Πέμπτη, 15 Μαΐ, 2025

Ρωσία – Ουκρανία: Η μάχη για το Κουρσκ κλιμακώνεται

Ο ρωσικός στρατός έχει ανακτήσει περισσότερα από 300 τετραγωνικά μίλια εδάφους στην περιοχή του Κουρσκ, από τότε που η Ουκρανία εξαπέλυσε διασυνοριακή επίθεση στην περιοχή το περασμένο καλοκαίρι, σύμφωνα με ανώτατο Ρώσο στρατηγό.

Μιλώντας στην εφημερίδα Κρασνάγια Ζβέζντα, ο Ρώσος στρατηγός Σεργκέι Ρουντσκόι δήλωσε στις 20 Φεβρουαρίου ότι το ανακτημένο έδαφος αντιστοιχεί στο 64% της γης που είχε αρχικά καταλάβει η Ουκρανία κατά την επίθεσή της πέρα από τα σύνορα.

Το Κίεβο δεν έχει σχολιάσει ακόμη τους ισχυρισμούς του στρατηγού, τους οποίους η Epoch Times δεν μπόρεσε να επαληθεύσει.

Τον περασμένο Αύγουστο, η Ουκρανία ξεκίνησε μια αιφνιδιαστική διασυνοριακή επίθεση στο Κουρσκ, το οποίο μοιράζεται εκτεταμένα σύνορα με την περιοχή Σούμι της βορειοανατολικής Ουκρανίας.

Τα ουκρανικά στρατεύματα κατέλαβαν αρχικά αρκετές εκατοντάδες τετραγωνικά μίλια ρωσικού εδάφους στο Κουρσκ, το οποίο το Κίεβο ήλπιζε να χρησιμοποιήσει ως διαπραγματευτικό χαρτί σε πιθανές συνομιλίες για κατάπαυση του πυρός.

Παρά τις σφοδρές ρωσικές αντεπιθέσεις, οι ουκρανικές δυνάμεις εξακολουθούν να διατηρούν ένα σημαντικό—αλλά σταδιακά μειούμενο—τμήμα ρωσικού εδάφους κοντά στα σύνορα.

Στις 19 Φεβρουαρίου, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν δήλωσε ότι ρωσικά στρατεύματα που επιχειρούν στο Κουρσκ είχαν εισέλθει μαζικά στην ουκρανική περιοχή του Σούμι.

Κατά τη διάρκεια της νύχτας, είπε, «μαχητές της 810ης Ταξιαρχίας διέσχισαν τα σύνορα της Ρωσικής Ομοσπονδίας και της Ουκρανίας και εισήλθαν στο έδαφος του εχθρού».

Μιλώντας σε δημοσιογράφους στην Αγία Πετρούπολη, ο Πούτιν ισχυρίστηκε επιπλέον ότι οι ρωσικές δυνάμεις πλέον «προελαύνουν σε όλη τη γραμμή επαφής».

Το 2022, η Μόσχα εισέβαλε και προσάρτησε τις ουκρανικές περιοχές Ντονέτσκ, Λουγκάνσκ, Χερσώνα και Ζαπορίζια, τις οποίες θεωρεί πλέον μέρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

Στις 24 Φεβρουαρίου, η συνεχιζόμενη ρωσική εισβολή, την οποία η Μόσχα αποκαλεί «ειδική στρατιωτική επιχείρηση», θα μπει στο τρίτο έτος της.

Στις πρόσφατες δηλώσεις του προς τον Τύπο, ο Ρουντσκόι επανέλαβε τους ισχυρισμούς του Πούτιν, λέγοντας ότι οι ρωσικές δυνάμεις προελαύνουν προς όλες τις κατευθύνσεις, ενώ η Ουκρανία έχει υιοθετήσει αμυντικές θέσεις.

«Το περασμένο έτος ήταν σημείο καμπής για την επίτευξη των στόχων μας», δήλωσε ο Ρουντσκόι, ο οποίος ηγείται της κύριας επιχειρησιακής διεύθυνσης του ρωσικού Γενικού Επιτελείου.

«Το καθεστώς του Κιέβου δεν θα μπορέσει πλέον να αλλάξει σημαντικά την κατάσταση στο πεδίο της μάχης», πρόσθεσε.

Ο στρατηγός ισχυρίστηκε επίσης ότι η Ουκρανία έχει σε μεγάλο βαθμό «χάσει την ικανότητα να παράγει τα απαραίτητα όπλα, εξοπλισμό και πυρομαχικά».

Σύμφωνα με τον Ρουντσκόι, οι ρωσικές δυνάμεις ελέγχουν πλέον το 75% των περιοχών Ντονέτσκ, Χερσώνα και Ζαπορίζια και πάνω από το 99% του Λουγκάνσκ.

Επαναλαμβάνοντας τη θέση της Μόσχας, δήλωσε ότι και οι τέσσερις περιοχές αποτελούν πλέον ρωσικό έδαφος και δεν πρόκειται ποτέ να επιστραφούν στην Ουκρανία.

Δεκάδες άτομα συνελήφθησαν από τις τουρκικές αρχές για φερόμενες σχέσεις με το PKK

Οι τουρκικές αρχές έχουν συλλάβει δεκάδες άτομα για τα οποία υπάρχουν υποψίες ότι έχουν δεσμούς με το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK), δήλωσε ο υπουργός Εσωτερικών της Τουρκίας στις 18 Φεβρουαρίου.

Τις τελευταίες ημέρες έχουν συλληφθεί συνολικά 282 ύποπτοι σε πολλές επαρχίες, μεταξύ άλλων στην Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα, σύμφωνα με τον Τούρκο υπουργό Εσωτερικών Αλί Γερλικαγιά. «Είμαστε αποφασισμένοι να εξαλείψουμε την τρομοκρατία σε όλες τις μορφές της και να διασφαλίσουμε την ειρήνη, την ενότητα και την ασφάλεια του έθνους μας», είπε σε δηλώσεις του, τις οποίες επικαλείται το κρατικό τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu.

Σε δήλωση που αναρτήθηκε στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X, ο Γερλικαγιά δήλωσε ότι τα άτομα που συνελήφθησαν ήταν ύποπτα για βοήθεια στη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων της ομάδας, τη διανομή υλικού υπέρ του PKK και τη συμμετοχή σε «βίαιες διαμαρτυρίες». Σύμφωνα με τον υπουργό Εσωτερικών, η καταστολή πραγματοποιήθηκε σε συντονισμό με τη Γενική Διεύθυνση Ασφαλείας της Τουρκίας, τις δικαστικές αρχές και τις τοπικές αστυνομικές αρχές. Κατά τη διενέργεια των επιδρομών, οι δυνάμεις ασφαλείας κατέσχεσαν έναν αριθμό παράνομων πυροβόλων όπλων, συμπεριλαμβανομένων δύο πολυβόλων τύπου AK-47, είπε.

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, το PKK διεξάγει ένοπλη εξέγερση κατά του τουρκικού κράτους, πραγματοποιώντας συχνές επιθέσεις τόσο σε στρατιωτικούς όσο και σε πολιτικούς στόχους. Από καιρό θεωρείται τρομοκρατική ομάδα από την Άγκυρα, τις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον. Τον Οκτώβριο του 2024, ένοπλοι του PKK επιτέθηκαν στην έδρα τουρκικής αμυντικής οργάνωσης στην Άγκυρα, αφήνοντας πίσω τους πέντε νεκρούς, μαζί με τους δράστες. Η Τουρκία απάντησε με αεροπορικές επιδρομές σε θέσεις του PKK στο βόρειο Ιράκ, όπου εδρεύει η οργάνωση, και στη βόρεια Συρία, όπου το συριακό παρακλάδι της οργάνωσης – το YPG – διατηρεί σημαντική παρουσία.

Το πρόσφατο κύμα συλλήψεων έρχεται εν μέσω συνομιλιών μεταξύ κυβερνητικών αξιωματούχων και του Αμπντουλάχ Οτσαλάν, του φυλακισμένου ηγέτη του PKK, με στόχο τον τερματισμό της ένοπλης εξέγερσης της ομάδας που συνεχίζεται εδώ και δεκαετίες.

Η αντιπολίτευση αντιδρά

Σύμφωνα με ορισμένα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης, μεταξύ των συλληφθέντων περιλαμβάνονται αρκετά μέλη του κόμματος της αντιπολίτευσης και δημοσιογράφοι.

Το πρακτορείο ειδήσεων Bianet της Τουρκίας, που πρόσκειται στην αντιπολίτευση, ανέφερε ότι μεταξύ των συλληφθέντων ήταν και μέλη του φιλοκουρδικού κόμματος DEM, του Σοσιαλιστικού Κόμματος Επανίδρυσης και του Εργατικού Κόμματος. Μια μικρή μερίδα των κομμάτων της αντιπολίτευσης καταδίκασαν τις συλλήψεις και απαίτησαν την άμεση απελευθέρωση ορισμένων κρατουμένων, ανέφερε το Bianet.

Σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το συνδικάτο των Τούρκων δημοσιογράφων κατήγγειλε επίσης το κύμα συλλήψεων, υποστηρίζοντας ότι αρκετοί δημοσιογράφοι είχαν συλληφθεί άδικα. «Δεν δεχόμαστε ότι [οι δημοσιογράφοι] τίθενται υπό κράτηση μέσω κατ’ οίκον επιδρομών αντί να κληθούν στο αστυνομικό τμήμα», ανέφερε το συνδικάτο. Σύμφωνα με τους επικριτές, η κυβέρνηση έχει προσπαθήσει να δικαιολογήσει τις συλλήψεις προσώπων και ομάδων της αντιπολίτευσης κατηγορώντας τους ψευδώς ότι έχουν διασυνδέσεις με το PKK.

Η κυβέρνηση αρνείται τους ισχυρισμούς, λέγοντας ότι οι συλλήψεις είναι απαραίτητες για τη διασφάλιση της εθνικής ασφάλειας.

Στις 15 Φεβρουαρίου, οι τουρκικές αρχές απομάκρυναν έναν τοπικό δήμαρχο στην ανατολική επαρχία Βαν, διορίζοντας αργότερα έναν περιφερειακό κυβερνήτη στη θέση του. Ο δήμαρχος, μέλος του κόμματος DEM, καταδικάστηκε για «παροχή βοήθειας σε ένοπλη τρομοκρατική οργάνωση» – μια αναφορά στο PKK. Σε ανακοίνωσή του, το κόμμα DEM, το οποίο κατέχει 57 έδρες στο 600μελές κοινοβούλιο της Τουρκίας, χαρακτήρισε την αιφνίδια απομάκρυνση του δημάρχου ως «πλήγμα στη θέληση του λαού».

Από τις αρχές του περασμένου έτους που διεξήχθησαν οι τοπικές εκλογές, οκτώ δήμαρχοι που πρόσκεινται στο κόμμα DEM έχουν απομακρυνθεί από τα καθήκοντά τους μετά από καταδίκες που σχετίζονται με την τρομοκρατία. Μέσα στην ίδια περίοδο, δύο δήμαρχοι που πρόσκεινται στο CHP, το κύριο κόμμα της τουρκικής αντιπολίτευσης, έχουν επίσης απομακρυνθεί από τα καθήκοντά τους υπό παρόμοιες συνθήκες. Την περασμένη εβδομάδα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καταδίκασε την απομάκρυνση των δημάρχων που πρόσκεινται στην αντιπολίτευση ως «παραβίαση των θεμελιωδών αρχών της δημοκρατίας».

Η Άγκυρα, ωστόσο, απορρίπτει τις επικρίσεις, λέγοντας ότι όποιος διαπιστώνεται ότι έχει διασυνδέσεις με την τρομοκρατία δεν θα έπρεπε να του ανατίθεται η ανάληψη κυβερνητικών θέσεων.

Με πληροφορίες από το Reuters

Μάρκο Ρούμπιο: Η Ρωσία πρέπει να αποδεχθεί την εκεχειρία 30 ημερών με την Ουκρανία

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, επανέλαβε την έκκληση προς τη Ρωσία να αποδεχθεί συμφωνία εκεχειρίας 30 ημερών με την Ουκρανία, επισημαίνοντας ότι παραμένουν ανοιχτές πολλές διαπραγματευτικές επιλογές για μια πιο μόνιμη λήξη του πολέμου.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ουκρανία ανακοίνωσαν από κοινού την πρόταση προσωρινής εκεχειρίας μετά τη λήξη συνομιλιών στη Σαουδική Αραβία στις 11 Μαρτίου. Σε κοινή τους δήλωση, οι διαπραγματευτές ανέφεραν ότι η αρχική εκεχειρία θα διαρκέσει 30 ημέρες, με δυνατότητα παράτασης εφόσον Μόσχα και Κίεβο σημειώσουν πρόοδο στις ειρηνευτικές συνομιλίες.

«Όλοι αναμένουμε με ανυπομονησία την απάντηση της Ρωσίας και την παροτρύνουμε να εξετάσει σοβαρά το ενδεχόμενο τερματισμού των εχθροπραξιών», δήλωσε ο Ρούμπιο στους δημοσιογράφους, κάνοντας στάση στην Ιρλανδία στις 12 Μαρτίου, καθώς επέστρεφε στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Ρούμπιο τόνισε πως ενδεχόμενη αρνητική απάντηση από τη Μόσχα θα υποχρεώσει την Ουάσιγκτον να επανεξετάσει τις πραγματικές προθέσεις της Ρωσίας στις διαπραγματεύσεις.

«Αν πουν όχι, θα καταλάβουμε πολλά για τους στόχους τους και τον τρόπο σκέψης τους», σημείωσε.

Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, δήλωσε την Τετάρτη ότι η Μόσχα αναμένει περισσότερες λεπτομέρειες για την πρόταση εκεχειρίας. Δεν απέκλεισε, ωστόσο, το ενδεχόμενο τηλεφωνικής επικοινωνίας μεταξύ του Ντόναλντ Τραμπ και του Βλαντιμίρ Πούτιν.

Ο Ρούμπιο ανέφερε ότι η κυβέρνηση Τραμπ εξετάζει πολλαπλούς διαύλους επικοινωνίας για να προωθήσει τις συνομιλίες.

Εδαφικές παραχωρήσεις της Ουκρανίας

Κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των δημοσιογράφων την Τετάρτη, ο Ρούμπιο επιβεβαίωσε ότι οι συζητήσεις μεταξύ των εκπροσώπων των ΗΠΑ και της Ουκρανίας περιλάμβαναν τη δυνατότητα εδαφικών παραχωρήσεων από το Κίεβο ως μέρος μιας συμφωνίας με τη Ρωσία.

«Είχαμε συνομιλίες», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ θεωρούν μη ρεαλιστικό για την Ουκρανία να περιμένει ότι θα ανακτήσει όλα τα εδάφη που έχει χάσει από το 2014. Ο Ρούμπιο υπογράμμισε πως και οι δύο πλευρές πρέπει να σταματήσουν τις μάχες χωρίς να επιδιώκουν τη μέγιστη πολεμική τους νίκη.

Σύμφωνα με εκτίμηση του Ινστιτούτου Μελέτης του Πολέμου στις 21 Φεβρουαρίου, η Ρωσία ελέγχει σήμερα περίπου το 20% της προπολεμικής ουκρανικής επικράτειας. Ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, έχει ήδη προτείνει ανταλλαγή εδαφών που ελέγχει η Ρωσία στην Ουκρανία με την απόσυρση των ουκρανικών δυνάμεων από περιοχές εντός των ρωσικών συνόρων στην περιφέρεια του Κουρσκ.

Η Μόσχα υποστηρίζει ότι έχει ανακτήσει το μεγαλύτερο μέρος των εδαφών της στο Κουρσκ, αλλά οι ουκρανικές δυνάμεις εξακολουθούν να διατηρούν παρουσία εντός της Ρωσίας. Παραμένει ασαφές εάν ο Ζελένσκι θα διατηρήσει αυτό το διαπραγματευτικό χαρτί στις τελικές ειρηνευτικές συνομιλίες και αν θα μπορέσει να το ανταλλάξει με κάποια περιοχή της προπολεμικής Ουκρανίας.

Ο Ρούμπιο αρνήθηκε να αποκαλύψει λεπτομέρειες σχετικά με τους όρους που το Κίεβο είναι διατεθειμένο να αποδεχθεί.

Ουκρανοί στρατιώτες στοχεύουν με όλμο προς τις ρωσικές θέσεις στην περιοχή Σούμι. Ουκρανία, 9 Μαρτίου 2025. (Diego Fedele/Getty Images)

 

«Δεν πρόκειται να δημοσιοποιήσουμε τι ακριβώς συζητήσαμε, καθώς σε κάθε διαπραγμάτευση υπάρχει το στοιχείο της διατήρησης στρατηγικών πλεονεκτημάτων», είπε.

Τόνισε ότι οι συνομιλίες επικεντρώθηκαν περισσότερο στη διαδικασία διαπραγματεύσεων με τη Μόσχα παρά στους τελικούς όρους μιας ειρηνευτικής συμφωνίας.

«Το κύριο θέμα της συζήτησής μας ήταν η διαδικασία της διαπραγμάτευσης, όχι οι συγκεκριμένοι όροι, αλλά τα βήματα που πρέπει να γίνουν», εξήγησε.

Εγγυήσεις ασφαλείας και φυσικοί πόροι

Ο Ζελένσκι έχει θέσει επανειλημμένα το ζήτημα των διεθνών εγγυήσεων ασφαλείας ως βασική προϋπόθεση για μια τελική ειρηνευτική συμφωνία, προτείνοντας την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ.

Ο Πούτιν αντιτίθεται εδώ και χρόνια στην ένταξη της Ουκρανίας στη Συμμαχία και έχει δηλώσει ότι η πλήρους κλίμακας ρωσική εισβολή το 2022 είχε στόχο να αποτρέψει αυτό το ενδεχόμενο.

Πρόσφατα, Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν προτείνει την ανάπτυξη ειρηνευτικών δυνάμεων εντός της Ουκρανίας για την επιβολή μιας τελικής συμφωνίας. Η κυβέρνηση Τραμπ εμφανίζεται ανοιχτή σε αυτή την πρόταση, εφόσον εφαρμοστεί εκτός του πλαισίου του Άρθρου 5 του ΝΑΤΟ, το οποίο προβλέπει αμοιβαία στρατιωτική συνδρομή μεταξύ των μελών της Συμμαχίας. Ωστόσο, η Μόσχα παραμένει επιφυλακτική απέναντι σε οποιαδήποτε τρίτη δύναμη στην Ουκρανία.

(από αριστερά) Ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ Μάικ Γουόλτς, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο, ο υπουργός Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας Φαϊσάλ μπιν Φαρχάν, ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Μωσαάντ μπιν Μοχάμεντ αλ-Αιμπάν, ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας Αντρίι Σίμπιχα, ο επικεφαλής του προεδρικού γραφείου της Ουκρανίας Αντρίι Γιέρμακ και ο υπουργός Άμυνας της Ουκρανίας Ρουστέμ Ουμερόφτο συμμετέχουν σε συνάντηση στην Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας, στις 11 Μαρτίου 2025. (Salah Malkawi/Getty Images)

 

Ο Ρούμπιο δήλωσε πως η εγγύηση ασφαλείας για την Ουκρανία μπορεί να λάβει διαφορετικές μορφές.

«Δεν έχουμε κάποια προδιαμορφωμένη λύση. Το βασικό είναι ότι πρέπει να είναι κάτι που θα κάνει την Ουκρανία να αισθάνεται ότι μπορεί να αποτρέψει και να αποθαρρύνει μια μελλοντική εισβολή», είπε. «Το πώς θα διαμορφωθεί αυτό, είναι κάτι που θα εξετάσουμε αν φτάσουμε σε εκείνο το στάδιο».

Οι διαπραγματεύσεις για τις εγγυήσεις ασφαλείας των ΗΠΑ προς την Ουκρανία έχουν ήδη αποδειχθεί σημείο τριβής στις συνομιλίες μεταξύ Τραμπ και Ζελένσκι.

Ο Ζελένσκι επισκέφθηκε την Ουάσινγκτον στις 28 Φεβρουαρίου, όπου ο Λευκός Οίκος είχε παρουσιάσει τη συνάντηση ως μια ευκαιρία για την ολοκλήρωση μιας συμφωνίας οικονομικής συνεργασίας μεταξύ ΗΠΑ και Ουκρανίας. Ωστόσο, οι συνομιλίες κατέρρευσαν λόγω διαφωνιών σχετικά με τις εγγυήσεις ασφαλείας και τις ουκρανικές υποχωρήσεις που απαιτούνται για την ειρήνη.

Ο Τραμπ είχε παρουσιάσει τη συμφωνία ως μια ευκαιρία για τις ΗΠΑ να ανακτήσουν μέρος των χρημάτων που έχουν δαπανήσει για την υποστήριξη της Ουκρανίας.

Ο Ρούμπιο, πάντως, δεν χαρακτήρισε τη συνεργασία για τους φυσικούς πόρους ως εγγύηση ασφαλείας, αλλά άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο στρατηγικής εμπλοκής των ΗΠΑ.

Αβέβαιη η ισραηλινή απόσυρση από στρατηγικά σημεία στον Λίβανο

Παρά τη συμφωνία εκεχειρίας που απαιτούσε την πλήρη αποχώρηση του ισραηλινού στρατού από τον Λίβανο εδώ και περισσότερο από έναν μήνα, ο ισραηλινός στρατός παραμένει σε πέντε στρατηγικά σημεία ακριβώς βόρεια των συνόρων. Σύμφωνα με στρατιωτικούς αναλυτές, οι θέσεις αυτές είναι κρίσιμες για την αποτροπή της επανεγκατάστασης της Χεζμπολάχ κοντά στα σύνορα Ισραήλ–Λιβάνου.

Η παρουσία του Ισραήλ σε αυτές τις θέσεις προκαλεί τις αντιδράσεις τόσο του Λιβάνου όσο και τις Σαουδικής Αραβίας, που έχουν ζητήσει από κοινού την αποχώρησή του. Ο νέος πρόεδρος του Λιβάνου δήλωσε στις 28 Φεβρουαρίου, στην εφημερίδα Asharq της Σαουδικής Αραβίας, ότι σχεδιάζει να ζητήσει από το Ριάντ την επανενεργοποίηση ενός πακέτου στρατιωτικής βοήθειας ύψους 3 δισεκατομμυρίων δολαρίων προς τον λιβανέζικο στρατό, το οποίο είχε διακοπεί εδώ και σχεδόν μία δεκαετία.

Η Γαλλία, που επιβλέπει τη συμφωνία εκεχειρίας μαζί με τις Ηνωμένες Πολιτείες, πρότεινε να τοποθετηθούν δικά της στρατεύματα στις συγκεκριμένες θέσεις, σύμφωνα με την ισραηλινή εφημερίδα Haaretz. Παράλληλα, έχει προταθεί είτε ο έλεγχος των θέσεων από τον λιβανέζικο στρατό σε συνεργασία με τη Δύναμη Προσωρινής Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών στον Λίβανο (United Nations Interim Force in Lebanon-UNIFIL) είτε η αναβάθμιση της αρμοδιότητας και του εξοπλισμού της UNIFIL, ώστε να μπορεί να διαχειριστεί τις θέσεις μόνη της.

Σύμφωνα με Ισραηλινούς στρατιωτικούς αναλυτές, μια ισραηλινή αποχώρηση δεν φαίνεται πιθανή στο άμεσο μέλλον, δεδομένης της ελλιπούς εφαρμογής των όρων της εκεχειρίας από τον Λίβανο και τον ΟΗΕ. Η συμφωνία εκεχειρίας προβλέπει την ανάπτυξη του λιβανέζικου στρατού και της UNIFIL στο νότιο Λίβανο με σκοπό την αποτροπή της Χεζμπολάχ, αλλά, όπως δήλωσε στην Epoch Times ο Ισραηλινός απόστρατος ταγματάρχης του Ισραηλινού Στρατού (IDF), Έλιοτ Τσοντόφ, η ανάπτυξη αυτή δεν έχει ακόμη πραγματοποιηθεί αποτελεσματικά ώστε να εμποδίσει την οργάνωση να επανασυσταθεί κοντά στα σύνορα.

Η επιφυλακτική στάση του Ισραήλ σχετίζεται με τα γεγονότα της αποχώρησης του από τον Λίβανο το 2006, η οποία είχε πραγματοποιηθεί με αντάλλαγμα παρόμοιες δεσμεύσεις. Τότε, η UNIFIL και ο λιβανέζικος στρατός δεν κατάφεραν να παρέμβουν, επιτρέποντας στη Χεζμπολάχ να οχυρώσει τα σύνορα και να δημιουργήσει ένα εκτεταμένο δίκτυο σηράγγων σχεδιασμένο για επιθέσεις στο Ισραήλ – μια τακτική που η τρομοκρατική οργάνωση Χαμάς ακολούθησε στην επίθεση της 7ης Οκτωβρίου 2023.

Σήμερα, σύμφωνα με τον Τσοντόφ, ο ισραηλινός στρατός ακολουθεί πολιτική «μηδενικής ανοχής», τονίζοντας ότι οποιαδήποτε ύποπτη δραστηριότητα αποτρέπεται άμεσα, σε αντίθεση με την περίοδο 2006–2023. Ο ίδιος ανέφερε πως η UNIFIL διαθέτει αδύναμη εντολή και είναι μόνο «θεωρητικά ανεπτυγμένη», καθώς δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ για ουσιαστική επιβολή της τάξης. Τόνισε ότι η αποστολή της UNIFIL είναι ειρηνευτική και όχι κατασταλτική, και επομένως δεν είναι σε θέση να λάβει επιθετικά μέτρα για την επιβολή της συμφωνίας.

Όσον αφορά τον λιβανέζικο στρατό, ο Τσοντόφ σημείωσε πως η δέσμευσή του στο σχέδιο της εκεχειρίας παραμένει αμφίβολη, ενώ περίπου το ένα τρίτο των αξιωματικών του ανήκει στη σιιτική κοινότητα. Αν και δεν είναι όλοι μέλη της Χεζμπολάχ, θεωρούνται ύποπτοι. Επιπλέον, ανέφερε ότι ο επικεφαλής της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών στο νότιο Λίβανο, ο οποίος συμμετέχει στην επιτηρούμενη από τις Ηνωμένες Πολιτείες επιτροπή εκεχειρίας, συνελήφθη να παρέχει πληροφορίες στη Χεζμπολάχ, κάτι που υπονομεύει την εμπιστοσύνη προς τον λιβανέζικο στρατό.

Ο πρωθυπουργός του Λιβάνου Ναουάφ Σαλάμ μαζί με στρατιώτες του λιβανέζικου στρατού, σε επίσκεψή του το νότιο χωριό Κιάμ κοντά στα σύνορα με το Ισραήλ, στις 28 Φεβρουαρίου 2025. (Rabih Daher/AFP μέσω Getty Images)

 

Η νέα κυβέρνηση του Λιβάνου

Το Ισραήλ αντιμετωπίζει με επιφυλακτικότητα τη νέα κυβέρνηση του Λιβάνου, η οποία εξελέγη τον Ιανουάριο και ηγείται από τον πρόεδρο Ζοζέφ Αούν, πρώην αρχηγό του γενικού επιτελείου στρατού, και τον πρωθυπουργό Ναουάφ Σαλάμ.

Σύμφωνα με τον αναλυτή Τσοντόφ, ο Σαλάμ δεν θεωρείται φιλικά διακείμενος προς το Ισραήλ, καθώς το έχει χαρακτηρίσει «εχθρό» και το κατηγορεί συχνά για «γενοκτονία». Πριν την εκλογή του στη θέση του πρωθυπουργού, την οποία το Λίβανο αποδίδει σε σουνίτες μουσουλμάνους, ήταν πρόεδρος του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης και είχε προεδρεύσει σε ακρόαση της αγωγής της Νότιας Αφρικής εναντίον του Ισραήλ για γενοκτονία.

Στις 28 Φεβρουαρίου, ο Σαλάμ έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από το κοινοβούλιο, δηλώνοντας ότι ο λιβανέζικος στρατός αποτελεί τη μοναδική δύναμη που επιτρέπεται να υπερασπιστεί τη χώρα σε περίπτωση πολέμου. Η απόφαση αυτή ενισχύει τη θέση του λιβανέζικου στρατού στις προσπάθειες αφοπλισμού της Χεζμπολάχ, γεγονός που αποτελεί πλήγμα για την οργάνωση, η οποία επί χρόνια υποστηρίζει ότι η διατήρηση του οπλισμού της είναι απαραίτητη για την άμυνα του Λιβάνου έναντι του Ισραήλ.

Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος του Λιβάνου Ζοζέφ Αούν ποζάρει για μια φωτογραφία στο προεδρικό μέγαρο στην Μπαάμπντα, ανατολικά της Βηρυτού, στις 9 Ιανουαρίου 2025. (Fadel Itani/AFP μέσω Getty Images)

 

Την ίδια ημέρα, οι αρχές του αεροδρομίου της Βηρυτού κατάσχεσαν 2,5 εκατομμύρια δολάρια σε μετρητά, που προορίζονταν για τη Χεζμπολάχ και τα οποία μετέφερε άνδρας που έφτασε από την Τουρκία. Αναφέρεται ότι ήταν η πρώτη φορά που πραγματοποιήθηκε τέτοια κατάσχεση, η οποία αποτελεί μέρος των προσπαθειών της κυβέρνησης Αούν να περιορίσει τη ροή χρημάτων προς τη Χεζμπολάχ από το Ιράν.

Ο Μοσέ Ελάντ, Ισραηλινός ακαδημαϊκός και απόστρατος συνταγματάρχης του IDF, χαρακτήρισε την προσέγγιση του Αούν ως ενθαρρυντικά πραγματιστική. Σύμφωνα με τον ίδιο, κατά τη διάρκεια της πρόσφατης συνόδου του Αραβικού Συνδέσμου στο Κάιρο, ο Αούν εξέφρασε την αντίθεσή του στην ιδέα αραβικών επενδύσεων στη Γάζα χωρίς προηγούμενη απομάκρυνση της Χαμάς. Ο Ελάντ σημείωσε ότι ο Αούν αντιλαμβάνεται πως το Ισραήλ, ως νικητής του πολέμου, δεν θα ανεχτεί πλέον τη Χαμάς και θα επέμβει εκ νέου για να την εξουδετερώσει εάν χρειαστεί, ενώ παρόμοια είναι η στάση του Ισραήλ απέναντι και στη Χεζμπολάχ.

Ο Ελάντ, ο οποίος είχε υπηρετήσει ως στρατιωτικός διοικητής της Τύρου μετά τον Πρώτο Πόλεμο του Λιβάνου τη δεκαετία του 1980, καθώς και ως διοικητής στην περιοχή Μπιντ Τζμπέιλ, κοντά στα σύνορα του Ισραήλ, ανέφερε ότι ο IDF βρίσκεται υπό πίεση από τον ίδιο του τον πληθυσμό.

Προστασία των μεθοριακών κοινοτήτων

Μετά τις επιθέσεις της Χεζμπολάχ στο πλαίσιο της υποστήριξης προς τη Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, ο ισραηλινός στρατός απομάκρυνε επίσημα περίπου 60.000 κατοίκους από συνοριακές κοινότητες. Πολλοί ακόμη εγκατέλειψαν περιοχές που βρίσκονταν λίγο πιο μακριά από τη μεθόριο. Περίπου οι μισοί από τους εκτοπισμένους κατοίκους έχουν επιστρέψει, αλλά σύμφωνα με τον Ελάντ, όσοι ζουν δύο ή τρία χιλιόμετρα από τα σύνορα αισθάνονται ανασφάλεια και πιέζουν την κυβέρνηση και τον στρατό να μην αποσυρθούν μέχρι να εξασφαλιστεί πλήρως η περιοχή.

Μια ισραηλινή μονάδα πρώτης αντίδρασης σβήνει τις φλόγες μετά από επίθεση με ρουκέτα από τον Λίβανο, εν μέσω διασυνοριακών συγκρούσεων μεταξύ ισραηλινών στρατευμάτων και μαχητών της τρομοκρατικής οργάνωσης Χεζμπολάχ στο Κιριάτ Σμονά του Ισραήλ, στις 4 Ιουνίου 2024. (Jalaa Marey/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο Τσοντόφ, από την πλευρά του, υποβάθμισε τη σημασία των πέντε θέσεων που εξακολουθεί να διατηρεί ο IDF σε λιβανέζικο έδαφος, οι οποίες βρίσκονται το πολύ μερικές εκατοντάδες μέτρα βόρεια της Γαλάζιας Γραμμής – της γραμμής απόσυρσης που καθορίστηκε από τον ΟΗΕ το 2000 – και σε ορισμένες περιπτώσεις μόλις λίγες δεκάδες μέτρα από αυτήν. Ο ίδιος τις χαρακτήρισε «τακτικές προσαρμογές», μικρές στρατιωτικές μετακινήσεις προς τα εμπρός ή προς τα πίσω για την ενίσχυση της αμυντικής θέσης.

Οι θέσεις αυτές βρίσκονται σε υψώματα που επιτρέπουν στις ισραηλινές δυνάμεις να επιβλέπουν το βόρειο τμήμα του Λιβάνου και να εμποδίζουν τη Χεζμπολάχ να χρησιμοποιήσει αυτά τα σημεία για να κατασκοπεύσει το Ισραήλ. Κατανέμονται κατά μήκος των 120 χιλιομέτρων των συνόρων Ισραήλ-Λιβάνου, από τη Μεσόγειο μέχρι την περιοχή βόρεια της Μετούλα, της βορειότερης κοινότητας του Ισραήλ. Υπάρχει μια θέση σε λόφο απέναντι από τη Μετούλα, ενώ οι άλλες τέσσερεις βρίσκονται βόρεια των ισραηλινών συνοριακών κοινοτήτων Σλόμι, Ζαρίτ, Αβιβίμ και Μαργκαλιότ.

Λιβανέζος στρατιώτης παρακολουθεί τη συνοριακή περιοχή με τη βόρεια ισραηλινή πόλη Μετούλα, στις 8 Οκτωβρίου 2023. (Mahmoud Zayyat/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο Τσοντόφ επεσήμανε ότι το έδαφος του βόρειου Ισραήλ και του νότιου Λιβάνου αποτελεί ένα ενιαίο ορεινό σύμπλεγμα, το οποίο ανυψώνεται σταδιακά προς τον βορρά. Τόνισε επίσης ότι ούτε τα σύνορα Ισραήλ-Λιβάνου που χαράχθηκαν στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ούτε η Γαλάζια Γραμμή λαμβάνουν υπόψη την τοπογραφία της περιοχής. Τα υψώματα που ελέγχει ο IDF επιτρέπουν την προστασία των βόρειων κοινοτήτων του Ισραήλ, οι οποίες περιβάλλονται από υψηλότερους λόφους και βουνά στα βόρεια.

Του Dan M. Berger

Με πληροφορίες από το Associated Press και το Reuters

Έπεσε η κυβέρνηση της Πορτογαλίας

Έπειτα από μόλις ένα χρόνο στην εξουσία, η συντηρητική κυβέρνηση μειοψηφίας της Πορτογαλίας κατέρρευσε χθες Τρίτη, καθώς δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει ψήφο εμπιστοσύνης από το κοινοβούλιο.

Ο πρωθυπουργός υπό παραίτηση Λουίς Μοντενέγκρου υπέστη καθαρή ήττα στην πορτογαλική εθνική αντιπροσωπεία, έπειτα από εβδομάδες καταγγελιών της αντιπολίτευσης για σύγκρουση συμφερόντων λόγω δοσοληψιών οικογενειακής επιχείρησης.

Η Πορτογαλία οδηγείται έτσι στις τρίτες βουλευτικές εκλογές σε ισάριθμα χρόνια.

Στη θεωρία, ο πρόεδρος Μαρσέλου Χεμπέλου ντε Σόουζα θα μπορούσε να αναθέσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης σε κάποιον άλλο πολιτικό της κυβερνώσας Δημοκρατικής Συμμαχίας ή στον επικεφαλής της αντιπολίτευσης Πέντρου Νούνου Σάντους του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Αναμένεται να έχει συναντήσεις με τους πολιτικούς αρχηγούς αργότερα σήμερα το πρωί.

Ωστόσο, το πιο πιθανό σενάριο μοιάζει να είναι πως ο αρχηγός του κράτους θα διαλύσει τη Βουλή και θα προκηρύξει πρόωρες εκλογές, που θα μπορούσαν να διεξαχθούν την 11η ή τη 18η Μαΐου.

Η πολιτική κρίση ήταν απρόσμενη για αρκετούς αναλυτές, καθώς η υγεία της οικονομίας της Πορτογαλίας κρίνεται καλή, η ανάπτυξη καταγράφει ρεκόρ και η ανεργία βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά παρότι συνεχίζουν να εφαρμόζονται μέτρα λιτότητας.

Η αντιπολίτευση καταγγέλλει πως η εταιρεία Spinumvira, που ίδρυσε ο κος Μοντενέγκρου το 2021, επωφελήθηκε από το ότι ανέλαβε επικεφαλής της κυβέρνησης του κράτους της Ιβηρικής και έκλεισε συμβάσεις με διάφορες ιδιωτικές εταιρείες.

Ο απερχόμενος πρωθυπουργός αρνείται πως έγινε οτιδήποτε παράνομο και τονίζει πως πλέον η επιχείρηση ανήκει στους γιους του. Ωστόσο, απέφυγε να δώσει οποιαδήποτε πληροφορία για το πελατολόγιο της εταιρείας.

Ο Λουίς Μοντενέγκρου κατάφερε να ξεπεράσει δυο προτάσεις μομφής αφού ξέσπασε το σκάνδαλο πριν από τη χθεσινή ψηφοφορία. Εννοεί μολαταύτα να είναι εκ νέου υποψήφιος, παρά τον σάλο. Δημοσκοπήσεις υποδεικνύουν εξάλλου ότι η Δημοκρατική Συμμαχία μπορεί να εξασφαλίσει καλύτερο αποτέλεσμα από ό,τι τον Μάρτιο του 2024.

Οι εκλογές της Γροιλανδίας καθοριστικές για τη σχέση της με τις ΗΠΑ

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ — Τα βλέμματα του κόσμου ήταν στραμμένα στη Γροιλανδία, καθώς οι κάτοικοι ψήφιζαν στις κοινοβουλευτικές εκλογές στις 11 Μαρτίου. Τα αποτελέσματα μπορεί να προαναγγέλλουν μια ώθηση για ανεξαρτησία από το Βασίλειο της Δανίας.

Ανάλογα με το πώς θα εξελιχθούν οι επόμενες εβδομάδες και μήνες, οι εκλογές μπορεί ακόμη και να ανοίξουν τον δρόμο για μια επιτυχημένη αμερικανική προσπάθεια απόκτησης ή στενής συνεργασίας με την επικράτεια, σύμφωνα με τις δηλώσεις του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ — αν και ο Τραμπ επέλεξε μια πιο ήπια πινελιά τις τελευταίες ημέρες.

«Υποστηρίζουμε σθεναρά το δικαίωμά σας να καθορίσετε το μέλλον σας και, αν το επιλέξετε, σας καλωσορίζουμε στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής», είπε ο Τραμπ στον λαό της Γροιλανδίας στην κοινή ομιλία του στο Κογκρέσο στις 6 Μαρτίου. Παρόμοια γλώσσα χρησιμοποίησε σε μια ανάρτηση στο Truth Social στις 9 Μαρτίου, υποσχόμενος στη Γροιλανδία θέσεις εργασίας και χρήματα με την ένταξη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η οικονομία της Γροιλανδίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αλιεία.

Το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τη Γροιλανδία συνδέεται αφ’ ενός με τα κοιτάσματα σπάνιων γαιών της, που χρησιμοποιούνται σε μπαταρίες, λέιζερ και μια σειρά από άλλες τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένων κρίσιμων αμυντικών εφαρμογών. Εξίσου σημαντική είναι και η στρατηγική θέση της Γροιλανδίας στην Αρκτική, που προκαλεί το ενδιαφέρον και της Κίνας και της Ρωσίας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν ήδη στρατιωτική παρουσία στη Γροιλανδία, τη διαστημική βάση Pituffik.

Ενώ ο Ούλρικ Πραμ Γκαντ του Ινστιτούτου Διεθνών Σπουδών της Δανίας έγραψε τον Ιανουάριο ότι η πρόσθετη συσσώρευση στρατιωτικής παρουσίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένταση και δεν δικαιολογείται από την πραγματικότητα, ο διευθύνων σύμβουλος της GreenMet Ντρου Χορν, απόστρατος καταδρομέας που υπηρέτησε στην πρώτη κυβέρνηση Τραμπ, επικαλέστηκε την τεχνογνωσία του στην εθνική ασφάλεια λέγοντας ότι οι απειλές από τη Ρωσία και την Κίνα είναι χειροπιαστές.

«Το ερώτημα είναι ποιος θα τους περιορίσει; Όχι η Δανία, σωστά; Οι Ηνωμένες Πολιτείες [θα το κάνουν]», δήλωσε στην Epoch Times ο Χορν, ο οποίος επισκέφτηκε τη Γροιλανδία τον Ιανουάριο για να αναπτύξει δεσμούς για εξορύξεις. «Θα πρέπει να είναι μέρος της Βόρειας Αμερικής, αν θέλει».

Ο πρωθυπουργός της Γροιλανδίας Μούτε Μπούραπ Έγκεντε απάντησε γρήγορα στον Τραμπ, λέγοντας ότι η Γροιλανδία «είναι δική μας». Ο Έγκεντε ηγείται ενός κόμματος υπέρ της ανεξαρτησίας, του Inuit Ataqatigiit. Θέλησε να κάνει τις εκλογές στις 11 Μαρτίου, αφού ο Τραμπ μίλησε για την απόκτηση της Γροιλανδίας μερικές εβδομάδες πριν από την ημέρα της ορκωμοσίας του.

Στις προσφορές που έκανε στις 6 και 9 Μαρτίου στη Γροιλανδία, ο Αμερικανός πρόεδρος είχε λιγότερο έντονο τόνο από ό,τι σε μια ανάρτηση στο Truth Social στις 22 Δεκεμβρίου, στην οποία έγραφε ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής πιστεύουν ότι η ιδιοκτησία και ο έλεγχος της Γροιλανδίας είναι απόλυτη αναγκαιότητα». Λίγο αργότερα, ο γιος του προέδρου, ο Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ, επισκέφτηκε την αυτόνομη περιοχή.

Ο βουλευτής Μπάντυ Κάρτερ (Ρ-Γεωργία), ο οποίος εισήγαγε ένα νομοσχέδιο που εξουσιοδοτεί τον πρόεδρο να διαπραγματευτεί για τη Γροιλανδία και να τη μετονομάσει σε «Κόκκινη, Λευκή και Γαλάζια χώρα», επανέλαβε την πρόσφατη υποστήριξη του Τραμπ για την αυτοδιάθεση της Γροιλανδίας σε μια δήλωση που εστάλη μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στην Epoch Times, προσθέτοντας ότι ελπίζει ότι η χώρα θα επιλέξει να ενσωματωθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες.

«Αυτή η συμφωνία θα ήταν ωφέλιμη και για τις δύο πλευρές και έχω εμπιστοσύνη στον επικεφαλής των διαπραγματεύσεων για να την ολοκληρώσει», είπε.

Greenlandic Prime Minister Mute Bourup Egede speaks at a press conference in Copenhagen, Denmark, on Jan. 10, 2025. (Mads Claus Rasmussen/Ritzau Scanpix/AFP/Getty Images)
Ο πρώην πρωθυπουργός της Γροιλανδίας Μούτε Μπούραπ Έγκεντε μιλά σε συνέντευξη Τύπου στην Κοπεγχάγη. Δανία, 10 Ιανουαρίου 2025. (Mads Claus Rasmussen/Ritzau Scanpix/AFP/Getty Images)

 

Ο Λώρενς «Τσιπ» Μουρ, δικηγόρος που υπηρέτησε στον Λευκό Οίκο στην πρώτη κυβέρνηση Τραμπ, είπε στην Epoch Times ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ «αφήνει τα πράγματα να πάρουν τον δρόμο τους» στη Γροιλανδία, κατά τη γνώμη του

Ο Τραμπ «δεν θέλει να πιέσει πολύ τα πράγματα, γιατί τελικά είναι μια απόφαση που πρέπει να πάρουν οι Γροιλανδοί για τον εαυτό τους», πρόσθεσε ο Μουρ.

Οι εκλογές στις 11 Μαρτίου καθόρισαν τη σύνθεση του κοινοβουλίου (Inatsisartut) των 31 μελών. Η Γροιλανδία είναι ένα αρκτικό έθνος με σχεδόν 57.000 ανθρώπους, όπου κυριαρχούν οι Ινουίτ, οι περισσότεροι από τους οποίους μιλούν γροιλανδικά και όχι δανέζικα. Μια πρόσφατη δημοσκόπηση δείχνει ότι οποιαδήποτε προσπάθεια ενσωμάτωσης της Γροιλανδίας στις ΗΠΑ θα προσέκρουε στην κυρίαρχη διάθεση του πληθυσμού, που πλειοψηφικά τάσσεται υπέρ της ανεξαρτησίας του νησιού.

Δημοσκόπηση δημοσιευμένη στα τέλη Ιανουαρίου από το βρετανικό ερευνητικό πρακτορείο Verian δείχνει ότι το 56% των Γροιλανδών θα ψήφιζαν υπέρ της ανεξαρτησίας, με το 28% να είναι αντίθετο και το 17% να είναι αβέβαιο. Η ίδια δημοσκόπηση διαπίστωσε ότι το 85% των ερωτηθέντων ήταν αντίθετοι με την ένταξη στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι Σκανδιναβοί έφτασαν για πρώτη φορά στη Γροιλανδία, το μεγαλύτερο νησί στον κόσμο, τον 10ο αιώνα, ενώ η δανέζικη αποικιακή παρουσία χρονολογείται από το 1721. Το 1953, η Γροιλανδία έγινε διοικητική περιφέρεια της Δανίας, ενώ το 1979 περισσότεροι από το 70%  ψήφισαν υπέρ της εθνικής κυριαρχίας, δίνοντας στη Γροιλανδία ακόμη μεγαλύτερη αυτονομία.

Το 2009, η Γροιλανδία ψήφισε τον νόμο για την αυτοδιοίκηση της Γροιλανδίας, δημιουργώντας μια διαδικασία πολλαπλών σταδίων μέσω της οποίας η περιφέρεια θα μπορούσε να επιδιώξει την ανεξαρτησία της από τη Δανία. Αυτός ο οδηγός περιλαμβάνει δημοψήφισμα από τον λαό της Γροιλανδίας και, τελικά, τη συναίνεση του Folketing, του κοινοβουλίου της Δανίας.

Ο Μουρ προέβλεψε ότι το Folketing δεν θα επεδίωκε να αναιρέσει μια ώθηση ανεξαρτησίας, εάν έφτανε σε αυτό το τελικό στάδιο της διαδικασίας.

«Η κοινοβουλευτική παρέμβαση σε αυτό το στάδιο θα ήταν άτοπη και θα υπονόμευε τη βούληση του λαού της Γροιλανδίας όπως εκφράζεται μέσω των εκλογών και του δημοψηφίσματος, εάν τα πράγματα φτάσουν σε αυτό το σημείο», είπε.

President Donald Trump talks about Greenland as he addresses a joint session of Congress in the House chamber as Vice President JD Vance and House Speaker Mike Johnson listen at the U.S. Capitol in Washington on March 4, 2025. (Julia Demaree Nikhinson/AP Photo)
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απευθύνεται σε κοινή συνεδρίαση του Κογκρέσου στην αίθουσα της Βουλής, στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ. Πίσω διακρίνονται ο αντιπρόεδρος Τζέιμς Βανς (α) και ο πρόεδρος της Βουλής Μάικ Τζόνσον (δ). Ουάσιγκτον, 4 Μαρτίου 2025. (Julia Demaree Nikhinson/AP Photo)

 

Πιστεύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να στείλουν εμπορικούς απεσταλμένους σε προγενέστερο στάδιο της διαδικασίας ανεξαρτησίας — συγκεκριμένα, όταν οι εκτελεστικοί υπουργοί της Γροιλανδίας, το Naalakkersuisut, διαπραγματεύονται με τη δανέζικη κυβέρνηση.

«Ο πολιτικός κίνδυνος είναι ένας παράγοντας σε οποιαδήποτε επένδυση στο εξωτερικό. Εάν οι ΗΠΑ πρόκειται να επενδύσουν πολλά χρήματα στη Γροιλανδία, οι ΗΠΑ θα θέλουν να εξασφαλιστούν από τον κίνδυνο των κρατικοποίησεων ή από νομοθετικές αλλαγές, ώστε οι επενδύσεις τους να μην χαθούν ή μειωθούν λόγω της κυβερνητικής δραστηριότητας της Γροιλανδίας», είπε.

Μια ανεξάρτητη Γροιλανδία θα μπορούσε να ακολουθήσει ποικίλους δρόμους συνεργασίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Πέλε Μπρόμπεργκ, ο οποίος ηγείται του κόμματος Naleraq που τάσσεται υπέρ της ανεξαρτησίας της Γροιλανδίας, έγραψε στο U.S. News and World Report ότι η Γροιλανδία θα μπορούσε να επιδιώξει την ανεξαρτησία και στη συνέχεια «να επιδιώξει το καθεστώς της ‘ελεύθερης ένωσης’, με το οποίο θα λαμβάναμε την υποστήριξη και την προστασία των ΗΠΑ με αντάλλαγμα στρατιωτικά δικαιώματα, χωρίς να γίνει έδαφος των ΗΠΑ».

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν συμφωνίες ελεύθερης ένωσης με το Παλάου, τη Μικρονησία και τα Νησιά Μάρσαλ.

Δύο μήνες προτού οι Γροιλανδοί προετοιμαστούν να συλλογιστούν τις επιλογές τους στις κάλπες, ο Κούπανουκ Όλσεν, ένας δημοφιλής Γροιλανδός, δήλωσε:

«Πιστεύω ακράδαντα στην ανεξαρτησία της Γροιλανδίας. Για να το πετύχουμε αυτό, πρέπει να επεκτείνουμε τις συνεργασίες μας και να δημιουργήσουμε επιχειρηματικές σχέσεις με χώρες πέρα ​​από τη Δανία», είπε σε βίντεο που ανήρτησε τον Ιανουαρίο στο Instagram.

«Ελπίζω ότι θα ενισχύσουμε τις σχέσεις μας με τους  Ινουίτ του Καναδά και της Αλάσκας στο εγγύς μέλλον», πρόσθεσε.

Το Ιράν αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο διαλόγου με τις ΗΠΑ για τα πυρηνικά

Το Ιράν έδειξε ότι είναι ανοιχτό σε διάλογο με την Ουάσιγκτον, εφόσον οι συνομιλίες περιοριστούν σε ζητήματα που αφορούν το πυρηνικό του πρόγραμμα. Σύμφωνα με ανάρτηση της ιρανικής αποστολής στον ΟΗΕ, στις 9 Μαρτίου, στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X, η Τεχεράνη θα μπορούσε να εξετάσει τέτοιες συζητήσεις εάν ο στόχος είναι να διασκεδαστούν οι ανησυχίες σχετικά με την πιθανή στρατιωτικοποίηση του πυρηνικού της προγράμματος.

Η ανακοίνωση αυτή ήρθε δύο ημέρες μετά τη δήλωση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ότι επεδίωξε να προσεγγίσει την ιρανική ηγεσία για να διαπραγματευτεί μια νέα πυρηνική συμφωνία που θα αντικαταστήσει εκείνη από την οποία απέσυρε τις Ηνωμένες Πολιτείες κατά την πρώτη του θητεία.

Ο Τραμπ επανέλαβε πρόσφατα ότι το Ιράν δεν μπορεί να αποκτήσει πυρηνικά όπλα, αναφέροντας ότι δεν αποκλείει τη χρήση στρατιωτικής δράσης προκειμένου να αποτραπεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Ωστόσο, στις 8 Μαρτίου, μία ημέρα μετά τη δήλωση του Τραμπ για επαφές με την Τεχεράνη, ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, απέρριψε το ενδεχόμενο συνομιλιών με ξένες κυβερνήσεις και ηγέτες που, όπως είπε, επιδιώκουν να επιβάλουν νέους περιορισμούς στο Ιράν.

Τον Φεβρουάριο, ο Τραμπ υπέγραψε νέο μνημόνιο εθνικής ασφάλειας, διατάσσοντας την επαναφορά της πολιτικής «μέγιστης πίεσης» απέναντι στο Ιράν, την οποία είχε εφαρμόσει και στην πρώτη του θητεία. Σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, ο στόχος της ανανεωμένης εκστρατείας οικονομικών κυρώσεων είναι η αποτροπή απόκτησης πυρηνικών όπλων από το Ιράν και η αντιμετώπιση της προσπάθειας της Τεχεράνης να αναπτύξει πυραύλους και άλλες ασύμμετρες και συμβατικές στρατιωτικές δυνατότητες. Παράλληλα, ο Λευκός Οίκος υποστήριξε ότι μέσω αυτής της πίεσης επιδιώκει την αποδυνάμωση του δικτύου των ιρανικών πληρεξουσίων στη Μέση Ανατολή.

Ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί, σε ανάρτησή του στις 9 Μαρτίου, ανέφερε ότι οι διαπραγματεύσεις δεν πρέπει να διεξάγονται υπό πίεση ή απειλές, καθώς, όπως τόνισε, η διαπραγμάτευση είναι διαφορετική από την επιβολή και τις διαταγές. Ο ίδιος σημείωσε ότι το Ιράν διαβουλεύεται με τη Γαλλία, τη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Ρωσία και την Κίνα — χώρες που παραμένουν συμβαλλόμενα μέρη της πυρηνικής συμφωνίας του 2015 — σχετικά με την εύρεση τρόπων για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης και της διαφάνειας στο πυρηνικό του πρόγραμμα, με αντάλλαγμα την άρση των «παράνομων κυρώσεων».

Αν και η ιρανική αποστολή στον ΟΗΕ διαβεβαίωσε ότι η Τεχεράνη είναι διατεθειμένη να ακούσει τις διεθνείς ανησυχίες περί απόκτησης πυρηνικών όπλων, ξεκαθάρισε ότι δεν πρόκειται να εγκαταλείψει το πυρηνικό της πρόγραμμα και πως τέτοιου είδους συνομιλίες «δεν θα γίνουν ποτέ». Σύμφωνα με τον Αραγτσί, το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας ήταν και θα παραμείνει αποκλειστικά ειρηνικό και συνεπώς δεν τίθεται θέμα «πιθανής στρατιωτικοποίησής» του.

Ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας (IAEA) έχει εκφράσει ανησυχία για τη συνεχιζόμενη παραγωγή εμπλουτισμένου ουρανίου υψηλής καθαρότητας από το Ιράν. Σε έκθεση που δημοσιεύθηκε στις 26 Φεβρουαρίου, ο οργανισμός εκτίμησε ότι η Τεχεράνη έχει συσσωρεύσει περίπου 274 κιλά ουρανίου εμπλουτισμένου κατά 60%.

Για να παραχθεί υλικό κατάλληλο για πυρηνικά όπλα, το ουράνιο πρέπει να εμπλουτιστεί σε επίπεδο 90%.

Στην ίδια έκθεση, ο ΟΗΕ τόνισε ότι το Ιράν είναι το μοναδικό κράτος χωρίς πυρηνικά όπλα που παράγει τέτοιου είδους υλικό, χαρακτηρίζοντας την κατάσταση «ιδιαίτερα ανησυχητική».

Ο χρόνος για την Τεχεράνη μπορεί να είναι περιορισμένος όσον αφορά την προοπτική συνομιλιών. Σε συνέντευξή του στο Fox Business, στις 7 Μαρτίου, ο Τραμπ δήλωσε ότι μπορούν να κάνουν μια συμφωνία που θα ήταν εξίσου καλή σαν να είχαν νικήσει στρατιωτικά, τόνισε ωστόσο ότι «ο χρόνος λιγοστεύει».

Η Αυστραλία απαντά στις ρωσικές προειδοποιήσεις για την Ουκρανία

Μία μέρα μετά την προειδοποίηση της ρωσικής πρεσβείας στην Καμπέρα προς την Αυστραλία να μην εμπλακεί στη σύγκρουση με την Ουκρανία, το υπουργείο Εξωτερικών απάντησε με σθένος ότι δεν πρόκειται να πτοηθεί.

«Το μήνυμά μας προς τη Ρωσία είναι: σταματήστε την παράνομη εισβολή σας στην Ουκρανία. Δεν θα μας αποτρέψετε από το να εργαζόμαστε για μια δίκαιη ειρήνη για τον λαό της Ουκρανίας», δήλωσε το υπουργείο στην εφημερίδα The Epoch Times.

Εκπρόσωπος του υπουργείου τόνισε ότι η Αυστραλία έχει μία περήφανη παράδοση στην υποστήριξη της ειρήνης, με 80 χρόνια συμμετοχής σε διεθνείς αποστολές ειρηνευτικής φύσεως.

«Η Αυστραλία έχει πει ότι, αν λάβουμε αίτημα για στήριξη με αποστολή ειρηνευτικής δύναμης, θα το εξετάσουμε», σημείωσε ο εκπρόσωπος.

Η ρωσική πρεσβεία εξέδωσε ανακοίνωση προειδοποιώντας την Αυστραλία να μην προχωρήσει σε περαιτέρω συνεισφορές στον πόλεμο στην Ουκρανία — η χώρα έχει ήδη στείλει βοήθεια αξίας άνω του 1,5 δισ. δολαρίων, συμπεριλαμβανομένων όπλων και εξοπλισμού.

«Σε όσους τείνουν να ερμηνεύσουν τα παραπάνω ως απειλή: δεν είναι. Είναι προειδοποίηση. Η Ρωσία δεν έχει καμία πρόθεση να βλάψει Αυστραλούς», ανέφερε η πρεσβεία.

«Η Καμπέρα μπορεί εύκολα να αποφύγει τα μπλεξίματα, αρκεί να απέχει από ανεύθυνες περιπέτειες στη ζώνη της Ειδικής Στρατιωτικής Επιχείρησης.»

Τον Δεκέμβριο, ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε ότι 43.000 Ουκρανοί έχουν χάσει τη ζωή τους από την έναρξη του πολέμου στις 24 Φεβρουαρίου 2022.

Ο Αλμπανέζε ανοιχτός σε αποστολή ειρηνευτικής δύναμης στην Ουκρανία

Ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας Άντονι Αλμπανέζε, δήλωσε ότι η κυβέρνησή του θα εξετάσει το ενδεχόμενο αποστολής προσωπικού για την υποστήριξη αποστολών ειρήνευσης.

«Έχω πει ξεκάθαρα, δημόσια και επανειλημμένα ότι θα εξετάσουμε τη συμμετοχή μας σε οποιαδήποτε αποστολή ειρηνευτικής δύναμης στην Ουκρανία», είπε ο Αλμπανέζε στους δημοσιογράφους στις 9 Μαρτίου.

«Δεν μπορείς να έχεις ειρηνευτικές δυνάμεις χωρίς ειρήνη. Γι’ αυτό, κοιτάζοντας μπροστά, είναι σημαντικό να γίνει προγραμματισμός και η Αυστραλία θα συμμετάσχει σε αυτή τη συνάντηση».

Ο πρωθυπουργός πρόσθεσε ότι η κυβέρνησή του θα ενταχθεί στην ευρωπαϊκή «συμμαχία των προθύμων» κατά της ρωσικής επιθετικότητας.

Ο Αλμπανέζε σημείωσε ότι είναι νωρίς για αποφάσεις σχετικά με στρατεύματα, αλλά έχει ήδη στείλει εκπρόσωπο να συζητήσει στρατηγικές ασφάλειας για την Ουκρανία σε συνάντηση Ευρωπαίων αρχηγών άμυνας.

Εν τω μεταξύ, ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, Πίτερ Ντάτον, απέρριψε την ιδέα αποστολής αυστραλιανών στρατευμάτων στην Ουκρανία, λέγοντας: «Πιστεύω ότι είναι καθήκον των Ευρωπαίων […] όπως είπε ο Ντόναλντ Τραμπ, οι Ευρωπαίοι πρέπει να κάνουν περισσότερα για την άμυνα της Ευρώπης», δήλωσε στο ABC News.

Ο Ντάτον είχε ζητήσει στο παρελθόν περισσότερη στρατιωτική στήριξη της Αυστραλίας προς την Ουκρανία, όπως εξοπλισμό, προμήθειες και βοήθεια.

Μαζί με τους Ντέιβιντ Κόλμαν και Άντριου Χέιστι, είχαν επικρίνει την ανταπόκριση της κυβέρνησης Αλμπανέζε ως αργή και ανεπαρκή.

Ο SDF και η Δαμασκός συμφωνούν για την επανένταξη των Κούρδων

Οι Δημοκρατικές Δυνάμεις της Συρίας (SDF), που υποστηρίζονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες και κυριαρχούνται από κουρδικά στοιχεία, υπέγραψαν συμφωνία με τη νέα κυβέρνηση της Δαμασκού τη Δευτέρα, επανεντάσσοντας τη βορειοανατολική περιοχή στην υπόλοιπη χώρα.

Ο SDF δημιουργήθηκε το 2015 με την υποστήριξη των ΗΠΑ και συνέβαλε στην ήττα του ISIS στην ανατολική Συρία μέχρι το 2019, δημιουργώντας τελικά μια αυτόνομη περιοχή πλούσια σε πετρέλαιο, στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας.

Ο προσωρινός πρόεδρος της Συρίας Άχμεντ αλ Σάρα και ο διοικητής του SDF Μαζλούμ Άμπντι επισημοποίησαν τη συμφωνία τη Δευτέρα, ενώ το κείμενο της συμφωνίας δημοσιεύθηκε στο κρατικό πρακτορείο ειδήσεων της Συρίας SANA.

Η παρούσα κυβέρνηση της Δαμασκού σχηματίστηκε από μέλη της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS), μιας σουνιτικής ισλαμιστικής οργάνωσης που έχει χαρακτηριστεί ως ξένη τρομοκρατική οργάνωση από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Η HTS προήλθε από το Μέτωπο αλ Νούσρα (ANF), τον συριακό κλάδο της αλ Κάιντα.

Σύμφωνα με το SANA, η συμφωνία αναγνωρίζει την κουρδική κοινότητα ως αναπόσπαστο μέρος του συριακού κράτους, με την εγγύηση των πολιτικών και συνταγματικών της δικαιωμάτων. Προβλέπει επίσης την ενσωμάτωση όλων των πολιτικών και στρατιωτικών θεσμών της βορειοανατολικής Συρίας στη διοίκηση του συριακού κράτους, συμπεριλαμβανομένων των συνοριακών διαβάσεων, των αεροδρομίων και των πετρελαϊκών και ενεργειακών εγκαταστάσεων. Και οι δύο πλευρές στοχεύουν στην πλήρη εφαρμογή της συμφωνίας έως το τέλος του 2025.

Οικοδομώντας ένα καλύτερο αύριο

Δεν έχει διευκρινιστεί εάν ο SDF θα διαλυθεί πλήρως, παραδίδοντας τα όπλα, ώστε να ενσωματωθεί σε έναν νέο συριακό στρατό. Ο Άμπντι δήλωσε μέσω της πλατφόρμας X ότι σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο, εργάζονται για να διασφαλίσουν μια μεταβατική φάση που θα αντανακλά τις προσδοκίες του λαού τους για δικαιοσύνη και σταθερότητα. Υπογράμμισε ότι δεσμεύονται να οικοδομήσουν ένα καλύτερο μέλλον που θα εγγυάται τα δικαιώματα όλων των Σύρων και θα εκπληρώνει τις επιδιώξεις τους για ειρήνη και αξιοπρέπεια, χαρακτηρίζοντας τη συμφωνία ως πραγματική ευκαιρία για τη δημιουργία μιας νέας Συρίας που θα αγκαλιάζει όλα τα στοιχεία της και θα διασφαλίζει την καλή γειτονία.

Η συμφωνία αυτή επετεύχθη λίγες ημέρες μετά την έκφραση ανησυχίας από τις Ηνωμένες Πολιτείες σχετικά με τις δολοφονίες μελών της αλαουιτικής μειονότητας στη βορειοδυτική Συρία από τις δυνάμεις της HTS. Στις 9 Μαρτίου, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο κάλεσε τις συριακές αρχές να αναγκάσουν τους υπεύθυνους για αυτές τις σφαγές να λογοδοτήσουν, τονίζοντας ότι οι ΗΠΑ στέκονται στο πλευρό των θρησκευτικών και εθνοτικών μειονοτήτων της Συρίας, συμπεριλαμβανομένων των χριστιανών, των Δρούζων, των Αλαουιτών και των Κούρδων.

Στις 10 Μαρτίου, σε συνέντευξή του στο Reuters, ο αλ Σάρα δήλωσε ότι η Συρία είναι ένα κράτος δικαίου και ο νόμος εφαρμόζεται για όλους. Τόνισε ότι αγωνίστηκαν για να υπερασπιστούν τους καταπιεσμένους και δεν θα επιτρέψουν να χυθεί άδικα αίμα χωρίς τιμωρία ή λογοδοσία, ακόμα και μεταξύ των πιο κοντινών τους ανθρώπων.

Τον Δεκέμβριο, η HTS, με την υποστήριξη του SDF και του υποστηριζόμενου από την Τουρκία Εθνικού Στρατού της Συρίας (SNA), ανέτρεψε τον υποστηριζόμενο από τη Ρωσία πρόεδρο Μπασάρ αλ-Άσαντ, ο οποίος ανήκει στη μειονότητα των Αλαουιτών και κατέφυγε στη Μόσχα. Ακολούθησαν συγκρούσεις στον βορρά, με τον SNA να καταλαμβάνει την πόλη Μάνμπιτζ από τον SDF.

Η Τουρκία αντιτίθεται εδώ και καιρό στον SDF, λόγω των στενών δεσμών του με το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK), το οποίο έχει χαρακτηριστεί τρομοκρατική οργάνωση από την Άγκυρα, τις Βρυξέλλες, το Λονδίνο και την Ουάσιγκτον. Το Συμβούλιο Διεθνών Σχέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης περιγράφει τον SDF ως έναν «πολυεθνικό συνασπισμό Κούρδων, Αράβων και χριστιανών μαχητών», κυριαρχούμενο από τις Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG), οι οποίες ιδρύθηκαν το 2012 από βετεράνους του PKK, συμπεριλαμβανομένου του Μαζλούμ Άμπντι.

Στις 27 Φεβρουαρίου, ο φυλακισμένος ηγέτης του PKK Αμπντουλάχ Οτσαλάν απηύθυνε έκκληση στην οργάνωση να καταθέσει τα όπλα, δηλώνοντας ότι κάθε σύγχρονη κοινότητα και πολιτική οντότητα που δεν έχει κατασταλεί δια της βίας πρέπει να ενταχθεί στο κράτος και την κοινωνία με δική της βούληση και να λάβει σχετική απόφαση. Πρόσθεσε επίσης ότι όλες οι ομάδες πρέπει να καταθέσουν τα όπλα και ότι το PKK πρέπει να διαλυθεί.

SDF εναντίον ISIS

Από την ήττα του ISIS, ο SDF διαδραματίζει βασικό ρόλο στη συνεργασία με τις αμερικανικές δυνάμεις για την καταπολέμηση τζιχαντιστικών στοιχείων στην ανατολική Συρία. Στις 6 Μαρτίου, πραγματοποίησε επιδρομή στην πόλη Σαχίλ, όπου συνέλαβε τον Σαλάχ Μοχάμεντ αλ Αμπντουλάχ, που περιγράφηκε από την κεντρική διοίκηση των ΗΠΑ ως «ηγέτης πυρήνα του ISIS». Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης, κατασχέθηκαν όπλα και πυρομαχικά. Η Centcom τόνισε ότι η επιχείρηση ήταν μέρος της συνεχιζόμενης εκστρατείας για την εξάλειψη του ISIS, με τις αμερικανικές δυνάμεις να παρέχουν τεχνική υποστήριξη και πληροφορίες στον SDF.

Του Chris Summers

Με πληροφορίες από το Reuters

Υποχωρεί η κινεζική επιρροή δεκαετιών στον Παναμά υπό την πίεση των ΗΠΑ

Πριν από περίπου 10 χρόνια, η οικογενειακή ναυτιλιακή επιχείρηση του Λούις Σολά έλαβε παραχώρηση για την κατασκευή μαρίνας και λιμανιού κρουαζιέρας στο Αμαδόρ, μια γέφυρα που βρίσκεται στην είσοδο της διώρυγας του Παναμά στον Ειρηνικό.

«Αυτό θα ήταν το πρώτο λιμάνι κρουαζιέρας στον Ειρηνικό», δήλωσε ο Σολά, ο οποίος σήμερα υπηρετεί ως πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Ναυτιλιακής Επιτροπής των ΗΠΑ.

Όλα άλλαξαν το 2017, όταν ο Παναμάς προσχώρησε στην πρωτοβουλία «Μια ζώνη, ένας δρόμος» του κινεζικού καθεστώτος. Η πρωτοβουλία απαιτούσε από την κυβέρνηση του Παναμά να αναγνωρίσει την Ταϊβάν ως μέρος της Κίνας – προς μεγάλη έκπληξη και ανησυχία των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες δηλώνουν σύμμαχος της Ταϊβάν.

Στη συνέχεια, ο Παναμάς ανακάλεσε την παραχώρηση της έκτασης όπου η οικογένεια Σολά σχεδίαζε να δαπανήσει 30 εκατομμύρια δολάρια για ένα λιμάνι κρουαζιέρας. Αντ’ αυτού, ο Παναμάς εθνικοποίησε το έργο, έδωσε την παραχώρηση σε μια κινεζική εταιρεία και την πλήρωσε 300 εκατομμύρια δολάρια για να κατασκευάσει το λιμάνι κρουαζιέρας. Επιπλέον, η γη που θα χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή μαρίνας χαρακτηρίστηκε ως πρεσβεία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

Τελικά, η οικογένεια Σολά πήρε πίσω τη γη και η πίεση από τις ΗΠΑ και το εσωτερικού έβαλε τέλος στα σχέδια του κινεζικού καθεστώτος για την κατασκευή πρεσβείας στο Αμαδόρ.

Πλήγμα για την Κίνα ήταν η ανακοίνωση του προέδρου του Παναμά στις 2 Φεβρουαρίου ότι δεν θα ανανεώσει τη συμφωνία «Μια ζώνη, ένας δρόμος» με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) – μια σημαντική νίκη για την εκστρατεία πίεσης του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

Η επιρροή του Πεκίνου

Η προσωπική ιστορία του Σολά, που ειπώθηκε κατά τη διάρκεια ακρόασης της Επιτροπής Εμπορίου, Επιστημών και Μεταφορών της Γερουσίας στις 28 Ιανουαρίου, υπογραμμίζει ένα καυτό θέμα – την κινεζική επιρροή στη Διώρυγα του Παναμά.

Η 100ετής στρατηγική υδάτινη οδός, που αγνοήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την πολιτική των ΗΠΑ για δεκαετίες, έχει βρεθεί στο επίκεντρο των αυξανόμενων εντάσεων μεταξύ Πεκίνου και Ουάσιγκτον.

(Επάνω) Ένας χάρτης και μια δορυφορική εικόνα δείχνουν το λιμάνι Κριστομπάλ στον Παναμά. (Κάτω) Ένας χάρτης και μια δορυφορική εικόνα δείχνουν το λιμάνι Μπαλμπόα στον Παναμά. (Εικονογράφηση: The Epoch Times, Google Earth, Shutterstock)

 

Οι κινεζικές υποδομές και τα λιμάνια τόσο στο άκρο του Ατλαντικού όσο και στο άκρο του Ειρηνικού της Διώρυγας του Παναμά έχουν κάνει ορισμένους εμπειρογνώμονες να ανησυχούν ότι το Πεκίνο έχει de facto τον έλεγχο της στρατηγικής υδάτινης οδού, κάτι που συνιστά πιθανή παραβίαση της Συνθήκης Ουδετερότητας ΗΠΑ-Παναμά, και θέτει σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ.

Ενώ οι στρατιωτικοί ηγέτες έχουν ‘κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου’ για την αυξανόμενη επιρροή του κινεζικού καθεστώτος στη διώρυγα του Παναμά και σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική, το ζήτημα ήρθε στο προσκήνιο όταν ο επερχόμενος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τον Δεκέμβριο του 2024 ότι η διαχείριση της διώρυγας «ανήκει αποκλειστικά στον Παναμά […], όχι στην Κίνα».

Ο Τραμπ παραπονέθηκε επίσης ότι τα αμερικανικά πλοία, τα οποία είναι οι βασικοί χρήστες της διώρυγας, «καταληστεύονται» με υψηλά τέλη, μια άλλη πιθανή παραβίαση της συνθήκης για δίκαιη αντιμετώπιση όλων των εθνών.

Μετά την ανάληψη των καθηκόντων του τον Ιανουάριο, ο Τραμπ δήλωσε ότι τη διώρυγα λειτουργεί το κινεζικό καθεστώς και υποσχέθηκε να παρέμβει, προκαλώντας διαψεύσεις από το Πεκίνο και τον Παναμά.«Η Κίνα διαχειρίζεται τη διώρυγα του Παναμά», δήλωσε ο Τραμπ κατά τη διάρκεια της ομιλίας του κατά την ορκωμοσία του. «Και δεν τη δώσαμε εμείς στην Κίνα. Τη δώσαμε στον Παναμά και την παίρνουμε πίσω».

Κίνδυνος για την εθνική ασφάλεια

Οι Κινέζοι στρατιώτες δεν χρειάζεται να είναι παρόντες για να μπορέσει το ΚΚΚ να προκαλέσει αναστάτωση στη διώρυγα και να θέσει σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ, σε περίπτωση που οι Ηνωμένες Πολιτείες εμπλακούν σε σύγκρουση με το κινεζικό καθεστώς για την Ταϊβάν, σύμφωνα με τον Αντρές Μαρτίνες-Φερνάντες, ανώτερο αναλυτή πολιτικής για τη Λατινική Αμερική στο Heritage Foundation.

Το γεγονός ότι δύο από τα πέντε κύρια λιμάνια του Παναμά ελέγχονται από την CK Hutchison Holdings με έδρα το Χονγκ Κονγκ – το Μπαλμπόα στην πλευρά του Ειρηνικού και το Κριστόμπαλ στην πλευρά του Ατλαντικού – αποτελεί σημαντική ανησυχία για ορισμένους αναλυτές.

Εξίσου ανησυχητικό είναι ότι το 2018 μια κινεζική κοινοπραξία με επικεφαλής την κρατική China Harbour Engineering Company και την China Communications Construction Company ανέλαβε σύμβαση ύψους 1,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την τέταρτη γέφυρα της διώρυγας.

(Επάνω) Μέλη της κινεζικής υπηρεσίας ασφαλείας συνοδεύουν το αυτοκίνητο του Κινέζου ηγέτη Σι Τζινπίνγκ καθώς φεύγει από τις αποβάθρες Cocoli στη διευρυμένη διώρυγα του Παναμά, στις 3 Δεκεμβρίου 2018. (Κάτω) Ο πρόεδρος του Παναμά Χουάν Κάρλος Βαρέλα και ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών Γουάνγκ Γι παρευρίσκονται στα εγκαίνια της πρεσβείας του Παναμά στο Πεκίνο, στις 16 Νοεμβρίου 2017. (Luis Acosta/AFP μέσω Getty Images, Jason Lee/AFP μέσω Getty Images).

 

«Η διώρυγα είναι πολύ ευάλωτη σε κάθε είδους σαμποτάζ», δήλωσε ο Μαρτίνες-Φερνάντες στην Epoch Times. «Δεν χρειάζεται ένα [κινεζικό] πολεμικό πλοίο για να γίνει αυτό».

Η διώρυγα έχει τόσο οικονομική όσο και στρατιωτική σημασία για τις Ηνωμένες Πολιτείες, διότι αποτελεί στρατηγικό σημείο αποτροπής ως κρίσιμη δίοδος για τα πολεμικά πλοία των ΗΠΑ στον Ατλαντικό και τον Ειρηνικό Ωκεανό, σε περίπτωση στρατιωτικής σύγκρουσης με το κινεζικό καθεστώς.

Περίπου 270 δισεκατομμύρια δολάρια φορτίου περνούν από τη διώρυγα κάθε χρόνο, ποσό που αντιστοιχεί στο 5% του παγκόσμιου όγκου του θαλάσσιου εμπορίου. Περισσότερο από το 70% από αυτό διέρχεται από ή προς τα λιμάνια των ΗΠΑ.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες παρέδωσαν την κυριαρχία της διώρυγας του Παναμά στον Παναμά στις 31 Δεκεμβρίου 1999, βάσει συνθήκης που υπογράφηκε το 1977 από τον πρόεδρο Τζίμι Κάρτερ.

Η συμφωνία περιελάμβανε τη Συνθήκη Ουδετερότητας, σύμφωνα με την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούσαν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν στρατιωτική δύναμη για να διασφαλίσουν τη διώρυγα από ξένη επίθεση ή απειλές κατά της ουδετερότητάς της.

Για τον Παναμά, η διώρυγα είναι μέρος της εθνικής του ταυτότητας και ο μεγαλύτερος χρηματοδότης του, αποφέροντας περίπου 28 δισεκατομμύρια δολάρια στη χώρα τα τελευταία 25 χρόνια, σύμφωνα με τον Παναμά.

Ο πρόεδρος του Παναμά Χοσέ Ραούλ Μουλίνο δήλωσε στις 30 Ιανουαρίου ότι θα ήταν «αδύνατο» να επιστρέψει η διώρυγα στον έλεγχο των ΗΠΑ και ότι ο Παναμάς δεν μπορεί να αφαιρέσει αυθαίρετα παραχωρήσεις από εταιρείες που συνδέονται με την Κίνα, αναφερόμενος στα λιμάνια της Hutchison.

Ωστόσο, η κυβέρνηση ανακοίνωσε τον Ιανουάριο ότι εξετάζει τις παραχωρήσεις των κινεζικών λιμένων.

Το φορτηγό πλοίο Celsius Nicosia των Νήσων Μάρσαλ στον διεθνή τερματικό σταθμό Manzanillo στο Κολόν του Παναμά, στις 29 Ιανουαρίου 2025. (Martin Bernetti/AFP μέσω Getty Images)

 

Η Panama Ports Co., που ελέγχεται από την CK Hutchison Holdings, ειδοποιήθηκε για τον έλεγχο λίγο μετά τις κατηγορίες του Τραμπ ότι το ΚΚΚ ελέγχει την πλωτή οδό, σύμφωνα με τη Ναυτιλιακή Αρχή του Παναμά.

Ο Μαρτίνες-Φερνάντες δήλωσε ότι πιστεύει ότι η πιο πιθανή διπλωματική λύση στην ανησυχία των ΗΠΑ για την εθνική ασφάλεια θα είναι η μείωση της κινεζικής παρουσίας κατά μήκος της διώρυγας και των λιμανιών. «Οι επενδύσεις της Κίνας σε αυτές τις υποδομές, γύρω από τη διώρυγα, γύρω από άλλα μέρη της περιοχής, την Καραϊβική και τη Νότια Αμερική, απλά εγείρουν πολλές κόκκινες σημαίες», δήλωσε.

Εν τω μεταξύ, το κινεζικό καθεστώς έχει υποστηρίξει δημοσίως την ιδιοκτησία και τον έλεγχο της διώρυγας από τον Παναμά, παίζοντας με την εθνική ταυτότητα και την κυριαρχία του Παναμά για να ενισχύσει τα πολιτικά του ερείσματα. Ο Γουάνγκ Γι, Κινέζος κρατικός σύμβουλος και υπουργός Εξωτερικών του ΚΚΚ, αποκάλεσε τον Παναμά «φίλο και καλό εταίρο» κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνομιλίας που είχε το 2021 με την Έρικα Μουίνιες, την υπουργό Εξωτερικών του Παναμά.

Ο Γι δήλωσε ότι η Κίνα «θα συνεχίσει να υποστηρίζει τις προσπάθειες του Παναμά να υπερασπιστεί τα νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντά του στη διεθνή σκηνή, περιλαμβανομένης της κυριαρχίας του Παναμά επί της διώρυγας».

Θέμα ουδετερότητας

Όταν έφτανε κάποιος αεροπορικώς στον Παναμά, διαφημιστικές πινακίδες της Τράπεζα της Κίνας υποδέχονταν τους επισκέπτες μέχρι πρόσφατα.

Σύμφωνα με κατοίκους του Παναμά που μίλησαν στην Epoch Times, οι διαφημιστικές πινακίδες κατέβηκαν λίγο πριν από τη συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο με τον πρόεδρο του Παναμά στις 2 Φεβρουαρίου.

Οι διαφημιστικές πινακίδες αναδεικνύουν την επιρροή του Πεκίνου στον Παναμά και ο Τραμπ, σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λίγο πριν από την επίσκεψη του Ρούμπιο, δήλωσε ότι ο Παναμάς προσπαθεί να κατεβάσει το 64% των πινακίδων που είναι γραμμένες στα κινεζικά.

«Βρίσκονται σε όλη τη ζώνη [της Διώρυγας του Παναμά] επειδή η Κίνα ελέγχει τη Διώρυγα του Παναμά», δήλωσε ο Τραμπ στις 28 Ιανουαρίου. «Δεν πρόκειται να περάσει αυτό!»

Παρόλο που ο Παναμάς αποφάσισε να μην ανανεώσει τη συμφωνία «Μια ζώνη, ένας δρόμος» με την Κίνα αμέσως μετά την επίσκεψη του Ρούμπιο, το γεγονός παραμένει ότι δύο από τα βασικά λιμάνια του Παναμά ελέγχονται από μια εταιρεία με έδρα το Χονγκ Κονγκ.

Η CK Hutchison Holdings κέρδισε για πρώτη φορά μια προσφορά για τη λειτουργία των δύο αυτών λιμανιών το 1997, αλλά έκτοτε το Πεκίνο έχει καταπατήσει την ανεξαρτησία της πόλης και την έχει θέσει σταθερά υπό τον έλεγχο του κομμουνιστικού καθεστώτος.

Ο υπουργός Εξωτερικών του Παναμά Χαβιέρ Μαρτίνες-Άτσα (δ) μαζί με τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο (α) μετά τη συνάντησή τους στο προεδρικό μέγαρο στην Πόλη του Παναμά, στις 2 Φεβρουαρίου 2025. (Arnulfo Franco/AFP μέσω Getty Images)

 

Τα λιμάνια της Hutchison βρίσκονται στο επίκεντρο της ανησυχίας των ΗΠΑ, μαζί με τις κινεζικές κρατικές επιχειρήσεις που κατασκευάζουν μια τέταρτη γέφυρα πάνω από το κανάλι, κυρίως επειδή το ΚΚΚ επιβάλλει στις κινεζικές εταιρείες να συνεργάζονται με τις κρατικές υπηρεσίες πληροφοριών.

Ωστόσο, το ΚΚΚ φαίνεται να έχει αποκτήσει ερείσματα χωρίς σημαντικές επενδύσεις στα λιμάνια.

Μιλώντας ενώπιον της επιτροπής της Γερουσίας, ο Σολά είπε ότι ενώ τα κινεζικά λιμάνια στον Παναμά δεν έχουν συνεισφέρει τίποτα τα τελευταία 25 χρόνια, συνέχισαν να λειτουργούν τα λιμάνια Μπαλμπόα και Κριστόμπαλ.

«Δεν καταλαβαίνω γιατί ο Παναμάς θα επέτρεπε τη λειτουργία αυτών των δύο λιμανιών και θα έθετε σε κίνδυνο τις λειτουργίες που έχουν στη διώρυγα», είπε.

Ο Σολά δήλωσε ότι τα λιμάνια Hutchison λαμβάνουν ειδική άδεια λειτουργίας επειδή η κατεύθυνση των πλοίων προς ή από τα λιμάνια τους εμποδίζει την κυκλοφορία του καναλιού όταν τα πλοία κάνουν ελιγμούς για να δέσουν.

Επίσης, ανησυχητικό για τους γερουσιαστές είναι το ότι ο Παναμάς ανανέωσε τις παραχωρήσεις προς τα λιμάνια Hutchison το 2021 για άλλα 25 χρόνια χωρίς προσφορά. Ο Σολά είπε στους γερουσιαστές ότι τα λιμάνια συμφώνησαν να πληρώσουν επιστροφές φόρων ύψους 150 εκατομμυρίων δολαρίων ως μέρος της συμφωνίας.

«Μπορούμε να μπούμε στη σημειολογία της Λιμενικής Αρχής έναντι του ελέγχου, αλλά ο λειτουργικός έλεγχος της Διώρυγας του Παναμά είναι πραγματικός – από το ΚΚΚ», δήλωσε ο γερουσιαστής Έρικ Σμιτ (R-Mo.).

Ο Σμιτ έχει εισαγάγει ψήφισμα με το οποίο καλεί τον Παναμά να τερματίσει την κινεζική διαχείριση βασικών λιμανιών του Παναμά.

Πιθανή παραβίαση

Ο Γιουτζίν Κοντόροβιτς, καθηγητής στη Νομική Σχολή Antonin Scalia του Πανεπιστημίου George Mason και ανώτερος ερευνητής στο Heritage Foundation, κατέθεσε ενώπιον της Επιτροπής Εμπορίου της Γερουσίας στις 28 Ιανουαρίου ότι ο Παναμάς έχει ενδεχομένως παραβιάσει τη Συνθήκη Ουδετερότητας με τις Ηνωμένες Πολιτείες επιτρέποντας στους Κινέζους να διαχειρίζονται τα λιμάνια.

Ο Κοντόροβιτς δήλωσε ότι η συνθήκη απαγορεύει την «ξένη λειτουργία» της διώρυγας. Ο βαθμός ελέγχου του ΚΚΚ και η ανάμειξη με τις κινεζικές εταιρείες που διαχειρίζονται τα λιμάνια θα πρέπει να διερευνηθεί για να διαπιστωθεί αν υπήρξε παραβίαση, είπε.

«Δεν χρειάζεται να περιμένουμε μέχρι να κλείσει πραγματικά η διώρυγα από κάποια πράξη δολιοφθοράς ή επιθετικότητας, η οποία – όπως ακούσαμε από την κατάθεση – θα ήταν καταστροφική για τις Ηνωμένες Πολιτείες», είπε.

Μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Hutchison Port Holdings Trust ποζάρουν για μια φωτογραφία, κατά τη διάρκεια τελετής με αφορμή την αρχική δημόσια προσφορά της λιμενικής μονάδας Κίνας, της Hutchison του Χονγκ Κονγκ, στο χρηματιστήριο της Σιγκαπούρης, στις 18 Μαρτίου 2011. (Simin Wang/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο Κοντόροβιτς είπε ότι η συνθήκη επιτρέπει στις Ηνωμένες Πολιτείες να «υπερασπιστούν τη διώρυγα έναντι οποιασδήποτε απειλής για το καθεστώς ουδετερότητας».

Ενώ η Αρχή της Διώρυγας του Παναμά (Panama Canal Authority-PCA) ελέγχει τη λειτουργία της διώρυγας, η κυβέρνηση του Παναμά έχει διοικητική εξουσία επί των λιμανιών της χώρας, των δικαιωμάτων νερού και του νηολογίου πλοίων, σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Ναυτιλιακή Επιτροπή.

Ωστόσο, ορισμένοι ανησυχούν ότι η λειτουργία του κινεζικού λιμανιού σε συνδυασμό με την κατασκευή μιας τέταρτης γέφυρας κατά μήκος της διώρυγας από κρατικές κινεζικές εταιρείες θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τον αποκλεισμό του ζωτικού σημείου σε περίπτωση που ξεσπάσει σύγκρουση.

«Οι κινεζικές εταιρείες κατασκευάζουν μια γέφυρα κατά μήκος της διώρυγας – με αργούς ρυθμούς ώστε να διαρκέσει σχεδόν μια δεκαετία – και ελέγχουν τα λιμάνια εμπορευματοκιβωτίων και στις δύο άκρες», δήλωσε ο γερουσιαστής Τεντ Κρουζ (R-Texas), πρόεδρος της Επιτροπής Εμπορίου της Γερουσίας.

«Η μερικώς ολοκληρωμένη γέφυρα δίνει στην Κίνα τη δυνατότητα να αποκλείσει τη διώρυγα χωρίς προειδοποίηση και τα λιμάνια δίνουν στην Κίνα έτοιμα παρατηρητήρια για να χρονομετρήσει αυτή την ενέργεια. Η κατάσταση αυτή εγκυμονεί οξείς κινδύνους για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ.»

Επιρροή ή έλεγχος;

Ο Νεεμία Χ. Χαέν Σελάντα, ειδικός σε θέματα δημόσιας πολιτικής, είχε εκτεταμένες επαφές με το κινεζικό καθεστώς ως πρώην διπλωμάτης του Παναμά στην Κίνα.

Ενώ το Πεκίνο έχει μεγάλη επιρροή στον Παναμά, ο Χαέν δήλωσε ότι δεν πιστεύει ότι αυτό ισοδυναμεί με παραβίαση της συνθήκης, προσθέτοντας ότι δεν βλέπει νομικούς λόγους για την Ουάσιγκτον να πάρει πίσω τη διώρυγα.

Όταν ο τότε πρόεδρος του Παναμά Χουάν Κάρλος Βαρέλα αποφάσισε να διακόψει τους δεσμούς με την Ταϊπέι το 2017, για να υπογράψει με το κινεζικό καθεστώς τη συμφωνία «Μια ζώνη, ένας δρόμος», το έκανε πιστεύοντας ότι η κίνηση αυτή θα προσέλκυε σημαντικές κινεζικές επενδύσεις, δήλωσε ο Χαέν.

«Μπορώ να σας πω ότι δεν υπάρχει τέτοιο […] πράγμα όπως μια τεράστια [κινεζική] επένδυση στη χώρα», δήλωσε στην Epoch Times. «Αυτό δεν συνέβη ποτέ.»

Οι κινεζικές εταιρείες υποβάλλουν προσφορές για έργα και προσφέρουν υπηρεσίες, αλλά αυτό δεν είναι το ίδιο με την επένδυση στον Παναμά, δήλωσε ο Χαέν.

Οι Παναμέζοι βλέπουν τη Διώρυγα του Παναμά ως μέρος της ταυτότητάς τους, οπότε ο Χαέν πιστεύει ότι οι απειλές του Τραμπ να πάρει τον έλεγχο εξυπηρετούν μια ευρύτερη στρατηγική εθνικής ασφάλειας που ονομάζεται «εγγύς ασφάλεια».

Ο πρόεδρος του Παναμά Χουάν Κάρλος Βαρέλα (3ος από αριστερά) μιλάει κατά τη διάρκεια συνάντησης με τον Κινέζο πρωθυπουργό Λι Κετσιάνγκ στη Μεγάλη Αίθουσα του Λαού στο Πεκίνο, στις 17 Νοεμβρίου 2017. (Jason Lee-Pool/Getty Images)

 

«Έτσι, αυτό σημαίνει ότι όλα τα πεδία, όπως το εμπόριο, η οικονομία, η χρηματοδότηση, οι κατασκευαστές – όλα αυτά τα πεδία αντικαθίστανται από την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ», δήλωσε. «Ο κύριος στόχος του Τραμπ είναι να διασφαλίσει ότι η επιρροή και η παρουσία της Κίνας δεν θα επεκταθούν.»

Ο Χαέν είπε ότι  η κινεζική επιρροή έχει γενικά μειωθεί από τότε που έκλεισε το ορυχείο χαλκού του Παναμά για περιβαλλοντικούς λόγους και ανέφερε στοιχεία που δείχνουν ότι ενώ η Κίνα είχε την πρώτη θέση από το 2021 έως το 2023 όσον αφορά τις εξαγωγές του Παναμά κατά τη διάρκεια της δραστηριότητας του ορυχείου χαλκού, έπεσε στην τέταρτη θέση πέρυσι.

Σύμφωνα με τον Χαέν, οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν επίσης να εμποδίσουν το κινεζικό καθεστώς να συμμετάσχει σε ένα φιλόδοξο σιδηροδρομικό έργο που θα συνδέει την πόλη του Παναμά με την πόλη Νταβίντ, η οποία συνορεύει με την Κόστα Ρίκα.

Κατασκοπεία και σαμποτάζ

Μέρος της ανησυχίας των Αμερικανών γερουσιαστών είναι η τάση του ΚΚΚ για κατασκοπεία και οι γνωστές κυβερνοεπιθέσεις που εξαπολύει η Volt Typhoon, μια κινεζική ομάδα χάκερ που χρηματοδοτείται από το κράτος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι πρωταρχικοί παγκόσμιοι εταίροι τους σε θέματα πληροφοριών, γνωστοί ως Five Eyes, εξέδωσαν προειδοποίηση στις 19 Μαρτίου 2024 σχετικά με τη δραστηριότητα της ομάδας που στοχεύει σε κρίσιμες υποδομές.

Ο Σμιτ σημείωσε κατά τη διάρκεια της ακρόασης ότι οι κινεζικής κατασκευής γερανοί που χρησιμοποιούνται στη ναυτιλία είναι επιρρεπείς σε υποκλοπές.

«Η κινεζική κρατική εταιρεία ZPMC, η οποία προμηθεύει το 80% των γερανών λιμένων των ΗΠΑ, έχει εξοπλίσει τους γερανούς της με μόντεμ κινητής τηλεφωνίας που δημιουργούν ευάλωτα σημεία εκμετάλλευσης», είπε.

Η γερουσιαστής Τάμυ Μπόλντουιν (D-Wis.) δήλωσε ότι η ικανότητα του ΚΚΚ να διεξάγει επιτήρηση μέσω των έργων υποδομής του καθιστά προβληματική την τέταρτη γέφυρα που κατασκευάζουν οι Κινέζοι στη διώρυγα.

«Είναι σημαντικό να έχουμε ένα ασφαλές και ισότιμο πεδίο ανταγωνισμού, το οποίο επί του παρόντος δεν έχουμε», δήλωσε. «Οι τρέχουσες κινεζικές πρακτικές δεν το επιτρέπουν αυτό.»

Το πλοίο μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων Tampa Triumph περνάει από τη δίοδο Miraflores, καθώς διέρχεται από τη διώρυγα του Παναμά στην πόλη του Παναμά, στις 20 Σεπτεμβρίου 2023. (Justin Sullivan/Getty Images)

 

Η Νότια Διοίκηση των ΗΠΑ ανησυχεί ότι η παρακολούθηση θα μπορούσε να διεξαχθεί από την τέταρτη γέφυρα πάνω από το κανάλι, η οποία περιλαμβάνει ένα σύστημα ελαφρών σιδηροδρόμων, σύμφωνα με τις καταθέσεις στην ακρόαση.

Η PCA είναι υπεύθυνη για τη διέλευση, τις ναυτικές κλειδαριές και την κίνηση των πλοίων εντός των υδάτων της διώρυγας του Παναμά, μαζί με την ασφάλεια της διώρυγας.

Ο οργανισμός επιθεωρεί τα έργα που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του, όπως η τέταρτη γέφυρα κατά μήκος της διώρυγας, για να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις, σύμφωνα με την Ίλια Εσπίνο ντι Μαρότα, αναπληρώτρια διαχειρίστρια της διώρυγας του Παναμά και πρώην εκτελεστική αντιπρόεδρο μηχανικής και διαχείρισης προγραμμάτων της PCA.

Και ενώ δεν ελέγχει τα λιμάνια εκτός της διώρυγας, μπορεί να αντιμετωπίσει καταστάσεις έκτακτης ανάγκης που μπορεί να εμποδίσουν την κυκλοφορία της διώρυγας με εξειδικευμένο εξοπλισμό και εκπαιδευμένους χειριστές πλοίων, δήλωσε στην Epoch Times.

Αν και δεν έχουν προκύψει σημαντικά ζητήματα ασφαλείας τα τελευταία 30 χρόνια, ο οργανισμός διαθέτει πλωτούς γερανούς και μια ομάδα ταχείας αντίδρασης έτοιμη να χειριστεί καταστάσεις όπως ένα πλοίο που έχει ακινητοποιηθεί ή κολλήσει στο κανάλι.

Η λειτουργία της διώρυγας έχει εκσυγχρονιστεί με υπολογιστές που διαχειρίζονται τις λειτουργίες της, αλλά μπορεί να λειτουργήσει χειροκίνητα σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, δήλωσε η Εσπίνο ντι Μαρότα.

Η PCA διασφαλίζει τη διώρυγα και τις υποδομές της μέσω της συνεργασίας με το Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, είπε, προσθέτοντας ότι πριν από τρία χρόνια, η PCA άρχισε να συνεργάζεται με την Υπηρεσία Κυβερνοασφάλειας και Ασφάλειας Υποδομών των ΗΠΑ – μέρος του Υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας – για την προστασία από κυβερνοαπειλές στη διώρυγα.