Οι βραχυπρόθεσμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας παραμένουν ευνοϊκές, δημιουργώντας μια σταθερή βάση για την αντιμετώπιση των «κατάλοιπων της κρίσης και των διαρθρωτικών ανισορροπιών» που απαιτείται για την επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης μεσοπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα», αναφέρει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) στην έκθεσή του, στο πλαίσιο της διαβούλευσης του άρθρου IV.
Για το 2025, το ΔΝΤ προβλέπει ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα αυξηθεί 2,1% και οι επενδύσεις θα συνεχίσουν να αποτελούν βασικό μοχλό ανάπτυξης, με τη στήριξη έργων που χρηματοδοτούνται από το Next Generation EU (Ταμείο Ανάκαμψης), ενώ η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης θα παραμείνει σταθερή, υποστηριζόμενη από την ευνοϊκή αύξηση της απασχόλησης και του εισοδήματος.
Με τη σταθεροποίηση των παγκόσμιων τιμών ενέργειας, ο γενικός πληθωρισμός αναμένεται να συνεχίσει την πτωτική του πορεία, ενώ ο δομικός πληθωρισμός (σ.σ.: που δεν περιλαμβάνει τις τιμές ενέργειας και τροφίμων) θα είναι πιο επίμονος λόγω των αυξήσεων στις τιμές των υπηρεσιών και των μισθών, σύμφωνα με το ΔΝΤ.
Για τον λόγο του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ, η έκθεση αναφέρει ότι είναι σε σταθερά πτωτική τάση, αν και είναι ακόμη υψηλός.
Το τραπεζικό σύστημα έχει ενισχύσει περαιτέρω την ανθεκτικότητά του, υποστηριζόμενο από την ενίσχυση του ισολογισμού του. «Η ποιότητα του ενεργητικού στις συστημικά σημαντικές τράπεζες έχει βελτιωθεί περαιτέρω, με τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων να μειώνεται σε περίπου 3%. Οι τράπεζες διατήρησαν υψηλά κέρδη, τα οποία μαζί με τις εκδόσεις κεφαλαιακών μέσων έχουν ενισχύσει την κεφαλαιακή επάρκειά τους. Οι κίνδυνοι ρευστότητας και χρηματοδότησης έχουν μειωθεί αισθητά, με τα αποθέματα ασφαλείας πολύ υψηλότερα από τις εποπτικές απαιτήσεις και τον μέσο όρο της ΕΕ», σημειώνεται.
«Τα εναπομείναντα κατάλοιπα της κρίσης και οι διαρθρωτικές προκλήσεις που απορρέουν από το ακόμη χαμηλό επίπεδο των συνολικών επενδύσεων, τις δυσμενείς δημογραφικές προοπτικές, την υποτονική αύξηση της παραγωγικότητας και τους αυξανόμενους κλιματικούς κινδύνους, επιβαρύνουν τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης», αναφέρει το Ταμείο, προσθέτοντας ότι η επιτάχυνση των φιλόδοξων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα μπορούσε να βελτιώσει περαιτέρω τις προοπτικές ανάπτυξης.
Οι εκτελεστικοί διευθυντές του ΔΝΤ επαίνεσαν την ισχυρή πρόοδο στη δημοσιονομική εξυγίανση, η οποία οφείλεται στα ισχυρά έσοδα, εν μέρει λόγω των πρόσφατων μεταρρυθμίσεων για τη μείωση της φοροδιαφυγής. Συμφώνησαν ότι η διατήρηση πρωτογενών πλεονασμάτων άνω του 2% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα θα ενισχύσουν περαιτέρω τη βιωσιμότητα του χρέους και θα δημιουργήσουν αποθέματα ασφαλείας έναντι μελλοντικών σοκ.
Σημειώνοντας τις σημαντικές επενδυτικές ανάγκες, μεταξύ άλλων για την πράσινη μετάβαση και την ενεργειακή ασφάλεια, οι διευθυντές του ΔΝΤ συνέστησαν «να δοθεί προτεραιότητα στις δημόσιες επενδύσεις για να βοηθήσουν στην επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης, βελτιώνοντας παράλληλα την αποτελεσματικότητα των κοινωνικών δαπανών και περιορίζοντας τις πιέσεις στις δαπάνες, ιδίως στις συντάξεις και τους μισθούς του δημόσιου τομέα».
Οι διευθυντές υπογράμμισαν την πρόσφατη πρόοδο για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τόνισαν τη σημασία περαιτέρω προσπαθειών για την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών εμποδίων από την πλευρά της προσφοράς και την τόνωση του δυνητικού ρυθμού ανάπτυξης. Τόνισαν ότι η αύξηση της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, ιδίως των γυναικών, και η καλλιέργεια ενός καλύτερα καταρτισμένου εργατικού δυναμικού θα ενίσχυαν τις προοπτικές ανάπτυξης. «Συμφώνησαν ότι η μείωση του ρυθμιστικού βάρους και των εμποδίων για την είσοδο των επιχειρήσεων, ιδίως στον τομέας των υπηρεσιών, θα ενίσχυε τον ανταγωνισμό και θα αύξανε την παραγωγικότητα».
Μία ευρεία πρόοδος στη μεταρρύθμιση του συστήματος απονομής δικαιοσύνης θα συνέβαλε στην αντιμετώπιση του χρέους που κληροδότησε η κρίση, στη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και στην περαιτέρω ενίσχυση του δυναμισμού και της παραγωγικότητας των επιχειρήσεων, σημείωσαν.
Οι διευθυντές συνέστησαν ότι τα σημερινά αυξημένα κέρδη των τραπεζών θα πρέπει να αξιοποιηθούν πρωτίστως για την ενίσχυση των κεφαλαιακών μαξιλαριών και την ικανότητα απορρόφησης ζημιών, αυξάνοντας έτσι την ανθεκτικότητά τους.
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι η Κίνα θέλει «πάρα πολύ» να καταλήξει σε συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Σε μια ανάρτηση στο Truth Social στις 8 Απριλίου, ο Τραμπ αποκάλυψε ότι μίλησε με τον αναπληρωτή πρόεδρο της Νότιας Κορέας, Χαν Ντακ-σου, για να συζητήσει το εμπορικό πλεόνασμα της χώρας, τους δασμούς, τη ναυπηγική βιομηχανία, το υγροποιημένο φυσικό αέριο των ΗΠΑ (LNG) και τη στρατιωτική προστασία των ΗΠΑ.
«Ξεκίνησαν αυτές τις στρατιωτικές πληρωμές κατά την πρώτη θητεία μου, δισεκατομμύρια δολάρια, αλλά ο νυσταγμένος Τζο Μπάιντεν, για άγνωστους λόγους, τερμάτισε τη συμφωνία», είπε ο Τραμπ.
Νοτιοκορεάτες αξιωματούχοι θα ταξιδέψουν στις Ηνωμένες Πολιτείες για να διαπραγματευτούν μια εμπορική συμφωνία, σύμφωνα με την ανάρτηση του Τραμπ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
«Έχουμε επίσης να κάνουμε με πολλές άλλες χώρες, που όλες θέλουν να συνάψουν συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες», πρόσθεσε ο πρόεδρος. «Όπως και με τη Νότια Κορέα, θίγουμε άλλα θέματα που δεν καλύπτονται από το εμπόριο και τους δασμούς, και τα κάνουμε επίσης αντικείμενο διαπραγμάτευσης».
Η Κίνα, εν τω μεταξύ, «θέλει να κάνει μια συμφωνία, πάρα πολύ, αλλά δεν ξέρουν πώς να την ξεκινήσουν», είπε.
«Περιμένουμε την κλήση τους. Θα γίνει!»
Την Δευτέρα, ο Τραμπ απείλησε να επιβάλει πρόσθετους δασμούς 50% στο κινεζικό καθεστώς αφότου το τελευταίο ανακοίνωσε αντίποινα 34% στα αμερικανικά προϊόντα που εισέρχονται στη χώρα.
Καθώς οι αμοιβαίοι δασμοί στους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ πρόκειται να τεθούν σε ισχύ την Τετάρτη, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει επικεντρώσει μεγάλο μέρος της προσοχής του στο κινεζικό καθεστώς.
Σε απάντηση στο γεγονός ότι ο Τραμπ ανακοίνωσε νέους δασμούς 34% στην Κίνα –μεταφέροντας τους συνολικούς πρόσθετους δασμούς των ΗΠΑ στο 54%– το Πεκίνο απάντησε με αυξητικούς δασμούς 34% σε αμερικανικά προϊόντα, και έγινε η πρώτη χώρα που ανταπέδωσε.
Ο Τραμπ αύξησε τα διακυβεύματα τη Δευτέρα, απειλώντας με επιπλέον εισφορά 50% στα κινεζικά προϊόντα, εάν το καθεστώς δεν αποσύρει τους δασμούς αντιποίνων 34% έως τις 8 Απριλίου. Ο νέος φόρος των ΗΠΑ θα τεθεί σε ισχύ στις 9 Απριλίου και όλες οι διαπραγματεύσεις με την Κίνα θα τερματιστούν επίσης. Το υπουργείο Εμπορίου του κινεζικού καθεστώτος απάντησε στις 8 Απριλίου, λέγοντας ότι το Πεκίνο δεν θα δεχτεί τις απαιτήσεις του Τραμπ και υποσχέθηκε να «παλέψει μέχρι το τέλος».
Μέχρι στιγμής, περισσότερες από 50 χώρες έχουν ζητήσει να διαπραγματευτούν με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αρκετοί ειδικοί λένε ότι ενώ πολλοί παγκόσμιοι ηγέτες θα ικανοποιήσουν τελικά τις απαιτήσεις των ΗΠΑ μετά την αρχική άρνηση, ο επικεφαλής του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ) Σι Τζινπίνγκ δεν θα το κάνει —ακόμα και με το πρόσθετο τελεσίγραφο.
«Ο Σι έχει πουλήσει τον εαυτό του στο εσωτερικό και διεθνώς ως ο τύπος που αντιστέκεται στην Αμερική και οι άνθρωποι που θέλουν να αντισταθούν στην Αμερική θα πρέπει να μπουν στη σειρά πίσω από τον Σι», δήλωσε στην Epoch Times ο Κρίστοφερ Μπάλντινγκ, ανώτερος συνεργάτης στο Henry Jackson Society, μιας δεξαμενής σκέψης με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο.
«Θα ήταν καταστροφικό για τον Σι να θεωρηθεί ότι υποχωρεί στον Τραμπ με οποιονδήποτε τρόπο», είπε.
Ειδικοί είπαν επίσης ότι το ΚΚΚ δεν μπορεί και δεν θέλει να δώσει στις Ηνωμένες Πολιτείες αυτό που θέλουν: να ελέγξει η Κίνα τις εξαγωγές πρόδρομων ουσιών φαιντανύλης και να επεκτείνει την αγορά της.
Η τρέχουσα αντιπαράθεση για τους δασμούς ΗΠΑ-Κίνας είναι κάτι περισσότερο από μια εμπορική σύγκρουση, σύμφωνα με τον Γιε Γιάο-γιουάν, καθηγητή διεθνών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του St. Thomas στο Χιούστον.
«Είναι μια πιο επιθετική αποσύνδεση επειδή οι κλιμακωτοί δασμοί θα προκαλέσουν περαιτέρω πτώση του διμερούς εμπορίου», δήλωσε ο Γιε στην Epoch Times. «Όταν η αποσύνδεση συνεχιστεί, θα οδηγήσει σε ψυχρό πόλεμο».
Ο ειδικός στην Κίνα, Αλεξάντερ Λιάο, πιστεύει ότι η τρέχουσα κατάσταση θα γίνει τελικά μια διαμάχη μεταξύ Τραμπ και Σι. Ο Τραμπ εξαρτάται από την ισχύ της οικονομίας των ΗΠΑ, ενώ ο Σι βασίζεται στην υποστήριξη από το αυστηρό σύστημα ελέγχου του κομμουνιστικού καθεστώτος.
Λαμβάνοντας υπόψη αυτό, ο Λιάο είπε ότι ο Σι βρίσκεται σε μειονεκτική θέση επειδή έχει λίγα περιθώρια ελιγμών πολιτικής.
«Η Ουάσιγκτον έχει πολλά χαρτιά. Το Πεκίνο έχει λίγα», είπε στην Epoch Times.
Άνθρωποι περνούν δίπλα από έναν ηλεκτρονικό πίνακα που εμφανίζει μετοχές της Σαγκάης σε χρηματιστηριακό οίκο στο Πεκίνο στις 7 Απριλίου 2025. Andy Wong/AP Photo
Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στην Κίνα
Κατά την ανακοίνωση των αμοιβαίων δασμών στο Rose Garden στην Ουάσιγκτον στις 2 Απριλίου, ο Τραμπ έδειξε έναν κατάλογο χωρών.
Ενώ η Κίνα ήταν στην κορυφή της λίστας, δεν έλαβε το υψηλότερο ποσοστό. Άλλες χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας που χρησιμοποιούν οι κινεζικές εταιρείες ως μεσάζοντες, συμπεριλαμβανομένων του Βιετνάμ και της Καμπότζης, έλαβαν φόρους σχεδόν 50%.
Ωστόσο, ο Μπάλντινγ είπε ότι ο πραγματικός στόχος της διοίκησης ήταν η Κίνα.
«Νομίζω ότι θέλουν να είναι πολύ πιο επιθετικοί με την Κίνα, αλλά θέλουν να το κάνουν πολύ αθόρυβα», είπε.
«Το έκαναν σχεδόν, κατά κάποιο τρόπο, για να θωρακίσουν την Κίνα», πρόσθεσε, αναφερόμενος στην προσέγγιση της κυβέρνησης να ανακοινώσει σαρωτικούς παγκόσμιους δασμούς, έτσι ώστε η εισφορά στα κινεζικά προϊόντα να μην ξεχωρίζει τόσο πολύ.
Ο Μπάλντινγκ σημείωσε ότι ο Τραμπ εφαρμόζει δασμούς διαφορετικά σε άλλες χώρες από ό,τι στην Κίνα. Στην περίπτωση των δασμών των ΗΠΑ σε άλλα έθνη, τα ποσοστά καθορίζονται για να ενθαρρύνουν τις διαπραγματεύσεις. Ωστόσο, ο Μπάλντινγκ παρατήρησε ότι οι δασμοί που επιβλήθηκαν στην Κίνα είναι τόσο υψηλοί που οι διαπραγματεύσεις είναι πολύ δύσκολες για το Πεκίνο.
Τρεις χώρες εισέπραξαν τους προηγούμενους δασμούς φαιντανύλης 25% : ο Καναδάς, το Μεξικό και η Κίνα.
Οι δύο χώρες της Αμερικής εξαιρέθηκαν από τους αμοιβαίους δασμούς της περασμένης εβδομάδας. Ο Λευκός Οίκος είπε ότι ο Καναδάς και το Μεξικό θα παραμείνουν στο καθεστώς δασμών για τη φαιντανύλη και θα περάσουν στο καθεστώς αμοιβαίων δασμών αφού καταλήξουν σε διμερή συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Συγκριτικά, η Κίνα έλαβε μια αμοιβαία εισφορά εκτός από τους δασμούς φαιντανύλης. Οι περισσότερες κινεζικές εισαγωγές υπόκεινται πλέον σε εισφορά άνω του 60%. το ποσό για το οποίο μίλησε ο Τραμπ στην προεκλογική εκστρατεία.
Σύμφωνα με τον Μπάλντινγκ, ένας τόσο απότομος δασμός στην αρχή της διαπραγμάτευσης καθιστά πολύ δύσκολο για τον Σι να καταλήξει σε οποιαδήποτε συμφωνία. Ο Κινέζος επικεφαλής, είπε, θα έπρεπε να κάνει πολλές παραχωρήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες —συμβιβασμούς που ο Σι δεν είναι διατεθειμένος να κάνει— για να μειώσει η Ουάσιγκτον τον φόρο στο μισό. Ακόμα κι αν αυτό συνέβαινε, το υπόλοιπο μισό θα ήταν ακόμα πολύ υψηλό για να το αντέξει η Κίνα, πρόσθεσε ο Μπάλντινγκ.
«Τι θέλει ο Τραμπ; Μου φαίνεται ότι λέει βασικά: ‘Ας αποσυνδέσουμε τα πάντα όσο περισσότερο μπορούμε από την Κίνα’», είπε ο ειδικός.
Από τότε που επέστρεψε ο Τραμπ στον Λευκό Οίκο, πολλές από τις εξωτερικές του πολιτικές καθοδηγούνται άμεσα και έμμεσα από την Κίνα.
Σε συνέντευξή του στο CBS News την Κυριακή, ο υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λούτνικ εξήγησε ότι σκοπός των παγκόσμιων δασμών ήταν να εμποδίσουν την Κίνα από τη ρίψη μεγάλων ποσοτήτων αγαθών στις Ηνωμένες Πολιτείες, μια πρακτική που έκαναν πολλές κινεζικές εταιρείες κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ για να παρακάμψουν τους δασμούς του.
Εμπορευματοκιβώτια πλοίων στο λιμάνι του Λος Άντζελες στις 28 Μαρτίου 2025. John Fredricks/The Epoch Times
«Βασικά [ο Τραμπ] είπε: ‘Δεν μπορώ να αφήσω κανένα μέρος του κόσμου να είναι ένα μέρος όπου η Κίνα ή άλλες χώρες μπορούν να αποστέλλουν μέσω αυτών’», είπε ο Λούτνικ.
Ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο επισκέφθηκε τον Παναμά στο πλαίσιο του πρώτου του επίσημου ταξιδιού στο εξωτερικό. Λίγο αργότερα, ο Παναμάς είπε ότι δεν θα ανανεώσει τη συμφωνία του με την Πρωτοβουλία Belt and Road της Κίνας, μια γεωπολιτική πλατφόρμα για το ΚΚΚ για να επεκτείνει την παγκόσμια επιρροή του.
Μια αμερικανική επιχειρηματική κοινοπραξία με επικεφαλής την BlackRock Inc. αγοράζει επίσης την εταιρεία με έδρα το Χονγκ Κονγκ που διαχειρίζεται λιμάνια σε κάθε άκρο της διώρυγας του Παναμά, ένα ζωτικό πέρασμα για πολεμικά πλοία και φορτία μεταξύ του Ατλαντικού και του Ειρηνικού ωκεανού. Η τελική συμφωνία δεν υπογράφηκε στις 2 Απριλίου, όπως είχε αρχικά προγραμματιστεί, καθώς ο οργανισμός ρύθμισης της αγοράς της Κίνας ανακοίνωσε επανεξέταση λίγες ημέρες πριν από αυτό.
Η επιδίωξη του Τραμπ να αποκτήσει τη Γροιλανδία συνδέεται επίσης με την Κίνα. Ο Ρούμπιο είπε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ήθελαν να αγοράσουν τη Γροιλανδία λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης ότι η Δανία θα μπορούσε να αντισταθεί στη διείσδυση του κινεζικού καθεστώτος στη στρατηγική τοποθεσία στην Αρκτική. Η περιοχή είναι κρίσιμη για τον μελλοντικό ανταγωνισμό στους φυσικούς πόρους και τον έλεγχο των παγκόσμιων διαδρομών μεταφορών.
Διδάγματα
Η κυβέρνηση Τραμπ έχει μάθει από την πρώτη της θητεία και τώρα αντιμετωπίζει διαφορετικά την Κίνα, είπαν ειδικοί.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης κυβέρνησης, ο Τραμπ χρειάστηκε δύο χρόνια για να διαπραγματευτεί και να υπογράψει μια εμπορική συμφωνία «πρώτης φάσης» με την Κίνα. Τελικά, το Πεκίνο δεν εκπλήρωσε τη δέσμευσή του να αγοράσει επιπλέον 200 δισεκατομμύρια δολάρια σε προϊόντα των ΗΠΑ σε διάστημα δύο ετών.
Ο Τραμπ έχει επίσης επανειλημμένα αναφέρει ότι ο Σι είχε υποσχεθεί να τιμωρήσει όποιον παρασκευάζει φαιντανύλη και τη στέλνει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ούτε αυτή η υπόσχεση εκπληρώθηκε.
Ο Λιάο είπε ότι η στρατηγική του ΚΚΚ είναι να κερδίζει χρόνο. Για παράδειγμα, μπορεί να χρειαστούν δύο χρόνια για να επιτευχθεί συμφωνία και ένας ακόμη χρόνος για να ανακαλύψει η Ουάσιγκτον ότι το Πεκίνο δεν τήρησε τις υποσχέσεις του.
Στο πλαίσιο αυτού του κύκλου, οι Ηνωμένες Πολιτείες επωμίζονται το κόστος τέτοιων καθυστερήσεων.
Αυτή τη φορά, επιβάλλοντας εκ των προτέρων τους δασμούς, ο Τραμπ έβαλε αμέσως το κόστος στον Σι, είπε ο Λιάο.
Ο Μπάλντινγκ συμφωνεί.
«Αν θέλετε να το τραβήξετε αυτό για χρόνια και χρόνια – προχωρήστε», είπε ο Μπάλντινγκ, περιγράφοντας την προσέγγιση του Τραμπ. «Θα επιβάλουμε τεράστιες ποσότητες πόνου πολύ νωρίς, ώστε αν θέλετε να το παρατείνετε, θα παρατείνετε τον πόνο σας».
Το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με την Κίνα ήταν περίπου 300 δισεκατομμύρια δολάρια πέρυσι. Αυτό σημαίνει ότι ο αρνητικός αντίκτυπος ενός δασμού 34% θα γίνει πολύ πιο αισθητός στην Κίνα από ό,τι στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κρατά μια επιστολή από τον Κινέζο επικεφαλής Σι Τζινπίνγκ καθώς ανακοινώνει μια αρχική συμφωνία με την Κίνα ενώ συναντά τον ειδικό απεσταλμένο και αντιπρόεδρο της Κίνας Λιού Χε στο Οβάλ Γραφείο στις 11 Οκτωβρίου 2019. Nicholas Kamm/AFP μέσω Getty Images
Η οικονομία της Κίνας βασίζεται εδώ και χρόνια σε ένα μοντέλο που βασίζεται στις εξαγωγές. Το 2024, η ανάπτυξη των εξαγωγών της Κίνας ήταν ένας από τους λίγους τομείς καλών ειδήσεων για το Πεκίνο. Λόγω των φθηνών τιμών εξαγωγής, η αύξηση του όγκου των εξαγωγών της Κίνας ξεπέρασε τον όγκο του παγκόσμιου εμπορίου κατά 12% έως 3% τον περασμένο Σεπτέμβριο, σύμφωνα με το Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων. Η τελευταία έκδοση δεδομένων υποστηρίζει την ίδια τάση.
Καθώς η Κίνα συνεχίζει να αγωνίζεται να τονώσει την κατανάλωση, έχει μεγαλύτερη ανάγκη από ξένους αγοραστές λόγω της πλεονάζουσας παραγωγικής της ικανότητας. Οι λιγότερες εξαγωγές πιθανότατα θα προκαλέσουν συσσώρευση αγαθών και η εγχώρια κατανάλωση δεν μπορεί να τα απορροφήσει. Τέτοιες συνθήκες θα επιδεινώσουν τον αντίκτυπο των δασμών στην κινεζική οικονομία.
Σύγκρουση Τραμπ-Σι
Μεγάλο μέρος των εξαγωγών της Κίνας στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι αγαθά που μπορούν να αντικατασταθούν, πράγμα που σημαίνει ότι οι Αμερικανοί καταναλωτές μπορούν να βρουν εναλλακτικές λύσεις εύκολα. Ως εκ τούτου, είναι λιγότερο πιθανό να πληρώσουν για την αύξηση της τιμής στα κινεζικά προϊόντα λόγω των δασμών. Αντίθετα, θα αγοράζουν αγαθά που εισάγονται από άλλες χώρες.
Η βάση πόνου της Κίνας στους δασμούς είναι πολύ μεγαλύτερη
Εμπορικά στοιχεία ΗΠΑ-Κίνας του 2024 ταξινομημένα κατά εμπορική ισορροπία από εμπορικό έλλειμα σε πλεόνασμα. Η Κίνα περιλαμβάνει το Χονγκ Κονγκ.
Οι σπάνιες γαίες αποτελούν εξαίρεση. Η Κίνα παράγει το 90% αυτών των κρίσιμων μετάλλων στον κόσμο. Στις 4 Απριλίου, το Πεκίνο πρόσθεσε βασικές σπάνιες γαίες στους ελέγχους των εξαγωγών ως μέρος των απαντήσεων στον αμοιβαίο δασμό των ΗΠΑ.
Η Κίνα σταμάτησε τις εξαγωγές σπανίων γαιών στις 4 Απριλίου 2025
Επιπροσθέτως του δασμού αντιποίνων 34% σε όλες τις αμερικανικές εισαγωγές, η Κίνα έθεσε ελέγχους εξαγωγών σε όλα τα 17 κρίσιμα ορυκτά.
Αυτός είναι εν μέρει ο λόγος που ο Τραμπ επιδιώκει κρίσιμα ορυκτά στην Ουκρανία, είπε ο Λιάο. Τελικά, όταν οι τιμές αυτών των πρώτων υλών για όπλα και ηλεκτρονικά είδη δεν διατηρούνται πλέον τεχνητά χαμηλές λόγω του μονοπωλίου της Κίνας, πρόσθεσε, περισσότερες εταιρείες θα ενταχθούν στις επιχειρήσεις μεταποίησης προϊόντων.
Σύμφωνα με τον οικονομολόγο Ντέιβυ Τ. Γουόνγκ με έδρα τις ΗΠΑ, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα δεν βρίσκονται σε εμπορικό πόλεμο, αλλά μάχη για την εκ νέου παγίωση του διεθνούς εμπορικού πρωτοκόλλου ή ακόμη και της παγκόσμιας τάξης.
«Το Πεκίνο βλέπει τις προκλήσεις που έθεσε ο Τραμπ ως απόρριψη του οικονομικού μοντέλου της Κίνας», δήλωσε ο Γουόνγκ στην Epoch Times. «Επιπλέον, ως μια σοβαρή πρόκληση για ολόκληρο το κινεζικό σύστημα. Επομένως, ο Σι δεν μπορεί να υποχωρήσει. Διαφορετικά, η νομιμότητά του εντός της Κίνας θα καταρρεύσει.»
Οι ΗΠΑ έχουν περισσότερα χαρτιά
Τι πόνο περιμένει να υπομείνει ο ηγέτης κάθε χώρας ενώ εμπλέκεται στη σύγκρουση των δασμών;
Για τον Σι, η ανθεκτικότητα του κομμουνιστικού πολιτικού συστήματος είναι το κλειδί, σύμφωνα με τον Λιάο. Οι Κινέζοι θα γίνουν φτωχότεροι και πιο δυσαρεστημένοι. Ωστόσο, αν ο κομμουνιστικός μηχανισμός κρατήσει τον λαό σε καταστολή, ο Σι θα μπορούσε να αντέξει.
Ο πόνος του Τραμπ θα προερχόταν από την οικονομία των ΗΠΑ, είπε ο Λιάο. Εάν η οικονομία μπορέσει να επιβιώσει από το αρχικό σοκ και οι ψηφοφόροι δεν χάσουν την υπομονή τους με τον Τραμπ, μπορεί να παραμείνει επικεντρωμένος στο να σταθεί σταθερός ενάντια στο ΚΚΚ.
Το χρηματιστήριο των ΗΠΑ παρουσίασε μεγάλες πτώσεις την περασμένη εβδομάδα, κυρίως λόγω της αβεβαιότητας των παγκόσμιων αμοιβαίων δασμών. Με τη μεγαλύτερη τριήμερη πτώση από το καλοκαίρι του 2020 κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, περισσότερα από 6 τρισεκατομμύρια δολάρια σε αξία εξατμίστηκαν στην αγορά μετοχών.
Η αναταραχή του χρηματιστηρίου έχει προσθέσει πίεση στον Λευκό Οίκο και τον Τραμπ, ο οποίος συχνά πιστώνει το έργο της κυβέρνησης για την άνοδο του χρηματιστηρίου.
Αριθμοί χρηματιστηρίων σε οθόνες καθώς οι επενδυτές εργάζονται στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης στις 7 Απριλίου 2025. Και οι τρεις κύριοι χρηματιστηριακοί δείκτες των ΗΠΑ υποχώρησαν ξανά στο άνοιγμα του χρηματιστηρίου για τρίτη συνεχόμενη ημέρα, καθώς οι δασμοί των ΗΠΑ τίθενται σε ισχύ και άλλες χώρες αντεπιτίθενται. Michael M. Santiago/Getty Images
Ο Μπάλντινγκ είπε ότι ο Τραμπ πιθανότατα θα αντέξει όσο η χρηματιστηριακή αγορά θα προσαρμόζεται, επειδή η κυβέρνηση των ΗΠΑ δίνει προτεραιότητα στην εθνική ασφάλεια, η οποία είναι διαφορετική από την εστίαση της Wall Street στα επιχειρηματικά κέρδη.
Ο Τραμπ είπε πολλά ο ίδιος, περιγράφοντας την επίδραση στο χρηματιστήριο και την αγορά ως απαραίτητο πόνο για τον ευρύτερο στόχο της εξισορρόπησης του εμπορίου και της αναζωογόνησης της αμερικανικής παραγωγής. «Μερικές φορές πρέπει να πάρεις φάρμακα για να διορθώσεις κάτι», είπε στις 6 Απριλίου.
Ο πρόεδρος συνέδεσε επίσης την εμπορική ανισορροπία ΗΠΑ-Κίνας με την εθνική ασφάλεια, λέγοντας ότι το Πεκίνο χρησιμοποιεί το τεράστιο πλεόνασμά του προς τις Ηνωμένες Πολιτείες για να χρηματοδοτήσει τον στρατό.
«Δεν το θέλουμε αυτό. Δεν θέλω να παίρνουν 500 [δισεκατομμύρια], 600 δισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο και να τα ξοδεύουν στον στρατό τους», είπε ο Τραμπ στο Οβάλ Γραφείο στις 7 Απριλίου.
Τόσο ο Μπάλντινγκ όσο και ο Γιε πιστεύουν ότι εάν ο Τραμπ μπορέσει να διαπραγματευτεί συμφωνίες με βασικές χώρες —όπως το Βιετνάμ, η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία— για να μειώσει σημαντικά τους δασμούς μέσα στον επόμενο μήνα, οι επιχειρήσεις θα αποκτήσουν μεγαλύτερη βεβαιότητα. Αυτό θα συμβάλει στη σταθεροποίηση της χρηματιστηριακής αγοράς.
Η Ουάσιγκτον έχει περισσότερα χαρτιά, είπε ο Λιάο.
Εκτός από περαιτέρω αύξηση των δασμών, ο Λιάο είπε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να ασκήσουν μεγαλύτερη πίεση στο ΚΚΚ ενώνοντας τους γείτονες της Κίνας που δεν τους αρέσει το καθεστώς, όπως το Βιετνάμ και η Ινδία. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν επίσης να υιοθετήσουν μια προσέγγιση για τα ανθρώπινα δικαιώματα και να δημοσιεύσουν μια έκθεση σχετικά με την προέλευση του COVID-19 ή να δημοσιοποιήσουν στοιχεία για την αναγκαστική αφαίρεση οργάνων κρατουμένων συνείδησης και εθνικών μειονοτήτων στην Κίνα.
Ο Andrew Moran και ο Luo Ya συνέβαλαν σε αυτό το άρθρο.
Η πρόταση της αμερικανικής κυβέρνησης για την επιβολή υψηλών τελών σε πλοία κινεζικής κατασκευής φέρνει νέες προκλήσεις για τον παγκόσμιο ναυτιλιακό κλάδο. Το μέτρο, που εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο εμπορικών περιορισμών προς την Κίνα, αναμένεται να έχει άμεσο αντίκτυπο στις ναυτιλιακές εταιρείες με παρουσία στις Ηνωμένες Πολιτείες, μεταξύ αυτών και αρκετές ελληνικών συμφερόντων.
Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις του Γραφείου του Εμπορικού Αντιπροσώπου των ΗΠΑ (USTR), το προτεινόμενο μέτρο προβλέπει την επιβολή τέλους ύψους έως και 1,5 εκατομμυρίου δολαρίων ανά πλοίο κινεζικής κατασκευής που προσεγγίζει αμερικανικό λιμάνι. Επιπλέον, προτείνεται η επιβολή τελών και στους διαχειριστές πλοίων, καθώς και σε εταιρείες που διατηρούν ενεργές παραγγελίες σε ναυπηγεία της Κίνας.
Η ελληνική εμπορική ναυτιλία, η οποία κατέχει ηγετική θέση στην παγκόσμια αγορά, διαχειρίζεται σημαντικό αριθμό πλοίων που ναυπηγήθηκαν στην Κίνα. Για τον λόγο αυτόν, οι νέες ρυθμίσεις εκτιμάται ότι μπορεί να επιφέρουν αυξήσεις στο λειτουργικό κόστος για εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε δρομολόγια προς τις ΗΠΑ.
Όπως σημειώνει ο Βασίλης Κορκίδης, πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς, «οι Έλληνες πλοιοκτήτες έχουν επενδύσει δεκάδες δισεκατομμύρια σε ναυπηγεία της Κίνας την τελευταία δεκαετία. Τα προτεινόμενα μέτρα δημιουργούν ανασφάλεια και επηρεάζουν τις μελλοντικές μας επενδυτικές αποφάσεις».
Σε παρόμοιο τόνο, ανώτατο στέλεχος μεγάλης ναυτιλιακής εταιρείας που διαχειρίζεται στόλο δεξαμενόπλοιων, δήλωσε ότι «οι δασμοί αυτοί δεν αφορούν απλώς το κόστος, αλλά δημιουργούν συνθήκες γεωπολιτικής αστάθειας στη ναυτιλία, την οποία παραδοσιακά χαρακτήριζε η ελευθερία κίνησης».
Σε αυτό το πλαίσιο, αρκετοί πλοιοκτήτες φαίνεται να επανεξετάζουν τις στρατηγικές τους, αναζητώντας εναλλακτικές λύσεις. Ορισμένοι στρέφονται προς ναυπηγεία στη Νότια Κορέα ή την Ιαπωνία, που δεν επηρεάζονται από τους συγκεκριμένους δασμούς, ενώ υπάρχει ενδιαφέρον και για ενίσχυση των δραστηριοτήτων επισκευής και συντήρησης σε ελληνικά ναυπηγεία.
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τον αναλυτή του Baltic and International Maritime Council (BIMCO), Λαρς Γιένσεν, «η αβεβαιότητα γύρω από τις δασμολογικές πολιτικές ενδέχεται να οδηγήσει σε καθυστερήσεις παραδόσεων νέων πλοίων ή και ακυρώσεις παραγγελιών, ειδικά σε περιπτώσεις που οι εταιρείες βασίζονται σε εμπορικές σχέσεις με τις ΗΠΑ».
Οι εξελίξεις έρχονται σε μια περίοδο έντονης κινητικότητας στον ναυπηγικό κλάδο, καθώς οι μεταφορές εμπορευμάτων παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και η ζήτηση για σύγχρονα, αποδοτικά πλοία συνεχίζεται. Την ίδια στιγμή, η γεωπολιτική αστάθεια και οι μεταβολές στο διεθνές εμπορικό τοπίο ωθούν τις ναυτιλιακές επιχειρήσεις να προσαρμόζονται γρήγορα, αξιολογώντας τις οικονομικές και νομικές παραμέτρους κάθε αγοράς.
Η τελική μορφή των αμερικανικών μέτρων, καθώς και η αντίδραση των διεθνών εμπορικών εταίρων, θα καθορίσουν σε σημαντικό βαθμό τις μελλοντικές κατευθύνσεις των ναυτιλιακών επενδύσεων και τον καταμερισμό της παγκόσμιας ναυπηγικής δραστηριότητας.
Το Πεκίνο επέκρινε την Τρίτη την απειλή του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει επιπλέον δασμούς 50% στις κινεζικές εισαγωγές ως απάντηση στα αντίποινα της Κίνας κατά των αμοιβαίων δασμών των ΗΠΑ.
Το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου είπε ότι θα ήταν λάθος αν ο Τραμπ προχωρήσει με τους πρόσθετους δασμούς και υποσχέθηκε να «παλέψει μέχρι τέλους» για να προστατεύσει τα συμφέροντά του.
Το υπουργείο πρόσθεσε ότι δεν θα δεχτεί τα αιτήματα του Τραμπ και κάλεσε την κυβέρνηση των ΗΠΑ να ακυρώσει τα δασμολογικά μέτρα κατά της Κίνας, σύμφωνα με δήλωσή του.
Ο Τραμπ προειδοποίησε τη Δευτέρα ότι θα επιβάλει πρόσθετους δασμούς 50% στα κινεζικά προϊόντα εάν η Κίνα αρνηθεί να αποσύρει τους δασμούς αντιποίνων 34% στις εισαγωγές των ΗΠΑ.
Οι δασμοί του Πεκίνου ήταν μια απάντηση στην αμοιβαία δασμολογική ανακοίνωση του Τραμπ στις 2 Απριλίου, η οποία αύξησε τους συνολικούς δασμούς των ΗΠΑ στις κινεζικές εισαγωγές στο 54%.
Αυτοί οι δασμοί στις εισαγωγές των ΗΠΑ, είπε ο Τραμπ, προστέθηκαν στους «ήδη υψηλότατους δασμούς, τους μη νομισματικούς δασμούς, στις παράνομες επιδοτήσεις εταιρειών και στην τεράστια, μακροπρόθεσμη χειραγώγηση του νομίσματος».
«Εάν η Κίνα δεν αποσύρει την αύξηση του 34% πάνω από τις ήδη μακροπρόθεσμες εμπορικές καταχρήσεις της μέχρι αύριο, 8 Απριλίου 2025, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιβάλουν ΠΡΟΣΘΕΤΟΥΣ δασμούς 50% στην Κίνα, με ισχύ από τις 9 Απριλίου», έγραψε ο Τραμπ σε ανάρτησή του στο Truth Social. Αυτό θα αυξήσει τους δασμούς στα προϊόντα από την Κίνα σε πάνω από 100%.
Ο πρόεδρος προσέθεσε ότι όλες οι εμπορικές διαπραγματεύσεις με την Κίνα «σχετικά με τις συναντήσεις που ζητήθηκαν» με την κυβέρνησή του θα ακυρωθούν εάν το Πεκίνο δεν ακυρώσει τους δασμούς αντιποίνων.
Οι αμοιβαίοι δασμοί 34% στην Κίνα — με στόχο τη χειραγώγηση του νομίσματος, τις βιομηχανικές επιδοτήσεις και άλλες εμπορικές πρακτικές — προστέθηκαν στους υπάρχοντες δασμούς 20% που είχε ήδη επιβάλει ο Τραμπ στις κινεζικές εισαγωγές το τρέχον έτος, σε μια προσπάθεια να περιορίσει τη διακίνηση φαιντανύλης στις Ηνωμένες Πολιτείες. Προστιθέμενοι, έφτασαν το 54%, κάτι που αντιστοιχεί σε σχεδόν 600 δισεκατομμύρια δολάρια στο ετήσιο εμπόριο.
Ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι τα μέτρα είναι απαραίτητα για την αποκατάσταση του εμπορικού ισοζυγίου και έχει κατηγορήσει άλλες χώρες ότι εκμεταλλεύονται τις Ηνωμένες Πολιτείες μέσω αθέμιτων εμπορικών πρακτικών.
Από τον πρώτο γύρο των αμερικανικών δασμών, κατά τη δεύτερη θητεία του Τραμπ, το Πεκίνο έχει αρχίσει να εφαρμόζει μια σειρά από αντίμετρα, όπως τους αυστηρότερους ελέγχους στις εξαγωγές ορισμένων τύπων ορυκτών σπάνιων γαιών και την προσθήκη περισσότερων αμερικανικών εταιρειών στον «κατάλογο των αναξιόπιστων οντοτήτων». Η μαύρη λίστα στοχεύει ξένες επιχειρήσεις που το κινεζικό καθεστώς θεωρεί απειλή για την εθνική ασφάλεια και την οικονομική ανάπτυξη της χώρας.
Οι σαρωτικοί δασμοί του Τραμπ προκάλεσαν αστάθεια στις αμερικανικές και παγκόσμιες αγορές, με τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης των μετοχών του S&P 500 να πέφτουν κατά 4%, τον Dow Jones να υποχωρεί 3,8% στις 6 Απριλίου και ορισμένους εμπορικούς εταίρους να επιδιώκουν να διαπραγματευτούν καλύτερες εμπορικές συμφωνίες.
Στις 7 Απριλίου, ο Τραμπ δεν έδειξε κανένα σημάδι υποχώρησης όσον αφορά τη δασμολογική πολιτική του, παρά τις αναφορές για παύση.
Την προηγουμένη δε είχε δηλώσει σε δημοσιογράφους ότι δεν επιδιώκει να κάνει μια συμφωνία με την Κίνα εάν δεν αντιμετωπίσει το «τεράστιο πρόβλημα ελλείμματος» με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Όταν κοιτάξετε το εμπορικό έλλειμμα που έχουμε με ορισμένες χώρες, πάνω από ένα δισεκατομμύριο ανά χώρα, με την Κίνα [είναι] τρισεκατομμύρια δολάρια», είπε στους δημοσιογράφους στο Air Force One. «Είμαι πρόθυμος να αντιμετωπίσω την Κίνα, αλλά πρέπει να λύσουν το πλεόνασμά τους.»
Ορισμένοι ειδικοί είπαν ότι θα ήταν δύσκολο για τις Ηνωμένες Πολιτείες να υποχρεώσουν την Κίνα να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις τους.
Ο Κρίστοφερ Μπάλντινγκ, ανώτερος συνεργάτης του Henry Jackson Society, μιας δεξαμενής σκέψης με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο, είπε ότι ο ηγέτης του κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ) Σι Τζινπίνγκ δεν θέλει να «θεωρείται ότι υποχωρεί στον Τραμπ».
«Ο Σι παρουσιάστηκε τόσο στην Κίνα όσο και διεθνώς ως ο ηγέτης που μπορεί να αντισταθεί στην Αμερική – οι άνθρωποι που θέλουν να αντισταθούν στην Αμερική θα πρέπει λοιπόν να τον ακολουθήσουν», δήλωσε ο Μπάλντινγκ στην Epoch Times. «Θα ήταν καταστροφικό για τον Σι να φανεί ότι υποχωρεί στον Τραμπ με οποιονδήποτε τρόπο.»
Ο πρόεδρος της Ταϊβάν, Λάι Τσινγκ-τε, είπε στις 6 Απριλίου ότι το έθνος του θα προσφέρει μηδενικούς δασμούς και κανένα αντίποινο ως έναρξη των διαπραγματεύσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ δεσμεύτηκε να άρει τα εμπορικά εμπόδια.
Ο Λάι είπε ότι οι εταιρείες της Ταϊβάν θα αυξήσουν επίσης τις επενδύσεις τους στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα σχόλια έγιναν ως απάντηση στους σαρωτικούς δασμούς εισαγωγής που ανακοίνωσε ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ στις 2 Απριλίου. Η Ταϊβάν έχει εμπορικό πλεόνασμα με τις Ηνωμένες Πολιτείες και θα δει δασμούς 32% στις εξαγωγές της προς τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ωστόσο, οι νέοι δασμοί δεν επηρεάζουν τους ημιαγωγούς (τσιπ υπολιογιστών), μια από τις μεγαλύτερες εξαγωγές της Ταϊβάν.
Κατά τη συνάντηση με στελέχη μικρομεσαίων εταιρειών στην κατοικία του, ο Λάι σημείωσε ότι επειδή η Ταϊβάν εξαρτάται από το εμπόριο, η οικονομία της μπορεί να αντιμετωπίσει δυσκολίες όσον αφορά τους δασμούς των ΗΠΑ, αλλά ότι οι επιπτώσεις τους θα μπορούσαν να ελαχιστοποιηθούν.
«Οι δασμολογικές διαπραγματεύσεις μπορούν να ξεκινήσουν με ‘μηδενικούς δασμούς’ μεταξύ της Ταϊβάν και των Ηνωμένων Πολιτειών, με αναφορά στη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου ΗΠΑ-Καναδά-Μεξικού», είπε. Ο Τραμπ είπε ότι οτιδήποτε συμμορφώνεται με τη συμφωνία ΗΠΑ-Καναδά-Μεξικού δεν θα υπόκειται σε πρόσθετους δασμούς.
Σε σχόλια που δόθηκαν από το γραφείο του, ο Λάι πρόσθεσε ότι δεν έχει σχέδια για αντίποινα σε δασμούς και ότι δεν θα υπάρξει καμία αλλαγή στις επιχειρηματικές επενδυτικές δεσμεύσεις της Ταϊβάν στις Ηνωμένες Πολιτείες, εφόσον είναι προς το συμφέρον του έθνους του.
Η Taiwan Semiconductor Manufacturing Company (TSMC), ο μεγαλύτερος κατασκευαστής τσιπ με σύμβαση στον κόσμο, ανακοίνωσε πρόσθετη επένδυση 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις Ηνωμένες Πολιτείες τον περασμένο μήνα.
«Στο μέλλον, εκτός από τις αυξημένες επενδύσεις της TSMC, άλλες βιομηχανίες, όπως η ηλεκτρονική, οι πληροφορίες και οι επικοινωνίες, τα πετροχημικά και το φυσικό αέριο, θα είναι σε θέση να αυξήσουν τις επενδύσεις στις ΗΠΑ και να εμβαθύνουν τη βιομηχανική συνεργασία Ταϊβάν-ΗΠΑ», είπε ο Λάι.
Ο Λάι πρόσθεσε ότι το υπουργικό του συμβούλιο εξετάζει ποιες εκτεταμένες αγροτικές, βιομηχανικές και ενεργειακές αγορές να κάνει από τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς το υπουργείο Άμυνάς του έχει προσφέρει μέχρι στιγμής τα σχέδιά του για αγορά όπλων.
«Όλες οι αγορές θα συνεχιστούν ενεργά», είπε.
Επιπλέον, οι μη δασμολογικοί φραγμοί είναι ένα μήνυμα για τις Ηνωμένες Πολιτείες να αξιολογήσουν τη δικαιοσύνη του εμπορίου και η Ταϊβάν θα διευθετήσει προληπτικά τους μη δασμολογικούς φραγμούς που έχουν διαρκέσει για πολλά χρόνια για να ομαλοποιήσει τις εμπορικές διαπραγματεύσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες, πρόσθεσε ο Λάι.
Παρά την έλλειψη επίσημων διπλωματικών δεσμών, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ο πιο κρίσιμος διεθνής υποστηρικτής της Ταϊβάν και η κύρια πηγή όπλων της.
Εν τω μεταξύ, η Κίνα συνεχίζει να πιέζει την Ταϊβάν τόσο στρατιωτικά όσο και πολιτικά, θεωρώντας το δημοκρατικά διοικούμενο νησί ως κινεζικό έδαφος, εν μέσω αντιρρήσεων από την κυβέρνηση στην Ταϊπέι.
Λίγο πριν από την εισαγωγή των δασμών του Τραμπ, η Κίνα ανακοίνωσε το τέλος της τελευταίας σειράς πολεμικών παιχνιδιών της γύρω από την Ταϊβάν.
Η Ταϊβάν έχει υποστεί σημαντικές παγκόσμιες αλλαγές στο παρελθόν και επιβίωσε, είπε ο Λάι.
«Όχι μόνο μπορέσαμε να ξεπεράσουμε τις δυσκολίες, αλλά μπορέσαμε επίσης να μετατρέψουμε τις κρίσεις σε ευκαιρίες, μετατρέποντας την οικονομία της Ταϊβάν σε μια νέα και πιο ανθεκτική», πρόσθεσε.
Προσωρινοί περιορισμοί στο shrot-selling
Στις 6 Απριλίου, η Επιτροπή Χρηματοοικονομικής Εποπτείας της Ταϊβάν δήλωσε ότι θα επιβάλει προσωρινούς περιορισμούς στο shrot-selling μετοχών για να αντιμετωπίσει την πιθανή αναταραχή στην αγορά μετά τους δασμούς εισαγωγής του Τραμπ, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε άλλων μέτρων όπως απαιτείται, ανέφερε η χρηματοπιστωτική ρυθμιστική αρχή σε δήλωση.
Η επιτροπή είπε ότι θα περιορίσει τον αριθμό των μετοχών που γίνονται short-selling ενώ θα αυξήσει τον ελάχιστο δείκτη shrot-selling στο 130 τοις εκατό από 90 τοις εκατό, αρχής γενομένης από τις 7 Απριλίου με λήξη στις 11 Απριλίου.
Στο shrot-selling οι επενδυτές δανείζονται μετοχές που αναμένουν να πουλήσουν, τις πουλάνε, μετά τις αγοράζουν, και τις επιστρέφουν αργότερα, βγάζοντας κέρδος από τη διαφορά.
Το χρηματιστήριο της Ταϊβάν έκλεισε λόγω αργίας στις 3 και 4 Απριλίου και θα ανοίξει ξανά στις 7 Απριλίου, πράγμα που σημαίνει ότι οι επενδυτές δεν είχαν την ευκαιρία να ανταποκριθούν στους νέους δασμούς. Οι παγκόσμιες χρηματιστηριακές αγορές σημείωσαν πτώση μετά την ανακοίνωση του Τραμπ, με 5 τρισεκατομμύρια δολάρια να χάνονται από τον S&P 500 σε δύο ημέρες.
Η Επιτροπή Χρηματοοικονομικής Εποπτείας της Ταϊβάν δήλωσε ότι οι δασμοί των ΗΠΑ «είναι αναπόφευκτο να δημιουργήσουν μια σειρά από σημαντικές αβεβαιότητες για τη σταθερότητα της κεφαλαιαγοράς της Ταϊβάν».
Καθώς παρακολουθεί τις διεθνείς χρηματοοικονομικές εξελίξεις και την εγχώρια κεφαλαιαγορά, η Επιτροπή θα προσαρμόσει τα μέτρα «έγκαιρα», πρόσθεσε, χωρίς περαιτέρω διευκρινίσεις.
«Οι νέοι κανονισμοί εισήχθησαν για να καταστεί σαφές ότι το κερδοσκοπικό short-selling δεν είναι ευπρόσδεκτο», δήλωσε στο Reuters ο Κάο Τσινγκ-πινγκ, αναπληρωτής επικεφαλής του Γραφείου Κεφαλαιαγοράς και Μελλοντικής Εκπλήρωσης της Επιτροπής.
Οι έμποροι είπαν ότι το δολάριο της Ταϊβάν ενδέχεται να αντιμετωπίσει σημαντική πίεση έναντι του δολαρίου ΗΠΑ στις 7 Απριλίου, καθώς η εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά αναμένεται να πέσει εν μέσω εκροής ξένων κεφαλαίων.
Το δολάριο της Ταϊβάν έχει υποχωρήσει περίπου 0,9 τοις εκατό έναντι του δολαρίου μέχρι στιγμής το 2025, με τον χρηματιστηριακό δείκτη αναφοράς να υποχωρεί 7,5 τοις εκατό την ίδια περίοδο.
ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ — Ο υποψήφιος του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για τη θέση του πρέσβη των ΗΠΑ στην Κίνα δήλωσε την Πέμπτη στο Κογκρέσο ότι η αμερικανική οικονομική ισχύς θα μπορούσε να επιφέρει καταστροφικό πλήγμα στην κινεζική οικονομία, σε περίπτωση που οι Αμερικανοί καταναλωτές σταματούσαν να στηρίζουν την κινεζική παραγωγή.
Ο Ντέηβιντ Περντού, πρώην διευθύνων σύμβουλος σε εταιρείες του Fortune 500 και πρώην γερουσιαστής της Τζόρτζια, υποστήριξε, κατά τη διάρκεια της ακρόασης για την επικύρωση της υποψηφιότητάς του, πως είχε φτάσει η στιγμή οι ΗΠΑ να πάρουν θέση απέναντι στις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές του Πεκίνου, αφού επί δεκαετίες έκαναν τα στραβά μάτια, επισημαίνοντας ότι «αυτές οι μέρες έχουν τελειώσει».
Υπογράμμισε πως η μόνη εναλλακτική είναι να ενημερωθούν οι Αμερικανοί πολίτες και να αντισταθούν στους εμπορικούς διαύλους μέσω των οποίων διοχετεύονται κινεζικά προϊόντα. Παραδέχθηκε ότι ενδεχομένως οι Αμερικανοί θα χρειαστεί να προβούν σε κάποιες θυσίες, καθώς, όπως είπε, για τρεις δεκαετίες είχαν εθιστεί στις χαμηλές τιμές και τις φθηνές εισαγωγές από την Κίνα, προϊόντα τα οποία συχνά επιδοτούνταν έμμεσα από το κινεζικό κράτος.
Σε ερώτηση του γερουσιαστή Ρικ Σκοτ (R-Flo) σχετικά με το τι θα συνέβαινε στην κινεζική οικονομία αν το αμερικανικό κοινό αποφάσιζε να αποσύρει τη στήριξή του, ο Περντού φέρεται να απάντησε κατηγορηματικά ότι η κινεζική οικονομία θα κατέρρεε.
Ο πρόεδρος Τραμπ είχε ανακοινώσει στις 2 Απριλίου την επιβολή νέων δασμών ύψους 34%, αυξάνοντας το συνολικό ποσοστό των δασμών σε κινεζικά προϊόντα στο 54%. Σε διάγγελμά του από τον Λευκό Οίκο, ανέφερε ότι ο αμερικανικός λαός πλήρωνε πολύ υψηλό τίμημα και κατηγόρησε το Πεκίνο ότι εκμεταλλευόταν απροκάλυπτα την κατάσταση εδώ και χρόνια.
Υπέγραψε επίσης εκτελεστικό διάταγμα με το οποίο επιβάλλονταν δασμοί στις φθηνές εισαγωγές από την Κίνα, καταργώντας ένα κενό που επέτρεπε σε κινεζικές εταιρείες ηλεκτρονικού εμπορίου να αποστέλλουν στις ΗΠΑ προϊόντα αξίας έως 800 δολαρίων χωρίς καταβολή δασμών.
Σύμφωνα με ειδικούς, η απόφαση αυτή ενδέχεται να οδηγήσει σε αυξημένες τιμές για τους Αμερικανούς καταναλωτές. Ωστόσο, υποστηρικτές της πολιτικής Τραμπ εκτιμούν ότι άλλες κυβερνητικές πρωτοβουλίες, όπως η επαναφορά της μεταποιητικής παραγωγής στις ΗΠΑ, θα αντισταθμίσουν τις επιπτώσεις.
Η κινεζική οικονομία φαίνεται ήδη να αντιμετωπίζει προκλήσεις, με τα ποσοστά ανεργίας να κινούνται σε επίπεδα ρεκόρ και με αισθητή αποχώρηση ξένων επενδυτών. Βάσει επίσημων στοιχείων, η άμεση ξένη επένδυση, η οποία συνεισφέρει σημαντικά στο κινεζικό ΑΕΠ, μειώθηκε κατά 168 δισεκατομμύρια δολάρια το περασμένο έτος.
Ο Περντού χαρακτήρισε τις διμερείς σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας ως τη σημαντικότερη διπλωματική πρόκληση του 21ου αιώνα. Επικαλούμενος τη δέσμευση της κυβέρνησης Τραμπ στην εξωτερική πολιτική να καταστήσει την Αμερική ασφαλέστερη, ισχυρότερη και πιο ευημερούσα, τόνισε ότι οι αρχές της ασφάλειας και της αμοιβαιότητας θα πρέπει να αποτελούν τη βάση κάθε αλληλεπίδρασης με το Πεκίνο.
Σε περίπτωση που εγκριθεί ως πρέσβης των ΗΠΑ στην Κίνα, δήλωσε ότι προτεραιότητά του θα είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ανέφερε πως καθήκον του, ως εκπροσώπου του αμερικανικού λαού και της κυβέρνησης, θα είναι να μεταφέρει ξεκάθαρα την αγανάκτηση των ΗΠΑ απέναντι στις θηριωδίες που διαπράττει το κινεζικό καθεστώς, αναφερόμενος τόσο στις παραβιάσεις στη Σιντζιάνγκ όσο και στην καταστολή της κινεζικής διασποράς σε διεθνές επίπεδο.
Κατηγόρησε επίσης το κινεζικό καθεστώς για τη χρήση καταναγκαστικής εργασίας, την οποία θεωρεί μηχανισμό για την παραγωγή φθηνών προϊόντων, υποστηρίζοντας ότι μέσω αυτής της πρακτικής το Πεκίνο εξαπατά το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα. Υποστήριξε ότι αν οι ΗΠΑ δεν αντισταθούν σε αυτό, κανείς άλλος δεν θα το πράξει.
Ακόμη, αναφέρθηκε σε έκθεση του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για το 2023, σύμφωνα με την οποία η Κίνα δαπανά κάθε χρόνο δισεκατομμύρια δολάρια για στοχευμένη προπαγάνδα και παραπληροφόρηση σε παγκόσμιο επίπεδο. Για την αντιμετώπιση αυτής της απειλής στο εσωτερικό των ΗΠΑ, πρότεινε την έναρξη ευρείας εθνικής ενημερωτικής εκστρατείας.
Επεσήμανε ότι πολλοί πολίτες δεν γνωρίζουν πως οι κινεζικές αρχές έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης στο ηλεκτρικό δίκτυο των ΗΠΑ, συλλέγουν δεδομένα και είναι σε θέση να χειραγωγήσουν κρίσιμες υποδομές, όπως τα λιμάνια. Τόνισε την ανάγκη ενίσχυσης της συνεργασίας με συμμάχους, με στόχο τη διάδοση των αμερικανικών αξιών.
Τέλος, αναφέρθηκε στο κινεζικό στρατηγικό εγχειρίδιο «Unrestricted Warfare» («Πόλεμος χωρίς περιορισμούς») του 1999, επισημαίνοντας ότι ένας από τους βασικούς στόχους του Πεκίνου είναι η διάδοση προπαγάνδας σε χώρες-στόχους. Διαβεβαίωσε ότι ο ίδιος θα εργαστεί ώστε.οι Αμερικανοί να αποκτήσουν επίγνωση των κρυμμένων κινδύνων που ενέχουν κινεζικές πολιτικές.
Η παραγωγή ουρανίου στις ΗΠΑ σημείωσε σημαντική ανάκαμψη κατά την περυσινή χρονιά, σύμφωνα με τα στοιχεία της Υπηρεσίας Πληροφοριών Ενέργειας (EIA).
«Οι αμερικανικές εταιρείες παρήγαγαν μεγαλύτερες ποσότητες συμπυκνωμένου ουρανίου το 2024 σε σχέση με κάθε άλλη χρονιά από το 2018, ως αποτέλεσμα της διατήρησης υψηλών τιμών του ουρανίου που ενθάρρυναν την αύξηση της παραγωγής», αναφέρει η Υπηρεσία σε επίσημη ανακοίνωση που εξέδωσε στις 2 Απριλίου.
«Η παραγωγή του τέταρτου τριμήνου 2024 μόνο της ήταν υψηλότερη από τη συνολική ετήσια παραγωγή καθεμίας από τις χρονιές μεταξύ 2019 και 2023».
Το συμπυκνωμένο ουράνιο χρησιμοποιείται ως καύσιμο στους πυρηνικούς αντιδραστήρες. Ωστόσο, πριν φθάσει σε αυτό το στάδιο, υπόκειται σε επιπλέον διαδικασίες μετατροπής και εμπλουτισμού, ώστε να μετατραπεί σε ράβδους ή σφαιρίδια πυρηνικού καυσίμου.
Η παραγωγή ουρανίου στις ΗΠΑ βίωσε δραματική μείωση την τελευταία δεκαετία. Μεταξύ 2010 και 2014, η ετήσια παραγωγή κυμαινόταν από 3,5 έως 5 εκατομμύρια λίβρες, ενώ μεταξύ 2015 και 2017 έπεσε στα 2 έως 3,5 εκατομμύρια λίβρες.
Το 2018, η παραγωγή κατέληξε ακόμη χαμηλότερα, κάτω από 1,5 εκατομμύριο λίβρες, και από το 2019 και μετά η ετήσια παραγωγή περιορίστηκε κάτω από 500.000 λίβρες. Ωστόσο, η τάση αυτή φαίνεται να αλλάζει, καθώς μέσα στο 2024 ξεπεράστηκε σαφώς το όριο των 500.000 λιβρών.
Η υποχώρηση της παραγωγής του ουρανίου ξεκίνησε τουλάχιστον εδώ και 40 χρόνια. Το 1980, η εγχώρια παραγωγή στις ΗΠΑ είχε κορυφωθεί στις 43,7 εκατομμύρια λίβρες. Ωστόσο, μετά από εκείνη την περίοδο, ακολούθησε μια σταθερή καθοδική πορεία.
Η ΕΙΑ επισημαίνει ότι, πριν από τη δεκαετία του ’80, η χώρα είχε σε ισχύ ευνοϊκές πολιτικές και εμπορικά κίνητρα για τη στήριξη της εγχώριας παραγωγής ουρανίου. Οι πολιτικές αυτές όμως σταμάτησαν στη δεκαετία του ’80 οδηγώντας τη χώρα σε μείωση παραγωγής και αύξηση εισαγωγών.
«Άλλες χώρες, όπως ο Καναδάς και η Αυστραλία, διαθέτουν κοιτάσματα ουρανίου υψηλότερης ποιότητας που είναι πιο εύκολα προσβάσιμα, επιτρέποντάς τους να παράγουν ουράνιο με χαμηλότερο κόστος από τις ΗΠΑ», εξηγεί η ανακοίνωση. Από εκεί και έπειτα, οι εισαγωγές ουρανίου προς τις ΗΠΑ παρουσίασαν κατακόρυφη αύξηση.
Η αναζωογόνηση της παραγωγής το 2024 προήλθε σε μεγάλο βαθμό από δύο εγκαταστάσεις ανάκτησης ουρανίου μέσω της μεθόδου “in-situ recovery”, μια στο Τέξας και μια στο Ουαϊόμινγκ, και από την επανέναρξη των εργασιών στο εργοστάσιο White Mesa στη Γιούτα, που είναι σήμερα το μοναδικό ενεργό εργοστάσιο επεξεργασίας ουρανίου στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προωθεί νομοθετικές δράσεις με στόχο την ενίσχυση των πυρηνικών δυνατοτήτων των ΗΠΑ.
Στις 20 Ιανουαρίου, ο Πρόεδρος Τραμπ υπέγραψε ένα προεδρικό διάταγμα με τίτλο «Απελευθέρωση της Αμερικανικής Ενέργειας», ζητώντας αναθεώρηση όλων των διαδικασιών που περιορίζουν την ανάπτυξη εγχώριων ενεργειακών πόρων, μεταξύ των οποίων και η πυρηνική ενέργεια.
Στις 14 Φεβρουαρίου, ο Αμερικανός Πρόεδρος προχώρησε στη δημιουργία του Εθνικού Συμβουλίου Ενεργειακής Υπεροχής, το οποίο έχει ως σκοπό να παρέχει συμβουλευτική υποστήριξη στον Πρόεδρο σχετικά με ενέργειες που μπορούν να αναλάβουν οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς για την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης και της αξιοποίησης μικρών αρθρωτών αντιδραστήρων (SMR).
Ώθηση στη χρήση πυρηνικής ενέργειας
Η αμερικανική Κυβέρνηση έχει ήδη δρομολογήσει δράσεις στην κατεύθυνση της αύξησης της χρήσης πυρηνικής ενέργειας. Τον Φεβρουάριο, ο Υπουργός Ενέργειας Κρις Ράιτ υπέγραψε απόφαση που ζητά άμεσες ενέργειες από την Υπηρεσία για την «απελευθέρωση της αμερικανικής ενέργειας», σύμφωνα με τα προεδρικά διατάγματα του Τραμπ.
Η απόφαση του Υπουργείου τονίζει πως είναι κρίσιμη η άμεση προώθηση της επόμενης γενιάς πυρηνικών τεχνολογιών. «Η πολυαναμενόμενη αναβίωση της αμερικανικής πυρηνικής ενέργειας πρέπει να γίνει πραγματικότητα υπό τη διοίκηση του Προέδρου Τραμπ. Καθώς οι ενεργειακές ανάγκες παγκοσμίως αυξάνονται, οι ΗΠΑ καλούνται να ηγηθούν στην ανάπτυξη μιας ασφαλούς, αξιόπιστης και οικονομικά προσιτής πυρηνικής ενέργειας», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην απόφαση.
Παράλληλα, τεχνολογικοί κολοσσοί, όπως οι Amazon, Google και Meta, ανακοίνωσαν τα δικά τους σχέδια αξιοποίησης της πυρηνικής ενέργειας, με στόχο να καλύψουν τις αυξανόμενες ενεργειακές ανάγκες των εγκαταστάσεών τους.
Έκθεση της S&P Global, ωστόσο, επισημαίνει ως πρόκληση για τη βιομηχανία το μεγάλο χρονικό διάστημα κατασκευής μικρών αντιδραστήρων. Παρ’ όλα αυτά, καταδεικνύει και το θετικό σημείο της πυρηνικής ενέργειας—την υψηλή απόδοσή της, η οποία υπερβαίνει κάθε άλλη ενεργειακή πηγή σε σχέση με τη σταθερότητα λειτουργίας.
Ο υπουργός Εσωτερικών των ΗΠΑ, Νταγκ Μπέργκαμ, ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι έχει δώσει οδηγία στο Γραφείο Διαχείρισης Ωκεάνιων Πόρων (Bureau of Ocean Energy Management – BOEM) για τη διενέργεια διαγωνισμού εκμετάλλευσης κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου στον Κόλπο της Αμερικής εντός του τρέχοντος έτους.
«Η απελευθέρωση του ενεργειακού δυναμικού της Αμερικής θα οδηγήσει σε χαμηλότερες τιμές στα πρατήρια βενζίνης, στα καταστήματα τροφίμων και συνολικά στη ζωή των Αμερικανών πολιτών, ενισχύοντας παράλληλα την εθνική μας ασφάλεια», δήλωσε ο Μπέργκαμ σε σχετική ανακοίνωση.
Η επίσημη προκήρυξη του διαγωνισμού αναμένεται να δημοσιευθεί από το αρμόδιο γραφείο τον Ιούνιο, σύμφωνα με τη δήλωση του Υπουργείου Εσωτερικών.
Ο διαγωνισμός αυτός θα είναι ο πρώτος που διεξάγεται στον «Κόλπο της Αμερικής» υπό τη διοίκηση Τραμπ, ενός κόλπου που πρόσφατα μετονομάστηκε από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ – προηγουμένως γνωστός ως «Κόλπος του Μεξικού».
Πρόκειται επίσης για τον πρώτο διαγωνισμό που εντάσσεται σε ένα πενταετές πλάνο κεφαλαίων μικρής κλίμακας, το οποίο οριστικοποίησε η προηγούμενη κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν το 2023. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα προέβλεπε μόλις τρεις διαγωνισμούς μίσθωσης στον Κόλπο, για τα έτη 2025, 2027 και 2029 – τον μικρότερο έως τώρα αριθμό δημοπρασιών ανά πενταετία.
Η κυβέρνηση Τραμπ θεωρεί ότι η εκμετάλλευση των πετρελαϊκών και αερίων κοιτασμάτων στην εξωτερική υφαλοκρηπίδα είναι κομβικής σημασίας για τη διασφάλιση της αμερικανικής ενεργειακής κυριαρχίας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Πέραν αυτού, το Υπουργείο υπογραμμίζει πως τα έσοδα από τη μίσθωση αδειών εξόρυξης, τα ενοίκια και τα δικαιώματα επί της παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου θα ενισχύσουν το Υπουργείο Οικονομικών, αλλά και πολιτείες, μέσω ειδικών προγραμμάτων διαμοιρασμού εσόδων, τα οποία χρηματοδοτούν δράσεις προστασίας περιβάλλοντος και ανάπτυξης υποδομών αναψυχής.
Επιπλέον, όπως τονίζεται στην ανακοίνωση, η διαγωνιστική διαδικασία θα δημιουργήσει «δεκάδες χιλιάδες καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας» για τους Αμερικανούς πολίτες, τόσο κατά την εξερεύνηση και παραγωγή όσο και στις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην ευρύτερη αλυσίδα εφοδιασμού.
Η εξωτερική υφαλοκρηπίδα των ΗΠΑ θεωρείται σημαντική πηγή πετρελαίου και φυσικού αερίου για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της χώρας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Υπουργείου Εσωτερικών, οι προς εκμετάλλευση περιοχές του Κόλπου της Αμερικής περιέχουν περίπου 29,59 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου και 54,84 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια φυσικού αερίου.
Η ένωση National Ocean Industries Association (NOIA), που αντιπροσωπεύει εταιρείες του κλάδου, χαιρέτισε την κίνηση της κυβέρνησης Τραμπ, υπογραμμίζοντας ότι ο Κόλπος αποτελεί «θεμέλιο λίθο της αμερικανικής ενεργειακής ασφάλειας, της οικονομικής ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας».
«Διαθέτοντας νέα συμβόλαια, η κυβέρνηση ουσιαστικά δηλώνει ότι ‘ξανανοίγει’ τον Κόλπο της Αμερικής για επιχειρήσεις—μια κίνηση που θα ωφελήσει συνολικά τη χώρα», ανέφερε ο Έρικ Μιλίτο, πρόεδρος της NOIA. «Ανυπομονούμε να συνεργαστούμε στενά με την κυβέρνηση και τους νομοθέτες για τη διατήρηση του Κόλπου στην πρώτη γραμμή μιας υπεύθυνης παραγωγής ενέργειας διεθνώς».
Η εξέλιξη αυτή ακολουθεί σχετική εκτελεστική εντολή που υπέγραψε ο Πρόεδρος Τραμπ αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του στις 20 Ιανουαρίου 2025, η οποία είχε ως στόχο την ενίσχυση της ενεργειακής έρευνας και παραγωγής στην εξωτερική υφαλοκρηπίδα.
Στην εντολή επισημαίνεται ότι «οι υπερβολικές, ιδεολογικά καθοδηγούμενες ρυθμίσεις» της προηγούμενης διοίκησης εμπόδισαν την πλήρη ανάπτυξη των φυσικών πόρων στις ΗΠΑ, περιόρισαν την παραγωγή αξιόπιστης και οικονομικά προσιτής ηλεκτρικής ενέργειας και είχαν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της δημιουργίας θέσεων εργασίας και την αύξηση του κόστους ενέργειας.
«Είναι λοιπόν εθνικό μας συμφέρον να απελευθερώσουμε τους προσιτούς και αξιόπιστους ενεργειακούς μας πόρους», ανέφερε ο Τραμπ.
Η εντολή υποδεικνύει προς όλες τις κυβερνητικές υπηρεσίες να επανεξετάσουν όλες τις κανονιστικές αποφάσεις, τις οδηγίες, τις πολιτικές και κάθε άλλη ενέργεια της προηγούμενης διοίκησης που «δημιουργεί αδικαιολόγητα βάρη στην αξιοποίηση των εγχώριων ενεργειακών πηγών». Πρόκειται ουσιαστικά για επανεξέταση δεκάδων μέτρων της κυβέρνησης Μπάιντεν που αφορούσαν ενεργειακά ζητήματα.
Η διαδικτυακή πλατφόρμα αγορών Temu έχει γίνει ιδιαίτερα δημοφιλής στο αμερικανικό καταναλωτικό κοινό. Με προϊόντα σε τιμές ευκαιρίας, η εταιρεία έχει φέρει ανατροπές στον χώρο του ηλεκτρονικού εμπορίου, προσελκύοντας καταναλωτές που αναζητούν οικονομικές λύσεις σε δύσκολους καιρούς.
Ωστόσο, πίσω από την πρώτη εντύπωση βρίσκονται προβληματισμοί σχετικά με την ποιότητα και τις πρακτικές του Temu. Το ιδιαίτερο επιχειρηματικό μοντέλο της πλατφόρμας αμφισβητείται, ενώ ήδη έχουν εκφραστεί ανησυχίες για τα δεδομένα των καταναλωτών, καθώς και για θέματα μεταφοράς και αποστολής των προϊόντων.
Τι προσφέρει το Temu
Στο Temu μπορείτε να βρείτε κυριολεκτικά κάθε είδους προϊόν: από αξεσουάρ αυτοκινήτου, ρούχα και είδη σπιτιού έως και ηλεκτρονικές συσκευές.
Ωστόσο, η ειδοποιός διαφορά του Temu από άλλα μεγάλα ηλεκτρονικά καταστήματα, όπως η Amazon, βρίσκεται στην επιθετική τιμολογιακή στρατηγική του.
Μια γυναικεία μπλούζα κοστίζει μόλις $7,92, ένα ζευγάρι παπούτσια ασφαλείας $10,39 και ένα στιβαρό καρότσι εργασίας $12,08, όταν ένα παρόμοιο στην Amazon κοστίζει $68,85.
Οι συγκρίσεις με πλατφόρμες όπως η Wish και η AliExpress είναι συχνές, καθώς χαρακτηρίζονται από χαμηλές τιμές, αλλά και από προβλήματα ποιότητας, μεγαλύτερους χρόνους παράδοσης και ιδιαίτερα σύντομη περίοδο επιστροφών.
Η Temu προσελκύει πελάτες με το σύνθημα: «Ψωνίστε σαν δισεκατομμυριούχος».
Ποιος κρύβεται πίσω από το Temu
Η Temu ανήκει στην ίδια οικογένεια με τη μεγάλη κινεζική εταιρεία ηλεκτρονικού εμπορίου Pinduoduo, η οποία έγινε γνωστή στην κινεζική αγορά με παρόμοιες προσφορές χαμηλού κόστους, πουλώντας προϊόντα κατευθείαν από τους κατασκευαστές στους καταναλωτές, καθώς και αγροτικά προϊόντα απευθείας στους αγρότες.
Τον Σεπτέμβριο του 2022, η Pinduoduo ίδρυσε την Temu, με έδρα τη Βοστώνη. Το 2023, η Pinduoduo μετονομάστηκε σε PDD Holdings, κάτω από την ομπρέλα της οποίας βρίσκονται πλέον και οι δύο εταιρείες, Pinduoduo και Temu.
Η κεφαλαιοποίηση της PDD Holdings έφτασε στις 17 Ιανουαρίου 2024 τα 105,57 δισ. δολάρια.
Η αρχική έδρα της Pinduoduo ήταν στη Σαγκάη· όμως, το 2023 μεταφέρθηκε στο Δουβλίνο της Ιρλανδίας, σε μια κίνηση που δεν είναι ασυνήθιστη για εταιρείες τεχνολογίας που επιδιώκουν φορολογικά οφέλη.
Αμφιβολίες για ποιότητα και ασφάλεια
Η πλειονότητα των ηλεκτρονικών προϊόντων που πωλεί η Temu είναι άγνωστων, χαμηλής αναγνωρισιμότητας εταιρειών. Αν και υπάρχουν και ορισμένα επώνυμα με γαλάζιο σήμα, οι περισσότεροι φορητοί υπολογιστές ή κινητά τηλέφωνα προέρχονται από αμφιλεγόμενους κατασκευαστές.
Οι χαμηλές τιμές συνοδεύονται συχνά από προβληματισμούς και αμφιβολίες.
Σύμφωνα με έκθεση του 2023 από την Επιτροπή Οικονομικής και Ασφαλείας ΗΠΑ-Κίνας, το γεγονός ότι η Temu χρησιμοποιεί προϊόντα μη αναγνωρισμένων εταιρειών έχει δημιουργήσει υποψίες για χαμηλή ποιότητα, καθώς και κατηγορίες για παραβιάσεις πνευματικών δικαιωμάτων και προστατευμένων σχεδίων.
Επικίνδυνα χημικά στα ρούχα
Ένα σημαντικό πλεονέκτημα της πλατφόρμας είναι ο εξαιρετικά φθηνός ρουχισμός της. Ωστόσο, η εξοικονόμηση αυτή μπορεί να κρύβει κινδύνους.
Έρευνα της κυβέρνησης της Νότιας Κορέας το 2023 αποκάλυψε υψηλά επίπεδα τοξικών ουσιών, όπως μόλυβδος, κάδμιο και φθαλικές ενώσεις (ουσίες που προστίθενται στα πλαστικά για την αύξηση της ευλυγισίας τους), στα ρούχα που πωλεί η Temu.
Οι φθαλικές ενώσεις θεωρούνται ενδοκρινικοί διαταράκτες, που μπορούν να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα υγείας – από γενετικά και αναπτυξιακά προβλήματα έως και καρκίνο.
Για την έρευνα αυτή, εκπρόσωπος της Temu δήλωσε πως τα επίμαχα προϊόντα είχαν ήδη αποσυρθεί προληπτικά πριν ανακοινωθεί η έκθεση.
Ωστόσο, μια σειρά από πρόσφατες αναφορές συνδέουν τα ρούχα υπερ-γρήγορης μόδας που κατασκευάζονται στην Κίνα -όπου βρίσκονται οι κατασκευαστές της Temu- με χημικές ουσίες που μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα υγείας, από εξανθήματα έως αναπαραγωγικά ζητήματα και αυτοάνοσες διαταραχές.
Σύμφωνα με μια έκθεση του 2023 από το Center for Biological Diversity (Κέντρο Βιοποικιλότητας), τα ρούχα γρήγορης μόδας μπορεί να περιέχουν μια ποικιλία επιβλαβών χημικών ουσιών, οι οποίες «ενέχουν κινδύνους ερεθισμού, αναπνευστικών, αναπτυξιακών και αναπαραγωγικών προβλημάτων- και ορισμένων μορφών καρκίνου».
Ανησυχίες για τα προσωπικά δεδομένα
Η Temu κατηγορείται ότι χρησιμοποιεί προσωπικά δεδομένα πελατών σε μεγαλύτερο βαθμό από άλλες εφαρμογές. Σύμφωνα με το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών, η πλατφόρμα αποτελεί μεγάλο εργαλείο συλλογής δεδομένων προς πώληση σε τρίτους.
Το 2022, σύμφωνα με την έκθεση, πάνω από το 80 τοις εκατό των εσόδων της Temu προήλθε από την πώληση διαφημιστικών υπηρεσιών στο δίκτυο τρίτων λιανοπωλητών της, το οποίο αποτελείται από εταιρείες διαφήμισης, μάρκετινγκ και ανάλυσης.
Πιο ανησυχητικό, σύμφωνα με την έκθεση της Επιτροπής Οικονομικής και Ασφαλείας των ΗΠΑ-Κίνας, η εφαρμογή της Pinduoduo για κινητά τηλέφωνα Android βρέθηκε να περιέχει εξελιγμένο κακόβουλο λογισμικό, που της επιτρέπει να παρακάμπτει τα δικαιώματα ασφαλείας και να αποκτά πρόσβαση σε ιδιωτικά μηνύματα και να αλλάζει τις ρυθμίσεις του τηλεφώνου. Η Google ανέστειλε την εφαρμογή από το κατάστημα Google Play τον Μάρτιο του 2023, σύμφωνα με την έκθεση.
Άτομα επιρροής και διαφημιστικές εκστρατείες στο διαδίκτυο
Η Temu έχει σημαντική παρουσία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Εκτός από τις διαφημίσεις, ο λιανοπωλητής προσφέρει ένα πρόγραμμα συνεργατών μέσω του οποίου οι επιδραστικοί παράγοντες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης μπορούν να συγκεντρώσουν μονάδες και προμήθειες προωθώντας τα προϊόντα Temu και ενθαρρύνοντας τους ακολούθους να κατεβάσουν την εφαρμογή.
Τα άτομα επιρροής που συμμετέχουν στο πρόγραμμα της Temu συνήθως λαμβάνουν δωρεάν προϊόντα για να τα προωθήσουν, εκτός από την ανταμοιβή τους για την προώθηση των εμπορευμάτων της Temu.
Φθηνά προϊόντα με υψηλό τίμημα
Επιφανειακά, μπορεί να φαίνεται ότι η Temu είναι μια καλή συμφωνία. Παρόλο που μπορεί να εξοικονομήσετε χρήματα αρχικά, μπορεί να πληρώσετε με άλλους τρόπους.
Πρώτον, υπάρχει το ζήτημα της ποιότητας και της ασφάλειας. Η Temu πουλάει είδη και ρούχα εκτός μάρκας που μπορεί να έχουν βλαβερές χημικές ουσίες.
Έπειτα, υπάρχει το ζήτημα της ιδιωτικής ζωής. Η Temu πωλεί τις πληροφορίες σας στο δίκτυο τρίτων που διαθέτει.
Και τέλος, τα προϊόντα της Temu μπορεί να μην είναι όλα όσα φαίνονται. Ο λιανοπωλητής βασίζεται σε άτομα επιρροής που λαμβάνουν δωρεάν προϊόντα και κίνητρα σε αντάλλαγμα για την προώθηση των προϊόντων του εκπτωτικού γίγαντα.