Σάββατο, 29 Νοέ, 2025

Ο Τραμπ ανακοινώνει τρίμηνη παύση των αμοιβαίων δασμών, αλλά εκτοξεύει τους δασμούς κατά της Κίνας

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την Τετάρτη ότι αποφάσισε να αναστείλει για 90 ημέρες τους αντισταθμιστικούς δασμούς που είχαν μόλις τεθεί σε ισχύ, πολλαπλασιάζοντας παράλληλα τους δασμούς στις εισαγωγές προϊόντων από την Κίνα.

Σε ανακοίνωσή του στην πλατφόρμα Truth Social, ο Τραμπ δήλωσε ότι ενέκρινε μια παύση 90 ημερών, κατά τη διάρκεια της οποίας τα αντίμετρα θα βρίσκονται στο ποσοστό του 10%, με άμεση ισχύ».

Ο πρόεδρος ανέφερε ότι οδηγήθηκε σε αυτήν την απόφαση επειδή περισσότερες από 75 χώρες έχουν ήδη επικοινωνήσει με αξιωματούχους του Λευκού Οίκου για να «διαπραγματευτούν λύσεις» για τους νέους δασμούς.

Οι συγκεκριμένες χώρες, όπως ανέφερε, «δεν έχουν σε καμία περίπτωση προβεί σε αντίποινα οποιασδήποτε μορφής έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών».

Την ίδια στιγμή, ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι η Κίνα θα αντιμετωπίσει δασμό ύψους 125%, λίγες μόνο ώρες αφότου το Πεκίνο είχε ανακοινώσει την αύξηση των δασμών στις εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων.

Στην ανάρτησή του, ο Αμερικανός πρόεδρος επέκρινε δριμύτατα το κινεζικό καθεστώς, κατηγορώντας το για «έλλειψη σεβασμού προς τον κόσμο και προς τις Ηνωμένες Πολιτείες» ως προς τον τρόπο που διαχειρίζεται τον τομέα του διεθνούς εμπορίου.

«Κάποια στιγμή, ελπίζω στο άμεσο μέλλον, η Κίνα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι οι μέρες που εκμεταλλευόταν τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες οικονομικά έχουν παρέλθει και αυτό δεν είναι πλέον ούτε βιώσιμο ούτε αποδεκτό», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Με βάση την ανακοίνωσή του στο Truth Social, ο Τραμπ δεν διευκρίνισε εάν θα ανασταλεί και ο ελάχιστος βασικός δασμός 10%, που τέθηκε σε ισχύ το περασμένο σαββατοκύριακο.

Λίγα λεπτά μετά την ανακοίνωση του προέδρου, η εκπρόσωπος τύπου του Λευκού Οίκου, Καρολίν Λίβιτ, δήλωσε ενώπιον των δημοσιογράφων ότι το επίπεδο των δασμών θα επανέλθει σε «ενιαίο ποσοστό 10%» για όλες τις χώρες, πλην της Κίνας.

Υπενθυμίζεται ότι την περασμένη εβδομάδα ο πρόεδρος Τραμπ είχε ανακοινώσει την επιβολή βασικού δασμού 10% σε σχεδόν κάθε χώρα, με υψηλότερα ποσοστά που θα αφορούσαν μεγάλους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, όπως την Κίνα. Η απάντηση του Πεκίνου την Τετάρτη με υψηλότερους δασμούς στις αμερικανικές εισαγωγές οδήγησε στον νέο δασμό ύψους 125% που ανακοίνωσε ο Τραμπ.

Ο υπουργός Εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ σημείωσε επίσης την Τετάρτη ότι συναντήθηκε με τον υπουργό Οικονομικών Σκοτ Μπέσσεντ και τον ίδιο τον πρόεδρο Τραμπ ακριβώς την ώρα της ανακοίνωσης στο Truth Social.

«Ο κόσμος είναι έτοιμος να συνεργαστεί με τον πρόεδρο Τραμπ για να επιλυθούν τα ζητήματα του διεθνούς εμπορίου· αντίθετα, η Κίνα έχει επιλέξει διαφορετική κατεύθυνση», σχολίασε ο Λάτνικ στην πλατφόρμα κοινωνικών δικτύων X.

Σε δηλώσεις του έξω από τον Λευκό Οίκο, ο υπουργός Οικονομικών υπογράμμισε ότι ο Τραμπ «είχε το σθένος να επιμείνει μέχρι αυτή τη στιγμή», προσθέτοντας πως η κυβέρνηση έχει ξεκαθαρίσει ότι «οι χώρες που δεν θα προβούν σε αντίποινα, θα ανταμειφθούν, οπότε είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε κάθε χώρα που θέλει να διαπραγματευτεί μαζί μας».

Νωρίτερα την ίδια ημέρα, ο Μπέσσεντ, κατά τη διάρκεια τραπεζικής διάσκεψης, προειδοποίησε τις χώρες που επιχειρούν να συσφίξουν τους εμπορικούς τους δεσμούς με την Κίνα πως ενδέχεται «να αντιμετωπίσουν συνέπειες».

Η ανακοίνωση της προσωρινής αναστολής των νέων δασμών από τον πρόεδρο Τραμπ έγινε δεκτή με ενθουσιασμό στις χρηματοπιστωτικές αγορές, με τον Dow Jones να εκτινάσσεται σχεδόν 2.000 μονάδες (5,7%), τον Nasdaq να καταγράφει άλμα 8,7% και τον S&P 500 να σημειώνει άνοδο 6,8% μέχρι τις 13:45 (ώρα Ανατολικής Ακτής).

Από την αρχική ανακοίνωση του νέου δασμολογικού του σχεδίου τη 2α Απριλίου, οι τρεις κύριοι χρηματιστηριακοί δείκτες των ΗΠΑ είχαν καταγράψει σημαντικές απώλειες, με την αστάθεια στις αγορές να επιτείνεται και τους οικονομολόγους και τραπεζίτες να εφιστούν την προσοχή.

Τραμπ προς επιχειρήσεις: «Μετακομίστε στις ΗΠΑ για να αποφύγετε τους δασμούς»

Την πρόταση οι εταιρείες να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους στις Ηνωμένες Πολιτείες προέβαλε ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ την Τετάρτη, χαρακτηρίζοντας αυτή τη στρατηγική ως τον καλύτερο τρόπο αντιμετώπισης των αυξημένων δασμών που ανακοίνωσε πρόσφατα η κυβέρνησή του και οι οποίοι τέθηκαν ήδη σε ισχύ νωρίτερα μέσα στη μέρα.

«Τώρα είναι μια ΙΔΑΝΙΚΗ στιγμή να μεταφέρετε την επιχείρησή σας στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, όπως έχουν ήδη αρχίσει να κάνουν μαζικά η Apple και τόσες άλλες εταιρείες», έγραψε ο Τραμπ σε ανάρτησή του στο Truth Social.

Ο πρόεδρος υπογράμμισε πως με τη μετακόμιση στις ΗΠΑ, οι εταιρείες θα πληρώνουν «ΜΗΔΕΝ ΔΑΣΜΟΥΣ», δεν θα έχουν εμπόδια λόγω περιβαλλοντικών κανονισμών, ενώ θα αποκτήσουν επίσης σχεδόν άμεση πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτροδότησης.

Οι δηλώσεις αυτές έγιναν την ώρα που τα προθεσμιακά συμβόλαια των αμερικανικών χρηματιστηριακών δεικτών έδειχναν μικρή ανάκαμψη, μετά την ανακοίνωση της κινεζικής κυβέρνησης για επιβολή πρόσθετων δασμών σε αμερικανικά προϊόντα.

Ωστόσο, με το που ξεκίνησαν οι συναλλαγές, ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones σημείωσε απώλειες άνω των 100 μονάδων. Αντίθετα, ο Nasdaq Composite κατέγραψε κέρδη που ξεπερνούσαν τις 100 μονάδες. Ο S&P 500 βρέθηκε ελαφρώς ενισχυμένος, ενώ ο δείκτης μεταβλητότητας CBOE, που αποκαλείται και «δείκτης φόβου» της Wall Street, σημείωσε άνοδο κατά 0,6%.

Στην Ασία, ο ιαπωνικός δείκτης Nikkei 225 υπέστη βαριές απώλειες 3,9%, ενώ ο δείκτης Hang Seng του Χονγκ Κονγκ και ο Shanghai Composite κατέγραψαν άνοδο 0,7% και 1,3% αντίστοιχα. Ανοδικά κινήθηκε και η χρηματιστηριακή αγορά της Ταϊλάνδης.

Η κινεζική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι οι δασμοί ύψους 84% σε εισαγόμενα προϊόντα από τις ΗΠΑ θα τεθούν σε ισχύ στις 10 Απριλίου, αγνοώντας προειδοποιήσεις υψηλόβαθμων στελεχών της αμερικανικής κυβέρνησης να αποφευχθεί μια τέτοια κίνηση. Υπενθυμίζεται ότι οι ΗΠΑ είχαν ήδη ανακοινώσει νέους δασμούς της τάξεως του 104% σε κινεζικά προϊόντα, οι οποίοι τέθηκαν επίσημα σε εφαρμογή νωρίς την Τετάρτη.

Παράλληλα, το Πεκίνο επέβαλε περιοριστικά μέτρα σε 18 ακόμη αμερικανικές εταιρείες, κυρίως στον τομέα της άμυνας, ανεβάζοντας στις περίπου 60 τον συνολικό αριθμό των επιχειρήσεων στις οποίες έχουν επιβληθεί αντίποινα λόγω των αμερικανικών δασμών.

Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ δήλωσε την Τετάρτη στο δίκτυο Fox Business πως η Κίνα έχει «την πλέον ανισόρροπη οικονομία στη σύγχρονη παγκόσμια ιστορία».

«Μπορώ να σας πω με βεβαιότητα πως αυτή η κλιμάκωση είναι χαμένη υπόθεση για την Κίνα», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μπέσεντ, προσθέτοντας πως είναι «λυπηρό που οι Κινέζοι δεν είναι πρόθυμοι να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων».

«Η Κίνα είναι η χώρα με το εμπορικό πλεόνασμα. Οι εξαγωγές τους προς τις ΗΠΑ είναι πέντε φορές μεγαλύτερες από τις δικές μας προς αυτούς. Ας αυξήσουν τους δασμούς, και τι μ’ αυτό;», διερωτήθηκε.

Ο υπουργός Οικονομικών κάλεσε επίσης την Κίνα να λάβει σοβαρά μέτρα ελέγχου ώστε να σταματήσει τη ροή φαιντανύλης και πρόδρομων χημικών ουσιών προς τις ΗΠΑ — ένα ζήτημα που είχε αναδείξει ο Τραμπ κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας για τις προεδρικές εκλογές του 2024 και στα πρώτα στάδια της προεδρίας του.

«Γιατί δεν εφαρμόζουν τους ίδιους αυστηρούς κανόνες και στους εξαγωγείς αυτών των χημικών προς τις ΗΠΑ;», σχολίασε ο Μπέσεντ.

Από την πλευρά της, η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Καρολίν Λίβιτ, υπογράμμισε την Τρίτη πως αν η Κίνα προσεγγίσει την αμερικανική κυβέρνηση με στόχο επανεκκίνησης των διαπραγματεύσεων, ο πρόεδρος Τραμπ «θα δείξει μεγάλη καλή θέληση, όμως η προτεραιότητά του πάντοτε θα είναι το συμφέρον του αμερικανικού λαού».

Η κλιμάκωση της εμπορικής αντιπαράθεσης επηρεάζει απευθείας εμπορικές συναλλαγές ύψους περίπου 600 δισ. δολαρίων μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, με τους Αμερικανούς αξιωματούχους να επιμένουν ότι οι δασμοί είναι απαραίτητοι για τη μείωση του εμπορικού ελλείμματος.

Εκτός από την Κίνα, τα μεσάνυχτα της Τετάρτης τέθηκαν επίσης σε ισχύ αμερικανικοί δασμοί σε εισαγωγές από άλλες χώρες, με τις περισσότερες αγορές ανά τον κόσμο να επιβαρύνονται με βασικό ποσοστό 10%. Ωστόσο, υψηλότερους συντελεστές αντιμετωπίζουν ορισμένοι σημαντικότεροι εμπορικοί εταίροι των ΗΠΑ.

Με την συμβολή των Reuters και Associated Press.

Φαρμακευτικές Επενδύσεις άνω των 100 δισ. δολαρίων απειλούν να μετακινηθούν από την Ευρώπη στις ΗΠΑ

Της προειδοποίησης κώδωνα από την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Φαρμακευτικών Βιομηχανιών και Συνδέσμων (EFPIA) για άμεση ανάγκη ριζικών αλλαγών σε ευρωπαϊκές πολιτικές ακολούθησαν δεδομένα τα οποία δείχνουν ότι κεφάλαια άνω των 100 δισ. δολαρίων για έρευνα, ανάπτυξη και παραγωγή ενδέχεται να μεταφερθούν στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη την προηγούμενη εβδομάδα μεταξύ 18 μεγάλων εταιρειών–μελών της EFPIA και δημοσιεύθηκε σε ανακοίνωση της 8ης Απριλίου προς την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, έως και 85% των προγραμματισμένων κεφαλαιακών δαπανών αξίας 50,6 δισ. ευρώ (56 δισ. δολάρια) και έως το 50% των δαπανών για έρευνα και ανάπτυξη ύψους 52,6 δισ. ευρώ (58 δισ. δολάρια), κινδυνεύουν να φύγουν από την Ευρώπη προς τις ΗΠΑ.

Οι συγκεκριμένες επενδύσεις σε κίνδυνο αποτελούν μέρος μιας συνολικής προγραμματισμένης επένδυσης 164,8 δισ. ευρώ (182 δισ. δολάρια) στην ΕΕ των 27 κρατών–μελών για την περίοδο 2025–2029.

Μέσα στους επόμενους τρεις μήνες, η ΕΕ διακινδυνεύει να χάσει το 10% (16,5 δισ. ευρώ ή 18 δισ. δολάρια) αυτών των σχεδιασμένων επενδύσεων, προειδοποιεί η EFPIA.

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες πλέον ξεπερνούν την Ευρώπη σε κάθε σημαντικό δείκτη που αφορά τους επενδυτές: από τη διαθεσιμότητα κεφαλαίων και την πνευματική ιδιοκτησία, έως την ταχύτητα εγκρίσεων και τα κίνητρα για καινοτομία», ανέφερε χαρακτηριστικά η EFPIA, επισημαίνοντας: «Πέρα από την αβεβαιότητα που προκαλεί η απειλή νέων δασμών, δεν υπάρχει επαρκές κίνητρο για επενδύσεις στην ΕΕ, ενώ η προοπτική μετεγκατάστασης στις ΗΠΑ φαντάζει ιδιαίτερα ελκυστική».

Προκειμένου η Ευρώπη να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητα της φαρμακοβιομηχανίας της, οι επικεφαλής των εταιρειών ζητούν τη δημιουργία μιας αγοράς που να ενισχύει και να επιβραβεύει την καινοτομία, να ισχυροποιεί τους θεσμούς προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας και άλλων σχετικών μέτρων.

«Η Ευρώπη θα πρέπει να δεσμευθεί σοβαρά για επένδυση σε ένα φαρμακευτικό οικοσύστημα παγκόσμιας κλάσης, διαφορετικά θα περιοριστεί, στην καλύτερη περίπτωση, σε απλό καταναλωτή καινοτομιών που παράγονται αλλού», τονίζει η EFPIA.

Η προειδοποίηση της EFPIA έρχεται εν μέσω ανακοινώσεων του Αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ περί επικείμενων δασμών στις εισαγωγές φαρμάκων. Σε πρόσφατη ομιλία του στο Εθνικό Ρεπουμπλικανικό Κογκρέσο, ο Τραμπ δήλωσε ότι σκοπεύει να επιβάλλει σύντομα σημαντικούς δασμούς στις φαρμακευτικές εισαγωγές, κάτι που κατά την άποψή του θα αναγκάσει τις εταιρείες να μετεγκατασταθούν στις ΗΠΑ λόγω του μεγάλου μεγέθους της αγοράς τους.

«Μόλις τους επιβάλουμε (τους δασμούς), θα επιστρέψουν αμέσως στη χώρα μας, διότι εμείς είμαστε η μεγαλύτερη αγορά», δήλωσε χαρακτηριστικά ο αμερικανός πρόεδρος.

Επιπτώσεις δασμών στο εμπόριο ΗΠΑ–ΕΕ

Πρόσφατη έρευνα της Biotechnology Innovation Organization (BIO) στις ΗΠΑ διαπίστωσε ότι οι δασμοί στις εισαγωγές από την Ευρωπαϊκή Ένωση ενδέχεται να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα στην ιατρική καινοτομία και να μειώσουν την πρόσβαση των ασθενών σε προσιτές θεραπείες.

«Το 94% των εταιρειών βιοτεχνολογίας προβλέπει αύξηση στο κόστος παραγωγής από πιθανές δασμολογικές επιβαρύνσεις στα εισαγόμενα προϊόντα από την ΕΕ», προειδοποίησε ο οργανισμός. Επίσης, οι μισές από τις εταιρείες ανέφεραν πως θα χρειαστεί να βρουν νέα συνεργατικά σχήματα στον ερευνητικό και παραγωγικό τομέα, ενώ το 50% υπογράμμισε ότι ενδέχεται να καθυστερήσουν σημαντικά οι αιτήσεις εγκρίσεων, επιβραδύνοντας την καινοτομία.

Την προηγούμενη χρονιά, φαρμακευτικά και ιατρικά προϊόντα ήταν η κορυφαία κατηγορία εξαγωγών της ΕΕ προς τις ΗΠΑ, αγγίζοντας σχεδόν 80 δισ. ευρώ, ενώ οι αντίστοιχες αμερικανικές εξαγωγές στην Ευρώπη ξεπέρασαν τα 30 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της ING Bank, οι Ηνωμένες Πολιτείες κατανάλωσαν περίπου 560 δισ. δολάρια σε φαρμακευτικά προϊόντα την περασμένη χρονιά, εκ των οποίων περίπου το 36% (περίπου 200 δισ. δολάρια) είχαν εισαχθεί, με κυριότερους προμηθευτές την Ιρλανδία, τη Γερμανία και την Ελβετία.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση ήδη αντιμετωπίζει δασμούς 25% σε χάλυβα, αλουμίνιο και οχήματα από τις ΗΠΑ και έχει προτείνει αντίμετρα. Όπως έγινε γνωστό, η ΕΕ προτιμά τη διαπραγμάτευση που θα ωφελεί και τις δύο πλευρές και θα αποτρέπει οικονομική βλάβη.

Παράλληλα, ο Πρόεδρος Τραμπ ζήτησε πρόσφατα από την ΕΕ να αγοράσει αμερικανική ενέργεια, ως προϋπόθεση για ελάφρυνση των δασμών, αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Το έλλειμμα των 350 δισ. δολαρίων με την ΕΕ μπορεί να εξαφανιστεί γρήγορα, αν αγοράσουν την ενέργειά μας».

ΗΠΑ: Σκληρή προειδοποίηση του υπουργού Οικονομικών σε χώρες που προσεγγίζουν την Κίνα

Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, προειδοποίησε την Τετάρτη τις χώρες που εξετάζουν το ενδεχόμενο στενότερης εμπορικής συνεργασίας με την Κίνα κατά τη διάρκεια των αμοιβαίων αυξήσεων στους δασμούς ΗΠΑ-Κίνας.

Κατά τη διάρκεια ομιλίας που πραγματοποίησε στην εκδήλωση της Αμερικανικής Τραπεζικής Ένωσης στην Ουάσιγκτον, ο Μπέσεντ είπε χαρακτηριστικά ότι όποιος επιθυμεί στενότερους δεσμούς με το Πεκίνο «είναι σαν να κόβει τον ίδιο του τον λαιμό».

Δεν έδωσε συγκεκριμένες πληροφορίες για το πώς μπορεί να αντιδράσει η κυβέρνηση Τραμπ στην περίπτωση που κάποια χώρα επιλέξει να στραφεί περισσότερο προς την Κίνα εν μέσω της επιβολής δασμών.

«Για όσους θυμούνται εκείνη την ταινία της Disney με τις σκούπες που κουβαλούσαν κουβάδες με νερό, αυτό ακριβώς είναι το κινεζικό επιχειρηματικό μοντέλο», δήλωσε, αναφερόμενος στην ταινία του 1940 της Disney «Fantasia», όπου οι μαγικές σκούπες προκαλούν πλημμύρα υπό τις οδηγίες του Μίκυ Μάους στο απόσπασμα «Ο μαθητευόμενος μάγος».

«Συνεχίζουν απλώς να παράγουν και να παράγουν, να κάνουν ντάμπινγκ όλο και περισσότερων αγαθών – και αυτά πηγαίνουν κάπου», πρόσθεσε, περιγράφοντας την κινεζική πολιτική οικονομίας και εξαγωγών ως μη βιώσιμη.

Σε συνέντευξη που παραχώρησε επίσης την Τετάρτη στο Fox Business, ο υπουργός Οικονομικών ρωτήθηκε αν οι ΗΠΑ σχεδιάζουν να αφαιρέσουν τις κινεζικές μετοχές από τα αμερικανικά χρηματιστήρια. «Όλα βρίσκονται στο τραπέζι», απάντησε, σημειώνοντας ότι αυτή τη στιγμή υπάρχουν καταγεγραμμένες 286 κινεζικές εταιρείες σε χρηματιστήρια των Ηνωμένων Πολιτειών.

Πρόσθεσε ωστόσο ότι εκείνος που τελικά θα αποφασίσει είναι ο ίδιος ο Πρόεδρος Τραμπ, ο οποίος διατηρεί «μια πολύ καλή προσωπική σχέση με τον Σι Τζινπίγκ». «Είμαι βέβαιος πως αυτό το ζήτημα θα επιλυθεί στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο», δήλωσε.

Ο Μπέσεντ στην ίδια συνέντευξη υπερασπίστηκε τους πρόσφατους αμερικανικούς δασμούς στην Κίνα, που έφτασαν στο συνολικό ποσοστό του 104%, και τέθηκαν σε εφαρμογή το πρωί της Τετάρτης. Ως ανταπάντηση, το Πεκίνο ανακοίνωσε την επιβολή δασμών 84% σε αμερικανικά αγαθά.

Η Κίνα είναι από τις λίγες χώρες που προχώρησαν άμεσα σε αντίμετρα. Αργότερα την ίδια ημέρα, και η Ευρωπαϊκή Ένωση έκανε γνωστό ότι εγκρίνει πακέτο αντιποίνων με δασμούς στις εισαγωγές ορισμένων αγαθών από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Μπέσεντ και αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου διευκρίνισαν εντός της εβδομάδας ότι περίπου 70 χώρες έχουν ήδη επικοινωνήσει με την Ουάσιγκτον ώστε να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για συμφωνίες. Λίγες μέρες μετά την αρχική ανακοίνωση του Προέδρου Τραμπ για τους δασμούς, ηγέτες από το Βιετνάμ, την Ταϊβάν, την Ιαπωνία και την Ταϊλάνδη έδειξαν πρόθεση να μειώσουν τους δικούς τους δασμούς στα αμερικανικά προϊόντα.

Ο Τραμπ ανακοίνωσε στις 2 Απριλίου τη θέσπιση ενός βασικού δασμού ύψους 10%, που αφορά σχεδόν κάθε χώρα. Σε ορισμένους από τους σημαντικότερους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ επιβλήθηκαν υψηλότερα ποσοστά από το βασικό 10%.

Παρά την αναταραχή που προκάλεσαν τα μέτρα στις αγορές, ο Τραμπ εμφανίστηκε καθησυχαστικός, στέλνοντας στους επενδυτές ανάμεικτα μηνύματα για το αν οι δασμοί αυτοί θα διατηρηθούν μακροπρόθεσμα. Έχει χαρακτηρίσει τα μέτρα «μόνιμα», αλλά παράλληλα τόνισε ότι κυρίως λειτουργούν ως πίεση για να δεχτούν εμπορικές διαπραγματεύσεις οι υπόλοιποι χώρες. «Όλα θα πάνε καλά. Οι ΗΠΑ θα γίνουν μεγαλύτερες και δυνατότερες από ποτέ!», ανέφερε σε μήνυμά του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Ο Αμερικανός Πρόεδρος δηλώνει εξάλλου ανοιχτός σε συμφωνίες, εξετάζοντας ξεχωριστά καθεμία χώρα. Σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, οι δασμοί θα συμβάλουν στην αναγέννηση του βιομηχανικού ιστού των ΗΠΑ, ο οποίος εξασθένησε μετά από δεκαετίες ελεύθερου εμπορίου και παγκοσμιοποίησης.

Με τη συμβολή των Reuters 

Η Κίνα αντεπιτίθεται με δασμούς 84% σε αμερικανικά προϊόντα

Το υπουργείο Οικονομικών της Κίνας ανακοίνωσε επιπλέον δασμούς 84% σε όλα τα προϊόντα που εισάγονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, που θα τεθεί σε ισχύ την Πέμπτη.

Στις 9 Απριλίου, το κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς είπε ότι αυτοί οι κανόνες θα επιβληθούν από το μεσημέρι, ώρα Πεκίνου, (12:01 π.μ. EDT) στις 10 Απριλίου. Ο δασμός 84% αντικαθιστά τον δασμό 34% που είχε ανακοινωθεί προηγουμένως.

Στις 2 Απριλίου, ο Τραμπ ανακοίνωσε ελάχιστο δασμό 10% σε όλους τους εμπορικούς εταίρους, καθώς και υψηλότερες εισφορές σε περίπου 60 χώρες που η αμερικανική κυβέρνηση προσδιορίζει ως «χειρότερους παραβάτες» στις εμπορικές ανισορροπίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες, συμπεριλαμβανομένου ενός επιπλέον δασμού 34% στην Κίνα.

Όταν η Κίνα απάντησε με αντίποινα 34% στα προϊόντα των ΗΠΑ, ο Τραμπ επέβαλε επιπλέον 50% στο κινεζικό καθεστώς, που ανέρχεται σε 104% συνολικούς δασμούς στις κινεζικές εισαγωγές, οι οποίοι τέθηκαν σε ισχύ από τις 12:01 π.μ. την Τετάρτη.

Αυτό είναι θέμα σε εξέλιξη και θα ενημερωθεί.

Πόσο δίκαιος είναι ο ΕΝΦΙΑ; Οι αντιδράσεις και οι νομικοί προβληματισμοί

Ο ΕΝΦΙΑ (Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων) είναι ένας από τους πιο συζητημένους φόρους στην Ελλάδα, καθώς επιβάλλεται σε κάθε ιδιοκτήτη ακινήτου, ανεξαρτήτως αν το εκμεταλλεύεται ή όχι. Εισήχθη το 2014 ως μέτρο για την αύξηση των δημοσίων εσόδων, αλλά μέχρι σήμερα συνεχίζει να προκαλεί αντιδράσεις σε ευρύ φάσμα της κοινωνίας.

Η βασικότερη αντίδραση του κόσμου στον ΕΝΦΙΑ αφορά τη δυσκολία πληρωμής του φόρου. Πολλοί ιδιοκτήτες, ιδιαίτερα όσοι έχουν ακίνητα σε περιοχές με χαμηλές αξίες ή ακίνητα που δεν αποφέρουν εισόδημα, εκφράζουν την αίσθηση ότι ο φόρος είναι υπερβολικός και δεν αντικατοπτρίζει την πραγματική τους οικονομική κατάσταση. Για παράδειγμα, ιδιοκτήτες παλιών ή εγκαταλελειμμένων ακινήτων αναγκάζονται να πληρώνουν τον ίδιο φόρο με εκείνους που κατέχουν νεότερα ή πιο εμπορικά ακίνητα.

Η επιβάρυνση αυτή γίνεται ακόμα πιο αισθητή για τους ανθρώπους που βρίσκονται σε χαμηλά ή μέτρια εισοδηματικά κλιμάκια, καθώς συνδυάζεται με άλλες φορολογικές υποχρεώσεις, όπως ο φόρος εισοδήματος, οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης και άλλα καθημερινά έξοδα. Για πολλούς, η πληρωμή του ΕΝΦΙΑ θεωρείται ανέφικτη χωρίς να θυσιάσουν άλλες ανάγκες ή ακόμη και να δανειστούν.

Ένας ακόμη λόγος για τις αντιδράσεις αφορά την αντικειμενική αξία των ακινήτων, η οποία χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του ΕΝΦΙΑ. Πολλοί πολίτες θεωρούν ότι οι αντικειμενικές αξίες συχνά δεν ανταποκρίνονται στην πραγματική αξία της αγοράς, κυρίως σε περιοχές όπου η ζήτηση είναι χαμηλή ή η αγορά ακινήτων είναι «παγωμένη». Αυτό δημιουργεί την αίσθηση ότι οι ιδιοκτήτες επιβαρύνονται με φόρους που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

Ακόμη, το γεγονός ότι ο ΕΝΦΙΑ δεν διαφοροποιείται ανάλογα με την πραγματική οικονομική κατάσταση του ιδιοκτήτη (π.χ. αν το ακίνητο αποφέρει ή όχι έσοδα) ενισχύει την αίσθηση αδικίας. Ιδιοκτήτες ακινήτων που δεν έχουν τη δυνατότητα ή τη διάθεση να τα εκμεταλλευτούν, εξακολουθούν να πληρώνουν υψηλό φόρο για ακίνητα που δεν τους προσφέρουν κάποιο οικονομικό όφελος.

Ο νομικός προβληματισμός

Ένα ενδιαφέρον σχόλιο που κυκλοφορεί συχνά στις συζητήσεις γύρω από τον ΕΝΦΙΑ είναι η αναφορά στη συνταγματική προστασία της ιδιοκτησίας. Ειδικότερα, τίθεται το ερώτημα αν ο ΕΝΦΙΑ, ως φόρος που επιβάλλεται σε ιδιωτική περιουσία, είναι συνταγματικός σε μια χώρα όπου το Σύνταγμα αναγνωρίζει το δικαίωμα στην ιδιοκτησία. Το Σύνταγμα της Ελλάδας αναφέρει ότι η ιδιοκτησία είναι αναφαίρετο δικαίωμα, αλλά ταυτόχρονα προβλέπει ότι η άσκηση αυτού του δικαιώματος μπορεί να υπόκειται σε περιορισμούς για λόγους δημοσίου συμφέροντος, όπως η φορολογία.

Ενώ η φορολόγηση της ιδιοκτησίας θεωρείται συνταγματικά αποδεκτή, ο προβληματισμός παραμένει, καθώς οι πολίτες υποστηρίζουν ότι ο φόρος αυτός μπορεί να συνιστά υπερβολικό περιορισμό του δικαιώματος στην ιδιοκτησία, ειδικά όταν επιβάλλεται χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι πραγματικές συνθήκες και η οικονομική κατάσταση του ιδιοκτήτη.

Πολιτική διάσταση και δημόσια συζήτηση

Ο ΕΝΦΙΑ έχει επίσης έντονη πολιτική διάσταση. Από την εισαγωγή του μέχρι σήμερα, έχει αποτελέσει αντικείμενο σφοδρής πολιτικής αντιπαράθεσης. Κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν επανειλημμένα ζητήσει την κατάργησή του ή τη μείωσή του, κατηγορώντας την κυβέρνηση για υπερφορολόγηση των πολιτών. Αντίστοιχα, η κυβέρνηση κατά καιρούς έχει ανακοινώσει ελαφρύνσεις ή μειώσεις για συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών, όπως για χαμηλότερες αξίες ακινήτων ή για άτομα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες. Ωστόσο, οι εν λόγω μειώσεις δεν έχουν καταφέρει να καλύψουν πλήρως την απογοήτευση που προκαλεί ο φόρος, καθώς η συνολική εικόνα παραμένει αρνητική για έναν σημαντικό αριθμό πολιτών.

Οι αλλαγές στον ΕΝΦΙΑ είναι θέμα διαρκούς συζήτησης και αναμένονται νέα μέτρα από την κυβέρνηση, όπως η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών ή περαιτέρω στοχευμένες μειώσεις. Ωστόσο, η αλλαγή του φόρου και η εξεύρεση μιας πραγματικά δίκαιης φόρμουλας παραμένει ένα δύσκολο ζήτημα, δεδομένων των οικονομικών πιέσεων και των δημοσιονομικών αναγκών της χώρας.

 

Κάτω από τα 60 σεντς το αυστραλιανό δολάριο – Πτώση στο χρηματιστήριο μετά τους δασμούς Τραμπ

Σημαντική πτώση κατέγραψαν στις 9 Απριλίου τόσο η ισοτιμία του αυστραλιανού δολαρίου όσο και η χρηματιστηριακή αγορά της χώρας, ως αντίδραση στην επιβολή δασμών από την κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ. Το αυστραλιανό δολάριο υποχώρησε κάτω από τα 60 σεντς ΗΠΑ, φτάνοντας στα χαμηλότερα επίπεδα από την εποχή της πανδημίας, ενώ ο δείκτης S&P/ASX 200 των 200 μεγαλύτερων εισηγμένων εταιρειών σημείωσε πτώση 2%, διαμορφούμενος στις 7.351,10 μονάδες κατά τη στιγμή σύνταξης του άρθρου.

Η εξέλιξη αυτή ήρθε καθώς τέθηκαν σε ισχύ τα αμοιβαία εμπορικά μέτρα των Ηνωμένων Πολιτειών, τα μεσάνυχτα (ώρα ΗΠΑ), συμπεριλαμβανομένου ενός δασμού 104% στις κινεζικές εισαγωγές. Υπολογίζεται ότι περισσότερα από 50 δισ. δολάρια σε χρηματιστηριακή αξία «εξαφανίστηκαν» από την αυστραλιανή αγορά, εν μέσω φόβων για ύφεση και ανησυχιών σχετικά με τον τρόπο που οι παγκόσμιοι δασμοί –ιδίως εκείνοι που αφορούν την Κίνα– θα επηρεάσουν τις αυστραλιανές μετοχές.

Μεταξύ των μεγαλύτερων χαμένων της ημέρας ήταν η φαρμακευτική εταιρεία CSL, της οποίας η μετοχή σημείωσε πτώση 5%, μετά τις δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ ότι ενδέχεται να επιβάλει δασμούς και στα φαρμακευτικά προϊόντα.

Ο αναλυτής αγορών της IG, Τόνι Σύκαμορ, προειδοποίησε για σοβαρές οικονομικές συνέπειες λόγω των δασμών. Όπως ανέφερε, υπάρχει ο κίνδυνος μιας μετωπικής σύγκρουσης μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομικών και στρατιωτικών υπερδυνάμεων, με την Αυστραλία να βρίσκεται στο επίκεντρο. Επισήμανε ακόμη ότι, εφόσον διατηρηθούν οι παρούσες συνθήκες, η επίπτωση στην αυστραλιανή οικονομία ενδέχεται να ξεπεράσει ακόμη και εκείνη της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και της κρίσης της COVID-19.

Από την πλευρά του, ο υπουργός Οικονομικών, Τζιμ Τσάλμερς, παρουσίασε πρόσφατη ανάλυση του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία προβλέπει ότι οι επιπτώσεις των δασμών θα είναι «ήπιες». Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του υπουργείου, το πραγματικό ΑΕΠ της Αυστραλίας αναμένεται να μειωθεί κατά 0,1% και ο πληθωρισμός να αυξηθεί κατά 0,2% το 2025, σε σχέση με ένα σενάριο χωρίς την επιβολή δασμών. Ο Τσάλμερς είχε προγραμματίσει να συναντηθεί στις 9 Απριλίου με την επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Αυστραλίας, Μισέλ Μπούλοκ, τον γενικό γραμματέα του Υπουργείου Οικονομικών, Στίβεν Κέννεντυ, και άλλους οικονομικούς αξιωματούχους.

Ο πρώην πρεσβευτής της Αυστραλίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, Άρθουρ Σινοδινός, σχολίασε τη συνάντηση του υπουργού, λέγοντας ότι πρόκειται για μία ενέργεια που θα περίμενε κανείς από κάθε κυβέρνηση. Υπογράμμισε πως πρόκειται για ένα μέτρο ενίσχυσης της εμπιστοσύνης των πολιτών, που δείχνει ότι η κυβέρνηση συγκεντρώνει τα πιο έμπειρα στελέχη της για να μελετήσουν τρόπους διαφοροποίησης των αγορών, προσαρμογής της οικονομίας και προετοιμασίας για το μέλλον.

Η ισοτιμία του αυστραλιανού δολαρίου σημείωσε πτώση στην περιοχή των 0,59 έναντι του δολαρίου ΗΠΑ, σύμφωνα με έρευνα των οικονομολόγων της ANZ στις 9 Απριλίου, λόγω αποφυγής ρίσκου στις αγορές. Παράλληλα, το νόμισμα εμφάνισε απώλειες και έναντι άλλων νομισμάτων, διαμορφούμενο στα 0,54 ευρώ και 0,46 στερλίνες, γεγονός που καθιστά πιο δαπανηρά τα ταξίδια στο εξωτερικό.

Το ίδιο απόγευμα, ο Τζιμ Τσάλμερς επρόκειτο να συμμετάσχει σε τηλεοπτική αντιπαράθεση με τον σκιώδη υπουργό Οικονομικών, Άνγκους Τέιλορ, ενώ μία ημέρα νωρίτερα είχε προηγηθεί τηλεμαχία ανάμεσα στον πρωθυπουργό Άντονι Αλμπανίζι και τον αρχηγό της αντιπολίτευσης, Πίτερ Ντάτον.

Ο Αλμπανίζι επιδιώκει συνεργασία με Ινδία και Κίνα

Σε συνέντευξη Τύπου στο Σίδνεϊ, ο Άντονι Αλμπανίζι προσπάθησε να καλλιεργήσει κλίμα εμπιστοσύνης προς την αυστραλιανή οικονομία, προτείνοντας ότι η χώρα μπορεί να ενισχύσει τις σχέσεις της με την Κίνα, την Ινδία ή άλλες χώρες. Ο Αλμπανίζι υποστήριξε ότι οι κυρώσεις και οι δασμοί που επιβάλλει ο Ντόναλντ Τραμπ έχουν παγκόσμιο αντίκτυπο, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, ωστόσο το 80% του παγκόσμιου εμπορίου δεν περιλαμβάνει τις ΗΠΑ. Επισήμανε ακόμη ότι η Αυστραλία διαθέτει σημαντικές ευκαιρίες αξιοποίησης της γεωστρατηγικής της θέσης, ιδίως στην περιοχή ASEAN, ενισχύοντας τις εμπορικές σχέσεις με την Ινδία και εμβαθύνοντας τους οικονομικούς δεσμούς με την Κίνα – σχέσεις που, σύμφωνα με τον ίδιο, έχουν ήδη αποκατασταθεί από τότε που ανέλαβε η παρούσα κυβέρνηση.

Επιπτώσεις των αμοιβαίων δασμών από το Πεκίνο

Η αξιωματική αντιπολίτευση έχει ζητήσει ενημέρωση από το Υπουργείο Οικονομικών, με τον Άνγκους Τέιλορ να εκφράζει την ανησυχία ότι ο Τζιμ Τσάλμερς δεν έχει ζητήσει τη διενέργεια οικονομικής ανάλυσης για τις επιπτώσεις των κινεζικών αντιμέτρων, ούτε για τη συνολική μείωση της περιουσίας των πολιτών. Ο Τέιλορ υποστήριξε ότι θα ήταν αναμενόμενο σε μια τέτοια συγκυρία να έχουν διεξαχθεί σχετικές μελέτες.

«Το υπουργείο Οικονομικών δεν έχει μοντελοποιήσει κανένα από αυτά τα πράγματα και ο υπουργός Οικονομικών δεν έχει ζητήσει από το υπουργείο Οικονομικών να το κάνει και θα περίμενε κανείς ότι σε τέτοιες περιπτώσεις θα έκανε ακριβώς αυτό», δήλωσε ο Τέιλορ σε κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Ντάτον.

Πρόσθεσε επίσης ότι η αντιπολίτευση δεν επιθυμεί την επιβολή αντιποίνων, αλλά θεωρεί απαραίτητο να υπάρχει προετοιμασία, καθώς υπάρχουν ενδείξεις ότι τα αντίμετρα δεν αποκλείεται να προέλθουν και από άλλες πηγές, όπως η Ευρώπη.

Ο Πίτερ Ντάτον τόνισε ότι η Αυστραλία μπορεί να οδεύει προς ύφεση υπό τη διακυβέρνηση των Εργατικών, σημειώνοντας ότι αποφάσεις που ελήφθησαν στους τελευταίους προϋπολογισμούς καθιστούν δυσκολότερη τη λειτουργία της οικονομίας υπό το βάρος των διεθνών προκλήσεων.

Της Monica O’Shea

Σε διαδικασίες διαπραγμάτευσης η Ευρώπη λόγω των νέων δασμολογικών μέτρων των ΗΠΑ

Με τους νέους τελωνειακούς δασμούς των ΗΠΑ να τίθενται από σήμερα ευρέως σε εφαρμογή, οι ευρωπαϊκές χώρες που θίγονται άμεσα αναζητούν τρόπους αντίδρασης και αντιμετώπισης των οικονομικών και όχι μόνο συνεπειών, είτε επικροτούν είτε όχι τα μέτρα της κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ.

Η διαπραγμάτευση με τις ΗΠΑ είναι προτεραιότητα για τις περισσότερες χώρες, με την Ιταλίδα πρωθυπουργό να έχει προγραμματίσει συνάντηση μέσα στον Απρίλιο με τον Αμερικανό πρόεδρο, με κύρια επιδίωξή της τον αμοιβαίο μηδενισμό των δασμών.

Στη Γερμανία, το AfD εμφανίζεται διχασμένο ως προς τη στάση του απέναντι στους δασμούς, όπως αυτή εκφράζεται από τις δηλώσεις των δύο ηγετών του.

Η Ισπανία, από την πλευρά της, κάνει κινήσεις προς τη σύναψη συμμαχιών προκειμένου να ισχυροποιήσει τη θέση της.

Δηλητήριο ή αναγκαίο φάρμακο;

Οι δύο πρόεδροι του AfD, η Αλίσε Βάιντελ και ο Τίνο Χρουπάλα, φαίνεται πώς έχουν διαφορετικές απόψεις για τα οικονομικά μέτρα που αποφάσισαν να εφαρμόσουν στις διεθνείς εμπορικές τους σχέσεις, με την πρώτη να τα καταδικάζει και τον δεύτερο να εκφράζει την κατανόησή του.

Για την Αλίσε Βάιντελ, οι δασμοί «αποτελούν θεμελιωδώς δηλητήριο για το ελεύθερο εμπόριο», όπως δήλωσε, αποφεύγοντας ωστόσο να αναφερθεί ονομαστικά στον Ντόναλντ Τραμπ, στον οποίο έχει κατ’ επανάληψη εκφράσει την υποστήριξη και τον θαυμασμό της.

«Το θέμα δεν είναι εάν οι δασμοί είναι δικαιολογημένοι ή κατανοητοί, αλλά η αποτροπή της επιβολής τους, όπου είναι εφικτό», έκρινε η κα Βάιντελ και τόνισε την ανάγκη η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι άλλες χώρες να αποδείξουν στο πλαίσιο διαπραγματεύσεων με τις ΗΠΑ ότι θα ήταν καλύτερο και για τις δύο πλευρές να συναφθεί συμφωνία.

Ο συμπρόεδρός της Τίνο Χρουπάλα εξέφρασε αντιθέτως την «κατανόησή» του για την δασμολογική πολιτική των ΗΠΑ, «παρότι η Εναλλακτική για τη Γερμανία (ΑfD)», όπως διευκρίνισε, «είναι επί της αρχής υπέρ του ελεύθερου εμπορίου».

«Κάποιες φορές όμως πρέπει να περιορίσεις το ελεύθερο εμπόριο για να προστατεύσεις την οικονομία σου και ο πρόεδρος Τραμπ θέλει να αναγκάσει άλλα κράτη να διαπραγματευτούν ώστε να βελτιώσει το εμπορικό ισοζύγιο των ΗΠΑ και να τονώσει την βιομηχανία και αυτό είναι κατανοητό», δήλωσε ο κος Χρουπάλα στην Bild.

Η ηγεσία της AfD έχει το τελευταίο διάστημα επιδιώξει ευθέως πιο στενή προσέγγιση με την κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ, τον οποίο η κα Βάιντελ έχει περιγράψει ως «πρότυπο» αφοσίωσης ενός ηγέτη στα εθνικά συμφέροντα. Η Αλίσε Βάιντελ είχε προσκληθεί στην Ουάσιγκτον για την ορκωμοσία του νέου προέδρου, ενώ προεκλογικά ο Έλον Μασκ είχε εκφράσει ανοιχτά την υποστήριξή του.

Στόχος το ‘μηδέν επί μηδενός’

Η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι γωνστοποίησε επικείμενη συνάντησή της με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στις 17 Απριλίου, στην Ουάσιγκτον, προκειμένου να συζητήσουν την προοπτική του αμοιβαίου μηδενισμού των δασμών.

«Η πρόκληση που επιλέγουμε – ήμασταν από τους πρώτους που το αναφέραμε και [τη Δευτέρα] το επανέλαβε και η πρόεδρος φον ντερ Λάιεν – είναι η δυνατότητα να μηδενιστούν οι αμοιβαίοι εμπορικοί δασμοί επί των βιομηχανικών προϊόντων, με τη φόρμουλα  ‘μηδέν επί μηδενός’», υπογράμμισε η Ιταλίδα πρωθυπουργός.

«Στο θέμα αυτό θεωρώ ότι από μέρους της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και από τον επίτροπο αρμόδιο για θέματα εμπορίου, ο οποίος έχει αναλάβει την διαπραγμάτευση, υπάρχει θετική διάθεση», πρόσθεσε.

Την Τρίτη, η Ιταλίδα πρωθυπουργός συναντήθηκε με τους παραγωγικούς φορείς της χώρας της, οι οποίοι εξέφρασαν την έντονη ανησυχία τους για τυχόν «οικονομικό ντόμινο» που μπορεί να προκαλέσουν οι αμερικανικοί δασμοί.

Όπως διέρρευσε από τη συνάντηση, η κυβέρνηση της Ρώμης προτίθεται να χρησιμοποιήσει συνολικά 25 δισεκατομμύρια ευρώ, από ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις και πόρους που έχουν ήδη εγκριθεί, για να στηρίξει την οικονομία της χώρας και να περιορίσει τις αρνητικές συνέπειες της κρίσης των δασμών. Ειδικότερα, η Ιταλίδα πρωθυπουργός εξήγησε ότι 14 δισεκατομμύρια ευρώ, τα οποία προέρχονται από το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της χώρας της, θα μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν για τη στήριξη της οικονομίας και την αύξηση της παραγωγικότητας.

Σύμφωνα με τα ιταλικά μέσα ενημέρωσης, κατά τη συνάντηση με τους κοινωνικούς φορείς η Μελόνι υπογράμμισε ότι «ο στόχος της κυβέρνησής της είναι να χρησιμοποιήσει την κρίση για να μπορέσει να γίνει πιο ανταγωνιστικό το οικονομικό και παραγωγικό σύστημα της χώρας». Πρόσθεσε δε:

«Οι κρίσεις, ας μην το ξεχνάμε, αποτελούν πάντα μια ευκαιρία. Εγώ υπενθυμίζω πάντα σε όλους ότι η λέξη κρίση είναι ελληνική και σημαίνει επιλογή, απόφαση. Η κρίση επιβάλλει να τεθούν προτεραιότητες στις διάφορες επιλογές.»

Συμμαχία με το Βιετνάμ

Το Ανόι επισκέφθηκε ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ, στο πλαίσιο της επίσκεψής του στην Ανατολική Ασία που θα ολοκληρωθεί στο Πεκίνο την Παρασκευή, προκειμένου να αναβαθμίσει τους δεσμούς της χώρας του με το Βιετνάμ στο επίπεδο της ολοκληρωμένης στρατηγικής εταιρικής σχέσης.

Κατά τη σημερινή του συνάντηση με τον Βιετναμέζο ομόλογό του, Φαμ Μιν Τσιν, οι δύο ηγέτες δεσμεύτηκαν να ενισχύσουν τους οικονομικούς δεσμούς τους και την αμυντική τους συνεργασία και εξέφρασαν τη διάθεσή τους να υποστηρίξουν το ελεύθερο εμπόριο καθώς αμφότερες οι χώρες τους πλήττονται από τους δασμούς της κυβέρνησης Τραμπ στα εισαγόμενα στις ΗΠΑ αγαθά, με τα βιετναμέζικα να φορολογούνται κατά 46% και τα ισπανικά κατά 25%.

«Σχετικά με την παρούσα παγκόσμια κατάσταση, όσο δυσκολότερη είναι και όσο μεγαλύτερη η πρόκληση τόσο περισσότερο χρειάζεται να συνεργαστούμε και να τονίσουμε τις πολυμερείς σχέσεις», δήλωσε ο Τσιν σε κοινή συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε με τον Σάντσεθ.

Από την πλευρά του, ο Ισπανός πρωθυπουργός είπε ότι η χώρα του πιστεύει στο άνοιγμα της οικονομίας και αντιτίθεται στις εμπορικές συγκρούσεις.

«Η Ισπανία υποστηρίζει μία βασιζόμενη σε κανόνες διεθνή τάξη, το ελεύθερο εμπόριο και το άνοιγμα της οικονομίας, και πιστεύει ότι οι εμπορικοί πόλεμοι δεν ωφελούν κανέναν, αλλά βλάπτουν τους πάντες», σημείωσε ο Σάντσεθ.

Η Ισπανία επιθυμεί διακαώς να αποκτήσει μεγαλύτερη παρουσία στο Βιετνάμ, ιδίως στον τομέα των σιδηροδρομικών υποδομών, όπου η Μαδρίτη θα μπορούσε να μοιραστεί τεχνογνωσία κατασκευάζοντας το δικό της σιδηροδρομικό δίκτυο υψηλής ταχύτητας, δήλωσε ο Σάντσεθ.

Το Βιετνάμ επιδιώκει να αυξήσει την επένδυσή του στο γερασμένο σιδηροδρομικό του δίκτυο, περιλαμβάνοντας ένα σχέδιο κατασκευής  σιδηροδρομικής γραμμής υψηλής ταχύτητας, μήκους 1.541 χιλιομέτρων, που θα συνδέει το Ανόι με την πόλη-επιχειρηματικό κόμβο Χο Τσι Μιν, καθώς και σιδηροδρομικές συνδέσεις με την Κίνα.

Ο Ευρωπαίος Επίτροπος Εμπορίου Μάρος Σέφκοβιτς ανέβαλε την προγραμματισμένη επίσκεψή του στο Βιετνάμ αυτή την εβδομάδα εξαιτίας «των πρόσφατων διεθνών εξελίξεων», ανακοίνωσε η αντιπροσωπεία της ΕΕ στο Ανόι.

Ο Σέφκοβιτς επρόκειτο να φθάσει αύριο Πέμπτη στο Βιετνάμ και να παρακολουθήσει την Παρασκευή εκδήλωση με διοργανωτή το ευρωπαϊκό εμπορικό επιμελητήριο, όπως προκύπτει από τις προσκλήσεις που έστειλαν οι διοργανωτές.

«Δεδομένων των πιο πρόσφατων διεθνών εξελίξεων, ο επίτροπος θα πραγματοποιήσει αργότερα την επίσκεψή του, ίσως τον Ιούλιο», ανέφερε σε δήλωσή της προς το Reuters η αντιπροσωπεία της ΕΕ αναφερόμενη στους αμερικανικούς δασμούς που τίθενται σήμερα σε ισχύ.

Το ενδιαφέρον της ΕΕ να βελτιώσει τις εμπορικές ροές με το Βιετνάμ παραμένει σταθερό, σημειώνει η αντιπροσωπεία. Η ΕΕ και το Βιετνάμ υπέγραψαν συμφωνία ελεύθερου εμπορίου το 2019.

Δασμοί 104% στην Κίνα, υψηλότερες εισφορές σε δεκάδες χώρες τίθονται σε ισχύ

Οι δασμοί 104% του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στην Κίνα και οι υψηλότερες αμοιβαίες εισφορές σε δεκάδες άλλα έθνη τέθηκαν σε ισχύ στις 12:01 π.μ.

Ο Λευκός Οίκος επιβεβαίωσε ότι ο πρόεδρος θα ακολουθήσει την απειλή του να επιβάλει επιπλέον δασμούς 50% σε όλα τα κινεζικά προϊόντα που εισέρχονται στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Τον Φεβρουάριο, ο Τραμπ επέβαλε δασμούς 10% στο Πεκίνο για την φαιντανύλη. Εβδομάδες αργότερα, διπλασίασε τον εισαγωγικό δασμό στο 20%. Κατά τη διάρκεια της πολυαναμενόμενης εκδήλωσης στις 2 Απριλίου «Make America Wealthy Again» (Κάνετε την Αμερική Πλούσια Πάλι), ο πρόεδρος ανακοίνωσε αμοιβαίο δασμό 34% σε όλες τις κινεζικές εισαγωγές.

Συνολικά, ο δασμός των ΗΠΑ στο κινεζικό καθεστώς ανέρχεται στο 104%.

Το Πεκίνο ανακοίνωσε ότι θα ανταποκριθεί με δασμούς και άλλα τιμωρητικά εμπορικά μέτρα. Μετά την απειλή του Τραμπ, Κινέζοι αξιωματούχοι επιβεβαίωσαν ότι δεν θα υποχωρήσουν.

«Ήταν λάθος για την Κίνα ανταποδώσει στον πρόεδρο. Όταν η Αμερική χτυπιέται, αυτός χτυπά πιο δυνατά», δήλωσε σε δημοσιογράφους η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου Κάρολαϊν Λέβιτ στις 8 Απριλίου.

Πρόσθεσε ότι ο Τραμπ είπε ότι εάν η Κίνα καταφέρει να κάνει μια συμφωνία, «θα είναι απίστευτα ευγενικός, αλλά θα κάνει ό,τι είναι καλύτερο για τον αμερικανικό λαό».

Η κλιμάκωση των δασμών θα επηρεάσει περίπου 600 δισεκατομμύρια δολάρια στο ετήσιο εμπόριο ΗΠΑ-Κίνας, αλλά αξιωματούχοι λένε ότι είναι απαραίτητο να μειωθεί το εμπορικό έλλειμμα.

Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ ​​Μπέσσεντ, χαρακτήρισε την απόφαση της Κίνας «μεγάλο λάθος».

«Πιστεύω ότι ήταν μεγάλο λάθος, αυτή η κινεζική κλιμάκωση, γιατί παίζουν χωρίς καλά χαρτιά», είπε ο Μπέσσεντ σε μια συνέντευξη στο CNBC. «Τι χάνουμε με την αύξηση των δασμών από τους Κινέζους; Εξάγουμε σε αυτούς το ένα πέμπτο από αυτά που εξάγουν σε εμάς.»

Επιπλέον, ο Τραμπ υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα ώρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας που επιβάλλει δασμούς 90% σε πακέτα χαμηλής αξίας που εξάγονται στις Ηνωμένες Πολιτείες από την Κίνα μέσω του διεθνούς ταχυδρομικού συστήματος.

Ο πρόεδρος καθόρισε αρχικά έναν δασμολογικό συντελεστή 30% σε πακέτα αξίας μικρότερης των 800 δολαρίων, αρχής γενομένης από τις 2 Μαΐου. Ωστόσο, ο νέος συντελεστής θα είναι 90%, από την 1 Ιουνίου.

Μέχρι φέτος, τα λεγόμενα πακέτα de minimis (φθηνά προϊόντα) εξαιρούνταν από τους δασμούς, προς όφελος των κινεζικών διαδικτυακών κολοσσών λιανικής Shein και Temu.

Υψηλότεροι αμοιβαίοι δασμοί

Εν τω μεταξύ, έχουν τεθεί σε ισχύ και αμοιβαίοι δασμοί σε άλλα έθνη που κυμαίνονται από 11% έως 50%.

Την περασμένη εβδομάδα, ο πρόεδρος αποκάλυψε μια ολοκληρωμένη λίστα εθνών —προηγμένες οικονομίες και αναπτυσσόμενες αγορές— που αντιμετωπίζουν τώρα υψηλότερους φόρους, ένα σχέδιο που έγινε λόγω των μη νομισματικών εμπορικών φραγμών τους, είτε λόγω νομισματικής χειραγώγησης εκ μέρους τους, είτε λόγω κρατικών επιδοτήσεων σε βιομηχανίες.

«Για δεκαετίες, η χώρα μας λεηλατήθηκε, από έθνη κοντά και μακριά, τόσο από φίλους όσο και από εχθρούς», είπε ο Τραμπ στην ομιλία του στις 2 Απριλίου.

«Ξένοι ηγέτες μας έχουν κλέψει τις δουλειές μας, ξένοι απατεώνες λεηλάτησαν τα εργοστάσιά μας, και ξένοι ρακοσυλλέκτες διέλυσαν το κάποτε όμορφο αμερικανικό όνειρό μας».

Δεκάδες κράτη έχουν έρθει σε επαφή με τις Ηνωμένες Πολιτείες για να ξεκινήσουν εμπορικές διαπραγματεύσεις πριν από την εφαρμογή στις 9 Απριλίου, λένε αξιωματούχοι.

Εμφανιζόμενος σε ακρόαση της Επιτροπής Οικονομικών της Γερουσίας στις 9 Απριλίου, ο Εμπορικός Αντιπρόσωπος των ΗΠΑ, Τζέιμισον Γκριρ, είπε στους νομοθέτες ότι «σχεδόν 50 χώρες με έχουν προσεγγίσει προσωπικά για να συζητήσουν τη νέα πολιτική του προέδρου και να διερευνήσουν πώς να επιτευχθεί αμοιβαιότητα».

Ο Μπέσσεντ είπε επίσης στο Fox Business Network ότι έως και 70 χώρες έχουν έρθει σε επαφή με τη διοίκηση για να επιδιώξουν νέες εμπορικές συμφωνίες.

Ο Κέβιν Χάσσετ, διευθυντής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου, δήλωσε σε συνέντευξή του στο Fox News ότι η διαχείριση μεγάλου αριθμού αιτημάτων για εμπορικές διαπραγματεύσεις ήταν υλικοτεχνική πρόκληση. Ενώ ο Λευκός Οίκος δίνει προτεραιότητα στις εμπορικές συνομιλίες με άλλα έθνη, ο Τραμπ θα διαπραγματευτεί πρώτα με την Ιαπωνία και Νότια Κορέα, είπε.

«Στο τέλος, ο πρόεδρος, φυσικά, θα είναι αυτός που θα αποφασίσει εάν η συμφωνία είναι αρκετά καλή για να αλλάξει γνώμη σχετικά με τους δασμούς», είπε ο Χάσσετ.

Πρόσφατα, υπήρξε αβεβαιότητα σχετικά με το εάν ο πρόεδρος θα συνεχίσει τις εμπορικές συνομιλίες.

Ο εμπορικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου, Πίτερ Ναβάρο, για παράδειγμα, δήλωσε πρόσφατα ότι οι δασμοί δεν αποτελούν διαπραγμάτευση.

«Ας πάρουμε το Βιετνάμ. Όταν έρχονται σε εμάς και λένε ‘θα πάμε σε μηδενικούς δασμούς’, αυτό δεν σημαίνει τίποτα για εμάς γιατί είναι η μη δασμολογική εξαπάτηση που έχει σημασία», είπε ο Ναβάρο σε μια συνέντευξη στο «Squawk Box» του CNBC.

Σε μια ανάρτηση στο Truth Social την περασμένη εβδομάδα, ο Τραμπ επιβεβαίωσε ότι ο Το Λαμ, γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος του Βιετνάμ, πρότεινε τη μείωση των δασμών στα προϊόντα των ΗΠΑ στο μηδέν.

Ταυτόχρονα, ο πρόεδρος πιστεύει ότι και τα δύο μπορούν να ισχύουν ταυτόχρονα: μπορούν να θεσπιστούν δασμοί και να υπάρξουν διαπραγματεύσεις.

«Έχουμε πολλές, πάρα πολλές χώρες που έρχονται για να διαπραγματευτούν συμφωνίες μαζί μας», είπε ο Τραμπ σε δημοσιογράφους μαζί με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου στο Οβάλ Γραφείο. «Θα είναι δίκαιες συμφωνίες και σε ορισμένες περιπτώσεις θα πληρώσουν σημαντικούς δασμούς».

Οι αγορές ετοιμάζονται για τις επιδράσεις των δασμών

Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης των αμερικανικών μετοχών υποχώρησαν εν όψει των νέων δασμών, με τους κύριους μέσους όρους αναφοράς να υποχωρούν περισσότερο από 1%.

Η αγορά κρατικών ομολόγων παρέμεινε ανέπαφη. Η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου αναφοράς σταθεροποιήθηκε πάνω από το 4,3%, αντισταθμίζοντας τις απότομες μειώσεις του σε πολλές τελευταίες συνεδριάσεις.

Οι τιμές του αργού πετρελαίου συνέχισαν να υποχωρούν, υποχωρώντας περίπου 4% κάτω από τα 58 δολάρια το βαρέλι σε διαπραγματεύσεις βραδινών ωρών στο Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων της Νέας Υόρκης.

Χωρίς ένα πλαίσιο για την παρακολούθηση των τρεχουσών συνθηκών της αγοράς που βασίζονται σε δασμούς, οι μετοχές θα μπορούσαν να παραμείνουν εξαιρετικά ασταθείς, λέει ο Λάρρυ Τενταρέλλι, επικεφαλής τεχνικός στρατηγικός στην Blue Chip Daily Trend Report.

«Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι πρόκειται για έναν πολύ γρήγορο και ρευστό κύκλο ειδήσεων. Η αφήγηση των δασμών θα μπορούσε να αλλάξει κυριολεκτικά οποιαδήποτε στιγμή», είπε ο Τενταρέλλι σε ένα σημείωμα που εστάλη μέσω email στην Epoch Times.

Ωστόσο, ένας συνδυασμός υψηλότερων τιμών και χαμηλότερης ανάπτυξης —γνωστός αλλιώς ως στασιμοπληθωρισμός—είναι μια σημαντική ανησυχία μεταξύ των επενδυτών, πρόσθεσε.

Ενώ οι δασμοί δημιουργούν πρωτοσέλιδα, οι παρατηρητές της αγοράς συνεχίζουν να παρακολουθούν τα σκληρά οικονομικά δεδομένα.

Ο τίτλος του ετήσιου πληθωρισμού Μαρτίου θα δημοσιευτεί στις 10 Απριλίου. Σύμφωνα με το μοντέλο Inflation Nowcasting της Federal Reserve Bank του Κλίβελαντ, ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (CPI) αναμένεται να παρουσιάσει μείωση του πληθωρισμού στο 2,6% από 2,8%. Ο πυρήνας του πληθωρισμού, ο οποίος αφαιρεί τα ευμετάβλητα στοιχεία της ενέργειας και των τροφίμων, αναμένεται να επιβραδυνθεί στο 3% από 3,1%.

Οι τιμές παραγωγού για τον Μάρτιο θα δημοσιευτούν επίσης στις 11 Απριλίου. Οι πρώτες εκτιμήσεις προβλέπουν άλμα 0,2% και οι βασικές τιμές προϊόντων παραγωγού ενδέχεται να αυξηθούν κατά 0,3%.

Η Fed θα δημοσιεύσει πρακτικά από τη συνεδρίαση πολιτικής της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοικτής Αγοράς (FOMC) του περασμένου μήνα στις 9 Απριλίου. Η σύνοψη του εγγράφου πιθανότατα θα τονίσει την ανησυχία των αξιωματούχων γύρω από τους δασμούς και τις πιθανές επιπτώσεις τους στη διπλή εντολή του ιδρύματος για σταθερότητα τιμών και μέγιστη απασχόληση.

«Ενώ οι δασμοί είναι πολύ πιθανό να προκαλέσουν τουλάχιστον μια προσωρινή αύξηση του πληθωρισμού, είναι επίσης πιθανό οι επιπτώσεις να είναι πιο επίμονες», δήλωσε ο πρόεδρος της Fed, Τζερόμ Πάουελ, σε συνέδριο δημοσιογράφων του επιχειρηματικού χώρου στις 4 Απριλίου.

του Άντριου Μοράν

Ο Λευκός Οίκος επιβεβαιώνει: Οι δασμοί 104% στην Κίνα εφαρμόζονται από τις 9 Απριλίου

Η κυβέρνηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε ότι θα επιβάλει στην Κίνα δασμούς ύψους 104% από τις 12:01 π.μ. της 9ης Απριλίου.

Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε απειλήσει προηγουμένως το Πεκίνο ότι σε περίπτωση που δεν απέσυρε τους δικούς του δασμούς, ύψους 34%, που επέβαλε ως αντίποινα κατά αμερικανικών προϊόντων, οι ΗΠΑ θα προχωρούσαν σε περαιτέρω αναπροσαρμογή του ποσοστού των δασμών κατά 50%.

Σε συνέντευξη Τύπου στις 8 Απριλίου, η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Καρολίν Λίβιτ, επιβεβαίωσε πως οι δασμοί αυτοί μπαίνουν πράγματι σε εφαρμογή απόψε.

«Ήταν μεγάλο λάθος της Κίνας να απαντήσει στην πολιτική του Προέδρου με αντίποινα», δήλωσε η κ. Λίβιτ. «Όταν κάποιος επιτίθεται στην Αμερική, ο πρόεδρος Τραμπ απαντάει με ακόμη πιο σθεναρό τρόπο. Γι’ αυτόν τον λόγο, τίθενται σε ισχύ από τα μεσάνυχτα οι δασμοί 104%.»

Επισήμανε επίσης ότι εάν ο πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, ή άλλοι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι επικοινωνήσουν επιθυμώντας διαπραγματεύσεις, ο κ. Τραμπ είναι πρόθυμος να συνομιλήσει.

«Θα είναι εξαιρετικά ευγενικός και ανοικτός, αλλά στόχος του πάνω από όλα είναι να προστατέψει τα συμφέροντα του αμερικανικού λαού», πρόσθεσε, χωρίς όμως να δώσει διευκρινίσεις για το τι ακριβώς θα έπρεπε να κάνει η Κίνα ώστε να αποτρέψει αυτούς τους δασμούς.

Επισήμως, το Πεκίνο ήδη διαμήνυσε ότι σκοπεύει να διατηρήσει τα δικά του αντίμετρα.

Μέχρι σήμερα, η κυβέρνηση Τραμπ έχει επιβάλει δασμούς 20% στην Κίνα για παράνομο εμπόριο ναρκωτικών, καθώς και έναν ακόμη δασμό της τάξης του 34% ως αντίποινα.

Παράλληλα, η κ. Λίβιτ υπογράμμισε ότι χώρες όπως η Κίνα που «αποφασίζουν να κλιμακώσουν την κατάσταση και να συνεχίσουν να βλάπτουν τους Αμερικανούς εργαζόμενους, κάνουν μεγάλο λάθος».

«Ο Πρόεδρος Τραμπ διαθέτει χαλύβδινη πυγμή. Δεν θα υποχωρήσει, και δεν θα υποχωρήσει ούτε η Αμερική», συμπλήρωσε.

«Σημαντικό Λάθος» από την Κινεζική Πλευρά

Ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ, μιλώντας στο δίκτυο CNBC στις 8 Απριλίου, χαρακτήρισε την πρόσφατη απόφαση της Κίνας να κλιμακώσει τις εμπορικές εντάσεις ως «σημαντικό λάθος».

«Πιστεύω ότι αυτή η κινεζική κλιμάκωση είναι μεγάλο λάθος. Αυτή τη στιγμή το Πεκίνο παίζει πόκερ με ένα πολύ αδύναμο φύλλο», δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Μπέσεντ. «Τι έχουμε πραγματικά να χάσουμε εάν η Κίνα αυξήσει τους δασμούς της εις βάρος μας; Εμείς εξάγουμε προς την Κίνα μόλις το ένα πέμπτο όσων εισάγουμε από αυτήν.»

Ο ίδιος ο κ. Τραμπ, μιλώντας το Σαββατοκύριακο στους δημοσιογράφους, επανέλαβε ότι δεν τον ενδιαφέρει καμία συμφωνία με την Κίνα αν προηγουμένως δεν επιλυθεί το κρίσιμο ζήτημα του ελλείμματος στο εμπόριο αγαθών μεταξύ των δύο χωρών.

«Απαιτούμε από την Κίνα να λύσει το πρόβλημα του τεράστιου πλεονάσματός της. Έχουμε ένα πολύ σοβαρό ζήτημα εμπορικού ελλείμματος με την Κίνα, που αγγίζει το ένα τρισεκατομμύριο δολάρια», δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος.

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Γραφείου Αντιπροσώπου Εξωτερικού Εμπορίου των ΗΠΑ, το έλλειμμα στο εμπόριο αγαθών με την Κίνα ξεπέρασε τα 295 δισεκατομμύρια δολάρια πέρυσι, το υψηλότερο μεταξύ όλων των εμπορικών εταίρων, σημειώνοντας αύξηση της τάξης του 5,8% συγκριτικά με την προηγούμενη χρονιά.

Οι ΗΠΑ εισάγουν κάθε χρόνο σχεδόν 440 δισεκατομμύρια δολάρια αγαθών από την Κίνα, μεταξύ των οποίων iPhones της Apple, τηλεοράσεις και ενδύματα. Αντίστοιχα, οι αμερικανικές εξαγωγές προς την Κίνα περιορίζονται κάτω από τα 200 δισεκατομμύρια δολάρια, με πρώτες υπηρεσίες, αργό πετρέλαιο και σόγια.

Ορισμένοι οικονομολόγοι εκφράζουν αμφιβολίες σχετικά με τους ισχυρισμούς του Τραμπ για απώλειες ύψους 1 τρισ. δολαρίων ετησίως λόγω εμπορίου με την Κίνα, αν και άλλοι ειδικοί υποστηρίζουν πως ο Λευκός Οίκος ενδεχομένως αναφέρεται στα φαινόμενα παράνομης επανεξαγωγής (transshipping) που χρησιμοποιεί το Πεκίνο προκειμένου να παρακάμψει τους δασμούς μέσω τρίτων χωρών, όπως το Βιετνάμ και η Καμπότζη.

Σύμφωνα μάλιστα με τον Λευκό Οίκο, περισσότερες από 70 χώρες έχουν ήδη προσεγγίσει την αμερικανική κυβέρνηση σχετικά με συζητήσεις για εμπορικές συμφωνίες, με την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα να λαμβάνουν προτεραιότητα στη διαδικασία αυτή.

«Στο τέλος, φυσικά ο πρόεδρος θα είναι αυτός που θα αποφασίσει εάν μια συμφωνία αρκεί ώστε να αλλάξει στάση στους δασμούς», ανέφερε χαρακτηριστικά ο διευθυντής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου, Κέβιν Χάσετ.

Συνολικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες κατέγραψαν εμπορικό έλλειμμα 1,2 τρισ. δολαρίων το 2024.