Τετάρτη, 10 Σεπ, 2025

Η Meta αναστέλλει τις πολιτικές διαφημίσεις στην ΕΕ λόγω «ανέφικτων» νέων κανονισμών

Η Meta, μητρική εταιρεία των Facebook, Instagram και WhatsApp, ανακοίνωσε ότι θα σταματήσει όλες τις πολιτικές διαφημίσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση έως τον Οκτώβριο, επικαλούμενη ως αιτία «μη εφαρμόσιμες» απαιτήσεις που επιβάλλονται από τον νέο κανονισμό της ΕΕ για την διαδικτυακή προεκλογική εκστρατεία.

Η ανακοίνωση, που έγινε στις 25 Ιουλίου, προηγήθηκε της εφαρμογής του κανονισμού για τη Διαφάνεια και τη Στόχευση Πολιτικών Διαφημίσεων (Transparency and Targeting of Political Advertising – TTPA), ο οποίος θέτει αυστηρούς περιορισμούς στον τρόπο με τον οποίο οι πλατφόρμες και οι διαφημιστές μπορούν να στοχεύουν τους ψηφοφόρους. Ο νόμος, που θα τεθεί σε ισχύ πριν από αρκετές εθνικές εκλογές και τις ευρωεκλογές του 2026, απαιτεί σαφή επισήμανση και δημόσια αρχειοθέτηση των πολιτικών διαφημίσεων και απαγορεύει τις εκστρατείες χρηματοδοτούμενες από το εξωτερικό εν όψει εκλογών.

Η Meta υποστήριξε ότι ο TTPA δημιουργεί «σημαντικές λειτουργικές προκλήσεις και νομικές αβεβαιότητες» που καθιστούν αδύνατη τη συνέχιση της παροχής υπηρεσιών πολιτικής διαφήμισης στην ΕΕ Επιπλέον, τόνισε πως οι νέοι περιορισμοί θα μειώσουν τη σχετικότητα των διαφημίσεων και θα υπονομεύσουν το μοντέλο προσωποποιημένης διαφήμισης που στηρίζει μεγάλο μέρος της επιχειρηματικής της δραστηριότητας.

Η εταιρεία επεσήμανε ότι θεωρεί τα προσωποποιημένα διαφημιστικά μηνύματα κρίσιμα για μεγάλο εύρος διαφημιστών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που πραγματοποιούν εκστρατείες ενημέρωσης των ψηφοφόρων για σημαντικά κοινωνικά ζητήματα που διαμορφώνουν τη δημόσια συζήτηση. Πρόσθεσε ότι κανονισμοί όπως ο TTPA υπονομεύουν σημαντικά την ικανότητά της να παρέχει αυτές τις υπηρεσίες, επηρεάζοντας όχι μόνο την αποτελεσματικότητα της επικοινωνίας των διαφημιστών αλλά και την πρόσβαση των ψηφοφόρων σε ολοκληρωμένες πληροφορίες.

Η Meta δήλωσε πως αντιμετωπίζει μια «ανέφικτη επιλογή» ανάμεσα στην παροχή ενός διαφημιστικού προϊόντος που δεν επιθυμούν ούτε οι χρήστες ούτε οι διαφημιστές και στη διακοπή των πολιτικών και κοινωνικών διαφημίσεων στο σύνολό τους, επιλέγοντας τελικά το δεύτερο.

Σε σχετική δήλωση, η εταιρεία σημείωσε ότι για άλλη μια φορά οι κανονιστικές υποχρεώσεις έχουν ως αποτέλεσμα την αφαίρεση δημοφιλών προϊόντων και υπηρεσιών από την αγορά, περιορίζοντας την επιλογή και τον ανταγωνισμό.

Η απόφαση αυτή, σύμφωνα με την Meta, δεν ισχύει εκτός Ευρώπης και δεν θα εμποδίσει τους πολιτικούς, τους υποψηφίους ή τους χρήστες στην ΕΕ να αναρτούν πολιτικό περιεχόμενο.

Από την πλευρά τους, αξιωματούχοι της ΕΕ έχουν δηλώσει ότι οι νέοι κανονισμοί κρίνονται απαραίτητοι για την αντιμετώπιση κρυφών εκστρατειών επιρροής και την προστασία των εκλογών από «παραπληροφόρηση».

Το 2024, όταν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε τον νόμο και τον απέστειλε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την τελική έγκριση, ο εισηγητής Σάντρο Γκόζι είχε χαρακτηρίσει τον TTPA βασικό εργαλείο προστασίας των δημοκρατικών και εκλογικών διαδικασιών της Ένωσης. Είχε τονίσει πως οι ψηφιακές τεχνολογίες καθιστούν τους πολίτες πιο ευάλωτους σε παραπληροφόρηση και ξένη παρέμβαση και ότι οι κανόνες αυτοί βοηθούν τους πολίτες να αναγνωρίζουν ποιος βρίσκεται πίσω από ένα πολιτικό μήνυμα και να κάνουν ενημερωμένες επιλογές στις κάλπες.

Ο Γκόζι σχολίασε αρνητικά την ανακοίνωση της Meta για την αναστολή των πολιτικών διαφημίσεων στην ΕΕ, χαρακτηρίζοντάς την ως ένδειξη άρνησης της εταιρείας να συμμορφωθεί με βασικά πρότυπα διαφάνειας. Συγκεκριμένα, έγραψε σε ανάρτησή του στο X ότι η απόφαση της Meta αποκαλύπτει «βαθιά αλλεργία στη διαφάνεια, την προστασία δεδομένων και τη δημοκρατική λογοδοσία».

Πρόσθεσε ότι η εταιρεία ισχυρίζεται πως μάχεται την παραπληροφόρηση ενώ ταυτόχρονα κερδίζει από αυτήν, και ότι η αποχώρησή της ανοίγει το δρόμο σε άλλες ευρωπαϊκές εταιρείες που συμμορφώνονται με τους κανόνες.

Τον Νοέμβριο του προηγούμενου έτους, και η Google είχε ανακοινώσει παρόμοια απόφαση, δηλώνοντας ότι θα διακόψει τις πολιτικές διαφημίσεις στην Ένωση ενόψει της εφαρμογής του TTPA. Τότε, η εταιρεία είχε εξηγήσει ότι το ευρύ πεδίο εφαρμογής και η ασαφής διατύπωση του νόμου την έκαναν αδύνατη τη συμμόρφωση, παρά τις επενδύσεις ετών σε εργαλεία διαφάνειας.

Κατά τη διάρκεια της νομοθετικής διαδικασίας, η Google είχε εκφράσει στους ευρωβουλευτές ανησυχίες, περιλαμβάνοντας προειδοποιήσεις ότι οι ευρείες ορισμοί των «πολιτικών διαφημίσεων» ενδέχεται να περιλάβουν κανονικό περιεχόμενο κοινωνικού ενδιαφέροντος, ότι οι τεχνικές απαιτήσεις θα μπορούσαν να καθιστούν τη συμμόρφωση αδύνατη και ότι τα συστήματα σηματοδότησης από χρήστες θα μπορούσαν να καταχρηστούν για να φιμώσουν νόμιμο λόγο.

Παρόμοιες ανησυχίες διατύπωσε και η Civil Liberties Union for Europe (Ένωση για τις Πολιτικές Ελευθερίες στην Ευρώπη), μια οργάνωση υπεράσπισης δικαιωμάτων, που υποστήριξε ότι η αόριστη διατύπωση του νόμου ενδέχεται να περιορίσει την ελευθερία έκφρασης, ιδιαίτερα σε θέματα κοινωνικά και δημόσιας συζήτησης. Η οργάνωση τόνισε σε σχετική ανακοίνωση ότι ο πολύ ευρύς ορισμός θα μπορούσε να εμποδίσει τον πολιτικό διάλογο και το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης πολιτικών απόψεων και συμμετοχής στη δημόσια πολιτική συζήτηση.

Παράλληλα, κάλεσε την Επιτροπή να περιορίσει την ερμηνεία της πολιτικής διαφήμισης σε επερχόμενες κατευθυντήριες οδηγίες, ώστε να διαφυλαχθεί ένας υγιής δημόσιος χώρος και να υποστηριχθεί η κοινωνία των πολιτών σε ένα όλο και πιο περιοριστικό περιβάλλον.

Κίνα: Εσωτερικές εκκαθαρίσεις φέρνουν νέα αλλαγή στην ηγεσία του στρατού

Η Κίνα απομάκρυνε χωρίς επίσημη εξήγηση τον τρίτο στην ιεραρχία των χερσαίων δυνάμεων του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (PLA), σε μια εξέλιξη που ενισχύει τις ενδείξεις ότι συνεχίζονται οι εσωτερικές εκκαθαρίσεις στην ανώτατη στρατιωτική ηγεσία της χώρας.

Σύμφωνα με πλάνα από συνάντηση με πακιστανούς στρατιωτικούς αξιωματούχους που προβλήθηκαν στις 25 Ιουλίου από το κρατικό δίκτυο CCTV, ο αντιστράτηγος Τσάι Τζιτζούν φέρεται να έχει αναλάβει καθήκοντα αρχηγού του γενικού επιτελείου των χερσαίων δυνάμεων του PLA, αντικαθιστώντας τον αντιστράτηγο Λι Τζονγκλίν, ο οποίος κατείχε τη θέση αυτή τουλάχιστον από τον Φεβρουάριο του 2023.

Οι κινεζικές αρχές δεν έχουν δώσει εξηγήσεις για την αποχώρηση του Λι, ενώ παραμένει άγνωστο εάν πρόκειται να αναλάβει άλλη θέση. Όπως επισημαίνεται, ο στρατός της Κίνας διατηρεί εδώ και καιρό πολιτική μυστικότητας, η οποία φαίνεται να έχει ενταθεί τους τελευταίους μήνες, μετά από μια σειρά απομακρύνσεων ανώτατων στελεχών, γεγονός που, σύμφωνα με αναλυτές, εγείρει ερωτήματα σχετικά με τον βαθμό πολιτικού ελέγχου του Σι Τζινπίνγκ.

Δημοσιεύματα αναφέρουν ότι εδώ και εβδομάδες κυκλοφορούν φήμες περί έρευνας σε βάρος του Λι, στο πλαίσιο μιας ευρείας εκκαθάρισης στο στρατιωτικό κατεστημένο, η οποία έχει ήδη επηρεάσει περισσότερους από δώδεκα ανώτατους διοικητές και αξιωματούχους του υπουργείου Άμυνας.

Η τελευταία δημόσια εμφάνιση του πρώην διοικητή των χερσαίων δυνάμεων καταγράφηκε τον Αύγουστο του 2023, όταν συνόδευσε τον τότε υπουργό Άμυνας Λι Σανγκφού σε επίσημη επίσκεψη στη Λευκορωσία. Μετά το ταξίδι, ο Λι Σανγκφού εξαφανίστηκε από τη δημόσια σφαίρα για περίπου δύο μήνες και τελικά αποπέμφθηκε από τη θέση του τον Οκτώβριο του 2023. Τον Ιούνιο του 2024, αποπέμφθηκε από το Κομμουνιστικό Κόμμα με την κατηγορία της διαφθοράς.

Κατόπιν της απομάκρυνσης του υπουργού, άλλος ένας ανώτατος αξιωματικός, ο ναύαρχος Μιάο Χούα — ο οποίος ήταν επιφορτισμένος με την πολιτική αφοσίωση του συνόλου των ενόπλων δυνάμεων και θεωρείτο στενός σύμμαχος του Σι — τέθηκε υπό έρευνα τον Νοέμβριο του 2024 και απομακρύνθηκε από την Κεντρική Στρατιωτική Επιτροπή (CMC) στις 27 Ιουνίου.

Την ίδια ημέρα, οι κινεζικές αρχές ανακοίνωσαν και την αποπομπή του υποναυάρχου Λι Χαντζούν, αρχηγού επιτελείου του Πολεμικού Ναυτικού, από το κοινοβουλευτικό σώμα που ελέγχεται από το Κόμμα, υποδηλώνοντας ότι και ο τρίτος στην ιεραρχία του ναυτικού εντάχθηκε στη λίστα στόχων της εκστρατείας αντιδιαφθοράς.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το υπουργείο Άμυνας της Κίνας αφαίρεσε από την επίσημη ιστοσελίδα του την ενότητα που παρουσίαζε την ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων.

Στο μεταξύ, σύμφωνα με πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της PLA Daily της 21ης Ιουλίου, η CMC εξέδωσε νέο κανονισμό για την πολιτική ηγεσία του στρατεύματος. Το πλήρες κείμενο του κανονισμού δεν δόθηκε στη δημοσιότητα, ούτε προσδιορίστηκε πότε ακριβώς εκδόθηκε. Ωστόσο, σύμφωνα με το δημοσίευμα, σκοπός της νέας οδηγίας είναι να «εκκαθαρίσει πλήρως τις τοξικές επιρροές και να αποκαταστήσει την εικόνα και την αξιοπιστία των πολιτικών ηγετών» του στρατού.

Της Dorothy Li

Περισσότερα από 70.000 SUV Ford ανακαλούνται στον Καναδά λόγω κινδύνου πυρκαγιάς στον κινητήρα

Η Ford πρόσθεσε το Ford Bronco του 2024 σε μια αυξανόμενη λίστα ανακληθέντων οχημάτων λόγω κινδύνου κινητήρα που θα μπορούσε να προκαλέσει πυρκαγιά στα οχήματα.

Η νέα ανάκληση ισχύει μόνο για το Ford Bronco με κινητήρα EcoBoost 1,5 λίτρων, σύμφωνα με την ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στις 14 Ιουλίου από την Transport Canada. Προηγούμενες ανακλήσεις εκδόθηκαν τον Μάρτιο για οχήματα Ford Bronco Sport από το 2021 έως το 2023, καθώς και για μοντέλα Escape από το 2020 έως το 2022. Συνολικά, 70.618 οχήματα έχουν ανακληθεί λόγω του προβλήματος. «Σε ορισμένα οχήματα, ένα μπεκ ψεκασμού καυσίμου μπορεί να σπάσει. Εάν συμβεί αυτό, το καύσιμο θα μπορούσε να διαρρεύσει στο χώρο του κινητήρα», ανέφερε η Transport Canada στην ανακοίνωση ανάκλησης, προσθέτοντας ότι οι ιδιοκτήτες των επηρεαζόμενων οχημάτων θα ενημερωθούν μέσω ταχυδρομείου, και μετά οι μηχανικοί σε μια αντιπροσωπεία της Ford μπορούν να κάνουν μια ενημέρωση στο όχημα για να ελέγξουν εάν υπάρχουν προβλήματα με τα μπεκ ψεκασμού καυσίμου.

Οι ιδιοκτήτες οχημάτων ενημερώνονται ότι όταν μια «τελική επισκευή είναι διαθέσιμη, θα πρέπει να επιστρέψουν σε μια αντιπροσωπεία», αλλά η Ford δήλωσε ότι η τελική λύση για το πρόβλημα πίσω από αυτήν την ανάκληση βρίσκεται ακόμη «υπό ανάπτυξη».

Μια άλλη ανάκληση της Ford νωρίτερα αυτόν τον μήνα αφορούσε 107.534 οχήματα Ford λόγω πιθανού προβλήματος στην αντλία καυσίμου που θα μπορούσε να προκαλέσει συγκρούσεις.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, παρόμοια προβλήματα έχουν οδηγήσει σε μαζικές ανακλήσεις οχημάτων Ford, με την Εθνική Υπηρεσία Ασφάλειας Οδικής Κυκλοφορίας των ΗΠΑ να ανακοινώνει την ανάκληση περισσότερων από 694.000 οχημάτων Ford Bronco και Ford Escape με πιθανώς ελαττωματικά μπεκ ψεκασμού καυσίμου στις 15 Ιουλίου.

Σε απάντηση της 16ης Ιουλίου στην ανάκληση, ο διευθύνων σύμβουλος της Ford, Κουμάρ Γκαλότρα, δήλωσε ότι η Ford έχει «αυξήσει σημαντικά τις δοκιμές έως ότου αποτύχουν τα κρίσιμα συστήματα» και «έχει υπερδιπλασιάσει την ομάδα εμπειρογνωμόνων ασφαλείας και τεχνικών» τα τελευταία δύο χρόνια.
Σύμφωνα με τον Γκαλότρα, η Ford εξελίσσει το λογισμικό της στα οχήματά της και, ως αποτέλεσμα, έχει «αυξήσει δραματικά τις δοκιμές σε όλα τα νέα προϊόντα».

«Εφαρμόζοντας αυτά τα νέα πρότυπα, μπορούμε και εντοπίζουμε προβλήματα που υπάρχουν σε προηγούμενα έτη μοντέλων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δεν έχουν καν αναφερθεί», δήλωσε ο Γκαλότρα. «Δεν θα εγκαταλείψουμε την ευθύνη μας απέναντι σε όλους τους πελάτες μας, όχι μόνο σε εκείνους που αγοράζουν νέα οχήματα. Πιστεύουμε ότι αυτή η προσέγγιση θα οδηγήσει σε συστηματική και διαρκή θετική αλλαγή και θα μας βοηθήσει να φτάσουμε σε επίπεδα παγκόσμιας κλάσης όσον αφορά την ποιότητα, την ασφάλεια και την ικανοποίηση των πελατών».

Η άνοδος της «αποικιοκρατίας παρακολούθησης» της Κίνας στην Αφρική

ΓΙΟΧΑΝΕΣΜΠΟΥΡΓΚ—Οι αφρικανικές κυβερνήσεις χρησιμοποιούν την κινεζική τεχνητή νοημοσύνη για να βρίσκουν, να φυλακίζουν, να βασανίζουν, ακόμη και να σκοτώνουν πολιτικούς αντιπάλους και ακτιβιστές υπέρ της δημοκρατίας, σύμφωνα με αρκετές έρευνες.

Οι ερευνητές λένε ότι το Πεκίνο εξάγει το μοντέλο του «κράτους επιτήρησης» στις αφρικανικές χώρες και τοποθετείται γρήγορα για να ελέγχει τις κρίσιμες υποδομές, τα δεδομένα και την ενέργεια που θα τροφοδοτήσουν τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης της ηπείρου στο μέλλον.

Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι η Κίνα θα έχει τεράστια επιρροή στην πολιτική και τη δημόσια ζωή στην Αφρική, επηρεάζοντας ενδεχομένως τα αποτελέσματα των εκλογών και επηρεάζοντας την κοινή γνώμη υπέρ του Πεκίνου και των συμμάχων του, σύμφωνα με τις μελέτες.

Ορισμένοι ακαδημαϊκοί λένε ότι αυτό συμβαίνει ήδη.

Μια έρευνα από έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό που μελετά τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και άλλων τεχνολογιών για τη στόχευση ομάδων αντιφρονούντων παγκοσμίως κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ένα «σε μεγάλο βαθμό αόρατο μοτίβο» μεταμορφώνει τις συγκρούσεις σε όλη την Αφρική. Το Ινστιτούτο Έρευνας Κατανεμημένης Τεχνητής Νοημοσύνης (DAIR) δήλωσε ότι η χρήση τεχνολογίας όπως το spyware για την καταδίωξη πολιτικών ακτιβιστών και η χρήση αναγνώρισης προσώπου για την παρακολούθηση διαδηλωτών αντιπροσωπεύει «ένα νέο είδος μισθοφορικής δύναμης» στην Αφρική, η οποία διαμορφώνεται σε μεγάλο βαθμό από εταιρείες που ελέγχονται από το Πεκίνο.

Ο Αντίο-Αντέτ Ντινίκα, ερευνητής και συνεργαζόμενος συνεργάτης στη Διεθνή Μεταπτυχιακή Σχολή Κοινωνικών Επιστημών της Βρέμης στη Γερμανία, ηγήθηκε του έργου Data Workers Inquiry του DAIR. Διερεύνησε περιστατικά σε χώρες όπως η Αιθιοπία, η Ρουάντα και η Ζιμπάμπουε.

Η έρευνα του Ντινίκα αποκάλυψε την ύπαρξη «ψηφιακών εργαστηρίων υπερβολικού φόρτου εργασίας με ελάχιστους μισθούς» σε αφρικανικές πόλεις και κωμοπόλεις, όπως στο Ναϊρόμπι της Κένυας, στην Άκρα της Γκάνας και στο Γκούλου της Ουγκάντα, όπου οι εργαζόμενοι πληρώνονται μόλις 1,50 δολάρια την ώρα για να διδάξουν σε συστήματα Τεχνητής Νοημοσύνης να αναγνωρίζουν πρόσωπα, να διαχειρίζονται περιεχόμενο και να αναλύουν πρότυπα συμπεριφοράς.

Το κινεζικό καθεστώς διαπράττει αυτό που ο Ντινίκα αποκάλεσε «ψηφιακό αποικισμό στην πιο ύπουλη μορφή του».

«Το αποκαλώ αποικισμό επιτήρησης, αυτήν τη διαδικασία με την οποία ξένες δυνάμεις εξάγουν δεδομένα και εργασία από αφρικανικούς πληθυσμούς για να δημιουργήσουν συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που τελικά αστυνομεύουν, καταστέλλουν και αποσταθεροποιούν αυτούς τους ίδιους πληθυσμούς», έγραψε.

«Σε αντίθεση με τον ιστορικό αποικισμό, ο οποίος βασιζόταν σε άρματα μάχης και σφαίρες, ο αποικισμός επιτήρησης λειτουργεί μέσω αλγορίθμων, πλατφορμών και βιομετρικών συμβάσεων, αναθέτοντας τον έλεγχο σε τρίτους, ενώ παράλληλα εδραιώνει την εξάρτηση».

Ο Ντινίκα αναφέρθηκε σε μια συμφωνία 240 εκατομμυρίων δολαρίων που υπογράφηκε από την κυβέρνηση της Ζιμπάμπουε και την τεχνολογική εταιρεία CloudWalk, η οποία υποστηρίζεται από το Πεκίνο, το 2018, την πρώτη φορά που μια εταιρεία εισήλθε στην Αφρική με τεχνολογία επιτήρησης τεχνητής νοημοσύνης.

Η κινεζική εταιρεία βοήθησε τη Ζιμπάμπουε να κατασκευάσει ένα κέντρο δεδομένων, το οποίο τελικά περιελάμβανε ένα σύστημα αναγνώρισης προσώπου με τεχνητή νοημοσύνη.

Τον Δεκέμβριο του 2021, το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ πρόσθεσε οκτώ κινεζικές εταιρείες τεχνολογίας στον κατάλογο οντοτήτων του — έναν κατάλογο ξένων εταιρειών και ατόμων για τα οποία η κυβέρνηση των ΗΠΑ περιορίζει την εξαγωγή ευαίσθητης τεχνολογίας και αγαθών.

Ένας εργαζόμενος καθαρίζει μια κάμερα παρακολούθησης σε έναν δρόμο στο Ναϊρόμπι της Κένυας, στις 18 Ιανουαρίου 2019. Οι ειδικοί έχουν καταγράψει την αυξημένη χρήση κινεζικής τεχνολογίας παρακολούθησης στην Αφρική, επιτρέποντας στην αστυνομία να παρακολουθεί και να συλλαμβάνει διαδηλωτές. Yasuyoshi Chiba/AFP μέσω Getty Images

 

Μεταξύ των νέων προσθηκών ήταν το CloudWalk, με το οποίο «η κυβέρνηση της Ζιμπάμπουε συμφώνησε στην εγκατάσταση ενός μαζικού δικτύου παρακολούθησης στη Ζιμπάμπουε», δήλωσε το Υπουργείο Οικονομικών εκείνη την εποχή.

«Η συμφωνία περιελάμβανε την απαίτηση η κυβέρνηση της Ζιμπάμπουε να στέλνει εικόνες που αποκτά από το δίκτυο παρακολούθησης πίσω στα γραφεία του Cloudwalk στην Κίνα, έτσι ώστε το Cloudwalk να μπορεί να βελτιώσει την ικανότητα του λογισμικού αναγνώρισης προσώπου του να αναγνωρίζει άτομα με βάση την χρώση του δέρματος», δήλωσε το Υπουργείο Οικονομικών.

Η τεχνολογία που προέκυψε, σύμφωνα με τον Ντινίκα, χρησιμοποιείται πλέον από την Κίνα σε όλη την Αφρική και τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των δημόσιων χώρων στη Ζιμπάμπουε όπου συχνάζουν αντικυβερνητικοί διαδηλωτές.

Η Ζιμπάμπουε θεωρείται ένας από τους στενότερους εταίρους του Πεκίνου.

Ο εκπρόσωπος του προέδρου της Ζιμπάμπουε Έμερσον Μνανγκάγκουα, Νικ Μανγκουάνα, δήλωσε στην εφημερίδα Epoch Times ότι οι «εξαιρετικοί δεσμοί συνεργασίας» της Ζιμπάμπουε με το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ) και τον ηγέτη του, Σι Τζινπίνγκ, «σημαίνουν ότι η Ζιμπάμπουε διαθέτει πλέον ένα από τα πιο εξελιγμένα εργαλεία καταπολέμησης του εγκλήματος στην Αφρική».

Μια εκτενής μελέτη σχετικά με τη χρήση συστημάτων επιτήρησης τεχνητής νοημοσύνης από τη Ζιμπάμπουε από το Πανεπιστήμιο Χούμπολτ της Γερμανίας το 2024 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η χρήση της τεχνολογίας δεν έχει οδηγήσει σε ούτε μία δημόσια καταδίκη εγκληματία.

Ο πολίτης Ζιμπάμπουε, και ακτιβιστής υπέρ της δημοκρατίας, Έβαν Μαγουαρίρε, δήλωσε στην εφημερίδα Epoch Times: «Όταν σε συλλαμβάνει και σε φυλακίζει η αστυνομία, καυχιούνται ότι χρησιμοποιούν την τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης τους για να μας αναγνωρίζουν στις διαμαρτυρίες. Ο κινεζικός τεχνολογικός εξοπλισμός χρησιμοποιείται ως μορφή πολιτικού ελέγχου. Η αστυνομία λέει ότι μπορεί να μας παρακολουθεί οποτεδήποτε, οπουδήποτε, επειδή έχει επίσης αγοράσει συσκευές από τους Κινέζους για να παρακολουθεί το διαδίκτυο και τα τηλέφωνα».

Απαντώντας, ο Μανγκουάνα είπε ότι δεν θα σχολίαζε τη «φύση του μηχανισμού ασφαλείας μας και τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιείται, επειδή αυτό θα τον καθιστούσε αναποτελεσματικό».

Τόνισε ότι οι δυνάμεις ασφαλείας της Ζιμπάμπουε χρησιμοποιούν τεχνολογία «σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ζιμπάμπουε».

Κάμερες ασφαλείας τεχνητής νοημοσύνης με τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου εμφανίζονται στην 14η Διεθνή Έκθεση της Κίνας για τη Δημόσια Ασφάλεια και Προστασία σε εκθεσιακό κέντρο στο Πεκίνο στις 24 Οκτωβρίου 2018. Nicolas Asfouri /AFP μέσω Getty Images

 

Το CloudWalk και η κινεζική πρεσβεία στη Ζιμπάμπουε αρνήθηκαν να σχολιάσουν.

Στην Αιθιοπία, η φιλοκινεζική κυβέρνηση χρησιμοποιεί κινεζικά «εργαλεία ανάλυσης συναισθημάτων» εναντίον του πληθυσμού Τιγκρέι της χώρας, δήλωσε ο Ντινίκα.

Είπε ότι αυτά τα εργαλεία επιτρέπουν στις αρχές να παρακολουθούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τις διαδικτυακές αναρτήσεις σε πραγματικό χρόνο, παρέχοντας ακόμη και πληροφορίες σχετικά με τον τόνο της επικοινωνίας.

Ο Ντινίκα εξήγησε ότι ένα από τα βασικά εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης που χρησιμοποιούν οι αιθιοπικές αρχές είναι μια εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης που ονομάζεται Επεξεργασία Φυσικής Γλώσσας.

«Μέσω αυτού, το σύστημα εκπαιδεύεται ώστε να κατανοεί το πλαίσιο και τις αποχρώσεις της γλώσσας Τιγκρέι. Μπορεί να ερμηνεύσει λεκτικά στοιχεία όπως ο σαρκασμός, και οι άνθρωποι Τιγκρέι έχουν εξαφανιστεί μόνο και μόνο βάσει αυτού», είπε.

Όταν οι αιθιοπικές αρχές βασίστηκαν στην κινεζική τεχνητή νοημοσύνη κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης Τιγκρέι του 2020-2022, δεν αγόραζαν απλώς τεχνολογία, είπε ο Ντινίκα. «Ανέθετε σε εξωτερικούς συνεργάτες κρίσιμες λειτουργίες διακυβέρνησης με τα δικά τους στρατηγικά συμφέροντα».

Κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης, οι αλγόριθμοι που καθόριζαν ποιες αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συνιστούσαν «εθνοτική υποκίνηση» εκπαιδεύτηκαν από εργαζόμενους δεδομένων στην Κένυα, σύμφωνα με την έρευνά του.

Κατά τη διάρκεια των διαμαρτυριών της Γενιάς Ζ του 2024 στην Κένυα κατά της προτεινόμενης αύξησης φόρων, η κορυφαία εταιρεία τηλεπικοινωνιών της χώρας, Safaricom, «παράνομα» μοιράστηκε τα δεδομένα τοποθεσίας των πελατών με τις δυνάμεις ασφαλείας, σύμφωνα με την έκθεση του Ντινίκα.

Αυτό επέτρεψε στην αστυνομία να παρακολουθεί και να συλλαμβάνει διαδηλωτές, είπε.

Η Safaricom αρνήθηκε οποιοδήποτε επίπεδο συνεργασίας με τις κενυατικές αρχές.

Ο Ντινίκα είπε ότι η κυβέρνηση του προέδρου της Κένυας Γουίλιαμ Ρούτο χρησιμοποίησε «υποκλοπή δεδομένων» σε συνδυασμό με εργαλεία αναγνώρισης προσώπου και πλάνα από εκατοντάδες συστήματα CCTV που παρέχονται από την Κίνα για να δημιουργήσει αυτό που ονόμασε «ψηφιακό δίκτυο» που είχε ως αποτέλεσμα τις «εξαναγκαστικές εξαφανίσεις» 82 ατόμων, με 29 ακόμη να αγνοούνται.

Ο καθηγητής Γουίλεμ Γκραβέτ, ανώτερος λέκτορας νομικής στο Πανεπιστήμιο της Πρετόρια, έχει επίσης καταγράψει την αυξημένη χρήση κινεζικής τεχνολογίας στην Αφρική.

Ο πρόεδρος της Ζιμπάμπουε Έμερσον Μνανγκάγκουα (3ος από αριστερά) συνομιλεί με τον Κινέζο πρωθυπουργό Λι Κετσιάνγκ (3ος από δεξιά) κατά τη διάρκεια συνάντησης στη Μεγάλη Αίθουσα του Λαού στο Πεκίνο στις 4 Απριλίου 2018. Ερευνητές προειδοποιούν ότι η εξαγωγή από την Κίνα των συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης «κράτους επιτήρησης» στην Αφρική θα μπορούσε να δώσει στο Πεκίνο σημαντική επιρροή στην πολιτική και την κοινή γνώμη σε όλη την ήπειρο. Parker Song/AFP μέσω Getty Images

 

Η τεχνολογία περιλαμβάνει «wifi sniffers» που συλλέγουν τις μοναδικές διευθύνσεις συσκευών όπως φορητοί υπολογιστές και smartphones, είπε.

«Τα δεδομένα συνδέονται κρυφά από συσκευές εντός της εμβέλειας ενός συγκεκριμένου δικτύου. Αυτό επιτρέπει στις αρχές να διαβάζουν επικοινωνίες, συμπεριλαμβανομένων των email», δήλωσε ο Γκραβέτ στην εφημερίδα Epoch Times. «Η Κίνα θα το αποκαλέσει επιχείρηση, αλλά βοηθά αυτά τα καθεστώτα μερικές φορές, κυριολεκτικά, να εξαλείφουν την αντιπολίτευση. Τα δικαιώματα των πολιτών στην ιδιωτικότητα δεν υπάρχουν πλέον σε ορισμένα μέρη της Αφρικής».

Η Κίνα έχει εξελιχθεί σε ένα «κράτος επιτήρησης του εικοστού πρώτου αιώνα» με πρωτοφανείς ικανότητες λογοκρισίας και παραβίασης βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είπε.

«[Το κινεζικό καθεστώς] μόλις άρχισε να στέλνει το σχέδιο επιτήρησής του σε αυταρχικές κυβερνήσεις στην Αφρική», δήλωσε ο Γκραβέτ.

«Αυτό το σχέδιο είναι εμποτισμένο με τη δυνατότητα ανάπτυξης κοινωνιών επιτήρησης κατά την εικόνα της Κίνας, ιδιαίτερα σε αφρικανικές χώρες με κακές επιδόσεις στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπου οι δημοκρατικοί θεσμοί είναι είτε αδύναμοι είτε ακόμη στα σπάργανα. Οι συνέπειες για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην αφρικανική ήπειρο είναι πιθανό να είναι τρομερές».

Μέσω περισσότερων από 800.000 καμερών, οι αρχές του ΚΚΚ έχουν τη δυνατότητα να κατασκοπεύουν «ολόκληρη την πόλη του Πεκίνου», σύμφωνα με τον Γκραβέτ.

«Όταν οι Αφρικανοί δικτάτορες το ακούν αυτό, πηδούν από χαρά», είπε. «Θέλουν τον απόλυτο έλεγχο σε οτιδήποτε και οποιονδήποτε θα μπορούσε να αποτελέσει κίνδυνο για την παράνομη εξουσία τους».

Σύμφωνα με τον Ντινίκα, οι Αφρικανοί αναπτύσσουν γρήγορα «φόβους επιτήρησης».

«Οι πολίτες που συμμετέχουν σε διαμαρτυρίες, οι δημοσιογράφοι που ερευνούν υποθέσεις διαφθοράς και οι ακτιβιστές που οργανώνουν κοινότητες τροποποιούν τη συμπεριφορά τους όταν πιστεύουν ότι παρακολουθούνται. Αυτός ο ψυχολογικός πόλεμος είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικός λόγω της αδιαφάνειας που περιβάλλει αυτά τα συστήματα. Οι πολίτες δεν γνωρίζουν ποιες κάμερες λειτουργούν, ποια δεδομένα συλλέγονται ή πώς θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν εναντίον τους. Η απλή πιθανότητα επιτήρησης γίνεται μια μορφή ελέγχου», είπε.

Σε μια άλλη έκθεση, το think tank διεθνών σχέσεων ODI Global ανέφερε ότι κινεζικές εταιρείες τεχνολογίας όπως η Alibaba και η Huawei επεκτείνουν την παρουσία τους, προσφέροντας υπηρεσίες cloud και επενδύουν σε κέντρα δεδομένων σε όλη την Αφρική.

Για παράδειγμα, η Huawei σχεδιάζει να επενδύσει 430 εκατομμύρια δολάρια σε κέντρα δεδομένων στην Αφρική και η Alibaba παρέχει ήδη υπηρεσίες cloud στη Νότια Αφρική.

Μια κάμερα παρακολούθησης σε έναν δρόμο στο Ναϊρόμπι της Κένυας, στις 18 Ιανουαρίου 2019. Yasuyoshi Chiba/AFP μέσω Getty Images

 

«Όλα αυτά αποτελούν απειλή για τους Αφρικανούς, επειδή είναι γνωστό ότι οι κινεζικές εταιρείες δεν έχουν κανένα πρόβλημα να συνεργαστούν με τις αρχές», είπε ο Γκραβέτ.

Η ODI Global δήλωσε ότι η Κίνα θα μπορούσε σύντομα να ασκήσει έλεγχο στις κρίσιμες υποδομές, τα δεδομένα και την ενέργεια που απαιτούνται για την τροφοδοσία των μοντέλων τεχνητής νοημοσύνης της Αφρικής.

«Τα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης μπορούν να διαμορφώσουν την κοινή γνώμη επηρεάζοντας τις ειδήσεις, τις πληροφορίες και την ψυχαγωγία στις οποίες έχουν πρόσβαση οι άνθρωποι. Αυτό μπορεί να επηρεάσει τις εκλογικές διαδικασίες ή να στρέψει την κοινή γνώμη προς ορισμένες ξένες δυνάμεις και μακριά από άλλες», αναφέρει η έκθεση.

Υποδεικνύει ότι αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει τις δυτικές επενδύσεις στην Αφρική.

«Αυτό κινδυνεύει να δημιουργήσει ένα σημείο καμπής όπου οι δυτικές εταιρείες δεν θα έχουν πρόσβαση στον ίδιο τον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης που τις κρατά αποκλεισμένες από επενδύσεις. Αυτό θα μπορούσε επίσης να περιορίσει την πρόσβασή τους σε κρίσιμες πρώτες ύλες που απαιτούνται για τις δικές τους τεχνολογίες επόμενης γενιάς, όπως οι μπαταρίες», αναφέρει η έκθεση.

Η Ουκρανία ετοιμάζει συμφωνία πώλησης μη επανδρωμένων αεροσκαφών ύψους έως 30 δισ. δολαρίων στις ΗΠΑ

Η Ουκρανία προετοιμάζει συμβόλαιο για την πώληση μη επανδρωμένων αεροσκαφών στις Ηνωμένες Πολιτείες, συνολικής αξίας από 10 έως και 30 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με δηλώσεις του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι.

Όπως ανέφερε στις 24 Ιουλίου, η συμφωνία βασίζεται σε προκαταρκτικές διευθετήσεις με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ. Σύμφωνα με ουκρανικά μέσα ενημέρωσης, ο Ζελένσκι δήλωσε ότι οι δύο πλευρές έχουν συμφωνήσει ώστε η Ουάσιγκτον να προχωρήσει σε αγορές μη επανδρωμένων αεροσκαφών από την Ουκρανία, τονίζοντας ότι πρόκειται για μια σοβαρή συμφωνία.

Για την κατάρτιση του σχεδίου έχει αναθέσει αρμοδιότητες στον υπουργό Άμυνας, Ρουστέμ Ουμέροφ, στον πρωθυπουργό, Ντένις Σμιχάλ, και στον σύμβουλό του, Ολεξάντρ Καμισίν.

Παράλληλα με την προτεινόμενη πώληση, η Ουκρανία συνεχίζει να επεκτείνει και τη διεθνή παραγωγή μη επανδρωμένων αεροσκαφών. Ο Ζελένσκι ανακοίνωσε ότι έχει συναφθεί νέα συμφωνία με τη Δανία για την από κοινού παραγωγή μη επανδρωμένων αεροσκαφών μακράς εμβέλειας σε εργοστάσια της σκανδιναβικής χώρας. Τμήμα αυτών των μη επανδρωμένων αεροσκαφών θα χρησιμοποιηθεί στον πόλεμο με τη Ρωσία, ενώ το υπόλοιπο θα ενταχθεί στις ένοπλες δυνάμεις της Δανίας. Αντίστοιχες συνεργασίες, πρόσθεσε, βρίσκονται υπό διαπραγμάτευση με τη Νορβηγία και τη Γερμανία.

Η εφημερίδα The Epoch Times δεν έχει λάβει απάντηση για σχόλιο από το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών και το Πεντάγωνο μέχρι τη δημοσίευση του άρθρου.

Η ανακοίνωση του Ουκρανού προέδρου ακολούθησε συνέντευξή του στη New York Post, όπου αποκάλυψε ότι βρίσκεται σε συνομιλίες με τον Τραμπ για μία «τεράστια συμφωνία», η οποία θα προέβλεπε αγορά ουκρανικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών από τις ΗΠΑ, με αντάλλαγμα την προμήθεια αμερικανικών οπλικών συστημάτων στην Ουκρανία.

Ο Ζελένσκι υποστήριξε ότι η τεχνολογία που έχει αναπτύξει η Ουκρανία υπό συνθήκες πολέμου μπορεί να αξιοποιηθεί ευρύτερα, σημειώνοντας ότι «ο αμερικανικός λαός χρειάζεται αυτή την τεχνολογία στο οπλοστάσιό του».

Τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη έχουν εξελιχθεί σε κρίσιμο παράγοντα του πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Αν και η σύρραξη ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2022 με κλασικές επιχειρήσεις ξηράς και αέρος, στη συνέχεια μετατράπηκε σε αντιπαράθεση με εκτεταμένη χρήση μη επανδρωμένων συστημάτων. Με δεδομένες τις απώλειες σε έμψυχο δυναμικό και εξοπλισμό και από τις δύο πλευρές, η καθημερινή χρήση εκατοντάδων μικρών, οικονομικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών έχει καταστεί στρατηγικής σημασίας, τόσο για την αναγνώριση στόχων όσο και για την προσβολή βαρέος εξοπλισμού.

Η Ρωσία έχει ενσωματώσει τις επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη στον πυρήνα της στρατηγικής της, πλήττοντας πόλεις και κρίσιμες υποδομές στην Ουκρανία. Από την πλευρά της, η Ουκρανία έχει επιδείξει αυξανόμενες επιθετικές δυνατότητες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την επιχείρηση «Ιστός Αράχνης» του περασμένου μήνα, κατά την οποία ισχυρίστηκε ότι εξαπέλυσε συγχρονισμένη επίθεση 117 μη επανδρωμένα αεροσκάφη σε πέντε ρωσικές αεροπορικές βάσεις, καταστρέφοντας συνολικά 41 αεροσκάφη, ανάμεσά τους και ένα στρατηγικό βομβαρδιστικό τύπου Tu-95.

Η σημασία των μη επανδρωμένων αεροσκαφών αναμένεται να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο στο μέλλον. Αναλυτές προειδοποιούν ότι κράτη αλλά και μη κρατικοί δρώντες σε όλο τον κόσμο στρέφονται ολοένα και περισσότερο προς τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη χαμηλού κόστους και υψηλής αποτελεσματικότητας για να επιτύχουν στρατηγικούς και τακτικούς στόχους. Στο πλαίσιο αυτό, εκφράζονται ανησυχίες ότι οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να χάσουν την τεχνολογική τους υπεροχή, εάν δεν ακολουθήσουν την παγκόσμια τάση.

Ανταποκρινόμενος σε αυτές τις προειδοποιήσεις, ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Πιτ Χέγκσεθ, υπέγραψε στις 10 Ιουλίου οδηγία για την επιτάχυνση της εγχώριας παραγωγής μη επανδρωμένων αεροσκαφών και την άρση γραφειοκρατικών εμποδίων. Σε σχετικό μήνυμα προς το προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων, χαρακτήρισε τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη ως «τη μεγαλύτερη καινοτομία στο πεδίο μάχης της τελευταίας γενιάς» και τόνισε ότι ο αμερικανικός στρατός οφείλει να ανταποκριθεί στις εξελίξεις. Παράλληλα, κάλεσε όλες τις στρατιωτικές μονάδες να εκπαιδεύσουν το προσωπικό τους στη χρήση μη επανδρωμένων αεροσκαφών.

Όπως ανέφερε ο Χέγκσεθ στο βιντεοσκοπημένο μήνυμά του: «Μας εμπιστεύτηκαν να ανασυγκροτήσουμε τις ένοπλες δυνάμεις και να προσαρμόσουμε τις δυνατότητές μας στις σύγχρονες απειλές. Ενώ οι αντίπαλοί μας έχουν παράξει εκατομμύρια φθηνά μη επανδρωμένα αεροσκάφη, εμείς ήμασταν καθηλωμένοι σε ένα πλέγμα γραφειοκρατίας. Αυτό πλέον αλλάζει».

Του Bill Pan

Η Ρωσία θέτει σε τροχιά ιρανικό δορυφόρο τηλεπικοινωνιών

Ρωσικός πύραυλος έθεσε επιτυχώς σε τροχιά τον ιρανικό δορυφόρο τηλεπικοινωνιών Nahid-2, σύμφωνα με ρωσικά μέσα ενημέρωσης. Πρόκειται για την πέμπτη εκτόξευση ιρανικού δορυφόρου από τη Ρωσία από το 2022.

Ο πύραυλος Soyuz, σχεδιασμένος από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, μετέφερε τον δορυφόρο Nahid-2 στις 25 Ιουλίου από εμπορική πλατφόρμα εκτόξευσης στο κοσμοδρόμιο Βοστότσνι, στην ανατολική επαρχία Αμούρ της Ρωσίας. Στην ίδια αποστολή μεταφέρθηκαν επίσης 19 ρωσικοί δορυφόροι διαφόρων τύπων.

Ο Nahid-2, κατασκευασμένος στο Ιράν, προορίζεται να παρέχει τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες στην Τεχεράνη για τα επόμενα δύο χρόνια. Η εκτόξευσή του ακολούθησε εκείνες των δορυφόρων Kowsar και Hodhod τον Νοέμβριο του 2024 – τις πρώτες ιρανικές εκτοξεύσεις που πραγματοποιήθηκαν από τον ιδιωτικό τομέα της Ρωσίας.

Η επιτυχής αποστολή έρχεται σε αντίθεση με τις πέντε διαδοχικές αποτυχημένες εκτοξεύσεις του ιρανικού πολιτικού διαστημικού προγράμματος τα τελευταία χρόνια. Η εξέλιξη αυτή ερμηνεύεται από παρατηρητές ως ένδειξη ότι ο κρατικός οργανισμός Roscosmos της Ρωσίας, που διαχειρίζεται το κοσμοδρόμιο Βοστότσνι, ενδέχεται να διαδραματίσει αυξανόμενο ρόλο στις μελλοντικές ιρανικές διαστημικές αποστολές.

Ξεχωριστό διαστημικό πρόγραμμα, υπό τον έλεγχο των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης (IRGC), το οποίο χαρακτηρίζεται ως τρομοκρατική οργάνωση από πολλές δυτικές χώρες, έχει πραγματοποιήσει επιτυχείς στρατιωτικές εκτοξεύσεις την ίδια περίοδο. Ωστόσο, η σχετική στρατιωτική εγκατάσταση φέρεται να βομβαρδίστηκε από το Ισραήλ στα τέλη του περασμένου έτους.

Τον Ιανουάριο, η Τεχεράνη και η Μόσχα υπέγραψαν 20ετή «συνθήκη στρατηγικής συνεργασίας», με στόχο την ενίσχυση της συνεργασίας σε σειρά τομέων, όπως η στρατιωτική τεχνολογία, η πυρηνική ενέργεια και οι εμπορικές συναλλαγές.

Η είδηση της εκτόξευσης έγινε γνωστή καθώς Ιρανοί και Ευρωπαίοι διπλωμάτες ετοιμάζονταν να συναντηθούν την Παρασκευή στην Κωνσταντινούπολη, σε μια προσπάθεια αποκλιμάκωσης της έντασης γύρω από το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Ευρωπαϊκές χώρες έχουν προειδοποιήσει ότι ενδέχεται να επαναφέρουν κυρώσεις αν η Τεχεράνη δεν επιτρέψει την επιστροφή διεθνών επιθεωρητών.

Η στρατηγική σύμπλευση ΡωσίαςΙράν προβλέπει επίσης συνεργασία απέναντι σε «κοινές στρατιωτικές απειλές» και δημιουργία βάσης για μελλοντικές κοινές ασκήσεις. Η ηγεσία της Μόσχας έχει επιδιώξει την τελευταία περίοδο στενότερες σχέσεις με αυταρχικά καθεστώτα, όπως της Κίνας, του Ιράν και της Βόρειας Κορέας, προκειμένου να υποστηρίξει τις πολεμικές της ανάγκες στην Ουκρανία και να παρακάμψει τις δυτικές κυρώσεις μέσω εναλλακτικών αλυσίδων εφοδιασμού.

Πέραν της στρατηγικής συμφωνίας, οι δύο χώρες έχουν ενισχύσει και τον τομέα της στρατιωτικής συνεργασίας. Η Ρωσία έχει προμηθεύσει το Ιράν με μαχητικά αεροσκάφη και άλλα τεχνολογικά μέσα, ενώ η Τεχεράνη έχει αποστείλει μη επανδρωμένα αεροσκάφη και πυρομαχικά για ρωσική χρήση.

Με πληροφορίες από τα Associated Press και Reuters

Επιβραδύνεται η ανάπτυξη της ηλιακής ενέργειας στην ΕΕ λόγω περικοπών στις επιδοτήσεις

Η Ευρωπαϊκή Ένωση οδεύει προς την πρώτη ετήσια επιβράδυνση στην ανάπτυξη της ηλιακής ενέργειας εδώ και περισσότερα από δέκα χρόνια, σύμφωνα με στοιχεία του κλάδου που δημοσιεύθηκαν την Πέμπτη.

Η τάση αυτή, σύμφωνα με παρατηρητές, αντανακλά τη μετατόπιση των πολιτικών προτεραιοτήτων σε αρκετές χώρες της Ένωσης, καθώς μειώνονται ορισμένα «πράσινα» μέτρα ή αδυνατεί να διατηρηθεί ο ρυθμός υλοποίησης έργων καθαρής ενέργειας, εν μέρει λόγω της αύξησης των αμυντικών δαπανών και της στήριξης της τοπικής βιομηχανίας.

Η έκθεση της βιομηχανικής ένωσης SolarPower Europe αναφέρει ότι το 2025 αναμένεται να προστεθούν 64,2 γιγαβάτ (GW) νέας φωτοβολταϊκής ισχύος στην ΕΕ, σημειώνοντας μείωση 1,4% σε σχέση με τα 65,1 GW του προηγούμενου έτους.

Παρότι εκτιμάται πως θα επιτευχθεί ο στόχος των 320 GWAC (ή 400 GWDC) για το 2025, η έκθεση προειδοποιεί ότι εντείνονται οι ανησυχίες για τον στόχο των 600 GWAC (ή 750 GWDC) έως το 2030, καθώς η αγορά παρουσιάζει σημάδια κόπωσης.

Όπως εξηγείται, η διαφορά ανάμεσα στα GWAC και τα GWDC σχετίζεται με τον τρόπο λειτουργίας των φωτοβολταϊκών συστημάτων: η παραγόμενη ενέργεια είναι συνεχούς ρεύματος (DC) και πρέπει να μετατραπεί σε εναλλασσόμενο (AC) για να διοχετευθεί στο δίκτυο. Η αναλογία μεταξύ τους υπολογίζεται σε περίπου 1,25 προς 1 σύμφωνα με την SolarPower Europe, εξ ου και η διαφορά.

Η έκθεση εκτιμά ότι η μικρή πτώση της αγοράς το 2025 θα οφείλεται κυρίως στη σημαντική μείωση των εγκαταστάσεων φωτοβολταϊκών σε οικιακές στέγες, κάτι που συνδέεται τόσο με τις χαμηλότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας όσο και με τη συρρίκνωση των σχετικών προγραμμάτων επιδότησης.

Ωστόσο, με βάση τους τρέχοντες ρυθμούς ανάπτυξης, η ΕΕ αναμένεται να υπολείπεται κατά περίπου 27 GW του στόχου των 750 GW που, σύμφωνα με την οργάνωση, είναι απαραίτητος για την επίτευξη των κλιματικών δεσμεύσεων και τη σταδιακή απεξάρτηση από την εισαγόμενη ενέργεια από τη Ρωσία.

Ιδιαίτερα έντονη είναι η πτώση στον τομέα των οικιακών εγκαταστάσεων, ο οποίος αναμένεται να καλύψει μόλις το 15% της νέας ισχύος φέτος, από το ~30% της περιόδου 2020-2023.

Η πτώση αυτή αποδίδεται κυρίως στις περικοπές υποστήριξης σε χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Ολλανδία. Στη Γερμανία, νόμος που ψηφίστηκε τον Φεβρουάριο κατήργησε τις αποζημιώσεις για την τροφοδοσία του δικτύου με ηλιακή ενέργεια κατά τις ώρες αιχμής, ενώ στη Γαλλία μειώθηκαν κάποια οικονομικά κίνητρα τον Μάρτιο, επιβραδύνοντας τις νέες εγκαταστάσεις. Στην Ολλανδία, η κυβέρνηση περιόρισε την επιδότηση για τα νοικοκυριά που διοχέτευαν περίσσεια ενέργεια στο δίκτυο, με το ισχύον πρόγραμμα να καταργείται πλήρως το 2027. Οι νέες εγκαταστάσεις που δεν εντάσσονται στο προηγούμενο καθεστώς επιδοτήσεων καταγράφουν σημαντική πτώση.

Η ετήσια πτώση που προβλέπεται για το 2025 θα είναι η πρώτη από το 2015, ενώ το 2023 η συνολική δυναμικότητα αυξήθηκε κατά 51% – αν και ο ρυθμός ανάπτυξης είχε ήδη περιοριστεί στο 3% το προηγούμενο έτος.

Παρά τη στασιμότητα, η ηλιακή ενέργεια κάλυψε τον Ιούνιο το 22% της συνολικής ηλεκτροπαραγωγής στην ΕΕ, καθιστώντας την τη μεγαλύτερη πηγή ηλεκτρικής ενέργειας για εκείνον τον μήνα, εν μέσω έντονου καύσωνα.

Η επιβράδυνση των επιδοτήσεων στην Ευρώπη συμβαδίζει με αντίστοιχες εξελίξεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε στις 7 Ιουλίου εκτελεστικό διάταγμα για την κατάργηση των ομοσπονδιακών επιδοτήσεων σε εγκαταστάσεις ηλιακής και αιολικής ενέργειας. Στο διάταγμα αναφέρεται ότι οι εν λόγω μορφές ενέργειας είναι ακριβές, υπονομεύουν τη σταθερότητα του ηλεκτρικού δικτύου και εξαρτώνται από εφοδιαστικές αλυσίδες ελεγχόμενες από το εξωτερικό.

Το μέτρο στις ΗΠΑ εντάσσεται στο νομοσχέδιο «One Big Beautiful Bill Act», το οποίο τέθηκε σε ισχύ στις 4 Ιουλίου και προβλέπει την κατάργηση των φορολογικών κινήτρων για έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μετά το 2026, εφόσον δεν έχουν ξεκινήσει μέχρι τότε. Τα έργα που ξεκινούν αργότερα πρέπει να τεθούν σε λειτουργία έως το τέλος του 2027 για να λάβουν ενίσχυση. Με το προηγούμενο νομικό καθεστώς, οι εταιρείες μπορούσαν να επωφεληθούν από φοροαπαλλαγή 30% έως το 2032.

Τα φωτοβολταϊκά μετατρέπουν το ηλιακό φως σε ηλεκτρισμό, είτε εγκαθίστανται σε στέγες είτε σε εκτεταμένα πάρκα. Αν και δεν εκπέμπουν ρύπους κατά τη λειτουργία τους, η παραγωγή τους απαιτεί μεγάλη κατανάλωση ενέργειας, με έντονη εξάρτηση από ορυκτά καύσιμα.

Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (ΔΟΕ), το 80% της ενέργειας που απαιτείται για την κατασκευή φωτοβολταϊκών δαπανάται στην παραγωγή εξαρτημάτων από πυρίτιο, όπως το πολυπυρίτιο, οι ράβδοι (ingots) και οι δίσκοι (wafers), σε μια διαδικασία που απαιτεί πολύ υψηλές θερμοκρασίες.

Έκθεση του 2022 από τον ΔΟΕ κατέδειξε ότι πάνω από το 60% της ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιείται στην παγκόσμια παραγωγή φωτοβολταϊκών προέρχεται από άνθρακα – ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από τη γενική συμμετοχή του άνθρακα στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα. Το γεγονός αυτό αποδίδεται κυρίως στο ότι η πλειονότητα της παραγωγής πραγματοποιείται στην Κίνα, και ιδίως στις επαρχίες Σιντζιάνγκ και Τζιανγκσού, όπου ο άνθρακας κυριαρχεί στο ενεργειακό μείγμα.

Με τη συμβολή των Aldgra Fredly, Rahman και Evgenia Filimianova

Τουλάχιστον 33 νεκροί στις εχθροπραξίες Καμπότζης-Ταϊλάνδης

Οι εχθροπραξίες στα σύνορα της Καμπότζης και της Ταϊλάνδης στοίχισαν τη ζωή σε τουλάχιστον 33 ανθρώπους σε αμφότερες τις πλευρές των συνόρων, σύμφωνα με τους πιο πρόσφατους, σημερινούς επίσημους απολογισμούς των θυμάτων, ενώ η Πνομ Πεν απαίτησε από την Μπανγκόκ «άμεση κατάπαυση του πυρός».

Η διένεξη για την κυριαρχία σε παραμεθόριες περιοχές, που διαρκεί δεκαετίες, εκτραχύνθηκε την Πέμπτη σε μάχες με την εμπλοκή μαχητικών αεροσκαφών, αρμάτων μάχης, στοιχείων του πυροβολικού και χερσαίων δυνάμεων – στο χειρότερο επίπεδο βίας των τελευταίων δεκαετιών, χειρότερο κι από αυτό του 2011 – εξωθώντας το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να συνεδριάσει εκτάκτως κεκλεισμένων των θυρών χθες.

Σήμερα, το υπουργείο Άμυνας της Καμπότζης ανακοίνωσε πως 13 άνθρωποι σκοτώθηκαν και άλλοι 71 τραυματίστηκαν στην καμποτζιανή πλευρά.

Ο ταϊλανδικός στρατός ανέφερε από την πλευρά του ότι σκοτώθηκαν πέντε στρατιωτικοί χθες Παρασκευή, αυξάνοντας τον επίσημο απολογισμό των θυμάτων στους 20 νεκρούς στην πλευρά της Ταϊλάνδης – 14 πολίτες και έξι στρατιωτικούς.

Πλέον ο απολογισμός των θυμάτων ξεπέρασε αυτόν της προηγούμενης σειράς συγκρούσεων των δυο κρατών, από το 2008 έως το 2011 (28 νεκροί).

Οι δυο πλευρές έκαναν λόγο για νέες εχθροπραξίες περί τις 05:00 (τοπική ώρα· 01:00 ώρα Ελλάδας). Η Πνομ Πεν κατηγόρησε τις ταϊλανδικές ένοπλες δυνάμεις ότι έπληξαν με «πέντε οβίδες βαρέος πυροβολικού» τοποθεσίες στην παραμεθόρια επαρχία Πορσάτ.

Οι συγκρούσεις ανάγκασαν να φύγουν από τα σπίτια τους σε περιοχές κοντά στα σύνορα περισσότερους από 138.000 ανθρώπους στην Ταϊλάνδη και άλλους 35.000 και πλέον στην Καμπότζη.

Μετά τη συνεδρίαση κεκλεισμένων των θυρών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, ο πρεσβευτής της Καμπότζης στον οργανισμό Τσι Κεβ είπε πως η χώρα του θέλει κατάπαυση του πυρός.

«Η Καμπότζη απαίτησε άμεση κατάπαυση του πυρός άνευ όρων και καλέσαμε επίσης να υπάρξει ειρηνική επίλυση της σύγκρουσης», είπε στον Τύπο.

Πριν από τη συνεδρίαση του ΣΑ, η Ταϊλάνδη δεν απέκλεισε να διεξαχθούν διαπραγματεύσεις, με πιθανή μεσολαβήτρια τη Μαλαισία.

Η Μαλαισία ασκεί το τρέχον διάστημα την εναλλασσόμενη προεδρία του Συνδέσμου Κρατών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN), του οποίου είναι μέλη οι δυο αντιμαχόμενες πλευρές.

«Είμαστε έτοιμοι, αν η Καμπότζη θέλει να επιλυθεί το ζήτημα αυτό μέσω της διπλωματικής οδού, με διμερή τρόπο ή ακόμη και με τη μεσολάβηση της Μαλαισίας, είμαστε έτοιμοι να το κάνουμε. Όμως μέχρι τώρα δεν έχουμε λάβει καμιά απάντηση», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Ταϊλάνδης Νικορντζέ Μπαλανκουρά.

Νωρίτερα, ο μεταβατικός πρωθυπουργός της Ταϊλάνδης Πλούμθαμ Γουετσαγιατσάι προειδοποίησε πως η κλιμάκωση των συγκρούσεων μπορεί να μετατραπεί σε «πόλεμο».

Οι δυο πλευρές κατηγορούν η μια την άλλη πως άνοιξε πυρ πρώτη. Η Ταϊλάνδη καταγγέλλει πως η Καμπότζη έβαλε στο στόχαστρο πολιτικές υποδομές, συμπεριλαμβανομένων νοσοκομείου και πρατηρίου καυσίμων. Η Καμπότζη, από την άλλη, καταγγέλλει πως η Ταϊλάνδη έκανε χρήση πυρομαχικών διασποράς.

«Πώς μπορούν (σ.σ. οι Ταϊλανδοί) να κατηγορούν εμάς, μια μικρή χώρα με στρατό που έχει υποτριπλάσιο μέγεθος [από τον δικό τους], που δεν έχει αεροπορία», ότι «επιτεθήκαμε στον μεγάλο γείτονα», διερωτήθηκε ο πρεσβευτής της Καμπότζης στα Ηνωμένα Έθνη.

Σύμφωνα με τον Τσι Κεβ, το Συμβούλιο Ασφαλείας «κάλεσε τα δυο μέρη σε αυτοσυγκράτηση – στη μέγιστη αυτοσυγκράτηση – και να βρουν διπλωματική λύση. Αυτό ζητάμε κι εμείς».

Αυτές οι μάχες ανάμεσα στα δυο βασίλεια αποτελούν σοβαρή κλιμάκωση της διένεξής τους εδώ και δεκαετίες για τα σύνορά τους – μήκους 800 χιλιομέτρων και πλέον – που είχαν χαραχτεί κατά τη διάρκεια της γαλλικής κατοχής της πάλαι ποτέ Ινδοκίνας.

Απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, το 2013, επέλυσε το πρόβλημα θεωρητικά, αλλά η διευθέτηση δεν διήρκεσε παρά μια δωδεκαετία. Η τρέχουσα κρίση άρχισε τον Μάιο, με έναυσμα τον θάνατο Χμερ στρατιώτη σε ανταλλαγή πυρών, μία νύχτα του Μαΐου, σε διεκδικούμενη περιοχή γνωστή με την ονομασία «Σμαραγδένιο Τρίγωνο».

Συναντήσεις Τραμπ με Στάρμερ και Ευρωπαίους ηγέτες στη Σκωτία

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ αφίχθη στο αεροδρόμιο Πρέστγουικ της Σκωτίας στις 25 Ιουλίου, για μια πενθήμερη επίσκεψη που περιλαμβάνει διμερείς συνομιλίες για το εμπόριο και άλλες θεματικές με ηγέτες του Ηνωμένου Βασιλείου, της Σκωτίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Δεκάδες διαδηλωτές – υπέρ και κατά – είχαν συγκεντρωθεί πίσω από τα κιγκλιδώματα του αεροδρομίου, σύμφωνα με ανταποκριτές.

Όπως γνωστοποιήθηκε, ο πρώτος κύκλος συνομιλιών έχει προγραμματιστεί για σήμερα, με τον Βρετανό πρωθυπουργό Κηρ Στάρμερ. Ο Τραμπ φέρεται να δήλωσε πως το βασικό θέμα θα είναι η εμπορική συμφωνία που έχει ήδη συναφθεί, εκφράζοντας την πρόθεση να προχωρήσει και στην έγκρισή της.

Ο ίδιος σημείωσε πως, έπειτα από πολύμηνες διαπραγματεύσεις, υπάρχει πλέον χώρος για «κάποιο εορτασμό», ενώ ανέφερε ότι στόχος είναι να γίνουν ορισμένες τελικές ρυθμίσεις που θα ωφελήσουν και τις δύο χώρες.

Υπενθύμισε επίσης ότι το Ηνωμένο Βασίλειο προσπαθούσε εδώ και δώδεκα χρόνια να πετύχει μια τέτοια συμφωνία με τις ΗΠΑ, χωρίς αποτέλεσμα, υποστηρίζοντας πως η δική του διοίκηση κατάφερε τελικά να την ολοκληρώσει.

Η συμφωνία, με τίτλο «Economic Prosperity Deal» («Σύμφωνο Οικονομικής Ευημερίας»), υπεγράφη μεταξύ Τραμπ και Στάρμερ τον Μάιο, ενώ τα σχέδια υλοποίησης δόθηκαν στη δημοσιότητα από τον Λευκό Οίκο τον Ιούνιο.

Στο πλαίσιο της επίσκεψης, ο Αμερικανός πρόεδρος προσκάλεσε τον Στάρμερ στο πολυτελές θέρετρο Turnberry, που του ανήκει, για σειρά κατ’ ιδίαν συζητήσεων. Εμφανίστηκε θετικός απέναντι στον Βρετανό πρωθυπουργό, χαρακτηρίζοντάς τον «καλό πρωθυπουργό» και «καλό άνθρωπο».

Η παρουσία του Τραμπ στη Σκωτία συνοδεύεται από αυξημένα μέτρα ασφαλείας, με εκτεταμένες οδικές απαγορεύσεις και χιλιάδες αστυνομικούς – με ή χωρίς στολή – να είναι ανεπτυγμένοι γύρω από το γήπεδο γκολφ Turnberry, στη δυτική ακτή της χώρας, όπου ο πρόεδρος θα παραμείνει για μερικές ημέρες.

Ο Τραμπ χαρακτήρισε το Turnberry «το καλύτερο θέρετρο στον κόσμο» και το γήπεδο γκολφ «ένα από τα κορυφαία διεθνώς».

Για την Τρίτη, έχει προγραμματιστεί μετάβαση στο θέρετρο του Αμπερντήν, στη βορειοανατολική Σκωτία, για γεύμα και περαιτέρω συνομιλίες.

Η επίσκεψη έχει και προσωπικό χαρακτήρα για τον Τραμπ, καθώς, όπως υπενθύμισε, η μητέρα του, Μαίρη Αν Μακλήοντ Τραμπ, είχε γεννηθεί στη Σκωτία το 1912.

Στο πλαίσιο της παραμονής του, θα παίξει και τον πρώτο γύρο σε ένα νέο γήπεδο γκολφ που φέρει το όνομα «MacLeod», προς τιμήν της μητέρας του. Το γήπεδο ανήκει στο πολυτελές συγκρότημα που απέκτησε το 2006 και εγκαινίασε το 2012.

Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης προβλέπεται επίσης συνάντηση με τον πρώτο υπουργό της Σκωτίας, Τζον Σουίννυ, για τον οποίο ο Τραμπ φέρεται να είπε πως πρόκειται για «καλό άνθρωπο» και ότι αναμένει με ενδιαφέρον τη συνάντηση μαζί του.

Αν και αρχικά η επίσκεψη είχε προγραμματιστεί ως ιδιωτική, με κύριο στοιχείο τον ελεύθερο χρόνο στα γήπεδα γκολφ, το πρόγραμμα παραμένει ρευστό και ανανεώνεται διαρκώς.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δήλωσε σε ανάρτησή της στην πλατφόρμα X ότι, μετά από τηλεφωνική επικοινωνία με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, συμφωνήθηκε συνάντηση στη Σκωτία την Κυριακή, με αντικείμενο τις διατλαντικές εμπορικές σχέσεις και τη διατήρησή τους σε ισχυρό επίπεδο.

Ο Τραμπ, από την πλευρά του, φέρεται να εκτίμησε ότι οι πιθανότητες να επιτευχθεί συμφωνία με την ΕΕ είναι «50-50 ή και λιγότερες», ενώ σημείωσε πως η κυβέρνησή του επιδιώκει μια νέα ρύθμιση που θα απαιτεί από την ΕΕ την καταβολή αντισταθμιστικού ποσού για τη μείωση των δασμών ύψους 30% που έχουν επιβληθεί σε προϊόντα κρατών-μελών.

Τέλος, όπως έγινε γνωστό, ο Τραμπ σκοπεύει να επισκεφθεί εκ νέου το Ηνωμένο Βασίλειο τον Σεπτέμβριο, καθώς έχει λάβει πρόσκληση από τον βασιλιά Κάρολο Γ΄ για μια δεύτερη επίσημη επίσκεψη – κάτι που χαρακτηρίζεται ως άνευ προηγουμένου.

Του Travis Gillmore

Σ. Ζαχαράκη: Μετά από 15 αιώνες η Ιερά Μονή Σινά αποκτά νομική προσωπικότητα στην Ελλάδα

«Η ελληνική Πολιτεία επιβεβαιώνει εμπράκτως την αποφασιστικότητά της να στηρίξει την αποστολή και το έργο της Ιεράς Μονής, να θωρακίσει τα συμφέροντά της», τόνισε η υπουργός Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, Σοφία Ζαχαράκη, την Παρασκευή 25 Ιουλίου, στη Διαρκή Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου του υπουργείου, το οποίο φιλοδοξεί να επιλύσει οριστικά το ζήτημα της νομικής προσωπικότητας της Μονής Αγίας Αικατερίνης του Σινά στην Ελλάδα.

«Πρόκειται για μια ιστορική πρωτοβουλία που αποδίδει, για πρώτη φορά μετά από 15 αιώνες, σαφή νομική υπόσταση σε έναν μοναδικό θρησκευτικό και πολιτιστικό θεσμό, με σεβασμό στην αυτονομία και το εκκλησιαστικό της καθεστώς. Διαφυλάττουμε έναν θησαυρό πολιτισμού και πνευματικότητας που ανήκει σε όλη την ανθρωπότητα. Αποδεικνύουμε εμπράκτως ότι η Ελλάδα αποτελεί κοιτίδα της Ορθοδοξίας», σημείωσε, μεταξύ άλλων, η υπουργός.

Παράλληλα, με το παρόν νομοσχέδιο ενισχύονται οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες και τα Τμήματα Θεολογικών Σχολών των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων με τη διευκόλυνση φοίτησης σε αυτά αλλοδαπών-αλλογενών φοιτητών. Πιο συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι μέχρι δέκα υποψήφιοι από το Πατριαρχείο Αντιοχείας, υπήκοοι Συρίας ή Λιβάνου, μπορούν να μπαίνουν σε οποιοδήποτε τμήμα ελληνικού ΑΕΙ κατόπιν πρότασης του Πατριαρχείου Αντιοχείας και με τη σύμφωνη γνώμη της Εκκλησίας της Ελλάδος και του ελληνικού ΥΠΕΞ.

«Με αυτό τον τρόπο, το ελληνικό κράτος βοηθάει με αποφασιστικό τρόπο το Πατριαρχείο Αντιοχείας να βελτιώσει το επίπεδο των ιερωμένων του και αποκαθιστούμε έναν άμεσο δίαυλο επικοινωνίας με τους ελληνορθοδόξους της Συρίας», τόνισε η κα Ζαχαράκη.

«Το 2021, για πρώτη φορά αδειοδοτήθηκε ευκτήριος Οίκος των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Θράκης, μιας θρησκευτικής μειονότητας εντός των κόλπων της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης. Με το άρθρο 49 του νομοσχεδίου, πλέον η θρησκευτική μειονότητα των Μπεκτασήδων Αλεβιτών Θράκης αποκτά υπόσταση στον νομικό κόσμο, ως θρησκευτικό νομικό πρόσωπο του ν. 4301/2014, και η Ελλάδα κάνει ένα ακόμα βήμα προς την ορθή κατεύθυνση της προστασίας της θρησκευτικής ελευθερίας», πρόσθεσε η υπουργός και υπογράμμισε ότι «είναι η πρώτη φορά που αναγνωρίζεται στην Ελλάδα θρησκευτικό νομικό πρόσωπο μουσουλμανικού θρησκεύματος».

Επίσης, με τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις ενδυναμώνονται οι Σχολές Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών (ΣΜΥΚ) και η διευκόλυνση της φοίτησης αλλοδαπών μαθητών και φοιτητικών στα Πρότυπα Εκκλησιαστικά Σχολεία. Οι μαθητές και φοιτητές προέρχονται από τα παλέφατα Πατριαρχεία (Οικουμενικό Πατριαρχείο, Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, Πατριαρχείο Αντιοχείας και Ιεροσολύμων).

Επιπλέον, στο νομοσχέδιο προβλέπεται ουσιαστική ενίσχυση του κοινωφελούς έργου των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων.

Τέλος, καταργείται το αναχρονιστικό νομοθετικό πλαίσιο για την αδειοδότηση χώρων λατρείας που ίσχυε από τη μεταξική περίοδο.

«Εξασφαλίζουμε ως Πολιτεία την ακώλυτη άσκηση του δικαιώματος λατρείας όλων των θρησκευτικών κοινοτήτων και των μελών τους, μέσω της διαμόρφωσης ενός σύγχρονου, πλήρους και συνεκτικού νομοθετικού πλαισίου για τους χώρους λατρείας των θρησκειών», κατέληξε η κα Ζαχαράκη.