Παρασκευή, 01 Αυγ, 2025

Αναβλήθηκε επ’ αόριστον η σύνοδος υπουργών Εξωτερικών για την Ουκρανία στο Λονδίνο

Επ’ αόριστον αναβλήθηκε η προγραμματισμένη συνάντηση υπουργών Εξωτερικών στο Λονδίνο με αντικείμενο τις προτάσεις ειρήνευσης μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, επιβεβαίωσε το βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών, μετά την ξαφνική ακύρωση του ταξιδιού του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο.

Σύμφωνα με ανακοίνωση του Foreign Office, που επικαλείται η εφημερίδα The Guardian, «η σημερινή συνάντηση κορυφής με υπουργούς Εξωτερικών για το ουκρανικό ζήτημα αναβάλλεται». Από την ίδια πηγή διευκρινίστηκε ότι οι συνομιλίες θα συνεχιστούν σε υπηρεσιακό επίπεδο, αλλά μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.

Η ανακοίνωση εκδόθηκε τα ξημερώματα της 23ης Απριλίου, λίγες μόλις ώρες πριν από την προγραμματισμένη έναρξη των διαβουλεύσεων με τη συμμετοχή ηγετών της Δύσης και της Ουκρανίας.

Η απροσδόκητη εξέλιξη ήρθε σχεδόν ταυτόχρονα με την απόφαση του Μάρκο Ρούμπιο να ματαιώσει τη συμμετοχή του, καθώς θα ηγείτο της αμερικανικής αντιπροσωπείας στη συνάντηση του Λονδίνου.

Τελικά, στη συνάντηση συμμετείχαν – με μειωμένη σύνθεση – οι υπουργοί Εξωτερικών της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ουκρανίας, υπό την προεδρία του Βρετανού υπουργού Εξωτερικών, Ντέηβιντ Λάμμυ.

Το βράδυ της 22ας Απριλίου, ο Ρούμπιο επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Λάμι, διαβεβαιώνοντας ότι σκοπεύει να επαναπρογραμματίσει επίσκεψη στο Λονδίνο τους προσεχείς μήνες, ώστε να συνεχίσει τη συνεργασία μετά τις τρέχουσες «τεχνικές διαβουλεύσεις».

Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Χ, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ ανέφερε: «Είχα σήμερα μια παραγωγική συνομιλία με τον υπουργό Εξωτερικών του Ηνωμένου Βασιλείου, Ντέηβιντ Λάμμυ. Εξέφρασα την ευγνωμοσύνη μου για τη φιλοξενία της αμερικανικής αντιπροσωπείας, με επικεφαλής τον Ειδικό Απεσταλμένο του Προέδρου, Κέλλογκ. Η ομάδα μας ανυπομονεί για ουσιαστικές και εποικοδομητικές τεχνικές συζητήσεις με Βρετανούς και Ουκρανούς συνομιλητές. Ελπίζω να επανέλθω στο Λονδίνο μόλις ολοκληρωθούν οι τρέχουσες συζητήσεις.»

Αμεση ήταν και η απάντηση του Ντέηβιντ Λάμμυ, που υπογράμμισε πως το Ηνωμένο Βασίλειο συνεργάζεται στενά με τις ΗΠΑ, την Ουκρανία και τις ευρωπαϊκές χώρες για επίτευξη ειρήνης και τερματισμό της «παράνομης εισβολής του Πούτιν». «Βρισκόμαστε», σημείωσε χαρακτηριστικά, «σε μια κρίσιμη καμπή για την Ουκρανία, τη Βρετανία και την ευρωατλαντική ασφάλεια».

Οι «κόκκινες γραμμές» στη διαπραγμάτευση

Τη συνάντηση στο Λονδίνο ακολούθησε αντίστοιχη που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι στις 17 Απριλίου, όπου ανώτατοι αξιωματούχοι από ΗΠΑ, Ευρώπη και Ουκρανία επεδίωξαν να χαράξουν κοινή στρατηγική για τον τερματισμό του πολέμου που διαρκεί εδώ και τρία χρόνια.

Η συνάντηση του Παρισιού σηματοδότησε την πρώτη μεγάλη απόπειρα συντονισμού θέσεων μεταξύ του Κιέβου και των δυτικών συμμάχων του μετά την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο, ο οποίος είχε υποσχεθεί ταχεία κατάπαυση των εχθροπραξιών.

Ο Μάρκο Ρούμπιο, μαζί με τον ειδικό απεσταλμένο των ΗΠΑ Στηβ Ουίτκοφ, συμμετείχε ενεργά στη σύνοδο και μίλησε αργότερα για ένα πλαίσιο ειρήνευσης που προτάθηκε από την αμερικανική πλευρά, το οποίο, όπως ισχυρίστηκε, έτυχε «θετικής υποδοχής».

Ωστόσο, ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών, Ζαν-Νοέλ Μπαρό, ξεκαθάρισε πως οι Ευρωπαίοι εταίροι απέρριψαν ορισμένες κρίσιμες πτυχές της αμερικανικής πρότασης, χαρακτηρίζοντάς τες «απαράδεκτες». «Ο μόνος σκοπός που μας αφορά είναι η προάσπιση των γαλλικών συμφερόντων και της ευρωπαϊκής ασφάλειας», δήλωσε στις 22 Απριλίου, εξηγώντας πως «καθώς οι ΗΠΑ αναλαμβάνουν ρόλο διαμεσολαβητή, οφείλουμε να καταστήσουμε σαφείς τις ‘κόκκινες γραμμές’ μας».

Στο μεταξύ, η αναπληρώτρια πρωθυπουργός και υπουργός Οικονομίας της Ουκρανίας, Γιούλια Σβιριέντενκο, επανέλαβε δημόσια τη θέση της χώρας της: «Καθώς η ουκρανική αντιπροσωπεία συναντά σήμερα στο Λονδίνο τους εταίρους της, διατρανώνουμε την αρχή μας: Η Ουκρανία είναι έτοιμη για διαπραγματεύσεις, όχι όμως για παράδοση», τόνισε σε ανάρτησή της. «Δεν πρόκειται να υπογραφεί καμία συμφωνία που θα ενισχύει τα ερείσματα της Ρωσίας ώστε να επανέλθει με μεγαλύτερη σκληρότητα. Ο λαός μας δεν θα δεχθεί ούτε μια ‘παγωμένη σύγκρουση’ που θα παρουσιαστεί ως λύση. Δεν πρόκειται ποτέ να αναγνωρίσουμε την προσάρτηση της Κριμαίας. Και αν δεν υπάρξει ένταξη στο ΝΑΤΟ, η Ουκρανία απαιτεί δεσμευτικές εγγυήσεις ασφαλείας, δυνατές να αποτρέψουν μελλοντική επιθετικότητα.»

Ερωτώμενος για την αιφνίδια αναβολή της συνόδου στο Λονδίνο, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, απέδωσε την εξέλιξη στην αδυναμία των ΗΠΑ, των ευρωπαϊκών κρατών και της Ουκρανίας να συμφωνήσουν σε κοινό πλαίσιο ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων. «Απ’ όσο γνωρίζουμε, δεν κατέστη δυνατό να υπάρξει σύγκλιση θέσεων, οπότε η συνάντηση δεν πραγματοποιήθηκε», δήλωσε, σύμφωνα με το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων TASS.

Στις 18 Απριλίου, τόσο ο Τραμπ όσο και ο Ρούμπιο είχαν προειδοποιήσει πως οι ΗΠΑ ενδέχεται να αποσυρθούν από τις προσπάθειες διαμεσολάβησης εάν δεν υπάρξουν σαφή δείγματα προόδου.

Με πληροφορίες από το Reuters

Ο Λευκός Οίκος διαψεύδει το ενδεχόμενο μονομερούς μείωσης δασμών στην Κίνα

Σε διαψεύσεις προχώρησαν το βράδυ της Τετάρτης αξιωματούχοι της αμερικανικής κυβέρνησης σχετικά με αναφορές ότι η Ουάσιγκτον εξετάζει μονομερείς μειώσεις των δασμών στις κινεζικές εισαγωγές, στο πλαίσιο προσπάθειας αποκλιμάκωσης των εμπορικών εντάσεων με το Πεκίνο.

Ο υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσσεντ, κλήθηκε να απαντήσει εάν η κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο μονομερούς μείωσης δασμών προς την Κίνα. «Ουδεμία τέτοια σκέψη υπάρχει», ανέφερε κατηγορηματικά.

Ωστόσο, ο Μπέσσεντ σημείωσε πως κανένας από τις δύο πλευρές δεν πιστεύει ότι τα τρέχοντα επίπεδα δασμών μπορούν να διατηρηθούν επ’ αόριστον, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο μειώσεων μέσω αμοιβαίας συμφωνίας. «Δεν θα με εξέπληττε αν δούμε κάποια μείωση, αλλά σε συνεννόηση των δύο μερών», είπε κατά τη διάρκεια εκδήλωσης του Institute of International Finance στην Ουάσιγκτον.

Παράλληλα, ο Λευκός Οίκος σχολίασε αυστηρά δημοσίευμα που ήθελε τον πρόεδρο Τραμπ να εξετάζει δραστική μείωση των δασμών στις εισαγωγές από την Κίνα προκειμένου να πέσουν οι τόνοι της εμπορικής αντιπαράθεσης. «Αυτά είναι καθαρά φήμες», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Κους Ντεσάι, στην Epoch Times.

«Ο πρόεδρος Τραμπ ήταν σαφής: η Κίνα πρέπει να προχωρήσει σε συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι αποφάσεις για τους δασμούς θα ανακοινωθούν μόνο από τον ίδιο. Ό,τι άλλο κυκλοφορεί είναι απλώς φήμες», υπογράμμισε ο εκπρόσωπος.

Οι τοποθετήσεις αυτές ήρθαν ως απάντηση σε δημοσίευμα της Wall Street Journal (23 Απριλίου), σύμφωνα με το οποίο ανώνυμοι αξιωματούχοι άφηναν να εννοηθεί ότι επίκειται μείωση των αμερικανικών δασμών σε ορισμένες κινεζικές εισαγωγές ή ακόμη και μείωση άνω του 50% σε κάποιες περιπτώσεις, ως συμβιβαστική κίνηση αποκλιμάκωσης.

Σύμφωνα με το ίδιο ρεπορτάζ, υψηλόβαθμος κυβερνητικός αξιωματούχος φέρεται να εκτιμούσε ότι οι δασμοί ίσως περιοριστούν στο 50-65% από τα τρέχοντα επίπεδα.

Στο ερώτημα αν επίκειται μονομερής μείωση, αξιωματούχος της αμερικανικής κυβέρνησης ξεκαθάρισε ότι οποιαδήποτε αλλαγή στους δασμούς θα προκύψει μόνο μετά από διαπραγμάτευση και συνεννόηση με το Πεκίνο.

Από το προεδρικό γραφείο, ο Ντόναλντ Τραμπ προέβη σε σύντομες δηλώσεις την Τετάρτη, επισημαίνοντας ότι οι δασμοί που επέβαλε στις κινεζικές εισαγωγές έχουν ήδη αρχίσει να αποφέρουν οφέλη στα αμερικανικά ταμεία. Υπογράμμισε πως όλα τα κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, προσβλέπουν σε διαπραγματεύσεις εμπορικής συμφωνίας με την αμερικανική κυβέρνηση.

«Η Αμερική δεν πρόκειται πια να χάνει χρήματα από το παγκόσμιο εμπόριο», σχολίασε ο πρόεδρος, κατηγορώντας Κίνα και Ευρωπαϊκή Ένωση ότι εκμεταλλεύονταν για χρόνια τη χώρα του. «Η συμφωνία με την Κίνα θα είναι δίκαιη και ξέρουν ότι πλέον δεν μπορούν να εκμεταλλεύονται τις ΗΠΑ.»

Ο Τραμπ δεν έκανε αναφορά σε κανένα σχέδιο μονομερούς μείωσης δασμών κατά της Κίνας.

Ήδη, σύμφωνα με πρόσφατα ρεπορτάζ της Epoch Times, η επιβολή των αμερικανικών δασμών έχει αντίκτυπο στην κινεζική οικονομία: επιχειρήσεις και εργαζόμενοι δηλώνουν αιφνιδιασμένοι, παρατηρείται μείωση παραγγελιών από ΗΠΑ και ορισμένες βιομηχανίες λαμβάνουν έκτακτα μέτρα επιβίωσης. Κινεζικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης κατακλύζονται από βίντεο και αναρτήσεις που προειδοποιούν για μαζικές απολύσεις και αναγκαστικές «διακοπές εργασίας», μέσα σε ένα περιβάλλον υψηλής ανεργίας, συρρίκνωσης κερδοφορίας και μειωμένων επενδύσεων.

Σε τελετή ορκωμοσίας του νέου προέδρου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, Πολ Άτκινς, στις 22 Απριλίου, ο Τραμπ επανέλαβε πως «θα φερθούμε καλά στην Κίνα» και δεν σκοπεύει να υιοθετήσει σκληρή στάση απέναντι στον ηγέτη της χώρας, Σι Τζινπίνγκ. Από το Οβάλ Γραφείο τόνισε ότι μια νέα συμφωνία δεν θα προβλέπει δασμούς κοντά στο 145%, επισημαίνοντας ότι το ισχύον ποσοστό θα μειωθεί αισθητά, αλλά δεν θα εκμηδενιστεί.

«Πιστεύω ότι και οι δύο πλευρές θα είναι ικανοποιημένες και θα συνυπάρξουμε ειρηνικά — ιδανικά, θα συνεργαστούμε στενά», δήλωσε ο πρόεδρος, διευκρινίζοντας ότι αν τελικά δεν επιτευχθεί συμφωνία, τότε οι ΗΠΑ θα καθορίσουν τους δασμούς.

Την Τρίτη, σε κλειστή συνάντηση με επενδυτές στην Ουάσιγκτον, ο υπουργός Οικονομικών Μπέσσεντ εξέφρασε την αισιοδοξία πως «πολύ σύντομα» θα σημειωθεί αποκλιμάκωση της έντασης ανάμεσα στις δύο οικονομικές υπερδυνάμεις, σύμφωνα με παρευρισκόμενο στη συνάντηση.

Υπενθυμίζεται πως στις αρχές του μήνα, η αμερικανική κυβέρνηση προχώρησε στην επιβολή δασμών έως και 245% σε προϊόντα κινεζικής προέλευσης, με το Πεκίνο να απαντά με δασμούς έως 125% σε αμερικανικά αγαθά. Σήμερα, οι δασμοί σε πολλές κινεζικές εισαγωγές φτάνουν το 145%. Όπως διευκρίνισε ο Λευκός Οίκος, κάποια προϊόντα, όπως τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και οι σύριγγες, επιβαρύνονται με συνδυαστικούς δασμούς έως 245%, λόγω διαφόρων μέτρων που έχουν επιβληθεί κατά καιρούς τόσο από την τρέχουσα όσο και από την προγενέστερη διοίκηση, περιλαμβανομένων των δασμών του άρθρου 301 και πρόσθετων μέτρων κατά κινεζικών εταιριών για τη διακίνηση πρόδρομων ουσιών φαιντανύλης.

Με τη συμβολή των Andrew Moran και Leo Timm

ΗΠΑ: Πρωτοβουλίες για μεταρρυθμίσεις σε ΔΝΤ και Παγκόσμια Τράπεζα – Τέρμα στις «παρεκτροπές» από την αποστολή τους

Σε μια περίοδο αυξανόμενων προκλήσεων για τη διεθνή οικονομία, οι Ηνωμένες Πολιτείες δηλώνουν έτοιμες να στηρίξουν βαθιές αλλαγές στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και την Παγκόσμια Τράπεζα, με γνώμονα τη διατήρηση της παγκόσμιας οικονομικής σταθερότητας, όπως ξεκαθάρισε ο υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσσεντ, στις 23 Απριλίου.

Ο επικεφαλής του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών παρουσίασε το όραμά του για τους δύο θεσμούς καθώς και τη συμμετοχή της Αμερικής σε αυτούς, ανακοινώνοντας την πρόθεση της Ουάσιγκτον να ενισχύσει τον ηγετικό της ρόλο σε μια περίοδο που προωθούνται μεταρρυθμίσεις με στόχο την αποκατάσταση της ισορροπίας στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

«Πρώτα η Αμερική δεν σημαίνει μόνο η Αμερική», τόνισε χαρακτηριστικά ο Μπέσσεντ, σε εκδήλωση του Institute of International Finance. «Χρειάζονται αποφασιστικές μεταρρυθμίσεις ώστε τα ιδρύματα του Bretton Woods να εξυπηρετούν τα συμφέροντα των εταίρων τους — κι όχι το αντίστροφο».

Ο Αμερικανός ΥΠΟΙΚ υποστήριξε πως παρά τη διαχρονική αξία του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, οι οργανισμοί αυτοί σταδιακά έχασαν τον προσανατολισμό τους, διευρύνοντας αλόγιστα το πεδίο δράσης τους και ξεφεύγοντας από τον βασικό τους ρόλο.

«Τόσο το ΔΝΤ όσο και η Παγκόσμια Τράπεζα έχουν κρίσιμο ρόλο στη διεθνή οικονομική τάξη, και η κυβέρνηση Τραμπ είναι έτοιμη να συνεργαστεί μαζί τους — αρκεί να επιστρέψουν στην αποστολή τους», επανέλαβε.

Τα τελευταία χρόνια, το ΔΝΤ ασχολείται ολοένα και περισσότερο με θέματα όπως η κλιματική αλλαγή, το φύλο και τα κοινωνικά ζητήματα, παραμερίζοντας τον θεμελιώδη του ρόλο για τον διεθνή νομισματικό συντονισμό και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

«Αυτά τα ζητήματα δεν ανήκουν στην αποστολή του ΔΝΤ», δήλωσε ο Μπέσσεντ. «Η διασπορά των πόρων του ταμείου σε τέτοιους τομείς αποδυναμώνει το έργο του σε καίρια μακροοικονομικά ζητήματα. Οφείλουμε να επαναφέρουμε το ΔΝΤ στον βασικό του ρόλο».

Οι τοποθετήσεις αυτές εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο εσωτερικού αμερικανικού διαλόγου, με πλήθος κυβερνητικών αξιωματούχων να εκφράζουν ανησυχίες για τον προσανατολισμό των διεθνών οργανισμών και για τον εκφυλισμό των κριτηρίων συμμετοχής και συνδρομής. Η διοίκηση Τραμπ προχωρά έτσι σε συνολική επανεξέταση της αμερικανικής παρουσίας σε διεθνείς θεσμούς και προγράμματα εξωτερικής βοήθειας.

Με την επάνοδο του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκοι, οι ανησυχίες έχουν κορυφωθεί όσον αφορά την πιθανή αποχώρηση των ΗΠΑ από το ΔΝΤ, μία κίνηση που θα άλλαζε ριζικά το σύστημα ψήφων εντός του οργανισμού.

Σήμερα, οι ΗΠΑ διαθέτουν το 16% των ψήφων στο ΔΝΤ, ενώ ακολουθούν η Ιαπωνία και η Κίνα με 6% έκαστη, και η Γερμανία με 5%. Ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, Άντριου Μπέιλι, υποστήριξε ότι μια πιθανή αποχώρηση των ΗΠΑ θα οδηγούσε σε «τεμαχισμό της παγκόσμιας οικονομίας».

Το λογότυπο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) στην έδρα του στην Ουάσιγκτον, 10 Μαΐου 2018. (Yuri Gripas/Reuters)

 

«Η στήριξη και η συμμετοχή μας σε πολυμερείς θεσμούς όπως το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα είναι ζωτικής σημασίας για τη λειτουργία της παγκόσμιας οικονομίας», ανέφερε ο Μπέιλι, μιλώντας στο BBC τον Φεβρουάριο.

Η τελευταία έκθεση του ΔΝΤ προβλέπει επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης, εκτιμώντας ότι το 2025 ο παγκόσμιος ρυθμός ανάπτυξης θα υποχωρήσει στο 2,8% από το 3,3% του 2024. Στις ΗΠΑ, η ανάπτυξη προβλέπεται να περιοριστεί φέτος στο 1,8% έναντι 2,8% το προηγούμενο έτος. Οι περισσότεροι οικονομολόγοι αποδίδουν το φαινόμενο στην επιθετική ατζέντα δασμών που έχει υιοθετήσει η κυβέρνηση Τραμπ.

«Η έντονη κλιμάκωση στην ένταση του εμπορίου και η πρωτοφανής αβεβαιότητα για την πολιτική προβλέπεται να επηρεάσουν σημαντικά την παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα», αναφέρει η σχετική έκθεση.

Η Κίνα στο επίκεντρο

Ο Μπέσσεντ αφιέρωσε σημαντικό μέρος της ομιλίας του στο θέμα των δανείων της Παγκόσμιας Τράπεζας προς χώρες που έχουν πλέον πετύχει υψηλό ρυθμό ανάπτυξης — με έμφαση στην Κίνα.

Όπως είπε, θεωρεί «παράλογο» να αντιμετωπίζεται η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου ως αναπτυσσόμενη χώρα: «Η Παγκόσμια Τράπεζα εξακολουθεί να χορηγεί δάνεια κάθε χρόνο σε χώρες που πληρούν τα κριτήρια μεταπήδησης από το στάδιο του δανειολήπτη. Αυτή η πρακτική δεν δικαιολογείται, αποσπά χρήσιμους πόρους από πιο ουσιαστικές προτεραιότητες και εμποδίζει την ανάπτυξη των ιδιωτικών αγορών. Ταυτόχρονα, αποθαρρύνει τις χώρες από το να αυτονομηθούν και να στηριχθούν στον ιδιωτικό τομέα και στη δημιουργία θέσεων εργασίας.»

Η Παγκόσμια Τράπεζα εφαρμόζει διαφορετικά κριτήρια και όρους δανεισμού, ανάλογα με την οικονομική δυναμική και αξιοπιστία κάθε χώρας. Έτσι, στις χώρες χαμηλού εισοδήματος προσφέρονται ευνοϊκότεροι όροι δανεισμού, όπως μεγαλύτερες περίοδοι αποπληρωμής και χαμηλότερα επιτόκια.

Παρά το μέγεθός της, η Κίνα συνεχίζει να λαμβάνει δάνεια, με την Παγκόσμια Τράπεζα να επικαλείται ενδογενείς αναπτυξιακές ανισότητες και περιβαλλοντικές προκλήσεις.

Ο Μπέσσεντ, ωστόσο, επέμεινε πως η Κίνα οφείλει να αναβαθμίσει τον ρόλο της στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, σταματώντας να στηρίζεται σε ευνοϊκές πρακτικές και συνεισφέροντας στην εξισορρόπηση της παγκόσμιας οικονομίας: «Εάν η Κίνα θέλει να διαδραματίσει έναν ρόλο που να ανταποκρίνεται στη βαρύτητά της, πρέπει να περάσει στο επόμενο επίπεδο», τόνισε, επαναλαμβάνοντας ότι η χώρα πρέπει να στηριχθεί στην εσωτερική ζήτηση ενώ οι ΗΠΑ ενισχύουν την παραγωγική τους βάση.

«Επί σειρά ετών, οι σκόπιμες πολιτικές άλλων χωρών υπονόμευσαν τη βιομηχανική βάση της Αμερικής και αποδυνάμωσαν τις κρίσιμες εφοδιαστικές αλυσίδες, δημιουργώντας κινδύνους ακόμη και για την εθνική μας ασφάλεια», προσέθεσε.

Την τελευταία δεκαετία έχει ενισχυθεί αισθητά η επιρροή της Κίνας στους δύο οργανισμούς. Μάλιστα, οι οικονομολόγοι της Παγκόσμιας Τράπεζας, σε μελέτη του 2023, εντόπισαν ότι η Κίνα έχει αναδειχθεί σε δανειστή «ύστατης καταφυγής» στην παγκόσμια οικονομία.

Το Πεκίνο προσφέρει διασώσεις κυρίως σε χώρες που συμμετέχουν στην Πρωτοβουλία «Μία ζώνη, ένας δρόμος» (Belt and Road Initiative – BRI), συχνά με αυξημένα επιτόκια και με σκοπό να διατηρηθεί η αποπληρωμή των κινεζικών χρεών.

«Συνολικά, η Κίνα έχει δημιουργήσει ένα σύστημα “διασώσεων στο BRI”, βοηθώντας τις δανειολήπτριες χώρες να αποφύγουν τη χρεοκοπία και να διατηρήσουν τις πληρωμές τους τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα», τονίζεται στη μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας. «Ο ρόλος της Κίνας ως διεθνούς διαχειριστή κρίσεων μπορεί να συγκριθεί με τον ρόλο του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών σε περιόδους οικονομικής κρίσης στη Λατινική Αμερική στο παρελθόν.»

Για το 2025, το ΔΝΤ προβλέπει ανάπτυξη στην Κίνα της τάξης του 4%, χαμηλότερη κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τις προηγούμενες εκτιμήσεις.

Τραμπ κατά Ζελένσκι: Αντιπαράθεση για τις εδαφικές παραχωρήσεις στην Ουκρανία

Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι επιμένει στη σκληρή του γραμμή, ξεκαθαρίζοντας ακόμη μία φορά στις 22 Απριλίου πως η Ουκρανία δεν πρόκειται να αναγνωρίσει τη ρωσική κυριαρχία σε εδάφη που έχουν καταληφθεί από το 2014 και μετά, συμπεριλαμβανομένης και της Κριμαίας.

Λίγα 24ωρα αργότερα, ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, εξαπέλυσε δριμεία επίθεση κατά του Ουκρανού ηγέτη μέσω της πλατφόρμας Truth Social, αναφέροντας πως με αυτή του τη στάση «ναρκοθετεί» τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις. Συγκεκριμένα, ο Τραμπ δήλωσε: «Κανείς δεν ζητά από τον Ζελένσκι να αναγνωρίσει την Κριμαία ως ρωσικό έδαφος. Αλλά αν θέλουν την Κριμαία, γιατί δεν πολέμησαν για αυτή πριν από 11 χρόνια όταν παραδόθηκε δίχως να πέσει ούτε μια τουφεκιά;»

Ο Ρεπουμπλικανός πολιτικός επέκρινε περαιτέρω τη στάση του Κιέβου, τονίζοντας: «Δηλώσεις όπως αυτές του Ζελένσκι κάνουν πάρα πολύ δύσκολη την επίτευξη λύσης σε αυτόν τον πόλεμο. Δεν έχει τίποτα να υπερηφανεύεται! Η κατάσταση για την Ουκρανία είναι απελπιστική – Μπορεί να έχει ειρήνη τώρα ή να συνεχίσει να πολεμάει για άλλα τρία χρόνια και στο τέλος να χάσει ολόκληρη τη χώρα».

Στο παρασκήνιο, η Ουάσιγκτον διατυπώνει το τελευταίο διάστημα ειρηνευτικές προτάσεις, προτείνοντας ως βάση έναν συμβιβασμό με πάγωμα της σύγκρουσης στις τρέχουσες γραμμές του μετώπου. Τέτοια συμφωνία θα σήμαινε πρακτικά παραχώρηση από πλευράς Κιέβου περιοχών που έχει χάσει μετά το 2014. Ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζει Ντι Βανς, άφησε να εννοηθεί πως αυτή είναι η ουσία του αμερικανικού σχεδίου, αν και ο Λευκός Οίκος δεν έχει δώσει επίσημες λεπτομέρειες.

Το περιθώριο για συνεννόηση φαίνεται ωστόσο στενό. Στη συνέντευξη Τύπου στις 22 Απριλίου, ο Ζελένσκι επέμεινε αμετακίνητος: «Δεν πρόκειται να υπάρξει καμία νομική αναγνώριση της ρωσικής κυριαρχίας σε ουκρανικά εδάφη, είτε στην Κριμαία είτε αλλού».

Στο μεταξύ, θυμίζουμε πως από τον περασμένο Φεβρουάριο, η ένταση δεν απουσιάζει από τη σχέση Τραμπ–Ζελένσκι, καθώς στη συνάντησή τους στον Λευκό Οίκο στις 28/2, οι δύο ηγέτες συγκρούστηκαν με αφορμή τα αιτήματα για περισσότερη αμερικανική βοήθεια και τις θέσεις τους για συμβιβασμό με τη Μόσχα. Τον Μάρτιο, η αμερικανική διπλωματία πρότεινε εκεχειρία 30 ημερών, πρόταση που κατ’ αρχήν έγινε δεκτή από το Κίεβο, ενώ ο Βλαντιμίρ Πούτιν εκδήλωσε «ενδιαφέρον» χωρίς να δώσει πλήρη στήριξη.

Η εκεχειρία αυτή επικεντρώνεται κυρίως σε περιορισμό των επιθέσεων κατά ενεργειακών στόχων, ωστόσο η εφαρμογή της έχει προσκρούσει σε αλληλοκατηγορίες μεταξύ Μόσχας και Κιέβου για παραβιάσεις.

Την προηγούμενη εβδομάδα, ο Τραμπ προειδοποίησε πως θα αποσυρθεί από κάθε μεσολαβητική προσπάθεια αν δεν διαπιστωθεί σύντομα πρόοδος.

Αμπάς προς Χαμάς: Καταθέστε τα όπλα και παραδώστε τον έλεγχο της Γάζας

Σε μία ιδιαίτερα κρίσιμη συγκυρία για το παλαιστινιακό ζήτημα, ο Μαχμούντ Αμπάς, πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής (ΠΑ), κάλεσε τη Χαμάς να παραδώσει τον έλεγχο της Λωρίδας της Γάζας και να καταθέσει τα όπλα, ανοίγοντας τον δρόμο για ανάληψη της διακυβέρνησης από την ΠΑ.

Ο βετεράνος ηγέτης έκανε τις δηλώσεις του κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του ηγετικού συμβουλίου της ΠΑ, τονίζοντας την ανάγκη να διασκεδαστούν οι διεθνείς αμφιβολίες αναφορικά με τον ρόλο και τις δυνατότητες της αρχής, μετά από δύο σχεδόν χρόνια έντασης στην περιοχή.

«Η Χαμάς πρέπει να παραδώσει τις αρμοδιότητές της στη Γάζα και να παραδώσει τα όπλα της στην Παλαιστινιακή Αρχή, και να γίνει ένα πολιτικό κόμμα», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Αμπάς.

Η τοποθέτησή του γίνεται σε μια ιδιαίτερα κομβική στιγμή, καθώς κατά τη διάρκεια της ίδιας εβδομάδας αναμένεται να προχωρήσει στην ανακοίνωση του διαδόχου του, υπό την πίεση τόσο δυτικών όσο και αραβικών κρατών που εκφράζουν προβληματισμό για το κατά πόσο η ΠΑ μπορεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο σε μία ενδεχόμενη ειρηνευτική διαδικασία.

Ενώ στο παρελθόν ο 89χρονος ηγέτης έχει καλέσει τη Χαμάς να θέσει τις δυνάμεις της υπό τον έλεγχο της ΠΑ, είναι η πρώτη φορά που προχωρά σε τέτοιου είδους δημόσια παρέμβαση από την έναρξη του πολέμου στη Γάζα.

Η έναρξη των εχθροπραξιών καταγράφηκε μετά την πολύνεκρη επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου 2023, η οποία στοίχισε τη ζωή σε περίπου 1.200 ανθρώπους και οδήγησε στην ομηρία άλλων 250.

Ο Αμπάς έχει ήδη καταδικάσει τη συγκεκριμένη επίθεση, υποστηρίζοντας ότι έδωσε την «αφορμή» στο Ισραήλ να επιχειρήσει την καταστροφή της Γάζας.

Σε διπλωματικό επίπεδο, οι διεργασίες για το μέλλον της Γάζας περιστρέφονται γύρω από την ανάγκη παραγκωνισμού της Χαμάς, την ώρα που το Ισραήλ διαμηνύει πως δεν προτίθεται να αποδεχθεί κανέναν ρόλο για την ΠΑ, η οποία ελέγχει κατ’ όνομα τη Δυτική Όχθη. Αξίζει να σημειωθεί πως η Χαμάς είχε απομακρύνει βίαια την ΠΑ από τη Γάζα, έπειτα από σύντομο εμφύλιο το 2007.

Η Χαμάς, ωστόσο, απορρίπτει σταθερά τα αιτήματα Ισραήλ και ΗΠΑ να καταθέσει τα όπλα.

Οι τελευταίες δηλώσεις Αμπάς έγιναν στο Κεντρικό Συμβούλιο του Οργανισμού για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ), που ως ο κύριος εκφραστής του παλαιστινιακού λαού στη διεθνή σκηνή διατηρεί καθεστώς παρατηρητή στον ΟΗΕ και αποτελεί κορμό της ΠΑ.

Ο Μαχμούντ Αμπάς ανέλαβε την ηγεσία της παλαιστινιακής πολιτικής σκηνής μετά τον θάνατο του ιστορικού ηγέτη Γιάσερ Αραφάτ το 2004.

Παρά τις πιέσεις, για χρόνια απέφευγε να ορίσει διάδοχο ή αναπληρωτή, γεγονός που πλέον, μεσούσης της σύγκρουσης μεταξύ Χαμάς και Ισραήλ, επιτείνει την πίεση να καταστήσει σαφή τη διαδοχή στην ΠΑ.

Πρόσφατα, αραβικές χώρες κατέθεσαν πρόταση για τη μεταβατική διακυβέρνηση της Γάζας από ειδική επιτροπή μέχρι την επίσημη επιστροφή της ΠΑ στον έλεγχο της περιοχής.

Ουάσιγκτον, Ευρωπαϊκή Ένωση και χώρες του Κόλπου, που αναμένεται να χρηματοδοτήσουν εν μέρει την ανοικοδόμηση της Γάζας, ζητούν επιτακτικά ριζικό εκσυγχρονισμό της ΠΑ.

Οι δηλώσεις Αμπάς έγιναν λίγες ημέρες μετά το «όχι» της Χαμάς στην τελευταία ειρηνευτική πρόταση του Ισραήλ. Ο επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδας της Χαμάς, Χαλίντ αλ Χάγια, τόνισε σε τηλεοπτικό του διάγγελμα στις 17 Απριλίου ότι δεν υπάρχει περίπτωση αποδοχής άλλης μερικής συμφωνίας.

Αντ’ αυτού, απαιτεί μια συνολική λύση που θα διασφαλίζει τον τερματισμό του πολέμου και την απελευθέρωση Ισραηλινών ομήρων με ανταλλαγή Παλαιστινίων κρατουμένων. Σύμφωνα με τον ισραηλινό Τύπο, το Τελ Αβίβ πρότεινε απελευθέρωση 10 ζωντανών ομήρων έναντι 45ήμερης κατάπαυσης πυρός.

Επιπλέον, προσφέρθηκε η αποφυλάκιση 1.231 Παλαιστινίων και η επανέναρξη της ανθρωπιστικής βοήθειας προς τη Γάζα. Η Χαμάς εξακολουθεί να κρατά 59 Ισραηλινούς ομήρους, από τους οποίους 24 θεωρούνται ζωντανοί, ενώ το Ισραήλ ζητά και την επιστροφή των σορών των νεκρών ομήρων.

Η Χαμάς έχει ήδη απορρίψει το βασικό προαπαιτούμενο του Τελ Αβίβ για αφοπλισμό, με τον αλ Χάγια να κάνει λόγω για «απαράδεκτες και ανεφάρμοστες» απαιτήσεις της ισραηλινής πλευράς.

Από τις αρχές του 2024, στο πλαίσιο εκεχειρίας, απελευθερώθηκαν 38 όμηροι. Όμως, τον Μάρτιο, το Ισραήλ επανεκκίνησε τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, καταγγέλλοντας τη Χαμάς για απόρριψη επέκτασης της εκεχειρίας χωρίς συνολική κατάπαυση του πυρός. Οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι διαμηνύουν ότι οι επιχειρήσεις θα συνεχιστούν έως την επιστροφή όλων των ομήρων και τον πλήρη αφοπλισμό της Γάζας.

Από την πλευρά της, η Χαμάς ξεκαθαρίζει πως η απελευθέρωση ομήρων θα γίνει μόνο εάν διασφαλιστεί το τέλος της σύγκρουσης, απορρίπτοντας κάθε αίτημα για παράδοση των όπλων.

Με τη συμβολή του Νταν Μπέργκερ 

Ο Βανς στέλνει τελεσίγραφο σε Ρωσία και Ουκρανία για την ειρήνη: «Δεχθείτε την πρόταση ή αποχωρούμε»

Επίσημο τελεσίγραφο προς τη Μόσχα και το Κίεβο έστειλε ο Τζέι Ντι Βανς, ξεκαθαρίζοντας πως οι ΗΠΑ είναι έτοιμες να αποχωρήσουν από τις συνομιλίες για το τέλος του πολέμου, εάν οι δύο πλευρές δεν αποδεχθούν την «ξεκάθαρη πρόταση» που έχει διατυπώσει η Ουάσιγκτον. Ο Αμερικανός Αντιπρόεδρος έκανε αυτές τις δηλώσεις έπειτα από επίσκεψή του στο Ταζ Μαχάλ της Ινδίας, επισημαίνοντας ότι η αμερικανική διπλωματία έχει καταβάλει σημαντική προσπάθεια για μια δίκαιη συμφωνία μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.

«Έχουμε καταθέσει μια πολύ συγκεκριμένη πρόταση τόσο στη ρωσική όσο και στην ουκρανική πλευρά. Τώρα ήρθε η ώρα να απαντήσουν θετικά ή αλλιώς οι ΗΠΑ να αποσυρθούν από τη διαδικασία», δήλωσε ο Βανς σε δημοσιογράφους, υπογραμμίζοντας τη μεγάλη προσπάθεια της αμερικανικής κυβέρνησης να λάβει υπόψη τις προτεραιότητες και των δύο εμπλεκόμενων χωρών.

Οι δηλώσεις Βανς ήρθαν στη σκιά συνάντησης Ευρωπαίων αξιωματούχων στο Λονδίνο, όπου συζητήθηκαν τα επόμενα βήματα με φόντο την ανανεωμένη πίεση των Ηνωμένων Πολιτειών για ειρηνική διευθέτηση. Ο Πρόεδρος Τραμπ και ο Αντιπρόεδρός του επαναλαμβάνουν σταθερά την επιθυμία τους για ταχεία επίλυση της σύγκρουσης, με τον Ντόναλντ Τραμπ μάλιστα το τελευταίο διάστημα να εμφανίζεται ολοένα και πιο απογοητευμένος τόσο με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι όσο και με τον Βλαντιμίρ Πούτιν για το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις.

«Ήρθε πλέον η στιγμή να γίνει ένα, αν όχι το τελικό, τουλάχιστον ένα από τα τελευταία βήματα: Να σταματήσει η αιματοχυσία και να παγώσουν οι γραμμές αντιπαράθεσης κάπου κοντά στην τρέχουσα κατάσταση», σημείωσε ο Βανς, αναγνωρίζοντας ότι αυτό θα απαιτήσει υποχωρήσεις από τις δύο πλευρές, ειδικά σε θέματα εδαφικών διεκδικήσεων.

Από την πλευρά του, ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι επανέλαβε την Τρίτη τη σθεναρή του αντίθεση στο ενδεχόμενο παραχώρησης ουκρανικών εδαφών στη Ρωσία, τοποθετώντας τον όρο αυτό ως απαράβατο στη διαδικασία διαλόγου. Ο Ουκρανός πρόεδρος έθεσε ως προϋπόθεση την πλήρη και άνευ όρων κατάπαυση του πυρός, κάνοντας αναφορά στις αμερικανικές προτάσεις για μια εφικτή κατάπαυση κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες.

Ο Ζελένσκι υπογράμμισε ότι το ενδεχόμενο εκεχειρίας εξαρτάται από τον τερματισμό των ρωσικών επιθέσεων, θυμίζοντας πως το Πάσχα παρατηρήθηκε σχετική ύφεση στη σύγκρουση.

Στην τοποθέτηση Βανς, το Κρεμλίνο απάντησε ότι δεν ερμηνεύει την αμερικανική πρόταση ως τελεσίγραφο. Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, χαιρέτισε την όποια διαμεσολαβητική προσπάθεια των ΗΠΑ, επισημαίνοντας όμως την ανάγκη για λεπτομερείς και προσεκτικές συζητήσεις.

Ωστόσο, η βία επί του πεδίου διατηρείται αμείωτη. Την ίδια ώρα που εξελίσσονται οι επαφές, ρωσική επίθεση με drone στην περιοχή του Ντνιπροπετρόβσκ στην ανατολική Ουκρανία στοίχισε τη ζωή σε αρκετούς αμάχους.

Η πολυπλοκότητα της σύγκρουσης και οι σκληρές θέσεις εκατέρωθεν υπογραμμίζουν τις τεράστιες δυσκολίες για την εύρεση μιας λύσης που να μπορεί να γίνει αποδεκτή και από τις δύο πλευρές.

Οι πιθανοί διάδοχοι του Πάπα Φραγκίσκου

Η παγκόσμια κοινότητα ξύπνησε στις 21 Απριλίου με την είδηση ότι ο Πάπας Φραγκίσκος, ο 266ος ηγέτης της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, πέθανε στις 7:35 το πρωί (τοπική ώρα).

Ο 88χρονος ποντίφικας είχε πρόσφατα ταλαιπωρηθεί από διπλή πνευμονία, επιδεινούμενη από τις χρόνιες βρογχικές λοιμώξεις που τον βασάνιζαν την τελευταία δεκαετία. Το Βατικανό ανακοίνωσε πως ο Φραγκίσκος υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο και καρδιακή ανεπάρκεια λίγο αφότου σηκώθηκε από το κρεβάτι.

Παράλληλα με το πένθος των πιστών, βρίσκονται σε εξέλιξη οι παρασκηνιακές προετοιμασίες για το κονκλάβιο — τη διαδικασία εκλογής του νέου πάπα. Ο επίσημος λογαριασμός του ποντίφικα στην πλατφόρμα Χ έχει ήδη μετονομαστεί σε «Apostolica Sedes Vacans», δηλαδή «Αποστολική Έδρα Κενή».

Αν και η έκβαση κάθε κονκλαβίου παραμένει παραδοσιακά απρόβλεπτη — με χαρακτηριστικό παράδειγμα την αναπάντεχη εκλογή του Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο (Πάπα Φραγκίσκου) το 2013 — ήδη ξεκίνησαν εικασίες για τους επικρατέστερους. Όπως υπενθυμίζει παλαιό ιταλικό ρητό, «όποιος μπαίνει πάπας στο κονκλάβιο, βγαίνει καρδινάλιος».

Ωστόσο, σύμφωνα με ειδικούς του Βατικανού, υπάρχουν ορισμένα ονόματα που ξεχωρίζουν στη μάχη για την ηγεσία των 1,4 δισ. καθολικών σε μια περίοδο παγκόσμιων κρίσεων και κοινωνικών διχασμών.

Μάλιστα, οι δημοσιογράφοι Έντουαρντ Πέντιν και Νταϊάν Μοντάνια είχαν δημιουργήσει προ μηνών ιστοσελίδα αφιερωμένη στην ανάλυση πιθανών υποψηφίων και των απόψεών τους για κρίσιμα ζητήματα της Καθολικής Εκκλησίας.

Ακολουθεί σύντομη παρουσίαση μερικών από τους επικρατέστερους υποψήφιους:

Καρδινάλιος Ρομπέρ Σαρά
Ο καταγόμενος από τη Γουινέα καρδινάλιος Σαρά θεωρείται υπέρμαχος της ορθόδοξης θεολογίας και εκπρόσωπος της συντηρητικής πτέρυγας της Καθολικής Εκκλησίας. Έχει διατελέσει επικεφαλής της Συγκλήτου για τη Θεία Λατρεία, ενώ το 2019 συνέγραψε μαζί με τον Πάπα Βενέδικτο ΙΣΤ΄ βιβλίο υπεράσπισης της αγαμίας των ιερέων.

Καρδινάλιος Πιερμπατίστα Πιτσαμπάλλα
Ο Λατίνος Πατριάρχης Ιεροσολύμων έγινε ευρύτερα γνωστός μετά τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου στη Γάζα, όταν είχε προτείνει να παραδοθεί ο ίδιος στη Χαμάς σε αντάλλαγμα για παιδιά-ομήρους. Παρότι χαρακτηρίζεται ως συντηρητικής κατεύθυνσης, φέρεται να έχει απήχηση και σε πιο μετριοπαθείς κύκλους.

Καρδινάλιος Πέτερ Έρντο
Αρχιεπίσκοπος Βουδαπέστης, ο Ούγγρος Έρντο θεωρείται επίσης συντηρητικός. Κατά τη διάρκεια της Συνόδου για την Οικογένεια το 2015, είχε επικαλεστεί τη διδασκαλία της Εκκλησίας ότι οι ομοφυλοφιλικές ενώσεις δεν μπορούν να εξομοιωθούν με το θείο σχέδιο για την οικογένεια, τονίζοντας παράλληλα την ανάγκη σεβασμού και αξιοπρέπειας για τα ομοφυλόφυλα άτομα.

Καρδινάλιος Πιέτρο Παρολίν
Ως γραμματέας του κράτους του Βατικανού, ο Παρολίν υπήρξε στενός σύμβουλος του Φραγκίσκου. Έχει διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στη συμφωνία του 2018 μεταξύ Βατικανού και Κίνας, η οποία έδωσε στο κινεζικό καθεστώς ευρύτερο έλεγχο της Καθολικής Εκκλησίας στην Κίνα— μια συμφωνία που δέχθηκε επικρίσεις για έλλειψη διαφάνειας.

Καρδινάλιος Λουίς Τάγκλε
Ο αρχιεπίσκοπος Μανίλας από τις Φιλιππίνες προβάλλει εδώ και χρόνια ως πιθανός διάδοχος. Με φήμη προοδευτικού, υιοθετεί χαλαρότερο ύφος, που περιλαμβάνει ακόμη και τραγούδι ή χορό σε λειτουργίες. Έχει ταχθεί υπέρ της συμφωνίας με την Κίνα, θεωρώντας πως «προστατεύει την Εκκλησία» στη χώρα.

Καρδινάλιος Ματέο Τζούπι
Αρχιεπίσκοπος της Μπολόνια και μέλος της φιλελεύθερης πτέρυγας, ο Τζούπι ενδέχεται να συνεχίσει την κληρονομιά του Φραγκίσκου αν εκλεγεί. Προέρχεται από οικογένεια με δεσμούς στο Βατικανό και διαθέτει πολυετή πείρα στην ιεραρχία. Είχε διοριστεί βοηθός Επισκόπου Ρώμης από τον Βενέδικτο και αργότερα Αρχιεπίσκοπος Μπολόνιας από τον Φραγκίσκο.

Των Stacy Robinson και Joseph Lor

Σε λαϊκό προσκύνημα η σορός του πάπα Φραγκίσκου από σήμερα – Το Σάββατο η κηδεία

Η σορός του πάπα Φραγκίσκου μεταφέρθηκε σήμερα στη βασιλική εκκλησία του Αγίου Πέτρου.

Το λαϊκό προσκύνημα θα διαρκέσει μέχρι και την Παρασκευή. Όπως ανακοίνωσε το Βατικανό, η κηδεία του ποντίφικα θα τελεσθεί το Σάββατο, στις 10 το πρωί ώρα Ιταλίας.

Πενθήμερο πένθος στην Ιταλία

Η ιταλική κυβέρνηση αποφάσισε την κήρυξη πενθήμερου πένθους για τον θάνατο του πάπα Φραγκίσκου. Οι εκδηλώσεις, παράλληλα, για την επέτειο της απελευθέρωσης της χώρας από τον φασισμό και τον ναζισμό θα πραγματοποιηθούν φέτος στις 25 Απριλίου, πολύ περιορισμένες σε σχέση με το παρελθόν.

Η κυβέρνηση Μελόνι διέθεσε 5 εκατομμύρια ευρώ για την υποδοχή των προσκυνητών και τα έκτακτα μέτρα ασφαλείας, εν όψει της κηδείας του εκλιπόντα ποντίφικα, η οποία θα πραγματοποιηθεί το Σάββατο, στις 10 το πρωί, τοπική ώρα.

Εκείνη την ημέρα, δεν πρόκειται να διεξαχθούν οι αγώνες ποδοσφαίρου του ιταλικού πρωταθλήματος.

Για την παροχή βοήθειας στους προσκυνητές και την εγγύηση της ασφάλειας των πιστών και των επισήμων που θα συρρεύσουν στην Αιώνια Πόλη, εκτός από την αστυνομία και τους καραμπινιέρους, έχουν κινητοποιηθεί ο στρατός και η Πολιτική Προστασία. Ειδικά εκπαιδευμένοι δύτες άρχισαν ήδη να ελέγχουν την περιοχή του Τίβερη, η οποία βρίσκεται κοντά στο Βατικανό.

200.000 πιστοί

Για την κηδεία του Πάπα Φραγκίσκου, το Σάββατο στο Βατικανό, αναμένονται περίπου 200.000 πιστοί. Σύμφωνα με τον Ιταλό υπουργό Εσωτερικών, Ματέο Πιαντεντόζι, η πρόβλεψη της ιταλικής κυβέρνησης είναι ότι πρόκειται να φτάσουν στην Αιώνια Πόλη περίπου 170 ξένες αντιπροσωπείες, συμπεριλαμβανομένων πολλών αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων.

Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αναμένεται να αφιχθεί στην ιταλική πρωτεύουσα την Παρασκευή, ενώ οι περισσότεροι ξένοι ηγέτες θα ταξιδέψουν στη Ρώμη αυθημερόν.

Μεταξύ άλλων, έχει ανακοινωθεί η παρουσία του βασιλικού ζεύγους της Ισπανίας, του Βρετανού πρίγκιπα Ουίλλιαμ, του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι, του προέδρου της Βραζιλίας Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα και του Γερμανού προέδρου Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάιερ, όπως και του απερχόμενου καγκελάριου Όλαφ Σολτς. Ξεχωριστή θέση μεταξύ των θρησκευτικών ταγών θα έχει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.

Αναφερόμενος στην υποδοχή θρησκευτικών και πολιτικών ηγετών, ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών Αντόνιο Ταγιάνι έγραψε στο διαδίκτυο ότι για τη χώρα του «θα αποτελέσει τεράστια ευθύνη, στα πλαίσια ενός διεθνούς γεγονότος.»

Η Ισπανία ανακοινώνει σχέδιο για αύξηση των αμυντικών δαπανών μέσα στο 2025

Ο πρωθυπουργός της Ισπανίας, Πέδρο Σάντσεθ, ανακοίνωσε στις 22 Απριλίου σχέδιο ύψους 10,5 δισ. ευρώ με στόχο την ευθυγράμμιση της χώρας με τον στόχο αμυντικών δαπανών του ΝΑΤΟ έως τα τέλη του 2025.

Η συμμαχία είχε καθορίσει από το 2014 ως κατευθυντήρια γραμμή τη δέσμευση κάθε κράτους-μέλους να διαθέτει τουλάχιστον το 2% του ΑΕΠ του για την άμυνα. Ωστόσο, αρκετά κράτη, μεταξύ αυτών και η Ισπανία, υπολείπονται του στόχου αυτού εδώ και μια δεκαετία.

Μόλις το προηγούμενο έτος, η πλειονότητα των 32 κρατών-μελών κατάφερε να φτάσει τον εν λόγω στόχο, εν μέσω της συνεχιζόμενης ρωσικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ουκρανία και της γενικότερης αστάθειας στο ανατολικό μέτωπο της Ευρώπης. Η Ισπανία συγκαταλεγόταν στις οκτώ χώρες που εξακολουθούν να δαπανούν λιγότερο, με τις αμυντικές της δαπάνες να ανέρχονται περίπου στο 1,3% του ΑΕΠ, το 2024.

Κατά την τοποθέτησή του, μετά τη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ο Σάντσεθ ανέφερε πως με το νέο σχέδιο η Ισπανία θα φτάσει το 2% του ΑΕΠ σε δαπάνες για την ασφάλεια και την άμυνα εντός του 2025. Υποστήριξε επίσης ότι αυτό θα επιτευχθεί χωρίς να υπάρξει αύξηση φόρων ή νέα επιβάρυνση του ελλείμματος.

Η κίνηση αυτή οφείλεται στην πίεση αφ’ ενός από πλευράς ΗΠΑ προς τις ευρωπαϊκές χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ να ενισχύσουν τους στρατιωτικούς τους προϋπολογισμούς αφ’ ετέρου από τις τρέχουσες γεωπολιτικές συνθήκες.

Ο Σάντσεθ τόνισε ότι η αλλαγή στάσης του προέκυψε από τις ραγδαίες διεθνείς εξελίξεις, αναφέροντας χαρακτηριστικά πως αν τον ρωτούσαν πριν από κάποια χρόνια για τις προτεραιότητες της κυβέρνησής του στον τομέα της ασφάλειας και της άμυνας, η απάντησή του θα ήταν διαφορετική. Διευκρίνισε, ωστόσο, ότι αυτό δεν σημαίνει πως άλλαξαν οι αξίες ή οι στόχοι της κυβέρνησης, αλλά ότι έχει αλλάξει ο κόσμος γύρω μας.

Το σχέδιο του Σάντσεθ, πάντως, έχει προκαλέσει ήδη αντιδράσεις εντός της κυβέρνησης συνεργασίας που ηγείται. Το κόμμα Sumar, που στηρίζει την κυβέρνηση, εξέφρασε την αντίθεσή του, με ανακοίνωση στην οποία υποστηρίζει ότι η προσπάθεια συμμόρφωσης με τον στόχο του ΝΑΤΟ δεν βασίζεται σε ουσιαστική ανάλυση των αναγκών της Ισπανίας. Σύμφωνα με το ισπανικό μέσο ενημέρωσης El Diario, το Sumar θεωρεί ότι η αύξηση των αμυντικών δαπανών δεν συνάδει με τις προτεραιότητες της κοινωνίας.

Ο Ισπανός πρωθυπουργός δήλωσε ότι πιστεύει πως μπορεί να προωθήσει την εφαρμογή του σχεδίου του χωρίς την ανάγκη έγκρισης από το κοινοβούλιο.

Το ισπανικό σχέδιο ανακοινώθηκε λίγες ημέρες μετά από αντίστοιχη ανακοίνωση του Ιταλού υπουργού Οικονομικών, Τζανκάρλο Τζορτζέτι, για την πρόθεση της Ιταλίας να φτάσει και αυτή στον στόχο του 2% εντός του έτους. Σημειώνεται ότι ο πρόεδρος Τραμπ έχει επανειλημμένα καλέσει για αύξηση του στόχου του ΝΑΤΟ ακόμη και στο 5% του ΑΕΠ.

Στους 26 οι νεκροί από επίθεση εναντίον τουριστών στο ινδικό Κασμίρ

Η αστυνομία επιβεβαίωσε σήμερα επίσημα ότι ο απολογισμός των θυμάτων από τη χθεσινή επίθεση των φερόμενων ως αυτονομιστών ανταρτών εναντίον τουριστών στην Παχαλγκάμ, δημοφιλή προορισμό στην πολιτεία Τζαμού και Κασμίρ της Ινδίας, ανέρχεται σε 26 νεκρούς και 17 τραυματίες.

Πρόκειται για την πλέον πολύνεκρη τέτοια επίθεση στην τεράστια αυτή χώρα, τις τελευταίες δύο δεκαετίες.

Χθες, Τρίτη, στο ινδικό Κασμίρ, ένοπλοι άνοιξαν πυρ εναντίον ομάδας τουριστών, διαπράττοντας την πιο φονική επίθεση κατά αμάχων τα τελευταία 25 χρόνια στην περιοχή, όπου η εξέγερση μαίνεται εδώ και δεκαετίες, σύμφωνα με αξιωματούχους των τοπικών υπηρεσιών ασφαλείας που μίλησαν στο Γαλλικό Πρακτορείο.

Μία από τις πηγές ανέφερε ότι μεταξύ των θυμάτων υπάρχουν τουλάχιστον δύο ξένοι τουρίστες. Η επίθεση σημειώθηκε στην Παχαλγκάμ, περίπου 90 χιλιόμετρα από τη Σριναγκάρ.

Ωστόσο, δεν υπάρχει επίσημη επιβεβαίωση για την εθνικότητα των θυμάτων ή για τον ακριβή απολογισμό των νεκρών — κάποιες πηγές κάνουν λόγο για τουλάχιστον 28 — που μετέδωσαν ινδικά μέσα ενημέρωσης.

Καμία οργάνωση δεν έχει αναλάβει την ευθύνη για την επίθεση. Η περιοχή, στην πλειονότητά της μουσουλμανική, είναι επίκεντρο ένοπλης εξέγερσης από το 1989.

Οι αντάρτες διεκδικούν είτε την ανεξαρτησία της περιοχής είτε την ένωσή της με το Πακιστάν, το οποίο ελέγχει μικρότερο τμήμα του Κασμίρ και, όπως και η Ινδία, διεκδικεί το σύνολο της περιοχής.

Το Νέο Δελχί κατηγορεί σταθερά το Ισλαμαμπάντ ότι υποστηρίζει τους αντάρτες, κατηγορία που οι πακιστανικές αρχές απορρίπτουν.

Τουριστικός οδηγός δήλωσε ότι έσπευσε στον τόπο της επίθεσης μόλις άκουσε τους πυροβολισμούς και μετέφερε τραυματίες στο νοσοκομείο με άλογο.

«Είδα κάποιους άνδρες πεσμένους στο έδαφος. Έμοιαζαν νεκροί», αφηγήθηκε ο Ουάχιντ, που δεν θέλησε να αποκαλύψει το επώνυμό του.

Ιατρικό προσωπικό στο νοσοκομείο της Αναντνάγκ δήλωσε ότι παρείχε φροντίδα σε πολλούς τραυματίες, ανάμεσά τους τουλάχιστον δύο που είχαν χτυπηθεί από σφαίρες, εκ των οποίων ο ένας είχε τραυματιστεί στον λαιμό.

«Οπλισμένοι άνδρες βγήκαν από ένα δάσος κοντά σε ανοιχτό λιβάδι και άρχισαν να πυροβολούν», περιέγραψε αυτόπτης μάρτυρας στο AFP, ζητώντας να παραμείνει ανώνυμος.

Ήταν «σαφές» πως απέφυγαν να στοχεύσουν γυναίκες και ότι πυροβολούσαν μόνο άνδρες, «σε κάποιες περιπτώσεις μία φορά, άλλες επανειλημμένα — οι πυροβολισμοί ήταν καταιγιστικοί», πρόσθεσε.

Ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι, ο οποίος συντόμευσε την επίσκεψή του στη Σαουδική Αραβία και επέστρεψε εσπευσμένα, καταδίκασε την «αποτρόπαια επίθεση» και υποσχέθηκε ότι οι υπεύθυνοι θα οδηγηθούν στη δικαιοσύνη.

«Οι σατανικοί τους σκοποί δεν πρόκειται να επιτευχθούν. Η αποφασιστικότητά μας να πολεμήσουμε την τρομοκρατία παραμένει ακλόνητη», τόνισε. «Το μόνο που καταφέρνουν είναι να ενισχύουν τη θέλησή μας.»

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εξέφρασε την «πλήρη υποστήριξή του» προς την Ινδία σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον πρωθυπουργό Μόντι, σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών της Ινδίας.

Η επίθεση σημειώθηκε μία ημέρα μετά τη συνάντηση του αντιπροέδρου των ΗΠΑ, Τζέι Ντι Βανς, με τον πρωθυπουργό Μόντι στο Νέο Δελχί, κατά τη διάρκεια της τετραήμερης επίσημης επίσκεψης του πρώτου στην Ινδία.

Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες τόνισε ότι οι επιθέσεις κατά αμάχων είναι «απαράδεκτες υπό οποιεσδήποτε συνθήκες». Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, χαρακτήρισε την ενέργεια «αποτρόπαιη τρομοκρατική επίθεση», ενώ ο υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ, Γεδεών Σαάρ, εξέφρασε τη «βαθιά του θλίψη» για την επίθεση κατά τουριστών.

Ο Ινδός υπουργός Εσωτερικών, Αμίτ Σα, ανακοίνωσε ότι μεταβαίνει άμεσα στην περιοχή με αεροπλάνο.

«Όσοι ευθύνονται για αυτή την άνανδρη τρομοκρατική ενέργεια δεν πρόκειται να γλιτώσουν. Θα αντιμετωπίσουν τις πιο σκληρές συνέπειες», δήλωσε.

«Όλη η χώρα είναι ενωμένη απέναντι στην τρομοκρατία», δήλωσε ο Ραχούλ Γκάντι, επικεφαλής του αντιπολιτευόμενου Κογκρέσου, καλώντας την κυβέρνηση να αναλάβει τις ευθύνες της.

Ο ινδικός στρατός διατηρεί περίπου 500.000 μέλη του προσωπικού του στο Κασμίρ, παρότι οι συγκρούσεις έχουν μειωθεί από τότε που η κυβέρνηση Μόντι αφαίρεσε το 2019 το καθεστώς αυτονομίας της περιοχής.

Οι ινδικές αρχές προσπαθούν να αναδείξουν το ορεινό Κασμίρ ως τουριστικό προορισμό, προωθώντας δραστηριότητες όπως το σκι τον χειμώνα και επισκέψεις σε μέρη που παραμένουν δροσερά το καλοκαίρι, σε αντίθεση με τη ζέστη που επικρατεί στο μεγαλύτερο μέρος της Ινδίας.

Το 2024, περίπου 3,5 εκατομμύρια τουρίστες επισκέφτηκαν την περιοχή, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν Ινδοί.

Το 2023, η Ινδία φιλοξένησε σύνοδο της G20 για τον τουρισμό στη Σριναγκάρ, επιχειρώντας να δείξει ότι η ασφάλεια έχει αποκατασταθεί, μετά τη σκληρή καταστολή που ακολούθησε την κατάργηση της αυτονομίας του Κασμίρ.

Πολλές τουριστικές εγκαταστάσεις βρίσκονται υπό ανάπτυξη, ορισμένες από αυτές κοντά στα στρατιωτικοποιημένα σύνορα που χωρίζουν τα εδάφη του Κασμίρ υπό ινδικό και πακιστανικό έλεγχο.

Μέχρι τώρα, η φονικότερη επίθεση κατά αμάχων στην περιοχή είχε σημειωθεί τον Μάρτιο του 2000, όταν περίπου 30 Ινδοί πολίτες σκοτώθηκαν την παραμονή της επίσκεψης του τότε προέδρου των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον.