Το Ηνωμένο Βασίλειο ανακοίνωσε την επιβολή κυρώσεων σε δύο εταιρείες κυβερνοασφάλειας με έδρα την Κίνα, κατηγορώντας τες για κακόβουλες δραστηριότητες στον κυβερνοχώρο που στοχεύουν το Λονδίνο και τους συμμάχους του.
Η κυβέρνηση των Εργατικών έθεσε στη μαύρη λίστα την εταιρεία Sichuan Anshuan Information Technology (γνωστή και ως ISUN), λόγω του ρόλου της στην παραβίαση άνω των 80 δικτύων κυβερνητικών και ιδιωτικών οργανισμών παγκοσμίως, καθώς και στην παροχή υποστήριξης σε άλλους οι οποίοι σχεδίαζαν κυβερνοκατασκοπεία. Σε ανακοίνωσή του στις 9 Δεκεμβρίου, το βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών ανέφερε:
«Οι δύο στοχευόμενες εταιρείες είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα των απειλών που προκύπτουν από την κινεζική βιομηχανία κυβερνοχώρου, η οποία περιλαμβάνει τόσο διαμεσολαβητές δεδομένων που συλλέγουν και πωλούν προσωπικά δεδομένα, όσο και προσληφθέντες χάκερ.»
Οι κυρώσεις επεκτείνονται και στην εταιρεία Integrity Technology Group Inc., τεχνολογικό όμιλο με έδρα το Πεκίνο, ο οποίος κατηγορείται ότι διαχειρίζεται συγκαλυμμένο δίκτυο στον κυβερνοχώρο διευκολύνοντας τις επιθέσεις τρίτων.
Αξιωματούχοι των ΗΠΑ έχουν συνδέσει την Integrity Technology με το Υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας της Κίνας, ενώ τον Ιανουάριο οι αμερικανικές αρχές επέβαλαν κυρώσεις στην εταιρεία επειδή παρείχε υποδομή σε ομάδα χάκερ που συνδέεται με το κινεζικό κράτος, γνωστή στον ιδιωτικό τομέα ως Flax Typhoon, κατά το διάστημα από το καλοκαίρι του 2022 έως το φθινόπωρο του 2023.
«Η ομάδα Flax Typhoon έχει διεισδύσει με επιτυχία σε πολλούς κρατικούς φορείς, εταιρείες τηλεπικοινωνιών, μέσα ενημέρωσης, πανεπιστήμια και επιχειρήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε άλλες χώρες.»
Η εν λόγω εκστρατεία δημιούργησε επίσης ένα botnet που μόλυνε περισσότερες από 200.000 συσκευές παγκοσμίως—από μόντεμ και κάμερες μέχρι συστήματα εγγραφής βίντεο—με στόχο τη διενέργεια κακόβουλων ενεργειών, σύμφωνα με το αμερικανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης. Ανάλογες κατηγορίες αντιμετωπίζει και η ISUN για τις δραστηριότητές της σε διεθνές επίπεδο.
Τον Μάρτιο, οι αμερικανικές αρχές άσκησαν διώξεις εναντίον οκτώ ατόμων που φέρονται να συνδέονται με την ISUN, καθώς και δύο Κινέζων αξιωματικών επιβολής του νόμου, για τη συμμετοχή τους σε πολυετή εκστρατεία κυβερνοεπιθέσεων με στόχο την υποκλοπή δεδομένων ξένων φορέων.
Στους στόχους περιλαμβάνονται αμερικανικές υπηρεσίες, όπως η Υπηρεσία Αμυντικής Πληροφόρησης και το Υπουργείο Εμπορίου, καθώς και τα υπουργεία Εξωτερικών της Ταϊβάν, της Ινδίας, της Νότιας Κορέας και της Ινδονησίας. Επιθέσεις σημειώθηκαν επίσης κατά διαφωνούντων και θρησκευτικών ομάδων που θεωρούνται απειλή από το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ).
«Κατηγορητήριο που αποσφραγίστηκε τότε σε ομοσπονδιακό δικαστήριο στο Μανχάταν χαρακτήριζε την ISUN ως βασικό παράγοντα στο “οικοσύστημα” χάκερ κατ’ εντολή που έχει στήσει το ΚΚΚ.»
Η βρετανίδα υπουργός Εξωτερικών Ιβέτ Κούπερ μιλά σε εκδήλωση για τον εορτασμό της 100ής επετείου των Συνθηκών του Λοκάρνο στο Υπουργείο Εξωτερικών, Κοινοπολιτείας και Ανάπτυξης στο Λονδίνο στις 9 Δεκεμβρίου 2025. Jaimi Joy – WPA Pool/Getty Images
Το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ προσφέρει αμοιβή έως και 10 εκατομμύρια δολάρια για πληροφορίες σχετικά με την ISUN και τους εργαζομένους της. Μιλώντας στο Λονδίνο στις 9 Δεκεμβρίου, η Βρετανίδα υπουργός Εξωτερικών, Γιβέτ Κούπερ, δήλωσε:
«Οι κυβερνοεπιθέσεις, σαν αυτές που πραγματοποιούν οι δύο κινεζικές εταιρείες, πλήττουν τη συλλογική μας ασφάλεια και τις δημόσιες υπηρεσίες, ενώ οι υπεύθυνοι αγνοούν ποιον ή τι στοχοποιούν. Με την επιβολή κυρώσεων, θέλουμε να διασφαλίσουμε ότι τέτοιου είδους ανεύθυνες πρακτικές δεν θα μείνουν αναπάντητες. Το μήνυμά μας σε όσους επιδιώκουν να μας πλήξουν είναι σαφές: Σας εντοπίζουμε, βλέπουμε τι κάνετε και θα υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας και τις διεθνείς συμμαχίες μας.»
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας εξέφρασε την αντίθεσή του στην κίνηση του Λονδίνου κατά των δύο κινεζικών εταιρειών. Εκφράζοντας αλληλεγγύη, η Αυστραλία δήλωσε στις 10 Δεκεμβρίου ότι συμμερίζεται τις βρετανικές ανησυχίες για την αύξηση των κακόβουλων δραστηριοτήτων στον κυβερνοχώρο, περιλαμβανομένων και εκείνων που σχετίζονται με εταιρείες πληροφορικής διασυνδεδεμένες με το κινεζικό κράτος.
«Οι κακόβουλες αυτές ενέργειες απειλούν τη σταθερότητα και την προβλεψιμότητα στον κυβερνοχώρο, με ευρείες συνέπειες για τα θύματα και τα δίκτυά τους. Η Αυστραλία θα συνεχίσει να συμπορεύεται με τους διεθνείς εταίρους της στην καταπολέμηση κακόβουλων κυβερνοεπιθέσεων. Καλούμε όλα τα κράτη και τους φορείς στον κυβερνοχώρο να επιδεικνύουν υπεύθυνη στάση.»
Τέσσερα χρόνια αφότου ένα δικαστήριο με έδρα το Λονδίνο έκρινε ότι η καταστολή των Ουιγούρων από το Πεκίνο συνιστά γενοκτονία, υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων προειδοποιούν ότι το πρόβλημα παραμένει ανοιχτό.
Στις 9 Δεκεμβρίου συμπληρώθηκε η επέτειος αυτής της απόφασης, σύμφωνα με την οποία η Κίνα κρίθηκε ένοχη για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, συμπεριλαμβανομένων των βασανιστηρίων, αναγκαστικών στειρώσεων, δουλείας και δολοφονιών Μουσουλμάνων Ουιγούρων.
Στις αρχές του 2021 και κατά τη διάρκεια της θητείας του Ντόναλντ Τραμπ, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν προβεί σε αντίστοιχη αναγνώριση της γενοκτονίας, επιβάλλοντας κυρώσεις και περιορισμούς στις εισαγωγές για εταιρείες που εμπλέκονται στους διωγμούς.
Ο Ομέρ Κανατ, εκτελεστικός διευθυντής του Ουιγουρικού Έργου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, δήλωσε στην Epoch Times ότι ορισμένες κυβερνήσεις διστάζουν να επέμβουν, επειδή φοβούνται πως θα πληγούν οι εμπορικές τους σχέσεις με την Κίνα.
«Αυτό είναι ανήθικο και οι κυβερνήσεις οφείλουν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους βάσει του διεθνούς δικαίου», τόνισε ο Κανατ. Παρόλο που 153 κράτη έχουν υπογράψει διεθνείς συμβάσεις, όπως η Σύμβαση του 1948 για την πρόληψη και την καταστολή του εγκλήματος της γενοκτονίας, «ελάχιστα τολμούν να κινηθούν εναντίον του κινεζικού καθεστώτος», πρόσθεσε.
Οι ανησυχίες για οικονομικά αντίποινα μόνο αβάσιμες δεν είναι. Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας προχώρησε σε κυρώσεις εις βάρος μελών του συγκεκριμένου δικαστηρίου και βρετανικών οργανώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ακόμη και πριν δημοσιευθεί το σχετικό πόρισμα, ενώ επέβαλε κυρώσεις και σε πέντε Βρετανούς βουλευτές.
Οι δηλώσεις του Κανατ γίνονται τη στιγμή που οργανώσεις υπεράσπισης των Ουιγούρων, όπως η Ουιγουρική Αμερικανική Ένωση και το Κέντρο Ουιγουρικών Σπουδών, συγκεντρώθηκαν στην Ουάσιγκτον απευθύνοντας έκκληση προς τις κυβερνήσεις ανά τον κόσμο να αναλάβουν δράση.
Παράλληλα, κάλεσαν το Κογκρέσο να ψηφίσει νομοσχέδια όπως ο Νόμος για την Απόδοση Ευθυνών και τις Κυρώσεις σχετικά με τη Γενοκτονία των Ουιγούρων, με στόχο τον τερματισμό της αφαίρεσης οργάνων από Ουιγούρους που φέρεται να πραγματοποιείται από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα.
«Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 22 νομοσχέδια στο Κογκρέσο που επιβάλλουν κόστος στην κινεζική κυβέρνηση και σε κινεζικές εταιρείες που κερδοσκοπούν από τις βιαιοπραγίες», δήλωσε στην Epoch Times η Λουίζα Γκριβ, διευθύντρια της παγκόσμιας εκστρατείας υπεράσπισης του Ουιγουρικού Έργου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Ένα ακόμη νομοσχέδιο, ο Νόμος για την Ουιγουρική Πολιτική, κατέθεσε τον Απρίλιο η εκπρόσωπος Γιάνγκ Κιμ. Μεταξύ άλλων, προβλέπει ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ οφείλει να συμβάλλει στο κλείσιμο των κινέζικων στρατοπέδων κράτησης και «αναμόρφωσης», ενώ ζητά την εκπαίδευση των αμερικανών διπλωματών στην ουιγουρική γλώσσα.
Σύμφωνα με το πόρισμα του δικαστηρίου, ο διωγμός των Ουιγούρων στην περιοχή Σιντζιάνγκ ξεκίνησε το 2014 με την εφαρμογή της πολιτικής καταπολέμησης της «τρομοκρατίας» από τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ. Το 2017 ακολούθησε εκστρατεία «επανεκπαίδευσης», με επίσημο στόχο την εκτόνωση εθνοτικών εντάσεων ως το 2021.
Τα θύματα της απόπειρας του καθεστώτος να επιβάλει πολιτισμικό έλεγχο στους Ουιγούρους υπέστησαν απερίγραπτη βαναυσότητα και απανθρωπιά, διαπιστώνει η έκθεση.
Πολλοί κρατούμενοι υπέμειναν βασανιστήρια χωρίς αιτία: ξερίζωμα νυχιών, ξυλοδαρμούς με ρόπαλα, ακινητοποίηση με χέρια και πόδια σε «καρέκλες τίγρης» επί ώρες ή και μέρες χωρίς διάλειμμα, κράτηση σε κιβώτια με παγωμένο νερό ως τον λαιμό ή σε κλουβιά τόσο μικρά που ήταν αδύνατο να σταθούν όρθιοι ή να ξαπλώσουν, μεταξύ άλλων πρακτικών.
Η Ταϊβάν προχώρησε επισήμως στην απαγόρευση της κινεζικής εφαρμογής κοινωνικής δικτύωσης RedNote, επικαλούμενη σοβαρές ελλείψεις στην κυβερνοασφάλεια και εκτεταμένα περιστατικά απάτης μέσω της πλατφόρμας.
Η εφαρμογή, γνωστή στην Κίνα ως Xiaohongshu ή «Μικρό Κόκκινο Βιβλίο», αριθμεί πάνω από 3 εκατομμύρια χρήστες στην Ταϊβάν, δηλαδή περίπου το ένα όγδοο του πληθυσμού της νήσου. Το RedNote προσέλκυσε το ενδιαφέρον και στις ΗΠΑ νωρίτερα φέτος, εν μέσω προειδοποιήσεων από την Ουάσιγκτον σχετικά με ενδεχόμενο αποκλεισμό του TikTok.
Αποκλεισμός πρόσβασης από τις 4 Δεκεμβρίου
Από τις 4 Δεκεμβρίου, οι ταϊβανέζικες διαδικτυακές πλατφόρμες υποχρεώθηκαν να μπλοκάρουν την πρόσβαση στο RedNote. Παρότι η εφαρμογή παραμένει διαθέσιμη για λήψη, το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Focus Taiwan σημειώνει ότι στην πράξη είναι πλέον μη λειτουργική.
Το μέτρο, που θα ισχύσει για έναν χρόνο, ελήφθη αμέσως αφότου το Υπουργείο Ψηφιακών Υποθέσεων διαπίστωσε πως το RedNote απέτυχε να καλύψει και τους 15 δείκτες υποχρεωτικών ελέγχων κυβερνοασφάλειας. Το Υπουργείο Εσωτερικών δημοσιοποίησε ότι η εφαρμογή έχει συσχετιστεί με 1.706 περιστατικά απάτης από τις αρχές του 2024, προκαλώντας οικονομικές ζημιές ύψους περίπου 248 εκατ. Δολαρίων Ταϊβάν.
Η αδράνεια της Xingyin και οι προσπάθειες περιορισμού της απάτης
Το Υπουργείο Εσωτερικών τόνισε ότι το RedNote εντοπίστηκε ειδικά λόγω της στάσης της εταιρείας-κατόχου στην Σαγκάη, Xingyin Information Technology Limited, η οποία αγνόησε επιστολή της 14ης Οκτωβρίου που ζητούσε ενίσχυση των μέτρων προστασίας των Ταϊβανών χρηστών. Πρόσθεσε μάλιστα ότι φέτος έχει μπλοκάρει πάνω από 45.000 ιστοσελίδες.
Η έλλειψη τοπικού παραρτήματος της Xingyin στην Ταϊβάν δημιουργεί περαιτέρω εμπόδια για τις αρχές να αντλήσουν τις αναγκαίες πληροφορίες σε υποθέσεις απάτης. Σε αντίθεση, πολλές άλλες πλατφόρμες—όπως το Facebook, η Google, το AppLine από την Ιαπωνία και το TikTok από την Κίνα—έχουν ιδρύσει νομικές οντότητες στην Ταϊβάν και συνεργάζονται με τις κυβερνητικές προσπάθειες καταπολέμησης της απάτης.
Η διάρκεια της απαγόρευσης και η αντίδραση των αρχών
Η διάρκεια της απαγόρευσης του RedNote ενδέχεται να αναθεωρηθεί αναλόγως της συμμόρφωσης της Xingyin με τις ρυθμίσεις ασφάλειας δεδομένων. Το Υπουργείο καλεί τους πολίτες να μην κατεβάζουν την εφαρμογή και ζητά από διεθνείς τεχνολογικές πλατφόρμες, όπως η Google, να διακόψουν τη διαφήμιση του RedNote.
Αντιδρώντας, η επικεφαλής του αντιπολιτευόμενου Kuomintang, Τσενγκ Λιγουέν, κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι εφαρμόζει ιδεολογικά κίνητρα και επιλεκτική εφαρμογή του νόμου, κάνοντας λόγο για λογοκρισία. Από την πλευρά του, ο πρωθυπουργός Ζου Γιονγκτάι υπεραμύνθηκε της απόφασης, δηλώνοντας ότι το RedNote «αγνόησε πλήρως» τα αιτήματα της κυβέρνησης.
«Η Κίνα είναι μια χώρα όπου η ελευθερία του λόγου είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Είναι απαράδεκτο να επιτρέψουμε να τραυματίζει και τη δική μας ελευθερία μέσω τέτοιων περιορισμένων πρακτικών», τόνισε, επισημαίνοντας ότι ο ιδιοκτήτης του Douyin—της κινεζικής έκδοσης του TikTok—είναι ως τώρα περισσότερο πρόθυμος να επικοινωνήσει με τις αρχές, αν και χρειάζονται ακόμη βελτιώσεις.
Πέντε Κινέζικες εφαρμογές στο μικροσκόπιο της MODA
Στις 3 Δεκεμβρίου, το Υπουργείο Ψηφιακών Υποθέσεων προειδοποίησε σε συνέντευξη Τύπου για πέντε κινεζικές εφαρμογές αναφορικά με τις σοβαρές ελλείψεις στην κυβερνοασφάλεια—μεταξύ αυτών τα RedNote και Douyin. Σύμφωνα με την έκθεση, το RedNote προβαίνει σε ανησυχητικές πρακτικές, όπως:
– Πρόσβαση και ανάγνωση στη μνήμη της συσκευής
– Συλλογή εκτεταμένων δεδομένων, όπως τοποθεσία, επαφές, περιεχόμενο πρόχειρου, στιγμιότυπα οθόνης, χαρακτηριστικά προσώπου, λίστα εφαρμογών και ρυθμίσεις συσκευής
– Απαίτηση υπερβολικών προσωπικών στοιχείων
– Υποχρεωτική αποδοχή παράλογων όρων περί απορρήτου
– Κοινοποίηση δεδομένων χρηστών σε τρίτους
– Μεταφορά δεδομένων στην ηπειρωτική Κίνα
Ο διευθυντής κυβερνοασφάλειας του Υπουργείου, Τσάι Φουλόνγκ, παρουσίασε εξίσου ανησυχητικές διαπιστώσεις για άλλες κινεζικές πλατφόρμες: το Douyin και το Weibo απέτυχαν σε 13 από τους 15 ελέγχους, το WeChat σε 10, ενώ η υπηρεσία Baidu Cloud σε 9.
Η Epoch Times έχει απευθύνει ερωτήματα για σχόλια στις ByteDance (ιδιοκτήτρια του Douyin), Tencent (WeChat), Weibo και Baidu αναφορικά με τα παραπάνω ευρήματα.
Κοινή ανακοίνωση με την οποία εκφράζουν ανησυχία για τη ραγδαία ενίσχυση του πυρηνικού οπλοστασίου και των στρατιωτικών δυνατοτήτων του Πεκίνου εξέδωσαν στις 12 Νοεμβρίου οι επτά ισχυρότερες βιομηχανικές χώρες του κόσμου, καλώντας το κινεζικό καθεστώς να αποδείξει τη δέσμευσή του υπέρ της σταθερότητας με μεγαλύτερη διαφάνεια.
Η ανακοίνωση για την παγκόσμια ασφάλεια δόθηκε στη δημοσιότητα στο πλαίσιο της συνόδου των G7 στον Νιαγάρα του Καναδά και φέρει την υπογραφή των Ηνωμένων Πολιτειών, του Καναδά, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, της Ιαπωνίας, της Μεγάλης Βρετανίας και του Ύπατου Εκπροσώπου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η ατζέντα της συνόδου, που διεξήχθη το διήμερο 11-12 Νοεμβρίου, περιλάμβανε ζητήματα ειρήνης και σταθερότητας στη Μέση Ανατολή, την Ουκρανία, την Ινδο-Ειρηνική, την Αϊτή, το Σουδάν και το Κονγκό, καθώς και θέματα ασφάλειας στη ναυσιπλοΐα και τις εφοδιαστικές αλυσίδες, με την Κίνα να βρίσκεται συχνά στο επίκεντρο των συζητήσεων.
«Παραμένουμε ανήσυχοι για την ενίσχυση των κινεζικών ενόπλων δυνάμεων και τον ταχύτατο πολλαπλασιασμό του πυρηνικού οπλοστασίου της Κίνας και καλούμε το Πεκίνο να αποδείξει έμπρακτα τη δέσμευσή του για σταθερότητα, διασφαλίζοντας μεγαλύτερη διαφάνεια», αναφέρει χαρακτηριστικά η ανακοίνωση.
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών της Στοκχόλμης για την Ειρήνη, η Κίνα αυξάνει τον αριθμό των πυρηνικών της κεφαλών με ρυθμό που ξεπερνά κάθε άλλη χώρα, αγγίζοντας το 20% ετησίως.
Τον Ιανουάριο, η χώρα υπολογιζόταν πως διαθέτει τουλάχιστον 600 πυρηνικές κεφαλές, διπλάσιες σε σχέση με το 2020. Αν και παραμένει μακρινή τρίτη πίσω από τη Ρωσία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ινστιτούτο εκτιμά ότι αν αυτή η τάση συνεχιστεί, η Κίνα θα μπορούσε να φτάσει στο ίδιο επίπεδο με τις ΗΠΑ έως το 2030.
Τον Αύγουστο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, πρότεινε τη διεξαγωγή συνομιλιών για τον πυρηνικό αφοπλισμό με τη Μόσχα και το Πεκίνο, ωστόσο το κινεζικό καθεστώς απέρριψε το αίτημα. Τον Οκτώβριο, ο Τραμπ έδωσε εντολή στο Πεντάγωνο να ξεκινήσει δοκιμές πυρηνικών όπλων ως απάντηση στην εντατικοποίηση τέτοιων δοκιμών από Ρωσία και Κίνα.
«Λόγω των προγραμμάτων δοκιμών άλλων χωρών, ζήτησα από το Υπουργείο Πολέμου να ξεκινήσει δοκιμές των δικών μας πυρηνικών όπλων σε ισότιμη βάση», ανέφερε ο Τραμπ σε ανάρτησή του στο Truth Social, προσθέτοντας ότι η διαδικασία θα ξεκινήσει άμεσα.
Η χορήγηση κινεζικών όπλων στη Ρωσία για τον πόλεμο στην Ουκρανία αποτέλεσε άλλο ένα σημείο ανησυχίας για τους ηγέτες των G7. «Καταδικάζουμε την παροχή στρατιωτικής βοήθειας προς τη Ρωσία από τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν, καθώς και την παροχή όπλων και διπλής χρήσης εξαρτημάτων από την Κίνα, η οποία αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τον πόλεμο της Ρωσίας», τονίζεται στην κοινή ανακοίνωση.
Οι ηγέτες επαναβεβαίωσαν τη δέσμευσή τους υπέρ της ειρήνης στην Ινδο-Ειρηνική, καταγγέλλοντας αποσταθεροποιητικές ενέργειες της Κίνας και της Βόρειας Κορέας, όπως τις επανειλημμένες συγκρούσεις μεταξύ κινεζικών και φιλιππινέζικων σκαφών στην αμφισβητούμενη περιοχή, κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου.
Παράλληλα, εξέφρασαν την υποστήριξή τους για τη διατήρηση της ειρήνης στα Στενά της Ταϊβάν και την ουσιαστική συμμετοχή της Ταϊβάν σε διεθνείς οργανισμούς όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο.
Στην ανακοίνωση γίνεται επίσης μνεία στον πρόσφατα δημοσιευθέντα Οδικό Χάρτη για την Ανθεκτικότητα στην Εφοδιαστική Αλυσίδα Κρίσιμων Ορυκτών, με αναφορά στις προσπάθειες του Πεκίνου να επιβάλει εκτεταμένους περιορισμούς στην παγκόσμια πρόσβαση σε σπάνιες γαίες, σχεδόν όλες οι οποίες επεξεργάζονται στην Κίνα.
«Εκφράσαμε ιδιαίτερη ανησυχία για τη χρήση αθέμιτων μέτρων και τακτικών που διαταράσσουν τις εφοδιαστικές αλυσίδες κρίσιμων ορυκτών, όπως και άλλες στρεβλώσεις της αγοράς συμπεριλαμβανομένης της υπερπαραγωγής», επισημαίνεται.
Τέλος, οι ηγέτες καλωσόρισαν τη συνάντηση των Ντόναλντ Τραμπ και Σι Τζινπίνγκ, μετά την οποία η Κίνα συμφώνησε να αναστείλει για τουλάχιστον έναν χρόνο τους περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών και μαγνητών, και τόνισαν πως αποθαρρύνουν οποιαδήποτε μελλοντική πολιτική που θα αποτελεί εμπόδιο στις προβλέψιμες εμπορικές συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένων των κρίσιμων ορυκτών.
Σχεδόν όλοι έχουμε δει τις διαφημίσεις να εμφανίζονται ξαφνικά όσο περιηγούμαστε στο διαδίκτυο – η διαδικτυακή πλατφόρμα Temu προβάλλει τα εμπορεύματά της στα πιο δημοφιλή μέσα.
Η «συνταγή» είναι πολύ καλή για να είναι αληθινή: προϊόντα και μεταφορικά σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, ελκυστικά και πρακτικά σχέδια, συνήθως πολύ φθηνότερα από αυτά στα τοπικά καταστήματα.
Όμως, ποιο είναι το τίμημα της υποστήριξης μιας επιχείρησης που συνδέεται με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ);
Ο Επίτροπος κατά της Σύγχρονης Δουλείας της Αυστραλίας, Κρις Έβανς (Chris Evans), μίλησε πρόσφατα σε συνέδριο ηθικής ένδυσης στο Σίδνεϋ, επισημαίνοντας τη σοβαρή ρυθμιστική παράλειψη που αφορά το Temu. Όπως σημείωσε, η εταιρεία δεν υποβάλλει εκθέσεις σύμφωνα με τον Νόμο για τη Σύγχρονη Δουλεία της Αυστραλίας ούτε υπόκειται σε οποιαδήποτε άλλη μορφή υποχρεωτικής αναφοράς.
Μεγάλοι λιανοπωλητές που δραστηριοποιούνται στην Αυστραλία, όπως οι Woolworths και Kmart, έχουν επίσημες δηλώσεις και κατευθυντήριες γραμμές για το ζήτημα της σύγχρονης δουλείας.
Ο ομοσπονδιακός Νόμος για τη Σύγχρονη Δουλεία θεσπίστηκε το 2018, καθιστώντας υποχρεωτικό για τις επιχειρήσεις με ενοποιημένα ετήσια έσοδα άνω των 100 εκατομμυρίων δολαρίων, και οι οποίες δραστηριοποιούνται ή εδρεύουν στην Αυστραλία, να υποβάλλουν ετήσια «Δήλωση Σύγχρονης Δουλείας».
Σύμφωνα με το Πανεπιστήμιο Monash, η σύγχρονη δουλεία αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο, με 40,3 εκατομμύρια θύματα και προϊόντα αξίας 354 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε κίνδυνο να έχουν εισαχθεί από τις χώρες της G20 το 2018 – τη χρονιά που ο νόμος τέθηκε σε ισχύ.
Ωστόσο, η Temu ξεπερνά κατά πολύ το όριο των 100 εκατομμυρίων δολαρίων που απαιτείται για να υπάγεται σε καθεστώς αναφοράς.
Σύμφωνα με τον οργανισμό ερευνών Roy Morgan, τα έσοδα της εταιρείας από Αυστραλούς πελάτες ανήλθαν περίπου στα 2,6 δισεκατομμύρια δολάρια Αυστραλίας για το έτος που έληξε τον Ιούνιο του 2025 – αύξηση κατά 63% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, όταν τα έσοδα ήταν 1,6 δισεκατομμύρια δολάρια Αυστραλίας.
Το Temu δεν διαθέτει γραφείο στην Αυστραλία, και ο Έβανς επεσήμανε ότι είναι ελάχιστα γνωστό το περιεχόμενο των δεμάτων που αποστέλλονται απευθείας από πωλητές του εξωτερικού. Τόνισε δε ότι οι Αυστραλοί λιανοπωλητές έχουν κάθε λόγο να αισθάνονται πως ο ανταγωνισμός είναι άνισος. Πρόσθεσε ακόμη ότι όταν ζητά μεγαλύτερη συμμόρφωση και ρύθμιση γύρω από τα ζητήματα σύγχρονης δουλείας, οι επιχειρήσεις έχουν δίκιο να απαντούν πως πρώτα πρέπει να υπάρξει διαφάνεια για εταιρείες όπως το Temu.
Το ινστιτούτο Roy Morgan αναγνώρισε το Temu, το κινεζικό εμπορικό σήμα μόδας Shein (που συνδέεται επίσης με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας) και την Amazon ως τους τρεις μεγαλύτερους «παράγοντες ανατροπής» της αυστραλιανής αγοράς λιανικής.
Η άνοδος αυτών των εταιρειών έχει οδηγήσει παραδοσιακούς παίκτες, όπως το eBay, το Kogan, το Reject Shop και το Best & Less, σε συνεχή πτώση πωλήσεων από έτος σε έτος ενώ αλυσίδες όπως οι Millers, Rivers, Katies, Crossroads και Rockmans έχουν εξαφανιστεί εντελώς από την αγορά.
Περισσότεροι Αυστραλοί όχι μόνο επιλέγουν τις φθηνές διαδικτυακές αγορές, αλλά πραγματοποιούν και περισσότερες από αυτές. Έρευνα έδειξε ότι οι χρήστες του Temu αγόρασαν κατά μέσο όρο 5,8 προϊόντα μέσα στο 2024-25, έναντι 5,2 την περίοδο 2023-24.
Το επόμενο βήμα
Ο Επίτροπος κατά της Σύγχρονης Δουλείας υπογράμμισε ότι ο μόνος τρόπος να προχωρήσει η Αυστραλία είναι να εφαρμόσει αυστηρότερους ελέγχους και αποτελεσματικότερη επιβολή των κατευθυντήριων γραμμών της.
Εξήγησε ότι οι συνοριακοί έλεγχοι της χώρας είναι από τους πιο αδύναμους παγκοσμίως όσον αφορά την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη διακίνηση αγαθών. Ο νόμος για τη δέουσα επιμέλεια των εταιρειών – ο Νόμος για τη Σύγχρονη Δουλεία – περιορίζεται σε μια ελαφριά μορφή αναφοράς και θεωρείται, όπως είπε, «ίσως ο πιο αδύναμος παγκοσμίως».
Ο Έβανς επεσήμανε τις εισαγωγές αυτές ως χαρακτηριστικό παράδειγμα προβληματικής ιεράρχησης: η Αυστραλία απαγορεύει μεν την είσοδο ειδών όπως παράνομα υλοτομημένο ξύλο, φαρμακευτικά προϊόντα, όπλα και μη εγκεκριμένη τεχνολογία, ωστόσο δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για προϊόντα που παρασκευάζονται με καταναγκαστική εργασία.
Ανέφερε ειρωνικά ότι «δεν μπορεί κανείς να εισαγάγει προϊόντα που χρησιμοποιούν τη λέξη ‘ANZAC’ αν δεν έχουν παραχθεί στη χώρα», ενώ την ίδια στιγμή είναι νόμιμη η εισαγωγή προϊόντων που έχουν κατασκευαστεί με καταναγκαστική εργασία – ακόμη κι αν είναι γνωστό ποιοι τα παράγουν και υπό ποιες συνθήκες. «Φαίνεται πως έχουμε δώσει προτεραιότητα στα λάθος πράγματα», είπε χαρακτηριστικά.
Ο Έβανς δήλωσε ακόμη ότι στηρίζει τη μετάβαση της Αυστραλίας σε ένα υποχρεωτικό καθεστώς «δέουσας επιμέλειας», το οποίο θα απαιτεί από τις εταιρείες όχι μόνο να αναφέρουν κινδύνους σύγχρονης δουλείας αλλά και να λαμβάνουν μέτρα για την αντιμετώπισή τους.
Σήμερα, όπως τόνισε, δεν υπάρχει τέτοια υποχρέωση, αλλά εκτίμησε πως θα υπάρξουν αλλαγές που θα ενισχύσουν τη νομοθεσία στην Αυστραλία.
Η εφημερίδα The Epoch Times επικοινώνησε με την Temu για σχόλιο.
Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε σήμερα, Πέμπτη 30 Οκτωβρίου, μια σειρά εμπορικών συμφωνιών στις οποίες κατέληξαν με τον ηγέτη του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ, στη συνάντησή τους, σύμφωνα με τις οποίες οι ΗΠΑ θα μειώσουν τους δασμούς στα κινεζικά προϊόντα με αντάλλαγμα άλλες οικονομικές παραχωρήσεις από το Πεκίνο.
Ο Τραμπ, μιλώντας σε δημοσιογράφους μέσα στο προεδρικό αεροσκάφος Air Force One λίγο μετά την αναχώρησή του από το Μπουσάν της Νότιας Κορέας, χαρακτήρισε τη συνάντηση «εξαιρετική» και είπε ότι ήταν επωφελής «και για τις δύο μεγάλες και ισχυρές χώρες», τονίζοντας ότι «αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο θα έπρεπε να συνυπάρχουν».
Σύμφωνα με τον Αμερικανό πρόεδρο, οι δασμοί θα μειωθούν κατά 10% – με το συνολικό ποσοστό να διαμορφώνεται στο 47% – ενώ η Κίνα θα προβεί σε αγορές σόγιας από Αμερικανούς αγρότες, θα επιτρέψει την εξαγωγή μετάλλων σπάνιων γαιών και θα περιορίσει τη ροή των πρόδρομων ουσιών της φαιντανύλης.
Ο περιορισμός και ο έλεγχος της παραγωγής και διακίνησης φαιντανύλης και ανάλογων ουσιών ήταν ένας από τους λόγους που είχαν επιβληθεί οι δασμοί των ΗΠΑ στην Κίνα τον Ιανουάριο, με τον Τραμπ να αποδίδει σε κινεζική δραστηριότητα την απότομη αύξηση των θανάτων από οπιοειδή παγκοσμίως και κατηγορώντας κινεζικές επιχειρήσεις ότι κερδοσκοπούν οδηγώντας στον θάνατο χιλιάδες ανθρώπους.
Μετά τη συνάντησή του με τον Σι, ο πρόεδρος Τραμπ εξέφρασε την πεποίθηση ότι ο Κινέζος ηγέτης «θα εργαστεί σκληρά για να σταματήσει τον θάνατο που προέρχεται από αυτές τις ουσίες», προσθέτοντας ότι ο Σι φάνηκε «πολύ αποφασισμένος να επιβάλει τον νόμο στο εσωτερικό της χώρας του» και ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα παρακολουθούν την πρόοδο.
Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στη στρατιωτική βάση Γκίμχε της Νότιας Κορέας, γύρω στις 11:15 το πρωί τοπική ώρα, και διήρκεσε σχεδόν δύο ώρες. Ήταν η πρώτη φορά που οι δύο ηγέτες συναντήθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο αφότου ο Τραμπ επέστρεψε στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο. Η προηγούμενη συνάντησή τους είχε γίνει στην Οσάκα (Ιαπωνία) το 2019, στο περιθώριο της συνόδου κορυφής της G20.
Η συνάντηση των δύο ηγετών έγινε στο περιθώριο της συνόδου του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού (APEC). Την προηγουμένη, ο Τραμπ είχε συναντήσει τον Νοτιοκορεάτη πρόεδρο Λι Τζε Μιουνγκ για να συζητήσουν επενδύσεις και θέματα ασφαλείας, χωρίς να υπογραφεί εμπορική συμφωνία. Ο Σι αναμένεται να παραμείνει στη Νότια Κορέα έως την 1η Νοεμβρίου, έχοντας προγραμματίσει διμερή συνάντηση με τον Νοτιοκορεάτη πρόεδρο.
Στις 26 Οκτωβρίου, Αμερικανοί και Κινέζοι διαπραγματευτές είχαν ανακοινώσει ότι κατέληξαν σε πλαίσιο συμφωνίας, το οποίο αναμενόταν να επικυρωθεί στη συνάντηση Τραμπ-Σι.
«Μια συμφωνία για τα πάντα»
Πληθώρα θεμάτων τέθηκαν υπό συζήτηση, όπως οι δασμοί, η φαιντανύλη, οι παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, η ασφάλεια στην περιοχή Ινδο-Ειρηνικού και το ζήτημα των πολιτικών κρατουμένων.
Κινέζοι εκπρόσωποι, επιβεβαιώνοντας τη συνάντηση στις 29 Οκτωβρίου, χαρακτήρισαν τη σχέση μεταξύ Τραμπ και Σι «αναντικατάστατη» για τη στρατηγική σχέση των δύο χωρών και υποσχέθηκαν μια «εις βάθος» ανταλλαγή απόψεων.
Ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι η λίστα των θεμάτων που θέλει να συζητήσει με τον Σι είναι εκτενής και ότι αναμένει συνεργασία και παραχωρήσεις από το Πεκίνο σε αρκετά από αυτά.
Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν επίσης καταστήσει σαφές ότι οι δασμοί 100% ανεστάλησαν, καθώς το Πεκίνο φέρεται διατεθειμένο να μην προχωρήσει με το πρόγραμμα περιορισμού των εξαγωγών σπάνιων γαιών.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα επιβάλλουν εκατέρωθεν τριψήφιους δασμούς από τον Απρίλιο, αναβάλλοντας ωστόσο συνεχώς την εφαρμογή τους, δίνοντας προτεραιότητα στις διαπραγματεύσεις. Η τρέχουσα προθεσμία θα έληγε στις 9 Νοεμβρίου, εάν δεν υπήρχε συμφωνία στις διαπραγματεύσεις της 30ής Οκτωβρίου.
Σύμφωνα με τη συνομιλία των δύο ηγετών, το Πεκίνο αναμένεται να αναστείλει τους περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών για περίπου ένα έτος, ενώ ο Τραμπ επιταχύνει τη διαφοροποίηση της εφοδιαστικής αλυσίδας, υπογράφοντας σχετικές συμφωνίες με την Ταϊλάνδη, την Ιαπωνία και τη Μαλαισία σε συναντήσεις που είχε κατά την περιοδεία του στην Ασία τις τελευταίες ημέρες.
Σημαντικό ζήτημα αποτέλεσαν και οι Αμερικανοί αγρότες, οι οποίοι ήταν βασικοί προμηθευτές σόγιας στην Κίνα. Ωστόσο, φέτος, ως αντίδραση στους αμερικανικούς δασμούς, η ασιατική χώρα στράφηκε σε άλλους παραγωγούς όπως η Βραζιλία και η Αργεντινή, αφήνοντας τους Αμερικανούς εκτεθειμένους, με μια συγκομιδή που είναι η μεγαλύτερη εδώ και πολλά χρόνια.
Οι ενώσεις αγροτών απηύθυναν έκκληση στον Τραμπ, ενώ Κινέζοι αξιωματούχοι ζήτησαν από τους Αμερικανούς παραγωγούς να ασκήσουν πίεση για τη μείωση των δασμών. Ο Τραμπ είχε δηλώσει ότι θα χρησιμοποιήσει τα έσοδα από τους δασμούς για να ενισχύσει τους αγρότες βραχυπρόθεσμα, ενώ ζήτησε από την Κίνα να τετραπλασιάσει τις αγορές σόγιας από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αν και πολλές χώρες έχουν συνάψει εμπορικές συμφωνίες που τους επιτρέπουν να «εξαγοράζουν» τα ελλείμματα τους μέσω επενδύσεων δισεκατομμυρίων δολαρίων αντί για αγορές αμερικανικών αγαθών, οι ανησυχίες για την εθνική ασφάλεια καθιστούν απίθανη μια τέτοια τακτική εκ μέρους του Πεκίνου. Ο Τραμπ έχει τονίσει ότι επιδιώκει «μια συμφωνία για τα πάντα» και όχι μια παραδοσιακή εμπορική συμφωνία.
Όσον αφορά την φαιντανύλη, η Κίνα αναμένεται να περιορίσει τις εξαγωγές πρόδρομων χημικών ουσιών και να συμβάλει στην καταπολέμηση του εμπορίου ναρκωτικών που προκαλεί κρίση στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Τραμπ είχε δηλώσει στις 28 Οκτωβρίου ότι, εφόσον το Πεκίνο συνεργαστεί, η Ουάσιγκτον θα μειώσει τον δασμό% που επιβλήθηκε στις κινεζικές εξαγωγές σχετικές με τη φαιντανύλη.
Άλλα θέματα που είχε δηλώσει ο Τραμπ ότι προτίθεται να θίξει ήταν ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας, η Ταϊβάν και η απελευθέρωση του πολιτικού κρατουμένου Τζίμμυ Λάι, φιλοδημοκρατικού εκδότη στο Χονγκ Κονγκ, που κρατείται από το 2020.
Εκτίναξη της αξίας της Nvidia
Στη λίστα των θεμάτων μπήκε και το ζήτημα του υπερσύγχρονου ημιαγωγού Blackwell της Nvidia, το οποίο ο Τραμπ ανέφερε στις 29 Οκτωβρίου. Ο πρόεδρος είπε ότι πρόκειται για έναν «υπερ-ημιαγωγό» για τον οποίο ενδέχεται να συζητήσει με τον Σι, προκαλώντας άνοδο της μετοχής της εταιρείας. Την Τετάρτη, η Nvidia έγινε η πρώτη εταιρεία με αποτίμηση 5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων.
Οι πωλήσεις ημιαγωγών της Nvidia προς την Κίνα έχουν διαταραχθεί λόγω του εμπορικού πολέμου. Η κυβέρνηση Τραμπ είχε αρχικά σχεδιάσει να περιορίσει περαιτέρω τις εξαγωγές της εταιρείας προς την Κίνα, αλλά αναθεώρησε μετά από επικοινωνία του προέδρου με τον διευθύνοντα σύμβουλο Τζένσεν Χουάνγκ.
Το Πεκίνο, ωστόσο, εξέφρασε ανησυχία για την ανατροπή της απόφασης, επικαλούμενο ζητήματα ασφαλείας όπως πιθανά «παραθυράκια» και συστήματα εντοπισμού θέσης. Οι κινεζικές αρχές κάλεσαν την Nvidia να παράσχει πληροφορίες και διαβεβαιώσεις. Η εταιρεία δεν αποκάλυψε τι της ζητήθηκε, αλλά διέψευσε την ύπαρξη τέτοιων λειτουργιών.
Παράλληλα, κινεζικοί φορείς κάλεσαν τις εγχώριες επιχειρήσεις να χρησιμοποιούν εγχώριους ημιαγωγούς αντί για ξένους. Ο Χουάνγκ, σε εκδήλωση της Nvidia στις 29 Οκτωβρίου, ανέφερε ότι δεν έχει υποβάλει αιτήσεις για άδειες εξαγωγής στην Κίνα, λέγοντας πως «οι κινεζικές αρχές έχουν καταστήσει σαφές ότι δεν επιθυμούν την παρουσία της Nvidia στη χώρα αυτή τη στιγμή».
Ο Χουάνγκ, που την Τρίτη ανακοίνωσε παραγγελίες ημιαγωγών αξίας 500 δισ. δολαρίων και σχέδια για την κατασκευή επτά υπερυπολογιστών για την αμερικανική κυβέρνηση, ήταν να συναντηθεί με τον Ντόναλντ Τραμπ στις 29 Οκτωβρίου. Είπε ότι κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στη Νότια Κορέα «ενδέχεται να υπάρξουν ανακοινώσεις που θα ενθουσιάσουν τον κορεατικό λαό και τον πρόεδρο Τραμπ», χωρίς να αποκαλύψει λεπτομέρειες.
Εντεινόμενος ανταγωνισμός
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Κίνα προσπαθούν επίσης να επιδείξουν τη διπλωματική τους ισχύ στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού. Ο Τραμπ, Αμερικανοί αξιωματούχοι και ξένοι ομόλογοί τους τόνισαν τη σημασία της αμερικανικής ηγεσίας στην περιοχή, καθώς τα ασιατικά κράτη στρέφονται στις Ηνωμένες Πολιτείες για θέματα ασφάλειας.
Πέρα από τις εμπορικές συμφωνίες, ο Τραμπ υπέγραψε συμφωνίες που ενισχύουν τη συνεργασία στην καταπολέμηση του διασυνοριακού εγκλήματος, προβλέπουν κοινές στρατιωτικές ασκήσεις και αυξάνουν τη συνεργασία και τις επενδύσεις σε προηγμένες τεχνολογίες.
Από την πλευρά τους, Κινέζοι αξιωματούχοι κάλεσαν άλλες χώρες να συνεργαστούν με το Πεκίνο ώστε να αντισταθούν στους αμερικανικούς δασμούς.
Η Κίνα φαίνεται να κάνει πίσω όσον αφορά τον χαρακτηρισμό των ηλεκτρικών οχημάτων (Electric Vehicle – EV) ως βασικής στρατηγικής προτεραιότητας για την επόμενη πενταετία, γεγονός που ενδέχεται να σηματοδοτεί το τέλος μιας έντονης, κρατικά υποστηριζόμενης προσπάθειας που είχε καταστήσει τη χώρα τη μεγαλύτερη αγορά ηλεκτρικών οχημάτων στον κόσμο.
Σύμφωνα με προσχέδιο του 15ου Πενταετούς Σχεδίου του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας (ΚΚΚ), το οποίο δημοσιοποιήθηκε την Τρίτη από το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Xinhua, τα ηλεκτρικά οχήματα αφαιρέθηκαν από τη λίστα των «στρατηγικών αναδυόμενων βιομηχανιών». Το έγγραφο, που εκπονήθηκε κατά τη διάρκεια της πρόσφατης ετήσιας Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΚ στο Πεκίνο, καθορίζει την οικονομική ατζέντα του καθεστώτος για το δεύτερο μισό της δεκαετίας.
Τα τελευταία τρία πενταετή σχέδια είχαν εντάξει τα «οχήματα νέας ενέργειας» – κατηγορία που περιλαμβάνει τα ηλεκτρικά οχήματα μπαταρίας, τα επαναφορτιζόμενα υβριδικά και τα οχήματα κυψελών καυσίμου – στις στρατηγικές βιομηχανίες που θεωρούνταν κρίσιμες για την τεχνολογική ανταγωνιστικότητα της Κίνας. Η συγκεκριμένη κατάταξη είχε ωθήσει τις κεντρικές και τοπικές αρχές να επενδύσουν δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε επιδοτήσεις και φορολογικά κίνητρα, ενισχύοντας κατασκευαστές όπως οι BYD και Geely, που αναδείχθηκαν σε κορυφαίους παίκτες της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας των ηλεκτρικών οχημάτων.
Ωστόσο, το νέο σχέδιο σηματοδοτεί μια στροφή. Αν και δίνεται έμφαση σε τομείς όπως η κβαντική τεχνολογία, η βιομηχανική παραγωγή, η υδρογονοενέργεια και η πυρηνική σύντηξη ως νέα πεδία ανάπτυξης, τα ηλεκτρικά οχήματα δεν περιλαμβάνονται πλέον στις προτεραιότητες του καθεστώτος. Ο κλάδος της αυτοκινητοβιομηχανίας αναφέρεται μόνο επιγραμματικά, μαζί με την αγορά κατοικίας, καθώς το σχέδιο καλεί σε χαλάρωση των περιορισμών στις αγορές αυτοκινήτων για την τόνωση της εγχώριας κατανάλωσης.
Η τελική εκδοχή του 15ου Πενταετούς Σχεδίου αναμένεται να υποβληθεί τον Μάρτιο του 2026 στο Εθνικό Λαϊκό Κογκρέσο, τη «σφραγίδα έγκρισης» του Πεκίνου, για τελική επικύρωση.
Η υπερπαραγωγή και ο πόλεμος τιμών πλήττουν τον κλάδο
Το 2024, η Κίνα παρήγαγε περίπου 12 εκατομμύρια ηλεκτρικά οχήματα, αντιπροσωπεύοντας το 70% της παγκόσμιας παραγωγής, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας. Από αυτά, τα 11 εκατομμύρια πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά, ενώ τα υπόλοιπα εξήχθησαν.
Ο κλάδος, που μέχρι πρότινος θεωρούνταν πρότυπο βιομηχανικής φιλοδοξίας, βρίσκεται πλέον παγιδευμένος σε έναν αδυσώπητο πόλεμο τιμών στο εσωτερικό, ενώ προκαλεί εμπορικές εντάσεις στο εξωτερικό.
Ο πόλεμος τιμών εντάθηκε ιδιαίτερα φέτος. Τον Οκτώβριο, το μοντέλο Seagull της BYD – που προωθείται και ως Dolphin Surf – πωλείται στην Κίνα λίγο πάνω από 8.400 ευρώ, ενώ ο κύριος ανταγωνιστής του, το Wuling Binguo, κοστίζει περίπου 6.900 ευρώ.
Ο αδυσώπητος πόλεμος τιμών έχει συμπιέσει τα περιθώρια κέρδους των εταιρειών. Τον Αύγουστο, η BYD, η μεγαλύτερη παγκοσμίως κατασκευάστρια οχημάτων νέας ενέργειας, ανέφερε πτώση 30% στα καθαρά κέρδη του β΄ τριμήνου σε σχέση με το προηγούμενο έτος, αποδίδοντας το φαινόμενο στην «υπερβολική εμπορική προώθηση» και στις βαθιές εκπτώσεις που επηρέασαν αρνητικά τη «βραχυπρόθεσμη κερδοφορία».
Αν και η μείωση των τιμών ωφέλησε τους καταναλωτές, δημιούργησε ταυτόχρονα και έναν φαύλο κύκλο. Οι αγοραστές καθυστερούν τις αγορές τους, φοβούμενοι περαιτέρω πτώση τιμών, ενώ οι αυτοκινητοβιομηχανίες, υπό οικονομική πίεση, αναγκάζονται να κάνουν εκπτώσεις στην ποιότητα, την ασφάλεια ή τις υπηρεσίες μετά την πώληση.
Ταυτόχρονα, η προσπάθεια να διοχετευθεί η υπερπαραγωγή στο εξωτερικό προκάλεσε διεθνείς αντιδράσεις. Τον Μάιο του 2024, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν δασμό 100% στα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα, επικαλούμενες αθέμιτες εμπορικές πρακτικές. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ακολούθησε τον Οκτώβριο, αυξάνοντας τους δασμούς έως και 45,3%.
Το Πεκίνο καλεί σε αυτοσυγκράτηση
Οι αρχές φαίνεται να έχουν λάβει το μήνυμα της αναστάτωσης. Τον Ιούνιο, το κινεζικό υπουργείο Βιομηχανίας και Πληροφορικής κάλεσε στο Πεκίνο στελέχη μεγάλων αυτοκινητοβιομηχανιών – μεταξύ των οποίων οι BYD, Geely, Zeekr και Xpeng – προειδοποιώντας τους να αποφύγουν αυτό που ο κρατικός Τύπος χαρακτήρισε «ανταγωνισμό τύπου αγώνα αρουραίων».
Τους μήνες που ακολούθησαν, σειρά συναντήσεων υψηλού επιπέδου ενίσχυσε την έκκληση για αυτοσυγκράτηση. Οι αυτοκινητοβιομηχανίες παροτρύνθηκαν να επιδείξουν «αυτοπειθαρχία» και να δεσμευτούν ότι θα εξοφλούν τους προμηθευτές τους εντός 60 ημερών, καθώς πολλές εταιρείες αντιμετώπιζαν τον πόλεμο τιμών καθυστερώντας πληρωμές επί μήνες.
Η προειδοποίηση δεν περιορίστηκε στις αυτοκινητοβιομηχανίες. Τον Ιούλιο, ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ άσκησε ασυνήθιστα αυστηρή κριτική στις τοπικές κυβερνήσεις για τη βιασύνη τους να επενδύουν στους ίδιους τομείς. Είπε, σύμφωνα με την εφημερίδα People’s Daily, ότι όταν εγκαινιάζονται νέα έργα, «είναι πάντα τα ίδια λίγα πράγματα: τεχνητή νοημοσύνη, υπολογιστική ισχύς, οχήματα νέας ενέργειας» και διερωτήθηκε αν «είναι δυνατόν όλες οι επαρχίες της χώρας να αναπτύξουν τις βιομηχανίες τους προς αυτές τις κατευθύνσεις».
Σε ομιλία που δημοσιεύθηκε την Τρίτη από το Xinhua σχετικά με το νέο πενταετές σχέδιο, ο Σι κάλεσε εκ νέου τις τοπικές κυβερνήσεις να επικεντρωθούν σε βιομηχανίες που ανταποκρίνονται στα περιφερειακά τους πλεονεκτήματα, στο πλαίσιο της ανάπτυξης αυτού που αποκάλεσε «νέες ποιοτικές παραγωγικές δυνάμεις».
Τόνισε ότι στόχος είναι «να καθοδηγηθούν όλα τα εμπλεκόμενα μέρη προς μια υγιή, ορθολογική και ρεαλιστική προσέγγιση στο έργο τους, αποφεύγοντας την άκριτη βιασύνη προς νέες πρωτοβουλίες».
Ο Σι Τζινπίνγκ διατήρησε τον τίτλο του ως ανώτατος ηγέτης της Κίνας ύστερα από τη μυστική σύσκεψη των κορυφαίων στελεχών του Κόμματος στο Πεκίνο την περασμένη εβδομάδα. Ωστόσο, όπως υποστηρίζουν αναλυτές, υπάρχουν ενδείξεις ότι η ισχύς του έχει πλέον περιοριστεί, παρά τις προσπάθειες του καθεστώτος να παρουσιάσει το αντίθετο.
Η τετραήμερη συνεδρίαση της Τέταρτης Ολομέλειας, στην οποία συμμετείχαν περισσότερα από 300 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής, διεξήχθη σε ένα κλίμα γεμάτο παρασκήνιο —με μαζικές εκκαθαρίσεις στο στρατό, παραγκωνισμό συμμάχων του Σι, ανεξήγητες απουσίες και μια αξιοσημείωτη μετατόπιση των πολιτικών προτεραιοτήτων του Κόμματος.
Παρά το ενιαίο μέτωπο που προσπαθούν να προβάλλουν τα κρατικά μέσα ενημέρωσης της Κίνας, σημάδια εσωτερικών εντάσεων που διέρρευσαν από την άψογα σκηνοθετημένη συνεδρίαση υποδηλώνουν βαθιές ρωγμές στο εσωτερικό του καθεστώτος.
Ο ερευνητής και συγγραφέας του βιβλίου Bully of Asia: Why China’s Dream Is the New Threat to World Order («Ο Εκφοβιστής της Ασίας: Γιατί το Όνειρο της Κίνας αποτελεί τη νέα απειλή για την παγκόσμια τάξη»), Στίβεν Μόσερ (Steven Mosher), εκτίμησε ότι οι ημέρες του Σι στην εξουσία «είναι μετρημένες» και πως ενδέχεται είτε να παραμεριστεί είτε να αποσυρθεί με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.
Εσωκομματική αναταραχή
Η Τέταρτη Ολομέλεια ξεκίνησε στις 20 Οκτωβρίου, λίγο μετά την αποπομπή εννέα ανώτατων στρατηγών, ανάμεσά τους και του δεύτερου στην ιεραρχία του στρατού, σε μία από τις μεγαλύτερες αναδιαρθρώσεις των ενόπλων δυνάμεων των τελευταίων δεκαετιών.
Όλοι οι αποπεμφθέντες ήταν στρατιωτικοί που είχε προαγάγει προσωπικά ο Σι και αρκετοί εξ αυτών είχαν υπηρετήσει στην πρώην 31η Ομάδα Στρατού της επαρχίας Φουτζιάν, κοντά στην Ταϊβάν, όπου ο Σι είχε εργαστεί επί 17 χρόνια στα πρώτα στάδια της πολιτικής του σταδιοδρομίας.
Η συγκεκριμένη μονάδα είχε συνδεθεί τόσο στενά με τον Σι, ώστε αναλυτές την αποκαλούσαν «οικογενειακό του στρατό». Από τότε που ανέλαβε την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος το 2012, ο Σι τοποθέτησε σε καίριες θέσεις βετεράνους από αυτήν τη μονάδα, ενώ μέσω της εκτεταμένης αντικατασταλτικής του εκστρατείας απομάκρυνε όποιον θεωρούσε απειλή.
Ο Μόσερ σχολίασε ότι δεν έχει λογική ο ίδιος ο Σι, ο οποίος στηρίζεται κυρίως στη δική του φράξια, να αρχίζει να απομακρύνει μέλη αυτής της ίδιας ομάδας.
Παρόμοια άποψη εξέφρασε και ο πολιτικός σχολιαστής Τζέισον Μα (Jason Ma), ο οποίος θεώρησε αδικαιολόγητες τις κινήσεις αυτές. Επεσήμανε την πρόσφατη πτώση του ναυάρχου Μιάο Χουά, στενού προστατευόμενου του Σι, του οποίου η μακρά θητεία στην 31η Ομάδα Στρατού συνέπεσε με τα χρόνια που ο Σι υπηρέτησε στη Φουτζιάν —σχέση που θεωρείται ότι συνέβαλε στην ταχεία άνοδό του.
Ο Μα, μιλώντας στο κινεζόγλωσσο ενημερωτικό του πρόγραμμα του NTD (αδελφό μέσο της εφημερίδας The Epoch Times), σημείωσε ότι κανένας ηγέτης δεν μπορεί να ασκεί εξουσία χωρίς ανθρώπους που υπακούν άμεσα στις εντολές του, και ότι ο Μιάο ήταν ένας τέτοιος παλιός υφιστάμενος που εκτελούσε τις διαταγές του Σι.
Παράλληλα, η αντικατάσταση των μελών της Κεντρικής Επιτροπής που εκδιώχθηκαν προκάλεσε νέα ερωτήματα. Από τους 11 αναπληρωματικούς που προήχθησαν σε τακτικά μέλη, παρακάμφθηκαν επτά που βρίσκονταν υψηλότερα στη σειρά διαδοχής — κάτι που παραβίασε την κομματική παράδοση. Οι περισσότεροι από αυτούς που αγνοήθηκαν ήταν μακροχρόνιοι συνεργάτες του Σι, όπως ο Φανγκ Γιονγκσιάνγκ, καταγόμενος από τη Φουτζιάν, ο οποίος είχε περάσει δεκαετίες στην 31η Ομάδα Στρατού και μέχρι πρόσφατα ηγείτο του Γενικού Γραφείου της Κεντρικής Στρατιωτικής Επιτροπής, ενός κρίσιμου θεσμού που λειτουργεί ως «μάτια και αυτιά» του Σι.
Η αναταραχή στις ανώτερες βαθμίδες του Κόμματος έγινε ακόμη πιο εμφανής όταν δημοσιοποιήθηκε ο κατάλογος των παρόντων μελών. Περίπου ένας στους έξι αξιωματούχους απουσίαζε από την Ολομέλεια —ποσοστό ρεκόρ για τα τελευταία πενήντα χρόνια. Ακόμη και αφού αφαιρέθηκαν οι περιπτώσεις ενός θανάτου και 14 διαγραφών, παρέμεναν 26 μέλη και 16 αναπληρωματικά μέλη αγνώστου τύχης, χωρίς καμία εξήγηση για την απουσία τους, γεγονός που προκάλεσε εικασίες για την πολιτική τους μοίρα.
Σύμφωνα με τον Μα, όσα συμβαίνουν αντικατοπτρίζουν τη σταδιακή αποδυνάμωση της εξουσίας του Σι. Ο ίδιος εκτίμησε ότι μέσα στην έντονη πολιτική διαμάχη, οι στενοί συνεργάτες του Σι χάνουν έδαφος και ο Κινέζος ηγέτης δεν έχει πλέον τη δύναμη να παρέμβει.
Η άνοδος ενός στρατηγού
Αν η επιρροή του Σι μειώνεται, τότε αυτός που φαίνεται να ανεβαίνει είναι ο στρατηγός Τζανγκ Γιουσιά, πρώτος αντιπρόεδρος της Κεντρικής Στρατιωτικής Επιτροπής και επί μακρόν στενός του σύμμαχος.
Οι πατέρες του Σι και του Τζανγκ είχαν πολεμήσει μαζί κατά τη διάρκεια του κινεζικού εμφυλίου πολέμου, και οι δύο άνδρες γνωρίζονται από την παιδική τους ηλικία. Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, οι σχέσεις τους έχουν επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια, κυρίως λόγω διαφωνιών σχετικά με την πολιτική απέναντι στην Ταϊβάν.
Η επανένωση με την Ταϊβάν αποτελεί διαχρονικό στόχο του κινεζικού καθεστώτος, και ο Σι, σε τηλεοπτικό μήνυμα την 1η Ιανουαρίου, είχε χαρακτηρίσει την επανένωση «ιστορική τάση» που «κανείς δεν μπορεί να σταματήσει». Όμως, όπως αποκάλυψαν άτομα κοντά σε ανώτερους στρατιωτικούς αξιωματούχους στην Epoch Times, ο Τζανγκ έχει εκφράσει επανειλημμένα την αντίθεσή του σε ενδεχόμενη εισβολή στην Ταϊβάν, προειδοποιώντας ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προκαλέσει εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους, οδηγώντας την Κίνα σε έναν δαπανηρό πόλεμο και σε εσωτερικό χάος.
Ο στρατηγός Τζανγκ Γιουσιά, αντιπρόεδρος της Κεντρικής Στρατιωτικής Επιτροπής, μιλά στην έναρξη του Συμποσίου Ναυτικών Δυνάμεων του Δυτικού Ειρηνικού στο Τσινγκντάο, στην επαρχία Σαντόνγκ της Κίνας, στις 22 Απριλίου 2024. (Kevin Frayer/Getty Images)
Σύμφωνα με πηγή που μίλησε στην εφημερίδα υπό τον όρο της ανωνυμίας, ο Σι θεωρεί ότι η στάση του Τζανγκ υπονομεύει το ηθικό του στρατεύματος. Το 2023, ο Σι φέρεται να διέταξε έρευνα στις Δυνάμεις Πυραύλων και στο Τμήμα Ανάπτυξης Εξοπλισμών —υπηρεσίες υπό την εποπτεία του Τζανγκ.
Ο τελευταίος απάντησε με ανακατατάξεις προσωπικού και διερεύνηση στελεχών πιστών στον Σι, όπως ο ναύαρχος Μιάο και ο στρατηγός Χε Γουεϊντόνγκ, ο οποίος τότε ήταν δεύτερος αντιπρόεδρος της Κεντρικής Στρατιωτικής Επιτροπής. Ο Χε, ένας από τους εννέα που καθαιρέθηκαν, είχε διαδραματίσει, σύμφωνα με αξιολόγηση του Πενταγώνου, «καθοριστικό ρόλο» στις ασκήσεις με πραγματικά πυρά γύρω από την Ταϊβάν μετά την επίσκεψη της τότε προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, Νάνσι Πελόζι (D-Calif.), τον Αύγουστο του 2022.
Οι εννέα ανώτατοι στρατηγοί που αποπέμφθηκαν στις 17 Οκτωβρίου 2025. (Getty Images, Baidu, Namuwiki, Public Domain, CCTV)
Ο αντικαταστάτης του, Τζανγκ Σενγκμίν, επελέγη ως συμβιβαστική λύση, σύμφωνα με εσωτερικές πηγές. Ως επικεφαλής του στρατιωτικού σώματος κατά της διαφθοράς, ο Τζανγκ Σενγκμίν έχει ανέλθει ταχύτατα στις βαθμίδες της ιεραρχίας υπό την καθοδήγηση του Τζανγκ Γιουσιά και θεωρείται «κεντρώος» και η ασφαλέστερη επιλογή για να ικανοποιήσει και τις δύο πλευρές της συνεχιζόμενης εσωκομματικής διαμάχης.
Περαιτέρω ενδείξεις για την αυξανόμενη επιρροή του Τζανγκ Γιουσιά προέκυψαν κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής παρέλασης του καθεστώτος τον Σεπτέμβριο. Ο στρατηγός εμφανίστηκε στην εξέδρα της πλατείας Τιενανμέν δίπλα σε αποσυρμένους κομματικούς γηραιούς —μια θέση ανώτερη της τυπικής του κατάταξης. Δεδομένων των αυστηρών πρωτοκόλλων που τηρεί το καθεστώς σε τέτοιες περιστάσεις, η εικόνα αυτή ερμηνεύθηκε από πολλούς αναλυτές ως ένδειξη ανόδου της πολιτικής του θέσης.
Ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ (δεξιά) αποδίδει στρατιωτικό χαιρετισμό πριν επιθεωρήσει τα στρατεύματα κατά τη διάρκεια στρατιωτικής παρέλασης για την 80ή επέτειο της νίκης επί της Ιαπωνίας και του τέλους του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στην πλατεία Τιενανμέν στο Πεκίνο, στις 3 Σεπτεμβρίου 2025. (Greg Baker/AFP μέσω Getty Images)
Ακόμη ένα ασυνήθιστο γεγονός ήταν η επιλογή του τελετάρχη της παρέλασης. Ενώ παραδοσιακά αυτός ο ρόλος ανατίθεται στον διοικητή του Κεντρικού Θεάτρου Επιχειρήσεων —έναν στρατηγό— φέτος δόθηκε στον χαμηλότερου βαθμού Χαν Σενγκγιάν, στενό συνεργάτη του Τζανγκ Γιουσιά.
Αγώνας ισχύος
Σύμφωνα με μία από τις στρατιωτικές πηγές, η εντεινόμενη πολιτική «εκκαθάριση» έχει εξαλείψει σε μεγάλο βαθμό τη φράξια του Σι και έχει ενισχύσει τη στρατιωτική επιρροή του Τζανγκ Γιουσιά. Ωστόσο, ο Σι εξακολουθεί να διατηρεί το πλεονέκτημα σε άλλους βασικούς κρατικούς μηχανισμούς, όπως είναι το πολιτικό και το προπαγανδιστικό σύστημα.
Οι εντάσεις αυτές αναγνωρίστηκαν και από τις Ηνωμένες Πολιτείες στις 9 Οκτωβρίου, όταν οι κινεζικές αρχές επέκτειναν τους ελέγχους στις εξαγωγές, απαιτώντας πλέον ειδική άδεια για προϊόντα που περιέχουν ακόμη και 0,1 τοις εκατό σπάνιες γαίες κινεζικής προέλευσης.
Στις 12 Οκτωβρίου, ύστερα από προηγούμενη απειλή να ακυρώσει τη συνάντησή του με τον Σι, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έγραψε στην πλατφόρμα TruthSocial: «Μην ανησυχείτε για την Κίνα, όλα θα πάνε καλά», προσθέτοντας ότι ο Σι «απλώς πέρασε μια κακή στιγμή».
Αργότερα, ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσσεντ εξήγησε ότι ο Τραμπ θεωρεί πως η κίνηση της Κίνας για τις σπάνιες γαίες ίσως αποτελεί ένδειξη εσωτερικών διαφωνιών, πιθανότατα από σκληροπυρηνικά στελέχη που, όπως είπε, «προσπαθούν πάντα να υπονομεύσουν τη σχέση» μεταξύ των δύο χωρών.
Ο αναλυτής Σεν Μινγκ Σι (Shen Ming-Shih), ερευνητής του Ινστιτούτου Εθνικής Άμυνας και Ασφάλειας της Ταϊπέι, συμφώνησε ότι η εντολή θα μπορούσε κάλλιστα να έχει προέλθει από τον ίδιο τον Κινέζο ηγέτη. Όπως εξήγησε στην Epoch Times, πρόκειται για «αγώνα εξουσίας και πολιτικό υπολογισμό». Για να διατηρήσει την ισχύ του, είπε, ο Σι δημιουργεί ζητήματα για τους αντιπάλους του και επιχειρεί να δείξει ποιος έχει τον έλεγχο.
Ο Σεν περιέγραψε την κατάσταση ως μια πολιτική «διελκυστίνδα», στην οποία οι σκληροπυρηνικοί, με επικεφαλής τον Σι, τροφοδοτούν τις εντάσεις, ενώ οι μετριοπαθείς προσπαθούν να τις κατευνάσουν.
Παρόμοια άποψη διατύπωσε και ο Γιε Γιαο-γιουάν (Yeh Yao-yuan), πρόεδρος του Τμήματος Διεθνών Σπουδών και Πολιτικών Επιστημών στο University of St. Thomas. Ο ίδιος σημείωσε ότι το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου, το οποίο ανακοίνωσε τα νέα μέτρα για τις εξαγωγές σπάνιων γαιών, θεωρείται συνήθως πιο «μετριοπαθές» από φορείς όπως το υπουργείο Κρατικής Ασφάλειας —μια πανίσχυρη υπηρεσία πληροφοριών υπό την άμεση επίβλεψη του Σι.
Η επίσημη έδρα του υπουργείου Δημόσιας Ασφάλειας κοντά στην πλατεία Τιενανμέν είναι τυπική· η πραγματική βρίσκεται στην περιφέρεια Χαϊντιέν του Πεκίνου. (維基小霸王/CC)
Υπό τη νέα ηγεσία του Τσεν Γιισίν, στενού έμπιστου του Σι που ανέλαβε τη θέση το 2022, η υπηρεσία έχει επεκτείνει δραματικά την εντολή της και σε κοινωνικά και οικονομικά πεδία, ώστε να ενισχύσει την κομματική πίστη και να ελέγξει κάθε πτυχή της δημόσιας ζωής.
Ωστόσο, ανεξάρτητα από το ποια φωνή εκφράζει τα νέα μέτρα, το Κόμμα επισήμως «μιλά με μία φωνή» και ποτέ δεν παραδέχεται διαχωρισμούς στο εσωτερικό του, όπως υπογράμμισε ο Γιε στην Epoch Times.
Πορεία προς την αποσύνδεση
Ύστερα από την Τέταρτη Ολομέλεια, τα κρατικά μέσα ενημέρωσης της Κίνας παρουσίασαν με θριαμβευτικούς τόνους την οικονομική πρόοδο της χώρας, με δημοσιογράφους να επαινούν το επίσημο ανακοινωθέν της συνεδρίασης ως την απαρχή ενός «νέου κεφαλαίου του κινεζικού θαύματος».
Ωστόσο, μια προσεκτικότερη ανάγνωση του κειμένου αποκαλύπτει μια πιο ζοφερή εικόνα, σύμφωνα με τους αναλυτές. Αντί να επικεντρώνεται, όπως συνήθως, στην ιδεολογία και τη διακυβέρνηση, το ανακοινωθέν δίνει προτεραιότητα στην αυτάρκεια και την εθνική ασφάλεια.
Καθορίζοντας τους οικονομικούς και κοινωνικούς στόχους για τα επόμενα πέντε χρόνια, το έγγραφο του Κόμματος αναγνώρισε «βαθιές και περίπλοκες» αλλαγές και αυξανόμενη αβεβαιότητα. Η λέξη «πάλη» —που προέρχεται από τη μαρξιστική θεωρία της ταξικής πάλης ανάμεσα στους καταπιεστές και τους καταπιεζόμενους— εμφανίστηκε τέσσερις φορές, ενώ οι επανειλημμένες αναφορές στην «ασφάλεια» ενίσχυσαν την εντύπωση ότι το μήνυμα του Κόμματος είναι μάλλον αμυντικό παρά θριαμβευτικό.
Κορυφαίος στόχος είναι η τεχνολογική αυτοδυναμία, με τις αρχές να ζητούν «πρωτότυπη καινοτομία» και «ρήξη στα βασικά τεχνολογικά πεδία». Παράλληλα, το έγγραφο τονίζει την ανάγκη για ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης και για μια πιο σταθερή «πραγματική οικονομία», βασισμένη στη βιομηχανική παραγωγή.
Εργαζόμενοι σε γραμμή παραγωγής ινών άνθρακα στο Λιανγιουνγκάνγκ, στην επαρχία Τζιανγκσού της Κίνας, στις 31 Ιουλίου 2025. (STR/AFP μέσω Getty Images)
Ο Σουν Κουο-σιάνγκ (Sun Kuo-hsiang), διευθυντής του Ινστιτούτου Μελετών Ασίας-Ειρηνικού του Πανεπιστημίου Nanhua στην Ταϊβάν, σχολίασε ότι η γλώσσα του ανακοινωθέντος δείχνει πως το καθεστώς πραγματοποιεί μια βαθιά δομική στροφή. Όπως είπε, «η οικονομική και τεχνολογική ασφάλεια αποτελεί τη βάση της εθνικής ασφάλειας». Με τη μείωση των εισαγωγών και της εξάρτησης από ξένη τεχνολογία, το καθεστώς επιδιώκει να προστατευθεί από τους ελέγχους εξαγωγών και τις κυρώσεις της Δύσης.
Ο Σουν πρόσθεσε ότι «η Κίνα προετοιμάζεται για μια μακροχρόνια αντιπαράθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες».
Οι ύμνοι προς την ηγεσία του Σι συνεχίζουν να ρέουν από τα κινεζικά κρατικά μέσα, ενώ, όπως συνηθίζεται, αξιωματούχοι σε όλη τη χώρα οργανώνουν τοπικές «συνεδρίες μελέτης» για να μεταδώσουν στους κατώτερους λειτουργούς το «πνεύμα» της ολομέλειας —μια επίδειξη πίστης τόσο προς το Κόμμα όσο και προς τον ίδιο τον Σι.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον αναλυτή της Κίνας και αρθρογράφο της Epoch Times, Γουάνγκ Χε (Wang He), οι ισχυρισμοί περί ενότητας πιθανόν να κρύβουν την πραγματικότητα. Όπως είπε, «πίσω από τις κλειστές πόρτες αλληλομαχαιρώνονται, αλλά δημόσια υψώνουν τα ποτήρια τους».
Ένας Κινέζος ακτιβιστής, που μίλησε με ψευδώνυμο «Γουάνγκ Χουά» για λόγους ασφαλείας, χρησιμοποίησε μια χαρακτηριστική κινεζική παροιμία για να περιγράψει τη σημερινή κατάσταση: «Είναι σαν ακρίδες δεμένες στο ίδιο σκοινί» — δηλαδή, όπως εξήγησε, «είναι όλοι στην ίδια βάρκα».
Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι σκοπεύει να θέσει τα θέματα της Ταϊβάν, του φυλακισμένου ακτιβιστή υπέρ της δημοκρατίας στο Χονγκ Κονγκ, Τζίμι Λάι, καθώς και τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, κατά τη διάρκεια της επικείμενης συνάντησής του με τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ, στέλνοντας μήνυμα για ένα ευρύ φάσμα θεμάτων εν μέσω συνεχιζόμενων εντάσεων τόσο σε εμπορικό όσο και σε γεωπολιτικό επίπεδο.
Μιλώντας σε δημοσιογράφους στις 24 Οκτωβρίου, αρχικά στο νότιο περίβολο ου Λευκού Οίκου και στη συνέχεια εν πτήσει με το Air Force One κατά την αναχώρησή του για πολυήμερη περιοδεία σε Μαλαισία, Ιαπωνία και Νότια Κορέα, ο Τραμπ περιέγραψε τον ευρύ κατάλογο των ζητημάτων που σκοπεύει να θέσει, με επίκεντρο την αγροτική παραγωγή, το εμπόριο, την περιφερειακή ασφάλεια και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
«Έχουμε πολλά να συζητήσουμε, συμπεριλαμβανομένων και των αγροτών μας», επεσήμανε από το προεδρικό αεροσκάφος όταν ρωτήθηκε τι περιμένει από τη συνάντηση με τον Σι. «Πολλά θέματα — οι διάφορες εμπορικές συμφωνίες που έχουν συναφθεί στο παρελθόν, κάποιες τηρούνται, κάποιες όχι. Πιστεύω ότι θα είναι μια πολύ καλή συνάντηση».
Ο Τραμπ δήλωσε ότι θα τεθεί και το ζήτημα της Ταϊβάν. «Θα μιλήσουμε για την Ταϊβάν. Δεν πρόκειται να πάω εκεί, αλλά θα το συζητήσουμε», ανέφερε στους δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο. «Δεν θα είμαστε μακριά. Τρέφω μεγάλο σεβασμό για την Ταϊβάν».
Στο Air Force One, σε ερώτηση για τα προηγούμενα σχόλιά του πως δεν πιστεύει ότι η Κίνα θα κινηθεί εναντίον της Ταϊβάν —την οποία το Πεκίνο θεωρεί επί μακρόν αποσχισθείσα επαρχία που σκοπεύει να επανενώσει με την ηπειρωτική Κίνα— ο Τραμπ απάντησε: «Ελπίζω να μην το κάνουν, αλλά θα δούμε. Ίσως το κάνουν, ίσως όχι. Ελπίζω να μην το κάνουν. Θα ήταν πολύ επικίνδυνο γι’ αυτούς».
Ο Αμερικανός πρόεδρος πρόσθεσε ότι είναι πεπεισμένος πως η Κίνα θέλει να απολαύσει μια δεκαετία και μπορεί να το καταφέρει, ή μπορεί να βρεθεί προ αντιξοοτήτων, κάτι που σαφώς δεν επιδιώκει.
Δήλωσε επίσης πως σκοπεύει να φέρει στο τραπέζι και την υπόθεση του Τζίμι Λάι, ιδρυτή του Apple Daily, ο οποίος βρίσκεται στη φυλακή από το 2020, βάσει του νόμου εθνικής ασφάλειας του Χονγκ Κονγκ —νομοθέτημα που ερμηνεύεται διεθνώς ως βασικό εργαλείο του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας για την περιστολή της αυτονομίας της πόλης και την καταστολή της αντιπολίτευσης. «Είναι στη λίστα μου, θα το ζητήσω», ανέφερε από τον Λευκό Οίκο, επισημαίνοντας πως αντιλαμβάνεται ότι η σχέση Λάι–Σι χαρακτηρίζεται από έντονη αντιπαλότητα, αλλά πρόσθεσε: «Έχει περάσει πολύς καιρός και θα το συμπεριλάβω».
Ο Τραμπ χαρακτήρισε τη διαπραγμάτευση με τον Σι αμφίδρομη, αφήνοντας παράλληλα ανοιχτό το ενδεχόμενο επιβολής νέων δασμών. «Πρέπει να γίνουν αμοιβαίες παραχωρήσεις», είπε. «Είμαστε στο 157% σε δασμούς προς αυτούς. Δεν πιστεύω ότι αυτό είναι βιώσιμο για την Κίνα και θέλουν να το μειώσουν. Εμείς, επίσης, διεκδικούμε ορισμένα πράγματα από εκείνους. Πιστεύω πως θα προκύψει κάτι θετικό».
Σε επίμονες ερωτήσεις για το κατά πόσον θα προχωρήσει στην επιβολή ενός επιπλέον δασμού 100% την 1η Νοεμβρίου εάν δεν υπάρξει συμφωνία, ο Τραμπ εξέφρασε την πεποίθηση πως θα βρεθεί συμβιβαστική λύση: «Δεν θέλω να κάνω προβλέψεις», απάντησε. «Δεν νομίζω πως θα το ήθελαν. Δεν θα ήταν καλό γι’ αυτούς».
Οι Αμερικανοί διαπραγματευτές έχουν επικοινωνήσει με τους Κινέζους ομολόγους τους αφότου το Πεκίνο επέβαλε σαρωτικούς περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών στις αρχές του μήνα, μέτρο στο οποίο η Ουάσιγκτον αντέδρασε με δασμούς 100%.
Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν τονίσει πως οι κινεζικοί περιορισμοί θα μπορούσαν να διαταράξουν τις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες σε βασικά μέταλλα, ακόμα και σε χώρες που δεν συναλλάσσονται ευθέως με την Κίνα· η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχουν συνταχθεί με τις ΗΠΑ, καλώντας το Πεκίνο να ανακαλέσει το μέτρο.
Η Κίνα ελέγχει περίπου το 90% της παγκόσμιας επεξεργασίας σπάνιων γαιών, σημείο πάγιας ανησυχίας για τις ΗΠΑ.
Ο Τραμπ σημείωσε ότι οι περιορισμοί αυτοί θα πλήξουν τελικά την κινεζική οικονομία περισσότερο από την αμερικανική. «Κάποια στιγμή, δεν θα μπορούν να κάνουν καμία δουλειά μαζί μας. Αν πληρώσουν αρκετούς δασμούς, είναι σχεδόν σαν να τους λέμε “δεν θέλουμε να συνεργαστούμε”», ανέφερε στις 20 Οκτωβρίου, μετά τη συνάντησή του με τον Αυστραλό πρωθυπουργό Άντονι Αλμπανέζι, όπου ανακοινώθηκε συμφωνία για τα κρίσιμα μέταλλα.
Ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι περιμένει αντίδραση του Πεκίνου που θα περιλαμβάνει χαλάρωση των εξαγωγικών περιορισμών, αυστηροποίηση των ελέγχων στους πρόδρομους χημικών ουσιών για φαιντανύλη και επανέναρξη των εισαγωγών αμερικανικής σόγιας.
Τόνισε επίσης την επιθυμία του για δίκαιους όρους εμπορίου που θα περιορίσουν τη δυσμενή ανισορροπία αμερικανικών επενδύσεων προς την Κίνα.
Σε ό,τι αφορά τη Ρωσία, ο Τραμπ δήλωσε ότι θα ζητήσει από τον Σι να συμβάλει στον περιορισμό της ρωσικής επιθετικότητας στην Ουκρανία. «Έχουμε επιβάλει πολύ σκληρές κυρώσεις στη Ρωσία. Είναι αποτελεσματικές, είναι ισχυρές, αλλά θα ήθελα να δω και από την Κίνα να βοηθήσει», ανέφερε εν πτήσει. «Είναι ένα από τα βασικά θέματα που θα θίξω — τη Ρωσία και την Ουκρανία. Χάνουν 7.000 ανθρώπους την εβδομάδα, κυρίως στρατιώτες, και σίγουρα θα το συζητήσουμε. Και ο ίδιος θα ήθελε να δει να τελειώνει αυτό».
Το ταξίδι του Τραμπ στην Ασία περιλαμβάνει σταθμούς στη Μαλαισία, την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα, το πρώτο του στην περιοχή αφότου ανέλαβε για δεύτερη φορά την προεδρία.
Με την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς, η περιφέρεια Μπαοσάν της Σαγκάης εγκαινίασε ένα πρόγραμμα «αντι-αιρετικής εκπαίδευσης» που παρουσιάζεται ως πρωτοβουλία ασφάλειας και προληπτικής εκπαίδευσης. ‘Όμως πίσω από τα τραγούδια, τα κινούμενα σχέδια και τα παιχνίδια ρόλων, ακόμη και παιδικές «δίκες», οι ειδικοί βλέπουν μια πιο σκοτεινή πραγματικότητα: την πρώιμη πολιτική κατήχηση των παιδιών ενάντια σε κάθε ανεξάρτητη πίστη και τη στοχοποίηση μη κρατικά ελεγχόμενων θρησκευτικών ομάδων. Η κυβέρνηση της Κίνας επεκτείνει τη μάχη της κατά της θρησκείας, από τους ναούς και τις εκκλησίες, τώρα και μέσα στις σχολικές αίθουσες.
Σε μια ανησυχητική επίδειξη κρατικής κατήχησης, η κινεζική κυβέρνηση έστρεψε για άλλη μια φορά την προπαγανδιστική της μηχανή προς τα νεότερα και πιο ευαίσθητα μέλη της κοινωνίας.
Ο στόχος της εκστρατείας είναι σαφής: να ενσταλάξει ακλόνητη πίστη στην κρατική αφήγηση και να ομαλοποιήσει την καταστολή της πνευματικής ποικιλομορφίας.
Τι συνέβη στην Μπαοσάν
Κατά την επανέναρξη των σχολείων, τοπικές αρχές και φορείς (όπως η Ένωση κατά των Xie Jiao και το Γραφείο Παιδείας της Περιφέρειας ) υλοποίησαν τον «Μήνα Αντι-Αίρεσης», με δραστηριότητες που περιλαμβάνουν: συλλογικά τραγούδια («anti-cult clapping song»), κινούμενα σχέδια-βίντεο που «αποκαλύπτουν» τι είναι μία αίρεση (xie jiao/cult/κακό δόγμα), κουίζ γνώσεων, παιχνίδια ρόλων, και δημόσιες δηλώσεις από μαθητές που «αντιστέκονται στην αίρεση». Όλα αυτά με στόχο να «θέσουν τους σπόρους της ευαισθητοποίησης κατά των αιρέσεων στην καρδιά κάθε μαθητή», κάτι που παρουσιάστηκε ως μάθημα για την ασφάλεια των μαθητών.
Κρατικές αναφορές προώθησαν τις δράσεις ως «δημοκρατική και διασκεδαστική» εκπαίδευση, αλλά εκπαιδευτικοί που μίλησαν ανώνυμα, ψυχολόγοι και ερευνητές προειδοποιούν ότι το πρόγραμμα απλοποιεί σύνθετα θρησκευτικά και κοινωνικά φαινόμενα σε έναν ενιαίο εχθρό, υπονομεύοντας την κριτική σκέψη των παιδιών και φυτεύοντας φόβο απέναντι στη θρησκευτική διαφορετικότητα.
Σχεδόν 300 μαθητές της όγδοης τάξης στο Πειραματικό σχολείο Γιουεπού συμμετείχαν σε μια διάλεξη με θέμα την καταπολέμηση των αιρέσεων, όπου έμαθαν να «εντοπίζουν και να αποτρέπουν τις αιρέσεις» μέσω παιχνιδιών ρόλων και ομαδικών συζητήσεων. Μετά το μάθημα, οι μαθητές καθοδηγήθηκαν να κάνουν δηλώσεις «αποφασιστικής αντίστασης στις αιρέσεις», κάτι που επίσημες αναφορές έχουν επαινέσει ως «εξαιρετικά αποτελεσματικό». Ένας καθηγητής, που προτίμησε να μιλήσει ανώνυμα, χαρακτήρισε τις ασκήσεις (π.χ. ρόλων, συλλογικών χειροκροτημάτων και δημόσιων δηλώσεων) περισσότερο ως «πολιτική διακήρυξη» παρά ως αντικειμενική εκπαίδευση. Ακαδημαϊκοί και γονείς μιλούν για πολιτική κατήχηση, ιδεολογική επιρροή καθώς και για τα όρια της εκπαίδευσης των παιδιών.
Οι αναφορές των μέσων δίνουν και πιο συγκεκριμένα παραδείγματα. Τα παιδιά που εκπαιδεύτηκαν ως «μικροί φύλακες της κοινότητας» έβγαιναν να μοιράζουν φυλλάδια κατά των xie jiao [σιε τζιάο], ενώ σε μερικά σχολεία οι μαθητές συμμετείχαν σε προσομοιωμένες δίκες όπου υπό την καθοδήγηση δικαστών «δίκασαν» και «καταδίκασαν» μέλη θρησκευτικών ομάδων που θεωρούνται παράνομες.
Ίσως η πιο ανησυχητική στιγμή της εκστρατείας ήρθε όταν τα παιδιά οδηγήθηκαν σε μια πραγματική αίθουσα δικαστηρίου για να συμμετάσχουν σε μια «εκπαιδευτική» εικονική δίκη. Υπό την καθοδήγηση πραγματικών δικαστών, οι μαθητές ανέλαβαν ρόλους – δικαστές, εισαγγελείς, κατηγορούμενοι και συνήγοροι υπεράσπισης – αναπαριστώντας μια ποινική υπόθεση εναντίον μελών φερόμενων αιρέσεων. Η άσκηση παρουσιάστηκε ως μάθημα νομικής παιδείας και «ενημέρωσης για το δίκαιο», όμως στην πραγματικότητα λειτουργούσε ως έμμεσος μηχανισμός ιδεολογικής διαπαιδαγώγησης. Μέσα από την προσποιητή απονομή δικαιοσύνης, τα παιδιά διδάσκονταν όχι την αξία του νόμου, αλλά την εκδοχή του «σωστού» και του «λάθους» όπως αυτή ορίζεται από το κράτος, μια εκπαίδευση που μετατρέπει τη νομική συνείδηση σε όργανο πολιτικής υπακοής.
Η ιδεολογική εκπαίδευση δεν περιορίζεται στις μικρές ηλικίες. Στην πανεπιστημιούπολη του παραρτήματος Μπαοσάν, περισσότεροι από τετρακόσιοι φοιτητές που συμμετείχαν στη στρατιωτική τους εκπαίδευση παρακολούθησαν μια ειδική συνεδρία που συνδύαζε κινηματογράφο και πολιτική καθοδήγηση. Με αφετηρία την πρόσφατη επιτυχημένη ταινία The Pig, the Snake and the Pigeon (Το γουρούνι, το φίδι και το περιστέρι), οι φοιτητές κλήθηκαν να συζητήσουν για τη «δικαιοσύνη και το κακό», μια συζήτηση που σύντομα μετατράπηκε σε πλαίσιο προπαγάνδας για τους «κινδύνους των αιρέσεων». Οι παρόντες αξιωματούχοι εκμεταλλεύτηκαν τη δημοφιλία της ταινίας για να συνδέσουν τη θρησκευτική επιτήρηση με τη νεανική κουλτούρα, παρουσιάζοντας την κρατική ιδεολογία ως μέρος της ψυχαγωγίας.
Η προσέγγιση αυτή – η συγχώνευση της πολιτικής προπαγάνδας με τη λαϊκή κουλτούρα – αποκαλύπτει μια νέα, πιο λεπτή μορφή ιδεολογικής διαπαιδαγώγησης που επιδιώκει να εδραιώσει την κρατική γραμμή όχι μέσα από τον φόβο, αλλά μέσα από τη συνήθεια και την αισθητική αποδοχή.
Όπως επισημαίνει ένας καθηγητής επικοινωνίας από πανεπιστήμιο της Σαγκάης, οι νέες αυτές μορφές διδασκαλίας «μπορεί να φαίνονται πιο εκσυγχρονισμένες, αλλά στην ουσία τους δεν διαφέρουν από τη μονοδιάστατη αφήγηση του παρελθόντος».
Ο ίδιος προειδοποιεί ότι η χρήση ποπ κουλτούρας και ψυχαγωγίας για την προώθηση κρατικών ιδεολογημάτων «σβήνει τα όρια ανάμεσα στην ενημέρωση και την κατήχηση. Όταν το κράτος αποφασίζει ποια πίστη ή ιδέα θεωρείται ‘αίρεση’ και ποια ‘ορθή’, τότε πόσος χώρος απομένει για διαφορετικές φωνές;» αναρωτιέται. «Και κυρίως, πόσο ικανά είναι τα παιδιά να κρίνουν ανεξάρτητα, όταν όλα τα ερεθίσματα που λαμβάνουν είναι μονοδιάστατα;».
Τι εννοεί το κράτος με τον όρο «αίρεση» – xie jiao – και γιατί αυτό ανησυχεί;
Με τον όρο σιε τζιάο χαρακτηρίζουν τις «κακές λατρείες, τις αιρέσεις». Η χρήση αυτού του όρου από την Κίνα αποτελεί εδώ και καιρό ένα εργαλείο για την απονομιμοποίηση και την ποινικοποίηση θρησκευτικών ομάδων που δεν εμπίπτουν στο κρατικά επικυρωμένο δόγμα. Ο όρος στην κινεζική δημόσια πολιτική χρησιμοποιείται ευρέως και ευέλικτα: καλύπτει κινήματα όπως το Φάλουν Γκονγκ και η εκκλησία του Παντοδύναμου Θεού, αλλά και άλλες ανεξάρτητες θρησκευτικές ομάδες. Η ευρύτητα του ορισμού σημαίνει ότι μη κρατικά ελεγχόμενες θρησκευτικές κοινότητες, λαϊκές πρακτικές ή ακόμη και παραδοσιακά έθιμα μπορούν να στιγματιστούν ως «αιρετικά» ή σιε τζιάο εφόσον θεωρηθούν «επικίνδυνα» ή «απειλητικά» για την κοινωνική τάξη.
Σύμφωνα με δημόσια έγγραφα του τμήματος δημόσιας ασφάλειας, το σιε τζιάο μπορεί να οριστεί ως μια «παράνομη οργάνωση που, υπό το πρόσχημα της θρησκείας, του τσιγκόνγκ ή άλλων ονομάτων, εκμεταλλεύεται τις ανθρώπινες επιθυμίες, κατασκευάζει δεισιδαιμονικές πλάνες και βλάπτει την κοινωνία». Ειδικοί λένε ότι αυτή η ασάφεια ανοίγει τον δρόμο για καταχρήσεις. Ο νόμος απαγορεύει τις θρησκευτικές ή πνευματικές ομάδες που η κυβέρνηση θεωρεί «λατρείες» ή που προωθούν ετερόδοξες διδασκαλίες που δεν ευθυγραμμίζονται με την κυρίαρχη ιδεολογία του Κόμματος.
Οι κανονισμοί απαιτούν από τους κληρικούς να ορκίζονται πίστη στο ΚΚΚ και τον σοσιαλισμό και να «αντιστέκονται στις παράνομες θρησκευτικές δραστηριότητες και την θρησκευτική εξτρεμιστική ιδεολογία καθώς και στη διείσδυση ξένων δυνάμεων που χρησιμοποιούν τη θρησκεία».
Η πρωτοβουλία στη Σαγκάη εντάσσεται σε μια εθνική λογική: «αντι-αιρετικές βάσεις», εβδομάδες αφιερωμένες στην ευαισθητοποίηση, εκθέσεις και προγράμματα σε πανεπιστήμια και κοινότητες έχουν εξαπλωθεί σε πολλές επαρχίες (Ningxia, Zhejiang, Guangxi, Taiyuan, κ.α.). Οι τοπικές αρχές χρησιμοποιούν ποικίλες «δημιουργικές» μεθόδους – από παραδοσιακή λαϊκή τέχνη μέχρι διαδραστικές εμπειρίες VR – για να προωθήσουν το μήνυμα στο κοινό. Αυτό είναι μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής για ενίσχυση της ιδεολογικής εργασίας και της «εθνικής ασφάλειας» στον θρησκευτικό χώρο.
Η διεθνής κοινότητα δεν πρέπει να σιωπά. Αυτός ο ιδεολογικός πόλεμος αποτελεί κρίση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτή η εκστρατεία πρέπει να καταγγελθεί ως μια συστηματική προσπάθεια διαγραφής της θρησκευτικής ταυτότητας και αντικατάστασής της με κρατικό δόγμα.