Τετάρτη, 14 Μαΐ, 2025

Ο Τραμπ υπογράφει Διάταγμα για την αύξηση της εξόρυξης ορυκτών σε βαθιά θάλασσα

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα στις 24 Απριλίου με το οποίο επιταχύνεται μια νέα βιομηχανία, η εξόρυξη ορυκτών σε βαθιά θάλασσα στον Ειρηνικό Ωκεανό.

Το διάταγμα του Τραμπ, με τίτλο «Αναζωογόνηση της Αμερικανικής Κυριαρχίας στα Ορυκτά του Βαθέως Βυθού», επιδιώκει να αναπτύξει γρήγορα την ικανότητα της Αμερικής να εξερευνά, να συλλέγει και να επεξεργάζεται κρίσιμα ορυκτά του βαθέως βυθού. Κατευθύνει τον υπουργό Εμπορίου να ενισχύσει την εξερεύνηση και τις ιδιωτικές εταιρείες που μπορούν να εκτελέσουν εξόρυξη σε βαθιά θάλασσα στα ανοικτά της εξωτερικής υφαλοκρηπίδας των ΗΠΑ. Η εντολή δίνει επίσης εντολή στους υπουργούς Εμπορίου, Εσωτερικών και Ενέργειας να υποβάλουν έκθεση σχετικά με το ενδιαφέρον και τις ευκαιρίες του ιδιωτικού τομέα στην εξόρυξη ορυκτών όζων και «άλλων ορυκτών πόρων του βυθού», ενώ παράλληλα αναπτύσσουν ένα σχέδιο για τη χαρτογράφηση περιοχών προτεραιότητας εντός του βυθού, με σκοπό την «επιτάχυνση της συλλογής δεδομένων».

Τα κοιτάσματα ορυκτών στα βαθιά μπορούν να λάβουν διάφορες μορφές, συμπεριλαμβανομένων αυτών που ονομάζονται «πολυμεταλλικοί όζοι» δηλαδή ορυκτές συστάδες μεγέθους πατάτας με μεγάλες συγκεντρώσεις νικελίου, κοβαλτίου, μαγγανίου και χαλκού, οι οποίες απαιτούν εκατομμύρια χρόνια για να αναπτυχθούν σε αρκετά μίλια κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, σύμφωνα με έκθεση του 2024 του Berkeley Scientific Journal.

Μια περιοχή στον Ειρηνικό Ωκεανό, νοτιοανατολικά της Χαβάης, γνωστή ως Ζώνη Clarion-Clipperton, έχει αφθονία αυτών των όζων, σημειώνεται στην έκθεση, η οποία εκτιμάται σε 34 δισεκατομμύρια υγρούς μετρικούς τόνους. Τα μέταλλα που περιέχονται σε αυτά εκτιμάται ότι έχουν αξία περίπου 10 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με την έκθεση του Μπέρκλεϋ.

Η Κίνα κυριαρχεί στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού για σχεδόν όλες τις κρίσιμες ορυκτές πηγές, συμπεριλαμβανομένων των μετάλλων που βρίσκονται στα ορυκτά βαθέων υδάτων, σύμφωνα με έκθεση της RAND Corporation του 2022. Αυτό έχει οδηγήσει πολλές χώρες, ιδίως τις Ηνωμένες Πολιτείες, να αναζητήσουν ευκαιρίες για να περιορίσουν την επιρροή της Κίνας.

Η εντολή του Τραμπ, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, θα αυξήσει την αμερικανική παραγωγή κρίσιμων ορυκτών. Θα επιτρέψει επίσης πιθανότατα σε ιδιωτικές εταιρείες να παρακάμψουν τη Διεθνή Αρχή Θαλάσσιου Βυθού, τον κύριο ρυθμιστικό φορέα που υποστηρίζεται από τα Ηνωμένα Έθνη και δημιουργεί κανόνες για την εξερεύνηση του βυθού.

Προς το παρόν, σύμφωνα με το Μπέρκλεϋ, ο εν λόγω φορέας έχει εκδώσει άδειες εξερεύνησης για τον πυθμένα του ωκεανού για κοιτάσματα ορυκτών βαθέων υδάτων, αλλά από πέρυσι, δεν είχε ακόμη εκδώσει ενεργές άδειες εμπορικής εξόρυξης βαθέων υδάτων. Πολλές εταιρείες έχουν πιέσει την Διεθνή Αρχή Θαλάσσιου Βυθού να εγκρίνει την εμπορική εξόρυξη στα βαθιά νερά.

Ωστόσο, η εξόρυξη στα βαθιά νερά δεν έρχεται χωρίς τίμημα, σύμφωνα με την έκθεση του Μπέρκλεϋ.

Οι εξορυκτικές δραστηριότητες θα μπορούσαν να «διαταράξουν τα ενδιαιτήματα διαφόρων οργανισμών και να διαταράξουν τις αλληλεπιδράσεις που δεν σχετίζονται με την τροφική αλυσίδα στα οικοσυστήματα βαθέων υδάτων, όπως το πώς οι οργανισμοί βρίσκουν καταφύγιο», σημειώνεται στην έκθεση, καθώς οι μεταλλικοί όζοι παρέχουν «ζωτικό υπόστρωμα για οργανισμούς όπως τα θαλάσσια σφουγγάρια και τα κοράλλια».

Η αφαίρεσή τους θα μπορούσε να έχει σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις στους οργανισμούς που βασίζονται σε αυτούς για επιβίωση, σύμφωνα με την έκθεση του Μπέρκλεϋ.

Το διάταγμα του Τραμπ συνεχίζει τις προσπάθειες της κυβέρνησής του να αυξήσει την παραγωγή και την προμήθεια ενέργειας και ορυκτών στις ΗΠΑ, ενώ προηγούμενο διάταγμα προώθησε το «Έργο Πρόσβασης Ambler», μια εμπορική εξόρυξη κατά μήκος ενός βιομηχανικού δρόμου μήκους 330 χιλιομέτρων στην απομακρυσμένη βορειοδυτική Αλάσκα, που είναι πλούσιος σε χαλκό, ψευδάργυρο και άλλα υλικά, ανέφερε ο Λευκός Οίκος.

ΗΠΑ και Νότια Κορέα συμφωνούν να επιδιώξουν εμπορική συμφωνία πριν από την προθεσμία για τους δασμούς

Η Νότια Κορέα και οι Ηνωμένες Πολιτείες συμφώνησαν την Πέμπτη να επιδιώξουν μια εμπορική συμφωνία που θα βοηθήσει τη Σεούλ να αποφύγει τους δασμούς των ΗΠΑ πριν λήξει η 90 ημερών παύση των αμοιβαίων δασμών του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ τον Ιούλιο.

Ο υπουργός Οικονομικών της Νότιας Κορέας, Τσόι Σανγκ-μοκ, ανακοίνωσε τη συμφωνία αφού αυτός και ο υπουργός Βιομηχανίας, Αν Ντουκ-γκέουν, είχαν συνομιλίες με τον υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ ​​Μπέσεντ, και τον Εμπορικό Εκπρόσωπο, Τζέιμισον Γκριρ, στην Ουάσινγκτον.

«Η πλευρά μας εκτιμά ότι οι δύο πλευρές έχουν καταλήξει σε συμφωνία ότι θα καταρτίσουν ένα «πακέτο Ιουλίου» με στόχο την άρση των δασμών (των ΗΠΑ) (στη Νότια Κορέα) έως τις 8 Ιουλίου, όταν λήξει η παύση των αμοιβαίων δασμών», δήλωσε ο Τσόι στους δημοσιογράφους, σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων Yonhap.

Το εμπορικό πακέτο θα επικεντρωθεί σε τέσσερις τομείς διαπραγμάτευσης — δασμολογικά και μη δασμολογικά μέτρα, οικονομική ασφάλεια, επενδυτική συνεργασία και νομισματική πολιτική — μεταξύ των δύο εθνών, σύμφωνα με τον Τσόι.

Ο Μπέσεντ δήλωσε ότι η συνάντηση υψηλού επιπέδου με αξιωματούχους της Νότιας Κορέας ήταν «πολύ επιτυχημένη», σημειώνοντας ότι και οι δύο πλευρές συμφώνησαν να ξεκινήσουν σύντομα συνομιλίες για τους τεχνικούς όρους της συμφωνίας.

«Μπορεί να προχωράμε πιο γρήγορα από ό,τι νόμιζα και θα μιλήσουμε για τεχνικούς όρους ήδη από την επόμενη εβδομάδα», δήλωσε σε δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο. «Έτσι, οι Νοτιοκορεάτες ήρθαν νωρίς, κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν και θα δούμε αν θα το τηρήσουν».

Καμία από τις δύο κυβερνήσεις δεν έχει ακόμη εκδώσει κοινή δήλωση σχετικά με τις εμπορικές συνομιλίες τους.

Ο Τραμπ ανακοίνωσε μια σειρά αμοιβαίων δασμών σε σχεδόν όλες τις χώρες στις 2 Απριλίου, συμπεριλαμβανομένου ενός δασμού 25% στις εισαγωγές αυτοκινήτων, χάλυβα και αλουμινίου από τη Νότια Κορέα, στο πλαίσιο μιας προσπάθειας για τη μείωση των εμπορικών ελλειμμάτων και τον περιορισμό αυτού που χαρακτήρισε αθέμιτες εμπορικές πρακτικές κατά των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο πρόεδρος στη συνέχεια χορήγησε παύση 90 ημερών στις περισσότερες χώρες, δίνοντας χρόνο για διαπραγματεύσεις.

Ανησυχίες της Νότιας Κορέας

Ο Τσόι δήλωσε ότι η αντιπροσωπεία του εξέφρασε τις ανησυχίες της Νότιας Κορέας κατά τη διάρκεια των εμπορικών συνομιλιών σχετικά με τον αρνητικό αντίκτυπο των δασμών στα αυτοκίνητα, σημειώνοντας ότι αυτός ο τομέας θα επηρεαστεί αρνητικά περισσότερο.

«Εξηγήσαμε τις ανησυχίες μας ότι η επιβολή αμοιβαίων και τομεακών δασμών θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τη διμερή οικονομική συνεργασία και επικοινωνήσαμε τη θέση μας ότι απαιτούνται εξαιρέσεις και απαλλαγές από τους δασμούς στη [Νότια Κορέα]», είπε.

Ο Τσόι πρόσθεσε ότι και οι δύο πλευρές εξέφρασαν ότι θα διεξάγουν «ήρεμες, εύτακτες διαβουλεύσεις χωρίς βιασύνη» για να αντιμετωπίσουν το ζήτημα των δασμών, σύμφωνα με τοπικά δημοσιεύματα.

Η κυβέρνηση της Νότιας Κορέας δήλωσε ότι η συνάντηση κανονίστηκε κατόπιν αιτήματος των Ηνωμένων Πολιτειών. Ακολούθησε επίσης τηλεφωνική συνομιλία μεταξύ του υπηρεσιακού προέδρου της χώρας της Ανατολικής Ασίας, Χαν Ντακ-σου, και του Τραμπ στις 8 Απριλίου.

Ο Τραμπ δήλωσε στο Truth Social ότι συζήτησαν δασμούς, υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG), ένα έργο φυσικού αερίου στην Αλάσκα, καθώς και «πληρωμή για τη μεγάλη Στρατιωτική Προστασία που παρέχουμε στη Νότια Κορέα».

«Η κορυφαία ΟΜΑΔΑ τους βρίσκεται σε αεροπλάνο που κατευθύνεται στις ΗΠΑ και τα πράγματα φαίνονται καλά», έγραψε ο Τραμπ. «Επίσης, έχουμε να κάνουμε με πολλές άλλες χώρες, οι οποίες θέλουν όλες να κάνουν μια συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες».

Μετά από αυτή τη συζήτηση, ο Χαν δήλωσε ότι εξέφρασε την επιθυμία της Νότιας Κορέας να ενισχύσει τη συμμαχία της με τις Ηνωμένες Πολιτείες και να ενισχύσει τη συνεργασία στο εμπορικό ισοζύγιο, τη ναυπηγική βιομηχανία, και το LNG.

«Ελπίζω ότι η διμερής συμμαχία με τις ΗΠΑ, η ραχοκοκαλιά της διπλωματίας και της ασφάλειάς μας, μπορεί να επεκταθεί και να ενισχυθεί περαιτέρω υπό τη νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ», δήλωσε, σύμφωνα με τοπικά μέσα ενημέρωσης.

Η οικονομία της Νότιας Κορέας είναι ευάλωτη σε πιθανές εμπορικές απώλειες από τους δασμούς των ΗΠΑ, καθώς ένα σημαντικό μέρος των κερδών της προέρχεται από την εξαγωγή προϊόντων παγκοσμίως, ιδίως στην αμερικανική αγορά.

Οι κορυφαίες εξαγωγές της χώρας είναι τα ολοκληρωμένα κυκλώματα, τα αυτοκίνητα και τα ανταλλακτικά, το διυλισμένο πετρέλαιο και τα επιβατηγά και φορτηγά πλοία, σύμφωνα με έκθεση του Παρατηρητηρίου Οικονομικής Πολυπλοκότητας.

Τον Φεβρουάριο, η Νότια Κορέα σημείωσε ετήσια αύξηση των εξαγωγών, κυρίως λόγω των αυξημένων εξαγωγών προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Σιγκαπούρη και το Βιετνάμ, αναφέρει η έκθεση.

Ανοικτό το ενδεχόμενο για αφαίρεση των εμβολίων COVID-19 από το πρόγραμμα εμβολιασμού παιδιών στις ΗΠΑ

Ο υπουργός Υγείας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Κέννεντυ Τζούνιορ, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να αφαιρεθούν τα εμβόλια για την COVID-19 από το καθιερωμένο πρόγραμμα παιδικών εμβολιασμών του CDC. Σε τοποθέτησή του στις 23 Απριλίου, ο Κέννεντυ δεν διέψευσε σχετικό δημοσίευμα, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «οφείλουμε να θέτουμε ερωτήματα, να συμβουλευόμαστε τους γονείς και να διασφαλίζουμε ότι οι προτάσεις μας βασίζονται στο συμφέρον της υγείας του πληθυσμού».

Δημοσίευμα του Politico, επικαλούμενο ανώνυμες πηγές, ανέφερε ότι ο Κέννεντυ εξετάζει σοβαρά την αφαίρεση των εμβολίων COVID-19 από το εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού του CDC για τα παιδιά. Ωστόσο, αξιωματούχος του υπουργείου Υγείας, του οποίου προΐσταται ο Κέννεντυ, δήλωσε στους Times πως «δεν έχει ληφθεί ακόμη οριστική απόφαση», ενώ το ίδιο το CDC απέφυγε να σχολιάσει.

Κατά την εμφάνισή του στο Fox News, ο Κέννεντυ αναφέρθηκε στην ανάγκη για ελεύθερη επιλογή, σημειώνοντας ότι ούτε ο πρώην πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, πιστεύει πως κάποιος πρέπει να υποχρεώνεται να εμβολιαστεί. Υπογράμμισε ακόμη πως «όλα τα εμβόλια ενέχουν ρίσκο», ενώ ειδικά για το εμβόλιο της COVID-19 τόνισε πως η σύσταση εμβολιασμού των παιδιών ήταν εξαρχής αμφισβητήσιμη, αφού οι περισσότεροι ανήλικοι «δεν διέτρεχαν ουσιαστικό κίνδυνο από τον ιό». Όπως ανέφερε, «ο εμβολιασμός ενός τόσο μεγάλου αριθμού παιδιών δεν δικαιολογείται, τη στιγμή που το ίδιο το εμβόλιο συνδέεται με σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες».

Ο Κέννεντυ έκανε λόγο για παρενέργειες όπως η μυοκαρδίτιδα αλλά και ο θάνατος 15 συμμετεχόντων στην κλινική δοκιμή της Pfizer που είχαν λάβει το εμβόλιο, σε σύγκριση με 14 θανάτους στο πλασίμπο γκρουπ.

Σήμερα στις ΗΠΑ διατίθενται τρία εμβόλια κατά της COVID-19 – από τις Pfizer, Moderna και Novavax. Το 2022, οι σύμβουλοι του CDC εισηγήθηκαν να προστεθεί ο εμβολιασμός έναντι της COVID-19 στο εθνικό πρόγραμμα, εκτιμώντας πως τα οφέλη υπερτερούν των κινδύνων. Το CDC το υιοθέτησε επίσημα το 2023.

Το τρέχον πρόγραμμα προβλέπει τουλάχιστον μία δόση για τα παιδιά που δεν έχουν εμβολιαστεί κατά της COVID-19, αναλόγως ηλικίας, ενώ όσα παιδιά έχουν ήδη λάβει εμβόλιο, συνίσταται να κάνουν άλλη μία δόση. Ωστόσο, σε αντίθεση με άλλα εμβόλια, ο εμβολιασμός κατά της COVID-19 δεν έχει καταστεί υποχρεωτικός για τη φοίτηση σε σχολεία.

Κατά τη διάρκεια της ακρόασης επιβεβαίωσης του στην Γερουσία, ο Κέννεντυ είχε δηλώσει: «Συστήνω να ακολουθούν τα παιδιά το πρόγραμμα εμβολιασμών του CDC και, εφ’ όσον επιβεβαιωθώ στη θέση μου, θα το στηρίξω». Ο γερουσιαστής Μπιλ Κάσιντι, γιατρός, ανέφερε στην ομιλία του στη Γερουσία ότι ο Κέννεντυ δεσμεύθηκε να κρατήσει το πρόγραμμα ως έχει, διευκρινίζοντας αργότερα στα κοινωνικά δίκτυα πως αυτό δεν εμποδίζει τον υπουργό να διεξάγει επιστημονική αξιολόγηση και πως είναι βέβαιος ότι κάθε αξιόπιστη μελέτη θα ενισχύσει την καθιερωμένη επιστημονική συναίνεση γύρω από την ασφάλεια των παιδικών εμβολίων.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του CDC, μόλις το 13% των παιδιών έχουν εμβολιαστεί με το νέο σχήμα 2024–2025 για την COVID-19. Αν το εμβόλιο αφαιρεθεί από το ημερολόγιο, τα παιδιά θα μπορούν να εμβολιαστούν προαιρετικά, αλλά οι ασφαλιστικές εταιρείες πιθανόν να μην καλύπτουν το κόστος.

Ο γερουσιαστής Άντι Χάρις, επίσης γιατρός, υποστήριξε πως ο Κέννεντυ «θα ήταν απολύτως εντός των αρμοδιοτήτων του να αναιρέσει τη σύσταση του CDC για τον παιδικό εμβολιασμό κατά της Covid-19», εκφράζοντας φόβους ότι οι αποφάσεις αυτές λήφθηκαν με πολιτικά κριτήρια και όχι με βάση την επιστήμη.

Στο μεταξύ, οι επιστημονικοί σύμβουλοι του CDC εξετάζουν το ενδεχόμενο να συστήσουν πιο περιορισμένες οδηγίες για το εμβόλιο κατά της COVID-19 και αναμένεται να επανέλθουν στο θέμα το καλοκαίρι.

Η πρώην αξιωματούχος του FDA, Τζέσικα Άνταμς, τάχθηκε υπέρ της αναθεώρησης των συστάσεων, υπογραμμίζοντας ότι μια επίσημη εισήγηση των συμβούλων θα βοηθούσε την κοινωνία να αποδεχθεί μια τέτοια αλλαγή.

Ο Τραμπ αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο «ειδικής συμφωνίας» με την Κίνα — Όλα θα κριθούν από το Πεκίνο

Η αμερικανική κυβέρνηση υπό τον Ντόναλντ Τραμπ ετοιμάζεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να ανακοινώσει εντός των επόμενων εβδομάδων την επιβολή νέων δασμών, τη στιγμή που η εμπορική αντιπαράθεση με την Κίνα συνεχίζει να εντείνεται.

Μιλώντας σε δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια συνάντησης στο Οβάλ Γραφείο, ο Πρόεδρος Τραμπ δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο μίας «ειδικής συμφωνίας» με το Πεκίνο, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση των αμερικανικών δασμών στις κινεζικές εισαγωγές. Ξεκαθάρισε ωστόσο ότι όλα θα εξαρτηθούν από τις κινήσεις της κινεζικής ηγεσίας.

«Ίσως να κάνουμε μια ειδική συμφωνία με την Κίνα,» ανέφερε χαρακτηριστικά, αποφεύγοντας να μπει σε λεπτομέρειες για το τι ακριβώς προβλέπει ένα τέτοιο σενάριο.

Ερωτηθείς για το πότε μπορεί να επιτευχθεί μία συμφωνία με την Κίνα, ο Τραμπ απάντησε: «Αυτό εξαρτάται από εκείνους». Συμπλήρωσε μάλιστα ότι η αμερικανική πλευρά βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με το Πεκίνο, «κάθε μέρα».

Σήμερα, οι δασμοί που έχουν επιβληθεί στην πλειονότητα των κινεζικών προϊόντων αγγίζουν το 145%, καθώς ο Τραμπ συνεχίζει την προσπάθεια να μειώσει το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ και να πιέσει την Κίνα για τον περιορισμό της εξαγωγής φαιντανύλης προς την Αμερική. Η απάντηση του Πεκίνου ήταν να αυξήσει τους δασμούς στις αμερικανικές εισαγωγές στο 125% και να προχωρήσει σε περιορισμούς εξαγωγών σε σπάνιες γαίες, οι οποίες είναι ζωτικής σημασίας για την παραγωγή όπλων, ηλεκτρονικών και πληθώρας καταναλωτικών αγαθών.

Από το Προεδρικό Γραφείο, ο Τραμπ επανέλαβε ότι οι ΗΠΑ έχουν ποικιλότροπα «ληστευθεί» από διάφορες χώρες, τονίζοντας ιδιαίτερα τις εμπορικές σχέσεις με την Κίνα. «Έχω εξαιρετικές σχέσεις με την Κίνα και προσωπικά με τον Σι Τζινπίνγκ, όμως η Κίνα μας χρέωνε αδικαιολόγητους δασμούς για πολλά χρόνια,» υπογράμμισε ο Τραμπ. «Τώρα το αντιστρέφουμε αυτό — και μάλιστα σε επίπεδα που δεν έχουμε ξαναδεί. Θα τα πάμε πολύ καλά με την Κίνα, είμαι βέβαιος.»

Οι δηλώσεις Τραμπ ήρθαν μόλις μερικές ώρες αφότου ο Λευκός Οίκος διέψευσε δημοσίευμα της Wall Street Journal, που, επικαλούμενο ανώνυμες πηγές, υποστήριζε ότι εξετάζεται σημαντική μείωση των δασμών στις κινεζικές εισαγωγές προκειμένου να αποκλιμακωθεί η ένταση. Το ρεπορτάζ έκανε λόγο ακόμα και για μείωση 50 έως 65%. «Ο Πρόεδρος Τραμπ είναι σαφής: η Κίνα πρέπει να κλείσει συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Κους Ντεσάι στην Epoch Times, χαρακτηρίζοντας το προηγούμενο δημοσίευμα ως «καθαρή εικασία».

Ενώ η εμπορική διένεξη ΗΠΑ-Κίνας φουντώνει, ο Τραμπ έχει «παγώσει» για 90 ημέρες την αμοιβαία επιβολή νέων δασμών με δεκάδες άλλους εμπορικούς εταίρους, ώστε να δοθεί χρόνος για διαπραγματεύσεις — αν και διατηρείται βασικός δασμός 10%. Η Κίνα παραμένει εκτός αυτής της αναστολής. Ο Τραμπ εκτίμησε ότι περίπου 90 χώρες, οι οποίες σήμερα βρίσκονται υπό το αμερικανικό καθεστώς δασμών, εμφανίζονται πρόθυμες να προχωρήσουν σε διαπραγματεύσεις με την Ουάσιγκτον.

«Στο τέλος, αυτό που πιστεύω πως θα συμβεί είναι ότι θα έχουμε εξαιρετικές συμφωνίες, και αν δεν τα βρούμε με κάποια εταιρεία ή χώρα, θα καθορίσουμε τον δασμό που πρέπει,» δήλωσε.

Οι δηλώσεις του προέδρου είχαν άμεσο αντίκτυπο και στη Wall Street, που κατέγραψε εντυπωσιακή ανάκαμψη μετά από εβδομάδες πτώσης εξαιτίας της αβεβαιότητας και της εμπορικής διαμάχης. Ο δείκτης Dow Jones ενισχύθηκε πάνω από 900 μονάδες (+2%), ενώ ο S&P 500 ανέβηκε κατά περισσότερες από 100 μονάδες (+2,5%). Θεαματική άνοδο σχεδόν 600 μονάδων, ή 3,6%, σημείωσε και ο τεχνολογικός δείκτης Nasdaq.

Στο Πεκίνο, ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εμπορίου Χε Γιαντόνγκ διέψευσε με κατηγορηματικό τρόπο κάθε υπόνοια ότι υπάρχει πρόοδος προς μείωση των δασμών, χαρακτηρίζοντας ανάλογες δηλώσεις «αβάσιμες».

Με την συμβολή του Άντριου Μόραν.

Νέες Ρωσικές επιθέσεις στο Κίεβο – παρέμβαση Τραμπ για εκεχειρία και άμεση ειρήνη

Ο Ντόναλντ Τραμπ προέτρεψε δημόσια τον Βλαντιμίρ Πούτιν να σταματήσει τις επιθέσεις κατά της Ουκρανίας, λίγες ώρες μετά τον σφοδρό ρωσικό βομβαρδισμό του Κιέβου στις 24 Απριλίου, που προκάλεσε ανθρώπινες απώλειες και εκτεταμένες καταστροφές.

Μέσω της πλατφόρμας Truth Social, ο Τραμπ εξέφρασε την έντονη δυσαρέσκειά του, γράφοντας: «Δεν είμαι καθόλου ικανοποιημένος με τις ρωσικές επιθέσεις στο ΚΙΕΒΟ. Δεν ήταν απαραίτητες, και έρχονται σε πολύ άσχημη χρονική στιγμή. Βλαντιμίρ, ΣΤΑΜΑΤΑ! Χάνονται 5.000 στρατιώτες κάθε εβδομάδα. Ας κλείσουμε τη Συμφωνία Ειρήνης ΤΩΡΑ!»

Οι ουκρανικές αρχές ανέφεραν πως τουλάχιστον εννέα άτομα σκοτώθηκαν και πάνω από 70 τραυματίστηκαν στη μεγαλύτερη αεροπορική επίθεση στην πρωτεύουσα από τον Ιούλιο του 2024. Όπως ανακοίνωσε η Στρατιωτική Διοίκηση της Πόλης του Κιέβου στο Telegram, η πόλη επλήγη από κύμα drones και βαλλιστικών πυραύλων.

Οι επιχειρήσεις διάσωσης συνεχίζονταν καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, με συνεργεία να αναζητούν επιζώντες κάτω από τα ερείπια. Οι ενδείξεις για αύξηση του αριθμού των θυμάτων εντείνουν την αγωνία, ενώ οι επιθέσεις σημειώθηκαν τη στιγμή που οι ΗΠΑ προσπαθούσαν να μεσολαβήσουν για προσωρινή κατάπαυση του πυρός στην περιοχή.

Λίγες ώρες νωρίτερα, στις 23 Απριλίου, ο Τραμπ είχε κατηγορήσει τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι ότι εμποδίζει τον τερματισμό της αιματοχυσίας, αρνούμενος να αποδεχθεί την παραχώρηση της Κριμαίας στη Ρωσία στο πλαίσιο μιας ειρηνευτικής συμφωνίας. Η Κριμαία, με ρωσική πλειοψηφία στον πληθυσμό της, είχε μεταφερθεί στη Σοβιετική Δημοκρατία της Ουκρανίας το 1954, ενώ μετά την ανεξαρτητοποίηση της Ουκρανίας το 1991, παρέμεινε τυπικά υπό τον έλεγχο του Κιέβου, μέχρι που αυτονομιστές και η Μόσχα την προσάρτησαν το 2014, μετά από αμφιλεγόμενο δημοψήφισμα.

Από την πλευρά του, ο Ζελένσκι έχει διαμηνύσει κατ’ επανάληψη πως δεν πρόκειται να δεχθεί οποιαδήποτε παραχώρηση ουκρανικών εδαφών που έχουν καταλάβει οι ρωσικές δυνάμεις από την εισβολή του Φεβρουαρίου 2022 και μετά. Στις 24 Απριλίου, σημείωσε ότι η Ουκρανία είχε κάνει αποδεκτή πρόταση κατάπαυσης πυρός που μετέφεραν οι ΗΠΑ 44 ημέρες πριν, τονίζοντας ότι η Ρωσία εξακολούθησε να κλιμακώνει τις επιθέσεις της.

Αργότερα μέσα στην ημέρα, ο Τραμπ αναμένεται να συναντηθεί με τον Νορβηγό πρωθυπουργό Γιόνας Γκαρ Στόρε, με αντικείμενο συζήτησης τον πόλεμο στην Ουκρανία και τα αμοιβαία δασμολόγια στις εμπορικές συναλλαγές. Η Νορβηγία, μέλος του ΝΑΤΟ και σημαντικός σύμμαχος της Ουκρανίας στην περιοχή, έχει σύνορα 198 χιλιόμετρων με τη Ρωσία.

Στο μεταξύ, ακυρώθηκε επ’ αόριστον συνάντηση κορυφαίων ΥΠΕΞ που είχε προγραμματιστεί για τις 23 Απριλίου στο Λονδίνο, με σκοπό την αναζήτηση ειρηνευτικής φόρμουλας μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Η ακύρωση αυτή ήρθε λίγες ώρες αφού ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο ματαίωσε επίσκεψη στη βρετανική πρωτεύουσα, όπου θα συμμετείχε στη σύσκεψη με τους υπόλοιπους ΥΠΕΞ.

Στις 18 Απριλίου, ο Ρούμπιο είχε καταστήσει σαφές ότι οι ΗΠΑ είναι έτοιμες να εγκαταλείψουν κάθε προσπάθεια διαμεσολάβησης για ειρηνευτική συμφωνία, εάν δεν υπάρξουν σύντομα αποτελέσματα. Την ίδια ημέρα, η υπουργός Οικονομίας της Ουκρανίας, Γιούλια Σβιρύντενκο, υπέγραψε μνημόνιο κατανόησης με τις ΗΠΑ που ανοίγει τον δρόμο για συμφωνία σχετικά με τα κοιτάσματα σπάνιων γαιών – μια βιομηχανία κρίσιμη για την τεχνολογία.

Η Ουκρανία διαθέτει πλούσια αποθέματα σε υλικά όπως γραφίτης, λίθιο, τιτάνιο και ουράνιο, απαραίτητα για βιομηχανίες υψηλής τεχνολογίας και ηλεκτρονικά είδη. Οι λεπτομέρειες της συμφωνίας δεν έχουν γίνει γνωστές, ούτε έχει αποσαφηνιστεί αν περιλαμβάνονται οι εγγυήσεις ασφαλείας που ζητά ο Ζελένσκι προκειμένου να αποτραπεί μελλοντική ρωσική επιθετικότητα.

Η συγκεκριμένη συμφωνία επρόκειτο να υπογραφεί τον Μάρτιο, αλλά αναβλήθηκε μετά από δημόσια αντιπαράθεση μεταξύ Ζελένσκι, Τραμπ και του Αμερικανού αντιπροέδρου Τζει Ντι Βανς, κατά τη διάρκεια συνάντησής τους στο Οβάλ Γραφείο στις 28 Φεβρουαρίου. Μετά το περιστατικό, ο Ζελένσκι χαρακτήρισε τη διαμάχη «λυπηρή» και εξέφρασε εκ νέου πρόθεση να υπογράψει τη στρατηγική συμφωνία με τις ΗΠΑ.

Με την συμβολή του Associated Press.

Ο πρωθυπουργός της Νορβηγίας επισκέπτεται τον Λευκό Οίκο για να ενισχύσει τους δεσμούς και να συζητήσει τους δασμούς

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ — Ο Νορβηγός πρωθυπουργός Γιόνας Γκαρ Στέρε θα συναντηθεί με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο στις 24 Απριλίου σε μια διπλωματική συνάντηση που συνδυάζει πραγματισμό και στρατηγική ευθυγράμμιση.

Συνοδευόμενος από τον υπουργό Οικονομικών Γενς Στόλτενμπεργκ, η επίσκεψη υπογραμμίζει τη λεπτή ισορροπία των διατλαντικών σχέσεων εν μέσω αυξανόμενων εμπορικών διαφορών και κοινών επιταγών ασφάλειας.

Τα θέματα της συζήτησης θα περιλαμβάνουν το εμπόριο και την περιφερειακή ασφάλεια, μεταξύ άλλων θεμάτων, είπε η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου Κάρολαϊν Λέβιτ σε δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια ενημέρωσης, στις 22 Απριλίου.

Οι ηγέτες αναμένεται να συζητήσουν τους πρόσφατους δασμούς 15% στα νορβηγικά προϊόντα που πωλούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες, που μειώθηκαν προσωρινά στο 10% μέχρι τις αρχές Ιουλίου

Επειδή οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Νορβηγίας, μετά την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι εισφορές των ΗΠΑ επηρεάζουν τις εξαγωγές όπως το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και τα θαλασσινά, στα οποία βασίζεται η οικονομία της σκανδιναβικής χώρας.

Οι Νορβηγοί αξιωματούχοι τόνισαν την οικονομική εταιρική σχέση, ενώ πρότειναν ότι οι διαπραγματεύσεις θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν εξαιρέσεις για ορισμένα προϊόντα ή μετριασμούς για τον περιορισμό των επιπτώσεων των δασμών.

«Η Νορβηγία και οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεργάζονται σε διάφορους τομείς και οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ένας σημαντικός εμπορικός εταίρος», δήλωσε ο Στέρε.

«Ανυπομονώ να μιλήσουμε για τομείς στους οποίους μπορούμε να συνεργαστούμε ακόμη πιο στενά στο μέλλον.»

Εκφράζοντας συγκρατημένη αισιοδοξία ότι μπορεί να επιτευχθεί συμφωνία, ο μακροχρόνιος ηγέτης των Εργατικών θα προσπαθήσει να επιλύσει τις εμπορικές εντάσεις.

Στο τραπέζι της επίσκεψης εργασίας βρίσκεται επίσης ο ρόλος που διαδραματίζει η Νορβηγία τόσο στο ΝΑΤΟ, στην ίδρυση του οποίου συμμετείχε, όσο και στη σύγκρουση μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας.

Η Νορβηγία, που έχει προσφέρει σημαντική υποστήριξη στην Ουκρανία, ζήτησε μια ειρηνευτική συμφωνία που δεν προσφέρει παραχωρήσεις προς όφελος της Ρωσίας.

Η Νορβηγία παρέχει επίσης βοήθεια και χρηματοδοτεί επιχειρήσεις στην περιοχή, ύψους άνω των 1,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, για τη βελτίωση της ευρωπαϊκής ενεργειακής ασφάλειας.

Η ασφάλεια στην περιοχή της Αρκτικής αποτελεί εδώ και καιρό προτεραιότητα του Τραμπ, ο οποίος έχει επανειλημμένα ζητήσει από τους συμμάχους του ΝΑΤΟ να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες και να συνεργαστούν για να εξασφαλίσουν ειρήνη και σταθερότητα.

Ο πρόεδρος συναντήθηκε για τελευταία φορά επίσημα με τους ηγέτες της Νορβηγίας -και την τότε πρωθυπουργού Έρνα Σόλμπεργκ – το 2018.

«Η Νορβηγία είναι ένας μεγάλος πελάτης και ένας μεγάλος σύμμαχος», είπε τότε ο Τραμπ κατά τη διάρκεια επίσκεψης εργασίας στον Λευκό Οίκο, επαινώντας τις νορβηγικές αγορές στρατιωτικών αεροσκαφών αμερικανικής κατασκευής.

«Οι Νορβηγοί και οι Αμερικανοί έχουν τόσα κοινά. Είμαστε έθνη που αποτελούνται από δυνατούς, πρωτοπόρους και ριψοκίνδυνους ανθρώπους.»

Πέρα από τα γεωπολιτικά ζητήματα, η επίσκεψη έχει εσωτερικές επιπτώσεις και για τις δύο πλευρές, με τον Στέρε να αντιμετωπίζει βουλευτικές εκλογές τον Σεπτέμβριο.

Ο Λευκός Οίκος επιδιώκει να προβάλει δύναμη και σταθερότητα στην παγκόσμια σκηνή, ενώ παράλληλα εξισορροπεί βασικές συμμαχίες εμπορίου και ασφάλειας και προβάλλει την προεδρική ατζέντα σύμφωνα με την οποία έρχεται «Πρώτα η Αμερική».

Αξιωματούχοι που εκπροσωπούν τα δύο έθνη έχουν επισημάνει ότι η επίσκεψη του Νορβηγού πρωθυπουργού, η 13η ξένου ηγέτη στον Λευκό Οίκο κατά τη δεύτερη θητεία του Τραμπ, υπογραμμίζει την αναγκαιότητα και την πολυπλοκότητα της διατήρησης των παγκόσμιων δεσμών.

Οι δύο χώρες διατηρούν ειρηνικές διπλωματικές σχέσεις βασισμένες σε δημοκρατικές αξίες και αμοιβαίο σεβασμό από το 1905, όταν η σκανδιναβική χώρα αποσχίστηκε από τη Σουηδία, σύμφωνα με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.

Η συνάντηση έπεται ανακοίνωσης Συμβουλίου Έρευνας της Νορβηγίας, στις 23 Απριλίου, για τις ερευνητικές υποτροφίες ύψους 7,2 εκατομμυρίων δολαρίων που προσφέρει με στόχο την πρόσληψη κορυφαίων ακαδημαϊκών ταλέντων από πανεπιστήμια σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών.

«Η ακαδημαϊκή ελευθερία βρίσκεται υπό πίεση στις Ηνωμένες Πολιτείες και είναι μια απρόβλεπτη θέση για πολλούς ερευνητές στο κάποτε κορυφαίο έθνος της γνώσης στον κόσμο για πολλές δεκαετίες», δήλωσε ο Ζίγκρουν Άασλαντ, υπουργός Έρευνας και Ανώτατης Εκπαίδευσης της Νορβηγίας.

«Είναι σημαντικό για τη Νορβηγία να δράσει προληπτικά σε αυτήν την απαιτητική κατάσταση στην οποία βρίσκεται η ακαδημαϊκή ελευθερία. Μπορούμε να κάνουμε τη διαφορά για εξαιρετικούς ερευνητές και σημαντικές γνώσεις, και θέλουμε να το κάνουμε όσο το δυνατόν γρηγορότερα.»

Του Travis Gillmore

Η γαλακτοβιομηχανία των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι θα αφαιρέσει τις τεχνητές χρωστικές από τα προϊόντα που πωλούνται στα σχολεία

Οι γαλακτοκομικές εταιρείες των ΗΠΑ δεσμεύονται να αφαιρέσουν τις πιστοποιημένες τεχνητές χρωστικές από προϊόντα που πωλούνται σε σχολεία, στο πλαίσιο μιας νέας εθελοντικής δέσμευσης που αποκαλύφθηκε από τη Διεθνή Ένωση Γαλακτοκομικών Τροφίμων στις 22 Απριλίου.

Η δέσμευση, που υπογράφεται από πολλές εταιρείες, αναφέρει ότι οι επιχειρήσεις που πωλούν τρόφιμα σε σχολεία για τα εθνικά σχολικά προγράμματα μεσημεριανού γεύματος και πρωινού θα σταματήσουν να προσθέτουν τεχνητές χρωστικές στα προϊόντα έως τον Ιούλιο του 2026 ή την έναρξη του σχολικού έτους 2026-2027.

Η δέσμευση «θα βοηθήσει να διασφαλιστεί ότι τα παιδιά της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης θα συνεχίσουν να έχουν πρόσβαση στο αγαπημένο τους γάλα, τυρί και γιαούρτι, χωρίς πιστοποιημένα τεχνητά χρώματα», δήλωσε ο Μάικλ Ντάυκς, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ένωσης.

Σχεδόν 30 εκατομμύρια παιδιά συμμετέχουν στα προγράμματα σχολικών γευμάτων.

Αξιωματούχοι του κλάδου λένε ότι τα περισσότερα γαλακτοκομικά προϊόντα που πωλούνται στα σχολεία είναι ήδη απαλλαγμένα από τεχνητές χρωστικές, καθώς οι εταιρείες τις έχουν αφαιρέσει ή αντικαταστήσει. Ορισμένα προϊόντα, ωστόσο, περιέχουν κόκκινο 3, κόκκινο 40, πράσινο 3, μπλε 1, μπλε 2, κίτρινο 5 ή κίτρινο 6.

Ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ έχει υποστηρίξει στο παρελθόν ότι οι τεχνητές χρωστικές είναι γενικά ασφαλείς. Ωστόσο, ο Μάρτυ Μακάρυ, ο νέος επίτροπος του οργανισμού, ανακοίνωσε στις 22 Απριλίου ότι οι ρυθμιστικές αρχές απαγορεύουν δύο βαφές και συνεργάζονται με εταιρείες για την εξάλειψη των υπόλοιπων εγκεκριμένων χρωστικών.

«Τα παιδιά της Αμερικής ζουν σε μια τοξική σούπα συνθετικών χημικών ουσιών», είπε ο Μακάρυ σε συνέντευξη Τύπου. «Η επιστημονική κοινότητα έχει διεξαγάγει μια σειρά από μελέτες που εγείρουν ανησυχίες σχετικά με τη συσχέτιση των συνθετικών χρωστικών με βάση το πετρέλαιο και αρκετών παθήσεων υγείας, όπως η διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας, η παχυσαρκία, ο διαβήτης, η αντίσταση στην ινσουλίνη, ο καρκίνος, η διαταραχή του γονιδιώματος […] και οι αλλεργικές αντιδράσεις.»

Οι αξιωματούχοι επεσήμαναν ένα έγγραφο του 2012 που τεκμηριώνει ότι ορισμένες χρωστικές βρέθηκαν να είναι καρκινογόνες ή να προκαλούν αντιδράσεις υπερευαισθησίας, και μια μελέτη του 2007 που διαπίστωσε ότι τα πρόσθετα οδηγούν σε έντονη υπερκινητικότητα στα παιδιά.

Αξιωματούχοι της γαλακτοβιομηχανίας σημείωσαν ότι πέντε πολιτείες, συμπεριλαμβανομένης της Δυτικής Βιρτζίνια, έχουν ήδη ψηφίσει νόμους που απαγορεύουν τις τεχνητές χρωστικές στα σχολεία. Είπαν ότι πιστεύουν ότι πιθανότατα θα ακολουθήσουν και άλλες πολιτείες.

Όλες οι εταιρείες που είναι μέλη της International Dairy Foods Association, συμπεριλαμβανομένων των Sargento Foods και Turkey Hill Dairy, έχουν υπογράψει τη δέσμευση, σύμφωνα με την ένωση.

Η ανακοίνωση της ένωσης «δείχνει πως η γαλακτοβιομηχανία οδηγεί εθελοντικά την αλλαγή και δίνει στους καταναλωτές αυτό που θέλουν, χωρίς κυβερνητικές εντολές», δήλωσε η Γραμματέας Γεωργίας Μπρουκ Ρόλλινς, επισημαίνοντας ότι προσβλέπει και άλλες βιομηχανίες να συνεργαστούν με την κυβέρνηση στην προσπάθεια της να «κάνει την Αμερική υγιή ξανά».

Ενώ ο FDA απαγόρευσε τη χρήση των Citrus Red No. 2 και Orange B, πέρα ​​από την υπάρχουσα απαγόρευση του Red No. 3, οι αξιωματούχοι επέλεξαν να μην ανακαλέσουν την άδεια για έξι άλλες συνθετικές χρωστικές που χρησιμοποιούνται σε τρόφιμα και ποτά. Αντίθετα, ο Μακάρυ και ο υπουργός Υγείας Ρόμπερτ Κέννεντυ δήλωσαν ότι οι εταιρείες τροφίμων και ποτών έχουν δεσμευτεί να καταργήσουν σταδιακά και τις υπόλοιπες βαφές.

«Πιστεύω στην αγάπη – ας ξεκινήσουμε με φιλικό τρόπο και ας δούμε αν μπορούμε να το κάνουμε αυτό χωρίς καμία νομοθετική ή κανονιστική αλλαγή, αλλά εξερευνώντας κάθε εργαλείο για να βεβαιωθούμε ότι αυτό θα γίνει πολύ γρήγορα», είπε ο Μακάρυ.

«Εκτιμούμε ότι η διοίκηση επιβεβαίωσε εκ νέου την ηγετική της θέση ως απάντηση στην κρατική δραστηριότηταςστον τομέα της ρύθμισης των τροφίμων», δήλωσε η Μελίσσα Χόκσταντ, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος του Consumer Brands Association, που εκπροσωπεί τους κατασκευαστές τροφίμων και ποτών. «Ένα κρατικό συνονθύλευμα διαφορετικών νόμων δημιουργεί σύγχυση στους καταναλωτές, περιορίζει την πρόσβαση σε καθημερινά αγαθά, αποτρέπει την καινοτομία και αυξάνει το κόστος στο παντοπωλείο.»

Οι επικριτές υποστηρίζουν ότι οι αξιωματούχοι θα πρέπει να απαγορεύσουν όλες τις χρωστικές, αντί να βασίζονται σε εθελοντικές δεσμεύσεις.

«Η ιστορία μας λέει ότι το να βασιζόμαστε στην εθελοντική συμμόρφωση της βιομηχανίας τροφίμων έχει αποδειχθεί πολύ συχνά ανοησία», δήλωσε ο Πήτερ Λούρικ, πρόεδρος του Κέντρου για την Επιστήμη στο Δημόσιο Συμφέρον, στις 22 Απριλίου.

FBI: Οι απώλειες από το διαδικτυακό έγκλημα αυξήθηκαν κατά 33% το 2024, ξεπερνώντας τα 16 δισεκατομμύρια δολάρια

Το διαδικτυακό έγκλημα κόστισε στα θύματα, στις Ηνωμένες Πολιτείες, περισσότερα από 16,6 δισεκατομμύρια δολάρια το 2024, σημειώνοντας αύξηση-ρεκόρ 33% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, σύμφωνα με νέα έκθεση του FBI.

Τα στοιχεία, που δημοσιεύθηκαν στην ετήσια έκθεση του Κέντρου Παραπόνων για Εγκλήματα στο Διαδίκτυο (IC3) της υπηρεσίας, δείχνουν ότι οι Αμερικανοί υπέβαλαν περισσότερες από 859.000 καταγγελίες πέρυσι, με περισσότερες από 256.000 να αναφέρουν οικονομικές απώλειες. Η μέση απώλεια ανά περιστατικό ξεπέρασε τα $19.000.

«Οι εγκληματίες που αντιμετωπίζουν οι Αμερικανοί σήμερα μπορεί να φαίνονται διαφορετικοί από ό,τι στο παρελθόν, αλλά εξακολουθούν να θέλουν το ίδιο πράγμα: να βλάψουν τους Αμερικανούς για ίδιον όφελος», δήλωσε ο Τσαντ Γιάρμπρουγκ, Διευθυντής Εγκληματολογίας και Κυβερνοεπιχειρήσεων στο FBI. «Αυτό με φέρνει πίσω στο ορόσημο του ενός τετάρτου του αιώνα του IC3. Ενώ οι κορυφαίες απειλές που αντιμετωπίζει η χώρα μας έχουν σίγουρα μετατοπιστεί με το πέρασμα των χρόνων, η προστασία των Αμερικανών πολιτών — είτε αυτό σημαίνει την ασφάλειά σας, τα χρήματά σας είτε τα δεδομένα σας — παραμένει ακρογωνιαίος λίθος της αποστολής του FBI.»

Οι απάτες phishing (ψαρέματος, εξαπάτησης) και πλαστογράφησης ήταν το συνηθέστερο είδος εγκλήματος, με περισσότερες από 193.000 καταγγελίες. Ο εκβιασμός ήταν η δεύτερη πιο συχνή κατηγορία, με περισσότερες από 86.000 υποθέσεις, και ακολουθούσαν οι παραβιάσεις προσωπικών δεδομένων, οι οποίες ξεπέρασαν τις 64.000.

Οι επενδυτικές απάτες προκάλεσαν την υψηλότερη χρηματική ζημία, με τη συνολική χρηματική απώλεια να ξεπερνά τα 6,5 δισεκατομμύρια δολάρια. Η παραβίαση του επαγγελματικού email κατέλαβε τη δεύτερη θέση με απώλειες 2,77 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ακολουθούμενη από τις άπατες στην τεχνική υποστήριξη στα 1,46 δισεκατομμύρια δολάρια και τις παραβιάσεις προσωπικών δεδομένων στα 1,45 δισεκατομμύρια δολάρια.

Τα κρυπτονομίσματα ήταν ένα κοινό εργαλείο στις διαδικτυακές απάτες, με αναφορές σε 149.000 καταγγελίες και απώλειες που ξεπέρασαν τα 9,3 δισεκατομμύρια δολάρια — αύξηση 66% από το 2023.

Οι άνω των 60 ετών επλήγησαν ιδιαίτερα, όπως δείχνουν οι 150.000 καταγγελίες του 2024, αναφέροντας ζημίες 4,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων — αύξηση άνω του 40% από το προηγούμενο έτος. Τα πιο επιζήμια προγράμματα που στοχεύουν ηλικιωμένους Αμερικανούς περιελάμβαναν επενδυτικές απάτες, απάτες με τεχνική υποστήριξη και ερωτικές απάτες. Οι μεγαλύτερες ηλικίες επηρεάστηκαν περισσότερο και σε περιπτώσεις που σχετίζονται με κρυπτονομίσματα, χάνοντας περισσότερα από 2,8 δισεκατομμύρια δολάρια.

«Η αναφορά είναι ένα από τα πρώτα και πιο σημαντικά βήματα για την καταπολέμηση του εγκλήματος, επομένως οι αρχές επιβολής του νόμου μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτές τις πληροφορίες για την καταπολέμηση της διαδικτυακής εξαπάτησης», δήλωσε ο διευθυντής του FBI Κας Πατέλ. «Το IC3, το οποίο γιορτάζει την 25η επέτειό του φέτος, είναι τόσο επιτυχημένο όσο και οι αναφορές που λαμβάνει· γι’ αυτό είναι επιτακτική ανάγκη το κοινό να αναφέρει αμέσως στο FBI κάθε ύποπτη εγκληματική δραστηριότητα που εντοπίζει στον κυβερνοχώρο».

Το FBI είπε ότι συνεχίζει να επεκτείνει τις προσπάθειες πρόληψης και αποκατάστασης μέσω συνεργασιών και πρωτοβουλιών επιβολής. Σε μια περίπτωση, η Ομάδα Ανάκτησης Περιουσιακών Στοιχείων της εταιρείας πάγωσε περισσότερα από 5 εκατομμύρια δολάρια, που συνδέονταν με μια απάτη παραβιασμένης αλληλογραφίας (BEC) που στόχευε μια συναλλαγή ακινήτων στις ΗΠΑ.

Σύμφωνα με την έκθεση, σε μια απάτη παραβιασμένης αλληλογραφίας επιχειρήσεων – ή αλλιώς BEC – εγκληματίες του κυβερνοχώρου υποδύονται στελέχη ή έμπιστες επαφές για να εξαπατήσουν τους υπαλλήλους να μεταφέρουν κεφάλαια ή να αποκαλύψουν ευαίσθητες πληροφορίες. Αυτές οι απάτες συχνά περιλαμβάνουν τη χρήση χακαρισμένων ή πλαστογραφημένων λογαριασμών email για την πραγματοποίηση μη εξουσιοδοτημένων συναλλαγών.

Ο οργανισμός πιστώνει επίσης τις παγκόσμιες συνεργασίες του για τη διακοπή των διεθνών δικτύων απάτης και την εξάρθρωση μεγάλων δικτύων ransomware (λογισμικό που κλειδώνει τον υπολογιστή και ζητάει λύτρα) και malware (κακόβουλο λογισμικό).

Το FBI τόνισε ότι οι εγκληματίες του κυβερνοχώρου εξελίσσουν συνεχώς τις τακτικές τους και ενθάρρυνε το κοινό να αναφέρει κάθε ύποπτη συναλλαγή στο IC3. Από την έναρξή του, πριν από 25 χρόνια, το κέντρο έχει λάβει περισσότερα από 9 εκατομμύρια αναφορές.

Του Chase Smith

Επτά χρόνια κάθειρξης σε Αμερικανό υπαξιωματικό για κατασκοπεία υπέρ της Κίνας

Αμερικανός που εργαζόταν στην υπηρεσία πληροφοριών του στρατού καταδικάστηκε χθες Τετάρτη να εκτίσει επτά χρόνια κάθειρξης διότι παρείχε στην Κίνα διαβαθμισμένες πληροφορίες για τις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ, τον οπλισμό τους και τη στρατηγική της, ανακοίνωσε το υπουργείο Δικαιοσύνης της κυβέρνησης του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

Ο Κόρμπαϊν Σουλτς, ο οποίος συνελήφθη τον Μάρτιο του 2024 σε στρατιωτική βάση στο ανατολικό τμήμα της χώρας, ομολόγησε την ενοχή του τον Αύγουστο.

Ανάμεσα στα έγγραφα που παρέδωσε σε πρόσωπο το οποίο «συνδεόταν» με την Κίνα ήταν έκθεση για τα διδάγματα που άντλησαν οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία και θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για την υπεράσπιση της Ταϊβάν, νήσου που το Πεκίνο θεωρεί κινεζική επαρχία και ουδέποτε έχει αποκλείσει τη χρήση βίας για την επανένωσή της με την ηπειρωτική χώρα.

Άλλα έγγραφα περιείχαν πληροφορίες για το πώς βλέπει το Πεντάγωνο τις κινεζικές στρατιωτικές τακτικές, για ασκήσεις των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων στη Νότια Κορέα και στις Φιλιππίνες, ακόμη και λεπτομέρειες για οπλικά συστήματα όπως το ελικόπτερο HH-60 ή το μαχητικό αεροσκάφος χαμηλής παρατηρησιμότητας F-22.

Ο 25χρονος υπαξιωματικός έλαβε, σύμφωνα με το δελτίο Τύπου του υπουργείου Δικαιοσύνης, 42.000 δολάρια για τις πληροφορίες αυτές – τουλάχιστον 92 έγγραφα – από τον Μάιο του 2022 ως τον Μάρτιο του 2024.

«Το υπουργείο Δικαιοσύνης συνεχίζει να επαγρυπνεί για τη στοχοποίηση από την Κίνα των ενόπλων δυνάμεών μας και θα εγγυηθεί πως όσοι αποκαλύπτουν στρατιωτικά μυστικά θα περάσουν χρόνια πίσω από τα σίδερα», διεμήνυσε η Παμ Μπόντι, η υπουργός Δικαιοσύνης, στο δελτίο Τύπου.

«Η καταδίκη αυτή είναι προειδοποίηση προς όσους προδίδουν τη χώρα μας: θα πληρώσετε ακριβά», πλειοδότησε ο διευθυντής του FBI Κας Πατέλ.

ΗΠΑ–Κίνα: Η αθέατη διάσταση του εμπορικού πολέμου στον τομέα των φαρμάκων

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ – Καθώς η πανδημία COVID-19 εξαπλωνόταν παγκοσμίως το 2020, τα νοσοκομεία των Ηνωμένων Πολιτειών βρέθηκαν να πασχίζουν να εξασφαλίσουν μάσκες, γάντια και άλλες βασικές ιατρικές προμήθειες.

Η κρίση αυτή λειτούργησε ως ηχηρό καμπανάκι κινδύνου για τις ΗΠΑ, παρά την ηγετική τους θέση στη φαρμακευτική βιομηχανία. Πολιτικοί και παράγοντες στον τομέα της Υγείας δεσμεύτηκαν να αντιμετωπίσουν τη σοβαρή εξάρτηση της χώρας από εισαγόμενα ιατρικά εφόδια — ένα πρόβλημα που μέχρι τότε είχε περάσει σχεδόν απαρατήρητο.

Ωστόσο, λίγα έχουν αλλάξει από τότε, όπως επεσήμανε ο Μάικλ Άινχορν, ιδρυτής της εταιρείας ιατρικών προμηθειών Dealmed με έδρα τη Νέα Υόρκη, σε δηλώσεις του στην Epoch Times. Ο Άινχορν θυμήθηκε τον Μάρτιο του 2020, όταν έγινε μάρτυρας αυτού που περιέγραψε ως «εφιάλτη της εφοδιαστικής αλυσίδας», καθώς οι αποστολές από την Κίνα σταμάτησαν απότομα.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η αμερικανική εφοδιαστική αλυσίδα για γενόσημα φάρμακα εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την παγκόσμια παραγωγή, με σημαντικό ποσοστό των πρώτων υλών να προέρχεται από την Κίνα.

Στην προσπάθεια περιορισμού αυτής της εξάρτησης, η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε την 1η Απριλίου την έναρξη έρευνας, στο πλαίσιο του άρθρου 232, για να εξεταστούν οι επιπτώσεις των εισαγωγών φαρμάκων και των συστατικών τους στην εθνική ασφάλεια. Παράλληλα, δρομολογήθηκε και μια αντίστοιχη έρευνα για τους ημιαγωγούς.

Ο Άινχορν σχολίασε πως αυτές οι έρευνες ήταν «πολυαναμενόμενες», επισημαίνοντας ότι η εξάρτηση των ΗΠΑ από την Κίνα στον τομέα των φαρμάκων είναι το αποτέλεσμα της μακρόχρονης στρατηγικής του Πεκίνου για κυριαρχία σε καίριους τομείς, σε συνδυασμό με δομικά προβλήματα του αμερικανικού συστήματος υγείας και την απουσία αποφασιστικής πολιτικής βούλησης από την πλευρά της Ουάσιγκτον.

Σύμφωνα με ειδικούς του κλάδου, η φαρμακοβιομηχανία διαφέρει από τη βιομηχανία αυτοκινήτων, όπου η κυβέρνηση των ΗΠΑ αναγνωρίζει ότι δεν μπορεί να επιβάλει δασμούς χωρίς ένα συνολικό στρατηγικό σχέδιο, καθώς κάτι τέτοιο θα προκαλούσε σοβαρές ελλείψεις και αυξήσεις τιμών.

Ο Άινχορν επεσήμανε ότι η κατάσταση αυτή προσφέρει σημαντικό πλεονέκτημα στην Κίνα, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «έχουν όλα τα ατού» — κάτι που, όπως σημείωσε, πολλοί δεν θέλουν να παραδεχτούν.

Απειλή για την εθνική ασφάλεια

Η απώλεια της δυνατότητας των Ηνωμένων Πολιτειών να παράγουν σωτήρια φάρμακα λόγω της μεταφοράς της παραγωγής στο εξωτερικό, κυρίως στην Κίνα, συνιστά απειλή για την εθνική ασφάλεια, σύμφωνα με ειδικούς.

Όπως υποστηρίζει η Ρόζμαρυ Γκίμπσον, συγγραφέας του βιβλίου «China RX: Exposing the Risks of America’s Dependence on China for Medicine» («Η κινεζική συνταγή: Αποκαλύπτοντας τους κινδύνους της εξάρτησης της Αμερικής από την Κίνα για φάρμακα»), πρόκειται για πρόβλημα που έχει δημιουργήσει ο άνθρωπος, αλλά που είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί.

Σε συνέντευξή της στον παρουσιαστή της εκπομπής «American Thought Leaders» του Epoch TV, Γιαν Γεκιέλεκ, δήλωσε ότι το υπάρχον σύστημα είναι «σχεδιασμένο με ακρίβεια για καταστροφική αποτυχία και σημαντική απώλεια ανθρώπινων ζωών» — και αυτό, όπως είπε, πρέπει να αλλάξει.

Η Γκίμπσον ανέφερε ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν πλέον να παράγουν οι ίδιες εξ ολοκλήρου αντιβιοτικά, περιλαμβανομένης της πενικιλίνης και άλλων ουσιών κρίσιμων για τη θεραπεία σηψαιμίας, πνευμονίας και σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων.

(Joe Raedle/Getty Images)

 

Η νέα έρευνα βάσει του άρθρου 232 καλύπτει τόσο τα τελικά γενόσημα και μη γενόσημα φάρμακα όσο και τις κρίσιμες πρώτες ύλες, όπως τα δραστικά συστατικά και τα βασικά αρχικά υλικά, καθώς και τα παράγωγα προϊόντα τους. Πολλοί αναλυτές εθνικής ασφάλειας εκφράζουν την ελπίδα ότι η έρευνα αυτή θα βοηθήσει την αμερικανική κυβέρνηση να καταρτίσει ένα στοχευμένο και αποτελεσματικό στρατηγικό σχέδιο.

Ο Βίκτορ Σουάρες, απόστρατος συνταγματάρχης του αμερικανικού στρατού και επισκέπτης ερευνητής στο Συµβούλιο Στρατηγικών Κινδύνων (Council on Strategic Risks), δήλωσε στην Epoch Times ότι όταν μια χώρα χάνει τη βιομηχανική της βάση — δηλαδή, την ικανότητα να παράγει — γίνεται ιδιαίτερα ευάλωτη.

Υπενθύμισε ότι κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η συμβολή του ιδιωτικού τομέα ήταν καθοριστική για τη νίκη των ΗΠΑ, καθώς εργοστάσια που παρήγαν αυτοκίνητα και οικιακές συσκευές στράφηκαν άμεσα στην κατασκευή πολεμικού υλικού. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «ήταν η βιομηχανία που έσωσε τη χώρα μας».

Στο βιβλίο της, η Γκίμπσον περιγράφει πώς το Πεκίνο χρησιμοποίησε τη γνωστή του στρατηγική για να κυριαρχήσει σε βασικούς τομείς όπως τα φάρμακα, εξηγώντας πώς αυτές οι εμπορικές πρακτικές συνέβαλαν στο κλείσιμο της τελευταίας μονάδας ζύμωσης πενικιλίνης στις ΗΠΑ, στις αρχές της δεκαετίας του 2000.

Μετά την ένταξή της στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 2001, η Κίνα άρχισε να πλημμυρίζει την παγκόσμια αγορά με φθηνές πρώτες ύλες πενικιλίνης. Σύμφωνα με τη Γκίμπσον, ο στόχος ήταν να εκτοπιστούν οι παραγωγοί των ΗΠΑ, της Ευρώπης, ακόμη και της Ινδίας. Όταν η Κίνα πέτυχε την κυριαρχία της στην αγορά, προχώρησε σε αύξηση των τιμών.

Το μυστικό όπλο της Κίνας

Η Κίνα αποτελεί κυρίαρχο προμηθευτή φαρμακευτικών πρώτων υλών παγκοσμίως. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ρόζμαρυ Γκίμπσον, οι Ηνωμένες Πολιτείες εξαρτώνται από την Κίνα για το 95% περίπου των βασικών συστατικών που απαιτούνται για την παραγωγή γενοσήμων φαρμάκων.

Ακόμη κι αν οι ΗΠΑ μειώσουν την άμεση εξάρτησή τους από τα φάρμακα που προέρχονται από την Κίνα, θα εξακολουθούν να αγοράζουν φαρμακευτικά προϊόντα από χώρες που βασίζονται σε κινεζικά συστατικά, όπως τα δραστικά φαρμακευτικά συστατικά (Active Pharmaceutical Ingredients – APIs) και τα βασικά αρχικά υλικά (Key Starting Materials – KSMs).

Η εφοδιαστική αλυσίδα των φαρμάκων περιλαμβάνει συχνά πολυεπίπεδα στάδια παραγωγής, στα οποία τα KSMs παράγονται στην Κίνα και μεταφέρονται σε χώρες όπως η Ινδία για την παρασκευή των APIs. Η Κίνα κυριαρχεί και στην παραγωγή APIs. Ποιοτικά φάρμακα και APIs παράγονται επίσης στην Ιρλανδία. Το τελικό προϊόν εισάγεται και πάλι στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Εργάτες παρακολουθούν μια γραμμή παραγωγής καψουλών στο εργοστάσιο Tongrentang στο Πεκίνο. Κίνα, Αυγούστου 2007. (Teh Eng Koon/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο Μάικλ Άινχορν εξήγησε ότι «χωρίς τα KSMs δεν μπορείς να φτιάξεις APIs, και χωρίς APIs δεν μπορείς να παρασκευάσεις τα τελικά φάρμακα», τονίζοντας ότι η Κίνα βρίσκεται στη βάση της παγκόσμιας φαρμακευτικής εφοδιαστικής αλυσίδας.

Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει εκφράσει την πεποίθηση ότι η επιβολή δασμών στα φάρμακα θα ενισχύσει την εγχώρια παραγωγή και θα μειώσει την εξάρτηση από το εξωτερικό. Σε δηλώσεις του, στις 15 Απριλίου, ανέφερε ότι οι ΗΠΑ πλέον δεν παράγουν τα δικά τους φάρμακα, σημειώνοντας ότι οι φαρμακευτικές εταιρείες δραστηριοποιούνται στην Ιρλανδία και σε άλλες χώρες, περιλαμβανομένης της Κίνας. Υποστήριξε ότι αρκεί να επιβάλει έναν δασμό για να επιταχυνθεί η επιστροφή της παραγωγής στις ΗΠΑ.

Έπεται συνέχεια

Στο πλαίσιο της εν εξελίξει έρευνας, η κυβέρνηση συλλέγει πληροφορίες από ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερόμενων μερών, όπως ηγετικά στελέχη της αγοράς, επαγγελματικές ενώσεις, ακαδημαϊκούς και ειδικούς.

Ο υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λούτνικ δήλωσε στο ABC News, στις 13 Απριλίου, ότι οι αποφάσεις για τους δασμούς στους τομείς των φαρμάκων και των ημιαγωγών θα ληφθούν «μέσα στους επόμενους δύο μήνες».

Τόνισε ότι οι τομεακοί δασμοί στους συγκεκριμένους κλάδους δεν θα αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης με άλλες χώρες, διευκρινίζοντας πως αποτελούν μέρος της προσπάθειας επαναπατρισμού κρίσιμων παραγωγικών τομέων για λόγους εθνικής ασφάλειας.

Ο υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λούτνικ μιλά σε δημοσιογράφους, μετά από τηλεοπτική συνέντευξη στον Λευκό Οίκο, στις 14 Μαρτίου 2025. (Andrew Harnik/Getty Images)

 

Ο Βίκτορ Σουάρες εκτίμησε ότι οι δασμοί από μόνοι τους δεν επαρκούν για την επίτευξη ενός αποτελεσματικού στρατηγικού σχεδίου. Υποστήριξε ότι θα πρέπει να υπάρξει και ένα σύστημα κινήτρων για την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής, που θα μπορούσε να περιλαμβάνει φορολογικές ελαφρύνσεις για τις εταιρείες που επεκτείνουν τη δραστηριότητά τους, εκσυγχρονίζουν τις εγκαταστάσεις τους ή επενδύουν σε νέο εξοπλισμό.

Όπως σημείωσε, το 90 έως 92% των φαρμάκων που καταναλώνουν οι Αμερικανοί ανήκουν στην κατηγορία των γενοσήμων, η οποία, σε αντίθεση με τα επώνυμα φάρμακα, δεν προσελκύει επενδύσεις από κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου ή ιδιωτικά κεφάλαια. Κατά συνέπεια, επαφίεται στο κράτος να καλύψει αυτό το κενό.

Ο Σουάρες πρότεινε επίσης τη δημιουργία μιας στρατηγικής αποθήκης φαρμακευτικών πρώτων υλών, παρόμοιας με το στρατηγικό απόθεμα πετρελαίου που διατηρούν οι Ηνωμένες Πολιτείες από τη δεκαετία του 1970.

Εκτίμησε ότι οι αποθήκες KSMs και APIs θα μπορούσαν να διατηρούνται για χρόνια στις ΗΠΑ, προσφέροντας στρατηγική ευελιξία και προσαρμοστικότητα.

Το στρατηγικό απόθεμα πετρελαίου, το μεγαλύτερο στον κόσμο, δημιουργήθηκε μετά το αραβικό εμπάργκο πετρελαίου του 1973–1974, το οποίο προκάλεσε σοβαρές ελλείψεις και παγκόσμια ενεργειακή κρίση.

Ο Σουάρες τόνισε ότι κάθε υπεύθυνος οργανισμός, είτε πρόκειται για έθνος είτε για επιχείρηση, διαθέτει κάποιο σχέδιο αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών. Αναρωτήθηκε γιατί να μην υπάρχει αντίστοιχο σχέδιο και για τη φαρμακευτική βιομηχανία.