Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ διέταξε την παύση της στρατιωτικής βοήθειας που παρέχουν οι ΗΠΑ στην Ουκρανία, μερικά 24ωρα μετά τη λογομαχία του την Παρασκευή με τον Ουκρανό ομόλογό του Βολοντίμιρ Ζελένσκι, δήλωσε χθες Δευτέρα το βράδυ αξιωματούχος του Λευκού Οίκου.
«Ο πρόεδρος κατέστησε σαφές ότι επικεντρώνεται στην ειρήνη. Χρειαζόμαστε εταίρους που δεσμεύονται επίσης στην επίτευξη αυτού του στόχου», ανέφερε αξιωματούχος του Λευκού Οίκου. «’Παγώνουμε’ και επανεξετάζουμε τη βοήθειά μας, για να διασφαλίσουμε ότι συμβάλλει σε μια λύση.»
Η απόφαση αποκαλύφθηκε έπειτα από συνεδρίαση στον Λευκό Οίκο νωρίτερα χθες, με τη συμμετοχή του υπουργού Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ, του υπουργού Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο και συμβούλων του προέδρου Τραμπ.
Από τότε που ξέσπασαν οι συγκρούσεις μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας το 2022, οι ΗΠΑ έχουν στείλει τουλάχιστον 175 δισεκατομμύρια δολάρια σε βοήθεια, τόσο σε μετρητά όσο και σε στρατιωτικό εξοπλισμό, για την υποστήριξη των αμυντικών προσπαθειών της Ουκρανίας.
Το πάγωμα της βοήθειας έρχεται λίγες ημέρες μετά τη σύγκρουση Ζελένσκι και Τραμπ στο Οβάλ Γραφείο, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την κατάρρευση μιας οικονομικής συμφωνίας ΗΠΑ-Ουκρανίας.
«Απλώς πιστεύω ότι ο Ζελένσκι θα έπρεπε να είναι πιο ευγνώμων, επειδή αυτή η χώρα [οι ΗΠΑ] τούς στήριξε σε καλές και κακές στιγμές», δήλωσε ο Τραμπ στον Λευκό Οίκο τη Δευτέρα. «Τους έχουμε δώσει πολύ περισσότερα από την Ευρώπη, και η Ευρώπη θα έπρεπε να είχε δώσει περισσότερα από εμάς.»
Όταν ρωτήθηκε για πιθανή περικοπή της βοήθειας, ο Τραμπ απέφυγε να απαντήσει, λέγοντας ότι είναι πρόωρο ακόμα να πει κάτι τέτοιο με βεβαιότητα. Λίγες ώρες αργότερα, ο Λευκός Οίκος επιβεβαίωσε ότι παγώνει και επανεξετάζει την αμερικανική βοήθεια προς την Ουκρανία.
Σε συνέντευξη στις 3 Μαρτίου στον Σον Χάνιτι, ο αντιπρόεδρος Τζέι Ντι Βανς δήλωσε ότι ο Τραμπ γνωρίζει πως «η καλύτερη εγγύηση ασφαλείας» για την Ουκρανία έναντι μιας πιθανής μελλοντικής ρωσικής εισβολής «είναι να έχουν οι Αμερικανοί οικονομικά συμφέροντα στην Ουκρανία».
«Η μόνη ρεαλιστική οδός για να καταλήξουμε σε έναν διακανονισμό είναι η οδός του προέδρου Τραμπ», είπε ο Βανς.
«Ενθαρρύνουμε τόσο τον πρόεδρο Ζελένσκι όσο και τον πρόεδρο Πούτιν να ακολουθήσουν αυτόν τον δρόμο.»
Ο υπουργός Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Σκοτ Μπέσεντ, δήλωσε την Κυριακή ότι μια οικονομική συμφωνία με την Ουκρανία δεν είναι επί του παρόντος υπό εξέταση, μετά από μια θερμή ανταλλαγή επιχειρημάτων μεταξύ του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι στο Οβάλ Γραφείο, στις 28 Φεβρουαρίου.
«Η ιδέα του προέδρου Τραμπ για αυτή την οικονομική ρύθμιση ήταν να συνδέσει περαιτέρω τον αμερικανικό και τον ουκρανικό λαό», δήλωσε ο Μπέσεντ στην εκπομπή της Μάργκαρετ Μπρέναν «Face the Nation», στις 2 Μαρτίου. «Ωστόσο, ο πρόεδρος Ζελένσκι ήρθε στο Οβάλ Γραφείο και προσπάθησε να επαναδιαπραγματευτεί τη συμφωνία ενώπιον του κόσμου.»
Η συνάντηση στις 28 Φεβρουαρίου σχετικά με τη συμφωνία ορυκτών ΗΠΑ-Ουκρανίας — η οποία θα έφερνε επενδύσεις των ΗΠΑ στην Ουκρανία για την από κοινού εκμετάλλευση των τεράστιων πόρων σπάνιων γαιών, αξίας 500 δισ. δολαρίων — κλιμακώθηκε σε δημόσια ανταλλαγή επιχειρημάτων μεταξύ των δύο πλευρών.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, ο Ζελένσκι δήλωσε ότι δεν θα δεχόταν την κατάπαυση του πυρός χωρίς εγγυήσεις ασφαλείας από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στη συνέχεια, πρότεινε ότι ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν δεν μπορεί να χαίρει εμπιστοσύνης για να τιμήσει μια πιθανή ειρηνευτική συμφωνία, επειδή έχει ήδη σπάσει συμφωνίες κατάπαυσης του πυρός 25 φορές.
Ο Αμερικανός αντιπρόεδρος Βανς απάντησε ότι η προσπάθεια του Ζελένσκι να διαπραγματευτεί τη συμφωνία στο Οβάλ Γραφείο μπροστά στα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης δείχνει ασέβεια προς τις ΗΠΑ, υποδεικνύοντας ότι παρόμοιες συζητήσεις πραγματοποιούνται πίσω από κλειστές πόρτες. Στη συνέχεια, ο Ζελένσκι κατηγορήθηκε τόσο από τον Τραμπ όσο και από τον Βανς και για αχαριστία προς τις ΗΠΑ, που υποστήριξαν υλικά και ηθικά τη χώρα του κατά τη διάρκεια της τριετούς σύρραξης με τη Ρωσία.
Η συνάντηση διακόπηκε σύντομα και ο Λευκός Οίκος ακύρωσε την υπογραφή της συμφωνίας. Ο Ζελένσκι κλήθηκε να αποχωρήσει από τον Λευκό Οίκο.
Ο Ζελένσκι δημοσίευσε την 1 Μαρτίου στην πλατφόρμα κοινωνικών μέσων X ότι η Ουκρανία είναι «έτοιμη να υπογράψει τη συμφωνία ορυκτών» που θα σηματοδοτήσει «το πρώτο βήμα προς τις εγγυήσεις ασφαλείας» ενάντια σε οποιαδήποτε πιθανή μελλοντική ρωσική επιθετικότητα.
Είπε επίσης ότι η συμφωνία δεν είναι αρκετή και χρειάζεται κάτι περισσότερο από αυτό. «Η κατάπαυση πυρός χωρίς εγγυήσεις ασφαλείας είναι επικίνδυνη για την Ουκρανία. Έχουμε αγωνιστεί για 3 χρόνια και οι Ουκρανοί πρέπει να γνωρίζουν ότι η Αμερική είναι στο πλευρό μας», δήλωσε ο Ζελένσκι.
Ο Μπέσεντ παρατήρησε ότι οι παρατηρήσεις του Ζελένσκι στο Οβάλ Γραφείο έδειξαν την απροθυμία διαπραγμάτευσης με τη Ρωσία και ότι ήταν αντίθετες στις προσπάθειες των Ηνωμένων Πολιτειών να φέρουν τις δύο χώρες σε διαπραγματεύσεις για να τερματίσουν τον πόλεμο.
Ο Μπέσεντ δήλωσε στο CBS News στις 2 Μαρτίου ότι «είναι αδύνατο να έχουμε μια οικονομική συμφωνία χωρίς ειρηνευτική συμφωνία» που θα τερματίσει τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. «Νομίζω ότι πρέπει να δούμε αν ο πρόεδρος Ζελένσκι θέλει να προχωρήσει», δήλωσε ο Μπέσεντ.
«Ποια είναι η αξία να έχουμε μια οικονομική συμφωνία που πρόκειται να γίνει άκυρη εάν θέλει να συνεχίσει τις μάχες; Ο πρόεδρος Τραμπ θέλει μια ειρηνευτική συμφωνία.»
Όταν ρωτήθηκε αν η οικονομική συμφωνία με την Ουκρανία ήταν ακόμα στο τραπέζι, ο Μπέσεντ απάντησε αρνητικά: «Όχι επί του παρόντος».
Ο Τραμπ είχε επισημάνει νωρίτερα ότι ο Ζελένσκι θα μπορούσε να λάβει μια άλλη πρόσκληση για τον Λευκό Οίκο εάν εξέφραζε την επιθυμία για ειρήνη.
«Πρέπει να πει ‘Θέλω να κάνω ειρήνη. Δεν θέλω πλέον να συντηρώ έναν πόλεμο’», δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος στους δημοσιογράφους την 1 Μαρτίου. «Ο λαός του πεθαίνει. Δεν είναι σε θέση να διαπραγματεύεται.»
Μιλώντας σε δημοσιογράφους στις 2 Μαρτίου, ο Ζελένσκι πρότεινε ότι δεν πιστεύει ότι η αποτυχημένη συνάντηση θα επηρεάσει την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών προς την Ουκρανία.
«Νομίζω ότι η σχέση μας θα συνεχιστεί», δήλωσε ο Ζελένσκι, προσθέτοντας ότι οι διαφωνίες σχετικά με την πιθανή συμφωνία θα έπρεπε να έχουν γίνει πίσω από κλειστές πόρτες: «Αυτό που συνέβη δεν νομίζω ότι έφερε κάτι θετικό στη συνεργασία μας.»
Σε συνέντευξή του στον Μπρετ Μπάιερ του Fox News στις 28 Φεβρουαρίου, λίγο μετά τη συνάντηση του Λευκού Οίκου, ο Ζελένσκι δήλωσε ότι δεν είχε κανένα λόγο να ζητήσει συγνώμη από τον Τραμπ μετά από την έντονη συνομιλία τους.
«Όχι, σέβομαι τον πρόεδρο και σέβομαι τους Αμερικανούς», απάντησε όταν ρωτήθηκε αν θα πρέπει να απολογηθεί.
«Νομίζω πως πρέπει να είμαστε πολύ ανοιχτοί και πολύ ειλικρινείς, και δεν είμαι σίγουρος ότι κάναμε κάτι κακό», πρόσθεσε.
Η Ρωσία δήλωσε την Πέμπτη ότι η προσάρτηση των ουκρανικών εδαφών που έχει καταλάβει είναι «αδιαπραγμάτευτη», την ώρα που ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ συναντούσε τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο για να υποστηρίξει την ευρωπαϊκή θέση για την επίλυση της σύγκρουσης στην Ουκρανία.
Η ουκρανική διπλωματία χαρακτήρισε «γελοίες» τις δηλώσεις της Ρωσίας περί προσάρτησης ουκρανικών εδαφών. «Η Ρωσία δεν μπορεί να διεκδικεί τίποτα από τα ουκρανικά εδάφη», δήλωσε ο εκπρόσωπος της ουκρανικής διπλωματίας Γκεόργκι Τίχι. «Είναι γελοίο να βλέπουμε τους Ρώσους αξιωματούχους να αναφέρονται στο ρωσικό Σύνταγμα» για να δικαιολογήσουν την αξίωση της προσάρτησής τους, κατήγγειλε.
Παράλληλα, Ρώσοι και Αμερικανοί συνομιλούσαν από το πρωί της Πέμπτης στην Κωνσταντινούπολη για την επανεκκίνηση των διμερών τους σχέσεων, προκαλώντας ανησυχία στο Κίεβο και τους Ευρωπαίους μήπως παραμεριστούν σε μελλοντικές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις.
Τις ρωσοαμερικανικές αυτές συνομιλίες, τις δεύτερες σε λιγότερο από δύο εβδομάδες, χαιρέτισε ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος εκτίμησε την ίδια μέρα ότι γεννούν «κάποια ελπίδα» για τη διευθέτηση «στρατηγικών συστημικών προβλημάτων».
Ενώπιον των Ηνωμένων Πολιτειών, που είναι ο κύριος υποστηρικτής του ουκρανικού στρατού μετά την έναρξη της ρωσικής επίθεσης τον Φεβρουάριο του 2022, το Κρεμλίνο έχει δείξει ήδη ότι δεν είναι διατεθειμένο να κάνει εδαφικούς συμβιβασμούς.
Τα αιτήματά του για τον τερματισμό της επίθεσης παραμένουν αμετάβλητα: η Ουκρανία πρέπει να παραχωρήσει τέσσερεις περιφέρειες εν μέρει κατεχόμενες στην ανατολική και τη νότια Ουκρανία, εκτός από την Κριμαία την οποία η Ρωσία προσάρτησε το 2014, και να εγκαταλείψει τις φιλοδοξίες της για ένταξη στο ΝΑΤΟ.
«Τα εδάφη που έγιναν υποκείμενα της Ρωσικής Ομοσπονδίας […] αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της χώρας μας. Αυτό είναι απολύτως αδιαμφισβήτητο και αδιαπραγμάτευτο», τόνισε σήμερα ο εκπρόσωπος της ρωσικής προεδρίας Ντμίτρι Πεσκόφ.
Το Κίεβο δηλώνει από την πλευρά του ότι συνεχίζει να ελέγχει 500 τετραγωνικά χιλιόμετρα της ρωσικής περιφέρειας Κουρσκ, έχοντας ωστόσο χάσει τα δύο τρίτα των εδαφών που είχαν καταλάβει οι στρατιώτες του στο τέλος μιας αιφνιδιαστικής διασυνοριακής επίθεσης το καλοκαίρι του 2024.
Ο ρωσικός στρατός δήλωσε επίσης σήμερα ότι ανακατέλαβε από τις ουκρανικές δυνάμεις το χωριό Νικόλσκι στην περιφέρεια Κουρσκ, μετά την ανακοίνωσή του την προηγούμενη μέρα για την απελευθέρωση δύο άλλων οικισμών στην ίδια περιοχή.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Ζελένσκι είχε αναφέρει προηγουμένως την ιδέα της «ανταλλαγής εδαφών» με τη Μόσχα, κάτι που το Κρεμλίνο είχε απορρίψει.
Μιλώντας για τις επαφές μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ, ο Βλαντίμιρ Πούτιν κάλεσε τους Δυτικούς να επιδείξουν «πραγματισμό» και να έχουν μια «ρεαλιστική εικόνα» της κατάστασης.
Επανέλαβε ότι η χώρα του είναι ανοικτή στον «σοβαρό διάλογο» για την Ουκρανία, κατηγορώντας παράλληλα τις «δυτικές ελίτ» ότι θέλουν να «διαταράξουν ή να υπονομεύσουν» τις συζητήσεις με την Ουάσιγκτον.
Συνομιλίες Ρώσων και Αμερικανών
Οι πρόεδροι της Ρωσίας και των ΗΠΑ συνομίλησαν τηλεφωνικά στις 12 Φεβρουαρίου, σπάζοντας την πολιτική απομόνωσης της Δύσης κατά της Μόσχας.
‘Εκτοτε, Ρώσοι και Αμερικανοί δηλώνουν ότι θέλουν να επανέλθει ισορροπία στις διμερείς σχέσεις τους, κυρίως όσον αφορά τη λειτουργία των πρεσβειών και των προξενείων, μετά τις πολλές απελάσεις διπλωματών στις αντίστοιχες διπλωματικές τους αποστολές.
Αυτό ακριβώς το θέμα συζητούσαν Ρώσοι και Αμερικανοί διπλωμάτες στην Κωνσταντινούπολη.
Η Μόσχα ωστόσο, αμβλύνοντας τις εντυπώσεις, δηλώνει ότι δεν πιστεύει επί του παρόντος σε σημαντικές αλλαγές στις σχέσεις της με την Ουάσιγκτον.
«Κανείς δεν αναμένει ότι οι λύσεις θα είναι εύκολες και γρήγορες», τόνισε ο Πεσκόφ, δηλώνοντας ότι υπάρχει «αμοιβαία» βούληση «να ακούσει και να καταλάβει ο ένας τον άλλον».
Η εκπρόσωπος της ρωσικής διπλωματίας Μαρία Ζαχάροβα δήλωσε ότι η Μόσχα ελπίζει πως η συνάντηση αυτή θα είναι «η πρώτη από μια σειρά» για «να ξεπεραστούν οι αποκλίσεις» και «να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη».
Εκτός από το θέμα της Ουκρανίας, ο Πούτιν ζητά γενικότερα την αναδιοργάνωση της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας, δηλαδή μια αποχώρηση των δυνάμεων του ΝΑΤΟ από την ανατολική Ευρώπη, καθώς θεωρεί ότι η συμμαχία αυτή συνιστά υπαρξιακή απειλή για τη Ρωσία.
Η προοπτική μιας συνόδου κορυφής Πούτιν-Τραμπ ανησυχεί τους Ευρωπαίους και το Κίεβο, οι οποίοι επιμένουν στην ανάγκη να επιτευχθεί «διαρκής ειρήνη» με εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία, ώστε να αποφευχθεί μια νέα ρωσική επίθεση στο μέλλον, σε περίπτωση παύσης των εχθροπραξιών.
Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν το υπενθύμισε αυτό στον Ντόναλντ Τραμπ τη Δευτέρα στον Λευκό Οίκο, όπως και ο Κιρ Στάρμερ στη συνάντηση που είχε με τον Αμερικανό πρόεδρο.
Ο τελευταίος δήλωσε την Τετάρτη ότι οι Ευρωπαίοι, και όχι οι Ηνωμένες Πολιτείες, πρέπει να παράσχουν αυτές τις εγγυήσεις στο Κίεβο, παρά τα επανειλημμένα αιτήματα του Ζελένσκι.
ΚΙΝΣΑΣΑ, Κονγκό – Άγνωστες ασθένειες στη βορειοδυτική επαρχία του Κονγκό έχουν προκαλέσει τον θάνατο περισσότερων από 50 ατόμων τις τελευταίες πέντε εβδομάδες, με σχεδόν τους μισούς να πεθαίνουν μέσα σε λίγες ώρες από την εκδήλωση των συμπτωμάτων.
Οι εστίες καταγράφηκαν σε δύο απομακρυσμένα χωριά και πρωτοεμφανίστηκαν στις 21 Ιανουαρίου. Μέχρι στιγμής, έχουν αναφερθεί 419 κρούσματα και 53 θάνατοι. Οι υγειονομικές αρχές δεν έχουν ακόμη εντοπίσει την αιτία ούτε έχουν επιβεβαιώσει αν τα κρούσματα στις δύο κοινότητες, που απέχουν μεταξύ τους πάνω από 200 χιλιόμετρα, συνδέονται. Δεν είναι επίσης σαφές πώς εξαπλώνονται οι ασθένειες ή αν υπάρχει μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Τα πρώτα θύματα ήταν παιδιά που κατανάλωσαν νυχτερίδα και πέθαναν μέσα σε 48 ώρες, σύμφωνα με το Περιφερειακό Γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για την Αφρική. Στο δεύτερο χωριό, αρκετοί ασθενείς διαγνώστηκαν και με ελονοσία.
Εστίες σε δύο απομακρυσμένα χωριά
Οι ασθένειες εντοπίστηκαν σε δύο χωριά διαφορετικών υγειονομικών ζωνών στην επαρχία Ισημερινού, η οποία βρίσκεται περίπου 640 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα Κινσάσα.
Η πρώτη εστία σημειώθηκε στο χωριό Μπολόκο, όπου τρία παιδιά πέθαναν αφού έφαγαν νυχτερίδα. Περισσότερες από δύο εβδομάδες αργότερα, ξέσπασε δεύτερη και μεγαλύτερη εστία στο χωριό Μπομάτε, όπου έχουν καταγραφεί πάνω από 400 κρούσματα. Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, δεν έχει ακόμη αποδειχθεί κάποια σύνδεση μεταξύ των δύο εστιών.
Ο Δρ Σερζ Νγκαλεμπάτο, ιατρικός διευθυντής του Νοσοκομείου Μπικόρο και ένας από τους κυβερνητικούς εμπειρογνώμονες που έχουν αναπτυχθεί για τη διερεύνηση της κρίσης, δήλωσε πως οι δύο περιπτώσεις εμφανίζουν διαφορές.
«Η πρώτη εστία χαρακτηρίζεται από υψηλό αριθμό θανάτων, κάτι που συνεχίζουμε να ερευνούμε γιατί είναι μια ασυνήθιστη κατάσταση. Στη δεύτερη εστία που διαχειριζόμαστε τώρα, παρατηρούμε πολλά κρούσματα ελονοσίας», ανέφερε ο Δρ Νγκαλεμπάτο.
Υγειονομικοί από τον Ερυθρό Σταυρό του Κονγκό απομακρύνουν ένα παιδί, στο Μπουκάβου της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, στις 20 Φεβρουαρίου 2025. (Hugh Kinsella Cunningham/Getty Images)
Το Περιφερειακό Γραφείο του ΠΟΥ για την Αφρική τόνισε πως η ταχεία εξέλιξη της ασθένειας προς τον θάνατο στο Μπολόκο είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, όπως και ο υψηλός αριθμός θανάτων στο Μπομάτε.
Ποια είναι τα συμπτώματα;
Το Υπουργείο Υγείας του Κονγκό ανέφερε ότι περίπου το 80% των ασθενών παρουσιάζουν παρόμοια συμπτώματα, όπως πυρετό, ρίγη, μυαλγίες και διάρροια.
Αν και αυτά τα συμπτώματα μπορούν να προκληθούν από πολλές κοινές λοιμώξεις, οι αρχές αρχικά ανησύχησαν μήπως επρόκειτο για αιμορραγικό πυρετό, όπως ο Έμπολα, ο οποίος επίσης συνδέεται με μολυσμένα ζώα. Ωστόσο, τόσο ο Έμπολα όσο και ο παρόμοιος ιός Μάρμπουργκ αποκλείστηκαν έπειτα από εξετάσεις που πραγματοποιήθηκαν στην Κινσάσα.
Ο ΠΟΥ εξετάζει μια σειρά πιθανών αιτίων, όπως η ελονοσία, οι ιογενείς αιμορραγικοί πυρετοί, η τροφική δηλητηρίαση, η δηλητηρίαση από το νερό, ο τυφοειδής πυρετός και η μηνιγγίτιδα.
Τι μέτρα έχουν ληφθεί;
Η κυβέρνηση του Κονγκό έχει στείλει εμπειρογνώμονες στα χωριά από τις 14 Φεβρουαρίου, κυρίως για να ερευνήσουν τα κρούσματα και να επιβραδύνουν την εξάπλωση.
Ο Δρ Νγκαλεμπάτο ανέφερε ότι οι ασθενείς ανταποκρίνονται σε θεραπείες που στοχεύουν τα διαφορετικά συμπτώματα.
Η απομακρυσμένη τοποθεσία των χωριών δυσχεραίνει την πρόσβαση των υγειονομικών ομάδων, ενώ οι ελλείψεις στο σύστημα υγείας καθιστούν δύσκολη την παρακολούθηση και τη φροντίδα των ασθενών. Παρόμοιες προκλήσεις έχουν παρατηρηθεί και σε προηγούμενες επιδημίες στο Κονγκό. Τον Δεκέμβριο, μια άγνωστη ασθένεια προκάλεσε δεκάδες θανάτους.
Στην τελευταία κρίση, αρκετά θύματα πέθαναν προτού οι ειδικοί προλάβουν να φτάσουν στις πληγείσες περιοχές, σύμφωνα με τον Δρα Νγκαλεμπάτο.
Ο ΠΟΥ προειδοποιεί ότι απαιτείται επείγουσα δράση για να επιταχυνθούν οι εργαστηριακές έρευνες, να βελτιωθεί η διαχείριση των ασθενών και η ικανότητα απομόνωσης, καθώς και να ενισχυθεί η επιτήρηση και η επικοινωνία κινδύνου.
Υπάρχει σύνδεση με τα δάση του Κονγκό;
Υπάρχει ανησυχία ότι οι ασθένειες μεταδίδονται από ζώα σε ανθρώπους σε περιοχές όπου η κατανάλωση άγριων ζώων είναι συχνή. Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, ο αριθμός τέτοιων επιδημιών στην Αφρική έχει αυξηθεί κατά περισσότερο από 60% την τελευταία δεκαετία.
Οι ειδικοί εκτιμούν ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συμβαίνει και στο Κονγκό, το οποίο φιλοξενεί περίπου το 60% των δασών της λεκάνης του Κονγκό – της μεγαλύτερης τροπικής δασικής έκτασης στη Γη.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδιώκει να συνάψει συμφωνία με την Ινδία στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας προκειμένου να αντιμετωπίσει τα νέα παγκόσμια γεωπολιτικά δεδομένα, ανακοίνωσε την Παρασκευή η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, που πραγματοποιεί επίσκεψη στο Νέο Δελχί.
«Μπορώ να ανακοινώσω ότι εργαζόμαστε πάνω σε μια συνεργασία ασφάλειας και άμυνας με την Ινδία, όπως αυτές που έχουν υπογραφεί με την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα», επεσήμανε η φον ντερ Λάιεν κατά τη δεύτερη ημέρα της επίσκεψής της στην πρωτεύουσα της Ινδίας.
«Αυτό θα μας βοηθήσει να ενισχύσουμε τις προσπάθειές μας ενάντια στις κοινές απειλές, όπως η διασυνοριακή τρομοκρατία, οι απειλές στη ναυσιπλοΐα, οι κυβερνοεπιθέσεις ή ένα νέο φαινόμενο: οι επιθέσεις που έχουν στόχο τις ζωτικής σημασίας υποδομές μας», πρόσθεσε.
Η Ινδία είναι ιστορικός σύμμαχος της Ρωσίας, από την οποία αγοράζει το μεγαλύτερο μέρος των όπλων της.
Η φον ντερ Λάιεν έφτασε την Πέμπτη στην Ινδία για δύο ημέρες συζητήσεων με στόχο την ενίσχυση των δεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) με την πιο πολυπληθή χώρα του κόσμου, κυρίως μετά τους δασμούς των ΗΠΑ. Η επίσκεψη της προέδρου της Κομισιόν πραγματοποιείται την ώρα που οι διατλαντικές σχέσεις μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ είναι ιδιαίτερα τεταμένες, μετά την επιστροφή στην προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ.
Την Παρασκευή η φον ντερ Λάιεν είχε συνομιλίες με τον Ινδό πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι.
Επίσης η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σημείωσε ότι η ΕΕ επιθυμεί να συνάψει συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την Ινδία μέσα στο 2025.
«Συμφωνήσαμε με τον πρωθυπουργό Μόντι να επιταχύνουμε [τις συνομιλίες] και να καταλήξουμε σε μια συμφωνία φέτος», δήλωσε.
«Γνωρίζω ότι αυτό δεν θα είναι εύκολο, αλλά γνωρίζω επίσης ότι ο χρόνος και η αποφασιστικότητα μετρούν και αυτή η συνεργασία έρχεται σε μια καλή περίοδο για τις δύο πλευρές», εκτίμησε η φον ντερ Λάιεν.
Ο πρωθυπουργός της Ινδίας Μόντι δήλωσε σε δημοσιογράφους: «Ζητήσαμε από τις ομάδες μας να εργαστούν για τη σύναψη μιας συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου που θα ωφελεί και τις δύο πλευρές, ως το τέλος του έτους».
Η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ινδίας, με το διμερές εμπόριο το οικονομικό έτος 2023/2024 να φτάνει τα 124 δισεκ. ευρώ, ποσοστό που αντιστοιχεί σε περισσότερο από το 12% του ινδικού εμπορίου, σύμφωνα με τις Βρυξέλλες.
Οι συνομιλίες για την υπογραφή συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου μεταξύ ΕΕ και Ινδίας ξεκίνησαν και πάλι το 2022 — μετά από οκτώ χρόνια παύσης — όμως προς το παρόν δεν έχουν καταλήξει σε αποτέλεσμα.
Η συμφωνία καθυστερεί καθώς το Νέο Δελχί διστάζει να μειώσει τους δασμούς σε κάποια προϊόντα του, ενώ η ΕΕ διστάζει να χαλαρώσει τους περιορισμούς στην παροχή βίζας σε κάποιους Ινδούς επαγγελματίες.
Αμερικανοί και Ρώσοι διπλωμάτες πραγματοποίησαν συνομιλίες στην Τουρκία στις 27 Φεβρουαρίου, προκειμένου να συζητήσουν την ομαλοποίηση της λειτουργίας των πρεσβειών τους, έπειτα από χρόνια αμοιβαίων απελάσεων διπλωματών και εντάσεων στις διμερείς σχέσεις.
Η συνάντηση, η οποία έλαβε χώρα στην έδρα του Γενικού Προξενείου των ΗΠΑ στην Κωνσταντινούπολη, εντάσσεται σε ευρύτερες προσπάθειες αποκατάστασης των διπλωματικών και οικονομικών δεσμών, μετά από διαδοχικές μειώσεις προσωπικού στις πρεσβείες, κλείσιμο γραφείων και άλλους περιορισμούς τα τελευταία χρόνια.
Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, οι συνομιλίες στην Κωνσταντινούπολη πραγματοποιήθηκαν κατόπιν συμφωνίας που είχε επιτευχθεί κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής επικοινωνίας του προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, με τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντίμιρ Πούτιν, καθώς και μετά από συζητήσεις μεταξύ ανώτερων Ρώσων και Αμερικανών αξιωματούχων στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας.
Στο Ριάντ, οι δύο πλευρές είχαν συμφωνήσει να εργαστούν για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία και τη βελτίωση των διπλωματικών σχέσεων, με την αποκατάσταση του προσωπικού των πρεσβειών να αποτελεί βασικό σημείο των διαπραγματεύσεων. Η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, δήλωσε στην εβδομαδιαία ενημέρωσή της πως οι συνομιλίες στην Κωνσταντινούπολη αποτελούν την αρχή μιας ευρύτερης διπλωματικής διαδικασίας. Όπως ανέφερε, η ρωσική πλευρά αναμένει ότι η συνάντηση αυτή θα είναι η πρώτη από μια σειρά παρόμοιων διαβουλεύσεων με τους Αμερικανούς αξιωματούχους, που θα συμβάλουν στην υπέρβαση των διαφωνιών και στην ενίσχυση των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης.
Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Αντόνιο Κόστα, εξέφρασε την εκτίμησή του προς τον πρόεδρο της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, για τη φιλοξενία των συνομιλιών, τονίζοντας ότι σε αυτή τη δύσκολη περίοδο, η Τουρκία αποτελεί σημαντικό παγκόσμιο και περιφερειακό παράγοντα. Ο ίδιος ανέφερε ότι η ΕΕ επιδιώκει στενή συνεργασία με την Τουρκία, τόσο για την εξασφάλιση μιας διαρκούς ειρήνης στην Ουκρανία όσο και για την υποστήριξη μιας δημοκρατικής μετάβασης στη Συρία.
Η συνάντηση στην Κωνσταντινούπολη συνέπεσε με την επίσκεψη του Βρετανού πρωθυπουργού, Κιρ Στάρμερ, στον Λευκό Οίκο στην Ουάσιγκτον, όπου είχε συνάντηση με τον Ντόναλντ Τραμπ. Ο Στάρμερ επιδίωξε να πείσει τον Αμερικανό πρόεδρο ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις για την ειρήνη, εάν αυτή πρόκειται να διαρκέσει.
Ο Τραμπ, από την πλευρά του, δήλωσε ότι οι διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο και εξέφρασε την πεποίθηση ότι ο Πούτιν θα τηρήσει τις δεσμεύσεις του και δεν θα επαναλάβει τις εχθροπραξίες, εφόσον επιτευχθεί ανακωχή. Παράλληλα, απέκλεισε κάθε πιθανότητα ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, υποστηρίζοντας ότι η επιδίωξη του Κιέβου να ενταχθεί στη Συμμαχία υπήρξε η βασική αιτία της ρωσικής εισβολής. Σύμφωνα με τον ίδιο, το ενδεχόμενο ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ δεν πρόκειται να υλοποιηθεί, καθώς, όπως σημείωσε, αυτή ήταν η βασική αφορμή για την κλιμάκωση της κρίσης. Παρόλα αυτά, ανέφερε ότι, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων με τον Πούτιν, θα πιέσει τη Ρωσία να επιστρέψει όσο το δυνατόν περισσότερα κατεχόμενα ουκρανικά εδάφη.
Την ίδια ημέρα, ο Πούτιν μίλησε ενώπιον υψηλόβαθμων αξιωματούχων της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ρωσίας, εκφράζοντας αισιοδοξία για τις πρώτες επαφές με την κυβέρνηση Τραμπ. Όπως ανέφερε, οι συνομιλίες αυτές εμπνέουν ελπίδες και υπάρχει αμοιβαία διάθεση για αποκατάσταση των διμερών σχέσεων, καθώς και για τη σταδιακή επίλυση των συσσωρευμένων παγκόσμιων στρατηγικών προβλημάτων.
Ο Ρώσος πρόεδρος επαίνεσε την προσέγγιση της κυβέρνησης Τραμπ, χαρακτηρίζοντάς την πραγματιστική και ρεαλιστική, ενώ την αντιπαρέβαλε με τις πολιτικές των προηγούμενων αμερικανικών κυβερνήσεων. Υποστήριξε ότι η σημερινή διοίκηση των ΗΠΑ απομακρύνεται από τις «μεσσιακές ιδεολογικές εμμονές» των προκατόχων της, οι οποίες, κατά την άποψή του, συνέβαλαν στην κρίση των διεθνών σχέσεων και, κατ’ επέκταση, στον πόλεμο στην Ουκρανία.
Ο Πούτιν έχει επανειλημμένα υποστηρίξει ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά έχει φέρει τη Συμμαχία σε απόσταση που η Μόσχα θεωρεί απειλητική για την ασφάλειά της, υπονομεύοντας τη σταθερότητα στην περιοχή. Ωστόσο, αυτή η άποψη απορρίπτεται από τις χώρες της ανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ, οι οποίες θεωρούν ότι η συμμετοχή τους στη Συμμαχία αποτελεί τη μόνη εγγύηση ασφάλειας απέναντι σε μια Ρωσία που διευρύνει την επιρροή της σε κράτη όπως η Λευκορωσία και η Μολδαβία.
Στον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας συμφώνησαν σήμερα το Λαϊκό Κόμμα (ÖVP), το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPÖ) και οι φιλελεύθεροι NEOS. Καγκελάριος της πρώτης τρικομματικής κυβέρνησης της Αυστρίας, η οποία συγκροτείται σχεδόν έξι μήνες μετά τις εκλογές της 29ης Σεπτεμβρίου 2024, θα είναι ο αρχηγός του ÖVP Κρίστιαν Στόκερ. Ως βασικές προτεραιότητες τίθενται η δημοσιονομική εξυγίανση και ο έλεγχος της μετανάστευσης, ενώ προβλέπεται και «συνταγματική απαγόρευση» της μαντίλας για κορίτσια έως 14 ετών.
Το 200σέλιδο κυβερνητικό πρόγραμμα στο οποίο συμφώνησαν τα κόμματα «είναι αποτέλεσμα της πιο επίπονης προσπάθειας στην ιστορία των αυστριακών κυβερνήσεων», δήλωσε ο κος Στόκερ και έκανε λόγο για «εργασία μέρα και νύχτα». Οι τρεις αρχηγοί στις τοποθετήσεις τους ανέδειξαν το στοιχείο του συμβιβασμού «για το καλό της χώρας» και έκαναν λόγο για «ιστορική πρόκληση» που αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή η Αυστρία. «Αυτό που χρειάζεται είναι μια κυβέρνηση η οποία θα έχει τη δύναμη να αντιμετωπίσει αυτή την πρόκληση», δήλωσε ο κος Στόκερ. «Τώρα κάνουμε το σωστό μαζί», συμπλήρωσε ο αρχηγός του SPÖ και μελλοντικός αντικαγκελάριος Αντρέας Μπάμπλερ και εξήγησε ότι «το να κάνουμε συμβιβασμούς είναι μια παλιά αυστριακή αρετή και έτσι το κυβερνητικό πρόγραμμα δεν προέρχεται 100% ούτε από εμάς ούτε από κανένα κόμμα του κυβερνητικού συνασπισμού».
Σχετικά με το περιεχόμενο του κυβερνητικού προγράμματος στο θέμα του ασύλου, ο μελλοντικός καγκελάριος προανήγγειλε «υποχρεωτικό πρόγραμμα ενσωμάτωσης από την πρώτη μέρα», στην τριετή διάρκεια του οποίου οι μετανάστες θα λαμβάνουν μόνο περιορισμένες κοινωνικές παροχές. Στο ίδιο πλαίσιο, σχεδιάζεται «συνταγματική απαγόρευση της μαντίλας» για κορίτσια έως 14 ετών και αναστολή της οικογενειακής επανένωσης, ενώ η κυβέρνηση διατηρεί το δικαίωμα να επιβάλει πάγωμα της διαδικασίας ασύλου βάσει της ρήτρας έκτακτης ανάγκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην οικονομία, ο Κρίστιαν Στόκερ περιέγραψε την Αυστρία ως «τόπο επιχειρήσεων» και αναφέρθηκε σε σχέδιο για μείωση του κόστους εργασίας, αλλά «μόνο εφόσον το επιτρέπει ο προϋπολογισμός». Παράλληλα, θα δημιουργηθεί ανεξάρτητη «υπηρεσία απορρύθμισης», με στόχο τον περιορισμό της γραφειοκρατίας.
Στα δημοσιονομικά, με την Αυστρία να απειλείται με διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος από την ΕΕ, ο Αντρέας Μπάμπλερ δήλωσε ότι «ο προϋπολογισμός θα είναι ο μοχλός με τον οποίο θα μπορέσουμε να ξεπεράσουμε όλες τις προκλήσεις». Ο προϋπολογισμός θα αναδιαρθρωθεί, σημείωσε, «αλλά με πιο ισορροπημένο τρόπο από αυτόν που προτάθηκε στις αρχικές διαπραγματεύσεις, οι οποίες διακόπηκαν τον Ιανουάριο». Όπως είπε, στο εξής οι εταιρίες ενέργειας και οι επιχειρήσεις ακινήτων θα πρέπει να συνεισφέρουν περισσότερο, μέσω τραπεζικών εισφορών, φόρων μεταβίβασης ακινήτων και εισφορών από τους προμηθευτές ενέργειας. Θα δημιουργηθεί επίσης ταμείο μετασχηματισμού, με αντικείμενο την υποστήριξη της μετάβασης στην κλιματική ουδετερότητα. Η κυβέρνηση θα επιβάλει κοινωνικό τιμολόγιο για την ενέργεια και την πρωτοβάθμια περίθαλψη και θα διαθέσει στους νέους μια συνδρομή σε εφημερίδες, ενώ θα εντατικοποιήσει τον έλεγχο σε πλατφόρμες όπως το ΤikTok. Στην παιδεία, το δεύτερο έτος του νηπιαγωγείου θα καταστεί υποχρεωτικό.
Η Μπεάτε Μάινλ-Ράιζινγκερ, αρχηγός των NEOS, οι οποίοι θα συμμετάσχουν για πρώτη φορά σε κυβερνητικό σχήμα, δήλωσε ότι το κόμμα της μπαίνει στην κυβέρνηση «με βαριά καρδιά» και παραδέχθηκε ότι οι μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις «δοκίμασαν τα νεύρα των πολιτών». Υποσχέθηκε ωστόσο ότι το κυβερνητικό πρόγραμμα θα δώσει απαντήσεις στα ερωτήματα του λαού της Αυστρίας, αν και, όπως είπε, «τα επόμενα δύο χρόνια θα είναι δύσκολα, δεδομένης της δημοσιονομικής στενότητας» και επεσήμανε ότι υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις στο θέμα της ενδεχόμενης αύξησης των ορίων σύνταξης. Οι NEOS θα πρέπει την Κυριακή να θέσουν το κυβερνητικό πρόγραμμα στη γενική συνέλευση των μελών τους και απαιτείται η έγκριση τουλάχιστον των δύο τρίτων προκειμένου να καταστεί οριστική η συμμετοχή του κόμματος στην κυβέρνηση.
Τρία χρόνια μετά τον πόλεμο της Ουκρανίας, γίνονται τα πρώτα βήματα προς μια πιθανή ειρηνευτική συμφωνία.
Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντιμίρ Ζελένσκι επισκέπτεται τον Λευκό Οίκο στις 28 Φεβρουαρίου για να συζητήσει ένα πλαίσιο μεταξύ Κιέβου και Ουάσιγκτον που θα μπορούσε να ανταλλάξει μεγάλα κέρδη από τα ορυκτά σπάνιων γαιών και το φυσικό αέριο της Ουκρανίας, με πιθανές εγγυήσεις ασφαλείας από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους.
Η Ουάσιγκτον και η Μόσχα συμφώνησαν επίσης να αρχίσουν να εργάζονται προς ένα πλαίσιο για τον τερματισμό του πολέμου. Αυτές οι συζητήσεις, αν και βρίσκονται στα αρχικά στάδια, φαίνεται πιθανό να οδηγήσουν σε συμφωνία των Ηνωμένων Πολιτειών στο αίτημα της Μόσχας να μην εξετάσει ποτέ την Ουκρανία για ένταξη στο ΝΑΤΟ.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ είπε ότι πιστεύει ότι ο Ζελένσκι θα πρέπει να κάνει παραχωρήσεις στη Ρωσία και η αμερικανική κυβέρνηση έχει δηλώσει ότι δεν είναι ρεαλιστικό να περιμένει κανείς ότι η Ουκρανία θα μπορούσε να διατηρήσει τα προπολεμικά της σύνορα.
Πολλά απομένουν να επιλυθούν πριν τελειώσει η σύγκρουση, αλλά είναι σαφές ότι ο πρώτος ευρωπαϊκός κατακτητικός πόλεμος του 21ου αιώνα έχει αναδιαμορφώσει ριζικά την Ευρώπη, τόσο εντός όσο και εκτός χάρτη.
Από μια λαϊκή εξέγερση μέχρι τη συνεχιζόμενη εισβολή της Ρωσίας, εδώ είναι μια ματιά σε μερικά από τα μεγαλύτερα γεγονότα που διαμόρφωσαν τον πόλεμο.
Euromaidan
Ένα κύμα μαζικών διαδηλώσεων συγκλόνισε τα αστικά κέντρα σε όλη την Ουκρανία τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 2013, με τα μεγαλύτερα πλήθη να συγκεντρώνονται στο Maidan Nezalezhnosti (πλατεία Ανεξαρτησίας) στο Κίεβο.
Οι διαμαρτυρίες πυροδοτήθηκαν από την αιφνιδιαστική απόφαση του τότε προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς να μην υπογράψει μια συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) που είχε προηγουμένως εγκριθεί από το Κοινοβούλιο.
Αυτή η συμφωνία θα είχε δεσμεύσει την Ουκρανία σε μέτρα κατά της διαφθοράς και πρόσθετες οικονομικές, δικαστικές, και χρηματοπιστωτικές μεταρρυθμίσεις για να αυξήσει τη συμβατότητα της πολιτικής της με τα κράτη της ΕΕ.
Θα είχε επίσης συμμορφώσει σταδιακά τις βιομηχανίες της Ουκρανίας με τα τεχνικά και καταναλωτικά πρότυπα της ΕΕ, ενώ θα είχε αυξήσει την πολιτική και οικονομική υποστήριξη της ΕΕ προς την Ουκρανία.
Αντίθετα, ο Γιανουκόβιτς εγκατέλειψε τη συμφωνία και μονομερώς επέλεξε να επιδιώξει στενότερους δεσμούς με τη Μόσχα υπογράφοντας συμφωνία για την πώληση ευρωομολόγων 15 δισεκατομμυρίων δολαρίων στη Ρωσία, η οποία περιελάμβανε επίσης τη μείωση του κόστους του φυσικού αερίου.
Οι διαδηλωτές καταδίκασαν την κίνηση ως δολιοφθορά στις προσπάθειες του έθνους να επιδιώξει στενότερους δεσμούς με την Ευρώπη. Το κίνημα Euromaidan αναπτύχθηκε γρήγορα λόγω της δυσαρέσκειας για την κυβερνητική διαφθορά, τις καταχρήσεις εξουσίας, τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την επιρροή των ολιγαρχών.
Ο Βιτάλι Ζακαρτσένκο, υπουργός Εσωτερικών της Ουκρανίας, αναγκάστηκε να ζητήσει συγγνώμη για αυτό που περιέγραψε ως κατάχρηση εξουσίας μετά από ένα περιστατικό στο οποίο μια επίλεκτη μονάδα ΜΑΤ τρομοκράτησε μια ομάδα διαδηλωτών, τραυματίζοντας περίπου 80 πολίτες, πολλοί από τους οποίους δεν συμμετείχαν στις διαδηλώσεις.
Αντικυβερνητικοί διαδηλωτές συγκεντρώνονται στην Πλατεία Ανεξαρτησίας στο Κίεβο της Ουκρανίας, στις 8 Δεκεμβρίου 2013. Χιλιάδες άνθρωποι διαμαρτύρονται κατά της κυβέρνησης για την απόφαση του Ουκρανού προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς να αναστείλει μια συμφωνία εμπορίου και εταιρικής σχέσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση υπέρ των κινήτρων από την Ρωσία. (Brendan Hoffman/Getty Images)
Οι νόμοι κατά των διαδηλώσεων πυροδοτούν περαιτέρω εξεγέρσεις
Τον Ιανουάριο του 2014, μέλη του ουκρανικού κοινοβουλίου από το φιλορωσικό Κόμμα των Περιφερειών του Γιανουκόβιτς και το Κομμουνιστικό Κόμμα Ουκρανίας συγκάλεσαν μια αστραπιαία συνεδρίαση ψηφοφορίας ενώ άλλα μέλη του σώματος έλειπαν και δεν μπορούσαν να καταψηφίσουν τα μέτρα.
Οι νομοθέτες ψήφισαν μια σειρά από 11 νόμους που στόχευαν να καταπνίξουν τη διαφωνία και να περιορίσουν τις δημόσιες διαμαρτυρίες που γρήγορα ονομάστηκαν από τους επικριτές ως «νόμοι δικτατορίας».
Οι νόμοι επέτρεπαν στην κυβέρνηση να φυλακίζει Ουκρανούς για διάδοση παραπληροφόρησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή συκοφαντία κυβερνητικών αξιωματούχων και όριζε ότι όλα τα μέσα ενημέρωσης και τα κινητά τηλέφωνα με διαδικτυακή πρόσβαση πρέπει να καταχωρούνται στην κυβέρνηση.
Οι νόμοι εισήγαγαν επίσης ποινή φυλάκισης 10 ετών για διαδηλωτές που απέκλεισαν την είσοδο σε κυβερνητικό κτίριο, μια βασική τακτική μεταξύ των διαδηλωτών του Euromaidan.
Η νομιμότητα της ψηφοφορίας τέθηκε υπό αμφισβήτηση, καθώς κάθε μέτρο είχε περάσει με ανάταση του χεριού με προσχεδιασμένο τρόπο που οι επικριτές είπαν ότι είχε προχωρήσει πολύ γρήγορα για να καταμετρηθούν πραγματικά οι ψήφοι.
Η οργή για αυτό προκάλεσε περαιτέρω εξεγέρσεις.
Επανάσταση της αξιοπρέπειας
Χάος και βία εξαπλώθηκαν στο Κίεβο τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2014, καθώς οι κυβερνητικές και αστυνομικές δυνάμεις προσπάθησαν να καταστείλουν το αυξανόμενο κίνημα διαμαρτυρίας.
Οι πιο πολύνεκρες συγκρούσεις σημειώθηκαν από τις 18 έως τις 20 Φεβρουαρίου, όταν χιλιάδες διαδηλωτές προχώρησαν προς το Κοινοβούλιο με επικεφαλής ακτιβιστές με ασπίδες και κράνη.
Ελεύθεροι σκοπευτές της αστυνομίας πυροβόλησαν και σκότωσαν αρκετούς διαδηλωτές προτού ξεσπάσουν συγκρούσεις απευθείας μεταξύ διαδηλωτών και ΜΑΤ, οπότε πολλοί διαδηλωτές ξυλοκοπήθηκαν μέχρι θανάτου από την αστυνομία ενώ άλλοι πυροβολήθηκαν αδιακρίτως.
Η βία είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο 108 πολιτών και 13 αστυνομικών.
Ο Γιανουκόβιτς και η αντιπολίτευση υπέγραψαν συμφωνία για τον σχηματισμό προσωρινής κυβέρνησης ενότητας μετά την παραίτηση της κυβέρνησής του. Η αστυνομία εγκατέλειψε το κέντρο του Κιέβου και οι διαδηλωτές κατέλαβαν τον έλεγχο μεγάλου μέρους της περιοχής, συνεχίζοντας να συντονίζουν τις επιχειρήσεις έξω από ένα φραγμένο στρατόπεδο διαδηλώσεων στην Πλατεία Ανεξαρτησίας.
Οι διαδηλωτές γκρέμισαν και παραμόρφωσαν τα αγάλματα των κομμουνιστών ηγετών της σοβιετικής εποχής, τα οποία είχαν γίνει αντιληπτά ως σύμβολα κακής ρωσικής επιρροής.
Διαδηλωτές προχωρούν σε νέες θέσεις στο Κίεβο της Ουκρανίας, στις 20 Φεβρουαρίου 2014. Ανώτατοι αξιωματούχοι απομακρύνθηκαν από το κεντρικό κυβερνητικό κτίριο της Ουκρανίας κοντά σε συγκρούσεις στην καρδιά της πόλης. (Λουίζα Γουλιαμάκη/AFP μέσω Getty Images)
Ο Γιανουκόβιτς διώχνεται από το Κίεβο, φεύγει στη Ρωσία
Ο Γιανουκόβιτς έφυγε κρυφά από το Κίεβο τη νύχτα της 21ης Φεβρουαρίου. Το κίνημα διαμαρτυρίας χαιρέτισε τη στιγμή ως επαναστατική νίκη ενάντια σε ένα διεφθαρμένο μετασοβιετικό καθεστώς.
Στις 22 Φεβρουαρίου, 328 από τα 450 μέλη του Κοινοβουλίου ψήφισαν υπέρ της απομάκρυνσης του Γιανουκόβιτς από το αξίωμα, λέγοντας ότι είχε εγκαταλείψει τα καθήκοντά του. Κανείς δεν καταψήφισε το μέτρο και 36 μέλη του κόμματος του ίδιου του προέδρου το ψήφισαν.
Το κοινοβούλιο ψήφισε επίσης με 386-0 για να επαναφέρει το σύνταγμα του έθνους του 2004, το οποίο ήταν όρος της προηγούμενης συμφωνίας με την ΕΕ την οποία είχε παραβιάσει ο Γιανουκόβιτς.
Εκείνο το βράδυ, σε μια τηλεοπτική ομιλία από την ανατολική Ουκρανία, ο Γιανουκόβιτς δήλωσε ότι δεν θα παραιτηθεί, λέγοντας ότι ήταν «ο νόμιμος αρχηγός του ουκρανικού κράτους» και ότι η επαναφορά του κοινοβουλίου στο σύνταγμα του 2004 ήταν παράνομη, επειδή δεν είχε υπογράψει τη δράση.
Ο Γιανουκόβιτς και άλλοι στενοί αξιωματούχοι του καθεστώτος του εμποδίστηκαν από Ουκρανούς συνοριοφύλακες να πετάξουν έξω από τη χώρα καθώς η ηγεσία του Κιέβου διατύπωσε κατηγορίες προδοσίας και μαζικής δολοφονίας εναντίον του.
Στη συνέχεια, ο Γιανουκόβιτς ζήτησε και έλαβε υποστήριξη από μυστικούς Ρώσους στρατιωτικούς χειριστές, οι οποίοι τον μετέφεραν λαθραία από την επαρχία Ντόνετσκ στην Κριμαία και τελικά στη Ρωσία, όπου έλαβε άσυλο από τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν.
Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν (δ) κάνει χειραψία με τον Ουκρανό ομόλογό του Βίκτορ Γιανουκόβιτς, στο Σότσι της Ρωσίας, στις 7 Φεβρουαρίου 2014. (Alexei Nikolsky/RIA-NOVOSTI/AFP μέσω Getty Images)
Ξεσπούν αντεπαναστατικές διαδηλώσεις
Ο Γιανουκόβιτς καταδικάστηκε τον Μάρτιο του 2014 ερήμην για εσχάτη προδοσία κατά της Ουκρανίας και καταζητήθηκε για μαζική δολοφονία λόγω των ενεργειών του εναντίον διαδηλωτών τον προηγούμενο μήνα.
Από τη Μόσχα, συνέχισε να διακηρύσσει ότι είναι ο νόμιμος πρόεδρος της Ουκρανίας και να καλεί τους Ουκρανούς να αντισταθούν σε αυτό που χαρακτήρισε παράνομη κυβέρνηση στο Κίεβο.
Τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης άρχισαν να περιγράφουν την ανατροπή του προέδρου ως πραξικόπημα που οργανώθηκε από τις υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ και αντεπαναστατικές διαδηλώσεις ξέσπασαν στη νότια και ανατολική Ουκρανία, όπου το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού μιλά τα ρωσικά ως πρώτη τους γλώσσα.
Από φόβο ότι οι διαδηλωτές υπέρ του Γιανουκόβιτς στην ανατολική Ουκρανία επηρεάζονταν από τη ρωσική προπαγάνδα, το ουκρανικό κοινοβούλιο ενέκρινε νομοσχέδιο για την ανάκληση του καθεστώτος της ρωσικής ως επίσημης κρατικής γλώσσας.
Το νομοσχέδιο δεν ψηφίστηκε, αλλά προκάλεσε μαζική οργή και φόβο στις ανατολικές και νότιες περιοχές της Ουκρανίας.
Χιλιάδες αντεπαναστάτες διαδηλωτές πραγματοποίησαν πορεία κατά της νέας κυβέρνησης σε πολλές μεγάλες πόλεις.
Στο Χάρκοβο, αντικυβερνητικοί διαδηλωτές φρουρούσαν ένα άγαλμα του κομμουνιστή ηγέτη Βλαντιμίρ Λένιν και εμπόδισαν αξιωματούχους να εισέλθουν στο κτίριο του δημοτικού συμβουλίου.
Δημόσιες έρευνες αποκάλυψαν ότι οι περισσότεροι άνθρωποι στη ρωσόφωνη ανατολή της Ουκρανίας θεωρούσαν όλα τα επίπεδα της νέας κυβέρνησης παράνομα.
Φιλορώσοι διαδηλωτές φέρουν ρωσικές σημαίες κατά τη διάρκεια συγκέντρωσης στο Χάρκοβο της Ουκρανίας, στις 23 Μαρτίου 2014. (Sergey Bobok/AFP μέσω Getty Images)
Η προσάρτηση της Κριμαίας
Στα τέλη Φεβρουαρίου 2014, ο Σεργκέι Ακσιόνοφ, Ρώσος υπήκοος, εξελέγη πρωθυπουργός της Κριμαίας αφού κάλεσε το Κοινοβούλιο σε μια κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση παρουσία ένοπλων Ρώσων στρατιωτών.
Ο διορισμός απαιτούσε την έγκριση του προέδρου, την οποία παρέδωσε ο Γιανουκόβιτς από την Μόσχα.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του Μαρτίου, ο Γιανουκόβιτς συνέχισε να προτρέπει τα μέλη του ουκρανικού στρατού να μην υπακούουν στις εντολές της νέας κυβέρνησης.
Ρωσικά στρατεύματα άρχισαν να διεισδύουν κρυφά στη χερσόνησο της Κριμαίας στη νότια Ουκρανία.
Ο εκπρόσωπος της Ρωσίας στα Ηνωμένα Έθνη προκάλεσε ταραχή όταν ενημέρωσε το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ ότι ο Γιανουκόβιτς είχε ζητήσει ρωσική στρατιωτική βοήθεια για την προστασία των ρωσόφωνων πολιτών στην Ουκρανία.
Στις 4 Μαρτίου, ο Πούτιν είπε στους δημοσιογράφους ότι η αποστολή στρατευμάτων στην Ουκρανία ήταν νόμιμη επειδή ο Γιανουκόβιτς ήταν ο «νόμιμος πρόεδρος» της Ουκρανίας και το είχε ζητήσει.
Οι ρωσικές ειδικές δυνάμεις και οι τοπικοί παραστρατιωτικοί κατέλαβαν κυβερνητικά κτίρια στην Κριμαία καθ’ όλη τη διάρκεια του μήνα, υψώνοντας ρωσικές σημαίες όπου κι αν πήγαιναν.
Εκατοντάδες αντικυβερνητικοί διαδηλωτές απέκλεισαν επίσης την πρόσβαση στο Κοινοβούλιο της Κριμαίας, απαιτώντας από τους τοπικούς νομοθέτες να μην αναγνωρίσουν τη νέα κυβέρνηση στο Κίεβο ως νόμιμη και ζητώντας δημοψήφισμα για το καθεστώς της Κριμαίας ως αυτόνομης δημοκρατίας.
Στις 11 Μαρτίου, το Ανώτατο Συμβούλιο της Κριμαίας και το Δημοτικό Συμβούλιο της Σεβαστούπολης εξέδωσαν διακηρύξεις ότι η Αυτόνομη Δημοκρατία της Κριμαίας και η πόλη της Σεβαστούπολης ήταν ένα κυρίαρχο κράτος που ονομάζεται Δημοκρατία της Κριμαίας. Η τοπική Βουλή διαλύθηκε.
Η ουκρανική νομοθεσία απαιτεί από το Ανώτατο Συμβούλιο της Κριμαίας να διαβουλεύεται με τον πρόεδρο της Ουκρανίας για να προβεί σε μια τέτοια πορεία.
Σε ένα πλήγμα στη νέα κυβέρνηση στο Κίεβο, οι ηγέτες της Κριμαίας αναγνώρισαν τον Γιανουκόβιτς ως νόμιμο πρόεδρο και έλαβαν την έγκρισή του από τη Μόσχα.
Το δημοψήφισμα για την κήρυξη της ανεξαρτησίας της Κριμαίας ήταν παράνομο σύμφωνα με το Σύνταγμα της Ουκρανίας που αναγνωρίστηκε στο Κίεβο και ουσιαστικά έθεσε την Ουκρανία σε κατάσταση εμφυλίου πολέμου.
Ο Ακσιόνοφ, ως νέος πρωθυπουργός της Κριμαίας, ζήτησε από τον Πούτιν βοήθεια για τη διασφάλιση της ειρήνης στην Κριμαία και ο Πούτιν ενέκρινε μια άμεση ρωσική στρατιωτική επέμβαση.
Ο πρωθυπουργός της Κριμαίας Σεργκίι Ακσιόνοφ μιλάει κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στη Συμφερούπολη, δύο ημέρες πριν από το δημοψήφισμα στην Κριμαία σχετικά με την προσπάθειά της να αποχωριστεί από την Ουκρανία και να ενωθεί με τη Ρωσία, στις 14 Μαρτίου 2014. (Filippo Monteforte/AFP μέσω Getty Images)
Οι πολιτείες του Ντονμπάς αποχωρούν
Καθώς η Ρωσία κατέλαβε και προσάρτησε την Κριμαία, ένοπλοι φιλορώσοι αυτονομιστές άρχισαν να καταλαμβάνουν κυβερνητικά κτίρια στις ανατολικές επαρχίες του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ, γνωστές συλλογικά ως Ντονμπάς.
Οι ηγέτες των ανταρτών ανακοίνωσαν δημοψήφισμα για το εάν το Ντονέτσκ έπρεπε να ενταχθεί στη Ρωσική Ομοσπονδία και να εκλέξει αρκετούς Ρώσους πολίτες στην κυβέρνηση.
Τον Απρίλιο του 2024, αντάρτες στο Ντονέτσκ και το Λουχάνσκ, που συνορεύουν με τη Ρωσία, ανακοίνωσαν επίσημα ότι αποσχίζονται από την Ουκρανία για να σχηματίσουν την ανεξάρτητη Λαϊκή Δημοκρατία του Ντονέτσκ (DPR) και τη Λαϊκή Δημοκρατία του Λουχάνσκ (LPR).
Τα δύο αποσχισμένα κράτη χαρακτηρίστηκαν στα διεθνή μέσα ενημέρωσης ως κράτη-μαριονέτα της Μόσχας.
Η Ρωσία δεν αναγνώρισε επίσημα την ανεξαρτησία τους, αλλά ρωσικά όπλα και μαχητές άρχισαν να ξεχύνονται στα σύνορα για να υποστηρίξουν τους αντάρτες.
Ένας χάρτης που δείχνει τον ρωσικό εδαφικό έλεγχο στην Ουκρανία πριν από την εισβολή του 2022. (Εικόνα: The Epoch Times)
Αρχίζει ο πόλεμος στο Ντονμπάς
Η απόσχιση του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ ξεκίνησε μια δεκαετία εσωτερικής σύγκρουσης που κατέστρεψε την Ουκρανία, με εκείνους στην ευρωκεντρική δυτική χώρα να θεωρούν τους αυτονομιστές τρομοκράτες και εκείνους στη ρωσοκεντρική ανατολή να χαρακτηρίζουν το Κίεβο ως παράνομο.
Δεκάδες χιλιάδες Ρώσοι πολίτες πέρασαν τα σύνορα στο Ντονμπάς κατά τη διάρκεια του έτους για να βοηθήσουν τους αντάρτες και η Μόσχα άρχισε να στέλνει κρυφά βετεράνους για να εκπαιδεύσουν τους μαχητές εκεί.
Η Ουκρανία έστειλε μια αντιτρομοκρατική στρατιωτική αποστολή στην περιοχή και ανακατέκτησε το μεγαλύτερο μέρος των χαμένων εδαφών της μέχρι τον Αύγουστο του 2014.
Σε απάντηση στα κερδισμένα εδάφη της Ουκρανίας, η Ρωσία άρχισε να στέλνει απευθείας στρατεύματα, άρματα μάχης, και πυροβολικό στο Ντονμπάς. Με τη ρωσική υποστήριξη, οι αντάρτες άρχισαν στη συνέχεια να ανακτούν τα εδάφη από τον ουκρανικό στρατό.
Ουκρανοί στρατιώτες του τάγματος εθελοντών Ντονμπάς συμμετέχουν σε επιχειρήσεις καθαρισμού σε ένα χωριό στην περιοχή Λυσιχάνσκ της περιοχής Λουγκάνσκ, που ελέγχεται από φιλορώσους αυτονομιστές, στις 28 Ιαν. 2015. (-/AFP μέσω Getty Images)
Συμφωνίες του Μινσκ
Το Κίεβο και η Μόσχα προσπάθησαν να καταλήξουν σε μια σειρά από τελικά ανεπιτυχείς συμφωνίες κατάπαυσης του πυρός ξεκινώντας τον Σεπτέμβριο του 2014.
Στο Μινσκ, την πρωτεύουσα της γειτονικής Λευκορωσίας, εκπρόσωποι από την Ουκρανία, τη Ρωσία, το DPR, και το LPR συμφώνησαν σε όρους που περιλαμβάνουν άμεση κατάπαυση του πυρός, ανταλλαγή αιχμαλώτων, πολιτικές παραχωρήσεις στο Ντονέτσκ και το Λουχάνσκ, και την επιστροφή του ελέγχου των συνόρων στην Ουκρανία.
Οι μάχες συνεχίστηκαν σποραδικά ανεξάρτητα από τη συμφωνία και η κάθε πλευρά κατηγορούσε την άλλη για παραβίαση των όρων.
Περαιτέρω διαπραγματεύσεις κατέληξαν στη δεύτερη συμφωνία του Μινσκ τον Φεβρουάριο του 2015, μια εκτεταμένη και πιο λεπτομερή έκδοση του αρχικού πρωτοκόλλου, αν και δεν κατάφερε να επιφέρει πλήρως την ειρήνη.
Η σύγκρουση παρέμεινε άλυτη και οι αντάρτικες ενέργειες και από τις δύο πλευρές οδήγησαν τελικά στην πλήρη εγκατάλειψη της κατάπαυσης του πυρός.
(δ–α) Ο Ρώσος πρεσβευτής στην Ουκρανία Μιχαήλ Ζουραμπόφ, ο ηγέτης της Λαϊκής Δημοκρατίας του Λουχάνσκ, Ιγκόρ Πλοτνίτσκι, η απεσταλμένη του OSCE, Χάιντι Ταλιαβίνι, και ο πρώην πρόεδρος της Ουκρανίας, Λεονίντ Κούτσμα, κάνουν επίσημη δήλωση σχετικά με την υπογραφή συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός, στο Μινσκ της Λευκορωσίας, στις 5 Σεπτεμβρίου 2014.
Έκρηξη σφοδρών μαχών στο Ντονμπάς
Από το 2017 έως το 2019, η Ουκρανία και οι δυνάμεις των ανταρτών που υποστηρίζονται από τη Ρωσία συμφώνησαν και στη συνέχεια εγκατέλειψαν γρήγορα περισσότερες από δώδεκα ρυθμίσεις κατάπαυσης του πυρός.
Ο ουκρανικός στρατός άρχισε να εντείνει τις επιχειρήσεις κατά των ανταρτών στο Ντονμπάς.
Εν τω μεταξύ, η Ρωσία άρχισε ολοένα και περισσότερο να προτείνει ότι η ανεξαρτησία του DPR και του LPR από την Ουκρανία ήταν νόμιμη, παραχωρώντας πρώτα ρωσικές πινακίδες σε όσους ζουν στις περιοχές και τελικά μοιράζοντας ρωσικά διαβατήρια στους κατοίκους των ανταρτικών περιοχών.
Η ουκρανική κυβέρνηση καταδίκασε τη διανομή διαβατηρίων από τη Ρωσία ως ένα βήμα προς την προσάρτηση της περιοχής.
Φοβούμενο ότι δεν θα μπορέσει να υπερασπιστεί την κυριαρχία του, το ουκρανικό κοινοβούλιο ψήφισε με 334-17 για την τροποποίηση του συντάγματος του έθνους για να δηλώσει ότι ο στρατηγικός του στόχος ήταν η ένταξη στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, κωδικοποιώντας έναν βασικό στόχο του Κιέβου από τη δεκαετία του 1990.
Η κίνηση χρησίμευσε επίσης για να κατοχυρώσει νομικά την πολιτιστική ρήξη μεταξύ του ευρωπαϊκού Κιέβου και της ευρασιατικής Μόσχας, επιβεβαιώνοντας την ευρωπαϊκή ταυτότητα του ουκρανικού λαού, για τον οποίον ο Πούτιν είχε προτείνει ότι ανήκει στη ρωσική σφαίρα επιρροής.
Κλιμάκωση των εχθροπραξιών, μάζα ρωσικών στρατευμάτων στα σύνορα
Τον Μάρτιο του 2021, ο ρωσικός στρατός άρχισε να μεταφέρει μεγάλες ποσότητες όπλων και εξοπλισμού στα σύνορα της Ουκρανίας.
Στρατεύματα και εξοπλισμός μεταφέρθηκαν στα σύνορα από τη Σιβηρία και αναπτύχθηκαν πέρα από τα σύνορα στην Κριμαία, τη Ρωσία, και τη Λευκορωσία.
Η κίνηση αυτή ήταν η μεγαλύτερη απροειδοποίητη στρατιωτική επιχείρηση από την ανατροπή της Κριμαίας το 2014.
Ο Ζελένσκι συναντήθηκε με την ηγεσία του ΝΑΤΟ, επιβεβαίωσε την επιθυμία του Κιέβου να ενταχθεί στη στρατιωτική συμμαχία, και είπε ότι φοβάται μια ευρείας κλίμακας επίθεση από τη Ρωσία.
Ο αξιωματούχος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Κόζακ απάντησε ότι οι ρωσικές δυνάμεις θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την υπεράσπιση των Ρώσων πολιτών στην Ουκρανία και ότι οποιαδήποτε άμεση σύγκρουση μεταξύ των δύο εθνών θα σήμαινε «την αρχή του τέλους της Ουκρανίας».
Ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γιενς Στόλτενμπεργκ (Δ) χαιρετίζει τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντιμίρ Ζελένσκι κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου μετά τη διμερή συνάντησή τους στα κεντρικά γραφεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις Βρυξέλλες, στις 16 Δεκεμβρίου 2021. (John Thys/AFP μέσω Getty Images)
Η Μόσχα αιτείται στο ΝΑΤΟ
Τον Δεκέμβριο του 2021, η Μόσχα εξέδωσε μια σειρά αιτημάτων προς την Ουάσιγκτον και τους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ, λέγοντάς τους ότι για να αποτρέψουν έναν πόλεμο, πρέπει να απαγορεύσουν στην Ουκρανία να ενταχθεί στη συμμαχία.
Ο Πούτιν ζήτησε επίσης από το ΝΑΤΟ να απομακρύνει όλα τα κοινά στρατεύματα και τα όπλα από τα έθνη της Ανατολικής Ευρώπης που είχαν ενταχθεί στη συμμαχία από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης.
Εκείνη την εποχή, η ηγεσία του ΝΑΤΟ διαβεβαίωσε τη Ρωσία ότι δεν θα επεκταθεί στη σφαίρα επιρροής της Μόσχας.
Οι συμφωνίες δεν ήταν δεσμευτικές και το ΝΑΤΟ συνέχισε να δέχεται νέα μέλη, συμπεριλαμβανομένων πρώην σοβιετικών κρατών, το οποίο η Μόσχα ισχυρίστηκε ότι ήταν απειλή για την εθνική της ασφάλεια.
Η Ουάσιγκτον απάντησε στα αιτήματα ασφαλείας της Ρωσίας, λέγοντας ότι δεν θα τερματίσει την πολιτική «ανοιχτών θυρών» του ΝΑΤΟ που επιτρέπει σε οποιοδήποτε έθνος να υποβάλει αίτηση για ένταξη, αλλά ότι είναι πρόθυμη να συνεργαστεί με τη Μόσχα για μια «ρεαλιστική αξιολόγηση» των ρωσικών ανησυχιών για την ασφάλεια.
Το ΝΑΤΟ συμφώνησε να μην στείλει στρατεύματα στην Ουκρανία, αλλά προειδοποίησε για αυστηρές οικονομικές κυρώσεις εάν ο Πούτιν αναλάβει στρατιωτική δράση κατά της Ουκρανίας.
Δύο ημέρες αργότερα, η Μόσχα εξέδωσε ανακοίνωση λέγοντας ότι τα αιτήματά της δεν ικανοποιήθηκαν. Το ΝΑΤΟ έθεσε αρκετές μονάδες σε ετοιμότητα και ενίσχυσε την Ανατολική Ευρώπη με επιπλέον πλοία και αεροσκάφη.
Υπάλληλοι ξεφορτώνουν ένα αεροπλάνο μεταφοράς στρατιωτικής βοήθειας των ΗΠΑ στο αεροδρόμιο Μπορυσπίλ στο Κίεβο, Ουκρανία, στις 5 Φεβ. 2022. (Genya Savilov/AFP μέσω Getty Images)
Η Ρωσία εισβάλλει στην Ουκρανία
Σε μια μεταμεσονύκτια ομιλία στις 21 Φεβρουαρίου 2022, ο Πούτιν αναγνώρισε επισήμως την ανεξαρτησία του DPR και του LPR και ανακοίνωσε μια Συνθήκη Φιλίας, Συνεργασίας και Αμοιβαίας Βοήθειας με τα δύο κράτη.
Στη συνέχεια, ο Πούτιν δήλωσε ότι η ίδια η Ουκρανία ήταν «αναφαίρετο μέρος της [ρωσικής] ιστορίας» και περιέγραψε την ανατροπή του Γιανουκόβιτς 10 χρόνια πριν ως παράνομο πραξικόπημα που ενορχηστρώθηκε από τις δυτικές δυνάμεις.
Υποστήριξε επίσης ότι το Κίεβο αναπτύσσει πυρηνικά όπλα για να τα χρησιμοποιήσει κατά της Ρωσίας.
Στη συνέχεια, ο Ρώσος ηγέτης ανακοίνωσε την έναρξη «ειδικών στρατιωτικών επιχειρήσεων» στην Ουκρανία με στόχο την πλήρη «αποστρατιωτικοποίηση» της Ουκρανίας και τη μετατροπή της σε ένα ουδέτερο κράτος που δεν θα ήταν μέρος ούτε της ΕΕ ούτε του ΝΑΤΟ.
Οι δυτικοί σύμμαχοι ανακοίνωσαν νέες οικονομικές κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων περιορισμών στην κεντρική τράπεζα της Ρωσίας, αλλά δεν ανέλαβαν καμία άμεση στρατιωτική υποστήριξη στο Κίεβο.
Το Κίεβο υπό πολιορκία
Αμέσως μετά την ομιλία του Πούτιν, εκρήξεις συγκλόνισαν κάθε επαρχία και μεγάλη πόλη της Ουκρανίας, καθώς η Ρωσία εξαπέλυσε επιθέσεις με πυραύλους και drone εναντίον βασικών αεροδρομίων, στρατιωτικών βάσεων, και αποθηκών.
Ρώσοι αλεξιπτωτιστές έπεσαν σε πόλεις, συμπεριλαμβανομένου του Κιέβου, και οι Ηνωμένες Πολιτείες είπαν ότι πίστευαν ότι η Μόσχα προσπαθούσε να «αποκεφαλίσει» την κυβέρνηση της Ουκρανίας για να εγκαταστήσει ένα καθεστώς ανδρείκελου και ότι περίμενε ότι το Κίεβο θα πέσει μέσα σε 96 ώρες.
Ουκρανικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι ο Γιανουκόβιτς είχε εντοπιστεί στο Μινσκ και ότι η Ρωσία σκόπευε να ανακηρύξει τον Γιανουκόβιτς πρόεδρο της Ουκρανίας μετά την ανατροπή της σημερινής κυβέρνησης.
Μονάδες της Ουκρανικής Εθνικής Φρουράς απέκρουσαν με επιτυχία την πρώτη μεγάλη προσπάθεια της Ρωσίας να καταλάβει το αεροδρόμιο Χοστομέλ του Κιέβου και κατέρριψαν τρία από τα 34 ρωσικά ελικόπτερα.
Ρώσοι σαμποτέρ πραγματοποίησαν τρομοκρατικές επιθέσεις σε όλο το Κίεβο. Έγιναν πολλές απόπειρες δολοφονίας κατά της ουκρανικής πολιτικής ηγεσίας, αλλά καμία δεν ήταν επιτυχής.
Στρατιώτες της Ουκρανίας σε μια τοποθεσία μάχης με ρωσική ομάδα επιδρομών στο Κίεβο της Ουκρανίας, στις 26 Φεβ. 2022. (Sergei Supinsky/AFP μέσω Getty Images)
Η Ομάδα Βάγκνερ, μια ρωσική ιδιωτική στρατιωτική εταιρεία, μετέφερε το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεών της από την Αφρική στην Ουκρανία. Η ομάδα καταδικάστηκε για τις θηριωδίες της, συμπεριλαμβανομένης της βιντεοσκόπησης των βασανιστηρίων και της εκτέλεσης αιχμαλώτων εχθρών με βαριοπούλες.
Ο ρωσικός στρατός εισήλθε στην Ουκρανία σε τρία μέτωπα: από τα βόρεια στη Λευκορωσία, από τα νότια στο Κίεβο, και από τα ανατολικά μέσω του Ντονμπάς.
Η ουκρανική ηγεσία επέζησε της αρχικής επίθεσης και ένας συνδυασμός ουκρανικής επιμονής και ρωσικού κακού σχεδιασμού ακρωτηρίασαν τελικά την ταχύτητα των προελεύσεων της Ρωσίας σε βορρά και νότο. Ωστόσο, το Πεντάγωνο προειδοποίησε ότι η Ρωσία είχε στείλει μόνο το 30 τοις εκατό των 150.000 στρατιωτών που είχε συγκεντρώσει στα σύνορα με την Ουκρανία.
Σε μια πρώτη νίκη, η Ουκρανία εμπόδισε τα ρωσικά μαχητικά να αποκτήσουν αεροπορική κυριαρχία σε ολόκληρη τη χώρα, θέτοντας ουσιαστικά τις βάσεις για να διασφαλιστεί ότι θα μπορούσε να διεξάγει χερσαίες επιχειρήσεις κατά των ρωσικών δυνάμεων χωρίς να καταστραφεί από ρωσικά αεροπορικά στοιχεία.
Οι συνομιλίες μεταξύ Ουκρανών και Ρώσων εκπροσώπων στη Λευκορωσία έληξαν χωρίς πρόοδο, με το Κίεβο να απορρίπτει το αίτημα της Μόσχας να αναγνωρίσει την Κριμαία ως ρωσικό έδαφος.
Η πρώτη ουκρανική αντεπίθεση
Οι ουκρανικές δυνάμεις ξεκίνησαν την πρώτη τους αντεπίθεση σε μια προσπάθεια να εκδιώξουν τις ρωσικές δυνάμεις από τις νότιες επαρχίες Κέρσον και Μυκολάιβ. Είχαν μέτρια επιτυχία μέχρι τον Αύγουστο του 2022, σε μεγάλο βαθμό χωρίς διεθνή υποστήριξη.
Τον Απρίλιο του 2022, 41 διεθνείς εταίροι συγκάλεσαν την πρώτη συνάντηση της Ομάδας Επαφής για την Άμυνα της Ουκρανίας για να συντονίσουν την παροχή στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία.
Την ίδια περίπου εποχή, το Ιράν άρχισε να προμηθεύει την Ρωσία με μονόδρομα επιθετικά drone.
Η Ουκρανία πέτυχε μια σημαντική νίκη στην απώθηση των ρωσικών δυνάμεων από την πόλη Κέρσον τον Νοέμβριο του 2022 προτού οι δύο πλευρές βρεθούν σε αδιέξοδο που κράτησε και τον επόμενο χρόνο.
Η δεύτερη ουκρανική αντεπίθεση
Η Ουκρανία εξαπέλυσε αντεπίθεση στο Ντόνετσκ και τη Ζαπορίζια καθώς μια σκληρή μάχη για την πόλη Μπαχμούτ αποδεκάτισε και τις δύο πλευρές. Περιγραφόμενη ως «μύλος κρέατος», η μάχη για το Μπαχμούτ συγκρίθηκε με τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο για τον βίαιο πόλεμο χαρακωμάτων και το υψηλό ποσοστό απωλειών.
Οι δυνάμεις της ομάδας Βάγκνερ εξασφάλισαν την τελική νίκη στο Μπαχμούτ με μεγάλο κόστος τον Μάιο του 2023.
Επίγειες επιδρομές Ρωσίας και Ουκρανίας από τον Φεβρουάριο του 2022 έως τον Μάιο του 2023. (Εικόνα: The Epoch Times)
Την ίδια περίπου περίοδο, η Μόσχα και η Τεχεράνη άρχισαν να διαμορφώνουν μια συμφωνία για όπλα, στην οποία το Ιράν θα λάμβανε προηγμένα στρατιωτικά συστήματα από τη Ρωσία σε αντάλλαγμα για επιπλέον πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη.
Τον επόμενο μήνα, το φράγμα Κράκοβκα στον ποταμό Δνείπερο καταστράφηκε από άγνωστους σαμποτέρ, πλημμυρίζοντας τεράστιες περιοχές και μειώνοντας την παροχή νερού στην Κριμαία.
Οι πλημμύρες εμπόδισαν την τεθωρακισμένη αντεπίθεση της Ουκρανίας να προχωρήσει στην Κριμαία.
Ανταρσία Βάγκνερ
Ο αρχηγός της ομάδας Βάγκνερ και έμπιστος του Πούτιν Γεβγκένι Πριγκότζιν κήρυξε ανταρσία κατά του ρωσικού αμυντικού κατεστημένου τον Ιούνιο του 2023.
Ο Πριγκότζιν είπε ότι αναζητούσε εκδίκηση εναντίον των Ρώσων στρατιωτικών ηγετών για την ανικανότητά τους και για ένα υποτιθέμενο περιστατικό στο οποίο οι ρωσικές δυνάμεις βομβάρδισαν μια θέση της Βάγκνερ.
Χαρακτηρίζοντας την ανταρσία του ως «πορεία δικαιοσύνης», ο Πριγκότζιν είπε στις τακτικές στρατιωτικές μονάδες να μείνουν μακριά ή να διακινδυνεύσουν θάνατο. Ο Πούτιν πρότεινε ότι οι δραστηριότητες θα μπορούσαν να αποτελέσουν υποκίνηση εμφυλίου πολέμου.
Ο Πριγκότζιν, με περίπου 25.000 στρατιώτες Βάγκνερ υπό τις διαταγές του, κατέρριψε ένα ρωσικό ελικόπτερο και κατέλαβε την πόλη Ροστόφ-στον-Ντον προτού ανακοινώσει ξαφνικά ότι θα σταματήσει την πορεία του και η Βάγκνερ θα διασκορπιστεί σε στρατόπεδα.
Μετά από συνομιλίες με τον Λευκορώσο πρόεδρο Αλεξάντερ Λουκασένκο, ο Πριγκότζιν αποδέχτηκε μια συμφωνία από το Κρεμλίνο να εξοριστεί στη Λευκορωσία και να υπαχθεί η ομάδα Βάγκνερ στον ρωσικό στρατό.
Ο Πριγκότζιν πέθανε τον Αύγουστο του 2023 όταν ένα αεροπλάνο που μετέφερε τον ίδιο και αρκετούς άλλους αξιωματικούς της Βάγκνερ εξερράγη και συνετρίβη, σκοτώνοντας όλους τους επιβαίνοντες.
Η ομάδα Βάγκνερ τον Ιούνιο του 2023 κατέρριψε ένα ρωσικό ελικόπτερο και κατέλαβε την πόλη Ρoστόφ-στον-Ντον προτού ανακοινώσει ξαφνικά ότι θα σταματήσει την πορεία της και θα διασκορπιστεί σε στρατόπεδα. (Εικόνα: The Epoch Times)
Οι διεθνείς αποστολές όπλων οδηγούν τον πόλεμο
Η Ουκρανία και η Ρωσία πάλεψαν να κερδίσουν ή να κρατήσουν έδαφος σε διάφορα μέτωπα κατά μήκος μιας γραμμής μάχης που διέσχιζε εκατοντάδες χιλιόμετρα της ουκρανικής επικράτειας. Και οι δύο πλευρές άρχισαν να υποφέρουν από ελλείψεις όπλων και ανθρώπινου δυναμικού, και αμφότερες βασίζονταν όλο και περισσότερο σε διεθνή υποστήριξη από το 2023 έως το 2024.
Το Κίεβο συνέχισε να λαμβάνει υποστήριξη συντονιζόμενη μέσω της Ομάδας Επαφής για την Άμυνα της Ουκρανίας, με τους διεθνείς εταίρους να δίνουν περίπου 380 δισεκατομμύρια δολάρια από την αρχή του πολέμου έως τα μέσα του 2024.
Ωστόσο, τα μέλη του ΝΑΤΟ απέφυγαν να στείλουν πολλά από τα καλύτερα οπλικά τους συστήματα στην Ουκρανία από φόβο μήπως πυροδοτήσουν κλιμάκωση από τη Μόσχα. Μόλις στα τέλη του 2024 οι Ηνωμένες Πολιτείες επέτρεψαν τη μεταφορά βαλλιστικών πυραύλων μικρού βεληνεκούς στην Ουκρανία.
Η Μόσχα στράφηκε επίσης όλο και περισσότερο σε διεθνείς εταίρους για να τροφοδοτήσει την εκστρατεία της.
Η κομμουνιστική Βόρεια Κορέα άρχισε να στέλνει χιλιάδες εμπορευματοκιβώτια με πυρομαχικά στη Ρωσία, πιστεύοντας ότι υποστηρίζει έναν έμμεσο πόλεμο κατά των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η ισλαμιστική ηγεσία στο Ιράν, εν τω μεταξύ, συνέχισε να στέλνει drone και πυραύλους στη Ρωσία.
Η Ουκρανία καταλαμβάνει ρωσικό έδαφος
Η Ουκρανία εξαπέλυσε μεγάλη επίθεση στη ρωσική επαρχία Κουρσκ τον Αύγουστο του 2024, σηματοδοτώντας την πρώτη μεγάλη διασυνοριακή στρατιωτική επιχείρηση από ουκρανικές δυνάμεις από την έναρξη της σύγκρουσης.
Περίπου 11.000 Ουκρανοί στρατιώτες προέλασαν στην περιοχή, κατέλαβαν 400 τετραγωνικά μίλια ρωσικού εδάφους και κατέλαβαν τον έλεγχο δεκάδων χωριών πριν χάσουν μερικά από αυτά σε ρωσικές δυνάμεις.
Ένα κατεστραμμένο ρωσικό τανκ έξω από την ελεγχόμενη από την Ουκρανία ρωσική πόλη Σούντζα, εν μέσω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, στις 16 Αυγούστου 2024. (Yan Dobronosov/AFP μέσω Getty Images)
Η κίνηση παρείχε στην Ουκρανία ένα διαπραγματευτικό χαρτί για διαπραγματεύσεις κατάπαυσης του πυρός και ο Ζελένσκι είπε αργότερα ότι σκόπευε να ανταλλάξει το Κουρσκ στη Μόσχα σε αντάλλαγμα για ορισμένα από τα κατεχόμενα εδάφη της Ουκρανίας στο τέλος του πολέμου.
Η Ρωσία ανέπτυξε 50.000 στρατιώτες για να αντιμετωπίσει την ουκρανική προέλαση, με την υποστήριξη αεροπορίας και πυροβολικού, και σύμφωνα με πληροφορίες άρχισε να μετακινεί 10.000 στρατιώτες της Βόρειας Κορέας στην περιοχή, στην πρώτη και μοναδική περίπτωση άμεσης ξένης στρατιωτικής ανάμειξης στον πόλεμο.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του φθινοπώρου και του χειμώνα, η Ουκρανία έδωσε προτεραιότητα στις ενισχύσεις και τις αντεπιθέσεις στο Κουρσκ, παρόλο που έχασε έδαφος στα νότια και ανατολικά της χώρας από τις ρωσικές δυνάμεις.
Οι ΗΠΑ ζητούν να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για κατάπαυση πυρός
Ο Τραμπ κάλεσε τη Μόσχα και το Κίεβο να αρχίσουν να επιδιώκουν τον τερματισμό του πολέμου μετά την ανάληψη των καθηκόντων του τον Ιανουάριο του 2025.
Ο επικεφαλής των ΗΠΑ άνοιξε ξανά τους διπλωματικούς διαύλους με τη Μόσχα που είχαν κλείσει από το 2022 και άρχισε να πιέζει το Κίεβο να παραχωρήσει στις Ηνωμένες Πολιτείες πρόσβαση σε ορυκτά σπάνιων γαιών με αντάλλαγμα τη συνεχιζόμενη στρατιωτική υποστήριξη.
Χάρτης που δείχνει τον εδαφικό έλεγχο κατά μήκος των συνόρων Ουκρανίας-Ρωσίας από τις 26 Φεβρουαρίου 2025. (Εικόνα: The Epoch Times)
Ο Τραμπ δήλωσε μονομερώς ότι η Ουκρανία δεν θα μπορούσε να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και ότι η ασφάλεια του έθνους θα ήταν εγγυημένη από στρατεύματα ευρωπαϊκών δυνάμεων, αν και η αμερικανική κυβέρνηση δεν έχει συζητήσει καμία τέτοια συμφωνία με την Ευρώπη ή το ΝΑΤΟ.
Αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ αναγνώρισαν επίσης δημόσια ότι μια διευθέτηση μέσω διαπραγματεύσεων θα απαιτούσε πιθανότατα η Ουκρανία να παραχωρήσει κάποια κατεχόμενα εδάφη στη Ρωσία.
Τον Φεβρουάριο, Αμερικανοί και Ρώσοι αξιωματούχοι συναντήθηκαν στη Σαουδική Αραβία για να ξεκινήσουν τη διαδικασία εξομάλυνσης των σχέσεων. Συζήτησαν τους όρους τερματισμού του πολέμου χωρίς την παρουσία αξιωματούχων από την Ουκρανία ή την Ευρώπη.
Η ηγεσία της Γερμανίας, της Σουηδίας, και του Ηνωμένου Βασιλείου δήλωσε ότι είναι ανοιχτή στην αποστολή ειρηνευτικών δυνάμεων στην Ουκρανία, ενώ η πολωνική ηγεσία δήλωσε ότι δεν θα στείλει στρατεύματα αλλά θα παράσχει υλικοτεχνική και επιχειρησιακή υποστήριξη στις ειρηνευτικές δυνάμεις.
(Α-Δ) Ο απεσταλμένος των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή Στηβ Βίτκοφ, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο, ο σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Μάικ Γουόλτς, ο υπουργός Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας πρίγκιπας Φαϊσάλ μπιν Φαρχάν αλ-Σαούντ, ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Μοσάντ μπιν Μοχάμεντ αλ-Αϊμπαν, ο σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής του Ρώσου προέδρου Γιούρι Ουσάκοφ και ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ παρευρίσκονται σε συνάντηση στο παλάτι Ριγιάντ Ντιρίγια, στην Ντιρίγια, Σαουδική Αραβία, στις 18 Φεβ. 2025. (Evelyn Hockstein/POOL/AFP μέσω Getty Images)
ΟΥΑΣΙΝΓΚΤΟΝ — Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ φιλοξένησε τον πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου Κιρ Στάρμερ στον Λευκό Οίκο στις 27 Φεβρουαρίου για να συζητήσουν τις συνεχιζόμενες προσπάθειες για τον τερματισμό του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας. Και οι δύο ηγέτες συζήτησαν επίσης την αναβίωση των διμερών εμπορικών συνομιλιών, οι οποίες είχαν σταματήσει το 2021 κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Μπάιντεν.
Με τον πρόεδρο της Ουκρανίας Βολοντιμίρ Ζελένσκι να πρόκειται να επισκεφθεί τον Λευκό Οίκο στις 28 Φεβρουαρίου, η συνομιλία Τραμπ και Στάρμερ επικεντρώθηκε στον ρόλο που θα διαδραματίσουν οι δύο χώρες κατά τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις και στον απόηχο μιας πιθανής ειρηνευτικής συμφωνίας μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας.
«Πιστεύω ότι θα έχουμε μια συμφωνία για τον τερματισμό του πολέμου και νομίζω ότι θα καταλήξουμε σε μια μεγάλη εμπορική συμφωνία», είπε ο Τραμπ στην τελική του δήλωση στη συνέντευξη Τύπου.
Κατά την συνάντησή του με τον Στάρμερ, ο Τραμπ επιβεβαίωσε ότι θα υπογράψει συμφωνία με την Ουκρανία στις 28 Φεβρουαρίου που θα επιτρέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες πρόσβαση στα ορυκτά σπάνιων γαιών της ανατολικής Ευρώπης.
«Με το να βρισκόμαστε στην Ουκρανία και να κάνουμε την εξερεύνηση, το σκάψιμο και την αφαίρεση των σπάνιων ορυκτών, την οποία χρειαζόμαστε πολύ στη χώρα μας, θα κάνουμε σημαντικό έργο», είπε ο Τραμπ στη συνέντευξη Τύπου. «Είναι σαν ένα τεράστιο έργο οικονομικής ανάπτυξης, επομένως θα είναι καλό και για τις δύο χώρες».
Ενώ η συμφωνία θα μπορούσε να προσφέρει οικονομική ώθηση στην Ουκρανία καθώς αποκρούει τη ρωσική εισβολή, ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι παρά τα αιτήματα του Κιέβου, δεν θα υπάρχουν εγγυήσεις ασφαλείας.
Ο Τραμπ είπε επίσης ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ κατά τη διαπραγμάτευση των όρων της ειρηνευτικής συμφωνίας με τη Ρωσία. Ωστόσο, είπε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση «σίγουρα θα προσπαθήσουν να πάρουν πίσω» όσο το δυνατόν περισσότερη από τη γη που κατέλαβε η Ρωσία.
Το Ηνωμένο Βασίλειο και άλλα ευρωπαϊκά έθνη προέτρεψαν τις Ηνωμένες Πολιτείες να λειτουργήσουν ως υποστηρικτική εγγυήτρια ασφαλείας για οποιαδήποτε συμφωνία με στόχο την παρότρυνση της Ρωσίας να τηρήσει τους όρους μιας πιθανής ειρηνευτικής συμφωνίας.
Ο Τραμπ είπε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα παράσχουν ασφάλεια αποκλειστικά για την προστασία των αμερικανικών συμφερόντων στην Ουκρανία.
«Ώστε δεν ξέρω όταν λέτε εγγυητής ασφαλείας… ψυχολογικά ή στρατιωτικά ή τι;» απάντησε όταν ρωτήθηκε για το θέμα.
«Είμαστε εγγυητές γιατί θα βρισκόμαστε εκεί».
Ο Τραμπ αναφερόταν στη συμφωνία για τις σπάνιες γαίες.
Στις 18 Φεβρουαρίου, Αμερικανοί και Ρώσοι αξιωματούχοι συναντήθηκαν στη Σαουδική Αραβία για να διερευνήσουν τους όρους κατάπαυσης του πυρός. Η Ουκρανία δεν ήταν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Η άφιξη του Στάρμερ ήταν η τελευταία σε μια σειρά παγκόσμιων ηγετών που επισκέφθηκαν τον Λευκό Οίκο από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του ο Τραμπ. Έρχεται μετά την επίσκεψη του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν στις 24 Φεβρουαρίου για να συζητήσει τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Όπως ο Μακρόν, η εστίαση του πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν να πείσει τον Τραμπ να μην βιαστεί για μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός με τη Μόσχα και να πιέσει για μια διαρκή ειρηνευτική συμφωνία.
«Εάν υπάρξει συμφωνία, πρέπει να βεβαιωθούμε ότι είναι μια συμφωνία που θα διαρκέσει, που δεν είναι προσωρινή», είπε ο Στάρμερ στη συνέντευξη Τύπου, εκφράζοντας ανησυχίες για την ενδεχόμενη παραβίαση της συμφωνίας από τη Ρωσία.
«Και γι’ αυτό πρέπει να βεβαιωθούμε ότι είναι σίγουρη».
Τόνισε την αξία μιας ισχυρής παρουσίας ασφαλείας για την πρόληψη παραβάσεων.
Ο Τραμπ εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν δεν θα παραβίαζε μια πιθανή συμφωνία.
«Δεν πιστεύω ότι θα παραβεί τον λόγο του», είπε ο Τραμπ. «Όταν κάνουμε μια συμφωνία, νομίζω ότι η συμφωνία θα ισχύει. Δεν νομίζω ότι θα υπάρξει κανένα πρόβλημα με την τήρηση της συμφωνίας».
Είπε επίσης ότι θα προτιμούσε να μην μιλήσει για διατήρηση της ειρήνης μέχρι να υπάρξει μια ειρηνευτική συμφωνία.
«Το δύσκολο κομμάτι είναι να επιτευχθεί η συμφωνία», σημείωσε ο Τραμπ, λέγοντας ότι αναμένεται πρόοδος τις επόμενες ημέρες.
«Το επόμενο βήμα που κάνουμε είναι προς μια πολύ εφικτή κατάπαυση του πυρός», είπε. «Αυτό θα θέσει τις βάσεις για μια μακροπρόθεσμη ειρηνευτική συμφωνία».
Πριν από την επίσκεψή του, ο Στάρμερ ανακοίνωσε ότι θα αυξήσει τις στρατιωτικές δαπάνες της χώρας του στο 2,5 τοις εκατό του ΑΕΠ μέχρι το 2027. Είπε επίσης ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα συνεχίσει να αυξάνει τις αμυντικές δαπάνες, με στόχο να φτάσει το 3 τοις εκατό του ΑΕΠ μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Ο Τραμπ έχει επανειλημμένα προτρέψει τους συμμάχους του ΝΑΤΟ να αυξήσουν περαιτέρω τις δαπάνες τους στο 5 τοις εκατό για να αντιμετωπίσουν χρόνια υποχρηματοδότησης για τις αμυντικές δυνατότητες του ΝΑΤΟ.
Κατά τη διάρκεια μιας κλήσης, ανώτερος αξιωματούχος του Λευκού Οίκου είπε ότι η οικονομική συνεργασία με την Ουκρανία θα οριστικοποιηθεί κατά τη διάρκεια της συνάντησης Τραμπ-Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο.
«Η οικονομική συνεργασία με τους Ουκρανούς δεν περιλαμβάνει καμία συγκεκριμένη εγγύηση χρηματοδότησης για μελλοντικούς πολέμους, ούτε δεσμεύει κάποιο αμερικανικό προσωπικό στην περιοχή», είπε ο αξιωματούχος.
Όσον αφορά τις συνομιλίες για την εμπορική συμφωνία ΗΠΑ-Βρετανίας, ο Τραμπ είπε ότι σημειώθηκε πρόοδος κατά τη διάρκεια της συνάντησης.
«Θα έχουμε μια μεγάλη εμπορική συμφωνία με τον έναν ή τον άλλον τρόπο», είπε πριν ολοκληρώσει τη συνέντευξη Τύπου. «Θα καταλήξουμε σε μια πολύ καλή εμπορική συμφωνία και για τις δύο χώρες και εργαζόμαστε πάνω σε αυτό όσο μιλάμε».
Η υπουργός Εξωτερικών της Αυστραλίας, Πένι Γουόνγκ, υπερασπίστηκε την αντίδραση της κυβέρνησης στην είσοδο πολεμικών πλοίων του Πολεμικού Ναυτικού του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού της Κίνας (Peoples Liberation Army-Navy-PLA-N) στην αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ) της Αυστραλίας, κατά τη διάρκεια ακρόασης στη Γερουσία στις 27 Φεβρουαρίου.
Η Γουόνγκ τόνισε ότι η προσέγγιση της κυβέρνησης είναι «ψύχραιμη και συνεπής, όχι απερίσκεπτη και αλαζονική», καθώς γινόταν εμφανές πως η ομάδα των τριών πολεμικών πλοίων της Κίνας πραγματοποιούσε περίπλου της αυστραλιανής ηπείρου. Οι Ένοπλες Δυνάμεις της Αυστραλίας ανέφεραν ότι τα πλοία βρίσκονταν στη νότια Μεγάλη Αυστραλιανή Πεδιάδα, έχοντας προηγουμένως διασχίσει την ανατολική ακτή της χώρας και εκτελέσει ασκήσεις με πραγματικά πυρά στη Θάλασσα της Τασμανίας.
Υπό την πίεση του εκπροσώπου της αντιπολίτευσης για θέματα Εσωτερικών, Τζέιμς Πάτερσον, η υπουργός Εξωτερικών επισήμανε πως η κυβερνητική προσπάθεια σταθεροποίησης των σχέσεων με την Κίνα δεν σήμαινε ότι δεν θα προέκυπταν προβλήματα. Διευκρίνισε ότι στόχος ήταν η ύπαρξη απευθείας διαλόγου με το Πεκίνο για τη διαχείριση αναπόφευκτων διαφορών, χωρίς αυτές να διαταράσσουν τη δυνατότητα επικοινωνίας μεταξύ των δύο χωρών.
Αποκάλυψε επίσης ότι είχε θέσει το ζήτημα στον Κινέζο ομόλογό της, Ουάνγκ Γι, στο περιθώριο της συνόδου των υπουργών Εξωτερικών της G20 στο Γιοχάνεσμπουργκ της Νότιας Αφρικής το προηγούμενο Σαββατοκύριακο. Σύμφωνα με την ίδια, είχε εκφράσει τη βαθιά ανησυχία της για το γεγονός ότι η Κίνα δεν είχε ενημερώσει εγκαίρως την Αυστραλία για τις δραστηριότητες των πολεμικών της πλοίων, κάτι που δεν ανταποκρινόταν στις προσδοκίες της κυβέρνησης.
Αντιπαράθεση με την αντιπολίτευση
Η Γουόνγκ αντέκρουσε επίσης τις κατηγορίες του Πάτερσον, υποστηρίζοντας πως η αντιπολίτευση εκμεταλλευόταν το ζήτημα για πολιτικά οφέλη. Επικαλέστηκε το γεγονός ότι ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, Πίτερ Ντάτον, είχε ζητήσει επίσημη ενημέρωση από την κυβέρνηση μόλις τέσσερις ημέρες μετά το περιστατικό, αφήνοντας να εννοηθεί ότι αν το θέμα ήταν τόσο σημαντικό για τον ίδιο, θα είχε κινηθεί γρηγορότερα.
Παράλληλα, κατηγόρησε την προηγούμενη κυβέρνηση του Συνασπισμού ότι είχε αφήσει «ένα τεράστιο κενό στον Ειρηνικό» και υποστήριξε πως η Κίνα θα συνέχιζε να δρα με τον δικό της τρόπο, όπως και ο Ντάτον δεν θα σταματούσε να υιοθετεί πολεμοχαρή ρητορική. Υπενθύμισε παλαιότερη δήλωση του αρχηγού της αντιπολίτευσης, σύμφωνα με την οποία θεωρούσε αδιανόητο η Αυστραλία να μην εμπλακεί σε πόλεμο.
Επιπλέον, η υπουργός Εξωτερικών κατηγόρησε τον Ντάτον για αντιφατική στάση, καθώς, όπως είπε, από τη μία εμφανιζόταν «φιλοκινεζικός» ενώπιον των ψηφοφόρων του στις εκλογικές περιφέρειες Μένζις και Μπένελονγκ, και από την άλλη χρησιμοποιούσε επιθετική ρητορική στην Καμπέρα. Αναφέρθηκε επίσης στην προεκλογική τακτική του Συνασπισμού, κατηγορώντας τον για αδιαφορία ως προς τις συνέπειες που είχαν οι ενέργειές του στους Αυστραλούς εξαγωγείς και στην κινεζοαυστραλιανή κοινότητα.
Ο υπουργός Εξωτερικών του ΚΚΚ Γουάνγκ Γι με την υπουργό Εξωτερικών της Αυστραλίας Πένι Γουόνγκ στη 14η Σύνοδο Κορυφής των υπουργών Εξωτερικών της Ανατολικής Ασίας στην ASEAN στη Βιεντιάν του Λάος, 27 Ιουλίου 2024. (Sai Aung Main/AFP μέσω Getty Images)
Υπενθύμισε ότι το 2020, όταν η αυστραλιανή κυβέρνηση είχε ζητήσει διεθνή έρευνα για την προέλευση της COVID-19, το Πεκίνο είχε επιβάλει κυρώσεις ύψους 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε αυστραλιανά προϊόντα και είχε διακόψει τη διπλωματική επικοινωνία με την κυβέρνηση Μόρισον. Σημείωσε ότι η απαγόρευση της Huawei από το δίκτυο 5G, καθώς και η παρεμπόδιση κινεζικών επενδύσεων σε κρίσιμους τομείς, είχαν εντείνει την ένταση μεταξύ των δύο χωρών. Αναφέρθηκε επίσης στην επιρροή της Κίνας μέσω της κινεζικής εφαρμογής κοινωνικής δικτύωσης WeChat, γεγονός που είχε επηρεάσει αρνητικά την εκλογική απόδοση του Φιλελεύθερου Κόμματος στις εκλογές του 2022 καθώς η κινεζική διασπορά απομακρύνθηκε από το κόμμα.
Αμφισβητήσεις για την άσκηση με πραγματικά πυρά
Η αντιπολίτευση αύξησε την πίεση στην κυβέρνηση σχετικά με τις επίσημες δηλώσεις που είχαν γίνει για την άσκηση των κινεζικών πολεμικών πλοίων, καθώς υπήρχαν διαφορές ανάμεσα σε αυτές και στις αναφορές του Υπουργείου Άμυνας.
Στις 26 Φεβρουαρίου, ο πρωθυπουργός Άντονι Αλμπανέζε είχε δηλώσει πως οι πολιτικές και στρατιωτικές υπηρεσίες ενημερώθηκαν περίπου την ίδια στιγμή. Ωστόσο, ο αρχηγός των Αυστραλιανών Ενόπλων Δυνάμεων, Ντέιβιντ Τζόνστον, αποκάλυψε ότι η πρώτη ειδοποίηση προήλθε από την Airservices Australia και ότι η ενημέρωση από τον στρατό της Νέας Ζηλανδίας ήρθε μία ώρα αργότερα.
Ο Ντάτον επέκρινε τον πρωθυπουργό για αντιφατικές δηλώσεις, υποστηρίζοντας ότι είτε είχε ελλιπή ενημέρωση, είτε «επινόησε τα γεγονότα», είτε δεν είχε τον έλεγχο της κατάστασης.
Το καταδρομικό Zunyi του Πολεμικού Ναυτικού του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού της Κίνας κλάσης Renhai στη Θάλασσα του Σολομώντα. (Ευγενική προσφορά του Υπουργείου Άμυνας της Αυστραλίας)
Επιπλέον, τέθηκαν αμφιβολίες για το αν όντως πραγματοποιήθηκε η άσκηση με πραγματικά πυρά. Ο υπουργός Άμυνας Ρίτσαρντ Μαρλς δήλωσε στο ABC ότι η κυβέρνηση δεν ήταν ακόμη βέβαιη αν η άσκηση πραγματοποιήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου ή αν τα κινεζικά πλοία είχαν απλώς ανακοινώσει την πρόθεσή τους να τη διεξάγουν.
Νεοζηλανδική φρεγάτα που παρακολουθούσε την κινεζική ναυτική δύναμη ανέφερε ότι είχε παρατηρήσει συμπεριφορά «συμβατή με άσκηση πραγματικών πυρών», καθώς τα πλοία ανέπτυξαν και ανέκτησαν έναν πλωτό στόχο. Ωστόσο, ούτε οι ένοπλες δυνάμεις της Αυστραλίας ούτε της Νέας Ζηλανδίας είχαν καταφέρει να επιβεβαιώσουν αν όντως πραγματοποιήθηκαν πυρά.
Ο Νεοζηλανδός υπουργός Εξωτερικών, Γουίνστον Πίτερς, εξέφρασε την άποψη ότι η συνάντησή του με τον Ουάνγκ ενδέχεται να οδήγησε το Πεκίνο στο να εξετάσει το ζήτημα της έγκαιρης ενημέρωσης των συμμάχων του. Δήλωσε ότι έθεσε το θέμα στο πλαίσιο της στενής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών από την υπογραφή της συμφωνίας συνεργασίας το 2008 και εξέφρασε την πεποίθηση ότι η Κίνα εξετάζει τρόπους για να διορθώσει αυτή την αποτυχία στο μέλλον.