Κυριακή, 11 Μαΐ, 2025

Η Epoch Times βραβεύεται για την αποκάλυψη των παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα

Η δημοσιογράφος της Epoch Times Εύα Φου θα τιμηθεί τον Απρίλιο για την αποκάλυψη της πρακτικής του κομμουνιστικού καθεστώτος της Κίνας να προχωρά σε αφαίρεση οργάνων από φυλακισμένους λόγω των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων.

Η Φου, η οποία μοιράζει τον χρόνο της μεταξύ Νέας Υόρκης και Ουάσιγκτον, επιλέχθηκε από το Συμβούλιο Θρησκευτικής Επικοινωνίας (Religion Communicators Council – RCC) για το Βραβείο Γουίλμπουρ 2025. Το βραβείο, που απονέμεται ετησίως από το 1949, αποτελεί την ανώτατη τιμή του οργανισμού και απονέμεται για την «εξαιρετική κάλυψη θρησκευτικών θεμάτων, αξιών και ζητημάτων στα κοσμικά μέσα ενημέρωσης», σύμφωνα με δελτίο Τύπου της 14ης Μαρτίου.

Οι κριτές αξιολόγησαν υποψηφιότητες από ειδησεογραφικά μέσα όλου του κόσμου, συμπεριλαμβανομένης μιας σειράς άρθρων της Φου με τίτλο «Killing the Faithful for Organs: The Brutal Secret Beijing Doesn’t Want Exposed» («Σκοτώνοντας τους πιστούς για τα όργανα: Το βίαιο μυστικό που το Πεκίνο δεν θέλει να αποκαλυφθεί»).

Σε επιστολή της, όπου εξηγούσε το κίνητρό της για την ενασχόληση με το συγκεκριμένο ζήτημα, η Φου ανέφερε πως πολλοί άνθρωποι που χρειάζονται μεταμόσχευση επισκέπτονται την Κίνα λόγω των ασυνήθιστα μικρών χρόνων αναμονής. Ωστόσο, σημείωσε ότι ελάχιστοι γνωρίζουν πως τα όργανα που μεταμοσχεύονται ενδέχεται να έχουν αφαιρεθεί από φυλακισμένους λόγω των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων.

Η εξαναγκαστική αφαίρεση οργάνων αποτελεί ένα από τα πιο καλά φυλαγμένα μυστικά του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας (ΚΚΚ). Σύμφωνα με την Epoch Times, ελάχιστοι σε παγκόσμιο επίπεδο—πέραν εκείνων που συμμετέχουν στη διαδικασία—αντιλαμβάνονται ότι η πηγή υγιών οργάνων για μεταμοσχεύσεις στην Κίνα προέρχεται κυρίως από φυλακισμένους ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ.

Το Φάλουν Γκονγκ, γνωστό και ως Φάλουν Ντάφα, είναι μια διαλογιστική πρακτική που βασίζεται στις αρχές της αλήθειας, της καλοσύνης και της ανεκτικότητας. Το ΚΚΚ έχει εξαπολύσει εκστρατεία εξάλειψής του τόσο στην Κίνα όσο και διεθνώς. Εκτός από τους ασκούμενους του Φάλουν Γκονγκ, θύματα της αφαίρεσης οργάνων φέρονται να είναι Ουιγούροι, Θιβετιανοί, μουσουλμάνοι και χριστιανοί που κρατούνται σε στρατόπεδα κράτησης στην Κίνα.

Η Φου δήλωσε ότι το ΚΚΚ δεν επιθυμεί να γίνει γνωστό το ζήτημα, όμως η ίδια είναι αποφασισμένη να το φέρνει στη δημοσιότητα.

Η δημοσιογράφος της Epoch Times Εύα Φου με φόντο το Καπιτώλιο των ΗΠΑ στην Ουάσιγκτον στις 13 Μαρτίου 2025. (Madalina Vasiliu/The Epoch Times)

 

Ο αρχισυντάκτης της Epoch Times, Γιάσπερ Φάκερτ, χαρακτήρισε το βραβείο ως σημαντική αναγνώριση της δουλειάς του μέσου στην αποκάλυψη της βίαιης πρακτικής της εξαναγκαστικής αφαίρεσης οργάνων, προσθέτοντας ότι τόσο η Φου όσο και η ευρύτερη δημοσιογραφική ομάδα θα συνεχίσουν να ερευνούν και να δημοσιοποιούν αυτά τα εγκλήματα.

Συνολικά, 20 κοσμικά μέσα ενημέρωσης διακρίθηκαν φέτος με το Βραβείο Γουίλμπουρ για ρεπορτάζ που δημοσιεύτηκαν το 2024 σχετικά με την πίστη και τη θρησκεία. Οι βραβευμένες συμμετοχές προήλθαν από έντυπη και διαδικτυακή δημοσιογραφία, βιβλία, podcasts, ραδιόφωνο, τηλεόραση και κινηματογράφο. Οι τιμηθέντες θα βραβευθούν σε εκδήλωση στις 25 Απριλίου, που θα πραγματοποιηθεί στο Conference Center of The Church of Jesus Christ of Latter-day Saints (Συνεδριακό Κέντρο της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Έσχατων Ημερών) στο Σολτ Λέικ Σίτι της Γιούτα.

Η πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του RCC, Τερέζα Φάουστ, δήλωσε ότι η εκδήλωση απονομής των βραβείων αποτελεί γιορτή εμπνευσμένων ιστοριών, όπως τις αφηγούνται επαγγελματίες δημοσιογράφοι.

Ο συντονιστής του διαγωνισμού, Μπραντ Πομεράνς, ανέφερε ότι οι φετινές συμμετοχές τον εντυπωσίασαν, καθώς προσεγγίζουν τα θρησκευτικά θέματα όχι απλώς ως αντικείμενο ρεπορτάζ, αλλά με διάθεση προώθησης της κατανόησης και της σύνδεσης μεταξύ διαφορετικών ομάδων. Σύμφωνα με τον ίδιο, το έργο των βραβευμένων αντανακλά το θέμα του συνεδρίου του RCC – τη «συνεργασία μέσω επικοινωνίας» – και αποτελεί απόδειξη του ρόλου που διαδραματίζει η επικοινωνία στο γεφύρωμα μεταξύ των κοινοτήτων.

Το Βραβείο Γουίλμπουρ πήρε το όνομά του από τον αείμνηστο Μάρβιν Σ. Γουίλμπουρ, πρωτοπόρο στις δημόσιες σχέσεις στον θρησκευτικό τομέα, επί χρόνια ηγετικό στέλεχος του συμβουλίου και πρώην εκτελεστικό αξιωματούχο της Πρεσβυτεριανής Εκκλησίας.

Της Nanette Holt

Δικαστική εντολή για επαναπρόσληψη χιλιάδων απολυμένων ομοσπονδιακών υπαλλήλων

Δύο ομοσπονδιακοί δικαστές διέταξαν την κυβέρνηση Τραμπ στις 13 Μαρτίου να επαναπροσλάβει χιλιάδες εργαζόμενους που είχαν απολυθεί κατά τη δοκιμαστική περίοδο από δεκάδες ομοσπονδιακά υπουργεία και υπηρεσίες.

Ο δικαστής Ουίλιαμ Όλσαπ του Ομοσπονδιακού Περιφερειακού Δικαστηρίου του Σαν Φρανσίσκο αποφάνθηκε ότι η Υπηρεσία Προσωπικού (Office of Personnel Management-OPM) δεν είχε την εξουσία να διατάξει τις απολύσεις αυτές και ότι υπήρχαν αποδείξεις ότι η υπηρεσία είχε αθέμιτα καθοδηγήσει την απόλυση νεοεισερχόμενων υπαλλήλων. Σύμφωνα με την απόφαση, έξι υπουργεία – το Πεντάγωνο, το υπουργείο Υποθέσεων Βετεράνων, το υπουργείο Γεωργίας, το υπουργείο Ενέργειας, το υπουργείο Εσωτερικών και το υπουργείο Οικονομικών – οφείλουν να επαναπροσλάβουν τους υπαλλήλους που απολύθηκαν στις 14 Φεβρουαρίου κατόπιν οδηγιών της OPM και του υπηρεσιακού της διευθυντή.

Ο ακριβής αριθμός των εργαζομένων που επαναπροσλαμβάνονται δεν είναι σαφής, ωστόσο εκτιμάται ότι υπερβαίνει τους 9.100, σύμφωνα με δημόσιες δηλώσεις τριών από τα εμπλεκόμενα υπουργεία.

Παράλληλα, άλλος ομοσπονδιακός δικαστής, ο Τζέιμς Μπρένταρ από το Μέριλαντ, εξέδωσε προσωρινή διαταγή για την παύση των μαζικών απολύσεων σε 18 υπουργεία και ομοσπονδιακές υπηρεσίες. Με την απόφασή του, τα υπουργεία υποχρεούνται να επαναπροσλάβουν τους απολυμένους υπαλλήλους μέχρι τις 17 Μαρτίου. Η απόφαση αυτή ήρθε ως απάντηση σε αγωγή που κατέθεσαν 19 πολιτείες και η Περιφέρεια της Κολούμπια, οι οποίες υποστήριξαν ότι οι απολύσεις ήταν παράνομες.

Η απόφαση αφορά τα υπουργεία Γεωργίας, Εμπορίου, Παιδείας, Ενέργειας, Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών, Εσωτερικής Ασφάλειας, Στέγασης και Αστικής Ανάπτυξης, Εσωτερικών, Εργασίας, Μεταφορών, Οικονομικών και Υποθέσεων Βετεράνων. Επιπλέον, επηρεάζει υπηρεσίες όπως το Γραφείο Οικονομικής Προστασίας Καταναλωτών, η Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος, η Ομοσπονδιακή Αρχή Ασφάλισης Καταθέσεων, η Γενική Υπηρεσία Διοίκησης, η Υπηρεσία Μικρών Επιχειρήσεων και η Υπηρεσία Διεθνούς Ανάπτυξης των ΗΠΑ.

Ο Λευκός Οίκος και το υπουργείο Δικαιοσύνης δεν προέβησαν άμεσα σε σχόλια για τις δικαστικές αποφάσεις.

Υπολογίζεται ότι υπάρχουν περίπου 200.000 εργαζόμενοι σε δοκιμαστική περίοδο σε ομοσπονδιακές υπηρεσίες, περιλαμβανομένων νεοπροσληφθέντων υπαλλήλων και εργαζομένων που πρόσφατα έλαβαν προαγωγή.

Η OPM είχε επικοινωνήσει με τις υπηρεσίες σχετικά με την απόλυση εργαζομένων στη δοκιμαστική περίοδο. Την ημέρα της ορκωμοσίας του Ντόναλντ Τραμπ, στις 20 Ιανουαρίου, ο υπηρεσιακός διευθυντής της OPM, Τσαρλς Ιζέλ, είχε δηλώσει ότι γενικά οι νεότεροι υπάλληλοι μπορούν να απολυθούν χωρίς να ενεργοποιηθούν τα δικαιώματά τους για έφεση. Στις 14 Φεβρουαρίου, η OPM είχε ενημερώσει τις υπηρεσίες να απομακρύνουν τους υπαλλήλους υπό δοκιμή που δεν θεωρούνταν «απολύτως απαραίτητοι». Δύο εβδομάδες αργότερα, η OPM ανέφερε ότι όταν οι υπηρεσίες δεν εκμεταλλεύονται την περίοδο δοκιμής, «οι υπάλληλοι που είναι ανεπαρκείς παραμένουν στον ομοσπονδιακό τομέα για υπερβολικά μεγάλο διάστημα, καθώς οι επόπτες είναι λιγότερο πιθανό να απολύσουν έναν εργαζόμενο που διαθέτει πλήρη δικαιώματα προσφυγής».

Τα συνδικάτα προσέφυγαν νομικά κατά της υπηρεσίας, ισχυριζόμενα ότι δεν είχε την εξουσία να διατάξει απολύσεις. Από την πλευρά τους, οι κυβερνητικοί δικηγόροι ανέφεραν ότι η OPM παρείχε μόνο οδηγίες και όχι εντολές. Σε αναθεωρημένες οδηγίες της στις 4 Μαρτίου, η OPM διευκρίνισε ότι οι ίδιες οι υπηρεσίες έχουν την τελική εξουσία και ευθύνη όσων αφορά τις αποφάσεις για το προσωπικό.

Τα συνδικάτα υποστήριξαν επίσης ότι οι απολύσεις παραβίαζαν την ομοσπονδιακή νομοθεσία, η οποία ορίζει συγκεκριμένες διαδικασίες για τις μαζικές απολύσεις. Σύμφωνα με τις καταγγελίες τους, οι υπάλληλοι ενημερώθηκαν ότι η OPM είχε διατάξει τις απολύσεις, ενώ πολλοί έλαβαν πρότυπα έγγραφα που ανέφεραν ως αιτία απόλυσης την «ανεπαρκή απόδοση».

Οι κυβερνητικοί δικηγόροι αντέτειναν ότι οι απολύσεις ήταν νόμιμες, καθώς οι ίδιες οι υπηρεσίες είχαν αξιολογήσει και αποφασίσει κατά πόσο οι υπάλληλοι υπό δοκιμή ήταν κατάλληλοι για συνέχιση της εργασίας τους.

Ο δικαστής Όλσαπ ανέφερε ότι υπήρχαν αποδείξεις πως ορισμένοι υπάλληλοι απολύθηκαν λόγω χαμηλής απόδοσης, παρότι είχαν λάβει θετική αξιολόγηση λίγους μήνες νωρίτερα. Χαρακτήρισε λυπηρό το γεγονός ότι η κυβέρνηση απέλυσε καλούς εργαζομένους, αποδίδοντας την απόλυσή τους σε χαμηλή απόδοση, παρότι – όπως είπε – γνώριζε ότι αυτό δεν ήταν αληθές.

Με πληροφορίες από το Reuters και το Associated Press

Να αποκλειστούν οι Κινέζοι ερευνητές από τα αμερικανικά εργαστήρια, ζητούν νομοθέτες των ΗΠΑ

Ρεπουμπλικάνοι νομοθέτες παρουσίασαν πρόταση νόμου που θα απαγορεύει σε πολίτες αντίπαλων κρατών, και κυρίως της Κίνας, να εργάζονται ή να επισκέπτονται τα εθνικά εργαστήρια των Ηνωμένων Πολιτειών.

Το νομοσχέδιο κατατέθηκε στις 11 Μαρτίου από τον γερουσιαστή Τομ Κότον (R-Ark.) εν μέσω αυξανόμενων ανησυχιών της Ουάσιγκτον για την κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και τις κατασκοπευτικές δραστηριότητες που υποστηρίζονται από το Πεκίνο. Ο Κότον, ο οποίος είναι πρόεδρος της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας, δήλωσε ότι η παρουσία ξένων υπηκόων στα πιο ευαίσθητα εργαστήρια της χώρας αποτελεί ξεκάθαρη απειλή για την εθνική ασφάλεια και πρέπει να σταματήσει άμεσα.

Ο γερουσιαστής Μάικ Λι (R-Utah), συνυποστηρικτής του νομοσχεδίου, υποστήριξε ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) και άλλα εχθρικά καθεστώτα έχουν συστηματικά στοχοποιήσει τα αμερικανικά εργαστήρια, προσελκύοντας κορυφαίους επιστήμονες και χρησιμοποιώντας την αμερικανική έρευνα για να ενισχύσουν τις στρατιωτικές τους φιλοδοξίες.

Το νομοσχέδιο, με τίτλο «Νόμος για την Προστασία της Αμερικανικής Τεχνολογίας από Εκμετάλλευση», αποσκοπεί στην απαγόρευση εισόδου ή εργασίας σε ερευνητές από την Κίνα, τη Ρωσία, το Ιράν, τη Βόρεια Κορέα και την Κούβα στα εθνικά εργαστήρια του υπουργείου Ενέργειας των ΗΠΑ. Η απαγόρευση δεν θα επηρεάζει Αμερικανούς πολίτες ή κατόχους άδειας μόνιμης διαμονής, ενώ θα υπάρχει πρόβλεψη για εξαιρέσεις. Σύμφωνα με το κείμενο του νομοσχεδίου, ο υπουργός Ενέργειας θα μπορεί να χορηγεί ειδικές εξαιρέσεις για ακαδημαϊκούς επισκέπτες από τις πέντε αυτές χώρες, εφόσον αποδεικνύεται ότι η παρουσία τους αποφέρει περισσότερα οφέλη απ’ ό,τι εθνικούς και οικονομικούς κινδύνους για τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Έλλειψη αμοιβαιότητας

Σήμερα, στις 17 εθνικές ερευνητικές εγκαταστάσεις που υπάγονται στο υπουργείο Ενέργειας πραγματοποιείται επιστημονική έρευνα σε τομείς που εκτείνονται από τις ενεργειακές τεχνολογίες έως την πυρηνική αποτροπή.

Σύμφωνα με το γραφείο του Κότον, το οικονομικό έτος 2023, περίπου 40.000 ξένοι επιστήμονες είχαν πρόσβαση σε αυτά τα εργαστήρια, εκ των οποίων σχεδόν 8.000 προέρχονταν από την Κίνα και τη Ρωσία. Αυτό σημαίνει ότι ένας στους πέντε ξένους επιστήμονες που εισέρχονται στα κορυφαία εργαστήρια των ΗΠΑ προέρχεται από τα πιο επικίνδυνα αντίπαλα κράτη, επισημαίνει το γραφείο του γερουσιαστή.

Κατά τη διάρκεια ακρόασης που πραγματοποιήθηκε τον Φεβρουάριο από την Επιτροπή Ενέργειας και Φυσικών Πόρων της Γερουσίας, ο Κότον έθεσε στους νομοθέτες και τους ερευνητές το ερώτημα εάν πιστεύουν ότι σε αντίστοιχα κινεζικά ή ρωσικά εργαστήρια ένας στους πέντε ξένους επιστήμονες είναι Αμερικανός. Ο ίδιος υπογράμμισε ότι δεν υπάρχει καμία αμοιβαιότητα σε αυτό το ζήτημα.

Ο γερουσιαστής Τζέιμς Ρις (R-Idaho), πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας, συμμερίστηκε τις ανησυχίες σχετικά με την παρουσία Κινέζων ερευνητών στα εργαστήρια. Τόνισε ότι ένας μηχανικός που φτάνει στις ΗΠΑ για να εργαστεί σε ένα ερευνητικό εργαστήριο μπορεί να μην έχει αρχικά καμία κακή πρόθεση. Ωστόσο, όπως υποστήριξε, όποιος ζει σε ένα κομμουνιστικό, αυταρχικό καθεστώς δεν έχει τίποτα που να του ανήκει πραγματικά. Σύμφωνα με τον Ρις, η ιδιοκτησία, η σκέψη και οι γνώσεις ενός Κινέζου ανήκουν στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας.

Μια εκτεταμένη εκστρατεία

Αμερικανοί αξιωματούχοι προειδοποιούν εδώ και καιρό ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ) διεξάγει μια εκτεταμένη εκστρατεία κατασκοπείας με στόχο την αμερικανική πνευματική ιδιοκτησία. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, το Πεκίνο χρησιμοποιεί μεθοδικά την κλοπή, την υποχρεωτική μεταφορά τεχνογνωσίας, τις κυβερνοεπιθέσεις και άλλες μεθόδους, προκειμένου να ξεπεράσει τις Ηνωμένες Πολιτείες και να ικανοποιήσει τις φιλοδοξίες του.

Το 2021, ο τότε διευθυντής του FBI Κρίστοφερ Ρέι είχε δηλώσει σε νομοθέτες ότι η υπηρεσία του ξεκινούσε έρευνες αντικατασκοπείας σχετικές με την Κίνα «κάθε 12 ώρες».

Παράλληλα, το Πεκίνο έχει δρομολογήσει προγράμματα προσέλκυσης ταλέντων, όπως το Πρόγραμμα των Χιλίων Ταλέντων, με στόχο να δελεάσει ξένους ειδικούς, μεταξύ αυτών και Κινέζους της διασποράς, ώστε να εργαστούν στην Κίνα.

Ο γερουσιαστής Μάικ Λι, πρόεδρος της Επιτροπής Ενέργειας και Φυσικών Πόρων της Γερουσίας, τόνισε κατά τη διάρκεια ακρόασης ότι το ΚΚΚ στρατολογεί συστηματικά κορυφαίους επιστήμονες, οι οποίοι εκπαιδεύτηκαν στη Δύση, εργάστηκαν σε αμερικανικά εργαστήρια και χρηματοδοτήθηκαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες για την ανάπτυξη τεχνολογιών, επισημαίνοντας ότι το κινεζικό καθεστώς στη συνέχεια τούς προσελκύει στην Κίνα, με σκοπό την αξιοποίηση της αμερικανικής τεχνογνωσίας προς όφελος του κινεζικού στρατού.

Ο γερουσιαστής Μάικ Λι (R-Utah) κατά τη διάρκεια ακρόασης της Γερουσίας για τις εξωτερικές σχέσεις στην Ουάσιγκτον στις 15 Ιανουαρίου 2025. (Kevin Dietsch/Getty Images)

 

Ο Λι επεσήμανε ότι οι συνέπειες αυτής της στρατηγικής έχουν αρχίσει να γίνονται ορατές, καθώς πρώην ερευνητές [του υπουργείου Ενέργειας] των ΗΠΑ βοηθούν την Κίνα στην ανάπτυξη υπερηχητικών πυραύλων, διατρητικών πυρηνικών κεφαλών και προηγμένων υποβρυχίων. Αυτά τα όπλα, όπως σημείωσε, έχουν σχεδιαστεί για να ξεπεράσουν και να αποτρέψουν τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο ίδιος προειδοποίησε ότι το Πεκίνο εκμεταλλεύεται ενεργά τα ανεπαρκή πρωτόκολλα ασφαλείας.

Έκθεση της ιδιωτικής εταιρείας πληροφοριών Strider Technologies από το 2021 αποκάλυψε ότι τουλάχιστον 162 επιστήμονες που είχαν εργαστεί στο Εθνικό Εργαστήριο του Λος Άλαμος – όπου αναπτύχθηκε η πρώτη ατομική βόμβα – είχαν στρατολογηθεί από το Πεκίνο τις τελευταίες τρεις δεκαετίες για να συμμετάσχουν σε στρατιωτικά προγράμματα της Κίνας.

Ένας πρώην επιστήμονας του εργαστηρίου αυτού καταδικάστηκε το 2020 σε πενταετή αναστολή, αφού παραδέχτηκε την ενοχή του για ψευδείς δηλώσεις σχετικά με τη συμμετοχή του στο κρατικά χρηματοδοτούμενο κινεζικό Πρόγραμμα των Χιλίων Ταλέντων.

Ανταποκρινόμενος στις αυξανόμενες ανησυχίες, ο Νόμος Εθνικής Άμυνας του 2025, που υπογράφηκε τον Δεκέμβριο του 2024 από τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, περιλαμβάνει διάταξη που περιορίζει την πρόσβαση πολιτών ή «εκπροσώπων» από τέσσερεις αντίπαλες χώρες, μεταξύ αυτών και της Κίνας, σε μη δημόσιες εγκαταστάσεις των εθνικών εργαστηρίων ασφαλείας και παραγωγής πυρηνικών όπλων του υπουργείου Ενέργειας των ΗΠΑ.

Ο περιορισμός, ο οποίος τίθεται σε ισχύ τον Απρίλιο του 2025, καλύπτει μόνο τα εθνικά εργαστήρια Λος Άλαμος, Λόρενς Λίβερμορ και Σάντια.

Κατά τη διάρκεια ακρόασης τον Φεβρουάριο, ο Πολ Ντάμπαρ, πρώην υφυπουργός Επιστήμης του Υπουργείου Ενέργειας κατά την πρώτη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, υπογράμμισε ότι βάσει του κινεζικού νόμου εθνικής ασφάλειας, οι Κινέζοι υπήκοοι υποχρεούνται να παραδώσουν οποιαδήποτε πληροφορία απαιτήσει το κομμουνιστικό καθεστώς.

Ο Ντάμπαρ, ο οποίος αναλαμβάνει τη θέση του αναπληρωτή υπουργού Εμπορίου, πρότεινε την επέκταση της απαγόρευσης σε όλα τα εθνικά εργαστήρια, εκτός αν χορηγείται ειδική εξαίρεση. Σύμφωνα με τον ίδιο, η Κίνα υποκλέπτει αμερικανικές τεχνολογίες εδώ και μια ολόκληρη γενιά.

Της Dorothy Li

Αμετακίνητος ο Τραμπ στους δασμούς – Ανακινεί το ζήτημα της Γροιλανδίας

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι δεν πρόκειται να αναθεωρήσει τη θέση του αναφορικά με την επιβολή εκτεταμένων ανταποδοτικών δασμών προς τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ από τις 2 Απριλίου.

Κατά τη διάρκεια συνάντησης με τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ επανέλαβε ότι οι εμπορικές πρακτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι άδικες απέναντι στις αμερικανικές επιχειρήσεις.

«Μας κατακλέβουν επί χρόνια και δεν θα αφήσουμε να μας κλέβουν», είπε ο Τραμπ κατά τη συνάντηση.

«Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πάρα πολύ μοχθηρή. Μηνύουν την Google, μηνύουν το Facebook, μηνύουν όλες αυτές τις εταιρείες και παίρνουν δισεκατομμύρια δολάρια από αμερικανικές εταιρείες», υποστήριξε.

Ο Αμερικανός πρόεδρος απείλησε με την επιβολή δασμών ύψους 200% σε ευρωπαϊκά αλκοολούχα ποτά, σε περίπτωση που η ΕΕ δεν αποσύρει τους δασμούς που έχει επιβάλει στο αμερικανικό ουίσκι. Επιπλέον, δήλωσε ότι η αστάθεια στις αγορές δεν τον προβληματίζει και εξέφρασε την πεποίθηση ότι οι επενδυτές θα δουν θετικές αποδόσεις μακροπρόθεσμα.

Ο Τραμπ έχει υπεραμυνθεί της στρατηγικής του να επιβάλλει δασμούς, θεωρώντας ότι η αστάθεια στις αγορές δεν αποτελεί σημαντικό ζήτημα, ενώ εκτιμά πως οι επενδυτές θα αποκομίσουν κέρδη εάν επενδύσουν στην παρούσα φάση.

Η προοπτική της προσάρτησης της Γροιλανδίας

Σε άλλο σημείο των δηλώσεών του, ο Τραμπ επανέφερε στο προσκήνιο το ενδεχόμενο προσάρτησης της Γροιλανδίας από τις Ηνωμένες Πολιτείες. «Θεωρώ πως θα συμβεί», ανέφερε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας ότι κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο για τη διεθνή ασφάλεια.

Η τοποθέτηση αυτή προκάλεσε αντιδράσεις στη Γροιλανδία και τη Δανία. Ο απερχόμενος πρωθυπουργός της Γροιλανδίας Μούτε Έγκεντε απέρριψε τα σχόλια του Τραμπ, δηλώνοντας πως θα ζητήσει από τους πολιτικούς αρχηγούς να καταδικάσουν ομόφωνα κάθε σχετική αναφορά. Η πρωθυπουργός της Δανίας Μέτε Φρεντέρικσεν επανέλαβε ότι η Γροιλανδία αποτελεί τμήμα του δανικού βασιλείου και «δεν είναι προς πώληση».

«Ο πρόεδρος των ΗΠΑ επανέφερε στο προσκήνιο την ιδέα της προσάρτησής μας», αναφέρει ο Μούτε Έγκεντε σε ανάρτησή του στο Facebook. «Ως εδώ και μη παρέκει», υπογραμμίζει.

Η Γροιλανδία, πρώην αποικία της Δανίας, απολαμβάνει καθεστώς αυτονομίας από το 1979, αν και η Κοπεγχάγη εξακολουθεί να διαχειρίζεται την εξωτερική πολιτική, την άμυνα και τη νομισματική της πολιτική, παρέχοντας ετήσια οικονομική υποστήριξη ύψους περίπου ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων. Παρά το γεγονός ότι το 2009 απέκτησε το δικαίωμα να κηρύξει πλήρη ανεξαρτησία μέσω δημοψηφίσματος, δεν έχει προχωρήσει σε αυτόν τον δρόμο λόγω ανησυχιών σχετικά με το οικονομικό και κοινωνικό μέλλον των κατοίκων της.

Το αντιπολιτευόμενο κεντροδεξιό κόμμα Demokraatit, το οποίο επικράτησε στις πρόσφατες τοπικές εκλογές, υποστηρίζει την ανεξαρτητοποίηση της νήσου, αλλά χωρίς βιαστικές κινήσεις. Οι πολιτικές εξελίξεις στη Γροιλανδία και οι δηλώσεις του Αμερικανού προέδρου αναμένεται να διαμορφώσουν το πλαίσιο των μελλοντικών διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των εμπλεκόμενων χωρών.

Με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ

ΗΠΑ: Κυρώσεις στον Ιρανό υπουργό Πετρελαίου

Οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακοίνωσαν στις 13 Μαρτίου την επιβολή κυρώσεων στον Ιρανό υπουργό Πετρελαίου Μοχσέν Πακνετζάντ. Σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, υπό την ηγεσία του, η Τεχεράνη έχει διαθέσει δισεκατομμύρια δολάρια σε ιρανικό πετρέλαιο προς τις ένοπλες δυνάμεις της χώρας, όπως τους «Φρουρούς της Επανάστασης» και τις «Δυνάμεις Επιβολής του Νόμου», που χαρακτηρίζονται ως βασικά εργαλεία καταστολής του ιρανικού καθεστώτος.

Το υπουργείο Οικονομικών ανέφερε ότι οι ιρανικές ένοπλες δυνάμεις λαμβάνουν περίπου 200.000 βαρέλια ιρανικού αργού πετρελαίου ημερησίως και ότι μέχρι το τέλος του έτους θα έχουν αποκομίσει πάνω από το ήμισυ των εσόδων από το ιρανικό πετρέλαιο. Το πετρέλαιο αποτελεί κρίσιμη πηγή εσόδων για το Ιράν.

Το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ ανακοίνωσε, επίσης, κυρώσεις σε τρεις εταιρείες που, όπως υποστηρίζει, μετέφεραν ιρανικό πετρέλαιο προς την Ασία. Συγκεκριμένα, οι εταιρείες Shipload Maritime, με έδρα τη Σιγκαπούρη, καθώς και οι Gianira και Bintang, που εδρεύουν στην Ινδονησία, κατηγορούνται για συναλλαγές σχετικές με το ιρανικό πετρέλαιο. Σύμφωνα με την αμερικανική κυβέρνηση, η Shipload Maritime διαθέτει το πλοίο Malili, ενώ οι Bintang και Gianira ελέγχουν τα πλοία Celebes και Marina Vision, αντίστοιχα. Οι εν λόγω πλοιοκτήτες φέρονται να διευκόλυναν τη μεταφορά ιρανικού πετρελαίου μέσω δεξαμενόπλοιων που έχουν ήδη χαρακτηριστεί από τις ΗΠΑ εμπλεκόμενα στη διακίνηση ιρανικού πετρελαίου.

Επιπλέον, το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ επέβαλε κυρώσεις στις εταιρείες Hong Kong Heshun Transportation Trading, Seasky Marine και Sun Science International, με έδρα το Χονγκ Κονγκ, κατηγορώντας τις ότι χρησιμοποιούν πλοία-βιτρίνα για να αποκρύψουν τη μεταφορά ιρανικών πετρελαϊκών προϊόντων στην Κίνα. Αναφέρεται ότι η Hong Kong Heshun Transportation Trading διαχειρίζεται το πλοίο Peace Hill, η Seasky Marine το Seasky και η Sun Science International το Corona Fun.

Το υπουργείο Οικονομικών έθεσε υπό κυρώσεις και άλλες οντότητες που φέρονται να εμπλέκονται στην ιρανική πετρελαϊκή βιομηχανία.

Το ιρανικό καθεστώς συνεχίζει να τροφοδοτεί συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή, να προωθεί το πυρηνικό του πρόγραμμα και να υποστηρίζει τρομοκρατικές οργανώσεις, σύμφωνα με δήλωση της εκπροσώπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Τάμι Μπρους. Η ίδια ανέφερε ότι το παράνομο εμπόριο πετρελαίου του Ιράν χρηματοδοτεί αυτές τις αποσταθεροποιητικές δραστηριότητες.

Σύμφωνα με την κα Μπρους οι εξαγωγές πετρελαίου του Ιράν διευκολύνονται από ένα δίκτυο διακινητών ναυτιλιακών υπηρεσιών σε πολλές δικαιοδοσίες, οι οποίοι, μέσω παραπλάνησης και απόκρυψης, φορτώνουν και μεταφέρουν ιρανικό πετρέλαιο για πώληση σε αγοραστές στην Ασία.

Οι κυρώσεις αυτές εντάσσονται στην πολιτική της «μέγιστης πίεσης» του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ κατά του Ιράν, με στόχο την αντιμετώπιση των επιβλαβών δραστηριοτήτων του, περιλαμβανομένης της υποστήριξης που παρέχει σε τρομοκρατικές οργανώσεις όπως η Χαμάς και η Χεζμπολάχ. Ο Τραμπ είχε υπογράψει εκτελεστικό διάταγμα τον προηγούμενο μήνα, σηματοδοτώντας την επιστροφή των ΗΠΑ στη αυστηρή πολιτική απέναντι στο Ιράν.

Ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ δήλωσε ότι το ιρανικό καθεστώς συνεχίζει να χρησιμοποιεί τα έσοδα από τους τεράστιους πετρελαϊκούς του πόρους για να προωθεί τα «στενά και ανησυχητικά» του συμφέροντα, εις βάρος του ιρανικού λαού. Τόνισε δε ότι το υπουργείο θα καταπολεμήσει και θα διακόψει κάθε προσπάθεια του καθεστώτος να χρηματοδοτήσει τις αποσταθεροποιητικές του δραστηριότητες και να προωθήσει την επικίνδυνη ατζέντα του.

Του Jackson Richman

98 συλληφθέντες κατά τη διάρκεια διαμαρτυρίας στο Trump Tower υπέρ της Παλαιστίνης

Οι Αρχές συνέλαβαν 98 διαδηλωτές στις 13 Μαρτίου, αφού κατέλαβαν το χωλ του Trump Tower στη 5η Λεωφόρο στο Μανχάταν, διοργανώνοντας μια έντονη διαμαρτυρία υπέρ της Παλαιστίνης και κατά της σύλληψης του Μαχμούντ Χαλίλ, του Παλαιστίνιου φοιτητή ακτιβιστή που ηγήθηκε διαμαρτυριών στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια καταδικάζοντας την στρατιωτική αντίδραση του Ισραήλ στις τρομοκρατικές επιθέσεις της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου 2023.

Η Αστυνομία της Νέας Υόρκης (NYPD) επανειλημμένα ζήτησε από τους διαδηλωτές να αποχωρήσουν πριν προχωρήσουν στη σύλληψη 98 ατόμων με κατηγορίες για παράνομη είσοδο, παρεμπόδιση και αντίσταση κατά της Αρχής, σύμφωνα με ενημέρωση από την αστυνομία.

Οι διαδηλωτές συνδέονται με την ομάδα «Jewish Voice for Peace», η οποία περιγράφει τον εαυτό της ως προοδευτική εβραϊκή αντισιωνιστική ομάδα. «Ως Εβραίοι, καταλαμβάνουμε το Trump Tower για να καταγράψουμε την μαζική μας άρνηση», δήλωσε η οργάνωση σε ανακοίνωση. «Δεν θα μείνουμε αμέτοχοι καθώς αυτό το φασιστικό καθεστώς ποινικοποιεί τους Παλαιστίνιους και όσους καλούν για τέλος στην γενοκτονία που χρηματοδοτεί η κυβέρνηση του Ισραήλ με τη βοήθεια των ΗΠΑ.»

Φορούσαν κόκκινες μπλούζες που έγραφαν «Σταματήστε να οπλίζετε το Ισραήλ» και «Όχι στο όνομά μας», ενώ κρατούσαν πανό με συνθήματα όπως «Ελευθερώστε τον Μαχμούντ, Ελευθερώστε την Παλαιστίνη» και «Πολεμήστε τους Ναζί, όχι τους φοιτητές».

Η αστυνομία της Νέας Υόρκης συλλαμβάνει διαδηλωτή της ομάδας Jewish Voice for Peace, ο οποίος διαδήλωσε μέσα στον Πύργο Trump για να υποστηρίξει τον Mahmoud Khalil, στη Νέα Υόρκη, στις 13 Μαρτίου 2025. (Yuki Iwamura/AP)

 

Βίντεο που αναρτήθηκαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από την «Jewish Voice for Peace» έδειξαν τους διαδηλωτές να τραγουδούν και να χειροκροτούν καθώς οι αστυνομικοί τους απομάκρυναν από το κτίριο. Άλλα βίντεο από έξω από το Trump Tower δείχνουν τους συλληφθέντες να επιβιβάζονται σε λεωφορεία ενώ άλλοι διαδηλωτές παραμένουν στο πεζοδρόμιο, φωνάζοντας «Ελευθερώστε τον Μαχμούντ!».

Ο Κάζ Ντόχτρι, αντιδήμαρχος της Νέας Υόρκης για τη δημόσια ασφάλεια και πρώην αξιωματικός της NYPD, δήλωσε ότι δεν αναφέρθηκαν τραυματισμοί, αλλά πρόσθεσε ότι η πόλη θα εξετάσει τις διαδικασίες της για να εξασφαλίσει ότι παρόμοια περιστατικά δεν θα συμβούν στο μέλλον.

Ο Χαλίλ, 30 ετών, μόνιμος κάτοικος ΗΠΑ, που είναι παντρεμένος με Αμερικανίδα πολίτη, συνελήφθη έξω από το διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη το Σάββατο και αντιμετωπίζει απέλαση. Βρίσκεται σε κέντρο κράτησης μεταναστών στη Λουιζιάνα. Δικαστής έχει αποφασίσει ότι η κυβέρνηση Τραμπ δεν μπορεί ακόμη να τον απελάσει.

Το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας (DHS) δήλωσε ότι ο Χαλίλ συνελήφθη βάσει των εκτελεστικών διαταγών του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ που απαγορεύουν τον αντισημιτισμό, επικαλούμενο ηγεσία του Χαλίλ σε δραστηριότητες που φέρεται να συνδέονται με τη Χαμάς, την τρομοκρατική οργάνωση που ευθύνεται για την αιματηρή επίθεση στις 7 Οκτωβρίου 2023 σε ισραηλιτικές κοινότητες.

Μετά την επίθεση της Χαμάς και τις επακόλουθες στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ισραήλ στη Γάζα, οι φοιτητικές διαμαρτυρίες εξαπλώθηκαν σε πανεπιστημιακές κοινότητες στις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένου του Κολούμπια. Πέρυσι την άνοιξη, οι υποστηρικτές της Παλαιστίνης διοργάνωσαν κατασκήνωση και κατέλαβαν ένα κτίριο του πανεπιστημίου.

Ο Τραμπ, σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, χαρακτήρισε τη σύλληψη του Χαλίλ «την πρώτη από πολλές που θα έρθουν» και υποσχέθηκε να απελάσει φοιτητές που εμπλέκονται σε «προ-τρομοκρατικές, αντισημιτικές, αντιαμερικανικές δραστηριότητες.»

Ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο ενίσχυσε τη θέση της κυβέρνησης, δηλώνοντας στο X ότι η κυβέρνηση «θα ανακαλέσει τις βίζες και/ή τις πράσινες κάρτες των υποστηρικτών της Χαμάς στην Αμερική, ώστε να μπορούν να απελαθούν.»

Η κράτηση του Χαλίλ έχει προκαλέσει αντιδράσεις από οργανώσεις για τα δικαιώματα του ανθρώπου και Δημοκρατικούς του Κογκρέσου, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η σύλληψή του αποτελεί επίθεση στην ελευθερία του λόγου. Διαμαρτυρίες έχουν ξεσπάσει σε όλη τη Νέα Υόρκη και τη χώρα, συμπεριλαμβανομένης μιας μεγάλης διαδήλωσης έξω από το δικαστήριο του Μανχάταν κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας την Τετάρτη.

Το Trump Tower, η έδρα της Trump Organization και η κατοικία του προέδρου όταν βρίσκεται στη Νέα Υόρκη, αποτελεί από καιρό σημείο πολιτικών διαδηλώσεων. Ενώ οι διαμαρτυρίες έξω από το κτίριο είναι συχνές, οι μεγάλης κλίμακας καταλήψεις στο εσωτερικό του κτιρίου είναι σπάνιες.

Η Epoch Times επικοινώνησε με τον Λευκό Οίκο και την Trump Organization για σχόλια σχετικά με τη διαμαρτυρία.

Συνάντηση Τραμπ-Ρούτε: Συζητήσεις για τη Γροιλανδία, την Ουκρανία και το μέλλον του ΝΑΤΟ

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, εξέφρασε την Πέμπτη την αισιοδοξία του για την πιθανότητα απόκτησης της Γροιλανδίας από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τονίζοντας τη σημασία αυτής της κίνησης για τη γεωπολιτική στρατηγική της χώρας.

Ο Τραμπ έκανε τις δηλώσεις αυτές κατά τη διάρκεια συνάντησής του στον Λευκό Οίκο με τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, με αντικείμενο διαπραγματεύσεις για ζητήματα εμπορίου και ασφάλειας.

«Πιστεύω ότι θα συμβεί. Κάθομαι δίπλα σε έναν άνθρωπο που θα μπορούσε να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο», δήλωσε ο Τραμπ από το Οβάλ Γραφείο, αναφερόμενος στον Ρούτε. «Χρειαζόμαστε [τη Γροιλανδία] για τη διεθνή ασφάλεια.»

Ο Ρούτε αναγνώρισε την ανάγκη διατήρησης της σταθερότητας στην περιοχή, κάνοντας αναφορά στην παρουσία κινεζικών πλοίων, και εξέφρασε τη στήριξή του στην ηγεσία των Ηνωμένων Πολιτειών. Ωστόσο, απέφυγε να εμπλέξει το ΝΑΤΟ στις συζητήσεις περί ενδεχόμενης προσάρτησης της Γροιλανδίας.

«Δεν επιθυμώ να κατευθύνω το ΝΑΤΟ σε αυτό το ζήτημα, αλλά … είναι πολύ σημαντικό να διασφαλίσουμε ότι η περιοχή θα παραμείνει ασφαλής», δήλωσε ο Ρούτε. «Γνωρίζουμε ότι τα πράγματα αλλάζουν εκεί, και πρέπει να είμαστε παρόντες».

Οι γενικές εκλογές που διεξήχθησαν στις 11 Μαρτίου στη Γροιλανδία έφεραν θετικά αποτελέσματα, σύμφωνα με την οπτική του Τραμπ, καθώς το κεντροδεξιό κόμμα «Δημοκρατία», υπό την ηγεσία του Γενς Φρέντερικ Νίλσεν, εξασφάλισε ισχνή πλειοψηφία στις κοινοβουλευτικές έδρες.

«Το άτομο που τα πήγε καλύτερα είναι πολύ καλός άνθρωπος από τη δική μας σκοπιά», δήλωσε ο Τραμπ. «Οπότε, θα συζητήσουμε για το θέμα, καθώς είναι πολύ σημαντικό».

Οι δύο ηγέτες συζήτησαν επίσης για τον πόλεμο στην Ουκρανία και άλλα ζητήματα παγκόσμιας ασφάλειας.

«Αυτή τη στιγμή, έχουμε ανθρώπους που συνομιλούν στη Ρωσία, έχουμε εκπροσώπους εκεί», ανέφερε ο Τραμπ.

«Λαμβάνουμε πληροφορίες ότι τα πράγματα προχωρούν καλά στη Ρωσία, αλλά τίποτα δεν έχει σημασία μέχρι να ακούσουμε το τελικό αποτέλεσμα. Υπάρχουν πολύ σοβαρές διαπραγματεύσεις σε εξέλιξη με τον πρόεδρο Πούτιν και άλλους, και ελπίζω όλοι να θέλουν να τελειώσει αυτός ο εφιάλτης».

Κατά τη διάρκεια της τριήμερης επίσκεψής του στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Ρούτε αναμένεται να συναντηθεί επίσης με υψηλόβαθμα στελέχη της αμερικανικής κυβέρνησης και μέλη του Κογκρέσου.

Ο Τραμπ επικρίνει το ΝΑΤΟ και ζητά αύξηση των αμυντικών δαπανών

Ο Τραμπ έχει ασκήσει επανειλημμένα κριτική στους συμμάχους του ΝΑΤΟ, υποστηρίζοντας ότι δεν συμβάλλουν επαρκώς στη συμμαχία. Από την πρώτη του θητεία είχε προειδοποιήσει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ενδέχεται να σταματήσουν την υποστήριξή τους, εάν άλλα μέλη δεν τηρήσουν τις οικονομικές τους δεσμεύσεις.

«Αν δεν πληρώνετε, δεν θα σας υπερασπιστούμε», δήλωσε ο Τραμπ την περασμένη εβδομάδα, ερωτηθείς για πιθανή αλλαγή στην πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών έναντι του ΝΑΤΟ. «Το είχα πει αυτό πριν από επτά χρόνια. Και εξαιτίας αυτής της δήλωσης, πλήρωσαν εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια».

Ο Τραμπ χαρακτήρισε την προσέγγισή του ως «κοινή λογική», αν και παραδέχτηκε ότι είχε δεχθεί σφοδρή κριτική για τη στάση του.

Επιπλέον, εξέφρασε αμφιβολίες για τη δυνατότητα του ΝΑΤΟ να υπερασπιστεί τις Ηνωμένες Πολιτείες σε περίπτωση κρίσης.

«Το μεγαλύτερο πρόβλημά μου με το ΝΑΤΟ», δήλωσε ο Τραμπ, «είναι ότι πρόκειται για φίλους μου, αλλά αν οι Ηνωμένες Πολιτείες βρεθούν σε κίνδυνο και τους καλέσουμε … πιστεύετε ότι θα έρθουν να μας προστατεύσουν; Είναι υποχρεωμένοι να το κάνουν. Δεν είμαι τόσο σίγουρος».

Σε απάντηση, ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, επανέλαβε τη δέσμευση της Γαλλίας στη συμμαχία.

«Είμαστε πιστοί και αφοσιωμένοι σύμμαχοι», δήλωσε ο Μακρόν, εκφράζοντας «σεβασμό και φιλία» προς τις Ηνωμένες Πολιτείες.

«Πιστεύω ότι δικαιούμαστε να περιμένουμε το ίδιο», πρόσθεσε.

Το 2014, το ΝΑΤΟ είχε θέσει ως στόχο όλα τα μέλη να δαπανούν τουλάχιστον το 2% του ΑΕΠ τους για την άμυνα έως το 2024.

Κατά την εικονική του ομιλία στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στις 23 Ιανουαρίου, ο Τραμπ κάλεσε τα μέλη του ΝΑΤΟ να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ.

Ο Ρούτε δήλωσε την ίδια ημέρα ότι ο Τραμπ έχει δίκιο να ζητά από τα μέλη της συμμαχίας να κατανείμουν τουλάχιστον το 5% του ΑΕΠ τους στην άμυνα.

«Εάν η Ουκρανία χάσει, τότε η αποκατάσταση της αποτρεπτικής ικανότητας του υπόλοιπου ΝΑΤΟ θα έχει πολύ μεγαλύτερο κόστος από αυτό που εξετάζουμε αυτή τη στιγμή, όσον αφορά την αύξηση των αμυντικών δαπανών και της παραγωγής στρατιωτικού εξοπλισμού», δήλωσε ο Ρούτε στο Νταβός.

«Δεν θα μιλάμε για επιπλέον δισεκατομμύρια, αλλά για επιπλέον τρισεκατομμύρια».

Ο Ρούτε διαδέχθηκε τον Γενς Στόλτενμπεργκ ως επικεφαλής της συμμαχίας τον Οκτώβριο του 2024.

Υπηρέτησε ως πρωθυπουργός της Ολλανδίας για 14 χρόνια και είχε συναντηθεί πολλές φορές με τον Τραμπ κατά την πρώτη του προεδρική θητεία.

Οι δύο ηγέτες είχαν την τελευταία τους συνάντηση στις 22 Νοεμβρίου 2024, στο θέρετρο Μαρ-α-Λάγκο του Τραμπ στη Φλόριντα, όπου συζήτησαν ζητήματα παγκόσμιας ασφάλειας.

Ο Τραμπ επανέλαβε την Πέμπτη ότι οι απειλές του να διακόψει τη βοήθεια προς το ΝΑΤΟ, εάν τα κράτη-μέλη δεν πλήρωναν το μερίδιό τους, ώθησαν τους συμμάχους να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες.

«Το ΝΑΤΟ έγινε πολύ πιο ισχυρό χάρη στις ενέργειές μου», είπε. «Τα χρήματα άρχισαν να ρέουν.»

Ακυρώθηκε η συμφωνία ΗΠΑ-Ουκρανίας για τα ορυκτά μετά από έντονη αντιπαράθεση στον Λευκό Οίκο

Η συνάντηση στο Οβάλ Γραφείο μεταξύ του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι μετατράπηκε σε έντονη αντιπαράθεση, αφού τόσο ο Τραμπ όσο και ο αντιπρόεδρος Βανς κατηγόρησαν τον Ουκρανό ηγέτη για έλλειψη ευγνωμοσύνης.

Οι δύο πλευρές επρόκειτο να υπογράψουν συμφωνία για τους φυσικούς πόρους στις 28 Φεβρουαρίου, αλλά αυτή ακυρώθηκε μετά την ανοιχτή σύγκρουση, κατά την οποία οι Αμερικανοί ηγέτες διαφώνησαν με τη δημόσια επιμονή του Ζελένσκι για εγγυήσεις ασφαλείας.

Ο Βανς, απαντώντας στον Ζελένσκι, δήλωσε: «Είναι ασεβές να έρχεσαι στο Οβάλ Γραφείο και να προσπαθείς να επιχειρηματολογήσεις γι’ αυτό μπροστά στα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης».

Ο Βανς τόνισε ότι η Ουκρανία «δεν βρίσκεται σε πολύ καλή θέση», λέγοντας στον Ζελένσκι: «Δεν έχεις τα χαρτιά αυτή τη στιγμή μαζί μας».

«Παίζεις με τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων. Ρισκάρεις έναν Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο», πρόσθεσε ο αντιπρόεδρος, κατηγορώντας στη συνέχεια τον Ουκρανό ηγέτη για αγνωμοσύνη, ρωτώντας τον: «Έχεις πει ευχαριστώ έστω και μια φορά σε όλη αυτή τη συνάντηση;»

Ο Τραμπ παρενέβη στη συζήτηση, προειδοποιώντας τον Ζελένσκι ότι βρίσκεται σε δύσκολη θέση στις διαπραγματεύσεις και διακινδυνεύει να χάσει εντελώς την αμερικανική υποστήριξη.

«Είτε θα κάνεις μια συμφωνία είτε αποχωρούμε», είπε ο Τραμπ.

Ο Τραμπ ανέφερε ότι μια συμφωνία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ουκρανίας θα μπορούσε να θέσει τον Ζελένσκι σε καλύτερη διαπραγματευτική θέση, αλλά επέπληξε τον Ουκρανό ηγέτη, λέγοντας: «Δεν φαίνεσαι καθόλου ευγνώμων». Ύστερα, διέταξε τον Τύπο να εγκαταλείψει το Οβάλ Γραφείο.

Η συμφωνία ακυρώθηκε

Μετά τη συνάντηση κεκλεισμένων των θυρών, ο Τραμπ ανέφερε σε ανάρτησή του στο Truth Social λίγα λεπτά αργότερα ότι ο Ζελένσκι «δεν είναι έτοιμος για ειρήνη αν εμπλέκεται η Αμερική».

«Ασέβησε στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής στο πολύτιμο Οβάλ Γραφείο. Μπορεί να επιστρέψει όταν είναι έτοιμος για ειρήνη», πρόσθεσε ο Αμερικανός πρόεδρος.

Ο Λευκός Οίκος επιβεβαίωσε αργότερα ότι δεν υπογράφηκε καμία συμφωνία και η προγραμματισμένη κοινή συνέντευξη Τύπου για το απόγευμα ακυρώθηκε. Ο Ζελένσκι έχει αποχωρήσει από τον Λευκό Οίκο.

Ο Τραμπ επιδίωξε να διαπραγματευτεί μια γρήγορη λήξη του συνεχιζόμενου πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας. Η συμφωνία για πρόσβαση στα ορυκτά της Ουκρανίας είναι ένας τρόπος να ανακτήσουν οι ΗΠΑ μέρος των κεφαλαίων που έχουν ήδη συνεισφέρει στην πολεμική προσπάθεια της Ουκρανίας.

Εν τω μεταξύ, ο Ζελένσκι επιμένει ότι μια συμφωνία για τους φυσικούς πόρους της Ουκρανίας θα πρέπει να περιλαμβάνει πρόσθετες εγγυήσεις ασφαλείας από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Νωρίτερα στη συνάντηση στο Οβάλ Γραφείο, ο Τραμπ υποβάθμισε τη σημασία των νέων εγγυήσεων ασφαλείας.

«Η ασφάλεια είναι τόσο εύκολη. Αυτό είναι περίπου το 2% του προβλήματος. Δεν ανησυχώ για την ασφάλεια. Ανησυχώ για την ολοκλήρωση της συμφωνίας. Η ασφάλεια είναι το εύκολο μέρος», είπε ο Τραμπ.

Ο Τραμπ δήλωσε ότι η Ουκρανία θα μπορούσε ενδεχομένως να δει πρόσθετες αποστολές αμερικανικών όπλων, αλλά έδειξε ότι επικεντρώνεται στον τερματισμό της σύγκρουσης αντί να συνεχίσει να στηρίζει το Κίεβο στη μάχη.

«Ελπίζω να μην χρειαστεί να στείλω πολλά, γιατί ελπίζω ότι θα το έχουμε τελειώσει», είπε ο Τραμπ.

Ο Ζελένσκι απάντησε λίγο αργότερα, επιμένοντας ότι μια συμφωνία θα πρέπει να περιλαμβάνει πιο συγκεκριμένες εγγυήσεις ασφαλείας.

«Δεν θα δεχτούμε ποτέ απλώς μια κατάπαυση του πυρός», είπε ο Ουκρανός ηγέτης.

Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, ο Τραμπ δήλωσε ότι αναμένει ότι ο Ζελένσκι θα πρέπει να κάνει παραχωρήσεις στη Ρωσία, ως μέρος της τελικής συμφωνίας για να τερματιστούν οι μάχες μεταξύ των δύο χωρών.

Όταν ρωτήθηκε ποιες παραχωρήσεις θα πρέπει πιθανόν να κάνει η Ουκρανία, ο Τραμπ είπε: «Δεν θέλω να σας πω τώρα, αλλά μπορώ να σας πω ότι το ΝΑΤΟ μπορείτε να το ξεχάσετε. Αυτό, νομίζω – αυτός είναι πιθανώς ο λόγος που ξεκίνησε όλο αυτό».

Η Μόσχα πάντοτε θεωρούσε τη συμμετοχή της Ουκρανίας στη συμμαχία του ΝΑΤΟ ως μια απαράδεκτη απειλή.

Πριν από την επίσκεψη στον Λευκό Οίκο, ο Ζελένσκι είχε δηλώσει ότι ήλπιζε επίσης να συζητήσει αν οι ΗΠΑ σχεδιάζουν να σταματήσουν τη στρατιωτική τους βοήθεια προς την Ουκρανία και, αν ναι, αν θα επιτρεπόταν στο Κίεβο να αγοράσει απευθείας αμερικανικά όπλα.

Είχε πει επίσης ότι ήθελε να μάθει αν η Ουκρανία θα επιτρεπόταν να χρησιμοποιήσει παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία για να αγοράσει όπλα και αν η Ουάσιγκτον θα άρει τις κυρώσεις που ισχύουν αυτή τη στιγμή για τη Μόσχα.

Ο Τραμπ αποδέχεται την πρόσκληση του βασιλιά Καρόλου για επίσκεψη στο Ηνωμένο Βασίλειο

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, αποδέχθηκε την πρόσκληση του βασιλιά Καρόλου Γ’ για επίσημη κρατική επίσκεψη στο Ηνωμένο Βασίλειο, γεγονός που χαρακτηρίστηκε «ιστορικό» και «άνευ προηγουμένου» από τον Βρετανό πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ.

Η πρόσκληση παραδόθηκε προσωπικά στον πρόεδρο Τραμπ από τον Στάρμερ, κατά τη διάρκεια συνάντησής τους στο Οβάλ Γραφείο του Λευκού Οίκου, στις 27 Φεβρουαρίου. Ο Τραμπ δήλωσε ότι η πρόσκληση τον τιμά, τονίζοντας πως η απόφαση να αποδεχθεί την επίσκεψη αφορά τόσο τον σεβασμό που νιώθει προς το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και προς τον ίδιο τον βασιλιά. Σημείωσε επίσης ότι δεν έχει ξανασυμβεί να δεχθεί πρόεδρος των ΗΠΑ δεύτερη πρόσκληση, και ότι αυτό είναι κάτι που υπογραμμίζει τη σημασία της σχέσης μεταξύ των δύο χωρών.

Ο Στάρμερ τόνισε πως η δεύτερη αυτή πρόσκληση αποτελεί ένδειξη της ισχυρής συνεργασίας μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ηνωμένου Βασιλείου, επισημαίνοντας ότι οι επίσημες κρατικές προσκλήσεις γίνονται σπάνια από τη βρετανική βασιλική οικογένεια και ότι ποτέ ξανά δεν έχει πραγματοποιηθεί δεύτερη κρατική υποδοχή ενός εν ενεργεία Αμερικανού προέδρου.

Ο Τραμπ είχε πραγματοποιήσει την πρώτη του επίσημη κρατική επίσκεψη στο Ηνωμένο Βασίλειο τον Ιούνιο του 2019, κατόπιν πρόσκλησης της τότε βασίλισσας Ελισάβετ Β’. Η επίσκεψη εκείνη περιελάμβανε επίσημη τελετή στο Παλάτι του Μπάκιγχαμ, κρατικό δείπνο, καθώς και ξενάγηση στο Αβαείο του Γουεστμίνστερ, μεταξύ άλλων εκδηλώσεων.

Κατά τη διάρκεια της 70ετούς βασιλείας της, η βασίλισσα Ελισάβετ είχε φιλοξενήσει επτά Αμερικανούς προέδρους για κρατικές επισκέψεις: τους Χάρι Τρούμαν, Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, Τζον Φ. Κένεντι, Ρίτσαρντ Νίξον, Ρόναλντ Ρίγκαν, Μπαράκ Ομπάμα και Ντόναλντ Τραμπ. Το 2019, είχε δηλώσει πως οι επισκέψεις των Αμερικανών προέδρων αναδεικνύουν τη μακρόχρονη φιλία μεταξύ των δύο χωρών και ότι ήταν χαρούμενη που είχε την ευκαιρία να υπογραμμίσει τη σημασία αυτής της σχέσης.

Ο πρόεδρος Τραμπ είχε τότε υπογραμμίσει τις κοινές αξίες που ενώνουν τις δύο χώρες, όπως η ελευθερία, η εθνική κυριαρχία, το κράτος δικαίου και ο σεβασμός προς τα δικαιώματα που, όπως είχε αναφέρει, προέρχονται από τον Θεό. Στο πλαίσιο της επίσκεψής του, είχε πραγματοποιήσει διμερείς συναντήσεις με την τότε πρωθυπουργό, Τερέζα Μέι, όπου συζητήθηκαν θέματα εμπορίου και εξωτερικής πολιτικής.

Η επίσκεψη του 2019 είχε προκαλέσει μικτές αντιδράσεις στη βρετανική κοινή γνώμη. Από τη μία πλευρά, είχαν πραγματοποιηθεί διαδηλώσεις, με χαρακτηριστικό παράδειγμα ένα φουσκωτό ομοίωμα που απεικόνιζε τον Τραμπ ως μωρό, ενώ ο τότε ηγέτης του Εργατικού Κόμματος, Τζέρεμι Κόρμπιν, είχε μποϊκοτάρει τις επίσημες τελετές, εκφράζοντας τη διαφωνία του με τις δηλώσεις του Τραμπ σχετικά με τη βρετανική πολιτική σκηνή.

Οι λεπτομέρειες σχετικά με την ημερομηνία και το περιεχόμενο της δεύτερης επίσκεψης του Τραμπ στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχουν ακόμη καθοριστεί, σύμφωνα με αξιωματούχο του Λευκού Οίκου. Ωστόσο, ο Στάρμερ δήλωσε αισιόδοξος για τη «ιστορική» αυτή επίσκεψη, τονίζοντας ότι η βασιλική οικογένεια επιθυμεί να την κάνει ακόμη πιο εντυπωσιακή από την προηγούμενη.

Του Travis Gillmore

Η υπουργός Δικαιοσύνης των ΗΠΑ δημοσιοποιεί το πρώτο τμήμα των αποχαρακτηρισμένων αρχείων Έπσταϊν

Η υπουργός Δικαιοσύνης των Ηνωμένων Πολιτειών, Παμ Μπόντι, αποχαρακτήρισε και δημοσιοποίησε στις 27 Φεβρουαρίου το πρώτο τμήμα των φακέλων που σχετίζονται με την έρευνα και καταδίκη του διακινητή πορνείας Τζέφρι Έπσταϊν, αφού η επικεφαλής του υπουργείου Δικαιοσύνης διαπίστωσε ότι το FBI απέκρυψε ορισμένα από τα έγγραφα.

Η Μπόντι δημοσιοποίησε την πρώτη παρτίδα αρχείων την Πέμπτη σε συνεργασία με το FBI.

Ο Έπσταϊν καταδικάστηκε για σεξουαλική κακοποίηση και εκμετάλλευση περισσότερων από 250 ανήλικων κοριτσιών στα σπίτια του στη Νέα Υόρκη, τη Φλόριντα και άλλες τοποθεσίες. Η αρχική παρτίδα αρχείων περιέχει «έγγραφα που είχαν προηγουμένως διαρρεύσει αλλά δεν κυκλοφόρησαν ποτέ με επίσημη ιδιότητα από την κυβέρνηση των ΗΠΑ», σύμφωνα με το Υπουργείο Δικαιοσύνης.

«Το σημερινό Υπουργείο Δικαιοσύνης ακολουθεί τη δέσμευση του προέδρου Τραμπ για διαφάνεια και άρση του πέπλου για τις αποκρουστικές ενέργειες του Τζέφρι Έπσταϊν και των συνεργατών του», ανέφερε η Μπόντι σε δήλωση.

«Η πρώτη φάση των αρχείων που κυκλοφόρησε σήμερα ρίχνει φως στο εκτεταμένο δίκτυο του Έπσταϊν και αρχίζει να παρέχει στο κοινό μια πολύ καθυστερημένη λογοδοσία».

Η δημοσιοποίηση περιέχει έγγραφα που κυκλοφορούσαν σε μεγάλο βαθμό εδώ και χρόνια και δεν περιελάμβαναν σημαντικές αποκαλύψεις για τον Έπσταϊν και τις δραστηριότητές του.

Η παρτίδα των αρχείων περιλαμβάνει αντίγραφα καταγραφών επιβαινόντων από το ιδιωτικό αεροπλάνο του πλούσιου διαχειριστή περιουσιών, τα οποία ήταν από καιρό προσβάσιμα σε διάφορες δικαστικές υποθέσεις, και ένα φωτοαντίγραφο ενός βιβλίου διευθύνσεων με σημαντικές αφαιρέσεις από την κυβέρνηση, που πιθανότατα γράφτηκε από τον Έπσταϊν και τη μακροχρόνια συνεργάτιδά του Τζισλέιν Μάξγουελ και αναφέρονταν από τα μέσα ενημέρωσης εδώ και πολλά χρόνια.

Μέσα στα έγγραφα υπήρχε επίσης μια αποκρυμμένη από την κυβέρνηση λίστα μασέρ σε πολιτείες όπως η Φλόριντα, το Νέο Μεξικό και η Καλιφόρνια, και μια λίστα αποδεικτικών στοιχείων με περισσότερα από 150 αντικείμενα. Η λίστα περιλαμβάνει γυμνές εικόνες, κρεβάτια μασάζ, παιχνίδια «ενηλίκων», και άλλα αντικείμενα. Δεν υπήρξε καμία ένδειξη για το αν η λίστα δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της δικαστικής υπόθεσης του Έπσταϊν, της Μάξγουελ, ή άλλης έρευνας.

Ενώ το Υπουργείο Δικαιοσύνης δήλωσε ότι δημοσιοποιεί τα έγγραφα για να δείξει τη δέσμευσή του στη διαφάνεια, η έλλειψη νέων πληροφοριών προκάλεσε κριτική από τους νομοθέτες.

«Ούτε εγώ ούτε η ομάδα εργασίας λάβαμε ή εξετάσαμε τα έγγραφα του Έπσταϊν που κυκλοφόρησαν σήμερα… Ένα άρθρο της NY Post μόλις αποκάλυψε ότι τα έγγραφα θα είναι απλώς ο τηλεφωνικός κατάλογος του Έπσταϊν», έγραψε η βουλετής Άννα Πωλίνα Λούνα (Ρ-Φλα.) σε μια ανάρτηση στο X μετά τη δημοσιοποίηση των αρχείων.

Η Λούνα χαρακτήρισε την κυκλοφορία «πλήρη απογοήτευση» και πρότεινε ότι η αποκάλυψη δεν ήταν αυτό που ζητούσε το αμερικανικό κοινό ζητώντας διαφάνεια για τον Έπσταϊν.

«Δώστε μας τις πληροφορίες που ζητήσαμε!» έγραψε με κεφαλαία γράμματα.

Η Μπόντι είχε πει νωρίτερα την Πέμπτη ότι βρήκε πως το FBI απέκρυψε ορισμένους φακέλους σχετικά με την υπόθεση του Έπσταϊν και έστειλε επιστολή στον Κας Πατέλ, τον νέο διευθυντή, δίνοντας προθεσμία στην υπηρεσία μέχρι τις 8 το πρωί της Παρασκευής για να παραδώσει όλα τα εναπομείναντα αρχεία στο Υπουργείο Δικαιοσύνης.

«Δεν θα υπάρξουν παρακρατήσεις ή περιορισμοί στην πρόσβασή μου ή στη δική σας», έγραψε.

Ο συντηρητικός πολιτικός σχολιαστής Ρόγκαν Ο’Χάντλεϋ, επίσης γνωστός ως DC Draino, και η δημιουργός περιεχομένου μέσων κοινωνικής δικτύωσης Τσάγια Ρέιτσικ κρατούν φακέλους με τίτλο «Τα αρχεία Έπσταϊν: Τμήμα 1», στον Λευκό Οίκο. Ουάσιγκτον, 27 Φεβρουαρίου 2025. (Evan Vucci/AP Photo)

 

Το εθνικό γραφείο Τύπου του FBI δεν απάντησε σε αίτημα για σχολιασμό μέχρι την ώρα της δημοσίευσης ούτε το γραφείο του FBI στη Νέα Υόρκη απάντησε σε τηλεφωνική κλήση και σε ηχητικό μήνυμα.

Στη δημοσιοποίηση του αρχείου, ο Πατέλ συμπεριέλαβε μια δήλωση σχετικά με τα αρχεία που λείπουν:

«Δεν θα υπάρξουν συγκαλύψεις, δεν θα λείπουν έγγραφα και δεν θα μείνει τίποτα που δεν θα ψάξουμε — και οποιοσδήποτε από το προηγούμενο ή το σημερινό Γραφείο που το εμποδίζει θα κυνηγηθεί γρήγορα. Αν υπάρχουν κενά, θα τα βρούμε. Εάν τα αρχεία έχουν κρυφτεί, θα τα αποκαλύψουμε. Και θα φέρουμε ό,τι βρούμε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης για να αξιολογηθεί πλήρως και να διαδοθεί με διαφάνεια στον αμερικανικό λαό όπως θα έπρεπε.»

Το 2008, ο Έπσταϊν καταδικάστηκε για διακίνηση ανηλίκου σε πορνεία, αφού κατηγορήθηκε για κακοποίηση δεκάδων ανήλικων κοριτσιών στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Εξέτισε 13 μήνες φυλάκιση εκείνη την εποχή, αλλά κατηγορήθηκε για ομοσπονδιακές κατηγορίες στη Νέα Υόρκη το 2019. Ο Έπσταϊν είχε συνάψει μυστικά συμφωνία με ομοσπονδιακούς εισαγγελείς στη Φλόριντα για την άρση παρόμοιων κατηγοριών πορνείας.

Μεγάλο μέρος του υλικού που αφορούσε τις μηνύσεις και τις έρευνες για τον Έπσταϊν είχε ήδη γίνει δημοσίως γνωστό. Αυτά τα έγγραφα περιελάμβαναν αναφορές στον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, τον πρώην πρόεδρο Μπιλ Κλίντον, τον πρίγκιπα Άντριου της Βρετανίας, και τον μάγο Ντέιβιντ Κόπερφιλντ, το όνομα του οποίου εμφανίζεται σε μια χειρόγραφη λίστα με «σημαντικές διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου/διευθύνσεις σπιτιών».

Αφότου ο Έπσταϊν βρέθηκε νεκρός στο κελί του τον Αύγουστο του 2019, ο Γενικός Επιθεωρητής του Υπουργείου Δικαιοσύνης εξέδωσε μια έκθεση που έδειξε ότι ένας «συνδυασμός αμέλειας, κακής συμπεριφοράς, και ξεκάθαρης αποτυχίας εργασιακής απόδοσης» από το Ομοσπονδιακό Γραφείο Φυλακών και τους εργαζόμενους στις φυλακές επέτρεψε στον Έπσταϊν να αυτοκτονήσει ενώ βρισκόταν υπό επιτήρηση αυτοκτονίας.

Σύμφωνα με την έκθεση του φύλακα, δεν ανακαλύφθηκαν αποδείξεις παρανομίας.

Ωστόσο, πολλοί έχουν αμφισβητήσει τις συνθήκες γύρω από το θάνατο του Έπσταϊν, οδηγώντας σε εικασίες και πολλές θεωρίες.

Λίγο μετά τον θάνατο του Έπσταϊν, ο βουλευτής Πολ Γκοσάρ (Ρ-Αριζ.) δημοσίευσε μια σειρά 23 αναρτήσεων στο Twitter σε μια χρονική περίοδο περίπου οκτώ ωρών, επικρίνοντας την έρευνα για την παραπομπή του Τραμπ. Τα πρώτα γράμματα όλων των αναρτήσεων μαζί συνθέτουν την φράση: «Ο Έπσταϊν δεν αυτοκτόνησε».

Του Τζέικομπ Μπεργκ

Με τη συμβολή του Ζάκαρι Στίμπερ και πληροφορίες από το Associated Press