Δευτέρα, 30 Δεκ, 2024

Πώς ψήφισαν οι Έλληνες στην Ευρώπη

Βέλγιο: Τέσσερα τμήματα αντί για τρία

Στο Βέλγιο, οι κάλπες άνοιξαν στις 07:00 και η εκλογική διαδικασία ολοκληρώθηκε στις 19.00. Στις Βρυξέλλες, λειτούργησαν τέσσερα εκλογικά τμήματα αντί τριών που είχαν στηθεί στις εκλογές του Μαΐου.

Συνολικά, οι εγγεγραμμένοι ψηφοφόροι στη βελγική πρωτεύουσα ήταν 1.716 και στην Αμβέρσα 75. Ο Εκπρόσωπος Τύπου της Πρεσβείας της Ελλάδας στο Βέλγιο, Θωμάς Θωμόπουλος ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Ομαλά εξελίχθηκε και αυτή τη φορά η εκλογική διαδικασία. Οι Έλληνες του Βελγίου συμμετείχαν και πάλι μαζικά και με ενθουσιασμό. Η εμπειρία μας από την εκλογική διαδικασία του Μαΐου μάς βοήθησε να κάνουμε κάποιες βελτιώσεις και σε συνάρτηση με το γεγονός ότι λειτούργησαν τέσσερα τμήματα στις Βρυξέλλες, επέτρεψε την ταχύτερη ροή της διαδικασίας».

Κύπρος: Στο 81,6% η προσέλευση

Από το σύνολο των 1.543 εγγεγραμμένων στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους 1.260 προσήλθαν στα πέντε εκλογικά κέντρα της Κυπριακής Δημοκρατίας που στήθηκαν για τις βουλευτικές εκλογές της Ελλάδας, γεγονός που συνεπάγεται προσέλευση της τάξεως του 81,6%.

Συγκεκριμένα, στο Α’ εκλογικό τμήμα Λευκωσίας, από τους 437 εγγεγραμμένους ψήφισαν οι 363. Στο β’ εκλογικό τμήμα Λευκωσίας, από τους 456 ψήφισαν οι 366.

Στη Λάρνακα, από τους 242 εγγεγραμμένους στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους ψήφισαν οι 205. Στη Λεμεσό, ψήφισαν 246 από σύνολο 313, ενώ στην Πάφο, 80 πολίτες από σύνολο 95 εγγεγραμμένων προσήλθαν στις κάλπες.

Σημειώνεται ότι στις εκλογές της 20ης Μαΐου, η προσέλευση ήταν 91,6%.

Ιταλία: Στις κάλπες περίπου τα δυο τρίτα των εχόντων δικαίωμα

Όπως ανέφεραν πηγές της ελληνικές πρεσβείας στην Ρώμη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η σημερινή εκλογική διαδικασία, στα τρία τμήματα της ιταλικής πρωτεύουσας, του Μιλάνου και της Βενετίας, διεξήχθη απόλυτα ομαλά και η προσέλευση διαμορφώθηκε περίπου στα δυο τρίτα των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους.

Στη Ρώμη είχαν εγγραφεί για να ψηφίσουν 154 πολίτες, στο Μιλάνο 229 και στη Βενετία 63. Σε σχέση με τις εκλογές του Μαΐου, αυτή τη φορά μετέβησαν για να ψηφίσουν στη Βενετία και Έλληνες οι οποίοι ζουν μόνιμα στη Σλοβενία.

Όπως είχε συμβεί και στην προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση, μετέβησαν στη Ρώμη για να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα και Έλληνες της Ιταλίας, οι οποίοι ζουν σε περιοχές που βρίσκονται σε σημαντική απόσταση από την Αιώνια Πόλη όπως, για παράδειγμα, στην Κατάνη και στο Παλέρμο της Σικελίας.

Βρετανία: Ομαλά διεξήχθη η διαδικασία

Από τους περίπου 170.000 Έλληνες που ζουν μόνιμα στο Ηνωμένο Βασίλειο, τελικά κατάφεραν να εγγράφουν στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους μόνο 5.624 άτομα. Πρόκειται για τους περισσότερους Έλληνες του εξωτερικού, όχι μόνο ποσοστιαία αλλά και σε απόλυτο αριθμό, που δήλωσαν ότι θέλουν να ψηφίσουν στο τόπο διαμονής τους. Το ίδιο ακριβώς συνέβη και στις εκλογές του Μαΐου. Παράλληλα είναι αξιοσημείωτη η αύξηση των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων, η οποία αγγίζει το 14% σε σύγκριση με την προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση.

Στην συντριπτική τους πλειοψηφία πρόκειται για άτομα μέχρι 45 ετών. Πολλοί από αυτούς εγκαταστάθηκαν στη Βρετανία την τελευταία δεκαετία.

Όπως επεσήμανε ο Έλληνας πρέσβης στο Λονδίνο Ιωάννης Τσαούσης, η διαδικασία όπως και την προηγούμενη φορά κινήθηκε ομαλά, ενώ τα όποια μικροπροβλήματα που μπορεί να δημιουργήθηκαν επιλύθηκαν άμεσα από τους επόπτες και το προσωπικό της πρεσβείας.

Οι ψηφοφόροι άρχισαν να καταφθάνουν από νωρίς το πρωί. Στο Λονδίνο η διαδικασία κύλησε εξαιρετικά ομαλά, με το προσωπικό της πρεσβείας να βρίσκεται επί ποδός από την πρώτη στιγμή μέχρι αργά το βράδυ, βοηθώντας και δίνοντας οδηγίες σε όσους άσκησαν το εκλογικό τους δικαίωμα. Ο κόσμος έδειχνε να απολαμβάνει την ευκαιρία που του δόθηκε να ψηφίσει για δεύτερη φορά στο εξωτερικό. Όλοι σχεδόν δήλωσαν ενθουσιασμένοι από τη διαδικασία της ψηφοφορίας. Παρ’ όλα αυτά, κάποιοι επεσήμαναν τη δυσκολία που αντιμετώπισαν για να εγγραφούν στους εκλογικούς καταλόγους. Πάντως, όπως επεσήμαναν αρκετοί ψηφοφόροι, «έχει γίνει μια παρά πολύ καλή αρχή και είναι σχεδόν βέβαιο πως στις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις, οι ψηφοφόροι θα είναι πολύ περισσότεροι».

Με το που έκλεισαν οι κάλπες, οι εφορευτικές επιτροπές καταμέτρησαν τους φακέλους χωρίς να τους ανοίξουν. Οι εκλογικοί σάκοι με τα ψηφοδέλτια θα φτάσουν σήμερα αεροπορικώς στην Αθήνα και, με αστυνομική συνοδεία, θα καταλήξουν στο Εφετείο Αθηνών. Εκεί θα γίνει και η καταμέτρηση των ψήφων όταν κλείσουν οι κάλπες σε όλη την ελληνική επικράτεια.

Σε όλη τη Βρετανία δημιουργήθηκαν 13 εκλογικά τμήματα. Στο Λονδίνο 9 και από ένα σε Εδιμβούργο, Γλασκώβη, Μπέρμιγχαμ, και Ληντς.

Γαλλία: Χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα ψήφισαν οι περίπου 1.000 εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους

Χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα ψήφισαν οι περίπου 1.000 εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους Έλληνες της Γαλλίας, όπου οι κάλπες έκλεισαν στις 19:00 τοπική ώρα, 20:00 ώρα Ελλάδας. Στη Γαλλία υπήρξαν πέντε εκλογικά τμήματα σε τέσσερεις πόλεις και συγκεκριμένα δυο στο Παρίσι και από ένα στη Νάντη, στη Νις και στο Στρασβούργο.

Σύμφωνα με τις πρώτες ενδείξεις, η αποχή κινήθηκε λίγο-πολύ στα ίδια επίπεδα με αυτά των εκλογών της 21ης Μαΐου.

Γερμανία:  Άνω του 70% η συμμετοχή

Ομαλά ολοκληρώθηκε η διαδικασία της ψηφοφορίας των αποδήμων στη Γερμανία, με το ποσοστό συμμετοχής να ξεπερνάει το 70%.

Στο σύνολο των 17 εκλογικών τμημάτων που λειτούργησαν στη χώρα για τις ελληνικές εκλογές ήταν εγγεγραμμένοι 3.885 εκλογείς (+185 από τις εκλογές του Μαΐου) και προσήλθαν στις κάλπες οι 2.804.

Στις εκλογές του προηγούμενου μήνα η συμμετοχή των αποδήμων στη Γερμανία είχε φθάσει το 83%.

Άμεση αποκλιμάκωση των εντάσεων μεταξύ Σερβίας και Κοσόβου σκοπεύει να ζητήσει ο Ζ. Μπορέλ από τους ηγέτες τους

Ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ Ζοζέπ Μπορέλ κάλεσε επειγόντως στις Βρυξέλλες τους ηγέτες της Σερβίας και του Κοσόβου, όπως αναφέρει σε ανάρτησή του στο Twitter.

«Κάλεσα τους ηγέτες της Σερβίας Aλεξάντερ Βούτσιτς και του Κοσόβου ‘Αλμπιν Κούρτι στις Βρυξέλλες για επείγουσες συναντήσεις για την εξεύρεση διεξόδου από την τρέχουσα κρίση», σημειώνει ο κ. Μπορέλ και προσθέτει ότι «χρειαζόμαστε άμεση αποκλιμάκωση και νέες εκλογές στο βορρά με τη συμμετοχή των Σέρβων του Κοσόβου. Αυτό είναι υψίστης σημασίας για την περιοχή και την ΕΕ».

Ο Μπάιντεν αποκαλεί τον Σι «δικτάτορα» μετά τις συνομιλίες ΗΠΑ-Κίνας

Την Τρίτη, ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν αποκάλεσε τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ «δικτάτορα», ενώ αναφέρθηκε και στο περιστατικό με το κατασκοπευτικό μπαλόνι, μετά την ολοκλήρωση της επίσκεψης του υπουργού Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν στο Πεκίνο για τη σταθεροποίηση των σινοαμερικανικών σχέσεων.

Ο Μπάιντεν δήλωσε ότι το πρόσφατο περιστατικό με το κινεζικό κατασκοπευτικό αερόστατο, το οποίο καταρρίφθηκε από τον αμερικανικό στρατό αφού εξετράπη της πορείας του πάνω από τις Ηνωμένες Πολιτείες, είχε προκαλέσει «μεγάλη αμηχανία» στον Σι.

«Ο λόγος για τον οποίο ο Σι Τζινπίνγκ αναστατώθηκε πολύ όταν κατέρριψα το αερόστατο με δύο βαγόνια γεμάτα κατασκοπευτικό εξοπλισμό ήταν ότι δεν ήξερε ότι ήταν εκεί», δήλωσε ο Μπάιντεν σε εκδήλωση για τη συγκέντρωση χρημάτων στην Καλιφόρνια.

«Αυτό είναι μεγάλη ντροπή για δικτάτορες. Να μην ξέρουν τι συνέβη. Αυτό δεν έπρεπε να είναι εκεί που ήταν. Βγήκε εκτός πορείας», πρόσθεσε.

Οι συνομιλίες στο Πεκίνο

Τα σχόλια του Προέδρου έγιναν μόλις μία ημέρα μετά την «έντονη συνομιλία» που είχαν ο Μπλίνκεν και ο Σι στο Πεκίνο στις 19 Ιουνίου, κατά τη διάρκεια της οποίας οι δύο πλευρές συμφώνησαν στην ανάγκη σταθεροποίησης των τεταμένων σχέσεων μεταξύ των δύο δυνάμεων.

Ο Σι δήλωσε ικανοποιημένος από την πρόοδο που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια των διήμερων συνομιλιών μεταξύ των κορυφαίων διπλωματών των ΗΠΑ και της Κίνας, αλλά ο Μπλίνκεν δήλωσε ότι το κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς αρνήθηκε να επαναλάβει τις διμερείς επαφές σε στρατιωτικό επίπεδο.

U.S. Secretary of State Antony Blinken shakes hands with China’s leader Xi Jinping in the Great Hall of the People in Beijing on June 19, 2023. (Leah Millis/AFP via Getty Images)

 

Ο Μπλίνκεν είχε δηλώσει στο NBC News πριν από το ταξίδι του ότι οι συναντήσεις του στο Πεκίνο θα αποτελέσουν «μια σημαντική αρχή» για την αποκατάσταση της σταθερότητας στις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας και ότι ήρθε η ώρα να ξεπεράσουμε το περιστατικό με το κατασκοπευτικό αερόστατο.

«Αυτό το κεφάλαιο πρέπει να κλείσει», δήλωσε στο ειδησεογραφικό πρακτορείο στις 19 Ιουνίου. Ο Μπλίνκεν είναι ο πιο υψηλόβαθμος Αμερικανός αξιωματούχος που επισκέπτεται το Πεκίνο από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του ο Μπάιντεν το 2021.

Ο Μπλίνκεν επρόκειτο να επισκεφθεί το Πεκίνο τον Φεβρουάριο, αλλά η επίσκεψη αναβλήθηκε μετά τον εντοπισμό ενός ύποπτου κινεζικού κατασκοπευτικού αερόστατου που πετούσε πάνω από τις ηπειρωτικές Ηνωμένες Πολιτείες.

Το αερόστατο εντοπίστηκε πάνω από την Κόστα Ρίκα, τη Νικαράγουα, την Κολομβία και τη Βενεζουέλα. Το Πεκίνο είχε ισχυριστεί ότι το εν λόγω αερόστατο και εκείνο που κατέρριψαν οι Ηνωμένες Πολιτείες στις 4 Φεβρουαρίου στα ανοικτά των ακτών της Νότιας Καρολίνας ήταν μη στρατιωτικά μέσα που παρεξέκλιναν από την αρχική τους πορεία.

Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν περιγράψει τα αερόστατα ως εργαλεία κατασκοπείας που βοηθούν το παγκόσμιο πρόγραμμα παρακολούθησης του κινεζικού καθεστώτος, το οποίο, όπως είπαν, εκτείνεται σε πέντε ηπείρους.

Άνδρες της Ομάδας Εξουδετέρωσης Εκρηκτικών Μηχανισμών 2 ανακτούν ένα κινεζικό αερόστατο επιτήρησης μεγάλου υψομέτρου στα ανοικτά της ακτής Myrtle Beach, στις 5 Φεβρουαρίου 2023. (Ναυτικό των ΗΠΑ μέσω AP)

 

Η Κίνα απορρίπτει την επανέναρξη των επαφών σε στρατιωτικό επίπεδο

Εν τω μεταξύ, το καθεστώς του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας (ΚΚΚ) αρνήθηκε να ξαναρχίσει την άμεση στρατιωτική επικοινωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, παρά τις «επανειλημμένες» προσπάθειες του Μπλίνκεν να θέσει το θέμα κατά τη διάρκεια του διήμερου ταξιδιού του.

Ο Μπλίνκεν δήλωσε στους δημοσιογράφους σε συνέντευξη Τύπου ότι «αυτή τη στιγμή, η Κίνα αρνείται να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση».

«Νομίζω ότι αυτό είναι ένα θέμα για το οποίο πρέπει να συνεχίσουμε να προσπαθούμε», δήλωσε ο Αμερικανός διπλωμάτης στις 19 Ιουνίου. «Είναι πολύ σημαντικό να αποκαταστήσουμε αυτούς τους διαύλους.»

Καθώς οι διμερείς εντάσεις συνεχίζουν να αυξάνονται, το Πεκίνο αντιστέκεται στη σταθερή πίεση των ΗΠΑ να ανοίξουν τους διαύλους επικοινωνίας για να μετριάσουν τον κίνδυνο μιας πιθανής αναζωπύρωσης.

Από το 2021, οι ηγέτες της Κίνας απέρριψαν ή αγνόησαν περισσότερα από δώδεκα αιτήματα για συνομιλίες με το Πεντάγωνο και περίπου 10 προσκλήσεις δέσμευσης σε επίπεδο εργασίας από την αμερικανική πλευρά, ανέφερε το Reuters, επικαλούμενο έναν ανώνυμο ανώτερο αξιωματούχο της αμερικανικής άμυνας.

Αυτό συνέβη και τον Φεβρουάριο, όταν ένα αμερικανικό στρατιωτικό αεροσκάφος κατέρριψε το κινεζικό αερόστατο παρακολούθησης που διέσχιζε τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο ταξίαρχος εν αποστρατεία της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Σπώλντινγκ, που τώρα είναι ανώτερος συνεργάτης στο Ινστιτούτο Χάντσον, δήλωσε ότι το ΚΚΚ μπορεί να χρησιμοποιήσει τον στρατιωτικό δίαυλο επικοινωνίας «ως διαπραγματευτικό χαρτί για να αποσπάσει περισσότερες παραχωρήσεις από την κυβέρνηση Μπάιντεν».

«Εμείς είμαστε αυτοί που το ζητάμε και, ειλικρινά, ο μόνος που θα πάρει οποιαδήποτε στρατιωτική απόφαση είναι ο ίδιος ο Σι Τζινπίνγκ», δήλωσε στο αδελφό πρακτορείο NTD των Epoch Times.

«Ουσιαστικά, νομίζω ότι επιδιώκουμε κάτι για το οποίο οι Κινέζοι δεν ενδιαφέρονται πραγματικά και, ως εκ τούτου, το κρατούν ως διαπραγματευτικό χαρτί για κάτι που τους ενδιαφέρει».

 

Η Εύα Φου συνέβαλε σε αυτό το ρεπορτάζ

Επιμέλεια: Αλία Ζάε

Ανάλυση του κατηγορητηρίου κατά του Ντόναλντ Τραμπ

Στις 9 Ιουνίου 2023, ο ειδικός εισαγγελέας Τζακ Σμιθ παρουσίασε κατηγορητήριο 38 κατηγοριών κατά του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Γουόλτιν Νάουτα [Waltine Nauta], προσωπικού υπηρέτη του πρώτου στην έπαυλή του Μαρ-α-Λάγκο. Οι πρώτες 31 κατηγορίες αφορούν μόνο τον Τραμπ και περιλαμβάνουν κατηγορίες βάσει του νόμου περί κατασκοπείας.

Από τις υπόλοιπες κατηγορίες, πέντε βαρύνουν τον Τραμπ και τον Νάουτα από κοινού σε σχέση με την απόκρυψη εγγράφων που υπόκεινται σε κλήτευση από το σώμα ενόρκων. Οι δύο τελευταίες κατηγορίες, εκ των οποίων η μία κατηγορεί τον Τραμπ και η άλλη τον Νάουτα, αφορούν ψευδείς δηλώσεις. Συνολικά, ο Τραμπ κατηγορείται για 37 κατηγορίες στο κατηγορητήριο και ο Νάουτα για έξι κατηγορίες.

Μεγάλη προσοχή έχει δοθεί στις 31 κατηγορίες που απαγγέλλονται βάσει του νόμου περί κατασκοπείας. Σε αντίθεση με ό,τι υποδηλώνει η ονομασία Espionage Act, το μεγαλύτερο μέρος του νόμου δεν σχετίζεται με την κατασκοπεία. Ο Τραμπ κατηγορείται βάσει του τμήματος ε του 18 U.S.C. 793 του νόμου, το οποίο καθιστά παράνομη την εκούσια κατακράτηση πληροφοριών εθνικής άμυνας και τη «μη παράδοσή τους στον αξιωματούχο ή υπάλληλο των Ηνωμένων Πολιτειών που δικαιούται να τις παραλάβει». Σύμφωνα με αυτό το τμήμα του νόμου περί κατασκοπείας, δεν χρειάζεται να έχει μοιραστεί ο Τραμπ πληροφορίες εθνικής άμυνας με οποιονδήποτε ούτε καν να έχει την πρόθεση να τις μοιραστεί με οποιονδήποτε. Προϋποθέτει απλώς να έχει στην κατοχή του χωρίς άδεια πληροφορίες εθνικής άμυνας και να μην τις επέστρεψε. Επίσης, δεν απαιτεί ρητά να είναι οι πληροφορίες διαβαθμισμένες.

Κατηγορίες σύμφωνα με τον νόμο περί κατασκοπείας

Ο Τραμπ κατηγορείται ότι κατακράτησε και δεν επέστρεψε 31 ξεχωριστά έγγραφα που περιείχαν, μεταξύ άλλων, πληροφορίες που φέρονται να «αφορούν τις πυρηνικές δυνατότητες μιας ξένης χώρας» και πληροφορίες «σχετικά με τον στρατιωτικό σχεδιασμό έκτακτης ανάγκης των Ηνωμένων Πολιτειών». Ο Σμιθ ισχυρίζεται ότι, σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις, ο Τραμπ κοινοποίησε σε ξένους πτυχές των εγγράφων εθνικής άμυνας που παρανόμως κρατούσε . Στην πρώτη περίπτωση, τον Ιούλιο του 2021, ο Τραμπ φέρεται να μοιράστηκε τις πληροφορίες με έναν συγγραφέα που εκείνη την περίοδο έγραφε ένα βιβλίο και ο οποίος, με την προφανή έγκριση του Τραμπ, κατέγραφε τη μεταξύ τους συνομιλία.

Μια σύντομη απομαγνητοφώνηση της συνομιλίας που παρατίθεται από τον Σμιθ, υποδηλώνει ότι ο Τραμπ μοιράστηκε στρατιωτικές πληροφορίες με τον συγγραφέα επειδή ήθελε να διαψεύσει τους δημόσιους ισχυρισμούς ενός ανώτερου στρατιωτικού αξιωματούχου εναντίον του Τραμπ. Ο αξιωματούχος αυτός φέρεται να είναι ο στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ [Gen. Mark Milley], πρόεδρος του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Στην απομαγνητοφώνηση ακούγεται ο Τραμπ να λέει στον συγγραφέα: «Αυτό είναι ανεπίσημο», «εκτός του ότι είναι κάτι σαν, άκρως εμπιστευτικό», πριν προσθέσει «Μυστικό. Πρόκειται για απόρρητες πληροφορίες». Όσον αφορά το καθεστώς της πληροφορίας, ο Τραμπ παρατίθεται να λέει: «Βλέπετε, ως πρόεδρος θα μπορούσα να το είχα αποχαρακτηρίσει … Τώρα δεν μπορώ, ξέρετε, αλλά αυτό παραμένει μυστικό».

Σε μια δεύτερη περίπτωση κοινοποίησης πληροφοριών εθνικής άμυνας, ο Σμιθ ισχυρίζεται ότι τον Αύγουστο ή τον Σεπτέμβριο του 2021, ο Τραμπ έδειξε έναν διαβαθμισμένο χάρτη που αφορούσε μια συνεχιζόμενη σύγκρουση σε μια ξένη χώρα σε έναν εκπρόσωπο της επιτροπής πολιτικής δράσης του. Ο εκπρόσωπος δεν κατονομάζεται, αλλά ο Σμιθ ισχυρίζεται ότι ο Τραμπ είπε στον εκπρόσωπο ότι δεν έπρεπε να του δείξει τον χάρτη και επίσης να μην τον πλησιάσει πολύ. Ενώ ο εκπρόσωπος φαίνεται να συνεργάζεται με τον Σμιθ, δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι υπάρχει καταγραφή αυτού του δεύτερου περιστατικού.

Ενώ αυτά τα δύο περιστατικά δείχνουν πολύ άσχημα για τον Τραμπ, δεν υπάρχει καμία συγκεκριμένη απόδειξη ότι ο Τραμπ έδειξε στα εμπλεκόμενα μέρη πραγματικές πληροφορίες για την εθνική άμυνα σε αντίθεση με το να καυχιέται απλώς. Τούτου λεχθέντος, φαίνεται πως ο Σμιθ συμπεριέλαβε τα περιστατικά στο κατηγορητήριο όχι τόσο για νομικούς λόγους -ο νόμος περί κατασκοπείας δεν απαιτεί ότι οι πληροφορίες επιδείχθηκαν σε κανέναν- αλλά μάλλον για να δημιουργήσει την εντύπωση ότι ο Τραμπ είναι απερίσκεπτος.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι ο Σμιθ δεν απήγγειλε κατηγορίες στον Τραμπ βάσει του νόμου περί προεδρικών αρχείων (PRA), ούτε επικαλέστηκε τον PRA, ο οποίος απαιτεί να παραδίδονται τα προεδρικά αρχεία στην Εθνική Υπηρεσία Αρχείων και Αρχείων (NARA) στο τέλος της προεδρικής θητείας. Ο Τραμπ φέρεται να έχει μεταφέρει τα αρχεία αυτά στην έπαυλή του στο Μαρ-α-Λάγκο όταν αποχώρησε από τον Λευκό Οίκο. Τον Ιανουάριο του 2022, μετά από απαιτήσεις της NARA, ο Τραμπ επέστρεψε 15 κιβώτια εγγράφων στη NARA. Τα κουτιά αυτά φέρονται να περιείχαν 197 έγγραφα που είχαν την ένδειξη «διαβαθμισμένα».

Στις 9 Φεβρουαρίου 2022, η NARA ανέφερε την ύπαρξη των 197 διαβαθμισμένων εγγράφων στο Υπουργείο Δικαιοσύνης (DOJ). Αυτό οδήγησε το FBI στην έναρξη έρευνας κατά του Τραμπ, η οποία με τη σειρά της οδήγησε ομοσπονδιακό σώμα ενόρκων να εκδώσει κλήτευση για τα υπόλοιπα έγγραφα με σήμανση διαβάθμισης, που μπορεί να εξακολουθούσαν να βρίσκονται στην κατοχή του Τραμπ.

Ένα σημείο που έχει σε μεγάλο βαθμό παραβλεφθεί είναι ότι η κλήτευση του σώματος ενόρκων αφορούσε έγγραφα με «επισήμανση διαβάθμισης», πράγμα που σημαίνει ότι η πραγματική κατάσταση διαβάθμισης ήταν άσχετη με το τι ζητούσε η κλήτευση. Αυτό φαίνεται ότι ήταν μια πολύ σκόπιμη επιλογή λέξεων από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, καθώς εξουδετέρωνε πιθανούς ισχυρισμούς του Τραμπ ότι τα έγγραφα είχαν αποχαρακτηριστεί.

Ενώ ο Τραμπ μπορεί να έχει άμυνες για τις κατηγορίες του νόμου περί κατασκοπείας – για παράδειγμα, ισχυριζόμενος ότι ορισμένα έγγραφα δεν χρειαζόταν να επιστραφούν σύμφωνα με την PRA, ότι είχε εξουσιοδότηση να έχει τα έγγραφα ή ότι η ίδια η NARA συμμετείχε στη συσκευασία των κουτιών στον Λευκό Οίκο που στη συνέχεια μεταφέρθηκαν στο Μαρ-α-Λάγκο – οι υπόλοιπες κατηγορίες, οι οποίες αφορούν την απάντηση του Τραμπ στην κλήτευση των ενόρκων, είναι πολύ πιο επικίνδυνες για τον Τραμπ.

Σαν να θέλει να υπογραμμίσει αυτό το σημείο, ο Σμιθ δεν έχει κατηγορήσει τον Τραμπ για κανένα αδίκημα για το χρονικό διάστημα πριν από την έκδοση της κλήτευσης από το σώμα ενόρκων στις 11 Μαΐου 2022. Παρόλο που δεν γνωρίζουμε τι θα είχε συμβεί αν ο Τραμπ είχε συμμορφωθεί με το αίτημα της NARA και είχε επιστρέψει όλα τα προεδρικά αρχεία μεταξύ του χρόνου που η NARA τα ζήτησε για πρώτη φορά τον Μάιο του 2021 και του χρόνου που εκδόθηκε η κλήτευση ένα χρόνο αργότερα, το συμπέρασμα είναι ότι ο Τραμπ θα μπορούσε να είχε αποφύγει τα νομικά προβλήματα αν το είχε κάνει.

Φερόμενα εγκλήματα κατά της δικαστικής διαδικασίας

Ο σοβαρότερος νομικός κίνδυνος που αντιμετωπίζει ο Τραμπ σχετίζεται με φερόμενα δικονομικά εγκλήματα σε σχέση με την κλήτευση των ενόρκων. Τα δικονομικά εγκλήματα είναι εγκλήματα κατά της δικαστικής διαδικασίας, σε αντίθεση με τα υποκείμενα εγκλήματα. Με άλλα λόγια, τα δικονομικά εγκλήματα αφορούν τον τρόπο με τον οποίο ο Τραμπ απάντησε στην κλήτευση και όχι το αν ο Τραμπ διατήρησε ή όχι διαβαθμισμένα έγγραφα ούτε το αν μοιράστηκε διαβαθμισμένες πληροφορίες με κανέναν.

Συγκεκριμένα, ο Τραμπ και ο υπηρέτης του, ο Νάουτα, κατηγορούνται για συνωμοσία με σκοπό την παρεμπόδιση της δικαιοσύνης, παρακράτηση εγγράφου ή αρχείου, διεφθαρμένη απόκρυψη εγγράφου ή αρχείου, απόκρυψη εγγράφου σε ομοσπονδιακή έρευνα, σχέδιο απόκρυψης και ψευδείς δηλώσεις. Επειδή όλα αυτά είναι δικονομικά εγκλήματα, ο Τραμπ δεν μπορεί να επικαλεστεί αμυντικά επιχειρήματα όπως ότι είχε το δικαίωμα να διατηρήσει έγγραφα βάσει του PRA ή ότι είχε αποχαρακτηρίσει όλα τα σχετικά έγγραφα. Κανένα από αυτά τα επιχειρήματα δεν είναι σχετικό, δεδομένου ότι αυτό για το οποίο κατηγορείται ο Τραμπ είναι οι ενέργειές του ως απάντηση στην κλήτευση.

Σύμφωνα με τον Σμιθ, δύο δικηγόροι του Τραμπ, μεταξύ των οποίων και ο Ήβαν Κόρκοραν [Evan Corcoran], είπαν στον Τραμπ στις 23 Μαΐου 2022 ότι για να συμμορφωθούν με την κλήτευση, θα έπρεπε να ψάξουν όλα τα κουτιά που στάλθηκαν στο Μαρ-α-Λάγκο από τον Λευκό Οίκο. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο του Σμιθ, ο Τραμπ φέρεται να προσπάθησε να διερευνήσει τρόπους παράκαμψης της κλήτευσης, όπως το να την αγνοήσει ή απλώς να ισχυριστεί ότι δεν υπήρχαν άλλα έγγραφα. Ωστόσο, ο Τραμπ φαίνεται ότι τελικά συμφώνησε να συμμορφωθεί με την κλήτευση και έδωσε εντολή στον Κόρκοραν να διεξάγει έρευνα στα κιβώτια, τα οποία βρίσκονταν σε μια αποθήκη στην έπαυλη Μαρ-α-Λάγκο του Τραμπ.

Ο Σμιθ, ωστόσο, ισχυρίζεται ότι προτού ο Κόρκοραν προλάβει να ψάξει την αποθήκη, ο Τραμπ έδωσε εντολή στον Νάουτα να μεταφέρει κιβώτια με έγγραφα μεταξύ της αποθήκης και της ιδιωτικής κατοικίας του Τραμπ. Σύμφωνα με τον Σμιθ, ο Τραμπ παραπλάνησε τον Κόρκοραν «μετακινώντας κιβώτια που περιείχαν έγγραφα με σήμανση διαβάθμισης, ώστε [ο δικηγόρος του Τραμπ] να μην τα βρει και τα προσκομίσει σε ομοσπονδιακό σώμα ενόρκων». Ο Σμιθ ισχυρίζεται ότι ο σκοπός αυτού που έκανε ο Τραμπ ήταν «να κρατήσει απόρρητα έγγραφα [που] είχε πάρει μαζί του από τον Λευκό Οίκο και να τα κρύψει και να τα αποκρύψει από ομοσπονδιακό σώμα ενόρκων».

Η θεωρία του Σμιθ είναι ότι ο Τραμπ αφαίρεσε κιβώτια από την αποθήκη, ώστε ο Κόρκοραν να μην μπορεί να τα ψάξει και τα σχετικά έγγραφα να μην επιστραφούν ποτέ στη NARA. Ο Σμιθ ισχυρίζεται ότι συνολικά 64 κιβώτια μεταφέρθηκαν από την αποθήκη στην κατοικία του Τραμπ, αλλά μόνο περί τα 30 κιβώτια επέστρεψαν στην αποθήκη. Το τελικό αποτέλεσμα, σύμφωνα με τον Σμιθ, ήταν ότι ο Κόρκοραν δεν θα μπορούσε, και πράγματι δεν μπόρεσε, να βρει πολλά από τα έγγραφα με σήμανση διαβάθμισης που ανταποκρίνονταν στην κλήτευση του σώματος ενόρκων.

Στις 2 Ιουνίου 2022, ο Κόρκοραν διεξήγαγε έρευνα διάρκειας δυόμισι ωρών στην αποθήκη, κατά την οποία βρήκε 38 έγγραφα με σήμανση διαβάθμισης. Την επόμενη ημέρα, ο Κόρκοραν επέστρεψε τα έγγραφα αυτά στη NARA μέσω του FBI.

Πιστοποίηση κλήτευσης

Αν και ο Κόρκοραν διεξήγαγε την έρευνα, δεν υπέγραψε ο ίδιος την πιστοποίηση της κλήτευσης. Η πιστοποίηση κλήτευσης έχει ως σκοπό να πιστοποιεί ότι έχει τηρηθεί η κλήτευση. Αντ’ αυτού, ο Κόρκοραν ζήτησε από μια άλλη δικηγόρο του Τραμπ, την Κριστίνα Μπομπ [Christina Bobb], να έρθει στο Μαρ-α-Λάγκο για να υπογράψει την πιστοποίηση. Σύμφωνα με τον Σμιθ, η Μπομπ κλήθηκε την τελευταία στιγμή, δεν είχε πραγματοποιήσει καμία έρευνα στα κιβώτια, δεν είχε εξετάσει την κλήτευση και επίσης δεν είχε εξετάσει τα 38 έγγραφα που ανέκτησε ο Κόρκοραν. Δεν είναι γνωστό γιατί η Μπομπ συμφώνησε να υπογράψει την πιστοποίηση επί ποινή ψευδορκίας, ενώ προφανώς δεν γνώριζε τίποτα για το θέμα.

Συγκεκριμένα, η Μπομπ βεβαίωσε ότι «διεξήχθη επιμελής έρευνα στα κιβώτια που μεταφέρθηκαν από τον Λευκό Οίκο στη Φλόριντα”, όταν, σύμφωνα με τον Σμιθ, ορισμένα από αυτά τα κιβώτια δεν ερευνήθηκαν ποτέ, καθώς είχαν μεταφερθεί στην κατοικία του Τραμπ. Ο ισχυρισμός της Μπομπ ότι «οποιαδήποτε και όλα τα ανταποκρινόμενα έγγραφα συνοδεύουν την παρούσα πιστοποίηση» αποδείχθηκε επίσης ανακριβής, αφού το FBI φαίνεται πως ανακάλυψε 102 επιπλέον έγγραφα με σήμανση διαβάθμισης κατά τη διάρκεια της επιδρομής της 8ης Αυγούστου 2022 στο Μαρ-α-Λάγκο.

Κατά συνέπεια, ο Σμιθ κατηγορεί τώρα τον Τραμπ για διάφορα αδικήματα απόκρυψης σε σχέση με τη μετακίνηση των κουτιών, καθώς και για ψευδείς δηλώσεις στους ενόρκους και το FBI, επειδή φέρεται να γνώριζε ότι η πιστοποίηση που υπέγραψε η Μπομπ ήταν αναληθής. Σύμφωνα με τον Σμιθ, «ο Τραμπ γνώριζε, διότι ο Τραμπ είχε δώσει εντολή να απομακρυνθούν τα κιβώτια από την αποθήκη πριν ο [Κόρκοραν] διεξάγει την έρευνα της 2ας Ιουνίου 2022 για έγγραφα με σήμανση διαβάθμισης, έτσι ώστε η έρευνα του [Κόρκοραν] να μην περιλαμβάνει, όπως και δεν περιελάμβανε, όλα τα κιβώτια του Τραμπ που είχαν απομακρυνθεί από τον Λευκό Οίκο».

Όσον αφορά τον ρόλο του Νάουτα στην υποτιθέμενη απόκρυψη, δεν είναι σαφές από το κατηγορητήριο πώς ή γιατί ο Νάουτα θα μπορούσε να γνωρίζει για την κλήτευση των ενόρκων ή την εσφαλμένη πιστοποίηση της κλήτευσης. Αλλά με βάση την τελευταία παράγραφο του κατηγορητηρίου, η οποία κατηγορεί τον Νάουτα ότι είπε ψέματα στο FBI ισχυριζόμενος ότι δεν είχε μεταφέρει κιβώτια στην κατοικία του Τραμπ, φαίνεται ότι ο Σμιθ υποθέτει ότι ο Νάουτα πρέπει να γνώριζε το υποτιθέμενο σχέδιο. Υποθέτοντας ότι ο Σμιθ διαθέτει υλικό από κάμερες ασφαλείας που δείχνουν τον Νάουτα να μετακινεί κιβώτια από τον αποθηκευτικό χώρο στην κατοικία του Τραμπ, ο Νάουτα φαίνεται να έχει ελάχιστες δυνατότητες άμυνας, τουλάχιστον έναντι της κατηγορίας για ψευδείς δηλώσεις στο FBI.

Ο Τραμπ βρίσκεται σε καλύτερη θέση από τον Νάουτα, καθώς μπορεί και πιθανότατα θα κατηγορήσει τους δικηγόρους του. Σε αντίθεση με τον Νάουτα, ο Τραμπ δεν μίλησε ο ίδιος στο FBI. Ο Τραμπ θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι οι δικηγόροι του χειρίστηκαν το όλο θέμα και ότι δεν γνώριζε τι απαιτούσε η κλήτευση ούτε τι ανέφερε η πιστοποίηση της κλήτευσης. Στην πραγματικότητα, είναι απίθανο ο Τραμπ να είχε οποιονδήποτε ρόλο στη σύνταξη ή στην έγκριση της γλώσσας που χρησιμοποιήθηκε στην πιστοποίηση.

Ο Τραμπ θα μπορούσε επιπλέον να υποστηρίξει, όπως φαίνεται να έχει ήδη κάνει στο Fox News, ότι είχε το δικαίωμα να κοιτάξει τα κουτιά που ήταν υπό κλήτευση. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να πει ότι απλώς ανακτούσε προσωπικά αντικείμενα και ότι δεν αφαίρεσε κανένα έγγραφο με σήμανση διαβάθμισης. Ενώ ο Σμιθ φαίνεται να γνωρίζει από το υλικό της κάμερας ασφαλείας πόσα κιβώτια αφαιρέθηκαν και επέστρεψαν στον αποθηκευτικό χώρο, είναι απίθανο να γνωρίζει τι, αν κάτι, αφαιρέθηκε από αυτά τα κιβώτια.

Ο Τραμπ θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι ο Κόρκοραν δεν εξήγησε ποτέ τις παραμέτρους της κλήτευσης και ότι ήταν καθήκον του Κόρκοραν να διεξάγει επιμελή έρευνα, όχι του Τραμπ. Ομοίως, θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι ο Κόρκοραν δεν έπρεπε να επιτρέψει την υπογραφή της πιστοποίησης από την Μπομπ χωρίς να ερευνήσει άλλα μέρη του Μαρ-α-Λάγκο. Θα μπορούσε ακόμη και να υποστηρίξει ότι η απόφαση του Κόρκοραν να φέρει την Μπομπ για να πραγματοποιήσει την πιστοποίηση την τελευταία στιγμή αποτελεί σιωπηρή παραδοχή αδικήματος εκ μέρους του Κόρκοραν.

Δεν ξέρουμε τι θα κάνει ο Κόρκοραν. Μπορεί να αναλάβει ο ίδιος όλη την ευθύνη ή μπορεί να συμφωνήσει με τον Σμιθ ότι παραπλανήθηκε από τον Τραμπ. Τελικά, η μοίρα του Τραμπ όσον αφορά τα φερόμενα δικονομικά εγκλήματα φαίνεται να εξαρτάται από το τι θα πει ο Κόρκοραν στους ενόρκους και αν οι ένορκοι θα πιστέψουν τον Κόρκοραν ή τον Τραμπ.

Αυτό που είναι αδιαμφισβήτητο είναι ότι ο Τραμπ βρίσκεται σε πραγματικό νομικό κίνδυνο. Σε αντίθεση με τις σαθρές κατηγορίες που απαγγέλθηκαν από τον εισαγγελέα του Μανχάταν Άλβιν Μπραγκ [Alvin Bragg] τον Απρίλιο, οι κατηγορίες που απαγγέλθηκαν από τον Σμιθ είναι σοβαρές και φαίνεται να υποστηρίζονται από άφθονα αποδεικτικά στοιχεία. Υπάρχει επίσης το θέμα του Νάουτα, ο οποίος μπορεί να αποφασίσει να καταθέσει εναντίον του Τραμπ με αντάλλαγμα επιείκεια. Την προοπτική αυτή ενισχύει το γεγονός ότι ο Νάουτα δεν φαίνεται να έχει κανέναν τρόπο να υπερασπιστεί τον εαυτό του έναντι της κατηγορίας για ψευδείς δηλώσεις σχετικά με τη μετακίνηση κιβωτίων.

Αν και τα γεγονότα αυτά έχουν πλέον θέσει τον Τραμπ σε νομικό κίνδυνο, θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι κανένας αξιωματούχος δεν έχει διωχθεί ποτέ με τον ίδιο ζήλο όπως ο Τραμπ. Για παράδειγμα, είχαν περάσει χρόνια μετά την αποχώρησή του από το γραφείο του αντιπροέδρου, όταν η NARA ενδιαφέρθηκε να ανακτήσει τα απόρρητα έγγραφα του προέδρου Τζο Μπάιντεν, ορισμένα από τα οποία βρέθηκαν αργότερα στο γκαράζ του στο Ντέλαγουερ. Παρομοίως, δεν ελήφθη ποτέ κανένα μέτρο κατά της πρώην υπουργού Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον, παρά το γεγονός ότι στον ιδιωτικό διακομιστή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της βρέθηκε ένας σωρός εγγράφων με σήμανση διαβάθμισης. Εκείνη την εποχή, ο τότε διευθυντής του FBI Τζέιμς Κόμεϊ [James Comey] υποστήριξε περιβόητα ότι η Κλίντον ήταν «εξαιρετικά απρόσεκτη», αλλά ότι «κανένας λογικός εισαγγελέας δεν θα ασκούσε τέτοια δίωξη». Είναι πέραν πάσης αμφιβολίας ότι ο Τραμπ αντιμετωπίζεται με πολύ διαφορετικά πρότυπα.

Η νομική ανάλυση του κατηγορητηρίου για τον Τραμπ είναι το θέμα του επεισοδίου της εκπομπής «Truth Over News» που θα προβληθεί στην EpochTV σήμερα Τετάρτη, 14 Ιουνίου 2023.

Επιμέλεια: Αλία Ζάε