Ένας από τους πιο συναρπαστικούς χαρακτήρες της ελληνικής μυθολογίας είναι ο Προμηθέας, η ύπαρξη του οποίου βρίσκεται μεταξύ θεών και ανθρώπων. Ο Προμηθέας δεν είναι ούτε το ένα ούτε άλλο: είναι Τιτάνας. Ανήκει στην παλαιά τάξη όντων, που ανέτρεψε ο νέος υπέρτατος θεός Δίας (Ζεύς/Deus). Η παλαιά τάξη του κόσμου, υπό την κυριαρχία του Κρόνου (πατέρα του Δία και βασιλιά των Τιτάνων), ήταν στην πραγματικότητα η κυριαρχία του δυνατού και του ισχυρού. Οι ισχυροί έκαναν ό,τι ήθελαν.
Ο Δίας, με συμμάχους τους Ολύμπιους θεούς, τους γίγαντες Εκατόγχειρες και τους Κύκλωπες, κατέστρεψε τη δύναμη των Τιτάνων και υπερίσχυσε, μετά από έναν δεκαετή πόλεμο.
Γιάκομπ Γιόρντενς, «Η πτώση των Τιτάνων», 1638.(Public Domain)
Η χρονική διάρκεια της Τιτανομαχίας δεν φαίνεται να είναι τυχαία, καθώς σε όλους τους αρχαίους πολιτισμούς, ο αριθμός 10 συμβόλιζε κατά κανόνα την ολοκλήρωση και την κοσμική τάξη. Στην εβραϊκή παράδοση επίσης, οι Δέκα Εντολές σηματοδοτούν τη μετάβαση από το χάος στη διαθήκη, από τη σκλαβιά στον ηθικό πολιτισμό, υπογραμμίζοντας τη θεϊκή εξουσία μέσω ενός συνοπτικού ηθικού και νομικού κώδικα.
Ο αριθμός 10 σηματοδοτεί δηλαδή έναν πλήρη κύκλο, μια περίοδο δοκιμασίας που τελειώνει με την ίδρυση ενός νέου κόσμου. Για τους αρχαίους Έλληνες, μέσω της πυθαγόρειας φιλοσοφίας, ο αριθμός 10 συμβόλιζε επίσης την τελειότητα. Είναι το άθροισμα των τεσσάρων πρώτων ακέραιων αριθμών (1 + 2 + 3 + 4 = 10), σχηματίζοντας την τετρακτύ, ένα σύμβολο αρμονίας και ισορροπίας. Τόσο ο Δίας όσο και ο Γιαχβέ απεικονίζονται ως νομοθέτες των οποίων η εξουσία δεν αναδύεται αυθαίρετα, αλλά μέσω μιας αριθμητικά σημαντικής περιόδου σύγκρουσης και επίλυσης.
Η τετρακτύς εξέφραζε ολόκληρο το σύμπαν και ήταν πηγή της αιώνιας φύσης για τους Πυθαγόρειους.
Αφού έστειλε τους Τιτάνες στα Τάρταρα, στα έγκατα της γης, ο Δίας καθιέρωσε μία τάξη που χαρακτηριζόταν από λογική, ιεραρχία, νόμους, δικαιοσύνη, ειρήνη, σταθερότητα και ομορφιά, μεταξύ άλλων. Ο Δίας, παρόλο που ήταν ο πρώτος και παντοδύναμος θεός, υπόκειτο εξίσου στους κανόνες της τάξης, της δικαιοσύνης και των νόμων που ο ίδιος είχε θεσπίσει.
Ωστόσο, ο Προμηθέας δεν μοιράστηκε τη μοίρα των ομοίων του. Έχοντας προειδεί την πτώση τους – το όνομά του σημαίνει ‘αυτός που μπορεί να προειδεί τα πράγματα’ – συμμάχησε με τον Δία και τις δυνάμεις της νέας τάξης πραγμάτων.
Το αμάρτημα της ύβρεως
Η συμμαχία τους όμως δεν κράτησε για πολύ, καθώς ο Τιτάνας διέπραξε δύο σοβαρές πράξεις υπεροψίας, υπέρ του ανθρώπινου γένους: Πρώτον, εξαπάτησε τον Δία κατά τη διάρκεια μιας θυσίας, τυλίγοντας τα κόκαλα σε πλούσιο λίπος και κρύβοντας το βρώσιμο κρέας κάτω από τα εντόσθια.
Όταν ο Δίας επέλεξε το μέρος που έκρυβε τα κόκκαλα, καθιέρωσε ένα τελετουργικό προηγούμενο σύμφωνα με το οποίο οι άνθρωποι κρατούν το καλό κρέας. Αυτός ο μύθος εξηγεί γιατί οι θεοί λαμβάνουν μόνο τον καπνό και τα κόκαλα στις θυσίες. Είναι επίσης ένα πρώιμο παράδειγμα του Προμηθέα, του δημιουργού της ανθρωπότητας, που ξεγελά τη θεϊκή εξουσία προς όφελος των ανθρώπων. Αλλά, φυσικά, δεν είναι εύκολο να ξεγελάσεις τον βασιλιά των θεών, ειδικά αφού ο Δίας κάποτε κατάπιε ολόκληρη την Τιτανίδα Μήτιδα, ενσάρκωση της γνώσης και της πονηριάς.
Στην προσπάθειά του να ξεγελάσει τον Δία για το καλό της ανθρωπότητας, ο Προμηθέας όχι μόνο προκάλεσε την οργή του άρχοντα των Ολύμπιων θεών, αλλά έβλαψε και τους αγαπημένους του ανθρώπους, αφού η οργή του Δία στράφηκε εναντίον τους και τους τιμώρησε στερώντας τους τη φωτιά.
Για τους θεούς δεν είχε πρακτική σημασία το ότι θα λάμβαναν τα λιγότερο καλά κομμάτια της θυσίας, καθώς δεν έτρωγαν κρέας ούτως ή άλλως, αλλά έπιναν ουράνιο νέκταρ και αμβροσία· μόνο οι άνθρωποι είχαν ανάγκη να τρώνε κρέας. Ήταν το θράσος της ύβρεως, της αψηφησιάς και της εξαπάτησης που προκάλεσε την αντίδραση του Δία.
Το δώρο της φωτιάς
Σαν το Προμηθέα, οι άνθρωποι βρίσκονται επίσης μεταξύ της ζωικής και της θεϊκής κατάστασης. Αλλά η στέρηση της φωτιάς θα σήμαινε και τη στέρηση της διττής τους φύσης: οι άνθρωποι θα περιέρχονταν στην κατάσταση του ζώου.
Σε αυτό αναφέρεται και ο Άμλετ όταν παρατηρεί, στην περίφημη φράση του, ότι η ανθρωπότητα «στην πράξη είναι σαν άγγελος, στην αντίληψη σαν θεός», αλλά τελικά [είναι] «η πεμπτουσία της σκόνης». Είναι μια φράση που συνοψίζει την παράδοξη κατάστασή μας – μετέωροι ανάμεσα στο θεϊκό και το θνητό, ανάμεσα στη φωτιά του Προμηθέα και τον πηλό από τον οποίο πλαστήκαμε. Όπως ο Άμλετ, ο μύθος του Προμηθέα μάς υπενθυμίζει ότι η ανθρώπινη μεγαλοσύνη – η λογική, η δημιουργικότητα και η προσπάθειά μας – συνυπάρχει με την αδυναμία, τον πόνο και την αναπόφευκτη φθορά. Φτάνουμε στους ουρανούς, αλλά είμαστε δεμένοι στη γη.
Ο Προμηθέας όμως δεν εγκαταλείπει τους ανθρώπους. Δεν θέλει να τους αφήσει να πεθάνουν από έλλειψη φωτιάς ή να επιστρέψουν στην κατάσταση των θηρίων.
Έτσι, κλέβει τη φωτιά από τους θεούς, και συγκεκριμένα από το σιδηρουργείο του Ηφαίστου, χαρίζοντας στην ανθρωπότητα τα βασικά εργαλεία της τεχνολογίας και της επιβίωσης.
Γκιγιώμ Κουστού ο Νεότερος, «Ο Ήφαιστος στο σιδηρουργείο του», 1742. Λούβρο, Παρίσι. (Public Domain )
Σε ένα βαθύτερο, συμβολικό επίπεδο, προσφέρει επίσης τέχνη και πολιτική τάξη. Η φωτιά που φέρνει ο Προμηθέας δεν είναι απλώς για ζεστασιά και φαγητό — είναι η σπίθα της τέχνης και του λόγου, της δεξιότητας και της λογικής. Η φωτιά αντιπροσωπεύει το φως και, σε πνευματικό επίπεδο, τη διαφώτιση. Είναι περίεργο το γεγονός ότι ο Προμηθέας δεν μεταφέρει τη φωτιά στους θνητούς σε κάποιο μεγαλοπρεπές σκεύος ή κλεμμένο θησαυρό, αλλά σε ένα κοίλο στέλεχος μάραθου — το νάρθηκα. Αυτά η ταπεινή λεπτομέρεια, που συχνά παραβλέπεται, είναι πλούσια σε σημασία. Στην αρχαία Ελλάδα, ο νάρθηκας ήταν ένας ινώδης, πυρίμαχος μίσχος φυτού που χρησιμοποιούνταν συνήθως για τη συντήρηση και τη μεταφορά της θράκας. Επιλέγοντας ένα τόσο φυσικό, καθημερινό αντικείμενο, ο Προμηθέας ενσαρκώνει τον απατεώνα που χρησιμοποιεί την πονηριά αντί της βίας, μετατρέποντας ένα φυτό σε σύμβολο της τεχνολογικής και πολιτιστικής επανάστασης.
Ο μίσχος του μάραθου γίνεται ο ταπεινός αγωγός μέσω του οποίου η θεϊκή δύναμη μεταφέρεται κρυφά στα χέρια των ανθρώπων.
Σε μεταγενέστερα ελληνικά τελετουργικά, ιδίως στα μυστήρια του Διόνυσου, ο νάρθηκας επανεμφανίζεται ως θύρσος, ένα ραβδί εκστατικής μεταμόρφωσης, υποδηλώνοντας μια περαιτέρω σύνδεση μεταξύ φωτιάς, έμπνευσης και πνευματικής αφύπνισης. Η χρήση του από τον Προμηθέα υποδηλώνει μια βαθύτερη αλήθεια: ο πολιτισμός συχνά χτίζεται πάνω σε μικρές πράξεις, που μετατρέπουν το συνηθισμένο σε εξαιρετικό.
Χάινριχ Φρήντριχ Φύγκερ, «Ο Προμηθέας φέρνει τη φωτιά». (Public Domain)
Ο Επιμηθέας ήταν αδελφός του Προμηθέα. Το όνομά του σημαίνει το αντίθετο της προβλεπτικότητας: ο Επιμηθέας δεν καταλαβαίνει τις συνέπειες των πράξεών του πριν τις κάνει. Αφού του ανατέθηκε η δημιουργία των ζώων του κόσμου, απονέμει σε όλα ειδικές ιδιότητες που τους επιτρέπουν να επιβιώσουν: σε μερικά ταχύτητα, σε άλλα την ικανότητα να πετούν, σε άλλα την ικανότητα να καμουφλάρονται ή αιχμηρά νύχια, σε μερικά μέγεθος ή δύναμη, κ.ο.κ.. Το θέμα είναι ότι, όταν φτάνει στην ανθρωπότητα, δεν έχουν μείνει ιδιότητες στο κουτί (που του είχε δοθεί) για να δώσει στους ανθρώπους. Έτσι, χωρίς τη φωτιά, η ανθρωπότητα είναι καταδικασμένη! Για αυτόν τον λόγο είναι επιτακτική ανάγκη για την ανθρωπότητα να έχει φωτιά και ο Προμηθέας, που αγαπά τους ανθρώπους, αποφασίζει να την κλέψει, γνωρίζοντας εκ των προτέρων τις συνέπειες της πράξης του και την τιμωρία του.
Το ζήτημα της τιμωρίας του θα διαπραγματευθεί το β΄μέρος της σειράς.
Οι περισσότεροι το γνωρίζουμε εξ όψεως, πολλοί έχουμε περιηγηθεί στο εσωτερικό του, αλλά πόσοι έχουν δει όσα κρύβονται στα βάθη του;
Μαρμάρινα αγαλμάτια Ερώτων από το κάλυμμα δίρριχτης σαρκοφάγου, γύρω στο 150 μ.Χ. Από αγορά της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας στη Σμύρνη, το 1883. ΕΑΜ Γ 2895, Γ 2896. (Φωτογραφικό αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου)
Ο λόγος για το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, το οποίο όχι μόνο φιλοξενεί πλήθος αριστουργημάτων του αρχαιοελληνικού κόσμου στις αίθουσές του, αλλά περιέχει και πολλά εξαιρετικά ευρήματα στις αποθήκες του, τα οποία δύσκολα θα δουν το φως της ημέρας στους κύριους χώρους του.
Πριν από 10 χρόνια, ωστόσο, εγκαινιάστηκε μία δράση η οποία προσφέρει στο κοινό την ευκαιρία να μάθει περισσότερα για τον θαυμαστό πολιτισμό που ήκμασε κάποτε στον ελλαδικό χώρο και να εντρυφήσει, με τη βοήθεια των αρχαιολόγων και των επιμελητών του Μουσείου, σε μερικά από τα μυστικά των τότε κοινωνιών.
Πρόκειται για το λεγόμενο «Αθέατο Μουσείο», την πρωτοβουλία του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου που ξεκίνησε να υλοποιείται τον Ιανουάριο του 2015, με στόχο να παρουσιάσει στο κοινό αντικείμενα που δεν είναι ενταγμένα στη μόνιμη έκθεση.
Γυμνή προτομή με κεφαλή του Αντίνοου. Βρέθηκε στην Πάτρα το 1856. Χρονολογείται λίγο μετά το 130 μ.Χ. Αρ. ευρ. Γ 418. (Φωτογραφικό αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου)
Ο Κώστας Πασχαλίδης, ένας από τους αρχαιολόγους του Μουσείου και τους επιμελητές του Αθέατου Μουσείου, είχε την καλοσύνη να μιλήσει εκτενώς στην Epoch Times για το Αθέατο Μουσείο, μάς ξενάγησε στην τελευταία έκθεση και μας σύστησε σε αυτήν που ετοιμάζεται για τον Ιούνιο.
Τι είναι το Αθέατο Μουσείο
Η έκθεση των αντικειμένων του Αθέατου Μουσείου γίνεται πάντα «στην καρδιά του Μουσείου, στην Αίθουσα 34, που λέγεται και Αίθουσα του Βωμού, λόγω του βωμού που φιλοξενεί», λέει ο κος Πασχαλίδης, με τα εκθέματα να αλλάζουν κάθε 2,5-3 μήνες, με αποτέλεσμα τέσσερις εκθέσεις κάθε χρόνο.
«Τα περισσότερα είναι αντικείμενα που βρίσκονται στις αποθήκες», εξηγεί ο κος Πασχαλίδης «και δεν έχουμε την ευκαιρία να τα δούμε. Κάποια μπορεί να βγαίνουν από τις αποθήκες και να ταξιδεύουν σε περιοδικές εκθέσεις, αλλά δεν ανήκουν στη μόνιμη δύναμη της συλλογής.»
Χάλκινα συμπαγή αναθηματικά αγαλμάτια της θεάς Νηίθ και ενεπίγραφο σύνταγμα της θεάς με δύο μορφές του θεϊκού παιδιού Ώρου [είθε η Νηίθ να δίδει ζωή στον Θούι γιό του Νέντις και της Ιαχίρντις]. Από τη Σάιδα της Αιγύπτου. Δωρήθηκαν το 1880 από τον Αιγυπτιώτη συλλέκτη Ιωάννη Δημητρίου. Αιγ. 348: τέλος της Τρίτης Μεταβατικής Περιόδου, 25η Δυναστεία (712-670 π.Χ.). Αιγ. 352, 355: αρχές της Ύστερης Περιόδου, 26η Δυναστεία (664-525 π.Χ). (Φωτογραφικό αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου)
Ένα κριτήριο για την επιλογή των εκθεμάτων αποτελεί το ενδιαφέρον που εμπνέει στους επιμελητές, καθώς και αυτό που μπορεί να εμπνεύσει δυνητικά στους επισκέπτες, δύο παράμετροι σε έναν βαθμό αλληλένδετοι.
«Υπάρχει μία ελευθερία και μία χαρά στην επιλογή των πραγμάτων. Δηλαδή, ο κάθε επιμελητής μπορεί να σκεφτεί και να προτείνει αυτό που τον συγκινεί και αυτό που θέλει να προσφέρει. Ακόμα κι αν αυτό είναι ενδιαφέρον με τα στενά ερευνητικά κριτήρια, αν τον συγκινεί μπορεί να γίνει ενδιαφέρον για όλον τον κόσμο. […] Εμείς οι επιμελητές είμαστε οι μεσολαβητές των πραγμάτων», λέει ο κος Πασχαλίδης.
Ύστερα, υπάρχουν τεχνικά κριτήρια, δηλαδή τα εκθέματα «να είναι συντηρημένα και στερεωμένα και να μπορούν να εκτεθούν. Αλλιώς, πρέπει να ενταχθεί στις εργασίες του μουσείου. […] Πολλά πράγματα πρέπει να περιμένουν τον καιρό τους», όπως στην περίπτωση υφάσματος που ανακαλύφθηκε μαζί με έναν μεταλλικό κρατήρα, που δεν μπόρεσαν να εκτεθούν μαζί λόγω των εκτεταμένων εργασιών που απαιτούσε η ανάταξη του κρατήρα.
Χάλκινο πτυκτό κάτοπτρο (καθρέφτης σε ανοιγόμενη θήκη). Δεν σώζεται ο δίσκος κατοπτρισμού. 390/380 π.Χ. Από την Ερέτρια. Αρ. ευρ. Χ 7422, 7423. (Φωτογραφικό αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου)
Ένας άλλος παράγοντας είναι ενίοτε η επικαιρότητα, όπως έγινε με την επιλογή του «καθρέφτη της Ευρώπης, το καλοκαίρι του 2015, που είχαμε το δημοψήφισμα». Ή όταν, το 2022, με αφορμή τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή, παρουσιάστηκαν εκθέματα από τη Μικρά Ασία. Αυτό, σύμφωνα με τον κο Πασχαλίδη, έφερε και ένα μεγάλο ερευνητικό ενδιαφέρον για τις συνθήκες των αρχαιολόγων στη Μικρά Ασία. Δύο μικροί Έρωτες, μία μαρμάρινη κεφαλή, ένα μυκηναϊκό αγγείο και μία σειρά αγαλματιδίων – ένα του Ηρακλή και δύο συμπλέγματα θεϊκών ζευγαριών, του Έρωτα με την Ψυχής και της Αφροδίτης με τον Άδωνι – ήταν τα έργα που ανέδειξε εκείνη τη χρονιά το Αθέατο Μουσείο. Συγκεκριμένα για το μυκηναϊκό αγγείο, ο κος Πασχαλίδης αφηγείται ότι «είχε κατασκευαστεί στην Αργολίδα, αλλά φέρεται να έχει βρεθεί στην περιοχή της Σμύρνης, σε τάφο της Μυκηναϊκής εποχής. Εκεί, το πούλησε ένας αρχαιοπώλης σε έναν συλλέκτη, ο οποίος το έφερε στην Αθήνα. Οπότε, έχουμε όλη την αντιμετάθεση: στην αρχαιότητα πήγε εκεί, και στους νεώτερους χρόνους γύρισε πίσω.»
Ο «κρατήρας των βοοειδών που ερωτοτροπούν», ΕΑΜ Π 10539. (Φωτογραφικό αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου)
Ορισμένα αντικείμενα έχουν καταλήξει στο Μουσείο από εφόδους και κατασχέσεις της Αστυνομίας, όπως τα τωρινά εκθέματα, ενώ υπάρχουν και αντικείμενα που έχουν φέρει στο Μουσείο απλοί άνθρωποι. Συγκινητική είναι η ιστορία ενός χάλκινου αγαλματίου της Αρτέμιδος, που βρέθηκε πριν χρόνια μεταξύ Μυκόνου και Άνδρου από έναν ψαρά, ο οποίος το παρέδωσε τότε στο Πολεμικό Ναυτικό. Αυτοί με τη σειρά τους το πήγαν στην Αστυνομία και η Αστυνομία στο έφερε στο Μουσείο, το 1957. «Όταν το εκθέσαμε», θυμάται ο κος Πασχαλίδης, «ήρθε ο αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού που την είχε φέρει – τότε ήταν 25 χρονών, και το 2015 ήταν στα 80 του – λέγοντας: ‘Θέλω να την ξαναδώ, γιατί εγώ την έφερα εδώ’.»
Γραφιστική σύνθεση (κολάζ) του τμήματος της «στήλης των δίδυμων βρεφών» (θραύσμα επιτύμβιου αναγλύφου, 4ος αι. π.Χ. Αρ. ευρ. ΕΑΜ Γ 15452) και της στήλης της Φιλονόης (αρ. κατ. ΕΑΜ Γ 3790) με την προτεινόμενη θέση του θραύσματος στην επιτύμβια στήλη. Το θραύσμα βρέθηκε στο Μενίδι Αττικής. (Φωτογραφικό αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου)
Ακόμα, υπάρχει η στήλη των δίδυμων βρεφών, την οποία βρήκε ένας άστεγος στο ρέμα του Μενιδίου και την παρέδωσε στο Αρχαιολογικό Μουσείο – «ένα σπανιότατο πράγμα, να απεικονίζονται στα χέρια δίδυμα βρέφη». Για τον κο Πασχαλίδη, μεγαλύτερη σημασία έχει η αγάπη των ανθρώπων που αγαπούν τις αρχαιότητες χωρίς να είναι αρχαιολόγοι, και τις παραδίδουν, όπως φαίνεται να έγινε και στην περίπτωση του «Κούρου από την Κρήτη», που εκτέθηκε στο Αθέατο Μουσείο το 2023. «Αυτός εμφανίστηκε μία ωραία μέρα, το 1922 […] το έφερε κάποιος που έκανε κατάσχεση σε ένα πλοίο που το πήγαινε κάπου». Το αγαλματίδιο αποτελεί έναν αρχαιολογικό γρίφο, και αυτό ακριβώς στόχευε να αναδείξει η παρουσίασή του στο κοινό, όπου τονίστηκαν οι ιδιαιτερότητές του, που «το καθιστούν μοναδικό και εγείρουν αμφιβολίες για τη γνησιότητά του». Όπως μας είπε ο κος Πασχαλίδης, αυτό μένει να εξακριβωθεί, τόσο με αρχαιομετρικές μελέτες όσο και με εξέταση της πατίνας του χαλκού στην Γκρενόμπλ. «Αν η πατίνα του χαλκού είναι πραγματική, τότε μιλάμε για ένα αριστούργημα – ένα από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα της μινωικής τέχνης σε λεπτομέρειες.»
Χάλκινος κούρος μινωικού τύπου (ΕΑΜ Π 6284). Περί το 1500 π.Χ. (Φωτογραφικό αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου)
Το πρώτο έκθεμα του Αθέατου Μουσείου, τον Ιανουάριο του 2015, ήταν το λεγόμενο «δαχτυλίδι του Θησέα», ένα χρυσό σφραγιστικό μινωικό δαχτυλίδι, που μετά την παρουσίασή του εντάχθηκε στη μόνιμη συλλογή και έπαψε να είναι ‘αθέατο’. Επειδή αναπαριστά σκηνή από τα ταυροκαθάψια, τον χορό με τους ταύρους που ήταν δημοφιλής στον μινωικό πολιτισμό, αλλά βρέθηκε κατά τύχη στα Αναφιώτικα στην Πλάκα, τη δεκαετία του 1950, συνδέει κατά κάποιον τρόπο την Κρήτη με την Αθήνα, παραπέμποντας στον Αθηναίο ήρωα που σκότωσε τον Μινώταυρο και λύτρωσε τους Αθηναίους από τον σκληρό ετήσιο φόρο σε ανθρώπινες ζωές που έπρεπε να αποδίδουν στους Κρήτες.
Μυκηναϊκό σφραγιστικό δακτυλίδι από την Ακρόπολη, 15ος αι. π.Χ. (ΕΑΜ 19356). (Φωτογραφικό αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου)
Άλλα εξέχοντα εκθέματα ήταν μία χάλκινη σαρκοφάγος γάτας από την Αίγυπτο, η «Αλεξανδρινή βασίλισσα» – ένα κομματάκι μαύρου λίθου που απεικονίζει την Αρσινόη, δεύτερη βασίλισσα της Θράκης – ένα αριστουργηματικό πορτρέτο του Αντίνοου, κλπ. Το Μουσείο έχει αναδείξει ακόμη και εκθέματα που είχε από την προϊστορία των γηγενών πληθυσμών της αμερικανικής ηπείρου, από την 8η χιλιετία π.Χ. μέχρι το 1000 μ.Χ. περίπου, τα οποία είχε δωρίσει το Μουσείο Τέχνης του Σινσιννάτι στο ελληνικό κράτος, το 1931.
Συνολικά 33 θέματα έχουν παρουσιαστεί μέχρι τώρα, με τελευταίο τους «Μυκηναίους Αλχημιστές», που αποτελούνταν από ένα έξι κεραμικά μυκηναϊκά αγγεία τα οποία φέρουν ίχνη επικασσιτέρωσης.
Κάθε έκθεμα είχε τη δική του ιστορία να αφηγηθεί, που μεταφέρεται μέσω των επιμελητών και αρχαιολόγων στο σύγχρονο κοινό, το οποίο έχει αγκαλιάσει τις δράσεις του Αθέατου Μουσείου. Μέχρι τώρα, οι παρουσιάσεις γίνονται κάθε Κυριακή και Τετάρτη, στις 13:00, στα ελληνικά.
Χάλκινο αγαλμάτιο της Αρτέμιδος. Τέλη 4ου αιώνα π.Χ. (αρ. ευρ. Χ 16790). Ανασύρθηκε από τον βυθό στη θαλάσσια περιοχή της Μυκόνου και παραδόθηκε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο το 1959. (Φωτογραφικό αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου)
Όλα τα έργα που έχουν παρουσιαστεί μέχρι τώρα στο Αθέατο Μουσείο υπάρχουν στην ιστοσελίδα του Μουσείου, μαζί με πληροφορίες και φωτογραφίες.
Οι «Μυκηναίοι αλχημιστές» και τα ταφικά έθιμα της εποχής τους
Αυτός ήταν ο τίτλος της τελευταίας παρουσίασης του Αθέατου Μουσείου, με διάρκεια από τις 27 Μαρτίου έως τις 26 Μαΐου 2025. Επρόκειτο για έξι αγγεία φαγητού και ποτού, από ένα σύνολο 13 αγγείων, προϊόντων λαθρανασκαφής, αδήλωτων, τα οποία κατασχέθηκαν από την Ελληνική Αστυνομία από το σπίτι γνωστού αρχαιοπώλη, τη δεκαετία του 1930. Για τα έξι που επιλέχθηκαν, ο κος Πασχαλίδης επισημαίνει ότι «δεν είχαν καμία πιθανότητα να ταξιδέψουν ή να εκτεθούν αλλιώς, αν δεν είχαν αυτήν τη μικρή ιδιαιτερότητα», αναφερόμενος στα στίγματα που έφεραν τα εν λόγω αγγεία στην επιφάνειά τους. «Εμείς οι αρχαιολόγοι αναγνωρίζουμε και μακροσκοπικά, με μία ματιά, ότι είναι τα υπολείμματα από την κάλυψη των αγγείων με κασσίτερο.»
Σύνολο μυκηναϊκών αγγείων με ίχνη επικασσιτέρωσης. Η κάλυψή τους με φύλλα κασσίτερου τοὺς χάριζε χρυσή ή αργυρή μεταλλική απόχρωση. Τέλος 14ου αιώνα π.Χ. Αρ. κατ. Π 19311, Π 19312, Π 19313, Π 19318, Π 19320, Π 19321. (Φωτογραφικό αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου)
Όπως εξηγεί, «η επικασσιτέρωση των κεραμικών αγγείων είναι κάτι που συμβαίνει στον μυκηναϊκό κόσμο και επανέρχεται στη Μακεδονία, στην ύστερη κλασική και στην ελληνιστική εποχή. Όχι όμως στον υπόλοιπο αρχαίο ελληνικό κόσμο. Και στην περίπτωση των μυκηναϊκών αγγείων – επειδή για αυτά μιλάμε εδώ – αφορά τον κόσμο των νεκρών.»
Πρόκειται δηλαδή με μία πρακτική που συνδέεται με τα ταφικά έθιμα των Μυκηναίων, με τα αντικείμενα αυτά να βρίσκονται σε μυκηναϊκούς τάφους. «Δεν είναι πολύ συνηθισμένα, αλλά δεν είναι και άγνωστα», προσθέτει ο κος Πασχαλίδης.
Το ενδιαφέρον της επικασσιτέρωσης, τεχνικά, και ο λόγος που γινόταν σε κτερίσματα, είναι ότι προκαλεί μία ‘μεταμόρφωση’ των αντικειμένων, δημιουργώντας μία αργυρή επίφαση ή ακόμη και χρυσή, ανάλογα με την επεξεργασία.
Η τεχνική ήταν σχετικά εύκολη, και συνίστατο στην εφαρμογή λεπτών ταινιών κασσίτερου πάνω στην επιφάνεια του αντικειμένου, με χρήση κόλλας που μπορεί να ήταν ζωική ή φυτική. Το αποτέλεσμα ήταν μία αργυρή επιφάνεια, λαμπερή και αρκετά ανθεκτική. «Η πειραματική εργασία που έγινε στο Πανεπιστήμιο του Λουντ από την Κάρολ Γκίλλις, ήδη από τη δεκαετία του 1990, έδειξε ότι αν αυτά περάσουν από θερμική επεξεργασία, δηλαδή μπουν σε έναν κλίβανο, ακριβώς στους 232 βαθμούς, όλη η επιφάνεια από αργυρόχροη θα γίνει χρυσόχροη – δηλαδή, το αποτέλεσμα είναι χρυσό, και αυτό δεν αίρεται αφού κρυώσουν εκτός φούρνου. Οπότε, αμέσως έχει κανείς μία επίφαση χρύσωσης», αναφέρει ο κος Πασχαλίδης.
Η διαδικασία αυτή παρουσιαζόταν σε φωτογραφίες που συνόδευαν την έκθεση. Σύμφωνα με τον κο Πασχαλίδη, η καλύτερη μέθοδος επικασσιτέρωσης ήταν η επικόλληση φύλλων κασσίτερου σε μικρές ταινίες, αν και γίνεται επίσης και με εμβάπτιση και ψεκασμό. Ωστόσο, δεν ήταν μία γνήσια μεταμόρφωση, αλλά μία επιφανειακή, η οποία μάλιστα σε παρατεταμένο κρύο, δηλαδή σε θερμοκρασίες κάτω των 13 βαθμών Κελσίου και σε συνθήκες υγρασίας, αλλοιώνεται: ο κασσίτερος χάνει τη λευκή του δομή, γίνεται γκρίζος και κονιορτοποιείται, με αποτέλεσμα να αφήνει πίσω του μόνο μερικά μαύρα στίγματα. Αυτός είναι και ο λόγος που η επικασσιτέρωση γινόταν μόνο σε σκεύη που προορίζονταν για δώρα στους νεκρούς.
Για τους λόγους της ψευδοεπιχρύσωσης των κτερισμάτων, ο κος Πασχαλίδης προτείνει ότι γίνεται κυρίως σε συμβολικό επίπεδο: «Ο χρυσός και ο άργυρος έχουν μία πανανθρώπινη αξία. Όλοι οι άνθρωποι αναγνωρίζουν σε αυτά τα μέταλλα ότι αντέχουν στη φθορά και δεν μεταβάλλουν τη σύστασή τους, δεν μεταβάλλουν την εμφάνισή τους, δεν αποσυντίθενται. Λέγονται ‘ευγενή μέταλλα ακριβώς επειδή δεν οξειδώνονται. Αυτό έχει εκτιμηθεί σε διαφορετικούς πολιτισμούς και διαφορετικές χιλιετίες στον πλανήτη. […] Έτσι, λοιπόν, είναι σύμβολα αφθαρσίας.»
Χρυσές κύλικες και κύπελλα από τις Μυκήνες και τα Δένδρα της Αργολίδας. Περί το 1400 π.Χ. (Φωτογραφικό αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου)
Ο χρυσός όμως συνδέεται και με την ανώτερη κοινωνική τάξη. Στους τάφους των ανδρών που ανήκαν στην ελίτ, βρίσκονται συνήθως δίπλα τους τα ξίφη τους και χρυσά κύπελλα, τα οποία ο κος Πασχαλίδης αποκαλεί ‘διαβατήρια’, αφού σηματοδοτούσαν τη θέση τους στην κοινωνία, ακόμα και τις συμμαχίες τους και τις φιλίες τους. Ακόμη, στον Ταφικό Κύκλο Α΄, στους πρώιμους μυκηναϊκούς χρόνους, επιχρύσωναν με φύλλα χρυσού το μέρος του σώματος στο οποίο ήθελαν να αποδώσουν τη μέγιστη σημασία. Σύμφωνα με τον κο Πασχαλίδη, πέντε άνθρωποι και ένα βρέφος έχουν βρεθεί με τα πρόσωπα καλυμμένα με χρυσά προσωπεία.
Στην περίπτωση των επικασσιτερωμένων αγγείων, λοιπόν, και βάσει των παραπάνω, εικάζεται, αν και δεν έχει γίνει στοχευμένη έρευνα για να καθοριστεί σε ποιους νεκρούς απευθύνονται, από άποψη φύλου, ηλικίας, κοινωνικής τάξης κ.ο.κ., ότι αφορούν τα μεσαία κοινωνικά στρώματα, που δεν είχαν μεν τη δυνατότητα να προσφέρουν χρυσά δώρα στους αποχωρήσαντες, αλλά μπορούσαν να προσφέρουν την ψευδαίσθηση του χρυσού, η οποία δίπλα στα περιποιημένα και όμορφα ενδεδυμένα σώματα ενίσχυε την αποχαιρετιστήρια εικόνα και τελετή με ένα παροδικό έστω μεγαλείο. «Οι άνθρωποι τότε δεν είχαν φωτογραφίες, δεν είχαν άλλον τρόπο να θυμούνται», επισημαίνει ο κος Πασχαλίδης. «Φαντάζομαι ότι έτσι έδιναν μία ευχή αιωνιότητας στους ανθρώπους που αποχαιρετούσαν.»
Για τις μυκηναϊκές ταφές, μάς πληροφορεί ότι αφορούσαν ως επί το πλείστον ανθρώπους σχετικά νέους και ότι ήταν δημόσια γεγονότα. «Οι άνθρωποι της μυκηναϊκής εποχής δεν έφευγαν ‘στην ώρα τους’ και σπάνια γερνούσαν. Αποχαιρετούσαν κατά κανόνα νέους ανθρώπους. Ο μέσος όρος ηλικίας ήταν 30-35 χρόνια. Οι άνδρες είχαν μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής λόγω πρόσβασης σε καλύτερη διατροφή. Ένα στα δύο παιδιά δεν ενηλικιωνόταν, ένα στα τρία δεν χρόνιζε. […] Σπάνια βλέπει κανείς σε μυκηναϊκά νεκροταφεία ανθρώπους άνω των 45 ετών. Και με τους όρους ακόμα της προβιομηχανικής εποχής έφευγαν ‘πριν της ώρας τους’». Έτσι, το έθιμο της ταφής ήταν μία πολύ μεγάλη στιγμή για τους ανθρώπους, και μετά τις προσφορές στον νεκρό, μετά το σφράγισμα του τάφου, συγκεντρωνόταν ο κόσμος που είχε ακολουθήσει τη νεκρική πομπή έξω από τον τάφο και γινόταν ένα είδος δρώμενου, όπως έχει φανεί από τα αντικείμενα που βρίσκονται έξω από τους τάφους. Οι προσφορές των δώρων προς τους νεκρούς ήταν πλούσιες, και αποτελούνταν από πράγματα αξίας, χρήσιμα πράγματα, καθώς και προσωπικά αντικείμενα όπως δαχτυλίδια ή τα εργαλεία του επαγγέλματός τους ή τα ξίφη τους, όπως ήδη αναφέρθηκε.
Ίχνη επικασσιτέρωσης στην επιφάνεια του μυκηναϊκού αγγείου με αρ. κατ. Π 19321 του Αθέατου Μουσείου. (Φωτογραφικό αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου)
Τα αγγεία που παρουσιάστηκαν στην έκθεση του Αθέατου Μουσείου ανήκουν στην κατηγορία των χρηστικών αντικειμένων, αφού ήταν σκεύη βρώσης και πόσης. «Το 99% των επικασσιτερωμένων αντικειμένων που έχουν βρεθεί είναι αγγεία που πίνουν και σερβίρουν, κάτι που μας ανοίγει ένα παράθυρο στο να υποθέσουμε ότι επικασσιτερώνουν αυτά που έχουν να κάνουν με το συμπόσιο και όχι όλα τα πήλινα αντικείμενα του καθημερινού βίου», λέει ο κος Πασχαλίδης. Αναφέρει δε, συγκεκριμένα για τα εκθέματα του Μουσείου, ότι «ορισμένα δείχνουν να προέρχονται από το ίδιο εργαστήριο, και μάλιστα να έχουν γίνει και την ίδια ημέρα – αυτό το ξέρουμε από την ποιότητα του πηλού και τη βαφή, το χρώμα και τη μανιέρα». Μεταξύ αυτών και ένα παιδικό κύπελλο και ένα θήλαστρο. Ωστόσο, δεν μπορούμε με ασφάλεια να υποθέσουμε ότι επρόκειτο για προσωπικά αντικείμενα των νεκρών. Μία από τις ιδιαιτερότητες ορισμένων εκ των έξι είναι ότι είναι ζωγραφισμένα, κάτι που σημαίνει ότι είχαν ήδη μία χρήση στο σπίτι, κάτι που «δίνει μία κατεύθυνση στη σκέψη μας, αλλά δεν τεκμηριώνει αν ήταν ή όχι προσωπικά αντικείμενα», σημειώνει ο κος Πασχαλίδης, εξηγώντας ειδικά για τα παιδικά σκεύη ότι αν και παραπέμπουν σε κτερίσματα παιδιών ή βρεφών, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε και ότι δεν ήταν για παιδιά.
Μιλώντας γενικότερα για τα ταφικά έθιμα, επεσήμανε ότι «είναι το πιο δύσκολο πράγμα να αλλάξει»: «Το πιο συντηρητικό πράγμα που έχουν οι άνθρωποι είναι ο άυλος πολιτισμός τους – οι παραδόσεις τους είναι οι τελευταίες που φεύγουν, και από όλες αυτές περισσότερο αντιστέκονται όσες έχουν να κάνουν με τις πεποιθήσεις του θανάτου. Γιατί έχοντας τον φόβο του θανάτου, το τελευταίο πράγμα που θα έκαναν θα ήταν να μην ακολουθήσουν αυτά τα οποία τους κάνουν να νιώθουν την παρηγοριά που δίνει η παράδοση.»
«Πιο εύκολα μπορεί να αλλάξουν τη γλώσσα τους παρά τα έθιμα της ταφής τους», λέει χαρακτηριστικά.
Ο κρατήρας από το Λευκαντί
Ο κος Πασχαλίδης είχε την καλοσύνη να μιλήσει, αλλά και να δείξει και το επόμενο έκθεμα του Αθέατου Μουσείου, το οποίο επί του παρόντος βρίσκεται στο εργαστήριο, σε διαδικασία ανάταξης. Πρόκειται για ένα πραγματικά εντυπωσιακό αντικείμενο, έναν μεγάλο μεταλλικό κρατήρα συμποσίου, ο οποίος βρέθηκε στο Λευκαντί της Ερέτριας, στην Εύβοια.
Ο μεταλλικός κρατήρας που βρέθηκε στον τύμβο του Λευκαντίου Ευβοίας και ο οποίος περιείχε το «ύφασμα του άρχοντα από το Λευκαντί», που εκτέθηκε στο Αθέατο Μουσείο το διάστημα 21 Ιανουαρίου – 5 Μαΐου 2019. Ο ανατεταγμένος κρατήρας αναμένεται να είναι το επόμενο έκθεμα του Αθέατου Μουσείου. (Φωτογραφικό αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου)
«Είναι ένα μεγάλο στοίχημα, γιατί βρίσκεται [εδώ] από το 1982, από τότε που ήρθε από την ανασκαφή. Είναι ένα αντικείμενο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χαλκίδας Ευβοίας και [μετά από την παρουσίασή του εδώ] θα εκτεθεί στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αρέθουσα, στη Χαλκίδα. […] Ήρθε εδώ προκειμένου να αναταχθεί, γιατί ήταν ένα εξαιρετικά δύσκολο αντικείμενο και ήθελε την αρωγή των συντηρητών του Μουσείου». Όπως επισημαίνει, «είναι μεγάλη ευκαιρία να έχουμε πρεμιέρα στο Αθέατο Μουσείο ενός εκθέματος που προορίζεται για το Μουσείο της Χαλκίδας, αλλά έχει γίνει με όλον τον κόπο, την εμπειρία και την επιστημοσύνη των συντηρητών αρχαιοτήτων του Μουσείου.»
Σε αυτό το έργο συμμετείχαν ο Γεράσιμος Μακρής, ο οποίος έκανε τη μελέτη για τη στήριξη του αντικειμένου, η Γεωργία Καλαμαριού, ο Παντελής Φελέρης, που συνέδραμε στη μελέτη στήριξης, και η συντηρήτρια Μαρία Κοντάκη, η οποία, όντας παρούσα στο εργαστήριο, περιέγραψε λεπτομερώς τις διαδικασίες που ακολουθήθηκαν.
Αυτές περιλαμβάνουν «μία τρισδιάστατη εκτύπωση ενός ψηφιακού μοντέλου, όπως θα ήταν το αγγείο στην αρχική του μορφή, και πάνω σε αυτό θα τοποθετηθούν τα δύο μεγάλα κομμάτια του αγγείου, τα θραύσματα, και αργότερα στο μέλλον ίσως και τα υπόλοιπα μικρότερα, γιατί έχουμε πάρα πολλά κομμάτια στους δίσκους», είπε η κα Κοντάκη. Τα κενά σημεία θα συμπληρωθούν με ένα υλικό το οποίο θα βαφτεί σε χρώμα παραπλήσιο με το χρώμα του αγγείου, ώστε να δίνει μία ενιαία εικόνα, με ένα μικρό κενό μεταξύ των γνήσιων κομματιών και του συμπληρώματος για να φαίνεται ο διαχωρισμός τους. Τα βαθουλώματα που φέρει, όμως, δεν μπορούν να αλλάξουν γιατί, με την πάροδο των χρόνων, «έχει οριστικοποιηθεί σε μία συγκεκριμένη κατάσταση, έχει γίνει σαν πέτρα και δεν έχει πλέον τα στοιχεία του μετάλλου – δεν μπορεί να επανέλθει», εξήγησε η κα Κοντάκη. Όπως προσθέτει, αυτή η μέθοδος δεν έχει ξαναχρησιμοποιηθεί, «θα είναι κάτι πρωτοποριακό».
Σχέδιο του τύμβου του άρχοντα από το Λευκαντί. (Φωτογραφικό αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου)
Η σημασία του κρατήρα είναι ότι προέρχεται από τον τύμβο του Λευκαντίου, «ένα μοναδικό ταφικό μνημείο των μέσων του 10ου αιώνα π.Χ., της Εποχής του Σιδήρου δηλαδή. Είναι η εποχή για την οποία γράφει ο Όμηρος, αυτό που λέγανε παλιά ‘σκοτεινοί αιώνες’. Ο τύμβος δημιουργήθηκε πάνω στα ερείπια ενός σπιτιού τεραστίων διαστάσεων, 45 μέτρων μήκους, το οποίο κατεδαφίστηκε για να θάψει στο εσωτερικό του έναν νεκρό ηγεμόνα». Τα οστά του βρέθηκαν σε έναν λάκκο του δαπέδου μαζί με τη σύζυγό του, και το μαχαίρι με το οποίο της έκοψαν τον λαιμό. Τα υφάσματα, που σώθηκαν σε άριστη κατάσταση, βρίσκονται στο Μουσείο της Χαλκίδας. Ένα μεγάλο κομμάτι υφάσματος, ένας χιτώνας με ιδιαίτερη κροσσωτή ύφανση, συντηρήθηκε στο ΕΑΜ και ήταν το πρώτο έκθεμα του Αθέατου Μουσείου για το 2019. Αυτό το κομμάτι βρέθηκε μέσα στον κρατήρα που ετοιμάζεται τώρα και αναμένεται να είναι το επόμενο έκθεμα.
Τμήμα του υφάσματος που βρέθηκε μέσα στον χάλκινο κυπριακό κρατήρα, στον τύμβο του Λευκαντίου. Διακρίνεται η κροσσωτή του ύφανση. Το ότι διατηρήθηκε σε τόσο καλή κατάσταση ανάγεται στις προστατευτικές ιδιότητες του χαλκού. (Φωτογραφικό αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου)
Αν αναρωτηθεί κανείς γιατί αυτά τα δύο αντικείμενα δεν παρουσιάστηκαν ταυτόχρονα, ο κος Πασχαλίδης εξηγεί ότι μερικές φορές «πρέπει να λαμβάνει κανείς υπ’ όψιν και τη βούληση των ίδιων των αντικειμένων», υπονοώντας την απαιτητική εργασία ανάταξης που απαιτούσε ο κρατήρας σε σχέση με το ύφασμα. Ενδιαφέρουσα είναι και η ιστορία των δύο αντικειμένων, τα οποία, όπως διαπιστώθηκε, ανάγονται στον 12ο αιώνα, 200 χρόνια δηλαδή πριν τη χρήση τους στον τάφο του 10ου αιώνα. Ο κρατήρας προέρχεται από την Κύπρο, ενώ το ύφασμα είναι αγνώστου προελεύσεως.
Για την πρωθύστερη χρήση του εικάζεται ότι είναι ένας κρατήρας συμποσίου, και όπως προαναφέρθηκε, στα συμπόσια καλεί ο ηγεμόνας, ο οποίος έχει και τον κρατήρα. Αυτές οι συνευρέσεις είχαν σημαντικό χαρακτήρα για τους Μυκηναίους, αφού μόνον οι φίλοι και οι σύμμαχοι συνέτρωγαν και συνέπιναν – ήταν, λοιπόν, ένα είδος πιστοποίησης, διαβεβαίωσης και αναγνώρισης ως εταίρου η συμμετοχή κάποιου σε ένα συμπόσιο, εξηγεί ο κος Πασχαλίδης αναφερόμενος στη σημασία του κρατήρα κατά τη μυκηναϊκή εποχή, προσθέτοντας ότι αργότερα, «στον κόσμο του Πλάτωνα, ο κρατήρας γίνεται μία αλληγορία του σύμπαντος, όπου εκεί αναμιγνύεται ο γαλαξίας.»
Η παραγωγική σκέψη, η φιλοσοφία, εμφανίζεται από την αρχαιότητα και έρχεται να ερμηνεύσει τόσο τον εξωτερικό όσο και τον εσωτερικό κόσμο.
Ανά την ιστορία, ο τίτλος του φιλοσόφου (φίλος της σοφίας) έχει δοθεί σε διάφορα πρόσωπα, με πρώτον τον Πυθαγόρα, ο οποίος και εισήγαγε τον όρο. Ο Πυθαγόρας πέρα από φιλόσοφος ήταν επίσης, μαθηματικός, γεωμέτρης, θεωρητικός της μουσικής και ιδρυτής της πυθαγόρειας σχολής.
Παρόλο που δεν γνωρίζουμε ακριβώς πόσοι ήταν οι Πυθαγόρειοι φιλόσοφοι, ο Ιάμβλιχος αναφέρει πως οι γυναίκες πλειοψηφούσαν των αντρών. Παρακάτω, θα δούμε κάποιες από αυτές.
Θεανώ
Η Θεανώ από τον Κρότωνα, ήταν αρχαία Ελληνίδα μαθηματικός, αστρονόμος και σύζυγος του Πυθαγόρα. Δίδαξε στις πυθαγόρειες σχολές της Σάμου και του Κρότωνα. Θεωρείται η ψυχή της θεωρίας των αριθμών, που έπαιξαν κυρίαρχο ρόλο στην πυθαγόρεια διδασκαλεία. Επίσης, λέγεται ότι εκείνη διατύπωσε τη θεωρία της «χρυσής τομής» και τη θεωρία της «αρμονίας των σφαιρών», καθώς και άλλες κοσμογονικές θεωρίες.
Μετά τον θάνατο του Πυθαγόρα, η Θεανώ ανέλαβε ως επικεφαλής στην Πυθαγόρεια κοινότητα και με τη βοήθεια των παιδιών της επιμελήθηκε τη διάδοση του έργου του συζύγου της στην Ελλάδα και στην Αίγυπτο.
Αριγνώτη, Μυία, Δαμώ
Η Αριγνώτη, η Μυία και η Δαμώ ήταν κόρες του Πυθαγόρα και της Θεανούς.
Η Δαμώ δίδαξε τα Πυθαγόρεια δόγματα στη σχολή του Κρότωνα. Ο πατέρας της της είχε εμπιστευτεί τα γραπτά του με την προϋπόθεση να μην τα ανακοινώσει σε αμύητους. Για ένα χρονικό διάστημα κράτησε την υπόσχεση της, ώσπου δημοσίευσε τη γεωμετρική διδασκαλία. Επίσης, βρίσκονται αναφορές ότι η κατασκευή του κανονικού τετραέδρου και του κύβου οφείλονται στη Δαμώ.
Η Αριγνώτη, φιλόσοφος, συγγραφέας και μαθηματικός, έγραψε πολλά φιλοσοφικά έργα, καθώς και το βιβλίο «Περί αριθμών», το οποίο δυστυχώς χάθηκε.
Η Μυία δίδαξε στη σχολή του Κρότωνα. Ήταν γνώστρια γεωμετρίας και της αποδίδεται η επινόησης της τρίτης (ή εστηκυίας) μεσότητος, δηλαδή αναλογίας.
Φίντυς
Η Φίντυς, η οποία αναφέρεται και ως Φίλτυς, δίδαξε στην Σχολή του Κρότωνα. Ο Ρωμαίος συγγραφέας Βοήθιος την αναφέρει ως εμπνεύστρια της ισότητος που συνδέει τις Πυθαγόρειες τριάδες.
Τιμύχα
Η Τιμύχα, γυναίκα του Κροτωνιάτη Μυλλίου, Σπαρτιάτισσα γεννημένη στον Κρότωνα, από πολύ νωρίς έγινε μέλος της Πυθαγόρειας κοινότητας και αργότερα σύμβολο θάρρους μπροστά στις αντιξοότητες.
Η φιλοσοφία του Πυθαγόρα κήρυττε την αθανασία της ψυχής και την ιερότητα της ζωής και έτσι οι Πυθαγόρειοι ήταν αυστηρά χορτοφάγοι – επιπλέον, απαγορευόταν να τρώνε κουκιά. Ο ακριβής λόγος γι’ αυτό δεν είναι γνωστός, αλλά θεωρείται ότι πίστευαν πως το σχήμα των κουκιών, όπως και της φάβας, λειτουργούσε ως μέσο για την επιστροφή των ψυχών στη γη. Η μετενσάρκωση (που την αποκαλούσαν μετανάστευση των ψυχών) ήταν θεμελιώδης πεποίθηση των Πυθαγορείων, που πίστευαν ότι οι ψυχές επέστρεφαν από τον κάτω κόσμο μέσω της γης και ιδιαίτερα μέσω των κουκιών. Αυτή η γνώση, όπως και το μεγαλύτερο μέρος της πυθαγόρειας διδασκαλίας, προοριζόταν για τους μυημένους στα μυστήρια και δεν έπρεπε να αποκαλύπτεται στον καθένα.
Μετά την πτώση της σχολής του Πυθαγόρα, η Τιμύχα κατέφυγε στις Συρακούσες.
Ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος απαίτησε από την Τυμίχα να του αποκαλύψει τα μυστικά της Πυθαγόρειας διδασκαλίας έναντι μεγάλης αμοιβής. Αυτή αρνήθηκε κατηγορηματικά και μάλιστα έκοψε με τα δόντια τη γλώσσα της και την έφτυσε στο πρόσωπο του Διονυσίου.
Αισάρα
Η Αισάρα της Λουκανίας ήταν Πυθαγόρεια φιλόσοφος, η οποία έζησε περίπου τον 4ο ή 3ο αιώνα π.Χ. Δεν γνωρίζουμε τίποτα για τη ζωή της. Είναι γνωστή μόνο για ένα απόσπασμα των γραπτών της, του φιλοσοφικού της έργου, με τίτλο «Περί Ανθρώπινης Φύσης» που διασώθηκε από τον Ιωάννη Στοβαίο (συγγραφέας που έζησε τον 5ο αιώνα μ.Χ).
Το μόνο που πραγματικά γνωρίζουμε για την Αισάρα είναι ότι καταγόταν από τη Λουκανία, μία αρχαία περιοχή της νότιας Ιταλίας και μέρος της Μεγάλης Ελλάδας, όπου υπήρχαν πολλές πυθαγόρειες κοινότητες. Το έργο της ήταν γραμμένο στη δωρική διάλεκτο που χρησιμοποιούταν περίπου μέχρι τον 3ο αιώνα π.Χ., δεν αποκλείεται όμως το ενδεχόμενο να γράφτηκε αργότερα.
Η Αισάρα υποστηρίζει ότι μελετώντας την ανθρώπινη φύση (και, συγκεκριμένα, την ανθρώπινη ψυχή) μπορούμε να κατανοήσουμε τη φιλοσοφική βάση για τον φυσικό νόμο και την ηθική. Συγκεκριμένα, χωρίζει την ψυχή σε τρία μέρη: το μυαλό που ασκεί κρίση και σκέψη, το πνεύμα που περιέχει θάρρος και δύναμη, και την επιθυμία που παρέχει αγάπη και φιλικότητα. Σύμφωνα με την Αισάρα, αυτά τα πράγματα, όντας θεϊκά, είναι οι λογικές, μαθηματικές και λειτουργικές αρχές που λειτουργούν στην ψυχή. Η θεωρία της του φυσικού δικαίου, αφορά τρεις εφαρμογές της ηθικής, οι οποίες αφορούν το άτομο, την οικογένεια και τους κοινωνικούς θεσμούς.
Ο Πυθαγόρας όχι μόνο επηρέασε, αλλά και επηρεάστηκε. Η Θεμιστόκλεια, γνωστή και ως Αριστόκλεια ή Θεόκλεια, φημιζόταν για τις μαθηματικές της γνώσεις και δίδασκε στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς όποιον είχε την διάθεση να μάθει. Πέρα από μαθηματικά, δίδασκε επίσης, γεωμετρία και ήθος. Ο Πυθαγόρας την μνημόνευε σαν δασκάλα του και λέγεται ότι έλαβε από αυτή γνώσεις σχετικά με την ηθική, τη γεωμετρία και την αριθμοσοφία.
Πέρα από τις γυναίκες που αναφέραμε παραπάνω, υπάρχουν και άλλες Πυθαγόρειες φιλόσοφοι, όπως η Δεινώ, η Ελορίς, η Μελίσσα, η Πτολεμαΐς κ.ά.
Τέλος, υπάρχουν πολλές ακόμα γυναίκες που κέρδισαν τον τίτλο της Φιλοσόφου στην ιστορία, και οι οποίες αποτελούν έμπνευση και για τις γυναίκες του σήμερα.
Πηγές
Αρχαία Ελλάδα: Οι γυναίκες μαθηματικοί της αρχαιότητας, AlfaVita, 2022
terpsykeraunos, An Impressive List of Female Authors from Antiquity, sententiae antiquae ΕΥΔΟΞΑ ΑΓΝΩΣΤΑ ΚΑΤΑΓΕΛΑΣΤΑ, 2016
A woman to know: Aesara of Lucania, BARING THE AEGIS, 2016
Αθανασίου. Αθ., Οι μεγάλοι Πυθαγόρειοι φιλόσοφοι και μαθηματικοί ήταν κυρίως… γυναίκες, 2014
admin, Θεανώ η Θουρία , η σύζυγος του Πυθαγόρα, Ο κόσμος των μαθηματικών, 2021
Joshua J, Mark μεταφρασμένο από Christina Garila, Δέκα ευγενείς και διαβόητες γυναίκες της αρχαίας Ελλάδας, World History Encyclopedia, 2014
Δημήτρης Συμεωνίδης, Θεμιστόκλεια, η Δασκάλα του Πυθαγόρα, greekradiofl.com, 2024
Κυριακές και Τετάρτες, αρχαιολόγοι του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου εισάγουν τους επισκέπτες στις τεχνικές επιχρύσωσης και επαργύρωσης των Μυκηναίων τεχνιτών, σε μία δράση του Αθέατου Μουσείου.
Επρόκειτο για διαδικασίες λεπτές, με υψηλό βαθμό δυσκολίας, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της εκδήλωσης, λόγω των οποίων τους αποδόθηκε η ονομασία «μυκηναϊκή αλχημεία». Στόχος της επιχρύσωσης ήταν να ‘αναβαθμιστούν’ τα απλά κεραμικά σκεύη καθημερινής χρήσης, προσλαμβάνοντας την επίφαση της αντοχής και της αθανασίας των ευγενών μετάλλων, σε αντικείμενα κατάλληλα για προσφορά στους νεκρούς.
Η ανάγκη για μία τέτοια μεταμόρφωση είναι πιθανόν να συνδέεται με τις μυκηναϊκές πεποιθήσεις για τον θάνατο, όπως την αντίληψη ότι οι νεκροί συνέχιζαν τη ζωή τους μετά θάνατον και συνεπώς χρειάζονταν ό,τι και οι ζωντανοί: τροφή, ενδύματα και αντικείμενα, για να τους συντροφεύουν στην αιωνιότητα. Κατά συνέπεια, όπλα, εργαλεία, κοσμήματα, αγγεία ποτού και φαγητού και άλλα είδη καθημερινής χρήσης τοποθετούνταν στους τάφους, στη διάθεση των αποθανόντων.
Στις αποθήκες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, από όπου αντλεί το Αθέατο Μουσείο για τις δράσεις του, υπήρχαν επί 90 χρόνια έξι κεραμικά μυκηναϊκά αγγεία, που χρονολογούνται από τον 14ο έως τον 12 αιώνα π.Χ. Η ζωγραφισμένη τους επιφάνεια φέρει μαύρα ίχνη από την επικάλυψή τους με λεπτά φύλλα κασσίτερου – όπως αποδείχθηκε, ίχνη της διαδικασίας επιχρύσωσης ή επαργύρωσης.
Τα επικασσιτερωμένα αγγεία που εκτίθενται στην Αίθουσα του Βωμού. Είναι ορατά τα μαύρα ίχνη του μετάλλου. (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο)
Σύμφωνα με την αφίσα του Μουσείου, η επαργύρωση γινόταν με απλή κάλυψη. Αντίθετα, για την επιχρύσωση απαιτούνταν θερμική επεξεργασία στους 232° C. Επειδή η αλλαγή αυτή δεν ήταν σταθερή, αλλά ευαίσθητη και μεταβλητή αναλόγως της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος (ο κασσίτερος στις χαμηλές θερμοκρασίες αλλάζει κρυσταλλική δομή), τα σκεύη που υπόκειντο στη διαδικασία επικασσιτέρωσης δεν ήταν κατάλληλα για χρήση, παρά μόνο ως κτερίσματα.
* * * * *
Οι «Μυκηναίοι αλχημιστές» παρουσιάζονται στην Αίθουσα του Βωμού (αιθ. 34) του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείο από την Πέμπτη 27 Μαρτίου 2025 ως τη Δευτέρα 26 Μαΐου 2025.
Οι παρουσιάσεις των αρχαιολόγων λαμβάνουν χώρα Κυριακές (στις 13 και 27 Απριλίου και στις 25 Μαΐου) και Τετάρτες (στις 9 και 30 Απριλίου και στις 7 Μαΐου), ώρα 13:00, Οι επισκέπτες θα μυηθούν στη σημασία του χρυσού και του αργύρου στον μυκηναϊκό κόσμο, την αινιγματική μυκηναϊκή θεολογία του θανάτου και τις προσπάθειες των αρχαίων αλχημιστών να ανακαλύψουν τις μαγικές συνταγές της αθανασίας της ύλης και του σώματος.
Οι παρουσιάσεις πραγματοποιούνται στα ελληνικά.
Για την παρακολούθηση της παρουσίασης είναι απαραίτητη η προμήθεια εισιτηρίου και η δήλωση συμμετοχής ηλεκτρονικά ή με την έγκαιρη προσέλευση. Θα τηρηθεί σειρά προτεραιότητας.
Το υπουργείο Πολιτισμού προχωρεί στην ολοκληρωμένη προστασία και ανάδειξη του προϊστορικού οικισμού του Σέσκλου Α και Β στην Αισωνία Μαγνησίας. Όπως αναφέρει σχετική ανακοίνωση του ΥΠΠΟ, ο σχεδιασμός περιλαμβάνει προτάσεις για τη συνολική ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου, μέσω επεμβάσεων στερέωσης των αρχαίων καταλοίπων, βελτίωσης της προσβασιμότητας και διαχείρισης των επισκεπτών, αλλά και έργων αντιπλημμυρικής θωράκισης του ιδιαίτερα σημαντικού αρχαιολογικού χώρου.
Ο οικισμός του Σέσκλου έχει υποστεί ζημιές τόσο από την πυρκαγιά του 2023 όσο και από τον Daniel. Τα έργα προστασίας και θωράκισης από τα φαινόμενα της κλιματικής αλλαγής στον αρχαιολογικό χώρο χρηματοδοτούνται από τη χορηγία της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών προς το υπουργείο Πολιτισμού για την αποκατάσταση των μνημείων που επλήγησαν από τον Daniel, συνολικού προϋπολογισμού 10.000.000 ευρώ.
Η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη δήλωσε: «Ο αρχαιολογικός χώρος του Σέσκλου, στη Θεσσαλία, είναι ένας από τους σημαντικότερους και αρχαιότερους νεολιθικούς οικισμούς στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Αναπτύχθηκε στο λόφο Καστράκι και στη γύρω περιοχή, κοντά στο σημερινό χωριό Σέσκλο και χρονολογείται από την αρχή της Νεολιθικής Εποχής (7η χιλιετία π.Χ.) έως τη Μέση Εποχή του Χαλκού (2η χιλιετία π.Χ.), με ακμή στην 5η χιλιετία π.Χ., κατά τη Μέση Νεολιθική περίοδο. Η περίοδος αυτή ταυτίζεται με το λεγόμενο «πολιτισμό του Σέσκλου» κατά την οποία αναπτύχθηκε και βελτιώθηκε σημαντικά η τεχνική όπτησης των πήλινων σκευών και η γραπτή διακόσμησή τους. Καθώς αποτελεί το παλαιότερο δείγμα στον ελληνικό χώρο, όπου αναγνωρίζεται η αρχιτεκτονική των κτισμάτων και η οργάνωση ενός οικισμού, κατέχει σημαντική θέση στην εξέλιξη της αρχιτεκτονικής.»
Σύμφωνα με την κα Μενδώνη, «η διατήρηση του εντυπωσιακού Μεγάρου και τμημάτων των περιβόλων, τα οποία αποτελούν τον πυρήνα των οικοδομικών καταλοίπων της Νεότερης Νεολιθικής περιόδου, προσφέρει ένα μοναδικό δείγμα της εξέλιξης των οικισμών και της αρχιτεκτονικής της εποχής. Η προστασία του αρχαιολογικού χώρου, και συγκεκριμένα των τοίχων και των θεμελίων του Σέσκλου Α και Β, αποτελεί ένα δύσκολο και πολύπλευρο αντικείμενο εξαιτίας της σπουδαιότητας των ευρημάτων, της ευπάθειας των οικοδομικών καταλοίπων και της παθογένειας του γηλόφου που καλύπτει τα αρχαία λείψανα. Στο παρελθόν έχουν γίνει εργασίες προστασίας, αλλά μετά την παρέλευση είκοσι και πλέον χρόνων από τις τελευταίες επεμβάσεις, την πυρκαγιά και τις πλημμύρες του 2023, από τις οποίες επλήγη ο αρχαιολογικός χώρος, εντοπίζονται σημαντικά προβλήματα που αφορούν στη διατήρηση των οικοδομικών καταλοίπων, αλλά και στην αναγνωσιμότητα του χώρου. Στόχος μας είναι η όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη διαχείριση των προβλημάτων αυτών, τη βελτίωση της προσβασιμότητας και της αναγνωσιμότητας του προϊστορικού οικισμού καθώς παρουσιάζει σταθερά αυξανόμενη επισκεψιμότητα, τα τελευταία χρόνια. Τα κυριότερα προβλήματα που εντοπίζονται στον αρχαιολογικό χώρο σχετίζονται με την αναλημματική λειτουργία κάποιων τοίχων, την υποσκαφή των θεμελιώσεων, τη μη αντίληψη των χώρων και των οικοδομικών φάσεων, τις νεότερες κατασκευές από σχιστόπλακες που συγχέονται με τις αρχαίες κατασκευές, τη διάβρωση της μαγούλας και τη διαχείριση των ομβρίων. Ευχαριστώ την Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών, την πρόεδρο Μελίνα Τραυλού και τα μέλη του ΔΣ, για την υποστήριξή τους προς το υπουργείο Πολιτισμού για την αποκατάσταση των πληγέντων μνημείων από τις καταστροφικές πλημμύρες του 2023».
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΥΠΠΟ, η αρχιτεκτονική μελέτη στερέωσης, αποκατάστασης και ανάδειξης των οικοδομικών καταλοίπων του προϊστορικού οικισμού Σέσκλου Α και Β είχε συντονιστικό ρόλο στο σύνολο των μελετών, με στόχο τη διαμόρφωση λύσεων για την προστασία και την αποκατάσταση των οικοδομών καταλοίπων, καθώς και την ανάδειξη του χώρου με ήπιες παρεμβάσεις, συμβατές με τον χαρακτήρα του χώρου, ώστε να βελτιωθεί η αναγνωσιμότητα και επισκεψιμότητά του.
Η πρόταση οργάνωσης του χώρου στο Σέσκλο Α αφορά στη διατήρηση της υφιστάμενης πορείας επίσκεψης, η οποία επιβλήθηκε από τη γεωμορφολογία της μαγούλας και τα κατάλοιπά της. Με στόχο να είναι περισσότερο ευανάγνωστος ο χώρος από τους επισκέπτες, διαμορφώνονται δύο διακριτές περιοχές, του μεγάρου και της ομάδας των οικιών, όπου ο επισκέπτης μπορεί να προσλάβει μια χαρακτηριστική εικόνα του μοναδικού οικισμού που αποτελεί την περίοδο του «πολιτισμού του Σέσκλου».
Στην Ακρόπολη προτείνεται η απομάκρυνση των κατασκευών των δεκαετιών του 1970 και 1980 από σχιστόλιθους, οι οποίες συχνά συγχέονται με τις αυθεντικές κατασκευές και η διαμόρφωση νέας διαδρομής περιήγησης που να επιτρέπει και την πρόσβαση αμαξιδίων. Η διαδρομή κατασκευάζεται στην ίδια θέση με την υφισταμένη. Κατά μήκος της νότιας παρειάς κατασκευάζεται τάφρος απομάκρυνσης των ομβρίων υδάτων. Η διαδρομή ανόδου προς τα νοτιοδυτικά της Ακρόπολης καταργείται. Παράλληλα, δρομολογούνται εργασίες συντήρησης των υφιστάμενων κτηρίων (εισόδου, γραφείων και αποθηκών). Εξωτερικά της κεντρικής εισόδου εξελίσσονται οι διαδικασίες που αφορούν στην αλλαγή της κλίσης του δρόμου, αλλά και στη διευθέτηση των υδάτων στην απόληξη του δρόμου.
Με βάση τα συμπεράσματα της στατικής μελέτης στερέωσης, αποκατάστασης και ανάδειξης των οικοδομικών καταλοίπων επεκτείνεται ο υπάρχων τοίχος αντιστήριξης, αποκαθίσταται ο λόφος στη θέση της νότιας κατολίσθησης και η ενισχύεται η υποθεμελίωση κατασκευών. Η μελέτη αποστράγγισης για τη διαχείριση των επιφανειακών υδάτων των οικοδομικών καταλοίπων περιλαμβάνει την προστασία του αρχαιολογικού χώρου από τις πλημμυρικές απορροές, τη διαχείριση των επιφανειακών απορροών στα οικοδομικά κατάλοιπα των προϊστορικών οικισμών καθώς και στους υπόλοιπους χώρους.
Παράλληλα, δρομολογείται η εκπόνηση ειδικής φυτοτεχνικής μελέτης, η οποία περιλαμβάνει σχέδιο διαχείρισης της αυτοφυούς βλάστησης στην περιοχή των οικοδομικών καταλοίπων, με στόχο την αξιοποίηση ειδών που προστατεύουν από την επιφανειακή διάβρωση και αναδεικνύουν τα κατάλοιπα, καθώς και την προσθήκη κατάλληλης καλλωπιστικής βλάστησης που να εξυπηρετεί λειτουργικούς σκοπούς όπως η σκίαση σε κατάλληλα σημεία, η ανάδειξη οδεύσεων και ορίων.
Με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας Ποίησης, σήμερα Παρασκευή 21 Μαρτίου 2025, το Μουσείο Ακρόπολης προσκαλεί τους επισκέπτες στον προαύλιο χώρο του να παρακολουθήσουν μία μαραθώνια συνακρόαση του ομηρικού έπους της Ιλιάδας, την οποία διοργανώνει το Τρίτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ.
Η εκδήλωση θα μεταδοθεί σε απευθείας σύνδεση από το Τρίτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ και η είσοδος θα είναι ελεύθερη για το κοινό. Από τις 9 το πρωί ως τις 9 το βράδυ, φοιτήτριες και φοιτητές της Κλασικής Φιλολογίας του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, σε φιλολογική επιμέλεια του αν. καθηγητή Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας Βασίλη Π. Βερτουδάκη, θα απαγγείλουν την Ιλιάδα του Ομήρου – κατ’ επιλογήν δώδεκα ραψωδίες από την Α ως την Ω, σε νεοελληνική μετάφραση. Μέρος της πρώτης ραψωδίας θα απαγγείλει ο γενικός διευθυντής του Μουσείου Ακρόπολης, καθηγητής Νικόλαος Χρ. Σταμπολίδης.
Το ομηρικό έπος, το αρχαιότερο όχι μόνο της ελληνικής, αλλά και της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, τοποθετείται γύρω στο 750 π.Χ. και διασώζει τους μύθους, τις αξίες και τα ιδανικά του αρχαίου κόσμου. Από τον ηρωισμό του Αχιλλέα έως τη μοίρα της Τροίας, η Ιλιάδα εξακολουθεί να εμπνέει, να συγκινεί και να θέτει ερωτήματα για τον πόλεμο, τη δόξα και την ανθρώπινη φύση. Λίγα έργα συνδυάζουν με τόσο μοναδικό τρόπο την αγριότητα του πολέμου με το ανθρώπινο συναίσθημα, τους φόβους, τις ελπίδες και τα πάθη των πρωταγωνιστών του.
Η Ιλιάδα εντάσσεται στον κορμό της παραδοσιακής προφορικής ποίησης κι είναι βαθύτατα ακροαματική, μιας και λειτουργούσε ως ακροαματικός λόγος στη μεγάλη γιορτή της Περίκλειας, Αθηναϊκής Δημοκρατίας προς τιμήν της θεάς Αθηνάς, τα Παναθήναια, αλλά και σε άλλες γιορτές, σε διάφορες περιοχές του ελληνικού κόσμου, όπως αναφέρουν οι διοργανωτές.
Η φηγός ή δρυς, η βελανιδιά, υπήρξε το ιερό δέντρο της αρχαίας Δωδώνης, που συμβόλιζε την ένωση γης και ουρανού, τη γαμήλια στέγη της Διώνης και του Δία. Το μαντείο της Δωδώνης αναφέρεται από τον Ηρόδοτο ως το αρχαιότερο των Ελλήνων. Η Δωδώνη της Ηπείρου, με τα ακίνητα και κινητά αρχαία ευρήματα, προκαλεί σήμερα εικόνες από τη ζωή και τη δράση ανθρώπων του παρελθόντος, εντυπώσεις, ερμηνείες, αναζητήσεις σχετικά με τις ανησυχίες και τις σκέψεις αυτών που υπήρξαν στους ίδιους τόπους.
Ο Κώστας Σουέρεφ, αρχαιολόγος και διδάκτορας Φιλοσοφίας, θα μεταφέρει μέσα από τρεις διαλέξεις – στις 5, 12 και 20 Μαρτίου – τις υπάρχουσες γνώσεις για τον χώρο της Δωδώνης, το μαντείο και τη σχέση του με τον αρχαίο κόσμο.
Αρχαίοι χρόνοι της Δωδώνης και τρόποι χρησμοδότησης
Τετάρτη 5 Μαρτίου, ώρα 18:00
Η Δωδώνη υπήρξε θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο, όπως οι Δελφοί και η Ολυμπία. Ο συνδυασμός θρησκευτικών και πολιτικών παραμέτρων με επίκεντρο τη Δωδώνη οδήγησε στην ακτινοβολία της και στη συσπείρωση γύρω από αυτήν όλων των Ηπειρωτών. Θεσπρωτοί, Μολοσσοί, η Ολυμπιάδα, ο Πύρρος, το Κοινό των Ηπειρωτών σφράγισαν με την παρουσία τους την ιστορική διαδρομή της Δωδώνης. Μεταξύ του τέλους του 3ου και των αρχών του 2ου αι. π.Χ. τα Νάια, αγώνες για τον Δία Νάιο, αναβαθμίστηκαν στο επίπεδο των πανελλήνιων αγώνων, με βραβείο το στεφάνι από κλαδί της δρυός. Τα Νάια γίνονταν κάθε τέσσερα χρόνια, τον επόμενο χρόνο από τους Ολυμπιακούς, τον ίδιο χρόνο με τα Ίσθμια και τα Νέμεα, όπως μας πληροφορεί ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων (μέσα 2ου αι. π.Χ.). Όσα σχετίζονταν με το δέντρο της Δωδώνης, όπως οι μεταλλικοί ήχοι χάλκινων λεβήτων και τριπόδων γύρω από τη δρυ, κουδουνιών και άλλων δώρων κρεμασμένων στα κλαδιά, που προκαλούνταν με το φύσημα του ανέμου, θεωρούνταν ότι εξέπεμπαν συμβουλευτικά μηνύματα των θεών. Το μαντείο της Δωδώνης έδινε χρησμό σε άτομα, ομάδες και εκπροσώπους από διάφορες προελεύσεις, όπως γνωρίζουμε από τα αναθήματα και τα γραπτά ερωτήματα στα μολύβδινα ελάσματα. Το μαντείο λειτούργησε για 2.000 χρόνια (μεταξύ της 2ης χιλιετίας π.Χ. και του 4ου αιώνα μ.Χ.).
Περιήγηση στην αρχαία Δωδώνη και ευρήματα σχετικά με το μαντείο
Τετάρτη 12 Μαρτίου, ώρα 18:00
Το τοπίο της Δωδώνης, μεταξύ του όρους Τόμαρος, της κοιλάδας και των γύρω λόφων, περικλείει την αρχαία θέση με ορατά κατάλοιπα αρχιτεκτονικής: το ιερό του Δία και της Διώνης, το πρυτανείο, το βουλευτήριο, το θέατρο, το στάδιο και την ακρόπολη. Εξάλλου, η απόκεντρη Δωδώνη υπήρξε συχνά σημείο αναφοράς του αρχαίου κόσμου. Η φήμη του μαντείου και ο ιδιότυπος λατρευτικός συμβολισμός του Δία Ναΐου και της Διώνης, πέρα από τα όρια της Ηπείρου, όπως στην Αθήνα, τη Ρόδο και τις Συρακούσες, επιβεβαιώνεται από τα αρχαία κείμενα, τα αφιερώματα και τα ενεπίγραφα χρησμοδοτικά μολύβδινα ελάσματα των επισκεπτών, που σώθηκαν στη Δωδώνη.
Τα ενεπίγραφα μολύβδινα ελάσματα των χρησμών
Πέμπτη 20 Μαρτίου, ώρα 18:00
Ιδιαίτερο επιστημονικό ενδιαφέρον προκαλεί διεθνώς η μοναδικότητα των χρησμοδοτικών μολύβδινων ενεπίγραφων ελασμάτων, άνω των 3.000, από τη Δωδώνη, τα οποία, καθώς μελετώνται από ειδικούς διαφόρων ειδικοτήτων, διαφωτίζουν σχετικά με λειτουργίες του μαντείου, του πολιτικού οργανισμού που το ήλεγχε, αλλά κυρίως σχετικά με αγωνίες και διλήμματα των αρχαίων επισκεπτών.
Οι ερωτήσεις, απλές και ευθείς, έθιγαν διάφορα θέματα, υγείας, οικογενειακά, οικονομικά, δικαίου, επαγγελματικά, συναισθηματικά. Παράλληλα, μαρτυρούνται επαφές με άλλες κοινωνικές ομάδες: Κορινθίων, Αμβρακιωτών, Κερκυραίων, Ταραντίνων. Μερικές απαντήσεις αναγράφονταν στο πίσω μέρος του ελάσματος, αλλά οι περισσότερες δίδονταν προφορικά. Σύμφωνα με τον Κικέρωνα, λειτουργούσε στη Δωδώνη η κληρομαντεία. Τα μοναδικά στην υφήλιο μολύβδινα ελάσματα των χρησμών της Δωδώνης, μαρτυρίες ύπαρξης χιλιάδων ανθρώπων, ενεγράφησαν το 2023 στη «Μνήμη του Κόσμου» της UNESCO.
* * * * * *
Ο ομιλητής, Κώστας Σουέρεφ, γεννήθηκε στην Κέρκυρα. Σπούδασε Αρχαιολογία και Ιστορία στην Ελλάδα και την Ιταλία. Απέκτησε μεταπτυχιακό δίπλωμα στη Scuola Normale Superiore της Πίζας και διδακτορικό στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ. Εργάστηκε ως αρχαιολόγος στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης και ως Προϊστάμενος Διεύθυνσης στις Εφορείες Αρχαιοτήτων Φλώρινας, Καστοριάς και Ιωαννίνων.
Διεξήγαγε ανασκαφές στην Τούμπα και τη Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Επιμελήθηκε περιοδικές εκθέσεις, αξιοποιώντας νέες τάσεις της Μουσειολογίας. Δίδαξε ως Ειδικός Επιστήμονας στα Πανεπιστήμια Ιωαννίνων, Δυτικής Μακεδονίας και Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Συμμετείχε σε συνέδρια στην Ελλάδα, την Ιταλία, τη Γαλλία, την Ισπανία και τη Γερμανία.
Τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα εστιάζονται στην Ιστορία και την Αρχαιολογία του Βορειοελλαδικού χώρου και την Αρχαιολογία της Τέχνης. Εξέδωσε μονογραφίες και συμμετείχε σε συλλογικούς τόμους. Επίτιμος Έφορος Αρχαιοτήτων από το 2020. Εξάλλου, συνεργάτης του περιοδικού Πόρφυρας από την ίδρυσή του (1980) με σχόλια θεωρίας για τον κινηματογράφο, μεταφράσεις, ποιήματα και δοκίμια. Είναι μέλος της Εταιρείας Κερκυραϊκών Σπουδών–Μουσείου Σολωμού, της Αναγνωστικής Εταιρείας Κέρκυρας, της Εταιρείας Συγγραφέων. Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στα λογοτεχνικά περιοδικά Περίπλους, Η λέξη, Φηγός, Εντευκτήριο, Φιλόλογος, Γραφή, Ακτή κ.ά.
* * * * * *
Η παρακολούθηση όλων των διαλέξεων είναι δωρεάν. Απαιτείται η κράτηση θέσεων. Για δηλώσεις συμμετοχής θα πρέπει να επικοινωνείτε με τη συντονίστρια των διαλέξεων κα Αγγελική Στρατηγοπούλου στην ηλεκτρονική διεύθυνση a.stratigopoulou@yahoo.gr. Σε περίπτωση συμπλήρωσης των θέσεων, θα λάβετε αρνητική απάντηση μέσω email. Διαφορετικά η συμμετοχή σας γίνεται δεκτή.
Το Λούβρο προσελκύει εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως. Ανάμεσα στα πέντε κορυφαία έργα τέχνης του είναι η «Φτερωτή Νίκη της Σαμοθράκης». Υπόδειγμα κλασικής ομορφιάς, κίνησης και χάρης, το άγαλμα είναι τοποθετημένο στην πλώρη ενός πλοίου που βρίσκεται στην κορυφή της σκάλας Νταρύ του μουσείου. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Λούβρο το 1884. Από τότε, μετά από εκτεταμένη αποκατάσταση, αιχμαλωτίζει τη φαντασία του κοινού, παραμένοντας άπιαστη για τους μελετητές.
Το διάσημο άγαλμα απεικονίζει τη θεά Νίκης, προσωποποίηση της νίκης σε στρατιωτικές μάχες και αγώνες, περιλαμβανομένων των αθλητικών και καλλιτεχνικών αγώνων. Πρόκειται για θεά ευρέως σεβαστή στην αρχαιότητα, γνωστή ως Βικτώρια στους Ρωμαίους. Η θεϊκή ενσάρκωση της νίκης υπάρχει σε όλο τον κλασικό κόσμο σε διάφορα μέσα, όπως γλυπτική, ζωγραφική, κοσμήματα και νομίσματα.
(α) Ασημένιο νόμισμα με τη Νίκη να στέκεται στην πλώρη του σκάφους, κρατώντας ένα ραβδί και μια τρομπέτα. (δ) Αρχαία ρωμαϊκή τοιχογραφία με τη φτερωτής Νίκη, στην Πομπηία. (cgb.fr/CC BY-SA 3.0) Stefano Bolognini)
Το συνολικό ύψος του γλυπτού υπερβαίνει τα 5,5 μέτρα, ενώ η ίδια η θεά έχει ύψος 2,7 μέτρα. Η Νίκη είναι φτιαγμένη από παριανό μάρμαρο, ένα από τα υψηλότερης ποιότητας ελληνικά μάρμαρα, καθαρό λευκό, λεπτόκοκκο, ημιδιαφανές και άψογο.
Μια κατακερματισμένη Νίκη
Η «Φτερωτή Νίκη» βρέθηκε στη Σαμοθράκη, στην πλαγιά ενός λόφου που έβλεπε το Ιερό των Μεγάλων Θεών, ένα αρχαίο συγκρότημα δώδεκα ναών που προσέλκυε προσκυνητές από όλη την περιοχή. Το άγαλμα ήταν αρχικά τοποθετημένο σε σημαντικό ύψος, έτσι ώστε να είναι εύκολα ορατό από τους επισκέπτες από μακριά, πιθανότατα και από τη θάλασσα. Το Λούβρο εγκατέστησε το έργο στην κορυφή της σκάλας Νταρύ για να αναπαράγει – όσο είναι εφικτό – τις αρχικές συνθήκες θέασης.
Το άγαλμα της θεάς, με ύψος 2,7 μέτρα, είναι φτιαγμένο από παριανό μάρμαρο, ενώ το πλοίο από γκρίζο της Ρόδου. Συνολικά, το γλυπτό υπερβαίνει τα 5,5 μέτρα. Λούβρο, Γαλλία. (Public Domain)
Ενώ ο γλύπτης παραμένει άγνωστος, το γεγονός ότι η ακριβής αρχική τοποθεσία του έργου είναι γνωστή είναι κάτι ασυνήθιστο για τα αρχαιοελληνικά αγάλματα. Οι μελετητές πιστεύουν ότι η «Νίκη της Σαμοθράκης» δημιουργήθηκε μεταξύ 200 και 175 π.Χ., για να τιμήσει μια ναυτική νίκη, άγνωστη ποια. Αιώνες μετά τη δημιουργία του, έπεσε από το βάθρο της και έσπασε σε αρκετά σημεία. Παρέμεινε χαμένη, μέχρι που το 1863, από έναν Γάλλο ερασιτέχνη αρχαιολόγο και διπλωμάτη, τον Σαρλ Σαμπουαζώ (Charles Champoiseau, 1830–1909).
Ο Σαμπουαζώ ανακάλυψε τη «Φτερωτή Νίκη» σε 110 θραύσματα. Το άγαλμα μεταφέρθηκε στο Παρίσι, όπου επανασυναρμολογήθηκε σύμφωνα με κριτήρια αποκατάστασης του 19ου αιώνα. Πράγματι, ολόκληρη η δεξιά πλευρά, της οποίας η αρχική κατάσταση μπορεί να σταχυολογηθεί μόνο από κομμάτια που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα, είναι κατασκευασμένη από γύψο και δημιουργήθηκε συμμετρικά προς την ακάλυπτη αριστερή πτέρυγα. Οι συντηρητές και οι επιμελητές δεν θα επέλεγαν αυτήν τη μέθοδο σήμερα, αλλά το Μουσείο αποφάσισε να διατηρήσει την αρχική λύση.
Επακόλουθη ανασκαφή, τη δεκαετία του 1870, έδωσε τη βάση του αγάλματος, που αποτελείται από μια πλίνθο και την απόδοση μιας πλώρης ενός πολεμικού πλοίου σε γκρίζο μάρμαρο της Ρόδου. Ωστόσο, το κεφάλι και τα χέρια της Νίκης δεν βρέθηκαν ποτέ.
Είκοσι χρόνια πριν ξεκινήσει η Επανάσταση του 1821, ένας άλλος «πόλεμος» είχε ήδη ξεσπάσει: Ο πόλεμος για τα αρχαία! Κάπως έτσι αρχίζει ο πρόλογος του βιβλίου της αρχαιολόγου Εύης Πίνη «Η Κυρά της Ελευσίνας και άλλες ιστορίες» (εκδόσεις Πατάκη), με θέμα τρεις γνωστές και λιγότερο γνωστές λεηλασίες αρχαιοτήτων, που διέπραξαν ξένοι περιηγητές στη χώρα μας στα τέλη του 18ου με αρχές του 19ου αιώνα, το οποίο πήρε πρόσφατα το βραβείο παιδικής λογοτεχνίας από την Ακαδημία Αθηνών.
«Η Κυρά της Ελευσίνας…», όμως, δεν απευθύνεται μόνο σε παιδιά και νέους, αλλά σε αναγνώστες κάθε ηλικίας. Κι αυτό επειδή οι ιστορίες που έχει επιλέξει να παρουσιάσει η συγγραφέας του όχι μόνο στηρίζονται σε πραγματικά γεγονότα, που αποτυπώνουν τις καταστροφές και τις λεηλασίες των μνημείων της Ελλάδας λίγα χρόνια πριν από την Επανάσταση του 1821, αλλά έχουν προκύψει μέσα από έρευνα που η αρχαιολόγος και υπεύθυνη των εκπαιδευτικών προγραμμάτων της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων διεξήγαγε σε βάθος.
Τι την παρακίνησε, όμως, να γράψει εξαρχής αυτό το βιβλίο; «Το 2021, όταν γιορτάζαμε τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση, μου προτάθηκε από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος να συμμετάσχω σε μια συλλογική έκδοση με τίτλο ’21 + 1 συγγραφείς γράφουν για το 1821′. Μάλιστα, μου ζητήθηκε στο διήγημά μου να αποτυπώνεται η ‘αρχαιολογική ματιά’ για το 1821. Αυτό με καθοδήγησε να σκεφτώ τις λεηλασίες των αρχαιοτήτων που διαπράχθηκαν από Ευρωπαίους περιηγητές λίγα χρόνια πριν ξεσπάσει η Επανάσταση και έγραψα ένα διήγημα με τίτλο ‘Ονειρεύομαι την πατρίδα’ και πρωταγωνιστή ένα γλυπτό από το ναό της Αφαίας που σήμερα βρίσκεται στο Μόναχο. Έτσι άρχισα να ασχολούμαι με το θέμα και να μελετώ τη βιβλιογραφία, όπου βρήκα πολλές ενδιαφέρουσες ιστορίες για τη δράση των περιηγητών και έτσι κάπως άρχισε να σχηματίζεται στο μυαλό μου η ιδέα για την ‘Κυρά της Ελευσίνας’», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Εύη Πίνη, που επικεντρώθηκε σε τρεις ιστορίες λεηλασιών αρχαιοτήτων στην Ελλάδα: την Καρυάτιδα της Ελευσίνας, την Αφροδίτη της Μήλου και τα γλυπτά της Αφαίας στην Αίγινα.
Ήταν δύσκολη η επιλογή και η δημιουργία της μυθοπλασίας με τους διαλόγους που χρησιμοποίησε; «Ομολογώ ότι η επιλογή δεν ήταν εύκολη. Είχα γράψει πολύ περισσότερες ιστορίες, αλλά κατέληξα, κουβεντιάζοντας και με τον υπεύθυνο της έκδοσης, να συμπεριλάβω στο βιβλίο δυο υποθέσεις σχετικά άγνωστες, την Καρυάτιδα του Κέιμπριτζ και τους Αιγινήτες, και μία πολύ γνωστή, την Αφροδίτη της Μήλου. Η μυθοπλασία προέκυψε εύκολα, γιατί οι πρωταγωνιστές αυτών των ιστοριών μάς άφησαν τα ημερολόγιά τους και τη μεταξύ τους αλληλογραφία. Οπότε, υπήρχε πολύ υλικό για να εμπνευστώ», απαντά η συνομιλήτρια του ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Την ίδια περίοδο, αρχές του 19ου αιώνα, λεηλατήθηκαν και τα γλυπτά του Παρθενώνα από τον Έλγιν και τους συνεργάτες του – μάλιστα ο επικεφαλής του συνεργείου του, ο Ιταλός ζωγράφος Λουζιέρι, εμφανίζεται ως … δευτεραγωνιστής σε μια από τις ιστορίες. Για ποιο λόγο η ίδια δεν έγραψε γι’ αυτήν την αρπαγή; «Στην πρώτη εκδοχή του κειμένου υπήρχε και μια ιστορία για τα γλυπτά του Παρθενώνα, αλλά αναγκαστικά, εφόσον έπρεπε να επιλέξω, η ιστορία αυτή έμεινε εκτός. Άλλωστε έχουν γραφτεί τόσα για τις λεηλασίες και τις καταστροφές που διέπραξε ο Έλγιν που μια ακόμη ιστορία ίσως δεν θα είχε να προσφέρει κάτι», επισημαίνει η Εύη Πίνη, που αισθάνθηκε «μεγάλη χαρά, όπως είναι φυσικό» για τη βράβευσή της από την Ακαδημία Αθηνών (Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη). Θυμάται δε «με συγκίνηση την τελετή βράβευσης. Και επειδή αυτό συνέβη μέσα στην περίοδο των Χριστουγέννων ήταν σαν να μου έφερε ένα μεγάλο και απρόσμενο δώρο ο Άγιος Βασίλης!», σημειώνει χαρακτηριστικά η συγγραφέας, που ετοιμάζει ένα ακόμα βιβλίο, το οποίο αφορά πάλι μια υπόθεση αρχαιοκαπηλίας.
«Είναι ένα θέμα που μας ‘καίει’ εμάς τους αρχαιολόγους και γι’ αυτό το επιλέγω, θέλοντας να μιλήσω στο νεανικό κοινό για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Αυτή τη φορά όμως δεν θα είναι ιστορικό μυθιστόρημα, αλλά μια υπόθεση μυστηρίου και θα εκτυλίσσεται στο σήμερα», καταλήγει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Ας αναφέρουμε κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία από το βιβλίο για τις αρχαιότητες που λεηλατήθηκαν:
Η «κυρά της Ελευσίνας»
«Η Καρυάτιδα του Κέιμπριτζ, όπως ονομάζεται πλέον το άγαλμα, χρονολογείται στον 1ο αι. π.Χ. Ήταν τοποθετημένη στα μικρά προπύλαια του ιερού της Δήμητρας στην Ελευσίνα, μαζί με μία ακόμη Καρυάτιδα, για να στηρίζουν σαν κίονες την οροφή του κτιρίου. Τα δυο γλυπτά καταστράφηκαν όταν λεηλατήθηκε το ιερό της Δήμητρας από τους Γότθους το 395 π.Χ. Η Καρυάτιδα του Κέμπριτζ βρέθηκε το 1676 από χωρικούς της περιοχής. Το άγαλμα έμεινε στη θέση του και συνδέθηκε με λαϊκές δοξασίες, καθώς οι αγρότες τη θεωρούσαν προστάτιδα των καλλιεργειών τους…»
Οι «Αιγινήτες», τα γλυπτά του ναού της Αφαίας
«Ο ναός της Αφαίας είναι κτισμένος στην κορυφή ενός πευκόφυτου λόφου, στο βορειοανατολικό τμήμα της Αίγινας, και χρονολογείται γύρω στο 500/549 π.Χ. Τα γλυπτά που διακοσμούσαν τα αετώματα του ναού της Αφαίας έχουν και τα δύο ως θέμα τους τις μυθικές εκστρατείες στην Τροία, όπου διακρίθηκαν Αιγινήτες ήρωες […] Οι ‘Αιγινήτες’, όταν εκτέθηκαν στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου το 1830, εντυπωσίασαν και εξέπληξαν τους φιλότεχνους της Ευρώπης για τις τολμηρές στάσεις των σωμάτων τους, αλλά και για το χρώμα που σωζόταν σε πολλά σημεία τους …»
Η Αφροδίτη της Μήλου
«Το άγαλμα είναι κατασκευασμένο από παριανό μάρμαρο και χρονολογείται γύρω στα 150-125 π.Χ […] Σύμφωνα με τις αναφορές της εποχής, μαζί βρέθηκαν τρία θραύσματα από χέρια, ίσως της Αφροδίτης. Ένα από τα θραύσματα ήταν το άκρο αριστερού χεριού που κρατούσε μήλο […] Η ιστορία της ανεύρεσης του αγάλματος είναι αρκετά μπλεγμένη, γι’ αυτό και οι αφηγήσεις που μας άφησαν κάποιοι από τους βασικούς πρωταγωνιστές δεν συμφωνούν μεταξύ τους. Γι’ αυτό, ακόμα και σήμερα δεν είμαστε τελείως βέβαιοι πώς ακριβώς βρέθηκε η Αφροδίτη, πώς κατέληξε στα αμπάρια του Εσταφέτ, τι συνέβη στην παραλία και το πιο σημαντικό: βρέθηκαν τα χέρια μαζί με τον κορμό του αγάλματος και, αν βρέθηκαν, τι απέγιναν; … ».
Η εικονογράφηση έγινε από τη Λέλα Στρούτση. Φωτογραφία εξωφύλλου: Εκδόσεις Πατάκη.
Τι είναι το ψηφιδωτό; Από πού πηγάζει η ονομασία του;* Ποια είναι η τεχνική αλλά και η ιστορική του διαδρομή στη διαρκή πορεία του; Ερωτήματα των οποίων την απάντηση ελπίζουμε ότι θα βρει ο αναγνώστης ακολουθώντας τη σειρά άρθρων του ψηφιδογράφου και συγγραφέα Γιάννη Λουκιανού.
Στο πρώτο μέρος, παρουσιάζονται ψηφιδωτά της ελληνιστικής περιόδου, στο δεύτερο της ρωμαϊκής, στο τρίτο της βυζαντινής και στο τέταρτο σύγχρονα ψηφιδωτά στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Σε ξεχωριστά άρθρα, θα παρουσιαστούν τεχνικές της ψηφιδογραφίας.
Η τάση που χαρακτηρίζει τους φίλους αυτής της τέχνης για μια ευρύτερη γνώση των ψηφιδωτών του κόσμου είναι το ίδιο αδιάπτωτη με τη δική μας ανάγκη. Επιθυμία μας, που πιστεύουμε πως είναι και του κάθε αναγνώστη, η δυνατότητα για δημοσίευση όσο το δυνατόν περισσότερων έργων.
Έτσι, εκτός από μερικά μνημειακά έργα, όπως, για παράδειγμα, το κυνήγι του ελαφιού από την Πέλλα, ή κάποιο εξαίρετο έργο της βυζαντινής τέχνης από τη Μονή Δαφνίου, παρουσιάζονται και ψηφιδωτά που δεν έχουν τύχει μεγάλης δημοσιότητας, αλλά και έργα που έχουμε τη χαρά να βλέπουμε να δημοσιεύονται για πρώτη φορά, όπως αυτά του «Κεραμεικού».
Ελληνιστική περίοδος
Καθοριστική περίοδος και απαρχή για το αντικείμενο αυτού του άρθρου/πονήματος υπήρξε η κλασική αρχαιότητα, και περισσότερο η ελληνιστική. Αυτή η τέχνη της διακόσμησης ξεκινάει δειλά σε προηγούμενες περιόδους, που μπορεί να φτάσουν μέχρι το 3000 π.Χ., σε τόπους και λαούς όπως της Αιγύπτου και της Μεσοποταμίας. Χαρακτηρίζεται όμως από έναν πρωτογονισμό σε σχέση με ό,τι θαυμαστό επακολούθησε στην πορεία του ψηφιδωτού.
Ψηφιδωτός διάκοσμος με κωνικά ψηφία στο ναό Εάνα στην πόλη Ουρούκ (περ 3500 π.Χ.).
Διακόσμηση δαπέδου με μικρά βότσαλα. Μάλια Κρήτης ΚρητοΜυκηναϊκή περίοδος 1400 -1200 π.Χ.
Ένα δάπεδο στο Γόρδιο της Φρυγίας, του 8ου π.Χ. αιώνα είναι από τα αρχαιότερα σωζόμενα έργα, ενώ δύο αιώνες αργότερα προπομπός σε ότι ενθουσιώδες θα ακολουθήσει είναι ένα ψηφιδωτό του 6ου π.Χ αιώνα φτιαγμένο από μικρά βότσαλα με θέμα από την ελληνική μυθολογία.
Έτσι, τα πρώτα ουσιαστικά βήματα λαμβάνουν χώρα σχεδόν δυόμιση χιλιάδες χρόνια πριν από σήμερα. Στα τέλη του 5ου προς τον 4ο π.Χ. αιώνα, διακοσμούνται τα δάπεδα κατοικιών της αρχαίας Κορίνθου και της Σικυώνας, ενώ ο Ιππόδαμος, αρχιτέκτονας από τη Μίλητο, διαπραγματεύεται μια καινούργια οικιστική άποψη στην Όλυνθο της Χαλκιδικής. Δημιουργεί μια μεσημβρινή πόλη, λουσμένη στο φως, και στολίζει τα δάπεδα των κατοικιών, κυρίως των ανδρώνων, με ψηφιδωτά.
Λίγο αργότερα, σε μια άλλη πόλη της Μακεδονίας, την Πέλλα, τη γενέτειρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τα δάπεδα πολυτελών κατοικιών στολίζονται με συνθέσεις από βότσαλα, με αποτέλεσμα ο θαυμασμός γι’ αυτά να μην τελειώνει!
Κεντρικό διάχωρο αίθουσας της «Οικίας με τα μωσαϊκά». Το κεντρικό φυτικό θέμα περιστοιχίζεται από παραστάσεις θηρίων, Αριμασπών και Γρυπών. (370 π.Χ περίπου, αρχαιολογικός χώρος Ερέτριας). Στο κάτω μέρος του έργου, η Νηρηίδα Θέτις μεταφέρει τα όπλα του Αχιλλέα.
Ένα από τα παλαιότερα σωζόμενα έγγραφα για το ψηφιδωτό είναι ένα θραύσμα παπύρου από το 256-246 π.Χ., που δίνει οδηγίες για την τοποθέτηση ψηφιδωτού στο δάπεδο ενός λουτρού. Μωσαϊκά* είναι ακόμη γνωστό ότι χρησιμοποιήθηκαν σε πλοία. Επίσης στα μέσα του τρίτου αιώνα π.Χ. (246-238), γνωρίζουμε ότι ο Ιέρων Β’ των Συρακουσών έστειλε το δικό του πλοίο, τη «Συρακουσία», στην Αλεξάνδρεια για σιτηρά, αφού η ξηρασία είχε οδηγήσει σε κακή σοδειά. Το σκάφος προκάλεσε μεγάλο θαυμασμό, γιατί ορισμένες από τις καμπίνες του ήταν στολισμένες με ψηφιδωτά με θέματα από την Ιλιάδα. Ο Σουητώνιος μας λέει ότι ο Καίσαρας έπαιρνε ακόμη και πλάκες από μωσαϊκό στις εκστρατείες του, πιθανώς για να εξασφαλίσει ότι το πάτωμα της σκηνής του δεν ήταν μόνο κομψό και εντυπωσιακό, αλλά και πιο υγιεινό από τα συνηθισμένα χαλιά ή δέρματα ζώων.
Είναι βέβαιο πως όταν ο Γνώσις, ο αρχαίος Έλληνας καλλιτέχνης, τελείωνε το έργο του με θέμα το κυνήγι του ελαφιού, θα αισθανόταν ιδιαίτερα υπερήφανος. Πριν από το τέλος του 4ου π.Χ. αιώνα (325-300 π.Χ.) είχε τελειώσει ένα ψηφιδωτό από μικρά βότσαλα ποταμών, το οποίο μαζί με τα υπόλοιπα έργα θα στόλιζαν τα δάπεδα πολυτελών κατοικιών στην Πέλλα. Στο δάπεδο ενός δωματίου κοντινού με αυτό της αρπαγής της Ελένης σώζεται ένα περίτεχνο ψηφιδωτό. Οι ζωγράφοι της εποχής προτιμούσαν τα θέματα κυνηγιού. Φαίνεται ότι αποτελούσαν την κύρια διασκέδαση των Μακεδόνων βασιλέων και των ευγενών. Το θέμα περιβάλλεται από μαιάνδρους και πλούσιο φυτικό διάκοσμο. Δύο κυνηγοί νέοι στην ηλικία, σηκώνουν με μεγάλη ορμή τα όπλα τους για να πλήξουν ένα ελάφι, ενώ το σκυλί που τους συνοδεύει έχει βυθίσει τα δόντια του στο θήραμα. Πάνω δεξιά της σύνθεσης υπογράφει ο ψηφοθέτης του έργου: «ΓΝΩΣΙΣ ΕΠΟΗΣΕΝ». Ο προικισμένος αυτός καλλιτέχνης, μέσα από μια σύνθεση κίνησης, ιδιαίτερης πλαστικότητας και μιας νόησης, θα λέγαμε, ιδιότυπης, έκανε τομή στα μέχρι τότε δεδομένα και άνοιξε νέους δρόμους έκφρασης στην τέχνη της ζωγραφικής, χρήσιμους αιώνες μετά στη μετέπειτα πορεία της στον κόσμο της Δύσης.
«Το κυνήγι του ελαφιού». Δάπεδο από το «σπίτι της αρπαγής της Ελένης», στην αρχαία Πέλλα. 325 – 300 π.Χ. Αρχαιολογικό μουσείο Πέλλας. Ρεαλισμός και έντονες φωτοσκιάσεις σ’ αυτό το μοναδικό έργο, δείγμα της υψηλής αισθητικής της Ελληνιστικής περιόδου του τέλους του 4ου π.Χ. αιώνα. Θεωρείται ότι απετέλεσε την απαρχή της ευρωπαϊκής ζωγραφικής.
Έναν άλλο ομότεχνό του, τον Σώσο από την Πέργαμο, τον γνωρίζουμε από περιγραφές των έργων του από τον Πλίνιο τον πρεσβύτερο, που είναι και θαυμαστής του. Με φυσικές χρωματιστές πέτρες πλέον, κομμένες σε μικρούς κύβους, ο Σώσος γοητεύει τον κόσμο του 2ου π.Χ. αιώνα. Τα έργα του έχουν χαθεί, αλλά χάρις στον Πλίνιο τα αναγνωρίζουμε μέσα από τα αντίγραφα που φρόντισαν να αναπαράγουν με μεγάλη επιμέλεια Ρωμαίοι καλλιτέχνες.
Πριν από τα ψηφιδωτά του Γνώσιδος και των άλλων ψηφοθετών είναι αυτά που κοσμούσαν τους ανδρώνες των σπιτιών της αρχαίας Ολύνθου. Μερικές δεκάδες χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Πέλλας, στη χερσόνησο της Χαλκιδικής, μια άλλη πόλη ήκμασε στα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα. Ο μυθικός ήρωας Βελλεροφόντης, έφιππος στο φτερωτό άλογό του, σκοτώνει τη Χίμαιρα. Ένα μυθολογικό θέμα που επίσης κοσμούσε δάπεδα της ελληνιστικής Ρόδου. Αυτό το θέμα, παράλληλα με Νηρηίδες, γρύπες και μαιάνδρους, στόλιζε τις πολυτελείς κατοικίες της αρχαίας αυτής πόλης.
Κατασκευασμένα με λευκά και μαύρα βότσαλα, είναι από τα αρχαιότερα έργα στον ελλαδικό χώρο. Προηγούνται, βέβαια, τα δάπεδα των ανακτόρων της μυκηναϊκής Τίρυνθας (1600-1200 π.Χ.). Της ίδιας δε περιόδου με αυτά της Ολύνθου είναι και της αρχαίας Κορίνθου, της Σικυώνας και των Μεγάρων. Κανείς δεν φανταζόταν – και οπωσδήποτε ούτε ο Ιππόδαμος, που σχεδίασε την αρχαία Όλυνθο – πως η τέχνη των βοτσαλωτών θα επιζούσε όμοια δύο χιλιάδες και πλέον χρόνια μετά, αφού θα στόλιζε τα σπίτια των νησιών του Αιγαίου, αλλά και αυτά στις ακτές της Λιγουρίας, γύρω από την Τζένοβα, στην Ιταλία. Είναι γνωστές οι σχέσεις των Γενουατών με τα νησιά του Αιγαίου και οι κτήσεις τους στην περιοχή. Και είναι πολύ πιθανόν αυτή η τέχνη να επανήλθε μέσω αυτών στον τόπο που γεννήθηκε, αφού στην υπόδουλη από τους Οθωμανούς Ελλάδα ήταν αδύνατον να επιζήσει μια περίπλοκη και αρκετά ακριβή τέχνη όπως αυτή.
Η επιλογή γι’ αυτά τα πολύ μικρά βότσαλα ήταν πολύ αυστηρή και επιτυγχανόταν όσον αφορά το μέγεθος με τη μέθοδο του κοσκινίσματος. Η συλλογή τους γινόταν στα ποτάμια, δίχως να αποκλείεται και αρκετά από αυτά να είναι από τις ακτές, ακόμη και αρκετά μακριά από την περιοχή. Ο Παυσανίας μάς πληροφορεί ότι υπήρχαν ωραιότατα βότσαλα σε μια ακτή στην Πελοπόννησο, κοντά στην Επίδαυρο.
Η συνήθεια του αρχαίου κόσμου να ψηφοθετεί με βότσαλα διατηρείται για μερικούς αιώνες και εξαπλώνεται σχεδόν σε όλη την επικράτεια των απογόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, κυρίως σε πόλεις που είναι κοντά στη θάλασσα.
Εκτός από τις προαναφερθείσες πόλεις, η Αθήνα, η Δήλος, η Ερέτρια, η Ρόδος, η Πέργαμος είναι τόποι με έντονη παρουσία σε αυτό το παιχνίδι της διακοσμητικής τέχνης. Από τα θαυμάσια έργα της Πέλλας, κάποια έχουν υποστεί φθορές και άλλα έχουν συντηρηθεί και αποκολληθεί από το έδαφος, εκτίθενται δε στο αρχαιολογικό μουσείο της ομώνυμης πόλης. Στα πρώτα ανήκει μια εξαίρετη σύνθεση με θέμα την αρπαγή της Ελένης από τον Θησέα. Είναι μια αρκετά μεγάλη παράσταση (περίπου 8,50 × 2,80 μ.), στην οποία φαντάζουν περίτεχνα τα τμήματα που σώζονται.
Η Αλεξάνδρεια, η μεγάλη αυτή πόλη της ελληνιστικής εποχής, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ιστορία του ψηφιδωτού του αρχαίου κόσμου. Εκεί, κατά πάσα πιθανότητα, γεννιέται η κυβική ψηφίδα, ανοίγοντας καινούριους ορίζοντες και δημιουργώντας νέες προοπτικές, αφού η χρωματική γκάμα μεγαλώνει και η ψηφίδα κόβεται πλέον στο εργαστήριο, ικανή να ανταποκριθεί στις οποιεσδήποτε ανάγκες του σχεδίου. Οι πέτρες, αλλά κυρίως τα μάρμαρα, προσφέρουν το εξαιρετικό υλικό τους και την ποικιλία των χρωμάτων τους.
Στο μουσείο της Πέλλας εκτίθενται εκτός από το περίφημο κυνήγι του λιονταριού και άλλα έργα, όπως ο Διόνυσος που φέρεται καθήμενος πάνω σε έναν πάνθηρα, λιτά και αρμονικά σχεδιασμένος, καθώς επίσης και ένα ζεύγος Κενταύρων.
Ο Διόνυσος καθισμένος σε πάνθηρα.
Ένα άλλο έργο παρουσιάζει ένα γρύπα που επιτίθεται σε ελάφι. Σε μια κατοικία του 370 π.Χ. μιας άλλης ελληνιστικής πόλης, της Ερέτριας, ήρθαν στο φως, μετά από ανασκαφές Ελβετών αρχαιολόγων, περίτεχνα μωσαϊκά. Τα θέματα τους είναι εμπνευσμένα από την ελληνική μυθολογία και διανθίζονται με φυτικά σχέδια, ενώ στις μπορντούρες φέρουν το μαίανδρο, τον πλοχμό και βλαστούς με κισσόφυλλα.
Ξεχωρίζει το μωσαϊκό με τη Νηρηίδα Θέτιδα καθισμένη πάνω σε έναν Ιππόκαμπο, να μεταφέρει την πανοπλία για τον Αχιλλέα. Πρόκειται για μια σκηνή εμπνευσμένη από την Ιλιάδα.
Η Θέτις μεταφέρει τα όπλα του Αχιλλέα – σκηνή από την Ιλιάδα. 370 π.Χ περίπου, αρχαιολογικός χώρος Ερέτριας.
Εκτός από αυτό το ιδιαίτερο θέμα, υπάρχουν συνθέσεις που έχουν αποδοθεί με περίσσεια χάρη, όπως η σύγκρουση μεταξύ Σφιγγών και Πανθήρων, οι μυθικές μάχες μεταξύ Γρυπών και Αριμασπών, με τους τελευταίους να αναπαρίστανται ως γυναίκες πολεμίστριες. Εξαιρετική χάρη έχει επίσης η σκηνή όπου ένα λιοντάρι επιτίθεται σε ένα άλογο.
Σταθήκαμε στην περιγραφή έργων που αναφέρονται στη γενέτειρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, την Πέλλα, καθώς επίσης και σε άλλες δύο αρχαίες πόλεις, την Όλυνθο και την Ερέτρια. Στην πρώτη γιατί πιστεύουμε πως η ποιότητα των έργων που την κοσμούσαν αποτελεί σταθμό για την ιστορία του ψηφιδωτού, ενώ η Όλυνθος, αρχαιότερη της Πέλλας, προσφέρει αρκετά στοιχεία για τη μελέτη αυτού του είδους της τέχνης. Η Ερέτρια, μια μικρή πόλη του 4ου π.Χ. αιώνα, μας προσφέρει περίτεχνα μωσαϊκά, από τα αρχαιότερα αυτού του τύπου.
Γιάννης Λουκιανός, «Το κυνήγι του λιονταριού». Απόδοση με κυβικές ψηφίδες του γνωστού βοτσαλωτού της αρχαίας Πέλλας του 4ου π.Χ αιώνα.
Είναι γεγονός ότι, καθώς οι καλλιτέχνες αυτής της περιόδου ανακαλύπτουν την κυβική ψηφίδα, γίνονται ασυγκράτητοι. Ό,τι δημιουργούν είναι αποτέλεσμα μιας υψηλής γνώσης, αισθητικής, και αγάπης για το αντικείμενο. Τα ψηφιδωτά της Πομπηίας, της Αλεξάνδρειας, της Αντιόχειας, της Περγάμου – είτε έγιναν στο τελευταίο τρίτο της πρώτης προ Χριστού χιλιετίας είτε ανήκουν στην ύστερη αρχαιότητα είτε όχι – φέρουν ανεξίτηλη τη σφραγίδα μιας ιδιαίτερης ποιότητας που οι ψηφοθέτες αυτής της περιόδου κατάφεραν να της προσδώσουν.
Του Γιάννη Λουκιανού
Το ποίημα και τα κείμενα είναι από το βιβλίο του Γιάννη Λουκιανού«Η τέχνη του ψηφιδωτού και η τεχνική του», Αθήνα 2011, εκδόσεις βότσαλο, β΄ έκδοση. Από το ίδιο βιβλίο προέρχονται και οι εικόνες, εκτός από εκείνες των οποίων αναφέρεται η πηγή τους.
Ο Γιάννης Λουκιανός γεννήθηκε στην Ίο των Κυκλάδων, πήρε μαθήματα σχεδίου και χρώματος και επιδόθηκε στην τέχνη του ψηφιδωτού και του βοτσαλωτού, κοσμώντας κτίρια και αυλές, μεταξύ των οποίων κατοικία στη Βέρνη της Ελβετίας και η αποκατάσταση του βοτσαλωτού διάκοσμου της ιστορικής αυλής της Μητρόπολης της Σύρου και άλλων εκκλησιών.
Για την τέχνη του ψηφιδωτού και του βοτσαλωτού έχει μιλήσει σε πολλά σχολεία, σε Διεθνή Συνέδρια (Αθήνα 2010-Κύπρος 2012) καθώς και στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, και έχει γράψει σε περιοδικά και σε τοπικές εφημερίδες. Έχει γράψει ακόμη αρκετά δικά του βιβλία, με σημαντικότερα τα:
«Οι βοτσαλωτές αυλές των Κυκλάδων», Αθήνα 1998, αυτοέκδοση (3 εκδόσεις)
«Οι βοτσαλωτές Αυλές του Αιγαίου», Αθήνα 1999, αυτοέκδοση (εξαντλημένο)
«Η τέχνη του ψηφιδωτού και η τεχνική του», Αθήνα 2002 και 20011
Έχει διδάξει την τέχνη του ψηφιδωτού σε επιδοτούμενα σεμινάρια (Σύρος, Ίος κ.ά.), καθώς και στα παιδιά του ΚΔΑΠ στην Ίο.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
* Ο όρος ‘ψηφιδωτό’ προέρχεται από το ψηφίο, τη μικρή πέτρα. Ο όρος ‘μωσαϊκό’ προέρχεται από τις Μούσες.