Σε ένα κρίσιμο ραντεβού υψηλού επιπέδου που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη στο Παρίσι, οι Ηνωμένες Πολιτείες παρουσίασαν στους Ευρωπαίους εταίρους τους ένα πακέτο προτάσεων με σκοπό να ανοίξει ο δρόμος για ειρήνευση ανάμεσα στη Ρωσία και την Ουκρανία. Οι αμερικανικές ιδέες περιλάμβαναν όρους για παύση των εχθροπραξιών και σταδιακή άρση των κυρώσεων σε βάρος της Μόσχας, εφόσον εγκαθιδρυθεί ένα σταθερό καθεστώς κατάπαυσης του πυρός.
Σύμφωνα με το Ελιζέ, στο τραπέζι τέθηκαν όλα τα «κεφαλαιώδη σημεία» μιας ενδεχόμενης ανακωχής, όπως και οι απαραίτητες εγγυήσεις ασφαλείας. Ένα από τα βασικά σκέλη των αμερικανικών προτάσεων, όπως διαμήνυσε το γαλλικό προεδρικό γραφείο, αφορά στην ουσιαστική παγιοποίηση της σύγκρουσης στη σημερινή γραμμή επαφής.
«Η πραγματικότητα είναι ότι αυτήν τη στιγμή σημαντικά τμήματα εδάφους παραμένουν υπό ρωσική κατοχή. Αν το άμεσο ζητούμενο είναι η επίτευξη κατάπαυσης του πυρός, τότε θα πρέπει να στηριχθούμε στην παρούσα γραμμή επαφής», ανέφερε ανώνυμα ανώτατος αξιωματούχος του Ελιζέ στην Epoch Times, προσθέτοντας: «Οφείλουμε να ξεκινήσουμε από αυτό που υπάρχει σήμερα στο πεδίο».
Η γραμμή αυτή ήρθε όμως αντιμέτωπη με την κατηγορηματική αντίδραση του Κιέβου. Ο επικεφαλής της ουκρανικής προεδρικής διοίκησης, Αντρίι Γερμάκ, ξεκαθάρισε μέσω δηλώσεών του στη «Le Monde» πως η Ουκρανία απορρίπτει κάθε ιδέα «αναγνώρισης της κατοχής εδαφών της από τη Μόσχα», τονίζοντας ότι πρόκειται για «απαραβίαστη κόκκινη γραμμή».
Από το γαλλικό προεδρικό μέγαρο επέμειναν ότι σκοπός της συνάντησης ήταν να δοθεί η δυνατότητα στο Κίεβο να κατανοήσει σε βάθος τις αμερικανικές θέσεις και να διαμορφώσει τη στάση του. «Το επόμενο βήμα εναπόκειται τώρα στην Ουκρανία, να παρουσιάσει τις δικές της απαιτήσεις και τη διαθεσιμότητά της για τη συνέχιση των συνομιλιών που ξεκίνησαν οι Αμερικανοί με τους Ρώσους», επισήμαινε ο ίδιος αξιωματούχος.
Σύμφωνα πάντα με το Ελιζέ, αξιωματούχοι από τη Γαλλία, τη Γερμανία και τη Βρετανία εξέφρασαν τη στήριξή τους στον «στόχο του Προέδρου Τραμπ για άμεσο τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία». «Συμφωνήσαμε στην ανάγκη για πλήρη κατάπαυση του πυρός το συντομότερο δυνατόν», συμπλήρωσε.
Η γαλλική προεδρία χαρακτήρισε τη συνάντηση «εξαιρετική ανταλλαγή απόψεων» που οδήγησε σε σύγκλιση στα μείζονα ζητήματα: «Στόχος, μια στέρεη ειρήνη προς όφελος της Ουκρανίας και κατ’ επέκταση όλης της Ευρώπης».
Νέα συνάντηση κορυφής προγραμματίζεται για την ερχόμενη εβδομάδα στο Λονδίνο.
Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, μιλώντας την Παρασκευή από το αεροδρόμιο Λε Μπουργέ του Παρισιού, εξήρε τη θετική συμβολή των Ευρωπαίων και έκανε λόγο για «εποικοδομητικό κλίμα» στη σύσκεψη, ζητώντας όμως μεγαλύτερη σαφήνεια στις επόμενες επαφές.
Παράλληλα, προειδοποίησε ότι η διοίκηση Τραμπ ενδέχεται να εγκαταλείψει την πρωτοβουλία, εάν δεν σημειωθεί ταχεία πρόοδος. «Πρέπει μέσα σε λίγες ημέρες να διαπιστώσουμε εάν υπάρχει πρόσφορο έδαφος για επίτευξη συμφωνίας σε σύντομο χρονικό διάστημα· διαφορετικά, θα στραφούμε αλλού, καθώς έχουμε και άλλες προτεραιότητες», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος, από την Ουάσιγκτον, διεμήνυσε ότι οι ΗΠΑ δεν θα διστάσουν να αποσυρθούν εάν δεν υπάρξει ουσιαστική διάθεση συνεργασίας από Μόσχα και Κίεβο. «Αν κάποια πλευρά το κάνει δύσκολο, απλώς θα πούμε: «Είστε ανόητοι, απαράδεκτοι. Και θα αποχωρήσουμε. Ελπίζουμε βέβαια να μην χρειαστεί», τόνισε.
Ο πόλεμος ανάμεσα στη Ρωσία και την Ουκρανία διανύει πια το τέταρτο έτος του και οι μάχες συνεχίζουν να μαίνονται.
Κατά την προεκλογική εκστρατεία του, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ είχε δεσμευτεί να θέσει γρήγορα τέλος σ’ αυτή τη φονική σύρραξη με την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο. Ωστόσο, τρεις μήνες εντατικών επαφών, συναντήσεων και ταξιδιών για την προώθηση διαπραγματεύσεων μεταξύ Μόσχας και Κιέβου δεν έχουν ακόμα οδηγήσει σε χειροπιαστό αποτέλεσμα.
Πού βρίσκονται, λοιπόν, οι αμερικανικές προσπάθειες για τερματισμό ή έστω περιορισμό των συγκρούσεων; Ακολουθεί η εικόνα μέχρι στιγμής.
Σημαντικές επαφές στη Σαουδική Αραβία
Τον Φεβρουάριο, λίγο μετά την εκ νέου ανάληψη της προεδρίας από τον Τραμπ, ανώτατοι αξιωματούχοι των ΗΠΑ και της Ρωσίας συναντήθηκαν στη Σαουδική Αραβία, με βασικό θέμα τον τερματισμό του πολέμου.
Έκτοτε, τόσο η Ουάσιγκτον όσο και η Μόσχα δηλώνουν ότι επιδιώκουν την ειρήνη, μετά τον βαρύ φόρο αίματος που έχει αφήσει πίσω της η σύγκρουση.
Στις 11 Απριλίου, ο ειδικός απεσταλμένος του Τραμπ, Στιβ Ουίτκοφ, επισκέφθηκε τη Αγία Πετρούπολη, όπου είχε μαραθώνια τετράωρη συνάντηση με τον Ρώσο Πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν.
Το Κρεμλίνο, σε μετέπειτα ανακοίνωσή του, επιβεβαίωσε πως το βασικό αντικείμενο πίσω από τις κλειστές πόρτες ήταν η αναζήτηση λύσης για την Ουκρανία.
Ο Πούτιν έχει δηλώσει ότι είναι έτοιμος να συναινέσει σε συνολική κατάπαυση του πυρός – υπό την προϋπόθεση να ικανοποιηθούν μια σειρά ρωσικών απαιτήσεων.
Μεταξύ αυτών συγκαταλέγεται η αναγνώριση της ρωσικής κυριαρχίας σε τέσσερις ουκρανικές περιφέρειες που προσαρτήθηκαν μετά τη ρωσική εισβολή το 2022, καθώς και η πλήρης αποχώρηση των ουκρανικών στρατευμάτων από αυτές τις περιοχές. Παράλληλα η Ρωσία ζητά και δεσμεύσεις ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί ποτέ στο ΝΑΤΟ.
«Όροι που δεν γίνονται αποδεκτοί»
Το Κίεβο, ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αλλά και ορισμένοι Αμερικανοί αξιωματούχοι χαρακτηρίζουν απαράδεκτες τις ρωσικές απαιτήσεις, σημειώνοντας πως ισοδυναμούν με ουσιαστική παράδοση της Ουκρανίας.
Ωστόσο, ο Αμερικανός διαμεσολαβητής Ουίτκοφ έχει τις τελευταίες εβδομάδες αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο μελέτης των ρωσικών όρων.
Σε συνέντευξή του στον σχολιαστή Τάκερ Κάρλσον, ο Ουίτκοφ τόνισε πως οι τέσσερις αυτές περιοχές είναι ρωσόφωνες, προσθέτοντας: «Έχουν γίνει δημοψηφίσματα στις περιοχές αυτές και η συντριπτική πλειοψηφία θέλει να υπαχθεί στη ρωσική διοίκηση».
Η τοποθέτησή του προκάλεσε αναστάτωση στο Κίεβο. Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, δήλωσε σε τηλεοπτική του παρέμβαση ότι «Τα σχόλια του κ. Ουίτκοφ μάς ανησυχούν πολύ. Πολεμάμε τον Πούτιν και δεν χρειαζόμαστε άλλους βοηθούς του». Επιπλέον, υπογράμμισε ότι ο Αμερικανός διαμεσολαβητής «δεν είναι στρατιωτικός ειδικός» και κατηγόρησε τον Ουίτκοφ ότι αναπαράγει ρωσικά αφηγήματα, έναντι των οποίων η Ουκρανία «θα παλέψει όπου κι αν εκφράζονται».
Αμερικανικές πρωτοβουλίες περιορισμένης κατάπαυσης του πυρός – Προσκόμματα
Στο τέλος Μαρτίου, οι ΗΠΑ επέστρεψαν στη Σαουδική Αραβία για ξεχωριστές συζητήσεις με Ρώσους και Ουκρανούς εκπροσώπους, με αντικείμενο μια περιορισμένη κατάπαυση του πυρός στη Μαύρη Θάλασσα.
Μετά τις συνομιλίες, ανακοινώθηκε ότι οι ΗΠΑ και η Ρωσία συναίνεσαν «στην εξασφάλιση ασφαλούς ναυσιπλοΐας, στον τερματισμό της χρήσης βίας και στη μη χρησιμοποίηση εμπορικών πλοίων για στρατιωτικούς σκοπούς στη Μαύρη Θάλασσα». Το Κρεμλίνο, πάντως, προέταξε νέα αιτήματα, όπως την επανασύνδεση της κρατικής αγροτικής τράπεζας της Ρωσίας στο παγκόσμιο σύστημα πληρωμών SWIFT, αλλά και την άρση των κυρώσεων σε ρωσικές αγροδιατροφικές βιομηχανίες.
Ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, διαβεβαίωσε ότι οι αμερικανικές Αρχές θα αξιολογήσουν τα αιτήματα της Μόσχας – ωστόσο η τύχη αυτής της επεξεργασίας παραμένει ασαφής.
Αλληλοκατηγορίες για παραβίαση του μορατόριουμ
Ο Ζελένσκι από την πλευρά του κατηγόρησε τη Ρωσία ότι προσθέτει συνεχώς προϋποθέσεις για άρση κυρώσεων στο παζάρι για τη Μαύρη Θάλασσα. «Θέτουν προϋποθέσεις για τις κυρώσεις προς τους Αμερικανούς», ανέφερε, εκφράζοντας την ελπίδα οι Αμερικανοί διαπραγματευτές να επιδείξουν ανάλογη αντοχή με τους ίδιους τους Ουκρανούς.
Κατά τις τελευταίες συνομιλίες στη Σαουδική Αραβία, Μόσχα και Κίεβο συμφώνησαν σε μορατόριουμ επίθεσης σε ενεργειακές εγκαταστάσεις – όμως έκτοτε εκατέρωθεν κατηγορούνται για παραβίαση της συμφωνίας. Αξιωματούχος του ρωσικού ΥΠΕΞ δήλωσε ότι «οι ουκρανικές δυνάμεις έχουν εξαπολύσει 98 πλήγματα κατά ενεργειακών υποδομών μετά τη συμφωνία». Η πληροφορία αυτή ωστόσο δεν κατέστη δυνατό να επιβεβαιωθεί ανεξάρτητα.
Η αμερικανική ενόχληση αυξάνεται
Ύστερα από τον τελευταίο γύρο επαφών, Αμερικανοί αξιωματούχοι –μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο Τραμπ– άρχισαν να εκφράζουν δημόσια την απογοήτευσή τους από την έλλειψη προόδου.
Συνέντευξη Τραμπ στο NBC News μετέφερε τον εκνευρισμό του προς τον Βλαντίμιρ Πούτιν αναφορικά με τη συνεχιζόμενη αιματοχυσία. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ προειδοποίησε ότι, εφόσον δεν επιτευχθεί συμφωνία, «θα επιβάλει δεύτερο πακέτο δασμών σε όλο το ρωσικό πετρέλαιο».
Εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, Τζέιμς Χιούιτ, επιβεβαίωσε την «έντονη δυσαρέσκεια» της Ουάσινγκτον για τη στάση της Μόσχας στις διαπραγματεύσεις.
Στις 12 Απριλίου, ο Τραμπ παραδέχθηκε πως παρόλο που οι συνομιλίες συνεχίζονται, η υπομονή εξαντλείται: «Υπάρχει ένα σημείο όπου ή προχωράς ή σταματάς κάθε προσπάθεια».
«Υπάρχει πολιτική βούληση, αλλά τα σημεία διαφωνίας παραμένουν»
Παρά την απογοήτευση, ο Ουίτκοφ εμφανίστηκε αισιόδοξος, δηλώνοντας στο Fox News ότι «ένα λειτουργικό πλαίσιο συμφωνίας μπορεί να βρεθεί», κάνοντας λόγο για «ουσιαστική» συνάντηση με τον Πούτιν. Από την πλευρά του, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, παραδέχθηκε πως «ακόμα δεν υπάρχει σαφές περίγραμμα συμφωνίας, αλλά υπάρχει πολιτική βούληση».
Η ουκρανική κυβέρνηση παραμένει ανυποχώρητη. Το Κίεβο έχει διαμηνύσει πως αποκλείει κάθε συζήτηση για μείωση της αμυντικής του ισχύος ή αποδοχή των ρωσικών όρων. «Αυτό είναι θεμελιώδης θέση μας», δήλωσε ο Παύλο Παλίσα, αναπληρωτής προϊστάμενος του γραφείου Ζελένσκι. «Κανείς – και ειδικά η Ρωσία – δεν θα υπαγορεύσει στην Ουκρανία το μέγεθος των Ενόπλων Δυνάμεών της».
Συνεχείς διπλωματικές επαφές, αλλά χωρίς αποτέλεσμα
Παρά τις αργές εξελίξεις, η ρωσική πλευρά επιβεβαιώνει πως οι επαφές με τις ΗΠΑ συνεχίζονται – σε διπλωματικό και μυστικό επίπεδο, καθώς και με πρωτοβουλία του Κιρίλ Ντμιτρίεφ, ειδικού απεσταλμένου του Πούτιν, που επισκέφθηκε την Ουάσινγκτον νωρίτερα μέσα στον μήνα.
Ο Ντμιτρίεφ, επικεφαλής του ρωσικού επενδυτικού ταμείου, μιλώντας στο CNN δήλωσε ότι «οι δύο πλευρές προσπαθούν να προσδιορίσουν εφικτούς τρόπους για μια μακροπρόθεσμη λύση στην Ουκρανία».
Δύσβατος ο δρόμος της συμφωνίας
Παρά την εντεινόμενη διπλωματική κινητικότητα, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ εμφανίσθηκε επιφυλακτικός: «Δεν είναι εύκολο να συμφωνήσουμε στα βασικά σημεία της επίλυσης», είπε στη ρωσική Τύπο.
Ο Ουκρανός πρόεδρος, από την Οδησσό κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου με τον ηγέτη του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε, υπογράμμισε ξανά τις «κόκκινες γραμμές» του Κιέβου περί εθνικής κυριαρχίας και ακεραιότητας. «Μόνο ο ουκρανικός λαός μπορεί να αποφασίζει για τα εδάφη της χώρας», τόνισε, ενώ κατηγόρησε αμερικανικούς κύκλους ότι συζητούν «θέματα εκτός αρμοδιότητάς τους».
Στις 18 Απριλίου, ο Μάρκο Ρούμπιο, αντιπρόεδρος της αμερικανικής κυβέρνησης, έθεσε αυστηρό τελεσίγραφο: «Δεν θα συνεχίσουμε επ’ αόριστον αυτή την προσπάθεια. Μέσα σε λίγες ημέρες πρέπει να φανεί αν υπάρχει δυνατότητα συμφωνίας». Ο ίδιος ο Τραμπ επανέλαβε το μήνυμα: «Αν κάποια πλευρά δείξει αδιαλλαξία, δεν πρόκειται να συνεχίσουμε άσκοπα».
Συμφωνία ΗΠΑ–Ουκρανίας για τα ορυκτά στο προσκήνιο
Μέσα σε αυτό το κλίμα αβεβαιότητας, το Κίεβο ανακοίνωσε την υπογραφή μνημονίου με την Ουάσινγκτον για την εκμετάλλευση των ουκρανικών ορυκτών πόρων.
Η Υπουργός Οικονομίας της Ουκρανίας, Γιούλια Σβιριέντενκο, γνωστοποίησε με ανάρτησή της την επίτευξη συμφωνίας «ως πρώτο βήμα προς μια μακροπρόθεσμη σύμπραξη για την κοινή αξιοποίηση των ορυκτών πόρων της χώρας».
Ο Τραμπ δηλώνει πως μια τέτοια συμφωνία μπορεί να καλλιεργήσει το έδαφος για ειρήνη μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας, δίνοντας στις ΗΠΑ ισχυρό οικονομικό ενδιαφέρον για το μέλλον της Ουκρανίας.
Σύμφωνα με τον Τζέιμς Χιούιτ, εκπρόσωπο του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας, η συμφωνία θα εδραιώσει «μια διαρκή οικονομική σχέση που θα στηρίξει και την ασφάλεια της χώρας».
Οι δύο πλευρές βρέθηκαν κοντά σε οριστικοποίηση σχεδίου συμφωνίας ήδη από τον Φεβρουάριο, ωστόσο σημειώθηκαν καθυστερήσεις μετά από επεισοδιακή συνάντηση Τραμπ–Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο.
Όπως είπε η Σβιριέντενκο, το μνημόνιο ανοίγει τον δρόμο για τη δημιουργία επενδυτικού ταμείου με στόχο την ανασυγκρότηση της Ουκρανίας.
Ο Τραμπ έχει πει ότι η τελική συμφωνία μπορεί να υπογραφεί την ερχόμενη εβδομάδα, αποσκοπώντας στην προνομιακή πρόσβαση των ΗΠΑ στα ουκρανικά ορυκτά. Ο Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, δήλωσε πως «έχουμε φτάσει ουσιαστικά στα ίδια βασικά σημεία που είχαν συμφωνηθεί προηγουμένως».
Βάσει του μνημονίου –το οποίο έχει δημοσιοποιηθεί από το Κίεβο– Ουκρανία και ΗΠΑ ευελπιστούν να ολοκληρώσουν τις σχετικές διαπραγματεύσεις μέχρι τις 26 Απριλίου, αμέσως μετά την επίσκεψη του Ουκρανού πρωθυπουργού, Ντένις Σμίγκαλ, στην Ουάσινγκτον.
Αυξανόμενη είναι η αβεβαιότητα σε επιχειρήσεις και εργαζόμενους σε όλη την Κίνα, καθώς οι κινεζικές αρχές επιμένουν σε σκληρή στάση απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην αυστηρή πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ για τις εμπορικές και διμερείς σχέσεις.
Στελέχη της βιομηχανίας και εργαζόμενοι τονίζουν πως τα αυξανόμενα τιμολόγια από τις ΗΠΑ τους έχουν φέρει σε δύσκολη θέση: οι παραγγελίες μειώνονται δραματικά, ενώ πολλές εταιρείες αναγκάζονται να λάβουν ακραία μέτρα για να επιβιώσουν.
Παρότι στα κινεζικά μέσα κοινωνικής δικτύωσης επικρατεί κλίμα εθνικισμού και αντιαμερικανικής ρητορικής, όλο και περισσότερο εμφανίζονται αναρτήσεις και βίντεο που προειδοποιούν για μαζικές απολύσεις και παρατεταμένες «αναγκαστικές άδειες», αποκαλύπτοντας το άγχος που διαπερνά μια οικονομία που ήδη δοκιμάζεται από υψηλή ανεργία, συρρίκνωση κερδών και μείωση των ξένων επενδύσεων.
Στις 11 Απριλίου, ο πρόεδρος Τραμπ επέβαλε οριζόντιο δασμό 145% στα περισσότερα κινεζικά προϊόντα, απαντώντας στις αντίστοιχες κινήσεις του Πεκίνου που την ίδια μέρα επέβαλε επιπρόσθετο αντίμετρο 125% σε αμερικανικά αγαθά.
Το Πεκίνο προχώρησε ακόμη περισσότερο στις 14 Απριλίου, περιορίζοντας τις εξαγωγές επτά κατηγοριών σπάνιων γαιών, απαραίτητων για την τεχνολογία αιχμής και την αμυντική βιομηχανία των ΗΠΑ και άλλων χωρών.
Σύμφωνα με ενημερωτικό σημείωμα του Λευκού Οίκου (15 Απριλίου), ορισμένα κινεζικά προϊόντα ενδέχεται πλέον να επιβαρυνθούν με αμερικανικούς δασμούς έως και 245%. Ο Τραμπ επικαλείται άδικες εμπορικές πρακτικές και διακίνηση παράνομων ουσιών ως βασικούς λόγους για την αυστηροποίηση των μέτρων.
Οι μακρόχρονες πιέσεις της Ουάσιγκτον έναντι του Πεκίνου ξεκίνησαν ήδη από την πρώτη θητεία Τραμπ, με καταγγελίες για στρεβλώσεις και προστατευτισμό στη κινεζική οικονομία, αλλά και για εκτεταμένη βιομηχανική κατασκοπεία. Ο Τραμπ έχει επιπλέον κατηγορήσει το Πεκίνο για αδυναμία περιορισμού της παραγωγής και εξαγωγής του συνθετικού οπιοειδούς φαιντανύλη, το οποίο συχνά εισέρχεται στις ΗΠΑ μέσω Μεξικού.
Η Υπηρεσία Δίωξης Ναρκωτικών των ΗΠΑ αναφέρει πως το 2023 πάνω από 107.000 Αμερικανοί έχασαν τη ζωή τους λόγω υπερβολικής δόσης, με σχεδόν το 70% των θανάτων να σχετίζονται με οπιοειδή όπως η φαιντανύλη.
Πίεση στην κινεζική αγορά
Ο Ταιβανέζος επιχειρηματίας Λι Μενγκτσού, μιλώντας στην κινεζική έκδοση των Επίκαιρων, τόνισε ότι οι αυξημένοι αμερικανικοί δασμοί αναγκάζουν πλήθος εξαγωγικών εργοστασίων στην Κίνα είτε να περιορίσουν τη δραστηριότητά τους είτε να βάλουν λουκέτο.
Ενδεικτική είναι και η μαρτυρία ιδιοκτήτη εργοστασίου φακών στην Γιγού της επαρχίας Τσετσιάνγκ, ο οποίος ανέφερε πως από τις τρεις και τέσσερις μεγάλες παραγγελίες μηνιαίως, δεν έχει πια καμία. Πολλοί εργαζόμενοι από το καθεστώς έξι ημερών εργασίας έχουν περάσει σε εβδομάδες με τρεις ή τέσσερις ημέρες άδεια.
Το λογότυπο της εταιρείας ηλεκτρονικού εμπορίου γρήγορης μόδας Shein έξω από τα γραφεία της στο Guangzhou της Κίνας, στις 11 Ιουνίου 2024. Jade Gao/AFP via Getty Images
Σύμφωνα με τον Λι, εργοστάσια στο Νότο της Κίνας, κυρίως στην επαρχία Γκουανγκντόνγκ, που εξειδικεύονταν σε ηλεκτρονικά, ενδύματα και φωτισμό με μεγάλες παραγγελίες από τις ΗΠΑ έως το τέλος του έτους, βλέπουν τώρα τις συμφωνίες να ακυρώνονται και τα αποθέματά τους να παραμένουν αδιάθετα.
Το South China Morning Post μετέδωσε στις 10 Απριλίου ότι ορισμένοι Κινέζοι εξαγωγείς, βλέποντας τα νέα τιμολόγια, επέλεξαν να εγκαταλείψουν τα εμπορεύματά τους στα μέσα της διαδρομής, αντί να πληρώσουν τους αυξημένους δασμούς. «Κανείς δεν θα τα αγοράσει μόλις προστεθούν οι δασμοί», ανέφερε χαρακτηριστικά πελάτης εξαγωγέα.
Το κινεζικό οικονομικό έντυπο Caixin, από την πλευρά του, κατέγραψε σχεδόν άδεια τα λιμάνια της Σανγκάης μία μέρα μετά την επιβολή των αμερικανικών δασμών, προβλέποντας μάλιστα πτώση κατά 50% στις μεταφορές Κίνας–ΗΠΑ προσεχώς.
Υπό το νέο περιβάλλον, ο γνωστός κολοσσός Shein προσπάθησε να μεταφέρει μέρος της παραγωγής του εκτός Κίνας, κάτι που απαγορεύτηκε από τις κινεζικές αρχές.
Shein και Temu, δύο δημοφιλή κινεζικά ηλεκτρονικά καταστήματα, αναμένεται να αυξήσουν τις τιμές τους καθώς καταργείται το αμερικανικό προνόμιο εισαγωγής πακέτων μέχρι 800 δολάρια χωρίς τελωνειακούς δασμούς. Το μέτρο εφαρμόζεται από τις 2 Μαΐου για Κίνα και Χονγκ Κονγκ, επηρεάζοντας σχεδόν το 11% των συνολικών συναλλαγών Κίνας–ΗΠΑ.
Πεκίνο: «Δεν κάνουμε πίσω»
Την παραμονή της ανακοίνωσης Τραμπ για 90ήμερη παύση των παγκόσμιων αυξήσεων δασμών, το υπουργείο Εμπορίου της Κίνας διακήρυξε στις 8 Απριλίου πως θα «αγωνιστεί μέχρι τέλους» απέναντι στις ΗΠΑ για το εμπόριο. Παρουσιάζοντας την αντίδραση ως απολύτως εύλογη και αναγκαία για την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων και της «κανονικής διεθνούς εμπορικής τάξης».
Εργαζόμενοι εργάζονται σε ένα εργοστάσιο παιχνιδιών που ειδικεύεται σε πλαστικές συσκευές με ηλιακή ενέργεια στο Yiwu, στην ανατολική επαρχία Zhejiang της Κίνας, στις 11 Απριλίου 2025. Adek Berry/AFP μέσω Getty Images
Σε ειδικό λευκό βιβλίο 28.000 λέξεων για τις σινο-αμερικανικές σχέσεις, αξιωματούχος του υπουργείου ανέφερε στις 9 Απριλίου ότι το Πεκίνο έχει τη «θέληση και τα όπλα» για να απαντήσει αποτελεσματικά στους αμερικανικούς δασμούς και τα λοιπά περιοριστικά μέτρα. Σε τακτική ενημέρωση στις 10 Απριλίου, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Κίνας τόνισε πως το Πεκίνο «δεν φοβάται» να προχωρήσει σε εμπορικό πόλεμο.
Προμηνύονται δύσκολες μέρες
Την ίδια στιγμή, επιχειρηματίες και μπλόγκερ στην Κίνα αναρωτιούνται πού θα οδηγήσει η αδιάλλακτη γραμμή του Κομμουνιστικού Κόμματος και η πλημμύρα της κρατικής προπαγάνδας. Σύμφωνα με ανάρτηση του μπλογκ «Logistics and Supply Chain Management», ιδιοκτήτης εργοστασίου επίπλων στην Τζιανγκσού κατέληξε ότι, έπειτα από φόρους και χρεώσεις, ακόμα και ένας δασμός 20% εκμηδενίζει το κέρδος του.
Ο Λιου Μινγκ, επικεφαλής ηλεκτρονικής βιομηχανίας στη Σουτζόου (με ψευδώνυμο), είπε στο ίδιο μπλογκ ότι ενώ το εργοστάσιο είχε καθαρό περιθώριο 16% το 2024, «με τους νέους δασμούς πλέον δουλεύουμε με ζημίες».
Σε ανάρτηση στην πλατφόρμα Χ, κάποιος εξαγωγέας με συνεργασίες στις ΗΠΑ σημείωσε ότι με δασμό 34% η δουλειά ήταν δύσκολη αλλά εφικτή, ενώ το χαράτσι 125% «ισοδυναμεί με αυτόματη εξόντωση των Κινέζων εργαζομένων». «Απ’ όσο γνωρίζω, σχεδόν όλοι οι αμερικανικοί εισαγωγείς έχουν παγώσει τις αποστολές από Κίνα», σημείωσε.
Εργαζόμενος στη Ντονγκγουάν της Γκουανγκντόνγκ, σε βίντεο της 9ης Απριλίου, εξήγησε πως με το μηδενισμό των κερδών από εξαγωγές προς ΗΠΑ, οι βιομηχανίες θα στραφούν αναπόφευκτα στον εσωτερικό ανταγωνισμό – «μια κούρσα ως τον πάτο», όπως είπε. Παρότι δεν καταφέρθηκε ευθέως κατά του Κομμουνιστικού Κόμματος, καυτηρίασε όσους στα κοινωνικά δίκτυα «μιλούν διαρκώς για αντίσταση στον εμπορικό πόλεμο με κάθε τίμημα». «Το πιθανότερο είναι να γίνετε εσείς οι ίδιοι μέρος αυτού του “τιμήματος”», προέβλεψε.
Vlogger στη Ναντζίνγκ επισήμανε στις αρχές του μήνα πως η εσωτερική αγορά δεν επαρκεί για να στηρίξει τη διατήρηση των θέσεων εργασίας σε κλάδους που βάσιζαν το τζίρο στις εξαγωγές. «Πολλές εξαγωγικές εταιρείες θα αναγκαστούν να μειώσουν την παραγωγή», εκτίμησε.
Χρηματοοικονομική υπάλληλος στη Σιαμέν (Φουτζιάν), στις 9 Απριλίου προειδοποίησε ότι ένα «πάγωμα» των εξαγωγών θα έχει αντίκτυπο και πέραν της μεταποίησης και της εφοδιαστικής αλυσίδας. «Μην εγκαταλείπετε τη δουλειά σας, κρατήστε τη αν μπορείτε», πρότεινε σε ανάρτησή της.
Τα «παγιδευμένα βήματα» του Πεκίνου
Ο ειδικός αναλυτής για την Κίνα, Γουάνγκ Χε, σχολίασε στην Epoch Times πως το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα μάλλον δεν περίμενε την αιφνιδιαστική αναστολή των παγκόσμιων δασμών που ανακοίνωσε ο Τραμπ στις 2 Απριλίου. «Η Κίνα ήθελε να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία για να συγκροτήσει ένα διεθνές «αντι-αμερικανικό» μέτωπο με τις χώρες που επηρεάζονται από τα αμερικανικά μέτρα, αλλά τελικά απομονώθηκε αρνούμενη κάθε διαπραγμάτευση», τόνισε. «Ως αποτέλεσμα, το Πεκίνο έπεσε σε μια σειρά από παγίδες που του έστησε ο Τραμπ».
Ο ίδιος ο Τραμπ, σε εκδήλωση στον Λευκό Οίκο στις 9 Απριλίου, δήλωσε αισιόδοξος πως «η Κίνα θέλει συμφωνία», διευκρινίζοντας πάντως πως «είναι περήφανος λαός και αυτό το κάνει περίπλοκο».
Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Καρολίν Λέβιτ, υπογράμμισε στις 15 Απριλίου πως «η μπάλα βρίσκεται πλέον στην πλευρά της Κίνας»—«η Κίνα χρειάζεται τη συμφωνία μαζί μας, όχι εμείς μαζί τους», όπως είπε, μεταφέροντας δηλώσεις του προέδρου.
Ο Τραμπ στις 17 Απριλίου ανέφερε στους δημοσιογράφους πως το Πεκίνο έχει επικοινωνήσει με την κυβέρνησή του: «Πιστεύω ότι θα επιτευχθεί συμφωνία με την Κίνα. Κι αν όχι, πάλι θα υπάρξει συμφωνία – γιατί θα ορίσουμε ένα στόχο και θα τελειώσει εκεί», υπογράμμισε ο πρόεδρος.
Ο Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζ. Ντι. Βανς, συνέχισε την πασχαλινή του περιοδεία στην Ιταλική Χερσόνησο με ιδιαίτερα σημαντικές συναντήσεις στο Βατικανό το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου, 19 Απριλίου. Ο κ. Βανς είχε συνομιλίες με τον Καρδινάλιο Πιέτρο Παρολίν, Γραμματέα του Βατικανού, καθώς και με τον Αρχιεπίσκοπο Πολ Γκάλαχερ, επικεφαλής των διεθνών σχέσεων της Αγίας Έδρας, περίπου στις 10 το πρωί τοπική ώρα.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου της Αγίας Έδρας, το κλίμα των συνομιλιών ήταν θερμό, με τις δύο πλευρές να δηλώνουν ικανοποιημένες για τις άριστες διμερείς σχέσεις ανάμεσα στο Βατικανό και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Εξέφρασαν εκ νέου τη σταθερή κοινή τους δέσμευση στην προστασία της ελευθερίας της πίστης και της συνείδησης. Επίσης, αντάλλαξαν απόψεις για διεθνείς εξελίξεις και επικεντρώθηκαν σε «δύσκολες ανθρωπιστικές καταστάσεις», με ιδιαίτερη αναφορά σε περιοχές που πλήττονται από πολέμους και πολιτικές εντάσεις, αλλά και σε ζητήματα μεταναστών, προσφύγων και κρατουμένων.
Αν και ο Πάπας Φραγκίσκος έχει ασκήσει επίσημα κριτική στην αμερικανική πολιτική κατά της παράτυπης μετανάστευσης υπό την κυβέρνηση Τραμπ, οι αξιωματούχοι του Βατικανού αναγνώρισαν τη σημαντική προσφορά των ΗΠΑ στους πλέον ευάλωτους πληθυσμούς. Και από τις δύο πλευρές εκφράστηκε η ελπίδα για «ειρηνική και δημιουργική συνεργασία» μεταξύ Βατικανού, καθολικής εκκλησίας και Ηνωμένων Πολιτειών.
Ο Ποντίφικας, προς το παρόν, δεν έχει προβεί σε δημόσιο σχόλιο για την παρουσία του Αμερικανού αντιπροέδρου, καθώς επικεντρώνει τις δηλώσεις του στα γεγονότα της Μεγάλης Εβδομάδας. Ο κ. Βανς δεν είχε συνάντηση με τον Πάπα, ενώ οι υπεύθυνοι του Βατικανού δεν έχουν ακόμη επιβεβαιώσει τη συμμετοχή του Ποντίφικα στις λειτουργίες του Πάσχα, λόγω της αποθεραπείας του από σοβαρή λοίμωξη του αναπνευστικού νωρίτερα μέσα στη χρονιά.
Εκπρόσωπος του Αντιπροέδρου ανέφερε ότι η συνάντηση διήρκεσε λίγο περισσότερο από μία ώρα, μετά την οποία οι αξιωματούχοι του Βατικανού συνόδευσαν τη σύζυγο και τα παιδιά του κ. Βανς σε επίσκεψη στη Σιξτίνα Παρεκκλήσιο. Η αμερικανική δημοσιογραφική αποστολή αρχικά δεν επετράπη να παρευρεθεί στη συνάντηση και έμεινε εκτός του κράτους του Βατικανού, μεταφέρθηκε όμως αργότερα σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο στην Πλατεία του Αγίου Πέτρου, όπου ξαναβρέθηκε με τη δεύτερη οικογένεια κατά την αποχώρησή τους λίγο μετά το μεσημέρι.
Ο κ. Βανς, ο οποίος έχει ασπαστεί τον καθολικισμό, επισκέφθηκε το Βατικανό και την προηγούμενη ημέρα, Μεγάλη Παρασκευή, συμμετέχοντας μαζί με τη σύζυγο και τα τρία παιδιά τους στους εορτασμούς του Πάθους του Κυρίου στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου, αμέσως μετά τη διμερή συνάντηση με την Ιταλίδα Πρωθυπουργό, Τζόρτζια Μελόνι. Η παρουσία του Αμερικανού αντιπροέδρου στην καρδιά του καθολικού κόσμου συμπίπτει με τη δήλωση στήριξης της Μεγάλης Εβδομάδας εκ μέρους της κυβέρνησης Τραμπ, ενώ η κ. Μελόνι εξέφρασε την ικανοποίησή της που η δεύτερη οικογένεια επέλεξε να περάσει το Πάσχα της στη Ρώμη.
Ο αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Τζ. Ντ. Βανς πραγματοποίησε διμερείς συνομιλίες με την πρωθυπουργό της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι στις 18 Απριλίου στη Ρώμη, εγκαινιάζοντας επίσημη επίσκεψη στην Ιταλία και στο Βατικανό, η οποία θα διαρκέσει έως και την Κυριακή του Πάσχα.
«Έχουμε μερικά σημαντικά ζητήματα να συζητήσουμε σήμερα», δήλωσε ο Βανς πριν από τη συνάντηση. «Θέλω να ενημερώσω την πρωθυπουργό για κάποιες από τις διαπραγματεύσεις μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, αλλά και για ορισμένες εξελίξεις που σημειώθηκαν ακόμα και τις τελευταίες 24 ώρες. Πιστεύουμε πως έχουμε ενδιαφέροντα πράγματα να αναφέρουμε, ασφαλώς ιδιωτικά».
Η οικονομία και το εμπόριο περιλαμβάνονταν επίσης στην ατζέντα των συζητήσεων, σε συνέχεια της επίσκεψης της Μελόνι στον Λευκό Οίκο στις 17 Απριλίου, με στόχο τη διασφάλιση δίκαιων και αμοιβαίων εμπορικών συμφωνιών τόσο με την Ιταλία όσο και με την Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικά. Στις συναντήσεις συμμετείχαν και οι Ιταλοί αντιπρόεδροι της Κυβέρνησης, Ματέο Σαλβίνι και Αντόνιο Ταγιάνι.
Η Μελόνι δήλωσε στις 18 Απριλίου: «Πιστεύουμε ότι η Ιταλία μπορεί να είναι ένας αξιόπιστος και σοβαρός εταίρος στην Ευρώπη, στη Μεσόγειο, στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, και είμαστε υπερήφανοι για αυτή την ιδιαίτερη σχέση με τις ΗΠΑ και με αυτή τη κυβέρνηση».
Παράλληλα, ο Βανς αξιοποίησε την επίσκεψή του για να αναδείξει τους πολιτιστικούς και θρησκευτικούς δεσμούς μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ιταλίας. Ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, που είναι καθολικός στο θρήσκευμα, παρακολούθησε λειτουργία της Μεγάλης Παρασκευής στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό, μαζί με τη σύζυγό του και τα τρία τους παιδιά. Στις εναρκτήριες δηλώσεις της πριν από τη διμερή συνάντηση, η Μελόνι εξέφρασε την υπερηφάνειά της που η δεύτερη οικογένεια των Ηνωμένων Πολιτειών θα περάσει το Πάσχα στη Ρώμη.
Μετά τη δίωρη λειτουργία στα λατινικά, ο Βανς ανάρτησε στην πλατφόρμα Χ: «Είμαι ευγνώμων κάθε μέρα για αυτή τη δουλειά, αλλά ιδιαίτερα σήμερα, καθώς τα επίσημα καθήκοντά μου με έφεραν στη Ρώμη τη Μεγάλη Παρασκευή. Είχα μια εξαιρετική συνάντηση με την πρωθυπουργό Μελόνι και την ομάδα της, και σύντομα θα πάω στην εκκλησία με την οικογένειά μου σε αυτή την υπέροχη πόλη».
Το προσεχές Σαββατοκύριακο, ο Βανς ήταν προγραμματισμένο να συναντηθεί με τον καρδινάλιο Πιέτρο Παρολίν, Γραμματέα του Κράτους του Βατικανού. Ωστόσο, δεν είχε ανακοινωθεί συνάντηση με τον Πάπα Φραγκίσκο. Αξιωματούχοι του Βατικανού δεν έχουν επιβεβαιώσει τη συμμετοχή του Ποντίφικα στις λειτουργίες και τις τελετές της Μεγάλης Εβδομάδας, καθώς συνεχίζει να αναρρώνει από σοβαρή λοίμωξη του αναπνευστικού συστήματος που υπέστη νωρίτερα φέτος.
Η παρουσία του Βανς στις εκδηλώσεις της Μεγάλης Εβδομάδας, στην καρδιά του καθολικού κόσμου, έρχεται σε μια περίοδο που η διοίκηση Τραμπ έχει δεσμευθεί να αναγνωρίσει επίσημα τη σημασία της.
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, εξέδωσε ξεχωριστή ανακοίνωση στις 18 Απριλίου, στην οποία ανέφερε, μεταξύ άλλων: «Ενωμένοι προσευχόμαστε για τους πολλούς χριστιανούς που δεν μπορούν να γιορτάσουν τη Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα χωρίς τον φόβο διώξεων».
Την περασμένη εβδομάδα, ο πρόεδρος της Αρμενίας, Βαχάγκν Χατσατουριάν, υπέγραψε νομοσχέδιο που θέτει τις νομικές βάσεις για μια πιθανή προσπάθεια ένταξης στην ΕΕ από τη χώρα του Νοτίου Καυκάσου.
Η κίνηση, η οποία έλαβε σχετικά περιορισμένη κάλυψη από τα μέσα ενημέρωσης, ήρθε εν μέσω συνεχιζόμενων εντάσεων με το γειτονικό Αζερμπαϊτζάν, τον μακροχρόνιο εχθρό της Αρμενίας στην περιοχή.
Από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, οι δύο χώρες —και οι δύο πρώην σοβιετικές δημοκρατίες— έχουν πολεμήσει δύο μεγάλους πολέμους για την περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, η οποία είναι διεθνώς αναγνωρισμένη ως τμήμα του Αζερμπαϊτζάν.
Το 2023, το Αζερμπαϊτζάν πραγματοποίησε μια εικοσιτετράωρη στρατιωτική επίθεση στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ που κατάφερε να θέσει την ορεινή περιοχή υπό τον πλήρη έλεγχό του.
Έκτοτε, οι δύο χώρες προσπάθησαν να καταλήξουν σε συμφωνία —με ρωσική μεσολάβηση— με στόχο τον τερματισμό των εχθροπραξιών και την οριοθέτηση των κοινών τους συνόρων.
Τον περασμένο μήνα, Αρμένιοι και Αζέροι αξιωματούχοι ανακοίνωσαν ότι είχαν συμφωνήσει στο κείμενο μιας πιθανής ειρηνευτικής συμφωνίας.
«Η ειρηνευτική συμφωνία είναι έτοιμη για υπογραφή», ανέφερε το υπουργείο Εξωτερικών της Αρμενίας σε δήλωση που δόθηκε στη δημοσιότητα στις 13 Μαρτίου.
Την ίδια ημέρα, το υπουργείο Εξωτερικών του Αζερμπαϊτζάν επιβεβαίωσε επίσης ότι «οι διαπραγματεύσεις για το κείμενο του σχεδίου συμφωνίας… έχουν ολοκληρωθεί».
Ωστόσο, οι εντάσεις μεταξύ των δύο αντιπάλων συνεχίστηκαν κατά μήκος των κοινών συνόρων τους μήκους περίπου 1000 χιλιομέτρων.
Στις 16 Μαρτίου, τρεις ημέρες μετά την κοινή ανακοίνωση, το Μπακού κατηγόρησε τις αρμενικές δυνάμεις ότι πυροβόλησαν κατά των θέσεων του Αζερμπαϊτζάν — έναν ισχυρισμό που αρνήθηκε το Ερεβάν.
Εν μέσω συνεχιζόμενων εντάσεων στα σύνορα αυτή την εβδομάδα, η Μόσχα, η οποία ιστορικά θεωρούσε την περιοχή ως το κατώφλι της, προέτρεψε τις δύο χώρες να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση.
«Επαναβεβαιώνουμε την έκκλησή μας προς το Μπακού και το Ερεβάν [τις πρωτεύουσες του Αζερμπαϊτζάν και της Αρμενίας, αντίστοιχα] να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση, να λάβουν μέτρα για την αποκλιμάκωση της έντασης και να αποφύγουν ενέργειες που θα μπορούσαν να επιδεινώσουν την κατάσταση», δήλωσε εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών στις 9 Απριλίου.
«Είμαστε έτοιμοι να βοηθήσουμε τους εταίρους μας να ξεπεράσουν τις εναπομείνασες διαφωνίες που εμποδίζουν την υπογραφή μιας συνθήκης ειρήνης», πρόσθεσε.
Μιλώντας στην Epoch Times, ο Στανισλάβ Αλεξάντροβις Πρίτσιν, Ρώσος πολιτικός αναλυτής, είπε ότι η Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν έχουν ήδη συμφωνήσει στα «περισσότερα στοιχεία» ενός σχεδίου ειρηνευτικής συμφωνίας.
Σύμφωνα με τον Πρίτσιν, το κύριο σημείο κωλύματος είναι η απαίτηση του Μπακού να αφαιρέσει η Αρμενία μια ρήτρα από το Σύνταγμά της που κατοχυρώνει την αξίωσή της στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ.
«Για την Αρμενία, δεν είναι εύκολο να γίνει δημοψήφισμα για συνταγματική αλλαγή», είπε.
«Υπάρχουν επίσης μια σειρά από άλλες εκκρεμείς διαφορές [μεταξύ Μπακού και Ερεβάν] που πιθανότατα θα εμποδίσουν την εξομάλυνση των δεσμών βραχυπρόθεσμα», πρόσθεσε ο Πρίτσιν, επικεφαλής του γραφείου Κεντρικής Ασίας στο Ινστιτούτο Παγκόσμιας Οικονομίας και Διεθνών Σχέσεων της Μόσχας.
Ο Χαλίλ Ακιντζί, πολιτικός αναλυτής και πρώην πρεσβευτής της Τουρκίας στη Ρωσία, δήλωσε ότι έχει επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών, αλλά «δεν έχει ακόμη επισημοποιηθεί».
«Η Αρμενία είναι έτοιμη να οριοθετήσει τα σύνορα και να αναγνωρίσει ότι το Καραμπάχ ανήκει στο Αζερμπαϊτζάν», είπε στην Epoch Times.
«Και οι δύο πλευρές έχουν αντιμετωπίσει σχεδόν όλα τα εκκρεμή ζητήματα, αλλά η συνθήκη δεν έχει ακόμη υπογραφεί», πρόσθεσε. «Για κάποιον λόγο, καθυστερεί.»
Ο Ακιντζί συνέχισε λέγοντας ότι οι πρόσφατες αναζωπυρώσεις έντασης στα σύνορα υποκινούνταν —ή χρησιμοποιούνταν ύστερα— από σκληροπυρηνικά στοιχεία και από τις δύο πλευρές με στόχο τον εκτροχιασμό της ειρηνευτικής διαδικασίας.
«Αυτή η ένταση δημιουργείται», είπε. «Είναι τεχνητή.»
«Ίσως να έγιναν κάποιες μικρές αψιμαχίες», πρόσθεσε. «Αλλά αυτό συμβαίνει πάντα κατά μήκος των διεθνών συνόρων.»
Ένας Αρμένιος στρατιώτης βάλει με κανόνι κατά τη διάρκεια μαχών μεταξύ των δυνάμεων της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν πάνω από την αποσχισθείσα περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ στις 25 Οκτ. 2020. (Άρης Μεσσήνης/AFP μέσω Getty Images)
Από ένα πόδι στα δύο στρατόπεδα
Από την επίθεση του Αζερμπαϊτζάν το 2023, το Ερεβάν πλησιάζει σταθερά τις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον, παρά τη μακροχρόνια συμμαχία του με τη Ρωσία.
Στις αρχές του 2024, η Αρμενία ανέστειλε τη συμμετοχή της στον Οργανισμό Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας (CSTO), ένα μπλοκ ασφαλείας έξι εθνών με επικεφαλής τη Μόσχα.
Το Ερεβάν απέδωσε την κίνηση στην υποτιθέμενη αποτυχία του CSTO να βοηθήσει την Αρμενία κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής επίθεσης του Αζερμπαϊτζάν — έναν ισχυρισμό που απορρίφθηκε από τη Μόσχα.
Παράλληλα με τη λήψη πρόχειρων βημάτων προς την ΕΕ, η Αρμενία έχει επίσης πλησιάσει τις Ηνωμένες Πολιτείες, με τις οποίες υπέγραψε συμφωνία στρατηγικής εταιρικής σχέσης τον Ιανουάριο.
Σύμφωνα με το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, η συμφωνία αντιπροσώπευε ένα «ορόσημο» στις σχέσεις ΗΠΑ-Αρμενίας που θα χρησιμεύσει για την προώθηση της ενισχυμένης συνεργασίας στους τομείς της οικονομίας, της ασφάλειας και της άμυνας.
Μετά την υπογραφή της συμφωνίας στις 14 Ιανουαρίου, ο υπουργός Εξωτερικών της Αρμενίας Αραράτ Μιρζογιάν είπε ότι η αναβάθμιση των δεσμών ΗΠΑ-Αρμενίας είχε καταστεί «ουσιώδης για την πλοήγηση στο περίπλοκο γεωπολιτικό τοπίο».
Μέρες νωρίτερα, το κοινοβούλιο της Αρμενίας επικύρωσε το νομοσχέδιο που ανοίγει τον δρόμο για την ενδεχόμενη ένταξη στην ΕΕ, το οποίο υπεγράφη την περασμένη εβδομάδα από τον πρόεδρο της χώρας.
Ο Νικόλ Πασινιάν, πρωθυπουργός της Αρμενίας, έχει επανειλημμένα τονίσει ότι οποιαδήποτε μελλοντική προσπάθεια ένταξης στην ΕΕ θα απαιτούσε πρώτα έγκριση σε δημοψήφισμα.
Η κινητήρια δύναμη πίσω από τη δυτική τροχιά του Ερεβάν, ο Πασινιάν έχει επίσης προειδοποιήσει ενάντια στις προσδοκίες για μια ταχεία διαδικασία ένταξης στην ΕΕ.
Ο Πρίτσιν υποβάθμισε τις πιθανότητες της Αρμενίας να πραγματοποιήσει μια επιτυχημένη προσπάθεια ένταξης στην ΕΕ — ακόμα και μακροπρόθεσμα — επικαλούμενος «πολιτικούς και γεωγραφικούς παράγοντες».
Ευρισκόμενη στην περιοχή του Νοτίου Καυκάσου, η Αρμενία είναι πολύ έξω από τα γεωγραφικά σύνορα της Ευρώπης. Ούτε συνορεύει με κανένα από τα σημερινά μέλη της ΕΕ.
Παρόλα αυτά, οι Βρυξέλλες έχουν εκφράσει την υποστήριξή τους για μια μελλοντική προσπάθεια της Αρμενίας να ενταχθεί στο μπλοκ των 27 εθνών.
Σε ψήφισμα που εγκρίθηκε πέρυσι, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είπε ότι η αίτηση της Αρμενίας για το καθεστώς υποψήφιας χώρας στην ΕΕ «θα θέσει το έδαφος για μια μεταμορφωτική φάση στις σχέσεις ΕΕ-Αρμενίας».
Ο πρωθυπουργός της Αρμενίας, Νικόλ Πασινιάν, συναντά τους υποστηρικτές του που συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Δημοκρατίας στο κέντρο του Ερεβάν στις 25 Φεβ. 2021. (Karen Minasyan/AFP μέσω Getty Images)
Η επιλογή του Ερεβάν
Η Μόσχα, ωστόσο, έχει επανειλημμένα προειδοποιήσει ότι η ένταξη στην ΕΕ θα ήταν «ασύμβατη» με την τρέχουσα σύνδεση της Αρμενίας στην Ευρασιατική Οικονομική Ένωση (ΕΑΕΕ) υπό την ηγεσία της Ρωσίας.
Τον Ιανουάριο, ο Αλεξέι Οβερτσούκ, αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ρωσίας, είπε ότι μια προσπάθεια της Αρμενίας να ενταχθεί στην ΕΕ θα αναγκάσει το Ερεβάν να «κάνει μια επιλογή» μεταξύ των δύο οικονομικών μπλοκ.
Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, ο Ρόντιον Μιρόσνικ, κορυφαίος αξιωματούχος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, απέκλεισε την ταυτόχρονη ένταξη της Αρμενίας στην ΕΕ, την ΕΑΕΕ και τον CSTO.
«Η Ρωσία έχει επανειλημμένα τονίσει ότι δεν σκοπεύουμε να παρέμβουμε στις εσωτερικές υποθέσεις κρατών, συμπεριλαμβανομένης της Αρμενίας», είπε σε δηλώσεις που επικαλέστηκε το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων TASS στις 2 Απριλίου.
«Ωστόσο, είναι απίθανο η συμμετοχή στον CSTO και την ΕΑΕΕ να μπορεί να συνυπάρξει με την ένταξη στην ΕΕ», πρόσθεσε.
Η EAEU, που ξεκίνησε επίσημα το 2015, αποτελείται από τη Ρωσία, την Αρμενία, τη Λευκορωσία, το Καζακστάν και την Κιργιζία.
«Για τη Ρωσία, η Αρμενία πρέπει να φύγει από την ΕΑΕΕ εάν θέλει να ενταχθεί στην ΕΕ», είπε ο Πρίτσιν.
«Αυτή θα ήταν μια δύσκολη επιλογή γιατί η Αρμενία επωφελείται από την ένταξη της στην ΕΑΕΕ», πρόσθεσε. «Η οικονομία της θα αντιμετώπιζε καταστροφή αν έφευγε από το μπλοκ».
Κατά τη διάρκεια επίσκεψης του Πασινιάν στη Μόσχα τον περασμένο Οκτώβριο, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν έθεσε τη συνολική αξία του διμερούς εμπορίου σε περισσότερα από 8 δισεκατομμύρια δολάρια το πρώτο εξάμηνο του 2024.
Σε μια περαιτέρω ένδειξη της περίπλοκης δυναμικής της περιοχής, η Αρμενία πραγματοποίησε αυτή την εβδομάδα κοινές στρατιωτικές ασκήσεις με το Ιράν κατά μήκος των κοινών συνόρων των δύο χωρών μήκους 26 μιλίων.
«Ο στόχος αυτών των ασκήσεων είναι η εδραίωση της ασφάλειας των συνόρων στη βάση κοινών συμφερόντων», ανέφερε στρατιωτικός αξιωματούχος του Ιράν.
Σύμφωνα με τον Πρίτσιν, η πρόσφατη κλίση της Αρμενίας προς τη Δύση φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με τη στρατιωτική συνεργασία με το Ιράν, το οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούν τον κύριό τους αντίπαλο στην περιοχή.
«Οι περισσότεροι παρατηρητές βλέπουν μια αντίφαση μεταξύ της επιθυμίας της Αρμενίας να ενταχθεί στην ΕΕ — και της επιδίωξης ενισχυμένων δεσμών ασφαλείας με τις Ηνωμένες Πολιτείες — ενώ παράλληλα ενισχύει τις στρατηγικές σχέσεις με το Ιράν», είπε.
«Παρόλα αυτά, τους τελευταίους μήνες παρατηρήθηκε εμβάθυνση δεσμών μεταξύ Αρμενίας και Ιράν, συμπεριλαμβανομένων των αμοιβαίων επισκέψεων αρκετών υψηλόβαθμων αξιωματούχων», πρόσθεσε.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, δήλωσε ότι θα εγκαταλείψει την προσπάθεια σύναψης ειρηνευτικής συμφωνίας μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, εφόσον δεν υπάρξουν ξεκάθαρα σημάδια προόδου.
«Δεν πρόκειται να συνεχίσουμε αυτή την προσπάθεια επί εβδομάδες ή μήνες χωρίς αποτέλεσμα», ανέφερε ο γερουσιαστής Μάρκο Ρούμπιο σε δηλώσεις του σε δημοσιογράφους στο Παρίσι, την Παρασκευή, μετά από συναντήσεις με Ευρωπαίους και Ουκρανούς ηγέτες. «Πρέπει να διαπιστώσουμε πολύ σύντομα —και μιλώ για ζήτημα ημερών— αν αυτό είναι εφικτό μέσα στις επόμενες εβδομάδες», πρόσθεσε.
Οι δηλώσεις του Ρούμπιο αντανακλούν την αυξανόμενη δυσαρέσκεια της Ουάσιγκτον για την απουσία προόδου ως προς την επίτευξη συμφωνίας ειρήνης — μια δέσμευση που είχε αναλάβει ο Τραμπ λίγο μετά την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο, τον Ιανουάριο. «Αν δεν είναι εφικτό —αν οι θέσεις είναι τόσο αποκλίνουσες που δεν μπορεί να υπάρξει σύγκλιση— τότε νομίζω πως ο πρόεδρος βρίσκεται στο σημείο που θα πει: ‘Ως εδώ ήταν’», τόνισε ο Ρούμπιο.
Ο Τραμπ επανέλαβε το κάλεσμα του Ρούμπιο για πρόοδο στις διαπραγματεύσεις αργότερα την ίδια ημέρα, κατά την τελετή ορκωμοσίας του Δρ Μεχμέτ Οζ ως νέου επικεφαλής των Κέντρων Medicare και Medicaid. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ απέφυγε να προσδιορίσει ακριβές χρονοδιάγραμμα για την επίτευξη συμφωνίας, αλλά ξεκαθάρισε ότι θέλει να ληφθεί απόφαση «γρήγορα». «Αν, για κάποιο λόγο, μία από τις δύο πλευρές δυσκολεύει υπερβολικά τη διαδικασία, τότε θα πούμε απλά: ‘Είστε ανόητοι, είστε απαράδεκτοι’ και θα αποχωρήσουμε», δήλωσε ο Τραμπ. «Ας ελπίσουμε ότι δεν θα χρειαστεί να φτάσουμε εκεί».
Στο πλαίσιο της πίεσης για να καθίσουν και οι δύο πλευρές στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ο Τραμπ έχει απειλήσει με αυστηρότερες κυρώσεις κατά της Ρωσίας, αλλά και με τερματισμό της αμερικανικής στρατιωτικής στήριξης προς την Ουκρανία.
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, δήλωσε την Παρασκευή ότι οι διπλωματικές επαφές είναι «αρκετά περίπλοκες, καθώς το θέμα είναι, φυσικά, δύσκολο».«Η Ρωσία παραμένει δεσμευμένη στην επίλυση της σύγκρουσης, στην προάσπιση των συμφερόντων της, και είναι ανοιχτή στον διάλογο», πρόσθεσε. «Συνεχίζουμε να εργαζόμαστε προς αυτή την κατεύθυνση».
Παρά τη διπλωματική κινητικότητα των τελευταίων ημερών, ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, δήλωσε αυτή την εβδομάδα ότι «δεν είναι εύκολο να υπάρξει συμφωνία» ως προς τα «βασικά σημεία» μιας πιθανής ειρηνευτικής διευθέτησης. Μιλώντας στον ρωσικό Τύπο στις 14 Απριλίου, ο Λαβρόφ επιβεβαίωσε ότι Μόσχα και Ουάσινγκτον δεν έχουν ακόμη συμφωνήσει ούτε στα βασικά πλαίσια μιας κατάπαυσης του πυρός. Ωστόσο, πρόσθεσε: «Βρίσκονται υπό συζήτηση».
Οι όροι της Μόσχας για τον τερματισμό του τριετούς πολέμου περιλαμβάνουν την αναγνώριση της κυριαρχίας της επί τεσσάρων ουκρανικών περιφερειών που εισέβαλε το 2022 και πλέον θεωρεί ρωσικό έδαφος. Η Ρωσία απαιτεί επίσης την απόσυρση όλων των ουκρανικών δυνάμεων από τις περιοχές αυτές, καθώς και δεσμεύσεις με ισχυρές εγγυήσεις ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί ποτέ στο ΝΑΤΟ.
Ωστόσο, το Κίεβο, αρκετές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και ορισμένοι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ χαρακτηρίζουν απαράδεκτες τις ρωσικές απαιτήσεις, λέγοντας ότι θα ισοδυναμούσαν με de facto παράδοση της Ουκρανίας.
Στις 18 Απριλίου, ο Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζ. Ντ. Βανς, εξέφρασε αισιοδοξία πως, παρά τις δυσκολίες, θα μπορούσε να υπάρξει συμφωνία για κατάπαυση του πυρός. «Ακόμα και τις τελευταίες 24 ώρες, πιστεύουμε ότι έχουμε κάποια ενδιαφέροντα δεδομένα», δήλωσε ο Βανς σε δημοσιογράφους στη Ρώμη, στο περιθώριο συνάντησης με την Ιταλίδα πρωθυπουργό Τζόρτζια Μελόνι. «Αφού βρίσκονται σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις, δεν θα τις προκαταλάβω. Αλλά είμαστε αισιόδοξοι ότι μπορούμε, ελπίζουμε, να φέρουμε αυτόν τον πόλεμο στο τέλος του».
Μία ημέρα νωρίτερα, το Κίεβο ανακοίνωσε ότι υπέγραψε μνημόνιο με την Ουάσιγκτον ως βήμα προς την επίτευξη συμφωνίας για την αξιοποίηση των ορυκτών πόρων της Ουκρανίας. Η πιθανή συμφωνία έχει προβληθεί από τον Τραμπ ως μέσο ενίσχυσης της ειρήνης μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, δίνοντας στις ΗΠΑ οικονομικό συμφέρον στο μέλλον της χώρας. «Ακόμα εργαζόμαστε πάνω στις λεπτομέρειες», δήλωσε αυτή την εβδομάδα ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ.
Ζήτημα ημερών
Τον περασμένο μήνα στη Σαουδική Αραβία, Αμερικανοί αξιωματούχοι πραγματοποίησαν χωριστές συνομιλίες με Ρώσους και Ουκρανούς ομολόγους τους, οι οποίοι συμφώνησαν σε προσωρινή εκεχειρία για τον τερματισμό των εχθροπραξιών στη Μαύρη Θάλασσα. Ωστόσο, το Κρεμλίνο προσέθεσε στη συνέχεια νέους όρους στην υπό διαμόρφωση εκεχειρία, τους οποίους, σύμφωνα με τον Ρούμπιο, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι «θα αξιολογήσουν». Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης παραμένουν ασαφή.
Κατά τις διαπραγματεύσεις στη Σαουδική Αραβία, Μόσχα και Κίεβο δεσμεύθηκαν επίσης να τηρήσουν 30ήμερη κατάπαυση πυρός στις επιθέσεις κατά ενεργειακών υποδομών, με αμερικανική διαμεσολάβηση. Έκτοτε, όμως, αλληλοκατηγορούνται για παραβίαση της συμφωνίας, θέτοντας εν αμφιβόλω την αποτελεσματικότητα των προσπαθειών ειρήνευσης των ΗΠΑ.
Μετά από «εποικοδομητικές» συνομιλίες στο Παρίσι με Ευρωπαίους και Ουκρανούς ηγέτες, ο Ρούμπιο δήλωσε ότι μίλησε με τον Λαβρόφ και τον ενημέρωσε για «στοιχεία» του αμερικανικού πλαισίου ειρήνης. Ο ίδιος τόνισε ότι οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο σε οποιαδήποτε συμφωνία, καθώς οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας —τις οποίες η Ουάσιγκτον δεν ελέγχει— πιθανότατα θα πρέπει να αρθούν για να επιτευχθεί συμφωνία.
«Κανείς δεν λέει ότι μπορεί να γίνει μέσα σε 12 ώρες», υπογράμμισε ο Ρούμπιο. «Πρέπει να διαπιστώσουμε εδώ και τώρα —σε ζήτημα ημερών— αν αυτό είναι εφικτό βραχυπρόθεσμα. Διότι αν δεν είναι, τότε απλώς θα προχωρήσουμε παρακάτω».
Το Κρεμλίνο δεν έχει σχολιάσει ακόμη αυτές τις δηλώσεις.
Η Σαουδική Αραβία και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα υπογράψουν μια προκαταρκτική συμφωνία συνεργασίας καθώς το βασίλειο σκοπεύει να δημιουργήσει μια πολιτική πυρηνική βιομηχανία, δήλωσε ο υπουργός Ενέργειας Κρις Ράιτ σε δημοσιογράφους στις 13 Απριλίου στη σαουδαραβική πρωτεύουσα Ριάντ.
Σε συνάντηση με τον υπουργό Ενέργειας της Σαουδικής Αραβίας, πρίγκιπα Αμπντουλαζίζ μπιν Σαλμάν, νωρίτερα στις 13 Απριλίου, ο Ράιτ είπε ότι τα δύο έθνη βρίσκονται σε «ένα μονοπάτι» για τη διαμεσολάβηση μιας συμφωνίας για να συνεργαστούν για την ανάπτυξη ενός σαουδαραβικού πολιτικού πυρηνικού προγράμματος.
Ήταν η πρώτη επίσκεψη του Ράιτ στο βασίλειο ως υπουργός Ενέργειας, μέρος μιας περιοδείας στα κράτη του Κόλπου που εξάγουν ενέργεια στη Μέση Ανατολή. Είπε ότι περαιτέρω πληροφορίες για ένα μνημόνιο που περιγράφει λεπτομερώς την ενεργειακή συνεργασία μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και των Ηνωμένων Πολιτειών θα δημοσιοποιηθούν αργότερα μέσα στο έτος.
«Για μια εταιρική σχέση και εμπλοκή των ΗΠΑ στα πυρηνικά εδώ, θα υπάρξει σίγουρα μια συμφωνία 123… Υπάρχουν πολλοί τρόποι να δομηθεί μια συμφωνία που θα επιτύχει τόσο τους στόχους της Σαουδικής Αραβίας όσο και τους αμερικανικούς στόχους», είπε.
Μια συμφωνία 123 αναφέρεται στην Ενότητα 123 του Νόμου Ατομικής Ενέργειας των ΗΠΑ του 1954 και είναι απαραίτητη για να επιτραπεί στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση και στις αμερικανικές εταιρείες να συνεργαστούν με οντότητες στη Σαουδική Αραβία για τη δημιουργία μιας μη στρατιωτικής πυρηνικής βιομηχανίας.
Ο Ράιτ είπε ότι οι αρχές της Σαουδικής Αραβίας δεν έχουν συμφωνήσει με τις απαιτήσεις του νόμου, ο οποίος ορίζει εννέα πρότυπα μη διάδοσης που πρέπει να τηρεί ένα κράτος για να το εμποδίζει να χρησιμοποιεί την τεχνολογία για τη δημιουργία πυρηνικών όπλων ή τη μεταφορά ευαίσθητων υλικών σε άλλα κράτη ή οντότητες.
Οι συζητήσεις για μια συμφωνία με τη Σαουδική Αραβία ήταν δύσκολες, καθώς το βασίλειο αντιστάθηκε στην υπογραφή συμφωνίας που θα απέτρεπε την πιθανότητα εμπλουτισμού ουρανίου ή επαναχρησιμοποίησης αναλωμένου καυσίμου, που είναι και οι δύο πιθανοί δρόμοι για τη δημιουργία βόμβας.
Ο πρίγκιπας διάδοχος της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν έχει προειδοποιήσει εδώ και καιρό ότι η Σαουδική Αραβία θα ακολουθούσε το Ιράν εάν το τελευταίο αναπτύξει ποτέ πυρηνικό όπλο. Αυτή η θέση έχει προκαλέσει ανησυχίες μεταξύ των υποστηρικτών του ελέγχου των όπλων και ορισμένων νομοθετών σχετικά με μια πιθανή συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και Σαουδικής Αραβίας για πολιτικά πυρηνικά.
Ο Ράιτ δεν έδωσε περισσότερες λεπτομέρειες για μια ευρύτερη συμφωνία με τη Σαουδική Αραβία, την οποία είχε επιδιώξει η κυβέρνηση Μπάιντεν, και περιλάμβανε μια πολιτική πυρηνική συμφωνία και εγγυήσεις ασφαλείας με στόχο να ωφελήσει τις σχέσεις μεταξύ του βασιλείου και του Ισραήλ.
Ο μεγαλύτερος εξαγωγέας πετρελαίου στον κόσμο, η Σαουδική Αραβία, επιδιώκει να παράγει σημαντική ανανεώσιμη ενέργεια με ταυτόχρονη μείωση των εκπομπών, μέρος του σχεδίου μεταρρύθμισης του Οράματος 2030 του πρίγκιπα διαδόχου. Ορισμένα τμήματα αυτής της ενέργειας αναμένεται να είναι πυρηνική.
Ο ειδικός απεσταλμένος του Αμερικανού προέδρου για τη Μέση Ανατολή, Στιβ Γουίτκοφ, έφθασε στη Ρώμη για τον δεύτερο γύρο συνομιλιών με τον Ιρανό Υπουργό Εξωτερικών Αμπάς Αραγτσί, καθώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, επιδιώκει μια νέα συμφωνία για τον περιορισμό των πυρηνικών φιλοδοξιών του Ιράν.
Κατά την πρώτη του θητεία, ο Τραμπ απέσυρε τις Ηνωμένες Πολιτείες από τη συμφωνία του 2015 για τον περιορισμό της πυρηνικής δραστηριότητας της Τεχεράνης, επανέφερε τις κυρώσεις και ζήτησε ένα νέο πλαίσιο ώστε να αποτραπεί η απόκτηση πυρηνικού όπλου από το Ιράν. Σε απάντηση, η Τεχεράνη απομακρύνθηκε από τις δεσμεύσεις της βάσει της συμφωνίας, η οποία προέβλεπε περιορισμό των αποθεμάτων ουρανίου και εμπλουτισμό έως 3,67%.
Σε έκθεσή του τον Φεβρουάριο, ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας (International Atomic Energy Agency-IAEA) των Ηνωμένων Εθνών διαπίστωσε ότι το Ιράν διαθέτει περίπου 274 κιλά ουρανίου εμπλουτισμένου κατά 60%. Για την παραγωγή πυρηνικού όπλου, απαιτείται εμπλουτισμός σε ποσοστό 90%.
Αφότου επέστρεψε στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ επανεκκίνησε τις προσπάθειες για νέα συμφωνία, προειδοποιώντας πρόσφατα ότι θα καταφύγει σε στρατιωτική δράση εάν η Τεχεράνη δεν αποδεχτεί νέους όρους.
Ο Γουίτκοφ είχε πραγματοποιήσει έμμεσες συνομιλίες με τον Αραγτσί στις 12 Απριλίου στο Ομάν. Κατά την πρώτη εκείνη συνάντηση στη Μουσκάτ, ο Ομανός διπλωμάτης Μπάντρ αλ-Μπουσαΐντι μετέφερε μηνύματα ανάμεσα στις δύο πλευρές.
Ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι το Ιράν δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αποκτήσει πυρηνικό όπλο. Ωστόσο, Ουάσιγκτον και Τεχεράνη φαίνεται να διαφωνούν ως προς το ποιες άλλες πυρηνικές δραστηριότητες μπορεί να συνεχίσει το Ιράν.
Σε δήλωσή του στις 15 Απριλίου, ο Γουίτκοφ ανέφερε: «Το Ιράν πρέπει να σταματήσει και να εξαλείψει πλήρως το πρόγραμμα εμπλουτισμού και εξοπλισμού του με πυρηνικά».
Ο Αραγτσί, απαντώντας την επόμενη ημέρα, στις 16 Απριλίου, υποστήριξε ότι η Ουάσιγκτον δίνει αντιφατικά μηνύματα σχετικά με τους όρους των διαπραγματεύσεων. Δήλωσε χαρακτηριστικά ότι δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν το πρόγραμμα εμπλουτισμού ουρανίου. «Είμαστε έτοιμοι να χτίσουμε εμπιστοσύνη σε σχέση με τις πιθανές ανησυχίες, αλλά το ζήτημα του εμπλουτισμού δεν είναι διαπραγματεύσιμο.» Ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών ανέφερε επίσης ότι αναμένει από τον Γουίτκοφ να αποσαφηνίσει τους όρους της Ουάσιγκτον κατά τη συνάντηση της 19ης Απριλίου στη Ρώμη.
Σε άλλη τοποθέτησή του, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στη Μόσχα την Παρασκευή, ο Αραγτσί τόνισε ότι μια νέα συμφωνία με την κυβέρνηση Τραμπ είναι δυνατή «εφόσον δείξουν σοβαρότητα και δεν προβάλλουν μη ρεαλιστικές απαιτήσεις».
Ο Ιρανός ΥΠΕΞ επισκέφθηκε τη Ρωσία μετά τις συνομιλίες στο Ομάν. Το ιρανικό Υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε ότι η Τεχεράνη σκοπεύει να διαβουλευτεί με όλα τα εναπομείναντα μέρη της συμφωνίας του 2015 — Κίνα, Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία και Ηνωμένο Βασίλειο — στο πλαίσιο των συνεχιζόμενων διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ.
Ο Ρώσος Υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, δήλωσε ότι η Μόσχα είναι έτοιμη να διευκολύνει τις συνομιλίες μεταξύ Ουάσινγκτον και Τεχεράνης. «Είμαστε πρόθυμοι να βοηθήσουμε, να μεσολαβήσουμε, να παίξουμε οποιονδήποτε ρόλο θεωρήσει χρήσιμο το Ιράν και αποδεκτό η Ουάσιγκτον», ανέφερε ο Λαβρόφ την Παρασκευή, σύμφωνα με το ρωσικό πρακτορείο TASS.
Στεκόμενος δίπλα στον Αραγτσί, στη συνέντευξη Τύπου, ο Λαβρόφ προσέθεσε ότι και η Ρωσία αναμένει περισσότερες λεπτομέρειες από την κυβέρνηση Τραμπ για τις απαιτήσεις που θα τεθούν στις συνομιλίες της Ρώμης. «Αν δεν διατυπωθούν μη ρεαλιστικές και αδύνατες απαιτήσεις, είναι πιθανό να επιτευχθεί συμφωνία», δήλωσε ο Ρώσος ΥΠΕΞ.
Ο Τραμπ προσπαθεί ταυτόχρονα να διαπραγματευτεί νέα συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα και να μεσολαβήσει σε μια ειρηνευτική διευθέτηση για τον πόλεμο Ρωσίας–Ουκρανίας. Η επίτευξη λύσης για την Ουκρανία παραμένει άπιαστος στόχος, με τον Αμερικανό πρόεδρο να προειδοποιεί την Παρασκευή ότι ενδέχεται να αποσυρθεί από την προσπάθεια, εάν δεν διαπιστώσει πρόοδο στις συνομιλίες μεταξύ Μόσχας και Κιέβου.
Η Μόσχα έχει ενισχύσει τις διπλωματικές της σχέσεις με την Τεχεράνη από το 2022, καθώς αντιμετωπίζει διεθνείς κυρώσεις και διπλωματική απομόνωση λόγω της εισβολής στην Ουκρανία.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, έγραψε στις 8 Απριλίου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι οι ουκρανικές δυνάμεις συνέλαβαν δύο Κινέζους υπηκόους που πολεμούσαν μαζί με τα ρωσικά στρατεύματα. Έδωσε εντολή στο υπουργείο Εξωτερικών του να επικοινωνήσει αμέσως με τις κινεζικές αρχές για να διευκρινίσει τη θέση του Πεκίνου σχετικά με το θέμα.
Σύμφωνα με τον Ζελένσκι, έξι Κινέζοι πολίτες ανακαλύφθηκαν να εμπλέκονται με ουκρανικές δυνάμεις στην περιοχή του Ντόνετσκ, με δύο αιχμάλωτους.
Η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ των ΗΠΑ, Τάμυ Μπρους, δήλωσε στις 8 Απριλίου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες γνωρίζουν τις αναφορές και το βρίσκουν «ενοχλητικό ότι Κινέζοι στρατιώτες έχουν συλληφθεί».
Την επόμενη μέρα, ο Ζελένσκι είπε στους δημοσιογράφους ότι 155 Κινέζοι υπήκοοι «πολεμούν εναντίον Ουκρανών στο έδαφος της Ουκρανίας».
«Το Πεκίνο το γνωρίζει αυτό. Οι Ρώσοι διανέμουν διαφημιστικά βίντεο σχετικά με τη στρατολόγηση μέσω κινεζικών κοινωνικών δικτύων», ισχυρίστηκε ο Ζελένσκι.
Ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, Λιν Τζιάν, δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου στις 9 Απριλίου ότι το Πεκίνο βρισκόταν σε επαλήθευση των πληροφοριών με τις ουκρανικές αρχές. Ωστόσο, δεν αναφέρθηκε άμεσα στη σύλληψη των δύο Κινέζων πολιτών.
Ποιοι είναι οι αιχμάλωτοι Κινέζοι υπήκοοι στην Ουκρανία;
Μετά την ανακοίνωση του Ζελένσκι για τη σύλληψη των δύο Κινέζων υπηκόων, προέκυψαν περαιτέρω λεπτομέρειες για τα άτομα, που δείχνουν ότι τουλάχιστον ένας από αυτούς μπορεί να έχει διασυνδέσεις με τον κινεζικό στρατό.
Ένα βίντεο που έδωσε στη δημοσιότητα η Υπηρεσία Ασφαλείας της Ουκρανίας, και το οποίο ανέφερε η Kyiv Independent, δείχνει την ανάκριση των δύο αιχμαλώτων. Ένας από αυτούς παρουσιάστηκε ως Τζανγκ Ρενμπό από την επαρχία Τζιανγκσί και το βίντεο δείχνει τα στοιχεία του διαβατηρίου του. Ο άλλος κρατούμενος ήταν ο Γουάνγκ Γκουανγκτζούν της επαρχίας Χενάν. Ένας από τους αιχμαλώτους πλήρωσε σε έναν μεσάζοντα 2 εκατομμύρια ρούβλια (23.300 δολάρια) για να εξασφαλίσει ένα στρατιωτικό συμβόλαιο, ανέφερε το μέσο ενημέρωσης.
Τα πλάνα της ανάκρισης έχουν εγείρει ερωτήματα σχετικά με το ιστορικό του Τζανγκ. Όταν ερωτήθηκε, χρησιμοποίησε τον όρο «τοποθέτηση», ο οποίος συνδέεται συνήθως με τη στρατιωτική ορολογία. Επιπλέον, ο Τζανγκ έδειξε εξοικείωση με τα όπλα. Ανέφερε συγκεκριμένα ότι κουβαλούσε ένα τυφέκιο AK-74 και ότι συνεργάστηκε με έναν Ρώσο στρατιώτη. Αυτό οδήγησε σε εικασίες ότι μπορεί να είναι πρώην μέλος του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΛΑΣ) και ότι η ιστορία του σκηνοθετήθηκε εν όψει πιθανής σύλληψης.
Οι λεπτομέρειες του διαβατηρίου του Τζανγκ εγείρουν περισσότερα ερωτήματα σχετικά με την ταυτότητά του. Όπως αποκαλύφθηκε στο βίντεο, το διαβατήριο του Τζανγκ εκδόθηκε στις 31 Ιουλίου 2023 και ισχύει μέχρι το 2033. Ενώ ο τόπος γέννησής του αναφέρεται ως Τζιανγκσί, το διαβατήριο εκδόθηκε στο Πεκίνο, προκαλώντας εικασίες για τη φύση της πρόσληψης και του ταξιδιού του. Αυτό συμβαίνει επειδή τα κινεζικά διαβατήρια εκδίδονται συνήθως με βάση τη διεύθυνση του hukou τους, ενός κινεζικού συστήματος εγγραφής νοικοκυριών που υπαγορεύει πού επιτρέπεται στα άτομα να ζουν, να εργάζονται και να έχουν πρόσβαση στις κοινωνικές υπηρεσίες.
Βλέπω τρεις πιθανές εξηγήσεις για την κατάσταση του Τζανγκ. Πρώτον, μπορεί να μετακόμισε στο Πεκίνο ως ενήλικας για δουλειά και αργότερα να προσπάθησε να γίνει μισθοφόρος στη Ρωσία, κάνοντας αίτηση για νέο διαβατήριο στην πόλη όπου εργαζόταν.
Δεύτερον, είναι πιθανό ότι ο Τζανγκ δεν κατοικούσε ποτέ στο Πεκίνο. Αντίθετα, ένας διαμεσολαβητής με έδρα την πόλη θα μπορούσε να είχε καταφέρει να του πάρει διαβατήριο και να κανονίσει ταξίδια, βοηθώντας τον ενδεχομένως να εισέλθει στη Ρωσία.
Τρίτον, ο Τζανγκ θα μπορούσε να είχε τοποθετηθεί κρυφά από τον ΛΑΣ για να παρακολουθήσει τις επιχειρήσεις πρώτης γραμμής στην Ουκρανία. Αν ίσχυε αυτό, η μισθοφορική του ιδιότητα και η ιστορία του υποβάθρου του θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως κάλυψη σε περίπτωση σύλληψής του.
Ο Γουάνγκ, αντίθετα, φαίνεται να είναι ένας στρατολογημένος πολίτης χωρίς επίσημη εκπαίδευση. Στο βίντεο, ο Γουάνγκ δεν ανέφερε την «τοποθέτηση» ούτε αναφέρθηκε στο όπλο του. Επικεντρώθηκε στην περιγραφή του τι συνέβη μετά τη σύλληψή του και έδειξε περιορισμένες γνώσεις προστασίας από τοξικά αέρια.
Σύμφωνα με την αφήγησή του, μετά τη σύλληψή του, ο ίδιος και οι Ουκρανοί στρατιώτες δέχθηκαν επίθεση από τους Ρώσους. Διηγήθηκε ότι οι Ρώσοι είχαν ρίξει δακρυγόνα στο καταφύγιό του. Ο καπνός ήταν τόσο πυκνός και αποπνικτικός που δεν ήξερε πώς να τον αποφύγει. Απλά έμεινε αβοήθητος, φοβούμενος ότι θα πέθαινε. Εκείνη τη στιγμή, ένας Ουκρανός στρατιώτης, ο οποίος αρχικά είχε καταφέρει να διαφύγει, επέστρεψε για αυτόν και τον τράβηξε από το κολάρο. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, είπε ότι είχε ήδη λιποθυμήσει.
Φαίνεται ότι ο Γουάνγκ έλαβε ελάχιστη έως καθόλου επίσημη στρατιωτική εκπαίδευση ή μόνο βιαστικά. Αυτό που έριξαν οι Ρώσοι δεν ήταν δακρυγόνα, αλλά βόμβες αερίου, καθώς η Ρωσία φέρεται να έχει χρησιμοποιήσει πιο τοξικά χημικά, όπως χλωροπικρίνη και χειροβομβίδες γεμάτες με CS και CN, που είναι και τα δύο είδη δακρυγόνων, στο πεδίο της μάχης. Αυτός μπορεί να είναι ο λόγος που ο Γουάνγκ ένιωσε ασφυξία και έχασε τις αισθήσεις του.
Ο ΛΑΣ ερευνά και κατασκευάζει χημικά όπλα και έχει συμπεριλάβει το θέμα της άμυνας κατά των χημικών και βιολογικών όπλων στην καθημερινή του εκπαίδευση. Αν ο Ουκρανός στρατιώτης δεν είχε επιστρέψει για να τον σώσει, η συνεχιζόμενη έκθεσή του σε τοξικά αέρια σε αυτόν τον περιορισμένο χώρο θα μπορούσε να ήταν μοιραία.
Ουκρανοί αξιωματούχοι ανέφεραν προηγουμένως την παρουσία βορειοκορεατών στρατιωτικών αξιωματικών που παρακολουθούσαν τις ρωσικές επιχειρήσεις στην πρώτη γραμμή, μερικοί από τους οποίους φέρεται να σκοτώθηκαν από ουκρανικούς πυραύλους. Οι αναλυτές προτείνουν ότι ο κινεζικός στρατός, ο οποίος δεν έχει πρόσφατη εμπειρία μάχης, μπορεί να αναπτύσσει προσωπικό χαμηλότερου επιπέδου για να εκτεθεί σε ενεργές συνθήκες μάχης υπό το πρόσχημα ξένων εθελοντών ή εργολάβων.
Καθώς η Ουκρανία συνεχίζει την έρευνά της, παραμένουν ερωτήματα σχετικά με τη φύση των Κινέζων υπηκόων που μάχονται στη σύγκρουση—είτε είναι ανεξάρτητοι μισθοφόροι, εξαναγκασμένα άτομα, ή μέρος μιας ανεπίσημης αποστολής που υποστηρίζεται από το κράτος για να πάρουν μαθήματα και τακτικές από τον πόλεμο.
Ο ρόλος του ΚΚΚ στην υποστήριξη του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία
Η Ουκρανία είχε προηγουμένως επικρίνει την Κίνα για την αποστολή βασικού εξοπλισμού και εξαρτημάτων που είναι απαραίτητα για την παραγωγή όπλων στη Ρωσία, κάτι που είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της επίθεσης της Μόσχας κατά της Ουκρανίας, περισσότερο από τους Κινέζους μισθοφόρους που πολεμούν για λογαριασμό της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Η ανακοίνωση της Ουκρανίας για την παρουσία Κινέζων υπηκόων που πολεμούν για τις ρωσικές δυνάμεις φαίνεται να είναι μια στρατηγική για να τραβήξει περισσότερη προσοχή από τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ. Αυτό το μήνυμα υπογραμμίζει ότι η υπεράσπιση της κατάπαυσης του πυρός απαιτεί περισσότερα από την απλή πίεση στη Μόσχα. Είναι επίσης σημαντικό να αντιμετωπιστεί η υποστήριξη του κινεζικού καθεστώτος στη Ρωσία ως κρίσιμος παράγοντας.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες επανέλαβαν αυτές τις ανησυχίες. Σύμφωνα με την εκπρόσωπο Τύπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ των ΗΠΑ, Τάμυ Μπρους, η Κίνα έχει γίνει ο πιο σημαντικός εξωτερικός υποστηρικτής της Ρωσίας στον πόλεμο. «Η Κίνα παρέχει σχεδόν το 80% των ειδών διπλής χρήσης που χρειάζεται η Ρωσία για να συντηρήσει τον πόλεμο», δήλωσε η Μπρους στις 8 Απριλίου.
Το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ) υποστηρίζει την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία για περισσότερα από τρία χρόνια, με αποτέλεσμα τον θάνατο πολλών Ουκρανών και Ρώσων στον πόλεμο. Πιστεύω ότι ο κινεζικός λαός μπορεί να βοηθήσει να τερματιστεί ο πόλεμος και οι απώλειες ζωών, ειδικά όταν συνειδητοποιήσουν ότι το ΚΚΚ βρίσκεται πίσω του, εγειρόμενοι ενάντια στην τυραννία του κόμματος, και υποστηρίζοντας μια ελεύθερη κοινωνία, στην οποία τα άτομα δεν υποβάλλονται σε πλύση εγκεφάλου ή εξαπάτηση.