Τετάρτη, 10 Δεκ, 2025

Το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ έχει ακυρώσει 85.000 βίζες από τον Ιανουάριο

Στις 9 Δεκεμβρίου, αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ αποκάλυψε πως η κυβέρνηση Τραμπ έχει ανακαλέσει 85.000 βίζες όλων των κατηγοριών από την ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ τον Ιανουάριο. Όπως δήλωσε στην Epoch Times, το νούμερο αυτό υπερδιπλασιάζει τα αντίστοιχα στατιστικά του 2024 και περιλαμβάνει 8.000 φοιτητικές θεωρήσεις.

Σύμφωνα με τον ίδιο αξιωματούχο, οι βασικοί λόγοι για την ανάκληση των θεωρήσεων ήταν:  

– Οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ (DUI)  

– Επιθέσεις  

– Κλοπές

«Πρόκειται για άτομα που συνιστούν άμεση απειλή για την ασφάλεια της κοινωνίας μας και δεν θέλουμε να βρίσκονται στη χώρα μας», τόνισε ο αξιωματούχος.

Για το υπόλοιπο μισό των ανακλήσεων δεν δόθηκαν συγκεκριμένες αιτιολογίες, ωστόσο το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχε ήδη ανακοινώσει ότι 80.000 θεωρήσεις ακυρώθηκαν μέσα στη χρονιά λόγω υποτιθέμενης υποστήριξης τρομοκρατίας, εμπλοκής σε τρομοκρατικές ενέργειες, υπέρβασης του επιτρεπόμενου χρόνου παραμονής, αλλά και λόγω παραβιάσεων όπως DUI, επιθέσεις, κλοπές και γενικότεροι κίνδυνοι για τη δημόσια ασφάλεια.

Οι ενέργειες του Στέιτ Ντιπάρτμεντ έχουν προκαλέσει επικρίσεις από τους Δημοκρατικούς και άλλους φορείς που εκφράζουν ανησυχίες για ενδεχόμενη παραβίαση της Πρώτης Τροπολογίας, ειδικά μετά την ανακοίνωση του Υπουργείου, νωρίτερα τον Δεκέμβριο, για την επιβολή ελέγχων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κατά τη διαδικασία αξιολόγησης αιτήσεων θεωρήσεων. Το Υπουργείο υπενθύμισε στους αιτούντες «να διατηρούν τα προφίλ τους δημόσια κατά τη διάρκεια της διαδικασίας».

Σε ανακοίνωση στις 3 Δεκεμβρίου, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ σημείωνε: «Διενεργούμε διεξοδικό έλεγχο όλων των αιτούντων θεώρηση, συμπεριλαμβανομένης της επισκόπησης της διαδικτυακής τους παρουσίας για όλους τους φοιτητές και συμμετέχοντες σε προγράμματα ανταλλαγής (F, M και J κατηγορίες μη-μεταναστών)».

Ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, στις 15 Σεπτεμβρίου, δήλωσε πως το Στέιτ Ντιπάρτμεντ θα αρχίσει να ανακαλεί θεωρήσεις σε αλλοδαπούς που φέρονται να πανηγύρισαν δημόσια για τη δολοφονία του συντηρητικού σχολιαστή Τσάρλι Κερκ.

Ο ίδιος έγραψε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: «Αν βρίσκεσαι εδώ με βίζα και πανηγυρίζεις δημόσια για τη δολοφονία ενός πολιτικού προσώπου, ετοιμάσου για απέλαση. Δεν είσαι ευπρόσδεκτος σε αυτή τη χώρα». Ένα μήνα αργότερα, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επιβεβαίωσε ότι ακύρωσε τις θεωρήσεις έξι αλλοδαπών που κατηγορούνταν ότι πανηγύρισαν δημόσια τη δολοφονία του Κερκ.

Σημαντική απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου το 1945 (Bridges κατά Wixon) είχε διακηρύξει ότι και οι μόνιμοι κάτοικοι χωρίς αμερικανική υπηκοότητα προστατεύονται από την Πρώτη Τροπολογία, ακόμη και όταν απειλούνται με απέλαση από τις ομοσπονδιακές αρχές.

Πρόσφατα, ο Ρούμπιο ανακοίνωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα περιορίσουν την έκδοση θεωρήσεων σε Νιγηριανούς που κατηγορούνται για πράξεις βίας κατά των χριστιανών στη Νιγηρία και αλλού.

Οι ναυτικές δυνάμεις ΗΠΑ και Ισραήλ ξεκινούν κοινή άσκηση μιας εβδομάδας

Ξεκίνησε στις 7 Δεκεμβρίου η κοινή ναυτική άσκηση μεταξύ του Πολεμικού Ναυτικού του Ισραήλ και του Πέμπτου Στόλου των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως ανακοίνωσε ο ισραηλινός στρατός. Η άσκηση, με την ονομασία Intrinsic Defender, έχει στόχο την ενίσχυση της στρατηγικής και επιχειρησιακής συνεργασίας ανάμεσα στις δύο ναυτικές δυνάμεις, καθώς και την εξάσκηση σε αντιμετώπιση περιφερειακών απειλών, όπως ανέφεραν οι Ισραηλινές Ένοπλες Δυνάμεις (IDF) σε ανάρτησή τους στην πλατφόρμα Χ στις 8 Δεκεμβρίου.

Σύμφωνα με τις IDF, η άσκηση, στην οποία συμμετέχουν δεκάδες στρατιωτικοί από αμφότερες τις χώρες, θα διαρκέσει όλη την εβδομάδα.

Η διμερής εκπαίδευση ξεκίνησε μόλις δύο ημέρες μετά την εκτόξευση βαλλιστικών και πυραύλων cruise σε εικονικούς στόχους στον Κόλπο του Ομάν από το ναυτικό των Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης του Ιράν, κατά τη διάρκεια διήμερης άσκησης που, σύμφωνα με τα ιρανικά κρατικά μέσα στις 5 Δεκεμβρίου, είχε στόχο την αντιμετώπιση «ξένων απειλών». Η εν λόγω άσκηση στην οποία μετείχαν επανδρωμένα και μη επανδρωμένα θαλάσσια μέσα, ξεκίνησε στις 4 Δεκεμβρίου στα Στενά του Ορμούζ και στον Κόλπο του Ομάν.

Η συγκυρία των ασκήσεων αντικατοπτρίζει το αυξημένο κλίμα έντασης μεταξύ Ιράν αφενός και Ισραήλ και Ηνωμένων Πολιτειών αφετέρου. Οι σχέσεις παραμένουν τεταμένες μετά τις συγκρούσεις του Ιουνίου, όπου ισραηλινές και αμερικανικές δυνάμεις έπληξαν τρεις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις. Η αντίδραση του Ιράν ήρθε με πυραυλικές επιθέσεις κατά του Ισραήλ, προκαλώντας ανησυχία στη Δύση ως προς την πιθανότητα ευρύτερης ανάφλεξης στην περιοχή.

Ενίσχυση της ναυτικής συνεργασίας

Αμερικανικά στελέχη περιγράφουν την Intrinsic Defender ως ακρογωνιαίο λίθο για τη διαρκή ναυτική συνεργασία με το Ισραήλ. Η άσκηση παραδοσιακά εστιάζει σε θέματα θαλάσσιας ασφάλειας, εξουδετέρωσης εκρηκτικών, αλλά και στη χρήση μη επανδρωμένων συστημάτων.

Τα τελευταία χρόνια, Αμερικανοί αξιωματούχοι επισημαίνουν τη σημαντική εμπειρία του Ισραήλ σε επιχειρησιακό επίπεδο και την προοδευτική ενσωμάτωσή του στα περιφερειακά δίκτυα ασφαλείας, με ορόσημο τη μεταφορά του το 2021 στην Περιοχή Ευθύνης της Κεντρικής Διοίκησης των ΗΠΑ (CENTCOM).

Κατά την τελετή έναρξης που πραγματοποιήθηκε στη Χάιφα στις 30 Ιουλίου 2023, ο τότε επικεφαλής των Ναυτικών Δυνάμεων της Κεντρικής Διοίκησης των ΗΠΑ, αντιναύαρχος Μπραντ Κούπερ, επεσήμανε: «Το Ισραήλ αποτελεί έναν από τους ικανότερους ναυτικούς μας εταίρους και οι ασκήσεις αυτές αναδεικνύουν τη διαχρονική στρατιωτική συνεργασία των τελευταίων ετών». Πρόσθεσε δε ότι «η κοινή εκπαίδευση και επιχειρησιακή δράση συμβάλλουν καθοριστικά στην ασφάλεια και σταθερότητα των θαλασσίων οδών της περιοχής».

Στη φετινή άσκηση, περισσότεροι από 50 Αμερικανοί στρατιωτικοί συμμετείχαν μαζί με Ισραηλινούς συναδέλφους τους σε αντικείμενα όπως αντιμετώπιση ναρκών, υποθαλάσσιες κατασκευές, διαχείριση παγκόσμιας υγείας και διαδικασίες νηοψίας.

Το εύρος της συνεργασίας

Το μέγεθος της άσκησης διαφέρει κάθε χρόνο. Τον Μάρτιο του 2022, η Intrinsic Defender συγκέντρωσε πάνω από 300 Αμερικανούς στρατιωτικούς και ευρύ σύνολο μέσων, συμπεριλαμβανομένης μονάδας εξουδετέρωσης εκρηκτικών του Ναυτικού ΗΠΑ, ομάδας επιχειρησιακής δράσης της Ακτοφυλακής και του αντιτορπιλικού USS Cole.

Το Cole επιχειρούσε ήδη στην περιοχή του Πέμπτου Στόλου από τις 4 Ιανουαρίου εκείνου του έτους, ως μέρος ευρύτερων επιχειρήσεων θαλάσσιας ασφάλειας σε έκταση 6,5 εκατ. τετρ. χιλιομέτρων που περιλαμβάνει τον Περσικό Κόλπο, τον Κόλπο του Ομάν, την Ερυθρά Θάλασσα και περιοχές του Ινδικού Ωκεανού. Η ζώνη καλύπτει παράλληλα τρία καίρια περάσματα: τα Στενά του Ορμούζ, τη Διώρυγα του Σουέζ και το Μπάμπ αλ-Μαντέμπ.

Με την ένταξη του Ισραήλ στη CENTCOM, τα δύο ναυτικά ενίσχυσαν τις κοινές περιπολίες στον Κόλπο της Άκαμπα, την Ερυθρά Θάλασσα και τον Κόλπο του Άντεν, ολοκληρώνοντας συνολικά 18 διμερείς ή πολυμερείς ασκήσεις στη διετία έως τα μέσα του 2023.

Για μαζικές απαγωγές παιδιών κατηγορείται η Ρωσία — Να χαρακτηριστεί «κράτος-τρομοκράτης» ζητούν Αμερικανοί νομοθέτες

Μια δικομματική προσπάθεια στο Κογκρέσο για να χαρακτηριστεί η Ρωσία «κράτος-χορηγός της τρομοκρατίας» έλαβε νέα ώθηση κατά τη διάρκεια ακρόασης στη Γερουσία, στις 3 Δεκεμβρίου, με αντικείμενο καταγγελίες ότι η Μόσχα απαγάγει και «υποβάλλει σε πλύση εγκεφάλου» δεκάδες χιλιάδες παιδιά στην Ουκρανία.

Οι γερουσιαστές Λίντσεϋ Γκράχαμ (R-S.C.) και Ρίτσαρντ Μπλούμενταλ (D-Conn.) είχαν παρουσιάσει για πρώτη φορά νομοθετική πρόταση το 2022, με στόχο να χαρακτηριστεί η ρωσική κυβέρνηση «κράτος-χορηγός της τρομοκρατίας», λίγους μήνες μετά την εισβολή στην Ουκρανία, την ημέρα που ρωσικές δυνάμεις εκτόξευσαν πύραυλο προς τη δεξαμενή Καρατσουνίβσκε, με αποτέλεσμα να σπάσει και να προκληθεί πλημμύρα στο Κρίβι Ριχ, πατρίδα του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι, .

Τον Ιούνιο του 2024, ο Γκράχαμ και ο Μπλούμενταλ επανέφεραν το νομοσχέδιο, κατηγορώντας τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν για «βαρβαρότητες στην Ουκρανία» και για «αποσταθεροποιητική συμπεριφορά σε ολόκληρη την Αφρική και τον κόσμο γενικότερα».

Με τις ΗΠΑ να βρίσκονται σε διαπραγματεύσεις με τη Μόσχα και το Κίεβο, για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, η προσπάθεια να περάσει η σχετική νομοθεσία ενισχύθηκε κατά την ακρόαση στη Γερουσία, την Τετάρτη, όπου νομοθέτες και μάρτυρες υποστήριξαν ότι ο Πούτιν διέταξε την απαγωγή και την υποβολή σε «πλύση εγκεφάλου» δεκάδων χιλιάδων παιδιών στην Ουκρανία.

Ο Γκράχαμ ανέφερε ότι άνθρωποι στην Ουκρανία και οργανώσεις υποστηρίζουν πως η Ρωσία του Πούτιν έχει απομακρύνει περισσότερα από 19.000 ουκρανόπουλα από τις οικογένειές τους, με στόχο τον εκρωσισμό τους. Σημείωσε δε ότι δεν μπορεί να υπάρξει τερματισμός της σύγκρουσης αν δεν δοθεί λογαριασμός για κάθε παιδί που, κατά τις καταγγελίες, πήρε η Ρωσία από την Ουκρανία, κάτι που η ίδια αρνείται.

Ο Γκράχαμ είπε ότι είχε προσκαλέσει τον Ρώσο πρεσβευτή στην ακρόαση της Τετάρτης «ώστε να καταγραφεί επίσημα αν ο ισχυρισμός αυτός είναι ή δεν είναι βάσιμος», αλλά εκείνος δεν εμφανίστηκε.

Ο Μπλούμενταλ είπε πως εξέτασε μία έκθεση, στην οποία αναφέρονται περιστατικά απαγωγής παιδιών από Ρώσους στρατιώτες, οι οποίοι τα μετέφεραν σε ορφανοτροφεία ή νοσοκομεία. Ο Ναθάνιελ Ρέιμοντ (Nathaniel Raymond), ερευνητής εγκλημάτων πολέμου και εκτελεστικός διευθυντής του Humanitarian Research Lab στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Γέιλ, δήλωσε ότι η έρευνά του, διάρκειας τρεισήμισι ετών, σε συνεργασία με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο «πραγματικός αριθμός» των ουκρανόπουλων που φέρονται να απήχθησαν από τη Ρωσία είναι «πιο κοντά στις 35.000».

Ο Ρέιμοντ ανέφερε ότι η έρευνα του εργαστηρίου ολοκληρώθηκε, αφού το Στέιτ Ντιπάρτμεντ «τερμάτισε επίσημα» τη σχετική χρηματοδότηση τον Ιούνιο.

Ο Ναθάνιελ Ρέιμοντ, εκτελεστικός διευθυντής του Humanitarian Research Lab στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Γέιλ, καταθέτει κατά τη διάρκεια ακρόασης στο Καπιτώλιο. Ουάσιγκτον, 3 Δεκεμβρίου 2025. (Madalina Kilroy/The Epoch Times)

 

Ο Γκράχαμ, κορυφαίο στέλεχος των Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία, είπε ότι το Κογκρέσο θα πρέπει να εξετάσει τους όρους οποιασδήποτε συμφωνίας διαπραγματεύεται η κυβέρνηση Τραμπ με τη Μόσχα, ώστε η νομοθετική εξουσία να έχει λόγο για το αν η συμφωνία είναι καλή ή κακή και αν προσφέρει εγγυήσεις ασφαλείας στην Ουκρανία, «οι οποίες πρέπει να υπάρχουν».

Συνέχισε λέγοντας ότι οι γερουσιαστές θα εξετάσουν αυτές τις εγγυήσεις και θα δουν αν μπορούν να βρουν δικομματική στήριξη ώστε να διατηρηθούν και μετά την κυβέρνηση Τραμπ. Παράλληλα, σημείωσε ότι το νομοσχέδιο που συνυπέγραψε με τον Μπλούμενταλ χαρακτηρίζει τη Ρωσία ως «τρομοκρατικό κράτος», επειδή, κατά τον ίδιο, «ενεργεί σαν τρομοκράτης», επικαλούμενος τις καταγγελίες για απαγωγές παιδιών και άλλες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η επιστροφή των παιδιών είναι «κόκκινη γραμμή» για την Ουκρανία

Η Όλγα Στεφανίσινα, πρέσβης της Ουκρανίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, δήλωσε ότι για την ουκρανική κυβέρνηση είναι αδιαπραγμάτευτος όρος να υπάρξει άνευ όρων επιστροφή όλων των παιδιών που έχουν απαχθεί· διαφορετικά, το Κίεβο δεν θα προχωρήσει σε συμφωνία με τη Μόσχα.

Η Όλγα Στεφανίσινα, πρέσβης της Ουκρανίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, καταθέτει κατά τη διάρκεια ακρόασης στο Καπιτώλιο. Ουάσιγκτον, 3 Δεκεμβρίου 2025. (Madalina Kilroy/The Epoch Times)

 

Τον περασμένο μήνα, η κυβέρνηση Τραμπ κατήρτισε ένα σχέδιο για τον τερματισμό του πολέμου, η οποία περιελαμβάνει συμφωνία μη επίθεσης, βάσει της οποίας η Ρωσία θα πρέπει να σταματήσει να εισβάλλει σε γειτονικές χώρες, τον τερματισμό της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ και την παραχώρηση της Κριμαίας, του Λουχάνσκ και του Ντονέτσκ στη Ρωσία. Επιπλέον, η Χερσώνα και η Ζαπορίζια θα «πάγωναν» κατά μήκος της γραμμής επαφής, οδηγώντας σε de facto αναγνώριση.

Το αρχικό σχέδιο, ιδίως τα τμήματα που καλούν την Ουκρανία να παραχωρήσει εδάφη, έχει επικριθεί από ορισμένους Αμερικανούς νομοθέτες αλλά και παγκόσμιους ηγέτες ότι εξυπηρετεί μάλλον τα συμφέροντα της Μόσχας παρά του Κιέβου. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ έχει δηλώσει ότι το σχέδιο παραμένει υπό διαπραγμάτευση.

Ο ειδικός απεσταλμένος Στηβ Γουίτκοφ συναντήθηκε με τον Πούτιν στη Μόσχα στις 2 Δεκεμβρίου, για συνομιλίες, με εποικοδομητικά αποτελέσματα, σύμφωνα με τον Γιούρι Ουσακόφ, κορυφαίο σύμβουλο του Πούτιν σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Το Κρεμλίνο ανέφερε ότι ο Πούτιν αποδέχθηκε ορισμένες από τις προτάσεις των Ηνωμένων Πολιτειών για τον τερματισμό του πολέμου, αλλά ότι άλλες «κρίθηκαν απαράδεκτες».

Ευρωπαίοι ηγέτες εξέφρασαν τη στήριξή τους προς τον Ζελένσκι τη Δευτέρα, εν όψει της συνάντησης του Γουίτκοφ με τον Πούτιν, με τον Γάλλο πρόεδρο Εμμανουέλ Μακρόν να παραχωρεί συνέντευξη Τύπου με τον Ουκρανό πρόεδρο στο Παρίσι, όπου οι δύο συμμετείχαν σε τηλεδιάσκεψη με περίπου δώδεκα ακόμη Ευρωπαίους ηγέτες.

Ο Μακρόν είπε στους δημοσιογράφους ότι μόνο η Ουκρανία μπορεί να αποφασίσει για τα εδάφη της και για τις ειρηνευτικές συμφωνίες με τη Ρωσία.

Με τη συμβολή του Guy Birchall

Ο Τραμπ υπογράφει νέο νόμο για την Ταϊβάν

Τη 2α Δεκεμβρίου, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε νέα διακομματική νομοθεσία για την Ταϊβάν, προκαλώντας άμεση διαμαρτυρία από το κινεζικό κομμουνιστικό καθεστώς, το οποίο θεωρεί την Ταϊβάν τμήμα της επικράτειάς του.

Ο Τραμπ υπέγραψε τον νόμο Taiwan Assurance Implementation Act, ο οποίος υποχρεώνει το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών να επανεξετάζει και να επικαιροποιεί τις κατευθυντήριες γραμμές για τις σχέσεις των ΗΠΑ με την Ταϊβάν τουλάχιστον μία φορά κάθε πέντε χρόνια. Στόχος της πρωτοβουλίας είναι η εμβάθυνση των αμερικανοταϊβανέζικων σχέσεων, παρά την απουσία επίσημων διπλωματικών σχέσεων.

Στις 3 Δεκεμβρίου, ο πρόεδρος της Ταϊβάν, Λάι Τσινγκ-τε, εξέφρασε την εκτίμησή του για την απόφαση του Τραμπ στην πλατφόρμα X, σημειώνοντας ότι αναδεικνύει τη σημασία της αμερικανικής εμπλοκής με την Ταϊβάν. «Στο εξής, θα συνεργαστούμε ακόμη στενότερα με τις ΗΠΑ σε όλους τους τομείς, ώστε να διασφαλίσουμε την ειρήνη, τη σταθερότητα και την ευημερία στην περιοχή», πρόσθεσε ο Λάι.

Η εκπρόσωπος της προεδρίας της Ταϊβάν, Κάρεν Κουό, σχολίασε τη σημασία της νομοθεσίας, δηλώνοντας: «Ο νόμος αυτός επιβεβαιώνει την αξία της αμερικανικής αλληλεπίδρασης με την Ταϊβάν, στηρίζει στενότερες ταϊβανέζικo-αμερικανικές σχέσεις και αποτελεί σταθερό σύμβολο των κοινών μας αξιών για δημοκρατία, ελευθερία και σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα».

Η Κουό τόνισε επίσης πως «μια ισχυρή ταϊβανέζικo-αμερικανική σχέση αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο για τη διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή Ινδικού-Ειρηνικού».

Τον Ιανουάριο του 2021, λίγο πριν τη λήξη της πρώτης θητείας Τραμπ, ο τότε υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο ήρε τους αυτοεπιβληθέντες περιορισμούς στις επαφές αξιωματούχων μεταξύ ΗΠΑ και Ταϊβάν, οι οποίοι είχαν τεθεί σε ισχύ έπειτα από τη διπλωματική αναγνώριση του Πεκίνου αντί της Ταϊπέι το 1979.

Ο υπουργός Εξωτερικών της Ταϊβάν, Λιν Τσι-λουνγκ, ενημέρωσε δημοσιογράφους ότι ο νέος νόμος θα διευκολύνει την είσοδο στελεχών της Ταϊβάν σε ομοσπονδιακές υπηρεσίες των ΗΠΑ για συναντήσεις, αν και το κείμενο της νομοθεσίας δεν το αναφέρει ρητά.

Σε αντίδραση προς τη νέα αμερικανική νομοθεσία, ο Λιν Τζιν, εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών του κινεζικού καθεστώτος, δήλωσε κατά την τακτική ενημέρωση των εκπροσώπων Τύπου πως «η Κίνα αντιτίθεται σθεναρά σε κάθε μορφή επίσημων επαφών μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της περιφέρειας της Ταϊβάν», σύμφωνα με το κρατικό πρακτορείο Xinhua.

Το νομοθέτημα κατατέθηκε στη Βουλή τον Φεβρουάριο από τους εκπροσώπους Αν Γουάγκνερ, Τζέρι Κόνολι και Τεντ Λίου και εγκρίθηκε τον Μάιο με φωνητική ψηφοφορία. Στις 3 Δεκεμβρίου, η Γουάγκνερ δήλωσε: «Ο νέος νόμος θα ενισχύσει την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ και θα αντιμετωπίσει την επιθετικότητα του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες στέκονται στο πλευρό της Ταϊβάν και δεν θα επιτρέψουμε στην Κίνα να αποσταθεροποιήσει τον κόσμο περισσότερο απ’ όσο έχει ήδη καταφέρει». Η ίδια προσέθεσε: «Ο νόμος Taiwan Assurance Implementation Act ενισχύει την αμερικανική υπεροχή σε μια κρίσιμη στιγμή της ιστορίας και αποτελεί ένα ισχυρό βήμα προς τα εμπρός υπέρ της αδιάλειπτης στήριξής μας στην Ταϊβάν, καθώς αυτή αντιστέκεται στην επιθετικότητα και τις επιχειρήσεις επιρροής του ΚΚΚ. Η νομοθεσία θωρακίζει τη δική μας εθνική ασφάλεια και θα μας βοηθήσει να αποτρέψουμε την Κίνα να εδραιώσει περαιτέρω επικίνδυνη παρουσία στην περιοχή και παγκοσμίως».

Το γραφείο της Γουάγκνερ τόνισε ότι οι τακτικές αξιολογήσεις και επικαιροποιήσεις που απαιτεί ο νέος νόμος θα αποτελέσουν ευκαιρίες για ενίσχυση της συνεργασίας ΗΠΑ–Ταϊβάν και για την προώθηση ειρηνικής επίλυσης ζητημάτων που αφορούν τα στενά της Ταϊβάν.

Η ίδια νομοθεσία προτάθηκε στη Γερουσία από τους γερουσιαστές Τζον Κόρνιν και Κρις Κουνς τον Μάρτιο και εγκρίθηκε τον Νοέμβριο. Ο γερουσιαστής Τοντ Γιάνγκ σχολίασε στις 3 Δεκεμβρίου: «Η στενή συνεργασία με την Ταϊβάν είναι κρίσιμη για την ανάσχεση της κινεζικής επιθετικότητας και τη διατήρηση της ειρήνης μέσω αποτροπής στον Ειρηνικό».

Πρόσφατα, ο Λίου πρότεινε αμυντικές δαπάνες ύψους 40 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την αντιμετώπιση ενδεχόμενης στρατιωτικής επίθεσης της Κίνας κατά της νήσου έως το 2027, πρόταση που έχει συγκεντρώσει ευρεία διακομματική στήριξη στο Κογκρέσο.

Ο Τραμπ, ο οποίος είχε συναντηθεί με τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ κατά τη Σύνοδο Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού στη Νότια Κορέα τον Οκτώβριο, αναμένεται να επισκεφθεί την Κίνα τον ερχόμενο Απρίλιο.

Με τη συμβολή του Reuters

Ο Ρούμπιο κατηγορεί τον Μαδούρο για διακίνηση ναρκωτικών και πολιτική νοθεία

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, εξαπέλυσε δριμεία επίθεση κατά του προέδρου της Βενεζουέλας, Νικολάς Μαδούρο, αμφισβητώντας τη νομιμότητα της κυβέρνησής του και χαρακτηρίζοντας το καθεστώς «οργανισμό διαμετακόμισης ναρκωτικών που προέρχονται από την Κολομβία προς άλλες χώρες».

«Το καθεστώς Μαδούρο δεν είναι μια νόμιμη κυβέρνηση. Στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν οργανισμό διαμετακόμισης. Επιτρέπει τη διακίνηση κοκαΐνης και άλλων ναρκωτικών που παράγονται στην Κολομβία μέσω της επικράτειας της Βενεζουέλας και, με τη συνεργασία στοιχείων του καθεστώτος, τα ναρκωτικά αυτά φεύγουν από τη χώρα με αεροπλάνα και πλοία με προορισμό τις Ηνωμένες Πολιτείες», δήλωσε ο Ρούμπιο.

Παράλληλα, ο Ρούμπιο τόνισε πως το καθεστώς Μαδούρο αποτελεί πηγή αστάθειας για ολόκληρη την περιοχή, σημειώνοντας ότι «8 εκατομμύρια Βενεζουελανοί έχουν εγκαταλείψει τη χώρα λόγω των πολιτικών του καθεστώτος, πολλοί εκ των οποίων βρίσκονται πλέον σε γειτονικά κράτη αλλά και στις ΗΠΑ».

Ο ίδιος ανέφερε επίσης ότι ο Μαδούρο ζήτησε από τις αμερικανικές αρχές την απελευθέρωση των ανιψιών του, που έχουν καταδικαστεί για διακίνηση ναρκωτικών, καθώς και του βασικού του συνεργάτη σε θέματα ξεπλύματος χρήματος.

«Ζήτησε να απελευθερωθεί ο βασικός του άνθρωπος για το ξέπλυμα χρήματος από την κράτηση στις ΗΠΑ, πριν καν αντιμετωπίσει τη δίκη του. Αντάλλαγμα προσέφερε τη διενέργεια ελεύθερων και δίκαιων εκλογών. Πήρε πίσω τους ανιψιούς του – τους διακινητές ναρκωτικών. Πήρε πίσω και τον συνεργάτη του. Οι ελεύθερες και δίκαιες εκλογές όμως δεν έγιναν ποτέ», επισήμανε ο Ρούμπιο.

Οι δηλώσεις του Ρούμπιο έγιναν τη στιγμή που ο τότε πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προειδοποιούσε ότι σύντομα επίκεινται χερσαίες επιχειρήσεις στη Βενεζουέλα. Σε πρόσφατη ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Τραμπ είχε τονίσει ότι ο εναέριος χώρος της χώρας πρέπει να θεωρείται κλειστός.

Ο Ρούμπιο υποστήριξε ότι περίπου 20 στρατιωτικά πλήγματα των ΗΠΑ έχουν στοχεύσει πλοία στην Καραϊβική που μετέφεραν ναρκωτικά προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, προσθέτοντας: «Το γεγονός ότι ο Μαδούρο διαμαρτύρεται αποδεικνύει πως η διακίνηση ναρκωτικών εκκινεί από τη Βενεζουέλα».

Τον περασμένο Νοέμβριο, το αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε ότι ο Μαδούρο ηγείται ουσιαστικά καρτέλ υπό την ονομασία «Καρτέλ ντε λος Άλας», το οποίο εντάχθηκε στη λίστα ξένων τρομοκρατικών οργανώσεων, παρέχοντας έτσι νέες εξουσίες στη διοίκηση Τραμπ.

Νωρίτερα φέτος, η αμερικανική κυβέρνηση χαρακτήρισε ως τρομοκρατική οργάνωση και τη βενεζουελανική συμμορία Tren de Aragua, μαζί με διάφορα μεγάλα μεξικανικά καρτέλ ναρκωτικών.

Η κυβέρνηση Τραμπ εντείνει τις πιέσεις προς τον Μαδούρο, τον οποίο δεν αναγνωρίζει ως νόμιμο ηγέτη της Βενεζουέλας, ενώ ο ίδιος αντιμετωπίζει και κατηγορίες για ναρκοτρομοκρατία στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις έχουν πραγματοποιήσει πτήσεις βομβαρδιστικών κοντά στη Βενεζουέλα, ενώ η άφιξη του USS Gerald R. Ford, του προηγμένου αεροπλανοφόρου των ΗΠΑ, ενίσχυσε περαιτέρω την παρουσία αμερικανικής στρατιωτικής ισχύος στην περιοχή, κάτι που δεν έχει συμβεί εδώ και δεκαετίες.

Η κινητοποίηση αυτή περιλαμβάνει σχεδόν δώδεκα πολεμικά πλοία του Ναυτικού και περίπου 12.000 ναύτες και πεζοναύτες, στο πλαίσιο της επιχείρησης Southern Spear.

Στις 21 Νοεμβρίου, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας των ΗΠΑ (FAA) προειδοποίησε τις αεροπορικές εταιρείες για τη ραγδαία επιδείνωση των συνθηκών ασφαλείας, οδηγώντας σε ακύρωση πτήσεων προς τη Βενεζουέλα.

Ο πρόεδρος Τραμπ ανέφερε επίσης ότι είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Μαδούρο, δηλώνοντας: «Δεν θέλω να σχολιάσω. Η απάντηση είναι ναι», όταν ρωτήθηκε σχετικά, και πρόσθεσε: «Δεν θα έλεγα αν πήγε καλά ή άσχημα. Ήταν ένα τηλεφώνημα, στο πλαίσιο των πιέσεων που ασκούμε».

Σε πρόσφατη συνέντευξή του στο CNN, ο Νικολάς Μαδούρο κάλεσε σε ενότητα για την ειρήνη, απαντώντας πως «ναι, ειρήνη. Ναι, ειρήνη», όταν ερωτήθηκε τι θα ήθελε να πει στον Ντόναλντ Τραμπ.

Με τη συμβολή του Associated Press

Αμυντικές προσεγγίσεις και ειρηνευτικές συμφωνίες: Ο Τραμπ καλεί τον Νετανιάχου στον Λευκό Οίκο

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προσκάλεσε τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου στον Λευκό Οίκο το προσεχές διάστημα, όπως ανακοίνωσε το γραφείο του Νετανιάχου μετά από τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ των δύο ηγετών αργά το βράδυ της 1ης Δεκεμβρίου.

«Οι δύο ηγέτες υπογράμμισαν τη σημασία και την αναγκαιότητα του αφοπλισμού της Χαμάς και της αποστρατιωτικοποίησης της Λωρίδας της Γάζας», ανέφερε σε σχετική ανακοίνωση το γραφείο του πρωθυπουργού την 2α Δεκεμβρίου, ενώ τόνισε πως συζήτησαν και το ενδεχόμενο διεύρυνσης των ειρηνευτικών συμφωνιών.

Η επερχόμενη επίσκεψη θα είναι η πέμπτη του Νετανιάχου μετά την επιστροφή του Τραμπ στον προεδρικό θώκο τον Ιανουάριο. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, οι δύο ηγέτες έχουν συναντηθεί αρκετές φορές το τρέχον έτος τόσο στις ΗΠΑ όσο και στο Ισραήλ, με επίκεντρο θέματα που αφορούν τη Γάζα και την κατάπαυση του πυρός του Οκτωβρίου, η οποία έθεσε τέρμα στη διετή σύγκρουση.

Ο Τραμπ έχει εκφράσει επανειλημμένα τη στήριξή του στην ηγεσία του Νετανιάχου κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης με τη Χαμάς και, μετά την ανακοίνωση της κατάπαυσης του πυρός στις 8 Οκτωβρίου, είχε παρευρεθεί στην Κνεσέτ όπου χαρακτήρισε τον Νετανιάχου «έναν καλό άνθρωπο που ξέρει να κερδίζει».

Σημειώθηκε επίσης ότι ο Τραμπ είχε προτρέψει τον Ισραηλινό πρόεδρο Ισαάκ Χέρτζογκ να χορηγήσει πλήρη αμνηστία στον Νετανιάχου, ο οποίος δικάζεται για υποθέσεις διαφθοράς. Στις 30 Νοεμβρίου, ο Νετανιάχου είχε υποβάλει δημόσιο αίτημα για χάρη.

Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να προωθούν τη διεύρυνση των Συμφωνιών του Αβραάμ — τις συμφωνίες εξομάλυνσης που συνήφθησαν ανάμεσα στο Ισραήλ και σε σειρά αραβικών κρατών στα τέλη του 2020. Σε συνάντηση στις 10 Νοεμβρίου, ο Τραμπ επεσήμανε στον Σύρο πρόεδρο Άχμεντ αλ-Σαράα τη σημασία διατήρησης ισχυρού και ουσιαστικού διαλόγου Ισραήλ–Συρίας, δηλώνοντας: «Είναι πολύ σημαντικό το Ισραήλ να διατηρεί έναν ισχυρό και ειλικρινή διάλογο με τη Συρία και να μην υπάρξει τίποτα που θα εμποδίσει τη μετεξέλιξη της Συρίας σε ένα ευημερούν κράτος». Η σχετική ανάρτηση αναρτήθηκε στην Truth Social την 1η Δεκεμβρίου.

Ο Τραμπ εξέφρασε παράλληλα την ικανοποίησή του για τις προσπάθειες του αλ-Σαράα να προωθήσει μια μακροχρόνια και αποδοτική σχέση μεταξύ Ισραήλ και Συρίας, ενώ δήλωσε «ιδιαίτερα ικανοποιημένος από την πρόοδο που σημειώνει η μεταβατική κυβέρνηση της Συρίας, η οποία σχηματίστηκε μετά την ανατροπή του Μπασάρ αλ Άσαντ τον Δεκέμβριο του 2024».

Παρά τις αμερικανικές προσπάθειες σταθεροποίησης της περιοχής, οι σχέσεις μεταξύ Ισραήλ και Συρίας παραμένουν περίπλοκες, ιδιαίτερα όσον αφορά τα Υψίπεδα του Γκολάν, μια περιοχή στρατηγικής σημασίας που το Ισραήλ κατέλαβε από τη Συρία το 1967. Ο Τραμπ είχε αναγνωρίσει επισήμως την ισραηλινή κυριαρχία στην περιοχή το 2019.

Ο Νετανιάχου υπογράμμισε στις 19 Νοεμβρίου ότι το Ισραήλ αποδίδει μεγάλη σημασία στις αμυντικές και επιθετικές δυνατότητές του στην περιοχή, δηλώνοντας: «Προστατεύουμε τους Δρούζους συμμάχους μας, διασφαλίζουμε τη χώρα και τα βόρεια σύνορά μας απέναντι στα Υψίπεδα του Γκολάν».

Δύο νέοι επιθεωρούν τον τόπο μιας ισραηλινής στρατιωτικής επιχείρησης στο χωριό Beit Jinn της νότιας Συρίας στις 28 Νοεμβρίου 2025. AFP μέσω Getty Images

 

Η ένταση κορυφώθηκε στις 28 Νοεμβρίου, όταν έξι Ισραηλινοί στρατιώτες τραυματίστηκαν στη διάρκεια επιχείρησης κοντά στο συριακό χωριό Μπέιτ Τζιν. Ο ισραηλινός στρατός ανέφερε πως στόχος της επιδρομής ήταν μέλη της ισλαμιστικής οργάνωσης Jamaa Islamiyah, σημειώνοντας ότι οπλισμένοι μαχητές επιτέθηκαν με πυρά στους Ισραηλινούς στρατιώτες, προκαλώντας ανταποδοτική απάντηση με τη συμμετοχή ελικοπτέρων, drones και μαχητικών αεροσκαφών.

Σύμφωνα με τις ισραηλινές στρατιωτικές πηγές, η επιχείρηση ολοκληρώθηκε με τη σύλληψη όλων των υπόπτων και την εξόντωση αρκετών μαχητών. Ωστόσο, το συριακό πρακτορείο Sana’a μετέδωσε ότι οι ισραηλινές δυνάμεις βομβάρδισαν την περιοχή του Μπέιτ Τζιν, κατηγορώντας το Ισραήλ για τον θάνατο άνω των δέκα αμάχων, μεταξύ αυτών γυναίκες και παιδιά, προκαλώντας επίσης καταστροφές σε περιουσίες και αναγκάζοντας κατοίκους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.

Το συριακό υπουργείο Εξωτερικών καταδίκασε την επίθεση, κάνοντας λόγο για «έγκλημα πολέμου πλήρους κλίμακας», ενώ ο αναπληρωτής ειδικός απεσταλμένος του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τη Συρία, Ματζίντ Ρόχτι, χαρακτήρισε την εισβολή του Ισραήλ «σοβαρή και απαράδεκτη παραβίαση της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας, που αποσταθεροποιεί περαιτέρω ένα ήδη εύθραυστο περιβάλλον».

Ευνοϊκότερη για το Κίεβο αναμένεται η αναθεωρημένη ειρηνευτική πρόταση

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε σήμερα ότι θεωρεί πως είναι πολύ κοντά η επίτευξη συμφωνίας για την ειρήνη στην Ουκρανία. «Θα τα καταφέρουμε», τόνισε, χωρίς όμως να υπεισέλθει σε διευκρινίσεις.

Νωρίτερα, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι είχε αναφέρει πως είναι έτοιμος να συζητήσει με τον Αμερικανό ομόλογό του τα ευαίσθητα ζητήματα της προτεινόμενης συμφωνίας για τον τερματισμό του πολέμου.

Η τελευταία εκδοχή του αμερικανικού σχεδίου για την επίλυση της σύρραξης στην Ουκρανία είναι «σημαντικά καλύτερη» για το Κίεβο, δήλωσε σήμερα στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP) μια πηγή με γνώση του θέματος.

«Η Ουκρανία, οι ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι κατέστησαν λειτουργική την αμερικανική πρόταση […] και είναι πλέον σημαντικά καλύτερη» για το Κίεβο, τόνισε η πηγή. Αυτή η εκδοχή επιτρέπει στην Ουκρανία να διατηρήσει έναν στρατό 800.000 στρατιωτών έναντι των 600.000 στρατιωτών της αρχικής πρότασης, ανέφερε η πηγή.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Τραμπ: Αποχαρακτηρισμός και δημοσιοποίηση των αρχείων Έπσταϊν σε 30 ημέρες

Στις 19 Νοεμβρίου, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε νομοσχέδιο που προβλέπει τη δημοσιοποίηση των αρχείων που αφορούν τον καταδικασμένο για σεξουαλικά αδικήματα, εκλιπόντα Τζέφρυ Έπσταϊν .

«Ο Νόμος για τη Διαφάνεια των Αρχείων Έπσταϊν ζητά από το υπουργείο Δικαιοσύνης να δημοσιοποιήσει, σε μορφή που επιτρέπει εύκολη αναζήτηση και λήψη, όλα τα αποχαρακτηρισμένα αρχεία, έγγραφα, επικοινωνίες και υλικό ερευνών που συνδέονται με τον Έπσταϊν, εντός 30 ημερών από την έναρξη ισχύος του νόμου», δήλωσε ο Τραμπ.

Αναφορικά με τις καταγγελίες κατά του Έπσταϊν , ο Τραμπ επεσήμανε σε ανάρτησή του στο Truth Social ότι πρόκειται για μια «δημοκρατική φάρσα», σημειώνοντας: «Οι Ρεπουμπλικανοί της Βουλής πρέπει να ψηφίσουν υπέρ της δημοσιοποίησης των αρχείων του Έπσταϊν, γιατί δεν έχουμε τίποτα να κρύψουμε και είναι ώρα να προχωρήσουμε πέρα από αυτή τη φάρσα των Δημοκρατικών, που προωθείται από ακραίους αριστερούς για να αποσπάσουν την προσοχή από τις μεγάλες επιτυχίες του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, συμπεριλαμβανομένης της πρόσφατης νίκης μας σχετικά με το κλείσιμο της κυβέρνησης από τους Δημοκρατικούς».

Σε προηγούμενη τοποθέτησή του, από το Οβάλ Γραφείο, στις 17 Νοεμβρίου, ο Τραμπ είχε δηλώσει: «Δεν έχουμε απολύτως καμία σχέση με τον Έπσταϊν . Οι Δημοκρατικοί έχουν. Όλοι οι φίλοι του ήταν Δημοκρατικοί».

Επιπλέον, η υπουργός Δικαιοσύνης Παμ Μπόντι αναφερόμενη στην επικείμενη δημοσιοποίηση περισσότερων αρχείων για τον Έπσταϊν, τόνισε: «Το υπουργείο Δικαιοσύνης θα τηρήσει τη νομοθεσία, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την προστασία των θυμάτων και τη μέγιστη διαφάνεια».

Επένδυση 1 τρισ. δολαρίων στις ΗΠΑ από τον πρίγκιπα Μπιν Σαλμάν

Ο πρίγκιπας διάδοχος της Σαουδικής Αραβίας, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, δήλωσε κατά τη συνάντησή του με τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στις 18 Νοεμβρίου ότι θα ενισχύσει τη στρατηγική επενδυτική συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αυξάνοντας το συνολικό ύψος των επενδύσεων από τα 600 δισ. στο 1 τρισ. δολάρια.

Ο πρίγκιπας ανέφερε στους δημοσιογράφους: «Ανακοίνωση θα γίνει σήμερα και αύριο σχετικά με τη νέα επενδυτική δέσμευση». Οι επενδύσεις θα επικεντρωθούν, όπως είπε, σε «πραγματικές ευκαιρίες», σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη και τα μαγνητικά υλικά.

Ο Τραμπ χαιρέτισε τη δέσμευση από το Ριάντ, λέγοντας: «Χαίρομαι που το ανακοινώσατε εσείς. Δεν ήθελα να είμαι εγώ αυτός που θα το πει, αλλά είναι εξαιρετικά νέα». Ο Μπιν Σαλμάν απάντησε χαμογελώντας: «Κύριε πρόεδρε, κάθε φορά που αυξάνετε τις ευκαιρίες, αυξάνεται και το ενδιαφέρον».

Ο Τραμπ υποδέχθηκε τον πρίγκιπα διάδοχο στον Λευκό Οίκο, στην πρώτη του επίσκεψη μετά από επτά χρόνια, με επίσημη τελετή στον νότιο κήπο, κατά την οποία έλαβε χώρα πτήση έξι μαχητικών αεροσκαφών της Πολεμικής Αεροπορίας των Ηνωμένων Πολιτειών: τριών F-35 και τριών F-15. Μετά την τελετή, ο πρόεδρος ξενάγησε τον πρίγκιπα διάδοχο στη νέα προεδρική «Λεωφόρο της Δόξας» που δημιούργησε κατά μήκος της κιονοστοιχίας της Δυτικής Πτέρυγας.

Οι δύο ηγέτες αναμένεται να συζητήσουν ένα ευρύ φάσμα διμερών και περιφερειακών θεμάτων στις συναντήσεις τους στο Οβάλ Γραφείο, τις οποίες θα ακολουθήσει διμερές γεύμα στην αίθουσα του Υπουργικού Συμβουλίου, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο. Το βράδυ, ο πρόεδρος και η πρώτη κυρία θα παραθέσουν επίσημο δείπνο προς τιμήν του πρίγκιπα διαδόχου στην Αίθουσα της Ανατολής.

Το υπουργείο Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας ανέφερε σε ανάρτηση στο X στις 17 Νοεμβρίου ότι ο πρίγκιπας διάδοχος, ευρέως γνωστός ως MBS, θα συναντήσει τον Ντόναλντ Τραμπ ώστε να συζητήσουν τις διμερείς σχέσεις, τις δυνατότητες ενίσχυσής τους σε διάφορους τομείς και διάφορα ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος.

Η εργασιακή επίσκεψη του πρίγκιπα διαδόχου πραγματοποιείται μία ημέρα αφότου ο Τραμπ δήλωσε ότι σκοπεύει να εγκρίνει την πώληση υπερσύγχρονων μαχητικών αεροσκαφών F-35 Lightning II στη Σαουδική Αραβία, κίνηση που θα ενισχύσει σημαντικά τις στρατιωτικές δυνατότητες του βασιλείου. Μιλώντας στους δημοσιογράφους τη Δευτέρα, τόνισε: «Σκοπεύω να το κάνω. Ήταν ένας πολύτιμος σύμμαχος, θα τους πουλήσουμε F-35».

Σε εκδήλωση του Carnegie Endowment for International Peace στις 17 Νοεμβρίου, ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στη Σαουδική Αραβία, Μάικλ Ράτνερ, σχολίασε: «Η αγορά F-35 ενδεχομένως να έρχεται σε αντίθεση με τον μακροπρόθεσμο στόχο του Ριάντ για ανάπτυξη εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας. Η Σαουδική Αραβία ίσως ενδιαφέρεται περισσότερο για μια μακροπρόθεσμη και προβλέψιμη συμφωνία ασφαλείας με τις ΗΠΑ».

Σημείωσε ακόμη ότι ο Τραμπ ίσως προτείνει ένα σύμφωνο ασφαλείας μέσω προεδρικού διατάγματος, όπως έκανε με το Κατάρ, αλλά προειδοποίησε πως παρόμοιες συμφωνίες, αν δεν επικυρωθούν από τη Γερουσία ως συνθήκες, υπάρχει κίνδυνος να καταρρεύσουν μετά τον τερματισμό της θητείας Τραμπ. «Αυτό που επιδιώκουν, στην ουσία, είναι κάτι μακροχρόνιο και σταθερό», είπε χαρακτηριστικά.

Παραμένει ασαφές αν ο Τραμπ θα θέσει ως προϋπόθεση για την πώληση των F-35 να προσχωρήσει η Σαουδική Αραβία στις Συμφωνίες του Αβραάμ — τις διπλωματικές συμφωνίες ομαλοποίησης που υπογράφηκαν το 2020 μεταξύ του Ισραήλ και αρκετών αραβικών κρατών.

Την περασμένη εβδομάδα, ο Τραμπ δήλωσε την πεποίθησή του ότι η Σαουδική Αραβία θα μπορούσε να προσχωρήσει σύντομα, καθώς η Ουάσιγκτον επιδιώκει τη διατήρηση της εκεχειρίας στη Γάζα και τη διεύρυνση της περιφερειακής σταθερότητας. Το Ριάντ έχει δηλώσει δημοσίως ότι η ομαλοποίηση με το Ισραήλ εξαρτάται από ουσιαστικά βήματα προς την ίδρυση παλαιστινιακού κράτους, όρος που απορρίπτει η σημερινή ισραηλινή κυβέρνηση.

Ένα F-35A Lightning II προετοιμάζεται για τροχοδρόμηση από πιλότο της 61ης Μοίρας Μαχητικών και αρχηγούς πληρώματος της 61ης Μονάδας Συντήρησης Αεροσκαφών, στη Βάση Αεροπορίας Luke, στην Αριζόνα. ΗΠΑ, 15 Ιανουαρίου 2019. (Αεροπόρος 1ης Τάξης Jacob Wongwai/Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ)

 

Η πρέσβης της Σαουδικής Αραβίας στις ΗΠΑ, πριγκίπισσα Ρίμα Μπαντάρ αλ Σαούντ, χαρακτήρισε την επίσκεψη του πρίγκιπα διαδόχου σε ανάρτησή της στις 17 Νοεμβρίου ως «ένα νέο και συναρπαστικό κεφάλαιο στις σαουδαμερικανικές σχέσεις, που συνεχίζει να ενδυναμώνει τους λαούς μας, να ενισχύει το κοινό μέλλον μας και να συμβάλλει θετικά στη διεθνή σταθερότητα».

Η επίσκεψη του πρίγκιπα διαδόχου ακολουθεί την υιοθέτηση του ψηφίσματος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ — με εισήγηση των Ηνωμένων Πολιτειών — στις 16 Νοεμβρίου, με το οποίο εγκρίθηκε το ειρηνευτικό σχέδιο Τραμπ για τη Γάζα. Η Σαουδική Αραβία είχε στηρίξει το ψήφισμα πριν από την ψηφοφορία. Μετά από συναντήσεις με τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο και άλλους Αμερικανούς αξιωματούχους, ο υπουργός Άμυνας της αραβικής χώρας, Χάλεντ μπιν Σαλμάν αλ Σαούντ, σημείωσε: «Εξετάσαμε τις σαουδαμερικανικές σχέσεις και τους τρόπους ενίσχυσης της στρατηγικής μας συνεργασίας».

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, στο παλάτι Ντιριάχ, στο Ριάντ. Σαουδική Αραβία, 18 Φεβρουαρίου 2025. (Evelyn Hockstein/Reuters)

 

Η Σαουδική Αραβία παραμένει κομβικός εμπορικός εταίρος των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, με επενδύσεις ύψους 9,5 δισ. δολαρίων το 2023, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο. Το 2024, το διμερές εμπόριο αγαθών ανήλθε στα 25,9 δισ. δολάρια, με τις αμερικανικές εξαγωγές στα 13,2 δισ., τις εισαγωγές στα 12,7 δισ. και πλεόνασμα αγαθών υπέρ των ΗΠΑ 443 εκατ. δολαρίων, σύμφωνα με ενημερωτικό δελτίο του Λευκού Οίκου του Μαΐου.

Η επίσκεψη του Μπιν Σαλμάν στην Ουάσιγκτον είναι η πρώτη του μετά τη δολοφονία του Σαουδάραβα δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι στην Κωνσταντινούπολη, το 2018.

Η Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων και άλλοι ακτιβιστές για την ελευθερία του Τύπου πραγματοποιούν διαμαρτυρία με κεριά μπροστά από την πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας, για να τιμήσουν την επέτειο της δολοφονίας του δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι στο προξενείο του βασιλείου στην Κωνσταντινούπολη. Τουρκία, 2 Οκτωβρίου 2019. (Sarah Silbiger/Reuters)

 

Ο Κασόγκι, μόνιμος κάτοικος ΗΠΑ και αρθρογράφος της Washington Post που είχε ασκήσει κριτική στις πολιτικές του πρίγκιπα διαδόχου, δολοφονήθηκε και διαμελίστηκε από ομάδα πρακτόρων με διασύνδεση με τον πρίγκιπα διάδοχο τον Οκτώβριο του 2018 στο σαουδαραβικό προξενείο της Κωνσταντινούπολης.

Έκθεση του γραφείου του Διευθυντή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ τον Φεβρουάριο του 2021 ανέφερε: «Εκτιμούμε ότι ο πρίγκιπας διάδοχος της Σαουδικής Αραβίας, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, ενέκρινε την επιχείρηση στην Κωνσταντινούπολη της Τουρκίας για τη σύλληψη ή τη δολοφονία του Σαουδάραβα δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι». Το Ριάντ αρνήθηκε κάθε προσωπική ανάμιξη του πρίγκιπα διαδόχου, ωστόσο ο ίδιος αναγνώρισε την ευθύνη ως de facto ηγέτης του βασιλείου.

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ενέκρινε νομοσχέδιο για τη δημοσιοποίηση των φακέλων Έπσταϊν

Με συντριπτική πλειοψηφία, η Βουλή των Αντιπροσώπων ενέκρινε στις 18 Νοεμβρίου νομοσχέδιο που υποχρεώνει το yπουργείο Δικαιοσύνης να δώσει στη δημοσιότητα περισσότερα αρχεία σχετικά με τον αποβιώσαντα Τζέφρυ Έπσταϊν. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν 427 υπέρ και μόλις μία ψήφος κατά, με τον βουλευτή Κλέυ Χίγκινς να αποτελεί τη μοναδική εξαίρεση. Το νομοσχέδιο μεταβαίνει τώρα στη Γερουσία, όπου η πορεία του παραμένει αβέβαιη.

Ο «Νόμος Διαφάνειας Φακέλων Έπσταϊν», που κατατέθηκε από τον γερουσιαστή Ρο Κάννα και συνυπογράφηκε από τον Τόμας Μάσσι, προβλέπει ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης θα πρέπει να δώσει στη δημοσιότητα, σε μορφή που να μπορεί να αναζητηθεί και να ληφθεί ηλεκτρονικά, όλα τα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα, αρχεία, επικοινωνίες και υλικό ερευνών που σχετίζονται με τον Έπσταϊν, το αργότερο 30 ημέρες μετά τη θέση του νόμου σε ισχύ.

Παράλληλα, απαγορεύει στο υπουργείο να καθυστερεί, να αποκρύπτει ή να λογοκρίνει αρχεία για λόγους φήμης ή πολιτικών σκοπιμοτήτων. Ωστόσο, το υπουργείο θα μπορεί να παρακρατεί έγγραφα που αποκαλύπτουν την ταυτότητα θυμάτων, περιέχουν υλικό σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων, θέτουν σε κίνδυνο εν εξελίξει ομοσπονδιακές έρευνες ή δίκες ή απεικονίζουν σκηνές θανάτου, σωματικής κακοποίησης ή τραυματισμού.

Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, κάθε λογοκρισία οφείλει να συνοδεύεται από γραπτή αιτιολόγηση, η οποία θα δημοσιεύεται στο Ομοσπονδιακό Μητρώο και θα διαβιβάζεται στο Κογκρέσο. Επίσης, ο υπουργός Δικαιοσύνης θα πρέπει, εντός 15 ημερών από τη δημοσίευση των αρχείων, να υποβάλει έκθεση στις Επιτροπές Δικαστικών Υποθέσεων της Βουλής και της Γερουσίας, με πλήρη απολογισμό των κατηγοριών αρχείων που δόθηκαν ή παρακρατήθηκαν, περίληψη των λογοκριμένων στοιχείων με νομική τεκμηρίωση και έναν κατάλογο κρατικών αξιωματούχων και πολιτικά εκτεθειμένων προσώπων που αναφέρονται στα δημοσιευμένα υλικά χωρίς απόκρυψη.

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, το όνομα του οποίου εμφανίζεται στα αρχεία χωρίς ο ίδιος να έχει κατηγορηθεί για αδικήματα, κάλεσε τους Ρεπουμπλικανούς να στηρίξουν το νομοσχέδιο: «Οι Ρεπουμπλικανοί της Βουλής πρέπει να ψηφίσουν για τη δημοσιοποίηση των φακέλων Έπσταϊν γιατί δεν έχουμε τίποτα να κρύψουμε και ήρθε η ώρα να τελειώνουμε με αυτή τη φάρσα των Δημοκρατικών, η οποία εξυφάνθηκε από ακραίους αριστερούς για να θολώσουν τις μεγάλες επιτυχίες του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, όπως την πρόσφατη νίκη μας στο θέμα του κλεισίματος [της ομοσπονδιακής κυβέρνησης]», έγραψε στην πλατφόρμα Truth Social.

Ο Τραμπ έχει ξεκαθαρίσει ότι θα υπογράψει το νομοσχέδιο αν φτάσει στο γραφείο του. «Δεν έχουμε καμία σχέση με τον Έπσταϊν. Οι Δημοκρατικοί έχουν. Όλοι του οι φίλοι ήταν Δημοκρατικοί», είπε στις 17 Νοεμβρίου.

«Το μόνο που θέλω είναι να αναγνωρίσει ο κόσμος τη δουλειά που έκανα στη μείωση των τιμών, στην ενέργεια, στον τερματισμό οχτώ πολέμων και στη διαχείριση όσων έρχονται. Έχω κάνει σπουδαία δουλειά και λυπάμαι να βλέπω να αμαυρώνονται αυτά τα επιτεύγματα. Είμαι υπέρ», κατέληξε.

Λίγο πριν την ψηφοφορία, αρκετοί Ρεπουμπλικανοί δήλωσαν πως θα στήριζαν το νομοσχέδιο. Σε συνέντευξη Τύπου, ο πρόεδρος της Βουλής, Μάικ Τζόνσον, εξέφρασε τη στήριξή του, σημειώνοντας ωστόσο πως το νομοσχέδιο δεν προστατεύει επαρκώς τα θύματα και άλλους αθώους: «Θα ψηφίσω υπέρ. Πιστεύω θα φτάσουμε κοντά στην ομοφωνία γιατί όλοι εδώ, ειδικά οι Ρεπουμπλικάνοι, θέλουν να καταγραφεί η μέγιστη διαφάνεια», τόνισε. «Όμως, θέλουμε επίσης να διασφαλιστεί ότι διορθώνονται τα κακώς κείμενα».

Ο βουλευτής Τζιμ ΜακΓκόβερν χαρακτήρισε το νομοσχέδιο απαραίτητο. «Δεν πρόκειται για εμάς ή για μικροπολιτική», είπε. «Πρόκειται για τις κοπέλες τις οποίες εκμεταλλεύτηκαν ισχυροί άνδρες, άνδρες που χρησιμοποίησαν τα χρήματα και την εξουσία τους για να βλάψουν κορίτσια ακόμα και 11 ετών».

Μιλώντας σε δημοσιογράφους, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της πλειοψηφίας, Στηβ Σκαλίσε, ανέφερε ότι έχουν ήδη δημοσιοποιηθεί αρχεία, χωρίς να διευκρινίσει πώς θα ψηφίσει στο νομοσχέδιο: «Έχουμε διαβιβάσει χιλιάδες έγγραφα στη δημοσιότητα μέσω του έργου της επιτροπής ελέγχου και της στοχευμένης έρευνας για την περιουσία Έπσταϊν», δήλωσε. «Έχουμε δώσει στη δημοσιότητα ένα πραγματικό ‘θησαυρό’, έγγραφα που δεν επηρεάστηκαν ούτε από την απαίτηση αποκάλυψης. Έτσι, η κλήτευση του προέδρου της επιτροπής Τζέιμς Κόμερ* προς την περιουσία ήταν ανεκτίμητη, αφού αποκάλυψε πλήθος πληροφοριών. Θα συνεχίσουμε να πιέζουμε για διαφάνεια, προστατεύοντας τα αθώα θύματα». 

Η διαδικασία επίσπευσης της ψήφισης του νομοσχεδίου προήλθε κυρίως από υπογραφές Δημοκρατικών. Ο βουλευτής Τρόυ Νελς σχολίασε: «Η δημοσιοποίηση των φακέλων Έπσταϊν για τους Δημοκρατικούς δεν έχει καμία σχέση με τη δικαίωση των θυμάτων», δήλωσε σε δημοσιογράφους. «Στόχος τους είναι να βλάψουν τον Ντόναλντ Τραμπ όσο περισσότερο μπορούν. Αυτό είναι όλο».

Με τη συμβολή του Nathan Worcester

* Τζέιμς Κόμερ, πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου της Βουλής