Τρίτη, 15 Ιούλ, 2025

Η αστυνομία συλλαμβάνει φιλοπαλαιστίνιους διαδηλωτές που κατέλαβαν τη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κολούμπια

Πολλά άτομα συνελήφθησαν στις 7 Μαΐου, κατά τη διάρκεια φιλοπαλαιστινιακών διαδηλώσεων στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια στη Νέα Υόρκη.

Δεκάδες διαδηλωτές στέκονταν σε τραπέζια, χτυπούσαν τύμπανα και ξεδίπλωναν φιλοπαλαιστινιακά πανό στην αίθουσα ανάγνωσης της κύριας βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κολούμπια την Τετάρτη.

Βίντεο και φωτογραφίες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έδειχναν διαδηλωτές, οι περισσότεροι με μάσκες, που κρατούσαν πανό που έγραφαν «Απεργία για τη Γάζα» και «Απελευθερωμένη Ζώνη» κάτω από τους πολυελαίους της αίθουσας ανάγνωσης Lawrence A. Wein στη βιβλιοθήκη Μπάτλερ.

Το Αστυνομικό Τμήμα της Νέας Υόρκης (NYPD) ανταποκρίθηκε στο περιστατικό κατόπιν αιτήματος του πανεπιστημίου.

«Το NYPD ανταποκρίθηκε στην κατάσταση στην πανεπιστημιούπολη, όπου άτομα έχουν καταλάβει μια βιβλιοθήκη και παραβιάζουν χώρο που δεν τους ανήκει», δήλωσε εκπρόσωπος του τμήματος σε μια δήλωση μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στο NTD, αδελφό μέσο ενημέρωσης της Epoch Times. «Πολλά άτομα που δεν συμμορφώθηκαν με τις προφορικές προειδοποιήσεις του NYPD για να διαλυθούν συνελήφθησαν».

Ένας εκπρόσωπος της αστυνομίας αργά την Τετάρτη δήλωσε ότι το τμήμα δεν ήταν σε θέση να δώσει τον αριθμό των συλληφθέντων.

Ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης, Έρικ Άνταμς, προειδοποίησε σε ανακοίνωσή του στο X όσους από τους ακτιβιστές παραβίασαν τον χώρο και δεν φοιτούν στο πανεπιστήμιο ότι πρέπει να εγκαταλείψουν αμέσως την πανεπιστημιούπολη, διαφορετικά θα συλληφθούν.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση του πανεπιστημίου, το απόγευμα της Τετάρτης, το περιστατικό συνέβη σε μια αίθουσα ανάγνωσης της Βιβλιοθήκης Μπάτλερ. Η Κλαιρ Σίπμαν, υπηρεσιακή πρόεδρος του Πανεπιστημίου Κολούμπια, δήλωσε ότι τα εμπλεκόμενα άτομα κλήθηκαν επανειλημμένα να επιδείξουν ταυτότητα και να εγκαταλείψουν τις εγκαταστάσεις.

«Λόγω του αριθμού των ατόμων που συμμετείχαν στην αναστάτωση εντός και εκτός του κτιρίου, μιας μεγάλης ομάδας ανθρώπων που προσπάθησαν να εισβάλουν στη Βιβλιοθήκη Μπάτλερ δημιουργώντας κίνδυνο για την ασφάλεια και, όπως πιστεύουμε, της μη αμελητέας παρουσίας ατόμων που δεν συνδέονται με το πανεπιστήμιο, το Κολούμπια ζήτησε την παρουσία της Αστυνομίας της Νέας Υόρκης για να περιφρουρήσει την ασφάλεια του κτιρίου και την ασφάλεια της κοινότητάς μας», δήλωσε η Σίπμαν.

Η Σίπμαν επιβεβαίωσε επίσης ότι δύο αστυνομικοί της πανεπιστημιούπολης τραυματίστηκαν κατά τη διάρκεια της μαζικής συγκέντρωσης.

«Αυτές οι ενέργειες είναι εξωφρενικές», πρόσθεσε η Σίπμαν, τονίζοντας ότι το πανεπιστήμιο καταδικάζει τη βία στην πανεπιστημιούπολη, τον αντισημιτισμό και όλες τις μορφές μίσους και διακρίσεων.

Συμμετέχοντες σε φιλοπαλαιστινιακή διαμαρτυρία στη Βιβλιοθήκη Μπάτλερ στην πανεπιστημιούπολη του Κολούμπια. Νέα Υόρκη, 7 Μαΐου 2025. (Ryan Murphy/Reuters)

 

Πλάνα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έδειχναν αστυνομικούς να δίνουν οδηγίες στους διαδηλωτές να επιδείξουν τις ταυτότητές τους ή να κινδυνεύουν να συλληφθούν. Άλλα βίντεο έδειχναν αστυνομικούς να συνοδεύουν διαδηλωτές έξω από το κτίριο με χειροπέδες.

Ένας λογαριασμός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τους Εβραίους και Ισραηλινούς Φοιτητές του Πανεπιστημίου Κολούμπια δημοσίευσε πλάνα από τη σύγκρουση μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομικών.

«Διαδηλωτές προσπαθούν να παραβιάσουν τη δημόσια ασφάλεια για να αποφύγουν την αναγνώριση καθώς φεύγουν», ανέφερε η ανάρτηση του X.

Η Columbia University Apartheid Divest, μια φιλοπαλαιστινιακή φοιτητική ομάδα, επιβεβαίωσε σε ανακοίνωσή της στο X ότι είχε καταλάβει μέρος της Βιβλιοθήκης Μπάτλερ. Η ομάδα δήλωσε ότι αρνήθηκε να επιδείξει ταυτότητες υπό «στρατιωτική σύλληψη» και δεν θα υποχωρήσει ήσυχα.

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο ανακοίνωσε την Τετάρτη το βράδυ ότι η κυβέρνηση επανεξετάζει το καθεστώς βίζας των «παραβατών και βανδάλων που κατέλαβαν τη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Κολούμπια».

Η κυβέρνηση Τραμπ έχει ήδη απειλήσει να μειώσει περαιτέρω την ομοσπονδιακή χρηματοδότηση του πανεπιστημίου καθώς, όπως υποστηρίζει, δεν έχει αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις αντισημιτικές δραστηριότητες στην πανεπιστημιούπολη.

Συγκεκριμένα, τον Μάρτιο, η κυβέρνηση ‘πάγωσε’ 400 εκατομμύρια δολάρια που προορίζονταν για ερευνητικές επιχορηγήσεις του πανεπιστημίου, καθώς και άλλες χρηματοδοτήσεις, λόγω του τρόπου με τον οποίο το πανεπιστήμιο διαχειρίστηκε τις φιλοπαλαιστινιακές συγκεντρώσεις που διοργανώθηκαν στους χώρους του ως διαμαρτυρία κατά της στρατιωτικής δράσης του Ισραήλ στη Γάζα, η οποία ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2023, αμέσως μετά τη μεγάλης κλίμακας επίθεσης της Χαμάς στο Ισραήλ.

Σύμφωνα με την υπουργό Παιδείας Λίντα Μακμάχον, τα πανεπιστήμια πρέπει να συμμορφώνονται με όλους τους ομοσπονδιακούς νόμους κατά των διακρίσεων εάν θέλουν να λαμβάνουν ομοσπονδιακή χρηματοδότηση. Ωστόσο, σύμφωνα με την υπουργό, το Κολούμπια έχει εγκαταλείψει αυτήν την υποχρέωση προς τους Εβραίους φοιτητές στην πανεπιστημιούπολή του για πολύ καιρό.

Το Κολούμπια ανακοίνωσε μια σειρά νέων κανονισμών της πανεπιστημιούπολης, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης στους φοιτητές να φορούν μάσκες για να αποκρύψουν την ταυτότητά τους και της υποχρέωσης των διαδηλωτών εντός πανεπιστημιούπολης να δείχνουν την ταυτότητά τους όταν τους ζητείται.

Οι διαμαρτυρίες σηματοδοτούν την αναζωπύρωση των διαδηλώσεων που ήταν σε έξαρση την περασμένη άνοιξη με αίτημα τη διάρρηξη των σχέσεων του ιδρύματος με το Ισραήλ, ενώ δήλωση του διδακτικού προσωπικού που υπεγράφη από μια ομάδα καθηγητών μετά τον πόλεμο της Γάζας επιβεβαίωνε τη δέσμευση του πανεπιστημίου να διατηρήσει τους δεσμούς του με το Ισραήλ.

«Ως δημοκρατία με συνταγματική προστασία για τα ατομικά δικαιώματα όλων των πολιτών και ως έδρα σπουδαίων πανεπιστημίων, το Ισραήλ μοιράζεται αξίες, ενδιαφέροντα και φιλοδοξίες μαζί μας», ανέφερε η δήλωση. «Το Κολούμπια επωφελείται από τους δεσμούς με το ισραηλινό διδακτικό προσωπικό, τους φοιτητές, την έρευνα και την τεχνολογία».

ΗΠΑ: Η Βουλή ενέκρινε συντριπτικά νομοσχέδιο κατά των εξαναγκαστικών αφαιρέσεων οργάνων από το καθεστώς της Κίνας

Με ψήφους 406 υπέρ έναντι μόλις μίας κατά, η Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ ενέκρινε νομοσχέδιο που στοχεύει στην τιμωρία των υπευθύνων για τις κρατικά υποστηριζόμενες εξαναγκαστικές αφαιρέσεις οργάνων στην Κίνα.

Το νομοσχέδιο, με τίτλο «Stop Forced Organ Harvesting Act» (HR 1503), εισηγήθηκε ο Κρις Σμιθ (R-N.J.) και ο Γουίλιαμ Κίτινγκ (R-N.J.), και στοχεύει τόσο στην καταπολέμηση της παράνομης μεταμόσχευσης οργάνων όσο και στην εμπορία ανθρώπων για τον ίδιο σκοπό.

Με βάση τις προβλέψεις του, θα επιβάλλονται κυρώσεις σε κάθε άτομο που εμπλέκεται σε τέτοιες πρακτικές —συμπεριλαμβανομένων μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας— με πάγωμα περιουσιακών στοιχείων, απαγόρευση συναλλαγών με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αφαίρεση βίζας και απώλεια κάθε σχετικού μεταναστευτικού προνομίου.

Οι δράστες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν διοικητικά πρόστιμα έως και 250.000 δολάρια, ενώ για περιπτώσεις εκ προθέσεως συμμετοχής προβλέπεται ποινή φυλάκισης έως και 20 ετών, καθώς και πρόστιμο έως και 1 εκατομμύριο δολάρια.

Ο Σμιθ, μιλώντας στην Epoch Times πριν την ψηφοφορία, υποστήριξε ότι η τιμωρία πρέπει να είναι ανάλογη με τη βαρύτητα του εγκλήματος, το οποίο χαρακτήρισε «ειδεχθές».

Το νομοσχέδιο απαιτεί από τον πρόεδρο των ΗΠΑ να καταθέσει εντός 180 ημερών κατάλογο με πρόσωπα που χρηματοδοτούν, προωθούν ή διευκολύνουν τέτοιες πρακτικές, προς την αρμόδια επιτροπή του Κογκρέσου. Επιπλέον, προβλέπεται αξιολόγηση κάθε ξένης χώρας σχετικά με τις εξαναγκαστικές αφαιρέσεις οργάνων και την εμπορία ανθρώπων, βάσει διεθνών ορισμών που περιλαμβάνουν εξαναγκασμό, απαγωγή, απάτη, κατάχρηση εξουσίας ή ευάλωτης θέσης, και εκμετάλλευση μέσω συναλλαγής.

Σε περίπτωση κύρωσής του σε νόμο, το νομοσχέδιο καθιερώνει την καταπολέμηση αυτών των εγκλημάτων ως πολιτική των ΗΠΑ, ενθαρρύνοντας ταυτόχρονα τη δημιουργία αξιόπιστων εθελοντικών συστημάτων δωρεάς οργάνων και την προώθηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, σε συμφωνία με την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Ο βουλευτής Chris Smith (R-N.J.), συμπρόεδρος της Επιτροπής του Κογκρέσου για την Κίνα, μιλάει για το «Stop Forced Organ Harvesting Act» που ψηφίστηκε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, στο Καπιτώλιο στην Ουάσιγκτον στις 7 Μαΐου 2025. (Madalina Vasiliu/The Epoch Times)

 

Ο Σμιθ τόνισε ότι το νομοσχέδιο στέλνει μήνυμα σε οποιονδήποτε επιχειρεί να αποκτήσει όργανο χωρίς να ενδιαφέρεται για την προέλευσή του, λέγοντας πως «θα υπάρξει πολύ μεγάλο τίμημα».

Παράλληλα, σημείωσε ότι στόχος του νομοθετήματος είναι να διασφαλίσει πως κάθε αρμόδιος φορέας της αμερικανικής κυβέρνησης γνωρίζει αυτήν τη «φρικτή πραγματικότητα». Κατά τον ίδιο, το ζήτημα είχε καλυφθεί για χρόνια από κύκλους που επικεντρώνονταν αποκλειστικά σε εμπορικές σχέσεις με την Κίνα. «Είμαι υπέρ του εμπορίου, αρκεί να βασίζεται σε αρχές και σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα», ανέφερε.

Έκθεση του 2019

Οι εξαναγκαστικές αφαιρέσεις οργάνων, σύμφωνα με τον Σμιθ, εντάθηκαν μετά το 2000, όταν το καθεστώς ξεκίνησε ευρείας κλίμακας δίωξη κατά του πνευματικού κινήματος Φάλουν Γκονγκ, το οποίο τότε αριθμούσε 70 έως 100 εκατομμύρια ασκούμενους στην Κίνα.

Δικαστήριο με έδρα το Λονδίνο κατέληξε το 2019 στο συμπέρασμα ότι τέτοιες πρακτικές πραγματοποιούνται σε «σημαντική κλίμακα» και ότι κύρια θύματα είναι οι ασκούμενοι του Φάλουν Γκονγκ, ενώ ακολουθούν οι Ουιγούροι, που υφίστανται μαζικές κρατήσεις και καταναγκαστική εργασία στην επαρχία Σιντζιάνγκ.

Κατά τον Σμιθ, τα κινεζικά νοσοκομεία διαφημίζουν χρόνους αναμονής για μεταμοσχεύσεις οργάνων που διαρκούν λίγες ημέρες ή εβδομάδες, πρακτική άγνωστη στον υπόλοιπο κόσμο. «Αυτό δεν συμβαίνει πουθενά αλλού», ανέφερε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι, βάσει στοιχείων, οι αρχές έχουν καταλόγους κρατουμένων με αντιγόνα και άλλα ιατρικά δεδομένα, τους οποίους χρησιμοποιούν για στοχευμένες αφαιρέσεις. «Δεν έχω ξαναδεί τίποτα τόσο βάρβαρο», υπογράμμισε.

Αντιδράσεις και διεθνής διάσταση

Ο Μαρκ Γιανγκ, εκπρόσωπος του Falun Dafa Information Center, δήλωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας αποτελεί μία από τις πιο σοβαρές απειλές για τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Η ψήφιση του νομοσχεδίου έρχεται λίγες μόλις ημέρες μετά την έγκριση του «Falun Gong Protection Act» από τη Βουλή, νομοθεσίας που προβλέπει ενίσχυση της διεθνούς ευαισθητοποίησης, επιβολή κυρώσεων με συμμάχους και σύνταξη έκθεσης από τρεις αμερικανικές υπηρεσίες για τις κινεζικές πρακτικές μεταμόσχευσης και την καταστολή των κρατουμένων συνείδησης.

Ο Καναδός εκδότης και διευθύνων σύμβουλος του China Democracy Fund, Ντιν Μπάξεντεϊλ, κάλεσε τη διεθνή κοινότητα να αντιμετωπίσει τις κινεζικές παραβιάσεις. «Δεν πρόκειται για αμερικανικό πρόβλημα – είναι παγκόσμιο», σημείωσε.

Η Ρουσάν Αμπάς, επικεφαλής της οργάνωσης Campaign for Uyghurs, επισήμανε ότι το Πεκίνο αποκομίζει κέρδη από τη «γενοκτονία των Ουιγούρων και των ασκουμένων του Φάλουν Γκονγκ…μια οικονομία που βασίζεται στον ανθρώπινο πόνο», υποστηρίζοντας ότι η διεθνής κοινότητα δεν μπορεί πλέον να παραμένει αδιάφορη.

Η Λουίζα Γκριβ, ειδική σε διεθνή θέματα από τον αυστραλιανό οργανισμό International Coalition to End Transplant Abuse in China, ζήτησε αυξημένη πίεση προς αμερικανικά πανεπιστήμια και ιατρικά περιοδικά που φιλοξενούν γιατρούς από την Κίνα, ενώ χαρακτήρισε «ανεπίτρεπτη» την επιστροφή στην κανονικότητα όσο συνεχίζονται τέτοιες συστηματικές παραβιάσεις.

Η Λουίζα Γκριβ, ειδικός διεθνών υποθέσεων της αυστραλιανής μη κερδοσκοπικής οργάνωσης International Coalition to End Transplant Abuse in China, μιλάει για το νόμο Stop Forced Organ Harvesting Act που ψηφίστηκε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, στο Καπιτώλιο της Ουάσιγκτον στις 7 Μαΐου 2025. (Madalina Vasiliu/The Epoch Times)

 

Ο Πιέρο Τότσι, διευθυντής προσωπικού της Εκτελεστικής Επιτροπής του Κογκρέσου για την Κίνα, εξέφρασε την ελπίδα ότι το νομοσχέδιο και οι πιθανές ποινές του θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά.

Ο Πιέρο Τότσι, διευθυντής προσωπικού της Επιτροπής του Κογκρέσου για την Κίνα, μιλάει για το «Stop Forced Organ Harvesting Act» που ψηφίστηκε από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, στο Καπιτώλιο στην Ουάσιγκτον στις 7 Μαΐου 2025. (Madalina Vasiliu/The Epoch Times)

 

Το ίδιο νομοσχέδιο είχε εγκριθεί και το 2023 με 413 ψήφους υπέρ, χωρίς ωστόσο να προχωρήσει τότε στη Γερουσία. Ο Κρις Σμιθ, ένας από τους δύο μακροβιότερους βουλευτές, δήλωσε αισιόδοξος ότι αυτή τη φορά θα υπάρξει πρόοδος. Όπως είπε, τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν πρέπει να γίνονται αντικείμενο κομματικής αντιπαράθεσης. «Η καθυστέρηση είναι άρνηση», κατέληξε.

Ευρωκοινοβούλιο: Η διαδικασία προσχώρησης της Τουρκίας στην ΕΕ δεν μπορεί να επανεκκινήσει

Αυξάνεται «το χάσμα» της Τουρκίας από τις αξίες και τα συμφέροντα της ΕΕ, τονίζει η ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (ΕΚ), που εγκρίθηκε σήμερα με 367 ψήφους υπέρ, 74 κατά και 188 αποχές.

Η έκθεση που συντάχθηκε από τον Ισπανό ευρωβουλευτή των σοσιαλιστών, Νάτσο Σάντσες Αμόρ, και εγκρίθηκε από το ΕΚ, επισημαίνει ότι οι διαπραγματεύσεις για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ έχουν «βαλτώσει από το 2018» , λόγω της επιδείνωσης του κράτους δικαίου και υπό τις παρούσες συνθήκες, η διαδικασία προσχώρησης της Τουρκίας στην ΕΕ δεν μπορεί να επανεκκινήσει. Το ΕΚ καλεί την τουρκική κυβέρνηση, τα θεσμικά όργανα και τα κράτη-μέλη της ΕΕ να συνεχίσουν να εργάζονται προς μια στενότερη, πιο δυναμική και στρατηγική εταιρική σχέση, με ιδιαίτερη έμφαση στη δράση για το κλίμα, την ενεργειακή ασφάλεια, τη συνεργασία για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την περιφερειακή σταθερότητα.

Ειδικότερα, όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κάνει λόγο για «δεινή κατάσταση» και για «δημοκρατική οπισθοδρόμηση» στην Τουρκία τον τελευταίο χρόνο. Εκφράζει, επίσης, τη βαθιά του λύπη για το γεγονός ότι, παρά τη στρατηγική της δικαστικής μεταρρύθμισης, «η κατάσταση ανεξαρτησίας της δικαστικής εξουσίας στην Τουρκία παραμένει άθλια», μετά από συστηματική κυβερνητική παρέμβαση και «πολιτική εργαλειοποίηση του δικαστικού συστήματος».

Το ΕΚ προτρέπει τις τουρκικές αρχές να βάλουν τέλος στους τρέχοντες σοβαρούς περιορισμούς στις θεμελιώδεις ελευθερίες, ιδίως της έκφρασης, του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι, και στις συνεχείς επιθέσεις κατά των θεμελιωδών δικαιωμάτων των μελών της αντιπολίτευσης, των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δικηγόρων, των συνδικαλιστών, των μελών των μειονοτήτων, των δημοσιογράφων, των ακαδημαϊκών, των καλλιτεχνών και των ακτιβιστών της κοινωνίας των πολιτών, μεταξύ άλλων.

Το ΕΚ αποδοκιμάζει τη συνεχιζόμενη δίωξη, λογοκρισία και παρενόχληση δημοσιογράφων και ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης και εκφράζει «βαθιά ανησυχία» για την ισχύουσα νομοθεσία που εμποδίζει ένα ανοιχτό και δωρεάν διαδίκτυο, με μακροχρόνιες ποινές φυλάκισης που επιβάλλονται για αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεκάδες αποκλεισμούς πρόσβασης και εντολές αφαίρεσης περιεχομένου, καθώς και για τη συνεχιζόμενη χρήση του Ανώτατου Συμβουλίου Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης (RTÜK) για την καταστολή της κριτικής των μέσων ενημέρωσης.

Το ΕΚ εκφράζει την έντονη ανησυχία του για την πρόσφατη σύλληψη και απομάκρυνση από το αξίωμα του δημάρχου του CHP της Κωνσταντινούπολης, Εκρέμ Ιμάμογλου, για κατηγορίες που φέρονται να σχετίζονται με διαφθορά και τρομοκρατία, στις οποίες εμπλέκονται συνολικά 106 υπόπτοι. Το ΕΚ εκφράζει την αποτροπιασμό του για την απόφαση προσωρινής απαγόρευσης όλων των διαδηλώσεων στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες επαρχίες σε όλη τη χώρα και την καταστολή ειρηνικών διαδηλωτών. Το ΕΚ θεωρεί ότι πρόκειται για μια «πολιτικά υποκινούμενη κίνηση που αποσκοπεί στην αποτροπή ενός νόμιμου αντιπάλου από το να θέσει υποψηφιότητα στις επερχόμενες εκλογές και ότι με αυτές τις ενέργειες οι σημερινές τουρκικές αρχές ωθούν περαιτέρω τη χώρα προς ένα πλήρως αυταρχικό μοντέλο».

Στα ελληνικού ενδιαφέροντος θέματα, η έκθεση του ΕΚ χαιρετίζει τον «αυξημένο διάλογο» με τις χριστιανικές μειονότητες, αλλά τονίζει ότι «δεν έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος όσον αφορά την προστασία των δικαιωμάτων των εθνοτικών και θρησκευτικών μειονοτήτων, ιδίως όσον αφορά τη νομική τους προσωπικότητα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του ελληνορθόδοξου πληθυσμού της Ίμβρου και της Τενέδου». Καλεί την Τουρκία να εφαρμόσει τις συστάσεις της Επιτροπής της Βενετίας και όλες τις σχετικές αποφάσεις του ΕΔΑΔ σχετικά με αυτό. Το ΕΚ επαναλαμβάνει την έκκλησή του προς την Τουρκία να σεβαστεί τον ρόλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου και να αναγνωρίσει τη νομική του προσωπικότητα και τη δημόσια χρήση του εκκλησιαστικού τίτλου του Οικουμενικού Πατριάρχη. Καλεί, επίσης, την Τουρκία «να σεβαστεί και να προστατεύσει πλήρως την εξαιρετική παγκόσμια αξία της Αγίας Σοφίας και του μουσείου της Χώρας», τα οποία είναι εγγεγραμμένα στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.

Περιφερειακή συνεργασία και σχέσεις καλής γειτονίας

Το ΕΚ επαναλαμβάνει «το έντονο ενδιαφέρον του για τη σταθερότητα και την ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο», χαιρετίζει τη συνεχιζόμενη αποκλιμάκωση και τη θετική δυναμική στην περιοχή και το πρόσφατο κλίμα επανασύνδεσης μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, σημειώνοντας ωστόσο ότι «τα ανεπίλυτα ζητήματα εξακολουθούν να επηρεάζουν τις διμερείς σχέσεις». Το ΕΚ αποδοκιμάζει το ότι η Τουρκία συνεχίζει να παραβιάζει την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα κρατών μελών της ΕΕ, όπως η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία, μεταξύ άλλων μέσω της προώθησης του δόγματος της Γαλάζιας Πατρίδας και υπογραμμίζει ότι αν και οι τουρκικές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου έχουν μειωθεί δραστικά, οι παραβιάσεις των ελληνικών χωρικών υδάτων έχουν αυξηθεί σε σύγκριση με το 2023 και έχουν διεξαχθεί συστηματικές παράνομες αλιευτικές δραστηριότητες από τουρκικά σκάφη εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων. Το ΕΚ εκφράζει τη βαθιά του λύπη για το γεγονός ότι η Τουρκία συνεχίζει να υποστηρίζει επίσημη απειλή πολέμου κατά της Ελλάδας (casus belli) στα 12 ναυτικά μίλια και καλεί την Τουρκία να σεβαστεί πλήρως την κυριαρχία όλων των κρατών μελών της ΕΕ επί των χωρικών υδάτων και του εναέριου χώρου τους, καθώς και τα άλλα κυριαρχικά τους δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος εξερεύνησης και εκμετάλλευσης φυσικών πόρων, σύμφωνα με το ενωσιακό και το διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένης της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), η οποία αποτελεί μέρος του κεκτημένου της ΕΕ. Το ΕΚ επαναλαμβάνει ότι το μνημόνιο συνεννόησης μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης για την οριοθέτηση των περιοχών θαλάσσιας δικαιοδοσίας στη Μεσόγειο παραβιάζει τα κυριαρχικά δικαιώματα τρίτων κρατών, δεν συνάδει με το Δίκαιο της Θάλασσας και δεν μπορεί να έχει καμία νομική συνέπεια για τρίτα κράτη.

Για το Κυπριακό, το ΕΚ επαναλαμβάνει τη βαθιά του ανησυχία σχετικά με όλες τις μονομερείς ενέργειες που στοχεύουν στην εδραίωση επί τόπου της μόνιμης διαίρεσης της Κύπρου αντί της επανένωσής της και καταδικάζει, σε αυτό το πλαίσιο, την πρόσφατη παράνομη επίσκεψη του Προέδρου Ερντογάν στα κατεχόμενα της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς και τις προκλητικές του δηλώσεις, οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο τις προσπάθειες του ΟΗΕ, της ΕΕ, της διεθνούς κοινότητας γενικότερα και άλλων εμπλεκόμενων μερών για την επανέναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων στο συμφωνημένο πλαίσιο.

Το ΕΚ χαιρετίζει την επανέναρξη των άτυπων συνομιλιών υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ στις 18 και 19 Μαρτίου 2025, «σε εποικοδομητική ατμόσφαιρα», όπου και οι δύο πλευρές έδειξαν σαφή δέσμευση για την επίτευξη προόδου και τη συνέχιση του διαλόγου. Χαιρετίζει τη συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών για το άνοιγμα τεσσάρων σημείων διέλευσης, την αποναρκοθέτηση, τη σύσταση επιτροπής για θέματα νεολαίας και την έναρξη περιβαλλοντικών και ηλιακών έργων ενέργειας, στο πλαίσιο μιας νέας δέσμης μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης και ενθαρρύνει όλες τις πλευρές να αξιοποιήσουν αυτή τη δυναμική για να προχωρήσουν προς την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων.

Το ΕΚ επισημαίνει ότι «η μόνη λύση στο κυπριακό πρόβλημα είναι μια δίκαιη, συνολική, βιώσιμη και δημοκρατική διευθέτηση», συμπεριλαμβανομένων των εξωτερικών του πτυχών, εντός του συμφωνημένου πλαισίου του ΟΗΕ, βάσει μιας δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας με ενιαία διεθνή νομική προσωπικότητα, ενιαία κυριαρχία, ενιαία ιθαγένεια και πολιτική ισότητα, όπως ορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Ζητεί επειγόντως, την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για την επανένωση της Κύπρου υπό την αιγίδα του Γ.Γ. του ΟΗΕ το συντομότερο δυνατό, από το σημείο στο οποίο διακόπηκαν στο Κραν-Μοντάνα το 2017 και καλεί την Τουρκία να εγκαταλείψει την «απαράδεκτη πρόταση» για λύση δύο κρατών στην Κύπρο και να επιστρέψει στη συμφωνημένη βάση για μια λύση και στο πλαίσιο του ΟΗΕ.

Στο θέμα της Συρίας, το ΕΚ εκφράζει τη δέσμευσή του για εποικοδομητική συνεργασία μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας, όσον αφορά την ανθρωπιστική βοήθεια, την προώθηση μιας βιώσιμης πολιτικής λύσης και την καταπολέμηση του DAESH, δεδομένου ότι «η Τουρκία διαδραματίζει βασικό ρόλο στην προώθηση της σταθερότητας στην περιοχή». Το ΕΚ καλεί την Τουρκία να σεβαστεί την εδαφική ακεραιότητα και κυριαρχία της Συρίας και να σταματήσει αμέσως όλες τις επιθέσεις και εισβολές και την κατοχή του συριακού εδάφους, σε πλήρη συμμόρφωση με το διεθνές δίκαιο. Καταδικάζει, επίσης, τις επιθέσεις που πραγματοποιήθηκαν τις τελευταίες εβδομάδες, εκμεταλλευόμενες την κατάρρευση του καθεστώτος ‘Ασαντ, από πολιτοφυλακές που υποστηρίζονται από την Τουρκία εναντίον συριακών κουρδικών δυνάμεων στο βόρειο τμήμα της Συρίας. Το ΕΚ καλεί την Τουρκία να υποστηρίξει τη διαδικασία εφαρμογής της συμφωνίας μεταξύ της συριακής μεταβατικής κυβέρνησης και των κουρδικών SDF και να απόσχει από οποιαδήποτε παρέμβαση στις εσωτερικές διαδικασίες της Συρίας.

Σε ό,τι αφορά τον πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, το ΕΚ εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι το εμπόριο μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας έχει αυξηθεί απότομα από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, καθιστώντας την τον δεύτερο μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Ρωσίας. Το ΕΚ επισημαίνει ότι η Τουρκία δεν έχει ευθυγραμμιστεί με τις κυρώσεις της ΕΕ κατά της Ρωσίας και ότι η Τουρκία δεν έχει αποτρέψει τη χρήση του εδάφους της για την παράκαμψη των κυρώσεων.

Το ΕΚ εκφράζει τη λύπη του για το πολύ χαμηλό ποσοστό ευθυγράμμισης της Τουρκίας (5%) με την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των κυρώσεων και της καταπολέμησης της καταστρατήγησης των κυρώσεων.

Μεταναστευτικό

Το ΕΚ επαινεί την Τουρκία για τη φιλοξενία περίπου 3,1 εκατομμυρίων προσφύγων, συμπεριλαμβανομένων 2,9 εκατομμυρίων Σύρων και επαναλαμβάνει τη σημασία της συνεργασίας της Τουρκίας για την αποτελεσματική διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, επισημαίνοντας ότι από το 2011 η ΕΕ έχει συνεισφέρει σχεδόν 10 δισεκ. ευρώ για να βοηθήσει την Τουρκία στη φιλοξενία προσφύγων και αποφασίστηκε να διατεθεί επιπλέον 1 δισεκατομμύριο ευρώ τον Δεκέμβριο του 2024 για την περαιτέρω υποστήριξη των προσφύγων στην Τουρκία μετά την πτώση του καθεστώτος ‘Ασαντ.

Το ΕΚ υπενθυμίζει την υποχρέωση της Τουρκίας να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να σταματήσει τις υφιστάμενες παράνομες μεταναστευτικές οδούς και να αποτρέψει τη δημιουργία νέων θαλάσσιων ή χερσαίων οδών για παράνομη μετανάστευση προς την ΕΕ, ιδίως προς την Ελλάδα και την Κύπρο. Επισημαίνει τους κινδύνους που σχετίζονται με τυχόν εργαλειοποίηση των μεταναστών από την τουρκική κυβέρνηση και υπογραμμίζει την ανάγκη να διασφαλιστεί η προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών όλων των προσφύγων και μεταναστών. Το ΕΚ καλεί την Τουρκία να διασφαλίσει την πλήρη και χωρίς διακρίσεις εφαρμογή της Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας του 2016 και της Συμφωνίας Επανεισδοχής ΕΕ-Τουρκίας έναντι όλων των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένης της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Τέλος, το ΕΚ εκφράζει με επιφύλαξη, την ελπίδα ότι οι εξελίξεις στη Συρία θα επιτρέψουν σταδιακά σε έναν αυξανόμενο αριθμό προσφύγων να επιστρέψουν στην πατρίδα τους και τονίζει ότι οι επιστροφές θα πρέπει να πραγματοποιούνται μόνο σε εθελοντική βάση και υπό συνθήκες ασφάλειας και αξιοπρέπειας.

Κραδασμοί στην κινεζική οικονομία: Οι έξι μεγαλύτερες τράπεζες καταγράφουν πτώση κερδών κατά 1 δισ. δολάρια

Ανησυχητική είναι η εικόνα που σκιαγραφούν τα οικονομικά αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου του 2025 για τις έξι μεγαλύτερες κινεζικές τράπεζες, οι οποίες ανακοίνωσαν σημαντική μείωση τόσο στα έσοδα όσο και στα κέρδη τους.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, η πτώση αυτή είναι ενδεικτική της στασιμότητας που βιώνει η κινεζική οικονομία, τάση που προβλέπεται να ενταθεί καθώς οι επιπτώσεις του εμπορικού πολέμου με τις Ηνωμένες Πολιτείες γίνονται όλο και πιο αισθητές.

Οι έξι βασικές κρατικές τράπεζες της χώρας – Bank of China, Industrial and Commercial Bank of China (ICBC), Agricultural Bank of China, China Construction Bank, Bank of Communications και China Postal Savings Bank – δημοσιοποίησαν τα στοιχεία τους στις 29 Απριλίου, καταγράφοντας συνολική πτώση κερδών κατά 7,3 δισ. γουάν (περίπου 1 δισ. δολάρια) σε σχέση με το πρώτo τρίμηνο του 2024, μια μείωση της τάξης του 2%.

Ειδικότερα, η Industrial and Commercial Bank of China, ο μεγαλύτερος δανειστής παγκοσμίως βάσει ενεργητικού, σημείωσε συρρίκνωση καθαρών κερδών κατά 4% σε ετήσια βάση. Η Bank of China είδε τα κέρδη της να υποχωρούν κατά 2,9% σε σχέση με πέρυσι.

Τα έσοδα των έξι τραπεζών για το διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου ανήλθαν στα 910,2 δισ. γουάν (125 δισ. δολάρια), σημειώνοντας πτώση 13,9 δισ. γουάν (1,9 δισ. δολάρια) σε σύγκριση με το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο. Μόνο η ICBC διατηρεί έσοδα άνω των 200 δισ. γουάν στο τρίμηνο, ωστόσο κι αυτά υποχώρησαν κατά 3,2% σε σχέση με πέρυσι.

Η China Construction Bank ανακοίνωσε έσοδα 190,07 δισ. γουάν, σημειώνοντας μείωση 5,4% από το πρώτο τρίμηνο του 2024. «Κατά το πρώτο τρίμηνο του 2025, η παγκόσμια οικονομία στερήθηκε ισχυρής αναπτυξιακής δυναμικής», αναφέρει χαρακτηριστικά η τράπεζα στην έκθεσή της.

Από τον Ιανουάριο, οι εντατικοποιημένες δασμολογικές αντιπαραθέσεις μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ έχουν πλήξει σοβαρά τις κινεζικές εξαγωγές, βαθύνοντας μια ήδη παρατεταμένη επιβράδυνση στην οικονομική δραστηριότητα.

Σχολιάζοντας τις εξελίξεις, αναλυτές που επικαλούνται κινεζικά μέσα αποδίδουν την πτώση κερδοφορίας των τραπεζών σε πολλαπλούς παράγοντες: μαζική ανατιμολόγηση δανείων που συρρίκνωσε τα περιθώρια επιτοκίου, μείωση της ταχύτητας επέκτασης του ενεργητικού, αύξηση στον φορολογικό συντελεστή εισοδήματος, μικρότερη συμβολή των αποθεματικών και έντονες διακυμάνσεις στα μη επιτοκιακά έσοδα.

Ο Ταϊβανέζος μακροοικονομολόγος Χένρι Γου, μιλώντας στην Epoch Times στις 2 Μαΐου, υπογράμμισε πως οι κινεζικές επιχειρήσεις έχουν σταματήσει να λαμβάνουν νέες παραγγελίες για εξαγωγές, ως άμεσο αποτέλεσμα των δασμών. «Η κινεζική οικονομία έχει εισέλθει σε φάση ύφεσης», δήλωσε χαρακτηριστικά.

«Σε αυτό το περιβάλλον επηρεάζεται σαφώς και η λειτουργία των τραπεζών», συμπλήρωσε. «Ο βασικός λόγος ύπαρξης των τραπεζικών χορηγήσεων είναι το περιθώριο επιτοκίου, όμως πλέον η ζήτηση για ρευστότητα καταρρέει. Πολλές εταιρείες διστάζουν να προχωρήσουν σε επενδύσεις και αρκετές κινδυνεύουν με κλείσιμο ή χρεοκοπία, περιορίζοντας περαιτέρω το τραπεζικό έργο και ενισχύοντας τις πιέσεις στην οικονομία.»

Από την πλευρά του, ο επίσης Ταϊβανέζος οικονομολόγος Έντουαρντ Χουάνγκ εστίασε στη μεγαλύτερη επίπτωση που αναμένεται να έχει ο εμπορικός πόλεμος στη δεύτερη τριμηνιαία χρήση των τραπεζών. «Η πτώση των κερδών του πρώτου τριμήνου αντανακλά τον συνεχή μαρασμό του κλάδου ακινήτων και τη γενική οικονομική κάμψη στην Κίνα – φαινόμενα που εξηγούν τη μειωμένη κερδοφορία κατά κύριο λόγο εξαιτίας εσωτερικών παραγόντων», ανέφερε.

Η καθοδική τάση στα αποτελέσματα συμπαρέσυρε και τις μετοχές των τραπεζών στο χρηματιστήριο.

Ο Χουάνγκ σημείωσε πως τα τραπεζικά κέρδη και η πορεία των μετοχών συνιστούν βασικούς δείκτες υγείας μιας οικονομίας, αφού οι τράπεζες παίζουν κρίσιμο ρόλο στη διακίνηση κεφαλαίου μεταξύ των τομέων. «Αν μειώνονται τα κέρδη των μηχανισμών που διακινούν ρευστότητα, αυτό δείχνει σαφή επιβράδυνση του συνόλου της οικονομικής δραστηριότητας», ανέλυσε.

Παράλληλα, ο δείκτης ΡΜΙ για τη μεταποίηση της Κίνας υποχώρησε στις 49 μονάδες τον Απρίλιο – το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 16 μηνών – καθώς τέθηκαν σε ισχύ νέοι αμερικανικοί δασμοί σε κινεζικά προϊόντα. Ο δείκτης ΡΜΙ αποτελεί βασικό βαρόμετρο για τις τάσεις στη μεταποίηση και τις υπηρεσίες· τιμές κάτω του 50 προαναγγέλλουν συρρίκνωση.

Ο Χουάνγκ εκτιμά πως οι κινεζικές εξαγωγές θα υποχωρήσουν περαιτέρω το επόμενο τρίμηνο και η στασιμότητα θα ενταθεί. «Η πορεία των τραπεζικών κερδών στο δεύτερο τρίμηνο θα αποκαλύψει το πραγματικό μέγεθος του πλήγματος από τον εμπορικό πόλεμο», σχολιάζει.

Συμπληρώνει ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας ενδέχεται να επιχειρήσει ανασχετικά μέτρα όπως μείωση επιτοκίων ή υποχρεωτικών αποθεματικών για τράπεζες. «Για τους πολίτες αυτό σημαίνει λιγότερα έσοδα από καταθέσεις, ενώ για τις τράπεζες μικρότερα περιθώρια κέρδους», εξηγεί.

Υπό το φως της σημερινής κατάστασης, ο Γου προειδοποίησε ότι υπάρχει ο κίνδυνος οι τράπεζες να γίνουν ακόμη πιο φειδωλές στη χορήγηση δανείων, λόγω επισφάλειας. Αυτό θα επέφερε περαιτέρω συρρίκνωση της πιστωτικής επέκτασης και νέα ψύχρανση στην οικονομία. «Αν οι τράπεζες πάψουν να δανείζουν, πολλές επιχειρήσεις δεν θα μπορέσουν να εξυπηρετήσουν τα υφιστάμενα δάνειά τους, οδηγούμενες σε αθέτηση υποχρεώσεων», κατέληξε.

Με τη συμβολή του Luo Ya και πληροφορίες από το Reuters

Τέλος στο ρωσικό φυσικό αέριο έως το 2027 βάζει η ΕΕ

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ετοιμάζεται να δρομολογήσει νομικά μέτρα που θα οδηγήσουν στη διακοπή όλων των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου και υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι το τέλος του 2027, μια πρωτοβουλία που ανακοινώθηκε στις 6 Μαΐου. Πρόκειται για μια ιστορική στροφή, καθώς η ΕΕ επιχειρεί να βάλει οριστικό τέλος στη μακροχρόνια ενεργειακή εξάρτησή της από τη Μόσχα, στον απόηχο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία το 2022.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες, τον Ιούνιο η Κομισιόν αναμένεται να παρουσιάσει νομοθετική πρόταση που θα απαγορεύει την εισαγωγή ρωσικού αερίου και LNG βάσει υπαρχόντων συμβολαίων μέχρι το τέλος του 2027. Παράλληλα, προβλέπεται απαγόρευση των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου από νέα συμβόλαια και υπάρχοντα συμβόλαια τύπου spot μέχρι το τέλος του 2025.

Ο Ευρωπαίος Επίτροπος Ενέργειας, Νταν Γιόργκενσεν, τόνισε: «Από τον Φεβρουάριο του 2022, έχουμε ξοδέψει περισσότερα χρήματα αγοράζοντας ρωσικά ορυκτά καύσιμα απ’ όσα έχουμε προσφέρει σε βοήθεια στην Ουκρανία. Αυτό, προφανώς, δεν μπορεί να συνεχιστεί».

Για να καλύψει το ενεργειακό κενό που θα προκύψει, η ΕΕ δηλώνει έτοιμη να αυξήσει τις εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ, ενώ η συγκεκριμένη κίνηση απαιτεί την έγκριση τόσο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όσο και ενισχυμένης πλειοψηφίας των κρατών-μελών.

Σε ομιλία του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ο Γιόργκενσεν υπογράμμισε: «Ζητάμε από τα κράτη-μέλη να εκπονήσουν υποχρεωτικά εθνικά σχέδια απεξάρτησης από το ρωσικό αέριο, τα πυρηνικά καύσιμα και το πετρέλαιο, τα οποία πρέπει να είναι έτοιμα μέχρι το τέλος του έτους. Από την αρχή της επόμενης χρονιάς, απαγορεύουμε όλες τις εισαγωγές ρωσικού αερίου από νέα συμβόλαια και από τα ήδη υφιστάμενα συμβόλαια spot. Με ορίζοντα το 2027, βάζουμε τέλος και στις τελευταίες εισαγωγές ρωσικού αερίου μέσω αγωγών και LNG από μακροπρόθεσμα συμβόλαια.»

Η ΕΕ έχει ήδη επιβάλει κυρώσεις στον ρωσικό άνθρακα και στις περισσότερες εισαγωγές πετρελαίου, όμως η πλήρης διακοπή του φυσικού αερίου παραμένει δύσκολη, κυρίως λόγω της σθεναρής αντίδρασης χωρών όπως η Σλοβακία και η Ουγγαρία, που καλύπτουν σημαντικό μέρος των αναγκών τους με ρωσικό αέριο και εκτιμούν πως η μετάβαση σε άλλες πηγές θα αυξήσει το κόστος ενέργειας.

Παρά τις επιπλοκές που προκαλεί η αποχώρηση από τα υφιστάμενα συμβόλαια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φαίνεται αποφασισμένη να μειώσει τον βαθμό εξάρτησης από τη Ρωσία. Από την πλευρά του, το Κρεμλίνο αντιτείνει πως ο αποκλεισμός του ρωσικού ενεργειακού εφοδιασμού τελικά ζημιώνει τα ίδια τα συμφέροντα της ΕΕ, οδηγώντας σε δυσμενέστερες συνθήκες ως προς την προμήθεια ενέργειας.

Το ζήτημα της ενεργειακής επάρκειας και ασφάλειας παραμένει στην κορυφή της ευρωπαϊκής ατζέντας, καθώς οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των κρατών-μελών για την κατεύθυνση της ενεργειακής πολιτικής εισέρχονται σε μια ιδιαιτέρως κρίσιμη φάση.

Κίνδυνος κλιμάκωσης στη νότια Ασία: Έκκληση Τραμπ για ηρεμία σε Ινδία και Πακιστάν

Σε συγκρατημένο τόνο, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, σχολίασε στις 6 Μαΐου την όξυνση της έντασης μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν, έπειτα από τα αεροπορικά πλήγματα που εξαπέλυσε η Ινδία. Την ίδια ώρα, ο υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο, διαβεβαίωσε πως η Ουάσιγκτον βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία με τις δύο πλευρές.

Η κυβέρνηση του Πακιστάν απάντησε στρατιωτικά στα πλήγματα της Ινδίας, τα οποία ακολούθησαν μετά από τρομοκρατική επίθεση με 26 θύματα στις 22 Απριλίου, στην ινδικές περιοχή του Κασμίρ – ένα αμφισβητούμενο ορεινό τμήμα μεταξύ Πακιστάν, Ινδίας και Κίνας. Και τα τρία κράτη ελέγχουν τμήματα της στρατηγικής αυτής περιοχής, με Ινδία και Πακιστάν να διεκδικούν την πλήρη κυριαρχία.

Μιλώντας με δημοσιογράφους το βράδυ της Τρίτης στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ χαρακτήρισε «ντροπή» το τελευταίο επεισόδιο μεταξύ των δύο πυρηνικών δυνάμεων: «Μόλις το πληροφορηθήκαμε», ανέφερε. «Φαντάζομαι ότι πολλοί υποψιάζονταν ότι κάτι τέτοιο θα συνέβαινε, με βάση το παρελθόν – αυτοί οι λαοί πολεμούν εδώ και πολύ καιρό. Ελπίζω μόνο να τελειώσει πολύ γρήγορα».

Ο Ρούμπιο από την πλευρά του, έγραψε στην πλατφόρμα X ότι παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και ότι η Ουάσιγκτον παραμένει σε διάλογο με Νέο Δελχί και Ισλαμαμπάντ, επιδιώκοντας διπλωματική αποκλιμάκωση.

Σύμβουλοι εθνικής ασφάλειας της αμερικανικής κυβέρνησης έχουν ήδη έρθει σε επαφή με ανώτατους αξιωματούχους και των δύο χωρών. Ο Ρούμπιο μίλησε στο ίδιο πνεύμα με τον Τραμπ, εκφράζοντας την ελπίδα για άμεση ειρήνευση και καλώντας Ινδία και Πακιστάν να διατηρήσουν ανοιχτά δίαυλους επικοινωνίας για αποτροπή περαιτέρω κλιμάκωσης.

Η ινδική κυβέρνηση, με επίσημη ανακοίνωσή της μέσω διαδικτύου, υποστήριξε πως οι αεροπορικές επιχειρήσεις της στόχευσαν αποκλειστικά υποδομές εντός Πακιστάν που συνδέονται με τις ένοπλες οργανώσεις που οργάνωσαν την πρόσφατη τρομοκρατική επίθεση. Τόνισε μάλιστα πως επέδειξε αυτοσυγκράτηση τόσο στην επιλογή των στόχων όσο και στην εκτέλεση της επιχείρησης, προσθέτοντας ότι δεν επλήγησαν πακιστανικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις.

Από την πλευρά του Πακιστάν, ο υπουργός Άμυνας Χουαγιάτζα Μουχάμαντ Άσιφ δήλωσε στο πρακτορείο Bloomberg ότι η πολεμική αεροπορία της χώρας κατέρριψε πέντε ινδικά αεροσκάφη. Παράλληλα, αστυνομικές και ιατρικές πηγές της Ινδίας ανέφεραν ότι τουλάχιστον επτά άμαχοι σκοτώθηκαν στην περιοχή από πακιστανικά πυρά.

Σε παρέμβασή του στο κοινοβούλιο, ο πρωθυπουργός του Πακιστάν, Σαμπάζ Σαρίφ, επεσήμανε πως η αεροπορία της χώρας βρίσκεται σε κατάσταση πλήρους επιφυλακής, κατηγορώντας την Ινδία ότι επιχειρεί ψευδώς να εμπλέξει το Πακιστάν στην επίθεση της 22ης Απριλίου κατά τουριστών. Επίσης ανέφερε ότι πρότεινε τη διενέργεια διεθνούς έρευνας, χωρίς ωστόσο ο Νέο Δελχί να ανταποκριθεί.

Το υπουργείο Εξωτερικών του Πακιστάν χαρακτήρισε τα ινδικά πλήγματα «πράξη πολέμου» και «κατάφωρη επιθετικότητα». Με ανακοίνωσή του τόνισε πως «η κατάσταση παραμένει ρευστή» και ότι «το Πακιστάν επιφυλάσσεται του δικαιώματός του να απαντήσει κατάλληλα, σε χρόνο και τόπο της επιλογής του», επικαλούμενο το διεθνές δίκαιο και τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ.

Η ένταση μεταξύ των δύο γειτονικών κρατών – με ιστορικό πυρηνικών εξοπλισμών – κορυφώθηκε με τη νέα τρομοκρατική επίθεση του Απριλίου, την ευθύνη για την οποία η Ινδία επέρριψε στο Πακιστάν, κάτι που η Ισλαμαμπάντ απορρίπτει κατηγορηματικά. Η Ινδία παραμένει στρατηγικός εταίρος της Ουάσιγκτον, ενώ το Πακιστάν, αν και λιγότερο κρίσιμο μετά την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν το 2021, εξακολουθεί να καταγράφεται ως σύμμαχος των ΗΠΑ.

Με πληροφορίες από το Associated Press

Επίσημη επίσκεψη του Σύρου ηγέτη στο Παρίσι: Πρώτο βήμα για διεθνή αναγνώριση

Tην πρώτη του επίσημη επίσκεψη στην Ευρώπη έκανε ο ηγέτης της Συρίας Αχμέτ αλ Σαράα, έπειτα από την ανατροπή του Μπασάρ αλ Άσαντ μετά την επιτυχή επίθεση ανταρτών στα τέλη της περασμένης χρονιάς.

Ο αλ Σαράα έχει προγραμματισμένη συνάντηση με τον Γάλλο πρόεδρο Εμμανουέλ Μακρόν στο Παρίσι. Στο επίκεντρο των συνομιλιών τους αναμένεται να βρεθεί το μέλλον της ταλαιπωρημένης από τον πόλεμο Συρίας, η ασφάλεια και κυριαρχία της χώρας, καθώς και η προστασία των μειονοτήτων που έχουν βρεθεί τελευταία στο στόχαστρο ένοπλων επιθέσεων.

Επιπλέον, οι δύο ηγέτες αναμένεται να εξετάσουν τη συνεργασία ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος (ISIS), όπως και τη δυτική οικονομική στήριξη προς το νέο καθεστώς μετά τον Άσαντ.

Υπενθυμίζεται ότι ο Μπασάρ αλ Άσαντ ανετράπη τον περασμένο Δεκέμβριο από αντάρτικη επίθεση με τη στήριξη της Τουρκίας, υπό την καθοδήγηση της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS), οργάνωσης που ξεπήδησε από το δίκτυο της αλ Κάιντα.

Η HTS, που θεωρείται τρομοκρατική οργάνωση διεθνώς, ηγείται πλέον της προσωρινής κυβέρνησης της Συρίας. Ο επικεφαλής της, αλ Σαράα, διατελεί μεταβατικός ηγέτης της χώρας.

Παρά το παρελθόν του με την αλ Κάιντα, ο αλ Σαράα εξακολουθεί να βρίσκεται υπό καθεστώς κυρώσεων, όμως για τις ανάγκες της επίσκεψής του στο Παρίσι εξασφάλισε εξαίρεση από τα Ηνωμένα Έθνη.

Η επίσκεψη θεωρείται κομβικής σημασίας, καθώς η προσωρινή κυβέρνηση του αλ Σαράα αναζητά διεθνή κύρος. Μέχρι στιγμής, ωστόσο, η Ουάσιγκτον δεν έχει προχωρήσει σε επίσημη αναγνώριση της νέας ηγεσίας στη Δαμασκό.

Οι ΗΠΑ, επιπλέον, διατηρούν σε ισχύ τις κυρώσεις που είχαν επιβάλει από την εποχή Άσαντ, χωρίς μέχρι τώρα να δείχνουν διάθεση άρσης τους.

Λίγο πριν την άφιξη του αλ Σαράα, ο υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας, Ζαν Νοέλ Μπαρό, ξεκαθάρισε πως το Παρίσι θα κρίνει τη νέα κυβέρνηση της Συρίας από τις πράξεις της. «Δεν δίνουμε λευκή επιταγή», τόνισε χαρακτηριστικά σε τηλεοπτική του τοποθέτηση, θέτοντας ως βασικές προϋποθέσεις την προστασία των μειονοτήτων και την ενεργή συμπόρευση στον αγώνα κατά του ISIS. «Αν η Συρία κατέρρεε σήμερα, θα στρώναμε ουσιαστικά το κόκκινο χαλί στο Ισλαμικό Κράτος», υπογράμμισε ο Μπαρό.

Κυρώσεις, ανοίγματα και η στάση των ΗΠΑ

Η Γαλλία είχε καλωσορίσει την ανατροπή Άσαντ τον περασμένο Δεκέμβριο και από τότε επιχειρεί να αποκαταστήσει τις διπλωματικές σχέσεις με τη νέα, μεταβατική κυβέρνηση. Τον προηγούμενο μήνα, μάλιστα, το Παρίσι διόρισε επιτετραμμένο και μικρή διπλωματική ομάδα στη Δαμασκό, σε μια κίνηση που σηματοδοτεί ένα πρώτο βήμα για πιθανό άνοιγμα της πρεσβείας.

Το 2012, έπειτα από την κλιμάκωση της βίας στη Συρία, το Παρίσι και άλλες δυτικές πρωτεύουσες είχαν διακόψει τις σχέσεις με τη Δαμασκό, καθώς αρκετές αντάρτικες ομάδες τότε λάμβαναν διεθνή υποστήριξη.

Οι δυνάμεις ασφαλείας της Συρίας υπό την ηγεσία του HTS αναπτύσσονται σε μια περιοχή κοντά στη Δαμασκό μετά την έκρηξη της θρησκευτικής βίας. Συρία, 30 Απριλίου 2025. (Bakr Alkasem/AFP μέσω Getty Images)

 

Στα επόμενα χρόνια, η Συρία βυθίστηκε στη δίνη του εμφυλίου και των ξένων επεμβάσεων, με την Ουάσιγκτον, τις Βρυξέλλες και το Λονδίνο να επιβάλουν σκληρές οικονομικές κυρώσεις κατά του καθεστώτος.

Μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης Άσαντ και του στρατού πριν από έξι μήνες, η ΕΕ έχει ήδη άρει μέρος αυτών των κυρώσεων — ενώ άλλες αναμένεται να λήξουν την 1η Ιουνίου.

Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά το κόστος της ανοικοδόμησης της Συρίας να ξεπεράσει τα 250 δισεκατομμύρια δολάρια, καθιστώντας την άρση των κυρώσεων ζήτημα ζωτικής σημασίας για το νέο καθεστώς.

Ωστόσο, η μετα-Άσαντ Συρία είναι αντιμέτωπη με σοβαρές προκλήσεις: οι διαρκείς εδαφικές πιέσεις από το Ισραήλ και οι επαναλαμβανόμενοι ισραηλινοί βομβαρδισμοί σε θέσεις της παλιάς στρατιωτικής δομής, δημιουργούν κλίμα ανασφάλειας και στρατηγικής αβεβαιότητας.

Παράλληλα, εκατοντάδες Αμερικανοί στρατιώτες παραμένουν ανεπτυγμένοι στη βορειοανατολική Συρία, συνεργαζόμενοι με κουρδικές δυνάμεις ως μέρος της διεθνούς συμμαχίας κατά του Ισλαμικού Κράτους.

Πρόσφατες δηλώσεις Αμερικανών αξιωματούχων άφησαν να εννοηθεί πως η κυβέρνηση Τραμπ εξετάζει το ενδεχόμενο μερικής αποχώρησης αμερικανικών δυνάμεων από τη Συρία μέσα στους επόμενους μήνες. «Ακολουθούμε μια προσεκτική, σταδιακή διαδικασία προσαρμογής, που θα μειώσει τον αριθμό των Αμερικανών στρατιωτών στη Συρία σε κάτω από χίλιους τους επόμενους μήνες», ανέφερε σε ανακοίνωσή του στις 18 Απριλίου ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου Σον Παρνέλ.

Με πληροφορίες από το Reuters

Μερτς: Μήνυμα ενότητας της Ευρώπης στο πρώτο του ταξίδι ως καγκελάριος

Την πρώτη του ημέρα στο τιμόνι της Γερμανίας, ο νέος καγκελάριος Φρήντριχ Μερτς επέλεξε να κάνει σαφείς τις ευρωπαϊκές του προτεραιότητες πραγματοποιώντας ταξίδι-αστραπή στο Παρίσι, όπου συναντήθηκε με τον πρόεδρο της Γαλλίας, Εμμανουέλ Μακρόν.

Στο πρώτο τους τετ-α-τετ, λίγες μόλις ώρες μετά την ορκωμοσία του Μερτς, οι δύο ηγέτες επιδίωξαν να στείλουν μήνυμα σύμπνοιας απέναντι στις σύγχρονες προκλήσεις: τους δασμούς των ΗΠΑ, τις εξελίξεις στην Ουκρανία και τις ευρύτερες ανησυχίες για την ευρωπαϊκή ασφάλεια.

Κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου, Γαλλία και Γερμανία δεσμεύτηκαν να ενισχύσουν την ασφάλεια της Ευρώπης και να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες.

«Μόνο αν η Γερμανία και η Γαλλία σταθούν πιο κοντά από ποτέ θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε αυτές τις προκλήσεις», τόνισε ο Φρήντριχ Μερτς, προσθέτοντας πως από κοινού με τον Μακρόν δρομολογούν νέα δυναμική στη γαλλογερμανική συνεργασία για την Ευρώπη.

Ο νέος καγκελάριος προανήγγειλε περαιτέρω ενίσχυση του Συμβουλίου Άμυνας και Ασφάλειας Γαλλίας-Γερμανίας.

«Στόχος μας να συντονίσουμε καλύτερα τη στήριξή μας προς την Ουκρανία, να ευθυγραμμίσουμε ακόμη περισσότερο τον αμυντικό σχεδιασμό και τις εξοπλιστικές μας αγορές και να αναζητήσουμε νέες λύσεις στις στρατηγικές προκλήσεις της ασφάλειας», επεσήμανε.

Παρά τις φιλόδοξες εξαγγελίες, ο Μερτς αναγνώρισε ότι η Ευρώπη παραμένει εξαρτημένη από τις ΗΠΑ για τη διασφάλιση της ειρήνης στην Ουκρανία.

«Είναι ακλόνητη πεποίθησή μας ότι χωρίς περαιτέρω πολιτική και στρατιωτική υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν μπορεί να λήξει. Η Ευρώπη, αυτή τη στιγμή, δεν μπορεί να τις αντικαταστήσει σε αυτόν τον ρόλο», παραδέχτηκε.

Σε ερώτηση για την πρόταση 30ήμερης κατάπαυσης πυρός στην Ουκρανία, η Γερμανία και η Γαλλία ξεκαθάρισαν ότι βρίσκονται σε στενή συνεννόηση, με στόχο την επίτευξη όχι μόνο μίας προσωρινής, αλλά ει δυνατόν μίας σταθερότερης παύσης των εχθροπραξιών.

«Η κρίσιμη ερώτηση είναι: είναι έτοιμη η Ρωσία για μια 30ήμερη εκεχειρία, ώστε να προετοιμαστεί το έδαφος για σταθερή ειρήνη;», διερωτήθηκε ο Μακρόν. «Ο πρόεδρος Πούτιν θα τηρήσει τις υποσχέσεις του, ιδίως όσες έχει δώσει στις συνομιλίες με τις ΗΠΑ; Η Γαλλία και η Γερμανία θα συνοδεύσουν αυτήν την προσπάθεια και παραμένουν σε στενή επαφή».

Από την πλευρά του, ο Μερτζ εξέφρασε την ελπίδα να υπάρξει σύντομα μόνιμη εκεχειρία στην Ουκρανία, απέφυγε όμως να δεσμευτεί για συγκεκριμένες εγγυήσεις ασφάλειας προς το Κίεβο.

Εκτός από τα ζητήματα ασφάλειας, οι ηγέτες ένωσαν τις φωνές τους και για την ανάγκη εισόδου ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα, με τον Μερτς να μιλά για «υποχρέωση» του Ισραήλ να επιδείξει «μεγαλύτερη υπευθυνότητα». Ο Μακρόν συμφώνησε, επισημαίνοντας ότι δεν μπορεί η ΕΕ να υπερασπίζεται την κυριαρχία της Ουκρανίας αγνοώντας το δράμα των Παλαιστινίων.

«Δεν μπορούμε να έχουμε δύο μέτρα και δύο σταθμά», ξεκαθάρισε ο Γάλλος πρόεδρος. «Να πολεμάμε τη Χαμάς, ναι. Αλλά να αγνοούμε τους κανόνες του ανθρωπιστικού δικαίου και να διατηρούμε την κατάσταση στη Γάζα, όχι. Η αναγκαστική μετακίνηση πληθυσμών είναι εξίσου απαράδεκτη.»

Οι συνομιλίες περιέλαβαν και τις εξελίξεις στη Νότια Ασία, με Μερτζ και Μακρόν να εκφράζουν ζωηρή ανησυχία για την ανάφλεξη μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν.

«Περισσότερο από ποτέ χρειάζεται ψυχραιμία, σύνεση και λογική», υπογράμμισε ο Μερτζ. «Καμία χώρα της περιοχής δεν έχει συμφέρον για περαιτέρω κλιμάκωση.»

Ο πρόεδρος της Γαλλίας χαρακτήρισε τη συνάντηση ως «νέα σελίδα» στη γαλλογερμανική συνεργασία, τονίζοντας πως τώρα το Παρίσι προσβλέπει στη στήριξη του Βερολίνου για περαιτέρω αύξηση των αμυντικών δαπανών της ΕΕ, αφ’ ενός λόγω της ρωσικής απειλής και αφ’ ετέρου εξαιτίας της πιθανότητας να υπαναχωρήσουν οι ΗΠΑ από τη μεταπολεμική τους δέσμευση στην ασφάλεια της ηπείρου.

Ο Μακρόν συμπλήρωσε ότι Γαλλία και Γερμανία προτίθενται να διαπραγματευτούν «ενωμένη ευρωπαϊκή απάντηση» στις αμερικανικές εμπορικές κυρώσεις, επιζητώντας δίκαιη λύση που θα προστατεύει τα συμφέροντα της Ένωσης.

Στο πλαίσιο της γερμανικής διπλωματικής παράδοσης, ο Μερτς θα συνεχίσει το πρώτο του ταξίδι μεταβαίνοντας σήμερα και στην Πολωνία, όπου θα έχει συνάντηση με τον Πολωνό πρωθυπουργό, Ντόναλντ Τουσκ, επιβεβαιώνοντας τη σημασία της ευρωπαϊκής ενότητας έναντι των παγκόσμιων προκλήσεων.

Βαρύ πρόστιμο $168 εκατ. στην NSO Group για κατασκοπευτικό λογισμικό στο WhatsApp

Σε μια υπόθεση-ορόσημο για την προστασία της ιδιωτικότητας, σώμα ενόρκων στην Καλιφόρνια επιδίκασε στις 6 Μαΐου στη Meta αποζημίωση σχεδόν 168 εκατ. δολαρίων εις βάρος της ισραηλινής εταιρείας κατασκοπευτικού λογισμικού NSO Group.

Η υπόθεση ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2019, όταν WhatsApp και Facebook, θυγατρικές της Meta, προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη εναντίον της NSO Group. Στη μήνυση ισχυρίστηκαν ότι, το διάστημα Απριλίου-Μαΐου 2019, η NSO εκμεταλλεύτηκε την πλατφόρμα του WhatsApp για να υποκλέψει δεδομένα από περίπου 1.400 κινητές συσκευές, παρακολουθώντας ανυποψίαστους χρήστες.

Τον Δεκέμβριο του 2024, το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο Βόρειας Καλιφόρνιας καταδίκασε την NSO για παραβίαση του αμερικανικού νόμου περί ηλεκτρονικής απάτης και κακόβουλης χρήσης συστημάτων, για παράβαση σχετικής πολιτειακής νομοθεσίας της Καλιφόρνια και για παράβαση συμβολαίου.

Το σώμα των ενόρκων αποφάσισε στις 6 Μαΐου την επιβολή χρηματικής αποζημίωσης στη Meta ύψους 444.719 δολαρίων και την καταβολή προστίμου ύψους 167,3 εκατ. δολαρίων, δηλώνοντας πως η Meta απέδειξε «πέραν πάσης αμφιβολίας ότι η NSO ενήργησε με δόλο, καταπίεση ή απάτη» παραβιάζοντας τη νομοθεσία της Καλιφόρνιας περί πρόσβασης σε ηλεκτρονικά δεδομένα.

Η αγωγή του WhatsApp επικεντρωνόταν στο διαβόητο Pegasus, το κατασκοπευτικό λογισμικό της NSO που μπορεί να εγκατασταθεί εξ αποστάσεως σε Android, iOS και BlackBerry, παρέχοντας πλήρη έλεγχο – από μηνύματα μέχρι τοποθεσία – σε οποιονδήποτε το χειρίζεται.

Η WhatsApp ισχυρίστηκε ότι το Pegasus φυτεύτηκε σκόπιμα σε συσκευές χρηστών, με τα συλλεγόμενα δεδομένα να διοχετεύονται όχι μόνο στην NSO, αλλά και στους πελάτες της.

Από την πλευρά της, με προσφυγή τον Απρίλιο του 2020, η NSO αρνήθηκε τις κατηγορίες, ισχυριζόμενη ότι η δίωξη συγχέει τις πράξεις της εταιρείας με εκείνες πελατών της, όπως κρατικών υπηρεσιών. Η NSO δήλωσε ότι το Pegasus πωλείται αποκλειστικά σε κυβερνήσεις, προσφέροντας μόνο τεχνική υποστήριξη. Υποστήριξε δε πως η ίδια δεν εγκαθιστά ποτέ το λογισμικό σε συσκευές και ότι απαγορεύει συμβατικά τη χρήση του λογισμικού της σε μη εμπλεκόμενα σε εγκληματικές ενέργειες άτομα.

Η Meta χαιρέτισε με ικανοποίηση την ετυμηγορία, σημειώνοντας σε ανακοίνωσή της πως «η σημερινή δικαστική απόφαση σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα για την ιδιωτικότητα και την ασφάλεια, καθώς αποτελεί την πρώτη νίκη κατά της ανάπτυξης και χρήσης παράνομου λογισμικού κατασκοπείας που απειλεί την ασφάλεια και τα δικαιώματα όλων».

Απαντώντας στην απόφαση, ο Γκιλ Λάινερ, αντιπρόεδρος επικοινωνίας της NSO, δήλωσε στην Epoch Times: «Η τεχνολογία μας διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην αποτροπή σοβαρών εγκλημάτων και τρομοκρατικών επιθέσεων, προστατεύοντας και ζωές Αμερικανών. Αυτή η διάσταση δυστυχώς δεν εξετάστηκε από τους ένορκους.»

Το Access Now, διεθνής οργάνωση προάσπισης ψηφιακών δικαιωμάτων, επίσης χαιρέτισε την απόφαση, υπενθυμίζοντας ότι εδώ και έξι χρόνια πιέζει για τέτοιου είδους λογοδοσία. Όπως ανέφερε ο Μάικλ Ντε Ντόρα, υπεύθυνος πολιτικής στις ΗΠΑ για το Access Now, «η απόφαση στέλνει ηχηρό μήνυμα προς τις εταιρείες λογισμικού κατασκοπείας ότι το να στοχοποιούν ανθρώπους δια μέσου αμερικανικών πλατφορμών θα έχει πλέον βαρύ κόστος».

Υπενθυμίζεται ότι το Νοέμβριο του 2021, το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου ενέταξε την NSO Group και τρεις ακόμη εταιρείες στη λίστα οντοτήτων που θεωρούνται απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ, καταδεικνύοντας την αυξανόμενη ανησυχία γύρω από τις δραστηριότητές τους.

Βανς: Κάλεσμα για ευρωπαϊκή αυτάρκεια και επανεκκίνηση της βιομηχανίας

Με σαφές μήνυμα υπέρ μιας ανανεωμένης προσέγγισης στις σχέσεις ΗΠΑ–Ευρώπης, ο αντιπρόεδρος Τζ. Ντ. Βανς απευθύνθηκε στους παγκόσμιους ηγέτες κατά τη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου που πραγματοποιήθηκε φέτος στην Ουάσιγκτον, στις 7 Μαΐου.

«Θεμελιωδώς, βρισκόμαστε και πρέπει να βρισκόμαστε στην ίδια πολιτισμική πλευρά», δήλωσε ο Βανς, αφήνοντας να εννοηθεί πως το ερώτημα παραμένει ανοιχτό σχετικά με το τι σημαίνει αυτή η σύμπλευση στην εποχή μας.

Η συνάντηση συγκέντρωσε διπλωμάτες, διεθνείς ηγέτες και ειδικούς στην ασφάλεια, με στόχο τη συζήτηση γύρω από τις αμυντικές ανάγκες και τη βιομηχανική δυναμική της Ευρώπης.

Ο Βανς υπογράμμισε ότι πλέον είναι ζωτικής σημασίας η Ευρώπη να αποκτήσει μεγαλύτερο βαθμό αυτάρκειας, στοιχείο που συνάδει με τη γενικότερη εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ, η οποία δίνει προτεραιότητα στα αμερικανικά συμφέροντα και καλεί τους συμμάχους να αναλάβουν πιο ενεργό ρόλο στη συλλογική ασφάλεια.

Συγκεκριμένα, πρότεινε στις ευρωπαϊκές χώρες να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες, προτείνοντας ως στόχο το 5% του ΑΕΠ, επικρίνοντας τη σιγουριά ορισμένων εταίρων όσον αφορά το υφιστάμενο πλαίσιο ασφάλειας.

Οι τοποθετήσεις του ευθυγραμμίζονται με την πρόσφατη πίεση των ΗΠΑ προς τα μέλη του ΝΑΤΟ για υπέρβαση του ορίου 2% του ΑΕΠ στις αμυντικές δαπάνες, ενώ και ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, πρότεινε στόχους άνω του 3% για τα ευρωπαϊκά μέλη της συμμαχίας.

Ο αντιπρόεδρος επανέλαβε πως μια ειλικρινής εταιρική σχέση είναι προς όφελος και των δύο πλευρών.

«Εξακολουθώ να πιστεύω έντονα ότι ΗΠΑ και Ευρώπη βρίσκονται στην ίδια ομάδα», ανέφερε. «Αμερικανική και ευρωπαϊκή κουλτούρα είναι άρρηκτα συνδεδεμένες και αυτό θα συνεχίσει να ισχύει».

Ο Βανς εστίασε ιδιαίτερα στην ανάγκη η Ευρώπη να ανακτήσει τη βιομηχανική της ισχύ, τονίζοντας ότι πολλές χώρες του ευρωπαϊκού χώρου «αποβιομηχανοποιούνται ακριβώς τη στιγμή που η ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας γίνεται πιο αναγκαία από ποτέ».

Εξέφρασε ανησυχία για τη δυσκολία εξασφάλισης επαρκών πυρομαχικών και εξοπλισμού εν μέσω παγκόσμιων κρίσεων, επισημαίνοντας ότι η εξάρτηση της Ευρώπης από τις βιομηχανικές δυνατότητες των ΗΠΑ είναι μια πρακτική που δεν μπορεί να συνεχιστεί στο διηνεκές.

Οι δηλώσεις του Βανς ήρθαν σε μια περίοδο αυξημένης γεωπολιτικής έντασης, καθώς οι ειρηνευτικές συνομιλίες Ρωσίας–Ουκρανίας βρίσκονται σε εξέλιξη.

Ο ίδιος τόνισε τη δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών για τον τερματισμό της σύγκρουσης. «Πιστεύω ότι ήταν μια ορθή επιλογή η έναρξη των διαπραγματεύσεων», είπε, σχολιάζοντας τη μακρόχρονη διάρκεια του πολέμου και την απουσία ουσιαστικού διαλόγου για την παύση των εχθροπραξιών.

Ο αντιπρόεδρος υπενθύμισε πως η επιτυχής διαπραγμάτευση απαιτεί να ληφθούν υπόψη όλες οι οπτικές. «Δεν χρειάζεται να συμφωνούμε με τη ρωσική δικαιολόγηση του πολέμου, αλλά είναι απαραίτητο να κατανοούμε τις θέσεις και των δύο πλευρών ώστε να βρεθεί λύση», εξήγησε.

«Ένα σημείο τριβής που μας προβληματίζει, ειλικρινά, και από τις δύο πλευρές, είναι ότι η μεταξύ τους αντιπαλότητα είναι τέτοια που στη διάρκεια μιας ώρας συνομιλίας, τα πρώτα τριάντα λεπτά τα περνούν εξαντλώντας παράπονα περί ιστορικών συμφωνιών», συμπλήρωσε.

Ο Βανς χαρακτήρισε συνεχιζόμενη τη διένεξη εις βάρος ολόκληρου του κόσμου, ενώ τόνισε πως ο πρόεδρος Τραμπ επικεντρώνεται στη διάσωση ανθρώπινων ζωών.

«Εάν επικρατήσει η λογική, μπορούμε να οδηγηθούμε σε μια διαρκή ειρήνη που θα ωφελήσει οικονομικά τόσο την Ουκρανία όσο και τη Ρωσία, και, κυρίως, θα θέσει τέλος στην απώλεια ανθρώπινων ζωών», υπογράμμισε.

Σε αντίθεση με την ομιλία του τον περασμένο Φεβρουάριο στο Μόναχο, όπου ο Βανς επέκρινε τις ευρωπαϊκές δημοκρατίες για περιορισμούς στην ελευθερία του λόγου και τη στάση τους στο μεταναστευτικό, στη χθεσινή του παρέμβαση επικράτησε ο ρεαλισμός γύρω από την οικονομική και αμυντική αυτάρκεια, με πρακτικό πνεύμα για τη διευθέτηση εμπορικών και τελωνειακών διαφορών.

Οι αντιδράσεις στα όσα είπε ο Βανς ήταν μικτές: κάποιοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, όπως ο ΥΠΕΞ της Λιθουανίας Γκαμπριέλιους Λανσμπέργκις, χαιρέτισαν τη στροφή προς μεγαλύτερη ευρωπαϊκή αυτονομία, ενώ άλλοι εξέφρασαν ανησυχίες για πιθανή αποστασιοποίηση των ΗΠΑ από τον ρόλο τους ως ηγετικής δύναμης και οικονομικού στυλοβάτη του ΝΑΤΟ.

Ο Βανς παρέπεμψε σε μια κομβική καμπή στη διατλαντική σχέση. «Πιστεύω ότι διανύουμε μια περίοδο κατά την οποία καλούμαστε να επαναδιατυπώσουμε καίρια ερωτήματα», σχολίασε.

Με φόντο τις επερχόμενες διαπραγματεύσεις με την Κίνα, ο Βανς τόνισε ότι το Πεκίνο οφείλει να ενισχύσει την κατανάλωσή του, ώστε να περισταλεί το τεράστιο έλλειμμα στο εμπόριο με τις ΗΠΑ.

«Δεν είναι δυνατό οι Ηνωμένες Πολιτείες να απορροφούν το πλεόνασμα παραγωγής ολόκληρου του κόσμου», δήλωσε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας πως η αμερικανική οικονομία βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι.

Παράλληλα εξέφρασε αισιοδοξία για την έκβαση των συνομιλιών με την Κίνα, παρόλο που αναγνώρισε πως η διαδικασία θα απαιτήσει χρόνο.

«Στόχος μας είναι να επαναφέρουμε τις εμπορικές σχέσεις σε ισορροπία, προς όφελος των Αμερικανών εργαζομένων και της βιομηχανίας», τόνισε, προσθέτοντας πως «βρισκόμαστε στην αρχή μιας ιδιαίτερα σημαντικής αλλαγής».