Οι μπάμιες αποτελούν εξαιρετική πηγή βιταμίνης K, απαραίτητης για την υγεία των οστών. Επιπλέον, περιέχουν τις απαραίτητες για την καλή λειτουργία του ανοσοποιητικού μας συστήματος βιταμίνες C, Α και καροτενοειδή. Τα τελευταία (ιδίως η λουτεΐνη και το β-καροτένιο) παρουσιάζουν αντιοξειδωτική δράση, περιορίζοντας σημαντικά τις επικίνδυνες ελεύθερες ρίζες.
Η συνύπαρξή τους με τροφές πλούσιες σε λιπαρά, όπως το ελαιόλαδο και η φέτα, αυξάνει τη βιοδιαθεσιμότητά τους και απογειώνει τη θρεπτική αξία του πιάτου.
Κλασικά γίνονται στην κατσαρόλα αλλά το καλοκαίρι, στα νησιά που όλοι τρέχουμε, ο εύκολος τρόπος είναι οι μπάμιες στο φούρνο. Γίνονται με τα ίδια υλικά δηλαδή και στον φούρνο. Αφού ετοιμάσουμε τις μπάμιες, κάνουμε μια σάλτσα ντομάτας και τα βάζουμε όλα μαζί σε ταψί στο φούρνο.
Παραλλαγές υπάρχουν πολλές. Από τις πιο δημοφιλείς είναι οι μπάμιες με κοτόπουλο, ενώ γίνονται και με κρέας, με ψάρι ή με διάφορα λαχανικά.
Όταν αγοράζουμε μπάμιες φροντίζουμε το χρώμα τους να είναι καταπράσινο και η σάρκα τους να μην λυγίζει δείγμα ότι είναι πολύ φρέσκες και τρυφερές.
Η μπάμια ‘φωνάζει’ για σκόρδο, μαϊντανό και ντομάτα. Ντομάτα φρέσκια, σαρκώδη, γλυκιά, στην εποχή της. Αν χρησιμοποιήσετε ντομάτα εμπορίου, θα χρειαστείτε 2 συσκευασίες των 400 γραµ. Προτιμήστε τα ολόκληρα αποφλοιωμένα ντοματάκια και περάστε τα στο μπλέντερ να λιώσουν. Κάνουν καλύτερη σάλτσα. Σε αυτή την περίπτωση θα χρειαστείτε και 1 φλ. νερό στη συνταγή.
Το μυστικό για τέλειες μπάμιες, είναι το ξύδι και η ζέστη. Με τον τρόπο αυτό θα αποφύγετε το αντιαισθητικό σάλιο τους στο φαγητό σας.
Για να φτάσουν στο πιάτο σωστά μαγειρεμένες – τόσο όσο να μην ανοίξουν και λιώσουν – χρειάζεται να τις μαγειρέψετε σε μέτρια φωτιά και να μην ανακατεύετε με κουτάλα, γιατί τότε θα λιώσουν και θα διαλυθούν. Ανακάτεμα κάνουμε μόνο ανακινώντας τα χερούλια της κατσαρόλας.
Η επιτυχία είναι στο τέλος του μαγειρέματος να μένει λίγη σάλτσα με το λάδι της. Να μελώνει δηλαδή το φαγητό.
Υλικά
1 kg μπάμιες φρέσκιες καθαρισμένες
1 κ.σ. αλάτι χόνδρο
⅓ φλ. ελαιόλαδο
2 μέτρια ξερά κρεμμύδια ψιλοκομμένα
2 σκελίδα σκόρδο
1 κ.σ. πελτέ ντομάτας
1 kg φρέσκες τριμμένες ντομάτες
⅓ φλ. ξύδι από κρασί
½ ματσάκι μαϊντανό ψιλοκομμένο
Αλάτι
Πιπέρι
Προετοιμασία
Καθαρίζουμε τις μπάμιες με ένα μικρό κοφτερό μαχαίρι κι αφαιρούμε το περίβλημα γύρω από το κεφαλάκι σαν να τις ξεφλουδίζουμε κωνικά. Φροντίζουμε το κεφαλάκι τους να μείνει πάνω στη μπάμια και να μην ανοίξει ή σκιστεί.
Αφού τελειώσουμε, τις πλένουμε και τις στραγγίζουμε καλά.
Τις βάζουμε σε ταψί, τις περιχύνουμε με ξύδι και τις πασπαλίζουμε με το χοντρό αλάτι. Τις ανακατεύουμε ελαφρά να πάει το ξύδι παντού.
Αφήνουμε να σταθούν για 1 ώρα περίπου. Αν είναι καλοκαίρι τις βγάζουμε στον δυνατό ήλιο.
Γιατί τις μαρινάρω σε ξύδι και αλάτι;
Αυτό το μαρινάρισμα, ειδικά κάτω από τον καυτό καλοκαιρινό ήλιο, θα τις βοηθήσει να μείνουν ολόκληρες και να μην τρέξει το κολλώδες υγρό από το εσωτερικό τους και βγουν τα σπόρια τους στο μαγείρεμα. Το αποτέλεσμα; Στο μαγείρεμα θα είναι πιο γλυκιές με κρουστή σάρκα.
Εκτέλεση
Ζεσταίνουμε το μισό ελαιόλαδο σε μια κατσαρόλα και ροδίζουμε τις μπάμιες για 3-4′ χωρίς πολύ ανακάτεμα, σε δυνατή φωτιά. Ανακινούμε απλά την κατσαρόλα από τα χερούλια.
Προσθέτουμε και σοτάρουμε το κρεμμύδι για 3-4 λεπτά να γίνει διάφανο.
Προσθέτουμε το σκόρδο και σοτάρουμε για 1′.
Ρίχνουμε τον πελτέ ντομάτας και τον τρίβουμε για 1 λεπτό στη βάση της κατσαρόλας.
Στη συνέχεια ρίχνουμε την τριμμένη ντομάτα. Αλατοπιπερώνουμε και σιγοβράζουμε σε μέτρια φωτιά για περίπου 25′ να μαλακώσουν, αλλά όχι να λιώσουν.
Τέλος, προσθέτουμε το υπόλοιπο ελαιόλαδο και τον μαϊντανό.
Βράζουμε για λίγα επιπλέον λεπτά μέχρι να μελώσουν οι μπάμιες και να μείνουν με το λάδι τους και ελάχιστη σάλτσα.
Δεν τις ανακατεύουμε ποτέ μέσα στη σάλτσα γιατί θα ανοίξουν και θα διαλυθούν.
Νερό δεν είναι απαραίτητο ότι θα χρειαστείτε. Οι μπάμιες έχουν πολύ υγρασία και η φρέσκια ντομάτα επίσης. Τώρα, αν χρησιμοποιήσετε ντομάτα εμπορίου, το νερό είναι απαραίτητο. Θα βάλετε τόσο όσο να μισοσκεπάζονται τα υλικά στην κατσαρόλα.
Δοκιμάστε το φαγητό κι αν χρειάζεται, προσθέστε 2-3 πρέζες ζάχαρη. Συνήθως όταν οι ντομάτες είναι φρέσκες είναι γλυκιές και η ζάχαρη είναι περιττή. Άλλωστε και το ξερό κρεμμύδι δίνει γλύκα και χυλώνει καλά τη σάλτσα. Αν χρησιμοποιήσετε ντομάτα εμπορίου, τότε σίγουρα θα χρειαστείτε λίγη γλύκα.
Σερβίρονται ζεστές ή σε θερμοκρασία δωματίου με τυρί φέτα και φρέσκο ψωμί.
Στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης, περισσότερα από τέσσερεις χιλιάδες χρόνια ιστορίας παρουσιάζονται στην έκθεση «Beyond Brilliance: Highlights from the Jewelry Collection». Ιστορίες από το μακρινό παρελθόν και το παρόν – ιστορίες αγάπης, πολέμου, θανάτου, εμπορίου, πολιτικής, επιστήμης και τέχνης – αφηγούνται μέσα από τα περισσότερα από 150 εκθέματα που εκτίθενται στη πρόσφατα ανακαινισμένη γκαλερί.
Η έκθεση, για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση της οποίας χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια, «προβάλλει την εξαιρετική συλλογή κοσμημάτων του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, μια από τις πιο εκτεταμένες στον κόσμο», λέει η Έμιλυ Στέρερ [Emily Stoehrer], επιμελήτρια κοσμημάτων του μουσείου. Η κα Στέρερ είναι η μόνη επιμελήτρια μουσείου με αντικείμενο αποκλειστικά το κόσμημα, στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αυτή η έκθεση, που άνοιξε τον Μάιο, θα είναι μόνιμη, με ετήσιες εναλλαγές ορισμένων εκθεμάτων.
Πολλά από αυτά προέρχονται από αρχαίους πολιτισμούς, άλλα από τον 19ο και από τον 20ο αιώνα, ενώ υπάρχουν και κοσμήματα κοστουμιών και σύγχρονα κοσμήματα, που συνδυάζουν παραδοσιακά θέματα με τα πιο σύγχρονα υλικά.
Από την έκθεση «Πέρα από τη λαμπρότητα: Κοσμήματα της συλλογής», στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης. Ίδρυμα της οικογένειας των Ρίτα Τζ. και Στάνλεϋ Χ. Κάπλαν. (Copyright: Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)
Αρχαία και σύγχρονα κοσμήματα
Το κόσμημα αποτελεί μία από τις αρχαιότερες μορφές τέχνης στον κόσμο. Τα παλαιότερα δείγματα κοσμημάτων, η δημιουργία και χρήση των οποίων αποτελεί διαχρονική παγκόσμια ανθρώπινη τάση, δημιουργήθηκαν τουλάχιστον 100 χιλιάδες χρόνια πριν. Στα παλαιότερα δείγματα, οι χάντρες αποτελούν βασικά στοιχεία, όπως παραδείγματος χάριν, σε ένα από τα αρχαιότερα εκθέματα, την αρχαία αιγυπτιακή τραχηλιά Wesekh ή Usekh, που χρονολογείται από το 2246-2152 π.Χ.
Τραχηλιά Wesekh ή Usekh, 2246-2152 π.Χ. Χρυσός, στεατίτης, τυρκουάζ και λάπις λάζουλι. Αποστολή του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και του Μουσείου Καλών Τεχνών της Βοστώνης. (Copyright: Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)
Αυτή η τραχηλιά-κόσμημα απαρτίζεται από χρυσό, σπάνιο τυρκουάζ (το οποίο πιθανώς εξορύχθηκε στη χερσόνησο του Σινά), ακριβό λάπις λάζουλι (πιθανώς από το Αφγανιστάν) και στεατίτη (ή σαπωνόλιθο). Η εξωτερική χρυσή σειρά συντίθεται από μικρά μέρη φτιαγμένα σε σχήμα σκαραβαίου, σύμβολο αναγέννησης, προστασίας και καλής τύχης στην αρχαία Αίγυπτο, που συνήθως συνόδευε τους νεκρούς. Το συγκεκριμένο κόσμημα ανακτήθηκε από τον τάφο ενός δικαστικού αξιωματούχου.
Το μουσείο χρησιμοποιεί ψηφιακά μέσα για μία αναβαθμισμένη εμπειρία θέασης. Τα βίντεο δείχνουν την μπροστινή και την πίσω όψη ορισμένων αντικειμένων και μπορείτε να κατεβάσετε μια λεπτομερή ηχητική περιήγηση από το διαδίκτυο. Ενώ εκτίθενται πολλά μεγάλα κομμάτια, ένα μικρό αρχαιοελληνικό σκουλαρίκι του 350-325 π.Χ., που απεικονίζει τη θεά Νίκη να οδηγεί ένα άρμα με δύο άλογα, είναι ένα από τα πιο εκλεκτά κομμάτια της συλλογής. Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι το σκουλαρίκι ανήκε πιθανώς σε ένα βασιλικό πρόσωπο ή χρησιμοποιήθηκε για τη διακόσμηση ενός αγάλματος, δεδομένης της εκπληκτικής δεξιοτεχνίας που μαρτυρά.
Σκουλαρίκι που αναπαριστά τη Νίκη να οδηγεί άρμα, περ. 350-325 π.Χ. Χρυσός και σμάλτο. Ίδρυμα Henry Lillie Pierce. (Copyright: Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)
Το σκουλαρίκι αποτελείται από περισσότερα από 100 κομμάτια συγκολλημένα μεταξύ τους. Η Νίκη φορά χιτώνα με ζώνη και κρατά τα ηνία των αλόγων. Στο πρόσωπό της ο καλλιτέχνης έχει αποτυπώσει μία έκφραση απόλυτης συγκέντρωσης. Τα λεπτοδουλεμένα φτερά της θεάς εντείνουν την αίσθηση της κίνησης. Η κορυφή του σκουλαρικιού είναι σχηματισμένη σαν ένα λουλούδι ή φρούτο.
Το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης διαθέτει επίσης μια ιδιαίτερα πλούσια συλλογή κοσμημάτων από τον 19ο και τον 20ο αιώνα. Ένα από τα εξέχοντα αντικείμενά της, μία αετόσχημη καρφίτσα του 1840 από το Κοβούργο, συνδέεται με τη βασιλική οικογένεια της Βαυαρίας. Συγκεκριμένα, ήταν μια από τις δώδεκα που δημιούργησε ο πρίγκιπας Αλβέρτος ως δώρο από τη βασίλισσα Βικτωρία της Αγγλίας στους αχθοφόρους του τρένου στο γάμο τους.
Πρόκειται για το πρώτο κομμάτι που απέκτησε αμερικανικό μουσείο. Οι βασιλικές παράνυμφοι έπαιρναν παραδοσιακά ένα περιστέρι ως δώρο. Σε αυτή την περίπτωση, ο αετός ήταν ένα κατάλληλο σύμβολο για τη γερμανική οικογένεια του Αλβέρτου, του Οίκου του Κοβούργου. Τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν είναι συμβολικά: τυρκουάζ για τη μνήμη, διαμάντια για την αιωνιότητα, ρουμπίνια για το πάθος και μαργαριτάρια για την αληθινή αγάπη.
Καρφίτσα σε σχήμα αετού, από το Κοβούργο της Βαυαρίας, σχεδιασμένη από τον πρίγκιπα πρόξενο Αλβέρτο, 1840. Χρυσός, τυρκουάζ, μαργαριτάρια, ρουμπίνι και διαμάντια. Αγορά από το Μουσείο με δωρεά του Ιδρύματος Rita J. and Stanley H. Kaplan Family Foundation. (Copyright: Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)
Ένα σύγχρονο γερμανικό σχέδιο που εκτίθεται είναι ένα μεγάλο ζευγάρι σκουλαρίκια με φούντα, του 2018, από τη Hemmerle, τα οποία κατασκευάστηκαν για την 125η επέτειο της εταιρείας. Οι φούντες, οι οποίες περιέχουν περισσότερα από 200 καράτια ζαφείρια, κρέμονται από βαυαρικές σιδερένιες κορώνες, που απηχούν την κληρονομιά της εταιρείας από το Μόναχο.
Ζευγάρι σκουλαρίκια με φούντες, 2018, από την Hemmerle. Μαύρος φινιρισμένος σίδηρος, λευκόχρυσος, ζαφείρια και φούντες από ζαφείρια. Δωρεά της Hemmerle με τη γενναιόδωρη συνδρομή των Κριστιάν και Γιασμίν Χέμερλε. (Ευγενική παραχώρηση του Μουσείου Καλών Τεχνών της Βοστώνης | Copyright: Hemmerle)
Κοσμήματα στα βήματα του παρελθόντος
Τον 19ο αιώνα είχαν μεγάλη απήχηση τα κοσμήματα που αναβίωναν παλαιότερες εποχές, κυρίως χάρις στις αρχαιολογικές ανασκαφές της εποχής, που ενέπνευσαν την ανάπτυξη αυτού του κινήματος. Από τους σπουδαιότερους δημιουργούς θεωρείται η ιταλική εταιρεία Castellani, η οποία ειδικεύεται στα μικροψηφιδωτά.
Με τον όρο αυτό εννοούμε τα ψηφιδωτά-μινιατούρες, που συναρμολογούνται από μικροσκοπικά θραύσματα γυαλιού. Ένα ωραιότατο δείγμα είναι μία στρογγυλή καρφίτσα του 1870, που περιέχει στο κέντρο της σχέδιο κεφαλής λιονταριού, σχηματισμένο με την τεχνική του μικροψηφιδωτού. Το κεφάλι του λιονταριού με το στοχαστικό του βλέμμα παραπέμπει στα μωσαϊκά δαπέδου της Πομπηίας, που είχαν ανακαλυφθεί εκείνη την περίοδο. Στην αρχαία Ρώμη, τα λιοντάρια ήταν σύμβολο δύναμης και θάρρους.
Καρφίτσα με μικροψηφιδωτό κεφαλής λιονταριού, περ. 1870, του Castellani. Χρυσός και γυαλί. Δώρο της Σούζαν Μπεθ Κάπλαν. (Copyright: Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)
Ένα άλλο δημοφιλές κίνημα εκείνης της περιόδου ήταν η αναβίωση της Αναγέννησης.
Στην έκθεση περιλαμβάνεται μία εβραϊκή βέρα, η οποία κατασκευάστηκε στην Κεντρική Ευρώπη τον 19ο αιώνα, αλλά με το στυλ του 16ου αιώνα. Οι εβραϊκές βέρες γάμου είναι παραδοσιακά απλές βέρες, αλλά μερικές φορές χρησιμοποιούνται περίπλοκα σχέδια κατά τη διάρκεια της τελετής. Η δομή στην κορυφή του δακτυλιδιού, εν προκειμένω, είναι κατασκευασμένη στο σχήμα του ναού της Ιερουσαλήμ. Στο δείγμα που κατέχει το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης η οροφή ανοίγει. Αν και δεν έχει πολύτιμους λίθους, το δαχτυλίδι αυτό είναι όμορφα διακοσμημένο και επισμαλτωμένο. Ο δημιουργός του κοσμήματος πιθανότατα επηρεάστηκε από θησαυρούς που ανακαλύφθηκαν το 1800.
Εβραϊκό δαχτυλίδι γάμου, 19ος αιώνας. Χρυσός και σμάλτο. Ανώνυμο δώρο για την εκατονταετηρίδα. (Copyright: Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)
Ένα κλασικό κόσμημα της υψηλής κοινωνίας, από τα τέλη του 19ου αιώνα, είναι το κολιέ με φυσικά μαργαριτάρια και διαμάντια, που ανήκε στον αυστριακό κλάδο της οικογένειας Ρόθτσιλδ. Αυτό το όμορφο κομμάτι περιέχει δέκα απόλυτα ταιριαστά φυσικά μαργαριτάρια – ένα σπάνιο επίτευγμα. Αυτά τα φυσικά μαργαριτάρια θεωρούνταν πιο πολύτιμα και από τα διαμάντια, έως ότου οι άνθρωποι κατέκτησαν τη διαδικασία δημιουργίας καλλιεργημένων μαργαριταριών στις αρχές του 20ου αιώνα. Αυτό το κολιέ ανήκε στη συλλογή της βαρόνης Κλαρίσα ντε Ρόθτσιλδ.
Κολιέ με φυσικά μαργαριτάρια και διαμάντια, περ. 1880. Ασήμι, χρυσός, φυσικά μαργαριτάρια (pinctada maxima) και διαμάντια. Δώρο των κληρονόμων της Bettina Looram de Rothschild. (Copyright: Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)
Όταν οι Ναζί προσάρτησαν την Αυστρία το 1938, η βαρόνη βρισκόταν στο Λονδίνο, ταξιδεύοντας με μεγάλο μέρος της συλλογής κοσμημάτων της. Αυτό το περιδέραιο ήταν μαζί της και έτσι γλίτωσε τη λεηλασία των Ναζί. Το κόσμημα είναι αντιπροσωπευτικό του κινήματος της Belle Époque, ιδιαίτερα του στιλ ‘γιρλάντας’, το οποίο χαρακτηρίζεται από καμπυλωτά σχέδια και γραμμές.
Το περιδέραιο είναι φτιαγμένο από επαργυρωμένο χρυσό: το ασήμι θεωρούνταν πιο κατάλληλο για τα άχρωμα διαμάντια, ώστε να διατηρείται η λευκή αίσθηση. Η χρυσή βάση ήταν απαραίτητη για να αποτραπεί η αμαύρωση του δέρματος ή των ρούχων του χρήστη. Όταν δημιουργήθηκε αυτό το κολιέ, η επεξεργασία της πλατίνας ήταν ακόμα δύσκολη, κάνοντάς την ακατάλληλη για χρήση.
Όταν, αργότερα, η νέα τεχνογνωσία διευκόλυνε την επεξεργασία της, αντικατέστησε σταδιακά τον επαργυρωμένο χρυσό. Ένα ‘πατριωτικό’ παράδειγμα χρήσης της πλατίνας είναι η καρφίτσα με το σχέδιο της αμερικανικής σημαίας από τους Black, Starr and Frost, έναν από τους παλαιότερους οίκους κοσμημάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Καρφίτσα με την αμερικανική σημαία για την Black, Starr and Frost, 1917, πιθανώς από την Oscar Heyman Bros. Πλατίνα, διαμάντια, ρουμπίνια και ζαφείρια. Δώρο της Σελίνα Φ. Λιτλ στη μνήμη της Νίνα Φλέτσερ Λιτλ. (Copyright: Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)
Στην έκθεση, παρουσιάζεται επίσης η πιο διάσημη αμερικανική μάρκα κοσμημάτων Tiffany & Co. Ένα από τα προϊόντα τους είναι ένα εξωτικό κόσμημα χεριών που δημιουργήθηκε γύρω στο 1893. Ο επικεφαλής σχεδιαστής της εταιρείας, Τζορτζ Πώλντινγκ Φάρναμ, ανέπτυξε την ιδέα του.
Έμπνευσή του στάθηκε το ινδικό κατπάλ, ένα παραδοσιακό κόσμημα γάμου. Πολύχρωμοι ημιπολύτιμοι λίθοι σε χρυσό πλαίσιο περιβάλλουν τον καρπό, απλώνονται στη ράχη του χεριού και τυλίγονται στα τέσσερα δάχτυλα. Για να μπορέσει το κοινό να καταλάβει την πολυπλοκότητα του κομματιού, η παρουσίασή του γίνεται πάνω στο μοντέλο ενός χεριού.
Κόσμημα χειρός, περ.1893, σχεδιασμένο από τον Τζ. Πώλντινγκ Φάρναμ. Χρυσός, τυρκουάζ, ζαφείρια, πράσινος γρανάτης, ζιρκόν, περίδοτο, γρανάτης εσονίτης, βηρύλλιο, τουρμαλίνη, χρυσοβηρύλλιο και μαργαριτάρια. Δωρεά της Τζόντυ Σάταλοφ στη μνήμη του Τζόζεφ και της Ρουθ Σάταλοφ. (Copyright: Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)
Σχέδια Art Nouveau και Art Deco
Το τέλος του 19ου και οι αρχές του 20ου αιώνα σημαδεύτηκαν από δύο από τα πιο διάσημα κινήματα κοσμήματος: το Art Nouveau και το Art Deco. Ένα ισπανικό μενταγιόν από το Fuset y Grau, που απεικονίζει ένα κορίτσι να κάνει φούσκες από μαργαριτάρια, το οποίο χρονολογείται γύρω στο 1910, αποτελεί απολαυστικό δείγμα του πρώτου κινήματος, που χαρακτηρίζεται από ρέουσες γραμμές, φυσικά μοτίβα, γυναικείες φιγούρες και τη χρήση σμάλτου pliqué-à-jour. Αυτή η τεχνική σμάλτου δεν έχει πίσω πλευρά και μιμείται εκπληκτικά το βιτρό.
Μενταγιόν με κορίτσι που κάνει φούσκες, περ. 1910, από την Fuset y Grau. Χρυσός, πλατίνα, σμάλτο plique-a-jour, μαργαριτάρια, ελεφαντόδοντο και ζαφείρια. Αγορά από το Μουσείο με δωρεές των Σούζαν Μπ. Κάπλαν και Κάρολ Νόμπλ και του Ιδρύματος Ουίλιαμ Φράνσις Γουώρντεν προς τιμήν της Σούζαν Μπ. Κάπλαν και ανωνύμων. (Copyright: Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)
Το Art Deco χρησιμοποίησε τολμηρά γεωμετρικά σχήματα, νέες πέτρες και νέα υλικά. Ένα εντυπωσιακό αντικείμενο που παρουσιάζεται στην έκθεση του Μουσείου είναι η καρφίτσα της Μάρτζορι Μέρριγουεδερ Ποστ του 1929, που κατασκευάστηκε από την Oscar Heyman Bros. για τη Marcus & Co., έναν διάσημο Αμερικανό κοσμηματοπώλη από τη Νέα Υόρκη.
Αυτή η μοντέρνα καρφίτσα από πλατίνα χρησιμοποιεί ένα ιστορικό αντικείμενο – ένα σκαλισμένο σμαράγδι 60 καρατίων από τον 17ο αιώνα. Αυτό το σμαράγδι εξορύχθηκε στη Νότια Αμερική, μεταφέρθηκε στην Ευρώπη και στη συνέχεια στην Ινδία με ένα πορτογαλικό πλοίο, όπου τελικά έναν αρχιτεχνίτης σκάλισε επάνω του λουλούδια ίριδας. Τα σμαράγδια είναι γνωστό ότι είναι δύσκολο να σκαλιστούν και οι Ινδοί τεχνίτες έγιναν ειδικοί σε αυτή την τέχνη κατά τη διάρκεια της δυναστείας των Μουγκάλ. Η Ποστ συγκέντρωσε μια ιστορική συλλογή κοσμημάτων και αυτή η καρφίτσα ήταν ένα από τα πιο πολύτιμα κομμάτια της.
Καρφίτσα της Marjorie Merriweather Post, 1929, από την Oscar Heyman Bros. Πλατίνα, διαμάντια και σμαράγδια. (Αναπαραγωγή με άδεια/Πνευματικά δικαιώματα: Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)
Η καρφίτσα της Ποστ εκτίθεται δίπλα σε μια σύγχρονη ινδική καρφίτσα του Μπαγκάτ. Αυτό το κόσμημα θυμίζει το «τζάλι», τη διακοσμητική σχάρα παραθύρων που βρίσκεται σε διάφορους τύπους κτιρίων στην περιοχή. Τα σμαράγδια χρησιμοποιήθηκαν για να μιμηθούν τα βρύα που φυτρώνουν σε πολλούς αρχιτεκτονικούς χώρους στη Βομβάη. Κατασκευασμένο με σμαράγδια της Κολομβίας, το κομμάτι συνδυάζει μοτίβα Μουγκάλ και Art Deco. Έφυγε από το εργαστήριο τον Φεβρουάριο του 2024 και έφτασε στο Μουσείο της Βοστώνης τον Απρίλιο, όντας έτσι το νεότερο απόκτημά της.
Καρφίτσα Jali, 2024, από την BHAGAT. Χρυσός 18 καρατίων, διαμάντια και σμαράγδια. Ίδρυμα William Francis Warden. (Πνευματικά δικαιώματα: Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)
Ωστόσο, το αστέρι της έκθεσης είναι η καρφίτσα του Μπουαβέν ‘Αστερίας’, του 1937, ένα από τα πιο διάσημα κοσμήματα του 20ου αιώνα. Η καρφίτσα, σχεδιασμένη από τη διάσημη Γαλλίδα σχεδιάστρια Ζιλιέτ Μουτάρ, ανήκε στην ηθοποιό του Χόλιγουντ Κλοντέτ Κολμπέρ. Έχοντας μήκους 10 εκ., είναι κατασκευασμένη από χρυσό, 71 ρουμπίνια και 665 αμέθυστους. Πιστεύεται ότι μόνο τέσσερα δείγματα με αυτόν τον συνδυασμό λίθων κατασκευάστηκαν τη δεκαετία του 1930. Επιπλέον, η καρφίτσα είναι πλήρως αρθρωμένη, αποτελούμενη από αρθρώσεις που κινούνται, δίνοντας την εντύπωση αληθινού θαλάσσιου πλάσματος. Παρά τον περίπλοκο σχεδιασμό, είναι ένα κομψοτέχνημα.
Καρφίτσα αστερίας, 1937, της Ζυλιέτ Μουτάρ. Χρυσός 18 καρατίων, ρουμπίνια και αμέθυστοι. (Πνευματικά δικαιώματα: Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)
Ο κόσμος της πανίδας και της χλωρίδας ανέκαθεν ήταν μία γόνιμη πηγή έμπνευσης για κοσμήματα. Η έκθεση παρουσιάζει πολλά παραδείγματα λουλουδιών και πεταλούδων, συμπεριλαμβανομένων δύο σύγχρονων κομματιών από Κινέζους σχεδιαστές, που έχουν ανανεώσει το σχήμα τους χρησιμοποιώντας τιτάνιο. Οι σχεδιαστές κοσμημάτων υψηλής ποιότητας προτιμούν αυτό το μέταλλο επειδή μπορεί να ανοδιωθεί για να δημιουργήσει μια πλούσια γκάμα χρωμάτων. Επιπλέον, το ελάχιστο βάρος του επιτρέπει τη δημιουργία μεγάλων, αλλά ευκολοφόρετων κομματιών.
Καρφίτσα Μαγεμένη Άνια, 2023, της Άννας Χου. Σπινέλια 8,48 καρατίων, διαμάντια στρογγυλής κοπής μπριγιάν 5,36 καρατίων και τιτάνιο. Δωρεά της Δρος Κριστίνα Σ. Γιάο. (Πνευματικά δικαιώματα: Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)
Η εντυπωσιακή γλυπτική καρφίτσα πεταλούδα Forever Dancing-Bright Star του Ουώλας Τσαν είναι φτιαγμένη από χρωματιστά διαμάντια και πραγματικά δείγματα φτερών πεταλούδας. Ο Τσαν είναι ένας από τους σημαντικότερους σχεδιαστές κοσμημάτων της εποχής μας. Αυτή η καρφίτσα είναι το πρώτο έργο του Τσαν που περιλαμβάνεται στη συλλογή ενός αμερικανικού μουσείου. Στην κινεζική κουλτούρα, η πεταλούδα συμβολίζει την αιώνια αγάπη και εμφανίζεται στον παραδοσιακό ρομαντικό μύθο των Εραστών της πεταλούδας, το ανατολικό αντίστοιχο με του σαιξπηρικού Ρωμαίου και Ιουλιέττας.
Forever Dancing – καρφίτσα πεταλούδα Bright Star, 2013, του Ουώλας Τσαν. Κίτρινο διαμάντι, φανταχτερά χρωματιστά διαμάντια, κρύσταλλο από πετρώματα, φίλντισι, δείγμα πεταλούδας, μαργαριτάρια και τιτάνιο. Δωρεά των Κρίστιν Ζινγκ και Ρεξ Γουόνγκ. (Αναπαραγωγή με άδεια/Πνευματικά δικαιώματα: Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης)
Η έκθεση Beyond Brilliance αναδεικνύει τη δημιουργικότητα και την τεχνική ιδιοφυΐα των ανθρώπων που συμμετείχαν στη δημιουργία κάθε κομματιού και καλεί το κοινό να αιχμαλωτιστεί από την ομορφιά των αντικειμένων και των ιστοριών που έχουν να αφηγηθούν, κάτι που διευκολύνεται έντονα από την επιμέλεια. Η έκθεση καταφέρνει να αποδείξει ότι το κόσμημα είναι τέχνη, ότι ανήκει στα μουσεία και ότι αποτελεί εκπαιδευτική απόλαυση.
Στον παραδοσιακό κινεζικό πολιτισμό, όταν θέλουν οι καλλιτέχνες να περιγράψουν έναν ιδανικό γάμο, χρησιμοποιούν τις ακόλουθες οπτικές μεταφορές: το αρμονικό παίξιμο του έρχου, λουλούδια που ανθίζουν κάτω από την πανσέληνο, αιωρούμενους δράκους και φοίνικες, ένα ζευγάρι πάπιες μανδαρίνους που κολυμπούν μαζί, χελιδόνια ή αηδόνια που πετούν σε ζευγάρια.
Οι περισσότερες από αυτές τις εικόνες προέρχονται από τη φύση (με την εξαίρεση των μυθικών ζώων), και μεταξύ τους δεσπόζουν αυτές που απεικονίζουν πουλιά.
Ήδη από τα αρχαία χρόνια, τα πτηνά λογίζονταν ως ευοίωνα σύμβολα. Οι πίνακες πουλιών και λουλουδιών (hua niao hua) είναι ένα από τα τρία κύρια είδη της κινεζικής ζωγραφικής, και τα πουλιά που κελαηδούν συνήθως χρησιμοποιούνται για να εκφράσουν τις ειλικρινείς επιθυμίες του καλλιτέχνη.
Οι ευλογίες των ιερών πουλιών
Ο φοίνικας (fenghuang), ιερό πουλί και σύμβολο της Αυτοκράτειρας της Κίνας, της ειρήνης και της εσωτερικής αγνότητας, αποτελούσε έμβλημα των αριστοκρατικών γάμων. Οι νεόνυμφοι συγκρίνονταν με φοίνικες που πετούν σε ευλογημένη αρμονία.
Το fenghuang ή φοίνικας είναι ένα ιερό πουλί για τον κινεζικό λαό. Συμβόλιζε, μεταξύ άλλων, τη δύναμη που είχε δοθεί στην Αυτοκράτειρα από τον Ουρανό. (Ευγενική παραχώρηση του Εθνικού Μουσείου του Παλατιού)
Το Shuowen Jiezi, ένα αρχαίο κινέζικο λεξικό από τη δυναστεία των Χαν, αναφέρει ότι ο φοίνικας εμφανίζεται μόνο σε μέρη όπου βασιλεύει βαθιά ειρήνη. Σύμφωνα με το λεξικό, ο φοίνικας έχει στήθος χήνας, πλάτη τίγρη, λαιμό φιδιού, ουρά ψαριού, δέρμα δράκου, κεφάλι χελιδονιού και ράμφος κόκορα. Το σώμα του συνδυάζει τα πέντε βασικά χρώματα: λευκό, μαύρο, κόκκινο, πράσινο και κίτρινο, τα οποία συμβολίζουν τις πέντε αρετές του Κομφούκιου: ανεκτικότητα, ορθότητα, γνώση, αφοσίωση και ευπρέπεια.
Σύμφωνα με τις γραφές, Yu Jia είναι το όνομα του προπάτορα όλων των πτηνών, ενώ λέγεται επίσης ότι οι φοίνικες γεννήθηκαν από τους δράκους. Ο φοίνικας (fenghuang) συμβόλιζε τόσο τον σύζυγο όσο και τη σύζυγο: αν και, αρχικά, οι αρσενικοί φοίνικες ονομάζονταν feng και οι θηλυκοί huang, με την πάροδο των ετών οι δύο ονομασίες συγχωνεύτηκαν σε μία και ο φοίνικας έγινε το σύμβολο της ουράνιας θηλυκής δύναμης, όπως ο δράκος ήταν το σύμβολο της αρσενικής.
Το λουάν είναι επίσης ένα ευοίωνο σύμβολο. (Ευγενική παραχώρηση του Εθνικού Μουσείου του Παλατιού)
Το luan (ή luanniao) είναι άλλο ένα μυθικό ιερό πουλί, το οποίο μοιάζει με φοίνικα, αλλά έχει λαμπερό κόκκινο πτέρωμα. Τόσο ο φοίνικας όσο και το λουάν είναι σύμβολα καλής τύχης και ειρήνης, και εμφανίζονται συχνά σε βασιλικές τελετουργίες, πίνακες ζωγραφικής, ως κοσμήματα, αξεσουάρ ή σχέδια ενδυμάτων κλπ.
Κανένα συνηθισμένο πουλί δεν μπορεί να συγκριθεί με τον φοίνικα και το λουάν – η υπεροχή τους είναι αδιαμφισβήτητη. Πολλοί πιστεύουν ότι η εικόνα του λουάν προήλθε από τους χρυσούς φασιανούς. Πίνακες ζωγραφικής που αναπαριστούν ένα ζευγάρι φασιανών είναι επίσης κατάλληλοι για να μεταφέρουν γαμήλιες ευχές.
Αχώριστο μέχρι θανάτου
Οι πάπιες μανδαρίνοι (yuanyang) αντιπροσωπεύουν την ακλόνητη πίστη και αφοσίωση των παντρεμένων ζευγαριών. Οι αρσενικές πάπιες ονομάζονται γιουάν και οι θηλυκές πάπιες ονομάζονται γιανγκ, επομένως μαζί χρησιμοποιούνται συχνά ως σύμβολο συζυγικής ευδαιμονίας και ενότητας.
Οι πάπιες μανδαρίνοι συνήθως κολυμπούν μαζί και ζουν σε ζευγάρια. Ο Λούο Γιουάν, λογοτέχνης που έζησε κατά τη διάρκεια της δυναστείας των Σονγκ, έγραψε ότι οι πάπιες μανδαρίνοι δεν εγκαταλείπουν ποτέ η μία την άλλη και όταν χωρίζονται, πεθαίνουν από θλίψη.
Yuanyang κάτω από ανθισμένες παιωνίες. Περίοδος δυναστείας Μινγκ. (Ευγενική παραχώρηση του Εθνικού Μουσείου του Παλατιού)
Ως σύμβολο των αχώριστων ζευγαριών, οι πάπιες μανδαρίνοι χρησιμοποιούνταν ευρέως από λόγιους και καλλιτέχνες για να εκφράσουν διάφορες καταστάσεις και συναισθήματα που αφορούν τη συζυγική ζωή: λύπη, ευτυχία, χωρισμό και επανένωση. Για παράδειγμα, ο Λου Τζαολίν, ποιητής της δυναστείας των Τανγκ, έγραψε στο Changan: A Poem Written in Ancient Form:
«Θα πέθαινα χωρίς να το μετανιώσω, αν ήμασταν πουλιά που κολυμπούσαμε μαζί, κάλλιο εγώ κι εσύ να ήμασταν πάπιες μανδαρίνοι παρά αθάνατοι.»
Το ποίημα εκφράζει την ειλικρινή επιθυμία ενός άνδρα να είναι αχώριστος από την αγάπη του.
Στο Βιβλίο των Τραγουδιών και των Ύμνων (Shi Jing), η αφοσίωση των γιουανγιάνγκ εκφράζεται ως εξής:
«Πετάνε σε ζευγάρια και πιάνονται στο δίχτυ. Οι άνθρωποι να είναι ευλογημένοι με καλή τύχη! Κολυμπούν σε ζευγάρια, ενώνονται διπλώνοντας τα φτερά τους. Είθε οι άνθρωποι να είναι ευλογημένοι!».
Παλαιότερα, ο κόσμος έπιανε και δώριζε πάπιες μανδαρίνους. Οι πηγές λένε ότι, αν και τα πουλιά κινδύνευαν και υπέφεραν, ποτέ δεν εγκατέλειπαν το ένα το άλλο.
Ως εκ τούτου, ένα ζευγάρι πάπιες μανδαρίνοι θεωρείται ευλογία για τους νεόνυμφους – σημαίνει ότι, ανεξάρτητα από τις δυσκολίες που ίσως αντιμετωπίσει το ζευγάρι, θα τις ξεπεράσουν μαζί.
Προάγγελοι χαράς, αγάπης και καλοτυχίας
Στην κινεζική παράδοση, ευοίωνα σύμβολα αποτελούν και πουλιά πιο συνηθισμένα, όπως τα χελιδόνια, που συχνά φτιάχνουν τις φωλιές τους κάτω από τις στέγες των σπιτιών μας, και οι κίσσες.
Τα χελιδόνια είναι μικρά, με μαύρη πλάτη, λευκό στήθος και χαρακτηριστική ψαλιδωτή ουρά. Στην παραδοσιακή κινεζική κουλτούρα, τα χελιδόνια συμβολίζουν ένα χαρούμενο και άνετο σπίτι.
Χρησιμοποιούνται, επίσης, για να περιγράψουν ένα ερωτευμένο και αχώριστο ζευγάρι. Στο ποίημα «Swallows Fly in Pairs» (Τα χελιδόνια πετούν σε ζευγάρια), ο ποιητής Λι Μπάι έγραψε για το πώς οι άνθρωποι θαύμαζαν τα χελιδόνια που πάντα πετούσαν ανά δύο. Κι όταν ένα χελιδόνι χάνει τον σύντροφό του, είναι αποκαρδιωτικό να το βλέπεις να πετά μόνο του.
Ένα άλλο σημαντικό πολιτιστικό σύμβολο της Κίνας είναι η κίσσα. Στην αρχαιότητα, οι κίσσες που γκρινιάζουν θεωρούνταν ευοίωνες – οι άνθρωποι έλεγαν ότι το κελάηδημά τους φέρνει καλή τύχη και πλούτο. Γι’ αυτό, στην Κίνα, οι κίσσες αποκαλούνται «τυχερές κίσσες».
Υπάρχει αυτός ο μύθος, από την εποχής της δυναστείας Σονγκ, στον οποίο οι κίσσες φαίνεται πως είναι μεταμορφωμένες νεράιδες:
Κάποτε, ένας άντρας ονόματι Γιουάν Μπογουέν είδε στον ύπνο του μια νεράιδα και της ζήτησε να μείνει μαζί του το βράδυ. Η νεράιδα τού απάντησε:
«Όταν ξημερώσει, πρέπει να φτιάξω μια γέφυρα για την Τζινγιού, το να μείνω εδώ θα είναι ντροπή για το καθήκον μου.»
Όταν ξύπνησε ο Γιουάν, ο ήλιος είχε ήδη ανατείλει και είδε ένα κοπάδι από κίσσες να πετά ανατολικά – η μία από αυτές είχε πέταξε από το παράθυρό του.
Το κελάηδισμα της καρακάξας λέγεται ότι φέρνει καλή τύχη. (Ευγενική παραχώρηση του Εθνικού Μουσείου του Παλατιού)
Η Τζινγιού ήταν η μικρότερη κόρη του Αυτοκράτορα Νεφρίτη. Όταν η Τζινγιού κατέβηκε στη Γη, ερωτεύτηκε τον Νιουλάν, έναν θνητό βοσκό, και παντρεύτηκαν.
Ωστόσο, ο έρωτάς τους δεν ήταν αποδεκτός από τα Ουράνια και η Βασίλισσα Μητέρα της Δύσης τούς έστειλε σε αντίθετες πλευρές του Ουράνιου Ποταμού (Γαλαξίας). Την έβδομη ημέρα του έβδομου σεληνιακού μήνα, ένα κοπάδι από κίσσες σχημάτισε μια γέφυρα που θα ένωνε τους δύο εραστές και θα τους επέτρεπε να ξανασμίξουν για λίγο.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι κίσσες είναι βοηθοί του Έρωτα, που φέρνει κοντά τους εραστές, και η εικόνα μιας κίσσας χρησιμοποιείται συχνά για να συμβολίσει τη συζυγική ευτυχία.
Τα σύμβολα που ενσαρκώνουν τα πουλιά έχουν επινοηθεί και ερμηνευτεί εκ νέου από τους λογίους, προσκαλώντας μας να εξερευνήσουμε την πολιτιστική κληρονομιά που κρύβεται πίσω από το κελάηδισμά τους.
Τα εργαστήρια καλλιτεχνικής βιβλιοδεσίας του Δήμου Χαλανδρίου, που έχουν γίνει θεσμός από το 2017, συνεχίζονται και φέτος! Οι εγγραφές ξεκίνησαν και λίγες θέσεις έχουν μείνει.
Η δασκάλα Στέλλα Γεωργίου μοιράζεται με τους αναγνώστες των Epoch Times την εμπειρία της από την περσινή χρονιά, μεταφέροντας με τις λέξεις της λίγη από τη μαγεία που κρύβει ο κόσμος της κατασκευής ενός βιβλίου:
«Η χαρά της δημιουργίας είναι μοναδική και όταν βρίσκεσαι με ανθρώπους που αγαπούν το βιβλίο σαν ένα έργο τέχνης, η δημιουργία μετουσιώνεται και ανακαλύπτουμε το πνευματικό στην τέχνη.
Μπαίνοντας στον μαγικό κόσμο της δημιουργίας ενός βιβλίου με κλωστή και με βελόνα, ανάμεσα σε κάθε λογής εργαλεία, τρυπάνια, ψαλίδες, σφυριά, πριόνια, κομπάσα, γκιλοτίνες, τεζάκια, κόκαλα, πρεσάκια και πρέσες και γιαπωνέζικα μαχαίρια, υφάσματα, ειδικά χαρτιά όπως τα ιαπωνικά, δέρματα, κόλλες, κλωστές, χρώματα και υφές, οι μαθητές της περασμένης χρονιάς γνώρισαν, μέσα σε ένα φιλικό κλίμα συνεργασίας και καλλιτεχνικού διαλόγου, όχι μόνο τεχνικές της παραδοσιακής βιβλιοδεσίας, αλλά και τι είναι η Ιαπωνική, η Κοπτική, η Γοτθική, η Αγγλική, η bradel, η limp, η κονσερτίνα, Long stitch βιβλιοδεσίες, τη διαφορά ενός κολλητού από ένα ραφτό βιβλίο, τι είναι κατάστρωμα, τυπογραφικό, πέτσωμα, λούκι, ράχη, περιθώρια, κεφαλάρια, σφύρισμα, στρογγύλεμα, ψαροκόλλημα, στελεχάκια, ενδόφυλλα, μαρμαρόκολλες, ποια είναι η τεχνική του περαστού και ποια του απλού καλύμματος.
Οι μαθητές έμαθαν τι είναι να λύνεις και να δένεις ένα ολόκληρο βιβλίο, να το συντηρείς, να διακρίνουν το ποιοτικό, να επιλέγουν υλικά, να φτιάχνουν σημειωματάρια δοκιμάζοντας διάφορες τεχνικές όπως βιβλιοδεσία χωρίς κόλλα.
Ξεκινήσαμε ένα σημειωματάριο με κάλυμμα γαλλικού τύπου με ύφασμα και πειραματίστηκαν για τη διακόσμηση χρησιμοποιώντας την τέχνη της χαρακτικής, της ζωγραφικής και τις τεχνικές της χρυσοτυπίας και του mozaik, δουλεύοντας ο καθένας στο δικό του μονοπάτι αλλά ταυτόχρονα προς μια κοινή κατεύθυνση.
Στη συνέχεια, μάθαμε να φτιάχνουμε ένα κολλητό βιβλίο με διακόσμηση στο εξώφυλλο, κάναμε σημειωματάριο με την Ιαπωνική τεχνική σε δύο διαφορετικά μεγέθη, όπου κάθε μαθητής σχεδίασε το δικό του μοτίβο κεντήματος για την στερέωση των φύλλων του βιβλίου του. Φτιάξαμε ένα flip-book και ένα art book με την τεχνική κονσερτίνα και κλείσαμε τον κύκλο των μαθημάτων με κλασσική δερματόδετη βιβλιοδεσία, μαθαίνοντας τα εξογκώματα και πώς να επεξεργαζόμαστε το δέρμα πριν το χρησιμοποιήσουμε στα καπάκια του βιβλίου.
Διατηρώντας την τέλεια ισορροπία μεταξύ θεωρίας και δημιουργικότητας, οι μαθητές σε μια ζεστή και φιλόξενη ατμόσφαιρα μοιράστηκαν γνώσεις, αντάλλαξαν ιδέες και εμπειρίες, εμπνεύστηκαν και ανακάλυψαν τις δυνατότητές τους δημιουργώντας μοναδικά έργα υψηλής αισθητικής.
Kάθε βιβλίο είναι μια αφήγηση και ένας διάλογος μαζί, είναι μια αξία και μία ιερότητα, είναι η ιστορία μας, είναι ο πολιτισμός μας, η παράδοσή μας.
Αποστολή και υποχρέωση μας να σεβαστούμε και να να μεταδώσουμε τα μυστικά αυτής της Τέχνης.
Ο Δήμος Χαλανδρίου προστατεύει τον πολιτισμό, οι μαθητές του εργαστηρίου βιβλιοδεσίας τέχνης και η δασκάλα Γεωργίου Στέλλα τον ευχαριστούμε για την στήριξη του.»
Εργαστήρια 2024-2025
Για τους κοινωνικά- οικονομικά ασθενέστερους η συμμετοχή είναι ΔΩΡΕΑΝ.
Μηνιαία συνδρομή 10 ευρώ, και η εγγραφή 15 ευρώ.
Έχουν προτεραιότητα οι κάτοικοι και οι δημότες του Δήμου Χαλανδρίου.
Στην κουζίνα του Αζερμπαϊτζάν, υπάρχουν τα γκογκάλ, αρτοσκευάσματα σε σχήμα μικρού κύκλου, με ζύμη από αλεύρι, γάλα ή νερό, βούτυρο και μαγιά, πασπαλισμένα με σπόρους σουσαμιού ή παπαρούνας. Υπάρχουν δύο τύποι: τα shor-gogal και τα shirin-gogal.
Shor gogal: Αλμυρές σφολιάτες με πολλά μπαχαρικά
Σορ γκογκάλ σημαίνει αλατισμένο κουλούρι. Στο Αζερμπαϊτζάν, τα ετοιμάζουν για τις ανοιξιάτικες γιορτές του Νοβρούζ Μπαϊράμ και συμβολίζουν τον ερχομό της άνοιξης, καθώς τα στρογγυλά ψωμάκια με την κίτρινη γέμιση θυμίζουν μικρούς ήλιους. Και παρόλο που τα σορ γκογκάλ σερβίρονται συνήθως με γλυκό τσάι, ταιριάζουν εξίσου καλά και με ζωμό. Η πικάντικη αλμύρα τους οφείλεται στη γέμιση των μπαχαρικών, η οποία παίρνει το κίτρινο χρώμα της από τον κουρκουμά.
Υλικά
1.400 γρ αλεύρι σίτου
11 γρ ξηρή μαγιά ταχείας δράσης
2 αυγά
1,5 ποτήρι γάλα ελαφρύ
700 γρ βούτυρο
2 κ.σ. αλάτι
1 κ.γλ. κρυσταλλική ζάχαρη
200 γρ γιαούρτι ελαφρύ 10%
2 κ.σ. σπόροι μάραθου
2 κ.σ. κύμινο
2 κ.σ. κουρκουμάς
1 κ.γλ. μαύρο αλεσμένο πιπέρι
2 γρ παπαρούνα (για γεύση)
Παρασκευή της ζύμης
Ζεσταίνουμε το γάλα και ανακατεύουμε με το γιαούρτι και 200 γρ λιωμένο βούτυρο.
Σπάμε μέσα στο γάλα ένα αυγό, προσθέτουμε τη μαγιά, 1 κουταλάκι του γλυκού αλάτι, τη ζάχαρη και 1 κιλό αλεύρι.
Ζυμώνουμε τη ζύμη στη μηχανή ψωμιού για 1,5 ώρα.
Για τη γέμιση
Προσθέτουμε στο υπόλοιπο αλεύρι λιωμένο βούτυρο (100 γρ.), το υπόλοιπο αλάτι, μάραθο, πιπέρι, κουρκουμά και κύμινο. Μπορείτε επίσης να προσθέσετε σαφράν.
Ζυμώνουμε τη γέμιση. Το μείγμα που θα προκύψει πρέπει να είναι πυκνό και να θρυμματίζεται.
Ετοιμάζοντας τα γκογκάλ
Χωρίζουμε την έτοιμη ζύμη σε 9-10 μέρη.
Ανοίγουμε κάθε κομμάτι σε πολύ λεπτή ζύμη.
Λιώνουμε το βούτυρο (400 γρ) και αλείφουμε γενναιόδωρα την πρώτη στρώση ζύμης.
Τοποθετούμε την επόμενη στρώση πάνω από τη βουτυρωμένη στρώση και την αλείφουμε και αυτή.
Δεν χρειάζεται να βουτυρώσουμε την τελευταία στρώση ζύμης.
Κόβουμε τη ζύμη σε κορδέλες και τυλίγουμε σε ρολό.
Κάνουμε μια τρύπα σε κάθε ρολό (με τον αντίχειρα), βάζουμε μέσα λίγη γέμιση και σφραγίζουμε.
Τοποθετούμε τα κομμάτια σε ένα ταψί στρωμένο με λαδόκολλα, με την ένωση προς τα κάτω.
Πιέζουμε ελαφρά κάθε γκογκάλ για να σχηματίσουμε επίπεδα κέικ.
Αλείφουμε με αυγό και πασπαλίζουμε με παπαρουνόσπορο.
Ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο στους 180 βαθμούς, για 20 λεπτά περίπου.
Shirin-gogal: Γλυκιές σφολιάτες με φιστίκια
Υλικά
250 ml γάλα
1 κ. γλ. ζάχαρη
1 κ. γλ. μαγιά
5 κρόκους αυγού
150 γρ βούτυρο
200 γρ γιαούρτι
2 κ. γλ. κουρκουμά
2 γρ βανιλίνη
1 κ. γλ. μπέικιν πάουντερ
1 κ. γλ. αλάτι
1.200 γρ αλεύρι
200 γρ νερό
Για τη γέμιση
300 γρ φιστίκια Αιγίνης χωρίς το κέλυφος, θρυμματισμένα (ή καρύδια)
140 γρ ζάχαρη
1 κ. γλ. κανέλα
Για άλειμμα
400 γρ βούτυρο
Εκτέλεση
Διαλύουμε τη ζάχαρη σε χλιαρό νερό, προσθέτουμε τη μαγιά και αφήνουμε να φουσκώσει για 10 λεπτά.
Λιώνουμε το βούτυρο για τη ζύμη (150 γρ), κοσκινίζουμε τον κουρκουμά, αλατίζουμε, ανακατεύουμε και αφήνουμε να κρυώσει λίγο.
Κοσκινίζουμε το αλεύρι και προσθέτουμε τα αυγά και το γιαούρτι.
Ρίχνουμε μέσα τη μαγιά και το περισσότερο βούτυρο. Αρχίζουμε να ανακατεύουμε με ένα κουτάλι.
Ρίχνουμε το υπόλοιπο βούτυρο και ζυμώνουμε τη ζύμη. Το σκεπάζουμε και το αφήνουμε να φουσκώσει για μιάμιση ώρα.
Λιώνουμε το υπόλοιπο βούτυρο (400 γρ).
Χωρίζουμε τη ζύμη σε 9 μέρη (σύμφωνα με την παράδοση, αλλά μπορείτε να κάνετε περισσότερο ή λιγότερο). Ανοίγουμε κάθε κομμάτι σε πάχος 1 χιλ, προσπαθώντας να του δώσουμε ένα ορθογώνιο σχήμα. Τυλίγουμε τη ζύμη γύρω από τον πλάστη και τη μεταφέρουμε σε λαδόκολλα. Στη συνέχεια, αλείφουμε τη ζύμη με βούτυρο. Ανοίγουμε το επόμενο κομμάτι και το τοποθετούμε από πάνω. Συνεχίζουμε με τα υπόλοιπα.
Τυλίγουμε τη ζύμη σαν ένα κούτσουρο.
Κόβουμε σε κομμάτια πλάτους περίπου 2 εκ.
Σχηματίζουμε κοιλότητες, προσέχοντας να μην πιέσουμε πολύ το κάτω μέρος , ώστε να διατηρηθεί η πολυεπίπεδη δομή.
Ανακατεύουμε τα φιστίκια Αιγίνης με τη ζάχαρη και βάζουμε 2-3 κουταλιές της σούπας σε κάθε γκογκάλ. Ύστερα, τα κλείνουμε σαν πίτες.
Τα τοποθετούμε σε ένα ταψί, με την ένωση προς τα κάτω και τα αφήνουμε να ξεκουραστούν για 10 λεπτά. Κατόπιν, τα αλείφουμε με κρόκο αυγού και τα πασπαλίζουμε με παπαρουνόσπορο (προαιρετικά).
Ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο στους 220°C, για 20 λεπτά.
Το λαγμάν (ή λαγκμάν) είναι μία κρεατόσουπα με ζυμαρικά και λαχανικά με προέλευση την κεντρική Ασία. Είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στην Κιργιζία και το Καζακστάν (όπου θεωρείται εθνικό πιάτο των εθνοτικών μειονοτήτων των Ουιγούρων και των Ντουνγκάνων), ενώ είναι επίσης δημοφιλές στο Ουζμπεκιστάν, το Τατζικιστάν και το βορειοανατολικό Αφγανιστάν.
Υλικά
1 κιλό αρνί ή μοσχάρι χωρίς κόκαλο
500 γρ. μακαρόνια
2 καρότα
4 κρεμμυδάκια φρέσκα
2 μικρές πατάτες
1 κρεμμύδι ξερό μεγάλο
4 σκελίδες σκόρδου, ψιλοκομμένες
1 πιπεριά
3 ντομάτες ώριμες
τοματοχυμός
1 κ.σ. ατζίκα*
μαϊντανός, άνηθος
αλάτι, πιπέρι, πάπρικα
ελαιόλαδο
*Η ατζίκα είναι πολτός από πιπεριές και μυρωδικά που θα βρείτε σε λαϊκές αγορές και καταστήματα με ποντιακά προϊόντα.
Εκτέλεση
Πλένουμε το κρέας και το κόβουμε σε κυβάκια.
Ρίχνουμε το λάδι στην κατσαρόλα και ροδίζουμε το κρέας. Σκεπάζουμε με νερό και αφήνουμε να βράσει.
Σε άλλη κατσαρόλα βράζουμε τα μακαρόνια.
Κόβουμε τα καρότα, τις πατάτες, τις ντομάτες, το κρεμμύδι και την πιπεριά σε κυβάκια. Τα φρέσκα κρεμμυδάκια τα κόβουμε σε ροδέλες.
Βάζουμε λίγο λάδι σε ένα τηγάνι και ροδίζουμε τα κρεμμύδια. Όταν το κρέας κοντεύει να βράσει, ρίχνουμε στην κατσαρόλα όλα τα λαχανικά, αλάτι, πιπέρι, πάπρικα, ατζίκα και τοματοχυμό, ανακατεύουμε και αφήνουμε να βράσουν. Στο τέλος του μαγειρέματος προσθέτουμε και τα βρασμένα μακαρόνια και αφήνουμε να πάρουν όλα μαζί μια-δυο βράσεις. Πριν το σβήσουμε προσθέτουμε και τον άνηθο.
Μικρές συμβουλές
Στα λαχανικά μπορείτε να αυτοσχεδιάσετε, αλλά η πατάτα, το καρότο, το κρεμμύδι και το σκόρδο δεν θα πρέπει να λείπουν.
Το φαγητό πρέπει να γίνει αρκετά ζουμερό και σερβίρεται σε βαθιά πιάτα όπως η σούπα. Μπορείτε να γαρνίρετε με ψιλοκομμένο μαϊντανό.
Όταν λέω στους ανθρώπους ότι οι φίλοι μου και εγώ διατηρούμε γραπτή αλληλογραφία, οι αντιδράσεις τους είναι πάνω κάτω οι ίδιες. Οι άνθρωποι το χαρακτηρίζουν ως ένα απολαυστικά χόμπι, λες και διατηρούμε την πρακτική αυτή απλώς και μόνο λόγω της προτίμησής μας στο ωραίο χαρτί και τις πένες. Για να είμαι ειλικρινής, πράγματι μου αρέσει να γράφω τις επιστολές μου σε όμορφα χαρτιά και να χρησιμοποιώ κέρινες σφραγίδες, αλλά μπορώ να κάνω και χωρίς αυτά όταν το απαιτεί η ανάγκη. Η ουσία είναι ότι η επιστολογραφία είναι ένας δίαυλος επικοινωνίας που τα ψηφιακά μηνύματα δεν μπορούν να αναπαράγουν.
Ο Καναδός θεωρητικός της επικοινωνίας Μάρσαλ Μακλούχαν ήταν διάσημος για τη φράση του: «Το μέσον είναι το μήνυμα». Το πώς λέγεται κάτι αποτελεί αφ’ εαυτού ένα μήνυμα, που συμπληρώνει αυτό που λέγεται. Συχνά θεωρούμε τους διάφορους τρόπους επικοινωνίας (επιστολές, μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και κείμενα) ως εναλλάξιμους, που επιτυγχάνουν τον ίδιο σκοπό με διαφορετικά επίπεδα αποτελεσματικότητας. Η επικοινωνία μοιάζει να ακολουθεί μια εξελικτική πορεία, ξεκινώντας από την επιστολή, το τηλεγράφημα, το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και τελικά το μήνυμα, με κάθε βήμα να σηματοδοτεί ότι μπορούμε πλέον να απορρίψουμε τις προηγούμενες, ξεπερασμένες μορφές.
Στην πραγματικότητα, τα μέσα αυτά δεν επιτυγχάνουν τον ίδιο σκοπό. Κανείς δεν γράφει ένα γράμμα όπως θα έγραφε ένα μήνυμα στο κινητό, και παρόλο που ένα ηλεκτρονικό ταχυδρομείο μπορεί να έχει μεγαλύτερη ομοιότητα με ένα γράμμα, ακόμη και αυτό δεν μεταφέρει το ίδιο μήνυμα. Στην πραγματικότητα, ένα άτομο γράφει μια επιστολή με πολύ διαφορετικό τρόπο από αυτόν που θα χρησιμοποιούσε ακόμη και σε μια συνηθισμένη συνομιλία.
Η πράξη της γραφής ενθαρρύνει μια ορισμένη εμπιστευτικότητα, καθώς και την ανάπτυξη σκέψεων που θα ήταν δύσκολο να εκφραστούν κατά τη διάρκεια μίας συζήτησης. Παρέχει μια μοναδική ευκαιρία για το ξεδίπλωμα σκέψεων που παράγονται και εξελίσσονται στη μοναξιά.
Το θλιβερό γεγονός είναι ότι η ικανότητα να γράφεις μια επιστολή απαιτεί αφοσίωση και προθυμία, ιδιότητες που φαίνεται να εκλείπουν σήμερα. Τα μηνύματα στο κινητό ταιριάζουν περισσότερο στη μειωμένη προσοχή μας, στερώντας μας τη χαρά της αναμονής που ενυπάρχει στην επιστολογραφία.
Είναι εύκολο να απελπιστούμε με την κατάσταση της γλώσσας σήμερα και είναι εύκολο να δούμε ότι το περιεχόμενο των λεγομένων μας συρρικνώνεται τάχιστα. Μελέτες έχουν δείξει ότι το λεξιλόγιο του μέσου Αμερικανού μειώνεται όλο και περισσότερο από τη δεκαετία του 1970. Ωστόσο, θα πρέπει επίσης να λάβουμε υπ’ όψιν και την παρακμή του τρόπου με τον οποίο λέγονται τα πράγματα. Η επιστολογραφία, όσο κι αν είναι μια παρελθούσα τέχνη, αποτελεί αντίδοτο στην παρακμή της σύγχρονης επικοινωνίας.
Ορισμένως, όλα όσα έχουμε πει μέχρι τώρα παραμένουν στη σφαίρα της θεωρίας, μην έχοντας εξετάσει ακόμα πραγματικές επιστολές. Επιλέγω εντελώς μεροληπτικά ορισμένες επιστολές, στις οποίες διαφαίνεται η ιδιαίτερη και διαρκής ομορφιά αυτής της μορφής επικοινωνίας.
Όμορφα γράμματα
Οι επιστολές του Τζον Κητς [John Keats] είναι μερικές από τις πιο όμορφες επιστολές που γράφτηκαν στην αγγλική γλώσσα. Το 1818, ο νεαρός Άγγλος ποιητής γνώρισε τη Φάννυ Μπράουν, με την οποία λίγο αργότερα ερωτεύτηκαν. Το ειδύλλιό τους διακόπηκε με τραγικό τρόπο, όταν ο Κητς πέθανε από φυματίωση το 1821, σε ηλικία 25 ετών, ωστόσο πολλά από τα γράμματά του προς τη Φάννυ φυλάχθηκαν και τελικά δημοσιεύτηκαν.
Μεταξύ των πιο γνωστών επιστολών του προς τη Φάννυ Μπράουν είναι μία με ημερομηνία 1 Ιουλίου 1819, στην οποία ο ποιητής γράφει:
«Πραγματικά, δεν ξέρω πώς να εκφράσω την αφοσίωσή μου σε μια τόσο ωραία μορφή: Θέλω μια πιο φωτεινή λέξη από το ‘φωτεινή’, μια πιο δίκαιη λέξη από το ‘δίκαιη’. Σχεδόν εύχομαι να ήμασταν πεταλούδες και να ζούσαμε μόνο τρεις καλοκαιρινές μέρες – τρεις τέτοιες μέρες μαζί σου θα με γέμιζαν με περισσότερη απόλαυση απ’ όση θα μπορούσαν ποτέ να περιέχουν πενήντα κοινά χρόνια.»
Σε μία επιστολή του 1819 γράφει: «Πρέπει να μου γράφεις, όπως θα γράφω κι εγώ, κάθε εβδομάδα, γιατί τα γράμματά σου με κρατούν ζωντανό. Γλυκό μου κορίτσι, δεν μπορώ να εκφράσω την αγάπη μου για σένα».
Από τα παραπάνω αποσπάσματα, είναι καταφανές ότι η επιστολογραφία είναι ένα μέσο που μας παρέχει τη δυνατότητα να πούμε όσα δεν θα μπορούσαμε να πούμε σε μια συνομιλία τετ-α-τετ.
Φιλίες ενηλίκων
Σε μια αλληλογραφία που καλύπτει είκοσι χρόνια, οι επιστολές που περιέχονται στο «Οδός Τσάρινγκ Κρος 84» («84 Charing Cross Road») αποκαλύπτουν την αναπτυσσόμενη φιλία μεταξύ της Έλεν Χανφ και του Φρανκ Ντόελ. Η φιλία τους γεννήθηκε και άνθισε αποκλειστικά γραπτώς. Η αλληλογραφία τους ξεκίνησε με την πρώτη επιστολή της Έλεν προς το αγγλικό βιβλιοπωλείο Marks & Co., με την οποία ζητούσε ορισμένους τίτλους που δεν της ήταν διαθέσιμοι στις ΗΠΑ. Οι σελίδες που ανταλλάχθηκαν μεταξύ του Άγγλου βιβλιοπώλη και της Αμερικανίδας συγγραφέως είναι γεμάτες σπινθηροβόλο χιούμορ και μια γενναιοδωρία που ξεπερνούσε ωκεανούς και πολιτισμούς.
Αυτό που κάνει την αλληλογραφία τους τόσο αξιοσημείωτη και συγκλονιστική είναι ότι ένας αποστασιοποιημένος χρονικά και χωροταξικά και από τα δύο εμπλεκόμενα μέρη αναγνώστης μπορεί να διακρίνει πότε ακριβώς μία επαγγελματική γνωριμία αποκρυσταλλώνεται σε φιλία. Ποτέ δεν πίστευα ότι μια τέτοια φράση θα μπορούσε να είναι τόσο συγκινητική: «Αγαπητή Έλεν (βλέπεις ότι δεν με ενδιαφέρουν πια τα αρχεία)».
Μία από τις αγαπημένες μου επιστολές είναι αυτή στην οποία η Έλεν γράφει, το 1952: «Έτσι, η Ελισάβετ θα πρέπει να ανέβει στο θρόνο χωρίς εμένα, τα δόντια είναι τα μόνα που θα δω να στέφονται τα επόμενα δύο χρόνια».
Ο Άντονι Χόπκινς, ως Φρανκ Ντόελ, διαβάζει ένα γράμμα της Έλεν Χανφ, στην ταινία «84 Charing Cross Road». (Columbia Pictures)
Πριν από το γάμο τους, ο Ρόμπερτ Μπράουνινγκ και η Ελίζαμπεθ Μπάρρετ Μπράουνινγκ διατηρούσαν επί 19 μήνες αλληλογραφία μέσω ταχυδρομείου. Οι δύο τους συναντήθηκαν προσωπικά αρκετούς μήνες αφότου άρχισαν να ανταλλάσσουν επιστολές και παντρεύτηκαν ενάμιση χρόνο αφότου εκείνος της έγραψε για πρώτη φορά, για να δηλώσει τον θαυμασμό του για τα ποιήματά της: «Αγαπώ τους στίχους σας με όλη μου την καρδιά, αγαπητή δεσποινίς Μπάρρετ – και αυτό δεν είναι κάποιο πρόχειρο φιλοφρονητικό γράμμα που θα γράψω, ό,τι άλλο και να είναι, ούτε μία άμεση αυτονόητη αναγνώριση της ιδιοφυΐας σας, και εκεί ένα χαριτωμένο και φυσικό τέλος του πράγματος».
Τόμας Μπιουκάναν Ρηντ, προσωπογραφίες της Ελίζαμπεθ Μπάρρετ Μπράουνινγκ και του Ρόμπερτ Μπράουνινγκ, 1853. (Public Domain)
Συμβουλές προς τους νέους
Το 1903, ο Φραντς Ξάβερ Κάππους, νεαρός ποιητής, έγραψε στον Ράινερ Μαρία Ρίλκε ζητώντας του συμβουλές σχετικά με τη συγγραφή ποίησης. Οι επιστολές [1] που έλαβε στη συνέχεια περιέχουν συμβουλές όχι μόνο για την ποίηση αλλά και για το πώς να ζει κανείς καλά.
Σε μια επιστολή του 1904, ο Ρίλκε γράφει: «Είναι επίσης καλό να αγαπάς: γιατί η αγάπη είναι δύσκολη. Ένα ανθρώπινο ον να αγαπάει ένα άλλο ανθρώπινο ον: Αυτό είναι ίσως το πιο δύσκολο έργο που μας έχει ανατεθεί, το απόλυτο έργο, η τελική δοκιμασία και απόδειξη, το έργο για το οποίο όλα τα άλλα έργα είναι απλώς προετοιμασία».
Στις επιστολές του προτρέπει τον νεαρό ποιητή να μη φοβάται τη μοναξιά και τη θλίψη, γιατί δεν ξέρει τι έργο θα κάνουν μέσα στην ψυχή για να τον διαμορφώσουν ως άτομο.
Σε ένα γράμμα του 1903, γράφει: «Είστε τόσο νέος, τόσο πολύ πριν από κάθε αρχή, και θα ήθελα να σας παρακαλέσω, αγαπητέ κύριε, όσο καλύτερα μπορώ, να έχετε υπομονή με ό,τι άλυτο υπάρχει στην καρδιά σας και να προσπαθήσετε να αγαπήσετε τα ίδια τα ερωτήματα σαν να ήταν κλειδωμένα δωμάτια ή βιβλία γραμμένα σε μια πολύ ξένη γλώσσα. Μην ψάχνετε για τις απαντήσεις, οι οποίες δεν θα μπορούσαν να σας δοθούν τώρα, γιατί δεν θα μπορούσατε να τις ζήσετε. Και το ζητούμενο είναι να ζείτε τα πάντα. Ζήστε τις ερωτήσεις τώρα. Ίσως κάποια μέρα, πολύ αργότερα, σταδιακά, χωρίς καν να το καταλάβετε, να βιώσετε τον δρόμο προς τις απαντήσεις».
Είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς κάποια από τις επιστολές του Τζ.Ρ.Ρ. Τόλκιν. Εκείνη που έγραψε στον γιο του Μάικλ για το θέμα του γάμου σίγουρα αξίζει να διαβαστεί, όπως και εκείνη προς τον γιο του Κρίστοφερ, το 1944, η οποία αποτελεί ένα υπέροχο παράδειγμα της ακλόνητης ελπίδας του, ακόμη και σε σκοτεινούς καιρούς. Ο Κρίστοφερ υπηρετούσε στη Βασιλική Πολεμική Αεροπορία κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και, παρόλο που ο Τόλκιν συλλογιζόταν με φρίκη την ανθρώπινη δυστυχία της εποχής, τού έγραφε: «Το μόνο που ξέρουμε, και αυτό σε μεγάλο βαθμό από άμεση εμπειρία, είναι ότι το κακό εργάζεται με τεράστια δύναμη και αέναη επιτυχία μάταια: μόνο προετοιμάζοντας πάντα το έδαφος, για να φυτρώσει το απροσδόκητα καλό».
Το γράμμα πρέπει να ήταν μια ανείπωτη παρηγοριά για τον γιο του, και ο Τόλκιν μετέτρεψε τον προβληματισμό του για το σκοτάδι στον κόσμο σε προβληματισμό για την αγάπη, συνεχίζοντας έτσι: «Κι εσύ ήσουν ένα τόσο ξεχωριστό δώρο για μένα, σε μια εποχή θλίψης και ψυχικής ταλαιπωρίας, και η αγάπη σου, που άνοιξε αμέσως σχεδόν μόλις γεννήθηκες, μου προμήνυσε, σαν να μου το έλεγε ρητώς, ότι θα παρηγορούμαι πάντα με τη βεβαιότητα ότι δεν υπάρχει τέλος σε αυτήν. Πιθανόν, υπό τη σκέπη του Θεού, να ξανασυναντηθούμε, ‘με υγεία και ενότητα’, πριν περάσει πολύς καιρός, αγαπημένε μου, και βέβαιο ότι έχουμε κάποιον ιδιαίτερο δεσμό, που θα διαρκέσει πέρα από αυτή τη ζωή».
Αποκαλύπτοντας τον Εαυτό
Η συγγραφή επιστολών χρησιμοποιεί σε μεγάλο βαθμό μια γλώσσα προθέσεων. Όπως παρατήρησε τόσο εύστοχα η Αυστραλή συγγραφέας και μουσικός Εντουίνα Πρέστον, τα γράμματα αφήνουν τον πραγματικό κόσμο να μπει μέσα, επιτρέποντας τις διακοπές: «Ήταν προσωρινές, σε πραγματικό χρόνο, επιδιορθωμένες αφηγήσεις της ζωής όπως τη ζούσαμε, όπως συνέβαινε, επί τόπου. Ένα ξετύλιγμα του εαυτού μας στη σελίδα, σε πραγματικό χρόνο».
Ακόμη και οι φαινομενικά ασήμαντες στιγμές, που εισχωρούν απαρατήρητες στη συνείδησή μας την ώρα που γράφουμε, συχνά αναδύονται στη σελίδα. Επειδή η ίδια η πράξη της γραφής απαιτεί χρόνο και στοχασμό, επιτρέπει στο «υλικό της ζωής» να είναι παρόν.
Αν και τα γράμματα μπορούν να χρησιμεύσουν ως χρονικό των ημερών μας, ένα γράμμα δεν είναι απλώς μια άχαρη καταγραφή των γεγονότων μιας ημέρας, όπως κάνει κανείς σε ένα ημερολόγιο. Ο απολογισμός λαμβάνει υπ’ όψιν το ενδεχόμενο ακροατήριό του και είναι «μια συνεχής, ανολοκλήρωτη συζήτηση – μια επιστολή επικαλείται μια σχέση, οπότε πρέπει να είναι ευαίσθητη προς τον αναγνώστη με τρόπους που ένα ημερολόγιο δεν χρειάζεται», λέει η κα Πρέστον. Ως εκ τούτου, λαμβάνει υπ’ όψιν την απόλαυση που θα δώσει στον παραλήπτη.
Στη διαδικασία της συγγραφής μιας επιστολής λαμβάνονται τόσες πολλές αποφάσεις, που το μέσον μεταφέρει πολύ περισσότερα από λέξεις. Οι επιλογές του αποστολέα όσον αφορά τον τύπο του χαρτιού, τη χρήση μελανιού ή μολυβιού, ένας βιαστικός ορθογραφικός χαρακτήρας ή η προσεκτική, καθαρή γραφή και οι τρόποι αντιμετώπισης των λαθών ή των αναδιατυπώσεων δίνουν ένα πληρέστερο μήνυμα. Σε κάθε μια από αυτές τις επιλογές, καθώς και στην απόφαση για το ποια γεγονότα αξίζουν μνημόνευσης, διακρίνεται ο χαρακτήρας του επιστολογράφου.
Αυτό που κάνει την παραλαβή μιας επιστολής τόσο σημαντική για εμάς είναι ότι όλες αυτές οι αποφάσεις λαμβάνονται με γνώμονα τον παραλήπτη. Αυτή η χειροπιαστή έκφραση της εκτίμησης που τρέφει ένα άτομο για ένα άλλο είναι κάτι που προορίζεται να αγαπηθεί και που ανταποδίδεται με τρόπους που η ψηφιακή επικοινωνία δεν διαθέτει.
Η κα Πρέστον επισημαίνει ότι η αναβολή της ικανοποίησης είναι φυσικό φαινόμενο στη συγγραφή επιστολών. Η καθυστέρηση ερμηνεύεται αρνητικά στα ηλεκτρονικά μηνύματα και τα κείμενα, τα οποία υπάρχουν για χάρη της άμεσης, ακόμη και αδιάλειπτης, επικοινωνίας. Με εξαίρεση μια έφηβη που περιμένει απάντηση από τον αγαπημένο της, η αναμονή ενός μηνύματος δεν κάνει σχεδόν ποτέ την παραλαβή του πιο γλυκιά, ενώ η αναμονή μιας επιστολής συνήθως προσθέτει στην απόλαυση της παραλαβής της.
Την ημέρα του γάμου ενός αγαπημένου φίλου, ο γαμπρός έβαλε κάποιον να δώσει ένα γράμμα στη νύφη, την ώρα που εκείνη περίμενε να ξεκινήσει η γαμήλια τελετή. Το είχε γράψει αμέσως μετά το πρώτο τους ραντεβού, λίγα χρόνια πριν. Αφού εξέφραζε την ανησυχία του για τις σκέψεις της γι’ αυτόν, ο νέος πέρασε από το φόβο στην εμπιστοσύνη και την ελπίδα που θα ανταμείβονταν την ημέρα που η κοπέλα ως μέλλουσα γυναίκα του θα διάβαζε το γράμμα.
Εκείνη ήταν η ιδανική στιγμή για να το παραδώσει. Τα λόγια του άργησαν να φθάσουν στην παραλήπτρια, αλλά η αναμονή άξιζε – στην πραγματικότητα, το πέρασμα των χρόνων τους έδωσε μία επιπλέον αξία και ομορφιά.
Ο τρύγος έχει ξεκινήσει εδώ και λίγο καιρό κι έτσι στην αγορά βρίσκουμε όλα τα ανάλογα καλούδια – σταφύλια, μούστο, πετιμέζι – για τις κλασικές, παραδοσιακές λιχουδιές της εποχής: μουστοκούλουρα, μουσταλευριά, πετ(ι)μεζόπιτες. Αυτές ακριβώς τις συνταγές θα σας δώσω, αλλά σας έχω και μια έκπληξη: Πώς να φτιάξετε πετιμέζι από μούστο, στο σπίτι! Πιστέψτε με, είναι παιχνιδάκι και απίστευτα πιο οικονομικό!
Μούστος και πετιμέζι
(για 1 λίτρο πετιμέζι υπολογίστε ότι θα χρειαστείτε 2 κιλά μούστο, δηλαδή πάνω από 3 κιλά σταφύλια της αρεσκείας σας)
1. Αγοράζετε σταφύλια ώριμα και γερά, όποιας ποικιλίας θέλετε, με ή χωρίς κουκούτσια. Τα πλένετε πολύ καλά και τα αφήνετε να στραγγίξουν Μετά κόβετε τις ρώγες μία-μία και τις σκουπίζετε να στεγνώσουν τελείως.
2. Καλό είναι να χρησιμοποιήσετε μεγάλη ποσότητα γιατί θα μείνει λίγη ποσότητα χυμού μετά το στύψιμο των σταφυλιών και ακόμα πιο λίγη μετά το βράσιμο!
3. Βάζετε τα σταφύλια σε δόσεις, σε ένα μεγάλο σουρωτήρι ψιλό (σήτα) και πιέζετε τις ρώγες με τις γροθιές σας ή με ένα βαρύ και χοντρό γουδοχέρι ή με άλλο βάρος, ώστε οι ρώγες να λιώσουν και να πέσει από το σουρωτήρι ο χυμός, χωρίς φλούδες, μικρά κοτσανάκια και κουκούτσια (αν υπάρχουν). Δεν χρησιμοποιείτε μπλέντερ ή μούλτι γιατί δεν πρέπει να κρατήσετε φλούδες και κουκούτσια.
4. Σουρώνετε το ζωμό από τουλπάνι, πιέζοντας και στύβοντας καλά, μέσα σε μια μεγάλη κατσαρόλα.
5. Αυτός ο σουρωμένος χυμός είναι ο μούστος. Αν θέλετε να φτιάξετε μουσταλευριά, μουστοκούλουρα ή άλλο γλυκό με μούστο τον χρησιμοποιείτε όπως είναι, τώρα. Αν όχι, συνεχίζετε τη διαδικασία για να προχωρήσετε και να φτιάξετε το πετιμέζι.
6. Ρίχνετε αμέσως το μούστο σε μια μεγάλη κατσαρόλα. ΔΕΝ ΤΟΝ ΑΦΗΝΕΤΕ ΓΙΑ ΑΛΛΗ ΜΕΡΑ Ή ΑΡΓΟΤΕΡΑ ΓΙΑΤΙ Ο ΜΟΥΣΤΟΣ ΟΣΟ ΜΕΝΕΙ ΖΥΜΩΝΕΤΑΙ ΚΑΙ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΠΕΤΙΜΕΖΙ.
7. Βάζετε την κατσαρόλα σε μέτρια προς χαμηλή φωτιά. Όταν αρχίσει να βγαίνει αφρός ξαφρίζετε προσεκτικά. Συνεχίζετε το βράσιμο και το ξάφρισμα για όσο βγαίνει αφρός.
8. Το πετιμέζι θα είναι έτοιμο σε περίπου 50 λεπτά με 1 ώρα, όταν θα έχει αποκτήσει σκούρο χρώμα σαν της καραμέλας αν και μπορεί να είναι πιο ανοιχτόχρωμο, ανάλογα με το σταφύλι. Ένα σημάδι ότι είναι έτοιμο είναι ότι αρχίζει και σχηματίζει πολλές φουσκάλες στην επιφάνεια.
9. Η υφή του θα είναι σαν του σιροπιού ή σαν αραιωμένο μέλι, δηλαδή πυκνό αλλά ρευστό. Μην το παραβράσετε γιατί θα πήξει.
10. Αποσύρετε από τη φωτιά και αφήνετε το πετιμέζι να κρυώσει τελείως μέσα στην κατσαρόλα. Το μοιράζετε σε μπουκάλια, στεγνά και πολύ καθαρά. Το φυλάτε σε μέρος σκοτεινό και δροσερό.
Μουστοκούλουρα με πετιμέζι ή μούστο
Προετοιμασία: 30΄
Ψήσιμο: 20΄
Υλικά για 30 κομμάτια
• 250 γρ. αγελαδινό βούτυρο (ή μαργαρίνη)
• 2 κρόκοι αυγών
• 150 γρ. ζάχαρη
• 250 γρ. πετιμέζι • 250 γρ. νερό ή μούστο 500γρ• 10 γρ. κανέλα, σε σκόνη
• 1.200 γρ. αλεύρι για όλες τις χρήσεις
• 10 γρ. μπέικιν πάουντερ
Εκτέλεση
Σε ένα μεγάλο μπολ (ή σε μια λεκάνη), βάζω το μαλακωμένο βούτυρο, τους κρόκους αυγών, τη ζάχαρη, το πετιμέζι (ή τον μούστο), το νερό και την κανέλα και ανακατεύω πολύ καλά με το σύρμα, μέχρι να ενωθούν τα υλικά σε ένα λείο μείγμα. Προσθέτω πασπαλιστά το αλεύρι και το μπέικιν πάουντερ, σε δόσεις, ανακατεύοντας καλά με το σύρμα μετά από κάθε προσθήκη.
Όσο προσθέτω αλεύρι το μείγμα θα σφίγγει και θα το ανακατεύω πλέον με τα χέρια μου, μέχρι να φτιάξω ένα ελαστικό ζυμάρι με λαδωμένη υφή.
Το κόβω σε κομμάτια βάρους περίπου 50 γρ., τα οποία πλάθω σε χοντρά στρογγυλά κουλούρια, δηλαδή στο κλασικό σχήμα του μουστοκούλουρου.
Προθερμαίνω το φούρνο στους 190ºC.
Στρώνω ένα μεγάλο ταψί (ή μια λαμαρίνα φούρνου) με αντικολλητικό χαρτί ψησίματος και αραδιάζω εκεί τα μουστοκούλουρα, αφήνοντας μεταξύ τους περίπου 2 εκ. απόσταση.
Σκεπάζω το ταψί με ένα άλλο ταψί (χωρίς να ακουμπά στα κουλούρια) και το βάζω στο μεσαίο ράφι του φούρνου. Έτσι, τα μουστοκούλουρα θα μείνουν ελαστικά και μαλακά. Αν τα θέλω τραγανά, δεν τα σκεπάζω με το ταψί.
Ψήνω τα μουστοκούλουρα για περίπου 20 λεπτά και τα αφήνω να κρυώσουν επάνω σε μια σχάρα.
Κέικ μούστου ή μουστόπιτα
Η συνταγή είναι της vasiliki ver, με μικρές παρεμβάσεις της Theodora_Captain. Η αυθεντική συνταγή περιέχει 1 φλυτζάνι ζάχαρη, ενώ η παραλλαγή της μόνο λίγες κουταλιές μέλι για να έχει μόνο τη γλύκα του μούστου και της σταφίδας. Είναι ένα ιδιαίτερο, νόστιμο κέικ σαν σταφιδόψωμο! Πασπάλισα με σουσάμι.
Υλικά
3 φλυτζάνια αλεύρι ολικής άλεσης
1 φακελάκι μπέικιν πάουντερ
1,5 φλυτζάνια μούστο
1/2 φλυτζάνι μέλι
1/2 φλυτζάνι σπορέλαιο
1/2 φλυτζάνι σταφίδες μουλιασμένες σε 2-3 κουταλιές κονιάκ
1 φλυτζάνι σόδα (που πίνουμε)
1 βανίλια
1 πρέζα αλάτι
1 κουταλάκι κανέλα
1/2 κουταλάκι γαρύφαλλο
1 πορτοκάλι το ξύσμα από
2 κουταλιές καστανή ζάχαρη για την κρούστα
Σουσάμι και κανέλα για την κρούστα
Εκτέλεση
Σε μπολ ανακατεύουμε το λάδι, το μέλι, το μούστο, τη σόδα, το ξύσμα πορτοκαλιού και ανακατεύουμε με το σύρμα.
Κοσκινίζουμε το αλεύρι μαζί με το μπέικιν πάουντερ. Προσθέτουμε την κανέλα, το γαρύφαλλο, τη βανίλια και το αλάτι.
Ενσωματώνουμε το μείγμα του αλευριού στο υγρό μείγμα και, αν χρειαστεί, προσθέτουμε λίγο αλεύρι ακόμη μέχρι να γίνει η υφή του σαν του κέικ.
Τέλος, βάζουμε και τις σταφίδες μαζί με το κονιάκ στο οποίο τις μουλιάσαμε και ανακατεύουμε.
Λαδώνουμε και αλευρώνουμε το ταψάκι μας και στρώνουμε τη ζύμη.
Πασπαλίζουμε με το σουσάμι, την κανέλα και την καστανή ζάχαρη.
Ψήνουμε σε προθερμασμένο φούρνο στους 170 βαθμούς για 1 ώρα περίπου. Στα 45-50 λεπτά δοκιμάζουμε με το μαχαίρι και, αν χρειαστεί, συνεχίζουμε το ψήσιμο.
Είκοσι χρόνια πριν ξεκινήσει η Επανάσταση του 1821, ένας άλλος «πόλεμος» είχε ήδη ξεσπάσει: Ο πόλεμος για τα αρχαία! Κάπως έτσι αρχίζει ο πρόλογος του βιβλίου της αρχαιολόγου Εύης Πίνη «Η Κυρά της Ελευσίνας και άλλες ιστορίες» (εκδόσεις Πατάκη), με θέμα τρεις γνωστές και λιγότερο γνωστές λεηλασίες αρχαιοτήτων, που διέπραξαν ξένοι περιηγητές στη χώρα μας στα τέλη του 18ου με αρχές του 19ου αιώνα, το οποίο πήρε πρόσφατα το βραβείο παιδικής λογοτεχνίας από την Ακαδημία Αθηνών.
«Η Κυρά της Ελευσίνας…», όμως, δεν απευθύνεται μόνο σε παιδιά και νέους, αλλά σε αναγνώστες κάθε ηλικίας. Κι αυτό επειδή οι ιστορίες που έχει επιλέξει να παρουσιάσει η συγγραφέας του όχι μόνο στηρίζονται σε πραγματικά γεγονότα, που αποτυπώνουν τις καταστροφές και τις λεηλασίες των μνημείων της Ελλάδας λίγα χρόνια πριν από την Επανάσταση του 1821, αλλά έχουν προκύψει μέσα από έρευνα που η αρχαιολόγος και υπεύθυνη των εκπαιδευτικών προγραμμάτων της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων διεξήγαγε σε βάθος.
Τι την παρακίνησε, όμως, να γράψει εξαρχής αυτό το βιβλίο; «Το 2021, όταν γιορτάζαμε τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση, μου προτάθηκε από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος να συμμετάσχω σε μια συλλογική έκδοση με τίτλο ’21 + 1 συγγραφείς γράφουν για το 1821′. Μάλιστα, μου ζητήθηκε στο διήγημά μου να αποτυπώνεται η ‘αρχαιολογική ματιά’ για το 1821. Αυτό με καθοδήγησε να σκεφτώ τις λεηλασίες των αρχαιοτήτων που διαπράχθηκαν από Ευρωπαίους περιηγητές λίγα χρόνια πριν ξεσπάσει η Επανάσταση και έγραψα ένα διήγημα με τίτλο ‘Ονειρεύομαι την πατρίδα’ και πρωταγωνιστή ένα γλυπτό από το ναό της Αφαίας που σήμερα βρίσκεται στο Μόναχο. Έτσι άρχισα να ασχολούμαι με το θέμα και να μελετώ τη βιβλιογραφία, όπου βρήκα πολλές ενδιαφέρουσες ιστορίες για τη δράση των περιηγητών και έτσι κάπως άρχισε να σχηματίζεται στο μυαλό μου η ιδέα για την ‘Κυρά της Ελευσίνας’», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Εύη Πίνη, που επικεντρώθηκε σε τρεις ιστορίες λεηλασιών αρχαιοτήτων στην Ελλάδα: την Καρυάτιδα της Ελευσίνας, την Αφροδίτη της Μήλου και τα γλυπτά της Αφαίας στην Αίγινα.
Ήταν δύσκολη η επιλογή και η δημιουργία της μυθοπλασίας με τους διαλόγους που χρησιμοποίησε; «Ομολογώ ότι η επιλογή δεν ήταν εύκολη. Είχα γράψει πολύ περισσότερες ιστορίες, αλλά κατέληξα, κουβεντιάζοντας και με τον υπεύθυνο της έκδοσης, να συμπεριλάβω στο βιβλίο δυο υποθέσεις σχετικά άγνωστες, την Καρυάτιδα του Κέιμπριτζ και τους Αιγινήτες, και μία πολύ γνωστή, την Αφροδίτη της Μήλου. Η μυθοπλασία προέκυψε εύκολα, γιατί οι πρωταγωνιστές αυτών των ιστοριών μάς άφησαν τα ημερολόγιά τους και τη μεταξύ τους αλληλογραφία. Οπότε, υπήρχε πολύ υλικό για να εμπνευστώ», απαντά η συνομιλήτρια του ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Την ίδια περίοδο, αρχές του 19ου αιώνα, λεηλατήθηκαν και τα γλυπτά του Παρθενώνα από τον Έλγιν και τους συνεργάτες του – μάλιστα ο επικεφαλής του συνεργείου του, ο Ιταλός ζωγράφος Λουζιέρι, εμφανίζεται ως … δευτεραγωνιστής σε μια από τις ιστορίες. Για ποιο λόγο η ίδια δεν έγραψε γι’ αυτήν την αρπαγή; «Στην πρώτη εκδοχή του κειμένου υπήρχε και μια ιστορία για τα γλυπτά του Παρθενώνα, αλλά αναγκαστικά, εφόσον έπρεπε να επιλέξω, η ιστορία αυτή έμεινε εκτός. Άλλωστε έχουν γραφτεί τόσα για τις λεηλασίες και τις καταστροφές που διέπραξε ο Έλγιν που μια ακόμη ιστορία ίσως δεν θα είχε να προσφέρει κάτι», επισημαίνει η Εύη Πίνη, που αισθάνθηκε «μεγάλη χαρά, όπως είναι φυσικό» για τη βράβευσή της από την Ακαδημία Αθηνών (Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη). Θυμάται δε «με συγκίνηση την τελετή βράβευσης. Και επειδή αυτό συνέβη μέσα στην περίοδο των Χριστουγέννων ήταν σαν να μου έφερε ένα μεγάλο και απρόσμενο δώρο ο Άγιος Βασίλης!», σημειώνει χαρακτηριστικά η συγγραφέας, που ετοιμάζει ένα ακόμα βιβλίο, το οποίο αφορά πάλι μια υπόθεση αρχαιοκαπηλίας.
«Είναι ένα θέμα που μας ‘καίει’ εμάς τους αρχαιολόγους και γι’ αυτό το επιλέγω, θέλοντας να μιλήσω στο νεανικό κοινό για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Αυτή τη φορά όμως δεν θα είναι ιστορικό μυθιστόρημα, αλλά μια υπόθεση μυστηρίου και θα εκτυλίσσεται στο σήμερα», καταλήγει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Ας αναφέρουμε κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία από το βιβλίο για τις αρχαιότητες που λεηλατήθηκαν:
Η «κυρά της Ελευσίνας»
«Η Καρυάτιδα του Κέιμπριτζ, όπως ονομάζεται πλέον το άγαλμα, χρονολογείται στον 1ο αι. π.Χ. Ήταν τοποθετημένη στα μικρά προπύλαια του ιερού της Δήμητρας στην Ελευσίνα, μαζί με μία ακόμη Καρυάτιδα, για να στηρίζουν σαν κίονες την οροφή του κτιρίου. Τα δυο γλυπτά καταστράφηκαν όταν λεηλατήθηκε το ιερό της Δήμητρας από τους Γότθους το 395 π.Χ. Η Καρυάτιδα του Κέμπριτζ βρέθηκε το 1676 από χωρικούς της περιοχής. Το άγαλμα έμεινε στη θέση του και συνδέθηκε με λαϊκές δοξασίες, καθώς οι αγρότες τη θεωρούσαν προστάτιδα των καλλιεργειών τους…»
Οι «Αιγινήτες», τα γλυπτά του ναού της Αφαίας
«Ο ναός της Αφαίας είναι κτισμένος στην κορυφή ενός πευκόφυτου λόφου, στο βορειοανατολικό τμήμα της Αίγινας, και χρονολογείται γύρω στο 500/549 π.Χ. Τα γλυπτά που διακοσμούσαν τα αετώματα του ναού της Αφαίας έχουν και τα δύο ως θέμα τους τις μυθικές εκστρατείες στην Τροία, όπου διακρίθηκαν Αιγινήτες ήρωες […] Οι ‘Αιγινήτες’, όταν εκτέθηκαν στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου το 1830, εντυπωσίασαν και εξέπληξαν τους φιλότεχνους της Ευρώπης για τις τολμηρές στάσεις των σωμάτων τους, αλλά και για το χρώμα που σωζόταν σε πολλά σημεία τους …»
Η Αφροδίτη της Μήλου
«Το άγαλμα είναι κατασκευασμένο από παριανό μάρμαρο και χρονολογείται γύρω στα 150-125 π.Χ […] Σύμφωνα με τις αναφορές της εποχής, μαζί βρέθηκαν τρία θραύσματα από χέρια, ίσως της Αφροδίτης. Ένα από τα θραύσματα ήταν το άκρο αριστερού χεριού που κρατούσε μήλο […] Η ιστορία της ανεύρεσης του αγάλματος είναι αρκετά μπλεγμένη, γι’ αυτό και οι αφηγήσεις που μας άφησαν κάποιοι από τους βασικούς πρωταγωνιστές δεν συμφωνούν μεταξύ τους. Γι’ αυτό, ακόμα και σήμερα δεν είμαστε τελείως βέβαιοι πώς ακριβώς βρέθηκε η Αφροδίτη, πώς κατέληξε στα αμπάρια του Εσταφέτ, τι συνέβη στην παραλία και το πιο σημαντικό: βρέθηκαν τα χέρια μαζί με τον κορμό του αγάλματος και, αν βρέθηκαν, τι απέγιναν; … ».
Η εικονογράφηση έγινε από τη Λέλα Στρούτση. Φωτογραφία εξωφύλλου: Εκδόσεις Πατάκη.
Τι είναι το ψηφιδωτό; Από πού πηγάζει η ονομασία του;* Ποια είναι η τεχνική αλλά και η ιστορική του διαδρομή στη διαρκή πορεία του; Ερωτήματα των οποίων την απάντηση ελπίζουμε ότι θα βρει ο αναγνώστης ακολουθώντας τη σειρά άρθρων του ψηφιδογράφου και συγγραφέα Γιάννη Λουκιανού.
Στο πρώτο μέρος, παρουσιάζονται ψηφιδωτά της ελληνιστικής περιόδου, στο δεύτερο της ρωμαϊκής, στο τρίτο της βυζαντινής και στο τέταρτο σύγχρονα ψηφιδωτά στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Σε ξεχωριστά άρθρα, θα παρουσιαστούν τεχνικές της ψηφιδογραφίας.
Η τάση που χαρακτηρίζει τους φίλους αυτής της τέχνης για μια ευρύτερη γνώση των ψηφιδωτών του κόσμου είναι το ίδιο αδιάπτωτη με τη δική μας ανάγκη. Επιθυμία μας, που πιστεύουμε πως είναι και του κάθε αναγνώστη, η δυνατότητα για δημοσίευση όσο το δυνατόν περισσότερων έργων.
Έτσι, εκτός από μερικά μνημειακά έργα, όπως, για παράδειγμα, το κυνήγι του ελαφιού από την Πέλλα, ή κάποιο εξαίρετο έργο της βυζαντινής τέχνης από τη Μονή Δαφνίου, παρουσιάζονται και ψηφιδωτά που δεν έχουν τύχει μεγάλης δημοσιότητας, αλλά και έργα που έχουμε τη χαρά να βλέπουμε να δημοσιεύονται για πρώτη φορά, όπως αυτά του «Κεραμεικού».
Ελληνιστική περίοδος
Καθοριστική περίοδος και απαρχή για το αντικείμενο αυτού του άρθρου/πονήματος υπήρξε η κλασική αρχαιότητα, και περισσότερο η ελληνιστική. Αυτή η τέχνη της διακόσμησης ξεκινάει δειλά σε προηγούμενες περιόδους, που μπορεί να φτάσουν μέχρι το 3000 π.Χ., σε τόπους και λαούς όπως της Αιγύπτου και της Μεσοποταμίας. Χαρακτηρίζεται όμως από έναν πρωτογονισμό σε σχέση με ό,τι θαυμαστό επακολούθησε στην πορεία του ψηφιδωτού.
Ψηφιδωτός διάκοσμος με κωνικά ψηφία στο ναό Εάνα στην πόλη Ουρούκ (περ 3500 π.Χ.).
Διακόσμηση δαπέδου με μικρά βότσαλα. Μάλια Κρήτης ΚρητοΜυκηναϊκή περίοδος 1400 -1200 π.Χ.
Ένα δάπεδο στο Γόρδιο της Φρυγίας, του 8ου π.Χ. αιώνα είναι από τα αρχαιότερα σωζόμενα έργα, ενώ δύο αιώνες αργότερα προπομπός σε ότι ενθουσιώδες θα ακολουθήσει είναι ένα ψηφιδωτό του 6ου π.Χ αιώνα φτιαγμένο από μικρά βότσαλα με θέμα από την ελληνική μυθολογία.
Έτσι, τα πρώτα ουσιαστικά βήματα λαμβάνουν χώρα σχεδόν δυόμιση χιλιάδες χρόνια πριν από σήμερα. Στα τέλη του 5ου προς τον 4ο π.Χ. αιώνα, διακοσμούνται τα δάπεδα κατοικιών της αρχαίας Κορίνθου και της Σικυώνας, ενώ ο Ιππόδαμος, αρχιτέκτονας από τη Μίλητο, διαπραγματεύεται μια καινούργια οικιστική άποψη στην Όλυνθο της Χαλκιδικής. Δημιουργεί μια μεσημβρινή πόλη, λουσμένη στο φως, και στολίζει τα δάπεδα των κατοικιών, κυρίως των ανδρώνων, με ψηφιδωτά.
Λίγο αργότερα, σε μια άλλη πόλη της Μακεδονίας, την Πέλλα, τη γενέτειρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τα δάπεδα πολυτελών κατοικιών στολίζονται με συνθέσεις από βότσαλα, με αποτέλεσμα ο θαυμασμός γι’ αυτά να μην τελειώνει!
Κεντρικό διάχωρο αίθουσας της «Οικίας με τα μωσαϊκά». Το κεντρικό φυτικό θέμα περιστοιχίζεται από παραστάσεις θηρίων, Αριμασπών και Γρυπών. (370 π.Χ περίπου, αρχαιολογικός χώρος Ερέτριας). Στο κάτω μέρος του έργου, η Νηρηίδα Θέτις μεταφέρει τα όπλα του Αχιλλέα.
Ένα από τα παλαιότερα σωζόμενα έγγραφα για το ψηφιδωτό είναι ένα θραύσμα παπύρου από το 256-246 π.Χ., που δίνει οδηγίες για την τοποθέτηση ψηφιδωτού στο δάπεδο ενός λουτρού. Μωσαϊκά* είναι ακόμη γνωστό ότι χρησιμοποιήθηκαν σε πλοία. Επίσης στα μέσα του τρίτου αιώνα π.Χ. (246-238), γνωρίζουμε ότι ο Ιέρων Β’ των Συρακουσών έστειλε το δικό του πλοίο, τη «Συρακουσία», στην Αλεξάνδρεια για σιτηρά, αφού η ξηρασία είχε οδηγήσει σε κακή σοδειά. Το σκάφος προκάλεσε μεγάλο θαυμασμό, γιατί ορισμένες από τις καμπίνες του ήταν στολισμένες με ψηφιδωτά με θέματα από την Ιλιάδα. Ο Σουητώνιος μας λέει ότι ο Καίσαρας έπαιρνε ακόμη και πλάκες από μωσαϊκό στις εκστρατείες του, πιθανώς για να εξασφαλίσει ότι το πάτωμα της σκηνής του δεν ήταν μόνο κομψό και εντυπωσιακό, αλλά και πιο υγιεινό από τα συνηθισμένα χαλιά ή δέρματα ζώων.
Είναι βέβαιο πως όταν ο Γνώσις, ο αρχαίος Έλληνας καλλιτέχνης, τελείωνε το έργο του με θέμα το κυνήγι του ελαφιού, θα αισθανόταν ιδιαίτερα υπερήφανος. Πριν από το τέλος του 4ου π.Χ. αιώνα (325-300 π.Χ.) είχε τελειώσει ένα ψηφιδωτό από μικρά βότσαλα ποταμών, το οποίο μαζί με τα υπόλοιπα έργα θα στόλιζαν τα δάπεδα πολυτελών κατοικιών στην Πέλλα. Στο δάπεδο ενός δωματίου κοντινού με αυτό της αρπαγής της Ελένης σώζεται ένα περίτεχνο ψηφιδωτό. Οι ζωγράφοι της εποχής προτιμούσαν τα θέματα κυνηγιού. Φαίνεται ότι αποτελούσαν την κύρια διασκέδαση των Μακεδόνων βασιλέων και των ευγενών. Το θέμα περιβάλλεται από μαιάνδρους και πλούσιο φυτικό διάκοσμο. Δύο κυνηγοί νέοι στην ηλικία, σηκώνουν με μεγάλη ορμή τα όπλα τους για να πλήξουν ένα ελάφι, ενώ το σκυλί που τους συνοδεύει έχει βυθίσει τα δόντια του στο θήραμα. Πάνω δεξιά της σύνθεσης υπογράφει ο ψηφοθέτης του έργου: «ΓΝΩΣΙΣ ΕΠΟΗΣΕΝ». Ο προικισμένος αυτός καλλιτέχνης, μέσα από μια σύνθεση κίνησης, ιδιαίτερης πλαστικότητας και μιας νόησης, θα λέγαμε, ιδιότυπης, έκανε τομή στα μέχρι τότε δεδομένα και άνοιξε νέους δρόμους έκφρασης στην τέχνη της ζωγραφικής, χρήσιμους αιώνες μετά στη μετέπειτα πορεία της στον κόσμο της Δύσης.
«Το κυνήγι του ελαφιού». Δάπεδο από το «σπίτι της αρπαγής της Ελένης», στην αρχαία Πέλλα. 325 – 300 π.Χ. Αρχαιολογικό μουσείο Πέλλας. Ρεαλισμός και έντονες φωτοσκιάσεις σ’ αυτό το μοναδικό έργο, δείγμα της υψηλής αισθητικής της Ελληνιστικής περιόδου του τέλους του 4ου π.Χ. αιώνα. Θεωρείται ότι απετέλεσε την απαρχή της ευρωπαϊκής ζωγραφικής.
Έναν άλλο ομότεχνό του, τον Σώσο από την Πέργαμο, τον γνωρίζουμε από περιγραφές των έργων του από τον Πλίνιο τον πρεσβύτερο, που είναι και θαυμαστής του. Με φυσικές χρωματιστές πέτρες πλέον, κομμένες σε μικρούς κύβους, ο Σώσος γοητεύει τον κόσμο του 2ου π.Χ. αιώνα. Τα έργα του έχουν χαθεί, αλλά χάρις στον Πλίνιο τα αναγνωρίζουμε μέσα από τα αντίγραφα που φρόντισαν να αναπαράγουν με μεγάλη επιμέλεια Ρωμαίοι καλλιτέχνες.
Πριν από τα ψηφιδωτά του Γνώσιδος και των άλλων ψηφοθετών είναι αυτά που κοσμούσαν τους ανδρώνες των σπιτιών της αρχαίας Ολύνθου. Μερικές δεκάδες χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Πέλλας, στη χερσόνησο της Χαλκιδικής, μια άλλη πόλη ήκμασε στα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα. Ο μυθικός ήρωας Βελλεροφόντης, έφιππος στο φτερωτό άλογό του, σκοτώνει τη Χίμαιρα. Ένα μυθολογικό θέμα που επίσης κοσμούσε δάπεδα της ελληνιστικής Ρόδου. Αυτό το θέμα, παράλληλα με Νηρηίδες, γρύπες και μαιάνδρους, στόλιζε τις πολυτελείς κατοικίες της αρχαίας αυτής πόλης.
Κατασκευασμένα με λευκά και μαύρα βότσαλα, είναι από τα αρχαιότερα έργα στον ελλαδικό χώρο. Προηγούνται, βέβαια, τα δάπεδα των ανακτόρων της μυκηναϊκής Τίρυνθας (1600-1200 π.Χ.). Της ίδιας δε περιόδου με αυτά της Ολύνθου είναι και της αρχαίας Κορίνθου, της Σικυώνας και των Μεγάρων. Κανείς δεν φανταζόταν – και οπωσδήποτε ούτε ο Ιππόδαμος, που σχεδίασε την αρχαία Όλυνθο – πως η τέχνη των βοτσαλωτών θα επιζούσε όμοια δύο χιλιάδες και πλέον χρόνια μετά, αφού θα στόλιζε τα σπίτια των νησιών του Αιγαίου, αλλά και αυτά στις ακτές της Λιγουρίας, γύρω από την Τζένοβα, στην Ιταλία. Είναι γνωστές οι σχέσεις των Γενουατών με τα νησιά του Αιγαίου και οι κτήσεις τους στην περιοχή. Και είναι πολύ πιθανόν αυτή η τέχνη να επανήλθε μέσω αυτών στον τόπο που γεννήθηκε, αφού στην υπόδουλη από τους Οθωμανούς Ελλάδα ήταν αδύνατον να επιζήσει μια περίπλοκη και αρκετά ακριβή τέχνη όπως αυτή.
Η επιλογή γι’ αυτά τα πολύ μικρά βότσαλα ήταν πολύ αυστηρή και επιτυγχανόταν όσον αφορά το μέγεθος με τη μέθοδο του κοσκινίσματος. Η συλλογή τους γινόταν στα ποτάμια, δίχως να αποκλείεται και αρκετά από αυτά να είναι από τις ακτές, ακόμη και αρκετά μακριά από την περιοχή. Ο Παυσανίας μάς πληροφορεί ότι υπήρχαν ωραιότατα βότσαλα σε μια ακτή στην Πελοπόννησο, κοντά στην Επίδαυρο.
Η συνήθεια του αρχαίου κόσμου να ψηφοθετεί με βότσαλα διατηρείται για μερικούς αιώνες και εξαπλώνεται σχεδόν σε όλη την επικράτεια των απογόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, κυρίως σε πόλεις που είναι κοντά στη θάλασσα.
Εκτός από τις προαναφερθείσες πόλεις, η Αθήνα, η Δήλος, η Ερέτρια, η Ρόδος, η Πέργαμος είναι τόποι με έντονη παρουσία σε αυτό το παιχνίδι της διακοσμητικής τέχνης. Από τα θαυμάσια έργα της Πέλλας, κάποια έχουν υποστεί φθορές και άλλα έχουν συντηρηθεί και αποκολληθεί από το έδαφος, εκτίθενται δε στο αρχαιολογικό μουσείο της ομώνυμης πόλης. Στα πρώτα ανήκει μια εξαίρετη σύνθεση με θέμα την αρπαγή της Ελένης από τον Θησέα. Είναι μια αρκετά μεγάλη παράσταση (περίπου 8,50 × 2,80 μ.), στην οποία φαντάζουν περίτεχνα τα τμήματα που σώζονται.
Η Αλεξάνδρεια, η μεγάλη αυτή πόλη της ελληνιστικής εποχής, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ιστορία του ψηφιδωτού του αρχαίου κόσμου. Εκεί, κατά πάσα πιθανότητα, γεννιέται η κυβική ψηφίδα, ανοίγοντας καινούριους ορίζοντες και δημιουργώντας νέες προοπτικές, αφού η χρωματική γκάμα μεγαλώνει και η ψηφίδα κόβεται πλέον στο εργαστήριο, ικανή να ανταποκριθεί στις οποιεσδήποτε ανάγκες του σχεδίου. Οι πέτρες, αλλά κυρίως τα μάρμαρα, προσφέρουν το εξαιρετικό υλικό τους και την ποικιλία των χρωμάτων τους.
Στο μουσείο της Πέλλας εκτίθενται εκτός από το περίφημο κυνήγι του λιονταριού και άλλα έργα, όπως ο Διόνυσος που φέρεται καθήμενος πάνω σε έναν πάνθηρα, λιτά και αρμονικά σχεδιασμένος, καθώς επίσης και ένα ζεύγος Κενταύρων.
Ο Διόνυσος καθισμένος σε πάνθηρα.
Ένα άλλο έργο παρουσιάζει ένα γρύπα που επιτίθεται σε ελάφι. Σε μια κατοικία του 370 π.Χ. μιας άλλης ελληνιστικής πόλης, της Ερέτριας, ήρθαν στο φως, μετά από ανασκαφές Ελβετών αρχαιολόγων, περίτεχνα μωσαϊκά. Τα θέματα τους είναι εμπνευσμένα από την ελληνική μυθολογία και διανθίζονται με φυτικά σχέδια, ενώ στις μπορντούρες φέρουν το μαίανδρο, τον πλοχμό και βλαστούς με κισσόφυλλα.
Ξεχωρίζει το μωσαϊκό με τη Νηρηίδα Θέτιδα καθισμένη πάνω σε έναν Ιππόκαμπο, να μεταφέρει την πανοπλία για τον Αχιλλέα. Πρόκειται για μια σκηνή εμπνευσμένη από την Ιλιάδα.
Η Θέτις μεταφέρει τα όπλα του Αχιλλέα – σκηνή από την Ιλιάδα. 370 π.Χ περίπου, αρχαιολογικός χώρος Ερέτριας.
Εκτός από αυτό το ιδιαίτερο θέμα, υπάρχουν συνθέσεις που έχουν αποδοθεί με περίσσεια χάρη, όπως η σύγκρουση μεταξύ Σφιγγών και Πανθήρων, οι μυθικές μάχες μεταξύ Γρυπών και Αριμασπών, με τους τελευταίους να αναπαρίστανται ως γυναίκες πολεμίστριες. Εξαιρετική χάρη έχει επίσης η σκηνή όπου ένα λιοντάρι επιτίθεται σε ένα άλογο.
Σταθήκαμε στην περιγραφή έργων που αναφέρονται στη γενέτειρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, την Πέλλα, καθώς επίσης και σε άλλες δύο αρχαίες πόλεις, την Όλυνθο και την Ερέτρια. Στην πρώτη γιατί πιστεύουμε πως η ποιότητα των έργων που την κοσμούσαν αποτελεί σταθμό για την ιστορία του ψηφιδωτού, ενώ η Όλυνθος, αρχαιότερη της Πέλλας, προσφέρει αρκετά στοιχεία για τη μελέτη αυτού του είδους της τέχνης. Η Ερέτρια, μια μικρή πόλη του 4ου π.Χ. αιώνα, μας προσφέρει περίτεχνα μωσαϊκά, από τα αρχαιότερα αυτού του τύπου.
Γιάννης Λουκιανός, «Το κυνήγι του λιονταριού». Απόδοση με κυβικές ψηφίδες του γνωστού βοτσαλωτού της αρχαίας Πέλλας του 4ου π.Χ αιώνα.
Είναι γεγονός ότι, καθώς οι καλλιτέχνες αυτής της περιόδου ανακαλύπτουν την κυβική ψηφίδα, γίνονται ασυγκράτητοι. Ό,τι δημιουργούν είναι αποτέλεσμα μιας υψηλής γνώσης, αισθητικής, και αγάπης για το αντικείμενο. Τα ψηφιδωτά της Πομπηίας, της Αλεξάνδρειας, της Αντιόχειας, της Περγάμου – είτε έγιναν στο τελευταίο τρίτο της πρώτης προ Χριστού χιλιετίας είτε ανήκουν στην ύστερη αρχαιότητα είτε όχι – φέρουν ανεξίτηλη τη σφραγίδα μιας ιδιαίτερης ποιότητας που οι ψηφοθέτες αυτής της περιόδου κατάφεραν να της προσδώσουν.
Του Γιάννη Λουκιανού
Το ποίημα και τα κείμενα είναι από το βιβλίο του Γιάννη Λουκιανού«Η τέχνη του ψηφιδωτού και η τεχνική του», Αθήνα 2011, εκδόσεις βότσαλο, β΄ έκδοση. Από το ίδιο βιβλίο προέρχονται και οι εικόνες, εκτός από εκείνες των οποίων αναφέρεται η πηγή τους.
Ο Γιάννης Λουκιανός γεννήθηκε στην Ίο των Κυκλάδων, πήρε μαθήματα σχεδίου και χρώματος και επιδόθηκε στην τέχνη του ψηφιδωτού και του βοτσαλωτού, κοσμώντας κτίρια και αυλές, μεταξύ των οποίων κατοικία στη Βέρνη της Ελβετίας και η αποκατάσταση του βοτσαλωτού διάκοσμου της ιστορικής αυλής της Μητρόπολης της Σύρου και άλλων εκκλησιών.
Για την τέχνη του ψηφιδωτού και του βοτσαλωτού έχει μιλήσει σε πολλά σχολεία, σε Διεθνή Συνέδρια (Αθήνα 2010-Κύπρος 2012) καθώς και στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, και έχει γράψει σε περιοδικά και σε τοπικές εφημερίδες. Έχει γράψει ακόμη αρκετά δικά του βιβλία, με σημαντικότερα τα:
«Οι βοτσαλωτές αυλές των Κυκλάδων», Αθήνα 1998, αυτοέκδοση (3 εκδόσεις)
«Οι βοτσαλωτές Αυλές του Αιγαίου», Αθήνα 1999, αυτοέκδοση (εξαντλημένο)
«Η τέχνη του ψηφιδωτού και η τεχνική του», Αθήνα 2002 και 20011
Έχει διδάξει την τέχνη του ψηφιδωτού σε επιδοτούμενα σεμινάρια (Σύρος, Ίος κ.ά.), καθώς και στα παιδιά του ΚΔΑΠ στην Ίο.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
* Ο όρος ‘ψηφιδωτό’ προέρχεται από το ψηφίο, τη μικρή πέτρα. Ο όρος ‘μωσαϊκό’ προέρχεται από τις Μούσες.