Τρίτη, 29 Ιούλ, 2025

Τρίτος γύρος συνομιλιών ΗΠΑ – Ιράν στο Ομάν για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης

Ο ειδικός απεσταλμένος του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ, Στιβ Γουίτκοφ, αναμένεται να συμμετάσχει το Σάββατο στο Ομάν στον τρίτο κύκλο συνομιλιών μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ιράν, με αντικείμενο το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης. Η Ουάσιγκτον φαίνεται να διατηρεί τη δέσμευσή της για την εξεύρεση διπλωματικής λύσης στο ζήτημα.

Σύμφωνα με ανακοίνωση της εκπροσώπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Τάμι Μπρους, οι συνομιλίες αυτές θα αποτελέσουν την πρώτη συνάντηση τεχνικών ομάδων των δύο πλευρών. Επικεφαλής της αμερικανικής αποστολής θα είναι ο υπεύθυνος πολιτικού σχεδιασμού του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Μάικλ Άντον, ενώ παρών θα είναι και ο κ. Γουίτκοφ.

Ο ίδιος είχε προηγουμένως συναντηθεί με Ιρανούς αξιωματούχους στη Ρώμη, σε συνάντηση που διευκολύνθηκε επίσης με τη μεσολάβηση του Ομάν. Είχε συμμετάσχει και στον πρώτο γύρο συνομιλιών, ο οποίος πραγματοποιήθηκε στις 12 Απριλίου στη Μουσκάτ, πρωτεύουσα του σουλτανάτου.

Αν και δεν έγιναν γνωστές λεπτομέρειες από τις συνομιλίες της Ρώμης, οι δύο πλευρές εξέφρασαν συγκρατημένη αισιοδοξία για την πορεία των διαβουλεύσεων.

Ο Αμερικανός Πρόεδρος έχει δηλώσει ότι προτιμά μια διπλωματική προσέγγιση για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, χωρίς ωστόσο να αποκλείει στρατιωτική επέμβαση, εφόσον κριθεί απαραίτητο για την αποτροπή απόκτησης πυρηνικών όπλων από την Τεχεράνη. Το Ιράν, από την πλευρά του, αρνείται ότι επιδιώκει την κατασκευή πυρηνικού οπλοστασίου.

Ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί δήλωσε την Πέμπτη πως είναι πρόθυμος να επισκεφθεί τη Γερμανία, τη Γαλλία και τη Βρετανία – τρία από τα συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, γνωστής ως Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (ΚΟΣΔ). Μέχρι στιγμής, οι τρεις ευρωπαϊκές χώρες δεν συμμετέχουν άμεσα στις τρέχουσες διαπραγματεύσεις μεταξύ Τεχεράνης και Ουάσιγκτον, οι οποίες ξεκίνησαν στις 12 Απριλίου υπό την αιγίδα του Ομάν.

Η συμφωνία του 2015 προέβλεπε την άρση διεθνών κυρώσεων έναντι της Ισλαμικής Δημοκρατίας με αντάλλαγμα περιορισμούς στο πυρηνικό της πρόγραμμα. Ωστόσο, μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία το 2018, κατά την πρώτη θητεία Τραμπ, η συμφωνία έπαψε να εφαρμόζεται.

Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα X, ο Αραγτσί δήλωσε πως μετά από συνομιλίες στη Μόσχα και το Πεκίνο, είναι διατεθειμένος να πραγματοποιήσει επίσημες επισκέψεις στο Παρίσι, το Βερολίνο και το Λονδίνο. Τόνισε, μάλιστα, ότι είναι ανοιχτός σε διάλογο όχι μόνο για το πυρηνικό ζήτημα, αλλά και για άλλα πεδία κοινού ενδιαφέροντος. Σύμφωνα με τον ίδιο, η επόμενη κίνηση ανήκει πλέον στην ομάδα των τριών ευρωπαϊκών κρατών (E3).

Αντιδρώντας στις δηλώσεις αυτές, ο εκπρόσωπος του γαλλικού Υπουργείου Εξωτερικών, Κριστόφ Λεμουάν, δήλωσε ότι το Παρίσι θα παρακολουθήσει προσεκτικά τις ενδεχόμενες ενέργειες που θα ακολουθήσουν την ανακοίνωση του Ιρανού υπουργού, εκφράζοντας τη βούληση της Γαλλίας να συνεχίσει τον διάλογο με την Τεχεράνη. Μέχρι στιγμής, δεν υπήρξε επίσημη αντίδραση από Βερολίνο και Λονδίνο.

Στο πλαίσιο της προετοιμασίας για τις αυριανές συνομιλίες, ο Αραγτσί πραγματοποίησε επίσκεψη στην Κίνα, όπου συναντήθηκε με τον Κινέζο ομόλογό του Ουάνγκ Γι. Προηγήθηκε ταξίδι του στη Μόσχα, όπου είχε συνάντηση με τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν. Ο Ιρανός ΥΠΕΞ εξέφρασε την ικανοποίησή του για τη συνεργασία με Κίνα και Ρωσία, υπογραμμίζοντας όμως την επιδείνωση των σχέσεων με τις ευρωπαϊκές χώρες που συμμετείχαν στη συμφωνία του 2015.

Σε απάντηση στην αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία και στην επαναφορά των αμερικανικών κυρώσεων, το Ιράν άρχισε να παραβιάζει προοδευτικά τις δεσμεύσεις του. Ανάμεσα σε άλλες ενέργειες, αύξησε τον αριθμό και την απόδοση των συσκευών φυγοκέντρισης, επιταχύνοντας την παραγωγή εμπλουτισμένου ουρανίου. Σήμερα, η Τεχεράνη εμπλουτίζει ουράνιο έως και στο 60%, σημαντικά πάνω από το όριο του 3,67% που όριζε η συμφωνία, αλλά κάτω από το 90% που απαιτείται για την κατασκευή πυρηνικών όπλων.

Ο επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας, Ραφαέλ Γκρόσι, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι το Ιράν δεν απέχει πολύ από την τεχνολογική ικανότητα κατασκευής πυρηνικών όπλων.

Τον Δεκέμβριο, οι τρεις ευρωπαϊκές χώρες που υπέγραψαν τη συμφωνία του 2015 είχαν προειδοποιήσει ότι ενδέχεται να ενεργοποιήσουν τη ρήτρα «snapback», η οποία προβλέπει την αυτόματη επανεπιβολή κυρώσεων του ΟΗΕ. Η σχετική προθεσμία λήγει τον Οκτώβριο.

Ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, κάλεσε τους Ευρωπαίους να λάβουν σύντομα μια σημαντική απόφαση σχετικά με την επαναφορά των κυρώσεων.

Παράλληλα, ο Ιρανός ΥΠΕΞ κατηγόρησε ορισμένες πλευρές, όπως το Ισραήλ, για προσπάθειες εκτροχιασμού της διπλωματικής διαδικασίας. Ο Ισραηλινός Πρωθυπουργός, Μπενιαμίν Νετανιάχου, από την πλευρά του προειδοποίησε πως η απόκτηση πυρηνικών όπλων από το Ιράν θα αποτελούσε απειλή για την ανθρωπότητα.

Καταστράφηκε στο Σουδάν το μοναδικό στον κόσμο κέντρο ιατρικής έρευνας για το μυκήτωμα

Το μοναδικό στον πλανήτη κέντρο έρευνας για το μυκήτωμα, τροπική μολυσματική ασθένεια που πλήττει ιδίως τους πιο φτωχούς πληθυσμούς, καταστράφηκε στη Χαρτούμ εξαιτίας του πολέμου που συνεχίζει να μαίνεται στο Σουδάν, ανακοίνωσε χθες Πέμπτη ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ).

«Το κέντρο έρευνας για το μυκήτωμα (MRC) χτυπήθηκε σκληρά από τον πόλεμο και υπέστη μεγάλες καταστροφές στη Χαρτούμ», εξήγησε χθες Πέμπτη στο Γαλλικό Πρακτορείο η αντιπροσωπεία του ΠΟΥ στο Σουδάν.

Από τον Απρίλιο του 2023, στο Σουδάν διεξάγεται πόλεμος ανάμεσα στον τακτικό στρατό του στρατηγού Άμπντελ Φάταχ αλ Μπουρχάν και τους παραστρατιωτικούς των Δυνάμεων Ταχείας Υποστήριξης (ΔΤΥ), του μέχρι τότε υπαρχηγού του στρατηγού Μοχάμεντ Χαμντάν Ντάγκλο.

Η εμφύλια ένοπλη σύρραξη, που έχει στοιχίσει τη ζωή σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους και έχει ξεριζώσει άλλους 13 εκατομμύρια και πλέον, προκάλεσε επίσης την κατάρρευση του ήδη εύθραυστου συστήματος υγείας της τρίτης μεγαλύτερης χώρας της Αφρικής.

Σε βίντεο που εστάλη την Τετάρτη στο AFP, το κέντρο ιατρικής έρευνας εικονίζεται να έχει υποστεί μεγάλη καταστροφή: ταβάνια έχουν καταρρεύσει, συρταριέρες είναι πεσμένες κάτω, ψυγεία χάσκουν ανοικτά, έγγραφα είναι σκορπισμένα παντού.

«Χάσαμε όλα τα περιεχόμενα των βιολογικών τραπεζών μας, όπου βρίσκονται δεδομένα 40 και πλέον ετών», δήλωσε ο ιδρυτής του, Άχμεντ Φαχάλ. «Είναι δύσκολο να το αντέξουμε», πρόσθεσε.

Η εγκατάσταση του MRC παραμένει απροσπέλαστη για τις υγειονομικές αρχές και αυτό κάνει αδύνατη «κάθε αποτίμηση των ζημιών», τόνισε ο ΠΟΥ.

Το MRC, που ιδρύθηκε το 1991 υπό την αιγίδα του Πανεπιστημίου της Χαρτούμ, είναι το μοναδικό στον κόσμο που είναι αφιερωμένο στη μελέτη του μυκητώματος, επιβεβαίωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο ΠΟΥ.

Κάθε χρόνο η δομή υγείας υποδεχόταν κάπου 12.000 ασθενείς, σύμφωνα με τον ιδρυτή της.

Το 2019, το κέντρο είχε κάνει την πρώτη στον κόσμο κλινική δοκιμή για την ασθένεια αυτή, με την υποστήριξη του ΠΟΥ και της κυβέρνησης του Σουδάν.

Προσωρινή κλινική, εγκατεστημένη στην Κασάλα, στο ανατολικό τμήμα της χώρας, έχει αναλάβει πλέον 240 ασθενείς με μυκήτωμα, σύμφωνα με τον ΠΟΥ.

Άλλο ιατρικό κέντρο άνοιξε τις πόρτες του στο χωριό Ουάντ Όνσα, στην πολιτεία Ανατολική Σέναρ (νοτιοανατολικά).

Οι δυο δομές έχουν υποστήριξη από το υπουργείο Υγείας, αλλά αντιμετωπίζουν τεράστιες δυσκολίες, ιδίως έλλειψη χρηματοδότησης, σημείωσε ο ΠΟΥ.

Το μυκήτωμα, που προκαλούν βακτήρια ή μύκητες στο έδαφος ή στο νερό, μπορεί να φθάσει ως και να διαβρώσει οστά.

Σε προχωρημένο στάδιο της λοίμωξης «ο ακρωτηριασμός είναι η μοναδική επιλογή», εξηγεί η Μπόρνα Νιαόκε-Ανόκε, υπεύθυνη του προγράμματος για το μυκήτωμα στη φαρμακευτική πρωτοβουλία για τις παραμελημένες ασθένειες (DNDi), ανεξάρτητο μη κερδοσκοπικό οργανισμό έρευνας με έδρα τη Γενεύη.

Το 2016, το μυκήτωμα, που πλήττει ειδικά φτωχούς πληθυσμούς και αγρότες, χειρώνακτες και βοσκούς σε αναπτυσσόμενες χώρες, κατατάχτηκε από τον ΠΟΥ στις «παραμελημένες τροπικές ασθένειες» (NTD).

«Τείνουμε να λέμε πως το μυκήτωμα είναι από τις πιο παραμελημένες ανάμεσα στις παραμελημένες ασθένειες», τόνισε η κενυάτισσα ειδικός. Στο κέντρο «πήγαιναν για να υποβληθούν σε θεραπεία ασθενείς από την Αιθιοπία, το Τσαντ, τη Νιγηρία, ακόμη κι από την Υεμένη», υπογράμμισε.

«Σήμερα, το Σουδάν έκανε μεγάλο βήμα προς τα πίσω πίσω», στηλίτευσε η Δρ. Νιαόκε-Ανόκε.

Σ. Λαβρόφ: H Ρωσία είναι διατεθειμένη να κλείσει συμφωνία για να τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία

Ο επικεφαλής της ρωσικής διπλωματίας Σεργκέι Λαβρόφ δήλωσε πως η Μόσχα είναι «διατεθειμένη» να συνάψει συμφωνία που θα τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία, σύμφωνα με αποσπάσματα συνέντευξής του στο CBS News που μεταδόθηκαν χθες Πέμπτη, πριν από τη μετάδοσή της ολόκληρης μεθαύριο Κυριακή.

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ «μιλά για συμφωνία, κι είμαστε διατεθειμένοι να συνάψουμε συμφωνία, όμως υπάρχουν κάποια συγκεκριμένα σημεία, στοιχεία της που πρέπει να διασαφηνιστούν», ανέφερε ο κ. Λαβρόφ.

«Υπάρχουν αρκετές ενδείξεις πως κινούμαστε προς τη σωστή κατεύθυνση», έκρινε ακόμη ο κ. Λαβρόφ, τη στιγμή που διεξάγονται κοπιώδεις συνομιλίες από την κυβέρνηση του Ρεπουμπλικάνου προέδρου, ειδικά όσον αφορά το ζήτημα της χερσονήσου της Κριμαίας.

Ερωτηθείς από το αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο σχετικά με το νέο κύμα ρωσικών επιδρομών στην Ουκρανία τη νύχτα της Τετάρτης προς Πέμπτη, το οποίο στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον 12 ανθρώπους και τραυμάτισε δεκάδες άλλους στην ουκρανική πρωτεύουσα Κίεβο, ο κ. Λαβρόφ απάντησε πως «δεν βάζουμε στο στόχαστρο παρά μόνο στρατιωτικούς στόχους ή πολιτικές εγκαταστάσεις που χρησιμοποιεί ο (ουκρανικός) στρατός».

«Αν πρόκειται για εγκατάσταση η οποία χρησιμοποιείται από τον ουκρανικό στρατό, το υπουργείο Άμυνας, οι διοικητές στο πεδίο έχουν δικαίωμα να επιτεθούν», επέμεινε ο κ. Λαβρόφ, στο αξίωμα από το 2004.

Ο Αμερικανός πρόεδρος απαίτησε χθες μέσω Truth Social ο Ρώσος ομόλογός του να «σταματήσει» να βομβαρδίζει την Ουκρανία.

«Βλαντίμιρ, σταμάτα!» αξίωσε σε αγανακτισμένο τόνο, πληκτρολογώντας την προσταγή αυτή με όλα τα γράμματα κεφαλαία, αφού τόνισε πως δεν είναι διόλου «ευτυχής» για τους ρωσικούς βομβαρδισμούς στο Κίεβο, που εξαπολύθηκαν «σε πολύ κακή χρονική στιγμή».

Ανοικτό το ενδεχόμενο για αφαίρεση των εμβολίων COVID-19 από το πρόγραμμα εμβολιασμού παιδιών στις ΗΠΑ

Ο υπουργός Υγείας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Κέννεντυ Τζούνιορ, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να αφαιρεθούν τα εμβόλια για την COVID-19 από το καθιερωμένο πρόγραμμα παιδικών εμβολιασμών του CDC. Σε τοποθέτησή του στις 23 Απριλίου, ο Κέννεντυ δεν διέψευσε σχετικό δημοσίευμα, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «οφείλουμε να θέτουμε ερωτήματα, να συμβουλευόμαστε τους γονείς και να διασφαλίζουμε ότι οι προτάσεις μας βασίζονται στο συμφέρον της υγείας του πληθυσμού».

Δημοσίευμα του Politico, επικαλούμενο ανώνυμες πηγές, ανέφερε ότι ο Κέννεντυ εξετάζει σοβαρά την αφαίρεση των εμβολίων COVID-19 από το εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού του CDC για τα παιδιά. Ωστόσο, αξιωματούχος του υπουργείου Υγείας, του οποίου προΐσταται ο Κέννεντυ, δήλωσε στους Times πως «δεν έχει ληφθεί ακόμη οριστική απόφαση», ενώ το ίδιο το CDC απέφυγε να σχολιάσει.

Κατά την εμφάνισή του στο Fox News, ο Κέννεντυ αναφέρθηκε στην ανάγκη για ελεύθερη επιλογή, σημειώνοντας ότι ούτε ο πρώην πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, πιστεύει πως κάποιος πρέπει να υποχρεώνεται να εμβολιαστεί. Υπογράμμισε ακόμη πως «όλα τα εμβόλια ενέχουν ρίσκο», ενώ ειδικά για το εμβόλιο της COVID-19 τόνισε πως η σύσταση εμβολιασμού των παιδιών ήταν εξαρχής αμφισβητήσιμη, αφού οι περισσότεροι ανήλικοι «δεν διέτρεχαν ουσιαστικό κίνδυνο από τον ιό». Όπως ανέφερε, «ο εμβολιασμός ενός τόσο μεγάλου αριθμού παιδιών δεν δικαιολογείται, τη στιγμή που το ίδιο το εμβόλιο συνδέεται με σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες».

Ο Κέννεντυ έκανε λόγο για παρενέργειες όπως η μυοκαρδίτιδα αλλά και ο θάνατος 15 συμμετεχόντων στην κλινική δοκιμή της Pfizer που είχαν λάβει το εμβόλιο, σε σύγκριση με 14 θανάτους στο πλασίμπο γκρουπ.

Σήμερα στις ΗΠΑ διατίθενται τρία εμβόλια κατά της COVID-19 – από τις Pfizer, Moderna και Novavax. Το 2022, οι σύμβουλοι του CDC εισηγήθηκαν να προστεθεί ο εμβολιασμός έναντι της COVID-19 στο εθνικό πρόγραμμα, εκτιμώντας πως τα οφέλη υπερτερούν των κινδύνων. Το CDC το υιοθέτησε επίσημα το 2023.

Το τρέχον πρόγραμμα προβλέπει τουλάχιστον μία δόση για τα παιδιά που δεν έχουν εμβολιαστεί κατά της COVID-19, αναλόγως ηλικίας, ενώ όσα παιδιά έχουν ήδη λάβει εμβόλιο, συνίσταται να κάνουν άλλη μία δόση. Ωστόσο, σε αντίθεση με άλλα εμβόλια, ο εμβολιασμός κατά της COVID-19 δεν έχει καταστεί υποχρεωτικός για τη φοίτηση σε σχολεία.

Κατά τη διάρκεια της ακρόασης επιβεβαίωσης του στην Γερουσία, ο Κέννεντυ είχε δηλώσει: «Συστήνω να ακολουθούν τα παιδιά το πρόγραμμα εμβολιασμών του CDC και, εφ’ όσον επιβεβαιωθώ στη θέση μου, θα το στηρίξω». Ο γερουσιαστής Μπιλ Κάσιντι, γιατρός, ανέφερε στην ομιλία του στη Γερουσία ότι ο Κέννεντυ δεσμεύθηκε να κρατήσει το πρόγραμμα ως έχει, διευκρινίζοντας αργότερα στα κοινωνικά δίκτυα πως αυτό δεν εμποδίζει τον υπουργό να διεξάγει επιστημονική αξιολόγηση και πως είναι βέβαιος ότι κάθε αξιόπιστη μελέτη θα ενισχύσει την καθιερωμένη επιστημονική συναίνεση γύρω από την ασφάλεια των παιδικών εμβολίων.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του CDC, μόλις το 13% των παιδιών έχουν εμβολιαστεί με το νέο σχήμα 2024–2025 για την COVID-19. Αν το εμβόλιο αφαιρεθεί από το ημερολόγιο, τα παιδιά θα μπορούν να εμβολιαστούν προαιρετικά, αλλά οι ασφαλιστικές εταιρείες πιθανόν να μην καλύπτουν το κόστος.

Ο γερουσιαστής Άντι Χάρις, επίσης γιατρός, υποστήριξε πως ο Κέννεντυ «θα ήταν απολύτως εντός των αρμοδιοτήτων του να αναιρέσει τη σύσταση του CDC για τον παιδικό εμβολιασμό κατά της Covid-19», εκφράζοντας φόβους ότι οι αποφάσεις αυτές λήφθηκαν με πολιτικά κριτήρια και όχι με βάση την επιστήμη.

Στο μεταξύ, οι επιστημονικοί σύμβουλοι του CDC εξετάζουν το ενδεχόμενο να συστήσουν πιο περιορισμένες οδηγίες για το εμβόλιο κατά της COVID-19 και αναμένεται να επανέλθουν στο θέμα το καλοκαίρι.

Η πρώην αξιωματούχος του FDA, Τζέσικα Άνταμς, τάχθηκε υπέρ της αναθεώρησης των συστάσεων, υπογραμμίζοντας ότι μια επίσημη εισήγηση των συμβούλων θα βοηθούσε την κοινωνία να αποδεχθεί μια τέτοια αλλαγή.

Ηλεκτρονική ασφάλεια ανηλίκων: Υποχρεωτικός έλεγχος περιεχομένου σε ιστοσελίδες και εφαρμογές του Ηνωμένου Βασιλείου

Με τη σφραγίδα της πρώτης στο είδος της νομοθεσίας παγκοσμίως, οι εταιρείες διαδικτυακών υπηρεσιών στο Ηνωμένο Βασίλειο έχουν πλέον νομική υποχρέωση να εμποδίζουν την πρόσβαση ανηλίκων σε «επιβλαβές περιεχόμενο», βάσει νέου πλαισίου για την ασφάλεια στο διαδίκτυο.

Ο αποκαλούμενος Νόμος για την Ασφάλεια στο Διαδίκτυο (Online Safety Act – OSA), που ψηφίστηκε τον Οκτώβριο του 2023, χαρακτηρίζεται από την κυβέρνηση ως τομή στην προστασία των χρηστών. Ωστόσο, οι διατάξεις που αφορούν τα μέτρα ασφάλειας για παιδιά θα τεθούν σε ισχύ τον ερχόμενο Ιούλιο.

Η αρμόδια ρυθμιστική αρχή, Ofcom, ανακοίνωσε στις 24 Απριλίου πως πρόκειται να εισαγάγει περισσότερα από 40 πρακτικά μέτρα που επιβάλλουν στις τεχνολογικές εταιρείες να προστατεύουν τους ανηλίκους από ιδιαίτερα επιβλαβές περιεχόμενο, συμπεριλαμβανομένων ζητημάτων όπως η αυτοκτονία, η αυτοτραυματική συμπεριφορά, οι διατροφικές διαταραχές και η πορνογραφία.

Οι πάροχοι ψηφιακών υπηρεσιών με επισκέπτες ανήλικους από το Ηνωμένο Βασίλειο καλούνται έως τις 24 Ιουλίου να έχουν ολοκληρώσει και καταγράψει την εκτίμηση του κινδύνου που σχετίζεται με τις υπηρεσίες τους για τα παιδιά.

Στη πράξη, αυτό σημαίνει πως πλατφόρμες όπως τα κοινωνικά δίκτυα θα πρέπει να φιλτράρουν αποτελεσματικά το περιεχόμενο στα feed των ανηλίκων και να προστατεύουν τους χρήστες από ανεπιθύμητη επικοινωνία με αγνώστους.

Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τα νέα καθήκοντα, η Ofcom μπορεί να επιβάλει πρόστιμα ή, σε εξαιρετικά σοβαρές περιπτώσεις, να προσφύγει στη Δικαιοσύνη για να διακοπεί η πρόσβαση σε ιστοσελίδα ή εφαρμογή στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Όπως δήλωσε η διευθύνουσα σύμβουλος της Ofcom, Μέλανι Ντόους «πρόκειται για επανεκκίνηση της διαδικτυακής παρουσίας των παιδιών».

Οι υπηρεσίες που κρίνονται ως οι «πιο επικίνδυνες»– με χαρακτηριστικό παράδειγμα τις ιστοσελίδες πορνογραφικού περιεχομένου – οφείλουν να εφαρμόσουν προηγμένα, αποτελεσματικά μέτρα επαλήθευσης ηλικίας, διατηρώντας ταυτόχρονα τα δικαιώματα των ενηλίκων στην πρόσβαση σε νόμιμο περιεχόμενο.

Η Ofcom έχει παρουσιάσει ποικίλες μεθόδους, θεωρώντας τες ιδιαίτερα αποτελεσματικές. Ορισμένες από αυτές είναι: η διασταύρωση στοιχείων μέσω open banking, η αντιστοίχιση με ταυτότητα, η αναγνώριση ηλικίας μέσω προσώπου, ο έλεγχος ηλικίας από παρόχους κινητής τηλεφωνίας, από πιστωτικές κάρτες, από ψηφιακά πορτοφόλια καθώς και μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

Η ρυθμιστική αρχή ξεκαθάρισε: «Βρισκόμαστε στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά οι κανόνες αφορούν κάθε πλατφόρμα που έχει επισκέπτες στη χώρα, ανεξαρτήτως έδρας».

Η μη εφαρμογή των αναγκαίων διαδικασιών μέχρι την 25η Ιουλίου συνεπάγεται παραπομπή στην ομάδα επιβολής της Ofcom, που μπορεί να επιβάλει πρόστιμα ως και το 10% των παγκόσμιων εσόδων μιας εταιρείας ή μέχρι 18 εκατομμύρια λίρες (περίπου 24 εκατομμύρια δολάρια), όποιο ποσό είναι μεγαλύτερο.

Παράλληλα, η Ofcom δύναται να προσφύγει σε δικαστήριο αιτούμενη εντολή που υποχρεώνει τρίτους (όπως τράπεζες ή παρόχους διαδικτύου) να διακόψουν υπηρεσίες (π.χ. διαφήμιση, πληρωμές) ή ακόμη και να μπλοκάρουν την πρόσβαση στη συγκεκριμένη πλατφόρμα.

Φόρουμ και κοινότητες: Υπό το βάρος των νέων κανόνων

Σύμφωνα με τον νόμο, οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης και κάθε υπηρεσία με αλληλεπίδραση μεταξύ χρηστών οφείλουν πλέον να εποπτεύουν ενεργά το περιεχόμενο των σελίδων τους.

Οι ιστοσελίδες που επιτρέπουν δραστηριότητα χρηστών, συμπεριλαμβανομένων των φόρουμ, κλήθηκαν να διενεργήσουν αξιολόγηση των κινδύνων για έκνομη δραστηριότητα.

Ωστόσο, για δεκάδες μικρές βρετανικές ιστοσελίδες– από ποδηλατικά φόρουμ και κοινότητες χόμπι, μέχρι ομάδες υποστήριξης διαζευγμένων πατέρων – η πολλαπλότητα των κανόνων οδηγεί πολλούς διαχειριστές στη λύση του οριστικού «λουκέτου», με φόρουμ που λειτουργούσαν για δεκαετίες να ανακοινώνουν το κλείσιμό τους.

Οι ιδιοκτήτες αυτών των ιστοσελίδων – συχνά ιδιώτες – υποχρεούνται πλέον να διατηρούν γραπτά αρχεία με αξιολογήσεις κινδύνου, να καταγράφουν τα επίπεδα κινδύνου και να εξετάζουν «τη φύση και τη σοβαρότητα της ενδεχόμενης βλάβης για κάθε χρήστη».

Ενώ αδικήματα όπως η τρομοκρατία ή η σεξουαλική εκμετάλλευση ανηλίκων είναι σαφή και εύκολα αναγνωρίσιμα, περιπτώσεις όπως η καταναγκαστική συμπεριφορά ή τα εγκλήματα μίσους αποδεικνύονται πολύ πιο δύσκολες στη διαχείριση, ειδικά σε φόρουμ με χιλιάδες μέλη.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το δημοφιλές ποδηλατικό φόρουμ «London Fixed Gear and Single Speed», το οποίο έκλεισε τον Δεκέμβριο του 2024. «Τελειώσαμε… βρισκόμαστε ξεκάθαρα εντός πεδίου εφαρμογής και δεν υπάρχει τρόπος να το αποφύγουμε», έγραφε ανακοίνωση στην ιστοσελίδα.

Όπως τονίζεται, ο νόμος «καθιστά τον διαχειριστή υπεύθυνο για κάθε τι που γράφεται από οποιονδήποτε στη σελίδα του».

Παρά τις διακηρύξεις για προστασία ενηλίκων, παιδιών και ευάλωτων ατόμων, η υπερβολικά γενική διατύπωση της νομοθεσίας, σε συνδυασμό με το ότι η κοινότητα εδρεύει στο Ηνωμένο Βασίλειο, δεν αφήνει κανένα περιθώριο.

Παράλληλα, ιστότοποι από τις Ηνωμένες Πολιτείες αποκλείουν πλέον πρόσβαση σε χρήστες του Ηνωμένου Βασιλείου λόγω των νέων απαιτήσεων. Το γνωστό φόρουμ «Kiwifarms» ενημέρωσε πως έλαβε και αυτό σχετική επιστολή από την Ofcom.

Σήμερα, οι Βρετανοί που επιχειρούν να το επισκεφθούν αντικρίζουν το μήνυμα: «Προσπαθείτε να αποκτήσετε πρόσβαση από το Ηνωμένο Βασίλειο. Δεν είναι καλή ιδέα». Στη σχετική ενημέρωση επισημαίνεται ότι το Ηνωμένο Βασίλειο διεκδικεί αρμοδιότητα σε κάθε ιστότοπο με «σημαντικό αριθμό Βρετανών χρηστών» – ένας ορισμός τόσο ασαφής, που θα μπορούσε να καλύπτει σχεδόν όλο το διαδίκτυο.

Οργανώσεις για τα ψηφιακά δικαιώματα αντιδρούν, καλώντας την κυβέρνηση να εξαιρέσει τις μικρές διαδικτυακές κοινότητες από το αυστηρό πλαίσιο.

Όπως αναφέρει ο Τζέιμς Μπέικερ, υπεύθυνος του προγράμματος «δύναμη πλατφόρμας» στην οργάνωση Open Rights Group, «η Ofcom έχει εκδώσει πάνω από 1.600 σελίδες οδηγιών, διαχωρισμένες σε 17 PDF, σχετικά με τις απαιτήσεις συμμόρφωσης με τον νέο νόμο».

«Μόνο οι πολύ μεγάλες εταιρείες μπορούν να αντεπεξέλθουν πρακτικά σε τόσο εκτενείς κανονισμούς, εδραιώνοντας στην ουσία τη δεσπόζουσα θέση τους», υπογραμμίζει.

«Ορισμένες μικρές ιστοσελίδες ήδη κλείνουν υπό το βάρος του φόβου αδυναμίας συμμόρφωσης, ωθώντας τους χρήστες στις μεγάλες πλατφόρμες που συχνά έχουν προκαλέσει τα συγκεκριμένα προβλήματα. Πολλές άλλες κοινότητες δεν έχουν ακόμη πλήρη επίγνωση του τι σημαίνει ο νόμος για τις ίδιες».

Νέα ένταση Ινδίας-Πακιστάν: Αναστολή της Συνθήκης για τα νερά του Ινδού μετά τη σφαγή στο Κασμίρ

Ένα βήμα παραπέρα οδηγήθηκε η αντιπαράθεση μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν μετά την πολύνεκρη επίθεση στο Κασμίρ, με τη Νέα Δελχί να ανακοινώνει την αναστολή της ιστορικής Συνθήκης των Υδάτων του Ινδού και το κλείσιμο του βασικού συνοριακού περάσματος με το Πακιστάν, κατηγορώντας ανοιχτά το Ισλαμαμπάντ ότι στηρίζει τρομοκρατικές ομάδες.

Οι σοκαριστικές σκηνές της 22ας Απριλίου, όταν ένοπλοι άνοιξαν πυρ εναντίον 26 τουριστών στην περιοχή Μπαϊσαράν, κοντά στην τουριστική πόλη Παχαλγκάμ, συγκλόνισαν τη χώρα. Στην επίθεση τραυματίστηκαν δεκάδες ακόμη άνθρωποι, μεταξύ των οποίων και δύο ανώτεροι αστυνομικοί.

Σε έκτακτη ενημέρωση στις 23 Απριλίου, ο Ινδός υφυπουργός Εξωτερικών Βίκραμ Μίσρι ανακοίνωσε ότι το κυβερνητικό συμβούλιο ασφαλείας εξέτασε διασυνδέσεις της επίθεσης με κυκλώματα από το Πακιστάν, ενώ γνωστοποιήθηκε η απέλαση αρκετών Πακιστανών διπλωματών από το Νέο Δελχί και η επιστροφή Ινδών αξιωματούχων από το Πακιστάν. Παράλληλα, ακυρώθηκαν οι βίζες Πακιστανών πολιτών.

Την ευθύνη της επίθεσης ανέλαβε μέσω Telegram μια άγνωστη μέχρι πρότινος οργάνωση με το όνομα «Αντίσταση του Κασμίρ», χαρακτηρίζοντας τα θύματα «Ινδουιστές εποίκους». Ανάμεσά τους ήταν 25 Ινδοί πολίτες και ένας ταξιδιώτης από το Νεπάλ.

Ο Πρωθυπουργός της Ινδίας, Ναρέντρα Μόντι, επέστρεψε εσπευσμένα από επίσημο ταξίδι στη Σαουδική Αραβία και μπροστά σε συγκεντρωμένο πλήθος δεσμεύτηκε ότι οι δράστες και οι υποστηρικτές τους «θα τιμωρηθούν με τρόπους που δεν μπορούν να φανταστούν». «Θα τους κυνηγήσουμε όπου και αν βρίσκονται», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Όπως μεταδίδει η εφημερίδα The Hindu, ο υπουργός Άμυνας Ράτζναθ Σινγκ τόνισε ότι οι Αρχές θα φτάσουν ως τους «αόρατους υποκινητές» που σχεδίασαν «το αποτρόπαιο αυτό έγκλημα» στην Παχαλγκάμ. Το Πακιστάν αρνήθηκε οποιαδήποτε ανάμειξη και γνωστοποίησε ότι το Εθνικό του Συμβούλιο Ασφαλείας θα συνεδριάσει στις 24 Απριλίου για να εξετάσει την κατάσταση και να απαντήσει στις κινήσεις της Ινδίας.

Από τη δική του πλευρά, ο υπουργός Εξωτερικών του Πακιστάν, Ισάκ Νταρ, δήλωσε σε πακιστανικό τηλεοπτικό δίκτυο ότι «η Ινδία προχώρησε σε ανεύθυνες ενέργειες και αβάσιμες κατηγορίες», σχολιάζοντας ότι προς το παρόν η απάντηση της Ινδίας είναι «μη στρατιωτική» αλλά προειδοποίησε: «Η χώρα μας είναι έτοιμη για κάθε ενδεχόμενο – είμαστε πυρηνική δύναμη, κανείς δεν πρέπει να μας απειλεί».

Νέο σημείο τριβής: Ο «πόλεμος των υδάτων»

Η αναστολή εφαρμογής της Συνθήκης για τα Νερά του Ινδού θεωρήθηκε στο Ισλαμαμπάντ «πράξη υβριδικού πολέμου και δειλία», σύμφωνα με τον Πακιστανό Υπουργό Ενέργειας Αουάις Λεγκάρι. Ήδη οι σχέσεις των δύο κρατών ήταν τεταμένες από το 2019, όταν η κυβέρνηση Μόντι αφαίρεσε το ειδικό καθεστώς ημιαυτονομίας του Κασμίρ.

Η περιοχή του Κασμίρ αποτελεί σημείο διαρκούς αντιπαράθεσης από το 1947, όταν οι Βρετανοί αποσύρθηκαν από την Ινδική Υποήπειρο. Η Ινδία ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος, ενώ το Πακιστάν διοικεί τα βόρεια και δυτικά τμήματα.

Η Συνθήκη του Ινδού, που υπογράφηκε το 1960 με τη διαμεσολάβηση της Παγκόσμιας Τράπεζας, διασφαλίζει τον κοινό διαμοιρασμό υδάτων ενός ποταμικού συστήματος ζωτικής σημασίας για εκατομμύρια κατοίκους και αγρότες. Παρά το γεγονός ότι ξεσπάσαν δύο πολέμοι και ένα αιματηρό επεισόδιο το 1999, η συνθήκη παρέμενε σε ισχύ μέχρι σήμερα.

Σύμφωνα με τον Πακιστανό υπουργό Άμυνας, Χουατζά Μοχάμαντ, η Ινδία εκμεταλλεύτηκε τη «δυσάρεστη τρομοκρατική επίθεση» για να απαλλαγεί από μια συμφωνία που – όπως λέει – ήθελε εδώ και καιρό να καταργήσει.

Στο Νέο Δελχί, ο Μόντι αναμένεται να συναντηθεί με τους αρχηγούς της αντιπολίτευσης στις 24 Απριλίου, προκειμένου να τους ενημερώσει για τα κυβερνητικά μέτρα ως απάντηση στην επίθεση. Την ίδια ώρα, η αστυνομία του Τζαμού και του Κασμίρ έδωσε στη δημοσιότητα τα ονόματα τριών υπόπτων για συμμετοχή στην επίθεση στην Παχαλγκάμ, προσφέροντας αμοιβή δύο εκατομμυρίων ρουπιών (περίπου 23.450 δολάρια) για κάθε έναν. Οι δύο εξ αυτών φέρονται να είναι υπήκοοι Πακιστάν.

Αστυνομικοί αποτίουν φόρο τιμής στα θύματα τρομοκρατικής επίθεσης στο υπό ινδικό έλεγχο Κασμίρ, καθώς ένα πτώμα φτάνει στο Αχμενταμπάντ της Ινδίας, στις 23 Απριλίου 2025. AP Photo

 

Άξιο αναφοράς είναι ότι παλαιότερα, οργανώσεις είχαν βάλει στόχο κυρίως στελέχη των ινδικών ενόπλων δυνάμεων και της αστυνομίας, όμως η πρόσφατη μαζική επίθεση αποτελεί το πρώτο πλήγμα κατά πολιτών και τουριστών στην περιοχή. Η περιοχή όπου συνέβη το μακελειό αποτελεί δημοφιλή τουριστικό προορισμό, γνωστή για τα πευκοδάση και τα χιονισμένα βουνά της.

Υπενθυμίζεται ότι Ινδία και Πακιστάν είχαν ανανεώσει το 2021 τη συμφωνία κατάπαυσης πυρός στα σύνορα, με τους περισσότερους όρους της να τηρούνται, παρά μεμονωμένα περιστατικά βίας και ανταλλαγής πυρών στο Κασμίρ.

Με την συμβολή των Associated Press και Reuters.

Στο εδώλιο ο πρώην Πρόεδρος της Νότιας Κορέας για υπόθεση δωροδοκίας

Σε νέα κρίση βρίσκεται το πολιτικό σκηνικό της Νότιας Κορέας, μετά την ποινική δίωξη για δωροδοκία που ασκήθηκε στις 24 Απριλίου εις βάρος του πρώην Προέδρου Μουν Τζε-ιν. Έτσι, ο Μουν προστίθεται σε ένα μακρύ κατάλογο πρωην ηγετών της ασιατικής χώρας που έχουν βρεθεί αντιμέτωποι με τη Δικαιοσύνη, είτε κατά τη θητεία τους είτε έπειτα από αυτή.

Στο επίκεντρο της υπόθεσης βρίσκεται ο διορισμός του τότε γαμπρού του Μουν σε μια εξαιρετικά προνομιούχα θέση σε οικονομική αεροπορική εταιρεία της Ταϊλάνδης την περίοδο της προεδρίας του. Ο 72χρονος πρώην πρόεδρος κατηγορείται σε υπόθεση που αφορά επίσης τον πρώην βουλευτή Λι Σανγκ-τζικ, ο οποίος διώκεται για δωροδοκία και κατάχρηση εμπιστοσύνης, όπως γνωστοποίησε η Εισαγγελία της περιοχής Τζεοντζού.

Οι εισαγγελείς διερευνούν εάν η τοποθέτηση του Λι ως επικεφαλής της Υπηρεσίας Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων και Νεοφυών Επιχειρήσεων συνοδεύτηκε από ανταλλάγματα με αντάλλαγμα τη θέση και τις οικονομικές απολαβές του πρώην γαμπρού του Μουν, ο οποίος την περίοδο 2018-2020 λάμβανε μισθό και έξοδα διαβίωσης από τη Thai Eastar Jet. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, το ποσό των 5,95 εκατομμυρίων μπατ (περίπου 177.500 δολάρια) που έλαβε ο γαμπρός του ως εκτελεστικός διευθυντής θεωρείται αδικαιολόγητο και καταλογίζεται ως δωροδοκία προς τον τότε Πρόεδρο.

Η Εισαγγελία επισημαίνει πως ο γαμπρός παρέμεινε ελάχιστο χρονικό διάστημα στα γραφεία της εταιρείας στην Ταϊλάνδη και ασκούσε περιορισμένη δραστηριότητα, ενώ την ίδια στιγμή δήλωνε εργασία εξ αποστάσεως από τη Νότια Κορέα. Αν και δεν βρέθηκαν αποδείξεις πως ο Μουν προέβη σε συγκεκριμένες πολιτικές ενέργειες υπέρ του Λι, οι αρχές εκτιμούν πως, λόγω της προϋπηρεσίας του Λι στην προεκλογική εκστρατεία του Μουν, υπήρχε προσδοκία ανταπόδοσης.

Στο μεταξύ, έχει γίνει γνωστό πως η κόρη του Μουν και ο σύζυγός της έχουν πλέον χωρίσει.

Η Εισαγγελία επικαλέστηκε προηγούμενες πολύκροτες υποθέσεις, όπως εκείνες της Παρκ Γκουν-χιέ και του Λι Μιουνγκ-μπακ, οι οποίοι καταδικάστηκαν και φυλακίστηκαν για υποθέσεις διαφθοράς, ώστε να τεκμηριώσει τη νομική βάση της δίωξης. Τόσο ο Μουν, όσο και οι λοιποί κατηγορούμενοι και οι συνήγοροί τους δεν έχουν τοποθετηθεί δημοσίως. Από την άλλη πλευρά, οι σύμμαχοι του Μουν στο κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα καταγγέλλουν πολιτική στημένη δίωξη, κατηγορώντας την πλευρά του διαδόχου του, Γιουν Σοκ Γέολ, ο οποίος και ο ίδιος αντιμετωπίζει τώρα βαριές κατηγορίες για στάση.

Η υπόθεση εκτυλίσσεται ενόψει κρίσιμων εκλογών του Ιουνίου, καθώς ο Γιουν καθαιρέθηκε μετά την απόπειρα επιβολής στρατιωτικού νόμου τον Δεκέμβριο του 2024 και αντιμετωπίζει κατηγορίες για ανταρσία, τις οποίες αρνείται.

Επιτροπή του Δημοκρατικού Κόμματος προειδοποίησε ότι θα ζητήσει ευθύνες από την Εισαγγελία για τον χειρισμό της υπόθεσης. Αυτή τη στιγμή, ο επικεφαλής του Δημοκρατικού Κόμματος, Λι Τζε-μεονγκ, προηγείται στις δημοσκοπήσεις, έχοντας μετατρέψει τη δίωξη Μουν σε κεντρικό σημείο της αντιπαράθεσης, κάνοντας λόγο για «εκδικητική πολιτική» και επιχείρηση φίμωσης όσων κυβέρνησαν προηγουμένως.

Ο Γιουν Κουν-γιουνγκ, στενός συνεργάτης του Μουν και βουλευτής, κατηγόρησε ευθέως την εισαγγελία ότι στήνει υπόθεση με «αστήρικτες και παράλογες κατηγορίες» χωρίς επαρκή τεκμηρίωση.

Ο Μουν, ο οποίος διετέλεσε πρόεδρος από το 2017 έως το 2022, είχε διακριθεί για τις πρωτοβουλίες προσέγγισης με τη Βόρεια Κορέα, έχοντας πραγματοποιήσει τρεις συναντήσεις με τον Κιμ Γιονγκ Ουν και συμβάλλει στη διενέργεια του διαλόγου Κιμ–Τραμπ την περίοδο προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ. Οι υποστηρικτές του Μουν υποστηρίζουν ότι εξασφάλισε δύσκολες συμφωνίες με το καθεστώς της Πιονγκγιάνγκ και απέτρεψε μεγάλης κλίμακας κρίση στην κορεατική χερσόνησο, ενώ οι επικριτές του τον χαρακτηρίζουν υπερβολικά διαλλακτικό και υποστηρίζουν ότι επί των ημερών του ο Κιμ προώθησε το πυρηνικό του πρόγραμμα, «σπάζοντας» το διεθνές εμπάργκο.

Τα τελευταία 20 χρόνια, σχεδόν όλοι οι ηγέτες της Νότιας Κορέας έχουν να επιδείξουν σοβαρά δικαστικά μπλεξίματα προς το τέλος ή και μετά τη θητεία τους. Ενδεικτικά, η Παρκ Γκουν-χιέ, πρώτη γυναίκα πρόεδρος, καθαιρέθηκε και φυλακίστηκε για διαφθορά, ενώ ο προκάτοχός της, Λι Μιουνγκ-μπακ, οδηγήθηκε στη Δικαιοσύνη αμέσως μετά την αποχώρησή του. Το 2009, ο πρώην φιλελεύθερος πρόεδρος Ρο Μου-χιουν αυτοκτόνησε ενόσω βρισκόταν υπό έρευνα για σκάνδαλο διαφθοράς.

Ζελένσκι: «Δύσκολες αλλά εποικοδομητικές» οι χθεσινές συνομιλίες Λονδίνου με Δυτικούς αξιωματούχους

Ο πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε σήμερα ότι οι συνομιλίες μεταξύ Ουκρανών και Δυτικών αξιωματούχων στο Λονδίνο χθες δεν ήταν «εύκολες» αλλά ήταν «εποικοδομητικές».

«Είμαι σίγουρος ότι η Ρωσία υπολόγιζε σε ένα πολύ μεγάλο σκάνδαλο χθες», δήλωσε ο Ζελένσκι σε κοινή συνέντευξη Τύπου στη Νότια Αφρική μαζί με τον πρόεδρο Σίριλ Ραμαφόζα.

Ο Ζελένσκι δήλωσε επίσης ότι δεν βλέπει ενδείξεις πως οι ΗΠΑ ασκούν ισχυρή πίεση στη Ρωσία στο πλαίσιο της ειρηνευτικής τους προσπάθειας και ότι το Κίεβο κάνει αυτό που πρότειναν οι σύμμαχοί του, αν και δεν μπορεί να αγνοήσει το Σύνταγμά του.

Ο Ουκρανός ηγέτης δήλωσε ότι είναι ήδη μεγάλος συμβιβασμός από την πλευρά του Κιέβου να συμφωνήσει να διαπραγματευτεί με τη Ρωσία μόλις κηρυχθεί εκεχειρία.

Ο Ζελένσκι δήλωσε πως πιστεύει ότι ένα έγγραφο με προτάσεις που προέκυψαν από τις χθεσινές συζητήσεις στο Λονδίνο βρίσκεται τώρα στο γραφείο του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

«Μετά την πρόταση από τις ΗΠΑ, εμφανίστηκαν άλλα έγγραφα και πιστεύω ότι σήμερα, αυτή η μορφή, αυτό το έγγραφο, είναι στο γραφείο του προέδρου Τραμπ», δήλωσε ο Ζελένσκι στη συνέντευξη Τύπου στη Νότια Αφρική.

«Οτιδήποτε αντιβαίνει στις αξίες μας ή στο Σύνταγμά μας δεν μπορεί να περιληφθεί σε καμία συμφωνία», δήλωσε ο Ουκρανός Πρόεδρος.

Ενεργειακή ασφάλεια και καθαρές πηγές: Εντάσεις και διαφωνίες στη σύνοδο του Λονδίνου

Η Διεθνής Σύνοδος για την Ενεργειακή Ασφάλεια, που πραγματοποιείται στο Λονδίνο, ανέδειξε τα βαθιά διλήμματα που προβληματίζουν σήμερα τις παγκόσμιες ηγεσίες: Πώς θα επιτευχθεί η μετάβαση σε καθαρή ενέργεια χωρίς να διακυβευθεί η σταθερότητα και ασφάλεια των κρατών;

Η διήμερη σύνοδος, που συνδιοργανώνεται από τη βρετανική κυβέρνηση και τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (ΔΟΕ), ξεκίνησε την Πέμπτη με τη συμμετοχή εκατοντάδων κυβερνητικών στελεχών και κορυφαίων στελεχών της βιομηχανίας ενέργειας. Οι συζητήσεις περιστράφηκαν γύρω από τις σύγχρονες απειλές στην ενεργειακή ασφάλεια, από τη μεταβλητότητα των τιμών των ορυκτών καυσίμων ως την αυξανόμενη εξάρτηση από κρίσιμα ορυκτά για τις πράσινες τεχνολογίες.

Ανοίγοντας τη σύνοδο, ο Βρετανός υπουργός Ενέργειας, Εντ Μίλιμπαντ, διατύπωσε ξεκάθαρα τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου θέτοντας ως κορυφαία προτεραιότητα την ανάπτυξη χαμηλών εκπομπών ενέργειας όχι μόνο για λόγους κλιματικής δράσης, αλλά ως θεμέλιο της εθνικής ασφάλειας.

«Όσο η ενέργεια μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο πίεσης εναντίον μας, οι χώρες και οι πολίτες μας παραμένουν ευάλωτοι. Για εμάς, η πράσινη ενέργεια δεν είναι απλώς μονόδρομος για το κλίμα, αλλά το ισχυρότερο όπλο για την ενεργειακή μας αυτονομία», τόνισε χαρακτηριστικά ο Μίλιμπαντ.

Ο ίδιος υπογράμμισε ότι πλέον η χαμηλών εκπομπών ενέργεια παρέχει δυνατότητες για ενεργειακή ασφάλεια σε βαθμό που πριν από δεκαπέντε χρόνια δεν ήταν καν εφικτός.

Στο ίδιο πνεύμα, ο Βρετανός Πρωθυπουργός, Σερ Κιρ Στάρμερ, κάλεσε σε άμεση απεξάρτηση από τις εισαγόμενες ορυκτές πρώτες ύλες. Υπογράμμισε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο δεν προτίθεται να παραμείνει έρμαιο των διακυμάνσεων των διεθνών αγορών πετρελαίου και φυσικού αερίου, σημειώνοντας ότι «τα μισά από τα υφέσεις που γνώρισε η χώρα τις τελευταίες δεκαετίες οφείλονται σε σοκ τιμών στα ορυκτά καύσιμα».

«Η δέσμευσή μας είναι ξεκάθαρη: Θα αξιοποιήσουμε τις εγχώριες καθαρές μορφές ενέργειας, ώστε η ενέργεια να μετατραπεί από πηγή αδυναμίας σε πηγή δύναμης για τους πολίτες και τη χώρα», επεσήμανε ο Στάρμερ.

Νέοι κίνδυνοι στην πράσινη ενέργεια

Την ίδια στιγμή, στελέχη του ΔΟΕ και των ΗΠΑ προειδοποίησαν πως η μετάβαση σε καθαρή ενέργεια δημιουργεί νέες προκλήσεις και εξαρτήσεις.

Ο Εκτελεστικός Διευθυντής του ΔΟΕ, Φατίχ Μπιρόλ, τόνισε ότι τα ορυκτά καύσιμα –πετρέλαιο και φυσικό αέριο– θα παραμείνουν συστατικό στοιχείο του ενεργειακού μίγματος για τα επόμενα χρόνια. Υπενθύμισε τις πρόσφατες αναταραχές στην παγκόσμια αγορά ενέργειας μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία και υπογράμμισε πως δεν πρέπει να υποτιμούμε τις παραδοσιακές απειλές για την ενεργειακή ασφάλεια. Παράλληλα, ανέδειξε τους νέους κινδύνους που συνδέονται με την καθαρή τεχνολογία, κυρίως λόγω της αυξανόμενης εξάρτησης από κρίσιμα ορυκτά.

Όπως επεσήμανε ο Μπιρόλ, η Κίνα πιθανότατα μέχρι το 2030 θα ελέγχει σχεδόν το ήμισυ της αξίας της παγκόσμιας διύλισης κρίσιμων ορυκτών, ενώ το κύριο μέρος των νέων ορυχείων εστιάζεται σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, της Ινδονησίας και της Αφρικής. Αυτή η συγκέντρωση, τόνισε, ενέχει σημαντικούς γεωπολιτικούς κινδύνους.

«Η εγχώρια ενέργεια είναι ο καλύτερος σύμμαχος για την ενεργειακή ασφάλεια», δήλωσε, προσθέτοντας όμως ότι χωρίς ποικιλία και ανθεκτικότητα στις εφοδιαστικές αλυσίδες, η πράσινη μετάβαση κινδυνεύει να εκθέσει τα κράτη σε νέου τύπου απειλές.

Ο υπουργός Ενέργειας Εντ Μίλιμπαντ στο Λάνκαστερ Χάουζ, μιλώντας για την έναρξη της Διεθνούς Συνόδου Κορυφής για το μέλλον της ενεργειακής ασφάλειας, στο Λονδίνο στις 24 Απριλίου 2025. Justin Tallis/PA

 

Από πλευράς ΗΠΑ, ο εν ενεργεία Βοηθός υφυπουργός Διεθνών Υποθέσεων Τόμι Τζόις προειδοποίησε να μην επιτραπεί στην πολιτική της «καθαρής μηδενικής εκπομπής» να υπερκεράσει την ανάγκη για ανάπτυξη και ασφάλεια. «Η ενεργειακή αφθονία σημαίνει ευημερία για τους πολίτες και ειρήνη διεθνώς», τόνισε, καλώντας να αποφευχθούν περιοριστικές πολιτικές που θα στερήσουν πρόσβαση σε προσιτή ενέργεια κυρίως από τις αναπτυσσόμενες χώρες.

Παράλληλα, επισήμανε τον αυξανόμενο κίνδυνο κυβερνοεπιθέσεων που σχετίζονται με την Κίνα και τη σημασία προστασίας των κρίσιμων υποδομών. «Η ελπίδα μου είναι να διαμορφώσουμε μια ειλικρινή πολιτική που λαμβάνει υπόψη τη διαρκώς αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση ενέργειας», συμπλήρωσε, ζητώντας λύσεις που να διασφαλίζουν ανθεκτικότητα και προσβασιμότητα.

Η πράσινη ατζέντα των Εργατικών υπό το μικροσκόπιο

Η σύνοδος λαμβάνει χώρα ενώ η κυβέρνηση των Εργατικών εντείνει το φιλόδοξο πρόγραμμα καθαρής ενέργειας. Ο Κιρ Στάρμερ επανέλαβε τη δέσμευση για πλήρη απανθρακοποίηση του βρετανικού ηλεκτρικού συστήματος έως το 2030, με αιχμή του δόρατος τη δημόσια εταιρεία «Great British Energy». Παρουσίασε, επίσης, χρηματοδοτικό πακέτο ύψους 300 εκατ. λίρες για την ενίσχυση της εγχώριας εφοδιαστικής αλυσίδας αιολικής ενέργειας στη θάλασσα, καλώντας ξένους επενδυτές να «χτίσουν το μέλλον της καθαρής ενέργειας στη Βρετανία».

Την ίδια στιγμή, αυξάνονται οι ανησυχίες για τη διαρκή βρετανική εξάρτηση από την Κίνα στο πεδίο της ηλιακής τεχνολογίας. Το πρόγραμμα των 200 εκατ. λιρών για εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών σε δομές του NHS και σχολεία χαιρετίστηκε ως μέσο μείωσης του ενεργειακού κόστους, ωστόσο ειδικοί σημειώνουν πως η κυριαρχία της Κίνας –με προβλέψεις για 80% του παγκόσμιου μεριδίου φωτοβολταϊκών έως το 2026– ενέχει σοβαρούς κινδύνους για την ασφάλεια. Παρά τις εκκλήσεις για ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής, οι σχετικές πρωτοβουλίες παραμένουν διστακτικές, με εκτιμήσεις αναλυτών να θέλουν την Κίνα ικανή να καλύψει το σύνολο της παγκόσμιας ζήτησης φωτοβολταϊκών ως το 2032.

Επιπλέον, η εξαγγελία των Εργατικών για σταδιακή κατάργηση εκμεταλλεύσεων νέων κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Βόρεια Θάλασσα έχει προκαλέσει διεθνείς αντιδράσεις. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, χαρακτήρισε την απόφαση «μεγάλο λάθος», καλώντας το Ηνωμένο Βασίλειο να «ανοίξει» τη Βόρεια Θάλασσα και να «ξεφορτωθεί τις ανεμογεννήτριες», ενώ ο ίδιος υιοθετεί στρατηγική ενεργειακής κυριαρχίας με επίκεντρο τα ορυκτά καύσιμα ως μοχλό ευημερίας και ασφάλειας για τις ΗΠΑ.

Στον αντίποδα, η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, χαρακτήρισε τη Βόρεια Θάλασσα «κινητήρια δύναμη της καθαρής ενέργειας», επισημαίνοντας στη σύνοδο πως η περιοχή διαθέτει τη δυναμική για αιολική, θαλάσσια ενέργεια, υδρογόνο και αποθήκευση άνθρακα, αλλά και το κατάλληλο ρυθμιστικό περιβάλλον για επενδυτές. Υπογράμμισε παράλληλα την επιθυμία ενίσχυσης της ευρωπαϊκής συνεργασίας με το Ηνωμένο Βασίλειο στον τομέα αυτό.

Η σύνοδος κορυφών ολοκληρώνεται την Παρασκευή, με συμμετέχοντες από περισσότερες από 60 χώρες, μεταξύ αυτών η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία, αλλά και αναδυόμενες οικονομίες όπως η Βραζιλία, η Ινδία και η Κένυα. Ισχυρή είναι η παρουσία των μεγαλύτερων εταιρειών ενέργειας –BP, Shell, TotalEnergies, Equinor, SSE, National Grid, Iberdrola– καθώς και διεθνών οργανισμών, τραπεζικών ιδρυμάτων όπως οι HSBC και Barclays, αλλά και κοινωνικών φορέων. Εντυπωσιακή απουσία αποτελεί αυτή της Κίνας, παρά τον καταλυτικό ρόλο της στην παγκόσμια παραγωγή κρίσιμων πρώτων υλών και στον εφοδιασμό πράσινων τεχνολογιών.

Ο Τραμπ αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο «ειδικής συμφωνίας» με την Κίνα — Όλα θα κριθούν από το Πεκίνο

Η αμερικανική κυβέρνηση υπό τον Ντόναλντ Τραμπ ετοιμάζεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να ανακοινώσει εντός των επόμενων εβδομάδων την επιβολή νέων δασμών, τη στιγμή που η εμπορική αντιπαράθεση με την Κίνα συνεχίζει να εντείνεται.

Μιλώντας σε δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια συνάντησης στο Οβάλ Γραφείο, ο Πρόεδρος Τραμπ δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο μίας «ειδικής συμφωνίας» με το Πεκίνο, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση των αμερικανικών δασμών στις κινεζικές εισαγωγές. Ξεκαθάρισε ωστόσο ότι όλα θα εξαρτηθούν από τις κινήσεις της κινεζικής ηγεσίας.

«Ίσως να κάνουμε μια ειδική συμφωνία με την Κίνα,» ανέφερε χαρακτηριστικά, αποφεύγοντας να μπει σε λεπτομέρειες για το τι ακριβώς προβλέπει ένα τέτοιο σενάριο.

Ερωτηθείς για το πότε μπορεί να επιτευχθεί μία συμφωνία με την Κίνα, ο Τραμπ απάντησε: «Αυτό εξαρτάται από εκείνους». Συμπλήρωσε μάλιστα ότι η αμερικανική πλευρά βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με το Πεκίνο, «κάθε μέρα».

Σήμερα, οι δασμοί που έχουν επιβληθεί στην πλειονότητα των κινεζικών προϊόντων αγγίζουν το 145%, καθώς ο Τραμπ συνεχίζει την προσπάθεια να μειώσει το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ και να πιέσει την Κίνα για τον περιορισμό της εξαγωγής φαιντανύλης προς την Αμερική. Η απάντηση του Πεκίνου ήταν να αυξήσει τους δασμούς στις αμερικανικές εισαγωγές στο 125% και να προχωρήσει σε περιορισμούς εξαγωγών σε σπάνιες γαίες, οι οποίες είναι ζωτικής σημασίας για την παραγωγή όπλων, ηλεκτρονικών και πληθώρας καταναλωτικών αγαθών.

Από το Προεδρικό Γραφείο, ο Τραμπ επανέλαβε ότι οι ΗΠΑ έχουν ποικιλότροπα «ληστευθεί» από διάφορες χώρες, τονίζοντας ιδιαίτερα τις εμπορικές σχέσεις με την Κίνα. «Έχω εξαιρετικές σχέσεις με την Κίνα και προσωπικά με τον Σι Τζινπίνγκ, όμως η Κίνα μας χρέωνε αδικαιολόγητους δασμούς για πολλά χρόνια,» υπογράμμισε ο Τραμπ. «Τώρα το αντιστρέφουμε αυτό — και μάλιστα σε επίπεδα που δεν έχουμε ξαναδεί. Θα τα πάμε πολύ καλά με την Κίνα, είμαι βέβαιος.»

Οι δηλώσεις Τραμπ ήρθαν μόλις μερικές ώρες αφότου ο Λευκός Οίκος διέψευσε δημοσίευμα της Wall Street Journal, που, επικαλούμενο ανώνυμες πηγές, υποστήριζε ότι εξετάζεται σημαντική μείωση των δασμών στις κινεζικές εισαγωγές προκειμένου να αποκλιμακωθεί η ένταση. Το ρεπορτάζ έκανε λόγο ακόμα και για μείωση 50 έως 65%. «Ο Πρόεδρος Τραμπ είναι σαφής: η Κίνα πρέπει να κλείσει συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Κους Ντεσάι στην Epoch Times, χαρακτηρίζοντας το προηγούμενο δημοσίευμα ως «καθαρή εικασία».

Ενώ η εμπορική διένεξη ΗΠΑ-Κίνας φουντώνει, ο Τραμπ έχει «παγώσει» για 90 ημέρες την αμοιβαία επιβολή νέων δασμών με δεκάδες άλλους εμπορικούς εταίρους, ώστε να δοθεί χρόνος για διαπραγματεύσεις — αν και διατηρείται βασικός δασμός 10%. Η Κίνα παραμένει εκτός αυτής της αναστολής. Ο Τραμπ εκτίμησε ότι περίπου 90 χώρες, οι οποίες σήμερα βρίσκονται υπό το αμερικανικό καθεστώς δασμών, εμφανίζονται πρόθυμες να προχωρήσουν σε διαπραγματεύσεις με την Ουάσιγκτον.

«Στο τέλος, αυτό που πιστεύω πως θα συμβεί είναι ότι θα έχουμε εξαιρετικές συμφωνίες, και αν δεν τα βρούμε με κάποια εταιρεία ή χώρα, θα καθορίσουμε τον δασμό που πρέπει,» δήλωσε.

Οι δηλώσεις του προέδρου είχαν άμεσο αντίκτυπο και στη Wall Street, που κατέγραψε εντυπωσιακή ανάκαμψη μετά από εβδομάδες πτώσης εξαιτίας της αβεβαιότητας και της εμπορικής διαμάχης. Ο δείκτης Dow Jones ενισχύθηκε πάνω από 900 μονάδες (+2%), ενώ ο S&P 500 ανέβηκε κατά περισσότερες από 100 μονάδες (+2,5%). Θεαματική άνοδο σχεδόν 600 μονάδων, ή 3,6%, σημείωσε και ο τεχνολογικός δείκτης Nasdaq.

Στο Πεκίνο, ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εμπορίου Χε Γιαντόνγκ διέψευσε με κατηγορηματικό τρόπο κάθε υπόνοια ότι υπάρχει πρόοδος προς μείωση των δασμών, χαρακτηρίζοντας ανάλογες δηλώσεις «αβάσιμες».

Με την συμβολή του Άντριου Μόραν.