Τετάρτη, 14 Μαΐ, 2025

Οι ΗΠΑ αποσύρουν στρατεύματα από κομβική βάση στην Πολωνία που στηρίζει την Ουκρανία

Στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Ευρώπη, στρατεύματα των ΗΠΑ αποχωρούν από το αεροδρόμιο της Γιασιόνκα, βασικό logistics hub για τη μεταφορά βοήθειας στην Ουκρανία.

Οι αμερικανικές δυνάμεις πρόκειται να ξεκινήσουν τη σταδιακή απόσυρσή τους από τη Γιασιόνκα της Πολωνίας, βασικό κόμβο επιμελητείας μέσω του οποίου το ΝΑΤΟ προωθούσε βοήθεια προς την Ουκρανία ήδη από το 2022.

Την Κυριακή 7 Απριλίου 2025, η Διοίκηση Ευρώπης-Αφρικής του Αμερικανικού Στρατού ανακοίνωσε επίσημα τα σχέδια μεταφοράς προσωπικού και εξοπλισμού από τη συγκεκριμένη βάση σε άλλες περιοχές εντός πολωνικού εδάφους.

Οι Αμερικανοί στρατιώτες είχαν αρχίσει να καταφθάνουν στο αεροδρόμιο της Γιασιόνκα, το οποίο βρίσκεται στη νοτιοανατολική Πολωνία, ήδη από τις πρώτες εβδομάδες του 2022, τη στιγμή που οι ρωσικές δυνάμεις συγκεντρώνονταν στα ανατολικά της Ουκρανίας.

Παρόλο που η εγκατάσταση δεν αποτελούσε μόνιμη στρατιωτική βάση, σύντομα εξελίχθηκε στον κύριο κόμβο για τη μεταφορά οπλισμού και ανθρωπιστικής βοήθειας στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις που αντιστέκονταν στη ρωσική εισβολή.

Η Πολωνία και άλλα μέλη του ΝΑΤΟ ενίσχυσαν σημαντικά τα μέτρα ασφαλείας της περιοχής, αναβαθμίζοντας τη σημασία της εγκατάστασης.

Ο Αμερικανός στρατηγός Κρίστοφερ Ντόναχιου, επικεφαλής των αμερικανικών χερσαίων δυνάμεων Ευρώπης-Αφρικής, χαρακτήρισε την απόφαση μεταφοράς των αμερικανικών μονάδων ως μια κίνηση εξορθολογισμού και οικονομικής αποδοτικότητας των επιχειρήσεων.

«Τα τελευταία χρόνια έχουμε μεταφέρει δυνάμεις μας σε σταθερότερες εγκαταστάσεις εντός Πολωνίας», ανέφερε ο στρατηγός Ντόναχιου. «Μετά από τρία χρόνια παρουσίας στη Γιασιόνκα, μας δίνεται η δυνατότητα να προσαρμόσουμε την έκταση της παρουσίας μας και να εξοικονομήσουμε δεκάδες εκατομμύρια δολάρια ετησίως για τον Αμερικανό φορολογούμενο».

Παρά την προσπάθεια της Epoch Times να επικοινωνήσει με τη Διοίκηση Ευρώπης-Αφρικής για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το χρονοδιάγραμμα απόσυρσης, δεν υπήρξε απάντηση μέχρι τη στιγμή της δημοσίευσης.

Από το 2022 οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις έχουν δημιουργήσει επίσημες στρατιωτικές εγκαταστάσεις στην Πολωνία, με την ίδρυση της «Φρουράς του Αμερικανικού Στρατού στην Πολωνία» (Army Garrison Poland), η οποία αποτελείται από συνολικά 11 εγκαταστάσεις, κατανεμημένες σε τρεις στρατιωτικές περιοχές στα δυτικά της χώρας.

Η απόσυρση των δυνάμεων από το αεροδρόμιο της Γιασιόνκα έρχεται σε μία περίοδο που η κυβέρνηση Τραμπ έχει ξεκινήσει διαπραγματεύσεις για τη λήξη του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας, υποδηλώνοντας την επιθυμία της για αναπροσανατολισμό της αμερικανικής παρουσίας και των επιχειρήσεων από την Ευρώπη.

Αν και οι προτεραιότητες της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής έχουν αλλάξει επανειλημμένα από τη στιγμή που ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανέλαβε καθήκοντα τον Ιανουάριο, ο Πολωνός υπουργός Άμυνας, Βλάντισλαβ Κοσίνιακ-Καμίς, επισήμανε μέσω ανάρτησής του στο Χ στις 8 Απριλίου πως η παρούσα αποχώρηση είναι μέρος ενός σχεδίου που έχει εκπονηθεί από τον Ιούλιο του 2024.

«Τα μέχρι πρότινος καθήκοντα των αμερικανικών στρατευμάτων στη Γιασιόνκα θα αναληφθούν από άλλους συμμάχους. Οι αμερικανικές δυνάμεις παραμένουν στην Πολωνία, αλλά σε άλλες τοποθεσίες», έγραψε ο κ. Κοσίνιακ-Καμίς. «Η αποστολή στη Γιασιόνκα γίνεται πλέον με συμμετοχή κυρίως νορβηγικών, γερμανικών, βρετανικών και πολωνικών στρατευμάτων καθώς και άλλων συμμαχικών δυνάμεων».

Ο στρατηγός Ντόναχιου ανέφερε ακόμη πως οι αμερικανικές δυνάμεις βρίσκονται σε συνεχή επικοινωνία με την Πολωνία και τα υπόλοιπα μέλη του ΝΑΤΟ, καθώς προχωρά η διαδικασία αποχώρησης.

Από την πλευρά του, ο επιτετραμμένος της αμερικανικής πρεσβείας στην Πολωνία, Ντάνιελ Λότον, ευχαρίστησε τους κατοίκους της Γιασιόνκα για τη φιλοξενία τους τα τελευταία τρία χρόνια: «Η υποστήριξή σας ανέδειξε τη στενή σύνδεση μεταξύ των εθνών μας, ενισχύοντας τη συνεργασία ΗΠΑ-Πολωνίας. Καθώς προσαρμοζόμαστε στις νέες ανάγκες, η μετάβαση αυτή μας βοηθάει στη διατήρηση της στενής μας συνεργασίας με πιο αποδοτική αξιοποίηση των πόρων».

Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει επανειλημμένα ζητήσει από τα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ να αυξήσουν σημαντικά τη στρατιωτική τους δαπάνη. Η Πολωνία, από το 2024 και έπειτα, είχε ήδη ανεβάσει τις αμυντικές της δαπάνες πάνω από το 4% του ΑΕΠ της—την υψηλότερη αναλογία εντός της συμμαχίας—εκφράζοντας μάλιστα τον προηγούμενο Ιανουάριο στήριξη στο αίτημα Τραμπ για αύξηση του στόχου στο 5%.

Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Big Tech: Αντίστροφη μέτρηση για τις κυρώσεις

Η Ευρωπαϊκή Ένωση αναμένεται να εκδώσει τις επόμενες εβδομάδες τις αποφάσεις της σχετικά με το αν η Apple και η Meta παραβίασαν την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τις ψηφιακές αγορές, όπως ανακοίνωσε την Τρίτη η επίτροπος Ανταγωνισμού της ΕΕ, Τερέσα Ριμπέρα, στην ομιλία της ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις Βρυξέλλες.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που λειτουργεί ως εκτελεστικό όργανο της ΕΕ, εξετάζει τις δραστηριότητες των δύο τεχνολογικών κολοσσών από τον Μάρτιο του περασμένου έτους για πιθανές παραβιάσεις του νόμου περί Ψηφιακών Αγορών (Digital Markets Act – DMA). Ο συγκεκριμένος νόμος στοχεύει στον περιορισμό της υπερβολικής ισχύος των μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας, διασφαλίζοντας ανοικτές αγορές και ενισχύοντας τις δυνατότητες επιλογής των καταναλωτών.

Σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτή, σε περίπτωση αρχικής παράβασης μπορεί να επιβληθεί πρόστιμο ύψους έως και 10% του ετήσιου παγκόσμιου τζίρου μιας εταιρείας. Σε περίπτωση επαναλαμβανόμενων παραβάσεων, το ποσό αυτό μπορεί να ανέλθει έως και στο 20%.

Εκτός των προστίμων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει τη δυνατότητα να επιβάλλει ημερήσια περιοδικά πρόστιμα μέχρι 5% του μέσου ημερήσιου παγκόσμιου τζίρου της εταιρείας, με στόχο την ενθάρρυνση της άμεσης διόρθωσης τυχόν παραβιάσεων.

Η κα Ριμπέρα, η οποία παλιότερα είχε δηλώσει στο Reuters ότι οι αποφάσεις για τις δύο εταιρείες θα εκδίδονταν τον Μάρτιο, παραδέχθηκε ότι οι διαδικασίες χρειάστηκαν επιπλέον χρόνο. «Οι αποφάσεις ενδέχεται να ληφθούν εντός των επόμενων εβδομάδων», δήλωσε στους ευρωβουλευτές, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το χρονοδιάγραμμα.

Απαντώντας στην επικείμενη απόφαση, η Meta επανέλαβε την κριτική της προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Εκπρόσωπος της εταιρείας ανέφερε χαρακτηριστικά: «Δε μιλάμε απλώς για πρόστιμα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στοχεύει στον περιορισμό επιτυχημένων αμερικανικών εταιρειών μόνο και μόνο επειδή είναι αμερικανικές, ενώ αφήνει ανενόχλητες αντίστοιχες κινεζικές και ευρωπαϊκές εταιρείες».

Η Apple δεν έχει ακόμη προβεί σε σχόλια σχετικά με τις τελευταίες δηλώσεις της κας Ριμπέρα.

Οι τεχνολογικοί κολοσσοί της Silicon Valley έχουν έρθει επανειλημμένα αντιμέτωποι με πρόστιμα τόσο από την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και από μεμονωμένες ευρωπαϊκές χώρες τα τελευταία χρόνια. Ανάμεσά τους η Apple, η Microsoft, η Meta και η Google.

Τον περασμένο μήνα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε διαπιστώσει ότι η Apple παραβίασε τη νομοθεσία DMA, επιβάλλοντας στην εταιρεία δύο ομάδες συγκεκριμένων μέτρων προκειμένου να συμμορφωθεί με την υποχρέωση διαλειτουργικότητας. Η υποχρέωση αυτή επιβάλλει στην Apple να επιτρέπει στις υπηρεσίες τρίτων εταιρειών να ενσωματώνονται ομαλά στο λειτουργικό της σύστημα.

Η πρώτη ομάδα μέτρων αφορά εννέα λειτουργίες σύνδεσης των συστημάτων iOS, κυρίως για συσκευές όπως έξυπνα ρολόγια, ακουστικά και τηλεοράσεις. Η δεύτερη έχει στόχο τη βελτίωση της διαφάνειας και αποτελεσματικότητας των διαδικασιών που σχετίζονται με αιτήματα από τρίτους προγραμματιστές να χρησιμοποιούν λειτουργίες των συσκευών iPhone και iPad.

Μεταξύ των μέτρων περιλαμβάνεται η δημιουργία σαφέστερων χρονοδιαγραμμάτων για την αξιολόγηση τέτοιων αιτημάτων, καλύτερη πρόσβαση σε απαραίτητα εγχειρίδια προγραμματισμού, καθώς και η έγκαιρη ενημέρωση των προγραμματιστών σχετικά με τις διαθέσιμες λειτουργίες.

Πέρσι, η Επιτροπή είχε ενημερώσει τη Meta ότι το μοντέλο συνδρομών που εφαρμόζει στην Ευρώπη – όπου οι χρήστες Facebook και Instagram υποχρεώνονται είτε να παρέχουν προσωπικά δεδομένα είτε να πληρώνουν για τη διατήρηση της ιδιωτικότητάς τους – παραβιάζει το DMA, σύμφωνα με προκαταρκτικά ευρήματα. Η ΕΕ σημείωσε πως το μοντέλο «πληρωμή ή συναίνεση» δεν συνάδει με το νόμο, προσθέτοντας ότι η Meta πρέπει να διαμορφώσει μια διαφορετική επιλογή για τους χρήστες.

Επιπλέον, η Apple επιβλήθηκε τον περασμένο μήνα πρόστιμο 150 εκατομμυρίων ευρώ στη Γαλλία, επειδή ένα χαρακτηριστικό προστασίας της ιδιωτικότητας των χρηστών που εισήγαγε κρίθηκε τελικώς ότι παραβίαζε τους κανόνες ανταγωνισμού. Σύμφωνα με την απόφαση των γαλλικών αρχών, ο τρόπος εφαρμογής της συγκεκριμένης λειτουργίας ήταν «ούτε αναγκαίος ούτε ανάλογος προς τον δηλωμένο στόχο της εταιρείας» για προστασία των προσωπικών δεδομένων.

 

ΔΝΤ: Θετικές προοπτικές για την ελληνική οικονομία το 2025

Οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας παραμένουν ευνοϊκές, δημιουργώντας μια σταθερή βάση για την αντιμετώπιση των «κατάλοιπων της κρίσης και των διαρθρωτικών ανισορροπιών» που απαιτείται για την επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης μεσοπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα», αναφέρει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στην έκθεσή του, στο πλαίσιο της διαβούλευσης του άρθρου IV.

Για το 2025, το ΔΝΤ προβλέπει ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα αυξηθεί 2,1% και οι επενδύσεις θα συνεχίσουν να αποτελούν βασικό μοχλό ανάπτυξης, με τη στήριξη έργων που χρηματοδοτούνται από το Next Generation EU (Ταμείο Ανάκαμψης), ενώ η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης θα παραμείνει σταθερή, υποστηριζόμενη από την ευνοϊκή αύξηση της απασχόλησης και του εισοδήματος.

Με τη σταθεροποίηση των παγκόσμιων τιμών ενέργειας, ο γενικός πληθωρισμός αναμένεται να συνεχίσει την πτωτική του πορεία, ενώ ο δομικός πληθωρισμός (σ.σ.: που δεν περιλαμβάνει τις τιμές ενέργειας και τροφίμων) θα είναι πιο επίμονος λόγω των αυξήσεων στις τιμές των υπηρεσιών και των μισθών, σύμφωνα με το ΔΝΤ.

Για τον λόγο του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ, η έκθεση αναφέρει ότι είναι σε σταθερά πτωτική τάση, αν και είναι ακόμη υψηλός.

Το τραπεζικό σύστημα έχει ενισχύσει περαιτέρω την ανθεκτικότητά του, υποστηριζόμενο από την ενίσχυση του ισολογισμού του. «Η ποιότητα του ενεργητικού στις συστημικά σημαντικές τράπεζες έχει βελτιωθεί περαιτέρω, με τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων να μειώνεται σε περίπου 3%. Οι τράπεζες διατήρησαν υψηλά κέρδη, τα οποία μαζί με τις εκδόσεις κεφαλαιακών μέσων έχουν ενισχύσει την κεφαλαιακή επάρκειά τους. Οι κίνδυνοι ρευστότητας και χρηματοδότησης έχουν μειωθεί αισθητά, με τα αποθέματα ασφαλείας πολύ υψηλότερα από τις εποπτικές απαιτήσεις και τον μέσο όρο της ΕΕ», σημειώνεται.

«Τα εναπομείναντα κατάλοιπα της κρίσης και οι διαρθρωτικές προκλήσεις που απορρέουν από το ακόμη χαμηλό επίπεδο των συνολικών επενδύσεων, τις δυσμενείς δημογραφικές προοπτικές, την υποτονική αύξηση της παραγωγικότητας και τους αυξανόμενους κλιματικούς κινδύνους, επιβαρύνουν τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης», αναφέρει το Ταμείο, προσθέτοντας ότι η επιτάχυνση των φιλόδοξων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα μπορούσε να βελτιώσει περαιτέρω τις προοπτικές ανάπτυξης.

Οι εκτελεστικοί διευθυντές του ΔΝΤ επαίνεσαν την ισχυρή πρόοδο στη δημοσιονομική εξυγίανση, η οποία οφείλεται στα ισχυρά έσοδα, εν μέρει λόγω των πρόσφατων μεταρρυθμίσεων για τη μείωση της φοροδιαφυγής. Συμφώνησαν ότι η διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων άνω του 2% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα θα ενισχύσουν περαιτέρω τη βιωσιμότητα του χρέους και θα δημιουργήσουν αποθέματα ασφαλείας έναντι μελλοντικών σοκ.

Σημειώνοντας τις σημαντικές επενδυτικές ανάγκες, μεταξύ άλλων για την πράσινη μετάβαση και την ενεργειακή ασφάλεια, οι διευθυντές του ΔΝΤ συνέστησαν «να δοθεί προτεραιότητα στις δημόσιες επενδύσεις για να βοηθήσουν στην επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης, βελτιώνοντας παράλληλα την αποτελεσματικότητα των κοινωνικών δαπανών και περιορίζοντας τις πιέσεις στις δαπάνες, ιδίως στις συντάξεις και τους μισθούς του δημόσιου τομέα».

Οι διευθυντές υπογράμμισαν την πρόσφατη πρόοδο για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τόνισαν τη σημασία περαιτέρω προσπαθειών για την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών εμποδίων από την πλευρά της προσφοράς και την τόνωση του δυνητικού ρυθμού ανάπτυξης. Τόνισαν ότι η αύξηση της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, ιδίως των γυναικών, και η καλλιέργεια ενός καλύτερα καταρτισμένου εργατικού δυναμικού θα ενίσχυαν τις προοπτικές ανάπτυξης. «Συμφώνησαν ότι η μείωση του ρυθμιστικού βάρους και των εμποδίων για την είσοδο των επιχειρήσεων, ιδίως στον τομέας των υπηρεσιών, θα ενίσχυε τον ανταγωνισμό και θα αύξανε την παραγωγικότητα».

Μία ευρεία πρόοδος στη μεταρρύθμιση του συστήματος απονομής δικαιοσύνης θα συνέβαλε στην αντιμετώπιση του χρέους που κληροδότησε η κρίση, στη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και στην περαιτέρω ενίσχυση του δυναμισμού και της παραγωγικότητας των επιχειρήσεων, σημείωσαν.

Οι διευθυντές συνέστησαν ότι τα σημερινά αυξημένα κέρδη των τραπεζών θα πρέπει να αξιοποιηθούν πρωτίστως για την ενίσχυση των κεφαλαιακών μαξιλαριών και την ικανότητα απορρόφησης ζημιών, αυξάνοντας έτσι την ανθεκτικότητά τους.

Νέα Ζηλανδία: Αύξηση αμυντικών δαπανών κατά 9 δισ. δολάρια – Στόχος το 2% του ΑΕΠ

Η Νέα Ζηλανδία ανακοίνωσε σημαντική αύξηση των αμυντικών της δαπανών, με στόχο αυτές να ανέλθουν στο 2% του ΑΕΠ μέσα στα επόμενα οκτώ χρόνια, σε μια προσπάθεια «να βγει η Αμυντική Δύναμη (NZ Defence Force -NZDF) της χώρας από την εντατική», όπως δήλωσε η υπουργός Άμυνας, Τζούντιθ Κόλινς.

Κατά την παρουσίαση του νέου Σχεδίου Αμυντικών Δυνατοτήτων, η Κόλινς ανέφερε ότι η κυβέρνηση θα δαπανήσει 12 δισ. δολάρια Νέας Ζηλανδίας (περίπου 6,7 δισ. δολάρια ΗΠΑ) την επόμενη τετραετία, εκ των οποίων τα 9 δισ. συνιστούν νέες επενδύσεις.

Επισήμανε ότι το σχέδιο έχει χρονικό ορίζοντα δεκαπέντε ετών, αλλά επικεντρώνεται εσκεμμένα στις κρίσιμες επενδύσεις που απαιτούνται τα επόμενα τέσσερα έτη, ώστε η Αμυντική Δύναμη να μπορέσει να προσαρμοστεί στις μεταβαλλόμενες παγκόσμιες συνθήκες. Τόνισε επίσης ότι το ποσό αυτό αποτελεί «τη βάση, όχι το ανώτατο όριο».

Το συνολικό ύψος της δαπάνης θεωρείται ιδιαίτερα υψηλό για τα μεγέθη και τον πληθυσμό της Νέας Ζηλανδίας.

Μεταξύ των μεγαλύτερων επενδύσεων περιλαμβάνεται η αντικατάσταση του στόλου ελικοπτέρων του Πολεμικού Ναυτικού, με εκτιμώμενο κόστος άνω των 2 δισ. δολαρίων, η αγορά νέων τεθωρακισμένων οχημάτων (600 εκατ. έως 1 δισ. δολάρια) και η αντικατάσταση των «γερασμένων» Boeing 757 της Πολεμικής Αεροπορίας (επίσης μεταξύ 600 εκατ. και 1 δισ. δολαρίων).

Πρόγραμμα συντήρησης των φρεγατών HMNZS Te Kaha και Te Mana, κόστους 300 έως 600 εκατ. δολαρίων, προβλέπεται να επεκτείνει τη διάρκεια ζωής τους έως τις αρχές της δεκαετίας του 2030.

Πέραν των παραδοσιακών οπλικών συστημάτων, το σχέδιο περιλαμβάνει επίσης την προμήθεια μη επανδρωμένων φουσκωτών σκαφών, drone και αεροσκαφών μεγάλης εμβέλειας, καθώς και 300 έως 600 εκατ. δολάρια για «διαστημικές δυνατότητες» – δηλαδή πρόσβαση σε επιτήρηση και σε δεδομένα μάχης σε πραγματικό χρόνο, και όχι διαστημικό οπλισμό.

Μέχρι το 2028 προβλέπεται να ιδρυθεί Ακαδημία Πληροφοριακού Πολέμου για την εκπαίδευση του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων σε έναν κόσμο όπου οι συγκρούσεις διεξάγονται τόσο στο φυσικό όσο και στο ψηφιακό πεδίο.

Η υπουργός Εξωτερικών της Αυστραλίας Πέννυ Γουόνγκ, ο υπουργός Άμυνας της Αυστραλίας Ρίτσαρντ Μαρλς, ο υπουργός Εξωτερικών της Νέας Ζηλανδίας Γουίνστον Πίτερς και η υπουργός Άμυνας της Νέας Ζηλανδίας Τζούντιθ Κόλινς παρευρίσκονται στο ANZMIN 2024 στη Μελβούρνη της Αυστραλίας. (Sarah Hodges/Υπουργείο Εξωτερικών και Εμπορίου)

Κεντρικός άξονας του σχεδίου είναι η ενίσχυση της διαλειτουργικότητας με την Αυστραλία. Όπως ανέφερε η Κόλινς, οι δύο χώρες έχουν δεσμευτεί να εκσυγχρονίσουν τη συμμαχία τους και να ενισχύσουν περαιτέρω τη διμερή αμυντική συνεργασία, προκειμένου να δημιουργηθεί μια «πολλαπλασιαστική δύναμη», κάτι που χαρακτήρισε ως την ανάπτυξη μιας «πιο ενοποιημένης ANZAC δύναμης».

Το σχέδιο επαναβεβαιώνει επίσης τη δέσμευση της Νέας Ζηλανδίας για την προστασία των Νήσων Κουκ, της Νίουε και του Τοκελάου.

Στόχος, σύμφωνα με την υπουργό Άμυνας, είναι να καταστεί η NZDF «πιο ικανή για μάχη, με αυξημένη αποτελεσματικότητα και αποτρεπτική ισχύ», κάτι που θεωρείται απαραίτητο σε έναν «εκ φύσεως πιο επικίνδυνο» κόσμο.

Κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου με τον πρωθυπουργό Κρίστοφερ Λάξον για την παρουσίαση του σχεδίου, η Κόλινς και ο Λάξον αρνήθηκαν ότι το σχέδιο στοχεύει κάποια συγκεκριμένη χώρα.

Ωστόσο, όταν της ζητήθηκαν παραδείγματα απειλών, η υπουργός ανέφερε ότι η απόσταση πλέον δεν αποτελεί προστασία για τη Νέα Ζηλανδία – όχι όταν εκτοξεύονται διηπειρωτικοί βαλλιστικοί πύραυλοι στον Ειρηνικό, ούτε όταν πλοία με τεράστια δύναμη πυρός εισέρχονται στα χωρικά ύδατα της. Και οι δύο περιπτώσεις θεωρείται ότι αναφέρονται σε ενέργειες του Πεκίνου.

Το ίδιο το σχέδιο παραθέτει απειλές για την εθνική ασφάλεια της Νέας Ζηλανδίας, κατονομάζοντας τη Ρωσία για τον «συνεχιζόμενο παράνομο πόλεμο κατά της Ουκρανίας και την κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου». Παράλληλα, περιγράφει την «επιθετική επιδίωξη στρατηγικών στόχων» από την Κίνα ως τον «κύριο παράγοντα στρατηγικού ανταγωνισμού στην Ινδο-Ειρηνική περιοχή».

Το σχέδιο αναφέρει επίσης ότι το Πεκίνο «εξακολουθεί να χρησιμοποιεί όλα τα εργαλεία της κρατικής ισχύος με τρόπους που μπορούν να απειλήσουν τόσο τους διεθνείς κανόνες συμπεριφοράς όσο και την ασφάλεια άλλων κρατών», ενώ εκφράζει ιδιαίτερη ανησυχία για την «ταχεία και αδιαφανή ανάπτυξη των κινεζικών στρατιωτικών δυνατοτήτων».

Η αντικατάσταση των Boeing 757, τα νέα ναυτικά ελικόπτερα και ένα περιπολικό πλοίο για τον Νότιο Ωκεανό είχαν ήδη προταθεί στο σχέδιο δυνατοτήτων του 2019 από την προηγούμενη κυβέρνηση των Εργατικών, η οποία είχε επίσης ανακοινώσει την επέκταση της διάρκειας ζωής των φρεγατών.

HMNZS Te Mana. (Ευγενική προσφορά της NZ Defence Force)

Ωστόσο, η υλοποίηση αυτών των στόχων τελεί υπό αμφισβήτηση, καθώς ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, Αντιπτέραρχος Τόνι Ντέιβις, δήλωσε πρόσφατα στα μέσα ενημέρωσης ότι, παρόλο που τα πλοία εξακολουθούν να εκτελούν χρήσιμες αποστολές, αλλά «είναι πλέον εξαντλημένα».

Το σχέδιο δίνει ιδιαίτερη έμφαση και στις επενδύσεις στο ανθρώπινο δυναμικό των Ενόπλων Δυνάμεων, με κόστος που εκτιμάται μεταξύ 50 και 100 εκατ. δολαρίων.

Απεργία πολιτικού προσωπικού

Ταυτόχρονα, ο σχεδιασμός του NZDF προβλέπει περικοπή 374 θέσεων στο πολιτικό προσωπικό, επιπλέον των 144 θέσεων που καταργήθηκαν πέρυσι μέσω εθελοντικών αποχωρήσεων.

Απαντώντας στην προκήρυξη απεργίας από τους πολιτικούς υπαλλήλους, η Κόλινς ανακοίνωσε στο Κοινοβούλιο ότι ενεργοποιεί τη δυνατότητα να καλύψουν τις θέσεις τους ένστολα μέλη – εξουσία που χαρακτηρίζεται «εξαιρετική» βάσει του Νόμου περί Άμυνας.

Τα ένστολα μέλη δεν έχουν δικαίωμα απεργίας και θα αναλάβουν καθήκοντα ασφαλείας και πυρόσβεσης σε αεροδρόμια κατά τη διάρκεια των κινητοποιήσεων, καθώς οι πολιτικοί υπάλληλοι διεκδικούν αυξήσεις.

Ο εκπρόσωπος Άμυνας του Εργατικού Κόμματος, Ντέιβιντ Πάρκερ, δήλωσε ότι η κυβέρνηση επέλεξε να μην χρηματοδοτήσει επαρκώς τον αμυντικό προϋπολογισμό και ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις έχουν απώλειες περίπου 1.200 ατόμων. Επομένως, κατά την άποψή του, δεν προκαλεί έκπληξη ότι οι πολιτικοί υπάλληλοι, «όταν τους προσφέρθηκε αύξηση μηδέν, επέλεξαν να προκηρύξουν απεργία». Πρόσθεσε ότι η χρήση αυτής της εξαιρετικής εξουσίας είναι «σπάνια και θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις».

Η Κόλινς απάντησε ότι η απεργία συνιστά «επιχειρησιακό ζήτημα» και δήλωσε ότι έχει «πλήρη εμπιστοσύνη στον αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων και στην ηγετική του ομάδα» και αναμένει από αυτούς να «κάνουν τη δουλειά τους».

Η Φλερ Φιτζσίμονς, γενική γραμματέας της Ένωσης Δημοσίων Υπαλλήλων, κατηγόρησε τον πρωθυπουργό Λάξον για υποκρισία, επειδή ανακοινώνει «τεράστιες επενδύσεις σε εξοπλισμό και τεχνολογία χωρίς καμία αναγνώριση του κρίσιμου ρόλου που διαδραματίζει το πολιτικό προσωπικό στην ετοιμότητα του στρατού».

Αναρωτήθηκε πώς η υπουργός Άμυνας μπορεί να δηλώνει ότι «ο στρατός δεν μπορεί να κάνει τη δουλειά του χωρίς τον κατάλληλο εξοπλισμό και τις κατάλληλες συνθήκες» και ταυτόχρονα να μην αναφέρει καθόλου τον ρόλο των πολιτών υπαλλήλων.

Υπογράμμισε ότι το υψηλής εξειδίκευσης πολιτικό προσωπικό της χώρας, συμπεριλαμβανομένων μηχανικών, τεχνικών και ειδικών λογισμικού, είναι απαραίτητο για τη διατήρηση του εξοπλισμού και των συστημάτων σε λειτουργία, προκειμένου οι Ένοπλες Δυνάμεις να μπορούν να ανταποκρίνονται σε απειλές.

Κατέληξε λέγοντας ότι αυτές οι περικοπές δεν θα έπρεπε ποτέ να είχαν ανακοινωθεί πριν από το Σχέδιο Αμυντικών Δυνατοτήτων και ότι «το μόνο που εξυπηρετούν είναι την εικόνα», υπονομεύοντας τον ίδιο τον σκοπό της επένδυσης.

Του Rex Widerstrom

Η G7 καταδικάζει τις κινεζικές στρατιωτικές ασκήσεις γύρω από την Ταϊβάν

Οι υπουργοί Εξωτερικών των χωρών της G7 καταδίκασαν τις πρόσφατες στρατιωτικές ασκήσεις της Κίνας γύρω από την Ταϊβάν, χαρακτηρίζοντάς τες ως «προκλητικές ενέργειες» που απειλούν την παγκόσμια ασφάλεια.

Σε κοινή ανακοίνωση που εκδόθηκε στις 6 Απριλίου, οι επικεφαλής της διπλωματίας από τον Καναδά, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ιαπωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες δήλωσαν ότι τόσο οι ίδιες οι χώρες όσο και η ευρύτερη διεθνής κοινότητα έχουν συμφέρον στη διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας στα Στενά της Ταϊβάν.

Τόνισαν επίσης την αντίθεσή τους σε κάθε μονομερή ενέργεια που απειλεί την ειρήνη και τη σταθερότητα, είτε με τη χρήση βίας είτε μέσω εξαναγκασμού.

Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας έχει θέσει ως στόχο την κατάληψη της Ταϊβάν, υποστηρίζοντας ότι το αυτοδιοικούμενο νησί αποτελεί μέρος της κινεζικής επικράτειας. Στο πλαίσιο αυτό, το Πεκίνο ασκεί πίεση στην Ταϊβάν μέσω διπλωματικών, οικονομικών και στρατιωτικών μέσων, επικαλούμενο λόγους εθνικού συμφέροντος.

Οι πρόσφατες κινεζικές στρατιωτικές ασκήσεις μεγάλης κλίμακας διήρκεσαν δύο ημέρες και ολοκληρώθηκαν στις 2 Απριλίου. Σε αυτές συμμετείχαν το πολεμικό ναυτικό, η ακτοφυλακή, δυνάμεις ξηράς, αέρος και πυραυλικές μονάδες, ενώ περιλάμβαναν και βολές μακράς εμβέλειας με πραγματικά πυρά στη Θάλασσα της Ανατολικής Κίνας.

Οι υπουργοί της G7 προειδοποίησαν ότι οι ολοένα και πιο συχνές και αποσταθεροποιητικές ενέργειες του Πεκίνου αυξάνουν την ένταση στα Στενά και θέτουν σε κίνδυνο την παγκόσμια ασφάλεια και ευημερία. Πρόσθεσαν ότι οι χώρες της G7 συνεχίζουν να ενθαρρύνουν την ειρηνική επίλυση των διαφορών μέσω εποικοδομητικού διαλόγου μεταξύ των δύο πλευρών.

Εκπρόσωπος της κινεζικής πρεσβείας στον Καναδά κατηγόρησε τις χώρες της G7 για παρέμβαση στα εσωτερικά της Κίνας, με αφορμή την κοινή δήλωσή τους για την Ταϊβάν. Ο ίδιος ανέφερε ότι οι στρατιωτικές ασκήσεις της Κίνας αποτελούν «αυστηρή τιμωρία» κατά του προέδρου της Ταϊβάν, Λάι Τσινγκ-τε, και «αυστηρή προειδοποίηση» προς τις δυνάμεις που υποστηρίζουν την ανεξαρτησία του νησιού.

Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας χαρακτηρίζει τον πρόεδρο Λάι και την προκάτοχό του, Τσάι Ινγκ-γουέν, «αποσχιστές», καθώς και οι δύο έχουν ταχθεί υπέρ της υπεράσπισης της κυριαρχίας της Ταϊβάν.

Το αντιπροσωπευτικό γραφείο της Ταϊβάν στον Καναδά εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του προς τις χώρες της G7 μέσω ανάρτησης στην πλατφόρμα X. Υποστήριξε ότι η αποφασιστικότητα που επιδεικνύουν οι δημοκρατίες αποτελεί την καλύτερη αποτροπή, καθώς η ειρήνη είναι κοινό συμφέρον και κανείς δεν ωφελείται από τη σύγκρουση.

Στο στόχαστρο οι «υπολογισμένες κλιμακώσεις» του Πεκίνου

Οι τελευταίες στρατιωτικές ασκήσεις της Κίνας προκάλεσαν ευρεία διεθνή καταδίκη. Στις 4 Απριλίου, η Διακοινοβουλευτική Συμμαχία για την Κίνα (Inter-Parliamentary Alliance on China), που αποτελείται από βουλευτές διαφόρων χωρών, εξέδωσε δήλωση με την οποία καταδίκασε έντονα τις ενέργειες του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού της Κίνας γύρω από την Ταϊβάν.

Η Συμμαχία σημείωσε ότι επί μακρόν οι «υπολογισμένες κλιμακώσεις» του Πεκίνου γύρω από την Ταϊβάν περνούσαν απαρατήρητες, όμως πλέον δεν μπορεί να παραμένει αδρανής καθώς διαβρώνεται το status quo, με συνέπειες για τον λαό της Ταϊβάν και τη διεθνή σταθερότητα.

Τόνισε επίσης ότι η ασφάλεια της Ταϊβάν και η ασφάλεια της παγκόσμιας οικονομίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένες και ζήτησε ένα διεθνώς συμφωνημένο πακέτο συντονισμένων οικονομικών και πολιτικών μέτρων, ώστε να αποτραπεί περαιτέρω στρατιωτική κλιμάκωση από το Πεκίνο.

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο, ο Ιάπωνας ομόλογός του Ιουάγια Τακέσι και ο Νοτιοκορεάτης υπουργός Εξωτερικών Τσο Τάε-γιουλ συναντήθηκαν πρόσφατα στις Βρυξέλλες. Σε κοινή τους δήλωση καταδίκασαν τις κινεζικές ασκήσεις και υπογράμμισαν τη σημασία της διατήρησης της ειρήνης και της σταθερότητας στα Στενά της Ταϊβάν ως αναπόσπαστου στοιχείου της ασφάλειας και ευημερίας της διεθνούς κοινότητας.

Έκθεση του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών (Center for Strategic and International Studies-CSIS) που δημοσιεύτηκε πέρυσι, ανέφερε ότι μια σύγκρουση στα Στενά της Ταϊβάν θα είχε εκτεταμένες επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία, καθώς το συγκεκριμένο θαλάσσιο πέρασμα αντιπροσώπευε περισσότερο από το ένα πέμπτο του διεθνούς θαλάσσιου εμπορίου το 2022—περίπου 2,45 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Ο Ντέιβιντ Περντού, υποψήφιος του Ντόναλντ Τραμπ για τη θέση του πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Κίνα, κατά την ακρόασή του στη Γερουσία στις 3 Απριλίου, δήλωσε στη γραπτή του κατάθεση ότι θα υποστήριζε τον Νόμο για τις Σχέσεις με την Ταϊβάν ως πρεσβευτής.

Ο Περντιού ανέφερε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν προσηλωμένες σε μια ειρηνική λύση που να είναι αποδεκτή από τους λαούς και των δύο πλευρών των Στενών, και εξέφρασε την αντίθεση της Ουάσιγκτον σε κάθε μονομερή αλλαγή του υφιστάμενου καθεστώτος.

Οι ΗΠΑ και η Ταϊβάν δεν διατηρούν επίσημες διπλωματικές σχέσεις, καθώς η Ουάσιγκτον τερμάτισε τους δεσμούς με την Ταϊπέι υπέρ του Πεκίνου το 1979. Ωστόσο, η σχέση τους παραμένει στενή μέσω του Νόμου για τις Σχέσεις με την Ταϊβάν, ο οποίος υπογράφηκε από τον τότε πρόεδρο Τζίμι Κάρτερ και επιτρέπει την πώληση αμυντικού εξοπλισμού στην Ταϊβάν. Ο νόμος προέβλεψε επίσης την ίδρυση του Αμερικανικού Ινστιτούτου στην Ταϊβάν, το οποίο λειτουργεί ως ντε φάκτο πρεσβεία των ΗΠΑ στο νησί.

Ρωσικές δυνάμεις ισχυρίζονται ότι κατέλαβαν χωριό στη συνοριακή περιοχή Σούμι της Ουκρανίας – Διαψεύδει το Κίεβο

Ένταση επικρατεί τις τελευταίες ημέρες στο συνοριακό μέτωπο της βορειοανατολικής Ουκρανίας, μετά τον ισχυρισμό της Μόσχας ότι οι ρωσικές στρατιωτικές δυνάμεις κατέλαβαν το χωριό Μπασίβκα στην περιφέρεια Σούμι. Σύμφωνα με ανακοίνωση του ρωσικού υπουργείου Άμυνας, στις 6 Απριλίου, «μονάδες της Στρατιωτικής Ομάδας του Βορρά κατέλαβαν τη Μπασίβκα της περιοχής Σούμι κατά τη διάρκεια της επίθεσής τους».

Η Μπασίβκα βρίσκεται κοντά στα σύνορα ανάμεσα στη βορειοανατολική ουκρανική περιφέρεια Σούμι και τη ρωσική περιφέρεια Κουρσκ, μια περιοχή που έχει αποτελέσει επίκεντρο συγκρούσεων και στρατηγικών επιδιώξεων τους τελευταίους μήνες. Πρόσφατα, οι ρωσικές δυνάμεις ανέφεραν ότι επικράτησαν σε μάχες με ουκρανικές μονάδες κοντά σε τρεις συνοριακούς οικισμούς της περιφέρειας Κουρσκ, συγκεκριμένα στις πόλεις Γκορνάλ, Γκουέβο και Ολεσνία.

Η ουκρανική πλευρά, ωστόσο, διέψευσε κατηγορηματικά τους ρωσικούς ισχυρισμούς περί πλήρους ελέγχου του χωριού. Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Telegram, ο Αντρίι Κοβαλένκο, ανώτερο στέλεχος της ουκρανικής υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας και Άμυνας, δήλωσε: «Μέχρι σήμερα, οι Ρώσοι δεν ελέγχουν τη Μπασίβκα στην περιοχή Σούμι. Προσπαθούν να διεισδύσουν εκεί με ομάδες εφόδου […] όμως ο εχθρός εξουδετερώνεται». Ο Κοβαλένκο πρόσθεσε ότι οι μάχες είναι περίπλοκες, καθημερινές και εκτείνονται στις δύο πλευρές των συνόρων.

Η Epoch Times δεν ήταν σε θέση να επιβεβαιώσει ανεξάρτητα τους ισχυρισμούς καμίας από τις δύο πλευρές αναφορικά με τα γεγονότα στο πεδίο.

Η στρατηγική σημασία των περιοχών Σούμι και Κουρσκ

Η συνοριακή περιοχή της Σούμι αποτελεί από πέρυσι κεντρικό θέατρο εντάσεων και συγκρούσεων. Το περασμένο καλοκαίρι, οι ουκρανικές δυνάμεις πραγματοποίησαν αιφνιδιαστική διασυνοριακή επίθεση στην Κουρσκ, καταλαμβάνοντας αρχικά εκατοντάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα ρωσικού εδάφους. Στους μήνες που ακολούθησαν, η Μόσχα εξαπέλυσε συνεχείς αντεπιθέσεις, αναγκάζοντας τις ουκρανικές δυνάμεις να υποχωρήσουν σχεδόν πλήρως από την περιφέρεια Κουρσκ, ανέφερε το TASS πριν μια εβδομάδα.

Ουκρανός στρατιώτης περιπολεί σε περιοχή στην ελεγχόμενη από το Κίεβο πόλη Σούντζα στη δυτική περιοχή Κουρσκ της Ρωσίας, στις 16 Αυγούστου 2024. (Yan Dobronosov/Reuters)

 

Στο πλαίσιο αυτό, Ρώσοι αξιωματούχοι πρότειναν πρόσφατα τη δημιουργία μιας «ζώνης ασφαλείας» που θα εκτείνεται εντός του ουκρανικού εδάφους της Σούμι, προκειμένου να αποτρέψουν μελλοντικές εισβολές προς την Κουρσκ. Χαρακτηριστική ήταν η δήλωση του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν κατά τη διάρκεια πρόσφατης επίσκεψής του στην περιφέρεια Κουρσκ, ότι στόχος της Μόσχας είναι να «απελευθερωθεί πλήρως το έδαφος της περιφέρειας και να αποκατασταθεί η κατάσταση στα σύνορα του κράτους».

Επιχειρησιακές εξελίξεις και εκτιμήσεις για το μέλλον

Η ενδεχόμενη κατάληψη της Μπασίβκα, όπως υποστηρίζει ο Ρώσος στρατιωτικός αναλυτής Αντρέι Μαρότσκο, θα μπορούσε να επιτρέψει στις ρωσικές δυνάμεις να προωθηθούν προς τις κοντινές ουκρανικές κωμοπόλεις Λόκνια και Γιουνακίβκα, αποκόπτοντας γραμμές ανεφοδιασμού και απομονώνοντας ουκρανικές μονάδες που παραμένουν στο ρωσικό έδαφος της Κουρσκ.

«Μέσω της διακοπής αυτών των διαδρομών ανεφοδιασμού, μπορούμε να περικυκλώσουμε και να αποδυναμώσουμε τον αντίπαλο, αναγκάζοντάς τον να αποσυρθεί πλήρως από την περιοχή Σουντζάνσκι της περιφέρειας Κουρσκ», δήλωσε ο Μαρότσκο στο TASS, εξηγώντας πως η διεξαγωγή επιχειρήσεων στην περιοχή της Σούμι είναι ζωτικής σημασίας για τη συνολική στρατηγική των ρωσικών δυνάμεων.

Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, επισκέφθηκε την προηγούμενη εβδομάδα ουκρανικά στρατεύματα που παραμένουν αναπτυγμένα στην περιφέρεια Σούμι, τονίζοντας πως οι ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις «εργάζονται για να προστατεύσουν τις θέσεις τους». Πρόσθεσε ότι «γνωρίζουμε τι σχεδιάζει ο εχθρός» και διαβεβαίωσε ότι «πρέπει και θα προστατεύσουμε το κράτος μας, την ανεξαρτησία μας και τον λαό μας».

Η κλιμάκωση των συγκρούσεων στα βορειοανατολικά σύνορα Ουκρανίας–Ρωσίας ενδέχεται να οδηγήσει σε περαιτέρω αποσταθεροποίηση. Οι επόμενες ημέρες θα είναι καθοριστικές για την εξέλιξη ενός πεδίου αντιπαράθεσης που ίσως αποδειχθεί κομβικό για την ευρύτερη πορεία του πολέμου.

Με τη συμβολή του Reuters

Ράντεφ: Η Βουλγαρία πρέπει να γίνει παγκόσμιος κόμβος τεχνητής νοημοσύνης

Ο πρόεδρος Ρούμεν Ράντεφ δήλωσε ότι η Βουλγαρία πρέπει να τοποθετηθεί στον παγκόσμιο χάρτη ως επενδυτικός προορισμός στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας και ειδικότερα στην τεχνητή νοημοσύνη. Με αυτή την αφορμή, διοργάνωσε συζήτηση στρογγυλής τράπεζας για τις προοπτικές προσέλκυσης επενδύσεων στον κλάδο.

Ο πρόεδρος υπογράμμισε ότι πρωτοπόρες χώρες και εταιρείες συμμετέχουν ήδη σε μια πυρετώδη κούρσα για την ανάπτυξη υποδομών τεχνητής νοημοσύνης. Ο Ράντεφ έθεσε ερωτήματα σχετικά με τη θέση της Βουλγαρίας στο πεδίο αυτό, τις ικανότητές της, το επίπεδο των φιλοδοξιών της, και εάν η χώρα διαθέτει τις δυνατότητες να οικοδομήσει υπερβιομηχανίες τεχνητής νοημοσύνης. Όπως δήλωσε, αυτή τη στιγμή διεξάγεται παγκοσμίως ένας αγώνας δρόμου για την κατασκευή τέτοιων τεράστιων εγκαταστάσεων.

Τόνισε ότι η Βουλγαρία διαθέτει σημαντικά πλεονεκτήματα για την εγκατάσταση υπερβιομηχανιών: σταθερό ενεργειακό σύστημα και έναν πυρηνικό σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας — «κάτι ιδιαίτερα σημαντικό, λόγω της τάσης στη Δυτική Ευρώπη να κλείνουν οι πυρηνικοί σταθμοί χωρίς να κατασκευάζονται νέοι, γεγονός που αποτελεί τροχοπέδη, καθώς δεν υπάρχει πλεονάζουσα ηλεκτρική ενέργεια».

Ο Ράντεφ επεσήμανε ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες μόνο το 3% των κατάλληλων περιοχών για την εγκατάσταση τέτοιων εργοστασίων παραμένουν διαθέσιμες. «Στη Δυτική Ευρώπη υπάρχουν προβλήματα τόσο με τη γη όσο και με την τροφοδοσία. Νικητής θα είναι όποιος μπορεί να διαθέσει πλεονάζουσα ενέργεια για την κατασκευή μιας υπερβιομηχανίας», είπε. Πρόσθεσε ότι η κατασκευή θα μπορούσε να γίνει σταδιακά, ξεκινώντας από 50 ή 100 μεγαβάτ και φθάνοντας τα 1.000 και πλέον μέσα στα επόμενα χρόνια. Ο νικητής θα είναι επίσης αυτός που θα προσφέρει υποδομές με αντισεισμικές προδιαγραφές, μεταφορές, τηλεπικοινωνίες και διαδρομές οπτικών ινών.

Ως επιπλέον πλεονεκτήματα της Βουλγαρίας, ο Ράντεφ ανέφερε τον πλούτο υδάτινων πόρων, την ανεπτυγμένη υποδομή οπτικών ινών, τον ισχυρό τομέα πληροφορικής και το Ινστιτούτο Επιστήμης των Υπολογιστών, Τεχνητής Νοημοσύνης και Τεχνολογίας (INSAIT). «Διαθέτουμε έναν πολύ καλό συνδυασμό για να προσελκύσουμε αυτού του είδους τις επενδύσεις», υπογράμμισε.

Ο πρόεδρος πρόσθεσε ότι υποδέχεται όλο και περισσότερες αντιπροσωπείες από το εξωτερικό, οι οποίες, ωστόσο, θέτουν συγκεκριμένα ερωτήματα. «Έχω ακόμα και λίστα με καθήκοντα, και οι επενδυτές περιμένουν απαντήσεις από εμένα, αλλά δεν μπορώ να τους τις δώσω ως πρόεδρος, χωρίς τη συνεργασία της εκτελεστικής εξουσίας», εξήγησε. Τα ερωτήματα περιλαμβάνουν: Τι είδους περιοχή και τροφοδοσία μπορεί να προσφέρει η Βουλγαρία; Με ποια αξιοπιστία και σε ποιες τιμές; Πόση είναι η διαθέσιμη ποσότητα νερού; – καθώς, όπως εξήγησε, το κόστος του νερού για την ψύξη είναι τεράστιο.

Ο πρόεδρος Ράντεφ εκτιμά ότι τα επόμενα περίπου δύο χρόνια είναι καθοριστικά, καθώς οι ευκαιρίες στις Ηνωμένες Πολιτείες εξαντλούνται και οι τεχνολογικοί κολοσσοί στρέφονται στο εξωτερικό. «Η Ελλάδα μας πρόλαβε στα κέντρα δεδομένων της Microsoft πριν από χρόνια. Τώρα έχουμε την ευκαιρία να προσελκύσουμε μια εντελώς διαφορετική γενιά επενδύσεων», σημείωσε.

Το ερώτημα, όπως τόνισε, είναι αν θα δημιουργηθεί ένας οργανισμός που θα μπορέσει να υλοποιήσει όλα αυτά. Πρόκειται για έναν τομέα που «απαιτεί συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα». Ο ίδιος σημείωσε ότι υπάρχουν πολύ ισχυρές επιχειρήσεις στη Βουλγαρία που αναπτύσσουν μεγάλες πράσινες ενεργειακές δυνατότητες και προσφέρουν δυνατότητες αποθήκευσης.

«Χωρίς προηγούμενο» ο αριθμός των αγνοουμένων παγκοσμίως στο πλαίσιο ένοπλων συρράξεων

Ο αριθμός των αγνοουμένων στο πλαίσιο ένοπλων συρράξεων σε παγκόσμια κλίμακα έχει φτάσει σε επίπεδο «χωρίς προηγούμενο», με πάνω από 56.000 νέες υποθέσεις αυτού του είδους να καταγράφονται το 2024, προειδοποίησε χθες, Τετάρτη, η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού και της Ερυθράς Ημισελήνου (ΔΕΕΣ), με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) να συμμερίζεται την ανησυχία της.

«Η ΔΕΕΣ καταγράφει αριθμούς αγνοουμένων χωρίς προηγούμενο», τόνισε ο Φερνάντο Φορνάρις, σύμβουλος της Επιτροπής για τις ανθρωπιστικές υποθέσεις, κατά τη διάρκεια συνεδρίασης της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, αφιερωμένης στις λεγόμενες εξαναγκαστικές εξαφανίσεις.

Η προσθήκη 56.000 νέων αγνοουμένων στους καταλόγους το 2024 ανεβάζει το συνολικό αριθμό των καταγεγραμμένων υποθέσεων που παρακολουθεί η ΔΕΕΣ σε σχεδόν 255.000, σύμφωνα με τα στοιχεία που αποκαλύφθηκαν χθες.

Οι 56.559 νέες υποθέσεις συνιστούν «τη μεγαλύτερη αύξηση» που έχει καταγραφεί «τα τελευταία τουλάχιστον 20 χρόνια», κατήγγειλε, από την πλευρά του, ο Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Φόλκερ Τουρκ, κατά τη διάρκεια της ίδιας συνεδρίασης.

Αυτό είναι το αποτέλεσμα «ενόπλων συγκρούσεων μεγάλης κλίμακας, άνευ προηγουμένου» και της «περιφρόνησης προς το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο», σχολίασε.

Σε κάθε περίπτωση, «ο πόνος του να μη γνωρίζεις τι απέγινε ένας δικός σου άνθρωπος είναι από τα χειρότερα πράγματα που μπορεί να βιώσει κανείς», επέμεινε ο Ύπατος Αρμοστής. «Δεν απαλύνεται ποτέ, όσος χρόνος κι αν περάσει».

Κατά τη διάρκεια πολέμων ή ένοπλων συγκρούσεων, άνθρωποι εξαφανίζονται επειδή «δολοφονούνται, βασανίζονται, υφίστανται κακομεταχείριση, απάγονται, φυλακίζονται αυθαίρετα» ή τρέπονται σε φυγή, απαρίθμησε.

Ο αριθμός των αγνοουμένων διογκώνεται από τις «στρατιωτικές δικτατορίες», οι οποίες «επί δεκαετίες εξαφάνιζαν ανθρώπους, των οποίων η τύχη παραμένει άγνωστη μέχρι σήμερα», καθώς και από την καταστολή που συνεχίζεται σε ορισμένα κράτη, «συμπεριλαμβανομένων περιπτώσεων που σχετίζονται με αντιτρομοκρατικά μέτρα», αλλά και από όσους εξαφανίζονται κατά μήκος μεταναστευτικών διαδρομών.

«Η έκταση του φαινομένου είναι τεράστια. Ο αριθμός των αγνοουμένων κυμαίνεται από δεκάδες χιλιάδες σε ορισμένες χώρες, έως πολύ πάνω από 100.000 σε άλλες», τόνισε.

Τα τελευταία 45 χρόνια, υπό την αιγίδα του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, η ομάδα εργασίας για τις εξαναγκαστικές εξαφανίσεις έχει διαχειριστεί «πάνω από 62.000 υποθέσεις» αυτού του είδους σε «115 χώρες», όμως «αυτό δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου», επισήμανε.

Η Ταϊβάν απελαύνει τρεις TikToker για προτροπή κινεζικής εισβολής

Σε μια αποφασιστική κίνηση κατά της υπονόμευσης από το Πεκίνο, οι αρχές της Ταϊβάν προχώρησαν στην ακύρωση της άδειας παραμονής τριών γυναικών από την ηπειρωτική Κίνα. Οι τρεις γυναίκες, γνωστές με τα διαδικτυακά ψευδώνυμα «Γιάγια», «Σιάγουεϊ» και «Έντσι», ενθάρρυναν δημόσια μέσω της κινεζικής πλατφόρμας Douyin την ιδέα ότι η Ταϊβάν θα πρέπει να κατακτηθεί με στρατιωτική επέμβαση.

Η «Γιάγια», γνωστή ως Λιου Ζενγιά, εγκατέλειψε την Ταϊβάν για την Κίνα στις 24 Μαρτίου, λίγες ώρες πριν τη λήξη της προθεσμίας από την Εθνική Υπηρεσία Μετανάστευσης για αυτοαπέλαση. Η απόπειρά της να εφεσιβάλει την απόφαση απορρίφθηκε. Η ανάκληση της άδειας παραμονής της έγινε με αναφορά σε ενέργειες που «υποστηρίζουν την καταστροφή της εθνικής κυριαρχίας μας, κάτι που είναι απαράδεκτο».

Επιπλέον, οι «Σιάγουεϊ» και «Έντσι» εξέφρασαν τις απόψεις τους υπέρ της Κίνας και ενάντια στην Ταϊβάν με αναρτήσεις και δηλώσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εξοργίζοντας την τοπική κοινή γνώμη και τις αρχές. Όλες οι γυναίκες δεν δικαιούνται να υποβάλουν εκ νέου αίτηση για διαμονή στην Ταϊβάν για τα επόμενα πέντε χρόνια.

Αντιμετώπιση της υπονόμευσης του Πεκίνου

Το ΚΚΚ, το οποίο δεν έχει ποτέ κυβερνήσει την Ταϊβάν, θεωρεί το νησί κυρίαρχο έδαφος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΛΔΚ), με στόχο να θέσει το de facto έθνος των 23 εκατομμυρίων κατοίκων υπό τον έλεγχό του.

Εκτός από την ανάπτυξη των δυνατοτήτων του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού του (PLA), το κινεζικό καθεστώς έχει επίσης περάσει δεκαετίες διεισδύοντας και υπονομεύοντας την κοινωνία της Ταϊβάν μέσω των οργανώσεων του «ενιαίου μετώπου», στοχεύοντας Ταϊβανέζους αξιωματούχους, στρατιωτικό προσωπικό, επιχειρηματικούς κύκλους, διασημότητες και παράγοντες επιρροής στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ώστε να τους κάνει να βοηθήσουν το Πεκίνο να επηρεάσει την κοινωνία της Ταϊβάν και να μεταβιβάσουν πληροφορίες στο ΚΚΚ.

Ένας άνδρας παρακολουθεί ένα ειδησεογραφικό πρόγραμμα σχετικά με τις κινεζικές στρατιωτικές ασκήσεις γύρω από την Ταϊβάν, σε μια γιγαντοοθόνη έξω από ένα εμπορικό κέντρο στο Πεκίνο, στις 14 Οκτωβρίου 2024. (Greg Baker/AFP μέσω Getty Images)

 

Στις 13 Μαρτίου, ο πρόεδρος της Ταϊβάν Λάι Τσινγκ-τε δήλωσε ότι η κυβέρνησή του επεξεργάζεται ισχυρότερα μέτρα για την αντιμετώπιση του ΚΚΚ. Το Πεκίνο εκμεταλλεύεται την ελευθερία της Ταϊβάν και προσπαθεί να «διαιρέσει, να καταστρέψει και να υπονομεύσει [την Ταϊβάν] εκ των έσω», προειδοποίησε.

«Η φιλοδοξία της Κίνας να προσαρτήσει την Ταϊβάν και να εξαλείψει τη Δημοκρατία της Κίνας δεν έχει αλλάξει. Όχι μόνο συνεχίζει να απειλεί και να εκφοβίζει, αλλά έχει εμβαθύνει την εκστρατεία επιρροής και την προσπάθεια διείσδυσης», δήλωσε ο Λάι, αναφερόμενος στην επίσημη ονομασία της Ταϊβάν. Η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Κίνας κυβερνούσε προηγουμένως την ηπειρωτική χώρα πριν εξαναγκαστεί σε εξορία από το ΚΚΚ το 1949.

Ο Λι Γιου-ταρν, επίκουρος καθηγητής στο Graduate Institute of National Development του National Chengchi University, δήλωσε στην κινεζική έκδοση της Epoch Times ότι ενώ ο λαός της Ταϊβάν έχει την ελευθερία να υποστηρίζει είτε την ανεξαρτησία του νησιού είτε την ειρηνική ενοποίηση, η υποστήριξη της στρατιωτικής εισβολής του ΚΚΚ δεν αποτελεί προστατευόμενο λόγο.

«Υποστηρίζοντας ανοιχτά την ένοπλη ενοποίηση της Ταϊβάν από το ΚΚΚ, η Γιάγια παραβίαζε το θεμελιώδες δικαίωμα όλων των κατοίκων της Ταϊβάν να ζουν χωρίς φόβο – μία από τις τέσσερις βασικές ελευθερίες της ανθρωπότητας», δήλωσε ο Λι.

«Οι σύζυγοι από την ηπειρωτική Κίνα στην Ταϊβάν που αναγνωρίζουν και υποστηρίζουν τις δημοκρατικές αξίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα της Δημοκρατίας της Κίνας είναι ευπρόσδεκτοι. Αλλά αν επηρεάζονται από το ΚΚΚ και υποστηρίζουν ανοιχτά τη στρατιωτική επίθεση κατά της Ταϊβάν, αυτό δεν θα γίνει ποτέ αποδεκτό.»

Ο Λι πιστεύει ότι η Ταϊβάν πρέπει να ενισχύσει περαιτέρω τη νομοθεσία της για την εθνική ασφάλεια, ώστε να κλείσει τα παραθυράκια που μπορεί να εκμεταλλευτεί το ΚΚΚ για να συνεχίσει να υπονομεύει την κυριαρχία και τις ελευθερίες της Ταϊβάν.

Υποστήριξη της «ένοπλης ενοποίησης»

Σύμφωνα με τον «Νόμο για τις σχέσεις μεταξύ του λαού της περιοχής της Ταϊβάν και της περιοχής της ηπειρωτικής Κίνας» της Ταϊβάν, ένας πολίτης της ηπειρωτικής Κίνας «ενδέχεται να απελαθεί ή να του δοθεί εντολή να αναχωρήσει εντός 10 ημερών» υπό προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένου του ότι «θεωρείται απειλή για την εθνική ασφάλεια ή την κοινωνική σταθερότητα [της Ταϊβάν] βάσει επαρκών στοιχείων».

Σε βίντεο που αναρτήθηκε στο TikTok τον περασμένο Μάιο, η Λιου, σχολιάζοντας στρατιωτική άσκηση του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (PLA), είχε δηλώσει ότι «ίσως όταν ξυπνήσουμε αύριο, η Ταϊβάν να είναι γεμάτη με τις κόκκινες σημαίες της [ΛΔΚ]» και ότι «η σκέψη αυτή την έκανε χαρούμενη».

Η «Έντσι» ανέφερε ότι «οι ελιγμοί του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού είναι μια επίδειξη ισχυρής στρατιωτικής δύναμης και αποφασιστικότητας για την υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας», προσθέτοντας ότι «η ένοπλη ενοποίηση είναι αναπόφευκτη και δεν μπορεί να σταματηθεί».

Παρόμοιες δηλώσεις έκανε και η «Σιάγουεϊ», εκφράζοντας την επιθυμία να δει τις κομμουνιστικές κόκκινες σημαίες να κυματίζουν σε όλη την Ταϊβάν. Στα φιλοκυβερνητικά της βίντεο εμφανιζόταν συχνά μαζί με τα παιδιά της.

Η ανάκληση της άδειας παραμονής των Κινέζων συζύγων προκάλεσε έντονες συζητήσεις και στις δύο πλευρές του Στενού της Ταϊβάν.

Αντιδράσεις στις δύο πλευρές του Στενού

Η Λι Χσιού-γινγκ, δασκάλα δημοτικού σχολείου στην Ταϊβάν, δήλωσε στην Epoch Times ότι η ευρεία κάλυψη που έλαβε η Λιου από τα κινεζικά κρατικά μέσα ενημέρωσης κατά τη διάρκεια του «περιστατικού Γιάγια» υποδηλώνει ότι το υπόβαθρό της απέχει πολύ από αυτό μιας απλής Κινέζας πατριώτισσας που υποστηρίζει το Κομμουνιστικό Κόμμα.

Σημείωσε επίσης ότι σε βίντεο που αναρτήθηκαν στο διαδίκτυο, η Λιου εμφανίζεται να συνοδεύεται από ομάδα ανδρών με πολιτικά ρούχα κατά την άφιξή της στο αεροδρόμιο της Φουζού. Υποστήριξε ότι «σίγουρα έχει δεσμούς με την κινεζική κυβέρνηση και ενδέχεται να έχει λάβει οικονομική υποστήριξη από το ΚΚΚ».

Το λογότυπο του ομίλου Douyin Group στο γραφείο της ByteDance στη Σαγκάη στις 27 Ιουνίου 2023. (Pedro Pardo/AFP μέσω Getty Images)

Καθώς η υπόθεση της Λιου άρχισε να προσελκύει το δημόσιο ενδιαφέρον νωρίτερα φέτος, η ίδια διέγραψε μεγάλο μέρος του περιεχομένου από το κανάλι της στο Douyin. Ανέβασε ωστόσο ένα βίντεο υπερασπιζόμενη τις προηγούμενες δηλώσεις της, στο οποίο αρνήθηκε ότι εργάζεται για λογαριασμό του ΚΚΚ ή ότι υποστηρίζει την «ένοπλη ενοποίηση».

Η Λιου και η οικογένειά της επιχείρησαν να ασκήσουν έφεση κατά της απόφασης της υπηρεσίας μετανάστευσης, ωστόσο η προσπάθειά τους απορρίφθηκε από το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της Ταϊπέι.

Η ίδια δήλωσε ότι, καθώς αναγκάζεται να επιστρέψει στην Κίνα και να αποχωριστεί τον Ταϊβανέζο σύζυγο και τα παιδιά της, αισθάνεται ότι «ωθείται σε μια άβυσσο χωρίς επιστροφή». Η διατύπωση αυτή προκάλεσε επικρίσεις τόσο από Κινέζους όσο και από Ταϊβανέζους χρήστες του διαδικτύου, οι οποίοι ερμήνευσαν την περιγραφή της ως αντανάκλαση της πραγματικής της στάσης απέναντι στη ζωή στην Κίνα.

Παρότι αρχικά είχε δηλώσει ότι δεν θα επέστρεφε στην Κίνα με τη θέλησή της, τελικά άλλαξε στάση την τελευταία στιγμή, λέγοντας ότι θα επιστρέψει «με το κεφάλι ψηλά» αντί να απελαθεί, με την ελπίδα ότι θα μπορούσε να υποβάλει εκ νέου αίτηση για άδεια παραμονής σε πέντε χρόνια.

Στις 28 Μαρτίου, οι «Σιάγουεϊ» και «Έντσι» πραγματοποίησαν διαμαρτυρία μπροστά στο προεδρικό γραφείο της Ταϊβάν, υπερασπιζόμενες τα «δικαιώματά τους ως μητέρες».

Σύμφωνα με τα τοπικά μέσα ενημέρωσης, η «Έντσι» εγκατέλειψε την Ταϊβάν στις 31 Μαρτίου, λίγο πριν τη λήξη της περιόδου χάριτος, ενώ η «Σιάγουεϊ» απελάθηκε την επόμενη ημέρα.

Η Χε Σινγιάο, Κινέζα σύζυγος που ζει στην Ταϊβάν και διατηρεί δημοφιλές κανάλι στο YouTube, σχολίασε την ειρωνεία του γεγονότος ότι οι «Σιάγουεϊ» και «Έντσι» είχαν την ελευθερία να διαδηλώσουν ανενόχλητες μπροστά στο Προεδρικό Γραφείο της Ταϊβάν, ενώ ανάλογες ενέργειες θα αντιμετωπίζονταν με αυστηρή καταστολή υπό το καθεστώς του ΚΚΚ.

Σε βίντεο που ανέβασε στις 29 Μαρτίου, ανέφερε ότι αν το συγκεκριμένο υλικό αναρτιόταν στο κινεζικό Douyin, τα σχόλια θα ήταν του τύπου: «Πώς και η αστυνομία δεν σας έχει ακινητοποιήσει ακόμα; Πώς και δεν σας έχουν στείλει σε ψυχιατρικό νοσοκομείο;».

Καταλήγοντας, τόνισε ότι με τις ίδιες τους τις πράξεις απέδειξαν πως «υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορεί να κάνει κανείς στην Ταϊβάν, αλλά θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να συμβούν στην ηπειρωτική Κίνα».

Του Leo Timm

Η πρωθυπουργός της Δανίας δεσμεύεται να στηρίξει τη Γροιλανδία απέναντι στις αμερικανικές επιδιώξεις

Η πρωθυπουργός της Δανίας, Μέτε Φρέντερικσεν, δεσμεύτηκε για τη στήριξη της Γροιλανδίας κατά την επίσκεψή της στην πρωτεύουσα Νουούκ στις 2 Απριλίου. Η κίνηση αυτή έρχεται ως απάντηση στις επανειλημμένες δηλώσεις της κυβέρνησης Τραμπ, που έχει εκφράσει την επιθυμία της να αποκτήσει τον έλεγχο του αχανούς αυτού αρκτικού εδάφους.

Η Φρέντερικσεν ανακοίνωσε την επίσκεψή της λίγο μετά το ταξίδι του Αμερικανού αντιπροέδρου Τζ. Ντ. Βανς, την προηγούμενη εβδομάδα, στην αμερικανική αεροπορική βάση της ημιαυτόνομης αυτής περιοχής. Κατά την επίσκεψή του, ο Βανς κατηγόρησε την Κοπεγχάγη ότι δεν υποστηρίζει επαρκώς τους Γροιλανδούς πολίτες, γεγονός που προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στη Δανία και τη Γροιλανδία.

«Οι ΗΠΑ δεν θα αναλάβουν τον έλεγχο της Γροιλανδίας. Η Γροιλανδία ανήκει στους Γροιλανδούς», δήλωσε η Φρέντερικσεν σε δημοσιογράφους αμέσως μετά την άφιξή της στη Νουούκ.

Η Δανή πρωθυπουργός δεσμεύτηκε επίσης να διαφυλάξει ισότιμα δικαιώματα για τους κατοίκους της Γροιλανδίας και της Δανίας στο πλαίσιο της κοινής τους συνύπαρξης.

«Περισσότερο απ’ όλα, πρέπει να συζητήσουμε για την κατάσταση στην εξωτερική πολιτική και την ασφάλεια, τα γεωπολιτικά ζητήματα και τον τρόπο με τον οποίο θα χειριστούμε από κοινού αυτήν την πολύ σύνθετη πρόκληση, γιατί σε αυτό εστιάζεται πλέον η συζήτηση», τόνισε η Φρέντερικσεν.

Η Γροιλανδία είναι ένα τεράστιο, πλούσιο σε φυσικό πλούτο και στρατηγικής σημασίας νησί, το οποίο ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ έχει χαρακτηρίσει ζωτικής σημασίας για την αμερικανική ασφάλεια.

Η πρωθυπουργός της Δανίας θα συναντηθεί με τον νέο ηγέτη της Γροιλανδίας, Γενς-Φρέντερικ Νίλσεν, το κόμμα του οποίου σχημάτισε έναν νέο κυβερνητικό συνασπισμό έπειτα από τις πρόσφατες εκλογές. Ο νέος συνασπισμός αναμένεται να αναλάβει επίσημα καθήκοντα στις 7 Απριλίου. Κατά τη διάρκεια της παραμονής της, η οποία θα διαρκέσει έως τις 4 Απριλίου, η Φρέντερικσεν θα συναντηθεί επίσης με τα μέλη του νέου υπουργικού συμβουλίου της Γροιλανδίας (Naalakkersuisut).

«Ανυπομονώ να συνεχίσουμε τη στενή και ειλικρινή συνεργασία μας με τον Γενς-Φρέντερικ Νίλσεν και την υπόλοιπη κυβέρνηση της Γροιλανδίας. Η Γροιλανδία μόλις ολοκλήρωσε μια επιτυχημένη δημοκρατική διαδικασία σχηματίζοντας μια κυβέρνηση ευρείας αποδοχής», ανέφερε η Φρέντερικσεν σε επίσημη ανακοίνωση πριν από την επίσκεψη.

Ο Νίλσεν είχε ήδη εκφράσει στις 31 Μαρτίου την ικανοποίησή του για την επίσκεψη, σημειώνοντας ότι η Δανία παραμένει «ο πιο στενός συνεργάτης της Γροιλανδίας». Στην ατζέντα της συνάντησης βρίσκεται ο διάλογος για τη μελλοντική συνεργασία μεταξύ της Γροιλανδίας και της Δανίας.

Εδώ και χρόνια, η Γροιλανδία, που διαθέτει πληθυσμό περίπου 57.000 κατοίκων, προετοιμάζει το έδαφος για τη μελλοντική της ανεξαρτησία, με πολλούς κατοίκους να θεωρούν πως έχουν βιώσει αδικίες κατά τη διάρκεια της δανικής διακυβέρνησης. Ωστόσο, οι πρόσφατες αναφορές της κυβέρνησης Τραμπ για προσάρτηση της περιοχής, ακόμη και διά της στρατιωτικής οδού, έχουν εγείρει σοβαρή ανησυχία σε Γροιλανδούς και Δανούς.

Η νέα κυβέρνηση της Γροιλανδίας έχει ξεκαθαρίσει ότι επιθυμεί να επιβραδύνει την πορεία προς την ανεξαρτησία, με τον Νίλσεν να δηλώνει στο Reuters ότι επιδιώκει την ενίσχυση των δεσμών με την Κοπεγχάγη μέχρι να καταστεί ικανή η χώρα του να πετύχει τον τελικό στόχο της κυριαρχίας.

Παράλληλα, ο Νίλσεν τόνισε ότι επιθυμεί μια σχέση αμοιβαίου σεβασμού με τις Ηνωμένες Πολιτείες: «Το να μιλάς για προσάρτηση ή για απόκτηση της Γροιλανδίας χωρίς να σέβεσαι την κυριαρχία της δεν είναι ένδειξη σεβασμού. Ας ξεκινήσουμε με αμοιβαίο σεβασμό και ας δημιουργήσουμε μια δυνατή συνεργασία σε όλους τους τομείς», δήλωσε.

Η πολιτική ομάδα στη Γροιλανδία που εμφανίζεται πιο θετική στις επιδιώξεις Τραμπ είναι το κόμμα Naleraq, το οποίο επιθυμεί άμεση πορεία προς την ανεξαρτησία. Το εν λόγω κόμμα αποκλείστηκε από τις συζητήσεις για τον κυβερνητικό συνασπισμό.

Ο Πέτερ Βίγκο Γιάκομπσεν, καθηγητής στη Δανική Ακαδημία Άμυνας, μιλώντας στο Associated Press, εκτίμησε πως οι προθέσεις Τραμπ πιθανόν να οδηγήσουν τις μετριοπαθείς παρατάξεις της νήσου ακόμη πιο κοντά στην Κοπεγχάγη. «Ο Τραμπ έχει τρομάξει τους περισσότερους Γροιλανδούς, οι οποίοι πλέον δεν εμπιστεύονται τις ΗΠΑ», ανέφερε.

Σημειώνεται πως οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι παρότι η πλειοψηφία των κατοίκων επιθυμεί την ανεξαρτησία, η συντριπτική πλειονότητα αντιτίθεται κατηγορηματικά σε μια προσάρτηση στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Του Guy Birchall

Με τη συμβολή των Reuters και Associated Press