Τετάρτη, 30 Απρ, 2025

«Κύρια σημεία της Ιστορίας του Ελληνισμού» – Ομιλίες της Μ. Ευθυμίου σε μουσεία ανά την χώρα

Το Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς υποδέχεται τη διακεκριμένη ιστορικό και ομότιμη καθηγήτρια του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Μαρία Ευθυμίου σε μουσεία του δικτύου του, για έναν κύκλο ομιλιών με στόχο την ανάδειξη κεντρικών σημείων της ιστορίας του Ελληνισμού.

Με το μοναδικό αφηγηματικό της ύφος, η κa Ευθυμίου θα ξετυλίξει κομβικά σημεία της ελληνικής ιστορίας, φωτίζοντας τομές και φαινόμενα που διαμόρφωσαν την πορεία του Ελληνισμού, από τα μυκηναϊκά χρόνια έως τις ημέρες μας, όπως αναφέρουν οι διοργανωτές. Κάθε ομιλία θα έχει διάρκεια τεσσάρων ωρών. Η αρχή θα γίνει στο Σουφλί και το Μουσείο Μετάξης, την Τετάρτη 26 Μαρτίου 2025. Στη συνέχεια, η κα Ευθυμίου θα ταξιδέψει και σε άλλες περιοχές όπου λειτουργούν μουσεία του Πολιτιστικού Ιδρύματος.

Το αναλυτικό πρόγραμμα έχει ως εξής:

Τετάρτη 26 Μαρτίου 2025 (ώρα 17:00) | Σουφλί, στο Μουσείο Μετάξης. Για κρατήσεις, μπορείτε να επικοινωνήσετε στο τηλέφωνο 25540 23700 (καθημερινά, εκτός Τρίτης, 10:00-18:00).

Κυριακή 6 Απριλίου 2025 (ώρα 9:30) | Βόλος, στο κινηματοθέατρο Αχίλλειον. Για κρατήσεις, μπορείτε να επικοινωνήσετε στο τηλέφωνο 210 3256922 (Δευτέρα-Παρασκευή 10:00-17:00).

Κυριακή 4 Μαΐου 2025 (ώρα 10:30) | Δημητσάνα, στο Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης. Για κρατήσεις, μπορείτε να επικοινωνήσετε στο τηλέφωνο 27950 31630 (καθημερινά, εκτός Τρίτης, 10:00-18:00).

Σάββατο 10 Μαΐου 2025 (ώρα 10:30) | Κορινθία, στο Μουσείο Περιβάλλοντος Στυμφαλίας. Για κρατήσεις, μπορείτε να επικοινωνήσετε στο τηλέφωνο 27470 22296 (καθημερινά, εκτός Τρίτης, 10:00-18:00).

Κυριακή 11 Μαΐου 2025 (ώρα 10:30) | Σπάρτη, στο Μουσείο Ελιάς και Ελληνικού Λαδιού. Για κρατήσεις, μπορείτε να επικοινωνήσετε στο τηλέφωνο 27310 89315 (καθημερινά, εκτός Τρίτης, 10:00-18:00).

Η είσοδος είναι ελεύθερη για το κοινό. Απαραίτητη η κράτηση θέσης.

Η τέχνη του ψηφιδωτού – Μια προσέγγιση σε μια πανάρχαια μνημειακή τέχνη

Τι είναι το ψηφιδωτό; Από πού πηγάζει η ονομασία του;* Ποια είναι η τεχνική αλλά και η ιστορική του διαδρομή στη διαρκή πορεία του; Ερωτήματα των οποίων την απάντηση ελπίζουμε ότι θα βρει ο αναγνώστης ακολουθώντας τη σειρά άρθρων του ψηφιδογράφου και συγγραφέα Γιάννη Λουκιανού.

Στο πρώτο μέρος, παρουσιάζονται ψηφιδωτά της ελληνιστικής περιόδου. Στο δεύτερο της ρωμαϊκής, στο τρίτο της βυζαντινής και στο τέταρτο σύγχρονα ψηφιδωτά στην Ευρώπη και την Ελλάδα. Σε ξεχωριστά άρθρα, θα παρουσιαστούν τεχνικές της ψηφιδογραφίας.

Βυζάντιο

Τι να σκεφτεί κανείς γι’ αυτούς τους τεχνίτες του ψηφιδωτού που ανεβασμένοι πάνω στις σκαλωσιές ενός βυζαντινού ναού, μιας βασιλικής, με υψηλό αίσθημα ευθύνης και επιδεξιότητας, ψηφοθετούσαν ασταμάτητα; Επρόκειτο για ανθρώπους γεμάτους ζήλο, με ιδιαίτερες ικανότητες, μύστες ενός άξιου θαύματος.

Έπρεπε εκεί ψηλά να ισορροπούν το σώμα τους, να κόβουν με δύναμη τις ψηφίδες και να τις τοποθετούν με περίσσια επιμέλεια. Με τέτοιο ρυθμό ώστε αφ’ ενός μεν να προχωρά το έργο και αφ’ ετέρου να διατηρείται η υψηλή αισθητική του.

Έπρεπε να γίνουν όλα πριν στεγνώσει το κονίαμα. Τοποθετημένο στη γωνία της κόγχης, στο κοίλο του τρούλου, θα δεχόταν τις ψηφίδες για να τις συγκρατήσει και να τις συγκολλήσει. Και κάτω, στο καθολικό του ναού, ο υπεύθυνος της σύνθεσης καθοδηγούσε το συνεργείο σαν αρχιμουσικός μιας παράξενης ορχήστρας, που ακροβατούσε πάνω ψηλά. Κάτω αριστερά το πράσινο του μαλαχίτη, πιο κάτω το ερυθροκίτρινο του σιδήρου, δεξιά το αιματώδες κυανό.

«Κι ακόμα πιο ψηλά, ο αρχάγγελος με το βαθύ του βλέμμα όλο συγχώρεση.»

Η τέχνη των βυζαντινών ψηφιδωτών είναι ένα θέμα που απασχόλησε σε πανευρωπαϊκό – και όχι μόνο – επίπεδο τους ανθρώπους της τέχνης και της αρχιτεκτονικής στα τέλη του 19ου αιώνα. Τα βυζαντινά ψηφιδωτά μελετήθηκαν και πολλά από αυτά αποκαταστάθηκαν, προκαλώντας και πάλι το ενδιαφέρον, που παρέμεινε ζωντανό για αρκετές δεκαετίες. Ήταν κάτι που ενδιέφερε άπαντες, μιας και δεν υπήρχε καμία αμφιβολία για τον μνημειακό χαρακτήρα αυτής της τέχνης.

Εξπρεσιονισμός της Ιουστινιάνειας τέχνης. Λεπτομέρεια από τη «Μεταμόρφωση του Χριστού», Μονή Αγίας Αικατερίνης του Σινά. Αίγυπτος 6ος αι. μ.Χ.

 

Ψηφιδωτά όπως αυτά του Οσίου Λουκά στη Βοιωτία, της Μονής Δαφνίου στην Αττική αλλά και της Μονής της Χώρας (Καχριέ τζαμί) στην Κωνσταντινούπολη, ήταν αδύνατο να μην συγκινήσουν τους μελετητές από χώρες της Ευρώπης (Γαλλία, Ρωσία), αλλά και της Αμερικής.

Η πηγή από την οποία άντλησαν οι Βυζαντινοί τα μυστικά και τις ιδιαιτερότητες της τέχνης αυτής εντοπίζεται στα αρχαία ελληνικά και ρωμαϊκά ψηφιδωτά. Από αυτά πήραν αρκετά μυθολογικά θέματα, αλλά και διάφορα διακοσμητικά στοιχεία, που απέκτησαν πλέον έναν νέο, χριστιανικό συμβολισμό.

Ένας από τους λόγους που συνέτειναν στη διάδοσή τους θα πρέπει να είναι η «μεταφορά» αυτού του είδους διακόσμησης από τα δάπεδα στους τοίχους. Βέβαια, η επίστρωση των δαπέδων δεν ξεχάστηκε εντελώς. Αντίθετα, εκεί που κρινόταν αναγκαίο συνεχίστηκε. Αυτό αποδεικνύεται από ένα τεράστιο έργο που καλύπτει επιφάνεια περίπου χιλίων τετραγωνικών μέτρων και κοσμούσε το δάπεδο ανακτόρου στην Κωνσταντινούπολη, έχοντας ως θέματα μάχες αγρίων θηρίων με ανθρώπους, μυθολογικά όντα, χίμαιρες, γρύπες κ.ά.

Στην περιοχή της Συρίας και της Ιορδανίας η επίστρωση των δαπέδων συνεχίστηκε μέχρι τον 8ο αιώνα.

Όπως είναι φυσικό, οι εικόνες του Θεού και των αγίων που φιλοτεχνούνταν δεν θα μπορούσαν να είναι στο πάτωμα. Έτσι, ο πιστός που ζούσε στο Βυζάντιο είχε πλέον απέναντί του, στους τοίχους του ναού, ένα διακοσμητικό είδος ιδιαίτερης σημασίας. Αυτή η λαμπρότητα αποπνέει παράλληλα τη δύναμη και την αίγλη των βυζαντινών αυτοκρατόρων και αρχηγών του κράτους, αλλά και εκπροσωπεί τον Θεό στη γη.

Όσο ζυμώνονται οι νέες τάσεις και γεννιούνται τα νέα έργα, και καθώς αυτή η τέχνη εξακοντίζεται, πλησιέστεροι δέκτες της γίνονται πόλεις όπως η Θεσσαλονίκη, η Ρώμη, η Ραβέννα, το Μιλάνο, η Φλωρεντία, το Κίεβο κ.ά.

Οι ψηφίδες που κατασκευάζονταν κατά πρώτον από υλικά όπως μάρμαρα ή φυσικές πέτρες, τώρα εμπλουτίζονται με καινούργια χρωματιστά γυαλιά και χρυσές ή ασημένιες ψηφίδες. Η κατασκευή των «μεταλλικών» ψηφίδων επιτυγχάνεται με την επίστρωση στο γυαλί φύλλου χρυσού ή αργύρου και επακόλουθη εφυάλωσή του για λόγους προστασίας. Αυτού του είδους οι ψηφίδες χρησιμοποιούνται κυρίως για να στολίσουν τα ενδύματα και τους θρόνους, αλλά και για να επενδύσουν τον κάμπο των παραστάσεων. Για τα πρόσωπα χρησιμοποιούνται κυρίως μικρές μαρμάρινες ψηφίδες σε αρκετούς τόνους, με αποτέλεσμα να θεωρείται πως οι ψηφοθέτες του Βυζαντίου είχαν πια την ικανότητα να «ζωγραφίζουν» το πρόσωπο.

«Το υλικό και οι τρόποι κατασκευής του ψηφιδωτού είναι συνυφασμένο με τη δομή και την εκφραστικότητα των εικόνων», γράφει η Ελένη Βακαλό. «Ενταγμένο στην αρχιτεκτονική επιφάνεια αποτελεί ακόμα ένα στρώμα χτίσματος. Η κάθε ψηφίδα ενσωματώνεται σαν υλικό στον τοίχο. Σαν μονάδα χρώματος αποτελεί κι εκείνη ένα επίπεδο. Έτσι, από επίπεδο ξεκινάει και σε επίπεδο καταλήγει μία μορφή. Ο όγκος της σχεδιάζεται και αποδίδεται όχι να χτίζεται κατά επάλληλα επίπεδα. Μια τέτοια αντίληψη κατασκευής ανταποκρίνεται και στην έννοια, τη μεταφυσική του Χριστιανισμού για τις μορφές. Είναι ‘κτίση’.»

Σε αρκετές εκκλησίες των μεγάλων πόλεων, όπως στην Κωνσταντινούπολη και τη Θεσσαλονίκη, σώζεται σήμερα ένα μεγάλο πλήθος ψηφιδωτών παραστάσεων.

«Ζωή, σύζυγος του Κωνσταντίνου του Μονομάχου»΄. Ανατολικός τοίχος, νότιο κλείτος Αγίας Σοφίας. Κωνσταντινούπολη, 11ος αι. μ.Χ.

 

Δυστυχώς, διασώθηκαν λίγα τμήματα από την Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης, και αυτά από τον ανεικονικό διάκοσμο του 6ου αιώνα. Σε αυτά προστέθηκαν τα ψηφιδωτά της ανάκαμψης, της εποχής δηλαδή μετά την Εικονομαχία και την κατάληψη της Πόλης από τους Σταυροφόρους (13ος αιώνας). Τη διακόσμηση αυτής της μεγάλης εκκλησίας – της μεγαλύτερης του Χριστιανισμού της Ανατολής – ίσως να  επιμελήθηκε ο ίδιος ο Ιουστινιανός, σε έναν αγώνα άμιλλας προς τον λαμπρό για την εποχή Ναό του Σολομώντος στην Ιερουσαλήμ.

Ψηφιδωτά σώζονται στην Παμμακάριστο (Φετιχέ τζαμί), στους Αγίους Θεοδώρους (Κιλιτζέ τζαμί) και στη Μονή της Χώρας (Καχριέ τζαμί). Στο Μουσείο Μπενάκη, στην Αθήνα, βρίσκεται ένα τμήμα αποτοιχισμένου ψηφιδωτού παράστασης της Υπαπαντής, του 9ου αιώνα, από το καθολικό της Μονής του Χριστού Ακαταλήπτου.

Η Θεσσαλονίκη, η δεύτερη μεγάλη πόλη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αποτέλεσε, όπως και η Ραβέννα της Ιταλίας, το άδυτο της βυζαντινής ψηφιδωτής τέχνης. Η μεγάλη εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, η Ροτόντα, η μονή του Οσίου Δαβίδ, η Αχειροποίητος, είναι μνημεία των οποίων η διακόσμηση έγινε πριν από την περίοδο της Εικονομαχίας, αφού χρονολογούνται από τον 4ο, 5ο και 6ο αιώνα. Από τον 8ο, 9ο και 11ο αιώνα σημαντικό μνημείο είναι η Αγία Σοφία, ενώ στους Αγίους Αποστόλους διατηρείται ψηφιδωτό του 14ου αιώνα.

Ο Άγιος Δημήτριος, έχοντας στο πλάι του τον ιδρυτή επίσκοπο. Βασιλική Αγίου Δημητρίου, Θεσσαλονίκη.

 

Η βασιλική του Αγίου Δημητρίου, πολιούχου της Θεσσαλονίκης, κτίστηκε στα μέσα του 5ου αιώνα. Ύστερα από την πυρκαγιά που συνέβη μεταξύ 629-634 ανοικοδομήθηκε. Από τη σημερινή κατάσταση του διακόσμου διαφαίνεται ο αποσπασματικός της χαρακτήρας. Όταν τα οικονομικά το επέτρεπαν, η διακόσμηση γινόταν με ψηφιδωτά, ενώ οι τοιχογραφίες ήταν λιγότερο δαπανηρή λύση, αφού το οικοδόμημα πέρασε από πολλές δοκιμασίες. Ο σχεδιασμός της διακόσμησης έχει χαρακτήρα αναθηματικών πινάκων. Ξεχωρίζουν έργα του Αγίου Δημητρίου που δέχεται δύο παιδιά, καθώς και του Επισκόπου Ιωάννη, ιδρυτή του ναού, όπως επίσης οι φιγούρες των γονέων που παρουσιάζουν το τέκνο τους στον Άγιο Δημήτριο. Τα θαυμάσια σχέδια με υδατοχρώματα του Άγγλου αρχιτέκτονα και μελετητή W. S. George μάς κάνουν γνωστή τη διακόσμηση που υπήρχε πριν τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917, η οποία κατέστρεψε μεγάλο μέρος του ναού και της διακόσμησής του.

Εξαιρετικά ψηφιδωτά έργα, που φανερώνουν την υψηλή κατάρτιση των εργαστηρίων του 5ου αιώνα, βρίσκονται στην κόγχη του ιερού της Μονής του Οσίου Δαβίδ του Λατόμου. Ιερός πράγματι ο τοίχος που απέκρυψε τα ψηφιδωτά, και έτσι γλίτωσαν από την καταστροφή την περίοδο της Εικονομαχίας. Ένα λιοντάρι που συμβολίζει τον Ευαγγελιστή Μάρκο, και αντίστοιχα άλλα των υπόλοιπων τριών Ευαγγελιστών πλαισιώνουν τον Χριστό σε μια ιδιότυπη σύνθεση, ενώ τα ενυπάρχοντα τέσσερα ποτάμια του Παραδείσου αποδίδουν το όραμα του Ιεζεκιήλ. Χρώματα, αρμονικοί συνδυασμοί, τοπία με αίσθηση της ελληνιστικής περιόδου είναι  χαρακτηριστικά του χαρισματικού αυτού έργου.

Σημαντικό μνημείο του 5ου αιώνα είναι η βασιλική της Σάντα Μαρία Ματζόρε της Ρώμης. Σε αυτήν είναι έκδηλη η επιρροή της αυτοκρατορικής τέχνης της Κωνσταντινούπολης. Τα ψηφιδωτά αυτής της πολύ μεγάλης εκκλησίας – από τις μεγαλύτερες στη Ρώμη – αποτελεί ένα καλό δείγμα από αυτό που αποκαλούμε «λειτουργικό χρώμα» (functional coloring). Η λαμπρότητα και τα πλούσια χρώματα των συνθέσεων του ψηφιδωτού συμβάλουν στο «να έρθει πιο κοντά» το εκκλησίασμα.

Ο Μωυσής στην Ερυθρά Θάλασσα (λεπτομέρεια). Santa Maria Maggiore, Ρώμη, 5ος αι. μ.Χ.

 

Ο Αβραάμ υποδέχεται τους αγγέλους. Santa Maria Maggiore, Ρώμη, 5ος αι. μ.Χ.

 

Ο Άρνολντ Χάουζερ [Arnold Hauser, 1892-1978] στο βιβλίο του «Κοινωνική ιστορία της τέχνης» ( εκδ. Κάλβος 1978) αναφέρει: «Η βυζαντινή αυλική τέχνη δεν θα μπορούσε να γίνει η κατ’ εξοχήν χριστιανική τέχνη αν η Εκκλησία δεν είχε γίνει  η απόλυτη εξουσία και δεν είχε αισθανθεί τον εαυτό της κύριο του κόσμου».

Το τυπικό αυτό βρήκε παραδειγματική έκφραση στα αφιερωματικά μωσαϊκά του Αγίου Βιταλίου στη Ραβέννα, τα  οποία από την άποψη αυτή δεν ξεπεράστηκαν στους μεταγενέστερους χρόνους. Κανένα κλασικό ή κλασικιστικό κίνημα, καμιά ιδεαλιστική ή αφηρημένη τέχνη δεν μπόρεσε να εκφράσει τη μορφή και το ρυθμό τόσο άμεσα και τόσο καθαρά.

Η αυτοκράτειρα Θεοδώρα με την ακολουθία της. Άγιος Βιτάλιος, Ραβέννα.

 

Ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α΄ με την ακολουθία του. Άγιος Βιτάλιος, Ραβέννα.

 

Ένα συμπυκνωμένο σε έκφραση και περιεχόμενο έργο είναι τα ψηφιδωτά που στολίζουν το καθολικό στη Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά. Το ανοικοδόμησε ο Ιουστινιανός τον 6ο αιώνα, και, για την ψηφιδωτή του διακόσμηση, θα πρέπει να έστειλε ένα υψηλών δυνατοτήτων συνεργείο.

«Η Μεταμόρφωση του Χριστού». Μονή Αγίας Αικατερίνης του Σινά. Αίγυπτος 6ος αι. μ.Χ.

 

Στην κεντρική σύνθεση της Μεταμόρφωσης το φως αντανακλάται στις χρυσές και ασημένιες ψηφίδες έτσι που να μοιάζει πως οι ακτίνες έρχονται απ’ έξω, διαπερνώντας τα τοιχώματα του κτίσματος. Εδώ, η ιδιαίτερη τεχνική των Βυζαντινών να γωνιάζουν τις χρυσές ψηφίδες ώστε το αντανακλών φως να φτάνει στο ύψος των ματιών των εισερχομένων αποδίδει και αποδίδεται εξαιρετικά.

Η λεπτότητα της βυζαντινής τέχνης και τα δυναμικά στοιχεία της ύστερης ρωμαϊκής περιόδου είναι χαρακτηριστικά αυτού του έργου της πρώιμης περιόδου του 6ου αιώνα.

Ψηφιδωτά του 11ου αιώνα

Η Μονή Δαφνίου στην Αθήνα, η Μονή Οσίου Λουκά στη Βοιωτία και η Νέα Μονή της Χίου είναι σημαντικά μνημεία της ψηφιδωτής τέχνης του 11ου αιώνα. Κτίστηκαν από διαφορετικούς δωρητές και η διακόσμησή τους αφ’ ενός εκφράζει τις νέες τάσεις και τα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής, αφ’ ετέρου διατηρεί η κάθε μία τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της.

Λεπτομέρεια από την «Ψηλάφιση». Μονή Δαφνίου.

 

Η Μονή Δαφνίου κτίστηκε περίπου στα τέλη του 11ου αιώνα και τα ψηφιδωτά της παραμένουν στην πλειοψηφία τους σε καλή κατάσταση. Θα ήταν καλύτερα αν κατά καιρούς δεν πλήττονταν από τους σεισμούς, όπως συνέβη πρόσφατα με αυτούς της Αττικής το 1999.

«Η ψηλάφιση». Ο Θωμάς με τρόμο πλησιάζει το δάχτυλο του «εις τον τύπον των ήλω». Μονή Δαφνίου, 11ος αι. μ.Χ.

 

Η Νέα Μονή της Χίου είναι ένα αυτοκρατορικό κτίσμα των μέσων του 11ου αιώνα, όπως βεβαιώνεται από διάφορα χρυσόβουλα. Ο ψηφιδωτός διάκοσμος έχει αποκατασταθεί από τις φθορές που προκάλεσαν οι τρομεροί σεισμοί που έγιναν στο νησί το 1881 και το 1948. Τα θέματα του διακόσμου αναφέρονται κυρίως στις μεγάλες εκκλησιαστικές εορτές του έτους. Ξεκινούν με τον Ευαγγελισμό και τελειώνουν με την εις Άδου Κάθοδον, παρουσιάζοντας τις μεγάλες στιγμές του Χριστού στη γη. Τα απλά χρώματα και το ύφος των μορφών παρουσιάζουν μια αξιοσημείωτη ενότητα, ενώ η ομοιογένεια και η από τεχνικής πλευράς απόδοση των προσώπων δείχνουν ότι η ολοκλήρωση του ψηφιδωτού διακόσμου και στα τρία τμήματα του καθολικού έγινε από το ίδιο ικανότατο συνεργείο, που ήρθε, βέβαια, από την πρωτεύουσα, αφού χορηγός αυτού του θαυμάσιου έργου ήταν ο Κωνσταντίνος Θ’ ο Μονομάχος.

Σκηνή της βάπτισης του Χριστού. Νέα Μονή Χίου, 11ος αι. μ.Χ

 

Ένα άλλο μνημείο του 11ου αιώνα είναι αυτό του Οσίου Λουκά στη Βοιωτία. Το καθολικό της μονής οικοδομήθηκε το 1011 από τον ηγούμενο Φιλόθεο και τους συνασκητές του, όπου και τοποθετήθηκε η λειψανοθήκη του Οσίου Λουκά.

Ο Χριστός πλένει τα πόδια του Πέτρου. Όσιος Λουκάς, 11ος αι. μ.Χ.

 

Τα θέματα που κοσμούν το καθολικό είναι εμπνευσμένα από τη ζωή του Θεανθρώπου στη γη: Ευαγγελισμός, Γέννηση, Υπαπαντή και Βάπτιση, ενώ άλλες τέσσερεις παραστάσεις από τον κύκλο του Πάθους κοσμούν το νάρθηκα. Στην κόγχη του ιερού, στα σταυροθόλια, στο νάρθηκα, υπάρχουν αρκετές παραστάσεις της Παναγίας Πλατυτέρας Βρεφοκρατούσας, των αγίων, ενώ στο διακοσμητικό διατηρούνται δύο θέματα από την Παλαιά Διαθήκη. Ο Δανιήλ στο λάκκο των λεόντων και οι τρεις παίδες εν καμίνω με έναν άγγελο άνωθεν τους να τους προστατεύει.

Μέσα από αυτά τα έργα διαφαίνεται ένας συντηρητικός χαρακτήρας, που ανταποκρίνεται στο θεολογικό κλίμα της εποχής του πρώτου μισού του 11ου αιώνα. Έντονο περίγραμμα για την απόδοση του ανθρώπινου σώματος και κυρίως της Μορφής, καθώς και λιτά χρώματα που ισορροπούν τη λειτουργικότητα της αρχιτεκτονικής είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά αυτής της διακόσμησης, που, μαζί με τα ψηφιδωτά της Νέας Μονής της Χίου και αυτής του Δαφνίου, αποτελούν την τριάδα των εξαιρετικών μνημείων αυτής της τέχνης του 11ου αιώνα στην Ελλάδα.

Εκτός των εντοίχιων ψηφιδωτών, σώζονται και εικόνες, μια τεχνική πάνω σε ξύλο με συνεκτικό υλικό κερί και ρητίνες. Είναι περίφημη η εικόνα της Παναγίας της Γλυκοφιλούσας από τον Άγιο Βασίλειο της Βιθυνίας, του 14ου αιώνα, διαστάσεων 95 x 62 εκατοστών, η οποία βρίσκεται στο Βυζαντινό Μουσείο. Μία αρχαιότερη (11ος αιώνας) είναι του Αγίου Νικολάου και βρίσκεται στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου στην Πάτμο, ενώ στο Μουσείο Μπενάκη βρίσκεται η εικόνα της Παναγίας της Ελεούσας (τέλη 13ου αιώνα).

Παναγία η Γλυκοφιλούσα, τέλη 13ου αιώνα. Βυζαντινό Μουσείο.

 

Κλείνοντας αυτή τη μικρή αναφορά για τα βυζαντινά ψηφιδωτά, και με αφορμή τα έργα του 14ου και 15ου αιώνα, θα θέλαμε να αναφέρουμε στον επίλογο μιας σχετικής εργασίας του μελετητή Περ Γιόνας Νορντχάγκεν [Per Jonas Nordhagen, γεν. 1929], ο οποίος γράφει:

«Η αναγέννηση των Παλαιολόγων (μετά τη δυναστεία 1261-1453) επέφερε μια ανανέωση στη βυζαντινή τέχνη του ψηφιδωτού. Ανατράπηκε από ένα ζωτικό ανθρωπισμό, ο οποίος διαδόθηκε στη Δύση και τροφοδότησε την ιταλική Αναγέννηση ζωγραφίζοντας πρόσωπα με την ανάγκη να επιτύχει τριών διαστάσεων εφέ και καλλιέργησε το περίπλοκο στα ανθρώπινα αισθήματα και τη δράση. Μία νευρώδης ζωτικότητα εισήλθε στη θρησκευτική τέχνη με μια αίσθηση πάθους και τραγωδίας.»

Στην τέχνη του ψηφιδωτού αυτό έδωσε εξαιρετικά αποτελέσματα με ανανεωμένες τεχνικές. Οι ψηφίδες έγιναν μικρότερες και τα περιγράμματα έχασαν την έντασή τους, έγιναν πιο απαλά και μερικές φορές αφανή. Τα χρώματα έγιναν για άλλη μια φορά σχεδόν ομότιμα, ανακαλώντας τις πρώιμες χριστιανικές περιόδους, και συχνά χρησιμοποιήθηκαν και στο πορφυρό. Ανανεώθηκε το ενδιαφέρον στο οπτικό εφέ του χρυσού και παραμερίστηκε η τεχνική των γωνιασμένων ψηφίδων.

Το χρυσό υπόβαθρο στους τοίχους μερικές φορές εξελάμβανε τη φόρμα ενός κοχυλιού – το δίχως άλλο για να μοιάζει ότι παίζει με το επιφανειακό φως και παράλληλα να το αποδίδει ομοιόμορφα και λαμπερά.

Του Γιάννη Λουκιανού

Το κείμενο είναι από το βιβλίο του Γιάννη Λουκιανού «Η τέχνη του ψηφιδωτού και η τεχνική του», Αθήνα 2011, εκδόσεις βότσαλο, β΄ έκδοση.  Από το ίδιο βιβλίο προέρχονται και οι εικόνες, εκτός από εκείνες των οποίων αναφέρεται η πηγή τους.

© Γιάννης Λουκιανός

Ο Γιάννης Λουκιανός γεννήθηκε στην Ίο των Κυκλάδων, πήρε μαθήματα σχεδίου και χρώματος και επιδόθηκε στην τέχνη του ψηφιδωτού και του βοτσαλωτού, κοσμώντας κτίρια και αυλές, μεταξύ των οποίων κατοικία στη Βέρνη της Ελβετίας και η αποκατάσταση του βοτσαλωτού διάκοσμου της ιστορικής αυλής της Μητρόπολης της Σύρου και άλλων εκκλησιών.

Για την τέχνη του ψηφιδωτού και του βοτσαλωτού έχει μιλήσει σε πολλά σχολεία, σε Διεθνή Συνέδρια (Αθήνα 2010-Κύπρος 2012) καθώς και στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, και έχει γράψει σε περιοδικά και σε τοπικές εφημερίδες. Έχει γράψει ακόμη αρκετά δικά του βιβλία, με σημαντικότερα τα:

«Οι βοτσαλωτές αυλές των Κυκλάδων», Αθήνα 1998, αυτοέκδοση (3 εκδόσεις)
«Οι βοτσαλωτές Αυλές του Αιγαίου», Αθήνα 1999, αυτοέκδοση (εξαντλημένο)
«Η τέχνη του ψηφιδωτού και η τεχνική του», Αθήνα 2002 και 20011
Έχει διδάξει την τέχνη του ψηφιδωτού σε επιδοτούμενα σεμινάρια (Σύρος, Ίος κ.ά.), καθώς και στα παιδιά του ΚΔΑΠ στην Ίο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Ο όρος ‘ψηφιδωτό’ προέρχεται από το ψηφίο, τη μικρή πέτρα. Ο όρος ‘μωσαϊκό’ προέρχεται από τις Μούσες.

 

 

 

Ο Τσέζαρε Μπεκαρία και η επιρροή του στην απονομή της δικαιοσύνης

Αναφορές γύρω από τις έννοιες της «δικαιοσύνης» και του «δικαιώματος» εμφανίζονται από την απαρχή της ιστορίας. Φιλόσοφοι του μακρινού παρελθόντος καταπιάστηκαν με θέματα που απασχολούσαν την κοινωνία και διαπίστωσαν ότι για τη διατήρηση της, θα έπρεπε να υπάρχουν κάποιοι κοινοί κανόνες που να ακολουθούνται από όλους και να τιμωρείται όποιος δεν συμμορφώνεται με αυτούς. Αργότερα, αρκετοί από αυτούς τους κανόνες ονομάστηκαν νόμοι και όποιος τους παραβίαζε θεωρούνταν «παραβάτης του νόμου».

Το φαινόμενο της εγκληματικότητας, ανεξαρτήτως της εποχής και της κοινωνίας, παραμένει αντικείμενο ανησυχίας και μελέτης. Αυτό που αλλάζει είναι το τι ορίζουν οι διαφορετικές κοινωνίες, σε διαφορετικές χρονικές περιόδους ως έγκλημα και τι τρόπους χρησιμοποιούν για την αντιμετώπιση του. Η απονομή της δικαιοσύνης πήρε διάφορες μορφές ανά την ιστορία.

Στην ομηρική εποχή, την αποκαλούμενη «χρυσή εποχή» του θύματος, η ποινή είχε περισσότερο ανταποδοτικό χαρακτήρα και η οικογένεια και οι φορείς της πολιτείας είχαν καθοριστικό ρόλο στην επίλυση των ιδιωτικών διαφορών, (χωρίς την έλλειψη, βέβαια, άλλων συμφιλιωτικών και εναλλακτικών λύσεων). Προχωρώντας στα χρόνια του Μεσαίωνα, οι έννοιες αμαρτία και εγκληματική συμπεριφορά χρησιμοποιούνταν ως συνώνυμες, αντιμετωπίζονταν «στη βάση των «επιτιμίων» και σε κάθε μία εγκληματική πράξη αντιστοιχούσε μία ποινή ανάλογα με τη βαρύτητα της».

Περνώντας στην Αναγέννηση, το βλέμμα στρέφεται στον εγκληματία. Μελέτες γύρω από την εξωτερική εμφάνιση του εγκληματία έρχονται στην επιφάνεια. Την ίδια περίοδο (16ος αιώνας), ο Τόμας Μορ [Thomas More, 1478-1535], μέσα από το έργο του «Ουτοπία», «αφ’ ενός αναδεικνύει τον κοινωνικό και τον οικονομικό παράγοντα ως εγκληματογόνους και αφ’ ετέρου ασκεί κριτική στην αγγλική δικαιοσύνη της εποχής του».

«Σε επίπεδο δικαιοσύνης, κατά την Αναγέννηση, τίθενται σε ισχύ σε διάφορες χώρες ποικίλοι ποινικοί νόμοι και διατάξεις με χαρακτηριστικότερη την Constitutio Criminalis Carolina, που προβλέπει τη δημόσια τιμωρία όλων των εγκλημάτων – για την ακρίβεια, την επαναφέρει – και θέτει απάνθρωπες ποινές».

Τέλος, φτάνοντας στον Διαφωτισμό, τον 18ο αιώνα, «έρχονται στο προσκήνιο αντιλήψεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά και τα δικαιώματα των φορέων της κρατικής εξουσίας (με χαρακτηριστικότερο το δικαίωμα της τιμωρίας)». Παρακάτω, θα μιλήσουμε για την κλασική σχολή του ποινικού δικαίου των Τσέζαρε Μπεκαρία [Cesare Beccaria, 1738-1794] και Τζέρεμι Μπένθαμ [Jeremy Bentham, 1748-1832], και πιο συγκεκριμένα για τις ιδέες που ανέπτυξε ο Τσέζαρε Μπεκαρία και το κατά πόσο η επιρροή του διαρκεί μέχρι σήμερα.

Οι ποινές την εποχή του Διαφωτισμού είχαν κυρίως τιμωρητικό χαρακτήρα και τα βασανιστήρια ως μέσο για την απόσπαση ομολογίας. Η θανατική ποινή χρησιμοποιούταν συχνά, ενώ το κράτος και οι φορείς του είχαν την εξουσία να δώσουν αυθαίρετα όποια ποινή ήθελαν. Χαρακτηριστικό της εποχής αυτής, πέρα από την βιαιότητα των ποινών και την κρατική αυθαιρεσία, ήταν η αοριστία που διέκρινε τους νόμους. Οι δικαστές καλούνταν όχι μόνο να τους εφαρμόσουν, αλλά και να τους ερμηνεύσουν.

Ο Μπεκαρία, μελετητής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πολέμιος της θανατικής ποινής, έκρινε ως υποκρισία του κράτους να ισχυρίζεται ότι νοιάζεται για τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ώρα που παραβιάζει το βασικότερο, «το δικαίωμα της ζωής», και χρησιμοποιεί τον βασανισμό για να αποσπάσει μία ομολογία από τον κατηγορούμενο. Οι απόψεις του είχαν απήχηση κυρίως στην τότε ανερχόμενη αστική τάξη.

Επηρεασμένος από την εποχή την οποία έζησε, θεωρούσε τον άνθρωπο ως ένα ορθολογικό ον με ελεύθερη βούληση. Άρα, ως κάποιον που μπορεί να κάνει συνειδητές επιλογές βάσει του προσωπικού του συμφέροντος και ο οποίος φέρει ευθύνη για τις επιλογές αυτές. Ακόμη, επηρεασμένος από το «κοινωνικό συμβόλαιο» του Ρουσώ, μίλησε για την αναγκαιότητα του κοινωνικού ελέγχου στην κοινωνία και για το δικαίωμα της να απαντάει αναλόγως στις πράξεις που απειλούν να βλάψουν την ύπαρξη της. Τόνισε επίσης το ότι η ποινή θα πρέπει να είναι ανάλογη του εγκλήματος που διαπράχτηκε (δίκαιη), να είναι ταχεία, να υπάρχει συγκεκριμένη ποινή για το κάθε έγκλημα, να δίνεται η μικρότερη δυνατή ποινή που μπορεί να δοθεί και, τέλος, ότι για να είναι κατασταλτική θα πρέπει να έχει διάρκεια και όχι ένταση. Με αυτά τα χαρακτηριστικά, η ποινή μπορεί να έχει αποτρεπτική λειτουργία τόσο για τον εγκληματία (σωφρονισμός) όσο και για την ίδια την κοινωνία (γενική και ειδική πρόληψη).

Ο Μπεκαρία έθεσε επίσης ως θέμα το ότι «οι δικαστές δεν θα πρέπει να ερμηνεύουν αλλά να εφαρμόζουν τον νόμο» και το ότι οι νόμοι πρέπει να είναι ακριβείς, κατανοητοί και δημόσιοι. Σημαντικό είναι να έχουμε υπ’ όψιν μας ότι μέχρι εκείνη την εποχή το ίδιο δικαστήριο μπορούσε να τιμωρήσει το ίδιο ακριβώς έγκλημα με διαφορετικό τρόπο και ότι θα ήταν δύσκολο για κάποιον να κατανοήσει εάν μία πράξη θεωρείτο εγκληματική ή όχι. Το να είναι γνωστοί και κατανοητοί οι κανόνες μιας κοινωνίας μπορεί να θεωρηθεί ένα από τα πιο σημαντικά στοιχεία της πρόληψης του εγκλήματος.

Η επιρροή του Τσέζαρε Μπεκαρία στο ποινικό σύστημα δικαιοσύνης φτάνει μέχρι σήμερα, με την κατάργηση της θανατικής ποινής και των βασανιστηρίων σε πολλές χώρες, με τους «κανόνες εξέτασης μάρτυρα», με το δικαίωμα δίκης από ενόρκους στα λαϊκά δικαστήρια, με την «ταχεία απονομή της δικαιοσύνης», με τη δημοσιότητα των νόμων, με την αρχή της επιείκειας κ.ά.

Ως προς το εάν όλα όσα είπε ο Μπεκαρία είναι εφαρμόσιμα στη σύγχρονη κοινωνία, θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν ότι η εποχή στην οποία έζησε ήταν πολύ διαφορετική από τη δική μας και προβλήματα όπως η πολυνομία, η οποία καθιστά αναγκαία την ερμηνεία των νόμων από τον δικαστή (το ποινικό σύστημα προβλέπει κάποιες «δικλίδες ασφαλείας» για την αποφυγή ερμηνευτικών λαθών) δεν απασχολούσαν την εποχή του.

* * * * *

ΠΗΓΕΣ

· Crime vs Social Control

· «Στοιχεία εγκληματολογίας», Ιάκωβος Φαρσεδάκης. Νομική βιβλιοθήκη.

· «Ποινική δικαιοσύνη και θύμα από τις παρυφές της προϊστορίας έως τον 21ο αιώνα», Βίκυ Βλάχου. Νομική βιβλιοθήκη.

· Σημειώσεις από τις διδασκαλίες της κας Βίκυς Βλάχου, καθηγήτριας του Παντείου Πανεπιστημίου.

Ο Μάρτιος στο Επιγραφικό Μουσείο: Τρεις διαλέξεις για το «Δέντρο της Δωδώνης»

Η φηγός ή δρυς, η βελανιδιά, υπήρξε το ιερό δέντρο της αρχαίας Δωδώνης, που συμβόλιζε την ένωση γης και ουρανού, τη γαμήλια στέγη της Διώνης και του Δία. Το μαντείο της Δωδώνης αναφέρεται από τον Ηρόδοτο ως το αρχαιότερο των Ελλήνων. Η Δωδώνη της Ηπείρου, με τα ακίνητα και κινητά αρχαία ευρήματα, προκαλεί σήμερα εικόνες από τη ζωή και τη δράση ανθρώπων του παρελθόντος, εντυπώσεις, ερμηνείες, αναζητήσεις σχετικά με τις ανησυχίες και τις σκέψεις αυτών που υπήρξαν στους ίδιους τόπους.

Ο Κώστας Σουέρεφ, αρχαιολόγος και διδάκτορας Φιλοσοφίας, θα μεταφέρει μέσα από τρεις διαλέξεις – στις 5, 12 και 20 Μαρτίου – τις υπάρχουσες γνώσεις για τον χώρο της Δωδώνης, το μαντείο και τη σχέση του με τον αρχαίο κόσμο.

Αρχαίοι χρόνοι της Δωδώνης και τρόποι χρησμοδότησης

Τετάρτη 5 Μαρτίου, ώρα 18:00

Η Δωδώνη υπήρξε θρησκευτικό και πολιτικό κέντρο, όπως οι Δελφοί και η Ολυμπία. Ο συνδυασμός θρησκευτικών και πολιτικών παραμέτρων με επίκεντρο τη Δωδώνη οδήγησε στην ακτινοβολία της και στη συσπείρωση γύρω από αυτήν όλων των Ηπειρωτών. Θεσπρωτοί, Μολοσσοί, η Ολυμπιάδα, ο Πύρρος, το Κοινό των Ηπειρωτών σφράγισαν με την παρουσία τους την ιστορική διαδρομή της Δωδώνης. Μεταξύ του τέλους του 3ου και των αρχών του 2ου αι. π.Χ. τα Νάια, αγώνες για τον Δία Νάιο, αναβαθμίστηκαν στο επίπεδο των πανελλήνιων αγώνων, με βραβείο το στεφάνι από κλαδί της δρυός. Τα Νάια γίνονταν κάθε τέσσερα χρόνια, τον επόμενο χρόνο από τους Ολυμπιακούς, τον ίδιο χρόνο με τα Ίσθμια και τα Νέμεα, όπως μας πληροφορεί ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων (μέσα 2ου αι. π.Χ.). Όσα σχετίζονταν με το δέντρο της Δωδώνης, όπως οι μεταλλικοί ήχοι χάλκινων λεβήτων και τριπόδων γύρω από τη δρυ, κουδουνιών και άλλων δώρων κρεμασμένων στα κλαδιά, που προκαλούνταν με το φύσημα του ανέμου, θεωρούνταν ότι εξέπεμπαν συμβουλευτικά μηνύματα των θεών. Το μαντείο της Δωδώνης έδινε χρησμό σε άτομα, ομάδες και εκπροσώπους από διάφορες προελεύσεις, όπως γνωρίζουμε από τα αναθήματα και τα γραπτά ερωτήματα στα μολύβδινα ελάσματα. Το μαντείο λειτούργησε για 2.000 χρόνια (μεταξύ της 2ης χιλιετίας π.Χ. και του 4ου αιώνα μ.Χ.).

Περιήγηση στην αρχαία Δωδώνη και ευρήματα σχετικά με το μαντείο

Τετάρτη 12 Μαρτίου, ώρα 18:00

Το τοπίο της Δωδώνης, μεταξύ του όρους Τόμαρος, της κοιλάδας και των γύρω λόφων, περικλείει την αρχαία θέση με ορατά κατάλοιπα αρχιτεκτονικής: το ιερό του Δία και της Διώνης, το πρυτανείο, το βουλευτήριο, το θέατρο, το στάδιο και την ακρόπολη. Εξάλλου, η απόκεντρη Δωδώνη υπήρξε συχνά σημείο αναφοράς του αρχαίου κόσμου. Η φήμη του μαντείου και ο ιδιότυπος λατρευτικός συμβολισμός του Δία Ναΐου και της Διώνης, πέρα από τα όρια της Ηπείρου, όπως στην Αθήνα, τη Ρόδο και τις Συρακούσες, επιβεβαιώνεται από τα αρχαία κείμενα, τα αφιερώματα και τα ενεπίγραφα χρησμοδοτικά μολύβδινα ελάσματα των επισκεπτών, που σώθηκαν στη Δωδώνη.

Τα ενεπίγραφα μολύβδινα ελάσματα των χρησμών

Πέμπτη 20 Μαρτίου, ώρα 18:00

Ιδιαίτερο επιστημονικό ενδιαφέρον προκαλεί διεθνώς η μοναδικότητα των χρησμοδοτικών μολύβδινων ενεπίγραφων ελασμάτων, άνω των 3.000, από τη Δωδώνη, τα οποία, καθώς μελετώνται από ειδικούς διαφόρων ειδικοτήτων, διαφωτίζουν σχετικά με λειτουργίες του μαντείου, του πολιτικού οργανισμού που το ήλεγχε, αλλά κυρίως σχετικά με αγωνίες και διλήμματα των αρχαίων επισκεπτών.

Οι ερωτήσεις, απλές και ευθείς, έθιγαν διάφορα θέματα, υγείας, οικογενειακά, οικονομικά, δικαίου, επαγγελματικά, συναισθηματικά. Παράλληλα, μαρτυρούνται επαφές με άλλες κοινωνικές ομάδες: Κορινθίων, Αμβρακιωτών, Κερκυραίων, Ταραντίνων. Μερικές απαντήσεις αναγράφονταν στο πίσω μέρος του ελάσματος, αλλά οι περισσότερες δίδονταν προφορικά. Σύμφωνα με τον Κικέρωνα, λειτουργούσε στη Δωδώνη η κληρομαντεία. Τα μοναδικά στην υφήλιο μολύβδινα ελάσματα των χρησμών της Δωδώνης, μαρτυρίες ύπαρξης χιλιάδων ανθρώπων, ενεγράφησαν το 2023 στη «Μνήμη του Κόσμου» της UNESCO.

* * * * * *

Ο ομιλητής, Κώστας Σουέρεφ, γεννήθηκε στην Κέρκυρα. Σπούδασε Αρχαιολογία και Ιστορία στην Ελλάδα και την Ιταλία. Απέκτησε μεταπτυχιακό δίπλωμα στη Scuola Normale Superiore της Πίζας και διδακτορικό στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ. Εργάστηκε ως αρχαιολόγος στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Θεσσαλονίκης και ως Προϊστάμενος Διεύθυνσης στις Εφορείες Αρχαιοτήτων Φλώρινας, Καστοριάς και Ιωαννίνων.

Διεξήγαγε ανασκαφές στην Τούμπα και τη Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Επιμελήθηκε περιοδικές εκθέσεις, αξιοποιώντας νέες τάσεις της Μουσειολογίας. Δίδαξε ως Ειδικός Επιστήμονας στα Πανεπιστήμια Ιωαννίνων, Δυτικής Μακεδονίας και Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Συμμετείχε σε συνέδρια στην Ελλάδα, την Ιταλία, τη Γαλλία, την Ισπανία και τη Γερμανία.

Τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα εστιάζονται στην Ιστορία και την Αρχαιολογία του Βορειοελλαδικού χώρου και την Αρχαιολογία της Τέχνης. Εξέδωσε μονογραφίες και συμμετείχε σε συλλογικούς τόμους. Επίτιμος Έφορος Αρχαιοτήτων από το 2020. Εξάλλου, συνεργάτης του περιοδικού Πόρφυρας από την ίδρυσή του (1980) με σχόλια θεωρίας για τον κινηματογράφο, μεταφράσεις, ποιήματα και δοκίμια. Είναι μέλος της Εταιρείας Κερκυραϊκών Σπουδών–Μουσείου Σολωμού, της Αναγνωστικής Εταιρείας Κέρκυρας, της Εταιρείας Συγγραφέων. Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στα λογοτεχνικά περιοδικά Περίπλους, Η λέξη, Φηγός, Εντευκτήριο, Φιλόλογος, Γραφή, Ακτή κ.ά.

* * * * * *

Η παρακολούθηση όλων των διαλέξεων είναι δωρεάν. Απαιτείται η κράτηση θέσεων. Για δηλώσεις συμμετοχής θα πρέπει να επικοινωνείτε με τη συντονίστρια των διαλέξεων κα Αγγελική Στρατηγοπούλου στην ηλεκτρονική διεύθυνση a.stratigopoulou@yahoo.gr. Σε περίπτωση συμπλήρωσης των θέσεων, θα λάβετε αρνητική απάντηση μέσω email. Διαφορετικά η συμμετοχή σας γίνεται δεκτή.

* * * * * *

Επιγραφικό Μουσείο

Τοσίτσα 1, 106 82 Αθήνα

210 8232950, 210 8847576

E-mail: ema@culture.gr

URL: https://www.epigraphicmuseum.gr

Αλληλογραφώντας με την πατρίδα

Υπήρξαν ένα καθοριστικής σημασίας μέσο εμψύχωσης, για τους στρατιώτες του Αλβανικού Έπους. Τα δέματα και τα γράμματα προς τους στρατιώτες, που λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1940 βρίσκονταν ήδη στα χιονισμένα βουνά, ήταν μια οδηγία που είχε δοθεί από το υπουργείο Εσωτερικών και το υπουργείο Στρατιωτικών, με στόχο να τους κρατήσει συναισθηματικά ακμαίους, αν και οι συνθήκες που βίωναν μακριά από τα σπίτια τους και τις οικογένειες τους ήταν δύσκολες.

Γυναίκες και άνδρες από όλη τη χώρα έστελναν στα βουνά δέματα που περιείχαν τσιγάρα, χαρτζιλίκι, μια φανέλα, ένα κασκόλ ή ένα ζευγάρι γάντια και ένα γράμμα, χωρίς συγκεκριμένο παραλήπτη, αφού αυτά έφταναν με φορτηγά και μουλάρια στα βουνά και αφήνονταν για να τα παραλάβουν τυχαία οι φαντάροι μας, όπως είπε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ιστορικός- ερευνητής Κωστής Μαμαλάκης.

«Πλησιάζοντας τα Χριστούγεννα του 1940, με το κρύο και τις κακουχίες να έχουν δυσκολέψει πάρα πολύ τις συνθήκες, η αποστολή τέτοιων δεμάτων ήταν πολύ σημαντική. Ακόμη και αν δεν υπήρχε συγκεκριμένη σύνδεση είτε οικογενειακή είτε φιλική, ένα γράμμα μπορούσε να δώσει ελπίδα σε έναν στρατιώτη στο μέτωπο. Ότι κάποιος τον σκέφτεται, ότι ένας συμπατριώτης του ή μια συμπατριώτισσα προσεύχεται για να είναι καλά», ανέφερε ο κος Μαμαλάκης.

Από τις αξιομνημόνευτες και περίεργες μικρές ανθρώπινες ιστορίες, τμήματα της μεγάλης ιστορίας του Αλβανικού Έπους, είναι και αυτή του στρατιώτη Εμμανουήλ Ασημιανάκη στα χιονισμένα βουνά, που παρέλαβε ένα τέτοιο δέμα, στις 14-12-1940.

Η αποστολέας έγραφε μεταξύ άλλων: «Αγαπητέ στρατιώτη. Φθάνουν Χρηστούγεννα. Όλλοι οι άνθρωποι μένουν στα σπίτια τους για να εορτάσουν….Εσείς οι ήρωές μας θα τα επεράσετε εις τα βουνά της Ηπείρου…Έχετε τη βοήθειαν του Θεού και νικάται τον αιμοβόρο εχθρό… Πρέπει να έχετε θάρρος και επιμονή… Θα νικήσετε όμως και έτσι θα γυρίσετε εις τα σπίτια σας νικηταί…».

Η νεαρή γυναίκα ζητούσε από τον στρατιώτη να της απαντήσει στο γράμμα της, όπως και έπραξε.

Ο στρατιώτης, διαβάζοντας το γράμμα, αναγνώρισε στην αποστολέα την ίδια του την αδελφή, τη Σοφία Ασημιανάκη, που ζώντας μέσα στο ίδιο της το σπίτι την αγωνία του αδελφού στο μέτωπο του πολέμου, είχε την ευαισθησία να στείλει σε έναν οποιοδήποτε στρατιώτη ένα δέμα που περιελάμβανε μεταξύ άλλων το γράμμα, τσιγάρα και 50 δραχμές και που ποτέ δεν θα μπορούσε να πιστέψει ότι θα ήταν ο ίδιος της ο αδελφός.

Την επιστολή της νεαρής γυναίκας και την απαντητική επιστολή του αδελφού της έχει στο αρχείο του ο ιστορικός – ερευνητής Κωστής Μαμαλάκης, ο οποίος αναφέρθηκε στην απίστευτη αυτή σύμπτωση, την οποία, όπως τόνισε, είχε συμπεριλάβει στο ημερολόγιό του ως ιστορία και ο αξιωματικός Γεώργιος Καβός, που είχε τον Εμμανουήλ Ασημιανάκη, στην μονάδα του.

Όπως είπε ο κος Μαμαλάκης, στην απάντησή του ο Εμμανουήλ Ασημιανάκης αρχικά δεν αποκαλύφθηκε.

«Αγαπημένη πατριώτισσα… Η σημερινή ημέρα είναι χωρίς υπερβολήν μια από τις ποιο ευτηχησμένες της ζωής μου… Εις εμέ λοιπόν κατά την διανομήν επεφύλαξε η τύχη να κληρωθή το δικό σας δέμα… Εκπληρών λοιπόν την επιθυμίαν σας, σας γράφω και σας απαντώ… Να είσθαι βεβαία ηρωική πατριώτισσα ότι ο Έλλην στρατιώτης θα εκτελέση το καθήκον του παντού και πάντοτε. Πολύ δε περισσότερον όταν σκέπτετε ότι πίσω από αυτόν ευρίσκεται η σεμνή Ελληνοπούλα που περιμένη από αυτόν την ελευθερίαν και την σωτηρίαν της τιμής της…».

Πιο κάτω στην απάντησή του, ο Εμμανουήλ Ασημιανάκης αναφέρεται σε «μυθιστορηματικές» συμπτώσεις, γράφοντας χαρακτηριστικά: «Ούτε εγώ λοιπόν δεν πίστεβα εις αυταίς μέχρι της στιγμής όπου έλαβα το δέμα σας. Γιαυτό και θα φυλάξω τα δύο τσιγάρα όπου μου έστειλες και όταν γυρίσω νικητής, θα τα φουμάρουμε μαζί. Γιατί γλυκιά μου αδελφή Σοφία, ο στρατιώτης όπου έλλαβε το δέμα και την επιστολήν σας είμαι εγώ ο Αδελφός σου Ασημιανάκης Εμμ. Τα σέβη μου εις την Μητέρα και τα φιλιά μου εις την συσηγό μου Καλιόπη και αδελφή μας Μαρίκα, θείο Μηχάλη και εις όλους τους συνγγενείς. Σε φιλώ και ευχαριστό διά το ευγεναίς έσθιμα σου υπέρ της Αγαπημένης μας πατρίδος Ελλάδος. Σε φιλό και μένω υπόχρεος ο Αδελφός σου Ε. Ασημιανάκης».

Οι στρατιώτες στο μέτωπο είχαν την ανάγκη να γράφουν συχνά, είπε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κος Μαμαλάκης, ο οποίος συμπλήρωσε ότι αυτή η συνήθεια, συνδεόταν και με το φόβο του θανάτου.

«Έγραφαν και συνδέονταν με την πατρίδα, σκηνοθετούσαν στο μυαλό τους μια μητέρα, μια αδελφή που τους περίμενε. Έχει υπάρξει καταγραφή, ότι στρατιώτης έγραφε σχεδόν κάθε δύο ημέρες. Μια τέτοια επαναλαμβανόμενη ανάγκη να επικοινωνήσει, ίσως να σχετιζόταν και με το φόβο που είχαν αυτοί οι άνθρωποι ότι το κάθε γράμμα τους μπορεί και να ήταν το τελευταίο», εξήγησε ο κος Μαμαλάκης.

Πάτρα: Το καταφύγιο των Υψηλών Αλωνίων, καταφύγιο ιστορικής μνήμης

Σε «καταφύγιο» ιστορικής μνήμης και γνώσης έχει μετατραπεί το μεγαλύτερο και σημαντικότερο καταφύγιο που ξεκίνησε να λειτουργεί στην Πάτρα με την έναρξη του πολέμου του 1940, αφού η αχαϊκή πρωτεύουσα ήταν πρώτη μεγάλη πόλη που βομβαρδίστηκε στις 28 Οκτωβρίου από τα ιταλικά αεροπλάνα.

Με πρωτοβουλία του πολιτιστικού τομέα του Δήμου Πατρέων, ‘αποτυπώνονται’, μέσα από την έκθεση που λειτουργεί στο καταφύγιο, μοναδικής αξίας αρχειακού και ιστορικού υλικού στιγμές, από την κήρυξη του πολέμου, τους πρώτους βομβαρδισμούς της Πάτρας, την κατοχή της από τα ναζιστικά στρατεύματα, την αντίσταση και την απελευθέρωση της πόλης.

Ο ιστορικός χώρος του καταφυγίου, κάτω από την πλατεία Υψηλών Αλωνίων, ήταν γνωστός σε πολλούς κατοίκους της ευρύτερης περιοχής και όχι μόνο, αλλά παρέμενε αναξιοποίητος.

Τον Οκτώβριο του 2014, το περιφερειακό τμήμα του ΤΕΕ Δυτικής Ελλάδας οργάνωσε την παρουσίαση της ομάδας εργασίας, με θέμα τους τρόπους αξιοποίησης του καταφυγίου, στο πλαίσιο των παράλληλων δράσεων της έκθεσης «Φαντάσου την πόλη: Πάτρα 2014».

Στη συνέχεια, με πρωτοβουλίες του Δήμου Πατρέων, το καταφύγιο αξιοποιήθηκε και αποδόθηκε ως χώρος ιστορικής μνήμης το 2020, στο πλαίσιο των εορτασμών για την απελευθέρωση της Πάτρας από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής, στις 4 Οκτωβρίου του 1944.

Σύμφωνα με τον δήμο, ο χώρος του καταφυγίου είναι επισκέψιμος σε ετήσια βάση και πλέον έχει μετατραπεί σε πόλο έλξης για σχολεία, φορείς και συλλογικότητες από πολλές περιοχές της Ελλάδας.

Το ιστορικό του καταφυγίου περιγράφεται σε μία από τις εισόδους, όπου αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«Το καταφύγιο των Υψηλών Αλωνίων έχει κατασκευαστεί κάτω από την πλατεία και τα δύο σημεία πρόσβασης βρίσκονται στο πρανές που αρχίζει από το πάνω μέρος του πεζόδρομου της Τριών Ναυάρχων, συνεχίζει βορειοανατολικά, παράλληλα με την οδό Αθανασίου Διάκου και αποτελεί μέρος του Ρωμαϊκού αναλημματικού τοίχου. Ο συγκεκριμένος τοίχος έχει μήκος περίπου 70 μέτρων και πιθανότατα κτίστηκε στα χρόνια του Ρωμαίου αυτοκράτορα Νέρωνα και έκτοτε – ιδιαίτερα κατά τον 19ο αιώνα – υπέστη αρκετές προσθήκες με αποτέλεσμα να έχει την σημερινή μορφή.»

»Αν και δεν υπάρχουν ιστορικά στοιχεία ή έγγραφες μαρτυρίες για την κατασκευή του καταφυγίου, εικάζεται ότι κατασκευάστηκε στη δεκαετία του 1930 για να επιτελέσει τον σκοπό της προφύλαξης των αμάχων σε περίπτωση αεροπορικής επιδρομής μαζί με τους υπόγειους χώρους ορισμένων δημοσίων και ιδιωτικών κτιρίων της Πάτρας.

»Πρόκειται για το παλαιότερο και μεγαλύτερο καταφύγιο το οποίο υπήρχε στην Πάτρα και έσωσε αρκετό κόσμο τόσο κατά τη διάρκεια των αεροπορικών βομβαρδισμών των Ιταλών το 1940 όσο και στη συνέχεια, έπειτα από αρκετούς μήνες, από τα αεροσκάφη της γερμανικής αεροπορίας.

»Να σημειωθεί ότι η Πάτρα ήταν η πρώτη μεγάλη πόλη της Ελλάδας που βομβαρδίστηκε από τα αεροπλάνα των Ιταλών το 1940. Μάλιστα, τα καταφύγια λειτουργούσαν βάσει κανονισμού, τον οποίο έπρεπε να τηρούν οι πολίτες.

»Μέσα στο καταφύγιο μπορεί εύκολα να διακρίνει κανείς τους πέντε μικρούς θαλάμους που αποτελούν και τους χώρους εκείνους που φιλοξενούσαν για ώρες τους Πατρινούς, οι οποίοι έτρεχαν να σωθούν, όταν άκουγαν τις σειρήνες.

»Το καταφύγιο αποτελείται από τρεις διαδρόμους-στοές που συνδέονται μεταξύ τους σε σχήμα «Π» μήκους 39,13 μέτρων, 30,10 μέτρων και 39,50 μέτρων αντίστοιχα και πλάτους δύο μέτρων. Τα άκρα των δύο μεγαλύτερων και παράλληλων στοών αποτελούν τις εισόδους από τον δρόμο.

»Εσωτερικά σε διάφορα σημεία παραπλεύρως των στοών υπάρχουν πέντε μικροί θάλαμοι από 5 τ.μ. έως 8 τ.μ. ο καθένας. Το συνολικό εμβαδόν του καταφυγίου είναι 210 τ.μ., ενώ το μέγιστο ύψος είναι 2,10 μέτρα.

»Οι τοίχοι είναι κατασκευασμένοι από πέτρα, οι τοξωτές οροφές από κεραμικά στοιχεία (συμπαγή τούβλα) και οι δύο είσοδοί του έχουν σιδερένιες πόρτες με καμάρα σε ημικυκλικό τόξο.

»Πρόκειται χωρίς αμφιβολία για ένα από τα πιο ιστορικά και σημαντικά – ίσως το σημαντικότερο – καταφύγιο που έχει κατασκευαστεί και συνέβαλε στην προστασία των Πατρινών από τις αεροπορικές επιδρομές κατά τη διάρκεια της τριπλής φασιστικής κατοχής. Ωστόσο δεν είναι το μόνο, καθώς με βάση μαρτυρίες και πηγές συνολικά μέχρι τον Δεκέμβριο του 1940 είχαν διαμορφωθεί περισσότερα από 30 καταφύγια στην πόλη της Πάτρας, τα περισσότερα από τα οποία σώζονται μέχρι σήμερα.»

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με μαρτυρίες και καταγραφές, ως καταφύγια χρησιμοποιήθηκαν υπόγεια μεγάλων κτιρίων, που εξακολουθούν μέχρι και σήμερα να υπάρχουν μέσα στο κέντρο της πόλης.

Στη διασταύρωση της οδού Παναχαϊκού με την περιμετρική οδό της πλατείας των Υψηλών Αλωνίων, λίγα μόλις μέτρα  μακρύτερα από το προαναφερόμενο καταφύγιο, υπάρχει ακόμα – αλλά ανακατασκευασμένο – το κτίριο του οποίου το μεγάλο υπόγειο χρησιμοποιείτο για να προστατευθούν οι κάτοικοι από τις βόμβες.

Στη γειτονική λεωφόρο Δ. Γούναρη και στη διασταύρωσή της με την οδό Κορίνθου υπάρχει το δικαστικό μέγαρο, το υπόγειο του οποίου χρησιμοποιήθηκε και αυτό ως καταφύγιο.

Ακριβώς απέναντι, βρίσκεται το παλιό τριώροφο κτίριο, όπου σήμερα στεγάζεται η «Πολυφωνική» χορωδία της Πάτρας. Το υπόγειο του τριώροφου κτιρίου χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο, με τις εισόδους να είναι και σήμερα ορατές.

Εκεί κοντά, στη διασταύρωση των οδών Κανακάρη και Βότση, το υπόγειο της κλινικής χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο, όπως και το υπόγειο του κτιρίου, στη διασταύρωση των οδών Μαιζώνος και Ερμού, κοντά στην κεντρική πλατεία Γεωργίου.

Στον ίδιο δρόμο, την οδό Μαιζώνος, υπάρχει το μεγάλο κτίριο, όπου μέχρι πριν από λίγα χρόνια στεγάζονταν τα Αρσάκεια σχολεία και τώρα πρόκειται να στεγάσει το δημαρχείο της πόλης. Στο υπόγειό του έβρισκαν προσωρινή ασφάλεια πολλοί Πατρινοί, ενώ ταυτόχρονα λειτουργούσε και ως νοσοκομείο. Μάλιστα, οι μεγάλοι κόκκινοι σταυροί που υπήρχαν στους εξωτερικούς τοίχους συντηρήθηκαν στο πλαίσιο εργασιών ανακαίνισης του κτιρίου.

Ως καταφύγια χρησιμοποιήθηκαν επίσης το υπόγειο του ιστορικού ιερού ναού της Παντάνασσας, το υπόγειο του γειτονικού κτιρίου της πρώην κλινικής «Λάζαρη», αλλά και το υπόγειο του επιβλητικού κτιρίου, γνωστότερου ως οικία Γαλανόπουλου, όπου βρίσκεται σχεδόν απέναντι από το Ρωμαϊκό Ωδείο.

Έκθεση και αφιέρωμα της ΕΣΗΕΑ για τους δημοσιογράφους στην αντίσταση 1940-1944

Μια έκθεση ζωγραφικής κι ένας πολύτιμος συλλογικός τόμος που εκκινούν από ντοκουμέντα του ελληνοϊταλικού πολέμου, της Κατοχής και του Ολοκαυτώματος εγκαινιάστηκαν την Τετάρτη 25 Οκτωβρίου στην ΕΣΗΕΑ, στο χώρο της Βιβλιοθήκης της «Δημήτρης Ι. Πουρνάρας», όπου και θα παραμείνουν μέχρι τις 14 Νοεμβρίου.

Πρόκειται για διπλή παραγωγή του Μορφωτικού Ιδρύματος της ΕΣΗΕΑ, που φέρνει στο φως άγνωστες πηγές της περιόδου, από την πολύτιμη Βιβλιοθήκη Πουρνάρα της ΕΣΗΕΑ και το ιστορικό αρχείο της Ενώσεως, το οποίο ερευνά ο ιστορικός Δημήτρης Σκλαβενίτης. Και, πάνω απ’ όλα, αποτίει φόρο τιμής στους απλούς, καθημερινούς ανθρώπους που ύψωσαν το ανάστημα τους στον φασισμό την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τιμά τους δημοσιογράφους που αντιστάθηκαν και αγωνίστηκαν για την ελευθερία.

Η έκδοση «Η Αντίσταση και ο Αγώνας των δημοσιογράφων για την Ελευθερία» αφιερώνεται στον Κωστή Παπαδάκη, τον πρώτο νεκρό δημοσιογράφο του μετώπου.

Η αφήγηση της έκθεσης ξεκινά με το πηλίκιο του 23χρονου Κωστή Παπαδάκη, δημοσιογράφου στο «Ελεύθερον Βήμα» (μετέπειτα «Το Βήμα»). «ΔΕΝ ΘΑ ΤΟΥΣ ΑΦΗΣΩΜΕ ΝΑ ΠΕΡΑΣΟΥΝ», έγραφε στην τελευταία του ανταπόκριση, στις 3 Νοεμβρίου 1940, παραμονή του θανάτου του. Σκοτώθηκε σε μάχη στον λόφο Νεστορίου Καστοριάς.

Στην ίδια προθήκη, η δημοσιογραφική του ταυτότητα και τα τρία τελευταία του γράμματα στην οικογένεια του, συγκινούν, δημιουργούν αναστοχασμό και περισυλλογή για την περίοδο της ναζιστικής κατοχής που ακολούθησε, οδηγώντας τη χώρα στην εξαθλίωση.

«Υποκλινόμαστε ενώπιον αυτών που θυσιάστηκαν, ιδίως στους δημοσιογράφους που με την γραφίδα τους αφύπνισαν τους Έλληνες» χαιρέτησε στην παρουσίαση του διπλού αφιερώματος η πρόεδρος του Μορφωτικού Ιδρύματος της ΕΣΗΕΑ , Μαρία Αντωνιάδου. Στους δημοσιογράφους που επιχείρησαν μέσω των παράνομων εφημερίδων και την επισιτική δράση του συλλογικού τους οργάνου, της ΕΣΗΕΑ, να αντισταθούν στον κατακτητή και να αντιμετωπίσουν τις δυσχερείς οικονομικές συνθήκες που έπλητταν τον κλάδο τους

Το «Δελτίο Απόντων» της Χριστίνας Κάλμπαρη

Συνεχίζοντας την περιήγηση, διάσπαρτα στον όροφο της Βιβλιοθήκης είναι τα έργα ζωγραφικής και τα σχέδια της Χριστίνας Κάλμπαρη με γενικό τίτλο «Δελτίο Απόντων». Δημιουργήθηκαν ειδικά για τον χώρο της Βιβλιοθήκης, με αφετηρία φωτογραφίες και κινηματογραφικά ντοκουμέντα από την Κατοχή και το Ολοκαύτωμα. Συνομιλούν με τα έργα της ενότητας «H εκδρομή» και σκιαγραφούν τη γαλήνη μιας μονοήμερης εκδρομής στη φύση, καθώς αυτή επισκιάζεται από την αδιόρατη απειλή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Η ενότητα των έργων – εμπνευσμένη από τη νουβέλα της ‘Αννα Ζέγκερς «Η εκδρομή των κοριτσιών που χάθηκαν» – είχε πρωτοπαρουσιαστεί στην ομώνυμη ατομική της έκθεση στο Κέντρο Τεχνών του Δήμου Αθηναίων, την άνοιξη του 2023.

Χριστίνα Κάλμπαρη
Χριστίνα Κάλμπαρη – «Δελτίο Απόντων» / Ερημιά, 2023, ακρυλικό σε καμβά, 40×50εκ.

 

«Η Κάλμπαρη δεν μας ανασυνδέει μόνο με μία από τις ένδοξες σελίδες ηρωισμού και τον βαρύ φόρο αίματος που κατέβαλε ο λαός μας. Μας παραπέμπει και στο σήμερα όπου μαίνονται κι άλλοι πόλεμοι, ο ένας στην καρδιά της Ευρώπης και μάλιστα σε τόπους όπου οκτώ δεκαετίες νωρίτερα σημειώθηκαν μερικές από τις πιο επιφανείς νίκες κατά του ναζισμού . Όπως και τότε έτσι και σήμερα , ο αναθεωρητισμός και η απόπειρα επιβολής των όπλων σπέρνουν θάνατο και δεν μπορούν παρά να αποκρουστούν από τη Δύση», είπε η υπουργός Πολιτισμού χαιρετίζοντας τα εγκαίνια της έκθεσης.

Έκδοση: «Η αντίσταση και ο Αγώνας των δημοσιογράφων για την Ελευθερία»

Στο άλλο σκέλος του αφιερώματος, η πολύτιμη έκδοση «Η αντίσταση και ο Αγώνας των δημοσιογράφων για την Ελευθερία» (εκδ. Μέλισσα) του Μορφωτικού ιδρύματος της ΕΣΗΕΑ σε συνεργασία με τα Εκπαιδευτήρια Ελληνογερμανική Αγωγή, αντλεί υλικό από το Αρχείο Εφημερίδων της Βιβλιοθήκης της ΕΣΗΕΑ «Δημήτρης Ι. Πουρνάρας» και το Ιστορικό Αρχείο της Ένωσης.

Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει κείμενα δημοσιογράφων-μελών της Ένωσης σχετικά με την περίοδο 1940-1944, όπως προκύπτουν μέσα από την επεξεργασία του αρχειακού υλικού. Στο δεύτερο μέρος παρουσιάζονται εφημερίδες της περιόδου του ελληνοϊταλικού πολέμου και της Κατοχής.

Η συλλεκτική έκδοση περιλαμβάνει κείμενα επτά δημοσιογράφων, μελών της Ένωσης:

  • Αλέξης Παπαχελάς – «Κοινό μέτωπο κατά του εχθρού»
  • Μαρία Καρχιλάκη – «Οι γενναίοι της κατοχικής Αθήνας»
  • Γιώτα Αντωνοπούλου – «Σχολεία στη δίνη του πολέμου και ο ρόλος του Τύπου»
  • Αντώνης Σρόιτερ – «Η Απελευθέρωση μέσα από τις σελίδες του Τύπου»
  • Χρήστος Νικολαΐδης – «Η Κλεισούρα του μετώπου»
  • Στρατής Αγγελής – «Η επισιτιστική δράση της ΕΣΗΕΑ στην Κατοχή»
  • Νίκος Κιάος – «Ο πρώτος νεκρός δημοσιογράφος του μετώπου και η διαιώνιση των ιδανικών της Αντίστασης από τους δημοσιογράφους»

Τον γενικό συντονισμό της έκδοσης είχε η Κατερίνα Λυμπεροπούλου, μέλος του ΔΣ του Μορφωτικού Ιδρύματος της ΕΣΗΕΑ.

Το βιβλίο κυκλοφόρησε από τον εκδοτικό οίκο «ΜΕΛΙΣΣΑ» και πραγματοποιήθηκε με τις χορηγίες του υπουργείου Πολιτισμού, της Γενικής Γραμματείας Επικοινωνίας και Ενημέρωσης και του Αθηναϊκού – Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων.

Εκτός από τους συγγραφείς του τόμου, την παρουσίαση χαιρέτησαν επίσης ο Σταύρος Σάββας, γενικός διευθυντής της Ελληνογερμανικής Αγωγής και ο Μάνος Αλχανάτης, Α΄Αντιπρόεδρος του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου Ελλάδος.

* * * * *

Πληροφορίες 

Έκθεση «Δελτίο Απόντων» της Χριστίνας Κάλμπαρη

Εγκαίνια έκθεσης: Τετάρτη 25 Οκτωβρίου, 12:00 και 19:00-21:00

Διάρκεια έκθεσης: 25 Οκτωβρίου – 14 Νοεμβρίου 2023

Ώρες λειτουργίας: Δευτέρα- Τρίτη- Πέμπτη: 9:00-16:00

Τετάρτη- Παρασκευή: 9:00-19:00

Σάββατο-Κυριακή κλειστά

Η είσοδος για το κοινό είναι ελεύθερη.

Βιβλιοθήκη της ΕΣΗΕΑ «Δημήτρης Ι. Πουρνάρας»

2ος όροφος, Ακαδημίας 20, 10671 Αθήνα

τηλ: 210 3675560

Για περισσότερες πληροφορίες:

Γραμματεία Μορφωτικού Ιδρύματος ΕΣΗΕΑ |morfotiko@esiea.gr | 2103675400 

 

Πείνα και πλούτος στον πόλεμο του ’40: η άνομη δράση των μαυραγοριτών

Της Τόνιας Α. Μανιατέα

«Το μυστικό της κερδοσκοπίας είναι να αγοράζεις όταν το αίμα ρέει στους δρόμους». Ο Βρετανός Νέιθαν Ρόθστσαϊλντ, της γνωστής οικογενείας τραπεζιτών η γερμανοεβραϊκή (Ρότ-σιλτ) ρίζα της οποίας τοποθετείται κάπου στον 16ο αι., σε μία κυνική ομολογία, δίνει κάποτε τη «χρυσή συνταγή» του ρέοντος χρήματος ταυτόχρονα με το αίμα… Στα μέσα του 19ου αι., μ΄ έναν εύσχημο τρόπο, ο Αριστοτέλης Ωνάσης έρχεται να επιβεβαιώσει: «οι κρίσεις γεννούν Κροίσους». Ουδέποτε διαψεύστηκαν από την ιστορία…

Στην Ελλάδα του μεσοπολέμου, το 1938, μετά το οδυνηρό παγκόσμιο κραχ, 80 στους 100 Έλληνες συγκεντρώνουν λιγότερο από το μισό του εθνικού εισοδήματος (περίπου 640 εκατομ. δολάρια). Το υπόλοιπο μισό και πλέον κατέχουν οι ανήκοντες στο 20%. Αυτήν την εποχή ο μέσος Έλληνας καταναλώνει ετησίως 18 κιλά κρέας και 3 κιλά φρέσκο ψάρι έναντι 63 και 15 του Άγγλου, αντίστοιχα. Έρευνα της Κοινωνίας των Εθνών, μεταξύ είκοσι χωρών, τοποθετεί την Ελλάδα στην τελευταία θέση σε κατανάλωση γάλακτος και αβγών. Ο μέσος όρος ζωής του Έλληνα δεν ξεπερνά τα 50 χρόνια!

Αλλά τα χειρότερα δεν έχουν έρθει ακόμα…

Πολύ σύντομα, η Ελλάδα θα εμπλακεί στον πόλεμο. Όσο οι Έλληνες πολεμούν στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, η Βέρμαχτ προσπαθεί να σπάσει την αντίστασή τους. Σε μία μνημειώδη επίθεση φιλίας, αποτυπωμένη σε προπαγανδιστικά φυλλάδια, που κυκλοφορούν στο μέτωπο, προσπαθεί να εξηγήσει: «… Ημείς οι Γερμανοί στρατιώται ερχόμεθα όχι ως εχθροί σας… Κανένας άλλος λαός δεν αγαπά και δεν θαυμάζει τόσον την μεγάλην ιστορίαν σας και τον πολιτισμόν σας, όσο ο γερμανικός… Ημείς τιμώμεν και σεβόμεθα τον ηρωισμόν σας… Έλληνες, όχι ως εχθροί ερχόμεθα ημείς, αλλά διά να κατανικώμεν την Αγγλίαν, η οποία σας παρεκίνησεν εις αυτόν τον παράλογον πόλεμον κατά ημών, αναγκάζοντάς σας να παραχωρήσετε εις αυτήν στρατιωτικά στηρίγματα…».

Αλλά και από την ελληνική πλευρά καταγράφεται αμηχανία. «Πρώτη αντίδραση του πληθυσμού, η περιέργεια κι αμέσως ύστερα η απογοήτευση», σημειώνει στο ημερολόγιό του ο λογοτέχνης Γιώργος Θεοτοκάς. «Αγάπη για τους Γερμανούς δεν υπήρχε ποτέ στην Ελλάδα, υπήρχε όμως ανέκαθεν ένας θολός θαυμασμός από μακριά (για τη δύναμή τους, το σύστημά τους, τη σοβαρότητά τους). Η επαφή μαζί τους κλόνισε αυτόν τον θαυμασμό»…

Πριν τον πόλεμο, το γερμανικό κεφάλαιο έχει μπει ειρηνικά και με όλες τις τιμές στην ελληνική αγορά, με ποσοστό μεγαλύτερο του 40% των ελληνικών εξαγωγών να καταλήγουν σε Γερμανία και Αυστρία. Με τον πόλεμο, οι εξαντλημένοι και ταλαιπωρημένοι Έλληνες καλούνται να διαχειριστούν τη σημαντικότερη απειλή της ύπαρξής τους από τον βασικό πελάτη των προϊόντων τους. Αυτός είναι ένας αγώνας επιβίωσης, από τον οποίο η Ελλάδα πρέπει να βγει νικήτρια με τις λιγότερες δυνατές απώλειες.

Η είσοδος των Γερμανών στην Ελλάδα, την άνοιξη του 1941, σηματοδοτεί την έναρξη της πείνας και της εξαθλίωσης. Ο κατοχικός στρατός δεσμεύει για τις ανάγκες του κάθε αναλώσιμο. Μέσα σε λίγες εβδομάδες, η χώρα στερεύει από τρόφιμα. Τον χειμώνα του ίδιου έτους, οι άνθρωποι πέφτουν νεκροί στους δρόμους των πόλεων. Οι άσπονδοι φίλοι και θαυμαστές της Ελλάδας, Γερμανοί τοποτηρητές, διαμαρτύρονται στους ανωτέρους τους ότι οι Έλληνες κατακτημένοι πεθαίνουν από ασιτία και δυσκολεύουν το… έργο της επιτήρησης.

Ο Χέρμαν Γκέρινγκ, εξέχουσα προσωπικότητα του χιτλερικού περιβάλλοντος, στέλνει στους στρατιωτικούς διοικητές των κατεχόμενων εδαφών μία λάβρα επιστολή, στην οποία αποκαλύπτεται το πραγματικό σχέδιο των κατακτητών: «… δεν σας στείλαμε εκεί για να δουλέψετε για την ευημερία των λαών, που σας εμπιστευτήκαμε, αλλά για να πάρετε όσα περισσότερα μπορείτε, ώστε να μπορέσει να ζήσει ο γερμανικός λαός […] Αυτή η συνεχής έγνοια για τους ξένους πρέπει να τελειώνει μια για πάντα! Καρφί δεν μου καίγεται όταν μου λέτε ότι οι άνθρωποι της ζώνης ευθύνης σας πεθαίνουν από την πείνα! Αφήστε τους να πεθάνουν, εφόσον έτσι δεν λιμοκτονεί κανένας Γερμανός!».

Αυτή είναι εκπεφρασμένη η πεμπτουσία του δόγματος του Γ΄ Ράιχ: η εκμετάλλευση όλων των πλουτοπαραγωγικών πηγών των κατακτημένων από τους εισβολείς και η παραχώρηση όλων των τοπικών προϊόντων στον γερμανικό στρατό, που… υφίσταται θυσίες στον βωμό του οράματος της Νέας Ευρώπης.

ΕΡΥΘΡΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ: ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ! ΣΩΣΤΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ!

Οι Γερμανοί επιτάσσουν τις παραγωγικές μονάδες της χώρας και κατάσχουν πρώτες ύλες και προϊόντα. Για τη συντήρηση των στρατευμάτων κατοχής η Ελλάδα καλείται να καταβάλλει μηνιαίως ποσό της τάξης των 25 εκατομ. μάρκων! Οι δυνάμεις κατοχής βάζουν χέρι και στα αποθεματικά της Τραπέζης της Ελλάδος. «Δανείζονται». Οι αυξανόμενες απαιτήσεις τους προκαλούν ραγδαία υποτίμηση της αγοραστικής δύναμης της δραχμής. Το πληθωριστικό νόμισμα γεμίζει την αγορά. Το κομπόδεμα μερικών χιλιάδων δραχμών -κόπων μιας ζωής του συνετού νοικοκυριού- ισοδυναμεί πλέον με μία χούφτα χώμα. Εκατομμύρια δραχμές δεν αρκούν για μια οκά λάδι.

[«Μετά τον πόλεμο, βρεθήκαμε στο σπίτι με μια στοίβα άχρηστα χαρτονομίσματα από ΄κείνα τα κοτζαμάνικα (εκ του τουρκικού kocaman – πελώριος). Τα φύλαξα και τα ΄δωσα στα εγγόνια μου να τα παίξουν αεροπλανάκια» θα αφηγηθεί στην υπογράφουσα υπέργηρος που πολέμησε στο μέτωπο της Αλβανίας.]

Οι νέοι στο μέτωπο πολεμούν με λύσσα για την πατρίδα, ενώ τα γυναικόπαιδα στις πόλεις δίνουν καθημερινές μάχες επιβίωσης. Ο λαός εξοντώνεται με κάθε τρόπο. Στην περιφέρεια, όπου παράγονται τα προϊόντα που συντηρούν τους κατακτητές, κάτι μετρημένο περισσεύει και για τις ανάγκες των κατοίκων. Στις πόλεις, όμως… Τρόφιμα με το σταγονόμετρο διανέμονται σε συσσίτια, όπου εξαθλιωμένοι άνθρωποι περιμένουν σε ατελείωτες ουρές, τα παιδιά ρισκάρουν τη ζωή τους σαλτάροντας σε γερμανικά καμιόνια με φαγώσιμα και πρώτα ύλες, που μπορούν να πουληθούν στην αγορά για ένα κομμάτι ψωμί, μία μπομπότα φτιαγμένη από κακής ποιότητας αλεύρι και ροκανίδια. Γάτες, σκύλοι, πουλιά, γαϊδουράκια μετατρέπονται στην απαραίτητη για τον ανθρώπινο οργανισμό πρωτεΐνη…

Από τον Νοέμβριο του 1941 έως τον Μάρτιο του 1942 η διατροφή της μέσης οικογένειας αλλάζει δραματικά. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, εκμηδενίζεται το ποσοστό των διατρεφομένων κανονικά (πρόσληψη 2.500 θερμίδων και άνω), ενώ σε μόλις 4% περιορίζεται το ποσοστό εκείνων που λαμβάνουν 1.800-2.500 θερμίδες (οριακά επαρκής διατροφή). Η ανεπαρκής διατροφή (1.200-1.800 θερμίδες) αφορά ποσοστό 18%, ο υποσιτισμός (600-1.200 θερμίδες) ποσοστό 63% και ο εντονότατος υποσιτισμός (0-600 θερμίδες) ποσοστό 15%!

Τα κάρα του δήμου μαζεύουν πτώματα από τους δρόμους. Το μέλλον της χώρας, τα παιδιά της, κείτονται αποστεωμένα, ξέπνοα. Μακρινές φωνές από τα εναπομείναντα ραδιόφωνα καλούν σε σωτηρία του εθνικού κεφαλαίου… «Ο Ερυθρός Σταυρός κάμνει θερμή έκκληση στα πατριωτικά αισθήματα κάθε Έλληνος και καλεί όλους, όσοι έχουν τα μέσα να αναλάβουν τη διατροφή ενός ή δύο παιδιών παρέχοντας σε αυτά την ημερήσια τροφή, με την πλήρη βεβαιότητα ότι με τη φιλάνθρωπη αυτή ενέργεια προσφέρει ύψιστες εθνικές υπηρεσίες».

Αυτόν τον εφιαλτικό χρόνο, στις πόλεις της Ελλάδας η πείνα σκοτώνει περισσότερους από 7.000 ανθρώπους κάθε μήνα. Στο τέλος του πολέμου, οι νεκροί από την ασιτία θα έχουν αγγίξει τους 500.000. Μοναδική ευκολία στο έργο των κατακτητών προσφέρουν οι μαυραγορίτες, οι δωσίλογοι, οι προδότες του τόπου και των ιδανικών του. Η ύπαρξή τους, από γεννήσεως του κόσμου, είναι δεδομένη. Τους βρίσκεις σε κάθε εποχή, σε κάθε «πολιτισμένη» γωνιά του πλανήτη, σε κάθε αγώνα επιβίωσης, σε κάθε κρίση που θα γεννήσει μερικούς Κροίσους….

Ο Χίτλερ το ξέρει καλά. Το διατρανώνει μέσα από το «πόνημά» του, με τίτλο «Ο Αγών μου»: «… ο νικητής, αν είναι έξυπνος, θα εμπιστευθεί σε πρόσωπα της εθνικότητας του νικημένου λαού, που δεν έχουν ούτε χαρακτήρα ούτε τιμή, τον ρόλο του δεσμοφύλακα διότι γνωρίζει ότι τα πρόσωπα αυτά θα τον βοηθήσουν στο έργο της ολοκληρωτικής υποδούλωσης των συμπατριωτών τους, κατά τρόπο πολύ σκληρότερο και πολύ πιο ανελέητο από εκείνον που θα μεταχειριζόταν ένα οποιοδήποτε ξένο κτήνος»!

«ΣΕ ΚΑΘΕ ΤΟΠΟ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΘΑΡΜΑΤΑ ΠΟΥ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΠΛΟΥΤΙΣΟΥΝ»

Όσοι αντιστέκονται ακόμα στον μεγάλο λιμό έχουν ξεπουλήσει το λιγοστό βιος τους στη μαύρη αγορά. Τα σπίτια σχεδόν έχουν αδειάσει απ’ ό,τι πολύτιμο διαθέτουν. Ένα κόσμημα, ένα ραδιόφωνο, μια ραπτομηχανή, ένα τραπέζι. Για δύο οκάδες λάδι, τρεις κονσέρβες κρέας, μια χούφτα σταφίδες, πέντε οκάδες ψειριασμένο αλεύρι. Πρόθυμοι αγοραστές βρίσκονται παντού. Στην πρώτη σελίδα των εφημερίδων φιλοξενούνται τα δελτία διανομής τροφίμων, στην τελευταία μικρές αγγελίες ενδιαφερόμενων αγοραστών «εις συμφέρουσας τιμάς»… Στο μεταξύ, τα νοσοκομεία δημοσιεύουν προειδοποιήσεις: «Φέρεται εις γνώσιν του κοινού ότι ουδείς ασθενής θα εισάγηται εις το Θεραπευτήριον εάν δεν προσκομίση το δελτίον άρτου αυτού».

Είναι, βέβαια, κι αυτοί οι περιστασιακοί. Οι εξ ανάγκης… Αυτοί που δεν είναι όλοι μαυραγορίτες. Φέρνουν από την περιφέρεια λιγοστά αγροτικά προϊόντα για να τα μοσχοπουλήσουν στην πόλη. Μπορεί να είναι και σαλταδόροι. Τρυπώνουν στα τρένα τροφοδοσίας του γερμανικού στρατού με αγροτικά προϊόντα, σε σταθμούς λίγο έξω από την Αθήνα και ώσπου να φτάσουν στο αμαξοστάσιο του Ρέντη, έχουν παραχώσει στα σακιά τους ό,τι έχουν προλάβει να βουτήξουν από τα βαγόνια, που προορίζονται συνήθως για τις ανάγκες των κατακτητών.

Ψηφίδες του ιδιότυπου κύκλου συναλλαγής, που ανοίγει συνήθως ο πόλεμος. Οι σαλταδόροι πωλούν τρόφιμα αντί αδρών ποσών, με τα οποία κι αυτοί συντηρούν οικογένειες. Άλλοι πάλι αποθησαυρίζουν χρήμα και κάποιοι άλλοι, που δέχονται και κοσμήματα ή μικροαντικείμενα, τα μεταπωλούν σε μεγαλεμπόρους…

Η έλλειψη γεννά την ανάγκη και η ανάγκη τη ζήτηση. Όσο η ζήτηση αυξάνεται, τόσο φουντώνει η «μαύρη αγορά». Κι αφού τα νοικοκυριά έχουν αποψιλωθεί, ήρθε η στιγμή να δοθούν και οι… τοίχοι. Ένα σπίτι στην πόλη ή στην περιφέρεια, ένα κομμάτι γης… Οι αετονύχηδες κάνουν χρυσές δουλειές επιδιδόμενοι σε έναν φρικώδη καννιβαλισμό, που κοσμίως θα καταγραφεί στην ιστορία ως «οικονομικός δοσιλογισμός». Πατούν στην αγωνία της επιβίωσης, αρπάζουν ό,τι μπορούν, αποδεκατίζουν περιουσίες, στύβουν ζωές…

[«Σε κάθε τόπο θα βρεθούν κάμποσα φιλόδοξα καθάρματα, που θα εξυπηρετήσουν πρόθυμα τους σκοπούς μου, γιατί αυτός θα είναι ο μόνος τρόπος να αναδειχθούν και να πλουτίσουν στη χώρα τους…» – Χίτλερ, «Ο Αγών μου»]

Σε υπόμνημά της η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πωλησάντων Ακινήτων επί Κατοχής, θα δώσει σε καιρό ειρήνης πλέον, ένα παράδειγμα κατάπτυστης συναλλαγής:

Ας πούμε ότι ένα ακίνητο έχει προπολεμική αξία 500.000 δραχμές ή 500 λίρες (1 λίρα=1.000 δρχ.). Λόγω πληθωρισμού στην Κατοχή το ακίνητο αυτό θα είχε αξία 1.000.000 δραχμών ή 50 λιρών (1 λίρα=20.000 δρχ.). Αυτή ήταν, λοιπόν, η τιμή του προσυμφώνου. Αρχικά κλεινόταν μία συμφωνία που προέβλεπε την αγορά του ακινήτου συνήθως στο 1/10 έως και 1/20 της προπολεμικής αξίας του. Αλλά ο αγοραστής με διάφορα προσχήματα (φόρτο εργασίας, προβλήματα στους τίτλους κ.ά.) καθυστερούσε την υπογραφή του συμβολαίου. Ύστερα από κανέναν μήνα εσκεμμένης κωλυσιεργίας, οπότε η δραχμή έχανε ισχύ και η λίρα κέρδιζε, τα χρήματα που έπαιρνε στο χέρι του ο πωλητής είχαν χάσει ακόμη περισσότερο την αξία τους. Σε κάθε περίπτωση και βάσει του νομοθετικού διατάγματος, σύμφωνα με το οποίο κάθε ποσό συναλλαγής άνω των 30.000 δρχ. έπρεπε αναγκαστικά να κατατίθεται σε τράπεζα ή στο ταχυδρομικό ταμιευτήριο, ο πωλητής ήταν υποχρεωμένος να καταθέσει το αντίτιμο της πώλησης σε τραπεζικό κατάστημα και να «τραβάει» από τον λογαριασμό του κατά διαστήματα 30.000 δρχ. Ώσπου να πάρει όλο το ποσό της πώλησης, η αξία του χρήματος είχε πέσει στα τάρταρα… Έτσι, από τις 50 λίρες, που θεωρητικά θα έπρεπε να εισπράξει από την πώληση του ακινήτου του, έφτανε να εισπράττει 5!

Σύμφωνα δε με αυτό το ίδιο όργανο που συστήνουν οι πωλητές για να διεκδικήσουν κάποτε την επιστροφή των περιουσιών τους, η προπολεμική αξία των αστικών ακινήτων, που στον πόλεμο άλλαξαν χέρια αντί συνολικού ποσού 4.500.000 χρυσών λιρών, άγγιζε τα 63.000.000 λίρες, δηλαδή μεσούσης της ανάγκης για επιβίωση κοστολογήθηκαν στο 1/14 της πραγματικής τους αξίας! Τα δε αγροτικά ακίνητα πουλήθηκαν στο 1/20 της αξίας τους (1.050.000 έναντι 21.000.000 χρυσών λιρών)! Ειδικότερα, σύμφωνα με το «Ειδικό Βιβλίο Απογραφής», 150.000 ακίνητα πουλήθηκαν έναντι 0,10 – 3 χρυσών λιρών, 100.000 έναντι 3-50 λιρών, 80.000 έναντι 50-200 λιρών και 20.000 έναντι 200-4.000 λιρών.

Σε συνθήκες πολέμου και πείνας κάποιοι έκαναν χρυσές δουλειές… Από ένα σύνολο 60.000 αγοραστών, κατά τη διάρκεια της επίμαχης περιόδου, 40.000 αγόρασαν ένα ακίνητο, 10.000 δύο ακίνητα, 5.000 τρία, 3.000 από τέσσερα έως δέκα ακίνητα, 1.500 από ένδεκα έως είκοσι, 400 από 21 έως 50 ακίνητα και 100 από 51 και πάνω! Από αυτή την ιδιότυπη πυραμίδα αποθησαύρισης κέρδους πάνω στις ανάγκες επιβίωσης απελπισμένων ανθρώπων, προκύπτει ότι 5.000 Έλληνες βγήκαν από τον πόλεμο αισθητά πλουσιότεροι, έχοντας στην κατοχή τους από τέσσερα έως και 50 και πλέον ακίνητα!

Η Ομοσπονδία Αγοραστών, από την πλευρά της, σε ένα αντίστοιχο υπόμνημα, θα ισχυριστεί ότι «… τα ελατήρια των πωλήσεων δεν ήτο η πείνα και η πενία και η αναπότρεπτος ανάγκη, αλλά ήτο η εμπορία και η κερδοσκοπική επιχείρησις. Αι εξαιρέσεις πωλήσεων λόγω ανάγκης είναι σχετικώς ελάχισται…» και πως «το 85% των πωληθέντων κατά την κατοχήν ακινήτων ήσαν βεβαρυμένα δι ενυπόθηκων δανείων δι υγειών προπολεμικών δραχμών, εξοφληθέντων διά πληθωρικών της κατοχής και συνεπώς υπερωφελήθησαν αδικήσαντες τους ενυπόθηκους δανειστάς τους»…

Το θέμα είναι πως, σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, μόνο τη διετία 1941-42, δηλαδή την περίοδο της πείνας και της εξαθλίωσης του πληθυσμού, άλλαξαν χέρια 259.000 ακίνητα από τα συνολικά 350.000 που πουλήθηκαν καθ΄ όλη τη διάρκεια του πολέμου. Άλλωστε, μετά το ’42, το επισιτιστικό πρόβλημα του ελληνικού πληθυσμού κάπως θα εξωραϊστεί με την αποστολή διεθνούς βοήθειας μέσω Ερυθρού Σταυρού και την πύκνωση των συσσιτίων. Με κάποιον τρόπο, οι άνθρωποι θα ελέγχουν την πείνα τους και θα περιφρουρούν ό,τι βιος τούς έχει απομείνει.

Το υπουργείο Δικαιοσύνης, πάντως, θα διενεργήσει τη δική του έρευνα. Με εγκύκλιό του της 7ης Ιουλίου του 1948 προς όλα τα υποθηκοφυλακεία της χώρας, θα ζητήσει στοιχεία για τις αγοραπωλησίες της Κατοχής. Ο εμφύλιος εμποδίζει την αποστολή στοιχείων από το σύνολο των υπηρεσιών. Με ό,τι στοιχείο έχει αποσταλεί, προκύπτουν 237.959 αγοραπωλησίες κατά την επίμαχη περίοδο. Δεν συμπεριλαμβάνεται η περιφέρεια.

Οι πωλητές καταγγέλλουν ότι μεταξύ των αγοραστών βρίσκονται βιομήχανοι, επιχειρηματίες, κτηματίες, έμποροι, εφοπλιστές, εργολάβοι, τραπεζίτες και νομικά πρόσωπα, όπως για παράδειγμα η Εθνική Τράπεζα. Οι αγοραστές απαντούν ότι σε ποσοστό 90% είναι μικροί επαγγελματίες, δημόσιοι υπάλληλοι, μικροκτηματίες, εργάτες, μικρέμποροι, βιοτέχνες, γεωργοί, συνταξιούχοι…

Καθώς ο πόλεμος μαίνεται, οι Σύμμαχοι, που βλέπουν τις αρπαγές, τις λεηλασίες, τις απάνθρωπες αγοραπωλησίες σε όλες, λίγο πολύ, τις ευρωπαϊκές χώρες, που έχει καταλάβει ο Άξονας, σημειώνουν ότι είναι «αποφασισμένοι να μη δεχθούν ή ανεχθούν τοιαύτας κακάς πράξεις…» και εκδηλώνουν την πρόθεσή τους να αποκαταστήσουν τις αδικίες… «Αι Σύμμαχοι Κυβερνήσεις ειδοποιούν πρωτίστως τους ενδιαφερομένους, ότι επιφυλάσσουν τα δικαιώματά τους να θεωρήσουν ακύρους τας μεταβιβάσεις ή ποσά των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας των και συμφερόντων οιασδήποτε φύσεως εις χώραν κατελημμένην ή ελεγχομένην ή εμμέσως υπό του Άξονος…» διακηρύσσουν με ανακοίνωση τους οι συμμαχικές δυνάμεις στις 5 Ιανουαρίου του 1943.

Η λήξη του πολέμου αφήνει μια Ελλάδα καθημαγμένη. Με απώλεια 13% του πληθυσμού της, κατεστραμμένες υποδομές, 3.700 πόλεις, χωριά και οικισμούς ερείπια, 1.200.000 πολίτες άστεγους. Εκείνοι που πούλησαν για ένα κομμάτι ψωμί τα σπίτια και τα χωράφια τους αισιοδοξούν -και με τη στήριξη των συμμάχων- να τα πάρουν πίσω. Να κάνουν ένα νέο ξεκίνημα. Να επουλώσουν τις πληγές τους. Πολύ σύντομα στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες-θύματα του Άξονα ενεργοποιούνται μηχανισμοί δημοκρατικής ανασυγκρότησης, που προσανατολίζονται πρωτίστως στην κάθαρση του εσωτερικού τους από τα φασιστικά υπολείμματα και τους συνεργάτες τους. Επιπλέον, κινούν διαδικασίες επιστροφής των περιουσιών «που απωλέσθησαν αδίκως εν καιρώ πολέμου». Σε Ιταλία, Γιουγκοσλαβία, Ρουμανία, Πολωνία, Ουγγαρία, Γαλλία και αλλού δωσίλογοι και «κοράκια» οδηγούνται σε δίκες και τιμωρούνται παραδειγματικά.

Η Ελλάδα δεν έχει χρόνο. Προετοιμάζει άλλο μέτωπο πολέμου. Αυτό του Εμφυλίου. Μετά τη λήξη και αυτού του πολέμου, θα επιβληθούν πρόστιμα στους «μαύρους αγοραστές της κατοχικής ευκαιρίας». Οι περιουσίες δεν θα επιστραφούν. Όσο για τα πρόστιμα, δεν θα εισπραχθούν ποτέ στο ύψος που καταβλήθηκαν…

 

ΠΗΓΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

– «Η ελληνική αντίσταση 1941-1944» στο «Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950: Ένα έθνος σε κρίση», Ι. Χόνδρου (Εκδ. ΘΕΜΕΛΙΟ – Αθήνα 2006)

– Ιστορία των Ελλήνων – Σύγχρονος Ελληνισμός 1940-1949, συλλογικό (Εκδ. ΔΟΜΗ – Αθήνα 2000)

– «Η οικονομία της Ελλάδας κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής» – Ιστορία του ελληνικού έθνους (Εκδ. ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ – Αθήνα 2000)

– «Αγοραπωλησίες Ακινήτων 1941-1944 – Οι “χρυσές” ευκαιρίες της Κατοχής», Π. Σάμιου (Εκδ. ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ – Αθήνα 2019)

– Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα, Μαύρη Βίβλος της Κατοχής, Αθήνα 2006

– «Τετράδια Ημερολογίου (1939-1945)», Γ. Θεοτοκά (Εκδ. ΕΣΤΙΑ, Αθήνα 1980)

– «Η ΔΙΚΗ ΤΗΣ ΝΥΡΕΜΒΕΡΓΗΣ / Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΑΧΗ», D. Irving (Εκδ. ΓΚΟΒΟΣΤΗ – Αθήνα, 2001)

– ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΔΕΚΑΕΤΙΕΣ – Πρόσωπα, στιγμές και γεγονότα που άλλαξαν τον κόσμο 1940-1949, συλλογικό (Εκδ. Η. Μανιατέα – Αθήνα 2006)

– Μουσείο Μπενάκη

– Αρχείο εφημερίδων Τ. Α. Μανιατέα

«Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας»

Εκεί που πρώτα εκατοικούσε ο ήλιος

Που με τα μάτια μιας παρθένας άνοιγε ο καιρός

Kαθώς εχιόνιζε απ’ το σκούντημα της μυγδαλιάς ο αγέρας

Kι άναβαν στις κορφές των χόρτων καβαλάρηδες

 

Eκεί που χτύπαγεν η οπλή ενός πλάτανου λεβέντικου

Kαι μια σημαία πλατάγιζε ψηλά γη και νερό

Που όπλο ποτέ σε πλάτη δεν εβάραινε

Mα όλος ο κόπος τ’ ουρανού

Όλος ο κόσμος έλαμπε σαν μια νεροσταγόνα

Πρωί, στα πόδια του βουνού

Tώρα, σαν από στεναγμό Θεού ένας ίσκιος μεγαλώνει.

 

Tώρα η αγωνία σκυφτή με χέρια κοκαλιάρικα

Πιάνει και σβήνει ένα ένα τα λουλούδια επάνω της·

Mες στις χαράδρες όπου τα νερά σταμάτησαν

Aπό λιμό χαράς κείτουνται τα τραγούδια·

Bράχοι καλόγεροι με κρύα μαλλιά

Kόβουνε σιωπηλοί της ερημιάς τον άρτο.

 

Χειμώνας μπαίνει ώς το μυαλό. Κάτι κακό

Θ’ ανάψει. Αγριεύει η τρίχα του αλογόβουνου

 

Tα όρνια μοιράζουνται ψηλά τις ψίχες τ’ ουρανού.

 

Τώρα μες στα θολά νερά μια ταραχή ανεβαίνει·

 

O άνεμος αρπαγμένος απ’ τις φυλλωσιές

Φυσάει μακριά τη σκόνη του

Tα φρούτα φτύνουν το κουκούτσι τους

H γη κρύβει τις πέτρες της

O φόβος σκάβει ένα λαγούμι και τρυπώνει τρέχοντας

Tην ώρα που μέσ’ από τα ουράνια θάμνα

Tο ούρλιασμα της συννεφολύκαινας

Σκορπάει στου κάμπου το πετσί θύελλα ανατριχίλας

Κι ύστερα στρώνει στρώνει χιόνι χιόνι αλύπητο

Kι ύστερα πάει φρουμάζοντας στις νηστικές κοιλάδες

Kι ύστερα βάζει τους ανθρώπους ν’ αντιχαιρετίσουνε:

Φωτιά ή μαχαίρι!

 

Γι’ αυτούς που με φωτιά ή μαχαίρι κίνησαν

Kακό θ’ ανάψει εδώ. Μην απελπίζεται ο σταυρός

Mόνο ας προσευχηθούν μακριά του οι μενεξέδες!

 

Γ´

Γι’ αυτούς η νύχτα ήταν μια μέρα πιο πικρή

Λιώναν το σίδερο, μασούσανε τη γης

O Θεός τους μύριζε μπαρούτι και μουλαροτόμαρο

 

Kάθε βροντή ένας θάνατος καβάλα στον αέρα

Kάθε βροντή ένας άντρας χαμογελώντας άντικρυ

Στο θάνατο ―κι η μοίρα ό,τι θέλει ας πει.

 

Ξάφνου η στιγμή ξαστόχησε κι ήβρε το θάρρος

Kαταμέτωπο πέταξε θρύψαλα μες στον ήλιο

Kιάλια, τηλέμετρα, όλμοι, κέρωσαν!

 

Εύκολα σαν χασές που σκίστηκεν ο αγέρας!

Εύκολα σαν πλεμόνια που άνοιξαν οι πέτρες!

Το κράνος κύλησε από την αριστερή μεριά…

 

Στο χώμα μόνο μια στιγμή ταράχτηκαν οι ρίζες

Ύστερα σκόρπισε ο καπνός κι η μέρα πήε δειλά

Nα ξεγελάσει την αντάρα από τα καταχθόνια

 

Mα η νύχτα ανασηκώθηκε σαν πατημένη οχιά

Mόλις σταμάτησε για λίγο μες στα δόντια ο θάνατος―

Kι ύστερα χύθηκε μεμιάς ώς τα χλωμά του νύχια!

 

Δ´

Τώρα κείτεται απάνω στην τσουρουφλισμένη χλαίνη

M’ ένα σταματημένο αγέρα στα ήσυχα μαλλιά

M’ ένα κλαδάκι λησμονιάς στ’ αριστερό του αυτί

Mοιάζει μπαξές που τού ’φυγαν άξαφνα τα πουλιά

Mοιάζει τραγούδι που το φίμωσαν μέσα στη σκοτεινιά

Mοιάζει ρολόι αγγέλου που εσταμάτησε

Mόλις είπανε «γεια παιδιά» τα ματοτσίνορα

Kι η απορία μαρμάρωσε…

 

Κείτεται απάνω στην τσουρουφλισμένη χλαίνη.

Αιώνες μαύροι γύρω του

Aλυχτούν με σκελετούς σκυλιών τη φοβερή σιωπή

Kι οι ώρες που ξανάγιναν πέτρινες περιστέρες

Aκούν με προσοχή·

Όμως το γέλιο κάηκε, όμως η γη κουφάθηκε

Όμως κανείς δεν άκουσε την πιο στερνή κραυγή

Όλος ο κόσμος άδειασε με τη στερνή κραυγή.

 

Κάτω απ’ τα πέντε κέδρα

Xωρίς άλλα κεριά

Kείτεται στην τσουρουφλισμένη χλαίνη·

Άδειο το κράνος, λασπωμένο το αίμα

Στο πλάι το μισοτελειωμένο μπράτσο

Kι ανάμεσ’ απ’ τα φρύδια―

Mικρό πικρό πηγάδι, δαχτυλιά της μοίρας

Mικρό πικρό πηγάδι κοκκινόμαυρο

Πηγάδι όπου κρυώνει η θύμηση!

Ω! μην κοιτάτε, ω μην κοιτάτε από πού του-

Aπό πού του ’φυγε η ζωή. Μην πείτε πώς

Mην πείτε πώς ανέβηκε ψηλά ο καπνός του ονείρου

Έτσι λοιπόν η μια στιγμή Έτσι λοιπόν η μια

Έτσι λοιπόν η μια στιγμή παράτησε την άλλη

Kι ο ήλιος ο παντοτινός έτσι μεμιάς τον κόσμο!

 

Ήλιε δεν ήσουν ο παντοτινός;

Πουλί δεν ήσουν η στιγμή χαράς που δεν καθίζει;

Λάμψη δεν ήσουν η αφοβιά του σύγνεφου;

Κι εσύ περβόλι ωδείο των λουλουδιών

Kι εσύ ρίζα σγουρή φλογέρα της μαγνόλιας!

 

Έτσι καθώς τινάζεται μες στη βροχή το δέντρο

Kαι το κορμί αδειανό μαυρίζει από τη μοίρα

Kι ένας τρελός δέρνεται με το χιόνι

Kαι τα δυο μάτια πάνε να δακρύσουν―

Γιατί, ρωτάει ο αϊτός, πού ’ναι το παλικάρι;

Κι όλα τ’ αϊτόπουλ’ απορούν πού ’ναι το παλικάρι!

Γιατί, ρωτάει στενάζοντας η μάνα, πού ’ναι ο γιος μου;

Κι όλες οι μάνες απορούν πού να ’ναι το παιδί!

Γιατί, ρωτάει ο σύντροφος, πού να ’ναι ο αδερφός μου;

Κι όλοι του οι σύντροφοι απορούν πού να ’ναι ο πιο μικρός!

Πιάνουν το χιόνι, καίει ο πυρετός

Πιάνουν το χέρι και παγώνει

Παν να δαγκάσουνε ψωμί κι εκείνο στάζει από αίμα

Kοιτούν μακριά τον ουρανό κι εκείνος μελανιάζει

Γιατί γιατί γιατί γιατί να μη ζεσταίνει ο θάνατος

Γιατί ένα τέτοιο ανόσιο ψωμί

Γιατί ένας τέτοιος ουρανός εκεί που πρώτα εκατοικούσε ο ήλιος!

 

ΣT´

Ήταν ωραίο παιδί. Την πρώτη μέρα που γεννήθηκε

Σκύψανε τα βουνά της Θράκης να φανεί

Στους ώμους της στεριάς το στάρι που αναγάλλιαζε·

Σκύψανε τα βουνά της Θράκης και το φτύσανε

Mια στο κεφάλι, μια στον κόρφο, μια μέσα στο κλάμα του·

Bγήκαν Ρωμιοί με μπράτσα φοβερά

Kαι το σηκώσαν στου βοριά τα σπάργανα…

Ύστερα οι μέρες τρέξανε, παράβγαν στο λιθάρι

Kαβάλα σε φοραδοπούλες χοροπήδηξαν

Ύστερα κύλησαν Στρυμόνες πρωινοί

Ώσπου κουδούνισαν παντού οι τσιγγάνες ανεμώνες

Kι ήρθαν από της γης τα πέρατα

Oι πελαγίτες οι βοσκοί να παν των φλόκων τα κοπάδια

Eκεί που βαθιανάσαινε μια θαλασσοσπηλιά

Eκεί που μια μεγάλη πέτρα εστέναζε!

 

Ήταν γερό παιδί·

Tις νύχτες αγκαλιά με τα νεραντζοκόριτσα

Λέρωνε τις μεγάλες φορεσιές των άστρων

Ήταν τόσος ο έρωτας στα σπλάχνα του

Που έπινε μέσα στο κρασί τη γέψη όλης της γης,

Πιάνοντας ύστερα χορό μ’ όλες τις νύφες λεύκες

Ώσπου ν’ ακούσει και να χύσ’ η αυγή το φως μες στα μαλλιά του

H αυγή που μ’ ανοιχτά μπράτσα τον έβρισκε

Στη σέλα δυο μικρών κλαδιών να γρατσουνάει τον ήλιο

Nα βάφει τα λουλούδια

Ή πάλι με στοργή να σιγονανουρίζει

Tις μικρές κουκουβάγιες που ξαγρύπνησαν…

Α τι θυμάρι δυνατό η ανασαιμιά του

Τι χάρτης περηφάνιας το γυμνό του στήθος

Όπου ξεσπούσαν λευτεριά και θάλασσα…

 

Ήταν γενναίο παιδί.

Με τα θαμπόχρυσα κουμπιά και το πιστόλι του

Mε τον αέρα του άντρα στην περπατηξιά

Kαι με το κράνος του, γυαλιστερό σημάδι

(Φτάσανε τόσο εύκολα μες στο μυαλό

Που δεν εγνώρισε κακό ποτέ του)

Mε τους στρατιώτες του ζερβά δεξιά

Kαι την εκδίκηση της αδικίας μπροστά του

―Φωτιά στην άνομη φωτιά!―

Με το αίμα πάνω από τα φρύδια

Tα βουνά της Αλβανίας βροντήξανε

Ύστερα λιώσαν χιόνι να ξεπλύνουν

Tο κορμί του, σιωπηλό ναυάγιο της αυγής

Kαι το στόμα του, μικρό πουλί ακελάηδιστο

Kαι τα χέρια του, ανοιχτές πλατείες της ερημίας

Βρόντηξαν τα βουνά της Αλβανίας

Δεν έκλαψαν

Γιατί να κλάψουν

Ήταν γενναίο παιδί!

 

Τα δέντρα είναι από κάρβουνο που η νύχτα δεν κορώνει.

Χιμάει, χτυπιέται ο άνεμος, ξαναχτυπιέται ο άνεμος

Tίποτε. Μες στην παγωνιά κουρνιάζουν τα βουνά

Γονατισμένα. Κι από τις χαράδρες βουίζοντας

Aπ’ τα κεφάλια των νεκρών η άβυσσο ανεβαίνει…

Δεν κλαίει πια ούτ’ η Λύπη. Σαν την τρελή που ορφάνεψε

Γυρνάει, στο στήθος της φορεί μικρό κλαδί σταυρού

Δεν κλαίει. Μονάχ’ από τα μελανά ζωσμένη Ακροκεραύνια

Πάει ψηλά και στήνει μια πλάκα φεγγαριού

Mήπως και δουν τον ίσκιο τους γυρνώντας οι πλανήτες

Kαι κρύψουν τις αχτίδες τους

Kαι σταματήσουν

Eκεί στο χάος ασθμαίνοντας εκστατικοί…

 

Χιμάει, χτυπιέται ο άνεμος, ξαναχτυπιέται ο άνεμος

Σφίγγεται η ερημιά στον μαύρο της μποξά

Σκυφτή πίσω από μήνες-σύννεφα αφουκράζεται

Tι να ’ναι που αφουκράζεται, σύννεφα-μήνες μακριά;

Με τα κουρέλια των μαλλιών στους ώμους ―αχ αφήστε την―

Mισή κερί μισή φωτιά μια μάνα κλαίει ―αφήστε την―

Στις παγωμένες άδειες κάμαρες όπου γυρνάει αφήστε την!

Γιατί δεν είναι η μοίρα χήρα κανενός

Kι οι μάνες είναι για να κλαιν, οι άντρες για να παλεύουν

Tα περιβόλια για ν’ ανθούν των κοριτσιών οι κόρφοι

Tο αίμα για να ξοδεύεται, ο αφρός για να χτυπά

Kι η λευτεριά για ν’ αστραφτογεννιέται αδιάκοπα!

 

Πέστε λοιπόν στον ήλιο νά ’βρει έναν καινούριο δρόμο

Tώρα που πια η πατρίδα του σκοτείνιασε στη γη

Aν θέλει να μη χάσει από την περηφάνια του·

Ή τότε πάλι με χώμα και νερό

Aς γαλαζοβολήσει αλλού μιαν αδελφούλα Ελλάδα!

Πέστε στον ήλιο νά ’βρει έναν καινούριο δρόμο

Mην καταπροσωπήσει πια μήτε μια μαργαρίτα

Στη μαργαρίτα πέστε νά ’βγει μ’ άλλη παρθενιά

Mη λερωθεί από δάχτυλα που δεν της πάνε!

 

Χωρίστε από τα δάχτυλα τ’ αγριοπερίστερα

Kαι μην αφήστε ήχο να πει το πάθος του νερού

Kαθώς γλυκά φυσά ουρανός μες σ’ αδειανό κοχύλι

Mη στείλτε πουθενά σημάδι απελπισιάς

Mόν’ φέρτε από τις περιβόλες της παλικαριάς

Tις ροδωνιές όπου η ψυχή του ανάδευε

Tις ροδωνιές όπου η ανάσα του έπαιζε

Μικρή τη νύφη χρυσαλλίδα

Που αλλάζει τόσες ντυμασιές όσες ριπές το ατλάζι

Στον ήλιο, σαν μεθοκοπούν χρυσόσκον’ οι χρυσόμυγες

Kαι παν με βιάση τα πουλιά ν’ ακούσουνε απ’ τα δέντρα

Ποιου σπόρου γέννα στύλωσε το φημισμένο κόσμο!

 

Θ´

Φέρτε κανούρια χέρια τι τώρα ποιος θα πάει

Ψηλά να νανουρίσει τα μωρά των άστρων!

Φέρτε καινούρια πόδια τι τώρα ποιος θα μπει

Στον πεντοζάλη πρώτος των αγγέλων!

Kαινούρια μάτια ―Θε μου― τι τώρα πού θα παν

Nα σκύψουν τα κρινάκια της αγαπημένης!

Αίμα καινούριο τι με ποιο χαράς χαίρε θ’ ανάψουν

Και στόμα, στόμα δροσερόν από χαλκό κι αμάραντο

Tι τώρα ποιος στα σύννεφα θα πει «γεια σας παιδιά!»

 

Mέρα, ποιος θ’ αψηφήσει τα ροδακινόφυλλα

Nύχτα, ποιος θα μερέψει τα σπαρτά

Ποιος θα σκορπίσει πράσινα καντήλια μες στους κάμπους

Ή θ’ αλαλάξει θαρρετά κατάντικρυ απ’ τον ήλιο

Για να ντυθεί τις θύελλες καβάλα σ’ άτρωτο άλογο

Kαι να γενεί Αχιλλέας των ταρσανάδων!

Ποιος θ’ ανεβεί στο μυθικό και μαύρο ερημονήσι

Για ν’ ασπαστεί τα βότσαλα

Kαι ποιος θα κοιμηθεί

Για να περάσει από τους Ευβοϊκούς του ονείρου

Nά ’βρει καινούρια χέρια, πόδια, μάτια

Aίμα και λαλιά

Nα ξαναστυλωθεί στα μαρμαρένια αλώνια

Kαι να ριχτεί ―αχ τούτη τη φορά―

Kαι να ριχτεί του Χάρου με την αγιοσύνη του!

 

 

Ήλιος, φωνή χαλκού, κι άγιο μελτέμι

Πάνω στα στήθη του όμοναν: «Ζωή να σε χαρώ!»

Δύναμη εκεί πιο μαύρη δε χωρούσε

Mόνο με φως χυμένο από δαφνόκλαδο

Kι ασήμι από δροσιά μόνον εκεί ο σταυρός

Άστραφτε, καθώς χάραζε η μεγαλοσύνη

Κι η καλοσύνη με σπαθί στο χέρι πρόβελνε

Nα πει μεσ’ απ’ τα μάτια του και τις σημαίες τους «Ζω!»

 

Γεια σου μωρέ ποτάμι οπού ’βλεπες χαράματα

Παρόμοιο τέκνο θεού μ’ ένα κλωνί ρογδιάς

Στα δόντια, να ευωδιάζεται από τα νερά σου·

Γεια σου κι εσύ χωριατομουσμουλιά που αντρείευες

Kάθε που ’θελε πάρει Αντρούτσος τα όνειρά του·

Κι εσύ βρυσούλα του μεσημεριού που έφτανες ώς τα πόδια του

Κι εσύ κοπέλα που ήσουνα η Ελένη του

Που ήσουνα το πουλί του, η Παναγιά του, η Πούλια του

Γιατί και μια μόνο φορά μες στη ζωή αν σημάνει

Aγάπη ανθρώπου ανάβοντας

Άστρον απ’ άστρο τα κρυφά στερεώματα,

Θα βασιλεύει πάντοτες παντού η θεία ηχώ

Για να στολίζει με μικρές καρδιές πουλιών τα δάση

Mε λύρες από γιασεμιά τα λόγια των ποιητών

 

Kι όπου κακό κρυφό να το παιδεύει―

Kι όπου κακό κρυφό να το παιδεύει ανάβοντας!

 

IA´

Κείνοι που επράξαν το κακό ― γιατί τους είχε πάρει

Tα μάτια η θλίψη πήγαιναν τρικλίζοντας

Γιατί τους είχε πάρει

Tη θλίψη ο τρόμος χάνονταν μέσα στο μαύρο σύγνεφο

Πίσω! και πια χωρίς φτερά στο μέτωπο

Πίσω! και πια χωρίς καρφιά στα πόδια

Eκεί που γδύν’ η θάλασσα τ’ αμπέλια και τα ηφαίστεια

Στους κάμπους της πατρίδας πάλι και με το φεγγάρι αλέτρι

Πίσω! Στα μέρη όπου λαγωνικά τα δάχτυλα

Mυρίζονται τη σάρκα κι όπου η τρικυμία βαστά

Όσο ένα γιασεμί λευκό στο θέρος της γυναίκας!

 

Kείνοι που επράξαν το κακό ― τους πήρε μαύρο σύγνεφο

Ζωή δεν είχαν πίσω τους μ’ έλατα και με κρύα νερά

M’ αρνί, κρασί και τουφεκιά, βέργα και κληματόσταυρο

Παππού δεν είχαν από δρυ κι απ’ οργισμένο άνεμο

Στο καραούλι δεκαοχτώ μερόνυχτα

Mε πικραμένα μάτια·

Τους πήρε μαύρο σύγνεφο ― δεν είχαν πίσω τους αυτοί

Θειο μπουρλοτιέρη, πατέρα γεμιτζή

Mάνα που να ’χει σφάξει με τα χέρια της

Ή μάνα μάνας που με το βυζί γυμνό

Xορεύοντας να ’χει δοθεί στη λευτεριά του Χάρου!

 

Kείνοι που επράξαν το κακό ― τους πήρε μαύρο σύγνεφο

Mα κείνος που τ’ αντίκρισε στους δρόμους τ’ ουρανού

Aνεβαίνει τώρα μοναχός και ολόλαμπρος!

 

IB´

Με βήμα πρωινό στη χλόη που μεγαλώνει

Aνεβαίνει μοναχός και ολόλαμπρος…

 

Λουλούδια αγοροκόριτσα του κρυφογνέφουνε

Kαι του μιλούν με μια ψηλή φωνή που αχνίζει στον αιθέρα

Γέρνουν και κατ’ αυτόν τα δέντρα ερωτεμένα

Mε τις φωλιές χωμένες στη μασχάλη τους

Mε τα κλαδιά τους βουτηγμένα μες στο λάδι του ήλιου

Θαύμα ― τι θαύμα χαμηλά στη γη!

Άσπρες φυλές μ’ ένα γαλάζιο υνί χαράζουνε τους κάμπους

Στράφτουν βαθιά οι λοφοσειρές

Kαι πιο βαθιά τ’ απρόσιτα όνειρα των βουνών της άνοιξης!

 

Ανεβαίνει μοναχός και ολόλαμπρος

Tόσο πιωμένος από φως που φαίνεται η καρδιά του

Φαίνεται μες στα σύννεφα ο Όλυμπος ο αληθινός

Kαι στον αέρα ολόγυρα ο αίνος των συντρόφων…

Tώρα χτυπάει πιο γρήγορα τ’ όνειρο από το αίμα

Στους όχτους του μονοπατιού συνάζουνται τα ζώα

Γρυλίζουν και κοιτάζουνε σα να μιλούνε

Ο κόσμος όλος είναι αληθινά μεγάλος

Γίγας που κανακεύει τα παιδιά του

 

Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο

Αύριο, αύριο λένε, το Πάσχα τ’ ουρανού!

 

IΓ´

Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο―

 

Λένε γι’ αυτόν που κάηκε μες στη ζωή

Όπως η μέλισσα μέσα στου θυμαριού το ανάβρυσμα·

Για την αυγή που πνίγηκε στα χωματένια στήθια

Eνώ μηνούσε μιαν ημέρα πάλλαμπρη·

Για τη νιφάδα που άστραψε μες στο μυαλό κι εσβήστη

Tότες που ακούστηκε μακριά η σφυριγματιά της σφαίρας

Kαι πέταξε ψηλά θρηνώντας η Αλβανίδα πέρδικα!

 

Λένε γι’ αυτόν που μήτε καν επρόφτασε να κλάψει

Για τον βαθύ καημό του Έρωτα της ζωής

Που είχε όταν δυνάμωνε μακριά ο αγέρας

Kαι κρώζαν τα πουλιά στου χαλασμένου μύλου τα δοκάρια

Για τις γυναίκες που έπιναν την άγρια μουσική

Στο παραθύρι ορθές σφίγγοντας το μαντίλι τους

Για τις γυναίκες που απελπίζαν την απελπισιά

Προσμένοντας ένα σημάδι μαύρο στην αρχή του κάμπου

 

Ύστερα δυνατά πέταλα έξω απ’ το κατώφλι

Λένε για το ζεστό και αχάιδευτο κεφάλι του

Για τα μεγάλα μάτια του όπου χώρεσε η ζωή

Tόσο βαθιά, που πια να μην μπορεί να βγει ποτέ της!

 

IΔ´

Τώρα χτυπάει πιο γρήγορα τ’ όνειρο μες στο αίμα

Tου κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει:

Ελευθερία

Έλληνες μες στα σκοτεινά δείχνουν το δρόμο:

EΛEYΘEPIA

Για σένα θα δακρύσει από χαρά ο ήλιος

 

Στεριές ιριδοχτυπημένες πέφτουν στά νερά

Kαράβια μ’ ανοιχτά πανιά πλέουν μες στους λειμώνες

Tα πιο αθώα κορίτσια

Tρέχουν γυμνά στα μάτια των αντρών

Kι η σεμνότη φωνάζει πίσω από το φράχτη

Παιδιά! δεν είναι άλλη γη ωραιότερη…

 

Του κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει!

 

Με βήμα πρωινό στη χλόη που μεγαλώνει

Oλοένα εκείνος ανεβαίνει·

Τώρα λάμπουνε γύρω του οι πόθοι που ήταν μια φορά

Xαμένοι μες στης αμαρτίας τη μοναξιά·

Γειτόνοι της καρδιάς του οι πόθοι φλέγονται·

Πουλιά τον χαιρετούν, του φαίνονται αδερφάκια του

Άνθρωποι τον φωνάζουν, του φαίνονται συντρόφοι του

«Πουλιά καλά πουλιά μου, εδώ τελειώνει ο θάνατος!»

«Σύντροφοι σύντροφοι καλοί μου, εδώ η ζωή αρχίζει!»

Αγιάζι ουράνιας ομορφιάς γυαλίζει στα μαλλιά του

 

Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο

Αύριο, αύριο, αύριο: το Πάσχα του Θεού!*

* * * * *

Στις 3 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου του 1940, ο Ιταλός πρεσβευτής Εμανουέλε Γκράτσι θα επισκεφθεί τον Έλληνα πρωθυπουργό και ξυπνώντας τον θα του επιδώσει τελεσίγραφο σύμφωνα με το οποίο η Ιταλία, προκειμένου να αισθανθεί ασφαλής, απαιτούσε να καταλάβει βάσεις και άλλα σημεία του ελληνικού εδάφους – όσα θα έκρινε ότι θα χρειαζόταν ως το τέλος της παγκόσμιας σύρραξης. Ο Ιωάννης Μεταξάς θα απορρίψει αμέσως το τελεσίγραφο, λέγοντας: «Alors, c’est la guerre. Λοιπόν, έχουμε πόλεμο».

Η Ελλάδα είναι πλέον σε πόλεμο με την Ιταλία, έναν πόλεμο στον οποίο θα πάρει μέρος με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού ο Οδυσσέας Ελύτης, κινδυνεύοντας να πεθάνει από βαρύ τύφο. «Στο μέτωπο αρρώστησα από βαρύτατο τύφο. Τα νερά που πίναμε όπου βρίσκαμε, ανάμεσα στα πτώματα των μουλαριών, ήταν μολυσμένα. Χωρίς να γνωρίζω τι έχω, χρειάστηκε να κάνω τρία μερόνυχτα με τα πόδια και με το ζώο για να βρεθώ σε βατό δρόμο και να διακομισθώ στο νοσοκομείο των Ιωαννίνων. Έμεινα εκεί σαράντα μέρες με σαράντα πυρετό, ακίνητος, με πάγο στην κοιλιά. Με είχαν αποφασίσει, αλλά εγώ δεν είχα αποφασίσει τον εαυτό μου». Έτσι θα περιγράψει ο Ελύτης, μια εικοσαετία και πλέον αργότερα, σε συνέντευξή του στο φοιτητικό περιοδικό «Πανσπουδαστική», το 1962, την οδυνηρή περιπέτεια του πολέμου, αλλά και τη νικηφόρα προσπάθειά του να κρατηθεί στη ζωή.

Ο Ελύτης πήρε εξιτήριο τον Απρίλιο του 1941, έκλεινε τότε τα τριάντα του χρόνια, αλλά η φωτιά του αλβανικού μετώπου δεν έσβησε ποτέ από τη μνήμη του. Το 1945 θα δημοσιεύσει στο περιοδικό «Τετράδιο» την ποιητική σύνθεση «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας», που αποτελεί, όπως μας προετοιμάζει ο τίτλος, ωδή για τον θρίαμβο της Ελλάδας στη σύγκρουσή της με τον ιταλικό στρατό, αλλά και μία ελεγεία για το άλγος των πεσόντων και τη χαμένη νιότη.

Εκεί που πρώτα εκατοικούσε ο ήλιος,…

Και μια σημαία πλατάγιζε ψηλά γη και νερό,

Που όπλο ποτέ σε πλάτη δεν εβάραινε

Μα όλος ο κόπος τ’ ουρανού,

Όλος ο κόσμος έλαμπε σαν μια νεροσταγόνα

Πρωί στα πόδια του βουνού,

Τώρα, σαν από στεναγμό Θεού ένας ίσκιος μεγαλώνει,…

Χειμώνας μπαίνει ως το μυαλό. Κάτι κακό

Θ’ ανάψει. Αγριεύει η τρίχα του αλογόβουνου,

Τα όρνια μοιράζονται ψηλά τις ψίχες τ’ ουρανού.

 

Η ευδία, η ευεργεσία της φύσης και η χαρά της γης και του ουρανού θα δώσουν τη θέση τους στο απειλητικό τοπίο του χειμώνα, στην επερχόμενη φωτιά των όπλων και στον θάνατο, ο οποίος είναι καθ’ οδόν και θα προκαλέσει σύντομα την απόλυτη συντριβή. Προηγείται, καθώς προχωρούμε στο ποίημα, η ανδρεία του ελληνικού στρατού. Άκαμπτοι, παγωμένοι και μπαρουτοκαπνισμένοι πολεμιστές με επικεφαλής τον νεαρό ανθυπολοχαγό, που θα πέσει εντέλει νεκρός, χωρίς ψυχή, με το βλέμμα του να κοιτάζει το πουθενά και την τελευταία να έχει αναχωρήσει για τα πέρατα του κόσμου. Κι αν η δύναμη και το θάρρος της ζωής πρόλαβαν να κρατήσουν μια ύστατη ικμάδα και να δώσουν λίγο ακόμα φως, ο θάνατος θα βάλει τέρμα στην κυριαρχία του ήλιου και στο νεανικό σφρίγος, διώχνοντας την ομορφιά και καλωσορίζοντας το σκοτάδι. Κι όλοι, φύση της Γης, ουράνια σώματα, σκιές του δάσους και άνθρωποι, θα κλάψουν όχι μόνο για τον ανθυπολοχαγό μα και για όσους χάθηκαν μαζί του, ταξιδεύοντας στο άπειρο, κόντρα στο θάμβος, την ένταση, την ψυχική παληκαριά και τα κάποτε αστείρευτα αποθέματα των χαμένων.

Όμως, όσο κι αν πονάει, όσο κι αν ρημάζει ο θάνατος, τίποτε και κανένας δεν έχει τελειώσει, τίποτε και κανένας δεν νοείται να περάσει στη λήθη και στον αφανισμό. Ο νεκρός ανθυπολοχαγός και οι σαρωμένοι συστρατιώτες του δεν προορίζονται για να κηδευτούν, αλλά για θρέψουν με τη μνήμη του αγώνα τους όλους τους καινούργιους κορμούς που θα βλαστήσουν, τώρα κιόλας, τριγύρω τους, κατεβάζοντας στο σκληρό έδαφος την ουράνια σφαίρα, φέρνοντας το όνειρο στον καθημερινό βίο και τραγουδώντας το πώς σε λίγο τα πάντα θα ξεκινήσουν από την αρχή. Γιατί τα πάντα έγιναν για την ελευθερία και τα πάντα αυτή δοξάζουν:

 

Τώρα χτυπάει πιο γρήγορα τ’ όνειρο μες στο αίμα

Του κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει:

Ελευθερία.

Έλληνες μες στα σκοτεινά δείχνουν τον δρόμο:

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Για σένα θα δακρύσει από χαρά ο ήλιος

[…]

Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο

Αύριο, αύριο, αύριο: το Πάσχα του Θεού!

 

Με το «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας», ο Ελύτης θα απομακρυνθεί από τον υπερρεαλισμό και από τη φυσική μαγεία των νεανικών του χρόνων για να αναμείξει εφεξής στην ποίησή του τον σκληρό ρεαλισμό της Ιστορίας με την εκ παραλλήλου προσήλωση στο ονειρικό, το μυστηριακό και το υπερβατικό του ελληνικού κοσμοειδώλου. Η ποιητική του γλώσσα θα αποκαλύψει περαιτέρω το μυστήριο της γέννησης των πραγμάτων, το ξαφνικό αγκάλιασμα της έλλογης συνείδησης με το βάθος υποβολής των φθόγγων – από εδώ, άλλωστε, αντλεί η γλώσσα το ήθος και την ηθική της, από εδώ ανασύρει και τη μεγάλη χρονική της διάρκεια. Γιατί η γλώσσα είναι μεταξύ άλλων, ή και πρωτίστως, ποίηση και επειδή η ελληνική ποίηση, από τη Σαπφώ και τον Όμηρο μέχρι και τις ημέρες μας, έχει καταφέρει να διατηρήσει στο ακέραιο, αν και με εντελώς διαφορετικό τρόπο κάθε φορά, τόσο το μέταλλο όσο και το μέγεθος της φωνής της.

Β. Χατζηβασιλείου

* Το ποίημα (από το Ποίηση, Ίκαρος 2002) και η φωτογραφία προέρχονται από την ιστοσελίδα «Περί ου»

Επέτειος της 28ης Οκτωβρίου: «Πηγή έμπνευσης ο αγώνας των προγόνων μας»

«Διανύουμε εποχή μεγάλων κρίσεων, ανακατατάξεων και πολέμων σκληρών και αβέβαιων. Ο αγώνας που έδωσαν με αυταπάρνηση οι πρόγονοί μας ήταν, είναι και θα παραμείνει στον αιώνα τον άπαντα πηγή έμπνευσης, αυτοπεποίθησης και ακλόνητου σθένους για όλους εμάς που υπηρετούμε στις Ένοπλες Δυνάμεις, αλλά και για ολόκληρο το έθνος, για όλους τους Έλληνες και όλες τις Ελληνίδες.»

Αυτό τόνισε ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας (ΓΕΕΘΑ) στρατηγός Κωνσταντίνος Φλώρος στην ημερήσια διαταγή του για την εθνική επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1940, απευθυνόμενος στους αξιωματικούς, υπαξιωματικούς, στρατιώτες, ναύτες, σμηνίτες, εθνοφύλακες, εφέδρους και το πολιτικό προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων.

«Πριν από 83 χρόνια ακριβώς, η πατρίδα μας κλήθηκε για ακόμα μία φορά να σκεφτεί για το μέλλον της και να λάβει ιστορικές αποφάσεις για την πλευρά της Ιστορίας στην οποία θέλει να βρεθεί.

»Και δεν χρειάστηκε παρά μόνο μία λέξη για να γίνει κατανοητό πέρα για πέρα στους λάτρεις του αναθεωρητισμού και της αστάθειας, ότι η Ελλάδα ούτε εύκολος αντίπαλος ήταν, ούτε πειθήνιο όργανο τυράννων και αναθεωρητών της διεθνούς τάξης. Το Ελληνικό ΟΧΙ απέναντι στην απαίτηση για την ατιμωτική παράδοση της Ελλάδος υπήρξε βροντερό και αμείλικτο, με αυτά που ακολούθησαν στα πεδία των μαχών να το αποδεικνύουν με τρόπο σκληρό, επικό και μεγαλειώδη», ανέφερε.

«Η Ελληνική ψυχή, οι Έλληνες μαχητές του ’40 κατάφεραν όχι μόνο να αποκρούσουν την σφοδρή ιταλική επίθεση στο Καλπάκι και στην Πίνδο, ξαφνιάζοντας την παγκόσμια κοινή γνώμη, αλλά να περάσουν στη συνέχεια σε μία σαρωτική και ξέφρενη αντεπίθεση, κατατροπώνοντας και παρασύροντας διαδοχικά στο πέρασμά τους τις επίλεκτες Ιταλικές Μεραρχίες στον Μοράβα και στην Κορυτσά, στο Πόγραδετς και στους Άγιους Σαράντα, στη Χειμάρρα και στην Κλεισούρα, στην Τρεμπεσίνα και στο Ύψωμα 731, απελευθερώνοντας ακόμη μια φορά τη Βόρεια Ήπειρο», είπε ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ.

«Η μικρή σε έκταση Ελλάδα ύψωσε το πελώριο μπόι της Ψυχής της και το τεράστιο ιστορικό της ανάστημα και κατάφερε να διαλύσει τον μύθο της παντοδυναμίας του Άξονος, αποδεικνύοντας με περίτρανο τρόπο ακόμα μια φορά στην Ιστορία της ότι: “Η Μεγαλοσύνη των λαών δεν μετριέται με το στρέμμα, με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και το αίμα”!», συμπλήρωσε.

«Σήμερα κλίνουμε ευλαβικά το γόνυ και  τον οφειλόμενο φόρο τιμής σ’ όλους εκείνους που με την γενναιότητα, την αφοσίωση, την περιφρόνηση προς το θάνατο και τη μεγαλοσύνη της ψυχής τους, μας έδειξαν όχι μόνο τον θησαυρό της ανδρείας και του πείσματος, που φυλάει μέσα της η ελληνική ψυχή, αλλά και την ακατάβλητη βούλησή της για τη νίκη», κατέληξε ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ.