Σάββατο, 10 Μαΐ, 2025

Έφηβη αποκαλύπτει το «κουτί της Πανδώρας» των προσωπικών δεδομένων στην Κίνα

Ανάλυση ειδήσεων

Η εκτεταμένη συλλογή προσωπικών δεδομένων από το κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς επανήλθε στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης, έπειτα από μια διαδικτυακή θύελλα που προκάλεσε μια 13χρονη, η οποία άρχισε να «ανοίγει κουτιά» – ορολογία στο διαδίκτυο της Κίνας που αναφέρεται στη δημοσιοποίηση προσωπικών ή ταυτοποιητικών πληροφοριών χωρίς συγκατάθεση.

Το περιστατικό έγινε γνωστό τον περασμένο μήνα, όταν υποψίες στράφηκαν στη μαθήτρια ότι απέκτησε τα δεδομένα από τον πατέρα της, Σιε Γκουανγκτζούν, αντιπρόεδρο του Baidu – του τεχνολογικού κολοσσού που κυριαρχεί στην αγορά μηχανών αναζήτησης στην Κίνα. Το Baidu διαχειρίζεται επίσης την κινεζική εκδοχή της Wikipedia και δραστηριοποιείται σε τομείς όπως η μετάδοση βίντεο μέσω διαδικτύου, οι υπολογιστικές υπηρεσίες νέφους και η τεχνητή νοημοσύνη. Το «άνοιγμα κουτιού» υποδηλώνει πως, μόλις δημοσιοποιηθεί η πληροφορία, είναι σαν να ανοίγει το «κουτί της Πανδώρας».

Μετά από εσωτερική έρευνα, το Baidu δήλωσε ότι η μαθήτρια απέκτησε τις πληροφορίες από ξένη βάση κοινωνικής μηχανικής μέσω εφαρμογής ανταλλαγής μηνυμάτων με αρχικό γράμμα το «T», και όχι από τον πατέρα της ή την εταιρεία.

Πολλά κινεζικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι δημόσιοι υπάλληλοι, συμπεριλαμβανομένων αστυνομικών, συμμετέχουν σε μαύρη αγορά δεδομένων που λειτουργεί κυρίως στην εφαρμογή Telegram.

Ειδικοί και αντιφρονούντες δήλωσαν στην Epoch Times ότι η εμμονή του καθεστώτος με τη συλλογή δεδομένων έχει επιτρέψει τη διαρροή ιδιωτικών πληροφοριών πολιτών, αποτελώντας δίκοπο μαχαίρι για το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) καθώς η μαύρη αγορά χρησιμοποιείται επίσης για την έκθεση στελεχών του κόμματος που κατηγορούνται για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Αυτό το πρόσφατο περιστατικό με το «ανοιγμένο κουτί» σημειώθηκε επίσης στο πλαίσιο μιας έντονης υποκουλτούρας λατρείας ειδώλων μεταξύ των νέων στην Κίνα, όπου διαφορετικές ομάδες θαυμαστών συχνά επιδίδονταν σε σφοδρούς διαδικτυακούς καβγάδες

Στις 12 Μαρτίου, θαυμαστές K-pop τραγουδιστή επιτέθηκαν διαδικτυακά σε έγκυο γυναίκα για ένα σχόλιο που έκανε σχετικά με τον καλλιτέχνη. Η ιδιωτική της ζωή αποκαλύφθηκε στο διαδίκτυο, και η οικογένειά της δέχθηκε διαδικτυακή παρενόχληση. Τις επόμενες ημέρες, και άλλοι που τη στήριξαν στοχοποιήθηκαν με ανάλογο τρόπο.

Στις 16 Μαρτίου, χρήστες του διαδικτύου διαπίστωσαν ότι ο λογαριασμός που δημοσίευε προσωπικά δεδομένα από τον Καναδά φαινόταν να ανήκει στην κόρη του Σιε. Το γεγονός προκάλεσε ανησυχία για τη δυνατότητα υψηλόβαθμων στελεχών του Baidu να διαρρέουν πληροφορίες κατά βούληση.

Στις 17 Μαρτίου, ο Σιε επιβεβαίωσε μέσω του WeChat ότι η κόρη του είχε δημοσιεύσει προσωπικά δεδομένα που απέκτησε από «ξένη ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης». Ζήτησε συγγνώμη για το ότι δεν κατάφερε να την διαπαιδαγωγήσει επαρκώς.

Στις 19 Μαρτίου, το Baidu ανακοίνωσε στο Weibo ότι ο Σιε δεν είχε πρόσβαση σε ταυτοποιήσιμα δεδομένα χρηστών και ότι δεν καταγράφηκε καμία ασυνήθιστη δραστηριότητα στους λογαριασμούς του. Η εταιρεία υπογράμμισε ότι κανείς υπάλληλος δεν έχει πρόσβαση σε τέτοια δεδομένα, και επανέλαβε ότι η κόρη του απέκτησε τις πληροφορίες μέσω της εφαρμογής «T».

Η Epoch Times επικοινώνησε με το Baidu για περαιτέρω σχόλια, αλλά δεν έλαβε απάντηση μέχρι τη στιγμή της δημοσίευσης.

Μέσω αναζήτησης στη Google με λέξεις-κλειδιά που μεταφράζονται ως «άνοιγμα κουτιού» και «βάση δεδομένων κοινωνικής μηχανικής», η Epoch Times εντόπισε πολλαπλούς συνδέσμους προς κανάλια του Telegram που πωλούν πληροφορίες Κινέζων πολιτών. Ορισμένα υποστηρίζουν ότι διαθέτουν και δεδομένα πολιτών της Ταϊβάν.

Τα κανάλια του Telegram που εξετάστηκαν είχαν δεκάδες χιλιάδες μηνιαίους χρήστες. Οι πληροφορίες ποικίλλουν και μπορεί να περιλαμβάνουν αριθμό δελτίου ταυτότητας, ονοματεπώνυμο, διεύθυνση κατοικίας, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, λογαριασμούς κοινωνικής δικτύωσης, αριθμούς συσκευών, ακόμα και στοιχεία για κρατήσεις σε ξενοδοχεία ή ιστορικό αγορών.

Εκπρόσωπος του Telegram, Ρέμι Βον, δήλωσε στην Epoch Times την Παρασκευή ότι η δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων απαγορεύεται ρητά από τους όρους χρήσης της πλατφόρμας και αφαιρείται από τους επόπτες όταν εντοπίζεται. «Οι επόπτες, εξοπλισμένοι με εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης και μηχανικής μάθησης, παρακολουθούν προληπτικά τα δημόσια τμήματα της πλατφόρμας και ανταποκρίνονται σε αναφορές χρηστών για να αφαιρούν εκατομμύρια επιβλαβή περιεχόμενα καθημερινά», δήλωσε o Βον.

«Εσωτερικοί» συνεργάτες διαρρέουν πληροφορίες

Μετά το περιστατικό, η εφημερίδα Southern Metropolis Daily ανέφερε στις 19 Μαρτίου ότι δημοσιογράφοι της κατάφεραν να αγοράσουν ακριβείς πληροφορίες για έναν συνάδελφό τους – όπως η διεύθυνση παλιού κοιτώνα και τρέχουσας κατοικίας – με 300 γιουάν (περίπου 36 ευρώ). Το ρεπορτάζ ανέφερε ότι το 80% του ποσού αφορούσε «λήψη στιγμιότυπου από την αστυνομική βάση δεδομένων».

Ένας άλλος πωλητής δεδομένων ζήτησε το ίδιο ποσό και ισχυρίστηκε ότι συνεργάζεται με την αστυνομία για πρόσβαση σε πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο, μοιράζοντας τα κέρδη.

Σύμφωνα με άρθρο της China Youth Daily του Δεκεμβρίου 2023, οι διαχειριστές βάσεων δεδομένων βασίζονται κυρίως σε «εσωτερικούς» συνεργάτες από κρατικούς τομείς και βιομηχανίες, από τράπεζες έως ξενοδοχεία.

Ο Ζονγκ Σαν, μηχανικός τηλεπικοινωνιών με έδρα τις ΗΠΑ, δήλωσε στην Epoch Times: «Είναι προφανές ότι η κυβερνοαστυνομία του κινεζικού καθεστώτος, η οποία έχει πρόσβαση σε τεράστιο όγκο προσωπικών δεδομένων, εμπλέκεται στη μαύρη αγορά».

Ο Ζονγκ ανέφερε ότι η αξία των βάσεων δεδομένων αυξήθηκε κατακόρυφα κατά την πανδημία COVID-19, όταν το καθεστώς ενοποίησε δεδομένα ταυτότητας, αριθμών τηλεφώνου, οικονομικών και βιομετρικών πληροφοριών. Οι χρήστες κοινωνικών δικτύων πρέπει επίσης να επαληθεύουν την ταυτότητά τους. «Πριν [από την πανδημία] υπήρχε διαχωρισμός μεταξύ των βάσεων. Το Υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας (Ministry of Public Security-MPS) δεν είχε έλεγχο σε τέτοια κλίμακα. Πλέον, ιδίως το τμήμα κυβερνοασφάλειας του MPS ελέγχει τεράστιο όγκο δεδομένων πολιτών. Όποιος έχει τέτοια δεδομένα, θα μπει στον πειρασμό να τα πουλήσει», πρόσθεσε. Τόνισε ότι είναι πρακτικά αδύνατον να εξαλειφθεί η μαύρη αγορά, λόγω της υψηλής ζήτησης από δανειστές, άτομα με νομικές ή προσωπικές διαφορές και άλλους.

Ο δικηγόρος ανθρωπίνων δικαιωμάτων με έδρα τις ΗΠΑ, Γου Σαοπίνγκ, δήλωσε ότι η λεπτομέρεια των διαρροών επιβεβαιώνει τη συμμετοχή καθεστωτικών εσωτερικών. «Το ολοκληρωτικό καθεστώς διαθέτει όλα τα προσωπικά δεδομένα των πολιτών. Το MPS είναι ο μεγαλύτερος κάτοχος και διαχειριστής τους», δήλωσε ο Γου στην Epoch Times.

Πέρα από τους «εσωτερικούς» συνεργάτες, το κεντρικοποιημένο σύστημα βάσεων δεδομένων της Κίνας είναι επίσης ευάλωτο σε επιθέσεις. Τον Ιούνιο του 2022, χάκερ ισχυρίστηκε ότι απέκτησε δεδομένα άνω του ενός δισεκατομμυρίου Κινέζων πολιτών από τη βάση της Αστυνομίας της Σαγκάης.

Αντίστροφο χτύπημα

Ενώ το ΚΚΚ χρησιμοποιεί τα δεδομένα για την παρακολούθηση και τον έλεγχο των πολιτών, η συλλογή αυτή έχει στραφεί και εναντίον του. Αντιφρονούντες χρησιμοποιούν τις ίδιες βάσεις για να αποκαλύψουν πληροφορίες για στελέχη που κατηγορούνται για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Ο Λιν Σενγκλιάνγκ, αντιφρονούντας με έδρα την Ολλανδία που έχει φυλακιστεί δύο φορές και κρατηθεί μία στην Κίνα, διαχειρίζεται τη βάση China Human Rights Accountability Database, με προσωπικά δεδομένα σχεδόν 600 στελεχών. «Οι περισσότεροι είναι μέλη του ΚΚΚ και υπηρετούν στο αστυνομικό και δικαστικό σύστημα της Κίνας», δήλωσε στην Epoch Times. «Το σύστημα αυτό είναι επίκεντρο των εγκληματικών ενεργειών του κόμματος». Εξήγησε ότι σκοπός της βάσης είναι η λογοδοσία των αξιωματούχων. Όποιος σταματήσει τις παραβιάσεις αφαιρείται από τη λίστα.

Ο Ζονγκ χαρακτήρισε τη συλλογή δεδομένων του ΚΚΚ «μπούμερανγκ». «Το Κόμμα ‘ανοίγει κουτιά’ για να εντοπίζει και να συλλαμβάνει πολίτες – τώρα τα ίδια δεδομένα χρησιμοποιούνται για να εντοπίζονται αξιωματούχοι», είπε.

Με τη συμβολή της Yi Ru

Τέλος εποχής για τα Ινστιτούτα Κομφούκιου στην Αυστραλία – Έξι πανεπιστήμια κόβουν τους δεσμούς με το Πεκίνο

Τα τελευταία τρία χρόνια, έξι μεγάλα πανεπιστήμια της Αυστραλίας αποφάσισαν να τερματίσουν τις συνεργασίες τους με τα Ινστιτούτα Κομφούκιος, εκπαιδευτικούς και πολιτιστικούς οργανισμούς που χρηματοδοτούνται από το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ). Πρόκειται για σαφή ένδειξη της αυξανόμενης δυσπιστίας των δυτικών δημοκρατιών, ανάμεσά τους και της Αυστραλίας, έναντι των κινεζικών προσπαθειών άσκησης επιρροής στον ακαδημαϊκό και πολιτιστικό τομέα.

Τα Ινστιτούτα Κομφούκιος αναπτύχθηκαν στην Αυστραλία πριν περίπου 20 χρόνια, με επίσημο στόχο τη διάδοση της κινεζικής γλώσσας και κουλτούρας. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, δέχτηκαν έντονες επικρίσεις για προώθηση της κινεζικής προπαγάνδας και λογοκρισίας περιεχομένου με στόχο την ενίσχυση της κινεζικής «ήπιας ισχύος».

Πανεπιστήμια κλείνουν τα Ινστιτούτα Κομφούκιου

Το πρώτο πανεπιστήμιο που τερμάτισε τη λειτουργία του ήταν το Royal Melbourne Institute of Technology (RMIT) το 2021, επικαλούμενο «μειωμένο ενδιαφέρον» των φοιτητών. Ακολούθησε το University of New South Wales (UNSW) και το University of Western Australia (UWA), ενώ την ίδια περίοδο αναφέρθηκαν πληροφορίες για αποχώρηση του University of Adelaide, χωρίς ωστόσο να υπάρχει επίσημη επιβεβαίωση.

Φοιτητές περπατούν στην πανεπιστημιούπολη St. Lucia του University of Queensland (UQ), στο Μπρισμπέιν της Αυστραλίας στις 6 Μαρτίου 2023. (Daniel Y. Teng/The Epoch Times)

Ακολούθησε η ολοκλήρωση των συμβολαίων το 2024 στο University of Melbourne και στο University of Queensland, που αποφάσισαν να μη συνεχίσουν τη συνεργασία με το Πεκίνο.

Παραμένουν πλέον επτά Ινστιτούτα Κομφούκιος σε πανεπιστήμια, όπως University of Sydney, University of Newcastle, Queensland University of Technology (QUT), Griffith University, La Trobe University, La Trobe University και Charles Darwin University.

Γιατί προχώρησαν στο κλείσιμο

Τα πανεπιστήμια πρόβαλαν διάφορους λόγους για τον τερματισμό των συνεργασιών.

Το 2021, το RMIT δήλωσε ότι αυτό οφειλόταν στη μείωση της ζήτησης των φοιτητών για το πρόγραμμα κινεζικής ιατρικής. Τότε, το πανεπιστήμιο δήλωσε ότι η απόφασή του δεν επηρεάστηκε από τρίτους.

Ο Σι Τζινπίνγκ εκφωνεί ομιλία πριν από τα εγκαίνια του πρώτου Ινστιτούτου Κομφούκιου για την Κινεζική Ιατρική της Αυστραλίας, στο Πανεπιστήμιο RMIT στη Μελβούρνη, στις 20 Ιουνίου 2010. (William West/AFP μέσω Getty Images)

 

Εν τω μεταξύ, το UWA δήλωσε ότι η λειτουργία του Ινστιτούτου Κομφούκιου σταμάτησε λόγω των συνεχιζόμενων διαταραχών που προκλήθηκαν από το κλείσιμο των συνόρων κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19.

Το πανεπιστήμιο δήλωσε επίσης ότι βρήκε αντικαταστάτη για τα προγράμματα κινεζικής γλώσσας που προσέφερε το Ινστιτούτο. «Το πανεπιστήμιο αναγνωρίζει τη σημασία των ασιατικών γλωσσικών δεξιοτήτων, όπως τονίζεται σε διαδοχικές κυβερνητικές εκθέσεις, και παραμένει προσηλωμένο στη βελτίωση του ασιατικού αλφαβητισμού της Αυστραλίας», δήλωσε εκπρόσωπος του UWA στην Epoch Times.

«Το UWA έχει επεκτείνει το πρόγραμμα κινεζικών σπουδών του για να καλύψει τη ζήτηση για γλωσσική εκπαίδευση, αναιρώντας την ανάγκη να επιδιώξουμε μια νέα συμφωνία για ένα Ινστιτούτο Κομφούκιου».

Το University of Adelaide δεν σχολίασε την κατάσταση του Ινστιτούτου Κομφούκιος, αλλά δήλωσε ότι θα συνεχίσει να διατηρεί τη δέσμευσή του στις γλωσσικές και πολιτιστικές σπουδές. «Το University of Adelaide συνεχίζει να εμβαθύνει την κατανόηση της παγκόσμιας κοινότητας μέσω της δέσμευσής του στις γλωσσικές και πολιτιστικές σπουδές, καθώς και στην προώθηση των δεσμών με άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, μέσω συνεργασιών, έρευνας και εκπαιδευτικής συνεργασίας», δήλωσε εκπρόσωπος του University of Adelaide στην Epoch Times.

Γενική άποψη του University of Adelaide, 3 Μαΐου 2017. (AAP Image/David Mariuz)

 

Εκπρόσωπος του University of Queensland δήλωσε ότι το Ινστιτούτο Κομφούκιος έκλεισε μετά τη λήξη της σύμβασής του με το Πανεπιστήμιο Tianjin στις 31 Δεκεμβρίου 2024. «Όλοι οι εταίροι του Ινστιτούτου Κομφούκιου και άλλοι ενδιαφερόμενοι ενημερώθηκαν πριν από το κλείσιμό του», δήλωσε ο εκπρόσωπος στην Epoch Times.

Το πανεπιστήμιο σημείωσε επίσης ότι δεν είχε λάβει καμία κατεύθυνση από την κυβέρνηση σχετικά με το Ινστιτούτο.

«Το University of Queensland παραμένει προσηλωμένο στην προώθηση των παγκόσμιων συνεργασιών του με κορυφαία ιδρύματα σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, στους τομείς της διδασκαλίας ξένων γλωσσών, της κινητικότητας και των εγγραφών φοιτητών και της έρευνας», δήλωσε ο εκπρόσωπος.

Όσον αφορά το ενδεχόμενο επικείμενο κλείσιμο, το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ (QUT) εξακολουθεί να φιλοξενεί το πρόγραμμά του. Ωστόσο, το πανεπιστήμιο δήλωσε ότι η σύμβασή του θα λήξει το 2025 και θα αποτελέσει αντικείμενο επανεξέτασης σύμφωνα με τις κυβερνητικές απαιτήσεις. «Το QUT θα επανεξετάσει όλες τις συμφωνίες σύμφωνα με την πολιτική της αυστραλιανής κυβέρνησης και τους διαθέσιμους πόρους πριν από τη λήξη της τρέχουσας σύμβασης κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους», δήλωσε εκπρόσωπος του QUT στην Epoch Times.

Ένα μεγάλο λογότυπο του Queensland University of Technology στην πανεπιστημιούπολη Gardens Point, στο Queensland της Αυστραλίας, στις 16 Φεβρουαρίου 2025. (Daniel Y. Teng/The Epoch Times)

 

«Πάντα συμμορφωνόμασταν και θα συνεχίσουμε να συμμορφωνόμαστε με όλες τις απαιτήσεις του Υπουργείο Εξωτερικών Υποθέσεων και Εμπορίου (Department of Foreign Affairs and Trade-DFAT)».

Η Epoch Times επικοινώνησε με το University of Melbourne και το UNSW για σχόλια.

Το Πεκίνο δεν μπορεί να αντιδράσει

Ο Φενγκ Τσονγκγί, αναπληρωτής καθηγητής Κινέζικων Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Τεχνολογίας του Σίδνεϊ, δήλωσε ότι η αρχική πρόθεση πίσω από τη δημιουργία των Ινστιτούτων Κομφούκιου ήταν να ενισχυθούν οι σχέσεις μεταξύ Αυστραλίας και του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ).

«Ο λόγος για τον οποίο ίδρυσαν τα Ινστιτούτα Κομφούκιου ήταν για να δείξουν καλή θέληση προς την κινεζική κυβέρνηση, να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση από την κινεζική κυβέρνηση, να φέρουν Κινέζους φοιτητές και να δημιουργήσουν συνεργατικά έργα στην Κίνα», δήλωσε στην Epoch Times.

Ωστόσο, ο αναπληρωτής καθηγητής σημείωσε ότι υπήρξε μια σημαντική αλλαγή στη στάση της Δύσης απέναντι στα Ινστιτούτα Κομφούκιου μετά το 2017-2018, με την Αυστραλία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες δημοκρατίες να εισάγουν σειρά νομοθεσιών για να προστατευθούν από τις κρυφές δραστηριότητές τους, όπως οι νόμοι περί ξένης παρέμβασης στην Αυστραλία.

«Τώρα που οι νόμοι έχουν εφαρμοστεί, το Ινστιτούτο Κομφούκιου έχει γίνει βάρος. Ωστόσο, πολλά πανεπιστήμια δεν τα έχουν κλείσει άμεσα για να μην προσβάλουν ανοιχτά την Κίνα», είπε.

«Αντίθετα, η συνήθης πρακτική είναι να περιμένουν μέχρι να λήξουν τα συμβόλαια και να μην τα ανανεώσουν, βρίσκοντας διάφορους λόγους για να μην τα επεκτείνουν».

Το Διεθνές Κτίριο του Griffith University, όπου λειτουργεί το Ινστιτούτο Τουρισμού Κομφούκιου στην πανεπιστημιούπολη Gold Coast, Σάουθπορτ, Κουίνσλαντ, 27 Δεκεμβρίου 2018. (Richard Szabo/The Epoch Times)

Το κλείσιμο των Ινστιτούτων Κομφούκιου σε πανεπιστήμια της Αυστραλίας έχει πλήξει τη φιλοδοξία του ΚΚΚ να ασκήσει επιρροή στη χώρα.

«Είναι ανίσχυροι. Ο ΚΚΚ δεν μπορεί να κάνει τίποτα γι’ αυτό. Ακόμα κι αν θέλουν να θυμώσουν, δεν έχουν που να εκτονώσουν τον θυμό τους», δήλωσε ο Φενγκ.

Η Αυστραλία θα μπορούσε να προχωρήσει πιο γρήγορα

Ενώ τα πανεπιστήμια λαμβάνουν μέτρα, κάποιοι ειδικοί πιστεύουν ότι η αυστραλιανή κυβέρνηση θα μπορούσε να κάνει περισσότερα.

Το Φεβρουάριο του 2023, η κυβέρνηση του Εργατικού Κόμματος ανακοίνωσε ότι δεν θα εγκρίνει νέα Ινστιτούτα Κομφούκιου και ότι θα εξετάσει τα υπάρχοντα μετά από έκθεση του Κοινοβουλίου για την ξένη επιρροή και παρέμβαση στα πανεπιστήμια.

Παρόλα αυτά, ο Λιν Μπιν, υπέρμαχος της δημοκρατίας του Χονγκ Κονγκ και σχολιαστής των ΜΜΕ με διδακτορικό στην πολιτική επιστήμη, δήλωσε ότι η Αυστραλία μπορεί να κινηθεί πιο γρήγορα. «Έπρεπε να είχαν δράσει νωρίτερα. Η διείσδυση του ΚΚΚ είναι ακόμα αρκετά έντονη, και η αυστραλιανή κυβέρνηση ανταποκρίνεται πολύ αργά», δήλωσε στην Epoch Times.

«Πιστεύω ότι η αυστραλιανή κυβέρνηση πρέπει να κάνει περισσότερα, ειδικά όσον αφορά τις υπηρεσίες αντικατασκοπείας. Οι υπηρεσίες αντικατασκοπείας θα πρέπει να δαπανούν περισσότερους πόρους—ανθρώπινο δυναμικό, υλικά και χρηματοδότηση—για να καταπολεμήσουν την επιρροή του ΚΚΚ στην Αυστραλία».

Επιπλέον, ο Λιν κάλεσε τα αυστραλιανά πανεπιστήμια να αναζητήσουν άλλες αγορές για ανάπτυξη, ώστε να αποφύγουν τη χρηματοοικονομική υπερβολική εξάρτηση από Κινέζους φοιτητές. «Δεν πρέπει να επικεντρώνονται αποκλειστικά στην Κίνα. Αντίθετα, τα αυστραλιανά πανεπιστήμια θα πρέπει να κοιτάξουν προς πιο δημοκρατικές χώρες με κοινές αξίες ελευθερίας και δημοκρατίας—χώρες που ευθυγραμμίζονται με τις αρχές της Αυστραλίας», είπε.

Τι είναι τα Ινστιτούτα Κομφούκιου

Τα Ινστιτούτα Κομφούκιου είναι «μη κερδοσκοπικά εκπαιδευτικά ιδρύματα» που χρηματοδοτούνται από το κομμουνιστικό καθεστώς και λειτουργούν εκτός Κίνας μέσω συνεργασιών με διεθνή πανεπιστήμια και σχολεία.

Προσφέρουν μια σειρά από δωρεάν εργαστήρια και προγράμματα, καθώς και πληρωμένα μαθήματα γλώσσας για εγχώριους φοιτητές.

Ενώ το Πεκίνο ισχυρίζεται ότι σκοπός του προγράμματος είναι η προώθηση της κινεζικής γλώσσας και του πολιτισμού, το μοντέλο λειτουργίας του αποκαλύπτει κάτι διαφορετικό.

«Τα Ινστιτούτα Κομφούκιου χρησιμοποιούν εγχειρίδια από την Κίνα, στέλνουν [τους δικούς τους] Κινέζους καθηγητές και λειτουργούν από την αρχή με ένα σύστημα διπλής διαχείρισης», δήλωσε ο Φενγκ.

«Οι καθηγητές αποστέλλονται και επιλέγονται από το κινεζικό Υπουργείο Παιδείας. Ως εκ τούτου, αυτό [το ΚΚΚ] ουσιαστικά τοποθετούσε το ενιαίο μέτωπο και τον μηχανισμό προπαγάνδας της Κίνας μέσα σε αυτά τα πανεπιστήμια».

Διαδηλωτές έξω από το σχολικό συμβούλιο της περιφέρειας του Τορόντο, προτρέποντας το συμβούλιο να μην εφαρμόσει το πρόγραμμα του Ινστιτούτου Κομφούκιου στα σχολεία του Τορόντο, στο Τορόντο του Καναδά, στις 11 Ιανουαρίου 2014. (Allen Zhou/The Epoch Times)

 

Το 2017, η κινηματογραφίστρια Ντόρις Λιου (Doris Liu), με έδρα τον Καναδά, δημιούργησε το ντοκιμαντέρ «In the Name of Confucius» («Στο όνομα του Κομφούκιου») για να αποκαλύψει τις διαμάχες γύρω από το χρηματοδοτούμενο από το ΚΚΚ πρόγραμμα.

Εν τω μεταξύ, ο Λιν δήλωσε ότι τα Ινστιτούτα Κομφούκιου χρησιμεύουν ως μέσο ιδεολογικής διείσδυσης για το ΚΚΚ. «Ο στόχος είναι να προωθηθούν οι πολιτικές απόψεις του ΚΚΚ, η εκδοχή του για την κινεζική ιστορία και οι αξίες του στους Αυστραλούς φοιτητές – ουσιαστικά φέρνοντας την αφήγηση του ΚΚΚ στην Αυστραλία», είπε.

«To αφήγημα του ΚΚΚ είναι πολιτικά προκατειλημμένο, υποκειμενικό και άδικο. [Τα Ινστιτούτα Κομφούκιου] υπονομεύουν την κανονική λειτουργία των αυστραλιανών πανεπιστημίων και, μακροπρόθεσμα, απειλούν την ακαδημαϊκή ελευθερία.

Του Alfred Bui

Με τη συμβολή της Cindy Li

Επικηρύσσεται Κινέζος ακτιβιστής στην Αυστραλία , με επιστολή που συνδέεται με το ΚΚΚ

Δικηγόρος και ακτιβιστής υπέρ της δημοκρατίας, με καταγωγή από το Χονγκ Κονγκ και βάση στη Νότια Αυστραλία, έγινε στόχος επικήρυξης με εξαψήφια χρηματική αμοιβή, λίγες μόλις ημέρες μετά την αποστολή ψευδούς φυλλαδίου σε τζαμί.

Ο Τεντ Χούι έλαβε επιστολή στο γραφείο του στην Αυστραλία, στην οποία αναφερόταν ότι καταζητείται για παραβίαση της εθνικής ασφάλειας και για τη στήριξή του στην ανεξαρτησία της Ταϊβάν και του Χονγκ Κονγκ.

Το έγγραφο, το οποίο ταχυδρομήθηκε από το Χονγκ Κονγκ, περιείχε προσωπικά στοιχεία του Χούι, όπως τη διεύθυνσή του, την ημερομηνία γέννησης, το ύψος, τη σωματική διάπλαση και την εθνικότητά του. Με έντονα κόκκινα γράμματα ανέφερε ότι όποιος παρείχε πληροφορίες για τον ίδιο ή την οικογένειά του ή βοηθούσε στην έκδοσή του στο Χονγκ Κονγκ ή στις αυστραλιανές αρχές θα λάμβανε αμοιβή ενός εκατομμυρίου δολαρίων Χονγκ Κονγκ (περίπου 120.000 ευρώ).

Δεύτερο περιστατικό μέσα σε λίγες ημέρες

Αυτό δεν είναι το πρώτο περιστατικό που αφορά τον Χούι, αφού πριν από αυτήν την επιστολή, είχε ταχυδρομηθεί φυλλάδιο από το Μακάο σε τζαμί στη Νότια Αυστραλία το οποίο κατηγορούσε ψευδώς τον Χούι ότι υποστηρίζει το Ισραήλ και καλεί σε πόλεμο κατά της ισλαμικής τρομοκρατίας.

Ο Χούι δήλωσε στην Epoch Times στις 19 Μαρτίου ότι η υπόθεση δείχνει πως το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) παρακολουθεί στενά την Αυστραλία.

Ανέφερε επίσης πως περίμενε να επικηρυχθεί μετά την αποστολή του φυλλαδίου στο τζαμί, επισημαίνοντας ότι παρατηρεί μία αλλαγή τακτικής, με τις «κακόβουλες δυνάμεις» να εκμεταλλεύονται ζητήματα κοινωνικής συνοχής.

Παρόμοια επικήρυξη εναντίον άλλου ακτιβιστή

Ο Χούι δεν είναι ο μόνος ακτιβιστής που στοχοποιείται. Ο Κέβιν Γιαμ, επίσης υποστηρικτής της δημοκρατίας από το Χονγκ Κονγκ και νυν κάτοικος Μελβούρνης, έχει λάβει αντίστοιχη επιστολή, η οποία τον επικηρύσσει προσφέροντας ένα εκατομμύριο δολάρια Χονγκ Κονγκ για πληροφορίες που θα οδηγήσουν στη σύλληψή του.

Ωστόσο, σε αντίθεση με την περίπτωση του Χούι, οι επιστολές για τον Γιαμ εστάλησαν σε τυχαίες διευθύνσεις στη Μελβούρνη, γεγονός που εγείρει ανησυχίες ότι οι προσπάθειες εκφοβισμού ενδέχεται να εκτείνονται πέρα από τους ακτιβιστές, στοχεύοντας και τις κοινότητές τους.

Καταδίκη από την υπουργό Εξωτερικών

Η Αυστραλή υπουργός Εξωτερικών, Πέννυ Γουόνγκ, καταδίκασε τις απειλητικές επιστολές που έλαβαν οι Χούι και Γιαμ, χαρακτηρίζοντας την τελευταία περίπτωση «καταδικαστέα» και απειλητική για την ασφάλεια των πολιτών της Αυστραλίας.

Η υπουργός Εξωτερικών Αυστραλίας Πέννυ Γουόνγκ, κατά τη διάρκεια των εκτιμήσεων της Γερουσίας στο Κοινοβούλιο. Καμπέρα, 27 Φεβρουαρίου 2025. (AAP Image/Mick Tsikas)

 

Τόνισε πως η χώρα «δεν θα ανεχθεί τη στοχοποίηση, την παρακολούθηση, την παρενόχληση ή τον εκφοβισμό οποιουδήποτε προσώπου στην Αυστραλία από ξένη κυβέρνηση».

Η Γουόνγκ διαβεβαίωσε ότι η αυστραλιανή κυβέρνηση και οι υπηρεσίες ασφαλείας λαμβάνουν μέτρα για την προστασία των πολιτών, τη διασφάλιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων τους και την υποστήριξη των θιγόμενων ατόμων και κοινοτήτων.

Παράλληλα, ανέφερε ότι η Αυστραλία έχει ήδη εγείρει και θα συνεχίσει να εγείρει τις ανησυχίες της απευθείας στις κινεζικές και τις αρχές του Χονγκ Κονγκ.

Της Crystal-Rose Jones

Προμηθευτής λογισμικού για την παράκαμψη των διαδικτυακών περιορισμών στην Κίνα δραπετεύει από τη χώρα για να αποφύγει τη σύλληψη

Ένας νεαρός άνδρας που βοήθησε περίπου 5 εκατομμύρια Κινέζους να παρακάμψουν το «Μεγάλο Τείχος Προστασίας της Κίνας» είναι καταζητούμενος από το κινεζικό καθεστώς και έχει υποβάλει αίτηση για πολιτικό άσυλο στην Ολλανδία.

Ο Γκαν Γουενγουέι, 31 ετών, από την πόλη Γούχαν, συνελήφθη τον Αύγουστο του περασμένου έτους από την κινεζική αστυνομία για πώληση λογισμικού VPN σε εκείνους που ήθελαν να παρακάμψουν τους περιορισμούς του διαδικτύου στην Κίνα.

Ως νεαρός εθισμένος στο διαδίκτυο, ο Γκαν δούλευε σε ένα ίντερνετ καφέ αφού εγκατέλειψε το δημοτικό σχολείο, προκειμένου να περιηγείται στο διαδίκτυο δωρεάν.

«Πάντα είχα την ανάγκη να έχω πρόσβαση στο Google, το Twitter και σε άλλες ξένες ιστοσελίδες και μέσα ενημέρωσης», ανέφερε ο Γκαν σε συνέντευξή του στο NTD, το αδελφό μέσο της Epoch Times, που πραγματοποιήθηκε στην κινεζική γλώσσα, στις 4 Μαρτίου.

«Στη συνέχεια, συνειδητοποίησα ότι υπήρχαν κι άλλοι σαν εμένα που χρειάζονταν πρόσβαση σε ξένα μέσα ενημέρωσης, όπως το YouTube και άλλες ξένες ιστοσελίδες. Δεν ήξεραν πώς να το κάνουν και δεν καταλάβαιναν την τεχνολογία. Έτσι, αποφάσισα να μπω σε αυτήν τη βιομηχανία μόνος μου», δήλωσε.

Το «Μεγάλο Τείχος Προστασίας της Κίνας» δημιουργήθηκε το 1998. Το διαχειρίζεται το υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας του κομμουνιστικού καθεστώτος για να ελέγχει το περιεχόμενο που βλέπει ο κόσμος στην Κίνα. Το τείχος αποκλείει μεγάλες ιστοσελίδες και κοινωνικά δίκτυα όπως το Google, το Facebook, το YouTube και το Yahoo.

Η πράξη της παρακάμψης της λογοκρισίας του διαδικτύου μέσω λογισμικού VPN είναι συνήθως γνωστή ως «παράκαμψη του τείχους».

Σύμφωνα με μια εκτίμηση του 2019 από τον Λι Ζιαν, καθηγητή και ειδικό στο δίκαιο του διαδικτύου στην Κίνα από το Chinese University of Hong Kong, περίπου 20 με 30 εκατομμύρια χρήστες του διαδικτύου στην Κίνα χρησιμοποιούσαν VPN.

Στα πρώτα στάδια της καριέρας του, ο Γκαν συμμετείχε σε μια ομάδα στο Telegram που περιελάμβανε περίπου 100 άτομα, οι οποίοι βοηθούσαν ο ένας τον άλλον να περιηγούνται στο Τείχος και να αντιμετωπίζουν τις τεχνικές προκλήσεις που προέκυπταν.

«Τα τελευταία 10 χρόνια, υπήρξαν περίοδοι που χάναμε επαφή ή που κάποιοι αποχωρούσαν, αλλά γενικά διατηρούσαμε σταθερή επικοινωνία με περίπου 30 άτομα», είπε. «Αυτά τα 30 άτομα σχηματίζουν μια ομάδα αμοιβαίας υποστήριξης, σχεδόν σαν ένα επαγγελματικό σωματείο. Όταν υπήρχαν τεχνικές προκλήσεις, τις λύναμε μαζί και αν υπήρχαν προβλήματα προμήθειας, τα αντιμετωπίζαμε ως ομάδα.»

Ο Γκαν εκτίμησε ότι η ομάδα του είχε λάβει σχεδόν 5 εκατομμύρια παραγγελίες για πακέτα λογισμικού VPN στην Κίνα τον τελευταίο χρόνο.

«Για λόγους ασφαλείας, διαγράφω τα δεδομένα μου κάθε μήνα και κρατάω μόνο περίπου ένα μήνα δεδομένων, περίπου 400.000 παραγγελίες», δήλωσε.

Ο Γκαν ανέφερε συγκεκριμένα ότι λόγω του τείχους προστασίας της κινεζικής κυβέρνησης, οι περισσότεροι διεθνείς πάροχοι VPN δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ουσιαστικά στην Κίνα. Ο κύκλος των Κινέζων παρόχων VPN έχει τα δικά του εργαλεία και μεθόδους. Ωστόσο, αυτές οι μέθοδοι υπόκεινται σε καταστολή και οι αρχές συχνά ανανεώνουν τις τεχνικές τους για να τις μπλοκάρουν.

«Τα κινεζικά VPN δεν είναι στην πραγματικότητα αυτά που εμείς, οι Κινέζοι που ζούμε στο εξωτερικό, παραδοσιακά κατανοούμε ως VPN. Δεν υπάρχουν παραγγελίες από το εξωτερικό. Όλες οι παραγγελίες προέρχονται από Κινέζους χρήστες», είπε.

Σύλληψη και εκβιασμός από την αστυνομία

Ο Γκαν, που ήταν αυτοαπασχολούμενος, συνελήφθη από την αστυνομία του Σεντζέν στις 15 Αυγούστου 2024, στο σπίτι του στη Γούχαν.

«Όταν με συνέλαβαν, δεν υπήρχαν αποδεικτικά στοιχεία», ανέφερε ο Γκαν. «Με ξεγέλασαν για να ανοίξω την πόρτα του σπιτιού μου και ξαφνικά με έπιασαν, μου έβαλαν χειροπέδες και έκαναν έρευνα στο σπίτι, κάνοντάς το άνω κάτω. Δεν έδειξαν καμία ταυτότητα ούτε παρουσίασαν οποιαδήποτε επίσημα έγγραφα σύλληψης.»

Η κάμερα του αυτοκινήτου του Γκαν, που ήταν παρκαρισμένο έξω από το σπίτι του, κατέγραψε βίντεο με την αστυνομία να τον απομακρύνει.

Στην ανάκρισή του, στις 15 Αυγούστου, οι αστυνομικοί τού είπαν ότι μπορούσε να πληρώσει κάποια χρήματα πρώτα για να «διορθώσει τα λάθη του».

«Είπα τότε ότι θα μπορούσα να δανειστώ χρήματα από τους φίλους μου. Την επόμενη μέρα, είπα σε έναν φίλο ότι χρειαζόμουν επειγόντως χρήματα, περίπου 1,5 εκατομμύρια γουάν (190.000 ευρώ). Ο φίλος μου τότε ήρθε και μου έφερε τα χρήματα», ανέφερε.

Αφού κρατήθηκε για 28 μέρες, ο Γκαν αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση από το Γραφείο Δημόσιας Ασφάλειας του Σεντζέν και επέστρεψε στη Γούχαν.

Δεν περίμενε ότι έναν μήνα αργότερα, η αστυνομία από το Σιατζίν, μια φτωχή επαρχία στην ανατολική επαρχία Σάντονγκ, θα τον συλλάμβανε ξανά.

«Στο κέντρο διαχείρισης της υπόθεσης του Σεντζέν Νανσάν, οι αστυνομικοί του Σιατζίν συγκρούστηκαν με την αστυνομία του Σεντζέν, προσπαθώντας να μας πάρουν όλους στο Σάντονγκ», είπε. «Επαναλάμβαναν ότι αν πληρώναμε πρόστιμο περίπου 1 εκατομμύριο γιουάν (130.000 ευρώ), θα μας βοηθούσαν να αποφύγουμε τις κατηγορίες.»

Υποσχόμενος ότι θα ομολογούσε και ότι θα προσπαθούσε να συγκεντρώσει τα χρήματα, ο Γκαν αφέθηκε ελεύθερος και επέστρεψε στη Γούχαν. Περισσότεροι από 30 άνθρωποι εμπλέκονταν στην υπόθεση, με τέσσερεις από αυτούς να έχουν συλληφθεί.

Η μονάδα κυβερνοασφάλειας του Γραφείου Δημόσιας Ασφάλειας του Σιατζίν έχει πραγματοποιήσει επανειλημμένες εθνικές συλλήψεις παρόχων VPN τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με δημοσιεύματα της Voice of America (Φωνή της Αμερικής). Οι αξιωματικοί του Σιατζίν επιβάλλουν στη συνέχεια υψηλά πρόστιμα με αντάλλαγμα την αποφυγή κατηγοριών, μια πρακτική που αποκαλείται «ψαρεύοντας στο εξωτερικό».

Gan Wenwei spoke in an interview with New Tang Dynasty (NTD), the sister media of The Epoch Times, conducted in Chinese on March 4, 2025. (Screenshot from NTD TV)
Στιγμιότυπο από συνέντευξη που παραχώρησε ο Γκαν Γουενγουέι στο New Tang Dynasty (NTD), το αδελφό μέσο ενημέρωσης της Epoch Times, η οποία διεξήχθη στα κινέζικα, στις 4 Μαρτίου 2025. (NTD TV)

 

Ο Λιν Σενγκλιάνγκ, Κινέζος ακτιβιστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα με έδρα την Ολλανδία, έχει συλλέξει προσωπικές πληροφορίες αρκετών αστυνομικών της Μονάδας Κυβερνοασφάλειας που εμπλέκονται στην υπόθεση και τις έχει καταχωρίσει στη βάση δεδομένων «Λίστα Κακοποιών» του.

Ο Λιν δήλωσε ότι οι αρχές της κομητείας Σιατζίν συλλαμβάνουν άτομα που εργάζονται στη βιομηχανία VPN σε ολόκληρη τη χώρα για να συμπληρώσουν τα οικονομικά της.

«Το εκλαμβάνουν ως έναν τρόπο να παράγουν έσοδα, επιλύοντας τοπικά οικονομικά ζητήματα, ενώ τα άτομα μπορούν επίσης να χρησιμοποιήσουν αυτό το έργο για να συσσωρεύσουν προσωπικό πλούτο», δήλωσε στην Epoch Times στις 5 Μαρτίου.

Μια έκθεση του 2024 δείχνει ότι η πόλη Ντετζού, στην οποία βρίσκεται η κομητεία Σιατζίν, κατατάσσεται στη 10η θέση τόσο στο ΑΕΠ όσο και στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ μεταξύ των 16 πόλεων σε επίπεδο νομού στην επαρχία Σάντονγκ. Μια στατιστική από τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2023 δείχνει ότι η Σιατζίν κατατάσσεται τελευταία σε φορολογικά έσοδα μεταξύ των 11 νομών και περιφερειών της Ντετζού, κάτι που την καθιστά την πιο φτωχή κομητεία της Ντετζού.

Ο Τζου Καϊφέι, ο αναπληρωτής επικεφαλής της Μονάδας Κυβερνοασφάλειας που εμφανίστηκε στον κατάλογο των κακοποιών, επαινέθηκε επίσης ιδιαίτερα σε ένα άρθρο στον λογαριασμό WeChat της Δημόσιας Ασφάλειας της Σιατζίν.

«Από τότε που το υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας ξεκίνησε την επιχείρηση ‘Παράκαμψη τείχους προστασίας και διατάραξη δικτύου’, ο Τζου Καϊφέι ηγήθηκε της έρευνας και του χειρισμού μιας σειράς υποθέσεων, συμπεριλαμβανομένης της υπόθεσης ‘11.20 Παροχή εργαλείων για εισβολή και παράνομο έλεγχο συστημάτων πληροφοριών υπολογιστών’», αναφέρεται στο άρθρο του WeChat, σε ένα στιγμιότυπο οθόνης που παραχώρησε ο Λιν.

«Αυτές οι προσπάθειες έκλεισαν με επιτυχία αρκετές παράνομες ιστοσελίδες που λειτουργούσαν για περισσότερα από τρία χρόνια, εμπλέκοντας πάνω από 500.000 χρήστες επαναφόρτισης σε εθνικό επίπεδο και κατάσχοντας περισσότερα από 40 εκατομμύρια γιουάν (5.090.000 ευρώ) σε παράνομα κεφάλαια», αναφέρει το άρθρο.

«Ως αξιωματούχος κυβερνοασφάλειας, ο Τζου πάντα τηρούσε την αρχή του ελέγχου του Κόμματος για την ασφάλεια του διαδικτύου και ήταν αφοσιωμένος στο να εργάζεται στην πρώτη γραμμή της καταπολέμησης των παράνομων δραστηριοτήτων και εγκλημάτων.»

The screenshot of an article on the Xiajin Public Security’s WeChat account which praises policeman Ju Kaifei. (Courtesy of Lin Shengliang)
Φωτογραφία άρθρου από τον λογαριασμό WeChat της δημόσιας ασφάλειας της Σιατζίν, το οποίο εξυμνεί τον αστυνομικό Τζου Καϊφέι. (Ευγενική παραχώρηση του Λιν Σενγκλιάνγκ)

 

Δρόμος διαφυγής

Στις 13 Δεκεμβρίου 2024, ο Γκαν έλαβε κλήση να παρουσιαστεί στο Γραφείο Δημόσιας Ασφάλειας του Σιατζίν στις 16 Δεκεμβρίου για κατάθεση.

Γνωρίζοντας ότι οι αρχές ήταν έτοιμες να σφίξουν τον κλοιό και ότι αν δεν κατάφερνε να συγκεντρώσει τα χρήματα ίσως καταδικαζόταν σε φυλάκιση, ο Γκαν αποφάσισε να δραπετεύσει.

Όπως ανέφερε σε ανάρτησή του στην ιστοσελίδα του, «αφότου αφέθηκα ελεύθερος με εγγύηση, μου είχε επιβληθεί περιορισμός στην έξοδο από τη χώρα. Ευτυχώς, το διαβατήριό μου δεν κατασχέθηκε!»

Ο Γκαν αφηγήθηκε ότι νοίκιασε ένα αυτοκίνητο από τη Γούχαν για να πάει στη Γκουανγκσί (χωρίς να κατέβει από το αυτοκίνητο πουθενά εντός της Κίνας για να αποφύγει την επιτήρηση) και στη συνέχεια ταξίδεψε σε μια νοτιοανατολική ασιατική χώρα. «Με τη βοήθεια υπαλλήλων των τελωνείων, πλαστογράφησα τα αρχεία εισόδου και εξόδου και κατάφερα να ενεργοποιήσω το διαβατήριό μου!»

Στη συνέχεια, η σύζυγός του και το παιδί του ταξίδεψαν στο εξωτερικό, πετώντας προς τη Σιγκαπούρη, όπου συναντήθηκαν, και από εκεί πήγαν μαζί στη Σερβία. Από εκεί, πήραν φορτηγό για να φτάσουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με τελικό προορισμό την Ολλανδία, φτάνοντας στο Άμστερνταμ στις 26 Ιανουαρίου. Αυτή τη στιγμή διαμένουν σε καταυλισμό προσφύγων στο Τίλμπουργκ, περιμένοντας την έγκριση της αίτησής τους για άσυλο.

Η παράκαμψη του τείχους προστασίας ως «νοητικό ναρκωτικό»

Αναφερόμενος στις 5 εκατομμύρια παραγγελίες που καταγράφει κάθε χρόνο η επιχείρησή του και στην υψηλή ζήτηση για VPN από τους Κινέζους, ο Γκαν δήλωσε ότι η παράκαμψη του «Μεγάλου Τείχους Προστασίας της Κίνας» είναι σαν «νοητικό ναρκωτικό της ελευθερίας».

«Αν κάποιος γευτεί την ελευθερία, δεν μπορεί να επιστρέψει εύκολα, είτε παρακολουθώντας το YouTube είτε συμμετέχοντας σε ακαδημαϊκές έρευνες είτε για επαγγελματικούς λόγους», είπε. «Μόλις γευτεί την ελευθερία, δεν θα ξαναπαρακολουθήσει ποτέ τα τοξικά μέσα του κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος, όπως τα νέα της CCTV (Κεντρική Τηλεόραση Κίνας).»

Ο Γκαν ανέφερε ως παράδειγμα την αλλαγή ενός πελάτη που χρησιμοποίησε το προϊόν του για να παρακάμψει το τείχος του διαδικτύου. Ο πελάτης, ο οποίος αρχικά δεν καταλάβαινε γιατί τόσα πολλά κανάλια στο YouTube επικρίνουν το κινεζικό καθεστώς, άρχισε να χρησιμοποιεί το VPN πριν από επτά χρόνια. Τα τελευταία δύο χρόνια, ο πελάτης ανέφερε ότι η αντίληψή του άρχισε να διευρύνεται και ότι κατανοούσε καλύτερα την εγκεφαλική πλύση που πραγματοποιεί η Κίνα και τον τρόπο με τον οποίο το καθεστώς ελέγχει τις σκέψεις των πολιτών.

«Πριν, αυτός ο πελάτης ήταν ένας ‘μικρός ροζ’ [υποστηρικτής του ΚΚΚ], αλλά στη συνέχεια συνειδητοποίησε [τι συμβαίνει] και αυτό έφερε μια σημαντική αλλαγή στη στάση του», δήλωσε ο Γκαν. «Δηλαδή, αν κάποιος βρίσκεται σε ένα περιβάλλον με ελευθερία λόγου, αυτό ενισχύει την προσωπική του ανάπτυξη, καθώς και την εξέλιξη των σκέψεών του.»

Για τον λόγο αυτό, ο Γκαν πιστεύει ότι η επιχείρησή του θα συνεχίσει να αναπτύσσεται.

«Η χρήση ενός VPN είναι σαν ένα νοητικό ναρκωτικό. Μόλις το ξεκινήσεις, δεν μπορείς να το σταματήσεις και όταν δεν μπορείς να το σταματήσεις, θα συνεχίσεις να το αγοράζεις και να χρησιμοποιείς διάφορους τρόπους για να παρακάμψεις το Τείχος Προστασίας», τόνισε.

Gan Wenwei traveled on a smuggling vehicle. (Courtesy of Gan Wenwei)
Ο Γκαν Γουενγουέι ταξίδεψε με όχημα λαθρεμπορίου. (Ευγενική παραχώρηση του Γκαν Γουενγουέι)

 

Το δώρο της (διαδικτυακής) ελευθερίας 

Η επιχείρηση του Γκαν στην Κίνα έχει ανασταλεί μετά τη σύλληψή του και τη διαφυγή του από τη χώρα. Αυτή τη στιγμή, στην Ολλανδία, ο Γκαν χρειάζεται να του παραχωρηθεί καθεστώς πρόσφυγα προτού μπορέσει να ιδρύσει μια επιχείρηση και να συνεχίσει τη δραστηριότητά του στον τομέα των VPN.

«Θα ήθελα να ζητήσω συγνώμη από τους πελάτες μας που χρησιμοποίησαν το λογισμικό μας και επηρεάστηκαν από την αναστάτωση της υπηρεσίας μετά τη σύλληψη μας», είπε. «Αυτό δεν ήταν κάτι που έγινε από σκοπού, αλλά μια αναγκαστική επιλογή.»

Ο Γκαν παρότρυνε τους Κινέζους χρήστες του διαδικτύου να εκτιμούν την ελευθερία που έχουν να παρακάμπτουν το Μεγάλο Τείχος της Κίνας.

«Από ό,τι έχω παρατηρήσει, το Μεγάλο Τείχος γίνεται όλο και πιο αυστηρό», ανέφερε.

Προβλέπει ότι το ΚΚΚ μπορεί να καθιερώσει ένα σύστημα λευκής λίστας στο μέλλον.

«Αυτή τη στιγμή, οι άνθρωποι μπορούν να παρακάμψουν το Μεγάλο Τείχος, απλώς επειδή η Κίνα χρησιμοποιεί ένα σύστημα μαύρης λίστας», εξήγησε. «Το σύστημα μαύρης λίστας σημαίνει ότι απαγορεύονται ορισμένοι οργανισμοί, όπως το NTD, η Google και το Twitter.»

«Ωστόσο, αν περάσουν σε σύστημα λευκής λίστας, αυτό θα σημαίνει ότι θα επιτρέπεται η πρόσβαση μόνο σε συγκεκριμένες ιστοσελίδες και οι χρήστες δεν θα μπορούν να βρουν εναλλακτικές διαδρομές. Αυτό θα καθιστούσε την παράκαμψη του τείχους πολύ πιο δύσκολη — όχι αδύνατη, αλλά εξαιρετικά δύσκολη.»

«Γι’ αυτό ελπίζω οι άνθρωποι να εκτιμούν την ελευθερία που έχουν αποκτήσει με κόπο», κατέληξε.

Της Cindy Li

Με τη συμβολή του ρεπόρτερ του NTD Chang Chun

15 έθνη υπογράφουν δήλωση του ΟΗΕ με την οποία καταδικάζουν τα «διεθνή εγκλήματα» του Πεκίνου κατά των Ουιγούρων και των Θιβετιανών

Ο πρεσβευτής της Αυστραλίας στα Ηνωμένα Έθνη, Τζέιμς Λάρσεν, κάλεσε το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) να προστατεύσει τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Σιντζιάνγκ και το Θιβέτ.

Η δήλωση έγινε εξ ονόματος 15 χωρών, μεταξύ των οποίων ο Καναδάς, η Δανία, η Φινλανδία, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ισλανδία, η Ιαπωνία, η Λιθουανία, η Ολλανδία, η Νέα Ζηλανδία, η Νορβηγία, η Σουηδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Ηνωμένες Πολιτείες.

Περιγράφει τις πολλαπλές αρνητικές διαπιστώσεις που έχουν γίνει από διάφορους φορείς, συμπεριλαμβανομένης μιας αξιολόγησης πριν από δύο χρόνια από το Γραφείο του Ύπατου Αρμοστή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, το οποίο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι έχουν διαπραχθεί σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Σιντζιάνγκ και ότι η κράτηση των Ουιγούρων και άλλων μουσουλμανικών μειονοτήτων, κυρίως στην επαρχία, «μπορεί να συνιστά διεθνές έγκλημα, ιδίως έγκλημα κατά της ανθρωπότητας».

Τέσσερα άλλα όργανα του ΟΗΕ έχουν έκτοτε προβεί σε παρόμοιες διαπιστώσεις.

Οι χώρες σημειώνουν ότι: «Η Ομάδα Εργασίας για την Αυθαίρετη Κράτηση έχει εκδώσει ανακοινώσεις σχετικά με πολλαπλές περιπτώσεις αυθαίρετης κράτησης και βίαιων εξαφανίσεων και πάνω από 20 εντολοδόχοι ειδικών διαδικασιών έχουν εκφράσει την ανησυχία τους για συστηματικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Σιντζιάνγκ».

Ειδικοί εισηγητές -ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες για τα ανθρώπινα δικαιώματα- είναι επιφορτισμένοι με τη διερεύνηση, την υποβολή εκθέσεων και τη παροχή συμβουλών στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ.

Ο Λάρσεν λέει ότι όλες αυτές οι εκθέσεις βασίζονται εκτενώς στα αρχεία της ίδιας της Κίνας, συμπεριλαμβανομένων των αποδείξεων στο Σιντζιάνγκ για «αυθαίρετες κρατήσεις μεγάλης κλίμακας, διαχωρισμό οικογενειών, βίαιες εξαφανίσεις και καταναγκαστική εργασία, συστηματική παρακολούθηση με βάση τη θρησκεία και την εθνικότητα, σοβαρούς και αδικαιολόγητους περιορισμούς στην πολιτιστική, θρησκευτική και γλωσσική ταυτότητα και έκφραση, βασανιστήρια και σεξουαλική βία βάσει φύλου, συμπεριλαμβανομένων των εξαναγκαστικών αμβλώσεων και της στείρωσης, και την καταστροφή θρησκευτικών και πολιτιστικών χώρων».

Στο Θιβέτ, τα όργανα των Ηνωμένων Εθνών για τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι ειδικοί εισηγητές έχουν περιγράψει λεπτομερώς την κράτηση των Θιβετιανών για την «ειρηνική έκφραση πολιτικών απόψεων, τους περιορισμούς στα ταξίδια, τις καταναγκαστικές εργασιακές ρυθμίσεις, τον διαχωρισμό των παιδιών από τις οικογένειές τους σε οικοτροφεία και τη διάβρωση των γλωσσικών, πολιτιστικών, εκπαιδευτικών και θρησκευτικών δικαιωμάτων και ελευθεριών».

Ενώ το Πεκίνο είχε «πολλές ευκαιρίες» να αντιμετωπίσει αυτές τις ανησυχίες, αντ’ αυτού χαρακτήρισε την αξιολόγηση της Ύπατης Αρμοστείας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα «παράνομη και άκυρη».

Οι 15 χώρες καλούν το ΚΚΚ να απελευθερώσει όλα τα αυθαίρετα κρατούμενα άτομα τόσο στο Σιντζιάνγκ όσο και στο Θιβέτ και να διευκρινίσει επειγόντως την τύχη και την τοποθεσία των αγνοούμενων μελών των οικογενειών τους.

«Καλούμε την Κίνα να τηρήσει τις διεθνείς υποχρεώσεις της για τα ανθρώπινα δικαιώματα που έχει αναλάβει οικειοθελώς και να εφαρμόσει πλήρως όλες τις συστάσεις του ΟΗΕ», αναφέρει η δήλωση.

«Η διαφάνεια και το άνοιγμα είναι το κλειδί για την άμβλυνση των ανησυχιών και καλούμε την Κίνα να επιτρέψει την απρόσκοπτη και ουσιαστική πρόσβαση στη Σιντζιάνγκ και το Θιβέτ σε ανεξάρτητους παρατηρητές, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Εθνών, για να αξιολογήσουν την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.»

«Καμία χώρα δεν έχει ένα τέλειο ιστορικό ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά καμία χώρα δεν είναι υπεράνω δίκαιου ελέγχου των υποχρεώσεών της για τα ανθρώπινα δικαιώματα», αναφέρεται.

Του Rex Widerstrom

Πρόεδρος Λάι: «Η Κίνα δεν έχει δικαίωμα να εκπροσωπεί την Ταϊβάν»

ΤΑΪΠΕΙ, Ταϊβάν-Η ελευθερία και ο τρόπος ζωής της Ταϊβάν απειλούνται από τον αυταρχισμό, δήλωσε ο πρόεδρος της Ταϊβάν Λάι Τσινγκ-τε, προσθέτοντας ότι είναι αποφασισμένος να υπερασπιστεί την κυριαρχία του νησιού από την προσάρτηση ή την παραβίαση.

Ο Λάι, ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντά του τον Μάιο, απηύθυνε κεντρική εθνική ομιλία μπροστά από το κτίριο του Προεδρικού Γραφείου στην Ταϊπέι στις 10 Οκτωβρίου, που γιορτάζεται ως Εθνική Ημέρα στην Ταϊβάν. Φέτος, ο εορτασμός σηματοδότησε επίσης τα 113α γενέθλια της Ταϊβάν.

«Σε αυτή τη γη, η δημοκρατία και η ελευθερία αναπτύσσονται και ευδοκιμούν. Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας δεν έχει κανένα δικαίωμα να εκπροσωπεί την Ταϊβάν», δήλωσε ο Λάι, αναφερόμενος στην επίσημη ονομασία της Κίνας.

Ο Λάι επανέλαβε τη θέση της Ταϊβάν να διατηρήσει το σημερινό status quo της ειρήνης και της σταθερότητας στο στενό της Ταϊβάν, επιδιώκοντας παράλληλα ισότιμες και αξιοπρεπείς συνομιλίες με το κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς.

«Ως πρόεδρος, η αποστολή μου είναι να διασφαλίσω ότι το έθνος μας θα αντέξει και θα προοδεύσει», δήλωσε ο Λάι. «Θα διατηρήσω επίσης τη δέσμευση να αντισταθώ στην προσάρτηση ή την καταπάτηση της κυριαρχίας μας».

Η εχθρότητα του κινεζικού καθεστώτος προς την Ταϊβάν και το φιλελεύθερο δημοκρατικό της σύστημα έχει αυξηθεί από τότε που το Δημοκρατικό Προοδευτικό Κόμμα (Democratic Progressive Party-DPP) της Ταϊβάν ήρθε στην εξουσία το 2016, όταν η προκάτοχος του Λάι, η Τσάι Ινγκ-γουέν, ξεκίνησε την πρώτη από τις δύο θητείες της στην εξουσία. Ο Λάι, ο οποίος είναι σήμερα πρόεδρος του DPP, ήταν αντιπρόεδρος κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Τσάι.

Το κινεζικό καθεστώς θεωρεί τόσο την Τσάι όσο και τον Λάι «αυτονομιστές», μια φράση που χρησιμοποιεί συχνά το Πεκίνο για κάθε πολίτη της Ταϊβάν που υπερασπίζεται την κυριαρχία του νησιού.

Ο Λάι δήλωσε ότι η κυβέρνησή του θα ήθελε να συνεργαστεί με το κινεζικό καθεστώς σε θέματα όπως η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, η καταπολέμηση των μολυσματικών ασθενειών και η διατήρηση της περιφερειακής ασφάλειας.

Προέτρεψε την Κίνα να «ανταποκριθεί στις προσδοκίες της διεθνούς κοινότητας» και να εφαρμόσει την επιρροή της για να τερματίσει την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή.

«Η Ταϊβάν αντιμετωπίζει αδυσώπητες προκλήσεις και οι προκλήσεις του κόσμου είναι εξίσου και δικές μας», δήλωσε ο Λάι. «Και ο επεκτεινόμενος αυταρχισμός θέτει πλήθος προκλήσεων στη διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες, απειλώντας τον σκληρά κερδισμένο ελεύθερο και δημοκρατικό τρόπο ζωής μας.»

Είπε ότι η κυβέρνησή του θα επικεντρωθεί στην ανάπτυξη πέντε «αξιόπιστων βιομηχανικών τομέων», δηλαδή ημιαγωγών, τεχνητής νοημοσύνης, στρατιωτικών, ασφάλειας και επιτήρησης και επικοινωνιών επόμενης γενιάς.

Πριν από την ομιλία του, ο Λάι συναντήθηκε με περισσότερους από 140 ξένους προσκεκλημένους στο Προεδρικό Γραφείο, μεταξύ των οποίων και οι ρεπουμπλικανοί Ντέμπι Λέσκο (R-Ariz.), Άντι Μπιγκς (R-Ariz.) και Κάρολ Μίλερ (R-W.Va.). Οι τρεις Αμερικανοί νομοθέτες έφτασαν στην Ταϊβάν στις 6 Οκτωβρίου.

 

«Ηρεμία και ορθολογισμός»

Ο κινεζικός στρατός έχει αυξήσει τις δραστηριότητές του γύρω από την Ταϊβάν τα τελευταία χρόνια. Οι ενέργειές του περιλαμβάνουν αεροπορικές πτήσεις, ναυτική ανάπτυξη και ασκήσεις με πραγματικά πυρά. Μόλις λίγες ημέρες μετά την ορκωμοσία του Λάι τον Μάιο, η Κίνα ξεκίνησε αυτό που αποκάλεσε «τιμωρητικά» στρατιωτικά γυμνάσια γύρω από το νησί.

Πριν ο Λάι εκφωνήσει την ομιλία του στις 10 Οκτωβρίου, Ταϊβανέζοι και Δυτικοί αξιωματούχοι προειδοποίησαν ότι η Κίνα θα μπορούσε να οργανώσει περισσότερες στρατιωτικές ασκήσεις ως απάντηση στην ομιλία του.

«Παρόλο που δεν έχουμε δει σημαντική στρατιωτική δραστηριότητα ή ασκήσεις μετά από προηγούμενες ομιλίες της 10/10, είμαστε προετοιμασμένοι ότι το Πεκίνο μπορεί να επιλέξει να το χρησιμοποιήσει ως πρόσχημα φέτος», δήλωσε ανώτερος αξιωματούχος της αμερικανικής κυβέρνησης στις 9 Οκτωβρίου. «Δεν βλέπουμε καμία δικαιολογία για να χρησιμοποιηθεί με αυτόν τον τρόπο ένας ετήσιος εορτασμός ρουτίνας. Τέτοιες καταναγκαστικές ενέργειες εναντίον της Ταϊβάν και στο πλαίσιο των σχέσεων Κίνας-Ταϊβάν, κατά την άποψή μας, υπονομεύουν τη σταθερότητα μεταξύ των χωρών».

Πέρυσι, ο διευθυντής της CIA Γουίλιαμ Μπερνς δήλωσε ότι ο ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ είχε δώσει εντολή στον στρατό της Κίνας να είναι έτοιμος μέχρι το 2027 να πραγματοποιήσει μια επιτυχημένη εισβολή στην Ταϊβάν.

Παρά τη στρατιωτική επιθετικότητα της Κίνας, οι περισσότεροι Ταϊβανέζοι δεν πιστεύουν ότι η Κίνα θα εισβάλει στο νησί τα επόμενα πέντε χρόνια, σύμφωνα με δημοσκόπηση που δημοσίευσε η κορυφαία στρατιωτική δεξαμενή σκέψης της Ταϊβάν, το Ινστιτούτο Έρευνας για την Εθνική Άμυνα και Ασφάλεια (Institute for National Defence and Security Research-INDSR), στις 9 Οκτωβρίου.

Η δημοσκόπηση έδειξε ότι το 61% των πολιτών θεωρεί «απίθανο ή πολύ απίθανο» να εξαπολύσει η Κίνα επίθεση στην Ταϊβάν κατά την επόμενη πενταετία. Στη δημοσκόπηση συμμετείχαν περίπου 1.200 άτομα τον Σεπτέμβριο.

«Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν πιστεύουν ότι οι εδαφικές φιλοδοξίες της Κίνας θα εκδηλωθούν με τη μορφή επίθεσης στην Ταϊβάν», δήλωσε η ερευνήτρια του INDSR Κριστίνα Τσεν. «Οι περισσότεροι άνθρωποι βλέπουν τις εδαφικές φιλοδοξίες της Κίνας ως σοβαρή απειλή».

Η Τσεν πρόσθεσε ότι οι κάτοικοι της Ταϊβάν ανησυχούν επίσης για άλλες κινεζικές απειλές, όπως οι στρατιωτικές ασκήσεις και οι εκστρατείες προπαγάνδας.

«Αυτό σημαίνει ότι οι κάτοικοι της Ταϊβάν έχουν επίγνωση της απειλής, αλλά παραμένουν ήρεμοι και λογικοί με τις προσδοκίες ενός επικείμενου πολέμου», δήλωσε το INDSR.

Περισσότερο από το 67% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι θα αντεπιτεθούν αν η Κίνα επιτεθεί, αλλά οι ερωτηθέντες ήταν σχεδόν εξίσου διχασμένοι σχετικά με το αν ο στρατός της Ταϊβάν είναι ικανός να υπερασπιστεί το νησί.

Η έρευνα διαπίστωσε επίσης διχασμό των απόψεων σχετικά με το αν οι Ηνωμένες Πολιτείες θα βοηθούσαν στην υπεράσπιση της Ταϊβάν: το 74% πίστευε ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ ήταν πιθανό να βοηθήσει «έμμεσα» την Ταϊβάν παρέχοντας τρόφιμα, ιατρικές προμήθειες και όπλα, ενώ το 52% πίστευε ότι ο αμερικανικός στρατός θα έστελνε τις ένοπλες δυνάμεις του για να επέμβει.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ταϊβάν δεν είναι επί του παρόντος επίσημοι σύμμαχοι και η Ουάσινγκτον διατηρεί εδώ και καιρό μια πολιτική «στρατηγικής ασάφειας», που σημαίνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι σκόπιμα ασαφείς στο ερώτημα αν θα έρθουν να υπερασπιστούν την Ταϊβάν.

 

«Απομονώστε το νησί»

Η Αμρίτα Τζας, επίκουρη καθηγήτρια στην Ακαδημία Ανώτατης Εκπαίδευσης Μανιπάλ της Ινδίας, έγραψε σε πρόσφατη ανάλυσή της ότι οι στρατιωτικές ασκήσεις της Κίνας γύρω από την Ταϊβάν έχουν γίνει πιο εξελιγμένες τα τελευταία χρόνια, με την αυξανόμενη χρήση προηγμένων τεχνολογιών όπως τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη.

«Οι στρατιωτικές ασκήσεις της Κίνας παρουσιάζουν μια σαφή τάση να είναι «συχνές, έντονες, μεγάλης κλίμακας και πολυτομεακές» στη φύση τους – με διπλό στόχο να επιδείξουν την ικανότητα της Κίνας να αποκλείσει και να απομονώσει το νησί και να εκφράσουν τη δυσαρέσκεια του Πεκίνου για οποιαδήποτε αντιληπτή κίνηση προς την ανεξαρτησία της Ταϊβάν», έγραψε στην ανάλυση, που δημοσιεύθηκε από το Global Taiwan Institute με έδρα την Ουάσιγκτον στις 2 Οκτωβρίου.

Η Ταϊβάν εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές τροφίμων και ενέργειας για τον πληθυσμό της, που ανέρχεται σε περίπου 23 εκατομμύρια ανθρώπους, και τυχόν διαταραχές στις αγορές αυτές θα είχαν βαρύτατο αντίκτυπο στην οικονομία της.

Το Ινστιτούτο Ειρήνης των ΗΠΑ, σε άρθρο που δημοσιεύθηκε στις 9 Οκτωβρίου, δήλωσε ότι η Κίνα θα πλήξει τη δική της οικονομία εάν αποφασίσει να επιβάλει θαλάσσιο και αεροπορικό αποκλεισμό στην Ταϊβάν.

Σύμφωνα με το άρθρο, ο αποκλεισμός της Κίνας «πιθανότατα θα σταματούσε τις αποστολές των προηγμένων μικροτσίπ που χρειάζεται η κινεζική οικονομία για να συμβαδίζει τεχνολογικά με τις ΗΠΑ, για να μην αναφέρουμε ότι υπονομεύει την οικονομική ολοκλήρωση που επιδιώκει με το νησί».

«Αν η Κίνα μπλοκάρει τις εξαγωγές από ένα νησί που αντιπροσωπεύει περίπου το 90% της πιο προηγμένης ικανότητας ημιαγωγών στον κόσμο», αναφέρει το άρθρο, «οι ΗΠΑ θα μπορούσαν πιθανώς να αντλήσουν ευρεία υποστήριξη για αντίποινα από τις δικές τους ενέργειες, ενδεχομένως ακόμη και πιέζοντας την Κίνα σε διάφορα θαλάσσια σημεία ελέγχου».

Εάν το κινεζικό καθεστώς εισέβαλε στην Ταϊβάν, η Κίνα θα έχανε ξένα κεφάλαια, κρίσιμη τεχνολογία και φορολογικά έσοδα, επιφέροντας σημαντικό πλήγμα στην οικονομία της, προστίθεται στο άρθρο.

Του Frank Fang

 

Το Reuters συνέβαλε σε αυτό το άρθρο.

Η Ταϊβάν δηλώνει έτοιμη για κομμουνιστική εισβολή, έκθεση προειδοποιεί για οικονομικό πόλεμο

Ο λαός της Ταϊβάν θα υπερασπιστεί το αυτοδιοικούμενο νησί από μια πιθανή εισβολή του κομμουνιστικού κόμματος της ηπειρωτικής Κίνας, δήλωσε την Παρασκευή ο de facto πρεσβευτής της Ταϊβάν στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Παράλληλα, μια έκθεση προειδοποίησε ότι η προσάρτηση του Πεκίνου μπορεί να γίνει με τη μορφή οικονομικού πολέμου.

Ερωτηθείς εάν οι πολίτες της Ταϊβάν, που ονομάζεται επίσης Δημοκρατία της Κίνας, είναι έτοιμοι να πολεμήσουν εάν το κομμουνιστικό καθεστώς στο Πεκίνο αυξήσει την επιθετικότητά του, ο αντιπρόσωπος της Ταϊβάν στις Ηνωμένες Πολιτείες Αλεξάντερ Γιούι δήλωσε στο Fox News: «Ναι, φυσικά», προσθέτοντας: «Έχουμε δει την Ουκρανία».

Εν τω μεταξύ, σε έκθεση που δημοσιεύθηκε την Παρασκευή από το ερευνητικό ινστιτούτο Ίδρυμα για την Άμυνα των Δημοκρατιών (Foundation for Defense of Democracies-FDD) με έδρα την Ουάσινγκτον, αναφέρεται ότι ενώ οι υπεύθυνοι λήψης αποφάσεων επικεντρώνονται στα «πιο επικίνδυνα» σενάρια, όπως μια στρατιωτική εισβολή ή ένας αποκλεισμός, η «πιο στρατηγική και λογική προσέγγιση» για το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) προκειμένου να υλοποιήσει τον στόχο του για προσάρτηση της Ταϊβάν είναι μια «εκστρατεία οικονομικού εξαναγκασμού με τη βοήθεια του κυβερνοχώρου».

Νωρίτερα φέτος οι ερευνητές του FDD συνεργάστηκαν με τραπεζικούς και οικονομικούς εμπειρογνώμονες στην Ταϊβάν επί δύο ημέρες για να προσομοιώσουν πιθανές μη στρατιωτικές κινήσεις του Πεκίνου.

Οι ερευνητές διερεύνησαν σενάρια στα οποία το ΚΚΚ περιόριζε ή απαγόρευε την εισαγωγή ταϊβανέζικων προϊόντων, μπλόκαρε πληρωμές και εμβάσματα από και προς την Ταϊβάν, εξαπέλυε κυβερνοεπιθέσεις σε κρίσιμες υποδομές, έκοβε υποθαλάσσια καλώδια, χρησιμοποιούσε ψεύτικα βίντεο και ήχο για να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη του κοινού ή διέκοπτε την εμπορική κυκλοφορία με δοκιμές πυραύλων.

Στην έκθεσή του, το FDD δήλωσε ότι η άσκηση έδειξε ότι το Πεκίνο μπορεί να ασκήσει μεγάλη πίεση στην Ταϊβάν -χωρίς να σκοντάψει σε κόκκινες γραμμές με την Ουάσιγκτον ή άλλους συμμάχους.

Οι εντάσεις έχουν αναζωπυρωθεί στα Στενά της Ταϊβάν από το 2016, όταν το Πεκίνο άρχισε να αυξάνει τη διπλωματική και στρατιωτική πίεση στο νησί, ωθώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες να εντείνουν την υποστήριξή τους.

Η Ουάσινγκτον, η οποία είναι υποχρεωμένη βάσει της αμερικανικής νομοθεσίας να παρέχει στην Ταϊπέι επαρκή στρατιωτικό εξοπλισμό για την άμυνά της, έχει υποστηρίξει ότι είναι προς το συμφέρον των ΗΠΑ να διατηρήσουν την ειρήνη στο στενό και να συμπαρασταθούν σε δημοκρατίες όπως η Ταϊβάν για να διατηρήσουν τη φιλελεύθερη-δημοκρατική παγκόσμια τάξη που βασίζεται σε κανόνες.

Το Πεκίνο απαίτησε από τις Ηνωμένες Πολιτείες να μείνουν έξω από την Ταϊβάν, υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για μια καθαρά εσωτερική υπόθεση.

Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έχει δηλώσει ότι θα έστελνε στρατεύματα για να υπερασπιστεί την Ταϊβάν σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης από την Κίνα, αλλά η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν έχει ακόμη διαμορφώσει ένα σχέδιο για να απαντήσει σε μη στρατιωτικές τακτικές, δίνοντας στο Πεκίνο ευελιξία στο να εργάζεται για να υπονομεύσει την Ταϊβάν χωρίς να προκαλέσει μια άμεση απάντηση από την Ουάσινγκτον, δήλωσαν οι ερευνητές του FDD.

Σε ένα από τα τέσσερα σενάρια που δοκίμασε το FDD, οι ερευνητές που έπαιζαν το ρόλο του ΚΚΚ «διέρρευσαν αναφορές για επερχόμενες στρατιωτικές ασκήσεις, απείλησαν να καταλάβουν υπεράκτια νησιά, δωροδόκησαν αξιωματούχους των μέσων ενημέρωσης και χρησιμοποίησαν επιχειρήσεις επιρροής για να προωθήσουν την παράδοση και την κοινωνική αναταραχή», δήλωσε ο ανώτερος διευθυντής του προγράμματος του FDD για την Κίνα, Κρεγκ Σίνγκλετον.

«Ταυτόχρονα, το ΚΚΚ χρησιμοποίησε συμβόλαια στις προθεσμιακές αγορές για να κάνει ανοιχτή πώληση μετοχών της Ταϊβάν, δημιουργώντας πίεση πώλησης και υποκινώντας μεγάλης κλίμακας αποσύρσεις κεφαλαίων. Η προκύπτουσα υποτίμηση του νέου δολαρίου της Ταϊβάν πυροδότησε ένα ξεπούλημα ακινήτων. Η κατάρρευση των τιμών των ακινήτων και οι ανεπαρκείς εξασφαλίσεις υποκίνησαν τις τραπεζικές εκροές», αναφέρεται στην έκθεση, προσθέτοντας ότι πολλοί παίκτες της Ταϊβάν είδαν το σενάριο ως την προτιμώμενη στρατηγική εξαναγκασμού του ΚΚΚ.

Μιλώντας σε συζήτηση πάνελ για την έκθεση, ο Σίνγκλετον δήλωσε ότι η Ταϊβάν έχει ήδη αντιμετωπίσει μια «χαμηλού επιπέδου οικονομική και κυβερνοεκβιαστική εκστρατεία» και επέδειξε «αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα».

Αλλά ο ηγέτης του ΚΚΚ Σι Τζινπίνγκ, ο οποίος θεωρεί την επανένωση με την Ταϊβάν ως «ιδεολογική επιταγή», θα ξεκινήσει μια σταδιακή και ευέλικτη εκστρατεία χρησιμοποιώντας ένα μείγμα οικονομικού, διαδικτυακού και στρατιωτικού εξαναγκασμού για να υπονομεύσει την ανθεκτικότητα της Ταϊβάν.

Οι συστάσεις της έκθεσης για την Ταϊβάν περιλαμβάνουν την ενίσχυση της ανθεκτικότητας στις υποδομές, την ενέργεια, την οικονομία και την κοινωνία των πολιτών.

Οι ερευνητές προέτρεψαν επίσης την Ουάσινγκτον να βοηθήσει την Ταϊβάν να αυξήσει την ανθεκτικότητά της, καθώς και να βελτιώσει τους χρόνους αντίδρασης των συμμαχικών δημοκρατιών για να αντιδράσουν στoν αυταρχικό εξαναγκασμό  «γκρίζας ζώνης» του ΚΚΚ.

 

Το Associated Press συνέβαλε σε αυτό το άρθρο.