Δευτέρα, 01 Σεπ, 2025

Υποχωρούν οι τιμές του πετρελαίου, μαζί με τους φόβους για νέα κρίση στη Μέση Ανατολή

Πάνω από 7% υποχώρησαν οι τιμές του πετρελαίου στις 23 Ιουνίου, καθώς ενισχύθηκαν οι εκτιμήσεις των επενδυτών ότι η περιορισμένη αντίδραση του Ιράν θα μπορούσε να οδηγήσει σε αποκλιμάκωση της έντασης στη Μέση Ανατολή.

Η τιμή του αμερικανικού δείκτη West Texas Intermediate (WTI) μειώθηκε κατά 7,3%, υποχωρώντας κάτω από τα 69 δολάρια το βαρέλι στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων της Νέας Υόρκης. Αντίστοιχα, η τιμή του Brent, παγκόσμιου δείκτη αναφοράς, σημείωσε πτώση σχεδόν 7%, φτάνοντας κάτω από τα 71 δολάρια στο ICE Futures του Λονδίνου.

Οι τιμές πετρελαίου επέστρεψαν στα επίπεδα πριν από την ισραηλινή επίθεση στο Ιράν, στις 13 Ιουνίου.

Παράλληλα, η τιμή του φυσικού αερίου υποχώρησε κατά 4%, στα 3,70 δολάρια ανά μονάδα, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα τιμολόγησης.

Αν και οι τιμές είχαν ενισχυθεί έως και 5% κατά τη διάρκεια της νύχτας, στη συνέχεια σημείωσαν απότομη πτώση, καθώς οι επενδυτές εμφανίστηκαν αδιάφοροι απέναντι στον κίνδυνο διατάραξης της προσφοράς από το Ιράν.

Ως απάντηση στις αμερικανικές επιθέσεις σε τρεις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, η Τεχεράνη εκτόξευσε πυραύλους κατά της αμερικανικής βάσης Αλ Ουντέιντ, στο Κατάρ. Τοπικοί αξιωματούχοι επιβεβαίωσαν πως δεν υπήρξαν θύματα από την επίθεση.

Νωρίτερα, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κάλεσε μέσω της πλατφόρμας Truth Social όλες τις πλευρές να αποφύγουν ενέργειες που θα ανέβαζαν τις τιμές του πετρελαίου, προειδοποιώντας εμφατικά πως όσοι το κάνουν «παίζουν το παιχνίδι του εχθρού».

Ο Τζέι Γουντς, επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής της Freedom Capital Markets, σχολίασε σε σημείωμα προς την εφημερίδα The Epoch Times πως οι αγορές αντιδρούν συνήθως ενστικτωδώς σε τέτοιες κρίσεις. Ανέφερε ότι, σύμφωνα με τον πρόεδρο, η επίθεση είχε στρατηγικό χαρακτήρα και στόχευε αποκλειστικά στην πυρηνική υποδομή του Ιράν. Πρόσθεσε πως ο Αμερικανός ηγέτης έκανε λόγο για ευκαιρία ειρήνης, θέτοντας το ερώτημα αν το Ιράν θα διαπραγματευτεί ή αν πρόκειται για υπερφιλόδοξη διπλωματική στόχευση από πλευράς Ουάσιγκτον.

Άνοδος στα χρηματιστήρια 

Στο μεταξύ, θετικό ήταν το κλίμα στα αμερικανικά χρηματιστήρια, με τους βασικούς δείκτες να κινούνται ανοδικά λίγο πριν από το κλείσιμο της συνεδρίασης.

Ο δείκτης Dow Jones ενισχύθηκε κατά περίπου 300 μονάδες ή 0,7%, ενώ ο S&P 500 σημείωσε άνοδο σχεδόν 0,8%. Ο δείκτης Nasdaq κινήθηκε επίσης ανοδικά, κατά 0,8%.

Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ παρουσίασαν γενικευμένη πτώση. Το επιτόκιο του δεκαετούς μειώθηκε κατά 4 μονάδες βάσης, υποχωρώντας κάτω από το 4,4%. Το διετές έπεσε κατά πάνω από 6 μονάδες βάσης στο 3,84%, ενώ το τριακονταετές διαμορφώθηκε λίγο κάτω από το 4,87%, με απώλειες 2 μονάδων βάσης.

Οι μετοχές ενισχύθηκαν περαιτέρω μετά από δηλώσεις που άφησαν ανοιχτό το ενδεχόμενο μείωσης επιτοκίων τον Ιούλιο από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα Αποθεμάτων (Fed).

Η Μισέλ Μπόουμαν, αντιπρόεδρος Εποπτείας της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, ανέφερε σε ομιλία της στην Πράγα ότι θα υποστήριζε μείωση του βασικού επιτοκίου στην επόμενη συνεδρίαση, υπό την προϋπόθεση ότι οι πληθωριστικές πιέσεις παραμείνουν υπό έλεγχο. Τόνισε ότι μια τέτοια κίνηση θα έφερνε τα επιτόκια πιο κοντά στο ουδέτερο επίπεδο και θα στήριζε τη σταθερότητα της αγοράς εργασίας.

Η Μισέλ Μπόουμαν και ο Κρίστοφερ Γουόλερ σε μια φωτογραφία κατά τη διάρκεια ενός διαλείμματος σε συνέδριο για τη νομισματική πολιτική στο Hoover Institution του Πανεπιστημίου Στάνφορντ. Καλιφόρνια, 6 Μαΐου 2022. (Ann Saphir/Reuters)

 

Η τοποθέτησή της κινήθηκε στην ίδια γραμμή με τις πρόσφατες δηλώσεις του διοικητή της Fed, Κρίστοφερ Γουόλερ, ο οποίος είχε εκτιμήσει σε συνέντευξή του στο CNBC στις 20 Ιουνίου ότι η κεντρική τράπεζα θα μπορούσε να ξεκινήσει μειώσεις επιτοκίων ακόμη και τον Ιούλιο.

Στην τελευταία συνεδρίαση της Fed τον Ιούνιο, η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Ανοικτής Αγοράς είχε διατηρήσει αμετάβλητο το βασικό επιτόκιο για τέταρτη συνεχή φορά, εντός εύρους 4,25%-4,5%. Αν και η προθεσμιακή αγορά συνεχίζει να «βλέπει» πιθανή μείωση τον Σεπτέμβριο, οι δηλώσεις Γουόλερ έχουν ενισχύσει την πιθανότητα για μια κίνηση ήδη από τον Ιούλιο.

Οι επενδυτές σταθμίζουν τα σημάδια

Παρά την αισιοδοξία της Wall Street για ενδεχόμενη ύφεση της κρίσης στη Μέση Ανατολή, η αβεβαιότητα παραμένει έντονη, σύμφωνα με τον Μαρκ Μάλεκ, επικεφαλής επενδύσεων της Siebert Financial.

Ο Μάλεκ επεσήμανε ότι το βασικό ερώτημα αφορά πλέον την κατάσταση στα Στενά του Ορμούζ. Μετά από πληροφορίες πως το ιρανικό κοινοβούλιο ενέκρινε την προσωρινή διακοπή της ναυσιπλοΐας στη στενή θαλάσσια δίοδο μεταξύ Ιράν και Ομάν, ο Λευκός Οίκος χαρακτήρισε το ενδεχόμενο κλείσιμο των στενών «ανόητο».

Ο ίδιος σημείωσε πως οι φόβοι και οι καθυστερήσεις ενδέχεται να επιβαρύνουν την εμπορική δραστηριότητα, αλλά πιθανόν όχι σε κρίσιμη έκταση. Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι τυχόν πλήρης αποκλεισμός των Στενών θα είναι μάλλον βραχυπρόθεσμος.

Σύμφωνα με την Αμερικανική Υπηρεσία Ενεργειακής Πληροφόρησης (Energy Information Administration – EIA), τα Στενά του Ορμούζ είναι «σημείο στρατηγικής συμφόρησης» μέσω του οποίου διακινούνται καθημερινά περίπου 20 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου – ποσότητα που αντιστοιχεί στο ένα τρίτο της παγκόσμιας ροής υγροποιημένου φυσικού αερίου. Η πλειονότητα του πετρελαίου κατευθύνεται προς την Ασία: κυρίως Κίνα, Ιαπωνία, Ινδία και Νότια Κορέα.

Ο Μάλεκ χαρακτήρισε τα Στενά «παράγοντα απρόβλεπτου κινδύνου» για τις διεθνείς αγορές και εκτίμησε ότι οι επενδυτές ενσωματώνουν ήδη αυτό το ρίσκο στις τιμές. Τόνισε, παράλληλα, πως τα αμερικανικά πυραυλικά πλήγματα κατά του Ιράν συνέβαλαν στο να μετατραπεί ένας άγνωστος κίνδυνος σε γνωστό – κάτι που οι αγορές προτιμούν.

Ο Τζέι Γουντς σημείωσε τέλος πως η πρόσφατη πορεία δείχνει ανθεκτικότητα των αγορών και διάθεση των επενδυτών να εκμεταλλευτούν κάθε πτώση τιμών. Αναρωτήθηκε, ωστόσο, αν πρόκειται για μια παροδική μεταβλητότητα ή για μια σοβαρότερη μετατόπιση με μακροπρόθεσμες συνέπειες.

Στο μέτωπο των οικονομικών στοιχείων, η προσοχή στρέφεται στην έκδοση του δείκτη τιμών προσωπικής κατανάλωσης (Personal Consumption Expenditures – PCE) για τον Μάιο – του βασικού πληθωριστικού δείκτη που παρακολουθεί η Fed. Το μοντέλο Nowcasting της Ομοσπονδιακής Τράπεζας του Κλήβελαντ προβλέπει αύξηση του PCE στο 2,3% από 2,1%, ενώ ο δομικός δείκτης, χωρίς ενέργεια και τρόφιμα, αναμένεται να ανέλθει στο 2,6% από 2,5%.

Του Andrew Moran

Η Κίνα κατακλύζει τη Βραζιλία με φθηνά ηλεκτρικά οχήματα – Ανησυχίες της τοπικής βιομηχανίας

Η ραγδαία αύξηση των εισαγωγών φθηνών κινεζικών ηλεκτρικών αυτοκινήτων στη Βραζιλία έχει προκαλέσει ανησυχία στις τοπικές ενώσεις της αυτοκινητοβιομηχανίας και των εργαζομένων, καθώς η χώρα εξελίσσεται σε βασικό προορισμό για τις κινεζικές εξαγωγές στον τομέα των ηλεκτροκίνητων οχημάτων (Electric Vehicle – EV).

Η BYD, η μεγαλύτερη κινεζική εταιρεία παραγωγής EV και υβριδικών οχημάτων, έχει αποστείλει στη Βραζιλία τέσσερις παρτίδες φέτος, συνολικού αριθμού περίπου 22.000 οχημάτων.

Σύμφωνα με την κύρια αυτοκινητοβιομηχανική ένωση της Βραζιλίας, εκτιμάται ότι το 2025 οι εισαγωγές πλήρως συναρμολογημένων οχημάτων από την Κίνα θα αυξηθούν σχεδόν κατά 40%, φτάνοντας τις 200.000 μονάδες και αντιστοιχώντας σε περίπου 8% των νέων ταξινομήσεων ελαφρών οχημάτων στη χώρα.

Η Βραζιλία είχε καταργήσει το 2015 τους δασμούς για την BYD και άλλους κατασκευαστές, στο πλαίσιο προώθησης της ηλεκτροκίνησης. Ωστόσο, με στόχο την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής, η κυβέρνηση αποφάσισε το 2024 την επαναφορά του δασμού εισαγωγής στο 10% για τα ξένα EV και σχεδιάζει την προοδευτική αύξησή του κάθε έξι μήνες, ώστε να φτάσει στο 35% έως το 2026.

Η τοπική αυτοκινητοβιομηχανία και τα συνδικάτα προειδοποιούν ότι οι κινεζικές εταιρείες εκμεταλλεύονται το μεταβατικό αυτό διάστημα για να διαθέσουν μαζικά οχήματα, αντί να επενδύσουν σε τοπικά εργοστάσια και θέσεις εργασίας.

Η BYD είχε ανακοινώσει το 2023 την εξαγορά παλιού εργοστασίου της Ford στην πολιτεία Μπαΐα, με στόχο να ξεκινήσει τη λειτουργία του το 2024. Ωστόσο, εξαιτίας έρευνας για παραβιάσεις εργατικής νομοθεσίας, η πλήρης παραγωγή μετατέθηκε για τα τέλη του 2026. Τον Μάιο, εισαγγελέας εργασίας κατέθεσε αγωγή κατά της BYD, υποστηρίζοντας ότι οι Κινέζοι εργαζόμενοι στις εγκαταστάσεις της στη Βραζιλία βρίσκονται σε συνθήκες παρόμοιες με «δουλεία».

Παρόμοια καθυστέρηση παρατηρείται και στην περίπτωση της Great Wall Motor, άλλης κινεζικής αυτοκινητοβιομηχανίας, η οποία έχει αναβάλει επί πάνω από ένα έτος την έναρξη παραγωγής στη Βραζιλία.

Υπό το βάρος αυτών των εξελίξεων, οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας και των εργαζομένων ζητούν από την κυβέρνηση να επισπεύσει την αύξηση των εισαγωγικών δασμών στο 35%, κατά ένα έτος νωρίτερα από το προβλεπόμενο, ώστε να προστατευθεί η εγχώρια παραγωγή.

Το υπό κατασκευή εργοστασίου ηλεκτρικών οχημάτων της BYD στο Καμασάρι της Βραζιλίας, στις 26 Δεκεμβρίου 2024. (Joa Souza/Reuters)

 

Ο Iγκόρ Κάλβε, πρόεδρος της Ένωσης Βραζιλιάνων Κατασκευαστών Οχημάτων, δήλωσε ότι η ένωση στηρίζει την είσοδο νέων εμπορικών σημάτων στη Βραζιλία για την ενίσχυση της παραγωγής, των προμηθευτών εξαρτημάτων, των θέσεων εργασίας και της τεχνολογικής καινοτομίας. Ωστόσο, επισήμανε ότι όταν η υπερβολική αύξηση των εισαγωγών αποθαρρύνει τις επενδύσεις στην εγχώρια παραγωγή, τότε αυτό αποτελεί πηγή ανησυχίας.

Η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα της Κίνας και η αδύναμη εγχώρια ζήτηση έχουν εντείνει τις πιέσεις στις κινεζικές αυτοκινητοβιομηχανίες. Τον Μάιο, η BYD προχώρησε σε εκτεταμένη μείωση τιμών έως και 34% για 22 μοντέλα, προκαλώντας κύμα μειώσεων και από άλλες κινεζικές εταιρείες. Η εγχώρια αγορά της Κίνας έχει πλέον εισέλθει σε έντονο ανταγωνισμό τιμών χωρίς προηγούμενο.

Για την απορρόφηση της υπερπαραγωγής, οι κινεζικές εξαγωγές EV έχουν αυξηθεί σημαντικά την τελευταία πενταετία, με φθηνά οχήματα να κατευθύνονται σε Ευρώπη, Νοτιοανατολική Ασία και Λατινική Αμερική, προκαλώντας πιέσεις στις αντίστοιχες εγχώριες βιομηχανίες.

Ως απάντηση, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιβάλει δασμούς 100% στα εισαγόμενα EV από την Κίνα, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση αύξησε τους αντίστοιχους δασμούς στο 45%.

Η Βραζιλία, πάντως, εξελίσσεται σε νέο στόχο της παγκόσμιας στρατηγικής επέκτασης της κινεζικής αυτοκινητοβιομηχανίας. Ο Αροάλντο ντα Σίλβα, πρόεδρος της συνδικαλιστικής συνομοσπονδίας IndustriALL Brasil, δήλωσε ότι ενώ οι περισσότερες χώρες έχουν ήδη υιοθετήσει μέτρα για να αποτρέψουν την Κίνα, η Βραζιλία δεν το έπραξε, επιτρέποντας στην Κίνα να αξιοποιήσει αυτό το άνοιγμα.

Πύλη για αγορά της Νότιας Αμερικής

«Τώρα, ολόκληρος ο κόσμος είναι σε επιφυλακή ενάντια στην μαζική πώληση ηλεκτρικών αυτοκινήτων από την Κίνα», δήλωσε ο Λι Χενγκίνγκ, ανεξάρτητος οικονομολόγος με έδρα τις ΗΠΑ, στην εφημερίδα The Epoch Times στις 20 Ιουνίου. «Φοβούνται ότι μόλις εισέλθουν στις αγορές τους, θα καταστρέψουν ολόκληρη την βιομηχανία ηλεκτρικών αυτοκινήτων των χωρών τους.

Η Βραζιλία είναι ένα σημαντικό προγεφύρωμα για την Κίνα για να εισέλθει στην αγορά της Νότιας Αμερικής. Τώρα δεν μπορούν να αφήσουν τη Βραζιλία να οδηγήσει αυτές τις χώρες της Νότιας Αμερικής να μποϊκοτάρουν τα ηλεκτρικά τους οχήματα».

Ο Λι σημείωσε ότι η τρέχουσα κυβέρνηση της Βραζιλίας, με επικεφαλής τον πρόεδρο Λούλα ντα Σίλβα, είναι αριστερή και κοντά στην Κίνα, και «έχει πολύ τεταμένες σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες». Ο Λι προέβλεψε ότι η βραζιλιάνικη κυβέρνηση ενδέχεται να μην λάβει άμεσα μέτρα για τον περιορισμό των κινεζικών ηλεκτρικών οχημάτων.

Ο ανεξάρτητος Κινέζος οικονομολόγος Λενγκ Γιάν, γνωστός και για την παρουσίαση του ανεξάρτητου οικονομικού προγράμματος «Caijing Lengyan», δήλωσε στην Epoch Times στις 20 Ιουνίου ότι η φερόμενη παραβίαση των εργασιακών δικαιωμάτων από την BYD στη Βραζιλία έχει πράγματι προκαλέσει έντονη αντίδραση στη χώρα και ενδέχεται να οδηγήσει το βραζιλιάνικο κοινό να αντιταχθεί στα κινεζικά προϊόντα.

«Ωστόσο, πιστεύω ότι η βραζιλιάνικη κυβέρνηση θα λάβει ένα συμβιβαστικό μέτρο», δήλωσε ο Λενγκ. «Η βραζιλιάνικη κυβέρνηση είναι σχετικά φιλοκινεζική και η οικονομία της Βραζιλίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την Κίνα».

Ως παράδειγμα, ανέφερε τις αυξανόμενες εισαγωγές σόγιας από τη Βραζιλία στην Κίνα, οι οποίες αντικαθιστούν τις αντίστοιχες εισαγωγές από τις Ηνωμένες Πολιτείες εν μέσω του εμπορικού πολέμου μεταξύ Κίνας και Ηνωμένων Πολιτειών.

«Επιπλέον, η Βραζιλία διαθέτει σιδηρομετάλλευμα ή ορυκτά, καθώς και γεωργικά προϊόντα που εξάγονται στην Κίνα, η οποία αποτελεί μια πολύ μεγάλη αγορά», είπε. «Η Βραζιλία δεν θα προσβάλει εύκολα την κινεζική κυβέρνηση».

Με τη συμβολή του Luo Ya και πληροφορίες από το Reuters

Η ευρωπαϊκή απεξάρτηση από τις κινεζικές μπαταρίες: Ένα δύσκολο στοίχημα αυτονομίας

Με τη δέσμευση απαγόρευσης πώλησης νέων αυτοκινήτων βενζίνης ή πετρελαίου μέχρι το 2035, το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ουδέτερο αποτύπωμα άνθρακα είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τα ηλεκτρικά οχήματα και, καταλυτικά, με τις μπαταρίες που τα κινούν. Ωστόσο, ο παράλληλος στόχος της ΕΕ να παράγει μόνη της αυτές τις μπαταρίες και να απεξαρτηθεί από την Κίνα, σύμφωνα με αναλυτές, διακυβεύεται πλέον σοβαρά.

Η Ευρώπη στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας για ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής μπαταριών, από τις πρώτες ύλες έως τη συναρμολόγηση. «Οι μπαταρίες είναι απολύτως ζωτικής σημασίας στην καθημερινότητά μας», σημείωσε ο Στηβ Κρίστενσεν, διευθυντής της Battery Coalition, μιλώντας στην Epoch Times. «Το να αφήσουμε έναν εξωτερικό οικονομικό αντίπαλο, που λειτουργεί έξω από τους κανόνες της αγοράς, να ανταγωνίζεται μαζί μας, είναι παράλογο. Η Ευρώπη πρέπει να δει ρεαλιστικά την κατάσταση.»

Τον περασμένο μήνα, ο γαλλικός μεταλλευτικός όμιλος Aramet, που δραστηριοποιείται σε μέταλλα για την παραγωγή μπαταριών, καθώς και ο διευθύνων σύμβουλος της Umicore, εταιρείας εξειδικευμένης στην παραγωγή και ανακύκλωση υλικών μπαταριών, προειδοποίησαν με δηλώσεις τους στους Financial Times ότι η προσπάθεια για πλήρως αυτόνομη ευρωπαϊκή βιομηχανία μπαταριών είναι ουτοπική. Ο Κρίσταλ Μπόρις, μέχρι πρότινος επικεφαλής της Aramet, ανέφερε χαρακτηριστικά: «Η Ευρώπη πρέπει να είναι ρεαλιστική, γιατί η Κίνα αφιέρωσε πάνω από δύο δεκαετίες στην τελειοποίηση της τεχνολογίας και πλέον προηγείται κατά πολύ». Ο Μπαρτ Σαπ, επικεφαλής του βελγο-γαλλικού ομίλου Umicore, επισήμανε: «Πρέπει να αγκαλιάσουμε την Κίνα, ώστε να παράγει μαζί μας στην Ευρώπη. Αλλιώς, ρισκάρουμε η κινητικότητα να εξαρτάται πλήρως από αυτή».

Η ΕΕ είχε επιχειρήσει να περιορίσει την εξάρτησή της από την Κίνα επενδύοντας ελπίδες στη Northvolt, τον μεγάλο κατασκευαστή μπαταριών με έδρα τη Στοκχόλμη. Η Northvolt, η οποία ιδρύθηκε από πρώην στελέχη της Tesla, στόχευε να λειτουργήσει ως ευρωπαϊκή γιγαντο-μονάδα παραγωγής κυψελών λιθίου-ιόντων και να κατακτήσει το 25% της αγοράς μπαταριών της Ευρώπης έως το 2030. Οι μπαταρίες λιθίου-ιόντων, που βρίσκονται πλέον σε κάθε είδους ηλεκτρονική συσκευή, από smartphones ως laptops, αποτελούν επίσης το κύριο μέσο ισχύος στα ηλεκτρικά οχήματα, χάρη στη μεγάλη ενεργειακή τους πυκνότητα, το χαμηλό βάρος και τη δυνατότητα επαναφόρτισης.

Ωστόσο, η απαιτητική και κεφαλαιουχική διαδικασία συναρμολόγησης αποδείχθηκε ανυπέρβλητη για τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Στις 12 Μαρτίου, η Northvolt ανακοίνωσε ότι, παρά τις εξαντλητικές προσπάθειες για τη διασφάλιση βιώσιμου μέλλοντος, υπέβαλε αίτηση πτώχευσης στη Σουηδία. Αυτό ήρθε σε συνέχεια προηγούμενης αίτησης για υπαγωγή στο Κεφάλαιο 11 του αμερικανικού πτωχευτικού κώδικα της θυγατρικής της στην Καλιφόρνια, επικαλούμενη αυξανόμενες ζημίες και διαρκείς δυσλειτουργίες στην παραγωγή.

Παρά τη χρεοκοπία της Northvolt, η ΕΕ παραμένει αμετακίνητη στους φιλόδοξους στόχους της για την παραγωγή μπαταριών και την ηλεκτροκίνηση. Βάσει της ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, από το 2035 όλα τα νέα αυτοκίνητα που θα πωλούνται θα πρέπει να είναι μηδενικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, καθιστώντας παράνομη την πώληση οχημάτων με συμβατικά καύσιμα — κομβικό βήμα για την κλιματική ουδετερότητα και την ηλεκτροκίνηση.

Η Ευρωπαϊκή Συμμαχία για τις Μπαταρίες, πρωτοβουλία που ξεκίνησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2017, έχει ως πολιτικό στόχο να καλύψουν οι Ευρωπαίοι κατασκευαστές το 90% των αναγκών της ΕΕ σε μπαταρίες ως το 2030. Εκπρόσωπος της Ε.Ε. δήλωσε στην Epoch Times μέσω email πως «η Ένωση συνεχίζει να σημειώνει σημαντική πρόοδο προς τον στρατηγικό στόχο να καλυφθεί το 90% της ετήσιας ζήτησης της Ευρώπης με παραγωγή που θα βασίζεται εντός ΕΕ ως το 2030». Όπως υπογράμμισε, «βάσει των σημερινών ανακοινώσεων του κλάδου, η εγκατεστημένη δυναμικότητα παραγωγής κυψελών για το 2030 υπολογίζεται στα 892 GWH, με τη ζήτηση να εκτιμάται μεταξύ 890 και 998 GWH για το ίδιο έτος. Η ΕΕ παραμένει, λοιπόν, σε τροχιά για την επίτευξη αυτού του φιλόδοξου στόχου».

Σύμφωνα με έκθεση του αμερικανικού ινστιτούτου Institute for Energy Research, οι ευρωπαίοι κατασκευαστές αυτοκινήτων προμηθεύονται σήμερα τις μπαταρίες τους κατά κύριο λόγο από τη νοτιοκορεατική LG Energy Solution, τη Samsung και την κορυφαία κινεζική Satiel. Εντούτοις, μελέτη του γερμανικού κρατικού ινστιτούτου Fraunhofer ISI, η οποία δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο στο Nature, προειδοποιεί πως ενδέχεται να μην επαρκέσει η εγχώρια ευρωπαϊκή παραγωγή για να καλύψει τη μελλοντική ζήτηση, η οποία αναμένεται να φτάσει τουλάχιστον τα 1,0 TWH έως το 2030.

Η γεωπολιτική κίνηση της Κίνας

Ο Μάικλ Άσλεϋ Σούλμαν, επικεφαλής επενδύσεων της Running Point Capital Advisors, δήλωσε στην Epoch Times μέσω email ότι «τα όνειρα της Ευρώπης για ανεξαρτησία στις μπαταρίες κόπηκαν απότομα». Όπως τόνισε, «η χρεοκοπία της Northvolt δεν παρέσυρε απλά ένα ισολογισμό — διέλυσε την κορυφαία ευρωπαϊκή φαντασίωση ανεξαρτησίας στα ηλεκτρικά οχήματα».

Μια αμερικανική εταιρεία που ισχυρίζεται πως μπορεί να ανατρέψει τα δεδομένα είναι η Lighten, που παράγει μπαταρίες λιθίου-θείου. Αυτό το είδος μπαταρίας δεν χρειάζεται νικέλιο ή κοβάλτιο από το εξωτερικό — μετάλλευμα που διακινείται σχεδόν εξ ολοκλήρου από κινεζικές αλυσίδες. Ο Κηθ Νόρμαν, υπεύθυνος βιωσιμότητας της Lighten, σημείωσε: «Οι πρώτες ύλες για τις μπαταρίες λιθίου-θείου μπορούν να παράγονται τοπικά, στη Βόρεια Αμερική ή την Ευρώπη».

Ο Νόρμαν εξήγησε πως απέκτησαν ορισμένα περιουσιακά στοιχεία της Northvolt στην Καλιφόρνια ύστερα από τη δήλωση πτώχευσης της τελευταίας. «Η μεγάλη υπόσχεση της Northvolt ήταν η ανεξαρτησία από την Κίνα, μέσα από την αναδημιουργία της εφοδιαστικής αλυσίδας λιθίου-ιόντων στην Ευρώπη. Όμως γρήγορα αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην τυπική αλυσίδα μέσω Κίνας, όπως όλοι οι άλλοι. Η εξάρτηση υπήρχε από την αρχή».

«Η Ευρώπη δεν θα κερδίσει το παιχνίδι των μπαταριών αν προσπαθήσει απλώς να αντιγράψει αυτό που πέτυχε η Κίνα με τις μπαταρίες λιθίου-ιόντων», συμπλήρωσε.

Ζήτημα εθνικής ασφάλειας

Ο Στηβ Κρίστενσεν έσπευσε να τονίσει ότι όσο δύσκολη κι αν είναι η βιομηχανία των μπαταριών, το πραγματικό πρόβλημα βρίσκεται στις κινεζικές πρακτικές περιορισμού πρόσβασης στα απαραίτητα υλικά και όχι στην αποτυχία μίας ή περισσότερων εταιρειών. Όπως εξήγησε, «η παγκόσμια παραγωγή μπαταριών για ηλεκτρικά οχήματα βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στο λίθιο, το κοβάλτιο και άλλα υλικά των οποίων η εξόρυξη, επεξεργασία και διανομή ελέγχονται κατά βάση από κινεζικές εταιρείες».

Κατά τον ίδιο, απαιτούνται τουλάχιστον 5 έως και 15 (μερικές φορές και 20) χρόνια για να φτάσει μια νέα εγχώρια παραγωγή σε βιομηχανικά επίπεδα, ενώ η τεχνογνωσία παραμένει σχεδόν εξ ολοκλήρου κινεζικό «μονοπώλιο». «Ακόμη κι αν επιτευχθεί η απαραίτητη εγχώρια παραγωγή, η τεχνογνωσία για την επεξεργασία παραμένει στα χέρια της Κίνας», είπε χαρακτηριστικά.

Αν συμβουλεύαμε την ΕΕ, πρόσθεσε, θα έπρεπε να εντάξει όλα τα υλικά για τις μπαταρίες στον κατάλογο των κρίσιμων προϊόντων ασφαλείας, αναγνωρίζοντας την κρισιμότητα της ενεργειακής αποθήκευσης. «Η Κίνα έχει ήδη περιορίσει τις εξαγωγές πρώτων υλών για μπαταρίες στη Δύση, επειδή δεν θέλει άλλες χώρες να τις παράγουν. Θέλει να πουλάει τα τελικά προϊόντα η ίδια.»

Προειδοποίησε επίσης πως μία πιθανή στρατηγική της Κίνας για τη διάλυση εγχώριων εφοδιαστικών αλυσίδων στη Δύση θα ήταν να κατακλύσει την αγορά με κακής ποιότητας και υπερβολικά φθηνά υλικά, διαταράσσοντας την οικονομία της αγοράς και οδηγώντας τους ανταγωνιστές σε κατάρρευση.

Μπορούμε να ανταγωνιστούμε;

Ο Τζον Έλμορ, εκδότης και εκπρόσωπος του Electric Car Guide, μιλώντας στην Epoch Times μέσω email, χαρακτήρισε την κατάρρευση της Northvolt «γεωπολιτικό καμπανάκι αφύπνισης». Όπως τόνισε, «η Δύση δεν μπορεί να καλύψει τη διαφορά. Και όταν έργα σαν τη Northvolt προχωρούν, αντιμετωπίζουν υψηλότερο ενεργειακό κόστος, πιο αυστηρούς κανονισμούς και δυσπιστία από επενδυτές». Αναρωτήθηκε: «Πώς λοιπόν μπορούμε να ανταγωνιστούμε;»

Η Northvolt δεν απάντησε σε ερωτήσεις της Epoch Times.

Κ. Πιερρακάκης: «Πρέπει να υπερβούμε τα εσωτερικά εμπόδια στην ΕΕ για να ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητα»

Κατά τις συνεδριάσεις του Eurogroup και του ECOFIN στο Λουξεμβούργο, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, αναφέρθηκε στην ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας εν μέσω διεθνούς αβεβαιότητας. Όπως σημείωσε, η ελληνική οικονομία παραμένει ισχυρή παρά τις γεωπολιτικές και οικονομικές προκλήσεις, αποδίδοντας τη σταθερότητα αυτή σε πολιτικές δημοσιονομικής πειθαρχίας, διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και προσέλκυσης επενδύσεων.

Ο κος Πιερρακάκης τόνισε την ανάγκη ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε παγκόσμιο επίπεδο, επισημαίνοντας ότι η ύπαρξη διαφορετικών ρυθμιστικών πλαισίων μεταξύ των κρατών-μελών αποτελεί εμπόδιο για την εσωτερική αγορά. Υποστήριξε την ανάγκη εναρμόνισης των κανόνων και μείωσης του ρυθμιστικού κατακερματισμού.

Στη συνεδρίαση του Eurogroup παρέστη και η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, με αντικείμενο συζήτησης τις οικονομικές επιπτώσεις της διεθνούς συγκυρίας στην ευρωζώνη, τις δημοσιονομικές εξελίξεις και την πρόοδο του ψηφιακού ευρώ.

Στο πλαίσιο του ECOFIN, συζητήθηκε η μεταρρύθμιση της Τελωνειακής Ένωσης. Ο Έλληνας υπουργός εξέφρασε τη στήριξη της Ελλάδας στις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της πολωνικής προεδρίας, επισημαίνοντας την ανάγκη ίδρυσης ενιαίας Τελωνειακής Αρχής και ψηφιακού κόμβου δεδομένων. Υπογράμμισε τη σημασία των μέτρων αυτών για την αποτελεσματικότερη διαχείριση του ηλεκτρονικού εμπορίου και την ενίσχυση των εσόδων του προϋπολογισμού της Ένωσης.

Αναφερόμενος στην ενεργειακή πολιτική της ΕΕ, ο υπουργός χαρακτήρισε στρατηγικής σημασίας την ενεργειακή αυτονομία και ζήτησε τη μείωση του κόστους ενέργειας για καταναλωτές και επιχειρήσεις. Υπογράμμισε τη σημασία της δημιουργίας Ομάδας Δράσης για την Ενεργειακή Ένωση, επισημαίνοντας την ανάγκη για ενίσχυση των διασυνδέσεων και μείωση της διαφοράς τιμής μεταξύ των κρατών-μελών.

Το Eurogroup και το ECOFIN εξέτασαν επίσης τις εκθέσεις σύγκλισης για τη Βουλγαρία εν όψει της ένταξής της στην Ευρωζώνη από την 1η Ιανουαρίου 2026. Ο κος Πιερρακάκης συνεχάρη τη βουλγαρική κυβέρνηση για την πρόοδο που έχει σημειώσει και επιβεβαίωσε τη στήριξη της Ελλάδας στο αίτημα ένταξης της χώρας.

Παράλληλα με τις επίσημες συνεδριάσεις, ο υπουργός πραγματοποίησε διμερείς επαφές με Ευρωπαίους αξιωματούχους, μεταξύ των οποίων ο εκτελεστικός διευθυντής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), Πιερ Γκραμένια, και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ), Νάντια Καλβίνιο, με επίκεντρο τη χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων στην Ελλάδα. Επίσης, συναντήθηκε με τη Δανή υπουργό Οικονομικών Υποθέσεων, Στέφανι Λόουζ, η οποία αναλαμβάνει την προεδρία του ECOFIN από την 1η Ιουλίου.

Διασύνδεση του ανθρώπινου δυναμικού με την αγορά εργασίας στην πράξη – Προσωπικές εμπειρίες εργαζομένων που επωφελήθηκαν των δράσεων του ΥΠΕΚΑ

Σημαντική απήχηση γνώρισε η εκδήλωση του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης «Χτίζοντας γέφυρες ανάμεσα στο ανθρώπινο δυναμικό και την αγορά εργασίας» που πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 17 Ιουνίου με τη συμμετοχή του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και την παρουσία υπουργών, βουλευτών και πλήθους παρευρισκομένων.

Η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Νίκη Κεραμέως στην εναρκτήρια ομιλία της υπογράμμισε ότι «μία από τις βασικές αποστολές του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης είναι να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για την τόνωση της απασχόλησης στη χώρα, να μειώνει την ανεργία».

Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Νίκη Κεραμέως / Γραφείο Τύπου Υπουργείου Εργασίας

 

Η υπουργός εξήρε το έργο της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης, η οποία τα τελευταία χρόνια έχει διοργανώσει 44 «Ημέρες Καριέρας» σε 18 διαφορετικές πόλεις της Ελλάδας, «μέσα από τις οποίες χιλιάδες άνθρωποι έχουν βρει δουλειά», όπως δήλωσε χαρακτηριστικά, καθώς επίσης και το έργο της Γενικής Διεύθυνσης Εργασιακών Σχέσεων, Υγείας, Ασφάλειας και Ένταξης στην Εργασία στις δράσεις εξωστρέφειας του υπουργείου.

Παράλληλα, η κα Κεραμέως αναφέρθηκε στις «γέφυρες» που «χτίζει» το υπουργείο με τους Έλληνες οι οποίοι έφυγαν από τη χώρα, κυρίως στα δύσκολα χρόνια της κρίσης αλλά όχι μόνο, για να αναζητήσουν στο εξωτερικό καλύτερες επαγγελματικές ευκαιρίες.

Η υπουργός ανακοίνωσε μάλιστα ότι η επόμενη εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στις 7 Δεκεμβρίου, στη Νέα Υόρκη.

«Θα είμαστε εκεί μαζί με πάρα πολλές επιχειρήσεις για να καλέσουμε τους Έλληνες που ζουν στην Αμερική και να τους φέρουμε σε επαφή με σπουδαίες επιχειρήσεις οι οποίες είναι σε αναζήτηση προσωπικού».

Η κα Κεραμέως επικαλέστηκε τα πλέον πρόσφατα επίσημα νούμερα, προκειμένου να αναδείξει τη συμβολή των δράσεων αυτών στη μείωση της ανεργίας.

«Τα τελευταία επίσημα νούμερα της ανεργίας τον τελευταίο Απρίλιο δείχνουν τη χαμηλότερη ανεργία των τελευταίων 17 ετών. Η ανεργία στη χώρα μας είναι στο 8,3%. Κύριε Πρόεδρε, η ανεργία, όταν αναλάβατε τη διακυβέρνηση της χώρας ήταν περίπου στο 18% – στο 17,8% για την ακρίβεια. Έκτοτε έχει μειωθεί κατά δέκα ποσοστιαίες μονάδες. Ο Απρίλιος που μας πέρασε είναι ο καλύτερος Απρίλιος στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Δημιουργήθηκαν 134.000 νέες θέσεις εργασίας.»

Παράλληλα, αναφέρθηκε στα επίσημα στοιχεία της Eurostat, σύμφωνα με τα οποία από το 2010 έως το 2023 έφυγαν από τη χώρα μας 660.000 πολίτες, και έχουν επιστρέψει 420.000.

«Ο στόχος μας είναι να είμαστε χρήσιμοι στην κοινωνία. Κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή να βοηθούμε συμπολίτες μας να βρίσκουν δουλειά και να βοηθούμε επιχειρήσεις να βρίσκουν εργαζομένους. Γιατί, κυρίες και κύριοι, η εργασία δεν είναι μόνο δικαίωμα. Είναι αξιοπρέπεια, είναι δημιουργία, είναι ζωή.»

Στο πάνελ που ακολούθησε φιλοξενήθηκαν εργαζόμενοι που βρήκαν δουλειά μέσα από τις «Ημέρες Καριέρας» και θέλησαν να μοιραστούν την προσωπική τους εμπειρία μέσα από αυτή τη διαδικασία εξεύρεσης εργασίας.

Μηχανικός πληροφορικής και επικοινωνιών που είχε μείνει άνεργος στα τέλη του 2024 εκμυστηρεύτηκε ότι επισκέφθηκε τις «Ημέρες Καριέρας» τον Ιανουάριο του 2025, υπέβαλε 30 συνολικά βιογραφικά στα οποία ανταποκρίθηκε άμεσα πληθώρα εταιρειών καλώντας τον για συνέντευξη – με την πρώτη εταιρεία στην οποία έδωσε το βιογραφικό του και η οποία τον κάλεσε ήταν αυτή η οποία και τον προσέλαβε – και δήλωσε ότι «οι Ημέρες Καριέρας ήταν η αφετηρία για μια καινούργια σταδιοδρομία, για έναν καινούργιο ορίζοντα στην καριέρα μου».

(Γραφείο Τύπου Υπουργείου Εργασίας)

 

Σε άλλη περίπτωση, ηλεκτρολόγος μηχανικός που εργάζεται στον τομέα της συντήρησης φωτοβολταϊκών πάρκων απευθύνθηκε τον Σεπτέμβριο του 2024 στις «Ημέρες Καριέρας», στη Θεσσαλονίκη, αναζητώντας ένα εργασιακό περιβάλλον με σταθερότητα, προοπτικές ανάπτυξης και επαγγελματική συνέπεια. Όπως αποκάλυψε, είχε την ευκαιρία να συνομιλήσει με την εκπρόσωπο της εταιρείας στην οποία εργάζεται σήμερα και εντός της ίδιας ημέρας να έχει μία συνέντευξη με τον ιδιοκτήτη της επιχείρησης, με την πρόσληψη να γίνεται λίγες ημέρες αργότερα. «Όποιοι συμμετάσχουν σε αυτές τις εκδηλώσεις σίγουρα θα βρουν μία δουλειά και είναι πολύ καλό αυτό.»

Απόφοιτος μουσειολογίας εργαζόταν σε διαφορετικό αντικείμενο και απολύθηκε. Κατόπιν παρότρυνσης των γονιών της, επισκέφθηκε τις «Ημέρες Καριέρας» και απευθύνθηκε σε εταιρεία βιομηχανίας τροφίμων η οποία λειτουργεί Μουσείο Σίτου. Όπως επεσήμανε, η ειδικότητά της δεν ήταν μεταξύ αυτών που αναζητούσε η εταιρεία, ωστόσο η ίδια εκδήλωσε την πρόθεσή της να εργαστεί στο Μουσείο, κάτι το οποίο πέτυχε λίγες ημέρες αργότερα. «Και κάπως έτσι βρήκα δουλειά μέσα από τις Ημέρες Καριέρας, που κανείς δεν θα το περίμενε ίσως, αλλά αξίζει κάποιος να πάει.»

Στο πάνελ συμμετείχαν και εκπρόσωποι εταιρειών οι οποίοι μοιράστηκαν τις θετικές εμπειρίες που έχουν αποκομίσει από τη συνεργασία των επιχειρήσεών τους με το υπουργείο και τη ΔΥΠΑ για την εξεύρεση ανθρώπινου δυναμικού. Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου μεγάλης βιομηχανίας τροφίμων και επικεφαλής της οικονομικής διεύθυνσης και του ανθρώπινου δυναμικού της δήλωσε ότι παρά τις αρχικές επιφυλάξεις, η εταιρεία της έχει απορροφήσει μέχρι σήμερα 70 εργαζομένους μέσω των Ημέρων Καριέρας, αποδίδοντας την επιτυχία της συνεργασίας αυτής στο γεγονός ότι η Υπηρεσία εργάζεται με όρους ιδιωτικού τομέα και σκύβει πάνω από τις ανάγκες τους.

«Ενώ συνεργαζόμασταν με πάρα πολλές εταιρείες εξεύρεσης προσωπικού, όταν προκύπτει πλέον ανάγκη προσωπικού, πρώτα θα απευθυνθούμε στους συνεργάτες μας στη ΔΥΠΑ και μετά οπουδήποτε αλλού, και νομίζω ότι αυτό τα λέει όλα», τόνισε.

Στο ίδιο μήκος κύματος και η εμπειρία που μοιράστηκε ο διευθυντής ανθρωπίνων πόρων μεγάλης ελληνικής φαρμακευτικής εταιρείας, ο οποίος αποκάλυψε ότι η εταιρεία του όχι μόνο έχει προχωρήσει σε προσλήψεις μέσα από τις «Ημέρες Καριέρας» τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, αλλά προτίθεται εντός των προσεχών 12 μηνών να διευρύνει τη γκάμα των προσλήψεων και σε θέσεις άλλου προφίλ, όπως «ερευνητικές θέσεις, που δίνουν μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία και είμαστε πολύ πολύ χαρούμενοι γι’ αυτό».

Στη συνέχεια, το κοινό είχε την ευκαιρία να ακούσει Έλληνες που εργάζονταν για χρόνια στο εξωτερικό και πήραν την απόφαση να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Οι ίδιοι, μέσα από τις προσωπικές τους εμπειρίες, ανέδειξαν τα οφέλη της επιστροφής αλλά και τον ρόλο που διαδραμάτισαν οι «Ημέρες Καριέρας» στο εξωτερικό σε αυτή τη μετάβαση.

Δικηγόρος που επέστρεψε πρόσφατα, ανέφερε: «Έχω ισορροπία επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, που δεν βρήκα ποτέ στο εξωτερικό. Και είμαι πάρα πολύ χαρούμενη που όλο αυτό έγινε αξιοκρατικά και με τη στήριξη της πολιτείας.»

Αντίστοιχα, οικονομολόγος που συμμετείχε στην εκδήλωση, μίλησε για το πώς οι «Ημέρες Καριέρας» τη βοήθησαν να κάνει το επόμενο βήμα: «Για εμένα ήταν πολύ δύσκολο να βρω τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσα να γυρίσω και εκεί είχα την ευκαιρία να γνωρίσω τις εταιρείες δια ζώσης.»

Διευθυντής έρευνας και ανάπτυξης που εργάστηκε 25 χρόνια στο εξωτερικό, πριν επιστρέψει στην Ελλάδα, τόνισε τη σημασία της εμπειρίας που φέρνουν μαζί τους οι επαγγελματίες από το εξωτερικό: «Ο κόσμος εδώ μας χρειάζεται, εμάς που έχουμε φύγει έξω, χρειάζεται τις ικανότητες και την εμπειρία που έχουμε».

Επιπλέον, μία πολιτικός μηχανικός υπογράμμισε την αλλαγή που έχει επέλθει στην ελληνική αγορά εργασίας τα τελευταία χρόνια: «Πλέον η αγορά εργασίας στην Ελλάδα έχει αλλάξει. Πολύ απλά μπορεί να βρούμε μια δουλειά έτσι όπως τη θέλουμε, επομένως να μην διστάσει κανένας να πάει στο εξωτερικό στις Ημέρες Καριέρας, συγκεκριμένα στο εξωτερικό γιατί εκεί ήρθανε, και να έρθουν εδώ.»

Από την πλευρά τους, εκπρόσωποι εταιρειών που συμμετείχαν στην εκδήλωση αναφέρθηκαν στη σημασία αυτών των δράσεων και στη συμβολή τους στην ενίσχυση της ελληνικής αγοράς εργασίας: «Ο συντονισμός που κάνουμε τώρα μαζί με το υπουργείο σε όλες αυτές τις δράσεις βοηθάει και εμάς τις επιχειρήσεις να έχουμε δυνατότερη και πιο συντονισμένη φωνή. Αυτό που κοιτάζουμε και εμείς είναι να φέρνουμε άτομα πίσω στην Ελλάδα γιατί η Ελλάδα, όπως ξέρουμε, έχει αλλάξει. Ειδικά τα τελευταία χρόνια, βλέπουμε μια διαφορετική Ελλάδα.»

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έκλεισε την εκδήλωση τονίζοντας ότι: «Τα χρόνια της κρίσης εκατοντάδες χιλιάδες, κυρίως νέοι Έλληνες και Ελληνίδες, έφυγαν από την πατρίδα απογοητευμένοι από μία χώρα η οποία φαινόταν να οδηγείται σε αδιέξοδο ή ενδεχομένως απελπισμένοι διότι πολύ απλά δεν μπορούσαν να βρουν δουλειά στην Ελλάδα και μπορούσαν να βρουν δουλειά μόνο στο εξωτερικό. Αυτό, πια, έχει αλλάξει. Και νομίζω ότι για να πάρει κάποιος την απόφαση να επιστρέψει, προφανώς οι Ημέρες Καριέρας είναι εξαιρετικά χρήσιμες διότι δίνουν τη δυνατότητα σε κάποιον να έχει μία συνολική εικόνα της αγοράς εργασίας και των ευκαιριών που προσφέρονται με μία επίσκεψη, μία μέρα – μία δουλειά που θα χρειαζόταν πολύ μεγάλη προσπάθεια να την κάνει. Αλλά δεν αρκεί, προφανώς, μόνο αυτό. Πρέπει να υπάρχουν καλές δουλειές, πρέπει να υπάρχει αυτή η αίσθηση ότι παίρνω μία απόφαση και την παίρνω με τη σιγουριά ότι δεν θα χρειαστεί ξανά να φύγω στο εξωτερικό.»

Παρόντες στην εκδήλωση ήταν ο αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης, ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης, ο υπουργός Δικαιοσύνης Γιώργος Φλωρίδης, η υπουργός Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας Δόμνα Μιχαηλίδου, οι υφυπουργοί Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Άννα Ευθυμίου και Κώστας Καραγκούνης, ο γενικός γραμματέας Εργασιακών Σχέσεων Νίκος Μηλαπίδης, ο γενικός γραμματέας Κοινωνικών Ασφαλίσεων Κωνσταντίνος Τσαγκαρόπουλος, ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Γιώργος Κώτσηρας, ο υφυπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης Χρήστος Μπουκώρος, ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Χρήστος Κέλλας, ο πρώην υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Πάνος Τσακλόγλου, οι εκπρόσωποι όλων των Εθνικών Κοινωνικών Εταίρων, ο νέος γραμματέας της Νέας Δημοκρατίας Κώστας Σκρέκας, ο γενικός γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας Απόστολος Βεσυρόπουλος, ο διοικητής της ΔΥΠΑ Σπύρος Πρωτοψάλτης, ο διοικητής του e-ΕΦΚΑ Αλέξανδρος Βαρβέρης, ο διευθύνων σύμβουλος του ΤΕΚΑ Κίμων Βολίκας, ο διοικητής του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (ΜΤΠΥ) Άγγελος Δημοσθένους, η διοικήτρια του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.) Γεωργία Μανιάτη, ο διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Επιθεώρησης Εργασίας Γιώργος Τζιλιβάκης, καθώς και πλήθος βουλευτών.

Την εκδήλωση συντόνισε η δημοσιογράφος Χριστίνα Βίδου.

Δηλώσεις Πιερρακάκη για τη Μέση Ανατολή, την οικονομία και τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις

Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, σχολίασε την τρέχουσα κατάσταση στη Μέση Ανατολή, τις επιπτώσεις στην οικονομία και τις εξελίξεις στο πεδίο των θεσμικών μεταρρυθμίσεων, κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής του παρουσίας στην εκπομπή «Σήμερα» του τηλεοπτικού σταθμού ΣΚΑΪ.

Αναφορικά με την ένταση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, ο Υπουργός επεσήμανε την ανάγκη να δοθεί χρόνος στη διπλωματία, υπογραμμίζοντας ότι η κυβέρνηση είναι σε ετοιμότητα για τη διαχείριση πιθανών συνεπειών. Συγκεκριμένα, χαρακτήρισε ως ιδιαίτερα αρνητικό ενδεχόμενο το κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι η κατάσταση δεν έχει φτάσει σε αυτό το σημείο. Όπως ανέφερε, η τιμή του πετρελαίου διαμορφώνεται περίπου στα 77 δολάρια το βαρέλι, χαμηλότερα από την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους, όπου ήταν στα 82 δολάρια.

Σχετικά με τον προγραμματισμό της κυβέρνησης ενόψει της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, ο κ. Πιερρακάκης δήλωσε ότι ο σχεδιασμός παραμένει ανεπηρέαστος από τις διεθνείς εξελίξεις και εστιάζει στη μείωση των φορολογικών βαρών για τη μεσαία τάξη, την ενίσχυση της ανάπτυξης και την παροχή κινήτρων και αντικινήτρων στην αγορά ακινήτων, με στόχο την αντιμετώπιση του προβλήματος της στέγασης.

Για το ζήτημα των δανείων σε ελβετικό φράγκο, ο Υπουργός ανέφερε ότι εξετάζεται λύση που θα περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τον Εξωδικαστικό Μηχανισμό, με στόχο να βρεθεί μία οργανωμένη προσέγγιση που να μην επηρεάζει άλλα χρηματοδοτικά προγράμματα. Όπως δήλωσε, υπάρχουν πολλές παράμετροι που πρέπει να ληφθούν υπόψη, συμπεριλαμβανομένων της ισοτιμίας και του γεγονότος ότι αρκετοί δανειολήπτες έχουν ήδη αποπληρώσει τα δάνειά τους. Προανήγγειλε ότι θα υπάρξουν αναλυτικότερες ανακοινώσεις σύντομα.

Στο πεδίο της φορολογικής συμμόρφωσης, ο κ. Πιερρακάκης ανακοίνωσε αύξηση των προστίμων για μεταφορά προϊόντων χωρίς παραστατικά, με τα πρόστιμα να δεκαπλασιάζονται: στα 5.000 ευρώ από 500 για επιχειρήσεις με απλογραφικά βιβλία και στα 10.000 από 1.000 για εκείνες με διπλογραφικά. Παράλληλα, αναφέρθηκε στις απώλειες δημοσίων εσόδων από το λαθρεμπόριο καυσίμων, που εκτιμώνται περίπου σε 500 εκατ. ευρώ ετησίως.

Αναφορικά με τις θεσμικές αλλαγές, ο Υπουργός σημείωσε ότι η ενσωμάτωση του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ) και των αρμοδιοτήτων του ΟΠΕΚΕΠΕ στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) αποσκοπεί στην ενίσχυση της λειτουργικής ενοποίησης των φορολογικών μηχανισμών και στην επιτάχυνση των αγροτικών πληρωμών.

Τέλος, ο Υπουργός σχολίασε την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκρινε συνταγματικό τον νόμο για την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων, χαρακτηρίζοντάς την ως κομβική για την ολοκλήρωση της θεσμικής αρχιτεκτονικής. Υπογράμμισε την ανάγκη αλλαγών στο Συνταγματικό πλαίσιο ώστε να επιτραπεί η ίδρυση τέτοιων ιδρυμάτων από εθνικές πρωτοβουλίες και κάλεσε τα πολιτικά κόμματα να επανεξετάσουν τη στάση τους ενόψει ενδεχόμενης συνταγματικής αναθεώρησης.

Η Κεντρική Τράπεζα της Κίνας αδυνατεί να στηρίξει την κινεζική οικονομία

Σχολιασμός

Κάθε φορά που το Πεκίνο ανακοινώνει μέτρα στήριξης της κινεζικής οικονομίας, περιλαμβάνει στις εξαγγελίες του και τη μείωση των επιτοκίων ή άλλες μορφές νομισματικής χαλάρωσης. Ωστόσο, σύμφωνα με αναλυτές, η οικονομία δεν χρειάζεται μόνο νομισματική ώθηση, ενώ ακόμη και σε αυτόν τον τομέα, η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας (People’s Bank of China – PBOC) φέρεται να μην προσφέρει ουσιαστική συμβολή στην προσπάθεια τόνωσης. Εκτιμάται μάλιστα ότι δεν ανταποκρίνεται επαρκώς ούτε στις προσδοκίες του πολιτικού καθεστώτος.

Αναλυτές επισημαίνουν ότι η εικόνα αυτή επιβεβαιώθηκε και τον Μάιο, όταν η PBOC συμμορφώθηκε με το αίτημα του Πεκίνου για νομισματική χαλάρωση, αλλά με τόσο περιορισμένο τρόπο, ώστε θεωρήθηκε σχεδόν αμελητέα. Η κίνηση στην οποία τελικά προχώρησε η Τράπεζα ήταν μια μείωση της τάξης του 0,1 της μονάδας στα επιτόκια. Ξεκίνησε στις αρχές του μήνα με αυτή τη μικρή μείωση του επιτοκίου των συμφωνιών επαναγοράς διάρκειας επτά ημερών και συνέχισε με μειώσεις ίδιου μεγέθους στο επιτόκιο αναφοράς δανεισμού – το βασικό επιτόκιο δανεισμού ενός έτους – και στις πενταετείς λήξεις.

Για μια οικονομία που, όπως αναγνωρίζει και το ίδιο το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ), έχει άμεση ανάγκη τόνωσης της καταναλωτικής ζήτησης και των επενδύσεων από την πλευρά των επιχειρήσεων, οι αλλαγές αυτές χαρακτηρίζονται ως κατώτερες των περιστάσεων. Πρόκειται, κατά τους ίδιους σχολιαστές, για συνέχεια μιας μακρόχρονης τάσης. Από τον Δεκέμβριο του 2021, όταν η PBOC ξεκίνησε να στηρίζει την πολιτική ώθησης της οικονομίας, οι μειώσεις των επιτοκίων δεν ξεπέρασαν αθροιστικά τις 0,8 ποσοστιαίες μονάδες – από το 3,8% στο 3,0%. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός μείωσης, δηλαδή, δεν υπερβαίνει τις 0,2 ποσοστιαίες μονάδες.

Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη ανάλυση, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς μια τέτοια περιορισμένη μεταβολή θα μπορούσε να επηρεάσει ουσιαστικά τη συμπεριφορά των δανειοληπτών και των τραπεζών ή να ενθαρρύνει την κατανάλωση και τις επενδύσεις. Αντιπαραβάλλουν, μάλιστα, τη στάση της PBOC με αυτήν της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed), η οποία – αν και αντιμετωπίζει σαφώς ηπιότερες πιέσεις – μείωσε τα αμερικανικά επιτόκια κατά μία ολόκληρη ποσοστιαία μονάδα μέσα στο διάστημα Σεπτέμβριος 2024-Φεβρουάριος 2025.

Η αδράνεια της PBOC προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη απορία, αν ληφθεί υπόψη ότι η κινεζική οικονομία παρουσιάζει πλέον τάσεις αποπληθωρισμού. Σε συνθήκες πληθωρισμού, οι δανειολήπτες αποπληρώνουν τα δάνειά τους με χρήματα μικρότερης πραγματικής αξίας από αυτήν που δανείστηκαν. Το 2021, όταν ξεκίνησε η προσπάθεια νομισματικής χαλάρωσης, ο ετήσιος πληθωρισμός τιμών παραγωγού άγγιζε το 10%, επιτρέποντας στους δανειολήπτες να αποπληρώσουν με χρήμα που είχε χάσει περίπου 10% της αγοραστικής του αξίας. Με το βασικό επιτόκιο στο 3,8%, το πραγματικό κόστος δανεισμού ήταν τότε αρνητικό, περίπου στο -6%.

Σήμερα, όμως, ο πληθωρισμός έχει μετατραπεί σε αποπληθωρισμό – σχεδόν -3% ετησίως – με αποτέλεσμα οι δανειολήπτες να καλούνται να αποπληρώνουν με χρήμα που έχει αυξημένη αγοραστική δύναμη. Ακόμη και μετά τις μειώσεις επιτοκίων, το πραγματικό κόστος δανεισμού υπολογίζεται πλέον κοντά στο 6%.

Η εξέλιξη αυτή αποθαρρύνει σαφώς τη ζήτηση για δανεισμό, την κατανάλωση και τις επενδύσεις. Κατά τους αναλυτές, η PBOC θα έπρεπε να είχε οδηγήσει τα επιτόκια ακόμη και κάτω από το μηδέν, προκειμένου να ανακτήσει τα κίνητρα δανεισμού που υπήρχαν το 2021. Υπό αυτό το πρίσμα, η πολιτική της κρίνεται ακόμη πιο ανεπαρκής απ’ ό,τι δείχνουν οι αριθμοί.

Με άλλα λόγια, η νομισματική πολιτική στην Κίνα χαρακτηρίζεται σήμερα περισσότερο περιοριστική παρά επεκτατική. Αντί να στηρίξει τις προσπάθειες του Κομμουνιστικού Κόμματος να αναζωογονήσει την οικονομία και να αντισταθμίσει την κρίση στον τομέα των ακινήτων και τη συνεπακόλουθη απώλεια εμπιστοσύνης, η PBOC φαίνεται να λειτουργεί ανασταλτικά. Η αποτυχία της αυτή θεωρείται ακόμη πιο ανησυχητική – έως και επικίνδυνη – σε μια περίοδο κατά την οποία οι πιέσεις από τους δασμούς των ΗΠΑ και ο εντεινόμενος διεθνής ανταγωνισμός καθιστούν τη στήριξη της οικονομίας πιο επιτακτική από ποτέ.

Του Milton Ezrati

Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντανακλούν απαραίτητα τις απόψεις της εφημερίδας The Epoch Times.

Τραμπ: Εμπορικές συνομιλίες ΗΠΑ–Κίνας στο Λονδίνο τη Δευτέρα

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, ανακοίνωσε ότι ανώτεροι αξιωματούχοι της κυβέρνησής του θα συναντηθούν με Κινέζους ομολόγους τους στο Λονδίνο, στις 9 Ιουνίου, για συνομιλίες σχετικά με το εμπόριο.

Σε ανάρτησή του στις 6 Ιουνίου, στην πλατφόρμα Truth Social, ανέφερε ότι ο υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσσεντ, θα συνοδεύεται από τον Εμπορικό Αντιπρόσωπο των ΗΠΑ, Τζέημσον Γκρηρ, και τον υπουργό Εμπορίου, Χάουαρντ Λάτνικ.

Ο Τραμπ εκτίμησε ότι η συνάντηση «αναμένεται να πάει πολύ καλά».

Μιλώντας σε δημοσιογράφους στο προεδρικό αεροσκάφος, ο πρόεδρος ανέφερε ότι ο Σι Τζινπίνγκ συμφώνησε να ξαναρχίσει η ροή σπάνιων γαιών και μαγνητών προς τις Ηνωμένες Πολιτείες και πρόσθεσε ότι έχει γίνει μεγάλη πρόοδος στις διαπραγματεύσεις με την Κίνα.

Σε προηγούμενη ανάρτησή του, σημείωσε ότι είχε μια «πολύ καλή [τηλεφωνική] συνομιλία» με τον Κινέζο πρόεδρο, κατά την οποία συμφωνήθηκε η άρση των περιορισμών στις εξαγωγές σπάνιων γαιών, στο πλαίσιο συμφωνίας που επετεύχθη τον Μάιο.

Κατά τη διάρκεια συνάντησής του με τον Γερμανό καγκελάριο Φρήντριχ Μερτς, στον Λευκό Οίκο, στις 5 Ιουνίου, ο Τραμπ δήλωσε ότι τόσο ο ίδιος όσο και ο Σι αντάλλαξαν προσκλήσεις για επισκέψεις, τις οποίες και οι δύο αποδέχθηκαν. Όπως ανέφερε, σκοπεύει να επισκεφθεί την Κίνα συνοδευόμενος από την Πρώτη Κυρία, ενώ ελπίζει ότι και ο Σι θα επισκεφθεί τις ΗΠΑ με τη σύζυγό του.

Η ανακοίνωση του Τραμπ έρχεται εν μέσω αλληλοκατηγοριών μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου για παραβίαση των όρων της τρίμηνης εκεχειρίας στο εμπόριο που είχε συμφωνηθεί στη Γενεύη τον προηγούμενο μήνα.

Ο Τραμπ είχε δηλώσει μέσω των κοινωνικών δικτύων ότι το κινεζικό καθεστώς «παραβίασε πλήρως» τη συμφωνία. Από την πλευρά τους, Κινέζοι αξιωματούχοι κατηγόρησαν τις Ηνωμένες Πολιτείες για παραβίαση της συμφωνίας για προσωρινή αναστολή δασμών. Ο Τζέημσον Γκρηρ, καθώς και άλλα υψηλόβαθμα στελέχη της αμερικανικής κυβέρνησης, σχολίασαν στον Τύπο ότι το Πεκίνο «καθυστερεί συστηματικά» την εφαρμογή των δεσμεύσεών του.

Σε εξέλιξη και άλλες εμπορικές συμφωνίες

Έναν μήνα μετά την προκαταρκτική εμπορική συμφωνία μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ηνωμένου Βασιλείου, αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου επαναλαμβάνουν ότι βρίσκονται σε εξέλιξη και άλλες συμφωνίες, χωρίς να διευκρινίζουν τις εμπλεκόμενες χώρες.

Ο σύμβουλος εμπορικής πολιτικής του Λευκού Οίκου, Πήτερ Ναβάρο, δήλωσε σε συνέντευξή του στη Μαρία Μπαρτιρόμο του Fox Business ότι η κυβέρνηση σκοπεύει να εξασφαλίσει και νέες συμφωνίες. Όπως ανέφερε στις 6 Ιουνίου, τέτοιες διαδικασίες συνήθως διαρκούν μήνες ή και χρόνια, αλλά η παρούσα κυβέρνηση εκτιμά ότι «θα χρειαστούν μέρες».

Περίπου δύο μήνες έχουν περάσει από την ανακοίνωση του Τραμπ για τρίμηνη αναστολή στων νέων δασμών, μετά την επιβολή τους στις 2 Απριλίου, ημερομηνία που χαρακτήρισε ως «Ημέρα Απελευθέρωσης».

Ο Ναβάρο σημείωσε ότι η αμερικανική προσπάθεια επικεντρώνεται στην αποκατάσταση της δικαιοσύνης στο διεθνές εμπόριο, τονίζοντας ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ δεν περιορίζονται στην Κίνα, αλλά είναι «παγκόσμιο ζήτημα».

Ο Στήβεν Μίραν, επικεφαλής του Συμβουλίου Οικονομικών Συμβούλων, δήλωσε στο Fox News ότι βρίσκονται σε εξέλιξη πολλές διαπραγματεύσεις με εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ και εκτίμησε ότι οι σχετικές συμφωνίες θα αρχίσουν να ανακοινώνονται «καταιγιστικά» όσο πλησιάζει η προθεσμία. Ο ίδιος απέφυγε να κατονομάσει συγκεκριμένες χώρες.

Καταθέτοντας στην Επιτροπή Πιστώσεων της Βουλής στις 5 Ιουνίου, ο υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ ανέφερε ότι ο πρόεδρος αναμένει την ολοκλήρωση των περισσότερων εμπορικών συμφωνιών έως τις 9 Ιουλίου. Σε περίπτωση καθυστερήσεων, είπε, ο Τραμπ μπορεί να παρέμβει καθοριστικά και να παρουσιάσει ο ίδιος το τελικό πλαίσιο συμφωνίας.

Πρωτοπόρες σε επιχειρηματική ευκολία η Νέα Ζηλανδία και το Χονγκ Κονγκ – Στη δεκάδα των πιο πολύπλοκων αγορών η Κίνα, με πρώτη την Ελλάδα

Η Νέα Ζηλανδία και το Χονγκ Κονγκ εξακολουθούν να θεωρούνται οι πιο φιλικές χώρες στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού για την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, καταλαμβάνοντας την τρίτη και τέταρτη θέση παγκοσμίως, αντίστοιχα, πίσω μόνο από τις Νήσους Κέιμαν και τη Δανία.

Τα ευρήματα αυτά προέρχονται από τον ετήσιο Δείκτη Επιχειρηματικής Πολυπλοκότητας (Global Business Complexity Index – GBCI), ο οποίος αναλύει το επιχειρηματικό περιβάλλον σε 79 δικαιοδοσίες που αντιπροσωπεύουν το 94% του παγκόσμιου ΑΕΠ και τις κατατάσσει βάσει άνω των 250 δεικτών επιχειρηματικής πολυπλοκότητας.

Σύμφωνα με την έκθεση, το Χονγκ Κονγκ εξακολουθεί να διατηρεί ένα «ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον, με χαρακτηριστικό ένα απλό και χαμηλό φορολογικό καθεστώς», παρά την πολιτική κυριαρχία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας. Όσον αφορά τη Νέα Ζηλανδία, σημειώνεται ότι συνεχίζει να θεωρείται «ένας απλός προορισμός για την επιχειρηματική δραστηριότητα», κάτι που αποδίδεται κυρίως στη θετική στάση της κυβέρνησης απέναντι στις ξένες επενδύσεις και στις απλουστευμένες διοικητικές διαδικασίες.

Ωστόσο, η έκθεση επισημαίνει ότι το «υψηλό κόστος ζωής εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό εμπόδιο, επηρεάζοντας το λειτουργικό κόστος και τις προσπάθειες επέκτασης» των επιχειρήσεων.

Η κυβέρνηση της Νέας Ζηλανδίας παραμένει προσηλωμένη στη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες συνεχίζουν να κυριαρχούν στην αγορά. Αυτό μεταφράζεται σε περιορισμένες αλλαγές πολιτικής για τις πολυεθνικές εταιρείες. Αν και εξετάζεται νέα νομοθεσία για την προσέλκυση εύπορων επενδυτών μέσω ενός «χρυσού διαβατηρίου», η έκθεση προβλέπει ότι η εν λόγω ρύθμιση ίσως επηρεάσει ελαφρώς το επιχειρηματικό τοπίο, χωρίς όμως να αναμένονται σημαντικές μεταρρυθμίσεις.

Συγκριτικά, το Χονγκ Κονγκ φέρεται να διατηρεί ένα περιβάλλον που ευνοεί τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων, καθώς η ίδρυση εταιρικής οντότητας είναι απλή διαδικασία και η εργατική νομοθεσία εύκολα κατανοητή και εφαρμόσιμη.

Ωστόσο, η έκθεση προειδοποιεί ότι το γεωπολιτικό πλαίσιο, και ειδικότερα οι εμπορικές εντάσεις μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας, επηρεάζουν αρνητικά τον ρόλο του Χονγκ Κονγκ ως ενδιάμεσου σε παγκόσμιο εμπόριο.

Αντίθετα, η Κίνα κατέγραψε επιδείνωση, εισερχόμενη στη λίστα με τις δέκα πιο πολύπλοκες χώρες για εμπορική δραστηριότητα, καταλαμβάνοντας τη 10η θέση από την 11η που είχε το προηγούμενο έτος.

Η έκθεση σημειώνει ότι οι κινεζικοί νόμοι «ανανεώνονται συχνά ώστε να ανταποκρίνονται στις οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές», γεγονός που απαιτεί από τις επιχειρήσεις να προσαρμόζουν διαρκώς τη συμμόρφωσή τους στα νέα δεδομένα. Επιπλέον, παρατηρείται σημαντική διαφοροποίηση των κανονισμών μεταξύ των επαρχιών, κάτι που προσθέτει ένα ακόμη επίπεδο πολυπλοκότητας.

Τονίζεται επίσης ότι η εφαρμογή νέων πολιτικών συχνά γίνεται γρήγορα, χωρίς περιόδους διαβούλευσης, γεγονός που προσδίδει στο επιχειρηματικό περιβάλλον χαρακτήρα απρόβλεπτο.

Η Αυστραλία κατατάσσεται στη μέση της κλίμακας, στην 47η θέση, αρκετά πίσω από χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο (68) και οι ΗΠΑ (64). Σημειώνεται ότι όσο υψηλότερη είναι η κατάταξη τόσο μικρότερη είναι η πολυπλοκότητα.

Η πιο σύνθετη χώρα για επιχειρηματική δραστηριότητα παραμένει η Ελλάδα, η οποία καταλαμβάνει ξανά την πρώτη θέση, ακολουθούμενη από τη Γαλλία, το Μεξικό και την Τουρκία.

Η ΕΚΤ μείωσε τα επιτόκια αλλά άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο παύσης της χαλάρωσης

ΦΡΑΝΚΦΟΥΡΤΗ — Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προχώρησε την Πέμπτη σε νέα μείωση επιτοκίων, όπως αναμενόταν, ωστόσο άφησε να εννοηθεί ότι ενδέχεται να υπάρξει παύση στον κύκλο χαλάρωσης που ξεκίνησε πριν από έναν χρόνο, καθώς ο πληθωρισμός επανήλθε στον στόχο του 2%.

Η ΕΚΤ έχει μειώσει συνολικά τα επιτόκια οκτώ φορές από τον Ιούνιο του 2023, κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες συνολικά, στην προσπάθειά της να στηρίξει την οικονομία της ευρωζώνης, η οποία εμφάνιζε αδυναμίες ακόμη και πριν από τις επιπτώσεις των ασταθών οικονομικών και εμπορικών πολιτικών των ΗΠΑ.

Καθώς ο πληθωρισμός διαμορφώνεται πλέον λίγο κάτω από το 2%, η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε ότι η Τράπεζα βρίσκεται σε «καλή θέση» σε ό,τι αφορά την τρέχουσα πορεία επιτοκίων – ένδειξη, σύμφωνα με τις αγορές, ότι ενδέχεται να ακολουθήσει παύση στις μειώσεις, αν όχι τερματισμός της νομισματικής χαλάρωσης. Αν και απέφυγε να το δηλώσει ευθέως, άφησε να εννοηθεί πως δεν αναμένονται αλλαγές στην πολιτική της ΕΚΤ κατά την επόμενη συνεδρίαση.

Στη συνέντευξη Τύπου ανέφερε ότι, μετά τη μείωση των 25 μονάδων βάσης και δεδομένων των σημερινών επιπέδων επιτοκίων, η Τράπεζα θεωρεί πως βρίσκεται σε ευνοϊκή θέση.

Οι χρηματαγορές ερμήνευσαν τη δήλωσή της ως ένδειξη παύσης τον Ιούλιο και πιθανής ακόμη μιας μείωσης μέχρι το τέλος του έτους, ενδεχομένως τον Δεκέμβριο. Η ίδια σημείωσε πως ο κύκλος νομισματικής πολιτικής που ανταποκρίθηκε σε πολλαπλά σοκ – όπως η πανδημία COVID-19, ο πόλεμος στην Ουκρανία, τον οποίο χαρακτήρισε «παράνομο», και η ενεργειακή κρίση – πλησιάζει στο τέλος του.

Ορισμένοι οικονομολόγοι εξέλαβαν τα σχόλια αυτά ως σαφή ένδειξη παύσης και εκτίμησαν ότι ενδέχεται να έχει ολοκληρωθεί ο πιο επιθετικός κύκλος χαλάρωσης της ΕΚΤ από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008–2009.

Η Nordea, σε σημείωμα προς τους πελάτες της, ανέφερε ότι θεωρεί πως η ΕΚΤ έχει ολοκληρώσει τον κύκλο μειώσεων, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξουν σοβαρές αρνητικές εκπλήξεις και πως η οικονομική προοπτική θα ενισχυθεί σταδιακά σύμφωνα με τις προβλέψεις της Τράπεζας.

Η απόφαση της Πέμπτης ήταν σχεδόν ομόφωνη, με μόνη εξαίρεση, σύμφωνα με πηγές, τον διοικητή της κεντρικής τράπεζας της Αυστρίας, Ρόμπερτ Χόλτσμαν, ο οποίος δεν απάντησε σε αίτημα για σχολιασμό.

Η HSBC σχολίασε ότι η μείωση της Πέμπτης είναι πιθανότατα η τελευταία για το άμεσο μέλλον.

Η Λαγκάρντ επεσήμανε επίσης ότι η ευρωζώνη φαίνεται να προσελκύει περισσότερες ξένες επενδύσεις, εξέλιξη που ερμηνεύεται ως ένδειξη αυξημένης εμπιστοσύνης και που συμβάλλει στην ενίσχυση του ευρώ – τάση που σχετίζεται και με την εμπορική πολιτική των ΗΠΑ. Ωστόσο, η ίδια προειδοποίησε ότι οι προοπτικές περιβάλλονται από εξαιρετικά υψηλή αβεβαιότητα.

Σημείωσε επίσης ότι ενδέχεται η πτώση των τιμών ενέργειας και η ενίσχυση του ευρώ να ασκήσουν πρόσθετες καθοδικές πιέσεις στον πληθωρισμό. Αυτή η επίδραση θα μπορούσε να ενισχυθεί σε περίπτωση που οι υψηλότεροι δασμοί οδηγήσουν σε μείωση της ζήτησης για εξαγωγές της ευρωζώνης και ανακατεύθυνση της πλεονάζουσας παραγωγής προς την ευρωπαϊκή αγορά.

Η ΕΚΤ, αναγνωρίζοντας την αβεβαιότητα, προχώρησε σε μια ασυνήθιστη κίνηση δημοσιεύοντας εναλλακτικά σενάρια ως προς τις προβλέψεις της, σημειώνοντας ότι η εξέλιξη του εμπορικού πολέμου με τις ΗΠΑ θα μπορούσε να διαφοροποιήσει σημαντικά τόσο τον πληθωρισμό όσο και την ανάπτυξη.

Το σενάριο παύσης

Το βασικό επιχείρημα υπέρ μιας παύσης βασίζεται στο ότι οι βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες προοπτικές της ευρωζώνης ενδέχεται να αποκλίνουν σημαντικά, απαιτώντας διαφοροποιημένες πολιτικές απαντήσεις.

Οι προβλέψεις δείχνουν ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει πρόσκαιρα κάτω από τον στόχο της ΕΚΤ το 2025, αλλά η αύξηση των κρατικών δαπανών και τα υψηλότερα εμπορικά εμπόδια ενδέχεται να ενισχύσουν τις πληθωριστικές πιέσεις μεσοπρόθεσμα.

Πρόσθετος παράγοντας πολυπλοκότητας είναι το γεγονός ότι η νομισματική πολιτική επηρεάζει την οικονομία με καθυστέρηση 12 έως 18 μηνών – γεγονός που σημαίνει ότι η στήριξη που εγκρίνεται σήμερα μπορεί να αποδίδει σε μια περίοδο όπου δεν είναι πλέον αναγκαία.

Ο διαχειριστής χαρτοφυλακίων της PIMCO, Κονσταντίν Βάιτ, ανέφερε ότι στο βασικό σενάριο η ΕΚΤ αναμένεται να κάνει παύση τον Ιούλιο και να προχωρήσει σε μία τελευταία μείωση τον Σεπτέμβριο. Πρόσθεσε ότι για να επισπευθούν ή να επεκταθούν οι μειώσεις, θα πρέπει να υπάρξει πιο έντονη ύφεση στην οικονομία.

Αναγνωρίζοντας τη βραχυπρόθεσμη αδυναμία, η ΕΚΤ μείωσε την πρόβλεψη για τον πληθωρισμό του επόμενου έτους. Οι περισσότεροι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει κάτω από τον στόχο του 2% το 2025, προκαλώντας ανησυχίες για επιστροφή στο προπανδημικό μοτίβο σταθερής υστέρησης έναντι του στόχου – παρά το γεγονός ότι οι μακροπρόθεσμες προβλέψεις δείχνουν επιστροφή στον στόχο το 2027.

Στο πιο μακρινό μέλλον, οι προοπτικές αλλάζουν σημαντικά. Εάν οι ΗΠΑ επιβάλουν μόνιμους δασμούς, η ΕΕ ενδέχεται να απαντήσει με αντίποινα, γεγονός που θα αυξήσει το κόστος του εμπορίου. Οι επιχειρήσεις μπορεί να μεταφέρουν μέρος των δραστηριοτήτων τους για να αποφύγουν τα εμπόδια, ωστόσο δεν αποκλείεται οι αλλαγές στις εφοδιαστικές αλυσίδες να οδηγήσουν σε αύξηση κόστους.

Η ενίσχυση των ευρωπαϊκών αμυντικών δαπανών – ιδίως της Γερμανίας – και το κόστος της πράσινης μετάβασης εκτιμάται ότι θα προσθέσουν πιέσεις στον πληθωρισμό, ενώ η μείωση του ενεργού πληθυσμού λόγω γήρανσης αναμένεται να διατηρήσει τις πιέσεις στους μισθούς.