Τετάρτη, 16 Ιούλ, 2025

Λευκός Οίκος: Θετικές προοπτικές για εμπορική συμφωνία ΗΠΑ–Κίνας

Με κλίμα αισιοδοξίας αντιμετωπίζει ο Λευκός Οίκος το ενδεχόμενο σύναψης εμπορικής συμφωνίας με την Κίνα. Όπως δήλωσε στις 22 Απριλίου η εκπρόσωπος Τύπου του Προέδρου, Καρολάιν Λέβιτ, ο Ντόναλντ Τραμπ θεωρεί πως η αμερικανική κυβέρνηση «τα πηγαίνει πολύ καλά» και «κινείται στη σωστή κατεύθυνση» όσον αφορά τις διαπραγματεύσεις με το κινεζικό καθεστώς.

Τις δηλώσεις της Λέβιτ ήρθαν να ενισχύσουν και τα αισιόδοξα μηνύματα του υπουργού Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, ο οποίος σε κλειστή συνάντηση στην Ουάσιγκτον ανέφερε σε ομάδα επενδυτών ότι η εμπορική αντιπαράθεση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας ενδέχεται να αποκλιμακωθεί σύντομα. Όπως μεταφέρουν πηγές προσκείμενες στις διαπραγματεύσεις στην Epoch Times, ο Μπέσεντ σκιαγράφησε το αδιέξοδο ως μη βιώσιμο για τις δύο πλευρές και σημείωσε ότι η αποκλιμάκωση είναι αναπόφευκτη. Παρομοίωσε μάλιστα τη σημερινή κατάσταση με «εμπάργκο», καθώς οι δύο μεγαλύτερες εμπορικές δυνάμεις ανταλλάσσουν εξοντωτικούς δασμούς.

Στις αρχές του μήνα, η αμερικανική κυβέρνηση επέβαλε δασμούς έως και 245% σε κινεζικά προϊόντα, με το Πεκίνο να απαντά με επιβαρύνσεις 125% στα αμερικανικά αγαθά.

Σε πρόσφατη συνέντευξή του στο Bloomberg, ο Μπέσεντ εξέφρασε την ελπίδα για ουσιαστική συμφωνία και υπογράμμισε ότι η Κίνα χρειάζεται ένα «ειδικό μίγμα προσέγγισης» λόγω του γεωπολιτικού της βάρους τόσο ως οικονομικού ανταγωνιστή όσο και ως στρατιωτικού αντιπάλου των ΗΠΑ.

«Δεν πρόκειται για αστεία. Οι αριθμοί είναι τεράστιοι», επισήμανε. «Γνωρίζουμε όλοι πως αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να διατηρηθεί επ’ αόριστον και κανείς δεν το επιθυμεί».

Το υπουργείο Οικονομικών της Κίνας, από την πλευρά του, χαρακτήρισε στις 11 Απριλίου με ανακοίνωσή του τους αμερικανικούς δασμούς «υπερβολικά υψηλούς» και έκανε λόγο για «μονομερείς εκφοβισμούς και πιέσεις». Ο Λευκός Οίκος απάντησε ότι η «μπάλα βρίσκεται πλέον στο γήπεδο της Κίνας» και κάλεσε το Πεκίνο να κάνει βήματα για συμφωνία.

«Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να κλείσουμε συμφωνία μαζί τους», δήλωσε η Λέβιτ στη συνέντευξη Τύπου, μεταφέροντας τη θέση του προέδρου Τραμπ. «Η μόνη διαφορά με την Κίνα είναι το μέγεθος. Όπως και κάθε άλλη χώρα, αυτό που επιδιώκει η Κίνα είναι ο Αμερικανός καταναλωτής. Εν ολίγοις, χρειάζονται τα χρήματά μας».

Ο Πρόεδρος Τραμπ επανέλαβε μέσω κοινωνικών δικτύων ότι αργά ή γρήγορα το Πεκίνο θα επιδιώξει επαναπροσέγγιση. «Η Κίνα θέλει συμφωνία, απλώς δεν ξέρει πώς να τη διαπραγματευτεί», είχε δηλώσει και σε εκδήλωση στον Λευκό Οίκο στις 9 Απριλίου. «Είναι υπερήφανοι, γι’ αυτό διστάζουν».

Τα χρηματιστήρια αντέδρασαν άμεσα στις δηλώσεις Μπέσεντ, με τον δείκτη Dow Jones να ενισχύεται κατά 1000 μονάδες, δείκτης S&P 500 και ο τεχνολογικός Nasdaq να κερδίζουν πάνω από 2%. Ιδιαίτερα θετική ήταν η εικόνα και για εταιρείες με εκτεταμένη έκθεση στην κινεζική αγορά. Η Nvidia σημείωσε άνοδο έως και 6%, ενώ η AMD ξεπέρασε το 1%.

Παρά τα θετικά σινιάλα, ο Γκρεγκ ΜακΜπράιντ, επικεφαλής οικονομικών αναλύσεων της Bankrate, επισημαίνει ότι η αβεβαιότητα παραμένει. «Οι αγορές εξακολουθούν να ταλανίζονται από την αβεβαιότητα σχετικά με τους δασμούς, το εμπόριο και τον αντίκτυπό τους στον πληθωρισμό και στη συνολική οικονομία», τονίζει σε δήλωσή του στην The Epoch Times. «Επιπλέον, είμαστε και στην καρδιά της περιόδου ανακοινώσεων εταιρικών κερδών, γεγονός που συνήθως εντείνει τη μεταβλητότητα ακόμη και σε ήρεμες εποχές».

Το ΔΝΤ αναθεωρεί προς τα κάτω τις προβλέψεις του για την παγκόσμια οικονομία

Οι δασμοί που επιδιώκει να επιβάλει ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και τα μέτρα αντιποίνων που λαμβάνουν οι άλλες χώρες αναμένεται να πλήξουν σοβαρά την παγκόσμια οικονομία φέτος, εκτιμά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Ο διεθνής οικονομικός οργανισμός που εδρεύει στην Ουάσιγκτον εμφανίζεται πολύ επιφυλακτικός στις προβλέψεις του, λόγω της «περίπλοκης και ρευστής» κατάστασης επί του παρόντος. Μια ένδειξη της δυσκολίας που αντιμετωπίζουν οι οικονομολόγοι προκειμένου να προχωρήσουν σε προβλέψεις είναι το γεγονός ότι το ΔΝΤ έλαβε υπόψη του μόνο τις εξελίξεις στο πεδίο των δασμών μέχρι τις 4 Απριλίου και όχι κατ’ ανάγκη όλα τα μέτρα αντιποίνων μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.

Το ΔΝΤ αναμένει ότι η παγκόσμια ανάπτυξη θα ανέλθει στο 2,8% φέτος, ποσοστό αναθεωρημένο προς τα κάτω κατά 0,5% σε σύγκριση με την προηγούμενη εκτίμηση, τον Ιανουάριο.

«Εισερχόμαστε σε μια περίοδο κατά την οποία το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα όπως το γνωρίζουμε εδώ και 80 χρόνια επανεκκινεί (…) Εκτός από τους δασμούς, η αύξηση της πολιτικής αβεβαιότητας σχετικά με τις εμπορικές συναλλαγές έχει σημαντική επίπτωση στις οικονομικές προοπτικές», παρατήρησε ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Πιερ-Ολιβιέ Γκουρενσά. Λόγω των σοβαρών επιπτώσεων που έχουν οι δασμοί στο παγκόσμιο εμπόριο, το Ταμείο αναμένει αύξηση του όγκου συναλλαγών αγαθών και υπηρεσιών μόνο κατά 1,7% φέτος, ενώ πριν από μόλις τρεις μήνες μιλούσε για +3,2%.

Και μολονότι, στο άμεσο μέλλον, η παγκόσμια οικονομία φαίνεται ότι «θα αποφύγει την ύφεση», οι επιπτώσεις από τους δασμούς θα γίνουν «αρνητικά αισθητές σε όλες τις περιοχές, τη φετινή και την επόμενη χρονιά», είπε ο Γκουρενσά.

Για τη Βόρεια Αμερική, το ΔΝΤ αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις του και για τις τρεις οικονομίες, σε σύγκριση με τον Ιανουάριο. Πλέον, θεωρεί ότι η οικονομία των ΗΠΑ θα παρουσιάσει ανάπτυξη 1,8% φέτος (μείωση 0,9 ποσοστιαίων μονάδων από την προηγούμενη πρόβλεψη) και του Καναδά κατά 1,4% (-0,6 κάτω από την πρόβλεψη του Ιανουαρίου). Το Μεξικό, η οικονομία του οποίου εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εξαγωγές προς τον βόρειο γείτονά του, μπορεί να περιέλθει σε ύφεση (-0,3% ή 1,7 ποσοστιαία μονάδα κάτω από την προηγούμενη πρόβλεψη).

Η Κίνα, η οποία αποτελεί τον βασικό στόχο των δασμών του προέδρου Τραμπ, ενδέχεται να καταγράψει τη χαμηλότερη ανάπτυξη από το 1990, μόλις 4%. Και εδώ, το ΔΝΤ έχει αναθεωρήσει προς τα κάτω την προηγούμενη πρόβλεψή του.

Στην Ιαπωνία, τον άλλο μεγάλο εμπορικό εταίρο των ΗΠΑ, το ΔΝΤ προβλέπει ανάπτυξη 0,6% φέτος ενώ στις αρχές του έτους μιλούσε για 1,1%.

Το σοκ εκτιμάται ότι θα είναι μικρότερο για την ευρωζώνη, η ανάπτυξη της οικονομίας αναθεωρήθηκε προς τα κάτω κατά 0,2 ποσοστιαίες μονάδες και αναμένεται να φτάσει το 0,8%. Οι μεγαλύτερες οικονομίες θα υποστούν και τις σημαντικότερες επιπτώσεις. Το ΔΝΤ προβλέπει μηδενική ανάπτυξη για τη Γερμανία, 0,6% για τη Γαλλία και 0,4% για την Ιταλία (αντίστοιχη μείωση 0,2 και 0,3 σε σχέση με τις προβλέψεις του Ιανουαρίου). «Οι δασμοί θα αποδυναμώσουν την μέτρια οικονομική ανάκαμψη στην ευρωζώνη, παρά την αύξηση των δημόσιων δαπανών σε ορισμένες χώρες, όπως στη Γερμανία», είπε ο Γκουρενσά, σημειώνοντας ότι «οι δαπάνες για υποδομές θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην επιτάχυνση της ανάπτυξης».

Από τις μεγάλες οικονομίες, τη σημαντικότερη ανάπτυξη, 2,5%, αναμένεται να βιώσει η Ισπανία.

Συνέπεια των δασμών θα είναι επίσης η αύξηση του πληθωρισμού στις προηγμένες οικονομίες, στο 2,5%, κυρίως λόγω του πληθωρισμού στις ΗΠΑ που εκτιμάται ότι θα κυμανθεί γύρω στο 3%. Στις αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες οικονομίες (χωρίς τη Βενεζουέλα) ο πληθωρισμός θα κυμανθεί φέτος στο 5,5% και σε παγκόσμιο επίπεδο στο 4,3% (+0,1%) φέτος, για να πέσει το 2026 στο 3,6%.

Έτοιμος για απευθείας συνομιλίες με τη Ρωσία αφού επιτευχθεί κατάπαυση του πυρός, δηλώνει ο Ζελένσκι

Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε σήμερα ότι η χώρα του είναι έτοιμη για απευθείας διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία, υπό οποιαδήποτε μορφή, από τη στιγμή που θα τεθεί σε ισχύ η κατάπαυση του πυρός.

«Μετά την εκεχειρία, είμαστε έτοιμοι να καθίσουμε (σ.σ. στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων) υπό οποιοδήποτε σχήμα ώστε να μην υπάρχουν αδιέξοδα», είπε ο Ζελένσκι σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε.

Η ουκρανική αντιπροσωπεία που θα συναντηθεί αύριο στο Λονδίνο με τις αντιπροσωπείες των δυτικών χωρών, θα έχει εντολή να συζητήσει πλήρη ή μερική εκεχειρία.

«Δεν θα είναι δυνατόν να συμφωνηθούν τα πάντα πολύ γρήγορα», προειδοποίησε, σημειώνοντας ότι υπάρχουν πολλά περίπλοκα θέματα, όπως το εδαφικό, οι εγγυήσεις ασφαλείας και η ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Σημείωσε ότι η Ουκρανία δεν θα αναγνωρίσει ντε γιούρε τη ρωσική κατοχή της Κριμαίας γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν αντισυνταγματικό.

Αναφορικά με τον πυρηνικό σταθμό της Ζαπορίζια, που είναι υπό την κατοχή της Ρωσίας, ο Ουκρανός πρόεδρος είπε ότι δεν υπάρχει κάποια επίσημη αμερικανική πρόταση για το μελλοντικό καθεστώς του.

Στις αυριανές συνομιλίες του Λονδίνου θα συμμετάσχουν εκπρόσωποι των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ουκρανίας. Η εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Τάμι Μπρους είπε απόψε ότι ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών δεν θα ταξιδέψει στο Λονδίνο, αλλά η Ουάσιγκτον θα εκπροσωπηθεί από τον ειδικό απεσταλμένο Κιθ Κέλογκ.

Ο Ζελένσκι είπε επίσης ότι θα ήταν χαρά του να συναντηθεί με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ αργότερα αυτήν την εβδομάδα, όταν θα βρεθούν και οι δύο στην Ιταλία για την κηδεία του πάπα Φραγκίσκου.

Κινέζοι εργάζονται στην παραγωγή δρόνων στη Ρωσία

Ο Ουκρανός πρόεδρος υποστήριξε επίσης ότι Κινέζοι πολίτες εργάζονται σε ένα εργοστάσιο παραγωγής μη επανδρωμένων αεροσκαφών στη Ρωσία, σε άλλη μια επίθεση του Κιέβου με στόχο το Πεκίνο.

Την περασμένη εβδομάδα ο Ζελένσκι είχε πει ότι η Κίνα δίνει όπλα και πυρομαχικά στη Ρωσία, κατηγορώντας ανοιχτά, για πρώτη φορά, τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου ότι παρέχει άμεση στρατιωτική βοήθεια στη Μόσχα. Η Κίνα αρνείται τις κατηγορίες αυτές.

Η Ουάσιγκτον πρότεινε να αναγνωριστεί η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία και να «παγώσει» η γραμμή του μετώπου 

Οι Ηνωμένες Πολιτείες προτείνουν να αναγνωριστεί η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία και να «παγώσουν» οι γραμμές του μετώπου με την Ουκρανία, στο πλαίσιο μιας ειρηνευτικής συμφωνίας, ανέφερε σήμερα η εφημερίδα Washington Post, επικαλούμενη πολλά πρόσωπα που εμπλέκονται στις διαβουλεύσεις.

Οι αμερικανικές προτάσεις παρουσιάστηκαν στους Ουκρανούς την περασμένη εβδομάδα στο Παρίσι, σύμφωνα με την ίδια πηγή.

Η πρόταση της Ουάσιγκτον περιλαμβάνει επίσης την άρση των κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας, στο πλαίσιο μιας μελλοντικής συμφωνίας.

Ο πρόεδρος Πούτιν προτείνει το «πάγωμα» της γραμμής του μετώπου και δεν θα διεκδικήσει εδάφη που παραμένουν υπό τον έλεγχο του Κιέβου, στις τέσσερις κατεχόμενες επαρχίες της Ουκρανίας

Ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν πρότεινε να σταματήσει την εισβολή του στην Ουκρανία κατά μήκος των γραμμών του μετώπου όπως έχουν διαμορφωθεί σήμερα, στο πλαίσιο των προσπαθειών για την επίτευξη μιας ειρηνευτικής συμφωνίας με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, γράφει η εφημερίδα Financial Times, επικαλούμενη πρόσωπα που έχουν γνώση του θέματος.

Ο Πούτιν είπε στον Στιβ Γουίτκοφ, τον ειδικό απεσταλμένο του Τραμπ, στη συνάντηση που είχαν νωρίτερα αυτόν τον μήνα στην Αγία Πετρούπολη, ότι η Ρωσία θα μπορούσε να παραιτηθεί από τις διεκδικήσεις της σε εκείνες τις περιοχές των τεσσάρων εν μέρει κατεχόμενων ουκρανικών επαρχιών που παραμένουν υπό τον έλεγχο του Κιέβου, πρόσθεσε η εφημερίδα που επικαλείται τρεις πηγές.

Ο Γουίτκοφ πρόκειται να ταξιδέψει στη Ρωσία για συνομιλίες με τον Πούτιν αργότερα αυτήν την εβδομάδα, ανακοίνωσε νωρίτερα σήμερα η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Κάρολαϊν Λέβιτ. «Ελπίζουμε ότι κινούμαστε προς τη σωστή κατεύθυνση» στο θέμα της Ουκρανίας, είπε η εκπρόσωπος, σημειώνοντας ότι ο πρόεδρος Τραμπ έχει εκφράσει τη δυσαρέσκειά του, τόσο απέναντι στην Ουκρανία όσο και στη Ρωσία, επειδή δεν προχωρά η προσπάθειά του να τερματίσει τον πόλεμο.

Βατικανό: Το Κονκλάβιο των Καρδιναλίων που θα κληθεί να εκλέξει τον διάδοχο του πάπα Φραγκίσκου

Εκατόν τριάντα πέντε καρδινάλιοι, με μέση ηλικία τα 70 χρόνια, θα συγκροτήσουν το Κονκλάβιο που θα εκλέξει τον διάδοχο του πάπα Φραγκίσκου, ωστόσο αυτήν τη φορά οι εκπρόσωποι της Ευρώπης και ιδίως της Ιταλίας είναι λιγότεροι από το παρελθόν, αν και εξακολουθούν να διατηρούν την πλειοψηφία.

Οι περισσότεροι από τους 135 «εκλέκτορες» διορίστηκαν καρδινάλιοι από τον αποθανόντα ποντίφικα.

Καθώς το ανώτατο όριο ηλικίας για τη συμμετοχή στο Κολλέγιο των Καρδιναλίων είναι τα 80 χρόνια, 117 καρδινάλιοι δεν μπορούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία της ψηφοφορίας για την εκλογή του νέου ποντίφικα, που θα διεξαχθεί στις αρχές Μαΐου.

Μεταξύ των εκλεκτόρων, εκείνοι που εκπροσωπούν τη Γηραιά Ήπειρο είναι συνολικά 53 (το 39%). Το 2013, στο Κονκλάβιο που εξέλεξε τον Φραγκίσκο, οι Ευρωπαίοι καρδινάλιοι ήταν 60 σε σύνολο 115 (52%).

Μετά τους Ευρωπαίους, οι μεγαλύτερες ομάδες είναι εκείνες των Ασιατών (23) και των Κεντροαμερικανών (21). Ακολουθούν οι Αφρικανοί (18), οι Βορειοαμερικανοί (16) και εκείνοι που προέρχονται από την Ωκεανία (4), σύμφωνα με στοιχεία της Αγίας Έδρας.

Η Ιταλία είναι η χώρα με τους περισσότερους καρδινάλιους, συνολικά 17. Το 2013 είχε εκπροσωπηθεί με 28 εκλέκτορες. Οι ΗΠΑ με 10 καρδινάλιους και η Βραζιλία με 7 συμπληρώνουν το «βάθρο» των χωρών με τη μεγαλύτερη εκπροσώπηση. Γαλλία και Ισπανία έχουν από 5 καρδινάλιους η καθεμία.

Η γενέτειρα του Φραγκίσκου, η Αργεντινή, εκπροσωπείται από τέσσερις καρδινάλιους, όπως επίσης και ο Καναδάς, η Ινδία, η Πολωνία και η Πορτογαλία.

Η Ακτή Ελεφαντοστού, με δύο εκλέκτορες, είναι η μοναδική αφρικανική χώρα που εκπροσωπείται με περισσότερους από έναν καρδινάλιο.

Στη λίστα των 70 ωρών θα πρέπει να προστεθεί και η Ιερουσαλήμ, που θα εκπροσωπηθεί από τον Λατίνο πατριάρχη Πιερμπατίστα Πιτσαμπάλα, ο οποίος είχε γενέθλια χθες και έκλεισε τα 60 του χρόνια.

Η μέση ηλικία των εκλεκτόρων είναι 70 χρόνια και 4 μήνες. Ο μεγαλύτερος σε ηλικία είναι ο Κάρλος Οσόρο Σιέρα, ο αρχιεπίσκοπος της Μαδρίτης, που θα κλείσει τα 80 του στις 16 Μαΐου. Ο νεότερος είναι ο αρχιεπίσκοπος της Μελβούρνης, Μίκολα Μπίτσοκ, 45 ετών, 2 μηνών και 69 ημερών, ο οποίος ανακηρύχθηκε καρδινάλιος από τον Φραγκίσκο μόλις τον περασμένο Δεκέμβριο.

Συνολικά, από τους 135 εκλέκτορες, οι 108 διορίστηκαν καρδινάλιοι από τον Φραγκίσκο: 40 στην Ευρώπη, 20 στην Ασία, 19 στην Κεντρική και Νότια Αμερική, 15 στην Αφρική, 10 στη Βόρεια Αμερική και 4 στην Ωκεανία. Ο Βενέδικτος ΙΣτ΄ διόρισε 22 και ο Ιωάννης-Παύλος Β΄ τους υπόλοιπους πέντε.

Ο Φιλιππίνες χαλαρώνουν τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς για κρατικούς αξιωματούχους προς την Ταϊβάν

Με ιδιαίτερα θετικό τρόπο υποδέχθηκε η Ταϊβάν την απόφαση της κυβέρνησης των Φιλιππίνων να χαλαρώσει τα αυστηρά ταξιδιωτικά μέτρα που ίσχυαν εδώ και δεκαετίες για τους κρατικούς αξιωματούχους της προς την Ταϊβάν, αλλά και να επιτρέψει με μεγαλύτερη ευκολία τις επισκέψεις Ταϊβανών αξιωματούχων στη χώρα.

Η σχετική εντολή, γνωστή ως Εγκύκλιος Υπομνήματος Αριθ. 82, υπογράφηκε στις 15 Απριλίου από τον εκτελεστικό γραμματέα Λούκας Μπερσαμίν εκ μέρους του προέδρου της χώρας, Φερνινάντο Μάρκος Τζούνιορ. Η εγκύκλιος, που έγινε γνωστή στις 21 Απριλίου, αναφέρει πως οι αλλαγές στοχεύουν στην «αξιοποίηση ευκαιριών ανάπτυξης και επέκτασης σε τομείς προτεραιότητας για επενδύσεις στις Φιλιππίνες».

Αν και Μανίλα και Ταϊπέι δεν διατηρούν επίσημες διπλωματικές σχέσεις, οι δύο πλευρές έχουν αναπτύξει ένα άτυπο δίκτυο επικοινωνίας δια μέσω των αντίστοιχων οικονομο-πολιτιστικών γραφείων τόσο στην πρωτεύουσα της κάθε χώρας. Η συνεργασία των δύο χωρών, τα τελευταία χρόνια, εκτυλίσσεται σε ένα περιβάλλον αυξανόμενης στρατιωτικής πίεσης από το Πεκίνο.

Με τη νέα εγκύκλιο, περιορίζονται σημαντικά οι περιορισμοί που είχαν επιβληθεί από το Προεδρικό Διάταγμα 313 της Κορασόν Ακίνο το 1987, με το οποίο απαγορευόταν σε κάθε Φιλιππινέζο αξιωματούχο να επισκεφθεί επίσημα την Ταϊβάν ή να πραγματοποιήσει επαφές με Ταϊβανούς αξιωματούχους χωρίς την έγκριση του Υπουργείου Εξωτερικών. Το διάταγμα εκείνο επαναλάμβανε τη διπλωματική αναγνώριση της Κίνας από τις Φιλιππίνες και υπογράμμιζε πως «η Ταϊβάν αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της κινεζικής επικράτειας».

Με τις νέες ρυθμίσεις του Μάρκος, η απαγόρευση μετακινήσεων για επίσημους λόγους περιορίζεται πλέον μόνο στις εξής θέσεις: πρόεδρος, αντιπρόεδρος, υπουργός εξωτερικών και υπουργός άμυνας των Φιλιππίνων.

Όλοι οι υπόλοιποι κρατικοί αξιωματούχοι θα μπορούν πλέον να μεταβαίνουν στην Ταϊβάν για «οικονομικούς, εμπορικούς και επενδυτικούς σκοπούς», αλλά υποχρεούνται να χρησιμοποιούν απλό διαβατήριο, χωρίς τον επίσημο τίτλο της θέσης τους. Πριν από το ταξίδι τους, θα πρέπει να ενημερώνουν το Οικονομικό και Πολιτιστικό Γραφείο της Μανίλα στην Ταϊπέι (MECO) για τον σκοπό της επίσκεψης, ενώ υποχρεούνται μετά το πέρας να υποβάλλουν σχετική έκθεση τόσο στο MECO όσο και στο Υπουργείο Εξωτερικών της Φιλιππίνων.

Αντίστοιχα, υπηρεσίες και αξιωματούχοι της κυβέρνησης των Φιλιππίνων δύνανται να φιλοξενούν ταϊβανέζικες αντιπροσωπείες για λόγους εμπορίου ή επενδύσεων, κατόπιν σχετικής ενημέρωσης στο MECO πέντε ημέρες πριν, ενώ απαιτείται και υποβολή απολογιστικής έκθεσης μετά την επίσκεψη.

Σημειώνεται όμως ρητά ότι «οποιαδήποτε υπογραφή συμφωνίας, μνημονίου συνεργασίας, ανταλλαγής ρηματικών διακοινώσεων ή παρόμοιων εγγράφων με ταϊβανικούς οργανισμούς θα πρέπει να γίνεται μόνο με προηγούμενη άδεια του ΥΠΕΞ».

Ο υπουργός Εξωτερικών της Ταϊβάν, Λιν Τσια-Λουνγκ, καλωσόρισε την απόφαση της Μανίλας, εκτιμώντας πως πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα που στηρίζει την προσπάθεια της Ταϊβάν για ενίσχυση της ουσιαστικής συνεργασίας με τις Φιλιππίνες. Όπως τόνισε το υπουργείο, η Ταϊβάν αποτελεί την όγδοη μεγαλύτερη αγορά εξαγωγών για τις Φιλιππίνες, ένατη ως εμπορικός εταίρος και δέκατη ως πηγή εισαγωγών.

Η Ταϊβάν, υπογραμμίζει το υπουργείο, θα συνεχίσει να συνεργάζεται με τις Φιλιππίνες και άλλες δημοκρατικές χώρες της περιοχής για την περιφερειακή ευημερία, ειρήνη και σταθερότητα.

Σε σχετική ανακοίνωση στις 21 Απριλίου, το Οικονομικό και Πολιτιστικό Γραφείο της Μανίλας (MECO) επισήμανε πως η χαλάρωση των περιορισμών «θα μειώσει τα εμπόδια και θα ενισχύσει τη διαφάνεια ώστε να προσελκύσει περισσότερες ταϊβανέζικες επενδύσεις, προωθώντας ταυτόχρονα κοινούς στόχους, όπως ανθεκτικές αλυσίδες εφοδιασμού, καινοτομία και βιώσιμη ανάπτυξη.»

«Φέτος συμπληρώνονται πενήντα χρόνια από τις διμερείς σχέσεις Φιλιππίνων-Ταϊβάν, και είναι η κατάλληλη στιγμή να προχωρήσουμε σε βαθύτερη και πιο παραγωγική συνεργασία που θα ωφελήσει όλες τις πλευρές, με διασφαλισμένες τις προτεραιότητες δημόσιου συμφέροντος,» προσθέτει το MECO.

Αξίζει να σημειωθεί πως, τον Ιανουάριο του 2024, η Κίνα αντέδρασε έντονα όταν ο πρόεδρος Μάρκος συνεχάρη, μέσω κοινωνικών δικτύων, τον νικητή των ταϊβανέζικων προεδρικών εκλογών. Το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών κατηγόρησε τότε τον Μάρκος για «κραυγαλέα παρέμβαση στα εσωτερικά της Κίνας» και κάλεσε τον πρέσβη των Φιλιππίνων στο Πεκίνο για αυστηρό διάβημα.

Η Κίνα εξακολουθεί να θεωρεί την Ταϊβάν αναπόσπαστο μέρος της επικράτειάς της, χωρίς να αναγνωρίζει τη νομιμότητα της δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης της Ταϊβάν. Ωστόσο, στην πράξη, η Ταϊβάν λειτουργεί ως πλήρως αυτοδιοικούμενο κράτος, με δικό της στρατό, σύνταγμα και εθνικό νόμισμα.

Οι ΗΠΑ επιβάλλουν δασμούς-μαμούθ έως 3.521% στις εισαγωγές φωτοβολταϊκών από Ασία

Με μια ασυνήθιστα σκληρή απόφαση, το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου ανακοίνωσε τη Δευτέρα την πρόθεσή του να επιβάλει δασμούς που φθάνουν έως και το 3.521% σε εισαγόμενα φωτοβολταϊκά κύτταρα από τέσσερις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας, προκειμένου να μπει φρένο σε πρακτικές αθέμιτου ανταγωνισμού.

Η απόφαση ακολουθεί καταγγελία αμερικανών κατασκευαστών από το προηγούμενο έτος, οι οποίοι κατηγόρησαν φωτοβολταϊκές εταιρείες κινεζικών συμφερόντων που δραστηριοποιούνται στην Καμπότζη, τη Μαλαισία, την Ταϊλάνδη και το Βιετνάμ ότι «ξεφορτώνουν» στην αμερικανική αγορά προϊόντα σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, ενώ παράλληλα επιδοτούνται, πλήττοντας σοβαρά την εγχώρια βιομηχανία.

Σε επίσημη ανακοίνωσή του, το υπουργείο επισημαίνει ότι η έρευνά του για τα εισαγόμενα κρυσταλλικά φωτοβολταϊκά κύτταρα – βασικό συστατικό των ηλιακών πάνελ – κατέδειξε πως οι εμπλεκόμενες εταιρείες λαμβάνουν κρατικές ενισχύσεις από το κινεζικό καθεστώς.

«Πρόκειται για μία από τις πρώτες περιπτώσεις εφαρμογής δασμών αντιστάθμισης, όπου διαπιστώθηκε με σαφήνεια ότι επιχειρήσεις λαμβάνουν διακρατικές επιδοτήσεις», σημειώνει το υπουργείο.

Το ύψος των δασμών που ανακοινώθηκαν διαφέρει σημαντικά ανά εταιρεία και χώρα. Ανάμεσα στις θιγόμενες εταιρείες συγκαταλέγονται οι Jinko Solar, Trina Solar και Solar Long PV-Tech, όλες με δεσμούς με κινεζικούς ομίλους.

Για παράδειγμα, στα προϊόντα της Jinko Solar από τη Μαλαισία επιβάλλονται οι χαμηλότεροι συνδυαστικοί δασμοί (αντιντάμπινγκ και αντιστάθμισης), της τάξης του 41,56%. Αντίθετα, τα προϊόντα της Trina Solar που προέρχονται από την Ταϊλάνδη επιβαρύνονται με δασμό-μαμούθ ύψους 375,19% σύμφωνα με τις τελικές αποφάσεις του υπουργείου.

Η μεγαλύτερη επιβάρυνση αφορά τις εισαγωγές από την Καμπότζη, όπου λόγω μη συνεργασίας των παραγωγών με την αμερικανική έρευνα, οι δασμοί εκτοξεύονται πάνω από το 3.521%.

Οι νέοι δασμοί θα τεθούν σε εφαρμογή μόνο εάν λάβουν την τελική έγκριση της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου, η οποία αναμένεται να αποφανθεί έως τις 2 Ιουνίου. Σε περίπτωση αρνητικής απόφασης, δεν θα εκδοθούν οι σχετικές διαταγές, όπως διευκρίνισε το υπουργείο.

Τις αποφάσεις χαιρέτισε η Αμερικανική Συμμαχία Εμπορίου Ηλιακής Τεχνολογίας, το βασικό σχήμα αμερικανών κατασκευαστών πίσω από την υπόθεση, κάνοντας λόγο για «καθαρή νίκη» της εγχώριας βιομηχανίας ηλιακής ενέργειας.

Ο επικεφαλής νομικός σύμβουλος της συμμαχίας Τιμ Μπράιτμπιλ τόνισε πως το υπουργείο επικύρωσε με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι οι κινεζικές εταιρείες «υπονομεύουν το σύστημα, καταστρέφοντας τον ανταγωνισμό και στερώντας την εργασία από Αμερικανούς».

«Η εφαρμογή των εμπορικών μας νόμων δεν είναι απλά θέμα νομικής τάξης. Είναι βασική προϋπόθεση για την αναγέννηση της βιομηχανικής μας βάσης, για την ασφάλεια στην ενεργειακή ανεξαρτησία και για τη διασφάλιση των αμερικανικών θέσεων εργασίας», σημείωσε εμφατικά.

Η ανακοίνωση των δασμών έρχεται εν μέσω επιθετικής εμπορικής πολιτικής του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει προαναγγείλει την επιβολή ελάχιστου δασμού 10% σε όλους τους εμπορικούς εταίρους και πολύ πιο αυξημένα ποσοστά – έως 60% – σε περίπου 60 χώρες με μεγάλες εμπορικές ανισορροπίες έναντι των ΗΠΑ.

Στη συνέχεια, η κυβέρνηση Τραμπ χορήγησε προσωρινή αναστολή 90 ημερών για τις περισσότερες χώρες, πλην της Κίνας, στην οποία επιβλήθηκαν δασμοί έως 245% ως αντίποινα για τις δικές της πολιτικές.

Ως απάντηση, το Πεκίνο προχώρησε σε αύξηση των δασμών στα αμερικανικά προϊόντα από 84% σε 125%, αφότου οι ΗΠΑ θέσπισαν επιβάρυνση 145% σε όλες τις κινεζικές εισαγωγές. Επίσης, η κινεζική κυβέρνηση ανέστειλε ορισμένες εξαγωγές σπάνιων μεταλλευμάτων προς τις ΗΠΑ ως μέτρο αντιποίνων.

Την ίδια περίοδο, ο Τραμπ αποκάλυψε σε δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο ότι υπήρξαν επαφές του Πεκίνου με την αμερικανική κυβέρνηση προκειμένου να υπάρξουν διαπραγματεύσεις στη σκιά του εμπορικού πολέμου.

«Πιστεύω ότι θα καταλήξουμε σε συμφωνία με την Κίνα – κι αν όχι, πάλι θα τα βρούμε, βάζοντας σαφείς κανόνες στο τραπέζι», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο Αμερικανός πρόεδρος.

Σημειώνεται ότι το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου είχε διαπιστώσει από τον Αύγουστο του 2023 πως ορισμένες κινεζικές εταιρείες φωτοβολταϊκών εξήγαγαν τα προϊόντα τους μέσω Καμπότζης, Μαλαισίας, Ταϊλάνδης και Βιετνάμ, προχωρώντας σε ελάχιστη επεξεργασία ώστε να αποφύγουν τους δασμούς που ισχύουν για τις εισαγωγές απευθείας από την Κίνα.

Όπως επισημαίνει ο αρθρογράφος και συγγραφέας Γκόρντον Τσανγκ, οι συγκεκριμένοι νέοι δασμοί του Τραμπ «κλείνουν αυτή τη χαραμάδα», αποτρέποντας άλλες χώρες να διευκολύνουν την παράκαμψη των αμερικανικών μέτρων από την Κίνα.

«Η Κίνα διαθέτει τεράστια εμπειρία στην παράκαμψη δασμών, όχι μόνο με ψευδή παραστατικά αλλά και με την κατασκευή μονάδων σε τρίτες χώρες, στέλνοντας από εκεί την παραγωγή στις ΗΠΑ», ανέφερε ο Τσανγκ σε συνέντευξή του.

Με την συμβολή των Jacob Burg και Reuters.

Αισιόδοξη η Νότια Κορέα για τις εμπορικές συνομιλίες με ΗΠΑ εν μέσω τελωνειακών εντάσεων

Με θετικές προσδοκίες προσέρχεται η Σεούλ στις επικείμενες εμπορικές συνομιλίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με τον υπηρεσιακό πρόεδρο της Νότιας Κορέας, Χαν Ντουκ-σου. Κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του Υπουργικού Συμβουλίου την Τρίτη, ο κ. Χαν τόνισε πως οι διαπραγματεύσεις αναμένεται να δώσουν νέα ώθηση σε μια αμοιβαία επωφελή σχέση ανάμεσα στα δύο κράτη.

Υπενθυμίζεται ότι ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προχώρησε στις αρχές του μήνα στην επιβολή δασμών 25% στις εισαγωγές από τη Νότια Κορέα, εφαρμόζοντας το μέτρο προσωρινά με τρίμηνη αναστολή. Ωστόσο, οι δασμοί στους τομείς αυτοκινήτων και χάλυβα παραμένουν αμετάβλητοι στο ίδιο επίπεδο.

Η συνάντηση, που θα πραγματοποιηθεί κατόπιν πρωτοβουλίας της Ουάσιγκτον στις 24 Απριλίου, θα διεξαχθεί στην αμερικανική πρωτεύουσα, όπως έγινε γνωστό. Αναχωρώντας για τις ΗΠΑ, ο Κορεάτης υπουργός Οικονομικών Τσόι Σανγκ-μοκ υπογράμμισε ότι στόχος του είναι να «ανοίξει την πόρτα» σε διάλογο που θα ενδυναμώσει τη συμμαχία Σεούλ-Ουάσιγκτον.

Στην κορεατική αντιπροσωπεία θα συμμετέχει και ο υπουργός Βιομηχανίας, Άν Ντουκ-γκεν, ενώ τις ΗΠΑ θα εκπροσωπήσουν ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ και ο αντιπρόσωπος εμπορίου Τζέιμισον Γκριρ.

Συνομιλίες για αμοιβαίες εξαιρέσεις ή μειώσεις δασμών, ειδικά στους τομείς αυτοκινήτου και χάλυβα, θα βρεθούν στο επίκεντρο των διαπραγματεύσεων, όπως ανακοίνωσε το κορεατικό υπουργείο Βιομηχανίας. «Δεδομένου ότι οι βιομηχανίες μας είναι στενά συνδεδεμένες, επιδιώκουμε λύσεις αμοιβαίου κέρδους και όχι συγκρουσιακές πολιτικές δασμών,» δήλωσε ο κ. Άν.

«Θα ανταποκριθούμε με εγρήγορση και με στενή επικοινωνία με την αμερικανική πλευρά, ώστε να περιοριστεί ο αντίκτυπος στις εταιρείες μας,» πρόσθεσε το υπουργείο, διευκρινίζοντας πως η τελική ατζέντα των συνομιλιών απομένει να οριστικοποιηθεί.

Σταθερότητα επικράτησε στο χρηματιστήριο της Σεούλ, καθώς οι επενδυτές παρέμειναν επιφυλακτικοί ενόψει των κρίσιμων επαφών με τις ΗΠΑ. Ο δείκτης KOPSI έκλεισε με οριακή πτώση 1,78 μονάδων ή 0,07%, στις 2.486,64 μονάδες.

Η οικονομία της Νότιας Κορέας παραμένει ευάλωτη απέναντι στο ενδεχόμενο εμπορικών απωλειών λόγω της υψηλής εξάρτησης από τις εξαγωγές, με κυριότερες αυτές των ενσωματωμένων κυκλωμάτων, των οχημάτων και εξαρτημάτων, των διυλισμένων πετρελαιοειδών και των πλοίων, όπως αναφέρεται από το Παρατηρητήριο Οικονομικής Πολυπλοκότητας.

Ο κ. Χαν παραδέχθηκε τη Δευτέρα πως η διαπραγματευτική διαδικασία με την αμερικανική πλευρά «δεν θα είναι εύκολη». Ο πρόεδρος Τραμπ έχει εντάξει και το ζήτημα του καταμερισμού του κόστους παραμονής των αμερικανικών δυνάμεων στη Νότια Κορέα στο ευρύτερο πακέτο των διαπραγματεύσεων, κάτι που σύμφωνα με Κορεάτες αξιωματούχους δεν αποτελεί θέμα συζήτησης. Αντίθετα, η συνεργασία στη ναυπηγική θεωρείται για τη Σεούλ «ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί», ενώ ανοιχτό παραμένει και το ενδεχόμενο συμμετοχής σε ενεργειακό πρόγραμμα στην Αλάσκα.

Σε συνέντευξή του στους Financial Times, o υπηρεσιακός πρόεδρος Χαν άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο επαναδιαπραγμάτευσης του συμφώνου κατανομής κόστους, ανάλογα με την πορεία των συνομιλιών, διευκρινίζοντας παράλληλα πως δεν προτίθεται να εισέλθει σε «αντεπίθεση» έναντι των δασμών Τραμπ, λόγω του μεγάλου ιστορικού χρέους της χώρας του προς τις ΗΠΑ. «Ο ρόλος της Αμερικής υπήρξε καταλυτικός στη μετεξέλιξη της Νότιας Κορέας,» τόνισε χαρακτηριστικά.

Ο κ. Χαν ανέλαβε υπηρεσιακός πρόεδρος μετά την αποπομπή του Γιουν Σουκ-γιόλ από το Συνταγματικό Δικαστήριο, έπειτα από φερόμενη απόπειρα πραξικοπήματος πέρυσι. Ο Γιουν είχε αιφνιδιάσει με νυχτερινή κήρυξη στρατιωτικού νόμου, θέλοντας, όπως υποστήριξε, να πατάξει «αντικρατικά» στοιχεία. Τελικά, αναγκάστηκε να άρει το διάταγμα έξι ώρες αργότερα, όταν εργαζόμενοι της Βουλής οχυρώθηκαν εντός του κτιρίου και εμπόδισαν –με καναπέδες!– την είσοδο στρατιωτών ειδικών δυνάμεων, οι οποίοι έσπασαν παράθυρα για να εισβάλουν στην αίθουσα, όπου και απορρίφθηκε το στρατιωτικό διάταγμα.

Τη 3η Ιουνίου ορίστηκε να διεξαχθούν οι πρόωρες γενικές εκλογές για την ανάδειξη νέου προέδρου, ενώ ο Γιουν εξακολουθεί να βρίσκεται υπόδικος αντιμετωπίζοντας βαριές κατηγορίες στασιασμού, οι οποίες επισύρουν ακόμα και τη θανατική ποινή. Ο ίδιος πάντως αρνείται ότι η κήρυξη στρατιωτικού νόμου συνιστούσε απόπειρα πραξικοπήματος.

Ο Τραμπ επιμένει: «Αδύνατο να γίνεται δίκη για κάθε απέλαση μετανάστη»

Ο Ντόναλντ Τραμπ απάντησε την Κυριακή στις πρόσφατες εξελίξεις γύρω από το μεταναστευτικό, υποστηρίζοντας ότι οι ΗΠΑ είναι ανέφικτο να προσφέρουν δίκαιη δίκη σε κάθε άνθρωπο που βρίσκεται αντιμέτωπος με απέλαση. Η τοποθέτηση του πρώην προέδρου ήρθε λίγες μόλις ώρες μετά την προσωρινή απαγόρευση του Ανώτατου Δικαστηρίου για την απομάκρυνση παράτυπων μεταναστών βάσει του λεγόμενου Alien Enemies Act.

Ήταν η πρώτη δημόσια παρέμβαση του Τραμπ στο ζήτημα, μετά την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου να σταματήσει, έστω προσωρινά, τις απελάσεις μεταναστών που φέρονται ως μέλη συμμοριών σε φυλακές του Ελ Σαλβαδόρ.

Σε ανάρτησή του στα κοινωνικά δίκτυα, ο Τραμπ κατηγόρησε τα δικαστήρια, ανάμεσά τους και το Ανώτατο, ότι του βάζουν «τρικλοποδιές» σε κάθε βήμα όσον αφορά την εφαρμογή του Νόμου περί Εχθρικών Αλλοδαπών, που θεσπίστηκε το 1798. Πρωτοδίκης στην Ουάσιγκτον είχε ήδη μπλοκάρει αρχικά την εφαρμογή του νόμου από την κυβέρνηση Τραμπ.

«Κάνω αυτό για το οποίο με εξέλεξε ο αμερικανικός λαός, να απομακρύνω εγκληματίες από τη χώρα μας, αλλά τα δικαστήρια δε μου το επιτρέπουν», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Τραμπ. «Η ομάδα μου κάνει εξαιρετική δουλειά, αλλά της βάζουν εμπόδια διαρκώς, ακόμη και το ίδιο το Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο πάντα σεβόμουν, αλλά δείχνει να μην θέλει να επιστρέψουμε βίαιους εγκληματίες και τρομοκράτες στη Βενεζουέλα ή οπουδήποτε αλλού.»

Συμπλήρωσε ότι εάν το αμερικανικό κράτος έπρεπε να εγγυηθεί δίκη σε κάθε παράνομο μετανάστη, «θα χρειάζονταν εκατοντάδες χιλιάδες δίκες για τους εκατοντάδες χιλιάδες παράτυπους που στέλνουμε εκτός της χώρας» – κάτι που χαρακτήρισε «αδύνατο στην πράξη».

Ο πρόεδρος  Τραμπ δεν δίστασε να καταλογίσει στην αμερικανική Δικαιοσύνη ότι «εκφοβίζεται και χειραγωγείται από την ριζοσπαστική Αριστερά» και να προειδοποιήσει πως «αν δεν διώξουμε αυτούς τους εγκληματίες, σύντομα δε θα έχουμε πατρίδα».

Η ανάρτηση του Τραμπ ουσιαστικά απάντησε και στους επικριτές που τον κατηγορούν για παραβίαση των δικαιωμάτων υπό απέλαση προσώπων. Στην υπόθεση που έχει προσελκύσει τα φώτα της δημοσιότητας, Δημοκρατικοί βουλευτές ταξίδεψαν πρόσφατα στο Ελ Σαλβαδόρ για να ζητήσουν την επιστροφή του Κιλμάρ Αμπρέγκο Γκαρσία, που απελάθηκε παρά τη σχετική δικαστική απόφαση.

Σύμφωνα με τις αρχές, ο Αμπρέγκο Γκαρσία διαμένει παράτυπα στις ΗΠΑ και φέρεται ως μέλος της συμμορίας MS-13, που χαρακτηρίστηκε τρομοκρατική οργάνωση επί διακυβέρνησης Τραμπ. Επιπλέον, φέρεται να είχε εμπλακεί το 2022 σε υπόθεση διακίνησης ανθρώπων, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας. Η απέλασή του πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο, παρά το προσωρινό δικαστικό πάγωμα.

Με τη σχετική του διαταγή, το Ανώτατο Δικαστήριο διέταξε – με εξαίρεση τους δικαστές Αλίτο και Τόμας που μειοψήφησαν – την αναστολή όλων των απελάσεων των εν λόγω κρατουμένων, μέχρι νεωτέρας εντολής. Ο δικαστής Αλίτο αντέτεινε ότι η συγκεκριμένη απόφαση της συνάδελφων του είναι «χωρίς προηγούμενο» και «νομικά αμφιλεγόμενη».

Η υπόθεση έφτασε ως κατεπείγουσα προσφυγή από την Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών (ACLU), που υποστήριξε ότι οι αρχές επιχειρούν να επανεκκινήσουν τις απελάσεις βάσει του παλαιού νόμου.

Νωρίτερα τον Απρίλιο, το Ανώτατο Δικαστήριο είχε αποφανθεί ότι επιτρέπονται απελάσεις μόνο εάν οι προς απομάκρυνση έχουν τη δυνατότητα να ακουστούν σε δικαστήριο και τους δοθεί «εύλογος χρόνος» να αμφισβητήσουν το μέτρο εναντίον τους.

Στις 19 Απριλίου, η νομική ομάδα Τραμπ αντέδρασε στις αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου, επιμένοντας πως η κυβέρνηση είχε ενημερώσει έγκαιρα τους κρατουμένους για τα σχέδια απέλασης.

«Οι κρατούμενοι που λαμβάνουν τέτοιες ειδοποιήσεις έχουν τον απαιτούμενο χρόνο να καταθέσουν αιτήσεις habeas corpus — πράγματι, οι αντιπρόσωποι της επίμαχης κατηγορίας και άλλοι έχουν καταθέσει τέτοιες προσφυγές», υπογράμμισε ο νομικός εκπρόσωπος του κράτους, D. John Sauer.

Με την συμβολή του Associated Press.

Ο Πούτιν δηλώνει ανοιχτός σε διμερείς συνομιλίες για κατάπαυση του πυρός με την Ουκρανία

Η Ρωσία εκδηλώνει προθυμία να συζητήσει με την Ουκρανία το ενδεχόμενο συμφωνίας για προσωρινή κατάπαυση του πυρός, σύμφωνα με δήλωση του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν.

«Πάντα αντιμετωπίζαμε θετικά κάθε ειρηνευτική πρωτοβουλία», ανέφερε ο Ρώσος πρόεδρος σε δηλώσεις του στη ρωσική κρατική τηλεόραση στις 21 Απριλίου, οι οποίες αναρτήθηκαν αργότερα στην επίσημη ιστοσελίδα του Κρεμλίνου.

Οι δηλώσεις του Πούτιν ήρθαν λίγες μόλις ώρες μετά τη λήξη εκεχειρίας 30 ωρών, την οποία είχε ανακοινώσει η Μόσχα για τη διάρκεια του ορθόδοξου Πάσχα. Παρότι το Κίεβο κατηγόρησε τη Ρωσία πως παραβίασε την εκεχειρία που η ίδια κήρυξε, η Μόσχα εμμένει ότι οι ρωσικές δυνάμεις ακολούθησαν κατά γράμμα τη συμφωνία, η οποία ίσχυσε από τις 6 το απόγευμα της 19ης Απριλίου έως τα μεσάνυχτα της 20ης (ώρα Μόσχας). Μάλιστα, η ρωσική πλευρά ανεβάζει τους τόνους, ισχυριζόμενη πως ουκρανικές δυνάμεις επιτέθηκαν σε ρωσικές θέσεις, στρατιωτικού και πολιτικού χαρακτήρα, κατά τη διάρκεια της εκεχειρίας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ισχυρισμοί των δύο πλευρών για το τι συνέβη στο πεδίο της μάχης το τελευταίο διάστημα δεν κατέστη δυνατόν να διασταυρωθούν από ανεξάρτητες πηγές, ενώ ο πόλεμος εισέρχεται πλέον στον τρίτο του χρόνο.

Παρά τις εκατέρωθεν κατηγορίες για παραβιάσεις, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι ανέφερε πως «τη μέρα του Πάσχα δεν σήμανε κανένας συναγερμός αεροπορικής επιδρομής στην Ουκρανία και σε ορισμένα σημεία του μετώπου επικρατούσε ησυχία». Ο ίδιος υποστήριξε πως αυτό αποτελεί ένδειξη ότι «μια κατάπαυση του πυρός είναι εφικτή… όταν η Ρωσία επιλέγει να μειώσει την ένταση», ενώ επανέλαβε πρόταση για διαρκέστερη εκεχειρία με σαφείς απαγορεύσεις πληγμάτων σε πολιτικές εγκαταστάσεις και από τις δύο πλευρές. «Περιμένουμε μία ξεκάθαρη απάντηση από τη Μόσχα. Είμαστε έτοιμοι για κάθε συζήτηση που θα εξασφαλίσει κάτι τέτοιο», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Στις τελευταίες του δηλώσεις ο Πούτιν φάνηκε να απαντά έμμεσα στην πρόταση Ζελένσκι, χωρίς ωστόσο να τον κατονομάζει. «Πάντα αντιμετωπίζουμε θετικά μια κατάπαυση του πυρός. Αυτός ήταν και ο λόγος που προτείναμε την εκεχειρία του Πάσχα», υπογράμμισε ο Ρώσος ηγέτης, αναγνωρίζοντας πως η πρόταση για αποφυγή πλήγματος σε πολιτικές υποδομές απαιτεί «ουσιαστική μελέτη». Επέμεινε στην κατηγορία ότι οι ουκρανικές δυνάμεις χρησιμοποιούν συχνά τέτοιες εγκαταστάσεις «για στρατιωτικούς σκοπούς», αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο διερεύνησης αυτών των περιστατικών «διμερώς, μέσα από διάλογο».

Λίγο αργότερα, εκπρόσωπος του Κρεμλίνου επιβεβαίωσε δημόσια το άνοιγμα του Πούτιν για συζήτηση πιθανών συμφωνιών εκεχειρίας με το Κίεβο, διευκρινίζοντας ότι οι δηλώσεις του Ρώσου προέδρου αφορούσαν ξεκάθαρα το ενδεχόμενο διαπραγμάτευσης με την ουκρανική πλευρά σχετικά με την ασφάλεια πολιτικών υποδομών.

Ρωσικοί ισχυρισμοί για κατάληψη μοναστηριού στο Κουρσκ

Σε άλλη εξέλιξη, η Μόσχα ανακοίνωσε την κατάληψη ενός στρατηγικής σημασίας μοναστηριού στην περιοχή του Κουρσκ, όπου -σύμφωνα με ρωσικές πηγές- είχαν οχυρωθεί για εβδομάδες ουκρανικές δυνάμεις. Όπως μετέδωσε το ρωσικό πρακτορείο TASS στις 22 Απριλίου, «οι δυνάμεις μας απελευθέρωσαν το μοναστήρι του Αγίου Νικολάου στο Μπελογκόρσκ».

Σύμφωνα με παράγοντα ασφαλείας που επικαλείται το πρακτορείο, το μοναστηριακό συγκρότημα είχε μετατραπεί «αποκλειστικά σε στρατιωτική εγκατάσταση» από τις ουκρανικές δυνάμεις. Από πλευράς Κιέβου, μέχρι στιγμής δεν υπάρχει επίσημη τοποθέτηση σχετικά με τον έλεγχο του μοναστηριού, ενώ οι σχετικοί ρωσικοί ισχυρισμοί δεν έχουν επιβεβαιωθεί από ανεξάρτητες πηγές. Υπενθυμίζεται ότι το περσινό καλοκαίρι, οι Ουκρανοί είχαν εισβάλει στην περιοχή Κουρσκ στη Ρωσία, καταλαμβάνοντας αρχικά μεγάλη έκταση, όμως στη συνέχεια αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν στις περισσότερες θέσεις, διατηρώντας μόνο κάποιες εστίες κοντά στα σύνορα. Κατά τον ρωσικό στρατό, περισσότερο από το 86% των εδαφών που πέρασαν προσωρινά στα ουκρανικά χέρια «έχουν πλέον απελευθερωθεί».

Η Κίνα υφαίνει στρατιωτικό δίκτυο στον Ειρηνικό από την «πίσω πόρτα»

Ανάλυση

Ένα λακωνικό μήνυμα έκτακτης ανάγκης στον ασύρματο, που έπιασε εμπορική πτήση, ήταν η πρώτη προειδοποίηση ότι η Κίνα επρόκειτο να ξεκινήσει ασκήσεις με αληθινά πυρά κάτω από τον αεροδιάδρομο που συνδέει Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία. Μέσα σε λίγες μόνο ώρες, αφού ειδοποιήθηκαν οι αρχές της Αυστραλίας, οι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας αναγκάστηκαν να εκτρέψουν συνολικά 49 πτήσεις, ώστε να μην τεθούν σε κίνδυνο.

Το περιστατικό της 21ης Φεβρουαρίου προκάλεσε ανησυχία σε Καμπέρα και Ουέλιγκτον, παρέχοντας, σύμφωνα με αναλυτές και έμπειρους παρατηρητές της κινεζικής στρατηγικής, ένα στιγμιότυπο των φιλόδοξων κινεζικών σχεδιασμών για τον Ειρηνικό.

Έκθεση της ερευνητικής ομάδας Sinopsis από την Πράγα προειδοποιεί πως το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας χρηματοδοτεί αθόρυβα ένα πυκνό δίκτυο λιμανιών, αεροδρομίων και τηλεπικοινωνιακών υποδομών διπλής χρήσης σε τουλάχιστον 10 νησιωτικά κράτη του Ειρηνικού, δημιουργώντας κομβικούς στρατηγικούς σταθμούς σε απόσταση περίπου 4.800 χιλιομέτρων μεταξύ Αυστραλίας και Αμερικανικής Σαμόα — μόλις 4.000 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Χαβάης.

Τα έργα αυτά προβάλλονται ως αναπτυξιακή βοήθεια, ωστόσο μπορούν να τεθούν άμεσα στη διάθεση του στρατού, προσφέροντας στον ΛΑΣ έτοιμη εφοδιαστική αλυσίδα χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την Κίνα. Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι σχετικοί χάρτες θα εντείνουν την ετοιμότητα σε Ουάσιγκτον, Καμπέρα και Τόκυο, ενώ ταυτόχρονα αναγκάζουν τις κυβερνήσεις των νησιών να ζυγίσουν το τίμημα επί της κυριαρχίας τους, πριν προχωρήσουν σε νέα έργα.

Η αμερικανική στρατιωτική ισχύς στον Ειρηνικό βασίζεται στον έλεγχο τριών αμυντικών τόξων: Το πρώτο ξεκινά από την Ιαπωνία και μέσω Ταϊβάν και Φιλιππίνων περικλείει την Κίνα. Το δεύτερο, με επίκεντρο το Γκουάμ, λειτουργεί ως αποθήκη εφοδίων. Το τρίτο, από τη Χαβάη έως την Αμερικανική Σαμόα και τα Φίτζι, προστατεύει τις θαλάσσιες μεταφορές ανάμεσα σε Ασία και Βόρεια Αμερική.

Η στρατηγική του Πεκίνου, λένε δυτικοί αναλυτές, είναι να περιορίσει την πρόσβαση των ΗΠΑ στο πρώτο τόξο, να αμφισβητήσει το δεύτερο και να κινηθεί ελεύθερα στο τρίτο. Οι «πολιτικά ουδέτερες» εγκαταστάσεις στον νότιο Ειρηνικό δίνουν στον κινεζικό στρατό το πλεονέκτημα να υπερπηδά τα δύο πρώτα αμυντικά πέπλα, χωρίς απαραίτητα να μετακινεί αεροπλανοφόρα.

Δίκτυο λιμανιών, αεροδρομίων και τηλεπικοινωνιών

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το λιμάνι Λουγκανβίλ στο Βανουάτου, νησιωτική χώρα σημαντική κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μόλις 1.600 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Αυστραλίας.

Ένα κινεζικό δάνειο ύψους 97 εκατομμυρίων δολαρίων το 2014 επέκτεινε τον μόλο στα 361 μέτρα — αρκετό για κρουαζιερόπλοια, αλλά κυρίως για πολεμικά και βοηθητικά πλοία.

Τον Δεκέμβριο του 2023, οι κάτοικοι εντόπισαν άνδρες με στολές κινεζικού ναυτικού να ισοπεδώνουν εκτάσεις δίπλα στο αεροδρόμιο Λουγκανβίλ. Σύμφωνα με τη Sinopsis, ένα κινεζικό φυλάκιο εκεί θα μπορούσε να υποσκάψει τον έλεγχο στο ναυτικό και αεροπορικό δίκτυο μεταξύ Αμερικής και Αυστραλίας και να παρακολουθεί κοινές στρατιωτικές ασκήσεις.

«Το Πεκίνο στρώνει το έδαφος για υπερπόντιες βάσεις και κόμβους εφοδιασμού με το πρόσχημα της αναπτυξιακής βοήθειας», δηλώνει ο Σεν Μινγκ-σι, συνεργάτης του Ινστιτούτου Αμυντικών και Ασφαλείας της Ταϊβάν. «Ένα λιμάνι που λειτουργεί ειρηνικά σήμερα, μπορεί να γίνει σταθμός ανεφοδιασμού σε περίοδο κρίσης.»

Όπως σημειώνει, τα περισσότερα τέτοια έργα γίνονται σε μέρη με ελάχιστη οικονομική δραστηριότητα, αλλά υψηλή γεωστρατηγική αξία — δείχνοντας ότι πίσω από τα δάνεια δεν βρίσκεται το εμπόριο, αλλά η γεωπολιτική.

Η ίδια τακτική ακολουθείται και με τους λεγόμενους «αλιευτικούς στόλους». Στο νησάκι Ντάρου, μόλις 200 χιλιόμετρα από το ακρωτήρι Γιορκ της Αυστραλίας, το Πεκίνο πρότεινε το 2020 να επενδύσει 200 εκατ. δολάρια για «βιομηχανικό πάρκο αλιείας», παρότι οι ίδιοι οι κάτοικοι παραδέχονται ότι τα ψάρια σπανίζουν.

«Η τοποθεσία δεν έχει εμπορική βάση», λέει ο Σεν. «Η αξία της είναι στρατιωτική — ιδανική για παρακολούθηση της Αυστραλίας ή και παρεμβολές στη στενωπό Τόρες».

Η έκθεση εντάσσει το Ντάρου, το Λουγκανβίλ και λιμάνια στα Φίτζι και την Τόνγκα ανάμεσα στα σημαντικότερα σημεία συλλογής πληροφοριών για τις κινεζικές στρατιωτικές αρχές. Στον ίδιο άξονα κινούνται και οι κινεζικές επενδύσεις σε αεροδρόμια.

Κινεζικές εταιρείες έχουν κατασκευάσει ή αναβαθμίσει 17 διαδρόμους ικανούς για βαρέα μεταγωγικά αεροσκάφη, συμπεριλαμβανομένου του νησιού Καντόν στο Κιριμπάτι, μόλις 2.575 χιλιόμετρα από τη Χαβάη, και της μακρόστενης πίστας στην απομονωμένη επαρχία Μπουά των Φίτζι.

Αυτές οι επενδύσεις ελάχιστα δικαιολογούνται από εμπορική δραστηριότητα, αναφέρει η έκθεση, και αποσκοπούν ξεκάθαρα στη διείσδυση της τρίτης αμυντικής ζώνης του Ειρηνικού.

«Λιμάνια, αεροδρόμια, υποθαλάσσια καλώδια—όλα έχουν πολιτική πρόσοψη, όμως μπορούν να στρατιωτικοποιηθούν εν μία νυκτί», τονίζει ο Σεν. «Αυτό αλλάζει την ισορροπία ανατολικά του Γκουάμ και περιπλέκει τον αμερικανικό σχεδιασμό».

Οι τηλεπικοινωνίες ολοκληρώνουν το κινεζικό παζλ. Κινεζικές εταιρείες όπως η Huawei έχουν εγκαταστήσει υποβρύχια καλώδια, κεραίες κινητής τηλεφωνίας, επίγειους δορυφορικούς σταθμούς και εθνικές βάσεις δεδομένων από την Παπούα Νέα Γουινέα ως την Τόνγκα. Συχνά οι συμβάσεις προβλέπουν πρόσβαση των κινεζικών κρατικών φορέων στα δεδομένα, ενισχύοντας ταυτόχρονα την επιρροή του Πεκίνου στα ΜΜΕ και την τεχνολογία και ανοίγοντας παράθυρο για ενδεχόμενη κατασκοπεία.

«Η ψηφιακή υποδομή είναι πλέον μέρος του μεγάλου παιχνιδιού στον Ειρηνικό», υπογραμμίζει ο Σουν Κούο-σιανγκ, καθηγητής διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Nanhua της Ταϊβάν. «Αν η Κίνα ελέγχει τα δίκτυα, μπορεί να συλλέγει δεδομένα, να επηρεάζει πολιτικές εξελίξεις και να διασφαλίζει τις δικές της στρατιωτικές επικοινωνίες, χωρίς να ρίξει ούτε μία σφαίρα».

Η Αυστραλία μπλόκαρε το 2018 ένα καλώδιο της Huawei προς τα Νησιά Σολομώντα και χρηματοδότησε εναλλακτικό σύνδεσμο, ωστόσο τα κινεζικά συστήματα παραμένουν κυρίαρχα στην περιοχή.

Χρέη και πολιτική στις νησιωτικές χώρες — Ο ανταγωνισμός των δυτικών

Οι ηγέτες των νησιών δέχονται ευχαρίστως κινεζικά κεφάλαια επειδή προσφέρουν άμεσα έργα που μπορούν να προβάλουν προεκλογικά. Σύμφωνα με την έκθεση, Τόνγκα, Σαμόα και Βανουάτου χρωστούν πια περισσότερα στην κινεζική τράπεζα EXIM από κάθε άλλο πιστωτή. Η ίδια τράπεζα αποτελεί βασικό χρηματοδότη της αμφιλεγόμενης Πρωτοβουλίας «Μία ζώνη, ένας δρόμος» του Πεκίνου.

Όταν η Τόνγκα ζήτησε ανακούφιση για τα φουσκωμένα χρέη της, αναλυτές προειδοποίησαν ότι κινδυνεύει να βρεθεί παγιδευμένη σε μια «παγίδα χρέους» που θα μπορούσε να υποχρεώσει τη χώρα σε ανταλλάγματα στρατηγικής σημασίας: από εκχωρήσεις γης ως πολυετείς παραχωρήσεις.

Ο Σουν επισημαίνει πως ο οικονομικός βραχίονας του Πεκίνου αγγίζει άμεσα τις κάλπες του Ειρηνικού.

«Οι μεγάλες επιταγές επιτρέπουν στους ηγέτες να παρουσιάζουν έργα και να επανεκλέγονται. Με αυτόν τον τρόπο, το Πεκίνο διασφαλίζει φίλα προσκείμενες ελίτ που υποστηρίζουν τα κινεζικά συμφέροντα», αναφέρει.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των Νήσων Σολομώντα: το 2019 διέκοψαν τις σχέσεις με την Ταϊβάν, αφού προηγουμένως έλαβαν σημαντική κινεζική βοήθεια, ενώ το 2022 υπέγραψαν κρυφή συμφωνία ασφαλείας που επιτρέπει επισκέψεις του κινεζικού ναυτικού — εξέλιξη που ανησύχησε Αυστραλία και ΗΠΑ.

Οι δυτικές πρωτεύουσες, κατηγορούμενες επί χρόνια για αδιαφορία, επιχειρούν τώρα να καλύψουν το χαμένο έδαφος. Η Αυστραλία αναβαθμίζει τις δικές της υποδομές – από υποθαλάσσια καλώδια έως ενεργειακά δίκτυα και περιπολικά σκάφη. Οι ΗΠΑ επαναλειτούργησαν την πρεσβεία στις Νήσους Σολομώντα και προχώρησαν σε νέες συμφωνίες με την Παπούα Νέα Γουινέα, ενώ κινητοποιούν και διμερείς πρωτοβουλίες μέσω του σχήματος Partners in the Blue Pacific. Η Ιαπωνία ιδρύει πρεσβείες και χρηματοδοτεί λιμάνια, ενώ η Ινδία απευθύνεται στους ηγέτες των νησιών με υποτροφίες και έργα ηλιακής ενέργειας.

Ο Σεν θεωρεί τα ευρήματα της Sinopsis χρήσιμα, καθώς «παρακινεί τους συμμάχους να προσφέρουν γρηγορότερες και πιο διαφανείς συμφωνίες», ενισχύοντας τη συνεργασία με τις χώρες της περιοχής. Η μελέτη ζητά από τις χώρες των Five Eyes να μοιράζονται δορυφορικά δεδομένα και να κάνουν κοινές ασκήσεις προσομοίωσης κρίσεων — όπως το σενάριο μετατροπής αμιγώς πολιτικών κινεζικών εγκαταστάσεων σε στρατιωτικά σημεία σε περίπτωση ταϊβανέζικης κρίσης.

Οι κυβερνήσεις των νησιών, πάντως, δεν είναι αμέτοχες. Η Σαμόα ακύρωσε το 2021 σχέδιο-μαμούθ για κινέζικο λιμάνι 100 εκατ. δολαρίων λόγω φόβων για χρέη και απώλεια εθνικής κυριαρχίας. Τα Φίτζι πάγωσαν κινεζική εκμίσθωση νησιού μετά από λαϊκές αντιδράσεις, ενώ ούτε οι αξιωματούχοι του Βανουάτου δέχονται δημοσίως σχέδια για κινεζική βάση, γνωρίζοντας τον αντίκτυπο που είχε ο φιλοκινεζικός πρωθυπουργός των Νήσων Σολομώντα, ο οποίος παραιτήθηκε προσφάτως.

Ωστόσο, τα όρια της αντίστασής τους είναι δεδομένα. «Οι νησιωτικές χώρες χρειάζονται απεγνωσμένα υποδομές», εξηγεί ο Σουν. «Όταν οι προσφορές της Δύσης καθυστερούν στη γραφειοκρατία, τα κινεζικά κονδύλια επικρατούν από προεπιλογή».

Το περιστατικό του αποκλεισμού του εναέριου χώρου μεταξύ Αυστραλίας και Νέας Ζηλανδίας τον Φεβρουάριο έδειξε πόσο εύκολα οι κινεζικές στρατιωτικές κινήσεις μπορούν να αναστατώσουν τη ζωή σε περιοχές χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τα κινεζικά παράλια. Εάν το Πεκίνο καταφέρει να συνδέσει τα έργα του σε μια ενιαία εφοδιαστική αλυσίδα, ο αμερικανικός στόλος θα δυσκολευτεί είτε να ενισχύσει την παρουσία του είτε ακόμα και να διατηρήσει ανοιχτές τις εμπορικές διόδους.

«Όποιος ελέγχει τον νοτιοδυτικό Ειρηνικό, κρατά τη ζωτική γραμμή μεταξύ ΗΠΑ και συμμάχων», προειδοποιεί ο Σεν. «Η Κίνα το έμαθε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο — μόνο που σήμερα χρησιμοποιεί λιμάνια και αεροδιαδρόμους αντί για αεροπλανοφόρα».

Το εάν η Ουάσιγκτον και οι εταίροι της καταφέρουν να κινηθούν εξίσου γρήγορα με το Πεκίνο, και αν τα νησιωτικά κράτη μπορούν να διαθέτουν αναπτυξιακά κονδύλια χωρίς να παραχωρήσουν την κυριαρχία τους, θα κρίνει το κατά πόσο οι σύμμαχες δυνάμεις θα κινούνται ελεύθερα στην επόμενη κρίση.