράνης, με τη διαμεσολάβηση του Ομάν, για την επίλυση μιας δεκαετούς διαμάχης σε σχέση με το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα.

Η ημερομηνία και ο τόπος των συνομιλιών δεν έχουν ανακοινωθεί ακόμη.

ΥΠΕΞ Σαουδικής Αραβίας: Θα βοηθήσουμε στην ανοικοδόμηση της Συρίας

Ο Σαουδάραβας υπουργός Εξωτερικών Φαϊσάλ μπεν Φαρχάν δήλωσε σήμερα από τη Δαμασκό ότι η χώρα του θα είναι στην πρώτη γραμμή για να βοηθήσει στην ανοικοδόμηση της Συρίας και στην ανάκαμψη της οικονομίας της, διευκρινίζοντας ότι το Ριάντ και η Ντόχα θα προσφέρουν οικονομική υποστήριξη στον δημόσιο τομέα.

Η Σαουδική Αραβία είναι ένας από τους μεγαλύτερους περιφερειακούς υποστηρικτές της νέας συριακής κυβέρνησης, η οποία προέρχεται από οργανώσεις ισλαμιστών ανταρτών που ανέτρεψαν τον πρόεδρο Μπασάρ αλ Άσαντ τον Δεκέμβριο του 2024.

Στα μέσα Μαΐου, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, σε επίσκεψή του στο Ριάντ, προκάλεσε έκπληξη ανακοινώνοντας την άρση των οικονομικών κυρώσεων κατά της Συρίας. «Βεβαιώνουμε ότι το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας θα παραμείνει στην πρώτη γραμμή των χωρών που στέκονται στο πλευρό της Συρίας για την ανοικοδόμηση και την οικονομική ανάκαμψη», δήλωσε ο μπεν Φαρχάν κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου.

Υπογραμμίζοντας το ενδιαφέρον των Σαουδαράβων επενδυτών για τη Συρία, ο υπουργός πρόσθεσε ότι η χώρα του «θα προσφέρει, από κοινού με το κράτος του Κατάρ, οικονομική στήριξη στους εργαζομένους του δημοσίου τομέα».

Ο μπεν Φαρχάν ανακοίνωσε επίσης ότι σαουδαραβικές οικονομικές αντιπροσωπείες θα μεταβούν προσεχώς στη Δαμασκό και ότι συνομιλίες είναι σε εξέλιξη για να εξεταστούν «οι τρόποι υποστήριξης στις επενδύσεις και στην οικονομική και εμπορική συνεργασία».

Ο υπουργός, ο οποίος ηγείται μεγάλης οικονομικής αντιπροσωπείας της χώρας του, συνάντησε επίσης τον Σύρο πρόεδρο Άχμαντ αλ Σάρα και επισκέφτηκε, συνοδευόμενος από τον Σύρο ομόλογό του Άσααντ αλ Σαμπάνι, το Τέμενος των Ομεϋαδών στη Δαμασκό όπου προσευχήθηκε.

Ο Σαμπάνι ευχαρίστησε τη Σαουδική Αραβία, κυρίως για τον ρόλο της «στην άρση των κυρώσεων» των ΗΠΑ.

Ανακοίνωσε επίσης την είσοδο των δύο χωρών «σε ένα ισχυρό στάδιο οικονομικής συνεργασίας και επενδύσεων» κάνοντας λόγο για «στρατηγικές πρωτοβουλίες που αποσκοπούν στην ανοικοδόμηση των υποδομών, την αναβίωση της γεωργίας, την επανενεργοποίηση της οικονομίας και τη δημιουργία πραγματικών ευκαιριών απασχόλησης για τους Σύρους».

Η Σαουδική Αραβία ήταν η πρώτη ξένη χώρα στην οποία μετέβη ο Σάρα μετά την άνοδό του στην εξουσία τον Δεκέμβριο.

Πρόσφατα, το Ριάντ διευθέτησε, μαζί με τη Ντόχα, άλλο σύμμαχο των νέων αρχών, το χρέος της Συρίας προς την Παγκόσμια Τράπεζα, ύψους σχεδόν 15 εκατομμυρίων δολαρίων.

Μετά την άρση των δυτικών κυρώσεων, κυρίως των αμερικανικών, η Δαμασκός βασίζεται στην υποστήριξη των συμμάχων της και της διεθνούς κοινότητας για να αρχίσει τη διαδικασία οικονομικής ανάκαμψης και ανοικοδόμησης, έπειτα από 14 χρόνια καταστροφικού πολέμου που άφησε πίσω του περισσότερο από μισό εκατομμύριο νεκρούς.

Ολλανδός υπουργός Άμυνας: Εντείνονται οι κινεζικές επιχειρήσεις κατασκοπείας στη βιομηχανία ημιαγωγών

Αυξανόμενες ανησυχίες για εντατικοποίηση των επιχειρήσεων κυβερνοκατασκοπείας από την Κίνα εξέφρασε ο υπουργός Άμυνας της Ολλανδίας Ρούμπεν Μπρέκελμανς, υπογραμμίζοντας τη διαρκή στοχοποίηση του τομέα των ημιαγωγών ως προτεραιότητα του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας. Οι δηλώσεις του υπουργού πραγματοποιήθηκαν στις 30 Μαΐου στο περιθώριο του φόρουμ ασφαλείας Shangri-La Dialogue στη Σιγκαπούρη, σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters.

Ο κ. Μπρέκελμανς ανέφερε χαρακτηριστικά: «Η βιομηχανία των ημιαγωγών — στην οποία διατηρούμε τεχνολογικό προβάδισμα ή προηγμένη τεχνογνωσία — αποτελεί τεράστιο ενδιαφέρον για την Κίνα λόγω της υψηλής αξίας της πνευματικής ιδιοκτησίας». Τόνισε ότι το Πεκίνο, αξιοποιώντας κυβερνοεπιθέσεις και άλλες μεθόδους κατασκοπείας, επιδιώκει την απόκτηση ευαίσθητων τεχνολογιών που σχετίζονται με την παραγωγή καινοτόμων ημιαγωγών.

Η σύγχρονη βιομηχανία ημιαγωγών συγκαταλέγεται στα στρατηγικά πλεονεκτήματα της Ολλανδίας, με τη χώρα να φιλοξενεί κορυφαίες εταιρείες και τεχνολογικούς κολοσσούς που κατέχουν σημαντική θέση στην παγκόσμια αγορά. Οι αυξανόμενες προσπάθειες απόκτησης της τεχνογνωσίας αυτής μέσω κατασκοπείας έχουν οδηγήσει σε διπλωματικές εντάσεις μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών και του Πεκίνου.

Το υπουργείο Άμυνας των Κάτω Χωρών έχει τα τελευταία χρόνια προβεί σε αυστηρές προειδοποιήσεις προς τη βιομηχανία, επισημαίνοντας το αυξημένο επίπεδο απειλής τόσο στον κυβερνοχώρο όσο και στη φυσική ασφάλεια κρίσιμων εγκαταστάσεων. Η στάση αυτή συνάδει με ευρύτερη τάση κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ενισχύουν τους μηχανισμούς προστασίας βιομηχανικής πνευματικής ιδιοκτησίας λόγω της γεωπολιτικής αστάθειας.

Ο κ. Μπρέκελμανς, μιλώντας από τη Σιγκαπούρη, υπογράμμισε: «Η επένδυση στην ασφάλεια και η διαρκής επαγρύπνηση είναι βασικά προαπαιτούμενα για τη διατήρηση της τεχνολογικής πρωτοπορίας και την προστασία των εθνικών μας συμφερόντων».

Το Πεκίνο, από την πλευρά του, αρνείται σταθερά τις κατηγορίες περί κατασκοπείας και διαμαρτύρεται για τους ισχυρισμούς ευρωπαϊκών και δυτικών κυβερνήσεων, κάνοντας λόγο για πολιτικά υποκινούμενες εκστρατείες δυσφήμισης.

Η συμμετοχή της Ολλανδίας στο forum Shangri-La Dialogue εντάσσεται σε μια ευρύτερη προσπάθεια ενίσχυσης της συνεργασίας μεταξύ χωρών στον τομέα της άμυνας και της κυβερνοασφάλειας, με επίκεντρο την αντιμετώπιση προκλήσεων από αναδυόμενες παγκόσμιες δυνάμεις.

Ιστορικό και ευρύτερες προεκτάσεις

Η Ολλανδία, ως κεντρικός κρίκος στην αλυσίδα εφοδιασμού ημιαγωγών, διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην παγκόσμια τεχνολογική ισορροπία. Η εταιρεία ASML, με έδρα την Ολλανδία, θεωρείται παγκόσμιος ηγέτης στην κατασκευή συστημάτων λιθογραφίας που είναι ουσιώδη για την παραγωγή σύνθετων μικροτσιπ.

Παράλληλα, η τεχνολογική αντιπαράθεση μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας τροφοδοτεί ένα ευρύτερο πλαίσιο γεωστρατηγικών ανταγωνισμών, με την Ευρώπη να καλείται να προστατεύσει τα συμφέροντα και τις καινοτομίες της ενάντια σε διάσπαρτες απειλές κυβερνοκατασκοπείας.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις ευρωπαϊκών αρχών ασφαλείας, ο ψηφιακός πόλεμος για την απόκτηση βιομηχανικής γνώσης εντείνεται, θέτοντας νέα δεδομένα στις διεθνείς ισορροπίες και την ασφάλεια κρίσιμων υποδομών.

Οι τοποθετήσεις του Ολλανδού υπουργού αναμένεται να επηρεάσουν τόσο τις μελλοντικές πολιτικές ασφάλειας της χώρας όσο και τις διατλαντικές συνεργασίες στον τομέα της τεχνολογίας και της άμυνας.

Κάλεσμα Μακρόν για νέα γεωπολιτική ισορροπία μεταξύ Ευρώπης και Ασίας

Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν δήλωσε την Παρασκευή ότι η κλιμακούμενη ένταση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας απειλεί να αποσταθεροποιήσει την παγκόσμια τάξη και κάλεσε τις χώρες της Ασίας και της Ευρώπης να σχηματίσουν μια «συμμαχία δράσης» με σκοπό την υπεράσπιση κοινών αρχών και την αντιμετώπιση εξαναγκαστικών συμπεριφορών εκ μέρους των μεγάλων δυνάμεων.

Μιλώντας στη σύνοδο κορυφής για την άμυνα «Shangri-La Dialogue» στη Σιγκαπούρη στις 30 Μαΐου, ο Μακρόν χαρακτήρισε τον ανταγωνισμό μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της κομμουνιστικής Κίνας ως τη μεγαλύτερη γεωπολιτική πρόκληση της εποχής, σημειώνοντας ότι τα μικρότερα κράτη δεν θα έπρεπε να εξαναγκάζονται να πάρουν το μέρος της μίας ή της άλλης πλευράς.

Υποστήριξε ότι η εποχή της μη ευθυγράμμισης έχει αναμφίβολα παρέλθει, αλλά η περίοδος των συμμαχιών δράσης έχει φτάσει, προσθέτοντας ότι αυτό προϋποθέτει να εξασφαλίσουν τα κράτη που μπορούν να δράσουν από κοινού όλα τα μέσα που απαιτούνται για τον σκοπό αυτό.

Παρότι αναγνώρισε τις αλλαγές στο παγκόσμιο γεωπολιτικό σκηνικό, ο Γάλλος πρόεδρος υπαινίχθηκε ότι η Γαλλία επιθυμεί να διατηρήσει ισχυρές σχέσεις τόσο με την Ουάσιγκτον όσο και με το Πεκίνο. Όπως ανέφερε, Ευρώπη και Ασία έχουν κοινό συμφέρον στη διαφύλαξη των διεθνών κανόνων και θεσμών που οικοδομήθηκαν μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Υπογράμμισε ότι η Γαλλία είναι φίλη και σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ διατηρεί φιλικές σχέσεις και συνεργασία —παρά τις ενίοτε διαφωνίες και τον ανταγωνισμό— και με την Κίνα. Τόνισε επίσης ότι η Γαλλία δεν ταυτίζεται ούτε με την Κίνα ούτε με τις ΗΠΑ και δεν επιθυμεί να εξαρτάται από καμία από τις δύο.

Η περιοδεία του Μακρόν σε τρεις χώρες της περιοχής του Ινδο-Ειρηνικού, που περιλαμβάνει και τη στάση του στη Σιγκαπούρη, εντάσσεται στο πλαίσιο της προσπάθειας της Γαλλίας να ενισχύσει τις στρατηγικές και εμπορικές της σχέσεις στην περιοχή, λειτουργώντας συμπληρωματικά προς τις αμερικανικές πρωτοβουλίες αντιμετώπισης παγκόσμιων προκλήσεων.

Η Γαλλία, η οποία διαθέτει 1,6 εκατομμύρια υπηκόους σε υπερπόντιες περιοχές στον Ινδικό και τον Ειρηνικό Ωκεανό, έχει πρόσφατα ενισχύσει τη στρατιωτική της παρουσία, υπογραμμίζοντας τον ρόλο της ως περιφερειακής δύναμης με φυσική παρουσία στον Ινδο-Ειρηνικό.

Οι δηλώσεις του Μακρόν διατυπώθηκαν σε μια περίοδο αυξανόμενων εντάσεων στην περιοχή, καθώς η στρατιωτική ενίσχυση της Κίνας, η επιθετικότητα σε ζητήματα εδαφικών διεκδικήσεων και η εμβάθυνση της στρατηγικής της σχέσης με τη Ρωσία έχουν προκαλέσει ανησυχία σε πολλά κράτη της περιοχής.

Την ίδια στιγμή, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επαναβεβαιώσει τη δέσμευσή τους υπέρ μιας «ελεύθερης και ανοιχτής Ινδο-Ειρηνικής», καλώντας τους συμμάχους να ενισχύσουν τη συνεργασία για τη διατήρηση της ειρήνης και της ελευθερίας ναυσιπλοΐας σε στρατηγικής σημασίας θαλάσσιες οδούς, όπως τα Στενά της Ταϊβάν και η Θάλασσα της Νότιας Κίνας.

Ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Πιτ Χέγκσεθ, ο οποίος επίσης συμμετείχε στη σύνοδο στη Σιγκαπούρη, δήλωσε ότι η στάση της κυβέρνησης Τραμπ αποσκοπεί στην αποτροπή ενδεχόμενης κινεζικής εισβολής στην Ταϊβάν — ένα νησί που το καθεστώς του Πεκίνου θεωρεί ως αναπόσπαστο τμήμα του. Η Κίνα, όπως υπενθύμισε, δεν έχει αποκλείσει τη χρήση βίας για την προσάρτηση της αυτοδιοικούμενης δημοκρατίας.

Ο Χέγκσεθ ανέφερε ότι οι ΗΠΑ δεν επιδιώκουν σύγκρουση με κανέναν, περιλαμβανομένης της κομμουνιστικής Κίνας. Επισήμανε επίσης ότι η Ουάσιγκτον θα παραμείνει ισχυρή στην προάσπιση των συμφερόντων της, κάτι που, σύμφωνα με τον ίδιο, αποτελεί βασικό στόχο της επίσκεψής του στην περιοχή.

Παρότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υιοθετήσει μια περισσότερο εμπορικά προσανατολισμένη προσέγγιση στην Ινδο-Ειρηνική, αρκετά κράτη μέλη έχουν αυξήσει τη συμμετοχή τους σε αποστολές ασφαλείας. Η Γαλλία, συγκεκριμένα, ολοκλήρωσε πρόσφατα πεντάμηνη ανάπτυξη ομάδας κρούσης αεροπλανοφόρου στην περιοχή, σε υποστήριξη αποστολών για την ελευθερία της ναυσιπλοΐας.

Με πληροφορίες των Reuters και Associated Press

Ενδεχόμενο συνεργασίας της Γροιλανδίας με την Κίνα, αν ΗΠΑ και Ευρώπη δεν κινηθούν ταχύτερα για τα ορυκτά της

Αβεβαιότητα επικρατεί αναφορικά με την ανανέωση της συμφωνίας ΗΠΑ-Γροιλανδίας για τα ορυκτά, ενώ Γροιλανδή αξιωματούχος άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο η χώρα να στραφεί στην Κίνα, εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη δεν επιταχύνουν τις επενδυτικές τους κινήσεις.

Η υπουργός Ορυκτών Πόρων της Γροιλανδίας, Νάγια Ναθανίελσεν, υπαινίχθηκε αυτή την προοπτική σε συνέντευξή της στους Financial Times, που δημοσιεύθηκε στις 27 Μαΐου. Σύμφωνα με την ίδια, η κυβέρνηση της τετρακομματικής συμμαχίας που εξελέγη τον Μάρτιο επιδιώκει την ανάπτυξη και διαφοροποίηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας της χώρας, κάτι που, όπως σημείωσε, προϋποθέτει εξωτερικές επενδύσεις.

Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με την Κίνα, φέρεται να ανέφερε ότι η Γροιλανδία επιθυμεί συνεργασία με Ευρωπαίους και Αμερικανούς εταίρους, προσθέτοντας ωστόσο πως, αν αυτοί δεν ανταποκριθούν, τότε η χώρα θα πρέπει να αναζητήσει εναλλακτικές λύσεις.

Ούτε το υπουργείο της Ναθανίελσεν ούτε το υπουργείο Εξωτερικών της Δανίας απάντησαν σε σχετικό αίτημα σχολιασμού από την Epoch Times μέχρι τη δημοσίευση του άρθρου. Η Γροιλανδία διαθέτει σημαντικά αποθέματα ψευδαργύρου, χρυσού, χαλκού και άλλων ορυκτών, συμπεριλαμβανομένων περίπου 1,5 εκατομμυρίου τόνων σπάνιων γαιών.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ είχε επικαλεστεί αυτά τα κρίσιμα ορυκτά ως έναν από τους λόγους για το ενδιαφέρον του να αποκτήσει την περιοχή.

Η Κίνα, που έχει κυρίαρχο ρόλο στην εξόρυξη και επεξεργασία σπάνιων γαιών παγκοσμίως, έχει επίσης επιδιώξει την ανάπτυξη των σχετικών κοιτασμάτων της Γροιλανδίας.

Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Μπάιντεν, οι ΗΠΑ είχαν παρέμβει προτρύνοντας εταιρεία που εμπλέκεται στο έργο Tanbreez σπάνιων γαιών να μην πουλήσει σε αγοραστή με δεσμούς με την Κίνα.

Κοντά στο Tanbreez, ένα άλλο έργο εξόρυξης ουρανίου και σπάνιων γαιών με κινεζικές επενδύσεις από την Shenghe Holdings ανεστάλη το 2021, όταν η κυβέρνηση της Γροιλανδίας απαγόρευσε την εξόρυξη ουρανίου — απόφαση στην οποία συμμετείχε και η ίδια η Ναθανίελσεν.

Τον Μάρτιο, ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας της Γροιλανδίας είχε δηλώσει στο Bloomberg ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ή οι ΗΠΑ θα πρέπει να εγγυηθούν την αγορά κρίσιμων ορυκτών από τη χώρα.

Τον ίδιο μήνα, το κινεζικό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων είχε μεταδώσει ότι ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Γροιλανδίας εξέφρασε ενδιαφέρον για ενίσχυση της συνεργασίας με την Κίνα.

Τον Απρίλιο, η Γροιλανδία και το Πεκίνο συμφώνησαν στην απλοποίηση των διαδικασιών για τις εξαγωγές γροιλανδικού ψαριού προς την Κίνα.

Κοντά στη λήξη της η συμφωνία για τα ορυκτά

Στη συνέντευξή της στους Financial Times, η Ναθανίελσεν εξέφρασε ανησυχία για την επικείμενη λήξη ενός μνημονίου συνεννόησης μεταξύ ΗΠΑ και Γροιλανδίας, που είχε υπογραφεί κατά την πρώτη προεδρική θητεία του Ντόναλντ Τραμπ και αφορούσε τα ορυκτά της χώρας.

Ερωτηθείς για την προοπτική ανανέωσης της συμφωνίας, εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωσε στην Epoch Times μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ότι δεν ήταν σε θέση να την επιβεβαιώσει.

Ο εκπρόσωπος ανέφερε επίσης ότι ο πρόεδρος Τραμπ είχε ξεκαθαρίσει πως η στρατηγική θέση και η ασφάλεια της Γροιλανδίας έχουν σημασία για τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς Κίνα και Ρωσία επιδιώκουν να πραγματοποιήσουν σημαντικές επενδύσεις στην Αρκτική.

Σύμφωνα με την ίδια πηγή, ο πρόεδρος είναι δεσμευμένος όχι μόνο στην προάσπιση των συμφερόντων των ΗΠΑ στην Αρκτική, αλλά και στη συνεργασία με τη Γροιλανδία για την εξασφάλιση κοινής ευημερίας. Ο εκπρόσωπος κατέληξε δηλώνοντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν σθεναρά το δικαίωμα των Γροιλανδών να καθορίζουν το μέλλον τους.

Η μεταβαλλόμενη στάση της Γροιλανδίας 

Ενστάσεις για τις δηλώσεις της Ναθανίελσεν διατύπωσε επιχειρηματίας της Γροιλανδίας που εμπλέκεται στην προσπάθεια προσέλκυσης επενδύσεων της Δύσης στον τομέα των σπάνιων γαιών. Μιλώντας στην Epoch Times υπό τον όρο της ανωνυμίας, φοβούμενος αντίποινα, υποστήριξε ότι κατανοεί τη δυσαρέσκεια για την καθυστέρηση στις επενδύσεις, αλλά τη συνδέει με την αστάθεια που, όπως εκτιμά, επιδεικνύει η κυβέρνηση.

Κατά τον ίδιο, οι δηλώσεις της υπουργού συνάδουν με τη «μεταβαλλόμενη» πορεία τόσο της σημερινής τετρακομματικής κυβέρνησης όσο και της προηγούμενης.

Η προηγούμενη κυβέρνηση, υπό την ηγεσία του Μούτε Εγκέδε και του δημοκρατικού σοσιαλιστικού κόμματος Inuit Ataqatigiit, είχε αναστείλει το 2021 την έγκριση νέων ερευνών για πετρέλαιο και φυσικό αέριο και είχε αφαιρέσει άδεια εξόρυξης σιδήρου από κινεζική εταιρεία, ενώ είχε προχωρήσει και στην προαναφερθείσα απαγόρευση της εξόρυξης ουρανίου.

Παρότι η Γροιλανδία έχει μακρά ιστορία στην εξορυκτική δραστηριότητα, αυτή είχε περιοριστεί τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, η κατάσταση φαίνεται να αλλάζει.

Στις αρχές του Μαΐου, η κυβέρνηση χορήγησε 30ετή άδεια σε δανογαλλική εταιρεία για εξόρυξη ανορθοσίτη — πετρώματος με εφαρμογές στην παραγωγή υαλοβάμβακα και προοπτική αξιοποίησης στην παραγωγή αλουμινίου.

Λίγες εβδομάδες νωρίτερα, ο Ντρου Χορν, πρώην αξιωματούχος της πρώτης κυβέρνησης Τραμπ και ειδικός στα κρίσιμα ορυκτά, ηγήθηκε ιδιωτικής αποστολής επιχειρηματιών στη Γροιλανδία. Στην αποστολή συμμετείχαν στελέχη των εταιρειών Refracture, Critical Metals Corp, Cogency Power και American Renewable Metals.

Οι 75 φτωχότερες χώρες του κόσμου οφείλουν στην Κίνα 22 δισεκατομμύρια δολάρια φέτος: Think tank

Οι 75 φτωχότερες χώρες του κόσμου πρόκειται να πραγματοποιήσουν αποπληρωμές χρέους ύψους 22 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Κίνα φέτος, σύμφωνα με έκθεση ενός αυστραλιανού think tank.

«Οι ροές εξυπηρέτησης χρέους προς την Κίνα από αναπτυσσόμενες χώρες θα ανέλθουν σε 35 δισεκατομμύρια δολάρια το 2025 και αναμένεται να παραμείνουν αυξημένες για το υπόλοιπο αυτής της δεκαετίας», ανέφερε στην έκθεση το Ινστιτούτο Lowy με έδρα το Σίδνεϊ, το οποίο λαμβάνει χρηματοδότηση από το υπουργείο Εξωτερικών και Εμπορίου της Αυστραλίας. «Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της εξυπηρέτησης χρέους, περίπου 22 δισεκατομμύρια δολάρια, οφείλεται από 75 από τις φτωχότερες και πιο ευάλωτες χώρες του κόσμου».

Η έκθεση έρχεται καθώς ο υπουργός Οικονομίας του Περού, Ραούλ Πέρες Ρέγιες, συναντήθηκε με τον πρέσβη της Κίνας στη Λίμα, Σονγκ Γιανγκ, για να συζητήσουν έναν νέο περιφερειακό σιδηροδρομικό διάδρομο που θα καταλήγει στο νέο λιμάνι του Chancay.

Το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών του Περού δήλωσε σε ανακοίνωσή του στις 26 Μαΐου ότι επιθυμεί να κανονίσει μια συνάντηση με υψηλόβαθμους αξιωματούχους από την Κίνα και τη Βραζιλία για να προωθήσει το έργο του Κεντρικού Διωκεάνιου Σιδηροδρομικού Διαδρόμου (CFBC).

Η περουβιανή κυβέρνηση δήλωσε ότι ο Φέι Ντονγκμπίν, επικεφαλής της Εθνικής Διοίκησης Σιδηροδρόμων της Κίνας, και αρκετοί άλλοι εκπρόσωποι του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ) ήταν επίσης παρόντες στη συνάντηση.

Ο προτεινόμενος σιδηρόδρομος θα συνδέει τη Βραζιλία με το Chancay, στις ακτές του Ειρηνικού του Περού, δημιουργώντας μια εμπορική διαδρομή που θα επέτρεπε στα κινεζικά πλοία να αποφεύγουν να ταξιδεύουν είτε μέσω της Διώρυγας του Παναμά είτε γύρω από το νότιο άκρο της Νότιας Αμερικής.

Η Κίνα έχει δώσει τεράστια δάνεια για έργα υποδομής σε πολλά μέρη του κόσμου, στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας «Μία Ζώνη, ένας Δρόμος» (BRI) του Κινέζου επικεφαλής Σι Τζινπίνγκ.

Το πρόγραμμα έχει χρηματοδοτήσει την κατασκευή τεράστιων λιμανιών όπως το Hambantota στη Σρι Λάνκα και το Gwadar στο Πακιστάν, καθώς και γεφυρών, αυτοκινητοδρόμων, νοσοκομείων, ακόμη και σχολείων σε μέρη της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής.

«Τώρα, και για το υπόλοιπο αυτής της δεκαετίας, η Κίνα θα είναι περισσότερο εισπράκτορας χρεών παρά τραπεζίτης για τον αναπτυσσόμενο κόσμο», αναφέρει η έκθεση του Ινστιτούτου Lowy.

Η έκθεση ανέφερε ότι το Πεκίνο έχει μεταβεί από πάροχο κεφαλαίου σε καθαρό οικονομικό απομυζητή για τους προϋπολογισμούς των αναπτυσσόμενων χωρών, καθώς το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους σε έργα BRI από τη δεκαετία του 2010 ξεπερνά κατά πολύ τις νέες εκταμιεύσεις δανείων.

Σε 54 από τις 120 αναπτυσσόμενες χώρες από τις οποίες υπήρχαν διαθέσιμα δεδομένα, οι πληρωμές εξυπηρέτησης χρέους προς την Κίνα υπερέβησαν τις συνδυασμένες πληρωμές που οφείλονται στη Λέσχη του Παρισιού των δυτικών δανειστών, σύμφωνα με την έκθεση.

Στη Λέσχη του Παρισιού οφείλονται συνολικά 616 δισεκατομμύρια δολάρια από 102 χώρες.

Η έκθεση ανέφερε ότι η Κίνα έδινε προτεραιότητα στη χρηματοδότηση γειτόνων όπως το Πακιστάν, η Μογγολία και το Καζακστάν, καθώς και σε χώρες που παρείχαν σημαντικές πρώτες ύλες, όπως η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, η Ινδονησία, η Βραζιλία και η Αργεντινή.

«Το Πεκίνο αντιμετωπίζει ένα δίλημμα: η υπερβολική πίεση για αποπληρωμή θα μπορούσε να βλάψει τους διμερείς δεσμούς και να υπονομεύσει τους διπλωματικούς του στόχους. Ταυτόχρονα, οι δανειοδότες της Κίνας, ιδίως οι σχεδόν εμπορικοί θεσμοί της, αντιμετωπίζουν αυξανόμενη πίεση για την ανάκτηση ανεξόφλητων χρεών», δήλωσε ο συντάκτης της έκθεσης, ερευνητής Ράιλυ Ντουκ.

«Πώς η μετατόπιση της Κίνας σε επικεφαλής εισπράκτορα χρεών θα επηρεάσει τη φήμη της ως αναπτυξιακού εταίρου και τα ευρύτερα μηνύματά της γύρω από τη συνεργασία Νότου-Νότου μένει να το δούμε».

Είπε ότι τα υπερχρεωμένα αφρικανικά κράτη ήταν συχνά επιφυλακτικά στο να αναστατώσουν τα νερά και να διακινδυνεύσουν την απώλεια πρόσβασης στην κινεζική χρηματοδότηση και το εμπόριο.

«Οι ολοένα και πιο συναλλακτικές Ηνωμένες Πολιτείες και η αφηρημένη Ευρώπη πιθανότατα έχουν επίσης τροφοδοτήσει μια στενή αίσθηση των πιθανών μελλοντικών οικονομικών τους οδών», πρόσθεσε ο Ντουκ.

Η έκθεση επεσήμανε ότι τα δάνεια BRI συχνά φαινόταν να συνοδεύονται από όρους, ειδικά όσον αφορά την τήρηση της πολιτικής «Μίας Κίνας» του ΚΚΚ.

Η Ονδούρα, η Νικαράγουα, η Δομινικανή Δημοκρατία, η Μπουρκίνα Φάσο και οι Νήσοι Σολομώντα έλαβαν όλες μεγάλα δάνεια εντός 18 μηνών από την άρση της διπλωματικής αναγνώρισης της Ταϊβάν.

Καθώς η Κίνα περιορίζει ολοένα και περισσότερο τα δάνεια BRI, το Περού μπορεί να δυσκολευτεί να εξασφαλίσει χρηματοδότηση για το CFBC, το οποίο η Λίμα περιέγραψε ως ένα «μεγάλης κλίμακας έργο που θα επαναπροσδιορίσει την περιφερειακή ολοκλήρωση της Νότιας Αμερικής».

Ο Ρέγιες δήλωσε: «Είμαστε πρόθυμοι να συγχρηματοδοτήσουμε το μέρος μας της δόσης».

Το CFBC θα συνδέει τη Λίμα με την πόλη Πουκάλπα στο εσωτερικό του Περού και στη συνέχεια πέρα ​​από τα σύνορα με το Κρουζέιρο ντο Σουλ στη Βραζιλία και, μέσω της Βιλένα, με τις μεγάλες μητροπόλεις του Σάο Πάολο και του Ρίο ντε Τζανέιρο.