Ο Νούχου Ντάουντα, χριστιανός ευαγγελιστής, βρισκόταν σε ιεραποστολικό ταξίδι, περίπου 200 χλμ μακριά από το σπίτι του στην Πολιτεία Πλατό της Νιγηρίας, όταν δέχθηκε ένα πανικόβλητο τηλεφώνημα από τον μικρότερο αδελφό του.
Όπως είπε στην εφημερίδα The Epoch Times, ο αδελφός του τού ανέφερε ότι τζιχαντιστές είχαν περικυκλώσει το σπίτι του και φώναζαν ότι θα σκότωναν όσους βρίσκονταν μέσα.
Σύμφωνα με όσα ανέφερε, η αστυνομία βοήθησε να διασωθούν πέντε μέλη της οικογένειάς του, προτού βαριά οπλισμένοι άνδρες κάψουν το σπίτι ολοσχερώς και σκοτώσουν έναν νεαρό συνάδελφό του ευαγγελιστή.
Αυτό συνέβη το 2005. Μέσα σε αυτά τα 20 χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι σήμερα, ο Ντάουντα, 67 ετών σήμερα, είδε τον λαό του να σφαγιάζεται, και συγγενείς του και φίλους να δολοφονούνται. Τα σώματα τους τα μετέφερε και έθαψε ο ίδιος, είπε.
Η δοκιμασία των χριστιανών της Νιγηρίας δεν είχε προσελκύσει τη διεθνή προσοχή, έως ότου μετά από μια πρόσφατη έξαρση βία, η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ απείλησε ότι θα παρέμβει ώστε να αποτραπούν μαζικές δολοφονίες που άφησε να εννοηθεί ότι ισοδυναμούν με γενοκτονία.
Από τη μεριά της, η κυβέρνηση της Νιγηρίας αρνείται τους ισχυρισμούς περί θρησκευτικών διώξεων, παρουσιάζοντας τη βία ως κρίση ασφαλείας με «σύνθετες κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές ρίζες» που επηρεάζει ανθρώπους κάθε πίστης. Ωστόσο, η αύξηση των βίαιων επιθέσεων κατά χριστιανικών κοινοτήτων από ριζοσπαστικοποιημένους αντάρτες τα τελευταία χρόνια κινείται παράλληλα με μια ευρύτερη άνοδο του βίαιου ισλαμιστικού εξτρεμισμού στην περιοχή και, σε αρκετές περιπτώσεις, τέμνεται μαζί της.
Μπόκο Χαράμ και κλιμάκωση της βίας
Ο Ντάουντα είπε ότι μεγάλωσε ειρηνικά, με μουσουλμάνους φίλους και γείτονες, στην εύφορη περιοχή της Κεντρικής Ζώνης της χώρας. Ανέφερε όμως ότι όλα άρχισαν να αλλάζουν γύρω στο 2001.
Όπως είπε, τους φαινόταν πολύ παράξενο, καθώς δεν είχαν ξαναδεί κάτι τέτοιο, να δολοφονούνται άνθρωποι σε μια κοινότητα όπου οι μουσουλμάνοι ήταν μειονότητα αλλά καλά οπλισμένοι. Ανέφερε ότι οι ριζοσπαστικοποιημένες ομάδες που άρχισαν να επιτίθενται στους χριστιανούς τούς έδιωξαν από τις εστίες τους.
Παρότι η απειλή έχει εξελιχθεί, ορισμένοι παρατηρητές εντοπίζουν τις ρίζες της σημερινής βίας στην άνοδο που είδε, πάνω από είκοσι χρόνια πριν, το σουνιτικό τζιχαντιστικό κίνημα της Νιγηρίας. Το κίνημα αυτό ταυτίζεται με την τρομοκρατική οργάνωση Μπόκο Χαράμ, η οποία μερικές φορές αποκαλείται «Νιγηριανοί Ταλιμπάν».
Ο Εμπενέζερ Ομπαντάρε, ανώτερος συνεργάτης για τις αφρικανικές σπουδές στο Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων, εκτιμά ότι όλα τα προβλήματα απορρέουν από την Μπόκο Χαράμ.
Όπως είπε στην Epoch Times, πρόκειται για θρησκευτική εκστρατεία, υπό την έννοια ότι οι μαζικές δολοφονίες ξεκίνησαν από την Μπόκο Χαράμ, μια ομάδα που στοχοποιεί χριστιανούς, στοχοποιεί μουσουλμάνους, στοχοποιεί τους πάντες, επειδή τους θεωρεί όλους άπιστους ή αποστάτες.

Η Μπόκο Χαράμ, που ιδρύθηκε το 2002, υιοθετεί μια αυστηρή ερμηνεία του Ισλάμ, η οποία χρησιμοποιεί «εξαιρετικά στενά κριτήρια για να ορίσει ποιος θεωρείται μουσουλμάνος», σύμφωνα με έκθεση του Brookings Institution. Το όνομά της σημαίνει, σε γενικές γραμμές, ότι «η δυτική εκπαίδευση απαγορεύεται».
Η οργάνωση ξεκίνησε ένοπλη εξέγερση κατά της κυβέρνησης της Νιγηρίας το 2009 και δημιούργησε προπύργιο στα βορειοανατολικά, καθώς και στις γειτονικές χώρες Τσαντ, Καμερούν και Νίγηρα.Έκτοτε, σε όλο τον βορρά έχει εμφανιστεί ένα μίγμα βίαιων δραστών με μεταβαλλόμενες συμμαχίες και εχθρότητες, μεταξύ των οποίων το Ισλαμικό Κράτος, η Αλ Κάιντα, παρακλάδια και συνεργαζόμενες ομάδες της Μπόκο Χαράμ, καθώς και ένοπλοι ληστές, νέες διασυνοριακές ομάδες και εθνοτικές πολιτοφυλακές.
Το 2013 χαρακτηρίστηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες τρομοκρατική οργάνωση, χαρακτηρισμό που διατηρεί έως και σήμερα.
Τρομοκρατία στη Νιγηρία
Η Νιγηρία κατατάσσεται στην έκτη θέση στον Δείκτη Παγκόσμιας Τρομοκρατίας 2025 του Ινστιτούτου Οικονομικών και Ειρήνης.
Στο βορειοδυτικό τμήμα της χώρας, όπου η βία αποδιδόταν ιστορικά στη δράση συμμοριών, παρακλάδια της Αλ Κάιντα και του Ισλαμικού Κράτους έχουν εδραιώσει την παρουσία τους από το 2020 και έχουν ενεργά δίκτυα από το 2024, σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση του προγράμματος Critical Threats (Κρίσιμες Απειλές) του American Enterprise Institute (Αμερικανικού Ινστιτούτου Επιχειρήσεων).
Οι αναφορές για δολοφονίες αμάχων στη Νιγηρία ποικίλλουν, από 50.000 έως πάνω από 100.000 από το 2009, ενώ εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί. Στοιχεία από την Υπηρεσία Δεδομένων Τοποθεσίας και Συμβάντων Ένοπλων Συγκρούσεων (Armed Conflict Location and Event Data – ACLED), έναν αμερικανικό φορέα παρακολούθησης, δείχνουν ότι η βία που στοχοποιεί χριστιανούς έχει αυξηθεί απότομα από το 2020, αλλά εξακολουθεί να ωχριά σε σύγκριση με την «ευρύτερη αύξηση της συνολικής πολιτικής βίας», την οποία ο φορέας αναφέρει ότι έχει οδηγήσει σε πολύ περισσότερους θανάτους μουσουλμάνων.
Για το 2021, τα Ηνωμένα Έθνη εκτιμούν ότι σχεδόν 350.000 άνθρωποι είχαν πεθάνει, άμεσα ή έμμεσα, ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης που μαστίζει τη χώρα από το 2009.
Ο Ομπαντάρε είπε ότι παρόλο που οι εκτιμήσεις διαφέρουν, εκείνο που κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει είναι ότι σκοτώνονται πολλοί άνθρωποι, και ότι σκοτώνονται για θρησκευτικούς λόγους.
Κλιμακώνονται οι προκλητικές επιθέσεις
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, τον Οκτώβριο, επανέφερε τη Νιγηρία στη λίστα των «Χωρών Ιδιαίτερου Ενδιαφέροντος», έναν επίσημο χαρακτηρισμό που αποδίδεται στους χειρότερους παραβάτες της θρησκευτικής ελευθερίας παγκοσμίως.
Σε ακρόαση του Κογκρέσου στις 20 Νοεμβρίου, αξιωματούχοι του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωσαν ότι εργάζονται πάνω σε ένα συνολικό σχέδιο για να συμβάλουν στην ενίσχυση των εγχώριων δυνατοτήτων ασφαλείας και των αντιτρομοκρατικών προσπαθειών της χώρας.
Λίγες ώρες μετά την ακρόαση, ένοπλοι εισέβαλαν στις 21 Νοεμβρίου σε καθολικό σχολείο της Κεντρικής Ζώνης και απήγαγαν περισσότερους από 300 μαθητές και 12 εκπαιδευτικούς.
Ήταν η τέταρτη μαζική απαγωγή εκείνης της εβδομάδας και μία από τις χειρότερες στην ιστορία της χώρας, ξεπερνώντας ακόμη και την απαγωγή 276 μαθητριών από το Δευτεροβάθμιο Σχολείο Τσίμποκ από την Μπόκο Χαράμ το 2014. Πέρυσι, η Διεθνής Αμνηστία ανέφερε ότι περισσότερα από 1.700 παιδιά έχουν απαχθεί από την οργάνωση στο διάστημα 2014-2024.
Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία, τα θύματα απαγωγών συχνά εξαναγκάζονται να πολεμήσουν, να παντρευτούν τους απαγωγείς τους ή πωλούνται για σεξουαλική εκμετάλλευση.
Το κύμα βίας που ξέσπασε από τις 15 Νοεμβρίου έως τις 21 Νοεμβρίου περιελάμβανε επίσης επίθεση σε χριστιανική εκκλησία κατά τη διάρκεια λειτουργίας, κατά την οποία δύο άνθρωποι σκοτώθηκαν και τριάντα οκτώ απήχθησαν, καθώς και την απαγωγή είκοσι τεσσάρων μαθητριών από ένα δευτεροβάθμιο σχολείο και τη δολοφονία τριών ανθρώπων, μαζί με την απαγωγή εξήντα τεσσάρων από τα σπίτια τους.

Στις 24 Νοεμβρίου, μέσα ενημέρωσης της Νιγηρίας μετέδωσαν ότι ύποπτοι τρομοκράτες της Μπόκο Χαράμ απήγαγαν δώδεκα γυναίκες από την πολιτεία Μπόρνο και ισοπέδωσαν ένα χωριό αλλού στην ίδια πολιτεία.
Ο σεβασμιότατος Γουίλφρεντ Αναγκμπέ, καθολικός επίσκοπος της Νιγηρίας, είπε στους νομοθέτες στην ακρόαση της 20ής Νοεμβρίου ότι ήλπιζαν πως ο χαρακτηρισμός [«Χώρα Ιδιαίτερου Ενδιαφέροντος»] από τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στα τέλη Οκτωβρίου θα μπορούσε να σταθεροποιήσει την κατάσταση, αλλά αντίθετα αυτή επιδεινώνεται σε μία από τις πιο θανατηφόρες περιόδους για τους χριστιανούς της Νιγηρίας που έχουν καταγραφεί τα τελευταία χρόνια.
Παρότι η κυβέρνηση έχει προσπαθήσει να αντιμετωπίσει την τρομοκρατική απειλή, ο Ντάουντα είπε ότι δεν πρόκειται για τον μετωπικό πόλεμο στον οποίο είναι συνηθισμένοι οι στρατοί, καθώς οι δράστες κρύβονται, επιτίθενται, αποσύρονται και καλύπτονται. Ανέφερε ότι η κυβέρνηση έχει προσπαθήσει μεν, αλλά ανεπιτυχώς.
Η κυβέρνηση της Νιγηρίας δεν απάντησε σε αιτήματα για σχόλια της Epoch Times, αλλά πρόσφατα ανέφερε, σε ανακοίνωση που ανάρτησε στην πλατφόρμα X, ότι από το 2023 οι υπηρεσίες ασφαλείας της έχουν «εξουδετερώσει» περισσότερους από 13.500 τρομοκράτες, έχουν συλλάβει περισσότερους από 17.000 υπόπτους και έχουν διασώσει περισσότερα από 9.800 θύματα απαγωγών.
Οι πολιτοφυλακές των Φουλάνι
Τον περασμένο Μάιο, η Διεθνής Αμνηστία ανέφερε ότι τουλάχιστον 10.217 άνθρωποι είχαν σκοτωθεί σε επιθέσεις ενόπλων τα δύο χρόνια από την εκλογή του σημερινού προέδρου Μπόλα Άχμεντ Τινουμπού, κυρίως στις πολιτείες Μπενουέ και Πλατό της Κεντρικής Ζώνης, όπου οι χριστιανοί αποτελούν πλειοψηφία.
Τέτοιες επιθέσεις έχουν στρέψει την προσοχή σε μακροχρόνιες συγκρούσεις μεταξύ γεωργών, που είναι σε μεγάλο βαθμό χριστιανοί, και κτηνοτρόφων Φουλάνι, που είναι ημινομάδες και κατά πλειονότητα μουσουλμάνοι, στην Κεντρική Ζώνη. Η κυβέρνηση της Νιγηρίας χαρακτηρίζει το ζήτημα ως διαμάχη για τη χρήση γης, που τροφοδοτείται από το κλίμα, τη σπανιότητα πόρων και την αύξηση του πληθυσμού.
Σύμφωνα με τον οργανισμό Open Doors, που παρακολουθεί τις διώξεις χριστιανών, οι μαχητές Φουλάνι ευθύνονται για το 55% των καταγεγραμμένων θανάτων χριστιανών μεταξύ 2019 και 2023.
Το Παρατηρητήριο Θρησκευτικής Ελευθερίας στην Αφρική δημοσίευσε τον Ιούλιο έρευνα που δείχνει ότι πολιτοφυλακές Φουλάνι ευθύνονται για το 47% των 36.056 δολοφονιών αμάχων μεταξύ 2019 και 2024, ποσοστό που είναι πενταπλάσιο από το αθροιστικό πλήγμα άλλων σημαντικών τρομοκρατικών οργανώσεων, όπως η Μπόκο Χαράμ και ένα παρακλάδι γνωστό ως Ισλαμικό Κράτος-Επαρχία Δυτικής Αφρικής.

Πιο πρόσφατα, άλλοι φορείς παρακολούθησης, όπως η υπηρεσία Eyewitness Global του Διεθνούς Δικηγορικού Συλλόγου, έχουν επισημάνει «σημαντική κλιμάκωση» της βίας με «θρησκευτική και εθνοτική διάσταση» στην Κεντρική Ζώνη.
Και ενώ ο Δείκτης Παγκόσμιας Τρομοκρατίας του 2015 κατέταξε τους ένοπλους μαχητές Φουλάνι ως την τέταρτη πιο φονική τρομοκρατική ομάδα στον κόσμο, το Παρατηρητήριο σημειώνει ότι έχουν «μυστηριωδώς εξαφανιστεί» από τις διεθνείς κατατάξεις, παρά το ότι έχουν γίνει «σημαντικά πιο θανατηφόροι».
Ο Ντάουντα είπε ότι ένας μικρός αριθμός ατόμων υποκινεί και ριζοσπαστικοποιεί έναν κατά τα άλλα ειρηνικό πληθυσμό. Ανέφερε ότι οι περισσότεροι Φουλάνι είναι αθώοι και ότι οι περισσότεροι θέλουν να ζήσουν ειρηνικά και να φροντίζουν τα κοπάδια τους.
Ο Ενί Νσαϊμπία, ανώτερος αναλυτής για τη Δυτική Αφρική στην Υπηρεσία Δεδομένων Τοποθεσίας και Συμβάντων Ένοπλων Συγκρούσεων, είπε στην Epoch Times ότι η βία στην Κεντρική Ζώνη είναι «πολυκατευθυντική» και δεν μπορεί να περιοριστεί σε έναν τύπο θρησκευτικού πολέμου.
Όπως ανέφερε, η εστίαση στη δίωξη των χριστιανών δεν αποτυπώνει πραγματικά το πρόβλημα, επειδή αυτό δεν είναι η κύρια σύγκρουση, και ότι η πραγματική απειλή είναι οι τζιχαντιστικές ομάδες που επεκτείνουν την επιρροή τους σε όλο και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού, φτάνοντας να ανταγωνίζονται το κράτος.
Διευκρίνησε ότι ορισμένες από αυτές τις ομάδες, όπως το Ισλαμικό Κράτος-Επαρχία Σαχέλ, είναι κατά πλειονότητα Φουλάνι, αλλά δρουν κυρίως σε πολιτείες όπου επικρατούν μουσουλμάνοι, κάτι που σημαίνει ότι τα θύματα μεταξύ των αμάχων είναι κατά κύριο λόγο επίσης μουσουλμάνοι.
Όταν η σύγκρουση επεκτάθηκε στην περιοχή, ο Νσαϊμπία είπε ότι οι ισχυρότερες ομάδες συγκεντρώθηκαν στο Μάλι και την Μπουρκίνα Φάσο, όπου πολλοί μαχητές είναι Φουλάνι. Ανέφερε ότι αυτό είναι περισσότερο συγκυριακό, αλλά συνδέεται και με τον τρόπο που αντέδρασε το κράτος στην εξέγερση.
Σε πολλές χώρες της περιοχής, ο Νσαϊμπία είπε ότι οι Φουλάνι και άλλες κτηνοτροφικές εθνοτικές ομάδες έχουν για καιρό περιθωριοποιηθεί από το κράτος, γεγονός που τις καθιστά εύκολο στόχο ριζοσπαστικοποίησης.
«Φρικτά πράγματα»
Ο Μούσα Μπέλο, γεννημένος μουσουλμάνος Φουλάνι, ασπάστηκε τον χριστιανισμό και έγινε ευαγγελικός ιεροκήρυκας. Όντας ο ίδιος έντονα ενεργός στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σχετικά με αυτό που αποκαλεί χριστιανική γενοκτονία, είπε ότι αυτή τη στιγμή κρύβεται, έχοντας δεχθεί απειλές κατά της ζωής του από ισλαμιστές και, όπως υποστηρίζει, αντίποινα από την κυβέρνηση.
Ο Μπέλο είπε στην Epoch Times ότι συνήθως επισκέπτεται πολλά απομακρυσμένα χωριά, στα οποία μπορεί κανείς να φτάσει μόνο με μοτοσικλέτα ή περπατώντας, και ανέφερε την επίσκεψή του σε ένα χωριό στην Πολιτεία Πλατό. Εκεί κήρυξαν το ευαγγέλιο, έκαναν προσέφεραν ιατρική υποστήριξη και μοίρασαν Βίβλους, επιστρέφοντας τον περασμένο Οκτώβριο για δουν την εξέλιξη των πραγμάτων.
Όπως είπε, ολόκληρο το χωριό είχε εξαφανιστεί. Έπεφταν πάνω σε ανθρώπινους σκελετούς και σε σώματα που δεν είχε καν αποσυντεθεί — η κατάσταση ήταν φρικτή, είπε.
Ο Σον Νέλσον, δικηγόρος της οργάνωσης Alliance Defending Freedom (ADF), θυμήθηκε ότι είχε επισκεφθεί θύματα μετά από επίθεση της παραμονής των Χριστουγέννων το 2023, η οποία σκότωσε περισσότερους από 200 ανθρώπους σε χριστιανικά κυρίως χωριά σε εκείνη την περιοχή. Ανέφερε ότι είχαν στοχοποιήσει τα σπίτια των ποιμένων και ότι επιτέθηκαν πρώτα στις εκκλησίες. Περιέγραψε ότι στο πρώτο χωριό που επισκέφθηκαν, παραμονή των Χριστουγέννων, πήγαν στο σπίτι του ποιμένα, πήραν εκείνον και την οικογένειά του, έβαλαν φωτιά στο σπίτι, τον οδήγησαν πίσω από την εκκλησία και τον αποκεφάλισαν.
Ο Νέλσον είπε ότι κάθε μάρτυρας τού ανέφερε πως οι επιτιθέμενοι μπήκαν με ματσέτες, φωνάζοντας «Αλλάχου Άκμπαρ» («Ο Θεός είναι μέγας») και ότι θα σκοτώσουν χριστιανούς.

Ο Τζον Στιούαρτ, Αμερικανός δικηγόρος και ποιμένας που ταξιδεύει συχνά στην Αφρική για να διδάξει και να εκπαιδεύσει χριστιανούς ηγέτες, περιέγραψε κοινότητες της Νιγηρίας που έχουν καταστραφεί από συστηματική βία και εκτοπισμό.
Όπως είπε στην Epoch Times, επισκέφθηκε κέντρα μετεγκατάστασης, όπου βρίσκονταν χριστιανοί που είχαν εκδιωχθεί από τα χωριά τους από μουσουλμάνους Φουλάνι, με τον στρατό, όπως ανέφερε, να κάνει τα στραβά μάτια.
Ανέφερε ότι κοιμούνταν σε τσιμεντένια δάπεδα μέσα σε εκκλησίες και ότι δεν είχαν τίποτα άλλο πέρα από φτυάρια και τσουγκράνες για να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους.
«Υπάρχουν άλλοι από πίσω»
Τόσο ο Ντάουντα όσο και ο Μπέλο είπαν ότι στη Νιγηρία έρχονται Φουλάνι και από άλλες χώρες.
Ο Μπέλο ανέφερε ότι είχε συναντήσει έναν τέτοιο άνθρωπο και ότι, όντας και ο ίδιος Φουλάνι, κατάλαβε ότι δεν επρόκειτο για Φουλάνι από τη Νιγηρία όταν του μίλησε. Ο άντρας τού είπε πως ήταν από το Μάλι και ότι η ομάδα του κατευθυνόταν προς την πολιτεία Μπενουέ.
Σύμφωνα με τον Μπέλο, τα σύνορα της Νιγηρίας με τον Νίγηρα και το Τσαντ είναι εύκολο να παραβιαστούν. Ανέφερε ότι όλοι χρησιμοποιούν εξελιγμένα όπλα, όπως πολυβόλα, Καλάσνικοφ, εκτοξευτές ρουκετών, τα οποία, όπως είπε, δεν χρησιμοποιεί καν ο στρατός τους. Αυτό συμβαίνει εδώ και δύο δεκαετίες, υποστηρίζει, αλλά η κυβέρνηση της Νιγηρίας δεν έχει οδηγήσει ούτε έναν δράστη στη δικαιοσύνη.
Ο Ντάουντα είπε ότι τον εντυπωσίαζε η εικόνα κτηνοτρόφων Φουλάνι με τα πολυβόλα ανά χείρας.

Ανέφερε ότι ένας Φουλάνι συνήθως φροντίζει την αγελάδα του, η οποία είναι ο «τραπεζικός του λογαριασμός» και το μέλλον των παιδιών του, και διερωτήθηκε πώς τέτοιοι αθώοι Φουλάνι χειρίζονται τέτοια όπλα.
Όπως είπε, αυτό σημαίνει πως υπάρχουν άλλοι από πίσω και ότι θέλει ο κόσμος να το γνωρίζει, προσθέτοντας ότι οι Φουλάνι έχουν υποστεί πλύση εγκεφάλου. Ισχυρίστηκε ότι στόχος τους είναι να διασχίσουν όλη τη χώρα, και ότι γι’ αυτό ακούγονται δολοφονίες σε εκκλησίες και στον νότο.
Η καρδιά της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας
Η κυβέρνηση της Νιγηρίας παρουσιάζει τις επιθέσεις σε χριστιανικές κοινότητες, όπως εκείνη που βίωσε ο Ντάουντα στην Κεντρική Ζώνη, ως εθνοτικές διαμάχες για τη χρήση γης, ξεχωριστές από την τρομοκρατία των τζιχαντιστών στα βορειοανατολικά ή την αναρχία των συμμοριών στα βορειοδυτικά.
Ωστόσο, εν μέσω της διακρατικής επέκτασης του ισλαμιστικού εξτρεμισμού, με όπλα και μαχητές να κινούνται μέσα από διάτρητα σύνορα, ορισμένοι αναλυτές λένε ότι τέτοιες διακρίσεις είναι ολοένα και λιγότερο ουσιαστικές και λειτουργούν ως αντιπερισπασμός από την αυξανόμενη απειλή του βίαιου φονταμενταλισμού.
Η Κεντρική Περιοχή του Σαχέλ στην υποσαχάρια Αφρική, η οποία περιλαμβάνει τη Νιγηρία και εκτείνεται από τον Βόρειο Ατλαντικό έως την Ερυθρά Θάλασσα, έχει αντικαταστήσει τη Μέση Ανατολή ως το επίκεντρο της παγκόσμιας σαλαφιστικής-τζιχαντιστικής βίας, αντιπροσωπεύοντας πλέον το 51% όλων των θανάτων από τρομοκρατία παγκοσμίως, σύμφωνα με την έκθεση Global Terrorism Index 2025: Measuring the Impact of Terrorism («Δείκτης Παγκόσμιας Τρομοκρατίας 2025: Μέτρηση του αντίκτυπου της τρομοκρατίας») του Ινστιτούτου Οικονομικών και Ειρήνης .
Έρευνες της οργάνωσης Conflict Armament Research, ενός βρετανικού φορέα που παρακολουθεί τα παράνομα όπλα, έχουν υποδείξει ότι η εξάπλωση όπλων σε όλο το Σαχέλ επιταχύνθηκε από την πτώση, το 2011, του βαριά οπλισμένου καθεστώτος του Μουαμάρ Καντάφι στη Λιβύη.
Στοιχεία από την Υπηρεσία Δεδομένων Τοποθεσίας και Συμβάντων Ένοπλων Συγκρούσεων δείχνουν ότι οι τζιχαντιστικές ομάδες έχουν εισέλθει σε «μια νέα φάση επέκτασης» στο Σαχέλ. Σε έκθεση του Δεκεμβρίου, ο φορέας σημειώνει ότι, καθώς οι τζιχαντιστικές ομάδες εδραιώνουν τις επιχειρήσεις τους, οι διακρίσεις μεταξύ περιφερειακών συγκρούσεων δίνουν τη θέση τους σε μια ευρύτερη, ενιαία απειλή.
Ο ίδιος φορέας αναφέρει ότι το 79% των επιχειρήσεων του Ισλαμικού Κράτους πραγματοποιήθηκε στην Αφρική το 2025, από 49% το 2024. Η οργάνωση Ισλαμικό Κράτος-Επαρχία Δυτικής Αφρικής «ελέγχει εκτεταμένες περιοχές και έχει σκοτώσει ή εκτοπίσει χιλιάδες ανθρώπους στη Νιγηρία και σε γειτονικές χώρες», σύμφωνα με τον Αντιτρομοκρατικό Οδηγό του Γραφείου του Διευθυντή Εθνικών Πληροφοριών των ΗΠΑ.

Η συνεργασία μεταξύ τζιχαντιστικών ομάδων αυξάνεται, επισημαίνει ο Νσαϊμπία. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ανέφερε, ομάδες της Νιγηρίας έχουν ενσωματωθεί σε ευρύτερες διεθνείς δομές, όπως το Ισλαμικό Κράτος ή σε ομάδες που συνεργάζονται με την Αλ Κάιντα, ή συντονίζονται με περιφερειακές ομάδες πέρα από τα σύνορα, ώστε να μοιράζονται όπλα, προπαγάνδα και μαχητές.
Καθώς το Σαχέλ έχει εξελιχθεί σε παγκόσμιο επίκεντρο τζιχαντιστικής δράσης, εξήγησε ότι ομάδες της Νιγηρίας επεκτείνονται από την ιστορική τους βάση στη Λεκάνη της Λίμνης Τσαντ προς τα παράκτια κράτη της Δυτικής Αφρικής, και ότι οι συναντήσεις των διαφόρων ομάδων σχηματίζουν ένα είδος κόμβου ανάμεσα σε δύο πολύ διαφορετικά πεδία συγκρούσεων.
Ο Ομπαντάρε είπε ότι γνωρίζουν με βεβαιότητα πως όλες αυτές τις ομάδες τις ενώνει ένας τουλάχιστον κοινός στόχος: θέλουν να καταστρέψουν το σύγχρονο κράτος όπως το γνωρίζουμε.
Στο γειτονικό Μάλι, οι τζιχαντιστές κοντεύουν να καταλάβουν τη χώρα, σύμφωνα με έκθεση του περασμένου μήνα από το Κέντρο Σουφάν.
Σαρία και βλασφημία
Τα χρόνια που ακολούθησαν τη μετάβαση της Νιγηρίας, το 1999, σε συνταγματική δημοκρατία, δώδεκα βόρειες Πολιτείες ενσωμάτωσαν ξανά το ισλαμικό ποινικό δίκαιο. Θεωρητικά, η σαρία εφαρμόζεται μόνο στους μουσουλμάνους, αλλά στην πράξη, όπως υποστηρίζουν υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει βία από όχλους και θανατικές ποινές με κρατική κάλυψη.
Ο Νέλσον είπε ότι ο νόμος περί βλασφημίας επί ποινή θανάτου στις δώδεκα βόρειες πολιτείες είναι κάτι το εξωφρενικό, και ανέφερε ότι η οργάνωση Alliance Defending Freedom παρεμβαίνει υπέρ ατόμων που αντιμετωπίζουν κατηγορίες βλασφημίας και αποστασίας στα δικαστήρια σαρία της Νιγηρίας. Όπως σημείωσε, πρόκειται για ένα από τα μόλις επτά μέρη στον κόσμο με νόμο αυτού του είδους.
Το 2024, η Διεθνής Αμνηστία ανέφερε κλιμάκωση της βίας από όχλο σε όλη τη χώρα, συμπεριλαμβανομένων δολοφονιών που σχετίζονται με κατηγορίες βλασφημίας, όπου τα θύματα λιντσαρίστηκαν, λιθοβολήθηκαν, βασανίστηκαν και κάηκαν ζωντανά.

Η οργάνωση ανέφερε ότι η προφανής ενθάρρυνση δολοφονιών για βλασφημία από θρησκευτικούς ηγέτες δημιουργεί ένα περιβάλλον στο οποίο ο όχλος αισθάνεται ότι δικαιούται να πάρει τον νόμο στα χέρια του, ενώ κυβερνητικοί αξιωματούχοι σπάνια καταδικάζουν δημόσια τη βία του όχλου για βλασφημία.
«Ένας θρησκευτικός παράγοντας»
Ο Ομπαντάρε από το Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων είπε ότι η συζήτηση για τη βία στη Νιγηρία έχει γίνει όλο και πιο θολή και ότι παλαιότερα συμφωνούσαν πως η απειλή ήταν ο φονταμενταλισμός.
Υποστήριξε δε ότι η ιδέα πως οι ισλαμιστές αντάρτες δεν πρέπει να περιγράφονται ή να παρουσιάζονται ως αυτό που είναι, επειδή δεν θέλουν να προσβάλουν τους μετριοπαθείς μουσουλμάνους, είναι, κατά την άποψή του, συγκαταβατική απέναντι στους μετριοπαθείς μουσουλμάνους.
Είπε ότι όσο περισσότερο η Μπόκο Χαράμ δηλώνει πως ο στόχος της είναι θρησκευτικός, ότι θέλει να αντικαταστήσει τη Νιγηρία με ένα ισλαμικό κράτος, ότι μισεί τη δημοκρατία και ότι το πρόβλημα είναι η απιστία, τόσο περισσότερο κάποιοι από την άλλη πλευρά επιμένουν να λένε ότι δεν ξέρουν για τι μιλούν, ότι πρόκειται για την κλιματική αλλαγή και ότι δεν έχει καμία σχέση με τη θρησκεία.
Παρά τη διαρκή απειλή, ο Ντάουντα είπε ότι δεν σκέφτεται να ζήσει οπουδήποτε αλλού. Ζητούν από τον Θεό να παρέμβει και γι’ αυτό έχουν ακόμη την ευκαιρία να μιλούν γι’ αυτό.










