Παρασκευή, 19 Σεπ, 2025

Δεκάδες μετασεισμοί μετά τον ισχυρό σεισμό 8,8 Ρίχτερ στην Καμτσάτκα

Δεκάδες μετασεισμοί έχουν καταγραφεί μετά τον ισχυρό σεισμό μεγέθους 8,8 Ρίχτερ που σημειώθηκε στον βόρειο Ειρηνικό Ωκεανό, κατά μήκος των ακτών της χερσονήσου Καμτσάτκα της Ρωσίας, με προειδοποιήσεις για τσουνάμι σε ολόκληρο τον Ειρηνικό, όπως επιβεβαίωσε ομοσπονδιακή υπηρεσία.

Το επίκεντρο του σεισμού εντοπίζεται περίπου 120 χιλιόμετρα από την πόλη Πετροπαβλόφσκ-Καμτσάτσκι και το εστιακό βάθος ήταν 21 χιλιόμετρα.

Το χτύπημα σημειώθηκε στις 8:25 π.μ., ώρα Ιαπωνίας, την Τετάρτη, και εκτιμάται πως συγκαταλέγεται στους ισχυρότερους σεισμούς που έχουν καταγραφεί στην ιστορία – συγκεκριμένα, είναι ο ισχυρότερος μετά τον καταστροφικό σεισμό που έπληξε την Ιαπωνία τον Μάρτιο του 2011.

Σύμφωνα με στοιχεία της Γεωλογικής Υπηρεσίας των ΗΠΑ (USGS), πολυάριθμοι μετασεισμοί μεταξύ 4 και 5 Ρίχτερ έγιναν αισθητοί κατά μήκος των ακτών της Καμτσάτκα από το βράδυ της Τρίτης.

Ο ισχυρότερος από αυτούς έφτασε τα 6,9 Ρίχτερ, περίπου 40 λεπτά μετά τον κύριο σεισμό, ενώ ακόμη ένας μετασεισμός 6,3 σημειώθηκε μόλις 7 λεπτά αργότερα.

Αν και αναφέρθηκαν αρκετοί τραυματίες, κανένα περιστατικό δεν χαρακτηρίζεται ως σοβαρό, ενώ μέχρι στιγμής δεν έχουν επιβεβαιωθεί σημαντικές υλικές ζημιές.

Οι Αρχές προειδοποίησαν ότι ο κίνδυνος από τον μεγάλο σεισμό μπορεί να διαρκέσει επί ώρες, καλώντας εκατομμύρια πολίτες που ενδέχεται να απειλούνται από τσουνάμι να απομακρυνθούν από τις ακτές ή να αναζητήσουν ασφαλέστερα σημεία με μεγαλύτερο υψόμετρο.

Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν ενδείξεις ύφεσης της απειλής σε ορισμένες περιοχές, καθώς οι προειδοποιήσεις έχουν υποβαθμιστεί στη Χαβάη, στην Ιαπωνία και σε τμήματα της Ρωσίας.

Μεγάλο τμήμα της δυτικής ακτής της Βόρειας Αμερικής – συμπεριλαμβανομένης της Καλιφόρνιας, του Όρεγκον, της πολιτείας της Ουάσιγκτον αλλά και της καναδικής Βρετανικής Κολούμπιας – παραμένει υπό συμβουλευτική για τσουνάμι.

Όπως σημείωσε ο υποστράτηγος Στήβεν Λόγκαν, επικεφαλής της Εθνοφρουράς της Χαβάης, η συμβουλευτική υποδηλώνει πιθανότητα εμφάνισης ισχυρών ρευμάτων, επικίνδυνων κυμάτων και πλημμύρας σε ακτές και λιμάνια.

Η μετεωρολογική υπηρεσία της Ιαπωνίας αναθεώρησε την προειδοποίηση για τσουνάμι, κατεβάζοντάς τη σε συμβουλευτικό επίπεδο για τη νότια ακτή του Ειρηνικού, νοτίως της Φουκουσίμα, διατηρώντας ωστόσο τον συναγερμό για το βόρειο τμήμα της χώρας.

Ο Οργανισμός Διεθνούς Ατομικής Ενέργειας των Ηνωμένων Εθνών ανακοίνωσε πως δεν εντοπίστηκαν προβλήματα ασφαλείας στα πυρηνικά εργοστάσια κατά μήκος των ιαπωνικών ακτών – μια σημαντική εξέλιξη, δεδομένης της τραγωδίας στο εργοστάσιο Φουκουσίμα Νταΐτσι ύστερα από τον σεισμό του 2011.

Βίντεο από τις πληγείσες περιοχές καταγράφουν ισχυρά κύματα να κατακλύζουν κτίρια στην πόλη Σεβεροκουρίλσκ, στα ρωσικά Κουρίλια. Σύμφωνα με αξιωματούχους, που μίλησαν στο κρατικό μέσο RT, τα κύματα εισήλθαν και διέλυσαν τοπικό εργοστάσιο επεξεργασίας και το λιμάνι. Αναφορές κάνουν λόγο για κύμα ύψους περίπου 4 μέτρων που καταγράφηκε στην περιοχή Ελιζόφσκι της Καμτσάτκα.

Οι ειδικοί υπενθυμίζουν ότι ολόκληρη η ακτογραμμή του Ειρηνικού στη Ρωσία βρίσκεται πάνω στο λεγόμενο Δακτύλιο της Φωτιάς, το ηφαιστειακό τόξο που περικλείει σχεδόν όλο τον Ειρηνικό Ωκεανό.

Σε αυτήν τη ζώνη εντοπίζεται η πλειονότητα των ηφαιστείων του πλανήτη καθώς και το 90% των παγκόσμιων σεισμών, σύμφωνα με την USGS. Ο σεισμός της Τετάρτης συνέβη λίγες μόλις ημέρες έπειτα από δόνηση 7,3 Ρίχτερ σε απομακρυσμένη περιοχή της Αλάσκας, που επίσης είχε ενεργοποιήσει προειδοποίηση για τσουνάμι.

Σύμφωνα με το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, ο ρωσικός σεισμός μπορεί να καταταχθεί στις «Μεγάλες Σεισμικές Δονήσεις», στις οποίες συγκαταλέγονται όσες έχουν μέγεθος 8,0 Ρίχτερ ή μεγαλύτερο. Τέτοιοι ιδιαίτερα ισχυροί σεισμοί εκδηλώνονται, κατά μέσο όρο, μία ή δύο φορές τον χρόνο σε όλον τον κόσμο.

Η Βόρεια Κορέα δηλώνει ότι δεν θα εγκαταλείψει τα πυρηνικά όπλα

Η Βόρεια Κορέα δεν πρόκειται να εγκαταλείψει το πυρηνικό της οπλοστάσιο, δήλωσε κορυφαία αξιωματούχος του καθεστώτος την Τρίτη, επισημαίνοντας ωστόσο ότι οι σχέσεις ανάμεσα στην Πιονγιάνγκ και την κυβέρνηση Τραμπ «δεν είναι κακές».

Η Κιμ Γιο Γιονγκ, αδελφή του ηγέτη της χώρας Κιμ Γιονγκ Ουν και μέλος της Επιτροπής Κρατικών Υποθέσεων, ανέφερε σε δήλωσή της στο κρατικό πρακτορείο KCNA ότι το 2025 δεν θυμίζει τα έτη 2018 ή 2019. Κατά τη Γιονγκ, προϋπόθεση για οποιαδήποτε πρόβλεψη ή σχεδιασμό για το μέλλον είναι η αποδοχή της «μη αναστρέψιμης θέσης της ΛΔ Κορέας ως πυρηνικής δύναμης», καθώς και η αναγνώριση των μεταβαλλόμενων γεωπολιτικών συνθηκών και ικανοτήτων της χώρας.

Πρόσθεσε ότι ενδεχόμενη επαναπροσέγγιση με τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορεί να συμβεί εάν η Ουάσιγκτον δεν αποδεχθεί αυτή τη «νέα πραγματικότητα» και επιμείνει «στις αποτυχημένες προσεγγίσεις του παρελθόντος».

Η δήλωση της Κιμ φέρεται να απαντά σε πρόσφατο δημοσίευμα του νοτιοκορεατικού πρακτορείου Yonhap, το οποίο επικαλούνταν ανώνυμο αξιωματούχο του Λευκού Οίκου, σύμφωνα με τον οποίο ο πρόεδρος Τραμπ θα ήταν ανοιχτός σε συνομιλίες για αποπυρηνικοποίηση της κορεατικής χερσονήσου. Αν και δεν ανέφερε το όνομα του Τραμπ, η Κιμ σημείωσε ότι δεν αρνείται το γεγονός πως η προσωπική σχέση ανάμεσα στον ηγέτη της Βόρειας Κορέας και τον νυν πρόεδρο των ΗΠΑ «δεν είναι κακή».

Η Κιμ Γιο Γιονγκ θεωρείται η δεύτερη ισχυρότερη προσωπικότητα στο καθεστώς της Πιονγιάνγκ μετά τον αδελφό της και χειρίζεται τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, κυρίως τις σχέσεις με τη Νότια Κορέα και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Υπενθυμίζεται ότι ο Τραμπ και ο Κιμ είχαν πραγματοποιήσει ιστορική συνάντηση στη Σιγκαπούρη το 2018, όπου συμφώνησαν στην αποπυρηνικοποίηση της χερσονήσου. Ωστόσο, η δεύτερη σύνοδος του 2019 στο Ανόι κατέρρευσε λόγω διαφωνιών για την άρση των διεθνών κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στην Πιονγιάνγκ.

Η Βόρεια Κορέα έχει προκαλέσει περαιτέρω διεθνή ανησυχία λόγω της στρατιωτικής της συνεργασίας με τη Ρωσία στον πόλεμο στην Ουκρανία. Σύμφωνα με τη Δύση, η Πιονγιάνγκ έχει αποστείλει όπλα και προσωπικό στη Μόσχα, με αντάλλαγμα τεχνολογική υποστήριξη.

Ο Τραμπ έχει δηλώσει στο παρελθόν ότι διατηρεί «εξαιρετικές σχέσεις» με τον Κιμ Γιονγκ Ουν, ενώ ο Λευκός Οίκος ανέφερε πρόσφατα ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ παραμένει ανοιχτός σε επικοινωνία με τον Βορειοκορεάτη ηγέτη.

Σε ανακοίνωση που εκδόθηκε τη Δευτέρα με αφορμή την επέτειο της ανακωχής του Πολέμου της Κορέας (1953), ο Τραμπ υπογράμμισε τη δέσμευση της κυβέρνησής του για «ασφάλεια, σταθερότητα, ευημερία και ειρήνη στην κορεατική χερσόνησο», σημειώνοντας ότι κατά την πρώτη του θητεία επεδίωξε την αποπυρηνικοποίηση της περιοχής.

Η εφημερίδα The Epoch Times έχει ζητήσει σχόλιο από τον Λευκό Οίκο.

Με πληροφορίες από Reuters και Associated Press

Το Κρεμλίνο απαντά στο τελεσίγραφο Τραμπ για την κρίση στην Ουκρανία

Ανοιχτή παραμένει η πόρτα του Κρεμλίνου στον διάλογο, αν και ο ενταφιασμός ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων επισπεύδεται μετά την αυστηροποίηση της στάσης Τραμπ.

Οι Ρώσοι αξιωματούχοι αντέδρασαν στις δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ περί επιτάχυνσης της διαπραγματευτικής προθεσμίας για την πρόοδο προς κατάπαυση πυρός στην Ουκρανία.

Ο Αμερικανός πρόεδρος, σε συνέντευξη Τύπου στη Σκωτία τη Δευτέρα, εξέφρασε την απογοήτευσή του προς τον πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν και ανακοίνωσε ότι μειώνει το «παράθυρο» διαπραγματεύσεων από 50 σε 10 ημέρες.

«Λάβαμε υπόψη μας τη δήλωση του κυρίου Τραμπ», σχολίασε την Τρίτη ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, σύμφωνα με τα ρωσικά κρατικά μέσα ενημέρωσης.

Ο Πεσκόφ τόνισε πως η Ρωσία θα συνεχίσει τις στρατιωτικές της επιχειρήσεις στην Ουκρανία, ωστόσο παραμένει, όπως είπε, «δεσμευμένη στη διαδικασία ειρήνευσης για την επίλυση της κρίσης γύρω από την Ουκρανία και την προάσπιση των συμφερόντων μας στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας».

Συμπλήρωσε ακόμη πως «μας ενδιαφέρει η αποκατάσταση των σχέσεων με τις ΗΠΑ, όμως μέχρι στιγμής η ομαλοποίηση εξελίσσεται υποτονικά. Θα θέλαμε να δούμε μεγαλύτερη κινητικότητα».

Από την πλευρά του, ο πρώην πρόεδρος της Ρωσίας και νυν αντιπρόεδρος του Συμβουλίου Ασφαλείας, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, αντέδρασε μέσω ανάρτησης στην πλατφόρμα Χ, κατηγορώντας τον Τραμπ ότι παίζει «το παιχνίδι των τελεσιγράφων» που μπορεί να οδηγήσει σε σύγκρουση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Όπως έγραψε, «κάθε νέο τελεσίγραφο αποτελεί απειλή και βήμα προς τον πόλεμο. Όχι μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, αλλά εναντίον της δικής μας χώρας».

Στις πιο πρόσφατες διαπραγματεύσεις, η Μόσχα δεν δέχθηκε καμία πρόταση για κατάπαυση του πυρός από την Ουάσιγκτον, παρά το γεγονός ότι τόσο Αμερικανοί όσο και Ουκρανοί αξιωματούχοι ζητούν άμεση διακοπή των εχθροπραξιών, τρία και πλέον χρόνια μετά την έναρξη της σύρραξης.

Ο Τραμπ, τη Δευτέρα, δήλωσε ότι δεν ενδιαφέρεται για περαιτέρω συζητήσεις με τον Πούτιν και πρότεινε την επιβολή κυρώσεων και δασμών σε περίπτωση άρνησης της Μόσχας να ανταποκριθεί στα αιτήματά του.

Ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος έχει ήδη απειλήσει τόσο τη Ρωσία όσο και όσες χώρες αγοράζουν ρωσικά προϊόντα με κυρώσεις, αν δεν σημειωθεί πρόοδος. Η νέα του προθεσμία σηματοδοτεί ετοιμότητα να υλοποιήσει αυτές τις απειλές, μετά από προηγούμενη διστακτικότητα.

«Θέτω νέα προθεσμία, περίπου 10 ή 12 ημέρες από σήμερα», δήλωσε ο Τραμπ σε δημοσιογράφους κατά τη διάρκεια συνάντησής του με τον Βρετανό πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ. «Δεν υπάρχει λόγος να περιμένουμε, αφού δεν βλέπουμε να σημειώνεται καμία πρόοδος».

Ο ίδιος πρόσθεσε ότι «δεν υπάρχει λόγος να καθυστερούμε», αφήνοντας να εννοηθεί πως τα αντίποινα ενδέχεται να περιλαμβάνουν «κυρώσεις και ίσως δασμούς, ακόμη και δευτερογενείς».

«Είμαι απογοητευμένος από τον πρόεδρο Πούτιν», σχολίασε, συμπληρώνοντας πως «έχω αγάπη για τον ρωσικό λαό» και δεν επιθυμεί την επιβολή νέων κυρώσεων. Τόνισε, ωστόσο: «Θα μειώσω τις 50 ημέρες που του είχα δώσει, γιατί πιστεύω πως γνωρίζω ήδη τι θα συμβεί».

Ο Τραμπ, που συχνά αποδίδει στον εαυτό του ρόλο διαμεσολαβητή σε κρίσεις μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν ή στη Ρουάντα και το Κονγκό, εξέφρασε τη δυσφορία του για τη συνεχιζόμενη σύρραξη στην Ουκρανία.

«Νομίζαμε ότι το είχαμε διευθετήσει πολλές φορές, κι ύστερα ο πρόεδρος Πούτιν εξαπολύει ρουκέτες σε κάποια πόλη όπως το Κίεβο και σκοτώνει πολλούς ανθρώπους— ακόμη και σε οίκο ευγηρίας, ή όπως αλλιώς— και λέω, αυτός δεν είναι σωστός τρόπος να γίνει κάτι τέτοιο», ανέφερε τη Δευτέρα.

Με πληροφορίες από το Reuters

Τραμπ: Προτεραιότητα στη Γάζα η σίτιση των κατοίκων

Την ανάγκη να διασφαλιστεί άμεσα η σίτιση του πληθυσμού στη Γάζα, εν μέσω της σχεδόν διετούς σύγκρουσης Ισραήλ-Χαμάς, υπογράμμισε τη Δευτέρα ο Ντόναλντ Τραμπ, σε δηλώσεις του από τη Σκωτία, έχοντας στο πλευρό του τον Βρετανό πρωθυπουργό Κηρ Στάρμερ.

«Παρέχουμε πολλά χρήματα και μεγάλες ποσότητες τροφίμων, ενώ βλέπουμε ότι και άλλες χώρες αρχίζουν να ακολουθούν», ανέφερε ο Τραμπ, αναφερόμενος στην ανθρωπιστική βοήθεια των ΗΠΑ προς τους κατοίκους της Γάζας και προσέθεσε: «Είναι μια χαώδης κατάσταση. Αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να έχουν φαγητό και ασφάλεια τώρα». Ο πρόεδρος έκανε αναφορά σε εικόνες και βίντεο με παιδιά που λιμοκτονούν στη Γάζα, λέγοντας: «Αν κρίνουμε από την τηλεόραση, αυτά τα παιδιά φαίνονται πολύ πεινασμένα. Κάποια από αυτά βιώνουν πραγματική πείνα».

Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Στάρμερ χαρακτήρισε την κατάσταση «ανθρωπιστική κρίση» και «απόλυτη καταστροφή», τονίζοντας: «Νομίζω ότι ο κόσμος στη Βρετανία νιώθει αποστροφή βλέποντας όσα διαδραματίζονται από τις οθόνες».

Οι δηλώσεις αυτές έγιναν εν μέσω κλιμακούμενων εκκλήσεων ευρωπαϊκών χωρών για τερματισμό του πολέμου. Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία και Γερμανία εξέδωσαν στις 25 Ιουλίου κοινή ανακοίνωση, καλώντας το Ισραήλ και τη Χαμάς να καταλήξουν άμεσα σε κατάπαυση του πυρός και να διευρυνθεί η διανομή τροφίμων και βοήθειας στους αμάχους.

Το Ισραήλ, το σαββατοκύριακο, προχώρησε σε ρίψεις εφοδίων με αλεξίπτωτα και ανακοίνωσε νέα μέτρα για διευκόλυνση της πρόσβασης της βοήθειας, συμπεριλαμβανομένων καθημερινών ανθρωπιστικών παύσεων σε τρεις περιοχές της Γάζας και δημιουργίας νέων διαδρόμων ασφαλείας για τα κομβόι.

Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου, απαντώντας στις κατηγορίες περί λιμοκτονίας στη Γάζα, δήλωσε: «Δεν υφίσταται πολιτική λιμοκτονίας στη Γάζα και δεν υπάρχει λιμοκτονία στη Γάζα».

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου, ο Τραμπ επέκρινε τη Χαμάς για την άρνησή της να απελευθερώσει επιπλέον ομήρους, ζωντανούς ή νεκρούς, ενώ αποκάλυψε πως έχει επισημάνει στον Νετανιάχου ότι το Ισραήλ ίσως χρειαστεί να αναθεωρήσει την τακτική του. «Είπα στον Μπίμπι ότι ίσως πρέπει να το χειριστεί διαφορετικά», ανέφερε ο Τραμπ, επαναλαμβάνοντας ανάλογες δηλώσεις της Κυριακής.

Την προηγούμενη εβδομάδα, οι ΗΠΑ αποχώρησαν από τις διαπραγματεύσεις στο Κατάρ χωρίς να έχει υπάρξει συμφωνία για κατάπαυση του πυρός, με τον ειδικό απεσταλμένο Στηβ Γουίτκοφ να σημειώνει ότι η Χαμάς δεν διαπραγματεύτηκε με καλή πίστη, γεγονός που οδήγησε στην αποχώρηση των Αμερικανών αξιωματούχων. Ερωτηθείς αν παραμένει πιθανή μια εκεχειρία, ο Τραμπ απάντησε: «Ναι, είναι δυνατή η εκεχειρία, αλλά πρέπει να λήξει, να τελειώσει».

Η Χαμάς έχει εκφράσει την πρόθεσή της να απελευθερώσει ομήρους στο πλαίσιο μιας συμφωνίας με το Ισραήλ για κατάπαυση του πυρός, καταθέτοντας μάλιστα σχετική απάντηση σε αμερικανικό σχέδιο στο Κατάρ, στις 24 Ιουλίου – ωστόσο, λίγες ώρες αργότερα, τόσο το Ισραήλ όσο και οι ΗΠΑ αποχώρησαν από τις συνομιλίες.

Σε συνάντησή του με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ο Τραμπ σημείωσε πως μετά το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις την τελική απόφαση καλείται να λάβει πλέον το Ισραήλ.

Με πληροφορίες από το Reuters

Τραμπ: Το Ισραήλ θα χρειαστεί να πάρει μια απόφαση για τη Γάζα

Ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε την Κυριακή ότι η κυβέρνηση του Ισραήλ θα κληθεί σύντομα να λάβει κρίσιμες αποφάσεις για τα επόμενα βήματα στη Λωρίδα της Γάζας, έπειτα από την απόσυρση των Ηνωμένων Πολιτειών από τις διαπραγματεύσεις για κατάπαυση του πυρός.

Κατά τη διάρκεια συνάντησής του με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στη Σκωτία, ο πρόεδρος των ΗΠΑ φέρεται να τόνισε ότι η κατάσταση στη Γάζα είναι «μπερδεμένη» και ότι, ενώ ο ίδιος έχει άποψη για το πώς θα έπρεπε να ενεργήσει το Ισραήλ, θεωρεί πως δεν είναι «σωστό» να το εκφράσει δημόσια.

Σε ερώτηση για το ενδεχόμενο περαιτέρω συγκρούσεων μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, ο Τραμπ υποστήριξε πως δεν μπορεί να προβλέψει την εξέλιξη, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η παλαιστινιακή οργάνωση ενδέχεται να μην παραδώσει άλλους ομήρους που κρατά από τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου 2023.

Όπως σημείωσε, όταν ο αριθμός των ομήρων μειωθεί σημαντικά, καθίσταται δύσκολη η επίτευξη συμφωνίας, διότι η Χαμάς ενδέχεται να θεωρήσει πως η πλήρης απελευθέρωσή τους θα οδηγήσει στην πολιτική της κατάρρευση. Πρόσθεσε επίσης ότι, παρότι οι συνομιλίες είχαν προχωρήσει, η στάση της Χαμάς «σκλήρυνε ξαφνικά» και πλέον αρνείται να επιστρέψει τους εναπομείναντες ομήρους.

Οι δηλώσεις του Τραμπ ακολούθησαν την ανακοίνωση του Αμερικανού ειδικού απεσταλμένου, Στηβ Γουίτκοφ, σύμφωνα με την οποία η Ουάσιγκτον αποσύρει την αποστολή της από τις διαπραγματεύσεις στην Ντόχα του Κατάρ, εκτιμώντας ότι η Χαμάς δεν διαπραγματεύεται καλή τη πίστει.

Όπως ανέφερε ο Γουίτκοφ σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Χ, αν και οι μεσολαβητές κατέβαλαν προσπάθειες, η παλαιστινιακή οργάνωση δεν εμφανίζεται συντονισμένη ούτε ειλικρινής. Υπογράμμισε επίσης ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες εξετάζουν «εναλλακτικές επιλογές» για την επιστροφή των ομήρων και για τη δημιουργία ενός πιο σταθερού περιβάλλοντος στη Γάζα.

Ο Γουίτκοφ χαρακτήρισε τη στάση της Χαμάς «εγωιστική» και τόνισε πως η Ουάσιγκτον παραμένει προσηλωμένη στον τερματισμό της σύγκρουσης και στην επίτευξη μόνιμης ειρήνης στη Γάζα.

Στο μεταξύ, το Κατάρ και η Αίγυπτος επανέλαβαν τη δέσμευσή τους να συνεχίσουν τις προσπάθειες μεσολάβησης. Σε κοινή ανακοίνωση που εκδόθηκε από το υπουργείο Εξωτερικών της Αιγύπτου, στις 25 Ιουλίου, οι δύο χώρες χαρακτήρισαν την αποχώρηση των ΗΠΑ από τις συνομιλίες ως «φυσιολογική εξέλιξη στο πλαίσιο των πολύπλοκων αυτών διαπραγματεύσεων».

Από την έναρξη της προεκλογικής του εκστρατείας, ο Τραμπ έχει δηλώσει επανειλημμένως ότι επιθυμεί ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, καθώς και λήξη του πολέμου στην Ουκρανία, που διαρκεί πλέον πάνω από τρία χρόνια.

Σε ερώτηση για τις συνθήκες που επικρατούν στη Γάζα, με φωτογραφίες να απεικονίζουν υποσιτισμένα παιδιά και εκτεταμένες καταστροφές, ο Τραμπ φέρεται να απάντησε πως η κατάσταση είναι «φρικτή», προσθέτοντας ότι υπάρχουν καταγγελίες για υπεξαίρεση τροφίμων, χρημάτων και όπλων από διάφορους εμπλεκομένους.

Η πανδημία COVID-19 επιτάχυνε τη γήρανση του εγκεφάλου ακόμη και σε άτομα που δεν είχαν προσβληθεί από τον ιό: Έρευνα

Η γήρανση του εγκεφάλου φαίνεται να επιταχύνθηκε κατά αρκετούς μήνες κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, ακόμη και σε άτομα που δεν αρρώστησαν από τον ιό, σύμφωνα με νέα έρευνα.

Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature Communications στις 22 Ιουλίου, διαπίστωσε ότι το 2021 και το 2022, οι σαρώσεις εγκεφάλου από μια μεγάλη βάση δεδομένων του Ηνωμένου Βασιλείου έδειξαν σημάδια γήρανσης, συμπεριλαμβανομένης της συρρίκνωσης του εγκεφάλου, ακόμη και σε άτομα που δεν είχαν μολυνθεί ποτέ.

Αν και τα άτομα που είχαν μολυνθεί από COVID-19 εμφάνισαν κάποια μείωση στη συνολική γνωστική απόδοση, οι συγγραφείς δήλωσαν ότι παρατηρήθηκαν δομικές αλλαγές στον εγκέφαλο σε έναν μεγαλύτερο πληθυσμό.

Τόνισαν τους παράγοντες άγχους που σχετίζονται με την πανδημία, όπως το άγχος, η κοινωνική απομόνωση και η οικονομική και υγειονομική ανασφάλεια, ως πιθανές αιτίες για την αύξηση της γήρανσης του εγκεφάλου.

Η έρευνα υπέδειξε ότι η πανδημία μπορεί επίσης να έχει γεράσει πρόωρα τον εγκέφαλο ορισμένων ατόμων κατά μέσο όρο 5,5 μήνες, ακόμη και μεταξύ εκείνων που δεν είχαν προσβληθεί ποτέ από τον ιό. Οι επιπτώσεις της πανδημίας στον εγκέφαλο ήταν πιο έντονες στους άνδρες και σε άτομα από «υποβαθμισμένα κοινωνικοδημογραφικά υπόβαθρα», ανέφερε η μελέτη.

Η ομάδα ανέλυσε σαρώσεις εγκεφάλου που συλλέχθηκαν από 15.334 υγιείς ενήλικες, με μέσο όρο ηλικίας 63 ετών, στην UK Biobank — ένα μακροπρόθεσμο πρόγραμμα παρακολούθησης — και στη συνέχεια χρησιμοποίησε μοντέλα μηχανικής μάθησης για να εξετάσει «εκατοντάδες δομικά χαρακτηριστικά των εγκεφάλων των συμμετεχόντων, τα οποία δίδαξαν στο μοντέλο πώς φαίνεται ο εγκέφαλος σε διάφορες ηλικίες», δήλωσε σε μια εργασία που δημοσιεύτηκε παράλληλα με την έρευνα ο επικεφαλής συγγραφέας της έρευνας, Αλί-Ρεζά Μοχαμάντι-Νετζάντ, ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ.

Μετά από αυτό, εφάρμοσαν το μοντέλο σε μια ομάδα 996 υγιών συμμετεχόντων σε Βρετανική Βιοτράπεζα, οι οποίοι υποβλήθηκαν σε δύο σαρώσεις εγκεφάλου με διαφορά τουλάχιστον «μερικών ετών», πρόσθεσε. Μερικοί συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε μία σάρωση πριν από την πανδημία και μία άλλη μετά την έναρξη της πανδημίας, στις αρχές του 2020, ανέφερε η μελέτη.

«Αυτό που με εξέπληξε περισσότερο ήταν ότι ακόμη και άτομα που δεν είχαν Covid εμφάνισαν σημαντικές αυξήσεις στα ποσοστά γήρανσης του εγκεφάλου», δήλωσε ο Μοχαμάντι Νετζάντ. «Δείχνει πραγματικά πόσο πολύ η εμπειρία της ίδιας της πανδημίας, από την απομόνωση έως την αβεβαιότητα, μπορεί να έχει επηρεάσει την υγεία του εγκεφάλου μας».

Οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις των αλλαγών στον εγκέφαλο δεν είναι σαφείς, δήλωσε η ομάδα ερευνητών, αλλά κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι υπάρχει ανάγκη να «αντιμετωπιστούν οι ανισότητες στην υγεία και οι κοινωνικοοικονομικές ανισότητες, εκτός από τους παράγοντες του τρόπου ζωής, για τον μετριασμό της επιταχυνόμενης γήρανσης του εγκεφάλου». Περισσότερη έρευνα είναι επίσης ζωτικής σημασίας για τη «βελτίωση των αποτελεσμάτων της υγείας του εγκεφάλου σε μελλοντικές κρίσεις δημόσιας υγείας», πρόσθεσαν.

Ένας άνδρας αναπαύεται σε ένα παγκάκι κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, στο Όλνταμ της Αγγλίας, στις 29 Ιουλίου 2020. (Christopher Furlong/Getty Images)

Τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ δήλωσαν σε μια ενημέρωση πριν από αρκετές ημέρες ότι τα κρούσματα COVID-19 αυξάνονται σε ορισμένα μέρη των Ηνωμένων Πολιτειών, αν και τα συνολικά επίπεδα του ιού παραμένουν χαμηλά.

Η δραστηριότητα COVID-19, όπως δήλωσε το CDC στις 18 Ιουλίου, αυξάνεται τώρα σε ορισμένες πολιτείες της Νοτιοανατολικής, Νότιας και Δυτικής Ακτής. Επικαλούμενος δεδομένα από λύματα για την COVID-19, ο οργανισμός ανέφερε ότι τα θετικά τεστ αυξάνονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ οι επισκέψεις στα τμήματα επειγόντων περιστατικών φαίνεται να αυξάνονται μεταξύ παιδιών ηλικίας 0 έως 4 ετών.

Οι ανιχνεύσεις λυμάτων για την COVID-19 που ενημερώθηκαν από το CDC υποδηλώνουν ότι αναφέρονται υψηλά επίπεδα του ιού στην Καλιφόρνια, τη Φλόριντα, τη Χαβάη, τη Λουιζιάνα, τη Νεβάδα, τη Νότια Καρολίνα και το Τέξας. Καμία πολιτεία δεν παρουσίασε πολύ υψηλά επίπεδα, σύμφωνα με χάρτη του οργανισμού.

Το Ιράν αναγνώρισε την καταστροφή των πυρηνικών του εγκαταστάσεων από αμερικανικές αεροπορικές επιδρομές

Την καταστροφή των πυρηνικών του εγκαταστάσεων λόγω των αμερικανικών αεροπορικών πληγμάτων παραδέχθηκε το Ιράν, σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών της χώρας, Αμπάς Αραγτσί. Ο ίδιος τόνισε αυτή την εβδομάδα πως, παρά τις εκτεταμένες ζημιές, η Τεχεράνη θα συνεχίσει τον εμπλουτισμό ουρανίου.

Σε συνέντευξή του στο τηλεοπτικό δίκτυο Fox News, στις 21 Ιουλίου, ο Αραγτσί ανέφερε: «Οι εγκαταστάσεις μας έχουν υποστεί ζημιές, σοβαρές ζημιές, το μέγεθος των οποίων βρίσκεται υπό αξιολόγηση».

Στη συνέχεια παραδέχθηκε ότι «οι εγκαταστάσεις έχουν καταστραφεί», αναφερόμενος συγκεκριμένα στις θέσεις εμπλουτισμού ουρανίου που αποτέλεσαν στόχο της αμερικανικής επίθεσης στις 22 Ιουνίου.

Οι αεροπορικές επιδρομές εγκρίθηκαν από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, εν μέσω κλιμακούμενης ανταλλαγής χτυπημάτων μεταξύ Ιράν και Ισραήλ. Σύμφωνα με τον Τραμπ και Αμερικανούς αξιωματούχους, τα βομβαρδιστικά stealth B-2 κατέστρεψαν τη δυνατότητα του Ιράν να εμπλουτίζει ουράνιο σε τρεις κρίσιμες εγκαταστάσεις: στο Φορντό, στη Νατάνζ και στο Ισφαχάν. Ωστόσο, διαρροές σε εκθέσεις των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών αμφισβήτησαν τη συγκεκριμένη εκδοχή. Ο Τραμπ διέψευσε αυτές τις πληροφορίες σε ανάρτησή του στο Truth Social, στις 21 Ιουλίου.

Παράλληλα, προειδοποίησε ότι οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις θα μπορούσαν να επαναλάβουν τα πλήγματα εφόσον κριθεί απαραίτητο. Ο Τραμπ τόνισε τη σφοδρότητα της ζημιάς, δηλώνοντας ότι «οι ζημιές είναι πολύ σοβαρές, οι εγκαταστάσεις καταστράφηκαν».

Ο Αραγτσί επιβεβαίωσε στη συνέντευξη του ότι το Ιράν δεν προτίθεται να εγκαταλείψει το πυρηνικό του πρόγραμμα, εξηγώντας: «Η διαδικασία έχει σταματήσει επειδή, πράγματι, οι ζημιές είναι σοβαρές και εκτεταμένες. Όμως, προφανώς, δεν μπορούμε να απεμπολήσουμε τον εμπλουτισμό· αποτελεί επίτευγμα των επιστημόνων μας και πλέον είναι περισσότερο ζήτημα εθνικής υπερηφάνειας».

Πριν από τα γεγονότα του Ιουνίου, Τεχεράνη και Ουάσιγκτον είχαν πραγματοποιήσει πέντε γύρους διαπραγματεύσεων για τα πυρηνικά, με τη μεσολάβηση του Ομάν, χωρίς ωστόσο να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με το επιτρεπτό εύρος εμπλουτισμού ουρανίου.

Ο σύμμαχος των ΗΠΑ, το Ισραήλ, εξαπέλυσε πλήγματα κατά του Ιράν στις 13 Ιουνίου, γεγονός που πυροδότησε έναν δωδεκαήμερο αεροπορικό πόλεμο, κατά τη διάρκεια του οποίου αμερικανικές δυνάμεις έπληξαν τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, πριν επιτευχθεί κατάπαυση πυρός στα τέλη Ιουνίου.

Ο Αραγτσί διαβεβαίωσε ακόμη ότι ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν, ο αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, χαίρει άκρας υγείας και ότι η Τεχεράνη παραμένει ανοιχτή σε συνομιλίες με την Ουάσιγκτον, αν και προς το παρόν αποκλείει τις απευθείας διαπραγματεύσεις.

Το Ιράν πρόκειται να συναντηθεί με εκπροσώπους της Γαλλίας, της Γερμανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου στην Κωνσταντινούπολη στις 25 Ιουλίου, προκειμένου να συζητήσουν το πυρηνικό του πρόγραμμα, όπως επιβεβαίωσε εκπρόσωπος του ιρανικού υπουργείου Εξωτερικών.

Οι διαβουλεύσεις θα πραγματοποιηθούν σε επίπεδο υφυπουργών, γεγονός που υπογραμμίζει τη συνέχιση των διπλωματικών πρωτοβουλιών του Ιράν παρά την ένταση των τελευταίων εβδομάδων.

ΗΠΑ: Ανώτατο στέλεχος του υπουργείου Δικαιοσύνης επιδιώκει συνάντηση με την Γκισλέιν Μάξγουελ

Ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, Τοντ Μπλανς, γνωστοποίησε την Τρίτη ότι προτίθεται να συναντηθεί προσωπικά με την Γκισλέιν Μάξγουελ, καταδικασθείσα συνεργάτιδα του Τζέφρι Έπσταϊν, με σκοπό να της ζητήσει πληροφορίες σχετικά με πιθανούς άλλους εμπλεκόμενους στα εγκλήματα του εκλιπόντος χρηματιστή.

Η Μάξγουελ εκτίει ποινή κάθειρξης 20 ετών σε ομοσπονδιακή φυλακή στη Φλόριντα, μετά την καταδίκη της για συμμετοχή σε κύκλωμα εμπορίας ανηλίκων που σχετιζόταν με τον Έπσταϊν.

Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα X, ο Μπλανς —πρώην προσωπικός δικηγόρος του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ— ανέφερε ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης «για πρώτη φορά» απευθύνεται στη Μάξγουελ και της ζητά να αποκαλύψει «τι γνωρίζει». Πρόσθεσε ότι, κατόπιν εντολής της υπουργού Δικαιοσύνης Πάμ Μπόντι, έχει ήδη επικοινωνήσει με τους δικηγόρους της Μάξγουελ, ενώ η ίδια η Μπόντι κοινοποίησε εκτενέστερη δήλωση του Μπλανς στον προσωπικό της λογαριασμό.

Ο Μπλανς δήλωσε ότι σκοπεύει να τη συναντήσει σύντομα, επισημαίνοντας πως «κανείς δεν είναι υπεράνω του νόμου» και ότι «κανένα στοιχείο δεν πρέπει να αποκλείεται εκ των προτέρων».

Αναφέρθηκε επίσης σε προηγούμενη ανακοίνωση του FBI και του υπουργείου Δικαιοσύνης, σύμφωνα με την οποία δεν προέκυψαν ενδείξεις ότι ο Έπσταϊν διατηρούσε κάποιο «πελατολόγιο» ή ότι είχε εμπλακεί σε εκβιασμούς υψηλόβαθμων αξιωματούχων ή διασημοτήτων. Η ίδια ανακοίνωση υποστήριζε επίσης ότι ο Έπσταϊν αυτοκτόνησε σε ομοσπονδιακή φυλακή στο Μανχάταν τον Αύγουστο του 2019.

Κατά τον Μπλανς, η πρόσφατη διεξοδική επανεξέταση των αρχείων του FBI σχετικά με την υπόθεση δεν εντόπισε αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν τη δίωξη τρίτων προσώπων. Τόνισε, ωστόσο, ότι ο πρόεδρος Τραμπ έχει ζητήσει τη δημοσιοποίηση κάθε αξιόπιστου στοιχείου, και ότι εφόσον η Μάξγουελ έχει πληροφορίες για άτομα που έχουν διαπράξει εγκλήματα κατά των θυμάτων, τόσο το FBI όσο και το υπουργείο Δικαιοσύνης είναι έτοιμα να τις ακούσουν.

Υποστήριξε, επίσης, ότι καμία προηγούμενη κυβέρνηση ή αξιωματούχος του υπουργείου Δικαιοσύνης δεν είχε επιχειρήσει να επικοινωνήσει με τη Μάξγουελ μέχρι τώρα, επισημαίνοντας ότι «αυτό αλλάζει από σήμερα».

Ο δικηγόρος της Μάξγουελ, Ντέιβιντ Όσκαρ Μάρκους, επιβεβαίωσε ότι η υπεράσπιση βρίσκεται σε επικοινωνία με τις αρμόδιες αρχές. Δήλωσε σε ανάρτησή του ότι η εντολέας του θα καταθέσει με ειλικρίνεια, εκφράζοντας ευγνωμοσύνη προς τον πρόεδρο Τραμπ για τη δέσμευσή του να φέρει στο φως την αλήθεια σχετικά με την υπόθεση.

Λίγες ώρες αργότερα, ο Ντόναλντ Τραμπ, ερωτηθείς στον Λευκό Οίκο για την πρωτοβουλία Μπλανς, δήλωσε ότι δεν έχει καμία ανησυχία για την επικείμενη συνάντηση με τη Μάξγουελ. Χαρακτήρισε τον Μπλανς ως «πολύ ικανό και έξυπνο άνθρωπο», προσθέτοντας ότι δεν γνώριζε πως επρόκειτο να προχωρήσει σε τέτοια ενέργεια και ότι δεν παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς την υπόθεση, την οποία χαρακτήρισε «συνέχεια του κυνηγιού μαγισσών».

Στη συνέχεια, ο πρόεδρος Τραμπ αναφέρθηκε σε πρόσφατες δηλώσεις της διευθύντριας της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών Τάλσι Γκάμπαρντ και σε ποινικές παραπομπές που σχετίζονται με αποκαλύψεις εγγράφων αναφορικά με την έρευνα Crossfire Hurricane του FBI για πιθανή ρωσική ανάμιξη στις εκλογές του 2016.

Κατόπιν εντολής Τραμπ, οι Μπόντι και Μπλανς έχουν ζητήσει από ομοσπονδιακό δικαστήριο να αποσφραγίσει τα πρακτικά του σώματος ενόρκων τόσο στην υπόθεση Έπσταϊν όσο και σε εκείνη της Μάξγουελ, η οποία καταδικάστηκε το 2021 για πέντε ομοσπονδιακά αδικήματα που σχετίζονταν με τη σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων εκ μέρους του Έπσταϊν. Ο τελευταίος είχε προηγουμένως καταδικαστεί για παρόμοιες κατηγορίες το 2008.

Με πληροφορίες από το Reuters

Αμερικανός απεσταλμένος καλεί τη Χαμάς να αποδεχθεί την πρόταση του Ισραήλ για τους ομήρους

Ο ειδικός απεσταλμένος της κυβέρνησης Τραμπ για θέματα ομήρων κάλεσε τη Χαμάς να αποδεχθεί την πρόταση που έχει καταθέσει το Ισραήλ, με στόχο την πρόοδο προς μια ειρηνευτική συμφωνία.

Σε συνέντευξή του στην εκπομπή «State of the Union» του CNN, στις 20 Ιουλίου, ο Άνταμ Μπόλερ εκτίμησε ότι η ισραηλινή πρόταση, η οποία προβλέπει την απελευθέρωση ορισμένων από τους εναπομείναντες ομήρους που κρατούνται από τη Χαμάς από τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου 2023, αποτελεί μια ευκαιρία που η παλαιστινιακή οργάνωση θα πρέπει να αξιοποιήσει.

Σύμφωνα με τον ίδιο, το Ισραήλ φέρεται διατεθειμένο να προχωρήσει σε σημαντικές παραχωρήσεις και τροποποιήσεις, ακόμη και σε επίπεδο χαρτογράφησης. Επισήμανε ότι η απελευθέρωση τουλάχιστον 10 ομήρων, μεταξύ των οποίων βρίσκονται και δύο νεκροί Αμερικανοί πολίτες, είναι αναγκαία, προσθέτοντας πως υπάρχει σαφής δρόμος προς την ειρήνη, τον οποίο η Χαμάς θα έπρεπε να ακολουθήσει.

Ο Μπόλερ υποστήριξε ότι η οργάνωση δεν έχει ανταποκριθεί θετικά σε προηγούμενες προτάσεις, επισημαίνοντας πως κάθε φορά που αρνείται μια συμφωνία, οι όροι γίνονται χειρότεροι. Πρόσθεσε πως ΗΠΑ και Ισραήλ προσφέρουν μια εφικτή λύση, την οποία η Χαμάς οφείλει να αποδεχθεί, ώστε να ξεκινήσει η διαδικασία επαναπατρισμού των ομήρων και να υπάρξει πρόοδος για τον τερματισμό της σύγκρουσης.

Οι δηλώσεις του Αμερικανού απεσταλμένου έγιναν δύο ημέρες μετά την ομιλία του Άμπου Ουμπάιντα, εκπροσώπου της ένοπλης πτέρυγας της Χαμάς, ο οποίος ανέφερε σε τηλεοπτικό μήνυμα πως η οργάνωση επιθυμεί κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, αλλά το Ισραήλ απορρίπτει τις προσφορές για απελευθέρωση ομήρων.

Ο Ουμπάιντα είχε προειδοποιήσει ότι εάν το Ισραήλ συνεχίσει να αποφεύγει τη συμφωνία όπως στο παρελθόν, δεν μπορεί να υπάρξει εγγύηση ότι θα επανέλθουν στο τραπέζι προτάσεις όπως εκείνη για τους δέκα ομήρους.

Από την πλευρά του, ο Μπόλερ δήλωσε αισιόδοξος για ενδεχόμενη συμφωνία, επικαλούμενος τις πρόσφατες ισραηλινές επιχειρήσεις κατά ιρανικών πυρηνικών εγκαταστάσεων και στρατιωτικών στόχων. Όπως ανέφερε, το Ισραήλ επιδιώκει ξεκάθαρα αποτέλεσμα, προσθέτοντας ότι έχει προσωπική εμπειρία από τις διαπραγματεύσεις και θεωρεί τη στάση της Χαμάς ιδιαίτερα αδιάλλακτη.

Ο Άνταμ Μπόλερ, ειδικός απεσταλμένος του προέδρου Τραμπ για θέματα ομηρίας, κατά τη διάρκεια τελετής στην Ουάσιγκτον. ΗΠΑ, 6 Μαρτίου 2025. (Evan Vucci/AP Photo)

 

Εξέφρασε δε την άποψη ότι η οργάνωση έχει απορρίψει κατά καιρούς προτάσεις τις οποίες θα έπρεπε να είχε δεχθεί, και ότι πλέον είναι ώρα να απελευθερώσει τους ομήρους. Τόνισε ότι παραμένει πιο αισιόδοξος σε σχέση με το παρελθόν, δεδομένων των πρόσφατων εξελίξεων και της ισχυρής διαπραγματευτικής ομάδας. Προειδοποίησε ωστόσο ότι εάν η Χαμάς δεν αναλάβει δράση, το Ισραήλ θα αναγκαστεί να προχωρήσει σε στρατιωτική απάντηση.

Την ίδια ημέρα με τη δήλωση του Ουμπάιντα, στις 18 Ιουλίου, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, υποστήριξε, σε εκδήλωση με Ρεπουμπλικανούς γερουσιαστές στον Λευκό Οίκο, ότι η απελευθέρωση των δέκα ομήρων είναι «πολύ κοντά». Ανέφερε ότι «οι περισσότεροι όμηροι έχουν ήδη επιστρέψει» και εξέφρασε την εκτίμηση ότι σύντομα θα επιστρέψουν ακόμη δέκα, με στόχο να ολοκληρωθεί η διαδικασία το ταχύτερο δυνατόν.

Με πληροφορίες από το Reuters

Ο Τραμπ γράφει ανοιχτή επιστολή στον Μπολσονάρο, λέγοντας ότι παρακολουθεί «στενά» τη δίκη στη Βραζιλία

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ αύξησε την πίεση στην βραζιλιάνικη κυβέρνηση την Τετάρτη και την προέτρεψε να αποσύρει τις κατηγορίες εναντίον του πρώην προέδρου της Βραζιλίας Ζαΐρ Μπολσονάρο, λέγοντας ότι θα παρακολουθεί «στενά» την υπόθεση.

Σε επιστολή που απευθύνεται στον Μπολσονάρο και δημοσιεύτηκε στο Truth Social την Πέμπτη, ο Τραμπ δήλωσε ότι ο Μπολσονάρο έχει αντιμετωπίσει «φρικτή μεταχείριση» στα «χέρια ενός άδικου συστήματος που στράφηκε εναντίον σου».

«Συμμερίζομαι τη δέσμευσή σου να ακούς τη φωνή του λαού και ανησυχώ πολύ για τις επιθέσεις στην ελευθερία του λόγου — τόσο στη Βραζιλία όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες — που προέρχονται από την τρέχουσα κυβέρνηση. Έχω εκφράσει έντονα την αποδοκιμασία μου τόσο δημόσια όσο και μέσω της δασμολογικής μας πολιτικής», έγραψε, προσθέτοντας ότι η δίκη «πρέπει να τερματιστεί αμέσως».

Ο Μπολσονάρο απάντησε δημοσιεύοντας ένα βίντεο στο X, λέγοντας ότι είχε λάβει την επιστολή του Τραμπ και είπε για άλλη μια φορά ότι οι κατηγορίες που απαγγέλθηκαν εναντίον του είναι ψευδείς. Προηγουμένως, ο Μπολσονάρο είχε περιγράψει τη δίκη του ως «κυνήγι μαγισσών», επαναλαμβάνοντας έναν όρο που χρησιμοποίησε ο Τραμπ όταν υπερασπίστηκε τον σύμμαχό του στη Νότια Αμερική την περασμένη εβδομάδα.

Επίσης την περασμένη εβδομάδα, ο Τραμπ προειδοποίησε ότι θα επιβάλει δασμούς 50% σε όλα τα προϊόντα από τη Βραζιλία που εισέρχονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, επικαλούμενος την υπόθεση εναντίον του Μπολσονάρο.

Απαντώντας στην απειλή δασμών, ο Βραζιλιάνος πρόεδρος Λουίζ Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα δήλωσε στο CNN σε αποκλειστική συνέντευξη την Πέμπτη ότι δεν θα συνεργαστεί.

«Η Βραζιλία πρέπει να φροντίζει τη Βραζιλία και να φροντίζει τον βραζιλιάνικο λαό, και όχι να φροντίζει τα συμφέροντα των άλλων», δήλωσε ο Λούλα στο μέσο ενημέρωσης, προσθέτοντας: «Η Βραζιλία δεν θα δεχτεί τίποτα που της επιβάλλεται. Δεχόμαστε διαπραγματεύσεις και όχι επιβολή».

Ο Μπολσονάρο, ο οποίος κυβέρνησε μεταξύ 2019 και 2022, δικάζεται ενώπιον του Ανώτατου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου της Βραζιλίας για τον ρόλο του σε μια φερόμενη απόπειρα πραξικοπήματος τον Ιανουάριο του 2023. Είναι ήδη μη επιλέξιμος για τις εκλογές του επόμενου έτους. Ο πρώην πρόεδρος έχει επανειλημμένα αρνηθεί τους ισχυρισμούς και έχει δηλώσει ότι αποτελεί στόχο πολιτικής δίωξης.

Ο Μπολσονάρο κηρύχθηκε μη επιλέξιμος να θέσει υποψηφιότητα μέχρι το 2030 από το εκλογικό δικαστήριο της Βραζιλίας για κατάχρηση εξουσίας κατά τις εκλογές του 2022, όταν έχασε οριακά από τον Λούλα.

Η εισαγγελία επιδιώκει επίσης καταδίκες για αρκετούς στενούς συμμάχους του Μπολσονάρο, συμπεριλαμβανομένου του υποψηφίου αντιπροέδρου του στις εκλογές του 2022 και πρώην υπουργού Άμυνας, Βάλτερ Μπράγκα Νέτο, του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης Άντερσον Τόρες, και του βοηθού του, Μάουρο Σιντ.

Ο γιος του, Εντουάρντο Μπολσονάρο, μετακόμισε στις Ηνωμένες Πολιτείες τον Μάρτιο και δήλωσε ότι θα εργαστεί για να πιέσει για κυρώσεις κατά του δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Βραζιλίας, Αλεξάντρ ντε Μοράες, ο οποίος ηγείται αρκετών ερευνών για τις ενέργειες του πατέρα του.

Η ανοιχτή επιστολή του Τραμπ έρχεται καθώς ο Μπολσονάρο έχει διαταχθεί να φοράει συσκευή εντοπισμού στον αστράγαλο, ανέφερε το γραφείο Τύπου του την Παρασκευή. Τα τοπικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι στον Μπολσονάρο απαγορεύεται επίσης να χρησιμοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή να επικοινωνεί με άλλα άτομα που βρίσκονται υπό έρευνα από το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, συμπεριλαμβανομένου του γιου του.

Ο Τραμπ είχε φιλοξενήσει τον Μπολσονάρο στο θέρετρό του στο Μαρ-α-Λάγκο στη Φλόριντα όταν και οι δύο ήταν στην εξουσία το 2020.

Ο Τραμπ έχει συχνά συγκρίνει τη νομική κατάσταση του Μπολσονάρο με τη δική του.

Την Τρίτη, ο Τραμπ δήλωσε σε δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο ότι ο πρώην ηγέτης της Βραζιλίας είναι «καλός άνθρωπος» και «δεν είναι ανέντιμος άνθρωπος».