Ο διοικητής του αμερικανικού Στρατού Ξηράς στον Ειρηνικό, στρατηγός Ρόναλντ Π. Κλαρκ, δήλωσε ότι ο αμερικανικός στρατός λαμβάνει μέτρα ώστε να καταστήσει πιο δύσκολη μια ενδεχόμενη κινεζική εισβολή στην Ταϊβάν μέσω του Στενού της Ταϊβάν.
Μιλώντας στις 27 Ιουνίου σε εκδήλωση του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών (Center for Strategic and International Studies – CSIS), ο Κλαρκ ανέφερε ότι ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός της Κίνας ενισχύει τις δυνατότητές του, αναπτύσσει νέες τακτικές και τεχνολογίες με ρυθμούς που δεν έχουν παρατηρηθεί ξανά, ενώ ταυτόχρονα αντλεί διδάγματα από τις τρέχουσες συγκρούσεις με στόχο την ενίσχυση της διακλαδικής επιχειρησιακής του ικανότητας.
Σύμφωνα με τον Κλαρκ, σημαντικό μέρος του αμερικανικού στρατιωτικού σχεδιασμού εστιάζει στο πώς μπορεί να αποτραπεί μια εισβολή δια θαλάσσης από την Κίνα. Το Στενό της Ταϊβάν, που χωρίζει την Ταϊβάν από την ηπειρωτική Κίνα, έχει πλάτος περίπου 130 χιλιομέτρων στο στενότερο σημείο του.
Όπως ανέφερε, η περιοχή πλέον επιτηρείται στενά και συνεχώς, ενώ πολλές χώρες συνεργάζονται για να αποτρέψουν ενδεχόμενη στρατιωτική επιχείρηση του Πεκίνου. Υποστήριξε επίσης ότι οι ΗΠΑ προχωρούν σε ενέργειες ώστε η Κίνα να αντιμετωπίσει μεγαλύτερες δυσκολίες, σε περίπτωση που επιχειρήσει να διασχίσει το Στενό για να εισβάλει στην Ταϊβάν.
Ο στρατηγός εκτίμησε ότι η πιθανότητα η Κίνα να καταφέρει να πραγματοποιήσει μια επιτυχή και ανεμπόδιστη απόβαση τέτοιας κλίμακας είναι «εξαιρετικά μικρή», προσθέτοντας ότι μεγάλο μέρος της στρατιωτικής προετοιμασίας των ΗΠΑ αφορά την περαιτέρω επιδείνωση αυτής της προοπτικής για το Πεκίνο.
Το Στενό της Ταϊβάν παραμένει εστία έντασης, καθώς το Πεκίνο θεωρεί την Ταϊβάν αποσχισθείσα επαρχία που οφείλει να επανενταχθεί στην Κίνα, υπό το κομμουνιστικό καθεστώς.
Από την πλευρά της, η Ταϊβάν κυβερνάται αυτόνομα από το 1949, όταν το εθνικιστικό κόμμα Κουομιτάνγκ υποχώρησε στο νησί μετά την ήττα του στον εμφύλιο πόλεμο με τους Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ). Έκτοτε, δεν έχει υπογραφεί ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών, ενώ η Ταϊβάν συνεχίζει να διεκδικεί τη νομιμότητα ως κυβέρνηση ολόκληρης της Κίνας.
Από το 1996, η Ταϊβάν διενεργεί τακτικά προεδρικές εκλογές ανά τετραετία, εκπροσωπώντας ένα εναλλακτικό μοντέλο διακυβέρνησης έναντι του κινεζικού. Παράλληλα, ενισχύει τις αμυντικές της δυνατότητες για την περίπτωση επίθεσης από την Κίνα.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν τον κύριο προμηθευτή οπλικών συστημάτων της Ταϊβάν, έχοντας εγκρίνει πωλήσεις όπως μη επανδρωμένα αεροσκάφη, άρματα μάχης και πυραύλους κατά πλοίων και αεροσκαφών.
Η Ουάσιγκτον διατηρεί την πολιτική της «στρατηγικής ασάφειας», αποφεύγοντας να δηλώσει ξεκάθαρα εάν θα επέμβει στρατιωτικά σε περίπτωση κινεζικής επίθεσης στην Ταϊβάν.
Ο στρατηγός Κλαρκ ανέλαβε καθήκοντα επικεφαλής του Στρατού Ξηράς των ΗΠΑ στον Ειρηνικό τον Νοέμβριο του περασμένου έτους, διαδεχόμενος τον στρατηγό Τσαρλς Α. Φλιν.
Τον περασμένο Μάιο, ο στρατηγός Τσαρλς Φλιν είχε δηλώσει ενώπιον της Ειδικής Επιτροπής της Βουλής των Αντιπροσώπων για το ΚΚΚ ότι η απειλή κινεζικής εισβολής στην Ταϊβάν δεν είναι πλέον μακρινή ή θεωρητική. Είχε υποστηρίξει ότι μια τέτοια επιχείρηση δεν θα αποτελούσε απλώς ζήτημα ναυτικής ή αεροπορικής ισχύος, καθώς – όπως εξήγησε – ο Στρατός Ξηράς του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού της Κίνας (PLA) θα ήταν η καθοριστική δύναμη στην επίθεση.
Σύμφωνα με τον Φλιν, εάν ο κινεζικός στρατός δεν μπορέσει να αποβιβαστεί, να ελιχθεί, να ελέγξει έδαφος και να υποτάξει τον πληθυσμό της Ταϊβάν, τότε δεν θα μπορέσει να επικρατήσει. Προσέθεσε ότι η αποτροπή της ίδιας της απόπειρας διέλευσης του Στενού μπορεί να αποτρέψει συνολικά τον πόλεμο.
Ο στρατηγός Κλαρκ ανέφερε από την πλευρά του ότι ο αμερικανικός Στρατός συνεργάζεται με τη Διοίκηση Ινδο-Ειρηνικού (Indo-Pacific Command – INDOPACOM) για την προώθηση εφοδίων στην περιοχή μέσω της δημιουργίας κοινών διαμετακομιστικών κέντρων θεάτρου επιχειρήσεων, με στόχο τη διατήρηση της επιχειρησιακής ικανότητας των αμερικανικών δυνάμεων σε περίπτωση παρατεταμένης σύρραξης.
Υποστήριξε ότι η ικανότητα των ΗΠΑ να αποκτήσουν πλεονεκτική θέση εξαρτάται από την παρουσία και δράση τους εντός της πρώτης και της δεύτερης αλυσίδας νησιών, μέσω εμπλοκής, επιχειρήσεων, δραστηριοτήτων και επενδύσεων στην περιοχή.
Η Ταϊβάν βρίσκεται στο επίκεντρο της πρώτης αλυσίδας νησιών, η οποία εκτείνεται από το νησί Κιούσου της Ιαπωνίας, μέχρι τις Φιλιππίνες και τη Χερσόνησο της Μαλαισίας. Η δεύτερη αλυσίδα εκτείνεται από την Ιαπωνία έως το Γκουάμ και τη Μικρονησία.
Τον ίδιο μήνα, ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Πιτ Χέγκσεθ, είχε προειδοποιήσει – μιλώντας στο φόρουμ Shangri-La στη Σιγκαπούρη – ότι ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ έχει διατάξει τον στρατό του να είναι σε θέση να εισβάλει στην Ταϊβάν έως το 2027.
Ο Χέγκσεθ είχε τονίσει ότι οποιαδήποτε απόπειρα της Κίνας να κατακτήσει την Ταϊβάν δια της βίας θα είχε καταστροφικές συνέπειες για την περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού και για ολόκληρο τον κόσμο.
Η Γερουσία των ΗΠΑ θα πρέπει να απλοποιήσει τους ομοσπονδιακούς περιβαλλοντικούς κανονισμούς και να εξουδετερώσει πολιτειακούς νόμους, αλλιώς οι παραγωγοί ενέργειας του έθνους θα συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν αγωγές σχετικά με το κλίμα που συχνά εκκινούν ξένοι χρηματοδότες, ένας από τους οποίους — σύμφωνα με ισχυρισμούς σε πρόσφατη ακρόαση της Γερουσίας — και το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ).
Αναγνωρίζοντας πως είναι ένας «σθεναρός αντίπαλος» της εξουδετέρωσης νόμων — όταν μια κυβέρνηση υψηλότερου επιπέδου αποτρέπει, δηλαδή εξουδετερώνει, δράσεις — ο Γενικός Εισαγγελέας (υπουργός Δικαιοσύνης) του Κάνσας, Κρις Κόμπαχ, είπε ότι το σύμπλεγμα ομοσπονδιακών, πολιτειακών και τοπικών περιβαλλοντικών νόμων που βρίσκεται σε λειτουργία από τη δεκαετία του 1970 έχει γίνει ευάλωτο στη νομική εκμετάλλευση.
«Η Γερουσία θα πρέπει να εξουδετερώνει πολιτειακούς νόμους και τα δικαστήρια θα πρέπει να κατανοούν την ουσία των κανονισμών της Γερουσίας», είπε ο Κόμπαχ σε ακρόαση στις 25 Ιουνίου ενώπιον της υποεπιτροπής νομικών υποθέσεων για ομοσπονδιακά δικαστήρια, επίβλεψη, δράση υπουργείων και ομοσπονδιακών δικαιωμάτων της Γερουσίας.
Ένα γνωστό θέμα της διοίκησης Τραμπ είναι η μείωση των ομοσπονδιακών νόμων ώστε η συμμόρφωση να έχει μικρότερο κόστος, χρόνο, και σύγχυση. Η μείωση της λεγόμενης ‘νομικής φλυαρίας’ σε αμφισβητούμενους ομοσπονδιακούς, πολιτειακούς και τοπικούς κανονισμούς σχετικούς με το περιβάλλον και την παραγωγή ενέργειας είναι μεταξύ των βασικών στόχων της.
Ο Κόμπαχ κάλεσε τους γερουσιαστές να υπερβούν τη μείωση νόμων «ώστε να έχουμε μια ομοιόμορφη εθνική πολιτική».
Ο γερουσιαστής Τεντ Κρουζ (Ρ-Τέξας) είπε ότι το ζήτημα είναι επείγον επειδή οντότητες που σχετίζονται με την Κίνα εκμεταλλεύονται τα δικαστήρια της χώρας για να χρηματοδοτούν «τον νομικό πόλεμο της αριστεράς κατά της αμερικανικής κυριαρχίας στην ενέργεια».
«Είμαστε μάρτυρες μιας συστηματικής εκστρατείας κατά της αμερικανικής ενέργειας, μιας συντονισμένης επίθεσης από την άκρα αριστερά, υποστηριζόμενης και χρηματοδοτούμενης από το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας, που επιδιώκει να αποκτήσει τον έλεγχο των δικαστηρίων μας, εκμεταλλευόμενη τις νομικές ενστάσεις κατά Αμερικανών παραγωγών ενέργειας, προκειμένου να υπονομεύσει την αμερικανική κυριαρχία στην ενέργεια», δήλωσε.
Ο Κρουζ περιέγραψε μια «τριπλή επίθεση» με αιχμή του δόρατος «οργανισμούς σκοτεινού χρήματος σχετιζόμενους με το ΚΚΚ» που πληρώνουν «ακτιβιστές δικηγόρους για να πλημμυρίζουν τα δικαστήριά μας με μηνύσεις» και εκστρατείες επιρροής.
Ανησυχία προκαλεί και η Ένωση Επιστημόνων και τα σεμινάριά της για δικαστές που «έχουν κατακτήσει και κάνει πλύση εγκεφάλου στο δικαστικό σώμα» σε «εκπαιδευτικά προγράμματα κεκλεισμένων των θυρών, τα οποία κατηχούν τους δικαστές να δέχονται τους ιδεολογικούς στόχους της ‘μηχανής νομικού πολέμου για το κλίμα’».
Ο Γενικός Εισαγγελέας του Κάνσας, Κρις Κόμπαχ, σε συνέντευξη τύπου έξω από το γραφείο του στην Τοπέκα. Κάνσας, 1η Μαΐου 2023. (John Hanna/AP Photo)
Ο Κρουζ παρέπεμψε και σε μία αναφορά του Ιουνίου του State Armor, μίας δεξαμενής σκέψης που βοηθά τις πολιτείες να αποτρέψουν «παγκόσμιους κινδύνους ασφαλείας», προτείνοντας σύνδεση μεταξύ του μη κερδοσκοπικού οργανισμού του Σαν Φρανσίσκο Energy Foundation China και «πολλών ομάδων ακτιβισμού που δουλεύουν για να ‘αποτελειώσουν’ τα ορυκτά καύσιμα ανά τις ΗΠΑ».
Σύμφωνα με την αναφορά της State Armor, η Energy Foundation China έχει «διοχετεύσει έως $12 εκατομμύρια σε αμερικανικές ομάδες ακτιβισμού για το κλίμα από το 2020», σημείωσε ο Κρουζ. «Αυτή δεν είναι μία ΜΚΟ απλών πολιτών. Είναι ένα εργαλείο εξωτερικής πολιτικής μεταμφιεσμένο ως φιλανθρωπία που λειτουργεί από πράκτορες του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας.»
Υπάρχει φωτιά πίσω από αυτόν τον καπνό, σχολίασε ο πρόεδρος του Capital Research Center, Σκοτ Γουόλτερ, σημειώνοντας: «Δεν είναι τυχαίο […] ότι η Κίνα έχει βαθείς δεσμούς με το περιβαλλοντικό κίνημα» ανά την υφήλιο, αναφέροντας υποψίες ότι η Energy Foundation China, μέσω του Συμβουλίου Σινοαμερικανικού Σχεδιασμού που έχει έδρα στη Νέα Υόρκη, συνέβαλε στην ψήφιση του νόμου για τν κλιματική αλλαγή της Νέας Υόρκης «Climate Change Superfund Act» (Νόμος Υπερταμείου Κλιματικής Αλλαγής), το 2023.
«Το ΚΚΚ έχει κάθε κίνητρο να υποστηρίζει τον κλιματικό ακτιβισμό στην Αμερική», τόνισε ο Γουόλτερ. «Το σχέδιο της Energy Foundation China δεν είναι κρυφό. Επικεφαλής του είναι ένας ισχυρός Κινέζος πρώην κυβερνητικός αξιωματούχος, και στέλνει χρήματα σε ακτιβιστικές ομάδες» και «ακτιβιστές σε πανεπιστήμια όπως το Μπέρκλεϋ, το UCLA και το Χάρβαρντ.»
Ωστόσο, πρόσθεσε, οι Κινέζοι «δεν είναι οι μόνοι που επιτίθενται στην ενεργειακή μας ανεξαρτησία. Δισεκατομμυριούχοι ανά τον κόσμο μεγαλώνουν την απειλή.»
Δισεκατομμυριούχοι
Το Capital Research Center με έδρα στην Ουάσιγκτον ιδρύθηκε το 1984 για «να εξετάσει πως […] οι ΜΚΟ δαπανούν χρήματα και εμπλέκονται σε πολιτική και ακτιβισμό», σύμφωνα με την ιστοσελίδα του.
Τα δύο τελευταία έτη, ο Γουόλτερ, συγγραφέας του «Arabella: The Dark Money Network of Leftist Billionaires Secretly Transforming America» (Αραμπέλλα: Το σκοτεινό χρηματικό δίκτυο αριστερών δισεκατομμυριούχων που μεταμορφώνει την Αμερική στα κρυφά), έχει καταθέσει συχνά ενώπιον της Γερουσίας, όπως σε μια ακρόαση στις 4 Ιουνίου αναφορικά με την ξένη επιρροή στις εκλογές.
Όπως ισχυρίστηκε, ο Αυστραλός δισεκατομμυριούχος Άντριου Φόρρεστ χρηματοδοτεί το Intergenerational Environment Justice Fund, ο Βρετανός δισεκατομμυριούχος με hedge-fund Σερ Κρίστοφερ Χον δωρίζει εκατομμύρια στο Κέντρο για Κλιματική Δικαιοσύνη, και «μετά είναι ο μεγαλύτερος ξένος δισεκατομμυριούχος που χειραγωγεί την πολιτική της Αμερικής, ο Χάνσγιοργκ Βυς».
Ο Ελβετός ιδρυτής της κατασκευαστικής εταιρείας ιατρικών συσκευών Synthes έχει «ρίξει πάνω από $650 εκατομμύρια στην αμερικανική αριστερά», προσέθεσε.
«Εγχώριοι δισεκατομμυριούχοι» που χρηματοδοτούν κλιματικές μηνύσεις περιλαμβάνουν τους Χιούλετ, Ρόκφελλερ, Φορντ και Μακ Άρθουρ, οι οποίοι «δίνουν σε ομάδες κλιματικών αγωγών μισό δισεκατομμύριο δολάρια ετησίως», καθώς και ο Μάικλ Μπλούμπεργκ, ο πρώην Ρεπουμπλικανός δήμαρχος της Νέας Υόρκης και Δημοκρατικός προεδρικός υποψήφιος, υποστηρίζει ο Γουόλτερ.
Ο Χάνσγιοργκ Βυς σε φιλανθρωπική εκδήλωση της Oceana το 2015 στην Νέα Υόρκη, στο εστιατόριο του ξενοδοχείου Τέσσερις Εποχές. (Craig Barritt/Getty Images for Oceana)
Προτάσεις δράσης
Η συζήτηση πολλές φορές έπαιρνε ιδεολογικά μονοπάτια που λίγο ασχολούνται με τη ρίζα του προβλήματος: οι πολλοί νόμοι γεννούν πολλές αγωγές.
Σύμφωνα με το Κέντρο Σάμπιν για την Κλιματική Αλλαγή της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κολούμπια, οι αγωγές κλιματικής αλλαγής τριπλασιάστηκαν παγκοσμίως από το 2017, με νομικές ενστάσεις για φερόμενες παραβιάσεις περιβαλλοντικών νόμων επίσης να εμφανίζονται μαζικά στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Υπό τη βάση δεδομένων του αμερικανικών αγωγών κλιματικής αλλαγής, στις 25 Ιουνίου το Κέντρο Σάμπιν κατέγραψε 1.341 τρέχουσες αγωγές επί ομοσπονδιακών κανονισμών σχετικές με περιβαλλοντικούς νόμους, περιλαμβανομένων 203 υπό τον Νόμο Καθαρού Αέρα, 252 υπό τον Νόμο Απειλουμένων Ειδών, και 436 υπό τον Νόμο Εθνικής Προστασίας Περιβάλλοντος.
Ο Κόμπαχ ήταν ο μόνος συμμετέχων που έδωσε προτάσεις για τη θεραπεία αυτού. Επικεφαλής της δικαιοσύνης του Κάνσας από το 2023, μετά από δύο θητείες ως υπουργός Εξωτερικών, ο Κόμπαχ κέρδισε εθνική φήμη για τη συγγραφή ενός από τους αυστηρότερους νόμους ταυτοποίησης ψηφοφόρων του έθνους, το 2014.
Ως βετεράνος «πολλών περιβαλλοντικών υποθέσεων σε αυτήν την ευρεία κατηγορία αγωγών», ο Κόμπαχ εστίασε στο «καινοφανές των περιβαλλοντικών νομοσχεδίων».
Οι τάσεις που σωρεύονται στα ράφια των δικαστηρίων περιλαμβάνουν νόμους που ψηφίστηκαν από πολιτείες, ακόμα και από κομητείες και πόλεις, που προσπαθούν να ορίσουν πράγματα πέραν της δικαιοδοσίας τους, επεσήμανε.
«Με άλλα λόγια, ο νόμος δεν ρυθμίζει απλώς την πολιτεία, προσπαθεί να ρυθμίσει όλη τη χώρα», εξήγησε αναφέροντας τον «κανονισμό εξελιγμένων καθαρών στόλων» της Καλιφόρνια του 2023, ο οποίος επιβάλλει τη μετάβαση σε φορτηγά μηδενικών εκπομπών έως το 2035 για μεσαίας κατηγορίας οχήματα, έως το 2042 για όλα τα άλλα οχήματα, είπε.
«Αυτός ο κανονισμός μεταμφιέζεται ως ενδοπολιτειακός κανονισμός, αλλά στην πραγματικότητα είναι εθνικός λόγω της εμβέλειας της Καλιφόρνια», παρατήρησε. «Επειδή τόσοι λιμένες είναι στην Καλιφόρνια, τα φορτηγά πρέπει να περνούν από εκεί και αν περνούν από την Καλιφόρνια έστω για λίγα λεπτά της ημέρας, υπόκεινται στους κανονισμούς της.»
Επιπλέον, είπε, υπάρχουν «μηνύσεις από πόλεις και κομητείες ανά τη χώρα», όπως μια υπόθεση κατά της ExxonMobil στο Κάνσας, όπου η κομητεία Φορντ «επιδιώκει να αντιπροσωπεύσει όχι μόνο την κομητεία Φορντ, όχι μόνο τις κομητείες του Κάνσας, αλλά όλες τις κομητείες της Αμερικής».
Αυτά προκαλούν εκτεταμένες νομικές εμπλοκές που οι ενάγοντες δεν αναμένουν να κερδίσουν, αλλά οι φορολογούμενοι πρέπει να τις πληρώνουν, σημείωσε ο Κόμπαχ.
«Θα συνεχίσουμε αυτές τις μάχες στο δικαστήριο ως γενικοί εισαγγελείς, αλλά χρειαζόμαστε κάποια βοήθεια από το Κογκρέσο, και πιστεύω αυτή είναι μια ταπεινή έκκληση για νομοθεσία.»
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ είπε στις 26 Ιουνίου ότι το Ιράν δεν αφαίρεσε ουράνιο από ένα κρίσιμο πυρηνικό εργοστάσιο που βομβαρδίστηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες το προηγούμενο σαββατοκύριακο.
Εικόνες πριν και μετά από δορυφόρο που δημοσιεύτηκαν δείχνουν ότι υπήρχε ιρανική δραστηριότητα περί της δομής Φορντό πριν από το χτύπημα. Ο Τραμπ είπε ότι τα πολλά φορτηγά που είδαν εκεί δεν ήταν απόδειξη ότι είχε αφαιρεθεί ουράνιο.
«Τα οχήματα και μικρά φορτηγά εκεί ανήκαν σε εργάτες τσιμέντου που προσπαθούσαν να καλύψουν τις οροφές των αεραγωγών», έγραψε ο Τραμπ σε δήλωση στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης Truth Social στις 26 Ιουνίου. «Τίποτα δεν βγήκε εκτός της δομής. Θα έπαιρνε πολύ, πολύ επικίνδυνο, και πολύ βαρύ και δύσκολο να μετακινηθεί!»
Ο Τραμπ μάλλον αναφερόταν στις δορυφορικές φωτογραφίες της υπόγειας δομής Φορντό κοντά στην Κομ που, μαζί με άλλες δύο δομές, χτυπήθηκαν από αμερικανικά βομβαρδιστικά Β-2 στις 21 Ιουνίου.
Ο Ραφαέλ Γκρόσσι, επικεφαλής της ομάδας παρακολούθησης πυρηνικών των Η.Ε., είπε στις 26 Ιουνίου πως η ζημία από τα ισραηλινά και αμερικανικά χτυπήματα σε ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις ήταν «πολύ σημαντική» και μπορεί μόνο να υποθέσει ότι οι περιδινιστές των εγκαταστάσεων δεν είναι λειτουργικοί.
«Νομίζω ότι η λέξη εξάλειψη είναι υπερβολή, αλλά έγινε τεράστια ζημία», είπε ο Γκρόσσι στο γαλλικό μέσο RFI. Η ομάδα του Γκρόσσι δεν πήρε άδεια να επισκεφθεί τις ιρανικές εγκαταστάσεις για μια ανεξάρτητη αξιολόγηση της ζημίας, είπε.
Ο εκπρόσωπος του ιρανικού υπουργείου Εξωτερικών, Εσμαΐλ Μπαγκαέι, επίσης είπε στις 25 Ιουνίου ότι «οι πυρηνικές μας εγκαταστάσεις υπέστησαν σοβαρή ζημία, σίγουρα», που αναφέρθηκε από τον Λευκό Οίκο σε δήλωση στις 26 Ιουνίου.
Εκτός της δήλωσης Τραμπ, ο υπουργός Αμύνης Πητ Χέγκσεθ είπε σε δημοσιογράφους στις 26 Ιουνίου ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που υποδηλώνουν ότι Ιρανοί αξιωματούχοι αφαίρεσαν ουράνιο από τις δομές.
«Δεν γνωρίζω από όλες τις πληροφορίες που είδα ότι κάτι δεν βρισκόταν εκεί που θα έπρεπε, είχε μετακινηθεί, ή κάτι άλλο», είπε ο Χέγκσεθ σε μια συνέντευξη τύπου στο Πεντάγωνο.
Ο Χέγκσεθ περιέγραψε τα χτυπήματα ως «ιστορικά επιτυχή.» Τα σχόλιά του ήρθαν αφότου ο Ιρανός επικεφαλής Αγιατολάχ Αλί Καμενεΐ είπε στις 26 Ιουνίου ότι το Ιράν θα απαντούσε σε οποιαδήποτε μελλοντική επίθεση των ΗΠΑ χτυπώντας αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις την Μέση Ανατολή.
Ο πτέραρχος Νταν Κέιν, πρόεδρος του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων, έδειξε βίντεο μιας δοκιμής διατρητικής βόμβας παρόμοιας με αυτές που χτύπησαν το Φορντό, ενώ αρνήθηκε να δώσει την αξιολόγησή του για το χτύπημα και παρέπεμψε στην κοινότητα πληροφοριών.
Μια μέρα νωρίτερα, ο διευθυντής της CIA, Τζον Ράτκλιφ, και η επικεφαλής Εθνικών Πληροφοριών Τάλσι Γκάμπαρντ είπαν πως οι Ηνωμένες Πολιτείες είτε έκαναν σημαντική ζημία είτε κατέστρεψαν πλήρως τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν με τα εναέρια χτυπήματα.
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ — Το χτύπημα των Β-2 βομβαρδιστικών stealth των Ηνωμένων Πολιτειών στην εγκατάσταση εμπλουτισμού ουρανίου Φορντό του Ιράν ήταν η αποκορύφωση περισσότερων από δεκαπέντε ετών μελέτης και σχεδιασμού, σύμφωνα με τον επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων, πτέραρχο Νταν Κέιν.
Σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε από κοινού με τον υπουργό Άμυνας Πητ Χέγκσεθ, στις 26 Ιουνίου, αναφέρθηκε πως οι βομβαρδισμοί της 21ης Ιουνίου στέφθηκαν με επιτυχία, θέτοντας την πυρηνική ανάπτυξη του Ιράν πολλά χρόνια πίσω.
Ο Κέιν περιέγραψε τον στρατιωτικό σχεδιασμό που άρχισε το 2009 ώστε να βρεθεί η κατάλληλη μέθοδος για την καταστροφή της εγκατάστασης Φορντό, που είναι θαμμένη εκατοντάδες μέτρα κάτω από τη γη, σε μια ορεινή περιοχή του Ιράν.
Αναφορά σε ένα κρυσφήγετο
Ο Κέιν έριξε νέο φως στον ρόλο της Defense Threat Reduction Agency (DTRA, Αμυντική Υπηρεσία Μείωσης Απειλών), έναν οργανισμό με σκοπό την προετοιμασία λύσεων για καταστροφή υψηλά ευαίσθητων στόχων, περιλαμβανομένων νέων όπλων μαζικής καταστροφής.
«Η DTRA κάνει πολλά για το έθνος μας – είναι η κορυφαία στον κόσμο για βαθιά θαμμένους, υπόγειους στόχους», είπε ο Κέιν.
«Το 2009, ένας αξιωματικός της Defense Threat Reduction Agency πήγε σε έναν υπόγειο χώρο σε μια μυστική τοποθεσία και πήρε πληροφορίες για κάτι που γίνεται στο Ιράν», ανέφερε ο Κέιν, αρνούμενος να ονομάσει τον αξιωματικό του DTRA.
Αυτός ο αξιωματούχος της DTRA, και ένας άλλος που δεν ονοματίστηκε από την υπηρεσία, έλαβαν το καθήκον να δουλέψουν με την κοινότητα πληροφοριών για να μελετήσουν την κατασκευή της εγκατάστασης Φορντό.
«Για περισσότερα από 15 χρόνια, αυτός ο αξιωματικός και ο συνάδελφός του ζούσαν και ανέπνεαν για αυτόν τον στόχο: το Φορντό, ένα κρίσιμο σημείο του μυστικού πυρηνικού προγράμματος του Ιράν», είπε ο Κέιν.
Οι δύο υπάλληλοι της DTRA πέρασαν χρόνια μελετώντας τα πάντα, από τη γεωλογία της γύρω περιοχής του Φορντό έως τα υλικά κατασκευής και άλλον εξοπλισμό που εμφανιζόταν στην εγκατάσταση, ώστε να μπορέσουν να κάνουν ένα μοντέλο της εγκατάστασης και να καταλήξουν σε ένα σχέδιο.
«Έβλεπαν αυτόν τον στόχο ακόμα και στα όνειρά τους», σχολίασε ο Κέιν.
Δορυφορική εικόνα που δείχνει την υπόγεια εγκατάσταση Εμπλουτισμού Ουρανίου Φορντό, αφότου οι ΗΠΑ χτύπησαν την πυρηνική εγκατάσταση, κοντά στην Κουμ. Ιράν, 22 Ιουνίου 2025. (Maxar Technologies/Handout μέσω Reuters)
Ειδικές βόμβες
Στην πορεία της μελέτης τους για την εγκατάσταση Φορντό, ο Κέιν είπε ότι οι δύο αξιωματούχοι του DTRA που ήταν επικεφαλής του έργου συνειδητοποίησαν σύντομα ότι ο αμερικανικός στρατός δεν είχε όπλο που θα μπορούσε να εξουδετερώσει την πρόκληση που έθετε η ενισχυμένη πυρηνική εγκατάσταση του Ιράν.
«Έτσι, άρχισαν ένα ταξίδι συνεργασίας με τη βιομηχανία και άλλους ειδικούς για ανάπτυξη της GBU-57», είπε ο Κέιν.
Η GBU-57, επίσης γνωστή ως Μαζικό Πυρομαχικό Διείσδυσης ή διατρητική, είναι μια βόμβα 13.000 κιλών σχεδιασμένη να διεισδύει και να εκρήγνυται βαθιά υπό το έδαφος.
Στρατιωτικοί σχεδιαστές πέρασαν χρόνια δοκιμάζοντας τη βόμβα, ειδικά για την εγκατάσταση Φορντό.
«Τη δοκίμασαν ξανά και ξανά. […] Έκαναν εκατοντάδες δοκιμών, και έριξαν πολλά πλήρη όπλα κατά εξαιρετικά ρεαλιστικών στόχων με έναν σκοπό: να καταστρέψουν αυτόν τον στόχο όταν αυτό θα ζητηθεί από το έθνος μας», σημείωσε ο Κέιν, προσθέτοντας ότι κάθε GBU-57 είναι «ειδικά» σχεδιασμένη για έναν συγκεκριμένο στόχο και ότι κάθε βόμβα που έπεσε στην εγκατάσταση Φορντό «είχε μια μοναδική επιθυμητή γωνία πτώσης, άφιξης, τελικής σύγκρουσης, και ανατίναξης» σχετική με τον ρόλο της στην αποστολή.
Η Πολεμική Αεροπορία, σε συνεργασία με την Υπηρεσία Μείωσης Αμυντικών Απειλών, δοκιμάζει την GBU-57 Μαζικής Διεύσδυσης, ένα διατρητικό όπλο χτυπήματος ακριβείας, σχεδιασμένο για να καταστρέψει στόχους σε μεγάλο βάθος. Ουάσιγκτον, 11 Δεκεμβρίου 2020. Η δοκιμή έδειξε την ικανότητα της Αεροπορίας να χτυπά βαριά ενισχυμένους υπόγειους στόχους και ορεινά συμπλέγματα. (Air Force Television Pentagon/Defense Visual Information Distribution Service)
Εκτός από τις δοκιμές της GBU-57, ο Κέιν είπε ότι το πρόγραμμα για την ανάπτυξη της βαριάς διατρητικής βόμβας περιελάμβανε πολλούς και περίπλοκους υπολογισμούς.
«Στην αρχή, είχαμε πολλούς ερευνητές με διδακτορικά να δουλεύουν στο πρόγραμμα της βόμβας, να κάνουν ψηφιακές προσομοιώσεις ήσυχα και μυστικά – ήμασταν οι μεγαλύτεροι χρήστες ωρών υπερυπολογιστών εντός των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής», σχολίασε.
Επιχείρηση «Σφυρί του Μεσονυκτίου»
Οι βομβαρδισμοί των ΗΠΑ στο Φορντό ήταν μέρος μιας μεγαλύτερης αποστολής, με όνομα επιχείρηση «Σφυρί του Μεσονυκτίου» («Midnight Hammer»), που επίσης στόχευσε τις πυρηνικές εγκαταστάσεις Νατάνζ και Ισφαχάν του Ιράν.
Βομβαρδιστικά B-2 Spirit stealth που θα βομβάρδιζαν την εγκατάσταση Φορντό είχαν την αποστολή να ρίξουν τις βόμβες GBU-57 σε μια ομάδα αγωγών εξαερισμού που εξέρχονταν από την υπόγεια εγκατάσταση. Πριν από τα χτυπήματα στην εγκατάσταση Φορντό, οι στρατιωτικοί σχεδιαστές των ΗΠΑ παρατήρησαν πολύ πρόσφατες αλλαγές στην εγκατάσταση, όπως νέες οροφές από τσιμέντο στους αεραγωγούς.
Σύμφωνα με τον Κέιν, η πρώτη βόμβα που έπεσε στο Φορντό ήταν ειδικά σχεδιασμένη για να καταστρέψει τις τσιμεντένιες οροφές που προστάτευαν τους αεραγωγούς. Οι βόμβες 2, 3, 4 και 5 ήταν σχεδιασμένες για να εισέλθουν στον αεραγωγό, να τρυπήσουν έως κάτω στην υπόγεια δομή με περισσότερα από 300 μέτρα το δευτερόλεπτο, και να εκραγούν.
Αεροπόροι δίπλα σε μια βόμβα GBU-57, αλλιώς Μαζικό Όπλο Διείσδυσης, στη βάση της αεροπορίας Γουάιτμαν στο Μισσούρι, στις 2 Μαΐου 2023. (File/U.S. Air Force μέσω AP)
Ο πτέραρχος είπε ότι η έκτη βόμβα σχεδιάστηκε ως «όπλο δύναμης», σε περίπτωση που μία από τις πέντε πρώτες βόμβες δεν πετύχαινε το αναμενόμενο αποτέλεσμα.
Όσον αφορά την αξιολόγηση της πραγματικής ζημίας των χτυπημάτων, ο Κέιν είπε ότι η κοινότητα πληροφοριών των ΗΠΑ έχει τον ηγετικό ρόλο σε αυτόν τον τομέα, όχι ο στρατός.
«Δεν βαθμολογούμε την εργασία μας, η κοινότητα πληροφοριών το κάνει αυτό», δήλωσε.
Ενώ η υπηρεσία πληροφοριών ακόμα αξιολογεί την πραγματική ζημία που επέφεραν τα αμερικανικά χτυπήματα, οι στρατιωτικοί σχεδιαστές έχουν την πεποίθηση πως το χτύπημα ήταν επιτυχές, βασισμένοι στην κατανόηση των όπλων που χρησιμοποιήθηκαν, και στο ότι κάθε όπλο έδρασε όπως αναμενόταν, εξήγησε ο Κέιν.
«Τα όπλα κατασκευάστηκαν, δοκιμάστηκαν και φορτώθηκαν καταλλήλως», είπε. «Δεύτερον, τα όπλα ρίχτηκαν με σωστή ταχύτητα και με σωστές παραμέτρους. Τρίτον, τα όπλα οδηγήθηκαν στους επιθυμητούς στόχους και στα επιθυμητά σημεία. Τέταρτον, τα όπλα λειτούργησαν όπως σχεδιάστηκαν, δηλαδή ανατινάχτηκαν.»
Ο Κέιν αναφέρθηκε και σε έναν πιλότο μαχητικού των ΗΠΑ που συνόδευσε την ομάδα βομβαρδιστικών και παρατήρησε τις εκρήξεις των βομβών, ο οποίος, σύμφωνα με τον Κέιν, είπε: «Ήταν η πιο φωτεινή έκρηξη που έχω δει ποτέ. Ήταν σαν να ήταν μέρα.»
Ο επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου πτέραρχος Νταν Κέιν παρακολουθεί βίντεο δοκιμής βομβαρδισμού της GBU-57A/B Massive Ordnance Penetrator (MOP) κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στο Πεντάγωνο στο Άρλινγκτον, στις 26 Ιουνίου 2025. (Andrew Harnik/Getty Images)
Άλλες ομάδες, άλλοι στόχοι
Μετά την επιχείρηση «Σφυρί του Μεσονυκτίου», ο Κέιν συνάντησε και ευχαρίστησε τους δύο αξιωματούχους της DTRA που πέρασαν χρόνια στην ανάπτυξη του σχεδίου κρούσης για το Φορντό.
«Ένας από αυτούς είπε: ‘Δεν μπορώ να το πιστέψω. Είμαι υπερήφανος που είμαι μέρος αυτής της ομάδας. Νιώθω μεγάλη τιμή να είμαι μέρος αυτού’», ανέφερε ο Κέιν.
Κατόπιν, ο Χέγκσεθ διάβασε μια λίστα δηλώσεων, περιλαμβανομένης των δηλώσεων της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας Ατόμων, της Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας του Ισραήλ, του υπουργείου Εξωτερικών του Ιράν, του διευθυντή της CIA Τζον Ράτκλιφ, και άλλων, που εξέφραζαν την άποψη ότι τα χτυπήματα της 21ης Ιουνίου προκάλεσαν σημαντική βλάβη στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
Ο Κέιν εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του για όσους βοήθησαν στον σχεδιασμό και εκτέλεση της βομβιστικής επίθεσης. Επίσης, παρουσίασε την επιχείρηση «Σφυρί του Μεσονυκτίου» ως μήνυμα σε πιθανούς αντιπάλους των Ηνωμένων Πολιτειών στο μέλλον:
«Οι αντίπαλοί μας ανά τον κόσμο θα πρέπει να γνωρίζουν ότι υπάρχουν κι άλλα μέλη της ομάδας DTRA που μελετούν στόχους για το ίδιο χρονικό διάστημα, και θα συνεχίσουν να το κάνουν.»
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα κατέληξαν σε νέα συμπληρωματική συμφωνία, στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων εμπορικών διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο χωρών, όπως επιβεβαίωσε στις 26 Ιουνίου αξιωματούχος του Λευκού Οίκου στην εφημερίδα The Epoch Times.
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είχε δηλώσει νωρίτερα στους δημοσιογράφους ότι η συμφωνία υπεγράφη στις 25 Ιουνίου, χωρίς ωστόσο να αποκαλύψει λεπτομέρειες. Είχε αναφέρει ότι οι ΗΠΑ ξεκινούν να «ανοίγουν» την Κίνα και ότι «πράγματα που δεν θα μπορούσαν ποτέ να συμβούν στο παρελθόν, τώρα γίνονται».
Όταν ζητήθηκαν διευκρινίσεις, ο αξιωματούχος του Λευκού Οίκου εξήγησε ότι επρόκειτο για ένα «συμπληρωματικό πρωτόκολλο για ένα πλαίσιο εφαρμογής της συμφωνίας της Γενεύης», αποφεύγοντας να επεκταθεί περαιτέρω.
Η αρχική συμφωνία είχε επιτευχθεί τον Μάιο, όταν ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσσεντ, και ο Εμπορικός Αντιπρόσωπος, Τζέημσον Γκρηρ, είχαν συναντηθεί με τον Κινέζο αντιπρόεδρο και βασικό εκπρόσωπο για οικονομικά θέματα, Χε Λιφένγκ, καθώς και με την πρόεδρο της Ελβετίας, Κάριν Κέλερ-Σούττερ, στη Γενεύη. Την περίοδο εκείνη, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν επιβάλει δασμούς ύψους 145% σε όλα τα εισαγόμενα κινεζικά προϊόντα, ενώ η Κίνα ανταπέδιδε με δασμούς 125% στα αμερικανικά.
Η συμφωνία εξελίχθηκε έπειτα από περαιτέρω συνομιλίες στο Λονδίνο. Στις 11 Ιουνίου, ο πρόεδρος Τραμπ είχε αναφέρει σε ανάρτησή του ότι οι συνολικοί δασμοί για τις ΗΠΑ φτάνουν το 55%, ενώ για την Κίνα το 10%, χαρακτηρίζοντας την εμπορική σχέση των δύο χωρών «εξαιρετική».
Η συμφωνία ανακοινώθηκε μία ημέρα μετά την απόφαση του Αμερικανού προέδρου να επιτρέψει στην Κίνα να συνεχίσει την αγορά ιρανικού πετρελαίου, αίροντας προηγούμενες κυρώσεις που είχαν επιβληθεί για το ίδιο ζήτημα. Ο Τραμπ είχε εκφράσει την ελπίδα ότι το Πεκίνο θα προβεί σε αυξημένες αγορές πετρελαίου και από τις Ηνωμένες Πολιτείες, χαρακτηρίζοντας την κίνηση αυτή «μεγάλη του τιμή».
Η νέα συμφωνία ανακοινώθηκε την ίδια ημέρα με τη δήλωση της GE Appliances – εταιρείας που ανήκει από το 2016 στον κινεζικό όμιλο Haier Group – για επένδυση 490 εκατομμυρίων δολαρίων στην επέκταση της μονάδας παραγωγής πλυντηρίων και στεγνωτηρίων στο Λούισβιλ του Κεντάκυ, μεταφέροντας περισσότερη παραγωγή από την Κίνα στις ΗΠΑ.
Η επένδυση αναμένεται να δημιουργήσει 800 νέες θέσεις πλήρους απασχόλησης, ενισχύοντας περαιτέρω τη βιομηχανική ταυτότητα της πόλης ως κέντρου κατασκευής οικιακών συσκευών υψηλής τεχνολογίας.
Ο διευθύνων σύμβουλος της GE Appliances, Κέβιν Νόλαν, ανέφερε ότι η επαναφορά της παραγωγής στις ΗΠΑ είναι σε απόλυτη ευθυγράμμιση με τη στρατηγική της εταιρείας για «μηδενική απόσταση» από τον πελάτη. Υποστήριξε επίσης ότι πρόκειται για την πιο πρόσφατη απόφαση επαναπατρισμού της παραγωγής και πως αντανακλά το υφιστάμενο οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον.
Προς το παρόν δεν έχει γίνει γνωστό εάν η απόφαση της GE σχετίζεται άμεσα με τη συμφωνία της 25ης Ιουνίου. Ωστόσο, το χρονοδιάγραμμα της ανακοίνωσης προηγείται κατά δύο εβδομάδες της καταληκτικής ημερομηνίας της 9ης Ιουλίου, που έχει θέσει ο πρόεδρος Τραμπ για την επίτευξη συμφωνιών αμοιβαιότητας στους δασμούς με τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, προειδοποιώντας ότι σε διαφορετική περίπτωση οι δασμοί ενδέχεται να αυξηθούν σημαντικά από το τρέχον όριο του 10%.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα συνεχίσουν να χρηματοδοτούν την παγκόσμια συμμαχία για τα εμβόλια Gavi, εάν ο οργανισμός δεν αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τα ζητήματα ασφάλειας των εμβολίων, δήλωσε ο υπουργός Υγείας Ρόμπερτ Φ. Κέννεντυ Τζ. κατά τη διάρκεια εκδήλωσης συγκέντρωσης πόρων για την Gavi στις 25 Ιουνίου.
Σύμφωνα με ηχογραφημένη δήλωσή του που μεταδόθηκε στη σύνοδο, ο Κέννεντυ ανέφερε ότι εκτιμά ιδιαίτερα τη δέσμευση της Gavi να καταστήσει την ιατρική προσιτή σε όλους τους λαούς, επισημαίνοντας πως ο οργανισμός έχει εκπληρώσει με επιτυχία αυτή την αποστολή. Ωστόσο, υποστήριξε ότι, στην προσπάθειά της να προωθήσει τον καθολικό εμβολιασμό, η Gavi έχει παραμελήσει ένα βασικό ζήτημα: την ασφάλεια των εμβολίων.
Όπως είπε, οι ΗΠΑ έχουν διαθέσει περίπου 8 δισεκατομμύρια δολάρια στη Gavi από το 2001 και αποτελούν έναν από τους βασικότερους χρηματοδότες της. Υπογράμμισε, ωστόσο, ότι η επένδυση αυτή πρέπει να δικαιολογείται.
Ο Κέννεντυ σημείωσε ότι η σοβαρή αντιμετώπιση της ασφάλειας των εμβολίων ξεκινά από τη συνεκτίμηση της καλύτερης διαθέσιμης επιστημονικής γνώσης, ακόμη και όταν αυτή έρχεται σε αντίθεση με κατεστημένα πρότυπα. Μέχρι να συμβεί αυτό, ανέφερε, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα προβούν σε περαιτέρω χρηματοδότηση της Gavi.
Απαντώντας, η Gavi δήλωσε ότι συμφωνεί πλήρως με την ανάγκη συνεκτίμησης όλων των επιστημονικών δεδομένων και ότι παραμένει προσηλωμένη σε μία προσέγγιση βασισμένη σε τεκμηριωμένα στοιχεία και επιστήμη, όπως ισχυρίζεται ότι κάνει σταθερά. Σύμφωνα με τον οργανισμό, η Gavi συμβάλλει στον εμβολιασμό άνω του 50% των παιδιών παγκοσμίως κατά διαφόρων ασθενειών.
Σε ξεχωριστή ανακοίνωση, ο οργανισμός ανέφερε ότι υλοποιεί μεταρρυθμίσεις, μεταξύ άλλων και οργανωτικές αλλαγές για τη μείωση του κόστους λειτουργίας.
Η σύνοδος για τις δεσμεύσεις χρηματοδότησης της Gavi πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη στις Βρυξέλλες, με συνδιοργανωτές την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ίδρυμα Μπιλ και Μελίντα Γκέιτς.
Το Ίδρυμα Γκέιτς ανακοίνωσε ότι θα διαθέσει 1,6 δισεκατομμύρια δολάρια στην Gavi τα επόμενα πέντε χρόνια, χαρακτηρίζοντας τη συμμαχία ως έναν από τους πιο αποτελεσματικούς μηχανισμούς για τη χορήγηση σωτήριων εμβολίων σε παιδιά και την πρόληψη ασθενειών σε ευάλωτες κοινότητες.
Για το οικονομικό έτος 2025, το Κογκρέσο έχει εγκρίνει χρηματοδότηση ύψους 300 εκατ. δολαρίων προς την Gavi. Ωστόσο, στον προϋπολογισμό της κυβέρνησης Τραμπ για το οικονομικό έτος 2026 δεν περιλαμβάνεται σχετική πρόβλεψη.
Ο γερουσιαστής Μπέρνι Σάντερς (I-Vt.), κορυφαίο στέλεχος της μειοψηφίας στην Επιτροπή Υγείας της Γερουσίας, εξέφρασε τη λύπη του για την ανακοίνωση του Κέννεντυ κατά τη διάρκεια ακρόασης στην Ουάσιγκτον, την Τετάρτη και ρώτησε τη Σούζαν Μονάρεζ, υποψήφια του προέδρου Τραμπ για την ηγεσία των Κέντρων Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC), σχετικά με την εξέλιξη αυτή.
Η Μονάρεζ δήλωσε ότι θεωρεί την προετοιμασία για την παγκόσμια υγειονομική ασφάλεια κρίσιμη για τις ΗΠΑ. Τόνισε ότι τα εμβόλια σώζουν ζωές και ότι η στήριξη της προώθησης και χρήσης τους πρέπει να συνεχιστεί, διαβεβαιώνοντας πως, εάν επιβεβαιωθεί στον ρόλο της, θα εξετάσει το ζήτημα.
Την ίδια ημέρα συνεδρίαζε και μια συμβουλευτική επιτροπή για τα εμβόλια, τα μέλη της οποίας έχουν οριστεί από τον Κέννεντυ. Η επιτροπή ανακοίνωσε ότι θα εξετάσει τις επιπτώσεις του προγράμματος εμβολιασμού για παιδιά που εφαρμόζει το CDC, καθώς και εμβόλια που δεν έχουν επανεξεταστεί εδώ και επτά χρόνια, προκειμένου να αξιολογηθεί το ενδεχόμενο αναθεώρησης των σχετικών συστάσεων για το εμβόλιο της ηπατίτιδας Β.
Υπενθυμίζεται ότι ο πρόεδρος Τραμπ είχε διατάξει την αποχώρηση των ΗΠΑ και από άλλους διεθνείς οργανισμούς, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), επικαλούμενος ανησυχίες για τους στόχους τους.
Ο Κέννεντυ, μετά από συνάντηση με αξιωματούχους της Αργεντινής τον Μάιο, δήλωσε ότι οι ΗΠΑ και η Αργεντινή — που έχουν αμφότερες αποχωρήσει από τον ΠΟΥ — επικεντρώνονται στη δημιουργία ενός εναλλακτικού διεθνούς συστήματος υγείας, βασισμένου στην αυστηρή επιστημονική τεκμηρίωση και απαλλαγμένου, όπως ανέφερε, από ολοκληρωτικές τάσεις, διαφθορά και πολιτικό έλεγχο.
Η διευθύντρια της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των Ηνωμένων Πολιτειών, Τάλσι Γκάμπαρντ, δήλωσε την Τετάρτη ότι νέες πληροφορίες επιβεβαιώνουν πως οι αμερικανικές επιδρομές στην Τεχεράνη επέφεραν σοβαρό πλήγμα στη δυνατότητα του Ιράν να παράγει πυρηνικά όπλα, διεψεύδοντας αναφορές σύμφωνα με τις οποίες η ζημιά ήταν περιορισμένη και θα καθυστερούσε το ιρανικό πρόγραμμα για μερικούς μόνο μήνες.
Σε ανάρτησή της στην πλατφόρμα X, η Γκάμπαρντ ανέφερε ότι «νέες πληροφορίες επιβεβαιώνουν όσα έχει επανειλημμένα δηλώσει ο πρόεδρος των ΗΠΑ: οι πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν έχουν καταστραφεί». Σύμφωνα με την ίδια, σε περίπτωση που η Τεχεράνη επιλέξει να τις ξαναχτίσει, θα πρέπει να ανακατασκευάσει πλήρως και τις τρεις — Νατάνζ, Φορντό και Ισφαχάν — κάτι που, όπως εκτίμησε, θα απαιτήσει πολυετή προσπάθεια.
Ταυτόχρονα, αρκετά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν, επικαλούμενα ανώνυμες πηγές, ότι η Υπηρεσία Αμυντικών Πληροφοριών (Defense Intelligence Agency – DIA) εκτιμά πως οι επιδρομές του προηγούμενου σαββατοκύριακου δεν προκάλεσαν τόσο εκτεταμένες ζημιές όσο ανακοινώθηκε επίσημα. Σύμφωνα με τα ίδια δημοσιεύματα, μεγάλο μέρος του εμπλουτισμένου ουρανίου είχε ήδη μετακινηθεί από τις ιρανικές αρχές πριν από τα χτυπήματα.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο διευθυντής της CIA, Τζον Ράτκλιφ, ανήρτησε επίσης στην πλατφόρμα X ότι υπάρχει «σύνολο αξιόπιστων στοιχείων» που αποδεικνύει πως το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν υπέστη «σοβαρή ζημιά» από τις αμερικανικές επιδρομές.
Η Γκάμπαρντ, ο Ράτκλιφ και ο πρόεδρος Τραμπ διέψευσαν τις σχετικές αναφορές, υποστηρίζοντας ότι το σχετικό έγγραφο της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Director of National Intelligence – DNI) βρίσκεται ακόμη σε προκαταρκτικό στάδιο.
Η Γκάμπαρντ υποστήριξε επίσης πως ορισμένα μέσα ενημέρωσης χρησιμοποιούν επιλεκτικά στοιχεία που έχουν διαρρεύσει από διαβαθμισμένες εκθέσεις πληροφοριών, αποκρύπτοντας το γεγονός ότι οι εκτιμήσεις συντάχθηκαν με «χαμηλό βαθμό εμπιστοσύνης», προκειμένου – όπως ανέφερε – να υπονομεύσουν την ηγεσία του προέδρου Τραμπ και να απαξιώσουν την αποστολή των αμερικανών στρατιωτών που «εκτέλεσαν άψογα μια ιστορική επιχείρηση για την ασφάλεια του αμερικανικού λαού».
Υπενθυμίζεται ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες πραγματοποίησαν επιδρομές σε τρεις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν το περασμένο σαββατοκύριακο, στον απόηχο της δωδεκαήμερης σύγκρουσης μεταξύ Ιράν και Ισραήλ, που είχε προκαλέσει διεθνή ανησυχία και φόβους για κλιμάκωση της κρίσης.
Οι δηλώσεις της Γκάμπαρντ έγιναν λίγες ώρες μετά από την τοποθέτηση του προέδρου Τραμπ, ο οποίος, κατά την παρουσία του στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Ολλανδία, διάβασε αποσπάσματα από ανακοίνωση της Ισραηλινής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας. Σύμφωνα με την εν λόγω ανακοίνωση, οι αμερικανικές επιθέσεις κατέστρεψαν ολοσχερώς τις ιρανικές εγκαταστάσεις, περιλαμβανομένου του υπόγειου συγκροτήματος Φορντό.
Ο Τραμπ έχει κατ’ επανάληψη διαμηνύσει ότι δεν θα επιτρέψει στην Τεχεράνη να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, παρότι το ιρανικό καθεστώς επιμένει ότι το πυρηνικό του πρόγραμμα εξυπηρετεί αποκλειστικά ειρηνικούς σκοπούς.
Πριν από την αμερικανική επίθεση, ο Τραμπ είχε ανακοινώσει συμφωνία κατάπαυσης του πυρός μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, έπειτα από μια περίοδο ανταλλαγής πυραυλικών επιθέσεων, που είχαν ως αφετηρία τα πλήγματα που είχε καταφέρει το Ισραήλ στις 13 Ιουνίου κατά του Ιράν, με στόχο την εξουδετέρωση ανώτερων αξιωματούχων του καθεστώτος, πυρηνικών επιστημόνων και εγκαταστάσεων, προκειμένου να απομακρύνει την προοπτική να εξοπλιστεί το Ιράν με πυρηνικά όπλα.
Στο παρελθόν, ο Τραμπ είχε αφήσει να εννοηθεί ότι ενδεχόμενη άρνηση της Τεχεράνης να διαπραγματευτεί για το πυρηνικό της πρόγραμμα θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμη και σε «αλλαγή καθεστώτος». Ωστόσο, την Τρίτη διευκρίνισε στους δημοσιογράφους ότι δεν επιθυμεί αλλαγή ηγεσίας στο Ιράν, το οποίο έχει θεοκρατικό καθεστώς από το 1979, μετά την Ισλαμική Επανάσταση και την ανατροπή του μάχη.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, κατηγόρησε την Ισπανία ότι επιδιώκει να έχει «δωρεάν οφέλη» από τη Συμμαχία, επειδή αρνείται να συμφωνήσει με τον στόχο δαπανών για την άμυνα στο 5% του ΑΕΠ, όπως αποφασίστηκε στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ την Τετάρτη, ενώ απείλησε να επιβάλει μέτρα κατά της Μαδρίτης στον τομέα του εμπορίου.
Κατά τη διάρκεια συνεδρίας ερωταποκρίσεων μετά την ομιλία του στη Χάγη, ο Τραμπ ρωτήθηκε από Ισπανό δημοσιογράφο αν είναι ικανοποιημένος από τη συμβολή της Ισπανίας στο ΝΑΤΟ. Ο ίδιος απάντησε: «Είναι απαράδεκτο αυτό που κάνουν. Είναι η μόνη χώρα που δεν πληρώνει το πλήρες ποσό. Θέλουν να μείνουν στο 2%. Το θεωρώ τραγικό.»
Στις 22 Ιουνίου, ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ ανακοίνωσε πως έχει υπάρξει συμφωνία με το ΝΑΤΟ: «Η Ισπανία, επομένως, δεν θα δαπανήσει το 5% του ΑΕΠ της για την άμυνα, αλλά η συμμετοχή, το βάρος και η νομιμότητά της στο ΝΑΤΟ παραμένουν ακέραια», δήλωσε.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΝΑΤΟ, η Ισπανία δαπάνησε το 2024 μόλις το 1,28% του ΑΕΠ της για στρατιωτικές δαπάνες – το χαμηλότερο ποσοστό μεταξύ των μελών της Συμμαχίας. Ο Σάντσεθ πάντως δήλωσε ότι το ποσοστό θα αυξηθεί στο 2,1%.
Ο Τραμπ επεσήμανε ότι η ισπανική οικονομία τα πηγαίνει «πολύ καλά», αλλά θα μπορούσε να «καταρρεύσει» αν αντιμετωπίσει δύσκολες καταστάσεις. Απευθυνόμενος στον Ισπανό δημοσιογράφο, υπογράμμισε: «Ξέρετε τι θα κάνουμε; Διαπραγματευόμαστε μια εμπορική συμφωνία με την Ισπανία. Θα τους κάνουμε να πληρώσουν τα διπλάσια. Το εννοώ.»
Ο Τραμπ δήλωσε πως τρέφει εκτίμηση για την Ισπανία και τον ισπανικό λαό, αλλά θεωρεί ότι η κυβέρνηση του Σάντσεθ δεν συμπεριφέρεται ορθά: «Η Ισπανία είναι η μόνη χώρα που αρνείται να πληρώσει. Θέλουν να είναι ‘τζάμπα’, αλλά θα πληρώσουν αναγκαστικά μέσω του εμπορίου μας, γιατί εγώ δεν θα το επιτρέψω αυτό. Είναι άδικο.»
Στη συνέχεια, Ισπανίδα δημοσιογράφος ρώτησε αν σκοπεύει να διαπραγματευτεί απευθείας με την Ισπανία, με τον Τραμπ να απαντά: «Θα διαπραγματευτώ ο ίδιος απευθείας με την Ισπανία. Έτσι θα πληρώσουν, και θα πληρώσουν περισσότερα.»
Ο Τραμπ κάλεσε τη δημοσιογράφο «να επιστρέψει στην Ισπανία και να πει στους ηγέτες της χώρας» ότι πρέπει να ακολουθήσουν τα υπόλοιπα μέλη του ΝΑΤΟ που αποδέχθηκαν τον στόχο του 5% του ΑΕΠ.
«Η Ισπανία θα είναι σχεδόν η μόνη που δεν το κάνει. Ήταν η πιο εχθρική απέναντι στη συμφωνία. Δεν το καταλαβαίνω», είπε χαρακτηριστικά.
Τον Απρίλιο του 2025, η κυβέρνηση του Τραμπ επέβαλε αμοιβαίους δασμούς 20% στις εισαγωγές από την Ισπανία και όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ποσοστό μειώθηκε αργότερα σε 10%, εν αναμονή διαπραγματεύσεων.
Η Ισπανία έχει υπογράψει τη Διακήρυξη της Συνόδου της Χάγης, η οποία δεσμεύει όλα τα μέλη του ΝΑΤΟ να επενδύουν ετησίως το 5% του ΑΕΠ σε βασικές αμυντικές ανάγκες και σχετικές δαπάνες για άμυνα και ασφάλεια έως το 2035.
Ωστόσο, ο Ισπανός υπουργός Οικονομίας Κάρλος Κουέρπο, μιλώντας στην τηλεόραση Bloomberg την Τετάρτη, υποστήριξε ότι η Ισπανία μπορεί να επιτύχει τους στόχους του ΝΑΤΟ δαπανώντας μόλις το 2,1% του ΑΕΠ της.
«Είναι απλώς μια διαφορετική εκτίμηση για το πόσο θα κοστίσει στην Ισπανία να τηρήσει τις δεσμεύσεις της σχετικά με την άμυνα του ΝΑΤΟ», εξήγησε ο Κουέρπο.
Στις 12 Ιουνίου, ο Σάντσεθ διαβεβαίωσε ότι δεν θα προκηρύξει πρόωρες εκλογές, παρά τα σκάνδαλα διαφθοράς που πλήττουν την κυβέρνησή του το ένα μετά το άλλο.
«Είμαι αποφασισμένος να διεκδικήσω ξανά την πρωθυπουργία στις επόμενες εθνικές εκλογές το 2027», δήλωσε την Τετάρτη.
Ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ, ο οποίος είναι επίσης ηγέτης του κυβερνώντος Σοσιαλιστικού Κόμματος (PSOE), παραχωρεί συνέντευξη Τύπου μετά από συνάντηση στα κεντρικά γραφεία του κόμματος στη Μαδρίτη. Ισπανία, 16 Ιουνίου 2025. (Nacho Doce/Reuters)
Την Παρασκευή, η ισπανική αστυνομία πραγματοποίησε έρευνα στα κεντρικά γραφεία του Σοσιαλιστικού Κόμματος στη Μαδρίτη, προκειμένου να αντιγράψει τα ηλεκτρονικά μηνύματα του Σάντος Θερδάν, πρώην συνεργάτη του Σάντσεθ, ο οποίος είχε παραιτηθεί μία εβδομάδα νωρίτερα μετά από αστυνομική αναφορά για φερόμενη διαφθορά. Η υπόθεση συνδέεται με σκάνδαλο που αφορά την πώληση μασκών για τον κορωνοϊό κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Στις 16 Ιουνίου, το Σοσιαλιστικό Κόμμα ανέστειλε την κομματική ιδιότητα του πρώην υπουργού Χοσέ Λουίς Άμπαλος, καθώς ένας από τους συμβούλους του φέρεται να εμπλέκεται σε υπόθεση παράνομου κέρδους από μάσκες. Η σύζυγος του Σάντσεθ, Μπεγόνια Γκόμεθ, έχει επίσης αποτελέσει αντικείμενο δικαστικής έρευνας για διαπλοκή, κατηγορία που αρνείται.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες χτύπησαν και αυτές το Ιράν σε τρεις πυρηνικές εγκαταστάσεις, Φόρντοου, Νατάνζ, και Ισφαχάν, στις 21 Ιουνίου.
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, σε σχόλια αργά το Σάββατο, είπε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ‘εξάλειψαν’ τις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις που ήταν κρίσιμες για εμπλουτισμό.
Τα αμερικανικά χτυπήματα στις τρεις εγκαταστάσεις χρησιμοποίησαν 75 όπλα, περιλαμβανομένων 14 διατρητικών βομβών που μετέφεραν αεροσκάφη Stealth, είπε ο πρόεδρος των Ενόπλων Δυνάμεων Στγ. Νταν Κέιν την Κυριακή.
Τα αμερικανικά χτυπήματα έκαναν ‘εξαιρετικά βαριά ζημία’ στις πυρηνικές εγκαταστάσεις, είπε ο Κέιν.
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, σε σχόλια αργά το Σάββατο, ορκίστηκε «πολύ μεγαλύτερες επιθέσεις» αν το Ιράν δεν κάνει ειρήνη.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες εργάστηκαν ως ομάδα με το Ισραήλ στα χτυπήματα, είπε ο Τραμπ. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου ευχαρίστησε τον Τραμπ για τα χτυπήματα.
Σε απάντηση, ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν, Αμπάς Αράγκτσι, είπε την Κυριακή ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι «πλήρως υπεύθυνες» για τις συνέπειες των χτυπημάτων.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανακοινώνει παγκόσμια προσοχή για Αμερικανούς πολίτες μετά τα αμερικανικά χτυπήματα στο Ιράν
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ εξέδωσε μια «παγκόσμια προσοχή» για Αμερικανούς πολίτες που ζουν στο εξωτερικό καθώς ο πόλεμος Ιράν-Ισραήλ κλιμακώνεται, μετά από παρέμβαση των ΗΠΑ με στόχο πυρηνικές εγκαταστάσεις στο Ιράν.
Σε μια προειδοποίηση στις 22 Ιουνίου, το υπουργείο προειδοποίησε για πιθανές διαμαρτυρίες κατά πολιτών των ΗΠΑ και συμφερόντων ανά τον κόσμο. Στις 21 Ιουνίου, αμερικανικές δυνάμεις έκαναν χτυπήματα για να εξουδετερώσουν απειλές από τρεις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, που ήρθαν κατά την διάρκεια ανταλλαγής πυρών μεταξύ Ιράν και Ισραήλ.
«Η σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν έχει ως αποτέλεσμα διαταραχές σε ταξίδι και περιοδικά κλεισίματα εναέριων χώρων ανά την Μέση Ανατολή», είπε το μήνυμα, καλώντας τους Αμερικανούς ανά τον κόσμο να εξασκήσουν «αυξημένη προσοχή».
Το υπουργείο Εσωτερικής Ασφαλείας των ΗΠΑ προειδοποιεί για πιθανές διαδικτυακές επιθέσεις, βία
Το υπουργείο Εσωτερικής Ασφαλείας των ΗΠΑ προειδοποίησε Αμερικανούς για την πιθανότητα διαδικτυακών επιθέσεων ή βίας ως αντίποινα για τις επιθέσεις των ΗΠΑ στο Ιράν.
«Η συνεχιζόμενη σύγκρουση του Ιράν προκαλεί αυξημένο κίνδυνο στις Ηνωμένες Πολιτείες», ανακοίνωσε το υπουργείο σε εθνικό μήνυμα περί τρομοκρατίας.
Το υπουργείο είπε ότι «χαμηλού επιπέδου διαδικτυακές επιθέσεις» από φιλοιρανούς χάκερ είναι «πιθανές».
Ο Τραμπ μιλάει για υποστήριξη ‘αλλαγής καθεστώτος’ στο Ιράν
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανέφερε ότι ίσως υποστηρίξει «αλλαγή καθεστώτος» στο Ιράν.
«Δεν είναι πολιτικά ορθό να χρησιμοποιήσω τον όρο ‘Αλλαγή Καθεστώτος’, αλλά αν το τρέχον ιρανικό καθεστώς δεν μπορεί να ΚΑΝΕΙ ΤΟ ΙΡΑΝ ΜΕΓΑΛΟ ΞΑΝΑ, γιατί να μην υπάρξει μια αλλαγή καθεστώτος;;;» έγραψε ο Τραμπ σε ανάρτηση στο Truth Social.
Πρόσθεσε «MIGA», που πιθανότατα σημαίνει «Make Iran Great Again».
Νωρίτερα την Κυριακή, ο υπουργός Αμύνης Πητ Χέγκσεθ και ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο είπαν ότι η αλλαγή καθεστώτος δεν ήταν ο στόχος των αμερικανικών χτυπημάτων στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις.
Ο Τραμπ αναφέρει πως τα βομβαρδιστικά στις επιθέσεις στο Ιράν επέστρεψαν στις ΗΠΑ
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε ότι τα αμερικανικά αεροπλάνα που χτύπησαν τις τρεις πυρηνικές εγκαταστάσεις στο Ιράν έχουν επιστρέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες χωρίς ζημία.
«Οι ΣΠΟΥΔΑΙΟΙ πιλότοι των Β-2 μόλις προσγειώθηκαν, με ασφάλεια, στο Μισσούρι. Σας ευχαριστώ για μια δουλειά που κάνατε καλά!!!» έγραψε ο Τραμπ σε ανάρτηση στο Truth Social.
Τα βομβαρδιστικά μετέφεραν 13 τόνων ‘διατρητικές’ βόμβες. Τα χτυπήματα προκάλεσαν «σοβαρότατη ζημία και καταστροφή» στις υπόγειες πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν στο Φόρντοου και Νατάνζ.
Πύραυλοι Τόμαχωκ επίσης χτύπησαν την εγκατάσταση Ισφαχάν ως μέρος της επιχείρησης Μεταμεσονύχτιο Σφυρί.
Ο αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζ. Ντ. Βανς, δήλωσε ότι η κυβέρνηση Τραμπ δεν επιθυμεί την αποστολή αμερικανικών στρατευμάτων στο έδαφος του Ιράν, στον απόηχο των αεροπορικών επιθέσεων που πραγματοποιήθηκαν το βράδυ του Σαββάτου κατά του πυρηνικού προγράμματος της χώρας.
Απαντώντας σε ερώτηση της δημοσιογράφου του NBC, Κρίστεν Γουέλκερ, σχετικά με το αν οι ΗΠΑ ενδέχεται να εμπλακούν σε μια παρατεταμένη σύρραξη με το Ιράν, ο Βανς υποστήριξε ότι ο πρόεδρος Τραμπ έχει ξεκαθαρίσει πως η Ουάσιγκτον δεν επιδιώκει μακρόχρονη εμπλοκή ούτε χερσαίες επιχειρήσεις. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «δεν σκοπεύουμε να κατεβάσουμε στρατεύματα».
Ο Αμερικανός αντιπρόεδρος απέφυγε να αναφερθεί σε διαβαθμισμένες πληροφορίες σχετικά με την επιχειρησιακή εικόνα, αλλά υποστήριξε πως είναι «πολύ βέβαιος» ότι οι επιδρομές καθυστέρησαν σημαντικά το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Εκτίμησε ότι η Τεχεράνη θα χρειαστεί πλέον «πολλά χρόνια» για να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, αν επιμείνει προς αυτή την κατεύθυνση.
Ο Βανς ανέφερε επίσης πως η αμερικανική κυβέρνηση είχε προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις με την Τεχεράνη, σε μια προσπάθεια εξεύρεσης ειρηνικής λύσης. Ωστόσο, σύμφωνα με τον ίδιο, ο πρόεδρος Τραμπ έκρινε ότι το ιρανικό καθεστώς δεν διαπραγματευόταν καλή τη πίστει. Υποστήριξε πάντως ότι η παρούσα συγκυρία αποτελεί ευκαιρία για επαναπροσδιορισμό των σχέσεων, τονίζοντας ότι αν το Ιράν πάψει να απειλεί τους γείτονές του και τις ΗΠΑ, η Ουάσιγκτον θα είναι πρόθυμη να ακούσει.
Το βράδυ του Σαββάτου, ο Ντόναλντ Τραμπ επιβεβαίωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες εξαπέλυσαν επιθέσεις σε τρεις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις: στην υπόγεια μονάδα στο Φορντό, στη Νατάνζ και στο Ισφαχάν. Όπως ανέφερε σε ανάρτησή του στο Truth Social, τα αμερικανικά αεροσκάφη αποχώρησαν γρήγορα από τον ιρανικό εναέριο χώρο, ενώ υπαινίχθηκε ότι μόνο οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να φέρουν εις πέρας μια τέτοια αποστολή. Πρόσθεσε επίσης ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για ειρηνευτικές συνομιλίες, ενώ συνεχίζεται η εναέρια αντιπαράθεση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν.
Οι δηλώσεις του Βανς συντάσσονται με εκείνες του υπουργού Άμυνας Πητ Χέγκσεθ, ο οποίος τόνισε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «δεν επιδιώκουν πόλεμο» με το Ιράν. Όπως διευκρίνισε, ο στόχος της επιχείρησης δεν ήταν η αλλαγή καθεστώτος.
Από την πλευρά της Τεχεράνης, ο υπουργός Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί δήλωσε την Κυριακή ότι το Ιράν διατηρεί όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά για την υπεράσπιση της κυριαρχίας, των συμφερόντων και του λαού του, επικαλούμενος το δικαίωμα στην αυτοάμυνα, όπως προβλέπεται από τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ. Δεν αποκάλυψε, εν τούτοις, περισσότερα για τις επόμενες κινήσεις.
Υπενθυμίζεται ότι το 2020, μετά τη δολοφονία του Ιρανού στρατηγού Κασέμ Σουλεϊμανί από τις ΗΠΑ, η Τεχεράνη είχε απαντήσει με μπαράζ πυραυλικών επιθέσεων σε αμερικανικές βάσεις στη Μέση Ανατολή, προκαλώντας ελαφρούς τραυματισμούς σε στρατιώτες.