Της Jennifer Galardi
Μετάφραση: Αλία Ζάε
Σχολιασμός
Όταν ήμουν μικρή, θυμάμαι ότι πάντα διχαζόμουν ανάμεσα στις ροζ τούλινες φουστίτσες και τα ρούχα του τέννις, στις πουέντ και τα αθλητικά. Ήθελα να μπορώ ταυτόχρονα να παλεύω με τον αδελφό και τα ξαδέλφια μου, αλλά και να ντύνομαι και να μοιάζω με φωτομοντέλο. Δεν μου άρεσε να ντύνομαι υπερβολικά κοριτσίστικα, να φοράω φουστάνια και να βάφομαι, αλλά ήθελα και να αρέσω στα αγόρια.
Όπως οι περισσότεροι έφηβοι, έψαχνα να βρω ποια είμαι και ποια είναι η θέση μου σε αυτό τον κόσμο. Ποτέ δεν σκέφτηκαν οι γονείς μου ή οι δάσκαλοι ή οποιοσδήποτε άλλος ενήλικος να με ρωτήσουν σε ποιο φύλο νιώθω να ανήκω. Το ότι ήμουν κορίτσι ήταν δεδομένο, ανεξάρτητα από το είδος των ρούχων που επέλεγα να φοράω κι από τα παιχνίδια που έπαιζα. Πάντα ήμουν, είμαι και θα είμαι θηλυκού γένους.
Ήμουν απλά ένα ‘αγοροκόριτσο’, που προτιμούσε να σκαρφαλώνει σε δέντρα ή να κρεμιέται από κλήματα, παρά να παίζει με τις κούκλες. Τίποτα το ασυνήθιστο μερικές δεκαετίες πριν. Στην εποχή μας όμως, μετά από χρόνια προοδευτικής ιδεολογίας του φύλου και αποδόμησης της συνηθισμένης σεξουαλικότητας, τα αγοροκόριτσα, όπως και πολλές άλλες αποχρώσεις και εκφάνσεις της θηλυκότητας, είναι πια είδος προς εξαφάνιση.
Η ορολογία που ήταν κάποτε ευρέως αποδεκτή, τώρα αμφισβητείται όχι μόνο από τους ίδιους τους νέους, που νιώθουν να βρίσκονται σε λάθος σώμα, αλλά και από τους γονείς τους, που βιάζονται να επιβεβαιώσουν τη λεγόμενη ‘δυσφορία του φύλου’ (η οποία αναφέρεται ακριβώς στην αντίληψη μιας ασυνέπειας μεταξύ του σώματος που έχει κάποιος και της αίσθησης της ταυτότητάς του). Ωστόσο, η άκριτη επιβεβαίωση αυτής ψυχολογικής κατάστασης έχει βαρύ κόστος, ιδίως για τις γυναίκες.
Ο ορισμός της γυναίκας
Προκειμένου να θεμελιώσουμε τον ισχυρισμό ότι οι γυναίκες καταργούνται, ας ορίσουμε αρχικά τι είναι μια γυναίκα. Τα περισσότερα σύγχρονα και όλα τα παλιά λεξικά ορίζουν τη γυναίκα ως ‘ενήλικο θηλυκό άνθρωπο’. Το διαδικτυακό λεξικό του Cambridge περιγράφει τη γυναίκα ως ‘ενήλικο άτομο που ζει και αυτοπροσδιορίζεται ως θηλυκό, παρόλο που στη γέννηση ίσως του αποδόθηκε διαφορετικό φύλο’. Και στις δυο περιπτώσεις χρησιμοποιείται ο όρος ‘θηλυκό’, το οποίο με τη σειρά του ορίζεται ως ‘σχετικό με μια γυναίκα ή ένα κορίτσι’. Το λεξικό του Webster αναφέρει στον ορισμό του ότι θηλυκό ονομάζουμε το ‘φύλο που έχει τυπικά την ικανότητα να γεννάει μωρά ή να κάνει αυγά’.
Ένα αντίγραφο του Λεξικού Αμερικανικής Κληρονομιάς από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 μας δείχνει ότι οι διαδικτυακοί ορισμοί έχουν προσαρμοστεί στις κοινωνικές πεποιθήσεις της εποχής, μια παλιά τακτική της προοδευτικής ιδεολογίας. Θηλυκό δεν ήταν το άτομο που είχε τυπικά την ικανότητα να γεννάει μωρά ή να κάνει αυγά, αλλά αυτό που ‘σχετίζεται με ή αυτό που δηλώνει το φύλο που γεννάει μωρά ή κάνει αυγά’ ή αυτό που ‘χαρακτηρίζει ή αντιστοιχεί σε αυτό το φύλο’. Μέχρι πρόσφατα δηλαδή μια γυναίκα οριζόταν σαφώς από την ικανότητά της να παράγει αυγά (ωάρια) και να γεννάει μωρά.
Η ετυμολογία της [αγγλικής] λέξης ‘woman’ ανάγεται στη σύνθεση των λέξεων ‘άντρας’ (man) και ‘σύζυγος’ από τα παλαιά αγγλικά. Η ρίζα της λέξης ‘male’ (=αρσενικό) προέρχεται από τα παλαιά γαλλικά όπου σήμαινε ένα ‘μηχανισμό σχεδιασμένο να συνδέεται με έναν άλλον με έναν ορισμένο τρόπο’, κάτι που μας παραπέμπει σαφώς στην ερωτική πράξη και τον τρόπο ένωσης των δυο φύλων. Παρόμοιες σκέψεις περιέχει και το βιβλίο της Γενέσεως, 2:24: «ἕνεκεν τούτου καταλείψει ἄνθρωπος τὸν πατέρα αὐτοῦ καὶ τὴν μητέρα καὶ προσκολληθήσεται πρὸς τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν.» (1)
Στα εβραϊκά, η γυναίκα λέγεται ‘ισάχ’. Μέχρι να δημιουργηθεί η γυναίκα, ο Αδάμ δεν αποκαλείται άνδρας. Μέχρι εκείνη τη στιγμή η λέξη ‘αδάμ’ είναι ουδέτερη και σημαίνει ‘άνθρωπος’. Δεν αποκαλείται ‘ις’ πριν την ύπαρξη της ‘ισάχ’. Δηλαδή, το αρσενικό και το θηλυκό είναι αναγκαστικά ετεροπροσδιοριζόμενα.
[Στα ελληνικά, η λέξη άνδρας ή άντρας προέρχεται από το ανήρ, το οποίο έχει σανσκριτικές ρίζες. Στο ίδιο θέμα ανάγεται και η λέξη ‘άνθρωπος’: ανδρός όψη (2). Η λέξη ‘αρσενικός’ ανάγεται είτε στα Περσικά είτε στα Σανσκριτικά επίσης (3). Η λέξη ‘γυνή’ (γυναίκα) κατάγεται από την ινδοευρωπαϊκό λέξη gwen (γυναίκα) (4). Πολύ συχνά σημαίνει και σύζυγος. Είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι και οι δυο λέξεις, άντρας και γυναίκα, σε πολλά λεξικά λαμβάνουν τη σημασία τους το ένα σε σχέση με το άλλο. Η λέξη ‘θηλυκός’ προέρχεται από το αρχαίο (ήδη ομηρικό) θήλυ που έχει ομοίως ινδοευρωπαϊκή προέλευση. Στην αρχαία γραμματεία τα θήλυ και γυνή χρησιμοποιούνταν εναλλάξ, με την ίδια σημασία (5). Σ.τ.Μ.]
Από την άποψη της επιστήμης της Βιολογίας, τον τελευταίο αιώνα ως γυναίκες (ή θηλυκά άτομα) αναγνωρίζονται αυτά που συνδυάζουν στο DNA τους δυο Χ χρωμοσώματα. Παρ’ όλα αυτά, η μοντέρνα αποδόμηση των παραδοσιακών απόψεων για τα φύλα απαιτεί τη διαστρέβλωση όλων των παλιών νοημάτων, καταντώντας τις γυναίκες μια νεφελώδη κατηγορία χωρίς βιολογική, ιστορική ή θεολογική σημασία. Και αυτήν τη διαδικασία την υπηρετούν όλοι, από την επιστήμη μέχρι και τον φεμινισμό.
Ο φεμινισμός και η άρνηση της γυναίκας
Από το να είναι ένα κίνημα που στοχεύει στην ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών και στην προστασία των τελευταίων, ο φεμινισμός εξελίχθηκε σε έναν ατελείωτο κατάλογο καταγγελιών που αλλάζουν ταχύτατα. Ο διατομεακός και ασφαλής χώρος των σημερινών φεμινιστικών αιτημάτων απέχουν από τα αιτήματα του δεύτερου μισού του 19ου και του πρώτου μισού του 20ου αιώνα. Οι διαμαρτυρίες και ο ακτιβισμός γυναικών όπως η Μύρα Μπράντγουελ, η Ελίζαμπεθ Κάντυ Στάντον και η Λουκρητία Μοτ απεγκλώβισαν τις γυναίκες από τη θέση τους ως ιδιοκτησία του συζύγου και απέκτησαν το δικαίωμα να έχουν τη δική τους ιδιοκτησία, εργασία και ψήφο. Επίσης κέρδισαν μεγαλύτερη ελευθερία ως προς τον τρόπο που μπορούσαν να παρουσιάζονται ως γυναίκες στην κοινωνία, την εργασία και την πολιτική.
Όμως, αντί να ικανοποιηθούν με τα παραπάνω επιτεύγματα και το νεοαποκτηθέν δικαίωμα να εκφράζουν τη θηλυκότητά τους σε όλο της το εύρος και σε πολλούς νέους τομείς, οι φεμινίστριες των δεκαετιών του 1960 και 1970 ξεκίνησαν μια νέα σταυροφορία, επιδιώκοντας να επιβάλλουν το μοντέλο της ερωτικά απελευθερωμένης και οικονομικά ανεξάρτητης γυναίκας. Αυτό όμως δεν διεύρυνε τις δυνατότητες των γυναικών, αλλά μάλλον τις ελάττωσε. Οι γυναίκες παρακινήθηκαν να ελευθερωθούν από τις απαιτήσεις της πατριαρχικής κοινωνίας, σύμφωνα με τις οποίες έπρεπε να μένουν σπίτι για να μεγαλώνουν τα παιδιά. Ο σύζυγος και τα παιδιά – η οικογένεια – μεταμορφώθηκαν σε περιορισμούς που εμπόδιζαν τις γυναίκες να εκφράσουν τον πραγματικό εαυτό τους. Όσες γυναίκες επέλεγαν να διατηρήσουν τους παραδοσιακούς ρόλους τους αντιμετωπίζονταν ως προδότριες του κινήματος.
Το αποτέλεσμα του δεύτερου κύματος του φεμινισμού ήταν ένα πλήθος γυναικών που ένιωθαν άβολα με την ίδια την ουσία της θηλυκότητας. Ενώ οι πρώτες φεμινίστριες υποστήριζαν ότι οι άντρες έκαναν λάθος υποτιμώντας τις γυναίκες και τη γυναικεία φύση, οι φεμινίστριες όπως η Σιμόν ντε Μπωβουάρ υποστήριξαν ότι δεν υπάρχει μια δεδομένη γυναικεία φύση: «Γυναίκα δεν γεννιέσαι, γίνεσαι». Αυτά τα κινήματα αρνήθηκαν την ύπαρξη των διαφορών ανάμεσα στη φυσιολογία και τους ρόλους των αντρών και των γυναικών, ιδίως μέσα στην οικογένεια. Ο γάμος και η μητρότητα θεωρήθηκαν παγίδες που τους έστηναν οι άντρες κι όχι δώρα του Θεού. Τα οικογενειακά καθήκοντα ήταν πια για τις γυναίκες βάρος και ταπείνωση κι όχι προσφορά, φροντίδα και μέσα ανύψωσης του εαυτού.
Τα σύγχρονα φεμινιστικά κινήματα δεν μοιάζουν να επιδιώκουν ίσες ευκαιρίες, όσο την πλήρη ανεξαρτησία από τους άντρες, καταλήγοντας σε αυτό που ο Χάρβεϋ Μάνσφηλντ (6) περιέγραψε ως γυναικείο μηδενισμό. Προϊόντα τους είναι η αδιαφορία, ακόμα και η περιφρόνηση για τις ιδιαίτερες ιδιότητες και δυνάμεις του γυναικείου φύλου, που συνδυάζονται με, υποστηρίζουν και καθοδηγούν τις αντρικές φυσικές ορμές, δίνοντας και οργανώνοντας τη ζωή. Βλέπουμε στις σημερινές φεμινίστριες μια άρνηση για οποιοδήποτε καθορισμό από οποιονδήποτε, σαν το τίποτα να είναι καλύτερο από τη θηλυκότητα. Μέσα σε αυτό το κενό, οι γυναίκες μπορούν να είναι οτιδήποτε θελήσουν – ακόμα και άντρες.
Η ελευθεριότητα (7) των ερωτικών ηθών
Αντί οι σύγχρονες φεμινίστριες να χρησιμοποιήσουν τη γυναικεία επιρροή για να αρθούν τα αντρικά ερωτικά ήθη στο ύψος των γυναικείων, όπως έκαναν οι πρώτες φεμινίστριες, κατέβασαν τα δικά τους στο επίπεδο των αντρών, επιδιώκοντας την ίδια ερωτική ελευθερία, ηδονή και αίσθηση δύναμης που έχουν οι άντρες, χωρίς τα ανεπιθύμητα αποτελέσματα μιας απρόσκλητης εγκυμοσύνης. Τη δεκαετία του 1960, η εμφάνιση του αντισυλληπτικού χαπιού τους έδωσε τη δυνατότητα να προχωρήσουν προς αυτή την κατεύθυνση. Με αυτό τον τρόπο, η ηδονή αποσυνδέθηκε από την τεκνοποίηση και η ανάγκη για το γάμο ελαχιστοποιήθηκε. Εξαιτίας της σεξουαλικής απελευθέρωσης των δεκαετιών του ’60 και του ’70 η γυναικεία αγνότητα έπαψε να είναι προαπαιτούμενη, όπως και η ευπρέπεια. Οι άντρες μπορούσαν πια να βρίσκουν εύκολα ερωτική σύντροφο, χωρίς να χρειάζεται να βελτιώσουν την κοινωνική ή οικονομική τους κατάσταση και συμπεριφορά, αλλά κυρίως χωρίς να χρειάζεται να δεσμεύονται.
Οι αντισυλληπτικές μέθοδοι ήταν το πρώτο βήμα προς την απελευθέρωση των ερωτικών ηθών, απαλλάσσοντας τις γυναίκες και τους άντρες από τις απτές συνέπειες των πράξεών τους. Η δυνατότητα μιας εύκολης άμβλωσης τούς επέτρεψε να εγκαταλείψουν και τα τελευταία ίχνη αυτοσυγκράτησης. Αν και μερικοί κατάλαβαν τις ηθικές συνέπειες που συνεπάγονταν, για πολλούς ζητήματα όπως η υγεία της μητέρας και του μωρού, ο βιασμός, η αιμομιξία και σύνδρομα που μπορεί να είχε το μωρό συνιστούσαν επίσης αξιόλογα επιχειρήματα υπέρ της νομιμοποίησης της άμβλωσης, καθιστώντας τις αποφάσεις δύσκολες. Από την άλλη, ο Κρίστοφερ Κάλντγουελ, στο βιβλίο του «Η Εποχή των Δικαιωμάτων» (8), αποδίδει τις αμφιταλαντεύσεις μας πάνω σε αυτό το ζήτημα σε έλλειψη στέρεης ηθικής. Η διάσημη υπόθεση Roe v. Wade το 1973, στην οποία το δικαστήριο απεφάνθη υπέρ του δικαιώματος των γυναικών να επιλέξουν αν θα προβούν σε άμβλωση ή όχι, έθεσε δικαστικό προηγούμενο στις ΗΠΑ, συντελώντας όμως και στην αύξηση των απαιτήσεων για ερωτική ελευθερία. «Κάθε ελπίδα για διατήρηση της παλιάς ηθικής στα ερωτικά ήθη μετά από τη νομιμοποίηση των αμβλώσεων ήταν μάταιη», αναφέρει ο Κάλντγουελ.
Αγωνιζόμενες για την αποτίναξη των ερωτικών περιορισμών που υφίσταντο οι γυναίκες, οι φεμινίστριες πέτυχαν την αποδυνάμωση κάθε περιορισμού και το δεύτερο κύμα του φεμινισμού άνοιξε τον δρόμο για ακόμα πιο ελευθεριακές ιδεολογίες. Το 2007, περισσότερες γυναίκες από άντρες υποστήριξαν τη νομιμοποίηση του γάμου μεταξύ των ομοφυλόφιλων. Πιο πρόσφατα, οι διεμφυλικές γυναίκες απέκτησαν πρόσβαση σε γυναικείους χώρους όπως αγωνίσματα, αποδυτήρια, ακόμα και φυλακές. Είναι υπερβολή να θεωρήσουμε ότι αυτές οι εξελίξεις καταλήγουν στην αλλοίωση της έννοιας ‘θηλυκό’;
Στις αρχές της νέας χιλιετίας, παρατηρήσαμε μια μαζικότερη αποδοχή του ομοφυλόφιλου άντρα. Η εμφάνισή του σε τηλεοπτικές εκπομπές, παραστάσεις, κινηματογραφικά έργα κλπ, τον μετέβαλλαν από περιθωριακό τύπο στον καλύτερο φίλο των γυναικών. Οι ομοφυλόφιλοι άντρες φέρονταν να παρέχουν στις γυναίκες τη συντροφιά ενός μέλους του αντίθετου φύλου χωρίς τις ερωτικές επιπλοκές που καταστρέφουν πολλές φορές μια παρόμοια φιλία. Αντίθετα, τους πρόσφεραν μια συναισθηματική υποστήριξη που είναι αδύνατο να προέλθει από έναν σύζυγο, ερωτικό σύντροφο ή έστω φίλο. Σύμφωνα με έρευνα του 2009, πολλές γυναίκες ανέφεραν ότι «η αυτοπεποίθησή τους είχε αυξηθεί χάρη στη συντροφιά των γκέι φίλων τους». Έτσι, αντί να αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις που ενέχει η συνύπαρξη με το αντίθετο φύλο, όλο και περισσότερες γυναίκες κατέφευγαν στις παρέες των ομοφυλόφιλων, ιδίως στις αστικές περιοχές, βαθαίνοντας το χάσμα μεταξύ των φύλων.
Πιο πρόσφατο φαινόμενο, η αλλαγή της ονομασίας των ιερόδουλων: οι γυναίκες που πουλούν το κορμί τους ονομάζονται πλέον ‘εργάτριες του σεξ’ και όχι πόρνες, σαν να πρόκειται για μια αξιοσέβαστη εργασία που κάνουν από επιλογή τους κι όχι επειδή αντιμετωπίζουν δυσκολίες. Ωστόσο, το γεγονός παραμένει ότι ο γυναικείος ερωτισμός υποβιβάζεται κατ’ αυτόν τον τρόπο και οι γυναίκες μειώνονται, δεν εξυψώνονται. Κι αν η κοινωνία θεωρεί ότι υποστηρίζοντας αυτά τα ‘επαγγέλματα’ υποστηρίζει τις γυναίκες, τότε δεν μπορεί παρά να είναι μια διεστραμμένη κοινωνία.
Γιατί να μας ξαφνιάζει το γεγονός ότι για πολλές γυναίκες η θηλυκότητα έχει χάσει κάθε αξία; Έχοντας αφαιρέσει ή υποτιμήσει κάθε χαρακτηριστικό που κάνει τις γυναίκες πολύτιμες και ξεχωριστές, το μόνο που μένει είναι ένα σώμα που κι αυτό εύκολα πουλιέται, ανταλλάσσεται ή ακρωτηριάζεται.
Η διάδοση της δυσφορίας του φύλου
Αν και ο αριθμός των ενήλικων διεμφυλικών παρέμεινε σχετικά σταθερός, ο αριθμός των παιδιών και εφήβων που διαγνώστηκαν με δυσφορία του φύλου στις ΗΠΑ από το 2017 έως το 2021 τριπλασιάστηκε, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε το Komodo Health στο Reuters.
Το κίνημα του διεμφυλισμού φαίνεται να επηρεάζει περισσότερο τις νέες γυναίκες. Τα περισσότερα παιδιά με δυσφορία φύλου είναι τα γεννημένα κορίτσια. Η Αμπιγκέηλ Σρίερ, συγγραφέας του πολυσυζητημένου βιβλίου «Ανεπανόρθωτη ζημιά» (9), αποδίδει την έξαρση του παιδικού και εφηβικού διεμφυλισμού σε κοινωνικούς παράγοντες. Η πλειοψηφία των ειδικών συμφωνούν ότι οι κοινωνικός μιμητισμός επηρεάζει περισσότερο τα κορίτσια παρά τα αγόρια. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ειδικά αυτά στα οποία η εικόνα έχει σημαντική θέση όπως το Instagram και το TikTok, αυξάνουν την πίεση και συμβάλλουν στην εμφάνιση κατάθλιψης, άγχους και διανοητικής αστάθειας στους εφήβους, κάτι που συνδυάζεται σε πολλές περιπτώσεις με αισθήματα δυσφορίας του φύλου. Τα κορίτσια είναι πιο ευάλωτα στον καταιγισμό των επεξεργασμένων εικόνων που δέχονται, οι οποίες προωθούν τις σωματικές στρεβλώσεις και οδηγούν σε διάφορες ψυχοπάθειες όπως η νευρική ανορεξία. Εν τέλει, τα κορίτσια και οι νέες γυναίκες είναι πιο ευαίσθητες και ευεπηρέαστες όταν πρόκειται για το σώμα τους.
Μέχρι πρόσφατα, τα κορίτσια έκαναν την επανάστασή τους φορώντας μόνο μαύρα, βάφοντας τα μαλλιά τους μωβ ή απλά φορώντας αυτά που ήξεραν ότι δεν αρέσουν στους γονείς τους. Κι ενώ οι ριψοκίνδυνες εφηβικές συμπεριφορές εξοργίζουν ή τρομάζουν κατά κανόνα τους γονείς, οι παραπάνω επαναστατικές εκφράσεις δεν είχαν ποτέ σοβαρές συνέπειες. Τα περισσότερα κορίτσια ξεπερνούν αυτήν τη φάση και συνήθως διοχετεύουν τελικά την ενέργειά τους σε υγιείς δραστηριότητες ή στις σπουδές, στην εργασία, στην άθληση κ.ο.κ.
Όμως, το σημερινό φαινόμενο δεν είναι τόσο αβλαβές. Αντίθετα, προκαλεί ανεπανόρθωτες βλάβες, όπως δείχνει και η Σρίερ στο βιβλίο της. Μια γνωστή έρευνα που διεξήγαγε η Υπηρεσία Ανάπτυξης Διεμφυλικής Ταυτότητας στην κλινική Τάβιστοκ [Tavistock’s Gender Identity Development Service], τη μόνη κρατική παιδιατρική κλινική στην Αγγλία με ειδίκευση στη διεμφυλικότητα, σε σχέση με τη λήψη αναστολέων εφηβείας από παιδιά, αποκάλυψε ότι το 98% αυτών των παιδιών άρχιζαν στην εφηβεία τη λήψη ορμονών αλλαγής φύλου, κάτι που οδηγεί δυνητικά σε στειρότητα και σεξουαλική δυσλειτουργία. Η kλινική Mayo αναφέρει ότι, πέραν της δυσλειτουργίας των γεννητικών οργάνων που μπορεί να επιφέρουν, οι αναστολείς εφηβείας ενδέχεται να επηρεάζουν γενικά την ανάπτυξη – ειδικά το ‘ξεπέταγμα’ της προεφηβείας και την ανάπτυξη και πυκνότητα των οστών. Από την άλλη, σχεδόν όλα τα οφέλη που μπορεί να έχει η ανάσχεση της εφηβείας (και τα οποία είναι ευρέως αμφισβητήσιμα) ανήκουν στο πεδίο της ψυχολογίας (λιγότερη κατάθλιψη και άγχος) και της κοινωνικότητας. Όμως αυτά τα παιδιά δεν έχουν ανάγκη να καθυστερήσουν την επερχόμενη εφηβεία τους τεχνητά. Έχουν ανάγκη από ώριμους γονείς και ίσως και ψυχολόγους, οι οποίοι θα τα βοηθήσουν να ξεπεράσουν οποιαδήποτε δυσφορία τους προκαλεί η μεταμόρφωση του σώματός τους και οι υπόλοιπες αλλαγές που συνοδεύουν τη μετάβαση από την παιδικότητα στην ωριμότητα.
Ίσως αυτό να είναι και το πιο τραγικό σε όλη την υπόθεση της διεμφυλικότητας. Η έλλειψη ώριμων ενηλίκων – γονέων, ψυχολόγων, γιατρών – που θα έπρεπε χάρη στην εμπειρία και τη λογική τους, αντί να παρασύρονται και να ενισχύουν τις ανασφάλειες των παιδιών τους, είτε αυτές προέρχονται από κοινωνική πίεση είτε από γνήσιες προσωπικές αναζητήσεις, να τα καθοδηγούν με αγάπη και σύνεση.
Το μέρος του εγκεφάλου που είναι ικανό να κάνει μακροπρόθεσμα σχέδια και να παίρνει λογικές και φρόνιμες αποφάσεις βρίσκεται στον μετωπιαίο λοβό ή προμετωπιαίο φλοιό. Σύμφωνα με επιστημονικά δεδομένα, το τμήμα αυτό δεν έχει αναπτυχθεί πλήρως πριν από την ηλικία των 25 ετών. Κατ’ επέκταση, η ευθύνη για τις μακροπρόθεσμες συνέπειες των πράξεων των εφήβων και νεαρών ατόμων βαραίνει τους ενηλίκους και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρείται ένα ανήλικο άτομο ικανό να παίρνει αποφάσεις που καθορίζουν το μέλλον του και τις οποίες είναι πιθανό να μετανιώσει.
Πολλά είναι τα κορίτσια που θέλουν να κάνουν ‘επέμβαση στήθους’, εννοώντας τη διπλή μαστεκτομή. Οι καρκινοπαθείς που αναγκάστηκαν να υποστούν μαστεκτομή (ή υστερεκτομή) γιατί δεν είχαν άλλη επιλογή γνωρίζουν καλά τις ψυχολογικές δυσκολίες που συνήθως τη συνοδεύουν. Πολλές γυναίκες νιώθουν ένα βαθύ αίσθημα απώλειας, σαν να έχασαν ένα ουσιαστικό κομμάτι του εαυτού τους. Είναι τρομακτική η ελαφρότητα με την οποία υγιή κορίτσια εύχονται να απαλλάσσονταν ή πράγματι απαλλάσσονται από ένα μέρος του σώματός τους. Είναι κάτι που υποβαθμίζει τη θηλυκότητα εν γένει, αλλά και τον ρόλο των γυναικών στην κοινωνία.
Οι σύγχρονες φεμινίστριες και οι υποστηρικτές του διεμφυλισμού δεν μοιράζονται μόνο την αδιαφορία και την περιφρόνησή τους για την πραγματικότητα. Τόσο οι μεν όσο και οι δε φαίνεται να αδυνατούν να αποδεχτούν τον εαυτό τους ως έχει. Χωρίς πίστη σε μια ανώτερη δύναμη που ορίζει τα πράγματα και την οποία θα έπρεπε να εμπιστευόμαστε σε κάθε περίπτωση, γεμίζουν θυμό και πικρία που είτε κατευθύνουν προς στους άντρες, τις συμβατικές γυναίκες και την κοινωνία γενικότερα είτε προς τον ίδιο τους τον εαυτό.
Άλλο να αμφισβητούμε τους καθιερωμένους γυναικείους κοινωνικούς ρόλους και τους εκάστοτε κανόνες που καταπνίγουν τη γυναικεία ζωή και άλλο να λέμε ότι οποιοσδήποτε, ακόμα και ένας άντρας, μπορεί να γίνει γυναίκα.
Τι συμβαίνει σήμερα
Πού είναι όλες οι φεμινίστριες, οι οποίες θα έπρεπε να είναι εξοργισμένες με τους άντρες που μεταμορφωμένοι σε γυναίκες κλέβουν τα βραβεία και τις υποτροφίες τους; Αν και μερικές γυναίκες υψηλού κύρους, όπως η Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, έχουν διαμαρτυρηθεί για παρόμοιους παραλογισμούς, οι περισσότερες παρεμποδίζονται από υπερβάλλουσες εκδηλώσεις οργής. Οι TERF (10) διασύρονται και χαρακτηρίζονται ως διεμφυλοφοβικές και επικίνδυνες για τον εύθραυστο σεβασμό των διεμφυλικών ατόμων.
Ίσως πολλές γυναίκες σιωπούν επειδή γνωρίζουν ότι και οι ίδιες προώθησαν το σύστημα που τώρα οδηγεί στη διάλυση της θηλυκότητας. Ίσως επειδή δεν προστάτεψαν ή δεν υποστήριξαν τις γυναίκες που θέλησαν να προστατέψουν την πηγή της δύναμής τους – τις μήτρες τους. Αντίθετα, περιόρισαν τη θηλυκότητα σε επιπόλαιες, εφήμερες σχέσεις, υιοθέτησαν την αντρική στάση απέναντι στις σχέσεις των δυο φύλων και επεδίωξαν να γίνουν κι αυτές σαν τους άντρες. Απέρριψαν την ιδέα ότι το να φέρεις στη ζωή ένα άλλο ανθρώπινο πλάσμα είναι ένα από τα πιο θαυμαστά κατορθώματα του ανθρώπου και το να το μεγαλώσεις καλά είναι ένα από τα πιο δύσκολα. Έτσι, έκαναν εκατομμύρια γυναίκες να νιώσουν απογοητευμένες με την ίδια τους τη φύση.
Αυτό που δεν αντιλαμβάνονται οι περισσότερες φεμινίστριες είναι ότι με την επιμονή τους να αντιμετωπίζονται το ίδιο με τους άντρες, μάλλον ενίσχυσαν την πατριαρχία και την αρνητική αρρενωπότητα που τόσο καταπολεμούσαν. Πολλές γυναίκες παραπονιούνται ότι δεν υπάρχουν πια δυνατοί, αρρενωποί άντρες, χωρίς όμως να αντιλαμβάνονται ότι οι ίδιες τους πήραν τη δύναμή τους. Γιατί μπορεί αυτές να ανέλαβαν τους αντρικούς ρόλους στην εργασία, το σπίτι και τις σχέσεις, αλλά οι άντρες δεν ανέλαβαν τους γυναικείους. Περισσότερο ένιωσαν απόρριψη και αβεβαιότητα για το ρόλο τους στο νέο καθεστώς. Κάποιοι έδωσαν στις γυναίκες αυτό που ζήτησαν και άρχισαν να τις αντιμετωπίζουν σαν άντρες. Τα όρια και οι κανόνες του ερωτικού παιχνιδιού που έθεταν οι γυναικείοι ρόλοι έπαψαν να υπάρχουν και οι άντρες το εκμεταλλεύτηκαν αυτό στο έπακρο. Η άνθιση της βιομηχανίας του πορνό και η αύξηση των σεξουαλικών επιθέσεων επιβεβαιώνουν αυτή την πραγματικότητα.
Η θηλυκότητα έχει πολλές αποχρώσεις. Όπως μερικοί άντρες έχουν τονισμένες κάποιες θηλυκές ιδιότητες, αντίστοιχα κάποιες γυναίκες διαθέτουν μιαν ορισμένη αρρενωπότητα, στο σώμα και στη συμπεριφορά. Υπάρχουν οι πριγκίπισσες, αλλά υπάρχουν και τα αγοροκόριτσα. Είναι θαυμάσιο να βλέπουμε τις νέες γυναίκες να εξελίσσονται σε ηθοποιούς, πολιτικούς, νοσοκόμες, αθλήτριες, συζύγους και μητέρες, η κάθε μια ανάλογα με τη φύση της και τα χαρίσματά της, χάρη στις προσπάθειες των πρώτων φεμινιστριών. Στον αντίποδα, βρίσκονται ο προοδευτισμός και η σεξουαλική απελευθέρωση που καταστρέφουν ουσιαστικά τα αρχικά φεμινιστικά επιτεύγματα και μαζί με αυτά πολλά από τα κορίτσια μας.
Οι απόψεις που εκφράζονται στο παρόν άρθρο είναι απόψεις του συντάκτη και δεν αντανακλούν απαραίτητα τις απόψεις της Epoch Times.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΡΙΑΣ
1. «για αυτό το λόγο θα εγκαταλείπει ο άνθρωπος τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα προσκολλάται στη γυναίκα του, και θα ενώνονται και οι δύο σε ένα σώμα.» https://www.diadrastika.com/2017/05/genesis-esonte-dyo-sarka-mia.html
2. [ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ΙΕ ρίζα -ner και -aner (-әner). Το θ. του ελλην. τ. ανήρ εμφανίζεται στο αρχ. ινδ. na (θ. nάr-) «ἄνδρας, ἄνθρωπος», αβ. nā (nar-), ιταλ. ner- (οσκ. γεν. πληθ. ner-um «ανδρών»), λατ. σαβιν. Ner-ō (κύριο όνομα), αλβαν. njer «άνδρας, άνθρωπος» Ως προς το αρχικό α- του ελλην. τ. ανήρ (το οποίο απαντά και στο αρμεν. ayr, γεν. arn «άνδρας, άνθρωπος» καθώς και στο νεοφρυγ. αναρ «άνδρας») δεν είναι βέβαιο αν πρόκειται για προθεματικό φωνήεν ή για μια μεταβολή του φωνήεντος της ρίζας κατά τον σχηματισμό της λέξης. (https://lsj.gr/wiki/άνδρας)
3. Αρσενικό. Από την περσική λέξη ζαρνίκ (= χρυσοκίτρινος) με την οποία ονομαζόταν το θειούχο ορυκτό σανδαράχη (As2S3) που χρησιμοποιούταν ως πιγμέντο. Οι αρχαίοι Έλληνες εξελλήνισαν τη λέξη σε αρρενικόν ή αρσενικόν. (27 Νοε 2016, google search)
Στο Λεξικό των Liddell & Scott, η λέξη αρσενικός (ἀρρενικός) αναφέρεται ως «κατ’ αντίθεσιν προς το θηλυκός» (από του Λουκιανού το “Θεών Διάλογοι” 16.1), Liddell & Scott, εκδόσεις Γεωργακάς, 1901
4. Η λέξη «γυναίκα» προέρχεται από το αρχαίο «γυνή», κι αυτό από τον ινδοευρωπαϊκό όρο «gwena», που σημαίνει το ίδιο ακριβώς: γυνή, σύμφωνα με το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας. Γυνή σημαίνει τον άνθρωπο θηλυκού γένους, αλλά και τη σύζυγο, σε πολλές γλώσσες ινδοευρωπαϊκής προέλευσης. (7 Μαρ 2020, google search)
5. Από το «Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας» του Γ. Μπαμπινιώτη (εκδόσεις Κέντρο Λεξικολογίας, 2009)
6. Αμερικανός πολιτικός φιλόσοφος (γεν. 1932).
7. Το ‘ελευθεριακός’ όπως και το ‘ελευθέριος’, σε αντίθεση με το ‘ελεύθερος’, έχουν αρνητική σημασία και προσδιορίζουν αυτόν που δεν σέβεται τα ήθη και τους άλλους, προσβάλλοντάς τους με τη δήθεν ελεύθερη από συμβατικότητες συμπεριφορά του. (Από το Επίτομο Λεξικό, εκδ. Πάπυρος, 1973 και το Μονοτονικό Λεξικό της Γλώσσας μας, εκδ. Αιγαίο, ). Στις μέρες μας όμως του δίνεται θετική απόχρωση: «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΟΣ: κάποιος που πιστεύει στην ελευθερία της πράξης και της σκέψης, κάποιος που πιστεύει στην ελεύθερη βούληση». (google search)
8. Chistopher Caldwell, γεν. 1962: Αμερικανός δημοσιογράφος και συγγραφέας του «The Age of Entitlement».
9. Abigail Shrier, «Irreversible Damage: The Transgender Craze Seducing Our Daughters», Regnery Publishing, 2020.
10. TERF (Trans-Exclusionary Radical Feminists): Ριζοσπαστικές Φεμινίστριες, Διεμφυλικών Εξαιρουμένων)
Της Jennifer Galardi