Από την Celia Farber.
Ο Βλαντιμίρ Μπουκόφσκυ απεβίωσε στις 27 Οκτωβρίου 2019.
Η παρακάτω συνέντευξη δόθηκε στην Epoch Times τον Μάρτιο του 2019.
«Είναι δύσκολο, αληθινά, να αποδεχτείς μια τρομακτικά μεγάλη αδικία». —Zbigniew Herbert, «Ο Βασιλιάς των Μυρμηγκιών»
Περιστασιακά έρχεται ένα βιβλίο που καθιστά περιττά όλα όσα έχουν προηγηθεί στο ίδιο θέμα.
Αν το θέμα είναι το πώς ακριβώς εμείς (η «Δύση») περιπλεχτήκαμε με τον εχθρό μας, την ΕΣΣΔ, κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, αυτό είναι το μόνο βιβλίο που πρέπει πραγματικά να διαβάσετε: «Κρίση στη Μόσχα: Σοβιετικά εγκλήματα και Δυτική συνενοχή», από τον Βλαντιμίρ Μπουκόφσκυ, που δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στα Αγγλικά τον Μάιο από τον εκδοτικό οίκο 9η Νοεμβρίου.
Ο Μπουκόφσκυ είναι αναμφισβήτητα ο μεγαλύτερος ζωντανός τιτάνας αντίστασης τόσο στον σοβιετικό κομμουνισμό όσο και στο μετα-ΕΣΣΔ, εγκληματικό-υβριδικό κράτος του Βλαντιμίρ Πούτιν. Η New York Times κάποτε αναφέρθηκε στον Μπουκόφσκυ ως «ήρωα σχεδόν θρυλικών διαστάσεων». Το 1976, το ABC Evening News τον ονόμασε «τον αναγνωρισμένο ηγέτη του κινήματος αντιφρονούντων της Σοβιετικής Ένωσης» και για τον μυθιστοριογράφο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ, ήταν απλά «αυτός ο θαρραλέος και πολύτιμος άνθρωπος».
Η ζωή του υπήρξε ένα μνημείο τέλειας ακεραιότητας, αν και μας αρέσει να λέμε ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν υπάρχουν πραγματικά. Ο Μπουκόφσκυ βρέθηκε κλειδωμένος σε διάφορα ψυχιατρικά ιδρύματα («psikhushka») όπου πέρασε τον χρόνο του ψάχνοντας τρόπους για να τεκμηριώσει τις κακοποιήσεις και να πάρει μαζί του τις αποδείξεις. (150 σελίδες ψυχιατρικών αρχείων για έξι αντιφρονούντες, που οδήγησαν σε παγκόσμια κατακραυγή. Έβαλαν και πάλι τον Μπουκόφσκυ στην φυλακή).
Ενώ βρισκόταν κρατούμενος σε ψυχιατρικό ίδρυμα, στον Μπουκόφσκυ έδωσαν την ευκαιρία να απαρνηθεί την συνείδησή του και να βγει από τη φυλακή. Αρνήθηκε, και αντ’ αυτού στάλθηκε σε στρατόπεδο εργασίας. Συνολικά, υπέμεινε 12 χρόνια στο γκουλάγκ, συμπεριλαμβανομένων στρατοπέδων εργασίας, φυλακών και ψυχιατρικών φυλακών — όλα ξεκινώντας από τη νεαρή ηλικία των 19 ετών, την πρώτη φορά που εξέφρασε αντίθεση στην Κομσομόλ (μια οργάνωση νέων που ελεγχόταν από το Κομμουνιστικό Κόμμα).
Τα απομνημονεύματά του, «To Build a Castle: My Life as Dissenter» [Για να χτίσεις ένα κάστρο: Η ζωή μου ως αντιφρονούντας], έγινε πρώτο σε πωλήσεις και κλασικό του είδους.
Όσο για την «Κρίση», είχε ένα πιο ταραχώδες ταξίδι ώστε επιτέλους, μετά από μια 24ετή καθυστέρηση, να εκδοθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες στα Αγγλικά, εντός εβδομάδων από την έκθεση του Μάλερ, η οποία έστειλε τους Αμερικανούς σε ασυνάρτητες συζητήσεις για τη «ρωσική συμπαιγνία», χωρίς ιστορικές γνώσεις.
Αλλά τώρα είναι εδώ. Η στενοκεφαλιά μας, η ελαφρώς ρομαντική συναισθηματικότητα και η εντελώς επιθετική άρνηση να κατανοήσουμε τη δική μας ιστορία μπορούν να θεραπευτούν — αν ξεκινήσουμε απλά παραδεχόμενοι ότι γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα.
Η αληθινή ιστορία του Ψυχρού Πολέμου
Το 700 σελίδων διορθωτικό ιστορικό βιβλίο/αποκάλυψη/βιβλίο σχολίων είναι φορτωμένο με συνεχείς παραπομπές σε μυστικά έγγραφα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης (ΚΚΣΕ, CPSU) και η αφήγησή του γίνεται με συχνά ξεκαρδιστική επίδραση από τον σαρδόνιο, αλλά και απόλυτα μαχητικό, Μπουκόφσκυ.
Αποδίδει γυμνή, την αληθινή ιστορία του Ψυχρού Πολέμου και — αντλώντας από έγγραφα του ΚΚΣΕ — δείχνει πώς τα πλοκάμια του ρωσικού κομμουνιστικού μηχανισμού έφτασαν σε κάθε πτυχή της κοινωνίας μας, των μέσων ενημέρωσης, του πολιτικού συστήματος, του εκπαιδευτικού συστήματος και του Χόλιγουντ.
«Ήταν de rigueur [απαραίτητο] εκείνη την εποχή να γράφονται μόνο ενθουσιώδεις ασυναρτησίες για την ΕΣΣΔ, στον βαθμό που ήταν έκπληξη το γεγονός ότι το χαρτί στο οποίο έγραψα δεν κάηκε από ντροπή», γράφει ο Μπουκόφσκυ.
Ο Μπουκόφσκυ — που απεχθάνεται όχι μόνο τον κομμουνισμό, αλλά επίσης την μετά την ΕΣΣΔ «Γκορμπυμανία» και τον ίδιο τον Πούτιν (φορέα νοοτροπίας KGB και υπεύθυνο για εκβιασμό και δολοφονία) — καλεί την ανηθικότητα του Σοβιετικού Κομμουνιστικού Κόμματος «απεριόριστη» και την (Δυτική) μας αδυναμία και συνενοχή «αηδιαστική».
«Στην πραγματικότητα, ήταν ένας ιμάντας μεταφοράς θανάτου, που λειτουργούσε χωρίς διακοπή και σύμφωνα με σχέδιο, όπως και η σοβιετική βιομηχανία στο σύνολό της», γράφει για την εποχή του Στάλιν. «Είναι ένα πράγμα να γνωρίζεις κάτι, και άλλο πράγμα να βλέπεις μια αδιάφορη σημείωση από τον Στάλιν που καταδικάζει 6.600 άτομα σε θάνατο με μια απλή κίνηση της πένας (31 Δεκεμβρίου 1938.)»
Συνοψίζοντας, και ίσως απλοποιώντας υπέρ το δέον: Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, εμείς στη Δύση παραμείναμε σε μεγάλο βαθμό τυφλοί και κωφοί στη φύση της σοβιετικής δράσης, αναπτύσσοντας αντίθετα νευρωτικές παραδόσεις για να κατηγορούμε άλλους Αμερικανούς για «κόκκινο ψάρεμα», αν ποτέ έβρισκαν κάτι σωστά.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 μετά την ΕΣΣΔ, χειροτερεύσαμε ακόμη περισσότερο, ακολουθώντας απολύτως πιστά την γραμμή του κόμματος στην αφήγηση για τον Μικαήλ Γκορμπατσόφ, καθώς και την ευφορία των «Γκλάσνοστ» και «Περεστρόικα», που σχεδιάστηκαν για να μας αφοπλίσουν και να μας κάνουν να ξεχάσουμε τον προηγούμενο αιώνα τρόμου.
Ο Μπουκόφσκυ εκθέτει την Περεστρόικα και το Γκλάσνοστ ως κυνικές απάτες του ΚΚΣΕ, οι οποίες χρησίμευαν μόνο για να καταστρέψουν κάθε ελπίδα γνωστοποίησης [των δεινών] ή λύτρωσης για τα αμέτρητα εκατομμύρια θύματα. Στη βιογραφία στον ιστότοπο του Μπουκόφσκυ (vladimirbukovsky.com), ο Πωλ Μποτίν λέει ότι ο Μπουκόφσκυ αναφέρεται στον φαινομενικά γλυκομίλητο Μικαήλ Γκορμπατσόφ ως «υφασμάτινη μαριονέτα στο βάρβαρο, κρύο χέρι της KGB».
«Σοσιαλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο»
Τόσο η μετα-κομμουνιστική Ρωσία όσο και [το παγιωμένο σύστημα στην] Δύση συνωμότησαν για να κουνήσουν ένα «μαγικό» ραβδί ανανέωσης και αμνησίας πάνω από ολόκληρο το νεκροταφείο, ενώ αναίσχυντα προωθούσαν νέα ξόρκια όπως «σοσιαλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο». Ο σοσιαλισμός, και οι δύο πλευρές συμφώνησαν, δεν πρέπει να πεθάνει.
Και τώρα κοιτάξτε μας, με τον σοσιαλισμό πρόσφατα να έχει πάρει δύναμη πάλι, παρά τις καλύτερες προσπάθειες του προέδρου μας που είναι ενάντια στην παγκοσμιοποίηση (αν όχι ενάντια στον κομμουνισμό).
Πώς δημιουργήθηκε αυτή η τρέλα;
«Φανταστείτε για μια στιγμή τον Νέλσωνα Μαντέλα», γράφει πικρά ο Μπουκόφσκυ, «απελευθερωμένο ως αποτέλεσμα μιας μακράς δημόσιας εκστρατείας, να δέχεται το παρακάτω ερώτημα στην πρώτη του συνέντευξη τύπου: “Τι σκέφτεστε για ένα απαρτχάιντ με ανθρώπινο πρόσωπο;”»
Συνεχίζει: «Επιπλέον, φανταστείτε ότι κάθε τηλεοπτική εμφάνιση του Μαντέλα θα περιελάμβανε έναν μετριοπαθή “απαρτχαϊντολόγο” από ένα αμερικανικό πανεπιστήμιο — για ισορροπία. Ή ακόμα καλύτερα, έναν δωσίλογο της Πρετόρια: εν τέλει, δεν μπορείς να δείχνεις στο κοινό μόνο εξτρεμιστικές απόψεις, πρέπει να υπάρχει ισορροπία!»
Ο Μπουκόφσκυ είναι αναζωογονητικά τρομαγμένος και ο τόνος που θέτει στο βιβλίο είναι μια απόλυτη θλίψη. Το πιο ενοχλητικό είναι, ότι μας βάζει κατευθείαν σε αυτό: Ο Ψυχρός Πόλεμος δεν τελείωσε, δεν τον κερδίσαμε και ο κομμουνισμός δεν «πέθανε» — μόνο μεταμορφώθηκε και μετά έκανε μετάσταση. Ο λόγος για όλα αυτά είναι ότι ολόκληρος ο κόσμος συμμάχησε για να αφήσει τους Σοβιετικούς κομμουνιστές να ξεφύγουν από την κρίση της ιστορίας.
Ο Μπουκόφσκυ αφιέρωσε χρόνια σε μια αδιάκοπη εκστρατεία για να δημιουργήσει δίκες τύπου Νυρεμβέργης στην μετά την ΕΣΣΔ Ρωσία, αλλά απέτυχε, και τα αποτελέσματα της αυτοψίας περιγράφονται λεπτομερώς σε αυτό το βιβλίο.
«Το καθεστώς ήταν καταδικασμένο», γράφει, «αλλά πριν πνεύσει τα λοίσθια, είχε ακόμα χρόνο για ένα τελευταίο έγκλημα: μετέτρεψε τη χώρα σε πόρνη μέσω της ψεύτικης υπόσχεσης για εύκολη ανάκαμψη χωρίς προσπάθεια ή θυσία».
«Ήταν σαν οι Σύμμαχοι στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου να μην απαιτούσαν την άνευ όρων συνθηκολόγηση της ναζιστικής Γερμανίας, αλλά να ικανοποιούνταν με την περεστρόικά της, δηλαδή με μια περιορισμένη παροχή ελευθεριών από το καθεστώς. Αν γινόταν έτσι, πώς θα ήταν η Ευρώπη σήμερα;»
Ο Μπουκόφσκυ είχε ταξιδέψει αρκετές φορές μετ’ επιστροφής στη Ρωσία από το Κέιμπριτζ της Αγγλίας, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, αφότου η κυβέρνηση του προέδρου Μπόρις Γέλτσιν τον προσκάλεσε ως μάρτυρα ειδικών γνώσεων σε δίκη ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου, στην οποία οι κομμουνιστές μήνυαν την κυβέρνηση για τον χαρακτηρισμό τους ως παράνομους και για την κατάληψη της περιουσίας τους.
Η Δύση ήταν εντελώς συνένοχη στην χαμερπή προσπέραση ολόκληρου του σοβιετικού κομμουνιστικού μηχανισμού θανάτου. Αν υπήρχαν δίκες τύπου Νυρεμβέργης, θα είχαν προκύψει πολλά σοκ, συμπεριλαμβανομένου του μεγάλου αριθμού ανταποκριτών δυτικών μέσων που βρίσκονταν στην λίστα μισθοδοσίας του Κρεμλίνου, και κελαηδούσαν αναλόγως.
Και οι δύο «πλευρές» προώθησαν το κυνικό καρναβάλι της «κατάρρευσης», «της απελευθέρωσης», που καθοδηγήθηκε από την Περεστρόικα και το Γκλάσνοστ.
«Έτσι, η ιδέα μου για μια δίκη τύπου Νυρεμβέργης πέθανε πριν γεννηθεί», γράφει ο Μπουκόφσκυ πένθιμα, «και μαζί με αυτήν, η πιθανότητα μιας κατάλληλης απογραφής για τον μεγαλύτερο πόλεμο της ανθρωπότητας».
«Κανένας στην απέραντη χώρα μας, που καταστράφηκε από αυτόν τον πόλεμο, δεν συγκινήθηκε από την αίσθηση του καθήκοντος — προς την ιστορία, την αλήθεια, την μνήμη των θυμάτων του. Κανείς δεν εκδήλωσε κανένα ενδιαφέρον εκτός από τα όρνεα που εμφανίστηκαν από το πουθενά για να σκίσουν την μνήμη των θυμάτων του».
Η «υψηλή» αριστερά παραμένει χωρίς ούτε μια σταγόνα στα ρούχα της, από το αίμα που χύθηκε. Ακριβώς όπως αναμενόταν, το λογοτεχνικό περιοδικό του Times απέρριψε την «Κρίση στη Μόσχα» του Μπουκόφσκυ ως «ξέσπασμα», αλλά παραδέχτηκε απρόθυμα την αξία των σοβιετικών εγγράφων ως τεκμήρια από πρώτο χέρι, και επίσης τον σχολιασμό.
Άρνηση έκδοσης
Η Κρίση στην Μόσχα (η αγγλική έκδοση) έχει μια Ομηρική, προβληματική εκδοτική πορεία. Πριν από είκοσι τέσσερα χρόνια, το Random House μας αρνήθηκε αυτό το βιβλίο.
Ο εκδοτικός οίκος της 9ης Νοεμβρίου — ένα μικρό πιεστήριο στη Δυτική Ακτή — αξίζει τεράστια αναγνώριση για την ανύψωση της «Κρίσης» από τον πυθμένα της θάλασσας όπου είχε καταλήξει. Το 1995, το Random House αγόρασε το βιβλίο και στη συνέχεια προσπάθησε να το λογοκρίνει. Ο Μπουκόφσκυ αναφέρει ότι δέχτηκε πολύ μεγάλη πίεση — από τον διευθυντή επιλογής θεμάτων, Τζέισον Έπστιν τουλάχιστον — για να «ξαναγράψει ολόκληρο το βιβλίο από την φιλοαριστερή οπτική γωνία».
Το κύριο μέλημα του Random House ήταν να προστατεύσει την ΕΣΣΔ από κάποια άδικη κατηγορία και όχι να «εκπλήξει» τους Αμερικανούς αναγνώστες του.
Η απάντηση του Μπουκόφσκυ, λίγο πριν από την κατάρρευση της σχέσης, ήταν: «Υποψιάζομαι ότι το λογικό θα ήταν να εκπλαγούν πραγματικά αν μάθουν την αλήθεια για τον Ψυχρό Πόλεμο. Στην πραγματικότητα, θα χαιρόμουν πολύ αν προκαλούσε έκπληξη. Δεν μπορούσα ποτέ να καταλάβω το κίνητρο ενός συγγραφέα που γράφει βιβλία που δεν προκαλούν καμιά έκπληξη».
Ο Μπουκόφσκυ, έχοντας αντισταθεί στο σύνολο του μηχανισμού θανάτου της Σοβιετικής Ένωσης, μάλλον αναμενόταν, πως δεν θα υποχωρούσε στις απαιτήσεις του Τζέισον Έπστιν. Αρνήθηκε να συμμορφωθεί με την υπονόμευση του βιβλίου του και τελικά η σύμβαση ακυρώθηκε. Και αυτό ήταν.
Γυρίστε σελίδα, περίπου δύο δεκαετίες μετά.
Με την επίμονη παρότρυνση του πιανίστα Εβγκένυ Κίσσιν, το όραμα για μια έκδοση του βιβλίου στα Αγγλικά τέθηκε πάλι, και τελικά ενσαρκώθηκε από τον οίκο της 9ης Νοεμβρίου, το όνομα του οποίου προέρχεται από την ημέρα πτώσης του Τείχους του Βερολίνου και έχει ως περιγραφή του: «Βιβλία αντιφρονούντων που φέρνονται πίσω για τους αναγνώστες του σήμερα».
Η «Κρίση στην Μόσχα» είχε πριν πολύ καιρό εκδοθεί στην Γαλλία, την Γερμανία, την Ιταλία, την Πολωνία, την Βουλγαρία, ακόμη και στη Ρωσία — αλλά όχι στις Ηνωμένες Πολιτείες ή στο Ηνωμένο Βασίλειο. Εξετάστε το μέρος του τίτλου «και Δυτική συνενοχή», και θα καταλάβετε αμέσως γιατί: Σκελετοί.
Τα έγγραφα
«Αναστήθηκε αν και δεν το περίμενα», γράφει ο Μπουκόφσκυ στον πρόλογο. Ο Κίσσιν ήταν αυτός που το προκάλεσε, αλλά υπάρχει ένας ολόκληρος θίασος ετερόκλητων χαρακτήρων που εμπλέκονται σε αυτό το εκδοτικό κατόρθωμα, συμπεριλαμβανομένου ενός κάποτε επτάχρονου αγοριού με το όνομα Πάβελ Στροΐλοβ, ο οποίος έγραψε ένα γράμμα στον Μπουκόφσκυ το 1991:
«Καλημέρα, Βλαντιμίρ Κωνσταντίνοβιτς! Το όνομά μου είναι Πάβελ και είμαι 7 ετών. Διάβασα σε μια εφημερίδα ότι δεν σας αρέσουν οι κομμουνιστές. Δεν μου αρέσουν επίσης. Ας κάνουμε παρέα».
Πέντε χρόνια αργότερα, ο Πάβελ μιλούσε άπταιστα Αγγλικά, και σε ηλικία 17 ετών, ανακάλυψε ότι «ένα μεγάλο σώμα απόρρητων κομμουνιστικών εγγράφων» είχε γίνει προσβάσιμο στα αρχεία του Ιδρύματος Γκορμπατσόφ.
Έτσι, έγινε ο «άντρας στο εσωτερικό» του Μπουκόφσκυ στη Ρωσία, βοηθώντας τελικά στην αντιγραφή και στην λαθραία μεταφορά περίπου 100.000 εγγράφων που απαντούν σε πάρα πολλά ερωτήματα σχετικά με το ποιος ακριβώς «συνωμοτούσε με τους Ρώσους» και για ποιον σκοπό. Ο γερουσιαστής Τζόσεφ ΜακΚάρθυ, αποδεικνύεται, ήταν σωστός, αλλά ήταν ο λάθος αγγελιοφόρος, και κατέληξε να εκτροχιάσει τον στόχο της αντικομμουνιστικής ευαισθητοποίησης για μισό αιώνα.
Μεταφρασμένη από την βιρτουόζο Αλυόνα Κογέβνικοβ και με τη βοήθεια πολλών εθελοντών, η «Κρίση στην Μόσχα» εκδόθηκε επιτέλους, στα Αγγλικά, στις 14 Μαΐου 2019.
Ερωτηθείσα από την Epoch Times ποια είναι η ανταπόκριση μέχρι στιγμής, η Ελίζαμπεθ Τσάιλντς, από τον εκδοτικό οίκο της 9ης Νοεμβρίου, έγραψε: «Πωλείται σαν ζεστά κέικ».
Ήταν η Τσάιλντς — που από παλιά εκτιμούσε τον Μπουκόφσκυ — που έδωσε την ιδέα στον Πωλ Μποτίν, ο οποίος έγινε τελικά ο επιμελητής της «Κρίσης». Ο Μποτίν, ο οποίος έχει γράψει για το WIRED, την New York Times και άλλους, απάντησε στην Epoch Times μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου όταν ρωτήθηκε τι τον οδήγησε στο ηράκλειο έργο.
«Αυτό που με προσέλκυσε στην “Κρίση” είναι ότι η τεκμηρίωση της δύσπεπτης θέσης του Βλαντιμίρ για τις σχέσεις Ανατολής-Δύσης είναι ένας θησαυρός εγγράφων απευθείας από το Κομμουνιστικό Κόμμα», έγραψε ο Μποτίν.
«Είναι η παλιά εκδοχή του να πιάνεις πολιτικούς στην κάμερα: ο Γκορμπατσόφ να απαντά για τον αριθμό των νεκρών στην πλατεία Τιενανμέν με: “Τρεις χιλιάδες … και λοιπόν;” Η Κεντρική Επιτροπή να συμφωνεί να στείλει δώρο στον ισχυρό Φινλανδό πολιτικό Καλέβι Σόρσα για τα 50α γενέθλιά του, ώστε να τον ευχαριστήσει για την “μυστική συνεργασία του μαζί μας”. Η πρόταση χρηματοδότησης των Μαύρων Πανθήρων… Το αίτημα ξεκινά με την βιτρίνα της αλληλεγγύης προς τους καταπιεσμένους, αλλά τελειώνει με την πραγματική του πρόθεση, να αποσπάσει τον Νίξον από την εξωτερική πολιτική. Αν έχετε μια κυνική αίσθηση του χιούμορ, είναι κωμωδία τύπου Μόντυ Πάιθον».
Δεν μπορώ να το υπερτονίσω: Διαβάζοντας την «Κρίση», γέλασα, έκλαψα, σημείωσα και ένιωσα λυτρωμένη από μια μακρά και φρικτή ασθένεια. Η ασθένεια ήταν ότι δεν ήμουν σίγουρη αν ο «αντικομμουνισμός» μου είχε «παρανοϊκή» φύση, όπως φαινόταν να νιώθουν οι φίλοι μου στα αριστερά.
Προσπάθησα να σηκώσω το τηλέφωνο για να τηλεφωνήσω σε αυτόν τον άντρα Όρος Έβερεστ, αλλά όταν το έκανα, η φωνή του ακούστηκε πολύ ανθρώπινη — ακριβώς το χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτού του πιο ανθρώπινου από τα αντικομμουνιστικά σύμβολα.
Μαντέψτε με τι γέλασε;
Με το Russiagate [υποτιθέμενο σκάνδαλο Ρωσίας στις εκλογές των ΗΠΑ].
Η συνέντευξη θα συνεχιστεί στο Μέρος II: «Θρυλικός Σοβιετικός Αντιφρονούντας: Πρέπει να δικάσουμε τον κομμουνισμό».
Η Celia Farber είναι Σουηδό-Αμερικανή συγγραφέας με εμπειρία στην αρθρογραφία περιοδικών και την ερευνητική δημοσιογραφία. Έχει γράψει για το περιοδικό Harper’s, Esquire, Rolling Stone και πολλά άλλα, και είναι εξωτερική συνεργάτιδα στην Epoch Times.
Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι οι απόψεις του συγγραφέα και δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα την γνώμη της Epoch Times.
[give_form id=”3924″]