Παρασκευή, 28 Νοέ, 2025

Δασμούς 50% στις εισαγωγές χαλκού από τη Βραζιλία επέβαλε ο Τραμπ

Ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε στις 30 Ιουλίου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιβάλουν δασμούς ύψους 50% στις εισαγωγές ημιτελών προϊόντων χαλκού και παράγωγων με υψηλή περιεκτικότητα σε χαλκό, αρχής γενομένης από την 1η Αυγούστου. Από τους νέους δασμούς εξαιρούνται τα προϊόντα καθαρής μεταλλικής μορφής.

Οι τιμές του χαλκού στις ΗΠΑ παρουσίασαν απότομη πτώση μετά τη σχετική εξαίρεση των καθαρών μετάλλων από τους νέους δασμούς που ανακοίνωσε ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ. Τα νέα μέτρα στοχεύουν σε ημιτελή προϊόντα, όπως σωλήνες, σύρματα, ράβδους, ελάσματα και σωλήνες χαλκού, καθώς και σε παράγωγα με υψηλή περιεκτικότητα σε χαλκό, μεταξύ των οποίων εξαρτήματα σωληνώσεων, καλώδια, συνδετήρες και ηλεκτρικά μέρη, σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση του Λευκού Οίκου.

Παράλληλα, ο Τραμπ υπέγραψε προεδρικό διάταγμα που προβλέπει την επιβολή πρόσθετου δασμού 40% στις εισαγωγές από τη Βραζιλία, ανεβάζοντας το συνολικό ποσοστό στο 50%. Η κίνηση αυτή αποσκοπεί, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, στην αντιμετώπιση των «ασυνήθιστων και εξαιρετικών πολιτικών και ενεργειών της κυβέρνησης της Βραζιλίας που βλάπτουν αμερικανικές εταιρείες, τα δικαιώματα ελεύθερης έκφρασης Αμερικανών πολιτών, την εξωτερική πολιτική και την οικονομία των ΗΠΑ».

Το διάταγμα στοχεύει επίσης στην άσκηση πίεσης προς τη βραζιλιάνικη κυβέρνηση για σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως «η πολιτική δίωξη του πρώην προέδρου Ζαΐρ Μπολσονάρου και των υποστηρικτών του», πρακτικές που, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, υποσκάπτουν το κράτος δικαίου στη Βραζιλία.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιδρά στην εμπορική συμφωνία των ΗΠΑ με ανακούφιση και κριτική

Ανώτερα στελέχη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντέδρασαν με έναν συνδυασμό ανακούφισης και κριτικής στη νέα εμπορική συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Αμέσως μετά την ανακοίνωση, στις 27 Ιουλίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε επίσημη δήλωση εκ μέρους της προέδρου της επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στην οποία είπε ότι η συμφωνία δημιούργησε βεβαιότητα, σταθερότητα και προβλεψιμότητα σε αβέβαιους καιρούς για τις επιχειρήσεις και τους πολίτες «και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού».

Ευχαρίστησε τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, και τον αποκάλεσε «σκληρό διαπραγματευτή», αλλά και ικανό στο να κάνει συμφωνίες.

Μετά από μήνες διαπραγματεύσεων, οι δύο πλευρές συμφώνησαν σε μια εμπορική συμφωνία, στις 27 Ιουλίου.

Η ΕΕ θα αγοράσει ενέργεια αξίας 750 δισεκατομμυρίων δολαρίων από τις Ηνωμένες Πολιτείες και οι δασμοί στις εισαγωγές της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των αυτοκινήτων, θα οριστούν στο 15%.

Η συμφωνία επιτεύχθηκε λίγες ημέρες πριν από την προθεσμία της 1ης Αυγούστου, μετά την οποία σχεδόν όλες οι εισαγωγές της ΕΕ θα είχαν πληγεί με δασμούς 30%.

Ο Τραμπ και η φον ντερ Λάιεν συναντήθηκαν στη Σκωτία κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του προέδρου των ΗΠΑ στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Όταν ρωτήθηκε αν θεωρούσε το 15% μια καλή συμφωνία για τις ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες, η φον ντερ Λάιεν δήλωσε στους δημοσιογράφους: «Το 15% δεν πρέπει να υποτιμάται, αλλά είναι το καλύτερο που θα μπορούσαμε να πάρουμε».

Ο Γερμανός καγκελάριος Φρήντριχ Μερτς δήλωσε σε δήλωσή του, στις 27 Ιουλίου, ότι χαιρετίζει τη συμφωνία και ότι οι δύο εμπορικοί εταίροι απέφυγαν μια «άσκοπη κλιμάκωση στις διατλαντικές εμπορικές σχέσεις».

Ο Μερτς δήλωσε ότι η οικονομία της χώρας του, προσανατολισμένη στις εξαγωγές, ιδίως στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας, θα είχε πληγεί σοβαρά χωρίς αυτήν τη συμφωνία.

«Καταφέραμε να διαφυλάξουμε τα βασικά μας συμφέροντα, αν και θα καλωσόριζα την περαιτέρω χαλάρωση του διατλαντικού εμπορίου», είπε.

Ανακούφιση αλλά όχι εορτασμός

Δεν ήταν όλες οι αντιδράσεις από την Ευρώπη τόσο θετικές.

Ο Βέλγος πρωθυπουργός Μπαρτ Ντε Βέβερ έγραψε στο X, στις 27 Ιουλίου: «Καθώς περιμένουμε όλες τις λεπτομέρειες της νέας εμπορικής συμφωνίας ΕΕ-ΗΠΑ, ένα πράγμα είναι σαφές: αυτή είναι μια στιγμή ανακούφισης αλλά όχι εορτασμού. Οι δασμοί θα αυξηθούν σε διάφορους τομείς και ορισμένα βασικά ερωτήματα παραμένουν ανεπίλυτα».

Ο ντε Βέβερ δήλωσε ότι ελπίζει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «θα απομακρυνθούν ξανά από την αυταπάτη του προστατευτισμού και θα αγκαλιάσουν για άλλη μια φορά την αξία του ελεύθερου εμπορίου – ακρογωνιαίο λίθο της κοινής ευημερίας».

Ο Γάλλος υπουργός Βιομηχανίας, Μαρκ Φερράτσι, επέκρινε ομοίως τη συμφωνία ως «ανισόρροπη», αν και αναγνώρισε ότι έφερε σταθερότητα στις επιχειρήσεις και τους κατασκευαστές.

Ο Φερράτσι δήλωσε στον ραδιοφωνικό σταθμό RTL, στις 28 Ιουλίου: «Αυτή η συμφωνία είναι ανισόρροπη και θα πρέπει να μας ενθαρρύνει να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για την αναδιάρθρωση του εμπορίου μεταξύ Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών».

Ο υπουργός είπε ότι η συμφωνία έφερε το τέλος της αβεβαιότητας μεν, κάτι που ήταν ανακούφιση, αλλά ότι «δεν είναι το τέλος της ιστορίας».

Ο Γάλλος πρωθυπουργός, Φρανσουά Μπαϊρού, χαρακτήρισε τη συμφωνία «μαύρη μέρα για την Ευρώπη», επικρίνοντάς την ως «υποταγή» στον Τραμπ, σε ανάρτησή του στο X, στις 28 Ιουλίου.

Ο Ούγγρος πρωθυπουργός, Βίκτορ Όρμπαν, υπονόησε ότι η πρόεδρος της Επιτροπής δεν κατάφερε να διαπραγματευτεί μια πιο ευνοϊκή συμφωνία για το μπλοκ, λέγοντας ότι ο Τραμπ «[έφαγε] την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για πρωινό».

Δήλωσε στο podcast «Warrior’s Hour», στις 28 Ιουλίου, ότι αυτό ήταν που περίμενε η Ουγγαρία να συμβεί, επειδή ο Τραμπ είναι «ένας διαπραγματευτής βαρέων βαρών» ενώ η φον ντερ Λάιεν «ανήκει στην κατηγορία φτερού».

«Αυτό που μπορώ επίσης να πω με βεβαιότητα είναι ότι οι Αμερικανοί έχουν πρόσφατα συνάψει μια παρόμοια συμφωνία με το Ηνωμένο Βασίλειο που είναι πολύ καλύτερη από αυτή», δήλωσε ο Όρμπαν. «Επομένως, η ευρωπαϊκή συμφωνία είναι χειρότερη από την αγγλική».

Εμπορικό έλλειμμα

Η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε, στις 2 Απριλίου, ότι δεκάδες χώρες θα υπόκεινται σε αμοιβαίους δασμούς για να διορθώσουν αυτό που ο πρόεδρος περιέγραψε ως άδικη μεταχείριση των Αμερικανών εξαγωγέων.

Αυτοί οι δασμοί επρόκειτο να τεθούν σε ισχύ στις 9 Απριλίου, αλλά ο Τραμπ αποφάσισε μια τρίμηνη αναστολή, η οποία στη συνέχεια παρατάθηκε έως την 1η Αυγούστου, για να δοθεί περισσότερος χρόνος για διαπραγματεύσεις.

Σύμφωνα με το Γραφείο του Εμπορικού Εκπροσώπου των ΗΠΑ, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν συνολικό έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο αγαθών με την ΕΕ ύψους 235,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων πέρυσι, επαυξημένο κατά 12,9% σε σχέση με το 2023.

Άλλες προκαταρκτικές λεπτομέρειες της εμπορικής συμφωνίας με τις Βρυξέλλες περιλαμβάνουν επένδυση 600 δισεκατομμυρίων δολαρίων από την ΕΕ στις Ηνωμένες Πολιτείες, επιπλέον των τωρινών επενδύσεών της.

Οι δασμοί στον χάλυβα και το αλουμίνιο θα παραμείνουν στο 50%, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες εφάρμοσαν αυτόν τον συντελεστή παγκοσμίως.

Μέχρι στιγμής, η κυβέρνηση Τραμπ έχει συνάψει προσωρινές εμπορικές συμφωνίες με την Κίνα, την ΕΕ, την Ινδονησία, την Ιαπωνία, τις Φιλιππίνες και το Ηνωμένο Βασίλειο.

ΗΠΑ και Κίνα ξανακάθονται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων εν όψει της προθεσμίας του Αυγούστου

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα αναμένεται να πραγματοποιήσουν νέο γύρο εμπορικών διαπραγματεύσεων σήμερα στη Στοκχόλμη, με στόχο την επίλυση των τελευταίων διαφορών πριν από την καταληκτική προθεσμία της 12ης Αυγούστου. Εάν έως τότε δεν επιτευχθεί συμφωνία, προβλέπεται σημαντική αύξηση των αμερικανικών δασμών σε κινεζικά προϊόντα.

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε, στις 27 Ιουλίου, ότι οι συνομιλίες με το Πεκίνο βρίσκονται κοντά στην ολοκλήρωση, αποφεύγοντας ωστόσο να δώσει συγκεκριμένες λεπτομέρειες. Κατά τη διάρκεια συνάντησής του με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στη Σκωτία, ανέφερε ότι οι δύο πλευρές «έχουν ουσιαστικά καταλήξει σε μια συμφωνία», αν και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο μεταβολών.

Η συνάντηση της Στοκχόλμης έρχεται σε συνέχεια προηγούμενων διαβουλεύσεων στη Γενεύη τον Μάιο και στο Λονδίνο τον Ιούνιο. Μετά τις συνομιλίες στο Λονδίνο, ο Λευκός Οίκος είχε ανακοινώσει μια περιορισμένη συμφωνία που περιλαμβάνει ρυθμίσεις για τους ελέγχους εξαγωγών και τους δασμούς. Στο πλαίσιο αυτής της συμφωνίας, η Κίνα δεσμεύθηκε να επαναλάβει τις εξαγωγές σπάνιων γαιών προς τις ΗΠΑ, ενώ η κυβέρνηση Τραμπ προχώρησε σε ελάφρυνση ορισμένων αντιμέτρων.

Ως συνέπεια της συμφωνίας, η αμερικανική εταιρεία μικροκυκλωμάτων Nvidia ανακοίνωσε στις 14 Ιουλίου ότι έλαβε άδεια να επανεκκινήσει τις πωλήσεις προς την Κίνα, παρά τους περιορισμούς που είχαν επιβληθεί τον Απρίλιο. Ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσσεντ χαρακτήρισε αυτή την εξέλιξη ως μέρος ευρύτερης στρατηγικής διαπραγμάτευσης, επισημαίνοντας σε συνέντευξή του στο Bloomberg TV ότι «υπήρχαν ανταλλάγματα και από τις δύο πλευρές» και πως η αμερικανική κυβέρνηση θεωρεί ότι βρίσκεται «σε πολύ καλή θέση».

Σύμφωνα με το Γραφείο του Εμπορικού Αντιπροσώπου των ΗΠΑ, το εμπορικό έλλειμμα αγαθών με την Κίνα το 2024 ανήλθε στα 295,4 δισεκατομμύρια δολάρια. Παραμένει ασαφές αν οι συνομιλίες στη Στοκχόλμη θα οδηγήσουν σε ουσιαστικά αποτελέσματα, όπως η σημαντική μείωση του ελλείμματος ή η άρση χρόνιων εμποδίων για τις αμερικανικές επιχειρήσεις στην κινεζική αγορά.

Οι χρηματοπιστωτικές αγορές παρακολουθούν στενά την προθεσμία της 12ης Αυγούστου, η οποία σηματοδοτεί τη λήξη της τρίμηνης αναστολής των δασμών μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου. Ο Μπέσσεντ, πάντως, προσπάθησε να καθησυχάσει τους επενδυτές, δηλώνοντας ότι «δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας για την ημερομηνία αυτή».

Ως αντίποινα για τους αμερικανικούς δασμούς που επέβαλε ο Τραμπ τον Απρίλιο, το Πεκίνο είχε προχωρήσει σε περιορισμούς στις εξαγωγές κρίσιμων μετάλλων, μαγνητών και σπάνιων γαιών από τις 4 Απριλίου. Αν και ο Τραμπ έχει διαμηνύσει ότι η διαμάχη αυτή έχει επιλυθεί, Αμερικανοί αξιωματούχοι εμφανίζονται επιφυλακτικοί. Ο επικεφαλής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου, Κέβιν Χάσσετ, επιβεβαίωσε σε συνέντευξή του τον Ιούνιο ότι η Κίνα έχει επανεκκινήσει τις αποστολές, οι οποίες όμως παραμένουν σε επίπεδα κατώτερα των συμφωνηθέντων.

Η Κίνα κυριαρχεί στην παγκόσμια αγορά σπάνιων γαιών και έχει κατά καιρούς χρησιμοποιήσει την κυριαρχία αυτή ως εργαλείο πολιτικής πίεσης. Από την ένταξή της στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 2001, η οικονομική άνοδος της χώρας έχει στηριχθεί σε αμφιλεγόμενες πρακτικές, όπως η κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας, οι εξαναγκαστικές μεταβιβάσεις τεχνολογίας, η χειραγώγηση του νομίσματος και οι κρατικές επιδοτήσεις.

Εμπορική συμφωνία με την ΕΕ

Κατά τη διάρκεια της συνάντησης με την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ο Τραμπ μίλησε επίσης για τη νέα εμπορική συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, στο πλαίσιο της οποίας η ΕΕ θα αγοράσει αμερικανική ενέργεια αξίας 750 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενώ οι ΗΠΑ θα επιβάλουν δασμούς 15% στις περισσότερες ευρωπαϊκές εισαγωγές – ποσοστό μειωμένο κατά το ήμισυ σε σχέση με το 30% που είχε ανακοινωθεί αρχικά.

Ο Τραμπ έκανε επίσης λόγο για περαιτέρω εμπορικές συμφωνίες που βρίσκονται σε εξέλιξη με «τρεις ή τέσσερις ακόμη χώρες». Ανέφερε ότι έχουν ήδη σταλεί σχετικές ειδοποιήσεις και ότι εντός της εβδομάδας, αλλά πριν από την 1η Αυγούστου, αναμένεται να αποσταλούν επιστολές διευκρίνησης ή επιβεβαίωσης προς τα εμπλεκόμενα μέρη.

Σε εμπορική συμφωνία καταλήγουν ΗΠΑ και ΕΕ

Μετά από μήνες διαπραγματεύσεων, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέληξαν σε εμπορική συμφωνία, στις 27 Ιουλίου, στο Τέρνμπερρυ της Σκωτίας, όπου συναντήθηκαν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, καθώς και άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες, για τις τελικές διαπραγματεύσεις πριν τη λήξη της προσθεμίας που είχε θέσει ο πρώτος για την 1η Αυγούστου.

Παρουσιάζοντας αδρά το πλαίσιο της συμφωνίας, ο πρόεδρος Τραμπ δήλωσε ότι η ΕΕ θα αγοράσει ενέργεια αξίας 750 δισεκατομμυρίων δολαρίων από τις ΗΠΑ και ότι οι δασμοί στις εισαγωγές της ΕΕ προς τις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων των δασμών στις εισαγωγές αυτοκινήτων, θα οριστούν στο 15%.

Ακόμη, η ΕΕ θα επενδύσει επιπλέον 600 δισεκατομμύρια δολάρια πέραν των τρεχουσών επενδύσεών της στις Ηνωμένες Πολιτείες και θα αγοράσει αμερικανικό στρατιωτικό εξοπλισμό.

Σε περίπτωση μη συμφωνίας, η ΕΕ αντιμετώπιζε την προοπτική δασμών 30% στις περισσότερες εξαγωγές της προς τις ΗΠΑ, όπως είχε ανακοινώσει με επιστολή του προς τη φον ντερ Λάιεν ο Ντόναλντ Τραμπ, στις 12 Ιουλίου, ενώ τον Μάιο οι δασμοί είχαν οριστεί στο 50%.

Σύμφωνα με την αμερικανική κυβέρνηση, ο κύριος λόγος για την επιβολή των δασμών ήταν το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ, το οποίο ανερχόταν σε σχέση με την ΕΕ στα 235,6 δισ. δολάρια, κατά 12,9% αυξημένο από το 2023.

«Το σημείο εκκίνησης ήταν μια ανισορροπία, ένα πλεόνασμα από την πλευρά μας και ένα έλλειμμα από την πλευρά των ΗΠΑ», δήλωσε η φον ντερ Λάιεν στους δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια της συνάντησης. «Και θέλαμε να εξισορροπήσουμε τις εμπορικές μας σχέσεις […] έτσι ώστε διατλαντικό το εμπόριο να συνεχίσει να λειτουργεί».

Από την πλευρά του, ο Τραμπ δήλωσε ότι οι δύο πλευρές «ήθελαν να καταλήξουν σε συμφωνία».

«Αυτές οι διαπραγματεύσεις είχαν ξεκινήσει πριν από μήνες, οπότε ξέραμε σε τι μπαίναμε», σημείωσε ο Αμερικανός πρόεδρος, προσθέτοντας ότι η συμφωνία ήταν «ικανοποιητική» τόσο για την ΕΕ όσο και για τις ΗΠΑ.

Τόνισε δε ότι πρόκειται για μια «τεράστια συμφωνία με πολλές χώρες» (σ.σ. τα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ) και αναγνώρισε ότι «δεν ήταν εύκολο» να επιτευχθεί μια ενιαία συμφωνία μεταξύ όλων τους, ωστόσο χαρακτήρισε τις νέες επενδύσεις της ΕΕ «ουσιαστικές».

«Όλες οι χώρες θα ανοίξουν τις αγορές τους στο εμπόριο με τις Ηνωμένες Πολιτείες με μηδενικούς δασμούς», δήλωσε. «Και συμφώνησαν να αγοράσουν τεράστιες ποσότητες στρατιωτικού εξοπλισμού. Δεν γνωρίζουμε το ακριβές ποσό, αλλά είναι γεγονός ότι κατασκευάζουμε τον καλύτερο στρατιωτικό εξοπλισμό στον κόσμο, οπότε έτσι [πρέπει] να γίνει μέχρι να μας ξεπεράσει κάποιος, κάτι που δεν πρόκειται να συμβεί».

Οι δασμοί για τα αυτοκίνητα θα περιοριστούν επίσης στο 15%. Ωστόσο, οι δασμοί για τον χάλυβα και το αλουμίνιο θα παραμείνουν ως έχουν, επειδή «αυτό είναι παγκόσμιο φαινόμενο», επεσήμανε.

Τα περισσότερα αγαθά της ΕΕ που εξάγονται στις ΗΠΑ υπόκεινται σε δασμούς 10%, με το ποσοστό να διαμορφώνεται στο 25% για τα αυτοκίνητα και στο 50% για τον χάλυβα και το αλουμίνιο.

Ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ Χάουαρντ Λούτνικ δήλωσε ότι εντός δύο εβδομάδων οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ενημερώσουν για τα σχέδιά τους σχετικά με τους δασμούς για τα μικροτσίπ, υποδηλώνοντας ότι αυτό ήταν ένας βασικός λόγος για την επιθυμία της ΕΕ να διαπραγματευτεί με τον Τραμπ.

«Θα σας αφήσω να περιμένετε δύο εβδομάδες μέχρι να ανακοινώσετε το σχέδιό σας», είπε ο Λούτνικ στον Τραμπ. «Αλλά θα επαναφέρουμε την παραγωγή μικροτσίπ στις Ηνωμένες Πολιτείες».

Λίγες ημέρες πριν τη συνάντηση, στις 24 Ιουλίου, τα κράτη-μέλη της ΕΕ ψήφισαν την έγκριση αντιμέτρων ύψους 109 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε αμερικανικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων της σόγιας, των αμυγδάλων, των αυτοκινήτων και των φαρμακευτικών προϊόντων, τα οποία θα τίθεντο σε ισχύ στις 7 Αυγούστου σε περίπτωση μη συμφωνίας.

Μέχρι τώρα, η κυβέρνηση Τραμπ έχει συνάψει προσωρινές εμπορικές συμφωνίες με την Ιαπωνία, την Κίνα, την Ινδονησία, τις Φιλιππίνες και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Η συμφωνία με την Ιαπωνία περιλαμβάνει δασμό 15% στις ιαπωνικές εισαγωγές και δέσμευση από την Ιαπωνία να ανοίξει τις αγορές της στα αμερικανικά προϊόντα και να επενδύσει 550 δισεκατομμύρια δολάρια στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Β. Κορκίδης: Διαχειρίσιμη η συμφωνία για τους δασμούς που κατέληξαν ΗΠΑ και ΕΕ

«Θέλουμε να πιστεύουμε πως η συμφωνία επιβολής δασμών στα επίπεδα του 15% είναι μια διαχειρίσιμη κατάσταση και ελπίζουμε πως δεν θα δημιουργήσει απώλειες στο διμερές εμπόριο ΗΠΑ και ΕΕ.»

Αυτό σημείωσε, μεταξύ άλλων, σε δήλωσή του ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς Βασίλης Κορκίδης.

Αναλυτικά, ο κος Κορκίδης δήλωσε τα εξής: «Η ανακοίνωση ότι οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέληξαν σε συμφωνία για τους δασμούς, μετά την ολοκλήρωση της συνάντησης που είχε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ με την πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν σίγουρα φέρνει ανακούφιση και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.

»Στο διεθνές εμπόριο, η όποια συμφωνία, είναι πάντα καλύτερη από καμία συμφωνία και τη μονομερή επιβολή μέτρων και αντίμετρων. Το γεγονός ότι συμφωνήθηκε να επιβάλλεται ένας γενικός δασμός 15% σε όλα τα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων και των αυτοκινήτων, είναι ένα στοιχείο που επαναφέρει την ισορροπία στις αμερικανοευρωπαϊκές εμπορικές σχέσεις και φαίνεται να ικανοποιεί τα δύο μέρη. Ωστόσο, οι δασμοί στον χάλυβα και το αλουμίνιο παραμένουν στο 50%, ενώ δεν είναι ξεκάθαρο εάν τελικά θα υπαχθούν σε ξεχωριστούς δασμούς τα φαρμακευτικά προϊόντα και οι ημιαγωγοί. Η συμφωνία προβλέπει επίσης ότι η ΕΕ θα αγοράσει αμερικανικό στρατιωτικό εξοπλισμό και ενέργεια συνολικού ύψους 750 δισ. δολαρίων, ενώ παράλληλα θα κάνει σημαντικές επενδύσεις 600 δισ. δολαρίων.

»Η ευρωπαϊκή πλευρά κάνει λόγο για μια εμπορική συμφωνία ‘all inclusive’ μεταξύ των δύο μεγάλων εμπορικών εταίρων που φέρνει σταθερότητα. Ανεξάρτητα με τις λεπτομέρειες και τις εξαιρέσεις, είναι σημαντικό πως μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις η συμφωνία επιτεύχθηκε σε λιγότερο από μία εβδομάδα πριν από την προθεσμία της 1ης Αυγούστου και της επιβολής υψηλότερων δασμών που θα είχαν σοβαρές επιπτώσεις. Θέλουμε να πιστεύουμε πως η συμφωνία επιβολής δασμών στα επίπεδα του 15% είναι μια διαχειρίσιμη κατάσταση και ελπίζουμε πως δεν θα δημιουργήσει απώλειες στο διμερές εμπόριο ΗΠΑ και ΕΕ.»

Του Jacob Burg

Με τη συμβολή των Austin Alonzo, Travis Gillmore και ΑΠΕ ΜΠΕ

Επιβραδύνεται η ανάπτυξη της ηλιακής ενέργειας στην ΕΕ λόγω περικοπών στις επιδοτήσεις

Η Ευρωπαϊκή Ένωση οδεύει προς την πρώτη ετήσια επιβράδυνση στην ανάπτυξη της ηλιακής ενέργειας εδώ και περισσότερα από δέκα χρόνια, σύμφωνα με στοιχεία του κλάδου που δημοσιεύθηκαν την Πέμπτη.

Η τάση αυτή, σύμφωνα με παρατηρητές, αντανακλά τη μετατόπιση των πολιτικών προτεραιοτήτων σε αρκετές χώρες της Ένωσης, καθώς μειώνονται ορισμένα «πράσινα» μέτρα ή αδυνατεί να διατηρηθεί ο ρυθμός υλοποίησης έργων καθαρής ενέργειας, εν μέρει λόγω της αύξησης των αμυντικών δαπανών και της στήριξης της τοπικής βιομηχανίας.

Η έκθεση της βιομηχανικής ένωσης SolarPower Europe αναφέρει ότι το 2025 αναμένεται να προστεθούν 64,2 γιγαβάτ (GW) νέας φωτοβολταϊκής ισχύος στην ΕΕ, σημειώνοντας μείωση 1,4% σε σχέση με τα 65,1 GW του προηγούμενου έτους.

Παρότι εκτιμάται πως θα επιτευχθεί ο στόχος των 320 GWAC (ή 400 GWDC) για το 2025, η έκθεση προειδοποιεί ότι εντείνονται οι ανησυχίες για τον στόχο των 600 GWAC (ή 750 GWDC) έως το 2030, καθώς η αγορά παρουσιάζει σημάδια κόπωσης.

Όπως εξηγείται, η διαφορά ανάμεσα στα GWAC και τα GWDC σχετίζεται με τον τρόπο λειτουργίας των φωτοβολταϊκών συστημάτων: η παραγόμενη ενέργεια είναι συνεχούς ρεύματος (DC) και πρέπει να μετατραπεί σε εναλλασσόμενο (AC) για να διοχετευθεί στο δίκτυο. Η αναλογία μεταξύ τους υπολογίζεται σε περίπου 1,25 προς 1 σύμφωνα με την SolarPower Europe, εξ ου και η διαφορά.

Η έκθεση εκτιμά ότι η μικρή πτώση της αγοράς το 2025 θα οφείλεται κυρίως στη σημαντική μείωση των εγκαταστάσεων φωτοβολταϊκών σε οικιακές στέγες, κάτι που συνδέεται τόσο με τις χαμηλότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας όσο και με τη συρρίκνωση των σχετικών προγραμμάτων επιδότησης.

Ωστόσο, με βάση τους τρέχοντες ρυθμούς ανάπτυξης, η ΕΕ αναμένεται να υπολείπεται κατά περίπου 27 GW του στόχου των 750 GW που, σύμφωνα με την οργάνωση, είναι απαραίτητος για την επίτευξη των κλιματικών δεσμεύσεων και τη σταδιακή απεξάρτηση από την εισαγόμενη ενέργεια από τη Ρωσία.

Ιδιαίτερα έντονη είναι η πτώση στον τομέα των οικιακών εγκαταστάσεων, ο οποίος αναμένεται να καλύψει μόλις το 15% της νέας ισχύος φέτος, από το ~30% της περιόδου 2020-2023.

Η πτώση αυτή αποδίδεται κυρίως στις περικοπές υποστήριξης σε χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Ολλανδία. Στη Γερμανία, νόμος που ψηφίστηκε τον Φεβρουάριο κατήργησε τις αποζημιώσεις για την τροφοδοσία του δικτύου με ηλιακή ενέργεια κατά τις ώρες αιχμής, ενώ στη Γαλλία μειώθηκαν κάποια οικονομικά κίνητρα τον Μάρτιο, επιβραδύνοντας τις νέες εγκαταστάσεις. Στην Ολλανδία, η κυβέρνηση περιόρισε την επιδότηση για τα νοικοκυριά που διοχέτευαν περίσσεια ενέργεια στο δίκτυο, με το ισχύον πρόγραμμα να καταργείται πλήρως το 2027. Οι νέες εγκαταστάσεις που δεν εντάσσονται στο προηγούμενο καθεστώς επιδοτήσεων καταγράφουν σημαντική πτώση.

Η ετήσια πτώση που προβλέπεται για το 2025 θα είναι η πρώτη από το 2015, ενώ το 2023 η συνολική δυναμικότητα αυξήθηκε κατά 51% – αν και ο ρυθμός ανάπτυξης είχε ήδη περιοριστεί στο 3% το προηγούμενο έτος.

Παρά τη στασιμότητα, η ηλιακή ενέργεια κάλυψε τον Ιούνιο το 22% της συνολικής ηλεκτροπαραγωγής στην ΕΕ, καθιστώντας την τη μεγαλύτερη πηγή ηλεκτρικής ενέργειας για εκείνον τον μήνα, εν μέσω έντονου καύσωνα.

Η επιβράδυνση των επιδοτήσεων στην Ευρώπη συμβαδίζει με αντίστοιχες εξελίξεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε στις 7 Ιουλίου εκτελεστικό διάταγμα για την κατάργηση των ομοσπονδιακών επιδοτήσεων σε εγκαταστάσεις ηλιακής και αιολικής ενέργειας. Στο διάταγμα αναφέρεται ότι οι εν λόγω μορφές ενέργειας είναι ακριβές, υπονομεύουν τη σταθερότητα του ηλεκτρικού δικτύου και εξαρτώνται από εφοδιαστικές αλυσίδες ελεγχόμενες από το εξωτερικό.

Το μέτρο στις ΗΠΑ εντάσσεται στο νομοσχέδιο «One Big Beautiful Bill Act», το οποίο τέθηκε σε ισχύ στις 4 Ιουλίου και προβλέπει την κατάργηση των φορολογικών κινήτρων για έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μετά το 2026, εφόσον δεν έχουν ξεκινήσει μέχρι τότε. Τα έργα που ξεκινούν αργότερα πρέπει να τεθούν σε λειτουργία έως το τέλος του 2027 για να λάβουν ενίσχυση. Με το προηγούμενο νομικό καθεστώς, οι εταιρείες μπορούσαν να επωφεληθούν από φοροαπαλλαγή 30% έως το 2032.

Τα φωτοβολταϊκά μετατρέπουν το ηλιακό φως σε ηλεκτρισμό, είτε εγκαθίστανται σε στέγες είτε σε εκτεταμένα πάρκα. Αν και δεν εκπέμπουν ρύπους κατά τη λειτουργία τους, η παραγωγή τους απαιτεί μεγάλη κατανάλωση ενέργειας, με έντονη εξάρτηση από ορυκτά καύσιμα.

Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (ΔΟΕ), το 80% της ενέργειας που απαιτείται για την κατασκευή φωτοβολταϊκών δαπανάται στην παραγωγή εξαρτημάτων από πυρίτιο, όπως το πολυπυρίτιο, οι ράβδοι (ingots) και οι δίσκοι (wafers), σε μια διαδικασία που απαιτεί πολύ υψηλές θερμοκρασίες.

Έκθεση του 2022 από τον ΔΟΕ κατέδειξε ότι πάνω από το 60% της ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιείται στην παγκόσμια παραγωγή φωτοβολταϊκών προέρχεται από άνθρακα – ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από τη γενική συμμετοχή του άνθρακα στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα. Το γεγονός αυτό αποδίδεται κυρίως στο ότι η πλειονότητα της παραγωγής πραγματοποιείται στην Κίνα, και ιδίως στις επαρχίες Σιντζιάνγκ και Τζιανγκσού, όπου ο άνθρακας κυριαρχεί στο ενεργειακό μείγμα.

Με τη συμβολή των Aldgra Fredly, Rahman και Evgenia Filimianova

Ανοικτή η «κάνουλα» της στεγαστικής πίστης

Συνεχίστηκε και στο πρώτο εξάμηνο του 2025 η ανοδική πορεία της στεγαστικής πίστης. Ειδικότερα, σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις τραπεζών, οι νέες εκταμιεύσεις στο εξάμηνο προσέγγισαν το ένα δισ. ευρώ επιβεβαιώνοντας, όπως επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη, τη σταθερή επάνοδο του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και τον ενεργό ρόλο του στη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας.

Το 2024 συνολικά έκλεισε με νέα στεγαστικά δάνεια ύψους 1,8 δισ. ευρώ, καταγράφοντας άνοδο περίπου 38% σε σχέση με το 2023, οπότε οι εκταμιεύσεις είχαν φτάσει τα 1,3 δισ. ευρώ. Η άνοδος αυτή έρχεται μετά από μια μακρά περίοδο στασιμότητας, όπου η στεγαστική πίστη είχε περιοριστεί ακόμη και στα 300 εκατ. ευρώ ετησίως, για να ξεκινήσει σταδιακά την ανοδική της πορεία από το 2020, οπότε οι ετήσιες εκταμιεύσεις έφτασαν τα 600 εκατ. ευρώ.

Το θετικό κλίμα συνεχίζεται και το 2025, με τις τράπεζες να εκτιμούν ότι οι επιδόσεις θα ξεπεράσουν και τα περσινά επίπεδα, καθώς η ζήτηση παραμένει ισχυρή και ενισχύεται από στοχευμένα προγράμματα όπως το «Σπίτι μου ΙΙ».

Το μέσο στεγαστικό δάνειο κυμαίνεται πλέον μεταξύ 110.000 και 120.000 ευρώ, ενώ το ποσοστό εγκρίσεων νέων αιτήσεων ξεπερνά το 70%. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα, η εγκρισιμότητα προσεγγίζει ακόμη και το 80%, καθώς οι περισσότεροι αιτούντες εμφανίζουν σταθερό εισόδημα και χαμηλά επίπεδα άλλου τραπεζικού δανεισμού. Το προφίλ του σημερινού δανειολήπτη διαμορφώνεται κυρίως στην ηλικιακή ομάδα 35 έως 50 ετών, με ένα ή δύο παιδιά, που αναζητεί ακίνητο πρώτης κατοικίας επιφάνειας 80 έως 120 τετραγωνικών μέτρων. Πρόκειται για οικογένειες που συνήθως διαθέτουν ένα σταθερό εισόδημα και καλύπτουν μέρος της αξίας του ακινήτου με ίδια κεφάλαια, στοιχείο που ενισχύει τη βιωσιμότητα του δανείου και μειώνει το ρίσκο για την τράπεζα. Σε αυτό το περιβάλλον, όπου το ενδιαφέρον για αγορά κατοικίας ενισχύεται, αποκτά ιδιαίτερη σημασία η ενημέρωση των νοικοκυριών για τους βασικούς κανόνες μιας υγιούς και ασφαλούς αγοράς ακινήτου.

Κανόνες υγιούς αγοράς ακινήτου για ένα νοικοκυριό

Η αγορά ακινήτου είναι μία από τις πιο σημαντικές και δαπανηρές αποφάσεις που μπορεί να πάρει ένα νοικοκυριό. Για να είναι μια αγορά ασφαλής και ωφέλιμη μακροπρόθεσμα και όχι ένα οικονομικό βάρος, πρέπει να ακολουθούνται ορισμένοι βασικοί κανόνες.

Ειδικότερα, σύμφωνα με ενημερωτικό σημείωμα του Κέντρου Χρηματοοικονομικού Αλφαβητισμού, θα πρέπει να δίνεται προσοχή στα ακόλουθα:

1. Καθορισμός ρεαλιστικού προϋπολογισμού: Να υπολογιστεί το ποσό που μπορεί να διατεθεί χωρίς να επιβαρυνθούν υπερβολικά τα οικονομικά του νοικοκυριού. Να μην ξεπερνά το 30-35% του μηνιαίου εισοδήματος για τη δόση δανείου. Πρέπει να προβλέπονται επιπλέον έξοδα όπως φόροι, έξοδα συντήρησης, κοινόχρηστα και πιθανές ανακαινίσεις.

2. Επιλογή του σωστού τύπου ακινήτου: Να επιλέγεται ένα ακίνητο που καλύπτει τις πραγματικές ανάγκες (μέγεθος, διαρρύθμιση, αριθμός δωματίων). Δεν πρέπει να αγοράζεται μεγαλύτερο ή πολυτελέστερο ακίνητο από αυτό που πραγματικά χρειάζεται ένα νοικοκυριό, εάν δεν μπορεί να το υποστηρίξει οικονομικά. Αν πρόκειται για πρώτη κατοικία, πρέπει να δίνεται προτεραιότητα στη λειτουργικότητα και όχι στην πολυτέλεια.

3. Επιλογή σωστής τοποθεσίας: Να εξετάζεται η γειτονιά, δηλαδή η ποιότητα ζωής, η εγκληματικότητα, οι υποδομές, τα σχολεία, οι συγκοινωνίες, και να αναλύεται η προοπτική ανάπτυξης της περιοχής (μελλοντικά έργα, πυκνότητα πληθυσμού, ησυχία, προσβασιμότητα). Η τοποθεσία επηρεάζει τη μεταπωλητική αξία και τη μελλοντική ή αυξανόμενη αξία των ακινήτων.

4. Έρευνα στην αγορά και σύγκριση τιμών: Να συγκεντρώνονται τιμές παρόμοιων ακινήτων στην ίδια περιοχή ώστε να διαπιστωθεί αν η τιμή είναι δίκαιη. Να εξετάζεται η μακροχρόνια τάση των τιμών στην περιοχή και να αποφεύγεται η αγορά σε περιόδους υπερβολικής αύξησης. Συνιστάται η συμβουλή μεσιτών ή η έρευνα μέσω διαδικτυακών πλατφορμών συγκρίσεων.

5. Έλεγχος νομικής και πολεοδομικής κατάστασης: Να διασφαλιστεί ότι το ακίνητο έχει καθαρούς τίτλους ιδιοκτησίας. Πρέπει να εξετάζεται αν υπάρχουν αυθαιρεσίες ή νομικά προβλήματα. Να διασφαλιστεί ότι το ακίνητο είναι σύμφωνο με τις πολεοδομικές διατάξεις και δεν έχει εκκρεμείς πολεοδομικές παραβάσεις.

6. Προσοχή στη χρηματοδότηση: Αν πρόκειται να ληφθεί στεγαστικό δάνειο, πρέπει να διασφαλιστεί ότι το νοικοκυριό μπορεί να αντέξει τη δόση ακόμη και σε περίπτωση αύξησης του κόστους δανεισμού. Να προτιμάται σταθερό επιτόκιο αν η αγορά γίνει σε φάση αύξησης επιτοκίων. Πρέπει να διαπραγματευτούν οι όροι και να ζητηθεί η συμβουλή ανεξάρτητου χρηματοοικονομικού συμβούλου.

7. Έλεγχος της κατάστασης του ακινήτου: Να προσληφθεί μηχανικός για έλεγχο του ακινήτου (στατική επάρκεια, υγρασίες, σωληνώσεις, θέρμανση, μόνωση). Πρέπει να δοθεί προσοχή σε κρυφά ελαττώματα που μπορεί να κοστίσουν μελλοντικά για επισκευές ή ανακαινίσεις. Να υπολογιστεί το κόστος πιθανών ανακαινίσεων.

8. Μακροπρόθεσμος σχεδιασμός: Πρέπει να εξεταστούν οι μελλοντικές ανάγκες του νοικοκυριού (οικογενειακή κατάσταση, εργασία, πιθανές μετακομίσεις). Αν η αγορά γίνει για επένδυση, πρέπει να διασφαλιστεί ότι η τοποθεσία προσφέρει προσδοκώμενα έσοδα ή μεταπώλησης. Να αποφεύγονται παρορμητικές αγορές που βασίζονται σε συναισθηματικούς παράγοντες.

9. Υπολογισμός επιπλέον κόστους: Πρέπει να προβλεφθούν φόροι μεταβίβασης, δικηγορικά έξοδα, συμβολαιογραφικά και μεσιτικά έξοδα. Δεν πρέπει να υποτιμάται το κόστος μελλοντικής συντήρησης, ειδικά σε παλαιά κτίρια. Αν το ακίνητο χρειάζεται ενεργειακή αναβάθμιση, πρέπει να εξεταστεί η δυνατότητα υπαγωγής σε κρατικά προγράμματα επιδοτήσεων.

10. Συμβουλευτείτε ειδικούς: Πρέπει να υπάρχει συνεργασία με αξιόπιστο μεσίτη, δικηγόρο και μηχανικό για να διασφαλιστεί ότι η αγορά είναι ασφαλής. Δεν πρέπει να βασίζεται κανείς αποκλειστικά σε προσωπικές απόψεις ή μόνο στη γνώμη πωλητών ή φίλων. Πρέπει να γίνεται ανεξάρτητη έρευνα και προσεκτική ανάγνωση των συμβολαίων με αιτήματα διευκρινίσεων πριν από την υπογραφή.

11. Και το πιο σημαντικό: Ποιο ποσοστό της αξίας του ακινήτου πρέπει να έχει προτού το δανειστεί ένα νοικοκυριό; Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι είναι πιο ασφαλές ένα νοικοκυριό να δανείζεται για ποσοστό 60-70% της αξίας του ακινήτου και να καλύπτει το υπόλοιπο από ίδια κεφάλαια. Έτσι μειώνεται ο κίνδυνος υπερχρέωσης και η τιμολόγηση του ρίσκου υπερεκτίμησης.

* * * * *

Το Κέντρο Χρηματοοικονομικής Υπευθυνότητας υλοποιείται από τη doValue σε συνεργασία με το Εργαστήριο Χρηματοοικονομικής του Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πειραιώς, υπό την επιστημονική επιμέλεια του καθηγητή Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστημίου Πειραιώς Νικολάου Δ. Φίλιππα.

Στο 50-50 οι πιθανότητες για εμπορική συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ πριν την προθεσμία των δασμών

Μιλώντας σε δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο, στις 25 Ιουλίου, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εκτίμησε ότι οι πιθανότητες επίτευξης συμφωνίας με την ΕΕ δεν ξεπερνούν το 50%. Οι ΗΠΑ και η Ένωση διαπραγματεύονται μια ενδεχόμενη συμφωνία από τις αρχές του Ιουλίου.

«Εργαζόμαστε πολύ εντατικά με την Ευρώπη, την ΕΕ», ανέφερε ο Τραμπ. «Αυτή τη στιγμή, αυτό είναι το μεγάλο ‘στοίχημα. Πιστεύω ότι υπάρχουν αρκετές πιθανότητες να πετύχουμε συμφωνία με την ΕΕ τώρα», δήλωσε.

Η αμερικανική κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ότι θα επιβάλει δασμούς 30% σε ευρωπαϊκά προϊόντα από την 1η Αυγούστου, εφόσον δεν υπάρξει συμφωνία. Τα μέτρα αυτά εντάσσονται στην προσπάθεια της διοίκησης Τραμπ να προστατεύσει τις αμερικανικές βιομηχανίες και να αντιμετωπίσει, όπως ισχυρίζεται, αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των ευρωπαϊκών χωρών. Για να υπάρξει συμφωνία, ο Τραμπ δήλωσε την Παρασκευή στους δημοσιογράφους ότι η ΕΕ θα πρέπει να δεχθεί μείωση αυτού του δασμολογικού ποσοστού.

Οι επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του εκτελεστικού οργάνου της Ένωσης, επαναλαμβάνουν ότι δίνουν έμφαση στη διαπραγματευτική οδό για να αποφευχθούν οι δασμοί. Ωστόσο, στις 24 Ιουλίου, τα κράτη-μέλη της ΕΕ ενέκριναν την επιβολή ανταποδοτικών δασμών σε αμερικανικά προϊόντα αξίας 109 δισ. δολαρίων, συμπεριλαμβανομένων της σόγιας, των αμυγδάλων, των αυτοκινήτων και των φαρμακευτικών προϊόντων. Οι ευρωπαϊκοί δασμοί θα τεθούν σε ισχύ από τις 7 Αυγούστου εφόσον δεν υπάρξει συμφωνία.

Μέχρι στιγμής, η ΕΕ δεν έχει υιοθετήσει αντίμετρα, παρά τους νέους αμερικανικούς δασμούς σε ευρύ φάσμα ευρωπαϊκών εξαγωγών. Ο Λευκός Οίκος έχει υποβαθμίσει τις πιθανότητες επίτευξης συμφωνίας, με τον σύμβουλο του Τραμπ για τα εμπορικά ζητήματα, Πήτερ Ναβάρρο, να δηλώνει στο πρακτορείο Bloomberg ότι οι πληροφορίες για πρόοδο πρέπει να αντιμετωπίζονται με επιφύλαξη.

Η κυβέρνηση Τραμπ έχει πρόσφατα συνάψει εμπορικές συμφωνίες με την Ιαπωνία, την Κίνα, την Ινδονησία, τις Φιλιππίνες και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η συμφωνία ΗΠΑ-Ιαπωνίας προβλέπει επιβολή δασμών 15% σε ιαπωνικά προϊόντα, δεσμεύσεις για επενδύσεις 550 δισ. δολαρίων από την Ιαπωνία στις ΗΠΑ, καθώς και το άνοιγμα της ιαπωνικής αγοράς στα αμερικανικά προϊόντα.

Η ΕΚΤ διατηρεί αμετάβλητα τα επιτόκια καθώς ο πληθωρισμός σταθεροποιείται στο 2%

Αμετάβλητα διατήρησε τα βασικά της επιτόκια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις 24 Ιουλίου, παγώνοντας τον κύκλο χαλάρωσης που διαρκεί εδώ και ένα έτος, καθώς ο πληθωρισμός σταθεροποιήθηκε στον στόχο του 2% και εμφανίστηκαν ενδείξεις ανθεκτικότητας της οικονομίας στη ζώνη του ευρώ.

Το επιτόκιο καταθέσεων παρέμεινε στο 2%, το βασικό επιτόκιο αναχρηματοδότησης στο 2,15% και το επιτόκιο οριακής χορήγησης στο 2,4%.

Όπως ανέφερε η ΕΚΤ σε ανακοίνωσή της μετά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου, «η απόφαση ήταν ευρέως αναμενόμενη από τις αγορές μετά από τέσσερις διαδοχικές μειώσεις από το περασμένο καλοκαίρι, που μείωσαν το κόστος δανεισμού από τα υψηλότερα επίπεδα της τελευταίας δεκαετίας».

Σύμφωνα με την ΕΚΤ, ο πληθωρισμός διαμορφώνεται πλέον στοn μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%, με τις εγχώριες πληθωριστικές πιέσεις να υποχωρούν και την αύξηση των μισθών να παρουσιάζει σημάδια μετριασμού.

Η Τράπεζα δεσμεύτηκε να συνεχίσει να λαμβάνει αποφάσεις με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία και συνεδρίαση προς συνεδρίαση, χωρίς να προκαταλαμβάνει το μελλοντικό ύψος των επιτοκίων.

Στη συνέντευξη Τύπου, η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε: «Οι πρόσφατες ενδείξεις μάς ενθαρρύνουν, καθώς η οικονομία αντέχει παρά τους διεθνείς αντίθετους ανέμους. Η ανάπτυξη το πρώτο τρίμηνο αποδείχθηκε ισχυρότερη του αναμενόμενου», υπογράμμισε, «καθώς οι επιχειρήσεις προχώρησαν σε πρόωρες εξαγωγές εν όψει των επικείμενων αυξήσεων δασμών, ενώ η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις παρέμειναν στιβαρές».

«Νεότερες έρευνες καταγράφουν ήπια επέκταση τόσο στη βιομηχανία όσο και στις υπηρεσίες», πρόσθεσε, ενώ παράλληλα προειδοποίησε: «Η αύξηση των υφιστάμενων και αναμενόμενων δασμών, η ενίσχυση του ευρώ και η παρατεταμένη γεωπολιτική αβεβαιότητα καθιστούν τις εταιρείες πιο απρόθυμες να επενδύσουν», παραπέμποντας στους κινδύνους από την κλιμάκωση των διεθνών εντάσεων, τις μεταβολές στις χρηματοπιστωτικές αγορές και τις συγκρούσεις σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή.

Παρ’ όλα αυτά, η επικεφαλής της ΕΚΤ χαρακτήρισε τους θεμελιώδεις παράγοντες της ζήτησης εν γένει ευνοϊκούς, τονίζοντας: «Η ανεργία τον Μάιο διαμορφώθηκε στο 6,3%, κοντά στο ιστορικό χαμηλό από την καθιέρωση του ευρώ, ενώ η αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων και η στιβαρή χρηματοοικονομική θέση των νοικοκυριών συνεχίζουν να στηρίζουν την κατανάλωση».

«Ηπιότεροι όροι χρηματοδότησης, όπως τα χαμηλότερα επιτόκια στεγαστικών δανείων, τροφοδοτούν την αγορά ακινήτων, ενώ οι δημόσιες επενδύσεις στην άμυνα και τις υποδομές αναμένεται να προσφέρουν περαιτέρω στήριξη τους επόμενους μήνες», εξήγησε.

Συνολικά, σημείωσε, «οι κίνδυνοι για την ανάπτυξη παραμένουν πτωτικοί». Στους βασικούς κινδύνους συγκαταλέγονται η πιθανή επιδείνωση των εμπορικών εντάσεων, που θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά το κλίμα στις αγορές, καθώς και οι γεωπολιτικές συγκρούσεις στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή που ενδέχεται να πλήξουν τις επενδύσεις και την εμπιστοσύνη των καταναλωτών.

Η κα Λαγκάρντ επεσήμανε ακόμη: «Η δυναμική του πληθωρισμού έχει πλέον αλλάξει». Ο γενικός πληθωρισμός αυξήθηκε ελαφρά στο 2% τον Ιούνιο από 1,9% τον Μάιο, κυρίως λόγω της ενέργειας. Η αύξηση των τιμών στα τρόφιμα υποχώρησε στο 3,1%, στα προϊόντα διαμορφώνεται στο 0,5%, ενώ στις υπηρεσίες σημειώθηκε άνοδος στο 3,3%. «Οι δείκτες υποκείμενου πληθωρισμού παραμένουν συμβατοί με τον στόχο, ενώ οι προπορευόμενες ενδείξεις δείχνουν περαιτέρω επιβράδυνση της αύξησης των μισθών και του βραχυπρόθεσμου πληθωρισμού», συμπλήρωσε.

Η πρόεδρος της ΕΚΤ κάλεσε τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης να πλαισιώσουν τη νομισματική πολιτική με διαρθρωτικές και δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις, χαρακτηρίζοντάς το «καίριας σημασίας για την άμεση ενίσχυση της ζώνης του ευρώ και της οικονομίας της στη σημερινή γεωπολιτική συγκυρία».

Συνέστησε την ταχεία ολοκλήρωση των ενώσεων τραπεζών και κεφαλαιαγορών, καθώς και σαφές χρονοδιάγραμμα για τη θεσμοθέτηση του ψηφιακού ευρώ.

Η απόφαση της Πέμπτης ακολούθησε τη δημοσιοποίηση της τραπεζικής έρευνας που έγινε αυτή την εβδομάδα, η οποία έδειξε ότι η ζήτηση επιχειρηματικών δανείων παραμένει συγκρατημένη, ενώ τα στεγαστικά δάνεια καταγράφουν σημαντική άνοδο.

Τα κριτήρια χορήγησης δανείων προς επιχειρήσεις παρέμειναν σε γενικές γραμμές αμετάβλητα κατά το δεύτερο τρίμηνο, ωστόσο οι τράπεζες έσφιξαν περαιτέρω τη στρόφιγγα προς τα νοικοκυριά, κυρίως στα καταναλωτικά δάνεια, υπό το βάρος κανονιστικών πιέσεων και διαρκών οικονομικών κινδύνων.

Της επιλογής της ΕΚΤ να διατηρήσει τα επιτόκια στο 2% είχαν προηγηθέι επτά διαδοχικές μειώσεις κατά 25 μονάδες βάσης και συνολική μείωση 200 μονάδων από τον Σεπτέμβριο του 2023, σύμφωνα με ανάλυση της ING.

Την ίδια ώρα, στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα έχει κρατήσει το βασικό επιτόκιο γύρω στο 4,3% μετά από τρεις μειώσεις πέρυσι.

Ο Τζερόμ Πάουελ, επικεφαλής της Fed, δήλωσε ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θέλουν να εκτιμήσουν πώς θα αντιδράσει η οικονομία στις δασμολογικές πολιτικές του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ – ειδικά εάν αυτές οδηγήσουν σε αύξηση του πληθωρισμού.

Η επιφυλακτικότητα του Πάουελ έχει προκαλέσει έντονες επικρίσεις από τον Τραμπ, ο οποίος τον έχει κατηγορήσει για πολιτικά παιχνίδια στη νομισματική πολιτική. Ο Τραμπ απαιτεί χαμηλότερα επιτόκια τόσο για να δοθεί ώθηση στην οικονομία όσο και για να μειωθεί το κόστος εξυπηρέτησης του αμερικανικού δημόσιου χρέους.

Κρ. Λαγκάρντ: Τον Σεπτέμβριο η επανεξέταση για τη μείωση των επιτοκίων

«Ραντεβού» για την επόμενη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου, τον Σεπτέμβριο, όπου θα επανεξεταστεί το θέμα της μείωσης των επιτοκίων, έδωσε η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ λίγο μετά τη σημερινή απόφαση με την οποία διατηρούνται αμετάβλητα τα βασικά επιτόκια της Κεντρικής Τράπεζας. Επεσήμανε ωστόσο ότι πλέον μετά την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στο 2% «είμαστε σε θέση» να αντιμετωπίσουμε κινδύνους που απορρέουν από το νέο καθεστώς των δασμών. «Επομένως μπορούμε να περιμένουμε και να αξιολογήσουμε τις νέες μακροικονομικές προβλέψεις του Σεπτεμβρίου για να λάβουμε τις σχετικές αποφάσεις», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Για την πορεία της οικονομίας, η πρόεδρος της ΕΚΤ υπογράμμισε ότι «παρά τις αβεβαιότητες, η ευρωπαϊκή οικονομία απεδείχθη ανθεκτική», αναλύοντας τη σημερινή ομόφωνη απόφαση. Συμπλήρωσε ότι δεν υπάρχει οδικός χάρτης για τη μείωση των επιτοκίων και οι όποιες αποφάσεις θα λαμβάνονται στη βάση των νέων δεδομένων.

Όπως ανακοίνωσε η ΕΚΤ, η απόφαση να διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια συνδέεται με την επίτευξη του στόχου του πληθωρισμού στο 2%. Σε γενικές γραμμές, τα νέα δεδομένα ευθυγραμμίζονται με την προηγούμενη αξιολόγηση του Διοικητικού Συμβουλίου σχετικά με τις προοπτικές του πληθωρισμού. Οι εγχώριες πιέσεις στις τιμές συνέχισαν να μετριάζονται, με τους μισθούς να αυξάνονται με βραδύτερο ρυθμό. Αντανακλώντας εν μέρει τις προηγούμενες μειώσεις των επιτοκίων από το Διοικητικό Συμβούλιο, η οικονομία έχει αποδειχθεί μέχρι στιγμής συνολικά ανθεκτική σε ένα δύσκολο παγκόσμιο περιβάλλον. Ταυτόχρονα, το περιβάλλον παραμένει εξαιρετικά αβέβαιο, ιδίως λόγω εμπορικών διαφορών.

Σε ερώτηση για το κατά πόσο η ανατίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου σε επίπεδο υψηλότερο του 1,2 δημιουργεί πρόβλημα, η επικεφαλής της ΕΚΤ ανέφερε ότι κινείται στο ίδιο πλαίσιο με τον αντιπρόεδρο της ΕΚΤ Ντ. Γκουίντος, επισημαίνοντας ότι «δεν στοχεύουμε την ισοτιμία, αλλά την παρακολουθούμε καθώς η συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ επηρεάζει τις τιμές εισαγόμενων αγαθών και, κατ’ επέκταση, τον πληθωρισμό, αποτελώντας έτσι βασική παράμετρο στον προσδιορισμό της νομισματικής πολιτικής».

Αναφορικά με τους μελλοντικούς κινδύνους, η ΕΚΤ εκτιμά ότι παραμένουν καθοδικοί. «Μεταξύ των κύριων κινδύνων είναι η περαιτέρω κλιμάκωση των παγκόσμιων εμπορικών εντάσεων και οι σχετικές αβεβαιότητες, οι οποίες θα μπορούσαν να μειώσουν τις εξαγωγές και να μειώσουν τις επενδύσεις και την κατανάλωση. Η επιδείνωση του κλίματος στις χρηματοπιστωτικές αγορές θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης και μεγαλύτερη αποστροφή προς τον κίνδυνο, και να κάνει τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά λιγότερο πρόθυμα να επενδύσουν και να καταναλώσουν. Οι γεωπολιτικές εντάσεις, όπως ο πόλεμος της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας και η τραγική σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, παραμένουν σημαντική πηγή αβεβαιότητας. Αντίθετα, εάν οι εμπορικές και γεωπολιτικές εντάσεις επιλυθούν γρήγορα, αυτό θα μπορούσε να ενισχύσει το κλίμα και να τονώσει τη δραστηριότητα. Οι υψηλότερες δαπάνες για την άμυνα και τις υποδομές, μαζί με τις μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την παραγωγικότητα, θα συνέβαλαν στην ανάπτυξη. Η βελτίωση της επιχειρηματικής εμπιστοσύνης θα ενθάρρυνε επίσης τις ιδιωτικές επενδύσεις», επεσήμανε η Κρ. Λαγκάρντ.

Οι προοπτικές για τον πληθωρισμό σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΚΤ είναι πιο αβέβαιες από το συνηθισμένο, ως αποτέλεσμα του ασταθούς περιβάλλοντος παγκόσμιας εμπορικής πολιτικής. Ένα ισχυρότερο ευρώ θα μπορούσε να μειώσει τον πληθωρισμό περαιτέρω από το αναμενόμενο. Επιπλέον, ο πληθωρισμός θα μπορούσε να αποδειχθεί χαμηλότερος εάν οι υψηλότεροι δασμοί οδηγήσουν σε χαμηλότερη ζήτηση για εξαγωγές της ζώνης του ευρώ και ωθήσουν χώρες με πλεονάζουσα ικανότητα να ανακατευθύνουν τις εξαγωγές τους προς τη ζώνη του ευρώ. Οι εμπορικές εντάσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη αστάθεια και αποστροφή κινδύνου στις χρηματοπιστωτικές αγορές, γεγονός που θα επηρέαζε την εγχώρια ζήτηση και, ως εκ τούτου, θα μείωνε και τον πληθωρισμό.

Κυρ. Πιερρακάκης: Μηδενίζονται οι χρεώσεις σε συναλλαγές από ΑΤΜ – Θεσπίζεται εθνικό πλαφόν

Τον μηδενισμό σειράς χρεώσεων για τις συναλλαγές μέσω ATM, αλλά και τη θέσπιση εθνικού πλαφόν, ανακοίνωσε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, με τροπολογία που θα κατατεθεί στο σχέδιο νόμου «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας και άλλες διατάξεις – συνταξιοδοτικές διατάξεις», του οποίου η συζήτησή του ξεκίνησε στην αρμόδια Επιτροπή.

Ειδικότερα, οι ρυθμίσεις για τις τραπεζικές χρεώσεις από ΑΤΜ, όπως ανέφερε ο υπουργός, είναι:

* Πρώτον, κατοχύρωση των μηδενικών χρεώσεων, που ήδη ισχύουν, για τους πελάτες των τραπεζών.

* Δεύτερον, μηδενισμός των χρεώσεων που επιβάλλουν οι τράπεζες μεταξύ τους, οι οποίες, ακόμα και αν μετέχουν στο ψηφιακό σύστημα ΔΙΑΣ, χρεώνουν ποσά 1,5-2 ευρώ.

* Τρίτον, εθνικό πλαφόν 1,5 ευρώ για οποιαδήποτε άλλη χρέωση, το οποίο θα είναι το τελικό ποσό.

* Τέταρτον, σε οποιαδήποτε σύνδεση ανάμεσα σε μια τράπεζα και έναν τρίτο πάροχο, ο τρίτος πάροχος θα αντιμετωπίζει τους πελάτες της τράπεζας σαν να είναι η ίδια τράπεζα, δηλαδή χρέωση μηδέν.

* Πέμπτον, στις δημοτικές κοινότητες όπου υπάρχει μέχρι ένα ΑΤΜ και όπου προβλέπεται ότι οι αναλήψεις γίνονται δωρεάν από τα πιστωτικά ιδρύματα, επεκτείνεται και σε τρίτους παρόχους.

* Έκτον, θεσμοθετείται η κατάργηση των χρεώσεων για ερώτηση υπολοίπου, ενώ όσον αφορά τα εμβάσματα, ό,τι ισχύει για τις τράπεζες θα ισχύει πλέον και για τους τρίτους παρόχους.

* Έβδομο, για τα εμβάσματα η χρέωση 0,5 ευρώ που ισχύει για τις τράπεζες θα ισχύει και για τους τρίτους παρόχους.

Ο κος Πιερρακάκης ανέφερε ότι με αυτές τις διατάξεις αποκαθίσταται ένα θέμα που έχει ανακύψει σε σχέση με χρεώσεις από ΑΤΜ τρίτων παρόχων και σε αυτό που συνέβη μετά την πώληση μηχανημάτων από τράπεζα σε εταιρεία-τρίτο πάροχο που επιβάλλει χρεώσεις στους πελάτες της τράπεζας. Με χρεώσεις που δικαίως χαρακτηρίζονται αδικαιολόγητες. Ο υπουργός τόνισε πως «αυτό είναι μη αποδεκτή κατάσταση από τον πρωθυπουργό και το ΥΠΟΙΚ. Από την πρώτη στιγμή εκφράσαμε τη διαφωνία μας και η διαφωνία σημαίνει πράξη».