Τρίτη, 15 Ιούλ, 2025

Επίθεση του Ιράν σε αμερικανικές εγκαταστάσεις στο Κατάρ – Συμβολικό χτύπημα χωρίς απώλειες

Το Ιράν εξαπέλυσε στις 23 Ιουνίου σειρά βαλλιστικών πυραύλων εναντίον της μεγαλύτερης αμερικανικής στρατιωτικής βάσης στη Μέση Ανατολή, της Αλ Ουντέιντ στο Κατάρ, σε μια επίθεση που, σύμφωνα με Ιρανούς αξιωματούχους, αποτελεί αντίποινα για τα πλήγματα που κατάφεραν οι Ηνωμένες Πολιτείες σε ιρανικές εγκαταστάσεις εμπλουτισμού ουρανίου το προηγούμενο Σαββατοκύριακο. Όπως ανέφεραν, ο αριθμός των πυραύλων που εκτοξεύθηκαν ήταν ίσος με τον αριθμό των βομβών που χρησιμοποίησαν οι ΗΠΑ.

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, επιβεβαίωσε μέσω ανάρτησής του στην πλατφόρμα Truth Social ότι εκτοξεύθηκαν 14 πύραυλοι προς τη βάση, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι η Ουάσιγκτον είχε ειδοποιηθεί εκ των προτέρων από την Τεχεράνη και πως όλοι οι πύραυλοι είτε αναχαιτίστηκαν είτε δεν έπληξαν τον στόχο τους.

Λίγες ώρες αργότερα, ο Τραμπ ανακοίνωσε την επίτευξη συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός μεταξύ Ιράν και Ισραήλ. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις των δύο χωρών θα τερματιστούν εντός έξι ωρών, ενώ μετά την πάροδο 24 ωρών, η σύγκρουση θα θεωρείται επισήμως λήξασα. Ο ίδιος εξέφρασε την προσδοκία ότι η εκεχειρία θα είναι «ειρηνική και με σεβασμό» και από τις δύο πλευρές.

Παρότι η ιρανική επίθεση δεν προκάλεσε στρατηγική βλάβη, θεωρήθηκε ιστορική, καθώς ήταν η πρώτη φορά που ξένη δύναμη στοχοποίησε ευθέως τη βάση Αλ Ουντέιντ, η οποία φιλοξενεί χιλιάδες Αμερικανούς στρατιώτες, δεκάδες βομβαρδιστικά και μαχητικά αεροσκάφη, καθώς και κομβικές μονάδες επιμελητειακής υποστήριξης.

Το νευραλγικό κέντρο των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή

Η Αλ Ουντέιντ, αν και τυπικά καταριανή βάση που κατασκευάστηκε μυστικά τη δεκαετία του 1990, άνοιξε για τις αμερικανικές δυνάμεις στις αρχές της δεκαετίας του 2000 στο πλαίσιο των επιχειρήσεων για τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας.

Στην πράξη, αποτελεί τη μεγαλύτερη στρατιωτική εγκατάσταση των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, προσφέροντας σημαντική δυνατότητα προβολής ισχύος στην ευρύτερη περιοχή.

Η σημασία της είναι διττή: αφ’ ενός στηρίζει ποικίλες αεροπορικές επιχειρήσεις, αφ’ ετέρου λειτουργεί αποτρεπτικά, ενισχύοντας τη ναυτική παρουσία των ΗΠΑ στον Περσικό Κόλπο μέσω του Πέμπτου Στόλου που εδρεύει στο Μπαχρέιν.

Οι εγκαταστάσεις, που εκτείνονται σε 30 τετραγωνικά χιλιόμετρα, αποτέλεσαν κεντρικό επιχειρησιακό κόμβο κατά τους πολέμους στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, φιλοξενώντας κατά διαστήματα περισσότερους από 8.000 στρατιωτικούς, καθώς και εκατοντάδες μέλη συμμαχικών δυνάμεων.

Η ιρανική επίθεση στην αμερικανική βάση στο Κατάρ. Τα σημάδια στο χάρτη δείχνουν τις αμερικανικές βάσεις στην ευρύτερη περιοχή. (Congressional Research Service)

 

Από το 2009, στη βάση φιλοξενείται και το προκεχωρημένο αρχηγείο της Κεντρικής Διοίκησης των ΗΠΑ, που έχει υπό την εποπτεία του τις στρατιωτικές επιχειρήσεις σε όλη τη Μέση Ανατολή.

Η Αλ Ουντέιντ διαθέτει θωρακισμένα υπόστεγα, αντιαεροπορικές συστοιχίες Patriot, δύο μεγάλους διαδρόμους προσγείωσης και πλήθος σύγχρονων αεροσκαφών, όπως βομβαρδιστικά B‑52 και μαχητικά F‑15 και F‑22. Σημαντικός αριθμός αυτών είχε ήδη απομακρυνθεί προσωρινά πριν από την επίθεση της 23ης Ιουνίου· δορυφορικές εικόνες της 19ης Ιουνίου εμφάνιζαν μόλις τρία αεροσκάφη στο χώρο.

Χρήση βαλλιστικών πυραύλων χωρίς θύματα

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκάλεσε η απόφαση του Ιράν να χρησιμοποιήσει βαλλιστικούς πυραύλους αντί για φθηνότερα μέσα, όπως τα μη επανδρωμένα εναέρια οχήματα μίας χρήσης.

Αμερικανός αξιωματούχος του Πενταγώνου ανέφερε με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στην εφημερίδα The Epoch Times ότι χρησιμοποιήθηκαν βαλλιστικοί πύραυλοι μικρού και μεσαίου βεληνεκούς, προσθέτοντας ότι το Πεντάγωνο παρακολουθεί στενά την κατάσταση για ενδεχόμενες εξελίξεις.

Δεν έχει αποσαφηνιστεί επίσης γιατί η Τεχεράνη επέλεξε μεσαίου βεληνεκούς πυραύλους, δεδομένου ότι οι υπάρχουσες εκδόσεις πυραύλων μικρού βεληνεκούς καλύπτουν ήδη την απαιτούμενη απόσταση μέχρι το Κατάρ.

Σύμφωνα με την ίδια πηγή, δεν αναφέρθηκαν τραυματισμοί ή θάνατοι, ενώ και το Κατάρ, μέσω του υπουργείου Εξωτερικών, ανακοίνωσε ότι όλοι οι πύραυλοι αναχαιτίστηκαν. Η Ντόχα δήλωσε επίσης ότι διατηρεί το δικαίωμα να απαντήσει αν το κρίνει αναγκαίο.

Το υπουργείο Εξωτερικών του Κατάρ χαρακτήρισε την επίθεση «κατάφωρη παραβίαση της κυριαρχίας του Κατάρ, του εναέριου χώρου του, του διεθνούς δικαίου και του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ» και διαμήνυσε πως διατηρεί το δικαίωμα άμεσης και ανάλογης απάντησης, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.

Καταδίκη από αραβικές χώρες

Χώρες της Μέσης Ανατολής καταδίκασαν επίσης την ιρανική επίθεση, με αξιωματούχους από το Μπαχρέιν, την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα να καλούν την Τεχεράνη να αποκλιμακώσει και να αποφύγει περαιτέρω ενέργειες.

Ο γενικός γραμματέας του Αραβικού Συνδέσμου, Αχμέντ Αμπούλ Γκέιτ, εξέφρασε «πλήρη αλληλεγγύη» προς το Κατάρ και χαρακτήρισε την επίθεση «απαράδεκτη».

Σε μια προσπάθεια να αμβλύνει τις εντάσεις, το Ανώτατο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας του Ιράν εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία ανέφερε ότι οι πύραυλοι στόχευσαν εγκαταστάσεις μακριά από κατοικημένες περιοχές και ότι η Τεχεράνη παραμένει προσηλωμένη στη διατήρηση της «μακράς παράδοσης των στενών σχέσεων» με το Κατάρ.

Ο Τραμπ, από την πλευρά του, ευχαρίστησε μέσω ανάρτησης το Κατάρ για τη συμβολή του στην αναχαίτιση της επίθεσης και εξέφρασε την ελπίδα πως Ιράν και Ισραήλ θα προχωρήσουν σε αποκλιμάκωση. Δήλωσε επίσης ότι θα ενθαρρύνει το Ισραήλ να πράξει το ίδιο, ώστε η περιοχή να οδεύσει προς «ειρήνη και αρμονία».

Η Κίνα κατακλύζει τη Βραζιλία με φθηνά ηλεκτρικά οχήματα – Ανησυχίες της τοπικής βιομηχανίας

Η ραγδαία αύξηση των εισαγωγών φθηνών κινεζικών ηλεκτρικών αυτοκινήτων στη Βραζιλία έχει προκαλέσει ανησυχία στις τοπικές ενώσεις της αυτοκινητοβιομηχανίας και των εργαζομένων, καθώς η χώρα εξελίσσεται σε βασικό προορισμό για τις κινεζικές εξαγωγές στον τομέα των ηλεκτροκίνητων οχημάτων (Electric Vehicle – EV).

Η BYD, η μεγαλύτερη κινεζική εταιρεία παραγωγής EV και υβριδικών οχημάτων, έχει αποστείλει στη Βραζιλία τέσσερις παρτίδες φέτος, συνολικού αριθμού περίπου 22.000 οχημάτων.

Σύμφωνα με την κύρια αυτοκινητοβιομηχανική ένωση της Βραζιλίας, εκτιμάται ότι το 2025 οι εισαγωγές πλήρως συναρμολογημένων οχημάτων από την Κίνα θα αυξηθούν σχεδόν κατά 40%, φτάνοντας τις 200.000 μονάδες και αντιστοιχώντας σε περίπου 8% των νέων ταξινομήσεων ελαφρών οχημάτων στη χώρα.

Η Βραζιλία είχε καταργήσει το 2015 τους δασμούς για την BYD και άλλους κατασκευαστές, στο πλαίσιο προώθησης της ηλεκτροκίνησης. Ωστόσο, με στόχο την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής, η κυβέρνηση αποφάσισε το 2024 την επαναφορά του δασμού εισαγωγής στο 10% για τα ξένα EV και σχεδιάζει την προοδευτική αύξησή του κάθε έξι μήνες, ώστε να φτάσει στο 35% έως το 2026.

Η τοπική αυτοκινητοβιομηχανία και τα συνδικάτα προειδοποιούν ότι οι κινεζικές εταιρείες εκμεταλλεύονται το μεταβατικό αυτό διάστημα για να διαθέσουν μαζικά οχήματα, αντί να επενδύσουν σε τοπικά εργοστάσια και θέσεις εργασίας.

Η BYD είχε ανακοινώσει το 2023 την εξαγορά παλιού εργοστασίου της Ford στην πολιτεία Μπαΐα, με στόχο να ξεκινήσει τη λειτουργία του το 2024. Ωστόσο, εξαιτίας έρευνας για παραβιάσεις εργατικής νομοθεσίας, η πλήρης παραγωγή μετατέθηκε για τα τέλη του 2026. Τον Μάιο, εισαγγελέας εργασίας κατέθεσε αγωγή κατά της BYD, υποστηρίζοντας ότι οι Κινέζοι εργαζόμενοι στις εγκαταστάσεις της στη Βραζιλία βρίσκονται σε συνθήκες παρόμοιες με «δουλεία».

Παρόμοια καθυστέρηση παρατηρείται και στην περίπτωση της Great Wall Motor, άλλης κινεζικής αυτοκινητοβιομηχανίας, η οποία έχει αναβάλει επί πάνω από ένα έτος την έναρξη παραγωγής στη Βραζιλία.

Υπό το βάρος αυτών των εξελίξεων, οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας και των εργαζομένων ζητούν από την κυβέρνηση να επισπεύσει την αύξηση των εισαγωγικών δασμών στο 35%, κατά ένα έτος νωρίτερα από το προβλεπόμενο, ώστε να προστατευθεί η εγχώρια παραγωγή.

Το υπό κατασκευή εργοστασίου ηλεκτρικών οχημάτων της BYD στο Καμασάρι της Βραζιλίας, στις 26 Δεκεμβρίου 2024. (Joa Souza/Reuters)

 

Ο Iγκόρ Κάλβε, πρόεδρος της Ένωσης Βραζιλιάνων Κατασκευαστών Οχημάτων, δήλωσε ότι η ένωση στηρίζει την είσοδο νέων εμπορικών σημάτων στη Βραζιλία για την ενίσχυση της παραγωγής, των προμηθευτών εξαρτημάτων, των θέσεων εργασίας και της τεχνολογικής καινοτομίας. Ωστόσο, επισήμανε ότι όταν η υπερβολική αύξηση των εισαγωγών αποθαρρύνει τις επενδύσεις στην εγχώρια παραγωγή, τότε αυτό αποτελεί πηγή ανησυχίας.

Η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα της Κίνας και η αδύναμη εγχώρια ζήτηση έχουν εντείνει τις πιέσεις στις κινεζικές αυτοκινητοβιομηχανίες. Τον Μάιο, η BYD προχώρησε σε εκτεταμένη μείωση τιμών έως και 34% για 22 μοντέλα, προκαλώντας κύμα μειώσεων και από άλλες κινεζικές εταιρείες. Η εγχώρια αγορά της Κίνας έχει πλέον εισέλθει σε έντονο ανταγωνισμό τιμών χωρίς προηγούμενο.

Για την απορρόφηση της υπερπαραγωγής, οι κινεζικές εξαγωγές EV έχουν αυξηθεί σημαντικά την τελευταία πενταετία, με φθηνά οχήματα να κατευθύνονται σε Ευρώπη, Νοτιοανατολική Ασία και Λατινική Αμερική, προκαλώντας πιέσεις στις αντίστοιχες εγχώριες βιομηχανίες.

Ως απάντηση, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιβάλει δασμούς 100% στα εισαγόμενα EV από την Κίνα, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση αύξησε τους αντίστοιχους δασμούς στο 45%.

Η Βραζιλία, πάντως, εξελίσσεται σε νέο στόχο της παγκόσμιας στρατηγικής επέκτασης της κινεζικής αυτοκινητοβιομηχανίας. Ο Αροάλντο ντα Σίλβα, πρόεδρος της συνδικαλιστικής συνομοσπονδίας IndustriALL Brasil, δήλωσε ότι ενώ οι περισσότερες χώρες έχουν ήδη υιοθετήσει μέτρα για να αποτρέψουν την Κίνα, η Βραζιλία δεν το έπραξε, επιτρέποντας στην Κίνα να αξιοποιήσει αυτό το άνοιγμα.

Πύλη για αγορά της Νότιας Αμερικής

«Τώρα, ολόκληρος ο κόσμος είναι σε επιφυλακή ενάντια στην μαζική πώληση ηλεκτρικών αυτοκινήτων από την Κίνα», δήλωσε ο Λι Χενγκίνγκ, ανεξάρτητος οικονομολόγος με έδρα τις ΗΠΑ, στην εφημερίδα The Epoch Times στις 20 Ιουνίου. «Φοβούνται ότι μόλις εισέλθουν στις αγορές τους, θα καταστρέψουν ολόκληρη την βιομηχανία ηλεκτρικών αυτοκινήτων των χωρών τους.

Η Βραζιλία είναι ένα σημαντικό προγεφύρωμα για την Κίνα για να εισέλθει στην αγορά της Νότιας Αμερικής. Τώρα δεν μπορούν να αφήσουν τη Βραζιλία να οδηγήσει αυτές τις χώρες της Νότιας Αμερικής να μποϊκοτάρουν τα ηλεκτρικά τους οχήματα».

Ο Λι σημείωσε ότι η τρέχουσα κυβέρνηση της Βραζιλίας, με επικεφαλής τον πρόεδρο Λούλα ντα Σίλβα, είναι αριστερή και κοντά στην Κίνα, και «έχει πολύ τεταμένες σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες». Ο Λι προέβλεψε ότι η βραζιλιάνικη κυβέρνηση ενδέχεται να μην λάβει άμεσα μέτρα για τον περιορισμό των κινεζικών ηλεκτρικών οχημάτων.

Ο ανεξάρτητος Κινέζος οικονομολόγος Λενγκ Γιάν, γνωστός και για την παρουσίαση του ανεξάρτητου οικονομικού προγράμματος «Caijing Lengyan», δήλωσε στην Epoch Times στις 20 Ιουνίου ότι η φερόμενη παραβίαση των εργασιακών δικαιωμάτων από την BYD στη Βραζιλία έχει πράγματι προκαλέσει έντονη αντίδραση στη χώρα και ενδέχεται να οδηγήσει το βραζιλιάνικο κοινό να αντιταχθεί στα κινεζικά προϊόντα.

«Ωστόσο, πιστεύω ότι η βραζιλιάνικη κυβέρνηση θα λάβει ένα συμβιβαστικό μέτρο», δήλωσε ο Λενγκ. «Η βραζιλιάνικη κυβέρνηση είναι σχετικά φιλοκινεζική και η οικονομία της Βραζιλίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την Κίνα».

Ως παράδειγμα, ανέφερε τις αυξανόμενες εισαγωγές σόγιας από τη Βραζιλία στην Κίνα, οι οποίες αντικαθιστούν τις αντίστοιχες εισαγωγές από τις Ηνωμένες Πολιτείες εν μέσω του εμπορικού πολέμου μεταξύ Κίνας και Ηνωμένων Πολιτειών.

«Επιπλέον, η Βραζιλία διαθέτει σιδηρομετάλλευμα ή ορυκτά, καθώς και γεωργικά προϊόντα που εξάγονται στην Κίνα, η οποία αποτελεί μια πολύ μεγάλη αγορά», είπε. «Η Βραζιλία δεν θα προσβάλει εύκολα την κινεζική κυβέρνηση».

Με τη συμβολή του Luo Ya και πληροφορίες από το Reuters

Φορντό: Ο υπόγειος πυρηνικός σταθμός-κλειδί του Ιράν που επλήγη από τις ΗΠΑ

Η πιο κρίσιμη και βαριά οχυρωμένη πυρηνική εγκατάσταση του Ιράν βρίσκεται στην ορεινή περιοχή του Φορντό, περίπου 100 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Τεχεράνης. Ο σταθμός αυτός, μαζί με το εργοστάσιο εμπλουτισμού Νατάνζ και το πυρηνικό τεχνολογικό κέντρο του Ισφαχάν, αποτέλεσαν στόχους της σειράς αμερικανικών αεροπορικών επιδρομών που εξαπολύθηκαν το βράδυ του Σαββάτου, με σκοπό την καταστροφή ή τουλάχιστον τη σοβαρή οπισθοδρόμηση του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος.

Η Τεχεράνη είχε κατασκευάσει τον πυρήνα του εργοστασίου Φορντό 80 μέτρα κάτω από την επιφάνεια ενός βουνού, σε μια προσπάθεια να προστατευτεί από αεροπορικές επιδρομές. Στην εγκατάσταση φιλοξενούνται συστοιχίες προηγμένων φυγοκεντρητών ουρανίου, απαραίτητων για τον εμπλουτισμό ουρανίου σε επίπεδα που επιτρέπουν την κατασκευή πυρηνικών όπλων.

Το Ιράν είχε ενημερώσει τον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ) το 2009 ότι η κατασκευή στο Φορντό είχε ξεκινήσει το 2007. Η Τεχεράνη είχε επικαλεστεί τότε «απειλές στρατιωτικών επιθέσεων» για να δικαιολογήσει τη δημιουργία «εναλλακτικών κέντρων» πυρηνικής δραστηριότητας. Σύμφωνα με αναλυτές, το Φορντό θεωρείται επί μακρόν ως πιθανό καταφύγιο για τυχόν κρυφές προσπάθειες του Ιράν να αναπτύξει πυρηνικά όπλα.

Εκτός από το μεγάλο βάθος στο οποίο βρίσκεται, το εργοστάσιο προστατεύεται και από αντιαεροπορικές συστοιχίες, οι οποίες, σύμφωνα με αναφορές, είχαν ήδη πληγεί από ισραηλινές δυνάμεις την προηγούμενη εβδομάδα. Λόγω της υπόγειας τοποθέτησής του, στρατιωτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι μόνο τα ειδικά αμερικανικά διατρητικά βλήματα έχουν τη δυνατότητα να του προκαλέσουν σημαντική ζημιά.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, είχε δώσει εντολή να αναπτυχθούν βομβαρδιστικά τύπου B-2 Spirit με φορτίο που περιλάμβανε μεγάλης ισχύος διατρητικό πυρομαχικό (Massive Ordnance Penetrator – MOP) βάρους περίπου 13.600 κιλών —τις μεγαλύτερες μη πυρηνικές βόμβες του αμερικανικού οπλοστασίου— με στόχο τις εγκαταστάσεις του Φορντό, του Νατάνζ και του Ισφαχάν.

Σε ενημέρωση που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή στο Πεντάγωνο, ο επικεφαλής του Μικτού Επιτελείου Στρατηγών των ΗΠΑ, στρατηγός Νταν Κέιν, ανέφερε ότι επτά βομβαρδιστικά B-2 πραγματοποίησαν συνολικά 14 ρίψεις βομβών διάτρησης. Η επιχείρηση του Σαββάτου, με την ονομασία «Midnight Hammer», αποτέλεσε την πρώτη επιχειρησιακή χρήση αυτών των όπλων στην πράξη.

Ο Τραμπ φέρεται να δήλωσε ότι οι τρεις πυρηνικές εγκαταστάσεις «καταστράφηκαν πλήρως και ολοκληρωτικά». Από την πλευρά της, η Τεχεράνη έχει επιβεβαιώσει ότι σημειώθηκαν πλήγματα, χωρίς ωστόσο να προβεί σε δημόσιο σχολιασμό για την έκταση των ζημιών.

Ο ΔΟΑΕ ανακοίνωσε την Κυριακή ότι, σύμφωνα με τις ιρανικές ρυθμιστικές αρχές, δεν έχει καταγραφεί αύξηση ραδιενεργών επιπέδων εκτός των στοχευμένων εγκαταστάσεων. Ο γενικός διευθυντής του οργανισμού, Ραφαέλ Μαριάνο Γκρόσι, δήλωσε πως, μέχρι στιγμής, δεν αναμένονται επιπτώσεις στην υγεία του πληθυσμού ή στο περιβάλλον εκτός των περιοχών που επλήγησαν.

Ο ΔΟΑΕ είχε επίσης αναφέρει στις αρχές Μαΐου ότι το Ιράν είχε εμπλουτίσει ουράνιο σε ποσοστό 60% — επίπεδο που μπορεί να αυξηθεί σχετικά γρήγορα σε τουλάχιστον 90%, δηλαδή σε επίπεδο κατάλληλο για την κατασκευή πυρηνικού όπλου. Τον Μάρτιο του 2023, ο οργανισμός είχε εντοπίσει στο Φορντόου σωματίδια ουρανίου εμπλουτισμένα έως και σε ποσοστό 83,7%. Η ιρανική πλευρά είχε αποδώσει την ανώτερη συγκέντρωση σε «ακούσιες διακυμάνσεις στα επίπεδα εμπλουτισμού» και είχε δεσμευτεί να δώσει διευκρινίσεις.

Η Τεχεράνη επιμένει ότι το πυρηνικό της πρόγραμμα έχει αποκλειστικά ειρηνικούς σκοπούς, κυρίως για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Για τον σκοπό αυτό, απαιτείται εμπλουτισμός ουρανίου μόλις 3,67%. Ο ΔΟΑΕ έχει επισημάνει ότι, ιστορικά, μόνο κράτη που ανέπτυσσαν πυρηνικά όπλα είχαν προβεί σε εμπλουτισμό ουρανίου άνω του 60%.

Του Jacob Burg

Με τη συμβολή του Andrew Thornebrooke

Διεθνείς αντιδράσεις μετά τα αμερικανικά πλήγματα κατά των ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων

Έντονες διεθνείς αντιδράσεις έχουν προκαλέσει τα αμερικανικά αεροπορικά πλήγματα εναντίον πυρηνικών εγκαταστάσεων του Ιράν, τα οποία πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της νύχτας. Η Ουάσιγκτον επιβεβαίωσε τις επιθέσεις, επισημαίνοντας ότι στόχος ήταν η παρεμπόδιση του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος, ενώ δηλώνει διατεθειμένη να προχωρήσει σε διπλωματικό διάλογο.

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ και σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας, Μάρκο Ρούμπιο, δήλωσε πως «ο κόσμος είναι ασφαλέστερος» μετά τα πλήγματα, προσθέτοντας ότι οι ΗΠΑ δεν επιδιώκουν σύγκρουση με το Ιράν και παραμένουν ανοιχτές σε συνομιλίες. Τόνισε δε πως η αλλαγή καθεστώτος στην Τεχεράνη δεν είναι μέρος των αμερικανικών σχεδίων.

Σε αντίστοιχο τόνο, ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζέι Ντι Βανς, δήλωσε πως οι επιθέσεις είχαν στόχο την παρεμπόδιση του ιρανικού προγράμματος πυρηνικών όπλων, εκφράζοντας την ελπίδα για μία διπλωματική διευθέτηση. «Θέλουμε να συζητήσουμε με τους Ιρανούς σχετικά με μία μακρόχρονη διευθέτηση», δήλωσε.

Από την πλευρά του, το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών καταδίκασε την επιχείρηση, αναφέροντας ότι αποτελεί σοβαρή παραβίαση του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και κίνηση που εντείνει την αστάθεια στη Μέση Ανατολή. Η Κίνα κάλεσε τα εμπλεκόμενα μέρη, περιλαμβανομένου του Ισραήλ, να σταματήσουν τις επιθέσεις και να προχωρήσουν σε διάλογο.

Η ρωσική κυβέρνηση χαρακτήρισε την επίθεση ως παραβίαση του διεθνούς δικαίου, τονίζοντας ότι οι ενέργειες αυτές πραγματοποιήθηκαν «στο έδαφος ενός κυρίαρχου κράτους» και κάλεσε για άμεσο τερματισμό των εχθροπραξιών και επαναφορά στη διπλωματική οδό.

Ανησυχία εξέφρασε και το Κατάρ, το οποίο προειδοποίησε για «καταστροφικές συνέπειες» από την κλιμάκωση της έντασης και κάλεσε όλα τα μέρη να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση. Το Κουβέιτ ανακοίνωσε την εγκατάσταση καταφυγίων στα κυβερνητικά κτίρια, προληπτικά μέτρα που σχετίζονται με την κατάσταση στην περιοχή.

Στην Ευρώπη, οι αντιδράσεις ήταν μεικτές. Ο Βρετανός πρωθυπουργός Κηρ Στάρμερ κάλεσε το Ιράν να επιστρέψει στις διαπραγματεύσεις, σημειώνοντας ότι δεν πρέπει να επιτραπεί στην Τεχεράνη να αποκτήσει πυρηνικά όπλα. Στη Γερμανία, εκφράστηκε διχογνωμία, με στελέχη του CDU να χαρακτηρίζουν την αμερικανική ενέργεια ως πιθανή ευκαιρία για διπλωματική επανεκκίνηση, ενώ κόμματα όπως το SPD και η Αριστερά εξέφρασαν επιφυλάξεις και προβληματισμό για τον κίνδυνο περαιτέρω αποσταθεροποίησης.

Το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών προειδοποίησε ότι η σύγκρουση μπορεί να επεκταθεί, επισημαίνοντας ότι οι τελευταίες εξελίξεις συνιστούν μέγιστο κίνδυνο για τη σταθερότητα στην περιοχή.

Σε εσωτερικό επίπεδο, το Ισραήλ έκλεισε προσωρινά τον εθνικό του εναέριο χώρο, επικαλούμενο «τις τελευταίες εξελίξεις». Σύμφωνα με τις ισραηλινές Αρχές, τα χερσαία σημεία διέλευσης προς Αίγυπτο και Ιορδανία παραμένουν σε λειτουργία.

Η κατάσταση στη Μέση Ανατολή παραμένει εύθραυστη, με διεθνείς εκκλήσεις για αποκλιμάκωση και επιστροφή στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Πώς προωθούν τα κινεζικά συμφέροντα τα λιμάνια του Πεκίνου στην Αφρική

Οι πρωτοβουλίες της Κίνας για εμβάθυνση της οικονομικής εμπλοκής και επιρροής της στην Αφρική συνεχίζονται με τον ίδιο ρυθμό, ενώ το Πεκίνο γιορτάζει τη γρήγορη κατασκευή λιμένων στις ακτές της ηπείρου σε πρόσφατες διπλωματικές και εμπορικές εκδηλώσεις.

Παρατηρητές προειδοποιούν ότι η αυξανόμενη κινεζική παρουσία στην Αφρική — που ταυτίζεται σε πολλά μέρη με το πρόγραμμα «Μία ζώνη, ένας δρόμος» του Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) — συνεχίζει την τάση παγίδευσης σε χρέος, εκμετάλλευσης πόρων και περιβαλλοντικής καταστροφής για χώρες στην ήπειρο.

Μόνο για αυτόν τον χρόνο, η Κίνα εμπλέκεται σε κατασκευή, χρηματοδότηση ή λειτουργία 78 λιμένων σε 32 αφρικανικές χώρες — περί το ένα τρίτο των 231 εμπορικών λιμένων που λειτουργούν στην Αφρική, σύμφωνα με το African Center for Strategic Studies (ACSS).

Σε σύγκριση, το ACSS σημείωσε σε αναφορά στις 10 Μαρτίου ότι λιμένες που χτίστηκαν ή βρίσκονται υπό την διαχείριση της Κίνας σε Ασία, Λατινική Αμερική, και Καραϊβική αριθμούν μόλις 34.

Ο Ντέηβυ Τ. Γουόνγκ, Κινέζος οικονομολόγος που ζει στις Ηνωμένες Πολιτείες, είπε στην Epoch Times ότι κινεζικά προγράμματα λιμένων υποστηρίζουν τις άλλες πρωτοβουλίες του Πεκίνου στην Αφρική, κυρίως σιδηροδρόμους και λεωφόρους, καθώς και βιομηχανικά πάρκα.

«Αυτό υπηρετεί τις ανάγκες του προγράμματος ‘Μία ζώνη, ένας δρόμος’ του ΚΚΚ και τη φιλοδοξία του Πεκίνου να αναδιαμορφώσει την παγκόσμια τάξη, να κερδίσει πρόσβαση σε πόρους, και να εξασφαλίσει εμπορικές οδούς», είπε ο Γουόνγκ.

Υπηρετώντας τα ‘παγκόσμια όνειρα’ του ΚΚΚ

Στις 11 Ιουνίου, τελετές υποδοχής έγιναν για την 25η Επέτειο του Φόρουμ για τη Σινο-Αφρικανική Συνεργασία και την Δ΄ Σινο-Αφρικανική Οικονομική και Εμπορική Έκθεση στην Τσανγκσά, επαρχία Χουνάν, στη νότια Κίνα. Την επόμενη μέρα άρχισε η εμπορική έκθεση. Παρευρίσκονταν ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών Γουάνγκ Γι, οι ομόλογοί του από διάφορες αφρικανικές χώρες, και αρκετοί Αφρικανοί επικεφαλής, όπως ο πρωθυπουργός της Ουγκάντα Ρομπίνα Ναμπάνγια και ο Λιβεριανός αντιπρόεδρος Τζερεμάια Κπαν Κουνγκ.

Άρθρα των κινεζικών κρατικών μέσων για τις εκδηλώσεις ανέφεραν την ικανότητα της χώρας να χτίζει λιμένες ανά την Αφρική και επαναλάμβαναν συνθήματα του ΚΚΚ για «καινοτόμο ανάπτυξη για τον Παγκόσμιο Νότο» και «η Αφρική ασπάζεται τα παγκόσμια όνειρα» του Κινέζου επικεφαλής Σι Τζινπίνγκ.

Ο Γουόνγκ ανέφερε τη συγκέντρωση προγραμμάτων κινεζικών λιμένων στην Δυτική Αφρική, αριθμώντας 35 σε σύγκριση με τους 17 στην Ανατολική Αφρική, 15 στη Νότια Αφρική και 11 στη Βόρεια Αφρική, σύμφωνα με έρευνα της ACSS. Εξασφαλίζοντας τις απομακρυσμένες ακτές του Βόρειου Ατλαντικού και του Κόλπου της Γουινέας, το κινεζικό καθεστώς ελέγχει κρίσιμες ναυτιλιακές διαδρομές για μεταφορά πετρελαίου, αερίου, και άλλων πόρων στην Κίνα.

Η Αφρική έχει περί το ένα τρίτο των ορυκτών πόρων του πλανήτη και είναι πλούσια σε υδρογονάνθρακες, σύμφωνα με το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών. Μαζί με την Κίνα, έχει επίσης τεράστιες εναποθέσεις στοιχείων σπανίων γαιών, που είναι απαραίτητα για κατασκευή μπαταριών και άλλων αγαθών υψηλής τεχνολογίας.

Επιπλέον της άμεσης χρηματοδότησης και κατασκευής, η Κίνα έχει την λειτουργία 10 αφρικανικών λιμένων, σύμφωνα με την ACSS.

Για παράδειγμα, η China Merchants Port Holdings, παρακλάδι της China Merchants Group, αγόρασε μετοχές 50% στον λιμένα Lomé Container Terminal στο Τόγκο μέσω μιας εξαγορασμένης εταιρείας της, κερδίζοντας έλεγχο λειτουργίας στον Λιμένα του Λόμε — τον μόνο βαθέων υδάτων στη Δυτική Αφρική τον καιρό της κατασκευής του.

Γερανοί με λάστιχα και γερανοί φορτοεκφόρτωσης στον λιμένα κοντέινερ βαθέων υδάτων Λέκκι στο Λάγκος, στις 3 Φεβ. 2023. (Pius Utomi Ekpei/AFP μέσω Getty Images)

 

Παρομοίως, η China Harbor Engineering Company, που έχτισε τον λιμένα βαθέων υδάτων «Λέκκι» στη Νιγηρία, απέκτησε το 54% των μετοχών και άδεια λειτουργίας 16 ετών. Ο «Λέκκι» είναι ένας από τους μεγαλύτερους και πιο πολυσύχναστους λιμένες της Δυτικής Αφρικής.

«Σκοτώνοντας τρία πουλιά με μία πέτρα»

Ο Γουόνγκ πρόσθεσε ότι οι κινεζικές αναπτύξεις λιμένων αλλού στην Αφρική «ενισχύουν τις παγκόσμιες ναυτιλιακές διαδρομές του ΚΚΚ» περαιτέρω μέσω επέκτασης της παρουσίας τους στον Ινδικό Ωκεανό, «ειδικά στην στρατηγική του επιρροή κοντά στα Στενά του Χορμούζ και Μπαμπ ελ Μαντέμπ».

Τα Στενά του Χορμούζ, μεταξύ Ιράν και Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, και η διώρυγα Μπαμπ ελ Μαντέμπ, που συνδέουν την Ερυθρά Θάλασσα και τον Κόλπο του Άντεν, είναι κρίσιμα σημεία ναυτιλίας για παγκόσμιο εμπόριο και μεταφορά ενέργειας.

Ο Σου Τζου-γιουν, διευθυντής Στρατηγικής και Πόρων στο Ινστιτούτο Ταϊβάν για Εθνική Άμυνα και Ασφάλεια, είπε στην Epoch Times ότι η στρατηγική λιμένων του ΚΚΚ στην Αφρική έχει στόχο να εξασφαλίσει την οικονομική, διπλωματική και στρατιωτική θέση του Πεκίνου — κίνηση που περιέγραψε ως «σκοτώνοντας τρία πουλιά με μία πέτρα».

«Οικονομικά, εμπεριέχει την εξαγωγή κατασκευασμένων αγαθών και εισαγωγή πρώτων υλών», περιλαμβάνοντας μέταλλα όπως νικέλιο και κασσίτερο, είπε ο Σου.

«Αυτό είναι ένα εκτενές στρατηγικό σχέδιο, που εκτείνεται από οικονομία, σε διπλωματία, σε μελλοντικές στρατιωτικές ανάγκες», σημείωσε. «Η επένδυση δημιουργεί σχέσεις χρέους με το Πεκίνο, που μετά ενισχύουν την πραγματική διπλωματική επιρροή της Κίνας.»

«Στο τέλος, οι λιμένες ίσως μετατραπούν σε σταθμούς ανεφοδιασμού και παραμονής για τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό.»

Στρατηγικός ανταγωνισμός και κυριαρχία

Εγκαθιδρύοντας τον εαυτό της ως την κυρίαρχη δύναμη στην Αφρική, τα προγράμματα της Κίνας επίσης στοχεύουν να μειώσουν την αμερικανική παγκόσμια διπλωματική ισχύ.

Ο Γουόνγκ σημείωσε τις διπλές πολιτικο-στρατιωτικές συνέπειες της επέκτασης του Πεκίνου.

«Συνδυάζει την αγορά πόρων με προσκόλληση στο εμπορικό σύστημα με τον έλεγχο των σημείων ασφαλείας, και θα έχει βαθιές συνέπειες τόσο στην αφρικανική τοπική σταθερότητα όσο και στον παγκόσμιο γεωπολιτικό ανταγωνισμό», εξήγησε.

Σήμερα, η Κίνα λειτουργεί μόνο μία στρατιωτική βάση στο εξωτερικό, στον λιμένα του Τζιμπουτί στην Ανατολική Αφρική. Έχοντας ανοίξει το 2017, βρίσκεται στην νότια είσοδο της Ερυθράς Θάλασσας μεταξύ Αφρικής και Μέσης Ανατολής, ελέγχοντας μια σημαντική ναυτιλιακή γραμμή που συνδέει Ασία, Αφρική και Ευρώπη.

Κινεζική στρατιωτική βάση δίπλα στον λιμένα πολλαπλών χρήσεων Ντοράλε. Τζιμπουτί, 4 Ιουλίου 2018. (Yasuyoshi Chiba/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο λιμένας έχει γίνει παράδειγμα της λεγόμενης ‘παγίδας χρέους’ που δημιουργεί το πρόγραμμα «Μία ζώνη, ένας δρόμος» του ΚΚΚ. Ο Γουόνγκ επεσήμανε ότι το χρέος του Τζιμπουτί προς την Κίνα αντιστοιχεί στο 80% του ΑΕΠ του.

Είπε ότι η μαζική επένδυση του ΚΚΚ στους λιμένες της Αφρικής «προκάλεσε την απώλεια ελέγχου κρίσιμων υποδομών από τις τοπικές κυβερνήσεις», εγείροντας σοβαρές «ανησυχίες κυριαρχίας και ασφάλειας».

Η κινεζική οικονομική δραστηριότητα στην Αφρική έχει δεχτεί επικρίσεις για την έμφασή της στην αφαίρεση πόρων από την ήπειρο εις βάρος της ανάπτυξης βιομηχανιών που δίνουν αξία, όπως και της περιβαλλοντικής προστασίας. Οι εργασιακές σχέσεις στις σινο-αφρικανικές συνεργασίες είναι συχνά κακές.

Μια έρευνα του 2022 του Ινστιτούτου Μελετών Ασφαλείας για κινεζικές επιχειρήσεις σε έξι αφρικανικές χώρες βρήκε ότι «ενώ η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Αφρικής, οι καταχρηστικές εργασιακές πρακτικές των κινεζικών εταιρειών είναι λόγος ανησυχίας».

Άρθρο της 15ης Απριλίου του περιοδικού Africa Defense Forum λέει πως μια μεγαλύτερη «κινεζική ναυτική παρουσία στις αφρικανικές ακτές θα μπορούσε να έχει καταστροφικές συνέπειες για κάθε έθνος που ελπίζει να προστατεύσει τα εθνικά δικαιώματα αλιείας».

«Ο στόλος βαθέων υδάτων της Κίνας ήδη λεηλατεί τα αποθέματα της αλιείας σε όλο το μήκος της δυτικής αφρικανικής ακτής», παρατήρησε.

Ο Σου σχολίασε: «Αυτό είναι απλώς άλλη μια μορφή κακόβουλης εκμετάλλευσης» στο αναπτυξιακό μοντέλο του ΚΚΚ για την Αφρική. Σημείωσε ένα πρόσφατο κύμα επιθέσεων σε κινεζικές εταιρείες από τοπικές ένοπλες ομάδες στην Αφρική.

«Πολλοί Αφρικανοί πολίτες νιώθουν να έχουν υποστεί εκμετάλλευση και στοχοποιούν Κινέζους εργάτες και εταιρείες ως αντίποινα», είπε ο Σου.

Διεθνής μελέτη με ελληνική συμμετοχή προτείνει νέα προσέγγιση για την πρόβλεψη σεισμικού κινδύνου

Διεθνής επιστημονική μελέτη, με επικεφαλής ερευνήτρια από το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, προτείνει μία νέα προσέγγιση στην εκτίμηση του σεισμικού κινδύνου, αναλύοντας την επαναληψιμότητα μεγάλων σεισμών (Μ>6) σε ενεργά ρήγματα παγκοσμίως. Η μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο διεθνές περιοδικό Journal of Geophysical Research – Solid Earth, υπογραμμίζει τη σημασία της παλαιοσεισμολογίας για την κατανόηση της σεισμικής συμπεριφοράς των ρηγμάτων, δημιουργώντας και αναλύοντας μία παγκόσμια βάση δεδομένων από περίπου 900 μεγάλους, ιστορικούς και προϊστορικούς σεισμούς των τελευταίων 80.000 ετών, σε πέντε τεκτονικά ενεργές περιοχές του πλανήτη — μεταξύ αυτών και η Ελλάδα.

Σύμφωνα με την επικεφαλής της έρευνας, Δρ Βασιλική Μουσλοπούλου, κύρια ερευνήτρια του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του ΕΑΑ, η μελέτη εξετάζει τη «σεισμική ωριμότητα» πολλών ενεργών ρηγμάτων και επιδιώκει την κατανόηση της μελλοντικής τους συμπεριφοράς. Όπως επισημαίνει, ο στόχος δεν είναι η πρόβλεψη του επόμενου σεισμού —κάτι που παραμένει ανέφικτο— αλλά η βελτίωση της αξιοπιστίας των μοντέλων πρόβλεψης σεισμικού κινδύνου παγκοσμίως. Οι γεωσεισμολόγοι, σημειώνει, γνωρίζουν ότι οι ισχυροί σεισμοί προκαλούνται από θραύση πετρωμάτων κατά μήκος ενεργών ρηγμάτων και ότι οι μεγαλύτεροι εξ αυτών (Μ>6) διαρρηγνύουν την επιφάνεια του εδάφους, αφήνοντας αποτύπωμα στο ανάγλυφο.

Το αποτύπωμα αυτό, όπως εξηγεί η ίδια, μπορεί να προσφέρει πληροφορίες για το μέγεθος και την ηλικία προγενέστερων σεισμών σε ένα συγκεκριμένο ρήγμα, δηλαδή τη σεισμική του ιστορία. Το χρονικό διάστημα μεταξύ δύο διαδοχικών ισχυρών σεισμών ορίζεται ως σεισμικός κύκλος, ενώ η συχνότητα εμφάνισής τους ως «ρυθμός επανάληψης». Οι δύο αυτές παράμετροι βρίσκονται στον πυρήνα της ανάλυσης.

Η ερευνήτρια αναφέρει ότι, γνωρίζοντας το πότε συνέβη ο τελευταίος ισχυρός σεισμός σε ένα ρήγμα και τη μέση διάρκεια του σεισμικού κύκλου, οι επιστήμονες αποκτούν ενδείξεις για το πότε ενδέχεται να συμβεί ο επόμενος.

(Ευγενική δωρεά της Βασιλικής Μουσλοπούλου)

 

Με εμπειρία άνω των 20 ετών στον τομέα της Γεωσεισμολογίας, η Δρ Μουσλοπούλου τονίζει τη σημασία της παλαιοσεισμολογίας ως εργαλείου για τη διεύρυνση του χρονικού παραθύρου καταγραφής σεισμών ανά ρήγμα, από μερικές δεκάδες χρόνια —όπως προσφέρουν οι ενόργανες μετρήσεις— σε δεκάδες χιλιάδες. Όπως διευκρινίζει, στη συγκεκριμένη μελέτη το χρονικό βάθος φτάνει τα 80.000 χρόνια, στοιχείο καθοριστικό, καθώς οι ισχυροί σεισμοί παράγονται κατά κανόνα από ρήγματα με κύκλους δράσης που ξεπερνούν κατά πολύ το προσδόκιμο ζωής του ανθρώπου, τις ενόργανες μετρήσεις ή τις ιστορικές καταγραφές. Κατά την ίδια, η κατανόηση των προτύπων δράσης των ρηγμάτων απαιτεί την αξιοποίηση των μεθόδων της παλαιοσεισμολογίας.

Για την έρευνα, στην οποία συμμετείχαν επιστήμονες από την Ελλάδα, τη Νέα Ζηλανδία και την Αυστραλία, συλλέχθηκαν τα πλέον αξιόπιστα δεδομένα ισχυρών σεισμών ανά ρήγμα σε ιδιαίτερα σεισμογενείς περιοχές, περιλαμβανομένων και εκείνων με ιστορική δραστηριότητα. Τα αποτελέσματα δείχνουν, σύμφωνα με την επικεφαλής, ότι η πλειονότητα των ρηγμάτων που μελετήθηκαν δεν είναι ακόμη «ώριμα» για να προκαλέσουν νέο μεγάλο σεισμό — με εξαίρεση την Καλιφόρνια, όπου παρατηρείται καθυστέρηση στη θραύση πολλών ρηγμάτων σε σχέση με τον αναμενόμενο κύκλο τους.

Επιπλέον, όπως αναφέρεται, η χρήση του μέσου ρυθμού επανάληψης προϊστορικών σεισμών προβλέπει με αξιοπιστία τη χρονική στιγμή των ιστορικών σεισμών στα περισσότερα ρήγματα των πέντε περιοχών μελέτης (Ελλάδα, Νέα Ζηλανδία, Ιαπωνία, Καλιφόρνια, Basin and Range ΗΠΑ).

Η Δρ Μουσλοπούλου επισημαίνει ότι, προκειμένου να δημιουργηθούν ακριβέστερα μοντέλα πρόβλεψης σεισμικού κινδύνου, είναι σκόπιμο οι επιστήμονες να λαμβάνουν υπόψη το διάστημα μεταξύ προτελευταίου και τελευταίου μεγάλου σεισμού (πλήρης σεισμικός κύκλος), αντί να βασίζονται μόνο στον χρόνο που μεσολάβησε από τον πιο πρόσφατο σεισμό, όπως συμβαίνει σήμερα.

Η σημασία της έρευνας για την Ελλάδα

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η μελέτη αναγνωρίζει ότι, παρότι τα παλαιοσεισμολογικά δεδομένα είναι περιορισμένα και αφορούν κυρίως ρήγματα με πρόσφατη ιστορική δραστηριότητα, είναι εξαιρετικά πολύτιμα και συνέβαλαν ουσιαστικά στα παγκόσμια συμπεράσματα. Σύμφωνα με τη Δρ Μουσλοπούλου, η σεισμική συμπεριφορά των ελληνικών ρηγμάτων όσον αφορά την επαναληψιμότητα των μεγάλων σεισμών εμφανίζει ομοιότητες με εκείνη των περιοχών που μελετήθηκαν διεθνώς, πλην της Καλιφόρνιας.

Η ίδια αναφέρει ότι σχεδόν όλοι οι ισχυροί ιστορικοί σεισμοί στην Ελλάδα σημειώθηκαν σε χρονικές περιόδους που, εκ των υστέρων, κρίνονται συμβατές με τον αναμενόμενο κύκλο του κάθε ρήγματος. Τονίζει επίσης ότι τα περισσότερα ελληνικά ρήγματα με προϊστορικά δεδομένα έχουν ήδη «σπάσει» σε ιστορικούς χρόνους. Η επιστημονική κοινότητα, όπως υπογραμμίζει, θα πρέπει να εστιάσει στη μελέτη ρηγμάτων που δεν έχουν ακόμη προκαλέσει ισχυρούς σεισμούς, ώστε να εντοπιστούν όσα βρίσκονται πιο κοντά σε ενδεχόμενη θραύση.

(Ευγενική δωρεά της Βασιλικής Μουσλοπούλου)

 

Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα διαθέτει πλήθος ενεργών ρηγμάτων, η σεισμική ιστορία έχει μελετηθεί σε λιγότερο από το 10% αυτών. Κατά την ερευνήτρια, αυτό αφήνει περιθώρια για σημαντική πρόοδο στη συλλογή προϊστορικών δεδομένων, προκειμένου να εντοπιστούν τα ρήγματα με υψηλότερη πιθανότητα μελλοντικής θραύσης και τα πιθανά μεγέθη των σεισμών που μπορεί να προκαλέσουν.

Η ίδια επισημαίνει την ανάγκη για καταγραφή όσο το δυνατόν περισσότερων ενεργών ρηγμάτων σε ξηρά και θάλασσα, δίνοντας έμφαση σε όσα βρίσκονται κοντά σε πόλεις και παρουσιάζουν μεγάλο μήκος. Όπως αναφέρει, μόνο μέσα από τη μελέτη των προτύπων σεισμικής συμπεριφοράς μπορεί να γίνει αξιόπιστη εκτίμηση επικινδυνότητας, χωρίς όμως να υπονοείται πρόγνωση μεμονωμένων γεγονότων.

Παράλληλα, η μελέτη θέτει υπό αμφισβήτηση την καθολική εφαρμογή μοντέλων «τύπου Καλιφόρνιας» στις ελληνικές ή άλλες περιοχές, καθώς, σύμφωνα με τους συντάκτες της, κάτι τέτοιο μπορεί να εισάγει μεροληψίες και σφάλματα. Η Δρ Μουσλοπούλου σημειώνει ότι η έρευνα προσφέρει την ευκαιρία επανεξέτασης αυτής της προσέγγισης.

Πρακτικές εφαρμογές της μελέτης

Όπως αναφέρεται, τα ευρήματα ενδέχεται να επηρεάσουν και άλλους τομείς, όπως η Πολεοδομία και η ασφάλιση. Οι συντελεστές δόμησης, που βασίζονται στη σεισμική επικινδυνότητα κάθε περιοχής, θα μπορούσαν να τροποποιηθούν εφόσον αλλάξει ο τρόπος υπολογισμού της. Αντίστοιχα, οι ασφαλιστικές εταιρείες, οι οποίες καθορίζουν τα ασφάλιστρα με βάση τις εκτιμήσεις σεισμικού κινδύνου, ενδέχεται να προσαρμόσουν τα κριτήριά τους σύμφωνα με τις νέες προσεγγίσεις.

Διεθνής διάλογος και αναγνώριση

Η μελέτη έγινε θετικά δεκτή από σεισμολόγους στην Καλιφόρνια, περιοχή με πρωτοπορία στη σχετική έρευνα. Σύμφωνα με την επικεφαλής ερευνήτρια, για πρώτη φορά ανοίγει ένας ουσιαστικός διάλογος με τη διεθνή επιστημονική κοινότητα, καθώς μέχρι πρότινος επικρατούσε η αντίληψη ότι τα δεδομένα εκτός Καλιφόρνιας είναι ελλιπή ή εσφαλμένα ερμηνευμένα.

Η Δρ Μουσλοπούλου επισημαίνει ότι η έρευνα, η οποία υλοποιήθηκε κυρίως στην Ελλάδα, ανέδειξε ότι τα δεδομένα από την Καλιφόρνια ίσως αποτελούν την εξαίρεση και όχι τον κανόνα. Οι Έλληνες επιστήμονες, όπως λέει, απέδειξαν ότι μπορούν να ηγηθούν διεθνών προσπαθειών και να επαναπροσδιορίσουν τα πρότυπα εκτίμησης σεισμικού κινδύνου. Η χρήση πλήρων σεισμικών κύκλων ως εργαλείο προβλεπτικής ανάλυσης προτείνεται ως νέα βάση για την κατανόηση της σεισμικής συμπεριφοράς.

Τέλος, αναφέρεται ότι η συλλογή και ανάλυση παλαιοσεισμολογικών δεδομένων από περιοχές με διαφορετική τεκτονική συμπεριφορά αποκάλυψε απρόσμενες συσχετίσεις, γεγονός που ενίσχυσε την αξιοπιστία της μελέτης. Ειδικοί από ΗΠΑ, Νέα Ζηλανδία και Ιαπωνία εξήραν τη δουλειά των ερευνητών, θεωρώντας ότι ανοίγει νέους δρόμους στην επιστημονική κατανόηση των ρηγμάτων και των σεισμών.

Της Ιωάννας Καρδάρα

Το βρετανικό Κοινοβούλιο ψηφίζει το νομοσχέδιο για την υποβοηθούμενη αυτοκτονία 

Οι βουλευτές ψήφισαν με οριακή πλειοψηφία υπέρ της νομιμοποίησης της υποβοηθούμενης αυτοκτονίας στην Αγγλία και την Ουαλία, παρά τις αντιδράσεις ότι το νομοσχέδιο προωθήθηκε βιαστικά και παραμένει επισφαλές.

Η Βουλή των Κοινοτήτων ενέκρινε το Terminally Ill Adults Bill (Νομοσχέδιο για τους Ενήλικες σε Τελικό Στάδιο Ασθένειας) την Παρασκευή, με 314 ψήφους υπέρ και 291 κατά. Με την έγκριση αυτή, το νομοσχέδιο ολοκλήρωσε τη διαδικασία στην Βουλή των Κοινοτήτων και θα προωθηθεί στη Βουλή των Λόρδων για περαιτέρω εξέταση πριν λάβει Βασιλική Έγκριση και καταστεί νόμος.

Το νομοσχέδιο, που είναι πρωτοβουλία ιδιώτη βουλευτή, θα δίνει το δικαίωμα σε ενήλικες με τελικό στάδιο ασθένειας και λιγότερο από έξι μήνες ζωής να αιτηθούν ιατρικά υποβοηθούμενο θάνατο, υπό προϋποθέσεις αξιολόγησης από δύο γιατρούς και επιτροπή αποτελούμενη από ανώτερο νομικό, κοινωνικό λειτουργό και ψυχίατρο.

Σε περίπτωση έγκρισης, ο γιατρός θα χορηγεί την ουσία που ο ασθενής θα λάβει ο ίδιος.

Η βουλεύτρια του Εργατικού Κόμματος Κιμ Λιντμπήτερ, που στήριξε το νομοσχέδιο, δήλωσε ότι η έγκρισή του στην Τρίτη Ανάγνωση ήταν «το αποτέλεσμα που χρειάζονται τόσοι πολλοί άνθρωποι». Η ίδια εξήγησε ότι η εμπειρία της με ανθρώπους που έχουν χάσει αγαπημένα τους πρόσωπα σε δύσκολες συνθήκες, καθώς και με ασθενείς τελικού σταδίου που ζητούν απλά την επιλογή στο τέλος της ζωής τους, καθιστά την κίνηση αυτή απόλυτα σωστή.

Η υποβοηθούμενη αυτοκτονία παραμένει σήμερα παράνομη στην Αγγλία και την Ουαλία, με ποινή φυλάκισης έως 14 έτη.

Οριακή μείωση της πλειοψηφίας

Η έγκριση του νομοσχεδίου έγινε με μικρότερη διαφορά από την πρώτη ψηφοφορία τον Νοέμβριο του 2024, όταν είχε συγκεντρώσει 330 ψήφους υπέρ έναντι 275 κατά, δηλαδή πλειοψηφία 55.

Κατά τη διάρκεια της συζήτησης στις 20 Ιουνίου, αρκετοί βουλευτές που αντιτίθενται στο νομοσχέδιο υποστήριξαν ότι η διαδικασία ήταν βεβιασμένη και παρά τις προσπάθειες ενίσχυσης με επιπλέον ασφαλιστικά μέτρα, το νομοσχέδιο παραμένει επισφαλές.

Διαδηλωτές που αντιτίθενται στο νομοσχέδιο για την υποβοηθούμενη αυτοκτονία διαδηλώνουν στην πλατεία του Κοινοβουλίου. Γουέστμινστερ, στο κέντρο του Λονδίνου, στις 20 Ιουνίου 2025. (Lucy North/PA Wire)

 

Η βουλεύτρια του Εργατικού Κόμματος Νταϊάν Άμποτ, που υποστηρίζει την υποβοηθούμενη αυτοκτονία ως αρχή αλλά αντιτίθεται στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο, το χαρακτήρισε «κακώς διατυπωμένο». Ως η μακροβιότερη γυναίκα βουλευτής στο Κοινοβούλιο, κάλεσε τους συναδέλφους της να κατάψηφίσουν το νομοσχεδίου, υποστηρίζοντας ότι αν περάσει σε αυτή τη μορφή, «άνθρωποι θα χάσουν τη ζωή τους χωρίς λόγο, και θα είναι μεταξύ των πιο ευάλωτων και περιθωριοποιημένων στην κοινωνία μας».

Τεράστια μετατόπιση της εξουσίας του κράτους

Ο πρώην υπουργός των Συντηρητικών Τομ Τάγκεντχατ, επίσης αντίθετος στο νομοσχέδιο, επεσήμανε ότι ο νόμος αυτός θα αλλάξει ριζικά τη δυναμική μεταξύ των πολιτών και του κράτους. Υποστήριξε ότι όταν το κράτος αφαιρεί τη ζωή, ακόμα και με τη συγκατάθεση, πρόκειται για μια «μεγάλη αλλαγή στη σχέση ανάμεσα στο άτομο και το κράτος», και επεσήμανε την ανάγκη να είναι κανείς πλήρως ενήμερος για τις επιπτώσεις αυτής της αλλαγής εξουσίας.

Η βουλεύτρια Λιντμπήτερ χαρακτήρισε την ψήφιση του νομοσχεδίου ως «πλειοψηφία που δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης» και εξέφρασε την πεποίθηση ότι «η βούληση της Βουλής θα γίνει σεβαστή από τη Βουλή των Λόρδων, και το νομοσχέδιο θα περάσει στο επόμενο στάδιο».

Επόμενα βήματα

Το νομοσχέδιο θα εξεταστεί τώρα από τη Βουλή των Λόρδων, πριν επιστρέψει στη Βουλή των Κοινοτήτων πιθανώς με τροποποιήσεις.

Γενικά, και οι δύο Βουλές πρέπει να συμφωνήσουν στο ακριβές κείμενο για να καταστεί νόμος, ωστόσο η Βουλή των Λόρδων δεν μπορεί να εμποδίσει τελικά την ψήφιση, λόγω περιορισμών στις αρμοδιότητές της.

Ωστόσο, καθώς πρόκειται για νομοσχέδιο ιδιώτη βουλευτή και όχι κυβερνητικό, υπάρχουν περιορισμοί. Ένας βασικός κίνδυνος είναι ο χρόνος.

Όποιο νομοσχέδιο δεν έχει λάβει Βασιλική Έγκριση μέχρι το τέλος της κοινοβουλευτικής περιόδου «παραπέμπεται», αλλά τα κυβερνητικά νομοσχέδια μπορούν να μεταφερθούν στην επόμενη περίοδο με ειδική πρόταση. Αυτά που είναι από ιδιώτη βουλευτή δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα.

Δεν υπάρχει συγκεκριμένη διάρκεια για κάθε κοινοβουλευτική περίοδο, αλλά συνήθως διαρκούν περίπου ένα χρόνο.

Στιγμιότυπο οθόνης της βουλευτή του Εργατικού Κόμματος Κιμ Λιντμπίτερ. Λονδίνο, στις 20 Ιουνίου 2025. (Βουλή των Κοινοτήτων/Βρετανικό Κοινοβούλιο/PA Wire)

 

Η μη εκλεγμένη Βουλή των Λόρδων μπορεί να καθυστερήσει τη νομοθεσία ζητώντας αλλαγές, οδηγώντας σε αλλεπάλληλες ανταλλαγές τροποποιήσεων του νομοσχεδίου μεταξύ των δύο Βουλών μέχρι να υπάρξει συμφωνία, γεγονός που απαιτεί επιπλέον χρόνο.

Η βουλεύτρια Λιντμπήτερ δήλωσε στο πρακτορείο ειδήσεων PA ότι θα ήταν «απογοητευμένη αν κάποιος έπαιζε παιχνίδια» με το νομοσχέδιό της στη Βουλή των Λόρδων.

Ερωτηθείσα σχετικά με το αν το νομοσχέδιο θα γίνει νόμος εντός της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου, απάντησε ότι «δεν γνωρίζουμε πότε θα τελειώσει η περίοδος».

Πρόσθεσε ότι «η κυβέρνηση έχει πολλά νομοσχέδια να διεκπεραιώσει, οπότε αυτό θα πάρει χρόνο, δεν περιμένω να γίνει σύντομα, αλλά μπορεί να είναι πριν το τέλος της χρονιάς».

Της Victoria Friedman

Με πληροφορίες του PA Media

Καναδάς και Ευρώπη υπογράφουν συμφωνία για την ασφάλεια και την άμυνα τη Δευτέρα στις Βρυξέλλες

Μια συμφωνία συνεργασίας στον τομέα της ασφάλειας και της άμυνας, που θα υπογράψει ο πρωθυπουργός του Καναδά, Μαρκ Κάρνεϋ, με Ευρωπαίους ηγέτες τη Δευτέρα στις Βρυξέλλες, θα αποτελέσει μία από τις πιο εκτενείς συμφωνίες που έχει συνάψει ποτέ η Ευρωπαϊκή Ένωση με τρίτη χώρα, δήλωσε υψηλόβαθμος αξιωματούχος της ΕΕ την Παρασκευή.

Ο Κάρνεϋ αναμένεται να ταξιδέψει στην Ευρώπη την Κυριακή για τη Σύνοδο Κορυφής Καναδά-ΕΕ, η οποία έχει προγραμματιστεί για τη Δευτέρα το βράδυ και θα πραγματοποιηθεί με τη συμμετοχή του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Αντόνιο Κόστα, και της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.

Στη σύνοδο των G7 που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Δευτέρα στην Αλμπέρτα, η φον ντερ Λάιεν επιβεβαίωσε ότι η συμφωνία θα υπογραφεί τη Δευτέρα στις Βρυξέλλες, χαρακτηρίζοντας τον Καναδά «βασικό εταίρο».

Στις 16 Ιουνίου, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ανέφερε πως πρόκειται για «μια ευκαιρία να ενισχυθεί ο ρόλος του Καναδά στη ραγδαία εξελισσόμενη αμυντική αρχιτεκτονική της Ευρώπης».

Σε ενημέρωση που παρείχε σε Καναδούς και Ευρωπαίους δημοσιογράφους την Παρασκευή, ένας ανώτερος Ευρωπαίος αξιωματούχος επεσήμανε ότι η σύνοδος θα έχει δύο βασικά αποτελέσματα: μια κοινή δήλωση που θα εκφράζει απόψεις για παγκόσμια ζητήματα, όπως οι συγκρούσεις στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή, καθώς και την υπογραφή της «Συμφωνίας Εταιρικής Σχέσης για Ασφάλεια και Άμυνα μεταξύ ΕΕ και Καναδά».

Ο ίδιος αξιωματούχος τόνισε ότι η συμφωνία είναι φιλόδοξη, προσθέτοντας ότι αν και η ΕΕ έχει παρόμοιες συμφωνίες με άλλους παγκόσμιους εταίρους, αυτή με τον Καναδά θα είναι από τις πιο εκτενείς που έχει υπογράψει ποτέ με τρίτη χώρα. Θα ανοίξει νέους δρόμους για κοινή εργασία στη διαχείριση κρίσεων, τη στρατιωτική κινητικότητα, την ασφάλεια των θαλασσών, την κυβερνοασφάλεια και την αμυντική βιομηχανική συνεργασία.

Ο Κάρνεϋ έχει δηλώσει ξεκάθαρα ότι επιδιώκει την ενίσχυση των δεσμών του Καναδά με την Ευρώπη, ειδικά καθώς οι σχέσεις με τις ΗΠΑ επιβαρύνονται από δασμούς και απειλές για προσάρτηση. Μέσα σε δύο ημέρες από την ανάληψη των καθηκόντων του τον Μάρτιο, ο Κάρνεϋ πέταξε στην Ευρώπη, όπου συναντήθηκε με τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν στο Παρίσι και τον Βρετανό πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ στο Λονδίνο.

Κατά τη διάρκεια αυτών των επαφών ξεκίνησε σοβαρά να συζητά για την ένταξη του Καναδά στο νέο ευρωπαϊκό σχέδιο προμηθειών άμυνας, γνωστό ως ReArm Europe.

Στον λόγο του στον θρόνο στις 27 Μαΐου, η κυβέρνηση Κάρνεϋ δεσμεύτηκε να συμμετάσχει σε αυτό το πρόγραμμα, και ο ίδιος σε συνέντευξή του στον καναδικό ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό CBC την ίδια μέρα ανέφερε ότι αναμένει ο Καναδάς να ενταχθεί έως την 1η Ιουλίου.

Στις 9 Ιουνίου, ο Κάρνεϋ ανακοίνωσε μια σημαντική αύξηση στον αμυντικό προϋπολογισμό του Καναδά, με στόχο να ξεπεράσει το όριο του 2% του ΑΕΠ που έχει θέσει το ΝΑΤΟ και το οποίο η χώρα δεν έχει καταφέρει να επιτύχει για πάνω από μια δεκαετία.

Η ένταξη στο ReArm Europe αποτελεί μέρος αυτού του σχεδίου, με τον Κάρνεϋ να επαναλαμβάνει ότι ο Καναδάς δεν μπορεί πλέον να βασίζει όλη την άμυνά του μόνο στις ΗΠΑ.

Σε δήλωσή του στις 9 Ιουνίου ανέφερε πως «βρισκόμαστε σε στενές διαπραγματεύσεις με τους ευρωπαϊκούς εταίρους μας για να ενταχθούμε στο ReArm Europe. Αυτό αποτελεί μέρος της διαφοροποίησης. Είναι απλώς έξυπνο να είσαι διαφοροποιημένος. Καλύτερα να έχεις επιλογές, διαφορετικές αλυσίδες εφοδιασμού και ευρύτερους εταίρους».

Στην ατζέντα της συνόδου, που αναρτήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αναφέρεται ότι η συμφωνία για τις προμήθειες ασφάλειας και άμυνας θα επιτρέψει στον Καναδά να συμμετάσχει σε ευρωπαϊκό πρόγραμμα δανειοδότησης για κοινά αμυντικά έργα.

Το πρόγραμμα αυτό, ύψους 150 δισεκατομμυρίων ευρώ, ονομάζεται «Δράση για την Ασφάλεια της Ευρώπης» (Security Action for Europe – SAFE) και αποτελεί μέρος της πρωτοβουλίας ReArm Europe.

Ο Ευρωπαίος αξιωματούχος σημείωσε ότι μόλις η συμφωνία προμηθειών τεθεί σε ισχύ, ο Καναδάς θα πρέπει να διαπραγματευτεί διμερή συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ώστε να ξεκινήσουν συζητήσεις με τα κράτη-μέλη σχετικά με ευκαιρίες προμηθειών.

Οι ηγέτες στη σύνοδο ΕΕ-Καναδά αναμένεται επίσης να συζητήσουν για το παγκόσμιο εμπόριο και τους πολέμους που μαίνονται στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή. Επιπλέον, θα δεσμευτούν για την πλήρη κύρωση της Ολοκληρωμένης Οικονομικής και Εμπορικής Συμφωνίας, γνωστής ως CETA (Comprehensive Economic and Trade Agreement), τη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου μεταξύ Καναδά και Ευρώπης.

Ο Φεν Χάμψον, καθηγητής διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Carleton, επισήμανε ότι ο Κάρνεϋ θα πρέπει να δώσει προτεραιότητα στην κύρωση της CETA. Η συμφωνία τέθηκε σε προσωρινή ισχύ το 2017, αλλά αρκετά κράτη-μέλη της ΕΕ δεν την έχουν ακόμη επικυρώσει σε εθνικό επίπεδο.

Ο Χάμψον ανέφερε πως «η πραγματική πρόκληση είναι να ενθαρρυνθούν οι επιχειρήσεις τόσο του Καναδά όσο και της Ευρώπης να αξιοποιήσουν τη συμφωνία και να αυξήσουν τις διατλαντικές συναλλαγές, κάτι που απαιτεί και πολιτική ηγεσία. Η συμφωνία δεν έχει πλήρως επικυρωθεί, αλλά αυτό είναι κάτι που ο Κάρνεϋ ίσως μπορέσει να τονίσει στους Ευρωπαίους».

Μετά τις Βρυξέλλες, ο Κάρνεϋ θα ταξιδέψει στη Χάγη για τη σύνοδο των ηγετών του ΝΑΤΟ, όπου αναμένεται να προωθηθούν συζητήσεις για την αύξηση του στόχου δαπανών για την άμυνα από το 2% του ΑΕΠ έως και το 5%.

The Canadian Press

Ποιους πυρηνικούς επιστήμονες και στρατιωτικούς του Ιράν εξολόθρευσε το Ισραήλ

 

Τις πρώτες πρωινές ώρες της 13ης Ιουνίου, ισραηλινές δυνάμεις εκκίνησαν αιφνιδιαστική επίθεση κατά κρίσιμων εγκαταστάσεων και υποδομών του Ιράν, προκειμένου να παρεμποδίσουν ενδεχόμενη κατασκευή πυρηνικού όπλου.

Εκτός από τις μεγάλες στρατιωτικές βάσεις και την πυρηνική υποδομή, στόχευσαν και τη στρατιωτική ηγεσία του Ιράν, καθώς και τους πυρηνικούς επιστήμονες της χώρας.

Με την ονομασία επιχείρηση «Ανατέλλων Λέων», η αρχική αιφνιδιαστική επίθεση του Ισραήλ έχει εξελιχθεί σε μία επιθετική στρατιωτική επιχείρηση που βάλλει καίριους στόχους εντός της εχθρικής χώρας.

Εντός της πρώτης μέρας της επιχείρησης, το Ιράν επιβεβαίωσε τους θανάτους τριών ανωτάτων στρατιωτικών του: του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Αντ/γου Μοχάμαντ Χοσεΐν Μπαγκέρι, του διοικητή του Ισλαμικού Επαναστατικού Στρατού (ΙΕΣ) Αντ/γο Χοσεΐν Σαλάμι, και του Αντ/γου Γκόλαμ Αλί Ρασίντ, επικεφαλής της Κατάμ αλ Ανμπίγια στα κεντρικά γραφεία της, που είναι ένα κέντρο αποστολής διαταγών για τις συνήθεις δυνάμεις του Ιράν καθώς και για τον ΙΕΣ.

Το Ιράν επιβεβαίωσε ότι ο Φερεϊντούν Αμπάσι, κορυφαίος Ιρανός πυρηνικός επιστήμονας, ήταν επίσης μεταξύ αυτών που σκοτώθηκαν από τη στρατιωτική επιχείρηση του Ισραήλ.

Σε τηλεοπτική δήλωση, στις 13 Ιουνίου, για τη νέα στρατιωτική επιχείρηση, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου ανέφερε ότι τα χτυπήματα θα συνεχίζονται «για όσες ημέρες χρειαστεί για την εξουδετέρωση της απειλής».

Τα θύματα

Εκτός από την εξουδετέρωση των τριών κορυφαίων Ιρανών στρατιωτικών, οι ισραηλινές δυνάμεις ισχυρίζονται πως τα χτυπήματά τους κατά της ιρανικής στρατιωτικής δομής ηγεσίας συνεχίζονται.

Ο ακριβής αριθμός των θυμάτων είναι δύσκολο να επαληθευτεί, αλλά Ιρανοί αξιωματούχοι και κρατικά μέσα έχουν αναγνωρίσει ότι αρκετοί στρατιωτικοί επικεφαλής έχουν σκοτωθεί.

Στις 14 Ιουνίου, η ιρανική κρατική τηλεόραση PressTV ανέφερε ότι οι Υπτ/γοι Γκολαμρέζα Μεράμπι και Μέντι Ραμπάνι σκοτώθηκαν από το αρχικό κύμα ισραηλινών χτυπημάτων, τις πρώτες ώρες της 13ης Ιουνίου. Το ιρανικό μέσο περιέγραψε τον Μεράμπι ως τον υποδιευθυντή πληροφοριών για το Γενικό Επιτελείο των Ιρανικών Ενόπλων Δυνάμεων, και τον Ραμπάνι ως τον υποδιευθυντή για επιχειρήσεις για το Γενικό Επιτελείο των Ιρανικών Ενόπλων Δυνάμεων.

Ο Υπτ/γος Αμίρ Αλί Χατζιζάντε, κεφαλή του τμήματος διαστημικής του ΙΕΣ, σκοτώθηκε επίσης την πρώτη μέρα των ισραηλινών χτυπημάτων, σύμφωνα με την PressTV.

Η PressTV, στις 15 Ιουνίου, ανέφερε ότι ο Υπτ/γος Μοχάμεντ Καζέμι, επικεφαλής του κυρίου τμήματος πληροφοριών του ΙΕΣ, σκοτώθηκε από ισραηλινό χτύπημα μαζί με τον υποδιευθυντή του, Μοχάμαντ Χασάν Μοχάγκεγκ. Από το ίδιο χτύπημα σκοτώθηκε και ο Μοσέν Μπακέρι, για τον οποίον η ισραηλινή κυβέρνηση είπε πως ήταν ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος πληροφοριών που δούλευε για το τμήμα Δύναμης Κουντ του ΙΕΣ.

Εκτός από τους θανάτους των στρατιωτικών, το Ιράν μετρά απώλειες και μεταξύ των πυρηνικών επιστημόνων του: ιρανικά κρατικά μέσα επιβεβαίωσαν τους θανάτους εννέα πυρηνικών ερευνητών από τις 13 Ιουνίου, συμπεριλαμβανομένου του Αμπάσι.

Οι υπόλοιποι οκτώ είναι οι: Αμπντόλ-Χαμίντ Μινουσέρ, Μοχάμαντ Μέντι Τεχράντσι, Αχμάντ Ρέζα Ζολφαγκάρι, Σεγιέντ Αμίρ Χοσεΐν Φεκχί, Μανσούρ Ασκάρι, Σαϊντέ Μπόργι, Ακμπάρ Μοταλεμπιζάντε και Αλί Μπακουέι Κατρίμι.

Καπνός αναδύεται από έκρηξη στην Τεχεράνη, στις 13 Ιουνίου 2025, από την ισραηλινή επιχείρηση «Ανατέλλων Λέων». (Vahid Salemi/AP Photo)

 

Το αμφιλεγόμενο πυρηνικό ιρανικό πρόγραμμα

Αν και το Ισραήλ διατείνεται ότι η επιχείρηση κατά του Ιράν έχει ως στόχο την αποτροπή του από την απόκτηση πυρηνικών όπλων, ο Ιρανός επικεφαλής Αλί Χαμενεΐ υποστηρίζει εδώ και χρόνια πως το Ιράν δεν εμπλουτίζει ουράνιο για να κατασκευάσει πυρηνικά, αλλά μόνο για πολιτικούς σκοπούς.

Διεθνείς παρατηρητές έχουν δώσει μια πιο σύνθετη αξιολόγηση για τις πυρηνικές φιλοδοξίες του Ιράν.

Σύμφωνα με τις ετήσιες αξιολογήσεις του Αμερικανικού Γραφείου Εθνικών Πληροφοριών, το Ιράν δεν επιδιώκει επί του παρόντος την κατασκευή πυρηνικών όπλων αλλά συνεχίζει να εμπλουτίζει ουράνιο σε υψηλά επίπεδα καθαρότητας.

Στην τελευταία του ετήσια αξιολόγηση, τον Μάρτιο, το εν λόγω Γραφείο έγραψε ότι ο Χαμενεΐ «δεν συνεχίζει το πρόγραμμα πυρηνικών όπλων που σταμάτησε το 2003, αν και πιθανώς λόγω πιέσεων».

Ωστόσο, το Ισραήλ κατηγόρησε το Ιράν για τη συνέχιση του προγράμματος πυρηνικών όπλων το 2011, το οποίο όπως λέει συνεχίζεται έως σήμερα.

Μια γενική όψη της εγκατάστασης εμπλουτισμού ουρανίου Νατάνζ, 350 χιλιόμετρα νότια της Τεχεράνης, στις 9 Απριλίου 2007. (Majid Saeedi/Getty Images)

Το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα στο στόχαστρο

Ανάλυση ειδήσεων

Το μέλλον του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν βρίσκεται στο επίκεντρο της στρατιωτικής επιχείρησης του Ισραήλ, με ευαίσθητες πυρηνικές εγκαταστάσεις να εκτιμάται ότι ενδέχεται να αποτελέσουν στόχο και για τις Ηνωμένες Πολιτείες, εφόσον αποφασίσουν να εμπλακούν στον πόλεμο.

Ωστόσο, παραμένει αντικείμενο έντονης διεθνούς διαμάχης το κατά πόσον το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης αποσκοπεί στην κατασκευή πυρηνικών όπλων – αμφιβολίες που εκφράζονται ακόμη και από στενούς συμμάχους του Ισραήλ.

Μία από τις αιτίες είναι η συστηματική αδιαφάνεια που έχει επιδείξει το Ιράν αναφορικά με την έκταση του εμπλουτισμού ουρανίου, αλλά και το γεγονός ότι η χώρα διαθέτει πολιτικές χρήσεις για το ουράνιο εδώ και περισσότερες από πέντε δεκαετίες.

Από την έρευνα στην συγκαλυμμένη στρατιωτικοποίηση

Το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν ξεκίνησε το 1957, όταν ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Ντουάιτ Αϊζενχάουερ υπέγραψε συμφωνία με τον Σάχη του Ιράν για την παροχή πυρηνικής ερευνητικής τεχνολογίας. Δέκα χρόνια αργότερα, ο Πυρηνικός Ερευνητικός Αντιδραστήρας της Τεχεράνης τέθηκε σε λειτουργία, εξυπηρετώντας ιατρικές και επιστημονικές ανάγκες μέχρι την ισλαμική επανάσταση του 1979.

Ενώ η μοναρχία είχε δεσμευθεί να μην επιδιώξει την απόκτηση πυρηνικών όπλων, το ισλαμικό καθεστώς που την διαδέχθηκε δεν προέβη σε ανάλογες διαβεβαιώσεις. Οι Ηνωμένες Πολιτείες διέκοψαν τότε την προμήθεια ουρανίου, καθιστώντας τον αντιδραστήρα ανενεργό για αρκετά χρόνια.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, η ιρανική ηγεσία άρχισε ένα μυστικό πρόγραμμα ανάπτυξης πυρηνικών όπλων, αποκτώντας τεχνολογία φυγοκέντρησης μέσω παράνομων δικτύων που συνδέονταν με το Πακιστάν και τη Βόρεια Κορέα. Το πρόγραμμα αποκαλύφθηκε το 2002, όταν Ιρανός ηγέτης στην εξορία δημοσιοποίησε μυστικές εγκαταστάσεις εμπλουτισμού ουρανίου. Στη συνέχεια, το Ιράν δεσμεύθηκε να μη συνεχίσει την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων και να επιτρέπει την παρουσία διεθνών επιθεωρητών.

Έκτοτε, η Τεχεράνη διαψεύδει ότι αναπτύσσει πυρηνικά όπλα, υποστηρίζοντας ότι το πρόγραμμα εμπλουτισμού εξυπηρετεί αποκλειστικά πολιτικούς σκοπούς. Παράλληλα, δηλώνει ότι διατηρεί το κυριαρχικό δικαίωμα να επιδιώξει την απόκτησή τους, εάν το κρίνει αναγκαίο.

Η αξιοπιστία των ισχυρισμών αυτών παραμένει αμφισβητούμενη. Πριν από την πρόσφατη επίθεση του Ισραήλ, ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου είχε υποστηρίξει ότι υπάρχουν αποδείξεις για την ύπαρξη στρατιωτικού σκέλους στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, χαρακτηρίζοντάς το «υπαρξιακή απειλή» για το Ισραήλ.

Αντιθέτως, Αμερικανοί αξιωματούχοι εμφανίζονται επιφυλακτικοί. Η Διευθύντρια της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ, Τάλσι Γκάμπαρντ, φέρεται να δήλωσε στο Κογκρέσο τον Μάρτιο ότι το Ιράν δεν κατασκευάζει πυρηνικό όπλο και ότι ο Ανώτατος Ηγέτης Αλί Χαμενεΐ δεν έχει εγκρίνει την επανεκκίνηση του προγράμματος που είχε ανασταλεί το 2003.

Η ετήσια έκθεση απειλών των αμερικανικών υπηρεσιών για το 2025 καταλήγει σε παρόμοια συμπεράσματα: αν και το Ιράν έχει εμπλουτίσει ουράνιο σε επίπεδα που θα μπορούσαν να επιταχύνουν τη στρατιωτική του χρήση, δεν φαίνεται να έχει λάβει την απόφαση να κατασκευάσει όπλο. Στην ίδια έκθεση αναφέρεται ότι ο Χαμενεΐ δέχεται πιέσεις από σκληροπυρηνικά στελέχη να επανεκκινήσει το στρατιωτικό σκέλος του προγράμματος και πιθανόν να χρησιμοποιεί την πρόοδο στον εμπλουτισμό ως διαπραγματευτικό χαρτί για την περιφερειακή επιρροή του Ιράν.

Ο εμπλουτισμός ουρανίου στο επίκεντρο της διεθνούς ανησυχίας

Δεδομένων των ασαφειών σχετικά με τη δέσμευση του Ιράν να αναπτύξει πυρηνικό όπλο, η διεθνής προσοχή έχει επικεντρωθεί σε μεγάλο βαθμό στον εμπλουτισμό ουρανίου από το Ιράν και στο βαθμό στον οποίο παράγει εμπλουτισμένο ουράνιο επαρκούς καθαρότητας για την κατασκευή πυρηνικών όπλων.

Για το σκοπό αυτό, η πυρηνική εποπτική αρχή των Ηνωμένων Εθνών ανέφερε σε έκθεση που δημοσίευσε νωρίτερα φέτος ότι το Ιράν είχε επιταχύνει την παραγωγή ουρανίου σχεδόν κατάλληλου για την κατασκευή όπλων. Η έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας με έδρα τη Βιέννη ανέφερε ότι το Ιράν είχε αναπτύξει περίπου 275 κιλά ουρανίου εμπλουτισμένου έως το όριο του 60%.

Αυτό το επίπεδο καθαρότητας απέχει τεχνικά ένα βήμα από τη μετατροπή του σε 90%, το οποίο απαιτείται για ένα πυρηνικό όπλο, σύμφωνα με την έκθεση, και το όριο των 275 κιλών αντιπροσώπευε αύξηση περίπου 40% στην ποσότητα του εμπλουτισμένου ουρανίου του Ιράν σε σχέση με έξι μήνες νωρίτερα. Σύμφωνα με την έκθεση, απαιτούνται περίπου 42 κιλά εμπλουτισμένου ουρανίου σε αυτό το επίπεδο για την παραγωγή μιας πυρηνικής κεφαλής, γεγονός που υποδηλώνει ότι η Τεχεράνη διαθέτει αρκετό ουράνιο για να κατασκευάσει 6 πυρηνικά όπλα.

Ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας και πολλοί επικριτές της Τεχεράνης έχουν επισημάνει ότι οι σύγχρονοι πυρηνικοί αντιδραστήρες απαιτούν μόνο ουράνιο εμπλουτισμένο σε ποσοστό μεταξύ 3% και 5% για να λειτουργούν αποτελεσματικά.

Ωστόσο, υπάρχουν δύο σημαντικές επιφυλάξεις.

Η πρώτη επιφύλαξη είναι ότι ορισμένες από τις παλαιότερες πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν δεν είχαν σχεδιαστεί για να χρησιμοποιούν ουράνιο τόσο χαμηλής καθαρότητας. Ο αντιδραστήρας που κατασκευάστηκε με τη βοήθεια των Ηνωμένων Πολιτειών, για παράδειγμα, αρχικά λειτουργούσε με ουράνιο εμπλουτισμένο σε ποσοστό 93%. Αυτό άλλαξε μόνο τη δεκαετία του 1990, όταν, με τη βοήθεια της Αργεντινής, το Ιράν τροποποίησε κρυφά την εγκατάσταση ώστε να λειτουργεί με ουράνιο εμπλουτισμένο σε ποσοστό 20%.

Η δεύτερη προειδοποίηση είναι ότι οι πολιτικοί πυρηνικοί αντιδραστήρες λειτουργούν πιο αποτελεσματικά όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο εμπλουτισμού του ουρανίου. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το υψηλά εμπλουτισμένο ουράνιο παράγει περισσότερη ενέργεια ανά μονάδα από το χαμηλά εμπλουτισμένο ουράνιο, λόγω της υψηλότερης συγκέντρωσης του σχάσιμου ισοτόπου U-235, το οποίο είναι απαραίτητο για τη διατήρηση των πυρηνικών αλυσιδωτών αντιδράσεων.

Το ζήτημα περιπλέκεται περαιτέρω από τον τρόπο με τον οποίο το Ιράν χειρίζεται τις δικές του διεθνείς πυρηνικές συμφωνίες, ιδίως το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης, το οποίο υπογράφηκε από το Ιράν, τις Ηνωμένες Πολιτείες, την ΕΕ, την Κίνα, τη Ρωσία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο το 2015. Η συμφωνία αυτή περιόριζε τις δραστηριότητες εμπλουτισμού του Ιράν, έτσι ώστε η χώρα να εμπλουτίζει μόνο έως το 3,67%.

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αποχώρησε μονομερώς από το πρόγραμμα αυτό το 2018, υποστηρίζοντας ότι το Ιράν δεν είχε αποκαλύψει πλήρως όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες σχετικά με το προηγούμενο πρόγραμμα πυρηνικών όπλων του, το οποίο τερματίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 2000.

Σε απάντηση, το Ιράν έπαψε να τηρεί τους περιορισμούς εμπλουτισμού που ορίζονταν στη συμφωνία, παρά το γεγονός ότι τεχνικά εξακολουθούσε να είναι συμβαλλόμενο μέρος και επέτρεπε κατά διαστήματα σε διεθνείς επιθεωρητές να εισέρχονται στις πυρηνικές του εγκαταστάσεις.

Σύμφωνα με τη CIA, υπάρχει επίσης το ζήτημα ότι λιγότερο από το 2% της ηλεκτρικής ενέργειας του Ιράν προέρχεται σήμερα από πυρηνικές πηγές. Επομένως, δεν είναι σαφές γιατί το Ιράν θα χρειαζόταν σημαντικές ποσότητες εμπλουτισμένου ουρανίου εκτός από την ανάπτυξη όπλων.

Εμπόδια στην κατασκευή πυρηνικού όπλου

Παρά τις προόδους που έχει σημειώσει στον εμπλουτισμό ουρανίου, το Ιράν αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις στην ανάπτυξη της απαραίτητης τεχνολογίας και υποδομής που απαιτείται για την πραγματική χρήση αυτού του ουρανίου στην κατασκευή όπλων.

Πέρα από την κατοχή ουρανίου εμπλουτισμένου σε ποσοστό 90%, η Τεχεράνη θα πρέπει επίσης να επιτύχει τη σμίκρυνση μιας πυρηνικής κεφαλής, προκειμένου να την τοποθετήσει σε βόμβα ή πύραυλο.

Η πυρηνική σμίκρυνση περιλαμβάνει τόσο τη διαδικασία κατασκευής πυρηνικών όπλων αρκετά μικρών ώστε να μπορούν να τοποθετηθούν σε βαλλιστικούς πυραύλους, όσο και τη δημιουργία τεχνολογιών που θα διασφαλίζουν ότι το όπλο μπορεί να αντέξει τις πιέσεις της εκτόξευσης και της επανεισόδου στην ατμόσφαιρα.

Η σμίκρυνση είναι εξίσου περίπλοκη και ακόμη πιο δαπανηρή από τη διαδικασία εμπλουτισμού ουρανίου, και υπάρχουν ελάχιστες ενδείξεις ότι το Ιράν έχει διαθέσει τους απαραίτητους πόρους για να ολοκληρώσει την έρευνα και την ανάπτυξη ενός τέτοιου όπλου στο εγγύς μέλλον.

Επιπλέον, το Ιράν δεν έχει πραγματοποιήσει ποτέ πυρηνική δοκιμή και δεν είναι σαφές ποιος από τους βαλλιστικούς πυραύλους του θα μπορούσε να τροποποιηθεί ώστε να μεταφέρει με επιτυχία μια πυρηνική κεφαλή.

Ο πιο πιθανός υποψήφιος για αυτόν τον σκοπό είναι ο Emad, ένας πύραυλος που παρουσιάστηκε το 2015 και διαθέτει κωνική κεφαλή και ευέλικτο όχημα επανεισόδου, το οποίο θα ήταν πιο κατάλληλο για την πραγματοποίηση πυρηνικών επιθέσεων από τους άλλους πυραύλους του Ιράν.

Έτσι, ενώ το Ιράν έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στον εμπλουτισμό ουρανίου, η σμίκρυνση ενός πυρηνικού όπλου είναι μια εξαιρετικά πολύπλοκη εργασία, που απαιτεί τεράστια ποσότητα προηγμένων γνώσεων στη πυρηνική φυσική και μηχανική. Το Ιράν φαίνεται να έχει αφιερώσει τις γνώσεις αυτές κυρίως στον εμπλουτισμό και όχι στην ανάπτυξη όπλων.

Ως εκ τούτου, είναι απίθανο το Ιράν να μπορέσει να αναπτύξει ένα πυρηνικό όπλο στο άμεσο μέλλον, ακόμη και αν εμπλουτίσει πλήρως το ουράνιο που έχει στη διάθεσή του.

Οι συνέπειες των ισραηλινών πληγμάτων

Αυτό που απομένει λοιπόν είναι το ζήτημα του κατά πόσον οι πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν εξακολουθούν να είναι σε θέση να παρέχουν επαρκή ποσότητα ουρανίου για την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων στο εγγύς μέλλον.

Υπάρχουν τέσσερις βασικές εγκαταστάσεις που σχετίζονται με αυτό το ζήτημα. Πρόκειται για τις εγκαταστάσεις εμπλουτισμού στο Νατάνζ και στο Φορντό, τον πυρηνικό σταθμό του Μπουσέρ και τον αντιδραστήρα βαρέος νερού στο Αράκ, καθώς και διάφορες ερευνητικές εγκαταστάσεις στην Τεχεράνη και στο Ισφαχάν.

Όλες οι εγκαταστάσεις, εκτός από αυτές στο Φορντό, υπέστησαν σοβαρές ζημιές κατά την πρώτη εβδομάδα της ισραηλινής εκστρατείας, η οποία είχε ως στόχο περισσότερες από 200 εγκαταστάσεις σε ολόκληρο το Ιράν.

Οι εγκαταστάσεις στο Νατάνζ αποτελούσαν τον ακρογωνιαίο λίθο της πυρηνικής υποδομής του Ιράν και λειτουργούσαν ως κεντρική εγκατάσταση της χώρας για τον εμπλουτισμό ουρανίου. Το ίδιο το συγκρότημα εμπλουτισμού βρισκόταν βαθιά υπόγεια και πίσω από οπλισμένους τοίχους από σκυρόδεμα, σχεδιασμένους να προστατεύουν την εγκατάσταση από πυραυλικές επιθέσεις. Οι εγκαταστάσεις διεξήγαγαν επίσης έρευνα και ανάπτυξη σχετικά με την κατασκευή προηγμένων φυγοκεντρικών μηχανών και, ως εκ τούτου, οποιαδήποτε αλλαγή στις δραστηριότητες του Νατάνζ θα είχε πιθανώς άμεσο αντίκτυπο στον χρόνο που απαιτείται για την παραγωγή πυρηνικού όπλου από την Τεχεράνη.

Το Νατάνζ ήταν από τις πρώτες εγκαταστάσεις που δέχτηκαν επίθεση από το Ισραήλ. Έχει επιβεβαιωθεί ότι οι υπέργειες εγκαταστάσεις του έχουν καταστραφεί σε μεγάλο βαθμό, ενώ οι υπόγειες έχουν υποστεί σημαντικές ζημιές.

Η εγκατάσταση εμπλουτισμού στο Φορντό είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πυρηνική εγκατάσταση του Ιράν και βρίσκεται περίπου 60 μίλια νοτιοδυτικά της πρωτεύουσας Τεχεράνης. Η συγκρκριμένη εγκατάσταση είναι η πιο καλά προστατευμένη του Ιράν και φαίνεται να έχει κατασκευαστεί για να αντέχει σε πυραυλικές επιθέσεις. Το Φορντό φιλοξενεί προηγμένες συστοιχίες φυγοκέντρησης ουρανίου, οι οποίες είναι απαραίτητες για την παραγωγή πυρηνικού καυσίμου. Πολλοί αναλυτές υποψιάζονται επίσης εδώ και καιρό ότι το Φορντό είναι το μέρος όπου το ιρανικό καθεστώς θα κρύψει τυχόν μυστικές προσπάθειες ανάπτυξης πυρηνικών κεφαλών.

Η εγκατάσταση του Φορντό, που κατασκευάστηκε μεταξύ 2007 και 2009, είναι χτισμένη στην πλαγιά ενός βουνού, περίπου 260 πόδια κάτω από το έδαφος, και ενισχυμένη με τεχνητά εμπόδια. Οι εκτεταμένες φυσικές και τεχνητές άμυνες του Φορντό σημαίνουν ότι υπάρχουν αυστηρές απαιτήσεις για τον τύπο των πυρομαχικών που είναι ικανά να καταστρέψουν την εγκατάσταση μέσω αεροπορικών επιθέσεων.

Το μόνο διαθέσιμο πυρομαχικό που πιθανώς πληροί αυτές τις απαιτήσεις είναι το GBU-57A/B Massive Ordnance Penetrator (Διατρητικό Πυρομαχικό Μεγάλης Ισχύος), ένα πυρομαχικό ακριβείας που σχεδιάστηκε για την Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ στις αρχές της δεκαετίας του 2000 και τροποποιήθηκε στη δεκαετία του 2010 με τον ρητό σκοπό να στοχεύει το Φορντό.

Όπως και το Νατάνζ, ο πολιτικός πυρηνικός σταθμός του Ιράν στο Μπουσέρ και ο αντιδραστήρας βαρέος νερού στο Αράκ έχουν υποστεί σημαντικές ζημιές από τις ισραηλινές αεροπορικές επιθέσεις, υπονομεύοντας έτσι την ικανότητα της Τεχεράνης να χρησιμοποιεί πυρηνική ενέργεια ή να παράγει το απαραίτητο πλουτώνιο που χρησιμοποιείται για την κατασκευή πυρηνικών όπλων. Ομοίως, το Κέντρο Πυρηνικής Τεχνολογίας του Ισφαχάν και ο Ερευνητικός Αντιδραστήρας της Τεχεράνης έχουν υποστεί ζημιές και αρκετοί σημαντικοί πυρηνικοί επιστήμονες έχουν σκοτωθεί.

Με βάση τις τρέχουσες εκτιμήσεις των ζημιών, το Φορντό είναι η μόνη εγκατάσταση εμπλουτισμού του Ιράν που πιθανότατα θα μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί τις επόμενες εβδομάδες. Ωστόσο, και αυτή ενδέχεται να αποτελέσει στόχο αεροπορικής επιδρομής των ΗΠΑ ή χερσαίας επιχείρησης του Ισραήλ.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τραμπ δήλωσε πρόσφατα ότι θα λάβει τελική απόφαση σε περίπου δύο εβδομάδες σχετικά με το αν οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να εμπλακούν στρατιωτικά στη σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν.