Παρασκευή, 12 Σεπ, 2025

Ολλανδός υπουργός Άμυνας: Εντείνονται οι κινεζικές επιχειρήσεις κατασκοπείας στη βιομηχανία ημιαγωγών

Αυξανόμενες ανησυχίες για εντατικοποίηση των επιχειρήσεων κυβερνοκατασκοπείας από την Κίνα εξέφρασε ο υπουργός Άμυνας της Ολλανδίας Ρούμπεν Μπρέκελμανς, υπογραμμίζοντας τη διαρκή στοχοποίηση του τομέα των ημιαγωγών ως προτεραιότητα του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας. Οι δηλώσεις του υπουργού πραγματοποιήθηκαν στις 30 Μαΐου στο περιθώριο του φόρουμ ασφαλείας Shangri-La Dialogue στη Σιγκαπούρη, σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters.

Ο κ. Μπρέκελμανς ανέφερε χαρακτηριστικά: «Η βιομηχανία των ημιαγωγών — στην οποία διατηρούμε τεχνολογικό προβάδισμα ή προηγμένη τεχνογνωσία — αποτελεί τεράστιο ενδιαφέρον για την Κίνα λόγω της υψηλής αξίας της πνευματικής ιδιοκτησίας». Τόνισε ότι το Πεκίνο, αξιοποιώντας κυβερνοεπιθέσεις και άλλες μεθόδους κατασκοπείας, επιδιώκει την απόκτηση ευαίσθητων τεχνολογιών που σχετίζονται με την παραγωγή καινοτόμων ημιαγωγών.

Η σύγχρονη βιομηχανία ημιαγωγών συγκαταλέγεται στα στρατηγικά πλεονεκτήματα της Ολλανδίας, με τη χώρα να φιλοξενεί κορυφαίες εταιρείες και τεχνολογικούς κολοσσούς που κατέχουν σημαντική θέση στην παγκόσμια αγορά. Οι αυξανόμενες προσπάθειες απόκτησης της τεχνογνωσίας αυτής μέσω κατασκοπείας έχουν οδηγήσει σε διπλωματικές εντάσεις μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών και του Πεκίνου.

Το υπουργείο Άμυνας των Κάτω Χωρών έχει τα τελευταία χρόνια προβεί σε αυστηρές προειδοποιήσεις προς τη βιομηχανία, επισημαίνοντας το αυξημένο επίπεδο απειλής τόσο στον κυβερνοχώρο όσο και στη φυσική ασφάλεια κρίσιμων εγκαταστάσεων. Η στάση αυτή συνάδει με ευρύτερη τάση κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ενισχύουν τους μηχανισμούς προστασίας βιομηχανικής πνευματικής ιδιοκτησίας λόγω της γεωπολιτικής αστάθειας.

Ο κ. Μπρέκελμανς, μιλώντας από τη Σιγκαπούρη, υπογράμμισε: «Η επένδυση στην ασφάλεια και η διαρκής επαγρύπνηση είναι βασικά προαπαιτούμενα για τη διατήρηση της τεχνολογικής πρωτοπορίας και την προστασία των εθνικών μας συμφερόντων».

Το Πεκίνο, από την πλευρά του, αρνείται σταθερά τις κατηγορίες περί κατασκοπείας και διαμαρτύρεται για τους ισχυρισμούς ευρωπαϊκών και δυτικών κυβερνήσεων, κάνοντας λόγο για πολιτικά υποκινούμενες εκστρατείες δυσφήμισης.

Η συμμετοχή της Ολλανδίας στο forum Shangri-La Dialogue εντάσσεται σε μια ευρύτερη προσπάθεια ενίσχυσης της συνεργασίας μεταξύ χωρών στον τομέα της άμυνας και της κυβερνοασφάλειας, με επίκεντρο την αντιμετώπιση προκλήσεων από αναδυόμενες παγκόσμιες δυνάμεις.

Ιστορικό και ευρύτερες προεκτάσεις

Η Ολλανδία, ως κεντρικός κρίκος στην αλυσίδα εφοδιασμού ημιαγωγών, διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην παγκόσμια τεχνολογική ισορροπία. Η εταιρεία ASML, με έδρα την Ολλανδία, θεωρείται παγκόσμιος ηγέτης στην κατασκευή συστημάτων λιθογραφίας που είναι ουσιώδη για την παραγωγή σύνθετων μικροτσιπ.

Παράλληλα, η τεχνολογική αντιπαράθεση μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας τροφοδοτεί ένα ευρύτερο πλαίσιο γεωστρατηγικών ανταγωνισμών, με την Ευρώπη να καλείται να προστατεύσει τα συμφέροντα και τις καινοτομίες της ενάντια σε διάσπαρτες απειλές κυβερνοκατασκοπείας.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις ευρωπαϊκών αρχών ασφαλείας, ο ψηφιακός πόλεμος για την απόκτηση βιομηχανικής γνώσης εντείνεται, θέτοντας νέα δεδομένα στις διεθνείς ισορροπίες και την ασφάλεια κρίσιμων υποδομών.

Οι τοποθετήσεις του Ολλανδού υπουργού αναμένεται να επηρεάσουν τόσο τις μελλοντικές πολιτικές ασφάλειας της χώρας όσο και τις διατλαντικές συνεργασίες στον τομέα της τεχνολογίας και της άμυνας.

Κάλεσμα Μακρόν για νέα γεωπολιτική ισορροπία μεταξύ Ευρώπης και Ασίας

Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν δήλωσε την Παρασκευή ότι η κλιμακούμενη ένταση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας απειλεί να αποσταθεροποιήσει την παγκόσμια τάξη και κάλεσε τις χώρες της Ασίας και της Ευρώπης να σχηματίσουν μια «συμμαχία δράσης» με σκοπό την υπεράσπιση κοινών αρχών και την αντιμετώπιση εξαναγκαστικών συμπεριφορών εκ μέρους των μεγάλων δυνάμεων.

Μιλώντας στη σύνοδο κορυφής για την άμυνα «Shangri-La Dialogue» στη Σιγκαπούρη στις 30 Μαΐου, ο Μακρόν χαρακτήρισε τον ανταγωνισμό μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της κομμουνιστικής Κίνας ως τη μεγαλύτερη γεωπολιτική πρόκληση της εποχής, σημειώνοντας ότι τα μικρότερα κράτη δεν θα έπρεπε να εξαναγκάζονται να πάρουν το μέρος της μίας ή της άλλης πλευράς.

Υποστήριξε ότι η εποχή της μη ευθυγράμμισης έχει αναμφίβολα παρέλθει, αλλά η περίοδος των συμμαχιών δράσης έχει φτάσει, προσθέτοντας ότι αυτό προϋποθέτει να εξασφαλίσουν τα κράτη που μπορούν να δράσουν από κοινού όλα τα μέσα που απαιτούνται για τον σκοπό αυτό.

Παρότι αναγνώρισε τις αλλαγές στο παγκόσμιο γεωπολιτικό σκηνικό, ο Γάλλος πρόεδρος υπαινίχθηκε ότι η Γαλλία επιθυμεί να διατηρήσει ισχυρές σχέσεις τόσο με την Ουάσιγκτον όσο και με το Πεκίνο. Όπως ανέφερε, Ευρώπη και Ασία έχουν κοινό συμφέρον στη διαφύλαξη των διεθνών κανόνων και θεσμών που οικοδομήθηκαν μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Υπογράμμισε ότι η Γαλλία είναι φίλη και σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ διατηρεί φιλικές σχέσεις και συνεργασία —παρά τις ενίοτε διαφωνίες και τον ανταγωνισμό— και με την Κίνα. Τόνισε επίσης ότι η Γαλλία δεν ταυτίζεται ούτε με την Κίνα ούτε με τις ΗΠΑ και δεν επιθυμεί να εξαρτάται από καμία από τις δύο.

Η περιοδεία του Μακρόν σε τρεις χώρες της περιοχής του Ινδο-Ειρηνικού, που περιλαμβάνει και τη στάση του στη Σιγκαπούρη, εντάσσεται στο πλαίσιο της προσπάθειας της Γαλλίας να ενισχύσει τις στρατηγικές και εμπορικές της σχέσεις στην περιοχή, λειτουργώντας συμπληρωματικά προς τις αμερικανικές πρωτοβουλίες αντιμετώπισης παγκόσμιων προκλήσεων.

Η Γαλλία, η οποία διαθέτει 1,6 εκατομμύρια υπηκόους σε υπερπόντιες περιοχές στον Ινδικό και τον Ειρηνικό Ωκεανό, έχει πρόσφατα ενισχύσει τη στρατιωτική της παρουσία, υπογραμμίζοντας τον ρόλο της ως περιφερειακής δύναμης με φυσική παρουσία στον Ινδο-Ειρηνικό.

Οι δηλώσεις του Μακρόν διατυπώθηκαν σε μια περίοδο αυξανόμενων εντάσεων στην περιοχή, καθώς η στρατιωτική ενίσχυση της Κίνας, η επιθετικότητα σε ζητήματα εδαφικών διεκδικήσεων και η εμβάθυνση της στρατηγικής της σχέσης με τη Ρωσία έχουν προκαλέσει ανησυχία σε πολλά κράτη της περιοχής.

Την ίδια στιγμή, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επαναβεβαιώσει τη δέσμευσή τους υπέρ μιας «ελεύθερης και ανοιχτής Ινδο-Ειρηνικής», καλώντας τους συμμάχους να ενισχύσουν τη συνεργασία για τη διατήρηση της ειρήνης και της ελευθερίας ναυσιπλοΐας σε στρατηγικής σημασίας θαλάσσιες οδούς, όπως τα Στενά της Ταϊβάν και η Θάλασσα της Νότιας Κίνας.

Ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Πιτ Χέγκσεθ, ο οποίος επίσης συμμετείχε στη σύνοδο στη Σιγκαπούρη, δήλωσε ότι η στάση της κυβέρνησης Τραμπ αποσκοπεί στην αποτροπή ενδεχόμενης κινεζικής εισβολής στην Ταϊβάν — ένα νησί που το καθεστώς του Πεκίνου θεωρεί ως αναπόσπαστο τμήμα του. Η Κίνα, όπως υπενθύμισε, δεν έχει αποκλείσει τη χρήση βίας για την προσάρτηση της αυτοδιοικούμενης δημοκρατίας.

Ο Χέγκσεθ ανέφερε ότι οι ΗΠΑ δεν επιδιώκουν σύγκρουση με κανέναν, περιλαμβανομένης της κομμουνιστικής Κίνας. Επισήμανε επίσης ότι η Ουάσιγκτον θα παραμείνει ισχυρή στην προάσπιση των συμφερόντων της, κάτι που, σύμφωνα με τον ίδιο, αποτελεί βασικό στόχο της επίσκεψής του στην περιοχή.

Παρότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει υιοθετήσει μια περισσότερο εμπορικά προσανατολισμένη προσέγγιση στην Ινδο-Ειρηνική, αρκετά κράτη μέλη έχουν αυξήσει τη συμμετοχή τους σε αποστολές ασφαλείας. Η Γαλλία, συγκεκριμένα, ολοκλήρωσε πρόσφατα πεντάμηνη ανάπτυξη ομάδας κρούσης αεροπλανοφόρου στην περιοχή, σε υποστήριξη αποστολών για την ελευθερία της ναυσιπλοΐας.

Με πληροφορίες των Reuters και Associated Press

Ενδεχόμενο συνεργασίας της Γροιλανδίας με την Κίνα, αν ΗΠΑ και Ευρώπη δεν κινηθούν ταχύτερα για τα ορυκτά της

Αβεβαιότητα επικρατεί αναφορικά με την ανανέωση της συμφωνίας ΗΠΑ-Γροιλανδίας για τα ορυκτά, ενώ Γροιλανδή αξιωματούχος άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο η χώρα να στραφεί στην Κίνα, εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη δεν επιταχύνουν τις επενδυτικές τους κινήσεις.

Η υπουργός Ορυκτών Πόρων της Γροιλανδίας, Νάγια Ναθανίελσεν, υπαινίχθηκε αυτή την προοπτική σε συνέντευξή της στους Financial Times, που δημοσιεύθηκε στις 27 Μαΐου. Σύμφωνα με την ίδια, η κυβέρνηση της τετρακομματικής συμμαχίας που εξελέγη τον Μάρτιο επιδιώκει την ανάπτυξη και διαφοροποίηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας της χώρας, κάτι που, όπως σημείωσε, προϋποθέτει εξωτερικές επενδύσεις.

Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με την Κίνα, φέρεται να ανέφερε ότι η Γροιλανδία επιθυμεί συνεργασία με Ευρωπαίους και Αμερικανούς εταίρους, προσθέτοντας ωστόσο πως, αν αυτοί δεν ανταποκριθούν, τότε η χώρα θα πρέπει να αναζητήσει εναλλακτικές λύσεις.

Ούτε το υπουργείο της Ναθανίελσεν ούτε το υπουργείο Εξωτερικών της Δανίας απάντησαν σε σχετικό αίτημα σχολιασμού από την Epoch Times μέχρι τη δημοσίευση του άρθρου. Η Γροιλανδία διαθέτει σημαντικά αποθέματα ψευδαργύρου, χρυσού, χαλκού και άλλων ορυκτών, συμπεριλαμβανομένων περίπου 1,5 εκατομμυρίου τόνων σπάνιων γαιών.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ είχε επικαλεστεί αυτά τα κρίσιμα ορυκτά ως έναν από τους λόγους για το ενδιαφέρον του να αποκτήσει την περιοχή.

Η Κίνα, που έχει κυρίαρχο ρόλο στην εξόρυξη και επεξεργασία σπάνιων γαιών παγκοσμίως, έχει επίσης επιδιώξει την ανάπτυξη των σχετικών κοιτασμάτων της Γροιλανδίας.

Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Μπάιντεν, οι ΗΠΑ είχαν παρέμβει προτρύνοντας εταιρεία που εμπλέκεται στο έργο Tanbreez σπάνιων γαιών να μην πουλήσει σε αγοραστή με δεσμούς με την Κίνα.

Κοντά στο Tanbreez, ένα άλλο έργο εξόρυξης ουρανίου και σπάνιων γαιών με κινεζικές επενδύσεις από την Shenghe Holdings ανεστάλη το 2021, όταν η κυβέρνηση της Γροιλανδίας απαγόρευσε την εξόρυξη ουρανίου — απόφαση στην οποία συμμετείχε και η ίδια η Ναθανίελσεν.

Τον Μάρτιο, ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας της Γροιλανδίας είχε δηλώσει στο Bloomberg ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ή οι ΗΠΑ θα πρέπει να εγγυηθούν την αγορά κρίσιμων ορυκτών από τη χώρα.

Τον ίδιο μήνα, το κινεζικό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων είχε μεταδώσει ότι ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Γροιλανδίας εξέφρασε ενδιαφέρον για ενίσχυση της συνεργασίας με την Κίνα.

Τον Απρίλιο, η Γροιλανδία και το Πεκίνο συμφώνησαν στην απλοποίηση των διαδικασιών για τις εξαγωγές γροιλανδικού ψαριού προς την Κίνα.

Κοντά στη λήξη της η συμφωνία για τα ορυκτά

Στη συνέντευξή της στους Financial Times, η Ναθανίελσεν εξέφρασε ανησυχία για την επικείμενη λήξη ενός μνημονίου συνεννόησης μεταξύ ΗΠΑ και Γροιλανδίας, που είχε υπογραφεί κατά την πρώτη προεδρική θητεία του Ντόναλντ Τραμπ και αφορούσε τα ορυκτά της χώρας.

Ερωτηθείς για την προοπτική ανανέωσης της συμφωνίας, εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωσε στην Epoch Times μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ότι δεν ήταν σε θέση να την επιβεβαιώσει.

Ο εκπρόσωπος ανέφερε επίσης ότι ο πρόεδρος Τραμπ είχε ξεκαθαρίσει πως η στρατηγική θέση και η ασφάλεια της Γροιλανδίας έχουν σημασία για τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς Κίνα και Ρωσία επιδιώκουν να πραγματοποιήσουν σημαντικές επενδύσεις στην Αρκτική.

Σύμφωνα με την ίδια πηγή, ο πρόεδρος είναι δεσμευμένος όχι μόνο στην προάσπιση των συμφερόντων των ΗΠΑ στην Αρκτική, αλλά και στη συνεργασία με τη Γροιλανδία για την εξασφάλιση κοινής ευημερίας. Ο εκπρόσωπος κατέληξε δηλώνοντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν σθεναρά το δικαίωμα των Γροιλανδών να καθορίζουν το μέλλον τους.

Η μεταβαλλόμενη στάση της Γροιλανδίας 

Ενστάσεις για τις δηλώσεις της Ναθανίελσεν διατύπωσε επιχειρηματίας της Γροιλανδίας που εμπλέκεται στην προσπάθεια προσέλκυσης επενδύσεων της Δύσης στον τομέα των σπάνιων γαιών. Μιλώντας στην Epoch Times υπό τον όρο της ανωνυμίας, φοβούμενος αντίποινα, υποστήριξε ότι κατανοεί τη δυσαρέσκεια για την καθυστέρηση στις επενδύσεις, αλλά τη συνδέει με την αστάθεια που, όπως εκτιμά, επιδεικνύει η κυβέρνηση.

Κατά τον ίδιο, οι δηλώσεις της υπουργού συνάδουν με τη «μεταβαλλόμενη» πορεία τόσο της σημερινής τετρακομματικής κυβέρνησης όσο και της προηγούμενης.

Η προηγούμενη κυβέρνηση, υπό την ηγεσία του Μούτε Εγκέδε και του δημοκρατικού σοσιαλιστικού κόμματος Inuit Ataqatigiit, είχε αναστείλει το 2021 την έγκριση νέων ερευνών για πετρέλαιο και φυσικό αέριο και είχε αφαιρέσει άδεια εξόρυξης σιδήρου από κινεζική εταιρεία, ενώ είχε προχωρήσει και στην προαναφερθείσα απαγόρευση της εξόρυξης ουρανίου.

Παρότι η Γροιλανδία έχει μακρά ιστορία στην εξορυκτική δραστηριότητα, αυτή είχε περιοριστεί τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, η κατάσταση φαίνεται να αλλάζει.

Στις αρχές του Μαΐου, η κυβέρνηση χορήγησε 30ετή άδεια σε δανογαλλική εταιρεία για εξόρυξη ανορθοσίτη — πετρώματος με εφαρμογές στην παραγωγή υαλοβάμβακα και προοπτική αξιοποίησης στην παραγωγή αλουμινίου.

Λίγες εβδομάδες νωρίτερα, ο Ντρου Χορν, πρώην αξιωματούχος της πρώτης κυβέρνησης Τραμπ και ειδικός στα κρίσιμα ορυκτά, ηγήθηκε ιδιωτικής αποστολής επιχειρηματιών στη Γροιλανδία. Στην αποστολή συμμετείχαν στελέχη των εταιρειών Refracture, Critical Metals Corp, Cogency Power και American Renewable Metals.

Οι 75 φτωχότερες χώρες του κόσμου οφείλουν στην Κίνα 22 δισεκατομμύρια δολάρια φέτος: Think tank

Οι 75 φτωχότερες χώρες του κόσμου πρόκειται να πραγματοποιήσουν αποπληρωμές χρέους ύψους 22 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Κίνα φέτος, σύμφωνα με έκθεση ενός αυστραλιανού think tank.

«Οι ροές εξυπηρέτησης χρέους προς την Κίνα από αναπτυσσόμενες χώρες θα ανέλθουν σε 35 δισεκατομμύρια δολάρια το 2025 και αναμένεται να παραμείνουν αυξημένες για το υπόλοιπο αυτής της δεκαετίας», ανέφερε στην έκθεση το Ινστιτούτο Lowy με έδρα το Σίδνεϊ, το οποίο λαμβάνει χρηματοδότηση από το υπουργείο Εξωτερικών και Εμπορίου της Αυστραλίας. «Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της εξυπηρέτησης χρέους, περίπου 22 δισεκατομμύρια δολάρια, οφείλεται από 75 από τις φτωχότερες και πιο ευάλωτες χώρες του κόσμου».

Η έκθεση έρχεται καθώς ο υπουργός Οικονομίας του Περού, Ραούλ Πέρες Ρέγιες, συναντήθηκε με τον πρέσβη της Κίνας στη Λίμα, Σονγκ Γιανγκ, για να συζητήσουν έναν νέο περιφερειακό σιδηροδρομικό διάδρομο που θα καταλήγει στο νέο λιμάνι του Chancay.

Το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών του Περού δήλωσε σε ανακοίνωσή του στις 26 Μαΐου ότι επιθυμεί να κανονίσει μια συνάντηση με υψηλόβαθμους αξιωματούχους από την Κίνα και τη Βραζιλία για να προωθήσει το έργο του Κεντρικού Διωκεάνιου Σιδηροδρομικού Διαδρόμου (CFBC).

Η περουβιανή κυβέρνηση δήλωσε ότι ο Φέι Ντονγκμπίν, επικεφαλής της Εθνικής Διοίκησης Σιδηροδρόμων της Κίνας, και αρκετοί άλλοι εκπρόσωποι του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ) ήταν επίσης παρόντες στη συνάντηση.

Ο προτεινόμενος σιδηρόδρομος θα συνδέει τη Βραζιλία με το Chancay, στις ακτές του Ειρηνικού του Περού, δημιουργώντας μια εμπορική διαδρομή που θα επέτρεπε στα κινεζικά πλοία να αποφεύγουν να ταξιδεύουν είτε μέσω της Διώρυγας του Παναμά είτε γύρω από το νότιο άκρο της Νότιας Αμερικής.

Η Κίνα έχει δώσει τεράστια δάνεια για έργα υποδομής σε πολλά μέρη του κόσμου, στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας «Μία Ζώνη, ένας Δρόμος» (BRI) του Κινέζου επικεφαλής Σι Τζινπίνγκ.

Το πρόγραμμα έχει χρηματοδοτήσει την κατασκευή τεράστιων λιμανιών όπως το Hambantota στη Σρι Λάνκα και το Gwadar στο Πακιστάν, καθώς και γεφυρών, αυτοκινητοδρόμων, νοσοκομείων, ακόμη και σχολείων σε μέρη της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής.

«Τώρα, και για το υπόλοιπο αυτής της δεκαετίας, η Κίνα θα είναι περισσότερο εισπράκτορας χρεών παρά τραπεζίτης για τον αναπτυσσόμενο κόσμο», αναφέρει η έκθεση του Ινστιτούτου Lowy.

Η έκθεση ανέφερε ότι το Πεκίνο έχει μεταβεί από πάροχο κεφαλαίου σε καθαρό οικονομικό απομυζητή για τους προϋπολογισμούς των αναπτυσσόμενων χωρών, καθώς το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους σε έργα BRI από τη δεκαετία του 2010 ξεπερνά κατά πολύ τις νέες εκταμιεύσεις δανείων.

Σε 54 από τις 120 αναπτυσσόμενες χώρες από τις οποίες υπήρχαν διαθέσιμα δεδομένα, οι πληρωμές εξυπηρέτησης χρέους προς την Κίνα υπερέβησαν τις συνδυασμένες πληρωμές που οφείλονται στη Λέσχη του Παρισιού των δυτικών δανειστών, σύμφωνα με την έκθεση.

Στη Λέσχη του Παρισιού οφείλονται συνολικά 616 δισεκατομμύρια δολάρια από 102 χώρες.

Η έκθεση ανέφερε ότι η Κίνα έδινε προτεραιότητα στη χρηματοδότηση γειτόνων όπως το Πακιστάν, η Μογγολία και το Καζακστάν, καθώς και σε χώρες που παρείχαν σημαντικές πρώτες ύλες, όπως η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, η Ινδονησία, η Βραζιλία και η Αργεντινή.

«Το Πεκίνο αντιμετωπίζει ένα δίλημμα: η υπερβολική πίεση για αποπληρωμή θα μπορούσε να βλάψει τους διμερείς δεσμούς και να υπονομεύσει τους διπλωματικούς του στόχους. Ταυτόχρονα, οι δανειοδότες της Κίνας, ιδίως οι σχεδόν εμπορικοί θεσμοί της, αντιμετωπίζουν αυξανόμενη πίεση για την ανάκτηση ανεξόφλητων χρεών», δήλωσε ο συντάκτης της έκθεσης, ερευνητής Ράιλυ Ντουκ.

«Πώς η μετατόπιση της Κίνας σε επικεφαλής εισπράκτορα χρεών θα επηρεάσει τη φήμη της ως αναπτυξιακού εταίρου και τα ευρύτερα μηνύματά της γύρω από τη συνεργασία Νότου-Νότου μένει να το δούμε».

Είπε ότι τα υπερχρεωμένα αφρικανικά κράτη ήταν συχνά επιφυλακτικά στο να αναστατώσουν τα νερά και να διακινδυνεύσουν την απώλεια πρόσβασης στην κινεζική χρηματοδότηση και το εμπόριο.

«Οι ολοένα και πιο συναλλακτικές Ηνωμένες Πολιτείες και η αφηρημένη Ευρώπη πιθανότατα έχουν επίσης τροφοδοτήσει μια στενή αίσθηση των πιθανών μελλοντικών οικονομικών τους οδών», πρόσθεσε ο Ντουκ.

Η έκθεση επεσήμανε ότι τα δάνεια BRI συχνά φαινόταν να συνοδεύονται από όρους, ειδικά όσον αφορά την τήρηση της πολιτικής «Μίας Κίνας» του ΚΚΚ.

Η Ονδούρα, η Νικαράγουα, η Δομινικανή Δημοκρατία, η Μπουρκίνα Φάσο και οι Νήσοι Σολομώντα έλαβαν όλες μεγάλα δάνεια εντός 18 μηνών από την άρση της διπλωματικής αναγνώρισης της Ταϊβάν.

Καθώς η Κίνα περιορίζει ολοένα και περισσότερο τα δάνεια BRI, το Περού μπορεί να δυσκολευτεί να εξασφαλίσει χρηματοδότηση για το CFBC, το οποίο η Λίμα περιέγραψε ως ένα «μεγάλης κλίμακας έργο που θα επαναπροσδιορίσει την περιφερειακή ολοκλήρωση της Νότιας Αμερικής».

Ο Ρέγιες δήλωσε: «Είμαστε πρόθυμοι να συγχρηματοδοτήσουμε το μέρος μας της δόσης».

Το CFBC θα συνδέει τη Λίμα με την πόλη Πουκάλπα στο εσωτερικό του Περού και στη συνέχεια πέρα ​​από τα σύνορα με το Κρουζέιρο ντο Σουλ στη Βραζιλία και, μέσω της Βιλένα, με τις μεγάλες μητροπόλεις του Σάο Πάολο και του Ρίο ντε Τζανέιρο.

ΠΟΥ: Νέα παραλλαγή του COVID-19 μπορεί να αυξήσει τα κρούσματα σε ορισμένα μέρη του κόσμου

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) δήλωσε στις 28 Μαΐου ότι ένα νέο στέλεχος COVID-19 που κυριαρχεί στην Κίνα φαίνεται να αυξάνει τα κρούσματα σε μέρη του κόσμου και αυτή τη στιγμή εξαπλώνεται στη Νοτιοανατολική Ασία, στις περιοχές του δυτικού Ειρηνικού και στη Μεσόγειο.

Η νέα παραλλαγή, που ονομάζεται NB.1.8.1, έχει οδηγήσει σε αναζωπύρωση του ιού στην Κίνα τις τελευταίες εβδομάδες, δήλωσαν αξιωματούχοι. Τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) των ΗΠΑ δήλωσαν στην Epoch Times νωρίτερα αυτή την εβδομάδα ότι η παραλλαγή έχει ανιχνευθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες και ότι μέχρι στιγμής έχουν βρεθεί περίπου 20 αλληλουχίες.

Η νέα παραλλαγή, η οποία διαδίδεται παγκοσμίως, είχε φτάσει μέχρι τα μέσα Μαΐου σχεδόν το 11% των δειγμάτων που  αναφέρθηκαν επίσημα. Ο ΠΟΥ την περασμένη εβδομάδα τη χαρακτήρισε «παραλλαγή υπό παρακολούθηση», ανακοινώνοντας ότι θεωρεί τον κίνδυνο δημόσιας υγείας χαμηλό σε παγκόσμιο επίπεδο, με τα τρέχοντα εμβόλια να αναμένεται να παραμείνουν αποτελεσματικά.

Στην ενημέρωσή του, στις 28 Μαΐου, ο ΠΟΥ ανέφερε ότι ορισμένες χώρες του Δυτικού Ειρηνικού — συμπεριλαμβανομένης της Κίνας — έχουν αναφέρει αυξήσεις στα κρούσματα COVID-19 και στις νοσηλείες, αλλά μέχρι στιγμής δεν υπάρχει τίποτα που να υποδηλώνει ότι η ασθένεια που σχετίζεται με τη νέα παραλλαγή είναι πιο σοβαρή σε σύγκριση με άλλες παραλλαγές.

«Οι πρόσφατες αυξήσεις έχουν παρατηρηθεί σε τέσσερις χώρες και περιοχές μέχρι σήμερα: Καμπότζη, Κίνα, Χονγκ Κονγκ […] και Σιγκαπούρη», δήλωσε ο ΠΟΥ στην ενημέρωσή του.

Η παραλλαγή που ονομάζεται LP.8.1 είναι επί του παρόντος η κυρίαρχη έκδοση παγκοσμίως, σύμφωνα με τον ΠΟΥ. Αλλά τόσο η LP.8.1. όσο και η NB.1.8.1 δεν έχουν δείξει σημάδια ότι θα προκαλούσαν «αυξημένο κίνδυνο δημόσιας υγείας» σε σύγκριση με άλλες παραλλαγές», δήλωσε ο οργανισμός υγείας του ΟΗΕ.

«Για να καταστεί δυνατή η ισχυρή αξιολόγηση και διαχείριση του κινδύνου της COVID-19, ο ΠΟΥ επαναλαμβάνει τις συστάσεις του προς τα κράτη μέλη να συνεχίσουν να παρακολουθούν και να αναφέρουν τη δραστηριότητα και το βάρος του SARS-CoV-2, τις επιπτώσεις της COVID-19 στη δημόσια υγεία και το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, να ενισχύσουν την ικανότητα γονιδιωματικής αλληλούχισης και αναφοράς, ιδίως πληροφορίες σχετικά με τις παραλλαγές του SARS-CoV-2, άμεσα και με διαφάνεια, για να υποστηρίξουν τις παγκόσμιες προσπάθειες δημόσιας υγείας». Ο SARS-CoV-2 είναι ο ιός που προκαλεί τη λοίμωξη COVID-19.

Ο έλεγχος στα αεροδρόμια στις Ηνωμένες Πολιτείες ανίχνευσε τη νέα παραλλαγή σε ταξιδιώτες που φτάνουν από αυτές τις περιοχές σε προορισμούς στην Καλιφόρνια, την πολιτεία της Ουάσιγκτον, τη Βιρτζίνια και τη Νέα Υόρκη, σύμφωνα με αξιωματούχους.

Εκπρόσωπος του CDC δήλωσε στην Epoch Times στις 25 Μαΐου ότι ενώ το NB.1.8.1 έχει ανιχνευθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες, υπάρχουν «λιγότερες από 20 αλληλουχίες στα βασικά δεδομένα επιτήρησης των ΗΠΑ μέχρι σήμερα».

«Δεν έχει φτάσει το όριο για συμπερίληψη στον πίνακα ελέγχου του COVID Data Tracker», δήλωσε ο εκπρόσωπος.«Παρακολουθούμε όλες τις αλληλουχίες του SARS-CoV-2 και αν αυξηθεί αναλογικά, θα εμφανιστεί στον πίνακα ελέγχου του Data Tracker.»

Το στέλεχος NB.1.8.1 είναι παράγωγο της γενεαλογίας XDV COVID-19 και οι υπογενετικές σειρές κυκλοφορούν εδώ και μήνες σε όλον τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας.

Στατιστικά στοιχεία που δημοσιεύθηκαν από το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων Κίνας την περασμένη εβδομάδα έδειξαν ότι το NB.1.8.1 είναι το κυρίαρχο στέλεχος στην Κίνα. Το χαρακτηριστικό του σύμπτωμα είναι ο οξύς, καυστικός πονόλαιμος, δήλωσαν οι γιατροί στα μέσα ενημέρωσης. Την περασμένη εβδομάδα, ο ΠΟΥ δήλωσε επίσης ότι «ενώ  αναφέρονται αυξήσεις στα κρούσματα και τις νοσηλείες» στις χώρες-μέλη του, «δεν υπάρχουν αναφορές που να υποδηλώνουν ότι η σοβαρότητα της σχετιζόμενης νόσου είναι υψηλότερη σε σύγκριση με άλλες παραλλαγές που κυκλοφορούν».

Η επίσημη στάση των Ηνωμένων Πολιτειών σχετικά με τον εμβολιασμό κατά της COVID-19 έχει αλλάξει, σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργού Υγείας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Φ. Κέννεντυ, αυτή την εβδομάδα. Είπε ότι τα εμβόλια κατά της COVID-19 δεν συνιστώνται πλέον για έγκυες γυναίκες και υγιή παιδιά.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ έχει ήδη υπογράψει εκτελεστικό διάταγμα για την απόσυρση των Ηνωμένων Πολιτειών από τον ΠΟΥ, επικαλούμενος αυτό που η κυβέρνησή του χαρακτήρισε ως έλλειψη διαφάνειας του οργανισμού υγείας του ΟΗΕ σχετικά με την COVID-19. Ο Λευκός Οίκος άλλαξε επίσης τη σελίδα του για την COVID-19 τον περασμένο μήνα για να αναφέρει ότι ο ιός πιθανότατα προήλθε από ένα εργαστήριο στη Γούχαν της Κίνας, το 2019.

Η Thyssenkrupp, ιδιοκτήτρια της εμβληματικής χαλυβουργίας της Γερμανίας, θα γίνει εταιρεία χαρτοφυλακίου μετά από 200 χρόνια

Ο ιδιοκτήτης της μεγαλύτερης χαλυβουργίας της Γερμανίας, Thyssenkrupp, δήλωσε τη Δευτέρα ότι στοχεύει να μετατραπεί σε εταιρεία χαρτοφυλακίου μετά από δύο αιώνες ως κατασκευαστής.

Η εταιρεία, που κάποτε ήταν σύμβολο της γερμανικής κατασκευαστικής δύναμης, έχει αντιμετωπίσει δυσκολίες τα τελευταία χρόνια με υψηλό κόστος, δασμούς, φθηνότερους ασιάτες ανταγωνιστές και δυσκολίες γύρω από την πράσινη μετάβαση της χαλυβουργίας.

Στις 26 Μαΐου, η Thyssenkrupp δήλωσε ότι σχεδιάζει να πουλήσει μειοψηφικά μερίδια στα τμήματα αυτοκινητοβιομηχανίας, εμπορίας υλικών και πράσινων τεχνολογιών τα επόμενα χρόνια.

Η Thyssenkrupp είναι το αποτέλεσμα μιας συγχώνευσης το 1999 μεταξύ των παλαιότερων βιομηχανικών γιγάντων της Γερμανίας, της Krupp, η οποία ιδρύθηκε το 1811, και της Thyssen, η οποία ιδρύθηκε το 1891.

Η εταιρεία λέει τώρα ότι στόχος είναι να γίνει μια εταιρεία χαρτοφυλακίου, μια οργάνωση που δεν παράγει η ίδια αγαθά ή υπηρεσίες, αλλά αντ’ αυτού κατέχει μετοχές σε άλλες εταιρείες, με μετοχές σε ανεξάρτητους επιχειρηματικούς τομείς.

«Ένα τέτοιο βήμα θα μας επιτρέψει να αξιοποιήσουμε πλήρως το δυναμικό δημιουργίας αξίας των επιχειρήσεων και να χρησιμοποιήσουμε την ανεξαρτησία τους με στοχευμένο τρόπο για επενδύσεις, ευκαιρίες αγοράς και περαιτέρω ανάπτυξη», δήλωσε ο Διευθύνων Σύμβουλος της Thyssenkrupp, Μιγκέλ Λόπες.

Νωρίτερα μέσα στον μήνα, η Thyssenkrupp δήλωσε ότι σχεδίαζε να περικόψει 11.000 από τις 27.000 θέσεις εργασίας της — ή περίπου το 40% του εργατικού δυναμικού της στον τομέα του χάλυβα — τα επόμενα χρόνια.

Στις 15 Μαΐου, το τμήμα χάλυβα της Thyssenkrupp — του οποίου ο Τσέχος δισεκατομμυριούχος Ντάνιελ Κρετίνσκυ κατέχει το 20% και θέλει να κατέχει ένα επιπλέον 30% για να το μετατρέψει σε κοινοπραξία 50-50 — κατέγραψε ζημίες 23 εκατομμυρίων ευρώ (25 εκατομμύρια δολάρια), σε σύγκριση με κέρδη 68 εκατομμυρίων ευρώ (73 εκατομμύρια δολάρια) πέρυσι.

Το αργότερο μέχρι το 2045, η παραγωγή χάλυβα στη Γερμανία πρέπει να παράγει «σχεδόν μηδενικές» εκπομπές λόγω των γερμανικών νόμων που στοχεύουν στην ουδετερότητα ολόκληρης της οικονομίας ως προς τα αέρια του θερμοκηπίου.

Οι αρχές θέλουν οι επιχειρήσεις να στραφούν από τις παραδοσιακές υψικαμίνους σε ηλεκτρικούς τοξωτούς φούρνους. Η γερμανική κυβέρνηση θέλει επίσης η μέθοδος υψικαμίνου να μετατραπεί σε μια μέθοδο παραγωγής με βάση το υδρογόνο.

Ωστόσο, νωρίτερα μέσα στον μήνα, η Thyssenkrupp δήλωσε ότι δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι η «πράσινη μονάδα χάλυβα» ύψους 3 δισεκατομμυρίων ευρώ, η μεγαλύτερη επένδυση της εταιρείας, θα είναι οικονομική.

Ο Λόπες δήλωσε ότι η προσδοκία του ήταν ότι θα ήταν διαθέσιμες επαρκείς ποσότητες οικονομικά προσιτού πράσινου υδρογόνου κατά την ολοκλήρωση. Ωστόσο, τώρα λέει ότι αυτές οι υποθέσεις ήταν πολύ φιλόδοξες.

«Υπό τις τρέχουσες συνθήκες, δεν υπάρχει καμία εγγύηση ότι θα μπορέσουμε να λειτουργήσουμε οικονομικά το εργοστάσιο στο άμεσο μέλλον», δήλωσε ο Λόπες.

«Εάν αυτό δεν αλλάξει, υπάρχει κίνδυνος το Ντούισμπουργκ να φιλοξενήσει ένα από τα πιο σύγχρονα εργοστάσια παραγωγής χάλυβα στον κόσμο, χωρίς επαρκή προμήθεια του επιθυμητού πράσινου υδρογόνου».

Η συν-επικεφαλής του λαϊκιστικού κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), το οποίο ήρθε δεύτερο με μικρή διαφορά στις πρόσφατες ομοσπονδιακές εκλογές, δήλωσε ότι η διάλυση της Thyssenkrupp «συμβολίζει την παρακμή της οικονομίας μας».

«Η κάποτε περήφανη χαλυβουργική εταιρεία αντιπροσωπεύει πολλές γερμανικές εταιρείες που ξεμένουν από δυνάμεις λόγω του υψηλού κόστους», δήλωσε η Άλις Βάιντελ σε μια ανάρτηση στις 26 Μαΐου στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X, σύμφωνα με μια μετάφραση. «Χρειαζόμαστε μια οικονομική ανάκαμψη».

Οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν δασμούς 25% στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου από την ΕΕ, καθώς και αμοιβαίους δασμούς 10% σε σχεδόν όλα τα άλλα αγαθά.

Η εφαρμογή ενός περαιτέρω δασμού 50% των ΗΠΑ σε άλλα προϊόντα της ΕΕ αναβλήθηκε για να διευκολυνθούν οι περαιτέρω διαπραγματεύσεις μετά από τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ στις 26 Μαΐου.

Η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, είναι γνωστή για το εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό της και τις εξαγωγές υψηλής ποιότητας.

Σύμφωνα με πρόσφατη οικονομική πρόβλεψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Γερμανία, μετά από ελαφρά συρρίκνωση για δύο συνεχόμενα χρόνια, η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να παραμείνει σε γενικές γραμμές στάσιμη το 2025.

Η χώρα παλεύει με την απώλεια προσιτού ρωσικού φυσικού αερίου, τα ιστορικά κλεισίματα εργοστασίων της Volkswagen και τον έντονο ανταγωνισμό από φθηνότερα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα.

Το έλλειμμα της γερμανικής κυβέρνησης αναμένεται να παραμείνει υψηλό και ο δείκτης δημόσιου χρέους αναμένεται να αυξηθεί στο 64,7% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος το 2026.

Μόσχα και Κίεβο ανταλλάσουν κατηγορίες για τη συνέχιση του πολέμου

Ευθύνες εκατέρωθεν επιρρίπτουν η Ρωσία και η Ουκρανία για την παράταση της μεταξύ τους σύρραξης, η οποία τον Φεβρουάριο έκλεισε ήδη τα τρία χρόνια και μπήκε στον τέταρτο.

Στις 27 Μαΐου, το υπουργείο Άμυνας της Ρωσίας δήλωσε ότι το Κίεβο, με την υποστήριξη ορισμένων ευρωπαϊκών χωρών, έχει προβεί σε προκλητικά βήματα με στόχο την εκτροπή των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων.

«Με πρωτοβουλία της Ρωσικής Ομοσπονδίας, ο άμεσος ρωσο-ουκρανικός διάλογος για μια ειρηνική επίλυση της σύγκρουσης στην Ουκρανία επαναλήφθηκε», ανέφερε το υπουργείο στο επίσημο κανάλι του στο Telegram. «Ταυτόχρονα, το καθεστώς του Κιέβου, υποστηριζόμενο από ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, έχει προβεί σε μια σειρά από προκλητικά βήματα που αποσκοπούν στη διατάραξη της διαπραγματευτικής διαδικασίας.»

Ο διάλογος για τον οποίο κάνει λόγο η δήλωση του ρωσικού υπουργείου έγινε στις 16 Μαΐου, όταν Ρώσοι και Ουκρανοί διαπραγματευτές συναντήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου πραγματοποίησαν άμεσες συνομιλίες για πρώτη φορά μετά από τρία χρόνια. Ωστόσο, οι ηγέτες των δύο χωρών απείχαν.

Οι αξιωματούχοι συμφώνησαν σε μια σημαντική ανταλλαγή κρατουμένων, η οποία τέθηκε σε εφαρμογή το σαββατοκύριακο, και κάλεσαν για περαιτέρω συνομιλίες με στόχο την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός.

Σύμφωνα με τη Μόσχα, το Κίεβο έχει εντείνει τις επιθέσεις σε ρωσικό έδαφος — χρησιμοποιώντας πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη που παρέχονται από τη Δύση — την περασμένη εβδομάδα.

Από τις 20 Μαΐου, η ρωσική αεράμυνα έχει αναχαιτίσει περισσότερα από 2.300 ουκρανικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη, συμπεριλαμβανομένων 1.465 εκτός της ζώνης σύγκρουσης, ανέφερε το υπουργείο Άμυνας της Ρωσίας.

Οι δηλώσεις της Μόσχας έγιναν μία ημέρα αφότου ο Γερμανός καγκελάριος Φρήντριχ Μερτς ανακοίνωσε ότι η χώρα του, μαζί με άλλους συμμάχους του Κιέβου, δεν θα επιβάλλει πλέον περιορισμούς βεληνεκούς στους δυτικούς πυραύλους που παρέχονται στην Ουκρανία.

«Δεν υπάρχουν πλέον περιορισμοί εμβέλειας για τα όπλα που παραδίδονται στην Ουκρανία — ούτε από τους Βρετανούς ούτε από τους Γάλλους ούτε από εμάς ούτε από τους Αμερικανούς», δήλωσε ο Μερτς σε τηλεοπτική του εμφάνιση. «Αυτό σημαίνει ότι η Ουκρανία θα μπορεί να αμυνθεί επιτιθέμενη σε στρατιωτικές θέσεις στη Ρωσία.»

Ένας εκπρόσωπος του Κρεμλίνου δήλωσε ότι τα σχόλια του Μερτς ήταν επικίνδυνα και «αντίθετα με τις φιλοδοξίες μας για επίτευξη πολιτικής διευθέτησης».

Ο Ζελένσκι κατηγορεί τη Μόσχα

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι κατηγόρησε τη Μόσχα ότι προετοιμάζει νέο κύμα επιθετικών επιχειρήσεων.

Σε δήλωση που εξέδωσε το γραφείο του στις 26 Μαΐου, ο Ζελένσκι, επικαλούμενος «πληροφορίες που ελήφθησαν από μυστικές υπηρεσίες», δήλωσε ότι η Μόσχα «δεν σχεδιάζει να τερματίσει τον πόλεμο».

«Προς το παρόν, δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι εξετάζουν σοβαρά την ειρήνη ή τη διπλωματία», είπε. «Αντίθετα, άφθονα στοιχεία δείχνουν ότι προετοιμάζουν νέες επιθετικές επιχειρήσεις. […] Αυτή είναι μια κατάφωρη περιφρόνηση όσων επιδιώκουν την ειρήνη και προσπαθούν να κάνουν τη διπλωματία να λειτουργήσει.»

Συνέχισε λέγοντας ότι οι ρωσικές επιθέσεις κατά ουκρανικών στόχων «γίνονται, κάθε βράδυ, ολοένα και πιο θρασείς και μεγαλύτερης κλίμακας».

Ο Ζελένσκι είπε επίσης ότι η Ρωσία είχε εκτοξεύσει περισσότερα από 900 drone κατά στόχων στην Ουκρανία τις προηγούμενες τρεις ημέρες, «μαζί με βαλλιστικούς πυραύλους και πυραύλους κρουζ».

«Είναι μια σαφής πολιτική επιλογή [από τη Μόσχα]… να συνεχίσει να διεξάγει τον πόλεμο και να καταστρέφει ζωές», είπε.

Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι καλωσορίζει τον Γερμανό καγκελάριο Φρήντριχ Μερτς στο Κίεβο. Ουκρανία, 10 Μαΐου 2025. (Genya Savilov/AFP μέσω Getty Images)

 

Τα σχόλια του Ουκρανού ηγέτη έγιναν μετά από τρεις ημέρες έντονων ρωσικών επιθέσεων με μη επανδρωμένα αεροσκάφη σε αρκετές ουκρανικές πόλεις, συμπεριλαμβανομένης της πρωτεύουσας, Κιέβου.

Σύμφωνα με Ουκρανούς αξιωματούχους, οι επιθέσεις κόστισαν τη ζωή σε τουλάχιστον 12 ανθρώπους και προκάλεσαν εκτεταμένες υλικές ζημιές.

Όσον αφορά τη συνολική ποσότητα πυρομαχικών που χρησιμοποιήθηκαν, ήταν η μεγαλύτερη ρωσική αεροπορική επίθεση στην Ουκρανία από την έναρξη της σύγκρουσης, στις αρχές του 2022.

Με αφορμή αυτές τις επιθέσεις, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ κατηγόρησε τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν ότι «σκότωσε πολλούς ανθρώπους».

«Είμαστε στη μέση μιας συζήτησης και εκτοξεύει πυραύλους στο Κίεβο και σε άλλες πόλεις», δήλωσε ο Τραμπ στους δημοσιογράφους, στις 25 Μαΐου.

Σε μεταγενέστερη ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Τραμπ έγραψε ότι ο Ρώσος ομόλογός του «τρελάθηκε εντελώς».

Στην ίδια ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Τραμπ επέκρινε και τον Ζελένσκι, λέγοντας ότι ο τελευταίος «δεν κάνει χάρη στη χώρα του μιλώντας με τον τρόπο που μιλάει».

Σε ανακοίνωσή του στις 27 Μαΐου, το ρωσικό υπουργείο Άμυνας ισχυρίστηκε ότι οι πρόσφατες αεροπορικές επιδρομές του είχαν ως στόχο «αποκλειστικά ουκρανικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις [και έγιναν] σε απάντηση στις ουκρανικές επιθέσεις μεγάλης κλίμακας με μη επανδρωμένα αεροσκάφη σε ρωσικές περιοχές».

Την ίδια ημέρα, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, ερωτηθείς για τα σχόλια του Τραμπ για τη Ρωσία, δήλωσε ότι η έντονη αντίδραση του προέδρου των ΗΠΑ  οφειλόταν στο ότι οι ειρηνευτικές του προσπάθειες σαμποτάρονταν από Ευρωπαίους αξιωματούχους.

Η ΕΕ εγκρίνει αμυντικό κονδύλιο 150 δισ. ευρώ καθώς αναλαμβάνει μεγαλύτερο ρόλο στην ασφάλεια της

Η Ευρωπαϊκή Ένωση ενέκρινε επίσημα ένα φιλόδοξο πρόγραμμα χρηματοδότησης, ύψους 150 δισεκατομμυρίων ευρώ, για την ενίσχυση της άμυνας της ευρωπαϊκής ηπείρου, την ενδυνάμωση της αμυντικής βιομηχανίας και τη σταδιακή απεξάρτηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες, σε μια περίοδο που ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται και πληθαίνουν οι αβεβαιότητες σχετικά με τη μελλοντική αμερικανική εμπλοκή στην ευρωπαϊκή ασφάλεια, εν μέσω αυξανόμενων γεωστρατηγικών πιέσεων στον Ειρηνικό από την Κίνα.

Το νέο χρηματοδοτικό εργαλείο, υπό την ονομασία Security Action for Europe (SAFE), οριστικοποιήθηκε υπό την προεδρία της Πολωνίας στο Συμβούλιο της ΕΕ και ανακοινώθηκε στις 27 Μαΐου. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη κοινή στρατιωτική επένδυση στην ιστορία της Ένωσης, παρέχοντας στα κράτη-μέλη πρόσβαση σε ανταγωνιστικά, μακροπρόθεσμα δάνεια για την προμήθεια αμυντικών συστημάτων σε κρίσιμους τομείς, όπως το πυροβολικό, τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, η κυβερνοάμυνα και τα πυραυλικά συστήματα ακριβείας μεγάλου βεληνεκούς.

Ο υπουργός της Πολωνίας για θέματα ΕΕ, Άνταμ Σλάπκα, χαρακτήρισε το πρόγραμμα «άνευ προηγουμένου» και φέρεται να δήλωσε ότι ενισχύει τόσο τις αμυντικές δυνατότητες όσο και τη βιομηχανική βάση της Ευρώπης στον τομέα της άμυνας, προσθέτοντας πως όσο περισσότερα επενδύει η Ένωση στην ασφάλεια και την άμυνά της τόσο πιο αποτελεσματικά αποτρέπει απειλές εις βάρος της.

Το SAFE, το οποίο θα τεθεί σε ισχύ στις 29 Μαΐου, προβλέπει επίσης την άμεση ένταξη της Ουκρανίας στο πρόγραμμα, επιτρέποντας στη χώρα να συμμετέχει από κοινού με τα κράτη-μέλη και άλλους εταίρους στις προμήθειες όπλων. Η ένταξη αυτή στοχεύει στην ενίσχυση της ουκρανικής αμυντικής βιομηχανίας, στην απόκτηση απαραίτητων οπλικών συστημάτων και στη σύσφιξη των δεσμών της Ουκρανίας με τον ευρωπαϊκό αμυντικό τομέα, καθώς η χώρα συνεχίζει την αντίστασή της απέναντι στη ρωσική εισβολή.

Πέραν της Ουκρανίας, η συμμετοχή στο SAFE είναι ανοιχτή και για άλλες χώρες με υπάρχουσες συμφωνίες ασφαλείας με την ΕΕ, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο. Ωστόσο, για την πλήρη συμμετοχή τρίτων χωρών θα απαιτηθούν επιπλέον συμφωνίες που θα προβλέπουν, μεταξύ άλλων, περιορισμούς στο ποσοστό μη ευρωπαϊκού περιεχομένου στα συμβόλαια αμυντικών προμηθειών.

Το SAFE αποτελεί την πρώτη φάση του ευρύτερου σχεδίου ReArm Europe, το οποίο φιλοδοξεί να κινητοποιήσει πάνω από 840 δισεκατομμύρια δολάρια για αμυντικές δαπάνες μέσω δανείων της ΕΕ, χαλάρωσης των εθνικών δημοσιονομικών περιορισμών και προσέλκυσης ιδιωτικών επενδύσεων.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, είχε δηλώσει τον Μάρτιο, κατά την ανακοίνωση του σχεδίου, ότι η Ευρώπη εισέρχεται σε μια εποχή επανεξοπλισμού. Σύμφωνα με τις δηλώσεις της, η ΕΕ είναι πλέον έτοιμη να αυξήσει μαζικά τις αμυντικές της δαπάνες, τόσο για την κάλυψη των άμεσων αναγκών στήριξης της Ουκρανίας όσο και για τη μακροπρόθεσμη επένδυση στην ίδια της την ασφάλεια, τονίζοντας πως έχει έρθει η στιγμή η Ευρώπη να αναλάβει περισσότερες ευθύνες.

Μαζί με πρόσφατες διμερείς συνθήκες, όπως το νέο αμυντικό σύμφωνο Γαλλίας-Πολωνίας, και θεσμικές πρωτοβουλίες, όπως το υπό σχεδιασμό Συμβούλιο Ασφαλείας Γαλλίας-Γερμανίας, το SAFE εντάσσεται στη γενικότερη ευρωπαϊκή στρατηγική για τη δημιουργία ενός ισχυρότερου και πιο ανεξάρτητου συστήματος άμυνας.

Γάλλοι στρατιώτες συμμετέχουν σε κοινές στρατιωτικές ασκήσεις με τον βρετανικό στρατό στη Ρεμς. Γαλλία, 22 Απριλίου 2025. (Sameer Al-Doumy/AFP/Getty Images)

 

Η ώθηση για την υλοποίηση του SAFE σχετίζεται και με τις πιέσεις που ασκεί η Ουάσιγκτον. Ήδη από την αρχή της νέας του θητείας και την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ζήτησε επιτακτικά από την Ευρώπη να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες και να αναλάβει μεγαλύτερη ευθύνη για την ασφάλειά της, ύστερα από δεκαετίες εξάρτησης από την αμερικανική προστασία.

Η έγκριση του SAFE αντανακλά επίσης την αυξανόμενη ανησυχία των Βρυξελλών για τις πρόσφατες κινήσεις της Μόσχας. Το Σαββατοκύριακο, η Ρωσία εξαπέλυσε αυτό που ουκρανικές πηγές περιέγραψαν ως τη μεγαλύτερη εναέρια επίθεση από την έναρξη του πολέμου, εκτοξεύοντας εκατοντάδες drone και πυραύλους κατά μη στρατιωτικών στόχων σε ολόκληρη τη χώρα. Η επίθεση σημειώθηκε λίγες ώρες πριν από μια νέα ανταλλαγή αιχμαλώτων, εν μέσω προσπαθειών της κυβέρνησης Τραμπ να μεσολαβήσει για την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός.

Σενάριο αστικής μάχης στο πλαίσιο κοινών στρατιωτικών ασκήσεων μεταξύ του γαλλικού και του βρετανικού στρατού στο στρατόπεδο Σισόν, στη Ρεμς. Γαλλία, 22 Απριλίου 2025. (Sameer Al-Doumy/AFP/Getty Images)

 

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει υιοθετήσει τον ρόλο του διαμεσολαβητή στη σύγκρουση, άσκησε κριτική στην πρόσφατη κλιμάκωση, χαρακτηρίζοντας τις ενέργειες του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν ως «απαράδεκτες» και αφήνοντας να εννοηθεί ότι εξετάζει την επιβολή νέων κυρώσεων κατά της Μόσχας. Αργότερα, προειδοποίησε ότι ο Ρώσος ηγέτης «παίζει με τη φωτιά». Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social, στις 27 Μαΐου, ο Τραμπ υποστήριξε πως, αν δεν ήταν η δική του ηγεσία, «πολλά πολύ άσχημα πράγματα θα είχαν ήδη συμβεί στη Ρωσία».

Ορισμένοι Αμερικανοί νομοθέτες, μεταξύ των οποίων ο γερουσιαστής Τσακ Γκράσλι (R-Iowa) από την Αϊόβα, έχουν επίσης καλέσει τον Τραμπ να προχωρήσει στην επιβολή επιπρόσθετων κυρώσεων, επικαλούμενοι τις συνεχιζόμενες απώλειες αμάχων στην Ουκρανία.

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ζήτησε την επιβολή νέων ποινικών μέτρων κατά της Ρωσίας, σημειώνοντας σε πρόσφατη ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι η βαρβαρότητα αυτή δεν μπορεί να ανασχεθεί χωρίς ισχυρή και ουσιαστική πίεση προς τη ρωσική ηγεσία.

Η Ρωσία, από την πλευρά της, διαμηνύει ότι παραμένει ανοιχτή σε κατάπαυση του πυρός και διπλωματική διευθέτηση της παρατεταμένης σύγκρουσης, επιμένοντας ωστόσο ότι θα πρέπει να αντιμετωπιστούν τα «βασικά αίτια» του πολέμου — διατύπωση που, σύμφωνα με το Κίεβο, υποκρύπτει απαίτηση για ουκρανική συνθηκολόγηση.

Τραμπ: «Απόλυτα ικανοποιημένος» με το σχέδιο για δασμούς 50% στην ΕΕ

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, δήλωσε την Τρίτη ότι η απόφασή του να επιβάλει δασμούς ύψους 50% στις εισαγωγές από την Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν επιτυχής, καθώς ανάγκασε τις Βρυξέλλες να επισπεύσουν τις διαπραγματεύσεις για εμπορική συμφωνία.

Υπενθυμίζεται ότι την προηγούμενη εβδομάδα ο Τραμπ είχε απειλήσει ότι οι νέοι δασμοί θα τεθούν σε ισχύ από 1η Ιουνίου. Τελικά, με ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μέσα στο Σαββατοκύριακο, ανακοίνωσε ότι το μέτρο μετατίθεται για τις 9 Ιουλίου, καθώς βρίσκονται σε εξέλιξη διαβουλεύσεις.

Σε νέα ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social, ο Αμερικανός πρόεδρος εξέφρασε την ικανοποίησή του για τις εξελίξεις, υπογραμμίζοντας: «Είμαι εξαιρετικά ικανοποιημένος από τη δασμολόγηση 50% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ειδικά αφού μέχρι τώρα οι συνομιλίες προχωρούσαν με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς».

«Μόλις ενημερώθηκα ότι η ΕΕ επικοινώνησε για να κανονιστούν άμεσα ημερομηνίες συνάντησης. Πρόκειται για θετική εξέλιξη και ελπίζω ότι, όπως και στην περίπτωση της Κίνας, οι Ευρωπαίοι θα ανοίξουν επιτέλους τις αγορές τους στις Ηνωμένες Πολιτείες», σημείωσε.

Παρ’ όλα αυτά, ο Τραμπ δεν παρέλειψε να επισημάνει πως διατηρεί το δικαίωμα να επιβάλλει εμπορική συμφωνία «αν δεν υπάρξει συμφωνία ή εφόσον οι ΗΠΑ αντιμετωπιστούν άδικα».

Πριν την προσωρινή αναστολή των δασμών, ο Τραμπ είχε χαρακτηρίσει την ΕΕ ως «εξαιρετικά δύσκολο» εταίρο στις διαπραγματεύσεις, ενώ υποστήριξε πως οι συνομιλίες «δεν οδηγούσαν πουθενά».

Η αναβολή των δασμών προέκυψε μετά από τηλεφωνική επικοινωνία που είχε ο Ντόναλντ Τραμπ με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, το περασμένο Σαββατοκύριακο.

Εκπρόσωπος της Κομισιόν, η Πάουλα Πίνιο, δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου ότι οι δύο ηγέτες συμφώνησαν να επιταχύνουν τις διαπραγματεύσεις. «Υπάρχει νέα δυναμική στις συνομιλίες και από την πλευρά μας ήμασταν πάντα έτοιμοι να επιτύχουμε συμφωνία», τόνισε η κ. Πίνιο.

Από την πλευρά της, η φον ντερ Λάιεν επιβεβαίωσε σε ανάρτησή της στο Χ (πρώην Twitter) την επικοινωνία με τον Αμερικανό πρόεδρο και υπογράμμισε ότι «η ΕΕ και οι ΗΠΑ διατηρούν την πιο σημαντική και στενή εμπορική σχέση παγκοσμίως». Πρόσθεσε, επίσης, ότι η Ευρώπη είναι «έτοιμη να προχωρήσει γρήγορα και αποφασιστικά» και ότι «για να υπάρξει καλή συμφωνία, θα χρειαστούμε χρόνο μέχρι τις 9 Ιουλίου».

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει προτείνει συμφωνία «μηδέν για μηδέν», που προβλέπει την άρση των δασμών στα βιομηχανικά αγαθά, συμπεριλαμβανομένων των αυτοκινήτων. Η αμερικανική πλευρά, ωστόσο, ξεκαθάρισε πως δεν θα μειώσει τους δασμούς κάτω από το 10% για σχεδόν όλους τους εμπορικούς εταίρους της. Παράλληλα, ο Τραμπ έχει ανακοινώσει γενικευμένες επιβαρύνσεις 25% σε χάλυβα και αυτοκίνητα.

Το εν λόγω βασικό ποσοστό 10% ανακοινώθηκε στις αρχές Απριλίου στο πλαίσιο της ημέρας «Απελευθέρωσης» που κήρυξε ο Λευκός Οίκος, επιβάλλοντας αυξημένους δασμούς σε βασικούς εμπορικούς εταίρους. Περίπου μία εβδομάδα αργότερα, ο Τραμπ αποφάσισε να «παγώσει» τους αυξημένους δασμούς για 90 ημέρες.

Παράλληλα, η αμερικανική κυβέρνηση αύξησε τους δασμούς στις εισαγωγές από την Κίνα στο 145%. Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, Ουάσιγκτον και Πεκίνο συμφώνησαν να μειωθούν οι δασμοί κατά 115% και στις δύο πλευρές.

Πέραν των ανακοινώσεων για τους νέους ευρωπαϊκούς δασμούς, ο Τραμπ διευκρίνισε πως σκοπεύει να επιβάλει φόρο εισαγωγής 25% σε όλα τα smartphones που δεν κατασκευάζονται εντός ΗΠΑ.

Είχε ήδη ενημερώσει τον Τιμ Κουκ της Apple, όπως ανέφερε σε ανάρτησή του την περασμένη εβδομάδα: «Εδώ και καιρό έχω ξεκαθαρίσει πως τα iPhone που πωλούνται στις ΗΠΑ θα πρέπει να κατασκευάζονται εδώ και όχι στην Ινδία ή οπουδήποτε αλλού. Διαφορετικά, η Apple θα πληρώνει δασμούς τουλάχιστον 25% στις ΗΠΑ».

Αργότερα, ο Τραμπ διευκρίνισε ότι το μέτρο αφορά όλα τα smartphones και όχι μόνο τα προϊόντα της Apple.

Με πληροφορίες από το Associated Press

Η Volvo Cars καταργεί 3.000 θέσεις εργασίας για μείωση κόστους

ΦΡΑΝΚΦΟΥΡΤΗ, Γερμανία—Η Volvo Cars με έδρα τη Σουηδία καταργεί 3.000 θέσεις εργασίας στο πλαίσιο ενός προγράμματος μείωσης κόστους, καθώς η αυτοκινητοβιομηχανία αντιμετωπίζει προκλήσεις από τις εμπορικές εντάσεις και την επακόλουθη οικονομική αβεβαιότητα.

Η εταιρεία δήλωσε τη Δευτέρα ότι περίπου 1.200 από τις μειώσεις θέσεων εργασίας θα προέλθουν από εργαζόμενους στη Σουηδία, ενώ άλλες 1.000 θέσεις που καλύπτονται επί του παρόντος από συμβούλους, κυρίως στη Σουηδία, πρόκειται επίσης να καταργηθούν.

Οι υπόλοιπες απώλειες θέσεων εργασίας θα αφορούν άλλες παγκόσμιες αγορές. Οι περισσότερες από τις θέσεις εργασίας που περικόπτονται είναι θέσεις γραφείου.

«Οι ενέργειες που ανακοινώθηκαν σήμερα ήταν δύσκολες αποφάσεις, αλλά είναι σημαντικά βήματα καθώς χτίζουμε μια ισχυρότερη και ακόμη πιο ανθεκτική Volvo Cars», δήλωσε ο Χάκαν Σάμιουελσον, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Volvo Cars.

«Η αυτοκινητοβιομηχανία βρίσκεται στη μέση μιας δύσκολης περιόδου. Για να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα, πρέπει να βελτιώσουμε τη δημιουργία ταμειακών ροών και να μειώσουμε διαρθρωτικά το κόστος μας.»

Η εταιρεία, που ανήκει στην κινεζική Geely, απασχολεί 42.600 υπαλλήλους πλήρους απασχόλησης.

Οι αυτοκινητοβιομηχανίες σε όλο τον κόσμο αντιμετωπίζουν αρκετές αντιξοότητες, μεταξύ των οποίων το υψηλότερο κόστος για τις πρώτες ύλες, τη μειωμένη ευρωπαϊκή αγορά αυτοκινήτων και την επιβολή δασμών 25% στα εισαγόμενα αυτοκίνητα και χάλυβα από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ.

Η Volvo Cars έχει την κύρια έδρα και τα γραφεία ανάπτυξης προϊόντων της στο Γκέτεμποργκ της Σουηδίας και κατασκευάζει αυτοκίνητα και SUV στο Βέλγιο, τη Νότια Καρολίνα και την Κίνα.