Κυριακή, 27 Ιούλ, 2025

Αναταράξεις στην κορυφή του ΚΚΚ: Ιστορική ανταλλαγή ρόλων δύο ανωτάτων στελεχών

Σε μια ασυνήθιστη κίνηση που επιβεβαιώνει τις εικασίες περί έντασης στην ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας (ΚΚΚ), πραγματοποιήθηκε ανταλλαγή ρόλων μεταξύ δύο υψηλόβαθμων στελεχών του Πολιτικού Γραφείου του κόμματος.

Ο Σι Τάιφενγκ, πρώην επικεφαλής του Τμήματος Ενωμένου Μετώπου του ΚΚΚ – υπεύθυνος δηλαδή για τις επιχειρήσεις επιρροής του κόμματος στο εξωτερικό – αναλαμβάνει πλέον το πανίσχυρο Τμήμα Οργανωτικών Υποθέσεων, σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση που αναρτήθηκε την Τετάρτη στην ιστοσελίδα του ΚΚΚ.

Από την άλλη πλευρά, ο Λι Γκαντζιέ, μέχρι τώρα υπεύθυνος για την οργάνωση και την επιλογή στελεχών του κόμματος, καταλαμβάνει τη θέση του Σι, όπως ανέφερε ξεχωριστό δημοσίευμα του επίσημου πρακτορείου Xinhua. Στο άρθρο του Xinhua ο Σι χαρακτηρίζεται ρητά ως επικεφαλής του Τμήματος Ενωμένου Μετώπου, γεγονός που ως τώρα δεν είχε ανακοινωθεί δημοσίως από τις κινεζικές αρχές.

Και οι δύο εμπλέκονται στο Πολιτικό Γραφείο, το δεύτερο ανώτατο διοικητικό όργανο του κόμματος, που αποτελείται από 24 μέλη και τελεί υπό την ηγεσία του Σι Τζινπίνγκ.

Οι ανακοινώσεις αυτές επιβεβαίωσαν πρόσφατα σχετικά δημοσιεύματα από μέσα ενημέρωσης του Χονγκ Κονγκ, σύμφωνα με τα οποία είναι η πρώτη φορά στην ιστορία του ΚΚΚ που πραγματοποιείται μία τέτοια ανταλλαγή θέσεων μεταξύ ανώτατων στελεχών του Πολιτικού Γραφείου.

Η αλλαγή λαμβάνει χώρα σε μία περίοδο συνεχών και δραματικών ανακατατάξεων κορυφαίων στελεχών του κόμματος και του στρατού. Κατά τα τελευταία χρόνια, περισσότεροι από δώδεκα ανώτεροι αξιωματούχοι των ενόπλων δυνάμεων και της αμυντικής βιομηχανίας έχουν εκδιωχθεί, καθώς και δύο υπουργοί που θεωρούνταν στενά συνδεδεμένοι με τον ίδιο τον Σι Τζινπίνγκ, γεγονός που ενίσχυσε τις υποψίες για εσωκομματικές συγκρούσεις και πιθανή αμφισβήτηση του ηγέτη από αντίπαλες φράξιες.

Τα επίσημα ΜΜΕ δεν έδωσαν εξήγηση ή αιτιολογία για την πρόσφατη ανταλλαγή των στελεχών, γεγονός ενδεικτικό της γενικότερης αδιαφάνειας που χαρακτηρίζει το πολιτικό σύστημα της χώρας.

Ο 68χρονος Σι Τάιφενγκ διαθέτει πλούσια εμπειρία στην ανώτερη εκπαίδευση στελεχών, αφού εργάστηκε επί περίπου δύο δεκαετίες στην Κεντρική Σχολή του Κόμματος, όπου διετέλεσε από το 2002 ως αντιπρόεδρος. Από το 2007 συνεργάστηκε εκεί στενά με τον Σι Τζινπίνγκ, ο οποίος ηγήθηκε της σχολής για πέντε χρόνια, προτού αναλάβει τα ηνία του κόμματος το 2012.

Ο Λι Γκαντζίε (δεξιά) παρευρίσκεται στην τελετή έναρξης της Κινεζικής Λαϊκής Πολιτικής Συμβουλευτικής Διάσκεψης (CPPCC) στο Πεκίνο στις 4 Μαρτίου 2023. Noel Celis/AFP via Getty Images

 

Στη συνέχεια, ο Σι Τάιφενγκ ανέλαβε επικεφαλής οργανωτικών θεμάτων στην επαρχία Τζιανγκσού, όπου έξι χρόνια μετά έγινε κυβερνήτης. Ακολούθως, υπηρέτησε σε υψηλές θέσεις στις αυτόνομες περιοχές της Νινγκσιά και της Εσωτερικής Μογγολίας, ώσπου το 2022 ορίστηκε επικεφαλής του Τμήματος Ενωμένου Μετώπου.

Ο 60χρονος Λι Γκαντζιέ είναι ειδικός σε θέματα πυρηνικής ασφάλειας και έχει διατελέσει στο παρελθόν επικεφαλής της αρμόδιας εθνικής υπηρεσίας καθώς και υπουργός Περιβάλλοντος. Μετά από τις σαρωτικές μεταρρυθμίσεις του κρατικού μηχανισμού το 2018, που είχαν ως στόχο την ενίσχυση του ελέγχου από το κόμμα, ο Λι έγινε ο πρώτος υπουργός του νέου Υπουργείου Οικολογίας και Περιβάλλοντος.

Το 2021 ανέλαβε Γραμματέας του ΚΚΚ στην ανατολική επαρχία Σαντόνγκ, πριν προαχθεί μόλις ένα χρόνο αργότερα απευθείας στο Πολιτικό Γραφείο και κοντά στον στενό κύκλο του Σι Τζινπίνγκ. Τον Απρίλιο του 2023 διαδέχθηκε τον Τσεν Σι, ένα άλλο μέλος του περιβάλλοντος Σι, στο νευραλγικό Τμήμα Οργανωτικών Υποθέσεων του κόμματος. Ο Τσεν, αν και αποσύρθηκε από την ανώτατη διοίκηση, παραμένει πρόεδρος της Κεντρικής Σχολής του ΚΚΚ σε ηλικία 71 ετών.

Η Οργανωτική Διεύθυνση αναλαμβάνει την επιλογή και αξιολόγηση υποψηφίων για κορυφαίες θέσεις του κόμματος, ενώ το Τμήμα Ενωμένου Μετώπου ασχολείται με τη διείσδυση και τις επιχειρήσεις επιρροής στο εξωτερικό, αλλά και τον έλεγχο πολιτικών που αφορούν τις κινεζικές κοινότητες του εξωτερικού, καθώς και τις θρησκευτικές και εθνοτικές μειονότητες, περιλαμβανομένων των Θιβετιανών και των Ουιγούρων.

ΗΠΑ: Κρυφό κινεζικό δίκτυο επιχειρεί να προσελκύσει απολυμένους Αμερικανούς ομοσπονδιακούς υπαλλήλους

Ένα δίκτυο εταιρειών διαχειριζόμενο από μυστηριώδη κινεζική τεχνολογική εταιρεία επιχειρεί να προσελκύσει προσφάτως απολυμένους Αμερικανούς κρατικούς υπαλλήλους, σύμφωνα με καταχωρήσεις θέσεων εργασίας και αναλυτή που αποκάλυψε την εκστρατεία.

Ο Μαξ Λέσερ, ανώτερος αναλυτής νέων απειλών στον οργανισμό Foundation for Defense of Democracies με έδρα την Ουάσιγκτον, δήλωσε ότι ορισμένες επιχειρήσεις που δημοσίευσαν αγγελίες ήταν «μέρος ευρύτερου δικτύου από ψεύτικες εταιρείες συμβούλων και εύρεσης προσωπικού, που στόχευαν πρώην υπαλλήλους της κυβέρνησης και ερευνητές τεχνητής νοημοσύνης».

Τα διαθέσιμα δημόσια στοιχεία για αυτές τις τέσσερις εταιρείες είναι ελάχιστα· σε ορισμένες περιπτώσεις μοιράζονταν κοινές ιστοσελίδες, ήταν στον ίδιο διακομιστή ή είχαν άλλες τεχνολογικές ομοιότητες. Οι ιστοσελίδες των εταιρειών φιλοξενούνταν στον ίδιο IP με τη Smiao Intelligence, εταιρεία διαδικτυακών υπηρεσιών, της οποίας η ιστοσελίδα έγινε μη προσβάσιμη όσο διαρκούσε η έρευνα του Reuters. Η σχέση των τεσσάρων εταιρειών με τη Smiao Intelligence παραμένει ασαφής.

Οι προσπάθειες του πρακτορείου να εντοπίσει τις εταιρείες και τη Smiao Intelligence έπεσαν σε κενό, καθώς τηλέφωνα παρέμειναν αναπάντητα ή απενεργοποιημένα, διευθύνσεις αποδείχθηκαν ψεύτικες ή οδηγούσαν σε άδειες εκτάσεις, ενώ μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου δεν έλαβαν απάντηση και οι αγγελίες στο LinkedIn σβήστηκαν.

Ο Λέσερ, που εντόπισε και μοιράστηκε το δίκτυο με το Reuters, τόνισε ότι η εκστρατεία ακολουθεί γνωστές πρακτικές κινεζικών υπηρεσιών κατασκοπείας. «Η σημασία αυτής της υπόθεσης», είπε ο ίδιος, «είναι πως το δίκτυο επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τις οικονομικές δυσκολίες πρώην ομοσπονδιακών υπαλλήλων μετά τις μαζικές απολύσεις».

Δεν ήταν πάντως δυνατό να επαληθευτεί αν οι εταιρείες έχουν απευθείας σύνδεση με το κινεζικό καθεστώς ή αν έχουν καταφέρει ήδη να στρατολογήσουν απολυμένους υπαλλήλους.

Τρεις Αμερικανοί αναλυτές πληροφοριών σχολίασαν ότι το δίκτυο αυτό αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση ξένων φορέων που στοχεύουν στη συγκέντρωση πληροφοριών από προσωπικό το οποίο απολύθηκε ή οδηγήθηκε σε πρόωρη συνταξιοδότηση, ιδιαίτερα την περίοδο της διοίκησης της «Υπηρεσίας Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας» του Ντόναλντ Τραμπ και του Έλον Μασκ.

Μόλις προσλαμβάνονταν από αυτές τις εταιρείες, οι πρώην υπάλληλοι ενδεχομένως θα καλούνταν να παρέχουν ευαίσθητες πληροφορίες για τις κυβερνητικές λειτουργίες ή να προτείνουν άλλους πιθανούς στόχους.

Εκπρόσωπος της κινεζικής πρεσβείας στην Ουάσιγκτον διαβεβαίωσε μέσω email πως το καθεστώς αγνοεί τους φορείς που αναφέρονται. Εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου υπογράμμισε ότι το Πεκίνο επιδιώκει διαρκώς την εκμετάλλευση του «ελεύθερου και ανοικτού» αμερικανικού συστήματος μέσω κατασκοπείας και εξαναγκασμού. «Οι εν ενεργεία και πρώην δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να είναι ενήμεροι για τον κίνδυνο και τη σημασία προστασίας των κυβερνητικών πληροφοριών», ανέφερε.

Σύμφωνα με τον Λέσερ, οι εταιρείες χρησιμοποιούσαν καταχωρήσεις εργασίας σε LinkedIn, Craigslist και άλλες πλατφόρμες απασχόλησης, οι οποίες ίσως αποτελούν ενδείξεις για συνεχιζόμενες επιχειρήσεις ξένων υπηρεσιών.

«Σύμβουλοι Γεωπολιτικών Κινδύνων»

Μία από τις εταιρείες, η RiverMerge Strategies, παρουσιάζεται ως «επαγγελματική εταιρεία συμβούλων γεωπολιτικού κινδύνου». Καταχωρήσεις θέσεων που δημοσίευσε και διέγραψε τον Φεβρουάριο ζητούσαν άτομα με εμπειρία σε κυβερνητικούς οργανισμούς, διεθνείς οργανώσεις και επιχειρήσεις, ενώ μια από αυτές συγκέντρωσε πάνω από 200 αιτήσεις.

Ο αμερικανικός τηλεφωνικός αριθμός της εταιρείας δεν λειτουργεί πλέον, ενώ κινεζικός αριθμός που εμφανιζόταν στην ιστοσελίδα ανήκει στην Shenzhen Si Xun Software, εταιρεία πληροφορικής της οποίας η ακριβής σύνδεση με το δίκτυο είναι άγνωστη.

Ένας εργαζόμενος της RiverMerge δήλωσε ανώνυμα στο Reuters πως αμείβεται περιοδικά με 1.000-2.000 δολάρια από άτομα στην Κίνα για να αναρτά τις αγγελίες της εταιρείας.

Μια άλλη εταιρεία του δικτύου, η Wavemax Innovation, είχε δημοσιεύσει στο Craigslist αγγελίες με τίτλο «Ευκαιρίες απασχόλησης για πρόσφατα απολυμένους υπαλλήλους του Αμερικανικού Δημοσίου». Οι προσπάθειες επικοινωνίας με την εταιρεία απέβησαν άκαρπες, ενώ τα στοιχεία διεύθυνσής της στη Σιγκαπούρη αποδείχθηκαν ψευδή.

Εκπρόσωπος του FBI προειδοποίησε πως Κινέζοι πράκτορες συχνά παρουσιάζονται ως συμβουλευτικές εταιρείες, δεξαμενές σκέψης ή φορείς αναζήτησης προσωπικού για να στρατολογήσουν πρώην και νυν κρατικούς υπαλλήλους.

Ο πρώην εισαγγελέας Ντέηβιντ Άαρον εκτίμησε πως οι κινεζικές υπηρεσίες ίσως εντείνουν αυτές τις προσπάθειες λόγω της αύξησης των απολύσεων, αναγνωρίζοντας τη δυνατότητα εκμετάλλευσης της οικονομικής αβεβαιότητας και δυσαρέσκειας πολλών πρώην αξιωματούχων.

Η Γερμανία ξεκινά διαδικασίες απέλασης τεσσάρων ακτιβιστών μετά από διαδηλώσεις υπέρ της Παλαιστίνης

Οι δικηγόροι των Ιρλανδών, Πολωνών και Αμερικανού ακτιβιστών υποστηρίζουν πως οι κατηγορίες βασίζονται σε δίκες που δεν έχουν ακόμη καταλήξει.

Οι γερμανικές αρχές δρομολογούν διαδικασίες απέλασης εναντίον τεσσάρων αλλοδαπών πολιτών, τριών από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ενός από τις Ηνωμένες Πολιτείες, σχετικά με αδικήματα που φέρονται να διέπραξαν κατά τη διάρκεια φιλοπαλαιστινιακών διαδηλώσεων στο Βερολίνο.

Στις 31 Μαρτίου, το ειδησεογραφικό μέσο The Intercept ανέφερε τα ονόματα των τεσσάρων ατόμων που έχουν γίνει στόχος διαδικασιών απέλασης: Πρόκειται για τον Αμερικανό πολίτη Κούπερ Λόνγκμποτομ, την Πολωνή Κάσια Βλάστσικ, καθώς και τους Ιρλανδούς Σέιν Ο’ Μπράιεν και Ρομπέρτα Μάρεϊ. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, όλοι τους κατηγορούνται ότι υποστηρίζουν τη Χαμάς, οργάνωση χαρακτηρισμένη ως τρομοκρατική στη Γερμανία, και συνεπώς η δράση και υποστήριξή της είναι παράνομες εκεί.

Η Epoch Times δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να επιβεβαιώσει ανεξάρτητα τους παραπάνω ισχυρισμούς.

Οι δικηγόροι που έχουν αναλάβει την υπόθεση χαρακτηρίζουν τις κατηγορίες «αβάσιμες».

Τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούν να απελάσουν πολίτες άλλων κρατών της ΕΕ για λόγους δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας τάξης, ωστόσο αυτό συμβαίνει μόνο στις περιπτώσεις που μπορούν να αποδείξουν ότι τα άτομα πράγματι αποτελούν σοβαρή απειλή για τη χώρα.

Σύμφωνα με τη βρετανική δικηγορική εταιρεία Beltrami and Company, μια χώρα-μέλος μπορεί να αποφασίσει απέλαση πολίτη της ΕΕ που διαθέτει δικαίωμα μόνιμης διαμονής (το οποίο αποκτάται μετά από τουλάχιστον πέντε χρόνια συνεχούς παραμονής στη χώρα), αποκλειστικά λόγω «σοβαρών ζητημάτων δημόσιας τάξης και ασφάλειας».

Εκπρόσωπος του Γερουσιαστικού Τμήματος Εσωτερικών Υποθέσεων και Αθλητισμού του Βερολίνου, που έχει υπό την ευθύνη του τη μετανάστευση, ανέφερε μέσω email στην Epoch Times ότι το Μάρτιο η τοπική Υπηρεσία Μετανάστευσης (LEA) εξέδωσε αποφάσεις για διακοπή της παραμονής των παραπάνω τεσσάρων προσώπων. Οι αποφάσεις συνδέονται άμεσα με συμβάντα που έλαβαν χώρα στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου τον Οκτώβριο του 2024. Πιο συγκεκριμένα, γίνεται λόγος για έφοδο βίαιης και κουκουλοφόρας ομάδας σε πανεπιστημιακό κτίριο, όπου καταγράφηκαν σοβαρές ζημιές σε εγκαταστάσεις και βανδαλισμοί με γκράφιτι σχετικά με την ισραηλινο-παλαιστινιακή διένεξη, καθώς και άλλα αδικήματα.

«Από όσο γνωρίζουμε, η ποινική διαδικασία είναι ακόμη εν εξελίξει. Περισσότερες πληροφορίες δεν μπορούν να δοθούν για λόγους προστασίας προσωπικών δεδομένων», ανέφερε ο εκπρόσωπος.

Η αρμόδια γερμανική αρχή επεσήμανε ότι η έκδοση τέτοιων μέτρων απέλασης εξετάζεται αποκλειστικά εντός του πλαισίου των σχετικών νομικών διατάξεων. Για πολίτες της ΕΕ, εφαρμόζονται οι ρυθμίσεις του άρθρου 6 του Νόμου περί Ελεύθερης Κυκλοφορίας της ΕΕ.

Η αρμόδια γερμανική αρχή δεν ανέφερε κάτι σχετικό με κατηγορίες περί υποστήριξης στη Χαμάς.

Η Epoch Times επικοινώνησε με το European Legal Support Center (ELSC), που εκπροσωπεί τους διαμαρτυρόμενους, ζητώντας σχόλιο. Ο Αλεξάντερ Γκόρσκι, δικηγόρος του ELSC ειδικευμένος στο ποινικό και μεταναστευτικό δίκαιο, δήλωσε στην Irish Times ότι οι κατηγορίες είναι «αβάσιμες» και βασίζονται σε εκκρεμείς πιθανές καταδίκες που δεν έχουν ακόμη τελεσιδικήσει. Ο ίδιος τόνισε πως ο πήχης για τέτοιου είδους αποφάσεις απέλασης είναι ιδιαίτερα υψηλός: «Το παράλογο στην υπόθεση είναι ότι σε κανένα από τα άτομα που θίγονται—και από τους τέσσερις οι τρεις είναι πολίτες χωρών της ΕΕ—δεν υπάρχει καμία καταδικαστική απόφαση μέχρι στιγμής. Ούτε μία».

Οι υποθέσεις συγκρίνονται σε ορισμένα μέσα ενημέρωσης με τις πρόσφατες πολιτικές του Αμερικανού πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος στις 10 Μαρτίου ανακοίνωσε επικείμενες συλλήψεις και απελάσεις ατόμων που θεωρούνται «συμπαθούντες τρομοκρατικές οργανώσεις». Η ανακοίνωση Τραμπ έγινε αφότου συνελήφθη στις ΗΠΑ Παλαιστίνιος φοιτητής και μόνιμος κάτοικος της χώρας που είχε συμμετάσχει σε φιλοπαλαιστινιακές κινητοποιήσεις στο Πανεπιστήμιο Columbia.

Σε ανάρτηση του στο Truth Social, ο Τραμπ εξήρε τις αρμόδιες υπηρεσίες ασφαλείας για τη σύλληψη του Μαχμούτ Καλίλ, χαρακτηρίζοντάς τον «ριζοσπάστη ξένο φιλο-Χαμάς φοιτητή» και προειδοποίησε πως έπονται πολυάριθμες ακόμα συλλήψεις, στοχεύοντας όσους επιδίδονται σε «τρομοκρατικές, αντισημιτικές και αντιαμερικανικές πρακτικές» στα πανεπιστήμια της χώρας.

Σύμφωνα με την οργάνωση Student Workers of Columbia, ο Καλίλ είχε μεσολαβήσει σε διαπραγματεύσεις μεταξύ φοιτητών και διοίκησης του Πανεπιστημίου Columbia την περασμένη άνοιξη, ώστε να τερματιστούν οι διαμαρτυρίες. Η δικηγόρος του Έιμι Γκριρ δήλωσε πως οι πράκτορες της Υπηρεσίας Μετανάστευσης (ICE) συνέλαβαν τον Καλίλ στην φοιτητική του κατοικία.

Η Meta στο στόχαστρο της Άγκυρας: Πρόστιμο μετά την απόρριψη κυβερνητικής παρέμβασης

Την επιβολή ενός «σημαντικού» προστίμου από την τουρκική κυβέρνηση επιβεβαίωσε την Τετάρτη η εταιρεία Meta, επικαλούμενη την άρνησή της να περιορίσει περιεχόμενο στο Facebook και το Instagram, έπειτα από σχετικό αίτημα των τουρκικών αρχών.

Η κυβέρνηση Ερντογάν έχει προχωρήσει σε επιθετικές κινήσεις περιορισμού της διαδικτυακής κριτικής, ειδικά μετά τις εκτεταμένες διαδηλώσεις που ακολούθησαν τη σύλληψη του δημάρχου Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, ενός από τους βασικότερους πολιτικούς αντιπάλους του προέδρου της Τουρκίας.

«Απορρίψαμε αιτήματα της τουρκικής κυβέρνησης να αποκλείσουμε περιεχόμενο που είναι ξεκάθαρα προς το δημόσιο συμφέρον, και ως συνέπεια, μας επιβλήθηκε πρόστιμο», ανέφερε η Meta σε επίσημη ανακοίνωσή της.

Η εταιρεία απέφυγε να ανακοινώσει το ακριβές ποσό, περιοριζόμενη απλώς στον χαρακτηρισμό του προστίμου ως «σημαντικό», και επίσης δεν διευκρίνισε περαιτέρω ποιο περιεχόμενο αρνήθηκε να αποσύρει.

«Τα κυβερνητικά αιτήματα για περιορισμό του λόγου στο διαδίκτυο, σε συνδυασμό με απειλές κλεισίματος υπηρεσιών, είναι επικίνδυνα και δημιουργούν ένα περιβάλλον εκφοβισμού που εμποδίζει τους πολίτες να εκφραστούν ελεύθερα», πρόσθεσε η εταιρεία.

Τα τελευταία χρόνια η Άγκυρα έχει εντείνει τις παρεμβάσεις της, επιχειρώντας να θέσει υπό αυστηρότερο έλεγχο την παρουσία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Στον απόηχο των διαδηλώσεων που ξέσπασαν μετά τη σύλληψη τον προηγούμενο μήνα του δημάρχου Κωνσταντινούπολης, πολλαπλές πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, μεταξύ των οποίων το X, το Instagram και το Facebook, είχαν μπλοκαριστεί προσωρινά από το καθεστώς.

Σύμφωνα με ανακοίνωση της Ένωσης Μέσων και Νομικών Μελετών, πάνω από 700 λογαριασμοί στο X μπλοκαρίστηκαν, πολλοί εκ των οποίων ανήκουν σε δημοσιογράφους, ΜΜΕ, οργανώσεις πολιτών και φοιτητικές ομάδες.

Η εταιρεία X, που βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Έλον Μασκ, εξέφρασε την αντίθεσή της σε αυτές τις ενέργειες, δηλώνοντας τον προηγούμενο μήνα: «Αντιστεκόμαστε σε πολλαπλές δικαστικές αποφάσεις της τουρκικής Αρχής Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών να κλείσουμε πάνω από 700 λογαριασμούς δημοσιογράφων, μέσων ενημέρωσης, πολιτικών προσωπικοτήτων, φοιτητών και άλλων στην Τουρκία. Προσβλέπουμε στην υπεράσπιση αυτών των αρχών στο δικαστικό σύστημα. Η X θα υπερασπίζεται πάντοτε την ελευθερία του λόγου όπου κι αν δραστηριοποιείται.»

Η απόφαση επιβολής προστίμων έρχεται μετά τις μεγάλες διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), που κλιμάκωσε τις διώξεις εις βάρος της αντιπολίτευσης. Στις 23 Μαρτίου, δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης έστειλε στη φυλακή προσωρινά τον Ιμάμογλου, εξέχον στέλεχος του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), με κατηγορίες για διαφθορά μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης.

Μετά τη δικαστική διαδικασία, ο δήμαρχος Ιμάμογλου, που αρνείται κατηγορηματικά τις κατηγορίες εναντίον του, κάλεσε τον κόσμο να διαδηλώσει σε ολόκληρη την Τουρκία. Ο Ερντογάν προειδοποίησε ότι «δεν θα ανεχθεί ταραχές στη δημόσια τάξη», αναφερόμενος στις συνεχιζόμενες κινητοποιήσεις υπέρ του πολιτικού του αντιπάλου.

«Όσοι αναζητούν λύσεις εκτός δημοκρατίας, νόμων και νόμιμων θεσμών, πάντα απογοητεύονται», δήλωσε ο Τούρκος πρόεδρος στις 22 Μαρτίου. «Δεν υπάρχει προνομιακή μειοψηφία… που να είναι ελεύθερη να παρανομεί».

Από τις 19 Μαρτίου, όταν συνελήφθη αρχικά ο Ιμάμογλου, στη χώρα σημειώνονται καθημερινές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, παρά την κυβερνητική απαγόρευση μεγάλων δημόσιων συναθροίσεων. Εκτός από κάποιες περιπτώσεις χρήσης αντλιών νερού και χημικών από την αστυνομία, δεν έχουν μέχρι στιγμής αναφερθεί σοβαροί τραυματισμοί.

Μιλώντας στην Epoch Times, ο Ιλχάν Ουζγκέλ, αντιπρόεδρος του CHP αρμόδιος για θέματα εξωτερικής πολιτικής, τόνισε: «Η κυβέρνηση κλιμακώνει τις επιθέσεις της εναντίον της αντιπολίτευσης παντού, σε κάθε πόλη. Τώρα υπάρχουν άνθρωποι, ιδίως νέοι, που διαδηλώνουν σε ολόκληρη τη χώρα».

Στις 24 Μαρτίου, το τουρκικό υπουργείο Εσωτερικών ανακοίνωσε ότι είχαν συλληφθεί πάνω από 1.100 άνθρωποι για συμμετοχή σε «παράνομες διαδηλώσεις».

Αν και η επόμενη προεδρική εκλογική αναμέτρηση έχει προγραμματιστεί για το 2028, ο 71χρονος πρόεδρος Ερντογάν —που βρίσκεται στο αξίωμα από το 2014— ενδέχεται να προκηρύξει πρόωρες εκλογές προκειμένου να αποφύγει το συνταγματικό όριο των δύο θητειών. Πριν από την προεδρία του, διετέλεσε πρωθυπουργός επί 11 χρόνια.

Μασκ και Λευκός Οίκος βάζουν τέλος στις φήμες για πρόωρη αποχώρηση

Οι φήμες που κυκλοφόρησαν περί πρόωρης αποχώρησης του Έλον Μασκ από τη θέση του ειδικού κυβερνητικού υπαλλήλου στην υπηρεσία DOGE («Department of Government Efficiency», Υπηρεσία Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας) της κυβέρνησης του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, διαψεύστηκαν επισήμως από τον Λευκό Οίκο.

Πρόσφατο δημοσίευμα του Politico, επικαλούμενο ανώνυμες πηγές, ανέφερε ότι ο πρόεδρος Τραμπ ενημέρωσε μέλη του υπουργικού συμβουλίου ότι ο Έλον Μασκ σχεδιάζει να εγκαταλείψει σύντομα τη θέση του στη DOGE. Ωστόσο, η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Καρολίν Λίβιτ, απέρριψε κατηγορηματικά το δημοσίευμα, χαρακτηρίζοντάς το «ανυπόστατο».

«Αυτό το ‘αποκλειστικό’ είναι ανοησίες», έγραψε η Λίβιτ στα κοινωνικά δίκτυα. «Ο Έλον Μασκ και ο πρόεδρος Τραμπ έχουν δηλώσει δημόσια ότι ο Έλον θα αποχωρήσει από τη δημόσια υπηρεσία όταν ολοκληρώσει την εξαιρετική δουλειά που κάνει στη DOGE».

Ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, μιλώντας σε δημοσιογράφους τη Δευτέρα, εξήρε το έργο του Μασκ αλλά αναφέρθηκε και στην αναπόφευκτη επιστροφή του στις επιχειρηματικές του δραστηριότητες. «Θα τον κρατούσα όσο περισσότερο μπορούσα», είπε ο Τραμπ, συμπληρώνοντας πως «είναι εξαιρετικά ταλαντούχος, αλλά έχει και μια μεγάλη εταιρεία να διοικήσει. Κάποια στιγμή θα πρέπει να επιστρέψει σε αυτή».

Η θητεία του Μασκ στη DOGE ολοκληρώνεται στα τέλη Μαΐου, καθώς ο Νόμος για τους ειδικούς κυβερνητικούς υπαλλήλους στις ΗΠΑ προβλέπει μέγιστη διάρκεια υπηρεσίας 130 ημέρες. Σύμφωνα με τις ισχύουσες προθεσμίες, αυτή η περίοδος λήγει στις 30 Μαΐου.

Ο Μασκ δήλωσε πρόσφατα στο δίκτυο Fox News: «Πιστεύω πως μέχρι τότε θα έχουμε επιτύχει το μεγαλύτερο μέρος του στόχου για μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος κατά ένα τρισεκατομμύριο δολάρια».

Εμπόδια και προκλήσεις

Ωστόσο, η παρουσία του Έλον Μασκ στην κυβέρνηση Τραμπ βρέθηκε αντιμέτωπη με αρκετές προκλήσεις. Την περασμένη Τρίτη ο υποψήφιος που υποστηρίχθηκε από τον Μασκ στο Ανώτατο Δικαστήριο του Ουισκόνσιν απέτυχε να εκλεγεί, προκαλώντας προσωπική ήττα στον επιχειρηματία.

Επιπλέον, η Tesla, η αυτοκινητοβιομηχανία ηλεκτρικών οχημάτων του Μασκ, ανακοίνωσε ότι οι πωλήσεις του πρώτου τριμήνου μειώθηκαν κατά 13% σε ετήσια βάση. Παράλληλα, η μετοχή της εταιρείας έχει σημειώσει πτώση άνω του 35% από την αρχή του 2025. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Μασκ, αυτές οι εξελίξεις συνδέονται εν μέρει με τη δημόσια σχέση του με την κυβέρνηση Τραμπ, που προκάλεσε αντιδράσεις, διαμαρτυρίες και επεισόδια εις βάρος της εταιρείας του.

Δικαστικά προβλήματα στη λειτουργία της DOGE

Τους τελευταίους μήνες, η υπηρεσία DOGE αντιμετωπίζει και νομικά προσκόμματα στη λειτουργία της. Δυο δικαστές εμπόδισαν τον Μασκ και την υπηρεσία DOGE από το να αποκτήσουν πρόσβαση σε ευαίσθητες πληροφορίες που κατέχουν διάφορες ομοσπονδιακές υπηρεσίες, όπως το Γραφείο Διαχείρισης Προσωπικού (Office of Personnel Management), το Υπουργείο Οικονομικών και η Υπηρεσία Κοινωνικής Ασφάλισης.

Παρά τις δυσκολίες, ο Λευκός Οίκος διαβεβαιώνει ότι η DOGE παραμένει επικεντρωμένη στον βασικό της σκοπό —τον περιορισμό «της σπατάλης, της απάτης και της κακοδιαχείρισης» στην ομοσπονδιακή διακυβέρνηση. Αρχικά προβλεπόταν να σταματήσει τη λειτουργία της την 4η Ιουλίου 2026, ωστόσο το ακριβές χρονοδιάγραμμα της λήξης της παραμένει πλέον αβέβαιο.

«Μέσα στους επόμενους δύο με τρεις μήνες, πιθανότατα θα είμαστε ικανοποιημένοι από το έργο που έχει πραγματοποιηθεί», ανέφερε πρόσφατα ο Τραμπ.

Αν και τόσο ο Λευκός Οίκος όσο και ο ίδιος ο Μασκ απέφυγαν να προσδιορίσουν συγκεκριμένη ημερομηνία, η επικείμενη ολοκλήρωση της θητείας του Μασκ δείχνει να πλησιάζει, κλείνοντας ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο μεταξύ πολιτικής και επιχειρήσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ρεκόρ απωλειών στα κρυπτονομίσματα: Πάνω από 1,6 δισ. δολάρια χάθηκαν σε κυβερνοεπιθέσεις το 2025

Οι επενδυτές κρυπτονομισμάτων βρέθηκαν αντιμέτωποι με τεράστιες οικονομικές απώλειες κατά το πρώτο τρίμηνο του 2025, επιβεβαιώνοντας τις προκλήσεις ασφαλείας που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει ο ταχέως αναπτυσσόμενος ψηφιακός χρηματοπιστωτικός τομέας. Σύμφωνα μάλιστα με αναφορά της εταιρείας κυβερνοασφάλειας εταιρείας blockchain CertiK, από τις αρχές του έτους περισσότερα από 1,6 δισεκατομμύρια δολάρια χάθηκαν εξαιτίας κυβερνοεπιθέσεων, απατών και exploits.

Κατακόρυφη άνοδος συμβάντων ασφαλείας

Κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου, καταγράφηκαν συνολικά 197 περιστατικά κυβερνοασφάλειας που κόστισαν σε επενδυτές ψηφιακών νομισμάτων περίπου 1,67 δισεκατομμύρια δολάρια. Το ποσό αυτό συνιστά άνοδο άνω του 300% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και αποτελεί ήδη περισσότερο από τα δύο τρίτα των συνολικά 2,39 δισεκατομμυρίων δολαρίων που είχαν κλαπεί όλο το 2024. Η μέση απώλεια ανά περιστατικό έφτασε τα 9,54 εκατομμύρια δολάρια.

Η κυβερνοεπίθεση στο Bybit

Καταλυτικό ρόλο στην κλιμάκωση των απωλειών έπαιξε η μεγάλη κυβερνοεπίθεση στο ανταλλακτήριο Bybit—το δεύτερο μεγαλύτερο ανταλλακτήριο στον κόσμο—που στις 21 Φεβρουαρίου ανακοίνωσε επίσημα ότι υπέστη σοβαρότατη παραβίαση ασφάλειας. Κατά τη διάρκεια της επίθεσης, η οποία πραγματοποιήθηκε στη φάση μιας τυπικής μεταφοράς του κρυπτονομίσματος Ethereum (ETH) μεταξύ των ψηφιακών πορτοφολιών της εταιρείας, κλάπηκαν συνολικά κρυπτονομίσματα αξίας 1,45 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Η επίθεση πυροδότησε άμεσες ανησυχίες στον κλάδο για την ασφάλεια των κεντρικών ανταλλακτηρίων και ώθησε αρχές και εμπειρογνώμονες να ζητήσουν ενισχυμένα μέτρα προστασίας.

Ethereum: Βασικός στόχος επιθέσεων

Τα στοιχεία της CertiK υποδεικνύουν ξεκάθαρα ότι το Ethereum αποτελεί τον κύριο στόχο των κυβερνοεπιθέσεων. Το πρώτο τρίμηνο μόνο, η αλυσίδα αυτή έχασε 1,54 δισεκατομμύρια δολάρια μέσα από 98 περιστατικά. Λόγω της κυριαρχίας του στη Χρηματοοικονομική Τεχνολογία (DeFi) και στις έξυπνες συμβάσεις (smart contracts), το Ethereum προσελκύει εντονότερα το ενδιαφέρον των χάκερς.

Πρόσθετα, διαπιστώθηκε ότι μόνο το 0,38% των κλεμμένων πόρων επιστράφηκαν στους ιδιοκτήτες τους αυτό το τρίμηνο, ποσοστό ιδιαίτερα χαμηλό σε σχέση με προηγούμενα τρίμηνα.

Πρόκληση οι εξελιγμένες τεχνικές hacking

Σύμφωνα με τη CertiK, οι εξελίξεις στον χώρο της κυβερνοασφάλειας δυσκολεύονται να συμβαδίσουν με τις ολοένα πιο εξελιγμένες τεχνικές των χάκερς. Η χρήση καινοτόμων εργαλείων όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η κοινωνική μηχανική (social engineering) και η χειραγώγηση των έξυπνων συμβολαίων, καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη την προστασία απέναντι σε τέτοιες απειλές.

Καθώς η διείσδυση των κρυπτονομισμάτων συνεχώς αυξάνεται, οι αναλυτές προβλέπουν ότι και οι απώλειες θα συνεχίσουν να αυξάνουν, απαιτώντας από τη βιομηχανία να αποδείξει εμπράκτως την ανθεκτικότητά της στα επόμενα τρίμηνα.

Νέες πρωτοβουλίες από την Αμερικανική κυβέρνηση και τη SEC

Παράλληλα με τις εξελίξεις στις κυβερνοεπιθέσεις, η κυβέρνηση των ΗΠΑ προχωρά σε καινοτόμες πρωτοβουλίες όπως η δημιουργία εθνικής στρατηγικής δεξαμενής κρυπτονομισμάτων, κατόπιν εντολής από τη διοίκηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει δεσμευτεί για την ανάδειξη των ΗΠΑ ως παγκόσμιας πρωτεύουσας κρυπτονομισμάτων.

Η νέα δεξαμενή (Crypto Strategic Reserve) θα περιλαμβάνει δημοφιλή νομίσματα όπως τα Bitcoin, ETH, XRP, SOL και ADA, και στόχο έχει να στηρίξει στρατηγικά την αμερικανική παρουσία στον κλάδο των κρυπτονομισμάτων.

Εκτός αυτού, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ (SEC) δημιούργησε μια ειδική ομάδα εργασίας που θα εργαστεί για τη σαφήνεια στους κανονισμούς και την ενίσχυση θεσμών προστασίας, αναγνωρίζοντας ότι η ασάφεια των κανόνων και η έλλειψη πρακτικών οδηγιών μέχρι τώρα έχουν συμβάλει σε ένα περιβάλλον ευάλωτο στην απάτη και αφιλόξενο για την καινοτομία.

Συμπέρασμα: Η σημασία της ασφάλειας στον κόσμο των κρυπτονομισμάτων

Με τις επιθέσεις στον κλάδο των κρυπτονομισμάτων να εντείνονται και να γίνονται συνεχώς πιο περίπλοκες και εξελιγμένες, η βελτίωση των μηχανισμών προστασίας και η αυστηροποίηση των κανονισμών είναι απαραίτητος και επείγον στόχος για όλο τον ψηφιακό χρηματοπιστωτικό τομέα, προκειμένου να διασφαλιστεί η μελλοντική βιώσιμη ανάπτυξή του.

Προσωρινή αφαίρεση της υπηκοότητας από πολίτες με διπλή εθνικότητα προβλέπει νομοσχέδιο στην Ουγγαρία

Η κυβέρνηση της Ουγγαρίας προωθεί σχέδιο νόμου το οποίο προβλέπει πως θα αφαιρείται προσωρινά η υπηκοότητα από κάποιους πολίτες με διπλή εθνικότητα — το οποίο αναμένεται να περάσει με άνεση.

Το κείμενο, εισηγητής του οποίου είναι βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος του πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν, στοχεύει ανθρώπους που θα κρίνεται πως εγείρουν «απειλή» για το κράτος.

Επικριτές της κυβέρνησης του Όρμπαν χαρακτηρίζουν το νομοσχέδιο ως νέο εργαλείο καταστολής με σκοπό τη φίμωση αντιπάλων της κυβέρνησης.

Το νομοσχέδιο διευκρινίζει πως η υπηκοότητα θα μπορεί να αφαιρείται μόνο εάν η δεύτερη δεν είναι ευρωπαϊκή, δηλαδή εκείνη άλλης χώρας μέλους της ΕΕ, της Ελβετίας, του Λιχτενστάιν, της Νορβηγίας ή της Ισλανδίας.

Το μέτρο θα εφαρμόζεται αν κάποιος συμπεραίνεται πως προωθεί σκοπούς ξένης χώρας ή οργάνωσης, ή εγείρει απειλή για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια.

Ιδιαιτερότητα του σχεδίου νόμου είναι πως η αφαίρεση της υπηκοότητας θα έχει εφαρμογή για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ως και 10 ετών, κατά περίπτωση.

Γενικά, στη νομοθεσία άλλων κρατών, η υπηκοότητα είτε αφαιρείται διά βίου ή αποκηρύσσεται οικειοθελώς.

Το νομοσχέδιο εκτιμάται πως έχει στο στόχαστρο κυρίως πρόσωπα με υπηκοότητα των ΗΠΑ και της Ουγγαρίας, που μπορεί για παράδειγμα να εργάζονται σε οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η αφαίρεση της υπηκοότητας θα επέτρεπε την απέλαση των προσώπων-στόχων· με βάση την κείμενη νομοθεσία, δεν επιτρέπεται η απέλαση Ούγγρων πολιτών.

Η ΕΕ, που θεωρεί ότι η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης και το κράτος δικαίου υφίστανται επίθεση στην Ουγγαρία, έχει παγώσει μέρος των κεφαλαίων που δικαιούται η Βουδαπέστη από ευρωπαϊκά ταμεία.

Υποχρεωτική από σήμερα η έκδοση ηλεκτρονικής ταξιδιωτικής άδειας για Ευρωπαίους που θέλουν να ταξιδέψουν στη Βρετανία

Για πρώτη φορά από σήμερα οι Ευρωπαίοι που εισέρχονται στη Βρετανία θα πρέπει να έχoυν εκδώσει ηλεκτρονική ταξιδιωτική άδεια (ETA), ένα μέτρο που έχει στόχο να ενισχύσει την ασφάλεια των βρετανικών συνόρων.

Αφού το Λονδίνο επέβαλε τον Ιανουάριο το σύστημα αυτό για τους πολίτες περίπου 50 χωρών—ανάμεσα τους οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και η Αυστραλία—τώρα ήρθε η σειρά των πολιτών από περίπου 30 ευρωπαϊκές χώρες να υποχρεούνται να αποκτήσουν το έγγραφο αυτό προτού εισέλθουν στη Βρετανία, η οποία αποχώρησε από την ΕΕ μετά το Brexit.

Πριν μεταβούν στη Βρετανία οι ταξιδιώτες πρέπει να συμπληρώσουν διαδικτυακά μέσω του ιστότοπου της βρετανικής κυβέρνησης ή κατεβάζοντας την εφαρμογή UK ETA μια δήλωση, στην οποία θα αναφέρουν στοιχεία της ταυτότητάς τους και θα απαντούν σε σειρά ερωτήσεων, που θα αφορούν μεταξύ άλλων ζητήματα ασφαλείας.

Η βρετανική κυβέρνηση συνιστά στους ταξιδιώτες να εκδίδουν την ΕΤΑ τουλάχιστον τρεις εργάσιμες ημέρες πριν ταξιδέψουν, καθώς σε κάποιες περιπτώσεις ενδέχεται να τους ζητηθούν επιπλέον στοιχεία.

Κανονικά για τη συμπλήρωση της αίτησης χρειάζονται λιγότερα από δέκα λεπτά και η ταξιδιωτική άδεια, που συνδέεται ψηφιακά με το διαβατήριο, εκδίδεται μέσα σε λίγα λεπτά, διευκρίνισε το βρετανικό υπουργείο Εσωτερικών.

Το κόστος για την έκδοση του εγγράφου αυτού—το οποίο οι ταξιδιώτες θα πρέπει να επιδεικνύουν στα αεροδρόμια ή τους σιδηροδρομικούς σταθμούς κατά την αναχώρησή τους—ανέρχεται στις 10 λίρες (12 ευρώ), όμως από τις 9 Απριλίου θα αυξηθεί στις 16 λίρες (περίπου 19 ευρώ).

Η ETA έχει διετή ισχύ και επιτρέπει στον κάτοχό της να διαμένει στη Βρετανία για μέγιστο διάστημα έξι μηνών. Στη διάρκεια των δύο ετών που ισχύει ο κάτοχός της μπορεί να κάνει απεριόριστο αριθμό ταξιδίων στη Βρετανία, αλλά αν αλλάξει διαβατήριο θα πρέπει να εκδώσει νέα ΕΤΑ.

Εξάλλου ακόμη και οι ταξιδιώτες που κάνουν transit μέσω της Βρετανίας θα είναι υποχρεωμένοι να εκδίδουν την άδεια αυτή, με εξαίρεση όσους περνούν από κάποια αεροδρόμια, όπως το Χίθροου και αυτό του Μάντσεστερ, όπου δεν χρειάζεται να περάσουν από έλεγχο κατά την προσγείωση.

«Αν δεν είστε πολίτης μιας χώρας για την οποία απαιτείται βίζα, Βρετανός ή Ιρλανδός πολίτης, θέλουμε να ελέγξουμε τα στοιχεία σας πριν την αναχώρησή σας για να επιβεβαιώσουμε ότι μπορείτε να ταξιδέψετε στη Βρετανία», εξήγησε χθες Τρίτη ο Φιλ Ντάγκλας γενικός διευθυντής της βρετανικής αστυνομίας συνόρων.

Με εξαίρεση την Ιρλανδία όλοι οι πολίτες των χωρών της ΕΕ, ενήλικες και ανήλικοι, θα πρέπει να εκδίδουν την ηλεκτρονική ταξιδιωτική άδεια, με εξαίρεση όσους διαθέτουν βίζα (φοιτητική, εργασίας…).

Αυτή η ταξιδιωτική άδεια για τη Βρετανία είναι αντίστοιχη με το ESTA (Electronic System for Travel Authorization) που εφαρμόζουν οι ΗΠΑ.

Όπως εξήγησε ο Ντάγκλας, θα υπάρξει «μεταβατική περίοδος», στη διάρκεια της οποίας οι αρχές θα επιδεικνύουν κάποια ανεκτικότητα, που θα διαρκέσει ως «τον Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριο». Όμως «μετά κανένας δεν θα μπορεί να εισέρχεται σε αεροπλάνο ή τραίνο για να έρθει στη Βρετανία» χωρίς την ΕΤΑ.

Το μέτρο εντάσσεται στις προσπάθειες που καταβάλλει η βρετανική κυβέρνηση να ψηφιοποιήσει το σύστημά της για τη διαχείριση των συνόρων της χώρας.

Η ΕΕ προβλέπει να υιοθετήσει ένα αντίστοιχο σύστημα το 2026, με το ETIAS (European Travel Information and Authorization System).

Η βιοοικονομία της Ινδίας: προκλήσεις και προοπτικές για βιώσιμη ανάπτυξη

Η Ινδία έχει επιτύχει εντυπωσιακή ανάπτυξη στον τομέα της βιοοικονομίας, με το συνολικό μέγεθος να υπερβαίνει πλέον τα 152,20 δισεκατομμύρια ευρώ. Παράλληλα, αντιμετωπίζει σοβαρές ενεργειακές προκλήσεις, καθώς καλείται να ισορροπήσει την αύξηση της ζήτησης με αυστηρούς στόχους βιωσιμότητας.

Από το 2014, η ινδική βιοοικονομία έχει εκτοξευθεί από μόλις 9,22 δισεκατομμύρια ευρώ σε 152,85 δισεκατομμύρια ευρώ το 2024. Ανήκει σε μία από τις δυναμικότερες βιοοικονομίες παγκοσμίως, αποτελώντας πλέον περισσότερο από το 4% του ΑΕΠ της Ινδίας, με ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 17,9%. Ο στόχος είναι μέχρι το 2030 ο τομέας να φτάσει τουλάχιστον τα 276,74 δισεκατομμύρια ευρώ, εδραιώνοντας το ρόλο του ως βασικού μοχλού της ινδικής οικονομίας της γνώσης.

Αυτή η ταχεία πρόοδος αναδεικνύει την πρωτοβουλία της χώρας να χρησιμοποιήσει τη βιοτεχνολογία για οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη. Η ανάπτυξη της ινδικής βιοοικονομίας είναι άμεσα συνδεδεμένη με τις εξελίξεις στον τομέα των βιοκαυσίμων. Το ποσοστό ενσωμάτωσης αιθανόλης στα καύσιμα έχει εκτοξευθεί από μόλις 1,53% το 2014 στο 15% το 2024, ενώ ο στόχος είναι να επιτευχθεί 20% μέχρι το 2025. Αυτή η στροφή έχει ήδη μειώσει σημαντικά τις εισαγωγές ακατέργαστου πετρελαίου, εξοικονομώντας δισεκατομμύρια σε πολύτιμα αποθέματα συναλλάγματος και περιορίζοντας δραστικά τις εκπομπές άνθρακα. Επιπλέον, αυτός ο τομέας παρέχει οικονομική υποστήριξη στις γεωργικές και αγροτικές περιοχές. Η υιοθέτηση προηγμένων μονάδων διύλισης αιθανόλης, οι οποίες μετατρέπουν γεωργικά απόβλητα σε καύσιμα, βοηθάει στην περαιτέρω μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και συμβάλλει στη βιώσιμη ανάπτυξη των αγροτικών κοινοτήτων.

Έμφαση στις ανανεώσιμες πηγές και ενεργειακή βιωσιμότητα

Η Ινδία επιχειρεί να διαφοροποιηθεί ξεκάθαρα από το κινέζικο μοντέλο εντατικοποιημένης βιομηχανικής ανάπτυξης της δεκαετίας του 2000, υιοθετώντας στρατηγική που επικεντρώνεται στις κατασκευές υψηλής προστιθέμενης αξίας και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Σύμφωνα με την Γιαντίνγκ Τζόου, οικονομολόγο του Wood Mackenzie, η ανάπτυξη της Ινδίας παρουσιάζει ομοιότητες αλλά και σημαντικές διαφορές από το αντίστοιχο κινεζικό μοντέλο της προηγούμενης εικοσαετίας. Είναι λιγότερο ενεργοβόρος, επιτρέποντας μεγαλύτερη ευελιξία στη μετάβαση σε πιο αποδοτικές και καθαρότερες ενεργειακές τεχνολογίες.

Η οικονομία της Ινδίας αναμένεται να πλησιάσει τα 8,30 τρισεκατομμύρια ευρώ μέχρι το 2033. Οι ανάγκες της χώρας σε άνθρακα αναμένεται να διπλασιαστούν, ενώ θα αυξηθεί σημαντικά η ζήτηση για πετρέλαιο και ηλεκτρική ενέργεια. Ωστόσο, η αύξηση αυτή δεν αναμένεται να προκαλέσει σοβαρούς κραδασμούς στις διεθνείς αγορές, όπως είχε συμβεί με την εκρηκτική ανάπτυξη της Κίνας στο παρελθόν.

Η αγορά πετρελαίου αναμένεται να απορροφήσει την αυξανόμενη ζήτηση της Ινδίας, οδηγώντας σε ελαφρά μόνο αύξηση των τιμών του ακατέργαστου πετρελαίου.

Σύμφωνα με την ειδικό Ρόσνα Ναζάρ, του Wood Mackenzie, η Ινδία έχει τη δυνατότητα να υιοθετήσει το κινεζικό επιτυχημένο παράδειγμα των προηγούμενων δεκαετιών, επενδύοντας ενεργά στην ανάπτυξη αλυσίδων εφοδιασμού χαμηλών εκπομπών άνθρακα, όπως ηλιακή και αιολική ενέργεια, ηλεκτρικά οχήματα και κρίσιμα ορυκτά. Έτσι, η αναμενόμενη υψηλή κατανάλωση ενέργειας στις αρχές της δεκαετίας του 2030 κρίνεται ως παροδικό φαινόμενο.

Παρόλο που η Ινδία θα παραμείνει εξαρτημένη από την εισαγωγή κάρβουνου και υγροποιημένου φυσικού αερίου (ΥΦΑ), οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι οι τιμές ενέργειας θα παραμείνουν σχετικά σταθερές. Υπολογίζεται ότι σε ορίζοντα δεκαετίας η χώρα θα επενδύσει περίπου 553,47 δισεκατομμύρια ευρώ για την ανάπτυξη της ενεργειακής της βιομηχανίας, μία εξέλιξη που ανοίγει νέες επενδυτικές ευκαιρίες σε τομείς όπως η παραγωγή ενέργειας, η επέκταση δικτύων ηλεκτρισμού και οι ανανεώσιμες πηγές.

Σύμφωνα με την Τζόου, η διατήρηση της αναπτυξιακής δυναμικής της χώρας απαιτεί συνεπώς και μεγαλύτερες επενδύσεις στην εγχώρια ενεργειακή παραγωγή, τη διύλιση πετρελαίου, τη βιομηχανία χάλυβα και την ανάπτυξη ολοκληρωμένων πράσινων αλυσίδων εφοδιασμού. Η Ινδία έχει μία μοναδική ευκαιρία να αναδειχθεί σε παγκόσμιο ηγέτη στην πράσινη και βιώσιμη ανάπτυξη, εφόσον καταφέρει να διαχειριστεί αποτελεσματικά τις ενεργειακές προκλήσεις του μέλλοντος.

Η πώληση των λιμανιών του Παναμά σε αμερικανικά συμφέροντα οξύνει την κινεζική αντίδραση

Η πρόσφατη απόφαση της CK Hutchison Holdings να πουλήσει τα λιμάνια της στον Παναμά σε κοινοπραξία υπό την ηγεσία της αμερικανικής Black Rock έχει προκαλέσει την έντονη αντίδραση της κινεζικής κυβέρνησης και των κρατικών μέσων ενημέρωσης, στέλνοντας τις μετοχές της εταιρείας που έχει έδρα στο Χονγκ Κονγκ σε απότομη πτώση. Η συμφωνία, αξίας 22,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων, περιλαμβάνει την πώληση 43 λιμανιών σε 23 χώρες, συμπεριλαμβανομένων των δύο στρατηγικών λιμανιών στη Διώρυγα του Παναμά.

Η κινεζική κρατική εφημερίδα Ta Kung Pao και ο κρατικός ραδιοτηλεοπτικός σταθμός CCTV επέκριναν τη συμφωνία, χαρακτηρίζοντάς την ως «παράδοση μαχαιριού σε αντίπαλο» και κατηγορώντας τη CK Hutchison για «κερδοσκοπία» και «προδοσία» των εθνικών συμφερόντων της Κίνας και του κινεζικού λαού. Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύθηκε από επίσημες κινεζικές κυβερνητικές ιστοσελίδες, υπογραμμίζοντας τη σοβαρότητα με την οποία το Πεκίνο αντιμετωπίζει την υπόθεση. Ως εταιρεία του Χονγκ Κονγκ, η CK Hutchison θα έπρεπε να είναι προσεκτική σχετικά με το πώς χειρίζεται συμφωνίες που θα μπορούσαν να βλάψουν το εθνικό συμφέρον της Κίνας, ανέφερε η ανάρτηση από τον λογαριασμό Yuyuantantian στην πλατφόρμα κοινωνικών μέσων Weibo.

Ωστόσο, λίγα λεπτά μετά τη ζωντανή μετάδοση, η ανάρτηση είχε εξαφανιστεί. Όποιος κι αν είναι ο λόγος για τη διαγραφή της ανάρτησης, υπογραμμίζει την κάθετη αντίθεση της Κίνας στη συμφωνία, και τελικά κατάφερε να γίνει επανεξέταση της συναλλαγής.

Επίσης, το Reuters ανέφερε την Παρασκευή ότι η CK Hutchinson έχει καθυστερήσει μέρος της διαδικασίας πώλησης, αν και πηγές ανέφεραν ότι η συμφωνία δεν έχει ακυρωθεί. Στην πρόσφατη δήλωση κερδών της, η CK Hutchison δεν έκανε καμία αναφορά στη συμφωνία για τα λιμάνια, αν και είπε ότι «οι γεωπολιτικές και εμπορικές εντάσεις έχουν αυξηθεί […] σημαντικά».

Η οριστική τεκμηρίωση της συμφωνίας αναμένεται να ανακοινωθεί στις 2 Απριλίου, ωστόσο, η παρεμβολή του Πεκίνου για να αποτρέψει την πώληση έχει δημιουργήσει μία νέα συνθήκη.

Στις 28 Μαρτίου, η Κρατική Διοίκηση για τη Ρύθμιση της Αγοράς της Κίνας ανακοίνωσε την έναρξη έρευνας για πιθανές παραβιάσεις των κινεζικών αντιμονοπωλιακών νόμων.

Η κρατική Cosco Shipping Ports ενδέχεται να αναλάβει την εξαγορά κάποιων από τα λιμάνια που προορίζονταν για την BlackRock. H Hutchison σχεδιάζει να πουλήσει λιμάνια σε περιοχές όπου η Cosco εξετάζει επενδύσεις όπως η Νοτιοανατολική Ασία, η Λατινική Αμερική και η Αφρική.

Η κινεζική κυβέρνηση είναι σαφής στην απαίτησή της να ευθυγραμμιστούν οι επιχειρήσεις του Χονγκ Κόνγκ με το Πεκίνο « το οποίο δεν φαίνεται πια να διατηρεί τον ημιαυτόνομο χαρακτήρα του» όπως επεσήμανε και ο Steve Vickers, CEO της εταιρίας διαχείρισης ρίσκου Steve Vickers Associates. Μια τέτοια στοχοποίηση ενδέχεται να δημιουργήσει ανησυχίες για το μέλλον και άλλων μεγάλων εταιρειών του Χονγκ Κονγκ δεδομένης της στρατηγικής τους σημασίας, που λειτουργούν ως ενδιάμεσοι μεταξύ Κίνας και Δύσης όπως οι HSBC,Swire, China Light & Power (CLP) και Jardine Matheson.

Η αντίδραση της Κίνας δεν περιορίζεται μόνο στη συγκεκριμένη συμφωνία. Αναλυτές εκτιμούν ότι η κινεζική δυσαρέσκεια για την πώληση των λιμανιών του Παναμά μπορεί να επηρεάσει και άλλες επιχειρηματικές συμφωνίες μεταξύ Κίνας και Ηνωμένων Πολιτειών, όπως η πιθανή πώληση των αμερικανικών περιουσιακών στοιχείων της Tik Tok, που ανήκει στην κινεζική εταιρεία ByteDance. Η κινεζική κυβέρνηση φαίνεται να υιοθετεί μια πιο επιθετική στάση απέναντι σε πιέσεις για εκποιήσεις περιουσιακών στοιχείων σε αμερικανικά συμφέροντα, γεγονός που μπορεί να περιπλέξει περαιτέρω τις διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο χωρών.

Το Πεκίνο θεωρεί ότι η Ουάσιγκτον επιχειρεί να εξαναγκάσει κινεζικές επιχειρήσεις να αποχωρήσουν από στρατηγικές θέσεις, είτε πρόκειται για λιμάνια είτε για τεχνολογικές πλατφόρμες.

Η σκληρή στάση της Κίνας δείχνει ότι πιθανότατα θα επιχειρήσει να δυσκολέψει αντίστοιχες συμφωνίες στο μέλλον, ασκώντας οικονομικές και πολιτικές πιέσεις για να διατηρήσει τον έλεγχό της σε κρίσιμες υποδομές και αγορές.