Παρασκευή, 09 Μαΐ, 2025

Η πρόσβαση στην κρυπτογράφηση κίνδυνος για την ιδιωτικότητα στην ΕΕ

Ανάλυση ειδήσεων

Κρυπτογραφημένες εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων όπως τα Signal, Telegram και WhatsApp ενδέχεται σύντομα να υποχρεωθούν να παρέχουν στις αρχές έναν «ψηφιακό διάδρομο» πρόσβασης στα προστατευμένα μηνύματα των χρηστών τους – μέτρο που προωθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με ανακοίνωσή της τον Απρίλιο.

Στον απόηχο υπαρκτών ανησυχιών για πιθανή κρατική επιτήρηση, ειδικοί προειδοποιούν πως το μέτρο μπορεί να αποδειχθεί μπούμερανγκ για τις ίδιες τις αρχές: όπως επισημαίνουν, οι ίδιες οι «κερκόπορτες» θα μπορούσαν να μετατραπούν σε προνομιακή δίοδο για τους κυβερνοεγκληματίες να αποσπάσουν ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δήλωσε την 1η Απριλίου: «Θα ενισχύσουμε τη Europol και θα εξοπλίσουμε τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου με σύγχρονα μέσα για την καταπολέμηση του εγκλήματος.»

Σύμφωνα με την Επιτροπή, η «νόμιμη πρόσβαση στα δεδομένα» συνεπάγεται ότι οι αστυνομικές αρχές πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εισέρχονται στις κρυπτογραφημένες εφαρμογές ή εργαλεία που βασίζονται στην end-to-end κρυπτογράφηση.

Ωστόσο, όπως υπογράμμισε στην Epoch Times ο Άντυ Τζένκινσον, στέλεχος του Cyber Theory Institute, η δημιουργία μίας κερκόπορτας χωρίς την εξασφάλιση ισχυρής προστασίας για τους κυβερνητικούς διακομιστές «δεν είναι απλώς επιπόλαιη ενέργεια, αλλά πρόσκληση προς την καταστροφή».

«Οι ηθικές, νομικές και πρακτικές συνέπειες τέτοιων ενεργειών θα ξεπεράσουν κατά πολύ τους δηλωμένους στόχους τους», σχολίασε.

Ο Τζένκινσον, συγγραφέας του βιβλίου «Stuxnet to Sunburst: 20 Years of Digital Exploitation and Cyber Warfare», συνοψίζει τους βασικούς κινδύνους: αφ’ ενός, κυβερνοεγκληματίες μπορεί να βρουν τρόπους να εκμεταλλευτούν την κερκόπορτα για να αποκτήσουν πρόσβαση στα δεδομένα των χρηστών· αφ’ ετέρου, κινδυνεύει η διαδρομή των δεδομένων μέχρι και τις κρατικές υποδομές, που συχνά παραμένουν απροστάτευτες.

Οι περισσότερες γνωστές εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων – όπως WhatsApp, Telegram, Signal, iMessage και BrightChat– βασίζονται στην end-to-end κρυπτογράφηση, που καθιστά τα δεδομένα απροσπέλαστα σε οποιονδήποτε εκτός του αποστολέα και του παραλήπτη.

Προειδοποίηση Ντούροφ

Ο συνιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος του Telegram, Πάβελ Ντούροφ, συνελήφθη στη Γαλλία τον Αύγουστο του 2024 και κατηγορήθηκε από τον εισαγγελέα του Παρισιού, μεταξύ άλλων, για «συνέργεια στη διαχείριση πλατφόρμας που διευκόλυνε παράνομες συναλλαγές από οργανωμένη ομάδα».

Ο ίδιος αρνείται κάθε κατηγορία και, μέχρι τη δίκη του, επέστρεψε στη βάση του στο Ντουμπάι.

Η γαλλική κυβέρνηση προσπάθησε πρόσφατα να περάσει νομοθεσία για την εισαγωγή κερκόπορτας στις κρυπτογραφημένες εφαρμογές. Όπως ανάρτησε ο Ντούροφ στις 21 Απριλίου στην πλατφόρμα X, «Τον περασμένο μήνα, η Γαλλία βρέθηκε ένα βήμα πριν να απαγορεύσει ουσιαστικά την κρυπτογράφηση. Νόμος που υποχρέωνε τις εφαρμογές μηνυμάτων να παρέχουν δίοδο πρόσβασης στην αστυνομία πέρασε από τη Γερουσία, αλλά ευτυχώς απορρίφθηκε από την Εθνοσυνέλευση. Μόλις πριν 3 μέρες, ο αρχηγός της αστυνομίας του Παρισιού ζήτησε ξανά το ίδιο.»

Σε δεύτερη ανάρτηση τόνισε: «Αν υιοθετούνταν αυτός ο νόμος, η Γαλλία θα γινόταν η πρώτη χώρα που θα αφαιρούσε επίσημα το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα από τους πολίτες της».

Τόνισε μάλιστα πως ακόμη και αυταρχικά καθεστώτα δεν τόλμησαν να προχωρήσουν σε τέτοιο μέτρο γιατί είναι «τεχνικά αδύνατο να εγγυηθεί κανείς πως μόνο η αστυνομία θα έχει πρόσβαση σε μία τέτοια δίοδο. Μπορεί να γίνει εργαλείο για ξένες υπηρεσίες, χάκερ ή άλλους επιτήδειους, θέτοντας σε κίνδυνο τις συνομιλίες αθώων πολιτών».

Ο συνιδρυτής της Telegram Πάβελ Ντούροφ εμφανίζεται σε εκδήλωση στην Τζακάρτα της Ινδονησίας, στις 1 Αυγούστου 2017. (Tatan Syuflana/AP Photo)

 

Καταλήγει ότι, σύμφωνα με τις αξίες της εταιρείας, «το Telegram προτιμά να αποχωρήσει από αγορές παρά να θέσει σε κίνδυνο το απόρρητο των χρηστών, αντίθετα με άλλους ανταγωνιστές που ανταλλάσσουν το απόρρητο με μερίδιο αγοράς».

Από την πλευρά του, ο ειδικός Μάικ Μπέρσελ επισημαίνει ότι οι διεθνείς παραβιάσεις τηλεπικοινωνιών αποδεικνύουν γιατί «οι κερκόπορτες είναι πάντα κακή ιδέα – ούτε το κοινό ούτε οι κυβερνήσεις ούτε οι επιχειρήσεις ωφελούνται από τέτοια μέτρα».

Αστυνομικές αρχές στην Ευρώπη έχουν ήδη παραβιάσει διακομιστές εφαρμογών όπως EncroChat, Sky ECC, Ghost και Matrix, που σύμφωνα με τις αρχές χρησιμοποιούνταν από εγκληματικές ομάδες.

Χάρη στη συλλογή δεδομένων από τέτοιες επιχειρήσεις, χιλιάδες κατηγορούμενοι οδηγήθηκαν στα δικαστήρια σε πολλές χώρες της Ευρώπης και στη Βρετανία.

Το παράδειγμα του AN0M

Το 2019, ο Βίνσεντ Ράμος, επικεφαλής της Phantom Secure – εταιρείας από τον Καναδά που διέθετε συσκευές με κρυπτογράφηση σε εγκληματίες – καταδικάστηκε σε εννέα χρόνια φυλάκισης.

Μετά το κλείσιμο της Phantom Secure, το FBI έστησε τη δική του εφαρμογή με κρυπτογράφηση, ονόματι AN0M, την οποία διοχέτευσε εν αγνοία των χρηστών στην εγκληματική αγορά.

Τον Ιούνιο του 2021, διεξήχθη ευρεία αστυνομική επιχείρηση κατά των χρηστών της, αποκαλύπτοντας τεράστιο εύρος οργανωμένου εγκλήματος.

Τον Φεβρουάριο του 2025, οι αμερικανικές αρχές ανακοίνωσαν πως ο Αλεξάντερ Ντμιτριένκο, Φινλανδός υπήκοος, ήταν ο τελευταίος από οκτώ κατηγορούμενους που εκδόθηκαν στις ΗΠΑ και παραδέχθηκαν τη διακίνηση τέτοιων συσκευών για λογαριασμό εγκληματικών οργανώσεων.

Σαρωτικές επιχειρήσεις

Ο Ολλανδός δικηγόρος Γιούστους Ράιζινγκερ, που εκπροσωπεί πολλούς κατηγορούμενους με βάση δεδομένα από EncroChat ή Sky ECC, παρομοίασε στη συνομιλία του με την Epoch Times τις αστυνομικές επιχειρήσεις με «γιγαντιαία δίχτυα ψαρέματος».

«Στην Ολλανδία ή τη Γερμανία, κάτι τέτοιο δεν θα επιτρεπόταν ποτέ χωρίς στοχευμένη αιτιολόγηση απέναντι στον συγκεκριμένο ύποπτο, και μάλιστα για πολύ σοβαρές κατηγορίες, καθώς μιλάμε για μία από τις πλέον παρεμβατικές ψηφιακές πρακτικές: την υποκλοπή του προσωπικού κινητού», επεσήμανε.

Ο Ράιζινγκερ υπογράμμισε ότι κάθε ευρωπαϊκή χώρα έχει το δικό της νομικό πλαίσιο και οι αρχές μπορούν να υποκλέψουν ή να συλλέξουν δεδομένα πολιτών μόνο με δικαστική άδεια και εντός της επικράτειάς τους.

«Για να έχουν πρόσβαση σε πολίτες από την Ολλανδία, πρέπει να αποφανθεί σχετικά Ολλανδός δικαστής, με βάση το εθνικό δίκαιο και την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων», σημείωσε.

Για τους Αμερικανούς πολίτες, τέτοιες «σαρωτικές» έρευνες ενδέχεται να παραβιάζουν την Τέταρτη και Πέμπτη Τροπολογία του Συντάγματος, που απαγορεύουν τις αδικαιολόγητες έρευνες και διασφαλίζουν τη νόμιμη διαδικασία.

Στην Ευρώπη, η Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου εγγυάται το δικαίωμα στη δίκαιη δίκη (άρθρο 6) και στην προστασία της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής (άρθρο 8).

Το 2024, ο Ράιζινγκερ προώθησε προσφυγές τόσο στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο όσο και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (European Court of Human Rights-ECHR)στο Στρασβούργο, υποστηρίζοντας ότι οι γαλλικές αρχές παραβίασαν μαζικά το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα συλλέγοντας προσωπικά δεδομένα και μεταδεδομένα χωρίς επαρκή αιτιολόγηση μέσω EncroChat και Sky ECC.

«Ακόμη σημαντικότερο είναι ότι αν οι αρχές βασίσουν αποκλειστικά ή κυρίως σε τέτοια δεδομένα την ενοχοποίηση κατηγορουμένων, το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη επιβάλλει ο δικαστής να εξετάσει τη νομιμότητα και την αξιοπιστία τους», σημείωσε ο Ράιζινγκερ.

Υπολογίζεται πως απαιτούνται τέσσερα έως πέντε χρόνια για απόφαση από το ECHR, συνεπώς οριστική έκβαση δεν αναμένεται πριν το 2028 ή 2029.

Εν τω μεταξύ, αρχές όπως η Europol πιέζουν για άμεση πρόσβαση μέσω ειδικής διόδου στις εφαρμογές, για να αποφύγουν την υποκλοπή των διακομιστών.

Υπόσχεση για καμία «κερκόπορτα»

Το 2018, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε δήλωση στην οποία ανέφερε ότι προτείνει έξι συγκεκριμένα μη νομοθετικά μέτρα «για την υποστήριξη των αρχών επιβολής του νόμου στην αντιμετώπιση των προκλήσεων που θέτει η κρυπτογράφηση στο πλαίσιο ποινικών ερευνών».

Η Κομισιόν έγραψε: «Τα μέτρα αυτά σέβονται τη διασφάλιση της ισχυρής κρυπτογράφησης […] και δεν απαγορεύουν, περιορίζουν ή αποδυναμώνουν με κανέναν τρόπο την κρυπτογράφηση (‘χωρίς κερκόπορτες’)».

Όμως, την 1η Απριλίου φέτος, το νέο στρατηγικό σχέδιο ProtectEU υπογράμμισε πως οι διωκτικές αρχές και η δικαιοσύνη «έχουν χάσει έδαφος απέναντι στους εγκληματίες τα τελευταία χρόνια, λόγω εργαλείων που προσφέρουν πάροχοι εκτός ευρωπαϊκής δικαιοδοσίας, στερώντας τις αρχές από τα απαραίτητα μέσα».

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις Βρυξέλλες, στις 7 Απριλίου 2025. (Nicolas Tucat/AFP μέσω Getty Images)

 

Το κείμενο επιμένει πως, καθώς βαθαίνει ο ψηφιακός μετασχηματισμός, είναι επιτακτική η ανάγκη ενός πλαισίου για τη νόμιμη πρόσβαση στα δεδομένα «που να συνάδει με τα ανθρώπινα δικαιώματα και την κυβερνοασφάλεια».

Στο ProtectEU επισημαίνεται ότι έως τα μέσα του 2025, η Κομισιόν θα παρουσιάσει έναν οδηγό για τα μέτρα – νομοθετικά και πρακτικά – που σχεδιάζει ώστε να διασφαλίσει τη νόμιμη και αποτελεσματική πρόσβαση στα δεδομένα. Παράλληλα, θα ετοιμάσει «τεχνολογικό οδηγό για την κρυπτογράφηση», στοχεύοντας στον εντοπισμό λύσεων που θα επιτρέπουν στις αρχές να έχουν πρόσβαση σε κρυπτογραφημένα δεδομένα χωρίς να παραβιάζονται θεμελιώδη δικαιώματα.

Ο Τζένκινσον δήλωσε ότι οι κυβερνήσεις συνήθως αποτυγχάνουν να ασφαλίσουν τις δικές τους κρίσιμες υποδομές.

«Πριν εφαρμόσει η Κομισιόν μέτρα που διακυβεύουν την ιδιωτικότητα των πολιτών, οφείλει πρώτα να αντιμετωπίσει τις δικές της ευπάθειες», δηλώνει. «Η μανία για δημιουργία κερκόπορτας στις ευρωπαϊκές εφαρμογές είναι επικίνδυνο προηγούμενο που ηγείται από τις ΗΠΑ, όπου ήδη έχει αποδειχθεί καταστροφικό για την κυβερνοασφάλεια και τα ατομικά δικαιώματα διεθνώς.»

Η Κίνα αναπτύσσει «στρατό» συμμαχικών ΜΚΟ κατά των επικριτών της στον ΟΗΕ

Το κινεζικό καθεστώς στέλνει ολοένα και περισσότερο ομάδες που παρουσιάζονται ως μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) στα Ηνωμένα Έθνη σε μια προσπάθεια να καταστείλει την κριτική για τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράττε, σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύθηκε από τη Διεθνή Κοινοπραξία Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ) στις 28 Απριλίου.

Η δεκάμηνη έρευνα, μια συνεργασία μεταξύ της ICIJ και 42 οργανισμών μέσων ενημέρωσης, εξέτασε τη διεθνική καταστολή της Κίνας υπό τον Κινέζο επικεφαλής Σι Τζινπίνγκ.

Μέρος της έκθεσης επικεντρώθηκε στην εκστρατεία υπονόμευσης του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, την οποία το κομμουνιστικό καθεστώς υλοποιεί μέσω «ενός αυξανόμενου στρατού κινεζικών ΜΚΟ».

«Από την επανεκλογή του Σι ως γενικού γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος το 2017 και ως προέδρου το επόμενο έτος, η Κίνα επιδιώκει μεγαλύτερη επιρροή στο σύστημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ΟΗΕ και αντιδρά στις διαφωνίες πιο επιθετικά», αναφέρει η έκθεση.

Η ICIJ διαπίστωσε ότι ο αριθμός των κινεζικών ΜΚΟ που κατέχουν συμβουλευτικό καθεστώς στον ΟΗΕ έχει σχεδόν διπλασιαστεί από το 2018.

Οι ΜΚΟ μπορούν να συμμετέχουν σε συνεδριάσεις του ΟΗΕ, να κάνουν προφορικές δηλώσεις και να υποβάλουν γραπτές δηλώσεις πριν από τις συνόδους του ΟΗΕ μετά την απόκτηση συμβουλευτικού καθεστώτος, το οποίο χορηγείται από το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο του ΟΗΕ.

Μια ανάλυση της ICIJ σε 106 ΜΚΟ από την Κίνα, το Χονγκ Κονγκ, το Μακάο και την Ταϊβάν διαπίστωσε ότι οι 59 εξ αυτών δεν είναι ανεξάρτητες αλλά «συνδέονται στενά» με το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ). Η ICIJ αναφέρθηκε σε αυτές τις ΜΚΟ που υποστηρίζονται από το Πεκίνο ως «GONGO» ή «μη κυβερνητικές οργανώσεις που οργανώνονται από την κυβέρνηση».

Δέκα από αυτές τις GONGO λαμβάνουν περισσότερη από τη μισή χρηματοδότησή τους από το Πεκίνο, σημείωσε το ICIJ.

Σε τουλάχιστον 46 από αυτές τις ομάδες, διευθυντές, γραμματείς, αντιπρόεδροι ή άλλα υψηλόβαθμα στελέχη κατέχουν επίσης θέσεις στα τμήματα του κινεζικού καθεστώτος ή εντός του ΚΚΚ.

Επιπλέον, 53 από αυτές τις ΜΚΟ ορκίζονται πίστη στο ΚΚΚ στις ιστοσελίδες τους ή σε επίσημα έγγραφα. Μεταξύ αυτών, οι 12 συμφωνούν να αναθέσουν στο Κομμουνιστικό Κόμμα τη λήψη αποφάσεων όπως οι διορισμοί ηγεσίας.

«Το 2024, 33 κινεζικές ΜΚΟ εμφανίστηκαν περίπου 300 φορές στους καταλόγους ομιλητών στις συνόδους του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Το 2018, υπήρχαν μόνο τρεις από αυτές. Καμία δεν επέκρινε την Κίνα», αναφέρει η έκθεση.

Η Ράνα Σιου Ινμπόντεν, ανώτερη ερευνήτρια στο Κέντρο Strauss για τη Διεθνή Ασφάλεια και το Δίκαιο στο Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Ώστιν, αναφέρθηκε στην έκθεση λέγοντας ότι το Πεκίνο «σαφώς χρησιμοποιεί τις ΜΚΟ ως εργαλείο».

«Τις ενθαρρύνουν, τις βοηθούν, τις καθοδηγούν πώς να αποκτήσουν αυτό το [συμβουλευτικό] καθεστώς», δήλωσε η Ινμπόντεν. «Και στη συνέχεια, μόλις βρεθούν [στον ΟΗΕ], μπορείτε να δείτε πως οι δηλώσεις τους, είτε στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είτε αλλού, εξυπηρετούν την [κινεζική] κυβέρνηση.»

Οι τακτικές της Κίνας

Οι αντιπρόσωποι των ομάδων που υποστηρίζονται από το Πεκίνο επιδιώκουν να «διαταράξουν και να πνίξουν» την κριτική κατά της Κίνας, να επαινέσουν το ΚΚΚ και να παρακολουθούν και να εκφοβίζουν όσους έρχονται στη Γενεύη για να καταθέσουν εναντίον της Κίνας.

«Είναι διαβρωτικό. Είναι ανέντιμο. Είναι ανατρεπτικό», δήλωσε η Μισέλ Τέιλορ, η οποία διετέλεσε πρέσβειρα των ΗΠΑ στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ από τον Φεβρουάριο του 2022 έως τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους, στα ευρήματα της ICIJ.

Ομάδες που υποστηρίζονται από το Πεκίνο «μεταμφιέζονται σε ΜΚΟ» ως μέρος της ευρύτερης προσπάθειας του ΚΚΚ «να συσκοτίσει τις δικές του παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να αναδιαμορφώσει την αφήγηση γύρω από τις ενέργειες και τις ενοχές της Κίνας», δήλωσε η Τέιλορ.

Η ICIJ και οι συνεργάτες της στα μέσα ενημέρωσης μίλησαν με 15 ακτιβιστές και δικηγόρους για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Κίνα, οι οποίοι «περιέγραψαν ότι παρακολουθούνταν ή παρενοχλούνταν από άτομα που θεωρούνταν ύποπτα για [σχέσεις με την] κινεζική κυβέρνηση», σύμφωνα με την έκθεση. Αυτά τα περιστατικά συνέβησαν τόσο εντός των Ηνωμένων Εθνών όσο και στη Γενεύη γενικότερα.

Κάποιοι ακτιβιστές δήλωσαν ότι συγγενείς τους τους είχαν προτρέψει να σταματήσουν τον δημόσιο ακτιβισμό τους ή τους είχαν προειδοποιήσει για τους κινδύνους των πράξεών τους, σύμφωνα με την ICIJ. Πιστεύουν δε ότι αυτό έγινε κατόπιν πίεσης από τις κινεζικές αρχές,

Η έκθεση αναφέρει ένα περιστατικό τον Μάρτιο του 2024, όταν ορισμένοι ακτιβιστές δικαιωμάτων αρνήθηκαν να πατήσουν το πόδι τους μέσα στα κτίρια του ΟΗΕ, φοβούμενοι ότι η παρουσία του Πεκίνου θα μπορούσε να οδηγήσει σε αντίποινα εναντίον των οικογενειών τους στην Κίνα.

«Αντίθετα, συγκεντρώθηκαν για μια μυστική συνάντηση στον τελευταίο όροφο ενός ασήμαντου κτιρίου γραφείων κοντά. Ήταν εκεί για να συζητήσουν τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα και το Χονγκ Κονγκ με τον ύπατο αρμοστή του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα, Φόλκερ Τουρκ», ανέφερε η ICIJ.

Τον Ιανουάριο του περασμένου έτους, η Κίνα ήταν μεταξύ αρκετών χωρών που υποβλήθηκαν σε μια διαδικασία αξιολόγησης από ομοτίμους που ονομάζεται «Παγκόσμια Περιοδική Αναθεώρηση» ενώπιον του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ.

Η Ρουσάν Αμπάς, συνιδρύτρια της Εκστρατείας για τους Ουιγούρους με έδρα τις ΗΠΑ, δήλωσε στην ICIJ ότι αφού αυτή και άλλοι εκπρόσωποι ΜΚΟ εισήλθαν στο κτίριο του ΟΗΕ όπου διεξαγόταν η αξιολόγηση της Κίνας, «αυτοί οι Κινέζοι GONGO μας έβγαζαν φωτογραφίες».

«Δεν το ανέφερα [αυτό] στις αρχές του ΟΗΕ επειδή έχασα την εμπιστοσύνη μου σε αυτές, καθώς η Κίνα ενεργούσε […] σαν ο ΟΗΕ να ήταν η παιδική χαρά της», φέρεται να είπε η Αμπάς στην έκθεση.

Το ICIJ δήλωσε ότι οι ανεξάρτητοι οργανισμοί έχουν πλέον μεγαλύτερη ευθύνη να μιλήσουν για τις φρικαλεότητες λόγω της ανόδου του αυταρχισμού σε όλο τον κόσμο.

«Εάν η ισχύς της Κίνας συνεχίσει να παραμένει ανεξέλεγκτη από τις αρχές του ΟΗΕ, αυτό απειλεί την αξιοπιστία της προσπάθειας του θεσμού να παρακολουθεί και να καταγράφει παραβιάσεις και καταχρήσεις όχι μόνο στην Κίνα, αλλά σε όλο τον κόσμο», ανέφερε η ομάδα.

Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες: Σουδανοί πρόσφυγες στη Λιβύη ίσως κινηθούν προς την Ευρώπη

Στην τελευταία του ενημέρωση προς το Συμβούλιο Ασφαλείας ως Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, ο Φιλίππο Γκράντι παρουσίασε μια ζοφερή εικόνα ενός κόσμου βυθισμένου στις συγκρούσεις, προειδοποιώντας ότι «βιώνουμε μια εποχή πολέμου, μια εποχή κρίσης».

Αναφερόμενος στις 120 ενεργές συγκρούσεις παγκοσμίως, κατήγγειλε τη διάβρωση των κανόνων του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου, επισημαίνοντας ότι άμαχοι και ανθρωπιστικοί φορείς στοχοποιούνται συστηματικά.

Από το Σουδάν έως την Ουκρανία, από το Σαχέλ έως τη Μιανμάρ, από τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό έως την Αϊτή, η βία, όπως τόνισε, συνεχίζεται αμείωτη.

Ο κος Γκράντι επικαλέστηκε τα λόγια του Πάπα Φραγκίσκου, σύμφωνα με τα οποία «κάθε πόλεμος αντιπροσωπεύει όχι μόνο ήττα της πολιτικής, αλλά και μια επαίσχυντη υποχώρηση». «Έχει αποχωρήσει, δυστυχώς, αλλά τα λόγια του παραμένουν – πιο επείγοντα από ποτέ», πρόσθεσε.

Άσκησε κριτική στο Συμβούλιο Ασφαλείας, δηλώνοντας ότι «το σώμα αυτό αποτυγχάνει διαχρονικά να εκπληρώσει την αποστολή του» για τη διατήρηση της ειρήνης. Εκπροσωπώντας τα 123 εκατομμύρια εκτοπισμένων παγκοσμίως, κάλεσε τα κράτη-μέλη «να μην υποκύψουν στην ήττα της διπλωματίας».

Ανέδειξε την τραγωδία του Σουδάν, όπου «το ένα τρίτο του πληθυσμού έχει εκτοπιστεί», περιγράφοντας μια κατάσταση «τυφλής βίας, ασθενειών, λιμού και σεξουαλικών εγκλημάτων».

Αναφερόμενος στους Σουδανούς πρόσφυγες, επαίνεσε τη φιλοξενία που παρέχει το Τσαντ, παρά τους εξαιρετικά περιορισμένους πόρους του, σημειώνοντας ότι «εκείνο που λείπει είναι οι πόροι, ώστε να συνεχίσουν να υποδέχονται πρόσφυγες». Προειδοποίησε ότι η κρίση στο Σουδάν ενδέχεται να αποσταθεροποιήσει περαιτέρω την περιοχή, καθώς «περισσότεροι από 200.000 Σουδανοί βρίσκονται ήδη στη Λιβύη» και μπορεί να κινηθούν προς την Ευρώπη.

Αναφερόμενος στην Ουκρανία, ο κος Γκράντι περιέγραψε τις καταστροφικές επιπτώσεις που διαπίστωσε κατά τις επισκέψεις του, τονίζοντας την ανάγκη να ληφθεί υπ’ όψιν «η μοίρα των 10 εκατομμυρίων εκτοπισμένων Ουκρανών» και προειδοποίησε ότι δεν θα επιστρέψουν χωρίς εγγυήσεις για την ασφάλειά τους.

Για τη Μιανμάρ, υπογράμμισε την ανάγκη για άνοιγμα διαλόγου με στόχο την επίλυση της κρίσης των Ροχίνγκια, δηλώνοντας: «Ο διάλογος με όλα τα μέρη αποτελεί κρίσιμο πρώτο βήμα».

Εξέφρασε επίσης συγκρατημένη αισιοδοξία για τη Συρία, όπου «πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι έχουν ήδη επιστρέψει» από τον Δεκέμβριο του 2024, επισημαίνοντας ότι απαιτείται χαλάρωση των κυρώσεων και στήριξη στην οικονομική ανάκαμψη. «Σας ζητώ να αναλάβετε πολιτικό και οικονομικό ρίσκο», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ολοκληρώνοντας την ενημέρωσή του, προειδοποίησε για τις επιπτώσεις των περικοπών στην ανθρωπιστική βοήθεια, υπογραμμίζοντας ότι «η βοήθεια προσφέρει σταθερότητα» και πως οι περικοπές «ήδη έχουν θανατηφόρες συνέπειες σε εκατομμύρια ζωές». «Πρέπει να πετύχετε. Το οφείλετε όχι μόνο σε όσους έχουν εκτοπιστεί και στηρίζονται σε εσάς, αλλά και στους ίδιους τους εαυτούς σας», δήλωσε.

Ο Έλληνας Μόνιμος Αντιπρόσωπος στον ΟΗΕ, πρέσβης Ευάγγελος Σέκερης, δήλωσε ότι ο αναγκαστικός εκτοπισμός αποτελεί μία από τις σημαντικότερες ανθρωπιστικές κρίσεις της εποχής μας, και εξέφρασε την πλήρη υποστήριξη της Ελλάδας στο έργο του Ύπατου Αρμοστή Φιλίππο Γκράντι, καθώς και στην εφαρμογή της εντολής της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.

Τόνισε ότι η Ελλάδα συμβάλλει ενεργά, φιλοξενώντας σημαντικό αριθμό προσφύγων και αιτούντων άσυλο σε αναλογία με τον πληθυσμό της, και επιβεβαίωσε την ανάγκη τήρησης του Διεθνούς Ανθρωπιστικού Δικαίου, της αντιστροφής της τάσης εκτοπισμού, της αύξησης της ανθρωπιστικής χρηματοδότησης και της διαρκούς δέσμευσης για την προστασία των αναγκαστικά εκτοπισμένων.

Του Γ. Γαραντζιώτη

Αντιδράσεις μετά από μεταμόσχευση καρδιάς και ήπατος Ταϊβανέζου τραγουδιστή στην Κίνα

Η αποκάλυψη δημοφιλούς τραγουδιστή από την Ταϊβάν ότι υποβλήθηκε πρόσφατα σε διπλή μεταμόσχευση καρδιάς και ήπατος στην Κίνα έχει προκαλέσει ανησυχίες, με επικριτές να εκτιμούν ότι η δημόσια στήριξή του εντάσσεται σε μια ευρύτερη προσπάθεια του Πεκίνου να εξωραΐσει το κρατικά οργανωμένο σύστημα εξαναγκαστικών αφαιρέσεων οργάνων.

Ο τραγουδιστής και συνθέτης Λου Τζιαντζόνγκ, γνωστός με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο «Tank», ο οποίος αντιμετωπίζει από νεαρή ηλικία συγγενή καρδιοπάθεια, εμφανίστηκε πέντε μήνες μετά την επέμβαση, σε συνέντευξη Τύπου στις 7 Απριλίου, και εξήρε τους γιατρούς από την ηπειρωτική Κίνα, χαρακτηρίζοντας την επέμβαση «απόλυτα ομαλή». Την ίδια ημέρα, ανάρτησε εκτενή δημοσίευση στο κινεζικό μέσο κοινωνικής δικτύωσης Weibo, ενημερώνοντας το κοινό του και εκφράζοντας ευχαριστίες προς την ηπειρωτική Κίνα—την οποία αποκάλεσε «μητέρα πατρίδα»—για τη «σθεναρή στήριξη» κατά την περιπέτεια της υγείας του.

Εικόνες και βίντεο που δείχνουν τον τραγουδιστή να εκφράζει ευγνωμοσύνη περιτριγυρισμένος από Κινέζους γιατρούς κυκλοφόρησαν ευρέως στο διαδίκτυο, καθιστώντας τον έναν ακόμη δημόσιο πρόσωπο που εκφράζει στήριξη στο σύστημα μεταμοσχεύσεων της Κίνας.

Τα κρατικά μέσα ενημέρωσης της Κίνας και ιστότοποι τοπικών κυβερνήσεων αναμετάδωσαν εκτενώς την είδηση, με πολλούς τίτλους να κάνουν λόγο για «μια [ιατρική] πρωτιά στην Ασία», λόγω της πολυπλοκότητας της επέμβασης και της εύθραυστης κατάστασης του ασθενούς.

Αυτή η πανηγυρική παρουσίαση από τα κινεζικά μέσα ήρθε σε έντονη αντίθεση με τις αντιδράσεις στην Ταϊβάν, πατρίδα του τραγουδιστή, όπου πολλοί εξέφρασαν προβληματισμό για τα κίνητρα πίσω από τη δημοσιότητα της υπόθεσης.

Πολλοί Ταϊβανέζοι, ανάμεσά τους και ιατροί, σχολίασαν την υπόθεση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, επικαλούμενοι το βραβευμένο ντοκιμαντέρ «State Organs», το οποίο αναδεικνύει εγκλήματα εξαναγκαστικών αφαιρέσεων οργάνων από κρατουμένους συνείδησης στην Κίνα. Το ντοκιμαντέρ προβάλλεται αυτή την περίοδο σε κινηματογράφους της Ταϊβάν.

«Ο τρόπος με τον οποίο η ηπειρωτική Κίνα αποκτά ανθρώπινα όργανα είναι προβληματικός. Αυτό είναι διεθνώς γνωστό», δήλωσε στην Epoch Times ο Χουάνγκ Σι-γουέι, αντιπρόεδρος της ΜΚΟ «Taiwan Association for International Care of Organ Transplants» («Ταϊβανέζικη Ένωση για τη Διεθνή Μέριμνα των Μεταμοσχεύσεων Οργάνων»), που ασχολείται με την ιατρική ηθική.

Ο Χουάνγκ εκτίμησε πως δεν αποτελεί έκπληξη ότι το κινεζικό καθεστώς προώθησε μια επέμβαση με τη συμμετοχή διασημότητας, ώστε να προσδώσει αξιοπιστία στον κλάδο μεταμοσχεύσεων. «Όταν πηγαίνεις στην Κίνα για μεταμόσχευση οργάνων, ουσιαστικά βοηθάς το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας να την προωθήσει», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ο Τόρστεν Τρέι, εκτελεστικός διευθυντής της οργάνωσης «Doctors Against Forced Organ Harvesting» («Γιατροί Κατά των Εξαναγκαστικών Αφαιρέσεων Οργάνων»), δήλωσε πως κατά την άποψή του, το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας μετέτρεψε την επέμβαση του Λου σε «διαφημιστική προβολή μεταμόσχευσης».

«Παρουσιάζουν μια ‘συνηθισμένη’ μεταμόσχευση και έναν ευτυχισμένο ασθενή, για να την προωθήσουν στην Ταϊβάν: ‘Βλέπετε; Η Κίνα δεν είναι και τόσο κακή’», δήλωσε στην Epoch Times.

Ο Τρέι σημείωσε ότι η αποδοχή της Κίνας ως «πατρίδας» από τον τραγουδιστή, παρά την αντίσταση της Ταϊβάν στον κομμουνιστικό έλεγχο, εξυπηρετεί την προπαγανδιστική ατζέντα του Πεκίνου, με τη σχετική είδηση να προβάλλεται σε πολλές ασιατικές πλατφόρμες, στα κινεζικά και στα αγγλικά.

Ανεπαρκείς πληροφορίες για τον δότη

Οι διαθέσιμες πληροφορίες για τον δότη περιορίζονται στον ισχυρισμό ότι υπέστη σοβαρή κρανιοεγκεφαλική κάκωση και διαγνώστηκε με εγκεφαλικό θάνατο, προϋπόθεση για την αφαίρεση οργάνων.

Ωστόσο, η αναφορά στο τραύμα στο κεφάλι προκάλεσε επιπλέον ερωτήματα. «Τι είδους σοβαρό τραύμα στο κεφάλι ήταν αυτό;» διερωτήθηκε ο Τρέι, υπενθυμίζοντας τις καταγγελίες περί λήψης οργάνων από εκτελεσθέντες κρατούμενους—πρακτική την οποία έχουν επιβεβαιώσει πρώην Κινέζοι γιατροί και εργαζόμενοι στον χώρο της υγείας στην Epoch Times. «Η Κίνα έχει ιστορικό να δηλώνει ‘σοβαρό τραύμα στο κεφάλι’ ως αιτία θανάτου, όταν ο εκτελεσθείς δέχεται σφαίρα στο κρανίο.»

Ο Χουάνγκ, από την πλευρά του, δήλωσε ότι οι ισχυρισμοί από την ηπειρωτική Κίνα δεν τον έπεισαν. Ακόμη και αν επιβεβαιωνόταν ότι τα όργανα του Λου προήλθαν από ηθική πηγή, τόσο ο ίδιος όσο και ο Τρέι αμφισβήτησαν την απόφασή του να χρησιμοποιήσει τη δημόσια εικόνα του για την προώθηση ενός καθεστώτος που κατηγορείται για δολοφονίες κρατουμένων συνείδησης με σκοπό το κέρδος.

«Το ΚΚΚ έχει κατασκευάσει ένα αφήγημα γύρω από την προέλευση των οργάνων. Πάντα ισχυρίζεται ότι προέρχονται από περιστατικά εγκεφαλικού θανάτου μετά από τραύμα, αλλά κανείς δεν μπορεί να το επαληθεύσει», σημείωσε ο Χουάνγκ.

Η Epoch Times επικοινώνησε με τον εκπρόσωπο του τραγουδιστή στην Κίνα, χωρίς να λάβει απάντηση μέχρι τη δημοσίευση του άρθρου.

Το 2022, δύο ερευνητές σε κοινή τους δημοσίευση στο «American Journal of Transplantation» («Αμερικανική Επιθεώρηση Μεταμοσχεύσεων») εντόπισαν 71 κινεζικές επιστημονικές μελέτες που αποκάλυπταν λήψη οργάνων χωρίς να έχει προηγηθεί επιβεβαίωση εγκεφαλικού θανάτου. Σύμφωνα με τους ερευνητές, αυτό υποδηλώνει ότι οι γιατροί ουσιαστικά προκάλεσαν τον θάνατο των ατόμων.

Η Κίνα δεν απέκτησε εθνικό σύστημα δωρεάς και διανομής οργάνων μέχρι το 2015. Ωστόσο, ακόμη και μετά, έρευνα του 2019 διαπίστωσε ότι τα επίσημα στοιχεία για τις δωρεές φαίνεται να ακολουθούν μαθηματικό τύπο—ένδειξη πιθανής παραποίησης.

Το ίδιο έτος, ανεξάρτητο δικαστήριο στο Λονδίνο, μετά από έρευνα διάρκειας ενός έτους, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι στην Κίνα υφίσταται εξαναγκαστικές αφαιρέσεις οργάνων σε μεγάλη κλίμακα, υπό την εποπτεία του καθεστώτος, με κύρια πηγή τα μέλη της πνευματικής άσκησης Φάλουν Γκονγκ, η οποίο διώκεται.

Τέσσερις πολιτείες των ΗΠΑ έχουν θεσπίσει νόμους που απαγορεύουν την κάλυψη εξόδων για χειρουργικές επεμβάσεις στην Κίνα ή με προέλευση οργάνων από αυτήν, λόγω του ενδεχόμενου συνενοχής σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Επιπλέον, στην Ταϊβάν, τον Νοέμβριο του 2024 ασκήθηκε δίωξη σε χειρουργό που είχε στείλει ασθενείς για μεταμοσχεύσεις στην Κίνα.

Για τον Χουάνγκ, το βασικό πρόβλημα στο κινεζικό σύστημα μεταμοσχεύσεων είναι η έλλειψη διαφάνειας. «Το ΚΚΚ παρουσιάζει το σύστημά του ως ‘διαφανές και ανιχνεύσιμο’, όμως στην πραγματικότητα δεν είναι καθόλου διαφανές», δήλωσε.

«Δεν είναι ανοιχτό στο κοινό και είναι γνωστό μόνο σε όσους βρίσκονται εντός του συστήματος», πρόσθεσε, καλώντας το καθεστώς να δημοσιεύσει διαδικτυακά τα σχετικά δεδομένα, αν επιθυμεί να δείξει ειλικρίνεια.

«Χωρίς προηγούμενο» ο αριθμός των αγνοουμένων παγκοσμίως στο πλαίσιο ένοπλων συρράξεων

Ο αριθμός των αγνοουμένων στο πλαίσιο ένοπλων συρράξεων σε παγκόσμια κλίμακα έχει φτάσει σε επίπεδο «χωρίς προηγούμενο», με πάνω από 56.000 νέες υποθέσεις αυτού του είδους να καταγράφονται το 2024, προειδοποίησε χθες, Τετάρτη, η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού και της Ερυθράς Ημισελήνου (ΔΕΕΣ), με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) να συμμερίζεται την ανησυχία της.

«Η ΔΕΕΣ καταγράφει αριθμούς αγνοουμένων χωρίς προηγούμενο», τόνισε ο Φερνάντο Φορνάρις, σύμβουλος της Επιτροπής για τις ανθρωπιστικές υποθέσεις, κατά τη διάρκεια συνεδρίασης της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, αφιερωμένης στις λεγόμενες εξαναγκαστικές εξαφανίσεις.

Η προσθήκη 56.000 νέων αγνοουμένων στους καταλόγους το 2024 ανεβάζει το συνολικό αριθμό των καταγεγραμμένων υποθέσεων που παρακολουθεί η ΔΕΕΣ σε σχεδόν 255.000, σύμφωνα με τα στοιχεία που αποκαλύφθηκαν χθες.

Οι 56.559 νέες υποθέσεις συνιστούν «τη μεγαλύτερη αύξηση» που έχει καταγραφεί «τα τελευταία τουλάχιστον 20 χρόνια», κατήγγειλε, από την πλευρά του, ο Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Φόλκερ Τουρκ, κατά τη διάρκεια της ίδιας συνεδρίασης.

Αυτό είναι το αποτέλεσμα «ενόπλων συγκρούσεων μεγάλης κλίμακας, άνευ προηγουμένου» και της «περιφρόνησης προς το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο», σχολίασε.

Σε κάθε περίπτωση, «ο πόνος του να μη γνωρίζεις τι απέγινε ένας δικός σου άνθρωπος είναι από τα χειρότερα πράγματα που μπορεί να βιώσει κανείς», επέμεινε ο Ύπατος Αρμοστής. «Δεν απαλύνεται ποτέ, όσος χρόνος κι αν περάσει».

Κατά τη διάρκεια πολέμων ή ένοπλων συγκρούσεων, άνθρωποι εξαφανίζονται επειδή «δολοφονούνται, βασανίζονται, υφίστανται κακομεταχείριση, απάγονται, φυλακίζονται αυθαίρετα» ή τρέπονται σε φυγή, απαρίθμησε.

Ο αριθμός των αγνοουμένων διογκώνεται από τις «στρατιωτικές δικτατορίες», οι οποίες «επί δεκαετίες εξαφάνιζαν ανθρώπους, των οποίων η τύχη παραμένει άγνωστη μέχρι σήμερα», καθώς και από την καταστολή που συνεχίζεται σε ορισμένα κράτη, «συμπεριλαμβανομένων περιπτώσεων που σχετίζονται με αντιτρομοκρατικά μέτρα», αλλά και από όσους εξαφανίζονται κατά μήκος μεταναστευτικών διαδρομών.

«Η έκταση του φαινομένου είναι τεράστια. Ο αριθμός των αγνοουμένων κυμαίνεται από δεκάδες χιλιάδες σε ορισμένες χώρες, έως πολύ πάνω από 100.000 σε άλλες», τόνισε.

Τα τελευταία 45 χρόνια, υπό την αιγίδα του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, η ομάδα εργασίας για τις εξαναγκαστικές εξαφανίσεις έχει διαχειριστεί «πάνω από 62.000 υποθέσεις» αυτού του είδους σε «115 χώρες», όμως «αυτό δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου», επισήμανε.

Το Ανώτατο Δικαστήριο της Νότιας Αφρικής απορρίπτει αίτημα για χαρακτηρισμό του «Kill the Boer» ως ρητορική μίσους

Το Ανώτατο Δικαστήριο της Νότιας Αφρικής απέρριψε στις 27 Μαρτίου αίτημα να χαρακτηριστεί το τραγούδι «Kill the Boer» ως ρητορική μίσους. «Η αίτηση πρέπει να απορριφθεί, καθώς δεν έχει εύλογες προοπτικές επιτυχίας», ανέφερε η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου.

Την υπόθεση έφερε στο δικαστήριο η οργάνωση AfriForum, μια μη κυβερνητική οργάνωση που εκπροσωπεί τη λευκή μειονότητα της χώρας. Οι λευκοί Νοτιοαφρικανοί αποτελούν το 7% του πληθυσμού της χώρας, αλλά κατέχουν το 70% της γεωργικής γης. Ο συνολικός πληθυσμός της Νότιας Αφρικής ανέρχεται σε 62 εκατομμύρια κατοίκους.

Ο διευθύνων σύμβουλος της AfriForum, Κάλι Κριλ, δήλωσε ότι η απόφαση αυτή είναι «σοκαριστική» και πως «βλέπουμε πλέον μια αυξανόμενη ριζοσπαστικοποίηση της εφαρμογής του Συντάγματος, καθώς και αύξηση των δικαστών που καθοδηγούνται ιδεολογικά». Τόνισε, ωστόσο, ότι η οργάνωση δεν πρόκειται να αποθαρρυνθεί.

Το «Kill the Boer» είναι ένα τραγούδι της εποχής του απαρτχάιντ. Ο όρος «Boer» αναφέρεται στους λευκούς αποίκους, κυρίως ολλανδικής καταγωγής, που εγκαταστάθηκαν στη Νότια Αφρική και ασχολούνταν με τη γεωργία. Στη σύγχρονη χρήση, ο όρος χρησιμοποιείται για τους λευκούς αγρότες της χώρας. Οι στίχοι του τραγουδιού περιλαμβάνουν επαναλαμβανόμενα τη λέξη «πυροβόλησε».

Σύμφωνα με τον πολιτικό ακτιβιστή και διευθυντή του νεοσύστατου οργανισμού Pioneer Initiative, Έρνστ Ρουτς, η απαγγελία του συνθήματος συχνά συνδέεται με αυξημένα περιστατικά βίας εναντίον λευκών αγροτών. Ο Ρουτς ανέφερε στην Epoch Times ότι «όταν το σύνθημα ακούγεται σε υψηλού προφίλ εκδηλώσεις από πολιτικούς, τότε παρατηρείται αύξηση των δολοφονιών σε αγροτικές περιοχές».

Ο Έλον Μασκ, ανώτερος σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ και καταγόμενος από τη Νότια Αφρική, έγραψε την προηγούμενη εβδομάδα στην πλατφόρμα Χ ότι το τραγούδι «προωθεί ενεργά τη γενοκτονία των λευκών». Ο ίδιος έχει επικρίνει τη νομοθεσία της χώρας που, σύμφωνα με τον ίδιο, επιτρέπει την κατάσχεση γης από λευκούς αγρότες στο πλαίσιο προσπαθειών αποκατάστασης της ανισότητας του παρελθόντος.

Ο Γουίλι Άουκαμπ, εθνικός εκπρόσωπος της Δημοκρατικής Συμμαχίας, του δεύτερου μεγαλύτερου κόμματος στο Κοινοβούλιο της Νότιας Αφρικής, χαρακτήρισε «βαθιά ανησυχητικό και απαράδεκτο» το γεγονός ότι κάποιοι πολιτικοί συνεχίζουν να τραγουδούν το «Kill the Boer». Σε δηλώσεις του στην ιστοσελίδα News24, τόνισε ότι το τραγούδι «ξεπερνά τα όρια του λόγου και υποκινεί βία, καλλιεργεί το μίσος και οξύνει τις κοινωνικές αντιπαραθέσεις».

«Θα έπρεπε να εργαζόμαστε για την ενότητα και τη συμφιλίωση, αλλά τέτοια τραγούδια απλώς διευρύνουν τα ρήγματα που εξακολουθούν να υπάρχουν στη χώρα μας», πρόσθεσε. «Οι αγρότες διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στην τροφοδοσία του έθνους και το να στοχοποιούνται μέσω αυτής της ρητορικής είναι αντίθετο με τις αξίες του σεβασμού και της αξιοπρέπειας που θα έπρεπε να υπερασπιζόμαστε».

Η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ είχε σταματήσει τη χρηματοδότηση προς τη Νότια Αφρική, επικαλούμενη την πολιτική απαλλοτρίωσης γης από λευκούς αγρότες. Τον Φεβρουάριο, ο Λευκός Οίκος ανέφερε ότι η Νότια Αφρική έχει εφαρμόσει «πολιτικές που αποδομούν τις ίσες ευκαιρίες στην εργασία, την εκπαίδευση και τις επιχειρήσεις» και πως η ρητορική και οι ενέργειες της κυβέρνησης «υποκινούν δυσανάλογη βία εναντίον ιδιοκτητών γης που βρίσκονται σε φυλετικά μειονεκτική θέση».

Επιπλέον, η κυβέρνηση των ΗΠΑ κατηγόρησε τη Νότια Αφρική ότι έχει «επιθετική στάση» απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους, καθώς κατήγγειλε το Ισραήλ -αντί της Χαμάς- για γενοκτονία στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, ενώ παράλληλα ενίσχυσε τις εμπορικές, στρατιωτικές και πυρηνικές της σχέσεις με το Ιράν.

Ο Λευκός Οίκος δήλωσε ότι οι ΗΠΑ θα «προωθήσουν τη μετεγκατάσταση προσφύγων Αφρικάνερ που διαφεύγουν από τις κρατικά επιχορηγούμενες διακρίσεις λόγω φυλής, συμπεριλαμβανομένης της ρατσιστικής απαλλοτρίωσης περιουσιών».

Ο Έρνστ Ρουτς, μέσω του Pioneer Initiative, υποστηρίζει ότι η μόνη λύση είναι ο διαχωρισμός της Νότιας Αφρικής σε μικρότερα, ανεξάρτητα κράτη. Δήλωσε στην Epoch Times ότι «ο μόνος δρόμος προς τα εμπρός είναι να αποκτήσουν οι εθνοτικές ομάδες, όπως οι Αφρικάνερ, και άλλοι […] αυτοδιοίκηση, ώστε να μην υπόκεινται πλέον σε αυτήν την κατάσταση».

Του Jackson Richman

Με τη συμβολή των Ryan Morgan, Jan Jekielek και του Associated Press

Το κινεζικό καθεστώς παραμένει ένας από τους χειρότερους καταπατητές της θρησκευτικής ελευθερίας

Η Επιτροπή των Ηνωμένων Πολιτειών για τη Διεθνή Θρησκευτική Ελευθερία (U.S. Commission on International Religious Freedom-USCIRF) ανέφερε στην ετήσια έκθεσή της για το 2025, που δημοσιεύθηκε στις 25 Μαρτίου, ότι το κομμουνιστικό καθεστώς της Κίνας συνεχίζει να εφαρμόζει την «διαβρωτική πολιτική της σινοποίησης» εις βάρος θρησκευτικών ομάδων. Σύμφωνα με την ανεξάρτητη ομοσπονδιακή επιτροπή, οι συνθήκες θρησκευτικής ελευθερίας στην Κίνα το 2024 παρέμειναν «μεταξύ των χειρότερων παγκοσμίως», καθώς το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) εξακολουθεί να επιβάλλει την ιδεολογική του ατζέντα σε κάθε πτυχή της θρησκευτικής ζωής.

Κατά την παρουσίαση της έκθεσης, αρκετοί νομοθέτες εξέφρασαν τις ανησυχίες τους, μεταξύ αυτών και ο Τζον Μούλεναρ (R-Mich.), πρόεδρος της Ειδικής Επιτροπής της Βουλής για το ΚΚΚ. Ο ίδιος δήλωσε ότι η πολιτική σινοποίησης της θρησκείας από το Πεκίνο συνιστά μια ολομέτωπη επίθεση στην πίστη και στους πολίτες που επιλέγουν να πιστεύουν σε κάτι ανώτερο από τον κομμουνισμό.

Η έκθεση αναφέρει ότι το ΚΚΚ επιδίδεται επί δεκαετίες σε διώξεις κατά των θρησκευτικών κοινοτήτων, ενώ καταγράφει εγκλήματα όπως η γενοκτονία των Ουιγούρων, οι στρατόπεδα εγκλεισμού, η καταστροφή τζαμιών και η υποχρεωτική στείρωση γυναικών. Γίνεται επίσης αναφορά στην αλλοίωση ιερών κειμένων, συμπεριλαμβανομένης της Βίβλου, με στόχο – σύμφωνα με την έκθεση – τη διαστρέβλωση των θρησκευτικών διδαχών σε κομμουνιστική προπαγάνδα.

Το κινεζικό καθεστώς διεξάγει πόλεμο κατά της πίστης για περισσότερα από 100 χρόνια, με τους διαδοχικούς ηγέτες του Κόμματος να έχουν ξεκινήσει τη μία εκστρατεία μετά την άλλη για την καταστολή και τον έλεγχο των θρησκευτικών κοινοτήτων στην Κίνα.

Η USCIRF επισημαίνει ότι οι κινεζικές αρχές στοχεύουν συγκεκριμένες θρησκευτικές ομάδες, όπως τους μουσουλμάνους Ουιγούρους, τους Χούι, τους Θιβετιανούς βουδιστές, τους Χριστιανούς και τους ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ. Αναφέρει επίσης ότι το καθεστώς χρησιμοποιεί τεχνολογίες μαζικής παρακολούθησης, όπως τεχνητή νοημοσύνη, αναγνώριση προσώπου και φωνής, για να επιτηρεί αυτές τις ομάδες.

Υποθέσεις διώξεων

Στην έκθεση κατονομάζονται άτομα που υπέστησαν διώξεις, μεταξύ αυτών ο προτεστάντης πάστορας Καν Σιαογιόνγκ, ο οποίος καταδικάστηκε σε 14 χρόνια φυλάκισης τον Ιανουάριο του 2024 με κατηγορίες που, σύμφωνα με την USCIRF, στερούνται βάσης.

Ένα ακόμη παράδειγμα είναι η υπόθεση της Σου Να, ασκούμενης του Φάλουν Γκονγκ, η οποία καταδικάστηκε το 2022 σε οκταετή κάθειρξη. Η Σου ήταν μία από τους 11 ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ που φυλακίστηκαν επειδή παρείχαν πληροφορίες στην Epoch Times σχετικά με την αρχική διαχείριση της πανδημίας COVID-19 από την Κίνα.

Το Φάλουν Γκονγκ, γνωστό και ως Φάλουν Ντάφα, αποτελεί παραδοσιακή πνευματική πρακτική που περιλαμβάνει διαλογιστικές ασκήσεις και ηθικές διδασκαλίες βασισμένες στις αρχές της αλήθειας, της καλοσύνης και της ανεκτικότητας. Το 1999, το ΚΚΚ αποφάσισε να εξαλείψει την πρακτική, καθώς ο αριθμός των ασκούμενων είχε ξεπεράσει τα μέλη του Κόμματος, φτάνοντας τα 70 εκατομμύρια, σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις.

Η καταστολή συνεχίζεται μέχρι σήμερα, με εκατομμύρια άτομα να κρατούνται σε φυλακές, στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας και άλλες εγκαταστάσεις, ενώ πολλές χιλιάδες έχουν βασανιστεί ή εκτελεστεί, σύμφωνα με το Κέντρο Πληροφόρησης για το Φάλουν Ντάφα.

Συλλήψεις κατασκόπων

Η έκθεση περιλαμβάνει επίσης περιπτώσεις ατόμων που συνελήφθησαν στις Ηνωμένες Πολιτείες για συνεργασία με το κινεζικό καθεστώς. Ο μηχανικός Λι Πινγκ, πολιτογραφημένος Αμερικανός πολίτης, καταδικάστηκε τον Νοέμβριο σε τέσσερα χρόνια φυλάκισης για κατασκοπεία υπέρ της Κίνας, μεταφέροντας πληροφορίες για αντιφρονούντες στις κινεζικές αρχές.

Σε ξεχωριστή υπόθεση, ο Τζον Τσεν καταδικάστηκε σε 20 μήνες φυλάκισης επειδή επιχείρησε να επηρεάσει την Εφορία των ΗΠΑ (IRS) ώστε να αφαιρέσει το μη κερδοσκοπικό καθεστώς του καλλιτεχνικού οργανισμού Shen Yun Performing Arts, που προβάλλει την παραδοσιακή κινεζική κουλτούρα πριν την άνοδο του ΚΚΚ στην εξουσία. Ο συνεργός του Λιν Φενγκ καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 16 μηνών αρκετούς μήνες νωρίτερα.

Η έκθεση επεσήμανε επίσης την υπόθεση κατά της Λίντα Σουν, πρώην αναπληρώτριας προσωπάρχη της κυβερνήτη της Νέας Υόρκης Κάθι Χόχουλ, για φερόμενη κατασκοπεία υπέρ της Κίνας. Η Σουν φέρεται να «εμπόδισε τον κυβερνήτη της Νέας Υόρκης να ασχοληθεί δημοσίως με τη μαζική φυλάκιση των Ουιγούρων στην Κίνα με βάση τα στοιχεία ενός Κινέζου κυβερνητικού αξιωματούχου», ανέφερε η έκθεση.

Σχόλια

Ο Γερουσιαστής Τζέιμς Λάνκφορντ (R-Okla.), μέλος της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας, δήλωσε στην Epoch Times κατά τη διάρκεια εκδήλωσης ότι θα συνεχίσει να εκφράζεται ανοιχτά υπέρ της σημασίας της θρησκευτικής ελευθερίας. Τόνισε ότι έχει τοποθετηθεί επανειλημμένα επί του ζητήματος και θα συνεχίσει να το κάνει, καθώς η Κίνα εξακολουθεί να ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, πως οι Ουιγούροι είναι ικανοποιημένοι και ότι κανείς δεν διώκεται. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι ισχυρισμοί αυτοί είναι ψευδείς.

Υπογράμμισε επίσης ότι η δυνατότητα των ατόμων να έχουν, να αλλάζουν ή να επιλέγουν την πίστη τους θα πρέπει να θεωρείται θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για άτομα στο Θιβέτ, Ουιγούρους ή άλλες κοινότητες.

Ο Βουλευτής Μπραντ Σέρμαν (D-Calif.), μέλος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων, επεσήμανε ότι η αντιμετώπιση της καταπίεσης από το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας είναι ζήτημα μεγάλης σημασίας. Ανέφερε ότι θα ήθελε να είχε επισημάνει το γεγονός ότι οι Ουιγούροι, όπως και πολλές άλλες θρησκευτικές ομάδες στην Κίνα, υφίστανται καταπίεση.

Προτάσεις

Η έκθεση περιλαμβάνει αρκετές συστάσεις προς την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, μεταξύ των οποίων η εκ νέου κατάταξη της Κίνας ως «χώρας ιδιαίτερης ανησυχίας» βάσει του Νόμου για τη Διεθνή Θρησκευτική Ελευθερία (International Religious Freedom Act-IRFA) του 1998. Μια άλλη πρόταση αφορά τη συνεργασία με διεθνείς εταίρους για την επιβολή κυρώσεων σε Κινέζους αξιωματούχους και οντότητες που παραβιάζουν τη θρησκευτική ελευθερία.

Επιπλέον, η έκθεση προτείνει στο Κογκρέσο να εξετάσει τη θέσπιση νομοθεσίας που θα αυστηροποιεί τους περιορισμούς στη χρήση τεχνολογιών από την Κίνα, εφόσον αυτές συμβάλλουν σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Παράλληλα, εισηγείται την απαγόρευση πληρωμένων λόμπι από εκπροσώπους κινεζικών οντοτήτων που υπονομεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα, καθώς και την ανάδειξη των ανησυχιών για τη θρησκευτική ελευθερία στην Κίνα μέσω επισκέψεων αντιπροσωπειών, συναντήσεων και ακροάσεων.

Ο αντιπρόεδρος της USCIRF, Μέιρ Σολοβέιτσικ, δήλωσε ότι, παρά τις αυξανόμενες απειλές κατά της ελευθερίας της θρησκείας ή των πεποιθήσεων, υπάρχει πραγματική ευκαιρία να αποτραπεί οποιαδήποτε οπισθοχώρηση αυτού του θεμελιώδους δικαιώματος και, εφόσον υπάρξει η απαραίτητη ενέργεια και αποφασιστικότητα, να προωθηθεί περαιτέρω. Υπογράμμισε ότι η θρησκευτική ελευθερία αποτελεί σαφή προτεραιότητα των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο πρόεδρος της USCIRF, Στίβεν Σνέκ, τόνισε ότι η αμερικανική κυβέρνηση οφείλει να συνεχίσει να αντιστέκεται σθεναρά απέναντι στις απειλές κατά του παγκόσμιου δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας.

Των Frank Fang και Eva Fu

Τη συνεχιζόμενη δίωξη των ασκούμενων του Φάλουν Γκονγκ από την Κίνα καταγγέλλουν οι ΗΠΑ και διεθνείς οργανώσεις

Συνεχίζεται αμείωτη η δίωξη των ασκούμενων της πνευματικής πρακτικής Φάλουν Γκονγκ από τις κινεζικές αρχές, σύμφωνα με νέες αναφορές που είδαν το φως της δημοσιότητας τον Μάρτιο του 2025. Μέσα στους πρώτους δύο μήνες της χρονιάς, τουλάχιστον 136 ασκούμενοι συνελήφθησαν και άλλοι 189 παρενοχλήθηκαν, σύμφωνα με στοιχεία του Minghui, ενός οργανισμού που καταγράφει τις παραβιάσεις εις βάρος αυτής της ομάδας.

Οι τελευταίες γνωστές περιπτώσεις έρχονται να προστεθούν στα χιλιάδες θύματα της εκτεταμένης δίωξης από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ), η οποία ξεκίνησε το 1999 και συνεχίζεται αδιάλειπτα έως σήμερα. Η δίωξη αυτή ξεκίνησε όταν το ΚΚΚ προχώρησε απρόσμενα στην απαγόρευση της πρακτικής, την οποία αρχικά προωθούσε λόγω των αυξημένων οφελών της στην πνευματική και σωματική υγεία εκατομμυρίων πολιτών. Ωστόσο, η αυξανόμενη δημοτικότητα της πρακτικής, που αριθμούσε έως και 100 εκατομμύρια ασκούμενους τη δεκαετία του ’90, θεωρήθηκε απειλή από το αθεϊστικό και αυταρχικό καθεστώς της χώρας.

Βίαιες συλλήψεις και ενέσεις με άγνωστες ουσίες

Μία από τις πρόσφατες περιπτώσεις είναι η 73χρονη Σονγκ Χουεϊλάν από την πόλη Τζιαμούσι στα βόρεια της Κίνας. Στις 16 Ιανουαρίου, περισσότεροι από δέκα αστυνομικοί εισέβαλαν βίαια στο σπίτι της γυναίκας, χωρίς ένταλμα, και την συνέλαβαν, αναφέρει το Minghui. Στη συνέχεια, την μετέφεραν σε τοπικό νοσοκομείο και της χορηγήθηκε ένεση με άγνωστες ουσίες, με αποτέλεσμα η υγεία της να επιδεινωθεί σημαντικά, προκαλώντας πόνους στην καρδιά και μεγάλη αδυναμία.

Μετά από μακροχρόνια διώξη άνω των δύο δεκαετιών, αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που η ηλικιωμένη ασκούμενη αντιμετώπισε τέτοιες μεθόδους. Ήδη από το 2010, κατά τη διάρκεια προηγούμενης κράτησης, της είχαν χορηγηθεί ενέσεις με άγνωστες ουσίες στο Κέντρο Κράτησης Τανγκγιουάν, που είχαν ως αποτέλεσμα την νέκρωση και απώλεια του δεξιού ποδιού της.

Η Σονγκ τότε υπέβαλε μηνυτήρια αναφορά στην ανώτατη εισαγγελία κατά του πρώην ηγέτη της Κίνας, Τζιανγκ Ζεμίν, καταγγέλλοντας τη βία και τον βασανισμό που δέχτηκε λόγω της πίστης της στο Φάλουν Γκονγκ. Χιλιάδες άλλοι, όπως η Σονγκ, έχουν υποστεί βασανιστήρια, αυθαίρετες συλλήψεις και κράτηση, ενώ αρκετοί είναι εκείνοι για τους οποίους υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι έχουν δολοφονηθεί για να γίνουν θύματα εξαναγκαστικής αφαίρεσης οργάνων.

Διεθνείς αντιδράσεις και πρωτοβουλίες προστασίας

Στη διεθνή κοινότητα η συνεχιζόμενη αυτή καταστολή δεν έχει περάσει απαρατήρητη. Κυβερνήσεις, θεσμοί και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων εκφράζουν έντονη ανησυχία. Οι ΗΠΑ έχουν ήδη επιβάλει κυρώσεις σε Κινέζους αξιωματούχους, που σύμφωνα με την Ουάσιγκτον εμπλέκονται άμεσα στη δίωξη των ασκούμενων του Φάλουν Γκονγκ.

Κατά την πρόσφατη Σύνοδο για τη Διεθνή Θρησκευτική Ελευθερία τον Φεβρουάριο του 2025, ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζέι Ντι Βανς, τόνισε την ανάγκη υπεράσπισης της θρησκευτικής ελευθερίας παγκοσμίως, επισημαίνοντας ότι αυτό αποτελεί «θεμελιώδες ζήτημα αρχών».

Επιπλέον, δύο Αμερικανοί νομοθέτες, ο Γερουσιαστής Τεντ Κρουζ και ο βουλευτής Σκοτ Πέρι, επανεισαγούν στο αμερικανικό Κογκρέσο τη λεγόμενη «Πράξη Προστασίας Φάλουν Γκονγκ», που επιδιώκει την επιβολή συγκεκριμένων κυρώσεων για την καταπολέμηση των καταγγελιών αναφορικά με την εξαναγκαστική αφαίρεση οργάνων στην Κίνα. Ήδη τρεις Πολιτείες των ΗΠΑ έχουν υιοθετήσει σχετικές νομοθεσίες που περιορίζουν ασφαλιστική κάλυψη σε εγχειρίσεις μεταμόσχευσης οργάνων με προέλευση την Κίνα, ενώ ανάλογα μέτρα εξετάζονται και σε άλλες Πολιτείες.

Η διεθνής πίεση αυξάνεται όλο και περισσότερο, καθώς η κοινή γνώμη ευαισθητοποιείται σε ζητήματα παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα. Εντούτοις, το Πεκίνο παραμένει αμετακίνητο στην πολιτική του, συνεχίζοντας την καταστολή με αμείωτη ένταση.

Με την κατάσταση αυτή, οι σχέσεις της Κίνας με τη Δύση επιδεινώνονται περαιτέρω και το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων γίνεται διαρκώς ένα σημείο τριβής, με σοβαρές επιπτώσεις στο διπλωματικό και πολιτικό περιβάλλον. Τα επόμενα βήματα της διεθνούς κοινότητας θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό τη στάση της Κίνας απέναντι στις διεθνείς της υποχρεώσεις αλλά και στο ζήτημα σεβασμού θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Ιαπωνία: Ο αντι-κατασκοπευτικός νόμος της Κίνας αποτρέπει τα ταξίδια – Αίτημα για απελευθέρωση Ιαπώνων κρατουμένων

Ο υπουργός Εξωτερικών της Ιαπωνίας Ιουάγια Τακέσι δήλωσε στις 22 Μαρτίου ότι ο αντι-κατασκοπευτικός νόμος του Πεκίνου στερείται διαφάνειας και κάλεσε την Κίνα να απελευθερώσει τους Ιάπωνες πολίτες που κρατούνται βάσει αυτού.

Κατά τη διάρκεια του 6ου Σινοϊαπωνικού Οικονομικού Διαλόγου Υψηλού Επιπέδου, που πραγματοποιήθηκε στο Τόκιο την ίδια ημέρα με τη συμμετοχή οκτώ αξιωματούχων από κάθε χώρα, συμπεριλαμβανομένου του Κινέζου υπουργού Εξωτερικών Γουάνγκ Γι, ο Τακέσι επεσήμανε ότι ο εν λόγω νόμος, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ το 2014, αποτρέπει τους Ιάπωνες πολίτες από το να επισκέπτονται και να δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά στην Κίνα.

Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, 17 Ιάπωνες υπήκοοι έχουν συλληφθεί και φυλακιστεί στην Κίνα με βάση τον νόμο αυτό. Ανάμεσά τους βρίσκεται ένας διακεκριμένος επιχειρηματίας και πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος του Ιαπωνικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, ο οποίος εργαζόταν ως ανώτερος υπάλληλος στην Astellas Pharma Inc. στην Κίνα. Ο επιχειρηματίας συνελήφθη με την κατηγορία της κατασκοπείας λίγο πριν την προγραμματισμένη επιστροφή του στην Ιαπωνία, όπως ανέφερε η τοπική ειδησεογραφική πηγή Kyodo News στις 28 Νοεμβρίου 2023.

Το ιαπωνικό υπουργείο Εξωτερικών, σε ανακοίνωσή του για τις συνομιλίες της 22ας Μαρτίου, τόνισε ότι η Ιαπωνία επανέλαβε το αίτημά της προς την Κίνα να απελευθερώσει τους κρατούμενους πολίτες της, διασφαλίζοντας την ασφάλεια και την προστασία τους. Παράλληλα, η ιαπωνική πλευρά ζήτησε τη δημιουργία ενός δίκαιου, προβλέψιμου και διαφανούς επιχειρηματικού περιβάλλοντος.

Η Epoch Times επικοινώνησαν με το ιαπωνικό Υπουργείο Εξωτερικών για περαιτέρω σχόλια.

Προσπάθειες της Ιαπωνίας για την απελευθέρωση των πολιτών της

Σύμφωνα με κυβερνητική σύνοψη, ο τότε υπουργός Εξωτερικών Γιοσιμάσα Χαγιάσι είχε θέσει το ζήτημα της κράτησης του εν λόγω επιχειρηματία κατά τη συνάντησή του με τον Κινέζο ομόλογό του στο Πεκίνο στις 2 Απριλίου 2023, διαμαρτυρόμενος για την κράτησή του και ζητώντας την απελευθέρωσή του. Στις 16 Νοεμβρίου του ίδιου έτους, το ιαπωνικό υπουργείο Εξωτερικών ανέφερε ότι ο τότε πρωθυπουργός Φουμίο Κισίντα είχε θέσει το θέμα στον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ κατά τη διάρκεια της συνόδου του Οικονομικού Φόρουμ Ασίας-Ειρηνικού (Asia-Pacific Economic Cooperation-APEC), χωρίς όμως αποτέλεσμα.

Η Κίνα όχι μόνο επιβεβαίωσε την πρόθεσή της να επιβάλει τους νόμους της περί κατασκοπείας, αλλά προχώρησε και στην αναθεώρησή τους την 1η Ιουλίου 2023, διευρύνοντας τη σχετική ορολογία. Σύμφωνα με το άρθρο της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου των ΗΠΑ στις 22 Σεπτεμβρίου 2023, η τροποποίηση αυτή εισήγαγε μια «διευρυμένη έννοια της κατασκοπείας».

Ανάλυση του Japan Forward αποδίδει την αδυναμία της Ιαπωνίας να εξασφαλίσει την επιστροφή των πολιτών της στην έλλειψη δικής της νομοθεσίας περί κατασκοπείας, ένα ζήτημα που είχε επισημανθεί ήδη από το 2006 σε άρθρο του Κοτάνι Κεν, ερευνητή στρατιωτικής ιστορίας στο Ιαπωνικό Εθνικό Ινστιτούτο Μελετών Άμυνας, καθώς και σε αξιολόγηση της CIA μια δεκαετία αργότερα.

Κρατήσεις Αμερικανών πολιτών στην Κίνα

Το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ επιβεβαίωσε στην Epoch Times ότι μετά την απελευθέρωση των Μαρκ Σουίνταν, Κάι Λι και Τζον Λουνγκ τον Νοέμβριο του 2024, όλοι οι Αμερικανοί που είχαν χαρακτηριστεί ως αδίκως κρατούμενοι στην Κίνα επέστρεψαν στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Σουίνταν είχε φυλακιστεί στην Κίνα με κατηγορίες που σχετίζονταν με ναρκωτικά και καταδικάστηκε σε θάνατο το 2019, ενώ ο Λι είχε κατηγορηθεί για κατασκοπεία, δικάστηκε κεκλεισμένων των θυρών και καταδικάστηκε σε δεκαετή κάθειρξη. Ο Λουνγκ, γνωστός για τη διάδοση φιλοκινεζικής ρητορικής στις ΗΠΑ, είχε τύχει αναγνώρισης στην Κίνα μέχρι τη σύλληψή του για κατασκοπεία, με αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη τον Μάιο του 2023. Παρότι ο Λευκός Οίκος απέφυγε να σχολιάσει, μέσα ενημέρωσης όπως οι Financial Times, οι New York Times και το Politico ανέφεραν, επικαλούμενα ανώνυμες κυβερνητικές πηγές, ότι η απελευθέρωση των τριών ατόμων ενδέχεται να αποτέλεσε μέρος ανταλλαγής κρατουμένων.

Νωρίτερα, τον Σεπτέμβριο του 2024, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχε διασφαλίσει την απελευθέρωση του πάστορα Ντέιβιντ Λιν, ο οποίος είχε συλληφθεί το 2006 και καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη το 2009, ενώ βρισκόταν σε ιεραποστολικό ταξίδι στην Κίνα βοηθώντας ομάδα χριστιανών που συγκεντρωνόταν σε ιδιωτικές κατοικίες. Η κινεζική νομοθεσία απαιτεί από τις χριστιανικές ομάδες να καταγράφονται και να λατρεύουν σε κρατικά ελεγχόμενες εκκλησίες, με όσους δεν ακολουθούν τα δόγματα του Κομμουνιστικού Κόμματος να υφίστανται διώξεις.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επικρίνει επίσης την κινεζική νομοθεσία περί κατασκοπείας. Σε αξιολόγηση της 25ης Αυγούστου 2023, το Εθνικό Κέντρο Αντικατασκοπείας και Ασφάλειας των ΗΠΑ προειδοποίησε ότι οι τροποποιήσεις του Ιουλίου 2023 δημιουργούν «νομικούς κινδύνους ή αβεβαιότητα για ξένες επιχειρήσεις, δημοσιογράφους, ακαδημαϊκούς και ερευνητές». Συνεχίζει λέγοντας ότι «οποιαδήποτε έγγραφα, δεδομένα, υλικά ή αντικείμενα θα μπορούσαν να θεωρηθούν σχετικά με την εθνική ασφάλεια της ΛΔΚ λόγω ασαφειών στο νόμο».

Του Dave Malyon

Με τη συμβολή της Catherine Yang

Η Κίνα και η νέα αντίληψη για τα ανθρώπινα δικαιώματα: Πραγματική πρόοδος ή πολιτική προπαγάνδα;

Τα τελευταία χρόνια, η Κίνα προσπαθεί να παρουσιάσει τον εαυτό της ως υπερασπιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο.

Προωθεί ένα μοντέλο που βασίζεται στη συλλογική ευημερία, δίνοντας έμφαση στην οικονομική ανάπτυξη και την καταπολέμηση της φτώχειας. Ωστόσο, διεθνείς οργανισμοί και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων επισημαίνουν πως η Κίνα χρησιμοποιεί αυτήν τη ρητορική για να συγκαλύψει σοβαρές παραβιάσεις, όπως η καταστολή εθνοτικών και θρησκευτικών μειονοτήτων.

Η διεθνής προώθηση του κινεζικού αφηγήματος

Σε διεθνές επίπεδο, το Πεκίνο προσπαθεί να επηρεάσει τον διάλογο για τα ανθρώπινα δικαιώματα μέσω του ΟΗΕ και άλλων διεθνών θεσμών. Με τη στήριξη χωρών που εξαρτώνται οικονομικά από την Κίνα, επιχειρεί να διαμορφώσει ένα παγκόσμιο αφήγημα, όπου τα κρατικά συμφέροντα και η ανάπτυξη υπερισχύουν των ατομικών ελευθεριών.

Τώρα που οι ΗΠΑ αποχώρησαν από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, οι προσπάθειες της Κίνας να αυξήσει τη δύναμή της εντός του σώματος αντιπροσωπεύουν μια σοβαρή παγκόσμια απειλή.

Η 58η σύνοδος του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ που πραγματοποιείται από τις 24 Φεβρουαρίου έως τις 4 Απριλίου σηματοδοτείται από την αποχώρηση των ΗΠΑ και το πάγωμα της αμερικανικής χρηματοδότησης, γεγονός που επηρεάζει πολλές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών. Η Κίνα και άλλα αυταρχικά κράτη, που αναζητούν νέες ευκαιρίες για να εκμεταλλευτούν τις αδυναμίες των διεθνών θεσμών, είναι έτοιμα να εκτιναχθούν.

Το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (UNHRC) ιδρύθηκε το 2006 για να παρέχει έναν πιο αποτελεσματικό μηχανισμό με στόχο την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την πρόληψη των παραβιάσεων, αντικαθιστώντας την προηγούμενη δομή γνωστή ως Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (UNCHR), η οποία αναδιαρθρώθηκε με την πεποίθηση ότι δεν θα μπορούσε να είναι επαρκώς αποτελεσματική καθώς συνεδρίαζε μόνο μια φορά τον χρόνο. Το Συμβούλιο συνέρχεται τρεις φορές τον χρόνο, τον Μάρτιο, τον Ιούνιο και τον Σεπτέμβριο. Ωστόσο είναι σαφές ότι αντιμετωπίζει σοβαρά εμπόδια στην εκπλήρωση των ιδρυτικών του στόχων. Αρχικά θεωρήθηκε ως μια πολλά υποσχόμενη δομή για την αντιμετώπιση ζητημάτων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Όμως η πραγματικότητα είναι ότι έχει απομακρυνθεί από τους στόχους του. Με την πάροδο των ετών, ο χώρος των πολιτών και οι ευκαιρίες για όσους πραγματικά είναι αφοσιωμένοι στα ανθρώπινα δικαιώματα έχουν αντίστοιχα συρρικνωθεί, ιδιαίτερα με την κατάργηση των γενικών συζητήσεων κατά τη σύνοδο του Ιουνίου.

Η πρωτοβουλία που ανέλαβαν αυταρχικά καθεστώτα όπως η Κίνα είχε βαθύτατα αρνητικό αντίκτυπο στην UNHRC, παρέχοντάς τους μία πλατφόρμα για να παρουσιάσουν μια εντελώς ψεύτικη εικόνα για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις χώρες τους. Αυτό εγείρει σοβαρές ανησυχίες για το παγκόσμιο κίνημα για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο σύνολό του.

Η κινεζική κυβέρνηση εφαρμόζει διάφορες στρατηγικές στη διεθνή σκηνή για να υπερασπιστεί το φρικτό ιστορικό της στα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σχετικά με τους ασκούμενους της πνευματικής πρακτικής Φάλουν Γκονγκ, τους Ουιγούρους, τους Θιβετιανούς, τους χριστιανούς και τον αγώνα του Χονγκ Κόνγκ να βρει μία θέση στην ατζέντα του UNHRC. Ένας από τους παράγοντες που αυξάνουν την επιρροή της Κίνας στο Συμβούλιο είναι η παροχή οικονομικής βοήθειας και η διπλωματική πίεση παγκοσμίως.

Οι προκλήσεις και οι αντιδράσεις της Δύσης

Η προσπάθεια της Κίνας να παρουσιαστεί ως ηγέτης στα ανθρώπινα δικαιώματα έρχεται σε αντίθεση με τις αναφορές για λογοκρισία, μαζική παρακολούθηση και καταστολή αντιφρονούντων. Οι δυτικές κυβερνήσεις και οργανώσεις, αν και καταδικάζουν αυτές τις πρακτικές, δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν την αυξανόμενη επιρροή του Πεκίνου σε διεθνείς θεσμούς.

Πολλές χώρες απλώς δίνουν προτεραιότητα στα εθνικά τους συμφέροντα, αποκλίνοντας έτσι από τον πραγματικό σκοπό του θεσμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του οποίου είναι μέλη.

Η αποχώρηση των ΗΠΑ από το Συμβούλιο επιδεινώνει τη σοβαρότητα αυτού του ζητήματος.

Ένας από τους κύριους λόγους για την αποχώρηση των ΗΠΑ από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ είναι η σημαντική μείωση της σημασίας του Συμβουλίου ως γνήσιας δύναμης για το καλό. Ο αριθμός των χωρών με αυταρχικές τάσεις υπερβαίνει πλέον εκείνους που σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Ως εκ τούτου, η αποχώρηση των ΗΠΑ είναι μία σημαντική εξέλιξη που υπονομεύει περαιτέρω την αξιοπιστία του Συμβουλίου όσον αφορά την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η Κίνα ως παγκόσμιος υπερασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων: Μια καλοσχεδιασμένη προπαγάνδα

Η Κίνα έχει τελειοποιήσει την τέχνη της πολιτικής προπαγάνδας. Ενώ φυλακίζει αντιφρονούντες, ελέγχει τα μέσα ενημέρωσης και επιβλέπει κάθε ψηφιακή επικοινωνία, ταυτόχρονα προβάλλει προς τα έξω την εικόνα μίας χώρας που «σέβεται» τα ανθρώπινα δικαιώματα. Μέσω του ΟΗΕ και άλλων διεθνών οργανισμών, το Πεκίνο επιχειρεί να αναδιαμορφώσει τον διάλογο για τα δικαιώματα, προωθώντας ένα μοντέλο που η υποταγή στο κράτος αντικαθιστά τις ατομικές ελευθερίες.

Στην Κίνα, το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι υπεράνω όλων. Οι πολίτες δεν έχουν πραγματική ελευθερία λόγου, καθώς κάθε μορφή κριτικής προς την κυβέρνηση καταστέλλεται αμέσως. Η μαζική παρακολούθηση μέσω συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης και κοινωνικής βαθμολόγησης εξασφαλίζει ότι κανείς δεν ξεφεύγει από τον έλεγχο του Κόμματος. Τα στρατόπεδα «αναμόρφωσης», η βίαιη καταστολή του Χονγκ Κόνγκ και οι φυλακίσεις ακτιβιστών είναι μερικά μόνο παραδείγματα τού πώς το κινεζικό καθεστώς αντιμετωπίζει όσους τολμούν να αμφισβητήσουν την απόλυτη κυριαρχία του.

Η υποκρισία της κινεζικής ηγεσίας

Το κινεζικό καθεστώς ισχυρίζεται ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα συνδέονται με την οικονομική ανάπτυξη, όμως αυτή η αφήγηση χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει την καταπίεση. Οι εργάτες δεν έχουν δικαίωμα σε ελεύθερα συνδικάτα, οι μειονότητες υφίστανται διακρίσεις, ενώ το δικαστικό σύστημα είναι πλήρως ελεγχόμενο από το Κόμμα. Αντί για δικαιοσύνη και πρόοδο, η Κίνα επιβάλλει έναν ψηφιακό και φυσικό ολοκληρωτισμό, όπου η απόλυτη υπακοή είναι προαπαιτούμενο για την επιβίωση. Πίσω από τη ρητορική περί «κοινωνικής σταθερότητας» και «συλλογικής ευημερίας» κρύβεται μία απολυταρχική μηχανή που συνθλίβει κάθε μορφή ατομικής ελευθερίας. Η διεθνής κοινότητα πρέπει να αναγνωρίσει αυτήν την πραγματικότητα.

Εν ολίγοις, μία νέα τάξη «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» που διαμορφώθηκε υπό την ηγεσία της Κίνας θα απειλήσει χώρες με δημοκρατικές αξίες. Ένα ενιαίο μέτωπο από γνήσιους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι απαραίτητο για να αναμορφωθεί αυτός ο χώρος (των ανθρωπίνων δικαιωμάτων) και να απωθήσουμε αυτές τις αυταρχικές τάσεις.