Σάββατο, 26 Ιούλ, 2025

H Μόσχα κατηγορεί το ΝΑΤΟ για «επιθετικές ενέργειες» στη Βαλτική μετά την απόπειρα της Εσθονίας να συλλάβει δεξαμενόπλοιο

Η Ρωσία κατηγόρησε σήμερα το ΝΑΤΟ ότι πραγματοποιεί «επιθετικές ενέργειες» στη Βαλτική Θάλασσα, ενέργειες που παρεμποδίζουν την ελευθερία της ναυσιπλοΐας, σύμφωνα με τη Μόσχα, αναφερόμενη στην προσπάθεια της Εσθονίας να συλλάβει ένα δεξαμενόπλοιο.

Την περασμένη Πέμπτη, το Ταλίν δήλωσε πως η Μόσχα έστειλε για λίγο ένα μαχητικό αεροσκάφος στον εναέριο χώρο του ΝΑΤΟ πάνω από τη Βαλτική Θάλασσα στη διάρκεια μιας προσπάθειας να ανακοπεί ένα δεξαμενόπλοιο για το οποίο υπήρχαν υποψίες ότι αποτελεί τμήμα ενός «σκιώδους στόλου» που παρακάμπτει τις κυρώσεις που έχει επιβάλει η Δύση στη Ρωσία. Το Πολεμικό Ναυτικό της Εσθονίας δήλωσε πως το πλοίο αρνήθηκε να συνεργαστεί όταν του ζητήθηκε να σταματήσει και στη συνέχεια οδηγήθηκε με συνοδεία σε ρωσικά χωρικά ύδατα.

Η Ρωσία υποστηρίζει ότι όλα τα πλοία της μπορούν να διαπλέουν ελεύθερα τη Βαλτική και ότι οποιαδήποτε προσπάθεια να αναχαιτισθούν είναι επικίνδυνη.

Σε ερώτηση που δέχθηκε σήμερα για το ζήτημα στην τακτική συνέντευξη Τύπου, η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Ζαχάροβα δήλωσε ότι η Μόσχα παρακολουθεί στενά τα γεγονότα στη Βαλτική και θα αντιδράσει σε αυτό που χαρακτήρισε παράνομες ενέργειες πλοίων του ΝΑΤΟ, αν εγείρουν κινδύνους.

Ο πρωθυπουργός χαιρέτισε τις προσπάθειες του γγ του ΟΗΕ για την επανεκκίνηση των συνομιλιών για το Κυπριακό

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης συναντήθηκε στην έδρα του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη με τον γενικό γραμματέα του Οργανισμού Αντόνιο Γκουτέρες.

Κατά τη διάρκεια της συνάντησης συζητήθηκαν οι προτεραιότητες της Ελλάδας κατά τη θητεία της στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ (2025-2026) και οι διεθνείς και περιφερειακές εξελίξεις.

Συζητήθηκαν ακόμη οι τελευταίες εξελίξεις στο Κυπριακό. Ο πρωθυπουργός χαιρέτισε τις προσπάθειες του γενικού γραμματέα για την επανεκκίνηση και τη διατήρηση των συνομιλιών για το Κυπριακό. Εξέφρασε επίσης την ικανοποίησή του για τον εκ νέου διορισμό της Μαρία Άνχελα Χολγκίν Κουεγιάρ ως προσωπικής απεσταλμένης του γενικού γραμματέα για το Κυπριακό και ευχαρίστησε τον κο Γκουτέρες για τις υπηρεσίες του.

Συζητήθηκαν ακόμα οι τελευταίες περιφερειακές εξελίξεις με έμφαση στην κατάσταση στη Γάζα, αλλά και οι εξελίξεις στη Συρία και τον Λίβανο. Ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι είναι αναγκαία η άμεση εκεχειρία στη Γάζα, η προστασία των αμάχων και η ανάληψη πρωτοβουλιών προς αυτήν την κατεύθυνση.

Οι Βρυξέλλες συμφώνησαν να άρουν τις οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της Συρίας – Παραμένει σε ισχύ η απαγόρευση πώλησης όπλων

Η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσε σήμερα την άρση όλων των οικονομικών κυρώσεων σε βάρος της Συρίας, οι οποίες είχαν εφαρμοστεί στοχοθετώντας το προηγούμενο καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ.

«Σήμερα, λάβαμε την απόφαση να άρουμε τις οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της Συρίας» ανέφερε σε ανάρτησή της στην πλατφόρμα Χ η επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Κάγια Κάλας αφού ολοκληρώθηκε η σύνοδος των υπουργών Εξωτερικών των «27».

«Θέλουμε να βοηθήσουμε τον συριακό λαό να ανοικοδομήσει μια νέα Συρία, συμπεριληπτική και ειρηνική», πρόσθεσε.

Η άρση των κυρώσεων αφορά κυρίως το τραπεζικό σύστημα, αφού μέχρι τώρα απαγορευόταν η πρόσβασή του στη διεθνή αγορά κεφαλαίων. Προβλέπεται επίσης ότι θα «ξεπαγώσουν» τα περιουσιακά στοιχεία της συριακής κεντρικής τράπεζας.

Την ίδια απόφαση έλαβε την περασμένη εβδομάδα και η Ουάσιγκτον.

«Η άρση των κυρώσεων εκφράζει την περιφερειακή και διεθνή βούληση στήριξης της Συρίας» είπε ο υπουργός Εξωτερικών της χώρας, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στη Δαμασκό. «Ο συριακός λαός σήμερα έχει μια ιστορική και πολύ σημαντική ευκαιρία να ξαναχτίσει τη χώρα», πρόσθεσε ο Ασάαντ αλ Σαϊμπάνι.

Η ΕΕ δεν αποκλείει ωστόσο την πιθανότητα να επιβάλει νέες κυρώσεις σε όσους ευθύνονται για βιαιοπραγίες εναντίον των Αλαουιτών.

Τα άλλα μέτρα που είχαν ληφθεί, όπως η απαγόρευση πώλησης όπλων και εξοπλισμού που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την καταστολή των πολιτών θα παραμείνουν σε ισχύ.

Ο «τσάρος» του ρωσικού μπαλέτου, Γιούρι Γκριγκορόβιτς, απεβίωσε στα 98 του

Ο παγκοσμίου φήμης Ρώσος χορογράφος Γιούρι Γκριγκορόβιτς, ένας από τους σημαντικότερους δημιουργούς του μπαλέτου του 20ού αιώνα, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 98 ετών, όπως ανακοίνωσε τη Δευτέρα το Θέατρο Μπολσόι της Μόσχας.

Ο Γκριγκορόβιτς υπήρξε καλλιτεχνικός διευθυντής των Μπαλέτων Μπολσόι από το 1964 έως το 1995, και το όνομά του έγινε συνώνυμο με εμβληματικές παραστάσεις όπως ο «Σπάρτακος», ο «Ιβάν ο Τρομερός», το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» και πολυάριθμα άλλα έργα. Ιδιαίτερα ξεχώρισε για τα ανδρικά χορευτικά του, σχεδιάζοντας ρόλους που απαιτούσαν εξαιρετική δύναμη και δεξιοτεχνία.

Η Νίνα Αλόβερτ, διάσημη φωτογράφος και στενή του φίλη, μοιράστηκε τον αποχαιρετισμό της μέσω Facebook, αποκαλώντας τον «τον μεγάλο έρωτα της ζωής μου στον κόσμο του μπαλέτου». Μιλώντας για τον «Σπάρτακο», υπογράμμισε πως ο Γκριγκορόβιτς δημιούργησε «ένα δυνατό μπαλετικό έπος, όπου ένας ήρωας στέκεται απέναντι σε μια τεράστια και απάνθρωπη κρατική μηχανή», κάτι που θεωρούνταν επαναστατικό για τη σοβιετική κοινωνία, η οποία τόνιζε την καταπίεση της ατομικότητας.

Ανάλογα συγκινητικά λόγια εξέφρασε και η Ναταλία Μπεζερόβα, λάτρης και blogger του μπαλέτου: «Κάθε του μπαλέτο είναι ένα κουτί φιλοσοφικών σκέψεων. Τα ‘σιωπηλά’ μπαλέτα του λένε περισσότερα από τις λέξεις· εκεί βρίσκεται η απόλυτη μεγαλοφυΐα του».

Γεννημένος το 1927, μία δεκαετία μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, ο Γκριγκορόβιτς βρήκε από νωρίς τον δρόμο του προς τον χώρο του χορού, καθώς ο θείος του, Γκεόργκι Ροζάι, είχε υπάρξει μαθητής του θρυλικού Βασλάβ Νιζίνσκι. Πριν στραφεί στη χορογραφία, χόρεψε ως σολίστ στο Κίροφ του Λένινγκραντ.

Κατά τη μακρόχρονη ηγεσία του στο Μπολσόι, το συγκρότημα πραγματοποίησε διεθνείς περιοδείες, εδραιώνοντας τη θέση του ανάμεσα στις σπουδαιότερες ομάδες παγκοσμίως. Ωστόσο, η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991 έφερε αβεβαιότητα, οικονομικές δυσκολίες, εσωτερικές συγκρούσεις και «διαρροή ταλέντων» προς το εξωτερικό.

Το 1995, μετά από πολύμηνη διαμάχη με τη διοίκηση για τα συμβόλαια των χορευτών, ο Γκριγκορόβιτς παραιτήθηκε, προκαλώντας έτσι την πρώτη απεργία στην 200ετή ιστορία του Μπολσόι. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια προγραμματισμένης παράστασης, τα φώτα χαμήλωσαν και ένας χορευτής εμφανίστηκε στη σκηνή ενημερώνοντας το κοινό για τη ματαίωση της παράστασης.

Μετά την αποχώρησή του, ο Γκριγκορόβιτς ίδρυσε θίασο μπαλέτου στο Κρασνοντάρ της νότιας Ρωσίας, αλλά το 2008 επέστρεψε θριαμβευτικά στο Μπολσόι ως χορογράφος και δάσκαλος χορού. Τιμήθηκε με πλήθος διακρίσεων στη Ρωσία, μεταξύ των οποίων ο τίτλος του «Καλλιτέχνη του Λαού της ΕΣΣΔ» και του «Ήρωα της Σοσιαλιστικής Εργασίας».

Τραγική σύμπτωση αποτέλεσε το γεγονός ότι την ίδια ημέρα με τον θάνατό του ανακοινώθηκε και ο χαμός ενός από τους αγαπημένους του χορευτές, του Γιούρι Βλαντιμίροφ, σε ηλικία 83 ετών.

Η σύζυγός του, Ναταλία Μπεσμαρτνόβα, υπήρξε κορυφαία μπαλαρίνα του Μπολσόι και πέθανε από καρκίνο το 2008. Το 2017, το θέατρο τίμησε τα 90ά του γενέθλια με έναν δίμηνο κύκλο αφιερωμάτων.

Ο Βαλερί Γκέργιεφ, επικεφαλής των Θεάτρων Μπολσόι και Μαρίινσκι, εξήρε τη μορφή του χαρακτηρίζοντάς τον «θρύλο που θα εξακολουθεί να εμπνέει σεβασμό και θαυμασμό για δεκαετίες». Το ίδιο το Μπολσόι υποσχέθηκε σε ανακοίνωσή του «να διαφυλάξει πιστά τη μνήμη του και να προστατεύσει το ανεκτίμητο έργο που άφησε πίσω του».

Ρεπορτάζ: Μαρκ Τρεβέλιαν

Παγκόσμια συμφωνία κατά πανδημιών: Πράσινο φως από τον ΠΟΥ

Μετά από τρία χρόνια έντονων συζητήσεων και διαβουλεύσεων, οι χώρες-μέλη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ενέκριναν στις 20 Μαΐου μια ιστορική συμφωνία που στοχεύει στην προληπτική διαχείριση και αντιμετώπιση μελλοντικών πανδημιών και έκτακτων υγειονομικών καταστάσεων.

Η νέα συνθήκη καλεί τις χώρες να υιοθετήσουν την προσέγγιση «Μία Υγεία», λαμβάνοντας μέτρα για τον εντοπισμό και τη διαχείριση παραγόντων που ευνοούν το ξέσπασμα πανδημιών. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην εκπαίδευση ανθρώπινου δυναμικού για την πρόληψη και την ανταπόκριση σε υγειονομικές κρίσεις, καθώς και στην ενίσχυση των εθνικών συστημάτων υγείας, με στόχο, μεταξύ άλλων, την αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης.

Κομβικό τμήμα της συμφωνίας αφορά στην εθελοντική δέσμευση φαρμακευτικών εταιρειών να παρέχουν στον ΠΟΥ το 20% των εμβολίων, φαρμάκων και διαγνωστικών τεστ που παράγουν, ώστε ο Οργανισμός να τα διαθέτει όπου υπάρχει μεγαλύτερος υγειονομικός κίνδυνος ή ανάγκη, δίνοντας προτεραιότητα στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Η ακριβής διαδικασία διανομής θα περιγραφεί λεπτομερώς σε μεταγενέστερη συμφωνία, η οποία θα εξεταστεί στην Παγκόσμια Συνέλευση Υγείας το 2026.

Η ψηφοφορία, που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της συνέλευσης, κατέληξε σε ευρεία συναίνεση: 124 χώρες υπερψήφισαν, καμία δεν καταψήφισε και 11 επέλεξαν να απέχουν. Η έγκριση της συμφωνίας φέρνει εις πέρας τρία χρόνια σκληρών διαπραγματεύσεων.

Ο Γενικός Διευθυντής του ΠΟΥ, Δρ. Τέντρος Αντάνομ Γκεμπρεγέσους, δήλωσε: «Σήμερα ο κόσμος είναι ασφαλέστερος χάρη στην ηγεσία, τη συνεργασία και τη δέσμευση των κρατών-μελών για την υιοθέτηση της ιστορικής Συμφωνίας για την Πανδημία. Πρόκειται για νίκη της δημόσιας υγείας, της επιστήμης και της πολυμερούς συνεργασίας. Θα μας επιτρέψει να προστατεύσουμε αποτελεσματικότερα τον πλανήτη από μελλοντικές πανδημικές απειλές».

Η νέα συνθήκη έρχεται να συμπληρώσει τον Διεθνή Κανονισμό Υγείας που υιοθετήθηκε το 2005 και δεσμεύει τις χώρες να λαμβάνουν συγκεκριμένα μέτρα για την πρόληψη και τη διαχείριση απειλών στη δημόσια υγεία. Ωστόσο, στο παρελθόν, χώρες όπως η Κίνα δεν εφάρμοσαν πάντα τις προβλεπόμενες διαδικασίες, κυρίως κατά τη διάρκεια της πανδημίας του COVID-19.

Επιπλέον, διευκρινίζεται ρητά ότι καμία διάταξη της συμφωνίας δεν παρέχει στον ΠΟΥ το δικαίωμα να επιβάλει ή να υπαγορεύσει εθνική νομοθεσία ή πολιτικές στα κράτη-μέλη, συμπεριλαμβανομένων μέτρων όπως οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί ή τα lockdown.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν συμμετείχαν στις τελικές διαπραγματεύσεις, καθώς η τότε κυβέρνηση Τραμπ είχε αποφασίσει την αποχώρηση από τον ΠΟΥ, υποστηρίζοντας πως ο Οργανισμός χειρίστηκε λανθασμένα την πανδημία COVID-19.

Η υπουργός Υγείας της Ναμίμπια, Δρ. Εσπεράνς Λουβιντάο, εκ των βασικών συντελεστών της συμφωνίας, υπογράμμισε ότι το αποτέλεσμα αντικατοπτρίζει τη συλλογική βούληση για καλύτερη ετοιμότητα απέναντι σε μελλοντικές πανδημίες, δίνοντας έμφαση στο σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, στην ισότητα και στην προσήλωση στην επιστημονική γνώση.

Αντιθέτως, ο Σλοβάκος πρωθυπουργός Ρόμπερτ Φίτσο εξέφρασε κριτική, υποστηρίζοντας ότι η συμφωνία πλήττει την εθνική κυριαρχία και θέτει σε κίνδυνο τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Ουγγρικό «διαζύγιο» με το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο: Εγκρίθηκε ο νόμος αποχώρησης

Η Ουγγρική Βουλή ενέκρινε, τη Δευτέρα 20 Μαΐου, το νομοσχέδιο που θέτει σε κίνηση τη διαδικασία αποχώρησης της χώρας από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ), μια απόφαση που αναμένεται να ολοκληρωθεί σε διάστημα ενός έτους.

Η κυβέρνηση του Βίκτορ Όρμπαν ανακοίνωσε την πρόθεσή της για αποχώρηση τον Απρίλιο, αμέσως μετά την παρουσία του πρωθυπουργού του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, στη Βουδαπέστη — μια επίσκεψη που πραγματοποιήθηκε παρά το ένταλμα σύλληψης που είχε εκδώσει το ΔΠΔ σε βάρος του Ισραηλινού ηγέτη.

Ο Όρμπαν δεν έκρυψε την δυσφορία του για την απόφαση του ΔΠΔ, χαρακτηρίζοντάς το ως «όχι πια ένα αμερόληπτο δικαστήριο του κράτους δικαίου, αλλά ένα πολιτικό δικαστήριο». Ούτως ή άλλως, αρνήθηκε τη σύλληψη Νετανιάχου, καταγγέλλοντας την απόφαση του ΔΠΔ ως «προκλητική, κυνική και παντελώς απαράδεκτη».

Στην ψηφοφορία της Τρίτης, 134 βουλευτές ψήφισαν υπέρ της αποχώρησης από το ΔΠΔ και 37 κατά. Το σχετικό νομοσχέδιο τονίζει: «Η Ουγγαρία απορρίπτει κατηγορηματικά τη χρήση διεθνών οργανισμών — και ειδικά ποινικών δικαστηρίων — ως εργαλεία πολιτικής πίεσης».

Από την πλευρά του, ο Νετανιάχου χαιρέτισε την ουγγρική απόφαση, κάνοντάς λόγο για «μία γενναία και αρχών επιλογή».

Το σημείο τριβής δημιουργήθηκε μετά το ένταλμα σύλληψης που εξέδωσε το ΔΠΔ τον Νοέμβριο του 2024 σε βάρος του Νετανιάχου και του πρώην υπουργού Άμυνας του Ισραήλ, Γιοάβ Γκαλάντ, κατηγορώντας τους για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας σχετικά με τον πόλεμο στη Γάζα κατά της Χαμάς. Η Χάγη κατηγορεί το Ισραήλ, μεταξύ άλλων, για «χρήση λιμού ως όπλο πολέμου» μέσω του περιορισμού ανθρωπιστικής βοήθειας και για εσκεμμένες επιθέσεις κατά αμάχων. Το Τελ Αβίβ απορρίπτει τις κατηγορίες ως αβάσιμες.

Οι ισραηλινές αρχές υποστηρίζουν ότι το ΔΠΔ έχασε την αξιοπιστία του προχωρώντας σε διώξεις εναντίον δημοκρατικά εκλεγμένων ηγετών που ασκούν το δικαίωμα άμυνας, επιμένοντας ότι οι διώξεις έχουν πολιτικά κίνητρα και εδράζονται σε αντισημιτισμό.

Σημειώνεται ότι τυπικά η αποχώρηση μιας χώρας από το ΔΠΔ ολοκληρώνεται ένα χρόνο μετά τη γραπτή γνωστοποίηση στον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ.

Το ΔΠΔ ιδρύθηκε το 1998 με το Καταστατικό της Ρώμης, ως δικαστήριο που θα παρείχε λύση όταν δεν υπήρχαν άλλες δυνατότητες απονομής δικαιοσύνης για εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και γενοκτονίες. Ξεκίνησε να λειτουργεί το 2002 και η Ουγγαρία υπήρξε ιδρυτικό μέλος του.

Όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ — συμπεριλαμβανομένης της Ουγγαρίας — είναι μέλη του ΔΠΔ, κάτι που σημαίνει πως έχουν υποχρέωση εκτέλεσης των ενταλμάτων καθώς δεσμεύονται από το Καταστατικό της Ρώμης. Ανάμεσα στα μέλη συγκαταλέγεται και η – αμφιλεγόμενη διεθνώς – «Παλαιστινιακή Αρχή».

Αντίθετα, μεγάλες χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ρωσία, το Ισραήλ, η Ινδία, το Πακιστάν, η Τουρκία και το Ιράν δεν έχουν προσχωρήσει στο Δικαστήριο.

Η ουγγρική αποχώρηση δεν είναι το μόνο μέτωπο κατά του ΔΠΔ το τελευταίο διάστημα. Τον Φεβρουάριο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε προεδρικό διάταγμα για επιβολή περιορισμών εισόδου και οικονομικών κυρώσεων σε όσους βοηθούν το ΔΠΔ να ερευνήσει τον ρόλο των ΗΠΑ ή συμμάχων τους.

Όπως αναφέρεται στη σχετική διάταξη: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιβάλουν απτές και σημαντικές κυρώσεις σε όσους ευθύνονται για τις παραβιάσεις του ΔΠΔ, που μπορεί να περιλαμβάνουν και δέσμευση περιουσιακών στοιχείων, αλλά και απαγόρευση εισόδου στη χώρα τόσο για τα στελέχη και συνεργάτες του ΔΠΔ όσο και για τις οικογένειές τους, καθώς η παραμονή τους στις ΗΠΑ θα μπορούσε να θίξει τα συμφέροντά μας».

Σύμφωνα με την αμερικανική Προεδρία, οι ΗΠΑ «παραμένουν προσηλωμένες στη λογοδοσία και στην ειρηνική διευθέτηση των διεθνών υποθέσεων, αλλά το ΔΠΔ και τα μέρη της Ρώμης οφείλουν να σεβαστούν την απόφαση των ΗΠΑ και άλλων κρατών να μην υπαχθούν στη δικαιοδοσία του ΔΠΔ, όπως αρμόζει στα κυριαρχικά τους δικαιώματα».

Μεταξύ όσων στοχοποιήθηκαν από τις αμερικανικές κυρώσεις ήταν και ο τότε επικεφαλής εισαγγελέας του ΔΠΔ, Καρίμ Καν.

Τον Μάιο του 2024, ο Καρίμ Καν εξέδωσε εντάλματα σύλληψης κατά των ηγετών της Χαμάς Γιαχία Σινουάρ, Μοχάμεντ Ντέιφ και Ισμαήλ Χανίγια, για εγκλήματα πολέμου όπως η ομηρεία, αλλά και για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, συμπεριλαμβανομένων των δολοφονιών. Και οι τρεις επικεφαλής της Χαμάς είναι πλέον νεκροί.

Προειδοποίηση Μπέσσεντ: Επανέρχονται οι δασμοί για όσους δεν διαπραγματεύονται καλή τη πίστει

Με σαφές μήνυμα προς τις χώρες που αποφεύγουν τη συνεργασία προσήλθε ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσσεντ, δηλώνοντας ότι όσοι δεν επιδιώκουν διαπραγματεύσεις καλή τη πίστει θα ενημερωθούν εγγράφως για τους δασμούς που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν.

Σε συνέντευξή του στις 18 Μαΐου, ο Μπέσσεντ ξεκαθάρισε πως οι δασμοί ενδέχεται να επιστρέψουν στα επίπεδα που είχαν καθοριστεί από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στις 2 Απριλίου, σε περίπτωση που οι εμπορικοί εταίροι των ΗΠΑ δεν ανταποκριθούν σε ουσιαστικές διαπραγματεύσεις.

Υπενθυμίζεται ότι, στις αρχές Απριλίου, ο Τραμπ είχε ανακοινώσει ελάχιστο δασμό 10% σχεδόν σε όλες τις εισαγωγές, ενώ για περίπου 60 χώρες με τα μεγαλύτερα εμπορικά ελλείμματα έναντι των ΗΠΑ προβλέπονταν ακόμη υψηλότεροι δασμοί. Στους περισσότερους εταίρους δόθηκε τρίμηνη προθεσμία για διαπραγμάτευση, διατηρώντας έναν βασικό δασμό 10%.

Καλεσμένος στην εκπομπή «Meet the Press» του NBC, ο Μπέσσεντ τόνισε ότι το τελικό ύψος των δασμών θα εξαρτηθεί από τη διάθεση των εμπορικών εταίρων να διαπραγματευτούν έντιμα.

«Σε κάποιες χώρες οι δασμοί ήταν στο 10%, σε άλλες πολύ υψηλότεροι» σημείωσε, εξηγώντας: «Το διαπραγματευτικό χαρτί του προέδρου Τραμπ είναι ακριβώς αυτό – αν αρνείστε τη διαπραγμάτευση, οι δασμοί επανέρχονται στα επίπεδα της 2ας Απριλίου».

Ο Μπέσσεντ ξεκαθάρισε ακόμη ότι όσοι εμμένουν στην αδιαλλαξία, θα λάβουν επίσημη ειδοποίηση για το ύψος των δασμών που θα αντιμετωπίσουν. «Αυτό σημαίνει ότι δεν διαπραγματεύονται με καλή πίστη», πρόσθεσε, εκφράζοντας την πεποίθησή του ότι οι περισσότερες χώρες θα προσέλθουν τελικά σε ουσιαστικές συνομιλίες.

Ενημερωτικές επιστολές προς τους συνεταίρους

Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, ο Τραμπ γνωστοποίησε, μαζί με τον υπουργό Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ, ότι τις επόμενες εβδομάδες θα αρχίσει η αποστολή επιστολών προς εμπορικούς εταίρους, όπου θα αναλύονται οι συγκεκριμένοι δασμοί για κάθε χώρα.

«Υπάρχει μια διαδικασία ενστάσεων, θα έλεγε κανείς, αλλά πιστεύω ότι θα φερθούμε δίκαια», δήλωσε ο Τραμπ σε εκδήλωση στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, στις 16 Μαΐου.

Προσπάθειες για διαπραγματεύσεις

Το τελευταίο διάστημα, αρκετές χώρες, μεταξύ αυτών η Ινδία και η Νότια Κορέα, ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις με την Ουάσιγκτον, με στόχο να αποτρέψουν την εφαρμογή των αυξημένων δασμών μέχρι τη λήξη της τρίμηνης προθεσμίας.

Την ίδια ώρα, ο Τραμπ ανακοίνωσε πρόσφατα ότι επετεύχθη συμφωνία με το Ηνωμένο Βασίλειο, η οποία θα διευκολύνει σημαντικά την πρόσβαση των αμερικανικών εξαγωγών – με έμφαση στον αγροτικό τομέα – στη βρετανική αγορά.

Η συμφωνία προβλέπει μείωση των δασμών στα βρετανικά αυτοκίνητα στο 10% για τα πρώτα 100.000 οχήματα που θα εισάγονται, ενώ καταργούνται πλήρως οι δασμοί στον τομέα του χάλυβα.

Επιπλέον, ο πρόεδρος Τραμπ γνωστοποίησε ότι η Ινδία προσέφερε συμφωνία μηδενικών δασμών στις συναλλαγές με τις ΗΠΑ, δίνοντας έμφαση στα αμοιβαία οφέλη μιας τέτοιας εμπορικής συνεργασίας.

 

 

Η επιρροή της Κίνας στον ΠΟΥ και η αποχώρηση των ΗΠΑ: Τι καταγγέλλει ο Ρόμπερτ Κέννεντυ

Σε μετωπική επίθεση κατά του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) προχώρησε ο υπουργός Υγείας Ρόμπερτ Κέννεντυ Τζούνιορ, αιτιολογώντας με σκληρά λόγια την απόφαση της κυβέρνησης Τραμπ να αποσύρει τις Ηνωμένες Πολιτείες από τον οργανισμό της Γενεύης, εξαιτίας—σύμφωνα με τον ίδιο—της υπερβολικής επιρροής του κινεζικού κομμουνιστικού καθεστώτος κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Με βιντεοσκοπημένη παρέμβαση στις 20 Μαΐου, ο Κέννεντυ υποστήριξε πως ο ΠΟΥ υπέκυψε σε πολιτικές πιέσεις, παραμερίζοντας το βασικό του ρόλο για την προάσπιση της διεθνούς υγείας και ασφάλειας.

«Όλα αυτά έγιναν εμφανή κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, όταν ο ΠΟΥ, υπό προτροπή της Κίνας, απέκρυψε σημαντικά στοιχεία σε κομβικές φάσεις της κρίσης», τόνισε χαρακτηριστικά ο Αμερικανός αξιωματούχος.

Το Πεκίνο, παρά τις διεθνείς πιέσεις, αρνείται μέχρι σήμερα να παραδεχθεί ότι η εκκίνηση της πανδημίας έγινε στην Κίνα, δημοσιεύοντας μάλιστα πρόσφατα και έκθεση που «δείχνει» τις ΗΠΑ ως τόπο προέλευσης του ιού. Η συγκάλυψη της αρχικής εξάπλωσης το 2019 προκάλεσε καθυστερημένη κινητοποίηση διεθνώς. Νέα έγγραφα του αμερικανικού Κογκρέσου αποκάλυψαν πως Κινέζος ερευνητής είχε χαρτογραφήσει τη γενετική ακολουθία του SARS-CoV-2 ήδη δύο εβδομάδες πριν την κοινοποιήσει παγκοσμίως.

Ο Κέννεντυ δεν παρέλειψε να επικρίνει τον ΠΟΥ για την αδράνειά του όσον αφορά την αυτοκριτική και τις αναγκαίες αλλαγές που απαιτεί η εμπειρία της πανδημίας. «Η παγκόσμια συνεργασία στον τομέα της υγείας παραμένει κορυφαία προτεραιότητα, τόσο για τον πρόεδρο Τραμπ όσο και για μένα, όμως, η λειτουργία του ΠΟΥ έχει αποδειχθεί προβληματική. Ο οργανισμός δεν έχει καν αποδεχθεί τα δικά του λάθη, πόσο μάλλον να προχωρήσει σε ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις», υπογράμμισε.

Ειδική αναφορά έκανε και στη «Συμφωνία για την Πανδημία» που υιοθετήθηκε την ίδια μέρα από τη Γενική Συνέλευση του ΠΟΥ. Κατά τον Κέννεντυ, η συμφωνία ουσιαστικά μονιμοποιεί όλες τις παθογένειες που καταδείχθηκαν κατά το πρώτο κύμα της COVID-19, καθώς θεσπίζει σειρά διαδικασιών για την πρόληψη και διαχείριση μελλοντικών κρίσεων, προσδίδοντας—σύμφωνα με τους επικριτές—υπερβολικές αρμοδιότητες στον ΠΟΥ, με ορισμένες διατάξεις που φτάνουν έως την παρακολούθηση πολιτών.

Ο Τζέι Μπατατσάρια, επικεφαλής σήμερα των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας των ΗΠΑ, έχει ήδη προειδοποιήσει πως τέτοιες συμφωνίες θέτουν σε δεύτερη μοίρα την εθνική κυριαρχία, ανοίγοντας το δρόμο για αυστηρές πολιτικές.

Ο Κέννεντυ, από την πλευρά του, κάλεσε τους υπουργούς Υγείας όλου του κόσμου να απαιτήσουν ουσιαστική αναμόρφωση του ΠΟΥ και να ανοίξουν νέο κεφάλαιο διεθνούς συνεργασίας στον τομέα της υγείας. «Η αποχώρησή μας οφείλει να λειτουργήσει ως καμπανάκι για τον Οργανισμό. Οι ΗΠΑ παραδοσιακά καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης του ΠΟΥ τα τελευταία 25 χρόνια. Επιθυμούμε έναν οργανισμό που να υπηρετεί πραγματικά τη διεθνή υγεία, με διαφάνεια και ίσους όρους για όλα τα κράτη-μέλη», τόνισε.

Οικονομικές παρενέργειες από την αποχώρηση των ΗΠΑ

Η απόσυρση της αμερικανικής χρηματοδότησης έχει ήδη προκαλέσει κλυδωνισμούς στον προϋπολογισμό του ΠΟΥ. Στις 19 Μαΐου, ο γενικός διευθυντής του οργανισμού, Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγιέσους, απηύθυνε έκκληση στα κράτη-μέλη να εγκρίνουν τον προϋπολογισμό ύψους 2,1 δισ. δολαρίων ετησίως, παρομοιάζοντας τη σημασία του έργου του ΠΟΥ με το κόστος του πολέμου.

«Για έναν οργανισμό που δρα σε 150 χώρες με τόσο διευρυμένη αποστολή, τα 4,2 δισ. δολάρια για δύο χρόνια είναι ελάχιστα, μάλλον συγκριτικά σεμνά», επισήμανε ο κ. Γκεμπρεγιέσους.

Η σύγκριση με τους προηγούμενους προϋπολογισμούς είναι χαρακτηριστική: τα 4,2 δισ. δολάρια για το 2026–2027 αποτελούν μείωση σε σχέση με τα 6,83 δισ. που είχαν συμφωνηθεί για το 2024–2025. «Τα 2,1 δισ. δολάρια ισοδυναμούν με τις παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες κάθε οκτώ ώρες ή με το κόστος ενός stealth βομβαρδιστικού — μηχανές που σκοτώνουν. Είναι, επίσης, το ένα τέταρτο από όσα δαπανά ετησίως η καπνοβιομηχανία για διαφήμιση και προώθηση, προϊόντα που επίσης σκοτώνουν. Κάποιος, φαίνεται, έχει αντιστρέψει τις αξίες του κόσμου μας», σχολίασε με νόημα.

Στο μεταξύ, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της Κίνας, Λιου Γκουοτσόνγκ, ανακοίνωσε από τη Γενεύη πως το Πεκίνο θα ενισχύσει οικονομικά τον ΠΟΥ με επιπλέον 500 εκατ. δολάρια την επόμενη πενταετία.

Με πληροφορίες από Associated Press και Reuters

Διορία 10 ημερών από τη Δαμασκό για την ένταξη ενόπλων ομάδων στις κρατικές δυνάμεις ασφαλείας

Η νέα ισλαμιστική κυβέρνηση της Συρίας, που ανέλαβε την εξουσία μετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ τον περασμένο Δεκέμβριο, κάλεσε όλες τις ανεξάρτητες ένοπλες ομάδες να ενταχθούν στις κρατικές δυνάμεις ασφαλείας εντός δέκα ημερών, διαφορετικά θα αντιμετωπίσουν κυρώσεις, σύμφωνα με ανακοίνωση του Σύρου υπουργού Άμυνας, Μούρχαφ Αμπού Κάσρα.

Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση που εκδόθηκε το βράδυ της 17ης Μαΐου, ο Αμπού Κάσρα δήλωσε ότι «στρατιωτικές μονάδες» έχουν ήδη ενταχθεί σε ένα ενιαίο θεσμικό πλαίσιο υπό κυβερνητικό έλεγχο.

Ο ίδιος τόνισε την ανάγκη να προχωρήσουν και οι υπόλοιπες μικρότερες στρατιωτικές ομάδες στην ένταξή τους στο υπουργείο Άμυνας «εντός μέγιστου χρονικού διαστήματος δέκα ημερών», ώστε να ολοκληρωθεί η διαδικασία ενοποίησης και οργάνωσης.

Η ανακοίνωση δεν διευκρίνιζε ποιες ομάδες αφορά τελικά το τελεσίγραφο, ενώ εκτιμάται ότι δεν στρέφεται κατά των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF), κουρδο-αραβικής ένοπλης συμμαχίας που υποστηρίζεται από την Ουάσιγκτον και ελέγχει μεγάλο μέρος της βορειοανατολικής Συρίας.

Ήδη από τον Μάρτιο, ο SDF είχε υπογράψει συμφωνία με τη Δαμασκό για την ένταξη των μαχητών της στις κρατικές δυνάμεις ασφαλείας, καθώς και για την παράδοση του ελέγχου των περιοχών και θεσμών που διαχειρίζεται στο συριακό κράτος.

Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, είχε τότε χαιρετίσει τη συμφωνία, δηλώνοντας ότι η Ουάσιγκτον παραμένει προσηλωμένη σε μια πολιτική μετάβαση στη Συρία «με πειστική και μη σεχταριστική διακυβέρνηση, ως τη βέλτιστη οδό για την αποφυγή νέας σύγκρουσης».

Ωστόσο, στις 15 Μαΐου, η Τουρκία—η οποία θεωρεί τον SDF τρομοκρατική οργάνωση—δήλωσε πως οι όροι της συμφωνίας δεν έχουν ακόμη εφαρμοστεί στην πράξη.

Όπως ανέφερε ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, έπειτα από συναντήσεις με τον Ρούμπιο και τον Σύρο ομόλογό του στην Αττάλεια, «αναμένουμε την υλοποίηση αυτών των βημάτων». Ο Φιντάν υπογράμμισε ότι «για να επιτευχθεί σταθερότητα στη Συρία, απαιτείται μια συνολική κυβέρνηση και μία ενιαία, νόμιμη ένοπλη δύναμη».

Συνεχιζόμενη βία

Το καθεστώς του Σύρου προέδρου Μπασάρ Αλ Άσαντ ανατράπηκε τον Δεκέμβριο από επίθεση ανταρτών με επικεφαλής την οργάνωση Χεζμπ Ταχρίρ Αλ Σαμ (HTS), σουνιτική ένοπλη ομάδα με παρελθόν συνδεδεμένο με την Αλ Κάιντα.

Έκτοτε, η νέα κυβέρνηση υπό την HTS έχει επιχειρήσει να εδραιώσει τον έλεγχό της και να ενοποιήσει τις πολυδιασπασμένες ένοπλες ομάδες υπό κρατική διοίκηση.

Λίγο μετά την ανατροπή του προηγούμενου καθεστώτος, σουνιτικές ένοπλες οργανώσεις που είχαν πολεμήσει κατά του Άσαντ—συμπεριλαμβανομένης της HTS—συμφώνησαν να ενταχθούν στο κρατικό σύστημα ασφάλειας.

Απόφοιτοι των δυνάμεων γενικής ασφάλειας της Συρίας υπό τη νέα διοίκηση της χώρας παρευρίσκονται σε τελετή στην , στις 12 Φεβρουαρίου 2025. (Aaref Watad/AFP μέσω Getty Images)

 

Ωστόσο, στη Συρία εξακολουθούν να δρουν ανεξάρτητες ένοπλες ομάδες, κάποιες εκ των οποίων στηρίζουν τη νέα κυβέρνηση, ενώ άλλες της εναντιώνονται.

Τον Μάρτιο, σουνίτες μαχητές στην επαρχία Λαττάκειας σκότωσαν εκατοντάδες μέλη της κοινότητας των Αλαουιτών, θρησκευτικής μειονότητας από την οποία κατάγεται η οικογένεια Άσαντ.

Τον Απρίλιο, δεκάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν στη νότια Συρία, ύστερα από συγκρούσεις ανάμεσα σε σουνίτες ενόπλους και μέλη της μειονότητας των Δρούζων.

Στις 17 Μαΐου, συριακές δυνάμεις ασφαλείας πραγματοποίησαν επιχειρήσεις κατά στόχων που συνδέονται με την τρομοκρατική οργάνωση ISIS στο Χαλέπι, κατά τις οποίες, σύμφωνα με τις αρχές, σκοτώθηκαν τρία μέλη της οργάνωσης.

Το υπουργείο Άμυνας ανακοίνωσε επίσης τον θάνατο ενός μέλους των δυνάμεων ασφαλείας και τη σύλληψη άλλων τεσσάρων υπόπτων.

Την επόμενη ημέρα, τρεις αστυνομικοί σκοτώθηκαν όταν παγιδευμένο αυτοκίνητο εξερράγη κοντά σε αστυνομικό τμήμα στην επαρχία Ντέιρ Εζ Ζορ, σύμφωνα με το συριακό κρατικό πρακτορείο SANA.

Μέχρι την ώρα δημοσίευσης δεν είχε υπάρξει ανάληψη ευθύνης για την επίθεση.

Στο μεταξύ, κατά την επίσκεψή του στη Σαουδική Αραβία στις 13–14 Μαΐου, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ συναντήθηκε με τον Άχμεντ Αλ Σαρά, μεταβατικό ηγέτη της Συρίας και επικεφαλής της HTS.

Μετά τη συνάντηση, ο Τραμπ ανακοίνωσε την άρση των μακροχρόνιων αμερικανικών κυρώσεων που είχαν επιβληθεί στο καθεστώς Άσαντ.

Ο Σύρος υπουργός Εσωτερικών, Άνας Χατάμπ, δήλωσε ότι η απόφαση αυτή θα συμβάλει στην «εδραίωση της ασφάλειας και της σταθερότητας και στην προώθηση της κοινωνικής ειρήνης στη Συρία και στην ευρύτερη περιοχή».

Με πληροφορίες του Reuters

Τζ. Ντ. Βανς: Ο Πούτιν δεν έχει σχέδιο εξόδου από τον πόλεμο στην Ουκρανία

Ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζ. Ντ. Βανς, δήλωσε στις 19 Μαΐου ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν φαίνεται να μην διαθέτει σαφή στρατηγική για τη λήξη του πολέμου στην Ουκρανία.

Οι δηλώσεις του έγιναν λίγες ώρες πριν από μια κρίσιμη τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Πούτιν, με στόχο την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός στη μακροχρόνια σύρραξη.

Ο Βανς ανέφερε σε συνομιλία του με δημοσιογράφους, κατά τη διάρκεια της πτήσης του με το Air Force Two από τη Ρώμη, ότι δεν είναι βέβαιος αν ο Πούτιν έχει κάποιο σχέδιο για την αποκλιμάκωση του πολέμου.

Λίγο μετά από ιδιωτική ακρόαση με τον Πάπα Λέοντα ΙΔ΄ και συναντήσεις υψηλού επιπέδου στο Βατικανό, ο Βανς σημείωσε πως η ειρηνευτική διαδικασία βρίσκεται σε αδιέξοδο. Σύμφωνα με τον ίδιο, το γεγονός αυτό οδήγησε τον Τραμπ να προχωρήσει στην τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ρώσο ηγέτη, καθώς εκτιμά ότι ο Πούτιν δεν γνωρίζει πώς να απεμπλακεί από τη σύγκρουση.

Η δήλωσή του έγινε λίγες ώρες πριν από την έναρξη της δίωρης συνομιλίας Τραμπ–Πούτιν, η οποία, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, ξεκίνησε στις 10 το πρωί της 19ης Μαΐου. Ο Αμερικανός πρόεδρος ανέφερε στη συνέχεια, μέσω της πλατφόρμας Truth Social, ότι η επικοινωνία ήταν πολύ θετική.

Όπως υποστήριξε, Ρωσία και Ουκρανία συμφώνησαν να ξεκινήσουν άμεσα διαπραγματεύσεις για την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός και –και κυρίως– για τη συνολική λήξη του πολέμου. Τόνισε ότι οι όροι θα καθοριστούν αποκλειστικά από τις δύο πλευρές, καθώς μόνο εκείνες γνωρίζουν λεπτομέρειες που είναι ουσιώδεις για την επίτευξη συμφωνίας.

Μερικά 24ωρα νωρίτερα, ο Τραμπ ανακοίνωσε πως σκόπευε να συνομιλήσει τόσο με τον Πούτιν όσο και με τον Ζελένσκι, σε διαδοχικές κλήσεις, σε μια προσπάθεια να τερματίσει αυτό που χαρακτήρισε ως «αιματοχυσία» που στοιχίζει τη ζωή σε πάνω από 5.000 στρατιώτες την εβδομάδα.

Παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις του για ειρήνευση, η σύγκρουση Ρωσίας–Ουκρανίας δεν έχει έως τώρα παρουσιάσει ενδείξεις αποκλιμάκωσης. Ο Τραμπ έχει εκφράσει αμφιβολίες ως προς την ειλικρίνεια της ρωσικής πλευράς και εκτιμά πως η τελευταία επικοινωνία του με τον Πούτιν έδωσε κάποιες απαντήσεις.

Ο ίδιος έκανε λόγο για «άριστο τόνο και πνεύμα» κατά τη διάρκεια της συνομιλίας και πρόσθεσε ότι, εάν δεν ήταν έτσι, δεν θα δίσταζε να το δηλώσει δημοσίως. Επισήμανε, επίσης, ότι η Ρωσία ενδιαφέρεται για ευρείας κλίμακας εμπορικές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες όταν λήξει η «καταστροφική αυτή αιματοχυσία», κάτι με το οποίο –όπως είπε– συμφωνεί.

Αναφερόμενος στη συνέχεια, ο Τραμπ δήλωσε ότι είχε και μια σύντομη επικοινωνία με τον Ζελένσκι, μετά τη συνομιλία του με τον Πούτιν, και εκτίμησε ότι οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Μόσχας και Κιέβου θα ξεκινήσουν άμεσα, με το Βατικανό να θεωρείται πιθανός τόπος διεξαγωγής των συνομιλιών.

Ο Βανς, από την πλευρά του, υποστήριξε ότι ένα από τα βασικά εμπόδια για την επίτευξη ειρήνης είναι η «βαθιά δυσπιστία» μεταξύ της Δύσης και της Ρωσίας – μια κληρονομιά, όπως τη χαρακτήρισε, των προηγούμενων κυβερνήσεων, την οποία ο Τραμπ επιδιώκει να διορθώσει.

Παρατήρησε, ωστόσο, ότι η προσπάθεια αυτή απαιτεί συνεργασία και από τις δύο πλευρές, λέγοντας ότι, εάν η Ρωσία δεν δείξει διάθεση καλής πίστης, τότε οι ΗΠΑ ενδέχεται να αποσυρθούν από τον ρόλο του διαμεσολαβητή. Χαρακτηριστικά φέρεται να είπε ότι, αν η Μόσχα δεν είναι πρόθυμη να συνεργαστεί, «θα πρέπει κάποια στιγμή να πούμε: ‘Δεν είναι δικός μας πόλεμος’». Ο Βανς έχει ήδη δηλώσει ότι η Ουάσιγκτον θα αποχωρήσει από τις συνομιλίες εφόσον δεν σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος.

Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Καρολάιν Λέβιτ, δήλωσε σε ενημέρωση Τύπου πριν την τηλεφωνική επικοινωνία ότι ο πρόεδρος έχει εκφράσει «κόπωση και απογοήτευση» για τη στάση και των δύο πλευρών και ότι επιθυμεί την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός το συντομότερο δυνατόν.

Η κλήση Τραμπ–Πούτιν ακολούθησε τη σύνοδο της 16ης Μαΐου στην Κωνσταντινούπολη, που αποτέλεσε την πρώτη απευθείας ειρηνευτική συνάντηση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας από την έναρξη του πολέμου το 2022. Η συνάντηση οδήγησε σε συμφωνία ανταλλαγής αιχμαλώτων, χωρίς ωστόσο να υπάρξει συμφωνία για κατάπαυση του πυρός. Ο Πούτιν δεν συμμετείχε και ο Ζελένσκι, του οποίου το αίτημα για προσωπική συνάντηση απορρίφθηκε, εκπροσωπήθηκε από αντιπροσωπεία χαμηλότερου επιπέδου.