Πέμπτη, 30 Οκτ, 2025

Το νέο πενταετές σχέδιο του ΚΚΚ θέτει στο περιθώριο τα ηλεκτρικά οχήματα

Η Κίνα φαίνεται να κάνει πίσω όσον αφορά τον χαρακτηρισμό των ηλεκτρικών οχημάτων (Electric Vehicle – EV) ως βασικής στρατηγικής προτεραιότητας για την επόμενη πενταετία, γεγονός που ενδέχεται να σηματοδοτεί το τέλος μιας έντονης, κρατικά υποστηριζόμενης προσπάθειας που είχε καταστήσει τη χώρα τη μεγαλύτερη αγορά ηλεκτρικών οχημάτων στον κόσμο.

Σύμφωνα με προσχέδιο του 15ου Πενταετούς Σχεδίου του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας (ΚΚΚ), το οποίο δημοσιοποιήθηκε την Τρίτη από το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Xinhua, τα ηλεκτρικά οχήματα αφαιρέθηκαν από τη λίστα των «στρατηγικών αναδυόμενων βιομηχανιών». Το έγγραφο, που εκπονήθηκε κατά τη διάρκεια της πρόσφατης ετήσιας Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΚ στο Πεκίνο, καθορίζει την οικονομική ατζέντα του καθεστώτος για το δεύτερο μισό της δεκαετίας.

Τα τελευταία τρία πενταετή σχέδια είχαν εντάξει τα «οχήματα νέας ενέργειας» – κατηγορία που περιλαμβάνει τα ηλεκτρικά οχήματα μπαταρίας, τα επαναφορτιζόμενα υβριδικά και τα οχήματα κυψελών καυσίμου – στις στρατηγικές βιομηχανίες που θεωρούνταν κρίσιμες για την τεχνολογική ανταγωνιστικότητα της Κίνας. Η συγκεκριμένη κατάταξη είχε ωθήσει τις κεντρικές και τοπικές αρχές να επενδύσουν δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε επιδοτήσεις και φορολογικά κίνητρα, ενισχύοντας κατασκευαστές όπως οι BYD και Geely, που αναδείχθηκαν σε κορυφαίους παίκτες της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας των ηλεκτρικών οχημάτων.

Ωστόσο, το νέο σχέδιο σηματοδοτεί μια στροφή. Αν και δίνεται έμφαση σε τομείς όπως η κβαντική τεχνολογία, η βιομηχανική παραγωγή, η υδρογονοενέργεια και η πυρηνική σύντηξη ως νέα πεδία ανάπτυξης, τα ηλεκτρικά οχήματα δεν περιλαμβάνονται πλέον στις προτεραιότητες του καθεστώτος. Ο κλάδος της αυτοκινητοβιομηχανίας αναφέρεται μόνο επιγραμματικά, μαζί με την αγορά κατοικίας, καθώς το σχέδιο καλεί σε χαλάρωση των περιορισμών στις αγορές αυτοκινήτων για την τόνωση της εγχώριας κατανάλωσης.

Η τελική εκδοχή του 15ου Πενταετούς Σχεδίου αναμένεται να υποβληθεί τον Μάρτιο του 2026 στο Εθνικό Λαϊκό Κογκρέσο, τη «σφραγίδα έγκρισης» του Πεκίνου, για τελική επικύρωση.

Η υπερπαραγωγή και ο πόλεμος τιμών πλήττουν τον κλάδο

Το 2024, η Κίνα παρήγαγε περίπου 12 εκατομμύρια ηλεκτρικά οχήματα, αντιπροσωπεύοντας το 70% της παγκόσμιας παραγωγής, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας. Από αυτά, τα 11 εκατομμύρια πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά, ενώ τα υπόλοιπα εξήχθησαν.

Ο κλάδος, που μέχρι πρότινος θεωρούνταν πρότυπο βιομηχανικής φιλοδοξίας, βρίσκεται πλέον παγιδευμένος σε έναν αδυσώπητο πόλεμο τιμών στο εσωτερικό, ενώ προκαλεί εμπορικές εντάσεις στο εξωτερικό.

Ο πόλεμος τιμών εντάθηκε ιδιαίτερα φέτος. Τον Οκτώβριο, το μοντέλο Seagull της BYD – που προωθείται και ως Dolphin Surf – πωλείται στην Κίνα λίγο πάνω από 8.400 ευρώ, ενώ ο κύριος ανταγωνιστής του, το Wuling Binguo, κοστίζει περίπου 6.900 ευρώ.

Ο αδυσώπητος πόλεμος τιμών έχει συμπιέσει τα περιθώρια κέρδους των εταιρειών. Τον Αύγουστο, η BYD, η μεγαλύτερη παγκοσμίως κατασκευάστρια οχημάτων νέας ενέργειας, ανέφερε πτώση 30% στα καθαρά κέρδη του β΄ τριμήνου σε σχέση με το προηγούμενο έτος, αποδίδοντας το φαινόμενο στην «υπερβολική εμπορική προώθηση» και στις βαθιές εκπτώσεις που επηρέασαν αρνητικά τη «βραχυπρόθεσμη κερδοφορία».

Αν και η μείωση των τιμών ωφέλησε τους καταναλωτές, δημιούργησε ταυτόχρονα και έναν φαύλο κύκλο. Οι αγοραστές καθυστερούν τις αγορές τους, φοβούμενοι περαιτέρω πτώση τιμών, ενώ οι αυτοκινητοβιομηχανίες, υπό οικονομική πίεση, αναγκάζονται να κάνουν εκπτώσεις στην ποιότητα, την ασφάλεια ή τις υπηρεσίες μετά την πώληση.

Ταυτόχρονα, η προσπάθεια να διοχετευθεί η υπερπαραγωγή στο εξωτερικό προκάλεσε διεθνείς αντιδράσεις. Τον Μάιο του 2024, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν δασμό 100% στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα, επικαλούμενες αθέμιτες εμπορικές πρακτικές. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ακολούθησε τον Οκτώβριο, αυξάνοντας τους δασμούς έως και 45,3%.

Το Πεκίνο καλεί σε αυτοσυγκράτηση

Οι αρχές φαίνεται να έχουν λάβει το μήνυμα της αναστάτωσης. Τον Ιούνιο, το κινεζικό υπουργείο Βιομηχανίας και Πληροφορικής κάλεσε στο Πεκίνο στελέχη μεγάλων αυτοκινητοβιομηχανιών – μεταξύ των οποίων οι BYD, Geely, Zeekr και Xpeng – προειδοποιώντας τους να αποφύγουν αυτό που ο κρατικός Τύπος χαρακτήρισε «ανταγωνισμό τύπου αγώνα αρουραίων».

Τους μήνες που ακολούθησαν, σειρά συναντήσεων υψηλού επιπέδου ενίσχυσε την έκκληση για αυτοσυγκράτηση. Οι αυτοκινητοβιομηχανίες παροτρύνθηκαν να επιδείξουν «αυτοπειθαρχία» και να δεσμευτούν ότι θα εξοφλούν τους προμηθευτές τους εντός 60 ημερών, καθώς πολλές εταιρείες αντιμετώπιζαν τον πόλεμο τιμών καθυστερώντας πληρωμές επί μήνες.

Η προειδοποίηση δεν περιορίστηκε στις αυτοκινητοβιομηχανίες. Τον Ιούλιο, ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ άσκησε ασυνήθιστα αυστηρή κριτική στις τοπικές κυβερνήσεις για τη βιασύνη τους να επενδύουν στους ίδιους τομείς. Είπε, σύμφωνα με την εφημερίδα People’s Daily, ότι όταν εγκαινιάζονται νέα έργα, «είναι πάντα τα ίδια λίγα πράγματα: τεχνητή νοημοσύνη, υπολογιστική ισχύς, οχήματα νέας ενέργειας» και διερωτήθηκε αν «είναι δυνατόν όλες οι επαρχίες της χώρας να αναπτύξουν τις βιομηχανίες τους προς αυτές τις κατευθύνσεις».

Σε ομιλία που δημοσιεύθηκε την Τρίτη από το Xinhua σχετικά με το νέο πενταετές σχέδιο, ο Σι κάλεσε εκ νέου τις τοπικές κυβερνήσεις να επικεντρωθούν σε βιομηχανίες που ανταποκρίνονται στα περιφερειακά τους πλεονεκτήματα, στο πλαίσιο της ανάπτυξης αυτού που αποκάλεσε «νέες ποιοτικές παραγωγικές δυνάμεις».

Τόνισε ότι στόχος είναι «να καθοδηγηθούν όλα τα εμπλεκόμενα μέρη προς μια υγιή, ορθολογική και ρεαλιστική προσέγγιση στο έργο τους, αποφεύγοντας την άκριτη βιασύνη προς νέες πρωτοβουλίες».

Του Bill Pan

Εσωτερική κρίση στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας: Ο Σι Τζινπίνγκ σε φάση αποδυνάμωσης

Ανάλυση ειδήσεων

Ο Σι Τζινπίνγκ διατήρησε τον τίτλο του ως ανώτατος ηγέτης της Κίνας ύστερα από τη μυστική σύσκεψη των κορυφαίων στελεχών του Κόμματος στο Πεκίνο την περασμένη εβδομάδα. Ωστόσο, όπως υποστηρίζουν αναλυτές, υπάρχουν ενδείξεις ότι η ισχύς του έχει πλέον περιοριστεί, παρά τις προσπάθειες του καθεστώτος να παρουσιάσει το αντίθετο.

Η τετραήμερη συνεδρίαση της Τέταρτης Ολομέλειας, στην οποία συμμετείχαν περισσότερα από 300 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής, διεξήχθη σε ένα κλίμα γεμάτο παρασκήνιο —με μαζικές εκκαθαρίσεις στο στρατό, παραγκωνισμό συμμάχων του Σι, ανεξήγητες απουσίες και μια αξιοσημείωτη μετατόπιση των πολιτικών προτεραιοτήτων του Κόμματος.

Παρά το ενιαίο μέτωπο που προσπαθούν να προβάλλουν τα κρατικά μέσα ενημέρωσης της Κίνας, σημάδια εσωτερικών εντάσεων που διέρρευσαν από την άψογα σκηνοθετημένη συνεδρίαση υποδηλώνουν βαθιές ρωγμές στο εσωτερικό του καθεστώτος.

Ο ερευνητής και συγγραφέας του βιβλίου Bully of Asia: Why China’s Dream Is the New Threat to World Order («Ο Εκφοβιστής της Ασίας: Γιατί το Όνειρο της Κίνας αποτελεί τη νέα απειλή για την παγκόσμια τάξη»), Στίβεν Μόσερ (Steven Mosher), εκτίμησε ότι οι ημέρες του Σι στην εξουσία «είναι μετρημένες» και πως ενδέχεται είτε να παραμεριστεί είτε να αποσυρθεί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.

Εσωκομματική αναταραχή

Η Τέταρτη Ολομέλεια ξεκίνησε στις 20 Οκτωβρίου, λίγο μετά την αποπομπή εννέα ανώτατων στρατηγών, ανάμεσά τους και του δεύτερου στην ιεραρχία του στρατού, σε μία από τις μεγαλύτερες αναδιαρθρώσεις των ενόπλων δυνάμεων των τελευταίων δεκαετιών.

Όλοι οι αποπεμφθέντες ήταν στρατιωτικοί που είχε προαγάγει προσωπικά ο Σι και αρκετοί εξ αυτών είχαν υπηρετήσει στην πρώην 31η Ομάδα Στρατού της επαρχίας Φουτζιάν, κοντά στην Ταϊβάν, όπου ο Σι είχε εργαστεί επί 17 χρόνια στα πρώτα στάδια της πολιτικής του σταδιοδρομίας.

Η συγκεκριμένη μονάδα είχε συνδεθεί τόσο στενά με τον Σι, ώστε αναλυτές την αποκαλούσαν «οικογενειακό του στρατό». Από τότε που ανέλαβε την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος το 2012, ο Σι τοποθέτησε σε καίριες θέσεις βετεράνους από αυτήν τη μονάδα, ενώ μέσω της εκτεταμένης αντικατασταλτικής του εκστρατείας απομάκρυνε όποιον θεωρούσε απειλή.

Ο Μόσερ σχολίασε ότι δεν έχει λογική ο ίδιος ο Σι, ο οποίος στηρίζεται κυρίως στη δική του φράξια, να αρχίζει να απομακρύνει μέλη αυτής της ίδιας ομάδας.

Παρόμοια άποψη εξέφρασε και ο πολιτικός σχολιαστής Τζέισον Μα (Jason Ma), ο οποίος θεώρησε αδικαιολόγητες τις κινήσεις αυτές. Επεσήμανε την πρόσφατη πτώση του ναυάρχου Μιάο Χουά, στενού προστατευόμενου του Σι, του οποίου η μακρά θητεία στην 31η Ομάδα Στρατού συνέπεσε με τα χρόνια που ο Σι υπηρέτησε στη Φουτζιάν —σχέση που θεωρείται ότι συνέβαλε στην ταχεία άνοδό του.

Ο Μα, μιλώντας στο κινεζόγλωσσο ενημερωτικό του πρόγραμμα του NTD (αδελφό μέσο της εφημερίδας The Epoch Times), σημείωσε ότι κανένας ηγέτης δεν μπορεί να ασκεί εξουσία χωρίς ανθρώπους που υπακούν άμεσα στις εντολές του, και ότι ο Μιάο ήταν ένας τέτοιος παλιός υφιστάμενος που εκτελούσε τις διαταγές του Σι.

Παράλληλα, η αντικατάσταση των μελών της Κεντρικής Επιτροπής που εκδιώχθηκαν προκάλεσε νέα ερωτήματα. Από τους 11 αναπληρωματικούς που προήχθησαν σε τακτικά μέλη, παρακάμφθηκαν επτά που βρίσκονταν υψηλότερα στη σειρά διαδοχής — κάτι που παραβίασε την κομματική παράδοση. Οι περισσότεροι από αυτούς που αγνοήθηκαν ήταν μακροχρόνιοι συνεργάτες του Σι, όπως ο Φανγκ Γιονγκσιάνγκ, καταγόμενος από τη Φουτζιάν, ο οποίος είχε περάσει δεκαετίες στην 31η Ομάδα Στρατού και μέχρι πρόσφατα ηγείτο του Γενικού Γραφείου της Κεντρικής Στρατιωτικής Επιτροπής, ενός κρίσιμου θεσμού που λειτουργεί ως «μάτια και αυτιά» του Σι.

Η αναταραχή στις ανώτερες βαθμίδες του Κόμματος έγινε ακόμη πιο εμφανής όταν δημοσιοποιήθηκε ο κατάλογος των παρόντων μελών. Περίπου ένας στους έξι αξιωματούχους απουσίαζε από την Ολομέλεια —ποσοστό ρεκόρ για τα τελευταία πενήντα χρόνια. Ακόμη και αφού αφαιρέθηκαν οι περιπτώσεις ενός θανάτου και 14 διαγραφών, παρέμεναν 26 μέλη και 16 αναπληρωματικά μέλη αγνώστου τύχης, χωρίς καμία εξήγηση για την απουσία τους, γεγονός που προκάλεσε εικασίες για την πολιτική τους μοίρα.

Σύμφωνα με τον Μα, όσα συμβαίνουν αντικατοπτρίζουν τη σταδιακή αποδυνάμωση της εξουσίας του Σι. Ο ίδιος εκτίμησε ότι μέσα στην έντονη πολιτική διαμάχη, οι στενοί συνεργάτες του Σι χάνουν έδαφος και ο Κινέζος ηγέτης δεν έχει πλέον τη δύναμη να παρέμβει.

Η άνοδος ενός στρατηγού

Αν η επιρροή του Σι μειώνεται, τότε αυτός που φαίνεται να ανεβαίνει είναι ο στρατηγός Τζανγκ Γιουσιά, πρώτος αντιπρόεδρος της Κεντρικής Στρατιωτικής Επιτροπής και επί μακρόν στενός του σύμμαχος.

Οι πατέρες του Σι και του Τζανγκ είχαν πολεμήσει μαζί κατά τη διάρκεια του κινεζικού εμφυλίου πολέμου, και οι δύο άνδρες γνωρίζονται από την παιδική τους ηλικία. Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, οι σχέσεις τους έχουν επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια, κυρίως λόγω διαφωνιών σχετικά με την πολιτική απέναντι στην Ταϊβάν.

Η επανένωση με την Ταϊβάν αποτελεί διαχρονικό στόχο του κινεζικού καθεστώτος, και ο Σι, σε τηλεοπτικό μήνυμα την 1η Ιανουαρίου, είχε χαρακτηρίσει την επανένωση «ιστορική τάση» που «κανείς δεν μπορεί να σταματήσει».
Όμως, όπως αποκάλυψαν άτομα κοντά σε ανώτερους στρατιωτικούς αξιωματούχους στην Epoch Times, ο Τζανγκ έχει εκφράσει επανειλημμένα την αντίθεσή του σε ενδεχόμενη εισβολή στην Ταϊβάν, προειδοποιώντας ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προκαλέσει εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους, οδηγώντας την Κίνα σε έναν δαπανηρό πόλεμο και σε εσωτερικό χάος.

Ο στρατηγός Τζανγκ Γιουσιά, αντιπρόεδρος της Κεντρικής Στρατιωτικής Επιτροπής, μιλά στην έναρξη του Συμποσίου Ναυτικών Δυνάμεων του Δυτικού Ειρηνικού στο Τσινγκντάο, στην επαρχία Σαντόνγκ της Κίνας, στις 22 Απριλίου 2024. (Kevin Frayer/Getty Images)

 

Σύμφωνα με πηγή που μίλησε στην εφημερίδα υπό τον όρο της ανωνυμίας, ο Σι θεωρεί ότι η στάση του Τζανγκ υπονομεύει το ηθικό του στρατεύματος. Το 2023, ο Σι φέρεται να διέταξε έρευνα στις Δυνάμεις Πυραύλων και στο Τμήμα Ανάπτυξης Εξοπλισμών —υπηρεσίες υπό την εποπτεία του Τζανγκ.

Ο τελευταίος απάντησε με ανακατατάξεις προσωπικού και διερεύνηση στελεχών πιστών στον Σι, όπως ο ναύαρχος Μιάο και ο στρατηγός Χε Γουεϊντόνγκ, ο οποίος τότε ήταν δεύτερος αντιπρόεδρος της Κεντρικής Στρατιωτικής Επιτροπής. Ο Χε, ένας από τους εννέα που καθαιρέθηκαν, είχε διαδραματίσει, σύμφωνα με αξιολόγηση του Πενταγώνου, «καθοριστικό ρόλο» στις ασκήσεις με πραγματικά πυρά γύρω από την Ταϊβάν μετά την επίσκεψη της τότε προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, Νάνσι Πελόζι (D-Calif.), τον Αύγουστο του 2022.

Οι εννέα ανώτατοι στρατηγοί που αποπέμφθηκαν στις 17 Οκτωβρίου 2025. (Getty Images, Baidu, Namuwiki, Public Domain, CCTV)

 

Ο αντικαταστάτης του, Τζανγκ Σενγκμίν, επελέγη ως συμβιβαστική λύση, σύμφωνα με εσωτερικές πηγές. Ως επικεφαλής του στρατιωτικού σώματος κατά της διαφθοράς, ο Τζανγκ Σενγκμίν έχει ανέλθει ταχύτατα στις βαθμίδες της ιεραρχίας υπό την καθοδήγηση του Τζανγκ Γιουσιά και θεωρείται «κεντρώος» και η ασφαλέστερη επιλογή για να ικανοποιήσει και τις δύο πλευρές της συνεχιζόμενης εσωκομματικής διαμάχης.

Περαιτέρω ενδείξεις για την αυξανόμενη επιρροή του Τζανγκ Γιουσιά προέκυψαν κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής παρέλασης του καθεστώτος τον Σεπτέμβριο. Ο στρατηγός εμφανίστηκε στην εξέδρα της πλατείας Τιενανμέν δίπλα σε αποσυρμένους κομματικούς γηραιούς —μια θέση ανώτερη της τυπικής του κατάταξης. Δεδομένων των αυστηρών πρωτοκόλλων που τηρεί το καθεστώς σε τέτοιες περιστάσεις, η εικόνα αυτή ερμηνεύθηκε από πολλούς αναλυτές ως ένδειξη ανόδου της πολιτικής του θέσης.

Ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ (δεξιά) αποδίδει στρατιωτικό χαιρετισμό πριν επιθεωρήσει τα στρατεύματα κατά τη διάρκεια στρατιωτικής παρέλασης για την 80ή επέτειο της νίκης επί της Ιαπωνίας και του τέλους του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στην πλατεία Τιενανμέν στο Πεκίνο, στις 3 Σεπτεμβρίου 2025. (Greg Baker/AFP μέσω Getty Images)

 

Ακόμη ένα ασυνήθιστο γεγονός ήταν η επιλογή του τελετάρχη της παρέλασης. Ενώ παραδοσιακά αυτός ο ρόλος ανατίθεται στον διοικητή του Κεντρικού Θεάτρου Επιχειρήσεων —έναν στρατηγό— φέτος δόθηκε στον χαμηλότερου βαθμού Χαν Σενγκγιάν, στενό συνεργάτη του Τζανγκ Γιουσιά.

Αγώνας ισχύος

Σύμφωνα με μία από τις στρατιωτικές πηγές, η εντεινόμενη πολιτική «εκκαθάριση» έχει εξαλείψει σε μεγάλο βαθμό τη φράξια του Σι και έχει ενισχύσει τη στρατιωτική επιρροή του Τζανγκ Γιουσιά. Ωστόσο, ο Σι εξακολουθεί να διατηρεί το πλεονέκτημα σε άλλους βασικούς κρατικούς μηχανισμούς, όπως είναι το πολιτικό και το προπαγανδιστικό σύστημα.

Οι εντάσεις αυτές αναγνωρίστηκαν και από τις Ηνωμένες Πολιτείες στις 9 Οκτωβρίου, όταν οι κινεζικές αρχές επέκτειναν τους ελέγχους στις εξαγωγές, απαιτώντας πλέον ειδική άδεια για προϊόντα που περιέχουν ακόμη και 0,1 τοις εκατό σπάνιες γαίες κινεζικής προέλευσης.

Στις 12 Οκτωβρίου, ύστερα από προηγούμενη απειλή να ακυρώσει τη συνάντησή του με τον Σι, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έγραψε στην πλατφόρμα TruthSocial: «Μην ανησυχείτε για την Κίνα, όλα θα πάνε καλά», προσθέτοντας ότι ο Σι «απλώς πέρασε μια κακή στιγμή».

Αργότερα, ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσσεντ εξήγησε ότι ο Τραμπ θεωρεί πως η κίνηση της Κίνας για τις σπάνιες γαίες ίσως αποτελεί ένδειξη εσωτερικών διαφωνιών, πιθανότατα από σκληροπυρηνικά στελέχη που, όπως είπε, «προσπαθούν πάντα να υπονομεύσουν τη σχέση» μεταξύ των δύο χωρών.

Ο αναλυτής Σεν Μινγκ Σι (Shen Ming-Shih), ερευνητής του Ινστιτούτου Εθνικής Άμυνας και Ασφάλειας της Ταϊπέι, συμφώνησε ότι η εντολή θα μπορούσε κάλλιστα να έχει προέλθει από τον ίδιο τον Κινέζο ηγέτη. Όπως εξήγησε στην Epoch Times, πρόκειται για «αγώνα εξουσίας και πολιτικό υπολογισμό». Για να διατηρήσει την ισχύ του, είπε, ο Σι δημιουργεί ζητήματα για τους αντιπάλους του και επιχειρεί να δείξει ποιος έχει τον έλεγχο.

Ο Σεν περιέγραψε την κατάσταση ως μια πολιτική «διελκυστίνδα», στην οποία οι σκληροπυρηνικοί, με επικεφαλής τον Σι, τροφοδοτούν τις εντάσεις, ενώ οι μετριοπαθείς προσπαθούν να τις κατευνάσουν.

Παρόμοια άποψη διατύπωσε και ο Γιε Γιαο-γιουάν (Yeh Yao-yuan), πρόεδρος του Τμήματος Διεθνών Σπουδών και Πολιτικών Επιστημών στο University of St. Thomas. Ο ίδιος σημείωσε ότι το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου, το οποίο ανακοίνωσε τα νέα μέτρα για τις εξαγωγές σπάνιων γαιών, θεωρείται συνήθως πιο «μετριοπαθές» από φορείς όπως το υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας —μια πανίσχυρη υπηρεσία πληροφοριών υπό την άμεση επίβλεψη του Σι.

Η επίσημη έδρα του υπουργείου Δημόσιας Ασφάλειας κοντά στην πλατεία Τιενανμέν είναι τυπική· η πραγματική βρίσκεται στην περιφέρεια Χαϊντιέν του Πεκίνου. (維基小霸王/CC)

 

Υπό τη νέα ηγεσία του Τσεν Γιισίν, στενού έμπιστου του Σι που ανέλαβε τη θέση το 2022, η υπηρεσία έχει επεκτείνει δραματικά την εντολή της και σε κοινωνικά και οικονομικά πεδία, ώστε να ενισχύσει την κομματική πίστη και να ελέγξει κάθε πτυχή της δημόσιας ζωής.

Ωστόσο, ανεξάρτητα από το ποια φωνή εκφράζει τα νέα μέτρα, το Κόμμα επισήμως «μιλά με μία φωνή» και ποτέ δεν παραδέχεται διαχωρισμούς στο εσωτερικό του, όπως υπογράμμισε ο Γιε στην Epoch Times.

Πορεία προς την αποσύνδεση

Ύστερα από την Τέταρτη Ολομέλεια, τα κρατικά μέσα ενημέρωσης της Κίνας παρουσίασαν με θριαμβευτικούς τόνους την οικονομική πρόοδο της χώρας, με δημοσιογράφους να επαινούν το επίσημο ανακοινωθέν της συνεδρίασης ως την απαρχή ενός «νέου κεφαλαίου του κινεζικού θαύματος».

Ωστόσο, μια προσεκτικότερη ανάγνωση του κειμένου αποκαλύπτει μια πιο ζοφερή εικόνα, σύμφωνα με τους αναλυτές. Αντί να επικεντρώνεται, όπως συνήθως, στην ιδεολογία και τη διακυβέρνηση, το ανακοινωθέν δίνει προτεραιότητα στην αυτάρκεια και την εθνική ασφάλεια.

Καθορίζοντας τους οικονομικούς και κοινωνικούς στόχους για τα επόμενα πέντε χρόνια, το έγγραφο του Κόμματος αναγνώρισε «βαθιές και περίπλοκες» αλλαγές και αυξανόμενη αβεβαιότητα. Η λέξη «πάλη» —που προέρχεται από τη μαρξιστική θεωρία της ταξικής πάλης ανάμεσα στους καταπιεστές και τους καταπιεζόμενους— εμφανίστηκε τέσσερις φορές, ενώ οι επανειλημμένες αναφορές στην «ασφάλεια» ενίσχυσαν την εντύπωση ότι το μήνυμα του Κόμματος είναι μάλλον αμυντικό παρά θριαμβευτικό.

Κορυφαίος στόχος είναι η τεχνολογική αυτοδυναμία, με τις αρχές να ζητούν «πρωτότυπη καινοτομία» και «ρήξη στα βασικά τεχνολογικά πεδία». Παράλληλα, το έγγραφο τονίζει την ανάγκη για ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης και για μια πιο σταθερή «πραγματική οικονομία», βασισμένη στη βιομηχανική παραγωγή.

Εργαζόμενοι σε γραμμή παραγωγής ινών άνθρακα στο Λιανγιουνγκάνγκ, στην επαρχία Τζιανγκσού της Κίνας, στις 31 Ιουλίου 2025. (STR/AFP μέσω Getty Images)

 

Ο Σουν Κουο-σιάνγκ (Sun Kuo-hsiang), διευθυντής του Ινστιτούτου Μελετών Ασίας-Ειρηνικού του Πανεπιστημίου Nanhua στην Ταϊβάν, σχολίασε ότι η γλώσσα του ανακοινωθέντος δείχνει πως το καθεστώς πραγματοποιεί μια βαθιά δομική στροφή. Όπως είπε, «η οικονομική και τεχνολογική ασφάλεια αποτελεί τη βάση της εθνικής ασφάλειας». Με τη μείωση των εισαγωγών και της εξάρτησης από ξένη τεχνολογία, το καθεστώς επιδιώκει να προστατευθεί από τους ελέγχους εξαγωγών και τις κυρώσεις της Δύσης.

Ο Σουν πρόσθεσε ότι «η Κίνα προετοιμάζεται για μια μακροχρόνια αντιπαράθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες».

Οι ύμνοι προς την ηγεσία του Σι συνεχίζουν να ρέουν από τα κινεζικά κρατικά μέσα, ενώ, όπως συνηθίζεται, αξιωματούχοι σε όλη τη χώρα οργανώνουν τοπικές «συνεδρίες μελέτης» για να μεταδώσουν στους κατώτερους λειτουργούς το «πνεύμα» της ολομέλειας —μια επίδειξη πίστης τόσο προς το Κόμμα όσο και προς τον ίδιο τον Σι.

Ωστόσο, σύμφωνα με τον αναλυτή της Κίνας και αρθρογράφο της Epoch Times, Γουάνγκ Χε (Wang He), οι ισχυρισμοί περί ενότητας πιθανόν να κρύβουν την πραγματικότητα. Όπως είπε, «πίσω από τις κλειστές πόρτες αλληλομαχαιρώνονται, αλλά δημόσια υψώνουν τα ποτήρια τους».

Ένας Κινέζος ακτιβιστής, που μίλησε με ψευδώνυμο «Γουάνγκ Χουά» για λόγους ασφαλείας, χρησιμοποίησε μια χαρακτηριστική κινεζική παροιμία για να περιγράψει τη σημερινή κατάσταση: «Είναι σαν ακρίδες δεμένες στο ίδιο σκοινί» — δηλαδή, όπως εξήγησε, «είναι όλοι στην ίδια βάρκα».

Με τη συμβολή των Yi Ru, Yue Li και Luo Ya

Ο Τραμπ θα θέσει ζητήματα Ταϊβάν, Τζίμι Λάι και Ουκρανίας στη συνάντηση με τον Σι Τζινπίνγκ

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι σκοπεύει να θέσει τα θέματα της Ταϊβάν, του φυλακισμένου ακτιβιστή υπέρ της δημοκρατίας στο Χονγκ Κονγκ, Τζίμι Λάι, καθώς και τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, κατά τη διάρκεια της επικείμενης συνάντησής του με τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ, στέλνοντας μήνυμα για ένα ευρύ φάσμα θεμάτων εν μέσω συνεχιζόμενων εντάσεων τόσο σε εμπορικό όσο και σε γεωπολιτικό επίπεδο.

Μιλώντας σε δημοσιογράφους στις 24 Οκτωβρίου, αρχικά στο νότιο περίβολο ου Λευκού Οίκου και στη συνέχεια εν πτήσει με το Air Force One κατά την αναχώρησή του για πολυήμερη περιοδεία σε Μαλαισία, Ιαπωνία και Νότια Κορέα, ο Τραμπ περιέγραψε τον ευρύ κατάλογο των ζητημάτων που σκοπεύει να θέσει, με επίκεντρο την αγροτική παραγωγή, το εμπόριο, την περιφερειακή ασφάλεια και τα ανθρώπινα δικαιώματα.

«Έχουμε πολλά να συζητήσουμε, συμπεριλαμβανομένων και των αγροτών μας», επεσήμανε από το προεδρικό αεροσκάφος όταν ρωτήθηκε τι περιμένει από τη συνάντηση με τον Σι. «Πολλά θέματα — οι διάφορες εμπορικές συμφωνίες που έχουν συναφθεί στο παρελθόν, κάποιες τηρούνται, κάποιες όχι. Πιστεύω ότι θα είναι μια πολύ καλή συνάντηση».

Ο Τραμπ δήλωσε ότι θα τεθεί και το ζήτημα της Ταϊβάν. «Θα μιλήσουμε για την Ταϊβάν. Δεν πρόκειται να πάω εκεί, αλλά θα το συζητήσουμε», ανέφερε στους δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο. «Δεν θα είμαστε μακριά. Τρέφω μεγάλο σεβασμό για την Ταϊβάν».

Στο Air Force One, σε ερώτηση για τα προηγούμενα σχόλιά του πως δεν πιστεύει ότι η Κίνα θα κινηθεί εναντίον της Ταϊβάν —την οποία το Πεκίνο θεωρεί επί μακρόν αποσχισθείσα επαρχία που σκοπεύει να επανενώσει με την ηπειρωτική Κίνα— ο Τραμπ απάντησε: «Ελπίζω να μην το κάνουν, αλλά θα δούμε. Ίσως το κάνουν, ίσως όχι. Ελπίζω να μην το κάνουν. Θα ήταν πολύ επικίνδυνο γι’ αυτούς».

Ο Αμερικανός πρόεδρος πρόσθεσε ότι είναι πεπεισμένος πως η Κίνα θέλει να απολαύσει μια δεκαετία και μπορεί να το καταφέρει, ή μπορεί να βρεθεί προ αντιξοοτήτων, κάτι που σαφώς δεν επιδιώκει.

Δήλωσε επίσης πως σκοπεύει να φέρει στο τραπέζι και την υπόθεση του Τζίμι Λάι, ιδρυτή του Apple Daily, ο οποίος βρίσκεται στη φυλακή από το 2020, βάσει του νόμου εθνικής ασφάλειας του Χονγκ Κονγκ —νομοθέτημα που ερμηνεύεται διεθνώς ως βασικό εργαλείο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας  για την περιστολή της αυτονομίας της πόλης και την καταστολή της αντιπολίτευσης. «Είναι στη λίστα μου, θα το ζητήσω», ανέφερε από τον Λευκό Οίκο, επισημαίνοντας πως αντιλαμβάνεται ότι η σχέση Λάι–Σι χαρακτηρίζεται από έντονη αντιπαλότητα, αλλά πρόσθεσε: «Έχει περάσει πολύς καιρός και θα το συμπεριλάβω».

Ο Τραμπ χαρακτήρισε τη διαπραγμάτευση με τον Σι αμφίδρομη, αφήνοντας παράλληλα ανοιχτό το ενδεχόμενο επιβολής νέων δασμών. «Πρέπει να γίνουν αμοιβαίες παραχωρήσεις», είπε. «Είμαστε στο 157% σε δασμούς προς αυτούς. Δεν πιστεύω ότι αυτό είναι βιώσιμο για την Κίνα και θέλουν να το μειώσουν. Εμείς, επίσης, διεκδικούμε ορισμένα πράγματα από εκείνους. Πιστεύω πως θα προκύψει κάτι θετικό».

Σε επίμονες ερωτήσεις για το κατά πόσον θα προχωρήσει στην επιβολή ενός επιπλέον δασμού 100% την 1η Νοεμβρίου εάν δεν υπάρξει συμφωνία, ο Τραμπ εξέφρασε την πεποίθηση πως θα βρεθεί συμβιβαστική λύση: «Δεν θέλω να κάνω προβλέψεις», απάντησε. «Δεν νομίζω πως θα το ήθελαν. Δεν θα ήταν καλό γι’ αυτούς».

Οι Αμερικανοί διαπραγματευτές έχουν επικοινωνήσει με τους Κινέζους ομολόγους τους αφότου το Πεκίνο επέβαλε σαρωτικούς περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών στις αρχές του μήνα, μέτρο στο οποίο η Ουάσιγκτον αντέδρασε με δασμούς 100%.

Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν τονίσει πως οι κινεζικοί περιορισμοί θα μπορούσαν να διαταράξουν τις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες σε βασικά μέταλλα, ακόμα και σε χώρες που δεν συναλλάσσονται ευθέως με την Κίνα· η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχουν συνταχθεί με τις ΗΠΑ, καλώντας το Πεκίνο να ανακαλέσει το μέτρο.

Η Κίνα ελέγχει περίπου το 90% της παγκόσμιας επεξεργασίας σπάνιων γαιών, σημείο πάγιας ανησυχίας για τις ΗΠΑ.

Ο Τραμπ σημείωσε ότι οι περιορισμοί αυτοί θα πλήξουν τελικά την κινεζική οικονομία περισσότερο από την αμερικανική. «Κάποια στιγμή, δεν θα μπορούν να κάνουν καμία δουλειά μαζί μας. Αν πληρώσουν αρκετούς δασμούς, είναι σχεδόν σαν να τους λέμε “δεν θέλουμε να συνεργαστούμε”», ανέφερε στις 20 Οκτωβρίου, μετά τη συνάντησή του με τον Αυστραλό πρωθυπουργό Άντονι Αλμπανέζι, όπου ανακοινώθηκε συμφωνία για τα κρίσιμα μέταλλα.

Ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι περιμένει αντίδραση του Πεκίνου που θα περιλαμβάνει χαλάρωση των εξαγωγικών περιορισμών, αυστηροποίηση των ελέγχων στους πρόδρομους χημικών ουσιών για φαιντανύλη και επανέναρξη των εισαγωγών αμερικανικής σόγιας.

Τόνισε επίσης την επιθυμία του για δίκαιους όρους εμπορίου που θα περιορίσουν τη δυσμενή ανισορροπία αμερικανικών επενδύσεων προς την Κίνα.

Σε ό,τι αφορά τη Ρωσία, ο Τραμπ δήλωσε ότι θα ζητήσει από τον Σι να συμβάλει στον περιορισμό της ρωσικής επιθετικότητας στην Ουκρανία. «Έχουμε επιβάλει πολύ σκληρές κυρώσεις στη Ρωσία. Είναι αποτελεσματικές, είναι ισχυρές, αλλά θα ήθελα να δω και από την Κίνα να βοηθήσει», ανέφερε εν πτήσει. «Είναι ένα από τα βασικά θέματα που θα θίξω — τη Ρωσία και την Ουκρανία. Χάνουν 7.000 ανθρώπους την εβδομάδα, κυρίως στρατιώτες, και σίγουρα θα το συζητήσουμε. Και ο ίδιος θα ήθελε να δει να τελειώνει αυτό».

Το ταξίδι του Τραμπ στην Ασία περιλαμβάνει σταθμούς στη Μαλαισία, την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα, το πρώτο του στην περιοχή αφότου ανέλαβε για δεύτερη φορά την προεδρία.

Διδάσκοντας τον φόβο: Πώς η Κίνα κατηχεί τα παιδιά ενάντια στη θρησκευτική πίστη

Με την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς, η περιφέρεια Μπαοσάν της Σαγκάης εγκαινίασε ένα πρόγραμμα «αντι-αιρετικής εκπαίδευσης» που παρουσιάζεται ως πρωτοβουλία ασφάλειας και προληπτικής εκπαίδευσης. ‘Όμως πίσω από τα τραγούδια, τα κινούμενα σχέδια και τα παιχνίδια ρόλων, ακόμη και παιδικές «δίκες», οι ειδικοί βλέπουν μια πιο σκοτεινή πραγματικότητα: την πρώιμη πολιτική κατήχηση των παιδιών ενάντια σε κάθε ανεξάρτητη πίστη και τη στοχοποίηση μη κρατικά ελεγχόμενων θρησκευτικών ομάδων. Η κυβέρνηση της Κίνας επεκτείνει τη μάχη της κατά της θρησκείας, από τους ναούς και τις εκκλησίες, τώρα και μέσα στις σχολικές αίθουσες.

Σε μια ανησυχητική επίδειξη κρατικής κατήχησης, η κινεζική κυβέρνηση έστρεψε για άλλη μια φορά την προπαγανδιστική της μηχανή προς τα νεότερα και πιο ευαίσθητα μέλη της κοινωνίας.

Ο στόχος της εκστρατείας είναι σαφής: να ενσταλάξει ακλόνητη πίστη στην κρατική αφήγηση και να ομαλοποιήσει την καταστολή της πνευματικής ποικιλομορφίας.

Τι συνέβη στην Μπαοσάν

Κατά την επανέναρξη των σχολείων, τοπικές αρχές και φορείς (όπως η Ένωση κατά των Xie Jiao και το Γραφείο Παιδείας της Περιφέρειας ) υλοποίησαν τον «Μήνα Αντι-Αίρεσης», με δραστηριότητες που περιλαμβάνουν: συλλογικά τραγούδια («anti-cult clapping song»), κινούμενα σχέδια-βίντεο που «αποκαλύπτουν» τι είναι μία αίρεση (xie jiao/cult/κακό δόγμα), κουίζ γνώσεων, παιχνίδια ρόλων, και δημόσιες δηλώσεις από μαθητές που «αντιστέκονται στην αίρεση». Όλα αυτά με στόχο να «θέσουν τους σπόρους της ευαισθητοποίησης κατά των αιρέσεων στην καρδιά κάθε μαθητή», κάτι που παρουσιάστηκε ως μάθημα για την ασφάλεια των μαθητών.

Κρατικές αναφορές προώθησαν τις δράσεις ως «δημοκρατική και διασκεδαστική» εκπαίδευση, αλλά εκπαιδευτικοί που μίλησαν ανώνυμα, ψυχολόγοι και ερευνητές προειδοποιούν ότι το πρόγραμμα απλοποιεί σύνθετα θρησκευτικά και κοινωνικά φαινόμενα σε έναν ενιαίο εχθρό, υπονομεύοντας την κριτική σκέψη των παιδιών και φυτεύοντας φόβο απέναντι στη θρησκευτική διαφορετικότητα.

Σχεδόν 300 μαθητές της όγδοης τάξης στο Πειραματικό σχολείο Γιουεπού συμμετείχαν σε μια διάλεξη με θέμα την καταπολέμηση των αιρέσεων, όπου έμαθαν να «εντοπίζουν και να αποτρέπουν τις αιρέσεις» μέσω παιχνιδιών ρόλων και ομαδικών συζητήσεων. Μετά το μάθημα, οι μαθητές καθοδηγήθηκαν να κάνουν δηλώσεις «αποφασιστικής αντίστασης στις αιρέσεις», κάτι που επίσημες αναφορές έχουν επαινέσει ως «εξαιρετικά αποτελεσματικό». Ένας καθηγητής, που προτίμησε να μιλήσει ανώνυμα, χαρακτήρισε τις ασκήσεις (π.χ. ρόλων, συλλογικών χειροκροτημάτων και δημόσιων δηλώσεων) περισσότερο ως «πολιτική διακήρυξη» παρά ως αντικειμενική εκπαίδευση. Ακαδημαϊκοί και γονείς μιλούν για πολιτική κατήχηση, ιδεολογική επιρροή καθώς και για τα όρια της εκπαίδευσης των παιδιών.

Οι αναφορές των μέσων δίνουν και πιο συγκεκριμένα παραδείγματα. Τα παιδιά που εκπαιδεύτηκαν ως «μικροί φύλακες της κοινότητας» έβγαιναν να μοιράζουν φυλλάδια κατά των xie jiao [σιε τζιάο], ενώ σε μερικά σχολεία οι μαθητές συμμετείχαν σε προσομοιωμένες δίκες όπου υπό την καθοδήγηση δικαστών «δίκασαν» και «καταδίκασαν» μέλη θρησκευτικών ομάδων που θεωρούνται παράνομες.

Ίσως η πιο ανησυχητική στιγμή της εκστρατείας ήρθε όταν τα παιδιά οδηγήθηκαν σε μια πραγματική αίθουσα δικαστηρίου για να συμμετάσχουν σε μια «εκπαιδευτική» εικονική δίκη. Υπό την καθοδήγηση πραγματικών δικαστών, οι μαθητές ανέλαβαν ρόλους – δικαστές, εισαγγελείς, κατηγορούμενοι και συνήγοροι υπεράσπισης – αναπαριστώντας μια ποινική υπόθεση εναντίον μελών φερόμενων αιρέσεων. Η άσκηση παρουσιάστηκε ως μάθημα νομικής παιδείας και «ενημέρωσης για το δίκαιο», όμως στην πραγματικότητα λειτουργούσε ως έμμεσος μηχανισμός ιδεολογικής διαπαιδαγώγησης. Μέσα από την προσποιητή απονομή δικαιοσύνης, τα παιδιά διδάσκονταν όχι την αξία του νόμου, αλλά την εκδοχή του «σωστού» και του «λάθους» όπως αυτή ορίζεται από το κράτος, μια εκπαίδευση που μετατρέπει τη νομική συνείδηση σε όργανο πολιτικής υπακοής.

Η ιδεολογική εκπαίδευση δεν περιορίζεται στις μικρές ηλικίες. Στην πανεπιστημιούπολη του παραρτήματος Μπαοσάν, περισσότεροι από τετρακόσιοι φοιτητές που συμμετείχαν στη στρατιωτική τους εκπαίδευση παρακολούθησαν μια ειδική συνεδρία που συνδύαζε κινηματογράφο και πολιτική καθοδήγηση. Με αφετηρία την πρόσφατη επιτυχημένη ταινία The Pig, the Snake and the Pigeon (Το γουρούνι, το φίδι και το περιστέρι), οι φοιτητές κλήθηκαν να συζητήσουν για τη «δικαιοσύνη και το κακό», μια συζήτηση που σύντομα μετατράπηκε σε πλαίσιο προπαγάνδας για τους «κινδύνους των αιρέσεων». Οι παρόντες αξιωματούχοι εκμεταλλεύτηκαν τη δημοφιλία της ταινίας για να συνδέσουν τη θρησκευτική επιτήρηση με τη νεανική κουλτούρα, παρουσιάζοντας την κρατική ιδεολογία ως μέρος της ψυχαγωγίας.

Η προσέγγιση αυτή – η συγχώνευση της πολιτικής προπαγάνδας με τη λαϊκή κουλτούρα – αποκαλύπτει μια νέα, πιο λεπτή μορφή ιδεολογικής διαπαιδαγώγησης που επιδιώκει να εδραιώσει την κρατική γραμμή όχι μέσα από τον φόβο, αλλά μέσα από τη συνήθεια και την αισθητική αποδοχή.

Όπως επισημαίνει ένας καθηγητής επικοινωνίας από πανεπιστήμιο της Σαγκάης, οι νέες αυτές μορφές διδασκαλίας «μπορεί να φαίνονται πιο εκσυγχρονισμένες, αλλά στην ουσία τους δεν διαφέρουν από τη μονοδιάστατη αφήγηση του παρελθόντος».

Ο ίδιος προειδοποιεί ότι η χρήση ποπ κουλτούρας και ψυχαγωγίας για την προώθηση κρατικών ιδεολογημάτων «σβήνει τα όρια ανάμεσα στην ενημέρωση και την κατήχηση. Όταν το κράτος αποφασίζει ποια πίστη ή ιδέα θεωρείται ‘αίρεση’ και ποια ‘ορθή’, τότε πόσος χώρος απομένει για διαφορετικές φωνές;» αναρωτιέται. «Και κυρίως, πόσο ικανά είναι τα παιδιά να κρίνουν ανεξάρτητα, όταν όλα τα ερεθίσματα που λαμβάνουν είναι μονοδιάστατα;».

Τι εννοεί το κράτος με τον όρο «αίρεση» – xie jiao – και γιατί αυτό ανησυχεί;

Με τον όρο σιε τζιάο χαρακτηρίζουν τις «κακές λατρείες, τις αιρέσεις». Η χρήση αυτού του όρου από την Κίνα αποτελεί εδώ και καιρό ένα εργαλείο για την απονομιμοποίηση και την ποινικοποίηση θρησκευτικών ομάδων που δεν εμπίπτουν στο κρατικά επικυρωμένο δόγμα. Ο όρος στην κινεζική δημόσια πολιτική χρησιμοποιείται ευρέως και ευέλικτα: καλύπτει κινήματα όπως το Φάλουν Γκονγκ και η εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού, αλλά και άλλες ανεξάρτητες θρησκευτικές ομάδες. Η ευρύτητα του ορισμού σημαίνει ότι μη κρατικά ελεγχόμενες θρησκευτικές κοινότητες, λαϊκές πρακτικές ή ακόμη και παραδοσιακά έθιμα μπορούν να στιγματιστούν ως «αιρετικά» ή σιε τζιάο εφόσον θεωρηθούν «επικίνδυνα» ή «απειλητικά» για την κοινωνική τάξη.

Σύμφωνα με δημόσια έγγραφα του τμήματος δημόσιας ασφάλειας, το σιε τζιάο μπορεί να οριστεί ως μια «παράνομη οργάνωση που, υπό το πρόσχημα της θρησκείας, του τσιγκόνγκ ή άλλων ονομάτων, εκμεταλλεύεται τις ανθρώπινες επιθυμίες, κατασκευάζει δεισιδαιμονικές πλάνες και βλάπτει την κοινωνία». Ειδικοί λένε ότι αυτή η ασάφεια ανοίγει τον δρόμο για καταχρήσεις. Ο νόμος απαγορεύει τις θρησκευτικές ή πνευματικές ομάδες που η κυβέρνηση θεωρεί «λατρείες» ή που προωθούν ετερόδοξες διδασκαλίες που δεν ευθυγραμμίζονται με την κυρίαρχη ιδεολογία του Κόμματος.

Οι κανονισμοί απαιτούν από τους κληρικούς να ορκίζονται πίστη στο ΚΚΚ και τον σοσιαλισμό και να «αντιστέκονται στις παράνομες θρησκευτικές δραστηριότητες και την θρησκευτική εξτρεμιστική ιδεολογία καθώς και στη διείσδυση ξένων δυνάμεων που χρησιμοποιούν τη θρησκεία».

Η πρωτοβουλία στη Σαγκάη εντάσσεται σε μια εθνική λογική: «αντι-αιρετικές βάσεις», εβδομάδες αφιερωμένες στην ευαισθητοποίηση, εκθέσεις και προγράμματα σε πανεπιστήμια και κοινότητες έχουν εξαπλωθεί σε πολλές επαρχίες (Ningxia, Zhejiang, Guangxi, Taiyuan, κ.α.). Οι τοπικές αρχές χρησιμοποιούν ποικίλες «δημιουργικές» μεθόδους – από παραδοσιακή λαϊκή τέχνη μέχρι διαδραστικές εμπειρίες VR – για να προωθήσουν το μήνυμα στο κοινό. Αυτό είναι μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής για ενίσχυση της ιδεολογικής εργασίας και της «εθνικής ασφάλειας» στον θρησκευτικό χώρο.

Η διεθνής κοινότητα δεν πρέπει να σιωπά. Αυτός ο ιδεολογικός πόλεμος αποτελεί κρίση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτή η εκστρατεία πρέπει να καταγγελθεί ως μια συστηματική προσπάθεια διαγραφής της θρησκευτικής ταυτότητας και αντικατάστασής της με κρατικό δόγμα.

Η σταδιακή εδαφική επέκταση της Κίνας και οι κίνδυνοι για την Ταϊβάν και τους συμμάχους

Η κομμουνιστική Κίνα βρίσκεται εδώ και δεκαετίες σε μια προσπάθεια διεύρυνσης των χερσαίων και θαλάσσιων διεκδικήσεών της, χωρίς να προκαλεί ανοιχτό πολεμικό επεισόδιο, σύμφωνα με όσα ακούστηκαν σε συνεδρίαση του Κογκρέσου.

Μιλώντας στις 7 Οκτωβρίου στην Υποεπιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας αρμόδια για την Ανατολική Ασία, τον Ειρηνικό και την πολιτική διεθνούς κυβερνοασφάλειας, ο γερουσιαστής Κρις Κουνς τόνισε πως διαδοχικές αμερικανικές κυβερνήσεις απέτυχαν να αντιμετωπίσουν το πρόγραμμα κινεζικής επέκτασης, επειδή το Πεκίνο κινείται κάτω από το όριο που θα οδηγούσε σε διεθνή στρατιωτική σύρραξη.

«Η Κίνα προσπαθεί να αλλάξει την πραγματικότητα στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού ακριβώς όπως έκανε ο Πούτιν με την Κριμαία το 2014», δήλωσε ο Κουνς.

Η τοποθέτησή του συνοψίζει την ευρύτερη κατάθεση ειδικών, οι οποίοι παρουσίασαν στο Κογκρέσο τις μεθοδεύσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας να διευρύνει την εδαφική του κυριαρχία και την επιρροή του μέσω κακόβουλων και συχνά παράνομων ενεργειών.

Ιδιαίτερη αναφορά έγινε στη συνεχή στρατιωτική παρενόχληση της Ταϊβάν, αλλά και στη διεκδίκηση κυριαρχίας επί φυσικών πόρων και νησιών στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, εκατοντάδες ναυτικά μίλια μακριά από τα εθνικά κινεζικά σύνορα.

Η πολιτική εδαφικής επέκτασης που ακολουθά στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας περιλαμβάνει την κατασκευή τεχνητών νησιών και τη διεκδίκηση της κυριαρχίας σε τεράστιες θαλάσσιες εκτάσεις με πλούσιους φυσικούς πόρους, πέραν των διεθνών υδάτων.

Το ΚΚΚ υποστηρίζει πως όλα τα νησιά, βράχοι, ύφαλοι και άλλες εδαφικές δομές της Θάλασσας της Νότιας Κίνας ανήκουν παραδοσιακά στην Κίνα, αν και η πρώτη επίσημη διεκδίκηση από κομμουνιστικές αρχές έγινε μόλις το 1947.

Το 2009, το Πεκίνο υπέβαλε δήλωση στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, με την οποία διατεινόταν πως έχει αδιαμφισβήτητη κυριαρχία σε όλα τα νησιά της Θάλασσας της Νότιας Κίνας και τα παρακείμενα ύδατα, καθώς και δικαιώματα κυριαρχίας και δικαιοδοσίας περίπου στα τέσσερα πέμπτα της συνολικής θαλάσσιας έκτασης, μαζί με τον βυθό και το υπέδαφος αυτών των περιοχών.

Το 2016, διεθνές δικαστήριο, έπειτα από προσφυγή των Φιλιππινών, έκρινε πολλές από τις διεκδικήσεις του ΚΚΚ παράνομες.

Το Πεκίνο απέρριψε το πόρισμα, δηλώνοντας πως «η Κίνα ούτε αποδέχεται ούτε συμμετέχει στη διαιτησία για το ζήτημα αυτό».

Η επιθετικότητα του Πεκίνου στην περιοχή εντάθηκε περαιτέρω τα επόμενα χρόνια, με σκάφη της κινεζικής ακτοφυλακής ή ναυτικού να έχουν ανάμειξη στο 79% των σημαντικών περιστατικών στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας την περίοδο 2010-2020, σύμφωνα με στοιχεία του Center for Strategic and International Studies, με έδρα την Ουάσιγκτον. Αυτή η στάση αποτελεί μέρος μιας σαφώς ευρύτερης εκστρατείας επιρροής στον Ινδικό-Ειρηνικό.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν, διαπιστώθηκαν περιστατικά όπως ο διάπλους κινεζικών πολεμικών πλοίων γύρω από την Αυστραλία, εμβολισμοί ακταιωρών των Φιλιππίνων, παραβιάσεις της ζώνης αεράμυνας της Ταϊβάν, ακόμη και πιθανές επιθέσεις σε υποθαλάσσια καλώδια.

Ο Κρεγκ Σίνγκλετον, ανώτερος ερευνητής του ιδρύματος Foundation for Defense of Democracies (Ίδρυμα για την υπεράσπιση των Δημοκρατιών), κατέθεσε πως η κινεζική επέκταση στη συγκεκριμένη ζώνη είναι σκόπιμα βραδεία και αμφίσημη, σχεδιασμένη προσεκτικά ώστε να μην ξεπερνά τις «κόκκινες γραμμές» των ΗΠΑ, ενώ παράλληλα διαβρώνει διαρκώς την αυτοπεποίθηση της Ταϊβάν για το μέλλον της.

Εκτός από την υφαρπαγή, χωρίς νόμιμα ερείσματα, της Θάλασσας της Νότιας Κίνας, ο Σίνγκλετον σημείωσε πως το ΚΚΚ «καλλιεργεί αργά και σταθερά τις συνθήκες για την υποταγή της Ταϊβάν».

Οι στρατιωτικές ασκήσεις της Κίνας στην περιοχή έχουν πλέον τέτοια συχνότητα και μέγεθος, ώστε «οι ΗΠΑ ίσως να μην μπορούν να εντοπίσουν εγκαίρως πότε μια επίθεση κατά της Ταϊβάν βρίσκεται σε εξέλιξη».

Ο Ρέυμοντ Πάουελ, εκτελεστικός διευθυντής της μη κερδοσκοπικής SeaLight Foundation, ανέφερε πως αξιωματούχοι του στρατού των Φιλιππινών έχουν χαρακτηρίσει τις τακτικές του ΚΚΚ ως «παράνομες, εξαναγκαστικές, επιθετικές και παραπλανητικές».

«Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους δεν καταφέρουν να συγκροτήσουν μια πιο ισχυρή άμυνα και αποτροπή απέναντι σε τέτοιες ενέργειες», προειδοποίησε ο Πάουελ, «το ΚΚΚ απλώς θα συνεχίσει να επεκτείνει την κυριαρχία του».

«Για πάνω από 50 χρόνια, η Κίνα ελέγχει συστηματικά τεράστιες θαλάσσιες περιοχές με σταδιακή και υπομονετική εδαφική επέκταση», προσέθεσε.

«Βρισκόμαστε εδώ και δεκαετίες σε έναν πόλεμο ‘γκρίζας ζώνης’, αλλά δεν έχουμε αντιληφθεί καν ότι πρέπει να πολεμήσουμε».

Αμετάβλητη η πολιτική των ΗΠΑ για την Ταϊβάν παρά τις πιέσεις της Κίνας

Ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Κίνα Ντέιβιντ Περντιού επανέλαβε την 1η Οκτωβρίου, σε τηλεοπτική του εμφάνιση, ότι η αμερικανική πολιτική για την Ταϊβάν παραμένει αμετάβλητη, απαντώντας σε δημοσιεύματα που ανέφεραν ότι ο ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, κάλεσε τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ να απορρίψει την ανεξαρτησία της Ταϊβάν.

«Έχουμε διατυπώσει με απόλυτη σαφήνεια ότι δεν αλλάζουμε την πολιτική της μίας Κίνας», δήλωσε ο Περντιού στην εκπομπή Squawk Box του CNBC. «Θα τηρήσουμε τον Νόμο για τις Σχέσεις με την Ταϊβάν, τις τρεις διακοινώσεις και τις έξι διαβεβαιώσεις που υιοθετήθηκαν επί Ρόναλντ Ρήγκαν. Αυτή η προσέγγιση έχει εξυπηρετήσει ιδιαίτερα τα παγκόσμια συμφέροντα. Δεν επιθυμούμε εξαναγκασμό. Θέλουμε η υπόθεση να λυθεί ειρηνικά».

Η πολιτική της μίας Κίνας σημαίνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγνωρίζουν το Κομμουνιστικό Κόμμα ως νόμιμη κυβέρνηση της Κίνας, έχοντας ουσιαστικά αναγνωρίσει το 1979 το Πεκίνο αντί της κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Κίνας που είχε αποσυρθεί στην Ταϊβάν.

Το Πεκίνο χρησιμοποιεί τον ίδιο όρο για να διεκδικήσει τον αποκλειστικό έλεγχο της Κίνας, διεκδικώντας και την Ταϊβάν ως κινεζικό έδαφος, θέση την οποία επιδιώκει να υιοθετήσουν και άλλες χώρες.

Η αμερικανική στάση έναντι της Ταϊβάν παραμένει εκείνη της «στρατηγικής αμφισημίας»: ούτε αναγνωρίζει το δικαίωμα της Κίνας να κυριαρχεί στην Ταϊβάν ούτε διακόπτει τους δεσμούς με το νησί που αυτοδιοικείται δημοκρατικά.

Σύμφωνα με δημοσίευμα της Wall Street Journal στις 27 Σεπτεμβρίου, το Πεκίνο ζήτησε τελευταία από την Ουάσιγκτον να τοποθετηθεί δημόσια κατά της ανεξαρτησίας της Ταϊβάν. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επιβεβαίωσε ότι η πολιτική των ΗΠΑ δεν έχει αλλάξει, επαναλαμβάνοντας τη θέση που διατύπωσε και ο Περντιού.

Ο Περντιού σημείωσε ότι ο Σι Τζινπίνγκ έχει εκφράσει δημοσίως την πρόθεση να καταλάβει την Ταϊβάν με τη βία, εάν χρειαστεί, έχοντας μάλιστα διατάξει τις κινεζικές ένοπλες δυνάμεις να είναι έτοιμες για κάτι τέτοιο έως το 2027.

Τα σχετικά ζητήματα αναμένεται να τεθούν εκ νέου στις επικείμενες εμπορικές συνομιλίες ΗΠΑ–Κίνας, που γίνονται σε κορυφαίο επίπεδο.

Ο Τραμπ έχει ανακοινώσει πως θα συναντηθεί με τον Σι Τζινπίνγκ στη διάσκεψη της APEC, επιλογή που ανακοινώθηκε μετά από μακρά τηλεφωνική συνομιλία και ως συνέχεια της συμφωνίας για πώληση του TikTok στις ΗΠΑ.

Την 1η Οκτωβρίου, ο Τραμπ δήλωσε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι θα θέσει επί τάπητος το ζήτημα της μείωσης των κινεζικών εισαγωγών αμερικανικής σόγιας κατά την APEC. Μέχρι πρότινος, η Κίνα ήταν ο μεγαλύτερος αγοραστής αμερικανικής σόγιας, και φέτος οι Αμερικανοί παραγωγοί ανέφεραν ρεκόρ σοδειάς. Ωστόσο, το 2025, το Πεκίνο δεν πραγματοποίησε ούτε μία αγορά από τις ΗΠΑ, προτιμώντας να αγοράσει τεράστιες ποσότητες από τη Βραζιλία και την Αργεντινή.

Τον Αύγουστο, Κινέζος εκπρόσωπος συναντήθηκε με παράγοντες της αμερικανικής αγοράς σόγιας, καλώντας τους αγρότες, αντί να συμφωνήσουν σε αγορές, να πιέσουν για τον τερματισμό του εμπορικού πολέμου.

Με ανάλογο τρόπο είχε κινηθεί και το 2018, όταν διέκοψε προσωρινά τις εισαγωγές αμερικανικής σόγιας. Όταν επανήλθε, τα επίπεδα εισαγωγών ήταν σαφώς χαμηλότερα από αυτά των προηγούμενων ετών, σε μια προσπάθεια διαφοροποίησης των προμηθευτών του.

Η τότε κυβέρνηση Τραμπ επιδότησε τους αγρότες σόγιας για να αντισταθμίσει τις απώλειες που προέκυψαν από την απομάκρυνση της Κίνας, και ο ίδιος ο πρόεδρος άφησε να εννοηθεί πως θα εφαρμόσει εκ νέου παρόμοιο μέτρο, με χρηματοδότηση από τα έσοδα των δασμών-ρεκόρ.

Ο υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσσεντ, δήλωσε ότι ο πρόεδρος ενδέχεται να αναλάβει σχετική πρωτοβουλία στις 7 Οκτωβρίου.

Ο Περντιού ανέφερε, επίσης την 1η Οκτωβρίου, πως ο Τραμπ έχει σημειώσει μεγάλη επιτυχία στο χειρισμό των σχέσεων με την Κίνα, επικαλούμενος μεταξύ άλλων τη συμφωνία για το TikTok και την πρόοδο στις διαπραγματεύσεις με την Boeing.

«Είναι ο μοναδικός πρόεδρος που έχω δει να μπορεί από τη μία να τον ‘χτυπά κατά πρόσωπο’ και από την άλλη να τον αγκαλιάζει και να ξεκινά τις διαπραγματεύσεις», παρατήρησε χαρακτηριστικά ο Περντιού.

Σχετικά με τη δυσφορία του Πεκίνου απέναντι στην αμερικανική πολιτική, ο Περντιού σημείωσε: «Τους το λέω συνεχώς: αυτό είναι δική τους ευθύνη. Οι ενέργειές τους έσπρωξαν την Αμερική στα άκρα και οι Αμερικανοί αντιδρούν. Δεν τους αρέσει που οι βιομηχανίες μας αποδυναμώθηκαν, δεν τους αρέσει που βρίσκονται στο δίκτυο ηλεκτρισμού μας, δεν τους αρέσει που έχουν παρουσία στα λιμάνια μας».

Ο Αμερικανός πρέσβης παραδέχθηκε πως η επικοινωνία Ουάσιγκτον–Πεκίνου έχει ενταθεί το τελευταίο διάστημα, αναφερόμενος σε αλλεπάλληλες συναντήσεις μεταξύ υπουργών και Κινέζων αξιωματούχων, αλλά και σε πρόσφατη επίσκεψη βουλευτικής αντιπροσωπείας των ΗΠΑ στην Κίνα.

«Αν η Κίνα θέλει πραγματικά να σταθεί ως εταίρος στη διαμόρφωση της νέας παγκόσμιας τάξης, περιμένουμε μεγαλύτερη υπευθυνότητα εκ μέρους της», κατέληξε ο Περντιού.

Μάχη με τον ιό Chikungunya στη Νότια Κίνα: Δραστικά μέτρα και ανησυχίες κατοίκων

Ο ιός Chikungunya συνεχίζει να εξαπλώνεται στην επαρχία Γκουανγκντόνγκ της νότιας Κίνας το φετινό φθινόπωρο, με την πόλη Τζιανγκμέν να αναδεικνύεται ως το νέο επίκεντρο της επιδημίας.

Το καθεστώς του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας έχει υιοθετήσει υποχρεωτικά μέτρα για την αντιμετώπιση της έξαρσης, προκαλώντας ερωτήματα και επικρίσεις από κατοίκους και επιστήμονες.

Το Επαρχιακό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων της Γκουανγκντόνγκ ανακοίνωσε στις 28 Σεπτεμβρίου ότι την περίοδο 21 έως 27 Σεπτεμβρίου καταγράφηκαν 3.153 νέα τοπικά κρούσματα chikungunya στην επαρχία.

Από αυτά, τα 2.927 αφορούσαν την Τζιανγκμέν, 78 τη Φοσάν, 68 την Γκουανγκτζού, 22 τη Σενζέν και 13 την Τζουχάι.

Σύμφωνα με κρατικά μέσα ενημέρωσης, δεν αναφέρθηκαν σοβαρά περιστατικά ή θάνατοι. Την προηγούμενη εβδομάδα (14–20 Σεπτεμβρίου), στην Τζιανγκμέν ανακοινώθηκαν 2.238 κρούσματα chikungunya, με τις τοπικές αρχές να ενεργοποιούν το Επίπεδο 3 συναγερμού για έκτακτη ανάγκη δημόσιας υγείας, όπως έγινε γνωστό σε ενημέρωση στις 28 Σεπτεμβρίου.

Στην Κίνα υπάρχουν τέσσερα επίσημα επίπεδα αντίδρασης: 1, 2, 3 και 4. Ο ιός chikungunya είναι νόσημα που μεταδίδεται κυρίως μέσω κουνουπιών, με συμπτώματα όμοια με αυτά του δάγκειου πυρετού: πυρετός, έντονοι πόνοι στις αρθρώσεις, μυαλγίες, πονοκέφαλος, κόπωση και εξανθήματα. Οι θάνατοι είναι σπάνιοι, αλλά ενδέχεται να συμβούν, κυρίως σε ευάλωτες ομάδες, όπως άτομα με χρόνια νοσήματα.

Δεν υπάρχει εξειδικευμένη αντιική θεραπεία για το chikungunya.

Αρχικά, το επίκεντρο της επιδημίας βρισκόταν στη Φοσάν, όπου εντοπίστηκε το πρώτο κρούσμα τον Ιούλιο.

 Η εξόντωση των κουνουπιών ως πολιτική εκστρατεία

Η Μόνιμη Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας της Τζιανγκμέν συνεδρίασε στις 26 Σεπτεμβρίου για το ξέσπασμα του chikungunya, χαρακτηρίζοντας την καταπολέμηση των κουνουπιών ως το κορυφαίο πολιτικό καθήκον της περιόδου.

Κάλεσε σε πλήρη κινητοποίηση και πανκοινωνική συμμετοχή, διατρανώνοντας πως «με κάθε κόστος πρέπει να εξολοθρεύσουμε τα ενήλικα κουνούπια και να καταστρέψουμε τα αβγά τους μέσα σε τρεις έως τέσσερις ημέρες, πριν την Εθνική Εορτή του καθεστώτος, την 1η Οκτωβρίου», σύμφωνα με κρατικά ελεγχόμενα μέσα.

Λίγες μόλις ημέρες μετά το πέρασμα του τυφώνα Ρεγκάσα, στις 24 Σεπτεμβρίου, η καθημερινότητα των κατοίκων επηρεάστηκε σημαντικά λόγω της μαζικής εκστρατείας εκκαθάρισης κουνουπιών από τις αρχές.

Η κυρία Λιανγκ, κάτοικος της Τζιανγκμέν, που ζήτησε να μην αποκαλυφθεί το πλήρες όνομά της για λόγους ασφαλείας, δήλωσε στην Epoch Times στις 30 Σεπτεμβρίου: «Ψεκάζουν διαρκώς εντομοκτόνα, και η μυρωδιά είναι πολύ έντονη και αποπνικτική. Όταν οι εργαζόμενοι του τοπικού γραφείου έρχονται για ψεκασμούς, αναγκάζομαι να εγκαταλείψω το σπίτι μου για να ξεφύγω από τη δυσοσμία».

Η ίδια περιέγραψε την κατάσταση ως ανεξέλεγκτη και πρόσθεσε: «Όσοι μολύνονται έχουν πυρετό και πόνους στις αρθρώσεις».

Ανάλογη εικόνα περιγράφει και ο κ. Γουάνγκ, επίσης κάτοικος Τζιανγκμέν, που μίλησε υπό τον όρο της ανωνυμίας. «Τα νοσοκομεία μας είναι γεμάτα. Όλοι όσοι δέχθηκαν τσίμπημα και ανέβασαν πυρετό ψάχνουν θεραπεία. Πολυάριθμες αγορές, ακόμα και οι “υγρές” αγορές τροφίμων, έχουν κλείσει. Απαγορεύονται οι γλάστρες σε μπαλκόνια και ταράτσες. Ήρθαν και πήραν τα φυτά. Δεν μπορείς να καλλιεργήσεις ούτε χορτάρι», κατήγγειλε για τα δρακόντεια μέτρα περιορισμού.

Περιέγραψε ακόμη: «Όλη η πόλη παλεύει με τα κουνούπια. Παντού ψεκάζουν χημικά, η ατμόσφαιρα είναι γεμάτη ομίχλη, και ο κόσμος δεν αντέχει τη μυρωδιά».

Ήδη από τον Ιούλιο, Κινέζοι επιστήμονες είχαν προειδοποιήσει στον τοπικό Τύπο ότι τα κουνούπια της Γκουανγκντόνγκ έδειχναν ανθεκτικότητα στα εντομοκτόνα λόγω των επανειλημμένων, μαζικών ψεκασμών που εφαρμόζουν οι αρχές στην προσπάθεια πρόληψης του δάγκειου πυρετού.

Ο Σον Λιν, επίκουρος καθηγητής στο τμήμα βιοϊατρικών επιστημών του Feitian College και πρώην μικροβιολόγος του αμερικανικού στρατού, δήλωσε στην Epoch Times: «Είναι παράδοξο. Για τα περισσότερα νοσήματα που μεταδίδονται από κουνούπια, οι εκστρατείες εκρίζωσης έχουν άμεσα αποτελέσματα. Στην Γκουανγκντόνγκ, όμως, τα κουνούπια προσαρμόζονται στα υπάρχοντα εντομοκτόνα».

Εξέφρασε επίσης ανησυχία για την ταυτόχρονη εξάπλωση και άλλων μολυσματικών νοσημάτων, όπως ο δάγκειος πυρετός και η μηνιγγίτιδα. «Πρέπει πρώτα να ταυτοποιηθεί ο παθογόνος παράγοντας της επιδημίας. Διαφορετικά, ο έλεγχος δεν θα είναι αποτελεσματικός», τόνισε.

Δημοτικοί υπάλληλοι ψεκάζουν απολυμαντικά για την αποστείρωση και την εξόντωση των κουνουπιών στην πόλη Γκουάνγκτζου της επαρχίας Γκουανγκντόνγκ στα τέλη Σεπτεμβρίου 2014. Στιγμιότυπο οθόνης/Κινεζικό Εθνικό Ραδιόφων

 

Ο Δρ Τζόναθαν Λιου, καθηγητής στο Canada Public College και υπεύθυνος του Liu’s Wisdom Healing Center, επέκρινε το γεγονός ότι οι αρχές αντιμετωπίζουν τον έλεγχο των κουνουπιών ως ύψιστο πολιτικό διακύβευμα. «Η πρόληψη επιδημιών είναι καταρχάς ιατρικό ζήτημα, άρα οφείλουν να σέβονται την επιστήμη και τον ανθρωπισμό», δήλωσε στην Epoch Times.

«Δεν υφίσταται λόγος για τόσο μεγάλη έξαρση μέτρων κατά των κουνουπιών. Πρώτον, είναι ανέφικτο να τα εξοντώσεις όλα. Στη φύση υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στα όντα – τα κουνούπια, αν και ενοχλητικά, διαδραματίζουν το ρόλο τους. Η μαζική εξάλειψή τους θα δημιουργούσε περαιτέρω ανισορροπίες».

Εκατομμύρια εργαστηριακά κουνούπια στη μάχη

Όπως αποκάλυψε η Epoch Times, το κινεζικό καθεστώς εφαρμόζει, ήδη από τον Μάιο, την απελευθέρωση δεκάδων εκατομμυρίων ειδικά επεξεργασμένων κουνουπιών κάθε μήνα, μέθοδο που προηγείται κατά δύο μήνες του ξεσπάσματος του chikungunya, στο πλαίσιο της αντιμετώπισης του δάγκειου πυρετού και άλλων ασθενειών.

Τα εργαστηριακά αρσενικά κουνούπια ζευγαρώνουν με τα άγρια θηλυκά, παράγοντας μη βιώσιμα αβγά – τεχνική γνωστή ως μόλυνση με Wolbachia, όπου αποικίζει τον οργανισμό τους το συνηθισμένο βακτήριο Wolbachia, περιορίζοντας την αναπαραγωγική τους επιτυχία. Οι λεγόμενες «φάμπρικες κουνουπιών» τρέφουν αυτά τα έντομα με αίμα προβάτων.

Μια τεχνικός εργαστηρίου φοράει μάσκα καθώς τοποθετεί νύμφες κουνουπιών σε ένα κλουβί στο Κέντρο Μαζικής Παραγωγής του Κοινού Κέντρου Ελέγχου Φορέων Τροπικών Ασθενειών του Πανεπιστημίου Sun Yat-Sen και του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν στο Γκουάνγκτζου της Κίνας, στις 20 Ιουνίου 2016. Kevin Frayer/Getty Images

 

Από τον Αύγουστο, οι αρχές ενέτειναν τη χρήση της μεθόδου Wolbachia, απελευθερώνοντας ολοένα και περισσότερα εργαστηριακά κουνούπια για να ελέγξουν το νέο ξέσπασμα.

Η τεχνική, ωστόσο, έχει αδυναμίες: αν εργαστηριακά θηλυκά δεν διαχωριστούν σωστά και αφεθούν στη φύση, συνεχίζουν να αναπαράγονται και να μεταδίδουν ασθένειες.

Όπως υπογραμμίζει ο Λιν, ο κίνδυνος διαφυγής θηλυκών κατά την απελευθέρωση είναι υπαρκτός. «Κανείς δεν γνωρίζει αν έχουν προκύψει μεταλλάξεις που ενισχύουν την ανθεκτικότητά τους στο περιβάλλον, καθιστώντας την εξάλειψή τους ακόμη δυσκολότερη. Είναι ένα πρόσθετο σημείο ανησυχίας».

Υποχρεωτική καραντίνα

Οι κινεζικές αρχές συνεχίζουν να εφαρμόζουν περιοριστικά μέτρα αντίστοιχα με εκείνα της πανδημίας του Covid-19, συμπεριλαμβανομένης και της υποχρεωτικής καραντίνας.

Στις 29 Σεπτεμβρίου, οι αρχές της Τζιανγκμέν ανήρτησαν στην επίσημη ιστοσελίδα ανακοίνωση κατά την οποία όλοι οι κάτοικοι οφείλουν να συμμορφώνονται με τα μέτρα ελέγχου, συμπεριλαμβανομένων έρευνας, ελέγχων, λήψης δειγμάτων, απομόνωσης και πάσης φύσεως μέτρων για τη διαχείριση μολυσματικών ασθενειών. Η ανακοίνωση επισήμαινε χαρακτηριστικά: «Δεν επιτρέπεται η άρνηση καραντίνας».

Η κυρία Λιανγκ δήλωσε ότι «φοράω συνεχώς βραχιόλι κατά των κουνουπιών· αν σε τσιμπήσει κουνούπι, σε παίρνουν και σε πηγαίνουν σε καραντίνα».

Ο Λιν επισήμανε πως για την πρόληψη του chikungunya αρκούν βασικά μέτρα, όπως σίτες, κουνουπιέρες και μακρυμάνικα ρούχα. Αναφορικά με τους ακραίους χειρισμούς των αρχών, εξέφρασε την εκτίμηση πως «πιθανόν κυκλοφορούν και άλλες μολυσματικές ασθένειες στην περιοχή, εκτός από chikungunya».

Αγοραστές στο Σενζέν της Κίνας, στις 3 Απριλίου 2025. Getty Images

 

Υπογράμμισε ακόμη πως η εκμετάλλευση των κατοίκων μέσω υποχρεωτικής, αυτοχρηματοδοτούμενης καραντίνας και διαγνωστικών τεστ είναι μάλλον μόνο μία πτυχή του προβλήματος. «Η κατάσταση είναι μάλλον περίπλοκη και αξίζει διεθνούς προσοχής».

Ο Δρ Λιου συμπλήρωσε: «Η καταστολή των ασθενειών από το κινεζικό καθεστώς, όπως και κατά του Covid-19, οργανώνεται απευθείας από την ηγεσία του ΚΚΚ. Τα lockdown διήρκεσαν πολύ, αφήνοντας πολλούς ανθρώπους σε οριακή κατάσταση – κάποιοι εγκλωβίστηκαν σε πυρκαγιές, άλλοι πείνασαν μέχρι θανάτου. Πρόκειται για καταστροφή και τραγωδία ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σε άλλες χώρες, απλώς ακολουθούνται οι ιατρικές πρακτικές και τα μέτρα ελέγχου χωρίς καταναγκασμούς προς τους πολίτες».

Με την συμβολή των Λούο Γιε και Λι Ζι

Η στρατηγική σημασία της θαλάσσιας γραμμής China-Europe Arctic Express

Το κομμουνιστικό καθεστώς της Κίνας εγκαινίασε αυτήν την εβδομάδα νέα διαδρομή θαλάσσιας μεταφοράς προς την Ευρώπη μέσω της Αρκτικής, όπως μετέδωσαν τα κρατικά μέσα ενημέρωσης στις 22 Σεπτεμβρίου, αναζωπυρώνοντας το διεθνές ενδιαφέρον για τις φιλοδοξίες του Πεκίνου περί «Πολικής Οδού του Μεταξιού».

Η ναυτιλιακή γραμμή Sea Legend απέστειλε το πρώτο της πλοίο, το Istanbul Bridge, από το λιμάνι Νινγκμπό-Τζουσάν της ανατολικής επαρχίας Ζετζιάνγκ με προορισμό το λιμάνι Φέλιξστοου στο Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Xinhua.

Αναλυτές επισημαίνουν ότι η συγκεκριμένη διαδρομή παρουσιάζει για το κινεζικό καθεστώς περισσότερο γεωστρατηγική παρά εμπορική αξία. Η έναρξη λειτουργίας της γραμμής China-Europe Arctic Express έρχεται εν μέσω προσωρινού κλεισίματος των χερσαίων συνόρων Πολωνίας–Λευκορωσίας από τις 12 έως τις 25 Σεπτεμβρίου, γεγονός που διέκοψε τη China-Europe Railway Express, μια κομβική αρτηρία μεταξύ Κίνας κι Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναστέλλοντας το μεγαλύτερο μέρος της διακίνησης εμπορευματοκιβωτίων μέσω σιδηροδρόμου.

Η νέα διαδρομή αναμένεται να διαρκεί περίπου 18 ημέρες απλής μετάβασης, χρόνος σημαντικά μικρότερος από ό,τι μέσω τρένου, της διώρυγας του Σουέζ ή του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας, σύμφωνα με το Xinhua. 

Η επίσημη εφημερίδα του Πεκίνου Global Times δημοσίευσε επίσης άρθρο, τονίζοντας ότι δεν πρόκειται απλώς για μια νέα γραμμή ναυσιπλοΐας.

Στο άρθρο παρομοιάζεται η διάνοιξη βόρειας θαλάσσιας οδού δια μέσου της Αρκτικής με τις ιστορικές διώρυγες του Παναμά και του Σουέζ.

Παράλληλα χαρτογραφούνται οι μακρόπνοες επιδιώξεις του κινεζικού κράτους για την Αρκτική, ενώ ασκείται κριτική σε τρίτες δυνάμεις που μεταχειρίζονται την περιοχή σαν «αυλή» τους, ανταγωνιζόμενες για τους ενεργειακούς της πόρους και ενισχύοντας στρατιωτικά ερείσματα.

Το άρθρο αναπτύσσει εκ νέου τη στρατηγική πολιτικής και οικονομικής επέκτασης της Κίνας στην περιοχή. Η «Πολική Οδός του Μεταξιού», που εισήγαγε για πρώτη φορά το 2017 ο ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ, φαίνεται πλέον να υλοποιείται μέσω της γραμμής China-Europe Arctic Express.

Πρόκειται για προέκταση και θεμέλιο λίθο της ευρύτερης πρωτοβουλίας «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος», γνωστής και ως Belt and Road Initiative (BRI) – το φιλόδοξο εξωτερικό πολιτικό εγχείρημα του Πεκίνου που ξεκίνησε το 2013, με στόχο την αναβίωση των ιστορικών χερσαίων και θαλάσσιων εμπορικών αρτηριών της αρχαίας Κίνας, συνδέοντας Ασία, Ευρώπη και Αφρική στον 21ο αιώνα.

Στο πλαίσιο αυτό, κινεζικά κεφάλαια επενδύονται σε έργα υποδομών υψηλού κόστους σε περισσότερες από 60 συμμετέχουσες χώρες, μια από τις οποίες είναι και η Ελλάδα, – μια πρωτοβουλία που έχει δεχθεί έντονη κριτική για τη δημιουργία «παγίδων χρέους» και για λειτουργία ως όχημα διεύρυνσης της κινεζικής πολιτικής επιρροής.

Η τρίτη διαδρομή, η «Πολική Οδός του Μεταξιού», εισήχθη επίσημα το 2018 ως μέρος του BRI, με σκοπό την ανάπτυξη ναυτιλιακών οδών στην Αρκτική, κυρίως της Βόρειας Θαλάσσιας Οδού, και τη δημιουργία υποδομών καθ’ όλο το μήκος της.

Διπλός ρόλος

Η στρατηγική της Κίνας μέσω του BRI στοχεύει αφενός σε γεωπολιτική διείσδυση διά ξηράς και θαλάσσης, αφετέρου στην ενίσχυση της οικονομικής και εμπορευματικής της διασύνδεσης.

Ερευνητής του Ινστιτούτου Εθνικής Άμυνας και Ερευνών Ασφάλειας στην Ταϊβάν δήλωσε στη Epoch Times: «Η China-Europe Arctic Express, αυτή η καθοριστικής σημασίας εξέλιξη της «Πολικής Οδού του Μεταξιού», ενσαρκώνει διττή λειτουργία: εμπορικής διασύνδεσης και γεωστρατηγικής επέκτασης και ναυτικής παρουσίας».

Όπως υποστηρίζει ο ίδιος, «εκτός από τη διακίνηση φορτίων μέσω της συντομότερης διαδρομής της Αρκτικής προς την Ευρώπη, διευκολύνεται η διάταξη του κινεζικού πολεμικού ναυτικού στον Αρκτικό Ωκεανό, με δυνητική προβολή δυνάμεων ακόμη και προς τον Ατλαντικό, επηρεάζοντας σοβαρά μελλοντικές εξελίξεις στην ανατολική ακτή των Ηνωμένων Πολιτειών». Αυτό εξηγεί και τη σημασία που δίνει ο Ντόναλντ Τραμπ στη Γροιλανδία.

Ένα πλοίο του Βασιλικού Δανικού Ναυτικού ετοιμάζεται να δέσει στο λιμάνι της πόλης Νουούκ, στη Γροιλανδία, στις 4 Μαΐου 2025. John Fredricks/The Epoch Times

 

Προσθέτει: «Γι’ αυτό και η Global Times αναφέρει ότι ο δρόμος της Αρκτικής δεν είναι μόνο εμπορικός διάδρομος. Αν το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα ενισχύσει την επιρροή του στην Αρκτική, αυτό αναπόφευκτα θα διαταράξει τη γεωστρατηγική ισορροπία και ναυτική ισχύ Ρωσίας και Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή – μια εξέλιξη που δεν πρέπει να υποτιμηθεί».

Γεωπολιτικά, η Αρκτική είναι πλούσια σε φυσικούς πόρους και, καθώς οι πάγοι λιώνουν, η ναυσιπλοΐα και δυναμικότητα εκμετάλλευσης αυξάνονται, σχολιάζει στην Epoch Times ο καθηγητής διεθνών σχέσεων Σουν Κουιξιάν του Πανεπιστημίου Νανχουά, Ταϊβάν.

Ο Σουν επισημαίνει ότι η εμπλοκή της Κίνας στην αρκτική αποσκοπεί στη διασφάλιση ρόλου τόσο στην αξιοποίηση πόρων όσο και στη διαμόρφωση των κανόνων ναυσιπλοΐας του μέλλοντος. Τονίζει ότι αρκετές δυτικές χώρες έχουν εκφράσει ανησυχίες για την αυξανόμενη κινεζική επιρροή στην Αρκτική, που ίσως προσφέρει δικαιολογία για στρατιωτική παρουσία και κατασκοπευτικές δραστηριότητες, απειλώντας τη στρατιωτική ισορροπία και τη γεωπολιτική σταθερότητα στην περιοχή.

Περισσότερο συμβολικό, παρά πρακτικό

Για τον ανεξάρτητο οικονομολόγο Ντέιβι Τζέι Γουάνγκ, που μίλησε στην Epoch Times από τις ΗΠΑ, η China-Europe Arctic Express έχει κυρίως στρατηγική και όχι εμπορική βαρύτητα. «Η συμβολή της στη χωρητικότητα μεταφοράς είναι περιορισμένη και, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, δεν μπορεί να αντικαταστήσει τα παραδοσιακά θαλάσσια δρομολόγια ή το China-Europe Railway Express που παραμένει ο κύριος άξονας του BRI μέσω ξηράς».

Ένας γερανός μεταφέρει ένα εμπορευματοκιβώτιο σε ένα τρένο της China Railway Express με προορισμό την Ευρώπη, στην κινεζική παραμεθόρια πόλη Erenhot, στην περιοχή της Εσωτερικής Μογγολίας, στις 18 Απριλίου 2019. STR/AFP μέσω Getty Images

 

Ο Γουάνγκ εξηγεί ότι η αξιοποίηση και ομαλοποίηση της διαδρομής στην Αρκτική είναι περιορισμένη λόγω εποχικότητας, απαιτήσεων για παγοθραυστικά, ιδιαίτερης ασφάλισης και ανεπαρκούς υποδομής στήριξης.

Προς το παρόν, τονίζει, «η διαδρομή αυτή λειτουργεί μόνον ως συμπλήρωμα, όχι ως εναλλακτική στις κύριες γραμμές μεταφοράς». Συμπληρώνει ακόμη ότι τόσο η διέλευση από την Αρκτική, όσο και οι νότιες διαδρομές (π.χ. Στενό της Μαλάκκα, Θάλασσα της Νότιας Κίνας και Ινδικός Ωκεανός) είναι εξαιρετικά κοστοβόρες. «Η διαδρομή της Αρκτικής δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί πλήρως, επομένως η μεταφορική της δυναμικότητα παραμένει σχετικά χαμηλή».

Ο Σουν συμπληρώνει ότι, εκτός του υψηλού κόστους που σχετίζεται με την εποχικότητα και τα παγοθραυστικά, ζητήματα όπως η ασφάλιση, αλλά και επιπτώσεις στο περιβάλλον και την ασφάλεια — παγκόσμιοι ρύποι τύπου black carbon, διαρροές πετρελαίου, οικολογικές πιέσεις και εργασιακά — απασχολούν εντόνως την ευρωπαϊκή πλευρά και τις περιβαλλοντικές οργανώσεις.

Με την συμβολή της Λούο Για

ΗΠΑ–Κίνα: Ο Ψυχρός Πόλεμος του 21ου αιώνα

Για δεκαετίες, η Ουάσιγκτον πόνταρε ότι το εμπόριο και η τεχνολογία θα ενσωμάτωναν την Κίνα σε μια πιο ανοιχτή διεθνή τάξη, βασισμένη σε κανόνες. Αντί γι’ αυτό, οι δύο μεγαλύτερες δυνάμεις του κόσμου συγκρούονται πλέον σχεδόν σε κάθε πεδίο – τσιπ και τεχνητή νοημοσύνη, εφοδιαστικές αλυσίδες και τεχνικά πρότυπα, τον κυβερνοχώρο και το διάστημα, ιδεολογία και επιρροή – αναδιαμορφώνοντας, κατά συνέπεια, τις συμμαχίες και την παγκόσμια οικονομία.

Οι αναλυτές το αποκαλούν «ανταγωνισμό τύπου Ψυχρού Πολέμου» με μια κρίσιμη ιδιαιτερότητα: οι δύο αντίπαλοι παραμένουν στενά δεμένοι μέσω εμπορίου και χρηματοοικονομικών σχέσεων. Αντί να κόψουν πλήρως αυτούς τους δεσμούς, κάθε πλευρά αποπειράται να τους ξανασχεδιάσει.

Η Ουάσιγκτον μιλά για «μείωση κινδύνου» και «στοχευμένη αποσύνδεση», ενώ το Πεκίνο υψώνει δικά του νομικά, ρυθμιστικά και εξαγωγικά εργαλεία που συχνά αποκλίνουν από τους παγκόσμιους κανόνες. Αυτή η διελκυστίνδα, λένε οι ειδικοί, πιθανόν να καθορίσει τη σχέση των δύο χωρών πολύ πέρα από το 2027.

Ιστορικό πλαίσιο

Το ταξίδι του προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον στο Πεκίνο το 1972 έβαλε τέλος σε δεκαετίες εχθρότητας και άνοιξε τον δρόμο για την πλήρη διπλωματική αναγνώριση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας από τις Ηνωμένες Πολιτείες το 1979.

Μέχρι τότε, η Ουάσιγκτον αναγνώριζε την κυβέρνηση της Ταϊβάν – τη Δημοκρατία της Κίνας – ως τη μοναδική νόμιμη κυβέρνηση της Κίνας.

Η διπλωματική στροφή άνοιξε τον δρόμο της Κίνας προς τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ) το 2001, δίνοντάς της ευρεία πρόσβαση στις παγκόσμιες αγορές, υπερτροφοδοτώντας την ανάπτυξη με βάση τις εξαγωγές και μετατρέποντας τη χώρα σε κεντρικό κόμβο των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων.

Η Ουάσιγκτον υπέθεσε ότι η βαθύτερη ενσωμάτωση θα ωθούσε το Πεκίνο προς μια πιο ανοιχτή, θεσμικά ρυθμισμένη και δημοκρατική κατεύθυνση. Αυτό δεν συνέβη.

Η Κίνα εξανάγκασε τις μεταφορές τεχνολογίας, έδωσε αφειδώς επιδοτήσεις σε μεγάλες κρατικά ενισχυόμενες επιχειρήσεις, μπλόκαρε ξένους ανταγωνιστές και έκλεισε τα μάτια σε εκτεταμένες κλοπές πνευματικής ιδιοκτησίας – όλα κατά παράβαση των αρχών του ΠΟΕ.

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ρίτσαρντ Νίξον, η πρώτη κυρία Πατρίσια Νίξον και ο υπουργός Εξωτερικών Ουίλλιαμ Ρότζερς επισκέπτονται το Σινικό Τείχος, κατά τη διάρκεια επίσημου ταξιδιού βόρεια του Πεκίνου. Κίνα, 24 Φεβρουαρίου 1972.  (Xinhua/AFP μέσω Getty Images)

 

Η στρατηγική απέδωσε σε ακατέργαστη ισχύ. Το ονομαστικό ΑΕΠ της Κίνας εκτινάχθηκε από περίπου 1,3 τρισ. δολάρια το 2001 σε περίπου 19,2 τρισ. δολάρια το 2025 – πάνω από δεκατετραπλάσια αύξηση.

Την ανάπτυξη συνόδευσε μια πιο επιθετική στάση. Κινεζικές κρατικά υποστηριζόμενες ομάδες κυβερνοεισβολέων παραβίασαν αμερικανικές κυβερνητικές υπηρεσίες, εταιρείες και κρίσιμες υποδομές, ενώ επιχειρήσεις επιρροής διείσδυσαν σε πανεπιστήμια, δεξαμενές σκέψης και μέσα ενημέρωσης, κατευθύνοντας την πολιτική και τη δημόσια γνώμη υπέρ του Πεκίνου.

Στα παραπάνω προστίθεται και η πλημμύρα πρόδρομων ουσιών φαιντανύλης από την Κίνα που τροφοδοτεί την αμερικανική κρίση οπιοειδών – κάτι που ορισμένοι αξιωματούχοι των ΗΠΑ αποκαλούν μορφή «πολέμου χωρίς περιορισμούς».

Στρατηγική στροφή της Ουάσιγκτον

Η αλλαγή στο σκεπτικό των ΗΠΑ ήρθε το 2017, όταν η Στρατηγική Εθνικής Ασφάλειας της κυβέρνησης Τραμπ χαρακτήρισε την Κίνα κορυφαίο ανταγωνιστή και στρατηγικό αντίπαλο. Αυτή η εκτίμηση συνέχισε να καθοδηγεί την πολιτική της χώρας τόσο υπό την κυβέρνηση Μπάιντεν όσο και υπό την τρέχουσα κυβέρνηση Τραμπ.

Η συμπεριφορά του Πεκίνου μετά την ένταξη στον ΠΟΕ ανάγκασε την Ουάσιγκτον σε σκληροπυρηνικό «τεχνοεθνικισμό και εμπορικό προστατευτισμό», όπως είπε στην εφημερίδα The Epoch Times ο Πήτερ Σ. Γ. Τσόου (Peter C. Y. Chow), καθηγητής οικονομικών στο City College της Νέας Υόρκης.

Αυτή η νέα στάση παράγει πλέον μια σταθερή ακολουθία μέτρων. Στις 20 Αυγούστου, η Microsoft περιόρισε την κινεζική πρόσβαση στο σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για τρωτά σημεία κυβερνοασφάλειας, επικαλούμενη ανησυχίες εθνικής ασφάλειας. Μια εβδομάδα αργότερα, το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι κλείνει μια «χαραμάδα» που επέτρεπε σε ορισμένους ξένους κατασκευαστές τσιπ να στέλνουν εργαλεία των ΗΠΑ στην Κίνα χωρίς άδειες.

Ο Κινέζος πρωθυπουργός Λι Κετσιάνγκ συναντά τον συνιδρυτή της Microsoft Μπιλ Γκέιτς στο κυβερνητικό συγκρότημα Τζονγκνανχάι στο Πεκίνο, στις 3 Νοεμβρίου 2017. (Thomas Peter-Pool/Getty Images)

 

Στις 12 Σεπτεμβρίου, το υπουργείο Εμπορίου δημοσίευσε νέα λίστα ελέγχου εξαγωγών που κατονόμασε 23 κινεζικές εταιρείες που βοηθούν ρωσικά ή κινεζικά στρατιωτικά προγράμματα. Παράλληλα, τιμώρησε δύο κινεζικούς μεσάζοντες για αγορά αμερικανικού εξοπλισμού κατασκευής τσιπ για τον κορυφαίο κινεζικό κατασκευαστή SMIC, σηματοδοτώντας προθυμία να τιμωρηθούν τόσο οι μεσάζοντες όσο και οι τελικοί χρήστες.

Από την 1η Οκτωβρίου, θα εφαρμοστεί υποχρεωτική εκπαίδευση για την ασφάλεια της έρευνας σε επιστήμονες που χρηματοδοτούνται από το Εθνικό Ίδρυμα Επιστημών και το υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ.

Το Πεκίνο απαντά

Στις 22 Αυγούστου, οι ρυθμιστικές Αρχές σκλήρυναν τον έλεγχο της εξόρυξης και επεξεργασίας σπάνιων γαιών, επεκτείνοντας τα όρια ποσοστώσεων και σε εισαγόμενα υλικά και απαιτώντας μηνιαίες αναφορές που δίνουν στις Αρχές πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα αποστολών – επίπεδο ελέγχου που ανησυχεί τους ξένους κατασκευαστές.

Λιγότερο από δύο εβδομάδες αργότερα, το Πεκίνο ανακοίνωσε έρευνα για καταστρατήγηση στις εισαγωγές οπτικών ινών από τις ΗΠΑ, έπειτα ξεκίνησε διπλές έρευνες για ύποπτο ντάμπινγκ από Αμερικανούς προμηθευτές αναλογικών τσιπ και για υποτιθέμενη διάκριση εναντίον κινεζικών εταιρειών.

Στις 15 Σεπτεμβρίου, οι ρυθμιστικές Αρχές βάθυναν τον αντιμονοπωλιακό έλεγχο της εξαγοράς της Mellanox Technologies από την Nvidia, εντείνοντας την πίεση στον αμερικανικό τεχνολογικό κολοσσό. Σχεδόν κάθε εβδομάδα, η μία πλευρά σφίγγει τους ελέγχους στις εξαγωγές, τις εξετάσεις ασφάλειας ή τα νομικά εμπόδια, και η άλλη απαντά με δικά της εργαλεία.

Ιδεολογικό χάσμα

«Δεν μπορείς να συμβιβάσεις τον συγκεντρωτικό αυταρχικό έλεγχο με τη σύγχρονη δημοκρατική διακυβέρνηση», είπε στην Epoch Times ο Ντέηβυ Τζ. Ουόνγκ (Davy J. Wong), οικονομολόγος με έδρα τις ΗΠΑ. «Οι δύο αξίες δεν μπορούν να συνυπάρξουν, άρα η σύγκρουση ισχύος είναι αναπόφευκτη».

Η δημοκρατία εκτιμά τη διαφάνεια και την καινοτομία από τη βάση προς τα πάνω, προσέθεσε, ενώ το μονοκομματικό κράτος της Κίνας δίνει αξία στην ταχύτητα και τη συνοχή. Αυτή η συνοχή υπηρετεί έναν σκοπό, είπε ο καθηγητής διεθνούς επιχειρηματικότητας Σεν Ρονγκτσίν (Shen Rongqin) του Πανεπιστημίου Γιορκ στον Καναδά. «Για το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας, η επιβίωση του καθεστώτος έχει απόλυτη προτεραιότητα – ακόμη και εις βάρος της οικονομίας ή των συνθηκών ζωής του λαού», είπε.

Οι προτεραιότητες δεν θα μπορούσαν να απέχουν περισσότερο, πρόσθεσε ο Χένρυ Λι (Henry Li), οικονομολόγος και αναλυτής της Κίνας με έδρα το Μέρυλαντ. «Για την Ουάσιγκτον, το ύψιστο κριτήριο είναι η εθνική ευημερία· για το Πεκίνο, η εξουσία», δήλωσε.

Οποιαδήποτε υπόνοια αδυναμίας, τόνισε, θεωρείται από το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας υπαρξιακή απειλή, γι’ αυτό αισθάνεται υποχρεωμένο να αντιμετωπίζει την Ουάσιγκτον και να προβάλει ισχύ. Αν αυτή η ισχύς αμφισβητηθεί, προειδοποίησε, «το Κόμμα δεν θα διστάσει να καταφύγει σε μέτρα εξόντωσης, ακόμη και αυτοκαταστροφικά». Υπενθύμισε την εκδήλωση αυτής της νοοτροπίας το 1989, όταν δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες και εκατοντάδες τεθωρακισμένα κατέστειλαν ειρηνικούς φιλοδημοκρατικούς διαδηλωτές στην πλατεία Τιενανμέν.

Κατά τη διάρκεια αγρυπνίας με κεριά στο Πάρκο Βικτώρια στο Χονγκ Κονγκ, ένας άνδρας κρατά εικόνα με τον διάσημο «Tank Man» που στάθηκε απέναντι στα κινεζικά στρατιωτικά τανκ στην πλατεία Τιενανμέν στις 5 Ιουνίου 1989. Χονγκ Κονγκ, 4 Ιουνίου 2020.  (Anthony/AFP μέσω Getty Images)

 

Οι ηγέτες των ΗΠΑ αντιμετωπίζουν διαφορετικές εσωτερικές προκλήσεις, σημείωσε ο Τσόου. Αν η οικονομία κλονιστεί, οι Αμερικανοί ψηφοφόροι μπορούν να τιμωρήσουν τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής στις κάλπες, περιορίζοντας το πόσο μακριά μπορεί να πιέσει η Ουάσιγκτον πριν οι απώλειες θέσεων εργασίας ή ο πληθωρισμός γίνουν πολιτικές ευθύνες.

Το εγχειρίδιο του Πεκίνου: Δέσμευση, καθυστέρηση, επαναδιαπραγμάτευση

Παρά το ιδεολογικό χάσμα, η Κίνα εξακολουθεί να βασίζεται στη ζήτηση των ΗΠΑ για τις εξαγωγές της, δίνοντας στην Ουάσιγκτον μοχλό πίεσης. Αλλά το Πεκίνο έχει μάθει πώς να αμβλύνει αυτό το πλεονέκτημα.

Η αντεπίθεση του Πεκίνου, είπε ο Ουόνγκ, είναι «δέσμευση, καθυστέρηση, επαναδιαπραγμάτευση»: η Κίνα προσφέρει τακτικές παραχωρήσεις, καθυστερεί στην εφαρμογή, και μετά επιστρέφει ζητώντας νέους όρους. Ο Λι βλέπει αυτό το σενάριο να επαναλαμβάνεται στις τρέχουσες εμπορικές συνομιλίες, καθώς οι Κινέζοι διαπραγματευτές φαίνονται συνεργάσιμοι αλλά συμβάλλουν με ελάχιστες ουσιαστικές προτάσεις.

Μέχρι στιγμής, το Πεκίνο έχει υποσχεθεί να αναιρέσει κάποιους ανταποδοτικούς δασμούς, να χαλαρώσει περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών και να δημιουργήσει έναν «μηχανισμό διαβούλευσης» για συνεχή διάλογο – βήματα που αφορούν μέτρα που το ίδιο το Πεκίνο είχε επιβάλει πρόσφατα και που δεν έχουν μακροπρόθεσμη δέσμευση.

Το μοτίβο θυμίζει τις ανεκπλήρωτες υποσχέσεις της εμπορικής συμφωνίας «Φάσης Ένα» 2018-2020, όταν οι πολυδιαφημισμένες δεσμεύσεις του Πεκίνου να αυξήσει τις αγορές αμερικανικής σόγιας και τεχνολογίας δεν υλοποιήθηκαν ποτέ πλήρως, είπε ο Λι.

Ο Λι υποστηρίζει ότι το Πεκίνο τραβάει την υπόθεση μέχρι τις ενδιάμεσες εκλογές των ΗΠΑ το 2026, ελπίζοντας ότι οποιαδήποτε αλλαγή στο Κογκρέσο θα περιορίσει τον Τραμπ, ενώ παράλληλα διοχετεύει χρήματα στις εγχώριες εφοδιαστικές αλυσίδες για να μειώσει την εξάρτηση από τις ΗΠΑ.

Εργαζόμενοι σε αποθήκη της εταιρείας ταχυμεταφορών Weijiang International, η οποία συνεργάζεται τον κινεζικό διαδικτυακό κολοσσό ηλεκτρονικών αγορών Temu, στο Γκουανγκτζού. Επαρχία Γκουανγκντόνγκ, Κίνα, 12 Αυγούστου 2025. (Adek Berry/AFP μέσω Getty Images)

 

Ωστόσο, το περιθώριο κινήσεων της Κίνας στενεύει, σημείωσε ο Τσόου, αφού η κατάρρευση της αγοράς ακινήτων, η εκρηκτική ανεργία νέων και η αδύναμη κατανάλωση έχουν υπονομεύσει την ελκυστικότητά της ως μαγνήτη ξένων κεφαλαίων. Μια έρευνα του 2025 του Συμβουλίου Επιχειρήσεων ΗΠΑ-Κίνας έδειξε ότι μόνο το 48% των αμερικανικών εταιρειών σχεδιάζει να επενδύσει στην Κίνα το 2025 – πτώση ιδιαιτέρως απότομη από το 80% του 2024.

«Το Πεκίνο ίσως θελήσει να ελαχιστοποιήσει τη ζημιά από τον εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ», προειδοποίησε ο Τσόου, «ή να βρεθεί αντιμέτωπο με σοβαρότερη οικονομική κρίση στο εσωτερικό».

Επικείμενοι δευτερογενείς δασμοί στην Κίνα

Η Κίνα και η Ινδία βοήθησαν να διατηρηθεί η ρωσική οικονομία ζωντανή μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, αυξάνοντας τις αγορές ρωσικού πετρελαίου ακόμη και όταν πολλές χώρες τις μείωσαν ή τις διέκοψαν.

Μέχρι το 2025, η Κίνα είχε γίνει ο μεγαλύτερος αγοραστής ορυκτών καυσίμων της Ρωσίας, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 40% των εσόδων από εξαγωγές της Μόσχας, αντισταθμίζοντας μεγάλο μέρος της επίδρασης των δυτικών κυρώσεων.

Σε απάντηση, το Κογκρέσο – με διακομματική ψήφο – παραχώρησε στον πρόεδρο Τραμπ την εξουσία να επιβάλει κυρώσεις και δασμούς σε χώρες που βοηθούν τη Ρωσία. Ο πρόεδρος έχει επίσης παροτρύνει αξιωματούχους της ΕΕ να επιβάλουν δασμούς έως 100% σε κινεζικά και ινδικά αγαθά και έχει δώσει σήμα ότι η Ουάσιγκτον θα δράσει συντονισμένα.

Εμπορευματοκιβώτια στοιβάζονται καθώς γερανοί εκφορτώνουν φορτηγά πλοία στο λιμάνι του Λος Άντζελες στο Σαν Πέδρο. Καλιφόρνια, ΗΠΑ, 15 Απριλίου 2025. (Patrick T. Fallon/AFP μέσω Getty Images)

 

Το Πεκίνο απάντησε με τα δικά του μέσα πίεσης. Κατά τις τεταμένες συνομιλίες του Μαΐου και του Ιουνίου, περιόρισε τις εξαγωγές βαρέων σπάνιων γαιών – απαραίτητων για κάθε είδος σύγχρονης τεχνολογίας, από πυραύλους και οχήματα μέχρι κινητά τηλέφωνα – προκειμένου να αποσπάσει παραχωρήσεις.

«Αυτός ο στραγγαλισμός λειτούργησε», είπε ο Σεν. Η Ουάσιγκτον χαλάρωσε κάποιους δασμούς και μετρίασε ορισμένους ελέγχους στα τσιπ, επιτρέποντας στις Nvidia και AMD να πουλήσουν στην Κίνα υποβαθμισμένα τσιπ τεχνητής νοημοσύνης, H20 και MI308, με αντάλλαγμα προμήθεια 15% επί των εσόδων.

Ο Σεν υποστηρίζει ότι η συμφωνία στην πραγματικότητα ευνοεί τις Ηνωμένες Πολιτείες, επειδή κρατά τους Κινέζους προγραμματιστές «κλειδωμένους» στο οικοσύστημα Compute Unified Device Architecture της Nvidia, καθυστερώντας έτσι τις εγχώριες εναλλακτικές τους.

Το κατά πόσο αυτή η συμφωνία θα τηρηθεί από το Πεκίνο παραμένει αβέβαιο. Οι αναλυτές αναμένουν ότι οι εντάσεις θα αναζωπυρωθούν αν δεν υπάρξουν συγκεκριμένες συμφωνίες έως τις 10 Νοεμβρίου, οπότε λήγει και η παράταση της προθεσμίας για τις διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο χωρών. «Κάθε πλευρά αξιοποιεί τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα ως όπλο», είπε ο Σεν. «Αυτό το μοτίβο γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο».

Με δευτερογενείς δασμούς ή χωρίς, κάθε πλευρά επιστρατεύει τα ισχυρότερα όπλα της – την τεχνολογία η Ουάσιγκτον, τις σπάνιες γαίες το Πεκίνο – σε ένα κλιμακούμενο μοτίβο που ολοένα και περισσότερο θυμίζει Ψυχρό Πόλεμο, συμπλήρωσε ο Σεν.

Του Sean Tseng

Με τη συμβολή του Gu Xiaohua

Η νέα «συμφωνία TikTok» μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας – Τι ειπώθηκε στη συνομιλία Τραμπ-Σι

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, και ο ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, ξεκίνησαν συνομιλίες στις 19 Σεπτεμβρίου με αντικείμενο τη συμφωνία που θα επέτρεπε στη ByteDance, με έδρα την Κίνα, να πωλήσει το TikTok σε Αμερικανό αγοραστή.

Σύμφωνα με το επίσημο ανακοινωθέν της συνομιλίας, το οποίο δημοσιοποίησε το κινεζικό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Xinhua, οι δύο ηγέτες συζήτησαν και άλλα ζητήματα, συμπεριλαμβανομένου του εμπορίου.

Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social, ο Τραμπ δήλωσε ότι «η Κίνα ενέκρινε την πώληση του TikTok», χωρίς να αποκαλύψει τους όρους της συμφωνίας. «Η συνομιλία ήταν εξαιρετική. Θα μιλήσουμε ξανά τηλεφωνικά. Εκτιμώ την έγκριση σχετικά με το TikTok», ανέφερε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι η συνομιλία ήταν ιδιαίτερα παραγωγική.

Άλλα ζητήματα που έθιξαν οι δύο ηγέτες ήταν ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας: «Σημειώθηκε πρόοδος σε πολλά σημαντικά θέματα, μεταξύ των οποίων το εμπόριο, η φαιντανύλη, η ανάγκη να τερματιστεί ο πόλεμος μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας», έγραψε ο Τραμπ, ο οποίος ανακοίνωσε και σειρά μελλοντικών συναντήσεων. «Συμφώνησα με τον πρόεδρο Σι να συναντηθούμε στη Σύνοδο APEC στη Νότια Κορέα, να επισκεφθώ την Κίνα στις αρχές του επόμενου έτους, ενώ ο πρόεδρος Σι θα επισκεφθεί και αυτός τις Ηνωμένες Πολιτείες σε κατάλληλο χρόνο».

Σε ό,τι αφορά το TikTok, το πρακτορείο Xinhua μετέδωσε ότι η στάση της κινεζικής πλευράς είναι πως οι εταιρείες μπορούν να προχωρήσουν σε εμπορικές διαπραγματεύσεις βάσει των κανόνων της αγοράς και να καταλήξουν σε λύσεις που συνάδουν με τους κινεζικούς νόμους και ισορροπούν τα συμφέροντα. Δεν δόθηκαν περαιτέρω λεπτομέρειες για τη συμφωνία.

Κινεζικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι η τηλεφωνική επικοινωνία ξεκίνησε στις 20:12 ώρα Πεκίνου, δηλαδή 12 ώρες μπροστά από την Ουάσιγκτον.

Ο Τραμπ είχε ήδη παρουσιάσει τους βασικούς όρους της συμφωνίας εντός της εβδομάδας, σε συνάντηση αντιπροσώπων των ΗΠΑ και της Κίνας στη Μαδρίτη.

Ο Αμερικανός αντιπρόσωπος Εμπορίου Τζέημσον Γκρηρ και ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσσεντ δήλωσαν στους δημοσιογράφους ότι έπειτα από δύο ημέρες διαπραγματεύσεων, κατέληξαν σε ένα πλαίσιο συμφωνίας, με την παρέμβαση Τραμπ να παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωσή του.

«Ο πρόεδρος Τραμπ συμμετείχε ενεργά. Μιλήσαμε μαζί του χθες το βράδυ. Μας έδωσε συγκεκριμένες οδηγίες, τις οποίες μεταφέραμε στους Κινέζους συνομιλητές μας», ανέφερε ο Γκρηρ στις 16 Σεπτεμβρίου. «Χωρίς την ηγεσία και το διαπραγματευτικό του πλεονέκτημα, δεν θα είχαμε καταφέρει να ολοκληρώσουμε τη συμφωνία σήμερα».

Ο Μπέσσεντ είπε στους δημοσιογράφους στις 15 Σεπτεμβρίου ότι η κινεζική αποστολή προσήλθε με απαιτήσεις για σημαντικές εμπορικές και τεχνολογικές παραχωρήσεις. Επεσήμανε επίσης ότι επέμειναν να διατηρηθούν τα «κινεζικά χαρακτηριστικά» του TikTok σε περίπτωση πώλησης.

«Το ενδιαφέρον τους είναι τα κινέζικα χαρακτηριστικά της εφαρμογής, τα οποία θεωρούν ως ήπια ισχύ. Εμάς δεν μας ενδιαφέρουν τα κινεζικά χαρακτηριστικά, αλλά η εθνική ασφάλεια», δήλωσε ο Μπέσσεντ. «Δεν είμαστε διατεθειμένοι να θυσιάσουμε την εθνική μας ασφάλεια για μία εφαρμογή κοινωνικής δικτύωσης».

Το Κογκρέσο υιοθέτησε πέρυσι νομοθεσία απαγόρευσης ελέγχου εφαρμογών στις ΗΠΑ από «ξένους αντιπάλους». Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν υπέγραψε τη σχετική διάταξη πριν από τη λήξη της προθεσμίας για τη ByteDance να αποεπενδύσει από το TikTok πριν το τέλος της θητείας του.

Η ByteDance και το TikTok προσέφυγαν στα αμερικανικά ομοσπονδιακά δικαστήρια, τα οποία ανέστειλαν την προθεσμία, δίνοντας στον Τραμπ, ως νέο πρόεδρο, χρόνο να αποφασίσει για τη διαχείριση του ζητήματος.

Ο Τραμπ έχει ήδη παρατείνει αρκετές φορές την προθεσμία, συμπεριλαμβανομένης και αυτής της εβδομάδας, καθώς οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται και η ByteDance υποστηρίζει ότι η κινεζική νομοθεσία δεν επιτρέπει την πώληση.

Οι κινεζικές αρχές έχουν τροποποιήσει τους νόμους περί ελέγχου εξαγωγών ώστε να καλύπτουν τους αλγορίθμους σύστασης – όπως τον αλγόριθμο του TikTok – υπό τον αυστηρότερο έλεγχο του Πεκίνου, την ώρα που η εφαρμογή βρέθηκε στο στόχαστρο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ.

Αυτή την εβδομάδα, ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι υπάρχουν ήδη Αμερικανοί επενδυτές που ενδιαφέρονται να αγοράσουν το TikTok, αλλά οι όροι πρέπει να οριστικοποιηθούν στις συνομιλίες με τον Σι.

«Έχουμε συμφωνία για το TikTok. Υπάρχει μια ομάδα από πολύ μεγάλες εταιρείες που θέλουν να το αγοράσουν», είπε ο Τραμπ σε συνέντευξη Τύπου στις 16 Σεπτεμβρίου.

Ερωτήματα εξακολουθούν να υπάρχουν για το αν θα διατηρηθεί κινεζική συμμετοχή στην εταιρεία και αν η ByteDance θα παραμείνει διαχειρίστρια του αλγορίθμου του TikTok – κάτι που οι Κινέζοι διαπραγματευτές στη Μαδρίτη δήλωσαν πως επιθυμούν να μεταβιβαστεί με άδεια στον Αμερικανό αγοραστή.

Ο Κινέζος διαπραγματευτής Ουάνγκ Τζινγκτάο ενημέρωσε τους δημοσιογράφους ότι έχει επιτευχθεί συναίνεση σχετικά με την αδειοδότηση του αλγορίθμου και των λοιπών δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας του TikTok.

Κυβερνητικοί αξιωματούχοι και μέλη του Κογκρέσου στις ΗΠΑ εξέφρασαν επιφυλάξεις, ζητώντας να εξετάσει το Κογκρέσο τους όρους της συμφωνίας για να διαπιστωθεί αν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της νομοθεσίας περί αποεπένδυσης.

Ο βουλευτής Τζον Μούλεναρ, μιλώντας στην εκπομπή Squawk Box του CNBC, δήλωσε: «Είχα την ελπίδα ότι θα υπάρξει συμφωνία, αλλά παραμένουν ανησυχίες. Όταν μιλάμε για έλεγχο, ο Σι Τζινπίνγκ έχει τον έλεγχο και αν υπάρχει αμφιβολία ότι η ByteDance ελέγχεται από το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας, δεν χρειάζεται να ψάξει κανείς παραπέρα: ο ίδιος ο ηγέτης διαπραγματεύεται την αποεπένδυση με τη ByteDance».

Και συμπλήρωσε: «Το ζήτημα του αλγορίθμου είναι εξαιρετικά κρίσιμο και δεν θέλουμε να επιτρέψουμε στην Κίνα να συνεχίσει να επηρεάζει, να ελέγχει το τι βλέπουν και πώς σκέφτονται 170 εκατομμύρια Αμερικανοί. Αναμένουμε με ενδιαφέρον την επόμενη συνομιλία του προέδρου με τον Σι Τζινπίνγκ».

Με τη συμβολή της  Ντόροθι Λι