Είναι επικίνδυνο να υπονομεύεται η ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών, εκτίμησε χθες η πρόεδρος της ΕΚΤ, σε συνέντευξη που μεταδόθηκε στις ΗΠΑ, όπου ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επιδιώκει να επηρεάσει τη νομισματική πολιτική.
«Όταν μια κεντρική τράπεζα παύει να είναι ανεξάρτητη ή όταν απειλείται η ανεξαρτησία της, καθίσταται δυσλειτουργική. Αρχίζει να κάνει πράγματα που δεν θα έπρεπε να κάνει», σχολίασε η Κριστίν Λαγκάρντ σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Fox News.
«Το επόμενο βήμα είναι η σύγχυση, η αστάθεια, αν όχι κάτι χειρότερο», πρόσθεσε η Λαγκάρντ, η οποία συμμετείχε στο ετήσιο συμπόσιο του Τζάκσον Χωλ, στο Ουαϊόμινγκ, μαζί με τον ομόλογό της της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ (Fed), τον Τζερόμ Πάουελ.
Από την πλευρά του, ο Ντόναλντ Τραμπ, ζητάει επίμονα από τη Fed να μειώσει τα επιτόκια. Κατά την άποψή του, η μείωση θα ενισχύσει την κατανάλωση και τις επενδύσεις, θα μειώσει το κόστος δανεισμού και θα επιτρέψει στις ΗΠΑ να παραμείνουν ανταγωνιστικές απέναντι σε χώρες που ήδη διατηρούν χαμηλά επιτόκια. Ο ίδιος τονίζει ότι δίνει «μάχη υπέρ της αμερικανικής οικονομίας», απέναντι σε μια κεντρική τράπεζα που, όπως υποστηρίζει, δεν λογοδοτεί άμεσα στους πολίτες.
Ο Τραμπ έχει έρθει αρκετές φορές σε σύγκρουση με τον Τζερόμ Πάουελ, τον οποίο ο ίδιος είχε διορίσει στην πρώτη του θητεία. Έχει ζητήσει και την παραίτηση μελών της Fed, όπως της Λάιζα Κουκ, προκαλώντας αντιδράσεις, καθώς οι επικριτές του θεωρούν ότι προσπαθεί να διαμορφώσει τη σύνθεση της τράπεζας με βάση τις πολιτικές του προτεραιότητες.
Εκατοντάδες χιλιάδες κάτοικοι βρίσκονται στη διαδικασία να απομακρυνθούν εσπευσμένα σήμερα από παραθαλάσσιες περιοχές του Βιετνάμ, καθώς ο κυκλώνας Κατζίκι πλησιάζει απειλητικά το κεντρικό τμήμα της χώρας της Ασίας, με ανέμους σχεδόν 160 χιλιομέτρων την ώρα.
Ο Κατζίκι, ο πέμπτος κυκλώνας που πλήττει το Βιετνάμ φέτος, βρίσκεται αυτή τη στιγμή στη θάλασσα, στον Κόλπο του Τονκίν, όπου προκαλεί κύματα ύψους ως και 9,5 μέτρων.
Ο κυκλώνας αναμένεται να φθάσει πάνω από το έδαφος περί τις 13:00 (τοπική ώρα· στις 09:00 ώρα Ελλάδας) με ανέμους ταχύτητας 157 χιλιομέτρων ανά ώρα, σύμφωνα με το εθνικό κέντρο υδρομετεωρολογικών προβλέψεων του Βιετνάμ.
Περίπου 325.000 πολίτες σε πέντε παραθαλάσσιες επαρχίες αναμένεται να απομακρυνθούν επειγόντως και να βρουν προσωρινά καταφύγιο σε σχολεία και διάφορα άλλα δημόσια κτήρια, γνωστοποίησαν οι Αρχές.
Το κέντρο της Βιν, παραθαλάσσιας πόλης στο κεντρικό τμήμα της χώρας, πλημμύρισε τη νύχτα.
Το ξημέρωμα, σχεδόν 30.000 άνθρωποι απομακρύνθηκαν εσπευσμένα από την περιοχή, δυο εθνικά αεροδρόμια έκλεισαν και όλα τα αλιευτικά σκάφη που βρίσκονταν στην πορεία του κυκλώνα έλαβαν εντολή να επιστρέψουν στα λιμάνια.
Το πρωί, οι δρόμοι ήταν σχεδόν εντελώς άδειοι και τα περισσότερα καταστήματα και εστιατόρια είχαν κλείσει. Έμποροι και κάτοικοι είχαν τοποθετήσει σάκους με άμμο για να προστατεύουν τις επιχειρήσεις ή τα σπίτια τους.
Επιπλέον, περισσότερες από δέκα πτήσεις εσωτερικού ακυρώθηκαν χθες, ενώ στο νησί Χαϊνάν, στην Κίνα, οι Aρχές απομάκρυναν εσπευσμένα 20.000 κατοίκους καθώς ο κυκλώνας πέρναγε από τις νότιες ακτές.
Αναμένεται, ωστόσο, πως θα χάσει μεγάλο μέρος της έντασής του αφού φτάσει πάνω από το έδαφος.
Στο Βιετνάμ, περισσότεροι από 100 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους ή κηρύχτηκαν αγνοούμενοι εξαιτίας φυσικών καταστροφών κατά τη διάρκεια των πρώτων επτά μηνών του 2025, σύμφωνα με αριθμούς του υπουργείου Γεωργίας. Η ζημία για την εθνική οικονομία υπολογίζεται πως ξεπέρασε τα 21 εκατομμύρια δολάρια.
Τον Σεπτέμβριο του 2023, το Βιετνάμ υπέστη ζημία ύψους 3,3 δισεκ. δολαρίων, όταν το έπληξε ο ισχυρός κυκλώνας Γιάγκι, προκαλώντας εκτεταμένες καταστροφές στον βορρά κι αφήνοντας πίσω εκατοντάδες νεκρούς.
Η Ρωσία και η Ουκρανία προχώρησαν την Κυριακή σε ανταλλαγή 146 αιχμαλώτων πολέμου από κάθε πλευρά, έπειτα από μεσολάβηση των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, όπως ανακοίνωσαν το ρωσικό υπουργείο Άμυνας και ο πρόεδρος της Ουκρανίας.
Το ρωσικό υπουργείο ανέφερε ότι όλοι οι Ρώσοι που απελευθερώθηκαν βρίσκονται στη Λευκορωσία, όπου τους παρέχεται ψυχολογική και ιατρική υποστήριξη. Σημείωσε ακόμη ότι η Ουκρανία επέστρεψε στη Μόσχα οκτώ Ρώσους πολίτες, κατοίκους της περιοχής Κουρσκ.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Telegram, επιβεβαίωσε την ανταλλαγή χωρίς να αναφέρει αριθμούς. Δημοσίευσε φωτογραφίες των αιχμαλώτων που επέστρεψαν, επισημαίνοντας ότι οι περισσότεροι βρίσκονταν σε αιχμαλωσία από το 2022, όταν ξεκίνησε η ρωσική εισβολή. Ανάμεσά τους, πρόσθεσε, ήταν και ένας δημοσιογράφος που είχε συλληφθεί έναν μήνα μετά την εισβολή.
Ο Ουκρανός πρόεδρος εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του προς τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για τον ρόλο τους στη διαδικασία. Σημείωσε ότι οι ανταλλαγές συνεχίζονται και συνέδεσε αυτή τη δυνατότητα με τη σύλληψη Ρώσων στρατιωτών, η οποία, όπως είπε, αυξάνει τα περιθώρια για περαιτέρω ανταλλαγές από πλευράς της Ουκρανίας.
Το Ισραήλ εξαπέλυσε την Κυριακή αεροπορικές επιδρομές εναντίον θέσεων των Χούθι στην πρωτεύουσα της Υεμένης, Σαναά. Σύμφωνα με το υπουργείο Υγείας που ελέγχεται από τους Χούθι, οι επιθέσεις προκάλεσαν τον θάνατο τουλάχιστον τεσσάρων ανθρώπων και τον τραυματισμό εξήντα επτά, χωρίς να γίνεται διάκριση μεταξύ αμάχων και μαχητών.
Η επίθεση σημειώθηκε λίγες ημέρες αφότου οι αντάρτες, που υποστηρίζονται από το Ιράν, εκτόξευσαν πύραυλο σε επίθεση με διασπορά κατά του Ισραήλ, όπως ανέφεραν οι ισραηλινές Αρχές.
Μέσα ενημέρωσης που συνδέονται με τους Χούθι μετέδωσαν ότι επλήγη εγκατάσταση πετρελαϊκής εταιρείας, δημοσιεύοντας βίντεο με τη μεγάλη έκρηξη που ακολούθησε.
Ο ισραηλινός στρατός ανακοίνωσε ότι οι επιδρομές στόχευσαν τους σταθμούς ηλεκτροδότησης Ασάρ και Χιζάζ, τους οποίους χαρακτήρισε «σημαντικές εγκαταστάσεις παροχής ενέργειας» για τις στρατιωτικές δραστηριότητες των Χούθι. Στο στόχαστρο βρέθηκε επίσης στρατιωτικό συγκρότημα όπου στεγάζεται και το προεδρικό μέγαρο.
Κάτοικοι της πόλης ανέφεραν εκρήξεις κοντά στο προεδρικό μέγαρο και σε στρατιωτική ακαδημία, καθώς και στήλες καπνού που υψώνονταν από την κεντρική πλατεία Σαμπίν.
Σε τηλεοπτικές δηλώσεις του, ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, υποστήριξε ότι οι Χούθι «πληρώνουν βαρύ τίμημα για την επιθετικότητά τους», αναφερόμενος στην εκτόξευση πυραύλου κατά του Ισραήλ την Παρασκευή. Οι Χούθι είχαν ισχυριστεί ότι στόχευσαν το αεροδρόμιο Μπεν Γκουριόν. Ο ισραηλινός στρατός διευκρίνισε ότι δεν υπήρξαν ζημιές ή τραυματισμοί, καθώς ο πύραυλος διασπάστηκε στον αέρα ύστερα από αποτυχημένες προσπάθειες αναχαίτισης.
Ισραηλινοί αξιωματούχοι σημείωσαν ότι ο συγκεκριμένος τύπος πυραύλου με διασπορά είναι πιο δύσκολο να αναχαιτιστεί σε σχέση με τους συμβατικούς, προσθέτοντας ότι η τεχνολογία αυτή προήλθε από το ιρανικό καθεστώς. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, δέκα μαχητικά αεροσκάφη συμμετείχαν στην επιχείρηση αντιποίνων.
Οι Χούθι, που χαρακτηρίζονται από τις ΗΠΑ ως ξένη τρομοκρατική οργάνωση, έχουν βρεθεί στο επίκεντρο τα τελευταία χρόνια λόγω των επιθέσεών τους σε εμπορικά πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα αλλά και εξαιτίας επιθέσεων με πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη κατά του Ισραήλ. Η Ερυθρά Θάλασσα συνδέεται με τη Μεσόγειο μέσω της Διώρυγας του Σουέζ και αποτελεί κρίσιμη δίοδο για το παγκόσμιο εμπόριο, αξίας σχεδόν ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων ετησίως.
Από τον Νοέμβριο του 2023 έως τον Δεκέμβριο του 2024, οι Χούθι πραγματοποίησαν πάνω από εκατό επιθέσεις σε εμπορικά και πολεμικά πλοία. Όπως υποστηρίζουν, οι ενέργειες αυτές αποτελούν απάντηση στις στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ισραήλ στη Γάζα, που ξεκίνησαν μετά την επίθεση της Χαμάς τον Οκτώβριο του 2023.
Τον Μάιο, οι Ηνωμένες Πολιτείες κατέληξαν σε συμφωνία με τους Χούθι για τον τερματισμό των αμερικανικών αεροπορικών επιδρομών στην Υεμένη – οι οποίες είχαν διαταχθεί από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ – με αντάλλαγμα τη διακοπή των επιθέσεων σε πλοία. Ωστόσο, η οργάνωση δήλωσε ότι θα συνεχίσει να στοχοποιεί οτιδήποτε θεωρεί ότι συνδέεται με το Ισραήλ. Τον περασμένο μήνα, απείλησε ότι θα πλήξει εμπορικά πλοία εταιρειών που συνεργάζονται με το Ισραήλ, ανεξαρτήτως σημαίας.
Εκπρόσωπος των Χούθι τόνισε επίσης ότι οι επιθέσεις κατά του Ισραήλ θα συνεχιστούν. Σε ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο αναπληρωτής επικεφαλής του γραφείου Τύπου της οργάνωσης, Νασρουντίν Άμερ, ανέφερε ότι «οι στρατιωτικές επιχειρήσεις υπέρ της Γάζας δεν θα σταματήσουν, παρά μόνο εάν τερματιστεί η επιθετικότητα και αρθεί η πολιορκία».
Την περασμένη εβδομάδα, το Ισραήλ είχε δηλώσει ότι έπληξε υποδομές ενέργειας στην Υεμένη που, όπως εκτιμούσε, χρησιμοποιούνταν από τους Χούθι. Ανάλογες αεροπορικές επιδρομές είχαν πραγματοποιηθεί και τον Μάιο στο αεροδρόμιο της Σαναά, καταστρέφοντας το κτίριο του τερματικού σταθμού και τμήματα του διαδρόμου, ενώ ζημιές υπέστησαν τουλάχιστον έξι επιβατηγά αεροσκάφη, εκ των οποίων τρία της Yemenia Airways.
Η δύναμη της αμερικανικής Εθνοφρουράς που αναπτύχθηκε στην ομοσπονδιακή πρωτεύουσα Ουάσιγκτον άρχισε χθες Κυριακή το βράδυ να φέρει όπλα, ανακοίνωσε αυτό το σώμα εφεδρείας των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων, μετά την απόφαση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να στείλει στην πόλη τον στρατό για να την «καθαρίσει» από την εγκληματικότητα.
Όπως σημείωσε ο υπουργός Άμυνας Πητ Χέγκσεθ στη σχετική ανακοίνωσή του στο Χ, στις 22 Αυγούστου, πρόκειται για ένα βήμα «κοινής λογικής», ενώ σε ανακοίνωση του σώματος διευκρινίζεται οι στρατιωτικοί αυτοί δεν είναι εξουσιοδοτημένοι να κάνουν χρήση βίας παρά μόνο «ως μέσο υστάτης προσφυγής ως αντίδραση σε άμεση απειλή θανάτου ή σοβαρού σωματικού τραυματισμού».
Οι περισσότεροι Εθνοφρουροί στάθηκαν στην Ουάσιγκτον από τους Ρεπουμπλικάνους κυβερνήτες της Δυτικής Βιρτζίνια, της Νότιας Καρολίνας, του Οχάιο, του Μισσισσιππή, της Λουιζιάνα και του Τεννεσσή.
Πέραν των στρατιωτικών, έχουν επίσης σταλεί στην Ουάσιγκτον μέλη ομοσπονδιακών υπηρεσιών επιβολής της τάξης, ιδίως της ομοσπονδιακής αστυνομίας (FBI), της αστυνομικής υπηρεσίας που είναι αρμόδια για τη μετανάστευση (ICE) και της δίωξης ναρκωτικών (DEA).
Κατά τον Ντ. Τραμπ, η ανάπτυξη του στρατού είναι απαραίτητη για «καθαρίσει» την πρωτεύουσα από τις συμμορίες που τη λυμαίνονται. Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει κατηγορήσει επανειλημμένα τη δημοκρατική δήμαρχο Μύριελ Μπάουζερ πως δίνει στη δημοσιότητα «ψευδή» στοιχεία.
Οι στατιστικές της αστυνομίας της αμερικανικής πρωτεύουσας δείχνουν πως τα βίαια εγκλήματα μειώθηκαν μεταξύ του 2023 και του 2024· ωστόσο η μείωση αυτή σημειώθηκε έπειτα από ραγδαία αύξησή της την περίοδο μετά την πανδημία του νέου κορωνοϊού.
Σύμφωνα με τη Γενική Εισαγγελέα των ΗΠΑ, Παμ Μπόντι, έχουν σημειωθεί 719 συλλήψεις και 91 κατασχέσεις παράνομων όπλων από την στιγμή της ανάπτυξης των ομοσπονδιακών δυνάμεων στην πρωτεύουσα, όπως ανακοίνωσε με ανάρτησή της στο Χ.
Κατά του οπλισμού των Εθνοφρουρών τάχθηκαν τοπικοί αξιωματούχοι, όπως ο Τσαρλς Άλλεν, μέλος του Συμβουλίου της Περιφέρειας της Κολούμπια, ο οποίος διαμαρτυρήθηκε για την ύπαρξη οπλισμένων στρατιωτικών στους δρόμους των πόλεων, σημειώνοντας: «Αυτές δεν είναι πράξεις προέδρου, αλλά κάποιου που ετοιμάζεται να κάνει πραξικόπημα».
Ο Φιλ Μέντελσον, πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου, σχολίασε επίσης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα «αποτελέσματα της δήθεν κατάστασης έκτακτης ανάγκης», ενώ η δημοτική σύμβουλος Μπριάν Ναντώ κοινοποίησε στο Χ τηλέφωνα και έναν σύνδεσμο όπου θα μπορούν οι πολίτες να καταγγέλλουν τυχόν ανάρμοστη συμπεριφορά των δυνάμεων ασφαλείας.
Ωστόσο, καθώς η Περιφέρεια της Κολούμπια είναι ομοσπονδιακή Περιφέρεια, ανήκει στην αρμοδιότητα του Κογκρέσου, πράγμα που σημαίνει ότι οι τοπικοί αξιωματούχοι δεν έχουν τη δύναμη να αντιταχθούν στις ομοσπονδιακές αποφάσεις.
Η αύξηση της εγκληματικότητας σε άλλες πόλεις, σύμφωνα με τη διοίκηση, ενδέχεται να επιφέρει επέκταση του μέτρου, όπως προειδοποίησε ο Τραμπ: «Νομίζω ότι το Σικάγο έπεται. Και μετά η Νέα Υόρκη».
Ζητούμενα, κατ’ αυτόν, η πάταξη της εγκληματικότητας και η αναβάθμιση των πόλεων, ιδίως της πρωτεύουσας Ουάσιγκτον, όπως φαίνεται από δηλώσεις του: «Εσείς θα αναλάβετε την ασφάλεια κι εμείς τον καλλωπισμό, και σε έξι μήνες θα είμαστε υπερήφανοι για το αποτέλεσμα», είπε απευθυνόμενος σε μέλη των δυνάμεων ασφαλείας στις 21 του τρέχοντος, μία ημέρα πριν από την ανακοίνωση του Πητ Χέγκσεθ σχετικά με το καθεστώς οπλοφορίας.
Αντιδράσεις από τους Δημοκρατικούς
Αντιπολιτευόμενοι κατηγόρησαν ξανά χθες, Κυριακή, τον Ντόναλντ Τραμπ πως «κατασκευάζει κρίσεις» για να στείλει στρατεύματα της εθνοφρουράς σε μεγαλουπόλεις που κυβερνούν Δημοκρατικοί, καθώς ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος διατείνεται πως «κυριαρχεί» σ’ αυτές η εγκληματικότητα.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, που προχωρά στην επιβολή του δρακόντειου προγράμματός του για την πάταξη της παραβατικότητας και της μετανάστευσης, απείλησε χθες να στείλει στρατεύματα σε ακόμη μια μεγάλη πόλη των ΗΠΑ, τη Βαλτιμόρη, πρωτεύουσα της πολιτείας του Μέρυλαντ, όπου ο κυβερνήτης είναι Δημοκρατικός.
Τον Ιούνιο, χιλιάδες μέλη της εθνοφρουράς και των πεζοναυτών αναπτύχθηκαν στο Λος Άντζελες, για την αντιμετώπιση μεγάλων διαδηλώσεων για τη μετανάστευση. Και, από την 12η Αυγούστου, στην ομοσπονδιακή πρωτεύουσα Ουάσιγκτον (ανατολικές ΗΠΑ), στρατιωτικά οχήματα σταθμεύουν μπροστά σε κεντρικό συγκοινωνιακό σταθμό και στην πελώρια πλατεία The National Mall, πλάι σε εθνικούς θεσμούς κι ιστορικά μνημεία.
Ο Ντόναλντ Τραμπ ανέφερε πρόσφατα πως ενδέχεται να διατάξει να αναπτυχθούν στρατεύματα κι ομοσπονδιακές υπηρεσίες επιβολής του νόμου στο Σικάγο (βόρεια), και κατόπιν στη Νέα Υόρκη (βορειοανατολικά), αντίστοιχα την τρίτη μεγαλύτερη και τη μεγαλύτερη μεγαλούπολη των ΗΠΑ.
Ωστόσο, όπως υποστηρίζουν μέλη της αντιπολίτευσης, οι έφεδροι της Εθνοφρουράς αναφέρονται στον κυβερνήτη κάθε αμερικανικής πολιτείας και δεν μπορούν στη θεωρία να αναπτυχθούν παρά μόνο σε περίπτωση εθνικής έκτακτης ανάγκης, για παράδειγμα φυσικής καταστροφής, κατόπιν αιτήματος του ομοσπονδιακού κράτους και με έγκριση του κυβερνήτη. Στη θεωρία, ο ρόλος τους δεν είναι να επεμβαίνουν για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας, ταραχών ή διαδηλώσεων.
«Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει καμιά νομική βάση, καμιά εξουσία, για να αποπειραθεί να στείλει ομοσπονδιακά στρατεύματα στο Σικάγο», έδωσε τον τόνο στο CNN ο επικεφαλής της δημοκρατικής μειοψηφίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων Χακίμ Τζέφρις. «Πρέπει να συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε τις τοπικές δυνάμεις επιβολής του νόμου και δεν μπορούμε να αφήσουμε τον Ντόναλντ Τραμπ να παίζει με τις ζωές Αμερικανών ούτε να κατασκευάζει κρίσεις για να εκτρέπει την προσοχή, καθώς είναι εξαιρετικά αντιδημοφιλής».
Από την πλευρά του ο Δημοκρατικός κυβερνήτης στο Ιλλινόις, ο Τζ. Μπ. Πρίτσκερ, στην πολιτεία του οποίου βρίσκεται το Σικάγο, τόνισε μέσω X ότι «εδώ και καιρό συνεργαζόμαστε με τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες επιβολής του νόμου» για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας στην πόλη, στην περιοχή των Μεγάλων Λιμνών, μια περίοδο συνώνυμη της δράσης κακοποιών σε διεθνές επίπεδο. «Όμως δεν θα αφήσουμε έναν δικτάτορα να μας επιβάλλει τη θέλησή του», πρόσθεσε.
Ο κυβερνήτης της πολιτείας του Μέρυλαντ Γουές Μουρ επίσης αντέδρασε στην πολιτική Τραμπ, δηλώνοντας στο CNN και στο CBS News ότι «δεν θα εγκρίνει να χρησιμοποιηθεί η Εθνοφρουρά του Μέρυλαντ» για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας, καθώς αυτό θα ήταν «αντισυνταγματικό», είπε αναφερόμενος στη 10η Τροποποίηση του αμερικανικού συντάγματος. Επιπλέον, αναφέρθηκε στο υψηλό κόστος του εγχειρήματος. Επεσήμανε δε ότι οι πόλεις με τη μεγαλύτερη εγκληματικότητα είναι αυτές που έστειλαν Εθνοφρουρούς στην Ουάσιγκτον.
Όσο για το Σικάγο, η Washington Post έγραψε προχθές Σάββατο πως το Πεντάγωνο καταρτίζει εδώ κι εβδομάδες σχεδιασμούς για την ανάπτυξη της Εθνοφρουράς και εκεί επισήμως, για να παταχθούν η εγκληματικότητα κι η μετανάστευση.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) δεν περιορίζεται πλέον στην καταστολή αντιφρονούντων ενηλίκων, αλλά στρατολογεί ακόμη και παιδιά για να διαδίδουν την κρατική προπαγάνδα. Μέσα από δραστηριότητες, θερινά προγράμματα και εκπαιδευτικά υλικά, οι νεότερες γενιές διδάσκονται να φοβούνται και να απορρίπτουν οποιαδήποτε πίστη ή ιδεολογία δεν συμμορφώνεται με τη γραμμή του κόμματος. Η επίσημη εκστρατεία κατά των «xie jiao» – ομάδων που χαρακτηρίζονται αυθαίρετα ως «κακές λατρείες» – μετατρέπεται σε εργαλείο κατήχησης ανηλίκων, με στόχο να καλλιεργήσει από νωρίς την αθεΐα, την ιδεολογική πειθαρχία και την τυφλή αφοσίωση στον Σι Τζινπίνγκ.
Τα παιδιά ως όργανα κρατικής προπαγάνδας
Σε σχολεία και κοινότητες της Σαγκάης, μαθητές οργανώνονται για να συμμετάσχουν σε θεατρικά σκετς, με συνθήματα και δραστηριότητες που παρουσιάζονται ως «χαρούμενες καλοκαιρινές εκδηλώσεις», αλλά στην πραγματικότητα στοχεύουν στη δυσφήμηση θρησκευτικών μειονοτήτων και πνευματικών κινημάτων. Η διαδικασία αυτή δεν ενθαρρύνει την κριτική σκέψη, αλλά καλλιεργεί φόβο, μίσος και συμμόρφωση με την ιδεολογία του καθεστώτος.
Η «εκπαίδευση» που γίνεται κατήχηση
Μαθητές διδάσκονται μέσω σχολικών βιβλίων όπως το Ηθική και Κοινωνία να θεωρούν παράνομη τη θρησκευτική πίστη, καταδικάζοντας ακόμη και τους ίδιους τους γονείς τους. Έχουν καταγραφεί περιστατικά παιδιών που πίεσαν τις οικογένειές τους να αποκηρύξουν τον χριστιανισμό χαρακτηρίζοντάς τον ως «xie jiao».
Ακόμη και σε νηπιαγωγεία, παιδιά ηλικίας 3-5 ετών εκτίθενται σε αντιθρησκευτικές αφηγήσεις, μέσω εκθέσεων και κινουμένων σχεδίων όπως Το μικρό κουνέλι που εξαπατήθηκε από τις κακές λατρείες.
Ιδεολογική συμμόρφωση από τα πρώτα χρόνια
Η στρατηγική αυτή εντάσσεται στη γενικότερη πολιτική του ΚΚΚ να χρησιμοποιεί την εκπαίδευση ως εργαλείο ελέγχου. Μαθήματα όπως το Καταστάσεις και Πολιτικές στα πανεπιστήμια καλλιεργούν την «αγάπη για το κόμμα» και τη μισαλλοδοξία απέναντι σε όποιον αμφισβητεί το επίσημο αφήγημα. Οι μαθητές παροτρύνονται να καταγγέλλουν ακόμη και τις οικογένειές τους για «παράνομες θρησκευτικές δραστηριότητες», μετατρέποντας το σχολείο σε προέκταση του κρατικού μηχανισμού καταστολής.
Ντοκουμέντα από την πρωτογενή εμπειρία γονέων και εκπαιδευτικών
Υποχρέωση γονέων να υπογράψουν δήλωση αθεΐας
Σε βρεφονηπιακά σχολεία στην περιοχή Γουενζού (Ζεϊτζιάνγκ ), ζητήθηκε από τους γονείς να υπογράψουν επίσημες δεσμεύσεις αποκήρυξης οποιασδήποτε θρησκείας: «Να μην πιστεύουν σε θρησκεία, να μην συμμετέχουν σε θρησκευτικές δραστηριότητες και να μην διδάσκουν θρησκεία στα παιδιά τους».
Μητέρα που αρνήθηκε να υπογράψει ανέφερε ότι ο γιος της άρχισε να αποφεύγει το σχολείο λόγω πιέσεων, οι οποίες οφείλονταν τελικά, όπως ανακάλυψε, στην άρνησή της να υπογράψει.
Μαθήματα κατά της θρησκείας στα σχολεία
Μαθήτρια δημοτικού άκουσε από τη δασκάλα της ότι «ο χριστιανισμός είναι xie jiao», η οποία προσπάθησε να την τρομάξει λέγοντάς της: «Αν πιστεύεις , θα φύγεις από το σπίτι ή θα αυτοπυρποληθείς».
Τάξη νηπιαγωγείου του Κόκκινου Στρατού στην επαρχία Γκουιτζόου. Κίνα, 7 Νοεμβρίου 2016. (FRED DUFOUR/AFP μέσω Getty Images)
Σε πολλές περιοχές ζητήθηκε από μαθητές να καταδώσουν θρήσκους συγγενείς ή γείτονές τους, ακόμα και τους ίδιους τους γονείς τους, θέτοντας σε κίνδυνο οικογενειακές σχέσεις.
Απειλές μέσω εκπαιδευτικών και διοικητικών πιέσεων
Σε σχολεία της Τζιανγκσί, δάσκαλοι υπέγραφαν δήλωση ότι δεν θα επιτρέψουν καμία θρησκευτική σκέψη ή σύμβολο στο σχολείο και ότι θα αναφέρουν ακόμη και θρησκευτικές πεποιθήσεις συγγενών.
Δασκάλες με χριστιανικές πεποιθήσεις δέχονται πιέσεις για να αποκηρύξουν τη θρησκεία τους, υπό την απειλή αφαίρεσης χρηματοδοτήσεων και «εκπαιδευτικών βραβείων».
Δεν πρόκειται για σχολικές δραστηριότητες θερινής ψυχαγωγίας, πρόκειται για μια συστηματική, οργανωμένη επίθεση στην ίδια την αθωότητα και την οικογένεια. Όχι μέσω ομιλιών για το μέλλον, αλλά μέσω φόβου, παραποίησης και υποταγής, ανέφερε γονέας στην Inner Mongolia, όπου παρουσιάστηκαν σε μαθητές Γ΄ δημοτικού φρικτές εικόνες σε «βάση παρατήρησης», για να απομακρυνθούν από τη θρησκεία.
Πανώ έξω από δημοτικά και νηπιαγωγεία της Κίνας που καλούν τους μαθητές να «αντισταθούν στη θρησκεία». (Ευγενική παραχώρηση του Bitter Winter)
«Μόλις γύρισε σπίτι, διάβαζε ξανά και ξανά το φυλλάδιο με την αντιθρησκευτική προπαγάνδα… φοβάμαι πως αυτό το υλικό θα του χαλάσουν την αντίληψη», σημείωσε ο γονέας.
Ηθικά και νομικά διλήμματα
Οι μαρτυρίες αυτές δεν είναι αποσπασματικές καταγγελίες, είναι εικόνες ενός μηχανισμού πολιτικής εκπαίδευσης που λειτουργεί αδιάκοπα, όχι μόνο για να περιορίσει τη θρησκεία, αλλά για να υποτάξει την οικογένεια, τη σκέψη και τη ίδια την ταυτότητα της νεότερης γενιάς.
Η απεύθυνση σε ανηλίκους σε τέτοιου είδους καμπάνιες αντιβαίνει στη Σύμβαση την Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, την οποία η Κίνα έχει επικυρώσει. Πέρα από τη νομική διάσταση, εγείρονται σοβαρά ηθικά ερωτήματα: τι είδους κοινωνία δημιουργείται όταν τα παιδιά εκπαιδεύονται όχι για να σκέφτονται, αλλά για να υπακούουν τυφλά;
Με την κατήχηση να ξεκινά από τα πρώτα σχολικά χρόνια, το ΚΚΚ δεν στοχεύει απλώς στην καταστολή των αντιφρονούντων, οικοδομεί μια νέα γενιά που θα συνδέει την αφοσίωση στο κόμμα με την ίδια την έννοια της αλήθειας. Η διεθνής κοινότητα οφείλει να αναγνωρίσει ότι αυτό «το πείραμα» δεν αφορά μόνο την Κίνα, αποτελεί ένα παράδειγμα τού πώς οι αυταρχικές κυβερνήσεις μπορούν να χρησιμοποιούν την παιδική ηλικία ως πεδίο ιδεολογικού πολέμου.
Περίπου 160 χιλιόμετρα από τις ακτές της Κίνας, το δημοκρατικό νησί της Ταϊβάν ζει εδώ και δεκαετίες υπό τη σκιά του κομμουνισμού.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) θεωρεί την Ταϊβάν αποσχισμένη επαρχία και επιδιώκει σταδιακά να ελέγξει το νησί, εκφοβίζοντάς το με στρατιωτικά αεροσκάφη και προσομοιώνοντας αυτό που ο ναύαρχος Σάμουελ Παπάρο, επικεφαλής του αμερικανικού Διοικητηρίου Ινδο-Ειρηνικού, χαρακτηρίζει «γενικές πρόβες» για επίθεση.
Ενώ ο κόσμος εστιάζει στο πώς και πότε θα δράσει το Πεκίνο, στην Ταϊβάν η μάχη έχει ήδη ξεκινήσει. Πρόκειται για πόλεμο χωρίς πυρά.
Τους τελευταίους μήνες, ένα λαϊκό κίνημα έχει εξαπλωθεί στο νησί, με στόχο την ανάκληση δεκάδων βουλευτών ενός πολιτικού κόμματος που θεωρείται ότι παραχωρεί τα εθνικά συμφέροντα στο Πεκίνο. Τελικά, τα δύο τρίτα των στοχοθετημένων πολιτικών επέζησαν της ψηφοφορίας ανάκλησης στις 26 Ιουλίου, αποτέλεσμα που, σύμφωνα με τους ηγέτες του κινήματος και αναλυτές, αποκαλύπτει τη βαθιά διείσδυση του ΚΚΚ.
Οι βουλευτές ανήκουν στο αντιπολιτευόμενο Κουομιντάνγκ (ΚΜΤ), γνωστό σήμερα για την προσέγγισή του υπέρ του Πεκίνου. Με οριακή πλειοψηφία στη Βουλή, το κόμμα προκάλεσε αντιδράσεις μετά από μια σειρά μη δημοφιλών κινήσεων: μείωση του αμυντικού προϋπολογισμού, απορρίψεις νομοσχεδίων που στόχευαν στην αντιμετώπιση κινδύνων από την Κίνα και αλλαγές που ενίσχυαν την εκτελεστική του δύναμη παρά τις μαζικές διαμαρτυρίες. Όταν η απόπειρα συγκέντρωσης εξουσίας ακυρώθηκε δικαστικά, ο συνασπισμός υπό το ΚΜΤ επέβαλε κανονισμό που ουσιαστικά παρεμπόδιζε τη λειτουργία του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ταϊβάν.
Η οργή του κοινού εκδηλώθηκε τον Ιανουάριο, με τις περικοπές στην άμυνα να αποτελούν την αφορμή. Οι εκκλήσεις για ανατροπή της Βουλής, γνωστές ως «Μεγάλη Ανάκληση», εξαπλώθηκαν σε όλη την Ταϊβάν. Σε μία συγκέντρωση κατά της κομμουνιστικής επιρροής, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους. Περίπου 1,3 εκατομμύρια Ταϊβανέζοι υπέγραψαν αιτήσεις για την ανάκληση ενός πέμπτου των βουλευτών του νησιού, όλοι μέλη του ΚΜΤ, ώστε να μεταβιβαστεί μεγαλύτερη εξουσία στο κυβερνών Δημοκρατικό Προοδευτικό Κόμμα (DPP), που είναι πιο ευθυγραμμισμένο με τα δυτικά συμφέροντα.
Οι υποστηρικτές της ανάκλησης αντιμετώπισαν μεγάλες δυσκολίες στις περιοχές ισχύος των αντίστοιχων βουλευτών. Πρόκειται για πρωτοφανή ενέργεια στην ιστορία της Ταϊβάν. Μέχρι τότε, μόνο ένας βουλευτής είχε ανακληθεί.
Αν και η εκστρατεία ήταν μια «τακτική ήττα», σε ευρύτερη κλίμακα αποτέλεσε «στρατηγική νίκη», δήλωσε ο Μάιλς Γιου, πρώην σύμβουλος πολιτικής για την Κίνα στην πρώτη κυβέρνηση Τραμπ.
Με τη μεταφορά του ζητήματος στις κάλπες, είπε, οι ψηφοφόροι ανάγκασαν τους βουλευτές του ΚΜΤ να υπερασπιστούν τις θέσεις τους για την Κίνα, μετατοπίζοντας τη δημόσια συζήτηση.
Οι βουλευτές του Δημοκρατικού Προοδευτικού Κόμματος διαμαρτύρονται κατά της αντιπολίτευσης Κουομιντάνγκ και του Λαϊκού Κόμματος της Ταϊβάν για νομοθετικές μεταρρυθμίσεις στην Ταϊπέι της Ταϊβάν, στις 21 Μαΐου 2024. (Annabelle Chih/Getty Images)
«Το βασικό ερώτημα πλέον είναι αν είσαι αντι-κομμουνιστής ή φιλικός προς το ΚΚΚ», τόνισε στη διαδικτυακή εκπομπή China Insider, το οποίο παρουσιάζει ως διευθυντής του Κέντρου Κίνας στο Hudson Institute.
Ο Γιουάν Χονγκμπίνγκ, εξόριστος Κινέζος νομικός με πρόσβαση στις ανώτατες ιεραρχίες του Πεκίνου, χαρακτήρισε την εξέλιξη ως «αφύπνιση».
Αντιμέτωπη με την τυραννία και την πίεση του κινεζικού καθεστώτος, η ταϊβανέζικη κοινωνία αντιστέκεται, είπε στην εφημερίδα The Epoch Times, χαρακτηρίζοντας την κατάσταση ως «πρωτοφανή μάχη».
Το ΚΜΤ έχει προσπαθήσει να απομακρυνθεί από την ετικέτα «υπέρ του Πεκίνου». Αναγνωρίζει τη σημασία ισχυρής άμυνας, αλλά συνεχίζει να διατηρεί επαφές με την ηπειρωτική Κίνα, υποστηρίζοντας ότι ο διάλογος είναι κρίσιμος για την εκτόνωση της έντασης και την προώθηση αμοιβαίων οφελών.
Το έδαφος που επιδιώκει περισσότερο το ΚΚΚ
Το δημοκρατικό νησί είναι μικρό αλλά διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία, παράγοντας πάνω από το 90% των πιο προηγμένων ημιαγωγών, σύμφωνα με την Αμερικανική Επιτροπή Διεθνούς Εμπορίου.
Σύμφωνα με τον αμερικανικό οργανισμό ανθρωπίνων δικαιωμάτων Freedom House, η Ταϊβάν συγκαταλέγεται στις πιο ελεύθερες κοινωνίες παγκοσμίως. Αντίθετα, το ΚΚΚ κυβερνά την ηπειρωτική Κίνα με σιδηρά πυγμή και τιμωρεί οποιονδήποτε θεωρείται απειλή για την εξουσία του.
Όμως, αυτή η ελευθερία δέχεται όλο και περισσότερες επιθέσεις.
Εκτός από την καθημερινή στρατιωτική παρενόχληση και τις ζωντανές ασκήσεις πυρών γύρω από την Ταϊβάν, το Πεκίνο εντείνει μια πιο αθόρυβη προσπάθεια διείσδυσης στο νησί από το εσωτερικό.
Από το 2020, η Ταϊβάν έχει διώξει 159 άτομα για κατασκοπεία υπέρ της Κίνας, μεταξύ των οποίων 95 εν ενεργεία ή πρώην στρατιώτες. Με χρήματα από τη μία και εκφοβισμό από την άλλη, το κινεζικό καθεστώς έχει μυστικά στρατολογήσει πληροφοριοδότες από το εσωτερικό της ταϊβανέζικης κυβέρνησης για να τροφοδοτούν πληροφορίες στην Κίνα και να ανοίγουν εύκολα πόρτες στον εχθρό, σύμφωνα με το Εθνικό Γραφείο Ασφαλείας της Ταϊβάν.
Τον Μάρτιο, ο πρόεδρος της Ταϊβάν Λάι Τσινγκ-τε χαρακτήρισε την ηπειρωτική Κίνα «ξένη εχθρική δύναμη», περιγράφοντας την εκτεταμένη εκστρατεία του καθεστώτος να «διχάζει, καταστρέφει και υπονομεύει [την Ταϊβάν] από μέσα». Ανακοίνωσε 17 αντίμετρα, όπως αυστηρότερο έλεγχο για κινέζους επισκέπτες, δημοσιοποιήσεις για διασταυρούμενες ανταλλαγές με ταϊβανέζους δημόσιους υπαλλήλους και σαφέστερες κατευθυντήριες γραμμές συμπεριφοράς για καλλιτέχνες που εργάζονται στην Κίνα.
Έρευνα που δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο από το Mainland Affairs Council της Ταϊβάν έδειξε ότι πάνω από το 70% από περίπου 1.100 ερωτηθέντες πιστεύουν πως το κινεζικό καθεστώς ενισχύει τη διείσδυση του στην Ταϊβάν.
Παράλληλα, παρακολουθούν την αυστηρότερη επιβολή του ΚΚΚ στο άλλοτε ελεύθερο Χονγκ Κονγκ. «Από όλα τα μέρη του κόσμου, η Ταϊβάν πρέπει να είναι η πιο σθεναρή ενάντια στο ΚΚΚ», είπε ο ταϊβανέζος influencer Γουέν Τζου-γιου στην Epoch Times. «Η Ταϊβάν είναι το έδαφος που επιδιώκει περισσότερο το ΚΚΚ».
Η Ταϊβάν αποτελεί κεντρικό σημείο στην πρώτη αλυσίδα νησιών, φράγμα απέναντι στη στρατιωτική επιθετικότητα της Κίνας στον Ινδο-Ειρηνικό και πέρα από αυτόν.
Ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας της Ταϊβάν Τζόζεφ Γου (2ος από αριστερά), ο Πρόεδρος Λάι Τσινγκ-τε (κέντρο), και ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Γουέλινγκτον Κου (3ος από δεξιά) ποζάρουν με αξιωματικούς του στρατού μπροστά από ένα αμερικανικής κατασκευής τανκ Abrams στο Σίντσου της Ταϊβάν, στις 10 Ιουλίου 2025. (I-Hwa Cheng/AFP μέσω Getty Images)
Κατάληψη της Ταϊβάν θα ήταν το πρώτο βήμα σε μια εκστρατεία του ΚΚΚ κατά των ΗΠΑ, σύμφωνα με τον Γουέν, που έχει αναδειχθεί σε πρόσωπο του κινήματος ανάκλησης βουλευτών υπέρ του Πεκίνου του ΚΜΤ.
Ο Γιουάν συμμερίζεται την ίδια άποψη. «Εάν η Ταϊβάν προσαρτηθεί, το ΚΚΚ θα αποκτήσει πύλη για να επεκτείνει τον κομμουνιστικό αυταρχισμό του», είπε. «Η μοίρα της Ταϊβάν επηρεάζει όλους στον 21ο αιώνα».
Εάν η Ταϊβάν πέσει, ο υπόλοιπος κόσμος, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, θα είναι πιο ευάλωτος, δήλωσε ο βουλευτής Νάθανιελ Μόραν (R-Texas). «Η Ταϊβάν είναι απόλυτα πεδίο δοκιμών», τόνισε στην Epoch Times. «Πρέπει να είμαστε με την Ταϊβάν σε κάθε βήμα – δεν μπορούμε να υποχωρήσουμε».
Μαθήματα από το Χονγκ Κονγκ
Ο Γουέν δήλωσε ότι οι προσπάθειές του κατά της επιρροής του ΚΚΚ πηγάζουν από την παραβίαση της υπόσχεσης που αφορούσε το Χονγκ Κονγκ.
Οκτώ χρόνια πριν, σκεφτόταν καριέρα στην ηπειρωτική Κίνα. Μετά την αποφοίτησή του, συμμετείχε σε έναν διαγωνισμό ταινιών στην Κίνα με όλα τα έξοδα καλυμμένα και κέρδισε την τρίτη θέση. Κινεζικές κρατικές εταιρείες και μεγάλα μέσα του προσέφεραν δελεαστικές προτάσεις για να προσελκύσουν Ταϊβανέζους. Σχεδόν υπέκυψε, αλλά τελικά χάρηκε που δεν το έκανε.
Ο Γουέν Τζου-γιου, ταϊβανός YouTuber γνωστός ως Pa Chiung, συμμετέχει σε αντι-κινεζική κομμουνιστική συγκέντρωση στη γειτονιά Φλάσινγκ του Κουίνς στη Νέα Υόρκη στις 29 Ιουνίου 2025. (Edwin Huang/The Epoch Times)
Δύο χρόνια μετά, το 2019, ξέσπασαν διαδηλώσεις στο Χονγκ Κονγκ όταν εκατομμύρια άνθρωποι αντιστάθηκαν σε νομοσχέδιο που επέτρεπε εκδόσεις στην Κίνα. Καθώς η πρώην βρετανική αποικία προσπαθούσε να αντισταθεί στην επέκταση του Πεκίνου, ο Γουέν αντιλήφθηκε τον κίνδυνο για την πατρίδα του και πόσο κοντά είχε έρθει στο να γίνει εργαλείο της προπαγάνδας του ΚΚΚ – ένας από τους «χρήσιμους ηλίθιους», όπως είπε.
Τώρα είναι γνωστός ως Πα Τσιούνγκ (Pa Chiung) στο YouTube, με 1,2 εκατομμύρια συνδρομητές που παρακολουθούν τις αναλύσεις του για Κινέζους προπαγανδιστές και υποστηρικτές του ΚΚΚ.
«Τότε δεν υπήρχε κανείς να με προειδοποιήσει», είπε.
Κατάληψη της Ταϊβάν με το χαμηλότερο κόστος
Παρά τη στενή σχέση του ΚΜΤ με το Πεκίνο, το κόμμα υπήρξε κάποτε θανάσιμος αντίπαλος των κομμουνιστικών δυνάμεων που προσπαθούσαν να ανατρέψουν την κυριαρχία του. Οι δύο πλευρές διεξήγαγαν έναν έντονο εμφύλιο πόλεμο. Δέκα χρόνια μετά την έναρξή του, το 1937, η Ιαπωνία εισέβαλε, δίνοντας στους ασθενέστερους κομμουνιστές την ευκαιρία να αναδειχθούν, καθώς το ΚΜΤ είχε στρέψει την προσοχή του στον εξωτερικό εχθρό.
Η Ιαπωνία παραδόθηκε το 1945, αλλά έως τότε το ΚΜΤ είχε ελάχιστους στρατιώτες για να αντιμετωπίσει τους κομμουνιστές υπό την ηγεσία του Μάο Τσετούνγκ όταν ο εμφύλιος ξανάρχισε. Το 1949, ένας στρατηγός του ΚΜΤ πείστηκε να ανοίξει τις πύλες της πρωτεύουσας, τότε γνωστής ως Μπέιπινγκ, χωρίς μάχη, καθιερώντας τη νίκη του ΚΚΚ και οδηγώντας το ΚΜΤ στην υποχώρηση στην Ταϊβάν.
Η κατάληψη αυτή έγινε γνωστή ως «Μοντέλο Μπέιπινγκ», το οποίο ένας Κινέζος στρατηγός περιέγραψε ως τον πιο επιθυμητό τρόπο για την «επίλυση του ζητήματος της Ταϊβάν».
Τότε και σήμερα, το Πεκίνο βασίζεται σε ένα από τα «μαγικά όπλα» του, το Τμήμα Εργασίας Ενωμένου Μετώπου, το οποίο καλύπτει τη δράση του πίσω από ένα ευρύ δίκτυο κρατικών και μη κρατικών φορέων σε παγκόσμια κλίμακα για να κατευθύνει, να αγοράζει ή να εκβιάζει επιρροή. Εδώ και χρόνια λειτουργεί περίπου 100 μυστικά αστυνομικά τμήματα σε περισσότερες από 50 χώρες. Μέσω ατόμων ενσωματωμένων στη διασπορά και μερικές φορές σε δυτικές κυβερνήσεις, παρενοχλεί αντιφρονούντες, δυσφημεί επικριτές και χειραγωγεί πολιτικές προς όφελός του.
Ένα πρόσφατο υψηλού προφίλ ταϊβανέζικο θύμα εκφοβισμού ήταν η αντιπρόεδρος Σιάο Μπι-κιμ. Κατά την επίσκεψή της στην Πράγα το 2024, λίγες εβδομάδες πριν αναλάβει τα καθήκοντά της, ένας Κινέζος διπλωμάτης την ακολούθησε με το αυτοκίνητο και προσπάθησε να χτυπήσει τη συνοδεία της, πράξη που το Συμβούλιο Ηπειρωτικών Υποθέσεων της Ταϊβάν χαρακτήρισε «πολιτικό τρόμο».
Ως ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ταϊβάν, η Κίνα έχει επανειλημμένα χρησιμοποιήσει οικονομικά μέσα ως όπλο. Μπλοκάρει γεωργικά προϊόντα ενώ συναλλάσσεται με περιοχές που εκπροσωπούνται από το ΚΜΤ, ασκώντας πίεση στον Λάι και το Δημοκρατικό Προοδευτικό Κόμμα.
Το Ενωμένο Μέτωπο του ΚΚΚ τιμωρεί επίσης ταϊβανέζικες επιχειρήσεις στην Κίνα για παρατυπίες, οργανώνει προσκυνηματικά ταξίδια Ταϊβανέζων με καταγωγή από την ηπειρωτική Κίνα για να ενισχύσει συναισθηματικούς δεσμούς, δελεάζει ταϊβανέζους διασημότητες να μιλήσουν υπέρ του Πεκίνου, εγκαθιστά «μάτια και αυτιά» σε κρίσιμους τομείς του κράτους και της κοινωνίας, και προσεγγίζει διπλωματικούς συμμάχους της Ταϊβάν για να απομονώσει το νησί διεθνώς. Λίγες εβδομάδες πριν τις εκλογές του 2024, πάνω από 100 τοπικοί αρχηγοί χωριών συμμετείχαν σε ταξίδια στην Κίνα υπό την αιγίδα του Πεκίνου, προκαλώντας ανησυχίες για εκλογική παρέμβαση.
Το κινεζικό καθεστώς καλλιεργεί επίσης πολιτικά κόμματα για να διαδίδει την προπαγάνδα του. Τον Ιανουάριο, το υπουργείο Εσωτερικών της Ταϊβάν ζήτησε από το Συνταγματικό Δικαστήριο τη διάλυση του Κόμματος Προώθησης Ενοποίησης Κίνας, που ίδρυσε ο αρχηγός εγκληματικής οργάνωσης Τσανγκ Αν-λο, με το επιχείρημα ότι δρούσε κατ’ εντολή του ΚΚΚ. Οι εισαγγελείς κατηγόρησαν ζεύγος συνδεδεμένο με το κόμμα για διάδοση κινεζικής προπαγάνδας έναντι αμοιβής, ενώ τρία ακόμη άτομα καταδικάστηκαν τον Μάρτιο για στρατολόγηση στρατιωτικών κατασκόπων.
Ο αρχηγός εγκληματικού συνδικάτου Τσανγκ Αν-λο, ηγέτης του Κόμματος Προώθησης Ενοποίησης της Κίνας, φωνάζει συνθήματα με υποστηρικτές κατά τη διάρκεια της ορκωμοσίας της Ταϊβανής Προέδρου Τσάι Ινγκ-γουέν στην Ταϊπέι. Ταϊβάν, στις 20 Μαΐου 2016. (Isaac Lawrence/AFP μέσω Getty Images)
Ο Μάικλ Στούντμαν, πρώην επικεφαλής του Γραφείου Ναυτικών Πληροφοριών των ΗΠΑ και ναύαρχος εν αποστρατεία, δήλωσε τον Ιούλιο σε ακρόαση στο Κογκρέσο: «Δεν νομίζω ότι αρκετοί άνθρωποι είναι πληροφορημένοι για αυτή την πτυχή του τρόπου λειτουργίας της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας».
«Είναι παντού, συνεχώς, σε όλους τους τομείς. Είναι πιο ύπουλο απ’ ό,τι του πιστώνουμε».
Ο τελικός στόχος, είπε, είναι να αποδυναμωθεί η θέληση του ταϊβανέζικου κοινού, ώστε να αποδεχθεί ή να υποστηρίξει ένα μέλλον υπό τον έλεγχο της ηπειρωτικής Κίνας.
Σε σύγκριση με την αποστολή στρατιωτών ή την εκτόξευση πυραύλων, αυτή η λιγότερο ορατή εκστρατεία έχει σαφή πλεονεκτήματα, σύμφωνα με την Γουάνγκ Σιάου-γουέν, βοηθό ερευνών στο Ταϊβανέζικο Ινστιτούτο Εθνικής Άμυνας και Ασφάλειας. Χρησιμοποιώντας αυτή την τακτική, είπε στην Epoch Times, το ΚΚΚ προσπαθεί να καταλάβει την Ταϊβάν «με το χαμηλότερο κόστος».
Ο βάτραχος στο βραστό νερό
Η εκτενής προσπάθεια του κινεζικού καθεστώτος να δελεάσει τους Ταϊβανέζους περιγράφηκε σε ντοκιμαντέρ που κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2024 από τον Γουέν, με τη συμμετοχή του πρώην φιλοκινέζου ράπερ Τσεν Πο-γιουάν (Chen Po-yuan).
Προσποιούμενος ενδιαφέρον για κινέζικη επιχείρηση, ο Τσεν πέταξε στην κοντινότερη κινεζική επαρχία, τη Φουτζιάν, και, μέσω επαφών στην ηπειρωτική Κίνα, συνάντησε έναν Ταϊβανέζο που είχε εισπράξει επιδότηση 70.000 δολαρίων για τη λειτουργία ενός «φυτώριου» για influencer από την Ταϊβάν.
Ο άνδρας έδειξε την κάρτα μόνιμης διαμονής στην Κίνα και προειδοποίησε τον Τσεν να μην το δημοσιοποιήσει, καθώς παραβίαζε τον νόμο της Ταϊβάν. Η κάρτα προσφέρει πολλά προνόμια και ο άνδρας είπε ότι θα μπορούσε να εξασφαλίσει μία παρόμοια για τον Τσεν μέσα σε έναν μήνα. Παρείχε επίσης γραφεία και επιδοτούμενη στέγαση για όποιον ήθελε να δημιουργήσει περιεχόμενο που προωθεί την εικόνα του καθεστώτος, προσφέροντας δεκάδες χιλιάδες δολάρια σε κεφάλαια για την επιχείρηση.
«Προχωρούν βήμα-βήμα», είπε ο Τσεν στην Epoch Times. «Ξεκινάνε απλά, δίνοντάς σου λίγα χρήματα για κάποια κανονική προώθηση ταξιδιού».
Όμως, μόλις κάποιος δοκιμάσει αυτήν την προσφορά, οι χειριστές ενδέχεται να πιέσουν περαιτέρω. Αργά ή γρήγορα, οι influencer πρέπει να προσαρμόσουν τη συμπεριφορά τους σύμφωνα με τη γραμμή του Κόμματος, περιγράφοντας την κατάσταση σαν «βάτραχο σε βραστό νερό».
Το ντοκιμαντέρ απέσπασε γρήγορα εκατομμύρια προβολές.
Ο Τσεν Πο-γιουάν, Ταϊβανός ράπερ, καλεί τον κόσμο να παρευρεθεί σε επερχόμενη συγκέντρωση υπέρ της ανάκλησης στην Ταϊπέι. Ταϊβάν, στις 17 Απριλίου 2025. (Sung Pi-lung/The Epoch Times)
Ο Τσεν γνώριζε το εγχειρίδιο του ΚΚΚ από πρώτο χέρι. Γεννημένος το 1999, εκπαιδεύτηκε στις πολεμικές τέχνες στο Ναό Σαολίν της Κίνας από τα 13 του και αργότερα εγγράφηκε στο Πανεπιστήμιο Huaqiao , σχολείο για ξένους φοιτητές υπό την επίβλεψη του Ενωμένου Μετώπου. Η προπαγάνδα ήταν τόσο αποτελεσματική που ο Τσεν θεωρούσε τον εαυτό του Κινέζο πατριώτη. Το φόντο οθόνης του κινητού του ήταν φωτογραφία του ηγέτη Σι Τζινπίνγκ.
Μετά την αποφοίτησή του, έμεινε στην Κίνα, γράφοντας συχνά τραγούδια κατά παραγγελία, μερικά για την καταπολέμηση απάτης ή έκφραση πολιτικής πίστης. Μία από τις πιο ακριβοπληρωμένες παραγγελίες ήταν από Κινέζο αξιωματούχο, που ζήτησε τραγούδι κατά της τότε προέδρου της Βουλής των ΗΠΑ, Νάνσυ Πελόσι (D-Calif.), πριν την επίσκεψή της στην Ταϊβάν το 2022, με αμοιβή περίπου 4.000 δολάρια.
Ωστόσο, η ροή εισοδήματος δεν διήρκεσε. Δύο χρόνια μετά, όταν το Γραφείο Υποθέσεων Ταϊβάν της Κίνας επαίνεσε τον Τσεν για τραγούδι υπέρ των μέτρων ελέγχου της πανδημίας COVID-19, ο Τσεν είπε ότι εξαπατήθηκε από τον συνεργάτη του, γιο ηγετικού προσώπου σε κρατική ομάδα της Ταϊβάν στην Κίνα, και έχασε όλη την επένδυσή του. Κανείς δεν τον υπερασπίστηκε.
Η σκληρή πραγματικότητα
Τρεις άνδρες, οι οποίοι εμφανίστηκαν σε δημοφιλές ντοκιμαντέρ για διπλή ταυτότητα, έχουν πλέον χάσει την ταϊβανέζικη ιθαγένειά τους. Στο πλαίσιο ευρύτερης έρευνας, το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν έκοψε την πρόσβαση σε στρατιωτικές πληροφορίες σε δεκάδες ενεργούς στρατιωτικούς που κατείχαν ταυτόχρονα άδεια διαμονής στην Κίνα. Παράλληλα, οι ταϊβανέζικες αρχές μετανάστευσης απελάσαν τρεις Κινέζες influencer που είχαν μεταναστεύσει μέσω γάμου, επικαλούμενες τα βίντεό τους που υποστήριζαν την στρατιωτική ενοποίηση του νησιού υπό την Κίνα.
Ενώ οι κινεζικές αρχές προβάλλουν την ηπειρωτική Κίνα ως «υπέροχη, ανεπτυγμένη και ασφαλή», έναν τόπο στον οποίο οι Ταϊβανέζοι θα ήθελαν να επιστρέφουν, το καθεστώς έχει αποδειχθεί γρήγορο στο να γυρίζει την πλάτη στους υποστηρικτές του όταν η αξία τους εξαντλείται.
Η Τζάο Τσαν, γνωστή στο διαδίκτυο ως Xiaowei (Σιάογουεϊ), είναι μία από τους τρεις Κινέζες που αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Κίνα. Τρεις μήνες μετά την επιστροφή της στην πατρίδα της στην επαρχία Γκουϊτζού, ήρθε αντιμέτωπη με τοπικούς αξιωματούχους, καθώς η πλημμύρα ενός κρατικού φράγματος είχε προκαλέσει ζημιές στο χωριό και δικαιούνταν αποζημίωσης. Μετά από άκαρπες διαπραγματεύσεις, δημοσιοποίησε τα παράπονά της στο διαδίκτυο, αλλά τα βίντεό της διαγράφηκαν. Η αστυνομία την ξύπνησε με τηλεφώνημα τα μεσάνυχτα, προειδοποιώντας την να μην ξεπεράσει τα όρια.
«Αυτό που συνέβη στη Τζάο θα μπορούσε να συμβεί σε οποιονδήποτε», είπε στην Epoch Times η Σιάοφανγκ, Κινέζα η οποία έζησε στην Ταϊβάν για τρεις δεκαετίες μετά τον γάμο της.
«Πολλοί πιστεύουν ότι αν ακολουθήσουν τη γραμμή του Κομμουνιστικού Κόμματος, το ΚΚΚ θα τους δώσει προνόμια—αυτό είναι απλώς αδύνατο», πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι τέτοιοι άνθρωποι «δεν κατανοούν την πραγματική φύση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας».
Η παγίδα είναι εύκολο να πέσει, σύμφωνα με τον βουλευτή Κάρλος Χιμένεθ (R-Fla.), ο οποίος τόνισε ότι οι ΗΠΑ έχουν για καιρό υποτιμήσει την Κίνα και έχουν συνειδητοποιήσει με καθυστέρηση την πραγματικότητα.
Ο βουλευτής Κάρλος Χιμένεθ ((R-Fla.) μιλά κατά τη διάρκεια διαθρησκειακής στρογγυλής τραπέζης για την απειλή του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας στη θρησκευτική ελευθερία. Ουάσιγκτον, στις 12 Ιουλίου 2023. (Madalina Vasiliu/The Epoch Times)
«Οι Κινέζοι έχουν τρόπο να ζωγραφίζουν μια πολύ όμορφη εικόνα για το ποιοι είναι, αλλά είναι απλώς πρόσοψη — πρέπει να κοιτάξεις πίσω από τον τοίχο και την κουρτίνα για να δεις την πραγματικότητα», δήλωσε ο Χιμένεθ στην Epoch Times. «Σίγουρα υπάρχουν Ταϊβανέζοι που σκέφτονται ‘Όλοι πρέπει να είμαστε μία Κίνα’. Σίγουρα υπάρχουν. Αλλά αυτό γίνεται με την παραίτηση από την ελευθερία τους».
«Δεν μπορώ να το αφήσω να περάσει»
Ο Γουέν δηλώνει ότι προετοιμάζεται για το χειρότερο: την ημέρα που ίσως χρειαστεί να τραβήξει τη σκανδάλη στο πεδίο μάχης. Λόγω των αυστηρών περιορισμών στην κατοχή όπλων στην Ταϊβάν, εξασκείται σε σκοπευτήριο στις ΗΠΑ. «Είναι μια μέρα για την οποία προετοιμάζομαι κάθε στιγμή, ακόμη και αν δεν θέλω να έρθει ποτέ», είπε.
Ωστόσο, η κύρια εστίασή του είναι στο παρόν.
Από τότε που κυκλοφόρησε το ντοκιμαντέρ, το Taiwan Affairs Office στο Πεκίνο έχει αναφέρει τον Γουέν τρεις φορές σε ενημερώσεις τύπου, χαρακτηρίζοντάς τον —και άλλους επικριτές του ΚΚΚ στην Ταϊβάν— ως άτομο που είναι «εναντίον της Κίνας» και του υπόσχεται αντίποινα.
Ο Γουέν παραμένει ασυγκίνητος.
«Σκοπίμως συγχέουν την Κίνα με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας», είπε. «Δεν είμαι εναντίον της Κίνας, είμαι εναντίον του ΚΚΚ».
Ο Γουάνγκ Γι (αριστερά), επικεφαλής του Γραφείου Υποθέσεων της Ταϊβάν του Κρατικού Συμβουλίου της Κίνας, μιλά κατά τη διάρκεια της δεύτερης συνεδρίασης του συμβουλίου διακυβέρνησης διασταυρούμενων σχέσεων στη Μεγάλη Αίθουσα του Λαού. Πεκίνο στις 3 Ιουνίου 2008. (Frederic J. Brown/AFP μέσω Getty Images)
Έχει δεχθεί απειλές θανάτου μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, μια τακτική που γίνεται όλο και πιο συχνή από φορείς του καθεστώτος εναντίον της κινεζικής κοινότητας αντιφρονούντων. Διαδικτυακά τρολ σχολιάζουν τα βίντεό του, επιτίθενται προσωπικά χρησιμοποιώντας απλοποιημένους κινεζικούς χαρακτήρες και bots ενισχύουν τα σχόλια.
Σε απάντηση, ο Γουέν καρφιτσώνει τα πιο προκλητικά σχόλια στην κορυφή.
«Είναι απλώς αστείο», είπε. «Το σχόλιο μπορεί να έχει 1.000 like, αλλά από κάτω, όλες οι απαντήσεις είναι αρνητικές».
Κινεζικοί εθνικιστές έχουν αναρτήσει αποσπάσματα του ντοκιμαντέρ στο Douyin, την κινεζική έκδοση του TikTok, και τον σατιρίζουν. Ο Γουέν δηλώνει περήφανος, καθώς άνθρωποι που δεν τον γνώριζαν ίσως γίνουν περίεργοι και παρακάμψουν το κινεζικό φίλτρο λογοκρισίας για να ενημερωθούν. Αν καταφέρει να κάνει ακόμη και λίγους ανθρώπους να «ξεκαθαρίσουν», θεωρεί ότι πέτυχε τον στόχο του.
Ο Γουέν παραδέχεται ότι αισθάνεται κουρασμένος, αλλά λέει ότι «απλώς δεν μπορώ να το αφήσω να περάσει».
«Κοιτάξτε απλώς το Χονγκ Κονγκ», λέει. «Δεν θέλω η Ταϊβάν να γίνει έτσι».
Το κινεζικό χρηματιστήριο εμφανίζει τις τελευταίες εβδομάδες σημαντική δυναμική, σε αντίθεση με την εικόνα της οικονομίας, όπου οι τιμές ακινήτων υποχωρούν, η καταναλωτική ζήτηση παραμένει ασθενής και οι βασικοί δείκτες συστηματικά κινούνται χαμηλότερα των προσδοκιών.
Στις 18 Αυγούστου, ο δείκτης Shanghai Composite ξεπέρασε προσωρινά τις 3.745 μονάδες, στο υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας δεκαετίας. Ο δείκτης CSI 300 έχει ενισχυθεί σχεδόν 8% από την αρχή του έτους, ενώ οι ημερήσιοι όγκοι συναλλαγών υπερέβησαν πρόσφατα τα 2,7 τρισ. γουάν (περίπου 316 δισ. ευρώ), καταγράφοντας την τρίτη υψηλότερη επίδοση στην ιστορία.
Σύμφωνα με αναλυτές, η άνοδος δεν είναι τυχαία, αλλά μέρος οργανωμένης προσπάθειας του Πεκίνου να ενισχύσει τον πλούτο των νοικοκυριών και να τονώσει την κατανάλωση μέσω της χρηματιστηριακής αγοράς.
Αγορά εκτός πραγματικότητας
Υπό κανονικές συνθήκες, μια πτώση στην αγορά ακινήτων και απογοητευτικά μακροοικονομικά στοιχεία θα επιβάρυναν το χρηματιστήριο. Ωστόσο, η τάση αντιστράφηκε από τον περασμένο Σεπτέμβριο, όταν το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) έδωσε σήμα ότι θα προχωρήσει σε «πρωτοφανή μέτρα» για τη σταθεροποίηση των αγορών.
Το 2025, μετά την ανακοίνωση από τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ παγκόσμιων δασμών και εμπορικών αντιμέτρων τον Απρίλιο, η κινεζική οικονομία δέχθηκε επιπλέον πίεση, με επιβράδυνση της βιομηχανικής παραγωγής και έντονες ανησυχίες για την ανεργία.
Ο Χούιχου, αναλυτής με ειδίκευση στην αγορά ακινήτων με έδρα την Κίνα, εκτίμησε ότι οι κινεζικές Αρχές προσπαθούν να μετατρέψουν το χρηματιστήριο σε νέο μοχλό εμπιστοσύνης και κατανάλωσης για το κοινό. Όπως είπε, «αν τα κτηματομεσιτικά δεν αποδίδουν πλέον, οι μετοχές αποτελούν την επόμενη επιλογή».
Επιστροφή των μικροεπενδυτών
Δεδομένα του Χρηματιστηρίου της Σαγκάης δείχνουν εκρηκτική αύξηση νέων λογαριασμών ιδιωτών. Μόνο τον Ιούλιο δημιουργήθηκαν 1,96 εκατ. νέοι λογαριασμοί, αριθμός αυξημένος κατά 20% σχεδόν σε σχέση με τον Ιούνιο και πάνω από 70% συγκριτικά με το προηγούμενο έτος. Στο επτάμηνο του 2025 δημιουργήθηκαν συνολικά πάνω από 14,5 εκατ. νέοι λογαριασμοί.
Την ίδια στιγμή, οι τραπεζικές καταθέσεις των νοικοκυριών ανήλθαν σε ιστορικό ρεκόρ 130 τρισ. γουάν (περίπου 15,3 τρισ. ευρώ), ποσό που οι αρχές θεωρούν ως αχρησιμοποίητη ρευστότητα που μπορεί να διοχετευθεί στο χρηματιστήριο. Ο Χούιχου σημείωσε ότι «η στέγαση δεν είναι πλέον βιώσιμη επιλογή, οπότε η κυβέρνηση μεταφέρει το παιχνίδι στις μετοχές. Θέλει οι αποταμιευτές να γίνουν επενδυτές».
Σκιές από το παρελθόν
Έμπειροι επενδυτές βλέπουν αναλογίες με την περίφημη «άνοδο 5·19» του 1999, που ξεκίνησε μέσα σε οικονομική ύφεση, γνώρισε απότομη άνοδο και ακολούθως ισχυρή διόρθωση.
Ο πρώην διαχειριστής επενδύσεων στη GF Securities, Γουάνγκ Σιγιουάν, ο οποίος σήμερα δραστηριοποιείται στον τομέα ακινήτων στον Καναδά, τόνισε ότι «οι ανοδικές φάσεις στην Κίνα συνήθως συμβαίνουν όταν η οικονομία βρίσκεται στο χαμηλότερο σημείο». Σύμφωνα με τον Γουάνγκ, το χρηματιστήριο λειτουργεί κυρίως ως εργαλείο διαχείρισης κρίσεων και χρησιμοποιείται από την κυβέρνηση όταν η οικονομία αντιμετωπίζει προβλήματα.
Προειδοποίησε επίσης ότι η τρέχουσα άνοδος δεν στηρίζεται σε εταιρικά θεμελιώδη, αλλά στοχεύει στη δημιουργία «ψευδαίσθησης πλούτου» για να υποκατασταθούν τα κεφάλαια που χάθηκαν στην αγορά ακινήτων. Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, όπου η άνοδος των μετοχών βασίζεται στη δημιουργία αξίας και σε αυστηρή εποπτεία, στην Κίνα οι χρηματιστηριακές «φούσκες» τροφοδοτούνται από κερδοσκοπία και μόχλευση, καταλήγοντας συχνά σε μεγάλες απώλειες για τους μικροεπενδυτές.
Κρατική ώθηση
Σύμφωνα με τον Γουάνγκ, κρατικά συνδεδεμένα επενδυτικά ταμεία, όπως το Central Huijin Investment, έχουν προχωρήσει σε μαζικές αγορές διαπραγματεύσιμων αμοιβαίων κεφαλαίων (Exchange-Traded Funds – ETFs), ενώ οι ρυθμιστικές αρχές χαλάρωσαν τα όρια συμμετοχής ασφαλιστικών εταιρειών σε μετοχές και επέβαλαν περιορισμούς στις βραχυπρόθεσμες πωλήσεις. Το αποτέλεσμα, όπως σημείωσε, είναι ένας αγώνας ταχύτητας που ελέγχεται στενά από την αποκαλούμενη «εθνική ομάδα» των κρατικών κεφαλαίων.
Ωστόσο, επικριτές προειδοποιούν ότι η υπερβολική παρέμβαση του καθεστώτος κινδυνεύει να παρασύρει εκατομμύρια μικροεπενδυτές σε έναν νέο κύκλο ανόδου και κατάρρευσης. Ο Γουάνγκ επεσήμανε ότι «ο μεγαλύτερος κίνδυνος δεν είναι να χάσεις τον αγώνα, αλλά να πιστέψεις ότι μπορεί να διατηρηθεί».
Για το Πεκίνο, ο ρόλος του χρηματιστηρίου είναι πλέον σαφής. Δεν αποτελεί απλώς εργαλείο χρηματοδότησης των κρατικών επιχειρήσεων, αλλά μέσο αναθέρμανσης της εμπιστοσύνης των καταναλωτών. Η άνοδος των μετοχών δημιουργεί την αίσθηση πλούτου, που το ΚΚΚ ελπίζει να μεταφραστεί σε αύξηση της κατανάλωσης.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα αντιμετωπίζουν αυξανόμενο ανταγωνισμό στην Αφρική από τις λεγόμενες «μεσαίες δυνάμεις», κυρίως από τη Σαουδική Αραβία, η οποία επεκτείνει γρήγορα την οικονομική και στρατιωτική παρουσία της στην ήπειρο, σύμφωνα με αναλυτές.
Συχνά αναφερόμενη ως βασικός σύμμαχος της Ουάσιγκτον στον αραβικό κόσμο και ως μέτριο αντίβαρο στο εξτρεμιστικό Ιράν, το Ριάντ συμμετέχει στη μάχη για τους πόρους της Αφρικής ανοίγοντας πρεσβείες σε όλη την ήπειρο, επενδύοντας δισεκατομμύρια δολάρια σε υποδομές και δημιουργώντας στρατηγικές συνεργασίες με αφρικανικές χώρες, αναφέρουν ειδικοί σε θέματα εξωτερικής πολιτικής.
Αναλυτές διεθνών σχέσεων τονίζουν ότι η Σαουδική Αραβία επιθυμεί να στηρίξει τις επενδύσεις και τις προσπάθειες «μαλακής ισχύος» στην Αφρική με στρατιωτική βάση στη μικρή χώρα Τζιμπουτί (στο Κέρας της Αφρικής) και με λιμάνι στην Ερυθραία, και τα δύο σε κοντινή απόσταση δια θαλάσσης από τη Σαουδική Αραβία.
Ο πρίγκιπας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, de facto ηγέτης της Σαουδικής Αραβίας, έχει επανειλημμένα αναφέρει τον κεντρικό ρόλο της Αφρικής στην προσπάθειά του να μειώσει την εξάρτηση της χώρας από τα έσοδα του πετρελαίου και να υλοποιήσει το αναπτυξιακό σχέδιο «Vision 2030».
Στο πλαίσιο αυτό, η Σαουδική Αραβία σχεδιάζει να επενδύσει τουλάχιστον 41 δισεκατομμύρια δολάρια στην Αφρική τα επόμενα πέντε χρόνια.
Έρευνα που δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο από το Africa Center for Strategic Studies (ACSS) στην Ουάσιγκτον επισημαίνει ότι η πρωτοφανής εστίαση του αραβικού κόσμου στην Αφρική καθοδηγείται από οικονομικά συμφέροντα, ανταγωνισμούς και τις φιλοδοξίες των ΗΑΕ, της Σαουδικής Αραβίας και της Τουρκίας να γίνουν κυρίαρχες περιφερειακές δυνάμεις.
Το ACSS αναφέρει ότι τα κράτη του Κόλπου και η Άγκυρα αποτελούν πλέον κύριες πηγές κεφαλαίων, συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα και ροών όπλων προς την Αφρική.
Μόνο οι πρόσφατες επενδύσεις στην Ανατολική Αφρική από αυτούς τους παίκτες φτάνουν, σύμφωνα με το κέντρο, τουλάχιστον τα 75 δισεκατομμύρια δολάρια.
«Αυτά τα κράτη του Κόλπου [και η Τουρκία] έχουν πλέον βαθιά εμπλακεί με τις οικονομίες, τις λειτουργίες των λιμανιών, την πολιτική και τις δυνάμεις ασφαλείας της Ανατολικής Αφρικής – με εκτεταμένες επιπτώσεις για περίπου 415 εκατομμύρια πολίτες της περιοχής», αναφέρει το ACSS.
Ένα φορτηγό μεταφέρει μετάλλευμα από το αδαμαντωρυχείο στο Τζουάνενγκ της Μποτσουάνα, στις 11 Μαΐου 2023. (Monirul Bhuiyan/AFP μέσω Getty Images)
Η γεωπολιτική επιρροή αποτελεί επίσης παράγοντα που ενισχύει το ενδιαφέρον της Σαουδικής Αραβίας για την Αφρική, σύμφωνα με αναλυτές.
«Η παγκόσμια ζήτηση για κρίσιμα ορυκτά στέλνει τρισεκατομμύρια δολάρια στην Αφρική και μαζί έρχεται μεγαλύτερη βιομηχανοποίηση», δήλωσε η Ελιζάβετ Σιδηροπούλου, διευθύντρια του South African Institute of International Affairs στην εφημερίδα The Epoch Times. «Με περισσότερη οικονομική ισχύ έρχεται και μεγαλύτερη πολιτική ισχύς, και αναμένεται η Αφρική να έχει σύντομα πολύ μεγαλύτερη φωνή στα παγκόσμια θέματα, με ισχυρή εκπροσώπηση στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, για παράδειγμα. Στο πολύ κοντινό μέλλον, θα είναι πολύ ωφέλιμο να είσαι φίλος με την Αφρική».
Σημείωσε ότι η αύξηση των επενδύσεων από «μεσαίες δυνάμεις» στην Αφρική, όπως η Σαουδική Αραβία, τα ΗΑΕ και η Τουρκία, «σημαίνει ότι η Αφρική γίνεται λιγότερο εξαρτημένη από μεγάλες δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα και η Ευρώπη, σε μια περίοδο που οι μεγάλες δυνάμεις αποσύρονται από την Αφρική, διατηρώντας παρουσία μόνο στον τομέα των κρίσιμων ορυκτών».
«Με τον [πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ] Τραμπ να έχει αναστείλει τη χρηματοδότηση για την Αφρική, οι Σαουδάραβες και άλλοι αναλαμβάνουν να καλύψουν το κενό, υποσχόμενοι παράλληλα σημαντικές επενδύσεις στη μεταλλευτική βιομηχανία, την τεχνολογία και τη γεωργία».
Κλειδί για την αυξανόμενη επιρροή της Σαουδικής Αραβίας στην Αφρική είναι η προτίμησή της στη «διπλωματία βασισμένη στις σχέσεις», δήλωσε στην Epoch Times ο Ρόνακ Γκοπάλντας, ανώτερος αναλυτής στη Signal Risk στη Κέηπ Τάουν.
«Οι Αφρικανοί ηγέτες εκτιμούν τον σεβασμό με τον οποίο οι Σαουδάραβες κάνουν επιχειρήσεις», είπε. «Κερδίζουν οπαδούς στην Αφρική επίσης επειδή προσφέρουν χρηματοδότηση με λιγότερους όρους. Βοηθά επίσης το ότι χτίζουν δρόμους, νοσοκομεία και γέφυρες σε όλη την περιοχή».
Η Φατίμα Σίνταντ, συν-διευθύντρια του Center for Contemporary Islam στο Πανεπιστήμιο του Κέηπ Τάουν, επεσήμανε ότι «σημαντικό σημείο σύνδεσης» μεταξύ Αράβων και Αφρικανών είναι ότι «δεν τους ενοχλεί να αφιερώνουν χρόνο» για την ολοκλήρωση μίας συμφωνίας.
«Οι δυτικοί συχνά θεωρούν ότι οι Αφρικανοί είναι πολύ αργοί και θέλουν να υπογράφουν τις συμφωνίες αμέσως. Δεν συνειδητοποιούν ότι η έλλειψη ταχύτητας μερικές φορές οικοδομεί εμπιστοσύνη», είπε στην Epoch Times.
Ο Χουσάμ Αλγκεράιμιλ, εμπορικός ακόλουθος της Σαουδικής Αραβίας στο Γιοχάνεσμπουργκ, δήλωσε στην Epoch Times ότι το Ριάντ «εμπλέκεται σε δραματική ενίσχυση» της παρουσίας της χώρας στην Αφρική.
«Σύντομα σχεδιάζουμε να έχουμε 40 πρεσβείες στην Αφρική· τώρα έχουμε μόνο 27», ανέφερε. «Αυτά τα γραφεία και οι διπλωμάτες θα είναι η οδός μας για μεγαλύτερη εμπλοκή. Η Αφρική είναι πολύ υψηλά στις προτεραιότητες της εξωτερικής πολιτικής της Σαουδικής Αραβίας και στα σχέδιά μας για διαφοροποιημένο εμπόριο».
Η Σίνταντ σημείωσε ότι «το αβέβαιο κλίμα που δημιουργείται από αλλαγές σε θέματα όπως η αμερικανική πολιτική» οδηγεί χώρες όπως η Σαουδική Αραβία σε περισσότερες εμπορικές και επενδυτικές δραστηριότητες στην Αφρική.
Το Ριάντ ενδιαφέρεται για μικρές επενδύσεις σε «μικροεπιχειρήσεις» στην Αφρική, αλλά και για χρηματοδότηση «μεγάλων» υποδομών, δήλωσε ο Αλγκεράιμιλ.
«Στηρίζουμε μικρές επιχειρήσεις σε όλη την Ανατολική Αφρική, αλλά ταυτόχρονα χτίζουμε λιμάνια, και είμαστε ήδη ο μεγαλύτερος ιδιωτικός επενδυτής σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην Αφρική, με περισσότερα από 7 δισεκατομμύρια δολάρια επενδεδυμένα τα τελευταία χρόνια», επεσήμανε.
Ο τερματικός λιμένας εμπορευματοκιβωτίων Ντοραλέχ. Τζιμπουτί, 4 Ιουλίου 2018. (Yasuyoshi Chiba/AFP/Getty Images)
Ο Νοτιοφρικανός αναλυτής ενέργειας, Τεντ Μπλομ, δήλωσε στην Epoch Times ότι η Σαουδική Αραβία χρηματοδοτεί «πράσινη ενέργεια» στην Αφρική «για στρατηγικούς λόγους».
«Είναι μια από τις χώρες που θέλει να πρωτοστατήσει στη διεθνή ενεργειακή διπλωματία. Χρησιμοποιεί την Αφρική για να αποκτήσει εμπειρία στον τομέα ως διεθνής χειριστής σε όλη την ενεργειακή αλυσίδα», είπε. «Η Σαουδική Αραβία τα καταφέρνει πολύ καλά χρησιμοποιώντας την Αφρική για να αναπτύξει νέες δεξιότητες και γνώση στην προσπάθειά της να μειώσει την εξάρτηση από το πετρέλαιο».
Σύμφωνα με τον Μπλομ, οι άφθονες ηλιακές, αιολικές και υδροηλεκτρικές πηγές της Αφρικής είναι «ιδανικές» για τα σχέδια της Σαουδικής Αραβίας να δοκιμάσει τεχνολογίες ανανεώσιμης ενέργειας μέχρι να είναι έτοιμες για εξαγωγή και εσωτερική χρήση.
Η κα Σιδηροπούλου τόνισε ότι η πρόσβαση σε κρίσιμα ορυκτά αποτελεί σαφή προτεραιότητα για το Ριάντ.
«Όπως όλοι, έτσι και οι Σαουδάραβες τα χρειάζονται για τεχνολογική και οικονομική ανάπτυξη. Τα κρίσιμα ορυκτά είναι κεντρικά στο σχέδιο της Σαουδικής Αραβίας να δημιουργήσει μια ‘υπερπεριφέρεια’ που περιλαμβάνει την πετρελαιοπαραγωγό Μέση Ανατολή και την Αφρική, όπου αναμένεται να βρίσκεται περίπου το ένα τρίτο των κρίσιμων ορυκτών παγκοσμίως», εξήγησε. «Οι Σαουδάραβες θέλουν να τοποθετηθούν ως σημαντικοί επενδυτές σε αυτό, με στόχο την προνομιακή πρόσβαση».
Η κα Σιδηροπούλου χαρακτήρισε τα κρίσιμα ορυκτά ως «το θεμέλιο» για τις μακροπρόθεσμες συνεργασίες Σαουδικής Αραβίας–Αφρικής.
«Οι Σαουδάραβες εμπλέκονται όλο και περισσότερο στη μεταλλευτική βιομηχανία», είπε. «Τα ορυκτά είναι ζωτικής σημασίας για τη στρατηγική τους να ηγηθούν στην τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης».
Σε αντίθεση με την Κίνα, που ελέγχει μεγάλο μέρος της μεταλλευτικής βιομηχανίας στην Αφρική, οι Σαουδάραβες είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν τις αφρικανικές χώρες να γίνουν πιο αυτάρκεις στην επεξεργασία και εκμετάλλευση των δικών τους ορυκτών, δήλωσε η κα Σιδηροπούλου.
Ο Γκοπάλντας τόνισε ότι η «υπομονετική προσέγγιση» της Σαουδικής Αραβίας, επικεντρωμένη σε επενδύσεις και όχι σε βραχυπρόθεσμες νίκες, εκτιμάται στην Αφρική. Υπογράμμισε την επένδυση του Ριάντ ύψους σχεδόν 5,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την ανάπτυξη ενός εργοστασίου διύλισης πλατίνας και μεταλλουργείου στην επαρχία Λιμπόπο της Νότιας Αφρικής.
Ο Γκοπάλντας ανέφερε επίσης ότι οι Σαουδάραβες επενδύουν δισεκατομμύρια στην κατασκευή λιμανιών στην ανατολική ακτή της Αφρικής, «ώστε οι εμπορικές οδοί μέσω της Ερυθράς Θάλασσας να είναι ασφαλείς».
Ο Αλγκεράιμιλ, εμπορικός ακόλουθος της Σαουδικής Αραβίας στο Γιοχάνεσμπουργκ, αναφέρθηκε στην ανακατασκευή του λιμανιού Ασάμπ στην Ερυθραία: «Θεωρούμε ότι το λιμάνι αυτό είναι στρατηγικά τοποθετημένο, κοντά στο Στενό Μπαμπ ελ Μάντεμπ, που το καθιστά σημαντικό για το εμπόριο και την ασφάλεια». Το Στενό Μπαμπ ελ Μάντεμπ αποτελεί κρίσιμο σημείο σύνδεσης μεταξύ Υεμένης και Ερυθραίας, ενώνoντας την Ερυθρά Θάλασσα με τον Κόλπο του Άντεν.
Το Africa Center for Strategic Studies εντόπισε το μικρό Τζιμπουτί, με πληθυσμό 1 εκατομμύριο, ως «κέντρο» των σαουδαραβικών δραστηριοτήτων στην Αφρική. Οι επενδύσεις της Σαουδικής Αραβίας, αξίας 13 δισεκατομμυρίων δολαρίων, αντιπροσωπεύουν «το 90% όλων των χρηματοροών των κρατών του Κόλπου στη χώρα, υπογραμμίζοντας το όραμα του Ριάντ να δει το Τζιμπουτί ως πύλη διευρυμένων σχέσεων στην Ανατολική Αφρική».
Ο Μπλομ δήλωσε ότι το ενδιαφέρον του Ριάντ για το Τζιμπουτί δείχνει ότι η χώρα εξακολουθεί να «διψά για πετρέλαιο», παρά τις φιλοδοξίες της στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. «Οι περισσότερες επενδύσεις στο Τζιμπουτί αφορούν ένα από τα μεγαλύτερα διυλιστήρια πετρελαίου της Αφρικής, που πιθανόν θα παράγει τουλάχιστον 300.000 βαρέλια την ημέρα», είπε.
Το Ριάντ κατασκευάζει επίσης την «Saudi Logistics City» στο Τζιμπουτί, η οποία, σύμφωνα με ανακοίνωση του σαουδαραβικού κράτους τον Ιούνιο του 2024, «θα επιτρέψει στα σαουδαραβικά προϊόντα και εξαγωγές να φτάσουν σε όλες τις αφρικανικές χώρες μέσω του λιμανιού του Τζιμπουτί, που αποτελεί πύλη προς την Αφρική και σημαντικό κόμβο οικονομικών και εμπορικών ανταλλαγών σε αφρικανικό και παγκόσμιο επίπεδο».
Ο Αλγκεράιμιλ ανέφερε ότι η κυβέρνηση του Ριάντ διαπραγματεύεται με το Τζιμπουτί για την εγκατάσταση στρατιωτικής βάσης από το 2017, προσθέτοντας ότι «η πρόοδος μπορεί να φαίνεται αργή, αλλά οι συνομιλίες εξελίσσονται θετικά».
Ο Γουάντιλε Σίχλομπο, αγρονοοικονομολόγος με έδρα τη Νότια Αφρική, δήλωσε στην Epoch Times ότι οι Σαουδάραβες επενδύουν σημαντικά στην καλλιέργεια και την κτηνοτροφία στην Αφρική, με στόχο να χρησιμοποιήσουν την ήπειρο ως «καλάθι τροφίμων». Όπως εξήγησε, μόνο το 1,6% της Σαουδικής Αραβίας είναι κατάλληλο για γεωργία, ενώ στην Αφρική η βιομηχανική γεωργία μεγάλης κλίμακας υπάρχει μόνο σε λίγες χώρες, όπως η Νότια Αφρική και η Κένυα.
Ο Γκοπάλντας επεσήμανε ότι η Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ έχουν επενδύσει περισσότερα από 400 εκατομμύρια δολάρια στον αγροτικό τομέα του Σουδάν τα τελευταία τρία χρόνια, ενώ το Ριάντ έχει χρηματοδοτήσει έργα γεωργίας σε Κένυα, Ουγκάντα και Τανζανία.
Η έλλειψη εργατικού δυναμικού στη Σαουδική Αραβία αποτελεί επίσης παράγοντα στρατηγικής στην Αφρική. «Εκατομμύρια νέοι, άνεργοι Αφρικανοί βρίσκονται απέναντι, με τεράστιες ανεκμετάλλευτες δυνατότητες», δήλωσε ο Γκοπάλντας. «Οι Σαουδάραβες υπόσχονται εκπαίδευση στην τεχνητή νοημοσύνη και οι Αφρικανοί έχουν εκδηλώσει μεγάλο ενδιαφέρον».
Η κα Σιδηροπούλου σημείωσε ότι το Ριάντ χτίζει δρόμους, νοσοκομεία, σχολεία και υποδομές επικοινωνιών σε έντεκα χώρες της Ανατολικής Αφρικής, τονίζοντας ότι η Σαουδική Αραβία ωφελείται από το γεγονός ότι δεν «κουβαλά το βάρος που έχουν άλλες δυνάμεις στην Αφρική».
Ο Αλγκεράιμιλ πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση του Ριάντ «δεν βρίσκεται στην Αφρική για να ανταγωνιστεί άλλες δυνάμεις». «Κάνουμε πράγματα στην Αφρική με τον σαουδαραβικό τρόπο», κατέληξε.
Η Ουκρανία εξαπέλυσε σειρά επιθέσεων με μη επανδρωμένα αεροσκάφη σε ρωσικό έδαφος σήμερα, ημέρα κατά την οποία γιορτάζει την ανεξαρτησία της, προκαλώντας πυρκαγιές σε πυρηνικό σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο Κουρσκ και σε έναν τερματικό σταθμό πετρελαίου στο λιμάνι Ουστ-Λούγκα.
Ένα από τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, που καταρρίφθηκε λίγο μετά τα μεσάνυκτα από την αντιαεροπορική άμυνα της Ρωσίας, «εξερράγη και προκάλεσε ζημιές στον βοηθητικό μετασχηματιστή» του πυρηνικού σταθμού στην περιφέρεια Κουρσκ, ανακοίνωσε η διαχειρίστρια εταιρεία στον λογαριασμό της στο Telegram.
«Η πυρκαγιά κατασβέστηκε», πρόσθεσε, διευκρινίζοντας ότι δεν υπάρχουν θύματα, αν και έχει μειωθεί η παραγωγική δυναμικότητα ενός από τους αντιδραστήρες.
«Το επίπεδο ραδιενέργειας στον βιομηχανικό χώρο του πυρηνικού σταθμού του Κουρσκ και στη γύρω περιοχή δεν έχει αλλάξει», τόνισε η ίδια πηγή, προσθέτοντας ότι παραμένει «σε κανονικά επίπεδα».
Από την αρχή του πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ-ΙΑΕΑ) προειδοποιεί για το ενδεχόμενο πυρηνικής καταστροφής, κυρίως στον πυρηνικό σταθμό της Ζαπορίζια στη νότια Ουκρανία, ο οποίος βρίσκεται από τον Μάρτιο του 2022 υπό τον έλεγχο των ρωσικών στρατευμάτων.
Στις ακτές της Βαλτικής, η ρωσική αντιαεροπορική άμυνα αναχαίτισε δέκα μη επανδρωμένα στο λιμάνι Ουστ-Λούγκα, κοντά στην Αγία Πετρούπολη, ενώ πυρκαγιά ξέσπασε σε τερματικό σταθμό πετρελαίου της ρωσικής εταιρείας Novatek, σύμφωνα με τον περιφερειάρχη Αλεξάντερ Ντροζντένκο.
«Οι πυροσβέστες και το υπουργείο Αντιμετώπισης Εκτάκτων Καταστάσεων εργάζονται για την κατάσβεσή της», πρόσθεσε στο Telegram.
Τις τελευταίες εβδομάδες, την ώρα που εντείνονται οι συνομιλίες για τον τερματισμό του πολέμου, η Ουκρανία έχει εξαπολύσει δεκάδες μη επανδρωμένα εναντίον του ρωσικού εδάφους, στοχεύοντας κυρίως δεξαμενές πετρελαίου σε μια προσπάθεια να περιορίσει τις εξαγωγές της Μόσχας, οι οποίες χρηματοδοτούν σε μεγάλο βαθμό τις στρατιωτικές της επιχειρήσεις.
Οι επιθέσεις αυτές φαίνεται να ευθύνονται για την άνοδο της τιμής των καυσίμων στη Ρωσία, η οποία έχει φτάσει σε επίπεδο ρεκόρ παρά την απαγόρευση εξαγωγών βενζίνης που έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση. Το ρωσικό υπουργείο Ενέργειας αποδίδει τις υψηλές τιμές «στην εποχική άνοδο της ζήτησης και τις γεωργικές εργασίες», χωρίς να αναφέρεται στις ουκρανικές επιθέσεις.
Την Παρασκευή, ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν δήλωσε ότι ζήτησε τη βοήθεια του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ προκειμένου να αντιμετωπίσει η χώρα του τις δυσκολίες ανεφοδιασμού σε ρωσικό πετρέλαιο μέσω του αγωγού Ντρούζμπα, ο οποίος έχει πληγεί από επιθέσεις, όπως καταγγέλλει.
Οι ρωσικές μονάδες αντιαεροπορικής άμυνας κατέστρεψαν συνολικά 95 ουκρανικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη κατά τη διάρκεια της νύχτας σε περισσότερες από 13 περιφέρειες, όπως επεσήμανε το υπουργείο Άμυνας. Από την πλευρά της, η ρωσική υπηρεσία πολιτικής προστασίας Rosaviatsia ανακοίνωσε ότι ανεστάλησαν οι πτήσεις για ώρες σε διάφορα αεροδρόμια της χώρας.
Ουκρανικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη στοχοθέτησαν και βιομηχανική επιχείρηση στην πόλη Σιζράν, στη νότια Ρωσία, όπως δήλωσε ο κυβερνήτης της περιφέρειας Σαμάρα, Βιάτσεσλαβ Φεντορίστσεβ, αν και πρόσθεσε ότι δεν υπάρχουν τραυματίες.
Οι ουκρανικές δυνάμεις εξαπέλυσαν νέες επιθέσεις την ημέρα της 34ης επετείου της ανεξαρτησίας της χώρας.
Ο επικεφαλής του ουκρανικού στρατού, Ολεξάντρ Σίρσκι, υπογράμμισε με αφορμή την επέτειο ότι «ο ουκρανικός λαός δεν θα παραδοθεί ποτέ και δεν θα απαρνηθεί ποτέ την ανεξαρτησία του». Ο Ουκρανός υπουργός Εξωτερικών, Αντρίι Σίμπιχα, χαρακτήρισε την ανεξαρτησία της χώρας του «ακρογωνιαίο λίθο της ασφάλειας της Ευρώπης».