Τρίτη, 13 Μαΐ, 2025

Συναγερμός στις ΗΠΑ για την εκμετάλλευση ορυκτών από την Κίνα στην Αφρική

Σε συναγερμό βρίσκονται οι Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς ειδικοί καταθέτοντας στο Κογκρέσο επεσήμαναν ότι η εντεινόμενη εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πόρων της Αφρικής από την Κίνα απειλεί άμεσα την αμερικανική οικονομία, θέτει σε κίνδυνο τις εφοδιαστικές αλυσίδες και πλήττει την εθνική ασφάλεια της χώρας.

Σε συνεδρίαση της Υποεπιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων με θέμα «Μέταλλα, ορυκτά και εξορύξεις: Πώς το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας τροφοδοτεί συγκρούσεις και εκμετάλλευση στην Αφρική», κορυφαίοι αναλυτές υπέδειξαν συγκεκριμένους κινδύνους για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους.

Όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο ειδικός σε θέματα ασφάλειας και ορυκτών του Ατλαντικού Συμβουλίου, Τζόζεφ Νγκουράμο, «το κινεζικό μοντέλο βασίζεται στην εκμετάλλευση των πόρων της Αφρικής προκαλώντας πολιτική και κοινωνική αποσταθεροποίηση προς όφελος του Πεκίνου». Σύμφωνα με τον ίδιο, το Πεκίνο υποστηρίζει διεφθαρμένα καθεστώτα και ελίτ που πλουτίζουν εις βάρος του τοπικού πληθυσμού. Τέτοια μοντέλα διακυβέρνησης, σύμφωνα με τον Νγκουράμο, έχουν ήδη οδηγήσει σε πολεμικές συγκρούσεις σε χώρες όπως το Σουδάν και η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό.

Η επιρροή της Κίνας στον μεταλλευτικό τομέα της Αφρικής είναι σχεδόν απόλυτη. Η περιοχή διαθέτει πάνω από το 40% των παγκοσμίων αποθεμάτων ορυκτών, απαραίτητων για σύγχρονες τεχνολογίες, συμπεριλαμβανομένων του κοβαλτίου, του τανταλίου και του λιθίου. Ο Νγκουράμο υπογράμμισε ότι η εξάρτηση των δυτικών χωρών από την Κίνα στον τομέα αυτό εγκυμονεί πολλαπλούς κινδύνους, από οικονομικούς έως και στρατιωτικούς, καθώς τα ορυκτά αυτά είναι αναγκαία και για προηγμένα οπλικά συστήματα.

Έγκλημα και διαφθορά στα ορυχεία της Αφρικής

Το μέγεθος των προβλημάτων κατέδειξε η κατάθεση του αναλυτή Σάσα Λέζνεφ από τον οργανισμό The Sentry, ο οποίος ανέφερε ότι σχεδόν οι μισές από τις μεγαλύτερες κινεζικές επενδύσεις στον τομέα εξορύξεων έχουν γίνει στην υποσαχάρια Αφρική, όπου παρατηρούνται «σοβαρά προβλήματα διαφθοράς». Ανέφερε χαρακτηριστικά ότι στο Κονγκό η Κίνα έκλεισε συμφωνία ύψους 6,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων, τη στιγμή που διαπιστώθηκε ότι η εταιρεία-κέλυφος CCC έδωσε μεγάλα χρηματικά ποσά ως δωροδοκίες σε κυβερνητικά στελέχη.

Ιδιαίτερα ανησυχητική είναι και η καταγγελία περί συστηματικής παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο Νγκουράμο ανέφερε ότι δεκάδες χιλιάδες παιδιά εργάζονται στην εξόρυξη ορυκτών στην Αφρική υπό απάνθρωπες συνθήκες, εκτεθειμένα σε τοξικές ουσίες, συχνά χωρίς καν στοιχειώδη εξοπλισμό προστασίας. Ανέφερε ακόμη, επικαλούμενος τη Διεθνή Αμνηστία, ότι πολλές κινεζικές εταιρείες στην περιοχή εμπλέκονται στο εμπόριο «χρυσού συγκρούσεων», χρηματοδοτώντας ένοπλες ομάδες.

Η στρατηγική σημασία του χρυσού για την Κίνα

Ο ειδικός αναλυτής Τιερί Ντονγκάλα ανέφερε στην κατάθεσή του ότι η Κίνα αγοράζει ποσότητες-ρεκόρ χρυσού από την Αφρική και άλλες περιοχές, πιθανόν για να δημιουργήσει ένα νέο ανταγωνιστικό νόμισμα στο δολάριο, ενισχύοντας τη θέση της στην παγκόσμια αγορά. Πρότεινε μάλιστα οι ΗΠΑ να προχωρήσουν σε έκδοση ειδικών αδειών εμπορίας ορυκτών ώστε να περιοριστεί η παράνομη αγορά που ελέγχεται σήμερα από κινεζικά συμφέροντα.

Αντίδραση των ΗΠΑ: Προτάσεις και προβληματισμός

Κατά την κατάθεση, ο Λέζνεφ κάλεσε την κυβέρνηση Τραμπ και τον υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο σε εντονότερη δράση, προτείνοντας τη δημιουργία μιας ειδικής διεθνούς πρωτοβουλίας που θα στοχεύει στον περιορισμό του παράνομου εμπορίου χρυσού και τη θέσπιση αυστηρότερων κυρώσεων εναντίον εταιρειών και ατόμων που συμμετέχουν σε διαφθορά και εμπορία «ορυκτών συγκρούσεων».

Οι ειδικοί επεσήμαναν τέλος ότι, παρά την κινεζική υπεροχή στον κλάδο, η Αμερική εξακολουθεί να διαθέτει μεγάλη ισχύ, καθώς οι κινεζικές εταιρείες χρειάζονται πρόσβαση στις αμερικανικές αγορές. Όπως κατέληξε ο Νγκουράμο, «εάν οι ΗΠΑ δεν δράσουν εγκαίρως, το κενό ηγεσίας στην Αφρική και διεθνώς θα το καλύψουν αυταρχικά καθεστώτα, επηρεάζοντας δυσμενώς τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα».

Οι επόμενες κινήσεις που θα αναλάβουν οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούνται καθοριστικές για τη διαμόρφωση νέων ισορροπιών στην παγκόσμια αγορά ασφαλούς εφοδιασμού και στρατηγικών πρώτων υλών.

Τραμπ εναντίον Κίνας: Επέκταση των περιορισμών σε τεχνολογικές εταιρείες

Οι ΗΠΑ ανακοινώνουν την ένταξη 50 κινεζικών εταιρειών σε εμπορική «μαύρη λίστα», με στόχο την προστασία της εθνικής ασφάλειας και της τεχνολογικής υπεροχής.

Η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ προχώρησε, στις 25 Μαρτίου, σε νέα αυστηροποίηση των εμπορικών περιορισμών εναντίον της Κίνας, προσθέτοντας συνολικά 80 εταιρείες στην «Entity List» του υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ, από τις οποίες τουλάχιστον οι 50 έχουν έδρα στην Κίνα. Η κίνηση αυτή περιορίζει δραστικά την πρόσβασή τους σε προηγμένες αμερικανικές τεχνολογίες.

«Δεν θα επιτρέψουμε σε αντίπαλες χώρες να ενισχύσουν την στρατιωτική τους ικανότητα και να απειλήσουν τις ζωές των Αμερικανών πολιτών εκμεταλλευόμενοι την αμερικανική τεχνολογία », δήλωσε χαρακτηριστικά ο υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ σε επίσημη ανακοίνωση.

Ανάμεσα στις εταιρείες που βρίσκονται πλέον στη λίστα είναι έξι θυγατρικές του κινεζικού κολοσσού Inspur Group, ενός από τους μεγαλύτερους παρόχους υπηρεσιών cloud στην Κίνα. Το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου τις κατηγορεί ότι βοήθησαν την Inspur στην ανάπτυξη υπερυπολογιστών με εμφανή στρατιωτική χρήση, καθώς και στην απόκτηση προηγμένης τεχνολογίας από τις ΗΠΑ για λογαριασμό του Πεκίνου.

Το 2020, η Inspur είχε ήδη χαρακτηριστεί από το αμερικανικό υπουργείο Αμύνης ως εταιρεία που συνδέεται με τον κινεζικό στρατό, ενώ το 2023 εντάχθηκε για πρώτη φορά στην «Entity List». Πέντε από αυτές τις θυγατρικές έχουν έδρα στην Κίνα και μία στην Ταϊβάν.

Η αντίδραση της Ταϊβάν ήταν άμεση, με το υπουργείο Οικονομίας να ανακοινώνει πως ξεκινάει έρευνα για πιθανές παραβάσεις των κανονιστικών περιορισμών. Σύμφωνα με το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων CNA, ο υπουργός Οικονομίας Κουό Τζιε-Χόυ δεσμεύτηκε ότι «σε περίπτωση διαπίστωσης παραβιάσεων, η κυβέρνηση θα επιβάλει άμεσα κυρώσεις».

Εκτός από την Inspur, οι ΗΠΑ επέβαλαν περιορισμούς και σε άλλες τέσσερις κινεζικές εταιρείες, μεταξύ αυτών και στη Nettrix Information Industry, τη μεγαλύτερη κινεζική εταιρεία κατασκευής υπολογιστικών server. Σύμφωνα με την Ουάσιγκτον, οι εταιρείες αυτές εμπλέκονται στην ανάπτυξη υπερσύγχρονων υπερυπολογιστών, γνωστών ως exascale, ικανών να επεξεργάζονται τεράστιους όγκους δεδομένων σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, ενισχύοντας έτσι στρατιωτικά προγράμματα του Πεκίνου.

Παράλληλα, άλλες κινεζικές οντότητες, μεταξύ των οποίων η Ακαδημία Τεχνητής Νοημοσύνης του Πεκίνου και η Beijing Innovation Wisdom Technology, εντάχθηκαν στη λίστα επειδή προσπάθησαν να αποκτήσουν κρίσιμες αμερικανικές τεχνολογίες προς ενίσχυση του στρατιωτικού εκσυγχρονισμού του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας.

Άμεση ήταν η αντίδραση του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, με τον εκπρόσωπο Γκουό Τζιακούν να κατηγορεί τις ΗΠΑ για «καταστολή κινεζικών εταιρειών», στη διάρκεια της καθημερινής ενημέρωσης των δημοσιογράφων, στις 26 Μαρτίου.

Ο υφυπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ αρμόδιος για τη βιομηχανία και την ασφάλεια, Τζέφρυ Κέσλερ, υπογράμμισε ότι η κίνηση αυτή στοχεύει στη διασφάλιση ότι «η αμερικανική τεχνολογία δεν θα χρησιμοποιείται ποτέ ενάντια στον αμερικανικό λαό». Ο κος Κέσλερ τόνισε ότι αυτά τα μέτρα αποτελούν «ένα σαφές και ισχυρό μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις» για να παύσουν οι προσπάθειες της Κίνας να «αξιοποιεί αμερικανικές τεχνολογίες και προϊόντα σε προγράμματα που απειλούν την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ».

Η απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ αναμένεται να έχει σημαντικό αντίκτυπο, όχι μόνο στις εταιρείες που βρίσκονται πλέον στη λίστα, αλλά και στις συνολικές σχέσεις της τεχνολογικής βιομηχανίας των δύο υπερδυνάμεων. Αναλυτές εκτιμούν ότι η κίνηση αυτή ενδέχεται να οδηγήσει σε περαιτέρω εντατικοποίηση της αντιπαράθεσης μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου στον τομέα της τεχνολογικής καινοτομίας και ασφάλειας, με σημαντικές επιπτώσεις στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού και τις εμπορικές συναλλαγές.

Συμπερασματικά, η νέα αυτή κίνηση της αμερικανικής κυβέρνησης δείχνει μία περαιτέρω σκλήρυνση απέναντι στο Πεκίνο, με τις σχέσεις ΗΠΑ και Κίνας να δοκιμάζονται για άλλη μια φορά. Η εξέλιξη αυτή έρχεται να ενισχύσει προηγούμενες δράσεις της Ουάσιγκτον, η οποία επιχειρεί να διαφυλάξει την τεχνολογική της υπεροχή και ασφάλεια, οδηγώντας τη σινοαμερικανική διαμάχη σε μία νέα περίοδο αυξημένης έντασης.

Τη συνεχιζόμενη δίωξη των ασκούμενων του Φάλουν Γκονγκ από την Κίνα καταγγέλλουν οι ΗΠΑ και διεθνείς οργανώσεις

Συνεχίζεται αμείωτη η δίωξη των ασκούμενων της πνευματικής πρακτικής Φάλουν Γκονγκ από τις κινεζικές αρχές, σύμφωνα με νέες αναφορές που είδαν το φως της δημοσιότητας τον Μάρτιο του 2025. Μέσα στους πρώτους δύο μήνες της χρονιάς, τουλάχιστον 136 ασκούμενοι συνελήφθησαν και άλλοι 189 παρενοχλήθηκαν, σύμφωνα με στοιχεία του Minghui, ενός οργανισμού που καταγράφει τις παραβιάσεις εις βάρος αυτής της ομάδας.

Οι τελευταίες γνωστές περιπτώσεις έρχονται να προστεθούν στα χιλιάδες θύματα της εκτεταμένης δίωξης από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ), η οποία ξεκίνησε το 1999 και συνεχίζεται αδιάλειπτα έως σήμερα. Η δίωξη αυτή ξεκίνησε όταν το ΚΚΚ προχώρησε απρόσμενα στην απαγόρευση της πρακτικής, την οποία αρχικά προωθούσε λόγω των αυξημένων οφελών της στην πνευματική και σωματική υγεία εκατομμυρίων πολιτών. Ωστόσο, η αυξανόμενη δημοτικότητα της πρακτικής, που αριθμούσε έως και 100 εκατομμύρια ασκούμενους τη δεκαετία του ’90, θεωρήθηκε απειλή από το αθεϊστικό και αυταρχικό καθεστώς της χώρας.

Βίαιες συλλήψεις και ενέσεις με άγνωστες ουσίες

Μία από τις πρόσφατες περιπτώσεις είναι η 73χρονη Σονγκ Χουεϊλάν από την πόλη Τζιαμούσι στα βόρεια της Κίνας. Στις 16 Ιανουαρίου, περισσότεροι από δέκα αστυνομικοί εισέβαλαν βίαια στο σπίτι της γυναίκας, χωρίς ένταλμα, και την συνέλαβαν, αναφέρει το Minghui. Στη συνέχεια, την μετέφεραν σε τοπικό νοσοκομείο και της χορηγήθηκε ένεση με άγνωστες ουσίες, με αποτέλεσμα η υγεία της να επιδεινωθεί σημαντικά, προκαλώντας πόνους στην καρδιά και μεγάλη αδυναμία.

Μετά από μακροχρόνια διώξη άνω των δύο δεκαετιών, αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που η ηλικιωμένη ασκούμενη αντιμετώπισε τέτοιες μεθόδους. Ήδη από το 2010, κατά τη διάρκεια προηγούμενης κράτησης, της είχαν χορηγηθεί ενέσεις με άγνωστες ουσίες στο Κέντρο Κράτησης Τανγκγιουάν, που είχαν ως αποτέλεσμα την νέκρωση και απώλεια του δεξιού ποδιού της.

Η Σονγκ τότε υπέβαλε μηνυτήρια αναφορά στην ανώτατη εισαγγελία κατά του πρώην ηγέτη της Κίνας, Τζιανγκ Ζεμίν, καταγγέλλοντας τη βία και τον βασανισμό που δέχτηκε λόγω της πίστης της στο Φάλουν Γκονγκ. Χιλιάδες άλλοι, όπως η Σονγκ, έχουν υποστεί βασανιστήρια, αυθαίρετες συλλήψεις και κράτηση, ενώ αρκετοί είναι εκείνοι για τους οποίους υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι έχουν δολοφονηθεί για να γίνουν θύματα εξαναγκαστικής αφαίρεσης οργάνων.

Διεθνείς αντιδράσεις και πρωτοβουλίες προστασίας

Στη διεθνή κοινότητα η συνεχιζόμενη αυτή καταστολή δεν έχει περάσει απαρατήρητη. Κυβερνήσεις, θεσμοί και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων εκφράζουν έντονη ανησυχία. Οι ΗΠΑ έχουν ήδη επιβάλει κυρώσεις σε Κινέζους αξιωματούχους, που σύμφωνα με την Ουάσιγκτον εμπλέκονται άμεσα στη δίωξη των ασκούμενων του Φάλουν Γκονγκ.

Κατά την πρόσφατη Σύνοδο για τη Διεθνή Θρησκευτική Ελευθερία τον Φεβρουάριο του 2025, ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζέι Ντι Βανς, τόνισε την ανάγκη υπεράσπισης της θρησκευτικής ελευθερίας παγκοσμίως, επισημαίνοντας ότι αυτό αποτελεί «θεμελιώδες ζήτημα αρχών».

Επιπλέον, δύο Αμερικανοί νομοθέτες, ο Γερουσιαστής Τεντ Κρουζ και ο βουλευτής Σκοτ Πέρι, επανεισαγούν στο αμερικανικό Κογκρέσο τη λεγόμενη «Πράξη Προστασίας Φάλουν Γκονγκ», που επιδιώκει την επιβολή συγκεκριμένων κυρώσεων για την καταπολέμηση των καταγγελιών αναφορικά με την εξαναγκαστική αφαίρεση οργάνων στην Κίνα. Ήδη τρεις Πολιτείες των ΗΠΑ έχουν υιοθετήσει σχετικές νομοθεσίες που περιορίζουν ασφαλιστική κάλυψη σε εγχειρίσεις μεταμόσχευσης οργάνων με προέλευση την Κίνα, ενώ ανάλογα μέτρα εξετάζονται και σε άλλες Πολιτείες.

Η διεθνής πίεση αυξάνεται όλο και περισσότερο, καθώς η κοινή γνώμη ευαισθητοποιείται σε ζητήματα παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα. Εντούτοις, το Πεκίνο παραμένει αμετακίνητο στην πολιτική του, συνεχίζοντας την καταστολή με αμείωτη ένταση.

Με την κατάσταση αυτή, οι σχέσεις της Κίνας με τη Δύση επιδεινώνονται περαιτέρω και το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων γίνεται διαρκώς ένα σημείο τριβής, με σοβαρές επιπτώσεις στο διπλωματικό και πολιτικό περιβάλλον. Τα επόμενα βήματα της διεθνούς κοινότητας θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό τη στάση της Κίνας απέναντι στις διεθνείς της υποχρεώσεις αλλά και στο ζήτημα σεβασμού θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Κίνα και λογοκρισία: Η απαράδεκτη εκστρατεία ενάντια στο Shen Yun

Η επιδείνωση των διπλωματικών σχέσεων της Κίνας με τον δυτικό κόσμο δεν αποτελεί σπάνιο φαινόμενο, αλλά τα πρόσφατα περιστατικά απειλών που έχουν στόχο τη διάσημη καλλιτεχνική ομάδα Shen Yun δημιουργούν ιδιαίτερο προβληματισμό. Σε ένα νέο επεισόδιο βίας και εκφοβισμού από το καθεστώς του Πεκίνου, ψεύτικες βομβιστικές απειλές ανάγκασαν την εκκένωση θεάτρου στις Ηνωμένες Πολιτείες λίγο πριν την παράσταση της ομάδας. Αυτή η πρακτική αναδεικνύει τόσο τη στρατηγική της τρομοκράτησης όσο και την έντονη αμηχανία του κινεζικού καθεστώτος όταν έρχεται αντιμέτωπο με την αλήθεια.

Το πρόσφατο περιστατικό, το οποίο καταγράφηκε στο John F. Kennedy Center for the Performing Arts στην Ουάσινγκτον, συνέβη λίγες ώρες πριν την πρεμιέρα του Shen Yun στις 20 Φεβρουαρίου 2025. Ενώ τελικά αποδείχθηκε ψευδές, το συμβάν αυτό δεν ήταν μεμονωμένο: περισσότερες από εκατό παρόμοιες απειλές έχουν πραγματοποιηθεί σε δεκάδες πόλεις ανά τον κόσμο. Θέατρα σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ταϊβάν και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν λάβει απειλητικά μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προσπαθώντας να αναγκάσουν σε ακύρωση των παραστάσεων.

Την ίδια άποψη συμμερίζεται ο Μαρκ Τόμας, επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο La Salle, ο οποίος χαρακτήρισε τις ενέργειες αυτές του κινεζικού καθεστώτος «απλώς απαράδεκτες» και «εντελώς αποτρόπαιες». Έχοντας ο ίδιος παρακολουθήσει την παράσταση, ο κ. Τόμας αναφέρθηκε σε αυτήν ως ένα ειρηνικό και θεραπευτικό καλλιτεχνικό γεγονός που παρουσιάζει την αυθεντική κινεζική κουλτούρα και ιστορία πριν τον κομμουνισμό.

Η αντίθεση του κινεζικού καθεστώτος δεν προξενεί έκπληξη. Το Shen Yun δεν είναι μόνο μια ομάδα αποτελούμενη από σπουδαίους χορευτές και μουσικούς – είναι επίσης ένα ισχυρό μήνυμα προς τον κόσμο, που εκθέτει το αυταρχικό πρόσωπο του Πεκίνου, αποκαλύπτοντας μεταξύ άλλων και τις πρακτικές βασανισμού που εφαρμόζονται μέχρι σήμερα απέναντι στους των ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ. Η κινεζική κυβέρνηση, λοιπόν, βλέπει στο Shen Yun ως άμεση απειλή για την εικόνα της, αντιδρώντας σκληρά και με κάθε μέσο για να παρεμποδίσει παραστάσεις και να εκφοβίσει το κοινό.

Εκτός από τις απειλές για βόμβες, οι πιέσεις έχουν πάρει και άλλες μορφές: οικονομικές πιέσεις σε θέατρα, άσκηση διπλωματικής επιρροής και βανδαλισμός σε μέσα μεταφοράς της ομάδας είναι μερικές από τις τακτικές εκφοβισμού που χρησιμοποιεί το Πεκίνο. Μόνο την τελευταία διετία παρατηρείται έξαρση αυτών των επεισοδίων, μέρος μιας ευρύτερης εκστρατείας παραπληροφόρησης και λογοκρισίας που έχει διαταχτεί από την ηγεσία του ΚΚΚ, υπό τις οδηγίες του Σι Τζινπίνγκ, όπως αναφέρθηκε σε πρόσφατες αναφορές των ΜΜΕ.

Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι άξια αναφοράς η γενναία στάση του Shen Yun: συνεχίζει το καλλιτεχνικό του έργο, φιλοδοξώντας να διαδώσει έναν πολύ σημαντικό πολιτιστικό και ανθρωπιστικό λόγο ανά τον κόσμο. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Τόμας, «Η τέχνη είναι ένας από τους ελάχιστους ειρηνικούς χώρους που μας έχει απομείνει, και πρέπει όλοι να την προστατεύσουμε».

Το Shen Yun, λοιπόν, με τη δύναμη της καλλιτεχνικής έκφρασης, επιτυγχάνει να αναδεικνύει θέματα που άλλως θα παρέμεναν κρυφά στον υπόλοιπο κόσμο. Ταυτόχρονα, οι απαράδεκτες ενέργειες της κινεζικής κυβέρνησης αποτελούν μια θλιβερή υπενθύμιση του πόσο εύκολα η πολιτική καταπίεση μπορεί να στραφεί ακόμα και απέναντι στην ίδια την καλλιτεχνική δημιουργία.

Η διεθνής κοινότητα έχει την ευθύνη να προστατεύσει την τέχνη και να σταθεί αποφασιστικά απέναντι στις εκστρατείες εκφοβισμού που υπονομεύουν θεμελιώδεις ελευθερίες και τη δημοκρατία. Το Shen Yun παραμένει μια ισχυρή υπενθύμιση ότι η τέχνη μπορεί πράγματι να νικήσει την καταπίεση και να μεταφέρει ένα πολύτιμο μήνυμα ελπίδας και ειρήνης.

Τετραετής κυβερνοεπίθεση σε ασιατική εταιρεία τηλεπικοινωνιών από χάκερ με πιθανούς δεσμούς με την Κίνα

Μία επίμονη εκστρατεία κυβερνοκατασκοπείας, προερχόμενη πιθανότατα από την Κίνα, είχε επιτυχώς διεισδύσει επί τέσσερα και πλέον χρόνια στο δίκτυο μεγάλης ασιατικής εταιρείας τηλεπικοινωνιών, αναφέρει έκθεση που δημοσιοποίησε τη Δευτέρα η εταιρεία κυβερνοασφάλειας Sygnia.

Η συγκεκριμένη έκθεση εντοπίζει ως υπεύθυνο των παραβιάσεων μία ομάδα κακόβουλων παραγόντων, γνωστή με την επωνυμία «Weaver Ant». Η ομάδα φαίνεται ότι κατά τη διάρκεια της τετραετούς παρουσίας της στο δίκτυο επέδειξε τη δυνατότητα συνεχούς πρόσβασης και συλλογής ευαίσθητων δεδομένων, αξιοποιώντας εξελιγμένα εργαλεία, μεταξύ άλλων τα λεγόμενα «web shells». Πρόκειται για ειδικά σχεδιασμένες εντολές κειμένου που επιτρέπουν στους επιτιθέμενους να ελέγχουν τους υπολογιστές-στόχους χωρίς τη χρήση γραφικού περιβάλλοντος.

H Sygnia αναφέρθηκε σε δύο τύπους τέτοιων εργαλείων που εντοπίστηκαν στο δίκτυο της εταιρείας: ένα γνωστό από το 2013 με την ονομασία «China Chopper» και μία νέα παραλλαγή, που η Sygnia ονόμασε «INMemory», η οποία ενεργοποιεί την εκτέλεση κακόβουλων εντολών απευθείας στη μνήμη των υπολογιστών.

Χαρακτηριστικό της ομάδας Weaver Ant είναι ότι επέλεγε να επιχειρεί κυρίως τις καθημερινές, στη ζώνη ώρας GMT+8 (η οποία περιλαμβάνει την Κίνα), αποφεύγοντας σαββατοκύριακα και τοπικές εορτές, στοιχείο που ενισχύει τη θεωρία περί οργανωμένης, κρατικών συμφερόντων οντότητας.

Όπως διαπίστωσε η Sygnia, οι κακόβουλοι δράστες εξασφάλισαν αρχικά πρόσβαση μέσω συμβιβασμένων δρομολογητών της εταιρείας Zyxel, οι οποίοι είναι διαδεδομένοι σε δίκτυα τηλεπικοινωνιακών εταιρειών της Νοτιοανατολικής Ασίας. Οι δρομολογητές αυτοί κατασκευάζονται στην Ταϊβάν, και έχουν επανειλημμένως προσελκύσει το ενδιαφέρον κινεζικών ομάδων προχωρημένων επίμονων απειλών (Advanced Persistent Threats, APTs).

Η ανακάλυψη αυτής της διείσδυσης έγινε όταν η Sygnia έλαβε προειδοποίηση για ύποπτες δραστηριότητες ενός λογαριασμού που είχε ήδη απενεργοποιηθεί κατά προηγούμενη απόπειρα του θύματος να περιορίσει τις ενέργειες των εισβολέων. Ο εν λόγω λογαριασμός ενεργοποιήθηκε εκ νέου μέσω ενός «service account», δηλαδή μίας αυτοματοποιημένης υπηρεσίας υψηλής προνομιακής πρόσβασης που εκτελεί συγκεκριμένες λειτουργίες στο δίκτυο.

Η συγκεκριμένη εκστρατεία είχε τόσο μεγάλη διάρκεια και επιμονή που, παρά τις πολλαπλές απόπειρες εξουδετέρωσης, οι χάκερ κατάφερναν να παραμένουν στο σύστημα. Μάλιστα, ακόμη και μετά την ανακάλυψη των δραστηριοτήτων τους από τη Sygnia, η ομάδα «Weaver Ant» πραγματοποίησε νέες απόπειρες να ανακτήσει τον έλεγχο του δικτύου.

Ιδιαίτερη πρόκληση για τους ειδικούς κυβερνοασφάλειας αποτέλεσαν οι τεχνικές αποφυγής ανίχνευσης που χρησιμοποιούσαν οι επιτιθέμενοι. Ειδικότερα, η χρήση στρατηγικά επιλεγμένων λέξεων-κλειδιών όπως «password» και «key», ενεργοποιούσε την αυτόματη απόκρυψη δεδομένων του firewall καθιστώντας δύσκολη τη διερεύνηση των στοιχείων που είχαν υποκλαπεί.

Η ανακάλυψη έρχεται να προστεθεί σε αναφορές μεγάλων εταιρειών κυβερνοασφάλειας, όπως η CrowdStrike και η Mandiant, οι οποίες πρόσφατα προειδοποίησαν για αύξηση των διαδικτυακών επιχειρήσεων κινεζικών ομάδων που αξιοποιούν τεχνητή νοημοσύνη και παρωχημένο λογισμικό στους δρομολογητές για την επίτευξη εισόδου σε ευαίσθητα δίκτυα και δεδομένα.

Η δημοσιοποίηση της συγκεκριμένης υπόθεσης έχει ευρύτερες συνέπειες, καθώς αποκαλύπτει ότι οι υποδομές τηλεπικοινωνιών της Ασίας — και πιθανώς ευρύτερα — αποτελούν στόχο μαζικών, άριστα οργανωμένων προγραμμάτων κυβερνοκατασκοπείας, με πιθανές γεωστρατηγικές προεκτάσεις.

Η Sygnia ανακοίνωσε ότι συνεχίζει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και τις ενέργειες της ομάδας Weaver Ant, η οποία αναμένεται να προσπαθήσει να διεισδύσει εκ νέου στα συστήματα της εταιρείας-στόχου. Αναλυτική έκθεση από τη Sygnia θα περιγράφει τη νέα μέθοδο δράσης και τα νέα εργαλεία της επίμονης και άριστα οργανωμένης ομάδας Weaver Ant.

Η διαφθορά «ενδημικό χαρακτηριστικό» του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας

Η διαφθορά αποτελεί «ενδημικό χαρακτηριστικό» της Κίνας υπό κομμουνιστική διακυβέρνηση, εξαιτίας του αδιαφανούς πολιτικού συστήματος και της απουσίας μηχανισμών ελέγχου και ισορροπίας, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών. Η έκθεση, που δημοσιεύθηκε στις 20 Μαρτίου από το Γραφείο του Διευθυντή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Office of the Director of National Intelligence – ODNI), αναφέρει ότι η δωροδοκία αυξάνει τα νόμιμα έσοδα ενός αξιωματούχου «τέσσερεις έως έξι φορές».

Σύμφωνα με την έκθεση, ο ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ), Σι Τζινπίνγκ, και η οικογένειά του είχαν συγκεντρώσει πάνω από 1 δισεκατομμύριο δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία έως το 2012. Από τότε που ο Σι ανέλαβε την εξουσία, οι πληροφορίες σχετικά με τη διαφθορά των αξιωματούχων του ΚΚΚ έχουν γίνει πιο δύσκολα προσβάσιμες, ενώ η οικογένειά του εκτιμάται ότι διατηρούσε επενδύσεις αξίας εκατομμυρίων δολαρίων το περασμένο έτος.

Η νομοθεσία Intelligence Authorization Act του 2023 είχε απαιτήσει από το ODNI να συντάξει μια αποχαρακτηρισμένη έκθεση για το κοινό σχετικά με τον πλούτο και τη διαφθορά των ανώτερων στελεχών του ΚΚΚ. Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο είχε εισαγάγει αυτή την απαίτηση στον νόμο όταν ήταν αντιπρόεδρος της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας.

Ωστόσο, πρώην Κινέζος κυβερνητικός αξιωματούχος υποστήριξε ότι η έκθεση δεν παρείχε επαρκή στοιχεία. Ο Ντου Γουέν, πρώην εκτελεστικός διευθυντής του Νομικού Συμβουλευτικού Γραφείου της Εσωτερικής Μογγολίας, φυλακίστηκε για 12 χρόνια στην Κίνα για δωροδοκία, ισχυριζόμενος ότι υπήρξε αποδιοπομπαίος τράγος στη διαμάχη για την εξουσία.

Μιλώντας στην Epoch Times, δήλωσε ότι θεωρεί τον αριθμό των «εκατομμυρίων» που αναφέρεται στην έκθεση για τον πλούτο του Σι μη ρεαλιστικό, καθώς είχε ακούσει στην Κίνα ότι μόνο τα δικαιώματα εκμετάλλευσης των συγγραμμάτων του Σι, που βασίζονται στις ιδέες του για τον Μαρξισμό-Λενινισμό, ξεπερνούσαν κατά πολύ το ποσό αυτό. Εξήγησε ότι οι εκδοτικοί οίκοι που ελέγχονται από το ΚΚΚ πληρώνουν στον Σι πολύ υψηλές αμοιβές και ότι τα βιβλία του αγοράζονται υποχρεωτικά σε όλα τα επίπεδα του Κόμματος.

Ο ίδιος υποστήριξε πως η διαφθορά είναι πανταχού παρούσα στην Κίνα και ότι το ΚΚΚ, υπό το πρόσχημα της προλεταριακής επανάστασης, κατέλαβε την εξουσία, όχι για να βελτιώσει τις συνθήκες διαβίωσης των φτωχών, αλλά για να μεταφέρει τον πλούτο στα χέρια των αξιωματούχων του.

Η έκθεση του ODNI επισημαίνει ότι στην Κίνα, όπου τα ανώτερα στελέχη του Κόμματος έχουν τη δυνατότητα να αποφασίζουν ποιοι θα λάβουν άδειες και συμβόλαια, οι βαθμοί ιεραρχίας συνδέονται άμεσα με την εξουσία και την πρόσβαση σε πληροφορίες. Κατά συνέπεια, το πολιτικό σύστημα βασίζεται σε έναν κύκλο δωροδοκίας για την απόκτηση εξουσίας και αποδοχής δωροδοκιών μετά την άνοδο στην ιεραρχία.

Ο Ντου συμφώνησε με το συμπέρασμα ότι η διαφθορά είναι σύμφυτη με το κομμουνιστικό σύστημα, χαρακτηρίζοντάς το ως «δέντρο που παράγει διαρκώς σάπιους καρπούς».

Ο Πολ Μπέρκοβιτς, ειδικός σε θέματα Κίνας και πρώην σύμβουλος του Κογκρέσου, δήλωσε ότι η έκθεση του ODNI αποτελεί «πρώτο βήμα» και «ξεκαθαρίζει τη θέση» ορισμένων Αμερικανών αξιωματούχων, όπως ο Ρούμπιο, οι οποίοι κατανοούν τη «αχίλλειο πτέρνα» των στελεχών του ΚΚΚ και δεν φοβούνται να την αποκαλύψουν.

Κατά τον ίδιο, η αποκάλυψη της διαφθοράς των υψηλόβαθμων στελεχών του ΚΚΚ πλήττει την εικόνα τους ως «υπηρέτες του λαού». Συμφώνησε επίσης με τον Ντου ότι η έκθεση θα μπορούσε να περιλαμβάνει περισσότερα συγκεκριμένα στοιχεία για τον πλούτο των ηγετών του ΚΚΚ στις Ηνωμένες Πολιτείες, ώστε να λειτουργήσει ως πιο ισχυρό αποτρεπτικό μέσο. Ωστόσο, επεσήμανε ότι η έκθεση δεν αντικατοπτρίζει πλήρως τη συναίνεση της Ουάσιγκτον για την απειλή που συνιστά το ΚΚΚ τόσο για τον κινεζικό λαό όσο και για τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Σύμφωνα με τον Μπέρκοβιτς, το ΚΚΚ ενθαρρύνει ενεργά τη διακίνηση φαιντανύλης, ενός συνθετικού οπιοειδούς που έχει καταστεί η κύρια αιτία θανάτου Αμερικανών ηλικίας 18 έως 45 ετών, υπεύθυνο για πάνω από 200 θανάτους ημερησίως. Το 2023, ειδική επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων για το ΚΚΚ παρουσίασε στοιχεία που δείχνουν ότι το κινεζικό καθεστώς παρείχε φορολογικά κίνητρα για την εξαγωγή παράνομων χημικών ουσιών που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή φαιντανύλης, με επιστροφές φόρου έως και 13%.

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επέβαλε πρόσθετους δασμούς 20% σε όλα τα κινεζικά προϊόντα, πιέζοντας το ΚΚΚ να περιορίσει την παραγωγή των πρόδρομων ουσιών της φαιντανύλης, οι οποίες μεταφέρονται στο Μεξικό και από εκεί εισέρχονται παράνομα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το Πεκίνο έχει απορρίψει τις κατηγορίες, χαρακτηρίζοντας το πρόβλημα της φαιντανύλης ως «εσωτερικό ζήτημα των ΗΠΑ» και τους δασμούς ως «εκβιασμό».

Στο εσωτερικό της Κίνας, το ΚΚΚ έχει κατηγορηθεί ότι σκοτώνει πολίτες για την πώληση των οργάνων τους. Σύμφωνα με το Ανεξάρτητο Δικαστήριο για την Κίνα (China Tribunal) στο Λονδίνο, οι διωκόμενοι ασκούμενοι του Φάλουν Γκονγκ αποτελούν την κύρια πηγή των μεταμοσχευμάτων. Τα τελευταία χρόνια, η πρακτική αυτή φέρεται να έχει επεκταθεί και σε Ουιγούρους και άλλους κρατούμενους συνείδησης.

Επιλεκτική αντιμετώπιση της διαφθοράς

Από το 2012 έως το 2022, το πειθαρχικό όργανο του ΚΚΚ εξέτασε περίπου 5 εκατομμύρια αξιωματούχους για διαφθορά και καταδίκασε 4,7 εκατομμύρια από αυτούς, δηλαδή το 94% σύμφωνα με την αναφορά.

Ο Λι Τσιανλιάνγκ, πρώην αντιδήμαρχος στην βόρεια επαρχία Χεϊλονγκτσιάνγκ της Κίνας, ήταν στόχος έρευνας. Παραιτήθηκε το 2017 και διέφυγε από την Κίνα έναν χρόνο αργότερα. Το Πεκίνο προσπάθησε να τον εκδώσει μέσω Ιντερπόλ το 2020. Εκείνος προσέλαβε δικηγόρο και πέτυχε την ακύρωση του «κόκκινου σημειώματος».

Τον Οκτώβριο του περασμένου έτους, τα κινεζικά ΜΜΕ ανέφεραν ότι δικαστήριο κατέσχεσε πάνω από 400 εκατομμύρια δολάρια, τα οποία ο Λι φέρεται να υπεξαίρεσε όταν ήταν στην Κίνα. Ο Λι δήλωσε ότι η είδηση αυτή ήταν εκδίκηση για την κριτική του στο ΚΚΚ σε συνεντεύξεις του στα μέσα ενημέρωσης των ΗΠΑ.

Σύμφωνα με τον Λι, η αναφορά του ODNI συνδέει τις διαφθορές με τον πλούτο των ανώτερων αξιωματούχων του ΚΚΚ. Πρόσθεσε ότι η αναφορά είναι ακριβής όσον αφορά την απεικόνιση της διεφθαρμένης φύσης του ΚΚΚ.

Είπε ότι όταν ήταν στην Κίνα, το πειθαρχικό τμήμα του ΚΚΚ τον ήλεγχε κάθε χρόνο, και πρόσθεσε ότι απειλούν ανοιχτά πολλούς Κινέζους, λέγοντάς τους ότι έχουν τη δύναμη να χαρακτηρίσουν οποιονδήποτε ως διεφθαρμένο.

«Η δική μου εμπειρία δείχνει ότι δεν απαιτείται καμία δικαστική διαδικασία», είπε στην Epoch Times. «Το συμπέρασμα ότι είμαι διεφθαρμένος έχει ήδη ληφθεί. Είτε κάποιος έχει διαπράξει το έγκλημα είτε όχι, έχει ήδη καταδικαστεί για διαφθορά.»

Σύμφωνα με τον Λι, οι Κινέζοι αξιωματούχοι γίνονται στόχοι διαφθοράς για άλλους λόγους. Ένας διεφθαρμένος αξιωματούχος θα προστατευόταν στο κομμουνιστικό σύστημα εάν το δίκτυό του τον προστάτευε· ένας έντιμος αξιωματούχος θα χαρακτηριζόταν διεφθαρμένος εάν προσέβαλε τον ισχυρό, ειδικά εκείνους που είναι υπεύθυνοι για την πειθαρχία. Τέτοιες «επιλεκτικές εκστρατείες κατά της διαφθοράς» καθιστούν τη διαφθορά ένα άλυτο πρόβλημα του συστήματος του ΚΚΚ, ανέφερε.

Καθυστέρηση της δημοσίευσης

Η δημοσίευση της αναφοράς του ODNI καθυστέρησε για πάνω από ένα χρόνο. Είχε προγραμματιστεί για τον Δεκέμβριο του 2023, έναν χρόνο μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου ως μέρος του ετήσιου προϋπολογισμού άμυνας.

Ο νόμος προέβλεπε ότι το ODNI θα πρέπει να συντονιστεί με το υπουργείο Εξωτερικών για να δημοσιοποιήσει την αδιάβλητη αναφορά στο αμερικανικό κοινό.

Ο Ντου υποψιάστηκε ότι υπάρχει παρασκήνιο στη δημοσίευση της αναφοράς.

«Η διαδικασία δεν ήταν ομαλή, είδε το φως της ημέρας μετά από κάποιες ισορροπίες δύναμης», είπε.

Ο Μπέρκοβιτς, που έχει τρεις δεκαετίες εμπειρίας στην Ουάσιγκτον, δήλωσε ότι κατά τη γνώμη του η καθυστέρηση οφειλόταν στην κομμουνιστική διείσδυση σε ομοσπονδιακές υπηρεσίες και τον φόβο των γραφειοκρατών στην αμερικανική εξωτερική πολιτική κοινότητα.

«Πάντα βρίσκουν μια δικαιολογία για να μην κάνουν κάτι. Ποτέ δεν είναι η κατάλληλη στιγμή. Πάντα αυτό άκουγα», είπε για το υπουργείο Εξωτερικών, προσθέτοντας ότι η υπηρεσία συχνά ανέφερε υπολογισμούς για παραχωρήσεις στο ΚΚΚ, όπως για παράδειγμα στη βοήθεια για τον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας.

Ο Μπέρκοβιτς είναι τώρα πιο αισιόδοξος, καθώς το υπουργείο Εξωτερικών είναι υπό ηγεσία που κατανοεί τα κομμουνιστικά καθεστώτα. Κατά την άποψή του, ο Ρούμπιο θα πρέπει να επιστρέψει την αναφορά και να ζητήσει μια πιο αναλυτική εκδοχή που να καλύπτει τη διαφθορά όλων των προσώπων που αναφέρονται στη νομοθεσία: «Του γενικού γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, των ανώτερων ηγετών της Κεντρικής Επιτροπής, του Πολιτικού Γραφείου, της Μόνιμης Επιτροπής του Πολιτικού Γραφείου και οποιωνδήποτε άλλων περιφερειακών γραμματέων του Κόμματος».

Η εφημερίδα The Epoch Times επικοινώνησε με το ODNI και το Υπουργείο Εξωτερικών για σχόλια και δεν έλαβε απάντηση έως την ώρα δημοσίευσης.

Των Terri Wu και Xin Ning

Η Κίνα και η νέα αντίληψη για τα ανθρώπινα δικαιώματα: Πραγματική πρόοδος ή πολιτική προπαγάνδα;

Τα τελευταία χρόνια, η Κίνα προσπαθεί να παρουσιάσει τον εαυτό της ως υπερασπιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο.

Προωθεί ένα μοντέλο που βασίζεται στη συλλογική ευημερία, δίνοντας έμφαση στην οικονομική ανάπτυξη και την καταπολέμηση της φτώχειας. Ωστόσο, διεθνείς οργανισμοί και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων επισημαίνουν πως η Κίνα χρησιμοποιεί αυτήν τη ρητορική για να συγκαλύψει σοβαρές παραβιάσεις, όπως η καταστολή εθνοτικών και θρησκευτικών μειονοτήτων.

Η διεθνής προώθηση του κινεζικού αφηγήματος

Σε διεθνές επίπεδο, το Πεκίνο προσπαθεί να επηρεάσει τον διάλογο για τα ανθρώπινα δικαιώματα μέσω του ΟΗΕ και άλλων διεθνών θεσμών. Με τη στήριξη χωρών που εξαρτώνται οικονομικά από την Κίνα, επιχειρεί να διαμορφώσει ένα παγκόσμιο αφήγημα, όπου τα κρατικά συμφέροντα και η ανάπτυξη υπερισχύουν των ατομικών ελευθεριών.

Τώρα που οι ΗΠΑ αποχώρησαν από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, οι προσπάθειες της Κίνας να αυξήσει τη δύναμή της εντός του σώματος αντιπροσωπεύουν μια σοβαρή παγκόσμια απειλή.

Η 58η σύνοδος του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ που πραγματοποιείται από τις 24 Φεβρουαρίου έως τις 4 Απριλίου σηματοδοτείται από την αποχώρηση των ΗΠΑ και το πάγωμα της αμερικανικής χρηματοδότησης, γεγονός που επηρεάζει πολλές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών. Η Κίνα και άλλα αυταρχικά κράτη, που αναζητούν νέες ευκαιρίες για να εκμεταλλευτούν τις αδυναμίες των διεθνών θεσμών, είναι έτοιμα να εκτιναχθούν.

Το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (UNHRC) ιδρύθηκε το 2006 για να παρέχει έναν πιο αποτελεσματικό μηχανισμό με στόχο την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την πρόληψη των παραβιάσεων, αντικαθιστώντας την προηγούμενη δομή γνωστή ως Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (UNCHR), η οποία αναδιαρθρώθηκε με την πεποίθηση ότι δεν θα μπορούσε να είναι επαρκώς αποτελεσματική καθώς συνεδρίαζε μόνο μια φορά τον χρόνο. Το Συμβούλιο συνέρχεται τρεις φορές τον χρόνο, τον Μάρτιο, τον Ιούνιο και τον Σεπτέμβριο. Ωστόσο είναι σαφές ότι αντιμετωπίζει σοβαρά εμπόδια στην εκπλήρωση των ιδρυτικών του στόχων. Αρχικά θεωρήθηκε ως μια πολλά υποσχόμενη δομή για την αντιμετώπιση ζητημάτων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Όμως η πραγματικότητα είναι ότι έχει απομακρυνθεί από τους στόχους του. Με την πάροδο των ετών, ο χώρος των πολιτών και οι ευκαιρίες για όσους πραγματικά είναι αφοσιωμένοι στα ανθρώπινα δικαιώματα έχουν αντίστοιχα συρρικνωθεί, ιδιαίτερα με την κατάργηση των γενικών συζητήσεων κατά τη σύνοδο του Ιουνίου.

Η πρωτοβουλία που ανέλαβαν αυταρχικά καθεστώτα όπως η Κίνα είχε βαθύτατα αρνητικό αντίκτυπο στην UNHRC, παρέχοντάς τους μία πλατφόρμα για να παρουσιάσουν μια εντελώς ψεύτικη εικόνα για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις χώρες τους. Αυτό εγείρει σοβαρές ανησυχίες για το παγκόσμιο κίνημα για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο σύνολό του.

Η κινεζική κυβέρνηση εφαρμόζει διάφορες στρατηγικές στη διεθνή σκηνή για να υπερασπιστεί το φρικτό ιστορικό της στα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σχετικά με τους ασκούμενους της πνευματικής πρακτικής Φάλουν Γκονγκ, τους Ουιγούρους, τους Θιβετιανούς, τους χριστιανούς και τον αγώνα του Χονγκ Κόνγκ να βρει μία θέση στην ατζέντα του UNHRC. Ένας από τους παράγοντες που αυξάνουν την επιρροή της Κίνας στο Συμβούλιο είναι η παροχή οικονομικής βοήθειας και η διπλωματική πίεση παγκοσμίως.

Οι προκλήσεις και οι αντιδράσεις της Δύσης

Η προσπάθεια της Κίνας να παρουσιαστεί ως ηγέτης στα ανθρώπινα δικαιώματα έρχεται σε αντίθεση με τις αναφορές για λογοκρισία, μαζική παρακολούθηση και καταστολή αντιφρονούντων. Οι δυτικές κυβερνήσεις και οργανώσεις, αν και καταδικάζουν αυτές τις πρακτικές, δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν την αυξανόμενη επιρροή του Πεκίνου σε διεθνείς θεσμούς.

Πολλές χώρες απλώς δίνουν προτεραιότητα στα εθνικά τους συμφέροντα, αποκλίνοντας έτσι από τον πραγματικό σκοπό του θεσμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του οποίου είναι μέλη.

Η αποχώρηση των ΗΠΑ από το Συμβούλιο επιδεινώνει τη σοβαρότητα αυτού του ζητήματος.

Ένας από τους κύριους λόγους για την αποχώρηση των ΗΠΑ από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ είναι η σημαντική μείωση της σημασίας του Συμβουλίου ως γνήσιας δύναμης για το καλό. Ο αριθμός των χωρών με αυταρχικές τάσεις υπερβαίνει πλέον εκείνους που σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Ως εκ τούτου, η αποχώρηση των ΗΠΑ είναι μία σημαντική εξέλιξη που υπονομεύει περαιτέρω την αξιοπιστία του Συμβουλίου όσον αφορά την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η Κίνα ως παγκόσμιος υπερασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων: Μια καλοσχεδιασμένη προπαγάνδα

Η Κίνα έχει τελειοποιήσει την τέχνη της πολιτικής προπαγάνδας. Ενώ φυλακίζει αντιφρονούντες, ελέγχει τα μέσα ενημέρωσης και επιβλέπει κάθε ψηφιακή επικοινωνία, ταυτόχρονα προβάλλει προς τα έξω την εικόνα μίας χώρας που «σέβεται» τα ανθρώπινα δικαιώματα. Μέσω του ΟΗΕ και άλλων διεθνών οργανισμών, το Πεκίνο επιχειρεί να αναδιαμορφώσει τον διάλογο για τα δικαιώματα, προωθώντας ένα μοντέλο που η υποταγή στο κράτος αντικαθιστά τις ατομικές ελευθερίες.

Στην Κίνα, το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι υπεράνω όλων. Οι πολίτες δεν έχουν πραγματική ελευθερία λόγου, καθώς κάθε μορφή κριτικής προς την κυβέρνηση καταστέλλεται αμέσως. Η μαζική παρακολούθηση μέσω συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης και κοινωνικής βαθμολόγησης εξασφαλίζει ότι κανείς δεν ξεφεύγει από τον έλεγχο του Κόμματος. Τα στρατόπεδα «αναμόρφωσης», η βίαιη καταστολή του Χονγκ Κόνγκ και οι φυλακίσεις ακτιβιστών είναι μερικά μόνο παραδείγματα τού πώς το κινεζικό καθεστώς αντιμετωπίζει όσους τολμούν να αμφισβητήσουν την απόλυτη κυριαρχία του.

Η υποκρισία της κινεζικής ηγεσίας

Το κινεζικό καθεστώς ισχυρίζεται ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα συνδέονται με την οικονομική ανάπτυξη, όμως αυτή η αφήγηση χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει την καταπίεση. Οι εργάτες δεν έχουν δικαίωμα σε ελεύθερα συνδικάτα, οι μειονότητες υφίστανται διακρίσεις, ενώ το δικαστικό σύστημα είναι πλήρως ελεγχόμενο από το Κόμμα. Αντί για δικαιοσύνη και πρόοδο, η Κίνα επιβάλλει έναν ψηφιακό και φυσικό ολοκληρωτισμό, όπου η απόλυτη υπακοή είναι προαπαιτούμενο για την επιβίωση. Πίσω από τη ρητορική περί «κοινωνικής σταθερότητας» και «συλλογικής ευημερίας» κρύβεται μία απολυταρχική μηχανή που συνθλίβει κάθε μορφή ατομικής ελευθερίας. Η διεθνής κοινότητα πρέπει να αναγνωρίσει αυτήν την πραγματικότητα.

Εν ολίγοις, μία νέα τάξη «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» που διαμορφώθηκε υπό την ηγεσία της Κίνας θα απειλήσει χώρες με δημοκρατικές αξίες. Ένα ενιαίο μέτωπο από γνήσιους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι απαραίτητο για να αναμορφωθεί αυτός ο χώρος (των ανθρωπίνων δικαιωμάτων) και να απωθήσουμε αυτές τις αυταρχικές τάσεις.

 

Καναδάς: Ενημέρωση της ταξιδιωτικής οδηγίας για την Κίνα λόγω των εκτελέσεων Καναδών πολιτών

Η Οττάβα επικαιροποίησε την ταξιδιωτική της οδηγία προς την Κίνα, εκφράζοντας ανησυχίες για την αυθαίρετη επιβολή των τοπικών νόμων, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε αυστηρές ποινές ακόμη και για μη βίαια εγκλήματα, καθώς και στη θανατική ποινή για αδικήματα που κρίνονται σοβαρά.

Η ενημέρωση αυτή έγινε την ίδια εβδομάδα που η υπουργός Εξωτερικών του Καναδά, Μελανί Ζολύ, επιβεβαίωσε ότι η Κίνα εκτέλεσε φέτος τέσσερεις Κινεζοκαναδούς πολίτες με κατηγορίες που, σύμφωνα με το Πεκίνο, σχετίζονται με διακίνηση ναρκωτικών. Η Ζολύ καταδίκασε έντονα την απόφαση αυτή και τόνισε πως η Οττάβα θα συνεχίσει να ζητά επιείκεια για Καναδούς που αντιμετωπίζουν παρόμοιες καταστάσεις.

Η επικαιροποιημένη ταξιδιωτική οδηγία, που δημοσιεύθηκε στις 17 Μαρτίου, επισημαίνει ότι η δυνατότητα του Καναδά να παρέχει προξενική βοήθεια είναι περιορισμένη λόγω του επιπέδου διαφάνειας στο κινεζικό δικαστικό σύστημα. Προειδοποιεί, επίσης, ότι στην Κίνα ενδέχεται να επιβληθούν αυστηρές ποινές ακόμη και για μη βίαιες ενέργειες, όπως οικονομικά εγκλήματα, ενώ οι αρχές μπορεί να εφαρμόσουν τη θανατική ποινή για αδικήματα που θεωρούνται σοβαρά, συμπεριλαμβανομένων των εγκλημάτων ναρκωτικών. Παράλληλα, ενδέχεται να απαγορευθεί η έξοδος από τη χώρα χωρίς προειδοποίηση σε Καναδούς υπήκοους που βρίσκονται υπό έρευνα από το κινεζικό καθεστώς.

Εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών του Καναδά είχε δηλώσει παλαιότερα στην Epoch Times ότι η Οττάβα αντιτίθεται στη χρήση της θανατικής ποινής από την Κίνα, χαρακτηρίζοντάς την αντίθετη με τη βασική ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η εφημερίδα απηύθυνε ερώτημα στο υπουργείο για το πότε ενημερώθηκε για τις εκτελέσεις, χωρίς να λάβει απάντηση μέχρι τη δημοσίευση του άρθρου.

Ο ανεξάρτητος βουλευτής Κέβιν Βουόνγκ εξέφρασε επίσης ανησυχία για τη στάση της Κίνας απέναντι στους Καναδούς πολίτες, σημειώνοντας ότι όχι μόνο θα πρέπει να αποφεύγεται η ταξιδιωτική μετακίνηση προς την Κίνα, αλλά και η διέλευση μέσω κινεζικών αεροδρομίων, συμπεριλαμβανομένου του Χονγκ Κονγκ.

Εντάσεις στις σχέσεις Καναδά-Κίνας

Η ενημέρωση της ταξιδιωτικής οδηγίας έρχεται σε μια περίοδο αυξανόμενης εμπορικής και διπλωματικής έντασης μεταξύ Οττάβας και Πεκίνου.

Στις 8 Μαρτίου, η Κίνα ανακοίνωσε δασμούς 100% σε καναδικό έλαιο κανόλα, υποπροϊόντα ελαίου και εισαγωγές μπιζελιών, καθώς και επιβαρύνσεις 25% σε καναδικά θαλασσινά και χοιρινό κρέας, ως απάντηση στην απόφαση του Καναδά τον περασμένο Οκτώβριο να επιβάλει δασμούς 100% στα ηλεκτρικά οχήματα κινεζικής κατασκευής και 25% στους τομείς αλουμινίου και χάλυβα, υποστηρίζοντας ότι οι καναδικές βιομηχανίες αντιμετωπίζουν αθέμιτο ανταγωνισμό λόγω της κρατικά κατευθυνόμενης υπερπαραγωγής της Κίνας. Οι κινεζικοί δασμοί τέθηκαν σε ισχύ στις 20 Μαρτίου.

Την ίδια στιγμή, η Οττάβα εξέφρασε ανησυχία για μία νέα εκστρατεία παραπληροφόρησης, που συνδέεται με το κινεζικό καθεστώς και στοχεύει άτομα στον Καναδά που επικρίνουν το Πεκίνο. Σύμφωνα με το υπουργείο Εξωτερικών, η εκστρατεία χρησιμοποιεί τεχνητή νοημοσύνη για τη διάδοση παραποιημένου περιεχομένου με σκοπό τον εκφοβισμό, την υποτίμηση και την παρενόχληση των στόχων της στον Καναδά. Πρόκειται για μία πιο εκτεταμένη καμπάνια σε σχέση με εκείνη του 2023, η οποία είχε στοχοποιήσει δεκάδες Καναδούς βουλευτές, συμπεριλαμβανομένων του πρώην πρωθυπουργού Τζάστιν Τρυντώ, του ηγέτη των Συντηρητικών Πιερ Πουαλιέβρ και αρκετών υπουργών. Η Οττάβα έχει εκφράσει άμεσα τις ανησυχίες της στην κινεζική πρεσβεία.

Η δημόσια έρευνα του Καναδά για την ξένη παρέμβαση έχει ήδη αναγνωρίσει την Κίνα ως την «πιο επίμονη και πιο τεχνολογικά προηγμένη απειλή» για τη χώρα. Επιπλέον, νέα έκθεση που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο υποστηρίζει ότι η Κίνα είναι «πολύ πιθανό» να χρησιμοποιήσει εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης για να επιχειρήσει να παρέμβει στις επερχόμενες καναδικές εκλογές.

Νωρίτερα φέτος, η τότε υποψήφια για την ηγεσία των Φιλελευθέρων, Κρύστια Φρήλαντ, στοχοποιήθηκε από καμπάνια παραπληροφόρησης, η οποία περιελάμβανε επικριτικά άρθρα που προέρχονταν από ανώνυμο ιστολόγιο στο WeChat, το οποίο έχει στο παρελθόν συνδεθεί με το κινεζικό καθεστώς.

Η Οττάβα έχει επίσης εκφράσει ανησυχία για τις προσπάθειες της Κίνας να διεισδύσει στην καναδική κυβέρνηση. Σύμφωνα με έκθεση του Καναδικού Κέντρου Κυβερνοασφάλειας της 4ης Μαρτίου, παρατηρείται επαναλαμβανόμενη και διαρκής στόχευση όλων των επιπέδων διακυβέρνησης στον Καναδά από το κινεζικό καθεστώς.

Τον περασμένο Δεκέμβριο, ο Καναδάς καταδίκασε τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την Κίνα και επέβαλε κυρώσεις σε οκτώ ανώτατους Κινέζους αξιωματούχους, κατηγορώντας τους για «σοβαρές παραβιάσεις». Οι κυρώσεις αφορούσαν τη συστηματική καταστολή εθνοτικών και θρησκευτικών μειονοτήτων, όπως των Ουιγούρων στη Σιντζιάνγκ, των Θιβετιανών και των ασκουμένων του Φάλουν Γκονγκ.

Η Ζολύ είχε δηλώσει ότι ο Καναδάς είναι βαθιά ανήσυχος για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Σιντζιάνγκ και το Θιβέτ, καθώς και για την καταστολή των ασκουμένων του Φάλουν Γκονγκ, καλώντας την κινεζική κυβέρνηση να τερματίσει τη δίωξη και να τηρήσει τις διεθνείς της υποχρεώσεις.

Ταξιδιωτική οδηγία

Η Οττάβα συμβουλεύει τους Καναδούς ταξιδιώτες προς την Κίνα να επιδεικνύουν «υψηλό βαθμό προσοχής». Επισημαίνει ότι οι Καναδοί ενδέχεται να έχουν λιγότερα δικαιώματα σε σχέση με όσα ισχύουν στον Καναδά, συμπεριλαμβανομένων περιορισμένων δικαιωμάτων ιδιωτικότητας και νομικής εκπροσώπησης.

Σύμφωνα με την ταξιδιωτική οδηγία, οι Καναδοί θα πρέπει να θεωρούν δεδομένο ότι οι τοπικές αρχές θα έχουν πρόσβαση στα βιομετρικά τους δεδομένα κατά την άφιξή τους, καθώς οι κινεζικές αρχές «βασίζονται ευρέως» στην τεχνολογία αναγνώρισης προσώπου και στην παρακολούθηση μέσω βίντεο για τον έλεγχο των δραστηριοτήτων που θεωρούνται περιορισμένες.

Η προειδοποίηση επισημαίνει επίσης ότι οι επισκέπτες δεν θα έχουν ιδιωτικότητα στο διαδίκτυο, καθώς οι τοπικές αρχές μπορούν να παρακολουθούν τις επικοινωνίες τους ανά πάσα στιγμή ή να εξετάζουν το περιεχόμενο που είναι αποθηκευμένο ή καταγεγραμμένο στο ιστορικό των συσκευών τους.

Οι Καναδοί καλούνται να είναι «ιδιαίτερα προσεκτικοί» όταν επισκέπτονται τις περιοχές Σιντζιάνγκ και Θιβέτ, αποφεύγοντας τη βιντεοσκόπηση ή τη λήψη φωτογραφιών, και να αναμένουν αυξημένα μέτρα ασφαλείας και παρακολούθησης. Οι δύο αυτές περιοχές έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεθνούς ανησυχίας λόγω αναφορών για κρατικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Επιπλέον, η οδηγία προειδοποιεί τους Καναδούς να αποφεύγουν δραστηριότητες που το κινεζικό καθεστώς θεωρεί ότι «απειλούν την εθνική ασφάλεια», διαταράσσουν τη δημόσια τάξη ή βλάπτουν το δημόσιο συμφέρον, ακόμη και αν τέτοιες δραστηριότητες δεν θεωρούνται παράνομες στον Καναδά. Ο όρος «διατάραξη της κοινωνικής τάξης», σύμφωνα με ειδικούς, χρησιμοποιείται συχνά στη κινεζική νομοθεσία για την καταστολή αντιφρονούντων και μη βίαιων κινημάτων.

Η Οττάβα σημειώνει ότι οι Καναδοί που κατηγορούνται για διατάραξη της κοινωνικής τάξης θα υπόκεινται σε ανάκριση. «Οι κινεζικές αρχές ενδέχεται να σας κρατήσουν έως και 6 μήνες πριν από την επίσημη σύλληψή σας», επισημαίνει η οδηγία.

«Σημειώστε ότι η πρόσβαση σε νομική εκπροσώπηση συχνά δεν επιτρέπεται στα αρχικά στάδια μιας υπόθεσης εθνικής ασφάλειας, ενώ οι δίκες συχνά διεξάγονται κεκλεισμένων των θυρών», αναφέρει η οδηγία.

Της Carolina Avendano

Με τη συμβολή του Noé Chartier

Κινέζος υπήκοος καταδικάστηκε για απόπειρα μεταφοράς παράνομων μεταναστών στο Γκουάμ

Κινέζος υπήκοος καταδικάστηκε σε φυλάκιση για απόπειρα μεταφοράς παράνομων μεταναστών δια θαλάσσης από τη Σαϊπάν στο Γκουάμ, όπως ανακοίνωσε στις 17 Μαρτίου η Εισαγγελία των Περιφερειών του Γκουάμ και των Βόρειων Μαριάνων Νήσων.

Ο 68χρονος Γιανγκ Χονγκ Τζιανγκ καταδικάστηκε στις 14 Μαρτίου σε φυλάκιση 30 ημερών από το Περιφερειακό Δικαστήριο των Βόρειων Μαριάνων Νήσων. Ο Γιανγκ κρίθηκε ένοχος για απόπειρα μεταφοράς παράνομων μεταναστών, καθώς και για συνέργεια και υποβοήθηση στη μεταφορά τους. Το δικαστήριο τού επέβαλε επίσης 50 ώρες κοινωνικής εργασίας, έναν χρόνο επιτήρησης και πρόστιμο ειδικής αξιολόγησης ύψους 100 δολαρίων. Η υπόθεση διεκπεραιώθηκε από τον Εισαγγελέα των ΗΠΑ Έρικ Ο’ Μάλλεϋ και σώμα ενόρκων.

Η Epoch Times επικοινώνησε με τον δικηγόρο του Γιανγκ για σχόλια, αλλά δεν έλαβε απάντηση έως τη στιγμή της δημοσίευσης.

Στις 11 Ιουλίου 2023, η Υπηρεσία Ερευνών Εσωτερικής Ασφάλειας (Homeland Security Investigations – HSI) έλαβε αναφορά ότι η Ακτοφυλακή των ΗΠΑ διέσωσε 11 άτομα, μεταξύ των οποίων εννέα Κινέζους υπηκόους, από μικρό σκάφος στα ανοιχτά της Ρότα, του νοτιότερου νησιού της αλυσίδας των Μαριάνων Νήσων, με προορισμό το Γκουάμ. Η διάσωση πραγματοποιήθηκε όταν το σκάφος ξέμεινε από καύσιμα, έχοντας αποπλεύσει από τη Σαϊπάν δύο μέρες νωρίτερα. Οι επιβαίνοντες επιχείρησαν να επικοινωνήσουν με άλλο σκάφος για ανεφοδιασμό, αλλά όταν αυτό απέτυχε, κάλεσαν την Ακτοφυλακή, ενεργοποιώντας επιχείρηση έρευνας και διάσωσης, σύμφωνα με την ανακοίνωση.

Η Εισαγγελία της Περιφέρειας σημείωσε ότι στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν περισσότερα καύσιμα και να συνεχίσουν το παράνομο ταξίδι τους, τα μέλη της ομάδας έθεσαν σε κίνδυνο όχι μόνο τους ίδιους, αλλά και τους διασώστες τους. Οι αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών και δύο περιφερειακοί σύμμαχοι εντόπισαν το ακινητοποιημένο σκάφος τις πρώτες πρωινές ώρες της ίδιας ημέρας και διέσωσαν τους επιβαίνοντες λίγο μετά τα μεσάνυχτα με τη χρήση ελικοπτέρου του Ναυτικού.

Εννέα από τους συνεργούς του Γιανγκ είχαν ήδη παρουσιαστεί στο δικαστήριο σε προγενέστερες ημερομηνίες κατηγορούμενοι για απόπειρα μεταφοράς παράνομων μεταναστών. Όλοι δήλωσαν ένοχοι, σύμφωνα με την Εισαγγελία.

Ο Εισαγγελέας των ΗΠΑ για τις Περιφέρειες του Γκουάμ και των Βόρειων Μαριάνων Νήσων, Σων Άντερσον, ανέφερε ότι η Γενική Εισαγγελέας Πάμ Μπόντι έχει καταστήσει την επιβολή της μεταναστευτικής νομοθεσίας ύψιστη προτεραιότητα του υπουργείου Δικαιοσύνης. «Θα επιτελέσουμε την αποστολή μας μέσω ομοσπονδιακών, εδαφικών και πολιτειακών συνεργασιών για την αποτροπή της παράνομης μετανάστευσης και την προώθηση της ασφάλειας στη θάλασσα», δήλωσε ο Άντερσον. «Όποιος διαθέτει πληροφορίες σχετικά με αυτού του είδους την εγκληματική δραστηριότητα, θα πρέπει να επικοινωνήσει με την Υπηρεσία Ερευνών Εσωτερικής Ασφάλειας.»

Η ειδική πράκτορας της HSI, Λούσυ Καμπράλ-ΝτεΆρμας, σχολίασε επίσης την απόφαση, επισημαίνοντας ότι η καταστολή αυτών των εγκλημάτων προστατεύει τις κοινότητες και στοχεύει στους εγγενείς κινδύνους που σχετίζονται με τη διακίνηση ανθρώπων. Πρόσθεσε ότι η HSI διαφυλάσσει τα σύνορα των ΗΠΑ μέσω της εφαρμογής της μεταναστευτικής νομοθεσίας.

Η Εισαγγελία ανακοίνωσε στις 25 Φεβρουαρίου άλλη μία παρόμοια υπόθεση, όπου ένας 22χρονος Κινέζος υπήκοος καταδικάστηκε σε φυλάκιση 30 ημερών. Ο Τζιανγκ Κανγκλέ κρίθηκε ένοχος για συνωμοσία μεταφοράς παράνομων μεταναστών και απόπειρα εξαπάτησης των Ηνωμένων Πολιτειών, σύμφωνα με το δελτίο Τύπου. Στις 9 Δεκεμβρίου 2024, ο Τζιανγκ κατέβαλε 6.000 δολάρια για παράνομο ταξίδι με σκάφος από τη Σαϊπάν στο Γκουάμ, μαζί με επτά ακόμη Κινέζους υπηκόους. Η Εισαγγελία σημείωσε ότι οι επιβάτες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το σκάφος κοντά στην ακτή, παρά το γεγονός ότι κάποιοι από αυτούς δεν ήξεραν κολύμπι. Οι περισσότεροι εντοπίστηκαν αργότερα «κοντά σε ευαίσθητες στρατιωτικές εγκαταστάσεις», σύμφωνα με την ανακοίνωση.

Το Γκουάμ, που συχνά αποκαλείται «αιχμή του δόρατος» ή «προκεχωρημένο φυλάκιο του Ινδο-Ειρηνικού» από τον στρατό των ΗΠΑ, αποτελεί στρατηγικό οχυρό για τις αμερικανικές δυνάμεις και φιλοξενεί σημαντική βάση υποβρυχίων των ΗΠΑ. Το νησί είναι επίσης έδρα της αεροπορικής βάσης Άντερσεν, η οποία διαθέτει εκτεταμένες υποδομές για βομβαρδιστικά και μαχητικά αεροσκάφη. Λόγω της στρατηγικής του σημασίας για τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους, το Γκουάμ θεωρείται πιθανός στόχος των αντιπάλων των ΗΠΑ.

Το αντιπυραυλικό σύστημα AN/TPY-6. (Ευγενική παραχώρηση της Υπηρεσίας Πυραυλικής Άμυνας)

 

Τον Νοέμβριο του 2023, ο Τζέημς Μόυλαν, Ρεπουμπλικανός αντιπρόσωπος του Γκουάμ στη Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, δήλωσε στην εκπομπή «Capitol Report» του NTD, αδελφού μέσου ενημέρωσης της Epoch Times, ότι ήταν καιρός ο αμερικανικός στρατός να ενισχύσει την άμυνα του νησιού ενάντια σε μία πιθανή πυραυλική επίθεση σε έναν υποθετικό μελλοντικό πόλεμο με την Κίνα.

Ο Μόυλαν είχε δηλώσει τότε ότι ήταν «πολύ ανήσυχος» για την αμυντική στάση του Γκουάμ απέναντι στα προηγμένα νέα όπλα που αναπτύσσει ο στρατός του κινεζικού κομμουνιστικού καθεστώτος, σημειώνοντας ότι το νησί βρίσκεται περίπου 3.000 χλμ από την ηπειρωτική Κίνα.

Του Dave Malyon

Με τη συμβολή του Chase Smith

Ο στρατός της Ταϊβάν κάνει ασκήσεις άμεσης αντίδρασης σε πιθανή κινεζική επίθεση

Ο στρατός της Ταϊβάν εξασκείται στο πώς να αντιδράσει άμεσα εάν μια κινεζική στρατιωτική άσκηση γύρω από το νησί μετατραπεί σε εισβολή.

Η δεύτερη άσκηση «άμεσης απόκρισης μάχης», που πραγματοποιήθηκε μεταξύ Δευτέρας και Παρασκευής αυτής της εβδομάδας, συνέπεσε με την αύξηση του αριθμού των στρατιωτικών αεροσκαφών και των πολεμικών πλοίων που έστειλε το κινεζικό καθεστώς στον κύκλο της Ταϊβάν.

Η Ταϊβάν πραγματοποίησε την πρώτη άσκηση τον Δεκέμβριο του 2024, όταν ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός (ΛΑΣ) του κινεζικού καθεστώτος έκλεισε επτά ζώνες εναέριου χώρου κατά μήκος του στενού της Ταϊβάν εν μέσω εικασιών ότι το καθεστώς διεξήγαγε μεγάλη στρατιωτική άσκηση γύρω από το νησί.

Παρουσιάζοντας την Τετραετή Επιθεώρηση Αμύνης (QDR) στους νομοθέτες της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και Εθνικής Άμυνας την Τετάρτη, ο υπουργός Άμυνας Γουέλινγκτον Κου Λι-σιούνγκ είπε ότι, κατά τη διάρκεια των προγραμματισμένων ασκήσεων, δίνονται σενάρια στους διοικητές επιχειρησιακών ζωνών στα οποία πρέπει να ανταποκριθούν. Είπε επίσης ότι ο στρατός θα πραγματοποιήσει απρογραμμάτιστες ασκήσεις ως απάντηση στη στρατιωτική παρενόχληση του Πεκίνου.

Η Ταϊβάν – ή αλλιώς Δημοκρατία της Κίνας – ιδρύθηκε από τις δυνάμεις που κυβερνούσαν την ηπειρωτική Κίνα πριν πάρει τον έλεγχο το Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ) το 1949. Το ΚΚΚ δεν κυβέρνησε ποτέ την Ταϊβάν. Είχε δηλώσει ότι θα προσπαθούσε να απορροφήσει την Ταϊβάν με ειρηνικά μέσα, ωστόσο έχει επανειλημμένα απειλήσει να προσαρτήσει το αυτοδιοικούμενο νησί με τη βία.

Τα τελευταία χρόνια, το ΚΚΚ έχει εντείνει τη στρατιωτική πίεση στην Ταϊβάν, με τα αεροπλάνα και τα πλοία του να περιπολούν κοντά στην Ταϊβάν σχεδόν σε καθημερινή βάση.

Τη Δευτέρα, η εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών του ΚΚΚ, Μάο Νινγκ, είπε σε δημοσιογράφους ότι η στρατιωτική επιχείρηση του καθεστώτος ήταν μία προειδοποίηση για τις —όπως τις αποκαλεί το ΚΚΚ— ‘αυτονομιστικές δυνάμεις’ της Ταϊβάν και τις εξωτερικές δυνάμεις —όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες— που είπε ότι «είναι εντελώς ταγμένες στην υποστήριξη της ‘ανεξαρτησίας της Ταϊβάν’».

Η Μάο επανέλαβε την «αρχή της μίας Κίνας» του ΚΚΚ, σύμφωνα με την οποία το κομμουνιστικό καθεστώς είναι η μόνη νόμιμη κυβέρνηση και στις δύο πλευρές του στενού.

«Η ‘ανεξαρτησία της Ταϊβάν’ και η ειρήνη και η σταθερότητα στα στενά είναι τόσο ασυμβίβαστα όσο η φωτιά και το νερό», δήλωσε.

Στην Τετραετή Επιθεώρηση Αμύνης, που δημοσιεύτηκε στις 18 Μαρτίου, το υπουργείο Αμύνης της Ταϊβάν είπε ότι η αυξανόμενη στρατιωτική ισχύ του Πεκίνου, μειώνει τα χρονικά περιθώρια απόκρισης σε μια πιθανή κινεζική επίθεση.

«Σε καιρό πολέμου, ο ΛΑΣ μπορεί να προωθηθεί σε πολλά πεδία – στη γη, τη θάλασσα, τον αέρα, το διάστημα, τον κυβερνοχώρο, αλλά και χρησιμοποιώντας ηλεκτρομαγνητικά και ψυχολογικά μέσα» για να παραλύσει τη στρατιωτική δύναμη της Ταϊβάν και να ξεκινήσει έναν πόλεμο-αστραπή ή να απομονώσει ή να αποκλείσει την Ταϊβάν για να αναγκάσει το νησιωτικό έθνος να παραδοθεί.

«Ο εθνικός στρατός θα επικεντρωθεί περισσότερο στην άμεση ετοιμότητα μάχης, την ταχεία κινητοποίηση, τη βαθιά άμυνα και τη διαρκή μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα για να ανατρέψει το σχέδιο του εχθρού να εξασφαλίσει μια γρήγορη νίκη».

Εν τω μεταξύ, ο Κου είπε στους βουλευτές την Τετάρτη ότι, για πρώτη φορά, η ετήσια πολεμική άσκηση Χαν Κουάνγκ της Ταϊβάν προσομοιώνει μία κινεζική εισβολή του 2027.

Το 2023, ο τότε διευθυντής της CIA Γουίλιαμ Μπερνς επικαλέστηκε τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, λέγοντας ότι ο Κινέζος επικεφαλής Σι Τζινπίνγκ είχε διατάξει τον ΛΑΣ να είναι έτοιμος για εισβολή στην Ταϊβάν μέχρι το 2027.

Μιλώντας στη Διάσκεψη Αμυντικών Προγραμμάτων McAleese στην Ουάσιγκτον την Τρίτη, ο διοικητής της Στρατηγικής Διοίκησης των ΗΠΑ, στρατηγός Άντονι Τζ. Κότον, είπε ότι ο Σι δεν έχει εγκαταλείψει τη φιλοδοξία να πραγματοποιήσει την εισβολή του 2027.