Κυριακή, 07 Σεπ, 2025

FBI: Οι απώλειες από το διαδικτυακό έγκλημα αυξήθηκαν κατά 33% το 2024, ξεπερνώντας τα 16 δισεκατομμύρια δολάρια

Το διαδικτυακό έγκλημα κόστισε στα θύματα, στις Ηνωμένες Πολιτείες, περισσότερα από 16,6 δισεκατομμύρια δολάρια το 2024, σημειώνοντας αύξηση-ρεκόρ 33% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, σύμφωνα με νέα έκθεση του FBI.

Τα στοιχεία, που δημοσιεύθηκαν στην ετήσια έκθεση του Κέντρου Παραπόνων για Εγκλήματα στο Διαδίκτυο (IC3) της υπηρεσίας, δείχνουν ότι οι Αμερικανοί υπέβαλαν περισσότερες από 859.000 καταγγελίες πέρυσι, με περισσότερες από 256.000 να αναφέρουν οικονομικές απώλειες. Η μέση απώλεια ανά περιστατικό ξεπέρασε τα $19.000.

«Οι εγκληματίες που αντιμετωπίζουν οι Αμερικανοί σήμερα μπορεί να φαίνονται διαφορετικοί από ό,τι στο παρελθόν, αλλά εξακολουθούν να θέλουν το ίδιο πράγμα: να βλάψουν τους Αμερικανούς για ίδιον όφελος», δήλωσε ο Τσαντ Γιάρμπρουγκ, Διευθυντής Εγκληματολογίας και Κυβερνοεπιχειρήσεων στο FBI. «Αυτό με φέρνει πίσω στο ορόσημο του ενός τετάρτου του αιώνα του IC3. Ενώ οι κορυφαίες απειλές που αντιμετωπίζει η χώρα μας έχουν σίγουρα μετατοπιστεί με το πέρασμα των χρόνων, η προστασία των Αμερικανών πολιτών — είτε αυτό σημαίνει την ασφάλειά σας, τα χρήματά σας είτε τα δεδομένα σας — παραμένει ακρογωνιαίος λίθος της αποστολής του FBI.»

Οι απάτες phishing (ψαρέματος, εξαπάτησης) και πλαστογράφησης ήταν το συνηθέστερο είδος εγκλήματος, με περισσότερες από 193.000 καταγγελίες. Ο εκβιασμός ήταν η δεύτερη πιο συχνή κατηγορία, με περισσότερες από 86.000 υποθέσεις, και ακολουθούσαν οι παραβιάσεις προσωπικών δεδομένων, οι οποίες ξεπέρασαν τις 64.000.

Οι επενδυτικές απάτες προκάλεσαν την υψηλότερη χρηματική ζημία, με τη συνολική χρηματική απώλεια να ξεπερνά τα 6,5 δισεκατομμύρια δολάρια. Η παραβίαση του επαγγελματικού email κατέλαβε τη δεύτερη θέση με απώλειες 2,77 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ακολουθούμενη από τις άπατες στην τεχνική υποστήριξη στα 1,46 δισεκατομμύρια δολάρια και τις παραβιάσεις προσωπικών δεδομένων στα 1,45 δισεκατομμύρια δολάρια.

Τα κρυπτονομίσματα ήταν ένα κοινό εργαλείο στις διαδικτυακές απάτες, με αναφορές σε 149.000 καταγγελίες και απώλειες που ξεπέρασαν τα 9,3 δισεκατομμύρια δολάρια — αύξηση 66% από το 2023.

Οι άνω των 60 ετών επλήγησαν ιδιαίτερα, όπως δείχνουν οι 150.000 καταγγελίες του 2024, αναφέροντας ζημίες 4,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων — αύξηση άνω του 40% από το προηγούμενο έτος. Τα πιο επιζήμια προγράμματα που στοχεύουν ηλικιωμένους Αμερικανούς περιελάμβαναν επενδυτικές απάτες, απάτες με τεχνική υποστήριξη και ερωτικές απάτες. Οι μεγαλύτερες ηλικίες επηρεάστηκαν περισσότερο και σε περιπτώσεις που σχετίζονται με κρυπτονομίσματα, χάνοντας περισσότερα από 2,8 δισεκατομμύρια δολάρια.

«Η αναφορά είναι ένα από τα πρώτα και πιο σημαντικά βήματα για την καταπολέμηση του εγκλήματος, επομένως οι αρχές επιβολής του νόμου μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτές τις πληροφορίες για την καταπολέμηση της διαδικτυακής εξαπάτησης», δήλωσε ο διευθυντής του FBI Κας Πατέλ. «Το IC3, το οποίο γιορτάζει την 25η επέτειό του φέτος, είναι τόσο επιτυχημένο όσο και οι αναφορές που λαμβάνει· γι’ αυτό είναι επιτακτική ανάγκη το κοινό να αναφέρει αμέσως στο FBI κάθε ύποπτη εγκληματική δραστηριότητα που εντοπίζει στον κυβερνοχώρο».

Το FBI είπε ότι συνεχίζει να επεκτείνει τις προσπάθειες πρόληψης και αποκατάστασης μέσω συνεργασιών και πρωτοβουλιών επιβολής. Σε μια περίπτωση, η Ομάδα Ανάκτησης Περιουσιακών Στοιχείων της εταιρείας πάγωσε περισσότερα από 5 εκατομμύρια δολάρια, που συνδέονταν με μια απάτη παραβιασμένης αλληλογραφίας (BEC) που στόχευε μια συναλλαγή ακινήτων στις ΗΠΑ.

Σύμφωνα με την έκθεση, σε μια απάτη παραβιασμένης αλληλογραφίας επιχειρήσεων – ή αλλιώς BEC – εγκληματίες του κυβερνοχώρου υποδύονται στελέχη ή έμπιστες επαφές για να εξαπατήσουν τους υπαλλήλους να μεταφέρουν κεφάλαια ή να αποκαλύψουν ευαίσθητες πληροφορίες. Αυτές οι απάτες συχνά περιλαμβάνουν τη χρήση χακαρισμένων ή πλαστογραφημένων λογαριασμών email για την πραγματοποίηση μη εξουσιοδοτημένων συναλλαγών.

Ο οργανισμός πιστώνει επίσης τις παγκόσμιες συνεργασίες του για τη διακοπή των διεθνών δικτύων απάτης και την εξάρθρωση μεγάλων δικτύων ransomware (λογισμικό που κλειδώνει τον υπολογιστή και ζητάει λύτρα) και malware (κακόβουλο λογισμικό).

Το FBI τόνισε ότι οι εγκληματίες του κυβερνοχώρου εξελίσσουν συνεχώς τις τακτικές τους και ενθάρρυνε το κοινό να αναφέρει κάθε ύποπτη συναλλαγή στο IC3. Από την έναρξή του, πριν από 25 χρόνια, το κέντρο έχει λάβει περισσότερα από 9 εκατομμύρια αναφορές.

Του Chase Smith

Οι ισχυρισμοί του Πεκίνου για κυβερνοεπίθεση της NSA προδίδουν περαιτέρω αποσύνδεση ΗΠΑ-Κίνας

Ανάλυση ειδήσεων

Καθώς οι εντάσεις κλιμακώνονται μεταξύ της Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών, το Πεκίνο έχει κατηγορήσει μια αμερικανική υπηρεσία ασφαλείας και άλλους για διεξαγωγή κυβερνοεπιθέσεων σε υποδομές ζωτικής σημασίας. Οι αναλυτές πιστεύουν ότι αυτή η κατάσταση δείχνει μια ευρύτερη τάση οικονομικής αποσύνδεσης μεταξύ των δύο εθνών.

Το κρατικό μέσο Xinhua [Σινχουά] ανέφερε στις 15 Απριλίου ότι οι κινεζικές αρχές κατηγόρησαν την Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ (NSA) ότι εξαπέλυσε κυβερνοεπιθέσεις κατά τη διάρκεια των Ασιατικών Χειμερινών Αγώνων στο Χαρμπίν, την πρωτεύουσα της επαρχίας Χεϊλονγκτσιάνγκ, τον Φεβρουάριο.

Κινέζοι ειδικοί κυβερνοασφάλειας ισχυρίζονται ότι βρήκαν «οδηγίες» σε κρίσιμη υποδομή της Χεϊλονγκτσιάνγκ, που τους ενοχοποιούν την αμερικανική υπηρεσία ως δράστη, σύμφωνα με το άρθρο ειδήσεων, το οποίο αναδημοσιεύτηκε στον ιστότοπο του υπουργείου Δημόσιας Ασφάλειας της Κίνας, της κορυφαίας υπηρεσίας κατασκοπείας της χώρας.

Η ανακοίνωση του Πεκίνου έπεται έκθεσης που κυκλοφόρησε από το Εθνικό Κέντρο Αντιμετώπισης Έκτακτης Ανάγκης για Ιούς Υπολογιστών της Κίνας στις 3 Απριλίου, η οποία υπογραμμίζει ισχυρισμούς για κυβερνοεπιθέσεις στο εξωτερικό που στοχεύουν τα συστήματα πληροφοριών των Ασιατικών Χειμερινών Αγώνων. Η έκθεση υποστηρίζει ότι οι εν λόγω επιθέσεις, οι οποίες σύμφωνα με την ίδια σημειώθηκαν μεταξύ 7 Φεβρουαρίου και 14 Φεβρουαρίου, προήλθαν κυρίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τους συμμάχους τους.

Σε απάντηση σε αίτημα για σχολιασμό σχετικά με την κατηγορία του Πεκίνου για κυβερνοεπίθεση, το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ δήλωσε ότι γνωρίζει την κατάσταση.

«Η πραγματικότητα είναι ότι Κινέζοι διαδικτυακοί πράκτορες συνεχίζουν να στοχεύουν τις Ηνωμένες Πολιτείες», δήλωσε εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ σε δήλωση που εστάλη μέσω email στην Epoch Times στις 20 Απριλίου.

«Είμαστε ξεκάθαροι ότι η διάχυτη και ανεύθυνη διαδικτυακή δραστηριότητα της Κίνας είναι απαράδεκτη.»

«Η στόχευση δικτύων υποδομής ζωτικής σημασίας των ΗΠΑ πρέπει να σταματήσει.»

Η κινεζική αστυνομία καταδιώκει επίσης τρία άτομα που ισχυρίζεται ότι είναι πράκτορες της NSA που εμπλέκονται στις εικαζόμενες κυβερνοεπιθέσεις, σύμφωνα με το Xinhua. Ισχυρίζονται ότι η Κάθρυν Α. Ουίλσον, ο Ρόμπερτ Τζ. Σνέλλινγκ και ο Στήβεν Ο. Τζόνσον στόχευσαν υποδομή και εταιρείες της Κίνας, συμπεριλαμβανομένου του γίγαντα τηλεπικοινωνιών Huawei.

Οι κινεζικές αρχές ενθάρρυναν το κοινό να δώσει πληροφορίες, υποσχόμενοι απροσδιόριστες ανταμοιβές για τυχόν συμβουλές, σύμφωνα με το άρθρο. Δεν έχουν δοθεί στη δημοσιότητα προσωπικά στοιχεία, φωτογραφίες ή πληροφορίες για το πού βρίσκονται οι κατηγορούμενοι.

Σε σχετικό ερώτημα της Epoch Times, η NSA στις 20 Απριλίου αρνήθηκε να σχολιάσει το θέμα.

Κινέζοι αξιωματούχοι ισχυρίζονται ότι έχουν στοιχεία που υποδηλώνουν ότι το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια και το Virginia Tech συμμετείχαν επίσης στα αναφερθέντα περιστατικά στον κυβερνοχώρο, σύμφωνα με το Xinhua, αλλά δεν παρείχαν λεπτομέρειες για να υποστηρίξουν τον ισχυρισμό.

Το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια είπε στην Epoch Times στις 21 Απριλίου ότι εξετάζει το θέμα, ενώ το Virginia Tech δεν απάντησε σε αίτημα για σχολιασμό μέχρι την ώρα της δημοσίευσης.

Εμπορικός πόλεμος

Αν και δεν είναι η πρώτη φορά που το Πεκίνο κατηγορεί δημοσίως αμερικανικές οντότητες για υποτιθέμενη κυβερνοκατασκοπεία, αναλυτές προτείνουν ότι η χρονική στιγμή αυτής της κατηγορίας είναι σημαντική, δεδομένου του δασμολογικού πολέμου μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου, που βρίσκεται σε εξέλιξη.

Η Κίνα έχει δεσμευτεί να μην υποχωρήσει στον αγώνα για τους δασμούς με τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον μεγαλύτερο αγοραστή των προϊόντων της. Σε αντίθεση με τις δεκάδες χώρες που προσεγγίζουν την Ουάσιγκτον επιδιώκοντας διαπραγματεύσεις για τους αμοιβαίους δασμούς που προτίθενται να επιβάλουν οι ΗΠΑ, το Πεκίνο απάντησε αυξάνοντας τους δικούς του δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα, βάζοντας στη μαύρη λίστα δεκάδες αμερικανικές εταιρείες και ενισχύοντας τους ελέγχους στις εξαγωγές κρίσιμων ορυκτών.

Επιπλέον, το υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού της Κίνας εξέδωσε ανακοίνωση στις 9 Απριλίου με την οποία συμβουλεύει τους πολίτες του να λαμβάνουν πλήρως υπ’ όψιν τους κινδύνους όταν σκέφτονται να ταξιδέψουν στις Ηνωμένες Πολιτείες, αναφερόμενο «στην επιδείνωση των οικονομικών και εμπορικών σχέσεων Κίνας-ΗΠΑ».

Τρεις ημέρες αργότερα, η Εθνική Διοίκηση Κινηματογράφου της Κίνας ανακοίνωσε περιορισμούς στις εισαγωγές ταινιών του Χόλλυγουντ, εντείνοντας τις διμερείς εντάσεις.

Ο Γιε Γιάο-γιουάν, μόνιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του St. Thomas στο Χιούστον, είπε στην Epoch Times ότι η τελευταία κατηγορία του Πεκίνου για κυβερνοεπίθεση είναι μια αντίδραση στις αυξήσεις των δασμών των ΗΠΑ και μια κλιμάκωση της συνεχιζόμενης κυβερνοσύγκρουσης.

Πρότεινε ότι αυτή η ανταλλαγή αντικατοπτρίζει επίσης μια ευρύτερη τάση αποσύνδεσης μεταξύ των δύο εθνών.

«Η σχέση ΗΠΑ-Κίνας οδεύει προς την τροχιά του πρώτου Ψυχρού Πολέμου και οι δύο πλευρές είναι πιθανό να απομακρυνθούν περαιτέρω», δήλωσε ο Γιε στις 18 Απριλίου. «Τελικά, όλες οι χώρες θα πρέπει να επιλέξουν πλευρά.»

Η Σενγκ Σιουέ, Κινέζα συγγραφέας και ακτιβίστρια για τα ανθρώπινα δικαιώματα, πιστεύει ότι ο τελευταίος ισχυρισμός του Πεκίνου για κυβερνοεπιθέσεις αποτελεί μέρος της προπαγάνδας του καθεστώτος.

Με τους δασμούς των ΗΠΑ να ξεπερνούν το 100%, η προβληματική οικονομία της Κίνας βρίσκεται υπό κλιμακούμενη πίεση, αλλά η ηγεσία στο Πεκίνο θέλει να προβάλει τον εαυτό της ως μια «δύναμη ικανή να αντεπιτεθεί», δήλωσε η Σενγκ στην Epoch Times στις 18 Απριλίου.

Σε αυτό το πλαίσιο, το Πεκίνο επιδιώκει να δημιουργήσει «έναν εξωτερικό εχθρό» για να αποσπάσει την προσοχή του κοινού από τα εσωτερικά ζητήματα και να υποκινήσει το αντιαμερικανικό αίσθημα στους κατοίκους, προσέθεσε.

Ειδήσεις σχετικά με τους αμερικανικούς δασμούς προβάλλονται σε μεγάλη οθόνη έξω από ένα εμπορικό κέντρο του Πεκίνο, στις 11 Απριλίου 2025. (Greg Baker/AFP μέσω Getty Images)

 

Κυβερνοεπιθέσεις από το ΚΚΚ

Η τελευταία εξέλιξη συμπίπτει με τις αυξανόμενες ανησυχίες της Ουάσιγκτον σχετικά με κινεζικές δραστηριότητες κυβερνοκατασκοπείας από το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ).

Τον Μάρτιο, η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε αλλαγές και κυρώσεις σε δώδεκα Κινέζους πολίτες, περιλαμβανομένων δύο αξιωματούχων που συνδέονται με το υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας του Πεκίνου, με την κατηγορία της συμμετοχής σε μια πολυετή εκστρατεία κυβερνοεπιθέσεων με στόχο κυβερνητικές υπηρεσίες και ομάδες των ΗΠΑ που επικρίνουν το καθεστώς. Τα υπουργεία Εξωτερικών πολλών ασιατικών εθνών, συμπεριλαμβανομένης της Ταϊβάν, της Ινδίας και της Νότιας Κορέας, ήταν επίσης μεταξύ των υποτιθέμενων στόχων αυτών των προσπαθειών κυβερνοκατασκοπείας.

Τον Ιανουάριο, οι αρχές των ΗΠΑ επέβαλαν κυρώσεις σε μια κινεζική οντότητα και ένα άτομο λόγω των δεσμών τους με την ομάδα hacking Salt Typhoon, η οποία είχε θύματα το υπουργείο Οικονομικών και μεγάλες αμερικανικές εταιρείες τηλεπικοινωνιών.

Η Επίλεκτη Επιτροπή της Βουλής για το ΚΚΚ συγκάλεσε ακρόαση στις 5 Μαρτίου για να διερευνήσει στρατηγικές για την ενίσχυση της άμυνας στον κυβερνοχώρο των ΗΠΑ έναντι των συνεχιζόμενων απειλών από το Πεκίνο.

«Το ΚΚΚ έχει βάλει στο στόχαστρο τα δίκτυα που τροφοδοτούν τα σπίτια μας, τις εγκαταστάσεις που επεξεργάζονται το νερό μας και τα νοσοκομεία που μας φροντίζουν ως μέρος του κυβερνοπολέμου τους εναντίον του αμερικανικού λαού», είπε ο εκπρόσωπος Τζον Μούλενααρ (Ρ-Mισ.), πρόεδρος της επιτροπής της Βουλής, στην εναρκτήρια ομιλία του.

«Πρέπει να καταλάβουμε ότι αυτή δεν είναι απλώς μια απειλή στον κυβερνοχώρο», είπε ο Μούλενααρ. «Αυτό είναι μέρος της ευρύτερης στρατηγικής του ΚΚΚ να καταστρέψει τον αμερικανικό τρόπο ζωής.»

Της Dorothy Li

Επιλέγοντας να κάνουμε πράγματα χωρίς τη βοήθεια του κινητού και του διαδικτύου

Γίνεται όλο και πιο δύσκολο να βρεθούν άνθρωποι που προτιμούν να επικοινωνούν και να έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες χρησιμοποιώντας τις μεθόδους που υπήρχαν πριν από τη διάδοση του διαδικτύου και των smartphone.

Σύμφωνα με έρευνα της Pew Research το 2024, το 98% των ενηλίκων των ΗΠΑ έχουν κινητό τηλέφωνο και το 91% διαθέτουν smartphone.

Σύμφωνα με έρευνα του 2011, το 83% των Αμερικανών είχε κινητό τηλέφωνο και το 35% ένα smartphone.

Ωστόσο, υπάρχουν ακόμη κάτοχοι μη smartphone. Ακόμη και μεταξύ των κατόχων smartphone, υπάρχουν εκείνοι που προτιμούν να χρησιμοποιούν άλλες μεθόδους αντί του διαδικτύου για να επικοινωνήσουν, να βρουν πληροφορίες, να μάθουν τα νέα.

«Έχω ένα αναδιπλούμενο τηλέφωνο. Δεν πήρα ποτέ iPhone και δεν ένιωσα ότι χρειάζομαι ένα», είπε στην Epoch Times ο Μάικλ Αντονίνι, συνταξιούχος οδοντίατρος και πρώην επίτροπος σχεδιασμού του Σαν Φρανσίσκο.

Ο Αντονίνι είπε ότι προτιμά να μιλά στο τηλέφωνο απευθείας με όποιον χρειάζεται, αντί να στέλνει γραπτά μηνύματα.

«Δεν νομίζω ότι [το γραπτό μήνυμα είναι] απαραίτητο», είπε. «Ένα φωνητικό μήνυμα είναι εντάξει ή μία επιστολή που θα ταχυδρομήσουμε.»

Ο Τόμας Ίργουιν, που ζει κοντά στο Γιουτζίν του Όρεγκον, είπε στην Epoch Times ότι προτιμά να μη στέλνει μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, γραπτά μηνύματα ή να περνά χρόνο στο διαδίκτυο, επειδή δεν είναι ασφαλές.

Αντ’ αυτού, προτιμά να επικοινωνεί αυτοπροσώπως. Πιστεύει ότι όταν χρησιμοποιούμε email ή άλλο γραπτό μέσο για να επικοινωνήσουμε, περιοριζόμαστε.

«Επικοινωνούμε με τον τόνο της φωνής μας, με τα μάτια μας, με τη γλώσσα του σώματός μας, με τα χέρια μας. Την αίσθηση της φωνής μας. Υπάρχουν τόσα πράγματα που χρησιμοποιούμε για να επικοινωνήσουμε», λέει, προσθέτοντας ότι περιορίζοντας τη χρήση γραπτών μηνυμάτων και email νιώθει πιο κοντά στην πραγματικότητα και πιο κοντά στον Θεό.

Ο Κουέντιν Κοπ, ένας συνταξιούχος πρώην επόπτης του Σαν Φρανσίσκο, γερουσιαστής της πολιτείας Καλιφόρνια και δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου, αποφεύγει τα email, τα γραπτά μηνύματα και να περνάει χρόνο στο διαδίκτυο για διαφορετικό λόγο. Όπως είπε στην Epoch Times, δεν το κάνει «κυρίως επειδή ο κόσμος με προσπέρασε, είμαι 96 ετών και δεν έμαθα ποτέ να χρησιμοποιώ υπολογιστή, ακόμη και πριν συνταξιοδοτηθώ ως δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το 2010 περίπου».

Προτιμά τα τηλεφωνήματα, για να ακούει τη φωνή του άλλου, ή μερικές φορές στέλνει ένα γράμμα.

Μελέτη του 2021 διαπίστωσε ότι οι αλληλεπιδράσεις που περιελάμβαναν φωνή, είτε τηλεφωνική κλήση, βίντεο κλήση είτε άμεση συνομιλία, δημιουργούν ισχυρότερους κοινωνικούς δεσμούς.

Ο Αντονίνι σημείωσε ότι ένα κινητό τηλέφωνο μάς βοηθά να βρίσκουμε κάποιον όταν δεν είναι στο σπίτι, αλλά θεωρεί περιττό το να βασίζεται κανείς στο τηλέφωνο για αναζήτηση πληροφοριών.

«Έχω μια βιβλιοθήκη με δεν ξέρω πόσα βιβλία, μερικές χιλιάδες βιβλία στο σπίτι… Έχω βιβλία παγκόσμιας ιστορίας, βιβλία ιστορίας των ΗΠΑ», είπε. «Θα μάθετε πολύ περισσότερα πράγματα, αν τα μάθετε με τον παραδοσιακό τρόπο.»

Ο Αντονίνι είπε ότι μπορεί να μάθει τα νέα διαβάζοντας μια τυπωμένη εφημερίδα και περιστασιακά παρακολουθώντας τις ειδήσεις στην τηλεόραση.

«Έτσι δεν χρειάζεται να ψάξω σε έναν υπολογιστή για να μάθω τι συμβαίνει», είπε.

Ο Κοπ επίσης προτιμά να διαβάζει τις φυσικές εφημερίδες από τις ψηφιακές.

Δραστηριοποιείται επίσης ως σύμβουλος από άλλον δικηγόρο. Αντί να χρησιμοποιεί email, λαμβάνει έγγραφα ταχυδρομικώς ή με φαξ.

«Θα έλεγα ότι η γενιά μου, όπως και η προηγούμενη, τα πήγαν καλά χωρίς τεχνολογία, χωρίς υπολογιστή, χωρίς email – και εγώ τα πάω αρκετά καλά για τις επαγγελματικές υποχρεώσεις που έχω», είπε.

Σύμφωνα με την Pew Research το 2021, μόνο το 7% των Αμερικανών δήλωσαν ότι δεν χρησιμοποιούν το διαδίκτυο.

«Το μόνο πράγμα που πιστεύω ότι είναι πολύ ενημερωτικό, και το παίρνω σχεδόν κάθε χρόνο, είναι το «World Almanac»», είπε ο Αντονίνι. «Επομένως, αν θέλετε να μάθετε οτιδήποτε για μια χώρα ή στατιστικά στοιχεία ή όλα αυτά τα πράγματα, είναι πιθανώς στο Almanac. Μόλις πήρα ένα νέο για το 2025.»

Είπε ότι μπορεί να χρειαστεί λίγο περισσότερη προσπάθεια για να βρει κανείς τις πληροφορίες που αναζητά, αλλά μπορεί να γίνει, και αν δεν μπορείτε να βρείτε τις πληροφορίες στο σπίτι σας, οι βιβλιοθήκες είναι γεμάτες υλικό.

«Έτσι το κάναμε παλιά και δεν υπάρχει λόγος να μην μπορείτε να το κάνετε τώρα», είπε ο Αντονίνι.

Μια μετα-ανάλυση του 2018 διαπίστωσε ότι με την ανάγνωση τυπωμένων κειμένων έχουμε καλύτερη κατανόηση σε σχέση με την ψηφιακή ανάγνωση.

Ο Αντονίνι είπε ότι τα κινητά τηλέφωνα αποσπούν την προσοχή και εμποδίζουν τους ανθρώπους να προσέχουν τι κάνουν, πού πηγαίνουν και τι συμβαίνει στο περιβάλλον τους.

«Δεν εκτιμούν τον καθαρό αέρα, τον ήλιο και τα κτίρια που βλέπουν», είπε. «Πολλοί άνθρωποι δεν ξέρουν καν πώς να διαβάζουν τις πινακίδες στον δρόμο και δεν ξέρουν πώς να πάνε κάπου χωρίς το τηλέφωνό τους. Έχουν χάσει εντελώς την ικανότητα να διαβάζουν χάρτες.»

Πιστεύει ότι οι άνθρωποι χάνουν πολλά βασιζόμενοι στα τηλέφωνα αντί να χρησιμοποιούν το μυαλό τους.

«Για παράδειγμα, είμαι συνταξιούχος οδοντίατρος και προς το τέλος της καριέρας μου προσλαμβάναμε νεότερους ανθρώπους και πολλοί από αυτούς δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι μέρα ήταν χωρίς το τηλέφωνό τους», είπε ο Αντονίνι. «Δεν ήξεραν πώς να διαβάζουν ένα ημερολόγιο, δεν μπορούσαν να γράψουν πολύ καλά, είχαν πρόβλημα με την απλή πρόσθεση, ακόμα και με μία γενική μαθηματική εκτίμηση».

Σύμφωνα με τον ιστότοπο The Decision Lab, το «φαινόμενο Google», γνωστό και ως ψηφιακή αμνησία, είναι η τάση να ξεχνάμε πληροφορίες που μπορούν να αναζητηθούν στο διαδίκτυο. Η ανθρώπινη μνήμη έχει πάψει να δεσμεύει πληροφορίες στη μνήμη, γνωρίζοντας ότι μπορεί να τις βρει εύκολα στο διαδίκτυο.

Ο ιστότοπος δηλώνει ότι το φαινόμενο Google μπορεί να είναι χρήσιμο όσον αφορά το ότι ο εγκέφαλός μας δίνει προτεραιότητα στις πληροφορίες που πρέπει να θυμόμαστε, ώστε να μην είμαστε υπερφορτωμένοι με δεδομένα, αλλά δεν είναι τόσο χρήσιμο εάν πρέπει να θυμάστε έναν αριθμό τηλεφώνου ή πώς να πάτε κάπου και δεν έχετε το τηλέφωνό σας μαζί.

Ο Αντονίνι είπε ότι το 1972 έκανε ένα ταξίδι στην Ευρώπη με τη γυναίκα και την αδερφή του. Στο ταξίδι, αγόρασε το πρώτο του αυτοκίνητο, ένα Volkswagen του 1972, και πέρασε επτά εβδομάδες οδηγώντας σε όλη την Ευρώπη.

«Ταξιδεύαμε μια χαρά, είχαμε χάρτες των διαφόρων χωρών, ξέραμε πού ήταν οι δρόμοι, ακολουθούσαμε τους χάρτες, μπορούσαμε να βρούμε οδηγίες από τον ήλιο και τα οδόσημα και δεν νομίζω ότι χαθήκαμε ούτε μια φορά», είπε. «Δεν είχαμε πρόβλημα να βρούμε τοποθεσίες. Τώρα όλοι πανικοβάλλονται και δεν μπορούν να πάνε πουθενά αν δεν έχουν τηλέφωνο.»

Ο Αντονίνι είπε ότι είναι επικίνδυνο, επειδή πολλοί άνθρωποι οδηγούν και κοιτάζουν τα τηλέφωνά τους.

«Γι’ αυτό προτιμώ να παίρνω απλό ταξί αντί για Uber, γιατί αυτοί οι τύποι συνήθως ξέρουν πού πάνε και δεν βασίζονται στις οθόνες τους», τόνισε.

Του Κήγκαν Μπίλλινγκς

Μειωμένα κατά 71% τα κέρδη της Tesla για το πρώτο τρίμηνο του 2025

Οι μετοχές της Tesla Motors άλλαξαν ελάχιστα στις εκτεταμένες συναλλαγές, αφού η έκθεση κερδών του πρώτου τριμήνου της κατασκευάστριας ηλεκτρικών οχημάτων υπολείπεται των εκτιμήσεων της Wall Street.

Τα συνολικά έσοδα μειώθηκαν κατά 9%, στα 19,34 δισεκατομμύρια δολάρια από 21,3 δισεκατομμύρια δολάρια, πέρυσι και τα έσοδα από την αυτοκινητοβιομηχανία μειώθηκαν κατά 20%, στα 14 δισεκατομμύρια δολάρια από 17,4 δισεκατομμύρια δολάρια, πέρυσι.

Τα κέρδη ανά μετοχή ήταν 27 σεντς το πρώτο τρίμηνο του 2025, ενώ τα κέρδη μειώθηκαν κατά 71% στα 409 εκατομμύρια δολάρια, από 1,39 δισεκατομμύρια δολάρια.

Η Tesla αναμενόταν να αναφέρει έσοδα 21,24 δισεκατομμυρίων δολαρίων και κέρδη ανά μετοχή 43 σεντς το τρίμηνο Ιανουαρίου-Μαρτίου, σύμφωνα με αναλυτές που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του FactSet.

Η εταιρεία δήλωσε στην έκθεση κερδών πρώτου τριμήνου ότι η αβεβαιότητα στην παγκόσμια οικονομία θα μπορούσε να βλάψει τη ζήτηση βραχυπρόθεσμα.

«Η αβεβαιότητα στις αγορές αυτοκινήτων και ενέργειας συνεχίζει να αυξάνεται καθώς η ταχέως εξελισσόμενη εμπορική πολιτική επηρεάζει αρνητικά την παγκόσμια αλυσίδα εφοδιασμού και τη δομή κόστους της Tesla και των ομοτίμων μας», δήλωσε η Tesla. «Αυτή η δυναμική, μαζί με την αλλαγή του πολιτικού αισθήματος, θα μπορούσε να έχει ουσιαστικό αντίκτυπο στη ζήτηση για τα προϊόντα μας βραχυπρόθεσμα.»

Η Tesla πιστεύει ότι η τοπική βάση παραγωγής της παρέχει στην εταιρεία «πλεονεκτήματα στην παροχή των καλύτερων προϊόντων» σε ανταγωνιστικές τιμές.

«Συνεχίζουμε να κάνουμε κρίσιμες, υψηλής αξίας επενδύσεις, διατηρώντας παράλληλα έναν ισχυρό ισολογισμό κατά τη διάρκεια αυτής της αβέβαιης περιόδου», ανέφερε η τριμηνιαία ενημέρωση.

Η μετοχή της Tesla υποχώρησε έως και 0,5% στις συναλλαγές μετά τις ώρες λειτουργίας. Οι μετοχές της Tesla σημείωσαν πτώση περίπου 37% φέτος, υποχωρώντας κάτω από τα 238 δολάρια.

Δύσκολη αρχή για το 2025

Ήταν μια δύσκολη αρχή χρονιάς για την εταιρεία.

Τα κύρια νέα για την εταιρεία ήταν οι αντιδράσεις κατά του Μασκ στην πολιτική αρένα. Σε όλη τη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη, έχουν οργανωθεί διαδηλώσεις στους εκθεσιακούς χώρους της Tesla, ως διαμαρτυρία για τις αλλαγές πολιτικής της κυβέρνησης Τραμπ.

Τις τελευταίες εβδομάδες, η κατάσταση έχει κλιμακωθεί καθώς βανδαλισμούς οχημάτων της, επιθέσεις σε αντιπροσωπείες της και εμπρησμούς σε φορτιστές της.

Τον περασμένο μήνα, κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης All-Hands που μεταδόθηκε στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X, ο Μασκ χαρακτήρισε τις ενέργειες των βανδάλων «παράλογες».

«Αυτό είναι ψυχική ασθένεια. Σταματήστε να είστε ψυχοπαθείς!» είπε.

«Αν διαβάσετε τις ειδήσεις, είναι σαν τον Αρμαγεδώνα. Δεν μπορώ να ανοίξω την τηλεόραση χωρίς να δω ένα Tesla να φλέγεται. Τι συμβαίνει; Μερικοί άνθρωποι, είναι σαν, ακούστε, καταλαβαίνω αν δεν θέλετε να αγοράσετε το προϊόν μας, αλλά δεν χρειάζεται να το κάψετε. Αυτό είναι λίγο παράλογο.»

Σε μια κλήση κερδών με μετόχους και αναλυτές, ο Μασκ επιβεβαίωσε ότι θα αφιερώσει λιγότερο χρόνο στο τμήμα Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας των ΗΠΑ τον επόμενο μήνα, καθώς το κύριο έργο έχει ολοκληρωθεί.

Ο Τζέφρυ Κλάιντοπ, επικεφαλής στρατηγικής διεθνών επενδύσεων στην Charles Schwab, λέει ότι οι μέτοχοι θέλουν να μάθουν πώς η πολιτική επένδυση του Μασκ επηρεάζει τις πωλήσεις.

Και άλλοι παράγοντες επηρεάζουν τις προοπτικές της άλλοτε υψηλών πτήσεων εταιρείας.

Μια πτυχή είναι η αποδυνάμωση της ζήτησης. Οι πωλήσεις της Tesla μειώθηκαν κατά 13% τους πρώτους τρεις μήνες του 2025, αναφέροντας παραδόσεις 336.681 παγκοσμίως. Συγκριτικά, η κατασκευάστρια ηλεκτρικών οχημάτων παρέδωσε 387.000 αυτοκίνητα πριν από ένα χρόνο.

Η Tesla απέδωσε τη μείωση των πωλήσεων στην προσωρινή διακοπή της παραγωγής στις εγκαταστάσεις της, ενώ αναβάθμισε τις γραμμές για να αρχίσει να κατασκευάζει μια νεότερη έκδοση των ηλεκτρικών SUV του μοντέλου Y.

Εν τω μεταξύ, τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης Κατασκευαστών Αυτοκινήτων δείχνουν ότι οι ευρωπαϊκές πωλήσεις μειώθηκαν κατά 49% τους πρώτους δύο μήνες του 2025.

Οι παρατηρητές της αγοράς αναμένουν ότι η τάση θα παραμείνει και φέτος.

Ο Νταν Άιβς, τεχνολογικός αναλυτής στο Wedbush, θεωρεί ότι ο Μασκ και η Tesla βρίσκονται σε ένα «σταυροδρόμι».

«Γνωρίζαμε ότι οι παραδόσεις 1Q Tesla θα ήταν ήπιες, αλλά αυτοί οι αριθμοί ήταν κακοί. Δεν πρόκειται να δούμε αυτούς τους αριθμούς με ροζ γυαλιά… ήταν μια καταστροφή σε κάθε μέτρηση», δήλωσε ο Άιβς σε ανάρτησή του στο Χ, στις 2 Απριλίου.

Η συναινετική πρόβλεψη μεταξύ των αναλυτών της Wall Street είναι ότι η Tesla θα απολαμβάνει ανοδική τιμή της μετοχής 22% τους επόμενους 12 μήνες. Την ίδια στιγμή, οι αναλυτές μείωσαν τους στόχους τους για το επόμενο έτος.

Όπως και άλλες εταιρείες, η Tesla βρίσκεται στο στόχαστρο των δασμών του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

«Η Tesla συγκαταλέγεται μεταξύ των πολυεθνικών εταιρειών που αναμένεται να προσφέρουν εξαγωγικό χρώμα εν μέσω επιδείνωσης της εμπορικής κατάστασης», ανέφερε σε σημείωμα ο Κλάιντοπ.

Ο κολοσσός των EV εξέφρασε την ανησυχία του σχετικά με τις προσαρμογές της εμπορικής πολιτικής της διοίκησης.

Ως όχημα κατασκευασμένο κυρίως στην Αμερική, η Tesla επηρεάζεται λιγότερο από τους δασμούς σε σχέση με τους ανταγωνιστές της στον κλάδο. Ωστόσο, η εταιρεία δεν μένει ανέγγιχτη από τους υψηλότερους εισαγωγικούς δασμούς, δήλωσε ο Μασκ σε ανάρτηση στο Χ τον Μάρτιο, καθώς εξακολουθεί να προμηθεύεται ανταλλακτικά από ξένες αγορές, συμπεριλαμβανομένων του Καναδά, της Κίνας και του Μεξικού.

«Για να είμαστε σαφείς, αυτό θα επηρεάσει την τιμή των ανταλλακτικών σε αυτοκίνητα Tesla που προέρχονται από άλλες χώρες. Ο αντίκτυπος στο κόστος δεν είναι ασήμαντος», δήλωσε ο Μασκ. «Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η Tesla ΔΕΝ είναι αλώβητη από αυτό. Ο αντίκτυπος των δασμών στην Tesla είναι σημαντικός.»

Του Andrew Moran

Οι έφηβοι είναι ‘συνδεδεμένοι’ για ώρες, αλλά οι πραγματικές σχέσεις τούς διαφεύγουν

Είναι σύνηθες φαινόμενο μια παρέα εφήβων που αντί να μιλάνε μεταξύ τους κοιτάζει ο καθένας το τηλέφωνό του – όπως και η εικόνα ενός μοναχικού εφήβου, σκυμμένος πάνω από το τηλέφωνό του, να περνά την ώρα τους κάνοντας κύλιση στην οθόνη αφής.

Περισσότεροι από τους μισούς εφήβους στις ΗΠΑ περνούν τουλάχιστον τέσσερις ώρες την ημέρα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σύμφωνα με δημοσκόπηση της Gallup. Αυτό ανέρχεται σε τρεις μήνες κάθε χρόνο σχεδόν. Με αυτόν τον ρυθμό, το ένα τέταρτο της ζωής τους είναι δοσμένο σε μια οθόνη.

Τι θα γινόταν αν ο χρόνος τους περνούσε διαφορετικά; Η έρευνα δείχνει ότι χρειάζονται περίπου 200 ώρες για να αναπτυχθεί μια στενή φιλία. Με αυτό το μέτρο, αν ο μέσος έφηβος αφιέρωνε τον χρόνο του σε πραγματικές σχέσεις αντί σε κοινωνικά μέσα, θα μπορούσε να έχει έναν νέο στενό φίλο κάθε 40 ημέρες.

Το κρίσιμο ερώτημα όμως είναι αν οι έφηβοι ικανοποιούν τις κοινωνικές τους ανάγκες στο διαδίκτυο ή απλώς περιηγούνται σε μια αυταπάτη κοινωνικών σχέσεων.

Οι πιο σπάνιοι πόροι στον κόσμο

Το 1971, ο Αμερικανός οικονομολόγος και βραβευμένος με Νόμπελ Χέρμπερτ Σάιμον επινόησε τον όρο «οικονομία της προσοχής». Πρότεινε ότι, σε αυτήν την εποχή της υπερπληθώρας πληροφοριών, η ανθρώπινη προσοχή έχει γίνει ο πιο σπάνιος και πολύτιμος πόρος μας.

Η παρατήρηση του Σάιμον απηχεί την αρχαία κινεζική παροιμία «Ένα εκατοστό χρόνου αξίζει ένα εκατοστό χρυσού, αλλά ένα εκατοστό χρυσού δεν μπορεί να αγοράσει ένα εκατοστό χρόνου».

Εάν ο χρόνος και η προσοχή είναι πράγματα πιο πολύτιμα κι από τον χρυσό, δεν θα έπρεπε οι έφηβοι να τα χρησιμοποιούν με σύνεση;

Το παράδοξο του «πληθωρισμού των σχέσεων»

Η ψηφιακή επαφή δεν αποφέρει τα ίδια οφέλη με τη φυσική επαφή και τα δεδομένα δείχνουν ότι οι άνθρωποι δεν αναγνωρίζουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως πραγματικό υποκατάστατο της κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Ο Τζέφρι Χολ, καθηγητής επικοινωνιακών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Κάνσας, περιγράφει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως παθητική δραστηριότητα, όπως η παρακολούθηση ανθρώπων, σημειώνοντας σε δελτίο Τύπου ότι μόνο το 3,5% του χρόνου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αφιερώνεται σε σχολιασμό και συζήτηση, ενώ η πλειοψηφία αφιερώνεται στην περιήγηση σε προφίλ.

Με άλλα λόγια, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν δημιουργήσει ένα παράδοξο: την ψευδαίσθηση της αποτελεσματικής διαχείρισης σχέσεων, κατά την οποία οι άνθρωποι πιστεύουν ότι μπορούν να διατηρήσουν περισσότερες επαφές με λιγότερη προσπάθεια. Ο οικονομολόγος και συγγραφέας Ουμαΐρ Χακ αποκαλεί αυτό το παράδοξο «πληθωρισμό σχέσεων», στο οποίο η αξία κάθε αλληλεπίδρασης μειώνεται όσο αυξάνεται η ποσότητα της.

Ο Μπέρναρντ Κρέσπι, καθηγητής εξελικτικής βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Simon Fraser (SFU), εξήγησε στην Epoch Times ότι τα συστήματα συντονισμού που μπαίνουν σε λειτουργία όταν οι άνθρωποι συνδέονται συναισθηματικά μεταξύ τους δεν ενεργοποιούνται στο διαδίκτυο. Για παράδειγμα, οι νευρώνες καθρέφτη, τα ειδικά εγκεφαλικά κύτταρα που σχετίζονται με την ενσυναίσθηση, αδρανούν στις διαδικτυακές αλληλεπιδράσεις.

Στην υπηρεσία του ψευδαισθητικού βλέμματος

Μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο BMC Psychiatry διαπίστωσε ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μεγεθύνουν τις παραμορφωμένες απόψεις του εαυτού, παρέχοντας ένα εξαιρετικά επιμελημένο περιβάλλον από το οποίο απουσιάζουν στοιχεία όπως η γλώσσα του σώματος, ο ρυθμός ομιλίας και ο κοινός χρόνος και χώρος.

Για παράδειγμα, ένα νεαρό κορίτσι μπορεί να αφιερώνει ώρες στο μακιγιάζ, το ντύσιμο και την επεξεργασία της φωτογραφίας της, περιμένοντας με αγωνία τις απαντήσεις των συνομηλίκων της όταν τα δημοσιεύσει. Η απουσία των like ή των σχολίων είναι πολύ εύκολο να ερμηνευτεί ως απόρριψη. Ταυτόχρονα, μπορεί να κρύβεται για ώρες στα προφίλ άλλων γυναικών, συγκρίνοντας την εμφάνισή της με τις προσεκτικά επεξεργασμένες φωτογραφίες άλλων, κάτι που μπορεί να συμβάλει στη διαμόρφωση χαμηλής αυτοεκτίμησης.

Σύμφωνα με τη Νάνσυ Γιανγκ, εξελικτική βιολόγο στο SFU και επικεφαλής συγγραφέα της μελέτης, αυτές οι διαδικτυακές αλληλεπιδράσεις είναι μια «εξελικτική ανωμαλία». Όπως είπε στην Epoch Times, σε αντίθεση με τη φυσική αλληλεπίδραση, τα κοινωνικά μέσα διαταράσσουν την ικανότητά μας για κοινωνική αυτορρύθμιση και αποτίμησης του εαυτού μας μέσω της κοινωνικής ανατροφοδότησης από τους άλλους.

Η βλεμματική επαφή είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό χαρακτηριστικό της παραδοσιακής συνομιλίας που χάνεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ενώ η «οικεία γλώσσα της βλεμματικής επαφής» είναι απαραίτητη για τη σύναψη σχέσεων, η επιτυχία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εξαρτάται από τα υψηλά επίπεδα κοινωνικής φαντασίας — το φαντασιακό βλέμμα. Οι δημιουργοί περιεχομένου προσπαθούν να καταλάβουν εκ των προτέρων την κατεύθυνση των «εικονικών ματιών» — αυτό που οι ερευνητές αποκαλούν «ψευδαισθητική οπτική επαφή» — και να χρησιμοποιούν την κάμερα με τρόπο που να οδηγεί το κοινό να αισθάνεται προσωπική δέσμευση.

Η Γιανγκ επισημαίνει ότι οι εικονικοί χώροι αποτελούν περιβάλλοντα όπου όχι μόνο είστε σωματικά διαχωρισμένοι από τους άλλους, αλλά «μπορείτε ακόμη και να αποσυνδεθείτε από τον εαυτό σας… έναν απομονωμένο ‘κόμβο’ στο δίκτυο, δεμένο μόνο από τα στελέχη της [δικής σας] φαντασίας».

Ο Κρέσπι, ο οποίος κατέχει διδακτορικό από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν και είναι ο δεύτερος συγγραφέας της μελέτης BMC Psychiatry, είπε ότι οι άνθρωποι είμαστε «εντόνως κοινωνικά όντα», σκεπτόμενοι συνήθως άλλους ανθρώπους ενώ συνεργαζόμαστε ή ανταγωνιζόμαστε. Έχουμε εξελιχθεί έτσι ώστε να είμαστε πολύ ευαίσθητοι στις κοινωνικές ευκαιρίες και απειλές.

Όσοι δεν έχουν ισχυρή αίσθηση του εαυτού τους είναι πιο ευάλωτοι στις παγίδες του διαδικτυακού κόσμου, επισημαίνει.

Αυτοί οι ευάλωτοι άνθρωποι, που συχνά δεν έχουν ικανοποιητικές κοινωνικές αλληλεπιδράσεις στην πραγματική ζωή, στρέφονται στο διαδίκτυο για να δημιουργήσουν, να ενισχύσουν και να διατηρήσουν την αίσθηση του εαυτού τους με τρόπους που είναι όμως τεχνητοί.

«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι επηρεάζεται το αναπτυσσόμενο μυαλό», είπε ο Κρέσπι.

«Η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για κοινωνική ικανοποίηση μπορεί να είναι σαν να τρώτε ποπ κορν για να ικανοποιήσετε την πείνα σας – σας χορταίνει αλλά δεν σας τρέφει», τονίζει η Γιανγκ.

Καθώς οι έφηβοι συνεχίζουν να ‘τσιμπολογούν’ ψηφιακές αλληλεπιδράσεις, η λαχτάρα αυξάνεται και η ανάγκη παραμένει.

Η συναισθηματική οικονομία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης

Η εφηβεία είναι μια αναπτυξιακή φάση που χαρακτηρίζεται από αυξημένη ευαισθησία στην απόρριψη και την έγκριση των συνομηλίκων. Έρευνα που διεξήχθη από μια ομάδα ψυχολόγων το 2024 στο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ δείχνει ότι οι έφηβοι είναι πιο ευαίσθητοι από τους ενήλικες στην κοινωνική ανατροφοδότηση που μετριέται με «like» και προσαρμόζουν τις αναρτήσεις τους βάσει του αριθμού των «like» που λαμβάνουν.

Επιπλέον, όταν οι συμμετέχοντες δημοσίευσαν εικόνες σε μια πλατφόρμα προσομοίωσης που μοιάζει με το Instagram, η διάθεση των εφήβων επηρεαζόταν πιο έντονα από τη μείωση των like σε σχέση με τους ενήλικες. Αυτό υποδηλώνει ότι η χρήση των εφήβων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι περισσότερο συναισθηματική σε σύγκριση με των ενηλίκων.

Εικονογράφηση από Epoch Times, Shutterstock

 

Μελέτη μακράς χρονικής περιόδου παρατήρησης, που δημοσιεύτηκε στο Frontiers in Digital Health, αποκάλυψε για τους εφήβους και το άγχος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης το εξής: ότι αυτό που βλάπτει περισσότερο τη φιλία δεν είναι η προσδοκία της συνεχούς διαθεσιμότητας ή η πίεση να ανταποκρίνεται πάντα στα μηνύματα — αυτό που οι ερευνητές ονόμασαν «παγίδευση» — αλλά μάλλον τα αρνητικά συναισθήματα όταν οι φίλοι δεν ανταποκρίνονται σε αυτά — «απογοήτευση».

Η απογοήτευση συνδέθηκε σημαντικά με περισσότερες διαφωνίες μεταξύ φίλων έξι μήνες αργότερα. Η αίσθηση της υποχρέωσης απάντησης σε φίλους δεν προκάλεσε το ίδιο επίπεδο σύγκρουσης.

Και αυτό χωρίς τον παράγοντα της όρασης — η μελέτη διαπίστωσε ότι οι φωτογραφίες και τα βίντεο αντιπροσωπεύουν υψηλότερες «επενδύσεις» που αναμένουν ανάλογες αποδόσεις, γεγονός που κάνει το αποτέλεσμα της απογοήτευσης ακόμη πιο ισχυρό. Όταν οι έφηβοι μοιράζονται μια προσεκτικά επιμελημένη εικόνα, ουσιαστικά κάνουν μια μεγαλύτερη συναισθηματική κατάθεση και αναμένουν μια αντίστοιχη απόκριση επικύρωσης.

Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι αυτό που δυσχεραίνει τα πράγματα για τους εφήβους δεν είναι η προσπάθεια που καταβάλλουν, αλλά η έλλειψη της αναμενόμενης ανταπόκρισης. Δημοσιεύουν περιεχόμενο περιμένοντας «κέρδη» που μετρώνται σε απαντήσεις και εκδηλώσεις ενδιαφέροντος. Όταν δεν τα λαμβάνουν, επέρχεται η σύγκρουση.

Ένα μη ελεγχόμενο πείραμα

«[Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι] ένα πολύ μεγάλο πείραμα χωρίς σημαντική ομάδα ελέγχου αυτή τη στιγμή», είπε ο Κρέσπι. «Πρέπει να ζήσουμε με αυτό όσο καλύτερα μπορούμε.»

Αν και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μπορεί να είναι ένα χρήσιμο εργαλείο, η Γιανγκ συνιστά να χρησιμοποιούνται με μέτρο. «Βγείτε έξω και παίξτε», προτείνει, υπογραμμίζοντας την αναγκαιότητα της φυσικής επαφής για την καλλιέργεια ουσιαστικών σχέσεων.

Σύμφωνα με τη Γιανγκ, «οι κοινωνικές δεξιότητες είναι σαν να μαθαίνεις να χορεύεις — μπορείς να παρακολουθήσεις όσα βίντεο χορού θέλεις, αλλά δεν είναι το ίδιο με τον χορό καθεαυτό. Το σύνολο είναι κάτι περισσότερο από το άθροισμα των μερών του.»

Της Mari Otsu

Ο διευθύνων σύμβουλος της Nvidia επισκέπτεται την Κίνα, μετά τον περιορισμό των πωλήσεων τσιπ ΤΝ από τις ΗΠΑ

Ο διευθύνων σύμβουλος του τεχνολογικού κολοσσού Nvidia βρίσκεται στο Πεκίνο αυτή την εβδομάδα για να ενισχύσει τους τοπικούς εμπορικούς δεσμούς, μετά την αποκάλυψη των αυστηρών νέων απαιτήσεων εξαγωγών σε ένα από τα βασικά τσιπ της για την κινεζική αγορά.

Ο Τζένσεν Χουάνγκ πήγε στο Πεκίνο μετά από πρόσκληση του Συμβουλίου της Κίνας για την Προώθηση του Διεθνούς Εμπορίου, σύμφωνα με την κινεζική κρατική τηλεόραση, όπου εξέφρασε την ελπίδα ότι η εταιρεία θα μπορούσε να συνεχίσει να συνεργάζεται με την Κίνα.

Η επίσκεψη του Χουάνγκ πραγματοποιείται λίγες ημέρες αφότου η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε ότι νέοι έλεγχοι εξαγωγών θα εφαρμοστούν στο τσιπ H20 ΤΝ της Nvidia, το μοναδικό που η εταιρεία προσέφερε στην Κίνα χωρίς ειδική άδεια.

Το τσιπ H20 —μια αποδυναμωμένη έκδοση του τσιπ H100 της Nvidia— δημιουργήθηκε το 2022 για να συμμορφωθεί με τους περιορισμούς της κυβέρνησης Μπάιντεν στις εξαγωγές τεχνολογίας στην Κίνα εκείνη την εποχή.

Η Nvidia είπε ότι αναμένει να δεχτεί ένα πλήγμα της τάξεως των 5,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων περίπου από τους νέους περιορισμούς, λόγω της κάλυψης των χρεώσεων που σχετίζονται με το απόθεμα και τις δεσμεύσεις αγοράς.

Τα τσιπ τεχνητής νοημοσύνης της εταιρείας βρίσκονται στο επίκεντρο των ελέγχων των εξαγωγών των ΗΠΑ. Οι κινήσεις αποτροπής και ελέγχου των πωλήσεων των πιο προηγμένων τσιπ στην Κίνα γίνονται στο πλαίσιο της περιφρούρησης της εθνικής ασφάλειας και του ανταγωνισμού για κυριαρχία στο πεδίο της τεχνητής νοημοσύνης.

Ενώ το H20 έχει μειωμένο αριθμό πυρήνων, γεγονός που το καθιστά χαμηλότερης απόδοσης, εξακολουθεί να είναι σε θέση να προσφέρει ορισμένες βασικές δυνατότητες ΤΝ, όπως στον τομέα συμπερασμάτων, της διαδικασίας με την οποία ένα εκπαιδευμένο μοντέλο ΤΝ εξάγει συμπεράσματα από δεδομένα που δεν έχει συναντήσει πριν.

Αυτό οδήγησε στην υπόθεση ότι το τσιπ θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή υπερυπολογιστών εάν συγκεντρωθεί σε αρκετά μεγάλους αριθμούς.

Βάσει αυτού, έκθεση που κυκλοφόρησε αυτή την εβδομάδα από την Επίλεκτη Επιτροπή για το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) ισχυρίστηκε ότι η κινεζική εταιρεία τεχνητής νοημοσύνης DeepSeek μπόρεσε να δημιουργήσει το γνωστό της chatbot εν μέρει χρησιμοποιώντας 30.000 H20.

Επιπλέον, είπε η επίλεκτη επιτροπή, η DeepSeek είχε παραγγείλει χιλιάδες περισσότερα τσιπ, τα οποία τώρα δεν θα μπορούσε να αγοράσει.

Ο πρόεδρος της επιτροπής Μούλενααρ (Ρ-Mισ.) και το μέλος Ράτζα Κρισναμούρτι (Δ-Ιλλ.) έστειλαν επίσης επιστολή αυτή την εβδομάδα στον Χουάνγκ αναφέροντας ότι η πρόσβαση του DeepSeek σε επεξεργαστές H20 — καθώς και ορισμένα τσιπ που ελέγχονται από τις εξαγωγές — οφειλόταν εν μέρει στο λαθρεμπόριο από κοντινές χώρες όπως η Σιγκαπούρη.

Σύμφωνα με την έκθεση, το μερίδιο της Κίνας στη δημιουργία πωλήσεων για την εταιρεία έχει πέσει κατακόρυφα από περισσότερο από 25% σε λιγότερο από 15% από το 2021.

Ωστόσο, υπάρχει η πιθανότητα οι τοπικές πωλήσεις στη Νοτιοανατολική Ασία να εκτρέπονται στην Κίνα ή να πωλούνται με άλλο τρόπο σε δευτερεύουσα αγορά.

Ως εκ τούτου, οι Μούλενααρ και Κρισναμούρτι ζήτησαν από την Nvidia να αποκαλύψει τις πληροφορίες οποιασδήποτε οντότητας που είχε αγοράσει περισσότερα από 500 τσιπ που σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη από το 2020, καθώς και αντίγραφα των επικοινωνιών που είχε η εταιρεία με το DeepSeek.

Αν και το μέλλον της Nvidia στην Κίνα φαίνεται να φθίνει, η εταιρεία έχει ανακοινώσει σημαντικές πρωτοβουλίες για να στρέψει ορισμένες από τις πιο κρίσιμες παραγωγικές της ικανότητες στο έδαφος των ΗΠΑ.

Ο Χουάνγκ ανακοίνωσε στις 14 Απριλίου ότι η Nvidia θα παράγει τους υπερυπολογιστές τεχνητής νοημοσύνης της στις Ηνωμένες Πολιτείες για πρώτη φορά και είχε αναθέσει περισσότερο από 1 εκατομμύριο τετραγωνικά πόδια κατασκευαστικού χώρου για την κατασκευή και τη δοκιμή των προϊόντων της στην Αριζόνα και το Τέξας.

Η επένδυση της εταιρείας σε νέες υποδομές των ΗΠΑ, είπε ο Χουάνγκ, θα ξεπεράσει το μισό τρισεκατομμύριο δολάρια τα επόμενα τέσσερα χρόνια, συμπεριλαμβανομένης της βοήθειας από διεθνείς εταίρους, όπως η Taiwan Semiconductor Manufacturing Company.

Η Αυστραλία κοντά στην έγκριση του πρώτου τεχνητού κρέατος για διάθεση του στην αγορά

Η αυστραλιανή νεοφυής επιχείρηση Vow εξασφάλισε έγκριση από την Υπηρεσία Τροφίμων της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας (Food Standards Australia New Zealand – FSANZ) για την πώληση καλλιεργημένου κρέατος ορτυκιού στην περιοχή, εν αναμονή της τελικής έγκρισης από τους αρμόδιους υπουργούς.

Η εταιρεία, με έδρα το Σύδνεϋ, είχε υποβάλει αίτηση στη FSANZ τον Φεβρουάριο του 2023, ζητώντας τροποποίηση του κώδικα προτύπων τροφίμων ώστε να επιτραπεί η χρήση καλλιεργημένων κυττάρων από αυγά ορτυκιού ως νέο συστατικό τροφίμων.

Η FSANZ ενέκρινε τα σχέδια των προτύπων, τα παραρτήματα και τις λοιπές τροποποιήσεις στις 25 Μαρτίου, και ενημέρωσε για την απόφαση τη Συνάντηση Υπουργών Τροφίμων στις 7 Απριλίου. Οι υπουργοί διαθέτουν περιθώριο 60 ημερών για να επανεξετάσουν και να απαντήσουν στην απόφαση. Αν εγκριθεί από την κυβέρνηση, η Vow θα γίνει η πρώτη εταιρεία που θα διαθέσει τεχνητό κρέας στην αυστραλιανή αγορά.

Η Vow έχει ήδη ξεκινήσει πωλήσεις του προϊόντος της με την εμπορική ονομασία «Forged» σε επιλεγμένα εστιατόρια στη Σιγκαπούρη και στο Χονγκ Κονγκ.

Η FSANZ ανέφερε ότι «η κυτταρική σειρά ινοβλαστών από έμβρυο ορτυκιού είναι γενετικά σταθερή και οι μικροβιολογικοί κίνδυνοι που σχετίζονται με την προέλευσή της ήταν ελάχιστοι». Η ρυθμιστική αρχή για την ασφάλεια των τροφίμων προσέθεσε ότι «δεν εντοπίστηκαν τοξικολογικοί προβληματισμοί σχετικά με τη διαδικασία παραγωγής».

Ολοκλήρωση της διαδικασίας μέσα στον Ιούνιο προσδοκά η Vow

Εκπρόσωπος της Vow δήλωσε στην Epoch Times ότι η εταιρεία προσδοκά να ολοκληρωθεί πλήρως η διαδικασία έγκρισης εντός του Ιουνίου.

«Στις 7 Απριλίου, η FSANZ ανακοίνωσε ότι το διοικητικό της συμβούλιο ολοκλήρωσε τις αλλαγές στον κώδικα τροφίμων που απαιτούνται για την κυκλοφορία του καλλιεργημένου κρέατος της Vow. Η εταιρεία ελπίζει ότι η διαδικασία θα έχει ολοκληρωθεί πλήρως κάποια στιγμή εντός του Ιουνίου», δήλωσε ο εκπρόσωπος. «Ανυπομονούμε να φέρουμε το καλλιεργημένο κρέας σε μια ακόμη αγορά — αυτή τη φορά στη δική μας, την Αυστραλία, εκεί όπου ξεκίνησε το ταξίδι της Vow.»

Η εταιρεία αποκάλυψε επίσης ότι πρόσφατα ολοκλήρωσε τη μεγαλύτερη παραγωγή τεχνητού κρέατος μέχρι σήμερα, δημιουργώντας πάνω από έναν τόνο μέσα σε έναν μήνα. «Οι πελάτες απολαμβάνουν πλέον το καλλιεργημένο μας κρέας σε δεκάδες εστιατόρια σε όλη τη Σιγκαπούρη, την πρώτη μας αγορά όπου πουλάμε σταθερά για περισσότερο από έναν χρόνο», ανέφερε ο εκπρόσωπος.

Θετική υπήρξε και η αντίδραση της μη κερδοσκοπικής οργάνωσης Food Frontier, η οποία προωθεί την κατανάλωση εναλλακτικών πρωτεϊνών για λόγους περιβάλλοντος, υγείας και επισιτιστικής ασφάλειας στην Αυστραλία. Ο πρόεδρος της οργάνωσης, Σάιμον Ίσομ, δήλωσε: «Η Vow υπήρξε για καιρό πρωτοπόρος στον τομέα του καλλιεργημένου κρέατος στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία. Η στρατηγική του Τζορτζ Πέπου να λανσάρει πρώτα το παρφέ από ιαπωνικό ορτύκι της Vow στη Σιγκαπούρη — προσελκύοντας εμπορικά έσοδα και καταναλωτικά δεδομένα — σίγουρα βοήθησε την εταιρεία να αντέξει τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες και την προετοίμασε για αυτό το επόμενο βήμα».

«Ανοίγοντας πρώτη το δρόμο για τη διαδικασία έγκρισης της FSANZ για καλλιεργημένο κρέας, η Vow λειτούργησε στην πράξη ως ‘ιχνηλάτης’, δοκιμάζοντας το ρυθμιστικό πλαίσιο της Αυστραλίας και, ενδεχομένως, διευκολύνοντας την πορεία για όσους ακολουθήσουν.»

Της Celene Ignacio

Οι ρυθμιστικοί κανονισμοί για το διαδίκτυο εκτός των διαπραγματεύσεων για τους δασμούς, λέει η ΕΕ – Οι αναλυτές διαφωνούν

Η Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο απέκλεισαν το ενδεχόμενο οι ρυθμίσεις για τις μεγάλες τεχνολογίες – που θεωρούνται από την κυβέρνηση Τραμπ απειλή για την ελευθερία του λόγου και την καινοτομία των ΗΠΑ – να χρησιμοποιηθούν ως διαπραγματευτικό χαρτί σε πιθανές εμπορικές και δασμολογικές διαπραγματεύσεις.

Εν τω μεταξύ, ορισμένοι αναλυτές είναι πεπεισμένοι ότι ο έλεγχος του διαδικτύου και οι αντι-ανταγωνιστικοί νόμοι της ηπείρου παραμένουν στο παιχνίδι, καθώς οι εμπορικοί εταίροι και τα έθνη αγωνίζονται να συνάψουν συμφωνίες κατά τη διάρκεια της τρίμηνης αναστολής εφαρμογής των δασμών που ανακοινώθηκε την Τετάρτη.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δήλωσε στους Financial Times στις 10 Απριλίου ότι η ΕΕ θα επιδιώξει συμφωνία, αλλά προειδοποίησε συγκεκριμένα ότι είναι έτοιμη να αντεπιτεθεί με εισφορά στα έσοδα από την ψηφιακή διαφήμιση, εάν οι συνομιλίες καταρρεύσουν.

Την προηγουμένη, η ΕΕ δήλωσε οριστικά ότι δεν θα κάνει καμία παραχώρηση στους ψηφιακούς και τεχνολογικούς κανονισμούς της στο πλαίσιο των εμπορικών διαπραγματεύσεων. Την ίδια ημέρα, το Ηνωμένο Βασίλειο δήλωσε επίσης ότι οι αυστηροί νόμοι του για την ασφάλεια στο διαδίκτυο δεν είναι προς διαπραγμάτευση.
Ωστόσο, οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούν αυτούς τους κανονισμούς καμουφλαρισμένο οικονομικό προστατευτισμό.

Αν και η Ουάσιγκτον μπορεί συνήθως να εκμεταλλεύεται και να επηρεάζει το εμπόριο, ο νόμος της ΕΕ για τις ψηφιακές αγορές, ο νόμος για τις ψηφιακές υπηρεσίες και ο νόμος του Ηνωμένου Βασιλείου για τη διαδικτυακή ασφάλεια (OSA) δεν αφήνουν πολλά περιθώρια ελιγμών.

Ο Μάθιου Λες, συνεργάτης δημόσιας πολιτικής στη δεξαμενή σκέψης για την ελεύθερη αγορά Institute of Economic Affairs, είπε στην Epoch Times μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ότι «οι Βρετανοί και οι νομοθέτες της ΕΕ δεν θα πρέπει να εκπλαγούν αν αναμένεται τώρα από αυτούς να συμβιβαστούν σε ορισμένα από αυτά τα θέματα που σχετίζονται με την τεχνολογία» υπό την πίεση των αμερικανικών δασμών.

Η Βρετανία επιθυμεί να συνάψει μια νέα οικονομική εταιρική σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες με επίκεντρο την τεχνολογία και την τεχνητή νοημοσύνη, ώστε να αμβλύνει το πλήγμα των σαρωτικών δασμών που ανακοίνωσε ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ την περασμένη εβδομάδα.

Η χώρα, όπως και πολλές άλλες, εξακολουθεί να έχει βασικό δασμό 10% και δασμό 25% στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου. Ωστόσο, ο νόμος περί διαδικτυακής ασφάλειας θα μπορούσε να επηρεάσει τις διαπραγμετεύσεις.

Ο εν λόγω νόμος τέθηκε σε ισχύ τον Οκτώβριο του 2023 και χαιρετίστηκε από την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου ως ο πρώτος νόμος για την ασφάλεια στο διαδίκτυο στον κόσμο. Οι υποχρεώσεις των χρηστών που απορρέουν από τη ρύθμιση αυτού που ορίζει ως παράνομο περιεχόμενο τέθηκαν σε ισχύ στις 17 Μαρτίου του τρέχοντος έτους.

Σύμφωνα με τα όσα ορίζει ο νόμος, οι διαδικτυακές πλατφόρμες του Ηνωμένου Βασιλείου οφείλουν να εφαρμόζουν μέτρα για την προστασία των ανθρώπων από εγκληματικές δραστηριότητες. Οι περιοριστικές διατάξεις έχουν εκτεταμένες συνέπειες για το διαδίκτυο.

Οι ακτιβιστές για την ασφάλεια των παιδιών και τη διαδικτυακή ασφάλεια αντέδρασαν έντονα στο ενδεχόμενο τροποποίησης της OSA, προκειμένου να επιτευχθεί μια εμπορική συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες:

«Οποιαδήποτε ‘ρυθμιστική αναθεώρηση’ ή οποιαδήποτε δέσμευση για πιθανή αλλαγή της εφαρμογής αυτών των πλαισίων δεν θα πρέπει να αποτελεί μέρος μιας εμπορικής συμφωνίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες», αναφέρουν ρητά σε επιστολή τους.

Στην επιστολή αναφέρεται επίσης ο νόμος για τις ψηφιακές αγορές, τον ανταγωνισμό και τους καταναλωτές, ο οποίος παρέχει στις ρυθμιστικές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου νέες εξουσίες για τον περιορισμό των αντιανταγωνιστικών πρακτικών από τις εταιρείες Μεγάλης Τεχνολογίας με «στρατηγικό καθεστώς αγοράς», με στόχο την «εξάλειψη των αθέμιτων πρακτικών και την προώθηση του ανταγωνισμού στις ψηφιακές αγορές».

Ο πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ φάνηκε να επιβεβαιώνει ότι οι κανονισμοί για την τεχνολογία ήταν προς διαπραγμάτευση σε δημόσια ακρόαση στις 8 Απριλίου, όταν ρωτήθηκε σχετικά με τις τρέχουσες εμπορικές συνομιλίες.

«Υπάρχουν ερωτήματα σχετικά με τον κατάλληλο τρόπο φορολόγησης των ψηφιακών υπηρεσιών. Υπάρχουν ερωτήματα σχετικά με το πώς η τεχνολογία επηρεάζει την ελευθερία του λόγου«, δήλωσε ο Στάρμερ.

«Ήμουν πολύ σαφής, κατά την άποψή μου, ότι πρέπει να έχουμε μια ρύθμιση για κάποιο είδος ψηφιακού φόρου. Εξίσουν σημαντικό είναι να πρωτοστατούμε υπέρ της ελευθερίας του λόγου – κάτι που κάνουμε εδώ και πάρα πολλά χρόνια σε αυτήν τη χώρα.

«Ταυτόχρονα, όμως, δικαίως προστατεύουμε στο πλαίσιο του νόμου περί διαδικτυακής ασφάλειας – περαιτέρω διατάξεις του οποίου θα τεθούν σε ισχύ πολύ σύντομα – και όταν πρόκειται για την αντιμετώπιση των παιδόφιλων και την προστασία των παιδιών, προτίθεμαι να λάβω αυστηρά μέτρα.»

Την επομένη, η υπουργός Πολιτισμού Λίζα Νάντυ σηματοδότησε αλλαγή θέσης όταν ρωτήθηκε αν θα εξέταζε το ενδεχόμενο αλλαγής του νόμου.

«Ήμασταν ξεκάθαροι ότι πρέπει να ρυθμίσουμε τον διαδικτυακό χώρο προκειμένου να είναι ένας ασφαλής χώρος, όπως θα κάναμε και στον πραγματικό κόσμο», δήλωσε στο Times Radio στις 9 Απριλίου.

«Αυτό δεν είναι διαπραγματεύσιμο.»

Ο βρετανικός νόμος για την ασφάλεια στο διαδίκτυο

Τα διαδικτυακά φόρουμ που εδρεύουν στις Ηνωμένες Πολιτείες και βασίζονται στην προστασία της Πρώτης Τροπολογίας έχουν ήδη αρχίσει να επηρεάζονται από τη βρετανική νομοθεσία.

Πολλοί ιστότοποι που επιτρέπουν την αλληλεπίδραση των χρηστών, περιλαμβανομένων των φόρουμ, αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο αποκλεισμού εάν δεν ολοκληρώσουν μια αξιολόγηση του κινδύνου παράνομης βλάβης.

Σύμφωνα με τον νόμο, οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης και άλλοι πάροχοι υπηρεσιών από χρήστη σε χρήστη πρέπει να ελέγχουν προληπτικά την πιθανότητα ύπαρξης επιβλαβούς και παράνομου περιεχομένου, όπως η εκδικητική και ακραία πορνογραφία, η σωματεμπορία, η παρενόχληση, η εξαναγκαστική ή ελεγκτική συμπεριφορά και η διαδικτυακή παρακολούθηση.

Ο νόμος έχει επίσης επηρεάσει δεκάδες μικρότερους ιστότοπους στο Ηνωμένο Βασίλειο, από φόρουμ ποδηλατών έως ομάδες υποστήριξης διαζευγμένων πατέρων. Η κανονιστική επιβάρυνση οδήγησε πολλούς παλιούς ιστότοπους να κλείσουν εντελώς.

Η βρετανική πλατφόρμα διαμοιρασμού βίντεο BitChute είναι ο πιο πρόσφατος ιστότοπος που μπλόκαρε τους χρήστες του Ηνωμένου Βασιλείου, αναρτώντας το μήνυμα: «Παρά τις προσπάθειές μας να ξεπεράσουμε αυτές τις προκλήσεις, η αβεβαιότητα που περιβάλλει την επιβολή της OSA από [το Γραφείο Επικοινωνιών] και οι εκτεταμένες επιπτώσεις της δεν μας αφήνουν άλλη βιώσιμη εναλλακτική λύση από το να σταματήσουμε τη λειτουργία μας στο Ηνωμένο Βασίλειο».

Η Gab – μια πλατφόρμα με έδρα τις ΗΠΑ χωρίς νομική παρουσία στο Ηνωμένο Βασίλειο – ενημερώθηκε με επιστολή της ρυθμιστικής αρχής Office of Communications (Ofcom) στις 16 Μαρτίου ότι εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του νόμου και πρέπει να συμμορφωθεί.

Η Ofcom προειδοποίησε ότι η μη συμμόρφωση θα μπορούσε να οδηγήσει σε πρόστιμα ύψους έως και 18 εκατ. στερλινών (πάνω από 20 εκατ. ευρώ) ή 10% των παγκόσμιων εσόδων μιας εταιρείας, καθώς και σε πιθανές δικαστικές αποφάσεις για τον αποκλεισμό της πρόσβασης στο Ηνωμένο Βασίλειο.

«Δεν θα συμμορφωθούμε. Δεν θα πληρώσουμε ούτε ένα σεντ», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος Andrew Torba.

Σε παλαιότερη δήλωσή της στην Epoch Times, η Gab είχε δηλώσει ότι ο νόμος «λειτουργεί εκτός της δικαιοδοσίας τους» και οι δικηγόροι της επιβεβαίωσαν ότι η εταιρεία δεν έχει παρουσία εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο Λες, συνεργάτης του Institute of Economic Affairs για θέματα δημόσιας πολιτικής, είπε στην Epoch Times ότι εδώ και δεκαετίες, η αμερικανική διοίκηση έχει εκφράσει την ανησυχία της για τις πολιτικές της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου, πιστεύοντας «ότι στρέφονται κατά των αμερικανικών εταιρειών τεχνολογίας μέσω προσαρμοσμένων φόρων, αυστηρών κανονισμών και δαπανηρής επιβολής του ανταγωνισμού».

Πρόσθεσε δε ότι η εφαρμογή τέτοιων κανονισμών και φόρων, οι οποίοι θεωρείται ότι πλήττουν εσκεμμένα τις αμερικανικές επιχειρήσεις, έχει γίνει «σημαντικό σημείο ανάφλεξης στις τρέχουσες εμπορικές διαπραγματεύσεις» με την κυβέρνηση Trump.

Η στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Στην άλλη πλευρά της Μάγχης, η Ευρωπαϊκή Ένωση δήλωσε ότι δεν θα κάνει παραχωρήσεις όσον αφορά τους ψηφιακούς και τεχνολογικούς κανόνες της στο πλαίσιο καμίας εμπορικής συμφωνίας.

Στις 10 Απριλίου, η ΕΕ δήλωσε ότι θα διακόψει τα αντίμετρα κατά των αμερικανικών δασμών χάλυβα και αλουμινίου για 90 ημέρες, αλλά εξακολουθεί να διαπραγματεύεται.

Η πρόεδρος της Επιτροπής φον ντερ Λάιεν δήλωσε, σε συνέντευξή της στους Financial Times, ότι αν οι συνομιλίες αποτύχουν, ένας φόρος στα έσοδα από την ψηφιακή διαφήμιση θα μπορούσε να πλήξει τεχνολογικούς ομίλους όπως η Amazon, η Google και το Facebook.

«Επεξεργαζόμαστε αντίμετρα», δήλωσε η ίδια, προσθέτοντας ότι αυτά θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν την πρώτη χρήση του μέσου της Ένωσης κατά του εξαναγκασμού με τη δύναμη να πλήξει τις εξαγωγές υπηρεσιών.

«Υπάρχει ένα ευρύ φάσμα αντιμέτρων … σε περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις δεν εξελιχθούν με ικανοποιητικό τρόπο.»

Ο νόμος για τις ψηφιακές υπηρεσίες (DSA) και ο νόμος για τις ψηφιακές αγορές (DMA) αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο κανονισμών στο πλαίσιο της δέσμης νόμων για τις ψηφιακές υπηρεσίες που ισχύουν σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο DMA επικεντρώνεται στη διασφάλιση δίκαιων και ανοικτών ψηφιακών αγορών, ενώ ο DSA προσανατολίζεται σε αυστηρότερη ρύθμιση του περιεχομένου, τα δικαιώματα των χρηστών και τη διαφάνεια, είτε είναι εγκατεστημένες εντός είτε εκτός της ΕΕ.

Αν και πολλοί αξιωματούχοι των ΗΠΑ έχουν αυτούς τους νόμους στο στόχαστρό τους, η ΕΕ έχει επανειλημμένα διαφωνήσει με τη στάση των Ηνωμένων Πολιτειών.

Πιο πρόσφατα, ο Πήτερ Ναβάρο, ανώτερος σύμβουλος του Τραμπ για θέματα εμπορίου, κατηγόρησε την ΕΕ ότι διεξάγει «νομικό πόλεμο» κατά των αμερικανικών τεχνολογικών κολοσσών, σε άρθρο του στους Financial Times, στις 7 Απριλίου, στο οποίο ζητούσε αλλαγές στο «χαλασμένο» εμπορικό σύστημα.

Ο διευθύνων σύμβουλος της Meta, Μαρκ Ζάκερμπεργκ, κατηγόρησε την ΕΕ ότι «θεσμοθετεί τη λογοκρισία».

Η Meta, στην οποία ανήκουν το Facebook και το Instagram, δήλωσε πρόσφατα ότι οι κανονισμοί του DMA «δεν αφορούν μόνο τα πρόστιμα – πρόκειται για την Επιτροπή που επιδιώκει να μειώσει τις επιτυχημένες αμερικανικές επιχειρήσεις απλώς και μόνο επειδή είναι αμερικανικές, ενώ αφήνει τους Κινέζους και τους Ευρωπαίους αντιπάλους τους ατιμώρητους».

Ανταγωνισμός με τις αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας

Ο Νόρμαν Λιούις, επισκέπτης ερευνητής στη δεξαμενή σκέψης MCC Brussels και πρώην διευθυντής τεχνολογικής έρευνας στην Orange UK, δήλωσε ότι η προστασία των ψηφιακών κανονισμών της Ευρώπης, ιδίως του DMA, είναι στρατηγικής σημασίας.

«Αυτό που οι Αμερικανοί σωστά αντιλαμβάνονται εδώ είναι μια επίθεση στις μεγάλες αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας, και προφανώς θα το χρησιμοποιήσουν ως διαπραγματευτικό χαρτί», είπε οΛιούις στην Epoch Times.

«Και προφανώς αυτές οι πληροφορίες έχουν φτάσει στον Τραμπ – νομίζω ότι θα αντεπιτεθούν πολύ σκληρά αν δουν ότι αυτό που κάνει η ΕΕ είναι κατά κάποιο τρόπο διάκριση εις βάρος αμερικανικών εταιρειών.»

Είπε ότι η ΕΕ νομίζει ότι «μπορεί να ρυθμίσει τη θέση της στην αγορά και να αποκτήσει γεωπολιτικό ρόλο, ρυθμίζοντας την τεχνολογία των άλλων, ενώ η πραγματική αδυναμία της είναι ότι δεν έχει τη δική της και δεν μπορεί να τους ανταγωνιστεί».

Ο Λιούις σημείωσε ότι ο νόμος της ΕΕ του 2018 σχετικά με τα προσωπικά δεδομένα εντός και εκτός ΕΕ, ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων (ΓΚΠΔ), μετατράπηκε σε «de facto παγκόσμιο πρότυπο».

«Έτσι, ακόμη και σήμερα στην Αμερική, όταν πηγαίνετε σε έναν ιστότοπο, ξέρετε, πρέπει να συναινέσετε στη χρήση cookies […] και αυτό επειδή ο ΓΚΠΔ απλά εφαρμόζεται εξ ορισμού, έχει γίνει ένα είδος παγκόσμιου προτύπου. Αλλά δεν υπάρχει κανένας νόμος στην Αμερική που να λέει ότι αυτό πρέπει να κάνουν», επισημαίνει.

Σύμφωνα με τον Λιούις, η ΕΕ πιστεύει ότι θα μπορούσε να γίνει το ίδιο με τον DSA και τον DMA, επειδή ο έλεγχός της στην πρόσβαση στην ενιαία αγορά της δίνει τη δύναμη να αναγκάσει τις εταιρείες να υιοθετήσουν τους κανονισμούς της.

Πρόσθεσε δε ότι, όσον αφορά τις διαπραγματεύσεις, «δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα γίνουν συμβιβασμοί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, γιατί τι θα κάνει η ΕΕ;»

«Θα έχει ως αποτέλεσμα την αναστολή των υπηρεσιών της Apple, της Amazon, του Netflix; Μιλάμε για εκατομμύρια ανθρώπους στην Ευρώπη που χρησιμοποιούν αυτές τις υπηρεσίες. Αυτό δεν πρόκειται να περάσει εύκολα», δήλωσε.

«Θα είναι λοιπόν σαν το παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι. Εξαρτάται από το ποιος θα ανοιγοκλείσει πρώτος τα μάτια.»

Του Owen Evans

‘Οραμα ή εφιάλτης; Το κινεζικό μοντέλο των έξυπνων πόλεων και ο κίνδυνος για τη Δύση

Οι «έξυπνες πόλεις» έχουν αναδειχθεί ως μοντέλο αστικής ανάπτυξης, αξιοποιώντας την τεχνολογία για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων. Ωστόσο, η εφαρμογή τους έχει προκαλέσει ανησυχίες σχετικά με την ιδιωτικότητα και την ελευθερία των πολιτών.

Οι «έξυπνες πόλεις» διαφημίζονται ευρέως ως η απάντηση στα σύνθετα προβλήματα των σύγχρονων μητροπόλεων: κυκλοφοριακή συμφόρηση, ενεργειακή σπατάλη, εγκληματικότητα, αειφορία. Πίσω από την ελκυστική πρόσοψη τεχνολογικής καινοτομίας, όμως, αναδύεται ένας βαθύτερος προβληματισμός: ποιο είναι το πραγματικό κόστος αυτής της μετάβασης; Και κυρίως, ποιο πρότυπο έξυπνης πόλης επιχειρεί να επιβληθεί παγκοσμίως;

Η Κίνα προσφέρει σήμερα το πιο εξελιγμένο – και συνάμα πιο ανησυχητικό – παράδειγμα τέτοιου μοντέλου. Πόλεις όπως η Χανγκτζού και η Σαγκάη λειτουργούν ήδη με ολοκληρωμένα δίκτυα επιτήρησης, όπου κάθε περιοχή έχει ένα κέντρο δεδομένων, γνωστό ως «εγκέφαλος της πόλης» που παρακολουθεί και αποθηκεύει απίστευτες ποσότητες πληροφοριών για όλους τους πολίτες, εκατομμύρια κάμερες εξοπλισμένες με αναγνώριση προσώπου και τεχνητή νοημοσύνη, ελέγχοντας σε πραγματικό χρόνο τη συμπεριφορά των πολιτών. Όλα καταγράφονται έως την παραμικρή λεπτομέρεια – όπως, π.χ., το αν ένας εργάτης οικοδομών φοράει το κράνος του εν ώρα εργασίας, η παράνομη απόρριψη σκουπιδιών και άλλες μικροπαραβάσεις. Οι αστυνομικές περιπολίες έχουν πρόσβαση στα συστήματα παρακολούθησης μέσω μιας εφαρμογής για κινητά, που τους επιτρέπει να ενεργούν άμεσα σε περιπτώσεις παράβασης του νόμου.

Σύμφωνα με την Deutsche Welle, «τα κρατικά μέσα ενημέρωσης της Κίνας καυχιούνται ότι η αστυνομία μπορεί να εντοπίσει κάθε άτομο στο δρόμο μέσα σε ένα μόνο δευτερόλεπτο». Οι Κινέζοι πολίτες παρακολουθούνται σε κάθε βήμα της καθημερινής τους ζωής, ακόμα και όταν εισέρχονται στις οικίες τους.

Αυτή η υποδομή αποτελεί τη ραχοκοκαλιά ενός συστήματος κοινωνικής βαθμολόγησης, όπου κάθε πολίτης αξιολογείται, επιβραβεύεται ή τιμωρείται, ανάλογα με τη «συμμόρφωσή» του. Τα αδικήματα οδηγούν έναν πολίτη στη λήψη χαμηλής κοινωνικής πίστωσης, με αποτέλεσμα να μπει στη «μαύρη λίστα». Αυτό σημαίνει στέρηση της δυνατότητάς του να χρησιμοποιεί αεροπλάνα και τρένα υψηλής ταχύτητας, απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, άρνηση πρόσβασης σε υπηρεσίες, αδυναμία πρόσβασης των παιδιών σε καλά σχολεία ή κολέγια, αποκλεισμό από την ενοικίαση διαμερίσματος.

Ένα είδος ψηφιακού ελέγχου που δεν προκύπτει τυχαία

Στην πραγματικότητα, ο σκοπός της «έξυπνης πόλης», όπως φαίνεται από την ευρεία χρήση της στην Κίνα, μικρή σχέση έχει με την ποιότητα ζωής. Στην ουσία, πρόκειται για στρατηγική επιλογή ενός αυταρχικού κράτους, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνολογία όχι για να ενισχύσει τις ελευθερίες, αλλά για να τις περιορίσει.

Το πιο ανησυχητικό είναι πως τέτοιες πρακτικές πλέον δεν περιορίζονται στο εσωτερικό της Κίνας. Σύμφωνα με ένα άρθρο του World Population Review του 2024, «οι έξυπνες πόλεις άρχισαν να εμφανίζονται στην Ευρώπη με πρωτοστάτες τη Βαρκελώνη και το Άμστερνταμ», με την τελευταία να βραβεύεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως ‘Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα Καινοτομίας’ για το έτος 2016. «Στις Ηνωμένες πολιτείες, το Σαν Φρανσίσκο, η Ατλάντα, η Νέα Υόρκη, το Μαϊάμι το Ντένβερ, η Βοστώνη, το Κολόμπους, το Σικάγο και το Κάνσας Σίτι ήταν από τις πρώτες έξυπνες πόλεις των ΗΠΑ». Δεν γίνεται αναφορά στην Κίνα και τις περισσότερες από 500 έξυπνες πόλεις της, γιατί αυτό ίσως κάνει τους ανθρώπους να αμφισβητήσουν το σχέδιο. Καλύτερα να προσποιούμαστε ότι είναι ευρωπαϊκή ιδέα.

Οι έξυπνες πόλεις , στην πραγματικότητα, είναι μια κινεζική κομμουνιστική ιδέα, που καθιερώθηκε από το Κομουνιστικό Κόμμα της Κίνας στο 12ο Πενταετές Σχέδιό της, που εκδόθηκε το 2011.

Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (WEF), μέσω της G20 Global Smart Cities Alliance, προωθεί αντίστοιχες αρχές «διακυβέρνησης μέσω τεχνολογίας» και σε άλλες χώρες. Ο ιδρυτής του WEF, Κλάους Σβαμπ, φαίνεται να είναι μεγάλος θαυμαστής του κινεζικού μοντέλου και έχει ανοιχτά χαρακτηρίσει την Κίνα «πρότυπο για το μέλλον». Εδώ και χρόνια, ο ΟΗΕ και το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, με επικεφαλής τον Κλάους Σβαμπ, προωθούν την παγκόσμια επιτήρηση με τη μορφή των «έξυπνων πόλεων». Στην Κίνα, ήδη από το 2018, υπήρχαν περισσότερες από 500 «έξυπνες πόλεις». Ο ρόλος του WEF στην ανάπτυξη έξυπνων πόλεων παγκοσμίως είναι βασικός. Το WEF, παρόλο που δεν εκλέγεται από κανέναν, ηγείται της πρωτοβουλίας 2022 G-20 για τις έξυπνες πόλεις. Ο μη εκλεγμένος Σβαμπ κατέχει επίσης εξέχουσα θέση στις συνεδριάσεις της G20 για λόγους που είναι εντελώς ασαφείς.

Με επικεφαλής το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, η G20 Global Smart Cities Alliance είναι η μεγαλύτερη παγκόσμια πρωτοβουλία που «αναπτύσσει, δοκιμάζει και εφαρμόζει παγκόσμια πρότυπα και πολιτικές για να διασφαλίσει ότι τα δεδομένα που συλλέγονται σε δημόσιους χώρους χρησιμοποιούνται με ασφάλεια και ηθική, μετριάζουν πιθανούς κινδύνους και ενισχύουν την εμπιστοσύνη του κοινού».

Ποιος όμως παρακολουθεί τους «παρατηρητές»; Η όλη ιδέα βασίζεται στο ότι «η αλεπού παρακολουθεί το κοτέτσι».

Η Δύση, και ιδιαίτερα η Ευρώπη, βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι

Αν η Δύση, στο βωμό της «τεχνολογικής εξέλιξης», ακολουθήσει το παράδειγμα αυτό, διακυβεύει κάτι πολύ πιο ουσιαστικό από την αποδοτικότητα της διαχείρισης πόλεων. Διακυβεύει τον ίδιο τον δημοκρατικό της χαρακτήρα.

Η απουσία θεσμικών εγγυήσεων για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, η έλλειψη διαφάνειας στη χρήση αλγορίθμων και η ανεξέλεγκτη επέκταση της παρακολούθησης δημιουργούν ένα πλαίσιο επικίνδυνης κανονικοποίησης του ψηφιακού ελέγχου.

Το ερώτημα. λοιπόν, για τις δυτικές κοινωνίες είναι επείγον και κρίσιμο: Μπορούν να υιοθετήσουν την τεχνολογία των έξυπνων πόλεων χωρίς να υιοθετήσουν και το αυταρχικό της φορτίο;

Η απάντηση προϋποθέτει ξεκάθαρες θεσμικές και ηθικές γραμμές. Πρέπει να διασφαλιστεί η προστασία της ιδιωτικότητας, η λογοδοσία των συστημάτων AI, η δημόσια πρόσβαση στη λήψη αποφάσεων και κυρίως η αποτροπή της παρακολούθησης των πολιτών χωρίς τη συναίνεσή τους.

Η τεχνολογία δεν είναι κακή από μόνη της. Το κρίσιμο ερώτημα είναι: ποιος την ελέγχει; Με τι σκοπούς; Και με ποια όρια; Στο κινεζικό μοντέλο, ο έλεγχος ανήκει στο κράτος και ο στόχος είναι η «πειθαρχία» του πολίτη, όχι η ελευθερία και η ευημερία του.

Ο Δυτικός κόσμος έχει μπροστά του μια επιλογή: είτε να ενσωματώσει την τεχνολογία με σεβασμό στις αξίες της ελευθερίας, της ιδιωτικότητας και της δημοκρατικής λογοδοσίας είτε να διολισθήσει σε ένα νέο, τεχνοκρατικό καθεστώς, πιο ύπουλο και σιωπηλό από κάθε παραδοσιακή μορφή ελέγχου.

Το κινεζικό μοντέλο ίσως μοιάζει αποτελεσματικό. Αλλά σε έναν κόσμο όπου η αποτελεσματικότητα αντικαθιστά την ελευθερία, αυτό που χάνεται τελικά είναι ο ίδιος ο άνθρωπος.

Πώς χρησιμοποιούνται οι κινεζικές εισαγωγές για κυβερνοεπιθέσεις

Ανάλυση ειδήσεων

Για περισσότερο από μία δεκαετία, ειδικοί στον κυβερνοχώρο, στον κυβερνητικό και τον ιδιωτικό τομέα, κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τους αυξανόμενους κινδύνους που ενέχουν τα τεχνολογικά προϊόντα που κατασκευάζονται στην Κίνα.

Από προεγκατεστημένο κακόβουλο λογισμικό σε καταναλωτικές συσκευές έως επιχειρήσεις δολιοφθοράς σε κρίσιμες υποδομές, η μακροχρόνια εξάρτηση των Ηνωμένων Πολιτειών από συσκευές κινεζικής κατασκευής έχει επανειλημμένα αξιοποιηθεί ως μέρος μίας κρατικής προσπάθειας του κυβερνώντος κομμουνιστικού καθεστώτος της Κίνας να υπονομεύσει τα στρατηγικά συμφέροντα και την εθνική ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών.

Αν και δεν είναι επικίνδυνη κάθε συσκευή κινεζικής κατασκευής, ο αυξανόμενος κατάλογος κυβερνοεπιθέσεων που εκμεταλλεύονται κινεζικό υλικό υπογραμμίζει την ανάγκη επαγρύπνησης κατά την αγορά ή χρήση τέτοιων προϊόντων και προτείνει ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ μπορεί να χρειαστεί να λάβει περισσότερα μέτρα για να περιορίσει την εξάρτησή της από την Κίνα για μια ευρεία γκάμα συσκευών.

Ακολουθεί μια ματιά σε μερικές από τις πιο κατάφωρες, τεκμηριωμένες χρήσεις κινεζικών συσκευών σε κυβερνοεπιθέσεις την τελευταία δεκαετία.

Κινέζικο κακόβουλο λογισμικό προεγκατεστημένο σε τηλέφωνα αγορασμένα από την κυβέρνηση των ΗΠΑ

Η αποστολή των πιο ευαίσθητων προσωπικών πληροφοριών των Αμερικανών απευθείας στην Κίνα πιθανότατα δεν ήταν αυτό που είχε στο μυαλό της η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών όταν αποφάσισε να επιδοτήσει οικονομικά κινητά τηλέφωνα για εκατομμύρια Αμερικανούς χαμηλού εισοδήματος.

Αυτό ακριβώς συνέβη όμως.

Ξεκινώντας το 2015, σε ένα ευρύ φάσμα οικονομικών τηλεφώνων Android της αμερικανικής εταιρεία BLU, που κατασκευάζονται στην Κίνα, εισήχθη κακόβουλο λογισμικό από ύποπτους κινεζικούς φορείς που υποστηρίζονται από το κράτος.

Όπως ανακαλύφθηκε από την εταιρεία κυβερνοασφάλειας Kryptowire, στις συσκευές είχε εγκατασταθεί κακόβουλο λογισμικό από τη Shanghai Adups Technology Company, μια αδιαφανή εταιρεία υπηρεσιών πληροφορικής που ιδρύθηκε στην Κίνα το 2012, με την οποία η BLU είχε συνάψει σύμβαση για την παροχή ενημερώσεων υπηρεσιών για τις συσκευές της.

Το κακόβουλο λογισμικό της Adups λειτουργούσε στο πιο θεμελιώδες επίπεδο των τηλεφώνων, συμπεριλαμβανομένων των εφαρμογών ασύρματης ενημέρωσης και ρυθμίσεων, πράγμα που σημαίνει ότι το κακόβουλο λογισμικό δεν μπορούσε να αφαιρεθεί χωρίς να αχρηστευθούν τα τηλέφωνα.

Για χρόνια, η Adups συνέλεγε αναλυτικά δεδομένα τοποθεσίας, λίστες επαφών, αρχεία καταγραφής για κλήσεις και μηνύματα, ακόμη και το περιεχόμενο των κειμένων από τα τηλέφωνα των Αμερικανών. Μερικά από τα τηλέφωνα επέτρεπαν ακόμη και σε απομακρυσμένους πράκτορες, που πιστεύεται ότι εδρεύουν στην Κίνα, να τραβούν στιγμιότυπα οθόνης ή να παίρνουν τον έλεγχο των συσκευών με άλλο τρόπο.

Όλα τα δεδομένα κρυπτογραφούνταν και στέλνονταν σε έναν διακομιστή στην Κίνα. Αυτό σήμαινε ότι τα περισσότερα προσωπικά δεδομένα των Αμερικανών μεταφέρονταν ουσιαστικά απευθείας στο κινεζικό καθεστώς, αφού σύμφωνα με νόμο του κράτους οι πληροφορίες θεωρούνται εθνικός πόρος,

Η κακοήθης δραστηριότητα δεν εντοπίστηκε για αρκετό διάστημα, επειδή το κακόβουλο λογισμικό ήταν ενσωματωμένο στο λογισμικό του τηλεφώνου, κάτι που του εξασφάλιζε  αυτόματα μία θέση στη λίστα επιτρεπόμενων, καθώς τα περισσότερα εργαλεία εντοπισμού κακόβουλου λογισμικού είχαν προγραμματιστεί να δέχονται αξιωματικά ότι το θεμελιώδες λογισμικό και υλικολογισμικό ενός προϊόντος δεν ήταν κακόβουλο.

Ένας μηχανικός ανοίγει την πόρτα μιας μονάδας διακομιστή κατά τη διάρκεια μιας οργανωμένης περιήγησης στο Εργαστήριο Κυβερνοασφάλειας της Huawei στην Ντόνγκουαν της επαρχίας Γκουανγκντόνγκ της Κίνας, στις 25 Απριλίου 2019. Επειδή ο νόμος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας (ΚΚΚ) ορίζει ότι οι πληροφορίες είναι εθνικός πόρος, τα περισσότερα προσωπικά δεδομένα των Αμερικανών που μεταφέρονται σε διακομιστή στην Κίνα, ουσιαστικά αποστέλλονται απευθείας στο καθεστώς. (Kevin Frayer/Getty Images)

 

Δεν είναι ακόμη σαφές πόσοι Αμερικανοί συνελήφθησαν στην επιχείρηση. Η Adups ισχυρίστηκε στον ιστότοπό της το 2016 ότι είχε παγκόσμια παρουσία με περισσότερους από 700 εκατομμύρια ενεργούς χρήστες και ότι παρήγαγε επίσης υλικολογισμικό ενσωματωμένο σε κινητά τηλέφωνα, ημιαγωγούς, φορητές συσκευές, αυτοκίνητα και τηλεοράσεις.

Το 2017, η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου κατέληξε σε συμφωνία με την BLU, διαπιστώνοντας ότι η εταιρεία είχε παραπλανήσει εν γνώσει της τους πελάτες της σχετικά με την έκταση των δεδομένων που θα μπορούσε να συλλέξει η Adups.

Ωστόσο, η Adups εμφανίστηκε ξανά το 2020, όταν η εταιρεία κυβερνοασφάλειας Malwarebytes ανακάλυψε ότι η εταιρεία είχε προεγκαταστήσει κακόβουλο λογισμικό σε οικονομικά κινητά τηλέφωνα που προσφέρονται από το πρόγραμμα Assurance Wireless της Virgin Mobile, μια άλλη προσπάθεια που επιδοτείται από την κυβέρνηση για τη διάθεση κινητών τηλεφώνων σε Αμερικανούς με χαμηλό εισόδημα.

Μυστικοί δρομολογητές κρυμμένοι σε λιμάνια των ΗΠΑ

Έρευνα του Κογκρέσου αποκάλυψε το 2024 ότι κινεζικής κατασκευής δρομολογητές (ρούτερ και μόντεμ) που χρησιμοποιούνται σε λιμάνια των ΗΠΑ έχουν τη δυνατότητα να διευκολύνουν την κυβερνοκατασκοπεία και τη δολιοφθορά.

Η έκθεση αποκάλυψε ότι γιγάντιοι γερανοί που μεταφέρουν εμπορεύματα από τα πλοία στην ακτή, οι οποίοι χρησιμοποιούνται στα μεγαλύτερα λιμάνια των Ηνωμένων Πολιτειών, είχαν εξοπλιστεί με μόντεμ κινεζικής κατασκευής χωρίς λόγο ύπαρξης.

Οι ερευνητές προειδοποίησαν ότι η τεχνολογία που είναι ενσωματωμένη στις συσκευές θα μπορούσε να επιτρέψει μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση σε ευαίσθητες λειτουργίες λιμένων των ΗΠΑ και ότι σε ορισμένα από τα μόντεμ βρέθηκαν ενεργές συνδέσεις με τα λειτουργικά στοιχεία των γερανών, υποδηλώνοντας ότι θα μπορούσαν να ελέγχονται εξ αποστάσεως από μια συσκευή που κανείς δεν γνώριζε ότι υπήρχε.

Όλοι οι εν λόγω γερανοί κατασκευάστηκαν στην Κίνα από τν Shanghai Zhenhua Heavy Industries, θυγατρική της κρατικής China Communications Construction Co.

Αμερικανοί νομοθέτες σημείωσαν τότε ότι η μονάδα παραγωγής της Zhenhua βρισκόταν δίπλα στην πιο προηγμένη ναυπηγική εγκατάσταση της Κίνας, όπου το καθεστώς κατασκευάζει τα αεροπλανοφόρα του και στεγάζει προηγμένες δυνατότητες πληροφοριών.

Γερανοί που χρησιμοποιούνται για μεταφορά εμπορευματοκιβωτίων φαίνονται στον τερματικό σταθμό εμπορευματοκιβωτίων Red Hook στο Μπρούκλυν της Νέας Υόρκης, στις 30 Σεπτ. 2024. Μια έρευνα του Κογκρέσου το 2024 διαπίστωσε ότι γιγάντιοι γερανοί εκφόρτωσης, που χρησιμοποιούνταν στα μεγαλύτερα λιμάνια των Ηνωμένων Πολιτειών, είχαν εξοπλιστεί με μόντεμ κινεζικής κατασκευής χωρίς λόγο και χωρίς αυτό να είναι γνωστό. (Spencer Platt/Getty Images)

 

Με επιστολή τους της 29ης Φεβρουαρίου 2024 προς τον πρόεδρο και διευθυντή της Zhenhua, οι βουλευτές ζήτησαν να μάθουν τον σκοπό ύπαρξης των κινητών μόντεμ που ανακαλύφθηκαν σε εξαρτήματα γερανού και σε δωμάτιο διακομιστή ενός λιμανιού των ΗΠΑ που φιλοξενεί τείχος προστασίας και εξοπλισμό δικτύωσης.

Ο αντιναύαρχος της ακτοφυλακής των ΗΠΑ, Τζον Βαν, ο οποίος ηγείτο της Διοίκησης Κυβερνοχώρου του Λιμενικού Σώματος εκείνη την εποχή, είπε ότι υπήρχαν περισσότεροι από 200 γερανοί κινεζικής κατασκευής σε λιμάνια των ΗΠΑ και άλλες ελεγχόμενες εγκαταστάσεις, από τους οποίους λιγότεροι από τους μισούς είχαν εξεταστεί διεξοδικά για τις κινεζικές συσκευές.

Κακόβουλη χρήση κινεζικών δρομολογητών και καμερών

Διαπιστώθηκε επίσης ότι οι κινεζικοί φορείς του κυβερνοχώρου που χρηματοδοτούνται από το κράτος εκμεταλλεύονται ευπάθειες σε συσκευές δικτύου όπως οικιακούς δρομολογητές, συσκευές αποθήκευσης και κάμερες ασφαλείας.

Αυτές οι συσκευές, που κατασκευάζονται συνήθως στην Κίνα, μπορούν να χρησιμεύσουν ως πρόσθετα σημεία πρόσβασης σε περιπτώσεις εισβολών δικτύου σε άλλες οντότητες, αξιοποιώντας αποτελεσματικά τις ευπάθειες που είναι εγγενείς σε ορισμένες συσκευές κινεζικής κατασκευής για να αποκτήσουν πρόσβαση σε αμερικανικά δίκτυα, σύμφωνα με την Υπηρεσία Κυβερνοασφάλειας και Ασφάλειας Υποδομής.

Σε ένα τέτοιο σημαντικό περιστατικό, το 2016, η Dahua Technology, κορυφαία κινεζική εταιρεία κατασκευής εξοπλισμού παρακολούθησης, βρέθηκε ένοχη για επίθεση κατανεμημένης άρνησης υπηρεσίας (DDoS) και, ξανά το 2021, οι ερευνητές ασφαλείας βρήκαν ένα ελάττωμα στο λογισμικό της Dahua που επέτρεπε στους χάκερ να παρακάμπτουν τα πρωτόκολλα ελέγχου ταυτότητας και να παίρνουν τον έλεγχο των συσκευών.

Σε αυτό το περιστατικό, περισσότερες από ένα εκατομμύριο συσκευές υπέστησαν κακόβουλη χρήση και χρησιμοποιήθηκαν για τη δημιουργία δύο botnet (παραβιασμένων ελεγχόμενων δικτύων), τα οποία στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκαν για να στοχεύσουν τον ιστότοπο ενός δημοσιογράφου για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο σε μια εκστρατεία DDoS και εκβιασμού.

«Οι κάμερες και οι συσκευές που κατασκευάζονται στην Κίνα, συνδεδεμένες στο διαδίκτυο θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως πρόσθετοι φορείς σε διαδικτυακούς πράκτορες για να αποκτήσουν και να διατηρήσουν κρυφή, επίμονη πρόσβαση σε κρίσιμες υποδομές των ΗΠΑ.»

Υπουργείο Εσωτερικής Ασφαλείας των ΗΠΑ

Κινεζικοί κρατικοί φορείς στον κυβερνοχώρο συνέχισαν να στοχεύουν εκτενώς αυτά και άλλα παρόμοια τρωτά σημεία στις κινεζικές κάμερες ασφαλείας και κάμερες διαδικτύου τα τελευταία χρόνια.

Τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους, το υπουργείο Εσωτερικής Ασφαλείας των ΗΠΑ εξέδωσε προειδοποίηση για αμέτρητες κάμερες που εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται σε χώρους υποδομής των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρικού δικτύου και των λιμένων.

Το ενημερωτικό δελτίο προειδοποιούσε ακόμη ότι ήταν ιδιαίτερα πιθανό συσκευές που κατασκευάζονται στην Κίνα να χρησιμοποιηθούν σε επιθέσεις στον κυβερνοχώρο και ότι δεκάδες χιλιάδες συσκευές είχαν ήδη χρησιμοποιηθεί για αυτόν τον σκοπό.

Κάμερες παρακολούθησης σε διεθνή έκθεση για τη δημόσια ασφάλεια και την ασφάλεια στη Σαγκάη, στις 27 Απριλίου 2011. (Philippe Lopez/AFP μέσω Getty Images)

 

Το 2024, το δελτίο προειδοποίησε ότι οι κάμερες ασφαλείας κινεζικής κατασκευής που χρησιμοποιούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες από μια αμερικανική εταιρεία πετρελαίου και φυσικού αερίου άρχισαν να επικοινωνούν με έναν διακομιστή στην Κίνα που πιστεύεται ότι συνδέεται με το ΚΚΚ.

«Οι κάμερες και οι συσκευές που κατασκευάζονται στην Κίνα, συνδεδεμένες στο διαδίκτυο θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως πρόσθετοι φορείς σε διαδικτυακούς πράκτορες για να αποκτήσουν και να διατηρήσουν κρυφή, επίμονη πρόσβαση σε κρίσιμες υποδομές των ΗΠΑ», αναφέρει το δελτίο.

Πολλές από αυτές τις συσκευές συνεχίζουν να εισρέουν στις Ηνωμένες Πολιτείες παρά τους γνωστούς κινδύνους τους λόγω μιας διαδικασίας γνωστής ως «λευκής σήμανσης», σύμφωνα με το έγγραφο.

Η λευκή σήμανση εμφανίζεται όταν τα εν λόγω προϊόντα εισάγονται αφού συσκευαστούν και πωληθούν από διαφορετική εταιρεία, όπως όταν μια παραβιασμένη κάμερα ασφαλείας είναι προεγκατεστημένη σε μια συσκευή που κατασκευάζεται από διαφορετική εταιρεία.

Ως εκ τούτου, ανέφερε το δελτίο, ο αριθμός των κινεζικών καμερών που είναι εγκατεστημένες σε δίκτυα των ΗΠΑ πιστεύεται ότι αυξήθηκε κατά 40% μεταξύ 2023 και 2024, παρά την απαγόρευση των σχετικών προϊόντων από την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών.

Κινεζικές συσκευές: ένας Δούρειος Ίππος δολιοφθοράς

Η επανειλημμένη εκμετάλλευση της κινεζικής τεχνολογίας από κακόβουλους παράγοντες, συχνά με την υποστήριξη του ΚΚΚ, υπογραμμίζει την αυξανόμενη απειλή στον κυβερνοχώρο που θέτει το καθεστώς.

Η Υπηρεσία Κυβερνοασφάλειας και Ασφάλειας Υποδομών των ΗΠΑ προειδοποίησε πέρυσι ότι οι κομμουνιστικές αρχές της Κίνας συμμετείχαν σε μια ευρεία εκστρατεία για την εγκατάσταση κακόβουλου λογισμικού στα συστήματα των ΗΠΑ, προετοιμαζόμενες για μια μεγάλη ένοπλη σύγκρουση.

«Οι [κινεζικοί] κρατικοί φορείς στον κυβερνοχώρο επιδιώκουν να προ-εγκαθιστούν [το κακόβουλο λογισμικό] σε δίκτυα πληροφορικής για ανατρεπτικές ή καταστροφικές επιθέσεις στον κυβερνοχώρο κατά των κρίσιμων υποδομών των ΗΠΑ, σε περίπτωση μεγάλης κρίσης ή σύγκρουσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες», αναφέρει συμβουλή που δημοσιεύτηκε από την υπηρεσία.

Αυτό το κακόβουλο λογισμικό επινοήθηκε «για να [μπορεί να] εξαπολύσει καταστροφικές επιθέσεις στον κυβερνοχώρο που θα έθεταν σε κίνδυνο τη φυσική ασφάλεια των Αμερικανών και θα παρεμπόδιζαν τη στρατιωτική ετοιμότητα».

Οι απόπειρες εκμετάλλευσης των τρωτών σημείων συσκευών όπως οι δρομολογητές και οι κάμερες ασφαλείας και για την αποδυνάμωση των Ηνωμένων Πολιτειών ως μέρος της προετοιμασίας για έναν πιθανό πόλεμο, έχουν μέχρι στιγμής τεράστια επιτυχία καθώς τα τεχνολογικά προϊόντα κινεζικής κατασκευής έχουν επικρατήσει στην αγορά των ΗΠΑ.

Η αυξανόμενη εξάρτηση δημόσιων και ιδιωτικών συστημάτων από υλικό που κατασκευάζεται στην Κίνα είναι μια σημαντική απειλή για την εθνική ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών, που πιθανότατα θα ξεπεραστεί μόνο με την εγχώρια ανάπτυξη κρίσιμων τεχνολογιών και συναφών υποδομών.